Εφετείο Πειραιά: 958/92 Πηγή: Ε.Ν.. 21/93 σελ. 71



Σχετικά έγγραφα
Εφετείο Πειραιά: 1253/88 Πηγή: Ε.Ν.. 19/1991, σελ. 106

Εφετείο Πειραιώς: 94/2002 Πηγή: Ε.Ν.. 30/2002 σελ. 286

ΝΑΥΤΕΡΓΑΤΙΚΟ ΑΤΥΧΗΜΑ ΕΥΘΥΝΗ ΤΟΥ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΟΥ ΕΡΓΟΔΟΤΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΕΠΙΔΟΣΗ ΣΤΟΝ ΑΝΤΙΚΛΗΤΟ ΑΛΛΟΔΑΠΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ

Εφετείου Πειραιά: 501/2001 Πηγή: Ε.Ν.. 29/01 σελ.437

Άρειος Πάγος: 1486/1995 (Τµ. Β') Πηγή: ΕΕ 4 (1996) σελ. 415, Ε.Ε..56/97, σ.325,.ε.ν. 52/96, σ. 238

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/499/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 07/2018

ιατάξεις: άρθρα 2, 3 (παρ. 1), 6, 7 (παρ. 2) Ν. 1792/1988 (Σύµβαση Ρώµης), 25 ΑΚ, 1, 3, 5 (παρ. 1) ΑΝ 3276/1944, 83, 105 ΚΙΝ, Ν 551/1915

Εφετείου Θεσσαλονίκης: 1014/1996 Πηγή: Επιθ.Εργ. ικ. 56/97 σ. 570,.Ε.Ν 54/98 σ. 952,.Ε.Ε. 4/97, σ. 397

Αριθµός απόφασης 7765/2010 www,dikigoros.gr

ΕΥΘΥΝΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΛΟΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΦΟΠΛΙΣΤΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΘΑΝΑΣΙΑ ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΚΑΜΠΟΥΡΟΠΟΥΛΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ

Άρειος Πάγος: 166/1996 (Τµ. Β') Πηγή: ΕΕ 8-9, σελ. 867, 1996

Μεταβίβαση λόγω ενεχύρου. Ο ενεχυράσας οφειλέτης που πλήρωσε ακάλυπτη επιταγή, αποκτώντας εκ νέου τον τίτλο, καθίσταται κομιστής της επιταγής.

Αρείου Πάγου 1185/1993 (Τµ. Β') Πηγή: Ε.Ε.. 54/95, σ.231,.ε.ν.52/96, σ.237&238

Δίκτυο Υπηρεσιών Πληροφόρησης & Συμβουλευτικής Εργαζομένων

Άρειος Πάγος 171/2016 Σύμβαση εξαρτημένης εργασίας και πλασιέ

Εφετείο Πειραιώς: 1166/1996 Πηγή: Νοµικό Βήµα, σελ. 814, τοµ. 45/97

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από αγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αιγίου.

Nόµος 3994/2011. «Εξορθολογισµός και βελτίωση στην απονοµή της δικαιοσύνης»

Πρόεδρος: ο Πρωτοδίκης κ. Γεώργ. Μικρούδης ικηγόροι: οι κυρίες Κυριακή Μπάλτα-Παυλάκη, Μαρία Σωτηροπούλου

Μονοµελές Πρωτοδικείο Πειραιά: 1269/92 Πηγή: Ε.Ν. 21/93 σελ. 396

Εφετείο Αθηνών 11116/1996 Πηγή: Ε.Ε.. 56/97, σ ΕΑΕ 2000, σελ. 959

ικαστής: κ. Μ. ΙΩΑΚΕΙΜ (πρόεδρος Πρωτοδικών) ικηγόροι: κ.κ. Κ. Λιασίδης, Α. Πασιπουλαρίδης, Κ. Καταβάτης, Μ. Σωτηροπούλου

Ενώπιον του Α Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΑΤΥΧΗΜΑ ΥΠΕΡΕΡΓΑΣΙΑ ΚΡΑΤΗΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΠΟΔΟΧΩΝ

Α.Π ΓΧ/ΠΚ/ΜΣ 30 Αυγούστου 2013

ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΑΡΙΘΜΟΣ 2422/2012

ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ 218/2016 Α2 Τμ.

Σελίδα 1 από 6 ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Αριθμός 1349/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α1' Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, με την παρουσία της Γραμματέως

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ

Oργάνωση της δικαιοσύνης - Πορτογαλία

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4268/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 80/2011

Εφετείου Θεσσαλονίκης: 27/1995 Πηγή: ΕΕ 1 (1996) σελ. 76

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 7 Δεκεμβρίου 2010, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

ελεύθερα οποιοδήποτε δίκαιο, ακόµη και δίκαιο που δεν έχει καµία σχέση µε τη σύµβασή τους, εκτός και αν πρόκειται για τους λεγόµενους κανόνες αµέσου ε

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

Πολυµελές Πρωτοδικείο Πειραιώς 230/1996 Πηγή: Ε.Ε.. 56/97, σελ. 38,.Ε.Ε. 6/96, σελ. 637

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 3 Δεκεμβρίου 2010, με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη για να δικάσει μεταξύ:

Άρειος Πάγος Αποχώρηση λόγω συνταξιοδότησης και ύψος αποζημίωσης.

Εφετείο Πειραιώς: 1201/1995 Πηγή: Ε.Ε.. 55/96, σ.970.ε.ε.2/96, σ.195

Οι απαντήσεις μόνο από τα Πανεπιστημιακά Φροντιστήρια Κολλίντζα! 1

Αριθμός 24/2000 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Β1 Πολιτικό Τμήμα

Της αναιρεσείουσας: Π. συζύγου Λ. Ν., κατοίκου..., η οποία δεν παρασταθηκε στο ακροατήριο.

Αριθμός 1419/2005 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ B1 Πολιτικό Τμήμα

ΓΝΩΜΑΤΕΥΣΗ. ΘΕΜΑ: Τρόποι δικαστικής διεκδίκησης αχρεωστήτως καταβληθεισών εισφορών υπέρ ΤΣΜΕ Ε και λοιπών τρίτων.

Εφετείο Πειραιώς: 155/2002 Πηγή: Ε.Ν.. 30/01 σελ. 448

Αριθμός απόφασης 4013/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων)

ΕΞΙ ΠΙΝΑΚΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΟ ΚΠΟΛΔ (Ν. 4335/2015)

ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

απορροφώσας και της απορροφώµενης τράπεζας και τη µε αριθµό 38385/ πράξη του συµβολαιογράφου Αθηνών Γεωργίου

Πρόεδρος: Β. Θάνου-Χριστοφίλου, Αντιπρόεδρος ΑΠ. Εισηγητής: Π. Χατζηπαναγιώτης. ικηγόροι: Ι. Αρνέλλος, Γ. Πέτρου

ΑΠ 930/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του Πρωτοδικείου Κω την για να δικάσει την ακόλουθη υπόθεση μεταξύ:

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 59/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 09/2013

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ (ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ)

Αριθμός 95/2013 ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΛΑΡΙΣΑΣ

ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ

λειτουργεί αποτρεπτικά και εξυπηρετεί την τακτική της καθυστέρησης της γενικευµένης χορήγησης του επιδόµατος σε όλους τους δικαιούχους, πάγια θέση και

Αριθμός 1118/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Θέµα εργασίας : Άρθρο 2 παρ. 1 Συντάγµατος( Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας) Σχολιασµός Αποφ. 40/1998 Α.Π

Εφετείο Θεσσαλονίκης: 2591/1995 Πηγή: ΕΕργ / Τοµ.55 ος 1996, σελ. 967

ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ. Εξουσία που απονέμεται από το δίκαιο στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο (δικαιούχος) για την ικανοποίηση έννομων συμφερόντων του.

583 KAJI. 122/96. E.E. Παρ. ΙΠ(Ι) Αρ. 3052,


Απόφαση 162 / 2018 (Α2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Αριθμός 162/2018 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α2' Πολιτικό Τμήμα

Α. ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΟ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΥΛΗΣ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 137/2012

Ειρθεσ 8971/2006. Δικαστής: Μαριάννα Κουϊνέλη. Δικηγόροι: Χ. Ματζιώρης - Α. Αργυριάδης.

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3106/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 47/2011

Οδηγίες για την υποβολή αίτησης ρύθµισης των οφειλών υπερχρεωµένων φυσικών προσώπων στο Ειρηνοδικείο

Μονοµελές Πρωτοδικείο Θεσ/νίκης: 15260/97 Πηγή:.Ε.Ν. 53/1997 τεύχος 1275, σελ. 1034

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΑΤΥΧΗΜΑ ΕΥΘΥΝΗ ΠΡΟΣΤΗΣΑΝΤΟΣ ΑΠΟ ΠΡΑΞΗ ΥΠΟΠΡΟΣΤΗΘΕΝΤΟΣ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Νάξου. Με αυτό το περιεχόμενο ο λόγος αυτός της εφέσεως είναι επαρκώς ορισμένος και το Εφετείο, το οποίο έκρινε ομοίως απορρίπτοντας τον περί

ΕΞΙ ΠΙΝΑΚΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΟ ΚΠΟΛΔ (Ν. 4335/2015) 1

το ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑ(ΟΥ

Απόφαση Αναστολής Πλειστηριασμού Κατοικίας σε Υπερχρεωμένα Νοικοκυριά

ΕΕμπΔ 2014 σελ. 627, με παρατηρήσεις Δ.Τζάκα σελ. 631 Απόφαση 201 / 2014

ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΣΥΜΦΩΝΗΤΙΚΟ

Οι κυριότερες τροποποιήσεις του ΚΠολΔ με το Ν. 4335/2015

Περίληψη: Ο ναυτικός που υπέστη από εργατικό ατύχηµα ανικανότητα, έχει δικαίωµα να εγείρει την αγωγή του κοινού δικαίου και να ζητήσει πλήρη

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ 8 ο ΜΑΘΗΜΑ

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 16 Μαρτίου 2010, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4266/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 79/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 48/2012

Συμβάσεως της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση. Handelskwekerij G. J. Bier BV, εγκατεστημένης

Άρειος Πάγος B1' Πολιτικό Τμήμα Αριθμός αποφάσεως 15/2008

Π ρ ο σ ή λ θ ε [...] γ ι α να δικάσει την από 8 Φεβρουαρίου 2019 [...] αίτηση αναστολής,

Εξώδικος συµβιβασµός (Αίτηµα ιµηνά Μιλτιάδη του Αθανασίου

του. λόγω κατάσχεσης εις χείρας τρίτου δυνάμει της ως άνω δικαστικής αποφάσεως. Επ αυτού εκθέτω τα ακόλουθα:

Μονοµελές Πρωτοδικείο Πειραιά: 1344/2003 Πηγή: Ε.Ν. 31/03 σελ. 111

Αρείου Πάγου 3/2011, Ολομ. Πηγή: ΕΕΔ 71/2012, σελ. 139

Α Π Ο Φ Α Σ Η 110/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 70/2013

1 6. ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ 222/2011

Από την εφημερίδα ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΕΚΦΡΑΣΗ

Εφετείο Αθηνών: 4714/1996* Πηγή: Αρχείο Νοµολογίας ΜΘ'/98, σελ.187

Transcript:

Εφετείο Πειραιά: 958/92 Πηγή: Ε.Ν.. 21/93 σελ. 71 Θάνατος αλλοδαπού ναυτικού. Αλλαγή σηµαίας πλοίου. Εφαρµοστέο δίκαιο. Σύµβαση ναυτολογήσεως ναυτικού (γ µηχανικού), υπηκόου Φιλιππίνων εις το υπό ελληνική σηµαία, πλοίο, µε έγγραφο όρο της συµβάσεως ότι όλες οι διαφορές απορρέουσες από τη σύµβαση θα επιλύονται εις τα δικαστήρια των Φιλιππίνων. Πώληση πλοίου και αλλαγή σηµαίας (Κύπρου). Συνέχιση της παροχής εργασίας εις το αυτό πλοίο, χωρίς να καταρτισθεί νέα «έγγραφη»σύµβαση µε την αγοράστρια πλοιοκτήτρια. Θάνατος ναυτικού, καθ ον χρόνον το πλοίο έπλεε εις εµπόλεµη περιοχή Περσικού Κόλπου, βληθέν από Ιρακινά αεροσκάφη. Ναυτεργατικό ατύχηµα εκ βιαίου συµβάντος. Εφαρµοστέο δίκαιο, εν όψει της λύσεως της συµβάσεως ναυτολογήσεως, κατά το άρθρο 68 εδ. β ΚΙΝ, λόγω της αποβολής της ελληνικής σηµαίας και µη υπάρξεως εγγράφου όρου (άρθρου 43 Κπολ ), που να καθορίζει τη δικαιοδοσία του αλλοδαπού δικαστηρίου. ικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων (άρθρο 3 παρ. 1 Κπολ ), εφ όσον υπάρχει αρµοδιότητα ελληνικού δικαστηρίου. Έδρα τρίτης εναγοµένης στην Αθήνα. Τέταρτος και πέµπτος εναγόµενοι συνεφοπλιστές, κάτοικοι Αθηνών. Θεµελίωση αρµοδιότητας και δικαιοδοσία των τακτικών ελληνικών δικαστηρίων εις άρθρο 37 Κπολ, αφού υπάρχει µεταξύ των εναγοµένων ο δεσµός της οµοδικίας. Εξαφάνιση εκκαλουµένης, η οποία απέρριψε την αγωγή ελλείψει δικαιοδοσίας των ελληνικών δικαστηρίων. ιακράτηση και εκδίκαση της υποθέσεως κατ ουσίαν. Εφαρµογή του ελληνικού δικαίου και των ουσιαστικού δικαίου διατάξεων των ΣΣΝΕ, που αναφέρονται στα πληρώµατα των Φ/Γ πλοίων άνω των 4500 τον. DW. Όταν υπάρχει απαίτηση από την εκµετάλλευση του πλοίου κατά του εφοπλιστή (εκµεταλλευόµενου ξένου πλοίο), ο δανειστής δύναται να στραφεί κατ αυτού και του απλού κυρίου του πλοίου, οφειλέτης δε απαιτήσεως, που πηγάζει από την εκµετάλλευση του πλοίου, είναι µόνο ο εφοπλιστής, ενώ ο απλός κύριος ευθύνεται µόνο µε το πλοίο (άρθρο 84, 105, 106 ΚΙΝ ). Ευθύνη αντιπροσώπου κατά ν. 762/1978 και έκταση αυτής. Πρόεδρος: ΠΑΝ. ΗΜΟΠΟΥΛΟΣ Εισηγητής: ΙΩΑΝ. ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ ικηγόροι: Γ. Παυλάκης, Στυλ. ιπλούδης Επειδή, µε την αγωγή τους οι εκκαλούντες ισχυρίστηκαν ότι ο σύζυγος της πρώτης και πατέρας των υπόλοιπων, ο οποίος είχε ναυτολογηθεί ως Γ µηχανικός στο υπό Ελληνική σηµαία φορτηγό πλοίο «Α»., απεβίωσε κατά την διάρκεια και εξ αφορµής της υπηρεσίας του στο πλοίο κατά τις αναφερόµενες στην αγωγή συνθήκες. Ζήτησαν δε να υποχρεωθούν οι εναγόµενοι να καταβάλουν σ αυτούς τα αξιούµενα χρηµατικά ποσά ως αποζηµίωση λόγω εργατικού ατυχήµατος και χρηµατική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης. Η αγωγή αυτή απερρίφθη µε την 2768/86 απόφαση του Μον. Πρωτ. Αθηνών για έλλειψη δικαιοδοσίας των Ελληνικών δικαστηρίων. Κατά της αποφάσεως αυτής οι ενάγοντες άσκησαν έφεση, η οποία όµως απερρίφθη µε την 13494/87 απόφαση του Εφετείου Αθηνών, δεχθείσα και η απόφαση αυτή έλλειψη δικαιοδοσίας. Κατά της ασκηθείσας αναιρέσεως, εκδόδηκε η 707/1991 απόφαση του Αρείου Πάγου, η οποία αναίρεσε την απόφαση του Εφετείου σύµφωνα µε το 559 εδ. 14 του Κπολ, διότι λήφθηκε υπόψη ο όρος της σύµβασης, περί υπαγωγής της διαφοράς στα αλλοδαπά δικαστήρια, που δεν ήταν έγκυρος. Ήδη νοµίµως φέρεται µε κλήση κατά τους ορισµούς των άρθρων 579 παρ. 1 εδ. α, 580 παρ. 5 και 581 παρ. 2 του Κπολ, η υπό κρίση έφεση στο δικαστήριο τούτο της παραποµπής και συζητείται η υπόθεση µέσα στα όρια που διαγράφονται µε αναιρετική απόφαση. Επειδή, από όλα τα έγγραφα, τα οποία επικαλούνται και προσκοµίζουν οι διάδικοι, αποδείχτηκαν τα ακόλουθα: Με την από 30 Απριλίου 1984 έγγραφη σύµβαση, που καταρτίστηκε στη Μανίλα των Φιλιππίνων µεταξύ της εταιρείας υπό των επωνυµία «I.P.A. INC», ως εκπροσώπου της τρίτης εναγοµένης και του Ι.Γ., Φιλιππινέζου πολίτη, προσελήφθη

ο τελευταίος στο φορτηγό πλοίο «Ι.», πλην όµως από την αρχή της ναυτολογήσεώς του υπηρέτησε στο υπό Ελληνική σηµαία Φ/Γ πλοίο «Α.», νηολογίου Πειραιώς, ως Γ µηχανικός, για µια χρονική περίοδο δέκα (10) µηνών. Την 1 η Ιουλίου 1984 ο ως άνω ναυτικός εφονεύθη κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του, διότι το πλοίο, ευρισκόµενο στην εµπόλεµη περιοχή του Περσικού Κόλπου, εβλήθη από Ιρακινά αεροσκάφη µε µαγνητικές ρουκέτες. Η έγγραφη σύµβαση περιέχει πράγµατι τον όρο ότι όλες οι διαφορές που απορρέουν από τη σύµβαση ναυτολόγησης θα επιλύονται από τα δικαστήρια των Φιλιππίνων. Στις 7-5-1984 δηλαδή πριν από το βοµβαρδισµό το ως άνω πλοίο, στο οποίο είχε ναυτολογηθεί ο εν λόγω ναυτικός, επωλήθη από την πρώτη εναγοµένη στη δεύτερη και εγγράφηκε στα νηολόγια της Κύπρου, τη σηµαία της οποίας ανύψωσε. Ο ναυτικός συνέχισε την εργασία του στο πλοίο, χωρίς όµως να καταρτίσει νέα έγγραφη σύµβαση µε την αγοράστρια εταιρεία, που να διαλαµβάνει τον πιο πάνω όρο περί δικαιοδοσίας, αν ληφθεί υπόψη ότι κάθε σύµβαση ναυτολόγησης σύµφωνα µε το άρθρο 68 εδ. β του ΚΙΝδ λύεται µε την αποβολή της Ελληνικής σηµαίας. Με βάση τα δεδοµένα αυτά, δεν υπάρχει έγγραφος όρος (άρθρ. 43 Κπολ ), που να καθορίζει τη δικαιοδοσία του αλλοδαπού δικαστηρίου (βλ. την αναιρετική απόφαση). Έτσι εφαρµοστέο είναι το άρθρο 3 παρ. 1 Κπολ, σύµφωνα µε το οποίο στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων υπάγονται Έλληνες και αλλοδαποί, εφόσον υπάρχει αρµοδιότητα Ελληνικού δικαστηρίου. Η διάταξη αυτή καθιερώνει ως κανόνα τη διεθνή δικαιοδοσία των Ελληνικών Πολιτικών δικαστηρίων και στις ιδιωτικές διεθνείς διαφορές. Προς τούτο αρκεί αυτές να συνδέονται µε την Ελληνική Πολιτεία µε στοιχείο που να θεµελιώνει αρµοδιότητα Ελληνικού δικαστηρίου κατά τις διατάξεις, που αφορούν τη γενική και τις ειδικές δωσιδικίες. Στην προκειµένη περίπτωση η τρίτη εναγοµένη, που ενάγεται ως αντιπρόσωπος, έχει την έδρα στην Αθήνα, οι δε τέταρτος και πέµπτος, που ενάγονται ως συνεφοπλιστές, έχουν κατοικία στην Αθήνα. Με βάση τα στοιχεία αυτά, η αρµοδιότητα του πρωτοβάθµιου δικαστηρίου (Μονοµελές Αθηνών) και συνακόλουθα η δικαιοδοσία των τακτικών Ελληνικών δικαστηρίων για την εκδίκαση της επίδικης διαφοράς θεµελιώνεται στη διάταξη του άρθρου 37 Κπολ, αφού υπάρχει µεταξύ των εναγοµένων ο δεσµός της οµοδικίας. Η εκκαλουµένη απόφαση που έκανε δεκτή την ένσταση των εναγοµένων για έλλειψη δικαιοδοσίας των Ελληνικών δικαστηρίων προς εκδίκαση της ένδικης διαφοράς και απέρριψε την αγωγή, έσφαλε, και γι αυτό πρέπει να εξαφανιστεί κατά παραδοχή ως βασίµου σχετικού λόγου της έφεσης και να διακρατηθεί στο δικαστήριο τούτο η υπόθεση για εκδίκαση (άρθρ. 535 παρ. 1 Κπολ ). Με την υπό κρίση αγωγή, καθώς προαναφέρθηκε σε προηγούµενη σκέψη, επιδιώκεται η καταψήφιση των εναγοµένων για καταβολή α) αποζηµιώσεως λόγω ατυχήµατος βάσει του ν. 551/1915, β) χρηµατικής ικανοποιήσεως λόγω ψυχικής οδύνης και γ) πρόσθετης ειδικής αποζηµιώσεως µε βάση την ειδική συλλογική σύµβαση (για την πολεµική ζώνη). Καταρχήν, η διαφορά που κατάγεται σε δίκη µε την άνω αγωγή έχει στοιχεία που είναι δυνατόν να τη συνδέουν µε το δίκαιο περισσοτέρων πολιτειών. Έτσι ο ναυτικός ήταν υπήκοος των Φιλιππίνων, ο µισθός συµφωνήθηκε σε δολάρια, η σύµβαση ναυτολόγησης καταρτίστηκε στην αλλοδαπή (Μανίλα των Φιλιππίνων), το πλοίο, στο οποίο ναυτολογήθηκε ο ναυτικός, ως Γ µηχανικός, είχε κατά την κατάρτιση της σύµβασης Ελληνική σηµαία, ενώ κατά το χρόνο του ατυχήµατος είχε Κυπριακή σηµαία, η διαχειρίστρια του πλοίου τρίτη εναγοµένη (Ελληνική εταιρεία) έχει την έδρα της στην Αθήνα και τέλος οι τέταρτος και πέµπτος εναγόµενοι, φερόµενοι ως συνεφοπλιστές, είναι Ελληνικής υπηκοότητας και κατοικούν στην Αθήνα. Συνδέεται συνεπώς η ένδικη διαφορά µε περισσότερα κράτη, και έτσι ανακύπτει ζήτηµα σε ποιας πολιτείας το δίκαιο θα υπαχθεί, ώστε να κριθεί το νόµω βάσιµο της αγωγής. Κατά το άρθρο 25 ΑΚ οι ενοχές από σύµβαση ρυθµίζονται από το δίκαιο στο οποίο έχουν υποβληθεί τα µέρη. Αν δεν υπάρχει τέτοιο, εφαρµόζεται το δίκαιο που αρµόζει στη σύµβαση από το σύνολο των ειδικών συνθηκών. Εδώ πρέπει να αναφερθεί ότι η ειδική ευθύνη του εργοδότη από εργατικό ατύχηµα εντάσσεται στο πλαίσιο των εργασιακών συµβατικών ενοχών και δεν έχει χαρακτήρα ευθύνης από αδίκηµα ή οιονεί αδίκηµα. Και τούτο γιατί το εργατικό ατύχηµα, ως ζηµιογόνο περιστατικό εκδηλώνεται κατά την εκτέλεση ή εξ αφορµής της εργασίας και έχει ως αναγκαία προϋπόθεση την ύπαρξη συµβάσεως εργασίας ή έστω απλής εργασιακής σχέσεως, εξ αιτίας της οποίας επιβάλλονται στον εργοδότη ιδιαίτερες υποχρεώσεις για τα ατυχήµατα των εργαζοµένων, από µόνο το λόγο ότι εκµεταλλεύεται την εργασία τους, ανεξάρτητα δε από

την ύπαρξη υπαιτιότητας. Συνεπώς η ευθύνη του εργοδότη για το εργατικό ατύχηµα εµφανίζεται ως συνέπεια της συµβάσεως, εργασίας, χωρίς την οποία δεν νοείται εργατικό ατύχηµα, και εποµένως δεν µπορεί να γίνει λόγος για υποχρεώσεις του εργοδότη απ αυτό, χωρίς την ύπαρξη τέτοιας σχέσεως. Κατ ακολουθία στην έννοια «ενοχές από σύµβαση» του άρθρου 25 ΑΚ περιλαµβάνονται όλα τα δικαιώµατα και οι υποχρεώσεις των µερών που πηγάζουν από τη µεταξύ τους σύµβαση ή προϋποθέτουν την ύπαρξη της συµβάσεως αυτής. Εµπίπτουν εποµένως στη ρύθµιση του άρθρου αυτού (25 ΑΚ) και τα δικαιώµατα και οι υποχρεώσεις από εργατικό ατύχηµα και διέπονται από το δίκαιο, που ρυθµίζει τη σχετική σύµβαση (ΕΠ 1673/88 ΕΝ 17.186, ΕΠ 94/1992, Αν. Βερνάρδου το ικ. Ναυτικής Εργασίας, σελ. 96 σηµ. 156). Στην προκειµένη περίπτωση οι διάδικοι δεν ισχυρίζονται ότι συµφωνήθηκε η εφαρµογή του δικαίου ορισµένης πολιτείας. Οι ενάγοντες επικαλούνται στην αγωγή τους το Ελληνικό δίκαιο. µε τα αναφερθέντα παραπάνω στοιχεία το δικαστήριο κρίνει ότι αρµόζει η εφαρµογή του Ελληνικού δικαίου. Το γεγονός ότι το πλοίο κατά το χρόνο της ναυτολόγησης ήταν υπό Ελληνική σηµαία αποτελεί σοβαρότατο στοιχείο υπέρ της εφαρµογής του Ελληνικού δικαίου. Υπέρ της εφαρµογής του δικαίου αυτού συνηγορεί και το γεγονός ότι η διαχειρίστρια του πλοίου, η οποία εκπροσωπήθηκε από µια Φιλιππινέζικη εταιρεία κατά την κατάρτιση της σύµβασης, είναι Ελληνική εταιρεία και εδρεύει στην Αθήνα. Επίσης οι φερόµενοι ως συνεφοπλιστές (4 ος και 5 ος εναγόµενοι) είναι Έλληνες υπήκοοι και κάτοικοι Αθηνών. Πλέον τούτου και µετά τη µεταβίβαση του πλοίου στη δεύτερη εναγόµενη (που εδρεύει στην Κύπρο) και την ανύψωση της Κυπριακής σηµαίας, το µέγιστο µέρος των µετοχών παρέµεινε στην πρώτη εναγόµενη, τη δε διαχείριση εξακολούθησε να έχει η τρίτη εναγόµενη Ελληνική εταιρεία, προς όφελος του πέµπτου εναγοµένου, Έλληνος υπηκόου. Με βάση όλα αυτά τα στοιχεία εφαρµοστέο δίκαιο για τις ένδικες διαφορές είναι το Ελληνικό δίκαιο και εποµένως και των ουσιαστικού δικαίου διατάξεων των ΣΣΝΕ που αναφέρονται στα πληρώµατα των φορτηγών πλοίων άνω των 4500 τόνων DW (βλ. ΑΠ 46/1987 Ολοµ. Ελλ. ικ. 29-101). Καθώς προαναφέρθηκε, την 1-7-1984, ενώ το πλοίο «Α.», βρισκόταν µέσα στην εµπόλεµη περιοχή του Περσικού Κόλπου σε νηοποµπή, βλήθηκε µε µαγνητικές ρουκέτες από Ιρακινά αεροσκάφη, µε αποτέλεσµα να φονευθεί µεταξύ των άλλων, και ο σύζυγος της πρώτης των εναγοµένων και πατέρας των υπόλοιπων Ι.Ε.Γ., που υπηρετούσε στο πλοίο. Από το ατύχηµα αυτό, που συνέβη κατά την εργασία, οι ενάγοντες, σύζυγοι και τέκνα του, που διατρέφονταν από αυτόν, δικαιούνται την αποζηµίωση λόγω θανάτου του ναυτικού µε βάση το ν. 551/1915 και η οποία ανέρχεται στο ποσό του 1.615.125 δραχµών. Ειδικότερα οι πραγµατικές και τεκµαιρόµενες µηνιαίες αποδοχές του ναυτικού για το προ της 1-7-1984 δωδεκάµηνο ανέρχονται στα 1487 δολ. ΗΠΑ Χ 150 δρχ. = 223.050 (συµφων, βασικός µισθός 790 δολ. ΗΠΑ + 20% επ.κυρ. = 158 δολ. + µέσο όρο 180 ώρες υπερωριών (µαζί µε τις διπλές) Χ 2 δολ. Συµφων. Αµοιβή ανά ώρα) = 360 δολ. + αποζηµ. Αδείας 79 δολ.). Εποµένως η αποζηµίωση υπολογίζεται 223.050 Χ 12 µήνες = 2.676.600 Χ 5 έτη = 13.383000 100.000 = 13.283.000 : 4 = 3.320.750 + 100.000 = 3.420.750 δραχµές). Περαιτέρω οι ενάγοντες δικαιούνται και την προβλεπόµενη από το άρθρο 3 της Ειδικής Συλλογικής Σύµβασης, που κυρώθηκε µε την 70114/6287/6-10-1980 απόφαση ΥΕΝ, πρόσθετη ειδική αποζηµίωση (πέρα από την αποζηµίωση του ν. 551/1915), σε περίπτωση θανάτου µέλους του πληρώµατος στην πολεµική ζώνη, και η οποία ανέρχεται σε 3000 λίρες Αγγλίας (630.000 δρχ. = 3000 Χ 210). Ο ισχυρισµός των εναγοµένων ότι δεν καταβάλλεται η αποζηµίωση αυτή, διότι η προβλέπουσα την αποζηµίωση ως άνω Ειδική ΣΣ αφορά πληρώµατα των Ελληνικών πλοίων, δεν είναι βάσιµος. Και τούτο διότι κατά το χρόνο την ναυτολόγησης και για πολύ χρόνο µετά, το πλοίο ήταν µε Ελληνική σηµαία, και εφαρµόζονταν στην επίδικη σύµβαση οι Ελλ.Συλλ. Συµβάσεις. Αναφέρθηκα σαφώς πιο πάνω, ότι και µετά την ανύψωση της Κυπριακής σηµαίας, η ατοµική σύµβαση εξακολούθησε να λειτουργεί όπως και πριν κατά τρόπο απαράλλακτο µε τους ίδιους όρους και επιταγές και της Ειδικής Συλλογικής Σύµβασης. Τρανή απόδειξη τούτου είναι ότι οι εναγόµενοι εφάρµοσαν (εκεί που δεν υπήρχε η ειδική συµβατική ρύθµιση) τις Ελληνικές Συλλογικές Συµβάσεις, που αποτελούσαν όρο και περιεχόµενο της ατοµικής σύµβασης (βλέπε, µεταξύ των άλλων, το µε ηµεροµηνία 3-9-1984 ένταλµα πληρωµής επιδόµατος πολεµικής ζώνης και υπερωριακής αµοιβής). Από το τελευταίο στοιχείο προκύπτει, ότι οι εναγόµενοι κατέβαλαν το επίδοµα πολεµικής ζώνης µε

βάση την ως άνω Ειδική Συλλογική Σύµβαση. Εποµένως οι ενάγοντες δικαιούνται και την πρόσθετη αποζηµίωση της ίδιας Ειδ. Συλ. Σ. Τέλος οι ενάγοντες ζήτησαν µε την αγωγή τους χρηµατική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης (άρθρο 932 ΑΚ). εν αποδείχθηκε όµως από τα προαναφερθέντα αποδεικτικά µέσα, οιαδήποτε υπαιτιότητα του πλοιάρχου ή προστηθέντων µελών του πληρώµατος για το θάνατο του συζύγου και πατέρα των εναγόντων. Ο πλοίαρχος, πριν το πλοίο εισέλθει στην εµπόλεµη περιοχή, έδωσε εντολή προς τα µέλη του πληρώµατος να φέρουν σωσίβια και κράνη, ενώ παράλληλα ελήφθησαν όλα τα προληπτικά µέτρα για την περίπτωση που το πλοίο θα εβάλλετο µε πυρά. Όλα αυτά αναφέρονται λεπτοµερώς στην από 4 Φεβρ. 1988 έκθεση ένορκης προανάκρισης, που διενήργησε ο υποπλοίαρχος του Λιµενικού Σώµατος Λ.Χ. Μάλιστα δε το πόρισµα αυτό, καταλήγει στο τελικό συµπέρασµα ότι για το ατύχηµα δεν προέκυψαν ευθύνες για κανένα από τα µέλη του πληρώµατος του παραπάνω πλοίου. Με βάση τα δεδοµένα αυτά πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιµο το αίτηµα επιδικάσεως χρηµατικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης. Επειδή, οι εναγόµενοι, αποκρούοντες την αγωγή ισχυρίζονται ότι οι ενάγοντες δέχτηκαν να λάβουν µέρος της απαίτησής ους από το παραπάνω εργατικό ατύχηµα και ότι παρακινήθηκαν από την ένδικη αγωγή, άλλως από το υπόλοιπο της απαίτησης και ότι εν πάση περιπτώσει µε την καταβολή σ αυτούς του αναφερόµενου ποσού των 180.000 πέζος Φιλιππίνων αποσβέστηκε κατά το αντίστοιχο µέρος το επίδικο χρέος. Τους ως άνω ισχυρισµούς του ςοι εναγόµενοι στηρίζουν στα επικαλούµενα και προσκοµιζόµενα έγγραφα και συγκεκριµένα: 1) την από 18-12-1988 αίτηση των εναγόντων για οριστική απόρριψη προς την αρµόδια υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας των Φιλιππίνων, 2) την από 18-12-88 πράξη παραίτησης από δικαίωµα αγωγής, απαλλαγής και εγκατάλειψης απαίτησης και 3) το από 17-12-88 ένταλµα πληρωµής. Καταρχήν η αναφερόµενη στα έγγραφα αυτά παραίτηση από αγωγή δεν επιφέρει κατάργηση της προκειµένης δίκης, διότι η παραίτηση από αγωγή, στο µέτρο που είναι επιτρεπτή µετά την άσκησή της, γίνεται ή µε δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά ή µε δικόγραφο που επιδίδεται στον αντίδικο του παραιτούµενου. Ούτε επίσης είναι έγκυρη παραίτηση από µέρος της επίδικης απαίτησης, αφού οι διατάξεις που καθορίζουν την αποζηµίωση από εργατικό ατύχηµα είναι δηµοσίας τάξεως (άρθρο 14 του Β 24.7/25-8-1920 «περί κώδικα των νόµων περί ευθύνης προς αποζηµίωση εξ ατυχήµατος κλπ.). Το ποσό των 130.000 πέζος, το οποίο καταβλήθηκε από την πράκτορα του πλοίου προς τους ενάγοντες, και ισοδυναµεί µε 1.440.000 δρχ. (πράγµα το οποίο συνοµολογείται µε βάση το άρθρο 261 Κπολ, αφού δεν αµφισβητείται καθόλου) αποτελεί οπωσδήποτε µερική εξόφληση του επίδικου χρέους. Εποµένως ο παραπάνω ισχυρισµός είναι βάσιµος κατά το σκέλος αυτό και έτσι πρέπει από την πιο πάνω οφειλοµένη αποζηµίωση να αφαιρεθεί το καταβληθέν ποσό του 1.440.000 δραχµών (δηλαδή 3.420.750 µείον 1.440.000 = 1.980.750 υπόλοιπο). Ύστερα από όλα αυτά η υπό κρίση αγωγή πρέπει να γίνει δεκτή για το ποσό των 1.044.300 δρχ. για την πρώτη ενάγουσα και 522.150 δρχ. καθένας των λοιπών (1.980.750 + 630.000 = 2.610.750 : 522.150, 522.150 Χ 2 = 1.044.300). Επειδή, από τις συνδυασµένες διατάξεις των άρθρων 84.105, 106 ΚΙΝ συνάγεται ότι, όταν υπάρχει απαίτηση από την εκµετάλλευση του πλοίου κατά του εφοπλιστή δηλαδή εναντίον εκείνου που εκµεταλλεύεται ξένο πλοίο, µπορεί ο δανειστής να στραφεί κατά του εφοπλιστή και κατά του κυρίου του πλοίου. Στην περίπτωση αυτή ο οφειλέτης της απαιτήσεως που πηγάζει από την εκµετάλλευση του πλοίου είναι µόνον ο εφοπλιστής, ενώ ο απλός κύριος του πλοίου ευθύνεται για την απαίτηση αυτή µόνο µε το συγκεκριµένο περιουσιακό στοιχείο, το πλοίο. ηλαδή η ευθύνη του τελευταίου είναι αντικειµενική και πραγµατοπαγής, ενάγεται δε και αυτός απλώς και µόνο για να υπάρχει τίτλος εκτελεστός και κατ αυτού (Ρόκα Ναυτ. ικ. 1968 παρ. 43, ΑΠ 624/1968 ΕΕ 1969-243, ΕΠ 516/1986 ΕΝ 14-231). Εξάλλου µε το ν. 762/1978, ο οποίος θεσπίστηκε για να προστατεύσει τους ναυτικούς που συνάπτουν σύµβαση ναυτικής εργασίας στην Ελλάδα και που εφαρµόζεται είτε το πλοίο είναι υπό Ελληνική σηµαία είτε υπό ξένη σηµαία, καθορίζεται ευθύνη «εις ολόκληρον αυτού που συνάπτει µε το ναυτικό σύµβαση για την παροχή εργασίας ως αντιπρόσωπος του πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή, που δεν έχει µόνιµη κατοικία στην Ελλάδα ή είναι αλλοδαπή εταιρεία για όλες τις υποχρεώσεις του εργοδότη προς το ναυτικό από τη σχέση της ναυτικής εργασίας ή εξ αφορµής αυτής. Η ευθύνη αυτή καλύπτει όλες τις αξιώσεις των ναυτικών που πηγάζουν από

τη σύµβαση ναυτολογήσεως, όπως είναι και οι αξιώσεις για αποζηµίωση λόγω εργατικού ατυχήµατος. Στην προκειµένη περίπτωση η αγωγή, κατά την προσήκουσα εκτίµηση του δικογράφου, στρέφεται κατά των εναγοµένων µε την ακόλουθη ιδιότητα ο καθένας: η πρώτη εναγοµένη εταιρεία, που εδρεύει στον Παναµά, ως αρχική κυρία του πλοίου. Η δεύτερη εναγοµένη, που εδρεύει στην Κύπρο, ως µεταγενέστερη κυρία του πλοίου. Η τρίτη εναγοµένη Ελληνική εταιρεία, που εδρεύει στην Αθήνα, ως αντιπρόσωπος των κυριών του πλοίου (1 ης και 2 ης εναγοµένων) µε το ν. 762/78 και εκ παραλλήλου αντιπρόσωπος των 4 ου και 5 ου εναγοµένων. Και τέλος οι τέταρτος και πέµπτος εναγόµενοι, Έλληνες υπήκοοι και κάτοικοι Αθηνών, ως εφοπλιστές. Καταρχήν η αγωγή δεν νοµιµοποιείται παθητικά, στρεφοµένη κατά της πρώτης εναγοµένης (κυρίας του πλοίου), αφού κατά τα συνοµολογούµενα το πλοίο µεταβιβάστηκε και εποµένως η εναγοµένη αυτή δεν ήταν κυρία του πλοίου κατά το χρόνο της αγωγής. Για την τρίτη εναγοµένη, ως αντιπρόσωπο, δεν µπορεί να υπάρχει ευθύνη, σύµφωνα κει µε τη βάσιµη ένσταση έλλειψης παθητικής νοµιµοποίησης, αφού δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρµογής του ως άνω νόµου 762/78. Και τούτο διότι, καταρχήν η ένδικη σύµβαση καταρτίστηκε στην αλλοδαπή και όχι στην Ελλάδα. εύτερον διότι φέρεται ως αντιπροσωπεύουσα στη διαχείριση του πλοίου και ιδιαίτερα στη σύναψη της σύµβασης ναυτολογήσεως τις δύο πρώτες εναγόµενες που είναι απλώς κυρίες του πλοίου (και όχι πλοιοκτήτριες), και οι οποίες υπό την ιδιότητά τους αυτή δεν µπορούν να έχουν σχέση µε την εκµετάλλευση του πλοίου. Ο ν. 762/78 οµιλεί σαφώς για αντιπρόσωπο πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή. Και τρίτον, δεν µπορεί να εφαρµοστεί ο ν. 762/78 για την τρίτη εναγόµενη, φεροµένη ως αντιπρόσωπο των τέταρτου και πέµπτου εναγοµένων ως εφοπλιστών), αφού οι τελευταίο κατά τ ιστορούµενα της αγωγής και στην πραγµατικότητα είναι µόνιµοι κάτοικοι Αθηνών. Περαιτέρω και ως προς την ευθύνη των τέταρτου και πέµπτου εναγοµένων, αποδείχθηκε ότι απ αυτούς ο Γ.Π., είναι ο εφοπλιστής του ως άνω πλοίου, εφόσον εκµεταλλεύεται τούτο επί κέρδει για ίδιο λογαριασµό. Σειρά αποδεικτικών στοιχείων αποδεικνύουν κατά τρόπο αναµφίβολο την εν λόγω ιδιότητα του εναγοµένου αυτού. Στον προσκοµιζόµενο λεπτοµερή ναυτικό οδηγό τους έτους 1984 υπάρχει καταχώριση του πλοίου «Α.» στην οποία εκτός από την κυρία του πλοίου, πρώτη εναγοµένη S.C.M., αναφέρεται ως διαχειριστής και συνακόλουθα εν τοις πράγµασι εκµεταλλευόµενος το πλοίο, ο Γ.Π. Στο σηµείο αυτό πρέπει να διευκρινιστεί ότι η τρίτη εναγοµένη S.T., ήταν απλή πράκτορας του πλοίου και ενεργούσε πάντοτε για λογαριασµό του εφοπλιστή Γ.Π. Τούτο προκύπτει εµµέσως πλην σαφώς, από το µε ηµεροµηνία 12-4-1984 έγγραφο της ως άνω εταιρείας S.T., το οποίο υπογράφεται από τον Γ.Π. (ως διευθυντή), προς το Κεντρικό Λιµεναρχείο Πειραιώς, µε το εξής περιεχόµενο: «Παρακαλούµε όπως µα εκδόσετε έγγραφο εκτελωνισµού για τα πλοία µας Α. ΙΙ». Μετά τιµής S.T. υπογραφή Γ.Π. ΙΕΥΘΥΝΤΗΣ». Η πρώτη παρατήρηση είναι ότι η S.T. σαφώς αναφέρεται και µάλιστα περιοριστικά ως πράκτορας µόνον (AS AGENTS ONLY), ενεργώντας έτσι για λογαριασµό του εφοπλιστή. Επίσης αναφέρεται στο έγγραφο αυτό προς το λιµεναρχείο «το πλοίο µας». Άλλωστε δεν προβάλλεται από καµία πλευρά ότι την εκµετάλλευση του πλοίου αυτού είχε άλλο πρόσωπο. Επίσης στο πιστοποιητικό του Κεντρικού Λιµεναρχείου περί διαγραφής του πλοίου, πάλι ο Γ.Π., αναφέρεται ως εκπρόσωπος της κυρίας του πλοίου S. Και µετά τη µεταβίβαση του πλοίου στην Κυπριακή εταιρεία (δεύτερη εναγοµένη) τα πράγµατα έµειναν όπως και πριν δηλαδή η πρακτόρευση του πλοίου από την τρίτη εναγοµένη και ο εφοπλισµός από τον Γ.Π. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι η νέα αγοράστρια εταιρεία ανήκει κατά 99% στην πωλήτρια εταιρεία (βλ. τέλεξ 202/11838 από την Κύπρο του Ζ.). Προς ενίσχυση των ανωτέρω πρέπει να αναφερθούν και δύο υπεύθυνες δηλώσεις του ν.δ. 105/69 του ως άνω Γ.Π., προς το Κεντρικό Λιµεναρχείο Πειραιώς, στις οποίες αναγράφει την ιδιότητά του ως εφοπλιστή (βλ. τις από 19-91980 και 1084 δηλώσεις). Μετά από όλα αυτά, η υπό κρίση αγωγή θα γίνει δεκτή µόνον για τη δεύτερη εναγοµένη (ως κυρία του πλοίου) και για τον προαναφερθέντα εναγόµενο, ως εφοπλιστή, ενώ για τους λοιπούς εναγοµένους πρέπει να απορριφθεί.