Declaration on freedom of political debate in the media Greek version* ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ιακήρυξη για την Ελευθερία του Πολιτικού ιαλόγου στα Μέσα (Υιοθετήθηκε από την Επιτροπή Υπουργών στις 12.2.2004 στην 872 η συνάντηση των Αναπληρωτών Υπουργών) * The official Council of Europe versions are English and French. This version is the sole responsibility of the translator.
2 Η Επιτροπή Υπουργών του Συµβουλίου της Ευρώπης. Μετά από 50 και πλέον χρόνια αφότου άνοιξε για υπογραφή από τα κράτη-µέλη η Σύµβαση για την Προστασία των Ανθρωπίνων ικαιωµάτων και Θεµελιωδών Ελευθεριών, εφεξής αναφερόµενη ως «η Σύµβαση», που αποτελεί το υπέρτατο όργανο σ όλη την Ευρώπη για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωµάτων που καταγράφονται σ αυτήν. Θεωρώντας ότι ο στόχος του Συµβουλίου της Ευρώπης είναι η επίτευξη µεγαλύτερης ενότητας ανάµεσα στα µέλη του µε σκοπό τη διασφάλιση και την επίτευξη των ιδανικών και αρχών που ενυπάρχουν στην κοινή τους κληρονοµιά. Υπενθυµίζοντας τη δέσµευση όλων των κρατών-µελών στις θεµελιώδεις αξίες της πλουραλιστικής δηµοκρατίας, σεβασµό των ανθρωπίνων δικαιωµάτων και το κράτος δικαίου, όπως επιβεβαιώθηκαν από τους επικεφαλής κρατών και κυβερνήσεων στη εύτερη ιάσκεψη Κορυφής στο Στρασβούργο στις 11 Οκτωβρίου 1997. Επιβεβαιώνοντας ότι το θεµελιώδες δικαίωµα της ελευθερίας της έκφρασης και πληροφόρησης, όπως διασφαλίζεται στο Αρθρο 10 της Σύµβασης, συνιστά ένα από τα βασικά θεµέλια µιας δηµοκρατικής κοινωνίας και ένα από τους βασικούς όρους για την πρόοδο και ανάπτυξη κάθε ατόµου, όπως εκφράζεται και στη ιακήρυξη της για την Ελευθέρια της Έκφρασης και Πληροφόρησης του 1982. Κάνοντας αναφορά στη ιακήρυξη για την πολιτική για τα µέσα του αύριο που υιοθετήθηκε κατά την 6 η Ευρωπαϊκή Υπουργική ιάσκεψη για την Πολιτική των ΜΜΕ στην Κρακοβία στις 15 και 16 Ιούνιου 2000. Υπενθυµίζοντας το Ψήφισµά της 74(26) για το δικαίωµα απάντησης θέση του ατόµου σε σχέση µε τον τύπο και τη Σύσταση της Αρ. R(99) 15 για µέτρα που αφορούν την κάλυψη των εκλογικών εκστρατειών από τα µέσα. Υπενθυµίζοντας, επίσης, τη Σύστασή της Αρ. R(97)20 για «λόγο του µίσους-hate speech» και τονίζοντας ότι ο πολιτικός διάλογος δεν περιλαµβάνει την ελευθερία να εκφράζονται ρατσιστικές γνώµες ή γνώµες που συνιστούν προτροπή σε µίσος, ξενοφοβία, αντισεµιτισµό και όλες τις µορφές µισαλλοδοξίας. Έχοντας υπόψη το Ψήφισµα 1165(1998) της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης για το δικαίωµα στην ιδιωτική ζωή. Επαναβεβαιώνοντας, την προεξέχουσα σηµασία της ελευθερίας της έκφρασης και πληροφόρησης, ειδικότερα µέσω ελεύθερων και ανεξάρτητων µέσων, για την εγγύηση του δικαιώµατος του κοινού να πληροφορείται για θέµατα δηµοσίου ενδιαφέροντος και να ασκεί δηµόσιο έλεγχο στις δηµόσιες και πολιτικές υποθέσεις, που είναι απαραίτητες για τη δηµοκρατική κοινωνία, χωρίς προκατάληψη στους εθνικούς κανόνες των κρατών µελών, που αφορούν το καθεστώς και την ευθύνη των δηµόσιων αξιωµατούχων. Υπενθυµίζοντας ότι η άσκηση της ελευθερίας της έκφρασης ενέχει καθήκοντα και υποχρεώσεις, που οι επαγγελµατίες των µέσων πρέπει να έχουν υπόψη, και ότι δυνατό νόµιµα να περιοριστεί για να διατηρηθεί η ισορροπία µεταξύ της άσκησης αυτού του δικαιώµατος
3 και του σεβασµού για άλλα θεµελιώδη δικαιώµατα, ελευθερίες και συµφέροντα που προστατεύονται από τη Σύµβαση. Έχοντας συνείδηση, ότι τα φυσικά πρόσωπα που είναι υποψήφιοι ή έχουν εκλεγεί ή έχουν αφυπηρετήσει από πολιτικά σώµατα, διατηρούν πολιτικό θώκο σε τοπικό, περιφερειακό, εθνικό ή διεθνές επίπεδο ή ασκούν πολιτική επιρροή, εφεξής αναφερόµενα ως «πολιτικά πρόσωπα», όπως και φυσικά πρόσωπα που κατέχουν δηµόσιο αξίωµα στα πιο πάνω επίπεδα, εφεξής αναφερόµενα ως «δηµόσιοι αξιωµατούχοι», απολαµβάνουν θεµελιώδη δικαιώµατα που δυνατό να θίγονται από τη διανοµή πληροφόρησης και γνωµών γι αυτά στα µέσα. Έχοντας συνείδηση ότι µερικά εθνικά νοµικά συστήµατα παρέχουν ακόµη νοµικά προνόµια σε πολιτικά πρόσωπα ή δηµόσιους αξιωµατούχους εναντίον της διανοµής πληροφόρησης όπως εγγυάται το Άρθρο 10 της Σύµβασης. Έχοντας συνείδηση ότι το δικαίωµα για την άσκηση δηµοσίου ελέγχου για δηµόσιες υποθέσεις δυνατό να περιλαµβάνει τη διανοµή πληροφόρησης και γνωµών για άτοµα που δεν είναι πολιτικά πρόσωπα ή δηµόσιοι αξιωµατούχοι. Καλεί τα κράτη µέλη να διανέµουν ευρέως αυτή τη ιακήρυξη, όπου χρειάζεται συνοδευόµενη από µετάφραση, και να τη θέσει υπόψη, ιδιαιτέρως, πολιτικών σωµάτων, δηµοσίων αρχών και της δικαστικής εξουσίας όπως επίσης να τη διαθέσουν στους δηµοσιογράφους, τα µέσα και τις επαγγελµατικές τους οργανώσεις. Επισύρει ιδιαίτερα την προσοχή στις ακόλουθες αρχές που αφορούν τη διανοµή της πληροφόρησης και γνωµών από τα µέσα για τα πολιτικά πρόσωπα και τους δηµόσιους αξιωµατούχους: Ι. Ελευθερία έκφρασης και πληροφόρησης στα µέσα Η πλουραλιστική δηµοκρατία και η ελευθερία του πολιτικού διαλόγου απαιτούν όπως το κοινό πληροφορείται για θέµατα δηµοσίου ενδιαφέροντος, που περιλαµβάνουν το δικαίωµα των µέσων να διανέµουν αρνητική πληροφόρηση και κριτικές γνώµες για τα πολιτικά πρόσωπα και τους δηµόσιους αξιωµατούχους, όπως και το δικαίωµα του κοινού να τις πληροφορείται. ΙΙ. Ελευθερία για άσκηση κριτικής στο κράτος και τους δηµόσιους θεσµούς Το κράτος, η κυβέρνηση ή οποιοσδήποτε θεσµός του εκτελεστικού, νοµοθετικού ή δικαστικού κλάδου δυνατό να καταστεί αντικείµενο κριτικής στα µέσα. Λόγω της εξέχουσας θέσης τους, αυτοί οι ίδιοι οι θεσµοί δεν θα πρέπει να προστατεύονται από τις πρόνοιες του ποινικού δικαίου έναντι δυσφηµιστικών ή προσβλητικών δηλώσεων. Όπου, όµως, αυτοί οι θεσµοί απολάβουν τέτοιας προστασίας, αυτή η προστασία θα πρέπει να εφαρµόζεται µε περιοριστικό τρόπο, αποφεύγοντας σε κάθε περίπτωση τη χρήση της για περιορισµό της ελευθερίας για άσκηση κριτικής. Άτοµα που αντιπροσωπεύουν αυτούς τους θεσµούς παραµένουν επιπρόσθετα προστατευµένα ως άτοµα.
4 ΙΙΙ. ηµόσιος διάλογος και έλεγχος πολιτικών προσώπων Πολιτικά πρόσωπα έχουν αποφασίσει να απευθυνθούν στην εµπιστοσύνη του κοινού και αποδέχτηκαν να εµπλέξουν εαυτούς στον πολιτικό διάλογο και, συνεπώς, υπόκεινται σε δηµόσιο έλεγχο και δυνητικά σε έντονη και δριµεία δηµόσια κριτική στα µέσα για τον τρόπο που έχουν επιτελέσει ή επιτελούν τα καθήκοντά τους. ΙV. ηµόσιος έλεγχος δηµόσιων αξιωµατούχων ηµόσιοι αξιωµατούχοι πρέπει να αποδέχονται ότι θα υπόκεινται σε δηµόσιο έλεγχο και κριτική, ιδιαίτερα στα µέσα, για τον τρόπο που έχουν επιτελέσει ή επιτελούν τα καθήκοντα τους, στο βαθµό που αυτό είναι απαραίτητο για τη διασφάλιση της διαφάνειας και της υπεύθυνης άσκησης των καθηκόντων τους. V. Ελευθερία του σατιρίζειν Το χιούµορ και η σάτιρα, όπως προστατεύονται στο Άρθρο 10 της Σύµβασης, επιτρέπουν ένα ευρύτερο βαθµό υπερβολής και ακόµα πρόκλησης, εφόσον το κοινό δεν παραπλανείται για τα γεγονότα. VI. Φήµη πολιτικών προσώπων και δηµόσιων αξιωµατούχων Πολιτικά πρόσωπα δεν θα πρέπει να απολάβουν µεγαλύτερης προστασίας της φήµης τους και άλλων δικαιωµάτων από άλλα άτοµα, και έτσι δεν θα πρέπει να επιβάλλονται πιο αυστηρές ποινές στον εθνικό νόµο εναντίον των µέσων όταν τα τελευταία ασκούν κριτική σε πολιτικά πρόσωπα. Αυτή η αρχή ισχύει, επίσης, και για τους δηµόσιους αξιωµατούχους αποκλίσεις θα πρέπει να επιτρέπονται µόνο όπου αυτό είναι αυστηρά απαραίτητο για να δώσει τη δυνατότητα σε δηµόσιους αξιωµατούχους να ασκήσουν τα καθήκοντά τους κατά τον κατάλληλο τρόπο. VII. Ιδιωτική ζωή πολιτικών προσώπων και δηµόσιων αξιωµατούχων Η ιδιωτική ζωή και η οικογενειακή ζωή πολιτικών προσώπων και δηµόσιων αξιωµατούχων θα πρέπει να προστατεύεται από δηµοσιεύµατα στα µέσα σύµφωνα µε το Άρθρο 8 της Σύµβασης. Όµως, πληροφόρηση για την ιδιωτική τους ζωή δυνατό να διανέµεται όταν είναι άµεσου δηµόσιου ενδιαφέροντος για τον τρόπο που έχουν επιτελέσει ή επιτελούν τα καθήκοντα τους, ενώ λαµβάνεται υπόψη η ανάγκη για αποφυγή αχρείαστης ζηµιάς σε τρίτα µέρη. Όπου πολιτικά πρόσωπα και δηµόσιοι αξιωµατούχοι προκαλούν το δηµόσιο ενδιαφέρον σε µέρη της ιδιωτικής τους ζωής, τα µέσα έχουν το δικαίωµα να υποβάλουν αυτά τα µέρη σε δηµόσιο έλεγχο. VII. Θεραπεία έναντι παραβάσεων από τα µέσα Πολιτικά πρόσωπα και δηµόσιοι αξιωµατούχοι θα πρέπει να έχουν µόνο πρόσβαση σ εκείνες τις νοµικές θεραπείες εναντίον των µέσων που ιδιώτες διαθέτουν σε περίπτωση παραβάσεων των δικαιωµάτων τους από τα µέσα. Ζηµιές και πρόστιµα για δυσφήµηση ή προσβολή πρέπει να έχουν λογική σχέση αναλογικότητας µε την παραβίαση των δικαιωµάτων ή της φήµης άλλων, λαµβάνοντας υπόψη οποιεσδήποτε δυνατές αποτελεσµατικές και επαρκείς εθελοντικές θεραπείες που έχουν παραχωρηθεί από τα µέσα και έχουν γίνει αποδεκτές από τα θιγέντα πρόσωπα. υσφήµιση ή προσβολή από τα µέσα δεν θα πρέπει να οδηγεί σε
5 φυλάκιση, εκτός όταν η σοβαρότητα της παράβασης των δικαιωµάτων ή της φήµης άλλων την καθιστά αυστηρά απαραίτητη και αναλογική τιµωρία, ιδιαίτερα όπου άλλα θεµελιώδη δικαιώµατα έχουν σοβαρά παραβιαστεί µε δυσφηµιστικές ή προσβλητικές δηλώσεις στα µέσα όπως είναι «ο λόγος του µίσους-hate speech.