ΣτΕ 699*/2016 [Νόμιμη Περιβαλλοντική αδειοδότηση μονάδας παραγωγής ασφαλτομίγματος] Περίληψη - Εφόσον η εγκατάσταση της επίδικης μονάδας στην ανωτέρω θέση, που δεν βρίσκεται σε παράκτια περιοχή ή στην περιαστιακή ζώνη οικισμών, δεν έρχεται σε αντίθεση με τις κατευθύνσεις του Περιφερειακού Πλαισίου Ιονίων Νήσων και των Ειδικών Πλαισίων για τη βιομηχανία και τον τουρισμό, και ενόψει του ότι δεν έχει εγκριθεί προς το παρόν στην Κέρκυρα οργανωμένος χώρος υποδοχής παραγωγικών δραστηριοτήτων, νομίμως κατ αρχήν εκδόθηκαν οι προσβαλλόμενες πράξεις χωρίς να έχει προηγηθεί καθορισμός της περιοχής ως ζώνης προοριζόμενης για την ανάπτυξη της παραγωγικής αυτής δραστηριότητας, μετά από την αξιολόγηση της καταλληλότητας της συγκεκριμένης θέσεως κατά τη διαδικασία της περιβαλλοντικής αδειοδοτήσεως. -Από τις αυτοψίες που διενεργήθηκαν κατά τη διαδικασία αδειοδοτήσεως της επίδικης δραστηριότητας, τις υπηρεσιακές εισηγήσεις και τις μελέτες που υποβλήθηκαν στη Διοίκηση προκύπτει ότι εξετάσθηκαν διεξοδικά τα χαρακτηριστικά της γύρω περιοχής, τα χαρακτηριστικά της επίδικης δραστηριότητας και οι επιπτώσεις από την εγκατάσταση και τη λειτουργία της, ενόψει και των προβλημάτων που είχαν δημιουργηθεί στο παρελθόν από την παλαιά μονάδα που έπαυσε να λειτουργεί, ελήφθησαν δε συγκεκριμένα μέτρα για την αντιμετώπιση των δυσμενών επιπτώσεων. -Οι προσβαλλόμενες πράξεις αιτιολογούνται επαρκώς ως προς την αξιολόγηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων και τον καθορισμό των όρων και περιορισμών για την εγκατάσταση και λειτουργία της επίμαχης δραστηριότητας. *Συναφής η απόφαση ΣτΕ 700/2016 Πρόεδρος: Ν. Ρόζος Εισηγητής: Ολ. Παπαδοπούλου Δικηγόροι: Ιω. Χατζοπούλου, Δημ. Καρύδης Βασικές Σκέψεις 2. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση ζητείται η ακύρωση των εξής πράξεων: (α) της ΔΑ/16409/Φ.14.90/419/5.8.2008 αποφάσεως του Αντινομάρχη Κερκύρας με την οποία χορηγήθηκε στην εταιρεία με την επωνυμία «Α-Ζ Τεχνική ΑΕ» 1 / 37
προσωρινή άδεια λειτουργίας, διάρκειας ενός έτους, για μονάδα παραγωγής ασφαλτομίγματος στη θέση Άγιος Ανδρέας του Δημοτικού Διαμερίσματος Βαρυπατάδων του Δήμου Αχιλλείων Νομού Κερκύρας, (β) της ΔΔ/28384/Φ.14.90/21.2.2007 αποφάσεως του Νομάρχη Κερκύρας με την οποία χορηγήθηκε στην ως άνω εταιρεία άδεια εγκαταστάσεως, διάρκειας δύο ετών, για την εν λόγω μονάδα, (γ) της ΔΔ/20929/1.8.2006 αποφάσεως του ιδίου Νομάρχη με την οποία εγκρίθηκαν περιβαλλοντικοί όροι για τη λειτουργία της μονάδας αυτής, (δ) της ΔΑ/669/Φ.14.8/31/13.11.1998 [και όχι ΒΑ/669/Φ.14.8/31/13.11.1998 όπως εκ παραδρομής αναγράφεται στο δικόγραφο] αποφάσεως του Βοηθού Νομάρχη Κερκύρας, με την οποία ανανεώθηκε «επ αόριστον» η άδεια λειτουργίας εργοστασίου παρασκευής ασφαλτομίγματος των Αντωνίου Ασωνίτη και Σπυρίδωνος Ζωχιού στη θέση Άγιος Ανδρέας Βαρυπατάδων, καθώς και κάθε άλλης συναφούς πράξεως ή παραλείψεως, προγενέστερης ή μεταγενέστερης των ανωτέρω προσβαλλομένων. 3. Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 283 παρ. 2 του ν. 3852/2010 (Α 87), σε συνδυασμό με το άρθρο 3 παρ. 1 και 3 περ. στ του ίδιου νόμου, μετά την κατάργηση της καθ ης Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Κερκύρας, η παρούσα δίκη συνεχίζεται αυτοδικαίως και χωρίς άλλη προϋπόθεση κατά της Περιφέρειας Ιονίων Νήσων. Κατά τη συζήτηση της υποθέσεως στο ακροατήριο παρέστη, ως πληρεξούσιος της εν λόγω Περιφέρειας, ο δικηγόρος Δημ. Καρύδης, ο οποίος ζήτησε και έλαβε από τον Προεδρεύοντα Αντιπρόεδρο προθεσμία για τη νομιμοποίησή του μέχρι 27.2.2013. Δοθέντος, όμως, ότι εντός της χορηγηθείσης προθεσμίας δεν προσκομίσθηκαν στοιχεία για τη νομιμοποίηση του ανωτέρω δικηγόρου, η παράστασή του λογίζεται ως μη γενομένη. 4. Επειδή, με προφανές έννομο συμφέρον και εν γένει παραδεκτώς παρεμβαίνει στη δίκη, υπέρ του κύρους των προσβαλλομένων πράξεων, η προαναφερθείσα εταιρεία «Α-Ζ Τεχνική ΑΕ». 5. Επειδή, οι εκ των αιτούντων Μαρία Λαγγαδίτη [7η αιτούσα], Ιωάννης Λαγγαδίτης [10ος αιτών], Αικατερίνη Λαγγαδίτη [11η αιτούσα], Θεοδώρα Βιτουλαδίτου [12η αιτούσα] και Αλέξανδρος Καρύδης [16ος αιτών], δεν παρέστησαν με πληρεξούσιο δικηγόρο, ούτε εμφανίσθηκαν για να δηλώσουν ότι εγκρίνουν την άσκηση της αιτήσεως ακυρώσεως, δεν προσκομίσθηκε δε συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο των εν λόγω αιτούντων ούτε προς τον δικηγόρο Δημήτριο Τόπακα που υπογράφει το δικόγραφο ούτε, εντός της χορηγηθείσης προς τούτο μέχρι 27.2.2013 από τον Προεδρεύοντα Αντιπρόεδρο προθεσμίας, προς την δικηγόρο Ιωάννα Χατζοπούλου που παρέστη στο ακροατήριο. Συνεπώς, σύμφωνα με το άρθρο 27 του π.δ. 18/1989 (Α 8), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 4 παρ. 2 του ν. 2479/1997 (Α 67), η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη ως προς τους ανωτέρω πέντε αιτούντες. 2 / 37
6. Επειδή, όπως προκύπτει από τα προσκομισθέντα προαποδεικτι κώς στοιχεία, το πρώτο αιτούν σωματείο έχει, σύμφωνα με το καταστατικό του, ως σκοπό την «μέριμνα για την προστασία του περιβάλλοντος» και την «επίλυση ζωτικής σημασίας προβλημάτων στην περιοχή», η δε δεύτερη αιτούσα «Περιβαλλοντική Πρωτοβουλία Κέρκυρας-Αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία» έχει ως καταστατικό σκοπό τη «συμβολή με κάθε τρόπο στην προστασία του φυσικού και δομημένου περιβάλλοντος» και την διατήρηση και αναβάθμιση των παραδοσιακών οικισμών της Κέρκυρας. Περαιτέρω, οι λοιποί αιτούντες φέρονται ως κάτοικοι και ιδιοκτήτες ακινήτων στην περιοχή, ισχυρίζονται δε ότι υφίστανται βλάβη από την εγκατάσταση και λειτουργία της επίδικης μονάδας. Συνεπώς, η κρινόμενη αίτηση ασκείται με έννομο συμφέρον, είναι δε απορριπτέα τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από την παρεμβαίνουσα. Εξ άλλου, οι αιτούντες παραδεκτώς ομοδικούν, εφόσον προβάλλουν κοινούς λόγους ακυρώσεως, ερειδόμενους στην αυτή πραγματική και νομική αιτία. 7. Επειδή, στο άρθρο 32 παρ. 1 και 2 του π.δ/τος 18/1989 ορίζεται ότι «1. Η δίκη καταργείται αν μετά την άσκηση του ενδίκου μέσου η προσβαλλόμενη πράξη ή η δικαστική απόφαση ανακλήθηκε, ακυρώθηκε ή εξαφανίσθηκε. 2. Καταργείται ομοίως η δίκη αν μετά την άσκηση της αίτησης ακυρώσεως και έως την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης η προσβαλλόμενη πράξη έπαυσε για οποιονδήποτε λόγο να ισχύει, εκτός αν ο αιτών επικαλείται ιδιαίτερο έννομο συμφέρον που δικαιολογεί τη συνέχιση της δίκης». Με το άρθρο 31 του ν. 3772/2009 (Α 112) προστέθηκε παράγραφος 3 στο ως άνω άρθρο 32, η οποία ορίζει τα εξής: «Αν η κατά την προηγούμενη παράγραφο παύση της ισχύος της προσβαλλόμενης πράξεως οφείλεται στο ότι αυτή ήταν περιορισμένης χρονικής ισχύος και μετά τη λήξη της εκδόθηκε νεότερη πράξη ομοίου περιεχομένου ή στο ότι αυτή τροποποιήθηκε ή αντικαταστάθηκε με πράξη η οποία εξακολουθεί να είναι δυσμενής για τον αιτούντα, η δίκη δεν καταργείται αν ο αιτών προβάλει με δικόγραφο, κατατιθέμενο έξι (6) πλήρεις ημέρες πριν από την πρώτη συζήτηση της υποθέσεως, σχετικό ισχυρισμό και ζητήσει τη συνέχιση της δίκης. Με το δικόγραφο αυτό, ο αιτών μπορεί να προβάλει και νέους λόγους ακυρώσεως, στρεφόμενους κατά της νέας πράξεως». Με την τελευταία αυτή διάταξη παρέχεται η δυνατότητα να ζητηθεί η συνέχιση της δίκης μόνον όταν συντρέχει περίπτωση καταργήσεως κατά την παράγραφο 2 του ως άνω άρθρου 32, ειδικότερα δε όταν η παύση της ισχύος της προσβαλλομένης πράξεως οφείλεται στη μεταγενέστερη έκδοση πράξεως ομοίου περιεχομένου ή στην τροποποίηση ή αντικατάστασή της με πράξη η οποία εξακολουθεί να είναι δυσμενής για τον αιτούντα. Αντιθέτως, τέτοια δυνατότητα δεν παρέχεται όταν η κατάργηση επέρχεται δυνάμει της παραγράφου 1 του άρθρου 32, όπως συμβαίνει στις περιπτώσεις ανακλήσεως ή ακυρώσεως της προσβαλλομένης (ΣΕ 31/2013 Ολομ). 8. Επειδή, μετά την άσκηση της κρινόμενης αιτήσεως (12.11.2008) και πριν από τη συζήτηση της υποθέσεως η υπό στοιχείο (δ) προσβαλλόμενη 3 / 37
ΔΑ/669/Φ.14.8/31/13.11.1998 πράξη, με την οποία ανανεώθηκε η άδεια λειτουργίας εργοστασίου παρασκευής ασφαλτομίγμα τος των Αντωνίου Ασωνίτη και Σπυρίδωνος Ζωχιού στη θέση Άγιος Ανδρέας Βαρυπατάδων, ανακλήθηκε με την 23656/7.8.2009 απόφαση του Αντινομάρχη Κέρκυρας. Ειδικότερα, με τη μεταγενέστερη αυτή απόφαση ανακλήθηκαν οι ΕΒΗ Φ.14.556/2269/31.8.1984, ΤΒ/369/Φ.141142/870/ 26.3.1993 άδειες λειτουργίας, καθώς επίσης και η προσβαλλόμενη, όπως αυτές τροποποιήθηκαν ως προς την επωνυμία της μονάδας παραγωγής ασφαλτομίγματος, και διατάχθηκε η διακοπή της λειτουργίας της μονάδας αυτής, «λόγω του ότι απεγκαταστάθηκε πλήρως και χορηγήθηκε άδεια εγκατάστασης στη νέα μονάδα στην ίδια θέση». Κατά συνέπεια, ως προς την (δ) προσβαλλόμενη πράξη συντρέχει περίπτωση καταργήσεως της δίκης, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του προαναφερθέντος άρθρου 32 του π.δ/τος 18/1989, είναι δε εξεταστέα η αίτηση ακυρώσεως, ως προς τη συνδρομή των προϋποθέσεων του παραδεκτού και το βάσιμο των προβαλλομένων λόγων, για τις λοιπές προσβαλλόμενες. 9. Επειδή, η παρεμβαίνουσα ισχυρίζεται ότι η κρινόμενη αίτηση ασκείται εκπροθέσμως εφόσον οι αιτούντες, όπως συνομολογούν, έλαβαν πλήρη γνώση των προσβαλλομένων πράξεων την 4.9.2008 και κατέθεσαν την αίτηση ακυρώσεως την 12.11.2008, μετά δηλαδή την πάροδο της εξηκονθήμερης προθεσμίας που προβλέπεται στο άρθρο 46 παρ. 1 του π.δ/τος 18/1989. Ο ισχυρισμός αυτός είναι απορριπτέος, ως αβάσιμος. Και τούτο διότι ως αφετηρία της σχετικής προθεσμίας λογίζεται όχι η 5.9.2008, αλλά η 16.9.2008, λόγω της αναστολής των προθεσμιών για την άσκηση ενδίκων βοηθημάτων και μέσων καθ όλη τη διάρκεια των δικαστικών διακοπών (1.7-15.9.2008) και, συνεπώς, η κρινόμενη αίτηση που κατά τα αναφερόμενα στην σκέψη 8 ασκήθηκε με την κατάθεσή της στο Δικαστήριο την 12.11.2008, ήτοι την 58η ημέρα, ασκείται εμπροθέσμως (ΣΕ 3572/2014 κ.ά.). 10. Επειδή, η παρεμβαίνουσα ισχυρίζεται, περαιτέρω, ότι από τις διατυπώσεις δημοσιότητας των προσβαλλομένων, τις καταγγελίες των αιτούντων σε διάφορους φορείς, τις αυτοψίες που διενεργήθηκαν από τις αρμόδιες υπηρεσίες και για τις οποίες ενημερώνονταν οι αιτούντες, σε συνδυασμό με τις εργασίες κατασκευής της επίδικης μονάδας, συνάγεται, ενόψει και του εύλογου ενδιαφέροντος των αιτούντων για την τύχη της μονάδας αυτής, τεκμήριο πλήρους γνώσεως των προσβαλλομένων σε χρόνο πολύ προγενέστερο των εξήντα ημερών από την άσκηση της κρινόμενης αιτήσεως. Προς θεμελίωση δε του ισχυρισμού της, που εξειδικεύεται στο δικόγραφο της παρεμβάσεως, επικαλείται και προσκομίζει συγκεκριμένα στοιχεία. 11. Επειδή, από τον φάκελο της Διοικήσεως, σε συνδυασμό με τα στοιχεία που επικαλείται και προσκομίζει η παρεμβαίνουσα προκύπτουν τα εξής: Στο φύλλο της 3.8.2006 της τοπικής εφημερίδας «Καθημερινή Ενημέρωση» δημοσιεύθηκε πρόσκληση της ΝΑ Κέρκυρας προς το κοινό για να λάβει γνώση της 4 / 37
προσβαλλόμενης ΔΔ/20929/1.8.2006 πράξεως εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 3 της κ.υ.α. Η.Π. 37111/2021/2003 (Β 1391), χωρίς μνεία πάντως του αριθμού της. Στην δε τοπική εφημερίδα «Κερκυραϊκά Νέα» και στο φύλλο της 23.2.2007 δημοσιεύθηκε περίληψη της επίσης προσβαλλόμενης ΔΔ/28384/Φ.14.90/21.2.2007 άδειας εγκαταστάσεως. Εξ άλλου, την 13.4.2006 επιδόθηκε στην εταιρεία «Α. Ασωνίτης-Ν. Ζωχιός ΑΕΤ» η από 4.4.2006 εξώδικη διαμαρτυρία πολλών κατοίκων της περιοχής, μεταξύ των οποίων ορισμένοι εκ των αιτούντων, η οποία αναφέρεται στις δυσμενείς επιπτώσεις από τη λειτουργία της προϋφιστάμενης μονάδας παραγωγής ασφαλτομίγματος, της μονάδας δηλαδή την οποία αφορά η ανακληθείσα, κατά τα ανωτέρω, ΔΑ/669/Φ.14.8/31/13.11.1998 άδεια λειτουργίας. Ο πρώτος αιτών Πολιτιστικός Σύλλογος και πολλοί κάτοικοι της περιοχής, μεταξύ των οποίων ορισμένοι εκ των αιτούντων, με τις 7349/19.3.2007 και 7422/27.3.2007 καταγγελίες τους προς την Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Περιβάλλοντος [ΕΥΕΠ], διαμαρτυρήθηκαν και πάλι για τη λειτουργία της μονάδας παραγωγής ασφαλτομίγματος «Ασωνίτη-Ζωχιού» στη θέση Άγιος Ανδρέας, αναφέροντας ότι, κατά παράβαση της νομοθεσίας, λειτουργεί χωρίς περιβαλλοντική αδειοδότηση και έχει δυσμενείς επιπτώσεις στην περιοχή. Στον χώρο λειτουργίας της μονάδας αυτής διενεργήθηκε αυτοψία την 29.3.2007 από Κλιμάκιο Ελέγχου Ποιότητας Περιβάλλοντος της ΝΑ Κέρκυρας, στο οικείο δε πρακτικό αναφέρεται ότι «δεν παρατηρήθηκε έκλυση αερίων ή καταλοίπων καύσης στην ατμόσφαιρα από την καπνοδόχο», ότι ο θόρυβος δεν υπερέβαινε τα επιτρεπόμενα όρια, ότι η μονάδα διέθετε την 27479/1983 περιβαλλοντική αδειοδότηση και την ΔΔ/5741/Φ.14.8/31/19.2.2003 άδεια λειτουργίας και ότι «ήδη έχει χορηγηθεί η ΔΔ/28384/Φ.14.90/21.2.2007 άδεια εγκατάστασης στον ίδιο χώρο για να εγκατασταθεί μια νέα σύγχρονη και οικολογική μονάδα η οποία θα αντικαταστήσει την υπάρχουσα και η οποία [κατά] τους υπολογισμούς της εταιρείας θα τεθεί σε λειτουργία εντός τριμήνου περίπου». Περαιτέρω, το Τμήμα Βιομηχανίας της Διεύθυνσης Ανάπτυξης της ΝΑ Κέρκυρας, με το ΔΔ/10717/2.4.2007 έγγραφο, το οποίο στους αποδέκτες προς κοινοποίηση περιλαμβάνει τον πρώτο αιτούντα Πολιτιστικό Σύλλογο, γνωστοποίησε στην ΕΥΕΠ ότι οι επιχειρηματίες εκσυγχρονίζουν την εγκατάσταση, με την απομάκρυνση του παλαιού συγκροτήματος παραγωγής ασφαλτομίγματος, ότι έχουν αγοράσει νέο σύγχρονο εξοπλισμό και ότι για το νέο αυτό συγκρότημα έχουν εκδοθεί οι προσβαλλόμενες ΔΔ/20929/1.8.2006 και ΔΔ/28384/Φ.14.90/21.2.2007 αποφάσεις. Από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει, πάντως, κοινοποίηση του εγγράφου αυτού στον πρώτο αιτούντα. Η οικοδομική άδεια για την ανέγερση των κτηριακών εγκαταστάσεων της επίδικης νέας μονάδας εκδόθηκε την 23.8.2007 και οι σχετικές εργασίες είχαν αποπερατωθεί την 28.5.2009, δεν προκύπτει όμως πότε άρχισαν οι εργασίες αυτές. Εξ άλλου, στην τοπική εφημερίδα «Κερκυραϊκή Άποψη» και στο φύλλο 5 / 37
της 15.3.2008 δημοσιεύθηκε κείμενο της δεύτερης αιτούσας αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας με την επωνυμία «Περιβαλλοντική Πρωτοβουλία Κέρκυρας», που αναφέρεται στην αδειοδότηση της επίδικης νέας μονάδας, η εν λόγω δε αιτούσα, όπως αναφέρει σε δικό της άρθρο που δημοσιεύεται σε ηλεκτρονική μορφή, παρέστη με εκπρόσωπό της στην ως άνω αυτοψία που διενήργησε το Κλιμάκιο Ελέγχου την 29.3.2007. Την 18.7.2008 οι δύο πρώτοι αιτούντες υπέβαλαν στη Διεύθυνση Ανάπτυξης της ΝΑ αίτηση για λήψη αντιγράφων των υπό στοιχεία (β) και (γ) προσβαλλομένων. Όπως προεκτέθηκε, η προσβαλλόμενη προσωρινή άδεια λειτουργίας της νέας μονάδας εκδόθηκε την 5.8.2008. 12. Επειδή, από τα ανωτέρω προκύπτει ότι η δεύτερη αιτούσα αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία, με την επωνυμία «Περιβαλλοντική Πρωτοβουλία Κέρκυρας», είχε πλήρη γνώση των υπό στοιχεία (β) και (γ) προσβαλλομένων, ήτοι της ΔΔ/28384/Φ.14.90/21.2.2007 άδειας εγκαταστάσεως και της ΔΔ/20929/1.8.2006 πράξεως εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων, το αργότερο την 15.3.2008 και, συνεπώς, εκπροθέσμως προσβάλλει τις πράξεις αυτές, εφόσον η εξηκονθήμερη προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 46 παρ. 1 του π.δ/τος 18/1989 για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως είχε ήδη συμπληρωθεί πολύ πριν από την έναρξη των δικαστικών διακοπών (1.7.2008, κατά τα αναφερόμενα στη σκέψη 9). Ως προς τους λοιπούς αιτούντες, όμως, δεν δύναται να συναχθεί τεκμήριο για πλήρη γνώση εκ μέρους τους των ως άνω δύο προσβαλλομένων. Και τούτο διότι: (α) από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει κοινοποίηση των πράξεων αυτών στους αιτούντες, (β) μόνη η ως άνω δημοσιοποίηση των ως άνω προσβαλλομένων δεν κινεί την προθεσμία για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως, (γ) δεν προκύπτει κοινοποίηση στους αιτούντες των προαναφερθέντων από 29.3.2007 πρακτικού του οικείου Κλιμακίου Ελέγχου Ποιότητας Περιβάλλοντος και ΔΔ/10717/2.4.2007 εγγράφου της Διεύθυνσης Ανάπτυξης της ΝΑ Κέρκυρας, στα οποία μνημονεύονται οι προσβαλλόμενες, (δ) δεν συνάγεται δε γνώση των αδειοδοτήσεων που αφορούν την επίδικη νέα μονάδα από τις καταγγελίες για τη λειτουργία της παλαιάς μονάδας, που λειτουργούσε σε παρακείμενο γήπεδο μέχρι την αποξήλωση των εγκαταστάσεών της. Περαιτέρω, η υπό στοιχείο (α) προσβαλλόμενη ΔΑ/16409/Φ.14.90/419/5.8.2008 άδεια λειτουργίας προσβάλλεται εμπροθέσμως από όλους τους αιτούντες, κατά τα εκτεθέντα στη σκέψη 9. Συνεπώς, ο ισχυρισμός της παρεμβαίνουσας ότι όλοι οι αιτούντες είχαν πλήρη γνώση των υπό στοιχεία (β) και (γ) προσβαλλομένων από το έτος 2007 και ασκούν εκπροθέσμως την κρινόμενη αίτηση είναι απορριπτέος. Κατά τη γνώμη, όμως, της Παρέδρου Όλγας Παπαδοπούλου, η κρινόμενη αίτηση, καθ ο μέρος στρέφεται κατά των ανωτέρω ΔΔ/28384/Φ.14.90/ 21.2.2007 και ΔΔ/20929/1.8.2006 πράξεων ασκείται εκπροθέσμως από όλους τους αιτούντες. Και τούτο διότι η αίτηση αυτή κατατέθηκε την 12.11.2008, μετά δηλαδή την πάροδο ενός έτους και εννέα 6 / 37
μηνών περίπου από την έκδοση της άδειας εγκαταστάσεως και δύο ετών και τριών μηνών περίπου από την έκδοση της πράξεως με την οποία εγκρίθηκαν οι περιβαλλοντικοί όροι, αφού είχαν προηγηθεί όχι μόνο οι αλλεπάλληλες καταγγελίες των αιτούντων σωματείων και πολλών κατοίκων της περιοχής για τις δυσμενείς επιπτώσεις από τη λειτουργία της προϋφιστάμενης μονάδας παραγωγής ασφαλτομίγματος στη θέση Άγιος Ανδρέας, αλλά και η προαναφερθείσα δημοσιοποίηση των πράξεων που αφορούν τη νέα μονάδα των αυτών επιχειρηματιών. Με τα δεδομένα αυτά, κατά τη μειοψηφήσασα γνώμη, ενόψει του εύλογου ενδιαφέροντος των αιτούντων για τις σχετικές με την αδειοδότηση των επίδικων εγκαταστάσεων ενέργειες της Διοικήσεως, τεκμαίρεται πλήρης γνώση εκ μέρους τους των υπό στοιχεία (β) και (γ) προσβαλλομένων, σε χρόνο πολύ προγενέστερο της εκδόσεως της ΔΑ/16409/Φ.14.90/419/5.8.2008 προσωρινής άδειας λειτουργίας. Συνεπώς, κατά τη γνώμη αυτή, εμπροθέσμως προσβάλλεται μόνο η ανωτέρω προσωρινή άδεια λειτουργίας. 13. Επειδή, μετά την άσκηση της αιτήσεως και πριν από τη συζήτηση της υποθέσεως η υπό στοιχείο (β) προσβαλλόμενη ΔΔ/28384/Φ.14.90/21.2.2007 πράξη του Νομάρχη Κερκύρας, με την οποία χορηγήθηκε στην παρεμβαίνουσα εταιρεία άδεια εγκαταστάσεως διάρκειας δύο ετών για την επίδικη νέα μονάδα, δηλαδή μέχρι την 21.2.2009, έπαυσε να ισχύει. Επομένως, εφόσον ως προς την πράξη αυτή οι αιτούντες δεν επικαλούνται τη συνδρομή ιδιαίτερου έννομου συμφέροντος που δικαιολογεί τη συνέχιση της παρούσας δίκης, συντρέχει περίπτωση καταργήσεως κατά το μέρος τούτο, σύμφωνα με το άρθρο 32 παρ. 2 του π.δ/τος 18/1989. 14. Επειδή, μετά την άσκηση της αιτήσεως και πριν από τη συζήτηση της υποθέσεως η υπό στοιχείο (α) προσβαλλόμενη ΔΑ/16409/Φ.14.90/419/5.8.2008 προσωρινή άδεια λειτουργίας, διάρκειας ενός έτους, δηλαδή μέχρι την 5.8.2009, έπαυσε να ισχύει. Συνεπώς, και ως προς την πράξη αυτή συντρέχει κατ αρχήν περίπτωση καταργήσεως της δίκης, σύμφωνα με το άρθρο 32 παρ. 2 του π.δ/τος 18/1989. Παραδεκτώς, όμως, ζητούν οι αιτούντες, κατά την παράγραφο 3 του ιδίου άρθρου και με το δικόγραφο που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου την 16.11.2009, την ακύρωση της μεταγενέστερης 15492/7.8.2009 αποφάσεως του Αντινομάρχη Κερκύρας, με την οποία χορηγήθηκε στην παρεμβαίνουσα άδεια λειτουργίας αορίστου χρόνου για την επίδικη μονάδα παραγωγής ασφαλτομίγματος στη θέση Άγιος Ανδρέας Βαρυπατάδων. 15. Επειδή, η υπό στοιχείο (γ) προσβαλλόμενη ΔΔ/20929/1.8.2006 νομαρχιακή απόφαση με την οποία εγκρίθηκαν περιβαλλοντικοί όροι για την λειτουργία της επίδικης μονάδας ορίζει ότι οι όροι αυτοί ισχύουν «μέχρι τη λήξη της άδειας λειτουργίας». Όπως προαναφέρθηκε δε, αρχικώς εκδόθηκε η ΔΑ/16409/Φ.14.90/419/5.8.2008 προσωρινή άδεια λειτουργίας. Μετά την άσκηση της αιτήσεως και πριν από τη συζήτηση της υποθέσεως εκδόθηκε η 7 / 37
Δι.ΠΕ.Χ.Σ.15549-5682/26.8.2011 απόφαση του Αντιπεριφερειάρχη Ιονίων Νήσων. Με τη νεώτερη αυτή πράξη «ανανεώθηκαν και τροποποιήθηκαν» οι περιβαλλοντικοί όροι για την λειτουργία της επίδικης μονάδας, αφού ελήφθησαν υπόψη η ανωτέρω 15492/7.8.2009 οριστική άδεια λειτουργίας, η 1/2007 άδεια οικοδομής της οικείας υπηρεσίας, καθώς και το 3261/Φ.701.4/5.6.2008 πιστοποιητικό ενεργητικής πυροπροστασίας, ορίσθηκε δε ότι οι εγκριθέντες όροι ισχύουν για πέντε χρόνια και υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Με την πράξη αυτή δεν μεταβλήθηκαν μεν ουσιωδώς το αντικείμενο της επίδικης δραστηριότητας και το μέγεθος της μονάδας, ορίσθηκαν, όμως, εκ νέου οι περιβαλλοντικοί όροι για τη λειτουργία της, ενόψει και των νεώτερων δεδομένων που προέκυψαν μετά την αρχική περιβαλλοντική αδειοδότηση. Κατά συνέπεια, η προσβαλλόμενη ΔΔ/20929/1.8.2006 πράξη έπαυσε επίσης να ισχύει μετά την άσκηση της αιτήσεως ακυρώσεως και αντικαταστάθηκε από την ως άνω Δι.ΠΕ.Χ.Σ.15549-5682/26.8.2011 απόφαση του Αντιπεριφερειάρχη, η οποία πρέπει, ως προς τους αιτούντες που άσκησαν εμπροθέσμως την κρινόμενη αίτηση κατά της αρχικής αυτής πράξεως εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων, να θεωρηθεί ως παραδεκτώς συμπροσβαλλόμενη. 16. Επειδή, με τις διατάξεις του Συντάγματος, ιδίως με το άρθρο 24 παρ. 1 και 6, το φυσικό και το πολιτιστικό περιβάλλον έχουν αναχθεί σε αυτοτελώς προστατευόμενα αγαθά. Τα αρμόδια όργανα του Κράτους οφείλουν να προβαίνουν σε θετικές ενέργειες για την αποτελεσματική διαφύλαξη των αγαθών αυτών και, ειδικότερα, να λαμβάνουν τα απαιτούμενα νομοθετικά και διοικητικά, προληπτικά και κατασταλτικά, μέτρα, παρεμβαίνοντας στον αναγκαίο βαθμό στην οικονομική ή άλλη ατομική ή συλλογική δραστηριότητα. Κατά τη λήψη των ανωτέρω μέτρων, τα όργανα της νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας οφείλουν να σταθμίζουν και άλλους παράγοντες, αναγόμενους στο γενικότερο εθνικό και δημόσιο συμφέρον, η επιδίωξη όμως των σκοπών αυτών και η στάθμιση των προστατευόμενων αντίστοιχων εννόμων αγαθών πρέπει να συμπορεύεται προς την υποχρέωση της Πολιτείας να μεριμνά για την προστασία του περιβάλλοντος κατά τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται βιώσιμη ανάπτυξη. Περαιτέρω, από τις διατάξεις του άρθρου 24, καθώς και των άρθρων 79 παρ. 8 και 106 παρ. 1 του Συντάγματος συνάγεται ότι ο χωροταξικός σχεδιασμός ανατίθεται στην Πολιτεία, που οφείλει να θεσπίζει τις αναγκαίες ρυθμίσεις, ώστε να διασφαλίζεται η προστασία του περιβάλλοντος, οι βέλτιστοι δυνατοί όροι διαβιώσεως του πληθυσμού και η οικονομική ανάπτυξη στο πλαίσιο της αρχής της αειφορίας (βιώσιμης αναπτύξεως). Ουσιώδη όρο για τη βιώσιμη ανάπτυξη αποτελούν τα χωροταξικά σχέδια. Τα σχέδια αυτά θέτουν, με βάση την ανάλυση των δεδομένων και την πρόγνωση των μελλοντικών εξελίξεων, τους μακροπρόθεσμους στόχους της οικονομικής και κοινωνικής αναπτύξεως και ρυθμίζουν, μεταξύ άλλων, το πλαίσιο για τη διαμόρφωση των οικιστικών 8 / 37
περιοχών, των περιοχών ασκήσεως παραγωγικών δραστηριοτήτων και των ελεύθερων χώρων στις εκτός σχεδίου περιοχές. Ο θεμελιώδης κανόνας της βιώσιμης αναπτύξεως ισχύει, κατά μείζονα λόγο, για τα ευαίσθητα οικοσυστήματα, που χαρακτηρίζονται από την ενότητα του τοπίου τους και τη στενή αλληλεξάρτηση ανθρωπογενών συστημάτων και φυσικού περιβάλλοντος και των οποίων η ανάπτυξη, οικιστική, τουριστική και, γενικώς, οικονομική, πρέπει να συνδέεται με τη διατήρηση του χαρακτήρα τους και του ανθρωπογενούς και φυσικού περιβάλλοντος και να μην παραβιάζει την φέρουσα ικανότητά τους (ΣΕ 387/2014 επτ, 5418/2012 κ.ά.). 17. Επειδή, κατ εφαρμογή της συνταγματικής επιταγής για χωροταξικό σχεδιασμό εκδόθηκε ο ν. 2742/1999 (Α 207). Σύμφωνα με τον νόμο αυτό, ο χωροταξικός σχεδιασμός αποσκοπεί να συμβάλει «α. Στην προστασία και αποκατάσταση του περιβάλλοντος, στη διατήρηση των οικολογικών και πολιτισμικών αποθεμάτων και στην προβολή και ανάδειξη των συγκριτικών γεωγραφικών, φυσικών, παραγωγικών και πολιτιστικών πλεονεκτημάτων της χώρας. β. Στην ενίσχυση της διαρκούς και ισόρροπης οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης της χώρας και της ανταγωνιστικής παρουσίας της στον ευρύτερο ευρωπαϊκό, μεσογειακό και βαλκανικό της περίγυρο. γ. Στη στήριξη της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής στο σύνολο του εθνικού χώρου...» (άρθρο 2 παρ. 1). Για την εκπλήρωση των ανωτέρω στόχων, κατά την κατάρτιση των χωροταξικών πλαισίων και λοιπών σχεδίων πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, ιδίως, οι ακόλουθες αρχές: «α. Η εξασφάλιση ισάξιων όρων διαβίωσης και ευκαιριών παραγωγικής απασχόλησης των πολιτών σε όλες τις περιφέρειες της χώρας... β. Η αναβάθμιση της ποιότητας ζωής των πολιτών και η βελτίωση των υποδομών... γ. Η διατήρηση, ενίσχυση και ανάδειξη της οικιστικής και παραγωγικής πολυμορφίας, καθώς και της φυσικής ποικιλότητας στις αστικές και περιαστικές περιοχές, αλλά και στην ύπαιθρο και ιδιαίτερα στις παράκτιες, νησιωτικές και ορεινές περιοχές, καθώς και στις περιοχές που παρουσιάζουν αυξημένη βιομηχανική και τουριστική ανάπτυξη. δ. Η εξασφάλιση της ισόρροπης σχέσης μεταξύ του αστικού, περιαστικού και αγροτικού χώρου... ε. Η κοινωνική, οικονομική, περιβαλλοντική και πολιτισμική αναζωογόνηση των μητροπολιτικών κέντρων, των πόλεων και των ευρύτερων περιαστικών περιοχών τους... στ. Η ολοκληρωμένη ανάπτυξη, ανάδειξη και προστασία των νησιών, των ορεινών και των παραμεθόριων περιοχών της χώρας και ιδιαίτερα η ενίσχυση του δημογραφικού και πληθυσμιακού τους ισοζυγίου, η διατήρηση και ενθάρρυνση των παραδοσιακών παραγωγικών κλάδων τους και της παραγωγικής πολυμορφίας τους... καθώς και η προστασία των φυσικών και πολιτιστικών τους πόρων. ζ. Η συστηματική προστασία, αποκατάσταση, διατήρηση και ανάδειξη των περιοχών, οικισμών, τοπίων που διαθέτουν στοιχεία φυσικής, πολιτιστικής και αρχιτεκτονικής κληρονομιάς. η. Η συντήρηση, αποκατάσταση και ολοκληρωμένη διαχείριση των δασών των αναδασωτέων περιοχών και των 9 / 37
αγροτικών εκτάσεων. θ. Η ορθολογική αξιοποίηση και η ολοκληρωμένη διαχείριση των υδάτινων πόρων. ι. Ο συντονισμός των δημόσιων προγραμμάτων και έργων που έχουν χωροταξικές επιπτώσεις...» (άρθρο 2 παρ. 2). Μέσα χωροταξικού σχεδιασμού είναι το γενικό, τα ειδικά και τα περιφερειακά πλαίσια χωροταξικού σχεδιασμού και αειφόρου ανάπτυξης (βλ. άρθρα 6, 7, 8). Κατά το άρθρο 9 του προαναφερθέντος ν. 2742/1999, «ρυθμιστικά σχέδια, γενικά πολεοδομικά σχέδια, σχέδια χωρικής και οικιστικής οργάνωσης ανοικτών πόλεων, σχέδια ανάπτυξης περιοχών δεύτερης κατοικίας, ζώνες οικιστικού ελέγχου, περιοχές του άρθρου 24 του ν. 1650/1986 ή άλλα σχέδια χρήσεων γης, που εγκρίνονται μετά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, οφείλουν να εναρμονίζονται προς τις επιλογές ή κατευθύνσεις των εγκεκριμένων [πλαισίων χωροταξικού σχεδιασμού]», ενώ μέχρι την έγκριση των πλαισίων αυτών, η έγκριση των σχεδίων χρήσεων γης, καθώς και η έκδοση άλλων κανονιστικών ή ατομικών πράξεων με τις οποίες επιχειρείται ρύθμιση του χώρου «γίνεται μετά από συνεκτίμηση των διαθέσιμων στοιχείων του ευρύτερου χωροταξικού σχεδιασμού και ιδίως αυτών που απορρέουν από υφιστάμενες ή υπό εξέλιξη μελέτες χωροταξικού χαρακτήρα» (παρ. 1). 18. Επειδή, δυνάμει των διατάξεων του ανωτέρω ν. 2742/1999 εγκρίθηκαν το Περιφερειακό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης Περιφέρειας Ιονίων Νήσων, το Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τη Βιομηχανία και το Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τον Τουρισμό. Ειδικότερα: Το Περιφερειακό Πλαίσιο εγκρίθηκε με την 48976/5.12.2003-19.1.2004 απόφαση της Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ (Β 56), ορίζει δε στο άρθρο 3 παρ. Β [«Αξιολόγηση υπάρχουσας κατάστασης και προοπτικών στο επίπεδο της Περιφέρειας»], υποπαράγραφος Β2 ότι η βιομηχανία είναι «σχεδόν ανύπαρκτη», η βιοτεχνία είναι περιορισμένη σε μικρές μονάδες κυρίως σε περιαστικές ζώνες, «ο τομέας της μεταποίησης είναι προσανατολισμένος στην παραγωγή οικοδομικών υλικών», ενώ ο τουρισμός έχει αναπτυχθεί ιδιαίτερα, με τους νομούς Ζακύνθου και Κερκύρας να παρουσιάζουν τη μεγαλύτερη τουριστική κίνηση. Στην υποπαράγραφο Β6 ορίζεται ότι στις εσωτερικές ζώνες των νησιών «ενδείκνυται τόσο η ανάπτυξη ήπιων μορφών τουρισμού, όσο και η εντατικότερη γεωργική και κτηνοτροφική παραγωγή σε οργανωμένους υποδοχείς και η ενίσχυση της μεταποιητικής δραστηριότητας». Στην παράγραφο Γ, που αφορά την πρόταση χωροταξικού σχεδιασμού, αναφέρεται ότι στρατηγικοί στόχοι για την ανάπτυξη της Περιφέρειας είναι, μεταξύ άλλων, η «προστασία και εξορθολογισμένη διαχείριση του φυσικού, πολιτιστικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος, με σκοπό τη διαφύλαξη της αειφορίας, την τόνωση της πολιτισμικής ταυτότητας και την ενίσχυση της ελκυστικότητας της Περιφέρειας ως τουριστικού προορισμού», η «αύξηση της ανταγωνιστικότητας του τουρισμού με παράλληλη αποθάρρυνση της 10 / 37
μονοκαλλιέργειας του κλάδου μέσω της ενίσχυσης της ανάπτυξης και των άλλων παραγωγικών τομέων» και η βελτίωση της ποιότητας ζωής (υποπαράγραφος Γ.1). Περαιτέρω αναφέρεται ότι «[σ]τις εσωτερικές ζώνες ενδείκνυται η αξιοποίηση φυσικών και πολιτιστικών πόρων ενταγμένων σε δίκτυα ήπιων μορφών τουρισμού», ότι, «[π]αράλληλα, οι εσωτερικές ζώνες μπορούν να επωφεληθούν από την ενίσχυση της παραγωγής πιστοποιημένων προϊόντων ποιότητας και τη διάθεσή τους στον τουρισμό» (υποπαράγραφος Γ.1.2), ότι η αναπτυξιακή πορεία της Περιφέρειας πρέπει να βασισθεί, μεταξύ άλλων, στην ανάπτυξη ποιοτικού τουρισμού και «[σ]την ισόρροπη ανάπτυξη και των άλλων τομέων της οικονομίας, δηλαδή του πρωτογενούς και του δευτερογενούς τομέα έτσι ώστε να δημιουργηθούν ασφαλιστικές δικλείδες έναντι της μονοκαλλιέργειας του τουρισμού» (υποπαράγραφος Γ.2). Ως προς τη «Χωροθέτηση των βασικών παραγωγικών δραστηριοτήτων», για τον δευτερογενή τομέα «προτείνεται η δημιουργία ΒΕΠΕ νομαρχιακής σημασίας στην ευρύτερη περιοχή της πόλης της Κέρκυρας (και σε ικανή απόσταση από την πόλη) [καθώς και] στην ευρύτερη περιοχή της Λευκίμμης» (υποπαράγραφος Γ.3.7.2). Το Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για την Βιομηχανία εγκρίθηκε με την 11508/18.2-13.4.2009 απόφαση της Επιτροπής Συντονισμού της Κυβερνητικής Πολιτικής στον Τομέα του Χωροταξικού Σχεδιασμού και της Αειφόρου Ανάπτυξης (Β 151). Το ειδικό αυτό πλαίσιο αναφέρει ότι «Σε τοπική κλίμακα, το μεταπολεμικό μοντέλο χωρικής οργάνωσης της βιομηχανίας χαρακτηρίσθηκε από την κυριαρχία της διάσπαρτης σημειακής χωροθέτησης, τόσο στον αστικό όσο και στον εξωαστικό χώρο, και την πολύ περιορισμένη ανάπτυξη της χωροθέτησης σε οργανωμένους υποδοχείς», με πολλαπλά προβλήματα περιβαλλοντικού, πολεοδομικού και αναπτυξιακού χαρακτήρα, ότι «[η] ακαμψία των χωρικών δομών δεν επιτρέπει μια ριζική αναστροφή της κατάστασης αυτής βραχυ- ή μέσο-πρόθεσμα», ότι δεν είναι πάντως σκόπιμη «η συγκέντρωση του συνόλου της βιομηχανίας σε οργανωμένους υποδοχείς», καθόσον «σε μεγάλο μέρος των μεταποιητικών μονάδων, για λόγους που συνδέονται με κλαδικές ή άλλες παραμέτρους (μέγεθος, τοπική τελική αγορά ή αγορά εργασίας, έλλειψη ανεπιθύμητων επιπτώσεων), η διάσπαρτη χωροθέτηση δεν δημιουργεί προβλήματα ενώ συχνά έχει και θετικές συνέπειες», ότι «[γ]ια τις υφιστάμενες μονάδες, επιπλέον, υπάρχουν και άλλες παράμετροι που πρέπει να ληφθούν υπόψη, δεδομένου ότι η αναγκαστική μετακίνηση από τη θέση τους μπορεί να οδηγήσει σε πιέσεις στην τοπική αγορά εργασίας και, ενίοτε, σε διακοπή λειτουργίας», ότι «[ο]ρισμένοι κλάδοι ή κατηγορίες βιομηχανικών δραστηριοτήτων έχουν έντονες, αμφίδρομες ή μη, σχέσεις με ορισμένες άλλες δραστηριότητες», μεταξύ δε αυτών περιλαμβάνονται «οι κλάδοι επεξεργασίας προϊόντων της εξόρυξης» (σκέψεις 14, 15, 17 του προοιμίου). Περαιτέρω, στο άρθρο 2 περιέχονται ορισμοί, στο άρθρο 3 καθορίζονται οι στόχοι του ειδικού αυτού πλαισίου, μεταξύ των 11 / 37
οποίων «ενίσχυση της βιομηχανικής επιχειρηματικότητας, εξορθολογισμός και εξυγίανση της χωροθέτησης της βιομηχανίας σε επίπεδο χρήσεων γης και ριζική αλλαγή της σημερινής σχετικής ελκυστικότητας μεταξύ οργανωμένης και διάσπαρτης/σημειακής χωροθέτησης της βιομηχανίας, υπέρ της πρώτης, προσδιορισμός όρων και προϋποθέσεων διάσπαρτης χωροθέτησης της βιομηχανίας», στο άρθρο 8 με τον τίτλο «Κριτήρια και συμβατότητες χωροθέτησης των βιομηχανικών μονάδων και υποδοχέων που συνδέονται με τα χαρακτηριστικά της περιοχής χωροθέτησης» ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι η χωροθέτηση πρέπει να γίνεται «σε ικανή απόσταση από αστικά κέντρα και οικισμούς, καθώς και πιθανές επεκτάσεις τους», ότι στις περιοχές τουριστικού ενδιαφέροντος, που δεν χαρακτηρίζονται ως τουριστικής προτεραιότητας, η χωροθέτηση «είναι κατά κανόναν δυνατή σε τμήματά τους που δεν παρουσιάζουν τουριστικό ενδιαφέρον είτε μεμονωμένα είτε σε οργανωμένους υποδοχείς», ότι στις «περιαστικές ζώνες πρέπει να αποθαρρύνεται η διάσπαρτη χωροθέτηση βιομηχανικών μονάδων μέσης και υψηλής όχλησης», στο Παράρτημα Ι δε, που περιέχει «Κατευθύνσεις για τη χωρική οργάνωση της βιομηχανίας σε περιφερειακό και νομαρχιακό επίπεδο», ορίζονται τα εξής για τον Νομό Κερκύρας: Η «γενική προτεραιότητα άσκησης χωρικής πολιτικής για την μεταποίηση» εκτιμάται ως πολύ χαμηλή, διαπιστώνεται ότι «δεν υπάρχουν εστίες μεταποίησης, με τις πολύ λίγες υπάρχουσες μονάδες να είναι μικρής κλίμακας και τοπικής εμβέλειας», προτείνεται δε πολιτική τύπου 2, ήτοι «ήπια πολιτική, για τη διατήρηση ενός βασικού βιομηχανικού ιστού για την κάλυψη των τοπικών αναγκών και για την αποφυγή των κινδύνων της υπερβολικής εξάρτησης από λίγους ή έναν τομέα», χωρίς, όμως, «να υπάρξει έντονη τεχνητή στήριξη της βιομηχανίας, που μπορεί να οδηγήσει σε μη βιώσιμες μονάδες». Τέλος, το Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τον Τουρισμό, το οποίο εγκρίθηκε με την 24208/4-11.6.2009 απόφαση της ως άνω Επιτροπής (Β 1138), η Κέρκυρα κατατάσσεται στην ομάδα ΙΙ της κατηγορίας Ε, η οποία περιλαμβάνει «47 νησιά με σημαντική τουριστική δραστηριότητα ή νησιά που αναπτύσσονται τουριστικά, με ή χωρίς άλλη ιδιαίτερα δυναμική παραγωγική δραστηριότητα και εκμεταλλεύσιμους πόρους». Κατά τα οριζόμενα στο ως άνω ειδικό πλαίσιο, «Στα νησιά αυτά έμφαση πρέπει να δοθεί σε δράσεις που σκοπό έχουν α) την αντιμετώπιση συγκρούσεων μεταξύ δραστηριοτήτων, β) τον έλεγχο των περιβαλλοντικών πιέσεων και του είδους της ανάπτυξης και γ) την αποτροπή της μονόπλευρης εξάρτησής τους από τον τουρισμό» (άρθρο 5). 19. Επειδή, εν όψει της ανωτέρω συνταγματικής επιταγής για την προστασία του περιβάλλοντος εκδόθηκε, επίσης, ο ν. 1650/1986 (Α 160), με τον οποίο θεσπίζονται κανόνες αναφερόμενοι, πλην άλλων, στις προϋποθέσεις και στη διαδικασία για την έγκριση της ασκήσεως δραστηριοτήτων ή της εκτελέσεως έργων από τα οποία απειλούνται δυσμενείς επιπτώσεις στο περιβάλλον. Ο νόμος αυτός τροποποιήθηκε με τον ν. 3010/2002 (Α 91). Ειδικότερα, με το 12 / 37
άρθρο 3 παρ. 1 του ν. 1650/1986, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του ν. 3010/2002, παρέχεται εξουσιοδότηση για την κατάταξη, με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, των δημόσιων και ιδιωτικών έργων και δραστηριοτήτων σε τρεις κατηγορίες, κάθε μία από τις οποίες μπορεί να διαιρείται σε υποκατηγορίες, ανάλογα με τις επιπτώσεις τους στο περιβάλλον. Κριτήρια για την κατάταξη αποτελούν το είδος και το μέγεθος του έργου ή της δραστηριότητας, το είδος και η ποσότητα των εκπεμπόμενων ρύπων και κάθε άλλη επίδραση στο περιβάλλον, η δυνατότητα να προληφθεί η παραγωγή ρύπων από την εφαρμοζόμενη παραγωγική διαδικασία, ο κίνδυνος σοβαρού ατυχήματος και ο βαθμός αναγκαιότητας να επιβληθούν περιορισμοί για την προστασία του περιβάλλοντος. Κατά την παράγραφο 2 του ιδίου άρθρου, «Η πρώτη (Α) κατηγορία περιλαμβάνει τα έργα και τις δραστηριότητες που λόγω της φύσης, του μεγέθους ή της έκτασής τους είναι πιθανό να προκαλέσουν σοβαρές επιπτώσεις στο περιβάλλον Η δεύτερη (Β) κατηγορία περιλαμβάνει έργα και δραστηριότητες τα οποία, χωρίς να προκαλούν σοβαρές επιπτώσεις, πρέπει να υποβάλλονται για την προστασία του περιβάλλοντος σε γενικές προδιαγραφές, όρους και περιορισμούς που προβλέπονται από κανονιστικές διατάξεις». Περαιτέρω, στο επόμενο άρθρο 4, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του ν. 3010/2002, προβλέπονται τα εξής: «1.α. Για την πραγματοποίηση νέων έργων ή δραστηριοτήτων ή τη μετεγκατάσταση υφισταμένων, τα οποία έχουν καταταγεί στις κατηγορίες που προβλέπονται στο προηγούμενο άρθρο, απαιτείται η έγκριση όρων για την προστασία του περιβάλλοντος. Έγκριση όρων για την προστασία του περιβάλλοντος απαιτείται επίσης για την επέκταση, τροποποίηση ή τον εκσυγχρονισμό υφισταμένων έργων ή δραστηριοτήτων, που έχουν καταταγεί στις παραπάνω κατηγορίες, εφόσον επέρχονται ουσιαστικές διαφοροποιήσεις σε σχέση με τις επιπτώσεις τους στο περιβάλλον. β. Με την απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων η Διοίκηση επιβάλλει προϋποθέσεις, όρους, περιορισμούς και διαφοροποιή σεις για την πραγματοποίηση του έργου ή της δραστηριότητας, ιδίως ως προς τη θέση, το μέγεθος, το είδος, την εφαρμοζόμενη τεχνολογία και τα γενικά τεχνικά χαρακτηριστικά. γ. Η απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων αποτελεί προϋπόθεση για την έκδοση των διοικητικών πράξεων που απαιτούνται κατά περίπτωση, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, για την πραγματοποίηση του έργου ή της δραστηριότητας. δ. Για την έκδοση της απόφασης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων πρέπει να τηρείται: δα) η διαδικασία της προκαταρκτικής περιβαλλοντικής εκτίμησης και αξιολόγησης του προτεινόμενου έργου ή δραστηριότητας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παρ. 6α και 10α και η δημοσιοποίηση της θετικής γνωμοδότησης ή της αρνητικής απόφασης επί της προκαταρκτικής περιβαλλοντικής εκτίμησης της αρμόδιας αρχής δβ) η διαδικασία υποβολής και αξιολόγησης Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων καθώς και η διαδικασία δημοσιοποίησης 13 / 37
Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων 3. Για τα έργα και τις δραστηριότητες της δεύτερης (Β) κατηγορίας απαιτείται η υποβολή είτε περιβαλλοντικής έκθεσης, με την οποία τεκμηριώνεται η συμμόρφωση με τις διατάξεις που αφορούν στην προστασία του περιβάλλοντος, είτε προκαταρκτική περιβαλλοντική εκτίμηση και αξιολόγηση που προβλέπεται στην κοινή υπουργική απόφαση της περ. Α της παρ. 10. Η έγκριση των περιβαλλοντικών όρων για τα έργα και τις δραστηριότητες της κατηγορίας αυτής γίνεται με απόφαση του Νομάρχη, εφόσον δεν καθορίζεται διαφορετικά στην κανονιστική απόφαση που εκδίδεται κατ εξουσιοδότηση της παρ. 10α σε συνδυασμό με τις παρ. 5 και 6β 6. α. δ. Προκαταρκτική εκτίμηση και αξιολόγηση απαιτείται και για τα έργα και τις δραστηριότητες της δεύτερης (Β) κατηγορίας που καθορίζονται με την κοινή απόφαση που προβλέπεται στην περίπτωση Α της παραγράφου 10. ε. στ. Προκαταρκτική περιβαλλοντική εκτίμηση και αξιολόγηση δεν απαιτείται στις θεσμοθετημένες βιομηχανικές περιοχές και ζώνες, στις βιοτεχνικές περιοχές και πάρκα και στις περιπτώσεις που η χωροθέτηση προβλέπεται από νόμο ή εγκεκριμένο χωροταξικό ή πολεοδομικό ή ρυθμιστικό σχέδιο 10. α. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης καθορίζονται: αα) τα έργα και οι δραστηριότητες της δεύτερης (Β) κατηγορίας για τα οποία απαιτείται προκαταρκτική περιβαλλοντική εκτίμηση και αξιολόγηση. ββ) β. Με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού καθορίζονται οι προδιαγραφές και το περιεχόμενο των κάθε τύπου Προμελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΠΠΕ), Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) και Περιβαλλοντικής Έκθεσης για κάθε ομάδα έργων ή δραστηριοτήτων, τα δικαιολογητικά που πρέπει να τις συνοδεύουν». 20. Επειδή, περαιτέρω, δυνάμει του ως άνω άρθρου 3 του ν. 1650/1986 εκδόθηκε η κ.υ.α. Η.Π. 15393/2332/2002 (Β 1022). Σύμφωνα με την απόφαση αυτή, οι βιομηχανικές εγκαταστάσεις για την παραγωγή ασφαλτομίγματος κατατάσσονται στην 3η υποκατηγορία της δεύτερης κατηγορίας. Δυνάμει του άρθρου 4 του αυτού ν. 1650/1986 εκδόθηκε επίσης η κ.υ.α. Η.Π. 11014/703/Φ104/2003 (Β 332). Τα Κεφάλαια Α και Β της εν λόγω κ.υ.α. αφορούν τη διαδικασία Προκαταρκτικής Περιβαλλοντικής Εκτίμησης και Αξιολόγησης και Έγκρισης Περιβαλλοντι κών Όρων για έργα και δραστηριότητες της πρώτης (Α) κατηγορίας, τα δε Κεφάλαια Γ και Δ αφορούν έργα και δραστηριότητες της δεύτερης (Β) κατηγορίας. Στο άρθρο 9 της κ.υ.α. Η.Π. 11014/703/Φ104/2003, που αναφέρεται στην 3η υποκατηγορία της δεύτερης κατηγορίας, ορίζονται τα εξής: «1. Ο ενδιαφερόμενος φορέας ή ιδιώτης υποβάλλει αίτηση στην αρμόδια υπηρεσία Περιβάλλοντος της οικείας Περιφέρειας, που συνοδεύεται από φάκελο ο οποίος περιλαμβάνει Προμελέτη Περιβαλλοντι κών Επιπτώσεων [ΠΠΕ] τύπου ΙΙ και τα απαιτούμενα στοιχεία 14 / 37
και δικαιολογητικά 2. Η αρμόδια υπηρεσία Περιβάλλοντος της οικείας Περιφέρειας αξιολογεί αν για το συγκεκριμένο έργο ή δραστηριότητα θα ακολουθηθεί η διαδικασία των άρθρων 6 και 7 [δηλαδή των διατάξεων που αφορούν έργα και δραστηριότητες της 2ης υποκατηγορίας της Α κατηγορίας] ή του άρθρου 11 της παρούσας απόφασης [δηλαδή των διατάξεων που αφορούν έργα και δραστηριότητες της 4ης υποκατηγορίας της Β κατηγορίας]. Σε περίπτωση που κριθεί ότι το εν λόγω έργο ή η δραστηριότητα υπάγεται: (α) στην διαδικασία της υποκατηγορίας 2 [της Α κατηγορίας]: η ως άνω αρμόδια υπηρεσία προβαίνει σε ΠΠΕΑ σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 6. (β) στην διαδικασία της υποκατηγορίας 4 [της Β κατηγορίας]: εκδίδεται σχετική απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας η οποία διαβιβάζεται στο[α] οικείο[α] Νομαρχιακό[ά] Συμβούλιο[α] Παράλληλα η εν λόγω απόφαση διαβιβάζεται μαζί με τον σχετικό φάκελο στην αρμόδια υπηρεσία Περιβάλλοντος της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης για να ακολουθήσει η διαδικασία του άρθρου 11. 3. Ως κριτήρια αξιολόγησης για την επιλογή της ως άνω κατάταξης λαμβάνονται: (α) Τα χαρακτηριστικά του έργου ή της δραστηριότητας (β) Η χωροθέτηση του έργου ή της δραστηριότητας (γ) Τα χαρακτηριστικά των ενδεχόμενων επιπτώσεων». Στο άρθρο 11 δε της ανωτέρω κ.υ.α. που αφορά την 4η υποκατηγορία της Β κατηγορίας ορίζονται τα εξής: «1. Ο ενδιαφερόμενος φορέας ή ιδιώτης υποβάλλει αίτηση στην αρμόδια υπηρεσία Περιβάλλοντος της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης που συνοδεύεται από φάκελο ο οποίος περιλαμβάνει Περιβαλλοντική Έκθεση Στην περίπτωση έργων ή δραστηριοτήτων της υποκατηγορίας 3, για τα οποία θα ακολουθηθεί η διαδικασία του παρόντος άρθρου, η Περιβαλλοντική Έκθεση συνοδεύεται και από τη σχετική απόφαση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας όπως προβλέπεται στο άρθρο 9 (παρ. 2 εδ. Β) 2. Η αρμόδια υπηρεσία Περιβάλλοντος της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης αφού εξετάσει τον φάκελο και διαπιστώσει ότι είναι πλήρης τον διαβιβάζει στις τυχόν συναρμόδιες [υπηρεσίες ή φορείς] προκειμένου να εκφράσουν γνώμη 3. Εντός 15 ημερών από την παραλαβή του φακέλου οι προαναφερόμενες υπηρεσίες και φορείς διαβιβάζουν τη γνώμη τους στην αρμόδια ως άνω υπηρεσία της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης. 4. Μετά την παραλαβή των ως άνω γνωμοδοτήσεων εκδίδεται η απόφαση έγκρισης ή μη Περιβαλλοντικών Όρων από τον οικείο Νομάρχη μετά από εισήγηση της αρμόδιας υπηρεσίας Περιβάλλοντος της ΝΑ». 21. Επειδή, τα σχετικά με την εγκατάσταση και τη λειτουργία βιομηχανικών και βιοτεχνικών εγκαταστάσεων ζητήματα ρυθμίζονται με τον ν. 3325/2005 (Α 68). Κατά το άρθρο 2 του νόμου αυτού, νοούνται: ως βιομηχανία-βιοτεχνία η μονάδα που «με μηχανικά, χημικά ή άλλα μέσα διαφοροποιεί τη μορφή ή την ιδιότητα πρώτων υλών ή προϊόντων, προκειμένου αυτά να καταστούν κατάλληλα για την χρήση για την οποία προορίζονται», ως φορέας το «φυσικό ή νομικό πρόσωπο στο όνομα του οποίου έχουν εκδοθεί οι άδειες», ως 15 / 37
εγκατάσταση «η τοποθέτηση για πρώτη φορά του μηχανολογικού εξοπλισμού σε συγκεκριμένη θέση για την άσκηση συγκεκριμένης δραστηριότητας», ως λειτουργία «η ενεργοποίηση του εγκατασταθέντος μηχανολογικού εξοπλισμού», ως επέκταση «η επαύξηση μετά την αρχική εγκατάσταση και λειτουργία της δραστηριότητας, της εγκατεστημένης ισχύος του μηχανολογικού εξοπλισμού ή η προσθήκη κτηριακών εγκαταστάσεων ή ειδικών εγκαταστάσεων, που πραγματοποιείται μέσα στο γήπεδο όπου λειτουργεί η εγκατάσταση ή σε όμορό του ή η αλλαγή ή συμπλήρωση της δραστηριότητας», ως εκσυγχρονισμός «η αντικατάσταση ή συμπλήρωση του μηχανολογικού εξοπλισμού, των κτηριακών εγκαταστάσεων, των ειδικών εγκαταστάσεων και η αλλαγή ή συμπλήρωση της δραστηριότητας» (άρθρο 2). Στο άρθρο 4 παρ. 1 και 2 του νόμου αυτού ορίζονται τα εξής: «1. Για την εγκατάσταση ή την επέκταση ή τον εκσυγχρονισμό των δραστηριοτήτων του παρόντος νόμου απαιτείται άδεια εγκατάστασης. Την άδεια αυτή χορηγεί αποκλειστικώς η αδειοδοτούσα αρχή, ύστερα από αυτοψία της, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος. 2. Οι αποφάσεις με τις οποίες χορηγούνται οι άδειες εγκατάστασης μπορούν να περιέχουν όρους ή περιορισμούς και να επιβάλλουν στον φορέα την εκτέλεση ειδικών έργων, όπου απαιτείται, για την επίτευξη, στον μέγιστο δυνατό βαθμό, του συγκερασμού της παραγωγικής δραστηριότητας με την προστασία του περιβάλλοντος, των περιοίκων και των εργαζομένων». Στο άρθρο 6 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι από τη δημοσίευσή του «απαγορεύεται η εγκατάσταση δραστηριοτήτων που διέπονται από αυτόν σε περιοχές όπου, σύμφωνα με τις διατάξεις της πολεοδομικής νομοθεσίας, έχει καθορισθεί χρήση γης μη συμβατή με τη συγκεκριμένη δραστηριότητα» (παρ. 1 περ. α ), ότι σε περιοχές εντός οικισμών προϋφισταμένων του 1923 επιτρέπεται μόνο η εγκατάσταση επαγγελματικών εργαστηρίων και αποθηκών, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, σε απόσταση δε 500 μέτρων από τα όρια των οικισμών αυτών «επιτρέπεται η εγκατάσταση δραστηριοτήτων χαμηλής όχλησης» (παρ. 1 περ. γ ) και ότι «α) Για τη χορήγηση άδειας εγκατάστασης για δραστηριότητες που υπάγονται στον παρόντα νόμο σε περιοχές, όπου δεν έχει καθορισθεί από τις πολεοδομικές διατάξεις συγκεκριμένη χρήση γης ή σε περιοχές, όπου η συγκεκριμένη δραστηριότητα είναι συμβατή με τις χρήσεις που υπάρχουν, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη: αα) Οι διατάξεις του ν. 1650/1986, όπως ισχύει, καθώς και τυχόν περιορισμοί που ισχύουν με βάση κείμενες διατάξεις για την προστασία του περιβάλλοντος. ββ) Οι αναγκαίες γνώμες ή εγκρίσεις άλλων υπηρεσιών ή αρχών β) Τα κριτήρια, με βάση τα οποία χορηγείται η άδεια εγκατάστασης στις δραστηριότητες του παρόντος νόμου είναι τα εξής: αα) Η αρτιότητα και η τεχνολογική στάθμη του μηχανολογικού εξοπλισμού. ββ) Η φυσιογνωμία της περιοχής και οι επιπτώσεις της δραστηριότητας στο περιβάλλον. γγ) Η ασφάλεια των εργαζομένων και των περιοίκων. δδ) Οι υφιστάμενες συνθήκες γειτνίασης του γηπέδου ή του χώρου εγκατάστασης 16 / 37
της δραστηριότητας. εε) Η επάρκεια και καταλληλότητα των κτηρίων» (άρθρο 6 παρ. 2). Προβλέπει, ακόμη ο ίδιος νόμος στο άρθρο 10 ότι για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας «στις δραστηριότητες που έχουν εγκατασταθεί ή επεκταθεί ή εκσυγχρονισθεί υποβάλλεται, μέσα στο χρονικό διάστημα ισχύος της άδειας εγκατάστασης, αίτηση που συνοδεύεται από δικαιολογητικά», ότι «από την υποβολή των απαιτούμενων δικαιολογητικών είναι δυνατή η έναρξη λειτουργίας της εγκατάστασης» (παρ. 1), ότι «[η] αδειοδοτούσα αρχή υποχρεούται να ενεργήσει αυτοψία με όργανά της για τη διαπίστωση της τήρησης ή μη των όρων της άδειας εγκατάστασης» (παρ. 2), ότι εφόσον διαπιστωθεί από τα αρμόδια όργανα η τήρηση των όρων και περιορισμών που αναγράφονται στην άδεια εγκαταστάσεως, καθώς και ότι από τη λειτουργία της δραστηριότητας «εξασφαλίζεται η προστασία του περιβάλλοντος, η ασφάλεια των εργαζομένων και των περιοίκων», χορηγείται με σχετική απόφαση άδεια λειτουργίας για αόριστο χρόνο (παρ. 3), ότι εάν διαπιστωθούν παρεκκλίσεις από την άδεια εγκατάστασης, οι οποίες «δεν καθιστούν τη μονάδα μη συμβατή με τις διατάξεις του νόμου αυτού, χορηγείται οριστική άδεια λειτουργίας εντός μηνός από την προσκόμιση των απαιτούμενων δικαιολογητικών» (παρ. 4), εάν όμως διαπιστωθούν παρεκκλίσεις οι οποίες καθιστούν τη μονάδα μη συμβατή, η αδειοδοτούσα αρχή μπορεί είτε να επιβάλλει τη διακοπή της λειτουργίας της δραστηριότητας είτε «να χορηγεί προσωρινή άδεια λειτουργίας διάρκειας μέχρι δώδεκα μήνες, με σκοπό την άρση των παρεκκλίσεων αυτών», μετά δε την παρέλευση της προθεσμίας αυτής είτε χορηγείται οριστική άδεια λειτουργίας, εφόσον έχουν αρθεί οι παρεκκλίσεις, είτε διατάσσεται η διακοπή της δραστηριότητας (παρ. 5), ότι οι χορηγούμενες σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις άδειες λειτουργίας «επανεξετάζονται έπειτα από έλεγχο, ο οποίος διενεργείται για τη διαπίστωση της τήρησης ή μη των όρων που καθορίζονται με τις άδειες αυτές, στις εξής περιπτώσεις: α) Με τη συμπλήρωση πενταετίας από την έκδοσή τους. β) Εφόσον έχει επέλθει, για οποιονδήποτε λόγο, μεταβολή του μηχανολογικού εξοπλισμού» (παρ. 7) και ότι «[σ]ε περίπτωση που μεταβληθεί η χρήση γης, αν η δραστηριότητα καθίσταται εξ αυτού του λόγου μη συμβατή με τη νέα χρήση, είναι δυνατή η επιβολή ειδικών όρων προσαρμογής των εγκαταστάσεων με τη νέα χρήση» (παρ. 8). Η δραστηριότητα της παραγωγής ασφαλτομίγματος κατατάσσεται, εξ άλλου, στις δραστηριότη τες μέσης οχλήσεως, δυνάμει της ισχύουσας κατά τον κρίσιμο χρόνο κ.υ.α. 13727/724/2003 (Β 1087) η οποία αποσκοπεί, κατά το άρθρο 1 αυτής, στην «αντιστοίχιση των βιομηχανικών και βιοτεχνικών δραστηριοτήτων με τους βαθμούς όχλησης (υψηλή, μέση, χαμηλή) που αναφέρονται στα πολεοδομικά διατάγματα και άλλες αποφάσεις». 22. Επειδή, εν προκειμένω, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής: Με τις ΕΒΗ Φ.14.556/2269/31.8.1984, ΤΒ/746Φ.14.167.35/16.11.1988, ΤΒ/553.Φ.14.437.242/22.3.1990, ΤΒ/369/ Φ.14.1142/870/26.3.1993, 17 / 37
ΔΑ/669/Φ.14.8/31/13.11.1998 αποφάσεις χορη γήθη καν, διαδοχικώς, άδειες για τη λειτουργία της μονάδας παραγωγής ασφαλτομίγματος των Αντωνίου Ασωνίτη και Σπυρίδωνος Ζωχιού, σε ακίνητο ευρισκόμενο στην θέση Άγιος Ανδρέας Βαρυπατάδων, με την ΔΔ/5741/Φ.14.8/31/19.2.2003 απόφαση δε του Νομάρχη Κερκύρας, εγκρίθηκε, κατόπιν «αλλαγής επωνυμίας», η χορήγηση της σχετικής άδειας στην εταιρεία «Α. Ασωνίτης-Ν. Ζωχιός ΑΕΤ». Την 13.6.2006 πραγματοποιήθηκε στη μονάδα αυτή έκτακτος έλεγχος, από κλιμάκιο του Τομέα Νοτίου Ελλάδος της Ειδικής Υπηρεσίας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος (ΕΥΕΠ), αφού διαπιστώθηκε δε ότι η μονάδα λειτουργούσε χωρίς να διαθέτει την απαιτούμενη περιβαλλοντική αδειοδότηση και δεν τηρούσε τα προβλεπόμενα στην κ.υ.α. 11294/1993 (Β 264) ως προς τα επιτρεπόμενα όρια εκπομπών αερίων αποβλήτων από βιομηχανικούς λέβητες, ατμογεννήτριες, ελαιόθερμα και αερόθερμα που λειτουργούν με καύσιμο μαζούτ, ντήζελ ή αέριο, εκδόθηκε η 6348/5.10.2006 πράξη του Γενικού Επιθεωρητή Περιβάλλοντος για τη βεβαίωση των ανωτέρω παραβάσεων. Εξ άλλου, κατόπιν αιτήσεως της παρεμβαίνουσας εταιρείας «Α-Ζ Τεχνική ΑΕ» και υποβολής σχετικής Προμελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, εκδόθηκε, δυνάμει των προαναφερθεισών διατάξεων της κ.υ.α. 11014/703/Φ104/2003, η 6045/13.6.2006 πράξη του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Ιονίων Νήσων, με την οποία ορίσθηκε ότι για την περιβαλλοντική αδειοδότηση της νέας μονάδας παραγωγής ασφαλ τομίγματος της εταιρείας αυτής, σε γήπεδο εμβαδού 6.140,00 τμ στην ανωτέρω θέση Άγιος Ανδρέας, θα εφαρμοσθεί η διαδικασία του άρθρου 11 παρ. 4 της ίδιας κ.υ.α. που αφορά έργα και δραστηριότητες της υποκατηγορίας Β4 της κ.υ.α. Η.Π. 15393/2332/2002. Στη συνέχεια εκδόθηκε η προσβαλλόμενη ΔΔ/20929/1.8.2006 απόφαση του Νομάρχη Κέρκυρας, με την οποία εγκρίθηκαν περιβαλλοντικοί όροι για τη λειτουργία της επίδικης μονάδας. Για την έκδοση της αποφάσεως αυτής ελήφθη υπόψη η υποβληθείσα Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων Μαΐου 2006. Είχαν, επίσης, εκδοθεί σχετικώς: (α) οι 2754/11.5.2006, 38/21.6.2006 και 1049/15.5.2006 εγκρίσεις της Η Εφορείας Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων, της 21ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων και της Υπηρεσίας Νεωτέρων Μνημείων και Τεχνικών Έργων Ηπείρου, αντιστοίχως, (β) η 2930/14.4.2006 πράξη χαρακτηρισμού του Δ/ντή Δασών Κερκύρας, με την οποία η προαναφερθείσα έκταση εμβαδού 6.140,00 τμ χαρακτηρίσθηκε ως μη δασική κατά την παράγραφο 6α του άρθρου 3 του ν. 998/1979, και (γ) η 19259/06/22.6.2006 πράξη της Διεύθυνσης Χωροταξίας Πολεοδομίας και Περιβάλλοντος της ΝΑ Κερκύρας, η οποία, αφού έλαβε υπόψη τις διατάξεις που απαγορεύουν την ανέγερση βιομηχανικών και βιοτεχνικών εγκαταστάσεων σε απόσταση μικρότερη των 500 μ. από τα όρια οικισμού, καθώς και τα οριζόμενα στο Περιφερειακό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού Ιονίων Νήσων, γνωστοποίησε στην παρεμβαίνουσα ότι δεν απαγορεύεται η επίδικη χρήση στο συγκεκριμένο ακίνητο. Με αίτηση κατατεθείσα στη 18 / 37