Λέξεις κλειδιά: βλάβη διάβρωσης, ηλεκτροδιάβρωση,μέγεθος επιφάνειας δοκιμίων

Σχετικά έγγραφα
Επίδραση της διάβρωσης στη µηχανική συµπεριφορά δοµικών χαλύβων S500s και B500c.

Συμπεριφορά δοκών από ωπλισμένο σκυρόδεμα με διαβρωμένο χαλύβδινο οπλισμό υπό φορτίο λειτουργικότητας

Διδάκτορας Χημικός Μηχανικός, Καθηγητής Πανεπιστημίου Πατρών, Τμήμα Διαχείρισης Περιβάλλοντος και Φυσικών Πόρων,

Μηχανική συµπεριφορά του χάλυβα S500 s tempcore, σε σεισµογόνους περιοχές υπό διαβρωτικό περιβάλλον.

ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΥΠΟΣΤΥΛΩΜΑΤΟΣ ΕΝΙΣΧΥΜΕΝΟΥ ΜΕ ΜΑΝΔΥΑ ΟΠΛΙΣΜΕΝΟΥ ΣΚΥΡΟΔΕΜΑΤΟΣ

Γεώργιος ΡΟΥΒΕΛΑΣ 1, Κων/νος ΞΗΝΤΑΡΑΣ / ΑΓΕΤ ΗΡΑΚΛΗΣ 2, Λέξεις κλειδιά: Αδρανή, άργιλος, ασβεστολιθική παιπάλη, ισοδύναμο άμμου, μπλε του μεθυλενίου

Αναλυτική προσοµοίωση διαβρωµένων δοκών ενισχυµένων σε κάµψη µε σύνθετα υλικά FRP

Αξιολόγηση της Μηχανικής Απόδοσης Σιδηροοπλισμών Κατηγορίας S500s tempcore και B500c πριν και μετά από Διάβρωση

Διερεύνηση αξιοπιστίας συγκολλήσεων με παράθεση χαλύβων οπλισμού σκυροδέματος

Ανδρέας ΛΑΜΠΡΟΠΟΥΛΟΣ 1, Στέφανος ΔΡΙΤΣΟΣ 2

ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΙΚΗΣ ΔΙΑΒΡΩΣΗΣ ΑΛΟΥΜΙΝΙΟΥ/ΑΝΟΔΙΩΣΗ Al

ΜΕΤΑΛΛΙΚΑ ΥΠΟΣΤΥΛΩΜΑΤΑ ΥΠΟ ΘΛΙΨΗ ΚΑΙ ΚΑΜΨΗ

Μέτρηση συνάφειας οπλισμού μέσω διάδοσης τασικού παλμού. Determination of bond reinforcement by stress pulse propagation,

ΕΠΕΣ. Πανελλήνιο Συνέδριο Σκυροδέματος «Κατασκευές από Σκυρόδεμα»

Επικάλυψη και κατηγορία σκυροδέματος (ελάχιστα απαιτούμενα για τον έλεγχο ανθεκτικότητας) Κατηγορίες περιβαλλοντικής έκθεσης του ΕΛΟΤ ΕΝ206-1

η νέα προσέγγιση κατά ΕΛΟΤ ΕΝ Ι. Μαρίνος, Χημικός Μηχανικός, Τεχνικός Σύμβουλος ΤΙΤΑΝ ΑΕ

Χ Ρ Η Σ Η Α Ν Α Σ Τ Ο Λ Ε Ω Ν Ι Α Β Ρ Ω Σ Η Σ Γ Ι Α Τ Η Ν Π Ρ Ο Σ Τ Α Σ Ι Α Τ Ο Υ Χ Α Λ Υ Β Α Σ Ε Κ Ο Ν Ι Α Μ Α Τ Α

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΑΛΚΙΒΙΑΔΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΣ ΔΙΔΑΚΤΩΡ ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ

Συγκολλησιμότητα χαλύβων οπλισμού σκυροδέματος

Ουρανία ΤΣΙΟΥΛΟΥ 1, Ανδρέας ΛΑΜΠΡΟΠΟΥΛΟΣ 2, Κύπρος ΠHΛΑΚΟΥΤΑΣ 3, Στέφανος ΡΙΤΣΟΣ 4

Χάρης ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΣ 1, Ευάγγελος Γ. ΠΑΠΑ ΑΚΗΣ 2, Σωτήρης ΕΜΗΣ 3. Λέξεις κλειδιά: ιάβρωση, Μηχανικές Ιδιότητες, Χάλυβας, Χλωριόντα, Σκυρόδεµα

Αικατερίνη ΜΗΛΙΟΠΟΥΛΟΥ 1

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ. H απάντηση στα ερωτήματα αυτά, είναι ότι:

ΠΩΣ ΕΠΗΡΕΑΖΕΙ Η ΜΕΡΑ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ ΤΙΣ ΑΠΟΔΟΣΕΙΣ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΠΡΙΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ

προς τον προσδιορισμό εντατικών μεγεθών, τα οποία μπορούν να υπολογιστούν με πολλά εμπορικά λογισμικά.

«Αριθμητική και πειραματική μελέτη της διεπιφάνειας χάλυβασκυροδέματος στις σύμμικτες πλάκες με χαλυβδόφυλλο μορφής»

ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΗΣ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ

ΜΗΧΑΝΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΙΑΒΡΩΜΕΝΩΝ & ΣΥΓΚΟΛΛΗΜΕΝΩΝ ΡΑΒ ΩΝ ΣΙ ΗΡΟΟΠΛΙΣΜΟΥ S500s

Πρότυπος οπλισμός Νεοκλέους, Πηλακούτας και Tlemat. σκυροδέματος: χαλύβδινες ίνες ανακυκλωμένες από μεταχειρισμένα ελαστικά αυτοκινήτων

ιατµητική αντοχή πολύ κοντών υπεροπλισµένων δοκών από οπλισµένο σκυρόδεµα Shear strength of very short over reinforced concrete beams

Μεθοδολογία Διαγνωστικής Μελέτης

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΜΗ ΓΡΑΜΜΙΚΗΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΧΕ ΙΑΣΜΟ ΜΕΤΑΛΛΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΩΝ

Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΚΤΙΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΣΤΙΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ Ω.Σ.

CorV CVAC. CorV TU317. 1

Πτυχιακή Εργασία ΓΝΩΣΕΙΣ KAI ΣΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟΝ HIV. Στυλιανού Στυλιανή

M M n+ + ne (1) Ox + ne Red (2) i = i Cdl + i F (3) de dt + i F (4) i = C dl. e E Ecorr

ΕΡΓΑΣΙΑ : ΙΑΒΡΩΣΗ ΜΕΤΑΛΛΩΝ ΣΤΟ Ε ΑΦΟΣ ΚΑΤΣΙΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

Επίδραση των κρυσταλλικών προσμείκτων PRAH στην ανθεκτικότητα των σκυροδεμάτων

Έναρξη, εξέλιξη και συνέπειες διάβρωσης οπλισµού κατασκευών από οπλισµένο σκυρόδεµα

Μεταπτυχιακή διατριβή. Ανδρέας Παπαευσταθίου


ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΑΕΡΙΩΝ ΡΥΠΩΝ ΒΕΝΖΙΝΟΚΙΝΗΤΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ ΕΥΤΕΡΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟΥ 2009

Επιρροή του διαμήκους οπλισμού των ακραίων περισφιγμένων περιοχών, στην αντοχή τοιχωμάτων μεγάλης δυσκαμψίας

Σχήμα 1: Διάταξη δοκιμίου και όργανα μέτρησης 1 BUILDNET

ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΧΑΛΥΒΕΣ ΟΠΛΙΣΜΟΥ ΣΚΥΡΟΔΕΜΑΤΟΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ

Δοκιμή Αντίστασης σε Θρυμματισμό (Los Angeles)

Λέξεις κλειδιά:: ράβδοι FRP, βύθιση δοκού, εύρος ρωγμών, Keywords: FRP bars, beam deflection, crack width

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΕΞΑΣΦΑΛΙΣΗ ΠΛΑΣΤΙΜΟΤΗΤΑΣ ΣΕ ΝΕΕΣ ΚΑΙ ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΕΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ ΑΠΟ ΟΠΛΙΣΜΕΝΟ ΣΚΥΡΟΔΕΜΑ ΠΟΥ ΑΠΑΙΤΟΥΝ ΕΠΙΣΚΕΥΗ Η ΕΝΙΣΧΥΣΗ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία ΟΛΙΣΘΗΡΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΜΑΚΡΟΥΦΗ ΤΩΝ ΟΔΟΔΤΡΩΜΑΤΩΝ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ

Αλληλεπίδραση Ανωδοµής-Βάθρων-Θεµελίωσης-Εδάφους σε Τοξωτή Οδική Μεταλλική Γέφυρα µε Σύµµικτο Κατάστρωµα

ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΑΝΑΛΥΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΡΙΘΜΗΤΙΚΩΝ ΜΕΘΟ ΩΝ ΓΙΑ ΤΗ

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ

ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΕΡΓΑΛΕΙΩΝ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΣΕ ΜΕΤΑΛΛΟΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ

Επίδραση υψηλών θερμοκρασιών στη συνάφεια χάλυβα σκυροδέματος

ΑΝΘΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ ΦΟΡΕΩΝ ΟΠΛΙΣΜΕΝΟΥ ΣΚΥΡΟΔΕΜΑΤΟΣ ΥΠΟ ΚΑΜΠΤΙΚΗ ΦΟΡΤΙΣΗ DURABILITY OF REINFORCED CONCRETE STRUCTURES UNDER BENDING LOADS

Π1. Πίνακες υπολογισμού

Ενίσχυση κατασκευών από άοπλη τοιχοποιία με χρήση ινοπλισμένου σκυροδέματος υπερ-υψηλής επιτελεστικότητας (UHPFRC)

Εισαγωγή στα νέα Πρότυπα για τους Χάλυβες Οπλισµού Σκυροδέµατος: ΕΛΟΤ ΕΝ 10080, ΕΛΟΤ και

Σύγκριση των µεθόδων συντήρησης των προτύπων ΣΚ-303 και ΕΛΟΤ ΕΝ όσον αφορά τη συµβατική αντοχή του σκυροδέµατος

ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΝΤΙΣΕΙΣΜΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ (ΟΑΣΠ)

Ημερίδα: «ΧΑΛΥΒΕΣ ΟΠΛΙΣΜΟΥ ΣΚΥΡΟΔΕΜΑΤΟΣ & ΣΚΥΡΟΔΕΜΑ» ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΧΑΛΥΒΕΣ ΟΠΛΙΣΜΟΥ ΣΚΥΡΟΔΕΜΑΤΟΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΕΥΡΩΚΩΔΙΚΕΣ 2 & 8

Έλεγχος Ποιότητας και Τεχνολογία Δομικών Υλικών

«ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΗΣ ΑΝΤΟΧΗΣ ΣΤΗ ΙΑΒΡΩΣΗ ΜΕΤΑΛΛΙΚΩΝ ΠΕΡΙΕΚΤΩΝ ΕΠΙΚΑΣΣΙΤΕΡΩΜΕΝΟΥ ΧΑΛΥΒΑ ΣΕ ΙΑΛΥΜΑΤΑ ΚΙΤΡΙΚΟΥ ΚΑΙ ΤΡΥΓΙΚΟΥ ΟΞΕΟΣ» ΑΟΥΛΑ ΧΑΪ Ω

Εργαστήριο Τεχνολογίας Υλικών

ΣΥΣΚΕΥΗ ΓΙΑ ΜΕΤΡΗΣΗ ΤΗΣ ΔΥΝΑΜΗΣ ΠΡΟΣΚΡΟΥΣΗΣ

Παράρτημα. Τεχνικές απαιτήσεις κατασκευής δοκιμών

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ. ΘΕΜΑ: Αποσκλήρυνση Υπόγειων Νερών Με Χρήση Προσροφητικών Υλικών

Μεταπτυχιακή Διατριβή

Μελέτη προβλημάτων ΠΗΙ λόγω λειτουργίας βοηθητικών προωστήριων μηχανισμών

Σύγχρονο Ηλεκτρονικό Μικροσκόπιο Διέλευσης. Transition Electron Microscopy TEM

Χρήση Ανακυκλωµένων Τούβλων ως Αδρανών Σκυροδέµατος Use of recycled clay bricks as concrete aggregates

Pressure Stimulated Currents Μια πειραματική τεχνική ανάδειξης της επερχόμενης θραύσης υλικών

ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΥΜΒΑΤΩΝ ΔΙΑΛΥΤΩΝ ΟΥΣΙΩΝ ΣΕ ΔΙΕΡΓΑΣΙΕΣ ΑΝΑΕΡΟΒΙΑΣ ΧΩΝΕΥΣΗΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΙΟΝΤΙΚΗΣ ΙΣΧΥΣ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΑΝΤΙΞΟΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ

Πτυχιακή διατριβή. Η επίδραση της τασιενεργής ουσίας Ακεταλδεΰδης στη δημιουργία πυρήνων συμπύκνωσης νεφών (CCN) στην ατμόσφαιρα

Υπολογισμός Παροχής Μάζας σε Αγωγό Τετραγωνικής Διατομής

Διπλωματική Εργασία. Μελέτη των μηχανικών ιδιοτήτων των stents που χρησιμοποιούνται στην Ιατρική. Αντωνίου Φάνης

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΝΤΟΧΗΣ ΣΤΗ ΔΙΑΒΡΩΣΗ ΤΟΥ ΑΛΟΥΜΙΝΙΟΥ ΑΝΟΔΙΩΣΗ

ΔΙΑΒΡΩΣΗ ΟΡΙΣΜΟΣ ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΚΑΙ ΕΡΕΥΝΑΣ ΤΟΥ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ ΖΗΜΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΙΑΒΡΩΣΗ ΖΗΜΙΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ (ΑΙΤΙΑ) ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΔΙΑΒΡΩΣΗ = ΟΞΕΙΔΩΣΗ

CYPRUS UNIVERSITY OF TECHNOLOGY Faculty of Geotechnical Sciences and Environmental Management Department of Environmental Science and Technology

Ψαθυρή αστοχία υποστυλωµάτων περί το µέσον του ύψους τους: Αίτια και αποτροπή της

F el = z k e 0 (3) F f = f k v k (4) F tot = z k e 0 x f kv k (5)

ΕΠΕΣ. Σκυρόδεμα χαμηλής θερμικής αγωγιμότητας

Λέξεις κλειδιά: διάβρωση οπλισμού, αναστολείς διάβρωσης, οργανικές επικαλύψεις, χλωριόντα, ηλεκτροχημικές μετρήσεις, απώλεια μάζας.

Διονύσιος Α. ΜΠΟΥΡΝΑΣ 1, Αθανάσιος Χ. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ 2, Κωνσταντίνος ΖΥΓΟΥΡΗΣ 3, Φώτιος ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΣ 3

Reaction of a Platinum Electrode for the Measurement of Redox Potential of Paddy Soil

Στην ακαμψία (όχι ως όρο της μηχανικής). Ηλίας Γεωργούλας

ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΩΝ ΚΟΜΒΩΝ ΟΠΛΙΣΜΕΝΟΥ ΣΚΥΡΟΔΕΜΑΤΟΣ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΟΥΣ ΕΥΡΩΚΩΔΙΚΕΣ

ΜΗΧΑΝΙΚΗ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΩΝ

ΜΗΧΑΝΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΔΙΑΒΡΩΜΕΝΩΝ ΧΑΛΥΒΩΝ ΟΠΛΙΣΜΟΥ ΣΚΥΡΟΔΕΜΑΤΟΣ

Ο νοσηλευτικός ρόλος στην πρόληψη του μελανώματος

Έλεγχος Ποιότητας και Τεχνολογία Δομικών Υλικών

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή διατριβή. Ονοματεπώνυμο: Αργυρώ Ιωάννου. Επιβλέπων καθηγητής: Δρ. Αντρέας Χαραλάμπους

Ακραίοι κόµβοι δοκού - υποστυλωµάτων Ω/Σ µε χιαστί ράβδους υπό ανακυκλιζόµενη καταπόνηση

Μελέτη των Επιφανειών Αστοχίας σε οκιµή Κόπωσης. ινοπλισµένων σκυροδεµάτων υψηλής επιτελεστικότητας (HPFRCCs), βγήκε το

Επισκευή Κατασκευής Οπλισμένου Σκυροδέματος μετά από Έκθεση σε Πυρκαγιά Repair of a Fire-Exposed Reinforced Concrete Structure

þÿ ɺÁ Ä ÅÂ, ±»Î¼ Neapolis University þÿ Á̳Á±¼¼± ¼Ìù±Â ¹ º à Â, Ç» Ÿ¹º ½ ¼¹ºÎ½ À¹ÃÄ ¼Î½ º±¹ ¹ º à  þÿ ±½µÀ¹ÃÄ ¼¹ µ À»¹Â Æ Å

Πτυχιακή εργασία. Ελένη Κυριάκου

Γεώργιος ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙ ΗΣ 1, Ιωάννα ΠΑΠΑΖΙΩΓΑ 2, Ιωάννης ΖΑΡΑΡΗΣ 3, Πρόδροµος ΖΑΡΑΡΗΣ 4

Transcript:

Συσχέτιση των περιβαλλόντικών συνθηκών XS και της βλάβης διάβρωσης του B500c Correlation of XS environmental conditions and corrosion damage of the B500c steel bar category Χάρης ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΣ 1, Αργυρώ ΔΡΑΚΑΚΑΚΗ 2 Λέξεις κλειδιά: βλάβη διάβρωσης, ηλεκτροδιάβρωση,μέγεθος επιφάνειας δοκιμίων Key words: corrosion damage, electrochemical corrosion, exposed area of specimens ΠΕΡΙΛΗΨΗ : Η δράση του επιθετικού παράκτιου περιβάλλοντος στις κατασκευές, σε συνδυασμό με την έντονη σεισμικότητα και την απουσία προγραμματισμένων επισκευαστικών δράσεων, μπορεί να αποβεί καταστροφική. Παρά το γεγονός ότι οι συνέπειες της βλάβης διάβρωσης είναι γνωστές τόσο ως προς τη μηχανική απόκριση του υλικού του χάλυβα όσο και ως προς τις δυνάμεις του δεσμού συνάφειας, η ποσοτικοποίηση τους στα δομικά στοιχεία οπλισμένου σκυροδέματος παραμένει περίπλοκη. Η αδυναμία αυτή, συνδέεται στενά με την καθυστέρηση ένταξης της διαβρωτικής δράσης στους ισχύοντες κανονισμούς επεμβάσεων. Η μελέτη των συνεπειών βλάβης διάβρωσης επιβάλει εφαρμογή μεθόδων ταχείας προσομοίωσης και αναπαραγωγής του φαινομένου όπως είναι η επιταχυνόμενη ηλεκτροδιάβρωση στην παρούσα εργασία. Παράμετροι που εξετάστηκαν και επηρεάζουν την ποσότητα και την ποιότητα της βλάβης είναι: Το μέγεθος της επιβαλλόμενης πυκνότητας ρεύματος, οι περιβαλλοντικές συνθήκες (wet και wet/dry) καθώς και το μέγεθος της εκτιθέμενης επιφάνειας των δοκιμίων. Τα αποτελέσματα που προέκυψαν απέδειξαν ότι οι χαμηλές πυκνότητες ρεύματος προσεγγίζουν περισσότερο τις συνθήκες περιβάλλοντος, δίχως να προκαλούν περαιτέρω μηχανική 1 Αναπληρωτής Καθηγητής, Εργαστήριο Τεχνολογίας και Αντοχής των Υλικών Τμήματος Μηχανολόγων Μηχανικών Πανεπιστήμιο Πατρών, email: charrisa@upatras.gr 2 Υποψήφια Διδάκτορας, Εργαστήριο Τεχνολογίας και Αντοχής των Υλικών Τμήματος Μηχανολόγων Μηχανικών Πανεπιστήμιο Πατρών, email: drakakaki@upatras.gr

υποβάθμιση στο υλικό. Επιπλέον, η έκθεση των δοκιμίων σε κύκλους (υγρού / ξηρού), συνιστά ρεαλιστική προσέγγιση των φυσικών συνθηκών περιβάλλοντος. Επίσης, επιβεβαιώθηκε ότι το μέγεθος της εκτιθέμενης επιφάνειας των δοκιμίων επηρεάζει σημαντικά την ποσότητα βλάβης διάβρωσης, καθώς τα δείγματα μικρού μήκους (μικρές επιφάνειες) παρουσιάζουν αυξημένη συγκέντρωση χλωριόντων και κατ' επέκταση εντονότερη τοπική βλάβη. ABSTRACT : The influence of the aggresive coastal environment and the intense seismicity of certain areas can be devastating for the structures, especially in absence of scheduled repairing actions. Corrosion consequences on both steel and bonding stresses are widely known. However, it is difficult to quantify the damage on the various reinforced concrete structural elements and this is because corrosion factor is not predicted by the existing standards. Studying the effects of corrosion damage, requires the application of rapid simulation and reproduction methods, such as the accelerated electrochemical corrosion. Laboratory electrochemical corrosion has been used for the goals of the present study as well. In the present study certain parameters that determine the degree of the corrosion damage were examined: current density values, environmental conditions (wet/dry cyclic corrosion) and the size of the exposed surface of the specimens. According to the experimental results, low values of current densities are closer to the ambient conditions, without causing any further mechanical degradation to the material. In addition, the exposure of the specimens to wet/ dry (cycles) corrosion, constitutes a realistic approach to natural environmental conditions. It has also been confirmed that the size of the exposed surface of the specimens has a great impact on the degree of the corrosion damage, as short samples (small surfaces) exhibit increased chloride concentration, which results in more intense local damage. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Όπως είναι γνωστό, στις παράκτιες περιοχές, μεγάλο μέρος του κτηριακού αποθέματος υπόκειται τις συνέπειες του επιθετικού θαλάσσιου περιβάλλοντος. Η συγκεκριμένη αυτή βλάβη διάβρωσης του σιδηροoπλισμού, συνδυασμένη και με άλλους παράγοντες όπως είναι η υψηλή σεισμικότητα, οι εκπομπές ρύπων λόγω κυκλοφοριακού φόρτου (συνήθως) απουσία προγραμματισμένων επισκευαστικών δράσεων στις κατασκευές, μπορεί να αποβούν καταστροφικές. Παρά το γεγονός ότι τα φαινόμενα υποβάθμισης των κατασκευών λόγω διάβρωσης του σιδηροοπλισμού είναι γνωστά, ωστόσο μόλις τα τελευταία χρόνια η επιστημονική κοινότητα ασχολήθηκε σοβαρά (Papadakis V.G 1999)(Capozucca R.1995)(Diamond S.E. 1986)(Alvarez M.G. 1984)(Fang C. 2004)(Ibrahim I.M. 1993)(Cairns J. 2005)(Apostolopoulos C.A. 2005)(Αποστολόπουλος Χ. 2006). Η βλάβη διάβρωσης του σιδηροοπλισμού λόγω περιβαλλοντικών παραγόντων αποτελεί έννοια κρίσιμη

καθώς συνδέεται τόσο με την μηχανική απόκριση του υλικού του χάλυβα όσο και με την απομείωση των δυνάμεων δεσμού συνάφειας (χάλυβα- σκυροδέματος). Για τους λόγους αυτούς, καθίσταται επιτακτική η ανάγκη προβλέψιμης απόκρισης τού σιδηροοπλισμού οπλισμένου σκυροδέματος B500c που παράγεται σύμφωνα με την προδιαγραφή ΕΛΟΤ 1421. Δεδομένων των ανωτέρω και ενώ η σημασία της βλάβης διάβρωσης είναι αναγνωρισμένη, εντούτοις, λόγω της πολυπλοκότητας ποσοτικοποίησης της, οι επιπτώσεις της στην υποβάθμιση των κατασκευών δεν προβλέπονται από τους ισχύοντες κανονισμούς. Η μελέτη δε και η εκτίμηση των συνεπειών της βλάβης επέβαλε την ταχεία προσομοίωσή της μέσω εργαστηριακής αναπαραγωγής, υπό τις εκάστοτε επιθυμητές περιβαλλοντικές συνθήκες. Εκτός της μεθόδου εργαστηριακής αλατονέφωσης, στις δημοφιλείς μεθόδους συγκαταλέγεται και η ηλεκτροδιάβρωση παρότι για την μέθοδο αυτή δεν υπάρχουν παγιωμένες και αποδεκτές προδιαγραφές (ακριβείς συνθήκες και τιμές επιβαλλόμενης πυκνότητας ρεύματος ανά περίπτωση επιθυμητού περιβάλλοντος έκθεσης). Αρκετοί ερευνητές (Andrade C. 2001)(Alonso C. 1998)(Malumbela G. 2012), αναφέρονται σε εφαρμογές τους με επιβολή χαμηλής πυκνότητας ρεύματος (μεταξύ 0.1 και 10 μa/cm 2, που ενίοτε φθάνει τα 100 μa/cm 2 ) καθώς προσομοιάζεται ικανοποιητικά η αυθόρμητη φυσική διάβρωση. Το συμπέρασμα αυτό ενισχύεται και από τα πειραματικά αποτελέσματα μελετών (El Maddawy T. 2003)(Malumbela G. 2010a)(Mangat P.S. 1999)( Malumbela G. 2010b)( Alonso C. 1998) που πραγματοποιήθηκαν σε υψηλότερες πυκνότητες ρεύματος και οδήγησαν σε έντονη μηχανική υποβάθμιση των δοκιμίων, γεγονός που δεν αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα. Παρόλα ταύτα, ακόμη και σήμερα, η θεωρητική εκτίμηση της απώλειας μάζας των δοκιμίων πραγματοποιείται σε συνθήκες wet υπό συνεχή επιβολή ρεύματος μέσω του Ν Faraday, Εξίσωση (1). M th W * I * T app F (1) Στην κατεύθυνση της πρόβλεψης και της εκτίμησης της βλάβης διάβρωσης του σιδηροοπλισμού B500c μέσω πειραματικών δοκιμών και εργαστηριακών δεδομένων, το Εργαστήριο Τεχνολογίας και Αντοχής των Υλικών του Πανεπιστημίου Πατρών, διεξάγει μια εκτεταμένη συνεχιζόμενη έρευνα. Στο πλαίσια δε της παρούσας εργασίας πραγματοποιήθηκε προσομοίωση των συνθηκών παράκτιας φυσικής διάβρωσης μέσω διάταξης ηλεκτροδιάβρωσης. Εξετάστηκαν παράμετροι που επηρεάζουν την ποσότητα και την ποιότητα της βλάβης, όπως είναι η εφαρμοζόμενη πυκνότητα ρεύματος, οι συνθήκες (wet και wet/dry) καθώς και το μέγεθος της επιφάνειας των δοκιμίων. Όπως προέκυψε και από πρόσφατες ερευνητικές μελέτες, η

τελευταία αυτή παράμετρος, διαφοροποιεί σημαντικά το βαθμό της επερχόμενης βλάβης. ΜΕΘΟΔΟΣ ΕΠΙΤΑΧΥΝΟΜΕΝΗΣ ΔΙΑΒΡΩΣΗΣ ΑΛΑΤΟΝΕΦΩΣΗΣ Έπειτα από μια μακρά πορεία στην διάβρωση του χάλυβα σιδηροοπλισμού μέσω επιταχυνόμενης αλατονέφωσης, εισήχθη και η μέθοδος ηλεκτροδιάβρωσης. Το σύστημα αυτό αποτελείται από ένα τροφοδοτικό GEN 100-15 (100V-15 A), 20 κελιά υποδοχής (4*20=80) δοκιμίων, μια δεξαμενή χωρητικότητας 300Lt και ένα ηλεκτρονικό σύστημα αυτοματισμού. Στο σύστημα, δίνεται δυνατότητα λειτουργίας του με παράλληλη επιβολή ηλεκτρικού ρεύματος τόσο σε κατάσταση υγρού (wet) - όσο και με εναλλαγή υγρού και ξηρού περιβάλλοντος (wet/dry), προσεγγίζοντας ποικίλες συνθήκες φυσικής διάβρωσης. Μέσω του ηλεκτρονικού προγραμματισμού επιτυγχάνεται η αυτόματη πλήρωση και κένωση των δοχείων σε χρονικά διαστήματα που καθορίζονται κατά βούληση. Σχετική είναι η Σχήμα 1 όπου παρουσιάζεται μέρος του συστήματος που εγκαταστάθηκε στο Εργαστήριο Τεχνολογίας- Αντοχής των Υλικών. Σχήμα 1. Σύστημα ηλεκτροδιάβρωσης Στην Σχήμα 2, παρουσιάζεται η γεωμετρία των κελιών του συστήματος. Έκαστο από αυτά, περιλαμβάνει 2 βάσεις οι οποίες λειτουργούν ως οδηγοί για τα υπό διάβρωση

δοκίμια, ώστε να εξασφαλίζεται η σταθερή μεταξύ τους απόσταση (μη επαφή) και μία κάθοδος (Σχήμα 3) η οποία παραμένει αδρανής, επιτρέποντας να αναπτυχθεί το επιθυμητό κύκλωμα, διάβρωσης του χάλυβα. Σχήμα 2. Γεωμετρία κελίου. Σχήμα 3. Συνδεσμολογία δοκιμίων. Με σκοπό την αξιοπιστία και την επαναληψιμότητα των πειραμάτων διάβρωσης και έπειτα από την ολοκλήρωση αρκετών δοκιμών και την εξέταση αρκετών παραγόντων, ορίσθηκαν οι ακόλουθοι παράμετροι: Με στόχο την καλύτερη προσέγγιση του περιβάλλοντος (εναλλαγή υγρού και ξηρού), η διάβρωση πραγματοποιήθηκε σε ημερήσιους κύκλους (διαβροχής/ ξήρανσης), κάθε ένας από τους οποίους περιλαμβάνει 8 ώρες παραμονής των δοκιμίων εντός του διαλύματος (5% NaCl) με ταυτόχρονη επιβολή του επιθυμητού ρεύματος και 16 ώρες ξήρανσης, η οποία ταυτίστηκε με την παύση επιβολής ρεύματος. Οι συνδέσεις των δοκιμίων πραγματοποιήθηκαν εν παραλλήλω, με τη χρήση ξεχωριστού καλωδίου ανά δείγμα, με καλώδια ίδιου τύπου καθώς και ίδιου μήκους. Το ηλεκτρόδιο καθόδου τοποθετήθηκε κεντροβαρικά, ισαπέχοντας από κάθε δοκίμιο.

ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ Για τη συσχέτιση βλάβης διάβρωσης και (της εκτιθέμενης επιφάνειας) σιδηροοπλισμού, οργανώθηκαν αρχικά 5 σειρές μεγάλου μήκους δοκιμίων. Συγκεκριμένα, προετοιμάσθηκε μία σειρά των 12 δοκιμίων ονομαστικής διαμέτρου Φ16 και τέσσερις επιπλέον σειρές των 12 δοκιμίων, ονομαστικής διαμέτρου Φ12, κατηγορίας χάλυβα B500c, οι οποίες διαβρώθηκαν σε 4 διαφορετικούς χρόνους (3 δοκίμια ανά χρόνο έκθεσης μήκους μεταξύ 480-500mm). Προκειμένου δε να επιβληθεί η ίδια πυκνότητα ρεύματος σε όλα τα δοκίμια (υπό το ίδιο ρεύμα), σε κάθε περίπτωση ορίσθηκε, ισοδύναμη επιφάνεια διαβροχής-έκθεσης στον ηλεκτρολύτη. Συγκεκριμένα, σε κάθε δοκίμιο τέθηκε προς διάβρωση επιφάνεια μήκους 250mm, ενώ το υπόλοιπο τμήμα καλύφθηκε με κερί (Σχήμα 4). Πριν το κέρωμα, μετρήθηκε το ακριβές μήκος και η μάζα κάθε δείγματος ώστε να καταστεί εφικτός ο υπολογισμός της απώλειας μάζας. Σχήμα 4. Προετοιμασία μεγάλου μήκους δοκιμίων Πέραν όμως της παραμέτρου της επιβαλλόμενης πυκνότητας ρεύματος, εξετάσθηκε και η επίδραση του μήκους των δοκιμίων στη διαμόρφωση της βλάβης διάβρωσης. Ειδικότερα, παράλληλα με τα προαναφερθέντα, οργανώθηκαν ακόμα δύο σειρές δοκιμίων ονομαστικής διαμέτρου Φ12 και ίδιας κατηγορίας χάλυβα, αποτελούμενες από 15 δείγματα έκαστη (τρία δοκίμια ανά χρόνο έκθεσης), το μήκος των οποίων αυτή τη φορά κυμαινόταν μεταξύ 64-65mm, όπου το εκτιθέμενο στη διάβρωση τμήμα ήταν μήκους 50mm. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΣΥΖΗΤΗΣΗ Mε σκοπό τη σύγκριση των αποτελεσμάτων απώλειας μάζας του B500c με βάση το θεωρητικό μοντέλο Faraday, αρχικά επιβλήθηκε συνεχές ρεύμα πυκνότητας

5mA/cm 2 στη σειρά δοκιμίων ονομαστικής διαμέτρου Φ16. Από το Σχήμα 5, προέκυψε σχεδόν απόλυτη σύγκλιση μεταξύ των θεωρητικών τιμών και πειραματικών αποτελεσμάτων. Προς επιβεβαίωση της σύγκλισης αυτής, ανεξαρτήτως πυκνότητας ρεύματος, επιβλήθηκε συνεχές ρεύμα 0.5mA/cm 2 για τέσσερις διαφορετικούς χρόνους έκθεσης, στα δοκίμια μίας εκ των σειρών Φ12. Στη συνέχεια, για λόγους σύγκρισης, σε μια αντίστοιχη σειρά δοκιμίων Φ12, επιβλήθηκε κυκλικά (συνθήκες εναλλαγής υγρού/ξηρού περιβάλλοντος) η ίδια πυκνότητα ρεύματος, για τους ίδιους χρόνους έκθεσης. Η απόκλιση μεταξύ των πειραματικών αποτελεσμάτων των δύο σειρών Φ12 είναι προφανής (Σχήμα 6), ενώ ταυτόχρονα επιβεβαιώνεται η σύγκλιση των απωλειών μάζας μεταξύ της συνεχούς επιβολής ρεύματος και του Νόμου Faraday. Σχήμα 5. Σύγκριση πειραματικών αποτελεσμάτων (συνεχές ρεύμα πυκνότητας 5mA/cm 2 ) με τα αντίστοιχα θεωρητικά βάσει του Νόμου του Faraday. Σχήμα6. Σύγκριση πειραματικών αποτελεσμάτων (συνεχές και κυκλικό ρεύμα πυκνότητας 0,5mA/cm 2 ) με τα αντίστοιχα θεωρητικά βάσει του Νόμου του Faraday. Παρά την εμφανή συμφωνία των αποτελεσμάτων των σειρών που διαβρώθηκαν υπό συνεχές ρεύμα με το θεωρητικό μοντέλο του Faraday, εντούτοις, οι πειραματικές περιβαλλοντικές συνθήκες δεν ανταποκρίνονται στις αντίστοιχες πραγματικές συνθήκες, καθώς η πλειονότητα των διαβρωτικών φαινομένων ερμηνεύεται κυρίως μέσω των κυκλικών μεταβολών της ατμοσφαιρικής υγρασίας και η προκαλούμενη βλάβη διάβρωσης, οξείνεται με την αύξηση του αριθμού των κύκλων. Με βάση το γεγονός αυτό, στην παρούσα εργασία υιοθετήθηκε η προσομοίωση των συνθηκών διάβρωσης σε επαναλαμβανόμενους κύκλους.

Με δεδομένο το γεγονός ότι ο Νόμος του Faraday αναφέρεται σε συνθήκες διαρκούς επιβολής ρεύματος, προκύπτει μια σημαντική απόκλιση μεταξύ θεωρητικών και πειραματικών αποτελεσμάτων που προκύπτουν από την εναλλαγή συνθηκών επιβολής ρεύματος ή μη. Για τους σκοπούς της παρούσας εργασίας ακόμα δύο σειρές δοκιμίων B500c, ονομαστικής διαμέτρου Φ12, διαβρώθηκαν σε κυκλικές μεταβολές υπό 2 διαφορετικές πυκνότητες ρεύματος, 1mA/cm 2 και 10mA/cm 2. Στον Πίνακα 1 παρουσιάζονται συγκεντρωμένα τα πειραματικά αποτελέσματα απώλειας μάζας των τριών σειρών δοκιμίων (0.5mA/cm 2, 1mA/cm 2 και 10mA/cm 2.), μετά την ολοκλήρωση των 4 χρόνων έκθεσης τους σε συνθήκες εναλλαγής υγρού/ξηρού περιβάλλοντος, καθώς και οι αντίστοιχες θεωρητικές τιμές σύμφωνα με το Ν.Faraday Πίνακας 1. Αποτελέσματα απώλειας μάζας δοκιμίων, με μήκος έκθεσης l=250mm, σε πυκνότητες ρεύματος: 0.5mA/cm 2, 1mA/cm 2 και 10mA/cm 2. Χρόνος Διάβρωση ς (ώρες) 0.5mA/cm 2 1mA/cm 2 10mA/cm 2 Απώλεια μάζας (%) κατά Faraday Απώλει α μάζας (%) Χρόνος Διάβρω σης (ώρες) Απώλεια μάζας (%) κατά Faraday Απώλεια μάζας (%) Χρόνος Διάβρωση ς (ώρες) Απώλεια μάζας (%) κατά Faraday 0 0 0 0 0 0 0 0 0 Απώλει α μάζας (%) 40 0,93 0,80 36 1,56 1,06 36 15,26 1,39 104 2,32 1,50 72 3,13 1,53 72 30,97 2,39 160 3,60 1,93 108 4,69 2,02 108 46,10 4,22 200 4,57 2,53 144 6,20 2,58 142 61,43 7,12 Στο Σχήμα 7, παρουσιάζεται η διακύμανση της τιμής της απώλειας μάζας ανά πειραματική σειρά. Στο ίδιο διάγραμμα, παρουσιάζονται και τα θεωρητικά αποτελέσματα βάσει Ν. Faraday.

Σχήμα 7. Συσχέτιση πειραματικών και θεωρητικών τιμών με βάση τον Ν.Faraday. Από το Σχήμα 7 προκύπτει ότι με τη μείωση της επιβαλλόμενης πυκνότητας ρεύματος, αυξάνεται η σύγκλιση μεταξύ πειραματικών και θεωρητικών αποτελεσμάτων. Αντίθετα, οι σημαντικές αποκλίσεις στις υψηλές πυκνότητες ρεύματος καθιστούν ανέφικτη την προεκτίμηση βλάβης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι 142 ώρες διάβρωσης της τρίτης σειράς δοκιμίων, στην οποία επιβλήθηκε πυκνότητα ρεύματος 10mA/cm 2, μετά την ολοκλήρωση των οποίων καταγράφηκε απώλεια μάζας 7.12%, έναντι 61.43% με βάση το Νόμο του Faraday. Μελετώντας περαιτέρω τη μορφή της προκληθείσας βλάβης, εξήχθησαν τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά των αναπτυχθέντων βελονισμών. Στον Πίνακα 2 παρουσιάζονται αναλυτικά τα χαρακτηριστικά αυτά για τις τρεις σειρές δοκιμίων, για κάθε επιμέρους χρόνο διάβρωσης. Παρατηρώντας τις τιμές του Πίνακα 2 προκύπτει το συμπέρασμα ότι για ποσοστά απώλειας μάζας έως και 2% τα μέσα βάθη των βελονισμών είναι σχεδόν κοινά για τις τρεις πυκνότητες ρεύματος. Με αύξηση δε του χρόνου έκθεσης, τα δοκίμια της σειράς 0.5mA/cm 2 που σημείωσαν αύξηση της ποσοστιαίας απώλειας μάζας και προδιάθεση ομοιόμορφης διάβρωσης, καθώς το μέσο βάθος βελονισμών σταθεροποιείται σε αντιθεση με τις σειρές 1mA/cm 2 και 10mA/cm 2. Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι για απώλεια μάζας υψηλότερη του 4% ομοιόμορφη συμπεριφορά φαίνεται να διαμορφώνει και η πειραματική σειρά που

διαβρώθηκε υπό πυκνότητα 10mA/cm 2. Η επισήμανση επιβεβαιώνεται από τα αποτελέσματα του Πίνακα 2. Πέραν όμως από την εκάστοτε επιβαλλόμενη πυκνότητα ρεύματος, σημαντικό ρόλο στην έναρξη και την εξέλιξη της βλάβης διάβρωσης, φαίνεται να διαδραματίζει σειρά και από άλλους παράγοντες. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με ευρήματα πρόσφατων εργασιών (Apostolopoulos Ch. 2017)(Angst U. 2017), αποδείχθηκε ότι η απαιτούμενη συγκέντρωση χλωριόντων για την έναρξη της διάβρωσης στο χάλυβα οπλισμού εξαρτάται σημαντικά από το μέγεθος του μήκους έκθεσης, συγκεκριμένα, το απαιτούμενο ποσοστό συγκέντρωσης χλωριόντων μειώνεται με την αύξηση του μήκους. Πίνακας 2.Χαρακτηριστικά βελονισμών δοκιμίων Φ12, με μήκος έκθεσης l=250mm, σε πυκνότητες ρεύματος: 0.5mA/cm 2, 1mA/cm 2 και 10mA/cm 2. Χρόνος Διάβρωσης (ώρες) Απώλεια Μάζας (%) Μέσο Βάθος Βελονισ μών Μέγιστο Βάθος Βελονισμ ών Μέσο Εμβαδό Βελονισμ ών Μέγιστο Εμβαδό Βελονισ μών 0.5mA/cm 2 0 0 0 0 0 0 40 0,80 45 86 0,221 0,71 104 1,50 65 148 0,08 0,36 160 1,93 71 185 0,12 0,71 200 2,53 76 160 0,13 0,54 1mA/cm 2 0 0 0 0 0 0 36 1,06 82 110 0,18 0,26 72 1,53 95 120 0,25 0,42 108 2,02 105 160 0,37 0,63 144 2,58 172 300 0,60 2,11 10mA/cm 2 0 0 0 0 0 0 36 1,39 83 137 0,08 0,11 72 2,39 97 148 0,15 0,24 108 4,22 152 203 0,14 0,23 142 7,12 174 244 0,19 0,34

Η διαφοροποίηση αυτή μπορεί να εξηγηθεί εάν ληφθούν υπόψη οι επιφανειακές ανομοιογένειες του υλικού του χάλυβα B500c καθώς και η χημική διαφοροποίηση από ράβδο σε ράβδο καθώς πρόκειται προίόν ανακύκλωσης. Αυξάνοντας το μήκος έκθεσης, αυξάνονται αναλογικά και οι πιθανότητες ανάπτυξης ευνοικών συνθηκών εκκίνησης της διάβρωσης, όπως είναι για παράδειγμα τα εγκλείσματα (inclusions). Στην ίδια κατεύθυνση η απόδοση πιθανοτήτων συγκέντρωσης κρίσιμου ποσοστού χλωριόντων στην επιφάνεια ενός μεγάλου μήκους δείγματος, έναντι ενός μικρότερου, στην εργασία (Angst U. 2017) παρουσιάστηκε η εξίσωση (2). pl=1 (1 pm) k (2) Ως p Lκαι p Μ ορίζονται οι πιθανότητες διάβρωσης ενός μεγάλου και ενός μικρού μήκους δοκιμίου αντίστοιχα, ενώ ως k ορίζεται ο λόγος του μήκους του πρώτου προς το δεύτερο. Τα συμπεράσματα αυτά επιβεβαιώθηκαν και από πρόσφατα πειραματικά αποτελέσματα του Εργαστηρίου Τεχνολογίας και Αντοχής των Υλικών. Στο πλαίσιο της παρούσας εργασίας, πραγματοποιήθηκε σύγκριση μεταξύ δοκιμίων μεγάλου μήκους (l= 250mm) με αντίστοιχα μικρού μήκους (l=50mm). Έτσι, υπολογίζοντας ότι k=5 η σχέση (2) διαμορφώνεται ως ακολούθως: p250= 1- (1- p50) 5 Στους Πίνακες 3 και 4, παρατίθενται τα αποτελέσματα απώλειας μάζας και τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά των βελονισμών δοκιμίων μικρού και μεγάλου μήκους που διαβρώθηκαν υπό πυκνότητα ρεύματος 0,5mA/cm 2 και 1mA/cm 2 αντίστοιχα, τα οποία αποτυπώνουν τον εκάστοτε βαθμό βλάβης. Στα Σχήματα 8 και 9 δίνεται η γραφική απεικόνιση της απώλειας μάζας σε σχέση με το μέσο βάθος βελονισμών που προκύπτουν ανά περίπτωση μικρού και μεγάλου μήκους δοκιμίων, σε πυκνότητες 0.5mA/cm 2 και 1mA/cm 2 αντίστοιχα. Από τα Σχήματα 8 και 9 προκύπτει ότι για ίδια απώλεια μάζας, ο βαθμός της τοπικής βλάβης που προκαλείται στα δοκίμια μικρού μήκους, είναι υψηλότερος έναντι των δοκιμίων μεγαλύτερου μήκους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα δοκίμια που διαβρώθηκαν υπό πυκνότητα 0.5mA/cm 2, στην κατηγορία των οποίων σημειώνεται ότι για τα μικρά δοκίμια με απώλεια μάζας της τάξης του 0.49% οι βελονισμοί είναι υπερδιπλάσιοι εκείνων που αναπτύχθηκαν σε μεγάλα δείγματα με απώλεια μάζας ίσης προς 0.80% Πίνακας 3. Συγκριτικός πίνακας γεωμετρικών χαρακτηριστικών των βελονισμών, μικρού και μεγάλου μήκους δοκιμίων, διαβρωμένων υπό την ίδια πυκνότητα ρεύματος 0.5mA/cm 2. Απώλεια Μάζας (%) μήκος 50mm Μέσο Βάθος Βελονισμώ ν Μέσο Εμβαδόν Βελονισμώ ν 0.5mA/cm 2 Απώλεια Μάζας (%) μήκος 250mm Μέσο Βάθος Βελονισμώ ν Μέσο Εμβαδόν Βελονισμ ών

0 0 0 0 0 0 0,28 54 0,29 0,80 45 0,05 0,49 89 0,32 1,50 65 0,08 0,67 96 0,35 1,93 74 0,13 1,18 112 0,40 2,53 76 0,13 1,71 116 0,17 Σχήμα 8. Συγκριτική απεικόνιση μέσου βάθους βελονισμών μικρών και μεγάλων δοκιμίων σε σχέση με το χρόνο έκθεσης, σε πυκνότητα ρεύματος: 0.5mA/cm 2. Πίνακας 4. Συγκριτικός πίνακας γεωμετρικών χαρακτηριστικών των βελονισμών,μικρών και μεγάλων δοκιμίων, διαβρωμένων υπό την ίδια πυκνότητα ρεύματος 1mA/cm 2. 1mA/cm 2 μήκος 50mm μήκος 250mm Μέσο Μέσο Απώλεια Μέσο Βάθος Εμβαδόν Μάζας Βάθος Βελονισμών Βελονισμών (%) Βελονισμών 0 0 0 0 0 0 0,45 79 0,16 1,06 82 0,18 0,93 97 0,22 1,53 95 0,25 Απώλεια Μάζας (%) Μέσο Εμβαδόν Βελονισμών

1,40 121 0,29 2,02 105 0,37 2,40 131 0,48 2,58 114 0,60 3,70 137 0,49 3,83 120 0.75 Σχήμα 9. Συγκριτική απεικόνιση μέσου βάθους βελονισμών μικρών και μεγάλων δοκιμίων σε σχέση με το χρόνο έκθεσης, σε πυκνότητα ρεύματος: 1mA/cm 2. Από αναλύσεις που πραγματοποιήθηκαν πρόέκυψε ότι πέραν των εξωτερικά ορατών βελονισμών, αποκαλύφθηκαν και άλλοι μη ορατοί καθώς παρέμεναν επικαλυμμένοι από μια λεπτή επίστρωση προιόντων διάβρωσης η και υποδόρια. Στον πυθμένα των βελονισμών σε ορισμένες περιπτώσεις, εκτός των άλλων εντοπίστηκαν και ορισμένες διακλαδώσεις, οι οποίες σχηματίζουν μονοπάτια διάδοσης Εκτός άλλων συνήθων οξειδίων (Fe, Si) ιδιαίτερα ευπαθείς στη διάβρωση αναδεικνύονται οι περιοχές σουλφιδίων Mn και Fe, Σχήμα 10 και 11. Συνοψίζοτας η εισχώρηση χλωριόντων στο εσωτερικό του χάλυβα αποδείχθηκε ευκολότερη από σημεία της επιφάνειας με ενώσεις σουλφιδίων ή περιοχές που συνιστούν μονοπάτια διάβρωσης (Apostolopoulos Ch. 2017)(Angst U. 2017)(Ahmad E. 2000)(Apostolopoulos Ch. 2010).

Σχήμα 10. (α) Διαμήκης τομή μη διαβρωμένης ράβδου Β500c, (β και γ) Έντονη παρουσία σουλφιδίων (Apostolopoulos Ch.2017). Σχήμα 11a. Περιοχή με μονοπάτια διάβρωσης (corrosion paths) (Apostolopoulos Ch.2017). Σχήμα 11a. Περιοχή με μονοπάτια διάβρωσης (corrosion paths) που αναπτύσσονται κατά μήκος των ορίων των κόκκων του υλικού (Angst U. 2017)

Η μη συνεκτίμηση των προαναφερθέντων παραγόντων μπορεί εύκολα να οδηγήσει σε εσφαλμένα συμπεράσματα, σε σχέση με τις επιδόσεις του υλικού έναντι της διάβρωσης και κατ επέκταση την πρόβλεψη συμπεριφοράς και την αξιοπιστία του χάλυβα κατασκευών οπλισμένου σκυροδέματος. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Απο την παρούσα εργασία προέκυψαν τα ακόλουθα συμπεράσματα: Τα αποτελέσματα απώλειας μάζας που προέκυψαν από την ηλεκτροχημική διάβρωση των ράβδων χάλυβα B500c υπό συνεχή (wet) επιβολή ρεύματος, ταυτίζονται με τα προσδοκώμενα θεωρητικά αποτελέσματα σύμφωνα με το Νόμο Faraday. Τα αποτελέσματα που προκύπτουν από ηλεκτροχημική διάβρωση με εναλλαγή υγρού/ξηρού περιβάλλοντος, διαφέρουν σημαντικά από εκείνα που προκύπτουν από συνεχή επιβολή ρεύματος (wet). H βλάβη διάβρωσης διαφοροποιείται τόσο ως πρός την καταγραφόμενη απώλεια μάζας, όσο και ως πρός τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά των βελονισμών. Ωστόσο, με μείωση της πυκνότητας ρεύματος η απόκλιση των θεωρητικών και των πειραματικών αποτελεσμάτων περιορίζεται. Ως εκτούτου, υπό χαμηλές πυκνότητες ρεύματος η βλάβη διάβρωσης είναι περισσότερο προβλέψιμη. Για απώλειες μάζας έως 2%, τα βάθη των βελονισμών που αναπτύσσονται στις τρεις σειρές δοκιμίων μεγάλου μήκους (l=250mm) σε συνθήκες εναλλαγής υγρού/ξηρού περιβάλλοντος είναι κοινά, παρότι διαβρώνονται σε διαφορετικές πυκνότητες ρεύματος, 0.5mA/cm 2, 1mA/cm 2 και 10mA/cm 2. Για την εκκίνηση της ηλεκτροχημικής διαδικασίας της διάβρωσης, σε δοκίμια μικρού μήκους απαιτείται μεγαλύτερη συγκέντρωση ιόντων χλωρίου σε σχέση με τα δοκίμια μεγαλύτερου μήκους. Το γεγονός αυτό οδηγεί τα δείγματα μικρότερης εκτιθέμενης επιφάνειας σε υψηλότερα ποσοστά απώλειας μάζας και βάθους βελονισμών. Όσο οι επιβαλλόμενες πυκνότητες ρεύματος μειώνονται (δηλαδή όσο αναφερόμαστε σε τιμές που προσεγγίζουν τη φυσική διαδικασία της διάβρωσης), τόσο μεγαλύτερη απόκλιση καταγράφεται μεταξύ των χαρακτηριστικών διάβρωσης μικρών και μεγάλων εκτιθέμενων επιφανειών (μικρού και μεγάλου μήκους δοκιμίων). ΑΝΑΦΟΡΕΣ

Ahmad, E., Manzoon, T., Kanwar Liaqat Ali, Akhter J.I., Effect of microvoid formation on the tensile properties of dual-phase steel, ASM International, Vol. 9, No 3(2000) 306-310. Alonso, C., Andrade, C., Rodriguez, J., Diez, J. M., Factors controlling cracking of concrete affected by reinforcement corrosion., Materials & Structures, Vol.31, (1998) 435-441 Alvarez, M.G., Galvele, J.R.., The mechanisms of pitting of high purity iron in Nacl solutions, Corrosion Science, Vol.24, (1984)27-48. Andrade, C., Alonso, C., On-site measurements of corrosion rate of reinforcements. Construction & Building Materials, Vol. 15,(2001) 141-145. Angst, U., Elsener, B., The size effect in corrosion greatly influences the predicted life span of concrete infrastructures, Applied Sciences and Engineering, Vol 3, (2017) e1700751. Apostolopoulos, C.A., Papadopoulos, M.P., Pantelakis, S.G., Tensile behavior of corroded reinforcing steel bars BSt 500s., Construction and Building Materials, Vol. 20, No 9 (2005) 782-789. Apostolopoulos, C.A., Rodopoulos, C.A, Inelastic cyclic behaviour of as-received and pre-corroded S500s tempcore steel reinforcement, International Journal of Structural Integrity, Vol. 1, No 1,(2010) 52-62. Apostolopoulos Ch., Drakakaki Arg., Apostolopoulos Alk., Matikas T., Rudskoi A.I, Kodzhaspirov G., Characteristic Defects- Corrosion Damage and Mechanical Behavior of Dual Phase Rebar, Materials Physics and Mechanics, Vol.30, (2017)1-19. Cairns, J., Plizzari, G., Du, Y., Law, D. and Franzoni, C., Mechanical properties of corrosion-damaged reinforcement. ACI Materials Journals, Vol. 2, No 4 (2005) 256-264. Capozucca, R., Damage to reinforcement concrete due to reinforcement corrosion. Construction and Building Materials, Vol. 9, No 5 (1995) 295-303. Diamond, S.E., Chloride concentrations in concrete pore solutions resulting from calcium and sodium chloride admixtures. Cement and Concrete Aggregates, Vol. 8, No 2 (1986) 97-102. El Maaddawy, T., Soudki, K., Effectiveness of impressed current technique to simulate corrosion of steel reinforcement in concrete., Journal of Materials in Civil Engineering,Vol. 15,No 1 (2003) 41-47. Fang, C., Lundgren, K., Chen, L., Zhu, C., Corrosion influence on bond in reinforced concrete. Cement and Concrete Research, Vol. 34, No 11 (2004) 2159-67. Ibrahim, I.M., Maslehuddin, M., Saricimen, H., Abdulaziz, L.A., Influence of atmospheric corrosion on the mechanical properties of reinforcing steel. Construction and Building Materials, Vol. 8, No 1 (1993) 35-41.

Malumbela, G., Alexander, M. G., Moyo, P., Interaction between corrosion crack width and steel loss in RC beams corroded under load. Cement & Concrete Research, Vol.40, (2010a) 1419-1428. Malumbela, G., Alexander, M. G., Moyo, P., Serviceability of corrosion-affected RC beams after patch repairs and FRPs under load. Materials & Structures,(2010b) doi 10.1617/s11527-010-9630-9638. Malumbela, G.,Moyo, P., Alexander, M., A step towards standardizing accelerated corrosion tests on laboratory reinforced concrete specimens, Journal of the south African institution of Civil Engineering, Vol. 54,(2012) 78-85. Mangat, P. S., Elgarf, M. S., Flexural strength of concrete beams with corroding reinforcement. ACI Structural Journal, Vol. 96, No 1(1999) 149-158. Papadakis, V.G., Supplementary cementing materials in concrete ñ Activity, Durability and Planning, Danish Technological Institute concrete center, (1999). Αποστολόπουλος Χ., Αλεξόπουλος Ν., Παπαδόπουλος Μ., Επίδραση της διάβρωσης στη μηχανική συμπεριφορά δομικών χαλύβων S500s και Β500c,15o Συνέδριο Σκυροδέματος ΤΕΕ, ΕΤΕΚ, Αλεξανδρούπολη (2006).