ΤΡΙΧΩΝΙΔΑ ΤΟ ΔΙΑΜΑΝΤΙ ΤΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΛΙΜΝΩΝ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ Μία επισκόπηση από τον Δρα Χαράλαμπο Νταουλά Υπεύθυνο της λιμνολογικής, ιχθυολογικής και αλιευτικής διερεύνησης της λίμνης Τριχωνίδας
Η Τριχωνίδα σε μαγεύει. Είναι μεγάλη πλανεύτρα! Στη μνήμη αποτυπώνονται εικόνες οι οποίες δύσκολα διαγράφονται!
Βιβλική γαλήνη! Θέλεις να ταξιδέψεις από τη μία άκρη στην άλλη για να ζήσης στιγμές που πάντα ονειρευόσουν
Η Τριχωνίδα είναι η μεγαλύτερη φυσική λίμνη της Ελλάδας με 97 τετραγωνικά χιλιόμετρα, με μέγιστο και μέσο βάθος 59 και 29 μέτρα αντίστοιχα. Είναι μία από τις λιγοστές λίμνες που σχηματίζουν «κρυπτοβύθισμα», δηλαδή έχει πυθμένα ο οποίος βρίσκεται γύρω στα 40 μέτρα κάτω από τη μέση στάθμη της επιφάνειας της θάλασσας. Ενδέχεται το όνομά της να το πήρε από το αρχαίο Τριχώνιο, που τα ερείπια του βρίσκονται κοντά στο χωριό Γαβαλού. Η Τριχωνίδα, όπως και οι λίμνες Λυσιμαχεία, Οζερός και Αμβρακία, είναι υπόλειμμα μίας αρχαιότερης μεγάλης λίμνης η οποία, πριν από πολλά εκατομμύρια χρόνια, κάλυπτε το βύθισμα του Αγρινίου και αργότερα διαχωρίστηκε στις τέσσερις σημερινές λίμνες (Αμβρακία, Οζερός, Λυσιμαχεία και Τριχωνίδα).
Είναι μία λίμνη σπάνιας φυσικής ομορφιάς. Περιτριγυρίζεται από το Παναιτωλικό και τον Αράκυνθο τον γνωστό ως Ζυγό από την ηρωική έξοδο του Μεσολογγίου.
Ο ήλιος παίζει με τα νερά της Τριχωνίδας.
Πλατάνια, ελιές, εσπεριδοειδή, ιτιές,φράξοι, λυγαριές, ευκάλυπτοι και κυπαρίσσια δίνουν στο τοπίο διαφορετικές χρωματικές πινελιές.
Η μεγάλη επιφάνεια, το μέγιστο μήκος και πλάτος της λίμνης σε ξεγελάει και νομίζεις ότι μπροστά σου απλώνεται ένας θαλάσσιος κόλπος.
Είναι εκτεθειμένη στους δυνατούς αγέρηδες και λόγω του μήκους των 18 χιλιομέτρων δημιουργείται δυνατό κύμα.
Ένας καθημερινός αγώνας με τα πλεούμενα και τα αλιευτικά εργαλεία για το μεροκάματο.
Έχει μεγάλη οικολογική σημασία διότι στο χώρο της φιλοξενούνται σπάνιοι ζωικοί και φυτικοί οργανισμοί, με συνέπεια να προσελκύει το ελληνικό και διεθνές επιστημονικό ενδιαφέρον για έρευνα.
Ένας τεράστιος υδάτινος καθρέπτης που όλα τα γύρω βουνά αντανακλώνται.
Τα γύρω βουνά και λόφοι σκεπάζονται από τη μεσογειακή μακία. Μία βλάστηση που αποτελείται από πουρνάρια, σχίνους, κουμαριές, ρείκια και από άλλα θαμνώδη και μικρά δέντρα.
Τον Μάρτιο που μπουμπουκιάζουν τα πλατάνια βγαίνουν τα νερόφιδα.
Η τροφοδοσία με νερό γίνεται κυρίως από τις υπολίμνιες καρστικές πηγές που εκρέουν στη βόρειο ανατολική πλευρά της. Περιμετρικά χύνονται αρκετά ρέματα και ρυάκια τα οποία μεταφέρουν τις αποστραγγίσεις της ευρύτερης λεκάνης. Επίσης η λίμνη τροφοδοτείται και με νερά του Αχελώου από το Υ/Η σταθμό του Στράτου ΙΙ (αρδευτικό φράγμα Σπολάϊτας). Η απορροή προς τη Λυσιμαχεία ελέγχεται με θυρόφραγμα που κατασκευάστηκε στο δυτικό τμήμα. Τα περίσσια νερά διοχετεύονται με κανάλι στη Λυσιμαχεία και από εκεί οδηγούνται μέσω του Δίμικου στον Αχελώο καθώς και στο αρδευτικό σύστημα του Κάτω Αχελώου διαμέσου της σήραγγας της Λυσιμαχείας. Παλαιότερα, οι δύο αυτές αδελφές λίμνες επικοινωνούσαν μεταξύ τους με αβαθείς βάλτους που όταν πλημμύριζαν σχημάτιζαν μια ενιαία λίμνη την οποία οι αρχαίοι την αποκαλούσαν λίμνη του Απόκουρου. Για το πέρασμα των βάλτων ο Αλάμπεης είχε κατασκευάσει πέτρινα τοξωτά γεφύρια. Σήμερα, τα έλη ανάμεσα στις δύο λίμνες έχουν αποξηρανθεί και μαζί τους καταστράφηκαν και τα γεφύρια.
Το κανάλι απορροής των περίσσιων νερών της Τριχωνίδας στη Λυσιμαχεία.
Η απορροή προς τη Λυσιμαχεία ελέγχεται με θυρόφραγμα που κατασκευάστηκε στο δυτικό τμήμα.
Το κύμα ερωτικά χορεύει βαλς με τα καλάμια.
Η λίμνη λόγω του μεγάλου όγκου και του βάθους της διατηρεί σταθερή θερμοχωρητικότητα. Το χειμώνα υπάρχει συνολική ομογενοποίηση της υδάτινης στήλης και η θερμοκρασία των μαζών νερού κατεβαίνει μέχρι τους 10 βαθμούς. Αντίθετα, κατά τις άλλες εποχές υπάρχει μία στρωμάτωση των υδάτινων μαζών, η οποία το καλοκαίρι βρίσκεται σε μεγαλύτερα βάθη απ ότι την άνοιξη και το φθινόπωρο.
Η οξυγόνωση των υδάτινων μαζών είναι αρκετά καλή σε όλες τις εποχές, εκτός από τα πολύ βαθιά νερά στα οποία υπάρχει έλλειψη οξυγόνου και αυξημένο υδρόθειο. Η καλή οξυγόνωση των νερών και οι εποχιακές διαβαθμίσεις, ως προς το βάθος, έχουν μεγάλη σημασία για το οικοσύστημα της λίμνης. Ιδιαίτερα για τα ψάρια τα οποία το καλοκαίρι με τις υψηλές επιφανειακές θερμοκρασίες των νερών καταφεύγουν σε πιο βαθύτερα υδάτινα στρώματα στα οποία επικρατούν μικρότερες θερμοκρασίες και οι μάζες έχουν καλή οξυγόνωση.
Τα νερά της λίμνης έχουν μεγάλη διαύγεια σε αρκετά μέτρα βάθους,γεγονός που ευνοεί την ανάπτυξη της βενθικής υδρόβιας βλάστησης μέχρι τα 12 μέτρα βάθος.
Τα νερά της Τριχωνίδας είναι καθαρά και υπάρχουν χαμηλές συγκεντρώσεις αζώτου, φωσφόρου και χλωροφύλλης, γεγονός που κατατάσσεται στις ολιγοτροφικές λίμνες Ωστόσο, παρατηρούνται εποχιακοί ευτροφισμοί, ενώ έχει διαπιστωθεί τάση σταδιακής υποβάθμισης της ποιότητας των νερών και συσσώρευση θρεπτικών η οποία στο μέλλον θα οδηγήσει τη λίμνη σε μία μεσοτροφική κατάσταση.
Τα εδάφη είναι γόνιμα και καλλιεργούνται καπνός, κηπευτικά, βαμβάκι, καλαμπόκι, ελιές και εσπεριδοειδή. Από την εντατικοποίηση των καλλιεργειών στη γύρω περιοχή επιβαρύνονται τα νερά της λίμνης με λιπάσματα και φυτοφάρμακα τα οποία προκαλούν εποχιακούς ευτροφισμούς.
Ο τελικός αποδέκτης των λιπασμάτων, φυτοφαρμάκων, κτηνοτροφικών και των βιομηχανικών αποβλήτων της λεκάνης απορροής είναι ο χώρος της λίμνης.
Επιβάρυνση των νερών επιφέρουν τα απόβλητα των ελαιοτριβείων τα οποία επεξεργάζονται γύρω στους 20000 τόνους ελαιοκάρπου ετησίως και ανεξέλεγκτα απορρίπτουν στους χείμαρρους που καταλήγουν στη λίμνη. Επίσης η απουσία στην περιοχή οργανωμένου αποχετευτικού δικτύου δεν αποκλείει και την άμεση ή την έμμεση απόρριψη βοθρολυμάτων στη λίμνη από οικισμούς.
Οι παράκτιοι χώροι χρησιμοποιούνται σαν χωματερές με αποτέλεσμα να αλλοιώνουν και να υποβαθμίζουν το χερσαίο και υδάτινο περιβάλλον της λίμνης.
Αλήθεια τι είδε και τι λογιών ιστορίες έχει ακούσει? Κανείς δεν θα το μάθει ποτέ! Παρέα έχει το κύμα, τους αγέρηδες και τα πουλιά
Η ιχθυοπανίδα της Τριχωνίδας, σε σύγκριση με άλλες φυσικές λίμνες, είναι αρκετά πλούσια. Σε αυτό απαντάται το 19% των ψαριών του γλυκού και το 27% των ενδημικών ειδών της χώρας. Τα περισσότερα είδη είναι ενδημικά της Αιτωλοακαρνανίας της Στερεάς, της Ηπείρου και της Πελοποννήσου. Στο χώρο της έχουν καταγραφεί 20 είδη ψαριών από αυτά τα 18 απαντιόνται στη λίμνη και 2 διαβιούν μόνιμα στα γύρω ρέματα. Τα είδη αυτά κατατάσσονται σε 8 διαφορετικές συστηματικές οικογένειες τα οποία από οικολογική άποψη καταλαμβάνουν όλους τους διαθέσιμους οικολογικούς θώκους (φυτοφάγα, βενθοφάγα, πλαγκτοφάγα, σαρκοφάγα,κλπ).
Η μεγάλη παρουσία και ποικιλία των ειδών μπορεί να αποδοθεί στην ικανοποιητική ανάπτυξη της υδρόβιας βλάστησης η οποία σε συνδυασμό με την οικολογική σταθερότητα της λίμνης, εξασφαλίζουν κατάλληλες συνθήκες που ανταποκρίνονται στις διάφορες απαιτήσεις των ψαριών.
Η δρομίτσα, γουρνάρα, ντάσκα, στροσίδι, μπριάνα, λιάρα και λουρογωβιός απαντούνε και σε υδάτινα συστήματα της Στερεάς, της Ηπείρου και της Πελοποννήσου.
Η τσερούκλα, το γλανίδι και η τριχωβελονίτσα είναι ενδημικά των τεσσάρων λιμνών της Ακαρνανίας.
Ο νανογωβιός απαντάται μόνο στην Τριχωνίδα και σε περιοχή της Λυσιμαχείας. Το μέγεθος του δεν ξεπερνά τα 33 χιλιοστά και θεωρείται το μικρότερο σε μήκος ψάρι της Ευρώπης. Συνήθως ζει στα στρώματα νερού που βρίσκονται πάνω από τον πυθμένα και σε βάθος μέχρι τα 15 μέτρα. Διατρέφεται με ζωικούς μικροοργανισμούς. Νανογωβιός (Economidichthys trichonis)
Τα αβγά για εκκόλαψη τα αποθέτει σε φωλιές τις οποίες δημιουργούν τα αρσενικά μέσα σε βυθισμένα σπασμένα καλάμια και σε νεκρά γαστερόποδα. Το αρσενικό σαν στοργικός πατέρας προστατεύει τη φωλιά του και αερίζει τα αβγά. Η αναπαραγωγή του αρχίζει από τα μέσα Φεβρουαρίου και διαρκεί έως τα μέσα Ιουνίου. Μετά την ολοκλήρωση της οι γεννήτορες πεθαίνουν.
Τα έμβρυα μόλις εκκολαφθούν έχουν μήκος από 2 έως 2.5 χιλιοστά και επειδή δεν έχουν χρωματοφόρα στο σώμα τους δύσκολα διακρίνονται. Ο νανογωβιός σε πολύ μικρά μεγέθη αποκτά τα χαρακτηριστικά των ενηλίκων και σε μήκος 15 χιλιοστά γίνεται γεννητικά ώριμος.
Λουρογωβιός (Economidichthys pygmaeus) Το είδος αυτό εκτός από την Τριχωνίδα απαντάται και σε πολλά άλλα υδάτινα συστήματα της Αιτωλοακαρνανίας και της Ηπείρου. Είναι και αυτός μικρόσωμος. Στη λίμνη η χρονική περίοδος αναπαραγωγής είναι ίδια με εκείνη του νανογωβιού. Ο λουρογωβιός γεννητικά ωριμάζει και αυτός σε μικρά σωματικά μεγέθη. Τα αβγά τα αποθέτει σε φωλιές μέσα στα καλάμια και τις προστατεύει το αρσενικό. Μετά την αναπαραγωγή οι γεννήτορες πεθαίνουν.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο νανογωβιός (αριστερά) και ο λουρογωβιός (δεξιά) έχουν ένα δερμικό περιεδρικό όργανο το οποίο δεν υπάρχουν στα άλλα ψάρια. Πιστεύεται ότι το όργανο αυτό αποτελεί ένα στάδιο εξελικτικής διαφοροποίησης, το οποίο είναι πιο προχωρημένο από τα στάδια άλλων τελεοστέων. Η χρήση του οργάνου δεν έχει ακόμα πλήρως διευκρινισθεί.
Η αθερίνα είναι ευρύαλο είδος θαλασσινής προέλευσης, πελαγικό και με ομαδικό τρόπο διαβίωσης. Εγκλωβίστηκε στη λίμνη και αναπαράγεται με επιτυχία στο γλυκό νερό. Το είδος έχει μικρή διάρκεια ζωής 2-3 χρόνια και το μήκος μπορεί να φθάσει τα 13 εκατοστά. Από την άνοιξη ως τις αρχές φθινοπώρου σχηματίζει μικρά κοπάδια τα οποία διασπείρονται σε όλη την περίμετρο της λίμνης, ενώ κατά την υπόλοιπη χρονική περίοδο παραμένει στα μεγαλύτερα βάθη σε μεγάλα κοπάδια. Ωριμάζει κατά τον πρώτο χρόνο ζωής και έχει μια παρατεταμένη αναπαραγωγική δραστηριότητα η οποία αρχίζει από τον Μάρτιο και τελειώνει στις αρχές Νοεμβρίου. Ο γόνος και τα νεαρά παραμένουν επί το πλείστον κοντά στις ακτές και σε σχετικά μικρά βάθη.
Επίσης στη λίμνη απαντούν χέλια (Anguilla anguilla), ενώ παλαιότερα πριν την κατασκευή του θυροφράγματος στην Τριχωνίδα ο χώρος της εμπλουτίζονταν με κεφάλους (Mugil cephalus) και λαβράκια (Dicentrarchus labrax).
Τα περισσότερα ψάρια της λίμνης αποθέτουν τα αβγά τους για εκκόλαψη πάνω στην υδρόβια βενθική βλάστηση (φυτόφιλο χαρακτήρα αναπαραγωγής). Τα αβγά προσκολλώνται στα φυτά με μία κολλητική ουσία που εκκρίνει η μεμβράνη του αβγού. Τα αβγά της αθερίνας δεν έχουν κολλητική ουσία, αλλά κρέμονται πάνω στα στελέχη της υδρόβιας βλάστησης με ειδικά νηματοειδή φυμάτια που αναπτύσσονται στη μεμβράνη του αβγού. Τα νεοεκκολαπτόμενα έμβρυα των φυτόφιλων ψαριών κατά τις πρώτες ημέρες ζωής, για καλύτερες συνθήκες αναπνοής, κρέμονται από το κεφάλι τους στα στελέχη των υδρόβιων φυτών. Η στήριξή τους γίνεται με ειδικούς επιδερμικούς αδένες που κολλάνε σαν βεντούζες πάνω στα φυτά. Το γλανίδι, το ψάρι του Αριστοτέλη, αναπαράγεται κατά τους μήνες Απρίλιο Ιούνιο και τα αβγά τα τοποθετεί σε ανοιχτές φυτικές φωλιές τις οποίες προστατεύει το αρσενικό. Τα αβγά είναι κίτρινα, κολλώδη και αρκετά μεγάλα. Το σπέρμα του γλανιδιού, σε αντίθεση με των άλλων ψαριών, είναι διαφανές και ελαφρά κιτρινοπράσινο. Τα έμβρυα μόλις εκκολαφθούν εξωτερικά μοιάζουν με μικρούς γυρίνους που εύκολα σε μπερδεύουν.
Ορισμένα είδη όπως η μπούλκα ανέρχονται στα ρέματα και αποθέτουν τα αβγά τους πάνω στις πέτρες (ρεόφιλος και λιθόφιλος χαρακτήρας αναπαραγωγής). Τα αβγά κολλάνε σε μάζες και δεν παρασύρονται. Επίσης σε τρεχούμενα νερά αποθέτει τα αβγά του και το στροσίδι (ρεόφιλος και ψαμμόφιλος χαρακτήρας αναπαραγωγής). Το είδος αυτό βασικά αναπαράγεται στη λίμνη. Εδώ τα γεννητικά του πεδία βρίσκονται κοντά στις εκβολές των ρεμάτων, σε αβαθή και σε αμμώδη μέρη. Τα αβγά είναι αρκετά μεγάλα δεν έχουν κολλητική ουσία. Κατά την αποβολή το θηλυκό με τα πτερύγια του σκάβει την άμμο. Τα αβγά διασκορπίζονται στο λάκκο και χώνονται μέσα στα κενά του αμμοχάλικου. Στα ρέματα ο γόνος του στρωσιδιού και της μπούλκας παραμένει για λίγους μήνες και μετά ο κύριος όγκος του κατεβαίνει στη λίμνη.
Στα ρέματα τα έμβρυα, οι ιχθυολάρβες και τα νεαρά παραμένουν σε σκιερά και σε μέρη με μικρή ροή νερού. Μετά το καλοκαίρι πολλά κατεβαίνουν στη λίμνη για καλύτερες συνθήκες. Εξαίρεση αποτελούν τα μικρά και τα μεγάλα άτομα της λιάρας (Phoxinellus pleurobipunctatus) που παραμένουν μονίμως στα ρέματα και ρυάκια της λίμνης.
Πυκνοί καλαμιώνες ζώνουν περιμετρικά τη λίμνη παρέχοντας καταφύγιο στο γόνο, στα μικρά των περισσοτέρων ψαριών και στα υδρόβια πουλιά.
Τη νύχτα πολλά μικρά ψάρια καταφεύγουν στα αβαθή μέρη των ακτών για να αποφύγουν το γλανίδι και το χέλι που είναι νυχτερινοί θηρευτές τους.
Τα ψάρια της λίμνης από τροφική άποψη καταλαμβάνουν όλους τους διαθέσιμους οικολογικούς θώκους.
Τυπικό πλαγκτονοφάγο ψάρι της λίμνης είναι η αθερίνα καθώς και ο γόνος των ψαριών. Οι διάφοροι γωβιοί, η τριχωβελονίτσα καθώς και η ποταμοσαλιάρα διατρέφονται με μικρούς ασπόνδυλους οργανισμούς. Τα κυπρινοειδή έχουν μια μικτή διατροφή που το διαιτολόγιο τους περιέχει ζωικούς και φυτικούς οργανισμούς.
Η Τριχωνίδα είναι το σημαντικότερο αλιευτικό κέντρο της κεντρικής και της νότιας Ελλάδας και είναι η μόνη λίμνη της Αιτωλοακαρνανίας που φιλοξενεί ψαράδες αποκλειστικής απασχόλησης.
Σήμερα τα ψαροκάικα θα δέσουν στα λιμανάκια. Δεν έχει μεροκάματο. Η λίμνη είναι θυμωμένη!
Η αλιεία στηρίζεται κυρίως στην αθερίνα που είναι προϊόν σταθερής ζήτησης και αξίας και κύριος βιοποριστικός πόρος των ψαράδων.
Η τέχνη του ψαρά μαθαίνεται από τον πατέρα στο γιο από πολύ μικρή ηλικία.
Αρχικά η αλιεία της αθερίνας γίνονταν κυρίως με συρόμενο εργαλείο (βιτζότρατα). Πρόκειται για ένα ενεργητικό αλιευτικό εργαλείο το οποίο παγίδευε όλα τα είδη και μεγέθη ψαριών που βρίσκονταν μέσα στην περιοχή σύρσης.
Το μικρό σκάφος προσδένεται σε δέντρο της ακτής και αρχίζει το μάζεμα.
Κατά τη σύρση η διέλευση του σάκου της βιτζότρατας καταστρέφει το φυτικό υπόστρωμα με τα αυγά και τα έμβρυα, ενώ ταυτόχρονα αλιεύει το γόνο και τα ψάρια που βρίσκονται μέσα στην υδρόβια βλάστηση.
Με τον τρόπο αυτό αλιεύονται μικρές ποσότητες αθερίνας, ενώ το υπόλοιπο αλίευμα που αποτελείται κυρίως από ενδημικά είδη και μικρά ψάρια απορρίπτεται.
Το ΕΚΘΕ στα πλαίσια λιμνολογικής, ιχθυολογικής και αλιευτικής μελέτης της Τριχωνίδας διερεύνησε αποτελεσματικές μεθόδους αλίευσης της αθερίνας, οι οποίες να είναι αφενός αποδοτικές κι αφετέρου να αποτρέπουν την αλίευση των άλλων ιχθυοπληθυσμών λίμνης.
Η μέθοδος του γρι-γρι είναι πιο αποδοτική για την αλίευση της αθερίνας. Μπορεί να θεωρηθεί λιγότερο καταστροφική για τα ψάρια και τους άλλους φυτόφιλους οργανισμούς που παραμένουν στην υδρόβια βλάστηση. Διότι γίνεται μακριά από την ακτή, στα βαθιά νερά και με κυκλικά δίχτυα τα οποία δεν σύρονται πάνω στο βυθό.
Αμέτρητα λικνίσματα και χορούς με τα κύματα. Η αναμονή τελειώνει. Τη νύχτα οι αθερίνες θα παίζουν χαρούμενες κάτω από το δυνατό φώς... Ύστερα τις περιμένει το τηγάνι!
Περισσότερο ασφαλής για τα άλλα ψάρια και πιο αποδοτική είναι η αλιεία τη νύχτα όταν συνδυάζεται με τεχνητό φωτισμό και σε μεγάλα βάθη. Το δυνατό φως απωθεί τα άλλα ψάρια και προσελκύει μόνο τις αθερίνες (ένα εξαιρετικά φωτόφιλο είδος) οι οποίες συγκεντρώνονται κάτω από τις λάμπες και εύκολα με το κυκλικό δίχτυ συλλέγονται.
Η υιοθέτηση και αποδοχή αυτής της μεθόδου που επιλεκτικά αλιεύει αθερίνα και όχι τα άλλα είδη ψαριών δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Χρειάστηκε να πείσουμε πολύ κόσμο και ιδιαίτερα το Υπουργείο Γεωργίας να καθιερώσει το γρι-γρι για την αλιεία της αθερίνας.
Ο νέος τρόπος αλιείας της αθερίνας με γρι-γρι απαιτεί πλέον μεγαλύτερα σκάφη εφοδιασμένα με τον κατάλληλο εξοπλισμό.
Τα παλιά ψαροκάικα εγκαταλείπονται και ανανεώνονται με νέα.
Ετησίως αλιεύονται γύρω στους 300 τόνους αθερίνες, και άλλοι 100 τόνοι περίπου από τα άλλα ψάρια της λίμνης (δρομίτσες τσερούκλες, γλανίδια, στρωσίδια, χέλια, κυπρίνοι, κλπ).
Στροσίδι Η αλιεία των άλλων ψαριών της λίμνης εξαρτάται από τη ζήτηση, η οποία φθίνει συνεχώς, καθώς οι καταναλωτές στρέφονται συνεχώς στα θαλασσινά ψάρια. Αποτέλεσμα αυτής της τάσης είναι οι ψαράδες να αλιεύουν επιλεκτικά ορισμένα είδη (δρομίτσες, στροσίδια, γλανίδια, κυπρίνους, χέλια και μεγάλες τσερούκλες) και να απορρίπτουν πολλά αλιεύματα με μικρές προοπτικές ζήτησης.
Για τη βελτίωση των αλιευμάτων ειδών υψηλής εμπορικής ζήτησης είναι επιτακτική ανάγκη να αποκατασταθεί η ελευθέρη μετακίνηση των ψαριών στα συστήματα Τριχωνίδα- Λυσιμαχεία -Αχελώος, για τον εμπλουτισμό της Τριχωνίδας με θαλασσινούς κεφάλους, λαβράκια, αθερίνες, καθώς με κυπρίνους, γλίνια και με άλλα είδη ψαριών γλυκού νερού που απαντούν στη Λυσιμαχεία.
Παλαιότερα η Τριχωνίδα, πριν την κατασκευή του θυροφράγματος (1970), επικοινωνούσε αμφίδρομα με τη Λυσιμαχεία. Αυτό επέτρεπε: Να εισέλθουν στην Τριχωνίδα θαλασσινά ευρύαλα είδη ψαριών από το Ιόνιο διαμέσου των υδάτινων συστημάτων: Αχελώος - Δίμικος Λυσιμαχεία. Την αμφίδρομη μετανάστευση των ψαριών γλυκού νερού μεταξύ των δύο λιμνών. Συγκεκριμένα, προς τη Λυσιμαχεία μετακινούνταν κυπρίνοι, γλίνια και άλλα ψάρια της Τριχωνίδας για αναπαραγωγή και διατροφή του γόνου λόγω ευνοϊκότερων κλιματικών και τροφικών συνθηκών που παρείχε ο χώρος της. Αντίθετα, η άνοδος ψαριών της Λυσιμαχείας στην Τριχωνίδα γινόταν για διαχείμαση, λόγω της θερμοχωρητικότητας των νερών της που διατηρούν υψηλότερες θερμοκρασίες κατά τη διάρκεια του χειμώνα.
Ο προτεινόμενος τρόπος αποκατάστασης της επικοινωνίας στα δύο υδάτινα συστήματα προβλέπει την κατασκευή ενός δεύτερου θυροφράκτη πλησίον της εθνικής, όπου σε διάστημα μιας εβδομάδας τα δύο θυροφράγματα εναλλάξ μεταξύ τους θα ανοιγοκλείνουν.
Το ΕΚΘΕ, στα πλαίσια διερεύνησης της Τριχωνίδας κατασκεύασε το 1989 στην περιοχή της Μυρτιάς μικρή πλωτή ιχθυομονάδα για τον εμπλουτισμό της λίμνηςμε είδη εμπορικής ζήτησης. Η πειραματική μονάδα λειτούργησε με μικρούς κυπρίνους οι οποίοι μετά από μερικούς μήνες εκτροφής απελευθερώθηκαν στη λίμνη.
Μερικές ενέργειες και δράσεις που επιβάλλονται να γίνουν στην Τριχωνίδα για τη διατήρηση της καλής ποιότητας νερού, την προστασία της βιοποικιλότητας και των ευαίσθητων οικολογικών περιοχών, καθώς και για την ανάδειξη της από οικολογική, αισθητική, αλιευτική και άλλη άποψη. Τη συστηματική παρακολούθηση και συνεχή καταγραφή των υδρολογικών, φυσικοχημικών και βιολογικών παραμέτρων της λίμνης. Τη διαρκεί αλιευτική παρακολούθηση των αποθεμάτων η οποία σήμερα δεν υπάρχει και η οποία δεν επιτρέπει τη διατύπωση συγκεκριμένων προτάσεων αλιευτικής διαχείρισης της λίμνης. Την επαγγελματική οργάνωση των ψαράδων και τη δημιουργία αλιευτικού σταθμού όπου θα εκφορτώνονται όλες οι ποσότητες της αθερίνας και των άλλων ψαριών, θα βοηθούσε στην αξιόπιστη καταγραφή και παρακολούθηση της παραγωγής, διότι σήμερα δηλώνει ότι θέλει ο καθένας.
Επιβάλλεται να εκπονηθεί ειδική μελέτη για τη διαπίστωση αφθονίας και διατήρησης του αποθέματος αθερίνας στη λίμνη, ώστε να θεσμοθετηθούν: Το μέγιστο ετήσιο επιτρεπτό επίπεδο αλιευτικής προσπάθειας, ο αριθμός και το μέγεθος σκαφών, ο αριθμός φωτεινών πηγών, το άνοιγμα ματιού των κυκλικών διχτυών, οι εποχιακές αλιευτικές απαγορεύσεις, κλπ).
Κατάρτιση ενός σφαιρικού διαχειριστικού σχεδίου ανάπτυξης για τη λίμνη το οποίο προφανώς δεν υπάρχει. Στην Τριχωνίδα μπορούν να πραγματοποιηθούν ήπιες παραγωγικές δραστηριότητες που θα πρέπει να είναι συμβατές με την προστασία του υδάτινου περιβάλλοντος Οι ενέργειες προς την κατεύθυνση αυτή θα πρέπει να περιλαμβάνουν τη δημιουργία ενός φορέα διαχείρισης και την κατάστρωση ενός διαχειριστικού σχεδίου που θα δίνει έμφαση σε: Οριοθετήσεις ζωνών προστασίας Οργάνωση οικοτουριστικών δραστηριοτήτων Παραγωγή γεωργικών και κτηνοτροφικών αγαθών με φιλοπεριβαλλοντικές διαδικασίες Διαχείριση νερού, λυμάτων και απορριμμάτων Μέτρα και μηχανισμούς φύλαξης Νομικό πλαίσιο για την αλιεία και τον τουρισμό, κλπ.
Για την Τριχωνίδα η αυριανή ημέρα θα πρέπει να είναι πιο φιλική από τη σημερινή
Θέλω από τη θέση αυτή να ευχαριστήσω θερμά τους συνεργάτες από το τους δύο Τομείς του Ινστιτούτου των Εσωτερικών Υδάτων, τον Αλιευτικό Συνεταιρισμό της Τριχωνίδας και όλους εκείνους που μας βοήθησαν. Από τον Τομέα Αλιευτικής Αξιοποίησης τους: Δρα Οικονόμου Αλκιβιάδη Ψαρρά Θεόδωρο Μπαρμπιέρι Ρομπέρτα Αναστασοπούλου Αικατερίνη Από τον Τομέα Περιβαλλοντικών Ερευνών τους: Δρα Κουσουρή Θεόδωρο Δρα Διαπούλη Αριστείδη Μπερταχά Ηλία Πάκο Βασίλειο Γκρίτζαλη Κωνσταντίνο Από τον Αλιευτικό Συνεταιρισμό ιδιαίτερες εκφράζουμε στους Αφούς Ηλία, Λάκη, Χρήστο, Παναγιώτη Ζαρκάδα