SPEECH/03/156 Romano Prodi Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Έκθεση για το εαρινό Ευρωπαϊκό Συµβούλιο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Βρυξέλλες, 26 Μαρτίου 2002
Kύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι βουλευτές, Η σηµερινή µας συζήτηση έχει για θέµα το πρόσφατο Ευρωπαϊκό Συµβούλιο. Ένα Συµβούλιο που διεξάχθηκε σε µία στιγµή σοβαρής διεθνούς κρίσης και ακριβώς λόγω του γεγονότος αυτού απαίτησε µεγάλη δέσµευση από την ελληνική προεδρία. Κατά συνέπεια, θα ήθελα να ευχαριστήσω θερµά τον Πρωθυπουργό κ. Σηµίτη και τον Υπουργό Εξωτερικών κ. Παπανδρέου, για την ευστοχία και σύνεση µε την οποία διεξήγαγαν τη σύνοδο κορυφής. Τα εαρινά Ευρωπαϊκά Συµβούλια αποτελούν, στο πλαίσιο του χρονοδιαγράµµατος των εργασιών της Ένωσης, την συνάντηση που παραδοσιακά ασχολείται µε οικονοµικά θέµατα. Πάντως, το Συµβούλιο που έγινε τις προηγούµενες ηµέρες στις Βρυξέλλες, διεξάχθηκε εξ ολοκλήρου στη σκιά της ιρακινής κρίσης. Συνεπώς, από το σηµείο αυτό θα ξεκινήσω τη σηµερινή µου οµιλία. Τη στιγµή που σας µιλώ, γίνεται ένας πόλεµος που κανείς δεν µπορεί να γνωρίζει πόσο ακόµη µπορεί να διαρκέσει. Ένας πόλεµος, στον οποίο ορισµένα κράτη µέλη έχουν στείλει στρατεύµατα επιτόπου. Ένας πόλεµος, που προκάλεσε διαφορές στο εσωτερικό της Ένωσης. Ένας πόλεµος στον οποίο αντιτάσσεται η συντριπτική πλειοψηφία των ευρωπαίων πολιτών και αναρίθµητα άτοµα σε ολόκληρο τον κόσµο. Ένας πόλεµος που - ακόµα και αν στοχεύει στην πτώση ενός δικτάτορα - σαν όλους τους πολέµους εγκυµονεί θάνατο και πόνο. Εξ ονόµατος της Επιτροπής και εγώ προσωπικά, θα ήθελα πρώτα απ όλα να εκφράσω συλλυπητήρια στις οικογένειες των πεσόντων και συµπαράσταση σε όλους όσους πλήττει ο πόλεµος και θα ήθελα να επιµείνω στην αναγκαιότητα να τηρηθεί η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, ακόµα και µεταξύ εµπολέµων. Πρέπει επίσης να προβληµατιστούµε σχετικά µε ένα άλλο δεδοµένο: οι πρόσθετοι πόροι που ζητήθηκαν για την επιχείρηση αυτή, που ανέρχονται σε ποσό ύψους 74,7 δισεκατ. δολαρίων, υπερβαίνει κατά πολύ το συνολικό ποσό της ενίσχυσης που κάθε χρόνο ο κόσµος προορίζει για τις φτωχότερες χώρες, που µόλις υπερβαίνει τα 50 δισεκατ. ευρώ. Η ανακοίνωση που εγκρίναµε µε το πέρας των εργασιών του Συµβουλίου απαριθµεί µε ακρίβεια τα πολλά και σηµαντικά σηµεία για τα οποία υπάρχει οµοφωνία στο εσωτερικό της Ένωσης. Μεταξύ αυτών περιλαµβάνονται: - ο βασικός ρόλος του ΟΗΕ, κατά τη διάρκεια της κρίσης και µετά - ο αγώνας κατά της τροµοκρατίας και της διάδοσης όπλων µαζικής καταστροφής - ο σεβασµός της εδαφικής ακεραιότητας του Ιράκ - η ανάγκη µιας επείγουσας δράσης σε επίπεδο ανθρωπιστικής βοήθειας - η δέσµευση για µια πολύπλευρη διαχείριση της παγκόσµιας πολιτικής - η στρατηγική προτεραιότητα που έχει σήµερα όπως είχε ανέκαθεν, η Ατλαντική Συµµαχία. Συνεπώς, τα σηµεία για τα οποία συµφωνούµε όλοι, είναι πολλά και ουσιαστικής σηµασίας. Αυτό πρέπει να το υπενθυµίσουµε, µετά από όλα όσα λέχθηκαν και γράφτηκαν τις ηµέρες και τις εβδοµάδες που προηγήθηκαν, σχετικά µε τις διαφορές µας. 2
Αλλά δεν µπορούµε και να αποκρύψουµε ότι οι διαφορές αυτές υπάρχουν. εν µπορούµε να λέµε ψέµατα ούτε σ εµάς τους ίδιους ούτε στους πολίτες µας. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ζει µια πολύ ευαίσθητη στιγµή της ύπαρξής της. Αναφέροµαι στο ρόλο που θα έπρεπε να διαδραµατίσει η Ευρώπη και δεν το κάνει. Τα διεθνή γεγονότα θέτουν και πάλι µε µεγάλη σκληρότητα το ζήτηµα της εξωτερικής πολιτικής και της πολιτικής άµυνας της διευρυµένης Ένωσης. Πρέπει να αναρωτηθούµε ποιο ρόλο επιθυµούµε να διαδραµατίσουµε στο διεθνές προσκήνιο. Λέω «επιθυµούµε» διότι είµαι πεπεισµένος ότι η Ένωση διαθέτει τα απαραίτητα µέσα για να καταστεί - στο µέλλον - ένας διεθνής πολιτικός παράγοντας ενεργός και µε επιρροή και αυτό όχι µόνο από οικονοµικής απόψεως, αλλά επίσης στον τοµέα της ασφάλειας, ξεκινώντας από τις αξίες στις οποίες βασίζεται η ίδια η Ευρώπη. Ας ξεκινήσουµε µε το θέµα της ασφάλειας. Οι ευρωπαίοι πολίτες επέλεξαν. Είναι πράγµατι εντυπωσιακή η βούληση για ειρήνη, πολυµέρεια και Ευρώπη - µια Ευρώπη φορέα ειρήνης αλλά επίσης και ασφάλειας, που αναδύθηκε τον τελευταίο καιρό. εν πρόκειται για αντίδραση που συνδέεται µε τη συγκίνηση της στιγµής, το φόβο και τις ανησυχίες που απορρέουν, όπως είναι φυσικό από τον πόλεµο. Πρόκειται για κάτι πολύ βαθύτερο, που θα ήταν ασυγχώρητο να αγνοήσουµε και µε βάση το οποίο οφείλουµε να ενωθούµε και πάλι. Οι Συνθήκες επιβάλλουν ήδη στα κράτη µέλη να «υποστηρίζουν ενεργά και ανεπιφύλακτα την εξωτερική πολιτική και την πολιτική ασφάλειας της Ένωσης µε πνεύµα πίστης και αλληλεγγύης». Τα κράτη µέλη οφείλουν να ενεργούν από κοινού «για την ενίσχυση και την ανάπτυξη της πολιτικής τους αλληλεγγύης». Οφείλουν να απέχουν από «οποιαδήποτε δράση αντίθετη προς τα συµφέροντα της Ένωσης ή ικανή να θίξει την αποτελεσµατικότητά της ως συνεκτικής δύναµης στις διεθνείς σχέσεις». Είναι προφανές σε όλους µας πόσο λίγο τηρήθηκαν στο πρόσφατο παρελθόν το γράµµα και το πνεύµα αυτών των τµηµάτων της συνθήκης. Και αυτό, ακριβώς τη στιγµή που οι εκπρόσωποι όλων των κυβερνήσεων, των θεσµικών οργάνων και των Κοινοβουλίων της Ευρώπης, στο πλαίσιο της Συνέλευσης, δεσµεύτηκαν να εκπονήσουν το νέο καταστατικό χάρτη της Ένωσης. Και ενώ η προσεχής διεύρυνση της Ένωσης µας προσφέρει και µας επιβάλλει νέες δυνατότητες και νέες ευθύνες. Θα ήθελα µε την ευκαιρία αυτή να εκφράσω την ικανοποίησή µου, για το θετικό αποτέλεσµα του δηµοψηφίσµατος για την ένταξη της Σλοβενίας, µετά από εκείνο της Μάλτας. Κυρίες και κύριοι βουλευτές, Ο δρόµος που διανύσαµε τα τελευταία εξήντα χρόνια για να οικοδοµήσουµε µια ενωµένη Ευρώπη δεν ήταν πάντα εύκολος. Γνωρίσαµε πολλές δύσκολες στιγµές. Αλλά είναι ακριβώς µέσα από τις βαθύτερες κρίσεις που η Ευρώπη µπόρεσε να αντλήσει τα κίνητρα και το θάρρος για να επιτελέσει τις πιο σηµαντικές της προόδους. Ήταν µετά την αποτυχία της Ced, του σχεδίου για τη δηµιουργία µιας αµυντικής Ευρώπης, που ξεκίνησαν και υλοποιήθηκαν οι Συνθήκες της Ρώµης. 3
Ήταν η αµερικανική απόφαση για να τεθεί ένα τέλος στην µετατρεψιµότητα του δολαρίου και κατόπιν αυτού σε ολόκληρο το σύστηµα που δηµιουργήθηκε µε τις συµφωνίες του Bretton Woods, που παρακίνησε η Ευρώπη να ξεκινήσει τη δική της νοµισµατική ένωση. Και υπήρξαν, αργότερα, η πετρελαϊκή κρίση της δεκαετίας του 60 και η νοµισµατική κρίση του θέρους του 92 που µας έδωσαν τη δύναµη να δηµιουργήσουµε, πρώτα, το Ευρωπαϊκό Νοµισµατικό Σύστηµα και στη συνέχεια να εντάξουµε στη συνθήκη του Μάαστριχ τους κανόνες της Οικονοµικής και Νοµισµατικής Ένωσης. Σήµερα η ιστορία επαναλαµβάνεται. Η Ευρώπη βρίσκεται αντιµέτωπη µε µια κρίση από την οποία µπορεί να εξαρτηθεί το µέλλον της. Μπορούµε να επιλέξουµε ένα σύστηµα διεθνών σχέσεων που να βασίζεται στην ισορροπία των δυνάµεων και να βασιστούµε στην κυριαρχία και στα εθνικά συµφέροντα των µεµονωµένων κρατών µελών. Αλλά θα ήταν σαν να επιλέγουµε (όπως είπε ο Επίτροπος Patten) να ανταποκριθούµε στις προκλήσεις του εικοστού πρώτου αιώνα µε τα µέσα και τις πολιτικές του δέκατου ένατου αιώνα. Εξάλλου, θα ήταν µια επιλογή αντίθετη προς την ίδια τη φύση της Ένωσης µας που βασίζεται στο διάλογο, την αλληλεγγύη, την πολυµέρεια και στην ευγενή «σύγχυση» µεταξύ ηθικής και πολιτικής. Αντίθετα, µπορούµε να αποφασίσουµε να ολοκληρώσουµε την ενοποίηση της Ένωσης δίνοντάς της τα θεσµικά όργανα, τα µέσα και τους µηχανισµούς λήψης αποφάσεων που θα µπορούν να την µετατρέψουν σε µια αυθεντική πολιτική Ένωση: αυτός είναι ο δρόµος που οι πολίτες µας ζητούν να πάρουµε. Μια Ένωση που θα είναι ικανή να εκφράζει µια ενιαία πολιτική στους τοµείς της οικονοµίας, των διεθνών σχέσεων και της άµυνας. Ως προς το πεδίο της άµυνας, τις ηµέρες που προηγήθηκαν, ξεκίνησε µια πρωτοβουλία που θα µπορούσε να πάρει µεγάλη διάσταση. Το Βέλγιο, η Γαλλία, και το Λουξεµβούργο αποφάσισαν να ξεκινήσουν συνοµιλίες για να εξετάσουν τους πιθανούς τρόπους που θα µπορούσαν να οδηγήσουν σε µια µεγαλύτερη ολοκλήρωση. Η πρωτοβουλία αυτή, που κηρύχθηκε ανοικτή σε όλα τα άλλα κράτη µέλη (εφόσον δεν διαχωρίζει αλλά συνενώνει) δεν γεννήθηκε εκ του µηδενός. Και δεν αναφέροµαι µόνο στις εµπειρίες που παγιώθηκαν εδώ και καιρό, της ολοκλήρωσης των ευρωπαϊκών ένοπλων δυνάµεων σε πολυεθνικά σώµατα Eurocorps, Eurofor και Euromarfor. Ας επιστρέψουµε µαζί στον εκέµβριο του 1998, στο Saint Malô. Εκεί ξεκίνησε η διαδικασία η οποία, σε διάστηµα έξι µηνών, κατέληξε στην ευρωπαϊκή πολιτική ασφάλειας και άµυνας και η οποία µας επιτρέπει, σήµερα, να υπολογίζουµε σε µέσα όπως η Επιτροπή Πολιτικής και Ασφάλειας, η Στρατιωτική Επιτροπή και το Στρατιωτικό Επιτελείο της Ένωσης. Οι χώρες που ανέλαβαν την πρωτοβουλία για τη δράση αυτή ήταν η Γαλλία και η Μεγάλη Βρετανία και χάρη στη συµφωνία αυτή, µπορούµε να θεωρήσουµε ότι ο στόχος µιας δύναµης ταχείας επέµβασης, δυναµικότητας 60 χιλιάδων ανδρών είναι σήµερα ρεαλιστικός. Είναι η απάντηση, σε εµβρυακή κατάσταση, του ζητούµενου για πρώτη φορά στην ιστορία: της κοινής µας Άµυνας. Η Ευρωπαϊκή Συνέλευση συνέστησε µια οµάδα εργασίας για αµυντικά θέµατα, η οποία στα συµπεράσµατά της, υπογράµµισε την αναγκαιότητα να αναπτυχθούν οι ευρωπαϊκές δυνατότητες άµυνας και να ενισχυθούν οι βιοµηχανικές και τεχνολογικές βάσεις. 4
Πριν από δύο εβδοµάδες, η Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση που αναφέρεται σε δύο µηχανικές και εµπορικές πλευρές της άµυνας, µε στόχο να διευκολυνθεί και προωθηθεί ένας αποτελεσµατικότερος συντονισµός της ευρωπαϊκής πολιτικής στον τοµέα των στρατιωτικών εξοπλισµών. Τέλος, στις 18 Μαρτίου, το Συµβούλιο αποφάσισε να ξεκινήσει την πρώτη στρατιωτική επιχείρηση στην ιστορία της Ένωσης για την αντικατάσταση, στο τέλος του τρέχοντος µήνα, των δυνάµεων του ΝΑΤΟ στην πρώην Γιουγκοσλαβική ηµοκρατία της Μακεδονίας. Κύριες και κύριοι βουλευτές, Εµείς οι Ευρωπαίοι δεν ερχόµαστε από την Αφροδίτη, όπως ισχυρίζονται ορισµένοι. Εµείς οι παλαιοί Ευρωπαίοι ζήσαµε σε αυτή τη γη µια µακρόχρονη και οδυνηρή ιστορία. Μια ιστορία που µας οδήγησε να βασίσουµε την Ένωσή µας στο δίκαιο και που µας δίδαξε να εργαζόµαστε για µια διεθνή τάξη που και εκείνη θα βασίζεται στο δίκαιο και όχι στην ισχύ. Αλλά γνωρίζουµε καλά ότι από µόνες τους οι ανθρωπιστικές πολιτικές δεν επαρκούν. Όπως δεν επαρκεί το να είµαστε εδώ και καιρό οι βασικοί πρωταγωνιστές των πολιτικών ενίσχυσης για την ανάπτυξη. Έχουµε επίγνωση ότι ο κόσµος δεν θα µας λάβει υπόψη, εφόσον θα συνεχίζουµε να δίνουµε µια εικόνα διαιρεµένη. Εφόσον θα συνεχίσουµε να βασιζόµαστε στην Ένωση για την προώθηση της ανάπτυξης και στις Ηνωµένες Πολιτείες για την εγγύηση της ασφάλειας. Και στην παρατήρηση µου αυτή δεν υπάρχει κανένα αντιαµερικανικό αίσθηµα. Επίσης διότι οι συνεργασίες µεταξύ των Ηνωµένων Πολιτειών και της Ευρώπης έχουν πολλαπλασιαστεί ακόµη και στα ποιο ευαίσθητα πεδία. Ας αναλογιστούµε τον εξαιρετικό συντονισµό µεταξύ της Federal Reserve και της Κεντρικής Ευρωπαϊκής Τράπεζας µετά την 11η Σεπτεµβρίου και στον διαρκή διάλογο µεταξύ του αντιπροσώπου για εµπορικά θέµατα της αµερικανικής κυβέρνησης, κυρίου Robert Zoellick και του Επιτρόπου µας για θέµατα εµπορίου, κυρίου Pascal Lamy. Η εµπειρία αποδεικνύει ότι η ένωση της Ευρώπης αποτελεί προϋπόθεση και εγγύηση µιας αποτελεσµατικής υπερατλαντικής συνεργασίας. Οι παρατηρήσεις µου απορρέουν από τη βαθιά µου πεποίθηση ότι τα ευρωπαϊκά συµφέροντα µπορούν να καθοριστούν µόνο στην Ευρώπη και µόνον από τους Ευρωπαίους. Η ιστορία µας θέτει σήµερα αντιµέτωπους µε µια κρίση. Όµως η ιστορία, έχει τις δικές της συγκυρίες και κάνει να συµπέσει η αποφασιστική αυτή πρόκληση για την Ευρώπη µε την περίοδο ζωής της Συνέλευσης. Έτσι, απευθύνοµαι στο Κοινοβούλιο αυτό και σε όλα τα θεσµικά όργανα που εκπροσωπούνται στη Συνέλευση και απευθύνοµαι άµεσα σε όλα τα µέλη της Συνέλευσης και λέω: ας µη χάσουµε αυτή την ευκαιρία! Σήµερα περισσότερο από ποτέ µπορούµε να επιδιώξουµε να σφυρηλατήσουµε τη δική µας µοίρα. Αρκεί να µπορούµε να βγάλουµε τα σωστά συµπεράσµατα από τις εµπειρίες του παρελθόντος. Στο Μάαστριχ η Ευρώπη θέτει συγχρόνως τις βάσεις για την Οικονοµική και Νοµισµατική Ένωση και για την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Ασφάλεια. Εάν η πρώτη αναπτύχθηκε µέχρις ότου έφερε το ευρώ στα πορτοφόλια των πολιτών µας, η άλλη εξακολουθεί να παραµένει σε χαµηλό επίπεδο. Πολλά ήταν τα θεσµικά όργανα, τα µέσα και οι µηχανισµοί λήψης αποφάσεων που τέθηκαν στην υπηρεσία των δύο αυτών πολιτικών και ποικίλα ήταν τα αποτελέσµατα. 5
Όποιος και αν είναι ο απαραίτητος χρόνος για να ενεργοποιηθούν πλήρως τα σχέδιά µας, η στιγµή της αλήθειας για την Ευρώπη της εξωτερικής πολιτικής και της άµυνας είναι αυτή. Η επιλογή απαιτεί µεγάλη διορατικότητα και µεγάλο πολιτικό σθένος, αλλά είναι µια σαφής επιλογή: επιθυµούµε να αποκλεισθούµε - όλοι µας - από τη διαχείριση των διεθνών υποθέσεων ή επιθυµούµε να συµµετέχουµε - ίσοις όροις µε τους συµµάχους µας - στην οικοδόµηση µιας νέας διεθνούς τάξης; Κυρίες και κύριοι βουλευτές, Όπως υπενθύµισα στην αρχή της οµιλίας µου, το Εαρινό Ευρωπαϊκό Συµβούλιο είναι η βασική ετήσια συνάντηση για την οικονοµία µας. Η φετινή συνάντηση µας επιτρέπει να υπογραµµίσουµε ορισµένα ενθαρρυντικά στοιχεία. Και µεταξύ των πλέον πρόσφατων γεγονότων µπορούµε να αναφέρουµε τη µεγάλη πρόοδο του ανοίγµατος των αγορών. Ορισµένες ουσιαστικά ολοκληρώθηκαν, όπως η αγορά τηλεπικοινωνιών. άλλες σηµειώνουν πρόοδο, όπως η ενέργεια. Αποφασιστικά βήµατα προόδου έγιναν στο θέµα της κινητικότητας και σε πολλές πλευρές της κοινωνικής ασφάλισης. Μετά από µακροχρόνιες εργασίες υπήρξε συµφωνία για το κοινοτικό δίπλωµα ευρεσιτεχνίας. Αλλά ακόµα και στο σηµείο αυτό, οφείλουµε να είµαστε ειλικρινείς απέναντι σε µας τους ίδιους. Οι πρόοδοι που πραγµατοποιήσαµε µε το να εφαρµόσουµε µια στρατηγική µεταρρύθµισης, που εγκρίθηκε πριν από τρία χρόνια στη Λισσαβόνα, είναι εξαιρετικά αργές. εν περιορίζοµαι στο να αναφερθώ µόνον στη µεγάλη απογοήτευση για την φορολόγηση της αποταµίευσης. Ο ρυθµός ανάπτυξης των οικονοµιών µας παραµένει ανησυχητικά κάτω του επιπέδου που είναι απαραίτητο για τη σύσταση των θέσεων εργασίας που µας λείπουν και για να υποστηρίξουµε τη διαδικασία συνοχής των οικονοµιών των χωρών που προετοιµάζονται να προσχωρήσουν στην Ένωση. Για τους λόγους αυτούς, όπως είπα την περασµένη Παρασκευή ενώπιον του Ευρωπαϊκού Συµβουλίου και θα ήθελα να επαναλάβω σήµερα ενώπιόν σας, ήλθε η στιγµή να ξεκινήσουµε µε δυναµικό και ορατό τρόπο τις προσπάθειές µας για την ανάπτυξη. ύο είναι οι τοµείς για τους οποίους είναι δυνατή και επιτρεπτή µια άµεση ενέργεια: - το πεδίο των µεγάλων διευρωπαϊκών δικτύων - το πεδίο της έρευνας και ανάπτυξης. Οι προτεραιότητες για τα διευρωπαϊκά δίκτυα έχουν προσδιοριστεί από καιρό αλλά µέχρι στιγµής χωρίς σηµαντικά αποτελέσµατα. Τα δεκατέσσερα σχέδια προτεραιότητας που αναφέρθηκαν το 1994, από το Ευρωπαϊκό Συµβούλιο του Έσσεν, σηµείωσαν µεγάλη καθυστέρηση. Και αυτά, ενώ απαιτούνται νέοι διάδροµοι σύνδεσης ώστε να αξιοποιηθούν οι προσφερθείσες δυνατότητες από τη διεύρυνση, εφόσον η κυκλοφορία στους δρόµους µας και στα τούνελ που διασχίζουν τα βουνά µας, είναι προβληµατική. Η επένδυση στα διευρωπαϊκά δίκτυα ανέρχεται κάθε έτος σε ποσό κάτω των 20 δισεκατ. ευρώ. Με το ρυθµό αυτό, θα χρειαστούν 20 έτη για να ολοκληρωθεί το σύνολο των δικτύων αυτών. 6
Η κατάσταση των µεγάλων προγραµµάτων στον τοµέα της έρευνας και ανάπτυξης είναι επίσης ανησυχητική. Πράγµατι, παρά τους πόρους που προβλέπονται στον προϋπολογισµό της Ένωσης και τα δάνεια που χορηγήθηκαν από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, οι δηµόσιες δαπάνες υπέρ των κεφαλαίων αυτών µειώθηκαν κατά το τελευταίο έτος λόγω των ιδιωτικών επενδύσεων που επίσης παραµένουν κατώτερες από τα απαραίτητα όρια. Συνεπώς, έφθασε η στιγµή να ξεκινήσει µια µεγάλη πρωτοβουλία ώστε να αναπτυχθεί µε αποφασιστικό τρόπο η χρηµατοδότηση τόσο των διευρωπαϊκών δικτύων όσο και των µεγάλων σχεδίων έρευνας και ανάπτυξης. Κατόπιν αυτών, ζήτησα από τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, κύριο Philippe Maystadt, να συνεργαστούµε για την εξεύρεση νέων πηγών χρηµατοδότησης, εξετάζοντας όλες τις δυνατότητες, από την παροχή εγγυήσεων εκ µέρους της Ένωσης µέχρι τη σύσταση ειδικών µέσων δανεισµού. Αυτές είναι οι προϋποθέσεις για την επίτευξη του στόχου της Λισσαβόνας και την επέκταση των οριζόντων της γνώσης µας. Η κοινή έρευνα, τα δίκτυα αριστείας, η κινητικότητα των σπουδαστών και των ερευνητών, τα µεγάλα προγράµµατα για τη βιοεπιστήµη, τις ανανεώσιµες πηγές ενέργειας και το περιβάλλον είναι θεµελιώδους σηµασίας. Γνωρίζω καλά ότι η χρηµατοδότηση δεν αποτελεί το µοναδικό εµπόδιο που αποτρέπει τη γρήγορη πραγµατοποίηση των µεγάλων αυτών σχεδίων. Γνωρίζω επίσης ότι απαιτούνται πολλά έτη για την υλοποίηση των σχεδίων αυτών. Ακριβώς για το λόγο αυτό δεν έχουµε χρόνο για χάσιµο. Σας ευχαριστώ. 7