ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Ἔτι ὅσα μέν φύσει ἡμῖν παραγίνεται, τάς δυνάμεις τούτων πρότερον κομιζόμεθα, ὕστερον δέ τάς ἐνεργείας ποδίδομεν ὅπερ ἐπί τ ν α σθ σεων δ ον ο γάρ ἐκ τοῦ πο άκις δεῖν ἤ πο άκις κοῦσαι τάς α σθ σεις ἐ άβομεν, νάπα ιν ἔχοντες ἐχρησάμεθα, ο χρησάμενοι ἔσχομεν τάς δ ρετάς αμβάνομεν ἐνεργ σαντες πρότερον, σπερ καί ἐπί τ ν ων τεχν ν ἅ γάρ δεῖ μαθόντας ποιεῖν, ταῦτα ποιοῦντες μανθάνομεν, οἷον ο κοδομοῦντες ο κοδόμοι γίνονται καί κιθαρίζοντες κιθαρισταί οὕτω δ καί τά μέν δίκαια πράττοντες δίκαιοι γινόμεθα, τά δέ σώφρονα σώφρονες, τά δ' νδρεῖα νδρεῖοι. Δεῖ δέ μ μόνον οὕτως ε πεῖν, ὅτι ἕξις, ά καί ποία τις. Ῥητέον οὖν ὅτι πᾶσα ρετ, οὗ ν ᾖ ρετ, α τό τε εὖ ἔχον ποτε εῖ καί τό ἔργον α τοῦ εὖ ποδίδωσιν, οἷον ἡ τοῦ ὀφθα μοῦ ρετ τόν τε ὀφθα μόν σπουδαῖον ποιεῖ καί τό ἔργον α τοῦ τ γάρ τοῦ ὀφθα μοῦ ρετ εὖ ὁρ μεν.ὁμοίως ἡ τοῦ ἵππου ρετ ἵππον τε σπουδαῖον ποιεῖ καί γαθόν δραμεῖν καί ἐνεγκεῖν τόν ἐπιβάτην καί μεῖναι τούς πο εμίους. Ε δ τοῦτ ἐπί πάντων οὕτως ἔχει, καί ἡ τοῦ νθρώπου ρετ εἴη ν ἡ ἕξις φ ἧς γαθός νθρωπος γίνεται καί φ ἧς εὖ τό ἑαυτοῦ ἔργον ποδώσει. Π ς δέ τοῦτ ἔσται,... ὧδ ἔσται φανερόν, ἐάν θεωρ σωμεν ποία τίς ἐστιν ἡ φύσις α τ ς. ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ Ηθικά Νικομάχεια, b1,4 και b6,1-4) 1. Να μεταφράσετε το απόσπασμα : «Ἔτι ὅσα καί ποία τις.»: Μονάδες 10 2. Ποιο ταν το κύριο έργο του Αριστοτέ η στην Ακαδημία και ποια η σχέση του με τους ά ους ; Μονάδες 10
3. «τάς δυνάμεις τάς ἐνεργείας» : α Ο Αριστοτέ ης συχνά χρησιμοποιεί τους όρους «δύναμις» και «ἐνέργεια». Να εξηγ σετε το περιεχόμενο αυτών των εννοιών. Ποια από τις δύο έχει μεγα ύτερη αξία για το Σταγειρίτη φι όσοφο; Μονάδες 6 β Να δείξετε πώς ο φι όσοφος χρησιμοποιεί στην επιχειρηματο ογία της ενότητας το παραπάνω αντιθετικό ζεύγος. Μονάδες 6 4. Με βάση το απόσπασμα «δεῖ ποδώσει» να αναφέρετε την ειδοποιό διαφορά που διαχωρίζει τις αρετές από τις ά ες έξεις σύμφωνα με τον Αριστοτέ η. Μονάδες 8 5. Στο πρώτο απόσπασμα ο Αριστοτέ ης διακρίνει τα χαρακτηριστικά που έχουμε φύσει με αυτά που αποκτούμε «ἐξ ἔθους»,χρησιμοποιώντας ως παράδειγμα την όραση «ο γάρ ἐκ τοῦ δεῖν».όταν στο δεύτερο απόσπασμα αναφέρεται στην αρετ του ματιού, πιστεύετε ότι αντιφάσκει; Να αιτιο ογ σετε την άποψ σας. Μονάδες 10 6. α Να γράψετε μία του άχιστον έξη του κειμένου που να έχει ετυμο ογικ συγγένεια με τις ακό ουθες έξεις της νέας ε ηνικ ς: δωρεά, ύποπτος, ανδροπρεπ ς, σπουδαστ ς, άφαντος, σχο είο. Μονάδες 6 β ο κοδόμοι, ποδίδομεν, ἐπιβάτην, ποτε εῖ. Να ανα ύσετε τις παραπάνω έξεις στα συνθετικά τους.
ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Ἐ θὼν δὲ ηὗρον στάσεως τὰ περὶ Διονύσιον μεστὰ σύμπαντα ἤμυνον μὲν οὖν κάθ ὅσον ἠδυνάμην, μηνὶ δὲ ἴσως τετάρτῳ Δίωνα Διονύσιος α τιώμενος ἐπιβου εύειν τ τυραννίδι, σμικρὸν ε ς π οῖον ἐμβιβάσας, ἐξέβα εν τίμως οἱ δὴ Δίωνος τὸ μετὰ τοῦτο πάντες φί οι ἐφοβούμεθα περὶ δ ἐμοῦ δι θε όγος τις ἐν Συρακούσαις, ὡς τεθνεὼς εἴην ὑπὸ Διονυσίου ὡς πάντων τ ν γεγονότων αἴτιος. Ὁ δὲ α σθανόμενος πάντας ἡμᾶς οὕτω διατεθέντας, φοβούμενος μὴ μεῖζον ἐκ τ ν φόβων γένοιτό τι, ἐμὲ παρεμυθεῖτό τε καὶ θαρρεῖν διεκε εύετο καὶ ἐδεῖτο πάντως μένειν. Π άτωνος ἐπιστο ὴ Ζ, c, 329 ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ 1. Να μεταγραφεί στα νέα ε ηνικά το παραπάνω απόσπασμα. Μονάδες 20 2.α δι θε, ἐδεῖτο: να γραφεί το β ενικό υποτακτικ ς και προστακτικ ς του ενεστώτα της ίδιας φων ς. β σμικρόν, φί οι: να γραφούν οι αντίστοιχοι τύποι του υπερθετικού βαθμού. Μονάδες 2 γ Να γραφεί η γενικ και δοτικ του ά ου αριθμού των παρακάτω τύπων του κειμένου η αντωνυμία και το επίθετο στο γένος τους : σύμπαντα, μηνί, τυραννίδι, τι. 3.α ὡς τεθνεὼς εἴην ὑπὸ Διονυσίου : να γραφεί η ίδια φράση στην ενεργητικ διάθεση. Μονάδες 2 β γένοιτο: να σχο ιαστεί η πρόταση στην οποία αν κει το ρ μα είδος, ειτουργία, εκφορά. γ Να συνταχθούν οι παρακάτω έξεις του κειμένου:στάσεως, μηνί, ὑπό Διονυσίου, διατεθέντας.
ΛΥΣΕΙΣ: ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ 1. Ακόμα δε όσες ιδιότητες υπάρχουν σε μας από τη φύση πρώτα παίρνουμε τις δυνατότητες αυτών και ύστερα προχωρούμε στις αντίστοιχες ενέργειες πράγμα το οποίο είναι φανερό στην περίπτωση των αισθ σεων. διότι δεν αποκτ σαμε τις αισθ σεις επειδ είδαμε πο ές φορές ακούσαμε πο ές φορές, α ά αντίθετα έχοντάς τις κάναμε χρ ση τους, δεν τις αποκτ σαμε έχοντας κάνει και ξανακάνει χρ ση τους. τις αρετές όμως τις αποκτούμε αφού πρώτα τις ασκ σουμε, όπως βέβαια συμβαίνει και στις ά ες τέχνες. διότι όσα πρέπει να κάνουμε, αφού τα μάθουμε, τα μαθαίνουμε κάνοντάς τα, όπως για παράδειγμα γίνονται οικοδόμοι με το να οικοδομούν και κιθαριστές με το να παίζουν κιθάρα. με τον ίδιο τρόπο γινόμαστε δίκαιοι κάνοντας δίκαιες πράξεις, σώφρονες με το να επιτε ούμε σώφρονα έργα και ανδρείοι με το να κάνουμε ανδραγαθ ματα. Δεν πρέπει οιπόν μόνο να πούμε γενικά ότι η αρετ είναι έξη, α ά και τι ογ ς έξη. 2. ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΕΛ 141 «Είκοσι χρόνια η α θεια;» 3. α Ο όρος «δύναμις» περικ είει τη σημασία του «δυνάμει» και τη σημασία της δραστηριότητας. «Δύναμις» είναι η δυνατότητα που έχει ένα πράγμα ένα ον να γίνει να κάνει κάτι. Ο όρος «ἐνέργεια» είναι η πραγμάτωση της δυνατότητας δυνάμεως που έχει ένα πράγμα ένα ον, η ικανότητα καταβο ς προσπάθειας. Είναι θεμε ιώδης στη φι οσοφία του Αριστοτέ η η διάκριση - συχνά αντιθετικ των ενοιών «δύναμις» και «ἐνέργεια». Γενικά ο Αριστοτέ ης θεωρεί ότι η δεύτερη έχει μεγα ύτερη αξία από την πρώτη. Αυτό συμβαίνει διότι ό,τι δίνεται από τη φύση είναι έξω από τον έ εγχο του ανθρώπου. άρα αυτό που μετράει είναι το να αποκτ σει ο άνθρωπος τη συν θεια των αρετών, να μετατρέψει δη αδ κάτι που δεν είναι έμφυτο και υπάρχει δυνάμει σε ενέργεια. Αξίζει να ειπωθεί ότι στο κείμενο ο Αριστοτέ ης συνδέει «τάς δυνάμεις» με το «πρότερον» και «τάς ἐνεργείας» με το «ὕστερον» εννοώντας ότι «αἱ δυνάμεις» έχουν χρονικ μόνο προτεραιότητα έναντι των «ἐνεργει ν» β Το ανιθετικό ζεύγος «δύναμις ἐνέργεια» ο Αριστοτέ ης το
χρησιμοποιεί ως ένα ακόμη επιχείρημα για την άποψη του ότι «ο δεμία τ ν ἠθικ ν ρετ ν φύσει ἡμῖν ἐγγίνεται». Για να κατα ξει στο συμπέρασμα αυτό ο φι όσοφος στηρίζεται στον εξ ς συ ογισμό: α. Σε όσα έχουμε εκ φύσεως η «δύναμις» προηγείται χρονικά και έπεται η «ἐνέργεια» «Ἔτι ὅσα ποδίδομεν». β Τις αρετές τις αποκτούμε αφού ενεργ σουμε «τάς δ πρότερον». Για την πρώτη προκείμενη χρησιμοποιεί ως παράδειγμα τις αισθ σεις, τις οποίες βέβαια τις έχουμε ευθύς εξαρχ ς και τις ενεργοποιούμε στη συνέχεια ««ὅπερ ἔσχομεν» Για τη δεύτερη προκείμενη χρησιμοποιεί την ανα ογία με τις τέχνες «σπερ κιθαρισταὶ». Επιστρατεύεται και πά ι το παράδειγμα του οικοδόμου,του κιθαριστ, και ανα ογικά του δίκαιου,του σώφρονα, του ανδρείου, για να ισχυροποιηθούν τα εγόμενά του. Η επιχειρηματο ογία οιπόν του Αριστοτέ η, δομημένη με τη βο θεια της αντίθεσης, της ανα ογίας και των παραδειγμάτων, οδηγεί αβίαστα στο συμπέρασμά του. 4. Ο Αριστοτέ ης στην αρχ του αποσπάσματος έχει δη κατα ξει στο συμπέρασμα ότι η αρετ έιναι έξη «Δεῖ.. ἕξις» Αφού οιπόν έχει ορίσει το γένος της αρετ ς, τώρα πια θέτει το ερώτημα τι είδους έξη είναι η αρετ, ποια δη αδ είναι η ειδοποιός διαφορά της «ὰ καὶ ποία τὶς» αφού, εφόσον η έξη είναι αποτέ εσμα όμοιων ενεργειών, η ποιότητά της εξαρτάται από την ποιότητα των ενεργειών. μπορεί οιπόν να είναι αξιό ογη α ά και ανάξια όγου. Η απάντηση είναι ότι αρετ κάθε πράγματος είναι εκείνη η έξη που κάνει αφενός το ίδιο το πράγμα τέ ειο και αφετέρου το έργο του αποτε εσματικό, εκτε εσμένο με τον σωστό τρόπο «Ῥητέον ποδίδωσιν». Η αριστοτε ικ αρετ έχει εδώ ευρύ περιεχόμενο και μπορεί να αποδίδεται ακόμα και σε ζώα πράγματα. Η τεκμηρίωση της θέσης του στηρίζεται και εδώ σε δύο παραδείγματα αρετ ματιού και ίππου- «οἷον πο εμίους». Παρομοίως ορίζεται και η ανθρώπινη αρετ : είναι η έξη εκείνη που κάνει τον άνθρωπο κα ό και τον βοηθά να εκτε έσει σωστά το έργο για το οποίο είναι προορισμένος «καὶ ἡ τοῦ νθρώπου ποδώσει». Χαρακτηριστικ είναι η επανά ηψη του επιρρ ματος «εὖ» και του επiθέτου «γαθὸς» στο απόσπασμα, αφού τονίζει τα δύο κύρια στοιχεία της αρετ ς: τις συνέπειές της στο υποκείμενό της
και στο έργο του. 5. Στο πρώτο απόσπασμα ο φι όσοφος, προκειμένου να επιχειρητο ογ σει υπέρ του ότι οι ηθικές αρετές δεν υπάρχουν εκ φύσεως α ά είναι αποτέ εσμα των ενεργειών μας, αναφέρει πως σε ό,τι έχουμε από τη φύση μας πρώτα παίρνουμε τις δυνατότητες αυτών και ύστερα ενεργούμε «ἔτι ὅσα ποδίδομεν». Ως παράδειγμα για τη θέση του αυτ αναφέρει τις αισθ σεις και μά ιστα την όραση και την ακο «ο γὰρ ἐ άβομεν». Στο σημείο αυτό προσεγγίζει την έννοια «αρετ» με το ηθικό της περιεχόμενο και αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίο αποκτώνται οι αισθ σεις «νάπα ιν ἔσχομεν» για να καταδείξει την αντίθεση μεταξύ των δυνάμεων και των ενεργειών. Στο δεύτερο απόσπασμα, προσεγγίζοντας τον ορισμό της αρετ ς και εστιάζοντας στην ειδοποιό διαφορά της έξης που είναι αρετ, δίνει ευρύ περιεχόμενο στον όρο, αφού η αρετ μπορεί να αποδίδεται ακόμα και σε ζώα πράγματα. Τα παραδείγματα και εδώ ενισχύουν το συ ογισμό του, και η αρετ του ματιού είναι ένα από αυτά. Είναι όμως προφανές ότι εδώ ο φι όσοφος αναφέρεται στην οξύτητα της όρασης, στη θετική δηλαδή ικανότητα του οφθαλμού και όχι απ ώς στην απόκτηση της αίσθησης. Συνεπώς αντίφαση δεν υπάρχει. 6. Α δωρεά: ποδίδομεν ά ες: ποδίδωσιν, ποδώσει ύποπτος: δεῖν ά ες: ὀφθα μόν,ὀφθα μοῦ,ὁρ μεν ανδροπρεπ ς: νδρεία ά η: νδρεῖοι σπουδαστ ς: σπουδαῖον άφαντος:φανερόν σχο είο:ἔχοντες ά ες: ἔσχομεν,ἕξις, ἔχον, ἔχει Β ο κοδόμοι: οἶκος + δομέωποδίδομεν: πὸ + δίδωμι ἐπιβάτην: ἐπὶ + βαίνω ποτε εῖ: πὸ + τε έω -
ΑΔΙΔΑΚΤΟ 1. Όταν θα οιπόν, βρ κα σε μεγά η πο ιτικ αναταραχ ό α όσα αφορούσαν το Διονύσιο. βοηθούσα οιπόν όσο μπορούσα, τον τέταρτο όμως ίσως μ να ο Διονύσιος εξόρισε το Δίωνα με ατιμωτικό τρόπο, αφού τον επιβίβασε σε μικρό π οίο, κατηγορώντας τον ότι επιβου εύεται την τυραννίδα. ό οι οι φί οι βέβαια του Δίωνα φοβόμασταν τα μετά απ αυτό :τα. επακό ουθα για εμένα δε, διαδόθηκε κάποια φ μη στις Συρακούσες ότι τάχα είχα θανατωθεί από το Διονύσιο, ως υπαίτιος ό ων όσων είχαν γίνει. Αυτός όμως, επειδ αντι αμβανόταν ότι ό οι μας βρισκόμασταν σε τέτοια κατάσταση, επειδ φοβόταν μ πως συμβεί κάτι μεγα ύτερο εξαιτίας των φόβων μας, και με καθησύχαζε και με συμβού ευε να έχω θάρρος και με παρακα ούσε με κάθε τρόπο να παραμείνω. 2. α Υποτ.: διίῃς, δέῃ Προστ: δίιθι, δέου β σμικρόν: σμικρότατον ἥκιστα επίρρημα ἐ άχιστον φί οι: φι αίτατοι φί τατοι γ Γεν.: σύμπαντος - μην ν - τυραννίδων - τιν ν Δοτ.: σύμπαντι - μησί ν - τυραννίσι ν - τισί ν 3.α ὡς Διονύσιος πεκτονώς εἲη ἐμέ. β μ τι: δευτερεύουσα ονοματικ ενδοιαστικ πρόταση, που ειτουργεί ως αντικείμενο στη μετοχ «φοβούμενος». Εκφέρεται με ευκτικ του π αγίου όγου γένοιτο διότι ο ρηματικός τύπος εξάρτησης φοβούμενος είναι ιστορικού χρόνου αφού εξαρτάται από τα ρ ματα ιστορικού χρόνου «παρεμυθεῑτο», «διεκε εύετο», «ἐδεῑτο» και διότι εκφράζει φόβο στο παρε θόν κατά τη γνώμη του υποκειμένου. γ στάσεως: γενικ αντικειμενικ ως ετερόπτωτος ονοματικός προσδιορισμός στο «μεστά». μηνί: δοτικ ως επιρρηματικός προσδιορισμός του χρόνου στο
ρ μα «ἐξέβα εν». ὑπό Διονυσίου: εμπρόθετη γενικ ως επιρρηματικός προσδιορισμός του ποιητικού αιτίου στο ρ μα «τεθνεώς εἲην». διατεθέντας: κατηγορηματικ μετοχ που αναφέρεται στο «ἡμᾶς», αντικείμενο της μετοχ ς «α σθανόμενος», από την οποία και εξαρτάται.