Β ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΟΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΧΕΔΙΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΝΟΜΩΝ ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ «Άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας χώρου παραστάσεων Άδεια παράστασης» Ι. Εισαγωγικές Παρατηρήσεις Με το φερόµενο προς ψήφιση νοµοσχέδιο ρυθµίζεται το ζήτηµα της αδειοδότησης «χώρων συνάθροισης κοινού, στους οποίους µπορούν να δίνονται θεατρικές ή µουσικές παραστάσεις ή να παρουσιάζονται άλλες παρεµφερείς µορφές τέχνης, ιδίως οπτικοακουστικής..» (βλ. Αιτιολογική Έκθεση επί του νοµοσχεδίου, σελ. 1 αριθ. 1). Ειδικότερα, µε τις διατάξεις των άρθρων 1 έως 3 του νοµοσχεδίου καθορίζονται οι έννοιες των όρων «άδεια ε- γκατάστασης και λειτουργίας χώρου παραστάσεων», «άδεια παράστασης», «µέγιστος πληθυσµός», «χώρος παραστάσεων», «πολυχώρος, οι οποίοι περιλαµβάνονται στο προς ψήφιση νοµοσχέδιο. Εξαιρούνται από την εφαρµογή των διατάξεων του νοµοσχεδίου τα κέντρα διασκέδασης και οι παραστάσεις που διενεργούνται σε υπαίθριους µη περιφραγµένους χώρους. Επίσης, δεν απαιτείται άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας χώρου παραστάσεων ή άδεια παράστασης για αδειοδοτηµένους χώρους συνάθροισης κοινού µε µέγιστο πληθυσµό µικρότερο των 50 ατόµων (άρθρα 1 3 του νοµοσχεδίου). Περαιτέρω, στο άρθρο 4 του νοµοσχεδίου ορίζεται η αρχή έκδοσης της ά-
2 δειας εγκατάστασης και λειτουργίας χώρου παραστάσεων, ο χρόνος της διάρκειάς της και τα αναγκαία δικαιολογητικά για τη χορήγησή της. Παρέχεται η δυνατότητα χρήσης του χώρου αδειοδοτηµένου θεάτρου από διαφορετικούς θιάσους, χωρίς να απαιτείται κάθε φορά η αντικατάσταση της υφιστάµενης άδειας εγκατάστασης και λειτουργίας όταν φιλοξενείται στον α- δειοδοτηµένο χώρο διαφορετικός θίασος. Επίσης, καθορίζεται η διαδικασία και ορίζονται τα απαιτούµενα δικαιολογητικά για την έκδοση άδειας παράστασης από τον οικείο δήµο, προβλέπεται δε ότι το αρµόδιο δηµοτικό συµβούλιο µπορεί να καθορίζει τον ετήσιο ανώτατο αριθµό παραστάσεων που µπορεί να δοθούν σε ένα χώρο, ο οποίος λειτουργεί µε άδεια παράστασης, χωρίς ωστόσο να επιτρέπεται υπέρβαση των σαράντα παραστάσεων ετησίως. Με τις διατάξεις του άρθρου 5 του νοµοσχεδίου εισάγεται η δυνατότητα παρέκκλισης από τους γενικούς όρους παθητικής πυροπροστασίας για κτήρια µε ηµεροµηνία αίτησης έκδοσης οικοδοµικής άδειας προ της 17ης Φεβρουαρίου 1989 στα οποία ήδη λειτουργούν θέατρα κατά την έναρξη ισχύος του νόµου που θα προκύψει από την ψήφιση του νοµοσχεδίου ή έχουν λειτουργήσει πριν από την έναρξη της ισχύος του. Για τα θέατρα που πρόκειται να λειτουργήσουν µετά την έναρξη ισχύος του, κατά τα ανωτέρω, εντός των προαναφερόµενων κτηρίων, επιβάλλεται η σύνταξη µελέτης πυροπροστασίας. Ακόµη, µε τις ρυθµίσεις του άρθρου 6 του νοµοσχεδίου προτείνεται η επιβολή κυρώσεων σε όσους πραγµατοποιούν παραστάσεις χωρίς να διαθέτουν την προβλεπόµενη από τις διατάξεις του άδεια. Συγκεκριµένως, προβλέπεται η σφράγιση του θεάτρου, η απαγόρευση χορήγησης άδειας παράστασης επί δύο (2) έτη και, σε περίπτωση υποτροπής, η επιβολή προστίµου τριακοσίων ευρώ ανά παράβαση, το οποίο θα αποτελεί έσοδο του οικείου δήµου. Περαιτέρω, µε τις ρυθµίσεις των άρθρων 7 και 8 του προς ψήφιση νοµοσχεδίου τίθενται τελικές και µεταβατικές διατάξεις ως προς την εφαρµογή των ρυθµίσεών του. Ειδικότερα, ορίζεται ότι οι ιδιοκτήτες ή µισθωτές χώρων παραστάσεων που λειτουργούν χωρίς άδεια υποχρεούνται, εντός τεσσάρων µηνών από την έναρξη ισχύος του νόµου που θα προκύψει από την ψήφιση του νοµοσχεδίου, να λάβουν προσωρινό ή οριστικό πιστοποιητικό ενεργητικής πυροπροστασίας από την Πυροσβεστική Υπηρεσία και να υποβάλουν αί-
τηση για άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας χώρου, επιτρέπεται δε κατά παρέκκλιση των διατάξεων για τις χρήσεις γης η χορήγηση άδειας εγκατάστασης και λειτουργίας και η έκδοση άδειας νοµιµοποίησης της αλλαγής χρήσης σε θέατρα χωρητικότητας έως 150 ατόµων τα οποία βρίσκονται στον Δήµο Αθηναίων και τα οποία λειτουργούν ή έχουν λειτουργήσει κατά τα τελευταία δύο έτη, όπως επίσης προβλέπεται η συγκρότηση, µε απόφαση του Υπουργού Πολιτισµού και Αθλητισµού, επιτροπής για την επανεξέταση και κωδικοποίηση της νοµοθεσίας για τους χώρους θεάτρου, κινηµατογράφου και λοιπών οπτικοακουστικών τεχνών. Τέλος, µε το άρθρο 9 ορίζεται η έναρξη ισχύος του παρόντος. 3 ΙΙ. Επί των επί µέρους διατάξεων του νοµοσχεδίου 1. Επί του άρθρου 4 Ως προς το προτεινόµενο άρθρο 4 του νοµοσχεδίου, συµφώνως προς το οποίο, η άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας χώρου παραστάσεων εκδίδεται από τον οικείο Δήµο βάσει φακέλου στον οποίο, µεταξύ άλλων, περιλαµβάνεται η βεβαίωση κύριας χρήσης ως προς την νοµιµότητα του κτηρίου, η δε άδεια παράστασης κατόπιν αιτήσεως µε την οποία προσδιορίζεται το χρονικό διάστηµα εντός του οποίου θα «διενεργείται η αδειοδοτούµενη παράσταση καθώς και το περίγραµµα του χώρου µέσα στον οποίο αυτή διενεργείται», σηµειώνονται τα εξής: Συµφώνως προς πρόσφατη νοµολογία του Συµβουλίου της Επικρατείας (βλ. την υπ αριθ. 1792/2011 απόφαση της Ολοµέλειας του ΣτΕ, στην οποία παραπέµφθηκε προς επίλυση, λόγω µείζονος σπουδαιότητας κατόπιν της υπ αριθ. 2375/2010 αποφάσεως του Δ Τµήµατος, το ζήτηµα της υποχρεώσεως του αρµοδίου για την έκδοση των α- δειών ιδρύσεως και λειτουργίας διοικητικού οργάνου να ελέγξει κατά το στάδιο της χορηγήσεως της αδείας λειτουργίας το επιτρεπτό της λειτουργίας τους σε περιοχή όπου κατά το σχέδιο πόλεως δεν ήταν επιτρεπτή τέτοια χρήση, ερµηνεύοντας τις οικείες διατάξεις του Α.Ν. 445/1937, του β. δ/τος της 15/17-5-1956 και του Δηµοτικού και Κοινοτικού Κώδικα): «η ά- δεια εγκατάστασης και λειτουργίας θεάτρων, κινηµατογράφων και παρεµφερών επιχειρήσεων ( ) χορηγείται από το δήµαρχο ή τον πρόεδρο της κοινότητας ύστερα από απόφαση του οικείου δηµοτικού ή κοινοτικού συµβουλίου, που εκδίδεται µετά από προέλεγχο του σχετικού αιτήµατος του εν-
4 διαφεροµένου. Για τον προέλεγχο, το συµβούλιο λαµβάνει υπόψη του ο- πωσδήποτε ζητήµατα που αφορούν τις χρήσεις γης, τους όρους δόµησης, την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος, την προστασία του αιγιαλού και της παραλίας, των αρχαιολογικών και ιστορικών τόπων, καθώς και τις εν γένει λειτουργίες της πόλης ( ). Ενόψει της επιταγής του άρθρου 24 του Συντάγµατος περί ορθού χωροταξικού και πολεοδοµικού σχεδιασµού προκύπτει ότι ο έλεγχος του επιτρεπτού της εγκαταστάσεως κινηµατογράφου σε ορισµένη περιοχή από την άποψη των ισχυουσών στην περιοχή αυτή χρήσεων διενεργείται τόσο κατά το στάδιο της χορηγήσεως αδείας ιδρύσεως, όσο και κατά το στάδιο της χορηγήσεως αδείας λειτουργίας. Και τούτο διότι µόνο µε τον τρόπο αυτό εξασφαλίζονται η εξυπηρέτηση της λειτουργικότητας των οικισµών και οι καλύτεροι δυνατοί όροι διαβιώσεως των κατοίκων (ΣτΕ 1528/2003 Ολοµ, 123/2007 Ολοµ, 3059/2009 Ολοµ.). Συνεπώς, το αρµόδιο όργανο του οικείου Οργανισµού Τοπικής Αυτοδιοίκησης προκειµένου να χορηγήσει την άδεια λειτουργίας συγκεκριµένης εγκαταστάσεως ( ), οφείλει να ελέγξει, κατά πόσον η χρήση αυτή συµβιβάζεται προς τη χρήση που προβλέπεται από το γενικό πολεοδοµικό σχέδιο για τη συγκεκριµένη περιοχή ε- γκαταστάσεως, εφόσον, ιδίως, δεν έχει προηγηθεί τέτοιος έλεγχος κατά τα προγενέστερα στάδια αδειοδοτήσεως. Παράλειψη δε του οργάνου αυτού να προβεί στον κατά τα ανωτέρω έλεγχο καθιστά την εκδιδόµενη πράξη µε την οποία χορηγείται η άδεια λειτουργίας, κατ αρχήν παράνοµη. Εξάλλου, εφόσον κατά τα γενόµενα ανωτέρω δεκτά, δεν επιτρέπεται η δηµιουργία καταστάσεων που αντιβαίνουν στις αρχές του ορθού χωροταξικού και πολεοδο- µικού σχεδιασµού και επιβάλλεται ο έλεγχος του επιτρεπτού της εγκαταστάσεως σε ορισµένη περιοχή από την άποψη των ισχυουσών στην περιοχή αυτή χρήσεων τόσο κατά το στάδιο της χορηγήσεως αδείας ιδρύσεως, όσο και κατά το στάδιο της χορηγήσεως αδείας λειτουργίας, δεν τίθεται στην προκειµένη περίπτωση ζήτηµα εφαρµογής των αρχών της προστατευόµενης εµπιστοσύνης και της σταθερότητας των διοικητικών καταστάσεων, δεδοµένου ότι οι αρχές αυτές δεν µπορούν να τύχουν εφαρµογής σε περίπτωση που η κατάσταση, όπως εν προκειµένω, δηµιουργήθηκε κατά παραβίαση συνταγµατικών διατάξεων» (βλ. οµοίως και ΣτΕ 3064/2012). Υπό το φώς των επισηµανθέντων συνάγεται ότι η, κατά τα ως άνω, χορήγηση µε απόφαση των δηµοτικών συµβουλίων των κατά τόπους δήµων των αδειών εγκατάστασης και λειτουργίας χώρων παραστάσεως καθώς και αδειών παράστασης πρέπει να λαµβάνει υπόψη τα ζητήµατα που αφορούν τις
χρήσεις γης και, ευρύτερα, την προστασία του φυσικού και οικιστικού περιβάλλοντος, όπως αυτά ερµηνεύθηκαν κατά τα ανωτέρω από τη νοµολογία του Συµβουλίου της Επικρατείας. Αθήνα, 17.12.2013 5 Η Εισηγήτρια Αλεξάνδρα Καρέτσου Επιστηµονική Συνεργάτις Ο Προϊστάµενος του Α Τµήµατος Νοµοτεχνικής Επεξεργασίας Ξενοφών Παπαρρηγόπουλος Αν. Καθηγητής του Πανεπιστηµίου Θεσσαλίας Ο Προϊστάµενος της Β Διεύθυνσης Επιστηµονικών Μελετών Αστέρης Πλιάκος Καθηγητής του Οικονοµικού Πανεπιστηµίου Αθηνών Ο Πρόεδρος του Επιστηµονικού Συµβουλίου Κώστας Μαυριάς Οµότιµος Καθηγητής της Νοµικής Σχολής του Πανεπιστηµίου Αθηνών