ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΕ.ΧΩ..Ε. Εγκύκλιος 30

Σχετικά έγγραφα
ΤΟ ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟ ΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΙΓ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ

Αθήνα, ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΕ.ΧΩ..Ε. Αρ.Πρωτ. 17α /103/3/Φ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜ. ΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ ΓΕΝ. /ΝΣΗ ΙΟΙΚΗΣΗΣ & ΠΡΟΓ/ΤΟΣ /ΝΣΗ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΣΥΝΤ/ΣΜΟΥ

ΘΕΜΑ: Αποδοχή της αριθµ. 415/2008 γνωµοδότησης του Νοµικού Συµβουλίου του Κράτους σχετικά µε τη νοµική κάλυψη τεχνικών υπαλλήλων.

ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Αριθμός 239/2014 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Δ'


3216/2003 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ

ΣτΕ 599/2012 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 18 ΕΞ.ΕΠΕΙΓΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ. Αθήνα, 3/9/2009 Αρ.Πρωτ. 17γ/06/125/ΦΝ437

αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος και του αρχαιοτέρου του Συμβούλου που

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Συμβούλου Η. Τσακόπουλου.

Αριθμός 665/2015 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ

Αριθμός 1118/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ Ε. 29 Αθήνα, 10/12/2007 Αριθ. Πρωτ. 17γ/03/170/ΦΝ439.1

Αριθμός απόφασης. ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (ειδική διαδικασία-ανακοπές)

Α Π Ο Φ Α Σ Η 108/2013

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα, 27/01/2017. Αριθμός απόφασης: 862

Της αναιρεσείουσας: Π. συζύγου Λ. Ν., κατοίκου..., η οποία δεν παρασταθηκε στο ακροατήριο.

Oρθώς έγινε δεκτό από το Κλιμάκιο, παρά την εσφαλμένη αναγραφή της. διεύθυνσης της έδρας της επιχείρησης, η ταυτότητα του οικονομικού

'Αρθρο 3 : Προσωρινή δικαστική προστασία 1. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει προσωρινή δικαστική

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL)

2. Επειδή, το άρθρο 53 του ν.3669/2008 «Κύρωση κωδικοποίησης της νομοθεσίας κατασκευής δημοσίων έργων» (Α Ί16) όριζε ότι, «1.Η πληρωμή στον ανάδοχο

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ Ε. 15 Αθήνα, 31/7/2008 Αριθ. Πρωτ. 17γ/06/97/ΦΝ 439

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 2 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Αθήνα,

Αριθμός 925/2002 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Ζ' Πολιτικό Τμήμα

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Α Π Ο Φ Α Σ Η Ο ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΑΙΓΑΙΟΥ

ΙΚΑΣΤΙΚΗ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα, 23/06/2017 Αριθμός απόφασης: 3512 ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Α Π Ο Φ Α Σ Η Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΑΙΓΑΙΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ


ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Ειδική διοικητική προσφυγή της κας Ιωάννας Ρούφα κατά της υπ αρ. 320/ (Α.Δ.Α.: ΩΗΞ0ΩΛΕ-ΛΑ3) απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου Κω

Αποτελούμενο από την Πρόεδρο του Τμήματος Ανδρονίκη. Θεοτοκάτου, Αντιπρόεδρο, τους Συμβούλους Σταμάτιο Πουλή και

ΓΝΩΜΑΤΕΥΣΗ. Χρόνος αναθεώρησης εργασιών που έχουν εκτελεσθεί προ της έγκρισης Α.Π.Ε. Ανώνυµη εταιρεία µέλος του ΣΑΤΕ υπέβαλε το ακόλουθο ερώτηµα:

το ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑ(ΟΥ

Γραμματέας: Πελαγία Κρητικού, Προϊσταμένη VI Τμήματος.

Άρειος Πάγος Τακτική Ολομέλεια Αριθμός 23/2007 (Δημοσίευση ΝοΒ 2007 σελ. 1852)

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ 73 / Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/6702-1/

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/ 4590/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 36/2016

Θ Ε Μ Α : Οδηγίες για την αποφυγή σύγκρουσης συµφερόντων στα πλαίσια των διαγωνισµών ανάθεσης συµβάσεων έργων και µελετών.

ΣτΕ Ακύρωση της παραγράφου 2 της ΠΟΛ.1008/2011 η οποία επιβάλει την υπογραφή λογιστή

ΘΕΜΑ : Εφαρμογή του ν, 3345/05 στις δημοπρασίες δημοσίων έργων.

Ο ΠΡΟΕ ΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Εκδίδοµε τον ακόλουθο νόµο που ψήφισε η Βουλή:

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΥΠΟΜΝΗΜΑ. Του Υπουργού Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας. ΚΑΤΑ

Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, με την παρουσία της Γραμματέως

Αριθμός 2176/2004 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ. Διοικητική πράξη - Ανάκληση - Αρχή του κράτους δικαίου - Αρχή της

Η Επιτροπή Αναστολών του Συμβουλίου της Επικρατείας (άρθρο 3 ν. 2522/1997 και άρθρο 52 π.δ/τος 18/1989)

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΤΜΗΜΑ Ι. Αποτελούμενο από τον Σύμβουλο Νικόλαο Μηλιώνη, που προεδρεύει. λόγω κωλύματος του Προέδρου του Τμήματος Αντιπροέδρου Ευστάθιου

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός Απόφασης 3424/2018 Αριθμός κατάθεσης αίτησης: 25529/2627/2018 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Η ισχύς του π.δ/τος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ήτοι από

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3749/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 79/2015

απορροφώσας και της απορροφώµενης τράπεζας και τη µε αριθµό 38385/ πράξη του συµβολαιογράφου Αθηνών Γεωργίου

ΣΤΕ 376/2019 [ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΙ ΚΡΙΣΙΜΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΠΑΝΑΚΑΘΟΡΙΣΜΟ ΟΡΙΟΓΡΑΜΜΗΣ ΑΙΓΙΑΛΟΥ-ΠΑΡΑΛΙΑΣ ΣΤΟ ΚΑΒΟΥΡΙ]

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 39 Αθήνα, 17 Νοεμβρίου 2005 Αρ.πρ. 17α/05/171/ΦΝ438

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΤΜΗΜΑ VII. ακόλουθη σύνθεση: Γεωργία Μαραγκού, Αντιπρόεδρος, Γεώργιος Βοΐλης και

ΣτΕ 2582/2016 [Μη επιβολή με ΓΠΣ προσδιορισμένου πολεοδομικού βάρους σε ακίνητο εκτός σχεδίου]

ΣΤΕ 2693/2018 [ΝΟΜΙΜΗ ΠΑΡΑΤΑΣΗ ΙΣΧΥΟΣ Α.Ε.Π.Ο. ΓΙΑ ΤΟ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟ ΙΠΠΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΙΠΠΟΔΡΟΜΟ ΑΘΗΝΩΝ]

ΑΔΑ: ΒΛΛΟΗ-Π99 Α Α: ΕΠΕΙΓΟΝ. Αθήνα, 1 Οκτωβρίου 2013 ΠΟΛ. 1225

ΣτΕ 2456/2012. των: α)... και β)..., κατοίκων..., οι οποίοι παρέστησαν με το δικηγόρο Σ. Σδούκο (Α.Μ. 9900), που τον διόρισαν με πληρεξούσιο,

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα Αριθμός απόφασης: 6647 Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΑΘΗΝΑ, ΑΡΙΘΜ. ΠΡΩΤ.: Π1/273 Α Α : 4AΛ1Φ-0 ΠΡΟΣ : Ως Πίνακας ιανοµής

Καλλιθέα ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ Αριθμός απόφασης: 2326

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ Ε.15 Αθήνα, 30/5/2007 Αριθ. Πρωτ. Δ17γ/01/85/ΦΝ 439

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 59 /2015

του Δήμου Μυκόνου Νομού Κυκλάδων, ο οποίος παρέστη με το δικηγόρο Σπυρίδωνα Λάβδα (Α.Μ. 61 Δ.Σ. Σύρου), που τον διόρισε με πληρεξούσιο,

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL)

ΠΟΛ /09/ Παροχή οδηγιών για την

Αριθμός 287/2011 (αριθ. έκθ. κατ. δικογράφου: /ΕΜ / ) ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 58/2017

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 16. ΘΕΜΑ: Αποδοχή της υπ'αριθμ. 363/2002 Γνωμοδότησης του ΑΤμήματος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

I.Απευθείας ανάθεση των υπηρεσιών για τη «σύνταξη Σχεδίου Δράσης. Ενεργειακής Απόδοσης (ΣΔΕΑ) δημοτικών κτιρίων του Δήμου Ναυπακτίας»

Απόφαση 210 / 2018 (Α1, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Αριθμός 210/2018 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α1' Πολιτικό Τμήμα

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4609/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 37/2016

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΔΙΚΑΙΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΛΟΓΩ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΛΟΓΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ, ΣΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ.

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΣτΕ 1865/2002. του... ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Κ. Μπουρνόζο (Α.Μ. 151), που τον διόρισε στο ακροατήριο,

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL)

Το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι ο όρος περί υποχρέωσης των ημεδαπών. εργοληπτικών επιχειρήσεων να συμπεριλάβουν, επί ποινή αποκλεισμού,

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ. Αθήνα, 14 Νοεμβρίου 2017 ΠΟΛ:1172. ΠΡΟΣ Ως Π.Δ.

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Σελίδα 1 από 5 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΔΗΜΟΥ ΑΓΙΑΣ. ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ από το πρακτικό της 10 ης / τακτικής συνεδρίασης της Οικονομικής Επιτροπής

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ Καλλιθέα, ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ

ΑΡΧΗ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ. 6 ο ΚΛΙΜΑΚΙΟ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Transcript:

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΕ.ΧΩ..Ε. Εγκύκλιος 30 ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜ. ΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ ΓΕΝ. /ΝΣΗ ΙΟΙΚΗΣΗΣ & ΠΡΟΓ/ΤΟΣ /ΝΣΗ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΣΥΝΤ/ΣΜΟΥ & ΚΩ /ΣΗΣ ( 17) ΤΜΗΜΑ : α Ταχ. /νση Χαρ. Τρικούπη 182 Ταχ. Κώδ. 10178 ΘΕΜΑ: Τήρηση προθεσμιών ΑΠΕ και ΠΚΤΜΝΕ στην εκτέλεση των δημοσίων έργων. Αθήνα, 22-11-2004 Αρ.Πρωτ. 17α/07/116/ΦΝ 294 για την έγκριση λογαριασμών, Σας κοινοποιούμε την απόφαση αρ. 8/22.9.04 του Ανωτάτου Ειδικού ικαστηρίου (Α.Ε..) η οποία ερμηνεύοντας τις διατάξεις του άρθρου 7 παρ. 1 του ν.δ. 1266/72 (στα πλαίσια άρσης αμφισβήτησης που δημιούργησαν αντίθετες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Αρείου Πάγου) δέχτηκε ότι «...Η διευθύνουσα υπηρεσία υποχρεούται μέσα σε ένα μήνα από την υποβολή εκ μέρους του αναδόχου του έργου της πιστοποίησης να προβεί στην έγκριση της, γιατί διαφορετικά, αν η ανωτέρω μηνιαία προθεσμία παρέλθει άπρακτη θεωρείται η πιστοποίηση που υποβλήθηκε εγκεκριμένη», «...τυχόν δε μεταγενεστέρως γενόμενη έγκριση της είναι τυπική επιβεβαιώνουσα απλώς τη με την πάροδο της προθεσμίας χωρήσασα έγκριση της υποβληθείσας πιστοποίησης. Η διευθύνουσα υπηρεσία δεν δύναται πλέον να τροποποιήσει την ήδη αυτοδικαίως με την πάροδο του μήνα από την υποβολή της εγκριθείσα πιστοποίηση, διότι εκδιδόμενη αναρμοδίως κατά χρόνο είναι παράνομη». εδομένου ότι οι σχετικές διατάξεις του ισχύοντος δικαίου (άρθρο 5 παρ. 10 του ν. 1418/84) έχουν όμοιο περιεχόμενο με αυτές του ν.δ. 1266/72 και οι αποφάσεις του ΑΕ είναι αμετάκλητες και υποχρεωτικές για οποιοδήποτε δικαστήριο επιληφθεί μελλοντικά με την ερμηνεία των παραπάνω διατάξεων, εφιστάται η προσοχή των υπηρεσιών που κατασκευάζουν δημόσια έργα στην πιστή τήρηση όλων των σχετικών διατάξεων.

Ειδικότερα επιβάλλεται ο έλεγχος και η διόρθωση των λογαριασμών να διενεργείται μέσα στην προβλεπόμενη μηνιαία προθεσμία και σε περίπτωση που περιέχουν ασάφειες ή ανακρίβειες που καθιστούν δυσχερή τη διόρθωση να επιστρέφονται οπωσδήποτε στον ανάδοχο για ανασύνταξη και επανυποβολή (άρθρο 40 π.δ/τος 609/85). Σε αντίθετη περίπτωση όχι μόνο θα θεωρούνται, μετά την παρέλευση της προθεσμίας, αυτοδίκαια εγκριθέντες αλλά δεν θα υπάρχει πλέον δυνατότητα διόρθωσης τους με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος. Τέλος, με αφορμή τα παραπάνω επισημαίνεται ότι υποχρέωση απαρέγκλιτης τήρησης υφίσταται για όλες τις προθεσμίες που προβλέπονται από τη νομοθεσία των δημοσίων έργων και οποιαδήποτε σχετική αμέλεια συνιστά πειθαρχικό αδίκημα των εμπλεκομένων υπαλλήλων. Συγκεκριμένα υπενθυμίζουμε την (νομολογιακά προσδιορισμένη) τρίμηνη προθεσμία έγκρισης υποβληθέντων Ανακεφαλαιωτικών Πινάκων Εργασιών (Α.Π.Ε.) και Πρωτοκόλλων Κανονισμού Τιμών Μονάδας Νέων Εργασιών (ΠΚΤΜΝΕ), μετά την πάροδο της οποίας θεωρείται ότι εγκρίθηκαν αυτοδίκαια (Αποφάσεις Συμβουλίου Επικρατείας αρ. 619/03, 1674/97,1921/93, 472/92, 3305/97). Παρακαλούμε όλοι οι αρμόδιοι υπάλληλοι των υπηρεσιών σας να λάβουν γνώση της εγκυκλίου αυτής. ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ 1. Γραφείο Υπουργού ΠΕΧΩ Ε Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ 2. Γραφείο Υφυπουργού ΠΕΧΩ Ε, κ.θ. Ξανθόπουλου Γ.ΤΡΥΦΩΝΙ ΗΣ 3. Γραφείο Γεν. Γραμματέα της ΓΓ Ε 4. Γραφείο Γεν. Γραμματέα της ΓΓΣ Ε ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ 5. Γραφεία Γεν. /ντών της ΓΓ Ε Η ΤΜΗΜΑΤΑΡΧΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ 6. /νση 17(10) Γ. ΠΑΡ

Aριθμός 8/2004 Το Ανώτατο Ειδικό ικαστήριο (κατά το άρθρο 100 του Συντάγματος) Συγκροτήθηκε από τους ικαστές, Χρίστο Γ Συμβουλίου της Επικρατείας ως Πρόεδρο, Γεώργ Αρείου Πάγου, Ευστάθιο Ροντογιάννη, Αντιπρό Συνεδρίου, (κωλυομένου του Προέδρου και τ Αντιπροέδρων), Νικόλαο Σκλία, ημήτριο Μπριόλ μέλος (κωλυομένου του τακτικού Αθανασίας Τσαμ Επικρατείας, Κωνσταντίνο Βαρδαβάκη, Αρεοπαγίτ Ιωάννη Μαντζουράνη, Σύμβουλοι της Επικρατείας, Εισηγητή, Ιωάννη Βερέτσο, Γεώργιο Βούλγαρη, Αρε Καλαβρό, Καθηγητή της Νομικής Σχολής Πα (κωλυομένου του τακτικού Νικολάου Σκανδάμη), Αν Αλεξίου, Καθηγήτρια Νομικής Σχολής Πανεπιστη μέλη και το Γραμματέα Μιχαήλ Καλαντζή, Προϊστ Γραμματείας του Συμβουλίου της Επικρατείας. Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 21 δικάσει την παρακάτω υπόθεση μεταξύ των : ΑΙΤΟΥΣΑ : Ανώνυμος Εταιρείας με την επωνυμία εδρεύει στην Αθήνα, η οποία παραστάθηκε δια δικηγόρου Σπυρίδων Νικολάου (Α.Μ. ΣΑ 13500). ΚΑΘΗΣ Η ΑΙΤΗΣΗ : ημοτικής Επιχείρησης Ύδρε Ρόδου (.Ε.Υ.Α.Ρ.), που εδρεύει στην Ρόδο, η οποία πληρεξουσίων της δικηγόρων α) Χαράλαμπο Χρ 11855) και β) Βασίλειο Παπαγεωργίου (Α.Μ. ΣΑ 11 ΠΑΡΕΜΒΑΙΝΟΝΤΟΣ : Σωματείου με την επ Σύνδεσμος Ανωνύμων Τεχνικών Εταιρειών και Ετ Ευθύνης», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπ παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου του δικηγόρου (Α.Μ. ΣΑ 13272)

Η αιτούσα με την από 22 Οκτωβρίου 2003 αίτηση της ενώπιον του Ανωτάτου Ειδικού ικαστηρίου, που κατέθεσε κατά νόμο στο Γραμματέα του, με αριθμό 10/23-10-2003, ζήτησε όσα αναφέρονται στο αιτητικό της. Η εκδίκαση της υποθέσεως άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Ρωμύλου Κεδίκογλου, Αρεοπαγίτη. Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τους πληρεξούσιους δικηγόρους των διαδίκων, οι οποίοι ανέπτυξαν και προφορικά τις προτάσεις τους. Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα Σκέφθηκε κατά νόμο. 1. Επειδή κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 100 παρ. 1 περ. ε του Συντάγματος και 6 περ. ε' και 48 παρ. 1 του Κώδικα περί του Ανωτάτου Ειδικού ικαστηρίου, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Ν. 345/1976, ιδρύεται η δικαιοδοσία του Ανωτάτου Ειδικού ικαστηρίου ως προς την άρση αμφισβητήσεως για την έννοια τυπικού νόμου, όταν τα ανώτατα δικαστήρια που εξέδωσαν τις αντίθετες αποφάσεις αντιμετώπισαν και επέλυσαν το ίδιο νομικό ζήτημα, ερμηνεύοντας τις ίδιες διατάξεις τυπικού νόμου και όχι διαφορετικές ή σε συνδυασμό με διαφορετικές το καθένα διατάξεις (ΑΕ 7 και 12/1999), Με την κρινόμενη αίτηση διώκεται η άρση της αμφισβήτησης που δημιουργήθηκε από τις αντίθετες αποφάσεις 1434/1999 του Συμβουλίου της Επικρατείας και 1272/2003 του Αρείου Πάγου υπέρ της ερμηνείας που δόθηκε με την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, καθ όσον αφορά την έννοια τυπικού νόμου, ήτοι των διατάξεων του άρθρου 7 παρ. 1 του Ν 1266/1972. Επομένως, η αίτηση αυτή που ασκήθηκε εμπροθέσμως, δηλαδή εντός της κατά το άρθρο 46 παρ. 1 του εν λόγω κώδικα προθεσμίας των ενενήντα ημερών από τη δημοσίευση της τελευταίας των αποφάσεων αυτών, είναι παραδεκτή, αφού η αιτούσα υπήρξε διάδικος στη δίκη ενώπιον του Αρείου Πάγου και έχει προς τούτο έννομο συμφέρον και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω, δεδομένου ότι έγιναν νομοτύπως και εμπροθέσμως και οι κοινοποιήσεις που προβλέπονται από τα άρθρα 10 παρ. 2, 46 παρ. 2, 45 και 47 του ίδιου Κώδικα. Η αναφορά, εξάλλου στην απόφαση του Αρείου Πάγου και άλλων διατάξεων έγινε προς αιτιολόγηση του πορίσματος, στο οποίο κατέληξε το δικαστήριο εκείνο και δεν δημιουργεί απαράδεκτο της κρινόμενης αίτησης, διότι το κρίσιμο νομικό ζήτημα των εννόμων συνεπειών της παρόδου απράκτου της μηνιαίας προθεσμίας του άρθρου 7 παρ. 1 του ν.δ.1266/1972 είναι ταυτόσημο. 2. Επειδή, με την από 6.4.2004 πρόσθετη παρέμβαση υπέρ της αιτούσας του σωματείου με την επωνυμία «Πανελλήνιος Σύνδεσμος-Ανωνύμων Τεχνικών Εταιρειών και Εταιρειών Περιορισμένης Ευθύνης» ζητείται η παραδοχή της αίτησης και η άρση της αμφισβήτησης ως προς

Aριθμός 8/2004 την έννοια τυπικού νόμου (άρθρο 7 παρ.1 Ν 1266/1972) υπέρ της ερμηνείας την οποία δέχθηκε η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, επικαλούμενο ως έννομο συμφέρον ότι είναι συνδικαλιστικό όργανο των περισσοτέρων ανώνυμων τεχνικών εταιρειών, που είναι εργολήπτες δημοσίων έργων, όπως και η αιτούσα. Η πρόσθετη αυτή παρέμβαση, η οποία ασκείται κατ άρθρο 13 παρ. 1 του κώδικα που αναφέρεται στην προηγούμενη σκέψη, είναι παραδεκτή, κατά την κρατήσασα γνώμη στο δικαστήριο αυτό, δεδομένου ότι η απόφαση του ικαστηρίου αυτού ισχύει έναντι όλων και η ερμηνεία που θα δοθεί στην επίδικη διάταξη ενδιαφέρει έντονα τα μέλη του παρεμβαίνοντος σωματείου, αφού είναι κρίσιμη για τα συμφέροντά τους. Κατά τη γνώμη όμως των μελών του ικαστηρίου Ευστάθιου Ροντογιάννη, Κων/νου Βαρδαβάκη, Ιωάννη Μαντζουράνη και Ρωμύλου Κεδίκογλου, έπρεπε η κρινόμενη πρόσθετη παρέμβαση αυτή να απορριφθεί ως απαράδεκτη, γιατί το επικαλούμενο έννομο συμφέρον από το προσθέτως παρεμβαίνον σωματείο δεν είναι άμεσο. 3. Επειδή, με τις διατάξεις του άρθρου 7 παρ. 1 του Ν 1266/1972 ορίζονται τα εξής : «Η πληρωμή εις τον ανάδοχο του έργου γίνεται τμηματικώς κατά την διάρκειαν της κατασκευής του έργου βάσει πιστοποιήσεως των εκτελεσθεισών εργασιών. Αι πιστοποιήσεις συντάσσονται παρά του αναδόχου του έργου κατά χρονικά διαστήματα καθοριζόμενα εν τη συμβάσει, αι δε βάσει αυτών πληρωμαί ενεργούνται παρά του κυρίου του έργου, μετ έλεγχον και επισημειωματικήν έγκρισιν της διευθυνούσης υπηρεσίας, εντός μηνός από της υποβολής των. Εάν η πληρωμή καθυστερήσει πέραν του μηνός από της λήξεως της προσθεσμίας, καθ ην ώφειλε να πραγματοποιηθή άνευ υπαιτιότητος του αναδόχου του έργου, ούτος δικαιούται τόκου υπερημερίας επί των καθυστερουμένων ποσών.» Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο των αναφερόμενων στην αίτηση αποφάσεων, το Συμβούλιο της Επικρατείας με την 1434/1999 απόφασή του, που εκδόθηκε επί αιτήσεως αναιρέσεως του Βασιλείου Καρυωτάκη κατά των Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και ημοσίων Έργων και Λιμενικού Ταμείου ωδεκανήσου, ερμηνεύοντας την ανωτέρω διάταξη του άρθρου 7 παρ. 1 Ν 1266/1972, έκρινε ότι απ αυτήν συνάγεται ότι η διευθύνουσα υπηρεσία υποχρεούται εντός μηνός από της υποβολής εκ μέρους του αναδόχου του έργου πιστοποιήσεως όπως προβεί στην έγκριση της πιστοποίησης αυτής, διότι, άλλως εάν η ανωτέρω μηνιαία προθεσμία παρέλθει άπρακτος, η υποβληθείσα πιστοποίηση θεωρείται, με την πάροδο της προθεσμίας αυτής, εγκεκριμένη, τυχόν δε μεταγενεστέρως γενόμενη έγκρισή της είναι τυπική, επιβεβαιώνουσα απλώς τη με την πάροδο της προθεσμίας χωρήσασα έγκριση της υποβληθείσας πιστοποίησης. Η διευθύνουσα υπηρεσία δεν δύναται πλέον να τροποποιήσει την ήδη αυτοδικαίως με την πάροδο του μήνα από την υποβολή της εγκριθείσα πιστοποίηση, διότι εκδιδόμενη αναρμοδίως κατά χρόνο είναι παράνομη και ως εκ τούτου ακυρωτέα. Εξάλλου, ο Άρειος Πάγος με την 1272/2003 απόφασή του, που εκδόθηκε επί αιτήσεως αναιρέσεως της ημοτικής Επιχείρησης Ύδρευσης και Αποχέτευσης Ρόδου (.Ε.Υ.Α.Ρ.), ήδη καθής η αίτηση, κατά της αιτούσας ΕΡΤΕΚΑ ΑΕ, αποφάνθηκε, ότι η διευθύνουσα υπηρεσία υποχρεούται, μετά την υποβολή της πιστοποιήσεως κατασκευής εργασιών από τον ανάδοχο του έργου, να προβεί σε επισημειωματική έγκριση εντός της μηνιαίας προθεσμίας, ύστερα από τον προσήκοντα έλεγχο και στη συνέχεια να δώσει εντολή πληρωμής του αναδόχου. Αν όμως η διευθύνουσα υπηρεσία παραλείψει να προβεί μέσα στη νόμιμη προθεσμία του μηνός στην έγκριση της πιστοποιήσεως, θεωρείται ότι έτσι σιωπηρώς αρνείται να προβεί στην έγκριση αυτή, οπότε ο ανάδοχος υποχρεούται να ασκήσει εντός της νόμιμης προθεσμίας την οικεία προσφυγή, ώστε να παραχθεί με την παραδοχή της προσφυγής, η εκ μέρους του κυρίου του έργου έγκριση της πιστοποίησης. Σε περίπτωση δε που ο ανάδοχος του έργου αδρανήσει, οι απαιτήσεις του από την πιστοποίηση αυτήν αποσβήνονται. Από τα παραπάνω προκύπτει, ότι οι αντίθετες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Αρείου Πάγου ερμήνευσαν τις διατάξεις του άρθρου 7 παρ. 1 Ν 1266/1972 υπό τις αυτές προϋποθέσεις και το νομικό ζήτημα που αντιμετώπισαν ήταν ταυτόσημο. Κατά συνέπεια ο ισχυρισμός της καθής η αίτηση ότι συνέτρεχε διαφορετικό ζήτημα και ότι υπό άλλες πραγματικές προϋποθέσεις ερμηνεύτηκε ο τυπικός νόμος αυτός, ώστε να μην υφίσταται περίπτωση άρσεως αμφισβήτησης, είναι απορριπτέος ως

αβάσιμος, αφού και στις δύο περιπτώσεις τέθηκε ως δεδομένο, το μεν η από τον εργολάβο υποβολή στη διευθύνουσα υπηρεσία πιστοποιήσεων εκτελεσθεισών εργασιών προς έγκριση και πληρωμή, το δε η άπρακτη πάροδος της ως άνω μηνιαίας προθεσμίας,. Ενόψει των ανωτέρω ανακύπτει ζήτημα άρσεως αμφισβητήσεως ως προς την έννοια της διατάξεως του άρθρου 7 παρ. 1 του ν.δ. 1266/1972, που είναι εφαρμοστέο στην περίπτωση αυτή βάσει του χρόνου διενέργειας του διαγωνισμού, μετά τον οποίο καταρτίστηκε η σύμβαση (15.2.1985). Κατά την κρατήσασα γνώμη στο δικαστήριο αυτό, από τις προπαρατεθείσες διατάξεις του άρθρου 7 παρ. 1 του ν. 1266/1972 συνάγεται ότι ο χρόνος της εκ μέρους της διευθύνουσας υπηρεσίας εγκρίσεως της πιστοποίησης έχει ιδιαίτερη σημασία με έννομες συνέπειες και η διευθύνουσα υπηρεσία υποχρεούται μέσα σε ένα μήνα από την υποβολή εκ μέρους του αναδόχου του έργου της πιστοποίησης να προβεί στην έγκρισή της, γιατί διαφορετικά, αν η ανωτέρω μηνιαία προθεσμία παρέλθει άπρακτη θεωρείται η πιστοποίηση που υποβλήθηκε εγκεκριμένη. Επομένως, πρέπει να γίνουν δεκτές η αίτηση και η πρόσθετη παρέμβαση, ως βάσιμες και στην ουσία και να αρθεί η επίδικη αμφισβήτηση υπέρ της αποφάσεως του Συμβουλίου της Επικρατείας. Αν και, κατά τη γνώμη των μελών του ικαστηρίου Γεωργίου Κάπου και

Ιωάννη Βερέτσου, η ορθή ερμηνεία της επίμαχης διάταξης είναι η ακόλουθη: H διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 7 εισάγει υποχρέωση του κυρίου του έργου για τμηματική πληρωμή της αμοιβής του αναδόχου εντός μηνός από της υποβολής της πιστοποιήσεως, ρυθμίζει δε συγχρόνως τις συνέπειες της μη εμπρόθεσμης πληρωμής, που είναι : α) η υποχρέωση καταβολής τόκου αν η καθυστέρηση δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα του αναδόχου, β) το δικαίωμα του αναδόχου να διακόψει τις εργασίες μετά από έγγραφη γνωστοποίηση και γ) η αξίωση διαλύσεως της συμβάσεως, αν η καθυστέρηση της πληρωμής συνεχίζεται επί δίμηνο μετά τη γνωστοποίηση αυτή. Η πρόβλεψη δε της ίδιας διατάξεως ότι η πληρωμή της πιστοποιήσεως γίνεται «μετ έλεγχον και επισημειωματικήν έγκρισιν της διευθύνουσας υπηρεσίας» δεν αξιώνεται ως αναγκαίος όρος της ως άνω πληρωμής, αφού, και αν ρητώς ο κύριος του έργου αρνηθεί την έγκριση εντός της μηνιαίας προθεσμίας πληρωμής, οι προαναφερθείσες συνέπειες επέρχονται ως απότοκοι της υποβολής της πιστοποιήσεως και της μη πληρωμής αυτής εντός μηνός. Τούτο άλλωστε προκύπτει και απο τις συμπληρωματικές του άρθρου αυτού διατάξεις των άρθρων 50 και 51 του Πρ. /τος 475/1976, που εκδόθηκε κατ εξουσιοδότηση του άρθρου 19 παρ. 2 του άνω ν.δ. 1266/1972, τα οποία προβλέπουν τη διαδικασία των κατά το άρθρο 7 του ν δ/τος αυτού πιστοποιήσεων και πληρωμών. Ορίζουν δε, πλην άλλων, οι διατάξεις αυτές ότι : α) η διευθύνουσα υπηρεσία υποχρεούται, μετά τον προσήκοντα έλεγχο των στοιχείων που συνοδεύουν την πιστοποίηση και την ενδεχόμενη διόρθωση, να προβεί σε έγκριση και εν συνεχεία σύνταξη εντολής πληρωμής του αναδόχου εντός μηνός, β) σε περίπτωση ανακριβούς επιμετρήσεως ή πιστοποιήσεως σε βαθμό που δεν είναι δυνατή η διόρθωση, η διευθύνουσα υπηρεσία παραγγέλλει την ανασύνταξη και επανυποβολή, οπότε η μηνιαία προθεσμία πληρωμής αρχίζει από την επανυποβολή και γ) οι κατά τη διάρκεια της εκτελέσεως των εργασιών εκδιδόμενες εντολές πληρωμής αποτελούν πάντοτε καταβολές έναντι του εργολαβικού ανταλλάγματος. Τις γενόμενες δε κατά το άρθρο 7 του άνω ν.δ/τος 1266/1972 επιμετρήσεις, που συνοδεύουν τις πιστοποιήσεις, ακολουθούν τελικές επιμετρήσεις και τελικός συνοπτικός επιμετρητικός πίνακας (άρθρο 49 του άνω πρ. /τος). Ενόψει τούτων η παράλειψη της εγκρίσεως της πιστοποιήσεως εντός της μηνιαίας προθεσμίας, αυτή καθ εαυτή, δεν επάγεται ιδιαίτερες ένννομες συνέπειες πέραν των ως άνω προβλεπομένων για τη μη πληρωμή εντός της μηνιαίας προθεσμίας και συνεπώς ούτε θεωρείται ως εγκεκριμένη η πιστοποίηση όπως κρίθηκε με την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, ούτε η παράλειψη θεωρείται ως σιωπηρή άρνηση εγκρίσεως που σε περίπτωση αδράνειας στην άσκηση προσφυγής επάγεται την απόσβεση των αξιώσεων εκ της πιστοποιήσεως, όπως κρίθηκε με την απόφαση του Αρείου Πάγου. Επειδή το δικαστήριο, εκτιμώντας τις περιστάσεις της υπόθεσης, κρίνει ότι δεν πρέπει να επιβάλλει δικαστική δαπάνη υπέρ του αιτούντος και του προσθέτως παρεμβαίνοντος (άρθρο 22 παρ. 3 κώδικα ΑΕ ) ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ έχεται την κρινόμενη αίτηση και την πρόσθετη παρέμβαση. Αίρει την αμφισβήτηση που ανέκυψε από τις αποφάσεις 1434/1999 του Συμβουλίου της Επικρατείας και 1272/2003 του Αρείου Πάγου, ως προς την έννοια των διατάξεων του άρθρου 7 παρ. 1 Ν 1266/1972, υπέρ της ερμηνείας που δόθηκε από την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας. Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 5 Μαίου 2004 και δημοσιεύθηκε σε δημόσια στο ακροατήριο συνεδρίαση στις 22 Σεπτεμβρίου 2004 Ο Πρόεδρος Ο Γραμματέας Χρίστος Γεραρής Μιχαήλ Καλαντζής