«ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΩΝ ΣΕΙΣΜΩΝ ΣΕ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ: ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΔΙΑΚΟΠΤΟΥ» ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΕΙΔΙΚΕΥΣΗΣ

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "«ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΩΝ ΣΕΙΣΜΩΝ ΣΕ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ: ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΔΙΑΚΟΠΤΟΥ» ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΕΙΔΙΚΕΥΣΗΣ"

Transcript

1 ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΣΧΟΛΗ ΘΕΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΘΑΛΑΣΣΙΑΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩΔΥΝΑΜΙΚΗΣ 0 ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ «ΓΕΩΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ» ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ: ΓΕΩΛΟΓΙΚΕΣ ΔΙΕΡΓΑΣΙΕΣ ΣΤΗ ΛΙΘΟΣΦΑΙΡΑ ΚΑΙ ΓΕΩΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ «ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΩΝ ΣΕΙΣΜΩΝ ΣΕ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ: ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΔΙΑΚΟΠΤΟΥ» ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΕΙΔΙΚΕΥΣΗΣ Σύνταξη: ΜΟΣΧΟΥ ΑΓΓΕΛΙΚΗ Επιβλέπων καθηγητής: ΚΟΥΚΟΥΒΕΛΑΣ Ι.

2 1 Ευχαριστίες Αιτούμενη τη συμμετοχή μου στο πρόγραμμα μεταπτυχιακών σπουδών «ΓΕΩΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ» του τμήματος Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Πατρών ομολογώ, ότι αρχικά ήμουν προβληματισμένη. Πρώτον, ως προς το πώς και κατά πόσο μπορεί να ανταπεξέλθει ένας αρχαιολόγος σε μία Επιστήμη Θετικής κατεύθυνσης, και δεύτερον στο τι τελικά μπορεί να προσφέρει η ίδια η Γεωλογία στην επιστήμη της Αρχαιολογίας, αλλά και στον ίδιο τον αρχαιολόγο. Πόσο απαραίτητη είναι η διεπιστημονική προσέγγιση των αρχαιολογικών ζητημάτων και η συνεργασία αρχαιολόγων και γεωλόγων το αντιλήφθηκα αμέσως, από την πρώτη στιγμή που παρακολούθησα τα μαθήματα Γεωλογίας. Όσον αφορά την κατανόηση και κατάκτηση των βασικών αρχών της Γεωλογίας οφείλω να ευχαριστήσω θερμά όλους τους καθηγητές μου ανεξαιρέτως. Τόσο για την ακούραστη διάθεση και υπομονή που επέδειξαν κατά τη διάρκεια των σπουδών μου εξηγώντας και επιλύοντας κάθε απορία μου, όσο και για την εύληπτη διδασκαλία ακόμα και των ειδικότερων θεμάτων της Γεωλογίας και της σχέσης της με την αρχαιολογική έρευνα. Για τις συζητήσεις μας ευχαριστώ τους καθηγητές κ. Παπαθεοδώρου και κ. Ζεληλίδη και είμαι ιδιαίτερα ευγνώμων για τον καθηγητή, δάσκαλο πάνω από όλα, κ. Κοντόπουλο. Θερμά ευχαριστώ τα μέλη της τριμελούς επιτροπής, τους καθηγητές κ. Ξυπολιά και κ. Κοκκάλα και ειδικότερα για τις χρήσιμες υποδείξεις και τα αρχαιολογικά σχόλια ευχαριστώ την καθηγήτρια Αρχαιολογίας κ. Ντόρα Κατσωνοπούλου, συμβουλευτικό μέλος της τριμελούς επιτροπής. Για τον επιβλέποντα καθηγητή μου κ. Κουκουβέλα, οι ευχαριστίες είναι λίγες. Οι υποδείξεις, διορθώσεις και η τελική κατεύθυνση στην οποία οδήγησε την παρούσα αρχαιοσεισμολογική έρευνα ήταν ανεκτίμητες. Τον ευχαριστώ για την ακούραστη διάθεση και επιμονή σχετικά με τη διαρκή βελτίωση του κειμένου, ώστε το αποτέλεσμα να είναι όσο το δυνατόν αρτιότερο. Τέλος, από καρδίας θα ήθελα να ευχαριστήσω την αρχαιολόγο και νυν προϊσταμένη της ΣΤ ΕΠΚΑ κ. Ερωφίλη-Ίρις Κόλια για την ευγενική παραχώρηση του αδημοσίευτου υλικού της ανασκαφής, στο οποίο βασίστηκε η παρούσα διατριβή, αλλά και για τη χρήση δεδομένων από δικά της πρόσφατα άρθρα που βρίσκονται υπό έκδοση. Κυρίως όμως νιώθω ευγνώμων, διότι αντιλήφθηκε πως τα σπουδαία αρχαιολογικά δεδομένα από την ανασκαφική έρευνα στη θέση Γιαννιά όφειλαν να τύχουν της απολύτως απαραίτητης σκοπιάς της επιστήμης της Γεωλογίας, κατεύθυνση προς την οποία με ώθησε από την πρώτη μας κουβέντα. Σήμερα δεν έχω παρά να προτρέψω μόνο και άλλους αρχαιολόγους προς τον ίδιο δρόμο Στη μνήμη του πατέρα μου

3 2 Περιεχόμενα ΠΕΡΙΛΗΨΗ... 5 ΕΙΣΑΓΩΓΗ.. 6 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΔΟΜΗ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Σκοπός της εργασίας Οργάνωση της διατριβής.. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΑΡΧΑΙΟΣΕΙΣΜΟΛΟΓΙΑ Ορισμός Η μέθοδος και οι δυνατότητες Οι περιορισμοί των αρχαιολογικών δεδομένων Επιπτώσεις σεισμών (seismic effects) σε αρχαίες θέσεις. 14 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΣΕΙΣΜΟΤΕΚΤΟΝΙΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ Η Κορινθιακή Τάφρος Η λεκάνη Καλαβρύτων Διακοπτού Το ρήγμα της Ελίκης Η ενεργός δράση του ρήγματος και η επίδραση στο τοπίο Παλαιοσεισμικές έρευνες στο ρήγμα της Ελίκης και σεισμικότητα περιοχής μελέτης Οι σεισμοί του 373 π.χ. και του ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 Ο ΑΡΧΑΙΟΣ ΟΙΚΙΣΜΟΣ Γενικά χαρακτηριστικά Η εικόνα πριν από την έναρξη της ανασκαφής Ενδείξεις για αρχαία λιμενική εγκατάσταση στην περιοχή μελέτης Οι χρονολογικές φάσεις του οικισμού βάσει νομισματικών και κεραμικών ευρημάτων 44 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 ΟΙ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΕΣ ΣΤΟΝ ΑΡΧΑΙΟ ΟΙΚΙΣΜΟ Γενικά στοιχεία Ο κύριος δρόμος του αρχαίου οικισμού.. 49 Α. Η στρωματογραφική ακολουθία των στρωμάτων καταστροφής σε σχέση με τον κύριο δρόμο του αρχαίου οικισμού Β. Η χρονολόγηση του κύριου δρόμου του αρχαίου οικισμού Καταστροφές στο Κτίριο 2, χώροι Χ1-Χ2-Χ Γενική περιγραφή κτιρίου και των υπό έρευνα χώρων Περιγραφή και ανάλυση των καταστροφών i Στρώμα καταστροφής ii Αλλοιώσεις τοιχοδομών Αξιολόγηση του καταστροφικού γεγονότος Χρονολόγηση του καταστροφικού γεγονότος βάσει νομισματικών και κεραμικών ευρημάτων i Νομίσματα ii Κεραμική Καταστροφές στο Οικοδομικό Συγκρότημα του Κτιρίου 3 (βορειοανατολικό τμήμα). Χώροι Χ5-Χ Γενική περιγραφή οικοδομικού συγκροτήματος και των υπό έρευνα χώρων... 63

4 5.3.2 Περιγραφή και ανάλυση των καταστροφών i Στρώμα καταστροφής ii Αλλοιώσεις τοιχοδομών Αξιολόγηση του καταστροφικού γεγονότος Χρονολόγηση του καταστροφικού γεγονότος βάσει νομισματικών και κεραμικών ευρημάτων Καταστροφές στο Κτίριο 6, χώροι Χ1-Χ2-Χ3-Χ Γενική περιγραφή κτιρίου και των υπό έρευνα χώρων Περιγραφή και ανάλυση των καταστροφών i Στρώμα καταστροφής ii Αλλοιώσεις τοιχοδομών iii Κατακόρυφη μετατόπιση δομικών στοιχείων Αξιολόγηση του καταστροφικού γεγονότος Χρονολόγηση του καταστροφικού γεγονότος βάσει νομισματικών ευρημάτων και στρωματογραφικών δεδομένων Καταστροφές στο Οικοδομικό Συγκρότημα των Κτ.4 Κτ.5 (Κτίριο 5, χώροι Χ8-Χ2 και Χ10 και Κτίριο 4, χώροι Χ8-Χ Γενική περιγραφή οικοδομικού συγκροτήματος και των υπό έρευνα χώρων Περιγραφή και ανάλυση των καταστροφών i Στρώμα καταστροφής (Κτίριο 5, Χ8-Χ9 και Χ10) ii Αλλοιώσεις τοιχοδομών (Κτίριο 5, Χ8-Χ9 και Χ10) iii Κατακόρυφη μετατόπιση δομικών στοιχείων. 92 Α. Κτίριο 5, Χ8-Χ9 και Χ10 92 Β. Κτίριο 4, Χ1-Χ Αξιολόγηση του καταστροφικού γεγονότος Χρονολόγηση του καταστροφικού γεγονότος βάσει νομισματικών ευρημάτων και στρωματογραφικών δεδομένων. 95 Α. Κτίριο 5, Χ8-Χ Β. Κτίριο 4, Χ1-Χ Καταστροφές στο Οικοδομικό Συγκρότημα του Κτιρίου 3 (κεντρικό και δυτικό τμήμα). Χώροι Χ11-Χ12-Χ13-Χ Γενική περιγραφή των υπό έρευνα χώρων του συγκροτήματος Περιγραφή και ανάλυση των καταστροφών i Στρώμα καταστροφής ii Αλλοιώσεις τοιχοδομών Αξιολόγηση του καταστροφικού γεγονότος Χρονολόγηση του καταστροφικού γεγονότος βάσει νομισματικών και κεραμικών ευρημάτων και στρωματογραφικών δεδομένων i Νομίσματα ii Κεραμική iii Στρωματογραφικά δεδομένα Καταστροφές στο Οικοδομικό Συγκρότημα του Κτιρίου 3 (κεντρικό - ανατολικό τμήμα). Χώροι Χ2-Χ Γενική περιγραφή των υπό έρευνα χώρων του συγκροτήματος Περιγραφή και ανάλυση των καταστροφών i Στρώμα καταστροφής ii Αλλοιώσεις τοιχοδομών 115 3

5 5.7.3 Αξιολόγηση του καταστροφικού γεγονότος Χρονολόγηση του καταστροφικού γεγονότος βάσει νομισματικών και κεραμικών Ευρημάτων Καταστροφές στο Οικοδομικό Συγκρότημα του Κτιρίου 3 (νοτιοανατολικό τμήμα). Χώροι κάτω από τον κύριο δρόμο του οικισμού Γενική περιγραφή των υπό έρευνα χώρων του συγκροτήματος Περιγραφή και ανάλυση των καταστροφών i Στρώματα καταστροφής ii Αλλοιώσεις τοιχοδομών iii Κατάχωση πηγαδιού Αξιολόγηση του καταστροφικού γεγονότος Χρονολόγηση του καταστροφικού γεγονότος βάσει νομισματικών ευρημάτων και στρωματογραφικών δεδομένων i Νομίσματα ii Στρωματογραφικά δεδομένα. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ (ΤΕΛΗ 4 ου αι. π.χ π.χ.) Το ιστορικό πλαίσιο της ελληνιστικής περιόδου αναφορικά με την Αχαϊκή Συμπολιτεία και την αρχαία Βούρα Αξιολόγηση του ιστορικού πλαισίου της ελληνιστικής περιόδου αναφορικά με τα καταστροφικά γεγονότα στη θέση Γιαννιά ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7 ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΕΣ ΑΡΧΑΙΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΠΛΗΣΙΟΝ ΤΗΣ ΘΕΣΗΣ ΓΙΑΝΝΙΑ ΣΤΑ ΤΕΛΗ ΤΟΥ 4 ου ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 3 ο αι. π.χ. ΔΥΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ Καταστροφές σε παράκτιο αρχαίο οικισμό της ύστερης κλασικής περιόδου στη σύγχρονη Αίγειρα Καταστροφές σε ελληνιστική αγροικία στο σύγχρονο οικισμό της Τράπεζας 128 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8 ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΑ ΦΥΣΙΚΑ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ ΣΤΟΝ ΑΡΧΑΙΟ ΟΙΚΙΣΜΟ Καταστροφές από τη δράση του τοπικού συστήματος απορροής Πτώσεις βράχων ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 ΣΥΖΗΤΗΣΗ-ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Α. Οι ειδικότερες και γενικότερες επιπτώσεις των δύο σεισμών σύγκριση Β. Ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά των δύο σεισμών σύγκριση 143 ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΣΤΗΝ ΑΓΓΛΙΚΗ (abstract) ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

6 5 ΠΕΡΙΛΗΨΗ Στην παράκτια ζώνη μεταξύ των οικισμών Τράπεζας και Διακοπτού, του Δ. Αιγιαλείας, βρίσκεται η θέση Γιαννιά, όπου κατά την τελευταία πενταετία ( ) διενεργήθηκε από τη ΣΤ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων μεγάλη σωστική ανασκαφική έρευνα, στο πλαίσιο της κατασκευής της νέας σιδηροδρομικής γραμμής Αθηνών Πατρών. Στην ανωτέρω θέση, η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως σε έκταση περίπου δύο στρεμμάτων κτιριακά κατάλοιπα από έναν άγνωστο μέχρι σήμερα αρχαίο οικισμό. Σύμφωνα με τα ευρήματα της ανασκαφής ιδρύθηκε στα τέλη της αρχαϊκής εποχής (τέλη 6ου αι. π.χ. - αρχές 5ου αι. π.χ.) και εγκαταλείφθηκε οριστικά στους ελληνιστικούς χρόνους (μετά τα μέσα του 3 ου αι. π.χ., μέσα στο τρίτο τέταρτο του 3 ου αι. π.χ.). Πρόσφατες επιφανειακές έρευνες συνδέουν τον οικισμό με την αρχαία πόλη Βούρα και σε συνδυασμό με τα ανασκαφικά στοιχεία οδηγούν στην εκτίμηση πως πρόκειται για το επίνειό της. Ο αρχαίος οικισμός βρίσκεται στη βάση του ανατολικού τμήματος του ρήγματος της Ελίκης και προσφέρεται για την ανάλυση της πιθανής επίπτωσης του ρήγματος στην εξέλιξή του. Για να διερευνηθεί αυτή η υπόθεση στην παρούσα εργασία αναλύονται τα χαρακτηριστικά δύο εκτεταμένων στρωμάτων καταστροφής από κτίρια που κατέρρευσαν μαζί με τη στέγη τους, διαρρήξεις του εδάφους πέριξ και εντός των κτιρίων, οι συστηματικές αλλοιώσεις σε δομικά στοιχεία, επιδιορθώσεις σε κτίρια, η εύρεση χώρων με το περιεχόμενό τους άθικτο κάτω από τα ερείπια, ίχνη φωτιάς, η μεγάλη αλλαγή στο πολεοδομικό σχέδιο που ακολούθησε την πρώτη καταστροφή και η ξαφνική και οριστική εγκατάλειψη του οικισμού μετά τη δεύτερη καταστροφή. Όλα τα ανωτέρω στοιχεία καταδεικνύουν δύο καταστροφικά σεισμικά γεγονότα μέσα σε χρονικό διάστημα ίσως μόλις είκοσι-τριάντα ετών, τα οποία εντάσσονται στις δύο τελευταίες φάσεις κατοίκησης του οικισμού. Ο πρώτος σεισμός χρονολογείται στο πρώτο με δεύτερο τέταρτο του 3 ου αι. π.χ. η πιθανά μόνο μέσα στο δεύτερο τέταρτο του 3 ου αι. π.χ. και ο δεύτερος σεισμός συνέβη λίγο μετά τα μέσα του 3 ου αι. π.χ., μέσα στο τρίτο τέταρτο του ίδιου αιώνα. Επιπλέον ενδείξεις για προγενέστερους σεισμούς και άλλες καταστροφές, αν και βρέθηκαν, δεν έγινε δυνατό να διερευνηθούν από την άποψη της περιόδου εκδήλωσής τους. Επίσης, άλλα φυσικά καταστροφικά φαινόμενα που έλαβαν χώρα πιθανά σχετίζονται με την κατάχωση του οικισμού μετά την εγκατάλειψή του. Τα αποτελέσματα που προέκυψαν από τον αρχαίο οικισμό εγείρουν νέες σκέψεις για την πληρέστερη κατανόηση της δράσης του ρήγματος της Ελίκης στους ελληνιστικούς χρόνους, αλλά και την ανάκαμψη της περιοχής μετά το διάσημο σεισμό του 373 π.χ. Συνακόλουθα, οι νέοι σεισμοί χρονολογημένοι με μεγάλη σχετικά ακρίβεια και τεκμηριωμένοι από την παρούσα αρχαιοσεισμολογική έρευνα, θα πρέπει να προστεθούν στους καταλόγους της Ιστορικής Σεισμικότητας. Η προσφορά της αρχαιολογικής έρευνας συνεπικουρούμενη από τη γεωλογική γνώση αναδεικνύεται πολύτιμη σε έναν τόπο, όπως η Αιγιάλεια, όπου η ενεργός τεκτονική καθορίζει το παρόν και το μέλλον της.

7 6 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Στην παράκτια ζώνη μεταξύ των οικισμών Τράπεζας και Διακοπτού, του Δ. Αιγιαλείας, βρίσκεται η θέση Γιαννιά (εικ. 1), όπου κατά την τελευταία πενταετία ( ) διενεργήθηκε από τη ΣΤ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων μεγάλη σωστική ανασκαφική ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΡΟΣ ΔΙΑΚΟΠΤΟ ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ (ΘΕΣΗ ΓΙΑΝΝΙΑ) Εικόνα 1: Η περιοχή ανασκαφικής έρευνας στη θέση Γιαννιά (σημειώνεται με κίτρινο χρώμα) στην παράκτια ζώνη μεταξύ των οικισμών Τράπεζας (αριστερά) και Διακοπτού (δεξιά). Υπεράνω του οικισμού διακρίνεται διαδοχικά η Παλαιά και η Νέα Εθνική Οδός Αθηνών-Πατρών. (Πηγή: Google earth) έρευνα στο πλαίσιο της κατασκευής της νέας σιδηροδρομικής γραμμής Αθηνών Πατρών. Στην ανωτέρω θέση, όπου προβλεπόταν η διάνοιξη της σήραγγας διαφυγής ΣΔ2 Τράπεζας, μίας εξόδου δηλαδή κινδύνου που θα συναντά κάθετα την κύρια σιδηροδρομική σήραγγα, η οποία χαράχθηκε μέσα στους παράκτιους ορεινούς όγκους του Κορινθιακού κόλπου, η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως απρόσμενα ευρήματα. Συγκεκριμένα, στο στόμιο της ΣΔ2 και στον ευρύτερο εξωτερικό χώρο εντοπίστηκαν εκτεταμένα κτιριακά κατάλοιπα από έναν άγνωστο μέχρι σήμερα παράλιο, αρχαίο οικισμό (εικ. 2). Η μακρόχρονη ανασκαφική έρευνα διεξήχθη υπό τη διεύθυνση της αρχαιολόγου και νυν προϊσταμένης της ΣΤ ΕΠΚΑ Δρ. Ερωφίλης-Ί. Κόλια. Ο αρχαίος οικισμός σύμφωνα με τα ευρήματα της ανασκαφής (Κόλια & Αλεξοπούλου, 2011; Κόλια, 2012) είχε διάρκεια ζωής τριών περίπου αιώνων από τα τέλη της Αρχαϊκής περιόδου (τέλη 6 ου αι. π.χ. - αρχές 5 ου αι. π.χ.) έως τους Ελληνιστικούς χρόνους και συγκεκριμένα έως λίγο μετά τα μέσα του 3 ου αι. π.χ.

8 7 Όπως θα αναφερθεί στην πορεία της εργασίας, ο οικισμός αυτός φαίνεται να αποτελεί επίνειο και σχετίζεται με την αρχαία πόλη Βούρα (Κόλια, 2008). ΣΤΟΜΙΟ ΣΗΡΑΓΓΑΣ ΣΔ2 Εικόνα 2: Αεροφωτογραφία του αρχαίου παράλιου οικισμού (άποψη από δυτικά). Η θέση βρίσκεται μεταξύ της Παλαιάς Εθνικής Οδού Αθηνών - Πατρών (άνω δεξιά) και της παλαιάς σιδηροδρομικής γραμμής (αριστερά). Προς την πλευρά της θάλασσας (βόρεια του αρχαίου οικισμού) υφίσταται ορμίσκος που προστατεύεται στα ανατολικά από βράχια. Στην κυκλωμένη περιοχή υπάρχουν ορατά αρχαία κατάλοιπα, που ανήκουν στον οικισμό. Στο βάθος διακρίνεται η παραλία Πούντα του σύγχρονου οικισμού της Τράπεζας. (Πηγή: αρχείο ΣΤ ΕΠΚΑ)

9 8 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΔΟΜΗ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 1.1 Σκοπός της εργασίας Η παρούσα εργασία επιχειρεί μία αρχαιοσεισμολογική έρευνα για τη θέση Γιαννιά, η οποία ανήκει στην ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Αιγιαλείας, στις ακτές της Βόρειας Πελοποννήσου. Η μελέτη στηρίζεται στα αδημοσίευτα αρχαιολογικά δεδομένα από τα είκοσι ημερολόγια της ανασκαφής και την επεξεργασία τουλάχιστον ψηφιακών φωτογραφιών του αρχαίου οικισμού που εντοπίστηκε εκεί (εικ. 1, 2). Για τις ανάγκες της εργασίας θα περιγραφούν και θα παρουσιαστούν διεξοδικά τα στρώματα καταστροφής, που αποκαλύφθηκαν σε πολλά σημεία του οικισμού, και μέρος της αρχαιολογικής στρωματογραφίας με απώτερο σκοπό την τεκμηρίωση πιθανών σεισμικών γεγονότων, μέσα από τις επιπτώσεις που αυτά είχαν στην αρχαία θέση. Τα σεισμικά γεγονότα, εφόσον τεκμηριωθούν, θα τοποθετηθούν στο χρόνο σύμφωνα με τη χρονολόγηση που έδωσαν τα κινητά ευρήματα της ανασκαφής (Κόλια & Αλεξοπούλου, 2011; Κόλια, 2012). Ως κινητά ευρήματα θεωρούνται η κεραμική, τα αγγεία και τα νομίσματα. Δεδομένου του γεγονότος, ότι από τη θέση στην οποία εντοπίστηκε ο αρχαίος οικισμός διέρχεται το ανατολικό τμήμα του ρήγματος της Ελίκης, η παρούσα μελέτη αποκτά μεγάλο ενδιαφέρον, επειδή το ρήγμα που προαναφέρθηκε συνδέεται με μεγάλους σεισμούς (Ambraseys & Jackson, 1990; Papazachos & Papazachou, 1997; Koukouvelas et al., 2001). Εφόσον γίνει αναφορά στο γεωτεκτονικό καθεστώς και τη σεισμικότητα της περιοχής έρευνας, τα συμπεράσματα από την ερμηνεία των ανασκαφικών δεδομένων θα συνδυαστούν με τις παλαιοσεισμολογικές, αρχαιολογικές και άλλες δημοσιευμένες μελέτες, που έχουν μέχρι σήμερα πραγματοποιηθεί στην ευρύτερη περιοχή ενδιαφέροντος, με σκοπό να συμπληρωθεί η σεισμική ιστορία του ρήγματος της Ελίκης κατά τους ιστορικούς χρόνους και την περίοδο των τριών αιώνων που διερευνώνται στη θέση Γιαννιά. Εκ προοιμίου θεωρείται αναγκαία η επανεξέταση και του διάσημου σεισμού του 373 π.χ., που σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές κατέστρεψε ολοσχερώς δύο σπουδαίες αρχαίες πόλεις της περιοχής, την Ελίκη και τη Βούρα, οι οποίες βρίσκονται ανατολικά και δυτικά της θέσης Γιαννιά (Katsonopoulou, 2005). Ο υπό έρευνα αρχαίος οικισμός σχετίζεται με τη δεύτερη πόλη σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα (Κόλια, 2008). Απαραίτητη φυσικά είναι και η αναφορά στο ιστορικό πλαίσιο της περιόδου, ώστε να αποκλειστούν καταστροφές από ανθρωπογενή αίτια. Όμως τα ανασκαφικά δεδομένα δίνουν πληροφορίες και για μεταγενέστερες καταστροφές, οι οποίες έλαβαν χώρα μετά την εγκατάλειψη του οικισμού, από άλλα αίτια. Οι καταστροφές αυτές, για τις οποίες είναι εφικτή σχετική χρονολόγηση από νομισματικά ευρήματα μεταγενέστερων περιόδων, σχετίζονται, όπως θα αποδειχτεί με το τοπικό σύστημα απορροής. Επιπλέον, κατά τα αρχικά στάδια

10 9 της ανασκαφικής διαδικασίας θεωρείται, ότι ανιχνεύθηκε και η έμμεση παρουσία του πολύ μεταγενέστερου καταστροφικού σεισμού της Ελίκης, του 1861 (Schmidt, 1862 και 1875). Παράλληλα, επιχειρείται η συνολική ανάπλαση της εικόνας που είχε ο οικισμός στην αρχαιότητα, αλλά και η λιμενική εγκατάσταση που του αποδίδεται, καθώς και η εξέλιξη αυτών στο χρόνο μέχρι σήμερα υπό την επίδραση πληθώρας φαινομένων στο τοπίο. Συνακόλουθα θα συζητηθεί και η ξαφνική και οριστική εγκατάλειψη της αρχαίας θέσης συμπληρώνοντας ταυτόχρονα τα κενά στην ιστορία της περιοχής. 1.2 Οργάνωση της διατριβής Στην παρούσα διατριβή γίνεται πρωτίστως λόγος στο κεφ. 2 για τον κλάδο της Αρχαιοσεισμολογίας. Στο κεφ. 2.1 δίδεται ο ορισμός. Στο κεφ. 2.2 παρουσιάζονται οι ευρύτερες και ειδικότερες δυνατότητες που προσφέρει η αρχαιοσεισμολογική μέθοδος σε ποικίλα πεδία έρευνας. Η χρήση αρχαιολογικών δεδομένων, στα οποία στηρίζονται οι αρχαιοσεισμολογικές έρευνες ενέχει αρκετούς περιορισμούς και το θέμα αυτό προσεγγίζεται στο κεφ Στο κεφ. 2.4 γίνεται εκτενής παρουσίαση των βασικότερων παραδοχών σχετικά με τις επιπτώσεις, που μπορεί να επιφέρουν σε αρχαίες θέσεις σεισμοί, οι οποίοι συνέβησαν στο παρελθόν. Στο κεφ.3 γίνεται η επισκόπηση της γεωλογίας και του σεισμοτεκτονικού καθεστώτος της περιοχής μελέτης. Στα κεφ. 3.1 και 3.2 παρουσιάζονται γενικά στοιχεία για την Κορινθιακή Τάφρο και τη λεκάνη Καλαβρύτων Διακοπτού, αντίστοιχα. Στο κεφ. 3.3 γίνεται εκτενής αναφορά στο ρήγμα της Ελίκης, το οποίο διέρχεται από την περιοχή έρευνας. Στο κεφ εξετάζεται η ενεργός δράση του ρήγματος μέσα από τις αλλαγές, που έχει επιφέρει στο τοπίο κατά τη διάρκεια του Ολόκαινου. Στο κεφ παρουσιάζεται η σεισμικότητα της περιοχής μελέτης σύμφωνα με τα πορίσματα των σημαντικότερων παλαιοσεισμικών ερευνών, που έχουν πραγματοποιηθεί στο ίχνος του ρήγματος της Ελίκης. Τέλος, στο κεφ γίνεται αναφορά σε δύο σημαντικούς σεισμούς που εκδηλώθηκαν στην περιοχή ενδιαφέροντος κατά την αρχαιότητα και τους νεώτερους χρόνους, το σεισμό του 373 π.χ. και του 1861, αντίστοιχα. Στο κεφ. 4 παρουσιάζονται ανασκαφικά δεδομένα σχετικά με τη γενική εικόνα του αρχαίου οικισμού που ανασκάφηκε στη θέση Γιαννιά. Γενικά χαρακτηριστικά του οικισμού περιγράφονται στο κεφ Στο κεφ. 4.2 δίδεται η υπερκείμενη στρωματογραφία πριν τον εντοπισμό των αρχαιοτήτων. Στο κεφ. 4.3 επιχειρείται ο προσδιορισμός του χαρακτήρα του αρχαίου οικισμού (λιμενική εγκατάσταση πιθανώς) μέσα από τα πορίσματα αρχαιολογικών μελετών για την ευρύτερη περιοχή, την εξέταση της γεωμορφολογίας της θέσης του οικισμού και τα ανασκαφικά στοιχεία. Στο κεφ. 4.4 παρουσιάζονται τα πρώτα συμπεράσματα για τις χρονολογικές φάσεις του οικισμού βάσει

11 10 των νομισματικών και κεραμικών ευρημάτων, έτσι όπως αυτά προκύπτουν από υπό έκδοση άρθρα που αναφέρθηκαν ανωτέρω. Στο κεφ. 5 αναπτύσσονται όλα τα αρχαιολογικά δεδομένα σχετικά με τις καταστροφές στον αρχαίο οικισμό. Στο κεφ. 5.1 γίνονται γενικές παρατηρήσεις. Ξεχωριστή αναφορά γίνεται στο κεφ στον καθοριστικό ρόλο του κύριου οδικού άξονα του οικισμού, βάσει του οποίου ορίζεται η στρωματογραφική ακολουθία των στρωμάτων καταστροφής. Στο κύριο μέρος του κεφαλαίου, στα κεφ. 5.2, 5.3, 5.4, 5.5, 5.6, 5.7, 5.8 και υποενότητες, ακολουθεί η ανάπτυξη των ανασκαφικών δεδομένων, που αφορούν περιπτώσεις καταστροφών σε επτά περιοχές του αρχαίου οικισμού, οι οποίες παρατηρήθηκαν σε διαφορετικά κτίρια ή οικοδομικά συγκροτήματα. Αρχικά δίδονται γενικά στοιχεία για τα κτίρια, όπου εντοπίστηκαν καταστροφές (κεφ , 5.3.1, 5.4.1, 5.5.1, 5.6.1, 5.7.1, 5.8.1) και κατόπιν περιγράφονται διεξοδικά και αναλύονται για την κάθε περίπτωση όλα τα χαρακτηριστικά των καταστροφών (κεφ , 5.3.2, 5.4.2, 5.5.2, 5.6.2, 5.7.2, 5.8.2). Τα καταστροφικά γεγονότα αξιολογούνται βάσει των χαρακτηριστικών τους που θα μπορούσαν να αποδοθούν σε επιπτώσεις σεισμού (κεφ , 5.3.3, 5.4.3, 5.5.3, 5.6.3, 5.7.3, 5.8.3). Στο τέλος της κάθε περίπτωσης γίνεται η χρονολόγηση του καταστροφικού γεγονότος (κεφ , 5.3.4, 5.4.4, 5.5.4, 5.6.4, 5.7.4, 5.8.4). Στο κεφ. 6 περιγράφεται το ιστορικό πλαίσιο της περιόδου κατά την οποία εκδηλώνονται τα καταστροφικά γεγονότα και διερευνώνται στο κεφ. 6.1 οι διαθέσιμες ιστορικές πληροφορίες σχετικά με την ευρύτερη περιοχή μελέτης. Στο κεφ. 6.2 αξιολογούνται οι ιστορικές πληροφορίες, ώστε να απομακρυνθεί η πιθανότητα της απόδοσης των περιγραφόμενων καταστροφών σε άλλα, μη σεισμικά αίτια (π.χ. πόλεμοι). Στο κεφ. 7 παρουσιάζονται γενικά στοιχεία για σύγχρονα με τη θέση Γιαννιά καταστροφικά γεγονότα σε δύο ενδεικτικές, όμορες αρχαίες θέσεις, ανατολικά και νότια της περιοχής μελέτης. Η πρώτη βρίσκεται στην Αίγειρα (κεφ.7.1), η δεύτερη στην Τράπεζα Διακοπτού (κεφ. 7.2) και προσεγγίζεται η πιθανότητα συσχετισμού των καταστροφών στις θέσεις αυτές με τα γεγονότα στη θέση Γιαννιά. Στο κεφ. 8 παρουσιάζονται δύο μεταγενέστερα καταστροφικά φαινόμενα που έλαβαν χώρα στον αρχαίο οικισμό, όταν πλέον δεν κατοικείτο. Το πρώτο (κεφ. 8.1) σχετίζεται με τη δράση του τοπικού συστήματος απορροής και το δεύτερο, που αφορά πτώσεις βράχων (κεφ. 8.2), πιθανώς συσχετίζεται με την εκδήλωση πρόσφατου σεισμικού γεγονότος. Στο κεφ. 9 γίνεται η συζήτηση και παρουσιάζονται τα συμπεράσματα της διατριβής.

12 11 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΑΡΧΑΙΟΣΕΙΣΜΟΛΟΓΙΑ 2.1 Ορισμός Η Αρχαιοσεισμολογία είναι ο πιο πρόσφατος από τους τέσσερις κλάδους της Τεκτονικής Γεωλογίας, οι οποίοι αναπτύχθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες προκειμένου να επιτευχθεί η γεωλογική ερμηνεία και κατανόηση των σεισμών. Προηγήθηκε ο κλάδος της Νεοτεκτονικής το 1953 και ακολούθησαν η Σεισμοτεκτονική και η Παλαιοσεισμολογία. Ο κλάδος της Αρχαιοσεισμολογίας αποτελεί ένα νέο πεδίο έρευνας των σεισμών μετρώντας επίσημη διάρκεια ζωής μόλις μίας δεκαετίας, καθώς συστάθηκε το 2002 ως ομάδα εργασίας (WG archaeoseismology) υπό την αιγίδα της European Seismological Commission (Κουκουβέλας κ.α., 2010; Με τον όρο Αρχαιοσεισμολογία προσδιορίζεται η μελέτη παρελθόντων σεισμών, η οποία βασίζεται αποκλειστικά στην αρχαιολογική έρευνα (Stiros, 1996) και αυταπόδεικτα συνιστά ειδικότερο κλάδο και της επιστήμης της Αρχαιολογίας. 2.2 Η μέθοδος και οι δυνατότητες Η αρχαιοσεισμολογική μέθοδος βασίζεται στην ανάλυση, μελέτη και ακριβή χρονολόγηση των παραμορφώσεων και των καταστροφών σε μία αρχαία θέση, οι οποίες οφείλονται σε σεισμούς, στην ανάλυση των επισκευών των αρχαίων κτιρίων ως δευτερεύουσες συνέπειες των σεισμών ή των απότομων αλλαγών στα αρχαία περιβάλλοντα (Stiros,1996; Galadini et al., 2006). Σημαντικό πλεονέκτημα που προσφέρεται με τη μέθοδο είναι η ακριβής ή σχεδόν ακριβής χρονολόγηση των καταστροφών μίας αρχαίας θέση που επλήγη από σεισμό, με την κατ επέκταση χρονολόγηση του ίδιου του σεισμικού γεγονότος (Stiros, 1996), ακόμα και όταν αυτό είναι μέτριας έντασης (Galadini et al., 2006). Ταυτόχρονα, μέσω της αρχαιολογικής μαρτυρίας μπορούν να παραχθούν συγκριτικά δεδομένα για ιστορικούς σεισμούς, σχετικά με τους οποίους πληροφορίες κληροδοτήθηκαν από γραπτές πηγές του παρελθόντος. Για παράδειγμα εκτεταμένες αρχαιολογικές ανασκαφές στους Άγιους Τόπους και ιστορικές πηγές παρέχουν ένα μοναδικό αρχείο 2000 ετών για τη μελέτη της σεισμικότητας του ρήγματος της Νεκράς Θάλασσας σύμφωνα με τους Nur & Ron (1996). Οι Stiros & Papageorgiou (2001) σε άλλη περίπτωση παρουσιάζουν μέσα από αρχαιολογικά δεδομένα τη σεισμική ιστορία της αρχαίας Κισάμου στη βόρεια Κρήτη (περιοχή Χανίων) από το 50 μ.χ. έως το 650 μ.χ τεκμηριώνοντας την παρουσία του μεγάλου σεισμού του 365 μ.χ., για τον οποίο υπάρχει πλήθος αρχαίων καταγραφών (Stiros, 2001). Προσφέρεται έτσι η δυνατότητα, όπως υποστηρίζεται από τους Κουκουβέλας κ.α. (2010) να συμπληρωθούν οι κατάλογοι ιστορικής σεισμικότητας

13 12 (Guidoboni et al., 1994; Papazachos & Papazachou, 1997) με νέα δεδομένα, ακόμα και για εποχές που δεν υπάρχουν αναφορές ή δεν υπήρχε ο γραπτός λόγος, όπως στην περίπτωση οικισμού με ενδείξεις σεισμού της 3ης χιλιετίας π.χ. (Πρωτοελλαδική ΙΙ-ΙΙΙ περίοδος), που ανευρέθηκε στην περιοχή της αρχαίας Ελίκης, στο σύγχρονο Ριζόμυλο Αιγιαλείας, από το Ερευνητικό Πρόγραμμα Αρχαίας Ελίκης. Σύμφωνα με τα ανασκαφικά δεδομένα ο οικισμός αυτός καταστράφηκε από σεισμό, που συνοδεύτηκε από φωτιά, και εγκαταλείφθηκε αμέσως (Κatsonopoulou, 2011). Οι Galadini et al. (2006) ανάγουν μάλιστα την ασφαλή εφαρμογή της μεθόδου έως περίπου τα έτη πριν από σήμερα (εικ. 3). Εικόνα 3: Χρονολογικά διαστήματα κατά τα οποία δύνανται να έχουν ή έχουν εφαρμογή η Παλαιοσεισμολογία, η Αρχαιοσεισμολογία, η Ιστορική Σεισμολογία και η ενόργανη καταγραφή των σεισμών. (Πηγή: Galadini et al., 2006) Μέσω της μεθόδου της Αρχαιοσεισμολογίας μπορεί επιπλέον να επιτευχθεί και η ανασύσταση της ιστορίας μιας αρχαίας θέσης (Galadini et al., 2006) ή και να ερμηνευθούν κοινωνικές επιπτώσεις εξαιτίας σεισμών, όπως για παράδειγμα η παρακμή μιας περιοχής που πριν από ένα σεισμικό γεγονός ευημερούσε. Κάτι τέτοιο συνέβη στην αρχαία πόλη Κίσαμο της βόρειας Κρήτης. Η ανασκαφική έρευνα εκεί κατέδειξε οικοδομική φάση με ευτελή κτίρια ύστερα από τον καταστροφικό σεισμό του 365μ.Χ., ο οποίος ισοπέδωσε την προγενέστερη ρωμαϊκή πόλη με τα πολυτελή οικοδομήματα (Stiros, 2010). Σε άλλες περιπτώσεις καταστροφικών σεισμών κάποιες περιοχές δεν ανακάμπτουν ποτέ, όπως συνέβη με την αρχαία πόλη Γόρτυνα της Κρήτης μετά το σεισμό του 666 μ.χ. (DiVita, 1996). Η Αρχαιοσεισμολογία όμως προσφέρει και τη μοναδική δυνατότητα να αναχθούν στοιχεία για τόπους, οι οποίοι δεν έχουν καμία πρόσφατη εμπειρία

14 13 μεγάλων καταστροφικών σεισμών, όπως η περιοχή των Χανίων στην Κρήτη τους τελευταίους αιώνες (Stiroς & Papageorgiou, 2001) ή που θεωρούνται ασεισμικοί (Guidoboni, 1996). Εν κατακλείδι, όταν πραγματοποιούνται αρκετές έρευνες, όπως καταδείχτηκε ανωτέρω με διάφορες θέσεις στην Κρήτη, δίδεται η προοπτική να συνάγονται συμπεράσματα για ευρύτερες περιοχές και καθίσταται δυνατή η σκιαγράφηση μακροσεισμικών ζωνών (Marco, 2008). Η αναγνώριση και η ταύτιση παρελθόντων σεισμών ως κύριος στόχος της αρχαιοσεισμολογικής έρευνας αναδεικνύει τη μέθοδο σαν μία από τις καταλληλότερες, προκειμένου να εμπλουτιστούν οι γνώσεις μας για τη σεισμικότητα μιας περιοχής στο παρελθόν, παράλληλα με την Παλαιοσεισμολογία, την Ιστορική Σεισμολογία και την ενόργανη καταγραφή των σεισμών. Ο συνδυασμός των τεσσάρων κατευθύνσεων αποτελεί τη ραχοκοκαλιά για οποιαδήποτε ανάλυση σεισμικής επικινδυνότητας μιας περιοχής (Galadini et al., 2006), δηλαδή την ανάδειξη της πιθανότητας εμφάνισης/επανάληψης ενός σεισμού σε καθορισμένο τόπο ανά συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα ήτοι σεισμός σταθερού ρυθμού επανάληψης, καθώς και την εκτίμηση των καταστροφών που μπορεί να προξενήσει (Ambraseys, 1996; 2006). Οι Rodriguez-Pascua et al. (2011) υποστηρίζουν μάλιστα ότι η συστηματική, ποσοτική ανάλυση των σεισμικών αλλοιώσεων σε αρχαία κτίρια και θέσεις μπορεί να οδηγήσει ακόμα και στον σχεδιασμό του ελλειψοειδούς της παραμόρφωσης (strain ellipsoid) που συνδέεται με τις κινήσεις του εδάφους κατά τη διάρκεια ενός αρχαίου σεισμού. 2.3 Οι περιορισμοί των αρχαιολογικών δεδομένων Τα αρχαιολογικά δεδομένα σχετικά με τις σεισμικές καταστροφές δεν είναι πάντα ξεκάθαρα ούτε αδιαμφισβήτητα. Έτσι, είναι συχνό το φαινόμενο να αποδίδονται με μεγάλη ευκολία σε σεισμό καταστροφές που παρατήθηκαν σε αρχαίες θέσεις οδηγώντας σε παρανοήσεις, υπεραπλουστεύσεις ή υπερεκτιμήσεις (Ambraseys, 2005; 2006). Αυτές στην πραγματικότητα μπορεί να οφείλονται σε πλήθος άλλων μη σεισμικών αιτίων, όπως είναι οι φυσικές διεργασίες (κατολισθήσεις, πλημμύρες, ερπυσμοί εδάφους) ή η ανθρώπινη δράση (πόλεμοι, επαναστάσεις, φωτιές, επάλληλη οικοδομική δραστηριότητα), που εν δυνάμει έχουν παρεμφερείς επιπτώσεις με τους σεισμούς και είναι δύσκολο συχνά ή και αδύνατον να διαχωριστούν (Stiros, 1996; Galadini et al., 2006; Marco, 2008). Κάθε άλλο παρά ασύνηθες είναι για παράδειγμα το να καταρρέουν οικοδομήματα εξαιτίας της απλής εγκατάλειψής τους, της μη συντήρησης και της έκθεσης στο χρόνο και τις καιρικές συνθήκες ή λόγω ηθελημένης αποδόμησης, προκειμένου να αποσπαστεί οικοδομικό υλικό και να επαναχρησιμοποιηθεί αλλού. Μία καταστροφή όμως μπορεί να οφείλεται και στα σωρευτικά αποτελέσματα μεταγενέστερων σεισμών, οι επιπτώσεις των οποίων οπωσδήποτε είναι μεγαλύτερες

15 14 σε κτίρια από καιρό εγκαταλειμμένα (Stiros, 1996; Ambraseys, 2006). Ως σεισμικές μπορεί λανθασμένα να ερμηνευθούν μικρές κλίσεις σε κτίρια και κατακόρυφες ρωγμές σε τοίχους, ενώ αυτά μπορεί να δημιουργηθούν και με την αποδυνάμωση θεμελίων εξαιτίας της υπόγειας υδροφορίας ή από την απώλεια συνδετικού κονιάματος μίας τοιχοδομής, εξαιτίας των αλλεπάλληλων κύκλων υγρασίας-ξήρανσης με αποτέλεσμα την αποσάθρωση του συνδετικού υλικού (Ambraseys, 2006). Ακόμα, μετατοπίσεις θεμελίων μπορεί να οφείλονται και σε ασεισμικές ολισθήσεις εδάφους λόγω βαρύτητας (Galadini et al., 2006). Παρατηρήσεις πεδίου και πλήθος αναλύσεων έχουν αποδείξει περαιτέρω, ότι η συμπεριφορά ενός οικοδομήματος κατά τη διάρκεια ενός σεισμού και η καταστροφή του ή όχι εξαρτάται από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του σεισμού, αλλά και το είδος της κατασκευής (Ambraseys, 2006; Marco, 2008). Από την άλλη η ανθεκτικότητα που έχουν επιδείξει για παράδειγμα οι κιονοστοιχίες αρχαίων ελληνικών και ρωμαϊκών μνημείων δε θα πρέπει να ξενίζει, αλλά ούτε και να αποδοθεί στην απουσία σεισμών (Ambraseys, 2006). Επίκεντρο κάθε αρχαιοσεισμολογικής μελέτης θα πρέπει να συνιστά εκτός από την ανάλυση των παραμορφώσεων στις κατασκευές, η μελέτη της αρχαιολογικής στρωματογραφίας και του αποθετικού περιβάλλοντος ενός στρώματος καταστροφής, το οποίο σχετίζεται με σεισμό, και της χρονολόγησής του, δεδομένου ότι μη σεισμικά αίτια παράγουν διαφοροποιούμενες στρωματογραφικές ακολουθίες (Galadini et al., 2006). Για παράδειγμα, όταν ένα κτίριο καταρρέει αργά, το οικοδομικό υλικό του παρουσιάζει μη προσανατολισμένη διευθέτηση στο χώρο, αντίθετα από την εικόνα που θα επιφέρει ένας σεισμός (Marco, 2008) και επιπλέον τέτοια στρώματα παρουσιάζουν το μέγιστο πάχος τους πολύ κοντά στους τοίχους, ενώ ελαχιστοποιούνται σε μικρή απόσταση από αυτούς (Galadini et al., 2006). Εν κατακλείδι θα πρέπει να είμαστε ικανοί σε κάθε περίπτωση να διακρίνουμε τις καταστροφές που οφείλονται σε σεισμούς από εκείνες τις καταστροφές, οι οποίες οφείλονται σε μη σεισμικά αίτια. Για να επιτευχθεί αυτό καθίσταται απολύτως απαραίτητη η διεπιστημονική προσέγγιση της αρχαιολογικής πληροφορίας με την ταυτόχρονη συνεργασία αρχαιολόγων, ιστορικών, γεωλόγων, πολιτικών μηχανικών, σεισμολόγων και ειδικών από διάφορες άλλες, σχετικές επιστήμες (Ambraseys, 2006). 2.4 Επιπτώσεις σεισμών (seismic effects) σε αρχαίες θέσεις Σύμφωνα με διεθνώς αποδεκτά αποτελέσματα (Nikonov, 1988; Stiros, 1996; Stiros & Jones, 1996; McGuire et al., 2000; Nur and Cline, 2000; Guidoboni et al., 2000; Bottari, 2005; Αmbraseys, 2006; Galadini et al., 2006 και παραπομπές εντός; Marco, 2008; Rodriguez-Pascua et al., 2011 και παραπομπές εντός) μέχρι σήμερα έχουν αξιολογηθεί οι πιο χαρακτηριστικές επιπτώσεις σεισμών που παρατηρήθηκαν σε αρχαίες θέσεις και μπορούν να αποδοθούν με μεγαλύτερη ή μικρότερη βεβαιότητα σε σεισμικά αίτια. Οι βασικότερες παραδοχές αποτελεσμάτων σεισμών σε αρχαίες

16 15 θέσεις περιγράφονται παρακάτω (εικ. 4, 5 και 6, καθώς και Πίνακας 1). Ωστόσο οι ερευνητές πάντοτε υποσημειώνουν, ότι θα πρέπει να συνυπάρχουν και να πληρούνται παράλληλα τα περισσότερα από τα κριτήρια, να αναγνωρίζονται διαφορετικοί τύποι αλλοιώσεων και παραμορφώσεων, να επαναλαμβάνονται συγκεκριμένες παραμορφώσεις σε διαφορετικά οικοδομήματα μίας αρχαίας θέσης, αλλά και οι επιπτώσεις ενός σεισμού να αναγνωρίζονται σε ευρύτερες περιοχές, ώστε να πιστοποιηθεί ένα σεισμικό γεγονός με μεγάλη βεβαιότητα. Με δεδομένα αυτά κατά νου η πιθανότητα της παρουσίας ενός σεισμού σε μία αρχαία θέση υπάρχει εάν παρατηρούνται τα ακόλουθα: Θεμέλια αρχαίων κατασκευών παραμορφωμένα από επιφανειακά ρήγματα (εικ. 4β.). Στις σπάνιες περιπτώσεις που ρήγματα διατρέχουν αρχαιολογικές θέσεις, η διάρρηξη και μετακίνηση κατασκευών, είναι από τα πιο αξιόπιστα στοιχεία για να εξαχθούν και συμπεράσματα ως προς τη διεύθυνση και το μέγεθος της ολίσθησης ενός ρήγματος. Η κατάρρευση όλων των τμημάτων ενός κτιρίου (εικ. 4γ), συμπεριλαμβανομένων των τοίχων α β γ δ Εικόνα 4: Χαρακτηριστικές σεισμικές επιπτώσεις σε αρχαίες θέσεις. α) Ολίσθηση κλειδόλιθου σε αψίδα. β) Διαρρηγμένος και μετατοπισμένος τοίχος λόγω ρήγματος. γ) Προσανατολισμένη και οριοθετημένη κατάρρευση τοίχου (imbricate arrangement). δ) Σιγμοειδής στρέβλωση τοίχου. (Πηγή: Marco, 2008) των κάτω ορόφων, ακόμη και των δαπέδων του, και όχι μόνο των εξωτερικών κατασκευών ή των πάνω ορόφων. Παραμορφώσεις σε αρχιτεκτονικά μέλη κτιρίων που διατηρούνται στη θέση τους, όπως η ολίσθηση κλειδόλιθου σε αψίδες (εικ. 4α), η οριζόντια ολίσθηση ή περιστροφή σφονδύλων σε κίονες και μεγάλων λιθοπλίνθων σε τοιχοποιίες (εικ. 5α, 5β, 5γ, 5ζ), η θραύση γωνιακών στοιχείων κτιρίων (εικ. 5 στ ), ενώ παράλληλα τα θεμέλιά τους είναι άθικτα. Δομικά στοιχεία που παρουσιάζουν συστηματική: α) Ομοειδή, προσανατολισμένη, οριοθετημένη, συστηματική πτώση προς συγκεκριμένη, ίδια ή αντίθετη διεύθυνση ως αποτέλεσμα της ταλάντευσης (εικ. 4γ και εικ. 5δ, 5ε).

17 16 α α β γ δ ε στ ζ Εικόνα 5: Χαρακτηριστικές σεισμικές επιπτώσεις ε σε αρχαίες θέσεις. α) Οριζόντια ολίσθηση και β) περιστροφή λιθοπλίνθων στο αρχαίο θέατρο της Λάρισσας (Πηγή: Caputo et al., 2011) γ) Περιστροφή σφονδύλων στα Προπύλαια της Ακρόπολης των Αθηνών μετά το σεισμό του 1999 (Πηγή: Bottari, 2005) δ) Κολώνα σε παράλληλη πτώση στην αρχαία πόλη Cibyra της Τουρκίας (Πηγή: Akyüz & Altunel, 2001) ε) Παράλληλη πτώση κιόνων (domino-style arrangement) (Πηγή: Marco, 2008) στ ) Θραύση γωνιακών στοιχείων στην αρχαία πόλη Baelo Claudia στην Ισπανία (αριστερά) και σε εκκλησία στο Μεξικό (δεξιά) (Πηγή: Rodriguez-Pascua et al., 2011) ζ) Οριζόντια μετατόπιση σφονδύλων στους κίονες του ναού του Ηφαίστου στην Αθήνα. (Πηγή: Bottari, 2005) β) Σειρά δομών ή τμήματα αυτών που έπεσαν σαν συμπαγή σώματα (εικ. 5δ). γ) Τοιχοδομές και κίονες σε παράλληλη πτώση (domino-style arrangement) (εικ. 5δ, 5ε). δ) Κλίση κατασκευών. ε) Η συστηματική, κυματοειδής παραμόρφωση επιφανειών. στ) Στρεβλωμένοι τοίχοι (εικ. 4 δ). Η συστηματική διεύθυνση των ρωγμών τόσο στους τοίχους, όσο και στα δάπεδα, ρωγμές που συνεχίζουν από το δάπεδο στους τοίχους, οι ρωγμές που γίνονται ανοιχτές προς τα κάτω, ρωγμάτωση των πιο αδύνατων σημείων των κατασκευών (π.χ. γωνίες, παράθυρα) (εικ. 5στ )

18 17 Η πτώση αντικειμένων στο εσωτερικό κτιρίων που είναι συγκρίσιμη με διεύθυνση των καταρρεύσεων των κατασκευών. Επιδιορθώσεις των ζημιών μετά το καταστροφικό γεγονός με τέτοιο τρόπο, ώστε οι κατασκευές να γίνονται ισχυρότερες και μεγαλύτερης αντοχής από τις προηγούμενες (εικ. 6). Καταβυθισμένες θέσεις. Εικόνα 6: Έμμεσες σεισμικές επιπτώσεις με την εφαρμογή αντισεισμικής δόμησης σε αψίδα οχυρωματικού τείχους της Ισλαμικής περιόδου στη Ισπανία (αριστερά) και σε πυραμίδα στο Μεξικό (δεξιά). (Πηγή: Rodriguez-Pascua et al., 2011) Κατάρρευση κτιρίων που προκάλεσαν τον θάνατο και ενταφιασμό θυμάτων κάτω από τα ερείπια ή πολύτιμων αντικειμένων, στην περίπτωση που αποκλείονται τα ανθρωπογενή αίτια (π.χ. πόλεμοι). Επιγραφές που πιστοποιούν καταστροφές και επισκευές από σεισμούς. Εκτεταμένες καταστροφές και /ή επισκευές κτιρίων ή και ολόκληρων πόλεων που δεν μπορούν να εξηγηθούν από άλλα αίτια. Αξιόπιστες ιστορικές μαρτυρίες. Όσον αφορά το τελευταίο τεκμήριο σύμφωνα με τους Galadini et al. (2006) η ερμηνεία και ταύτιση ενός σεισμού επί τη βάσει της αρχαιολογικής τεκμηρίωσης, ισχυροποιείται εάν υπάρχουν αξιόπιστες ιστορικές μαρτυρίες για το σεισμό με αναφορές επιπλέον σε ολοκληρωτική καταστροφή περιοχών που επηρεάστηκαν, εάν περιοχές εγκαταλείφθηκαν οριστικά ή παρουσιάζουν πολιτισμικές ασυνέχειες. Οι Rodriguez-Pascua et al. (2011) προτείνουν στον παρακάτω Πίνακα 1 μία περιληπτική ταξινόμηση των αρχαιολογικών σεισμικών επιπτώσεων (Earthquake Archaeological Effects) βάσει σεισμικών αλλοιώσεων κτιρίων και μνημείων μέσα στο αστικό περιβάλλον αρχαίων πόλεων, που μελετήθηκαν από πλήθος ερευνητών. Η προτεινόμενη ταξινόμηση διαχωρίζει τις σεισμικές επιπτώσεις σε πρωτογενείς (άμεσες) και δευτερογενείς (έμμεσες). Όσον αφορά τις πρώτες, τις διαφοροποιεί σε γεωλογικές (με διάκριση βάση απόστασης ή όχι από σεισμικό ρήγμα) και σε επιπτώσεις σε κατασκευές/κτίρια. Τις τελευταίες αναλύει περαιτέρω σε εκείνες που προκλήθηκαν από μόνιμες εδαφικές αλλοιώσεις και σε εκείνες που δημιουργήθηκαν από παροδικές δονήσεις.

19 18 I. ΠΡΩΤΟΓΕΝΕΙΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ (ΑΜΕΣΕΣ) Επιπτώσεις επί ρήγματος -Δημιουργία κρημνών -Σεισμική ανύψωση/ καταβύθιση (EARTHQUAKE ARCHAEOLOGICAL EFFECTS /EAE) ΓΕΩΛΟΓΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΕ ΚΤΙΡΙΑ Επιπτώσεις σε απόσταση από ρήγμα Δομές συμπίεσης εξαιτίας μόνιμων εδαφικών αλλοιώσεων Δομές συμπίεσης εξαιτίας παροδικών δονήσεων - Ρευστοποιήσεις - Κατολισθήσεις - Πτώσεις βράχων - Τσουνάμι - Καταρρεύσεις σε σπήλαια - Στρεβλωμένα συμπαγή δάπεδα - Διαρρήξεις, πτυχές και εκτινάξεις σε λιθόστρωτα δάπεδα με συμμετρικές πλάκες - Διαρρήξεις, πτυχές και εκτινάξεις σε λιθόστρωτα δάπεδα με ασύμμετρες πλάκες - Αποκομμένα άκρα σε πλάκες - Κεκλιμένοι τοίχοι - Μετατοπισμένοι τοίχοι - Στρεβλωμένοι τοίχοι - Βαθιές διαρρήξεις σε τοιχοποιίες από λιθοπλίνθους - Διασταυρούμενες διαρρήξεις σε πλινθότοιχους ή τοίχους από κονίαμα - Προσανατολισμένη πτώση κιόνων - Περιστραφέντες και μετατοπισμένοι λιθόπλινθοι και σφόνδυλοι κιόνων - Οριζόντιες μετατοπίσεις λιθοπλίνθων - Πτώση κλειδόλιθου σε τοξοειδείς κατασκευές ή πτώση ανωφλιού σε παράθυρα και πόρτες - Στρεβλωμένα σκαλιά & κράσπεδα - Καταρρεύσεις τοίχων (με ενταφιασμό ανθρώπινων καταλοίπων & αντικειμένων αξίας κάτω από τα ερείπια) - Κατάρρευση θόλων - Σημάδια από πρόσκρουση - Θραυσμένη κεραμική ευρεθείσα στο σημείο πτώσης - Θραύση γωνιών σε λιθοπλίνθους II. ΔΕΥΤΕΡΟΓΕΝΕΙΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ (ΕΜΜΕΣΕΣ) Φωτιά / Επισκευές σε κτίρια / Στοιχεία σε δεύτερη χρήση στη δόμηση/ Ξαφνική εγκατάλειψη μίας θέσης / Στρωματογραφικό κενό στα αρχαιολογικά αρχεία / Αστραπιαία πλημμύρα εξαιτίας κατάρρευσης φυσικού ή τεχνητού υδατοφράκτη / Κατασκευή αντισεισμικών κτιρίων. Πίνακας 1: Περιληπτική ταξινόμηση των αρχαιολογικών σεισμικών επιπτώσεων (Earthquake Archaeological Effects (EAE)) βάσει των σεισμικών αλλοιώσεων κτιρίων και μνημείων μέσα στο αστικό περιβάλλον αρχαίων πόλεων κατά Rodriguez-Pascua et al. (2011). Μεταφρασμένο και τροποποιημένο από το ομώνυμο άρθρο.

20 19 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΣΕΙΣΜΟΤΕΚΤΟΝΙΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ 3.1 Η Κορινθιακή Τάφρος Η περιοχή μελέτης αποτελεί τμήμα του νότιου περιθωρίου της Κορινθιακής Τάφρου της βόρειας Πελοποννήσου (εικ. 7). Ο Κορινθιακός Κόλπος μήκους 130χλμ. και μέσου εύρους 40χλμ. είναι η πιο ενεργή σεισμογόνος περιοχή της Ευρώπης. Συνιστά μία τεκτονική τάφρο που προήλθε από την εξέλιξη μεγάλων κανονικών ρηγμάτων (Doutsos & Kokkalas, 2001). Χαρακτηρίζεται ως μία από τις πιο γρήγορα διανοιγόμενες τεκτονικές τάφρους στον κόσμο με μέγιστο ρυθμό διάνοιξης ~15mm/yr σύμφωνα με γεωδαιτικά και σεισμολογικά στοιχεία και διεύθυνση διαστολής περίπου Β - Ν (εικ. 7), με τους υψηλότερους ρυθμούς να εντοπίζονται στο δυτικό άκρο. Παράλληλα χαρακτηρίζεται από ανύψωση των νότιων ακτών με ρυθμούς μεγαλύτερους από 1mm/yr (Tselentis & Makropoulos, 1986; Collier et al., 1992; Davies et al., 1997; Clarke et al., 1997; Briole et al., 2000). Εικόνα 7: Χάρτης του Κορινθιακού στον οποίο αναφέρονται οι πλειστοκαινικοί και ολοκαινικοί ρυθμοί ανύψωσης (σύμφωνα με διάφορες μελέτες) σε σημεία του νότιου περιθωρίου, οι γεωδαιτικά προσδιορισμένοι ρυθμοί διαστολής που αυξάνονται από τα ανατολικά προς τα δυτικά, ενώ αποτυπώνονται και τα μεγάλα προς νότο ρήγματα (βλ. και εικ. 8). Οι πολύ χαμηλοί ρυθμοί ανύψωσης (~0,3mm/yr) στον κόλπο των Αλκυωνίδων ανατολικά υποδεικνύουν κατά τους Leader et al. (2003) μία τεκτονική γραμμή στον κόλπο του Λέχαιου (αποδίδεται στην εικόνα), που πιθανότατα διαχωρίζει τα διαφορετικά ανυψούμενα τμήματα του κόλπου προς ανατολάς και προς δυσμάς. (Πηγή: McNeill & Collier, 2004)

21 20 Η τάφρος ελέγχεται από δύο διακριτά συστήματα ρηγμάτων (Doutsos et al., 1988; Poulimenos et al., 1989; Πουλημένος, 1992): α) ένα κύριο σύστημα ΔΒΔ διεύθυνσης κανονικών ρηγμάτων, συνοδευόμενο από ΒΒΑ διεύθυνσης ρήγματα μεταβίβασης και β) ένα δευτερεύον σύστημα ΑΒΑ κανονικών ρηγμάτων, συνοδευόμενο από ΒΒΔ διεύθυνσης ρήγματα μεταβίβασης (εικ. 8). Τα κανονικά ρήγματα έχουν μήκος χλμ. (Doutsos & Kokkalas, 2001), λιστρική γεωμετρία (Doutsos & Poulimenos, 1993) και παρουσιάζουν κατάτμηση κατά το μήκος τους σε τεμάχη της τάξης των 10χλμ., κάτι που αποτελεί και την κυρίαρχη γεωμετρία στα ρήγματα του Κορινθιακού (Koukouvelas & Doutsos, 1996; Roberts & Koukouvelas, 1996). Δρουν παράλληλα Εικόνα 8: Απλοποιημένος χάρτης του Κορινθιακού, όπου αποδίδονται οι κύριες ρηξιγενείς δομές. Η πλαισιωμένη περιοχή, στην οποία βρίσκεται και η υπό έρευνα αρχαία θέση, χαρακτηρίζεται από την παρουσία πολλών και μεγάλων σεισμών σύμφωνα με τα στοιχεία της Ιστορικής σεισμικότητας και της ενόργανης καταγραφής σεισμών. (Πηγή: Koukouvelas et al., 2001) στη γενική διεύθυνση της τάφρου, ενώ τα ρήγματα μεταβίβασης υποδεικνύουν τη διεύθυνση διαστολής (Πουλημένος, 1992). Τα ρήγματα μεταβίβασης που συνδέονται με τα κανονικά ρήγματα φιλοξενούν όχι μόνο μετατοπίσεις, αλλά και τις υψομετρικές διαφορές μεταξύ παρακείμενων ρηξιγενών μπλοκ. Χάρη σε αυτές τις τεκτονικές διεργασίες, διαφορετικές ιζηματογενείς ακολουθίες συγκεντρώνονται παράπλευρα στα περιθώρια λεκανών (Πουλημένος, 1992; Poulimenos et al, 1993) (εικ. 9). Η δημιουργία της τάφρου τοποθετείται στο Αν. Μειόκαινο. Κατά το Πλειόκαινο θεωρείται ότι παρουσίαζε ομοιόμορφο πλάτος και βάθος κατά τον άξονα της. Όμως η μετατόπιση της

22 21 τεκτονικής δραστηριότητας προς Β στο Τεταρτογενές είχε σαν αποτέλεσμα την απότομη ανύψωση του νότιου περιθωρίου της τάφρου που ευθύνεται για την κατά 1000μ. τουλάχιστον ανύψωση των πλειστοκαινικών ιζημάτων της βόρειας Πελοποννήσου (Doutsos et al., 1988; Doutsos & Piper, 1990; Doutsos & Poulimenos, 1992; ή ως 1700μ. σύμφωνα με τους Seger & Alexander,1993). Έτσι, το δυτικό τμήμα της Κορινθιακής Τάφρου αποτελείται από μία σειρά ασύμμετρων τάφρων, οι οποίες πληρούνται από μία ακολουθία Πλειο-Τεταρτογενών αποθέσεων. Πρόκειται για λιμναίες, λιμνοθαλάσσιες και ποτάμιες αποθέσεις, οι οποίες καλύπτονται από δελταϊκά-αλλουβιακά ριπιδιακά ιζήματα και θαλάσσιες αναβαθμίδες. Τα ιζήματα αυτά αποτελούν ένα επικάλυμμα, που αναπτύσσεται ασύμφωνα επί του προ-νεογενούς ασβεστολιθικού υποβάθρου (Πουλημένος, 1992). Για καιρό ο Κορινθιακός θεωρούνταν μία ημιτάφρος με ενεργά ρήγματα μόνο στη νότια πλευρά. Ωστόσο πρόσφατες έρευνες υποδεικνύουν, ότι και η βόρεια πλευρά είναι τεκτονικά ενεργή (Mοretti et al., 2003) (εικ. 9). Τέλος, το μέγιστο μέγεθος σεισμών που έχει παρατηρηθεί στον Κορινθιακό σύμφωνα με την Ιστορική σεισμικότητα και μακροσεισμικά δεδομένα είναι R (Ambraseys & Jackson, 1990). Εικόνα 9: Σχεδιαστική τομή των κύριων ρηγμάτων του δυτικού τμήματος του Κορινθιακού Κόλπου. (Πηγή: Mοretti et al., 2003). 3.2 Η λεκάνη Καλαβρύτων- Διακοπτού Η περιοχή μελέτης βρίσκεται στο βορειοδυτικό περιθώριο της ιζηματογενούς λεκάνης Καλαβρύτων-Διακοπτού (εικ. 10), που αποτελεί μία εκ των επιμέρους λεκανών, στις οποίες μπορεί να διακριθεί η λεκάνη του δυτικού παράκτιου τμήματος της Κορινθιακής Τάφρου. Αυτή η λεκάνη πληρούται από μία ακολουθία λιμναίων-λιμνοθαλάσσιων αποθέσεων Ανώτερης Πλειστοκαινικής-

23 22 Κατώτερης Πλειστοκαινικής ηλικίας και ποτάμια ιζήματα, η απόθεση των οποίων αρχίζει στο Κατώτερο Πλειστόκαινο. Η αμέσως επόμενη ενότητα αποτελείται από δελταϊκές ριπιδιακές αποθέσεις με ηλικία μετά το Κατώτερο Πλειστόκαινο, εφόσον υπέρκεινται των προηγούμενων και τέλος από μία ανώτερη ενότητα θαλάσσιων αναβαθμίδων. Ο αρχαίος οικισμός της θέσης Γιαννιά οικοδομήθηκε πάνω σε δελταϊκές ριπιδιακές αποθέσεις (εικ. 10) με ηλικία μετά το Κατώτερο Πλειστόκαινο (Πουλημένος, 1992). ΘΕΣΗ ΑΡΧΑΙΟΥ ΟΙΚΙΣΜΟΥ Εικόνα 10: Η ιζηματογενής λεκάνη Καλαβρύτων-Διακοπτού στην οποία αποδίδεται η θέση του αρχαίου οικισμού. (Πηγή: Πουλημένος, 1992) 3.3 Το ρήγμα της Ελίκης Κατά το Ολόκαινο οι νοτιοδυτικές ακτές της Κορινθιακής Τάφρου και η ιζηματογένεση ελέγχονται από πέντε ενεργά ρήγματα (Koukouvelas & Doutsos, 1996; Koukouvelas, 1998) που εντοπίζονται νότια της ευρύτερης περιοχής του Αιγίου (εικ. 11), μεταξύ των οποίων τα

24 23 σημαντικότερα κανονικά ρήγματα είναι του Αιγίου και της Ελίκης. Εκτιμάται, ότι τα δύο αυτά ρήγματα φιλοξενούν το 10% της συνολικής διαστολής στην περιοχή αυτή (Koukouvelas et al., ΘΕΣΗ ΑΡΧΑΙΟΥ ΟΙΚΙΣΜΟΥ Εικόνα 11: Το ρήγμα της Ελίκης (a), η θέση του αρχαίου οικισμού και θέσεις διάνοιξης παλαιοσεισμολογικών τομών από την έρευνα των Chatzipetros et al. (2005), από όπου και η εικόνα τροποποιημένη. Με κόκκινο υποδεικνύεται η ζώνη μεταβίβασης μεταξύ του ανατολικού και δυτικού τμήματος του ρήγματος. Άνω αριστερά απεικονίζονται οι διαρρήξεις του ρήγματος του Αιγίου από το σεισμό του 1995, η θέση του αρχαίου οικισμού σε σχέση με το ανατολικό τμήμα του ρήγματος της Ελίκης, καθώς και η ζώνη ρευστοποίησης (με πορτοκαλί χρώμα) από το σεισμό του 1861 κατά Schmidt (1875). Άνω δεξιά απεικονίζονται τα πέντε κανονικά ρήγματα που είναι ενεργά κατά το Ολόκαινο νότια της ευρύτερης περιοχής του Αιγίου. (Πηγή: Koukouvelas et al., 2001; Chatzipetros et al., 2005) 2001). Ο αρχαίος οικισμός που εξετάζεται στην παρούσα εργασία βρίσκεται στη βάση του ανατολικού τμήματος του ρήγματος της Ελίκης (εικ. 11). Το ρήγμα της Ελίκης είναι ένα πολύπλοκο κανονικό ρήγμα βόρειας βύθισης, μεγάλου μήκους (Poulimenos, 1993), διεύθυνσης περίπου Α-Δ, που οριοθετεί ένα ευδιάκριτο ρηξιγενές πρανές στο δυτικό Κορινθιακό και παρουσιάζει κατάτμηση περιλαμβάνοντας ουσιαστικά έναν αριθμό μικρότερων κανονικών ρηγμάτων (Doutsos & Poulimenos, 1992). Διαιρείται σε δύο κύρια τμήματα (εικ. 11), το δυτικό και το ανατολικό, με μήκος 9 χλμ. και 13χλμ. αντίστοιχα, τα οποία διαχωρίζονται από μία ζώνη μεταβίβασης πλάτους 2χλμ. στην

25 24 περιοχή του Κερυνίτη ποταμού (Koukouvelas et al., 2001). Εικάζεται, ότι το ανατολικό τμήμα συνεχίζει περαιτέρω ως την Ακράτα, ανατολικά του ποταμού Κράθη φτάνοντας σε συνολικό μήκος τα 25χλμ. (Stefatos et al., 2002). Το δυτικό τμήμα του ρήγματος χαρακτηρίζεται από ρηξιγενή ζώνη πλ.100μ. με μέγιστο υψόμετρο εμφάνισης 485μ. Το ανατολικό χαρακτηρίζεται από μεγαλύτερη ρηξιγενή ζώνη πλ.400μ. με μέγιστο υψόμετρο εμφάνισης 721μ. Το δυτικό τμήμα του ρήγματος μετατοπίζει στη βάση του και σε μήκος μεγαλύτερο των 5,5χλμ. ασβεστόλιθους του Κρητιδικού ή κερατόλιθους του Ιουρασικού, ενώ στη βάση του ανατολικού τμήματος εκτίθενται κυρίως δελταϊκά ριπίδια του Νεογενούς (Koukouvelas et al., 2001) Η ενεργός δράση του ρήγματος και η επίδραση στο τοπίο Το ρήγμα της Ελίκης τοποθετείται στην υψηλότερη βαθμίδα της ενεργούς τεκτονικής σύμφωνα με τα πορίσματα ποσοτικής γεωμορφολογικής ανάλυσης των Verroios et al. (2004), η οποία έγινε σε εξήντα, μικρής κλίμακας υδατορεύματα, μήκους 50μ. - 2χλμ. που αναπτύσσονται στη βάση του ρήγματος. Η έρευνα κατέδειξε σημαντικές τιμές για τέσσερις τεκτονικούς μορφομετρικούς δείκτες, καθώς και το γεγονός ότι το ρήγμα είναι περισσότερο ενεργό προς ανατολάς. Μελετήθηκαν ο δείκτης εγκάρσιας τοπογραφικής συμμετρίας που δείχνει την τάση μετατόπισης ενός υδατορεύματος, ο δείκτης μήκους-κλίσης ρέματος που εξετάζει τις απότομες μεταβολές της κλίσης της κοίτης ενός υδατορεύματος, ο δείκτης δαντέλωσης ορεογραφικού δικτύου και ο δείκτης λόγου πλάτους προς ύψος κοιλάδας που σχετίζεται με την κατά βάθος ή κατά πλάτος διάβρωση σε χείμαρρους (εικ. 12). α β Εικόνα 12: Στις δύο εικόνες αποδίδονται ενδεικτικές τιμές για το μορφoτεκτονικό δείκτη Vf. Οι μικρές τιμές αποδεικνύουν την κατά βάθος διάβρωση που επικρατεί σε υδατορεύματα που μελετήθηκαν στο ρήγμα της Ελίκης και στο σχηματισμό κοιλάδων τύπου V. Στο ανατολικό τμήμα του ρήγματος (β) οι τιμές δείχνουν, ότι η κατά βάθος διάβρωση είναι μεγαλύτερη από το δυτικό (α). (Πηγή: Verroios et al., 2004)

26 25 Η υψηλή τεκτονική δραστηριότητα επιβεβαιώνεται και από την ιστορική και πρόσφατη σεισμικότητα (εικ. 8) (Ambraseys & Jackson, 1990; Guidoboni, 1994; Ambraseys & Jackson, 1997; Papazachos & Papazachou, 1997; Papadopoulos et al., 2000), αλλά και τη γενικότερη μορφοτεκτονική ανάλυση της περιοχής, καθώς παρουσιάζει εντυπωσιακά ρηξιγενή πρανή, ανυψωμένες ποτάμιες αναβαθμίδες και ανυψωμένες ακτογραμμές (πιν. 2 και εικ. 13), ανύψωση των σύγχρονων δελταϊκών ριπιδίων, κατά βάθος διαβρωμένες κοιλάδες (εικ. 12), ενώ συχνή είναι η παρουσία των χερσαίων και υποθαλάσσιων κατολισθήσεων (Koukouvelas & Doutsos, 1996; Stewart, 1996; Soter, 1998). h (m) Fauna 14 C age (a BP) Cal. age (a BP) Ref. Aigeira 1.0 D 1420 ± ± 50 Papageorgiou et al. (1993) 6.0 CC 2965 ± ± 75 Stewart & Vita- Finzi (1996) 6.0 L U-series 6400 ± 200 Vita-Finzi (1993) 6.5 L 4880 ± ±335 Mouyaris et al. (1992) 7.5 L 8040 ± ±85 Stewart & Vita- Finzi (1996) P. Platanou 2.3 L 2785 ± ± 70 Stewart & Vita- Finzi (1996) 3.7 L 2420 ± ±150 Stewart & Vita- Finzi (1996) 4.0 L 8730 ± ±475 Mouyaris et al. (1992) 6.2 L 3285 ± ±45 Stewart & Vita- Finzi (1996) 6.5 L 8050 ± ± 65 Stewart & Vita- Finzi (1996) Trapeza 3.5 D 6920 ± ±60 Soter (1998) Diakopto 1.5 L 1210± ±85 Stewart & Vita- Finzi (1996) 3.5 L 2190 ± ±50 Stewart & Vita- Finzi (1996) Πίνακας 2: Στον πίνακα αποδίδονται οι ανυψωμένες ακτογραμμές που έχουν μελετηθεί σε διάφορα σημεία του Κορινθιακού (1 η στήλη) και οι χρονολογήσεις (4η στήλη σύμφωνα με C14 και στην 5η στήλη καλιμπραρισμένες) που έδωσαν διάφορα απολιθώματα (2 η στήλη: C, Chthamalus; CC, Cladocora caespitosa; D, Dendropoma petraeum; L, Lithophaga lithophaga; M, Mytilus galloprovincialis; N, Notirus irus; V, Vermetus triqueter). Οι βιβλιογραφικές αναφορές για κάθε περίπτωση αποδίδονται στην 6η στήλη) Πηγή: Soter, 1998.

27 26 Εικόνα 13: Ανυψωμένες ακτογραμμές στον παράλιο χώρο της ανασκαφής. Στην αριστερή φωτογραφία διακρίνεται υπερυψωμένη λόγω τεκτονικής κτιστή κατασκευή άγνωστης περιόδου, πιθανώς των νεώτερων χρόνων. Στη δεξιά φωτογραφία αναγνωρίζονται δύο ή και τρεις τεκτονικές ανυψώσεις. Για τις πλησιέστερες χρονολογημένες παλαιοακτές βλ. πιν.2. (Πηγή: αρχείο ΣΤ ΕΠΚΑ). Μία ακόμα ισχυρότατη απόδειξη της ενεργούς δράσης του ρήγματος της Ελίκης αποτελεί η επίδραση που έχει στο δίκτυο απορροής. Οι δύο μεγάλες σεισμογόνες δομές του Αιγίου και της Ελίκης ελέγχουν την ιζηματογένεση των δελταϊκών προσχώσεων των ποταμών Σελινούντα, Κερυνίτη και Βουραϊκού τροποποιώντας τη διεύθυνσή τους (εικ. 14) (Koukouvelas et al., 2001; Kontopoulos & Avramidis, 2003; Pavlides et al., 2004; McNeill et al., 2005; Koutsios et al., 2010). Στην περιοχή του σύγχρονου οικισμού της Ελίκης παρατηρείται σύγκλιση των δύο εκ των τριών ποταμών, γεγονός που υποδηλώνει την παρουσία μίας μορφολογικής ταπείνωσης, που οι ποταμοί τείνουν να πληρώσουν με τις αποθέσεις τους δημιουργώντας σήμερα ένα ενιαίο δελταϊκό ριπίδιο. Η κοίτη του ποταμού Σελινούντα (εικ. 14) στρέφεται ΝΑ με ρυθμό 15 /ka (Koukouvelas, 1998; Kontopoulos & Avramidis, 2003) υπό την επίδραση της ζώνης μεταβίβασης μεταξύ των ρηγμάτων Αιγίου και Ελίκης. Όσον αφορά τον Κερυνίτη, θα αναμενόταν λόγω της έντονης τεκτονικής δράσης του ανατολικού τμήματος του ρήγματος της Ελίκης μια στροφή της κοίτης του παράλληλα προς το ρήγμα. Εντούτοις ο ποταμός κινείται προς ΒΔ στο βύθισμα που δημιουργείται στη ζώνη μεταβίβασης ανάμεσα στα δύο τεμάχη του ρήγματος. Η μετανάστευση αυτή θεωρείται πως επηρεάζεται από την προέλαση του ανατολικού τμήματος του ρήγματος της Ελίκης προς τα δυτικά (Koukouvelas et al., 2005b). Η σημερινή θέση του ποταμού είναι ίδια σχεδόν με εκείνη την οποία είχε το 1700 και έχει αποτυπωθεί σε Βενετικό χάρτη της περιόδου (εικ. 14). Παλαιοσεισμικές έρευνες κατέδειξαν (Koukouvelas, 2001; Pavlides et al., 2004; Koukouvelas et al., 2005b), ότι πριν από 1700 έτη ο Κερυνίτης βρισκόταν κατά 140 ο ανατολικότερα, ενώ σε μορφολογικό βύθισμα νότια

28 27 του χωριού Ζαχλωρίτικα εντοπίζεται μια σειρά από παλαιο-κανάλια (εικ. 14), τα οποία πιθανώς σχετίζονται με τον παλαιο-κερυνίτη ή/και το Βουραϊκό. Ο ρυθμός μετανάστευσης της κοίτης του ποταμού προς ΒΔ υπολογίζεται σε 0,2 ο /yr. β α Εικόνα 14: α) Η μετανάστευση της κοίτης του Κερυνίτη βόρεια του ρήγματος της Ελίκης τα τελευταία 1700 χρόνια, καθώς και η θέση που είχε στο Βενετικό χάρτη του 1700, η οποία ταυτίζεται με τη σημερινή του θέση. (Πηγή: Pavlides et al., 2004). β) Η μετανάστευση της κοίτης του ποταμού Σελινούντα. (Πηγή: Koutsios et al., 2010). Ωστόσο και τα αποτελέσματα των γεωτρήσεων και των ανασκαφών που πραγματοποιούνται επί είκοσι χρόνια στη περιοχή της Ελίκης από το Ερευνητικό Πρόγραμμα Αρχαίας Ελίκης (εικ. 15, 16) κατέδειξαν, ότι το δελταϊκό περιβάλλον έχει αλλάξει δραματικά τα τελευταία έτη, στη διάρκεια δηλαδή του Ολόκαινου (Soter & Katsonopoulou, 2005; Koutsios, 2009; Katsonopoulou, 2010; Koutsios & Kontopoulos, 2011). Η αλλουβιακή πεδιάδα των ποταμών Κερυνίτη και Βουραϊκού, που διατρέχεται από το ρήγμα της Ελίκης, καταβυθίζεται με ρυθμό 1,4mm/yr (Koukouvelas et al., 2001), γεγονός που είχε σαν αποτέλεσμα τον ενταφιασμό αρχαίων καταλοίπων ποικίλων περιόδων κάτω από λιμναία, λιμνοθαλάσσια και ποτάμια ιζήματα πάχους έως και 4μ.-5μ. κατά θέσεις. Η ανάλυση πυρήνων γεωτρήσεων (εικ. 15) πλησίον της θέσης, όπου εντοπίστηκε πρόσφατα οικισμός της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού (2.500 π.χ /2.200 π.χ.) κοντά στο χωριό Ριζόμυλος (Katsonopoulou, 2011) (εικ. 16) οδήγησε στο συμπέρασμα, ότι κατά τη μέση και ύστερη Ολοκαινική περίοδο έδρασαν διαφορετικά ιζηματογενή περιβάλλοντα. Στη συγκεκριμένη περιοχή υπήρχε ένα στάσιμο σώμα νερού που εναλλασσόταν από λίμνη, εφήμερη λίμνη, παράκτια

29 28 λίμνη σε έλος (Koutsios, 2009; Koutsios & Kontopoulos, 2011). Σύμφωνα και με τους Soter & Katsonopoulou (2005) το κεντρικό τμήμα της πεδιάδας από τους Νεολιθικούς ως τους Ρωμαϊκούς χρόνους πρέπει να κατελάμβανε κατά περιόδους μια λιμνοθάλασσα ή παράλιο έλος, ενώ ειδικότερα Εικόνα 15: Συγκριτική παράθεση τριών πυρήνων γεωτρήσεων από την περιοχή του πρωτοελλαδικού οικισμού, που αναλύθηκαν από τους Koutsios & Kontopoulos (2011). Αποδίδονται τα διαφορετικά ιζηματογενή περιβάλλοντα και οι ηλικίες τους ύστερα από ραδιοχρονολόγηση. (Πηγή: Koutsios & Kontopoulos, 2011) μετά τη ρωμαϊκή περίοδο ένα έλος κάλυπτε μέρος του δέλτα, όπως κατέδειξε η παρουσία στρώματος μαύρης αργίλου σε μικρό βάθος με μικροοργανισμούς γλυκού νερού (εικ. 15). Η παράλια ζώνη σε απόσταση 800μ. από τη σύγχρονη ακτή δεν παρουσίασε ενδείξεις αρχαίας κατοίκησης και πιθανότατα προσχώθηκε από τους αρχαίους χρόνους. Οι παραπάνω αλλαγές σχετίζονται με συνδυασμό διαφόρων παραγόντων, όπως κλιματικές αλλαγές και τεκτονική δράση (που προκάλεσε είτε την καταβύθιση είτε την ανύψωση της περιοχής κατά περιόδους).

30 Εικόνα 16: Στην άνω εικόνα χάρτης της δελταϊκής πεδιάδας των ποταμών Σελινούντα και Κερυνίτη με τις θέσεις των γεωτρήσεων που διανοίχτηκαν από το Ερευνητικό Πρόγραμμα Αρχαίας Ελίκης. Αποδίδονται και οι θέσεις με αρχαία κατάλοιπα. Στην κάτω εικόνα η ίδια περιοχή με σχηματική απόδοση των ορίων της πιθανής λιμνοθάλασσας (περίγραμμα με κουκκίδες) και της ελώδους ζώνης (σκιασμένη περιοχή). Αποδίδονται και τα βάθη εύρεσης των διαφόρων ιζημάτων σε σχέση με την επιφάνεια του εδάφους ή αλλού σε σχέση με τη στάθμη της θάλασσας. Από την ισοϋψή των 5μ. τουλάχιστον έως τη σύγχρονη ακτογραμμή δεν βρέθηκαν αρχαία κατάλοιπα, όπως υποδεικνύουν οι μη συμπαγείς κύκλοι και στις δύο εικόνες. (Πηγή: Soter & Katsonopoulou, 2005) 29

31 Παλαιοσεισμικές έρευνες στο ρήγμα της Ελίκης και σεισμικότητα περιοχής μελέτης Πολλοί ισχυροί σεισμοί θεωρείται ότι συνδέονται με το ρήγμα της Ελίκης, όπως ο σεισμός του 373 π.χ. και του 1402 μ.χ. Σύμφωνα με τους ιστορικούς καταλόγους και την ενόργανη καταγραφή των σεισμών άλλοι μεγάλοι σεισμοί που έλαβαν χώρα στο δυτικό τμήμα του Κορινθιακού αναφέρονται το 23 μ.χ, το 1748, το 1817, το 1861, το 1888, το 1889, το 1965 (Ms 6.4), το 1995 (Ms 6.3) (Ambraseys & Jackson, 1990 και 1997; Papazachos & Papazachou, 1997; Papadopoulos et al, 2000). Ειδικότερα, τα αποτελέσματα του σεισμού του 1861 καταγράφηκαν από τον Schmidt (1862 και 1875), διευθυντή του Αστεροσκοπείου Αθηνών εκείνη την περίοδο. Κατά τη διάρκεια του συγκεκριμένου σεισμού ενεργοποιήθηκε το ανατολικό τμήμα του ρήγματος που διέρρηξε μία ζώνη μηκ.13χλμ. - 15χλμ. στην περιοχή μεταξύ Πούντας και Κερύνειας και είχε κατακόρυφη μετατόπιση 1μ. Κάποια από τα ρηξιγενή πρανή μάλιστα διατηρούνται ακόμα και σήμερα με αποτέλεσμα να πραγματοποιηθούν στο ίχνος του τα τελευταία χρόνια παλαιοσεισμικές έρευνες (εικ. 11, 17, 18) με εξαιρετικά αποτελέσματα (Koukouvelas et al., 2001; Pavlides et al., 2004; Koukouvelas et al., 2005a; Chatzipetros et al., 2005). Σύμφωνα με τα συνθετικά δεδομένα της έρευνας των Chatzipetros et al. (2005) ταυτίστηκαν από την κολλουβιακή τεκτονοστρωματογραφία Εικόνα 17: Ενδεικτική σχεδιαστική αποτύπωση κολλουβιακής τεκτονοστρωματογραφίας σε παλαιοσεισμολογική τομή που διανοίχθηκε στο ίχνος του ανατολικού τμήματος του ρήγματος της Ελίκης. Στην εικόνα της ίδιας τομής (επάνω) σημειώνεται η μετατόπιση που συνδέεται με το σεισμό του (Πηγή: Koukouvelas et al., 2005b)

32 31 (ιζηματογένεση που ελέγχεται από τα ρήγματα, βλ. ενδεικτικά εικ.17) και τα συνολικά στρωματογραφικά και αρχαιομετρικά δεδομένα έξι σεισμικά γεγονότα, τα περισσότερα από τα οποία πιστοποιούνται σε πλέον της μίας τομής. Μία εκ των τομών έδωσε και αρχαιολογικά τεκμήρια. Τα σεισμικά γεγονότα τοποθετούνται στις κάτωθι περιόδους: Μεταξύ π.χ π.χ. με πιθανότερο το π.χ. Αυτό είναι και το παλαιότερο γεγονός που αναγνωρίστηκε. Μεταξύ π.χ. και 1900 π.χ π.χ. το δεύτερο γεγονός με πιθανότερο όμως το π.χ. σύμφωνα με τους Katsonopoulou et al. (2004) και τους Κοukouvelas et al. (2005a). Το τρίτο μεταξύ 420 μ.χ μ.χ. με πιθανότερο το 600 μ.χ. κατά τους Chatzipetros et al. (2005). Με το γεγονός αυτό συσχετίζεται πιθανώς η καταστροφή ρωμαϊκής αγροικίας που εντοπίστηκε στην περιοχή του Ριζόμυλου. Το συμβάν αυτό χρονολογείται σύμφωνα με την Κατσωνοπούλου (1998α) και τους Κoukouvelas et al. (2005a) στο δεύτερο μισό του 5 ου αι. μ.χ. Το τέταρτο μεταξύ μ.χ. με πιθανό το μ.χ. Το πέμπτο γύρω στο μ.χ. Σχετίζεται μάλλον με το σεισμό του 1402 μ.χ. Ο σεισμός αυτός αναφέρεται στους ιστορικούς καταλόγους, όπως έχει προαναφερθεί (Papazachos & Papazachou, 1997; Papadopoulos et al., 2000). Τέλος, σε όλες τις τομές εντοπίστηκε η ίδια ανώτερη κολλουβιακή απόθεση πάχους 1μ., που αντιστοιχεί στο σεισμό του Έτσι, τεκμηριώνονται για το ρήγμα της Ελίκης: Ρυθμός επανάληψης σεισμών στα χρόνια, ο οποίος είναι σχετικά σύντομος. Ρυθμός ολίσθησης περίπου 1,5mm/yr Μετατόπιση ανά σεισμό 0,44μ. έως 1,37μ. με τις υψηλότερες τιμές στα πιο πρόσφατα γεγονότα. Εκτιμώμενα μεγέθη σεισμών μεταξύ 6.5-6,8R. Ωστόσο, οι δύο ενδιάμεσες τιμές σχετικά με την ολίσθηση και τη μετατόπιση πρέπει να λαμβάνονται συντηρητικά υπόψιν λόγω της αναμενόμενης διάβρωσης των ρηξιγενών πρανών και της πιθανής ανθρώπινης δράσης κατά τους ιστορικούς χρόνους, που ενδεχομένως έχει αλλοιώσει το τοπίο (Chatzipetros et al., 2005).

33 32 Εικόνα 18: Στο σχεδιάγραμμα αποδίδονται συνολικά παλαιοσεισμολογικά δεδομένα για τη δράση του ανατολικού τμήματος του ρήγματος της Ελίκης στη διάρκεια του Ολόκαινου ύστερα από τις έρευνες των Koukouvelas et al., (2001) και Koukouvelas et al. (2005a). Για κάθε χρονολογημένο σεισμικό γεγονός αποδίδεται η συνολική μετατόπιση. Ο ρυθμός ολίσθησης αυξάνεται δραματικά από την τιμή των ~0,3mm/yr που υπολογίστηκε για τα παλαιότερα σεισμικά γεγονότα σε 2mm/yr ύστερα από τα πιο πρόσφατα. Ανάλογα διαπιστώθηκε κατά τις έρευνες μεγάλος ρυθμός επανάληψης στις αρχές του Ολόκαινου, ενώ η δράση του ρήγματος φαίνεται να εντείνεται τα τελευταία 2000 έτη. (Πηγή: Koukouvelas et al., 2005a) Οι σεισμοί του 373 π.χ. και του 1861 Ένας από τους πιο πολυσυζητημένους σεισμούς της αρχαιότητας που έλαβε χώρα στην περιοχή του ρήγματος της Ελίκης συνέβη νύχτα, το χειμώνα του 373 π.χ. κατά τον περιηγητή του 2 ου αι. μ.χ. Παυσανία (VII και VII.25.4) και τον γεωγράφο του 1 ου αι π.χ.-1 ου αι. μ.χ. Στράβωνα (8.7.2). Ο σεισμός αυτός έλαβε από τους αρχαίους συγγραφείς επικές διαστάσεις, αν και οι περισσότερες από τις πληροφορίες που μας παραδόθηκαν είναι πολύ μεταγενέστερες του γεγονότος (Guidoboni, 1994; Φαράκλας, 1998; Κατσωνοπούλου, 1998β; Katsonopoulou, 2005). Κυρίως αναφέρεται, ότι η πόλη της Ελίκης καταποντίστηκε αύτανδρη στη θάλασσα, ενώ καταστράφηκε και η γειτονική της πόλη Βούρα σύμφωνα με το Στράβωνα (1.3.18) και τον

34 33 Παυσανία (VII ) ή καταβυθίστηκε επίσης. Ο σεισμός όμως είχε επιπτώσεις και στην απέναντι ακτή του Κορινθιακού, όπου στο Ιερό των Δελφών ο ναός του Απόλλωνα καταστράφηκε από κατολισθήσεις και η επισκευή του επιβεβαιώνεται από επιγραφική μαρτυρία. Συγχρόνως και το τέμενος της Αθηνάς, τόσο ο ναός της όσο και ο βωμός, φαίνεται να καταστράφηκαν λόγω ολίσθησης του ρήγματος των Δελφών, που θεωρείται ότι ενεργοποιήθηκε με το σεισμό του 373 π.χ. (Piccardi, 2000). Η Ελίκη και η Βούρα ήταν πόλεις της Αχαϊκής Δωδεκάπολης σύμφωνα με τον αρχαίο περιηγητή Παυσανία (VII.6.1). Η πρώτη από τις δύο πόλεις ήταν πριν καταστραφεί το θρησκευτικό και πολιτικό κέντρο της Αιγιαλείας, περιοχή η οποία αποτελούσε στην αρχαιότητα το ανατολικό τμήμα της αρχαίας Αχαΐας. Η Ελίκη κατά τον αρχαίο περιηγητή (VII.24.5) βρισκόταν 40 στάδια (7χλμ. περίπου) ανατολικά του Αιγίου, δηλαδή στο σημερινό παράλιο χώρο μεταξύ των χωριών Ριζόμυλος και Ροδιά. Οι αρχαίες αναφορές σε γενικές γραμμές υποδεικνύουν, ότι προκλήθηκαν μεγάλες αλλαγές στην παράκτια ζώνη και το έδαφος, καθώς τα ερείπια της Ελίκης ήταν ορατά στο βυθό για πολύ καιρό μετά την καταστροφή. Οι σύγχρονες γεωαρχαιολογικές έρευνες στη λεκάνη της Ελίκης από το Ερευνητικό Πρόγραμμα Αρχαίας Ελίκης (Soter & Katsonopoulou, 1999 και 2005; Katsonopoulou, 2010) έδειξαν, ότι κατάλοιπα της κλασικής περιόδου, που ενδεχομένως ανήκουν στην αρχαία πόλη σκεπάστηκαν από υφάλμυρα νερά για μεγάλο διάστημα, ενώ σήμερα ο αρχαίος αυτός ορίζοντας βρίσκεται πάνω από τη στάθμη της θάλασσας. Στην προσπάθεια αναπαράστασης του μηχανισμού εξαφάνισης της αρχαίας πόλης πολλοί μελετητές (Marinatos, 1960; Papadopoulos,1998; Soter & Katsonopoulou, 1999;) συγκρίνουν το σεισμό του 373 π.χ. με τις επιπτώσεις του σεισμού του 1861 που έλαβε χώρα στην ίδια περιοχή και οι συνέπειές του περιγράφηκαν, όπως ειπώθηκε, από τον Schmidt (1862 και 1875). Ο σεισμός αυτός είχε μέγεθος 6.7R. Εκτός από την επιφανειακή διάρρηξη του εδάφους μήκους 13χλμ. και την κατακόρυφη μετατόπιση 1μ. που επέφερε η ενεργοποίηση του ανατολικού τμήματος του ρήγματος, συνέβη επιπλέον μία εκτεταμένη ρευστοποίηση κατά μήκος της παράκτιας ζώνης, η οποία έπληξε τις δελταϊκές αποθέσεις των τριών ποταμών της περιοχής. Προκλήθηκε επίσης αργή βύθιση κατά 2μ. λωρίδας της ακτής μήκους 13χλμ. και πλάτους 200μ. που διήρκεσε περίπου 24 ώρες, δημιουργήθηκαν πολλαπλές παράλληλες διαρρήξεις στην επιφάνεια του εδάφους, ενώ στα άκρα του δέλτα προκλήθηκαν ρωγμές και κρατήρες άμμου ύψους 1μ., διαμέτρου έως και 20μ. (εικ. 19). Οι εκτεταμένες ρευστοποιήσεις που προκάλεσε ο σεισμός αυτός είναι η αιτία που συσχετίζεται και συγκρίνεται με τον σεισμό της κλασικής περιόδου. Η υπόθεση της ρευστοποίησης του δέλτα που προκάλεσε τσουνάμι σε συνδυασμό με τεκτονική ταπείνωση, υιοθετείται από τους Soter & Katsonopoulou (1999) για την καταστροφή της Ελίκης.

35 34 Ο σεισμός του 373 π.χ. δεν εντοπίστηκε μέχρι σήμερα στις παλαιοσεισμολογικές έρευνες (Chatzipertos et al., 2005; Koukouvelas et al., 2005a). Σύμφωνα με τους Φερεντίνος & Παπαθεοδώρου (2005), αυτό δύναται να εξηγηθεί αν ο σεισμός προκλήθηκε από την ενεργοποίηση άλλου ρήγματος ή, αν πράγματι προκλήθηκε από το ρήγμα της Ελίκης να ήταν έντασης μικρότερης των 6R-6,2R και τέτοιοι σεισμοί, καθώς δεν αφήνουν σαφή ίχνη μετατόπισης, δεν είναι εύκολο να εντοπιστούν. Οι ίδιοι μελετητές προτείνουν ως πιθανότερη την καταστροφή της πόλης από μία μεταθετική ολίσθηση λόγω ρευστοποίησης υποεπιφανειακών οριζόντων, που πυροδοτήθηκε, είτε από σεισμό, είτε από έντονες βροχοπτώσεις και υπερκορεσμό του εδάφους, είτε από συνδυασμένη δράση και των δύο. Υποστηρίζεται, ότι σε οποιαδήποτε περιοχή της δελταϊκής πεδιάδας είναι δυνατόν να προκληθεί τέτοια ρευστοποίηση με ακόλουθη ταπείνωση του εδάφους έως και 4μ., ενώ δεν είναι εφικτή τεκτονική ταπείνωση τέτοιου μεγέθους, ούτε η πρόκληση μεγάλου καταστροφικού τσουνάμι λόγω τεκτονικής ή από άλλα αίτια (Φερεντίνος & Παπαθεοδώρου, 2005 και σχετικές βιβλιογραφ. αναφορές εντός). α γ β Εικόνα 19: α) Καταβυθισμένη ακτή στο Βουραϊκό ποταμό και β) χάρτης του δέλτα της Ελίκης με την αποτύπωση των συνολικών επιπτώσεων του σεισμού του 1861 από τον Schmidt, ένα μήνα μετά το σεισμό του Δεκεμβρίου του (Πηγή: Schmidt, 1875). γ) Απεικόνση ρευστοποίησης (Χ3) σε παλαιοσεισμολογική τομή, που διανοίχθηκε στο ίχνος του ανατολικού τμήματος του ρήγματος της Ελίκης και πιθανώς σχετίζεται με το σεισμικό γεγονός του (Πηγή: McNeill et al., 2005)

36 35 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 Ο ΑΡΧΑΙΟΣ ΟΙΚΙΣΜΟΣ 4.1 Γενικά χαρακτηριστικά Η θέση του αρχαίου οικισμού βρίσκεται σε καίριο γεωγραφικό σημείο των ακτών της βόρειας Πελοποννήσου, πάνω σε στενό πέρασμα γης προς ανατολάς και προς δυσμάς με όριο προς νότο απόκρημνους ορεινούς όγκους και από βορρά τη θάλασσα (εικ. 1, εικ. 20). Κτιριακά κατάλοιπα και τμήματα δρόμων ήρθαν στο φως σε μέγιστο ερευνηθέν μήκος 92μ. (σε διεύθυνση Α- Δ) και μέγιστο ερευνηθέν πλάτος 26μ. (σε διεύθυνση Β-Ν). Η ανασκαφή καλύπτει εμβαδό ~1800τ.μ. Η συνολική έκταση του αρχαίου οικισμού είναι άγνωστη και όπως διαπιστώθηκε από την έρευνα αναπτύσσεται προς όλες τις διευθύνσεις πέραν της περιοχής επέμβασης του έργου, στην οποία +28μ. +21,70μ. +23μ. ΚΤΙΡΙΟ 2 +17,65μ. ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΟ ΟΙΚΟΔ.ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ ΚΤΙΡΙΟΥ 4 & ΚΤΙΡΙΟΥ 5 ΚΥΡΙΟΣ ΔΡΟΜΟΣ ΟΙΚΙΣΜΟΥ ΚΤΙΡΙΟ 6 +18,90μ. ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ ΚΤΙΡΙΟΥ 3 +13,75μ. Εικόνα 20: Αεροφωτογραφία του αρχαίου οικισμού από βορρά. Με κόκκινη διαγράμμιση αποδίδονται τα όρια του κύριου δρόμου του οικισμού. Στην πορεία της έρευνας οικοδομικά κατάλοιπα αποκαλύφθηκαν περαιτέρω δυτικά, στο σημείο όπου αναφέρεται απόλυτο υψόμετρο +23μ. Στο μέσον της νότιας πλευράς της ανασκαφής διανοίχθηκε κάθετα η είσοδος της σήραγγας, που απέδωσε και άλλες αρχαιότητες. Στο βορειοδυτικό άκρο της ανασκαφής, καθώς και στην ακτογραμμή διακρίνονται σημερινές μικροκατολισθήσεις. Σύγχρονος με τη σιδηροδρομική γραμμή θα πρέπει να είναι ο μεγάλος αναλημματικός τοίχος, που θεμελιώνεται σχεδόν στη θάλασσα σήμερα, προκειμένου να αποφευχθούν προφανώς τα κατολισθητικά φαινόμενα. (Πηγή: αρχείο ΣΤ ΕΠΚΑ)

37 36 αναγκαστικά περιορίστηκε η έρευνα της ΣΤ ΕΠΚΑ. Τα κτίρια διατηρούνται σε καλή κατάσταση, πλην του κεντρικού-νότιου τμήματος, και αναπτύσσονται κλιμακωτά σε πλαγιά ακολουθώντας το φυσικό ανάγλυφο της περιοχής με κλίση προς Β/ΒΑ. Έτσι, το υψηλότερο σημείο του οικισμού εντοπίστηκε στο νοτιοδυτικό άκρο σε στάθμη +23μ. και το χαμηλότερο στο βορειοανατολικό άκρο στα +13,75μ. Ο οικισμός διατρέχεται από έναν βασικό οδικό άξονα γενικής διεύθυνσης Α-Δ με προοδευτική μικρή κλίση προς ανατολάς. Ανιχνεύθηκε σε μήκος 52μ., ενώ βρέθηκαν και δευτερεύουσας σημασίας δρόμοι. Υπολείμματα και άλλων αρχαίων τοίχων, καθώς και σπαράγματα του κυρίως δρόμου ή των δευτερευόντων οδών πιθανώς, είναι ορατά σήμερα στην ακτογραμμή (εικ. 2, εικ. 21). Συνεπώς, θεωρείται ότι ο οικισμός εκτεινόταν μέχρι τη θάλασσα. β γ α Εικόνα 21: α) Αρχαία κατάλοιπα του οικισμού ορατά στη σημερινή ακτή, καθώς και στον ανώτερο εδαφικό ορίζοντα καστανού χρώματος. β) Λεπτομέρεια τοίχου το 2007, ενώ στην κάτω εικόνα ο ίδιος τοίχος έχει καταρρεύσει (λήψη 2012). Μετά την κατάρρευση του τοίχου φάνηκαν πιθανά λείψανα αρχαίου δρόμου (γ) σύμφωνα με τα κατασκευαστικά χαρακτηριστικά του, μία επιπλέον ένδειξη ότι ο οδικός άξονας μάλλον κατέληγε στη θάλασσα. (Πηγή: αρχείο ΣΤ ΕΠΚΑ)

38 37 Με βάση τα στοιχεία της ανασκαφικής έρευνας σοβαρή καταστροφή της αρχαίας θέσης προκλήθηκε στη σύγχρονη εποχή, όταν για την κατασκευή της παλαιάς σιδηροδρομικής γραμμής αποκόπηκε ολοσχερώς το βόρειο τμήμα του οικισμού. Κατά μήκος του πρανούς της σιδηροδρομικής γραμμής, στη βόρεια πλευρά του οικισμού, είναι διακριτά και σήμερα αποκομμένα αρχαία κατάλοιπα (εικ. 22). Επιπλέον, ένα ακόμα τμήμα του οικισμού προς δυσμάς απωλέσθηκε ολοσχερώς από τη δράση κατολίσθησης στην περίοδο μετά την εγκατάλειψη του οικισμού, που εκτιμάται ότι συσχετίζεται με το τοπικό σύστημα απορροής. Το γεγονός αυτό εξετάζεται σε επόμενο κεφάλαιο (κεφ. 8.1). Εικόνα 22. Το πρανές στη βόρεια πλευρά της ανασκαφής, όπως φαίνεται από τη σιδηροδρομική γραμμή. Στην εικόνα πάνω αριστερά λεπτομέρεια στρώματος με αρχαίες κεραμίδες ( είναι η κυκλωμένη περιοχή στην κάτω εικόνα). (Πηγή: αρχείο ΣΤ ΕΠΚΑ) 4.2 Η εικόνα πριν από την έναρξη της ανασκαφής Πριν από την έναρξη των εργασιών τη μεγαλύτερη έκταση της ανασκαφής κάλυπτε ελαιώνας από την ισοϋψή των 26μ. νότια έως την ισοϋψή των 15μ. βορειοανατολικά. Η πρόσβαση ήταν εφικτή από τα νοτιοδυτικά και από την Π.Ε.Ο. σε απόσταση ~100μ. μέσω κατηφορικού μονοπατιού. Προκειμένου να κατασκευαστεί σύγχρονη οδός πρόσβασης από την παλαιά Εθνική προς τη σήραγγα έγιναν εκσκαφές στη θέση του προϋπάρχοντος μονοπατιού από την ισοϋψή των 28μ. έως απόλυτο υψόμετρο +23μ., στάθμη που έχει επισημανθεί στην εικ. 20. Από την περιοχή αυτή αφαιρέθηκαν αρχικά σύγχρονες αναμοχλευμένες επιχώσεις (ελάχιστου παχ. 1μ. δυτικά και αυξημένου πάχους

39 38 προς ανατολάς) και κατόπιν αλλουβιακές αποθέσεις. Σε επόμενο κεφάλαιο ερμηνεύεται η παρουσία αυτών των ιζημάτων (κεφ. 8.1). Στον υπόλοιπο κύριο ανασκαφικό χώρο πραγματοποιήθηκε αρχικά κοπή των δέντρων και στη συνέχεια απομακρύνθηκαν στείρες επιχώσεις, χωρίς δηλαδή αρχαία ίχνη, μέσου πάχους >3μ. στα νότια, ~1,50μ. στα ανατολικά και βόρεια., έως 1,25μ. ΒΑ. Οι στείρες επιχώσεις διακρίνονταν σε δύο στρώματα στο κεντρικό και νότιο τμήμα. Το ανώτερο αναμοχλευμένο στρώμα, που παρατηρήθηκε και στην οδό πρόσβασης, φαίνεται να σχηματίστηκε από τα απορριφθέντα μπάζα εκ των εργασιών διάνοιξης της Π.Ε.Ο. με πάχος έως και 2,50μ. κατά θέσεις (εικ. 23). Το κατώτερο δεύτερο στρώμα επικάλυπτε τον αρχαίο ορίζοντα. Αυτό αποτελούσε εδαφικό ορίζοντα από σβολώδες σκούρο καστανό χώμα με κροκάλες (διαμ.4-6mm), ρίζες και καθόλου ή ελάχιστη παρουσία εφθαρμένης κεραμικής στα βαθύτερα τμήματά του, το ποσοστό της οποίας αυξανόταν κοντά στο επίπεδο των αμιγώς αρχαιολογικών στρωμάτων. Το πάχος του κυμαινόταν από ~1,20μ. έως ~0,60μ. Στο βόρειο και ανατολικό τμήμα της ανασκαφής υπήρχε μόνο Εικόνα 23. Αρχική εικόνα της ανασκαφής με διάνοιξη δοκιμαστικών τομών επί ανώτερου ορίζοντα με αναμοχλευμένες επιχώσεις. Στο βάθος διακρίνεται τμήμα του ελαιώνα που υπήρχε στην περιοχή. (Πηγή: αρχείο ΣΤ ΕΠΚΑ) το σκούρο καστανό στρώμα, χωρίς υπερκείμενα αναμοχλευμένα. Ο εδαφικός αυτός ορίζοντας σφράγιζε ουσιαστικά τις αρχαιότητες διατηρώντας για αιώνες αδιατάρακτη την αρχαιολογική στρωματογραφία (εικ. 24). Νόμισμα του 4 ου αι. μ.χ. (χρονολόγηση από Κόλια & Αλεξοπούλου, 2011) βρέθηκε σε κατώτερο σημείο του σκούρου καστανού στρώματος, σε επαφή σχεδόν με το αρχαίο οδόστρωμα. Ωστόσο είναι πιθανό το νόμισμα να συμπαρασύρθηκε στη θέση υπό την

40 39 επίδραση του τοπικού συστήματος απορροής (βλ. κεφ. 8.1). Ιζήματα που φαίνεται να συνδέονται με τέτοιες δράσεις παρατηρήθηκαν και στο νοτιοανατολικό τμήμα του οικισμού υπεράνω του αρχαίου δρόμου και περιγράφονται αναλυτικά σε επόμενο κεφάλαιο (βλ.κεφ.8.1). ΑΝΑΜΟΧΛΕΥΜΕΝΟ ΣΤΡΩΜΑ ΑΝΑΜΟΧΛΕΥΜΕΝΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΣΤΡΩΜΑ ΤΕΜΑΧΙΟ ΠΙΣΣΑΣ ΑΡΧΑΙΟ ΣΤΡΩΜΑ ΑΡΧΑΙΟΣ ΔΡΟΜΟΣ Εικόνα 24. Η νότια πλευρά της ανασκαφής επάνω και η ανατολική στις δύο κάτω εικόνες. Η λευκή διαγράμμιση ορίζει το όριο του σκούρου καστανού εδαφικού ορίζοντα με τον υποκείμενο αρχαίο ορίζοντα. Στο αναμοχλευμένο στρώμα επάνω υποδεικνύονται με κίτρινη έλλειψη τεμάχια οδοστρώματος, ίσως από την κατασκευή της Π.Ε.Ο. Κάτω δεξιά με ερυθρή διακεκομμένη υποδηλώνεται η παρουσία μη συνεκτικοποιημένου ιζήματος ερυθρού χρώματος από κροκάλες, ψηφίτες και άμμους επί του αρχαίου οδοστρώματος. Μέρος του εδαφικού ορίζοντα στην ίδια φωτογραφία έχει αφαιρεθεί κατά τις αρχικές εκσκαφές. Έτσι, το αρχικό πάχος του ήταν μεγαλύτερο. (Πηγή: αρχείο ΣΤ ΕΠΚΑ)

41 Ενδείξεις για αρχαία λιμενική εγκατάσταση στην περιοχή μελέτης Η θέση Γιαννιά, όπου ανακαλύφθηκε ο αρχαίος οικισμός εμπίπτει στην παράλια ζώνη επικράτειας της αρχαίας πόλης Βούρας, στον «κατά Βούραν Αιγιαλόν», που όπως περιγράφει ο Στράβων (8.6.8) ήταν η περιοχή μεταξύ των αρχαίων ποταμών Ερασίνου και Βουραϊκού (εικ. 25). Σύμφωνα με τους Φαράκλα (1998) και Κατσωνοπούλου (1998β) ο Ερασίνος είναι ο σημερινός Βουραϊκός ποταμός και ο αρχαίος Βουραϊκός είναι ο σημερινός Λαδοπόταμος. Συνακόλουθα, όπως υποστηρίζεται και σε πρόσφατο άρθρο, όπου γίνεται αναφορά στον αρχαίο οικισμό της θέσης Γιαννιά (Κόλια, 2008), φαίνεται πολύ πιθανόν η θέση που εντοπίστηκε να είναι το επίνειο της Βούρας. Η δε θέση της πόλης της Βούρας ταυτίζεται με την περιοχή Κάστρο του Άνω Διακοπτού ήδη από παλαιότερες έρευνες και μελέτες (Meyer 1937 και 1957; Anderson 1953; Μουτσόπουλος 1958; Φαράκλας, 1998; Κατσωνοπούλου, 1998β). Σύμφωνα με τα αποτελέσματα πρόσφατης επιφανειακής έρευνας στην περιοχή, υποστηρίζεται, ότι η αρχαία πόλη βρισκόταν πάντοτε στην ορεινή ενδοχώρα (Κόλια, 2002 και 2008). ΕΠΙΝΕΙΟ ΑΡΧΑΙΑΣ ΒΟΥΡΑΣ Εικόνα 25. Χάρτης της Αχαΐας στην αρχαιότητα με τις πόλεις της Αιγιαλείας, η οποία εκτεινόταν από την Πελλήνη έως τον Ερινεό (αριστερά του Αιγίου). Η Βούρα βρισκόταν μεταξύ των πόλεων Ελίκης και Αιγών. Αποδίδεται η θέση του υπό έρευνα αρχαίου οικισμού ως το πιθανό επίνειο της Βούρας. (Πηγή: Παπαχατζής, 1980)

42 41 Περαιτέρω ενδείξεις ισχυροποιούν την υπόθεση, ότι στη θέση του αρχαίου οικισμού μάλλον υπήρχε λιμενική εγκατάσταση. Η γεωγραφική θέση του είναι καίρια πάνω στο μοναδικό πεδινό πέρασμα προς τις υπόλοιπες πόλεις της Αχαϊκής Δωδεκάπολης. Την ίδια διαδρομή άλλωστε περιγράφει ο Παυσανίας στη μετάβασή του από την Ελίκη και την Κερύνεια προς τη Βούρα (VII, 25, 7-8) (εικ. 25). Το γεγονός ότι δεν αναφέρει τη θέση δεν θα πρέπει να εκπλήσσει. Είναι σύνηθες για τον περιηγητή να παραλείπει ακόμα και σπουδαία μνημεία στη διαδρομή του, επειδή ενδεχομένως δεν τον ενδιέφεραν (Παπαχατζής, 1980). Πιθανό είναι όμως ο οικισμός να μην ήταν ορατός την εποχή που μετέβει από την περιοχή ή όπως υποστηρίζει ο Φαράκλας (1998) για τη διαδρομή Κερύνεια Βούρα να περιγράφει το συγκεκριμένο τμήμα χωρίς να το έχει δει. Τα γεωμορφολογικά χαρακτηριστικά της περιοχής αποτελούν σημαντικό στοιχείο για την επιλογή της θέσης ως λιμάνι. Ο ορμίσκος που υφίσταται σήμερα στα βόρεια της ανασκαφής και προστατεύεται από βράχια στα ανατολικά (εικ. 1, εικ. 2, εικ. 26) συνηγορεί υπέρ της άποψης. Επιπλέον, συστάδα βράχων σε απόσταση ~100μ. δυτικότερα ενδεχομένως προσέφερε κάποτε προστασία και από δυσμάς (εικ. 26). Οι διάσπαρτοι βράχοι στην ακτογραμμή αποτελούν τα συνεκτικοποιημένα δελταϊκά ριπίδια α β Εικόνα 26: α) Συστάδα βράχων σε απόσταση ~100μ. δυτικότερα του ορμίσκου. β) Βραχώδεις σχηματισμοί στον ορμίσκο βόρεια της ανασκαφής. (Πηγή: αρχείο ΣΤ ΕΠΚΑ) Κατώτερης Πλειστοκαινικής περιόδου, που αποτέθηκαν στο βόρειο τμήμα της λεκάνης Καλαβρύτων- Διακοπτού (εικ. 10). Το κροκαλοπαγές πέτρωμα που σχηματίστηκε, σήμερα δείχνει ευπρόσβλητο στις ισχυρές διαβρωτικές δυνάμεις που επικρατούν στην περιοχή και κυρίως στην κυματική δράση. Καταλυτική θα πρέπει να έχει υπάρξει και η επίδραση της τεκτονικής που επέφερε ανυψώσεις της ακτής (πιν. 2, εικ. 13). Ενδεικτική για το μέγεθος της διάβρωσης είναι η μαρτυρία της ανασκαφικής ομάδας. Στο διάστημα της πενταετούς ενασχόλησης στη θέση παρατηρήθηκαν

43 42 διαμπερή ανοίγματα σε μεγάλα τεμάχη βράχων που αρχικά δεν υπήρχαν (εικ. 27α και 27β), μικροκατολισθήσεις (εικ. 27γ, 27δ και 27ε), απώλειες μέρους της χέρσου στην πλευρά της ακτής και και καταρρεύσεις των αρχαίων καταλοίπων που απέμειναν στην παραλία (εικ. 21). Εάν οι δυτικοί ΔΙΑΚΟΠΤΟ ΝΕΩΤΕΡΗ ΚΤΙΣΤΗ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ α β ΑΡΧΑΙΟΣ ΟΙΚΙΣΜΟΣ δ γ ε Εικόνα 27: α) Τα βράχια που προστατεύουν από ανατολάς τον ορμίσκο σε λήψη του Ο βράχος που υποδηλώνεται στην κίτρινη έλλειψη είναι διάτρητος στη βάση του. β) Ο ίδιος βράχος σε λήψη τέσσερα χρόνια νωρίτερα (2008) φαινόταν συμπαγής. γ) Κατολίσθηση στην ακτή βορείως του οικισμού. δ) Εργατοτεχνίτης της ανασκαφής αποκαλύπτει στο πρανές της κατολίσθησης της εικ.γ αποκομμένα αρχαία ίχνη. ε) Λεπτομέρεια της εικ.δ στο πρανές με θραύσμα κεραμίδας, ίχνη από κάρβουνα και υπόλευκο κονίαμα;) σε ύψος περίπου 2,50 μ. από τη θάλασσα. (Πηγή: αρχείο ΣΤ ΕΠΚΑ) και ανατολικοί βράχοι ήταν κάποτε ενωμένοι, θα μπορούσαν να αποτελούν δύο φυσικούς λιμενοβραχίονες. Μάλιστα σε βράχο της ανατολικής συστάδας υπάρχει κτιστή κατασκευή, πιθανώς

44 43 νεώτερης περιόδου, που εδράζεται σήμερα σε στήλη σχεδόν βράχου (εικ. 27α). Το γεγονός αποτελεί μία ακόμα ένδειξη, ότι το μέγεθος των βράχων θα ήταν μεγαλύτερο στο παρελθόν. Τέλος, είναι γνωστό από τις γεωαρχαιολογικές έρευνες στη λεκάνη της Ελίκης, ότι η ακτογραμμή στην αρχαιότητα ήταν αρκετά νοτιότερα της σημερινής θέσης και πιο ευθύγραμμη (Soter & Katsonopoulou, 1998), ενώ τα δέλτα των ποταμών Σελινούντα και Κερυνίτη ήταν μικρότερα πριν τον εγκιβωτισμό των ποταμών το 1947 (εικ. 28). Θα μπορούσε έτσι αναλογικά να εκτιμηθεί ότι και το δέλτα του Βουραϊκού, επί του οποίου έχει οικοδομηθεί ο σύγχρονος οικισμός του Διακοπτού (εικ. 27α), ήταν ίσως πολύ μικρότερο στην αρχαιότητα και η ακτογραμμή πιο ευθύγραμμη, όπως στην περιοχή της Ελίκης. Σε αυτή την περίπτωση οι φυσικοί λιμενοβραχίονες στη θέση Γιαννιά πιθανά θα προσφέρονταν για ένα κατάλληλο και ασφαλές αγκυροβόλιο. Εν κατακλείδι, παρόλο που δεν βρέθηκαν λιμενικές εγκαταστάσεις, η γειτνίαση του οικισμού με τη θάλασσα, τα ίχνη αρχαίων καταλοίπων που και σήμερα ανιχνεύονται στην ακτή, ο αβαθής ορμίσκος, που σχηματίζεται μπροστά κυριολεκτικά από τον οικισμό, οι οδικοί άξονες που αποκαλύφθηκαν, οι οποίοι υποδεικνύουν διακίνηση ανθρώπων και κατά την Κόλια (2008) συνδέουν τη θέση με την πόλη Βούρα, και τέλος τα ευρήματα της ανασκαφής επιβεβαιώνουν το λιμενικό, αλλά και εμπορικό χαρακτήρα του οικισμού. Συγκεκριμένα, στα κτίρια βρέθηκε μεγάλος αριθμός οξυπύθμενων αμφορέων (Κόλια, 2012), που είναι το κατεξοχήν αγγείο για αποθήκευση και μεταφορά προϊόντων. Επιπλέον και ο συνολικός αριθμός των νομισμάτων που βρέθηκαν εντυπωσιάζει. Στο ποσοστό που έχει μελετηθεί μέχρι σήμερα (περίπου 160 νομίσματα) διαπιστώθηκε, ότι ανήκουν σε 21 νομισματοκοπεία, από διαφορετικές δηλαδή εκδότριες πόλεις, μεταξύ των οποίων η μακρινή Έφεσος, η Κόρινθος, η Σικυώνα, η Αθήνα και άλλες (Κόλια & Αλεξοπούλου, 2011). Τα παραπάνω καταδεικνύουν τις πυκνές εμπορικές συναλλαγές και τη διακίνηση ανθρώπων και προϊόντων ακόμα και από πολύ μακρινές πόλεις (Κόλια & Αλεξοπούλου, 2011; Κόλια, 2012). Η ενασχόληση δε των κατοίκων με τη θάλασσα και με την αλιεία Δέλτα & πλημμυρικές πεδιάδες Σελινούντα και Κερυνίτη το 1947 Προέλαση δέλτα Σελινούντα και Κερυνίτη σήμερα. Εικόνα 28: Ασπρόμαυρη αεροφωτογραφία του Σελινούντα και Κερυνίτη ποταμού το 1947 αριστερά (Πηγή: προσωπικό αρχείο Α. Ζεληλίδη). Δεξιά, η σημερινή εικόνα της ίδιας περιοχής (Πηγή: Google earth).

45 44 υπογραμμίζεται και από τα αναρίθμητα χάλκινα αγκίστρια ψαρέματος που βρέθηκαν στον οικισμό (Κόλια, 2012). 4.4 Οι χρονολογικές φάσεις του οικισμού βάσει νομισματικών και κεραμικών ευρημάτων Μολονότι η μελέτη των ευρημάτων της ανασκαφής βρίσκεται σε εξέλιξη είναι δυνατή η παρουσίαση των πρώτων συμπερασμάτων σχετικά με τις χρονολογικές φάσεις του οικισμού. Τα συμπεράσματα αυτά προέκυψαν από την επεξεργασία υλικού από τη ΣΤ ΕΠΚΑ (αδημοσίευτα αρχεία), από πρόσφατη υπό έκδοση μελέτη σημαντικού αριθμού νομισμάτων της ανασκαφής των Κόλια & Αλεξοπούλου (2011), καθώς και από την επίσης υπό έκδοση μελέτη κεραμικής κλειστών συνόλων του οικισμού της Κόλια (2012). Στην τελευταία περίπτωση πρόκειται για τα αγγεία που βρέθηκαν ως περιεχόμενο των κτιρίων, σφραγίστηκαν κάτω από εκτεταμένα στρώματα καταστροφής (βλ. κεφ. 5) κι έμειναν αδιατάρακτα από μεταγενέστερες επεμβάσεις. Έτσι, μέχρι σήμερα έχουν ταυτιστεί τέσσερις χρονολογικές φάσεις: i. Η πρωιμότερη αρχαϊκή (από τα τέλη του 6 ου αι. π.χ. έως το πρώτο τέταρτο του 5 ου αι. π.χ.). ii. Η κλασική. iii. Η α ελληνιστική φάση (τελευταίο τέταρτο 4 ου αι. π.χ. έως τις αρχές του 3 ου αι. π.χ. ή και το δεύτερο τέταρτο του 3 ου αι. π.χ.). iv. Η β ελληνιστική φάση (αρχές 3 ου αι. π.χ. ή και δεύτερο τέταρτο του 3 ου αι. π.χ. έως περίπου τα μέσα ή και το τρίτο τέταρτο του 3 ου αι. π.χ.) Όσον αφορά τα νομίσματα, αυτά καλύπτουν ευρύ χρονολογικό φάσμα τριών αιώνων περίπου τεκμηριώνοντας τη διάρκεια ζωής του οικισμού, έτσι όπως καταδείχτηκε και από την κεραμική. Στο μεγαλύτερο ποσοστό τους τα νομίσματα χρονολογούνται στα τέλη του 4 ου αι. π.χ. και στο πρώτο τέταρτο του 3 ου αι. π.χ. ή και λίγο παραπάνω (Κόλια & Αλεξοπούλου, 2011). Δύο δίχαλκα Αχαϊκής Συμπολιτείας (μέσα 3 ου αι. π.χ.) και νόμισμα του Κοινού των Ηπειρωτών (πριν το 238 π.χ.) επιβεβαιώνουν τη συνέχιση της κατοίκησης στα μέσα και στο τρίτο τέταρτο του 3 ου αι. π.χ. Σχετικά με την κεραμική, η ποσότητα που βρέθηκε στον οικισμό είναι εντυπωσιακή. Ολόκληρα αγγεία βρέθηκαν κατά χώραν στα δωμάτια πολλών κτιρίων, ενώ και ο αριθμός οστράκων (μικρά θραύσματα αγγείων) που εμπεριέχεται στις επιχώσεις των εξωτερικών και εσωτερικών χώρων είναι εντυπωσιακός. Όσον αφορά τα αγγεία που βρέθηκαν στους εσωτερικούς χώρους ως περιεχόμενο των κτιρίων εκπροσωπείται μεγάλος αριθμός οξυπύθμενων αμφορέων, αλλά και αποθηκευτικών αγγείων. Μεγάλο είναι και το ποσοστό της λεπτής, μελαμβαφούς ως επί το πλείστον κεραμικής, με χαρακτηριστικούς τύπους, όπως σκύφοι, κοτύλες, σκυφίδια και μόνωτα σκυφίδια, αλατοδοχεία, πυξίδες, οινοχόες, λύχνοι, πινάκια κ.α. που επιτρέπουν την ασφαλή χρονολογική τους κατάταξη

46 45 σύμφωνα με τα τυπολογικά και στυλιστικά τους χαρακτηριστικά. Αρκετή είναι επίσης η αβαφής, χρηστική κεραμική με μεγάλη ποσότητα και μαγειρικών σκευών. Μέχρι σήμερα προσδιορίστηκαν βάσει της κεραμικής από την Κόλια (2012) οι δύο τελευταίες φάσεις του οικισμού, οι οποίες ανάγονται στους ελληνιστικούς χρόνους. Οι τύποι των αγγείων από τα σύνολα που μελετήθηκαν ανήκουν σε γνωστές και διαδεδομένες κατηγορίες της ύστερης κλασικής περιόδου και της πρώιμης ελληνιστικής εποχής. Έτσι, η α ελληνιστική φάση του οικισμού, δηλαδή η τρίτη κατά σειρά προσδιορισμένη φάση, χαρακτηρίζεται από σχήματα που διατηρούν την κλασική παράδοση, καθώς και από νέους τύπους, οι οποίοι εμφανίζονται στο τελευταίο τέταρτο του 4 ου αι. π.χ. και στις αρχές του 3 ου αι. π.χ., στην πρώιμη δηλαδή ελληνιστική περίοδο. Το γάνωμα (δηλαδή η βαφή που καλύπτει ολόκληρη την επιφάνεια των αγγείων) είναι καλής ποιότητας, στέρεο και σε αρκετές περιπτώσεις στιλπνό, μελανό, ενώ δεν λείπει και το αμελές εξίτηλο γάνωμα ή τα αγάνωτα αγγεία. Σε γενικές γραμμές απουσιάζει η γραπτή διακόσμηση της ελληνιστικής περιόδου, γνωστή ως διακόσμηση «Δυτικής Κλιτύος» (βλ. σχετικά Cook, 1994). Τα νομίσματα που βρέθηκαν μαζί με αυτά τα κεραμικά σύνολα ανάγονται στον 4 ο αρχές 3 ου αι. π.χ. με τα υστερότερα να καλύπτουν χρονολογικά ολόκληρο το πρώτο τέταρτο του 3 ου αι. π.χ. ή και λίγο μετά. Η λεπτή κεραμική της β ελληνιστικής φάσης, της τέταρτης δηλαδή και τελευταίας φάσης του οικισμού, δεν χαρακτηρίζεται από σημαντική εξέλιξη σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο, όπως διαπίστωσε η μελετήτρια. Τα σχήματα δεν παρουσιάζουν ιδιαίτερες διαφορές, με τους υστερότερους τύπους να ανάγονται μέσα στο πρώτο μισό του 3 ου αι. π.χ. Ωστόσο το γάνωμα στα αγγεία της περιόδου είναι θαμπό, μελανό έως σκούρο καστανό, συχνά απολεπισμένο. Συναντάται και θαμπό πορτοκαλόχρωμο έως καστανό ανομοιογενές γάνωμα, λόγω κακής όπτησης. Επίσης και από τη φάση αυτή απουσιάζει χαρακτηριστικά η διακόσμηση «Δυτικής Κλιτύος». Τα παραπάνω οδήγησαν την Κόλια (2012) στην εκτίμηση, ότι η κεραμική των δύο τελευταίων περιόδων του οικισμού χρονολογικά απέχει πολύ λίγο η μία από την άλλη, ίσως όχι περισσότερο από είκοσι χρόνια. Το τέλος της β ελληνιστικής φάσης ανάγεται περίπου στα μέσα του 3 ου αι. π.χ. ή και στο τρίτο τέταρτο του ίδιου αιώνος. Επιπλέον, όπως φάνηκε από την πρώτη διαλογή της κεραμικής του οικισμού που πραγματοποιήθηκε από τη γράφουσα κατά τη διάρκεια της ανασκαφής, δεν βρέθηκαν χαρακτηριστικά δείγματα κεραμικής του ύστερου 3 ου αι. π.χ. Απουσιάζει έτσι ο πλέον διαδεδομένος και γνωστός τύπος αγγείου της ελληνιστικής εποχής, ο «μεγαρικός σκύφος» με ανάγλυφη διακόσμηση, που η παραγωγή του ξεκινά πιθανόν στη δεκαετία του 220 π.χ. (Cook, 1994), ενώ εκλείπει και η πιο χαρακτηριστική ομάδα ελληνιστικής κεραμικής με γραπτή διακόσμηση σε ανοικτό βάθος, η ομάδα της λαγύνου, που εμφανίζεται στον ύστερο 3 ο αι. π.χ. (Cook, 1994). Ομοίως δεν συναντάται ερυθροβαφής κεραμική του 2 ου αι. π.χ. κ.ε. (Cook, 1994). Όσον αφορά τα

47 46 νομισματικά ευρήματα από τα σύνολα κεραμικής της β ελληνιστικής φάσης ανάγονται ως επί το πλείστον στον 4 ο αι. - αρχές 3 ου αι. π.χ. και στο πρώτο μισό του 3 ου αι. π.χ, όπως και στην προηγούμενη περίοδο. Όμως βρέθηκαν και υστερότερα παραδείγματα που κατεβαίνουν χρονολογικά στα μέσα του 3 ου αι. π.χ. με το υστερότερο όλων να χρονολογείται πριν το 238 π.χ., όπως έχει προαναφερθεί. Συνεπώς και από τα νομίσματα οριοθετείται το τέλος της φάσης μετά το 250 π.χ., μέσα το τρίτο τέταρτο του 3 ου αι. π.χ. Χαρακτηριστικά δείγματα κεραμικής των δύο τελευταίων περιόδων, καθώς και νομίσματα, παρουσιάζονται στο επόμενο κεφάλαιο 5. Όσον αφορά την κεραμική των δύο πρώτων φάσεων του οικισμού, έχουν μέχρι σήμερα αναγνωριστεί και χρονολογηθεί χαρακτηριστικοί τύποι των περιόδων αυτών. Άφθονη είναι η ποσότητα αβαφούς, αλλά και μελαμβαφούς κεραμικής εξαιρετικής ποιότητας, ενώ υπάρχουν δείγματα του μελανόμορφου και ερυθρόμορφου ρυθμού (αρχείο ΣΤ ΕΠΚΑ). Συνοψίζοντας, εφόσον η αρχαιολογική στρωματογραφία υπήρξε αδιατάρακτη σύμφωνα με τα ανασκαφικά δεδομένα που αναπτύχθηκαν και σε προηγούμενη ενότητα (κεφ. 4.2), η χρονολόγηση της κατοίκησης στον οικισμό με διάρκεια από τα τέλη της αρχαϊκής περιόδου (τέλη 6 ου αι. π.χ.- αρχές 5 ου αι. π.χ.) έως μετά τα μέσα του 3 ου αι. π.χ., στο τρίτο τέταρτο του 3 ου αι. π.χ. θεωρείται ασφαλής. Η απουσία νομισμάτων στο τελευταίο τέταρτο του 3 ου αι. π.χ. σε συνδυασμό με τα δεδομένα της κεραμικής υποδεικνύουν, ότι ο οικισμός στην περίοδο αυτή δεν κατοικείται (Κόλια, 2012). Η παρουσία μεμονωμένων νομισμάτων ρωμαϊκών χρόνων ή νεώτερης περιόδου εξετάζεται σε επόμενο κεφάλαιο και όπως έχει ήδη αναφερθεί τα νομίσματα αυτά αποτελούν παρεισφρήσεις που αιτιολογούνται (βλ. αναλυτικότερα κεφ. 8.1). Τέλος, οι τέσσερις χρονολογικές φάσεις που αναγνωρίστηκαν μέχρι σήμερα στον αρχαίο οικισμό εκπροσωπούνται και με αρχιτεκτονικά κατάλοιπα (εικ. 29). Σε αρκετά σημεία του οικισμού βρέθηκαν σε πλήρη σχεδόν ή μερική στρωματογραφική ακολουθία (εικ. 30). ΜΑΡΤΥΡΑΣ ΔΑΠΕΔΩΝ ΚΑΤΑΛΟΙΠΑ ΤΗΣ ΠΡΩΙΜΟΤΕΡΗΣ ΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΟΙΚΙΣΜΟΥ Εικόνα 29: Οικοδομικά κατάλοιπα της πρωιμότερης φάσης του οικισμού (τέλη 6 ου αρχές 5 ου αι. π.χ.) κάτω από οικιστικά κατάλοιπα (δάπεδα και τοίχοι της τρίτης πιθανόν ή και τέταρτης φάσης) του Οικοδομικού Συγκροτήματος των Κτ.4-Κτ.5. (Πηγή: αρχείο ΣΤ ΕΠΚΑ)

48 47 ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΦΑΣΕΩΝ ΤΟΥ ΟΙΚΙΣΜΟΥ Αρχές 3 ου αι. π.χ.- μέσα 3 ου αι. π.χ. ή λίγο αργότερα Τέλη 4 ου αι. π.χ. αρχές 3 ου αι. π.χ. 4 ος αι. π.χ. 5 ος αι. π.χ. Δρόμοι 3 ου αι. π.χ. Δρόμος 4 ου αι. π.χ. Εικόνα 30: Ενδεικτικό τμήμα (απόσπασμα της κάτοψης) του οικισμού με αρχιτεκτονικά κατάλοιπα διαφόρων περιόδων (βλ. υπόμνημα). Με μπλε διακεκομμένη αποδίδονται τα όρια του κύριου δρόμου του 3 ου αι. π.χ. διεύθυνσης ~Α-Δ (στην παρούσα φάση αποτύπωσης τμήμα του οδοστρώματος είχε αφαιρεθεί), καθώς και τα όρια μίας δευτερεύουσας οδού προς τα βορειοανατολικά του, που είναι σε χρήση την ίδια εποχή (για τη χρονολόγηση της κατασκευής του κύριου δρόμου βλ. και εικ. 31). Κάτω από τον κύριο δρόμο του οικισμού αποκαλύφθηκαν παλαιότερα κτίρια και δρόμοι διαφόρων περιόδων (βλ. υπόμνημα). Τοίχος που υποσημειώνεται με κόκκινη διακεκομμένη (άνω δεξιά) χρησιμοποιείται κατά την τελευταία φάση κατοίκησης, ανήκει όμως σε κτίριο προγενέστερης περιόδου και ίσως συνδεόταν με έναν παλαιότερο τοίχο ανατολικά του. (Πηγή: αρχείο ΣΤ ΕΠΚΑ)

49 48 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 ΟΙ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΕΣ ΣΤΟΝ ΑΡΧΑΙΟ ΟΙΚΙΣΜΟ 5.1 Γενικά στοιχεία Το κυρίαρχο χαρακτηριστικό της ανασκαφικής έρευνας στη θέση Γιαννιά ήταν η αποκάλυψη εκτεταμένων στρωμάτων καταστροφής που πληρούσαν τους εσωτερικούς χώρους των κτιρίων, συχνά αναπτύσσονταν και στους εξωτερικούς και εν γένει εντοπίστηκαν ανεξαιρέτως σε κάθε σημείο του αρχαίου οικισμού. Τα στρώματα καταστροφής στη θέση Γιαννιά ήταν μάλιστα τόσο πυκνά, ώστε κατά την πρώτη φάση της ανασκαφικής έρευνας, κατά την επιφανειακή δηλαδή αποκάλυψη των στρωμάτων αυτών, που συνήθως έρχονταν πρώτα στο φως, ήταν αδύνατον να διακριθούν τα όρια των κτιρίων, καθώς οι τοίχοι τους καλύπτονταν από εκτεταμένα συντρίμμια. Στο παρόν κεφάλαιο περιγράφονται αναλυτικά τα στρώματα καταστροφής που αποκάλυψε η αρχαιολογική σκαπάνη στην αναφερόμενη θέση και αναζητείται η γενεσιουργός αιτία των καταστροφών αυτών. Ειδικότερα, ως στρώμα καταστροφής νοείται το υλικό που προκύπτει από την κατάρρευση και καταστροφή ενός κτιρίου από οποιαδήποτε γενεσιουργό αιτία, έχοντας επιπτώσεις στους τοίχους, τις στέγες και το περιεχόμενο των κτιρίων. Δομικό υλικό από την πτώση και κατάρρευση τοιχοδομών, θραυσμένες κεραμίδες στέγης, θραυσμένα αγγεία συνιστούν όλα στρώματα καταστροφής με έκταση, διαστάσεις και πάχος που μπορεί να ποικίλει από μερικά εκατοστά έως μέτρα. Για τους σκοπούς της παρούσας εργασίας εξετάζονται τα μορφολογικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά των στρωμάτων καταστροφής, που αποκαλύφθηκαν στους εσωτερικούς χώρους δύο κτιρίων, καθώς και δύο μεγάλων οικοδομικών συγκροτημάτων του αρχαίου οικισμού. Αναλυτικότερα, περιγράφεται ο τρόπος κατάρρευσης, τα συστατικά μέρη, αλλά και η θέση των στοιχείων που απαρτίζουν το κάθε στρώμα καταστροφής και αναπτύσσονται διεξοδικά επιλεγμένα στοιχεία και χαρακτηριστικά των καταστροφών αυτών, που μπορούν εν δυνάμει να αποτελέσουν ενδείξεις ή τεκμήρια σεισμικού γεγονότος, σύμφωνα με τη μεθοδολογία και τις θεμελιώδεις αρχές που εφαρμόζονται στην Αρχαιοσεισμολογία (βλ. κεφ. 2). Ιδιαίτερα ενδιαφέρουν οι κατεστραμμένοι τοίχοι και ειδικότερα οι λιθοδομές που οριοθετούν χώρους με στρώματα καταστροφής για τυχόν παραμορφώσεις και αλλοιώσεις. Η εικόνα των τοίχων και των δαπέδων των κτιρίων μετά το ανασκαφικό στάδιο της αφαίρεσης των στρωμάτων καταστροφής, στα οποία παρατηρούνται ειδικότερες παραμορφώσεις προσφέρεται ιδιαίτερα για την αξιολόγηση του καταστροφικού γεγονότος και περιγράφεται αναλυτικά. Τέλος, καταγράφονται και δευτερεύουσες επιπτώσεις των καταστροφών, όπως είναι η παρουσία φωτιάς και μεγάλες αλλαγές στην αρχαία θέση, όπως η χάραξη νέου οδικού δικτύου στην ύστερη φάση του.

50 49 Η χρονολόγηση των στρωμάτων καταστροφής έγινε από τα διαθέσιμα αρχαιολογικά τεκμήρια. Τα νομίσματα και η κεραμική που συνδέονται με το κάθε σύνολο, είτε ως μέρος του ίδιου του στρώματος καταστροφής, είτε ως ευρήματα επί των δαπέδων των κατεστραμμένων κτιρίων δίδουν τη χρονολόγηση του εξεταζόμενου στρώματος σύμφωνα με τη στρωματογραφία του. Αντικείμενα που βρέθηκαν στο ίδιο στρώμα έχουν την ίδια ηλικία με το στρώμα αυτό και την ίδια ηλικία μεταξύ τους, ενώ ένα κατώτερο στρώμα είναι παλιότερο από ένα υπερκείμενο (Cook, 1994). Στην περίπτωση που υπάρχουν αντικείμενα διαφορετικής ηλικίας μέσα στο ίδιο στρώμα τη χρονολόγηση δίδει το αντικείμενο με τη νεώτερη ηλικία. Προκειμένου να διευκολυνθεί η ανάπτυξη των αρχαιολογικών δεδομένων τα στρώματα καταστροφής παρουσιάζονται κατά χώρους κτιρίων στα οποία ανήκουν ή κατά χώρους οικοδομικών συγκροτημάτων και ακολουθείται η ονοματολογία που χρησιμοποιήθηκε στην ανασκαφή Ο κύριος δρόμος του αρχαίου οικισμού A. Η στρωματογραφική ακολουθία των στρωμάτων καταστροφής σε σχέση με τον κύριο δρόμο του αρχαίου οικισμού Ιδιαίτερα σημαντικό στοιχείο για την κατανόηση της στρωματογραφίας στον οικισμό και ιδίως της στρωματογραφικής ακολουθίας ορισμένων στρωμάτων καταστροφής, που κυρίως ενδιαφέρει στην παρούσα έρευνα, αποτελεί η κατασκευή του κύριου δρόμου του οικισμού (εικ. 20, εικ. 30). Τόσο η ίδια η δημιουργία του δρόμου, όσο και η χρονολόγηση της κατασκευής του, αποτελεί κομβικό σημείο της παρούσας έρευνας. Σύμφωνα με τα ανασκαφικά δεδομένα η λειτουργία και η χρήση ορισμένων κτιρίων που παρουσίασαν σημαντικές καταστροφές (Κτίριο 2, Κτίριο 5 από το οικοδομικό συγκρότημα των Κτ.4-Κτ.5, Κτίριο 6) (εικ. 20) σχετίζεται άμεσα και είναι, όπως αναλύεται λεπτομερέστερα στις επόμενες ενότητες, σύγχρονη και παράλληλη με τη λειτουργία και χρήση του διερχόμενου βορείως τους, κύριου δρόμου του οικισμού. Συνακόλουθα, η ηλικία της καταστροφής των κτιρίων αυτών είναι μεταγενέστερη της ηλικίας κατασκευής του δρόμου, εφόσον τα κτίρια αυτά χρησιμοποιούν τον κύριο δρόμο. Επιπλέον, κάτω από το ανατολικό τμήμα του ίδιου δρόμου, μετά τη διάνοιξη ερευνητικών τομών στο οδόστρωμά του, αποκαλύφθηκε τμήμα από το μεγάλο Οικοδομικό Συγκρότημα του Κτιρίου 3 (εικ. 20). Το συγκρότημα αυτό στο σύνολό του καταλαμβάνει ολόκληρη την ανατολική πλευρά της ανασκαφής και έχει πολλές οικοδομικές φάσεις. Στο τμήμα του, που εντοπίστηκε κάτω από τον κύριο δρόμο του οικισμού, αποκαλύφθηκαν εκτεταμένα στρώματα καταστροφής, τα οποία επίσης εξετάζονται. Το συγκρότημα αυτό παρουσίαζε και καταστροφές στο νεώτερης ηλικίας τμήμα του, το οποίο φαίνεται να δημιουργήθηκε σε μεταγενέστερη φάση, όταν το συγκρότημα επεκτάθηκε προς βορειοανατολικά.

51 50 Αυταπόδεικτα, η καταστροφή της περιοχής, που αποκαλύφθηκε κάτω από τον κύριο δρόμο του οικισμού, προηγείται χρονικά της κατασκευής του δρόμου, αλλά και της καταστροφής των κτιρίων, που έχουν σύγχρονη λειτουργία με τον κύριο δρόμο. Για την περαιτέρω διευκόλυνση της κατανόησης στα επόμενα κεφάλαια παρουσιάζονται πρωτίστως οι καταστροφές των κτιρίων που η λειτουργία τους είναι σύγχρονη με τον κύριο δρόμο του οικισμού και κατόπιν οι καταστροφές περιοχών, που αποκαλύφθηκαν κάτω από αυτόν. Επιλέχθηκε τέλος, να υποδηλώνεται με μπλε χρώμα στην κάτοψη του οικισμού η έκταση που καταλάμβαναν τα στρώματα καταστροφής της πρώτης περίπτωσης (κεφ. 5.2, 5.3, 5.4, 5.5) και με κίτρινο η έκταση των στρωμάτων καταστροφής της δεύτερης περίπτωσης ( κεφ. 5.6, 5.7, 5.8). B. Η χρονολόγηση του κύριου δρόμου του αρχαίου οικισμού Η χρονολόγηση της κατασκευής του δρόμου τεκμηριώθηκε αρχικά από νόμισμα που βρέθηκε μέσα στο κατασκευαστικό υλικό του (εικ. 31). Τα στρωματογραφικά δεδομένα από Εικόνα 31: Νόμισμα Χαλκίδας (αριστερά ο εμπροσθότυπος, δεξιά ο οπισθότυπος), χρονολογείται περίπου στο /271 π.χ. Βρέθηκε μέσα στο κατώτερο και παλαιότερο, συμπαγές κατάστρωμα του κύριου δρόμου του οικισμού, ύστερα από ερευνητική τομή που διανοίχθηκε στο ανατολικό τμήμα του. Η κατασκευή του δρόμου αποτελεί σημαντικό δεδομένο για την κατανόηση της στρωματογραφίας του οικισμού και το συσχετισμό διαφόρων φάσεων (βλ. και εικ. 30). Αποτελεί terminus post quem (δηλαδή χρονολογικό τεκμήριο μετά από αυτόν) για τη χρονολόγηση των καταστροφών σε κτίρια που βρίσκονταν σε σύγχρονη λειτουργία με το δρόμο και κυρίως σημαντικό terminus ante quem (χρονολογικό τεκμήριο πριν από αυτόν) για τη χρονολόγηση καταστροφών οικιστικών καταλοίπων που βρέθηκαν κάτω από το δρόμο. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) ερευνητική τομή, που διανοίχθηκε εγκάρσια στο οδόστρωμά του, κατέδειξαν, ότι διέθετε αρκετά και διαφορετικά, επάλληλα καταστρώματα. Η παρουσία τους αιτιολογείται, καθώς η συνεχής χρήση ενός δρόμου απαιτεί διαρκείς βελτιώσεις του οδοστρώματός του και επιδιορθώσεις των πιθανών φθορών, πόσο μάλλον όταν πρόκειται για μία κύρια οδική αρτηρία, όπως στη συγκεκριμένη περίπτωση. Μέσα στο κατώτερο, άρα παλαιότερο όλων, και συμπαγέστερο κατάστρωμα του

52 51 δρόμου, σε ένα από τα πιο καλοδιατηρημένα τμήματά του στα ανατολικά του οικισμού, βρέθηκε χάλκινο νόμισμα Χαλκίδας (εικ. 31). Στον εμπροσθότυπο απεικονίζεται κεφαλή Ήρας κατ ενώπιον, στον οπισθότυπο αετός προς τα δεξιά κατασπαράζει φίδι, ενώ αποδίδονται και τα αρχικά ΧΑΛ. Το νόμισμα χρονολογείται περίπου στο /1 π.χ. (Κόλια & Αλεξοπούλου, 2011). Η χρονολόγηση αυτή ανάγει την κατασκευή του δρόμου στο πρώτο με δεύτερο τέταρτο του 3 ου αι. π.χ. και επιπλέον είναι σε γενικές γραμμές ταυτόσημη με τα υστερότερα νομισματικά ευρήματα, που βρέθηκαν στους υποκείμενους του δρόμου χώρους, όπως παρουσιάζεται σε σχετικό κεφάλαιο.

53 Καταστροφές στο Κτίριο 2, χώροι Χ1-Χ2-Χ Γενική περιγραφή κτιρίου και των υπό έρευνα χώρων Το Κτίριο 2 βρίσκεται στο νοτιοανατολικό άκρο της ανασκαφής (εικ.32) και τμήμα του συνεχίζεται περαιτέρω ανατολικά εκτός ορίων επέμβασης έργου. Είναι ένα οικοδόμημα, που οι χώροι του διατάσσονται παράλληλα στη νότια πλευρά του κύριου δρόμου του οικισμού. Ο χώρος ΚΤΙΡΙΟ 2 Χ3 Χ2 Εικό Χ1 Χ4 ΚΥΡΙΟΣ ΔΡΟΜΟΣ ΟΙΚΙΣΜΟΥ Εικόνα 32: Το Κτίριο 2 και οι χώροι Χ1, Χ2, Χ4 στους οποίους αποκαλύφθηκε στρώμα καταστροφής. Η συνολική έκταση που καταλάμβανε το στρώμα υποδηλώνεται με γαλάζιο χρώμα. Με παχιά λευκή διαγράμμιση αποδίδεται η θέση του κύριου δρόμου του οικισμού, που διερχόταν βόρεια του κτιρίου και κάτω από τον οποίο βρέθηκαν παλαιότερα κτιριακά κατάλοιπα. Με λεπτότερη διαγράμμιση αποδίδεται η θέση ενός μικρότερου δρόμου, που διερχόταν κατά μήκος της νότιας πλευράς του Κτιρίου 2 (και κάτω από τον οποίο επίσης βρέθηκαν παλαιότερα οικοδομικά κατάλοιπα). (Πηγή: αρχείο ΣΤ ΕΠΚΑ) Χ1 διαθέτει κατά το ήμισυ της προς το δρόμο πλευράς του εξωτερικό τοίχο, ενώ ο δεύτερος προς ανατολάς χώρος Χ2 είναι εντελώς ελεύθερος, χωρίς δηλαδή βόρειο εξωτερικό τοίχο. Και οι δύο χώροι ήταν στεγασμένοι. Από τον τρίτο χώρο Χ3 ερευνήθηκε μικρό τμήμα, καθώς συνεχίζεται εκτός ανασκαφής. Τέλος, μπροστά από τον Χ1 αναπτύσσεται ένας μάλλον ημιυπαίθριος χώρος, ο Χ4. Η νότια πλευρά του κτιρίου αποτελείται από έναν πολύ ισχυρό τοίχο μεγάλου μήκους, ύψους και πάχους (> 1μ. στο ανατολικό τμήμα του), χτισμένο από μεγάλες ακανόνιστες λιθοπλίνθους κατά το αμελές πολυγωνικό σύστημα δόμησης. Ο τοίχος είχε αναλημματική λειτουργία συγκρατώντας τα

54 53 προς νότο εδάφη, καθώς και έναν ακόμα δρόμο της ύστερης περιόδου του οικισμού, που διερχόταν κατά μήκος της νότιας πλευράς του Κτιρίου 2. Σχεδόν εξίσου ισχυρός ήταν και ο τοίχος της δυτικής πλευράς δομημένος επίσης από μεγάλες ακανόνιστες λιθοπλίνθους. Το κτίριο οικοδομήθηκε πάνω σε προγενέστερα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα, που συνδέονται με την πρώιμη οικοδομική φάση του οικοδομικού συγκροτήματος του Κτιρίου 3 (βλ. κεφ ) Περιγραφή και ανάλυση των καταστροφών i Στρώμα καταστροφής Το Κτίριο 2 αποκαλύφθηκε σε επαφή με τον καστανό εδαφικό ορίζοντα (εικ.33α). Το εσωτερικό του είχε πληρωθεί με αρχαία επίχωση μεγάλου πάχους (έως και 1μ. στο ανατολικό ήμισυ) συνιστάμενη από λεπτόκοκκο ωχροκάστανο χώμα (εικ. 33β), χάλικες, θραύσματα κεραμίδων στέγης, όστρακα, στίγματα κάρβουνου κ.α. Με μικρές διαφοροποιήσεις διαιρείται σε τρία α β Εικόνα 33: α) Γενική λήψη του εξωτερικού μετώπου της ΣΔ2 σε αρχικό στάδιο της ανασκαφής. Το Κτίριο 2 εμφανίζεται μετά την αφαίρεση του υπερκείμενου σκούρου καστανού εδαφικού ορίζοντα, ενώ διακρίνεται ωχροκάστανη επίχωση στο εσωτερικό του (λήψη από ΒΒΑ). β) Το Κτίριο 2 σε στάδιο αφαίρεσης της ωχροκάστανης επίχωσης, ενώ διαφαίνονται τα πρώτα ίχνη του στρώματος καταστροφής (κεραμίδες στο βάθος, κατάρρευση οικοδομικού υλικού και πτώση λιθοπλίνθου από τον ισχυρό νότιο τοίχο του κτιρίου (λήψη από Α). Οι σκιάσεις στο χρώμα της επίχωσης είναι λόγω βροχής. (Πηγή: αρχείο ΣΤ ΕΠΚΑ) στρώματα, ενώ βρέθηκαν και νομίσματα εντός. Η επίχωση αυτή σφράγιζε θραυσμένες κεραμίδες από τη στέγη του κτιρίου που κατέπεσε σε τρεις χώρους, τον Χ1, τον Χ2 και τον Χ4 (εικ. 34). Οι κεραμίδες είχαν κατακερματιστεί και τα θραύσματά τους σώζονταν γενικώς σε μικρό μέγεθος, σχη-

55 54 Χ1 Χ4 Χ2 Χ3 Εικόνα 34: Κτίριο 2. Το στρώμα καταστροφής από πεσμένες κεραμίδες στέγης, όπως φαίνεται στον Χ2, στο δυτικό τμήμα του Χ4 και στον Χ1. (Πηγή: αρχείο ΣΤ ΕΠΚΑ) ματίζοντας ένα ογκώδες πυκνό στρώμα, ιδίως στο δυτικό ήμισυ του Χ1, όπου ορισμένες διατηρούνταν σε κατακόρυφη σχεδόν θέση, υποδεικνύοντας τη διεύθυνση κατάρρευσης (εικ. 35). Εντυπωσιακή είναι και η πτώση μεγάλης λιθοπλίνθου από τον ισχυρό νότιο τοίχο στο εσωτερικό του Χ1 (προς ανατολάς) (εικ. 34). Ο ογκώδης λίθος βρέθηκε ομοίως σε διεύθυνση κατάρρευσης από Ν προς Β, ενώ το άκρο του απείχε λίγα μόλις εκατοστά από το δάπεδο του χώρου (εικ. 34, εικ. 36). Στον Χ2 βρέθηκε υπεράνω των κεραμίδων λιγοστό πεσμένο οικοδομικό υλικό από τον ίδιο νότιο τοίχο (εικ. 33β, εικ. 36). Υποσημειώνεται ωστόσο, ότι στον Χ1 υπήρξε ανομοιογένεια στην πυκνότητα του στρώματος καταστροφής και συγκεκριμένα, στο ανατολικό τμήμα του χώρου το στρώμα είχε ισχνή παρουσία με μόλις λίγα σκόρπια θραύσματα κεραμίδων (εικ. 36). Επίσης, στον ανατολικότερο χώρο του κτιρίου, τον Χ3, δεν βρέθηκε κανένα ίχνος στρώματος καταστροφής ή άλλα ευρήματα επί του δαπέδου του. Ανάμεσα στις κεραμίδες συλλέχθηκε μεγάλος αριθμός ήλων (καρφιά) από την ξυλοδεσιά της στέγης. Μετά την απομάκρυνση των κεραμίδων, ανάμεσά τους ή και ακριβώς κάτω από αυτές, αποκαλύφθηκαν κατά χώραν στο δάπεδο του Χ1 πολυάριθμα κατακερματισμένα αγγεία (με ανάμιξη μεταξύ των αγγείων ποσότητας πορτοκαλέρυθρου ωμού πηλού ή λιγοστού χώματος ανά σημεία), τα οποία καταλάμβαναν μεγάλο τμήμα του δωματίου (εικ. 37). Πρόκειται κυρίως για οξυπύθμενους αμφορείς και πιθοειδή αγγεία (εικ. 37α, γ, ε), αλλά και μικρότερα αγγεία, όπως σκύφοι (εικ. 37β) και σκυφίδια, ιχθυοπινάκιο (εικ. 37δ), λύχνοι κ.α. Επίσης, σε διάφορα σημεία βρέθηκαν και αρκετά

56 55 νομίσματα. Στα βορειοανατολικά υπήρχαν μόνο σκόρπια όστρακα. Στα σημεία γενικώς όπου δεν υπήρχαν αγγεία, οι κεραμίδες άγγιζαν τα δάπεδα. Στον Χ2 (εικ. 34) μετά την απομάκρυνση των κεραμίδων βρέθηκαν τμήματα πίθου σκορπισμένα παντού στο δάπεδο, καθώς και δύο νομίσματα, ενώ στον Χ4 υπήρξαν λιγοστά θραύσματα κεραμίδων και όστρακα, προερχόμενα ουσιαστικά από τις βόρειες παρυφές του στρώματος καταστροφής του Χ1 και του Χ2. Στις γωνίες του Χ1 υπήρχαν κτιστές κατασκευές που αποκαλύφθηκαν κάτω από την πεσμένη στέγη. Η μία κατασκευή εμπεριείχε θραυσμένες κεραμίδες και θραυσμένα αγγεία (εικ. 36), ενώ μέσα στο χώμα που αφαιρέθηκε από το εσωτερικό της δεύτερης κατασκευής (εικ. 37α) βρέθηκαν δεκάδες χερσαία όστρεα, που προορίζονταν ενδεχομένως για βρώση ή ήταν ήδη υπολείμματα τροφής. Το στρώμα καταστροφής από τις κεραμίδες και τα αγγεία είχε έκταση ~50τ.μ. (12,40μ. Χ 4μ.) και πάχος: ~ 0,40μ - 0,10μ. με στάθμη εμφάνισης +17,78μ. νοτιοδυτικά, +17,70μ. νοτιοανατολικά, +17,60μ. νότια, +17,45μ. βόρεια έως +17,35μ., όπου βρίσκεται το μέσο επίπεδο του δαπέδου. Στη νότια πλευρά του Χ1 κεραμίδες και θραύσματα αγγείων εισχωρούσαν βαθύτερα μέσα στο χωμάτινο δάπεδο έως στάθμη +17,24μ. Εικόνα 35: Κτίριο 2. Στρώμα καταστροφής από πεσμένες κεραμίδες στέγης στον Χ1. Ορισμένες κατά τη διεύθυνση κατάρρευσης υποδεικνύονται από τα κόκκινα βέλη. (Πηγή: αρχείο ΣΤ ΕΠΚΑ)

57 56 ΚΤΙΣΤΗ ΗΜΙΚΥΚΛΙΚΗ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ Εικόνα 36: Κτίριο 2. Πτώση μεγάλης λιθοπλίνθου από το νότιο τοίχο στο εσωτερικό του Χ1. Το κόκκινο βέλος υποδεικνύει τη διεύθυνση κατάρρευσης και το κίτρινο πιθανές αλλοιώσεις στον τοίχο (απώλεια της καλής επαφής των λίθων μεταξύ τους). Στην παρειά, στο βάθος, υποδεικνύεται με λευκή διαγράμμιση η κατάρρευση οικοδομικού υλικού από τον ίδιο τοίχο στο εσωτερικό του Χ2 (παράβαλε και εικ. 33). Το στρώμα των κεραμίδων έχει ισχνή παρουσία στο ανατολικό ήμισυ του Χ1, ενώ στη γωνία, στο εσωτερικό λιθόκτιστης κατασκευής, είναι πυκνό. (Πηγή: αρχείο ΣΤ ΕΠΚΑ) Η καταστροφή στο κτίριο ήταν μεγάλη. Στον Χ1 τα θραύσματα των αγγείων αναμειγνύονταν με τις κεραμίδες, όπως και τμήματα των διαφόρων αγγείων αναμειγνύονταν μεταξύ τους σε τέτοιο βαθμό, ώστε ήταν δύσκολο έως ανέφικτο σε πολλές περιπτώσεις να διακριθούν τα τμήματα του κάθε ενός αγγείου χωριστά, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα συχνά να μην ακολουθηθεί η κανονική ανασκαφική διαδικασία και να συλλεχθούν τα αγγεία σε σύνολα οστράκων (μικρού μεγέθους θραύσματα) που ανήκαν σε περισσότερα του ενός σχήματα. Επίσης, κάποιες βάσεις αμφορέων βρέθηκαν ανεστραμμένες επί του δαπέδου (εικ. 37α, δ), σαν να κατέπεσαν δηλαδή από κάποιο υψηλότερο σημείο, στο οποίο ίσως να ήταν τοποθετημένοι αμφορείς. Ανεστραμμένο βρέθηκε επί του δαπέδου και ένα ιχθυοπινάκιο (εικ. 37δ). Τα κατακερματισμένα αγγεία, καθώς και πολλά θραύσματα κεραμίδων ήταν καμένα. Μετά την απομάκρυνση και των θραυσμένων αγγείων αποκαλύφθηκαν πλέον στην επιφάνεια του δαπέδου του Χ1 έντονα ίχνη καύσης (εικ. 37α, δ), ενώ εντοπίστηκαν και νομίσματα. Με βάση τη θέση των υπολειμμάτων της πυρκαγιάς θεωρείται ότι

58 57 αυτή συνόδευσε την καταστροφή. Επιπλέον, τα ανασκαφικά δεδομένα καταδεικνύουν, ότι το κτίριο μετά την καταστροφή του εγκαταλείφθηκε και δεν ξανακατοικήθηκε, εφόσον το περιεχόμενό του βρέθηκε ενταφιασμένο κάτω από την πεσμένη στέγη του. Όλα μαζί σφραγίστηκαν από σημαντικού ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ που εμπεριείχε όστρεα ΣΚΥΦΟΣ β ΑΜΦΟΡΕΑΣ α γ ΙΧΘΥΟΠΙΝΑΚΙΟ δ ε ΠΙΘΟΕΙΔΕΣ ΑΓΓΕΙΟ Εικόνα 37: Κτίριο 2. α) Στρώμα καταστροφής από θραυσμένα αγγεία κατά χώραν στο δάπεδο (από πατημένο χώμα και χαλίκι) του Χ1, ενώ ήδη έχουν αφαιρεθεί αρκετά όστρακα αμφορέων. β) και γ) Λεπτομέρειες ορισμένων αγγείων, έτσι όπως βρέθηκαν στην ανασκαφή. δ) Με λευκή έλλειψη υποδεικνύονται δύο ανεστραμμένες βάσεις οξυπύθμενων αμφορέων (βλ. και α.). Έντονα είναι στο χώρο τα ίχνη καύσης. ε) Λεπτομέρεια αγγείου κατά χώραν. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ)

59 58 πάχους επίχωση, μέρος της οποίας αποτελούσε πιθανώς και η αποσυντεθείσα πλινθοδομή από τους τοίχους του κτιρίου που δεν διέθεταν λιθόκτιστη ανωδομή ii Αλλοιώσεις τοιχοδομών Η κατάρρευση της στέγης του Κτιρίου 2 φαίνεται να ακολουθείται από την κατάρρευση της μεγάλης λιθοπλίνθου του νότιου τοίχου του κτιρίου, ενώ και άλλες αλλοιώσεις αναγνωρίζονται στην τοιχοδομή του συνέπεια του καταστροφικού γεγονότος που έλαβε χώρα. Βέβαια, ο ισχυρός νότιος τοίχος του κτιρίου διατηρείται στη θέση του και η ορατή πλευρά του παραμένει ευθύγραμμη με την πρόσοψη κατακόρυφη, πλην του ανατολικού του άκρου, όπου μικρότεροι λίθοι από το ανώτερο τμήμα έχουν μετατοπιστεί ελαφρώς προς βορρά (εικ. 38). Η ανωδομή του τοίχου από το σημείο αυτό είχε καταρρεύσει στο εσωτερικό του Χ2. Προσεκτική παρατήρηση επιπλέον στους αρμούς, στις επαφές δηλαδή των λίθων που δομούν τον τοίχο, οδηγεί στη διαπίστωση ότι υπάρχουν μεγάλα κενά μεταξύ ορισμένων, ενώ αντίθετα σε άλλα σημεία οι λίθοι εφάπτονται εξαιρετικά καλά. Παρόλο που μέρος της πρόσοψης φέρει επίχρισμα το φαινόμενο παρατηρείται ιδιαίτερα στο ανατολικό ήμισυ του τοίχου, από όπου κατέπεσε ο μεγάλος λίθος, καθώς και στο δυτικό άκρο του (εικ. 38). Η απόσταση που υπάρχει μεταξύ των αρμών, ίσως υποδηλώνει κάποιου είδους ανάταξη του δομικού υλικού, ενδεχομένως λόγω ταλάντευσης από σεισμική δόνηση, χωρίς ο τοίχος να καταρρεύσει. Εντύπωση πάντως προκαλεί και η διαφορά θεμελίωσης του ανατολικού τμήματος του τοίχου κατά 0,44μ. υψηλότερα (στα +17,66μ.) σε σχέση με το δυτικό του τμήμα που θεμελιώνεται στα +17,22μ. Εικόνα 38: Κτίριο 2. Πιθανές αλλοιώσεις στο νότιο τοίχο, καθώς κάποιοι λίθοι δεν εφάπτονται καλά μεταξύ τους. Κενά παρατηρούνται σε κάποιους αρμούς, όπως υποδεικνύουν τα κίτρινα βέλη, ενώ σε άλλα σημεία η επαφή είναι καλή. Το καμπύλο ερυθρό βέλος δείχνει μετατόπιση ανώτερων λίθων του τοίχου προς βορρά, προς τη διεύθυνση που κατέρρευσε τμήμα ανωδομής του στο σημείο. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ)

60 59 Μία πιθανή αλλοίωση παρατηρείται και στον ενδιάμεσο τοίχο μεταξύ Χ1 και Χ2, στο βόρειο άκρο του που οριοθετεί και τον Χ4. Το άκρο αυτό είναι λεπτότερο, διαφορετικής δόμησης από το κυρίως σώμα του τοίχου και μάλλον αποτελεί προσθήκη, διαμορφώνοντας ένα δευτερεύον τοιχίο που ενδεχομένως υποστήριζε ελαφρά κατασκευή μαζί με το λεπτό τοιχίο της βόρειας πλευράς του Χ1. Το άκρο αυτό ωστόσο έχει σαφώς καταρρεύσει προς δυσμάς (εικ. 39α). Ο υπόλοιπος τοίχος κρίνοντας από τη δυτική όψη του δείχνει να είναι αμελούς αργολιθοδομής, χωρίς δηλαδή καλό δέσιμο των λίθων στη συνδετική λάσπη του. Δεν αποκλείεται όμως η κακή ταξιθέτηση των λίθων που δομούν τον τοίχο και η κακή συνοχή που παρουσιάζει να είναι σεισμική επίπτωση (εικ. 39β). α β Εικόνα 39: Κτίριο 2. α) Κατάρρευση προς δυσμάς, του βόρειου άκρου του ανατολικού τοίχου του Χ1, όπως υποδεικνύει το κόκκινο βέλος. Το λευκό βέλος δείχνει πάντα το Βορρά. Το άκρο αυτό πρέπει να αποτελούσε πρόσθετο τμήμα στο κύριο σώμα του τοίχου. β) Η δυτική όψη του ίδιου τοίχου με άσχημη ταξιθέτηση των λίθων που τον συνθέτουν. Ενδεχομένως έχασε την πρότερη, καλή συνοχή του εξαιτίας σεισμού. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) Αξιολόγηση του καταστροφικού γεγονότος Σύμφωνα με όσα αναπτύχθηκαν στις ενότητες i και ii. στο καταστροφικό γεγονός του Κτιρίου 2 παρατηρήθηκαν χαρακτηριστικά, που μπορούν εν δυνάμει να αποδοθούν σε επιπτώσεις σεισμού σύμφωνα με τις βασικές αρχές και τη μεθοδολογία που εφαρμόζεται στην Αρχαιοσεισμολογία. Ακολούθως, η καταστροφή του Κτιρίου 2 θα μπορούσε να οφείλεται σε σεισμό, εφόσον υφίστανται τα εξής συνολικά τεκμήρια: 1. Κατάρρευση στέγης.

61 60 2. Κατάρρευση προς βορρά μεγάλης λιθοπλίνθου από ισχυρό τοίχο διεύθυνσης Α-Δ (ο λίθος ευρεθείς κατά τη διεύθυνση κατάρρευσης). Επίσης, κατάρρευση προς βορρά μικρού μέρους της ανωδομής του ίδιου τοίχου. Κατάρρευση προς δυσμάς μικρού διαχωριστικού τοιχίου διεύθυνσης Β- Ν. 3. Ενταφιασμός αντικειμένων του κτιρίου κάτω από τα ερείπια, αγγεία ευρεθέντα ανάποδα επί του δαπέδου (ανεστραμμένες βάσεις οξυπύθμενων αμφορέων, πινάκιο). 4. Πιθανές αλλοιώσεις στον ισχυρό νότιο τοίχο (απόσταση στους αρμούς και απώλεια της επαφής των λίθων μεταξύ τους). Πιθανές επιπτώσεις στη συνοχή της αργολιθοδομής ενδιάμεσου τοίχου του κτιρίου. 5. Πυρκαγιά συνόδευσε την καταστροφή. 6. Οριστική εγκατάλειψη του κτιρίου με το περιεχόμενό του άθικτο Χρονολόγηση του καταστροφικού γεγονότος βάσει νομισματικών και κεραμικών ευρημάτων i Νομίσματα Από το Κτίριο 2 ανέκυψε μεγάλος αριθμός χάλκινων νομισμάτων (Κόλια & Αλεξοπούλου, 2011). Ειδικότερα, μέσα στο στρώμα καταστροφής των αγγείων βρέθηκαν ενδεικτικά τα παρακάτω: α) Νομίσματα Κορίνθου (εικ. 40α) με τον Πήγασο στον εμπροσθότυπο και την τρίαινα στον α β Εικόνα 40: Νομίσματα από το στρώμα καταστροφής των αγγείων στον Χ1. α) Κορίνθου ( π.χ.). β) Δίχαλκο Αχαϊκής Συμπολιτείας (περίπου μέσα 3 ου αι. π.χ.). (Πηγή: Κόλια & Αλεξοπούλου, 2011)

62 61 οπισθότυπο, τέσσερα από τα οποία χρονολογούνται στο π.χ. και δύο περίπου στο π.χ. β) Νόμισμα Κλείτωρος με κεφαλή Ηλίου κατ ενώπιον και το μονόγραμμα στον οπισθότυπο, που χρονολογείται στα τέλη του 4 ου - περίπου 270/260 π.χ. γ) Δίχαλκο Αχαϊκής Συμπολιτείας με κεφαλή δαφνοστεφούς Διός στον εμπροσθότυπο και το μονόγραμμα Α μέσα σε στεφάνι στον οπισθότυπο. Χρονολογείται στα μέσα περίπου του 3 ου αι. π.χ. και είναι το υστερότερο όλων (εικ. 40β). δ) Μέσα στο στρώμα καταστροφής του Χ2 νόμισμα Σικυώνας με περιστέρι στον εμπροσθότυπο και το Σ μέσα σε στεφάνι στον οπισθότυπο που χρονολογείται στο π.χ. Τέλος, μέσα στην ωχροκάστανη επίχωση που σφράγιζε το Κτίριο 2 βρέθηκαν νομίσματα Κορίνθου, που χρονολογούνται στον 4 ο - 3ο αι. π.χ. και νόμισμα Χαλκίδας, που χρονολογείται στο /271 π.χ. (εικ. 41). Εικόνα 41: Νόμισμα Χαλκίδας (περίπου / 271 π.χ.) από την επίχωση πλήρωσης του Κτιρίου 2, η οποία σφράγιζε το στρώμα καταστροφής. (Πηγή: Κόλια & Αλεξοπούλου, 2011) ii Κεραμική Το στρώμα καταστροφής των αγγείων από το Κτίριο 2 έχει τα χαρακτηριστικά που περιγράφονται για την κεραμική της β ελληνιστικής φάσης του οικισμού και χρονολογείται στο πρώτο μισό του 3 ου αι. π.χ. ή λίγο αργότερα (βλ.κεφ. 4.3.). Η περίοδος εκπροσωπείται στη συγκεκριμένη περίπτωση από αρκετά διαγνωστικά αγγεία. Μερικά από αυτά είναι (όλες οι περιγραφές από Κόλια, 2012) : α) Σκύφος αττικού τύπου με τονισμένο κοιλόκυρτο περίγραμμα και θαμπό πορτοκαλόχρωμο έως καστανό γάνωμα (εικ. 42α). Η εμφάνιση του τύπου ανάγεται από τα τέλη του 4 ου αι. π.χ. και εξής. Το συγκεκριμένο αγγείο ανήκει στα όψιμα δείγματα του σχήματος του πρώτου μισού του 3 ου αι. π.χ., με το πολύ τονισμένο κοιλόκυρτο περίγραμμα. β) Δισκόμορφος λύχνος, αβαφής (εικ. 42β). Τύπος που εμφανίζεται τον 4 ο αι. π.χ. και καλύπτει και τον 3 ο αι. π.χ. γ) Μελαμβαφές σκυφίδιο με έσω νέον χείλος (εικ. 42γ). δ) Μόνωτο σκυφίδιο με θαμπό, απολεπισμένο γάνωμα, μελανό ως καστανό. ε) Μελαμβαφές ιχθυοπινάκιο με θαμπό γάνωμα (εικ. 37δ).

63 62 β α γ Εικόνα 42: Χαρακτηριστικοί τύποι αγγείων του πρώτου μισού του 3 ου αι. π.χ. από το στρώμα καταστροφής αγγείων του Κτιρίου 2. α) Σκύφος αττικού τύπου με πολύ τονισμένο κοιλόκυρτο περίγραμμα (όψιμο δείγμα της περιόδου). β) Αβαφής, δισκόμορφος λύχνος. γ) Μελαμβαφές σκυφίδιο με έσω νεύον χείλος. (Πηγή: Κόλια, 2012) Σύμφωνα με τα όσα αναπτύχθηκαν στις ανωτέρω δύο ενότητες συμπεραίνονται τα εξής σχετικά με τη χρονολόγηση του σεισμού, που φαίνεται να κατέστρεψε το Κτίριο 2. Τα νομίσματα που βρέθηκαν στο στρώμα καταστροφής του καλύπτουν ευρύ χρονικό διάστημα επιβεβαιώνοντας το γεγονός, ότι έχουν μακρά περίοδο χρήσης μετά την κοπή τους. Σύμφωνα με τα υστερότερα η χρήση του Κτιρίου 2 μπορεί να αναχθεί στο πρώτο μισό του 3 ου αι. π.χ., η καταστροφή του όμως φαίνεται να τοποθετείται αργότερα και προκύπτει από το νόμισμα της Αχαϊκής Συμπολιτείας που χρονολογικά είναι το μεταγενέστερο όλων των νομισματικών ευρημάτων του κτιρίου. Στην περίπτωση που ο σεισμός συνέβη την ίδια ακριβώς εποχή με την έκδοση του νομίσματος αυτού, το καταστροφικό γεγονός θα μπορούσε να χρονολογηθεί στα μέσα περίπου του 3 ου αι. π.χ. Καθώς όμως τα νομίσματα έχουν μακρά περίοδο χρήσης, όπως προαναφέρθηκε, το διάστημα που έλαβε χώρα ο σεισμός θα μπορούσε να διευρυνθεί λίγο παραπάνω. Η κεραμική ωστόσο, καθώς έχει χρονολογηθεί στο πρώτο μισό και έως τα μέσα περίπου του 3 ου αι. π.χ. δεν αφήνει περιθώρια να απομακρυνθεί χρονικά το καταστροφικό γεγονός από το γ τέταρτο του 3 ου αι. π.χ. το πολύ, καθώς εκλείπουν δείγματα κεραμικής του ώριμου 3 ου αι. π.χ. (βλ. και κεφ. 4.4). Συνεπώς, ο σεισμός χρονολογείται περίπου στα μέσα του 3 ου αι. π.χ. ή και λίγο αργότερα.

64 Καταστροφές στο Οικοδομικό Συγκρότημα του Κτιρίου 3 (βορειοανατολικό τμήμα). Χώροι Χ5-Χ Γενική περιγραφή οικοδομικού συγκροτήματος και των υπό έρευνα χώρων Το οικοδομικό συγκρότημα του Κτιρίου 3 καταλαμβάνει, όπως έχει προαναφερθεί, ολόκληρο το ανατολικό τμήμα της ανασκαφής (εικ. 43). Διαθέτει πολυάριθμους χώρους που ΚΤΙΡΙΟ 2 ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΟ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ ΚΤΙΡΙΟΥ 3 ΚΥΡΙΟΣ ΔΡΟΜΟΣ ΟΙΚΙΣΜΟΥ Χ6 Χ7 Χ8 Χ9 Χ5 ΔΕΥΤΕΡΕΥΟΥΣΑ ΟΔΟΣ Εικόνα 43: Οικοδ. Συγκρότ. Κτιρίου 3, χώροι Χ5, Χ6, Χ7, Χ8, Χ9. Το ερευνηθέν τμήμα του συγκροτήματος επισημαίνεται με λευκή στικτή γραμμή. Εντυπωσιακό στρώμα καταστροφής αποκαλύφθηκε στον Χ5 και επεκτεινόταν στον Χ8 (ο χώρος συνέχιζε ανατολικότερα, όπως και όλο το συγκρότημα). Η έκταση που καταλάμβανε το στρώμα καταστροφής αποδίδεται με γαλάζιο χρώμα (όπως και στο Κτίριο 2). Με λευκή σκίαση αποδίδεται τμήμα του κύριου δρόμου του οικισμού, που αφαιρέθηκε κατά την ανασκαφική διαδικασία. Κάτω από το δρόμο βρέθηκαν πρωιμότεροι χώροι του Κτιρίου 3 και ένα ακόμα κτίριο δυτικά του. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) αναπτύχθηκαν τμηματικά, σε φάσεις. Η συνολική έκτασή του είναι άγνωστη, καθώς συνεχίζεται περαιτέρω εκτός των ορίων επέμβασης του έργου. Εκτιμάται, ότι συνέχιζε και βορειότερα, προτού καταστραφεί από την παλαιά σιδηροδρομική γραμμή. Ένδειξη της πρόσφατης αυτής καταστροφής αποτελούν οι τοίχοι των χώρων Χ7 και Χ9, που σταματούν απότομα στο πρανές, νότια της γραμμής, έχοντας εμφανώς αποκοπεί (βλ. εικ. 20). Εκεί φαίνεται να εκλείπει χαρακτηριστικά το

65 64 βορειοανατολικό άκρο του οικισμού. Από την ίδια καταστροφή φαίνεται να έχει επηρεαστεί και η βορειοδυτική γωνία του Χ5, αλλά και δυτικότερα ευρισκόμενοι χώροι. Στην παρούσα ενότητα ερευνάται σε πρώτη φάση το βορειοανατολικό τμήμα του συγκροτήματος και συγκεκριμένα ο χώρος Χ5 και ο ελάχιστα ανασκαφείς Χ8, που συνεχίζεται ανατολικότερα (εικ. 43). Στους χώρους αυτούς εντοπίστηκε εκτεταμένο στρώμα καταστροφής. Μαζί με τους Χ6, Χ7, Χ9 ανήκουν σε ομάδα δωματίων, που διαμορφώθηκαν κατά την τελευταία οικοδομική φάση του συγκροτήματος, όταν έγινε επέκτασή του προς βορειοανατολικά. Κατά την εποχή αυτή το νότιο τμήμα του συγκροτήματος δεν ήταν ορατό, καθώς είχε καταληφθεί από τον κύριο δρόμο του οικισμού (εικ.43). Δευτερεύουσα οδός στα βορειοανατολικά του κύριου δρόμου, οδηγούσε πιθανώς προς το νέο τμήμα του συγκροτήματος. Το οδόστρωμα του δευτερεύοντος αυτού δρόμου ήταν συμπαγές και είχε καταργήσει κτίριο κλασικής περιόδου, παρακείμενο στο Οικοδομικό Συγκρότημα του Κτιρίου 3. Η πιθανή λειτουργία της δευτερεύουσας οδού εξετάζεται και σε επόμενο κεφάλαιο (κεφ. 5.6). Στρώμα καταστροφής αποκαλύφθηκε και στους Χ6, Χ7, Χ9 χωρίς όμως σημαντικά χαρακτηριστικά, γι αυτό και δεν παρουσιάζεται. Όσον αφορά τον Χ5 ειδικότερα, ήταν ένα στεγασμένο δωμάτιο μεγάλων διαστάσεων, που επικοινωνούσε με τον Χ8. Διέθετε ισχυρό νότιο τοίχο μεγάλου μήκους, ύψους και πλάτους (>0,60μ.) από αργολιθοδομή. Ο δυτικός τοίχος του, αν και κατεστραμμένος από τη σιδηροδρομική γραμμή, πρέπει να ήταν επίσης ψηλός. Οι υπόλοιποι τοίχοι φαίνεται πως είχαν λιθόκτιστο κρηπίδωμα και ανωδομή από πλίνθους, καθώς βρέθηκαν σε χαμηλό ύψος Περιγραφή και ανάλυση των καταστροφών i Στρώμα καταστροφής Στην περιοχή του Χ5 ο εδαφικός ορίζοντας βρισκόταν σε άμεση επαφή με το νότιο τοίχο του χώρου (εικ. 44). Σχεδόν αμέσως μετά την απομάκρυνση του σκούρου καστανού χώματος Εικόνα 44: Αποκάλυψη του νότιου τοίχου του Χ5 και εντοπισμός στρώματος καταστροφής κάτω από τον σκούρο καστανό εδαφικό ορίζοντα σε αρχικό στάδιο της ανασκαφής. Στα αριστερά διακρίνονται μέσα στο σκούρο καστανό χώμα λίθοι από τη συνέχεια του νότιου τοίχου. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ)

66 65 αποκαλύφθηκε σε υψηλότερη στάθμη νότια και χαμηλότερη βόρεια η επιφάνεια πυκνού στρώματος καταστροφής (εικ. 45, 46, 47 και εικ. 24 κάτω αριστερά). Το υπερκείμενο τμήμα του περιελάμβανε δομικό υλικό τοίχων και στο κατώτερο, μεγαλύτερης έκτασης τμήμα του, επικρατούσαν θραυσμένες κεραμίδες στέγης. Μία άλλη συστάδα πεσμένων λίθων υπήρχε σε χαμηλότερη στάθμη στα βορειοανατολικά. Το στρώμα καταλάμβανε ολόκληρη την έκταση του δωματίου Χ5 και συνεχιζόταν προς ανατολάς στο χώρο Χ8. Ο μη εντοπισμός στρώματος στο βορειοδυτικό τμήμα του δωματίου συνδέεται με τις επιπτώσεις από την κατασκευή της παλαιάς σιδηροδρομικής γραμμής, όπως γ β α Εικόνα 45: Οικοδομικό συγκρότημα Κτιρίου 3. α) Άποψη του στρώματος καταστροφής του Χ5 από ανατολικά. Το μεγάλο κόκκινο βέλος υποδεικνύει τη γενική διεύθυνση κατάρρευσης προς βορρά του δομικού υλικού από το νότιο τοίχο. Η θέση του τοίχου δύσκολα διακρίνεται. Τα μικρότερα βέλη υποδεικνύουν κάποια θραύσματα κεραμίδων κατά τη θέση πτώσης. β) Λεπτομέρεια του στρώματος καταστροφής, όπου βαρύ λίθινο τριβείο από την οικοσκευή του δωματίου βρέθηκε πεσμένο στο πλάι. γ) Σε προχωρημένο στάδιο της ανασκαφής, μέρος του στρώματος των κεραμίδων, όπως αποκαλύφθηκε κάτω από τους λίθους στο δυτικό τμήμα του δωματίου. (Πηγή: Στ ΕΠΚΑ) αναφέρθηκε και παραπάνω. Η μορφολογία του στρώματος των κεραμίδων υποδεικνύει, ότι σε πρώτη φάση κατέρρευσε η στέγη του χώρου στο εσωτερικό του μεμιάς (εικ. 45γ). Οι κεραμίδες είχαν κατακερματιστεί σε μικρά θραύσματα. Βρέθηκαν σε πυκνή διευθέτηση μεταξύ τους, με κάποιες από αυτές να έχουν κατακόρυφη θέση πτώσης. Το στρώμα των κεραμίδων διαμόρφωνε οριζόντιο στρώμα πάχους 0,20μ.

67 66-0,30μ. Μεταξύ των θραυσμάτων ήταν αναμεμιγμένο λεπτόκοκκο, ωχροκάστανο χώμα. Η παρουσία του πρέπει να οφείλεται στη διάλυση της πλίνθινης ανωδομής των τοίχων του δωματίου, που ενδεχομένως συμπαρασύρθηκαν με την πτώση της στέγης. Μέχρι το επίπεδο χρήσης του δωματίου κυριαρχούσε το ίδιο χώμα (σε στρώμα πάχους ~0,20μ., υποκείμενο των κεραμίδων). Την πτώση της στέγης ακολούθησε η κατάρρευση του ισχυρού νότιου τοίχου προς βορρά με αποτέλεσμα να σχηματίσει ένα στρώμα λίθων επί των κεραμίδων, που αύξανε το πάχος του στρώματος καταστροφής στα νότια κατά ~0,30μ. Συνολικά, το στρώμα καταστροφής είχε μέγιστο πάχος νότια 0,50μ.-0,60μ. Η εικόνα των λίθων υποδεικνύει, ότι η κατάρρευση της τοιχοδομής ήταν προσανατολισμένη, αλλά και τόσο γενικευμένη, ώστε ήταν αδύνατον αρχικά να διακριθούν τα όρια της βόρειας πλευράς του τοίχου. Μετά την απομάκρυνση των λίθων και του μεγαλύτερου μέρους των κεραμίδων, μεταξύ των οποίων βρέθηκε μεγάλος αριθμός ήλων από την ξυλοδεσιά της στέγης, αποκαλύφθηκαν στο νοτιοανατολικό τμήμα του χώρου και στη νότια πλευρά θραυσμένα αγγεία κατά χώραν, όπως οινοχοΐσκες (εικ. 46α), λύχνοι (εικ. 46β), σκυφίδια, ένα αλατοδοχείο και αποθηκευτικά αγγεία. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση πιθοειδούς αγγείου, που βρέθηκε κατακερματισμένο κάτω από τις κεραμίδες της στέγης, ενώ τα θραύσματά του είχαν εξαπλωθεί στο τμήμα αυτό του δωματίου (εικ. 46α). Μικρού μεγέθους αγγεία βρέθηκαν κατά χώραν και στη νότια πλευρά του χώρου (εικ. 46β). Στη νοτιοδυτική γωνία του δωματίου δίπλα σε πηλόκτιστη κατασκευή βρέθηκε ανεστραμμένο στόμιο πίθου επί του χωμάτινου δαπέδου (εικ. 46γ). Το μεγάλο αποθηκευτικό αγγείο, στο οποίο ανήκε, ανατράπηκε ίσως κατά την πτώση της στέγης. Ευρύτερα στο χώρο εντοπίστηκαν και θραύσματα αμφορέων. Τέλος, τη βορειοανατολική γωνία του δωματίου καταλάμβανε αποκλειστικά σωρός λίθων πάχους 0,47μ., που εκτεινόταν επί του δαπέδου. Διαμορφώθηκε από την κατάρρευση του παρακείμενου βόρειου σκέλους του ανατολικού τοίχου, αφού υπόλειμμά του εμφανίστηκε μετά την απομάκρυνση των πεσμένων λίθων. Ο σωρός αυτός επεκτεινόταν και στον Χ8, επί του δαπέδου του. Η συνολική έκταση του στρώματος καταστροφής που ερευνήθηκε ήταν ~25 τμ. Είχε αρκετό πάχος νότια ~0,55μ. και βορειοανατολικά ~0,45μ., λιγότερο βορειοδυτικά έως ~0,20μ. Η εμφάνιση του στρώματος καταστροφής μετρήθηκε από +14,56μ. νότια, +14,05μ. ΒΔ, +13,97μ. ΒΑ έως +13,95μ. ΝΔ, +14,10μ.ΝΑ, +13,50μ. ΒΑ). Τα αγγεία του χώρου εμφανίστηκαν σε κυμαινόμενα βάθη (από +14,20μ. έως και +13,80μ.), ενώ συλλέχθηκαν και διάφορα μεταλλικά εργαλεία, όπως ένα εγχειρίδιο, καθώς και λίθινο τριβείο, τέμαχος του οποίου βρέθηκε χαρακτηριστικά πεσμένο στο πλάι (εικ. 45β).

68 67 β ΠΙΘΟΕΙΔΕΣ ΑΓΓΕΙΟ ΟΙΝΟΧΟΪΣΚΗ α ΑΝΕΣΤΡΑΜΜΕΝΟ ΣΤΟΜΙΟ ΠΙΘΟΥ ΠΗΛΟΚΑΤΑΣΚΕΥΗ Εικόνα 46: Οικοδομικό συγκρότημα Κτιρίου 3, Χ5. α) Θραυσμένα αγγεία κατά χώραν μετά την απομάκρυνση των λίθων και των κεραμίδων. Θραύσματα κεραμίδων εξακολουθούν στο ωχροκάστανο χώμα. Το κόκκινο βέλος υποδεικνύει κατεστραμμένο σημείο του νότιου τοίχου. β) Λεπτομέρεια λύχνου, που εντοπίστηκε στη νότια πλευρά του δωματίου (κάτω από το σημείο με το κόκκινο βέλος της εικ. α.). γ) Ανεστραμμένο στόμιο πίθου και στη γωνία πηλοκατασκευή άγνωστης λειτουργίας ενσωματωμένη στο δάπεδο. Το κόκκινο βέλος υποδεικνύει μετατόπιση λίθων από το δυτικό τοίχο προς τα ανατολικά, ενώ η λευκή διαγράμμιση αλλοίωση της όψης του νότιου τοίχου (με τμήμα της ανωδομής μετατοπισμένο βορειότερα σε σχέση με τη βάση του ίδιου τοίχου). (Πηγή: Στ ΕΠΚΑ) γ ii Αλλοιώσεις τοιχοδομών Οι τέσσερις τοίχοι του χώρου Χ5 παρουσίασαν σημαντικές αλλοιώσεις (εικ. 47). Αναλυτικά, ο νότιος τοίχος είχε σημαντικές καταρρεύσεις στη βόρεια πλευρά του σε τέτοιο βαθμό, ώστε διατηρείτο στη θέση του μόνο το χαμηλότερο τμήμα του, στο επίπεδο θεμελίωσης. Η συνοχή της βόρειας πλευράς του τοίχου είχε χαθεί πλήρως, οι λίθοι του είχαν μετατοπιστεί και αποσυνδεθεί από την αργολιθοδομή διαμορφώνοντας τελικά στην όψη του τοίχου εκτεταμένη κυρτότητα προς βορρά, προς τη διεύθυνση δηλαδή κατάρρευσης (εικ. 47α). Ο βόρειος τοίχος του χώρου είχε παραμορφωθεί ως προς τη διεύθυνσή του και παρουσίαζε καθ όλο το μήκος του σιγμοειδή στρέβλωση και κλίση προς βορρά (εικ. 47β). Αλλοιώσεις παρατηρήθηκαν και στο δυτικό τοίχο. Στο σωζόμενο νότιο τμήμα του λίθοι από την ανατολική όψη μετατοπίστηκαν μερικώς προς το εσωτερικό του Χ5. Η μετατόπιση διακρίνεται άνωθεν της πηλοκατασκευής, μέτωπο της οποίας είχε επιχριστεί στο χαμηλότερο τμήμα του τοίχου που διατηρείτο στη θέση του (εικ. 46γ, εικ. 47γ). Τέλος, το νότιο σκέλος του ανατολικού τοίχου είχε αποκλίνει προς το εσωτερικό του Χ5, ελαφρά επίσης (εικ. 47δ).

69 68 α β γ Εικόνα 47: Οικοδομικό συγκρότημα Κτιρίου 3, αλλοιώσεις στις τοιχοδομές του Χ5. α) Παραμόρφωση της όψης του νότιου τοίχου. β) Σιγμοειδής στρέβλωση του βόρειου τοίχου, ο οποίος κλίνει και προς βορρά. γ) Μετατόπιση λίθων προς ανατολάς από την όψη του δυτικού τοίχου. δ) Υπολείμματα του στρώματος καταστροφής στο δάπεδο του Χ5 και στο βάθος πεσμένοι λίθοι από το βόρειο σκέλος του ενδιάμεσου τοίχου με τον Χ8. Τα κόκκινα βέλη υποδεικνύουν τις κλίσεις των τοίχων. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) δ Αξιολόγηση του καταστροφικού γεγονότος Σύμφωνα με όσα αναπτύχθηκαν στις ενότητες i και ii οι καταστροφές που αφορούν το χώρο Χ5 και Χ8 του Οικοδομικού Συγκροτήματος του Κτιρίου 3 έχουν χαρακτηριστικά που μπορούν εν δυνάμει να αποδοθούν σε επιπτώσεις σεισμού. Τα συνολικά δεδομένα που μπορούν να τεκμηριώσουν την παρουσία σεισμού είναι: 1. Κατάρρευση στέγης. 2. Ολοκληρωτική σχεδόν κατάρρευση προς βορρά του νότιου τοίχου (διεύθυνσης Α-Δ), η οποία συνόδευσε την κατάρρευση της στέγης. Επίσης, κατάρρευση τμήματος του ανατολικού τοίχου (διεύθυνσης Β- Ν). 3. Ενταφιασμός αντικειμένων κάτω από τα ερείπια.

70 69 4. Αλλοιώσεις σε όλους τους τοίχους (καταστροφή της βόρειας όψης του νότιου τοίχου, σιγμοειδής στρέβλωση του βόρειου τοίχου και μικρή κλίση προς βορρά, κλίση προς ανατολάς του ανατολικού τοίχου, μετατόπιση προς ανατολάς λίθων του δυτικού τοίχου) 5. Οριστική εγκατάλειψη των χώρων μετά την καταστροφή με το περιεχόμενο του Χ5 άθικτο Χρονολόγηση του καταστροφικού γεγονότος βάσει νομισματικών και κεραμικών ευρημάτων Στο χώρο Χ5 βρέθηκαν δύο νομίσματα. Κάτω από το στρώμα των κατεστραμμένων αγγείων στο ανατολικό τμήμα του δωματίου βρέθηκε δίχαλκο Σικυώνος. Από το νόμισμα αυτό σώζεται ο εμπροσθότυπος, όπου παρίσταται περιστέρι με ανοιχτά φτερά προς τα αριστερά και χρονολογείται περίπου στο /305π.Χ. (Κόλια & Αλεξοπούλου, 2011). Ωστόσο σε στάθμη που αντιστοιχεί στο επίπεδο χρήσης του χώρου εντοπίστηκε χάλκινο νόμισμα Δημοκρατίας Ηπείρου. Φέρει στον εμπροσθότυπο κεφαλή Αρτέμιδος και το μονόγραμμα Β, στον οπισθότυπο επιδορατίδα μέσα σε στεφάνι και την επιγραφή ΑΠΕΙ-ΡΩΤΑΝ (εικ. 48). Χρονολογείται πριν το 238 π.χ. (Κόλια & Αλεξοπούλου, 2011). Εικόνα 48: Χάλκινο νόμισμα Δημοκρατίας Ηπείρου. Χρονολογείται πριν το 238 π.χ. Αριστερά απεικονίζεται ο εμπροσθότυπος και δεξιά ο οπισθότυπος. (Πηγή: Κόλια & Αλεξοπούλου, 2011) Η λεπτή κεραμική που μελετήθηκε από το σύνολο των αγγείων που βρέθηκαν στον Χ5, έχει τα χαρακτηριστικά που περιγράφονται για την κεραμική της β ελληνιστικής φάσης του οικισμού και χρονολογείται στο πρώτο μισό του 3 ου αι. π.χ. (βλ. κεφ. 4.3), όπως και το στρώμα των αγγείων από το Κτίριο 2 (Κόλια, 2012). Μάλιστα βρέθηκε όμοιος τύπος αβαφούς λύχνου, ενώ τα μελαμβαφή αγγεία του Χ5 φέρουν το θαμπό, απολεπισμένο μελανό ως καστανό-καστανέρυθρο γάνωμα της περιόδου.

71 70 Σύμφωνα με τη χρονολόγηση της κεραμικής η χρήση του χώρου Χ5, αλλά και του Χ8, ο οποίος επικοινωνούσε άμεσα με τον πρώτο και συνεπώς έχει σύγχρονη με αυτόν χρήση και λειτουργία, μπορεί να αναχθεί στο πρώτο μισό του 3ου αι. π.χ. Ωστόσο, η παρουσία νομίσματος του Κοινού των Ηπειρωτών, που χρονολογείται πριν το 238 π.χ., οδηγεί στην εκτίμηση, ότι το σεισμικό γεγονός έλαβε χώρα μετά τα μέσα του 3 ου αι. π.χ. και μάλιστα αυξάνει σημαντικά την πιθανότητα να συνέβει μέσα στο τρίτο τέταρτο του 3 ου αι. π.χ., εφόσον και τα κεραμικά ευρήματα δεν επιτρέπουν μεγαλύτερο χρονικό άνοιγμα. Ενδεχομένως ο σεισμός να έγινε κοντά στην εποχή έκδοσης του εν λόγω νομίσματος ή λίγο μετά. Σε αυτή την περίπτωση η καταστροφή των χώρων Χ5 και Χ8 του Οικοδομικού Συγκροτήματος του Κτιρίου 3 μπορεί να αναχθεί στην ίδια χρονική περίοδο με το καταστροφικό γεγονός του Κτιρίου 2.

72 Καταστροφές στο Κτίριο 6, χώροι Χ1-Χ2-Χ3-Χ Γενική περιγραφή κτιρίου και των υπό έρευνα χώρων ΚΤΙΡΙΟ 2 ΚΤΙΡΙΟ 6 Χ1 Χ3 Χ2 ΔΡΟΜΟΣ 3 ου αι. π.χ. Χ4 ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΟ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ ΚΤΙΡΙΟΥ 3 Εικόνα 49: Το Κτίριο 6 στο δυτικό τμήμα της ανασκαφής. Ερευνήθηκαν τέσσερις από τους χώρους του. Με μπλε χρώμα δηλώνονται τα όρια στρώματος καταστροφής, που αναπτυσσόταν και στους τέσσερις χώρους του. Βόρεια του κτιρίου διερχόταν ο κύριος δρόμος του οικισμού, όπως φαίνεται από τα σωζόμενα υπόλευκα σπαράγματα του καταστρώματός του (τα όρια του δρόμου αποδίδονται με λευκή διαγράμμιση). (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ ) Το Κτίριο 6 βρίσκεται στο δυτικό τμήμα της ανασκαφής (εικ. 49) και αποκαλύφθηκε κάτω από επιχώσεις πάχους ~2μ. Το ανώτερο στρώμα των υπερκείμενων επιχώσεων ήταν αναμοχλευμένο, ενώ το κατώτερο αποτελούσε ο σκουρόχρωμος εδαφικός ορίζοντας που βρισκόταν σε άμεση επαφή με κάποιους από τους τοίχους του κτιρίου. Στα ανατολικά του κτιρίου αναγνωρίσθηκαν χαλικώδεις επιχώσεις κατ επαφή της εξωτερικής πλευράς του (εικ. 50). Η παρουσία τους εξετάζεται και σε επόμενο κεφάλαιο (κεφ.8.1). Από το κτίριο ερευνήθηκαν τέσσερα δωμάτια. Αρχικά ανασκάφηκε ο Χ1 και ο Χ3, που βρίσκονται στο νότιο τμήμα του κτιρίου (εικ. 49). Μικρή έρευνα νοτίως των δωματίων κατέδειξε, ότι το κτίριο επεκτείνεται νοτιότερα, εκτός ορίων έργου. Στο βόρειο τμήμα του κτιρίου ερευνήθηκαν ο Χ2 και μεγάλο μέρος από έναν τέταρτο χώρο, τον Χ4 (εικ. 49). Ο τελευταίος συνεχίζεται δυτικότερα. Ο πλευρικός δυτικός τοίχος του Χ4 εντοπίστηκε επιφανειακά, καθώς

73 72 ΚΤΙΡΙΟ 6 Εικόνα 50: Αποκάλυψη της ανατολικής πλευράς του Κτιρίου 6 σε αρχικό στάδιο της έρευνας. Οι υπερκείμενες επιχώσεις ξεπερνούν σε πάχος τα 2μ. Στην ανατολική πλευρά του κτιρίου ερυθρό χαλικώδες επιχώδες στρώμα. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) εμπίπτει στην περιοχή της οδού πρόσβασης από την Π.Ε.Ο. προς τη ΣΔ2, όπου η ανασκαφική έρευνα περιορίστηκε μόνο στην επιφανειακή αποκάλυψη των αρχαιοτήτων. Ωστόσο διαπιστώθηκε, ότι ένας ακόμα χώρος τουλάχιστον, δυτικότερα του Χ4, ανήκει στο ίδιο κτίριο, προσδίδοντας στο κτίριο κάτοψη σε μορφή Γ. Επίσης, ο Χ4 προβάλει βορειότερα σε σχέση με τον όμορο προς ανατολάς Χ2 δημιουργώντας γωνίωση. Μέρος του Χ4 προς βορρά, καθώς και του δυτικότερου μη ανεσκαμμένου τμήματος του κτιρίου φαίνεται πως καταστράφηκαν κατά τις εργασίες της παλαιάς σιδηροδρομικής γραμμής, καθώς άκρα τοίχων έχουν αποκοπεί στα όρια του βόρειου πρανούς. Βόρεια του κτιρίου διερχόταν ο κύριος οδικός άξονας του οικισμού (εικ. 49). Η πρόσβαση προς το δρόμο γινόταν μέσω θυραίου ανοίγματος, που εντοπίστηκε στην ανατολική πλευρά του Χ4, στη γωνίωση δηλαδή με τον Χ2. Άλλα εσωτερικά περάσματα εντοπίστηκαν μεταξύ Χ1 και Χ2 και μεταξύ Χ2 και Χ4. Ιδιαίτερα ισχυροί ήταν ο κοινός νότιος τοίχος του Χ1 και του Χ3 και ο νότιος του Χ4, καθώς και ο βόρειος εξωτερικός τοίχος του κτιρίου, που ανήκει στον Χ2. Τέλος, διαπιστώθηκε, ότι το κτίριο είχε δύο ή και πιθανά τρεις φάσεις. Σε ερευνητικές τομές αποκαλύφθηκαν παλαιότεροι τοίχοι και στρώματα καταστροφής προηγούμενων περιόδων. Κατά την ύστερη φάση του το κτίριο παρουσίαζε σημαντικές καταστροφές και κανένας χώρος του δεν είχε μείνει ανεπηρέαστος.

74 Περιγραφή και ανάλυση των καταστροφών i Στρώμα καταστροφής Μεγάλη καταστροφή είχε προκληθεί στο νότιο, κοινό τοίχο των χώρων Χ1 και Χ3. Τμήμα από την ανωδομή του αποκόπηκε σε μήκος >4μ. και ύψος ~0,50μ. και κατέπεσε σαν συμπαγές σώμα σε διαγώνια θέση στο εσωτερικό των δύο χώρων με διεύθυνση προς ΒΑ (εικ. 51). Της καταστροφής Εικόνα 51: Κτίριο 6. Αποκόλληση συμπαγούς τμήματος από το νότιο τοίχο των χώρων Χ1, Χ3. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) αυτής προηγήθηκε η κατάρρευση της στέγης του Χ1, καθώς ευθύς σχεδόν κάτω από το αποκολληθέν τμήμα του τοίχου αποκαλύφθηκε πυκνό στρώμα καταστροφής από θραυσμένες κεραμίδες στέγης (από +19,75μ.) (εικ. 52, εικ. 53). Θραύσματα κεραμίδων παρατηρούνταν τουλάχιστον κατά 0,40μ. υψηλότερα, στο νότιο τμήμα του δωματίου. Φολιδωτά πεσμένες κεραμίδες παρατηρήθηκαν στη βόρεια είσοδο του χώρου με κατεύθυνση από Β προς Ν, υποδεικνύοντας τον τρόπο υποχώρησης της στέγης προς το εσωτερικό του δωματίου (εικ. 53α). Άλλα θραύσματα βρέθηκαν σε κατακόρυφη σχεδόν θέση πτώσης, όπως και στην όψη του αποκολληθέντος τοίχου (εικ. 52, εικ. 53β), ενώ διακρίνονταν και τμήματα μεγάλων αποθηκευτικών αγγείων. Κεραμίδες συνέχιζαν το ίδιο πυκνά σε βάθος με ανάμιξη και λεπτόκοκκου ωχροκάστανου χώματος, φθάνοντας στο δάπεδο του δωματίου και σχηματίζοντας στρώμα ολικού πάχους ~0,45μ. Η παρουσία του ωχροκάστανου χώματος και σε αυτή την περίπτωση πρέπει να συνδέεται με την πλίνθινη ανωδομή των υπόλοιπων τοίχων του δωματίου, εφόσον διέσωζαν αργολιθοδομή σε χαμηλό ύψος. Η διάλυση των πλίνθων που ενδεχομένως κατέρρευσαν μαζί με τη στέγη, όπως και σε άλλες περιπτώσεις, αιτιολογεί την παρουσία χώματος.

75 74 Μετά την απομάκρυνση του στρώματος καταστροφής στον Χ1 εντοπίστηκαν κατά χώραν στο δάπεδο από πατημένο χώμα θραύσματα αγγείων (τμήμα πίθου ανατολικά της εισόδου στα +19,45μ., βάση αμφορέα ενσωματωμένη στο χωμάτινο δάπεδο δυτικά στα +19,35μ., τμήματα άλλου αμφορέα νότια που διακρίνονταν και νωρίτερα από υψηλότερη στάθμη), διάφορα χάλκινα νομίσματα, μεγάλος αριθμός από σκόρπια χερσαία όστρεα στη βορειοανατολική γωνία (συλλέγονταν και από μεγαλύτερο ύψος στην ίδια θέση). Μία πηλοκατασκευή αποκαλύφθηκε στη βορειοδυτική γωνία, στην οποία βρέθηκαν θραύσματα μεγάλου αγγείου. Κεντρικά και νοτιοανατολικά στο δάπεδο του χώρου, που εντοπίστηκε σε στάθμη +19,30μ., υπήρχαν ίχνη καύσης, όχι όμως έντονα. Το πάχος του στρώματος καταστροφής στον Χ1 συνυπολογίζοντας κεραμίδες και τον αποκολληθέντα τοίχο προσέγγισε τα 0,80μ. Εικόνα 52: Κτίριο 6. Αποκάλυψη στρώματος καταστροφής από πεσμένες κεραμίδες στέγης στον Χ1 κάτω από το αποκολημμένο τμήμα του νότιου τοίχου (υποδεικνύεται με λευκή στικτή γραμμή), που κατέπεσε προς ΒΑ, στο εσωτερικό του κτιρίου. Δεξιά, λεπτομέρεια από δυτικά. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ)

76 75 α β Εικόνα 53: Κτίριο 6, Χ1. α) Ο Χ1 μετά την αφαίρεση του πεσμένου τέμαχους του νότιου τοίχου (προς τον Χ2 το τέμαχος εδραζόταν σε χώμα, όπως διακρίνεται στο αποτύπωμα που άφησε) και κατά την αποκάλυψη του υποκείμενου στρώματος καταστροφής. Χαρακτηριστικές οι κεραμίδες στέγης σε φολιφωτή πτώση στην είσοδο του χώρου, ενώ ο βόρειος τοίχος έχει αποκλίνει προς Β. β) Το στρώμα καταστροφής μετά τον καθαρισμό του. Μεταξύ των θραυσμάτων διακρίνονται τμήματα αγγείων. Τα κόκκινα βέλη υποδεικνύουν διευθύνσεις κατάρρευσης. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) Στον χώρο Χ3 το αποκολληθέν τέμαχος του νότιου τοίχου εδραζόταν σε ποσότητα ωχροκάστανου χώματος (από τη διάλυση των πλινθοδομών πιθανώς), επίχωση η οποία γενικά πληρούσε το δωμάτιο αυτό από την αρχική σχεδόν στάθμη του νότιου τοίχου (εικ. 53α). Μετά την απομάκρυνση του αποκολληθέντος τοίχου και μέρους της επίχωσης αποκαλύφθηκε στο δυτικό τμήμα του χώρου στρώμα καταστροφής πάχους ~0,35μ. από μερικούς λίθους, που είχαν προέλθει κατά πάσα πιθανότητα από την κατάρρευση του δυτικού τοίχου. Το γεγονός συμπεραίνεται από την εγγύτητα των λίθων με τον εν λόγω τοίχο. Μεταξύ των λίθων υπήρχαν και λιγοστά θραύσματα κεραμίδων στέγης (εικ. 54α), εκ των οποίων ορισμένα βρέθηκαν σε κατακόρυφη θέση πτώσης. Περισσότερα θραύσματα παρατηρήθηκαν στην πιθανή βόρεια είσοδο προς τον Χ2. Ωστόσο, δεν έχει εκτιμηθεί ακόμα, εάν ο Χ3 ήταν σε χρήση σύγχρονα με τους υπόλοιπους τρεις χώρους του κτιρίου. Πιθανή ένδειξη, ότι ήταν ίσως παλαιότερος χώρος αποτελεί στρώμα καταστροφής από θραύσματα κεραμίδων στέγης σε αραιή διευθέτηση, που βρέθηκε σε επίπεδο χαμηλότερα από τη θεμελίωση του ανατολικού και του νότιου τοίχου (εικ. 54β). Στον χώρο Χ2, που αποτελεί ένα μεγάλο εσωτερικό δωμάτιο του κτιρίου, αποκαλύφθηκε κάτω από στρώμα ωχροκάστανου χώματος (ενδεχομένως εκ των διαλυμένων πλινθοδομών) στρώμα καταστροφής από υπολείμματα κεραμίδων στέγης, κάποια από τα οποία βρέθηκαν σε κατακόρυφη θέση πτώσης (εικ. 55α). Οι κεραμίδες εδράζονταν απευθείας στο δάπεδο του δωματίου. Κάτω από τμήμα της στέγης κεντρικά και δυτικά, όπου διασώζονταν περισσότερες κεραμίδες και γενικώς το στρώμα καταστροφής ήταν πιο πυκνό, βρέθηκαν θραυσμένα τμήματα αγγείων, ενώ συλλέχθηκε ευρύτερα στο χώρο πολύ μεγάλος αριθμός νομισμάτων. Κατά τόπους επί του δαπέδου υπήρχαν ίχνη

77 76 καύσης (εικ. 55β). Το στρώμα καταστροφής είχε μέγιστο πάχος 0,35μ. κεντρικά, ελάχιστο 0,05μ. στη βορειοδυτική γωνία. Δεδομένα από την καταστροφή επιδαπέδιας κατασκευής από κονίαμα, που υπήρχε στην ανατολική πλευρά του δωματίου (εικ. 55β) αναπτύσσονται διεξοδικά στην ενότητα iii. α β Εικόνα 54: Κτίριο 6, Χ3. α) Το στρώμα καταστροφής του Χ3 (λήψη από Ν). β) Παλαιότερο στρώμα καταστροφής; Η θεμελίωση του ανατολικού και του νότιου τοίχου έχουν αρχίσει να διακρίνονται σε υψηλότερο επίπεδο (λευκή στικτή γραμμή). Χαρακτηριστική η στρέβλωση του νότιου τοίχου, όπως υποδεικνύει το βέλος και διακρίνεται στη βόρεια όψη του. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) α β Εικόνα 55: Κτίριο 6, Χ2. α) Το στρώμα καταστροφής. β) Το ανατολικό τμήμα του δωματίου μετά την απομάκρυνση του στρώματος καταστροφής. Διακρίνεται επιδαπέδια κατασκευή άγνωστης χρήσης, η οποία είναι διαρρηγμένη. Επί του δαπέδου του χώρου ίχνη καύσης (διακριτά στις κυκλωμένες περιοχές). (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) Στον χώρο Χ4 αποκαλύφθηκε εντυπωσιακό στρώμα καταστροφής μεγάλου πάχους από το δομικό υλικό του νότιου τοίχου στο νότιο ήμισυ του χώρου και θραύσματα κεραμίδων στέγης στο βόρειο ήμισυ (εικ. 56). Οι ανώτερες κεραμίδες εντοπίστηκαν αρκετά υψηλά νότια (+20,10μ.), στο ίδιο επίπεδο με τους λίθους, και εδράζονταν κατά τόπους σε ωχροκάστανο χώμα ή σε παρυφές των λίθων. Προς βορρά αποκαλύφθηκαν σε χαμηλότερη στάθμη (+19,25μ.). Αν και η μορφολογία του

78 77 α β γ Εικόνα 56: Κτίριο 6, Χ4. α) Το στρώμα καταστροφής στον Χ4. Σε κολάζ φωτογραφιών πεσμένες κεραμίδες στέγης σε δύο διαφορετικά επίπεδα. β) Το στρώμα καταστροφής του Χ4 αναπτύσσεται στην έξοδο του κτιρίου, μέσω του θυραίου ανοίγματος της ανατολικής πλευράς του χώρου, ενώ διακρίνονται και ίχνη φωτιάς (μαύρο στικτό περίγραμμα). Ανατολικότερα υπήρχαν συστάδες κεραμίδων και λίθων μέχρι σχεδόν το κατάστρωμα του διερχόμενου δρόμου (τα σωζόμενα όρια του οποίου αποδίδονται με λευκό περίγραμμα). γ) Μετά την αφαίρεση των υψηλότερων κεραμίδων και χώματος αποκαλύφθηκε πεσμένο δομικό υλικό από το νότιο τοίχο. Από τον τοίχο διακρινόταν κάποιο όριο μόνο από τη νότια πλευρά του (υποδεικνύεται από τη λευκή στικτή γραμμή και στην εικ.α). (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) στρώματος καταστροφής κατεδείκνυε αρχικά, ότι η στέγη του χώρου και ο νότιος τοίχος κατέρρευσαν παράλληλα, στην πορεία της έρευνας αποδείχτηκε, ότι κεραμίδες εξαπλώνονταν σε ολόκληρο το χώρο και κάτω από τους λίθους με κάποια θραύσματα να διατηρούνται σε κατακόρυφη θέση, ενδεικτική της πτώσης (εικ. 57α). Οι κεραμίδες φαίνεται πως κάλυπταν το δάπεδο του χώρου και αναπτύσσονταν έως και την έξοδο του κτιρίου στην ανατολική πλευρά του Χ4 μαζί με λίθους και διακριτά ίχνη φωτιάς, ενώ συστάδες κεραμίδων στέγης και λίθων από το στρώμα καταστροφής του κτιρίου παρατηρούνταν και ανατολικότερα, στον ίδιο εξωτερικό χώρο μέχρι σχεδόν το κατάστρωμα του διερχόμενου κύριου δρόμου του οικισμού (εικ. 56β). Σύμφωνα με τα χαρακτηριστικά του στρώματος καταστροφής, φαίνεται ότι κατέπεσε πρώτα η στέγη του χώρου και

79 78 κατόπιν ακολούθησε η προσανατολισμένη κατάρρευση προς βορρά του νότιου τοίχου επί των κεραμίδων. Οι ανώτερα ευρισκόμενες κεραμίδες ενδεχομένως ήταν υπολείμματα της στέγης που κατέπεσαν τελευταία όλων. Η δε κατάρρευση του νότιου τοίχου ήταν καθολική. Ο τοίχος έχασε ολοσχερώς τη συνοχή του με αποτέλεσμα να παρουσιάζεται κατά την ανασκαφή ως συνονθύλευμα ασύνδετων λίθων που δημιούργησαν στρώμα καταστροφής πάχους ~0,80μ.-1μ. και ελάχιστης έκτασης 4μ. Χ 2μ. (το στρώμα συνέχιζε και δυτικότερα). Ενδεικτικό του μεγέθους της καταστροφής είναι το γεγονός, ότι διακρίνονταν όρια του τοίχου μόνο στη νότια πλευρά του (εικ. 56γ), ενώ κατά την ανασκαφική έρευνα αναγνωρίστηκε σωζόμενο άκρο της βόρειας πλευράς μόνο στη γωνία με τον ανατολικό τοίχο του δωματίου. ΑΝΑΒΑΘΜΟΣ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΕΙΔΟΔΟ ΤΟΥ Χ2 ΠΑΡΑΣΤΑΔΑ ΘΥΡΑΣ α ΕΙΔΟΔΟΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ Χ2 Ε ΕΞΟΔΟΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΔΡΟΜΟ ΤΟΥ 3 ου αι. π.χ. β Εικόνα 57: Κτίριο 6, Χ4. α) Το νότιο τμήμα του Χ4. Μετά την αφαίρεση αρκετών λίθων φάνηκαν υποκείμενα θραύσματα κεραμίδων στέγης, κάποια κατά τη θέση πτώσης. Αρκετό τμήμα από το στρώμα καταστροφής του νότιου τοίχου διατηρείται σε αυτό το στάδιο της ανασκαφής. Το πραγματικό πλάτος του τοίχου (~0,60μ.) διακρίνεται στις εικ. 58 και 61. β) Έντονα ίχνη καύσης στη βόρεια πλευρά του Χ4, όπου μέσω του θυραίου ανοίγματος (διακρίνεται η στρεβλωμένη νότια παραστάδα της θύρας) η καύση έφθανε στον εξωτερικό χώρο του κτιρίου. Στο βάθος ορατός ο αναβαθμός προ της εισόδου του Χ2. Η εικόνα έχει ληφθεί από βόρεια σε στάδιο, όπου έχει αποδομηθεί ο εξωτερικός βόρειος τοίχος του κτιρίου (η θέση που είχε αποδίδεται με πορτοκαλόχρωμη διαγράμμιση δίπλα από την παραστάδα). (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) Αν και η επιφάνεια του δαπέδου στον Χ4 δεν εξακριβώθηκε ανασκαφικά με βεβαιότητα, η αποκάλυψη λίθινου αναβαθμού προ της εισόδου του Χ2, μετά την απομάκρυνση του στρώματος καταστροφής, καθώς και εκτεταμένα ίχνη καύσης οδηγούν στην εκτίμηση, ότι το επίπεδο χρήσης ήταν ακριβώς κάτω από το στρώμα καταστροφής των κεραμίδων (εικ. 57β). Κατά μήκος της βόρειας πλευράς τα ίχνη καύσης, αν και εντοπίστηκαν σε χαμηλότερο επίπεδο, ήταν πολύ έντονα. Το χώμα του δαπέδου μάλιστα ήταν καμένο σε βάθος αρκετών εκατοστών κατά μήκος του βόρειου τοίχου, ενώ ίχνη φωτιάς εξαπλώνονταν και πέραν της κεντρικής εισόδου, εξωτερικά του κτιρίου (εικ. 56β).

80 79 Τα παραπάνω οδηγούν στην εκτίμηση, πως μια εκτεταμένη πυρκαγιά συνόδευσε την καταστροφή. Από το χώρο συλλέχθηκε μεγάλος αριθμός νομισμάτων, καθώς και λίγα θραύσματα από αμφορείς και από έναν πίθο, καθώς και χρηστικά αγγεία. Το πάχος του στρώματος καταστροφής στο νότιο ήμισυ (συνυπολογίζοντας κεραμίδες και λίθους) ήταν περίπου 1,15μ. και στο βόρειο περίπου 0,45μ. Η συνολική έκταση των καταστροφών από τους τέσσερις χώρους του κτιρίου ήταν ~104 τ.μ. (13μ. Χ 8μ.) ii Αλλοιώσεις τοιχοδομών Οι αλλοιώσεις στους τοίχους του Κτιρίου 6 ήταν έντονες. Στον Χ1 η παραμόρφωση στο εναπομείναν τμήμα του νότιου τοίχου ήταν μεγάλη. Η αργολιθοδομή στο ήμισυ του πλάτους του τοίχου παρουσίαζε καθολική κύρτωση προς βορρά, προς τη γενική δηλαδή διεύθυνση κατάρρευσης. Στη συνολική του έκταση ο τοίχος παρουσίαζε σιγμοειδή στρέβλωση (εικ. 58α). Επίσης προς βορρά είχαν αποκλίνει και τα δύο σκέλη του βόρειου τοίχου των Χ1, Χ3 (εικ. 58α, εικ. 53α). Ο κάθετος τοίχος μεταξύ των δύο χώρων παρουσίαζε κακή ταξιθέτηση των λίθων του, εξαιτίας ίσως του καταστροφικού γεγονότος (εικ. 58α). Στον Χ4 ο νότιος τοίχος παρουσίαζε σιγμοειδή στρέβλωση (εικ. 58β). Στη νότια παρειά του δωματίου, όπου διατηρήθηκε άσκαφο τμήμα των επιχώσεών του, διακρίνεται σε τομή δυτικότερο τμήμα του ίδιου τοίχου έντονα κεκλιμένο προς βορρά. Παραμόρφωση στον ανατολικό τοίχο του ίδιου χώρου περιγράφεται στην επόμενη ενότητα. Χ2 Χ1 Χ3 α β Εικόνα 58: Κτίριο 6. α) Σιγμοειδής στρέβλωση στο νότιο τοίχο των Χ1, Χ3. Ο βόρειος τοίχος κλίνει προς βορρά, ενώ ο κάθετος τοίχος μεταξύ των δύο χώρων παρουσιάζει κακή ταξιθέτηση του δομικού υλικού του. β) Σιγμοειδής στρέβλωση στη βάση του νότιου τοίχου του Χ4. (Πηγή: Στ ΕΠΚΑ)

81 iii Kατακόρυφη μετατόπιση στοιχείων Σημαντικά δεδομένα προκύπτουν από το δωμάτιο Χ2 και συγκεκριμένα από την καταστροφή επιδαπέδιας κατασκευής που αποκαλύφθηκε στο ανατολικό τμήμα (εικ. 55β, εικ. 59). Η κατασκευή αποτελείτο από ισχυρό και συμπαγές συνδετικό κονίαμα με χαλίκι. Διέθετε δάπεδο και συμφυή ΚΑΤΑΚΟΡΥΦΗ ΜΕΤΑΤΟΠΙΣΗ: 0,05μ. α γ +19,12μ. +18,90μ. +19,06μ. β δ Εικόνα 59: Κτίριο 6. α) Η διάρρηξη διεύθυνσης Α-Δ στην επιδαπέδια κατασκευή του Χ2 με διακριτή την κατακόρυφη μετατόπιση μεγέθους 0,05μ. των δύο τεμαχών της. Περιμετρικά έχει αποκαλυφθεί η θεμελίωση της κατασκευής με τομή στο δάπεδο του δωματίου (λήψη από δυτικά). β) Γενική άποψη του Χ2 από ανατολικά. Υποσημειώνεται η διάρρηξη (με ερυθρή διακεκομμένη). Στο ορατό τμήμα του ανατολικού τοίχου διακρίνονται παραμορφώσεις στην όψη (κίτρινη έλλειψη), ως πιθανό αποτέλεσμα της σεισμικής διάρρηξης. Αποδίδονται επίσης οι διαφορετικές στάθμες του δαπέδου ως αποτέλεσμα της διάρρηξης. Η βορειοανατολική γωνία του κτιρίου φαίνεται πως καταπονήθηκε ακόμα περισσότερο σε μεταγενέστερη εποχή από την πιθανή δράση εφήμερου υδατορεύματος (βλ. κεφ. 8.1). γ) Σωζόμενα τμήματα υποστρώματος (κίτρινο περίγραμμα) από την υποθεμελίωση της κατασκευής (λήψη από ανατολικά) μετά την αποδόμηση του ανατολικού τοίχου και την αφαίρεση της κατασκευής. Αποδίδεται η διάρρηξη (πορτοκαλί βέλη ή με ερυθρή διακεκομμένη στην εικ.δ). δ) Ο.π. Στην προέκταση της διάρρηξης (κόκκινη διαγράμμιση) προς τα ανατολικά ορατή απόθεση από κροκάλες, ψηφίτες και άμμους (μεταξύ των λευκών στικτών γραμμών) ανάμεσα και εγκάρσια σε υποκείμενα μπαζώματα του Χ2. Με τις επιχώσεις αυτές ανυψώθηκε η στάθμη του χώρου και δημιουργήθηκε το επίπεδο χρήσης της ύστερης φάσης. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) χαμηλά περιμετρικά τοιχώματα, είχε υπόστρωμα από λίθους και υποκίτρινο κονίαμα και ήταν ενσωματωμένη και θεμελιωμένη βαθιά μέσα στο χωμάτινο δάπεδο του δωματίου, όπως φάνηκε κατά

82 81 τις εργασίες αφαίρεσής της. Η λειτουργία της είναι άγνωστη, όπως και το ακριβές σχήμα της, καθώς τμήμα της εκλείπει στα βορειοανατολικά. Γενικότερα, η βορειοανατολική γωνία του κτιρίου ήταν ιδιαίτερα κατεστραμμένη (βλ. σχετικό σχόλιο στην εικ. 59). Η κατασκευή βρέθηκε διαρρηγμένη στο μέσον του δαπέδου της σε διεύθυνση Α-Δ. Τα δύο τεμάχη της ήταν μετατοπισμένα από μετάπτωση που προκάλεσε ταπείνωση του βόρειου τμήματος σε σχέση με το νότιο κατά 0,05μ. (εικ. 59α). Ίδια διάρρηξη φαίνεται πως διέτρεχε και το δάπεδο του δωματίου. Αν και δεν υπήρχε σαφές ίχνος της, εντούτοις παρατηρήθηκε σημαντική διαφορά στάθμης στην επιφάνεια του δαπέδου, γεγονός που οδηγεί στην ανωτέρω εκτίμηση. Συγκεκριμένα, το δάπεδο εντοπίστηκε σε υψηλότερη στάθμη νότια (+19,12μ. ΝΝΔ., +19,06μ. ΝΑ) και σε χαμηλότερη βόρεια (+18,90μ. ΒΔ, +18,97μ. Β) αποδίδοντας μέγιστη μετατόπιση κατά 0,22μ. στο δυτικό τμήμα του δωματίου. Εάν οι παραπάνω παραμορφώσεις οφείλονται σε σεισμική διάρρηξη, τότε αυτή αναγνωρίστηκε ανασκαφικά στο χωμάτινο δάπεδο κατά μήκος της βόρειας πλευράς του (εικ. 59β). Είναι πολύ πιθανό επίσης ανάλογη μετατόπιση να υπήρχε και στον εξωτερικό ανατολικό τοίχο του χώρου (εικ. 59β) λόγω ορατών αλλοιώσεων στην τοιχοδομή του, αλλά η όψη του δεν κατέστη δυνατό να αποκαλυφθεί πλήρως. Μετά την απόσπαση της επιδαπέδιας συμπαγούς κατασκευής ανιχνεύθηκε η διάρρηξη και στο υπόστρωμά της από υποκίτρινο κονίαμα (εικ. 59γ). Σωζόμενα σπαράγματα του υποστρώματος αποκαλύφθηκαν σε διαφορετικές στάθμες (υψηλότερη το νότιο, χαμηλότερη το βόρειο). Μεταξύ των σπαραγμάτων υπήρχε ικανή απόσταση που είχε πληρωθεί από κροκάλες, ψηφίτες και άμμους. Μετά την αποδόμηση του πλευρικού ανατολικού τοίχου συνέχιζαν να διακρίνονται εγκάρσια στα επιχώματα της υποθεμελίωσης του δωματίου (εικ. 59δ). Το ίχνος της αρχικής διάρρηξης ενδεχομένως διευρύνθηκε και πληρώθηκε με τα ιζήματα που μετέφερε ποτάμια αύλακα, φαινόμενο που εξετάζεται στο κεφ.8.1. Στην προέκταση της ανωτέρω διάρρηξης προς δυσμάς, εμφανείς ήταν οι επιπτώσεις της και στον ανατολικό τοίχο του Χ4, ο οποίος είναι κοινός με τον Χ2. Αφότου είχαν αρχίσει εργασίες αποδόμησης του τοίχου και παρά το γεγονός ότι αφαιρέθηκε η ανωδομή του άκρου του, αναγνωρίστηκε στη βάση του κατακόρυφη μετατόπιση κατά 0,33μ. (εικ. 60). Ειδικότερα, η θεμελίωση στο βόρειο τέμαχος του τοίχου βρέθηκε χαμηλότερα (στα +18,12μ.) και υψηλότερα στο νότιο τέμαχος (στα +18,45μ.). Το κεντρικό τμήμα της βάσης του τοίχου βρισκόταν υπό κλίση και θεμελιωνόταν σε συμπαγή κροκαλοπαγή του αλλουβιακού ριπιδίου. Παρατηρήσεις για τις στάθμες του χωμάτινου δαπέδου του χώρου, οδηγούν στην εκτίμηση, ότι και αυτό το δάπεδο βρισκόταν σε διαφορετικό επίπεδο νότια και βόρεια κατά αναλογία με το δάπεδο του Χ2, πιθανώς λόγω της προέκτασης της διάρρηξης περαιτέρω δυτικά. Επειδή στην περίπτωση του Χ4 δεν αναγνωρίστηκε με βεβαιότητα επιφάνεια δαπέδου, το επίπεδο χρήσης εκτιμάται αρχικά από τις στάθμες εξάντλησης του στρώματος καταστροφής (στα +18,90μ. νότια και στα +18,80μ. βόρεια), ενώ η βαθμίδωση που

83 82 αποκαλύφθηκε στο χώμα μετά την απομάκρυνση του στρώματος ίσως είναι ενδεικτική του ίχνους της διάρρηξης (εικ.61α). Το επίπεδο χρήσης συνεκτιμάται επίσης από την επιφανειακή στάθμη λίθινου αναβαθμού προς την είσοδο του Χ2 (στα +18,90μ.) (εικ. 57β) και από τα εκτεταμένα ίχνη καύσης που βρέθηκαν στο χώρο. Μετρήσεις από το συνεχές ίχνος καύσης στην παρειά των δυτικών Χ2 Χ4 Εικόνα 60: Κτίριο 6. Κατακόρυφη μετατόπιση στη βάση του ανατολικού τοίχου του Χ4, στην προέκταση προς δυσμάς της διάρρηξης του Χ2. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) άσκαφων επιχώσεων του Χ4 (εικ. 61β) δίδουν υψηλότερη στάθμη νότια (στα +18,95μ.), ενώ η καύση ανιχνεύεται προοδευτικά χαμηλότερα προς βορρά με ελάχιστη τιμή στο βόρειο άκρο της παρειάς (στα +18,68μ.). Σημειώνεται ακόμα η παρουσία πολύ σκληρής επιφάνειας χώματος μικρής έκτασης στη βορειοδυτική γωνία του χώρου κάτω από το ίχνος της καύσης (σε στάθμη +18,65μ.), που θα μπορούσε να αποτελεί τμήμα δαπέδου από πατημένο χώμα, εφόσον υπέρκειται η φωτιά. Στην εικ. 61β έχει διατηρηθεί μάρτυρας από αυτό το πιθανό δάπεδο. Τα παραπάνω δίδουν ελάχιστη διαφορά στάθμης του επιπέδου χρήσης κατά 0,10μ. από νότο προς βορρά (δεδομένα κεραμίδων) και μέγιστη κατά 0,27μ. (δεδομένα καύσης) ή κατά 0,30μ. (δεδομένα καύσης και πιθανού υπολείμματος δαπέδου στη βορειοδυτική γωνία). Σύμφωνα με όσα αναπτύχθηκαν ανωτέρω εκτιμάται, ότι τις γενικευμένες αυτές μετατοπίσεις προκάλεσε μία σεισμική διάρρηξη διεύθυνσης Α-Δ που διατρέχει ολόκληρο το βόρειο τμήμα του Κτιρίου 6. Στην περίπτωση αυτή το μήκος της εκτείνεται σε τουλάχιστον 13μ. Οι τιμές που προέκυψαν για την κατακόρυφη μετατόπιση κυμαίνονται σε 0,05μ. από τα δεδομένα της επιδαπέδιας κατασκευής, από 0,10μ. έως 0,30μ. από τα δεδομένα των δαπέδων, ενώ η μέγιστη τιμή της 0,33μ.

84 83 Χ4 Χ2 α ΔΑΠΕΔΟ ΠΑΛΑΙΟΤΕΡΗΣ ΦΑΣΗΣ β ΜΑΡΤΥΡΑΣ ΔΑΠΕΔΟΥ(;) ΥΣΤΕΡΗΣ ΦΑΣΗΣ Εικόνα 61. Κτίριο 6, Χ4. α) Λήψη μετά την αφαίρεση του στρώματος καταστροφής. Το στρώμα εξαντλήθηκε σε διαφορετικές στάθμες νότια και βόρεια. Η κόκκινη στικτή γραμμή υποδεικνύει εμφανή βαθμίδωση στο πιθανό επίπεδο χρήσης του χώρου. Βόρεια, το επίπεδο χρήσης πρέπει να βρισκόταν ακόμα βαθύτερα στη στάθμη, όπου διακρίνονται τα έντονα ίχνη καύσης παράλληλα στο βόρειο τοίχο του Χ4. Το άκρο του τοίχου έχει μόλις εντοπιστεί στην παρούσα εικόνα (λήψη από ΒΑ). Σε αυτό το στάδιο της ανασκαφής έχει αποδομηθεί ο βόρειος εξωτερικός τοίχος του Χ2 (η θέση που καταλάμβανε αποδίδεται με πορτοκαλόχρωμη σκίαση) και τμήμα της ανωδομής του ανατολικού τοίχου του Χ4. Στο νότιο τοίχο του δωματίου με λευκή στικτή τονίζεται η καμπύλωση του χαμηλότερου τμήματός του. Ωστόσο, εδώ αρχίζει να διαφαίνεται το πραγματικό πλάτος του τοίχου στα ~0,60μ., ύστερα από την απομάκρυνση του στρώματος καταστροφής του. β) Λεπτομέρεια από τη στρωματογραφία του χώρου στην πλευρά των άσκαφων δυτικών επιχώσεών του. Διακρίνεται το στρώμα της καύσης (κόκκινες αγκύλες), ενώ επισημαίνεται υπόλειμμα του χωμάτινου δαπέδου(;) της ύστερης φάσης του χώρου πιθανώς. Στην παρούσα λήψη έχει αποκαλυφθεί επιφάνεια παλαιότερου δαπέδου, ενώ βρέθηκαν και αγγεία κατά χώραν από την προγενέστερη αυτή φάση. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) Χ4 ΧΩΡΟΣ ΔΥΤΙΚΑ ΤΟΥ Χ4 Χ4 ΧΩΡΟΣ ΔΥΤΙΚΑ ΤΟΥ Χ4 α β γ Εικόνα 62: Αρχαία κατάλοιπα στην περιοχή της οδού πρόσβασης από την Π.Ε.Ο. προς τη ΣΔ2, τα οποία ερευνήθηκαν επιφανειακά και ανήκουν πιθανώς στο Κτίριο 6. α) Χώρος δυτικά του Χ4. Διακρίνονται θραύσματα κεραμίδων στέγης. Ο τοίχος που φαίνεται σε δύο αποκομμένα τεμάχη (λευκή στικτή γραμμή) είναι η συνέχεια του νότιου τοίχου του Χ4 (το ένα τουλάχιστον τέμαχος στο βάθος, που φαίνεται να έχει καταρρεύσει προς Β, όπως υποδεικνύει το κόκκινο βέλος θεωρείται βέβαιο τμήμα του). β) Ο δυτικός τοίχος του Χ4. Τα βέλη υποδεικνύουν αλλοίωση στην τοιχοδομή (πιθανή οριζόντια μετατόπιση;) (λήψη από Ν) γ) Τοίχος δυτικότερα των προηγουμένων καταλοίπων. Τα βέλη υποδεικνύουν αλλοίωση στην τοιχοδομή (πιθανή οριζόντια μετατόπιση;) (λήψη από Β). (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ)

85 84 προκύπτει από τα δεδομένα του ανατολικού τοίχου του Χ4. Δυτικότερα του Χ4, αν και δεν ανασκάφηκε η περιοχή όπως έχει αναφερθεί, υπάρχουν ενδείξεις, ότι η διάρρηξη ενδεχομένως επεκτείνεται, εάν γίνουν δεκτές αλλοιώσεις σε δύο τοίχους διεύθυνσης Β-Ν (εικ.62β, γ), που φαίνεται να έχουν υποστεί οριζόντια μετατόπιση Αξιολόγηση του καταστροφικού γεγονότος Τα χαρακτηριστικά των καταστροφών που αναλύθηκαν στις ενότητες i, ii και iii οδηγούν στην ισχυρή πιθανότητα, ότι η καταστροφή του Κτιρίου 6 οφείλεται σε σεισμικό γεγονός. Στοιχεία που παραπέμπουν σε καταστροφή του κτιρίου από σεισμό συνοψίζονται ως ακολούθως: 1. Κατάρρευση στέγης. 2. Κατάρρευση προς βορρά συμπαγούς τμήματος του νότιου τοίχου των δύο νοτιότερων χώρων, η οποία συνόδευσε την κατάρρευση της στέγης. Επίσης, ολοκληρωτική κατάρρευση προς βορρά του νότιου τοίχου στο δυτικότερο χώρο του κτιρίου, που επίσης συνόδευσε την κατάρρευση της στέγης. 3. Ενταφιασμός αντικειμένων κάτω από τα ερείπια. 4. Αλλοιώσεις σε τοίχους (σιγμοειδής στρέβλωση σε τοίχους διεύθυνσης Α-Δ, κλίση προς βορρά τοίχου διεύθυνσης Α-Δ) 5. Παρουσία σεισμικής διάρρηξης διεύθυνσης Α-Δ που επέφερε κατακόρυφη μετατόπιση επιμέρους στοιχείων του κτιρίου (επιδαπέδιας κατασκευής, δαπέδων και τοίχων διεύθυνσης Β-Ν). 6. Πυρκαγιά, η οποία συνόδευσε την καταστροφή. 7. Οριστική εγκατάλειψη του κτιρίου με το περιεχόμενό του άθικτο Χρονολόγηση του καταστροφικού γεγονότος βάσει νομισματικών ευρημάτων και στρωματογραφικών δεδομένων Η μελέτη των ευρημάτων από το Κτίριο 6 βρίσκεται σε προκαταρκτικό στάδιο. Σύμφωνα όμως με τα πρώτα χρονολογημένα νομίσματα, καθώς και συνδυασμό στρωματογραφικών δεδομένων, μπορούν να εξαχθούν συμπεράσματα ως προς τη χρονολόγηση της χρήσης και της καταστροφής του κτιρίου. Συγκεκριμένα, από τους εσωτερικούς χώρους του κτιρίου έχουν χρονολογηθεί τα ακόλουθα τρία χάλκινα νομίσματα (αδημοσίευτα, χρονολόγηση ΣΤ ΕΠΚΑ): α) Νόμισμα Άργους βρέθηκε επί του δαπέδου του Χ1. Στον εμπροσθότυπο απεικονίζεται Κεφαλή λύκου, στον οπισθότυπο το μονόγραμμα Α και κάτω μακεδονικό κράνος. Χρονολογείται στον 4 ο αι. π.χ. β) Νόμισμα Κορίνθου. Βρέθηκε επί του δαπέδου στο κέντρο του Χ2. Στον εμπροσθότυπο απεικονίζεται Πήγασος. Στον οπισθότυπο τρίαινα, δεξιά επί του πεδίου κύκλος και αριστερά Τύχη(;). Χρονολογείται περίπου στο π.χ. γ) Στο επίπεδο περίπου χρήσης του Χ4, μετά την αφαίρεση των κατώτερων κεραμίδων του στρώματος καταστροφής της στέγης βρέθηκε στα βόρεια

86 85 του λίθινου αναβαθμού νόμισμα Χαλκίδος(;). Ο εμπροσθότυπος είναι φθαρμένος. Στον οπισθότυπο εικονίζεται αετός όρθιος με ανοιχτά φτερά να κατασπαράζει φίδι. Χρονολογείται περίπου στο /271 π.χ. Σύμφωνα με τα ανασκαφικά δεδομένα του Κτιρίου 6, επειδή οι χώροι Χ1, Χ2, Χ4 επικοινωνούσαν άμεσα μεταξύ τους μέσω των κοινών τους εισόδων, η χρήση τουλάχιστον των τριών αυτών δωματίων, αν όχι και του Χ3, πρέπει να τοποθετηθεί στην ίδια χρονική περίοδο. Έτσι, η χρήση του Κτιρίου 6 ανάγεται στο πρώτο μισό του 3 ου αι. π.χ. και τεκμηριώνεται από τα δύο υστερότερα νομίσματα που βρέθηκαν στους Χ2 και Χ4. Η χρονολόγηση της καταστροφής του κτιρίου ειδικότερα προκύπτει από περαιτέρω στρωματογραφικά δεδομένα. Σύμφωνα με τα ανασκαφικά στοιχεία η χρήση του Κτιρίου 6 ήταν παράλληλη και σύγχρονη με τον κύριο οδικό άξονα του οικισμού, ο οποίος διερχόταν, όπως παρουσιάστηκε παραπάνω, βορείως του κτιρίου (εικ. 49), ενώ και η πρόσβαση προς το δρόμο ήταν άμεση μέσω του θυραίου ανοίγματος που αποκαλύφθηκε στην ανατολική πλευρά του Χ4 (εικ. 57β). Εφόσον το Κτίριο 6 βρισκόταν σε σύγχρονη λειτουργία με τον κύριο δρόμο, η καταστροφή του κτιρίου θα πρέπει να τοποθετηθεί τουλάχιστον μετά την κατασκευή του τελευταίου και υστερότερου καταστρώματος του δρόμου, που θα απέχει ένα εύλογο χρονικό διάστημα από τη δημιουργία του κατώτερου και πρωιμότερου καταστρώματος. Μέσα στο κατώτερο κατάστρωμα βρέθηκε νόμισμα που χρονολογήθηκε στο /271 π.χ., όπως έχει αναφερθεί σε προηγούμενη ενότητα (βλ. κεφ.5.1.1). Επιπροσθέτως, σύμφωνα με όσα έχουν αναλυθεί στο κεφ. 5.2, το Κτίριο 2 βρισκόταν σε σύγχρονη λειτουργία με τον κεντρικό δρόμο, ενώ η καταστροφή του έχει τοποθετηθεί στα μέσα ή το πολύ μέσα στο τρίτο τέταρτο του 3 ου αι. π.χ. (βλ. κεφ ). Επειδή τα δύο κτίρια τοποθετούνται στην ίδια φάση λόγω της όμοιας σχέσης με τον κύριο δρόμο, μπορεί και η καταστροφή του Κτιρίου 6 να χρονολογηθεί κατά αναλογία με το Κτίριο 2 στην ίδια εποχή, δηλαδή στα μέσα ή και στο τρίτο τέταρτο του 3 ου αι. π.χ. Την ανωτέρω χρονολογία ενισχύουν τέλος και τα ανασκαφικά και στρωματογραφικά δεδομένα ερευνητικής τομής, που διανοίχθηκε βόρεια του κτιρίου. Μετά την αφαίρεση του στρώματος καταστροφής που αναπτυσσόταν στον εξωτερικό χώρο του κτιρίου έως και τα όρια του δρόμου (εικ. 56β), διανοίχτηκε ερευνητική τομή μεγάλου μήκους παράλληλα στον εξωτερικό βόρειο τοίχο του κτιρίου μέχρι και την κύρια είσοδό του, αποκαλύπτοντας παλαιότερο στρώμα καταστροφής με θραυσμένους αμφορείς, κεραμίδες στέγης και λίθους σε στάθμη περίπου +17,60μ., δηλαδή κατά 0,50μ. περίπου βαθύτερα από το επίπεδο του δρόμου. Σύμφωνα με την τυπολογία των θραυσμένων αμφορέων (Κορινθιακοί Τύπου Β) το παλαιότερο αυτό στρώμα καταστροφής χρονολογείται στα τέλη του 4 ου με 3 ο αι. π.χ. και πιθανότερα στο πρώτο μισό του 3 ου αι. π.χ. (χρονολόγηση από Στ ΕΠΚΑ). Αυτό το στρώμα καταστροφής ανήκει σε χώρο, που ορίζεται από το κατώτερο τμήμα του βόρειου εξωτερικού τοίχου του Κτιρίου 6 και σχηματίζει γωνία με παλαιότερο

87 86 τοίχο, ο οποίος αποκαλύφθηκε κάτω από την είσοδο του κτιρίου. Συνεπώς, η χρονολόγηση της τελικής καταστροφής του Κτιρίου 6 είναι μεταγενέστερη και μπορεί να τοποθετηθεί, όπως εκτιμήθηκε παραπάνω μετά τα μέσα του 3 ου αι. π.χ. Διαφαίνεται ωστόσο, ότι στο Κτίριο 6 έχουν συμβεί δύο καταστροφικά γεγονότα μέσα σε σύντομο πιθανώς χρονικό διάστημα. Χ2 ΠΑΛΑΙΟΤΕΡΟΣ ΤΟΙΧΟΣ ΕΙΣΟΔΟΣ ΚΤΙΡΙΟΥ 6 ΠΡΟΣ ΤΟΝ Χ4 α β Χ2 Εικόνα 63: Κτίριο 6. α) Παλαιότερο στρώμα καταστροφής με θραυσμένους αμφορείς, κεραμίδες στέγης και λίθους σε ερευνητική τομή, που διανοίχθηκε παράλληλα στον εξωτερικό, βόρειο τοίχο του Κτιρίου 6 έως και την είσοδό του. Η λήψη έχει γίνει σε στάδιο, όπου το ανώτερο τμήμα του τοίχου έχει αποδομηθεί. Στο βάθος διακρίνεται η γωνία (κίτρινο χρώμα) με παλαιότερο τοίχο, που αποκαλύφθηκε κάτω από την είσοδο του κτιρίου β) Ο παλαιότερος τοίχος κάτω από την είσοδο του Κτιρίου 6, που γωνιάζει (κίτρινο χρώμα) με το κατώτερο τμήμα του βόρειου τοίχου του Χ2. Η λήψη έχει γίνει σε στάδιο, όπου το μεγαλύτερο τμήμα του ανατολικού τοίχου του Χ4 στα όρια της εισόδου έχει αποδομηθεί. Η θέση του τοίχου αυτού αποδίδεται με πορτοκαλόχρωμη διαγράμμιση. Ευδιάκριτος είναι ο βόρειος τοίχος του Χ4, στα όρια επίσης της εισόδου. Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ

88 Καταστροφές στο Οικοδομικό Συγκρότημα των Κτ.4- Κτ.5 (Κτίριο 5, χώροι Χ8-Χ9 και Χ10 και Κτίριο 4, χώροι Χ1-Χ2) Γενική περιγραφή οικοδομικού συγκροτήματος και των υπό έρευνα χώρων Οι χώροι που εξετάζονται στην παρούσα ενότητα ανήκουν σε ένα μεγάλο και ακανόνιστο οικοδομικό συγκρότημα, που αναπτύσσεται στο κεντρικό και νότιο τμήμα της ανασκαφής, ενώ επεκτεινόταν και στο στόμιο της σήραγγας. Στα πρώτα στάδια της έρευνας είχε θεωρηθεί ότι τα οικοδομικά κατάλοιπα της περιοχής ανήκαν σε δύο κτίρια. Τα νοτιοδυτικά κατάλοιπα αποδόθηκαν στο Κτίριο 4, ενώ τα νοτιοανατολικά και τα βόρεια στο Κτίριο 5 (εικ. 64). Στην πορεία όμως αποδείχτηκε ότι επρόκειτο για ένα οικοδομικό σύμπλεγμα, οπότε η διατήρηση των όρων Κτίριο 4 και 5 με την απόδοση ξεχωριστών χώρων για το καθένα από αυτά είναι συμβατική και παραμένει για λόγους ευκολίας της περιγραφής. Σύμφωνα με τα ανασκαφικά δεδομένα το οικοδομικό συγκρότημα φαίνεται πως δημιουργήθηκε τμηματικά και έχει δύο φάσεις τουλάχιστον. ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΟ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ ΚΤ.4 - ΚΤ.5 Χ1 Χ2 ΚΤΙΡΙΟ 4 ΚΤΙΡΙΟ 2 ΚΤΙΡΙΟ 5 Χ8 Χ9 Χ10 ΚΤΙΡΙΟ 6 ΔΡΟΜΟΣ 3 ου αι. π.χ. ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΟ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ ΚΤΙΡΙΟΥ 3 Εικόνα 64: Το οικοδομικό συγκρότημα των Κτιρίων 4 και 5. Στους χώρους Χ8, Χ9 του Κτιρίου 5 με μπλε σκίαση υποδηλώνονται τα όρια στρώματος καταστροφής. Στον χώρο Χ2 του Κτιρίου 4 ερευνάται καταστροφή των τοίχων στη βορειοανατολική γωνία. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ)

89 88 Από το Κτίριο 4 εξετάζονται επιπτώσεις διάρρηξης στις σωζόμενες τοιχοδομές των χώρων Χ1 και Χ2, που βρίσκονται στο νοτιοδυτικότερο τμήμα του συγκροτήματος (εικ. 64). Σύμφωνα με την ανασκαφική εικόνα το τμήμα του συγκροτήματος που καταλαμβάνει το Κτίριο 4 δεν πρέπει να ήταν σε χρήση κατά την τελευταία φάση του οικισμού. Επίσης, κάτω από το Κτίριο 4 ήρθαν στο φως τα παλαιότερα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα του οικισμού (εικ. 29). Από την ενότητα του Κτιρίου 5 παρουσιάζονται καταστροφές σε δύο χώρους, τον Χ8 και τον Χ9. Αποτελούν τα βορειότερα δωμάτια του συγκροτήματος και διατάσσονται παράλληλα στον κύριο δρόμο του οικισμού που διέρχεται ακριβώς μπροστά τους (εικ. 64). Η λειτουργία τους φαίνεται να σχετίζεται άμεσα με την παρουσία του, καθώς είχαν ανοιχτή πρόσβαση σε αυτόν. Ο Χ8 είχε στο ήμισυ της προς το δρόμο πλευράς του εξωτερικό τοίχο, ενώ ο Χ9 δεν διέθετε καθόλου εξωτερικό τοίχο στην αντίστοιχη πλευρά. Ανάλογα μορφολογικά χαρακτηριστικά παρατηρήθηκαν και στο Κτίριο 2 (κεφ ). Στη νότια πλευρά τους οι χώροι διέθεταν ισχυρούς λιθόκτιστους τοίχους στην ίδια διεύθυνση. Στον Χ8 ο νότιος τοίχος ανήκε σε παλαιότερη φάση του κτιρίου και εξακολούθησε να χρησιμοποιείται και στην επόμενη (εικ. 30). Ο νότιος τοίχος του Χ9 δεν είναι σαφές εάν προϋπήρχε επίσης ή ήταν δημιούργημα της ύστερης φάσης του κτιρίου. Το καλοδουλεμένο ανατολικό άκρο του, που αποκαλύφθηκε μετά την αποδόμηση του νότιου τοίχου του Χ8, θυμίζει παραστάδα εισόδου και οδηγεί στην υπόθεση, ότι ίσως ήταν κάποτε ορατό. Δυτικότερα βρίσκεται ένας ακόμα χώρος του κτιρίου ο Χ10, που δεν πρέπει να ήταν σε χρήση κατά την ύστερη φάση του συγκροτήματος (εικ. 64). Αναφέρεται στην παρούσα ενότητα μόνο όσον αφορά αλλοιώσεις των τοιχοδομών του. Επίσης, σώζεται μερικώς, καθώς μεταγενέστερη καταστροφή αφαίρεσε ολοσχερώς το δυτικό του τμήμα, αλλά και ολόκληρη τη δυτική πλευρά του συγκροτήματος (βλ. κεφ. 8.1) Περιγραφή και ανάλυση των καταστροφών i Στρώμα καταστροφής (Κτίριο 5, Χ8-Χ9 και Χ10) Σφραγισμένο κάτω από ωχροκάστανη επίχωση (εικ. 65) αποκαλύφθηκε εντυπωσιακό στρώμα καταστροφής με μεγάλα θραύσματα κεραμίδων στέγης στους χώρους Χ8 και Χ9 (εικ. 66). Πολλές από τις κεραμίδες βρέθηκαν σε κατακόρυφη θέση, ενδεικτική της διεύθυνσης κατάρρευσης (εικ. 66α). Στον Χ9 η καταστροφή ήταν μεγαλύτερη, καθώς είχε καταρρεύσει το κεντρικό τμήμα του νότιου τοίχου στο εσωτερικό του δωματίου. Η κατάρρευση του τοίχου πρέπει να προηγήθηκε της κατάρρευσης της στέγης, καθώς τα θραύσματα των κεραμίδων βρέθηκαν πάνω στο οικοδομικό υλικό του τοίχου (εικ. 66β). Ποσότητες χώματος (με υποκίτρινη αργιλώδη ουσία στον Χ8) ενδιαμέσως των κεραμίδων προέρχονται μάλλον από την πλινθοδομή των τοίχων που πρέπει να κατέρρευσε μαζί με τη στέγη. Η στέγη και το οικοδομικό υλικό του τοίχου εδράζονταν στα

90 89 χωμάτινα δάπεδα των δύο χώρων. Μετά την απομάκρυνση των ερειπίων βρέθηκαν επί των δαπέδων νομίσματα (εντοπίστηκαν και μέσα στο στρώμα καταστροφής), καθώς και θραυσμένα αποθηκευτικά αγγεία κατά χώραν, αμφορείς και τμήματα πίθων στον Χ9 (εικ. 67β, γ, δ), δύο βάσεις οξυπύθμενων αμφορέων στον Χ8 (εικ.67α). Το στρώμα καταστροφής καταλάμβανε συνολική έκταση στους δύο χώρους ~35τμ. (8μ. Χ 4,50μ.) και είχε μέγιστο πάχος ~0,80μ. στον Χ8 και ~0,60μ. στον Χ9 με τάση μείωσης του πάχους προς βορρά. Ο δυτικότερος χώρος Χ10 βρέθηκε εξολοκλήρου πληρωμένος με α β γ Εικόνα 65: Κτίριο 5. α) Η υπερκείμενη ωχροκάστανη επίχωση στους χώρους Χ8-Χ9 του Κτιρίου 5, πριν αποκαλυφθεί το στρώμα καταστροφής. β) Ο.π. Σε αυτό το στάδιο είναι ορατό τμήμα μόνο από το νότιο τοίχο του Χ8. γ) Σταδιακή αποκάλυψη του στρώματος καταστροφής στον Χ8 με διατηρημένα τμήματα της υπερκείμενης επίχωσης. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) α β Εικόνα 66: Κτίριο 5. α) Το στρώμα καταστροφής στον Χ8 (λήψη από νότο). Πολλές από τις θραυσμένες κεραμίδες στέγης βρέθηκαν κατά τη διεύθυνση κατάρρευσης, όπως υποδεικνύουν τα βέλη. β) Το στρώμα καταστροφής στον Χ9 (λήψη από ανατολικά, από τον Χ8, όπου διακρίνεται επί του δαπέδου του βάση οξυπύθμενου αμφορέα). Την κατάρρευση του νότιου τοίχου προς βορρά στο εσωτερικό του δωματίου, όπως υποδεικνύει το βέλος, συνόδευσε η κατάρρευση της στέγης. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ)

91 90 Χ 9 Χ 8 α β Χ9 γ Εικόνα 67: Κτίριο 5. Μετά την απομάκρυνση του στρώματος καταστροφής αποκαλύφθηκαν θραύσματα αγγείων και δύο βάσεις οξυπύθμενων αμφορέων στον Χ8 (όπου εξακολουθούν κεραμίδες στέγης επί του δαπέδου) και στον Χ9 θραυσμένοι αμφορείς και πίθοι. Στην κάτω δεξιά εικόνα ορατή η καταστροφή του νότιου τοίχου. (Λήψη: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) δ Χ 9 ΝΟΤΙΕΣ ΠΑΡΥΦΕΣ ΔΡΟΜΟΥ ΤΟΥ 3 ου αι. π.χ. α β Εικόνα 68: Κτίριο 5. α) Ο Χ10 σε αρχικό στάδιο της ανασκαφής, ενώ αποκαλύπτεται βορειότερα ο κύριος δρόμος του οικισμού. β) Ο Χ10 σε στάδιο αφαίρεσης της τεχνητής επίχωσης, με την οποία βρέθηκε πληρωμένος ο χώρος. Διακρίνεται η κατεστραμμένη όψη του νότιου τοίχου (στικτό περίγραμμα) και καμπύλωση στο νότιο άκρο του δυτικού τοίχου (στικτή γραμμή), ο οποίος είναι κοινός με τον Χ9. (Πηγή: αρχείο ΣΤ ΕΠΚΑ) τεχνητή επίχωση (μπάζωμα) πάχους ~0,80μ. από πέτρες, πολυάριθμα θραύσματα κεραμίδων, μεγάλη ποσότητα θραυσμένης κεραμικής και χώμα (εικ. 68). Τα παραπάνω συνιστούν ένδειξη ότι ο

92 91 χώρος ηθελημένα είχε καταργηθεί. Δεν αποκλείεται όμως στο χαμηλότερο τμήμα του χώρου να προϋπήρχε στρώμα καταστροφής. Η καταστροφή στην όψη του νότιου τοίχου πάντως ήταν ευδιάκριτη μετά την αφαίρεση της επίχωσης (εικ. 68β) ii Αλλοιώσεις τοιχοδομών (Κτίριο 5, Χ8-Χ9 και Χ10) Οι βλάβες στους νότιους τοίχους των χώρων ήταν μεγάλες. Ο νότιος τοίχος στον Χ8 παρουσίαζε έντονη σιγμοειδή στρέβλωση που φάνηκε ιδιαίτερα στη βάση του μετά την αποδόμηση Χ 9 Χ 9 Χ10 Χ 8 α β γ Χ 8 Χ 9 δ Χ 9 Χ 10 ε Χ 9 Χ 8 Χ 10 στ ζ Εικόνα 69: Κτίριο 5. Αλλοιώσεις στις τοιχοδομές των χώρων Χ8, Χ9, Χ10 (λευκές στικτές γραμμές) και πιθανές επιπτώσεις διάρρηξης διεύθυνσης Α-Δ, η οποία φαίνεται να επέφερε κατακόρυφη μετατόπιση στα βόρεια άκρα των ενδιάμεσων τοίχων των τριών χώρων (τα εν λόγω τμήματα των τοίχων υποσημειώνονται με λευκές ελλείψεις και κόκκινα βέλη). (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ)

93 92 του ανώτερου τμήματός του (εικ. 69α). Όμοια και ο νότιος τοίχος του Χ9 παρουσίαζε πολύ έντονη στρέβλωση (εικ. 69β), η οποία επεκτεινόταν και στο τέμαχος του τοίχου που αντιστοιχεί στον Χ10 (εικ. 69ζ). Ταυτόχρονα, στον Χ9 λίθοι από τη βόρεια παρειά του τοίχου είχαν εκτοπιστεί από το κύριο σώμα της τοιχοδομής προς βορρά δημιουργώντας έντονη κύρτωση στην όψη του τοίχου (εικ. 69β), όπως ακριβώς και στο ανατολικό ήμισυ του ίδιου τοίχου στον Χ10 (εικ. 69ζ). Στη νοτιοδυτική γωνία του Χ9 παρατηρήθηκε καμπύλωση των δόμων καθ ύψος (εικ. 69δ). Σημειώνεται, πως η τοποθέτηση των λίθων ανά δόμους γίνεται οριζόντια, ακόμα κι όταν ένας τοίχος είναι δομημένος κατά το ακανόνιστο σύστημα λιθοδομής (Μüller-Wiener, 1995), όπως στην περίπτωση του Χ9. Η θεμελίωση του εν λόγω τοίχου συνολικά στον Χ9 και Χ10 ήταν ασσύμετρη. Μετά την αποδόμησή του στον Χ10 η σιγμοειδής στρέβλωση στην εναπομείνουσα βάση του ήταν έντονη (εικ. 69γ). Επίσης, ο ενδιάμεσος τοίχος διεύθυνσης Β-Ν μεταξύ Χ9-Χ10 ήταν έντονα καμπυλωμένος στο νότιο άκρο του προς δυσμάς (εικ. 69δ). Περαιτέρω παραμόρφωση του ίδιου τοίχου περιγράφεται στην επόμενη ενότητα. Οι ανωτέρω παραμορφώσεις είχαν σαν αποτέλεσμα η νότια πλευρά των Χ8, Χ9, Χ10 να παρουσιάζει ολική σιγμοειδή στρέβλωση στο σωζόμενο μήκος της των 12,20μ. (εικ. 70γ) iii Kατακόρυφη μετατόπιση δομικών στοιχείων Α. Κτίριο 5 (χώροι Χ8-Χ9 και Χ10) Μετά την απομάκρυνση των στρωμάτων καταστροφής από τους τρεις χώρους του Κτιρίου 5 έγινε δυνατή η παρατήρηση επιπλέον παραμορφώσεων, που ανιχνεύθηκαν τόσο στους τρεις παράλληλους τοίχους διεύθυνσης Β-Ν, που διαχωρίζουν αντίστοιχα τους τρεις χώρους, όσο και στα χωμάτινα δάπεδα του Χ8 και του Χ9. Ειδικότερα, ο κάθετος τοίχος μεταξύ των χώρων Χ9 και Χ10 φαίνεται να έχει μετατοπιστεί κατακόρυφα. Μολονότι ο τοίχος αυτός δεν ανασκάφηκε έως τη βάση του, εντούτοις το βόρειο άκρο του δείχνει να έχει ταπεινωθεί αισθητά σε σχέση με το νότιο τμήμα του, το οποίο φαίνεται να έχει ανυψωθεί. Το τμήμα του τοίχου ανάμεσα στα δύο μετατοπισμένα μέρη του βρίσκεται υπό κλίση, όπως και στην περίπτωση του μετατοπισμένου τοίχου του χώρου Χ4 του Κτιρίου 6. Δυστυχώς στην περίπτωση του τοίχου των Χ9-Χ10 του Κτιρίου 5 δεν έγιναν αναλυτικές μετρήσεις στο μετατοπισμένο τμήμα του, οπότε δεν μπορεί να δοθεί τιμή μετατόπισης. Αμυδρή κατακόρυφη ίσως μετατόπιση υπάρχει και στο βόρειο άκρο του κάθετου τοίχου μεταξύ των χώρων Χ8 και Χ9 (εικ. 69ε) ή και στο βόρειο άκρο του εξωτερικού τοίχου του Χ8 (εικ. 69στ ). Η υπόθεση της παρουσίας μίας σεισμικής διάρρηξης, η οποία διατρέχει με διεύθυνση Α-Δ το βόρειο τμήμα των τριών χώρων του Κτιρίου 5 (εικ. 70γ) προκαλώντας κατακόρυφη μετατόπιση στους τοίχους διεύθυνσης Β-Ν θα πρέπει να θεωρηθεί πολύ πιθανή. Ενισχύεται και από το γεγονός, ότι φαίνεται επιπλέον να διέρρηξε τα χωμάτινα δάπεδα των χώρων Χ8 και Χ9, καθώς αυτά

94 93 παρουσίασαν διαφορετικές στάθμες εμφάνισης βόρεια και νότια. Για παράδειγμα στον Χ8 το δάπεδο εντοπίστηκε υψηλότερα νότια στα +18,20μ. και χαμηλότερα βόρεια στα +17,95μ. (εικ. 70α) έχοντας δηλαδή διαφορά στάθμης κατά 0,25μ. Στη δυτική πλευρά του Χ9 η διαφορά αυτή είναι 0,22μ. Το δάπεδο εντοπίστηκε στα +18,02μ. νοτιοδυτικά και χαμηλότερα βορειοδυτικά στα +17,80μ. Η υπόλοιπη επιφάνεια του δαπέδου στο συγκεκριμένο χώρο παρουσίαζε κλιμακώσεις, ειδικότερα στη νοτιοανατολική γωνία. Το δάπεδο εντοπίστηκε στα +18,17μ. και παρουσίαζε βαθμίδωση σε μικρή απόσταση προς βορειοδυτικά εντοπιζόμενο στα +17,95μ. (εικ. 70β). Ανάλογες διαφορές στάθμης παρατηρήθηκαν στα χωμάτινα δάπεδα των χώρων Χ2 και Χ4 του Κτιρίου 6, όπου έχει εκτιμηθεί και εκεί η παρουσία σεισμικής διάρρηξης ίδιας διεύθυνσης Α-Δ. α β γ Εικόνα 70: Κτίριο 5. α) και β) Πιθανά ίχνη της διάρρηξης στα δάπεδα των Χ8 και Χ9 (ερυθρή διαγράμμιση), η επιφάνεια των οποίων εντοπίστηκε σε υψηλότερες στάθμες νότια και χαμηλότερες βόρεια, όπως υποδεικνύει η γαλάζια καμπύλωση. γ) Η πιθανή θέση της διάρρηξης αποδίδεται με ερυθρή διαγράμμιση και η συνολική σιγμοειδής στρέβλωση στη νότια πλευρά των τριών χώρων με λευκή στικτή γραμμή. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ)

95 94 Β. Κτίριο 4 (χώροι Χ1-Χ2) Στο ίδιο οικοδομικό συγκρότημα αναγνωρίστηκε στην ενότητα του Κτιρίου 4 μία ακόμα διάρρηξη διεύθυνσης Α-Δ, που προκάλεσε κατακόρυφη μετατόπιση στη βορειοανατολική γωνία του χώρου Χ2 κατά 0,33μ. (εικ. 71β, γ, δ). Το βόρειο άκρο του ανατολικού τοίχου Τχ.5 του Χ2 αποκαλύφθηκε σε στάθμη +21,50μ. Το ανατολικό άκρο του βόρειου τοίχου Τχ.7, με τον οποίο ο Τχ.2 θα συνδεόταν υπό κανονικές συνθήκες σχηματίζοντας ορθή γωνία, βρέθηκε χαμηλότερα σε στάθμη +21,17μ. Επιπλέον, μεταξύ των δύο άκρων υπήρχε οριζόντια απόσταση ~0,20μ. και στην περίπτωση που δεν έχουν διαβρωθεί ή καταστραφεί τα άκρα των δύο τοίχων, θα μπορούσε να προσμετρηθεί και οριζόντια ολίσθηση. Σε στενή ζώνη νότια του Τχ.7 υπήρχε στείρο χώμα έως ορισμένο βάθος, ενώ αμέσως νοτιότερα διασωζόταν η αρχαία επίχωση του χώρου (εικ.71β). Περαιτέρω ενδείξεις για τη διάρρηξη αυτή δυτικότερα χάθηκαν, καθώς το συγκεκριμένο τμήμα του Τχ.5 Χ2 Χ1 Τχ.6 α Τχ.7 Χ2 β Τχ.7 Τχ.6 Τχ.5 Χ2 Τχ.7 γ δ Εικόνα 71: Κτίριο 4. Κατακόρυφη μετατόπιση γωνίας τοίχων στο χώρο Χ2, λόγω διάρρηξης διεύθυνσης Α-Δ που ενδεχομένως επεκτεινόταν και στον Χ1 (η θέση της εικάζεται στο σημείο με την κόκκινη διαγράμμιση). (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) οικισμού καταστράφηκε εξολοκλήρου σε μεταγενέστερη εποχή μετά την εγκατάλειψή του (βλ. κεφ. 8.1). Η διάρρηξη ωστόσο φαίνεται πως επεκτεινόταν και ανατολικότερα κατά μήκος της βόρειας

96 95 πλευράς του χώρου Χ1, επειδή σε στενή ζώνη νότια του τοίχου Τχ.6, που αντιστοιχεί στη βόρεια πλευρά του χώρου, υπήρχε επίσης στείρα επίχωση (εικ. 71α). Αμέσως νοτιότερα διασωζόταν δάπεδο (με ίχνη κονιάματος) και αρχαίο στρώμα, όπως στην περίπτωση του Τχ.7. Το στείρο υλικό εκτιμάται, ότι πλήρωσε το κενό που δημιουργήθηκε στο έδαφος από τη διάρρηξη. Επίσης ο Τχ.6 βρέθηκε κομμένος εγκάρσια και τα δύο τεμάχη του είχαν μετατοπιστεί σιγμοειδώς. Στην περιοχή αυτή ευρύτερα αφενός τα αρχαία κατάλοιπα δεν σώζονταν σε καλή κατάσταση (χαμηλό ύψος τοίχων και αποσπασματική διατήρηση), αφετέρου οι επιχώσεις ήταν χαλικώδεις, και έτσι δεν θα μπορούσε να διατηρηθεί ίχνος διάρρηξης. Συνεπώς λαμβάνεται υπόψιν μόνο η τιμή της κατακόρυφης μετατόπισης. Στο Χ1 βαθύτερα αποκαλύφθηκε στρώμα καταστροφής παλαιότερης φάσης (εικ. 71δ) Αξιολόγηση καταστροφικού γεγονότος Τα χαρακτηριστικά του καταστροφικού γεγονότος του Οικοδομικού Συγκροτήματος των Κτ.4-Κτ.5 σύμφωνα με όσα αναπτύχθηκαν στις ενότητες i, ii και iii μπορούν να αποδοθούν σε επιπτώσεις σεισμού, καθώς πληρούνται αρκετά και σημαντικά κριτήρια. Τα στοιχεία που μπορούν να αποδοθούν σε σεισμικό γεγονός συνοψίζονται ως εξής: Α. Κτίριο 5, χώροι Χ8-Χ9 1. Κατάρρευση στέγης. 2. Κατάρρευση τοίχου διεύθυνσης Α-Δ προς βορρά. Η κατάρρευση του τοίχου προηγήθηκε της κατάρρευσης της στέγης. 3. Ενταφιασμός αντικειμένων κάτω από τα ερείπια. 4. Αλλοιώσεις σε τοίχους (σιγμοειδής στρέβλωση σε τοίχους διεύθυνσης Α-Δ) 5. Πιθανή παρουσία σεισμικής διάρρηξης διεύθυνσης Α-Δ, που επέφερε κατακόρυφη μετατόπιση επιμέρους στοιχείων του κτιρίου (κατακόρυφη μετατόπιση τοίχου/-ων διεύθυνσης Β-Ν και δαπέδων). 6. Οριστική εγκατάλειψη χώρων με το περιεχόμενό τους άθικτο. Β. Κτίριο 4, χώροι Χ1-Χ2 Παρουσία σεισμικής διάρρηξης διεύθυνσης Α-Δ, η οποία επέφερε κατακόρυφη μετατόπιση γωνίας τοίχων Χρονολόγηση του καταστροφικού γεγονότος βάσει νομισματικών ευρημάτων και στρωματογραφικών δεδομένων Η μελέτη των ευρημάτων του οικοδομικού συγκροτήματος βρίσκεται σε εξέλιξη. Σύμφωνα με τα πρώτα χρονολογημένα νομίσματα, καθώς και συνδυασμό στρωματογραφικών δεδομένων,

97 96 μπορεί να εξαχθεί συμπέρασμα ως προς τη χρονολόγηση της καταστροφής των χώρων Χ8 και Χ9 του Κτιρίου 5, όπως και στην περίπτωση του Κτιρίου 6. Όσον αφορά τη μελέτη του Χ10 δεδομένου ότι δεν έχει προχωρήσει, δεν γίνονται παρατηρήσεις. Η χρονολόγηση της κατακόρυφης μετατόπισης στο Κτίριο 4 προκύπτει από συγκριτικά δεδομένα. Α. Κτίριο 5, Χ8-Χ9 Στην επιφάνεια χρήσης του Χ8 βρέθηκε και ταυτίστηκε νόμισμα Κορίνθου με Πήγασο στον εμπροσθότυπο και τρίαινα στον οπισθότυπο που χρονολογείται στον 4 ο αι. π.χ. (αδημοσίευτο, αρχείο ΣΤ ΕΠΚΑ). Από τα νομίσματα που βρέθηκαν μέσα στο στρώμα καταστροφής του Χ9 έχουν ταυτιστεί: α) Χάλκινο Σικυώνος με περιστέρι με ανοιχτά φτερά στον εμπροσθότυπο και το μονόγραμμα Σ στον οπισθότυπο, που χρονολογείται στο β μισό- τέλη του 4 ου αι. π.χ. (αδημοσίευτο, αρχείο ΣΤ ΕΠΚΑ). β) Χάλκινο νόμισμα Κλείτωρος με κεφαλή Ηλίου κατ ενώπιον στον εμπροσθότυπο και το μονόγραμμα ΚΗ ενωμένα στον οπισθότυπο. Χρονολογείται στο τέλος του 4 ου αι. π.χ. - περ. δεκαετία 270/δεκαετία 260 π.χ. (αδημοσίευτο, αρχείο ΣΤ ΕΠΚΑ). Από την χρονολόγηση των πρώτων νομισμάτων προκύπτει χρήση του Χ8 περί τα τέλη του 4 ου αι. π.χ. και στον Χ9 στο δεύτερο τέταρτο του 3 ου αι. π.χ. το λιγότερο, καθώς θα πρέπει να ληφθεί υπ όψιν και η πιθανή μακρά χρήση των νομισμάτων. Η συγκριτική μελέτη των ανασκαφικών και στρωματογραφικών δεδομένων οδηγεί σε περαιτέρω εκτιμήσεις σχετικά με τη χρονολόγηση της χρήσης και καταστροφής των χώρων. Οι χώροι Χ8 και Χ9 βρίσκονταν σε παράλληλη χρήση με τον κύριο δρόμο του οικισμού, όπως αναπτύχθηκε παραπάνω. Επίσης, ο ανατολικός τοίχος του Χ8 και ο ανατολικός τοίχος του Χ9 που είναι κοινός με τον Χ8 είναι κατασκευαστικά σύγχρονοι, καθώς έχουν πανομοιότυπη τοιχοδομία. Η χρήση των δύο χώρων για τους λόγους αυτούς είναι σύγχρονη και πρέπει να αναχθεί στην ίδια εποχή, τουλάχιστον στο δεύτερο τέταρτο του 3 ου αι. π.χ. σύμφωνα με το υστερότερο νόμισμα του Χ9. Δεδομένης όμως της παράλληλης χρήσης των χώρων με τον κύριο δρόμο του οικισμού η καταστροφή τους πρέπει να τοποθετηθεί αργότερα, στα μέσα περίπου του 3 ου αι. π.χ. ή και στο τρίτο τέταρτο του 3 ου αι. π.χ., για τους ίδιους λόγους που αναπτύχθηκαν στο κεφ σχετικά με το Κτίριο 6. Εφόσον δηλαδή τα Κτίρια 2, 6 και 5 χρησιμοποιούν ταυτόχρονα το δρόμο, έχουν σύγχρονη λειτουργία μαζί του, άρα και μεταξύ τους, και συνεπώς η χρονολόγηση της καταστροφής τους είναι κοινή. Η χρονολόγηση της καταστροφής του Κτιρίου 2 στα μέσα ή και αργότερα στο τρίτο τέταρτο του 3 ου αι. π.χ. είναι ενδεικτική και για τα υπόλοιπα. Β. Κτίριο 4, Χ1-Χ2 Η μελέτη των νομισμάτων και της κεραμικής δεν έχει ολοκληρωθεί στην περιοχή. Ωστόσο δύο νομίσματα προσδίδουν ένα ενδεικτικό χρονολογικό πλαίσιο. Επί του δαπέδου του Χ1 βρέθηκε

98 97 χάλκινο νόμισμα Αθήνας. Στον εμπροσθότυπο απεικονίζεται κεφαλή Αθηνάς με κορινθιακό κράνος. Στον οπισθότυπο διπλό σώμα γλαύκας, αριστερά επί του πεδίου επάνω κλαδί ελιάς και κάτω από αυτό κύκλος, κάτω κάλαθος(;). Χρονολογείται περίπου στο ος αι. π.χ. Στον Χ2 νόμισμα Κορίνθου βρέθηκε κατά την αποκάλυψη της νότιας παρειάς του Τχ.7. Στον εμπροσθότυπο απεικονίζεται Πήγασος. Στον οπισθότυπο τρίαινα προς τα κάτω, δεξιά επί του πεδίου το γράμμα Ν μέσα σε κύκλο και αριστερά Νίκη (;). Το νόμισμα χρονολογείται περίπου στο π.Χ. (Κόλια & Αλεξοπούλου, 2011). Η χρονολόγηση των νομισμάτων αυτών δίδει ένα ευρύ χρονολογικό όριο δύο αιώνων. Επιπλέον, οι ανασκαφικές ενδείξεις δείχνουν ότι η περιοχή αυτή είχε μάλλον εγκαταλειφθεί στην ύστερη φάση του οικισμού περιπλέκοντας την εικόνα. Ωστόσο η κατακόρυφη μετατόπιση στη γωνία του Χ1 θεωρείται συγκρίσιμη με την κατακόρυφη μετατόπιση του ανατολικού τοίχου του Χ4 του Κτιρίου 6, καθώς απέδωσε την ίδια ακριβώς τιμή 0,33μ. Συνεπώς μπορεί να θεωρηθεί σύγχρονή της. Έτσι, ακόμα και αν οι χώροι του Κτιρίου 4 δεν κατοικούνταν κατά την τελευταία περίοδο του οικισμού δεν αναιρείται η επίπτωση στο κτίριο μιας μεταγενέστερης σεισμικής διάρρηξης στα μέσα του 3 ου αι. π.χ. ή και αργότερα ως αποτέλεσμα του καταστροφικού γεγονότος που επηρέασε την ίδια εποχή άλλα κτίρια του οικισμού, τα οποία ήταν σε χρήση.

99 Καταστροφές στο Οικοδομικό Συγκρότημα του Κτιρίου 3 (κεντρικό και δυτικό τμήμα). Χώροι Χ11-Χ12-Χ13-Χ Γενική περιγραφή των υπό έρευνα χώρων του συγκροτήματος Η ανασκαφική έρευνα στη θέση Γιαννιά σε κάποια σημεία του αρχαίου οικισμού διεξήχθη σε πρώτη φάση με ερευνητικές τομές. Κατά αυτόν τον τρόπο ξεκίνησε η αποκάλυψη ενός επιπλέον τμήματος του Οικοδομικού Συγκροτήματος του Κτιρίου 3, φέρνοντας στο φως τους χώρους Χ11, Χ12, Χ13, Χ14 (εικ. 72), τη στιγμή που είχαν ήδη ερευνηθεί δωμάτια της ύστερης φάσης του. ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΟ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ ΚΤΙΡΙΟΥ 3 ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΟ Χ11 ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ ΚΤΙΡΙΟ 3 Χ14 Χ14 Χ11 Χ12 ΚΤΙΡΙΟ 2 2 Χ13 Χ13 Χ12 ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΟ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ ΚΤ.4-Κτ.5 ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΟ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ Κτ.4-Κτ. 5 Χ9 ΚΤΙΡΙΟ ΚΤΙΡΙΟ 6 6 Εικόνα 72: Το οικοδομικό συγκρότημα του Κτιρίου 3 (το ολικό ερευνηθέν τμήμα του αποδίδεται με λευκές αγκύλες) και το σύμπλεγμα των χώρων Χ11, Χ12, Χ13, Χ14. Η έκταση που καταλάμβανε το στρώμα καταστροφής αποδίδεται με κίτρινη σκίαση. Με λευκή διαγράμμιση αποδίδεται η πορεία του κύριου δρόμου του οικισμού κατά τον 3 ο αι. π.χ. και με λεπτότερη διαγράμμιση η πορεία της δευτερεύουσας οδού (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) Αρχικά, όταν διανοίχθηκαν τομές στο ανατολικό τμήμα του κύριου δρόμου του οικισμού, βορειότερα του Κτιρίου 2, διαπιστώθηκε η παρουσία παλαιότερων υποκείμενων τοίχων (εικ. 73β, γ). Η έρευνα προχώρησε με τη σταδιακή απομάκρυνση του μεγαλύτερου μέρους του οδοστρώματος και την αποκάλυψη των παλαιότερων αυτών οικοδομικών λειψάνων. Έπειτα έγινε αντιληπτό, ότι οι αποκαλυπτόμενοι τοίχοι ανήκαν στο Οικοδομικό Συγκρότημα του Κτιρίου 3, το οποίο επεκτεινόταν κάτω από τον κύριο δρόμο του οικισμού. Τελικώς αποκαλύφθηκε μία μάλλον αυτόνομη ενότητα του

100 99 οικοδομικού συγκροτήματος, αποτελούμενη από τέσσερα δωμάτια, τους χώρους Χ11, Χ12, Χ13, Χ14, που ανήκουν σε πρώιμη φάση του. Βρέθηκαν όμως και άλλοι τοίχοι που ορίζουν χώρους του συγκροτήματος, οι οποίοι επεκτείνονται προς ανατολάς αλλά και προς νότο φθάνοντας μέχρι και κάτω από το Κτίριο 2. Αυτοί εξετάζονται σε επόμενες ενότητες. Όσον αφορά το σύμπλεγμα των δωματίων Χ11-Χ12-Χ13-Χ14, αυτό καταλαμβάνει το κεντρικό και δυτικό τμήμα της συνολικής αποκαλυφθείσας έκτασης του συγκροτήματος (εικ. 72). Από τα δωμάτια αυτά, ο μεταγενέστερος κύριος δρόμος του οικισμού αποδείχτηκε, ότι είχε καταλάβει το νότιο τμήμα των νοτιότερων χώρων Χ11 και Χ12 (εικ. 72 και 73γ). Μάλιστα το κατώτερο και συμπαγέστερο από τα επάλληλα κατάστρωμα του δρόμου είχε επιστρωθεί απευθείας σε τμήμα του ισχυρού νότιου τοίχου, που είναι κοινός για τους χώρους Χ11-Χ12. Μετά την αφαίρεση του οδοστρώματος βρέθηκε παχύ, ενιαίο στρώμα λεπτόκοκκου ανοιχτού ωχροκάστανου χώματος με χάλικες μικρού μεγέθους, κεραμική και λίγα θραύσματα κεραμίδων στέγης, που πληρούσε το εσωτερικό και των τεσσάρων χώρων. Αν και η ανασκαφή του στρώματος αυτού έγινε τμηματικά, διαπιστώθηκε, ότι αυτό είχε σφραγίσει κυριολεκτικά τα δωμάτια φθάνοντας έως το ανώτερο τμήμα των περιμετρικών τοίχων του συμπλέγματος, ακολουθώντας τις υψομετρικές τους διαφορές (εικ. 73α και 73δ). Έτσι, το πάχος του στρώματος ήταν μεγαλύτερο νότια, όπου έφθανε τα ~1,20μ. και μειωνόταν προς βορρά, όπου έφθανε τα ~0,60μ. με αποτέλεσμα η επιφάνεια του ωχροκάστανου επιχώματος να βρίσκεται υπό κλίση προς βορρά. Επίσης, είναι πιθανό ακόμα, πάνω από τον Χ13 να διερχόταν η μεταγενέστερη δευτερεύουσα οδός του οικισμού, που αποτελεί μία διακλάδωση στα βορειοανατολικά του κεντρικού κύριου δρόμου (εικ. 72, 73δ, 73ε και 30), οδηγώντας ίσως, όπως έχει παρατηρηθεί, στο βορειοανατολικό τμήμα του συγκροτήματος, το οποίο ανήκει στη νεώτερη φάση του (βλ. καταστροφές χώρων Χ5-Χ8). Αν και το οδόστρωμα της δευτερεύουσας οδού (πάχους έως 0,10μ. από συνδετικό υπόλευκο κονίαμα με χάλικες) διασωζόταν έως τα νοητά δυτικά όρια του Χ13, η παραπάνω υπόθεση είναι πιθανή, καθώς στο όμορο δωμάτιο Χ12, πάνω από το δυτικό τοίχο, που είναι κοινός και για το Χ13, βρέθηκαν συμπαγή υπολείμματα κατασκευαστικού υλικού δρόμου (εικ. 73δ, ε). Τα συμπαγή αυτά υπολείμματα επεκτείνονταν και στην επιφάνεια της ωχροκάστανης επίχωσης. Επίσης θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η πιθανή καταστροφή που μπορεί να προκάλεσε στη δευτερεύουσα οδό και στο βορειοδυτικό τμήμα του Χ13 η κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής. Μετά την απομάκρυνση του ωχροκάστανου στρώματος στο εσωτερικό των τεσσάρων χώρων αποκαλύφθηκε εκτεταμένο στρώμα καταστροφής, τα χαρακτηριστικά του οποίου αναλύονται στην επόμενη ενότητα. Στην πορεία της έρευνας τομές που διανοίχτηκαν στα δάπεδα των δωματίων αποκάλυψαν τα οικοδομικά κατάλοιπα και της πρωιμότερης φάσης του συγκροτήματος.

101 100 ΚΤΙΡΙΟ 2 ΚΥΡΙΟΣ ΔΡΟΜΟΣ ΚΥΡΙΟΣ ΔΡΟΜΟΣ ΤΟΥ ΟΙΚΙΣΜΟΥ α β β ΣΤΡΩΜΑ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ ΣΕ ΒΑΘΟΣ 1,20μ. ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΟ ΔΡΟΜΟ γ Χ11 Χ11 Χ12 Χ13 Χ14 δ Χ5 ε ΔΕΥΤΕΡΕΥΟΥΣΑ ΟΔΟΣ Εικόνα 73: Οικοδ. Συγκρ. Κτ.3, Χ11-Χ12-Χ13-Χ14 α) Αποκάλυψη του στρώματος καταστροφής κάτω από ωχροκάστανη επίχωση, βαθύτερα του κύριου δρόμου του οικισμού. Το στρώμα καταστροφής συνεχίζεται κάτω από το δρόμο. Διακρίνεται ο υπερκείμενος όλων των στρωμάτων σκούρος καστανός εδαφικός ορίζοντας (λήψη από ανατολικά). β) Ο κύριος δρόμος του οικισμού με ερευνητικές τομές που αποκαλύπτουν παλαιότερα οικοδομικά κατάλοιπα. Βορείως του δρόμου έχει αφαιρεθεί η ωχροκάστανη επίχωση και διαφαίνεται βαθύτερα στρώμα καταστροφής. γ) Αποκάλυψη του νότιου και του ανατολικού τοίχου του Χ11, ενώ αφαιρείται ο υπερκείμενος δρόμος. δ) Η δευτερεύουσα οδός του οικισμού, που οδηγούσε προς τα ΒΑ, και κατάλοιπα υλικού δρόμου (στην κίτρινη έλλειψη) πάνω στην ωχροκάστανη επίχωση, που πληρούσε τους Χ11-Χ12-Χ13-Χ14). Ανατολικότερα η ωχροκάστανη επίχωση έχει αφαιρεθεί και διακρίνεται το στρώμα καταστροφής. ε) Λεπτομέρεια της εικ. δ από δυτικά. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ)

102 101 Εν κατακλείδι κατά την τελευταία φάση κατοίκησης του οικισμού, όταν ο κύριος δρόμος του οικισμού ήταν σε χρήση, οι χώροι Χ11-Χ12-Χ13-Χ14 του Οικοδομικού Συγκροτήματος του Κτιρίου 3 δεν ήταν ορατοί, καθώς βρίσκονταν σε κατάχωση και πάνω από αυτούς είχε διαμορφωθεί το μεταγενέστερο οδικό δίκτυο του οικισμού. Ταυτόχρονα, φαίνεται πως είχε διαμορφωθεί και υπαίθρια κεκλιμένη προς βορρά επιφάνεια χρήσης (ωχροκάστανη επίχωση), που ενδεχομένως να διευκόλυνε και τη μετάβαση από τον υψηλότερα ευρισκόμενο κύριο δρόμο του οικισμού προς τη χαμηλότερη και κατηφορική δευτερεύουσα οδό βορείως του. Σημειώνεται τέλος, ότι υπεράνω όλων υπήρχε ο σκούρος καστανός εδαφικός ορίζοντας (εικ. 73α) Περιγραφή και ανάλυση των καταστροφών i Στρώμα καταστροφής Και στα τέσσερα δωμάτια αποκαλύφθηκε στρώμα καταστροφής με θραυσμένες κεραμίδες στέγης ή και δομικό υλικό από τους τοίχους στους νότιους χώρους (εικ. 74), που ήταν σφραγισμένο και αδιατάρακτο κάτω από τη μεγάλου πάχους ωχροκάστανη επίχωση, όπως ήδη προαναφέρθηκε. Αναλυτικότερα, στους Χ11, Χ12 (εικ. 74β) η κορυφή του στρώματος καταστροφής εμφανίστηκε σε βάθος 1,20μ. κάτω από τον κύριο δρόμο του οικισμού (εικ. 73α, β). Στους δύο χώρους, καθώς και στον Χ13 βρέθηκαν θραύσματα κεραμίδων στέγης που εδράζονταν στην επιφάνεια των δαπέδων τους σε αραιή ή πιο πυκνή κατά τόπους διάταξη. Το στρώμα των κεραμίδων επικάλυπτε τις εισόδους επικοινωνίας μεταξύ των τριών χώρων, καθώς και τμήματα των εσωτερικών τοίχων τους που διέθεταν λιθόκτιστη βάση. Σε τμήμα της ανατολικής πλευρά του Χ13 δεν εντοπίστηκαν κεραμίδες, ενώ φαίνεται πως δεν υπήρχε διαχωριστικός τοίχος με τον Χ14. Ειδικότερα, στο χαμηλότερο μέρος του στρώματος καταστροφής των Χ11 και Χ12, πάνω στο στρώμα των κεραμίδων που εντοπίστηκε κυρίως επί των δαπέδων, αποκαλύφθηκε ένα πρώτο στρώμα πεσμένων λίθων που καταλάμβανε το νότιο τμήμα των χώρων (εικ. 75α, β). Στο ίδιο νότιο τμήμα υπεράνω των λίθων βρέθηκε επίχωση από μαλακό ωχροκάστανο λεπτόκοκκο χώμα (χωρίς μεγάλη ποσότητα κεραμικής) που έφθανε σε πάχος κατά τόπους τα 0,50μ. (εικ. 75γ, δ). Επί του χώματος βρέθηκε ανώτερο στρώμα πεσμένων λίθων, μεταξύ των οποίων κυριαρχούσαν ογκώδεις λίθοι που κατέπεσαν κυρίως από το δυτικό ήμισυ του νότιου τοίχου. Οι πεσμένοι λίθοι σχημάτιζαν και πάλι ένα οριοθετημένο στρώμα στο νότιο τμήμα των χώρων (εικ. 74β). Ενδιαμέσως παρατηρήθηκαν κάποια επιπλέον θραύσματα κεραμίδων και τμήματα πίθων. Στην ανατολική πλευρά του Χ11 βρέθηκαν επίσης λιγοστοί πεσμένοι λίθοι από τον ανατολικό τοίχο. Τα παραπάνω υποδεικνύουν όσον αφορά τον Χ11 και τον Χ12, ότι σε πρώτη φάση κατέπεσε το μεγαλύτερο τμήμα της στέγης, γεγονός που συνοδεύτηκε από την ταυτόχρονη κατάρρευση μέρους του νότιου τοίχου. Στη συνέχεια επικαλύφθηκαν από παχύ στρώμα ανοιχτόχρωμου χώματος

103 102 Χ14 Χ13 Χ11 Χ12 α ΚΥΡΙΟΣ ΔΡΟΜΟΣ ΟΙΚΙΣΜΟΥ Χ14 Χ11 Χ13 Χ12 β Εικόνα 74: Οικοδ. Συγκρ. Κτ.3, Χ11-Χ12-Χ13-Χ14 α) Γενική άποψη του στρώματος καταστροφής από νοτιοδυτικά. β) Γενική άποψη του στρώματος καταστροφής στους Χ11-Χ12 από δυτικά. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) και τέλος κατέρρευσε ένα ακόμα τμήμα των τοίχων και ίσως υπόλειμμα της στέγης. Οι δύο φάσεις κατάρρευσης του νότιου τοίχου δεν φαίνεται να απέχουν χρονικά, όπως αποδεικνύεται παρακάτω από τη χρονολόγηση του στρώματος καταστροφής. Η παρουσία του χώματος ανάμεσα στο στρώμα των λίθων ενδέχεται να οφείλεται στη διάλυση δομικών στοιχείων του χώρου αποτελούμενων από πλίνθους, αν και το μεγάλο πάχος του χωμάτινου στρώματος επιδέχεται περαιτέρω ερμηνείας. Για παράδειγμα σε σχέση με το ποια θα μπορούσαν να είναι τα δομικά αυτά στοιχεία (πλίνθινη ανωδομή εσωτερικών τοίχων ή άλλες κατασκευές), αν το στρώμα καταστροφής δημιουργήθηκε την ίδια ακριβώς στιγμή ή σε διαδοχικά στάδια, όπως δείχνει η ανάλυση της στρωματογραφίας. Τα ανωτέρω δεν αναιρούν όμως το γεγονός ότι πρόκειται για μία βίαιη καταστροφή, που τα διαφορετικά της στάδια, εάν υφίστανται, συνέβησαν στο ίδιο χρονικό διάστημα. Ένας ισχυρός σεισμός για παράδειγμα ακολουθούμενος από έντονη μετασεισμική δραστηριότητα θα μπορούσε να επιφέρει τα

104 103 Χ13 Χ12 Χ11 Χ12 α β Χ12 Χ11 Χ12 Χ14 γ δ Εικόνα 75: α) Το κατώτερο τμήμα του στρώματος καταστροφής στον Χ11. β) Το κατώτερο τμήμα του στρώματος καταστροφής στον Χ12. γ) Ωχροκάστανη επίχωση στον Χ11 μετά την απομάκρυνση του ανώτερου τμήματος του στρώματος καταστροφής και πριν αποκαλυφθεί το κατώτερο μέρος του στρώματος καταστροφής (πρβλ. εικ.α) δ) Εύσκαμπτη ωχροκάστανη επίχωση στον Χ12 μετά την απομάκρυνση του ανώτερου τμήματος του στρώματος καταστροφής, ενώ παραμένουν πεσμένοι ογκόλιθοι, και πριν αποκαλυφθεί το κατώτερο μέρος του στρώματος καταστροφής. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) παραπάνω αποτελέσματα, προκαλώντας κατάρρευση των ογκόλιθων του νότιου τοίχου. Μετά την απομάκρυνση του στρώματος καταστροφής στον Χ11, Χ12 και Χ13 σε άμεση επαφή με τις κεραμίδες οροφής αποκαλύφθηκαν θραυσμένα αγγεία κατά χώραν, όπως αποθηκευτικά αγγεία μέσα σε λιθόκτιστες κατασκευές (εικ. 76α), που εντοπίζονταν στις γωνίες των τριών δωματίων. Στο δάπεδο (από πατημένο χώμα ) του Χ11 και του Χ12 αποκαλύφθηκαν ίχνη καύσης και στάχτης (εικ. 76α, β), τα οποία υποδηλώνουν μικρές εστίες φωτιάς που θα έλαβε χώρα κατά πάσα πιθανότητα με την καταστροφή. Επί των δαπέδων βρέθηκαν ακόμα, όπως και μέσα στο στρώμα καταστροφής, μετάλλινα εργαλεία (εικ. 76γ), νομίσματα -ακόμα και σε τομή δαπέδου (εικ. 76δ)- και άλλα αντικείμενα καθημερινής χρήσης. Τέλος, στη βόρεια πλευρά του Χ13 βρέθηκε κατεστραμμένος πήλινος αγωγός (εικ. 76ε).

105 104 Χ11 ίχνη στάχτης α Χ12 λιθόκτιστη κατασκευή β γ δ Εικόνα 76: α) Ίχνη στάχτης στο δάπεδο του Χ11. Στο νότιο άκρο του ανατολικού τοίχου (τμήμα στη λευκή έλλειψη) η τοιχοδομή έχει παραμορφωθεί (βλ. κεφ ii). Κάτω δεξιά λιθόκτιστη κατασκευή με θραύσματα πίθου στο εσωτερικό της. β) Ίχνη στάχτης και καύσης στο δάπεδο του Χ12. γ) Μετάλλινα εργαλεία στο δάπεδο του Χ12. δ) Θησαυρός χάλκινων νομισμάτων σε τομή στο δάπεδο του Χ13 (βόρεια του πήλινου αγωγού). ε) Κατεστραμμένος πήλινος αγωγός στη βόρεια πλευρά του Χ13. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) ε Στον Χ14 αποκαλύφθηκε ένα ιδιαίτερα εντυπωσιακό και πυκνό στρώμα καταστροφής με πεσμένες κεραμίδες στέγης, οι οποίες είχαν κατακερματιστεί ή και συνθλιβεί σε θραύσματα μικρού έως πολύ μικρού μεγέθους (εικ. 74α). Η πεσμένη στέγη επικάλυπτε ολόκληρο το δωμάτιο και κανένα σημείο από το εσωτερικό του δεν ήταν ορατό (εικ. 77α). Σε σημεία του στρώματος θραύσματα των κεραμίδων ήταν καμένα. Επίσης βρέθηκαν αναρίθμητοι ήλοι από την ξυλοδεσιά της στέγης. Όταν επιχειρήθηκε η απομάκρυνση των κεραμίδων διαπιστώθηκε, ότι δεκάδες αμφορείς είχαν συνθλιβεί κάτω από τη στέγη (εικ. 77β). Η ολοκληρωτική και μάλλον βίαιη κατάρρευση της στέγης ουσιαστικά είχε μετατρέψει το περιεχόμενο του δωματίου σε ένα συνονθύλευμα κατακερματισμένων αγγείων σε τέτοιο βαθμό, ώστε ήταν αδύνατον να διαχωριστούν τα τμήματα του κάθε αγγείου πλην ελαχίστων εξαιρέσεων (εικ. 78γ) και επιπλέον στα θραύσματα των αγγείων αναμειγνύονταν και οι συνθλιμμένες κεραμίδες. Εκτός από τους αμφορείς κάτω από τις κεραμίδες βρέθηκαν κατά χώραν και άλλα αποθηκευτικά αγγεία, πολλά μικρού μεγέθους μελαμβαφή αγγεία

106 105 α Εικόνα 77: Οικοδ. συγκρ. Κτ.3, Χ14. α) Το στρώμα καταστροφής με πεσμένες κεραμίδες στέγης. β) Συνονθύλευμα κατακερματισμένων αγγείων αποκαλύπτεται κάτω από την πεσμένη στέγη. Δεκάδες αμφορείς που βρίσκονταν κατά χώραν στο δάπεδο του είχαν συνθλιβεί και μετατραπεί σε χιλιάδες όστρακα υπό τη βίαιη και ολοκληρωτική πτώση της στέγης. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) (εικ. 78β), αγκίστρια ψαρέματος, μετάλλινα εργαλεία (εικ. 78ε), μία λόγχη εξαιρετικής διατήρησης (εικ.78α), καθώς και απανθρακωμένοι καρποί (εικ. 78δ) και ελαιοπυρήνες. Μεγάλη πυρκαγιά συνόδευσε το καταστροφικό γεγονός και έντονα ίχνη καύσης βρέθηκαν στο δάπεδο (εικ. 78στ ). Επιπλέον πολλά από τα αγγεία ήταν καμένα, όπως και θραύσματα κεραμίδων, ενώ ο ξύλινος εσωτερικός σκελετός ενός πηλότοιχου στην νοτιοανατολική γωνία είχε απανθρακωθεί (εικ. 78α). Το στρώμα καταστροφής είχε συνολική έκταση ~90 τ.μ. (10μ. Χ 9μ.), όση και η έκταση των δωματίων συνολικά. Στο νότιο ήμισυ των Χ11 και Χ12 είχε πάχος ~1,30μ και λιγότερο στο βόρειο τμήμα τους έως ~0,25μ. (βορειοδυτικά του Χ11) και ~0,30μ. αντίστοιχα. Αναφέρονται ενδεικτικές στάθμες α) για τον Χ11: εμφάνιση στρώματος καταστροφής από +15,66μ. νότια, χαμηλότερα στα βόρεια-βορειοδυτικά από +14,52μ., όπου βρίσκονταν κεραμίδες στέγης, έως την επιφάνεια του δαπέδου στα +14,30μ. Στο νότιο ήμισυ μεσολάβησε το εύσκαμπτο ωχροκάστανο στρώμα χώματος από +15,25μ. έως +14,75μ. περίπου. β) Για τον Χ12: εμφάνιση στρώματος από +15,60μ. νότια, όπου το ανώτερο τμήμα με τους ογκόλιθους, από +14,52μ. βόρεια όπου κεραμίδες στέγης και μερικοί λίθοι, έως το επίπεδο του δαπέδου στα +14,35μ., +14,30μ. βόρεια. Το στρώμα ωχροκάστανου χώματος μεσολάβησε στο νότιο ήμισυ από +15,10μ. ΝΑ, +14,80μ ΝΔ έως +14,60μ. περίπου με πάχος από 0,50μ. έως 0,20μ.). γ) Το μέγιστο πάχος του στρώματος καταστροφής στον Χ13 ήταν ~0,30μ. με ενδεικτικές στάθμες από +14,56μ. έως +14,25μ. νότια, +14,20μ. βόρεια όπου βρίσκεται το επίπεδο του δαπέδου. δ) Στον Χ14 το στρώμα καταστροφής των κεραμίδων και των κατακερματισμένων αγγείων είχε συνολικό μέσο πάχος 0,25μ. με 0,35μ. Αναφέρονται ενδεικτικές β

107 106 στάθμες από +14,35μ. βορειοανατολικά, +14,25μ. νότια, δυτικά και κεντρικά έως ~+14μ., όπου βρίσκεται η επιφάνεια του δαπέδου του χώρου. Μέγιστο πάχος ~0,85μ. παρουσίασε το στρώμα καταστροφής στη νοτιοανατολική γωνία, όπου βρισκόταν διαχωριστικός(;) πηλότοιχος με ενδεικτικές στάθμες από +14,80μ.ΝΑ έως +13,96μ. Αναφέρονται τέλος ενδεικτικές στάθμες εμφάνισης των θραυσμένων αγγείων +14,30μ. ΝΑ, +14,23μ.κεντρικά και προς Α, +14,20μ. ΝΔ και Β, +14,09μ. Δ και ΒΔ. πηλότοιχος βάση οξυπύθμενου αμφορέα σκυφίδιο πινάκιο πυξίδα α β γ δ ε στ Εικόνα 78: Οικοδ. Συγκρ. Κτ.3, Χ14. Λεπτομέρειες από το στρώμα καταστροφής των θραυσμένων αγγείων. α) Σιδερένια λόγχη in situ στο δάπεδο. Πάνω αριστερά πηλότοιχος με απανθρακωμένο τον εσωτερικό ξύλινο σκελετό. β) Αγγεία κατά χώραν στο δάπεδο. γ) Ένας από τους ελάχιστους αμφορείς του στρώματος καταστροφής που διατηρούσε το σχήμα του. δ) Απανθρακωμένος καρπός που περισυλλέχθηκε στον χώρο ε) Θραυσμένες βάσεις οξυπύθμενων αμφορέων (λευκή έλλειψη) βυθισμένες στο δάπεδο του χώρου (βλ. και εικ. β, άνω τμήμα της). Κάτω δεξιά μετάλλινο εργαλείο (κόκκινη έλλειψη). στ ) Έντονα ίχνη καύσης στο δάπεδο. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ)

108 ii Αλλοιώσεις τοιχοδομών Η σημαντικότερη αλλοίωση παρατηρείται στον ανατολικό τοίχο του Χ14. Ο τοίχος είναι δομημένος κατά το ακανόνιστο σύστημα λιθοδομής σύμφωνα με το οποίο ακατέργαστοι λίθοι ή αδρά επεξεργασμένοι τοποθετούνται σε οριζόντιες στρώσεις (Μüller-Wiener, 1995). Εδώ απλή λάσπη χρησιμοποιήθηκε ως συνδετικό υλικό (κοινώς αργολιθοδομή). Oι στρώσεις των λίθων όμως, ενώ θα έπρεπε να βρίσκονται σε οριζόντια θέση όπως αναφέρθηκε, παρουσίαζαν καμπυλώσεις (εικ. 79α). Το φαινόμενο θα μπορούσε να υποδηλώνει παρουσία σεισμικής διάρρηξης, η οποία μπορεί να προκαλέσει τέτοιου είδους κατακόρυφες μετατοπίσεις (πρβλ. εικ. 59β και εικ. 60). Περαιτέρω όμως ενδείξεις σε άλλα δομικά στοιχεία του συμπλέγματος δεν υπήρξαν. Η επιφάνεια του χωμάτινου δαπέδου του Χ14 ήταν οριζόντια, πλην της νοτιοανατολικής γωνίας, νότια του πηλότοιχου, όπου εντοπίστηκε βαθύτερα κατά ~0,05μ. Το γεγονός όμως μάλλον συσχετίζεται με την αποθηκευτική λειτουργία του σημείου. Σημειώνεται ωστόσο, πως δεν αποκαλύφθηκε η όψη του ανατολικού τοίχου έως τη θεμελίωσή του, οπότε δεν μπορεί να εξαχθεί ασφαλές συμπέρασμα ως προς τα αίτια της παραμόρφωσης της λιθοδομής. Παρόμοιες μικροστρεβλώσεις των στρώσεων παρατηρούνται και στο νότιο άκρο του ανατολικού τοίχου του Χ11 (εικ. 76α). Κακή συνοχή παρουσιάζει το ανώτερο τμήμα της λιθοδομής στη βόρεια πλευρά του Χ14 (εικ. 79α). Επίσης, στο δυτικό σκέλος του βόρειου τοίχου του Χ12 λίθοι από την ανωδομή του έχουν μετατοπιστεί προς νότο (εικ. 79γ). Ενδείξεις ακόμα παλαιότερων καταστροφών εντοπίζονται στον Χ12 και στον Χ14. Στο δυτικό τοίχο του Χ12 (εικ. 79β) συμπληρώσεις και γεμίσματα αργολιθοδομής μεταξύ τετράπλευρων λαξευτών λίθων, υποδεικνύουν ότι ο αρχικός τοίχος θα πρέπει να ήταν χτισμένος εξολοκλήρου με λαξευτούς λίθους (πρβλ. συστήματα λιθοδομής από λαξευτούς λίθους σύμφωνα με τον Μüller- Wiener, 1995). Τετράπλευροι λαξευτοί λίθοι αποκαλύφθηκαν και στη βάση του τοίχου (διακρίνονται στην εικ. 79γ). Το μεικτό σύστημα δόμησης της παρούσας φάσης ανταποκρίνεται πιθανώς σε επιδιόρθωση του τοίχου μετά ενδεχομένως από μεγάλη καταστροφή. Επισκευασμένο είναι πιθανώς και το ανώτερο τμήμα του δυτικού τοίχου του Χ14, καθώς παρατηρείται διαφορά στο μέγεθος των λίθων της αργολιθοδομής (είναι κυρίως μικρότεροι) σε σχέση με το κατώτερο τμήμα του (εικ. 79α). Τέλος, σε ερευνητική τομή στο δάπεδο του Χ14 στη βορειοδυτική γωνία του χώρου, αποκαλύφθηκε το βόρειο σκέλος παλαιότερου τοίχου. Η καθολική κλίση που είχε ο τοίχος προς δυσμάς σχετίζεται ίσως με παλαιότερη καταστροφή (εικ. 79δ). Ένδειξη παλαιότερης καταστροφής υπάρχει σε έναν ακόμα τοίχο που αποκαλύφθηκε σε άλλη τομή στη νότια πλευρά του ίδιου χώρου (εικ. 79α).

109 108 α β γ δ Εικόνα 79: Τοιχοδομές Οικοδ. Συγκρ. Κτ.3 α) Παραμορφώσεις στον ανατολικό τοίχο του Χ14. Οι στρώσεις των λίθων στην τοιχοδομή, ενώ θα έπρεπε να είναι οριζόντιες παρουσιάζουν καμπυλώσεις (υποδηλώνονται με λευκές γραμμές). Τμήμα από την ανωδομή του τοίχου κατασκευασμένο από μικρότερους λίθους (τμήμα στη λευκή στικτή γραμμή) ίσως είναι αποτέλεσμα επιδιόρθωσης εξαιτίας παλαιότερης καταστροφής; Στο βόρειο τοίχο του χώρου παρατηρείται κακή διατήρηση στην ανωδομή του με χαλαρή συνοχή των λίθων. Νότια, ορατός σε τομή παλαιότερος τοίχος με κατεστραμμένο το κεντρικό τμήμα του. β) Μεικτό σύστημα δόμησης στο δυτικό τοίχο του Χ12 ως πιθανό αποτέλεσμα επιδιόρθωσης ύστερα από παλαιότερη καταστροφή; Κατά την αρχική του φάση ο τοίχος ίσως ήταν εξολοκλήρου κατασκευασμένος από λαξευτούς τετράπλευρους λίθους. γ) Μετατόπιση λίθων προς νότο από την ανωδομή του βόρειου τοίχου του Χ12. Τομή έχει διανοιχθεί στο δάπεδο του χώρου, στη βορειοδυτική γωνία, αποκαλύπτοντας παλαιότερο δάπεδο σε αντιστοιχία με τη βάση του δυτικού τοίχου. δ) Σε τομή στη βορειοδυτική γωνία του Χ14 αποκαλύφθηκε παλαιότερος τοίχος με καθολική κλίση προς ανατολάς, όπως υποδεικνύει το κόκκινο βέλος. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) Αξιολόγηση καταστροφικού γεγονότος Στα χαρακτηριστικά του καταστροφικού γεγονότος των χώρων Χ11-Χ12-Χ13-Χ14 του Οικοδομικού Συγκροτήματος του Κτιρίου 3 αναγνωρίζονται επιπτώσεις, που μπορούν να αποδοθούν σε σεισμικά αίτια. Τα στοιχεία αυτά που στοιχειοθετούν την παρουσία σεισμού συνοπτικά είναι: 1. Κατάρρευση στέγης. 2. Οριοθετημένη κατάρρευση τοίχου διεύθυνσης Α-Δ προς βορρά στο εσωτερικό χώρου. Μικροκατάρρευση τοίχου διεύθυνσης Β-Ν προς δυσμάς, στο εσωτερικό χώρου. Η κατάρρευση των τοίχων ακολούθησε την κατάρρευση της στέγης.

110 Ενταφιασμός αντικειμένων κάτω από τα ερείπια. 4. Αλλοιώσεις σε τοίχους (καμπυλώσεις των δόμων σε τοίχο διεύθυνσης Β-Ν, μικρομετατόπιση προς νότο ανωδομής τοίχου διεύθυνσης Α-Δ, απώλεια συνοχής αργολιθοδομής σε τοίχο διεύθυνσης Α-Δ). 5. Πυρκαγιά συνόδευσε την καταστροφή. 6. Οριστική εγκατάλειψη των χώρων με το περιεχόμενό τους άθικτο. 7. Μεγάλες αλλαγές στον οικισμό μετά το καταστροφικό γεγονός (ακόλουθη κατάργηση του συμπλέγματος των τεσσάρων χώρων με την πλήρη κατάχωσή τους, προκειμένου να δημιουργηθεί νέα επιφάνεια χρήσης για την κατασκευή του μεταγενέστερου οδικού δικτύου του οικισμού. Ο κύριος δρόμος του οικισμού διήλθε άνωθεν της νότιας πλευράς του συμπλέγματος) Χρονολόγηση του καταστροφικού γεγονότος βάσει νομισματικών και κεραμικών ευρημάτων και στρωματογραφικών δεδομένων i Νομίσματα Αρκετά νομίσματα βρέθηκαν, τόσο μέσα στο στρώμα καταστροφής των τεσσάρων χώρων, όσο και στα επίπεδα χρήσης τους, τα οποία χρονολογούνται κυρίως στον 4 ο - αρχές του 3 ου αι. π.χ. Ενδεικτικά παρουσιάζονται τα παρακάτω (οι χρονολογήσεις από Κόλια & Αλεξοπούλου, 2011): α) από το στρώμα καταστροφής στον Χ11 νόμισμα Ιστιαίας (εικ. 80α). Στον εμπροσθότυπο εικονίζεται κεφαλή Νύμφης Ιστιαίας προς τα δεξιά, στον οπισθότυπο ταύρος προς τα δεξιά, επάνω τρόπαιο, κάτω τα γράμματα ΙΣ-ΤΙ. Χρονολογείται στον 4 ο - 3 ο αι π.χ. β) Από ερευνητική τομή που διανοίχθηκε στο δάπεδο του Χ12 βρέθηκε νόμισμα Εφέσου (εικ. 80β) που χρονολογείται στο π.χ. γ) Τέσσερα δίχαλκα Σικυώνας βρέθηκαν στο επίπεδο χρήσης του Χ13, βόρεια του πήλινου αγωγού (εικ. 76δ). Στον εμπροσθότυπο εικονίζεται περιστέρι με ανοιχτά φτερά προς τα αριστερά, στον οπισθότυπο στεφάνι. Χρονολογούνται στο /305 π.χ. δ) Από το στρώμα καταστροφής του Χ14 στη νοτιοανατολική γωνία του Χ14 μεταξύ κεραμίδων και αγγείων νόμισμα Σικυώνος (εικ. 80γ). Στον εμπροσθότυπο εικονίζεται περιστέρι με ανοιχτά φτερά προς τα αριστερά, στον οπισθότυπο Σ μέσα σε στεφάνι. Χρονολογείται περίπου στο π.χ. Επίσης, επί του δαπέδου του Χ14 μετά την απομάκρυνση του στρώματος καταστροφής νόμισμα Κλείτωρος (εικ. 80δ). Στον εμπροσθότυπο εικονίζεται κεφαλή Ηλίου κατ ενώπιον, στον οπισθότυπο το μονόγραμμα ΚΗ ενωμένα. Χρονολογείται στα τέλη του 4 ου αι. π.χ-περίπου 270/260 π.χ. ε) Στο ανατολικό άκρο του τοίχου μεταξύ των Χ11-Χ14, μετά την απομάκρυνση του στρώματος καταστροφής νόμισμα Οπουντίων Λοκρών (εικ. 80ε). Στον εμπροσθότυπο εικονίζεται Κεφαλή Αθηνάς με κράνος προς τα δεξιά, στον οπισθότυπο τσαμπί σταφύλι. Χρονολογείται περίπου στο π.χ.

111 110 Σύμφωνα με τα ανωτέρω νομισματικά ευρήματα και ειδικότερα σύμφωνα με τα υστερότερα χρονολογικά η καταστροφή το σύμπλεγμα των Χ11-Χ12-Χ13-Χ14 μπορεί να τοποθετηθεί χρονικά στο πρώτο με δεύτερο τέταρτο του 3 ου αι. π.χ. α β γ δ ε στ Εικόνα 80: α) Νόμισμα Ιστιαίας (4 ος -3 ος αι. π.χ.) από το στρώμα καταστροφής του Χ11. β) Νόμισμα Εφέσου ( π.χ.) από τομή στο δάπεδο του Χ12 γ) Νόμισμα Σικυώνος (περίπου π.χ.) από το στρώμα καταστροφής του Χ14 δ) Νόμισμα Κλείτωρος (τέλη 4 ου -περίπου 270/260 π.χ.) από την επιφάνεια του δαπέδου του Χ14 μετά την απομάκρυνση του στρώματος καταστροφής ε) Νόμισμα Οπουντίων Λοκρών (περίπου π.χ.) βρέθηκε στο ανατολικό άκρο του τοίχου μεταξύ των Χ11-Χ14 μετά την απομάκρυνση του στρώματος καταστροφής. στ ) Εξάχαλκο (ημιόβολο) Σικυώνος (περίπου 345/325 π.χ.) από την κατάχωση του συμπλέγματος. (Πηγή: Κόλια & Αλεξοπούλου, 2011) ii Κεραμική Τα αγγεία από το στρώμα καταστροφής των τεσσάρων χώρων έχουν τα χαρακτηριστικά που περιγράφονται για την κεραμική της α ελληνιστικής φάσης του οικισμού και χρονολογούνται στην πρώιμη ελληνιστική εποχή, δηλαδή στο τέλος του 4 ου αι. π.χ. και στον πρώιμο 3 ο αι. π.χ. (βλ.κεφ. 4.3) Συγκεκριμένα βρέθηκε αρκετή διαγνωστική ποσότητα λεπτής μελαμβαφούς κεραμικής με ποικιλία τύπων όπως σκύφοι, κάνθαροι, μόνωτα σκυφίδια, σκυφίδια διαφόρων τύπων, αλατοδοχεία, πινάκια και ιχθυοπινάκια, προχοΐδια, οινοχοΐσκες, ασκοί, λύχνοι κ.α. Το γάνωμά τους είναι στέρεο

112 111 και συχνά στιλπνό. Επίσης, βρέθηκαν αρκετά μαγειρικά σκεύη και άλλα χρηστικά αγγεία, ενώ σε εξέλιξη βρίσκεται η μελέτη των δεκάδων οξυπύθμενων αμφορέων και πίθων. Τα κεραμικά αυτά σύνολα, όπως έχει προαναφερθεί, μελετήθηκαν από την Κόλια (2012). Παρακάτω παρουσιάζονται κάποια χαρακτηριστικά αγγεία της περιόδου: α) Σκύφος αττικού τύπου χωρίς έντονο κοιλόκυρτο περίγραμμα. Χρονολογείται στα τέλη του 4 ου αι. π.χ. (εικ. 81α). β) Σκύφος αττικού τύπου με τονισμένο κοιλόκυρτο περίγραμμα (εικ. 81β). Αποτελεί εξέλιξη του προηγούμενου σκύφου. Παρεμφερής τύπος σκύφου βρέθηκε στο Κτίριο 2. Εδώ όμως το γάνωμα διαφέρει και είναι καλύτερης ποιότητας. γ) Ασκός τύπου guttus, με πεπιεσμένο σφαιρικό σώμα και δακτυλιόσχημη βάση. Σύμφωνα με τα παράλληλά του τοποθετείται χρονολογικά στις αρχές του 3 ου αι. π.χ. δ) Πυξίδα με κυλινδρικό σώμα. Ανήκει στον τύπο D της Αγοράς και εμφανίζεται το 300 π.χ. Η διαμορφωμένη δακτυλιόσχημη βάση της βρίσκει παράλληλα εκτός Αττικής που κατεβαίνουν χρονολογικά μέσα στον 3 ο αι. π.χ. (εικ. 81γ). Σύμφωνα με την κεραμική η καταστροφή του συμπλέγματος των τεσσάρων δωματίων πρέπει να τοποθετηθεί στον πρώιμο 3 ο αι. π.χ. Η χρονολόγηση αυτή βρίσκεται σε συμφωνία με τα νομισματικά τεκμήρια. α β γ Εικόνα 81: Μελαμβαφή αγγεία από το στρώμα καταστροφής του Χ14 α) Σκύφος αττικού τύπου χωρίς έντονο κοιλόκυρτο περίγραμμα. β) Σκύφος αττικού τύπου με τονισμένο κοιλόκυρτο περίγραμμα. γ) Πυξίδα με κυλινδρικό σώμα. (Πηγή: Κόλια, 2012) iii Στρωματογραφικά δεδομένα Σημαντικό terminus ante quem για την χρονολόγηση της καταστροφής του συμπλέγματος των Χ11-Χ12-Χ13-Χ14 αποτελεί η κατασκευή του κύριου δρόμου του οικισμού που σύμφωνα με όσα αναπτύχθηκαν στο κεφ χρονολογείται περίπου στο /271π.Χ. Μάλιστα η τομή που αποκάλυψε το νόμισμα Χαλκίδας εντός του καταστρώματος του δρόμου, το οποίο έδωσε και τη συγκεκριμένη χρονολόγηση, διανοίχτηκε άνωθεν του νότιου τοίχου (ανατολικό ήμισυ) του Χ11. Το καταστροφικό γεγονός της ενότητας πρέπει να τοποθετηθεί χρονικά πριν το αναφερθέν χρονικό διάστημα, εφόσον η κατασκευή του δρόμου κατάργησε το σύμπλεγμα.

113 112 Νομίσματα από την ωχροκάστανη επίχωση, με την οποία καταχώθηκαν οι τέσσερις κατεστραμμένοι χώροι, ανάγονται στον 4 ο αι. π.χ.- 3 ο αι. π.χ. με τα υστερότερα να χρονολογούνται ίσως στο δεύτερο τέταρτο του 3 ου αι. π.χ. (Κόλια & Αλεξοπούλου, Ενδεικτικά αναφέρονται: α) Εξάχαλκο (ημιόβολο) Σικυώνος (εικ. 80στ ) στην περιοχή άνωθεν του βορειοανατολικού τμήματος του Χ11. Χρονολογείται περίπου στο 345/325 π.χ. β) Νόμισμα Στυμφάλου στην περιοχή άνωθεν του Χ12. Στον εμπροσθότυπο εικονίζεται κεφαλή Ηρακλέους προς τα δεξιά με λεοντή, στον οπισθότυπο κεφαλή υδρόβιου πτηνού προς τα δεξιά. Χρονολογείται στη δεκαετία π.χ. γ) Στην ίδια περιοχή νόμισμα Κλείτωρος. Εικονίζεται κεφαλή Ηλίου κατ ενώπιον στον εμπροσθότυπο, το μονόγραμμα ΚΗ στον οπισθότυπο. Χρονολογείται στα τέλη του 4 ου έως περίπου το 270/260π.Χ. δ) Από την επιφάνεια του δυτικού τοίχου του Χ13, η οποία επικαλυπτόταν ελάχιστα με ωχροκάστανη επίχωση νόμισμα Οπουντίων Λοκρών. Εικονίζεται στον εμπροσθότυπο κεφαλή Απόλλωνος προς τα αριστερά και στον οπισθότυπο τσαμπί σταφύλι. Χρονολογείται στο π.χ. Από όλα όσα αναφέρθηκαν ανωτέρω συμπεραίνεται, ότι η καταστροφή των χώρων Χ11- Χ12-Χ13-Χ14, η ακόλουθη κατάχωσή τους και η δημιουργία του κύριου δρόμου, που σηματοδοτεί την αρχή της τελευταίας φάσης του οικισμού, συντελέστηκαν μέσα στο ίδιο χρονικό διάστημα με ελάχιστη ίσως ή και μηδαμινή χρονική απόσταση μεταξύ τους, και πιθανότατα μέσα στο δεύτερο τέταρτο του 3 ου αι. π.χ. Τέλος, δίχαλκο Αχαϊκής Συμπολιτείας δίδει χρονολογικά στοιχεία για τη χρήση της επιφάνειας της επίχωσης με την οποία καταχώθηκαν οι χώροι Χ11-Χ12-Χ13-Χ14 στα μέσα του 3 ου αι. π.χ. ή και αργότερα. Το νόμισμα βρέθηκε στο ανώτερο τμήμα της ωχροκάστανης επίχωσης, που είχε και ρίζες φυτών λόγω της διεπαφής με τον υπερκείμενο εδαφικό ορίζοντα, στην περιοχή άνωθεν του Χ11. Εικονίζεται κεφαλή δαφνοστεφούς Διός προς τα δεξιά στον εμπροσθότυπο και το μονόγραμμα Α μέσα σε στεφάνι στον οπισθότυπο (Κόλια & Αλεξοπούλου, 2011). Χρονολογείται περίπου στα μέσα του 3 ου αι. π.χ.

114 Καταστροφές στο Οικοδομικό Συγκρότημα του Κτιρίου 3 (κεντρικό-ανατολικό τμήμα). Χώροι Χ2-Χ Γενική περιγραφή των υπό έρευνα χώρων του συγκροτήματος Στην ανατολική πλευρά του Οικοδομικού Συγκροτήματος του Κτιρίου 3 εντοπίζεται ο χώρος Χ2, τμήμα του οποίου συνεχίζεται ανατολικότερα εκτός των ορίων της ανασκαφής (εικ. 82). Το δωμάτιο αυτό επικοινωνούσε ίσως με τον δυτικότερα ευρισκόμενο Χ4 μέσω πιθανού ανοίγματος ΚΤΙΡΙΟ 2 ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΟ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ Κτ.4-Κτ. 5 ΚΤΙΡΙΟ 6 ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΟ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ ΚΤΙΡΙΟΥ 3 Χ2 Χ4 Εικόνα 82: Το οικοδομικό συγκρότημα του Κτιρίου 3 (το ερευνηθέν τμήμα του αποδίδεται με λευκές αγκύλες) και το σύμπλεγμα των χώρων Χ2-Χ4. Η έκταση που καταλάμβανε το στρώμα καταστροφής αποδίδεται με κίτρινη σκίαση. Με λευκή διαγράμμιση αποδίδεται η πορεία του κύριου δρόμου του οικισμού κατά τον 3 ο αι. π.χ. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) στο νότιο άκρο του δυτικού τοίχου του. Ο νότιος τοίχος του Χ2 θεμελιώθηκε σε παλαιότερο τοίχο, ο οποίος συνεχιζόταν κανονικά στον Χ4 αποτελώντας τη νότια πλευρά του (εικ. 85β). Σύμφωνα με αυτά τα δεδομένα, ο Χ4 ήταν ένας χώρος που προϋπήρξε του Χ2 και εξακολούθησε ίσως να χρησιμοποιείται, όταν δημιουργήθηκε ο τελευταίος. Στη δυτική πλευρά του Χ4 εντοπίζεται ο ανατολικός τοίχος του συμπλέγματος των Χ11-Χ12-Χ13-Χ14. Ωστόσο η χρήση του Χ4 δεν έχει αποσαφηνιστεί, όπως και η παρουσία στην ανατολική πλευρά του μικρής έκτασης τοιχαρίου πολύ

115 114 κοντά στο δυτικό τοίχο του Χ2. Ο βόρειος ισχυρός τοίχος, που είναι κοινός για τους δύο χώρους θεμελιώνεται σε μεγάλο βάθος και η βόρεια όψη του χρησιμοποιήθηκε και κατά την τελευταία φάση του συγκροτήματος, όταν έγινε επέκταση προς βορρά (βλ. κεφ. 5.5 σχετικά με τους Χ5-Χ8). Στρώμα καταστροφής αποκαλύφθηκε κυρίως στον Χ2 και συνεχιζόταν ενιαία στη νότια πλευρά του Χ4. Τα κατάλοιπα των δύο χώρων, καθώς και το στρώμα καταστροφής εντοπίστηκαν αμέσως κάτω από τον σκούρο καστανό εδαφικό ορίζοντα (εικ.83), ενώ σε απόσταση 1,5μ. έως 2,5μ. νοτιότερα των δύο χώρων διερχόταν ο κύριος δρόμος του οικισμού σε υψηλότερη στάθμη Περιγραφή και ανάλυση των καταστροφών i Στρώμα καταστροφής Στρώμα καταστροφής με θραύσματα κεραμίδων στέγης και οικοδομικό υλικό τοίχου αποκαλύφθηκε κυρίως στον Χ2 και επεκτεινόταν, όπως αναφέρθηκε, στο νότιο τμήμα του Χ4 (εικ. 83α). Σε πρώτη φάση κατέρρευσε η κεράμωση της στέγης του Χ2. Τμήμα των πεσμένων κεραμίδων ΔΡΟΜΟΣ α β Εικόνα 83: Οικοδ. Συγκρ. Κτ.3, Χ2-Χ4. α)το στρώμα καταστροφής (άποψη από βορειοδυτικά). Στην παρειά στο βάθος ορατός ο υπερκείμενος σκούρος καστανός εδαφικός ορίζοντας. Δεξιά διακρίνεται τμήμα του κύριου δρόμου του οικισμού. β) Λίθοι από το νότιο τοίχο σε παράλληλη πτώση. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) επεκτάθηκε στον Χ4. Κατόπιν ακολούθησε η κατάρρευση του νότιου τοίχου με διεύθυνση προς βορρά, στο τμήμα όπου συνδέονταν η νεώτερη τοιχοδομή του Χ2 με τον παλαιότερο τοίχο του Χ4. Από τον τοίχο του Χ4 κατέρρευσε ένα επιπλέον τμήμα της βόρειας παρειάς του. Το δομικό υλικό των τοίχων παρουσιάζει οριοθετημένη και προσανατολισμένη πτώση. Κάποιοι μάλιστα από τους λίθους του στρώματος καταστροφής βρέθηκαν σε χαρακτηριστική παράλληλη πτώση (εικ. 83β). Στη βόρεια πλευρά του Χ2 δεν βρέθηκαν κεραμίδες στέγης παρά ελάχιστοι λίθοι στα βορειοανατολικά (προερχόμενοι ίσως από κάποιον ανατολικότερα ευρισκόμενο τοίχο). Ωστόσο, στις βόρειες παρυφές

116 115 της πεσμένης στέγης βρέθηκαν μερικοί ακόμα λίθοι από την κατάρρευση πιθανώς του δυτικού τοίχου και σε μικρή απόσταση βορειότερα ανεστραμμένη βάση πίθου. Μετά την απομάκρυνση του στρώματος καταστροφής αποκαλύφθηκαν σε άμεση επαφή στη νότια πλευρά του Χ2 αγγεία κατά χώραν (εικ. 84α, β), μάζες απανθρακωμένων ελαιοπυρήνων (εικ. 84γ) και ποσότητες πορτοκαλόχρου πηλού (εικ. 84α). Η στέγη συνεπώς κατέπεσε στο δάπεδο του Χ2 ενταφιάζοντας το περιεχόμενό του. Στον Χ4 δεν βρέθηκαν αντικείμενα κατά χώραν. Επίσης, δεν β α γ Εικόνα 84: Οικοδ. Συγκρ. Κτ.3, Χ2. α) Αγγεία κατά χώραν στη νότια πλευρά του Χ2 μετά την απομάκρυνση των περισσότερων κεραμίδων από την πεσμένη στέγη. Αριστερά χαρακτηριστική κεραμίδα σε κατακόρυφη πτώση. Αρχίζουν να διαφαίνονται στην επιφάνεια χρήσης έντονα ίχνη φωτιάς. Δεξιά παραμένει το οικοδομικό υλικό από την κατάρρευση του νότιου τοίχου. β) Λεπτομέρεια με δύο μελαμβαφείς οινοχοΐσκες κατά χώραν από το εσωτερικό του Χ2. γ) Δείγμα μάζας απανθρακωμένων ελαιοπυρήνων που βρέθηκε στο εσωτερικό του Χ2. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) βρέθηκαν κεραμίδες κάτω από τους πεσμένους λίθους. Πυρκαγιά συνόδευσε την καταστροφή στον Χ2, καθώς ήταν έντονα τα ίχνη καύσης στο δάπεδο (εικ. 84α). Το στρώμα καταστροφής είχε συνολική έκταση ~17τ.μ. (5,5μ. Χ 3μ.) και μέγιστο πάχος νότια 0,55μ. (από +15,60μ. έως +15,15μ.) έως μερικά εκατοστά βόρεια ii Αλλοιώσεις τοιχοδομών Κυριότερες αλλοιώσεις παρατηρήθηκαν στο δυτικό τοίχο του Χ2, ο οποίος αν και σώζεται σε χαμηλό ύψος (θα είχε ανωδομή πλίνθινη) παρουσιάζει κενά στην τοιχοδομή του, τόσο στο κεντρικό του σημείο, όσο και προς το νότιο άκρο (εικ. 85α). Επίσης, το νότιο τμήμα του τοίχου βρίσκεται μετατοπισμένο κατά τι ανατολικότερα σε σχέση με το βόρειο τμήμα του ίδιου τοίχου (εικ. 85γ). Η παραμόρφωση αυτή θα μπορούσε να οφείλεται σε ήπια παρουσία σεισμικής διάρρηξης διεύθυνσης Α-Δ. Άλλωστε δυτικότερα βρίσκεται ο τοίχος του Χ14, ο οποίος είναι κοινός με το δυτικό τοίχο του

117 116 Χ4. Οι παραμορφώσεις που του αποδόθηκαν (βλ. κεφ ii), ίσως οφείλονται στην ίδια αιτία. Επιπλέον, το χωμάτινο δάπεδο του Χ2, αν και δεν ήταν ξεκάθαρη η στάθμη του και στην παρούσα διατριβή θεωρείται ότι αυτή υφίσταται στη στάθμη εξάντλησης του στρώματος καταστροφής, εντοπίστηκε υψηλότερα νότια στα +15,20μ. και χαμηλότερα βόρεια στα +15,05μ., κατά ~0,15μ. δηλαδή σε συνολική απόσταση 4,50μ. Τέλος, μικρή κλίση προς βορρά παρουσίαζε η βόρεια παρειά του νότιου τοίχου του Χ4 (εικ. 85β). α β γ Εικόνα 85: Οικοδ. Συγκρ. Κτ.3, Χ2-Χ4. α) Κενά στην τοιχοδομή του δυτικού τοίχου του Χ2. Νότια παραμένει πεσμένο οικοδομικό υλικό από το νότιο τοίχο. β) Κλίση προς βορρά του νότιου τοίχου του Χ4. Με λευκή διαγράμμιση η ένωση του νεώτερου νότιου τοίχου του Χ2 με τον προγενέστερο τοίχο του Χ4. γ) Ελαφρά οριζόντια μετατόπιση(;) στο δυτικό τοίχο του Χ2 μεταξύ των δύο τμημάτων του. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) Αξιολόγηση του καταστροφικού γεγονότος Στις καταστροφές των χώρων Χ2-Χ4 του Οικοδομικού Συγκροτήματος του Κτιρίου 3 παρατηρήθηκαν χαρακτηριστικά, που θα μπορούσαν να αποδοθούν σε επιπτώσεις σεισμού. Συνοψίζοντας τα όσα αναπτύχθηκαν στις ενότητες i και ii τα στοιχεία που θα μπορούσαν να αποτελούν σεισμικές επιπτώσεις είναι: 1. Κατάρρευση στέγης.

118 Οριοθετημένη κατάρρευση τοίχου διεύθυνσης Α-Δ προς βορρά στο εσωτερικό των χώρων. Η κατάρρευση του τοίχου ακολούθησε την κατάρρευση της στέγης. 3. Ενταφιασμός αντικειμένων κάτω από τα ερείπια. 4. Αλλοιώσεις σε τοίχους (ήπια κλίση προς βορρά τοίχου διεύθυνσης Α-Δ, οριζόντια μικρομετατόπιση τοίχου διεύθυνσης Β-Ν ανάμεσα στο νότιο και βόρειο τμήμα του). 5. Πυρκαγιά συνόδευσε την καταστροφή. 6. Οριστική εγκατάλειψη χώρων με το περιεχόμενο του ενός άθικτο Χρονολόγηση του καταστροφικού γεγονότος βάσει νομισματικών και κεραμικών ευρημάτων Μεταξύ του στρώματος καταστροφής των κεραμίδων και του στρώματος των αγγείων βρέθηκε ένα χάλκινο νόμισμα Κορίνθου με διαβρωμένο τον εμπροσθότυπο. Στον οπισθότυπο εικονίζεται τρίαινα. Χρονολογείται στον 4 ο -3 ο αι. π.χ. Μολονότι το νόμισμα αυτό δίδει ένα ευρύ χρονολογικό φάσμα, η ηλικία του καταστροφικού γεγονότος μπορεί να τοποθετηθεί σύμφωνα με τα χαρακτηριστικά της κεραμικής. Τα αγγεία που βρέθηκαν στο στρώμα καταστροφής του Χ2 είναι ιδιαίτερα διαγνωστικά και εντάσσονται κατά την Κόλια (2012) στην κεραμική της α ελληνιστικής φάσης του οικισμού. Χρονολογούνται στο τέλος του 4 ου αι. π.χ. και στον πρώιμο 3 ο αι. π.χ. (βλ.κεφ. 4.3). Μερικά χαρακτηριστικά αγγεία που περιγράφονται από τη μελετήτρια είναι: α) Μελαμβαφής οινοχοΐσκη με σφαιρικό σώμα και κατακόρυφες ραβδώσεις (εικ. 86α). β) Μελαμβαφές βαθύ άωτο σκυφίδιο με έσω νεύον χείλος (εικ. 86β). γ) Μελαμβαφές αλατοδοχείο με αμφίκοιλο τοίχωμα (εικ. 86γ). Ο τύπος σταματά να παράγεται στην Αθήνα το 315 π.χ. Επίσης, βρέθηκε και χρηστικό αγγείο, χαρακτηριστικό της περιόδου (χυτρίδιο με σφαιρικό σώμα). Σύμφωνα με τα δεδομένα της κεραμικής η καταστροφή στους χώρους Χ2-Χ4 του Οικοδομικού Συγκροτήματος του Κτιρίου 3 ανάγεται στην ίδια χρονική περίοδο που συνέβη το καταστροφικό γεγονός των όμορων προς δυσμάς χώρων Χ11-Χ12-Χ13-Χ14. Επομένως, οι δύο αυτές ενότητες δωματίων καταστράφηκαν από τα ίδια αίτια. Παρόλο που η υπερκείμενη στρωματογραφία του συμπλέγματος των τεσσάρων δωματίων διαφέρει από εκείνη των χώρων Χ2- Χ4, το γεγονός ίσως αιτιολογείται, αφού το δάπεδο των Χ2-Χ4 βρίσκεται 1μ. τουλάχιστον υψηλότερα από τη στάθμη των δαπέδων των τεσσάρων χώρων του συμπλέγματος. Πιθανώς δεν χρειαζόταν ή δεν ενδιέφερε να καταχωθούν οι χώροι Χ2-Χ4 για να δημιουργηθεί μια νέα επιφάνεια χρήσης.

119 Καταστροφές στο Οικοδομικό Συγκρότημα του Κτιρίου 3 (νοτιοανατολικό τμήμα). Χώροι κάτω από τον κύριο δρόμο του οικισμού Γενική περιγραφή των υπό έρευνα χώρων του συγκροτήματος Οι χώροι της παρούσας ενότητας ανήκουν στο νοτιοανατολικό τμήμα του Οικοδομικού Συγκροτήματος του Κτιρίου 3 (εικ. 87) και εντοπίστηκαν εξολοκλήρου κάτω από τον κύριο δρόμο του οικισμού, όταν διανοίχθηκαν ερευνητικές τομές στο οδόστρωμά του. Η έρευνα αποκάλυψε μάλιστα τοίχους δωματίων, που συνανήκουν στο ίδιο τμήμα του συγκροτήματος και επεκτείνονταν κάτω από το Κτίριο 2 (εικ. 73β). Μία εκ των τομών που διανοίχθηκε σε σχήμα Γ αποκάλυψε γωνία ΚΤΙΡΙΟ 2 ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΟ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ Κτ.4-Κτ. 5 ΚΤΙΡΙΟ 6 ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΟ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ Χ1 ΚΤΙΡΙΟΥ 3 Χ3 Εικόνα 87: Το οικοδομικό συγκρότημα του Κτιρίου 3 (το ερευνηθέν τμήμα του αποδίδεται με λευκές αγκύλες) και το σύμπλεγμα χώρων που αποκαλύφθηκε εξολοκλήρου κάτω από τον κύριο δρόμο του οικισμού ( τα όρια του δρόμου αποδίδονται με λευκή διαγράμμιση). Στις περιοχές αυτές αποκαλύφθηκε στρώμα καταστροφής (η έκταση αποδίδεται με κίτρινη σκίαση). Οι αριθμημένοι χώροι Χ1 και Χ3 αποτελούσαν μέρος του παραπάνω συμπλέγματος. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) τοίχων και στρώμα καταστροφής (εικ. 88), ενώ δεύτερη ορθογώνια τομή στα όρια της ανατολικής πλευράς της ανασκαφής αποκάλυψε τη στενή δυτική πλευρά μιας ίσως ανεξάρτητης οικοδομικής μονάδας, δυτικά της οποίας βρέθηκε λιθόκτιστο πηγάδι (εικ. 89β). Η δημιουργία του υπερκείμενου δρόμου σύμφωνα με τα ανασκαφικά δεδομένα είχε σαν αποτέλεσμα να ισοπεδωθούν έως το επίπεδο

120 119 β α γ Εικόνα 88: Οικοδ. Συγκρ. Κτ. 3, χώροι κάτω από το ανατολικό τμήμα του κύριου δρόμου του οικισμού. α) Στρώμα καταστροφής με συνθλιμμένες κεραμίδες στέγης αποκαλύπτεται, καθώς αφαιρείται το κατώτερο κατάστρωμα του υπερκείμενου δρόμου. β) και γ) Αποκάλυψη αγγείων κατά χώραν (μελαμβαφή σκυφίδια με έσω νεύον χείλος) μετά την απομάκρυνση των κεραμίδων. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) της θεμελίωσης όσοι τοίχοι ενέπιπταν στην πορεία του, προκειμένου να εξυγιανθεί η περιοχή και να διαμορφωθεί νέα οριζόντια επιφάνεια χρήσης για τον νέο δρόμο. Τα σωζόμενα υψόμετρα των παρουσιαζόμενων τοίχων κυμαίνονται περίπου στα ίδια επίπεδα από +16,40μ. έως +16,60μ. Μάλιστα το κατώτερο, πρώτο συμπαγές κατάστρωμα του δρόμου επιστρώθηκε απευθείας επάνω στα αποδομημένα οικοδομικά κατάλοιπα, ενώ τμήματα των ίδιων τοίχων, εκτός διεύθυνσης δρόμου νοτιότερα, διασώθηκαν σε μεγαλύτερο υψόμετρο (βλ. εικ. 73β, όπου νοτιότερα των αρχικών διερευνητικών τομών του δρόμου διακρίνονται οι σωζόμενοι σε μεγαλύτερο ύψος τοίχοι, επεκτεινόμενοι κάτω από το Κτίριο 2). Επίσης, τμήματα των ανωτέρω χώρων βόρεια του δρόμου, τα οποία δεν επηρεάζονταν από την κατασκευή του, καταχώθηκαν με απλό καστανό χώμα που περιελάμβανε όμως άφθονη ποσότητα οστράκων και χάλικες. Πρόκειται για τους χαρακτηρισμένους ως ξεχωριστούς χώρους αρχικά του συγκροτήματος Χ1 και Χ3, που συνορεύουν με τους βορειότερους Χ2-Χ4 (εικ. 87 και 89). Επειδή η κάτοψη της υπό έρευνας ενότητας του συγκροτήματος δεν αποκαλύφθηκε πλήρως δεν αποδόθηκαν αριθμήσεις χώρων στα κάτω από το δρόμο κατάλοιπα. Παρά την αποσπασματική εικόνα είναι εφικτές εκτιμήσεις σχετικά με το καταστροφικό γεγονός, που προηγήθηκε της δημιουργίας του κύριου δρόμου του αρχαίου οικισμού.

121 120 Χ3 Χ1 Χ1 Χ3 Χ11 Χ12 ΠΗΓΑΔΙ Χ4 α β Χ2 Εικόνα 89: α) Άποψη του δρόμου (από βορειοανατολικά) πριν τη διάνοιξη των τομών που αποκάλυψαν χώρους του οικοδομικού συγκροτήματος του Κτιρίου 3 (νοτιότερα των Χ1 και Χ3). Αριστερά του Χ1 έχει αποκαλυφθεί η βόρεια γωνία οικοδομικής μονάδας του συγκροτήματος που συνεχίζει ανατολικότερα εκτός ορίων ανασκαφής. Δεξιά στην εικόνα έχει αρχίσει να αποκαλύπτεται το στρώμα καταστροφής των Χ11-Χ12. β) Το δυτικό τμήμα της ανεξάρτητης οικοδομικής μονάδας, όπως φαίνεται από τη νότια γωνία της, μετά τη διάνοιξη τομών επί του δρόμου. Λιθόκτιστο πηγάδι αποκαλύφθηκε σε επαφή με το δυτικό τοίχο της μονάδας. Στο εσωτερικό της διακρίνεται στρώμα καταστροφής από πεσμένους λίθους. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) Περιγραφή και ανάλυση των καταστροφών i Στρώματα καταστροφής Κατά μήκος των δύο υπό γωνία τοίχων, η ένωση των οποίων δεν διασώθηκε, αποκαλύφθηκε στρώμα καταστροφής από μικρού μεγέθους θραύσματα κεραμίδων στέγης και σποραδικούς λίθους (εικ. 88α). Το στρώμα καταστροφής κατά μήκος του νότιου τοίχου είχε κυριολεκτικά συνθλιβεί υπό την πίεση και το βάρος του μεταγενέστερου συμπαγούς οδοστρώματος, που είχε επιστρωθεί τόσο στο στρώμα καταστροφής, όσο και στους τοίχους. Είναι πολύ πιθανό επίσης, μέρος του στρώματος καταστροφής να αφαιρέθηκε, όπως συνέβη με την ανωδομή των τοίχων, προκειμένου να κατασκευαστεί όπως αναφέρθηκε, ο μεταγενέστερος δρόμος. Μετά την απομάκρυνση των κεραμίδων ή και ενδιάμεσα στα θραύσματα βρέθηκαν νομίσματα, αγγεία μικρού μεγέθους (εικ. 88β, γ) και όστρακα μεγαλύτερων αγγείων, που θα αποτελούσαν το περιεχόμενο του δωματίου που όριζαν οι δύο τοίχοι. Και τα αγγεία αυτά είχαν συνθλιβεί. Στο επίπεδο χρήσης παρατηρήθηκαν μικρά στίγματα κάρβουνων, ενώ σε άλλο σημείο παρατηρήθηκε στρώμα έντονης καύσης. Το γεγονός αποτελεί ένδειξη, ότι η καταστροφή που προκάλεσε την πτώση της στέγης συνοδεύτηκε μάλλον από φωτιά. Τέλος, στρώμα καταστροφής με πεσμένο οικοδομικό υλικό τοίχων φάνηκε στο εσωτερικό της ανεξάρτητης οικοδομικής μονάδας που εντοπίστηκε στην ορθογώνια τομή (εικ. 89β). Στους τοίχους βρέθηκε επίσης επιστρωμένο το κατάστρωμα του δρόμου. Δεν κατέστη δυνατό η μονάδα να ερευνηθεί περαιτέρω, επειδή ενέπιπτε στα όρια της ανατολικής πλευράς της ανασκαφής.

122 ii Αλλοιώσεις τοιχοδομών Ο νότιος τοίχος στην τομή σχήματος Γ που αποκάλυψε την κατεστραμμένη κεράμωση στέγης παρουσιάζει σιγμοειδή στρέβλωση (εικ. 90α). Στο ανατολικό άκρο του ανωτέρω τοίχου, συνδεόταν τμήμα πλατύτερου τοίχου, το οποίο ήταν έντονα καμπυλωμένο (εικ. 90α). Στο δυτικό τοίχο της οικοδομικής μονάδας της ορθογώνιας τομής η αργολιθοδομή είχε χαλαρή συνοχή από το σημείο, όπου εφαπτόταν το πηγάδι και νοτιότερα (εξέλιπαν και λίθοι από τη δυτική παρειά του τοίχου). Επίσης, η βορειοδυτική γωνία της ίδιας οικοδομικής μονάδας είχε καμφθεί έντονα προς βορρά (εικ. 90β). Η πιθανή μετατόπιση που φαίνεται να υπέστη το βόρειο άκρο του δυτικού τοίχου θα μπορούσε να αποδοθεί σε σεισμική διάρρηξη διεύθυνσης Α-Δ. Στον Χ3 στην προέκταση προς δυσμάς της ανωτέρω αλλοίωσης αποκαλύφθηκε αρκετά βαθύτερα συμπαγής επιφάνεια από ανοιχτό ροδόχρωμο σκληρό συνδετικό υλικό, που θα μπορούσε να αντιστοιχεί σε κατάστρωμα παλαιότερου δρόμου, πρωιμότερου όλων των οικοδομικών καταλοίπων της περιοχής. Τα δύο επίπεδα στα οποία βρέθηκε το κατάστρωμα θα μπορούσαν είτε εξαρχής να ήταν έτσι κατασκευασμένα,είτε να έχουν μετατοπιστεί κατακόρυφα. Επιπλέον, η αλλοίωση που παρατηρήθηκε στο νότιο άκρο του δυτικού τοίχου του Χ11 (βλ. κεφ ii και εικ.76α) βρίσκεται ακριβώς στη δυτική προέκταση των πιθανολογούμενων μετατοπίσεων. α β Εικόνα 90: Αλλοιώσεις τοιχοδομών στα οικοδομικά κατάλοιπα που βρέθηκαν κάτω από το δρόμο. α) Σιγμοειδής στρέβλωση σε τοίχο διεύθυνσης Α-Δ (στην τομή σχήματος Γ). Στο ανατολικό άκρο συνδέεται τμήμα πλατύτερου τοίχου έντονα καμπυλωμένο. β) Κάμψη της βόρειας γωνίας (στην κίτρινη έλλειψη) της οικοδομική μονάδας της ορθογώνιας τομής (λόγω κατακόρυφης μετατόπισης του δυτικού της τοίχου από σεισμική διάρρηξη;). Η αργολιθοδομή του δυτικού τοίχου της μονάδας νοτιότερα του πηγαδιού έχει κακή συνοχή. Στο λιθόκτιστο πηγάδι η στέψη του στομίου κλίνει προς δυσμάς στη δυτική του πλευρά, ενώ το εσωτερικό του έχει πληρωθεί με λίθους, κεραμίδες στέγης και θραύσματα αγγείων. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) iii Κατάχωση πηγαδιού Όπως προαναφέρθηκε, ακριβώς δυτικά της οικοδομικής ενότητας της ορθογώνιας τομής αποκαλύφθηκε λιθόκτιστο πηγάδι (εικ. 90β). Στο στόμιο του πηγαδιού είχε επιστρωθεί το

123 122 κατάστρωμα του μεταγενέστερου δρόμου. Το τοίχωμα στη στέψη του στομίου είχε ελαφρά χάσει τη συνοχή του και αποκλίνει προς βορειοδυτικά, αλλά σε γενικές γραμμές το πηγάδι διατηρείτο σε καλή κατάσταση. Το εσωτερικό του ωστόσο είχε πληρωθεί με λίθους, θραύσματα κεραμίδων και θραυσμένα αγγεία. Η κατάχωση του πηγαδιού ενδεχομένως δεν θα γινόταν, εάν αυτό εξακολουθούσε να παρέχει νερό. Η αιτία που ενδεχομένως αχρήστευσε το πηγάδι θα μπορούσε να είναι μια ξαφνική αλλαγή στη στάθμη του υδροφόρου ορίζοντα, επίπτωση συνήθης μετά από έναν σεισμό. Η χάραξη του μεταγενέστερου οδικού άξονα έγινε ανεμπόδιστα πλέον πάνω από το άλλοτε χρήσιμο πηγάδι. Τόσο, η ηλικία του πηγαδιού όσο και η κατάχωσή του θα πρέπει να τοποθετηθούν χρονικά πριν την κατασκευή του υπερκείμενου δρόμου, πριν δηλαδή το /271 π.χ. Το πηγάδι ενδεχομένως είχε μακρά χρήση που μπορεί να αναχθεί στον 4 ο αι π.χ., καθώς η οικοδομική φάση στην οποία ανήκει είναι παλαιότερη και του Κτιρίου 2 σύμφωνα με τα στρωματογραφικά δεδομένα που αναπτύχθηκαν παραπάνω (για τη χρήση και καταστροφή του Κτιρίου 2 βλ. κεφ ). Έτσι, τοποθετείται τουλάχιστον πριν την τελευταία φάση κατοίκησης του οικισμού Αξιολόγηση του καταστροφικού γεγονότος Η καταστροφή των χώρων του Οικοδομικού Συγκροτήματος του Κτιρίου 3 που αποκαλύφθηκαν κάτω από τον κύριο οδικό άξονα του οικισμού θα μπορούσε να οφείλεται σε σεισμό. Συνολικά χαρακτηριστικά της καταστροφής αυτής, που δύναται να αποδοθούν σε επιπτώσεις σεισμικού γεγονότος σύμφωνα με τα περιγραφόμενα στις ενότητες i, ii και iii, συνιστούν τα παρακάτω. Σημειώνεται ωστόσο, ότι στις περιπτώσεις 2. και 3. είναι άγνωστη η πραγματική εικόνα και το μέγεθος της καταστροφής λόγω μεταγενέστερης ανθρωπογενούς παρέμβασης. Εν κατακλείδι παρατηρήθηκαν: 1. Κατάρρευση στέγης. 2. Μικροκατάρρευση τοίχου διεύθυνσης Β-Ν προς ανατολάς στο εσωτερικό της οικοδομικής ενότητας της ορθογώνιας τομής. 3. Ενταφιασμός αντικειμένων κάτω από τα ερείπια. 4. Αλλοιώσεις σε τοίχους (σιγμοειδής στρέβλωση τοίχου διεύθυνσης Α-Δ, έντονα καμπυλωμένο άκρο τοίχου διεύθυνσης Α-Δ στη συνέχεια του προηγούμενου, ολική κάμψη προς βορρά της βορειοδυτικής γωνίας της ανεξάρτητης οικοδομικής μονάδας, απώλεια δομικού υλικού σε παρειά τοίχου στην ίδια μονάδα). 5. Πυρκαγιά συνόδευσε την καταστροφή. 6. Πιθανή αλλαγή στη στάθμη της υπόγειας υδροφορίας, που ενδεχομένως αχρήστευσε πηγάδι. 7. Οριστική εγκατάλειψη χώρων.

124 Μεγάλες αλλαγές στον οικισμό μετά το καταστροφικό γεγονός, που συνοψίζονται σε ακόλουθη κατάργηση του συμπλέγματος των ανωτέρω χώρων με κατάχωση πηγαδιού, αποδόμηση τοιχοδομών και πιθανή απομάκρυνση μέρους των στρωμάτων καταστροφής, προκειμένου να δημιουργηθεί νέα επιφάνεια χρήσης για την κατασκευή του μεταγενέστερου κύριου δρόμου του οικισμού. Το βόρειο τμήμα των ανωτέρω χώρων που δεν ενέπιπτε στην πορεία του δρόμου φαίνεται, ότι απλώς καταχώθηκε Χρονολόγηση του καταστροφικού γεγονότος βάσει νομισματικών ευρημάτων και στρωματογραφικών δεδομένων Στο στρώμα καταστροφής από θραύσματα κεραμίδων στέγης, στο μέσον της έκτασης του νότιου τοίχου που αποκαλύφθηκε στην τομή σχήματος Γ, βρέθηκε χάλκινο νόμισμα Κλείτωρος. Φέρει στον εμπροσθότυπο κεφαλή Ηλίου κατ ενώπιον και στον οπισθότυπο το μονόγραμμα ΚΗ. Χρονολογείται στο τέλος του 4 ου αι π.χ. - περ. 270/260 π.χ. (Κόλια & Αλεξοπούλου, 2011). Σύμφωνα με το νόμισμα η καταστροφή μπορεί να τοποθετηθεί έως και αργά μέσα στο τρίτο τέταρτο του 3 ου αι. π.χ. Επιπλέον η ηλικία κατασκευής του κύριου δρόμου του οικισμού (πρώτο ή και δεύτερο τέταρτο του 3 ου αι. π.χ.) και η περίοδος καταστροφής του Κτιρίου 2 (περίπου μέσα 3 ου αι. π.χ. ή και λίγο αργότερα), κάτω από το οποίο βρέθηκαν συνανήκοντες χώροι και τοίχοι του συμπλέγματος που περιγράφεται, αποτελούν terminus ante quem για την χρονολόγηση του γεγονότος που κατέστρεψε το συγκεκριμένο τμήμα του οικισμού. Συνεπώς, το γεγονός πρέπει πιθανότερα να τοποθετηθεί χρονικά μέσα στο τρίτο τέταρτο του 3 ου αι. π.χ. ή και αργά μέσα στο διάστημα αυτό και φαίνεται να απέχει κοντινό χρονικό διάστημα από το επόμενο καταστροφικό γεγονός που έλαβε χώρα στον οικισμό. Ή ανωτέρω ηλικία συνάδει και με τη χρονολόγηση των καταστροφών στους χώρους Χ2-Χ4 και Χ11-Χ12-Χ13-Χ14 του ίδιου συγκροτήματος (βλ. κεφ ). Επιπροσθέτως, η κατασκευή του υπερκείμενου κύριου δρόμου του οικισμού είχε τις ίδιες συνέπειες στους Χ1-Χ3 και τα υπό το δρόμο κατάλοιπα, με εκείνες που παρατηρήθηκαν στο σύμπλεγμα των Χ11-Χ12-Χ13-Χ14 (κατάχωση χώρων, επίστρωση οδοστρώματος επί τοίχων). Συμπεραίνεται από τα παραπάνω, ότι το μεγαλύτερο τμήμα του οικοδομικού συγκροτήματος καταστράφηκε από το ίδιο σεισμικό γεγονός στο πρώτο η πιθανότερα δεύτερο τέταρτο του 3 ου αι. π.χ. Λίγο αργότερα, πιθανότερα μέσα στο τρίτο τέταρτο του ίδιου αιώνα, το βορειότερο νεώτερο τμήμα του συγκροτήματος, όπου βρίσκονται οι χώροι Χ5-Χ8, καταστράφηκε από ένα δεύτερο μεταγενέστερο σεισμικό γεγονός (βλ. κεφ. 5.3)

125 124 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 TO ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ (ΤΕΛΗ 4 ου αι. π.χ π.χ.) 6.1 Το ιστορικό πλαίσιο της ελληνιστικής περιόδου αναφορικά με την Αχαϊκή Συμπολιτεία και την αρχαία Βούρα. Η αρχαία πόλη Βούρα έως και τους κλασικούς χρόνους είναι μία από τις πόλεις της Αχαϊκής Δωδεκάπολης σύμφωνα με τον αρχαίο περιηγητή Παυσανία (VII.6.1). Στους πολέμους που κάνουν αργότερα οι ελληνικές πόλεις κατά των Μακεδόνων οι Αχαιοί λαμβάνουν μέρος στη μάχη της Χαιρώνειας (VII.6.5) το 338 π.χ. Η ήττα είναι σκληρή για τους Αχαιούς και από τον αρχαίο περιηγητή αναφέρεται ότι δεν μπόρεσαν να ανακάμψουν γρήγορα (VII.6.5). Οι Μακεδόνες μετά τη μάχη διαλύουν τα Κοινά των Ελλήνων, καθώς και το Αχαϊκό Κοινό. Οι περισσότερες πόλεις της Πελοποννήσου εξασθενούν και χάνουν την ελευθερία τους. Με το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου το 323 π.χ. αρχίζει η ελληνιστική εποχή, η οποία χαρακτηρίζεται από διαρκείς συγκρούσεις μεταξύ των διαδόχων, στις οποίες σύρονται και πόλεις της Ελλάδας. Οι συγκρούσεις από το 315 π.χ. εξαπλώνονται σε όλη τη βόρεια Πελοπόννησο, την Ήλιδα και την Αρκαδία (Πετρόπουλος, 2005). Το 303 π.χ. ο Δημήτριος ο Πολιορκητής, που είχε λάβει νωρίτερα τον τίτλο του βασιλέως, εισβάλει στην Πελοπόννησο και απελευθερώνει την Αχαΐα και άλλες περιοχές από τους Μακεδόνες. Γίνεται αρχηγός του Μακεδονικού κράτους μαζί με τον βασιλέα Αντίγονο Μονόφθαλμο, ο οποίος όμως σύντομα φονεύεται. Λίγο αργότερα, το 294 π.χ. ο Δημήτριος ο Πολιορκητής γίνεται ο απόλυτος κύριος της Ελλάδας, πλην ελαχίστων περιοχών, έχοντας επικρατήσει ενάντια στους υπόλοιπους διεκδικητές του μακεδονικού θρόνου. Ιδρύει τη νέα πρωτεύουσα του μακεδονικού κράτους στη Δημητριάδα της Θεσσαλίας και έτσι στις αρχές του 3 ου αι. π.χ. η Βούρα ανήκε στο βασίλειό του, όπως και οι υπόλοιπες αχαϊκές πόλεις (Πετρόπουλος, 2005). Ήδη πριν το θάνατο του Δημητρίου του Πολιορκητή το 283 π.χ. έχει ξεκινήσει και πάλι ατέρμονη σειρά συγκρούσεων μεταξύ των διαδόχων με αναρίθμητες εναλλαγές στις συμμαχίες. Το 281 π.χ. το κράτος του Μεγάλου Αλεξάνδρου είναι διασπασμένο στα βασίλεια της Αιγύπτου, της Ασίας και της Μακεδονίας (Πετρόπουλος, 2005). Ωστόσο, παρά την ταραγμένη εποχή ο Παυσανίας αναφέρει, ότι στους Αχαιούς ειδικότερα δεν συνέβησαν ιδιαίτερα πολεμικά γεγονότα ή λοιμοί, όπως στους άλλους Έλληνες, με αποτέλεσμα να μπορέσουν να αναδιοργανώσουν λίγο αργότερα το Β Κοινό των Αχαιών (VII,7,10), τη λεγόμενη Αχαϊκή Συμπολιτεία. Αναλυτικότερα, το 281/280 π.χ. η ανασύσταση της Αχαϊκής Συμπολιτείας πραγματοποιείται αρχικά από τις πόλεις Δύμη, Πάτρες, Τριταία και Φαρές υπό την έντονη επιθυμία να απαλλαγούν, είτε από τους τυράννους που είχαν διορίσει οι ηγέτες της Μακεδονίας, είτε από τις μακεδονικές φρουρές που είχαν εγκατασταθεί στις

126 125 πόλεις. Μέσα σε οχτώ χρόνια η συμπολιτεία είχε συμπεριλάβει όλες τις ακμαίες πόλεις της Αχαΐας. Η Βούρα προσχώρησε το 275 π.χ., αφού οι κατοικοί της σκότωσαν τον διορισμένο τύραννο της πόλης (βλ. Παπαχατζής, 1980 και σχετικά χωρία Πολυβίου εντός). Το Β Κοινό των Αχαιών προοδευτικά αποκτά όλο και μεγαλύτερη δύναμη συμπεριλαμβάνοντας και πόλεις εκτός Αχαΐας, όπως για παράδειγμα τη Σικυώνα και την Κόρινθο (VII,7, 2) το 251 π.χ. και το 243 π.χ. αντίστοιχα. Οι Λακεδαιμόνιοι αντιθέτως την περίοδο αυτή έχουν εχθρικές σχέσεις με τους Αχαιούς και επιχειρούν ανοιχτά εναντίον τους, όπως αναφέρει ο Παυσανίας (VII, 7, 3). Ο βασιλιάς της Σπάρτης Άγις καταλαμβάνει την πόλη Πελλήνη (εικ. 25). Αντιμετωπίζεται όμως από τον Άρατο και τους Σικυώνιους και αποχωρεί κατόπιν συνθήκης (Παυσ. ΙΙ,8,5). Για δεύτερη όμως φορά μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα αντιμετωπίζει ο Άρατος ως επικεφαλής των Αχαιών τον Άγι, στη γνωστή μάχη της Μαντίνειας το 242 π.χ., όπου οι Λακεδαιμόνιοι ηττώνται (Παπαχατζής, 1980). Παράλληλα, κατά τη διάρκεια του Δημητριακού Πολέμου ( π.χ.) έχουν ξεκινήσει νέοι αγώνες κατά των Μακεδόνων και η Αχαϊκή Συμπολιτεία προσπαθεί να επεκτείνει την επιρροή της εκτός Πελοποννήσου ανεπιτυχώς (Πετρόπουλος, 2005). Στη Σπάρτη το 235 π.χ. γίνεται βασιλιάς ο Κλεομένης ο Γ και ηγείται μάχης εναντίον των Αχαιών στην περιοχή της Δύμης (Παυσ.VII, 7,3). Ο Άρατος και οι Αχαιοί ηττώνται στη θέση Εκατόμβαιο της Δύμης. Λίγο αργότερα ο Κλεομένης συνάπτει ειρήνη, τόσο με τους Αχαιούς, όσο και με τον Αντίγονο (Παυσ.VII, 7,4). Ο τελευταίος είναι γνωστός ως Αντίγονος ο Γ (Δώσων) και το 229 π.χ. (Παπαχατζής, 1980) είναι επίτροπος του μετέπειτα βασιλιά των Μακεδόνων Φίλιππου Ε, γιου του Δημητρίου, ο οποίος τότε ήταν σε μικρή ηλικία (Παυσ.VII, 7,4). Ο Κλεομένης ο Γ παρά τη συνθήκη ειρήνης που έχει συνάψει επιτίθεται κατά της Μεγαλόπολης των Αρκάδων. Εναντίον του επιχειρούν στη Σελλασία οι Αχαιοί μαζί με τον Αντίγονο και γνωρίζει μεγάλη ήττα (Παυσ.VII, 7,4). Στα 222 π.χ. ο Αντίγονος μπαίνει στη Σπάρτη νικητής. Στο επόμενο χρονικό διάστημα, όπου εντωμεταξύ Φίλιππος ο Ε έχει αναλάβει τα καθήκοντά του ως βασιλιάς της Μακεδονίας, ακολουθούν ατέρμονες εκστρατείες και επιδρομές των Μακεδόνων κατά των ελληνικών πόλεων (Παυσ.VII, 7, 5-9). Ο Φίλιππος ο Ε καταλαμβάνει την Κόρινθο, τη Χαλκίδα και τη Μαγνησία και τις χρησιμοποιεί ως βάσεις για τις επιχειρήσεις του στην Ελλάδα. Επιτίθεται συχνά κατά των Αθηναίων και των Αιτωλών που καταφεύγουν για βοήθεια στους Ρωμαίους, επειδή οι σύμμαχοί τους είναι ανίσχυροι. Αυτή είναι η αρχή του τέλους για τις ελληνικές πόλεις, καθώς ανοίγει ο δρόμος για τη ρωμαϊκή επικυριαρχία. Οι Ρωμαίοι γύρω στο 200 π.χ. έχουν ήδη στείλει στρατό στην Ελλάδα (Παπαχατζής, 1980). Ο ρωμαϊκός στρατός υπό τον Τ. Φλαμινίνο το 198 π.χ., ο οποίος αντικατέστησε τον Οτίλιο, καταλαμβάνει την Ερέτρια και στη συνέχεια πολιορκεί την Κόρινθο. Οι Ρωμαίοι ζητούν τη σύμπραξη της Αχαϊκής Συμπολιτείας στον αγώνα κατά των Μακεδόνων (Παυσ.VII, 8, 1-3). Οι Αχαιοί λαμβάνουν μέρος στην πολιορκία της

127 126 Κορίνθου, προσαρτούν ξανά την Κόρινθο στην Αχαϊκή Συμπολιτεία και εκστρατεύουν μαζί με τους Ρωμαίους στη Μακεδονία. Το 197 π.χ. ο Φίλιππος ο Ε ηττάται στις Κυνός Κεφαλές (Παπαχατζής, 1980) και αναγκάζεται να αποσύρει όλες τις φρουρές από τις ελληνικές πόλεις (Παυσ.VII, 8, 7). Στο επόμενο διάστημα οι Ρωμαίοι αναδεικνύονται σε διαιτητές των διαφορών μεταξύ των ελληνικών πόλεων αδικώντας συχνά τους Αχαιούς συμμάχους τους (Παυσ., VII, 9-14). Κι ενώ οι αντιθέσεις μεταξύ Αχαϊκής Συμπολιτείας και Σπάρτης βαθαίνουν (Παυσ., VII, 13, 1), σύνοδος των Αχαιών στην Κόρινθο αποφασίζει πόλεμο κατά των Λακεδαιμονίων και των Ρωμαίων (Παυσ., VII, 14, 5). Οι Ρωμαίοι υπό το Μόμμιο νικούν τους Αχαιούς στην Κόρινθο το 146 π.χ. (Παπαχατζής, 1980), την οποία λεηλατούν και καταστρέφουν, καταλύουν τα δημοκρατικά πολιτεύματα στην Ελλάδα και καταργούν κάθε ομοσπονδιακή οργάνωση (Παυσ., VII, 16). Σύντομα ολόκληρη η Ελλάδα μετατρέπεται σε ρωμαϊκή επαρχία (Παπαχατζής, 1980). 6.2 Αξιολόγηση του ιστορικού πλαισίου της ελληνιστικής περιόδου αναφορικά με τα καταστροφικά γεγονότα στη θέση Γιαννιά Από την περιγραφή του ιστορικού πλαισίου της περιόδου προκύπτει, ότι το Β Κοινό των Αχαιών κατά τη ελληνιστική εποχή είχε αναδειχθεί στη σημαντικότερη ομοσπονδιακή οργάνωση της Ελλάδας. Παρά το γεγονός, ότι τα τέλη του 4 ου και ο 3 ος αι. π.χ. ήταν περίοδος ατέρμονων και συχνά αιματηρών συγκρούσεων μεταξύ των Μακεδόνων και των ελληνικών πόλεων ή και μεταξύ των ίδιων των ελληνικών πόλεων, εντούτοις τα εδάφη της Αχαϊκής Συμπολιτείας που εμπίπτουν στην περιοχή της αρχαίας Αιγιάλειας (βλ. εικ. 25) έμειναν σε γενικές γραμμές μάλλον ανεπηρέαστα από συμπλοκές, όπως συνάγεται από τις διαθέσιμες ιστορικές πληροφορίες. Πλην της Πελλήνης και της Δύμης, όπου έλαβαν χώρα πολεμικές συγκρούσεις, και οι οποίες βρίσκονται στην περιφέρεια της Αιγιάλειας, δεν υπάρχουν ιστορικές αναφορές για καταστροφικές εχθροπραξίες στην περιοχή της αρχαίας Βούρας ή τη χώρα της. Το μοναδικό συμβάν καταγράφεται για την περιοχή το 275 π.χ., όταν οι κάτοικοι της πόλης εκδίωξαν το διορισμένο από τους Μακεδόνες τύραννο και προσχώρησαν κατόπιν στο Β Κοινό των Αχαιών, χωρίς να γίνεται αναφορά σε καταστροφές. Έκτοτε, φαίνεται ότι η πόλη ακολούθησε την πορεία που είχε η Αχαϊκή Συμπολιτεία διευρύνοντας την επιρροή της στον ελλαδικό χώρο και επεμβαίνοντας στα πράγματα των ελληνικών πόλεων κατά τη διάρκεια του 3 ου και στο πρώτο μισό του 2 ου αι. π.χ. Συνεπώς εκτιμάται, ότι τα καταστροφικά γεγονότα που ανέδειξε κατά την περίοδο του 3 ου αι. π.χ. η ανασκαφική έρευνα στη θέση Γιαννιά, επίνειο όπως έχει εκτιμηθεί της αρχαίας Βούρας (βλ. κεφ. 4.3), δεν θα πρέπει να συνδεθούν με ανθρωπογενή αίτια, όπως οι καταστροφικοί πόλεμοι. Η εκτίμηση αυτή ενισχύει την υπόθεση, ότι οι περιγραφόμενες καταστροφές που έλαβαν χώρα στον αρχαίο οικισμό οφείλονται σύμφωνα με τη χρονολόγηση και τη στρωματογραφία τους σε δύο διαφορετικά σεισμικά γεγονότα.

128 127 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7 ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΕΣ ΑΡΧΑΙΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΠΛΗΣΙΟΝ ΤΗΣ ΘΕΣΗΣ ΓΙΑΝΝΙΑ ΣΤΑ ΤΕΛΗ ΤΟΥ 4 ου ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 3 ο αι. π.χ.: ΔΥΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ 7.1 Καταστροφές σε παράκτιο αρχαίο οικισμό της ύστερης κλασικής περιόδου στη σύγχρονη Αίγειρα Σε σωστικές ανασκαφές που πραγματοποιήθηκαν σε οικόπεδα του σύγχρονου οικισμού της Αίγειρας στην ανατολική Αιγιάλεια το έτος 2006 από τη Στ ΕΠΚΑ εντοπίστηκαν δύο οικίες του 4 ου αι. π.χ. Η θέση απέχει ~13χλμ. από τον αρχαίο οικισμό που αποκαλύφθηκε στη θέση Γιαννιά. Τα δεδομένα από αυτές τις έρευνες δημοσιεύτηκαν πρόσφατα από την ανασκαφέα της θέσης (Κόλια, 2009) και επιλεγμένα στοιχεία παρουσιάζονται παρακάτω. Οι οικίες ανήκουν σε άγνωστο από τις πηγές, αλλά σημαντικό παραλιακό κέντρο, όπως φάνηκε από την ανασκαφική έρευνα. Η θέση απέχει 200μ. από τη σημερινή ακτή και πιθανώς πρόκειται για ένα λιμάνι λόγω της εγγύτητας με τη θάλασσα. Τα ευρήματα των ανασκαφών συνηγορούν υπέρ της απόψεως. Μεγάλος αριθμός νομισμάτων ποικίλης προέλευσης και η πληθώρα οξυπύθμενων αμφορέων καταδεικνύουν εμπορικές συναλλαγές και διακίνηση προϊόντων. Η θέση ανήκε μάλλον στη επικράτεια της αρχαίας πόλης των Αιγών και πιθανότατα πρόκειται για το επίνειό της σύμφωνα με την ανασκαφέα. Η πρώτη οικία χρονολογείται στον 4 ο αι. π.χ. με μετασκευή στα μέσα του αιώνα, αλλά εντοπίστηκαν και φτωχότερα κατάλοιπα του 3 ου αι. π.χ., ενώ βαθύτερα βρέθηκαν πρωιμότερα λείψανα του 5 ου αι. π.χ. Οι χώροι της οικίας καλύπτονταν από εκτεταμένο στρώμα καταστροφής με τμήματα κεραμίδων στέγης, υλικό από την κατάρρευση ωμοπλίνθων εκ της ανωδομής των τοίχων που είχαν λιθόκτιστη βάση. Σε ένα χώρο (Χ3) αποκαλύφθηκε στρώμα καταστροφής με ίχνη καύσης και θραυσμένα αγγεία. Σε άλλο χώρο της οικίας (Χ7) εντοπίστηκε πυκνό στρώμα καταστροφής με θραυσμένα αγγεία (μεγάλος αριθμός οξυπύθμενων αμφορέων ανάμεσά τους), μεγάλες μάζες καμένων ξύλων, έντονα ίχνη φωτιάς, κροκάλες και κεραμίδες στέγης. Επί του στρώματος βρέθηκε πεσμένο υλικό (κονίαμα και κροκάλες) από την κατάρρευση ίσως του δαπέδου του άνω ορόφου ή άλλης κατασκευής. Η δεύτερη οικία ανεγέρθηκε στα μέσα του 4 ου αι. π.χ. Από τους χώρους που ερευνήθηκαν στον προθάλαμο του ανδρώνα βρέθηκε στρώμα με ίχνη φωτιάς και σε τμήμα του συγκέντρωση με θραυσμένα αγγεία (κυρίως αμφορείς) και κεραμίδες στέγης. Σε χώρο βόρεια του προθαλάμου αποκαλύφθηκε μικρός λιθοσωρός με υλικό από την κατάρρευση των τοίχων της οικίας. Στον ανδρώνα βρέθηκε πεσμένο τμήμα σίμης με περίτεχνη διακόσμηση από την κεράμωση της στέγης.

129 128 Η μελέτη της κεραμικής από τα στρώματα καταστροφής των δύο οικιών κατέδειξε, ότι πρόκειται για ένα ομοιογενές σύνολο. Βρέθηκαν χαρακτηριστικά σχήματα και μελαμβαφή αγγεία (σκυφίδια, σκύφοι, κάνθαροι, πινάκιο, λύχνοι κ.α.) που χρονολογούνται κατά κύριο λόγο στο τελευταίο τέταρτο του 4 ου - αρχές 3 ου αι. π.χ. Μάλιστα η πρόσφατη μελέτη της κεραμικής από την Κόλια (2012) στη θέση Γιαννιά κατέδειξε πλήρη ομοιότητα της περίπτωσης της Αίγειρας με τα σύνολα κεραμικής της α ελληνιστικής φάσης του επινείου της Βούρας. Συνεπώς, η καταστροφή στις δύο οικίες της Αίγειρας είναι σύγχρονη με τα καταστροφικά γεγονότα που παρουσιάστηκαν στο κεφ. 5 της παρούσας μελέτης και συγκεκριμένα στις τρεις τελευταίες περιπτώσεις χώρων του Οικοδομικού Συγκροτήματος του Κτιρίου 3. Επιπλέον οι καταστροφές της Αίγειρας παρουσιάζουν κάποια χαρακτηριστικά, που θα μπορούσαν να αποδοθούν σε επιπτώσεις σεισμού. Στην πρώτη οικία παρατηρήθηκε κατάρρευση στέγης, κατάρρευση της πλίνθινης ανωδομής των τοίχων και ίσως και δαπέδου άνω ορόφου, ενταφιασμός των αντικειμένων της οικίας κάτω από τα ερείπια, πυρκαγιά που συνόδευσε την καταστροφή. Και στην περίπτωση της δεύτερης οικίας φαίνεται έμμεσα πως έλαβαν χώρα τα ίδια γεγονότα, δηλαδή κατάρρευση της στέγης και των τοίχων που κατέστρεψαν το περιεχόμενο της οικίας και ακόλουθη πυρκαγιά. Ωστόσο εδώ, υπήρξε ανθρωπογενής παρέμβαση στα ερείπια μετά την καταστροφή, καθώς αυτά συγκεντρώθηκαν σε τμήματα της οικίας, ίσως για την περισυλλογή θυμάτων. Η οικία αυτή δεν ξανακατοικήθηκε και εγκαταλείφθηκε οριστικά. Στην περίπτωση της πρώτης οικίας υπάρχει κατοίκηση για μία ακόμα περίοδο μέσα στον 3 ο αι. π.χ. Κατά τη φάση αυτή όμως τα φτωχά λείψανα και ευρήματα υποδηλώνουν, ότι η περιοχή έχει μάλλον παρακμάσει. Οι κάτοικοι μην μπορώντας ενδεχομένως να ανακάμψουν από την προηγούμενη καταστροφή εγκαταλείπουν τη θέση λίγο αργότερα, οριστικά Καταστροφές σε ελληνιστική αγροικία στο σύγχρονο οικισμό της Τράπεζας Πρόσφατη σωστική ανασκαφική έρευνα που διενεργήθηκε από τη ΣΤ ΕΠΚΑ στο σύγχρονο οικισμό της Τράπεζας με αφορμή την ανέγερση οικοδομής, αποκάλυψε τμήμα αρχαίας αγροικίας. Η θέση απέχει σε ευθεία γραμμή μόλις 1χλμ. από τη θέση Γιαννιά. Μολονότι η αγροικία δεν έχει μελετηθεί πλήρως, κάποια γενικά στοιχεία έχουν δημοσιευθεί (Κόλια, 2008). Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά και συνδυαστικά δεδομένα της επιφανειακής έρευνας που διεξήχθη στην περιοχή (Κόλια, 2002 και 2008) υποστηρίζεται, ότι η αρχαία αγροικία συνδέεται με την αρχαία πόλη Βούρα και το επίνειό της (Κόλια, 2008). Εντυπωσιακό στρώμα καταστροφής (εικ. 91) αποκαλύφθηκε σε δύο μεγάλους χώρους της αγροικίας, οι οποίοι επικοινωνούσαν μεταξύ τους. Το στρώμα καταστροφής καταλάμβανε όλη την έκταση των δύο δωματίων. Περιελάμβανε θραυσμένες κεραμίδες στέγης, λίθους και θραυσμένα αγγεία. Ειδικότερα, ανάμεσα και κάτω από τις κεραμίδες βρέθηκαν οξυπύθμενοι αμφορείς, πίθοι και

130 129 άλλα αποθηκευτικά αγγεία, που είχαν κατακερματιστεί. Επίσης βρέθηκαν και χαρακτηριστικά μελαμβαφή αγγεία. Η αγροικία σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία της κεραμικής χρονολογείται στον 4 ο -3 ο αι. π.χ. Ειδικότερα η καταστροφή της, σύμφωνα με τα υστερότερα δείγματα της κεραμικής τοποθετείται στον 3 ο αι. π.χ. Και στην περίπτωση της κεραμικής από την Τράπεζα, όπως και στην κεραμική από τα στρώματα καταστροφής της β ελληνιστικής φάσης στη θέση Γιαννιά, εκλείπουν δείγματα κεραμικής του τέλους του 3 ου αι. π.χ. Το καταστροφικό γεγονός στην αρχαία αγροικία θα μπορούσε να οφείλεται σε σεισμό. Την εκτίμηση αυτή ενισχύει κυρίως η εικόνα καθολικής καταστροφής που παρουσίαζαν οι εσωτερικοί της χώροι. Η ολοκληρωτική κατάρρευση της στέγης, ο ενταφιασμός του περιεχόμενου της αγροικίας κάτω από τα ερείπια και η οριστική εγκατάλειψη της θέσης μετά το συμβάν είναι μερικές από τις επιπτώσεις που αποδίδονται σε σεισμούς. Λόγω και της εγγύτητας της αγροικίας με τη θέση Γιαννιά, ενδεχομένως η καταστροφή της οφείλεται στο ίδιο σεισμικό γεγονός, που έλαβε χώρα κατά την τελευταία φάση κατοίκησης του αρχαίου παράλιου οικισμού. Επίσης, η μορφολογία του στρώματος καταστροφής της αγροικίας είναι ανάλογη εκείνης που παρουσίασαν τα στρώματα καταστροφής των κτιρίων του αρχαίου οικισμού. Εικόνα 91: Στρώμα καταστροφής από την ελληνιστική αγροικία που εντοπίστηκε στο σύγχρονο οικισμό της Τράπεζας, σε απόσταση 1 χλμ. (σε ευθεία γραμμή) από τη θέση Γιαννιά. Πηγή: Κόλια, 2008

131 130 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8 ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΑ ΦΥΣΙΚΑ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ ΣΤΟΝ ΑΡΧΑΙΟ ΟΙΚΙΣΜΟ 8.1 Καταστροφές από τη δράση του τοπικού συστήματος απορροής Στο τμήμα του οικισμού μεταξύ των Κτ.6 και του Οικοδομικού Συγκροτήματος των Κτ.4- Κτ.5 δεν βρέθηκαν αρχαία κατάλοιπα. Μάλιστα η δυτική πλευρά του συγκροτήματος εξέλιπε έχοντας εμφανώς αποκοπεί καθ όλο το μήκος του συγκροτήματος, αφήνοντας αποσπασματικά σωζόμενους τοίχους και χώρους, που ενέπιπταν στην πλευρά αυτή (εικ.92α, ε). Η ανατολική πλευρά του Κτιρίου 6 διασωζόταν σε καλή κατάσταση, εντούτοις στον εξωτερικό χώρο δεν βρέθηκαν αρχαία κατάλοιπα ούτε και υπό τη μορφή αρχαίων επιχώσεων με κεραμική (εικ. 92γ, δ). Βορειότερα ωστόσο διασωζόταν ο κύριος δρόμος του οικισμού, αν και το κατάστρωμά του ήταν αρκετά φθαρμένο. Στην ανωτέρω περιοχή παρατηρήθηκε επιπλέον διαφοροποίηση ως προς τη συνήθη στρωματογραφική ακολουθία αναφορικά με τις υπερκείμενες του αρχαίου ορίζοντα επιχώσεις (πρβλ. κεφ. 4.2). Με σκαπτικό μηχάνημα αρχικά απομακρύνθηκε το ανώτερο σύγχρονο αναμοχλευμένο στρώμα, αλλά από το επίπεδο κατά το οποίο αποκαλύπτονταν αρχαία οικοδομικά κατάλοιπα εμφανίστηκαν στην ενδιάμεση των δύο οικοδομικών ενοτήτων περιοχή μη συνεκτικοποιημένα ιζήματα ερυθρού ή μελανού χρώματος κατά στρώσεις από κροκάλες (διαμ. 4-64mm) και ψηφίτες (διαμ. 2-4mm) (εικ.92α, γ, δ, ε) με παρουσία και μεγάλων μπλοκ πετρωμάτων. Τα ιζήματα που περιγράφηκαν παραπάνω φαίνεται να πλήρωσαν αύλακα διεύθυνσης Β-Ν, το σχήμα της οποίας ακολούθησαν αδρά κατά την απόθεσή τους (εικ. 92ε). Το πλάτος της αύλακας στην κορυφή της είναι >6μ. και στο κατώτερο τμήμα, μέχρι σημείου που έφθασε η έρευνα, ~3,50μ. Ο σχηματισμός της αύλακας φαίνεται να οφείλεται στο τοπικό σύστημα απορροής. Στους κρημνούς της ευρύτερης περιοχής νότια της ανασκαφής είναι ευδιάκριτη η υδροκριτική λεκάνη για δύο μικρής κλίμακας υδατορεύματα εφήμερης ροής (εικ. 93), κοινώς χείμαρροι. Μία πιθανή μετανάστευση της απόληξης της κοίτης του δυτικότερου υδατορεύματος προς ανατολάς σε συνδυασμό με υψηλή παροχή νερού θα μπορούσε να έχει σαν αποτέλεσμα την κατά βάθος διάβρωση του αρχαίου οικισμού στο σημείο από το οποίο διήλθε το ρεύμα. Μεγάλα μπλοκ βράχων (εικ.92β, ε) φαίνεται να κατολίσθησαν με τις χειμαρρώδεις αυτές ροές, γεγονός που θα επέτεινε την καταστροφή των αρχαίων καταλοίπων. Στη βόρεια απόληξη της αύλακας το πλάτος της αυξάνεται σε 13-14μ. και αυτός ίσως είναι ο λόγος που διασώθηκε το αρχαίο οδόστρωμα. Οι προσχώσεις της αύλακας στο σημείο αυτό διακόπτονταν απότομα λόγω μεταγενέστερης ανθρωπογενούς παρέμβασης (νεώτερος αναλημματικός τοίχος θεμελιώθηκε στο κατώτερο τμήμα των ιζηματογενών αποθέσεων). Η αύλακα σταδιακά πληρώθηκε με το ιζηματογενές φορτίο της ρευματικής ροής μέχρι που η κοίτη εγκατα-

132 131 α β γ δ ΚΤΙΡΙΟ 4 ε Εικόνα 92: α) Αποθέσεις μη συνεκτικοποιημένων ερυθρών και μελανών ιζημάτων από κροκάλες και ψηφίτες δυτικά του Κτιρίου 4. Στάδιο κατά την αρχική αποκάλυψη. β) Παρουσία ογκολίθων μέσα στα ανωτέρω ιζήματατα στην ίδια περιοχή (βλ. και εικ. ε). Ο αρχαίος ορίζοντας διακόπτεται στην πλευρική επαφή με τα ιζήματα (όριο με μπλε διαγράμμιση. Βλ. και εικ. δ, ε). γ) Τα ερυθρά ιζήματα εντοπίζονται έως την ανατολική πλευρά του Κτιρίου 6, όπου έχουν αποτεθεί και λιθάρια. δ) Παρουσία των ερυθρών ιζημάτων στην εξωτερική βορειοανατολική γωνία του Κτιρίου 6. Αρχαία επίχωση διασώζεται αριστερά της διαγράμμισης. ε) Οι ιζηματογενείς αποθέσεις σε τομή, στο νότιο πρανές της ανασκαφής, ακολουθούν αδρά το σχήμα ποτάμιας αύλακας στα δυτικά του Κτιρίου 4 (με μπλε διαγράμμιση το σωζόμενο όριο του Κτ.4). (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ)

133 132 λείφθηκε για άγνωστους λόγους. Η σημερινή απόληξη της κοίτης των δύο ρεμάτων δεν είναι διακριτή. Εικόνα 93: Αεροφωτογραφία της ευρύτερης περιοχής νότια της θέσης του αρχαίου οικισμού (κίτρινος κύκλος). Με μπλε στικτή γραμμή αποδίδεται η υδροκριτική λεκάνη για δύο μικρής κλίμακας υδατορεύματα εφήμερης ροής στους νότιους κρημνούς. Στο τοπικό σύστημα απορροής και ειδικότερα στη δράση του δυτικότερου μάλλον υδατορεύματος οφείλεται η παρουσία ποτάμιων και αλλουβιακών ιζημάτων στον αρχαίο οικισμό. (Πηγή: Google earth) Πιθανό αποτέλεσμα της συνολικής δράσης του δυτικού υδατορεύματος αποτελεί και ο σχηματισμός αλλουβιακής απόθεσης (εικ. 94β και γ, εικ. 95) που εντοπίστηκε κατά τις εκσκαφές στην οδό πρόσβασης του ανασκαφικού χώρου (βλ. κεφ. 4.2). Αναλυτικότερα παρατηρήθηκαν μη συνεκτικοποιημένα ιζήματα ερυθρού χρώματος κυρίως από κροκάλες και ψηφίτες. Το κατώτερο τμήμα της απόθεσης είχε διαφορετικό χρώμα, πολύ σκούρο καστανό και εμπεριείχε κροκάλες και ψηφίτες. Σχεδόν αμέσως κάτω από την απόθεση εντοπίστηκε ο αρχαίος ορίζοντας χωρίς ίχνη διάβρωσης. Πρόκειται ενδεχομένως για το αλλουβιακό ριπίδιο που έχει δημιουργήσει στο παρελθόν το δυτικό υδατόρευμα (το στερεό δηλαδή φορτίο που αποθέτει ένας ποταμός κατά την έξοδο της κοίτης του από τους ορεινούς όγκους που σε κάτοψη έχει το σχήμα βεντάλιας. Στην αεροφωτογραφία της περιοχής είναι ευδιάκριτο το αλλουβιακό ριπίδιο του ανατολικού ρέματος). Οι παρυφές αυτής της απόθεσης εντοπίστηκαν στο νότιο πρανές σε μήκος 25μ. και με κλίση από δυσμάς προς ανατολάς. Είχε μέγιστο πάχος 4μ. στα ΝΔ (από +27μ. έως +23μ. περίπου). Η

134 133 α α β γ β γ Εικόνα 94: α) Ερυθρά, μη συνεκτικοποιημένα ιζήματα από κροκάλες, ψηφίτες και κατώτερα άμμους αποτέθηκαν στο ανατολικό τμήμα του κύριου δρόμου του οικισμού. Σε τομή στην ανατολική παρειά της ανασκαφής σχηματίζουν σφήνα. Στην ένθετη εικόνα τα ιζήματα σε αρχικό στάδιο της ανασκαφής, στο βάθος νότια το Κτίριο 2. Η συγκέντρωση λίθων οφείλεται μάλλον σε ανθρωπογενή παρέμβαση (εκκαθάριση περιοχής για καλλιέργεια ίσως). β) Αλλουβιακή απόθεση υπέρκειται του αρχαίου ορίζοντα στην περιοχή της σύγχρονης οδού πρόσβασης προς τη ΣΔ2 (τα όρια της απόθεσης με λευκή γραμμή). Η απόθεση διαβρώθηκε δεξιά από σύγχρονες βροχοπτώσεις. γ) Λεπτομέρεια της αλλουβιακής απόθεσης στο νότιο πρανές της οδού. Διακριτή είναι η διεπαφή με υποκείμενο καστανό στρώμα στο οποίο αφθονούν κροκάλες και ψηφίτες (σημερινή κατολίσθηση χαλίκων από την αλλουβιακή απόθεση επικάλυψε την όψη του). Με λευκό αδρανές υλικό προστατεύονται τα αρχαία κατάλοιπα σήμερα. Η παρουσία του υλικού στο πρανές δεν πρέπει να ληφθεί υπόψιν. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) πιθανότητα να πρόκειται για αποθέσεις από κατολισθητικά φαινόμενα θα πρέπει να αποκλειστεί, επειδή δεν παρατηρούνται χαοτικές δομές, μολονότι το φαινόμενο είναι συχνό και σήμερα στη ευρύτερη περιοχή (συχνά διακόπτεται η κυκλοφορία στην Ν.Ε.Ο. Πατρών-Κορίνθου λόγω κατολισθήσεων).

135 134 Τέλος, επί του ανατολικού τμήματος του αρχαίου δρόμου βρέθηκαν ερυθρά, μη συνεκτικοποιημένα ιζήματα από κροκάλες, ψηφίτες και υποκείμενο ίζημα ερυθρής άμμου (διαμ. 2mm-1/16mm) (εικ. 94α, 95). Εντοπίστηκαν σε μήκος μόλις 15μ. και μέγιστο πάχος 0,50μ. στο νοτιοανατολικό άκρο (από +17,55μ. έως +16,75μ.) που ελαχιστοποιούνταν προς δυσμάς και προς βορρά σχηματίζοντας έτσι σε τομή στην ανατολική παρειά της ανασκαφής σφηνοειδές σχήμα (εικ. 94α και εικ. 24γ). Υπερκείμενος του ιζήματος βρέθηκε ο σκούρος καστανός εδαφικός ορίζοντας με Εικόνα 95: Τα όρια της ποτάμιας αύλακας μεταξύ του Κτιρίου 6 και του Οικοδομικού Συγκροτήματος των Κτ.4- Κτ.5 αποδίδονται με μπλε (παχιά) διαγράμμιση. Η αύλακα διάβρωσε κατά βάθος το τμήμα του οικισμού από το οποίο διήλθε. Βόρεια διασώθηκε το κατάστρωμα του κύριου δρόμου του οικισμού. Με λεπτή μπλε διαγράμμιση, αριστερά της αύλακας, αποδίδονται τα όρια της απόθεσης των ποτάμιων ιζηματών (σε στρώμα πάχους μερικών εκατοστών) που πλήρωσαν την αύλακα. Με μπλε σκίαση αποδίδεται η θέση της αλλουβιακής απόθεσης στο πρανές της ανασκαφής. Με τυρκουάζ στικτή γραμμή αποδίδεται η περιοχή, όπου αποτέθηκαν ερυθρά ιζήματα επί του ανατολικού τμήματος του αρχαίου δρόμου. Με τυρκουάζ συνεχή γραμμή η θέση όπου εντοπίστηκαν ερυθρά χαλικώδη ιζήματα νότια σημείου, όπου κατασκευάστηκε πασσαλότοιχος. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) συχνή παρουσία χαλίκων. Διάβρωση του αρχαίου ορίζοντα στην διεπαφή με το χαλικώδες ίζημα στην περίπτωση αυτή δεν υπήρξε. Ίσως επηρεάστηκε ελάχιστα η αρχαία επίχωση στην εξωτερική βόρεια πλευρά του Κτιρίου 2, καθώς δεν ήταν απόλυτα σαφής η σύνδεση της εξωτερικής περιοχής του κτιρίου με τον αρχαίο δρόμο. Επιπλέον, κατά την κατασκευή πασσαλότοιχων για αντιστήριξη στα πρανή εκατέρωθεν του στομίου της ΣΔ2 παρατηρήθηκαν χονδρόκοκκα ερυθρά ιζήματα πάχους ~0,50μ. -με μακροσκοπική παρατήρηση- και κλίση από δυσμάς προς ανατολάς, που υπέρκεινται του

136 135 αρχαίου ορίζοντα. Οι αποθέσεις της άμμου και των κροκαλοπαγών που περιγράφηκαν για τις ανωτέρω δύο θέσεις παρουσιάζουν οριζόντια και κατακόρυφη διαφοροποίηση. Πρόκειται ενδεχομένως για το φορτίο που απέθεσε η ποτάμια αύλακα (εικ. 95) στο ριπίδιό της. Στην αλλουβιακή απόθεση του αρχαίου δρόμου και στο βορειοδυτικό άκρο των αποθέσεων της ποτάμιας αύλακας βρέθηκαν νομίσματα του 4 ου και 3 ου αι π.χ., αλλά και μεμονωμένα νομίσματα μικρής διαμέτρου κυρίως του 4 ου αι. μ.χ., καθώς και μία υποδιαίρεση νομίσματος του 5-6 ου αι. μ.χ. (Κόλια & Αλεξοπούλου, 2011). Στην απόθεση του δρόμου βρέθηκε λιγοστή κεραμική, ενώ ελάχιστα όστρακα βρέθηκαν και στην περίπτωση της αύλακας. Πιθανώς τα λιγοστά νομίσματα, όπως και η κεραμική, έχουν συμπαρασυρθεί στα ιζήματα, καθώς η δράση που προκάλεσε τη μεταφορά τους θεωρείται ότι συνδέεται με τις ανωτέρω καταστροφικές χειμαρρώδεις ροές και το σχηματισμό της ποτάμιας αύλακας. Η ολοκλήρωση της μελέτης όλων των νομισμάτων που βρέθηκαν στα παραπάνω ιζήματα θα μπορούσε έτσι να προσφέρει ενδεικτικά χρονολογικά τεκμήρια για την εποχή ή το εύρος της εποχής που έλαβε χώρα η καταστροφή του Κτιρίου 6 και του Οικοδομικού Συγκροτήματος των Κτ.4-Κτ.5 από τη δράση του τοπικού συστήματος απορροής. Σε πρώτη ανάγνωση η καταστροφή φαίνεται να συνέβη στην υστερορωμαϊκή περίοδο, λίγους μόλις αιώνες μετά την εγκατάλειψη του οικισμού Πτώσεις βράχων Μεγάλοι ογκόλιθοι παρατηρήθηκαν εκτός του ανασκαφικού χώρου στα βορειοανατολικά (εικ. 96α, β), ενώ υπήρξαν και δύο περιπτώσεις παρουσίας ογκολίθων εντός της ανασκαφής (εικ. 96β, γ, δ, ε). Μεγάλο μπλοκ βράχου αποκαλύφθηκε σχεδόν εδραζόμενο επί αρχαίου τοίχου στη νοτιοδυτική γωνία του Χ5 του Οικοδ. Συγκρ. του Κτιρίου 3. Ο βράχος βρέθηκε μέσα στον σκούρο καστανό εδαφικό ορίζοντα. Μεταξύ ογκόλιθου και αρχαίου τοίχου μεσολαβούσε λιγοστό χώμα του εδαφικού ορίζοντα (εικ. 96β, γ). Σε μικρή απόσταση δυτικότερα, στην κορυφή του εδαφικού ορίζοντα υπήρχε μικρότερο τέμαχος βράχου. Ένας μεγάλος βράχος εντοπίστηκε στις νότιες παρυφές του κύριου δρόμου του οικισμού δυτικότερα του Κτιρίου 2 (εικ. 96γ). Η κορυφή του βράχου εντοπίστηκε στο κατώτερο τμήμα του εδαφικού ορίζοντα. Ο βράχος ωστόσο εισχωρούσε σε βάθος στην αρχαία επίχωση. Περιμετρικά και κάτω από τη βάση του βράχου υπήρχε ελάχιστο σκούρο καστανό χώμα όμοιο με τον εδαφικό ορίζοντα. Δεν αποκλείεται βράχοι να υπήρχαν και σε άλλα σημεία του μετώπου που ενδεχομένως απομάκρυνε ο μηχανικός εκσκαφέας στην αρχική φάση της ανασκαφής. Εκτεταμένες κατολισθήσεις που έπληξαν την παράκτια ζώνη μεταξύ Αιγίου και Διακοπτού έχουν καταγραφεί ως μία από τις επιπτώσεις του σεισμού του 1861 (βλ. κεφ ). Οι πτώσεις των βράχων στην περιοχή της ΣΔ2 θα μπορούσαν να αποδοθούν στον ίδιο σεισμό, προερχόμενοι εύλογα

137 136 Χ14 Χ4 Χ5 γ β δ α Εικόνα 96: α) Συστάδα βράχων (από πτώση λόγω σεισμού πιθανώς) εξωτερικά του βορειοανατολικού τμήματος της ανασκαφής (εντός του ερυθρού κύκλου). Με συμπαγή ερυθρό δίσκο αποδίδεται η θέση βράχων που εντοπίστηκαν εντός της ανασκαφής. β) Πτώση βράχου σχεδόν επί του ανατολικού τοίχου του Χ14 (Οικοδ. Συγκρ. Κτ.3). γ) Λεπτομέρεια του ίδιου βράχου. δ) Βράχος κατέπεσε στις βόρειες παρυφές του αρχαίου δρόμου. ε) Ο ίδιος βράχος εντός της αρχαίας επίχωσης. Τμήμα του έχει αφαιρεθεί χειρωνακτικά (με στικτή γραμμή το αρχικό του μέγεθος). Αριστερά διακρίνεται ο εξωτερικός δυτικός τοίχος του Κτιρίου 2. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) από τους νότιους κρημνούς. Νόμισμα του Νεώτερου Βασιλείου της Ελλάδος με αναγραφή έτους 1860 βρέθηκε σε στείρο σημείο του εδαφικού ορίζοντα στα βορειοδυτικά του Κτιρίου 4. Η παρουσία του ενδεχομένως δεν είναι τυχαία. Οι βράχοι που εντοπίστηκαν στον ανασκαφικό χώρο αναπήδησαν προφανώς με μεγάλη δύναμη με αποτέλεσμα να βυθιστούν, είτε μέσα στον εδαφικό ορίζοντα, είτε να διατρήσουν ακόμα και αρχαίο έδαφος. Στην περίπτωση του δεύτερου βράχου, θα μπορούσαμε να υποθέσουμε περαιτέρω, ότι η πτώση του οφείλεται σε παλαιότερο καταστροφικό γεγονός, καθώς το βρέθηκε κατά το ήμισυ βυθισμένος μέσα σε αρχαία επίχωση. ε

138 137 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 ΣΥΖΗΤΗΣΗ-ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Πρόσφατη πενταετής ανασκαφική έρευνα στη θέση Γιαννιά, μεταξύ των σύγχρονων οικισμών Τράπεζας και Διακοπτού, αποκάλυψε παράκτιο αρχαίο οικισμό που ανήκει στην επικράτεια της αρχαίας πόλης Βούρας και αποτελεί πιθανότατα το επίνειό της (κεφ. 4.3). Σύμφωνα με όσα αναπτύχθηκαν στο κεφ. 5 σε πολλές περιοχές του οικισμού υπήρξαν εκτεταμένες καταστροφές. Η μεγάλη έκταση των καταστροφών με τις σημαντικές βλάβες που προκλήθηκαν σε πολλούς χώρους των αρχαίων κτιρίων, καθώς και τα συνολικά ειδικά χαρακτηριστικά τους, που επαναλαμβάνονται στις περισσότερες περιπτώσεις (κεφ , 5.3.3, 5.4.3, 5.5.3, 5.6.3, 5.7.3, 5.8.3) μπορούν με ασφάλεια να οδηγήσουν στο συμπέρασμα, ότι η γενεσιουργός αιτία των καταστροφών αυτών είναι η εκδήλωση σεισμών, εφόσον πληρούνται ταυτόχρονα αρκετές από τις προϋποθέσεις και τα τεκμήρια που εφαρμόζονται για την πιστοποίηση σεισμών στην αρχαιότητα. Επίσης, από την εξέταση του ιστορικού πλαισίου της περιόδου θα πρέπει μάλλον να αποκλειστούν ανθρωπογενή αίτια για αυτές τις καταστροφές, όπως η εκδήλωση πολέμων στην περιοχή της Βούρας (κεφ. 6), στην επικράτεια της οποίας ανήκει ο αρχαίος οικισμός της θέσης Γιαννιά (κεφ. 4.3). Ωστόσο, η χρονολόγηση των στρωμάτων καταστροφής, που προέκυψε από νομισματικά και κεραμικά ευρήματα, καθώς και τα στρωματογραφικά δεδομένα της ανασκαφής, επιτρέπουν την ασφαλή διάκριση και τεκμηρίωση δύο διαφορετικών χρονικά καταστροφικών γεγονότων και επομένως οι καταστροφές στον αρχαίο οικισμό οφείλονται σε δύο διαφορετικούς σεισμούς (εικ. 97). Σε γενικές γραμμές τα στρώματα καταστροφής του πρώτου σεισμικού γεγονότος βρέθηκαν ενταφιασμένα κάτω από τον κύριο οδικό άξονα του οικισμού (κεφ ) και τα στρώματα καταστροφής του δεύτερου σεισμικού γεγονότος βρέθηκαν σε Κτίρια που έκαναν χρήση του κύριου οδικού άξονα. Το πρώτο σεισμικό γεγονός χρονολογείται στο πρώτο με δεύτερο τέταρτο του 3 ου αι. π.χ. και πιθανότερα σε προχωρημένο χρόνο μέσα στο δεύτερο τέταρτο του αιώνος (κεφ , 5.7.4, 5.8.4). Το δεύτερο σεισμικό γεγονός τοποθετείται μάλλον μετά τα μέσα του ίδιου αιώνος, και πιθανότερα μέσα στο τρίτο τέταρτο του 3 ου αι. π.χ. (κεφ , 5.3.4, 5.4.4, 5.5.4). Συνεπώς, μέσα στον ίδιο αιώνα ο αρχαίος οικισμός στη θέση Γιαννιά καταστράφηκε δύο φορές από σεισμό και μάλιστα η χρονική απόσταση των δύο γεγονότων φαίνεται να είναι μικρή. Α. Οι ειδικότερες και γενικότερες επιπτώσεις των δύο σεισμών -σύγκριση Το πρώτο σεισμικό γεγονός προξένησε ταυτόχρονες και εκτεταμένες καταστροφές στο μεγαλύτερο τμήμα του Οικοδομικού Συγκροτήματος του Κτιρίου 3 (εικ. 97). Συγκεκριμένα στους χώρους Χ11-Χ12-Χ13-Χ14 (κεφ. 5.6) εκ των οποίων οι Χ11-Χ12 βρέθηκαν εν μέρει κάτω από τον κύριο δρόμο του οικισμού, στους χώρους Χ2-Χ4(κεφ. 5.7) που βρίσκονταν παράπλευρα στο δρόμο

139 138 ΚΤΙΡΙΟ2 ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΟ ΣΥΓΚΡΌΤΗΜΑ ΚΤ.3 ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΟ ΣΥΓΚΡΌΤΗΜΑ ΚΤ.4 - ΚΤ.5 ΣΤΡΩΜΑ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ ΠΑΡΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ ΤΟΙΧΩΝ ΣΤΡΩΜΑ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ Α ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΚΤΙΡΙΟ 6 Β ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟ ΓΕΓΟΝΟΣ Εικόνα 97: Οι επιπτώσεις των δύο σεισμικών καταστροφικών γεγονότων σκαριφηματικά αποδοσμένες ανά θέσεις στα κτίρια του αρχαίου οικισμού. Η διάρρηξη του κτιρίου 6 συνεχίζεται πιθανώς δυτικά (λεπτή κόκκινη διακεκομμένη), ενώ είναι πιθανό να συνδεόταν στα ανατολικά με τη διάρρηξη του Κτιρίου 5. (Πηγή: αρχείο Στ ΕΠΚΑ) αλλά σε χαμηλότερη στάθμη από αυτόν, καθώς και στους χώρους που αποκαλύφθηκαν εξολοκλήρου κάτω από το ανατολικό τμήμα του κύριου οδικού άξονα του οικισμού (κεφ. 5.8). Οι επιπτώσεις αυτού του σεισμού αναγνωρίζονται σε όλους τους ανωτέρω χώρους. Προξένησε την κατάρρευση της στέγης τους, την προσανατολισμένη προς βορρά και οριοθετημένη κατάρρευση τοίχων διεύθυνσης Α-Δ με αποτέλεσμα να ενταφιαστεί το περιεχόμενο των χώρων (αγγεία, εργαλεία, αντικείμενα καθημερινής χρήσης, οργανικά κατάλοιπα, νομίσματα) κάτω από τα ερείπια. Τοίχοι διεύθυνσης κυρίως Β-Ν παρουσίασαν σημαντικές αλλοιώσεις, όπως καμπύλωση των δόμων (κεφ ii), οριζόντια μετατόπιση (κεφ ii) ή κάμψη (κεφ ii). Σε μία περίπτωση παραμορφώθηκε σημαντικά τοίχος διεύθυνσης Α-Δ που παρουσίασε σιγμοειδή στρέβλωση και το άκρο δεύτερου τοίχου έντονη καμπύλωση (κεφ ii). Η καταστροφή συνοδεύτηκε από πυρκαγιά, καθώς ίχνη φωτιάς λιγότερο ή περισσότερο έντονα παρατηρήθηκαν στους περισσότερους χώρους (κεφ i, i, i). Ο σεισμός αυτός φαίνεται πως ίσως είχε επιπτώσεις και στην υπόγεια υδροφορία, καθώς η κατάργηση πηγαδιού συνδέεται με πιθανή αλλαγή στη στάθμη του υδροφόρου ορίζοντα (κεφ iii). Ο αρχαίος οικισμός ανακάμπτει αμέσως ή σε σύντομο χρονικό διάστημα μετά την καταστροφή. Η ιστορική συγκυρία είναι ευνοϊκή, καθώς την περίοδο αυτή (281/280 π.χ.)

ΜΕΡΟΣ 1 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 1. Γεωλογείν περί Σεισμών...3. 2. Λιθοσφαιρικές πλάκες στον Ελληνικό χώρο... 15. 3. Κλάδοι της Γεωλογίας των σεισμών...

ΜΕΡΟΣ 1 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 1. Γεωλογείν περί Σεισμών...3. 2. Λιθοσφαιρικές πλάκες στον Ελληνικό χώρο... 15. 3. Κλάδοι της Γεωλογίας των σεισμών... ΜΕΡΟΣ 1 1. Γεωλογείν περί Σεισμών....................................3 1.1. Σεισμοί και Γεωλογία....................................................3 1.2. Γιατί μελετάμε τους σεισμούς...........................................

Διαβάστε περισσότερα

2. ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΝΕΟΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

2. ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΝΕΟΤΕΚΤΟΝΙΚΗ 2. 2.1 ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ Στο κεφάλαιο αυτό παρουσιάζεται συνοπτικά το Γεωλογικό-Σεισμοτεκτονικό περιβάλλον της ευρύτερης περιοχής του Π.Σ. Βόλου - Ν.Ιωνίας. Η ευρύτερη περιοχή της πόλης του

Διαβάστε περισσότερα

Ευρασιατική, Αφρικανική και Αραβική

Ευρασιατική, Αφρικανική και Αραβική Έχει διαπιστωθεί διεθνώς ότι τα περιθώρια τεκτονικών πλακών σε ηπειρωτικές περιοχές είναι πολύ ευρύτερα από τις ωκεάνιες (Ευρασία: π.χ. Ελλάδα, Κίνα), αναφορικά με την κατανομή των σεισμικών εστιών. Στην

Διαβάστε περισσότερα

Πάπυροι - Επιστημονικό Περιοδικό τόμος 7, 2018

Πάπυροι - Επιστημονικό Περιοδικό τόμος 7, 2018 Άγνωστοι Σεισμοί κρυμμένοι στα ρήγματα της Τροίας, Μικρής Δοξιπάρας-Ζώνης Έβρου και Ελίκης (Αχαΐα): ΣΠΥΡΟΣ ΠΑΥΛΙΔΗΣ, Καθηγητής Γεωλογίας του Τμήματος Γεωλογίας, της Σχολής Θετικών Επιστημών του Αριστοτελείου

Διαβάστε περισσότερα

Γεωθερμική έρευνα - Ερευνητικές διαδικασίες

Γεωθερμική έρευνα - Ερευνητικές διαδικασίες Γεωθερμική έρευνα - Ερευνητικές διαδικασίες Tεχνικο οικονομικοί παράγοντες για την αξιολόγηση της οικονομικότητας των γεωθερμικών χρήσεων και της «αξίας» του ενεργειακού προϊόντος: η θερμοκρασία, η παροχή

Διαβάστε περισσότερα

ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΩΝ ΤΑΣΕΩΝ

ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΩΝ ΤΑΣΕΩΝ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΩΝ ΤΑΣΕΩΝ Εισαγωγή: Η σεισμικότητα μιας περιοχής χρησιμοποιείται συχνά για την εξαγωγή συμπερασμάτων σχετικών με τις τεκτονικές διαδικασίες που λαμβάνουν χώρα εκεί. Από τα τέλη του

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης. Γιώργος Πρίμπας

Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης. Γιώργος Πρίμπας Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης Γιώργος Πρίμπας Το παρόν φωτογραφικό άλμπουμ είναι ένα αφιέρωμα για τους τρεις μεγάλης αρχαιολογικής αξίας χώρους στην περιοχή

Διαβάστε περισσότερα

Συσχέτιση Νεοτεκτονικών αμώυ και Σεισμικότητας στην Ευρύτερη Περιοχή ταυ Κορινθιακού Κόλπου (Κεντρική Ελλάδα).

Συσχέτιση Νεοτεκτονικών αμώυ και Σεισμικότητας στην Ευρύτερη Περιοχή ταυ Κορινθιακού Κόλπου (Κεντρική Ελλάδα). Συσχέτιση Νεοτεκτονικών αμώυ και Σεισμικότητας στην Ευρύτερη Περιοχή ταυ Κορινθιακού Κόλπου (Κεντρική Ελλάδα). Περίληψη Η περιοχή μελέτης της παρούσας διατριβής περιλαμβάνει το βόρειο τμήμα της ευρύτερης

Διαβάστε περισσότερα

ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟ. Dr. Βανδαράκης Δημήτριος (dbandarakis@hua.gr) Dr. Παυλόπουλος Κοσμάς Καθηγητής (kpavlop@hua.

ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟ. Dr. Βανδαράκης Δημήτριος (dbandarakis@hua.gr) Dr. Παυλόπουλος Κοσμάς Καθηγητής (kpavlop@hua. ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟ Dr. Βανδαράκης Δημήτριος (dbandarakis@hua.gr) Dr. Παυλόπουλος Κοσμάς Καθηγητής (kpavlop@hua.gr) ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ ΤΜΗΜΑΤΑ ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΩΝ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογικός κάνναβος και στρωματογραφία

Αρχαιολογικός κάνναβος και στρωματογραφία Αρχαιολογικός κάνναβος και στρωματογραφία Μετά τον εντοπισμό και καθορισμό των αρχαιολογικών θέσεων, καθώς και τη μεταφορά των απαραίτητων υλικών και εργαλείων, το επόμενο σημαντικό στάδιο είναι η ανασκαφή

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΠΡΟΔΡΟΜΩΝ ΣΕΙΣΜΙΚΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ

ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΠΡΟΔΡΟΜΩΝ ΣΕΙΣΜΙΚΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΠΡΟΔΡΟΜΩΝ ΣΕΙΣΜΙΚΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ Επιστημονικός Υπεύθυνος: Καθηγητής Νικ. Δελήμπασης Τομέας Γεωφυσικής Γεωθερμίας Πανεπιστημίου Αθηνών Η έρευνα για την ανίχνευση τυχόν

Διαβάστε περισσότερα

ΠΟΤΑΜΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ

ΠΟΤΑΜΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΠΟΤΑΜΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ 2 η ΕΝΟΤΗΤΑ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΩΝ ΑΣΚΗΣΕΩΝ Εκτίμηση ποτάμιας διάβρωσης Σκοπός της εργασίας: Να εκτιμηθεί ποσοτικά η ποτάμια διάβρωση κατά μήκος οκτώ χειμάρρων στη βόρεια Πελοπόννησο. Να βρεθεί

Διαβάστε περισσότερα

ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΗ ΠΕΤΡΩΜΑΤΑ

ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΗ ΠΕΤΡΩΜΑΤΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ Η εφαρμογή των γεωλογικών πληροφοριών σε ολόκληρο το φάσμα της αλληλεπίδρασης μεταξύ των ανθρώπων και του φυσικού τους περιβάλλοντος Η περιβαλλοντική γεωλογία είναι εφαρμοσμένη

Διαβάστε περισσότερα

ΒΕΖΥΡΙΑΝΟΥ ΙΩΑΝΝΑ Α.Μ. 08010

ΒΕΖΥΡΙΑΝΟΥ ΙΩΑΝΝΑ Α.Μ. 08010 ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΣΧΟΛΗ ΘΕΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΞΕΛΙΞΗ ΓΕΩΜΟΡΦΩΝ ΤΥΠΟΥ BADLANDS ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ ΔΕΡΒΕΝΙΟΥ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΗ ΤΑΦΡΟΣ (Β. ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ ΕΛΛΑΔΑ) ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ: ΣΤΑΜΑΤΟΠΟΥΛΟΣ

Διαβάστε περισσότερα

Η δομή των πετρωμάτων ως παράγοντας ελέγχου του αναγλύφου

Η δομή των πετρωμάτων ως παράγοντας ελέγχου του αναγλύφου Κεφάλαιο 11 ο : Η ΔΟΜΗ ΤΩΝ ΠΕΤΡΩΜΑΤΩΝ Η δομή των πετρωμάτων ως παράγοντας ελέγχου του αναγλύφου Στο κεφάλαιο αυτό θα ασχοληθούμε με τις δευτερογενείς μορφές του αναγλύφου που προκύπτουν από τη δράση της

Διαβάστε περισσότερα

Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού

Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού Η ανασκαφή τού 2012 είχε ως στόχους: την περαιτέρω διερεύνηση της στοάς του μεγάλου ρωμαϊκού κτιρίου με τη στοά περιμετρικά

Διαβάστε περισσότερα

iv. Παράκτια Γεωμορφολογία

iv. Παράκτια Γεωμορφολογία iv. Παράκτια Γεωμορφολογία Η παράκτια ζώνη περιλαμβάνει, τόσο το υποθαλάσσιο τμήμα της ακτής, μέχρι το βάθος όπου τα ιζήματα υπόκεινται σε περιορισμένη μεταφορά εξαιτίας της δράσης των κυμάτων, όσο και

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ Ι ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΙΑΛΕΞΕΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ Ι ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΙΑΛΕΞΕΩΝ ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΜΕΤΑΛΛΕΙΩΝ ΜΕΤΑΛΛΟΥΡΓΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΩΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ Υ ΡΟΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ Ι ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΙΑΛΕΞΕΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος [IA11] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Α Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων (1100-480 π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος Πηγές και μέθοδοι (συνέχεια) Ο κλασικός αρχαιολόγος ταξινομεί το υλικό του: Κατά χρονική

Διαβάστε περισσότερα

ΡΗΞΙΓΕΝΗΣ ΙΣΤΟΣ, ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΤΙΚΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ ΚΑΙ ΧΡΗΣΗ Σ.Γ.Π. ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΛΟΓΗ ΘΕΣΕΩΝ ΓΕΩΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΑΛΛΗΛΟΤΗΤΑΣ

ΡΗΞΙΓΕΝΗΣ ΙΣΤΟΣ, ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΤΙΚΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ ΚΑΙ ΧΡΗΣΗ Σ.Γ.Π. ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΛΟΓΗ ΘΕΣΕΩΝ ΓΕΩΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΑΛΛΗΛΟΤΗΤΑΣ ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΤΟΜΕΑΣ ΔΥΝΑΜΙΚΗΣ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΡΗΞΙΓΕΝΗΣ ΙΣΤΟΣ, ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΤΙΚΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ ΚΑΙ ΧΡΗΣΗ

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΣΕΙΣΜΟ ΤΗΣ ΠΑΡΝΗΘΑΣ (ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 1999 ) ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΣΤΗ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ

ΓΕΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΣΕΙΣΜΟ ΤΗΣ ΠΑΡΝΗΘΑΣ (ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 1999 ) ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΣΤΗ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ ΓΕΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΣΕΙΣΜΟ ΤΗΣ ΠΑΡΝΗΘΑΣ (ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 1999 ) ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΣΤΗ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ ΓΡΑΜΜΕΝΟΥ ΘΕΟΔΩΡΑ ΚΑΡΑΛΑ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΜΠΙΣΚΙΝΗΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΡΟΥΠΑΚΙΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΑΚΚΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ

Διαβάστε περισσότερα

ηαποκάλυψη αρχαιοτήτων στις βορειοανατολικές υπώρειες του λοφώδους

ηαποκάλυψη αρχαιοτήτων στις βορειοανατολικές υπώρειες του λοφώδους κωνσταντινα Γραβανη e-mail: cgravani@cc.uoi.gr ΠανεΠιστηΜιουΠολη Δουρουτησ: αρχαιολογικεσ ερευνεσ, εργασιεσ και Μελετεσ: συντομη αναφορα ηαποκάλυψη αρχαιοτήτων στις βορειοανατολικές υπώρειες του λοφώδους

Διαβάστε περισσότερα

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΚΔΡΟΜΗ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΚΔΡΟΜΗ ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΚΔΡΟΜΗ ΣΤΗ ΔΥΤΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ 1-4 Ιουνίου 2010 Πρόγραμμα - Δρομολόγιο Σύνταξη Επιμέλεια: Καθηγητής Μιχ. Σταματάκης

Διαβάστε περισσότερα

Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ

Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΣΤΡΑΤΟΥ. βασίσθηκε στην εργασία που εκπόνησε ειδική επιστημονική ομάδα υπό τους κ.κ. Λάζαρο Κολώνα τ. γενικό Διευθυντή Αρχαιοτήτων

Διαβάστε περισσότερα

Φαινόµενα ρευστοποίησης εδαφών στον Ελληνικό χώρο Κεφάλαιο 1

Φαινόµενα ρευστοποίησης εδαφών στον Ελληνικό χώρο Κεφάλαιο 1 1 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1.1 Εισαγωγικό σηµείωµα Η προκαλούµενη, κατά τη διάδοση των σεισµικών κυµάτων, εφαρµογή κυκλικών διατµητικών τάσεων οδηγεί τους κορεσµένους χαλαρούς αµµώδεις σχηµατισµούς σε συµπύκνωση.

Διαβάστε περισσότερα

Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ

Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΟΙΝΙΑΔΩΝ. βασίσθηκε στην εργασία που εκπόνησε ειδική επιστημονική ομάδα υπό τους κ.κ. Λάζαρο Κολώνα τ. γενικό Διευθυντή Αρχαιοτήτων

Διαβάστε περισσότερα

Βασικές μέθοδοι στρωματογραφίας

Βασικές μέθοδοι στρωματογραφίας Βασικές μέθοδοι στρωματογραφίας ΛΙΘΟΣΤΡΩΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ ΒΙΟΣΤΡΩΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ ΧΡΟΝΟΣΤΡΩΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ Μαγνητοστρωματογραφία Σεισμική στρωματογραφία ΣΥΣΧΕΤΙΣΜΟΣ Παραλληλισμός στρωμάτων από περιοχή σε περιοχή με στόχο

Διαβάστε περισσότερα

Παράκτιοι κρημνοί Γεωμορφές βραχωδών ακτών & Ακτόλιθοι

Παράκτιοι κρημνοί Γεωμορφές βραχωδών ακτών & Ακτόλιθοι Παράκτιοι κρημνοί Γεωμορφές βραχωδών ακτών & Ακτόλιθοι Δρ. Δρ. Νίκη Ευελπίδου Αναπλ. Καθηγήτρια Τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Δρ. Άννα Καρκάνη Τμήμα

Διαβάστε περισσότερα

ΒΛΑΒΕΣ ΤΟΙΧΟΠΟΙΙΑΣ Τεκμηρίωση Βλαβών περιλαμβάνει : Αποτύπωση φερόντων στοιχείων κατασκευής. Πιθανές επεμβάσεις λόγω της μεγάλης διάρκειας ζωής κτιρίων από τοιχοποιία την καθιστούν δύσκολη. Αναζήτηση αρχικών

Διαβάστε περισσότερα

ΑΛΛΗΛΕΠΙ ΡΑΣΗ ΡΗΓΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΣΕΙΣΜΙΚΗ ΕΠΙΚΙΝ ΥΝΟΤΗΤΑ ΣΤΟΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΟ ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΟ

ΑΛΛΗΛΕΠΙ ΡΑΣΗ ΡΗΓΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΣΕΙΣΜΙΚΗ ΕΠΙΚΙΝ ΥΝΟΤΗΤΑ ΣΤΟΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΟ ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΟ ΑΛΛΗΛΕΠΙ ΡΑΣΗ ΡΗΓΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΣΕΙΣΜΙΚΗ ΕΠΙΚΙΝ ΥΝΟΤΗΤΑ ΣΤΟΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΟ ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΟ ii Εξεταστική Επιτροπή Τριµελής Συµβουλευτική επιτροπή: Κουκουβέλας Ιωάννης, Αναπληρωτής Καθηγητής, Τµήµα Γεωλογίας, Πανεπιστήµιο

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογική διαχείριση μνημείων,

Αρχαιολογική διαχείριση μνημείων, Διατμηματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών Διαχείριση Μνημείων: Αρχαιολογία, Πόλη και Αρχιτεκτονική Αρχαιολογική διαχείριση μνημείων, ιδιαίτερα σε αστικό και περιαστικό χώρο Διδάσκοντες: Β. Λαμπρινουδάκης

Διαβάστε περισσότερα

Γεωτεχνική Έρευνα και Εκτίμηση Εδαφικών παραμέτρων σχεδιασμού Η ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

Γεωτεχνική Έρευνα και Εκτίμηση Εδαφικών παραμέτρων σχεδιασμού Η ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Εκπαίδευση και Δια Βίου Μάθηση Πρόγραμμα Δια Βίου Μάθησης ΑΕΙ για την ΕπικαιροποίησηΓνώσεων Αποφοίτων ΑΕΙ: Σύγχρονες Εξελίξεις στις Θαλάσσιες Κατασκευές Α.Π.Θ. Πολυτεχνείο Κρήτης

Διαβάστε περισσότερα

Επιπτώσεις σεισμών σε αρχαιολογικές θέσεις και μνημεία της Β. Πελοποννήσου

Επιπτώσεις σεισμών σε αρχαιολογικές θέσεις και μνημεία της Β. Πελοποννήσου Επιπτώσεις σεισμών σε αρχαιολογικές θέσεις και μνημεία της Β. Πελοποννήσου Διατριβή ειδίκευσης του Βασίλειου Παναγιωτόπουλου Που υποβλήθηκε στο Πανεπιστήμιο Πατρών Τμήμα Γεωλογίας Τομέας Γενικής-θαλάσσιας

Διαβάστε περισσότερα

ΦΑΚΕΛΟΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΕΥΧΟΣ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ (Τ.Τ.Δ.)

ΦΑΚΕΛΟΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΕΥΧΟΣ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ (Τ.Τ.Δ.) ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΝΟΜΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΣ ΝΕΑΣ ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑΣ ΝΕΑΣ ΧΑΛΚΗΔΟΝΑΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ: «ΜΕΛΕΤΗ ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΑΛΛΗΛΟΤΗΤΑΣ ΧΩΡΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟΥ» Α.Μ.: 124/2017 ΧΡΗΜ/ΣΗ: ΠΡΟΕΚ/ΜΕΝΗ ΑΜΟΙΒΗ: ΙΔΙΟΙ

Διαβάστε περισσότερα

Μοναδικά ευρήματα σε Σικυώνα

Μοναδικά ευρήματα σε Σικυώνα 06/09/2019 Μοναδικά ευρήματα σε Σικυώνα / Παιδεία και Πολιτισμός Ενδυναμώνεται το ενδεχόμενο εντοπισμού της αρχαϊκής πόλης της Σικυώνας στη σημερινή περιοχή του Αγ. Κωνσταντίνου. Οικιστικά κατάλοιπα κλασσικής

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΑΠΟΤΥΠΩΣΗ ΑΡΧΑΙΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ «ΠΛΑΤΙΑΝΑΣ» 1 Μ Α Ρ Ι Α Μ Α Γ Ν Η Σ Α Λ Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ Ε.Μ.Π. MSc Ε.Μ.Π.

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΑΠΟΤΥΠΩΣΗ ΑΡΧΑΙΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ «ΠΛΑΤΙΑΝΑΣ» 1 Μ Α Ρ Ι Α Μ Α Γ Ν Η Σ Α Λ Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ Ε.Μ.Π. MSc Ε.Μ.Π. Το αρχαίο θέατρο, το επωνοµαζόµενο χάριν συντοµίας «θέατρο της Πλατιάνας», βρίσκεται εντός των τειχών της αρχαίας Ακρόπολης στην κορυφή του όρους Λαπίθα. Η αρχαία ονοµασία της πόλης στην οποία ανήκε θεωρείται

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΓΕΩΛΟΓΙΚΗΣ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΓΕΩΛΟΓΙΚΗΣ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ Κεφάλαιο 1 ΓΕΩΛΟΓΙΚΗΣ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ Για τις ανάγκες της "Γεωλογικής Τεκτονικής Μελέτης Λεκανοπεδίου Αθηνών", που εκπονήθηκε από την ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου Αθηνών κατασκευάσθηκαν οι ακόλουθοι

Διαβάστε περισσότερα

Αλέξανδρος Νικολάου, ΒΠΠΓ

Αλέξανδρος Νικολάου, ΒΠΠΓ Αλέξανδρος Νικολάου, ΒΠΠΓ Στην αρχαϊκή εποχή εικάζεται ότι υπήρχε κάποιο είδος θεατρικής κατασκευής στο χώρο που βρίσκονται τα σημερινά ευρήματα του θεάτρου, ενώ στα κλασσικά χρόνια υπήρχε σίγουρα κάποια

Διαβάστε περισσότερα

Μηχανισμοί γένεσης σεισμών

Μηχανισμοί γένεσης σεισμών Μηχανισμοί γένεσης σεισμών Μέθοδοι προσδιορισμού ρ και σύνδεσή τους με σεισμοτεκτονικά μοντέλα στον Ελληνικό χώρο. Κεφ.10 http://seismo.geology.upatras.gr/seismology/ gy p g gy Σώκος Ευθύμιος Λέκτορας

Διαβάστε περισσότερα

Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ

Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΑΜΦΙΛΟΧΙΚΟΥ ΑΡΓΟΥΣ. βασίσθηκε στην εργασία που εκπόνησε ειδική επιστημονική ομάδα υπό τους κ.κ. Λάζαρο Κολώνα τ. γενικό Διευθυντή

Διαβάστε περισσότερα

ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ. Κατολισθήσεις Ταξινόµηση κατολισθήσεων

ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ. Κατολισθήσεις Ταξινόµηση κατολισθήσεων ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ Κατολισθήσεις Ταξινόµηση κατολισθήσεων ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 Κατολισθήσεις Έχει επικρατήσει µεταξύ των γεωλόγων και των µηχανικών η χρήση του όρου κατολίσθηση για την περιγραφή του φαινοµένου

Διαβάστε περισσότερα

Γ' ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΣΤΗΡΙΞΗΣ

Γ' ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΣΤΗΡΙΞΗΣ Γ' ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΣΤΗΡΙΞΗΣ 2000-2006 ΥΠΟΕΡΓΟ 04ΕΡ 47 ΠΑΡΑΔΟΤΕΟ 2 (Χάρτης μορφοτεκτονικών ασυνεχειών κατά μήκος της ρηξιγενούς ζώνης Δομοκού-Καναλίων (Θεσσαλία)) Τίτλος Υποέργου : Παροχή δεδομένων για

Διαβάστε περισσότερα

ΑΣΚΗΣΗ 5 η ΤΕΧΝΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ Ι ΤΕΧΝΙΚΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΣΗΡΑΓΓΑΣ

ΑΣΚΗΣΗ 5 η ΤΕΧΝΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ Ι ΤΕΧΝΙΚΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΣΗΡΑΓΓΑΣ ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΜΕΤΑΛΛΕΙΩΝ MΕΤΑΛΛΟΥΡΓΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΩΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΤΕΧΝ. ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ & ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΗΡΩΩΝ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ `9, 157 80 ΖΩΓΡΑΦΟΥ, ΑΘΗΝΑ NATIONAL TECHNICAL

Διαβάστε περισσότερα

Ο ΣΕΙΣΜΟΣ 7,1 της 4/9/2010 ΤΟΥ CANTERBURY ΝΕΑΣ ΖΗΛΑΝΔΙΑΣ ΣΥΝΤΟΜΗ ΑΝΑΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΠΙ ΤΟΠΟΥ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

Ο ΣΕΙΣΜΟΣ 7,1 της 4/9/2010 ΤΟΥ CANTERBURY ΝΕΑΣ ΖΗΛΑΝΔΙΑΣ ΣΥΝΤΟΜΗ ΑΝΑΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΠΙ ΤΟΠΟΥ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ Ο ΣΕΙΣΜΟΣ 7,1 της 4/9/2010 ΤΟΥ CANTERBURY ΝΕΑΣ ΖΗΛΑΝΔΙΑΣ ΣΥΝΤΟΜΗ ΑΝΑΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΠΙ ΤΟΠΟΥ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ Μαρίνος 1 Π., Ροντογιάννη 1 Θ., Χρηστάρας 2 Β., Τσιαμπάος 1 Γ., Σαμπατακάκης 3 Ν. 1. Εθνικό Μετσόβιο

Διαβάστε περισσότερα

Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΜΑΚΥΝΕΙΑΣ.

Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΜΑΚΥΝΕΙΑΣ. Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΜΑΚΥΝΕΙΑΣ. βασίσθηκε στην εργασία που εκπόνησε ειδική επιστημονική ομάδα υπό τους κ.κ. Λάζαρο Κολώνα τ. γενικό Διευθυντή Αρχαιοτήτων

Διαβάστε περισσότερα

ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΓΕΩΛΟΓΙΚΩΝ & ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ

ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΓΕΩΛΟΓΙΚΩΝ & ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ 1 ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΓΕΩΛΟΓΙΚΩΝ & ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΙΘΑΝΑ ΑΙΤΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΑΤΗΡΟΥΜΕΝΩΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΩΝ ΣΤΟ ΠΑΛΑΙΟΚΑΣΤΡΟ ΝΙΣΥΡΟΥ ΠΡΟ ΡΟΜΗ ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ Από Γ. Ε. Βουγιουκαλάκη Αθήνα, Άυγουστος 2003 2 Πιθανά αίτια

Διαβάστε περισσότερα

Παλαιογεωγραφική εξέλιξη της Νισύρου.

Παλαιογεωγραφική εξέλιξη της Νισύρου. Παλαιογεωγραφική εξέλιξη της Νισύρου. Δρ. Παρασκευή Νομικού Λέκτωρ Ωκεανογραφίας Τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος Εθνικό & Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Η ηφαιστειακή εξέλιξη της Νισύρου άρχισε

Διαβάστε περισσότερα

Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού

Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού Κατά την περίοδο 2010 συνεχίσαμε την έρευνα τόσο στο χώρο της αίθουσας όσο και στο χώρο του αιθρίου με σκοπό την περαιτέρω διερεύνηση

Διαβάστε περισσότερα

7 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΥΝΟΨΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ

7 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΥΝΟΨΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ 7 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΥΝΟΨΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ 7.1 Σύνοψη Η παρούσα διατριβή είχε ως στόχο τη µελέτη του φαινοµένου της ρευστοποίησης στην ευρύτερη περιοχή του Αιγαίου και τη δηµιουργία νέων εµπειρικών σχέσεων

Διαβάστε περισσότερα

Κυριότερες πόλεις ήταν η Κνωσός, η Φαιστός, η Ζάκρος και η Γόρτυνα

Κυριότερες πόλεις ήταν η Κνωσός, η Φαιστός, η Ζάκρος και η Γόρτυνα Ηφαίστειο της Θήρας Η Μινωική Κρήτη λόγω της εμπορικής αλλά και στρατηγικής θέσης της έγινε γρήγορα μεγάλη ναυτική και εμπορική δύναμη. Οι Μινωίτες πωλούσαν τα προϊόντα τους σε όλη τη Μεσόγειο με αποτέλεσμα

Διαβάστε περισσότερα

Τα φαινόμενα ρευστοποίησης, ο ρόλος τους στα Τεχνικά Έργα και τη σύγχρονη αστικοποίηση

Τα φαινόμενα ρευστοποίησης, ο ρόλος τους στα Τεχνικά Έργα και τη σύγχρονη αστικοποίηση Τα φαινόμενα ρευστοποίησης, ο ρόλος τους στα Τεχνικά Έργα και τη σύγχρονη αστικοποίηση Γ. Παπαθανασίου Επίκουρος Καθηγητής Εργαστήριο Τεχνικής Γεωλογίας Τομέας Γεωτεχνική Μηχανικής Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΒΑΛΛΩΝ ΧΩΡΟΣ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ III. Ν. Σαμπατακάκης Καθηγητής Εργαστήριο Τεχνικής Γεωλογίας Παν/μιο Πατρών

ΠΕΡΙΒΑΛΛΩΝ ΧΩΡΟΣ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ III. Ν. Σαμπατακάκης Καθηγητής Εργαστήριο Τεχνικής Γεωλογίας Παν/μιο Πατρών ΠΕΡΙΒΑΛΛΩΝ ΧΩΡΟΣ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ III Ν. Σαμπατακάκης Καθηγητής Εργαστήριο Τεχνικής Γεωλογίας Παν/μιο Πατρών (4) Αλλαγές μεταβολές του γεωϋλικού με το χρόνο Αποσάθρωση: αλλοίωση (συνήθως χημική) ορυκτών

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΦΕΡΤΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΩΝ ΧΕΙΜΑΡΡΩΔΩΝ ΡΕΜΜΑΤΩΝ ΜΕΡΟΣ Α. ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ Δρ. Γ. ΖΑΙΜΗΣ

ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΦΕΡΤΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΩΝ ΧΕΙΜΑΡΡΩΔΩΝ ΡΕΜΜΑΤΩΝ ΜΕΡΟΣ Α. ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ Δρ. Γ. ΖΑΙΜΗΣ ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΦΕΡΤΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΩΝ ΧΕΙΜΑΡΡΩΔΩΝ ΡΕΜΜΑΤΩΝ ΜΕΡΟΣ Α ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ Δρ. Γ. ΖΑΙΜΗΣ Παραγωγή Διάφορα χειμαρρικά φαινόμενα Κυρίως χώρο λεκάνης απορροής Κλίμα επιδρά στο γεωλογικό, συνάρτηση

Διαβάστε περισσότερα

Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Ouarkziz)

Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Ouarkziz) Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Ouarkziz) Δίνονται αεροφωτογραφίες για στερεοσκοπική παρατήρηση. Θεωρούμε ότι ο βορράς βρίσκεται προς τα πάνω κατά την ανάγνωση των γραμμάτων και των αριθμών. Ερωτήσεις:

Διαβάστε περισσότερα

Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2016)

Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2016) Περίληψη των εργασιών Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2016) Οι εργασίες πεδίου στον αρχαιολογικό χώρο του Αζοριά (Καβούσι, Ιεράπετρα), στη βορειοανατολική Κρήτη, διήρκεσαν 11 εβδομάδες,

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗΣ ΔΙΑΤΡΙΒΗΣ (1) ΜΕ ΤΙΤΛΟ: «Γεωμετρία της παραμόρφωσης και κινηματική ανάλυση της Μεσοελληνικής Αύλακας»

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗΣ ΔΙΑΤΡΙΒΗΣ (1) ΜΕ ΤΙΤΛΟ: «Γεωμετρία της παραμόρφωσης και κινηματική ανάλυση της Μεσοελληνικής Αύλακας» ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗΣ ΔΙΑΤΡΙΒΗΣ (1) ΜΕ ΤΙΤΛΟ: «Γεωμετρία της παραμόρφωσης και κινηματική ανάλυση της Μεσοελληνικής Αύλακας» Η Μεσοελληνική Αύλακα (ΜΑ) είναι μία λεκάνη που εκτείνεται στη Βόρεια Ελλάδα

Διαβάστε περισσότερα

8. Υπολογισµός Α.Υ. επαφής σε τυχαία θέση: Το «πρόβληµα» της γεώτρησης

8. Υπολογισµός Α.Υ. επαφής σε τυχαία θέση: Το «πρόβληµα» της γεώτρησης 8. Υπολογισµός Α.Υ. επαφής σε τυχαία θέση: Το «πρόβληµα» της γεώτρησης 1. Γενικά... 78 2. Γεώτρηση σε απλά κεκλιµένα στρώµατα... 78 3. Γεώτρηση σε διερρηγµένα στρώµατα... 81 4. Γεώτρηση σε ασύµφωνα στρώµατα...

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Για τη διευκόλυνση των σπουδαστών στη μελέτη τους και την καλύτερη κατανόηση των κεφαλαίων που περιλαμβάνονται στο βιβλίο ΓΕΝΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ Σημείωση: Το βιβλίο καλύπτει την ύλη

Διαβάστε περισσότερα

Οι αρχαίοι πύργοι της Σερίφου Οι αρχαίοι πύργοι, αυτόνομες οχυρές κατασκευές αποτελούν ιδιαίτερο τύπο κτιρίου με κυκλική, τετράγωνη ή ορθογώνια

Οι αρχαίοι πύργοι της Σερίφου Οι αρχαίοι πύργοι, αυτόνομες οχυρές κατασκευές αποτελούν ιδιαίτερο τύπο κτιρίου με κυκλική, τετράγωνη ή ορθογώνια Οι αρχαίοι πύργοι της Σερίφου Οι αρχαίοι πύργοι, αυτόνομες οχυρές κατασκευές αποτελούν ιδιαίτερο τύπο κτιρίου με κυκλική, τετράγωνη ή ορθογώνια κάτοψη, περισσότερους από έναν ορόφους και στιβαρή κατασκευή.

Διαβάστε περισσότερα

Εφαρμοσμένη Γεωμορφολογία - Αστική Γεωμορφολογία

Εφαρμοσμένη Γεωμορφολογία - Αστική Γεωμορφολογία Εφαρμοσμένη Γεωμορφολογία - Αστική Γεωμορφολογία Ενότητα 4: Μεταβολές στάθμης θάλασσας Νίκη Ευελπίδου Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος Δείκτες µεταβολής στάθµης θάλασσας Οι

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΟΞΟ. Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Το Ελληνικό τόξο

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΟΞΟ. Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Το Ελληνικό τόξο ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΟΞΟ Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Το Ελληνικό τόξο ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Ο Ελλαδικός χώρος µε την ευρεία γεωγραφική έννοια του όρου, έχει µια σύνθετη γεωλογικοτεκτονική

Διαβάστε περισσότερα

Συστήματα Υποστήριξης Αποφάσεων

Συστήματα Υποστήριξης Αποφάσεων ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Πειραιά Τεχνολογικού Τομέα Συστήματα Υποστήριξης Αποφάσεων Άσκηση 1η: Αξιολόγηση σεισμογενών περιοχών της Ελλάδας Διονύσης Γιαννακόπουλος Τμήμα Διοίκησης

Διαβάστε περισσότερα

Πολιτικοί Μηχανικοί ΕΜΠ Τεχνική Γεωλογία Διαγώνισμα 10/ ΘΕΜΑ 1 ο (4 βαθμοί)

Πολιτικοί Μηχανικοί ΕΜΠ Τεχνική Γεωλογία Διαγώνισμα 10/ ΘΕΜΑ 1 ο (4 βαθμοί) Πολιτικοί Μηχανικοί ΕΜΠ Τεχνική Γεωλογία Διαγώνισμα 10/2006 1 ΘΕΜΑ 1 ο (4 βαθμοί) 1. Σε μια σήραγγα μεγάλου βάθους πρόκειται να εκσκαφθούν σε διάφορα τμήματά της υγιής βασάλτης και ορυκτό αλάτι. α) Στο

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 3: ΓΕΩΛΟΓΙΚΟΙ ΧΑΡΤΕΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 3: ΓΕΩΛΟΓΙΚΟΙ ΧΑΡΤΕΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 3: ΓΕΩΛΟΓΙΚΟΙ ΧΑΡΤΕΣ ΔΙΔΑΣΚΩΝ : Ι. ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΑΓΡΙΝΙΟ, 2016 ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 3:

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΝΩΛΙΑ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ, ΒΠΠΓ

ΜΑΝΩΛΙΑ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ, ΒΠΠΓ ΜΑΝΩΛΙΑ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ, ΒΠΠΓ Η Στράτος υπήρξε σημαντική πόλη της Ακαρνανίας πρωτεύουσα των Ακαρνάνων από τον 5 ο αιώνα π.χ. Κτίσθηκεσεεπαφήμετηδυτική όχθη του Αχελώου, στασύνοραμετηναιτωλία. Από τις αρχαιολογικές

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος [IA11] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Α Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων (1100-480 π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος Πρώιμοι και Γεωμετρικοί χρόνοι (1100-700 π.χ.) Οι περίοδοι της αρχαίας ελληνικής τέχνης:

Διαβάστε περισσότερα

Είναι αυτή η πρώτη πόλη της υτικής Ευρώπης;

Είναι αυτή η πρώτη πόλη της υτικής Ευρώπης; Είναι αυτή η πρώτη πόλη της υτικής Ευρώπης; Μέρος της οχύρωσης Οι αρχαιολογικές ανασκαφές που διενεργούνται στην περιοχή της La Bastida (Totana, Murcia στην Ισπανία) έχουν αποκαλύψει ένα επιβλητικό οχυρωματικό

Διαβάστε περισσότερα

Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Dra)

Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Dra) Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Dra) Δίνονται αεροφωτογραφίες για στερεοσκοπική παρατήρηση. Ο βορράς είναι προσανατολισμένος προς τα πάνω κατά την ανάγνωση των γραμμάτων και των αριθμών. Ερωτήσεις:

Διαβάστε περισσότερα

Ερµηνεία Τοπογραφικού Υποβάθρου στη Σύνταξη και Χρήση Γεωλoγικών Χαρτών

Ερµηνεία Τοπογραφικού Υποβάθρου στη Σύνταξη και Χρήση Γεωλoγικών Χαρτών ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΗΣ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ Επιµέλεια: ηµάδη Αγόρω Ερµηνεία Τοπογραφικού Υποβάθρου στη Σύνταξη και Χρήση Γεωλoγικών Χαρτών ΙΣΟΫΨΕΙΣ ΚΑΜΠΥΛΕΣ: είναι

Διαβάστε περισσότερα

Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ

Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΝΕΑΣ ΠΛΕΥΡΩΝΑΣ. βασίσθηκε στην εργασία που εκπόνησε ειδική επιστημονική ομάδα υπό τους κ.κ. Λάζαρο Κολώνα τ. γενικό Διευθυντή Αρχαιοτήτων

Διαβάστε περισσότερα

Ένα ξεχασμένο θέατρο. (το Ρωμαϊκό Ωδείο) Έφη Νικολοπούλου, ΒΠΠΓ

Ένα ξεχασμένο θέατρο. (το Ρωμαϊκό Ωδείο) Έφη Νικολοπούλου, ΒΠΠΓ Ένα ξεχασμένο θέατρο. (το Ρωμαϊκό Ωδείο) Έφη Νικολοπούλου, ΒΠΠΓ Στο ευρύτερο αρχαιολογικό χώρο της Γόρτυνας στη Κρήτη, έχουν εντοπιστεί από τους αρχαιολόγους τέσσερις θεατρικοί χώροι διαφορετικών εποχών.

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Ενότητα 6: Η Μεσοελληνική Αύλακα. Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Ενότητα 6: Η Μεσοελληνική Αύλακα. Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ Ενότητα 6: Η Μεσοελληνική Αύλακα Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Άδειες Χρήσης Το παρόν υλικό διατίθεται με τους όρους της άδειας χρήσης Creative

Διαβάστε περισσότερα

Αναρτήθηκε από τον/την Δρομπόνης Σωτήριος Πέμπτη, 18 Απρίλιος :48 - Τελευταία Ενημέρωση Πέμπτη, 18 Απρίλιος :49

Αναρτήθηκε από τον/την Δρομπόνης Σωτήριος Πέμπτη, 18 Απρίλιος :48 - Τελευταία Ενημέρωση Πέμπτη, 18 Απρίλιος :49 Στις 17 Απριλίου 2013 επισκεφθήκαμε το Αρχαιολογικό Μουσείο Μεγάρων. Η αρχαιολόγος κα Τσάλκου (την οποία θερμά ευχαριστούμε) μας παρουσίασε τα πολύ εντυπωσιακά ευρήματα της περιοχής μας δίνοντάς μας αναλυτικές

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΠΕΙΡΟΥ ΠΑΡΑΠΕΙΡΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΙΑΝΟΙΞΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΑΜΨΗΣ ΤΟΥ ΔΡΟΜΟΥ ΠΑΤΡΑ-ΤΡΙΠΟΛΗ»

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΠΕΙΡΟΥ ΠΑΡΑΠΕΙΡΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΙΑΝΟΙΞΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΑΜΨΗΣ ΤΟΥ ΔΡΟΜΟΥ ΠΑΤΡΑ-ΤΡΙΠΟΛΗ» ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΠΕΙΡΟΥ ΠΑΡΑΠΕΙΡΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΙΑΝΟΙΞΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΑΜΨΗΣ ΤΟΥ ΔΡΟΜΟΥ ΠΑΤΡΑ-ΤΡΙΠΟΛΗ» ΑΡΒΑΝΙΤΗ ΛΙΝΑ (00003) «ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΒΑΛΛΩΝ ΧΩΡΟΣ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ. Ν. Σαμπατακάκης Καθηγητής Εργαστήριο Τεχνικής Γεωλογίας Παν/μιο Πατρών

ΠΕΡΙΒΑΛΛΩΝ ΧΩΡΟΣ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ. Ν. Σαμπατακάκης Καθηγητής Εργαστήριο Τεχνικής Γεωλογίας Παν/μιο Πατρών ΠΕΡΙΒΑΛΛΩΝ ΧΩΡΟΣ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ II ΠΕΡΙΒΑΛΛΩΝ ΧΩΡΟΣ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ ΜΕΛΕΤΗ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ βασική απαίτηση η επαρκής γνώση των επιμέρους στοιχείων - πληροφοριών σχετικά με: Φύση τεχνικά χαρακτηριστικά

Διαβάστε περισσότερα

Προστατευόμενες θαλάσσιες περιοχές φυσικής κληρονομιάς

Προστατευόμενες θαλάσσιες περιοχές φυσικής κληρονομιάς Προστατευόμενες θαλάσσιες περιοχές φυσικής κληρονομιάς Habitat: κυρίαρχη μορφή, γύρω από την οποία αναπτύσσεται ένας οικότοπος Χλωρίδα (π.χ. φυτό-φύκος) Πανίδα (π.χ. ύφαλος διθύρων) Γεωλογική μορφή (π.χ.

Διαβάστε περισσότερα

ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΕΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΚΟΡΙΝΘΟΥ

ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΕΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΚΟΡΙΝΘΟΥ 333 Πανεπιστήμιο Πατρών Τομέας Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Εργαστήριο Τεκτονικής ΔIΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΕΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΚΟΡΙΝΘΟΥ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΜΑΘΗΜΑ: ΤΕΧΝΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΞΑΜΗΝΟ: 7 ο ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΕΣ: Β. ΧΡΗΣΤΑΡΑΣ, Καθηγητής Β. ΜΑΡΙΝΟΣ, Επ. Καθηγητής 6η ΑΣΚΗΣΗ: ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ

Διαβάστε περισσότερα

ΣΤΟ ΚΑΣΤΡO ΤΗΣ ΚΩ Η ΓΕΦΥΡΑ ΤΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ

ΣΤΟ ΚΑΣΤΡO ΤΗΣ ΚΩ Η ΓΕΦΥΡΑ ΤΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ ΣΤΟ ΚΑΣΤΡO ΤΗΣ ΚΩ Το Κάστρο των Ιπποτών είναι ένα από τα σημαντικότερα ιστορικά μνημεία της Κω. Ιδιαίτερα εντυπωσιακό και επιβλητικό είναι ένα από τα αξιοθέατα που κάθε επισκέπτης του νησιού πρέπει να

Διαβάστε περισσότερα

ENOTHTA 1: ΧΑΡΤΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ

ENOTHTA 1: ΧΑΡΤΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ 1 ENOTHTA 1: ΧΑΡΤΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ Μάθημα 1: Οι έννοιες και θέση 1. Τι ονομάζεται σχετική θέση ενός τόπου; Να δοθεί ένα παράδειγμα. Πότε ο προσδιορισμός της σχετικής θέσης

Διαβάστε περισσότερα

ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΓΕΩΛΟΓΩΝ ΜΕΛΕΤΗΤΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΓΕΩΛΟΓΩΝ ΜΕΛΕΤΗΤΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΓΕΩΛΟΓΩΝ ΜΕΛΕΤΗΤΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ Σμύρνης 1Β, Ζωγράφου, Αθήνα 15772, Τηλ: 210 7777089, Fax: 210 7777092 website: www.syngeme.gr email: info@syngeme.gr ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΕΩΛΟΓΩΝ (Σ.Ε.Γ.) Μέλος της Ευρωπαϊκής

Διαβάστε περισσότερα

ΟΙ ΥΔΡΙΤΕΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ ΩΣ ΚΑΥΣΙΜΗ ΥΛΗ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ. ΤΟ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ANAXIMANDER. Από Δρ. Κωνσταντίνο Περισοράτη

ΟΙ ΥΔΡΙΤΕΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ ΩΣ ΚΑΥΣΙΜΗ ΥΛΗ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ. ΤΟ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ANAXIMANDER. Από Δρ. Κωνσταντίνο Περισοράτη ΟΙ ΥΔΡΙΤΕΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ ΩΣ ΚΑΥΣΙΜΗ ΥΛΗ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ. ΤΟ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ANAXIMANDER Από Δρ. Κωνσταντίνο Περισοράτη Οι υδρίτες (εικ. 1) είναι χημικές ενώσεις που ανήκουν στους κλειθρίτες, δηλαδή

Διαβάστε περισσότερα

ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ ΑΝΑΣΚΑΦΙΚΩΝ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΣΑΕΤ ΣΓΤΚΣ, ΤΕΙ ΑΘΗΝΑΣ

ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ ΑΝΑΣΚΑΦΙΚΩΝ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΣΑΕΤ ΣΓΤΚΣ, ΤΕΙ ΑΘΗΝΑΣ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ ΑΝΑΣΚΑΦΙΚΩΝ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΣΑΕΤ ΣΓΤΚΣ, ΤΕΙ ΑΘΗΝΑΣ ΑΝΑΣΚΑΦΙΚΟΙ ΛΙΘΟΙ ΟΨΙΑΝΟΣ ΝΕΟΛΙΘΙΚΗ ΕΠΟΧΗ ΠΥΡΙΤΟΛΙΘΟΣ ΝΕΟΛΙΘΙΚΗ ΕΠΟΧΗ ΜΑΡΜΑΡΙΝΑ ΓΛΥΠΤΑ ΕΡΜΗΣ ΑΠΌ ΤΟΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΧΩΡΟ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΜΕΣΣΗΝΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

Τα θέατρα της Αμβρακίας. Ανδρέας Μαυρίκος, ΒΠΠΓ

Τα θέατρα της Αμβρακίας. Ανδρέας Μαυρίκος, ΒΠΠΓ Τα θέατρα της Αμβρακίας Ανδρέας Μαυρίκος, ΒΠΠΓ Αμβρακία Η Αμβρακία, μία από τις αξιολογότερες κορινθιακές αποικίες, ήταν χτισμένη στην περιοχή του Αμβρακικού κόλπου κοντά στην όχθη του ποταμού Άραχθου.

Διαβάστε περισσότερα

Κατεύθυνση:«Τεχνικής Γεωλογία και Περιβαλλοντική Υδρογεωλογία»

Κατεύθυνση:«Τεχνικής Γεωλογία και Περιβαλλοντική Υδρογεωλογία» ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ: «ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ» Κατεύθυνση:«Τεχνικής Γεωλογία και Περιβαλλοντική Υδρογεωλογία» Βασικά εργαλεία Τεχνικής Γεωλογίας και Υδρογεωλογίας Επικ. Καθηγ. Μαρίνος

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 1. Γεωμορφολογία Ποταμών Μόνιμη δίαιτα ποταμών Σχηματισμός διατομής ποταμού

Κεφάλαιο 1. Γεωμορφολογία Ποταμών Μόνιμη δίαιτα ποταμών Σχηματισμός διατομής ποταμού Κεφάλαιο 1 Γεωμορφολογία Ποταμών Σύνοψη Προαπαιτούμενη γνώση Το παρόν αποτελεί ένα εισαγωγικό κεφάλαιο προς κατανόηση της εξέλιξης των ποταμών, σε οριζοντιογραφία, κατά μήκος τομή και εγκάρσια τομή (διατομή),

Διαβάστε περισσότερα

1. Επεμβάσεις συντήρησης

1. Επεμβάσεις συντήρησης Έκθεση εργασιών συντήρησης αρχιτεκτονικών καταλοίπων στον αρχαιολογικό του Αζοριά κατά την ανασκαφική περίοδο του 2018 της Σ. Χλουβεράκη, Επιστημονική Συνεργάτιδα, ΙΝΣΤΑΠ Κέντρο Μελέτης Αν Κρήτης Αρ. Άδ.:

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΘΗΜΑ: ΤΕΧΝΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ: ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΕΣ: Β. ΧΡΗΣΤΑΡΑΣ, Καθηγητής Β.

ΜΑΘΗΜΑ: ΤΕΧΝΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ: ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΕΣ: Β. ΧΡΗΣΤΑΡΑΣ, Καθηγητής Β. ΜΑΘΗΜΑ: ΤΕΧΝΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ: ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΕΣ: Β. ΧΡΗΣΤΑΡΑΣ, Καθηγητής Β. ΜΑΡΙΝΟΣ, Λέκτορας ΒΟΗΘΗΤΙΚΟ ΦΥΛΛΑΔΙΟ 1 ης ΑΣΚΗΣΗΣ ΤΙΤΛΟΣ ΑΣΚΗΣΗΣ: Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΓΕΩΛΟΓΙΚΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

Ι. ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β': Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ ( π.Χ.) 3. Ο ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ. - Η Κρήτη κατοικήθηκε για πρώτη φορά τη... εποχή.

Ι. ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β': Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ ( π.Χ.) 3. Ο ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ. - Η Κρήτη κατοικήθηκε για πρώτη φορά τη... εποχή. Ι. ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β': Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ (3000-1100π.Χ.) 3. Ο ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ - Η Κρήτη κατοικήθηκε για πρώτη φορά τη... εποχή. - Ο σημαντικότερος οικισμός ήταν η... - Κατά τη 2 η και 3 η χιλιετία

Διαβάστε περισσότερα

Έτσι ήταν η Θεσσαλονίκη στην αρχαιότητα - Υπέροχη ψηφιακή απεικόνιση

Έτσι ήταν η Θεσσαλονίκη στην αρχαιότητα - Υπέροχη ψηφιακή απεικόνιση Έτσι ήταν η Θεσσαλονίκη στην αρχαιότητα - Υπέροχη ψηφιακή απεικόνιση - Με την βοήθεια της τεχνολογίας αρχαιολόγοι κατάφεραν να απεικονίσουν την Θεσσαλονίκη της αρχαιότητας - Μια ζηλευτή πόλη με Ιππόδρομο,

Διαβάστε περισσότερα

Γιώργος Πρίμπας Ααύγουστος 2017

Γιώργος Πρίμπας Ααύγουστος 2017 Γιώργος Πρίμπας Στην περιοχή της πόλης του Άργους έχει διαπιστωθεί αδιάλειπτη ανθρώπινη παρουσία, με σημαντικές πόλεις και οικισμούς, τα τελευταία πεντέμισι με έξι χιλιάδες χρόνια. Αναπόφευκτο λοιπόν να

Διαβάστε περισσότερα

Εμπειρίες και διδάγματα από τους σεισμούς της Κεφαλονιάς 2014. Συμπεριφορά Ιστορικών Κτιρίων και Μνημείων

Εμπειρίες και διδάγματα από τους σεισμούς της Κεφαλονιάς 2014. Συμπεριφορά Ιστορικών Κτιρίων και Μνημείων ΗΜΕΡΙΔΑ, Θεσσαλονίκη 2/7/2014 Εμπειρίες και διδάγματα από τους σεισμούς της Κεφαλονιάς 2014 Συμπεριφορά Ιστορικών Κτιρίων και Μνημείων Σαλονικιός Θωμάς, Κύριος Ερευνητής, Μονάδα Έρευνας ΙΤΣΑΚ, ΟΑΣΠ Λεκίδης

Διαβάστε περισσότερα

2ο Γυμνάσιο Αγ.Δημητρίου Σχολικό έτος ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΜΕ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ "ΣΠΑΡΤΗ" ΕΥΣΤΑΘΙΑΔΗΣ ΘΟΔΩΡΗΣ ΤΜΗΜΑ Γ 5 ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

2ο Γυμνάσιο Αγ.Δημητρίου Σχολικό έτος ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΜΕ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΣΠΑΡΤΗ ΕΥΣΤΑΘΙΑΔΗΣ ΘΟΔΩΡΗΣ ΤΜΗΜΑ Γ 5 ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ 2ο Γυμνάσιο Αγ.Δημητρίου Σχολικό έτος 2017-2018 ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΜΕ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ "ΣΠΑΡΤΗ" ΕΥΣΤΑΘΙΑΔΗΣ ΘΟΔΩΡΗΣ ΤΜΗΜΑ Γ 5 ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ: κα ΣΤΑΜΑΤΙΑ ΤΣΙΡΙΓΩΤΗ Πίνακας

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ. Α/Α ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΦΩΤ. ΠΕΡΙΟΧΗ 1 Π1 Γενική άποψη του ΝΑ/κού τμήματος της περιοχής Φ1

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ. Α/Α ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΦΩΤ. ΠΕΡΙΟΧΗ 1 Π1 Γενική άποψη του ΝΑ/κού τμήματος της περιοχής Φ1 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ α) Παρατηρήσεις ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ Α/Α ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΦΩΤ. ΠΕΡΙΟΧΗ 1 Π1 Γενική άποψη του ΝΑ/κού τμήματος της περιοχής Φ1 Π2 ρόμος που συμπίπτει με γραμμή απορροής ρέματος Φ2 Π3 Μπάζα από οικοδομικά υλικά,

Διαβάστε περισσότερα

Σχολή Πολιτικών Μηχανικών ΔΠΜΣ : Επιστήμη & Τεχνολογία Υδατικών Πόρων. Μάθημα: ΦΡΑΓΜΑΤΑ

Σχολή Πολιτικών Μηχανικών ΔΠΜΣ : Επιστήμη & Τεχνολογία Υδατικών Πόρων. Μάθημα: ΦΡΑΓΜΑΤΑ Σχολή Πολιτικών Μηχανικών ΔΠΜΣ : Επιστήμη & Τεχνολογία Υδατικών Πόρων Μάθημα: ΦΡΑΓΜΑΤΑ Κελύφη Γεωφραγμάτων Ν. Ι. Μουτάφης Ροή λάβας - Galapagos Κελύφη ή Σώματα Φράγματος ή Αντιπυρήνες Ζώνη 1 - Πυρήνας

Διαβάστε περισσότερα

Το Μεσαιωνικό Κάστρο Λεμεσού.

Το Μεσαιωνικό Κάστρο Λεμεσού. Το Μεσαιωνικό Κάστρο Λεμεσού. 1 Περιεχόμενα: Εισαγωγή σελ.3 Ιστορική αναδρομή σελ.4 Περιγραφή του χώρου σελ.5-7 Βιβλιογραφία σελ.8 Παράρτημα σελ.9-10 2 Εισαγωγή. Στο κέντρο της Λεμεσού υπάρχει το Κάστρο

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Αντικείµενο της παρούσας µεταπτυχιακής εργασίας είναι η διερεύνηση της επίδρασης των σηράγγων του Μετρό επί του υδρογεωλογικού καθεστώτος πριν και µετά την κατασκευή τους. Στα πλαίσια της, παρουσιάζονται

Διαβάστε περισσότερα

Υπάρχει ο μαγικός κόσμος των μνημείων του Αρχαίου Ελληνικού κόσμου Οι σιωπηλοί αυτοί μάρτυρες του παρελθόντος

Υπάρχει ο μαγικός κόσμος των μνημείων του Αρχαίου Ελληνικού κόσμου Οι σιωπηλοί αυτοί μάρτυρες του παρελθόντος Υπάρχει ο μαγικός κόσμος των μνημείων του Αρχαίου Ελληνικού κόσμου Οι σιωπηλοί αυτοί μάρτυρες του παρελθόντος ΑΠΛΟΤΗΤΑ και ΜΕΓΑΛΕΙΟ... Στο θέατρο τα δύο αυτά χαρακτηριστικά συνδυάζονται με τον καλύτερο

Διαβάστε περισσότερα

ΑΣΚΗΣΗ 2η ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΑΕΡΟΦΩΤΟΓΡΑΦΙΩΝ ΣΤΙΣ ΤΕΧΝΙΚΟΓΕΩΛΟΓΙΚΕΣ -ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΠΕΔΙΟΥ

ΑΣΚΗΣΗ 2η ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΑΕΡΟΦΩΤΟΓΡΑΦΙΩΝ ΣΤΙΣ ΤΕΧΝΙΚΟΓΕΩΛΟΓΙΚΕΣ -ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΠΕΔΙΟΥ ΑΣΚΗΣΗ 2η ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΑΕΡΟΦΩΤΟΓΡΑΦΙΩΝ ΣΤΙΣ ΤΕΧΝΙΚΟΓΕΩΛΟΓΙΚΕΣ -ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΠΕΔΙΟΥ Αεροφωτογραφίες Η Προκαταρκτική έρευνα γραφείου, περιλαμβάνει πριν απ όλα την κατανόηση του χώρου με τη βοήθεια των

Διαβάστε περισσότερα

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ & ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΚΒ ΕΦΟΡΕΙΑ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΩΝ & ΚΛΑΣΙΚΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΑ Θ Ε Α Τ Ρ Ο ΛΙΝΔΟΥ ΧΟΡΗΓΙΚΟΣ ΦΑΚΕΛΟΣ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ & ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΚΒ ΕΦΟΡΕΙΑ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΩΝ & ΚΛΑΣΙΚΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΑ Θ Ε Α Τ Ρ Ο ΛΙΝΔΟΥ ΧΟΡΗΓΙΚΟΣ ΦΑΚΕΛΟΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ & ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΚΒ ΕΦΟΡΕΙΑ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΩΝ & ΚΛΑΣΙΚΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΑ Θ Ε Α Τ Ρ Ο ΛΙΝΔΟΥ ΧΟΡΗΓΙΚΟΣ ΦΑΚΕΛΟΣ ΡΟΔΟΣ, ΜΑΡΤΙΟΣ 2011 1 1. ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Σελ. 2 2. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΜΝΗΜΕΙΟΥ

Διαβάστε περισσότερα