ΘΕΜΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ : «ΤΑ ΕΞΩΤΕΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ» Φοιτήτρια : Μαράντου Χριστίνα Α.Μ. : 1340200100343



Σχετικά έγγραφα
ΝΟΜΟΣ ΥΠ ΑΡΙΘ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΣΤΟΝ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΌ ΤΟΜΕΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ / ΑΡ.ΦΥΛΛΟΥ 287 / 22 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 1999

ΕΛΕΝΗ Α. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ ρ.ν Ι Κ Η Γ Ο Ρ Ο Σ ΤΟ ΑΠΟΡΡΗΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΚΑΙ Η ΤΑΧΥ ΡΟΜΙΚΗ ΕΠΙΤΑΓΗ

ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΣΟΥ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥΤΙΜΑ!

Η γενική αρχή του σεβασµού και της προστασίας της ανθρώπινης αξίας

Πολιτική Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων

Δίκαιο Μ.Μ.Ε. Μάθημα 13: H προστασία των προσωπικών δεδομένων και ιδίως στο διαδίκτυο. Επικ. Καθηγητής Παναγιώτης Μαντζούφας Τμήμα Νομικής Α.Π.Θ.

ΑΠΟΦΑΣΗ αριθµ: 31/2018

ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Η ΑΡΣΗ ΤΟΥ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ 1. ΟΙ ΙΣΧΥΟΥΣΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΕ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΚΑΙ ΥΠΕΡΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ (ΔΙΕΘΝΕΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ)

Με το παρόν σας υποβάλουµε τις παρατηρήσεις της ΑΠ ΠΧ επί του σχεδίου κανονισµού της Α ΑΕ σχετικά µε τη διασφάλιση του απορρήτου των επικοινωνιών.

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/8841/ Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 66/2018

ΕΠΙΣΗΜΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΑΡΙΘ. L 024 της 30/01/1998 σ

ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΟ ΓΕΝΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ (GDPR) ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΟΔΟΝΤΙΑΤΡΩΝ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2180/ Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 42/2013

ΝΟΜΙΚΗ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΤΟΥ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ ΤΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ

Στοιχεία Υπεύθυνου Επεξεργασίας: Αρμόδια Υπηρεσία Επεξεργασίας: Στοιχεία Επικοινωνίας υπεύθυνου επεξεργασίας:

κινητής τηλεφωνίας και άλλες διατάξεις»

1. Ποια δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα συλλέγουμε και επεξεργαζόμαστε

Προσωπικά Δεδομένα. 2. Χρήσιμοι ορισμοί και επεξηγήσεις

ΔΗΛΩΣΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ

ΔΗΜΟΣΙΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ. για την προστασία Φυσικών Προσώπων έναντι της επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων τους

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/482/ Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 10/2014

1. Το απόρρητο των ηλεκτρονικών επικοινωνιών απαιτεί ειδική προστασία πέραν του ΓΚΠΔ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/5630/ Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 99/2013

Αντικείμενο της Πολιτικής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΑΡ. 1 /2005

Κατευθυντήριες οδηγίες σχετικά με την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων με σκοπό την επικοινωνία πολιτικού χαρακτήρα

ΝΟΜΟΣ 3471/2006 (ΦΕΚ 133/Α'/ )

«ΕΝ ΤΑΧΕΙ» ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ

Φάκελος Συμμόρφωσης της Διαθερμικής με τον Γενικό Κανονισμό Προστασίας Δεδομένων

ΕΡΓΑΣΙΑ 6 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΤΟ ΙΚΑΙΩΜΑ ΕΠΙ ΤΗΣ Ι ΙΑΣ ΕΙΚΟΝΑΣ ΤΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ

Τα προσωπικά σας δεδομένα ενδέχεται να συλλέγονται από εσάς προσωπικά ή από τρίτους εκ μέρους σας.

Ενημέρωση για τα προσωπικά δεδομένα σας

ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΕΚΧΩΡΗΣΗΣ ΟΝΟΜΑΤΩΝ ΧΩΡΟΥ (DOMAIN NAMES) ΜΕ ΚΑΤΑΛΗΞΗ.GR ή.

ΑΠΟΦΑΣΗ. Η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ),

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ. Θέµα: Η αρχή της ανθρώπινης αξίας ΒΑΣΙΛΙΚΗ. ΓΡΙΒΑ. ιδάσκων Καθηγητής: Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΟΥ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ

Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 26/2004

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/976/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 19/2013

Α Π Ο Φ Α Σ Η 115/2014

ΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

ΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ (ΓΚΠΔ) GENERAL DATA PROTECTION REGULATION 2016/679

Έννοια, ορισμοί, διαδικασίες

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

Α Π Ο Φ Α Σ Η 151/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 102/ 2017

Κωδικός: ΠΑ Έκδοση :1 Ημερ/νια: 16/5/2018 Σελίδα 1 από 7 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ. Με την παρούσα Πολιτική Απορρήτου θέλουμε να σας ενημερώσουμε:

Α Π Ο Φ Α Σ Η 147/2011

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4806/ Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 70/ 2017

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I. Γενικές διατάξεις. Άρθρο 1. Αντικείμενο και στόχοι

Α Π Ο Φ Α Σ Η 168/2011

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΓΕΝΙΚΗΣ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΗΣ ΑΕΕ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΟΔΗΓΙΕΣ

ΔΗΛΩΣΗ ΠΕΡΙ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ. Όνομα και στοιχεία επικοινωνίας του υπεύθυνου επεξεργασίας: Όνομα και στοιχεία επικοινωνίας του υπεύθυνου προστασίας δεδομένων:

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1859/ Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 22/ 2017

ΑΠΟΦΑΣΗ. Τροποποίηση του Κανονισμού Διαχείρισης και Εκχώρησης Ονομάτων Χώρου (Domain Names) με κατάληξη.gr ή.ελ» (ΦΕΚ 973/Α/2018).

Α Π Ο Φ Α Σ Η 75/2011

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1. Πράξη της Αρχής Διασφάλισης του. Απορρήτου των Επικοινωνιών (Α.Δ.Α.Ε.) για την επεξεργασία κλήσεων έκτακτης

ΝΟΜΟΣ 3471/2006 (ΦΕΚ 133/Α'/ )

Α Π Ο Φ Α Σ Η 156/2014

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ ΑΡΠΕΔΩΝ ΙΚΕ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 1/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 159/2012

Ολοκληρωμένες Υπηρεσίες Συμμόρφωσης στις Απαιτήσεις του Γενικού Κανονισμού για τα Προσωπικά Δεδομένα (GDPR)

Ενημέρωση για την προστασία προσωπικών δεδομένων Δήλωσης Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων και Χρήσεως Cookies

Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 10/2008

2. Τι είναι τα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα;

ΔΗΛΩΣΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

ΜΑΘΗΜΑ 8 ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ (LAW)

Απόρρητο Επικοινωνιών και Προστασία Προσωπικών εδοµένων

ΔΗΛΩΣΗ ΕΧΕΜΥΘΕΙΑΣ - ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1214/ Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 25 /2013

Δεδομένα ταυτοποίησης: Ονοματεπώνυμο, πατρώνυμο, Α.Δ.Τ., Α.Φ.Μ., ημερομηνία και τόπο γέννησης, ΑΜΚΑ.

Ο ΕΡΓΟΔΟΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΗΣ ΧΡΗΣΗΣ ΤΟΥ INTERNET

2. Για ποια σκοπό επεξεργαζόμαστε τα προσωπικά σας δεδομένα;

1. Κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που επεξεργάζεται η Εταιρεία και προέλευσή τους

ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΣ (Ιδιωτικότητα)

Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. προς την Επιτροπή Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας

ΝΟΜΟΣ 3471/2006 (ΦΕΚ 133/Α'/ )

Αθήνα 8/11/2013. Προς Τους Συλλόγους Εκπαιδευτικών Π.Ε. Θέμα: Χορήγηση προσωπικών στοιχείων μαθητών

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Δεδομένα ταυτοποίησης: Ονοματεπώνυμο, πατρώνυμο, Α.Δ.Τ., Α.Φ.Μ., ημερομηνία και τόπο γέννησης

Άρθρο 2: Νομική φύση του Κώδικα Δεοντολογίας- Σχέση Κώδικα με εθνική και κοινοτική νομοθεσία

ΟΡΟΙ & ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ Α. ΓΕΝΙΚΟΙ ΟΡΟΙ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/550-1/ Γ Ν Ω Μ Ο Ο Τ Η Σ Η ΑΡ. 1 /2018

ΜΑΘΗΜΑ: ΑΤΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: Α. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑ «ΤΑ ΕΞΩΤΕΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ»

Α Π Ο Φ Α Σ Η 53/2012

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ. Σχετικά µε την CORE INNOVATION 1 ΟΡΙΣΜΟΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Πολιτική Απορρήτου Ελληνικής Ουρολογικής Εταιρείας

Οδηγός προστασίας προσωπικών δεδομένων. SaaS ΕΚΤ Οδηγός προστασίας προσωπικών δεδομένων

Εισαγωγή. Υπεύθυνος Επεξεργασίας. Περιεχόμενα

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1052-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 53/2013

Δεδομένα ταυτοποίησης: Ονοματεπώνυμο, πατρώνυμο, Α.Δ.Τ., Α.Φ.Μ., ημερομηνία και τόπο γέννησης.

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/579-6/ Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 140 / 2017

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Ψήφισµα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά µε τα νοµικά επαγγέλµατα και το γενικό συµφέρον στην οµαλή λειτουργία των νοµικών συστηµάτων

Δικαιώματα Πνευματικής και Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας

Τι είναι ο GDPR (General Data Protection Regulation);

Transcript:

Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήµιο Αθηνών Σχολή Νοµικών, Οικονοµικών και Πολιτικών Επιστηµών Τµήµα Νοµικής, Τοµέας ηµοσίου ικαίου Μάθηµα : Εφαρµογές ηµοσίου ικαίου Υπεύθυνος ιδάσκων Καθηγητής: ηµητρόπουλος Ανδρέας ΘΕΜΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ : «ΤΑ ΕΞΩΤΕΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ» Φοιτήτρια : Μαράντου Χριστίνα Α.Μ. : 1340200100343 ΑΘΗΝΑ 2005-2006

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ - Εισαγωγή 3 Κεφάλαιο 1: Εννοια και προστασία της ιδιωτικής ζωής 4 α) Εννοια 4 β) Προστασία 5 Κεφάλαιο 2: Το δικαίωµα στο απόρρητο της επικοινωνίας 8 α) Επικοινωνία 8 β) Απόρρητο της επικοινωνίας 9 β.1. Προστασία 9 β.2. Φορείς 9 β.3. Αποδέκτες 10 Κεφάλαιο 3: Εξωτερικά στοιχεία του απορρήτου 11 Κεφάλαιο 4: Κατηγορίες εξωτερικών στοιχείων του απορρήτου 14 α) Αλληλογραφία 14 β) Τηλεφωνική επικοινωνία 14 γ) Τηλεγράφηµα 15 δ) Ταχυδροµική επιταγή 15 ε) Φαξ 15 στ) Εικονοτηλέφωνο 16 ζ) ιαδίκτυο 16 Κεφάλαιο 5: Προστασία εξωτερικών στοιχείων απορρήτου 18 α) Η προστασία του Ν. 2472/1997 19 β) Η προστασία στον τηλεπικοινωνιακό τοµέα 22 γ) Η προστασία στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες 29 δ) Ο ρόλος της Α ΑΕ 36 Κεφάλαιο 6: Προστασία εξωτερικών στοιχείων απορρήτου από ποινική νοµοθεσία. 37 Κεφάλαιο 7: Αρση εξωτερικού απορρήτου 39 - Αρση άδικου χαρακτήρα πράξης από 370 Α ΠΚ 39 Κεφάλαιο 8 : Η προστασία σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο 45 Γενικό Συµπέρασµα 47 Βιβλιογραφία 49 Νοµολογία 52 Αποφάσεις και Γνωµοδοτήσεις Αρχής Προσωπικών εδοµένων 52

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η αλµατώδης ανάπτυξη της τεχνολογίας εµφανίζεται ολοένα και πιο έντονη τα τελευταία χρόνια. Η ραγδαία εξέλιξή της έχει επηρεάσει όλους τους τοµείς της ιδιωτικής µας ζωής. Ένας πολύ σηµαντικός τοµέας της ιδιωτικής µας ζωής κι έκφανση της προσωπικότητάς µας που έχει επηρεαστεί ιδιαίτερα είναι η επικοινωνία µε τους συνανθρώπους µας, µε αποτέλεσµα να περιορίζεται. Η προσπάθεια να διαφυλαχθεί η επικοινωνία από παράνοµες εισβολές ενισχύθηκε µε την εισαγωγή του θεσµού του απορρήτου, το οποίο προστατεύει την µυστική εµπιστευτική επικοινωνία των µερών. Η επιθυµία και η συνταγµατική επιταγή µε το άρθρο 19 να διασφαλισθεί το απόρρητο αυτής παραβιάζεται µε σύγχρονα ψηφιακά συστήµατα που παρεισφρύουν σ αυτήν µε το χειρότερο τρόπο, εν αγνοία των µερών που επικοινωνούν. Αυτό έχει σαν αποτέλεσµα, κάποιοι να µαθαίνουν όχι µόνο το περιεχόµενο αλλά και τα εξωτερικά στοιχεία των µηνυµάτων της επικοινωνίας, που συνδέονται στενά µε την έννοια των προσωπικών δεδοµένων. Στο παρόν κείµενο γίνεται προσπάθεια να κατανοηθεί ο όρος εξωτερικά στοιχεία του απορρήτου σε παλιότερες και σύγχρονες µορφές επικοινωνίας, η σχέση τους µε τα προσωπικά δεδοµένα και κυρίως οι τρόποι προστασίας από προσβολές που υφίστανται. Παρουσιάζεται το εθνικό θεσµικό πλαίσιο που έχει δηµιουργηθεί, µε βάση το άρθρο 19 Σ, για την προστασία των εξωτερικών στοιχείων του απορρήτου και µαζί µ αυτό η προσπάθεια που έχει γίνει σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ο Έννοια και προστασία της ιδιωτικής ζωής α. Εννοια Με τον όρο «ιδιωτική ζωή» εννοούµε το µέρος της γενικότερης κοινωνικής ζωής του ανθρώπου, στο οποίο περιλαµβάνεται το σύνολο των ενεργειών του που αφορούν τον ίδιο και τον στενό του κύκλο. Είναι λοιπόν χώρος αποµόνωσης του ατόµου στον οποίο έχει δικαίωµα αυτοκαθορισµού και δικαίωµα αυτοδιάθεσης των πληροφοριών του. Έτσι, το ίδιο το άτοµο καθορίζει ποια απ τα στοιχεία που το αφορούν θα γίνουν γνωστά σε τρίτους και ποια θα παραµείνουν µυστικά. Επιπλέον, είναι αυτή η περιοχή στην οποία το άτοµο εκδηλώνει τα συναισθήµατά του, τις αντιλήψεις του, τις δραστηριότητές του, που καθορίζει τις σχέσεις µε τους συγγενείς και φίλους. Μέσα στον ευρύ κύκλο των θεµάτων του ιδιωτικού βίου υπάρχει µια στενότερη περιοχή, ένας πυρήνας θεµάτων τα οποία το άτοµο δικαιούνται να κρατήσει µυστικά και η οποία ονοµάζεται «σφαίρα του απορρήτου». Στη σφαίρα του απορρήτου της ιδιωτικής ζωής ανήκουν πχ η ερωτική ζωή, τα σωµατικά ελαττώµατα κλπ. Για να κατανοήσουµε καλύτερα την έννοια της ιδιωτικής ζωής την αντιδιαστέλλουµε µε τη δηµόσια, η οποία είναι προσιτή σε όλο το κοινωνικό σύνολο. Στην ιδιωτική µπαίνουν όρια απ το άτοµο, τα οποία θα πρέπει να γίνουν σεβαστά τόσο απ το κράτος όσο και απ τους ιδιώτες.

Η µεγάλη σηµασία του δικαιώµατος στην ιδιωτική ζωή έγκειται στο γεγονός ότι αποτελεί έµφανση του δικαιώµατος της προσωπικότητος που κατοχυρώνεται µε το άρθρο 5 παρ.1 Σ, καθώς είναι ένας απ τους τρόπους µε τον οποίο το άτοµο εκδηλώνει την προσωπικότητά του και προσδιορίζει το ίδιο τα όριά του. Η σύνδεση της ιδιωτικής ζωής µε την προσωπικότητα απορρέει και απ τη χαρακτηριστική αναφορά του βουλεύµατος του Εφετείου Θεσσαλονίκης 189/1981 κατά το οποίο : «.η φωνοληψία και οι υποκλοπές αποτελούν προσβολή της προσωπικότητας δηλαδή παραβίαση της περιοχής εκείνης που το άτοµο δικαιούται να παραµείνει απολύτως µόνο». Το ότι η προσπάθεια ορισµού της ιδιωτικής ζωής χαρακτηρίζεται από ελαστικότητα οφείλεται στη συνταγµατική προστασία της ιδιωτικής ζωής, η οποία δεν θα πρέπει να περιορίζεται µε την αναφορά ειδικότερων συνιστωσών της. β. Προστασία Η συνταγµατική κατοχύρωση του δικαιώµατος στην ιδιωτική ζωή πραγµατοποιήθηκε για πρώτη φορά µε το Σύνταγµα του 1975 και αποτέλεσε καινοτοµία σε εθνικό και παγκόσµιο επίπεδο (εξαίρεση το Σύνταγµα της Βενεζουέλας του 1961. Η προστασία της ιδιωτικής ζωής κατοχυρώνεται απ το Σύνταγµά µας, µε το άρθρο 9 παρ.1 και µε τη φράση: «Η ιδιωτική και οικογενειακή ζωή του ατόµου είναι απαραβίαστη». Ο όρος «απαραβίαστος» της ιδιωτικής ζωής σηµαίνει την απαγόρευση εισβολής στην ιδιωτική ζωή του ατόµου µε οποιονδήποτε τρόπο και αν γίνεται. Τα όρια της ιδιωτικής ζωής τα οποία έχει

προσδιορίσει το άτοµο δεν θα πρέπει να παραβιάζεται από κανέναν. Έτσι, µε τη συνταγµατική αυτή διάταξη απαγορεύεται γενικότερα η παρακολούθηση, η κατασκόπευση και ο έλεγχος της ιδιωτικής συµπεριφοράς. Σκοπός της θέσπισης του άρθρου αυτού αποτελεί το πλήθος των κινδύνων που απειλούν την ιδιωτική ζωή κυρίως µετά την ανάπτυξη της τεχνολογίας και την ολοένα και µεγαλύτερη εισβολή της στην ιδιωτική σφαίρα του ατόµου. Επιπλέον, δεν είναι λίγες οι φορές που η έννοµη τάξη επιτρέπει περιορισµούς στο απαραβίαστο της ιδιωτικής ζωής για να ικανοποιηθούν συµφέροντα που απολαµβάνουν συνταγµατικής προστασίας. Για παράδειγµα, τα πολιτικά πρόσωπα υποχρεούνται να υφίστανται περιορισµούς στην ιδιωτική τους ζωή όταν οι πολίτες ενδιαφέρονται να ενηµερωθούν γύρω απ τη ζωή και τις ιδιωτικές τους δραστηριότητες, γεγονός που για πολλούς αποτελεί στοιχείο ανάπτυξης της προσωπικότητάς τους, στην κοινωνική, οικονοµική και πολιτική ζωή της χώρας (άρθρο 5 παρ. 1 Σ). Παρ όλα αυτά ο καθένας έχει δικαίωµα αυτοδιάθεσης των πληροφοριών της ιδιωτικής του ζωής, ακόµα και αν είναι πρόσωπο που πολλά στοιχεία της προσωπικότητάς του εκτίθενται δηµόσια. Κατά την κρατούσα άποψη, το απαραβίαστο του δικαιώµατος στην ιδιωτική ζωή ισχύει έναντι όλων, δηλαδή έναντι κρατικής εξουσίας αλλά και ιδιωτών. Πρόκειται λοιπόν για ατοµικό δικαίωµα µε αµυντική λειτουργία, το οποίο σύµφωνα µε το άρθρο 25 παρ. 1 εδ γ Σ τριτενεργεί δηλαδή ισχύει και για τους ιδιώτες 1. Το αν το ατοµικό δικαίωµα ισχύει 1 Αντίθετα Α. Κατράνης, Η θεωρία της τριτενέργειας των δικαιωµάτων του ανθρώπου. Η γερµανική διδασκαλία και η δυνατότητα εφαρµογής της υπό το Ελληνικό Σύνταγµα του 1975, Το Σ, 1978, σελ. 265-266.

άµεσα για τους τρίτους (άµεση τριτενέργεια) ή αν απαιτείται η καθιέρωσή του µε ιδιωτικούς κανόνες (έµµεση τριτενέργεια), αποτελεί αντικείµενο διαφωνίας των νοµικών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ο Το δικαίωµα στο απόρρητο της επικοινωνίας α. Επικοινωνία Ένα απ τα στοιχεία της ιδιωτικής ζωής που επιπλέον την προσδιορίζουν αποτελεί η επικοινωνία του ατόµου µε τους γύρω του. Επικοινωνία είναι η ανθρώπινη δραστηριότητα κατά την οποία τα άτοµα έρχονται σε επαφή, σε συνεννόηση ανταλλάσσοντας πληροφορίες, απόψεις, ιδέες. Η επικοινωνία διακρίνεται σε άµεση και έµµεση. Άµεση είναι αυτή κατά την οποία τα άτοµα βρίσκονται αντιµέτωπα χωρίς να παρεµβάλλεται οποιοδήποτε µέσο µεταξύ τους. Έµµεση είναι αυτή στην οποία τα άτοµα βρίσκονται σε ικανή απόσταση και προκειµένου να συνεννοηθούν απαιτείται η παρεµβολή κάποιου επικοινωνιακού µέσου πχ επιστολής, τηλεφώνου κλπ. Απαραίτητη προϋπόθεση για να διεξάγεται η επικοινωνία µε σεβασµό στην αξία και την προσωπικότητα του ατόµου είναι να διεξάγεται χωρίς περιορισµούς και εµπόδια, να είναι ελεύθερη. Η ελεύθερη επικοινωνία συνίσταται στο να επικοινωνεί το άτοµο µε όποιο πρόσωπο επιθυµεί, χρησιµοποιώντας οποιοδήποτε µέσο επικοινωνίας και να επιλέγει αν το περιεχόµενο της επικοινωνίας θα παραµείνει µυστικό ή θ αποκαλυφθεί. Το δικαίωµα στην ελεύθερη επικοινωνία είναι µορφή πνευµατικής κίνησης του ατόµου.

β. Απόρρητο της επικοινωνίας Με δεδοµένο ότι η επικοινωνία αποτελεί ιδιαίτερη έκφανση της ιδιωτικής ζωής το απαραβίαστο της ιδιωτικής ζωής έχει σαν συνέπεια και το απαραβίαστο της επικοινωνίας 2. Εκείνο που ειδικότερα προστατεύεται στην επικοινωνία είναι το απόρρητο αυτής. β.1. Προστασία Το Σύνταγµα του 1844 διακήρυξε για πρώτη φορά ρητά ότι το απόρρητο των επιστολών είναι απαραβίαστο και η διάταξη αυτή µε την προσθήκη της λέξης «απολύτως» αναγράφηκε στη συνέχεια στα Συντάγµατα του 1864 και 1911. Το Σύνταγµα του 1926 περιέλαβε στα προστατευόµενα µέσα τα τηλεγραφήµατα και τα τηλεφωνήµατα ενώ του 1952 µε ευρύτερη διατύπωση περιέλαβε κάθε µέσο ανταπόκρισης. Σήµερα, το απόρρητο της επικοινωνίας προστατεύεται µε το άρθρο 19 παρ.1 Σ κατά το οποίο : «Το απόρρητο των επιστολών και της ελεύθερης ανταπόκρισης ή επικοινωνίας µε οποιονδήποτε άλλο τρόπο είναι απόλυτα απαραβίαστο». β.2. Φορείς Φορέας του δικαιώµατος στο απόρρητο της επικοινωνίας, είναι κάθε φυσικό πρόσωπο, είτε Ελληνας, είτε αλλοδαπός είτε και πρόσωπο χωρίς ιθαγένεια, καθώς δεν ορίζεται κάτι αντίθετο στο Σύνταγµα. 2 Αντίθετα Μάνεσης Αρ. θεωρεί ότι το δικαίωµα στο απόρρητο των ανταποκρίσεων είναι: «ατοµική ελευθερία που βρίσκεται στο µεταίχµιο περισσότερων της µιας ατοµικών ελευθεριών», Συνταγµατικά δικαιώµατα α, Ατοµικές ελευθερίες, γ εκδ. 1981, σελ. 232.

Επιπλέον φορείς του δικαιώµατος µπορεί να είναι και νοµικά πρόσωπα ιδιωτικού αλλά και δηµοσίου δικαίου. Παρά το γεγονός ότι θεωρείται ως ατοµικό δικαίωµα στρεφόµενο κατά της κρατικής εξουσίας, στη σύγχρονη εποχή είναι αδιαµφισβήτητο ότι και οι δηµόσιοι φορείς έχουν ανάγκη προστασίας από παρεµβάσεις 3. Τέλος, φορείς του δικαιώµατος µπορούν ν αποτελέσουν και ενώσεις προσώπων χωρίς νοµική προσωπικότητα όπως είναι τα πολιτικά κόµµατα. β.3. Αποδέκτες Με τη φράση «απόλυτα απαραβίαστο» το δικαίωµα διασφαλίζεται όχι µόνο έναντι της κρατικής εξουσίας αλλά και έναντι των ιδιωτών. εν είναι µόνο η κρατική εξουσία που προβαίνει σε παραβιάσεις αλλά και αρκετοί ιδιώτες. Για παράδειγµα τα τελευταία χρόνια παρατηρείται το φαινόµενο των υποκλοπών τηλεφωνικών συνδιαλέξεων από ιδιώτες. Έτσι το δικαίωµα στο απόρρητο της επικοινωνίας αναπτύσσει τριτενέργεια κατά το άρθρο 25 παρ.1 εδ γ Σ ανεξάρτητα αν αυτή είναι άµεση ή έµµεση. 3 Αντίθετα αγτόγλου, Ατοµικές Ελευθερίες, τοµ. Α, σελ. 353 επ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ο Εξωτερικά στοιχεία του απορρήτου Η επικοινωνία διαθέτει εσωτερική και εξωτερική πλευρά. Η εσωτερική αφορά στο περιεχόµενο του µηνύµατος της επικοινωνίας ενώ η εξωτερική αφορά στον τρόπο διενέργειας της επικοινωνίας. Η συνταγµατική του απορρήτου της επικοινωνίας είναι σίγουρο ότι περιλαµβάνει τα εσωτερικά στοιχεία της επικοινωνίας δηλαδή το περιεχόµενο του µηνύµατος. Με άλλα λόγια διασφαλίζει ότι αυτό που περιλαµβάνει το µήνυµα θα φτάσει στον παραλήπτη χωρίς να γνωστοποιηθεί σε τρίτους. Τα εσωτερικά στοιχεία της επικοινωνίας αποτελούν πτυχές της ιδιωτικής ζωής του ατόµου τις οποίες έχει δικαίωµα να κρατήσει απόλυτα µυστικές. Με τον όρο εξωτερικά στοιχεία του απορρήτου εννοούµε εµφανή στοιχεία της επικοινωνίας που µπορούν να διαπιστωθούν εύκολα απ τον καθένα. Είναι δεδοµένα που αφορούν τον τρόπο κίνησης της επικοινωνίας, το «εάν» και το «πώς» της επικοινωνίας. Τέτοια στοιχεία για παράδειγµα είναι το ονοµατεπώνυµο, η διεύθυνση, η ιδιότητα του αποστολέα ή του παραλήπτη, οι τηλεφωνικοί αριθµοί στην τηλεφωνία κ.α. Το αν στην προστασία του απορρήτου της επικοινωνίας περιλαµβάνονται και τα εξωτερικά στοιχεία του απορρήτου είναι αντικείµενο διαφωνίας. Από µια µεγάλη µερίδα της θεωρίας υποστηρίζεται ότι τα εξωτερικά στοιχεία του απορρήτου θα πρέπει ν αποτελέσουν αντικείµενο προστασίας για το λόγο ότι και αυτά αφορούν την ουσία της επικοινωνίας. Την άποψη αυτή ενστερνίζεται και η

απόφαση 40/1997 του Πληµµελειοδικείου Αθηνών στην οποία απαγορεύεται η παραβίαση του απορρήτου των τηλεφωνηµάτων και τηλεγραφηµάτων και ότι η απαγόρευση αφορά όχι µόνο το περιεχόµενο των µηνυµάτων αλλά και κάθε άσχετο µ αυτό γεγονός όπως το ονοµατεπώνυµο των µερών της επικοινωνίας, τη γλώσσα και το χρόνο της επικοινωνίας. Επιπλέον, και η νοµολογία της Ε Α, µε την απόφαση Malone, θεωρεί ότι τα εξωτερικά στοιχεία του απορρήτου χρήζουν συνταγµατικής προστασίας. Σύµφωνα µε την απόφαση θεωρήθηκε παραβίαση του απορρήτου και της ιδιωτικής ζωής, το γεγονός ότι οι βρετανικές αρχές χρησιµοποίησαν µε µέθοδο metering, δηλ. την καταγραφή όλων των αριθµών που καλεί συγκεκριµένη τηλεφωνική συσκευή, χωρίς τη συναίνεση του συνδροµητή για ν αποκαλύψουν την ταυτότητα κάποιων ανθρώπων. Θα πρέπει να σηµειωθεί ότι αυτό δεν γινόταν για λογιστικούς σκοπούς. Αντίθετη είναι η άποψη αυτών που υποστηρίζουν ότι τα εξωτερικά στοιχεία του απορρήτου δεν περιλαµβάνονται στη συνταγµατική προστασία 4. Με την άποψη αυτή εναρµονίζεται και το βούλευµα 3533/1999 του Πληµµελειοδικείου Αθηνών κατά το οποίο στο απόρρητο των επικοινωνιών δεν υπάγονται τα εξωτερικά στοιχεία της τηλεφωνικής επικοινωνίας. Έτσι, στην περίπτωση διακρίβωσης υπόπτου για ληστεία, το δικαστικό συµβούλιο είναι αρµόδιο για άρση ή µη του τηλεφωνικού απορρήτου και αυτό αφορά αποκλειστικά και µόνο το περιεχόµενο της επικοινωνίας. Κατά συνέπεια, δεν είναι ανάγκη να 4 Μάνεσης Αρ., Συνταγµατικά ικαιώµατα α Ατοµικές Ελευθερίες, γ έκδοση 1981, σελ. 238.

εφαρµοστεί συγκεκριµένη διαδικασία για την άρση του εξωτερικού απορρήτου. Ακόµη στην αµερικανική νοµολογία τα εξωτερικά στοιχεία του απορρήτου δεν προστατεύονται καθώς θεωρεί ότι είναι θεµιτό οι εταιρείες τηλεφώνου να κρατούν αρχεία όπου σηµειώνουν τους αριθµούς κλήσης και την ώρα επικοινωνίας των πελατών τους και να γνωστοποιούν τα στοιχεία αυτά στις ανακριτικές αρχές, χωρίς να παραβιάζεται έτσι το δικαίωµα στην ιδιωτική ζωή. Σύµφωνα µε την ορθότερη άποψη τα εξωτερικά στοιχεία του απορρήτου θα πρέπει να περιλαµβάνονται στην συνταγµατική προστασία του απορρήτου της επικοινωνίας, παρ όλο που η προστασία θα είναι λίγο διαφορετικά εξαιτίας της φύσης τους ως φανερά. Έτσι, η άρση των εξωτερικών στοιχείων του απορρήτου δεν θα γίνεται µε την ίδια διαδικασία που γίνεται η άρση του εσωτερικού απορρήτου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 ο Κατηγορίες εξωτερικών στοιχείων του απορρήτου Προκειµένου να κατανοήσουµε καλύτερα την έννοια των εξωτερικών στοιχείων του απορρήτου, σκόπιµη θα ήταν η αναφορά των εξωτερικών στοιχείων βασικών µορφών επικοινωνίας, τα οποία προστατεύονται συνταγµατικά από παραβιάσεις. α) Αλληλογραφία Μία απ τις βασικότερες µορφές επικοινωνίας αποτελεί η αλληλογραφία, ή µέσω επιστολών επικοινωνία των µερών. Η αλληλογραφία διενεργείται µέσω των ΕΛΤΑ. Στην αλληλογραφία τα εξωτερικά στοιχεία αποτελούν το ονοµατεπώνυµο, η διεύθυνση, το επάγγελµα του αποστολέα ή του παραλήπτη, ο τόπος και ο χρόνος αποστολής και παράδοσης, η συχνότητα της επικοινωνίας µε επιστολές και το είδος του αντικειµένου. Η παρακολούθηση της κίνησης της αλληλογραφίας για το αν ο παραλήπτης έλαβε ή όχι τις επιστολές αποτελεί προσβολή των εξωτερικών στοιχείων του απορρήτου. β) Τηλεφωνική Επικοινωνία Ακόµα µια µορφή επικοινωνίας συνιστά η τηλεφωνική επικοινωνία σταθερή ή κινητή που παρέχεται στην Ελλάδα από ΟΤΕ και ιδιωτικές εταιρείες. Τα εξωτερικά στοιχεία στην τηλεφωνική επικοινωνία είναι η ταυτότητα αυτών που επικοινωνούν, ο χρόνος

συνδιάλεξης, οι αριθµοί κλήσης γιατί και αυτά αποτελούν στοιχεία που σχετίζονται µε την ουσία της τηλεφωνικής επικοινωνίας 5. Επιπλέον, εξωτερικά στοιχεία αποτελούν η διεύθυνση των µερών, η διάρκεια της τηλεφωνικής συνδιάλεξης, τα δεδοµένα κίνησης και χρέωσης των συνδροµητών, ο τόπος και η γλώσσα της επικοινωνίας. γ) Τηλεγράφηµα Στα τηλεγραφήµατα, εξωτερικά στοιχεία πέρα απ την ταυτότητα αυτών που επικοινωνούν τηλεγραφικά, αποτελούν ο χρόνος επίδοσης ή λήψης του τηλεγραφήµατος. δ) Ταχυδροµική επιταγή Ταχυδροµική επιταγή είναι ειδικό έντυπο δελτίο µε το οποίο µεταβιβάζονται χρηµατικά ποσά διαµέσου ταχυδροµείου και η οποία εξαργυρώνεται. Ο αποστολέας της ταχυδροµικής επιταγής παίρνει απόδειξη υπογεγραµµένη από ταχυδροµικό υπάλληλο. Τα εξωτερικά στοιχεία του απορρήτου στην ταχυδροµική επιταγή είναι το ονοµατεπώνυµο αποστολέα παραλήπτη, η διεύθυνσή τους, το αναγραφόµενο ποσό, η ηµεροµηνία έκδοσης και πληρωµής της διαταγής. ε) Φαξ Το φαξ είναι ένα σύγχρονο µέσο επικοινωνίας το οποίο συνδυάζει δύο τρόπους επικοινωνίας : την αποστολή εγγράφων και την τηλεφωνική 5 Γεωργόπουλος Κων/νος, Συνταγµατικό ίκαιο, 12 η εκδ. 2001, σελ. 556.

σύνδεση. Ετσι, µε το φαξ διαβιβάζονται έγγραφα µέσω τηλεφωνικής σύνδεσης. Τα εξωτερικά στοιχεία του απορρήτου είναι ίδια µ αυτά της τηλεφωνικής επικοινωνίας, µε εξαίρεση το περιεχόµενο του εγγράφου που στο φαξ αποτελεί εξωτερικό στοιχείο καθώς είναι εµφανές σε όσους λαµβάνουν µέρος στην αποστολή και παραλαβή του. στ) Εικονοτηλέφωνο Το εικονοτηλέφωνο, είναι πρωτοποριακός τρόπος επικοινωνίας των τελευταίων χρόνων, στο οποίο τα µέρη επικοινωνούν τηλεφωνικά έχοντας ταυτόχρονα στην οθόνη τους και την εικόνα του συνοµιλητή τους. Πέρα απ τα υπόλοιπα εξωτερικά στοιχεία που ισχύουν για την τηλεφωνική επικοινωνία, εδώ εξωτερικό στοιχείο του απορρήτου αποτελεί και η εικόνα. ζ) ιαδίκτυτο Ο πιο σύγχρονος τρόπος επικοινωνίας είναι µέσω διαδικτύου. Στο διαδίκτυο υπάρχει η δυνατότητα ν ανταλλάσσουν οι χρήστες µέσω των Η/Υ τους µηνύµατα που περιέχουν προσωπικά τους δεδοµένα. Τα εξωτερικά στοιχεία του απορρήτου της επικοινωνίας στο διαδίκτυο σύµφωνα µε την Οδηγία 2002/58/ΕΚ «περί την επεξεργασία δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα και προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τοµέα της ηλεκτρονικής επικοινωνίας» και άρθρο 15 είναι : «πληροφορίες σχετικά µε το όνοµα, την αρίθµηση ή την διεύθυνση που παρέχει ο αποστολέας, τα δεδοµένα επίσης που αναφέρονται στη δροµολόγηση, τη διάρκεια, το χρόνο ή το µέγεθος µιας επικοινωνίας, το πρωτόκολλο που

χρησιµοποιείται, τη θέση του τερµατικού εξοπλισµού του ποµπού ή του δέκτη στο δίκτυο στη διάρκεια της σύνδεσης». Επιπλέον, επειδή ο συνηθέστερος τρόπος επικοινωνίας στο διαδίκτυο γίνεται µε µήνυµα µέσω e-mail (ηλεκτρονικό ταχυδροµείο), πρόσθετα εξωτερικά στοιχεία είναι το όνοµα που χρησιµοποιεί ο χρήστης (user name), ο κωδικός πρόσβασης (password), η διεύθυνση του ηλεκτρονικού ταχυδροµείου (email), η ηλεκτρονική διεύθυνση του υπολογιστή (ΙΡ), η εικόνα του χρήστη, η ηλεκτρονική υπογραφή του χρήστη. Ακόµη όσον αφορά στη δηµιουργία e-mail, ζητούνται απ το χρήστη του διαδικτύου ονοµατεπώνυµο, ΤΚ, τηλέφωνο, πόλη, χώρα. Αυτά αποτελούν εξωτερικά στοιχεία του απορρήτου και απαγορεύεται να χορηγηθούν σε τρίτους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 ο Προστασία εξωτερικών στοιχείων απορρήτου Η ραγδαία ανάπτυξη της ψηφιακής τεχνολογίας έχει οδηγήσει στην ολοένα αυξανόµενη χρήση ηλεκτρονικών µέσων επικοινωνίας. Το γεγονός αυτό έχει σαν συνέπεια την εισβολή αυτών των µέσων στην ιδιωτική ζωή του ατόµου µε αποτέλεσµα να την περιορίζει. Μ αυτόν τον τρόπο η κρατική αλλά και οποιαδήποτε ιδιωτική εξουσία µπορεί να εισέρχεται στην ιδιωτική σφαίρα του ατόµου και να την παραβιάζει συλλέγοντας πληροφορίες και αναιρώντας το δικαίωµα αυτοκαθορισµού της. Απ τη στιγµή που η ελεύθερη επικοινωνία αποτελεί έκφανση της ιδιωτικής ζωής, τέτοιου είδους εισβολές στην ιδιωτική ζωή µπορούν να παραβιάσουν και την µυστική επικοινωνία. Όπως είδαµε και πιο πάνω η συνταγµατική προστασία του απορρήτου της επικοινωνίας, που αποκρούει οποιαδήποτε παρεµβολή κράτους ή ιδιώτη στην εµπιστευτική επικοινωνία, περιλαµβάνει και τα εξωτερικά στοιχεία του απορρήτου κάθε µορφής επικοινωνίας. Απαγορεύεται λοιπόν η συλλογή, χρήση, επεξεργασία και εκµετάλλευση των εξωτερικών στοιχείων από οποιονδήποτε. Συγκεκριµένα, για την προστασία των εξωτερικών στοιχείων του απορρήτου έχει δηµιουργηθεί ένα ειδικό νοµικό πλαίσιο. Αυτό οφείλεται στο γεγονός κατ αρχήν ότι αυτά τα εξωτερικά στοιχεία συνδέονται στενά µε την έννοια των προσωπικών δεδοµένων. Σύµφωνα µε το άρθρο 2 του ν. 2472/1997 «δεδοµένα προσωπικού χαρακτήρα είναι κάθε πληροφορία που αναφέρεται στο υποκείµενο των δεδοµένων». Έτσι,

όπως και τα εξωτερικά στοιχεία του απορρήτου είναι στοιχεία που χαρακτηρίζουν την υπόσταση του προσώπου από άποψη φυσική, βιολογική, ψυχική, οικονοµική ή κοινωνική. Τέτοια είναι πχ τα αναφερόµενα στη σωµατική διάπλαση, την υγεία (ψυχική και σωµατική), την οικογενειακή ή οικονοµική κατάσταση (περιουσία και επάγγελµα), τις φιλοσοφικές, πολιτικές ή θρησκευτικές πεποιθήσεις, τη φυλετική ή εθνική καταγωγή κ.α. Σ αυτά τα στοιχεία υπάγονται και τα αποκαλούµενα στοιχεία ταυτότητος του προσώπου όπως το ονοµατεπώνυµο, το φύλο, η ηλικία και η διεύθυνση κατοικίας. Επιπλέον, η προστασία είναι εξειδικευµένη γιατί οι κίνδυνοι που απειλούν αυτά τα εξωτερικά στοιχεία είναι ιδιαίτεροι, σύγχρονοι και εντοπίζονται κυρίως στη συλλογή, καταχώρηση και µετάδοσή τους δηλ. στην επεξεργασία τους από σύγχρονα τεχνολογικά µέσα. Με δεδοµένα τα παραπάνω συµπεραίνουµε ότι τα εξωτερικά στοιχεία του απορρήτου απολαµβάνουν την ίδια προστασία µ αυτή των δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα που γίνεται µε το ακόλουθο νοµοθετικό πλαίσιο. Την προστασία αυτή εντάσσουµε στο πλαίσιο της προστασίας δεδοµένων στην επικοινωνία. α) Η προστασία του Ν. 2472/1997 Με το ν. 2472/1997 διασφαλίζεται η προστασία απ την επεξεργασία δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα. εδοµένα προσωπικού χαρακτήρα είναι κάθε πληροφορία που αναφέρεται στα υποκείµενα των δεδοµένων (άρθρο 2). Με τον όρο «επεξεργασία» νοείται κάθε εργασία η σειρά εργασιών που πραγµατοποιείται από κράτος ή ιδιώτες, µε ή χωρίς τη βοήθεια αυτοµατοποιηµένων µεθόδων

και αφορούν τη συλλογή, καταχώρηση, οργάνωση, χρήση, διάδοση, αποθήκευση, τροποποίηση των δεδοµένων. Η επεξεργασία προσωπικών δεδοµένων γίνεται σήµερα, µετά από αλµατώδη ανάπτυξη της τεχνολογίας, κυρίως µέσα από ηλεκτρονικούς υπολογιστές και αν είναι αθέµιτη µπορεί να προκαλέσει την συναγωγή εσφαλµένων συµπερασµάτων για τον άνθρωπο που αφορούν. Το πρώτο στάδιο της ηλεκτρονικής επεξεργασίας προσωπικών δεδοµένων συνίσταται στη συλλογή προσωπικών δεδοµένων απ τον υπεύθυνο επεξεργασίας µε οποιονδήποτε πρόσφορο τρόπο. Στο δεύτερο στάδιο, γίνεται η επεξεργασία των δεδοµένων που είτε οργανώνονται σε αρχείο είτε γίνεται συνδυασµένη επεξεργασία πολλών αρχείων µε προσωπικά στοιχεία. Στο στάδιο αυτό η φύλαξη των δεδοµένων γίνεται σε οπτικά µαγνητικά µέσα πχ δισκέτες, µαγνητικούς δίσκους. Το τρίτο στάδιο περιλαµβάνει τη χρήση προσωπικών στοιχείων που αν είναι απαγορευµένη επάγεται προσβολή προσωπικότητας του ενδιαφεροµένου. Με το άρθρο 4 παρ.1 του νόµου ορίζεται ότι για να είναι νόµιµη η επεξεργασία των δεδοµένων πρέπει : α) να συλλέγονται κατά τρόπο θεµιτό και νόµιµο για καθορισµένους, σαφείς και νόµιµους σκοπούς και να υφίστανται θεµιτή και νόµιµη επεξεργασία ενόψει των σκοπών αυτών. β) να είναι συναφή, πρόσφορα και όχι περισσότερα από όσα κάθε φορά απαιτείται εν όψει των σκοπών της επεξεργασίας. γ) ένα είναι ακριβή και εφόσον χρειάζεται να υποβάλλονται σε ενηµέρωση. δ) να διατηρούνται σε µορφή που να επιτρέπει τον προσδιορισκµό της ταυτότητας των υποκειµένων τους µόνο κατά την διάρκεια της

περιόδου που απαιτείται κατά την κρίση της Αρχής, για την πραγµατοποίηση των σκοπών της συλλογής και της επεξεργασίας τους. Αν η επεξεργασία των δεδοµένων έχει γίνει κατά παράβαση της παρ.1 δηλ. είναι παράνοµη η επεξεργασία, τα δεδοµένα που έχουν συλλεχθεί καταστρέφονται. Επιπλέον, η επεξεργασία δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα επιτρέπεται µόνο όταν το υποκείµενο των δεδοµένων έχει δώσει τη συγκατάθεσή του (άρθρο 5 παρ.1), εκτός ορισµένων εξαιρέσεων που αναφέρονται στην παρ.2 του άρθρου. Ακόµη για να είναι νόµιµη η επεξεργασία θα πρέπει ο υπεύθυνος επεξεργασίας να γνωστοποιεί εγγράφως στην Αρχή, τη σύσταση και λειτουργία αρχείου ή την έναρξη της επεξεργασίας (άρθρο 6 παρ.1). Ακόµα µια προϋπόθεση νοµιµότητας της επεξεργασίας είναι η διαδικασία να είναι απόρρητη (άρθρο 10 παρ. 1). Στην προστασία αυτού του νόµου περιλαµβάνονται τα δεδοµένα που διακινούνται µε κάθε µορφή επικοινωνίας. Με το άρθρο 15 ν. 2472/1997 συνιστάται η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Αρχή) µε σκοπό τη διασφάλιση της προστασίας του ατόµου απ την επεξεργασία δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα, µε την εποπτεία εφαρµογής του νόµου και την ενάσκηση των αρµοδιοτήτων της. Η Αρχή είναι ανεξάρτητη δηµόσια αρχή, που δεν υπόκεινται σε διοικητικό έλεγχο και τα µέλη της απολαµβάνουν προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας. Κύριες αρµοδιότητες της Αρχής είναι : να καταγγέλλει τις παραβάσεις του νόµου, να εκδίδει κανονιστικές πράξεις, να διενεργεί ελέγχους, να επιβάλλει διοικητικές και ποινικές κυρώσεις, να γνωµοδοτεί. Όταν διαπιστωθεί παράβαση της επεξεργασίας προσωπικών δεδοµένων, ο

Πρόεδρος της Αρχής, µετά από αίτηση του ενδιαφεροµένου µπορεί ν αναστείλει την επεξεργασία τους. β) Η προστασία στον τηλεπικοινωνιακό τοµέα Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται µεγάλη ανάπτυξη στα τηλεπικοινωνιακά δίκτυα ως επακόλουθο της αλµατώδους ανάπτυξης της ψηφιακής τεχνολογίας. Η εισαγωγή των νέων ψηφιακών τεχνολογιών στα τηλεπικοινωνιακά δίκτυα δηµιουργεί την ανάγκη προστασίας των προσωπικών δεδοµένων χρηστών και συνδροµητών τηλεπικοινωνιακών µέσων, από αθέµιτη επεξεργασία τους. Για το λόγο αυτό εκδόθηκε από την Ευρωπαϊκή Ενωση η οδηγία 97/66/ΕΚ περί επεξεργασίας των δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα και προστασίας της ιδιωτικής ζωής στον τηλεπικοινωνιακό τοµέα. Για την προσαρµογή της οδηγίας αυτής στο ελληνικό δίκαιο ψηφίστηκε ο ν. 2774/1999 για την προστασία των προσωπικών δεδοµένων στον τηλεπικοινωνιακό τοµέα. Ο νόµος αυτός είναι ειδικότερος σε σχέση µε τον ν. 2472/97 καθώς ρυθµίζει την επεξεργασία δεδοµένων µόνο στον τηλεπικοινωνιακό τοµέα ενώ ο ν. 2472/1997 θα καλύπτει τα κενά που δεν ρυθµίζονται απ τον ν. 2774/99. Ο ν. 2774/99 ορίζει ότι η επεξεργασία δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα πρέπει να περιορίζεται στο απολύτως αναγκαίο για την εξυπηρέτηση του σκοπού της. Τα δεδοµένα πρέπει να συλλέγονται κατά τρόπο θεµιτό και νόµιµο και για καθορισµένους σκοπούς. Προκειµένου να προστατευθεί το άτοµο στα άρθρα 8 παρ.1 του νόµου ορίζεται ότι στους καταλόγους των συνδροµητών θα πρέπει να περιλαµβάνονται µόνο τα αναγκαία στοιχεία ταυτότητας και όσο το δυνατό λιγότερα. Η περαιτέρω προστασία ορίζει σύµφωνα µε το αρ. 5 ότι τα δεδοµένα κίνησης που αφορούν συνδροµητές, δηλ. τα εξωτερικά στοιχεία της

επικοινωνίας, τα οποία αποθηκεύονται απ το φορέα παροχής τηλεπικοινωνιακού δικτύου, θα πρέπει ν απαλείφονται ή να καθίστανται ανώνυµα κατά τη λήξη της κλήσης. Οσο για τα δεδοµένα χρέωσης η επεξεργασία επιτρέπεται µόνο µέχρι το τέλος της περιόδου εντός της οποίας µπορεί ν αµφισβητηθεί νοµίµως ο λογαριασµός ή να επιδιωχθεί η πληρωµή του (άρθρο 5 παρ.2). Αν το ζητήσει ο συνδροµητής ή ο χρήστης ο φορέας παροχής τηλεπικοινωνιακού δικτύου µπορεί να διαγράψει τα τρία τελευταία ψηφία των κληθέντων αριθµών και υποχρεούται σε πλήρη διαγραφή των κληθέντων αριθµών µετά την αποστολή του λογαριασµού. Τα δεδοµένα λοιπόν κίνησης και χρέωσης που αφορούν συνδροµητές και χρήστες των φορέων παροχής διαθεσίµων στο κοινό τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών σε δηµόσια τηλεπικοινωνιακά δίκτυα είναι προσωπικά δεδοµένα και δεν χορηγούνται σε τρίτους σύµφωνα και µε τη γνωµοδότηση αρ. 72/2002 της Αρχής. Αποτελούν εποµένως και εξωτερικά στοιχεία του απορρήτου και προστατεύονται µε τους ν. 2472/97 και 2774/99. Σύµφωνα όµως µε την απόφαση, όταν διαβιβάζονται τα δεδοµένα αυτά από έναν φορέα τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών σε άλλο, δεν απαιτείται η άδεια της Αρχής αν γίνεται µε σκοπό την χρέωση των παρεχόµενων υπηρεσιών. Απαραίτητη όµως προϋπόθεση είναι να ενηµερώνονται οι συνδροµητές κατά την υπογραφή των συµβάσεων για τη διαβίβαση των δεδοµένων αυτών σε εµπλεκόµενους τηλεπικοινωνιακούς φορείς και να τηρούνται απ τις εταιρείες όσα προβλέπονται για την επεξεργασία των προσωπικών δεδοµένων στον τηλεπικοινωνιακό τοµέα. Επιπλέον, µε το άρθρο 4 παρ. 6 του νόµου ο παροχός τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών µπορεί ν ανεχθεί τη χρήση και την

πληρωµή των υπηρεσιών αυτών ανώνυµα ή µε ψευδώνυµο. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση που αναφέρεται στην απόφαση της Αρχής αρ. 120/2001. Σ αυτήν ο κάτοχος τηλεφωνικής σύνδεσης Β-free, χρησιµοποίησε για την εγγραφή του προσωπικά στοιχεία άλλου προσώπου χωρίς τη συγκατάθεσή του. Η παθούσα ζήτησε λοιπόν απ την εταιρεία Telestet, να διακόψει την τηλεφωνική σύνδεση που ήταν καταχωρηµένη µε ψευδή στοιχεία. Η εταιρεία Telestet, αρνήθηκε τη διακοπή βάσει του άρθρου 4 παρ.6 του ν. 2774/99 που επιτρέπει τη χρήση ψευδώνυµου για την παροχή υπηρεσιών. Η Αρχή εν τέλει απεφάνθη ότι όταν µιλάµε για χρήση ψευδωνύµου εννοούµε ότι η εταιρεία πρέπει να έχει τη δυνατότητα να αντιστοιχήσει το ψευδώνυµο µε τα πραγµατικά στοιχεία του χρήστη. εν αποτελεί εποµένως ψευδώνυµο η χρήση ονόµατος χωρίς την επαλήθευση πραγµατικών στοιχείων. Το ψευδώνυµο θα πρέπει να χρησιµοποιείται όταν έχει νόηµα δηλ. στα e-mail. Εδώ η Αρχή κατέληξε στο ότι η εταιρεία Telestet έπρεπε να διακόψει την τηλεφωνική σύνδεση γιατί το ψευδώνυµο δεν αντιστοιχούσε σε πραγµατικά στοιχεία. Συνεχίζοντας την ανάλυση για την προστασία που παρέχει ο νόµος παρατηρούµε ότι µε το άρθρο 4 παρ.2 θεωρεί απαραίτητη τη συγκατάθεση του συνδροµητή πριν την επεξεργασία δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως επίσης απαραίτητη είναι η συγκατάθεση του συνδροµητή στην περίπτωση δηµοσίευσης συµπληρωµατικών δεδοµένων απ αυτά που παρέχονται στους καταλόγους των συνδροµητών. Ο συνδροµητής όσον αφορά στους καταλόγους έχει τη δυνατότητα να δηλώσει ότι δεν επιθυµεί την καταχώρηση του ονόµατός του σε έντυπο ή ηλεκτρονικό κατάλογο που διατίθεται ευρέως, προκειµένου να προστατευθεί η ιδιωτική του ζωή και κατ επέκταση τα

εξωτερικά στοιχεία του απορρήτου. Χαρακτηριστικό παράδειγµα της συγκεκριµένης περίπτωσης αποτελεί η απόφαση της Αρχής Προστασίας Προσωπικών εδοµένων, στην υπόθεση Bell Atlantic, η οποία αφορούσε την εκµετάλλευση των τηλεφωνικών καταλόγων του ΟΤΕ από ιδιωτική εταιρεία. Σύµφωνα µε την απόφαση η δηµοσιοποίηση δεδοµένων σε καταλόγους συνδροµητών σε τρίτους θεωρείται επιτρεπτή µόνο στην περίπτωση της ρητής και ειδικής συγκατάθεσης των συνδροµητών. Στο σηµείο αυτό, θα πρέπει να επισηµάνουµε ότι η δηµιουργία ηλεκτρονικών τηλεφωνικών καταλόγων µε ανακοινώσιµους τηλεφωνικούς αριθµούς δεν αντιβαίνει στο νόµο εφόσον οι σκοποί επεξεργασίας προσωπικών δεδοµένων περιορίζονται στους προβλεπόµενους νόµους. Σύµφωνα µε το άρθρο 8 ν. 2774/1999 τα δεδοµένα προσωπικού χαρακτήρα που περιέχονται στους ηλεκτρονικούς καταλόγους συνδροµητών πρέπει να περιορίζονται στα απαραίτητα για την αναγνώριση της ταυτότητας συγκεκριµένου συνδροµητή (όνοµα, επώνυµο, πατρώνυµο, διεύθυνση). Η γνωµοδότηση της Αρχής αρ. 71/2002, έχει σχέση µε το κατά πόσο νόµιµη είναι η δηµιουργία και η αξιοποίηση ηλεκτρονικού τηλεφωνικού καταλόγου για αναγνώριση ταυτότητας καλούντος συνδροµητή σε ψηφιακά δίκτυα ενοποιηµένων υπηρεσιών (ISDN). Όταν µιλάµε για ταυτότητα καλούσης γραµµής είναι ο τηλεφωνικός αριθµός του συνδροµητή σύµφωνα µε το άρθρο 6 του νόµου. Σύµφωνα µε τη γνωµοδότηση, η εµφάνιση της ταυτότητας του καλούντος συνδροµητή αυτόµατα κατά τη λήψη κλήσεων δεν αντιβαίνει στους ν. 2472/97 και 2774/99 µε την προϋπόθεση ότι τα στοιχεία προέρχονται µόνο από νόµιµους δηµόσια προσβάσιµους καταλόγους.

Επιπροσθέτως, µε το άρθρο 5 παρ. 5, κατοχυρώνεται το δικαίωµα του συνδροµητή να ζητά την έκδοση και λήψη µη αναλυτικού λογαριασµού και προκειµένου να διασφαλισθεί η προστασία της ιδιωτικής ζωής είναι δυνατή η διαγραφή ορισµένων ψηφίων απ τους καλούµενους αριθµούς των αναλυτικών λογαριασµών. Σε περίπτωση τώρα που αναγράφεται η ταυτότητα του συνδροµητή καλούσας γραµµής παρέχεται στον καλούντα η δυνατότητα να ζητήσει απ τον τηλεπικοινωνιακό φορέα τη µη αναγραφή της ταυτότητάς του ή τη µη αποδοχή της κλήσης. Εξαίρεση αποτελεί η δυνατότητα του φορέα ν αποκαλύψει την ταυτότητα του καλούντα µετά από αίτηση του συνδροµητή προκειµένου να εντοπιστούν κακόβουλες ή ενοχλητικές κλήσεις. Σε άλλο σηµείο του νόµου προβλέπεται η περίπτωση ότι όταν προκύπτει κάποιος κίνδυνος παραβίασης της ασφάλειας του τηλεπικοινωνιακού δικτύου, ο φορέας οφείλει να ενηµερώσει τους συνδροµητές για τον κίνδυνο που απειλεί την ιδιωτική τους ζωή και τα προσωπικά τους δεδοµένα και ν αναφέρει τις δυνατότητες αποτροπής αυτού του κινδύνου (άρθρο 10, παρ.2). Ένα ακόµα στοιχείο της προστασίας προσωπικών δεδοµένων στο χώρο των τηλεπικοινωνιών είναι το δικαίωµα αντίρρησης του υποκειµένου για οποιαδήποτε επεξεργασία δεδοµένων του. Έτσι µπορεί να δηλώσει ότι δεν επιθυµεί να χρησιµοποιούνται τα προσωπικά του στοιχεία για εµπορική προώθηση. Σύµφωνα µε το άρθρο 9 παρ.1 του νόµου, η επεξεργασία των δεδοµένων στην τηλεπικοινωνία γίνεται µόνο µε τη συγκατάθεση του υποκειµένου των δεδοµένων. Έτσι, απαγορεύεται να χορηγούνται στοιχεία κλήσης του συνδροµητή σε συνοµιλητή του ή τρίτον χωρίς τη συγκατάθεσή του. Κατ εξαίρεση µπορεί να χορηγηθούν στοιχεία

κλήσης του συνδροµητή µε βάση το άρθρο 7 παρ. 2 εδ γ του ν. 2472/97 που εδώ καλύπτει τα κενά του ν. 2774/99. Σύµφωνα µ αυτό το άρθρο επιτρέπεται η επεξεργασία ευαίσθητων προσωπικών δεδοµένων όταν είναι αναγκαία για την αναγνώριση, άσκηση ή υπεράσπιση δικαιώµατος ενώπιον δικαστηρίου. Αντιπροσωπευτική της περίπτωσης αυτής είναι η απόφαση 12/2004 της Αρχής. Στην υπόθεση ο κατηγορούµενος ζητά απ την Αρχή να γνωµοδοτήσει αν η εταιρεία κινητής τηλεφωνίας µπορεί να χορηγήσει στοιχεία τηλεφωνικών κλήσεων που έγιναν προς συνδροµητή του, για ν ασκήσει το δικαίωµα υπεράσπισής του στο δικαστήριο. Ο κατηγορούµενος θέλει λοιπόν ν αποδείξει ότι δεν είχε τηλεφωνήσει στην µηνύτρια που ισχυρίζεται ότι την έπαιρνε τηλέφωνο απειλώντας την πως θα την σκοτώσει. Γι αυτό το λόγο ζητά να δοθεί απ την εταιρεία δελτίο καταγραφής τηλεφωνηµάτων προς τον αριθµό της µηνύτριας απ το οποίο να προκύπτουν οι αριθµοί κλήσης, η ώρα κλήσης, καθώς και οι αριθµοί τηλεφώνων απ τα οποία έγιναν οι κλήσεις. Η Αρχή τελικώς αποφασίζει ότι ενώ τα στοιχεία των τηλεφωνικών κλήσεων είναι προσωπικά δεδοµένα και δεν µπορούν να χορηγηθούν σε τρίτους, στη συγκεκριµένη περίπτωση µε βάση το άρθρο 7 του ν. 2472/1997 η επεξεργασία είναι αναγκαία για την υπεράσπιση του δικαιώµατος του κατηγορουµένου ενώπιον δικαστηρίου. Έτσι, η εταιρεία µπορεί να χορηγήσει τα στοιχεία τηλεφωνικών κλήσεων στον κατηγορούµενο. Πέρα απ τα υπόλοιπα ο ν. 2774/1999 επιφορτίζει την Αρχή που συστάθηκε µε τον ν. 2472/1997 µε πρόσθετες αρµοδιότητες όπως την καταγγελία για παραβιάσεις του καινούργιου νόµου. Παράλληλα, µε την προστασία των χρηστών τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών επιφορτίζεται και η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδροµείων (ΕΕΤΤ) η

οποία συνιστά µια ανεξάρτητη διοικητική αρχή µε γνωµοδοτικές και αποφασιστικές αρµοδιότητες ενώ εκδίδει και κανονιστικές πράξεις για τη ρύθµιση ειδικών τεχνικών και λεπτοµερειακών θεµάτων (άρθρο 11 παρ.1 εδ β ). Σχετικός µε την προστασία των τηλεπικοινωνιών µε αναφορά στο απόρρητο της επικοινωνίας είναι και ο ν. 2246/1994 που στο άρθρο 4 µε τίτλο «Οργάνωση και λειτουργία του τοµέα τηλεπικοινωνιών» απαγορεύει και τιµωρεί όποιον µε οποιονδήποτε τρόπο παραβαίνει τις υποχρεώσεις εχεµύθειας, σεβασµού της ιδιωτικής ζωής, τήρησης του απορρήτου και διαφύλαξης της πνευµατικής ιδιοκτησίας των µηνυµάτων και δεδοµένων που µεταβιβάζονται µέσω τηλεπικοινωνιακών συστηµάτων. Στο ευρύ θεσµικό πλαίσιο που έχει δηµιουργηθεί για την προστασία των προσωπικών δεδοµένων στην επικοινωνία εντάσσονται και νόµοι όπως ο ν. 2668/1998 που αφορά στην προστασία στον χώρο των ταχυδροµικών υπηρεσιών. Στο άρθρο 22 του νόµου µε τίτλο «Οργάνωση του τοµέα παροχής ταχυδροµικών υπηρεσιών και άλλες διατάξεις» ορίζεται ότι σε όλες τις ταχυδροµικές επιχειρήσεις και το προσωπικό τους εφαρµόζονται οι διατάξεις του Ποινικού Κώδικα που αφορούν την προστασία του απορρήτου της ταχυδροµικής επικοινωνίας. Απαγορεύεται στις ταχυδροµικές επιχειρήσεις και στο προσωπικό τους να παρέχουν οποιαδήποτε πληροφορία απ την ταχυδροµική κίνηση αντικειµένων σε κάθε µη εξουσιοδοτηµένο πρόσωπο. Επιπλέον µε το νόµο αυτό ανατέθηκε στην ΕΕΤ (που είχε ιδρυθεί µε το ν. 2075/92) η ευθύνη για την εποπτεία και ρύθµιση της αγοράς των ταχυδροµικών και τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών µετονοµάζοντάς την σε Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδροµείων (ΕΕΤΤ). Ετσι,

µε το νόµο αυτό ιδρύεται µια ανεξάρτητη διοικητική αρχή η οποία επιβλέπει και ρυθµίζει την τηλεπικοινωνιακή αγορά και την αγορά των ταχυδροµικών υπηρεσιών και τις προστατεύει από ενδεχόµενες προσβολές στο απόρρητο των επικοινωνιών. Με το ν. 2867/2000 ενισχύθηκε ο εποπτικός, ελεγχικός και ρυθµιστικός ρόλος της ΕΕΤΤ. Η ΕΕΤΤ πλέον επικεντρώνεται και σε θέµατα ακεραιότητας και διαθεσιµότητας ηλεκτρονικών δικτύων, ελέγχει τις συµβάσεις διασύνδεσης ενώ στο τοµέα ταχυδροµικών υπηρεσιών ασκεί νοµοθετικό έργο και επιλύει διαφορές µεταξύ οργανισµών ταχυδροµικών υπηρεσιών. γ) Η προστασία στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες Ένα άλλο κοµµάτι της επικοινωνίας στο οποίο παρατηρείται παραβίαση εξωτερικών στοιχείων του απορρήτου και που χρήζει ιδιαίτερης προστασίας είναι η ηλεκτρονική επικοινωνία. Ηλεκτρονική επικοινωνία είναι όχι µόνο αυτή που γίνεται µέσω ηλεκτρονικών υπολογιστών αλλά πλέον η ραγδαία εξέλιξη των τεχνολογιών του ιαδικτύου έχει χρησιµοποιηθεί και στον τηλεπικοινωνιακό τοµέα. Η ραγδαία εξέλιξη της πληροφοριακής τεχνολογίας έχει οδηγήσει στην αυτόµατη επεξεργασία προσωπικών δεδοµένων. Η µη νόµιµη επεξεργασία αυτών των δεδοµένων συνιστά κατ επέκταση παραβίαση εξωτερικών στοιχείων του απορρήτου και του απαραβιάστου της ιδιωτικής ζωής. Αν προεκτείνουµε το συλλογισµό, µέσω της επεξεργασίας των προσωπικών πληροφοριών επιτυγχάνεται η άµεση παρακολούθηση και ο έλεγχος των πολιτών, γεγονός που δηµιουργεί φόβο και αβεβαιότητα.

Για την προστασία απ την επεξεργασία αυτών των προσωπικών δεδοµένων στην ηλεκτρονική επικοινωνία σε ευρωπαϊκό επίπεδο εκδόθηκε η Οδηγία 20002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου της 12 ης Ιουλίου 2002 σχετικά µε την επεξεργασία δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τοµέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Σκοπός της Οδηγίας είναι να προεκτείνει την προστασία που παρέχει η Οδηγία 97/66/ΕΚ περί επεξεργασίας των δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα και προστασίας της ιδιωτικής ζωής στον τηλεπικοινωνιακό τοµέα και σε συνδροµητές και χρήστες ηλεκτρονικής επικοινωνίας. Σύµφωνα µε την οδηγία το διαδίκτυο παρέχει ευρύ φάσµα υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών δηµιουργώντας παράλληλα κινδύνους για τα προσωπικά δεδοµένα αλλά και την ιδιωτική ζωή των χρηστών. Έτσι λοιπόν, τα κράτη µέλη έχοντας υπόψη τους σύγχρονους κινδύνους θα πρέπει να θεσπίσουν νοµοθετικές, κανονιστικές και τεχνικές διατάξεις για την προστασία των προσωπικών δεδοµένων και µάλιστα µε τρόπο που οι διατάξεις να είναι εναρµονισµένες ώστε ν αποφεύγονται τα εµπόδια στην εσωτερική αγορά. Επιπλέον τα κράτη µέλη στη νοµοπαρασκευαστική διαδικασία θα πρέπει να έχουν ως στόχο την ελαχιστοποίηση επεξεργασίας προσωπικών δεδοµένων και τη µεγαλύτερη χρήση ανώνυµων δεδοµένων. Η οδηγία απαγορεύει την οποιαδήποτε παρακολούθηση, υποκλοπή, ακρόαση των δεδοµένων κίνησης από πρόσωπα πλην των χρηστών χωρίς τη συγκατάθεσή τους (άρθρο 5 παρ. 1). Με την οδηγία δεν καταργείται βεβαίως η δυνατότητα των κρατών µελών να παρακολουθούν τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες, όπου αυτό είναι αναγκαίο και ανάλογο προς την επίτευξη των σκοπών της παρακολούθησης. Στην προστασία της Οδηγίας περιλαµβάνονται

και τα εξωτερικά στοιχεία του απορρήτου της ηλεκτρονικής επικοινωνίας όπως είναι τα δεδοµένα κίνησής της. Σύµφωνα µε την οδηγία θα πρέπει να δίδεται η συγκατάθεση του συνδροµητή για την επεξεργασία προσωπικών του δεδοµένων, που γίνεται µε τη συµπλήρωση τετραγωνιδίου κατά την επίσκεψη στην ιστοσελίδα του διαδικτύου. Οι χρήστες ή συνδροµητές ηλεκτρονικών υπηρεσιών θα πρέπει να ενηµερώνονται για κινδύνους παραβίασης της ασφάλειας του δικτύου και θα πρέπει να παρεµποδίζεται η άνευ άδειας πρόσβαση στις επικοινωνίες (άρθρο 4 παρ.2). Στην περίπτωση που στο δίκτυο εισέρχονται δικτυακοί κοριοί, κατασκοπευτικά λογισµικά ή «cookies», η χρησιµοποίησή τους θα πρέπει να επιτρέπεται µόνο για θεµιτούς σκοπούς και να ενηµερώνονται οι χρήστες για τον προορισµό τους. Τα «cookies» είναι αρχεία κειµένου τα οποία µπορούν να εισέλθουν στο λογισµικό του χρήστη εν αγνοία του, συγκεκριµένα στο σκληρό του δίσκο και να λάβουν γνώση πληροφοριών, ν αποθηκεύσουν αθέατες πληροφορίες ή να ανιχνεύσουν την δραστηριότητα του χρήστη. Με λίγα λόγια να παραβιάσουν τα προσωπικά του δεδοµένα. Παρ όλα αυτά τα «cookies» είναι αυτά που διευκολύνουν την πρόσβαση του χρήστη σε κάποιες υπηρεσίες του διαδικτύου. Ο χρήστης έχει τη δυνατότητα να προειδοποιείται για τη χρήση των «cookies» και να επιλέγει για το εάν επιθυµεί να τα χρησιµοποιήσει. Για την προστασία των προσωπικών δεδοµένων, τη στιγµή της ολοκλήρωσης της µετάδοσης µιας ηλεκτρονικής επικοινωνίας, τα δεδοµένα κίνησης θα πρέπει να διαγράφονται ή να καθίστανται ανώνυµα (άρθρο 6 παρ.1). Σε ορισµένες περιπτώσεις ο πάροχος υπηρεσίας, µπορεί να προβεί στην επεξεργασία τέτοιων δεδοµένων κίνησης της επεξεργασίας προκειµένου να εντοπίσει τεχνικές βλάβες ή σφάλµατα κατά τη διαβίβαση επικοινωνιών.

Σε εθνικό επίπεδο οι ηλεκτρονικές επικοινωνίες προστατεύονται µε τον πρόσφατο ν. 2431/2006. Ο νόµος αυτός προστατεύει τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες προσπαθώντας να διασφαλίσει τα δίκτυα και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών από προσβολές. Με τον όρο ασφάλεια νοείται η φυσική ασφάλεια των δικτύων που αποβλέπει στη µέγιστη δυνατή ακεραιότητα, στην ασφάλεια του απορρήτου των πληροφοριών και των δεδοµένων που διακινούνται µέσω των δικτύων και τέλος τη διασφάλιση των προσωπικών δεδοµένων των χρηστών των δικτύων. Με τον όρο «δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών» νοούνται τα συστήµατα µετάδοσης και κατά περίπτωση ο εξοπλισµός µεταγωγής η δροµολόγησης και οι λοιποί πόροι που επιτρέπουν τη µεταφορά σηµάτων µε τη χρήση καλωδίου, ραδιοσηµάτων, οπτικού ή άλλου ηλεκτροµαγνητικού µέσου, συµπεριλαµβανοµένων των δορυφορικών δικτύων, των σταθερών και κινητών επίγειων δικτύων, των συστηµάτων ηλεκτρονικών καλωδίων εφόσον χρησιµοποιούνται για ραδιοτηλεοπτικές εκποµπές καθώς και των δικτύων καλωδιακής τηλεόρασης ανεξάρτητα απ το είδος των µεταφεροµένων πληροφοριών (άρθρο 2). Αυτό που περισσότερο ενδιαφέρει στην αναζήτηση της προστασίας των εξωτερικών στοιχείων του απορρήτου στην ηλεκτρονική επικοινωνία είναι να διασφαλίζεται υψηλό επίπεδο ασφάλειας των δικτύων ώστε να µην παρεισφρύουν στοιχεία τα οποία προσβάλλουν προσωπικά δεδοµένα των χρηστών ή συνδροµητών ηλεκτρονικής επικοινωνίας. Γενική αρχή του παρόντος νόµου αποτελεί η εξασφάλιση προστασίας των δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής. Τα παραπάνω εξασφαλίζονται µε το έργο της ΕΕΤΤ η οποία όπως είδαµε ενισχύθηκε µε τον ν. 2867/2000 και µε το άρθρο 72 του ν.

3371/2005. Η ΕΕΤΤ λοιπόν είναι αρµόδια για τη ρύθµιση και την εποπτεία της αγοράς των ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Οι αρµοδιότητες της ΕΕΤΤ όσον αφορά στη διασφάλιση του απορρήτου έγκεινται στην εποπτεία και έλεγχο των παρόχων δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και την επιβολή των σχετικών κυρώσεων. Ακόµη τηρεί αρχείο στο οποίο περιλαµβάνονται όλα τα στοιχεία της εικόνας της αγοράς των ηλεκτρονικών επικοινωνιών τηρώντας παράλληλα το απόρρητο και τη νοµοθεσία για τα προσωπικά δεδοµένα. Επιπλέον, εποπτεύει τις διαδικασίες σε θέµατα ηλεκτρονικών υπογραφών και τους παρόχους υπηρεσιών πιστοποίησης σύµφωνα µε το πδ 150/2001. Ενας επιπλέον τρόπος διασφάλισης του απορρήτου είναι ο έλεγχος της ΕΕΤΤ, πριν τη χορήγηση Γενικής Αδειας παροχής δικτύων ηλεκτρονικών υπηρεσιών, για την ακεραιότητα και την ασφάλεια δηµοσίων δικτύων. Επιπροσθέτως, είναι υπεύθυνη για την εγκατάσταση κεραιών κινητής τηλεφωνίας. Επιπλέον, στο Υπόµνηµα της ΕΕΤΤ την 13 η Μαρτίου 2006, το οποίο ζητήθηκε απ τον πρωθυπουργό για τα θέµατα ασφάλειας δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών αναφέρει ότι το θέµα ασφάλειας των δικτύων έχει τρεις παραµέτρους : τη φυσική ασφάλεια των δικτύων που είναι αρµοδιότητα της ΕΕΤΤ, τη διασφάλιση του απορρήτου των πληροφοριών και δεδοµένων που πραγµατοποιείται απ την Α ΑΕ και τη διασφάλιση των προσωπικών δεδοµένων των χρηστών των δικτύων που αποτελεί αρµοδιότητα της Αρχής Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα. Για την προστασία του απορρήτου της ηλεκτρονικής επικοινωνίας και ιδιαίτερα των εξωτερικών στοιχείων της απαραίτητη είναι η επεξεργασία µεταξύ των τριών ανεξάρτητων αρχών. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι για να επιβληθεί οποιαδήποτε κύρωση απ την ΕΕΤΤ απαραίτητο είναι στο πόρισµα της Α ΑΕ να

στοιχειοθετείται πλήρως ευθύνη κάποιας εταιρείας για παραβίαση απορρήτου. Όσον αφορά ειδικά την προστασία της ηλεκτρονικής υπογραφής ως εξωτερικό στοιχείο του απορρήτου της ηλεκτρονικής επικοινωνίας έχει θεσπισθεί το πδ υπ αριθ. 150/2001 για την προστασία των ηλεκτρονικών επικοινωνιών το οποίο ενσωµατώνει την οδηγία 99/93 ΕΚ σχετικά µε το κοινοτικό πλαίσιο για τις ηλεκτρονικές υπογραφές. Σύµφωνα µε το πδ «ηλεκτρονική υπογραφή» είναι δεδοµένα σε ηλεκτρονική µορφή τα οποία είναι συνηµµένα σε άλλα ηλεκτρονικά δεδοµένα ή συσχετίζονται λογικά µε αυτά και χρησιµεύουν ως µέθοδος απόδειξης της γνησιότητας (άρθρο 2). Η δηµιουργία ηλεκτρονικής υπογραφής γίνεται µέσα από ένα ιδιωτικό κλειδί το οποίο κατέχει ο δηµιουργός της και το οποίο όµως είναι εύκολο να πλαστογραφηθεί αν ο κάτοχός του δεν το έχει υπό πλήρη έλεγχο. Υπάρχει όµως και άλλο κλειδί, το δηµόσιο, µε το οποίο γίνεται επαλήθευση της υπογραφής. Η ηλεκτρονική υπογραφή εάν και επέχει θέση ιδιόχειρης υπογραφής είναι διαφορετική για κάθε µήνυµα. Ο παραλήπτης ενός µηνύµατος επαληθεύει κάθε φορά την ηλεκτρονική υπογραφή του αποστολέα µε το δηµόσιο κλειδί για να διαπιστώσει αν το µήνυµα είναι όντως του αποστολέα. Εκείνο που δεν είναι σίγουρο είναι αν ο κάτοχος του ιδιωτικού κλειδιού είναι όντως ο αποστολέας και αν το δηµόσιο κλειδί µε το οποίο γίνεται η επαλήθευση είναι του αποστολέα. Οι πάροχοι υπηρεσιών πιστοποίησης είναι αυτοί που εκδίδουν πιστοποιητικό, µε βάση το οποίο αναγνωρίζεται η αντιστοίχηση του δηµόσιου κλειδιού µε τον δικαιούχο του και βεβαιώνουν ότι όντως η ηλεκτρονική υπογραφή ανήκει στον αποστολέα του µηνύµατος. Με το πδ δηµιουργήθηκε πλαίσιο προστασίας των ηλεκτρονικών υπογραφών µε το οποίο

αναγνωρίζεται και νοµικά ότι όντως η ηλεκτρονική υπογραφή αντιστοιχεί σ αυτόν που υπέγραψε. Επιπλέον, προσδιόρισε και τη νόµιµη διαδικασία κατά την οποία οι πάροχοι υπηρεσιών πιστοποίησης θα εκδίδουν πιστοποιητικά. Το αν οι διαδικασίες δηµιουργίας ηλεκτρονικών υπογραφών και έκδοσης πιστοποιητικών γίνονται σύµφωνα µε το νόµο ανατέθηκε απ το πδ στην ΕΕΤΤ. Ετσι, µεταξύ άλλων η ΕΕΤΤ έχει αναλάβει τον έλεγχο των Παροχών Υπηρεσιών Πιστοποίησης, την επιβολή προστίµων σ αυτούς, τον έλεγχο της διαδικασίας ηλεκτρονικής υπογραφής µε ιδιωτικό κλειδί. Ειδικότερα για την προστασία των χρηστών του διαδικτύου, χρήσιµο θα ήταν ν αναφέρουµε τη σύσταση Αρ. R (99)5 της Επιτροπής Υπουργών των κρατών µελών για την προστασία της ιδιωτικότητας στο διαδίκτυο. Η σύσταση αυτή της Επιτροπής Υπουργών επισηµαίνει ότι το διαδίκτυο δεν είναι ασφαλές και ότι κάθε επίσκεψη σ αυτό αφήνει «ηλεκτρονικά ίχνη» που µπορούν να χρησιµοποιηθούν για τη διαµόρφωση του προφίλ του χρήστη. Η ανωνυµία κατά την Επιτροπή εξασφαλίζει το υψηλότερο επίπεδο προστασίας της ιδιωτικότητας. Αν αυτή δεν είναι εφικτή θα πρέπει ο χρήστης να χορηγεί όσο το δυνατόν λιγότερα προσωπικά δεδοµένα. Επιπλέον, θα πρέπει να ελέγχεται αυτός που χρησιµοποιεί την ηλεκτρονική διεύθυνση κάθε χρήστη γιατί είναι προσωπικό δεδοµένο. Ακόµη, κάθε χρήστης θα πρέπει να είναι προσεκτικός ώστε να µην επεξεργάζεται δεδοµένα άλλων γιατί θ αποκαλυφθεί η ταυτότητά του ακόµα και µε χρήση ψευδώνυµου. Ένα αναµφισβήτητο δικαίωµα του χρήστη διαδικτύου είναι ν αλλάξει παροχέα υπηρεσιών διαδικτύου αν θεωρεί ότι δεν κάνει σωστή διαχείριση των δεδοµένων του. Οι παροχές διαδικτύου απ την άλλη, θα πρέπει να ενηµερώνουν τους χρήστες για κινδύνους της ιδιωτικότητάς

τους καθώς και να µην επεξεργάζονται δεδοµένα των χρηστών για αθέµιτους σκοπούς. Επιπροσθέτως, κάθε παροχέας θα πρέπει στην εισαγωγική του σελίδα, ν αναφέρει µε σαφήνεια τη φράση «Πολιτική Ιδιωτικότητα» και να την επεξηγεί αναλυτικά. δ) Ο ρόλος της Α ΑΕ Το Σύνταγµα προχωρώντας στην περαιτέρω προστασία του απορρήτου των επικοινωνιών και λαµβάνοντας υπόψη τις σύγχρονες απειλές του απορρήτου απ την εξέλιξη της τεχνολογίας, µε την αναθεώρηση του 2001 προσέθεσε την παρ. 2 του άρθρου 19 σύµφωνα µε την οποία : «Νόµος ορίζει τα σχετικά µε τη συγκρότηση, τη λειτουργία και τις αρµοδιότητες ανεξάρτητης αρχής που διασφαλίζει το απόρρητο της παραγράφου 1». Ετσι, βάσει αυτής της συνταγµατικής επιταγής εκδόθηκε ο ν. 3115/2003 µε τον οποίο ιδρύθηκε η ανεξάρτητη διοικητική αρχή «Αρχή ιασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών» (Α ΑΕ). Σκοπός της Α ΑΕ είναι η προστασία του απορρήτου των επιστολών, της ελεύθερης ανταπόκρισης ή επικοινωνίας µε οποιονδήποτε άλλο τρόπο καθώς και την ασφάλεια των δικτύων και πληροφοριών. Στην έννοια της προστασίας του απορρήτου των επικοινωνιών περιλαµβάνεται και ο έλεγχος της τήρησης των όρων και της διαδικασίας άρσης του απορρήτου που προβλέπονται απ το νόµο. Οι αποφάσεις της Α ΑΕ κοινοποιούνται στον Υπουργό ικαιοσύνης ενώ στο τέλος κάθε έτους υποβάλλεται έκθεση των πεπραγµένων της στον Πρόεδρο της Βουλής, στον Υπουργό ικαιοσύνης και στους αρχηγούς των κοµµάτων που εκπροσωπούνται στη Βουλή και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Τέλος, η Α ΑΕ υπόκειται σε κοινοβουλευτικό έλεγχο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ο Προστασία εξωτερικών στοιχείων από ποινική νοµοθεσία Οσον αφορά την προστασία των εξωτερικών στοιχείων του απορρήτου απ την ποινική νοµοθεσία γίνεται µε το άρθρο 248-250 ΠΚ και 370-370 ΠΚ. Με τα άρθρα αυτά προστατεύονται µαζί µε το περιεχόµενο και τα εξωτερικά στοιχεία του απορρήτου. Παρατηρούµε και εδώ την ανανέωση της νοµοθεσίας µε την τροποποίηση και προσθήκη άρθρων προκειµένου ν ανταποκριθεί στις σύγχρονες παραβιάσεις απ την εξέλιξη της τεχνολογίας. Έτσι, ενώ µε το άρθρο 248-250 ΠΚ προστατευόταν η παραβίαση του απορρήτου µόνο από ταχυδροµικούς, τηλεγραφικούς και τηλεφωνικούς υπαλλήλους, µε την τροποποίηση των άρθρων 370 και 370 Α ΠΚ, διευρύνεται η προστασία του απορρήτου των επιστολών, τηλεφωνηµάτων και προφορικών συνοµιλιών αντίστοιχα και σε οποιονδήποτε τρίτο. Εξαιτίας λοιπόν της εξάπλωσης του φαινοµένου των υποκλοπών και ενώ το απόρρητο των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων προστατευόταν µόνο έναντι των τηλεφωνικών υπαλλήλων µε το άρθρο 370 Α ΠΚ προστατεύθηκε έναντι παντός τρίτου. Επιπλέον µε το άρθρο 31 παρ.1 του ν. 1941/1991 προστατεύθηκε το απόρρητο της συνοµιλίας και έναντι του συνοµιλητή. Ακόµη µε την προσθήκη του άρθρου 370 Β ΠΚ ποινικοποιήθηκε η µε κάθε τρόπο παραβίαση στοιχείων υπολογιστών, τα οποία συνιστούν επιστηµονικά ή επαγγελµατικά απόρρητα ή απόρρητα επιχείρησης, ενώ θεωρούνται ως απόρρητα κι εκείνα που ο νόµιµος