1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 2 2. ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ... 3 3. ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ... 4



Σχετικά έγγραφα
Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΑΠΟΤΑΜΙΩΝ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΠΗΝΕΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΤΗΣ ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑΣ ΣΤΟ ΘΕΣΣΑΛΙΚΟ ΑΓΡΟΤΙΚΟ ΤΟΠΙΟ

ΖΩΝΗ ΕΙΔΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ «ΧΑ-ΠΟΤΑΜΙ» ΟΡΝΙΘΟΠΑΝΙΔΑ ΚΑΙ ΒΙΟΤΟΠΟΙ

24 Φεβρουαρίου ΖΩΝΗ ΕΙΔΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ «ΚΟΙΛΑΔΑΣ ΔΙΑΡΙΖΟΥ» ΟΡΝΙΘΟΠΑΝΙΔΑ ΚΑΙ ΒΙΟΤΟΠΟΙ

Αποδημητικά πουλιά της Κύπρου. Όνομα: Κωνσταντίνος Χριστοφή Τμήμα: Γ 4 Μάθημα: Βιολογία

AND014 - Εκβολή όρμου Λεύκα

ΟΙ ΥΔΡΟΒΙΟΤΟΠΟΙ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ

«Εθνικό Πάρκο Δέλτα Αξιού: 12 χρόνια δράσεις για τη φύση και τον άνθρωπο»

ΣΤΑΘΜΟΣ ΚΙΝΗΤΗΣ ΤΗΛΕΦΩΝΙΑΣ «ΚΡΕΜΑΣΤΗ » ΕΙΔΙΚΗ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ WIND ΕΛΛΑΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΕΣ ΑΕΒΕ 1

22 Ιανουαρίου ΖΩΝΗ ΕΙΔΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ «ΠΕΡΙΟΧΗ ΑΤΣΑ- ΑΓ.ΘΕΟΔΩΡΟΥ» ΟΡΝΙΘΟΠΑΝΙΔΑ ΚΑΙ ΒΙΟΤΟΠΟΙ

Τα πουλιά της Άνδρου και οι δράσεις για τη μελέτη και προστασία τους

AND019 - Έλος Κρεμμύδες

SAM002 - Έλος Μεσοκάμπου

AND016 - Εκβολή Πλούσκα (Γίδες)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 2 ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ 2.1 ΦΥΣΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

MIL006 - Εκβολή Αγκάθια

AND008 - Εκβολή Ζόρκου (Μεγάλου Ρέματος)

AND018 - Εκβολή ρύακα Άμπουλου (όρμος Μεγάλη Πέζα)

13 Νοεμβρίου ΖΩΝΗ ΕΙΔΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ «ΠΟΤΑΜΟΣ ΠΑΡΑΜΑΛΙΟΥ» ΟΡΝΙΘΟΠΑΝΙΔΑ ΚΑΙ ΒΙΟΤΟΠΟΙ

Οι υγρότοποι της Αττικής και η σημασία τους για την ορνιθοπανίδα Μαργαρίτα Τζάλη

MIL012 - Εκβολή ρύακα Σπυρίτου

Η ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ Η ΠΑΝΙΔΑ ΣΤΗΝ ΧΩΡΑ ΜΑΣ. ΟΜΑΔΑ 1 Κορμπάκη Δέσποινα Κολακλίδη Ναταλία Ζαχαροπούλου Φιλιππούλα Θανοπούλου Ιωαννά

ΦΑΣΗ Γ: Σχέδια Δράσης. ΠΑΡΑΔΟΤΕΟ: Σχέδιο Δράσης για την Ζώνη Ειδικής Προστασίας «GR Περιοχή Ελασσόνας»

PAR011 - Αλυκές Λάγκερη (Πλατιά Άμμος)

SAT001 - Εκβολή ποταμού Βάτου

SAM003 - Έλος Γλυφάδας

ΕΘΝΙΚΟ ΠΑΡΚΟ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΘΡΑΚΗΣ

Καφέ αρκούδα (Ursus arctos), ο εκτοπισμένος συγκάτοικός μας

AND002 - Έλος Άχλα. Περιγραφή. Γεωγραφικά στοιχεία. Θεμελιώδη στοιχεία

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΛΙΜΝΗΣ ΠΑΡΑΛΙΜΝΙΟΥ

AND011 - Έλος Καντούνι

SAM010 - Εκβολή Κερκητείου Ρέματος

ΠΙΛΟΤΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΠΡΟΓΑΜΜΑΤΟΣ «ΚΑΘΑΡΑ ΠΟΤΑΜΙΑ ΖΩΝΤΑΝΕΣ ΠΟΛΕΙΣ» ΣΤΟ ΔΗΜΟ ΔΕΛΤΑ. Εθελοντικός Οργανισμός για τη Προστασία Αστικού Περιβάλλοντος

SAT010 - Λιμνοθάλασσα Κουφκή (η Κουφκή)

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΑΓΡΙΑΣ ΠΑΝΙΔΑΣ 8. ΑΡΠΑΚΤΙΚΑ - ΝΥΚΤΟΒΙΑ

ηλεκτρικής ενέργειας στην

SAM009 - Εκβολή Ποτάμι Καρλοβάσου

PAR006 - Έλος Χρυσής Ακτής

MIL016 - Λίμνη ορυχείων Μπροστινής Σπηλιάς 1

Η δράση μας μέσα από το Πρόγραμμα LIFE: Καλές πρακτικές & επιτυχημένα παραδείγματα Γιώργος Σγούρος Διευθυντής

Προκαταρκτικά αποτελέσματα για την αναπαραγωγική βιολογία του Θαλασσοκόρακα (Phalacrocorax aristotelis desmarestii)στο Β. Αιγαίο

«Δίκτυο Προστατευόμενων Περιοχών ΝATURA 2000»

Αιολικά Πάρκα σε περιοχές του Δικτύου Natura 2000 Ειδικές Οικολογικές Αξιολογήσεις, η έως σήμερα εμπειρία. Αλεξάνδρα Κόντου

Τελική Αναφορά της Κατάστασης Διατήρησης της Μεσογειακής Φώκιας Monachus monachus στη Νήσο Γυάρο Περίληψη

ΠΑΡΑΔΟΤΕΟ: Σχέδιο Δράσης για την Ζώνη Ειδικής Προστασίας «GR Όρη Αρτεμήσιο και Λύρκειο» ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΕΙΔΙΚΟΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΑΣ ΟΡΝΙΘΟΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ:

MIL017 - Λίμνη ορυχείων Μπροστινής Σπηλιάς 2

ΑΠΟΔΗΜΗΤΙΚΑ ΠΟΥΛΙΑ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΗ ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΜΑΘΗΤΗΣ: ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΙΤΤΟΣ ΤΜΗΜΑ Γ 3 ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ: ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ: ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ ΚΙΡΓΙΑ

Καταγγελία για έλλειψη περιβαλλοντικής αδειοδότησης και άμεσου κινδύνου υποβάθμισης του περιβάλλοντος του έργου στίβου σκι στη Λίμνη Παμβώτιδα

ΥΠΕΧΩΔΕ-ΕΚΒΥ 2005 ΕΚΘΕΣΗ ΟΡΝΙΘΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ: ΤΥΡΝΑΒΟΣ, ΘΕΣΣΑΛΙΚΟΣ ΚΑΜΠΟΣ, ΦΑΡΣΑΛΑ

Παρουσίαση του Προγράμματος LIFE Nature (ElClimA) για την προστασία του Μαυροπετρίτη από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής

AND007 - Εκβολή Γιάλια (Ρύακα Αφουρσές)

EUB003 - Έλος Ψαχνών ή Κολοβρέχτης

Ελληνικοί Βιότοποι. Τάξη Οδηγίες Μάθημα Ε Δημοτικού Πώς συμπληρώνουμε τα φύλλα εργασίας Γεωγραφία

ΤΟ ΔΕΛΤΑ ΚΑΛΑΜΑ ΥΠΟΨΗΦΙΟ ΓΙΑ ΕΝΤΑΞΗ ΣΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΤΥΟ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΩΝ ΥΓΡΟΤΟΠΩΝ (ΣΥΜΒΑΣΗ RAMSAR)

Διαχειριστικές δράσεις για τη διευκόλυνση της προσαρμογής του είδους Falco eleonorae* στην κλιματική αλλαγή - LIFE13 NAT/GR/000909

AND003 - Λίμνη Ατένη. Περιγραφή. Γεωγραφικά στοιχεία. Θεμελιώδη στοιχεία. Καθεστώτα προστασίας

ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Χλωρίδα και Πανίδα

Οι λίμνες στις τέσσερις εποχές

Διαχείριση περιοχών Δικτύου Natura Μαρίνα Ξενοφώντος Λειτουργός Περιβάλλοντος Τμήμα Περιβάλλοντος

Το τσακάλι, τόσο κοντινό μα τόσο ντροπαλό! (Ανακαλύπτοντας το τσακάλι)

Θαλάσσιες ΙΒΑ στην Ελλάδα. Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία εκέμβριος 2010

AND001 - Έλος Βιτάλι. Περιγραφή. Γεωγραφικά στοιχεία. Θεμελιώδη στοιχεία. Καθεστώτα προστασίας

Τάξη: Ciconiiformes (Πελαργόµορφα) Οικογένεια: Ardeidae (Ερωδιοί) Είδος: Ardea cinerea (Σταχτοτσικνιάς)

ιαχείριση Υδατικών Οικοσυστηµάτων: Μεταβατικά ύδατα ρ. Παναγιώτης ΠΑΝΑΓΙΩΤΙ ΗΣ /ντης Ερευνών Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών

SAL002 - Αλυκή ναυτικής βάσης

ΦΑΣΗ Γ: Σχέδια Δράσης. ΠΑΡΑΔΟΤΕΟ: Σχέδιο Δράσης για την Ζώνη Ειδικής Προστασίας «GR Σάμος: Όρος Κέρκης»

SAT002 - Εκβολή ρύακα Φονιά

Το μαγικό ταξίδι της νανόχηνας

ΦΑΣΗ Γ: Σχέδια Δράσης. ΠΑΡΑΔΟΤΕΟ: Σχέδιο Δράσης για την Ζώνη Ειδικής Προστασίας «GR Όρος Φαλακρό»

Ένας Γυπαετός στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Δίκτυο Προστατευόμενων Περιοχών NATURA 2000

Θ Δημοτικό Σχολείο Πάφου. «Κουπάτειο» Τάξη : Δ

AIG003 - Εκβολή ρύακα Αννίτσα

LIFE Bonelli East Med LIFE17 NAT/GR/000514

ΦΑΣΗ Γ: Σχέδια Δράσης. ΠΑΡΑΔΟΤΕΟ: Σχέδιο Δράσης για την Ζώνη Ειδικής Προστασίας «GR Βόρεια Χίος»

Γνωρίστε τα πουλιά της Μεσαορίας

MIL009 - Λίμνη ορυχείου Χονδρού Βουνού 1

Oρνιθοπανίδα της Οίτης

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΑΓΡΙΑΣ ΠΑΝΙΔΑΣ 5. ΜΕΓΑΛΑ ΠΑΡΥΔΑΤΙΑ ΠΤΗΝΑ

ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΛΙΜΝΗΣ ΚΑΡΛΑΣ

Λύκος - Canis lupus. Είδος Τρωτό - στην Ελλάδα ζουν περίπου 700 Λύκοι. Από το 1969 απαγορεύεται δια νόμου η κατοχή του από ιδιώτες.

Δρ Παναγιώτης Μέρκος, Γενικός Επιθεωρητής

AIG001 - Εκβολή Μαραθώνα (Βιρού)

Περιφερειακή Ημερίδα Ενδιαφερομένων Φορέων

Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία Α.Ε.Κ. Πρόγραμμα Προστασίας των Απειλούμενων Αετών της Ελλάδας

ΕΤΗΣΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΥΓΡΟΤΟΠΟΥ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΥΔΡΟΒΙΩΝ ΠΟΥΛΙΩΝ ΣΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΠΑΡΚΟ ΠΡΕΣΠΩΝ 2014

MIL007 - Αλμυρό λιμνίο Αδάμα

Το πρόγραμμα LIFE Φύση «Αποκατάσταση και διαχείριση της λιμνοθάλασσας ράνας στο έλτα Έβρου»

Υψηλή Φυσική Αξία (ΥΦΑ)

ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗΤΕΣ ΛΙΜΝΕΣ ΤΗΣ ΔΕΗ

ΠΑΡΑΔΟΤΕΟ: Σχέδιο Δράσης για την Ζώνη Ειδικής Προστασίας «GR Λέσβος: Κόλπος Γέρας, Έλη Ντίπι και Χαραμίδα»

ΖΩΝΗ ΕΙΔΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ «ΒΟΥΝΟΚΟΡΦΕΣ ΜΑΔΑΡΗΣ ΠΑΠΟΥΤΣΑΣ» ΟΡΝΙΘΟΠΑΝΙΔΑ ΚΑΙ ΒΙΟΤΟΠΟΙ

Η επίδραση των Κοινοτικών Οδηγιών για τη Φύση στην προστασία και διαχείριση του φυσικού περιβάλλοντος στην Ελλάδα

ΠΑΡΑΔΟΤΕΟ: Σχέδιο Δράσης για την Ζώνη Ειδικής Προστασίας «GR Περιοχή ταμιευτήρων πρώην Λίμνης Κάρλας»

«Δίκτυο Προστατευόμενων Περιοχών ΝATURA 2000 στην Ευρωπαϊκή Ένωση, την Ελλάδα και την Κρήτη»

THA001 - Φραγμολίμνη Μαριών

Υ Α Δ Τ Α ΙΝΑ ΟΙΚ ΙΝΑ ΟΙΚ ΣΥΣΤΗΜΑ ΣΥΣΤΗΜΑ Α Κ Ποϊραζ Ποϊραζ δης Χειμερινό

AND006 - Εκβολή Παραπόρτι (Μεγάλου Ποταμού)

MIL019 - Εποχικό αλμυρό λιμνίο όρμου Αγ. Δημητρίου

SAT013 - Εκβολή Ξηροποτάμου

Διαχείριση της βόσκησης αγροτικών ζώων στις προστατευόμενες περιοχές

Οι φίλοι μας οι ΠΕΛΑΡΓΟΙ

Transcript:

1 Περιεχόμενα 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 2 2. ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ... 3 3. ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ... 4 Α. ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ (Π.Μ.)... 4 Β. ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ (Π.Μ.)... 4 B.1 ΟΙΚΟΤΟΠΟΙ... 4 Β.2 ΒΛΑΣΤΗΣΗ-ΧΛΩΡΙΔΑ... 6 Β.3 ΠΑΝΙΔΑ... 6 Β.4 ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΕΙΔΩΝ ΟΡΝΙΘΟΠΑΝΙΔΑΣ ΤΟΥ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ Ι ΤΗΣ Κ.Υ.Α. Η.Π. 37338/1807/Ε.103/1.9.2010 (ΦΕΚ 1495/Β/6.9.2010)... 7 Β.5 ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΟΡΝΙΘΟΠΑΝΙΔΑΣ... 10 4. ΔΕΟΥΣΑ ΕΚΤΙΜΗΣΗ & ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ... 23 5. ΜΕΤΡΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ ΤΩΝ ΠΙΘΑΝΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ... 25 6. ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ... 27 7. ΣΥΝΟΨΗ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΩΝ... 28 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ... 30

2 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η παρούσα Ειδική Οικολογική Αξιολόγηση συντάχθηκε βάσει του Νόμου 4014/2011 "Περιβαλλοντική Αδειοδότηση Έργων και Δραστηριοτήτων, ρύθμιση αυθαιρέτων σε συνάρτηση με δημιουργία περιβαλλοντικού ισοζυγίου και άλλες διατάξεις Υπουργείου Περιβάλλοντος" και ειδικότερα βάσει του αρ. 10 στο οποίο προβλέπεται ότι " Στην περίπτωση έργων και δραστηριοτήτων που λαμβάνουν χώρα σε προστατευόμενες περιοχές του δικτύου Natura, η περιβαλλοντική αδειοδότηση διενεργείται με βάση τις σχετικές πρόνοιες των ειδικότερων προεδρικών διαταγμάτων και υπουργικών αποφάσεων προστασίας. Σε περίπτωση ελλείψεως σχετικών προβλέψεων: α) για έργα κατηγορίας Β υποβάλλεται ειδική οικολογική αξιολόγηση στην αρμόδια υπηρεσία Περιβάλλοντος της Περιφέρειας, σύμφωνα με την παράγραφο 8 του άρθρου 11 και β) για έργα κατηγορίας Α υποβάλλεται, ως τμήμα της ΜΠΕ, ειδική οικολογική αξιολόγηση στην αρμόδια, κατά περίπτωση, υπηρεσία, σύμφωνα με τις παραγράφους 9 και 10 του άρθρου 11." Αφορά στην κατασκευή και λειτουργία του αμφίπλευρου Σταθμού Εξυπηρέτησης Αυτοκινητιστών (ΣΕΑ) στην περιοχή της Δ.Κ. Νίκαιας, στην Χ.Θ. 343+000 (ένας σε κάθε κατεύθυνση κυκλοφορίας) του υφιστάμενου Αυτοκινητόδρομου Πάτρα Αθήνα Θεσσαλονίκη Εύζωνοι. Η κατασκευή των εν λόγω ΣΕΑ θα πραγματοποιηθεί στο τμήμα του Αυτοκινητόδρομου Π.Α.Θ.Ε. από Μ. Μοναστήρι έως Ανατολική παράκαμψη Λάρισας, εντός των ορίων του Ιστορικού Δήμου Κιλελέρ της Π.Ε. Λάρισας. Το υπό μελέτη έργο βρίσκεται εντός περιοχής του δικτύου Natura 2000, στον κλάδο με κατεύθυνση την Αθήνα, με κωδικό αριθμό GR 14200011 και τίτλο «Περιοχή Θεσσαλικού Κάμπου». Σκοπός της παρούσας Ειδικής Οικολογικής Αξιολόγησης είναι η παρουσίαση αναλυτικής καταγραφής στοιχείων φυσικού περιβάλλοντος με έμφαση στα προστατευτέα αντικείμενα των περιοχών Natura όπως αναφέρονται στην παράγραφο 6 του άρθρου 9 του ν. 3937/2011 (Α 60), που δύναται να επηρεαστούν από το έργο ή τη δραστηριότητα. Σε συνέχεια των παραπάνω, οι ακόλουθες παράγραφοι της παρούσας έκθεσης - αξιολόγησης εστιάζουν στις περιβαλλοντικές επιπτώσεις του υπό εξέταση έργου σε συνάρτηση με τους στόχους διατήρησής της προστατευόμενης περιοχής.

3 2. ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ Το υπό εξέταση έργο υπάγεται διοικητικά στην Περιφέρεια Θεσσαλίας, στην Περιφερειακή Ενότητα Λάρισας και συγκεκριμένα στο Δήμο Κιλελέρ, όπως διαμορφώθηκαν κατ εφαρμογή του Νόμου 3852/2010. Ο ΣΕΑ Νίκαιας πρόκειται να εγκατασταθεί αμφίπλευρα του Αυτοκινητοδρόμου Π.Α.Θ.Ε., οριοθετείται στην Χ.Θ. 342+600 πλησίον του οικισμού της Νίκαιας, Π.Ε. Λάρισας και αναπτύσσεται σε έκταση 12.330 m 2 για τον κλάδο κατευθυνόμενο προς Αθήνα και σε έκταση 11.585 m 2 για τον κλάδο κατευθυνόμενο προς Θεσσαλονίκη. Ο υπό μελέτη ΣΕΑ στην θέση όπου προτείνεται να κατασκευαστεί θα απέχει από τους πλησιέστερους οικισμούς της Νίκαιας σε ευθεία απόσταση 2 χλμ, από τον οικισμό της Χάλκης 3,5 χλμ και από τον οικισμό της Νέας Λεύκης 1,4 χλμ. Ο ΣΕΑ Νίκαιας εντάσσεται στο γενικότερο σχεδιασμό του Αυτοκινητοδρόμου και αποτελεί συνοδό έργο αυτού, με σκοπό την παροχή υπηρεσιών προς τους αυτοκινητιστές. Συνοπτικά, οι εγκαταστάσεις του ΣΕΑ περιλαμβάνουν: Το Κεντρικό Κτίριο του ΣΕΑ (ΚΚΣ) Το Κτίριο Η/Μ Εγκαταστάσεων Χώρους Στάθμευσης όλων των κατηγοριών οχημάτων Ι.Χ., Λεωφορείων και Φορτηγών. Υπαίθριους Χώρους προσωρινής παραμονής ταξιδιωτών, χώρους πρασίνου, κλπ. Στα πλαίσια των μέτρων και δράσεων για την προστασία του περιβάλλοντος από την λειτουργία του έργου θα κατασκευαστούν σειρά από υδραυλικά έργα τα οποία θα περιλαμβάνουν αγωγούς απορροής ομβρίων υδάτων και φρεάτια αποχέτευσης ομβρίων. Επιπλέον στο ΣΕΑ Νίκαιας, θα κατασκευαστεί, εγκατάσταση επεξεργασίας λυμάτων, (μία σε κάθε κλάδο, αμφίπλευρα του Αυτοκινητοδρόμου). Τα λύματα των WC εξυπηρέτησης των ταξιδιωτών, των WC του προσωπικού, της κουζίνας, του εστιατορίου και του cafe θα οδηγούνται προς την μονάδα επεξεργασίας λυμάτων.

4 3. ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Α. Συνοπτική περιγραφή της Περιοχής Μελέτης (Π.Μ.) Μέρος της Περιοχής Μελέτης (Π.Μ.) και της Περιοχής Έρευνας πεδίου ανήκει εντός της ενταγμένης περιοχής στο Ευρωπαϊκό Οικολογικό Δίκτυο NATURA 2000 ΠΕΡΙΟΧΗ ΘΕΣΣΑΛΙΚΟΥ ΚΑΜΠΟΥ, που έχει χαρακτηριστεί ως Ζώνη Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ-SPA) για την Ορνιθοπανίδα. Οι εγκαταστάσεις βρίσκονται σε απόσταση τριών (3) χιλιομέτρων από την Νίκαια, χίλια πεντακόσια (1500) μέτρα από την Νέα Λεύκη και τέσσερις χιλιάδες τριακόσια (4.300) μέτρα από την Χάλκη. Tαυτότητα της περιοχής Natura: Ζώνη Ειδικής Προστασίας-SPA (κωδ. GR1420011), «Περιοχή Θεσσαλικού Κάμπου». Η εν λόγω SPA έχει έκταση 95.596,12 ha και συνολική περίμετρο 297,6 km. Το μέγιστο υψόμετρο της περιοχής είναι 725 m ενώ το ελάχιστο είναι 65 m. Οι συντεταγμένες της περιοχής είναι: μήκος 22.417778, πλάτος 39.449722. Πρόκειται για μια σημαντική περιοχή αναπαραγωγής του παγκοσμίως απειλούμενου είδους Falconaumanni (Κιρκινέζι). Επίσης, σημαντική περιοχή αναπαραγωγής είναι και για το είδος Buteorufinus (Αετογερακίνα). Το κιρκινέζι αποτέλεσε το βασικό είδος για την πρόταση οριοθέτησης της εν λόγω ΖΕΠ.Η εντατικοποίηση της γεωργίας και κυρίως η μετατροπή της καλλιέργειας σιτηρών σε αρδευόμενες καλλιέργειες επηρεάζουν δυσμενώς τους πληθυσμούς του κιρκινεζιού και της αετογερακίνας. Σημαντική απειλή αποτελεί επίσης και η μείωση των θέσεων αναπαραγωγής εξαιτίας των αλλαγών στην κατασκευή των οροφών των σπιτιών. Β. Αναλυτική περιγραφή της Περιοχής Μελέτης (Π.Μ.) B.1 Οικότοποι Φυσικοί οικότοποι (ενδιαιτήματα) ονομάζονται οι χερσαίες περιοχές ή οι υγρότοποι που διακρίνονται χάριν στα βιοτικά και αβιοτικά χαρακτηριστικά τους. Οι περιοχές αυτές μπορεί να είναι είτε εξ ολοκλήρου φυσικές, είτε ημιφυσικές. Ο ορατός κίνδυνος εξαφάνισης πολλών ειδών οργανισμών και αλλοίωσης της σύνθεσης και υποβάθμισης πολλών οικοσυστημάτων, με αποτέλεσμα τη μείωση της βιοποικιλότητας σε παγκόσμιο επίπεδο, οδήγησαν στη

5 διακήρυξη της Διάσκεψης του Ρίο το 1992 και στην έκδοση της Οδηγίας 92/43 από μέρους του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Σκοπός της έκδοσης αυτής της Οδηγίας είναι τόσο η διατήρηση της βιοποικιλότητας στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μέσω της προστασίας ορισμένων φυσικών τύπων οικοτόπων (habitats) κοινοτικού ενδιαφέροντος, όσο καιορισμένων ειδών φυτών και ζώων, επίσης κοινοτικού ενδιαφέροντος. Η ευρύτερη περιοχή του έργου βρίσκεται νότια της πόλης της Λάρισας στο νοτιοανατολικό τμήμα της Π.Ε. το οποίο είναι και το κατεξοχήν πεδινό τμήμα, περιλαμβάνοντας ένα μεγάλο τμήμα του Θεσσαλικού κάμπου. Από τη συνολική έκταση της Π.Ε. Λάρισας το 44% αντιπροσωπεύεται από γεωργική γη (καλλιεργούμενες εκτάσεις και αγραναπαύσεις), το 39% αποτελείται από βοσκοτόπους, ενώ μόνο το 10% καλύπτεται από νερά. Τέλος, το 3,3% καταλαμβάνεται από οικισμούς και 1% αφιερώνεται σε άλλες χρήσεις. Οι καλλιεργούμενες εκτάσεις διακρίνονται σε αροτραίες και ακολουθούν κατά σειρά εκτάσεις που καταλαμβάνουν οι δενδρώδεις, τα αμπέλια και η κηπευτική γη. Στην περιοχή του έργου δεν παρτηρούνται εκτάσεις καλυπτόμενες από νερά (λίμνες, ποτάμια, δέλτα ποταμών ή άλλοι υδροβιότοποι) ή κάποιες άλλες εκτάσεις που να φιλοξενούν αξιόλογους σχηματισμούς. Στο τυποποιημένο δελτίο του δικτύου Natura για την περιοχή, αναφέρονται τα παρακάτω είδη οικοτόπων: Habitat Classes % Cover Inland water bodies (Standing water, Running water) 1.00 Heath, Scrub, Maquis and Garrigue, Phygrana 4.00 Dry grassland, Steppes 5.50 Extensive cereal cultures (including Rotation cultures with regular fallowing) 50.00 Other arable land 35.00 Broad-leaved deciduous woodland 0.50 Non-forest areas cultivated with woody plants (including Orchards, groves, Vineyards, Dehesas) Inland rocks, Screes, Sands, Permanent Snow and ice 1.00 Other land (including Towns, Villages, Roads, Waste places, Mines, 1.00 Industrial sites) TOTAL HABITAT COVER 100 % 2.00

6 Όπως προαναφέρθηκε στην θέση του έργου δεν έχουν καταγραφεί οικότοποι προτεραιότητας. Β.2 Βλάστηση-Χλωρίδα Η περιοχή παρουσιάζει χαμηλά ποσοστά βλάστησης. Δεν παρατηρείται η ύπαρξη σπάνιων ή υπόεξαφάνιση ή προστατευθέντων ειδών χλωρίδας. Στην ευρύτερη περιοχή υπάρχουν κυρίως αροτραίες καλλιέργειες (σιτηρά, βαμβάκι). Η αγροτική δραστηριότητα χαρακτηρίζεται ως υψηλής παραγωγικότητας. Η αυτοφυής βλάστηση που παρατηρείται αποτελείται από ετήσια αγριόχορτα και μικρούς θάμνους στα όρια των ιδιοκτησιών και τα πρανή των ρεμάτων. Β.3 Πανίδα Στην περιοχή εντοπίζεται η χαρακτηριστική πανίδα των πεδιάδων και των καλλιεργούμενων χωραφιών που σε γενικές γραμμές είναι τα αρπακτικά, τα ερπετά, τα εντομοφάγα πτηνά, τα έντομα, τα τρωκτικά και τα θηλαστικά (λαγοί, αλεπούδες, ασβοί). Όπως προαναφέρθηκε, τμήμα της χωροθέτησης του έργου βρίσκεται εντός της ενταγμένης περιοχής στο Ευρωπαϊκό Οικολογικό Δίκτυο NATURA 2000 ΠΕΡΙΟΧΗ ΘΕΣΣΑΛΙΚΟΥ ΚΑΜΠΟΥ με κωδ.gr 1420011, που έχει χαρακτηριστεί ως Ζώνη Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ-SPA) για την Ορνιθοπανίδα. Τα σημαντικότερα προστατευόμενα είδη της περιοχής είναι το Κιρκινέζι (Falco naumanni) και η Αετογερακίνα (Buteo rufinus). Το κιρκινέζι είναι ένα παγκοσμίως απειλούμενο είδος μικρού αρπακτικού πουλιού, που τρέφεται κυρίως με ακρίδες και άλλα μεγάλα έντομα. Η αετογερακίνα είναι ένα ασιατικό και βορειοαφρικανικό είδος αρπακτικού που στην Ευρώπη συναντάται μόνο στη Βουλγαρία και στην Ελλάδα, και ιδιαίτερα σε άνυδρες και βραχώδεις περιοχές. Και τα δύο είδη περιλαμβάνονται στο παράρτημα Ι της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ "Περί διατηρήσεως των αγρίων πτηνών".

7 Β.4 Καταγραφή των ειδών ορνιθοπανίδας του παραρτήματος Ι της Κ.Υ.Α. Η.Π. 37338/1807/Ε.103/1.9.2010 (ΦΕΚ 1495/Β/6.9.2010) Στην περιοχή Natura 2000 με ονομασία ΠΕΡΙΟΧΗ ΘΕΣΣΑΛΙΚΟΥ ΚΑΜΠΟΥ και κωδικό GR1420011 (ΖΕΠ-SPA) καταγράφηκαν 14 είδη ορνιθοπανίδας τα οποία απαριθμούνται στο Παράρτημα Ι της ΚΥΑ Η.Π. 37338/1807/Ε.103/1.9.2010 (ΦΕΚ 1495/Β/6.9.2010).

Πίνακας 1: Ορνιθοπανίδα του Παραρτήματος Ι της ΚΥΑ Η.Π. 37338/1807/Ε.103/1.9.2010 (Πηγή: Βάση Δεδομένων Δικτύου Natura 2000) ΕΙΔΟΣ ΤΥΠΟΣ ΜΕΓΕΘΟΣ Falco columbarius (Νανογέρακο) Falco naumanni (Κιρκινέζι) Ciconia ciconia (Λευκοπελαργός) Circus aeruginosus (Καλαμόκιρκος) Phalacrocorax carbo sinensis (Κορμοράνος) Egretta alba (Αργυροτσικνιάς) Circus cyaneus (Χειμωνόκιρκος) Egretta garzetta (Λευκοτσικνιάς) Buteo rufinus (Αετογερακίνα) Burhinus oedicnemus (Πετροτριλίδα) ΜΟΝΑΔΑ ΜΕΤΡΗΣΗΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ Μικρότερο Μεγαλύτερο Πληθυσμός Διατήρηση Απομόνωση Συνολική αξιολόγηση W P C B C B R 1890 2160 i B B C B R 102 102 i C B C B W P C B C B W P C B C B W 30 44 i C B C B W P C B C B R 5 C B C B P 4 4 i B B C B R 30 C B C B

ΕΙΔΟΣ ΤΥΠΟΣ ΜΕΓΕΘΟΣ ΜΟΝΑΔΑ ΜΕΤΡΗΣΗΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ Μικρότερο Μεγαλύτερο Πληθυσμός Διατήρηση Απομόνωση Συνολική αξιολόγηση Botaurus stellaris (Ήταυρος) W 36 36 i C B C Β Nycticorax nycticorax (Νυχτοκόρακας) R 6 C B C B Falco peregrinus (Πετρίτης) W P C B C B Επεξηγήσεις πίνακα πανίδας: ΤΥΠΟΣ: P: μόνιμο, R: αναπαραγωγής, C:συγκέντρωση, W:διαχείμαση ΜΟΝΑΔΑ ΜΕΤΡΗΣΗΣ: i:άτομα, p:ζεύγη ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ: C: κοινό είδος, R:σπάνιο V: πολύ σπάνιο, P: εάν ο πληθυσμός είναι παρών στο τόπο, DD: ελλιπή στοιχεία. ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΠΕΡΙΟΧΩΝ: Πληθυσμός: Α: 100 p>15%, B: 15 p>2%, C: 2 p>0%, D: ασήμαντος πληθυσμός Διατήρηση: Α: εξαίρετη διατήρηση, Β: καλή διατήρηση, C: μέτρια ή περιορισμένη διατήρηση Απομόνωση: Α: σχεδόν απομονωμένος, Β: μη απομονωμένος πληθυσμός, C: πληθυσμός μη απομονωμένος σε μεγάλο μέρος της περιοχής εξάπλωσης Συνολική αξιολόγηση: Α: εξαίρετη αξία, Β: καλή αξία, C: επαρκής αξία

10 Β.5 Αναλυτική Περιγραφή Ορνιθοπανίδας Falco columbarius Νανογέρακο Παρουσία: Στη χώρα μας έρχεται για να διαχειμάσει και δεν φωλιάζει στην Ελλάδα. Οικολογία: Ανήκει στην τάξη ιερακόμορφα. Είναι πουλί που πετάει γρήγορα και ακανόνιστα. Παρόλο το μικρό του μέγεθος είναι δεινός κυνηγός αφού στο μενού του ένας θηλυκός Νανογέρακας μπορεί να συμπεριλάβει μέχρι και φάσα, είναι με λίγα λόγια, ένας αξιοθαύμαστος θηρευτής με μεγάλη ταχύτητα και ο τρόπος που κυνηγάει είναι ίδιος με τα υπόλοιπα μακρυφτέρουγα ξαδέλφια του, με τη μόνη διαφορά, δεν χρησιμοποιεί πάντα την υψηλή πτήση στα κυνήγια του αφού πολλές φορές έχει παρατηρηθεί να πλανάρει πάνω από θάμνους, λιβάδια και δέντρα πριν την εφόρμηση του σε κάποιο θήραμα. Ο Νανογέρακας (Falco columbarius) είναι το μικρότερο αρπακτικό της Ευρώπης αλλά από τα μαχητικότερα γεράκια. Το μέγεθός του σε βάρος για τα αρσενικά αρχίζει από τα 150 γρ. και για τα θηλυκά φτάνει μέχρι τα 255γρ. και με άνοιγμα φτερών από τα 56 εκ. για τα αρσενικά μέχρι τα 69 εκ. για τα θηλυκά. Το αρσενικό έχει γκριζομπλέ ράχη και ξανθή κοιλιά με έντονες ραβδώσεις. Στην άκρη της ουράς έχει μια πλατιά μαύρη ταινία. Το θηλυκό έχει καφέ ράχη με πολλές εναλλασσόμενες καφέ και μπεζ ταινίες στην ουρά. Η βασική διατροφή του είναι τα πουλιά, τα τρωκτικά και ένα μικρό μέρος της διατροφής του είναι και τα έντομα. Αξιοσημείωτο είναι ότι πρόκειται για γεράκι που δεν φοβάται γενικά τον άνθρωπο. Falco naumanii Κιρκινέζι Κατηγορία κινδύνου στην Ελλάδα: Τρωτό VU [C1] Κατηγορία κινδύνου διεθνώς: Τρωτό VU Το Κιρκινέζι είναι είδος γνήσιου γερακιού (γένος Falco), που απαντάται στον ελλαδικό χώρο. Η επιστημονική του ονομασία είναι Falco naumanni και δεν περιλαμβάνει υποείδη. Στην Ελλάδα έρχεται το καλοκαίρι για αναπαραγωγή και, το ίδιο ισχύει για μία μεγάλη ζώνη που περιλαμβάνει τη Μεσόγειο, μέρος των Βαλκανίων και φτάνει μέχρι την Κίνα. Αντίθετα, διαχειμάζει σε εκτεταμένες περιοχές της κεντρικής και νότιας Αφρικής. Οι αναπαραγόμενοι ευρωπαϊκοί του πληθυσμοί βαίνουν μειούμενοι. Το Κιρκινέζι προτιμάει τα ανοιχτά οικοσυστήματα όπως, λιβάδια, καλλιεργημένους αγρούς,

11 ξερές τοποθεσίες τύπου στέπας και χαμηλούς λόφους με λίγη βλάστηση. Πολύ συχνά, ιδιαίτερα τους πρώτους μήνες της άνοιξης, αρέσκεται να κάθεται κατά ομάδες στους στύλους της ΔΕΗ, που περνάνε μέσα από αγρούς ή επαρχιακούς δρόμους. Έρχεται κατά σμήνη, νωρίς την άνοιξη, για να φωλιάσει στα χωριά και τις επαρχιακές πόλεις. Προτιμάει τις μικρές τρύπες στις στέγες και τα κεραμίδια παλαιών κτηρίων, καμπαναριών, κάστρων κ.ο.κ., ή σε αποθήκες, ενώ λίγα άτομα φωλιάζουν σε δέντρα, βράχους και ορθοπλαγιές. Έχει εντοπιστεί να φωλιάζει στη Θεσσαλία ακόμη και σε περιστερώνες. Δεν χρησιμοποιείται κάποιο υλικό επίστρωσης για τη φωλιά. Η γέννα είναι (3-4) έως (5-6) αυγά που τα επωάζει κυρίως το θηλυκό για 28 ημέρες. Εξάπλωση, πληθυσμιακά στοιχεία και τάσεις: Το κιρκινέζι είναι αρκετά διαδεδομένος και τοπικά κοινός καλοκαιρινός επισκέπτης και διερχόμενοςμετανάστης στην Ελλάδα. Πολύ πιο κοινό και με ευρύτερη εξάπλωση παλαιότερα, ωςκαι τις αρχές της δεκαετίας του '60, το είδος υπέστη στη συνέχεια δραματική μείωση και συρρίκνωση της κατανομής του (Handrinos & Akriotis 1997). Σήμερα υπάρχουν στην Ελλάδα τουλάχιστον 140 αποικίες, με πληθυσμό που κυμαίνεται από 2.600 έως 3.300 ζευγ., με αρνητικές τάσεις. Ο σημαντικότερος πληθυσμός (75% του συνόλου) απαντάται στον Θεσσαλικό Κάμπο, με 2.100-2.500 ζευγ. σε 107 αποικίες, σε 43 απότις οποίες καταγράφηκαν περισσότερα από 20 ζευγ. στην κάθε μία (Hallmann 1996, Bousbouras 2006). Εκτός Θεσσαλίας οι αποικίες του είναι σχετικά απομονωμένες και σαφώς μικρότερες σε μέγεθος. Φωλιάζει στους νομούς: Αιτωλοακαρνανίας (Roussopoulos & Pergantis 1994), Ηλείας, Φθιώτιδας, Πέλλας, Κιλκίς, Κοζάνης, Φλωρίνης, Σερρών και Ροδόπης, στις πόλεις Ιωάννινα, Γαλαξίδι και Τρίπολη, καθώς και στα νησιά Λήμνος και Λέσβος. Διαπιστώνεται συνεχής τάσημείωσης των πληθυσμών του. Σύμφωνα με πρόσφατα δεδομένα από περιοχές της Θεσσαλίας, η μείωση ανέρχεται στο 11%, αν και τις προηγούμενες δεκαετίες ήταν πολύ πιο έντονη, κυρίως λόγω της επέκτασης των αρδευόμενων εκτάσεων και της συρρίκνωσης των ενδιαιτημάτων του είδους μετά το 1950. Εκτός αναπαραγωγικής περιόδου το κιρκινέζι παρατηρείται σε όλη σχεδόν την ηπειρωτική Ελλάδα και σε αρκετά νησιά, αλλά δεν υπάρχουν επαρκή πληθυσμιακά δεδομένα για το μέγεθος των πληθυσμών που μετακινούνται κατά τη μετανάστευση. Υπάρχει μια επανεύρεση στην Ελλάδα ενός ατόμου που είχε δακτυλιωθεί στην Αυστρία (Ακριώτης & Χανδρινός 2004). Ποσοστό του πληθυσμού του είδους που βρίσκεται στην Ελλάδα: Περίπου το 2-3% του ευρωπαϊκού.

12 Οικολογία: Ζει σε ζεστές, ανοικτές περιοχές, π.χ. σε στεπικές και ψευδοστεπικές εκτάσεις, χερσολίβαδα, μη αρδεύσιμες καλλιέργειες και περιστασιακά σε φρύγανα και ανοικτά δασολίβαδα. Τρέφεται κυρίως με έντομα (κυρίως Ορθόπτερα) και λιγότερο με μικρά θηλαστικά και άλλα μικρά σπονδυλόζωα. Φωλιάζει συνήθως σε αποικίες που αριθμούν από 5 έως 250 ζευγ. αλλά και μεμονωμένα. Φτιάχνει τη φωλιά του σε τρύπες σε παλιά σπίτια και αποθήκες, κάτω από στέγες, σε τρύπες δένδρων και σε βραχώδεις ορθοπλαγιές. Οι περιοχές αναζήτησης τροφής βρίσκονται σε ακτίνα 5-10 χλμ., σπανιότερα δε έως 15 χλμ. από τη φωλιά. Απειλές: Εκτός από πιθανή απώλεια ενδιαιτημάτων στους χώρους διαχείμασης στην Αφρική και κατά τη μετανάστευση, το είδος αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα και στην Ελλάδα. Τα κυριότερα από αυτά είναι η εντατικοποίηση της γεωργίας, που περιορίζει τις περιοχές τροφοληψίας (λιβαδικές εκτάσεις, εκτάσεις υπό αγρανάπαυση, ακαλλιέργητη ζώνη μεταξύ των αγρών), ο περιορισμός των μη αρδευόμενων καλλιεργειών, όπως των σιτηρών, λόγω της ανάπτυξης αρδευόμενων καλλιεργειών, με συνέπεια τον περιορισμό των Ορθοπτέρων και άλλων εντόμων και ασπονδύλων, που αποτελούν τη βασική πηγή τροφής του είδους, καθώς και η μείωση των λιβαδικών εκτάσεων κοντά στους οικισμούς, με τη μετατροπή τους σε καλλιέργειες ή με τη δάσωσή τους. Επίσης, η εντατική χρήση φυτοφαρμάκων οδηγεί επίσης σε μείωση της τροφικής διαθεσιμότητας και πιθανόν προκαλεί προβλήματα δηλητηρίασης στα ίδια τα πουλιά (Sfougaris et al. 2004). Η μείωση των διαθέσιμων θέσεων φωλεοποίησης στους οικισμούς αποτελεί περιοριστικό παράγοντα για το είδος. Η μείωση αυτή οφείλεται στην καταστροφή παλιών κτηρίων (σπιτιών, καλυβών, αποθηκών, περιστερώνων κλπ) ή και στις επιδιορθώσεις αυτών με νέα υλικά. Σε ορισμένες, τέλος, περιοχές υπάρχει όχληση και καταδίωξη από ανθρώπους, αλλά συνήθως τα κιρκινέζια γίνονται αποδεκτά στους οικισμούς. Μέτρα διατήρησης που υπάρχουν: Προστατευόμενο είδος, η πλειονότητα του αναπαραγόμενου στην Ελλάδα πληθυσμού απαντάται σε περιοχές του δικτύου ΖΕΠ/Natura 2000. Σε λίγες περιοχές στη Θεσσαλία έχουν τοποθετηθεί τεχνητές φωλιές (Vlachos et al. 2004). Το μέτρο αυτό, κυρίως όμως η κατασκευή των σπιτιών με τρόπο που να ευνοεί το φώλιασμα, θα πρέπει να επεκταθεί. Μέτρα διατήρησης που απαιτούνται: Απαιτείται η κατάρτιση και η εφαρμογή ενός Εθνικού Διαχειριστικού Σχεδίου για το είδος, αλλά και Διαχειριστικά Σχέδια για τις ΖΕΠ

13 όπου αυτό απαντάται. Τα κύρια ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν είναι η διατήρηση των θέσεων φωλιάσματος και η ρύθμιση της γεωργίας και της κτηνοτροφίας στις βασικότερες περιοχές τροφοληψίας. Θα πρέπει να διατηρηθούν οι αρόσιμες μη αρδευόμενες καλλιέργειες, κυρίως των σιτηρών, και τα βοσκοτόπια κοντά στους οικισμούς, ενώ απαιτείται και η εφαρμογή γενικότερων αγροπεριβαλλοντικών μέτρων (Sfougaris et al. 2004). Ciconia Ciconia Λευκοπελαργός Κατηγορία κινδύνου στην Ελλάδα: Τρωτό VU [C1] Κατηγορία κινδύνου διεθνής: Μειωμένου ενδιαφέροντος LC Εξάπλωση, πληθυσμιακά στοιχεία και τάσεις: Ο λευκός πελαργός είναι είδος με ευρεία κατανομή και τοπικά κοινό στον ελληνικό χώρο. Μέχρι και τα μέσα του 20ού αιώνα φώλιαζε στις περισσότερες περιοχές της ηπειρωτικής Ελλάδας, καθώς και σε ορισμένα νησιά. Έκτοτε, ο πληθυσμός του είδους μειώθηκε από περίπου 9.000 ζευγ. το 1958 σε 1.500 στα μέσα της δεκαετίας του '80 (Handrinos & Akriotis 1997). Σύμφωνα με τη τελευταία "Εθνική απογραφή του λευκού πελαργού" (2004/05), ο συνολικός αναπαραγόμενος στην Ελλάδα πληθυσμός είναι 2.157 ζευγ., με μεγαλύτερη πυκνότητα στην ανατολική Μακεδονία και Θράκη, μικρότερη στην κεντρική Μακεδονία και τη Θεσσαλία και πολύ χαμηλή στη Στερεά Ελλάδα, τη δυτική Μακεδονία και την Ήπειρο (ΕΚΔΠ αδημ. αναφορά). Η Λέσβος είναι το μοναδικό νησί της Ελλάδος όπου φωλιάζει το είδος. Εκτός αναπαραγωγικής περιόδου οι λευκοί πελαργοί απαντώνται σε αρκετές περιοχές της χώρας, ιδιαίτερα δε κατά τη φθινοπωρινή μετανάστευση, οπότε αρκετά άτομα ή και μικρές ομάδες μεταναστεύουν νότια, πάνω από την Πελοπόννησο, την Κρήτη κ.ά. (Handrinos & Akriotis 1997). Πολλοί λευκοί πελαργοί δακτυλιωμένοι στην Ελλάδα έχουν βρεθεί κυρίως στην Εγγύς και στη Μέση Ανατολή, καθώς και στην ανατολική Αφρική, από την Αίγυπτο νότια μέχρι τη Νότια Αφρική, ενώ 33 λευκοί πελαργοί που είχαν δακτυλιωθεί σε άλλες χώρες, κυρίως στη Γερμανία, έχουν βρεθεί στην Ελλάδα (Ακριώτης & Χανδρινός 2004). Ποσοστό του πληθυσμού του είδους που βρίσκεται στην Ελλάδα: <1% του ευρωπαϊκού. Οικολογία: Σχετικά συνηθισμένο είδος, κυρίως σε πεδινές, αλλά και ημιορεινές περιοχές. Ανθρωπόφιλο είδος, φωλιάζει κοντά σε ανθρώπινους οικισμούς, σε περιοχές με υγρότοπους, πλημμυρισμένους ορυζώνες, λιβάδια και εκτατικές καλλιέργειες, με μέση

14 πυκνότητα 9,61 ζευγ./100 τ.χλμ. Αποφεύγει ψυχρές και υγρές περιοχές με χαμηλή θερμοκρασία, καθώς και εκτάσεις με πυκνή βλάστηση. Προτιμά να τρέφεται σε ρηχά και στάσιμα νερά, σε κορεσμένα με νερό εδάφη, συχνά δε σε ξερολίβαδα και σε βοσκοτόπια. Η διατροφή του αποτελείται από κάθε είδους μικρά ζώα, όπως έντομα, ερπετά, αμφίβια και μικρά θηλαστικά. Επίσης τρέφεται με αβγά και νεοσσούς πουλιών. Παλαιότερα έφτιαχνε τη φωλιά του σε μεγάλα δέντρα, ενώ σήμερα το 81% του πληθυσμού φωλιάζει σε στύλους της ΔΕΗ, ενώ το 14% σε στέγες εκκλησιών και σπιτιών (ΕΚΔΠ αδημ. αναφορά). Απειλές: Ο πληθυσμός του είδους στην Ελλάδα από τα τέλη της δεκαετίας του '50 μέχρι και την τελευταία απογραφή του 2004/05 παρουσιάζει μείωση κατά 75% περίπου. Βασικός λόγος αυτής της μείωσης είναι η εκτεταμένη καταστροφή που έχουν υποστεί, ιδιαίτερα τις 3 τελευταίες δεκαετίες, τα πεδινά υγροτοπικά οικοσυστήματα της Ελλάδας και κυρίως τα φυσικά υγρολίβαδα, που είναι το βασικό ενδιαίτημά του. Το είδος φαίνεται να αντιμετωπίζει ιδιαίτερα προβλήματα στη δυτική Ελλάδα (Ήπειρο και Αιτωλοακαρνανία), όπου, παρά την ύπαρξη μεγάλων και μικρών υγρότοπων, ο πληθυσμός των λευκών πελαργών παραμένει πολύ μικρός. Σε ορισμένες περιοχές η πληθυσμιακή πυκνότητα είναι τόσο μικρή που η καταστροφή έστω και μίας φωλιάς να προκαλεί τη διάσπαση της συνέχειας στην κατανομή του. Σημαντικότερη απειλή για το είδος σήμερα αποτελεί η υψηλή θνησιμότητα, ιδιαίτερα των νεαρών ατόμων, από ηλεκτροπληξία, λόγω του πολύ μεγάλου ποσοστού φωλιών σε στύλους της ΔΕΗ. Μέτρα διατήρησης που υπάρχουν: Προστατευόμενο είδος, μεγάλο μέρος του αναπαραγόμενου στην Ελλάδα πληθυσμού απαντάται σε περιοχές του δικτύου ΖΕΠ/ Natura 2000. Μέτρα διατήρησης που απαιτούνται: Αποκατάσταση των υγρολίβαδων σε υγρότοπους ή γύρω από αυτούς, επειδή αποτελούν τους σημαντικότερους χώρους τροφοληψίας του είδους. Απαιτείται η λήψη πρόσθετων μέτρων από τη ΔΕΗ, όπως η κάλυψη με ειδικό πλαστικό των γυμνών καλωδίων, τουλάχιστον στα σημεία όπου φτιάχνουν τις φωλιές τους οι λευκοί πελαργοί. Circus aeruginosus Καλαμόκιρκος Κατηγορία κινδύνου στην Ελλάδα: Τρωτό VU [D1] Κατηγορία κινδύνου διεθνής: Μειωμένου ενδιαφέροντος LC

15 Εξάπλωση, πληθυσμιακά στοιχεία και τάσεις: Αν και παλαιότερα ο καλαμόκιρκος ήταν είδος κοινό και με ευρεία κατανομή στην Ελλάδα, ο πληθυσμός του υπέστη σαφή μείωση, λόγω της αποξήρανσης πολλών υγρότοπων όπου φώλιαζε. Σήμερα το είδος αναπαράγεται μόνο στη Μακεδονία, στη Θράκη, στην Ήπειρο και στη Λήμνο(Handrinos & Akriotis 1997). Ο πληθυσμός του υπολογίζεται σε 50-80 ζευγ., με τάσεις περαιτέρω μείωσης (BirdLife International 2004). Το είδος είναι πολύ πιο διαδεδομένο και τοπικά κοινό το χειμώνα και κατά τη μετανάστευση, οπότε απαντάται σε όλη την ηπειρωτική Ελλάδα και σε πολλά νησιά. Η πλειονότητα του διαχειμάζοντος στην Ελλάδα πληθυσμού αποτελείται από θηλυκά και νεαρά άτομα (Χανδρινός 1992, Handrinos & Akriotis 1997, ΕΟΕ αδημ. δεδομένα). Ποσοστό του είδους που βρίσκεται στην Ελλάδα: <1% του ευρωπαϊκού. Οικολογία: Ζει σε υγρότοπους με εκτεταμένους καλαμιώνες ή άλλη παρόμοια υδρόφιλη βλάστηση, όπου φωλιάζει και κατά το μεγαλύτερο μέρος αναζητεί την τροφή του. Τρέφεται κυρίως με μικρά θηλαστικά και πουλιά (υδρόβια και στρουθιόμορφα) (Alivizatos et al. 2006). Εκτός αναπαραγωγικής περιόδου κουρνιάζει ομαδικά σε καλαμιώνες, συχνά με άλλα είδη κίρκων, π.χ. 35-46 άτομα στη Λ. Βιστωνίδα κ.α. (Handrinos & Akriotis 1997). Απειλές: Απειλείται κυρίως από την υποβάθμιση των υγρότοπων, τη λαθροθηρία κατά τη μετανάστευση, τη μολυβδίαση από τα σκάγια των κυνηγών (Pain & Handrinos 1990) και πιθανώς τη ρύπανση (φυτοφάρμακα κτλ). Τοπικά οι φωλιές του απειλούνται από την ανεξέλεγκτη βόσκηση βοοειδών κ.ά. Μέτρα διατήρησης που υπάρχουν: Προστατευόμενο είδος, το μεγαλύτερο μέρος του αναπαραγόμενου πληθυσμού του απαντάται σε περιοχές του δικτύου ΖΕΠ/Natura 2000. Μέτρα διατήρησης που απαιτούνται: Χρειάζεται αποτελεσματικότερη προστασία των υγρότοπων, ιδιαίτερα των ελωδών και ρηχών εκτάσεων με καλαμιώνες και άλλη παρόμοια βλάστηση, όπου φωλιάζει το είδος, έλεγχος της λαθροθηρίας και απαγόρευση της χρήσης σκαγιών μολύβδου στους υγρότοπους, έλεγχος της βόσκησης, καθώς και ενημέρωση του κοινού. Χρειάζεται επίσης ακριβέστερη καταγραφή του αναπαραγόμενων ζευγαριών και παρακολούθηση του πληθυσμού του είδους, ιδιαίτερα σε περιοχές όπου το είδος είναι σχετικά σπάνιο.

16 Egretta alba Αργυροτσικνιάς Κατηγορία κινδύνου στην Ελλάδα: Τρωτό VU [B2ab(i,iii,iv), D] Κατηγορία κινδύνου διεθνής: Μειωμένου ενδιαφέροντος LC Εξάπλωση, πληθυσμιακά στοιχεία και τάσεις: Ο αργυροτσικνιάς είναι σπάνιο και τοπικό επιδημητικό είδος, αλλά διαδεδομένο και τοπικά κοινό το χειμώνα στην Ελλάδα. Βρέθηκε να φωλιάζει για πρώτη φορά στην Ελλάδα στα τέλη της δεκαετίας του '60, στη Λ. Μικρή Πρέσπα και έκτοτε φώλιαζε κατά καιρούς σε διάφορους υγρότοπους της Β. Ελλάδας, όπως στο Πόρτο Λάγος και στο Δέλτα Αξιού (Υφαντής & Καζαντζίδης 2004, Καζαντζίδης 2005, Handrinos & Akriotis 1997). Πρόσφατα (2003) ο αναπαραγόμενος πληθυσμός του εκτιμήθηκε σε 31-42 ζευγ., που κατανέμονταν σε τρεις αποικίες, στις λίμνες Πρέσπα (2) και Κερκίνη, γεγονός που υποδεικνύει μικρή συρρίκνωση της κατανομής του είδους. Πολύ πιο διαδεδομένος και τοπικά κοινός, ο αργυροτσικνιάς διαχειμάζει στους μεγάλους υγρότοπους της Μακεδονίας, της Θράκης και της δυτικής Ελλάδας, με πληθυσμό που εκτιμάται σε 1.000-2.000 άτομα (Naziridis et al. 1992, Handrinos & Akriotis 1997), ενώ ελάχιστα άτομα έχουν καταγραφεί κατά τη μετανάστευση στη νότια Ελλάδα, στην Κρήτη κ.α. Οι αργυροτσικνιάδες που διαχειμάζουν στην Ελλάδα προέρχονται κυρίως από χώρες της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης και ιδιαίτερα από την Ουκρανία, όπως τουλάχιστον αποδεικνύεται από τις 16 μέχρι σήμερα επανευρέσεις στην Ελλάδα δακτυλιωμένων ατόμων (Ακριώτης & Χανδρινός 2004). Ποσοστό του πληθυσμού του είδους που βρίσκεται στην Ελλάδα: Περίπου το 0,1-0,3% του αναπαραγόμενου και το 11,6%-23,3% του διαχειμάζοντος πληθυσμού της Ευρώπης (Καζαντζίδης 2005,Wetlands International 2006). Οικολογία: Είναι μεγαλόσωμος, κατάλευκος ερωδιός με κίτρινο μακρύ ράμφος. Μοιάζει πολύ με τον Λευκοτσικνιά μόνο που διαφέρει από αυτόν στο μέγεθος του σώματος και στο χρώμα του ράμφους και των δακτύλων (ο Λευκοτσικνιάς είναι πολύ μικρότερος κι έχει μαύρο ράμφος και κίτρινα δάκτυλα). Μήκος σώματος: 85 102 εκατοστά, άνοιγμα φτερούγων: 140-170 εκατοστά. Κατάλευκος, μοιάζει με τον Λευκοτσικνιά αλλά είναι πολύ μεγαλύτερος. Έχει αναλογικά μακρύ και λεπτό λαιμό, κίτρινο ράμφος, λίγο μαύρο στο άκρο το καλοκαίρι. Πόδια και δάκτυλα μαυροπράσινα. Οι περίοδοι μετανάστευσής του είναι από μέσα Φεβρουαρίου μέχρι τέλη Απριλίου (κύρια μετανάστευση: το μήνα Μάρτιο), καθώς και από αρχές Ιουλίου μέχρι, περίπου, μέσα Νοεμβρίου (κυρίως : μέσα Σεπτεμβρίου - μέσα

17 Νοεμβρίου). Η περίοδος κατά την οποία γεννάει τα αυγά του είναι από αρχές Απριλίου μέχρι μέσα Ιουνίου (κυρίως: μέσα Απριλίου - τέλη Μαΐου) ενώ παρατηρούνται νεοσσοί από αρχές Μαΐου μέχρι μέσα Αυγούστου (κυρίως: μέσα Μαΐου - μέσα Ιουλίου). Ο αργυροτσικνιάς φωλιάζει σε χαλαρές αποικίες, σε πυκνούς και εκτεταμένους καλαμιώνες, κυρίως σε υγρότοπους γλυκών νερών και δέλτα ποταμών.περιστασιακά, ιδιαίτερα εκεί όπου δεν υπάρχουν εκτεταμένοι καλαμιώνες, φωλιάζει με άλλα είδη ερωδιών σε μικτές αποικίες σε δένδρα (Λ. Κερκίνη). Τρέφεται με υδρόβια, αμφίβια, ερπετά και ψάρια ή και με μικρά θηλαστικά. Το χειμώνα απαντάται σε παράκτιους υγρότοπους, συνήθως μεμονωμένος ή σε μικρά κοπάδια. Συχνά αναζητά την τροφή του σε αρδευτικά κανάλια, σε χωράφια κ.α. Απειλές: Η ρύπανση των νερών και η καταστροφή ή και η υποβάθμιση των υγρότοπων, ιδιαίτερα των γλυκών νερών, όπως οι λίμνες και τα έλη, είναι από τις κύριες απειλές του είδους στην Ελλάδα. Επίσης, περιστατικά λαθροθηρίας αναφέρονται κάθε χειμώνα, αν και ο αριθμός των ατόμων που φονεύονται είναι μάλλον περιορισμένος. Μέτρα διατήρησης που υπάρχουν: Προστατευόμενο είδος, ολόκληρος ο αναπαραγόμενος και μεγάλο ποσοστό του διαχειμάζοντος στην Ελλάδα πληθυσμού απαντώνται σε περιοχές του δικτύου ΖΕΠ/Natura 2000. Μέτρα διατήρησης που απαιτούνται: Προστασία των υγρότοπων από τη ρύπανση και την υποβάθμιση, προώθηση μέτρων για περιορισμό της χρήσης γεωργικών φαρμάκων και λιπασμάτων στις καλλιεργούμενες εκτάσεις περιφερειακά των υγρότοπων και διαχείριση των καλαμιώνων έτσι ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι ανάγκες και οι οικολογικές απαιτήσεις του είδους για φώλιασμα. Circus cyaneus Χειμωνόκιρκος Καθεστώς Παρουσίας: Χειμερινός επισκέπτης, Περαστικός επισκέπτης. Το είδος παρατηρείται σε όλη την ηπειρωτική Ελλάδα καθώς και τα νησιά (Handrinos & Akriotis 1997). Οικολογικές Απαιτήσεις: Ο βιότοπος του Χειμωνόκιρκου είναι τα έλη με χαμηλά βλάστηση, τα χορτολίβαδα και γενικά οι ανοιχτές εκτάσεις. Απαντώνται επίσης σε φρυγανικά οικοσυστήματα ακόμη και σε μεγάλο υψόμετρο (χειμώνα και κατά την φθινοπωρινή

18 μετανάστευση). Tρέφεται με μικρόπουλα, μικροθηλαστικά, ερπετά αλλά και έντομα (Cramp & Simmons 1980, Ferguson-Lee & Christie 2001, Leckie et al. 2008, Arroyo et al. 2009) Κυριότερα ενδιαιτήματα που στηρίζουν το είδος 263 Σκληρόφυλλοι θαμνώνες, γκαρίγκ και μακί 266 Αλπικά, υποαλπικα και βόρεια εύκρατα λιβάδια 271 Μεσόφιλα λιβάδια 279 Αλκαλικοί τυρφώνες και έλη, μεταβατικά τέλματα και πηγές 296 Καλλιεργούμενη γη Απειλές: Η καταστροφή και συρρίκνωση των υγροτόπων και κυρίως η αποξήρανση των ελών. Επίσης η δάσωση και υποβόσκηση των ανοικτών εκτάσεων π.χ. των υποαλπικών λιβαδιών υποβαθμίζουν τον βιότοπο τροφοληψίας του είδους (Tucker & Heath 1994, Gensbol & Thiede 2008, Cormier, et al. 2008). Egretta garzetta Λευκοτσικνιάς Καθεστώς παρουσίας - πληθυσμός. Ο πληθυσμός του Μικροτσικνιά στη χώρα μας έχει εκτιμηθεί σε 1.500-1.800 ζευγάρια (BirdLife International 2004a). Ο ευρωπαϊκός πληθυσμός του είναι σχετικά μικρός (<94.000 ζεύγη) και έχει γνωρίσει κυρίως αύξηση τα τελευταία χρόνια στις περισσότερες χώρες όπου ζει. Αποδημητικό κυρίως πουλί, που περνάει από την Ελλάδα κατά την μετανάστευσή του από την Βόρεια Ευρώπη προς την Αφρική και αντίστροφα. Αρκετά όμως ζευγάρια ζουν όλο το χρόνο και φωλιάζουν στη χώρα μας κυρίως στον Αμβρακικό κόλπο. Οικολογία: Ένας από τους πιο γνωστούς Ερωδιούς. Είναι Ερωδιός μεσαίου μεγέθους με κατάλευκη όψη. Ξεχωρίζει από τα μαύρα πόδια του με τα κίτρινα δάχτυλα και το μαύρο μακρύ, λεπτό ράμφος του. Την άνοιξη τα δάχτυλα των ποδιών του γίνονται ακόμη πιο κίτρινα. Κατά την εποχή του ζευγαρώματος και της αναπαραγωγής το πουλί φοράει το πιο εντυπωσιακό στολίδι του που είναι ένα μακρύ λεπτό λοφίο που κρέμεται προς τα κάτω, ενώ το σύνολο ολοκληρώνεται με τα φτερά από τους ώμους του, που μακραίνουν και σχηματίζουν ένα κρεμαστό ανάλαφρο μανδύα. Η τροφή του αποτελείται κυρίως από μικρά ψάρια, βατράχια, έντομα και σκουλήκια που τσιμπάει με ιδιαίτερη τέχνη και μεθοδικότητα μέσα από τα νερά και τη λάσπη των υγροτόπων, όπως λιμνοθάλασσες, λίμνες, ρυάκια, χείμαρροι και έλη. Είναι το είδος, που σε αντίθεση με άλλους ερωδιούς, δεν φοβάται τον

19 άνθρωπο και μπορεί να εμφανιστεί και σε θορυβώδεις ακτές. Φωλιάζει κατά αποικίες πάνω σε θάμνους και δέντρα. Γεννάει από τον Απρίλιο έως τον Ιούνιο 3-5 γαλαζοπράσινα αβγά που κλωσάνε και οι δύο γονείς για 21-22.μέρες. Οι νεοσσοί δέχονται τις περιποιήσεις των γονιών τους για 40-45 ημέρες οπότε και εγκαταλείπουν την φωλιά τους. Απειλές: Η ενόχληση από το παράνομο κυνήγι. Buteo rufinus Αετογερακίνα Καθεστώς παρουσίας - πληθυσμός: Ο πληθυσμός της Αετογερακίνας στη χώρα μας έχει εκτιμηθεί σε 200-300 ζευγάρια (BirdLife International 2004). Οικολογία: Είναι κυρίως καλοκαιρινός επισκέπτης στην περιοχή, καθώς το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού του φεύγει το χειμώνα. Τυπικός βιότοπος του είδους είναι οι ανοιχτές εκτάσεις με μικρά φαράγγια και γυμνές πετρώδεις πλαγιές, όπου φωλιάζει κυρίως σε βράχια. Τρέφεται με σαύρες, φίδια, μικρά πουλιά, μεγάλα έντομα, αλλά και μικρά θηλαστικά σε ανοικτές εκτάσεις και τα αραιά δρυοδάση(tucker and Heath 1994). Απειλές: Οι κυριότερες απειλές για την Αετογερακίνα είναι η καταστροφή φωλιών, οι οχλούσες δραστηριότητες (λατομεία, κυνήγι, χρήση μονοπατιών, κλπ) η κατασκευή υποδομών (διάνοιξη δρόμων, κεραιών, δικτύων μεταφοράς ρεύματος, κλπ) στους χώρους διατροφής και σε μικρή απόσταση από τις φωλιές του και η λαθροθηρία που διευκολύνεται από το γεγονός ότι οι περισσότερες φωλιές του βρίσκονται σε χαμηλούς και εύκολα προσβάσιμους βράχους, αρκετές φορές πολύ κοντά σε στάνες και οικισμούς. Άλλες απειλές είναι η εντατικοποίηση της γεωργίας και η αυξημένη χρήση βιοκτόνων στις αγροτικές περιοχές που κυνηγά (Τσιόντσης κα 2000). Burhinus oedicnemus Πετροτριλίδα Καθεστώς παρουσίας πληθυσμός: Ο πληθυσμός της Πετροτριλίδας στη χώρα μας εκτιμάται σε 300-500 ζευγάρια (BirdLife International 2004). Οικολογία: Είναι καλοκαιρινός επισκέπτης στην περιοχή μελέτης. Έχει κυρίως νυκτόβιες συνήθειες και συχνάζει σε ξερές στεπώδεις ή ημιερημικές περιοχές και φωλιάζει σε ανοιχτές περιοχές, χέρσες, αλίπεδα, αμμώδεις με χαλίκια και πέτρες, κ.λπ. Μπορεί επίσης να ζει σε χαμηλούς λόφους με χαμηλή αραιή βλάστηση που μοιάζει με το στεπικό

20 περιβάλλον που αποτελεί το τυπικό ενδιαίτημα του είδους, καθώς και σε ανοιχτούς ελαιώνες σε πετρώδη εδάφη. Botaurus stellaris Ήταυρος Κατηγορία κινδύνου στην Ελλάδα: Κινδυνεύον EN [B2ab(i,iii,iv), D] Κατηγορία κινδύνου διεθνής: Μειωμένου ενδιαφέροντος LC Εξάπλωση, πληθυσμιακά στοιχεία: Ο ήταυρος είναι κυρίως χειμερινός επισκέπτης και διερχόμενος μετανάστης στην Ελλάδα, ενώ λίγα ζευγάρια αναπαράγονται μόνο στον Αμβρακικό. Κατά τη διαχείμαση και ιδιαίτερα σε περιόδους βαρυχειμωνιάς μεγάλος αριθμός ηταύρων απαντάται κυρίως σε υγρότοπους της βόρειας και δυτικής Ελλάδας (Handrinos & Akriotis 1997, Newbery 1997). Κατά την ανοιξιάτικη μετανάστευση το είδος απαντάται επίσης σε αρκετούς υγρότοπους ή και σε πρόσκαιρα πλημμυρισμένες περιοχές στην ηπειρωτική Ελλάδα και σε αρκετά νησιά. (Handrinos & Akriotis 1997, Bonetti & Παπακωνσταντίνου 2000, Ζόγκαρης 2000, Ζόγκαρης και συν. 2003). Δεν υπάρχουν πάντως επαρκείς καταμετρήσεις του διαχειμάζοντος ή του διερχόμενου κατά τη μετανάστευση πληθυσμού. Ένα άτομο δακτυλιωμένο στη Γερμανία βρέθηκε στην κεντρική Μακεδονία (ΕΚΔΠ βάση δεδομένων). To είδος έχει υποστεί σημαντική μείωση στην Ελλάδα, αλλά είναι δύσκολο να τεκμηριωθούν όλες οι περιοχές όπου αναπαραγόταν παλαιότερα. Ιστορικά υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι η φώλιαζε π.χ. στους υγρότοπους του Θερμαϊκού, στο Δέλτα Έβρου, στην περιοχή Στροφιλιάς, στη Λ. Ιωαννίνων (Τσιακίρης προσ. επικ.) και πιθανώς στη Λ. Κάρλα κ.α. Στη δεκαετία του '80 ο αναπαραγόμενος στην Ελλάδα πληθυσμός είχε υπολογιστεί σε 2 ζευγ. (Crivelli et al. 1988), ενώ σήμερα εκτιμάται σε 5-15 ζευγ. (Ζόγκαρης 2000, Ζόγκαρης και συν. 2003, BirdLife International 2004) σε δύο μόνο περιοχές, στο βόρειο Αμβρακικό Κόλπο (Ζόγκαρης 2000). Ποσοστό του πληθυσμού του είδους στην Ελλάδα: <1% τουευρωπαϊκού (Wetlands International 2006). Οικολογία: Πολύ εξειδικευμένο είδος, ζει σε καλαμιώνες και έλη γλυκού νερού. Ιδιαίτερα κατά την περίοδο αναπαραγωγής, εξαρτάται άμεσα από την παρουσία σχετικά εκτεταμένων καλαμιώνων, ενώ τρέφεται στα κράσπεδα της πυκνής αναδυόμενης βλάστησης, σε υγρολίβαδα ή στην άκρη τάφρων, μικρών λιμνών και πεδινών ποταμών. Τρέφεται κυρίως με ψάρια, αμφίβια, ερπετά, υδρόβια έντομα και, σπανιότερα, με μικρά θηλαστικά και πουλιά. Φωλιάζει σε πυκνούς καλαμιώνες, όπου κτίζει φωλιά σαν μικρή

21 εξέδρα στο ύψος της στάθμης του νερού. Είδος συνήθως πολυγαμικό, τα θηλυκά ασχολούνται αποκλειστικά με τη φροντίδα των νεοσσών, ενώ τα αρσενικά υπερασπίζονται την επικράτεια (White et al. 2006). Το χαρακτηριστικό "μουγκάνισμα" που χρησιμοποιείται για την οριοθέτηση και διατήρηση της επικράτειας ακούγεται (στον Αμβρακικό) από τον Φεβρουάριο ως την τελευταία εβδομάδα του Ιουνίου. Απειλές: Οι κυριότερες απειλές για το είδος είναι οι ανθρώπινες επεμβάσεις στους υγρότοπους (καταστροφή ενδιαιτημάτων, μετατροπή ή αποξήρανση υγρότοπων γλυκού νερού, έργα εντατικοποίησης υδάτινων πόρων κ.ά.), που οδηγούν στη ραγδαία συρρίκνωση των βιοτόπων γλυκού νερού την άνοιξη. Επειδή τα πουλιά χτίζουν τη φωλιά τους συνήθως μέσα σε πλημμυρισμένους καλαμιώνες, αυτοί πρέπει να διατηρούνται κατακλυσμένοι με νερό σε όλη τη διάρκεια της αναπαραγωγικής περιόδου, ώστε να μην κινδυνεύουν τα αβγά ή οι νεοσσοί από θηρευτές και ενόχληση. Αυτό συμβαίνει π.χ. στο βάλτο Ροδιάς, στον Αμβρακικό, όπου έχουν γίνει σημαντικές αλλαγές λόγω της υφαλμύρωσης των μεγάλων καλαμιώνων, με συνέπεια την αραίωσή τους και τη μείωση των αναπαραγόμενων εκεί ζευγαριών (Ζόγκαρης και συν. 2003). Υδρολογικές αλλαγές μπορεί επίσης να επηρεάζουν αρνητικά και τη διαθεσιμότητα τροφής. Το χειμώνα και κατά τη μετανάστευση το είδος συχνά γίνεται αντικείμενο λαθροθηρίας. Μέτρα διατήρησης που υπάρχουν: Προστατευόμενο είδος, ο συνολικός αναπαραγόμενος στην Ελλάδα πληθυσμός απαντάται σε μία περιοχή του δικτύου ΖΕΠ/Natura 2000. Απαιτούμενα μέτρα διατήρησης: Η παρακολούθηση και η προώθηση ειδικών σχεδίων διαχείρισης υδάτων σε συγκεκριμένους υγρότοπους μπορούν να επαναφέρουν ή να βοηθήσουν την ανάκαμψη του αναπαραγόμενου πληθυσμού. Απαιτούνται ειδικά μέτρα διαχείρισης στις συγκεκριμένες περιοχές στον Αμβρακικό. Χρειάζεται επίσης αυστηρός έλεγχος της λαθροθηρίας, ενώ σημαντική θεωρείται και η ενημέρωση του κοινού σε σχέση με τη διαχείριση υγρότοπων και ιδιαίτερα των καλαμιώνων. Nycticorax Nycticorax - Νυχτοκόρακας Καθεστώς παρουσίας πληθυσμός: Ο πληθυσμός του Νυχτοκόρακα στη χώρα μας έχει εκτιμηθεί σε 800-1200 ζευγάρια (BirdLife International 2004). Είναι μεταναστευτικό είδος και έρχεται στη χώρα μας την άνοιξη για να αναπαραχθεί.

22 Οικολογία: Ο Νυχτοκόρακας ζει σε όχθες ποταμών, τέλματα, ορυζώνες, δασωμένα έλη, λίμνες και παραποτάμια/ παραλίμνια βλάστηση, φωλιάζει σε μεγάλα δέντρα και θάμνους που βρίσκονται είτε μέσα σε νερό, είτε εκτός. Η τροφή του αποτελείται από βατράχια, σαύρες, ψάρια, έντομα και μικροθηλαστικά. Η ενόχληση των αποικιών κατά την αναπαραγωγική περίοδο (Απρίλιος - Ιούνιος) αποτελεί μία από τις σημαντικότερες απειλές για το είδος. Επίσης η ρύπανση υδάτων, μείωση τροφής, καταστροφή των υγροτόπων, αυξομείωση υδάτων στις αποικίες, αποτελούν αιτίες μείωσης των αποικιών. Falco peregrinus Πετρίτης Καθεστώς παρουσίας πληθυσμός: O πληθυσμός του είδους στην Ελλάδα εκτιμάται σε 200-500 ζεύγη (BirdLife International 2004). Οικολογία: Ο Πετρίτης φωλιάζει σε απόκρημνα βράχια και χαράδρες ή σε ψηλά δένδρα, από το επίπεδο της θάλασσας μέχρι την υποαλπική ζώνη. Τρέφεται κυρίως σε ανοιχτές εκτάσεις με πουλιά μεσαίου μεγέθους, ανάλογα με την κατά τόπο διαθεσιμότητα, αλλά και με ένα μεγάλο αριθμό άλλων ειδών πουλιών. Τον χειμώνα κυνηγάει και σε άλλες περιοχές από αυτές που φωλιάζει. Απειλές: Κύρια απειλή για το είδος είναι η χρήση γεωργικών φαρμάκων. Μετά την απαγόρευση των οργανοχλωρικών ο πληθυσμός τους στην βόρεια Ευρώπη έχει ανακάμψει. Άλλες απειλές είναι η λαθροθηρία, η όχληση στις θέσεις φωλιάσματος (η αναρρίχηση και άλλα ορεινά αθλήματα), η οδική διάνοιξη ορεινών όγκων και πρόσβαση σε απρόσιτες περιοχές και βραχώδεις σχηματισμούς, η καταστροφή των θέσεων φωλιάσματος, η δάσωση της περιοχής (λόγω εγκατάλειψης παραδοσιακών χρήσεων ή αναδασώσεων), και η συλλογή αυγών από ιερακοθήρες.

23 4. ΔΕΟΥΣΑ ΕΚΤΙΜΗΣΗ & ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ Οι επιπτώσεις ενός έργου στους βιότοπους, στη χλωρίδα και την πανίδα είναι ποικίλες και εξαρτώνται από πολλούς παράγοντες, όπως τα ειδικά χαρακτηριστικά του έργου, η τοπογραφία της ευρύτερης περιοχής, καθώς και τα είδη χλωρίδας, πανίδας και ορνιθοπανίδας που επηρεάζονται. Ως εκ τούτου, οι επιπτώσεις πρέπει να εκτιμώνται ξεχωριστά για κάθε έργο, λαμβάνοντας υπόψη τις παραπάνω παραμέτρους. Τα πουλιά εκτιμάται ότι είναι το είδος της πανίδας που διατρέχει τον σοβαρότερο κίνδυνο από την κατασκευή και λειτουργία ενός έργου. Οι ομάδες που διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο είναι: Μεταναστευτικά είδη Είδη που ξεχειμωνιάζουν και Πληθυσμοί αναπαραγωγής. Η όχληση στα προστατευόμενα είδη συνήθως συνδυάζεται με την παρουσία άλλων δραστηριοτήτων και είναι έμμεση. Η όχληση δημιουργεί προβλήματα στα είδη κατά την περίοδο αναπαραγωγής τους καθώς επίσης στους χώρους διατροφής και ξεκούρασης. Όσον αφορά στην παρουσία στην ακριβή θέση του έργου, των ειδών της πανίδας που αναφέρονται στην 79/409/EEC, σύμφωνα με μαρτυρίες των κατοίκων της περιοχής προκύπτουν τα ακόλουθα: Ciconia Ciconia: Παρατηρήθηκε συχνά Falco naumanni, Lanius minor, Bubo bubo, Melanocorypha calandra: Παρατηρήθηκαν κάποιες φορές Alcedo atthis, Botaurus stellaris, Burhinus oedicnemus, Buteo rufinus, Calandrella brachydactyla, Circaetus gallicus, Circus aeruginosus, Circus cyaneus, Coracias garrulus, Egretta alba, Egretta garzetta, Falco columbarius, Falco peregrinus, Falco vespertinus, Ficedula albicollis, Nycticorax Nycticorax: Δεν παρατηρήθηκαν Στο παρακάτω απόσπασμα χάρτη της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρίας, φαίνονται οι κυριότεροι μεταναστευτικοί διάδρομοι στην χώρα μας και η θέση του έργου.

24 Όπως φαίνεται η θέση του έργου δεν βρίσκεται σε μεταναστευτικό διάδρομο πτηνών, ούτε κοντά σε τέτοιον. Επιπρόσθετα το έργο δεν θα φέρει κινούμενα μέρη (φτερωτές κλπ) που θα μπορούσαν να προκαλέσουν άμεση θνησιμότητα από πρόσκρουση των πουλιών. Οι κυριότερες οχλήσεις στην πανίδα της περιοχής ενδέχεται να προκληθούν κατά τη φάση κατασκευής του έργου από τα αυξημένα επίπεδα θορύβου και της ρύπανσης εξαιτίας των εργοταξιακών εργασιών (κραδασμοί, δονήσεις, μετακίνηση βαρέων οχημάτων, έκλυση σκόνης εργοταξιακής προέλευσης κλπ.). Σημειώνεται ότι οι οχλήσεις αυτές θα είναι προσωρινές και θα πάψουν να υφίστανται μετά την ολοκλήρωση της κατασκευής του έργου. Η χρήση και λειτουργία των μηχανημάτων αναμένεται να προκαλέσει τοπικά σημαντική αύξηση του θορύβου στην άμεση περιοχή των έργων (απόσταση μέχρι 50m). Πέρα από αυτή την απόσταση αναμένεται σημαντική εξασθένιση της διάδοσης του θορύβου. Επιπλέον, ο

25 παραγόμενος θόρυβος κατά τη φάση κατασκευής εκτιμάται ότι θα υπερκαλύπτεται από το θόρυβο που παράγεται από τα οχήματα των χρηστών του αυτοκινητόδρομου, λόγω της άμεσης γειτνίασης των περιοχών εγκατάστασης του υπό μελέτη ΣΕΑ με αυτόν. Στις περιοχές εκτέλεσης χωματουργικών εργασιών για την εγκατάσταση του Κεντρικού Κτιρίου ΣΕΑ (ΚΚΣ) αναμένονται ασθενείς και τοπικές επιπτώσεις στην ατμόσφαιρα, λόγω της εκπομπής αιωρούμενων σωματιδίων (σκόνη). Οι επιπτώσεις κρίνεται ότι θα έχουν τοπικό χαρακτήρα, μέτρια ένταση και δύναται να περιορισθούν σημαντικά με τη λήψη κατάλληλων προστατευτικών μέτρων (διαβροχή υλικών), όπως παρουσιάζονται στην επόμενη παράγραφο. Μικρή αύξηση θα παρουσιάσουν και οι συγκεντρώσεις των ρύπων από την επιβάρυνση του κυκλοφοριακού φόρτου κατά την κατασκευή του έργου. Ωστόσο, η επιβάρυνση αυτή είναι ασήμαντη σε σχέση με τον ημερήσιο φόρτο της υφιστάμενης εθνικής οδού. Όσον αφορά τις θέσεις φωλιάσματος το υπό μελέτη έργο δεν θα προκαλέσει καμία επιβάρυνση, καθώς τέτοιες δεν έχουν εντοπιστεί πλησίον αυτού. Όπως προαναφέρθηκε το Κρκινέζι φτιάχνει τη φωλιά του κάτω από στέγες, σε τρύπες δένδρων και σε βραχώδεις ορθοπλαγιές, ενώ οι περισσότερες φωλιές της Αετογερακίνας βρίσκονται σε χαμηλούς και εύκολα προσβάσιμους βράχους, αρκετές φορές πολύ κοντά σε στάνες και οικισμούς. Κατά τη λειτουργία του ΣΕΑ Νίκαιας δεν αναμένονται αξιοσημείωτες επιπτώσεις στο περιβάλλον της περιοχής μελέτης, συγκριτικά με την υφιστάμενη κατάσταση της λειτουργίας της Εθνικής οδού. Τονίζεται ότι οι επιπτώσεις από τη δημιουργία του ΣΕΑ λόγω της μικρής κλίμακας του έργου είναι σημαντικά μικρότερες σε σχέση με τις επιπτώσεις από τη λειτουργία του υποτμήματος του αυτοκινητόδρομου Π.Α.Θ.Ε. στην ίδια περιοχή, συνεπώς δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι θα προκαλέσει οποιαδήποτε απώλεια βιοτόπου ή μειωμένη αναπαραγωγή ή βιωσιμότητα. 5. ΜΕΤΡΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ ΤΩΝ ΠΙΘΑΝΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ Όπως προαναφέρθηκε οι κυριότερες οχλήσεις στην πανίδα της περιοχής ενδέχεται να προκληθούν κατά τη φάση κατασκευής του έργου από τα αυξημένα επίπεδα θορύβου και της ρύπανσης εξαιτίας των εργοταξιακών εργασιών. Οι επιπτώσεις στο ακουστικό περιβάλλον από την κατασκευή των υπό μελέτη έργων δύναται να μετριαστούν με τη λήψη κατάλληλων μέτρων προστασίας που συνίσταται στη χρήση νέων μοντέλων μηχανημάτων

26 και οχημάτων εργοταξίου αυστηρών προδιαγραφών εκπεμπόμενου θορύβου, τη κατασκευή αντιθορυβικών πετασμάτων περιμετρικά του εργοταξίου κλπ. Όσον αφορά την μικρή αύξηση θα παρουσιάσουν οι συγκεντρώσεις των ρύπων από την επιβάρυνση του κυκλοφοριακού φόρτου κατά την κατασκευή του έργου αυτή δύναται να ελαχιστοποιηθεί με τη λήψη μέτρων όπως: συστηματική διαβροχή των χώρων χωματουργικών εργασιών και γενικά των χώρων κίνησης φορτηγών, διαβροχή των μεταφερομένων στα έργα αδρανών υλικών καθώς και η κάλυψη των βαρέων οχημάτων μεταφοράς με κατάλληλο ύφασμα, συχνή και περιοδική συντήρηση όλων των μηχανημάτων κατασκευής για την μείωση των εκπομπών καυσαερίων κλπ. Όσον αφορά τα σημαντικότερο είδος χαρακτηρισμού της περιοχής ΖΕΠ, το Κιρκινέζι (Falco naumanni), οι σπουδαιότερες απειλές του όπως αναλύθηκαν και ανωτέρω είναι οι εξής: Η έλλειψη θέσεων φωλεοποίησης (παλιά σπίτια, αποθήκες, στέγες σε νέα σπίτια με μικρά ανοίγματα στα κεραμίδια με λίγο χώρο ικανό να εκκολάψουν τα αυγά και να μεγαλώσουν τους νεοσσούς). Τα παλιά σπίτια και αποθήκες καταστρέφονται (στην Θεσσαλία συνήθως τα πλινθόκτιστα) και αντικαθίστανται από νέες κατασκευές στις οποίες συνήθως δεν υπάρχουν κατάλληλες θέσεις για φώλιασμα. Σημειώνεται ότι δεν απαιτείται μεγάλος χώρος και δεν χρησιμοποιείται υλικό για φωλιά, ενώ έχει παρατηρηθεί ότι τα κιρκινέζια φωλιάζουν ακόμη και σε περιστερώνες μαζί με τα περιστέρια. Βασικότερο στοιχείο για την επιλογή της φωλιάς είναι η μη ύπαρξη θηρευτών. Η επιλογή φωλεοποίησης εντός των οικισμών προφανώς εξυπηρετεί αυτήν την στρατηγική. Φαίνεται ότι σε ορισμένες περιπτώσεις προτιμά μεγαλύτερους οικισμούς με πιο ψηλά κτήρια για να αποφεύγει προφανώς την θήρευση από άγριους θηρευτές. Στους μικρότερους οικισμούς στους οποίους οι αποικίες βρίσκονται και σε πιο χαμηλά σπίτια, η θήρευση από κουνάβια, νυφίτσες, αρουραίους και γάτες είναι πολύ περισσότερο πιθανή. Η έλλειψη θέσεων τροφοληψίας (ψευδοστεπικά περιβάλλοντα ανοικτές ακαλλιέργητες λιβαδικές εκτάσεις, ακαλλιέργητες εκτάσεις μεταξύ των καλλιεργειών, σιτηρά, άλλες μη αρδευόμενες καλλιέργειες). Η μετατροπή λιβαδιών και μη αρδευόμενων καλλιεργειών σε αρδευόμενες (βαμβάκι, καλαμπόκι, τεύτλα κ.λπ.) ή σε οπωρώνες και η δάσωση ή η πύκνωση θάμνων, περιορίζουν δραστικά την διαθεσιμότητα τροφής. Η χρήση των εντομοκτόνων και η εκμηχάνιση της γεωργίας πιθανώς να οδηγούν επίσης σε περιορισμό της διαθέσιμης τροφής.

27 Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω και σε συνδυασμό με δράσεις που έχουν ήδη πραγματοποιηθεί στα πλαίσια του Προγράμματος Life για την διατήρηση του πληθυσμού του κιρκινεζιού στη Θεσσαλία, όπου, μετά και την απογραφή του πληθυσμού του Κιρκινεζιού, το 2013 σε πάνω από 110 χωριά του κάμπου και τον έλεγχο της διαθεσιμότητας κατάλληλων θέσεων φωλιάσματος, ορίστηκαν οι περιοχές στις οποίες κρίθηκε απαραίτητη η τοποθέτηση τεχνητών φωλιών, οι εγκαταστάσεις του υπό μελέτη ΣΕΑ θα μπορούσαν να αποτελέσουν χώρο για τη διενέργεια παρόμοιων δράσεων από αρμόδιες εθνικές, περιφερειακές και τοπικές αρχές, καθώς και μη κρατικούς παράγοντες τους οποίους αφορούν οι στόχοι του προγράμματος LIFE. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι οι τεχνητές φωλιές είναι συνήθως ξύλινες με λίγο χώμα, ή πήλινες με ελαφρόπετρα για θερμομόνωση, ενώ η επιλογή σημείων τοποθέτησης και η προσπάθεια προσομοίωσης των συνθηκών που παρέχουν οι φυσικές φωλιές, ώστε να διασφαλιστούν η ασφαλής διαβίωση και η αναπαραγωγή των κιρκινεζιών, γίνεται κατόπιν επισταμένης έρευνας. 6. ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ Όπως προκύπτει από τα ανωτέρω, τόσο από την κατασκευή όσο και από τη λειτουργία του εν λόγω ΣΕΑ δεν αναμένεται να προκληθεί οποιουδήποτε είδους ρύπανση ή επιβάρυνση του περιβάλλοντος. Επιπροσθέτως, δεδομένου ότι περιορισμένη έκταση του κλάδου με κατεύθυνση προς Αθήνα βρίσκεται εντός περιοχής του δικτύου Natura 2000, δεν αναμένεται να συνεισφέρει στην οιαδήποτε επιβάρυνση των κρίσιμων ενδιαιτημάτων των προστατευόμενων ειδών. Συνεπώς η ακεραιότητα της προστατευόμενης περιοχής δεν δύναται να επηρεαστεί σημαντικά από το υπό μελέτη έργο. Όσον αφορά τη χωροθέτηση του έργου αξίζει να σημειωθεί ότι η συγκεκριμένη θέση προβλέπεται στους εγκεκριμένους με την ΚΥΑ 80459/94/15.06.1995 περιβαλλοντικούς όρους για το τμήμα από Μ.Μοναστήριαρχή Παράκαμψης Λάρισας της υφιστάμενης Π.Α.Θ.Ε. Ειδικότερα σύμφωνα με την εν λόγω ΚΥΑ στον όρο ε.8 αναφέρεται: "Στην Χ.Θ. περίπου 343 έως 344 περίπου της υφιστάμενης χιλιομέτρησης της οδού θα προβλεφθεί και απαλλοτριωθεί χώρος για αμφίπλευρο ΣΕΑ, σε συνεργασία με το ΤΕΟ από

28 την ανάδοχο του έργου θα κατασκευαστεί το μέρος της απαιτούμενης τεχνικής υποδομής που επηρεάζει το έργο σύμφωνα με τις οδηγίες του ΤΕΟ." Τέλος, όσον αφορά την πρόταση εναλλακτικής θέσης χωροθέτησης αξίζει να σημειωθεί ότι σε όλο το μήκος του Αυτοκινητόδρομου Αιγαίου προβλέπεται η λειτουργία έξι (6) συνολικά Σταθμών Εξυπηρέτησης Αυτοκινητιστών σε συγκεκριμένη απόσταση μεταξύ τους (~30-40km). Συνεπώς οποιαδήποτε άλλη θέση δεν θα ήταν εξυπηρετική προς τους αυτοκινητιστές, στον βαθμό που είναι η προτεινόμενη. Για όλα τα ανωτέρω δεν προβλέπεται η λήψη συγκεκριμένων αντισταθμιστικών μέτρων, παρά μόνο μέτρων αντιμετώπισης των πιθανών επιπτώσεων όπως αυτά περιγράφηκαν στην προηγούμενη ενότητα. 7. ΣΥΝΟΨΗ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΩΝ Κατά τη λειτουργία του ΣΕΑ Νίκαιας δεν αναμένονται αξιοσημείωτες επιπτώσεις στο περιβάλλον της περιοχής μελέτης, συγκριτικά με την υφιστάμενη κατάσταση της λειτουργίας της Εθνικής οδού Το εν λόγω έργο, δεν προκαλεί εμπόδια στη μετακίνηση των πουλιών μεταξύ των περιοχών τροφοληψίας, διαχείμασης, αναπαραγωγής, ή περιοχών κουρνιάσματος (roosting areas). Επιπρόσθετα το έργο δεν μπορεί να προκαλέσει ενόχληση και εκτοπισμό των πουλιών γύρω από αυτό ή επιδείνωση ζωτικών λειτουργιών τους. Ενόχληση μπορεί να υπάρξει μόνο κατά την διάρκεια των εργασιών κατασκευής, που όμως χαρακτηρίζονται μικρής κλίμακας και θα διαρκέσουν το ελάχιστα δυνατό. Μετά την αποχώρηση των εργοταξιακών εγκαταστάσεων, τα είδη της πανίδας που ενδεχομένως απομακρύνθηκαν από την ακριβή θέση του έργου επανέρχονται ανενόχλητα. Στον Πίνακα που ακολουθεί παρουσιάζεται συγκεντρωτικά το μέγεθος των επιπτώσεων από την κατασκευή του υπό μελέτη έργου, ανά περιβαλλοντικό μέσο, όπως αυτό αναλύθηκε στις παραγράφους της Μελέτης Περιβάλλοντος.