Η έμπρακτη μετάνοια και η εντελής ικανοποίηση του παθόντος στο Ποινικό Δίκαιο και στους Ειδικούς Ποινικούς Νόμους

Σχετικά έγγραφα
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ... VII ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ... XV ΓΕΝΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ...1 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

Το Προστατευόμενο Έννομο Αγαθό στην Πορνογραφία Ανηλίκων

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ...17 Α. Ελληνικές...17 Β. Ξενόγλωσσες...19

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ...

Τελευταίως παρατηρείται έξαρση του φαινομένου επιθέσεων, βιαιοπραγιών και διενέργειας ελέγχων σε αλλοδαπούς μετανάστες, σε σχέση με τη νομιμότητα της

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 3: Ποινικό Δίκαιο των Ανηλίκων

ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΑΣ (ΕΚΠΑ) ΚΑΤΑΤΑΚΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΑΚ. ΕΤΟΥΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

23η ιδακτική Ενότητα ΓΕΝΙΚΑ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΟΙΝΙΚΩΝ - ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΓΕΝΙΚΟΣ ΣΚΟΠΟΣ ΠΟΙΝΩΝ ΠΕΡΙ ΠΟΙΝΩΝ ΠΕΡΙ ΕΥΘΥΝΗΣ ΠΟΙΝΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ

Αθήνα 1Ο Απριλίου 2013 ΠΡΟΣ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ Προλογικό σημείωμα...5. Ι. Αιτιολογική Έκθεση στο σχέδιο νόμου «Κύρωση του Ποινικού Κώδικα»...

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. MEΡOΣ A Εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 4: Βασικές Αρχές της απονομής δικαιοσύνης σε ανηλίκους

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Ν. 3126/2003 ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ»

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος. Συντομογραφίες..

ΧΡΕΗ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ Το ισχύον νομοθετικό καθεστώς ν.4321 με τροπ. με ν.4337/2015

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 8: Η θέση του ανηλίκου ως κατηγορουμένου

Στυλιανός Παπαγεωργίου -Γονατάς,

ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΤΑΔΙΟ - ΣΥΝΟΛΟ ΔΙΩΡΩΝ

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 1: Αυτονόμηση της αντιμετώπισης των ανηλίκων

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 7: Ιδιαιτερότητες της ποινικής διαδικασίας ανηλίκων

ΙΑΤΡΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΑΠΟ ΑΜΕΛΕΙΑ

Ενώπιον του Α Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών

ΜΑΘΗΜΑ: «ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΙΚΑΙΟ» A ΚΛΙΜΑΚΙΟ (Α-Κ)

1. Προϋποθέσεις κατάφασης εγκλήματος τελούμενου κατ εξακολούθηση

της δίωξης ή στην αθώωση.

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

09. Ποινικό Δίκαιο & Ποινική Δικονομία

Οριοθέτηση Εγκληματικής Μονάδας στο Ουσιαστικό Ποινικό Δίκαιο

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 5: Ουσιαστικό ποινικό δίκαιο ανηλίκων

Ποινική ικονομία II. Υποχρεωτικό. Πτυχίο (1ος Κύκλος) Θα ανακοινωθεί

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Α) Η θεωρητική και νοµολογιακή προσέγγιση πριν από το Ν 2408/1996 (Υπεράσπιση 1992, 357)... 9

«Ειδικά θέματα υπαλληλικού και πειθαρχικού δικαίου - Σχέση με ποινική δίκη» Σύντομη επισκόπηση της νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗΣ

Δεύτερο Στάδιο - Σύνολο Διώρων

Η υποχρέωση εχεμύθειας και ο κύκλος των προσώπων που αφορά

Η υποχρέωση εχεμύθειας και ο κύκλος των προσώπων που αφορά

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΘΕΜΑ: ΟΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΚΩΔΙΚΑ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ 4322/2015

Η σχολιαζόμενη απόφαση παρουσιάζει σημαντικό. ενδιαφέρον τόσο γιατί πραγματεύεται σημαντικά νομικά ζητήματα

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ. Θέµα: Η αρχή της ανθρώπινης αξίας ΒΑΣΙΛΙΚΗ. ΓΡΙΒΑ. ιδάσκων Καθηγητής: Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος

669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( ) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ 25ΗΣ ΣΕΙΡΑΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΝ. Δεύτερο Στάδιο

Το ποινικό φαινόμενο και η τυποποίησή του

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 6: Το αυτοτελές σύστημα των εννόμων συνεπειών του ποινικού δικαίου ανηλίκων

Δ Ι Π Λ Ω Μ Α Τ Ι Κ Η E Ρ Γ A Σ I A

Διοικητικό Δίκαιο. Αστική ευθύνη του δημοσίου 1 ο μέρος. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

φωνα με το δίκαιο του αλλοδαπού τόπου τέλεσής του, προκειμένου να εφαρμοστούν οι ελληνικοί ποινικοί νόμοι για τη δίωξη του συναφούς ξεπλύματος.

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

Η ΔΕΣΜΕΥΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 1 ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΤΗΣ ΕΣΔΑ. ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Γιώργος ηµήτραινας, Λέκτορας

ΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΑ: ΠΟΙΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ NB (2002) σελ

Η δήμευση και ο νέος της χαρακτήρας υπό το φως του ευρωπαϊκού ποινικού δικαίου

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Η θέση της πολιτικής αγωγής στην ποινική δίκη. ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Νομιμοποίηση του πολιτικώς ενάγοντος

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.

Η γενική αρχή του σεβασµού και της προστασίας της ανθρώπινης αξίας

ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

Σελίδα 1 από 5. Τ

Του Συνεργάτη μας Ηλία Κοντάκου, Δικηγόρου, υπ. διδάκτορος Παν/μίου Αθηνών ΦΥΣΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΟ

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

«Ο ΝΕΟΣ ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ Ο ΝΕΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ»

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

Η ποινική νομοθεσία για τα ναρκωτικά και η εφαρμογή της στην δικαστηριακή πρακτική.

ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Εξωσυμβατική ευθύνη Δημοσίου 12/4/2016

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 16 Οκτωβρίου 2012 (23.10) (OR. en) 14826/12 Διοργανικός φάκελος: 2012/0036 (COD)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΕΥΑΓΓ. ΜΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΥ...VII ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΠΕΤΡΟΥ ΠΑΡΑΡΑ...ΙΧ ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ...XVII ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ ΣΤΗ ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΚΔΟΣΗ...

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΘΕΜΕΛΙΟΥ

16542/1/09 REV 1 ΛΜ/νικ 1 DG H 2B

4 η Ενότητα Νομιμοποίηση εγκληματικών εσόδων

δικαίου προς τις διατάξεις του καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου που κυρώθηκε με τον ν. 3003/2002 (ΦΕΚ Α 75)»

Θέμα: «Η ιστορική μέθοδος ερμηνείας» Υπεύθυνος καθηγητής: κ. Ανδρέας Δημητρόπουλος

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΚΑΙ Η ΦΥΣΗ ΤΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΑΞΗΣ

Κύκλος Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ΠΟΡΙΣΜΑ. Θέμα: ΑΠΟΔΟΧΉ ΜΕΤΑΦΡΆΣΕΩΝ ΔΙΚΗΓΌΡΟΥ

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ

ΜΠρΑθ 10689/2008 [Διαδικασία συνδιαλλαγής κατά τον ΠτΚ - Προληπτικά μέτρα*] (παρατ. Ι. Σπυριδάκης)

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΝΕΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΚΩΔΙΚΑ

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 2: Κράτος Δικαίου 2

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Περιπτώσεις σεξουαλικής παρενόχλησης στο χώρο εργασίας και δικαιώματα των θυμάτων

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ. Ενότητα 3: Δισσοί Λόγοι. Παρούσης Μιχαήλ. Τμήμα Φιλοσοφίας

ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ

Ανθρώπινη αξιοπρέπεια και λόγοι άρσης του αδίκου στο έγκλημα των βασανιστηρίων

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΞΕΝΟΦΟΒΙΑΣ» Άρθρο 1. Σκοπός

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 2: Το δίκαιο πρόνοιας και αρωγής ανηλίκων

Άποψη περί εφαρμογής ν 4030/2011.

Ποινικές όψεις της μετάβασης από το θεραπευτικό στον παρηγορικό στόχο σε ασθενείς ανιάτων χρόνιων θανατηφόρων νόσων

«Σύσταση αρχής καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από ε- από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας,

ΠΟΡΙΣΜΑ. ΘΕΜΑ: ιακοπή κρατήσεων της Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΑΣ) στους συνταξιούχους του ηµοσίου

Διοικητικό Δίκαιο. Δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα και δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

ΟΔΗΓΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΥ «Επιτομή Γενικού Διοικητικού Δικαίου» του Απ. Γέροντα, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2014

ΟΙ ΝΕΟΙ ΠΟΙΝΙΚΟΙ ΚΩΔΙΚΕΣ. 6-8 Σεπτεμβρίου 2019 ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΕΝΩΣΗΣ ΔΙΚΑΣΤΩΝ ΚΑΙ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ

(2015) 1 PRO JUSTITIA ΒΑΣΑΝΙΣΤΗΡΙΑ: ΕΥΘΥΝΗ ΙΕΡΑΡΧΙΚΩΣ ΑΝΩΤΕΡΩΝ ΜΕ ΠΑΡΑΛΕΙΨΗ. Χριστίνα Γαβρίτσα

Ο κ. Παπαϊωάννου επισήμανε την «επιτακτική ανάγκη για νέους Κώδικες σε όλο το φάσμα του δικαιϊκού μας συστήματος».

Σύνταξη γνωματεύσεων. Ποιες οι ευθύνες. Έλενα Παπαευαγγέλου Δικηγόρος

ΥΛΗ ΚΑΤΑΤΑΚΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΘΗΝΩΝ

Transcript:

Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης Νομική Σχολή Τομέας Ποινικών και εγκληματολογικών επιστημών Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών Ουσιαστικό Ποινικό Δίκαιο Η έμπρακτη μετάνοια και η εντελής ικανοποίηση του παθόντος στο Ποινικό Δίκαιο και στους Ειδικούς Ποινικούς Νόμους Αριστομένης Μ. Μάνος (Α.Μ. 2181) Διπλωματική εργασία Άρης Μάνος ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΜΠΕΚΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΟΜΟΤΗΝΗ 2017

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1.1 Εισαγωγή... 3 1.2 Συσχέτιση με την υπαναχώρηση από μη πεπερασμένη απόπειρα... 5 2. Η έμπρακτη μετάνοια ως λόγος άρσης του τιμωρητού... 8 2.1. Οι λόγοι άρσης του τιμωρητού και η οριοθέτηση τους στη βαθμίδα της έννοιας του εγκλήματος... 8 2.2. Οριοθέτηση των λόγων άρσης του τιμωρητού σε σχέση με τους λόγους άρσης του αδίκου και του καταλογισμού.... 12 2.3 Τρόποι άρσης του τιμωρητού... 13 2.3.1. Οι λόγοι εξάλειψης του αξιοποίνου... 14 2.3.2. Οριοθέτηση των λόγων εξάλειψης του αξιοποίνου σε σχέση με τους προσωπικούς λόγους απαλλαγής από την ποινή... 15 2.3.3. Οριοθέτηση των λόγων εξάλειψης του αξιοποίνου σε σχέση με τους λόγους δικαστικής άφεσης της ποινής.... 18 2.4 Η ένταξη του θεσμού της έμπρακτης μετάνοιας στους λόγους εξάλειψης του αξιοποίνου... 20 2.5 Ο δικαιολογητικός λόγος της έμπρακτης μετάνοιας... 21 2.6. Τα βασικά χαρακτηριστικά του θεσμού της έμπρακτης μετάνοιας... 25 2.6.1. Ο προσωπικός χαρακτήρας... 25 2.6.2. Το υποχρεωτικό της απαλλαγής από την ποινή... 25 2.6.3. Ο οικειοθελής χαρακτήρας... 26 2.6.4. Ο ειδικός χαρακτήρας της εξάλειψης του αξιοποίνου... 31 3. Οι περιπτώσεις εμφάνισης του θεσμού της έμπρακτης μετάνοιας στον Ποινικό Κώδικα 32 3.1 Εγκλήματα όπου μορφές απόπειρας ή προπαρασκευαστικές πράξεις ανάγονται σε αυτοτελή εγκλήματα... 38 3.2 Εγκλήματα διακινδύνευσης τελούμενα από αμέλεια... 43 3.3. Εγκλήματα βλάβης του εννόμου αγαθού... 48 3.4 Αμφισβητούμενες περιπτώσεις απαλλαγής από την ποινή... 57 3.4.1 Η έμπρακτη μετάνοια στο έγκλημα της ελευθέρωσης κρατουμένου από αμέλεια... 57 3.4.2 Τα μέτρα επιείκειας στη συγκρότηση εγκληματικής οργάνωσης... 60 3.4.3 Τα μέτρα επιείκειας για όσους συμβάλλουν στην αποκάλυψη πράξεων διαφθοράς... 63 1

4. Η εντελής ικανοποίηση του παθόντος στα εγκλήματα κατά των εννόμων αγαθών της ιδιοκτησίας και της περιουσίας... 65 5. Περιπτώσεις έμπρακτης μετάνοιας στο πεδίο των ειδικών ποινικών νόμων... 70 6. Η δυνατότητα ή μη αναλογικής εφαρμογής του θεσμού της έμπρακτης μετάνοιας... 77 7. Η σχέση του θεσμού της έμπρακτης μετάνοιας με την ελαφρυντική περίσταση της ειλικρινούς μετάνοιας (αρ. 84 παρ. 2 περ. δ ΠΚ) και με την περίπτωση της ειλικρινούς μετάνοιας κατά την επιμέτρηση της ποινής (αρ. 79 παρ. 3 περ. δ ΠΚ)... 82 8. Δικονομική αντιμετώπιση της έμπρακτης μετάνοιας... 87 9. Συμπερασματικές αναφορές... 88 2

1.1 Εισαγωγή Μια απλή ετυμολογική εξέταση του όρου «μετάνοια» μας οδηγεί στον ορισμό ότι μετάνοια είναι το συναίσθημα της ψυχικής συντριβής που αισθάνεται κάποιος όταν αντιλαμβάνεται ότι υπέπεσε σε κάποιο σφάλμα 1. Η λέξη προέρχεται από την αρχαία ελληνική γλώσσα και το ρήμα «μετανοέω μετανοώ» όπου και σήμαινε αλλαγή γνώμης ή απόφασης. Ως όρος, η έμπρακτη μετάνοια, δε συναντάται πουθενα στο σύγχρονο Ποινικό Κώδικα. Αντιθέτως στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας συναντάται τόσο στο άρθρο 486 1 στο οποίο προβλέπεται η δυνατότητα του κατηγορουμένου να ασκήσει έφεση σε βάρος αθωωτικής απόφασης μόνο αν αθωώθηκε για έμπρακτη μετάνοια, όσο και στο άρθρο 506 περ. α, στο οποίο γίνεται αναφορά στη δυνατότητα αντίστοιχα άσκησης αναίρεσης κατά αθωωτικής απόφασης από τον κατηγορούμενο μόνο εάν αθωώθηκε για εμπρακτη μετάνοια. Σε αντίθεση με τον σύγχρονο Ποινικό Κώδικα, ο προîσχύσας Ποινικός νόμος του Βασιλείου της Ελλάδος του 1834 εμπεριείχε ρητή αναφορά στην έμπρακτη μετάνοια. Συγκεκριμένα υπήρχε αναφορά στο άρθρο 115 2, το οποίο παρέπεμπε στα αμέσως προηγούμενα άρθρα 113 3 και 114 4 του κεφαλαίου Ζ, υπό τον τίτλο «Περί των λόγων, οίτινες ακυρόνουσιν ή εξαλείφουσι το αξιόποινο». Ως θεσμός η έμπρακτη μετάνοια εντάσσεται στους λόγους άρσης του τιμωρητού και υφίσταται στην περίπτωση κατά την οποία ο δράστης συγκεκριμένου εγκλήματος, σε χρονικό σημείο που έπεται της εγκληματικής του πράξης αλλά σε κάθε περίπτωση προηγείται της εξέτασης του με οποιονδήποτε τρόπο από τις αρμόδιες Αρχές, εκουσίως και χωρίς εξωτερικό εξαναγκασμό, αποκαθιστά ή αίρει την προσβολή του εννόμου αγαθού το 1 Βλ. Τεγόπουλος Φυτράκης, Ελληνικό Λεξικό, σελ. 457. 2 Συγκεκριμένα το ακριβές κείμενο είχε ως εξής: «Πράξεις, σύρουσαι εις αυτάς την ποινήν του θανάτου, των δεσμών, της φυλακίσεως, επιφέρουσι,δυνάμει του Νόμου, την ιδιαιτέραν αστυνομικής επιτήρησην, καθ ην περίπτωσην δεν τιμωρούνται ένεκα εμπράκτου μετανοίας». Διαθέσιμο το κείμενο του Ποινικού Νόμου στο Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης, www.ekt.gr, και συγκεκριμένα εδώ: http://reader.ekt.gr/bookreader/show/index.php?lib=grret&path=grret_000000000000000110#p age/56/mode/1up 3 Διαθέσιμο σε: http://reader.ekt.gr/bookreader/show/index.php?lib=grret&path=grret_000000000000000110#p age/54/mode/1up 4 Διαθέσιμο σε: http://reader.ekt.gr/bookreader/show/index.php?lib=grret&path=grret_000000000000000110#p age/54/mode/1up 3

οποίο και έβλαψε αρχικά 5. Σε τέτοιες περιπτώσεις ο νομοθέτης έκρινε ότι η επιβολή ποινής καθίσταται άσκοπη, καθώς ο ίδιος ο δράστης προέβη σε αποκατάσταση του εννόμου αγαθού το οποίο και αρχικώς έβλαψε. Ο θεσμός της έμπρακτης μετάνοιας δε ρυθμίζεται στο Γενικό Μέρος του ΠΚ, αλλά ξεχωριστά για το κάθε έγκλημα στο Ειδικό Μέρος. Ήδη από τα ανωτέρω ανακύπτουν σοβαρά ζητήματα δογματικής του Ποινικού Δικαίου, των οποίων η μελέτη αποτελεί και το σκοπό τη παρούσης διπλωματικής εργασίας. Αρχικά, η οριοθέτηση του θεσμού της έμπρακτης μετάνοιας από του άλλους λόγους εξάλειψης του αξιοποίνου, η συστηματική καταγραφή των βασικών αρχών της έμπρακτης μετάνοιας, η συσχέτιση με την υπαναχώρηση από μη πεπερασμένη απόπειρα, η αναζήτηση των εγκλημάτων του ΠΚ όπου προβλέπεται έμπρακτη μετάνοια και η καταγραφή των εκάστοτε προυποθέσεων, η ενδεχόμενη δυνατότητα αναλογικής εφαρμογής των διατάξεων που προβλέπουν έμπρακτη μετάνοια, η αναζήτηση περιπτώσεων έμπρακτης μετάνοιας στο πεδίο των Ειδικών Ποινικών Νόμων, η «εντελής ικανοποίηση του παθόντος στα εγκλήματα της Ιδιοκτησίας και Περιουσίας, η σύγκριση της έμπρακτης μετάνοιας με διάφορες μορφές ποινικής συνδιαλλαγής και τέλος, η σύγκριση της με την περίπτωση της ελαφρυντικής περίστασης του άρθρου 84 2 περ. δ και της μετάνοιας κατά την επιμέτρηση της ποινής κατ άρθρο 79 3 περ. δ. 5 Βλ. Λ. Μαργαρίτη Ν. Παρασκευόπουλου Γ. Νούσκαλη, Ποινολογία, Άρθρα 50-133 ΠΚ, Εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα-θεσσαλονίκη, 8 η έκδοση, 2016, σελ. 345. 4

1.2 Συσχέτιση με την υπαναχώρηση από μη πεπερασμένη απόπειρα Όπως και η έμπρακτη μετάνοια έτσι και η υπαναχώρηση από μη πεπερασμένη απόπειρα αποτελούν λόγους εξάλειψης του αξιοποίνου. Έχει επισημανθεί ορθώς ότι οι δύο ανωτέρω θεσμοί έχουν ίδια λογική. Βασική ομοιότητα αποτελεί η οικειοθελής, η μη εξαναγκασμένη δηλαδή, πράξη του δράστη που αξιολογείται ικανή να εξαλείψει το αξιόποινο, είτε πρόκειται για ολοκληρωμένο, είτε όχι, έγκλημα. Βασική διαφοροποίηση των δύο θεσμών έγκειται στον τρόπο με τον οποίο εκδηλώνεται η συμπεριφορά του δράστη, αφού αφενός στην υπαναχώρηση από μη πεπερασμένη απόπειρα ο δράστης απέχει από την ολοκλήρωση του εγκλήματος ενώ βρίσκεται στο στάδιο της απόπειρας, αφετέρου στην περίπτωση της έμπρακτης μετάνοιας απαιτείται μια θετική ενέργεια του δράστη με την οποία αποκαθίσταται η ήδη τετελεσμένη προσβολή του εννόμου αγαθού. Η ανωτέρω διάκριση είναι προφανής και σύμφυτη με το στάδιο του εγκλήματος στο οποίο εκδηλώνεται η αποκαταστατική συμπεριφορά του δράστη, ήτοι από τη μία στο στάδιο της απόπειρας από την άλλη σε στάδιο μεταγενέστερο της ολοκλήρωσης της εγκληματικής συμπεριφοράς. Σχετικά με το δικαιολογητικό λόγο ύπαρξης της υπαναχώρησης από μη πεπερασμένη απόπειρα έχουν διατυπωθεί αρκετές απόψεις, αντίθετες πολλές φορές μεταξύ τους και στο σημείο αυτό κρίνεται σκόπιμη μια σύντομη αναφορά σε αυτές. Η παλαιότερη άποψη ονομάστηκε «θεωρία της χρυσής γέφυρας» και υποστηρίχθηκε πρώτη φορά από τον Liszt. Αυτή βλέπει ως λόγο της επιεικούς μεταχείρισης του δράστη που υπαναχώρησε εκουσίως, την πρόληψη του εγκλήματος και τη διάσωση τελικά του εννόμου αγαθού. Ο νομοθέτης προσφέρει ένα κίνητρο στο δράστη, να μην ολοκληρώσει το έγκλημα του και να μείνει ατιμώρητος. Του δίδεται έτσι «μια χρυσή γέφυρα» επιστροφής στη νομιμότητα. Η κριτική στην ανωτέρω θεωρία έγκειται κυρίως σε πραγματικά επιχειρήματα, καθώς ο δράστης που βρίσκεται στο στάδιο της απόπειρας σπανίως επηρεάζεται στην απόφαση του για υπαναχώρηση από τη ρύθμιση του νομοθέτη. 5

Επόμενη άξια αναφοράς θεωρία είναι η θεωρία της ανταμοιβής. Αυτή στηρίζεται στη σκέψη ότι ο δράστης που υπαναχωρεί από την απόπειρα εμφανίζει «σημαντικά μειωμένη εγκληματική θέληση». Το γεγονός αυτό θεωρείται ικανό να μειώσει ή να εξαλείψει το αξιόποινο της απόπειρας του. Κατ άλλη ονομασία η ανωτέρω θεωρία διατυπώθηκε ως «θεωρία της συγνώμης». Η κριτική στην ανωτέρω θεωρία βασίστηκε στη διαπίστωση ότι δεν είναι αντικείμενο του Ποινικού Δικαίου η απονομή ανταμοιβών στους κοινωνούς, αλλά η αποτελεσματική καταπολέμηση του εγκλήματος. Μια πιο σύγχρονη θεωρία προσπάθησε να συνδυάσει τις ανωτέρω δύο θεωρίες και ονομάστηκε θεωρία του «σκοπού της ποινής». Σύμφωνα με αυτή, υφίσταται έλλειψη ανάγκης για τιμώρηση του δράστη, αφού δεν εξυπηρετεί ούτε την ειδική πρόληψη, ούτε τη γενική. Τόσο ο δράστης, όσο και οι λοιποί κοινωνοί, έχουν εμπεδώσει την ισχύ της έννομης τάξης. Η ανωτέρω θεωρία αναζητεί λοιπόν τα αίτια της ευνοϊκής μεταχείρισης του δράστη που υπαναχώρησε στους σκοπούς της ποινής και έτσι πλησιάζει στην ουσία του ζητήματος. Κατά τις νεότερες θεωρίες, η δικαιολογητική βάση της ευνοϊκής μεταχείρισης του δράστη πρέπει να συσχετισθεί με το σκοπό ποινικοποίησης της απόπειρας. Κατά την κρατούσα άποψη, κύριος λόγος τιμώρησης της απόπειρας, πέρα από την έμπρακτη έκφραση της εγκληματικής διάθεσης του δράστη και της διακινδύνευσης του εννόμου αγαθού, είναι η εντύπωση ύπαρξης εγκλήματος και ο κλονισμός της εμπιστοσύνης των πολιτών στην ισχύ της έννομης τάξης. Έτσι λοιπόν, αντίστοιχη οφείλει να είναι και η δικαιολογητική βάση για τη ρύθμιση της υπαναχώρησης, όπου δεν αρκεί η απλή επιστροφή του δράστη στη νομιμότητα, αλλά αυτή πρέπει να συμβεί κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες, με σκοπό την αντιστάθμιση της αρνητικής εντύπωσης που προκάλεσε η αρχή εκτέλεσης. Η ανωτέρω σύντομη επισκόπηση των βασικών απόψεων που διατυπώθηκαν σχετικά με την υπαναχώρηση, καθιστά σαφές ότι διατυπώθηκαν θεωρίες σημαντικά αποκλίνουσες μεταξύ τους. Σκοπό του παρόντος κεφαλαίου δεν αποτελεί η αναλυτική προσέγγιση της 6

υπαναχώρησης, αλλά η όσο το δυνατόν καλύτερη κατανόηση της δικαιολογητικής βάσης του θεσμού της έμπρακτης μετάνοιας. Αξίζει ως τελική παρατήρηση, ότι με την απόπειρα το αξιόποινο προωθείται σε ένα προστάδιο προσβολής του εννόμου αγαθού και συνοδεύεται από έναν γενικό λόγο εξάλειψης του αξιοποίνου. Ο λόγος αυτός εγκολπώνεται στην αποτροπή της προσβολής του εννόμου αγαθού με τη θέληση του δράστη. Τα ανωτέρω ζητήματα, όπως θα γίνει κατανοητό σε επόμενο κεφάλαιο, ομοιάζουν με τα χαρακτηριστικά του θεσμού της έμπρακτης μετάνοιας. Ήτοι, αφενός η αποκαταστατική για το έννομο αγαθό λειτουργία, όπου ομοιάζει με τη μη προσβολή τελικά στην απόπειρα, και αφετέρου η οικειοθελής από την πλευρά του δράστη αποκατάσταση του status του εννόμου αγαθού. 7

2. Η έμπρακτη μετάνοια ως λόγος άρσης του τιμωρητού 2.1. Οι λόγοι άρσης του τιμωρητού και η οριοθέτηση τους στη βαθμίδα της έννοιας του εγκλήματος Σύμφωνα με το άρθρο 14 ΠΚ το οποίο τιτλοφορείται "έννοια της αξιόποινης πράξης", έγκλημα είναι πράξη άδικη και καταλογιστή στο δράστη της, η οποία τιμωρείται από το νόμο. Αυτός είναι και ο νομικός ορισμός του εγκλήματος 6. Η ύπαρξη τελικά άδικης πράξης και καταλογιστού δράστη, οδηγούν στη συγκρότηση του αξιόποινου, που κατά το ανωτέρω άρθρο ταυτίζεται με πλήρες έγκλημα. 7 Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι η έννοια του εγκλήματος είναι δομημένη σε τέσσερα νοητά επίπεδα 8. Το πρώτο αφορά την αντικειμενική υπόσταση, το καταρχήν άδικο. Σε επόμενο στάδιο ερευνάται εάν συντρέχει λόγος άρσης του αδίκου και από εκεί αντλείται το συμπέρασμα για το τελικό άδικο του εγκλήματος. Στο τρίτο στάδιο έγκειται η έρευνα για λόγο άρσης του καταλογισμού, ενώ τελευταίο στάδιο αποτελεί το τιμωρητό, ήτοι εάν κατ' εξαίρεση από το "πλήρες έγκλημα" συντρέχει λόγος άρσης του τιμωρητού. Αναφορικά με τους λόγους άρσης του τιμωρητού θα πρέπει αρχικά να γίνει διάκριση σε λόγους εξάλειψης του αξιοποίνου και σε λόγους άφεσης της ποινής 9. Λόγοι εξάλειψης του αξιοποίνου είναι: η έλλειψη έγκλησης 10, ο θεσμός της παραγραφής των εγκλημάτων 11, η υπαναχώρηση από μη πεπερασμένη απόπειρα 12, η έμπρακτη μετάνοια και η αμνηστία 13. Οι λόγοι άφεσης της ποινής διακρίνονται σε προσωπικούς λόγους απαλλαγής από την ποινή και σε λόγους δικαστικής άφεσης της ποινής. Ο θεσμός της έμπρακτης 6 Βλ. Ι. Μανωλεδάκης, Ποινικό Δίκαιο, Άρθρα 1-49 ΠΚ, Επιτομή γενικού Μέρους, Ζ' έκδοση, Πλήρως Αναθεωρημένη με επιμέλεια των Μ. Καιάφα - Γκμπάντι, Ε. Συμεωνίδου - Καστανίδου, Εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα-Θεσσαλονίκη, 2005, σελ. 267. 7 Βλ. Λ. Μαργαρίτη Ν. Παρασκευόπουλου Γ. Νούσκαλη, όπ. πρ., σελ. 178 επ. 8 Βλ. Α. Χαραλαμπάκη, Σύνοψη Ποινικού Δικαίου, Γενικό Μέρος, Το έγκλημα, Δίκαιο & Οικονομία Π.Ν. Σάκκουλας, Αθήνα 2010, σελ. 218. 9 Βλ. Ι. Μπέκα, Πρακτική Διδασκαλία Ποινικού Δικαίου, Ασκήσεις-Σχεδιαγράμματα-Βασικές έννοιες, Α. Γενικό Μέρος, Δίκαιο & Οικονομία Π.Ν. Σάκκουλας, Αθήνα 2005, σελ. 178. 10 Βλ. άρθρο 117 ΠΚ. 11 Βλ. άρθρα 111-113 ΠΚ. 12 Βλ. άρθρο 44 1 ΠΚ. 13 Βλ. άρθρο 47 Συντ. 8

μετάνοιας εντάσσεται επομένως στους λόγους εξάλειψης του αξιοποίνου, η οριοθέτηση των οποίων αναπόφευκτα άπτεται της θέσης κάθε θεωρητικού απέναντι στο έγκλημα. Οι παραπάνω θέσεις μπορούν να διακριθούν σε δύο ευρύτερες κατηγορίες, αναλόγως με το εάν τοποθετούν του λόγους εξάλειψης του αξιοποίνου στη διδασκαλία του εγκλήματος 14 ή στη διδασκαλία της ποινής 15. Η ανωτέρω διαφοροποίηση έχει τις ρίζες της στην μεθοδολογική τοποθέτηση του τιμωρητού, κατά τους πρώτους ως δομικού στοιχείου της έννοιας του εγκλήματος 16, όπως αναλύθηκε ανωτέρω, και από τους δεύτερους ως στοιχείο που ερευνάται αφού διαπιστωθεί η ύπαρξη «πλήρους εγκλήματος», στοιχείου δηλαδή που κείται εκτός της έννοιας του εγκλήματος. Οι λόγοι άρσης του τιμωρητού γενικότερα, αποτελούν τμήμα του πλέγματος εγγυήσεων που παρέχει η έννομη τάξη στους πολίτες, με τις οποίες τίθενται όρια κατά την άσκηση της ποινικής εξουσίας. Ο εγγυητικός χαρακτήρας των λόγων άρσης του τιμωρητού είναι εμφανής, εάν εξεταστεί η λειτουργική έκφανση αυτών, καθώς το Δικαστήριο, σε περίπτωση που συντρέχει τέτοιος λόγος, είναι υποχρεωμένο να παύσει οριστικά την ποινική δίωξη ή να κηρύξει την αθωότητα του κατηγορούμενου. Αναμφίβολα λοιπόν, οι λόγοι άρσης του τιμωρητού έχουν εξασφαλιστικό για το δράστη χαρακτήρα και επομένως εντάσσονται στη φιλελεύθερη λειτουργία της ποινής 17. Οι λόγοι άρσης του τιμωρητού θεμελιώνονται σε περιστατικά που χρονολογικά έπονται της ολοκλήρωσης του αξιοποίνου και αίρουν την ανάγκη επιβολής ποινής. Κάτι τέτοιο άλλωστε είναι και λογικό, αφού για να μιλήσουμε 14 Βλ. Γ.-Α. Μαγκάκης, Ποινικό Δίκαιο, Διαγράμματα Γενικού Μέρους, σελ. 354-355, Α. Χαραλαμπάκης, οπ. πρ., σελ. 633, Αλ. Κωστάρας, Ποινικό Δίκαιο, Έννοιες και θεσμοί του Γενικού Μέρους, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2012, σελ. 444. 15 Ν. Χωραφάς, Ποινικόν Δίκαιον, έκδοση ένατη, 1978, σελ. 429, Αλ. Κατσαντώνης, Ποινικόν Δίκαιον, Γενικό Μέρος, τόμος δεύτερος, Η διδασκαλία περί ποινής και μέτρων ασφαλείας, Αθήνα 1978, σελ. 151, Ι. Μανωλεδάκης, Ποινικό Δίκαιο, Γενική Θεωρία, β' έκδοση, 2004 σελ. 987 επ., Ν. Ανδρουλάκης, Ποινικόν Δίκαιον, Γενικό Μέρος, Γ', πανεπιστημιακαί παραδόσεις, εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα - Κομοτηνή 1986, σελ. 236 επ., Ν. Παρασκευόπουλος, Η δικαστική άφεση της ποινής ως δυνατότητα στα πλαίσια της εγγυητικής λειτουργίας του Ποινικού Δικαίου, University studio press, Θεσσαλονίκη 1982, σελ. 146, Λ. Μαργαρίτη, Ν. Παρασκευόπουλου, Γ. Νούσκαλη, οπ. πρ. Σελ. 181, Μ. Καιάφα- Γκμπάντι, Ν. Μπιτζιλέκης, Ε. Συμεωνιδου-Καστανίδου, Δίκαιο των ποινικών κυρώσεων, 2 η έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 241 επ. 16 Χαρακτηριστικά στη Γερμανική ποινική επιστήμη γίνεται διάκριση ανάμεσα σε λόγους αποκλεισμού και λόγους εξάλειψης της ποινής, ενώ η διδασκαλία τους εντάσσεται στη διδασκαλία του εγκλήματος. 17 Βλ. Λ. Μαργαρίτη, Ν. Παρασκευόπουλου, Γ. Νούσκαλη, οπ. πρ., σελ. 182. 9

για απώθηση, εξάλειψη ή άρση, θα πρέπει ήδη να υπάρχει κάποιο μέγεθος (αξιόποινο) προς απώθηση ή εξάλειψη. Επομένως, εννοιολογικά ακόμη, οι λόγοι άρσης του τιμωρητού συγκροτούνται από περιστατικά/γεγονότα που έπονται χρονολογικά της συγκρότησης του αξιοποίνου στην έννοια του εγκλήματος, και το οποίο εξαλείφουν 18. Με τη θεσμοθέτηση λόγων άρσης του τιμωρητού εισάγεται από τον ποινικό νομοθέτη μια αξιολόγηση της ποινής ως πραγματικό μέγεθος, όπου μεταγενέστερα σε σχέση με τη συγκρότηση του αξιοποίνου γεγονότα, εμφανίζουν την ποινή ως ανάξια πλέον επιβολής 19. Η αναζήτηση κριτηρίων ώστε να γίνει αξιολόγηση της ποινής εύλογα μπορεί να εκκινήσει από τους σκοπούς επιβολής της ποινής 20. Η ανωτέρω αξιολόγηση μπορεί και να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι η επιβολή ποινής δεν είναι αναγκαία, μέσω της στάθμισης η οποία και οδηγεί το νομοθέτη στην πρόβλεψη γενικών και αφηρημένων λόγων που οδηγούν στην άρση, της σε κάθε περίπτωση υπαρκτής ως μεγέθους ποινής. Η ανωτέρω λόγοι εκτός από τους σκοπούς που υπηρετεί η ποινή ως μέγεθος του Ποινικού Δικαίου, μπορούν να δικαιολογηθούν και από γενικότερου περιεχομένου σταθμίσεις, όπως η σκοπιμότητα προστασίας ορισμένων εννόμων αγαθώς ή η ακόμη και ο ιδεολογικός προσανατολισμός του Ποινικού Δικαίου 21. Απόρροια του γεγονότος ότι οι λόγοι άρσης του τιμωρητού αποτελούν αποτέλεσμα μιας αφηρημένης και γενικής κρίσης του νομοθέτη σχετικά με τη χρησιμότητα επιβολής της ποινής 22, είναι ο υποχρεωτικός χαρακτήρας αυτών, καθώς όταν ο εκάστοτε Δικαστής διαπιστώσει τη συνδρομή των προϋποθέσεων κάποιου από τους λόγους άρσης του τιμωρητού είναι υποχρεωμένος να μην επιβάλλει ποινή. Επί της ουσίας πρόκειται για εξαιρετικές περιπτώσεις όπου παρά την ύπαρξη "πλήρους εγκλήματος", ο δράστης κρίνεται ατιμώρητος. Η αναγνώριση από το νομοθέτη λόγων άρσης 18 Βλ. Α. Χαραλαμπάκη, όπ. πρ., σελ. 638 19 Βλ. Ι. Μανωλεδάκης, Ποινικό Δίκαιο, Γενική θεωρία, Β έκδοση, εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα θεσσαλονίκη 2004, σελ. 988 επ. 20 Βλ. Βλ. Ι. Μανωλεδάκης, όπ. πρ., σελ. 993. 21 Βλ. Μ. Καιάφα-Γκμπάντι, Ν. Μπιτζιλέκης, Ε. Συμεωνιδου-Καστανίδου, όπ. πρ., σελ. 241, όπου γίνεται αναφορά σε «δικαιοπολιτικές επιλογές του νομοθέτη». 22 Βλ. Λ. Μαργαρίτη, Ν. Παρασκευόπουλου, Γ. Νούσκαλη, οπ. πρ., σελ. 149 10

του τιμωρητού προϋποθέτει μια τέτοια σχέση μεταξύ κράτους και πολιτών που έρχονται αντιμέτωποι με το μηχανισμό ποινικής καταστολής, ώστε κατά τις ανωτέρω εξαιρετικές περιπτώσεις, το κράτος να απέχει από την επιβολή ποινής παρά το γεγονός ότι η πράξη του δράστη είναι και τελικά άδικη και τελικά καταλογιστή, επομένως θα έπρεπε λογικά να την επιβάλει 23. Συμπερασματικά, οι λόγοι άρσης του τιμωρητού έχουν σαφώς εγγυητικό χαρακτήρα για τον πολίτη. Πέρα από την παραδοσιακά αναγνωρισμένη αντεγκληματική λειτουργία του Ποινικού Δικαίου γίνεται αποδεκτή πλέον και μια αντίστροφη εγγυητική για τον πολίτη λειτουργία 24. Το Ποινικό Δίκαιο έχει λοιπόν διττή λειτουργία, τόσο λειτουργώντας ως μέτρο προστασίας των εννόμων αγαθών, όσο και ως μέτρο ελευθερίας για τους ίδιους τους πολίτες. Με την ίδια λογική λειτουργεί και η ποινή, αφενός αντεγκληματική-προστατευτική, η οποία λειτουργία σχετίζεται με τους αναγνωρισμένους σκοπούς της ποινής - γενική πρόληψη, ειδική πρόληψη, ανταπόδοση -, αφετέρου ωστόσο λειτουργεί και εγγυητικά, φιλελεύθερα, για τον πολίτη, μέσω της αναγνωρίσεως εγγυήσεων στο στάδιο απειλής, επιβολής και έκτισης αυτής 25. Αναμφισβήτητα, η πρόβλεψη λόγων άρσης του τιμωρητού εξυπηρετούν αυτήν ακριβώς τη φιλελεύθερη και εγγυητική λειτουργία της ποινής. 23 Βλ. Λ. Μαργαρίτη, Ν. Παρασκευόπουλου, Γ. Νούσκαλη, οπ. πρ., σελ. 152. Πρβλ. Μ. Καιάφα- Γκμπάντι, Ν. Μπιτζιλέκης, Ε. Συμεωνιδου-Καστανίδου, όπ. πρ., σελ. 175. 24 Βλ. Λ. Μαργαρίτη, Ν. Παρασκευόπουλου, Γ. Νούσκαλη, οπ. πρ., σελ. 121, 148. 25 Βλ. Ι. Μανωλεδάκης, όπ. πρ., σελ. 32 και Λ. Μαργαρίτη, Ν. Παρασκευόπουλου, Γ. Νούσκαλη, οπ. πρ., σελ. 30. 11

2.2. Οριοθέτηση των λόγων άρσης του τιμωρητού σε σχέση με τους λόγους άρσης του αδίκου και του καταλογισμού. Σαφής διάκριση πρέπει να γίνει ανάμεσα σε λόγους άρσης του τιμωρητού και του λόγους άρσης του αδίκου ή του καταλογισμού, καθώς σε ορισμένες περιπτώσεις η διάκριση αυτή είναι ιδιαιτέρως σημαντική. Σε αυτές τις περιπτώσεις όπου ενδεχομένως να εμφανίζεται δυσχέρεια διάκρισης το κρίσιμο κριτήριο είναι το χρονολογικό 26. Οι λόγοι άρσης του τιμωρητού πάντοτε έπονται χρονικά από την τέλεση της πράξης, το τιμωρητό της οποίας και αίρουν. Προϋπόθεση επομένως είναι η ύπαρξη πλήρους εγκλήματος, πράξης δηλαδή τελικά άδικης και τελικά καταλογιστής. Στον αντίποδα, οι λόγοι άρσης του αδίκου συμπίπτουν πάντοτε χρονικά με την τέλεση της πράξης, ενώ οι λόγοι άρσης του καταλογισμού είτε συμπίπτουν με αυτή, είτε σε ορισμένες περιπτώσεις προηγούνται χρονικά από την πράξη 27. 26 Βλ. Α. Χαραλαμπάκη, όπ. πρ., σελ. 633 επ,. Λ. Μαργαρίτη, Ν. Παρασκευόπουλου, Γ. Νούσκαλη, οπ. πρ., σελ. 165 επ., 27 Βλ. Λ. Μαργαρίτη, Ν. Παρασκευόπουλου, Γ. Νούσκαλη, οπ. πρ., σελ. 166. 12

2.3 Τρόποι άρσης του τιμωρητού Το πιο σημαντικό στην περίπτωση όλων των περιπτώσεων που εντάσσονται στην έννοια των λόγων άρσης του τιμωρητού είναι η διάκριση στο εάν πρόκειται για υποχρεωτικό ή δυνητικό λόγο που οδηγεί τελικά στη μη επιβολή ποινής 28. Η ορθότερη συστηματική κατάταξη των λόγων άρσης του τιμωρητού διακρίνει σε λόγους εξάλειψης του αξιοποίνου και λόγους άφεσης της ποινής. Οι τελευταίοι περαιτέρω διακρίνονται σε λόγους προσωπικούς λόγους απαλλαγής από την ποινή και σε λόγους δικαστικής άφεσης του αξιοποίνου. Στόχος του παρόντος υποκεφαλαίου είναι η καταγραφή των χαρακτηριστικών κάθε επιμέρους κατηγορίας και η συστηματική του θεσμού της έμπρακτης μετάνοιας. 28 Βλ. Ι. Μπέκας, όπ. πρ., σελ. 176. 13

2.3.1. Οι λόγοι εξάλειψης του αξιοποίνου Για λόγους εξάλειψης του αξιοποίνου γίνεται λόγος όταν παρά την ύπαρξη όλων των στοιχείων ενός εγκλήματος, συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις οι οποίες δεν αφήνουν το ήδη θεμελιωμένο έγκλημα να επιφέρει τις έννομες συνέπειες του για το δράστη. Πρόκειται για λόγους οι οποίοι δεν έχουν να κάνουν με τα επιμέρους στοιχεία του εγκλήματος, ήτοι ούτε με την ίδια την πράξη προσβολής, ούτε την περί αδίκου κρίση ή την ενοχή του δράστη, αλλά αφορούν δικαιοπολιτικές επιλογές του νομοθέτη, με βάση τις οποίες η ποινική κύρωση, το αξιόποινο, χάνει την αναγκαιότητα και χρησιμότητα του 29. Πρόκειται για καταστάσεις που συντρέχουν μετά την τέλεση της εγκληματικής πράξης και έχουν ως συνέπεια τη μη επαγωγή ποινικής κύρωσης στο δράστη, χωρίς όμως να θίγουν στο ελάχιστο τα στοιχεία του εγκλήματος. Ουσιαστικά εάν συντρέξει λόγος εξάλειψης του αξιοποίνου, αποκλείεται απλώς η τιμώρηση του δράστη. Το ενδιαφέρον του νομοθέτη και της πολιτείας για τιμώρηση χάνεται, λόγω της έλλειψης σκοπού στην επιβολή ποινής. Σταθμίζεται σε αυτό το στάδιο εάν «αξίζει» ή όχι να επιβληθεί ποινή. Με βάση το χαρακτήρα των γεγονότων που στηρίζουν τους λόγους εξάλειψης του αξιοποίνου μπορούμε να τους διακρίνουμε σε τρεις κατηγορίες 30. Αρχικά σε εκείνους που είναι ανεξάρτητοι από την αξιόποινη πράξη, το δράστη και τον παθόντα, όπως λ.χ. η παραγραφή. Σε εκείνους που έχουν σχέση με τον ίδιο τον παθόντα, όπως η περίπτωση της οριστικής έλλειψης εγκλήσεως ή της αμνηστίας και σε εκείνους που αφορούν το δράστη του εγκλήματος, όπως η έμπρακτη μετάνοια που μας ενδιαφέρει στην παρούσε διπλωματική εργασία. 29 Βλ. Μ. Καιάφα-Γκμπάντι, Ν. Μπιτζιλέκης, Ε. Συμεωνιδου-Καστανίδου, όπ. πρ., σελ. 241. 30 Βλ.. Λ. Μαργαρίτη, Ν. Παρασκευόπουλου, Γ. Νούσκαλη, οπ. πρ., σελ. 208. 14

2.3.2. Οριοθέτηση των λόγων εξάλειψης του αξιοποίνου σε σχέση με τους προσωπικούς λόγους απαλλαγής από την ποινή Η διάκριση των λόγων εξάλειψης του αξιοποίνου από τους προσωπικούς λόγους απαλλαγής από την ποινή είναι ιδιαιτέρως σημαντική. Ο Χωραφάς στην ανωτέρω κατηγορία ενέτασσε περιπτώσεις κατά τις οποίες δε γεννιέται εξ αρχής αξίωση της Πολιτείας για ποινικό κολασμό. Κι αυτό κατά τον ίδιο διότι "υπάρχει μεν αξιόποινη πράξη, δεν υπάρχει όμως αξιόποινος δράστης", εξαιτίας λόγων πολιτικής σκοπιμότητας είτε ενόψει του μικρού βαθμού επικινδυνότητας της προσωπικότητας του 31. Ωστόσο, η ύπαρξη μιας τέτοιας κατηγορίας με το εύρος το οποίο της προσδίδεται ανωτέρω, δέχθηκε έντονη αμφισβήτηση και κριτική από τη θεωρία 32. Στους δυνητικούς προσωπικούς λόγους απαλλαγής από την ποινή, ορισμένοι θεωρητικοί 33 εντάσσουν κάποιους λόγους δικαστικής άφεσης της ποινής. Η ένταξη στου προσωπικούς λόγους απαλλαγής από την ποινή μιας αυτοτελούς κατηγορίας δυνητικών προσωπικών λόγων απαλλαγής από την ποινή και η σύζευξη τους σε μια ενιαία κατηγορία μπορεί να προκαλέσει σύγχυση 34. Όσο αφορά τους υποχρεωτικούς προσωπικούς λόγους απαλλαγής από την ποινή, άλλοι από τους λόγους που εντάσσονται σε αυτή την κατηγορία κατά την ορθότερη άποψη αποτελούν λόγους άρσης του καταλογισμού (απρόσφορη απόπειρα από ευήθεια κατ' άρθρο 43 παρ. 2ΠΚ, υπόθαλψη και παρασιώπηση εγκλήματος οικείου προσώπου κατ' άρθρο 231 παρ. 2 ΠΚ και 31 Βλ. Ν. Χωραφά, όπ. πρ., σελ. 425. Συγκεκριμένα στην πρώτη κατηγορία εντάσσει: α) το ακαταδίωκτο του ΠτΔ και το ανεύθυνο των βουλευτών κατ'άρθρο 62 Σ., β) το ατιμώρητο αλλοδαπού εγκληματία για εγκλήματα τετελεσμένα στην αλλοδαπή που δεν εμπίπτουν στα άρθρα 7 & 8 ΠΚ και γ) την ετεροδικία (άρθρο 2ΚΠΔ). Στη δεύτερη κατηγορία εντάσσει τους προβλεπόμενους στον ΠΚ λόγους απαλλαγής από την ποινή και διακρίνει σε α) υποχρεωτικούς, απρόσφορη απόπειρα από ευήθεια, υπόθαλψη οικείου και παρασιώπηση εγκλήματος υπό οικείου και β) δυνητικούς: ψευδορκία και ψευδής ανωμοτί κατάθεση κατ' άρθρο 227 παρ. 3, απλή σωματική βλάβη και εξύβριση από δικαιολογημένη αγανάκτηση, αιμομιξία και ασέλγεια μεταξύ συγγενών, ψς προς τον κατιόντα συγγενή που δε συμπλήρωσε το 18ο έτος της ηλικίας του και κλοπή, υπεξαίρεση και απάτη ευτελούς αξίας η οποία τελέστηκε για άμεση χρήση ή ανάλωση. 32 Βλ. Λ. Μαργαρίτη, Ν. Παρασκευόπουλου, Γ. Νούσκαλη, οπ. πρ., σελ. 150. 33 Βλ. Ν. Χωραφά, όπ. πρ., σελ. 427, Γ.-Α. Μαγκάκης, όπ. πρ., σελ. 357, Αλ. Κωστάρα, όπ. πρ., σελ. 450 επ. 34 Βλ. Λ. Μαργαρίτη, Ν. Παρασκευόπουλου, Γ. Νούσκαλη, οπ. πρ., σελ 151. 15

323 παρ. 2 ΠΚ) 35, ενώ άλλοι αποτελούν δικονομικά εμπόδια. Οι διατάξεις των άρθρων 7 και 8 ΠΚ αποτελούν ζήτημα τοπικής ισχύος των ελληνικών ποινικών νόμων 36. Ο μόνος προσωπικός λόγος απαλλαγής από την ποινή ο οποίος αναγνωρίζεται από την ελληνική έννομη τάξη είναι το ακαταδίωκτο του ΠτΔ για πράξεις που τέλεσε κατά την άσκηση των καθηκόντων του, από τις οποίες εξαιρούνται η εσχάτη προδοσία και η παραβίαση με πρόθεση του Συντάγματος. Μάλιστα για το ανωτέρω, υπάρχει ρητή πρόβλεψη στο Σύνταγμα (άρθρο 49 παρ. 1 Σ). Σε περιπτώσεις πράξεων που δε σχετίζονται με την άσκηση των καθηκόντων του ΠτΔ, προβλέπεται αναστολή της ποινικής δίωξης για όσο διάστημα διαρκεί η προεδρική θητεία, οπότε και η ίδια η ιδιότητα συνιστά δικονομικό εμπόδιο 37. Η ανωτέρω πρόβλεψη απαλλαγής από την ποινή του ΠτΔ, αποτελεί πράγματι προσωπικό λόγο απαλλαγής από την ποινή, καθώς βασίζεται αποκλειστικά στην ιδιότητα του ΠτΔ και οφείλεται σε καθαρά πολιτικούς λόγους 38. Μεμονωμένα, υποστηρίχθηκε η άποψη που εντάσσει στους προσωπικούς υποχρεωτικούς λόγους απαλλαγής από την ποινή τόσο το θεσμό της έμπρακτης μετάνοιας όσο και την υπαναχώρηση από μη πεπερασμένη απόπειρα 39. Κατά την ανωτέρω άποψη το κριτήριο διάκρισης των προσωπικών λόγων απαλλαγής από την ποινή, είναι ακριβώς ότι λειτουργούν "προσωπικά" για συγκεκριμένο δράστη, τον οποίο ο ποινικός νομοθέτης θέλει να εξαιρέσει από την τιμωρία 40. Περαιτέρω, διακρίνει με το αυτό κριτήριο τους προσωπικούς λόγους απαλλαγής από την ποινή σε σχέση με του λόγους εξάλειψης του αξιοποίνου, οι οποίοι λειτουργούν αντικειμενικά και εμφανίζονται μετά την πράξη, αλλά και όσο αφορά τους λόγους δικαστικής άφεσης της ποινής που λειτουργούν επίσης αντικειμενικά αλλά είναι δυνητικοί. 35 Βλ. Ν. Παρασκευόπουλου, Η δικαστική άφεση της ποινής ως δυνατότητα στα πλαίσια της εγγυητικής λειτουργίας του Ποινικού Δικαίου, UNIVERSITY STUDIO PRESS, Θεσ/νίκη 1982, σελ. 133 36 Λ. Μαργαρίτης, Οι εξωτερικοί όροι του αξιοποίνου, University Studio, 1983, σελ. 121. Και η νομολογία δέχεται την ύπαρξη εξωτερικού όρου του αξιοποίνου: ΑΠ 374/1967, ΠοινΧρ 1967, σελ. 556, ΑΠ 227/1972, ΠοινΧρ 1972, σελ. 468, ΑΠ 1791/1994, ΠοινΧρ 1995, σελ. 163, ΑΠ 1695/1999, ΠοινΧρ 2000, σελ. 743, ΠλημΘεσ 4999/1996, Υπερ 1996, σελ. 1060. 37 Βλ. Λ. Μαργαρίτη, Ν. Παρασκευόπουλου, Γ. Νούσκαλη, οπ. πρ., σελ 178-179. 38 Βλ. Λ. Μαργαρίτη, Ν. Παρασκευόπουλου, Γ. Νούσκαλη, οπ. πρ., σελ 179 επ. 39 Βλ. Αλ. Κωστάρας, Έννοιες και θεσμοί του Ποινικού Δικαίου, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, ανατύπωση 2008, σελ. 514 επ. 40 Βλ. Αλ. Κωστάρας, όπ. πρ., σελ. 515. 16

Ωστόσο, όσο αφορά το θεσμό της έμπρακτης μετάνοιας τα πράγματα δεν είναι έτσι, αφού η απαλλαγή από την ποινή δεν έχει σχέση με το πρόσωπο του δράστη ή την ιδιότητα του, αλλά με τη μεταγενέστερη οικειοθελή συμπεριφορά του, η οποία κρίνεται αφηρημένα από το νομοθέτη ικανή να εξαλείψει το αξιόποινο. Κατόπιν των ανωτέρω, η συγκεκριμένη άποψη εμφανίζει ανακολουθία ακόμα και αν εφαρμοστεί το κριτήριο που θέτει. Άλλωστε, ο προσωπικός χαρακτήρας των λόγων εξάλειψης του αξιοποίνου γίνεται γενικά δεκτός, αφού σε περιπτώσεις συμμετοχικής δράσης σε ένα έγκλημα, η έμπρακτη μετάνοια ωφελεί αποκλειστικά το συμμέτοχο που την πραγματοποιεί 41. 41 Βλ. κατωτέρω σχετική ενότητα 2.6.1 17

2.3.3. Οριοθέτηση των λόγων εξάλειψης του αξιοποίνου σε σχέση με τους λόγους δικαστικής άφεσης της ποινής. Αρχικά, τόσο οι λόγοι εξάλειψης του αξιοποίνου όσο και οι λόγοι δικαστικής άφεσης της ποινής οδηγούν στο ατιμώρητο του δράστη, παρά το γεγονός ότι διατηρούνται τα δομικά στοιχεία του εγκλήματος 42. Ωστόσο ανάμεσα τους υφίστανται και ουσιώδεις διαφορές. Η κρίση για την ύπαρξη συντρέχοντος λόγου δικαστικής άφεσης της ποινής προϋποθέτει τόσο πλήρες έγκλημα όσο και υπαρκτή απειλούμενη ποινή, κάτι που δε συμβαίνει σε περίπτωση ύπαρξης ενός λόγου εξάλειψης του αξιοποίνου. Περαιτέρω, σε περίπτωση εφαρμογής λόγου εξάλειψης του αξιοποίνου, ο δικαστής υποχρεούται να μην επιβάλλει ποινή, ενώ στους λόγους δικαστικής άφεσης της ποινής η επιλογή ανήκει στην ευχέρεια του δικαστή, ο οποίος κρίνει με βάση τις συγκεκριμένες περιστάσεις της υπό κρίση περίπτωσης. Το χρονολογικό κριτήριο που αναλύθηκε προηγουμένως για τη διάκριση των λόγων εξάλειψης του αξιοποίνου σε σχέση με του λόγους άρσης του αδίκου ή του καταλογισμού, στη συγκεκριμένη περίπτωση δε μπορεί να δώσει λύση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η υπαναχώρηση από μη πεπερασμένη απόπειρα, η οποία αποτελεί λόγο δικαστικής άφεσης της ποινής παρά το γεγονός ότι έπεται της πράξης 43. Γενικά στους λόγους δικαστικής άφεσης της ποινής, υπάρχουν κάποιο λόγοι που ομοιάζουν εξαιρετικά με την έμπρακτη μετάνοια. Συγκεκριμένα, στο άρθρο 44 παρ. 2 εδ. β' ΠΚ, στις περιπτώσεις υπαναχώρησης από πεπερασμένη απόπειρα μπορεί το Δικαστήριο, εκτιμώντας ελεύθερα τις περιστάσεις, να κρίνει την απόπειρα ατιμώρητη. Στο έγκλημα της εσχάτης προδοσίας, εάν ο δράστης συνέβαλλε αποφασιστικά στην αποκατάσταση του πολιτεύματος υφίσταται πανόμοια πρόβλεψη, κατ' άρθρο 137 παρ. 2 ΠΚ. Τέλος, στο άρθρο 186 παρ. 4 ΠΚ, οι πράξεις που τιμωρούνται κατ' άρθρο 186 ΠΚ, μπορεί να κριθούν ατιμώρητες, εάν ο δράστης με δική του θέληση ανακάλεσε την πρόσκληση, την προσφορά ή την αποδοχή για τέλεση κακουργήματος ή πλημμελήματος. Σε όλες τις ανωτέρω περιπτώσεις ο 42 Βλ. Μ. Καιάφα-Γκμπάντι, Ν. Μπιτζιλέκης, Ε. Συμεωνιδου-Καστανίδου, όπ. πρ., σελ. 179. 43 Βλ. Μ. Καιάφα-Γκμπάντι, Ν. Μπιτζιλέκης, Ε. Συμεωνιδου-Καστανίδου, όπ. πρ., σελ. 180 επ. 18

δράστης, μετά την τέλεση της πράξης, εκδηλώνει μια συμπεριφορά που σε γενικές γραμμές αποκαθιστά το έννομο αγαθό που προσέβαλε, και σε κάθε περίπτωση παρέχει μια απόδειξη της μειωμένης επικινδυνότητας του 44. Η συμπεριφορά του δράστη θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως έμπρακτη μετάνοια, λόγω ωστόσο των ιδιαίτερων εγκλημάτων δεν προβλέφθηκε σα λόγος εξάλειψης του αξιοποίνου, καθώς η επιείκεια δε μπορεί να φτάσει μέχρι τη δικαιολόγηση της απαλλαγής από την ποινή, μπορεί όμως έστω δυνητικά να αποτελέσει βάση για απαλλαγή από αυτή 45. 44 Βλ. Λ. Μαργαρίτη, Ν. Παρασκευόπουλου, Γ. Νούσκαλη, οπ. πρ., σελ 431 επ. 45 Βλ. Ν. Παρασκευόπουλος, Η δικαστική άφεση της ποινής ως δυνατότητα στα πλαίσια της εγγυητικής λειτουργίας του Ποινικού Δικαίου, UNIVERSITY STUDIO PRESS, Θεσ/νίκη 1982, σελ. 154. 19

2.4 Η ένταξη του θεσμού της έμπρακτης μετάνοιας στους λόγους εξάλειψης του αξιοποίνου Αν προσπαθούσαμε να ορίσουμε την έμπρακτη μετάνοια θα κάναμε λόγο για την αποκατάσταση της προσβολής του εννόμου αγαθού με τη θέληση του δράστη, η οποία έρχεται μετά την ολοκλήρωση του εγκλήματος και της κατάφαση του αξιόποινου 46. Πρόκειται για συμπεριφορά του ίδιου του δράστη, η οποία έπεται χρονικά της τέλεσης του εγκλήματος. Η πράξη είναι αρχικά άδικη και καταλογιστή και δε συντρέχει κανένας λόγος άρσης του αδίκου ή του καταλογισμού. Μετά την κατάφαση του "πλήρους" εγκλήματος, επομένως υπό φυσιολογικές συνθήκες θα επέρχετο η επιβολή ποινής, και πριν την τελική επιβολή ποινής, μεσολαβεί νέα οικειοθελής πράξη του δράστη, η οποία αποκαθιστά το έννομο αγαθό στο προηγούμενο status ειρήνευσης. Συμπερασματικά, ο θεσμός της έμπρακτης μετάνοιας εντάσσεται δογματικά στο στάδιο της αξιολόγησης ενός ήδη υφιστάμενου αξιοποίνου και για αυτό το λόγο εντάσσεται στους λόγους εξάλειψης του αξιοποίνου 47. 46 Βλ. Γ.Α. Μαγκάκης, όπ. πρ., σελ. 359 47 Βλ. Ι. Μανωλεδάκης, όπ. πρ., σελ. 993. 20

2.5 Ο δικαιολογητικός λόγος της έμπρακτης μετάνοιας Είδαμε προηγουμένως τα γενικότερα στοιχεία για του λόγους άρσης του τιμωρητού και ειδικότερα για τους λόγους εξάλειψης του αξιοποίνου. Ο θεσμός της έμπρακτης μετάνοιας, εντασσόμενος στους λόγους εξάλειψη του αξιοποίνους, παρουσιάζει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τα οποία ωστόσο θα αναλυθούν σε επόμενο κεφάλαιο. Σκοπός του παρόντος κεφαλαίου είναι η αναζήτηση του δικαιολογητικού λόγου θεσμοθέτησης της έμπρακτης μετάνοιας. Αναζητώντας τη ratio του θεσμού της έμπρακτης μετάνοιας αρχικά υποστηρίχτηκε η άποψη ότι με την έμπρακτη μετάνοια προσφέρεται στο δράστη ενός εγκλήματος, "μια χρυσή γέφυρα από το δίκαιο, ως αντάλλαγμα για την πλήρη άρση των συνεπειών του εγκλήματος" 48. Σε βάρος της συγκεκριμένης άποψης είναι το γεγονός ότι προϋποθέτει μια ρασιοναλιστική ενέργεια του Νόμου στον ίδιο τον ψυχισμό του δράστη, η οποία ωστόσο αμφισβητείται εάν και κατά πόσον υπάρχει 49. Κάποιες άλλες απόψεις αναζητούν τη ratio του θεσμού της έμπρακτης μετάνοιας σε πρόθεση του ποινικού νομοθέτη να προστατεύσει αποτελεσματικότερα κάποια έννομα αγαθά. Κατά την ανωτέρω άποψη η προστασία αυτή παρέχεται με την παροχή κινήτρου στο δράστη να άρει τις την προσβολή 50. Σύμφωνα με άλλα άποψη, ο δικαιολογητικός λόγος του θεσμού βρίσκεται σε δικαιοπολιτικές σκοπιμότητες, με αφετηρία τη λογική ότι σε ορισμένες περιπτώσεις είναι προτιμότερο να επανορθώνεται η βλάβη του εννόμου αγαθού σε μεταγενέστερο χρονικό σημείο, διαχωρίζοντας με αυτόν 48 Βλ. Γ. Α. Μαγκάκης, Ποινικό Δίκαιο, Διαγράμματα γενικού μέρους, Γ' έκδοση, Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα, 1984, σελ. 361. 49 Βλ. Α. Τζαννετής, Η αποθετική υπαναχώρηση από την απόπειρα: συμβολή στην αποσαφήνιση της δικαιολογητικής βάσης του προνομίου της εκούσιας υπαναχώρησης και στην οριοθέτηση της μη πεπερασμένης απόπειρας, Εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλας, Αθήνα 1996, σελ. 49-50, Αλ. Κωστάρας, Η απρόσφορη απόπειρα. Δογματική θεμελίωση και ερμηνευτική πραγμάτευση, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 1997, σελ. 233. 50 Βλ. Λ. Μαργαρίτη, Ν. Παρασκευόπουλου, Γ. Νούσκαλη, οπ. πρ., σελ. 293, Στ. Παύλου, Εγκλήματα περί το νόμισμα. Άρθρα 207-2015 ΠΚ, 2η έκδοση, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη 2003, σελ. 203 επ. και 402 επ. 21

τον τρόπο το θεσμό της έμπρακτης μετάνοιας από αυτόν της υπαναχώρησης 51. Επικρατέστερες μοιάζουν οι απόψεις ωστόσο, που αναζητούν τη ratio του θεσμού, στους σκοπούς της ποινής. Σύμφωνα με αυτές, στην περίπτωση έμπρακτης μετάνοιας ελλείπει η προληπτική σκοπιμότητα της ποινής. Πιο συγκεκριμένα, αποστερείται η ίδια η ποινή από την ειδική και γενική πρόληψη που εξυπηρετεί 52. Άλλη άποψη, θεωρεί ότι η αναγνώριση του εν λόγω λόγου εξάλειψης του αξιοποίνου έχει βάση στη θεώρηση του νομοθέτη ότι εφόσον ο δράστης προβαίνει οικειοθελώς σε αποκατάσταση της διατάραξης του εννόμου αγαθού, η ποινή ως ανταπόδοση και ειδική πρόληψη κατέστη χωρίς σκοπό 53. Από την άποψη ότι οι λόγοι εξάλειψης του αξιοποίνου γενικώς εδράζονται σε δικαιοπολιτικές επιλογές του νομοθέτη, με βάση τις οποίες η ποινή "χάνει την αναγκαιότητα και τη χρησιμότητα της, ώστε να είναι περίπου ανώφελη", εκκινεί μια ακόμη άποψη 54. Όπως έχει ήδη αναλυθεί, η έμπρακτη μετάνοια όπως και η υπαναχώρηση από μη πεπερασμένη απόπειρα, εντάσσονται δογματικά στους λόγους εξάλειψης του αξιοποίνου. Αυτό αποτυπώνεται στο ότι τα μεταγενέστερα του εγκλήματος περιστατικά, δεν οδηγούν στην πλήρη άρση του ολοκληρωμένου εγκλήματος, αλλά αποτελούν μια εξαίρεση, όπου αποκλείεται η επιβολή ποινής, παρά τον κανόνα της επιβολής ποινής σε περίπτωση ολοκληρωμένου εγκλήματος 55. Πρόκειται για μια αξιολόγηση της ποινής, σαν αυτή να είναι υπαρκτό νομικό μέγεθος, σε γενικό και αφηρημένο επίπεδο. Με αυτόν τον τρόπο εισάγεται εξαίρεση από τον κανόνα της επιβολής 51 Βλ. Α. Τζαννετής, όπ. πρ., σελ. 152. 52 Βλ. Αλ. Κατσαντώνης, Ποινικό Δίκαιον γενικό Μέρος, τόμος δεύτερος, Η διδασκαλία περί ποινής και μέτρων ασφαλείας, Αθήνα 1978, σελ. 163, Θ. Γιαννόπουλος, Έμπρακτη μετάνοια κατ' άρθρο 379 ΠΚ και λογική των εγκληματιών, ΝοΒ 1990, σελ. 181. 53 Βλ. Γ.-Α. Μαγκάκης, όπ. πρ., σελ. 359 επ., Ι. Μανωλεδάκης, όπ. πρ., σελ. 999 επ., Λ. Μαργαρίτη, Ν. Παρασκευόπουλου, Γ. Νούσκαλη, οπ. πρ., σελ 292 επ., Στ. Πάυλου, όπ. πρ., σελ. 402, Δ. Σπινέλλης, Ποινικό δίκαιο. Ειδικό Μέρος, Πανεπιστημιακές παραδόσεις, Εγκλήματα κατά περιουσιακών εννόμων αγαθών: Άρθρα 385-387 ΠΚ, εκδόσεις Αντ.Ν. Σάκκουλας, Αθήνα 1985, σελ. 9 επ., Γ. Δημήτραινας, Αποδοχή και διάθεση προϊόντων εγκλήματος (άρθρο 394ΠΚ), Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 1998, σελ. 268. 54 Βλ. Μ. Καιάφα-Γκμπάντι, Ν. Μπιτζιλέκης, Ε. Συμεωνιδου-Καστανίδου, Δίκαιο των ποινικών κυρώσεων, 2 η έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 175 επ. 55 Βλ. Ν. Μπιτζιλέκης, Η ελεύθερη βούληση στην υπαναχώρηση από την απόπειρα και στην έμπρακτη μετάνοια, Εκδόσεις Σάκκουλα, Θεσσαλονίκη 1995, σελ. 86-87. 22

ποινής σε περίπτωση κατάφασης του αξιόποινου, το οποίο τελικά εξαλείφεται. Πρόκειται για κρίση σε δευτερογενές πλέον επίπεδο 56. Στην αναζήτηση της ratio του θεσμού της έμπρακτης μετάνοιας καθοριστικό ρόλο παίζουν τα βασικά χαρακτηριστικά του ίδιου του θεσμού αφενός, και αφετέρου τα κριτήρια με βάση τα οποία θα μπορούσε να γίνει αξιολόγηση σχετικά με την αξία επιβολής της ποινής σε αφηρημένο επίπεδο. Κατά κανόνα η επιβολή ποινής αποτελεί δράση σκόπιμη 57. Έτσι, εάν σε συγκεκριμένη περίπτωση η επιβολή ποινής δείχνει να μην μπορεί να εξυπηρετήσει τους σκοπούς της, τότε καταφανώς μένει χωρίς έρεισμα και καθίσταται πλέον άσκοπη εκδίκηση. Στα βασικά χαρακτηριστικά της έμπρακτης μετάνοιας, η εκ μέρους του δράστη αποκατάσταση της προσβολής του εννόμου αγαθού που προκάλεσε, αποτελεί προϋπόθεση. Ωστόσο, μόνη δεν αρκεί, καθώς περαιτέρω απαιτείται αυτή να έγινε με δική του θέληση, ήτοι οικειοθελώς. Αυτή ακριβώς η οικειοθελής αποκατάσταση του status του εννόμου αγαθού από το δράστη, εμφανίζει τελικά την ποινή (εάν επιβαλλόταν) ως άσκοπη ανταπόδοση 58. Η σημασία του "οικειοθελούς" για την αποκατάσταση, είναι ακριβώς το στοιχείο που αποστερεί πλέον την ποινή ως μέγεθος από την ειδικοπροληπτική της λειτουργία 59. Με την ενέργεια του ο δράστης παρέχει "έμπρακτη απόδειξη της μικρής επικινδυνότητας του 60 ", και γενικότερα του σεβασμού των εννόμων αγαθών. Πρόκειται όπως έχει επισημανθεί για "νομοθετημένη επιείκεια" 61. Η αποκαταστατική και εκ των υστέρων, με τη θέληση του δράστη, επανόρθωση του status του εννόμου αγαθού αποτελεί τελικά το δικαιολογητικό λόγο (βάση) του θεσμού της έμπρακτης μετάνοιας. Αν στην ανωτέρω περίπτωση προβλεπόταν ποινή θα 56 Βλ. Ι. Μανωλεδάκης, όπ. πρ., σελ. 998 57 Βλ. Λ. Μαργαρίτη, Ν. Παρασκευόπουλου, Γ. Νούσκαλη, οπ. πρ., σελ. 29 επ. 58 Βλ. Ι. Μανωλεδάκη, όπ. πρ. σελ. 999 επ. 59 Βλ. Λ. Μαργαρίτη, Ν. Παρασκευόπουλου, Γ. Νούσκαλη, οπ. πρ., σελ. 292, Αλ. Κατσαντώνης, όπ. πρ. σελ. 163, Θ. Γιαννόπουλος, όπ. πρ., σελ. 181, Γ. Μπούρμας, Ειδικότεροι δογματικοί προβληματισμοί πάνω στην έννοια της έμπρακτης μετάνοιας, ΠοινΔικ. 2013, σελ. 369. 60 Βλ. Λ. Μαργαρίτη, Ν. Παρασκευόπουλου, Γ. Νούσκαλη, οπ. πρ., σελ. 292, Γ. Μπέκας, Η ποινική αξιολόγηση της μεταστροφής του δράστη στο στάδιο της απόπειρας ανάλογα με το χρόνο εκδήλωσης της σε: Εργαστήριο Ποινικού και Ποινικού Δικονομικού Δικαίου, Προβλήματα απόπειρας στο ποινικό δίκαιο, Εκδόσεις Αντ.Ν. Σάκκουλα, Αθήνα - Κομοτηνή, 1995, σελ. 130, όπου όμως γίνεται αναφορά σε μειωμένη επικινδυνότητα του δράστη στην υπαναχώρηση από μη πεπερασμένη απόπειρα. 61 Βλ. Ι. Μανωλεδάκης, όπ. πρ., σελ. 1030. 23

εξυπηρετούσε μόνο τη γενική πρόληψη, και θα ήταν ανομιμοποίητη, με σαφή πρόσκρουση στο άρθρο 2 1 του Συντάγματος 62. Κατόπιν όλων των ανωτέρω δικαιολογείται και η επιλογή της έμπρακτης μετάνοιας, μόνο για συγκεκριμένα εγκλήματα. Ήτοι, εκείνα των οποίων κοινό τόπο αποτελεί το εφικτό της αποκατάστασης της προσβολής μετά την ολοκλήρωση του εγκλήματος 63. Όπως θα γίνει αντιληπτό εν συνεχεία, με την αναλυτική καταγραφή των δεκτικών σε έμπρακτη μετάνοια εγκλημάτων, πρόκειται για εγκλήματα όπου η αποκατάσταση της βλάβης είναι εφικτή λόγω της φύσης του εννόμου αγαθού (όπως τα περιουσιακά εγκλήματα), είτε σε εγκλήματα διακινδύνευσης ή μορφές απόπειρας, είτε τέλος σε εγκλήματα όπου οι προπαρασκευαστικές πράξεις ανάχθηκαν σε τέτοια. Τέλος, εκτός από την αποκαταστατική λειτουργία του θεσμού της έμπρακτης μετάνοιας, η επιλογή της πρόβλεψης της για συγκεκριμένα εγκλήματα ουδόλως είναι απαλλαγμένη από άλλες σκοπιμότητες, όπως η αποτελεσματικότερη προστασία σε συγκεκριμένα σημαντικά έννομα αγαθά, όπως χαρακτηριστικά το πολίτευμα. 62 Βλ. Χρ. Μυλωνόπουλος, Ποινικό Δίκαιο. Γενικό Μέρος. Ι. Γενική θεωρία για το έγκλημα, Δίκαιο και Οικονομία - Π.Ν. Σάκκουλας, 2007, σελ. 37. 63 Βλ. Λ. Μαργαρίτη, Ν. Παρασκευόπουλου, Γ. Νούσκαλη, οπ. πρ., σελ. 294 επ., Μ. Καιάφα-Γκμπάντι, Ν. Μπιτζιλέκης, Ε. Συμεωνιδου-Καστανίδου, όπ. πρ., σελ. 182 επ. 24

2.6. Τα βασικά χαρακτηριστικά του θεσμού της έμπρακτης μετάνοιας Πριν τη συστηματική ανάλυση των προϋποθέσεων έμπρακτης μετάνοιας για κάθε μία από τις προβλεπόμενες περιπτώσεις στον Ποινικό Κώδικα, θα πρέπει να γίνει καταγραφή των βασικών χαρακτηριστικών του θεσμού, τα οποία είναι κοινά σε όλες τις περιπτώσεις. Αντικείμενο του παρόντος κεφαλαίου αποτελεί η επισκόπηση αυτών των κοινών χαρακτηριστικών, ενώ αναλυτικά για κάθε περίπτωση θα γίνει αναφορά στο επόμενο κεφάλαιο. 2.6.1. Ο προσωπικός χαρακτήρας Ως λόγος εξάλειψης του αξιοποίνου η έμπρακτη μετάνοια λειτουργεί αποκλειστικά στο πρόσωπο του συγκεκριμένου δράστη. Είναι η μεταγενέστερη του εγκλήματος οικειοθελής πράξη, που εμφανίζει την ποινή ανάξια πλέον επιβολής 64. Πρόκειται επομένως για προσωπικό λόγο εξάλειψης του αξιοποίνου 65. Η δικαιολογητική βάση ύπαρξης του θεσμού έχει ως αποτέλεσμα ο συγκεκριμένος λόγος εξάλειψης του αξιοποίνου να έχει προσωπικό χαρακτήρα. Επομένως, σε περίπτωση συμμετοχικής δράσης σε ένα έγκλημα, η έμπρακτη μετάνοια του ενός εξαλείφει το αξιόποινο αποκλειστικά για το συγκεκριμένο συμμέτοχο 66. Σε αντιδιαστολή, ο θεσμός της παραγραφής, της αμνηστίας ή η οριστική έλλειψη έγκλησης, λειτουργούν αντικειμενικά 67. 2.6.2. Το υποχρεωτικό της απαλλαγής από την ποινή Στις περιπτώσεις εκείνες όπου ο ΠΚ προβλέπει την έμπρακτη μετάνοια ως λόγο εξάλειψης του αξιοποίνου, η απαλλαγή από την ποινή έχει υποχρεωτικό χαρακτήρα για το δικαστή και όχι δυνητικό 68. Εφόσον έχει 64 Βλ. Ι. Μανωλεδάκης, Ποινικό Δίκαιο. Γενική θεωρία, 2004, σελ. 993 και 1030. 65 Βλ. Λ. Μαργαρίτη, Ν. Παρασκευόπουλου, Γ. Νούσκαλη, οπ. πρ., σελ. 297,., Μ. Καιάφα-Γκμπάντι, Ν. Μπιτζιλέκης, Ε. Συμεωνιδου-Καστανίδου, όπ. πρ., σελ. 182. 66 Βλ. Ι. Μανωλεδάκης, όπ., πρ., σελ. 1033, Γ. Α. Μαγκάκης, όπ., πρ., σελ. 362, Λ. Μαργαρίτης, όπ. πρ., σελ. 297, Α. Παπαδαμάκης, Προσβολές κατά της διεθνούς κρατικής υπόστασης. Άρθρα 138-152 ΠΚ, Εκδόσεις Σάκκουλα, Θεσ/νίκη 1995, σελ. 103 επ., Χρ. Μυλωνόπουλος, Ποινικό Δίκαιο. Ειδικό Μέρος. Τα εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας και της περιουσίας (άρθρα 372-406 ΠΚ), Β έκδοση, Δίκαιο και Οικονομία Π.Ν. Σάκκουλας, Αθήνα 2006, σελ. 254, Ι. Ζησιάδης, Η απόδοσης του ιδιοποιηθέντος πράγματος (άρθρον 379 ΠΚ), ΠοινΧρ 1952, σελ. 284. 67 Βλ. Λ. Μαργαρίτης, όπ. πρ., σελ. 297. 68 Βλ.. Λ. Μαργαρίτη, Ν. Παρασκευόπουλου, Γ. Νούσκαλη, οπ. πρ., σελ 351. 25

αποδειχθεί η συνδρομή των προϋποθέσεων της έμπρακτης μετάνοιας, ο κατηγορούμενος δεν απειλείται με επιβολή ποινής, αφού υποχρεωτικά θα εξαλειφθεί το αξιόποινο που τον βαρύνει. Η ανωτέρω υποχρέωση του δικάζοντος δικαστή εμφανίζει ενδιαφέρον από την άποψη του ποινικού δικονομικού δικαίου, αφού η απόφαση που θα εκδοθεί σε τέτοια περίπτωση είναι αθωωτική 69, όπως προκύπτει σαφώς από τα άρθρα 486 παρ. 1 περ. α' και 506 περ. α' ΚΠΔ 70. Ζήτημα υφίσταται μόνο αν διαπιστωθεί περίπτωση έμπρακτης μετάνοιας κατά τη διάρκεια της προδικασίας, ως προς το τι βούλευμα θα εκδοθεί. Για τους άλλους λόγους εξάλειψης του αξιοποίνου προβλέπεται ρητά η έκδοση βουλεύματος που παύει οριστικά την ποινική δίωξη κατ' άρθρο 310 παρ. 1 εδ. β' ΚΠΔ. Το ζήτημα λύθηκε από τη θεωρία και τη νομολογία και στην περίπτωση αυτή εκδίδεται βούλευμα που αποφαίνεται να μη γίνει κατηγορία 71. Η ανωτέρω λύση προκύπτει έμμεσα, από τις καταργηθείσες διατάξεις των άρθρων 478 παρ. 1 περ. γ' και 482 παρ. 1 περ. Α γ' ΚΠΔ, οι οποίες προέβλεπαν τη δυνατότητα του κατηγορούμενου να ασκήσει έφεση και αναίρεση κατά βουλεύματος το οποίο αποφαινόταν ότι δεν πρέπει να γίνει κατηγορία λόγω έμπρακτης μετάνοιας. 2.6.3. Ο οικειοθελής χαρακτήρας Σε όλες τις προβλεπόμενες ρυθμίσεις του ΠΚ που προβλέπουν έμπρακτη μετάνοια, είναι η παραλλάσσουσα διατύπωση με δική του θέληση 72 " ή με την ελεύθερη θέληση του" 73. Αυτή η οικειοθελής ή εκούσια αποκατάσταση της ειρήνευσης του εννόμου αγαθού που προσβλήθηκε, αποτελεί κοινό τόπο όλων των περιπτώσεων έμπρακτης μετάνοιας και 69 Βλ. Α. Παπαδαμάκης, Ποινική Δικονομία. Η δομή της ποινικής δίκης, γ' έκδοση αναθεωρημένη, Εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα-Θεσ/νίκη, 2006, σελ. 500 και 506. 70 Στα συγκεκριμένα άρθρα προβλέπεται το δικαίωμα του κατηγορουμένου να ασκήσει έφεση και αναίρεση κατά αθωωτικής απόφασης αν αθωώθηκε λόγω έμπρακτης μετάνοιας. 71 Βλ. Κ. Βουγιούκας, Ποινικό Δικονομικόν Δίκαιον ΙΙ. Ειδικόν Μέρος, ζ' έκδοσις, Εκδοτικός οίκος Σάκκουλα, Θεσ/νίκη 1988, σελ. 73, ΣυμβΠλημΘεσ 715/1987, Αρμ 1987, σελ. 12 επ. 72 Βλ. Άρθρα 137 παρ. 1 ΠΚ (στο οποίο παραπέμπουν τα άρθρα 138 παρ 2 και 153 παρ 4), 227 παρ. 2 ΠΚ, 384 παρ. 1 ΠΚ, 406Α παρ. 1 ΠΚ. 73 Βλ. Άρθρα 212 ΠΚ, 219 ΠΚ (το οποίο παραπέμπει στο άρθρο 212 ΠΚ), 267 ΠΚ, 289 παρ. 1 ΠΚ,298 ΠΚ (το οποίο παραπέμπει στο άρθρο 289 ΠΚ). 26

βασικότατο χαρακτηριστικό του θεσμού 74. Όλοι οι χρησιμοποιούμενοι από το νομοθέτη όροι, ήτοι "με δική του θέληση", "με την ελεύθερη βούληση του", "με δική του βούληση", πρέπει να θεωρηθεί ότι έχουν ταυτόσημο νόημα 75. Προκειμένου να γίνει ανάλυση και τελικά αποσαφήνιση της έννοιας του οικειοθελούς υποστηρίχθηκαν αρκετές απόψεις, κυρίως λόγο του υποκειμενικού προσανατολισμού του όρου 76. Η αναφορά κυρίως των ανωτέρω απόψεων στην υπαναχώρηση από μη πεπερασμένη απόπειρα, ουδόλως επηρεάζει, αφού οι περιπτώσεις της έμπρακτης μετάνοιας και της υπαναχώρησης ομοιάζουν ως προς τον οικειοθελή χαρακτήρα. Οι απόψεις αυτές μπορούν να διακριθούν σε δύο ευρύτερες κατηγορίες. Στην πρώτη εντάσσονται όλες οι κανονιστικές-αξιολογικές απόψεις, οι οποίες αναφέρονται στους σκοπούς της ποινής ώστε να γίνει προσδιορισμός του οικειοθελούς. Στη δεύτερη κατηγορία εντάσσονται οι περιγραφικές-οντολογικές απόψεις, οι οποίες βασίζονται σε ψυχολογικά κριτήρια 77. Όσο αφορά την πρώτη κατηγορία, ήτοι τις αξιολογικές θεωρίες, αυτές συνδέονται άμεσα με τη ratio της υπαναχώρησης από μη πεπερασμένη απόπειρα (και επομένως της έμπρακτης μετάνοιας). Μάλλον κρατούσα είναι η άποψη του Roxin, σύμφωνα με την οποία κριτήριο για τη διαπίστωση του οικειοθελούς χαρακτήρα, αποτελεί η λογική των εγκληματιών" 78. Όταν η υπαναχώρηση του δράστη συνδέεται με τους άγραφους κανόνες ενός "επιτυχούς" εγκληματία, τότε δεν είναι οικειοθελής. Ως παράδειγμα χρησιμοποιείται ο δράστης που καταλαμβάνεται από ιδιαίτερο φόβο και τελικά απόσχει από την ολοκλήρωση του εγκλήματος 79. Κατά την ανωτέρω άποψη όταν ο δράστης απόσχει από την τέλεση καθ' υπαγόρευση της λογικής του 74 Βλ. Μ. Καιάφα-Γκμπάντι, Ν. Μπιτζιλέκης, Ε. Συμεωνιδου-Καστανίδου, όπ. πρ., σελ. 183, Γ. Α. Μαγκάκης όπ. πρ., σελ. 359. 75 Βλ. Ν. Μπιτζιλέκης, Η ελεύθερη βούληση στην υπαναχώρηση από την απόπειρα και στην έμπρακτη μετάνοια, Εκδόσεις Σάκκουλα, Θεσ/νίκη 1995, σελ. 3 76 Βλ. Ι. Μανωλεδάκης, Ποινικό Δίκαιο, γενική θεωρία, σελ. 555. 77 Βλ. Ν. Παρασκευόπουλος, Τα θεμέλια του Ποινικού Δικαίου. Γενικό Μέρος: το έγκλημα, εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα-θεσ/νίκη 2008, σελ. 339. 78 Βλ. Roxin ZStW 1965 σελ. 97 επ., όπβς ακριβώς παραπέμπει ο Ν. Μπιτζιλέκης, ελεύθερη βούληση στην υπαναχώρηση από την απόπειρα και στην έμπρακτη μετάνοια, σελ. 100. 79 Βλ. Κ. Βαθιώτη, Η υπαναχώρηση από απόπειρα βιασμού μετά την υπόσχεση του θύματος για μεταγενέστερη συνεύρεση με το δράστη, ΠοινΧρ 1999, σελ. 211 27

εγκληματία, δεν ελλείπουν οι γενικοπροληπτικοί και ειδικοπροληπτικοί λόγοι για την επιβολή ποινής 80. Σε βάρος της ανωτέρω άποψης ασκήθηκε κριτική, καθώς αλλιώς συμπεριφέρεται ένας πολύπειρος εγκληματίας, αλλιώς ένας πρωτόπειρος και τελικά τέτοια κοινή λογική του εγκληματίας δεν υφίσταται 81. Άλλες αξιολογικές θεωρίες εστιάζουν στην ηθική των κινήτρων του δράστη, ο οποίος υπαναχωρεί 82. Περαιτέρω, έχει υποστηριχθεί και η "θεωρία της εντύπωσης", σύμφωνα με την οποία κριτήριο για το οικειοθελές πρέπει να είναι η έμπρακτη αποδοκιμασία της συμπεριφοράς της συμπεριφοράς εκ μέρους του δράστη ο οποίος αποκαθιστά έτσι μόνος του -σύμφωνα με την αντίληψη ενός υγιώς σκεπτόμενου παρατηρητή, που συνεκτιμά και το σχέδιο του δράστη-, τη διαταραχθείσα ηρεμία του εννόμου αγαθού και επαναφέρει το κλονισμένο από την αρχή εκτελέσεως αίσθημα ασφάλειας του δικαίου και της εμπιστοσύνης του συνόλου των πολιτών στην ισχύ της έννομης τάξης 83. Στο πλαίσιο τώρα των οντολογικών ή περιγραφικών θεωριών, εντάσσονται διαφοροποιούμενες θεωρήσεις 84. Μια τέτοια είναι και η ακόλουθη, η οποία επιχειρεί μια συνολική ερμηνεία του εκουσίου σε όλους τους θεσμούς στους οποίους κάνει την εμφάνιση του (υπαναχώρηση, έμπρακτη μετάνοια, ειλικρινής μετάνοια). Σημασία εν προκειμένω έχει η αιτία της πράξης υπαναχώρησης ή μετάνοιας, και δεν είναι άλλη από τη μεταστροφή του δράστη, η οποία οδηγεί σε μια νέα του στάση απέναντι στην εγκληματική ενέργεια 85. Έτσι η ενέργεια του δράστη αποτελεί και την πιο σημαντική ένδειξη αποδοκιμασίας του ιδίου στην προηγούμενη συμπεριφορά του σε αντιδιαστολή με μια απλή αποχή του από περισσότερες εγκληματικές ενέργειες. Περιγραφικές είναι και όλες οι θεωρήσεις που αναφέρονται σε ψυχολογικές διαγνώσεις. Υποστηρίζεται ότι το οικειοθελές αποτελεί 80 Βλ. Γ. Μπούρμας, άρθρο 44ΠΚ σε: Α. Χαραλαμπάκη, Ποινικός Κώδικας, Ερμηνεία κατ' άρθρο - τόμος πρώτος (άρθρα 1-234), Νομική Βιβλιοθήκη 2011, 695 επ. 81 Βλ. Κ. Βαθιώτη, όπ. πρ., σελ. 210 επ. 82 Βλ. Έτσι ο Bockelmann, όπως παραπέμπει ο Κ. Βαθιώτης, όπ. πρ., σελ. 210 επ. 83 Βλ. Αλ. Κωστάρα, όπ. πρ., σελ 484. 84 Βλ. Ν. Παρασκευόπουλου, όπ. πρ., σελ. 340. 85 Βλ. Ν. Μπιτζιλέκη, όπ. πρ. σελ. 109 επ. 28