ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΣΧΟΛΗ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ:

Σχετικά έγγραφα
Θεός και Σύμπαν. Source URL:

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΕΛΠ22 ΤΡΙΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΠΡΟΤΥΠΗ

Αρχές Φιλοσοφίας Β Λυκείου Τράπεζα Θεμάτων: 2 ο κεφάλαιο «Κατανοώντας τα πράγματα»

Ο Άνσελμος για την ύπαρξη του Θεού (Monologion κεφ. 1)

ΤΙ ΟΝΟΜΑΖΟΥΜΕ ΓΝΩΣΗ; ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ; Το ερώτημα για το τι είναι η γνώση (τι εννοούμε όταν λέμε ότι κάποιος γνωρίζει κάτι ή ποια

GEORGE BERKELEY ( )

Είναι τα πράγματα όπως τα αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας;

Η ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΣΤΟΝ ΠΛΑΤΩΝΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ

Εισαγωγή στη φιλοσοφία

τι είναι αυτό που κάνει κάτι αληθές; τι κριτήρια έχουμε, για να κρίνουμε πότε κάτι είναι αληθές;

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΚΑΝΤ ( )

2η ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΠΟ 22. ΘΕΜΑ: Οι βασικοί σταθµοί του νεώτερου Εµπειρισµού από τον Locke µέχρι και τον Hume. ΣΧΕ ΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Α.

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: ΚΑΤΑΝΟΩΝΤΑΣ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΕΝΟΤΗΤΑ ΔΕΥΤΕΡΗ: ΛΕΞΕΙΣ ΝΟΗΜΑ ΚΑΙ ΚΑΘΟΛΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ

ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΑ

Χρόνος καί αἰωνιότητα στόν Πλωτῖνο

Περί της Ταξινόμησης των Ειδών

Το ζήτημα της πλάνης στο Σοφιστή του Πλάτωνα

Χρόνος καί αἰωνιότητα στόν Πλωτῖνο

«Η προτεραιότητα της ενέργειας στο Θ8 των Μετά τα Φυσικά του Αριστοτέλη»

μέρους έμβια ουσία που διαθέτει αίσθηση; Αν κάτι είναι αναντίρρητο για τα επί μέρους όντα είναι ότι δεν μπορούν να κατηγορηθούν σε πολλά.

Ίωνες Φιλόσοφοι. Οι σημαντικότεροι Ίωνες φιλόσοφοι επιστήμονες

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ - ΠΟΛΙΤΙΚΑ Ενότητα 12η (Α 2, 5-6) - Ο άνθρωπος είναι «ζ?ον πολιτικ?ν»

Σύλλογος Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας «σὺν Ἀθηνᾷ»

Αισθητική φιλοσοφία της τέχνης και του ωραίου

ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ

Κεφάλαιο 3 ο Λογική και μεταφυσική στον Αριστοτέλη

1ος Πανελλαδικός Μαθητικός Διαγωνισμός Φιλοσοφικού Δοκιμίου. Η φιλοσοφία ως τρόπος ζωής Αρχαία ελληνική φιλοσοφία

1. Βασικά οντολογικά ερωτήματα και η απλή θεωρία

ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΕΠΙΚΟΥΡΟΥ ΚΑΝΟΝΑΣ

Η ζωή και ο Θάνατος στο Υλικό Σύμπαν

Κατακόρυφη πτώση σωμάτων

ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ

παράγραφος Εκταση Περιεχόμενο Δομή Εξωτερικά στοιχεία 8-10 σειρές Ολοκληρωμένο νόημα Οργανωμένη και λογική Εμφανή και ευδιάκριτα

Θεόδωρος Μαριόλης Τ.Δ.Δ., Πάντειο Πανεπιστήμιο Ι.Κ.Ε. Δημήτρης Μπάτσης

Χρόνος καί αἰωνιότητα στόν Πλωτῖνο

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ.

Η ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΣΤΟΝ ΠΛΑΤΩΝΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ

Κατακόρυφη πτώση σωμάτων. Βαρβιτσιώτης Ιωάννης Πρότυπο Πειραματικό Γενικό Λύκειο Αγίων Αναργύρων Μάιος 2015

Θέµατα Αρχών Φιλοσοφίας Θεωρητικής Κατεύθυνσης Γ Λυκείου 2000

ΟΜΑΔΑ Α ΘΕΜΑ Α1 Α.1.1.

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

α) «άτοµα» β) «απεικάσµατα» γ) «επιθυµητικό». Μονάδες 12

Εκπαίδευση Ενηλίκων: Εμπειρίες και Δράσεις ΑΘΗΝΑ, Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2015

ΤΟ ΦΩΣ ΩΣ ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΠΑΝΤΟΣ. Κατερίνα Νικηφοράκη Ακτινοφυσικός (FORTH)

ΑΝΑΛΥΣΗ 1 ΠΕΜΠΤΟ ΜΑΘΗΜΑ, Μ. Παπαδημητράκης.

ΣΧΕΔΙΟ ΕΠΟ 22 2 ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Θέµατα Αρχών Φιλοσοφίας Θεωρητικής Κατεύθυνσης Γ Λυκείου 2000

Χρόνος καί αἰωνιότητα στόν Πλωτῖνο

Σέλλινγκ (Friedrich Wilhelm Joseph Schelling )

Εισαγωγή στη Φιλοσοφία (Φ101)

ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΑΘΗΤΩΝ. ΤΟΥ 46 ου ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ Β ΤΑΞΗΣ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΑΡΧΕΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΘΕΜΑ: «ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΓΝΩΣΗ»

Η ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΣΤΟΝ ΠΛΑΤΩΝΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ

Εισαγωγή στη Φιλοσοφία

ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΕΔΡΑΙΩΜΕΝΗ ΕΠΙ ΤΗΣ ΚΒΑΝΤΙΚΗΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥΗΤΑΣ ΟΤΙ Η ΦΥΣΗ ΔΕ ΣΥΓΚΡΟΤΕΙΤΑΙ ΜΟΝΟ ΑΠΟ ΥΛΗ

ΕΙΝΑΙ Η ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΑ ΜΙΑ ΜΕΘΟΔΟΣ ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑΣ; 1

ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ: 2

Οι Πυθαγόρειοι φιλόσοφοι είναι μια φιλοσοφική, θρησκευτική και πολιτική σχολή που ιδρύθηκε τον 6ο αιώνα π.χ από τον Πυθαγόρα τον Σάμιο στον Κρότωνα

Χρόνος καί αἰωνιότητα στόν Πλωτῖνο

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΓΝΩΣΗΣ. ΤΕΙ ΑΜΘ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΣ Γεώργιος Θερίου

Εξέλιξη των ιδεών στις Φυσικές Επιστήμες

ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΛΟΓΙΑΣ ΣΤΗ ΝΕΟΤΕΡΗ ΕΠΟΧΗ.

Να συμπληρώσετε κάθε μια από τις προτάσεις 1, 2, και 3 επιλέγοντας τη σωστή

VIDEOφιλοσοφείν: Η τεχνολογία στην υπηρεσία της Φιλοσοφίας

Ιστορία Φυσικών Επιστημών

< > Ο ΚΕΝΟΣ ΧΩΡΟΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΦΥΣΙΚΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ, ΤΟΥ ΟΠΟΙΟΥ Η ΕΞΗΓΗΣΗ ΑΠΟΔΕΙΚΝΥΕΙ ΕΝΑ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΝΕΥΜΑ

Ένα γόνιμο μέλλον. στο παρόν και πνευματικές ιδιότητες που εκδηλώνουν οι Έλληνες όταν κάνουν τα καλά τους έργα

Ευρωπαίοι μαθηματικοί απέδειξαν έπειτα από 40 χρόνια τη θεωρία περί της ύπαρξης του Θεού του Γκέντελ με τη βοήθεια ηλεκτρονικού υπολογιστή

Δημιουργώντας μια Συστηματική Θεολογία

Ενότητα σώματος και ψυχής κατά τον Max Scheler

Σημειώσεις Ανάλυσης Ι. Θεωρούμε γνωστούς τους φυσικούς αριθμούς

ΑΡΧΑΙΑ ΟΜΑΔΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

Πρόταση Διδασκαλίας. Ενότητα: Γ Γυμνασίου. Θέμα: Δραστηριότητες Παραγωγής Λόγου Διάρκεια: Μία διδακτική περίοδος. Α: Στόχοι. Οι μαθητές/ τριες:

ΧΡΟΝΟΣ ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ & ΔΙΑΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΕΠΙΔΟΣΗ

ΑΡΧΕΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Β ΤΑΞΗΣ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ 2002

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΒΟΡΕΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ / ΜΥΤΙΛΗΝΗ Ετήσιο Πρόγραμμα Παιδαγωγικής Κατάρτισης / Ε.Π.ΠΑΙ.Κ.

Ελευθερία και Θεότητα στην αρχαιοελληνική σκέψη και στους Πατέρες

Λίγα για το Πριν, το Τώρα και το Μετά.

ΑΝΑΛΥΣΗ 1 ΤΕΤΑΡΤΟ ΜΑΘΗΜΑ, Μ. Παπαδημητράκης.

Αριστοτέλης: Γνωσιοθεωρία Μεταφυσική

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΗΘΙΚΗ. Ενότητα 3: Η ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΘΙΚΗ. ΜΑΡΙΑ Κ. ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑ Τμήμα Ιερατικών Σπουδών

Κ. Γ. ΝΙΚΟΛΟΥΔΑΚΗΣ 1

Πρόταση. Αληθείς Προτάσεις

ΚΡΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΟΝΟΜΑΤΩΝ

ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ

3.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Ανάλυση θεωρίας

> ΑΠΟΣΠΑΣΜ. ΤΗΣ ΚΟΣΜΟΛΟΓΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ (από το χρονικό διάστημα ) < 1

ΕΚΠ. ΕΤΟΥΣ Απαντήσεις

> ΑΠΟΣΠΑΣΜ. ΤΗΣ ΚΟΣΜΟΛΟΓΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ (από το χρονικό διάστημα ) < 1

Β Λυκείου Αλιάρτου Μαθήτριες: Σχολ. Έτος: Αραπίτσα Κατερίνα Α Τετράμηνο Γκραμόζι Ειρήνη Υπεύθυνη Καθηγήτρια: Καλαμπαλίκη Γεωργία

Πώς Διηγούμαστε ή Αφηγούμαστε ένα γεγονός που ζήσαμε

Τμήμα Φυσικής, Παν/μιο Ιωαννίνων, Ειδική Σχετικότητα, Διάλεξη 5 Οι Μετασχηματισμοί του Lorentz και η Συστολή του μήκους

ΜΠΑΡΟΥΧ ΝΤΕ ΣΠΙΝΟΖΑ ( )

EΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΚΥΠΑΡΙΣΣΙΑΣ ΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ ΥΛΗ ΚΑΙ ΜΟΡΦΗ

ΒΙΟΗΘΙΚΑ ΔΙΛΗΜΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΝΑΡΞΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ

ΤΡΟΠΟΙ ΠΕΙΘΟΥΣ. Επίκληση στη λογική Επίκληση στο συναίσθημα Επίκληση στο ήθος

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΟΜΟΓΕΝΩΝ ΣΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ 5/9/2017

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΒΑΘΜΟΛΟΓΗΣΗΣ ΓΡΑΠΤΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΣΥΝΟΠΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ

ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗ ΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΑΠΟΔΕΙΞΗ

Transcript:

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΣΧΟΛΗ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ: ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ ΒΙΒΛΙΟ Λ ΤΩΝ ΜΕΤΑ ΤΑ ΦΥΣΙΚΑ: ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΚΙΝΟΥΝΤΟΣ ΑΚΙΝΗΤΟΥ. ΌΝΟΜΑ: KΑΤΣΙΜΠΟΥΡΗ ΕΥΣΤΑΘΙΑ ΕΠΙΒΛΕΠΟΥΣΑ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ: ΜΟΥΖΑΛΑ ΜΕΛΙΝΑ ΠΑΤΡΑ, ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2011.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ: ΕΙΣΑΓΩΓΗ 2 1. Τί είναι η ουσία του πρώτου κινούντος ακινήτου 6 1.1.Η αναγκαιότητα ύπαρξης του πρώτου κινούντος 6 1.2.Το πρώτον κινούν ακίνητον ως κινητικό και ποιητικό αίτιο 10 1.3.Κριτική του Αριστοτέλη σε άλλους φιλοσόφους 18 1.4. Tί είδους ουσία είναι το πρώτο κινούν 21 2. Το πρώτο κινούν ως διαγωγή (ζωή αρίστη και αίδιος) 28 3. Το πρώτο κινούν ως νόηση νοήσεως 42 ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ 50 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 52 1

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Θέμα της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι η παρουσίαση της θεωρίας του Αριστοτέλη για το πρώτο κινούν ακίνητο στο βιβλίο Λ (12 ο ), του έργου του Μετά τα Φυσικά. Η πραγμάτευση του ζητήματος της ουσίας του πρώτου κινούντος ακινήτου, καταλαμβάνει κατά κύριο λόγο τα κεφάλαια 6,7 και 9 του βιβλίου Λ και παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον και πρωτοτυπία, γι αυτό και δικαίως απασχόλησε αρκετούς σχολιαστές. Στις απόψεις μερικών απ αυτών γίνεται αναφορά και στην παρούσα εργασία, σε μια απόπειρα να επεξηγηθούν, να τονιστούν αλλά και να φωτιστούν, βασικά σημεία του αριστοτελικού κειμένου, όπως ακόμη και να διερευνηθούν κάποια από τα ερωτήματα που τυχόν εγείρει. Στο πρώτο κεφάλαιο της παρούσας εργασίας, το κεντρικό ζήτημα που εξετάζεται είναι σε τί ακριβώς συνίσταται η ουσία του πρώτου κινούντος ακινήτου. Το ζήτημα αυτό αναλύεται σε τέσσερα επιμέρους υποκεφάλαια. Τα τρία πρώτα αντιστοιχούν στην ανάλυση του Αριστοτέλη στο έκτο κεφάλαιο του Λ, και το τέταρτο στην ανάλυση του Αριστοτέλη στο έβδομο κεφάλαιο. Το πρώτο υποκεφάλαιο, έχει ως θέμα την αναγκαιότητα ύπαρξης του πρώτου κινούντος. Είναι σημαντικό ότι ο Αριστοτέλης αρχικά δεν κάνει ακόμη ρητό λόγο για το πρώτο κινούν στο έκτο κεφάλαιο του Λ. Κάνει λόγο για τρία είδη ουσίας, τις αισθητές και φθαρτές, τις αισθητές και άφθαρτες και για μία αιώνια, ακίνητη ουσία, για την οποία δέχεται ως αξίωμα ότι είναι αναγκαίο να υπάρχει. Ακολουθεί η απόδειξη, που έχει ως εξής: από το γεγονός ότι υπάρχουν δύο αιώνια συμβεβηκότα, η κίνηση και ο χρόνος, συνάγει ο Αριστοτέλης ότι υπάρχει μία αιώνια, άφθαρτη ουσία που κινείται αιώνια. Η ουσία αυτή είναι το ουράνιο (κυκλοφορητικόν) σώμα,- το οποίο είναι και παρατηρήσιμο. Εφόσον αποδεικνύεται ότι υπάρχει η ουσία αυτή, μπορεί ν αποδειχθεί σύμφωνα με τον φιλόσοφο, ότι υπάρχει και μια ουσία που της δίνει την κίνηση, η οποία δεν είναι άλλη από το πρώτο κινούν, την αιώνια ακίνητη ουσία. Στο δεύτερο υποκεφάλαιο, αναλύεται η φύση του πρώτου κινούντος ως κινητικού και ποιητικού αιτίου, χαρακτηρισμοί που του αποδίδονται από τον Αριστοτέλη. Σύμφωνα με την ανάλυσή του στο έκτο κεφάλαιο, το πρώτο κινούν ως κινητικό αίτιο μπορεί να κινεί, να προκαλεί κίνηση. Ειδικότερα μάλιστα, το πρώτο κινούν, είναι αυτό στο οποίο οφείλεται η κίνηση του πρώτου ουρανού. Παρόλο που κινεί όμως, το ίδιο το πρώτο κινούν δεν κινείται, αλλά είναι καθαρή ενέργεια, δεν μετέχει δηλαδή καθόλου του δυνάμει στοιχείου. Γι αυτό και ο Αριστοτέλης ασκεί παράλληλα και μια κριτική στη θεωρία των Ιδεών, την οποία δεν θεωρεί επαρκή για να εξηγηθεί η κίνηση, καθώς πιστεύει ότι οι Ιδέες είναι 2

ακίνητες αλλά δεν αποτελούν μορφή ενέργειας με την έννοια της δραστηριότητας. Μια επιπλέον κριτική ασκείται στο Λ6 από τον Αριστοτέλη στους θεολόγους και τους φυσικούς, στα πλαίσια μιας απορίας που εξετάζει σχετικά με την προτεραιότητα του δυνάμει έναντι του ενεργεία παράγοντα. Στην απορία αυτή απαντά αμέσως στη συνέχεια απορρίπτοντας ένα τέτοιο ενδεχόμενο σε αντίθεση προς τους θεολόγους που δέχονται ως πρώτες αρχές τη νύχτα και το χάος, και τους φυσικούς, που δέχονται ως πρώτη αρχή ένα αρχικό μίγμα στοιχείων. Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα όσο και εύστοχη, είναι η ανάλυση ενός αρχαίου σχολιαστή του Αριστοτέλη, του Αλέξανδρου Αφροδισιέα (ψευδο-αλέξανδρος), σχετικά με το πρώτο κινούν όπως περιγράφεται στο Λ6. Ο σχολιαστής ταυτίζει το πρώτο κινούν ως καθαρή ενέργεια, με το νου, το άϋλο είδος (το οποίο αντιτίθεται στα ένυλα είδη), παρόλο που ο Αριστοτέλης δεν το λέει ακόμα ρητά στο κεφάλαιο αυτό. Τα σχόλια του ψευδο-αλέξανδρου έχουν βάση, καθώς στο αμέσως επόμενο κεφάλαιο το πρώτο κινούν θα ταυτιστεί με το νου, γεγονός που αναδεικνύει τη θαυμαστή συνοχή και νοηματική συνέπεια του αριστοτελικού κειμένου, την οποία φαίνεται ότι διέκρινε ο αρχαίος σχολιαστής. Το τρίτο υποκεφάλαιο του πρώτου κεφαλαίου, είναι σύντομο και σ αυτό γίνεται αναφορά σε μια ακόμα κριτική του Αριστοτέλη, αυτή τη φορά στον Εμπεδοκλή, τον Αναξαγόρα, τον Λεύκιππο και το Δημόκριτο αλλά και ακόμη μια φορά στον Πλάτωνα. Οι πρώτες αρχές όπως τις είχαν συλλάβει οι φυσικοί φιλόσοφοι, και η ψυχή ως πρώτη αρχή σε κάποια έργα του Πλάτωνα, δεν θεωρούνται από τον Αριστοτέλη πρώτα αίτια βάσει των οποίων μπορεί να δοθεί μια σαφής και επαρκής εξήγηση της κίνησης. Φαίνεται ότι ο Αριστοτέλης συμφωνεί ίσως μ αυτές τις φιλοσοφικές θεωρίες, αλλά η συμφωνία αυτή είναι μόνο μερική. Το τέταρτο υποκεφάλαιο ακολουθεί την αριστοτελική ανάλυση στο έβδομο και σημαντικότερο κεφάλαιο του Λ, η οποία πλέον επικεντρώνεται σε μια ακριβέστερη περιγραφή της ουσίας του πρώτου κινούντος ακινήτου. Γίνεται αρχικά μια σύνδεση του έκτου με το έβδομο κεφάλαιο και στη συνέχεια αποδίδονται κάποια οντολογικά και αξιολογικά χαρακτηριστικά στο πρώτο κινούν. Ως προς τη σχέση του με το κοσμολογικό σχήμα το πρώτο κινούν χαρακτηρίζεται ακίνητο (δεν κινείται αλλά μόνο κινεί), κι επιπλέον αιώνια ουσία και ενέργεια. Ακόμη, χαρακτηρίζεται πρώτον ορεκτόν, πρώτον νοητόν καθώς και πρώτον βουλητόν ως το αντικείμενο της έλλογης επιθυμίας, το οποίο είναι το πραγματικά καλό (αντιτιθέμενο σ αυτό που φαίνεται καλό). Επίσης, λέγεται από τον Αριστοτέλη, ότι το πρώτο κινούν, κατέχοντας την πρώτη θέση στη συστοιχία του καλού ή ετέρα συστοιχία(μια σειρά θετικών όρων), είναι η ουσία που είναι απλή και κατ ενέργειαν. Ως καλόν, είναι και το δι αυτό αιρετόν, το άριστον και το ου ένεκα (ένα αντικειμενικό 3

τέλος. Εξηγείται μάλιστα, και ίσως ως ένα συμπέρασμα, και ο τρόπος που κινεί το πρώτο κινούν, ως ερώμενον κατά τη χαρακτηριστική αριστοτελική φράση, δηλαδή ως αντικείμενο αγάπης. Επανεισάγεται τέλος, η προβληματική της αναγκαιότητας, με διαφορετικό βέβαια νόημα απ ότι στο Λ6 (όπου δίνεται έμφαση στην αναγκαία ύπαρξη του πρώτου κινούντος), και πλέον στο πρώτο κινούν αποδίδεται ο χαρακτηρισμός αναγκαίον, ως αυτό χωρίς το οποίο δεν υπάρχει το καλό ( το ου ουκ άνευ το ευ). Στο δεύτερο κεφάλαιο της παρούσας εργασίας, εξετάζεται το υπόλοιπο του Λ7, όπου Ο Αριστοτέλης ασχολείται με το ζήτημα της διαγωγής του πρώτου κινούντος. Η λέξη σημαίνει τον τρόπο του βίου. Το πρώτο κινούν απολαμβάνει την αρίστη ζωή και η ενέργειά του είναι ηδονή, η οποία αντιδιαστέλλεται στις ανθρώπινες νοητικές λειτουργίες, όντας η καθαυτή νόηση που έχει ως αντικείμενό της το καθαυτό άριστον. Τέλος, το πρώτο κινούν ονομάζεται νους, και μάλιστα ο νους στο ανώτερο εξελικτικό στάδιο, ο κατ ενέργειαν νους (παρατίθεται στο σημείο αυτό η ιδιαίτερα χρήσιμη για μια πληρέστερη κατανόηση του κειμένου ανάλυση του ψευδο-αλεξάνδρου, σχετικά με τα τρία εξελικτικά στάδια του νου, τον δυνάμει, τον καθ έξιν, και τον κατ ενέργειαν νου). Η ενέργεια του πρώτου νου είναι η θεωρία, στα πλαίσια της οποίας το πρώτο κινούν νοεί τον εαυτό του ως το ήδιστον και άριστον. Στο τέλος του Λ7, ο Αριστοτέλης ονομάζει το πρώτο κινούν θεό. Η λέξη θεός λαμβάνει στο κείμενο του Λ7 θέση επιθέτου και δε νοείται απόλυτα. Το πρώτο κινούν κατά τον Αριστοτέλη, είναι θεός γιατί είναι ζωή όπως έχει ήδη πει, και μάλιστα η ζωή ως η ενέργεια του νου. Κλείνοντας το έβδομο κεφάλαιο του Λ, ο Αριστοτέλης κάνει κριτική σε κάποιες θεωρίες των Πυθαγορείων και του Σπέυσιππου σχετικά με την προτεραιότητα του δυνάμει έναντι του ενεργεία, και αναφέρει ορισμένα ακόμη οντολογικά και αξιολογικά χαρακτηριστικά της πρώτης ουσίας (αμερής, μη εκτατή, αδιαίρετη και αμετάβλητη). Η πρώτη ουσία ως βασική έννοια της αριστοτελικής οντολογίας, μεταφυσικής και γνωσιοθεωρίας αναλύεται περαιτέρω στο Λ9, που αποτελεί και το θέμα του τρίτου και τελευταίου κεφαλαίου της παρούσας εργασίας (το Λ8 αποτελεί μια κοσμολογική πραγματεία). Στο Λ9, ο Αριστοτέλης εφόσον έχει ταυτίσει πλέον ξεκάθαρα το πρώτο κινούν με το νου, πραγματεύεται κάποια ζητήματα σχετικά με τη φύση της θεϊκής νόησης. Τα ζητήματα αυτά τίθενται υπό μορφήν αποριών. Η πρώτη αφορά στο αν ο νους νοεί ή όχι, και ο Αριστοτέλης την επιλύει λέγοντας ότι ο νους νοεί γιατί είναι το ανώτερο ον, το οποίο υπάρχει ως μια ενεργεία ουσία. Η δεύτερη βασική απορία, αφορά στο τί νοεί ο νους, μ άλλα λόγια στο αντικείμενο της νόησης και τη σχέση νοούντος νοουμένου. Υποδιαιρείται δε σε δύο επιμέρους απορίες, που αφορούν στο αν ο νους 4

νοεί τον εαυτό του ή κάτι άλλο κι επίσης, στο αν νοεί πάντα το ίδιο πράγμα ή διαφορετικά μεταξύ τους πράγματα. Ο Αριστοτέλης επιχειρώντας ν απαντήσει και σ αυτές τις απορίες, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο νους ως το τελειότερο ον, νοεί πάντα και μόνο τον εαυτό του γιατί επιπλέον είναι και ενεργεία νους. Στο θεϊκό νου, νους και νοητό ταυτίζονται, ο ίδιος ο νους είναι το νοούν και ταυτοχρόνως το νοούμενον, και γι αυτό το λόγο η θεϊκή νόηση είναι μια νόηση νοήσεως. Η νόηση που νοεί τον εαυτό της, είναι μια ξεχωριστή και πρωτότυπη αριστοτελική σύλληψη, που αποτελεί το κεντρικό και βασικότερο συμπέρασμα τόσο του Λ9, όσο και ολόκληρης της θεωρίας περί πρώτου κινούντος, όπως αυτή αναπτύσσεται απ την αρχή στα κεφάλαια 6 και 7. Σ ένα τελικό στάδιο, ο Αριστοτέλης, συγκρίνει κάποιες πνευματικές καταστάσεις αλλά και τα αντικείμενα των ποιητικών και των θεωρητικών επιστημών με τον πρώτο νου, καθώς και τονίζει γι άλλη μια φορά τη σημασία την ιδιαιτερότητα του νου ως άϋλης οντότητας που ως τέτοια είναι απλή και όχι σύνθετη. 5

1. Τί είναι η ουσία του πρώτου κινούντος ακινήτου. 1.1. Η αναγκαιότητα ύπαρξης του πρώτου κινούντος ως μιας αιώνιας ακίνητης ουσίας. Η πρώτη αναφορά σε μια αιώνια ακίνητη ουσία, αυτό που αργότερα ο Αριστοτέλης θα ονομάσει πρώτο κινούν (Λ7.1072a23-26), συναντάται ήδη στην αρχή του έκτου κεφαλαίου της αυτόνομης πραγματείας που αποτελεί το βιβλίο Λ. Πιο συγκεκριμένα, στην εισαγωγική φράση του κεφαλαίου (1071b3-5). λέγεται πως υπάρχουν τρία είδη ουσίας, δύο φυσικές και μια ακίνητη. Σχετικά με την τελευταία, αναφέρεται ότι είναι αναγκαίο να υπάρχει μία αιώνια ακίνητη ουσία: ανάγκη είναι αίδιον τινά ουσία ακίνητον (1071b4-5). Όπως παρατηρεί ο Enrico Berti, o αόριστος χρόνος ήσαν του ρήματος ειμί στην παραπάνω πρόταση, παραπέμπει προφανώς στο πρώτο κεφάλαιο του Λ(106930-b1), όπου γίνεται αναφορά στα ίδια ακριβώς τρία είδη ουσίας, τις γήινες, τις ουράνιες (ή τα ουράνια σώματα), και τις ακίνητες ουσίες. Η ύπαρξη των γήινων αισθητών, φθαρτών ουσιών, δε χρειάζεται ν αποδειχθεί, γιατί είναι ουσίες κοινώς αναγνωρισμένες και δείγματά τους είναι τα φυτά και τα ζώα. ( Πρόκειται δηλαδή για τις ουσίες που αποτελούν μέρος του φυσικού κόσμου ο οποίος είναι προσιτός στην παρατήρηση, και ως τέτοιες τις γνωρίζει και ο άνθρωπος). Όσον αφορά στην ύπαρξη της δεύτερης ουσίας, της αισθητής και αφθάρτου, δεν είναι ξεκάθαρο αν θεωρείται ότι έχει αποδειχθεί ή χρειάζεται ν αποδειχθεί. Σε κάθε περίπτωση όμως, το δεύτερο αυτό είδος ουσίας χαρακτηρίζεται κινητή και αιώνια. Αυτό που χρειάζεται ν αποδειχθεί, όπως και ο ίδιος ο Αριστοτέλης λέει στο 1074b4-5, είναι η ύπαρξη του τρίτου είδους ουσίας. 1 Σχετικά με το έκτο κεφάλαιο του βιβλίου Λ, αλλά και την εισαγωγική πρόταση ειδικότερα, σημαντική είναι και η επισήμανση του Μichael Frede, ότι με το έκτο κεφάλαιο πραγματοποιείται συγχρόνως και μια στροφή στο δεύτερο κύριο μέρος της πραγματείας, το οποίο και αφορά στις ουσίες που δεν υπόκεινται σε μεταβολή. Κατά τον Frede, το τέλος του πέμπτου κεφαλαίου και η αρχή του έκτου, όπως μπορούν να διαβαστούν σε μία σύζευξη με το πρώτο, κάνουν ξεκάθαρο, το ότι αν τώρα γίνεται αυτή η στροφή, δεν συμβαίνει επειδή οι χωριστές ουσίες συνιστούν το αληθινό θέμα της πραγματείας του οποίου τα προηγούμενα κεφάλαια αποτέλεσαν απλά μια προκαταρκτική πραγμάτευση. Σύμφωνα πάντα με το σχολιαστή, το θέμα που πραγματεύεται ο Αριστοτέλης είναι η ουσία, και αφού έχει γίνει πραγμάτευση της αισθητής ουσίας, τώρα μπορεί να εξεταστεί και η μη αισθητή. Και προσθέτει ο Frede, ότι μία 6

πλήρης πραγμάτευση του ζητήματος των αισθητών ουσιών χρειάζεται να προχωρά και σε μια πραγμάτευση του ζητήματος των χωριστών ουσιών. Σύμφωνα επίσης με τον Frede, στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου Λ απλά υποστηρίχθηκε από τον Αριστοτέλη ότι υπάρχουν τρία είδη ουσιών. Και ο σχολιαστής συνεχίζει λέγοντας πως ό, τι ακολουθεί ως το τέλος του πέμπτου κεφαλαίου του βιβλίου Λ, βασίζεται στο γεγονός ότι υπάρχει συμφωνία είτε ρητή είτε υπόρρητη, ότι μια πρώτη αφετηρία, είναι πως σίγουρα υπάρχουν αισθητές, φθαρτές ουσίες (1069a31). Ότι επιπλέον υπάρχουν και αισθητές άφθαρτες ουσίες αποτελεί ένα ζήτημα υπό αμφισβήτηση. Ακόμη, όπως επισημαίνει ο Frede, η άποψη του Αριστοτέλη ότι οι αισθητές, άφθαρτες ουσίες είναι οι αστέρες, είναι επίσης ένα ζήτημα υπό αμφισβήτηση. Αυτό το αιτιολογεί ο σχολιαστής λέγοντας πως στους Προσωκρατικούς για παράδειγμα, η θεμελιώδης υλική αρχή ή οι υλικές αρχές, δηλαδή τα στοιχεία, ίσως να θεωρούνται αιώνιες ουσίες, αλλά συναντάμε επίσης και την ευρέως διαδεδομένη άποψη ότι τα πραγματικά περιεχόμενα αυτού του κόσμου, συμπεριλαμβανομένων των άστρων, είναι απλά το προϊόν μιας κοσμογονικής διαδικασίας. Επομένως, καταλήγει ο Frede, ο Αριστοτέλης πρέπει να προσπαθήσει να πείσει ότι οι αστέρες είναι αιώνιοι και ότι, αν υπάρχουν οποιεσδήποτε αιώνιες αισθητές ουσίες, είναι οι αστέρες. Και σίγουρα, η θέση ότι υπάρχουν άϋλες χωριστές ουσίες, είναι ακόμη ένα ζήτημα υπό αμφισβήτηση. Γι αυτό, όπως λέει ο σχολιαστής, ο Αριστοτέλης πρέπει στο έκτο κεφάλαιο του βιβλίου Λ, να στηρίξει και τους δύο παραπάνω ισχυρισμούς περί υπάρξεως ουσιών (δηλαδή και τον ισχυρισμό περί υπάρξεως αισθητών αιώνιων ουσιών, και τον ισχυρισμό περί υπάρξεως άϋλων χωριστών ουσιών). Κι αυτό είναι, σύμφωνα πάντα με το σχολιαστή, ό, τι φαίνεται καθαρά να επιχειρεί να κάνει ο Αριστοτέλης τόσο στο έκτο κεφάλαιο όσο και στην αρχή του έβδομου. 2 Όπως αναφέρει ο Βerti στη συνέχεια των ερμηνευτικών σχολίων του σχετικά με την εισαγωγική πρόταση του Λ6, το τρίτο είδος ουσίας της οποίας η ύπαρξη χρειάζεται ν αποδειχθεί, δεν είναι μόνο αιώνια αλλά επιπλέον και ακίνητη. Στην έκφραση μια αιώνια, ακίνητη ουσία (1071b4-5), το επίθετο ακίνητη δεν είναι συνώνυμο με το επίθετο αιώνιο, αλλά είναι ένας επιπλέον προσδιορισμός. Ακριβέστερα, αυτό που χρειάζεται ν αποδειχθεί σύμφωνα με το σχολιαστή, είναι (αν είναι), όχι μόνο η ύπαρξη μιας αιώνιας ουσίας (που ίσως μπορεί να επιβεβαιωθεί στη βάση της παρατήρησης του ουρανού), αλλά επίσης και η ύπαρξη μιας ακίνητης ουσίας. Κατά την άποψη του Berti αυτό είναι σημαντικό, γιατί προκειμένου ν αποδειχθεί η ύπαρξη των δύο ειδών αιώνιας ουσίας για τα οποία γίνεται λόγος στο βιβλίο Λ των Μετά τα Φυσικά, απαιτούνται δύο διαφορετικά είδη επιχειρηματολογίας. 3 7

Σχετικά με το περιεχόμενο των στίχων 5-9, ο Berti κάνει το γενικό σχόλιο ότι ο Αριστοτέλης πρέπει μεν να ξεκινήσει να επιχειρηματολογεί προκειμένου ν αποδείξει την ύπαρξη μιας αιώνιας ακίνητης ουσίας, για την ώρα όμως, αυτό που αποδεικνύει ή διατείνεται πως αποδεικνύει, είναι μόνο η ύπαρξη μιας άφθαρτης, αιώνιας ουσίας. Όμως αυτή η απόδειξη, όπως παρατηρεί ο Berti, είναι μόνο το πρώτο βήμα προκειμένου ν αποδειχθεί στη συνέχεια η ύπαρξη μιας αιώνιας ακίνητης ουσίας. 4 Αναλύοντας και ερμηνεύοντας το περιεχόμενο των στίχων 1071b6-7, o Βerti παραπέμπει αρχικά στους στίχους 1069a19-24 του πρώτου κεφαλαίου του βιβλίου Λ, όπου βεβαιώνεται από τον Αριστοτέλη το πρωτείο της ουσίας σε αντιστοιχία με άλλα υπαρκτά πράγματα. Πιο συγκεκριμένα, ο Αριστοτέλης διακρίνει στους στίχους 1069a19-24 δύο ενδεχόμενα: α) το σύμπαν να είναι ως προς τη φύση του ένα όλον και β)να συνέχεται μόνο χάρη σε μια εφεξής ακολουθία. Και στις δύο περιπτώσεις, ο Αριστοτέλης δείχνει ότι η ουσία είναι το πρωταρχικό στοιχείο. Το αίτιο αυτού του πρωτείου είναι πως η ουσία είναι είτε το πρώτο μέρος του όλου, είτε το υποκείμενο των άλλων πραγμάτων, δηλαδή των κατηγοριών ( ο Αριστοτέλης αναφέρει την ποιότητα και την ποσότητα αλλά και την κίνηση). Σε κάθε περίπτωση, η ουσία είναι κάτι εμμενές, δηλαδή εσωτερικό στην αισθητή πραγματικότητα και όχι χωριστό από αυτή (ενν.: όπως η ακίνητη ουσία). Σύμφωνα πάντα με τον Berti, ακόμα κι αν στο Λ6 ο Αριστοτέλης δεν αναφέρει ποτέ την αιώνια ουσία, είναι ξεκάθαρο ότι αναφέρεται έμμεσα σ αυτήν, όταν λέει : αν όλες οι ουσίες είναι φθαρτές, όλα τα πράγματα είναι φθαρτά. Και ο σχολιαστής προσθέτει, πως το υπόρρητο συμπέρασμα της πρότασης αυτής, θα μπορούσε να είναι το εξής: αν όλα τα πράγματα είναι φθαρτά, υπάρχει τουλάχιστον μια ουσία που δεν είναι φθαρτή. Τέλος, ο Berti παρατηρεί σχετικά με τους στίχους 1071b6-7, ότι ο Αριστοτέλης κάνει λόγο για αφθαρσία παρά για αιωνιότητα, ίσως γιατί η απόδειξη για την προτεραιότητα της ουσίας που δόθηκε στο Λ5,1071a35 (επτά στίχους πιο πάνω), είναι πως αν οι ουσίες αναιρεθούν, δηλαδή καταστραφούν, όλα τα πράγματα αναιρούνται. Η αφθαρσία όμως, είναι ένα από τα χαρακτηριστικά της αιωνιότητας. 5 Οι λεπτομέρειες που αφορούν στη φύση της κίνησης και του χρόνου στους στίχους 5-11 του Λ6, ίσως είναι δευτερεύουσας σημασίας, καθώς ουσιαστικότερο είναι ν αποδειχτεί ότι υπάρχει μια αιώνια ουσία, μια απόδειξη που βασίζεται στο επιχείρημα περί αιωνιότητας της κίνησης και του χρόνου, για να προκύψει έτσι με πολύ λογικό και εύλογο τρόπο. Ο όλος συλλογισμός εν συντομία είναι, πως η κίνηση και ο χρόνος, ως συμβεβηκότα της ουσίας ( η οποία κατέχει τα πρωτεία μεταξύ των όντων, ως η σταθερή και αναμφισβήτητη ύπαρξη), είναι αιώνια συμβεβηκότα (δε γεννώνται ούτε φθείρονται), κάτι από το οποίο συνάγεται άμεσα ότι 8

υπάρχει και μια αιώνια ουσία. Γιατί αν τα συμβεβηκότα αυτά είναι αιώνια, πόσο μάλλον η ουσία, και μάλιστα ειδικά η ουσία αυτή που κινείται αιωνίως και είναι παρατηρήσιμη, το κυκλοφορητικόν σώμα του ουρανού. Όσο για το χρόνο, και μόνο γιατί υπάρχουν οι σταθεροί προσδιορισμοί του, το πρότερον και το ύστερον, δεν είναι δυνατόν να μην υπάρχει. Ο παραπάνω συλλογισμός, είναι ακριβώς το επιχείρημα στο οποίο και ο Αλέξανδρος Αφροδισιεύς (ψευδο-αλέξανδρος), -ένας από τους σημαντικότερους αρχαίους σχολιαστές του Αριστοτέλη-, στα σχόλιά του στην εισαγωγική πρόταση του έκτου κεφαλαίου και ως το στίχο 11, ακολουθώντας το αριστοτελικό κείμενο, φαίνεται να βασίζεται ώστε να συναγάγει την αναγκαία ύπαρξη μιας αιώνιας αλλά επιπλέον και ακίνητης και χωριστής ουσίας. Όσον αφορά στο δεύτερο είδος ουσίας, που δεν είναι άλλο από τα ουράνια σώματα, αποδεικνύεται πως κινείται αιώνια κι αυτό γίνεται βάσει της αιωνιότητας της κίνησης. Η κίνηση είναι η κεντρική έννοια της συλλογιστικής του Αριστοτέλη στους στίχους 5-11, χαρακτηρίζεται αγέννητη και άφθαρτη, ενώ συνδέεται άρρηκτα και με την έννοια του χρόνου (στίχοι 6-10). Η κίνηση δεν είναι δυνατόν να γεννάται, αλλά ανέκαθεν υπήρξε. Ο ψευδο-αλέξανδρος, αναπτύσσει την ακόλουθη επιχειρηματολογία, προκειμένου ν αποδείξει ότι η κίνηση δε γεννάται και μ άλλα λόγια, είναι αιώνια: Αν η κίνηση ήταν γενητή, επειδή κάθε γινόμενο γίνεται από κάτι, θα έπρεπε να υπάρχουν αυτά που γεννούν την κίνηση (ένα ποιούν κι ένα πάσχον). Αν αυτά δεν μεταβάλλονταν, η κίνηση θα υπήρχε ήδη και δε θα γινόταν. Αν αυτά μεταβάλλονταν προκειμένου να γεννήσουν την κίνηση, τότε θα μιλούσαμε, στην περίπτωση αυτή, για μια κίνηση που θα είχε γεννηθεί πριν γεννηθεί η κίνηση. 6 Και συνεχίζει ο αρχαίος σχολιαστής, λέγοντας ότι η κίνηση υπάρχει πάντα ως κίνηση ενός κινούμενου σώματος, το οποίο είναι πάντα μία ουσία. Και καθώς η κίνηση έχει αποδειχτεί ότι είναι αιώνια, θα υπάρχει και μία αιώνια ουσία που κινείται αιωνίως. Η κίνηση αυτής της αιώνιας ουσίας αποτελεί μια ενότητα, όντας μία, καθώς είναι μία και η ουσία που κινείται. Η μία και η αυτή κίνηση ενός κινουμένου, είναι συνεχής κίνηση. Αίδιος (αιώνια δηλαδή) και συνεχής, είναι μόνον η κυκλική κίνηση και άρα και το σώμα που κινείται έτσι, το οποίο ταυτίζεται με τα ουράνια σώματα, το κυκλοφορητικόν σώμα. Το κυκλοφορητικόν σώμα, σύμφωνα πάντα με τα ερμηνευτικά σχόλια του ψευδο-αλέξανδρου, χαρακτηρίζεται επιπλέον άριστον και έμψυχον. Άριστον γιατί ως αιώνιο είναι καλύτερο από τα μη αιώνια, και έμψυχον,γιατί ακριβώς είναι το άριστον των σωμάτων, καθώς και γιατί το έμψυχον σώμα είναι καλύτερο από το άψυχον. Και εφόσον το άριστον μεταξύ όλων των σωμάτων είναι το έμψυχον, το κυκλοφορητικόν σώμα ως άριστον είναι και έμψυχον. 7 9

Ο ψευδο-αλέξανδρος δίνει στα πρώτα σχόλιά του στο έκτο κεφάλαιο, μια περιγραφή της κινητής αιώνιας ουσίας, αποδίδοντάς της σημαντικούς χαρακτηρισμούς (αίδιος, άριστον, έμψυχον), που αναδεικνύουν την αξία της και τη θέση της μέσα στο αριστοτελικό σύμπαν. Έχει αποδειχτεί από τον Αριστοτέλη με λογικά επιχειρήματα ότι η ουσία αυτή υπάρχει, και στην ύπαρξη αυτής βασίζεται σ ένα πρώτο επίπεδο και η αναγκαία ύπαρξη μια αιώνιας αλλά ακίνητης ουσίας, η οποία της δίνει την κίνηση (γιατί η κίνησή της κάπου πρέπει να οφείλεται). Η ακριβής φύση της ακίνητης ουσίας θα διευκρινιστεί και θ αναλυθεί από το στίχο 12 του Λ6 και έως και το στίχο 31. Μέχρι το στίχο 11, αυτό που σίγουρα βεβαιώνεται είναι η αναγκαιότης ύπαρξης μιας αιώνιας, ακίνητης ουσίας, αιώνιας γιατί αυτό συνάγεται απευθείας από την απόδειξη ότι υπάρχει μια αιώνια αισθητή ουσία (τα ουράνια σώματα), και ακίνητης, γιατί ενδεχομένως πρόκειται για μια ουσία που δεν είναι αισθητή, και άρα συνιστά μια άϋλη φύση (γιατί κινούμενες είναι οι υλικές φύσεις, τα σώματα). 1.2. Το πρώτον κινούν ακίνητον ως κινητικό και ποιητικό αίτιο. Στους στίχους 12-14 ο Αριστοτέλης λέει ότι αν υπάρχει ένα κινητικό και ποιητικό αίτιο το οποίο όμως δεν ενεργεί, δε μπορεί να υπάρξει κίνηση. Κι αυτό γιατί ό,τι είναι δυνάμει, μπορεί και να μην ενεργεί. Ο Berti σχολιάζει το περιεχόμενο αυτών των στίχων, λέγοντας ότι μόλις σ αυτό το σημείο ο Αριστοτέλης αρχίζει να κάνει λόγο για μια ουσία που κινεί όλα τ άλλα, η οποία ουσία, όπως θ αποδείξει ο Αριστοτέλης στη συνέχεια, είναι ακίνητη. Παρά την άποψη κάποιων σχολιαστών, λέει ο Berti, ότι μόλις στο Λ7 ο Αριστοτέλης αρχίζει να μιλά για το ακίνητο κινούν, αυτή η ουσία είναι αναγκαίο να υπάρχει προκειμένου να εξηγηθεί η αιώνια κίνηση του ουρανού και πρέπει να μη συγχέεται με την αιώνια εν κινήσει ουσία του ουρανού. Η απόδειξη για την ύπαρξη μιας αιώνιας ακίνητης ουσίας διαρθρώνεται κατά την άποψη του σχολιαστή σε δύο μέρη: 1) o Αριστοτέλης αποδεικνύει ότι πρέπει να υπάρχει μια ουσία που κινεί, 2) αποδεικνύει ότι η ουσία αυτή πρέπει να είναι ακίνητη. Το πρώτο μέρος λαμβάνεται ως ήδη αποδεδειγμένο, ίσως σε αναφορά προς τα Φυσικά 8.4-5, όπου ο Αριστοτέλης αποδεικνύει πως ό, τι κινείται, κινείται από κάποιο άλλο πράγμα, αρνούμενος την αντίθετη πιθανότητα, δηλαδή πως ό, τι κινείται, κινεί το ίδιο τον εαυτό του. Και συνεχίζει ο Berti, λέγοντας ότι αυτή η δεύτερη πιθανότητα (δηλ. η πιθανότητα κάτι που κινείται να κινεί το ίδιο τον εαυτό του), δεν είναι δυνατόν να ισχύει, γιατί ό, τι κινείται έχει δυνάμει λάβει κίνηση ενώ ό, τι κινεί πρέπει ενεργεία να έχει την ιδιότητα που μεταδίδει, έτσι ώστε, αν 10

το ίδιο πράγμα ήταν κινούν και κινούμενον, αυτό θα ήταν την ίδια στιγμή σε μια δυνάμει και σε μια ενεργεία κατάσταση σε σχέση με την ίδια κίνηση, κάτι που αποτελεί αντίφαση (8.5 275b2-13,257b25-26). Aυτό το πρώτο βήμα της απόδειξης (ότι δηλ. υπάρχει μια ουσία που κινεί), επισημαίνει ο σχολιαστής ότι ανακαλείται και στην αρχή του Λ7 (1072a23-24), όπου ο Αριστοτέλης λέει ότι υπάρχει επιπλέον και κάτι που κινεί τον πρώτο ουρανό (δηλ. ο πρώτος ουρανός δεν κινείται από μόνος του). Σχετικά με το δεύτερο μέρος της απόδειξης, ότι δηλ. η ουσία που κινεί είναι ακίνητη, ο Berti σχολιάζει ότι διαρθρώνεται κι αυτό σε δύο επιπλέον μέρη: 1) η ουσία που κινεί πρέπει να είναι ενεργεία, 2) η ουσία της πρέπει να είναι ενέργεια. Στο κείμενο του Λ6 εξετάζεται όπως παρατηρεί ο Berti, μόνο το δεύτερο μέρος του δεύτερου σκέλους της απόδειξης, δηλαδή ο ισχυρισμός ότι, αν η ουσία που κινεί δεν είναι ενεργεία κινητική ουσία, δε μπορεί να υπάρξει κίνηση. Αλλά εφόσον, - καταλήγει ο σχολιαστής-, αποδείχθηκε ότι η κίνηση είναι αιώνια και δεν υπάρχει στιγμή στην οποία να μην υφίσταται, το κινητικό αίτιο πρέπει να είναι το ίδιο ενέργεια. 8 Στη συνέχεια ο Berti επισημαίνει ότι το πιο αξιοσημείωτο στοιχείο στους στίχους 12-14, είναι πως η ουσία που κινεί και της οποίας την ύπαρξη εισηγείται ο Αριστοτέλης, ξεκάθαρα συλλαμβάνεται ως ένα ποιητικό αίτιο και ως ένα αίτιο το οποίο με κάποιο τρόπο είναι ένας δρων. Επιπλέον, ο Berti ορθά παρατηρεί ότι το αίτιο αυτό αποκαλείται κινητικόν και ποιητικόν, λέξεις στις οποίες το επίθεμα ικόν, φανερώνει την ικανότητα να κάνει κάποιος κάτι, και οι οποίες λέξεις, χρησιμοποιούνται από τον Αριστοτέλη όταν προτίθεται ν αναφερθεί στην κινητική ποιητική αιτία (π.χ στο Περί Γενέσεως και Φθοράς 1.7.324b13-14: έστι δε το ποιητικόν αίτιον ως όθεν η αρχή της κινήσεως ). Ο ενεργεία χαρακτήρας αυτού του αιτίου, εξηγεί ο σχολιαστής, είναι το στοιχείο που καθιστά το αίτιο αυτό συγχρόνως κι έναν δρώντα, κάτι που δηλώνεται και με τις λέξεις ενεργούν και ενεργείν (στους στίχους 12 και 14 αντίστοιχα). Οι λέξεις αυτές, καταλήγει ο Berti σχετικά με τους στίχους 12-14, φαίνεται ότι δηλώνουν όχι απλά μια εντελεχειακή πραγματικότητα, αλλά επιπλέον και μια αληθινή δραστηριότητα, αν και πρέπει να είναι μια τέλεια δραστηριότητα, δηλαδή ένα είδος δραστηριότητας που δεν προϋποθέτει κίνηση. 9 Αμέσως μετά απ αυτούς τους επιπλέον χαρακτηρισμούς (κινητικόν και ποιητικόν) που αποδίδει στην ακίνητη ουσία, παρεμβάλλεται στους στίχους 1071b14-17, μια κριτική του Αριστοτέλη στην πλατωνική θεωρία των Ιδεών. Μέσα από την κριτική αυτή και μια έμμεση σύγκριση που κάνει, υπογραμμίζει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της ακίνητης ουσίας, την ύπαρξη της οποίας εισηγείται ο ίδιος. Πιο συγκεκριμένα, ο 11

Αριστοτέλης λέει, ότι δεν έχει νόημα να υποστηρίζεται ότι υπάρχουν αιώνιες ουσίες, -όπως γίνεται από τους εισηγητές της θεωρίας των Ιδεών-, αν δεν υπάρχει μεταξύ των ουσιών αυτών μια αρχή που μπορεί να προκαλέσει μεταβολή (δηλ. κίνηση). Ακόμα κι αυτή η αρχή όμως, όπως και οποιαδήποτε άλλη ουσία παρόμοια με τις Ιδέες, δεν θα μπορούσε να είναι το αίτιο της κίνησης. Γιατί αν μια ουσία που είναι αρχή δεν ενεργεί, δε μπορεί να υπάρξει κίνηση. Επιπλέον, μια ουσία που δεν ενεργεί, θα ήταν στην ουσία της δύναμις και στην περίπτωση αυτή δε θα μπορούσε να υπάρχει αιώνια κίνηση. Κι αυτό γιατί το δυνάμει ον, μπορεί και να μην υπάρχει. Συνάγεται λοιπόν, ότι πρέπει να υπάρχει μια αρχή (ως αίτιο της κίνησης) της οποίας η ουσία είναι ενέργεια. Ο Berti στα σχόλιά του στους παραπάνω στίχους αναφέρει ένα χωρίο του Α βιβλίου των Μετά τα Φυσικά (Α.7.988b2-4), όπου o Aριστοτέλης επισημαίνει πως για τους Πλατωνικούς, οι Ιδέες είναι αίτια ακινησίας και ηρεμίας παρά κίνησης, καθώς κι έναν ακόμη στίχο από το ίδιο βιβλίο (991a11), όπου λέει ότι οι Ιδέες δεν προκαλούν ούτε κίνηση ούτε καμία μεταβολή. Επίσης, λέει ο Berti, στο 991b3-4, αναγνωρίζει ο Αριστοτέλης ότι ο Πλάτων στο Φαίδωνα (πιθανόν στο 100d), υποστήριξε ότι οι Ιδέες είναι αίτια και ύπαρξης και γένεσης, αν και προσθέτει ο Αριστοτέλης ότι αυτό δεν είναι αλήθεια, γιατί τα πράγματα που μετέχουν αυτών δε γεννώνται, αν δεν υπάρχει κάποιο ποιητικό αίτιο (991b4-5). Συνοψίζοντας την κριτική του Αριστοτέλη στη θεωρία των Ιδεών στο βιβλίο Λ των Μετά τα Φυσικά, ο Berti λέει ότι σε κάθε περίπτωση, ακόμα κι αν οι Ιδέες ήταν ποιητικά αίτια, δε θα μπορούσαν να είναι και αίτια κίνησης, γιατί δεν ενεργούν, δε παρουσιάζουν δηλαδή κανενός είδους δραστηριότητα. Και καταλήγει ο σχολιαστής, ότι αυτό επιβεβαιώνει πως για τον Αριστοτέλη αυτό που κινεί τον ουρανό, δεν πρέπει να είναι μόνο ένα ποιητικό αίτιο (δηλαδή ένας δρων), αλλά πρέπει επιπλέον να παρουσιάζει κι αυτό το ίδιο κάποιου είδους δραστηριότητα. Ο Βerti παρατηρεί στη συνέχεια των σχολίων του, ότι οι πλατωνικές ιδέες ως ακίνητες, από την άποψη της αριστοτελικής διάκρισης μεταξύ δυνάμει και ενεργεία, θα ήταν ενέργειες. Αν δεν επαρκούν για να εξηγηθεί η κίνηση του ουρανού, αυτό σημαίνει πως για τον Αριστοτέλη, το αίτιο αυτής της κίνησης πρέπει να είναι όχι μόνο ενέργεια (εδώ ο Βerti μάλλον κάνει λόγο για την ενέργεια με την έννοια της εντελεχειακής πραγματικότητας, κάτι που είναι πληρότης εν στάσει γιατί έχει ολοκληρωθεί, έχει λάβει την τελειωτική του μορφή), αλλά επίσης,είναι επιπλέον και δραστηριότητα. Ο σχολιαστής συμπληρώνει μάλιστα, ότι ακόμα και η ιδέα του Αγαθού, που για τον Αριστοτέλη, αν υπάρχει, σίγουρα επιδιώκεται και είναι αντικείμενο αγάπης γι αυτό το ίδιο (Ηθικά Νικομάχεια 1.4 1096b8-11),- αν και δε μπορούν να το εξασκούν και να το κατακτούν οι άνθρωποι (1096b31-34)-, δε φαίνεται να αρκεί για να εξηγηθεί η κίνηση, ακριβώς γιατί δεν αποτελεί δραστηριότητα. Τέλος, 12

αναφέρει ο Berti, το Ένα, το οποίο οι Πλατωνικοί ταύτιζαν με την αρχή όλων των Ιδεών, μολονότι είναι επιθυμητό από τους αριθμούς, δε μπορεί για τον Αριστοτέλη ν αποτελεί αίτιο κίνησης, γιατί οι αριθμοί δεν έχουν ούτε ζωή ούτε κίνηση (Ηθικά Ευδήμεια 1.8.1218a24-28). 10 Σχετικά με το αύτη στο στίχο 16, ο Berti λέει ότι μπορεί να είναι είτε η ουσία των Ιδεών, απ την οποία ο Αριστοτέλης διακρίνει την άλλη ουσία του ίδιου στίχου, είτε αυτό που ονομάζει ο Αριστοτέλης δυναμένη αρχή μεταβάλλειν (μια αρχή που μπορεί να είναι αίτιο κίνησης), και για την οποία ήδη έγινε λόγος. Η τελευταία, σύμφωνα με τον Berti, θα μπορούσε να είναι η ψυχή του κόσμου, την οποία στον Τίμαιο 30aff., ο Πλάτων δέχεται ως αιτία της κίνησης. Η άλλη ουσία παρά τα είδη σχολιάζει ο Berti ότι μάλλον είναι οι αριθμοί ή τα μαθηματικά αντικείμενα που αναφέρονται στην αρχή του βιβλίου Λ (Λ1 1069a35-36), ως ένα από τα είδη της ακίνητης ουσίας (εκτός από τις Ιδέες). Επίσης, η άλλη ουσία παρά τα είδη,δε μπορεί κατά το σχολιαστή να είναι η ψυχή του κόσμου,γιατί ο Αριστοτέλης λέει ότι η ουσία αυτή δεν αρκεί για να εξηγηθεί η κίνηση εφόσον δεν δρα, ενώ για τον Πλάτωνα η ψυχή του κόσμου είναι σίγουρα δρώσα. Συνεπώς, συμπεραίνει ο Berti, αυτό που ο Αριστοτέλης θέλει ν αποκλείσει στους στίχους 12-14, είναι το ενδεχόμενο οι Ιδέες και οι άλλες ακίνητες ουσίες που εισηγούνται οι Πλατωνικοί, να είναι το αίτιο της κίνησης του ουρανού, γιατί οι ουσίες αυτές, είναι πάντα ακίνητες. Αυτό σημαίνει, προσθέτει ο σχολιαστής, ότι η ακινησία του αιτίου και μόνο, δεν αρκεί προκειμένου να εξηγηθεί η κίνηση. 11 Oι στίχοι 1071b17-20, σύμφωνα με το Βerti αποτελούν το τελευταίο βήμα στην πορεία της απόδειξης πως μια ακίνητη ουσία όντως υπάρχει. Και προσθέτει ο σχολιαστής, πως το γεγονός ότι η δύναμις αποκλείεται να είναι αίτιο της κίνησης του ουρανού, καθώς και το συνακόλουθο συμπέρασμα πως η ακίνητη ουσία είναι ενέργεια, και μάλιστα καθαρή ενέργεια, σημαίνει πως είναι κατ ανάγκην ακίνητη (ακόμα κι αν ο Αριστοτέλης δεν το λέει ρητά), γιατί όπου δεν υπάρχει καθόλου το στοιχείο του δυνάμει, δε μπορεί να υπάρξει κίνηση. Σ αυτή την απόδειξη, ο σχολιαστής επισημαίνει, ότι δύο θεωρίες παίζουν ουσιώδη ρόλο: το δόγμα περί αιωνιότητας της κίνησης και τo δόγμα περί του δυνάμει και ενεργεία. Αν υπάρχει, εξηγεί πολύ εύστοχα ο ο Berti, κάτι που είναι το αίτιο της αιώνιας κίνησης του ουρανού, πρέπει το αίτιο αυτό να είναι καθαρή ενέργεια. Και συνεχίζει λέγοντας, ότι αν το αίτιο αυτό ήταν δυνάμει, μπορεί και να μην ενεργούσε, κάτι που θα συνεπαγόταν ότι το ουράνιο σώμα μπορεί και να μην κινούνταν, το οποίο και είναι αδύνατον να ισχύει (δηλ. να μην κινείται το ουράνιο σώμα, η αιώνια και άφθαρτη ουσία). 12 Ο Βerti αναφέρει κατόπιν μια παρατήρηση σχετική με την αρχή της οποίας η ουσία είναι ενέργεια, που αναφέρεται στο στίχο 1071b20 13