Ο ΛΟΓΧΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΛΕΥΡΑΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ. ΚΑΙ Η ΤΑΦΗ ΤΟΥ (Ἰω 19, 31 42) ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΠΑΤΕΡΙΚΗ



Σχετικά έγγραφα
αὐτόν φέρω αὐτόν τὸ φῶς τὸ φῶς αὐτόν τὸ φῶς ὁ λόγος ὁ κόσμος δι αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ ὁ κόσμος αὐτὸν οὐκ ἔγνω αὐτόν

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

EDU IT i Ny Testamente på Teologi. Adjunkt, ph.d. Jacob P.B. Mortensen

3. δυνητικό: ἄν, ποὺ σημαίνει κάτι ποὺ μπορεὶ ἤ ποὺ μποροῦσε νὰ γίνει.

ΜΑΡΤΙΟΣ Θ 2014 ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ Η ΛΙΤΑΝΕΥΣΙΣ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ

πρῶτον μὲν τοῦτον τὸν λόγον ἀναλάβωμεν ὃν σὺ λέγεις περὶ τῶν δοξῶν μέν congr. cmpl. subj. bep. bij bijzinskern

1. ιδαγµένο κείµενο από το πρωτότυπο Θουκυδίδου Ἱστοριῶν Β 36

Iohannes Damascenus - De azymis

Εισαγωγή στη Φιλοσοφία

Πῶς σὺ Ιουδαῖος ὢν παρ ἐμοῦ πεῖν αἰτεῖς γυναικὸς Σαμαρίτιδος οὔσης;

Έννοια. Η αποδοχή της κληρονομίας αποτελεί δικαίωμα του κληρονόμου, άρα δεν

Ὁ πιστὸς φίλος. Πιστεύω¹ τῷ φίλῳ. Πιστὸν φίλον ἐν κινδύνοις γιγνώσκεις². Ὁ φίλος τὸν

«ΕΝ ΑΡΧΗ ΗΝ Ο ΛΟΓΟΣ»

ΘΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΘΕΟΛΟΓΟΥΣ

Η ΚΑΡΔΙΑ ΤΗΡΗΣΕ ΕΝΟΣ ΛΕΠΤΟΥ ΣΙΓΗ. Ἡ καρδιά (ἔλεγε κάποτε ὁ γέροντας Παΐσιος) εἶναι ὅπως τό ρολόι.

1 Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ λόγος, καὶ ὁ λόγος ἦν πρὸς τὸν θεόν, καὶ θεὸς ἦν ὁ λόγος. 2 οὗτος

Κείμενο διδαγμένο από το πρωτότυπο Δημοσθένους, Ὑπὲρ τῆς Ῥοδίων ἐλευθερίας, 17-18

Η Θεωρια Αριθμων στην Εκπαιδευση

ΠΟΤΔΗ ΣΗ ΤΝΟΠΣΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΗ ΚΑΙ ΣΗΝ Q

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

1st and 2nd Person Personal Pronouns

ιδαγµένο κείµενο 'Αριστοτέλους 'Ηθικά Νικοµάχεια (Β6, 4-10)

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΚΛΙΜΑΚΑ ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ: ΠΛΑΤΩΝ ΚΑΙ Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΙΔΕΩΝ

Στὴν ἀρχὴ ἦταν ὁ Λόγος. Ὁ Λόγος ἦταν μαζὶ μὲ

Ι ΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Αριστοτέλους Πολιτικά (Γ1, 1-2, 3-4/6/12) Τῷ περὶ πολιτείας ἐπισκοποῦντι, καὶ τίς ἑκάστη καὶ ποία

ΑΡΧΑΙΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. ΕΝΟΤΗΤΑ 4η

Commentarii in Lucam ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΛΕΞΑΝ ΡΕΙΑΣ ΕΞΗΓΗΣΙΣ ΕΙΣ ΤΟ ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Αʹ

ἡ πάλαι γλῶττα ἡ Ἑλληνικὴ, κατὰ τὸν αὐτὸμορφον τρόπον ὑπὸ Ἰακώβου τοῦ Δονάλδοῦ γέγραπται

ΤΕΛΟΣ 1ης ΑΠΟ 5 ΣΕΛΙΔΕΣ

Εισαγωγή στη Φιλοσοφία

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΑΠΑΝΤΗΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΣΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Β ΛΥΚΕΙΟΥ (ΑΓΝΩΣΤΟ)

ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ. (Β Κορ. δ 6 15)

Ας υποθέσουμε ότι ο παίκτης Ι διαλέγει πρώτος την τυχαιοποιημένη στρατηγική (x 1, x 2 ), x 1, x2 0,

2o ΘΕΜΑ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΑ Β ΓΥΜΝΑΙΟΥ

De natura composita. Τοῦ ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Ἰωάννου τοῦ αμασκηνοῦ περὶ συνθέτου φύσεως κατὰ ἀκεφάλων.

ΜΑΘΗΜΑ: ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΘΕΜΑ 61ο Λυσία, Ἐν βουλῇ Μαντιθέῳ δοκιμαζομένῳ ἀπολογία, 9-11

ΡΗΜΑΤΙΚΑ ΕΠΙΘΕΤΑ ΣΕ -τὸς και -τέος

Αὕτη δ ἐστίν ἡ καλουμένη πόλις καί ἡ κοινωνία ἡ πολιτική.

Η Παύλεια Θεολογία. Χριστολογία. Αικατερίνη Τσαλαμπούνη Επίκουρη Καθηγήτρια Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογία

ἐκτὸς ἐπ ἀσπαλάθων κνάµπτοντες, καὶ τοῖς ἀεὶ παριοῦσι σηµαίνοντες ὧν ἕνεκά τε καὶ ὅτι εἰς τὸν Τάρταρον ἐµπεσούµενοι ἄγοιντο.» Α. Από το κείµενο που

1. ιδαγμένο κείμενο από το πρωτότυπο Πλάτωνος Πρωταγόρας (323Α-Ε)

Ι ΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Ἀριστοτέλους, Ἠθικὰ Νικομάχεια Β 6, 9-13

Ευαγγελικές αφηγήσεις της Ανάστασης

De incarnatione et contra Arianos

Κατάλογος Ἐκδόσεων καὶ Ἐργοχείρων

ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ. Ἐπιμέλεια: Στέφανος Σουλδάτος Καλλιτεχνικό Μελώδημα (Εργαστήρι Παραδοσιακής Μουσικής

ΘΕΜΑ 1o Λυσία, Ἐν βουλῇ Μαντιθέῳ δοκιμαζομένῳ ἀπολογία, 1-3

Hexaemeron. Orientalia Christiana Analecta 278. Rome 2007.

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΔΕΙΓΜΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΡΑΠΕΖΑ ΘΕΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΧΙΛΙΑΔΩΝ

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ: ΠΛΑΤΩΝ ΚΑΙ Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΙΔΕΩΝ

Δειγματική Διδασκαλία του αδίδακτου αρχαιοελληνικού κειμένου στη Β Λυκείου με διαγραμματική παρουσίαση και χρήση της τεχνολογίας

ιδαγμένο κείμενο Αριστοτέλους Πολιτικά Θ 2.1-4

De tridui inter mortem et resurrectionem domini nostri Jesu

ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ Μ.ΤΕΤΑΡΤΗ 11 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2012 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ. Ι ΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Πλάτων, Πολιτεία 615C-616Α Αρδιαίος ο τύραννος

Συγκρίσεις ιατονικής Κλίµακας ιδύµου µε άλλες διατονικές κλίµακες.

Κείµενο διδαγµένο Κείµενο από το πρωτότυπο

12 οὐδὲ γὰρ ἐγὼ παρὰ ἀνθρώπου παρέλαβον αὐτό, οὔτε ἐδιδάχθην, ἀλλὰ δι' ἀποκαλύψεως Ἰησοῦ Χριστοῦ". ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ ΕΤΟΥΣ 2004 ΦΥΛΛΑ

Origenes - Adnotationes in Judices

Ο πύργος της Βαβέλ Πως «εξηγεί» η ιουδαιοχριστιανική θρησκεία την ποικιλία γλωσσών στον κόσμο

πάλιν εἰς τὴν συναγωγήν καὶ εἰσῆλθεν ἐκεῖ ἄνθρωπος καὶ ἐξηραμμένην ἔχων τὴν χεῖρα παρετήρουν καὶ αὐτὸν αὐτόν θεραπεύσει τοῖς σάββασιν κατηγορήσωσιν

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ. 1. ιδαγμένο κείμενο από το πρωτότυπο. Πλάτωνος Πρωταγόρας, (321 Β6-322Α). Η κλοπή της φωτιάς

Ι ΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Αριστοτέλους Ηθικά Νικομάχεια Β 1,5-8

Α. ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. Ἀριστοτέλους Πολιτικὰ Α1,1 και Γ1, 1-2. απόσπασμα α

Αποδεικτικές Διαδικασίες και Μαθηματική Επαγωγή.

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ ΚΑΙ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΥ ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ

Ad Graecos ex communibus notionibus

Περικλέους Σταύρου Χαλκίδα Τ: & F: chalkida@diakrotima.gr W:

ΚΑΝΟΝΙΟΝ ΕΤΟΥΣ 2013 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ ΗΜΕΡΟΜ. ΗΧΟΣ ΕΩΘΙΝΟΝ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ 6. Τῆς ἑορτῆς Ἐπεφάνη ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ (Τίτ.

4Αυτός ήτανε η ζωή, και ήταν η ζωή αυτή το φως για τους ανθρώπους. 4ἐν αὐτῷ ζωὴ ἦν, καὶ ἡ ζωὴ ἦν τὸ φῶς τῶν ἀνθρώπων.

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ

Fragmenta in Joannem

ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. Αριστοτέλους Πολιτικά, Θ 2, 1 4)

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

ΣΤΟ ΙΑΤΡΕΙΟ. Με την πιστοποίηση του αποκτά πρόσβαση στο περιβάλλον του ιατρού που παρέχει η εφαρμογή.

ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΠΡΟΣΟΡΜΙΣΗΣ, ΠΑΡΑΒΟΛΗΣ, ΠΡΥΜΝΟΔΕΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΛΛΙΜΕΝΙΣΜΟΥ ΣΚΑΦΩΝ ΣΕ ΘΑΛΑΣΣΙΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ. (ΛΙΜΑΝΙΑ κ.λπ.) ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΛΙΜΕΝΙΚΩΝ

ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Αριστοτέλης Ηθικά Νικομάχεια (Β6, 9-13 και 519b)

Αποστολικοί Πατέρες και Απολογητές. Tuesday, March 5, 13

De fide contra Nestorianos. Τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν Ἰωάννου τοῦ αμασκηνοῦ λόγος περὶ πίστεως κατὰ Νεστοριανῶν.

Κ Υ Ρ Ι Α Κ Η Τ Η Σ Π Ε Ν Τ Η Κ Ο Σ Τ Η Σ. Η ΠΕΡΙΣΤΕΡΑ ΚΑΙ Ο ΑΜΝΟΣ Ιερομ. Λεβ Ζιλλέ

Τευχος πρωτο. αρχεία. Πηγεσ γνωσησ, πηγεσ μνημησ Ένα σύγχρονο αρχείο. Το ΙΑ/ΕΤΕ ανοίγει τα χαρτιά του

ΠΡΩΤΑΓΟΡΑ 322Α - 323Α

Βυζαντινοί Ιστορικοί και Χρονογράφοι ΙI

Α. Διδαγμένο κείμενο : Ηθικά Νικομάχεια Αριστοτέλους ( Β1, 5-7 & 7-8 )

Fragmenta. 1 Ερευνητικό έργο: ΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΠΙΣΤΗΣ ΨΗΦΙΑΚΗ ΠΑΤΡΟΛΟΓΙΑ.

ΑΡΧΗ 1ης ΣΕΛΙΔΑΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ : ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΤΑΞΗ / ΤΜΗΜΑ : Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΠΕΡΙΟΔΟΥ : ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2017 ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙΔΩΝ: 7

Ἡ ἐκ τάφου ἔνδοξος Ἀνάστασις τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Λάβαρον, Μονὴ Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Ρίλας, Βουλγαρία.

ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΑΓΑΠΗΣ

Περὶ Εἰρήνης Λόγος ή Συµµαχικὸς Προοίµιο (απόσπασµα)

65 B Cope (1877)

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ Γ ΤΑΞΗ

ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ 2013 ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ: ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ

ΘΕΜΑΤΑ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2011

De virginitate ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΠΕΡΙ ΠΑΡΘΕΝΙΑΣ. Ὅτι τῶν αἱρετικῶν ἡ παρθενία μισθὸν οὐκ ἔχει.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ. Γενικός σημαιοστολισμός, από τις 8:00 π.μ. της 25 ης Οκτωβρίου. Δημοτικών καταστημάτων, των Ν.Π.Δ.Δ., των Τραπεζών, των οικιών

Noun: Masculine, Κύριος - D2.1 Meaning: Lord, Master. Noun: Neuter, ἔργον - D2.2 Meaning: work

Transcript:

Ο ΛΟΓΧΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΛΕΥΡΑΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΚΑΙ Η ΤΑΦΗ ΤΟΥ (Ἰω 19, 31 42) ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΠΑΤΕΡΙΚΗ

ΜΑΡΙΑΣ ΣΠΑΡΤΑΛΗ Ο ΛΟΓΧΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΛΕΥΡΑΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΚΑΙ Η ΤΑΦΗ ΤΟΥ (Ἰω 19, 31 42) ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΥΠΟΒΛΗΘΕΙΣΑ ΣΤΟ ΤΜΗΜΑ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ ΚΟΥΤΛΕΜΑΝΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2008

ΠΡΟΛΟΓΟΣ Η παρούσα εργασία με θέμα «Ὁ λογχισμὸς τῆς πλευρᾶς τοῦ Ἰησοῦ καὶ ἡ ταφή του (Ἰω 19,31 42). Ἑρμηνεία Πατερική», έχει εκπονηθεί στα πλαίσια του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών του Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ. για να υποβληθεί ως διπλωματική εργασία στον τομέα ειδικεύσεως «Αγία Γραφή και Πατερική Γραμματεία». Η περικοπή που διαπραγματεύομαι στη συγκεκριμένη εργασία διαβάζεται τμηματικά στην Εκκλησία μας κατά την ακολουθία των Παθών, τη Μεγάλη Πέμπτη το βράδυ. Ο Ιησούς πέθανε ως άνθρωπος πάνω στο σταυρό. Ρωμαίοι στρατιώτες διαπίστωσαν το θάνατό Του και κρυφοί μαθητές Του φροντίζουν να ενταφιάσουν το σώμα Του με τις απαραίτητες νεκρικές τιμές, σύμφωνα με τις ιουδαϊκές συνήθειες. Οι Ιουδαίοι θεωρούν πως ήσυχοι πλέον μπορούν να γιορτάσουν το πάσχα, αλλά ο Ιησούς εγκαινιάζει ένα νέο Πάσχα που έχει ως κέντρο τη σταυρική Του θυσία. Έτσι, με το θάνατο και την ανάστασή Του ανοίγει το δρόμο για τον ουρανό. Από τη θέση αυτή θα ήθελα να εκφράσω τις πιο θερμές και ειλικρινείς μου ευχαριστίες στο σύμβουλό μου καθηγητή κ. Παυσανία Κουτλεμάνη, του οποίου το αμέριστο ενδιαφέρον και η διαρκής καθοδήγηση συνέβαλαν αποφασιστικά στην εκπόνηση και σύνταξη της εργασίας αυτής. Νοέμβριος 2008 Μαρία Σπάρταλη

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ...5 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ...7 ΕΙΣΑΓΩΓΗ...9 ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΠΑΡΑΘΕΜΑΤΑ (CATENA)... 15 Α Ο ΛΟΓΧΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΛΕΥΡΑΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ... 17 Β Η ΤΑΦΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ... 137 ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΟ ΥΠΟΜΝΗΜΑ... 167 Α Ο ΛΟΓΧΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΛΕΥΡΑΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ... 169 Β Η ΤΑΦΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ... 195 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ... 205

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η περικοπή που διαπραγματεύομαι από το κατά Ιωάννην ευαγγέλιο έχει ως αντικείμενο τον λογχισμό της πλευράς του Ιησού και την ταφή του. Η εργασία χωρίζεται σε δύο μέρη. Το πρώτο μέρος, τα Πατερικά παραθέματα (Catena), απαρτίζεται από τη συλλογή και καταγραφή όλων των σχετικών με την περικοπή παραθεμάτων των πατέρων και των εκκλησιαστικών συγγραφέων. Σε ένα αρχικό στάδιο ερευνήθηκαν και αποδελτιώθηκαν όλα τα υπομνήματα στο κατά Ιωάννην ευαγγέλιο (ad hoc χωρία). Τα υπομνήματα αυτά ανήκουν στον Ιωάννη τον Χρυσόστομο, στον Κύριλλο Αλεξανδρείας, στον Αμμώνιο Αλεξανδρείας, στο Θεοφύλακτο Βουλγαρίας, στον Ευθύμιο Ζιγαβηνό και στα Παλαιά Σχόλια. Ενδελεχέστερη όμως έρευνα έγινε στα μη ad hoc χωρία, που βασίζονται στους πίνακες χωρίων της ελληνικής έκδοσης του Migne. Τα παραθέματα αυτά προέρχονται από τα άλλα έργα των πατέρων και εκκλησιαστικών συγγραφέων. Επίσης χρησιμοποιήθηκαν οι σειρές Corderius, Cramer και Reuss. Στα πατερικά παραθέματα, όπως διαπιστώνεται από τις παραπομπές, συμπεριλαμβάνονται και μερικοί συγγραφείς, που δεν έχουν ορθόδοξο φρόνημα και θεωρούνται αιρετικοί, όπως είναι ο Μανουήλ Καλέκας και ο Ιωάννης Βέκκος. Η χρήση παραθέσεων από τα έργα τους γίνεται για να φανεί η υπεροχή των επιχειρημάτων των ορθοδόξων και να προσδιοριστούν οι αιρετικές δοξασίες τους.

Όλα τα παραθέματα κατατάχθηκαν με βάση το κείμενο της Καινής Διαθήκης κυρίως κατά στίχο ή στίχους. Στις παραπομπές των συγγραφέων χρησιμοποιείται η χρονολογική σειρά του καθενός. Το Ερμηνευτικό Υπόμνημα αποτελεί το δεύτερο μέρος της εργασίας. Για τη σύνταξή του απαιτήθηκε συστηματική μελέτη των πατερικών παραθεμάτων και σχολαστική ανάλυσή τους. Χρησιμοποιήθηκαν όμως για την καλύτερη κατανόηση και παρουσίαση και υπομνήματα νεοτέρων Ελλήνων και ξένων ερμηνευτών, όπως των Δαμαλά, Τρεμπέλα, Σάκκου, Bernard και Howard. Το ερμηνευτικό υπόμνημα διαρθρώνεται σε δύο μέρη: Α. Ο λογχισμός της πλευράς του Ιησού (Ιω 19, 31 37). Β. Η ταφή του Ιησού (Ιω 19, 38 42). Ο Ιησούς μετά το μυστικό δείπνο με τους μαθητές του και την προσευχή στον κήπο της Γεθσημανής συνελήφθηκε από τους Ρωμαίους στρατιώτες και τους Ιουδαίους φρουρούς του ναού (Ἰω 18,3) με τη βοήθεια του μαθητή του Ιούδα. «Δικάστηκε» από τον Άννα και τον Καϊάφα, τους αρχιερείς του έτους, καταδικάστηκε σε θάνατο σταυρικό από τον Πιλάτο, έπαθε και τελικά σταυρώθηκε ημέρα Παρασκευή, την έκτη ημέρα της εβδομάδας. Η επομένη της σταυρικής θυσίας του Ιησού ημέρα ήταν Σάββατο και μάλιστα διπλή γιορτή, αφού συνέπιπτε με την εβδομαδιαία γιορτή του Σαββάτου η ετήσια γιορτή των Αζύμων. Επομένως δεν έπρεπε αυτή την ημέρα να μείνουν τα νεκρά σώματα στο σταυρό. Γι αυτό το λόγο οι Ιουδαίοι ζητούν από τον Πιλάτο να κατεβάσουν από το σταυρό τα σώματα των καταδικασμένων και μάλιστα επισπεύδοντας το θάνατό τους, αν δεν είχε ήδη συμβεί, με το σπάσιμο των οστών τους. Πράγματι, ο Πιλάτος δίνει την ανάλογη εντολή στους στρατιώτες κι αυτοί συνέτριψαν τα σκέλη των δύο ληστών που ζούσαν ακόμη. Τελευταία, ήρθαν και στον Ιησού, τον οποίο, όμως, τον βρήκαν ακίνητο, χωρίς να δίνει κανένα σημείο ζωής, οπότε δεν έπραξαν στο νεκρό του 10

σώμα ό,τι έπραξαν και στους δυο ληστές. Ωστόσο, έπρεπε να διαπιστώσουν αν πράγματι είχε πεθάνει ο Ιησούς, γι αυτό τρυπούν την πλευρά του με τη λόγχη. Κι ενώ ήταν νεκρό το άχραντο σώμα του Χριστού, απ την πλευρά του έτρεξε αμέσως αίμα και ύδωρ σύμβολα, σύμφωνα με τους Πατέρες, των μυστηρίων της θείας Κοινωνίας και του Βαπτίσματος. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης περιγράφει όσα είδε ως αυτόπτης και αυτήκοος, φέρνοντας ως μάρτυρα τη συνείδησή του, για να πιστέψουν κι όλοι όσοι διαβάζουν το ευαγγέλιό του. Με το θάνατο του Ιησού, που συνέβη χωρίς τη συντριβή των οστών, έχουμε την εκπλήρωση της γραφής, σύμφωνα με την οποία «ὀστοῦν οὐ συντριβήσεται αὐτοῦ». Όπως περιγράφεται στην Παλαιά Διαθήκη, κατά την έξοδο των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο, ο Θεός διέταξε διά του Μωυσή περί του αμνού να μη συντριβεί κανένα οστό του. Αυτό το τηρούσαν οι Ιουδαίοι κάθε πάσχα. Ο πασχάλιος αμνός, λοιπόν, ήταν τύπος αυτού του γεγονότος που αναφέρει ο Ιωάννης, ότι δηλαδή δε χρειάστηκε να σπάσουν τα οστά του εσταυρωμένου Ιησού, διότι είχε ήδη πεθάνει. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης αναφέρει κι ένα άλλο χωρίο της γραφής, το οποίο, ως προφητεία, εκπληρώνεται αρχικά με το λογχισμό της πλευράς του Ιησού και τελικά στη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου. Πρόκειται για ένα στίχο από τον προφήτη Ζαχαρία όπου προλέγεται η από τον Θεό σωτηρία της Ιερουσαλήμ και η καταστροφή των εχθρών της. «Ὄψονται εἰς ὅν ἐξεκέντησαν», είναι ο στίχος που επαναλαμβάνει ο Ιωάννης και αφορά στους Ιουδαίους που κατά τη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου θα δουν τον Ιησού του οποίου την πλευρά κέντησαν με τη λόγχη. Μετά από τη διαπίστωση του θανάτου του Ιησού, ο Ιωσήφ από την Αριμαθαία κρυφός μαθητής του Χριστού, όχι όμως άσημο πρόσωπο μιας και ήταν βουλευτής ζητά από τον Πιλάτο το νεκρό σώμα του διδασκάλου του. Αφού ο Πιλάτος έδωσε την ανάλογη άδεια, ήρθε ο Ιωσήφ 11

και πήρε το σώμα του Ιησού. Δεν ήταν όμως μόνος. Μαζί του ήρθε και ο Νικόδημος, κι αυτός κρυφός μαθητής του Χριστού, φαρισαίος, που, όπως αναφέρει ο Ιωάννης, πήγε βράδυ κάποια φορά να συζητήσει με τον Ιησού. Αυτός φέρει τα απαραίτητα για τον ενταφιασμό αρώματα και μάλιστα σε μεγάλη ποσότητα. Ο Ιωσήφ με τον Νικόδημο, πήραν το σώμα του Ιησού και αφού πρόσφεραν τις νεκρικές τιμές κατά τις συνήθειες των Ιουδαίων, το ενταφίασαν σ ένα άδειο μνήμα που βρισκόταν μέσα σ ένα κήπο, στο τόπο όπου σταυρώθηκε ο Χριστός. Σημειώνει ο ευαγγελιστής ότι σ αυτό το μνήμα δεν είχε τοποθετηθεί κανείς άλλος παλιότερα. Θα αποδειχθεί μ αυτόν τον τρόπο ότι ήταν αυτός ο Ιησούς που αναστήθηκε κι όχι κάποιος άλλος, ούτε με τη δύναμη κάποιου άλλου. Σ αυτόν τον τόπο, λοιπόν, έβαλαν τον Ιησού, επειδή το μνήμα ήταν κοντά. 12

Εὐαγγέλιον κατὰ Ἰωάννην 19,31 42 31 Οἱ οὖν Ἰουδαῖοι, ἵνα μὴ μείνῃ ἐπὶ τοῦ σταυροῦ τὰ σώματα ἐν τῷ σαββάτῳ, ἐπεὶ παρασκευὴ ἦν ἦν γὰρ μεγάλη ἡ ἡμέρα ἐκείνη τοῦ σαββάτου ἠρώτησαν τὸν Πιλᾶτον ἵνα κατεαγῶσιν αὐτῶν τὰ σκέλη, καὶ ἀρθῶσιν. 32 Ἦλθον οὖν οἱ στρατιῶται, καὶ τοῦ μὲν πρώτου κατέαξαν τὰ σκέλη καὶ τοῦ ἄλλου τοῦ συσταυρωθέντος αὐτῷ 33 ἐπὶ δὲ τὸν Ἰησοῦν ἐλθόντες ὡς εἶδον αὐτὸν ἤδη τεθνηκότα, οὐ κατέαξαν αὐτοῦ τὰ σκέλη, 34 ἀλλ εἷς τῶν στρατιωτῶν λόγχῃ αὐτοῦ τὴν πλευρὰν ἔνυξε, καὶ εὐθέως ἐξῆλθεν αἷμα καὶ ὕδωρ. 35 Καὶ ὁ ἑωρακὼς μεμαρτύρηκε, καὶ ἀληθινὴ αὐτοῦ ἐστιν ἡ μαρτυρία, κἀκεῖνος οἶδεν ὅτι ἀληθῆ λέγει, ἵνα καὶ ὑμεῖς πιστεύσητε. 36 Ἐγένετο γὰρ ταῦτα, ἵνα ἡ γραφὴ πληρωθῇ, ὀστοῦν οὐ συντριβήσεται αὐτοῦ. 37 Καὶ πάλιν ἑτέρα γραφὴ λέγει ὄψονται εἰς ὃν ἐξεκέντησαν. 38 Μετὰ δὲ ταῦτα ἠρώτησε τὸν Πιλᾶτον Ἰωσήφ ὁ ἀπὸ Ἀριμαθαίας, ὢν μαθητὴς τοῦ Ἰησοῦ, κεκρυμμένος δὲ διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων, ἵνα ἄρῃ τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ καὶ ἐπέτρεψεν ὁ Πιλᾶτος. Ἦλθεν οὖν καὶ ἦρε τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. 39 Ἦλθε δὲ καὶ Νικόδημος ὁ ἐλθὼν πρὸς τὸν Ἰησοῦν νυκτὸς τὸ πρῶτον, φέρων μῖγμα σμύρνης καὶ ἀλόης ὡς λίτρας ἑκατόν. 40 Ἔλαβον οὖν τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ καὶ ἔδησαν αὐτὸ ἐν ὀθονίοις μετὰ τῶν ἀρωμάτων, καθὼς ἔθος ἐστὶ τοῖς Ἰουδαίοις ἐνταφιάζειν. 41 Ἦν δὲ ἐν τῷ τόπῳ ὅπου ἐσταυρώθη κῆπος, καὶ ἐν τῷ κήπῳ μνημεῖον καινόν, ἐν ᾧ οὐδέπω οὐδεὶς ἐτέθη. 42 Ἐκεῖ οὖν διὰ τὴν παρασκευὴν τῶν Ἰουδαίων, ὅτι ἐγγὺς ἦν τὸ μνημεῖον, ἔθηκαν τὸν Ἰησοῦν.

ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΠΑΡΑΘΕΜΑΤΑ (CATENA)

Α Ο ΛΟΓΧΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΛΕΥΡΑΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ 19,31 34. Οἱ οὖν Ἰουδαῖοι, ἵνα μὴ μείνῃ ἐπὶ τοῦ σταυροῦ τὰ σώματα ἐν τῷ σαββάτῳ, ἐπεὶ παρασκευὴ ἦν ἦν γὰρ μεγάλη ἡ ἡμέρα ἐκείνη τοῦ σαββάτου ἠρώτησαν τὸν Πιλᾶτον ἵνα κατεαγῶσιν αὐτῶν τὰ σκέλη, καὶ ἀρθῶσιν. Ἦλθον οὖν οἱ στρατιῶται, καὶ τοῦ μὲν πρώτου κατέαξαν τὰ σκέλη καὶ τοῦ ἄλλου τοῦ συσταυρωθέντος αὐτῷ ἐπὶ δὲ τὸν Ἰησοῦν ἐλθόντες ὡς εἶδον αὐτὸν ἤδη τεθνηκότα, οὐ κατέαξαν αὐτοῦ τὰ σκέλη, ἀλλ εἷς τῶν στρατιωτῶν λόγχῃ αὐτοῦ τὴν πλευρὰν ἔνυξε, καὶ εὐθέως ἐξῆλθεν αἷμα καὶ ὕδωρ. «Ἀλλ εἷς τῶν στρατιωτῶν λόγχῃ αὐτοῦ τὴν πλευρὰν ἔνυξεν, καὶ εὐθέως ἐξῆλθεν αἷμα καὶ ὕδωρ», τὰ δύο καθάρσια τοῦ τε βαπτίσματος καὶ τῆς μεταλήψεως τῶν ἀχράντων αὐτοῦ μυστηρίων. Χρονικόν Πασχάλιον, PG 92, 536C Παρέθετο μὲν τὸ πνεῦμα ὁ Κύριος τῷ Θεῷ και Πατρί, δεικνύων, ὡς οὐκ ἔτι τοῖς μνήμασιν ἐμφιλοχωροῦσι τῶν ἁγίων αἱ ψυχαί, τρέχουσι δὲ μᾶλλον εἰς χεῖρας τοῦ πάντων Πατρός, τῶν δὲ ἁμαρτωλῶν εἰς τὸν τῆς κολάσεως τόπον κατασπωμένων, τουτέστι τὸν ᾃδην. «Οἱ δὲ τὴν κάμηλον καταπίνοντες καὶ τὸν κώνωπα διυλίζοντες» (Μθ 23,24), τηλικοῦτον ἐργασάμενοι τόλμημα, περὶ τῆς ἡμέρας ἀκριβολογοῦνται. «Ἵνα γάρ, φησί, μὴ μείνῃ ἐπὶ τοῦ σταυροῦ τὰ σώματα, ἠρώτησαν τὸν Πιλᾶτον» ὅ έστι παρεκάλεσαν, «ἵνα ἀρθῶσι». Τίνος δὲ ἕνεκα κατεαγῆναι τὰ σκέλη αἰτοῦνται; Ἵνα εἰ καὶ ἐπιζήσουσιν, ἄχρηστοι ὦσι λῃσταὶ γὰρ ἦσαν. Οὐκ ἐβούλοντο οὖν ἐν τῇ ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τιμωροὶ καὶ φονεῖς φαίνεσθαι. Ἄλλως τε καὶ ὁ νόμος οὕτως ἐκέλευε, μὴ ἐπιδύειν τὸν ἥλιον ἐπὶ τιμωρίᾳ ἀνθρώπου. Ὅρα δὲ δι ὧν τεχνάζονται Ἰουδαῖοι, τὰς προφητείας 17

πληρουμένας, ὥσπερ οὖν κἀνταῦθα δύο ἐν ταὐτῷ πληροῦνται προφητεῖαι, ὡς ἐφεξῆς ὁ εὐαγγελιστής φησι. Τὰ μὲν οὖν τοῦ Ἰησοῦ σκέλη οὐ συνέτριψαν, ὅμως δὲ καταχριζόμενοι τοῖς Ἰουδαίοις, κεντοῦσιν αὐτόν, καὶ αἷμα καὶ ὕδωρ ἐξέρχεται καὶ τοῦτο ξένον. Ἐκεῖνοι μὲν γὰρ καὶ νεκρὸν τὸ σῶμα ὑβρίζειν ἐπεχείρουν, ἡ δὲ ὕβρις αὐτοῖς εἰς θαῦμα περιίστατο. Θεοφυλάκτου, Εἰς Ἰωάννην 19, PG 124, 281AC Τὶ χρὴ νομίζειν τὴν διάπυρον τότε ταύτην παθεῖν; μικροῦ ἄν καὶ τὸν στρατιώτην διέσπασεν, εἰ μὴ κατὰ γυναῖκα συστελλομένη ἀνεδύετο, καὶ τὰ γυναικῶν φρονεῖν ἠναγκάζετο κἄν ἀνδρεῖον ἔχουσα φρόνημα, Ἔπεχε, λέγει, τὴν χεῖρα, τολμηρέ στρατιῶτα, μὴ σοι ῥομφαία ἐπέλθοι θεήλατος. Πῶς ἦν εἰκὸς ἐνορῶσαν ταῦτα δριμίττεσθαι τὴν ψυχήν; ῥομφαίᾳ γὰρ τὰς καρδίας ἐτέτρωντο, ἐκείνου τὴν πλευρὰν διορυσαμένου. Νικηφόρου Καλλίστου, Εἰς τὴν Μαγδαληνήν, PG 147, 557AB 19,31. Οἱ οὖν Ἰουδαῖοι, ἵνα μὴ μείνῃ ἐπὶ τοῦ σταυροῦ τὰ σώματα ἐν τῷ σαββάτῳ, ἐπεὶ παρασκευὴ ἦν ἦν γὰρ μεγάλη ἡ ἡμέρα ἐκείνη τοῦ σαββάτου ἠρώτησαν τὸν Πιλᾶτον ἵνα κατεαγῶσιν αὐτῶν τὰ σκέλη, καὶ ἀρθῶσιν. Καὶ διὰ τοῦτο Μωϋσέα ἐν τῇ ἕκτῃ τῶν ἡμερῶν εἰρηκέναι τὸν ἄνθρωπον γεγονέναι καὶ τὴν οἰκονομίαν δὲ ἐν τῇ ἕκτῃ τῶν ἡμερῶν, ἥτις ἐστὶ Παρασκευή, τὸν ἔσχατον ἄνθρωπον εἰς ἀναγέννησιν τοῦ πρώτου ἀνθρώπου πεφηνέναι, ἧς οἰκονομίας ἀρχὴν καὶ τέλος καὶ τὴν ἕκτην ὥραν, ἐν ᾗ προσηλώθη τῷ ξύλῳ. Εἰρηναίου, Ἔλεγχος καὶ ἀνατροπὴ τῆς ψευδωνύμου γνώσεως, PG 7, 608A 18

«Ἦν δὲ Παρασκευὴ τοῦ Πάσχα ὥρα ἦν ὡσεὶ τρίτη» (Ἰω 19,14), καθὼς τὰ ἀκριβῆ βιβλία περιέχει, αὐτό τε τὸ ἰδιόχειρον τοῦ εὐαγγελιστοῦ, ὅπερ μέχρι τοῦ νῦν πεφύλακται χάριτι Θεοῦ ἐν τῇ Ἐφεσίων ἁγιωτάτη Ἐκκλησία, καὶ ὑπὸ τῶν πιστῶν ἐκεῖσε προσκυνεῖται. Καὶ πάλιν ὁ αὐτός φησιν εὐαγγελιστής «Οἱ οὖν Ἰουδαῖοι, ἵνα μὴ μείνῃ ἐπὶ τοῦ σταυροῦ τὰ σώματα ἐν τῷ σαββάτῳ (ἐπεὶ Παρασκευὴ ἦν ἦν γὰρ μεγάλη ἡ ἡμέρα ἐκείνη τοῦ σαββάτου), ἠρώτησαν τὸν Πιλάτον ἵνα κατεαγῶσιν αὐτῶν τὰ σκέλη, καὶ ἀρθῶσιν». Ἐν αὐτῇ οὖν τῇ ἡμέρᾳ ἐν ᾗ ἔμελλον οἱ Ἰουδαῖοι πρὸς ἑσπέραν ἐσθίειν τὸ Πάσχα, ἐσταυρώθη ὁ Κύριος ἠμῶν, καὶ Σωτὴρ Ἰησοῦς Χριστός, θύμα γενόμενος τοῖς μέλλουσι μεταλήψεσθαι τῆς πίστεως τοῦ κατ αὐτὸν μυστηρίου, κατὰ τὸ γεγραμμένον τῷ μακαρίῳ Παύλῳ «Καὶ γὰρ τὸ Πάσχα ἡμῶν ὑπὲρ ἡμῶν ἐτύθη Χριστός» (Α Κο 5,7) καὶ οὐχ ὥς τινες ἀμαθείᾳ φερόμενοι διαβεβαιοῦνται, ὡς φαγὼν τὸ Πάσχα παρεδόθη ὅπερ οὔτε παρὰ τῶν ἁγίων Εὐαγγελίων μεμαθήκαμεν, οὔτε τις τῶν μακαρίων ἡμῖν ἀποστόλων παραδέδωκεν. Ἐν ᾧ καιρῷ ἔπαθεν ὑπέρ ἡμῶν κατὰ σάρκα ὁ Κύριος ἡμῶν καὶ Θεὸς Ἰησοῦς ὁ Χριστός, τὰ κατὰ νόμον οὐκ ἔφαγε Πάσχα ἀλλ, ὡς ἔφην, αὐτὸς ὡς ἀληθὴς ἀμνὸς ἐτύθη ὑπὲρ ἡμῶν ἐν τῇ τοῦ σκιώδους Πάσχα ἑορτῇ, ἐν ἡμέρᾳ Παρασκευῇ τῇ ιδ τοῦ πρώτου μηνὸς τῆς σελήνης. Πέτρου Ἀλεξανδρείας, Ἀποσπάσματα ἐκ διαφόρων συγγραμμάτων αὐτοῦ, PG 18, 517D 520A Καὶ αὕτη ἡ αἴτησις ὠμοτάτη διὰ γὰρ τὸ εἶναι τὴν ἡμέραν ἐκείνην μεγάλην, ἔσπευδον, ἵνα πρὸ τοῦ σαββάτου ἀποθάνωσιν. Θεοδώρου Ἠρακλ., Εἰς Ἰωάννην, Reuss 398 Ἐπεὶ οὖν ἔδει παθεῖν αὐτὸν κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Πάσχα τοῦ νομικοῦ καθ ἥν καὶ ὁ ἀμνὸς παρὰ τῶν Ἰουδαίων ἐθύετο, ἔμελλε δὲ γενέσθαι τὸ πάθος παρὰ τῶν θεοκτόνων Παρασκευῇ ἡμέρα, ὡς αὖθίς 19

φησιν ὁ Ἰωάννης «Ἐπεὶ Παρασκευὴ ἦν, ἦν γὰρ μεγάλη ἡμέρα ἐκείνη τοῦ Σαββάτου» ἐν ᾗ τηνικαῦτα καὶ ἡ τεσσαρεσκαιδεκάτη τῆς σελήνης, κατὰ τὸν πρῶτον μῆνα, ἐν τῷ πεντακοσιοστῷ τριακοστῷ ἔτει ἐκπεσεῖν ἔτυχεν, ἵνα μὴ παραδοθεὶς οὐ φθάσῃ τὸ οἰκεῖον Πάσχα τοῖς μαθηταῖς παραδοῦναι, ἐν τῷ δείπνῳ ἀναπεσὼν ὀψέ, καὶ βραδὺ περὶ τὴν νύκτα κατὰ τὴν ὀψίαν, δηλονότι τῆς ε, ἔφαγε μέν, ἀλλὰ τὸ οἰκεῖον Πάσχα πρὸ τῆς ἑορτῆς τῶν Ἀζύμων. Μ. Ἀθανασίου, Περὶ τῶν Ἀζύμων, PG 26, 1329B Οἱ δὲ τὸ τρέφεσθαι ὀνειδίζοντες ἐν Σαββάτῳ, αὐτοὶ φόνοις ἐν Σαββάτῳ κατὰ τοῦ οἰκοδεσπότου εἰργάζοντο λέγει γὰρ ἡ Γραφὴ ἐν τῷ Εὐαγγελίῳ περὶ τῆς ἡμέρας ἐν ᾗ ὁ Θεὸς ἔπαθεν «Ἦν δὲ ἡμέρα ἐκείνη μεγάλη τοῦ Σαββάτου». Καὶ τὸν μὲν νομοθέτην ἀναιροῦσιν ἐν Σαββάτῳ, τρέφεσθαι δὲ μαθητὰς ἐν Σαββάτῳ οὐ βούλονται. «Μ. Ἀθανασίου», Εἰς τὸν σπόρον, PG 28, 145A Ἀλλ οἱ Ἰουδαῖοι πάλιν, «οἱ τὴν κάμηλον καταπίνοντες, καὶ τὸν κώνωπα διϋλίζοντες» (Μθ 23,24), τηλικοῦτον ἐργασάμενοι τόλμημα, περὶ τῆς ἡμέρας ἀκριβολογοῦνται. «Ἐπεὶ γὰρ Παρασκευὴ ἦν λοιπόν, ἵνα μὴ μείνῃ ἐπὶ τοῦ σταυροῦ τὰ σώματα, ἠρώτησαν τὸν Πιλᾶτον, ἵνα κατεαγῶσιν αὐτῶν τὰ σκέλη». Ὁρᾷς πῶς ἐστιν ἰσχυρὸν ἡ ἀλήθεια; Δι ὧν ἐκεῖνοι σπουδάζουσι, διὰ τούτων ἡ προφητεία πληροῦται. Ἀπὸ γὰρ τούτων ἑτέρα αὐτοῖς αὕτη προαναφώνησις λαμβάνει τέλος. Χρυσοστόμου, Εἰς Ἰωάννην 85,3 PG 59, 463 Κυρίλλου Ἀλεξ., Εἰς Ἰωάννην, Cramer 2, 394 1 1 Ὁ Cramer ἀποδίδει σχεδὸν παρόμοιο παράθεμα στὸν Κύριλλο Ἀλεξανδρείας, ἀλλὰ μᾶλλον εἶναι τοῦ Χρυσοστόμου. 20

Οὐκ εὐλάβειαν ἐπιμαρτυρῶν τοῖς ἀγρίοις τε καὶ ἀνημέροις μιαιφονεῖν εἰωθόσι, καὶ ἐπὶ τοῖς οὕτως ἀνοσίοις κατεγνωσμένοις, τὰ τοιαῦτά φησιν ὁ μακάριος εὐαγγελιστής, ἐκεῖνο δὲ πάλιν ἐπιδεικνὺς ἀσυνέτως τε καὶ ἀμαθῶς ὑπομένοντες [γρ. ὑπομένοντας], ὅπερ ἔφη Χριστός «διϋλίζουσι γὰρ τὸν κώνωπα, τὴν κάμηλον καταπίνοντες» (Μθ 23,24). Τὰ μὲν γὰρ τῶν ἀσεβημάτων ὑπερφερῆ τε καὶ πάνδεινα λόγου παντελῶς οὐδενὸς ἀξιοῦντες ἁλίσκονται τὰ δέ γε λεπτότατά τε καὶ σμικρότατα, μετὰ πολλῆς τινος τῆς ἀκριβείας περιεργάζονται, καθ ἑκάτερον ἀμαθαίνοντες. Καὶ γείτων ὁ ἔλεγχος. Ἰδοὺ γάρ, ἰδοὺ Χριστὸν ἀποκτείναντες, τὴν ἐν Σαββάτῳ αἰδὼ ποιοῦνται περὶ πολλοῦ, καὶ τοῖς ὑπέρ λόγον τολμήμασι τὸν νομοθέτην ὑβρίσαντες, τὴν εἰς τὸν νόμον εὐλάβειαν σχηματίζονται. Μεγάλην δὲ οὖσαν ἐκείνου δὴ μάλιστα τοῦ Σαββάτου τὴν ἡμέραν προσποιοῦνται τιμᾷν, οἱ τὸν τῆς μεγάλης ἡμέρας Κύριον ἀνελόντες, αἰτοῦσί τε χάριν τὴν αὐτοῖς καὶ μόνοις πρεπωδεστάτην συνθραύεσθαι γὰρ αὐτῶν τὰ σκέλη παρακεκλήκασι, θερμοτέραν τοῦ θανάτου τὴν ἔφοδον, διὰ τῆς ἀφορήτου λοιπὸν αἰκίας τοῖς ἤδη καμοῦσι κατασκευάζοντες. Κυρίλλου Ἀλεξ., Εἰς Ἰωάννην 12 PG 74, 676BC Προσποιοῦνται τιμᾶν τὴν ἡμέραν καὶ αἰτοῦσι χάριν, ὥστε ταχύτερον ἀποθανεῖν τοὺς ἀνθρώπους. Αἰτοῦσιν, ἵνα πληρωθῇ πάλιν ἄλλη γραφή, ἡ λέγουσα, «ὀστοῦν οὐ συντριβήσεται αὐτοῦ» (Ἔξ 12,10 46 Ἀρ 9,12 Ψα 33,21). Ἀμμωνίου Ἀλεξ., Εἰς Ἰωάννην, PG 85, 1513Α Corderius 443 Reuss 601 Ἐν αὐτῇ οὖν τῇ ἡμέρᾳ, ἐν ᾗ ἤμελλον οἱ Ἰουδαῖοι πρὸς ἑσπέραν ἐσθίειν τὸ Πάσχα, ἐσταυρώθη ὁ Κύριος ἡμῶν καὶ Σωτὴρ ὁ Χριστός, θύμα 21

γενόμενος τοῖς μέλλουσι μεταλήψεσθαι τῆς πίστεως τοῦ κατ αὐτὸν μυστηρίου. Χρονικόν Πασχάλιον, PG 92, 77C Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς ὁ Χριστὸς τὸν ἑκούσιον καὶ ζωοποιὸν ὑπέμεινε σταυρόν, ἔφθασεν τῇ κγ τοῦ Μαρτίου μηνὸς καὶ ἐν ἡμέρᾳ Παρασκευῇ. Ἐν ἡμέρᾳ δὲ Παρασκευῇ σταυρωθῆναι τὸν Κύριον διδάσκουσιν τὰ θεόπνευστα λόγια, ἐν τῇ τοῦ Πάσχα ἑορτῇ, καθὼς ἔμπροσθεν εἴρηται. Χρονικόν Πασχάλιον, PG 92, 540A Πάσχα μὲν κυρίως εἴρηται τῇ Γραφῇ, καθὼς ἔξεστι γνῶναι τοὺς τῷ Δευτερονομίῳ ἐντυγχάνοντας, τὴν ιδ ἡμέραν τοῦ πρώτου μηνός, ἐν ᾗ πρὸς ἑσπέραν ὁ ἀμνὸς ἐθύετο, ὅν μετὰ πικρίδων ἐπ ἀζύμοις ἤσθιον ἑορτὴ δὲ τοῦ Πάσχα ἡ μετ αὐτήν, ὡσαύτως καὶ ἑορτὴ Ἀζύμων. Ἡ δὲ μετ ἐκείνην πάλιν ἐπίσημος ὡς ἐν αὐτῇ τοῦ δράγματος προσφερομένου, ἥτις ἦν τὸ Σάββατον, περὶ οὗ φησιν ὁ Ἰωάννης, «μεγάλην εἶναι ἡμέραν ἐκείνου τοῦ Σαββάτου» πρῶτον μέν, διὰ τὸ καθ ἑαυτὸ τιμᾶσθαι τὸ Σάββατον δεύτερον δὲ, καὶ διὰ τὸ δευτέραν εἶναι ἡμέραν τῆς ἑορτῆς τρίτον δὲ, διὰ τὸ καὶ τὸ δράγμα τὸ νέον ἐν αὐτῷ προσφέρεσθαι, καὶ τριπλὰς ἐν αὐτῇ προσάγεσθαι θυσίας. Ἡσυχίου πρεσβυτέρου, Συναγωγὴ ἀποριῶν, PG 93, 1429A Ἐπεὶ οὖν ἔδει παθεῖν αὐτὸν κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Πάσχα τοῦ νομικοῦ, καθ ἥν καὶ ὁ ἀμνὸς παρὰ τῶν Ἰουδαίων ἐσφάζετο, ἔμελλε δὲ τοῦ γενέσθαι τὸ Πάσχα παρὰ τῶν θεοκτόνων Παρασκευῇ ἡμέρᾳ, ὡς αὖθίς φησιν ὁ Ἰωάννης «Ἐπεὶ Παρασκευὴ ἦν. Ἦν γὰρ μεγάλη ἡμέρα τοῦ 22

Σαββάτου ἐκείνη», ἐν ᾗ τηνικαῦτα καὶ ἡ ιδ τῆς σελήνης κατὰ τὸν πρῶτον μῆνα ἐν εφλδ ἔτος ἐμπεσεῖν ἔτυχε. Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Περὶ Ἀζύμων, PG 95, 393B Ὅτι χαριζόμενοι τοῖς Ἰουδαίοις μετὰ τὸ τεθνάναι, νύττουσιν αὐτῷ λόγχην. Ὅτι «αἷμα καὶ ὕδωρ ἐξῆλθε», τὸ μὲν ἤ δεικνύον αὐτὸν ἄνθρωπον, τὸ δὲ ὑπὲρ ἄνθρωπον ἤ ὅτι τὸ μὲν ὕδωρ σημαίνει τὸ βάπτισμα, τὸ δὲ αἷμα τὸ πόμα ἡμῶν τὸ πνευματικόν. Σχόλια Παλαιά, Εἰς Ἰωάννην, PG 106, 1285D 1288A Ὡς φαίνεται πάλιν πρὸ τοῦ τελέσαι τὸ Πάσχα ἀνὰ μέσον τῶν ἑσπερινῶν, δηλονότι τῇ Παρασκευῇ ἑσπέρᾳ, ἐν ᾗ καὶ ἡ τῶν ἀζύμων ἤρχετο ἑορτή, προσῆλθον τῷ Πιλάτῳ παρακαλοῦντες ἵνα ἀρθῶσιν ἀπὸ τοῦ σταυροῦ τὰ σώματα, ἴσως μὴ πως φαίνωνται ἀνδροφόνοι ἐν τῇ ἑορτῇ αὐτῶν. Μιχαήλ Κηρουλαρίου, Ἐπιστολαί, PG 120, 769B Ἐν ᾧ οὖν καιρῷ κατὰ σάρκα ἔπαθεν ὑπὲρ ἡμῶν ὁ Κύριος, τὰ κατὰ νόμον οὐκ ἔφαγε πάσχα, ἀλλ αὐτὸς ὑπὲρ ἡμῶν ἐτύθη. Ὅτι δὲ οὐ κατὰ τὴν ιδ ἐπετέλεσε τὸ πάσχα, ἀλλὰ πρὸ τούτου τὸ μυστικὸν ἐτέλεσε δεῖπνον, ὅτε καὶ ὁ ἁγιασμὸς τῶν ἀζύμων καὶ ἡ προετοιμασία τῆς ἑορτῆς ἐγίνετο, εὑρίσκεται τοῖς μαθηταῖς μεταδιδοὺς οὐ θύματος οὐδὲ ἀζύμων, ἀλλ ἄρτου καὶ ποτηρίου. Γεωργίου Κεδρηνοῦ, Σύνοψις ἱστοριῶν, PG 121, 344C «Οἱ οὖν Ἰουδαῖοι Σαββάτου». Ἐπὶ τοῦ σταυροῦ ἑκάστου. Ἐπεὶ γὰρ παρασκευὴ ἦν, εἰ μὴ τότε ἤρθησαν, ἔμελλον μένειν ἐπὶ τοῦ σταυροῦ καὶ Σαββάτῳ, καὶ ἔμελλεν ἐπιφθάσαι αὐτὰ κρεμάμενα ἐκεῖνο τὸ Σάββατον, καὶ ἐδόκει ἐντεῦθεν ἀτιμάζεσθαι. Μεγάλην δὲ τὴν ἡμέραν ἐκείνου τοῦ 23

Σαββάτου φησίν, ὅτι οὐ μόνον εἶχε τὸ τίμιον, ὡς Σάββατον, ἀλλὰ καὶ ὡς ἑορτῆς ἐν αὐτῷ λαχούσης, τῆς τῶν Ἀζύμων. Ἦν γὰρ διπλῆ ἑορτή. Τὰ τοιαῦτα δὲ Σάββατα ὠνόμαζον Σάββατα Σαββάτων, οἷον τίμια τιμίων, ἑορτὰς ἑορτῶν, διὰ τὸ διπλοῦν τῆς ἑορτῆς, ὡς εἴρηται. [Ἄλλως τε καὶ τὸ Δευτερονόμιον ἐθέσπιζε περὶ τοῦ σταυρωθέντος ὅτι, «Οὐκ ἐπικοιμηθήσεται τὸ σῶμα αὐτοῦ ἐπὶ τοῦ ξύλου, ἀλλὰ ταφῇ θάψετε αὐτὸν ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρα»] (Δε 21,23). Ζιγαβηνοῦ, Εἰς Ἰωάννην 19 PG 129, 1472D 1473A «Ἠρώτησαν ἀρθῶσι». Παρεκάλεσαν, ᾐτήσαντο ἵνα θλασθῶσιν αὐτῶν τὰ σκέλη πρὸς τὸ θᾶττον ἀποθανεῖν. Ζιγαβηνοῦ, Εἰς Ἰωάννην 19 PG 129, 1472D 1473B Ἐπειδὴ τὸ τολμηρὸν αὐτοῖς τοῦτο ἔργον διήνυστο, νομοφυλακοῦντες δῆθεν οἱ θεομισεῖς, καὶ ἐξώλεις, καὶ κακοδαίμονες ἀξιοῦσι τὸν ἡγεμόνα κατεαγῆναι τῶν ἀνασκολωπισθέντων τὰ σκέλη ὁμοῦ μὲν ἐπιταχύνοντες τὴν Ἰησοῦ τελευτήν, φυλάττειν δ ὑποκρινόμενοι καὶ τὸ νομικὸν παρατήρημα οὕτω γὰρ Μωϋσῆς ἐνετείλατο «Ἐὰν γένηται ἔν τινι κρῖμα θανάτου, καὶ κρεμάσατε αὐτὸν ἐπὶ ξύλου, οὐκ ἐπικοιμηθήσεται τὸ σῶμα αὐτοῦ ἐπὶ τῷ ξύλῳ, ἀλλὰ ταφῇ θάψετε αὐτὸ ἐν τῇ ἡμέρα ἐκείνη» (Δε 21, 22 23). Θεοφάνους Κεραμέως, Εἰς εὐαγγέλια Κυριακά, PG 132, 604BC Ὁ γὰρ Κύριος τὸ σωτήριον ὑπῆλθε πάθος, εφλθ ἔτους ἐνισταμένου, τρίτον μὲν καὶ εἰκοστὸν τοῦ ἡλίου κύκλον διανύοντος, δέκατον δὲ τῆς σελήνης καὶ οἱ μὲν Ἰουδαῖοι περὶ τὸ Ἰουδαϊκὸν εἶχον Πάσχα τῇ τελευταίᾳ μὲν τῆς ἐβδομάδος ἡμέρᾳ, ὥς φασιν οἱ εὐαγγελισταί, μεγάλην 24

ἀποκαλοῦντες τὴν ἡμέραν ἐκείνην τοῦ Σαββάτου, τετάρτῃ δὲ τοῦ Μαρτίου καὶ εἰκοστῇ. Ματθαίου Βλαστάρεως, Σύνταγμα, PG 145, 73D Πρὸ τοῦ Πάσχα ταῦτα (τὰ πάθη) τοῦ Ἰουδαϊκοῦ ἦν. Ὅρα δὲ τί φησι καὶ ἐν τῇ ἡμέρᾳ τοῦ πάθους. «Καὶ αὐτοὶ οὐκ εἰσῆλθον εἰς τὸ πραιτώριον, ἵνα μὴ μιανθῶσιν, ἀλλ ἵνα φάγωσι τὸ Πάσχα» (Ἰω 18,28). Καὶ ἐν τῇ σταυρώσει πάλιν, «Ἐπεὶ παρασκευὴ ἦν», φησίν, «ἦν γὰρ μεγάλη ἡ ἡμέρα ἐκείνη τοῦ Σαββάτου». Καὶ ἀφ ὧν τὸ Εὐαγγέλιον αὖθις λέγει, «Ἔλαβεν ἄρτον» (Λκ 22,19). Καὶ οὐκ ἄζυμον προστίθησι. Καὶ ὃ δὲ ἔφη ὁ Κύριος, «Ἐπιθυμίᾳ ἐπεθύμησα τοῦτο τὸ Πάσχα φαγεῖν μεθ ὑμῶν πρὸ τοῦ με παθεῖν» (Λκ 22,15), ἀριδηλότατα διδάσκει. Οὐ γὰρ τοῦ Ἰουδαϊκοῦ ἐπεθύμει, ὅ πολλάκις ἦν τετελεκώς. Καὶ τὴν σκιὰν ἦλθε παύσων. Λοιπὸν εἴπερ καὶ τὸ νομικὸν ἐκτετέλεκεν, ἐποίησε πρότερον. Ὕστερον δὲ παρέδωκε τὸ αὐτοῦ. Συμεὼν Θεσ/νίκης, Περὶ τῆς ἱερᾶς λειτουργίας, PG 155, 272B «Ἦν δὲ παρασκευὴ τοῦ πάσχα, ὥρα δὲ ὡσεὶ ἕκτη» (Ἰω 19,14). Διὰ τὶ δὲ ἡ ἕκτη τῆς ἑβδομάδος ἡμέρα παρασκευὴ τοῦ πάσχα λέγεται παρὰ τῷ εὐαγγελιστῇ Ἰωάννῃ; Σαφὴς ἡ αἰτία σοι πρόκειται. Καθάπερ γὰρ τὸ Σάββατον ἑβδόμη μὲν ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος ἐστί, λέγεται δὲ ὅμως Σάββατον ἤτοι κατάπαυσις διὰ τὴν ἐν αὐτῷ γενομένην ἀπὸ πάντων τῶν ἔργων κατάπαυσιν (τότε γὰρ ἀργεῖ ὁ δοῦλος, τὸ κτῆνος καὶ τὰ λοιπὰ πάντα), οὕτω καὶ ἡ παρασκευὴ ἕκτη μὲν ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος ἐστί, λέγεται δὲ παρασκευὴ διὰ τὸ παρασκευάζειν καὶ οἷον εἰπεῖν ἑτοιμάζειν τοὺς Ἰουδαίους ἐν αὐτῇ τὰ τοῦ Σαββάτου. Μιχαὴλ Γλυκᾶ, Βίβλος χρονική, PG 158, 413B 25

19,32 36. Ἦλθον οὖν οἱ στρατιῶται, καὶ τοῦ μὲν πρώτου κατέαξαν τὰ σκέλη καὶ τοῦ ἄλλου τοῦ συσταυρωθέντος αὐτῷ ἐπὶ δὲ τὸν Ἰησοῦν ἐλθόντες ὡς εἶδον αὐτὸν ἤδη τεθνηκότα, οὐ κατέαξαν αὐτοῦ τὰ σκέλη, ἀλλ εἷς τῶν στρατιωτῶν λόγχῃ αὐτοῦ τὴν πλευρὰν ἔνυξε, καὶ εὐθέως ἐξῆλθεν αἷμα καὶ ὕδωρ. καὶ ὁ ἑωρακὼς μεμαρτύρηκε, καὶ ἀληθινὴ αὐτοῦ ἐστιν ἡ μαρτυρία, κἀκεῖνος οἶδεν ὅτι ἀληθῆ λέγει, ἵνα καὶ ὑμεῖς πιστεύσητε. ἐγένετο γὰρ ταῦτα, ἵνα ἡ γραφὴ πληρωθῇ, ὀστοῦν οὐ συντριβήσεται αὐτοῦ. Ζητητέον, ἵνα δὲ τοῦτο παραπεμψώμεθα, πῶς τὸ θυόμενον πρόβατον Χριστοῦ περιέχει εἰκόνα τοῦ μὲν προβάτου ὑπὸ τῶν τηρούντων τὸν νόμον θυομένου, Χριστοῦ δὲ ὑπὸ τῶν παραβαινόντων αὐτὸν ἀναιρουμένου ἔτι δὲ πῶς ἐπὶ Χριστοῦ τό «Φάγονται τὰ κρέα ταύτῃ τῇ νυκτί ὀπτὰ πυρί, καὶ ἄζυμα ἐπὶ πικρίδων ἔδονται» (Ἐξ 12,8), ἑρμηνευτέον καὶ τό «Οὐκ ἔδεσθε ἀπ αὐτῶν ὠμόν, οὐδὲ ἡψημένον ἐν ὕδατι, ἀλλ ἤ ὀπτὰ πυρί κεφαλὴν σὺν τοῖς ποσὶ καὶ τοῖς ἐνδοσθίοις οὐκ ἀπολείψετε ἀπ αὐτῶν ἕως πρωΐ, καὶ ὀστοῦν οὐ συντρίψετε ἀπ αὐτῶν τὰ δὲ καταλειπόμενα ἀπ αὐτῶν ἕως πρωΐ κατακαύσετε» (Ἐξ 12,9 10). Ἔοικε δὲ τῷ «ὀστοῦν οὐ συντρίψετε ἀπ αὐτοῦ» (Έξ 12,10) ὁ Ἰωάννης ἐν τῷ Εὐαγγελίῳ κεχρῆσθαι, ὡς ἀναφερομένῳ ἐπὶ τὴν περὶ τὸν Σωτῆρα οἰκονομίαν, καὶ ὅτε ἐν τῷ νόμῳ κελεύονται τὸ πρόβατον ἐσθίοντες ὀστοῦν αὐτοῦ μὴ συντρίβειν. Λέγει δὲ οὕτως «Ἦλθον οὖν οἱ στρατιῶται, καὶ τοῦ μὲν πρώτου κατέαξαν τὰ σκέλη, καὶ τοῦ ἄλλου τοῦ συσταυρωθέντος αὐτῷ ἐπὶ δὲ τὸν Ἰησοῦν ἐλθόντες, ὡς εἶδον ἤδη αὐτὸν τεθνηκότα, οὐ κατέαξαν αὐτοῦ τὰ σκέλη, ἀλλ εἷς τῶν στρατιωτῶν λόγχῃ τὴν πλευρὰν αὐτοῦ ἔνυξε. Καὶ ἐξῆλθεν εὐθὺς αἷμα καὶ ὕδωρ. Καὶ ὁ ἑωρακὼς μεμαρτύρηκε, καὶ ἀληθινὴ αὐτοῦ ἐστιν ἡ μαρτυρία. Καὶ ἐκεῖνος οἶδεν, ὅτι ἀληθῆ λέγει, ἵνα καὶ ὑμεῖς πιστεύητε. Ἐγένετο γὰρ ταῦτα, ἵνα ἡ Γραφὴ πληρωθῇ Ὀστοῦν αὐτοῦ οὐ συντριβήσετε». Ὠριγένους, Εἰς Ἰωάννην, PG 14, 333BD 26

19,32 34. Ἦλθον οὖν οἱ στρατιῶται, καὶ τοῦ μὲν πρώτου κατέαξαν τὰ σκέλη καὶ τοῦ ἄλλου τοῦ συσταυρωθέντος αὐτῷ ἐπὶ δὲ τὸν Ἰησοῦν ἐλθόντες ὡς εἶδον αὐτὸν ἤδη τεθνηκότα, οὐ κατέαξαν αὐτοῦ τὰ σκέλη, ἀλλ εἷς τῶν στρατιωτῶν λόγχῃ αὐτοῦ τὴν πλευρὰν ἔνυξε, καὶ εὐθέως ἐξῆλθεν αἷμα καὶ ὕδωρ. Ἐλθόντες γὰρ οἱ στρατιῶται, τῶν μὲν ἄλλων κατέαξαν τὰ σκέλη, τοῦ δὲ Χριστοῦ οὐκ ἔτι. Ἀλλ ὅμως οὗτοι χαριζόμενοι τοῖς Ἰουδαίοις ἔνυξαν αὐτοῦ τὴν πλευρὰν τῇ λόγχῃ, καὶ νεκρὸν τὸ σῶμα λοιπὸν ἐνύβριζον. Ὤ τῆς μιαρᾶς προαιρέσεως καὶ ἐναγοῦς! Ἀλλὰ μὴ θορυβηθῇς, μηδὲ κατηφήσῃς, ἀγαπητέ. Ἃ γὰρ ἀπὸ πονηρᾶς ἔπραττον γνώμης ἐκεῖνοι ταῦτα τῇ ἀληθείᾳ συνηγωνίζετο. Προφητεία γὰρ ἦν καὶ ἐντεῦθεν λέγουσα «Ὄψονται εἰς ὅν ἐξεκέντησαν» (Ζα 12, 10). Καὶ οὐ τοῦτο μόνον, ἀλλὰ καὶ τοῖς μέλλουσιν ἀπιστεῖν ἐγίνετο πίστεως ἀπόδειξις τὸ τολμηθέν, οἷον τῷ Θωμᾷ καὶ τοῖς κατ ἐκεῖνον. Μετὰ δὲ τούτου καὶ μυστήριον ἀπόῤῥητον ἐτελεῖτο. «Ἐξῆλθε γὰρ ὕδωρ καὶ αἷμα». Οὐχ ἁπλῶς δὲ οὐδὲ ὡς ἔτυχεν αὗται ἐξῆλθον αἱ πηγαί ἀλλ ἐπειδὴ ἐξ ἀμφοτέρων τούτων ἡ Ἐκκλησία συνέστηκε. Καὶ ἴσασιν οἱ μυσταγωγούμενοι, δι ὕδατος μὲν ἀναγεννώμενοι, δι αἵματος δὲ καὶ σαρκὸς τρεφόμενοι. Ἐντεῦθεν ἀρχὴν λαμβάνει τὰ μυστήρια, ἵν ὅταν προσίῃς τῷ φρικτῷ ποτηρίῳ, ὡς ἀπ αὐτῆς πίνων τῆς πλευρᾶς, οὕτω προσίῃς. Χρυσοστόμου, Εἰς Ἰωάννην 85,3 PG 59, 463 Τὴν τῶν Ἰουδαίων ἀποπληροῦντες αἴτησιν οἱ γείτονα τῆς ἐνούσης αὐτοῖς ὠμότητος νοσοῦντες μανίαν, τοὺς Πιλάτου δὲ δῆλον στρατιώτας φαμέν, τῶν μὲν δύο λῃστῶν, ἅτε δὴ καὶ ἐν ζῶσιν ἔτι κατειλημμένων, τὰ σκέλη συνθραύουσιν, ὀξυτέραν αὐτοῖς τῆς ἀνηκέστου συμφορᾶς τιθέντες τὴν ἀπειλήν, καὶ ὥσπερ ἐξ ἀνάγκης ἤδη δυσαχθεστέρας συνωθοῦντες εἰς θάνατον. Ἀποκλίναντα δὲ τὴν κεφαλὴν εὑρόντες τὸν Ἰησοῦν, 27

ἀποπνεύσαντά τε ἤδη κατειληφότες, εἱκαῖον ἔτι νομίζουσι τὸ συνθραῦσαι τὰ σκέλη βραχὺ δὲ τι καὶ ἀπιστήσαντες, ὡς ἤδη τεθνήκοι, λόγχῃ διανύττουσι τὴν πλευράν ἡ δὲ μεμιγμένον ὕδατι τὸ αἷμα διέβλυσε, τῆς μυστικῆς εὐλογίας καὶ τοῦ ἀγίου βαπτίσματος, εἰκόνα καὶ ἀπαρχὴν ὥσπερ τινὰ τιθέντος ἡμῖν τοῦ Θεοῦ τὸ γεγενημένον. Χριστοῦ γὰρ ὄντως ἐστὶ, καὶ παρὰ Χριστοῦ τὸ ἅγιον βάπτισμα, καὶ τῆς μυστικῆς εὐλογίας ἡ δύναμις ἐκ τῆς ἁγίας ἡμῖν ἀνέφυ σαρκός. Κυρίλλου Ἀλεξ., Εἰς Ἰωάννην 12 PG 74, 676C 677B 19,32 33. Ἦλθον οὖν οἱ στρατιῶται, καὶ τοῦ μὲν πρώτου κατέαξαν τὰ σκέλη καὶ τοῦ ἄλλου τοῦ συσταυρωθέντος αὐτῷ ἐπὶ δὲ τὸν Ἰησοῦν ἐλθόντες ὡς εἶδον αὐτὸν ἤδη τεθνηκότα, οὐ κατέαξαν αὐτοῦ τὰ σκέλη. Καὶ τάχα διὰ τοῦτο προλαβὼν ἐξελήλυθεν ἀπὸ τοῦ σώματος, ἵνα αὐτὸ τηρήσῃ, καὶ μὴ καταχθῇ τὰ σκέλη, ὡς τὰ τῶν σὺν αὐτῷ σταυρωθέντων λῃστῶν. «Τοῦ μὲν» γὰρ «πρώτου» οἱ στρατιῶται «κατέαξαν τὰ σκέλη, καὶ τοῦ ἄλλου τοῦ συσταυρωθέντος αὐτῷ ἐπὶ δὲ τὸν Ἰησοῦν ἐλθόντες, καὶ ἰδόντες, ὅτι ἐξέπνευσεν, οὐ κατέαξαν αὐτοῦ τὰ σκέλη». Εἴπομεν οὖν πρὸς τό πόθεν οὖν πιστὸν τὸ προειρηκέναι; Τὸ δὲ πόθεν ἀθάνατος ὁ νεκρός; Μανθανέτω ὁ βουλόμενος, ὅτι οὐχ ὁ νεκρὸς ἀθάνατος, ἀλλ ὁ ἀναστὰς ἐκ νεκρῶν. Ὠριγένους, Κατὰ Κέλσου 2 PG 11, 832AB Ἐπεὶ γὰρ ἐξουσίαν εἶχε θεῖναι αὐτήν (τὴν ψυχήν), ἔθηκε μὲν, ἡνίκα εἶπε, «Πάτερ, ἵνα τι με ἐγκατέλιπες;» (Μθ 27, 46), «Καὶ κράξας φωνῇ μεγάλῃ, ἀφῆκε τὸ πνεῦμα» (Μθ 27, 50) προλαβὼν τοὺς ἐπὶ τῶν ἀνεσκολοπισμένων δημίους, ὑποτέμνοντας, ἵνα μὴ ἐπιπλέον τιμωρίαν τίσωσιν. Ἔλαβε δὲ τὴν ψυχήν, ὅτε ἑαυτὸν ἐνεφάνισε τοῖς μαθηταῖς, 28

προειπὼν ἐπ αὐτῶν τοῖς ἀπιστοῦσιν αὐτῷ Ἰουδαίοις «Λύσατε τὸν ναὸν τοῦτον, κἀγὼ ἐν τρισὶν ἡμέραις ἐγερῶ αὐτόν» (Ἰω 2,19). Ὠριγένους, Κατὰ Κέλσου 3 PG 11, 961A 19,32. Ἦλθον οὖν οἱ στρατιῶται, καὶ τοῦ μὲν πρώτου κατέαξαν τὰ σκέλη καὶ τοῦ ἄλλου τοῦ συσταυρωθέντος αὐτῷ. Εἰ μὲν γὰρ ὡς οἱ συσταυρωθέντες αὐτῷ λῃσταί, τῶν στρατιωτῶν κατεαξάντων τὰ σκέλη τῶν πεπονθότων, ἐτεθνήκει, οὐκ ἄν ἐλέγομεν, ὅτι ἔθηκε τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἀφ ἑαυτοῦ, ἀλλά τινι ὁδῷ τῶν ἀποθνησκόντων. Ὠριγένους, Εἰς Ἰωάννην, PG 14, 556C Ἐπεὶ γὰρ οἱ στρατιῶται νεκρὸν ἐν τῷ ξύλῳ εὑρήκασι, καθελόντες αὐτόν, πρῶτον ἀπέδοντο εἰς ταφήν, κατὰ τὴν ἱστορίαν. Μετὰ δὲ ταῦτα τῶν ἑκατέρωθεν λῃστῶν ταχύναντες τὸν θάνατον, τὰ σκέλη κατέαξαν, καὶ τὰ ξύλα ὅπη ἔτυχεν, ἄλλο ἄλλῃ ἔῤῥιψαν. Σωζομένου, Ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία 2 PG 67, 932C 19,33 37. Ἐπὶ δὲ τὸν Ἰησοῦν ἐλθόντες ὡς εἶδον αὐτὸν ἤδη τεθνηκότα, οὐ κατέαξαν αὐτοῦ τὰ σκέλη, ἀλλ εἷς τῶν στρατιωτῶν λόγχῃ αὐτοῦ τὴν πλευρὰν ἔνυξε, καὶ εὐθέως ἐξῆλθεν αἷμα καὶ ὕδωρ. Καὶ ὁ ἑωρακὼς μεμαρτύρηκε, καὶ ἀληθινὴ αὐτοῦ ἐστιν ἡ μαρτυρία, κἀκεῖνος οἶδεν ὅτι ἀληθῆ λέγει, ἵνα καὶ ὑμεῖς πιστεύσητε. Ἐγένετο γὰρ ταῦτα, ἵνα ἡ γραφὴ πληρωθῇ, ὀστοῦν οὐ συντριβήσεται αὐτοῦ. Καὶ πάλιν ἑτέρα γραφὴ λέγει ὄψονται εἰς ὅν ἐξεκέντησαν. Ἐπειδὴ εὗρον τὸν Ἰησοῦν ἀποψύξαντα εἷς ἐκέντησεν αὐτοῦ τὴν πλευρὰν καὶ ἐξῆλθεν αἷμα, δι οὗ τῶν πάντων γέγονεν ἡ ἀπολύτρωσις, καὶ ὕδωρ, δι οὗ γέγονεν ἁγιασμός. Θαρρῶν δὲ τῷ ἑαυτοῦ συνειδότι ὁ 29

εὐαγγελιστὴς ἀψευδίαν μαρτυρεῖ τοῖς ἑαυτοῦ λόγοις. Δεικνὺς δὲ, ὅτι αὐτοῖς πράγμασιν <σύμφωνοι> οἱ τῶν προφητῶν ἐγίνοντο λόγοι, μέμνηται καὶ τούτων. Θεοδώρου Ἡρακλ., Εἰς Ἰωάννην, Reuss 399 19,33 34. Ἐπὶ δὲ τὸν Ἰησοῦν ἐλθόντες ὡς εἶδον αὐτὸν ἤδη τεθνηκότα, οὐ κατέαξαν αὐτοῦ τὰ σκέλη, ἀλλ εἷς τῶν στρατιωτῶν λόγχῃ αὐτοῦ τὴν πλευρὰν ἔνυξε, καὶ εὐθέως ἐξῆλθεν αἷμα καὶ ὕδωρ. Ἐπεὶ οὐκ ἐχρῆν ἁρμονίαν ὀστέων διαιρεθῆναι, οὐ γίνεται τοῦτο. Πλευρὰν δὲ ἔδει τρωθῆναι καὶ τοῦτο συγχωρεῖται ποιῆσαι τοῖς στρατιώταις πλευρὰν γὰρ ἀντί <ἑτέρας> πλευρᾶς ὁ Κύριος παρέσχετο. Πλευρὰ δὲ ἡ γυνὴ καὶ τὸ ἐξ ἐκείνης κακὸν τῷ Κυρίῳ πάθει λύεται προῆλθε γὰρ ἀπὸ μὲν ἐκείνης τῆς πλευρᾶς ὀλέθριος τῷ ἀνθρώπῳ συμβουλή. Ἀπὸ δὲ τῆς ἁγίας πλευρᾶς ὕδωρ προχεῖται καὶ αἷμα, δι οὗ καθαίρεται κόσμος ὡς τὰς ἁμαρτίας ἀπολουόμενος συνελθόντων εἰς αὐτὸν τῶν κατὰ νόμον διῃρημένων ἦσαν μὲν γὰρ αἵματος ῥαντισμοὶ πρὸς κάθαρσιν καὶ δι ὕδατος βαπτίσματα πρὸς ἁγνισμόν. Ἐπειδὴ πάντα ἦν εἰς Χριστὸν προμελετώμενα <τά> κατ αὐτόν, ἀμφότερα παρέσχε τὸ τοῦ Κυρίου σῶμα τῷ κόσμῳ, αἷμα τε ἱερὸν καὶ ὕδωρ ἅγιον καὶ νεκρὸν ἤδη ὑπάρχον κατὰ τὸν ἀνθρώπινον τρόπον μεγάλην γὰρ ἔχει ζωῆς ἐν ἑαυτῷ δύναμιν. Ἀπολιναρίου Λαοδ., Εἰς Ἰωάννην, Corderius 444 Reuss 146 19,33. Ἐπὶ δὲ τὸν Ἰησοῦν ἐλθόντες ὡς εἶδον αὐτὸν ἤδη τεθνηκότα, οὐ κατέαξαν αὐτοῦ τὰ σκέλη. Ὅσον δὲ ὀστῶδες καὶ ἄβρωτον, καὶ ἡμῖν δυσθεώρητον, οὐδὲ συντριβήσεται, κακῶς διαιρούμενον καὶ νοούμενον (ἐῶ γὰρ λέγειν, ὅτι 30

μηδέ, κατὰ τὴν ἱστορίαν, τοῦ Ἰησοῦ συνετρίβη, καὶ τοί γε τοῦ θανάτου τοῖς σταυρωταῖς ἐπισπευδομένου, διὰ τὸ Σάββατον). Γρηγορίου Θεολόγου, Εἰς τὸ ἅγιον Πάσχα, PG 36, 645B Ὀστοῦν οὐ συνετρίβετο τοῦ προβάτου, καὶ τοῦτο ὁ νόμος ἐκέλευεν εἰς Χριστὸν προτυπῶν, ὡς τὸ Εὐαγγέλιον ἐξηγεῖται, ὅτι οὐδεὶς κατέαξε τὰ ἅγια τοῦ Κυρίου σκέλη «Ἵνα ἡ Γραφὴ πληρωθῇ, Ὀστοῦν οὐ συντριβήσεται ἀπ αὐτοῦ». «Χρυσοστόμου», Εἰς τὸ ἅγιον Πάσχα, PG 59, 732 Συντρίβει δὲ ὀστέον οὐδείς. Οὐδὲ γὰρ κατέαξαν οἱ δήμιοι τὰ Χριστοῦ σκέλη, [τά] τῶν συσταυρωθέντων κατεάξαντες, ὡς ὁ εὐαγγελιστὴς ἐμαρτύρησεν. «Χρυσοστόμου», Εἰς τὸ ἅγιον Πάσχα, PG 59, 735 Καὶ γὰρ καὶ οἱ στρατιῶται οὐ κατέαξαν αὐτοῦ τὰ σκέλη, καθάπερ τῶν ἄλλων, ἵνα φανερωθῇ ὅτι τέθνηκε. Χρυσοστόμου, Εἰς Κολοσσαεῖς, PG 62, 341 Μεμνῆσθαί γε μὴν ἀναγκαῖον, ὅτι καὶ ἱστορικώτερον περὶ τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν ἐλήφθη τὸ γεγραμμένον, οὐ συντριψόντων τῶν τοῦ Πιλάτου στρατιωτῶν τὰ σκέλη αὐτοῦ, καθὰ γέγραπται. Κυρίλλου Ἀλεξ., Εἰς τὴν Ἔξοδον, PG 69, 432D Οὐ γὰρ ὑποστάσεις διαφόρους συνιέντες φαμὲν τοῦ ἐκ δεξιῶν λῃστοῦ ἐν τῷ σταυρῷ τὴν μὲν ψυχὴν διὰ μετανοίας πρὸς ζωὴν μεταβεβηκέναι, τὸ δὲ σῶμα διὰ παθήσεως πρὸς θάνατον, ἀλλ οὐδὲ θλασθέντων αὐτοῦ τῶν σκελῶν, μὴ κατεαγείσης δὲ αὐτοῦ τῆς κεφαλῆς ἤ ἀλλοιωθείσης αὐτοῦ τῆς χροιᾶς, οὐχὶ δὲ καὶ τοῦ σχήματος τῷ γὰρ ἀνήκειν 31

ἑτέρᾳ καὶ ἑτέρᾳ φύσει, ἤ ἑτέρῳ καὶ ἑτέρῳ μέρει, ἤ ἄλλῳ καὶ ἄλλῳ ποιῷ, τάδε δύο ὑποστάσεις εἶναι τοῦ σταυρουμένου οὐ νοοῦμεν. Λεοντίου Βυζαντίου, Κατὰ Νεστοριανῶν, PG 86A, 1588A Σὺ δ ἐναλλὰξ προέκλινας κεφαλήν, εἶτα καὶ τοῦ θανάτου κελευσθέντος ἐλθεῖν, τὸ πνεῦμα παρέδωκας. Διὸ οὐδὲ κατεαγότα τὰ σκέλη γεγόνασιν, ὅτι μηδὲ τοῦ πάλαι θυομένου ἀμνοῦ ὀστοῦν ὁποιονοῦν κατεθραύετο. Ὡς προσκυνοῦνται τὰ πάθη, καὶ τὸ ὑπομεῖναν σῶμα προσπτύσσομαι. Συμεὼν Μεταφραστοῦ, Εἰς θρῆνον τῆς Θεοτόκου, PG 114, 217A 19,34 35. Ἀλλ εἷς τῶν στρατιωτῶν λόγχῃ αὐτοῦ τὴν πλευρὰν ἔνυξε, καὶ εὐθέως ἐξῆλθεν αἷμα καὶ ὕδωρ. καὶ ὁ ἑωρακὼς μεμαρτύρηκε, καὶ ἀληθινὴ αὐτοῦ ἐστιν ἡ μαρτυρία, κἀκεῖνος οἶδεν ὅτι ἀληθῆ λέγει, ἵνα καὶ ὑμεῖς πιστεύσητε. Εἶτά φησιν ὁ Κέλσος «Τὶ καὶ ἀνασκολοπιζομένου τοῦ σώματος ποῖος ἰχώρ οἷός πέρ τε ῥέει μακάρεσσι θεοῖσιν;» Ἐκεῖνος μὲν οὖν παίζει ἡμεῖς δὲ ἀπὸ τῶν σπουδαίων Εὐαγγελίων, κἄν μὴ Κέλσος ἔῤῥευσεν αὐτοῦ ἀπὸ τοῦ σώματος ἤδη δ αὐτοῦ ἀποθανόντος, «εἷς τῶν στρατιωτῶν λόγχῃ τὴν πλευρὰν αὐτοῦ ἔνυξε, καὶ ἐξῆλθεν αἷμα καὶ ὕδωρ. Καὶ ὁ ἑωρακὼς μεμαρτύρηκε, καὶ ἀληθινὴ αὐτοῦ ἐστιν ἡ μαρτυρία κἀκεῖνος οἶδεν, ὅτι ἀληθῆ λέγει». Τῶν μὲν οὖν ἄλλων νεκρῶν σωμάτων τὸ αἷμα πήγνυται, καὶ ὕδωρ καθαρὸν οὐκ ἀποῤῥέει τοῦ δὲ κατὰ τὸν Ἰησοῦν νεκροῦ σώματος, τὸ παράδοξον, καὶ περὶ τὸ νεκρὸν σῶμα ἦν αἷμα καὶ ὕδωρ ἀπὸ τῶν πλευρῶν προχυθέν. Ὠριγένους, Κατὰ Κέλσου 2 PG 11, 857AB 32

Διὰ τοῦτο καὶ Ἰωάννης ἐν τῇ τοῦ Ευαγγελίου συγγραφῇ ἔλεγεν, ὅτι αὐτὸς εἶδε, περὶ τοῦ αἵματος καὶ τοῦ ὕδατος διαλεγόμενος, τὴν ὄψιν αὐτοῖς ἀντὶ μαρτυρίας τιθεὶς μεγίστης καίτοι ὄψεως ἀκριβεστέρα τὰ παρὰ τοῦ Πνεύματος, ἀλλ οὐ παρὰ τοῖς ἀπίστοις. Χρυσοστόμου, Εἰς τὰς Πράξεις, PG 60, 17 Κατ ἐκείνην γὰρ τὴν ἡμέραν ἐκ τῆς ἁγίας ἀνεστομώθη πλευρᾶς ἡ τῆς σωτηρίας πηγή, ἀφ ἧς τὰ διπλᾶ τῶν μυστηρίων ἐδεξάμεθα νάματα «τὸ ὕδωρ, φημί, καὶ τὸ αἷμα, ἅπερ ὁ ἑωρακὼς μεμαρτύρηκε». Τὸ μὲν καθαῖρον ἡμᾶς, καὶ τῶν ἁμαρτημάτων ἐλευθεροῦν τὸ δὲ διατρέφον, καὶ ἄρδον, καὶ τεθηλέναι παρασκευάζον. Θεοδωρήτου Κύῤῥου, Εἰς Ζαχαρίαν, PG 81, 1956A 19,34. Ἀλλ εἷς τῶν στρατιωτῶν λόγχῃ αὐτοῦ τὴν πλευρὰν ἔνυξε, καὶ εὐθέως ἐξῆλθεν αἷμα καὶ ὕδωρ. Τὸ ἄτιμον ἐπὶ σταυροῦ θάνατον [«ἐπικατάρατος γὰρ πᾶς ὁ κρεμάμενος ἐπὶ ξύλου» (Δτ 27,26 21,23 Γα 3,13)], τὴν μετὰ τῶν κακούργων λῃστῶν συναρίθμησιν, τὰς διαπερονήσεις τῶν ἥλων, τὴν διὰ τῆς λόγχης νύξιν τῆς πλευρᾶς, τὰ ῥαπίσματα, τὰ ἐμπτύσματα, τὸ ὄξος, τὴν χολήν, τὸν ἀκάνθινον στέφανον, τοὺς διαπειγμοὺς καὶ διαγελασμούς, τὰς γονυπετήσεις, τὴν εὐτελεστάτην κηδείαν τε καὶ ταφήν. Τοῦτο τὸ ὡσανεὶ μωρὸν καὶ ἀσθενὲς τοῦ Θεοῦ, τῷ λόγῳ τῆς οἰκονομίας σοφώτερον καὶ ἰσχυρότερον ἀσυγκρίτως τῶν ἀνθρώπων, τῇ ὑπερδυνάμῳ καὶ ὑπερσόφῳ ἐκνικήσει τοῦ κρείττονος διαπρυσίως ἀπειδείχθη, ἀφθέγκτῳ σιγῇ δι ἔργων ἐκβοώμενον πάσῃ τῇ κτίσει ἀκαταλήπτως εἰ γὰρ καὶ ἐσταυρώθη ἐξ ἀσθενείας, ἀλλὰ ζῇ ἐκ δυνάμεως κατὰ Παῦλον τὸν θεσπέσιον. Μαξίμου, Σχόλια εἰς Διονύσιον Ἀρεοπαγίτην, PG 4, 237A 33

Καὶ ὁ τὴν ἁγίαν πλευρὰν ἐκκεντηθείς, ὁ ἐκχέας ἐκ τῆς πλευρᾶς αὐτοῦ τὰ δύο πάλιν καθάρσια, ὕδωρ καὶ αἷμα, λόγον καὶ πνεῦμα. Ἀπολιναρίου, Ἀποσπάσματα βιβλίου incerto, PG 5, 1300A Οὐδ ἄν ὁ Δαβὶδ προαναπεφωνήκει περὶ αὐτοῦ «Καὶ ἐπὶ τὸ ἄλγος τῶν τραυμάτων μου προσέθηκαν» (Ψα 68,27) οὐδ ἄν ἐδάκρυσεν ἐπὶ τοῦ Λαζάρου οὐδ ἄν ἵδρωσε θρόμβους αἵματος οὐδ ἄν εἰρήκει, ὅτι «περίλυπός ἐστιν ἡ ψυχή μου» (Μθ 26,38) οὐδ ἄν «νυγείσης αὐτοῦ τῆς πλευρᾶς, ἐξῆλθεν αἷμα καὶ ὕδωρ». Ταῦτα γὰρ πάντα σύμβολα σαρκός, τῆς ἀπὸ γῆς εἰλημμένης, ἥν εἰς αὐτὸν ἀνεκεφαλαιώσατο, τὸ ἴδιον πλάσμα σώζων. Εἰρηναίου, Ἔλεγχος καὶ ἀνατροπὴ τῆς ψευδωνύμου γνώσεως 2 PG 7,957A 958A Διὰ δὲ τῶν ἐκρυέντων ἐκ τῆς πλευρᾶς ἐδήλου τὰς ἐκρύσεις τῶν παθῶν, ἀπὸ τῶν ἐμπαθῶν ἀπαθεῖς γενομένας τὰς οὐσίας σεσῶσθαι. Κλήμεντος Ἀλεξανδρέως, Ἐξ ἐπιτομῶν τοῦ Θεοδότου, PG 9, 688C Καὶ ὑπὸ Ἰουδαίων ξύλῳ προσπήγνυται, ὁ πήξας ὡς καμάραν τὸν οὐρανόν καὶ πρὸς Πατέρα βοῶν παρατίθεται τὸ πνεῦμα, ὁ ἀχώριστος τοῦ Πατρός καὶ κλίνων κεφαλήν, ἐκπνέει, ὁ εἴπας «Ἐξουσίαν ἔχω θεῖναι τὴν ψυχήν μου, καὶ ἐξουσίαν ἔχω πάλιν λαβεῖν αὐτήν» (Ἰω 10,18). Ὅτι δὲ οὐκ ἐκυριεύετο ὑπὸ θανάτου, ὡς ζωή, εἶπεν «Ἐγὼ ἀπ ἐμαυτοῦ τίθημι αὐτήν» (Ἰω 10,18) καὶ πλευρὰν λόγχῃ νύσσεται, ὁ τὴν ζωὴν πᾶσιν χαριζόμενος καὶ σινδόνι ἐλισσόμενος ἐν μνημείῳ τίθεται, ὁ τοὺς νεκροὺς ἐγείρων καὶ τριήμερος ὑπὸ Πατρὸς ἀνίσταται, αὐτὸς ὤν ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή. «Ἱππολύτου», Εἰς τὴν αἵρεσιν Νοετοῦ τινος, PG 10, 828C 34

«Οὗτός ἐστιν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός» (Μθ 3,17) ὁ πεινῶν καὶ τρέφων μυριάδας καὶ κοπιῶν, καὶ ἀναπαύων τοὺς κοπιῶντας «ὁ μὴ ἔχων ποῦ τὴν κεφαλὴν κλίναι» (Λκ 9,58), καὶ πάντα ἐν τῇ χειρὶ βαστάζων ὁ πάσχων, καὶ τὰ πάθη ἰώμενος ὁ ῥαπιζόμενος, καὶ ἐλευθερίαν τῷ κόσμῳ δωρούμενος ὁ τὴν πλευρὰν νυττόμενος, καὶ τὴν πλευρὰν τοῦ Ἀδὰμ διορθούμενος. «Ἱππολύτου», Εἰς τὰ Θεοφάνεια, PG 10, 857D 860A Ἄφθαρτος γὰρ οὐσία οὐ γεννᾶται, οὐκ αὔξει, οὐχ ὑπνοῖ, οὐ πεινᾷ, οὐ διψᾷ, οὐ κοπιᾷ, οὐ πάσχει, οὐ θνήσκει, οὐ τιτρᾶται ὑπὸ ἥλων καὶ λόγχης, οὐχ ἱδροῖ, οὐχ αἱμοῤῥοεῖ. «Ἱππολύτου», Περικοπαὶ ἐκ τῶν λόγων αὐτοῦ, PG 10, 861C Ἀμφότερα παρέσχε τὸ τοῦ Κυρίου σῶμα τῷ κόσμῳ, αἷμα τὸ ἱερόν, καὶ ὕδωρ τὸ ἅγιον. Καὶ νεκρόν τε ὄν τὸ σῶμα κατὰ τὸν ἀνθρώπινον τρόπον, μεγάλην ἔχει ζωῆς ἐν αὐτῷ δύναμιν. Ἃ γὰρ οὐ προχεῖται τῶν νεκρῶν σωμάτων, ταῦτα ἐξ αὐτοῦ προεχέθη, αἷμά τε καὶ ὕδωρ ἵν εἰδείημεν ἡλίκον ἡ κατασκηνώσασα δύναμις ἐν τῷ σώματι πρὸς ζωὴν δύναται, ὡς μή τε αὐτὸ τοῖς ἄλλοις ὅμοιον φαίνεσθαι νεκρόν, ἡμῖν δὲ τὰ ζωῆς αἴτια προχεῖν δύνασθαι. «Ἱππολύτου», Περικοπαὶ ἐκ τῶν λόγων αὐτοῦ, PG 10, 868B Ἔδει γὰρ τὸν μὴ τοῖς λοιποῖς νεκροῖς ὅμοιον, ἀλλὰ ζωτικὰ σημεῖα καὶ ἐν τῇ νεκρότητι δείξαντα τὸ ὕδωρ καὶ τὸ αἷμα, καὶ καινόν (ἵν οὕτως ὀνομάσω), ὄντα νεκρόν, ἐν καινῷ καὶ καθαρῷ γενέσθαι μνημείῳ. Ὠριγένους, Κατὰ Κέλσου 2 PG 11, 904C 35

Α. Εἰ τὸν Λόγον φάσκει γεγενῆσθαι, καὶ μὴ ἀνειληφέναι σῶμα ἀνθρώπου, φρασάτω, τί ἐστι τὸ πεπονθὸς ἐπὶ τοῦ σταυροῦ; ΜΑ. Δοκήσει πέπονθεν αὐτός. Ε. Δοκήσει, τουτέστι, φαντασίᾳ, καὶ οὐκ ἀληθείᾳ; Α. Εἰ δοκήσει, καὶ οὐκ ἀληθείᾳ πέπονθε, δοκήσει καὶ Ἡρώδης δικάζει δοκήσει Πιλᾶτος ἀπονίπτεται τὰς χεῖρας δοκήσει Ἰούδας παρέδωκε δοκήσει καὶ Καϊάφας, δοκήσει καὶ Ἰουδαῖοι κατέσχον αὐτόν δοκήσει καὶ οἱ ἀπόστολοι δοκήσει καὶ τὸ αἷμα αὐτοῦ ἐξεχύθη δοκήσει καὶ οἱ εὐαγγελισταὶ εὐηγγελίζοντο δοκήσει καὶ ἦλθεν ἀπ οὐρανῶν, καὶ δοκήσει ἀνῆλθε δοκήσει δὲ καὶ ἡ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, καὶ οὐκ ἀληθείᾳ. Πῶς οὖν λέγει ὁ Χριστός «Ἐγώ εἰμι ἡ ἀλήθεια» (Ἰω 14,6); Ὠριγένους, Περὶ τῆς εἰς Θεὸν ὀρθῆς πίστεως 4 PG 11, 1832BC «Καὶ σφάξουσι τὸ ὀρνίθιον τὸ ἕν εἰς ἀγγεῖον ὀστράκινον» (Λευ 14,5). Θύεται τὸ ὀρνίθιον εἰς ἀγγεῖον ὀστράκινον, προεμβληθέντος εἰς αὐτὸ ὕδατος ζῶντος, ἵνα γένηται ὁ καθαρισμὸς ὕδατι καὶ αἵματι, ἅπερ ἐξῆλθεν ἀπὸ τῆς πλευρᾶς τοῦ Σωτῆρος. Ξύλον δὲ κέδρινόν φησι τὸ τῆς σωτηρίας ἡμῶν ξύλον. Τὸ δὲ κεκλωσμένον κόκκινον τύπος ἦν τοῦ τιμίου αἵματος, δι οὗ καθαίρεται ὁ κόσμος ὅλος. Οἷμαι δὲ τὸν ὕσσωπον, τὴν διὰ τοῦ πνεύματος θερμότητα τὸ δὲ σπαρτίον τὸ κόκκινον τὴν πρὸς σάρκα σύμβασιν τοῦ Λόγου δηλοῖ. Ὠριγένους, Ἐκλογαὶ εἰς Λευιτικόν, PG 12, 404A Περιβέβληται γὰρ ἱμάτιον ἐῤῥαμμένον αἵματι, ἐπείπερ ἴχνη περίκειται ὁ γενόμενος Λόγος σάρξ, καὶ διὰ τὸ γεγονέναι σάρξ ἀποθανών, ὡς προχυθῆναι αὐτοῦ καὶ αἷμα ἐπὶ τὴν γῆν, νύξαντος τοῦ στρατιώτου τὴν πλευρὰν αὐτοῦ. Ὠριγένους, Εἰς Ἰωάννην, PG 14, 121D 36

Ὁ πηγάζων τὸ θεῖον νᾶμα τοῖς διψῶσι, καὶ προχέων τὸ ὕδωρ ἐκ τῆς πλευρᾶς, τοῦ σιδήρου τὴν φλέβα ταύτην ἀναστομίσαντος, καὶ τὸ πικρὸν τῆς Μερρᾶς, τοῦ κολαστοῦ νόμου, μετέβαλεν εἰς γλυκύτητα τῇ παραδοχῇ τοῦ ξύλου τοῦ σταυροῦ. Ὠριγένους, Εἰς Ψαλμούς, PG 17, 141D 144; Αὕτη (ἡ Ἐκκλησία) γάρ ἐστιν ἡ ἐκ πλευρᾶς Χριστοῦ προελθοῦσα, καὶ νύμφη τούτου εὑρεθεῖσα. Ὠριγένους, Εἰς Παροιμίας, PG 17, 252A Ἵνα δὲ παρῶ λέγειν τὰς ἐπὶ ἐδάφους ἐκπληρωθείσας θαυματουργίας, ὁράτωσαν τὰς τῶν νεκρῶν ἀναβιώσεις, τὰ τοῦ πάθους σύμβολα, τὰ τῶν μαστίγων ἴχνη, τοὺς τῶν πληγῶν μώλωπας, τὰς τετρωμένας πλευράς, τοὺς τῶν ἥλων τύπους, τὴν τοῦ αἵματος ἔκχυσιν, τὰ τοῦ θανάτου σημεῖα, καὶ τὸ σύμπαν εἰπεῖν, αὐτὴν τὴν τοῦ ἰδίου σώματος ἀνάστασιν. Εὐσταθίου Ἀντιοχείας, Ἀποσπάσματα ἀπολεσθέντων ἔργων αὐτοῦ, PG 18, 688C Ὁ δὲ Χριστὸς διὰ τὴν πρὸς ἡμᾶς ἀγάπην ὑψοῦ γενόμενος ἐπὶ τοῦ σταυροῦ, καὶ νυγεὶς τὴν πλευράν, ἐκεῖθεν τὸ ζωήῤῥυτον ἐστάλαξεν αἷμα, καὶ διὰ τῆς νεφέλης τοῦ ἁγίου Πνεύματος νεκρωθέντας ἡμᾶς ἀνεζώωσεν. Εὐσεβίου Καισ., Εἰς Ψαλμούς, PG 23, 1256B Ἦν μὲν οὖν πέτρα καὶ τὸ σπήλαιον ὅ ἐλατόμησεν ὁ Ἰωσὴφ εἰς μνημεῖον ἀλλὰ καὶ τὸν Χριστὸν αὐτὸν οἶδεν ὁ θεῖος Ἀπόστολος πέτραν ὀνομάζειν, λέγων, «Ἡ δὲ πέτρα ἦν ὁ Χριστὸς» (Α Κο 10,4). Ἐπειδὴ χεῖρας ἐπιβάλοντες τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ ἐλωβήσαντο κατὰ τὸ πάθος οἱ τὸν 37

θάνατον αὐτοῦ τυρεύσαντες, εἰκότως πρὸς αὐτοὺς εἴρηται τό, «Ἐμβλέψατε εἰς τὴν στερεὰν πέτραν, ἥν ἐλατομήσατε, καὶ εἰς τὸν βόθυνον τοῦ λάκκου, ὅν ὠρύξατε» (Ἠσ 51,1). Μήποτε βόθυνον λάκκου ᾐνίξατο τὴν τρωθεῖσαν τοῦ σώματος αὐτοῦ πλευράν, ἐξ ἧς αἷμα καὶ ὕδωρ προῆλθεν. Εὐσεβίου Καισ., Εἰς Ἠσαΐαν, PG 24, 445A Πιλᾶτος μὲν οὖν, καθικευτεύων τοῖς τότε Ἰουδαίοις, λόγχῃ μίαν πλευρὰν τοῦ Σωτῆρος ἔνυξεν οὗτοι δὲ (οἱ Ἀρειανοί) καὶ τὴν μανίαν Πιλάτου νενικήκασιν, ὅτι μὴ μίαν, ἀλλ ἀμφοτέρας ἔξεσαν τὰ γὰρ μέλη τῶν παρθένων ἐξαιρέτως ἴδια τοῦ Σωτῆρός ἐστι. Μ. Ἀθανασίου, Πρὸς τὸν βασιλέα Κωνστάντιον, PG 25, 640C Τὸ δὲ σῶμα ἔπασχε μὲν νυττόμενον ἐν τῷ ξύλῳ καὶ ἔῤῥεεν ἀπὸ τῆς τούτου πλευρᾶς αἷμα καὶ ὕδωρ ναὸς δὲ τοῦ Λόγου τυγχάνον, πεπληρωμένον ἦν τῆς θεότητος. Μ. Ἀθανασίου, Πρὸς Ἐπίκτητον, PG 26, 1065D Ἔστι δὲ καὶ ἐπὶ τῆς τοῦ σταυροῦ οἰκονομίας συνιδεῖν τὸ λεγόμενον ὅπως ὁ Κύριος τῇ μὲν προβολῇ τοῦ αἵματος τὴν βεβαιότητα τῆς σαρκὸς ἐπεδείκνυτο τῇ δὲ προσθήκῃ τοῦ ὕδατος τὴν ἄχραντον καθαρότητα ἐδήλου, καὶ ὅτι τοῦ Θεοῦ τὸ σῶμα. Μ. Ἀθανασίου, Κατὰ Ἀπολιναρίου 1 PG 26, 1125B Ἐκρεμάσθη ἐπὶ ξύλου, ἐπότισαν αὐτὸν ὄξος μετὰ χολῆς, διεμερίσαντο τὰ ἱμάτια αὐτοῦ βλέποντος, λόγχῃ τὴν πλευρὰν ἔνυξαν, παρέθεντο τὸ πνεῦμα εἰς χεῖρας τοῦ Πατρός, ἐτέθη τὸ σῶμα αὐτοῦ ἐν μνημείῳ, ἀνέστη τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ, ἀνελήφθη ἐν δόξῃ εἰς οὐρανούς. Μ. Ἀθανασίου, Περὶ ὑπομονής, PG 26, 1309A 38

Ξύλον ζωῆς ὁ Χριστός, κλάδοι οἱ ἀπόστολοι, καρπὸς αἷμα καὶ ὕδωρ ἐκ τῆς πλευρᾶς ὧν τὸ μὲν εἰς ὑποτύπωσιν μαρτυρίου, τὸ δὲ βαπτίσματος. Μ. Ἀθανασίου, Εἰς Ψαλμούς, PG 27, 61C Λόγχῃ ἐξεκέντησαν. Ὥσπερ αὐτοὶ οὐκ ἡρκέσθησαν σταυρώσαντές με, ἀλλὰ καὶ ἑτέραν πληγὴν ἐπήγαγόν μοι. Μ. Ἀθανασίου, Περὶ ἐπιγραφῆς Ψαλμῶν, PG 27, 928C Τὴν πλευρὰν αὐτοῦ ἐν τῷ κόσμῳ διήνοιξε. Διὰ τοῦ αἵματος αὐτοῦ ἐπότισε τὰ δικαιώματα αὐτοῦ. Ἐκ τῆς πλευρᾶς αὐτοῦ. Καὶ ἐν αὐτῷ τῷ ὕδατι τῷ ἐκ τῆς πλευρᾶς αὐτοῦ ἐφώτισε τὰ ἔθνη. Μ. Ἀθανασίου, Περὶ ἐπιγραφῆς Ψαλμῶν, PG 27, 972D Ἀπέστειλε τὸν Θεὸν Λόγον ὁ Πατήρ, καὶ κεντηθέντος αὐτοῦ τὴν πλευρὰν ἡμεῖς πάντες ἰάθημεν, ὡς Ἠσαΐας λέγει «τῷ μώλωπι αὐτοῦ πάντες ἰάθημεν» (Ἠσ 53,5). Μ. Ἀθανασίου, Περὶ ἐπιγραφῆς Ψαλμῶν, PG 27, 1128B Καὶ γὰρ κρεμάμενος ἐπὶ τοῦ σταυροῦ, τὸν μὲν ἀέρα ἐκαθάριζε τῇ ἐκτάσει τῶν χειρῶν, τὴν δὲ γῆν ἐλυτροῦτο, τῷ αἵματι καὶ τῷ ὕδατι τῆς πλευρᾶς ἀποπλύνων αὐτήν. «Μ. Ἀθανασίου», Εἰς τὸ πάθος καὶ τὸν σταυρὸν τοῦ Κυρίου, PG 28, 224A Ἔπεισε (ὁ διάβολος) γὰρ τοὺς Ἰουδαίους εἰς σφαγὴν αὐτὸν αἰτήσασθαι, καὶ γέγονεν ὅπερ οὐ προσεδόκησεν ἐσφάγη γὰρ οὐκ εἰς ἄλλο 39

μέρος, ἀλλ εἰς τὴν πλευράν, ἀφ ἧς ἔῤῥευσεν ὕδωρ καὶ αἷμα ἵνα, ἐπειδὴ πρότερον διὰ τῆς ἐκ πλευρᾶς πλασθείσης γυναικὸς ἦλθεν ἀπάτη, οὕτω διὰ τῆς πλευρᾶς τοῦ δευτέρου Ἀδὰμ λύτρον καὶ καθάρσιον τῆς προτέρας γένηται λύτρον μὲν διὰ τοῦ αἵματος, καθάρσιον δὲ διὰ τοῦ ὕδατος. «Μ. Ἀθανασίου», Εἰς τὸ πάθος καὶ τὸν σταυρὸν τοῦ Κυρίου, PG 28, 228D 229A Ὁ δὲ καταλειφθεὶς μόνος ἐπὶ τοῦ σταυροῦ, ὥσπερ, δικλήματος ἤ τρικλήματος ἐκπετάσας κατὰ μὲν τοῦ πλαγίου τὰς χεῖρας, κατὰ δὲ τοῦ ὀρθοῦ κεφαλὴν σὺν θώρακι ἅμα ποσί. Περιαιρεθείσης, δὲ τῆς κόμης ἁπάσης τῶν λοιπῶν κλημάτων, πληγεὶς πρὸς τῶν ἥλων καὶ τῆς λόγχης, ἐδάκρυσε τῷ ἁγίῳ αἵματι κρουνηδόν. «Μ. Ἀθανασίου», Διάλογος ἐν τῇ κατὰ Νικαίαν συνόδῳ πρὸς Ἄρειον, PG 28, 488A Ἔπρεπε γὰρ πρότερον προσηλωθῆναι τὸ χειρόγραφον τῷ σταυρῷ, καὶ νυχθῆναι τὴν πλευρὰν τοῦ Λόγου τῇ λόγχῃ, ἵνα ὁ μώλωψ ἐν τῇ νύξει καθάρσιον γένηται τῇ οἰκουμένῃ, τὸ αἷμα καὶ τὸ ὕδωρ τῷ γένει τῶν ἀνθρώπων. «Μ. Ἀθανασίου», Κατὰ πασῶν τῶν αἱρέσεων, PG 28, 504C Λόγχῃ τὴν πλευρὰν νύττεται, ἵνα τὴν ἐκ τῆς πλευρᾶς τοῦ Ἀδὰμ κτισθεῖσαν θεραπεύσῃ, καὶ τὴν φλογίνην ῥομφαίαν τὴν καθ ἡμῶν στρεφομένην παύσῃ, καὶ τὴν ὁδὸν ἡμῖν τοῦ παραδείσου ἀνοίξῃ. «Μ. Ἀθανασίου», Πρὸς Ἀντίοχον, PG 28, 696A Τὸ δὲ θαυμαστότερον, ὅτι καὶ αὐτοὶ οἱ ἀρχαῖοι καὶ παλαιοὶ προφῆται ἐβαπτίσθησαν ἐκ τοῦ ῥεύσαντος αἵματος καὶ ὕδατος ἐκ τῆς πλευρᾶς τοῦ Χριστοῦ. Καὶ πῶς, ἄκουσον. Ἐπειδὴ ἐκ τεσσάρων στοιχείων 40

συνίσταται τὸ σῶμα τοῦ ἀνθρώπου, πάλιν μετὰ θάνατον εἰς αὐτὰ ἀναλύεται. Οὕτω δὴ γέγονε καὶ ἐπὶ τοῦ Χριστοῦ ὅτι τὸ αἷμα καὶ τὸ ὕδωρ, ὅ ἔῤῥευσεν ἡ ἁγία αὐτοῦ πλευρά, ἀνελύθη, ὅπου ἀνελύθη καὶ τῶν προφητῶν, ἤγουν εἰς τὰ στοιχεῖα, καὶ εὑρὼν αὐτὰ ἐβάπτισεν. Εἰ δὲ λέγει τις, ὅτι καὶ τὰ τῶν ἀπίστων σώματα ἐβάπτισε λέγομεν, Οὐχί ἀλλ ὤσπερ τὸ ὕδωρ προπατῶν, ὅσα μὲν εὑρίσκει χλωρὰ φυτά, ἀρδεύει καὶ ποτίζει, ὅσα δὲ ξηρὰ οὐκ ὠφελεῖ αὐτά οὕτω νόει καὶ ἐπὶ τούτου. «Μ. Ἀθανασίου», Ἀποσπάσματα ἐξ ἐπιστολῶν Παύλου, PG 28, 769BC Λυτρούμενος γὰρ τὴν οἰκουμένην ὁ Σωτὴρ διὰ τοῦ σταυροῦ καὶ τὴν πλευρὰν νηγείς, ἐξήγαγεν αἷμα καὶ ὕδωρ ἵνα οἱ μὲν ἐν καιροῖς εἰρήνης ἐν ὕδατι βαπτισθῶσιν, οἱ δὲ ἐν καιροῖς διωγμῶν ἐν οἰκείοις αἵμασι βαπτισθῶσι. Κυρίλλου Ἱεροσ., Κατηχήσεις, PG 33, 440C Τὸ ξύλον ἐπὶ Μωσέως ἐγλύκανε τὸ ὕδωρ, καὶ ἐκ πλευρᾶς Ἰησοῦ τὸ ὕδωρ ἔῤῥευσεν ἐπὶ ξύλου. Κυρίλλου Ἱεροσ., Κατηχήσεις, PG 33, 797C Ἦν οὖν τὰ δύο ἐκ τῆς πλευρᾶς τὸ ὕδωρ ἴσως τῷ κρίνοντι, τοῖς δὲ ἐπιβοῶσι τὸ αἷμα. Καὶ πάλιν ἄλλως νοητέον Ἰουδαίοις μὲν τὸ αἷμα, Χριστιανοῖς δὲ τὸ ὕδωρ ἐκείνοις μὲν γὰρ ὡς ἐπιβούλοις, ἡ ἐκ τοῦ αἵματος καταδίκη σοὶ δὲ τῷ πιστεύοντι νῦν, ἡ διὰ ὕδατος σωτηρία οὐδὲν γὰρ εἰκῆ γέγονεν. Ἀπέδωκαν οἱ ἐξηγηταὶ Πατέρες ἡμῶν καὶ ἄλλην τοῦ πράγματος αἰτίαν. Ἐπειδὴ γὰρ διπλῆ τίς ἐστι τοῦ σωτηρίου βαπτίσματος ἐν Εὐαγγελίοις ἡ δύναμις, μία μὲν ἡ τοῖς φωτιζομένοις δωρουμένη δι ὕδατος, δευτέρα δὲ ἡ ἐπὶ τῶν ἁγίων μαρτύρων ἐν διωγμοῖς δι οἰκείου αἵματος 41

ἐξῆλθεν ἐκ τῆς σωτηρίου πλευρᾶς αἷμα καὶ ὕδωρ, τῆς ὑπὲρ Χριστοῦ γινομένης ὁμολογίας, ἔν τε φωτίσματι καὶ μαρτυρίου καιροῖς βεβαιοῦσα τὴν χάριν. Ἔστι καὶ ἄλλη τῆς πλευρᾶς αἰτία. Γυνὴ γέγονεν ἀρχηγὸς ἁμαρτίας, ἡ πλασθεῖσα ἐκ πλευρᾶς ἀλλ ὁ ἐλθὼν Ἰησοῦς ἀνδράσιν ὁμοῦ καὶ γυναιξὶ χαρίσασθαι τὴν ἀμνηστίαν, ἐνύγη τὴν πλευρὰν ὑπὲρ γυναικῶν, ἵνα λύσῃ τὴν ἁμαρτίαν. Κυρίλλου Ἱεροσ., Κατηχήσεις, PG 33, 797C 800A Αἷμα καὶ ὕδωρ τῆς πλευρᾶς χεόμενον τὸ μὲν, ὡς ἀνθρώπου, τὸ δὲ ὡς ὑπέρ ἄνθρωπον. Γρηγορίου Θεολόγου, Εἰς τὸ ἅγιον Πάσχα, PG 36, 661D Ὁ καὶ μετὰ δεδωκέναι τὸ πνεῦμα ἐκχέων ἐξ αὐτῆς αἷμα καὶ ὕδωρ, οἷς ἁγιασμὸς τῷ κόσμῳ παντί. Γρηγορίου Θεολόγου, Λειτουργία Ἀλεξανδρινή, PG 36, 724D Πλευρᾶς δὲ ῥεῦσαν αἷμα καὶ ὕδωρ ἅμα, Τὸ δισσὸν ἦν βάπτισμα, λούτρου καὶ πάθους. Γρηγορίου Θεολόγου, Ἔπη ἠθικά, PG 37, 961A Λόγχῃ δέ τις νύξας τὴν πλευρὰν αὐτοῦ, «Ἐξήλθεν αἷμα καὶ ὕδωρ καὶ ὁ ἑωρακὼς μεμαρτύρηκε, καὶ ἀληθινή ἐστιν αὐτοῦ ἡ μαρτυρία», φησίν ὁ ὑψηλὸς Ἰωάννης. Αἷμα καὶ ὕδωρ τῆς θείας καὶ ἀεννάου κρήνης ἐκδίδοται διὰ τὸν κρίνοντα Πιλᾶτον καὶ τοὺς ἐπιβοῶντας «Ἆρον, ἆρον, σταύρωσον αὐτόν» (Ἰω 19,15). Καισαρίου, Διάλογοι, PG 38, 996 42

Καὶ ὁρώμενος ὅπερ οὐκ ἦν, φησί τῷ θιάσῳ τῶν ἀποστόλων, ἄρτον ἐπιδιαιρῶν «Λάβετε, φάγετε ἐξ αὐτοῦ πάντες, τοῦτό ἐστι τὸ σῶμά μου» (Μθ 26,26) μήπω τυθεὶς τῇ σαρκί καὶ, «Λάβετε, πίετε, τοῦτό ἐστι τὸ αἷμα μου» (Μθ 26, 27 28), μήπω τρωθεὶς ἐπὶ σταυρῷ δόρει τὴν πλευράν. Καισαρίου, Διάλογοι, PG 38, 1132 Εὐθὺς ὑπομιμνήσκει τὸ αἷμα καὶ τὸ ὕδωρ τὸ στάξαν ἐν τῷ πάθει ἐκ πλευρᾶς τοῦ Ἰησοῦ. «Ἀπόδεσμος τῆς στακτῆς ἀδελφιδός μου ἐμοί» (Ἆσ 1,13) ὅπερ ἐστίν Ἐκ τοῦ στάξαντος ὕδατος, καὶ αἵματος, καὶ πνεύματος τοῦ ἐκ πλευρᾶς αὐτοῦ, αὐτὸς γέγονέ μοι νυμφίος, κἀγὼ αὐτοῦ νύμφη αἵματι μὲν τῷ ἐκ πλευρᾶς αὐτοῦ ἀγοραζομένη αὐτῷ καὶ συναπτομένη, ὕδατι δὲ τῷ ἀπὸ σαρκῶν αὐτοῦ βαπτιζομένη αὐτῷ. Φίλωνος Καρπασίου, Εἰς τὰ Ἄισματα, PG 40, 53D 56A «Ἐκεῖ ὠδίνησέ σε ἡ μήτηρ σου ἐκεῖ ὠδίνησέ σε ἡ τεκοῦσά σε» (Ἆσ 8,5). Περὶ τοῦ πάσχειν γὰρ τοῦ σταυροῦ λέγων, καὶ τὰς ὠδῖνας ὑπογράφει τοῦ σταυροῦ. «Ἐκεῖ ὠδίνησέ σε ἡ τεκοῦσά σε» (Ἆσ 8,5). Ἡ γὰρ σὰρξ τοῦ Ἰησοῦ ὠδίνησεν ἐν ταῖς ὠδῖσι τοῦ σταυροῦ, καὶ ἐξεγέννησε τὴν Ἐκκλησίαν ὕδατι μὲν τῷ ἐκ πλευρᾶς αὐτοῦ ἀναγεννωμένην, Πνεύματι δὲ τῷ ἀπὸ θεότητος αὐτοῦ συγκρινομένην αὐτῷ καὶ τελειουμένην. Φίλωνος Καρπασίου, Εἰς τὰ Ἄισματα, PG 40, 144B Ἐφ οὗ (κρανίου τόπου) σταυρωθεὶς ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, διὰ τοῦ ῥεύσαντος ἀπ αὐτοῦ ὕδατος καὶ αἵματος, διὰ τῆς νυχθείσης αὐτοῦ πλευρᾶς, αἰνιγματωδῶς ἔδειξε τὴν ἡμῶν σωτηρίαν, ἀπό τῆς ἀρχῆς τοῦ φυράματος ἀρξάμενος ῥαντίζειν τὰ λείψανα τοῦ προπάτορος, ἵνα καὶ ἡμῖν ὑποδείξῃ τὸν ῥαντισμὸν τοῦ αὐτοῦ αἵματος, εἰς κάθαρσιν τῆς ἡμῶν 43

κοινώσεως καὶ ψυχῆς μετανοούσης, καὶ εἰς ὑπόδειγμα φυράσεως καὶ καθαρισμοῦ ῥύπου τῶν ἡμετέρων ἁμαρτημάτων γενόμενον, τὸ ἐκχυθὲν ὕδωρ ἐπὶ τὸν ὑποκείμενον τῷ τόπῳ, καὶ τεθαμμένον εἰς ἐλπίδα αὐτοῦ τε καὶ ἡμῶν τῶν ἐξ αὐτοῦ γεγεννημένων. Ἐπιφανίου Κύπρου, Κατὰ αἱρέσεων, PG 41, 845A Καὶ ἀντίτυπα τοῦ αἵματος τοῦ ἐκ τῆς πλευρᾶς αὐτοῦ νυχθέντος, καὶ ῥεύσαντος εἰς κάθαρσιν τῶν κεκοινωμένων, καὶ ῥαντισμόν, καὶ σωτηρίαν τῶν ἡμετέρων ψυχῶν. Ἐπιφανίου Κύπρου, Κατὰ αἱρέσεων, PG 41, 981B Ἵνα ἀποκρούσῃ σου τὴν φλυαρίαν, ὅτι λεῖμμα αὐτοῦ οὐκ ἐγκαταλείφθη, ἀλλ αὐτὸ τὸ ἡλωθέν, αὐτὸ τὸ νυχθὲν τῇ λόγχῃ, αὐτὸ τὸ κρατηθὲν ὑπὸ τῶν Φαρισαίων, αὐτὸ τὸ ἐμπτυσθέν. Ἐπιφανίου Κύπρου, Κατὰ αἱρέσεων, PG 41, 1188C Τὸ δὲ σῶμα ἔπασχε μὲν νυττόμενον ἐν τῷ ξύλῳ, καὶ ἔῤῥεεν ἀπὸ τῆς τούτου πλευρᾶς αἷμα καὶ ὕδωρ ναὸς δὲ τοῦ Λόγου τυγχάνον πεπληρωμένος ἦν τῆς θεότητος. Ἐπιφανίου Κύπρου, Κατὰ αἱρέσεων, PG 42, 657A Ἀπ αὐτῆς δὲ τῆς πλευρᾶς οἰκοδομηθῆναι Ἐκκλησίαν, ἐν τῷ νυχθῆναι αὐτοῦ τὴν πλευράν, καὶ τὰ μυστήρια τοῦ αἵματος καὶ ὕδατος ἐν ἡμῖν λύτρα γενέσθαι. Ἐπιφανίου Κύπρου, Κατὰ αἱρέσεων, PG 42, 729D Ὕπνωσα ἐν τῷ σταυρῷ, καὶ ῥομφαίᾳ ἐνύχθην τὴν πλευράν, διὰ σὲ τὸν ἐν παραδείσῳ ὑπνώσαντα, καὶ τὴν Εὔαν ἐκ πλευρᾶς ἐξενέγκαντα. Ἡ 44

ἐμὴ πλευρὰ ἰάσατο τὸ ἄλγος τῆς πλευρᾶς ὁ ἐμὸς ὕπνος ἐξάξει σε ἐκ τοῦ ἐν ᾅδῃ ὕπνου ἡ ἐμὴ ῥομφαία ἔστησε τὴν κατὰ σοῦ στρεφομένην ῥομφαίαν. «Ἐπιφανίου Κύπρου», Τῷ ἁγίῳ καὶ μεγάλῳ Σαββάτῳ, PG 43, 464A Ἐκεῖ ῥάβδῳ πέτρα τύπτεται ἐνταῦθα δὲ Χριστὸς ἡ πέτρα τὴν πλευρὰν νύττεται. Ἐκεῖ ὕδωρ ἐκ τῆς πέτρας ἐξέρχεται ἐνταῦθα αἷμα καὶ ὕδωρ ἐκ ζωοποιοῦ πλευρᾶς πηγάζεται. «Ἐπιφανίου Κύπρου», Εἰς τὴν ἀνάστασιν, PG 43, 469C Αὐτὸς ὁ τῇ ῥομφαίᾳ νυγεὶς τὴν πλευράν σου, σύντριψον τῶν ἐχθρῶν τὴν ῥομφαίαν τῇ χειρί σου τῇ κραταιᾷ. «Ἐπιφανίου Κύπρου», Εἰς τὴν ἀνάστασιν, PG 43, 473D Τὸ σῶμα τὸ ἡμέτερον περικείμενος, τὴν τρωθεῖσαν τῇ λόγχῃ πλευρὰν προβαλλόμενος. «Ἐπιφανίου Κύπρου», Εἰς τὴν ἀνάληψιν, PG 43, 485C Οὕτω καὶ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, λόγχῃ τὴν πλευρὰν αὐτοῦ ἤνοιξε, καὶ εὐθέως ἐξῆλθεν αἷμα καὶ ὕδωρ. Ἐπέσταξεν τὸ αἷμα ἐπὶ τοὺς τεθνηκότας νεοσσούς, τουτέστι τὸν Ἀδάμ, καὶ τὴν Εὔαν, καὶ τοὺς λοιποὺς προφήτας, καὶ ἐπὶ πάντας τοὺς θανόντας, καὶ ἐφώτισε τὴν οἰκουμένην. «Ἐπιφανίου Κύπρου», Εἰς τὸν Φυσιολόγον, PG 43, 524D Εἶδε τὸν τὴν πλευρὰν λόγχῃ διαπαρένται. Διένεγκε τοὺς δακτύλους σου διὰ τῶν τύπων τῶν ἥλων. Ἔμβαλε τὴν χεῖρά σου τῷ ἐκ τῆς λόγχης τραύματι. Γρηγορίου Νύσσης, Περὶ κατασκευῆς τοῦ ἀνθρώπου, PG 44, 221D 45

Ζητεῖς καὶ τοὺς διὰ τραυμάτων καὶ αἵματος ἐν τῷ θανάτῳ γεγονότας; Μή τις ἐπὶ τούτων ἀτονίᾳ τῆς ζωοποιοῦ δυνάμεως κωλύει τὴν χάριν. Ἴδε τὸν ἐν ἥλοις διαπερονηθέντα τὰς χεῖρας, ἴδε τὸν τὴν πλευρὰν λόγχῃ διαπαρέντα, διενέγκαι τοὺς δακτύλους σου διὰ τοῦ τύπου τῶν ἥλων. ἔμβαλε τὴν χεῖρά σου τῷ ἐκ τῆς λόγχης τραύματι στοχάζου πάντως, ἐπὶ πόσων εἰκὸς ἦν εἰς τὸ ἐντὸς τὴν αἰχμὴν διαδῦναι διὰ τοῦ πλάτους τῆς ἀπειλῆς τὴν ἐπὶ τὸ εἴσω πάροδον λογιζόμενος. Ἡ γὰρ εἴσοδον χειρὸς ἀνθρωπίνης χωρήσασα πληγή, πόσον ἐντὸς γενέσθαι τοῦ βάθους τὸν σίδηρον ὑποδείκνυσιν; Εἰ οὖν αὐτὸς ἐγείγερται, ἄκαιρον ἄν εἴη τὸ ἀποστολικὸν ἐπιφθέγξασθαι «πῶς λέγουσί τινες ὅτι ἀνάστασις νεκρῶν οὐκ ἔστιν;»(α Κο 5,12). Γρηγορίου Νύσσης, Εἰς Ἰωάννην, Corderius 444 Καὶ δραμοῦσα πρὸς σὲ τὴν πηγήν, σπάσω τοῦ θείου πόματος, ὅ σὺ τοῖς διψῶσι πηγάζεις, προσχέων τὸ ὕδωρ ἐκ τῆς πλευρᾶς, τοῦ σιδήρου τὴν φλέβα ταύτην ἀναστομώσαντος. Γρηγορίου Νύσσης, Εἰς τὰ Ἄισματα, PG 44, 801B Εἶτα τὸν ἑαυτοῦ ἄνθρωπον ἥλοις καὶ λόγχῃ διαπεπαρμένον ἐκ νεκρῶν διὰ τρίτης ἡμέρας διανίστησι, τοὺς τύπους τῶν ἥλων καὶ τὴν πληγὴν τῆς λόγχης εἰς μαρτυρίαν τῆς ἀναστάσεως ἐπαγόμενος. Γρηγορίου Νύσσης, Περὶ ψυχῆς, PG 46, 137A Τοῦ αἵματος ἐν τῷ κρατῆρι εἰς σὴν κάθαρσιν ἐκ τῆς ἀχράντου πλευρᾶς κενουμένου. Χρυσοστόμου, Περὶ μετανοίας, PG 49, 345 46