ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ Η 18η έκδοση του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, στην σειρά Κώδικες Τσέπης, κατέστη αναγκαία μετά τις νομοθετικές μεταβολές που επήλθαν στο κείμενό του με τους νόμους 4509/2017 («Μέτρα θεραπείας ατόμων που απαλλάσσονται από την ποινή λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής και άλλες διατάξεις» ΦΕΚ Α 201/22.12.2017) και 4531/2018 («I) Κύρωση της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Πρόληψη και την Καταπολέμηση της Βίας κατά των γυναικών και της Ενδοοικογενειακής Βίας και προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας, II) Ενσωμάτωση της 2005/214/ΔΕΥ απόφασης-πλαίσιο, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση-πλαίσιο 2009/299/ΔΕΥ, σχετικά με την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης επί χρηματικών ποινών και ΙΙΙ) άλλες διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και λοιπές διατάξεις» ΦΕΚ Α 62/5.4.2018). Οι περισσότερες από τις νομοθετικές μεταβολές που επήλθαν με τον Ν. 4509/2017 αποσκοπούν στην εναρμόνιση των τροποποιούμενων διατάξεων με διατάξεις του Ποινικού Κώδικα, οι οποίες επίσης τροποποιήθηκαν με τον ίδιο νόμο, στο πλαίσιο μιας συνολικής αναθεώρησης της ποινικής αντιμετώπισης δραστών αξιοποίνων πράξεων με ψυχικές ή διανοητικές διαταραχές, που οδηγούν σε αποκλεισμό ή μείωση του καταλογισμού τους (κατάργηση των άρθρων 38-41, τροποποίηση των άρθρων 69 και 70, εισαγωγή νέου άρθρου 70Α στον Ποινικό Κώδικα). Έτσι, στο άρθρο 282 παρ. 2 ΚΠΔ προστίθεται τελευταίο εδάφιο, με το οποίο εντάσσονται στους περιοριστικούς όρους τα κατάλληλα θεραπευτικά μέτρα (άρθρο 69 παρ. 3 ΠΚ) που είναι δυνατόν να διατάσσονται για δράστες που απαλλάσσονται από την ποινή λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής, εφόσον η τελεσθείσα πράξη απειλείται με στερητική της ελευθερίας ποινή κατ αρχήν τουλάχιστον ενός έτους (άρθρο 69 παρ. 1). Επίσης, στο άρθρο 313 ΚΠΔ προστίθεται εδάφιο, με το οποίο διευκρινίζεται ότι το δικαστικό συμβούλιο έχει δικαιοδοσία να διατάσσει την εισαγωγή της υπόθεσης στο ακροατήριο του αρμόδιου δικαστηρίου και όταν κρίνει ότι συντρέχει περίπτωση απαλλαγής από την ποινή λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής και επιβολής μέτρου θεραπείας κατά το άρθρο 69 ΠΚ. Με την προσθήκη παραγράφου 5 στο άρθρο 315 ΚΠΔ λαμβάνεται μέριμνα, ώστε, μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης, να επιβάλλεται υποχρεωτικά από το δικαστικό συμβούλιο ένα από τα κατάλληλα μέτρα θεραπείας του άρθρου 69 παρ. 3 ΠΚ
Προλογικό σημείωμα επί υποδίκων κατηγορουμένων, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 69 παρ. 1 ΠΚ, ορίζεται δε ότι, αν ο κατηγορούμενος στην περίπτωση αυτή είναι προσωρινά κρατούμενος, το δικαστικό συμβούλιο αντικαθιστά υποχρεωτικά την προσωρινή κράτηση με το ίδιο μέτρο. Με το (νέο) άρθρο 486Α ΚΠΔ παρέχεται η δυνατότητα στον κατηγορούμενο να ασκήσει έφεση αφενός μεν κατά της απόφασης με την οποία κηρύσσεται αθώος λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής και του επιβάλλεται κατάλληλο θεραπευτικό μέτρο, αφετέρου δε κατά της απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου με την οποία διατάσσεται η παράταση του μέτρου, σύμφωνα με το άρθρο 70 παρ. 1 ΠΚ. Με την προσθήκη εδαφίου στο τέλος του άρθρου 500 ΚΠΔ ορίζεται ότι ο ορισμός δικασίμου από τον αρμόδιο εισαγγελέα στην περίπτωση άσκησης εφέσεως κατά αθωωτικής αποφάσεως με την οποία επιβάλλεται μέτρο θεραπείας, καθώς και κατά αποφάσεως με την οποία διατάσσεται η παράταση του μέτρου, γίνεται υποχρεωτικά σε ημέρα που δεν απέχει περισσότερο από τρεις μήνες από την διαβίβαση των εγγράφων σε αυτόν. Επίσης, με την προσθήκη δύο τελευταίων εδαφίων στο άρθρο 555 ΚΠΔ (περί αναβολής εκτελέσεως της ποινής) ορίζεται ότι το άρθρο 70 ΠΚ εφαρμόζεται αναλόγως στην περίπτωση κατά την οποία ο καταδικασθείς παρουσίασε μετά την καταδίκη του ψυχική ή διανοητική διαταραχή τέτοιας έντασης, ώστε να μην έχει συνείδηση της εκτελούμενης ποινής, ενώ διευκρινίζεται ότι, μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας, ο καταδικασθείς εκτίει την ποινή του, από την οποία όμως αφαιρείται ο χρόνος νοσηλείας του. Εκτός των ανωτέρω, με τον ίδιο νόμο νομοθετικές μεταβολές επήλθαν στα άρθρα 308Α παρ. 1 και 340 παρ. 1 ΚΠΔ. Εξάλλου, με τον Ν. 4531/2018 τροποποιήθηκε η παράγραφος 3 του άρθρου 483, εις τρόπον ώστε πλέον στο κείμενο του Κώδικα να προβλέπεται ρητώς ότι είναι επιτρεπτή η άσκηση αιτήσεως αναιρέσεως από τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και κατά βουλευμάτων με τα οποία τα δικαστικά συμβούλια πλημμελειοδικών και εφετών αποφαίνονται αμετακλήτως. Η έκδοση είναι ενημερωμένη και με όλες τις τελευταίες νομοθετικές μεταβολές που επήλθαν με τους νόμους 4411/2016 (στο άρθρο 282 ΚΠΔ), 4443/2016 (στο άρθρο 253Α ΚΠΔ), 4446/2016 (στα άρθρα 18, 21, 42, 46, 48, 63, 163, 192, 201, 229, 231 και 322 ΚΠΔ) και 4478/2016 (στα άρθρα 31, 96, 99Β, 99Γ, 100, 226Α, 552, 552Α ΚΠΔ). 6 Θωμάς Σάμιος Απρίλιος 2018
Πίνακας νομοθετικών μεταβολών* Άρθρο Διάταξη με την οποία επήλθε νομοθετική μεταβολή 4 άρ. 111 παρ. 1 στοιχ. ζ Ν. 1756/1988 5 άρ. 111 παρ. 1 στοιχ. ζ Ν. 1756/1988 6 άρ. 111 παρ. 1 στοιχ. ζ Ν. 1756/1988 7 άρ. 111 παρ. 1 στοιχ. ζ Ν. 1756/1988 8 άρ. 111 παρ. 1 στοιχ. ζ Ν. 1756/1988 άρ. 14 Ν. 1649/1986 9 άρ. 19 παρ. 1 Ν. 4267/2014 άρ. 111 παρ. 1 στοιχ. ζ Ν. 1756/1988 άρ. 14 Ν. 1649/1986 10 άρ. 111 παρ. 1 στοιχ. ζ Ν. 1756/1988 11 άρ. 111 παρ. 1 στοιχ. ζ Ν. 1756/1988 12 άρ. 111 παρ. 1 στοιχ. ζ Ν. 1756/1988 16 άρ. 26 παρ. 1-2 Ν. 4055/2012 άρ. 7 παρ. 1 Ν. 3090/2002 άρ. 5 παρ. 1 Ν. 2298/1995 17 άρ. 26 παρ. 3 Ν. 4055/2012 18 άρ. 40 παρ. 1 Ν. 4446/2016 άρ. 32 παρ. 6 Ν. 4055/2012 20 άρ. 26 παρ. 4, 32 παρ. 7 Ν. 4055/2012 άρ. 34 παρ. 18α N. 2172/1993 άρ. 8 παρ. 1 N. 1941/1991 21 άρ. 41 παρ. 1 Ν. 4446/2016 23 άρ. 26 παρ. 5 Ν. 4055/2012 27 άρ. 27 παρ. 1 Ν. 4055/2012 άρ. 4 παρ. 1 Ν. 3189/2003 άρ. 18 N. 1968/1991 29 άρ. 12 παρ. 2 Ν. 3783/2009 άρ. 15 παρ. 1 Ν. 3472/2006 30 άρ. πρώτο παρ. ΙΕ υποπαρ. ΙΕ.14 Ν. 4254/2014 άρ. 1 Ν. 3160/2003 άρ. 6 παρ. 1 N. 2854/2000 * Με έντονα στοιχεία σημειώνονται οι νομοθετικές μεταβολές που επήλθαν με τους πρόσφατους νόμους 4509/2017 και 4531/2018. 11
Πίνακας νομοθετικών μεταβολών 308 άρ. 102 παρ. 6 Ν. 4139/2013 άρ. 15 Ν. 3904/2010 άρ. 7 παρ. 2-3 Ν. 3189/2003 άρ. 20 Ν. 3160/2003 άρ. 3 παρ. 5 N. 2145/1993 άρ. 10 παρ. 8 N. 1941/1991 άρ. 5 παρ. 7-8 N. 1738/1987 άρ. 18 Ν.Δ. 4090/1960 άρ. 13 Ν.Δ. 2493/1953 308Α άρ. 41 Ν. 4509/2017 άρ. 16 Ν. 3904/2010 308Β άρ. 29 παρ. 5 Ν. 4055/2012 άρ. 17 παρ. 1 Ν. 3904/2010 309 άρ. 32 παρ. 1 Ν. 4055/2012 άρ. 18 Ν. 3904/2010 άρ. 19 Ν.Δ. 4090/1960 310 άρ. 21 Ν. 3160/2003 313 άρ. 5 Ν. 4509/2017 άρ. 102 παρ. 7 Ν. 4139/2013 314 άρ. 102 παρ. 8 Ν. 4139/2013 315 άρ. 6 Ν. 4509/2017 άρ. 19 Ν. 3904/2010 316 άρ. 22 Ν. 3160/2003 άρ. 111 παρ. 1 στοιχ. ζ Ν. 1756/1988 317 άρ. 23 Ν. 3160/2003 άρ. 4 N. 3681/1957 320 άρ. 2 παρ. 15α-β N. 2408/1996 άρ. 11 παρ. 1 N. 1941/1991 321 άρ. 11 παρ. 3-4 N. 1941/1991 322 άρ. 40 παρ. 7 Ν. 4446/2016 άρ. 93 παρ. 2 στοιχ. Β Ν. 4139/2013 άρ. 33 παρ. 3 Ν. 4055/2012 άρ. 28 παρ. 1 Ν. 3904/2010 άρ. 6 παρ. 1-2 N. 1653/1986 άρ. 2 N. 3681/1957 20
327 άρ. 34 παρ. 18στ N. 2172/1993 αρ. 3 παρ. 6 N. 2145/1993 άρ. 11 παρ. 5 N. 1941/1991 άρ. 12 παρ. 6-7 N. 1897/1990 άρ. 12 Ν.Δ. 1160/1972 330 άρ. 7 παρ. 3 Ν. 3090/2002 άρ. 14 N. 1419/1984 335 άρ. 34 παρ. 18ζ N. 2172/1993 άρ. 11 παρ. 6 N. 1941/1991 338 άρ. 5 παρ. 10 N. 1738/1987 339 άρ. 8 Α.Ν. 230/1967 340 άρ. 50 παρ. 1 Ν. 4509/2017 άρ. 33 Ν. 4356/2015 άρ. 33 παρ. 4 Ν. 4055/2012 άρ. 9 παρ. 1 Ν. 3860/2010 άρ. 13-14 Ν. 3346/2005 άρ. 24 Ν. 3160/2003 άρ. 7 παρ. 4 Ν. 3090/2002 341 άρ. 15 Ν. 3346/2005 άρ. 25 Ν. 3160/2003 άρ. 11 παρ. 7 N. 1941/1991 344 άρ. 26 παρ. 1 Ν. 3160/2003 345 άρ. 26 παρ. 2 Ν. 3160/2003 346 άρ. 26 παρ. 3 Ν. 3160/2003 347 άρ. 27 Ν. 3160/2003 348 άρ. 28 Ν. 3160/2003 349 άρ. 93 παρ. 4, 100 παρ. 2 Ν. 4139/2013 άρ. 33 παρ. 5-6 Ν. 4055/2012 άρ. 20 παρ. 1 Ν. 3904/2010 άρ. 16 Ν. 3346/2005 άρ. 7 παρ. 3 Ν. 3189/2003 άρ. 29 Ν. 3160/2003 αρ. 7 παρ. 5 Ν. 3090/2002 άρ. 20 παρ. 1 N. 2331/1995 άρ. 34 παρ. 6 N. 2172/1993 άρ. 11 παρ. 8 N. 1941/1991 άρ. 6 παρ. 4 N. 1653/1986 352 άρ. 30 Ν. 3160/2003 άρ. 13 Ν.Δ. 1160/1972 Πίνακας νομοθετικών μεταβολών 21
Πίνακας νομοθετικών μεταβολών 478 άρ. 34 Ν. 4356/2015 άρ. 9 παρ. 7 Ν. 4322/2015 άρ. 24 παρ. 2 Ν. 3904/2010 άρ. 18 παρ. 1 Ν. 3346/2005 άρ. 39 Ν. 3160/2003 479 άρ. 24 παρ. 3 Ν. 3904/2010 άρ. 40 παρ. 1-2 Ν. 3160/2003 άρ. 13 παρ. 3 N. 1941/1991 480 άρ. 34 στοιχ. γ Ν. 3904/2010 άρ. 40 παρ. 3 Ν. 3160/2003 481 άρ. 40 παρ. 4 Ν. 3160/2003 482 άρ. 34 στοιχ. γ Ν. 3904/2010 άρ. 18 παρ. 2 Ν. 3346/2005 άρ. 41 παρ. 1 Ν. 3160/2003 άρ. 34 παρ. 12 N. 2172/1993 άρ. 13 παρ. 4 N. 1941/1991 άρ. 12 Α.Ν. 230/1967 483 άρ. 25 παρ. 1 Ν. 4531/2018 άρ. 25 Ν. 3904/2010 άρ. 41 παρ. 1 Ν. 3160/2003 484 άρ. 42 Ν. 3160/2003 485 άρ. 109 παρ. 1 στοιχ. β Ν. 4055/2012 άρ. 16 Ν.Δ. 1160/1972 άρ. 17 Ν.Δ. 2493/1953 486 άρ. 33 παρ. 9 Ν. 4055/2012 άρ. 2 παρ. 19α-β N. 2408/1996 άρ. 34 παρ. 13 N. 2172/1993 άρ. 3 παρ. 9 Ν. 2145/1993 άρ. 18 παρ. 2 N. 1649/1986 άρ. 10 N. 969/1979 άρ. 13 Α.Ν. 230/1967 486Α άρ. 7 Ν. 4509/2017 488 άρ. 44 Ν. 3160/2003 άρ. 7 N. 1470/1984 άρ. 17 Ν.Δ. 1160/1972 24
Άρθρο 283Α σύμφωνη γνώμη του εισαγγελέα. Ο Εισαγγελέας, πριν εκφράσει τη γνώμη του, υποχρεούται να ακούσει τον κατηγορούμενο και τον συνήγορό του. Σε περίπτωση διαφωνίας για την προσωρινή κράτηση, αποφαίνεται το δικαστικό συμβούλιο (άρθρα 305 και 307 στοιχείο στ ). Η πρόταση του εισαγγελέα υποβάλλεται μέσα σε προθεσμία τριών (3) ημερών και το Συμβούλιο αποφασίζει μέσα σε προθεσμία πέντε (5) ημερών. Στο μεταξύ διάστημα με διάταξη του ανακριτή επιβάλλεται ο κατ οίκον περιορισμός του κατηγορουμένου, η αφαίρεση διαβατηρίου ή άλλου ισοδύναμου ταξιδιωτικού εγγράφου του και η απαγόρευση εξόδου του από τη χώρα. 2. Tο ένταλμα για την προσωρινή κράτηση ή η διάταξη που ορίζει τους όρους που αναφέρονται στο άρθρο 282 περιέχει, εκτός από τα τυπικά στοιχεία που αναγράφονται στο άρθρο 276 παρ. 3, την ακριβή σημείωση για το κακούργημα ή το πλημμέλημα. το ένταλμα προσωρινής κράτησης εκτελείται με τη φροντίδα του εισαγγελέα από τις αρχές που σύμφωνα με το άρθρο 277 τους έχει ανατεθεί η εκτέλεση ενταλμάτων. για τους στρατιωτικούς τηρούνται και οι σχετικές διατάξεις του Στρατιωτικού Ποινικού Kώδικα. Κατ οίκον περιορισμός με ηλεκτρονική επιτήρηση. 1. 283Α Ως «κατ οίκον περιορισμός» νοείται η επιβολή στον κατηγορούμενο της υποχρέωσης να μην εξέρχεται από συγκεκριμένο και ειδικά ορισμένο στη διάταξη του ανακριτή κτίριο ή σύμπλεγμα κτιρίων, που αποδεδειγμένα συνιστά τον τόπο διαμονής ή κατοικίας του. Για το σκοπό αυτόν ο κατηγορούμενος επιτηρείται με τη χρήση πρόσφορων ηλεκτρονικών μέσων. Ο κατηγορούμενος υποχρεούται να μην επεμβαίνει ή επιδρά καθ οιονδήποτε τρόπο στα ηλεκτρονικά μέσα και στα συναφή με την επιτήρηση δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. Αρμόδια υπηρεσία παρακολουθεί και καταγράφει μέσω συστήματος γεωεντοπισμού μόνο τη γεωγραφική θέση του κατηγορούμενου και τηρεί σχετικό αρχείο. 2. Ως προς τη διάρκεια ισχύος του μέτρου του κατ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση και τη διαδικασία άρσης, εξακολούθησης ή παράτασής της εφαρμόζονται αναλόγως τα οριζόμενα στα άρθρα 287 και 288 Κ.Π.Δ. 3. Το κόστος των ηλεκτρονικών μέσων επιτήρησης φέρει ο κατη- 174
Άρθρο 283Α γορούμενος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 4. Για το σκοπό αυτόν με τη διάταξη του ανακριτή επιβάλλεται η υποχρέωση προκαταβολής των εξόδων επιτήρησης για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες. Σε περίπτωση παράτασης της διάρκειας του μέτρου κατά το άρθρο 287, επιβάλλεται με το σχετικό βούλευμα η προκαταβολή των επιπλέον εξόδων. Αν για οποιονδήποτε λόγο αρθεί ή αντικατασταθεί το μέτρο πριν από τη συμπλήρωση του χρονικού διαστήματος για το οποίο έχουν προκαταβληθεί τα έξοδα, τότε με τη σχετική απόφαση, διάταξη ή βούλευμα διατάσσεται η απόδοση της διαφοράς σε εκείνον που τα προκατέβαλε. Αν ο κατηγορούμενος αθωωθεί, καταδικασθεί ή παύσει η εναντίον του ποινική δίωξη, εφαρμόζεται ως προς τη διαφορά αντίστοιχα το άρθρο 303. 4. Σε περίπτωση μη προκαταβολής των εξόδων εντός της χορηγηθείσας από τον ανακριτή προθεσμίας, ο τελευταίος, μετά από πρόταση του εισαγγελέα, επιβάλλει προσωρινή κράτηση, εκτός εάν κριθεί με ειδική αιτιολογία ότι ο κατηγορούμενος στερείται την οικονομική δυνατότητα να τα καταβάλει, οπότε τα έξοδα επιβάλλονται στο Δημόσιο. 5. Εκείνος σε βάρος του οποίου επιβλήθηκε το μέτρο του κατ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση κρατείται μέχρι να προκαταβληθούν τα σχετικά έξοδα που του επιβλήθηκαν. Αφού καταβληθούν αυτά, οδηγείται στο αρμόδιο όργανο για την προσαρμογή του τεχνικού μέσου επιτήρησης, μαζί με τη σχετική διάταξη του ανακριτή. Εάν στη δικαστική περιφέρεια, στην οποία επιβλήθηκε το μέτρο, δεν είναι αυτό δυνατόν, ο κατηγορούμενος οδηγείται χωρίς αναβολή στην πλησιέστερη δικαστική περιφέρεια, στην οποία λειτουργεί αρμόδιο όργανο. Αφού προσαρμοσθεί και ενεργοποιηθεί ο τεχνικός εξοπλισμός για την ηλεκτρονική επιτήρηση, οδηγείται στο προκαθορισμένο κτίριο ή σύμπλεγμα κτιρίων και συντάσσεται έκθεση, αντίγραφο της οποίας εντάσσεται στη δικογραφία. Η διάρκεια του κατ οίκον περιορισμού αρχίζει από την ημέρα έκδοσης της διάταξης επιβολής του. Σχετική νομοθεσία Στο άρθρο 4 του Ν. 4205/2013 («Ηλεκτρονική επιτήρηση υπόδι- 175
Άρθρο 283Α κων, κατάδικων και κρατούμενων σε άδεια και άλλες διατάξεις» ΦΕΚ Α 242/6.11.2013) ορίζονται τα εξής: «1. Η επιλογή, προσαρμογή και εγκατάσταση των ηλεκτρονικών και λοιπών τεχνικών μέσων για την ηλεκτρονική επιτήρηση υποδίκων, καταδίκων και κρατουμένων σε άδεια και του αναγκαίου για το σκοπό αυτόν εξοπλισμού διενεργείται με κριτήριο την αποτελεσματική επιτήρηση των προσώπων αυτών, κατά τρόπο ώστε να γίνεται σεβαστή η προσωπικότητά τους και να συλλέγονται και υπόκεινται σε επεξεργασία μόνο εκείνα τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που είναι αναγκαία και πρόσφορα για την επίτευξη των σκοπών της ηλεκτρονικής επιτήρησης, οι οποίοι συνίστανται στην ανάγκη διασφάλισης της συμμόρφωσης των επιτηρουμένων προσώπων προς τις εκ του νόμου υποχρεώσεις τους και την προστασία του κοινωνικού συνόλου διά της αποτροπής, πρόληψης και καταστολής νέων εγκλημάτων. 2. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Οικονομικών, προσδιορίζονται το είδος, οι προδιαγραφές και η διαδικασία προμήθειας των ηλεκτρονικών και λοιπών τεχνικών μέσων και εξοπλισμών και συστημάτων επιτήρησης, η εγκατάσταση, η λειτουργία και η συντήρηση αυτών, η ενδεχόμενη πιλοτική περίοδος λειτουργίας του συστήματος, ο τρόπος παρακολούθησης και καταγραφής της γεωγραφικής θέσης των επιτηρουμένων προσώπων, η δαπάνη που θα βαρύνει κάθε επιτηρούμενο πρόσωπο και ο τρόπος καταβολής της, η έναρξη εφαρμογής του μέτρου και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την τεχνική και επιχειρησιακή υλοποίησή του. Με το ίδιο διάταγμα ορίζονται τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, στα οποία μπορεί να ανατεθεί η υλοποίηση και η λειτουργία του συστήματος της ηλεκτρονικής επιτήρησης των υποδίκων, καταδίκων και κρατουμένων σε άδεια, καθώς και η αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που εποπτεύει, ελέγχει και παρακολουθεί τη διαχείριση του συστήματος από τα ανωτέρω πρόσωπα. Με το ίδιο ή όμοιο διάταγμα και μετά από γνωμοδότηση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα προσδιορίζεται κάθε θέμα σχετικό με το είδος των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τυγχάνουν επεξεργασίας, τη συλλογή, την αποθήκευση, τη χρήση και τους αποδέκτες των δεδομένων αυτών, το χρονικό διάστημα τήρησης αυτών, τα οργανωτικά και τεχνικά μέτρα για την ασφάλεια της επεξεργασίας τους, τη διαδικασία καταστροφής των δεδομένων αυτών μετά το πέρας των σκοπών επεξεργασίας τους, τα δικαιώματα των φυσικών προσώπων στα οποία αφορούν τα δεδομένα, τη γνωστοποίηση της επεξεργασίας και τον έλεγχο από την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και κάθε άλλο θέμα σχετικά με τα δεδομένα αυτά, σύμφωνα με τις βασικές αρχές του ν. 2472/1997.» Βλ. και Π.Δ. 62/2014 («Για τη λειτουργία του θεσμού της ηλεκτρονικής επιτήρησης υπόδικων, κατάδικων και κρατούμενων σε άδεια και την πιλοτική εφαρμογή του» ΦΕΚ Α 105/19.4.2014). 176
Άρθρα 482-484 2. Aν το βούλευμα που προσβάλλεται έχει εκδοθεί ακύρως, το συμβούλιο εφετών, αφού το κηρύξει άκυρο, κρατεί την υπόθεση και αποφαίνεται σύμφωνα με την παρ. 1. 274 2 ο Κεφάλαιο: Αίτηση Αναίρεσης 483 [Πότε επιτρέπεται στους διαδίκους]. Καταργήθηκε. 482 Πότε επιτρέπεται στον εισαγγελέα. 1. Ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών μπορεί να ζητήσει την αναίρεση του βουλεύματος, που αφορά κακούργημα, όταν αυτό παραπέμπει τον κατηγορούμενο ή αποφαίνεται ότι δεν πρέπει να γίνει κατηγορία ή παύει προσωρινά ή οριστικά την ποινική δίωξη ή την κηρύσσει απαράδεκτη. 2. Tο ίδιο δικαίωμα έχει και ο εισαγγελέας εφετών για τα βουλεύματα του συμβουλίου των εφετών. 3. Ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου μπορεί να ζητήσει την αναίρεση οποιουδήποτε βουλεύματος, συμπεριλαμβανομένων εκείνων με τα οποία τα συμβούλια πλημμελειοδικών και εφετών αποφαίνονται αμετακλήτως, με σχετική δήλωση στον γραμματέα του Αρείου Πάγου, μέσα στην προθεσμία του άρθρου 479, το δεύτερο εδάφιο του οποίου εφαρμόζεται και σε αυτήν την περίπτωση. Μετά την προθεσμία αυτή ο ίδιος ο εισαγγελέας μπορεί να ασκήσει αναίρεση του βουλεύματος υπέρ του νόμου και για οποιαδήποτε παράβαση των διατάξεων που αφορούν την προδικασία χωρίς να βλάπτονται τα δικαιώματα των διαδίκων. 484 Λόγοι αναίρεσης. 1. Λόγοι για να αναιρεθεί το βούλευμα είναι μόνο: α) η απόλυτη ακυρότητα (άρθρο 171 αριθ. 1). β) η εσφαλμένη εφαρμογή ή ερμηνεία της ουσιαστικής ποινικής διάταξης που εφαρμόστηκε στο βούλευμα. γ) η παραβίαση του δεδικασμένου (άρθρο 57). δ) η έλλειψη ειδικής αιτιολογίας που επιβάλλει το άρθρο 139. ε) η παράνομη (άρθρο 476) απόρριψη της έφεσης κατά του βουλεύματος ως απαράδεκτης. και στ) η υπέρβαση εξουσίας. Yπέρβαση εξουσίας υπάρχει, όταν το συμβούλιο άσκησε δικαιοδοσία που δεν του δίνει ο νόμος και ιδιαίτερα όταν αποφάνθηκε για υπόθεση που δεν υπάγεται στη δικαιοδοσία του ή έλυσε προκαταρκτικό ζήτημα που με ρητή διάταξη του νόμου
Άρθρα 485-486 υπάγεται στην αποκλειστική αρμοδιότητα των πολιτικών δικαστηρίων ή αποφάνθηκε πέρα από την εξουσία του κατά τα άρθρα 307, 309 και 318 ή, τέλος, παρέπεμψε σε δίκη τον κατηγορούμενο για έγκλημα για το οποίο δεν υποβλήθηκε νόμιμα η απαιτούμενη για την ποινική δίωξη έγκληση ή αίτηση (άρθρα 41 και 50) ή για το οποίο δεν δόθηκε η άδεια δίωξης (άρθρο 54) ή για το οποίο δεν έχει επιτραπεί ρητά η έκδοση (άρθρο 438). 2. Αν η αίτηση για αναίρεση είναι εμπρόθεσμη και νομότυπη, ο Άρειος Πάγος εξετάζει και αυτεπαγγέλτως τους πιο πάνω λόγους αναίρεσης. Το άρθρο 318 εφαρμόζεται αναλόγως και στην περίπτωση αυτή. Συζήτηση της αναίρεσης. 1. Για την αίτηση αναίρεσης βουλεύματος αποφαίνεται το ποινικό τμήμα του Aρείου Πάγου, που 485 συνεδριάζει με τριμελή σύνθεση ως συμβούλιο, ύστερα από έγγραφη πρόταση του οικείου εισαγγελέα. τα άρθρα 308 παρ. 2, 309 παρ. 2, 476 παρ. 1 και 3, 513 παρ. 1 εδ. α, 515 παρ. 3 εδάφιο πρώτο, 516 έως 519, 522, 523 και 524 παρ. 1 εδάφιο πρώτο εφαρμόζονται αναλόγως. 2. Πρόσθετοι λόγοι για αναίρεση βουλευμάτων πέρα από όσους περιλαμβάνονται στη σχετική έκθεση δεν μπορούν να προταθούν από εκείνον που ασκεί την αναίρεση. 3 ο Τμήμα: Ένδικα μέσα κατά των αποφάσεων 1 ο Κεφάλαιο: Έφεση 486 Έφεση κατά της αθωωτικής απόφασης. 1. Έφεση κατά της αθωωτικής απόφασης του πταισματοδικείου, του μονομελούς και του τριμελούς πλημμελειοδικείου και του εφετείου για πλημμέλημα (άρθρο 111 αριθ. 6 και 116) μπορούν να ασκήσουν: α) ο κατηγορούμενος, μόνο αν αθωώθηκε για έμπρακτη μετάνοια ή με αιτιολογία που, χωρίς να είναι αναγκαίο, θίγει την υπόληψή του. β) ο πολιτικώς ενάγων και ο μηνυτής ή εκείνος που υπέβαλε την έγκληση, αν καταδικάστηκαν σε αποζημίωση και στα έξοδα κατά το άρθρο 71 και μόνο γι αυτό το κεφάλαιο. και γ) ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών κατά των αποφάσεων των πταισματοδικείων και των πλημμελειοδικείων (τριμελών και μονομελών) και 275