ΔΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΑΠΟΔΟΣΗ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "ΔΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΑΠΟΔΟΣΗ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ"

Transcript

1 ΔΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΑΠΟΔΟΣΗ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΟΙ ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΤΗΣ ΡΟΠΗΣ, ΤΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΙΔΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΝΕΥΡΟΜΥΪΚΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΩΝ ΜΥΩΝ ΤΗΣ ΠΟΔΟΚΝΗΜΙΚΗΣ ΑΡΘΡΩΣΗΣ ΣΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΜΕΓΙΣΤΗΣ ΚΑΙ ΥΠΟΜΕΓΙΣΤΗΣ ΚΟΠΩΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΣΕ ΠΡΟΕΦΗΒΑ ΑΓΟΡΙΑ ΚΑΙ ΕΝΗΛΙΚΕΣ ΑΝΤΡΕΣ του Κωνσταντίνου N. Χατζηκωτούλα Διδακτορική διατριβή που υποβάλλεται στο καθηγητικό σώμα για τη μερική ολοκλήρωση των υποχρεώσεων για την απόκτηση του διδακτορικού τίτλου του Τμήματος Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Θεσσαλονίκη

2 2008 Κωνσταντίνου Χατζηκωτούλα ALL RIGHTS RESERVED 2

3 ΕΥΧΑΡΙΣΤΗΡΙΑ Η εργασία αυτή ολοκληρώθηκε με τη συνεργασία και τη βοήθεια πολλών ανθρώπων. Θα ήταν λοιπόν παράληψη εάν δεν τους ευχαριστούσα ονομαστικά. Πρώτα απ όλα θα ήθελα να ευχαριστήσω τον κ. Χρήστο Κοτζαμανίδη, Καθηγητή του Τ.Ε.Φ.Α.Α. Α.Π.Θ, επιβλέποντα της παρούσας διατριβής, που με την επιστημονική του γνώση με καθοδήγησε καθοριστικά τόσο στην πειραματική διαδικασία όσο και στη συγγραφή της εργασίας αυτής. Επίσης, θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά τα μέλη της επταμελούς συμβουλευτικής επιτροπής, κ. Βασίλη Μπαλτζόπουλο, Καθηγητή του M.M.U., κ. Ελευθέριο Κέλλη, Λέκτορα του Τ.Ε.Φ.Α.Α- Σερρών Α.Π.Θ., κ. Χρυσούλα Ματζίαρη, Καθηγήτρια Τ.Ε.Φ.Α.Α. Α.Π.Θ, κ. Ηρακλή Κόλλια, Καθηγητή του Τ.Ε.Φ.Α.Α. Α.Π.Θ, κ. Αθανάσιο Ζάκα, Καθηγητή του Τ.Ε.Φ.Α.Α. Α.Π.Θ και κ. Θεοφάνη Σιάτρα, Επίκουρο Καθηγητή του Τ.Ε.Φ.Α.Α. Α.Π.Θ, για τον πολύτιμο χρόνο τους που μου αφιέρωσαν, τις πολύτιμες επιστημονικές συμβουλές σχετικά με την εργασία και το ειλικρινές τους ενδιαφέρον. Επίσης θα ήθελα να ευχαριστήσω τον κ. Δημήτριο Πατίκα, που με τις τεχνικές του γνώσεις βοήθησε στην επιτυχή ολοκλήρωση της πειραματικής διαδικασίας. Ακόμα θα ήταν παράληψη να μην ευχαριστήσω τον κ. Ηλία Παράσχο κατόχου μεταπτυχιακού διπλώματος του Τ.Ε.Φ.Α.Α. Α.Π.Θ., την κ. Ελένη Μπάσσα κατόχου διδακτορικού διπλώματος του Τ.Ε.Φ.Α.Α. Α.Π.Θ., καθώς επίσης και τους μεταπτυχιακούς φοιτητές Βασίλη Καλλοπίση, Θέμη Τσαταλά και Σάββα Λαζαρίδη, για την βοήθεια που προσέφεραν κατά την διάρκεια του πειραματικού μέρους. Επίσης θα ήθελα ακόμα να ευχαριστήσω τον κ. Λεόντιο Χατζηλεοντιάδη και τον κ. Ηλία Κίτσα του τμήματος ηλεκτρολόγων μηχανικών και μηχανικών υπολογιστών Α.Π.Θ. για την τεχνική τους υποστήριξη στην έρευνα. Τέλος, θα ήθελα να ευχαριστήσω όλα τα μέλη της οικογένειάς μου για την κατανόηση που έδειξαν όλα αυτά τα χρόνια καθώς επίσης και για την υλική και ηθική τους υποστήριξη που μου δίνει δύναμη να πραγματοποιώ τα όνειρα μου. 3

4 ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΧΑΤΖΗΚΩΤΟΥΛΑΣ: «Οι μεταβολές της ροπής, των μηχανικών ιδιοτήτων και της νευρομυϊκής λειτουργίας των μυών της ποδοκνημικής άρθρωσης στη διάρκεια μέγιστης και υπομέγιστης κόπωσης και αποκατάστασης σε προέφηβα αγόρια και ενήλικες άντρες» (Υπό την επίβλεψη του καθηγητή κ. Χρήστου Κοτζαμανίδη). Η μυϊκή κόπωση αναφέρεται στην ικανότητα ενός μυός ή μιας ομάδας μυών, να διατηρεί, ή να επαναλαμβάνει συστολές χωρίς κάματο. Πολλοί ερευνητές στο παρελθόν, έχουν αναφέρει ότι φαινόμενα κόπωσης μπορούν να εμφανιστούν σε διάφορες περιοχές του νευρικού και μυϊκού συστήματος που συμμετέχουν στην παραγωγή μιας κίνησης. Ωστόσο, δεν έχουν επαρκώς μελετηθεί οι μηχανισμοί σχετικά με την επίδραση της ηλικίας στις μεταβολές που συμβαίνουν στη λειτουργία του νευρικού συστήματος κατά την κόπωση. Ο βασικός σκοπός της έρευνας ήταν η διερεύνηση των μηχανισμών του νευρομυϊκού συστήματος, που προκαλούν την κόπωση στους ενήλικες συγκριτικά με τα παιδιά, τόσο μετά από μέγιστο όσο και μετά από υπομέγιστο πρωτόκολλο κόπωσης. Στην έρευνα συμμετείχαν εθελοντικά 10 ενήλικες άνδρες και 10 προέφηβα αγόρια, για κάθε πρωτόκολλο κόπωσης (μέγιστο-υπομέγιστο). Αρχικά, οι συμμετέχοντες εκτέλεσαν στο ισοκινητικό δυναμόμετρο Cybex Norm τρεις μέγιστες ισομετρικές πελματιαίες και ραχιαίες κάμψεις. Μετά το πέρας των προσπαθειών επιλέχτηκε η καλύτερη από τις τρεις και ήταν αυτή που χρησιμοποιήθηκε, είτε για την έναρξη του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης, είτε για τον υπολογισμό του 20% της Μέγιστης Ισομετρικής Δύναμης (ΜΙΔ) (υπομέγιστο πρωτόκολλο κόπωσης). Στη συνέχεια ακολουθούσε το πρωτόκολλο κόπωσης, στο οποίο ο εξεταζόμενος εκτελούσε μια ισομετρική πελματιαία κάμψη, ενεργοποιώντας τους οπίσθιους μύς της κνήμης, και παρήγαγε μέχρι εξαντλήσεως το 20% και το 100% της ΜΙΔ. Καθ όλη τη διάρκεια του πρωτοκόλλου κόπωσης γινόταν ταυτόχρονη καταγραφή της ροπής, των ηλεκτρομυογραφημάτων (ΗΜΓ) του Υποκνημιδίου (ΥΚν), της Έσω κεφαλής του Γαστροκνημίου (ΕσΓ) και του Πρόσθιου Κνημιαίου (ΠΚν). Οι δείκτες που αξιολογήθηκαν πριν και αμέσως μετά το πρωτόκολλο κόπωσης ήταν: η μεταβολή της ΜΙΔ, η αγωνιστική και η ανταγωνιστική δραστηριότητα, το επίπεδο της βουλητικής ενεργοποίησης, το Μ-κύμα, η μέγιστη τιμή της προκλητής ροπής, ο χρόνος σύσπασης, ο χρόνος χαλάρωσης και η ηλεκτρομηχανική καθυστέρηση. Οι τιμές όλων των μεταβλητών, τόσο κατά τη διάρκεια της κόπωσης όσο 4

5 και κατά την αποκατάσταση, σχετικοποιήθηκαν ως προς την αντίστοιχη μέγιστη τιμή, πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης. Η εκτίμηση της συνδιέγερσης του ΠΚν έγινε υπολογίζοντας το λόγο της ΗΜΓφικής δραστηριότητας του ΠΚν κατά την πελματιαία κάμψη προς την ΗΜΓφική δραστηριότητα του ίδιου μυός, όταν δρα ως κύριος αγωνιστής κατά τη διάρκεια μιας μέγιστης ισομετρικής σύσπασης. Μέχρι και 6 λεπτά μετά το πρωτόκολλο κόπωσης (πρωτόκολλο αποκατάστασης), ερευνήθηκε μόνο η ροπή και το αγωνιστικό και ανταγωνιστικό ΗΜΓ. Η σύγκριση των αποτελεσμάτων έγινε με ανάλυση διακύμανσης διπλής κατεύθυνσης (two-way ANOVA), με επαναλαμβανόμενες μετρήσεις. Όπου εντοπίστηκαν κύριες επιδράσεις, διερευνήθηκαν με post-hoc Scheffe. Το επίπεδο σημαντικότητας ορίσθηκε στο p<0.05. Το αποτελέσματα του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης έδειξαν ότι η κόπωση ήταν εντονότερη στους ενήλικες συγκριτικά με τα παιδιά. Στην διάρκεια της κόπωσης η ροπή και η αγωνιστική δραστηριότητα μειώθηκε ταχύτερα στους ενήλικες ενώ η ανταγωνιστική δραστηριότητα μειώθηκε ενιαία και στις δύο ηλικιακές ομάδες. Μετά το μέγιστο πρωτόκολλο κόπωσης, το επίπεδο ενεργοποίησης των κινητικών μονάδων μειώθηκε ενιαία και στις δύο ηλικιακές κατηγορίες, ενώ έμεινε αμετάβλητο το Μ-κύμα. Η προκλητή ροπή μειώθηκε σε μεγαλύτερο βαθμό στους ενήλικες, ενώ ο χρόνος, σύσπασης, χαλάρωσης και η ηλεκτρομηχανική καθυστέρησης αυξήθηκε σε μεγαλύτερο βαθμό στους ενήλικες. Στην διάρκεια του υπομέγιστου πρωτοκόλλου η διάρκεια του τεστ δεν διέφερε μεταξύ των δύο ηλικιακών ομάδων δεδομένο που υποδηλώνει ενιαία κόπωση. Η μείωση της ροπής και η αύξηση του ηλεκρομυογραφήματος αγωνιστών και ανταγωνιστών μυών δεν διέφεραν στατιστικά σημαντικά. Επιπλέον η μείωση του Μ-κύματος και της προκλητής ροπής καθώς και η επιμήκυνση του χρόνου σύσπασης, χαλάρωσης και της ΗΜΚ δεν διέφεραν επίσης σημαντικά. Κατά την διάρκεια της αποκατάστασης, τόσο στην ροπή όσο και στο αγωνιστικό ΗΜΓ οι προέφηβοι αποκαταστάθηκαν ταχύτερα. Πιθανοί παράγοντες που μπορεί να εξηγήσουν το φαινόμενο αυτό είναι ότι τα παιδιά, σε σχέση με τους ενήλικες παρουσιάζουν ταχύτερη ανασύνθεση της φωσφοκρεατίνης, μικρότερη συσσώρευση καματογόνων ουσιών, μεγαλύτερη κατανομή αργών μυϊκών ινών και ταχύτερη διάχυση των μεταβολικών υποπροϊόντων από τον μυ στο αίμα. Τα βασικά συμπεράσματα της παρούσας έρευνας είναι: Α) οι ενήλικες και τα παιδιά ενεργοποιούν στον ίδιο βαθμό τις κινητικές τους μονάδες. Β) ανεξαρτήτως της επιλεγόμενης έντασης η κόπωση και στις 5

6 δύο ηλικιακές κατηγορίες προκαλείται τόσο από νευρωνικούς όσο και μυϊκούς μηχανισμούς. Ωστόσο, οι διαφορές κόπωσης μεταξύ ενηλίκων ανδρών και παιδιών εξαρτώνται από την επιλεγόμενη ένταση. Γ) στο μέγιστο πρωτόκολλο κόπωσης παρατηρείται μεγαλύτερη κόπωση στους άνδρες και αυτό μπορεί να αποδοθεί στη μειωμένη απόδοση του μηχανισμού σύσπασης μετά την κόπωση που ήταν μεγαλύτερη σε αυτούς σε σχέση με τα παιδιά Δ) η απουσία διαφοράς κόπωσης στο υπομέγιστο πρωτόκολλο μπορεί να αποδοθεί στο γεγονός ότι η μεταβολή της απόδοσης τόσο του νευρικού όσο και του μυϊκού μηχανισμού δεν διέφερε μεταξύ των δύο ηλικιακών ομάδων Ε) η αποκατάσταση ήταν ταχύτερη στα παιδιά ανεξαρτήτως αν είχαν μικρότερο ή ίδιο επίπεδο κόπωσης με τους ενήλικες και θα μπορούσε να αποδοθεί κυρίως στην ταχύτερη αποκατάσταση της φωσφοκρεατίνης στα παιδιά. 6

7 ABSTRACT KONSTANTINOS HATZIKOTOYLAS: The alteration of torque, twitch contraction properties and neuromuscular function of calf muscle, during a fatiguing maximal and submaximal isometric contraction and recovery in prepubertal boys and adults men. (Under the supervision of Dr. Christos Kotzamanidis) Muscular fatigue is often defined as the reduction in force generating capacity of the neuromuscular system that occurs during sustained activity. Previous studies reported that literally each step of event in muscle contraction could be a site for fatigue. Nevertheless, the resultant observations are conflicting, in regard to age and sex effects of alterations in neuromuscular system during fatigue. The main purpose of this study was to examine to what extend central and peripheral mechanisms explain the fatigue differences between adults and prepubertal boys after maximal and submaximal sustained fatigue test. Ten untrained adult men and ten prepubescent boys volunteered to participate in this study, for each fatigue protocol (maximal submaximal). Initial, all the participants performed 3 maximal voluntary contraction (MVC) for the plantar flexors and 3 for the dorsi flexors, on a Cybex Norm dynamometer. The trial with the higher torque was selected to estimate the 20% of the submaximal fatigue protocol or as the initial value for the maximal fatigue protocol. The fatigue protocol consisted of a sustained MVC of ankle s plantar flexor at 20% and 100% of MVC until exhaustion. Torque and electromyographic (EMG) activity from Soleus (SOL), Lateral Gastrocnemius (LG) and Tibialis Anterior (TA) muscles was recorded during the whole duration of fatigue protocol. Before and immediately after the fatigue protocol the variables that were evaluated were the following: the MVC, agonist and antagonist EMG activity, the level of activation, the agonist M-wave, the peak Twitch torque, the contraction time, the ½ Relaxation time and the electromechanical delay (EMD). All the values were normalized to those recorded during maximal voluntary plantar flexion, before fatigue protocol. Antagonistic activity of TA was evaluated as the ratio of the TA EMG value as an antagonistic, to the TA EMG value during maximal voluntary dorsi flexion. The recovery of torque, agonist and antagonist EMG was still examined 6 minutes after fatigue protocol. Two- 7

8 way analysis of variance for repeated measurements (ANOVA) was used for the statistics analysis of data. The Scheffè post-hoc test for multiple comparisons was performed when the ANOVA indicated an interaction between the independent variables. The level of significance was set at p<0,05. The results showed that men were more fatigued than boys after the maximal fatigue protocol. During fatigue protocol, it was observed a significant decrease in torque and agonist EMG amplitude for both groups, with men showing this significant decrease earlier than boys. The decrease of antagonist EMG didn t differ between the experimental groups. Immediately after the fatigue protocol, the level of activation decreased but didn t differ significantly between groups. In contrast, the M-wave didn t show any significant alteration after the fatigue protocol. Moreover, men showed a higher decrease in peak twitch torque and a higher increase in contraction time, ½ relaxation time and EMD. There was no difference between boys and men in the duration of submaximal fatigue protocol. This result showed that boys and men were fatigued at the same level. The decrease of torque and the increase of agonist and antagonist EMG didn t showed any differences between the experimental groups. Moreover, it was observed no differences between men and boys, in the decrease of M-wave and twitch torque. There were also no differences between the groups as far as concerns the increase in contraction time, ½ relaxation time and EMD. During the recovery protocol, boys recovered their torque and agonist EMG earlier than men. This result can possible be explained by the fact that children have higher resynthesis of phosphocreatine, lower accumulation of metabolic by-products, higher distribution of type I muscle fiber and higher removal of metabolic by-products. The main conclusions are A) adults men and prepubertal boys can activate their motor units at the same level B) fatigue of both experimental group can be attributed to either neurones or peripherals mechanisms, independently the intensity of the fatigue protocol. Nevertheless, the differences in fatigue between adults men and prepubertal boys mainly depend on the intensity of the fatigue protocol. C) men s higher fatigue after maximal fatigue protocol can be explained by the higher impairment in the mechanism of contraction. D) the absence of differences on fatigue between men and boys after submaximal protocol could be attributed to the fact that there were no differences in neural and peripheral factors between the 8

9 experimental groups. E) independently the level of fatigue, boys recovered earlier than men and this result can possible be explained by the fact that children have higher resynthesis of phosphocreatine. 9

10 ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ Ευχαριστήρια... 3 Περίληψη... 4 Abstract... 7 Πίνακας Περιεχομένων Κατάλογος Πινάκων Κατάλογος Γραφημάτων Κατάλογος Γραφημάτων Κατάλογος σχηματων Κατάλογος σχηματων Καταλογος συντμήσεων Καταλογος συντμήσεων ΕΙΣΑΓΩΓΗ Περιοχές κόπωσης Περιφερική κόπωση Νευρογενής κόπωση Σημασία της έρευνας Σκοπός της έρευνας Βασικές προϋποθέσεις Οριοθέτηση της έρευνας Περιορισμοί της μελέτης Επεξηγήσεις όρων Λειτουργικοί ορισμοί Ερευνητικές υποθέσεις Στατιστικές υποθέσεις ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ Ηλεκτρομυογραφία και κόπωση Δυναμικό ηλεκτρομυογραφήματος Φάσμα συχνοτήτων ηλεκτρομυογραφήματος Συχνότητα διέγερσης των κινητικών μονάδων Ενεργοποίηση ανταγωνιστών μυών και κόπωση Μηχανικές ιδιότητες του μυός και κόπωση Διαφορές μεταξύ προεφήβων αγοριών και κοριτσιών σε συνθήκες κόπωσης Ενδοκρινικές μεταβολές Καρδιαγγειακή λειτουργία Μυοσκελετικό σύστημα Νευρικό σύστημα Παράγοντες επίδρασης της αποκατάστασης ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ Δείγμα Όργανα Δυναμομετρία Πρόγραμμα προσαρμογής και εξοικείωσης στην πειραματική διαδικασία Παθητική ροπή Μέγιστο ισομετρικό τεστ Καταγραφή ηλεκτρομυογραφήματος Μέτρηση της συνδιέγερσης των ανταγωνιστών Πρωτόκολλο κόπωσης Μέγιστο ισομετρικό τεστ μετά το πέρας του πρωτοκόλλου κόπωσης Προκλητή διέγερση Μέγιστο Μ-κύμα Μέγιστη προκλητή ροπή Βαθμός ενεργοποίησης των κινητικών μονάδων Πειραματική διαδικασία

11 3.12. Στατιστική ανάλυση ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ Τεστ αξιοπιστίας Ροπή Μέγιστο Πρωτόκολλο Απόλυτες τιμές της ροπής πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Σχετικές τιμές της ροπής πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ποσοστιαίες τιμές της ροπής πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Απόλυτες τιμές της ροπής κατά την διάρκεια του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Σχετικές τιμές της ροπής κατά την διάρκεια του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ποσοστιαίες τιμές της ροπής κατά την διάρκεια του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Απόλυτες τιμές της ροπής κατά την διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης Σχετικές τιμές της ροπής κατά την διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης Ποσοστιαίες τιμές της ροπής κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης Υπομέγιστο Πρωτόκολλο Απόλυτες τιμές της ροπής πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Σχετικές τιμές της ροπής πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ποσοστιαίες τιμές της ροπής πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ηλεκτρομυογραφική δραστηριότητα αγωνιστών και ανταγωνιστών μυών κατά την πελματιαία κάμψη Μέγιστο Πρωτόκολλο Ποσοστιαία μεταβολή της ηλεκτρομυογραφικής δραστηριότητας της ΕσΓ κατά την διάρκεια του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ποσοστιαία μεταβολή της ηλεκτρομυογραφικής δραστηριότητας της ΕσΓ μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ποσοστιαία μεταβολή της ηλεκτρομυογραφικής δραστηριότητας του ΥΚν κατά την διάρκεια του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ποσοστιαία μεταβολή της ηλεκτρομυογραφικής δραστηριότητας του ΥΚν μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ποσοστιαία μεταβολή της ανταγωνιστικής δραστηριότητας του ΠΚν κατά την διάρκεια του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ποσοστιαία μεταβολή της ανταγωνιστικής δραστηριότητας του ΠΚν μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Υπομέγιστο Πρωτόκολλο Ποσοστιαία μεταβολή της ηλεκτρομυογραφικής δραστηριότητας της ΕσΓ κατά την διάρκεια του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ποσοστιαία μεταβολή της ηλεκτρομυογραφικής δραστηριότητας της ΕσΓ μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ποσοστιαία μεταβολή της ηλεκτρομυογραφικής δραστηριότητας του ΥΚν κατά την διάρκεια του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ποσοστιαία μεταβολή της ηλεκτρομυογραφικής δραστηριότητας του ΥΚν μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ποσοστιαία μεταβολή της ανταγωνιστικής δραστηριότητας του ΠΚν κατά την διάρκεια του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ποσοστιαία μεταβολή της ανταγωνιστικής δραστηριότητας του ΠΚν μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ποσοστό ενεργοποίησης των κινητικών μονάδων των καμπτήρων της ποδοκνημικής άρθρωσης Ποσοστιαία μεταβολή του ποσοστού ενεργοποίησης των καμπτήρων της ποδοκνημικής άρθρωσης, πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ποσοστιαία μεταβολή του ποσοστού ενεργοποίησης των καμπτήρων της ποδοκνημικής άρθρωσης, πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Προκλητή Ροπή Απόλυτες τιμές της προκλητής ροπής πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης

12 Ποσοστιαίες τιμές της προκλητής ροπής πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Απόλυτες τιμές της προκλητής ροπής πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ποσοστιαίες τιμές της προκλητής ροπής πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Χρόνος Σύσπασης Απόλυτες τιμές του χρόνου σύσπασης πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ποσοστιαίες τιμές του χρόνου σύσπασης πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Απόλυτες τιμές του χρόνου σύσπασης πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ποσοστιαίες τιμές του χρόνου σύσπασης πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Χρόνος Χαλάρωσης Απόλυτες τιμές του χρόνου χαλάρωσης πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ποσοστιαίες τιμές του χρόνου χαλάρωσης πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Απόλυτες τιμές του χρόνου χαλάρωσης πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ποσοστιαίες τιμές του χρόνου χαλάρωσης πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Εύρος Μ-κύματος αγωνιστών μυών κατά την πελματιαία κάμψη Απόλυτες τιμές του εύρος Μ-κύματος της ΕσΓ πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ποσοστιαίες τιμές του εύρος Μ-κύματος της ΕσΓ πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Απόλυτες τιμές του εύρος Μ-κύματος της ΕσΓ πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ποσοστιαίες τιμές του εύρος Μ-κύματος της ΕσΓ πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Απόλυτες τιμές του εύρος Μ-κύματος του Υκν πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ποσοστιαίες τιμές του εύρος Μ-κύματος του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Απόλυτες τιμές του εύρος Μ-κύματος του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ποσοστιαίες τιμές του εύρος Μ-κύματος του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Διάρκεια Μ-κύματος αγωνιστών μυών κατά την πελματιαία κάμψη Απόλυτες τιμές της διάρκειας του Μ-κύματος της ΕσΓ πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ποσοστιαίες τιμές της διάρκειας του Μ-κύματος (msec) της ΕσΓ πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Απόλυτες τιμές της διάρκειας του Μ-κύματος της ΕσΓ πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ποσοστιαίες τιμές της διάρκειας του Μ-κύματος της ΕσΓ πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Απόλυτες τιμές της διάρκειας του Μ-κύματος του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ποσοστιαίες τιμές της διάρκειας του Μ-κύματος του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης

13 Απόλυτες τιμές της διάρκειας του Μ-κύματος του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ποσοστιαίες τιμές της διάρκειας του Μ-κύματος του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Διάρκεια πρωτοκόλλων κόπωσης Διάρκεια του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Διάρκεια του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ηλεκτρομηχανική καθυστέρηση (ΗΜΚ) αγωνιστών μυών κατά την πελματιαία κάμψη Απόλυτες τιμές της ΗΜΚ της ΕσΓ πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ποσοστιαίες τιμές της ΗΜΚ της ΕσΓ πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Απόλυτες τιμές της ΗΜΚ του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ποσοστιαίες τιμές της ΗΜΚ του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Απόλυτες τιμές της ΗΜΚ της ΕσΓ πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ποσοστιαίες τιμές της ΗΜΚ της ΕσΓ πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Απόλυτες τιμές της ΗΜΚ του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Ποσοστιαίες τιμές της ΗΜΚ του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης ΣΥΖΗΤΗΣΗ Σύγκριση προεφήβων-ενηλίκων πριν την κόπωση Απόλυτες και σχετικές τιμές της ροπής πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης Ηλεκτρομυογραφική δραστηριότητα των αγωνιστών μυών πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης Ηλεκτρομυογραφική δραστηριότητα των ανταγωνιστών μυών πριν από το πρωτόκολλο κόπωση Ποσοστό ενεργοποίησης κινητικών μονάδων πριν το πρωτόκολλο κόπωσης Προκλητή ροπή πριν το πρωτόκολλο κόπωσης Χρόνος σύσπασης πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης Χρόνος χαλάρωσης πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης Εύρος Μ-κύματος των αγωνιστών πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης Διάρκεια Μ-κύματος των αγωνιστών πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης ΗΜΚ των αγωνιστών πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης Σύγκριση προεφήβων-ενηλίκων κατά τη διάρκεια της κόπωσης Μεταβολή της ροπής κατά τη διάρκεια και μετά το τέλος του πρωτοκόλλου κόπωσης Ηλεκτρομυογραφική δραστηριότητα των αγωνιστών μυών, κατά την διάρκεια και μετά το τέλος του πρωτοκόλλου κόπωσης Ηλεκτρομυογραφική δραστηριότητα των ανταγωνιστών μυών, στη διάρκεια του πρωτοκόλλου κόπωσης Σύγκριση προεφήβων-ενηλίκων αμέσως μετά το πρωτόκολλο κόπωσης Μεταβολή του ποσοστού ενεργοποίησης μετά το πρωτόκολλο κόπωσης Μεταβολή της προκλητής ροπής μετά το πρωτόκολλο κόπωσης Μεταβολή του χρόνου σύσπασης και ημίσιας χαλάρωσης μετά το πρωτόκολλο κόπωσης Μεταβολή του εύρους και της διάρκειας του Μ-κύματος των αγωνιστών μυών μετά το πρωτόκολλο κόπωσης Μεταβολή της HMK των αγωνιστών μετά το πρωτόκολλο κόπωσης Σύγκριση προεφήβων-ενηλίκων κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης Αποκατάσταση της ροπής και του ΗΜΓ κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

14 ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΙΝΑΚΩΝ Πίνακας 1: Φυσικά και βιολογικά χαρακτηριστικά των εξεταζόμενων (μέσος όρος ± τυπική απόκλιση) Πίνακας 2: Πειραματική διαδικασία και χρονοδιάγραμμα εξέτασης κατά προσέγγιση Πίνακας 3: Οι εξαρτημένες και οι ανεξάρτητες μεταβλητές

15 ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΓΡΑΦΗΜΑΤΩΝ Γράφημα 1: Μέγιστη ισομετρική πελματιαία κάμψη πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) Γράφημα 2: Μέγιστη ισομετρική πελματιαία κάμψη πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (σχετικές τιμές) Γράφημα 3: Μέγιστη ισομετρική πελματιαία κάμψη πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 4: Μέγιστη ισομετρική πελματιαία κάμψη στην διάρκεια του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) Γράφημα 5: Μέγιστη ισομετρική πελματιαία κάμψη στη διάρκεια του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (σχετικές τιμές) Γράφημα 6: Μέγιστη ισομετρική πελματιαία κάμψη στη διάρκεια του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 7: Μέγιστη ισομετρική πελματιαία κάμψη στη διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης (απόλυτες τιμές) Γράφημα 8: Μέγιστη ισομετρική πελματιαία κάμψη στη διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης (σχετικές τιμές) Γράφημα 9: Μέγιστη ισομετρική πελματιαία κάμψη στη διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 10: Μέγιστη ισομετρική πελματιαία κάμψη πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) Γράφημα 11: Μέγιστη ισομετρική πελματιαία κάμψη κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης (απόλυτες τιμές) Γράφημα 12: Μέγιστη ισομετρική πελματιαία κάμψη πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (σχετικές τιμές) Γράφημα 13: Μέγιστη ισομετρική πελματιαία κάμψη κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης (σχετικές τιμές) Γράφημα 14: Μέγιστη ισομετρική πελματιαία κάμψη πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 15: Μέγιστη ισομετρική πελματιαία κάμψη κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 16: Ποσοστιαία μεταβολή του ΗΜΓ της ΕσΓ κατά τη διάρκεια του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 17: Ποσοστιαία μεταβολή του ΗΜΓ της ΕσΓ αμέσως μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές)

16 Γράφημα 18: Ποσοστιαία μεταβολή του ΗΜΓ της ΕσΓ κατά την διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 19: Ποσοστιαία μεταβολή του ΗΜΓ του Υ κατά την διάρκεια του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 20: Ποσοστιαία μεταβολή του ΗΜΓ του ΥΚν αμέσως μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 21: Ποσοστιαία μεταβολή του ΗΜΓ του ΥΚν στη διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 22: Ποσοστιαία μεταβολή της ανταγωνιστικής δραστηριότητας του ΠΚν στη διάρκεια του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 23: Ποσοστιαία μεταβολή της ανταγωνιστικής δραστηριότητας του ΠΚν αμέσως μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 24: Ποσοστιαία μεταβολή της ανταγωνιστικής δραστηριότητας στη διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 25: Ποσοστιαία μεταβολή του ΗΜΓ της ΕσΓ στη διάρκεια του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 26: Ποσοστιαία μεταβολή του ΗΜΓ της ΕσΓ αμέσως μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 27: Ποσοστιαία μεταβολή του ΗΜΓ της ΕσΓ κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 28: Ποσοστιαία μεταβολή του ΗΜΓ του ΥΚν κατά τη διάρκεια του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 29: Ποσοστιαία μεταβολή του ΗΜΓ του ΥΚν αμέσως μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 30: Ποσοστιαία μεταβολή του ΗΜΓ του ΥΚν κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 31: Ποσοστιαία μεταβολή της ανταγωνιστικής δραστηριότητας του ΠΚν κατά τη διάρκεια του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 32: Ποσοστιαία μεταβολή της συνδιέγερσης του ΠΚν αμέσως μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 33: Ποσοστιαία μεταβολή της ανταγωνιστικής δραστηριότητας του ΠΚν κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 34: Ποσοστιαία μεταβολή του ποσοστού ενεργοποίησης των κινητικών μονάδων των καμπτήρων της ποδοκνημικής άρθρωσης αμέσως μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές)

17 Γράφημα 35: Ποσοστιαία μεταβολή του ποσοστού ενεργοποίησης των κινητικών μονάδων των καμπτήρων της ποδοκνημικής άρθρωσης αμέσως μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 36: Προκλήτη ροπή πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) Γράφημα 37: Προκλήτη ροπή πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 38: Προκλήτη ροπή πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) Γράφημα 39: Προκλήτη ροπή πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 40: Χρόνος σύσπασης πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) Γράφημα 41: Χρόνος σύσπασης πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 42: Χρόνος σύσπασης πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) Γράφημα 43: Χρόνος σύσπασης πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 44: Χρόνος χαλάρωσης πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) Γράφημα 45: Χρόνος χαλάρωσης πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 46: Χρόνος χαλάρωσης πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) Γράφημα 47: Χρόνος χαλάρωσης πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 48: Εύρος Μ-κύματος πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) Γράφημα 49: Εύρος Μ-κύματος πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 50: Εύρος Μ-κύματος πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) Γράφημα 51: Εύρος Μ-κύματος πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές)

18 Γράφημα 52: Εύρος Μ-κύματος του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) Γράφημα 53: Εύρος Μ-κύματος του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 54: Εύρος Μ-κύματος του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) Γράφημα 55: Εύρος Μ-κύματος του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 56: Διάρκεια Μ-κύματος πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) Γράφημα 57: Διάρκεια Μ-κύματος πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 58: Διάρκεια Μ-κύματος πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) Γράφημα 59: Διάρκεια Μ-κύματος πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 60: Διάρκεια Μ-κύματος του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) Γράφημα 61: Διάρκεια Μ-κύματος του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 62: Διάρκεια Μ-κύματος του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) Γράφημα 63: Διάρκεια Μ-κύματος του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 64: Διάρκεια του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Γράφημα 65: Διάρκεια του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Γράφημα 66: ΗΜΚ της ΕσΓ πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές).154 Γράφημα 67: ΗΜΚ της ΕσΓ πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 68: ΗΜΚ του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) Γράφημα 69: ΗΜΚ του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 70: ΗΜΚ της ΕσΓ πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές)

19 Γράφημα 71: ΗΜΚ της ΕσΓ πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Γράφημα 72: ΗΜΚ του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) Γράφημα 73: ΗΜΚ του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές)

20 ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΣΧΗΜΑΤΩΝ Σχήμα 1: Σχηματική παράσταση των περιοχών της νευρογενούς κόπωσης Σχήμα 3. Σχηματική παράσταση διέγερσης μυός Σχήμα 4. Σχηματική παράσταση της μεταβολής του Μ-κύματος μετά από πρωτόκολλο κόπωσης Σχήμα 5. Σχηματική απεικόνιση επαναλαμβανόμενης αναστολής Σχήμα 6. Σχηματική απεικόνιση προσυναπτικής αναστολής Σχήμα 7: Σχηματική παράσταση της θέσης του εξεταζόμενου κατά την πειραματική διαδικασία Σχήμα 8: Σχηματική παράσταση των σημείων τοποθέτησης των ηλεκτροδίων στην ΕσΓ (αριστερά), στον ΠΚν (κέντρο) και στον ΥΚν (δεξιά) Σχήμα 9. Καταγραφή υπομέγιστου (20%) πρωτοκόλλου κόπωσης Σχήμα 10. Καταγραφή μέγιστου (100%) πρωτοκόλλου κόπωσης Σχήμα 12: Σχηματική παράσταση της προκλητής ροπής και των μηχανικών και ελαστικών ιδιοτήτων της Σχήμα 13: Σχηματική παράσταση της μεθόδου της παρεμβαλλόμενης προκλητής διέγερσης

21 ΕσΓ: Έσω κεφαλή Γαστροκνημίου ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΣΥΝΤΜΗΣΕΩΝ Η/Υ: Ηλεκτρονικός Υπολογιστής H-reflex: Hoffman reflex ΗΜΓ: Ηλεκτρομυογράφημα ΗΜΚ: Ηλεκτρομηχανική καθυστέρηση ΚΜ: Κινητικές Μονάδες ΚΝΣ: Κεντρικό Νευρικό Σύστημα ΜΒΣ: Μέγιστη Βουλητική Σύσπαση ΜΙΔ: Μέγιστη Ισομετρική Δύναμη Μ-κύμα: Μέγιστο Κύμα ΠΚν: Πρόσθιος Κνημιαίος μυς ΥΚν: Υποκνημίδιος μυς 21

22 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η μυϊκή κόπωση αποτελεί ένα φαινόμενο αξιόλογης σημασίας, τόσο για τον υγιή πληθυσμό και ειδικότερα για τους αθλούμενους και τους σωματικά εργαζόμενους, όσο και για τους ασθενείς πάσχοντες από διάφορες διαταραχές του νευρομυϊκού συστήματος. Παρόλο που έχει ερευνηθεί για περισσότερο από έναν αιώνα, παραμένει ένα φαινόμενο, του οποίου η ακριβής αιτιολογία είναι άγνωστη (Mosso, 1890 αναφέρεται από τους Scherrer & Monod, 1960). Πολλοί είναι οι ερευνητές που προσπάθησαν να δώσουν έναν έγκυρο ορισμό για τη μυϊκή κόπωση (Asmussen, 1979; Simonson & Weiser, 1976). Το 1983 o Edwards όρισε την μυϊκή κόπωση ως την αδυναμία του μυός να διατηρήσει την αρχική ή αναμενόμενη παραγωγή δύναμης ή έργου. Αυτό τον ορισμό, συμπλήρωσε η Bigland-Ritchie (1984) υποστηρίζοντας ότι η μυϊκή κόπωση ορίζεται ως οποιαδήποτε μείωση στην ικανότητα του νευρομυϊκού συστήματος, ανεξάρτητα απ τη δύναμη που απαιτείται σε κάθε περίπτωση. Εύκολα λοιπόν γίνεται κατανοητό ότι η κόπωση είναι μια δυναμική και χρονικά εξαρτώμενη διαδικασία, που συμβαίνει στο νευρομυϊκό σύστημα (Jörgensen et al., 1988). Η εκτεταμένη βιβλιογραφία σχετικά με τη μυϊκή κόπωση αποτελεί μια ένδειξη του ενδιαφέροντος που προκαλεί η μελέτη αυτού του φαινομένου. Ωστόσο, η ερμηνεία των αποτελεσμάτων των ερευνών οδήγησε πολλές φορές σε αντιφάσεις και αντικρουόμενα συμπεράσματα, γεγονός που οφείλεται από τη μια μεριά στη συνθετότητα του φαινομένου και από την άλλη στην ποικιλομορφία των πρωτοκόλλων που χρησιμοποιούνται για την πρόκληση κόπωσης. Ειδικότερα, ο ρυθμός ανάπτυξης, καθώς και η ένταση με την οποία παρουσιάζεται το φαινόμενο της κόπωσης, εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως: H ηλικία (Kent-Braun, 1999) Tο φύλο (Hatzikotoulas et al., 2004) H ένταση, η διάρκεια και ο τύπος της σύσπασης (Fuglevand et al., 1993) Το εύρος της εκτελούμενης κίνησης (Kellis, 1999) Ο τύπος του μυός/ μυϊκής ίνας (Löscher et al., 1994) Η παρακίνηση (Davies & McDonagh, 1982) Η ανατροφοδότηση (Bigland-Ritchie et al., 1978) 22

23 Σε πολλές λοιπόν περιπτώσεις το νευρομυϊκό σύστημα ανταποκρίνεται με διαφορετικό τρόπο σε πειραματικά πρωτόκολλα, που διαφοροποιούνται ως προς μία ή περισσότερες από τις παραπάνω παραμέτρους Περιοχές κόπωσης. Τις τελευταίες δεκαετίες και με πρωτοπόρο την Brenda Bigland-Ritchie, έγινε μία έντονη προσπάθεια να αποκτηθεί περισσότερη γνώση γύρω από τους μηχανισμούς που παρεμβαίνουν κατά την κόπωση και το ρόλο του νευρικού συστήματος. Η Bigland-Ritchie και οι συνεργάτες της (1978) αναφέρουν ότι οι περιοχές στις οποίες εμφανίζονται συμπτώματα κόπωσης χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες :α) περιφερική κόπωση και β) νευρογενής κόπωση. Η νευρογενής κόπωση σύμφωνα με τον Kirkendal (1990) και τους Davies και McDonagh (1982) προκαλείται από τις μεταβολές των μηχανισμών του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος (ΚΝΣ), ενώ η περιφερική προκαλείται από τις επιδράσεις των μηχανισμών, τόσο από τις μυϊκές ίνες όσο και από τους άξονες των κινητικών νεύρων. Η κόπωση δηλαδή επέρχεται είτε από περιφερικούς, είτε από νευρογενείς παράγοντες είτε συνδυαστικά και από τους δύο μηχανισμούς. Ωστόσο, η παρούσα εργασία θα διαρθρωθεί σύμφωνα με το μοντέλο που πρότεινε ο Green (1987): i) Περιοχές νευρογενούς κόπωσης: 1) ΚΝΣ, 2) κεντρομόλος οδός, 3) άλφα κινητικοί νευρώνες, 4) διακλαδώσεις των νευραξόνων, 5) νευρομυϊκή σύναψη (σχήμα 1). ii) Περιοχές περιφερικής κόπωσης: 1) τελική κινητική πλάκα, 2) κυτταρική μεμβράνη, 3) Τ-σωλήνες, 4) σαρκοπλασματικό δίκτυο, 5) ρυθμιστικές πρωτεΐνες, 6) ακτίνη, 7) μυοσίνη (σχήμα 2). Σχήμα 1: Σχηματική παράσταση των περιοχών της νευρογενούς κόπωσης 23

24 Σχήμα 2: Σχηματική παράσταση των περιοχών της περιφερικής κόπωσης Περιφερική κόπωση Οι βασικές αιτίες που προκαλούν την περιφερική κόπωση μπορούν να χωριστούν σε τέσσερις μεγάλες κατηγορίες: 1) Μεταβολή στις συγκεντρώσεις ορισμένων ενδομυϊκών μεταβολιτών. 2) Έλλειψη ή εξάντληση πηγών ενέργειας, οι οποίες παίζουν σημαντικό ρόλο τόσο στην παραγωγή μηχανικού έργου όσο και στη διατήρηση της διεγερσιμότητας του σαρκειλήμματος. 3) Μειωμένη ροή του αίματος. 4) Μεταβολή στη διεγερσιμότητα της νευρομυϊκής σύναψης και στην αγωγιμότητα της κυτταρικής μεμβράνης. Η μεταβολή στην αποτελεσματικότητα της νευρομυϊκής σύναψης και στην αγωγιμότητα της κυτταρικής μεμβράνης, αξιολογείται κυρίως μέσω του Μέγιστου-κύματος (Μ-κύμα). Το Μ-κύμα είναι το προκλητό ηλεκτρομυογράφημα (ΗΜΓ) του μυός, που προκαλείται από τον ερεθισμό του κινητικού νεύρου (σχήμα 3). Αξιολογείται κυρίως από δύο βασικές μεταβλητές, το εύρος (peak to peak) και τη διάρκεια του σήματος (duration) (σχήμα 4). 24

25 Σχήμα 3. Σχηματική παράσταση διέγερσης μυός. Σχήμα 4. Σχηματική παράσταση της μεταβολής του Μ-κύματος μετά από πρωτόκολλο κόπωσης Μεταβολή στις συγκεντρώσεις ενδομυϊκών μεταβολιτών Η σπουδαιότητα των ενδομυϊκών μεταβολιτών στην εμφάνιση της κόπωσης έχει υποστηριχθεί από πολλούς ερευνητές (Baker et al., 1993; DeGroot et al.,1993; Kent-Braun, 1999; Miller et al., 1988; Weiner et al., 1990; Wilson et al., 1988). Οι πιο αντιπροσωπευτικοί από αυτούς φαίνεται να είναι η μονοφωσφορική ινοσίνη (ΙΜΡ), η αμμωνία, το ανόργανο φωσφορικό ιόν (Pi), το δισόξινο φωσφορικό ιόν (Η 2 ΡΟ 4 ) και το πρωτόνιο (Η + ). Η Kent-Braun (1999) συγκρίνοντας ταυτόχρονα τους τρεις τελευταίους μεταβολίτες κατέληξε ότι η υψηλή συγκέντρωση των Η +, παρουσιάζει τη μεγαλύτερη συσχέτιση με την πτώση της δύναμης, ως αποτέλεσμα της κόπωσης. 25

26 1.Πρωτόνια: Τα Η + συνοδεύουν την παραγωγή του γαλακτικού οξέος κατά την αναερόβια διάσπαση του γλυκογόνου. Το γαλακτικό οξύ, αυτό καθαυτό, δεν προκαλεί κόπωση. Αντίθετα, τα Η + μπορούν να την προκαλέσουν με αρκετούς τρόπους: Αναστέλλοντας τη δράση της φωσφοφρουκτοκινάσης και κατ επέκταση της γλυκόλυσης (Danforth, 1965). Αναστέλλοντας την ΑΤΡάση της μυοσίνης, οπότε μειώνεται ο ρυθμός υδρόλυσης της ΑΤΡ και η ισχύς (Metzger & Moss, 1987). Αναστέλλοντας τη δράση της ΑΤΡάσης του σαρκοπλασματικού δικτύου. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση στη συχνότητα και στη διάρκεια ανοίγματος των διόδων Ca² + στη μεμβράνη, οπότε μειώνεται και η συνολική ποσότητα Ca² +, που απελευθερώνεται κατά τη διέγερση της μυϊκής ίνας (Nakamura & Schwatz, 1971). Εμποδίζοντας τη σύνδεση του Ca² + με την τροπονίνη C, μειώνεται η ενεργοποίηση των εγκάρσιων γεφυρών (Blanchard et al., 1984). 2.Ανόργανο φωσφορικό ιόν (Pi): Η διάσπαση του ΑΤΡ σε ADP και του ADP σε ΑΜΡ προκαλεί αυξημένη συγκέντρωση (Pi), που μπορεί να αποτελέσει παράγοντα κόπωσης (Miller et al., 1988; Weiner et al., 1990). 3.Μονοφωσφορική Ινοσίνη (ΙΜΡ) και Αμμωνία: Σε πρώτη φάση, η απαμίνωση της μονοφωσφορικής αδενοσίνης (ΑΜΡ) σε ΙΜΡ αποτρέπει την υπέρμετρη αύξηση της συγκέντρωσης του ΑΜΡ στο κύτταρο, γεγονός που θα επιβράδυνε τη διάσπαση του ADP (διφωσφορική αδενοσίνη) σε ΑΜΡ και ΑΤΡ. Από την άλλη μεριά όμως η απαμίνωση του ΑΜΡ ελαττώνει τα αποθέματα ριβονουκλεοτιδίων της αδενίνης και έτσι, έχουμε μειωμένο ρυθμό ανασύνθεσης ΑΤΡ. Επίσης, η αυξημένη συγκέντρωση ΙΜΡ αναστέλλει την ΑΤΡάση της μυοσίνης (Westra et al., 1992). Πρέπει να σημειωθεί ότι η παραγωγή ΙΜΡ σχετίζεται με την αυξημένη συγκέντρωση Η +, αφού έχει βρεθεί ότι ο ρυθμός απαμίνωσης του ΑΜΡ αυξάνεται όταν το ph μειώνεται (<6,6), και όταν η συγκέντρωση του ADP και ΑΜΡ αυξάνεται (Dudley & Terjung, 1985). 26

27 Συγκεντρωτικά οι μεταβολίτες προκαλούν: Μείωση του ρυθμού της αποκατάστασης των ενεργειακών πηγών που σχετίζονται με την κόπωση όπως αναφέρθηκε παραπάνω. Αναστολή της δράσης των ιόντων του ενδοπλασματικού ασβεστίου (Ca² + ) και κατεπέκταση μείωση της ισχύος των σταυρωτών γεφυρών. Διέγερση των τύπου ΙΙΙ και ΙV αισθητηριακών οδών, οι οποίες δρώντας ανασταλτικά αυξάνουν την προσυναπτική αναστολή σε επίπεδο νωτιαίου μυελού, συμβάλλοντας έτσι στη μείωση της ενεργοποίησης του κινητικού νευρώνα τύπου α. Από τους σημαντικότερους μεταβολίτες που η ποσότητά τους αυξάνει εξωκυττάρια συμβάλλοντας έτσι στην κόπωση είναι τα ιόντα καλίου (Κ + ) τα οποία μειώνουν τη διεγερσιμότητα της κυτταρικής μεμβράνης (Jones, 1996) Έλλειψη ή εξάντληση πηγών ενέργειας Η έλλειψη ή εξάντληση των πηγών ενέργειας είναι μια προφανής αιτία της μυϊκής κόπωσης. Η ΑΤΡ αποτελεί τη σημαντικότερη πηγή ενέργειας αφού: Αποτελεί υπόστρωμα της ΑΤΡάσης της μυοσίνης, η οποία ευθύνεται για την παραγωγή μηχανικού έργου. Χρησιμεύει για τη λειτουργία της αντλίας νατρίου-καλίου, και κατά επέκταση για τη διατήρηση της διεγερσιμότητας του σαρκειλήμματος. Χρησιμεύει για τη μεταφορά των Ca² + από το σαρκόπλασμα στο σαρκοπλασματικό δίκτυο. Παρόλα αυτά η ΑΤΡ δεν ενοχοποιείται για τη μυϊκή κόπωση γιατί η συγκέντρωση της μειώνεται ελάχιστα κατά τη συνεχόμενη μυϊκή συστολή (Chasiotis et al., 1987). Ούτε η φωσφοκρεατίνη φαίνεται να είναι η κύρια αιτία πρόκλησης της κόπωσης, γιατί η μείωση της συγκέντρωσής της δεν συμβαδίζει με τη μείωση της ισχύος (Kent-Braun, 1999). Αντίθετα, οι υδατάνθρακες και κυρίως το μυϊκό γλυκογόνο εμφανίζεται ως η σημαντικότερη απώλεια που μπορεί να έχει ο οργανισμός σε παρατεταμένη μυϊκή συστολή (Jansson & Kaijser, 1987) Μειωμένη ροή του αίματος. Κατά τη μυϊκή συστολή αναπτύσσεται ενδομυϊκή πίεση η οποία εξαρτάται κυρίως από την επιλεγόμενη ένταση, από τον τύπο της μυϊκής συστολής και από τη μυϊκή μάζα (Styf et al., 1995). Σε σχέση 27

28 με τη μυϊκή μάζα έχει διαπιστωθεί ότι όσο αυξάνει η μυϊκή μάζα αυξάνεται παράλληλα και η ενδομυϊκή πίεση. Γι αυτό και η μεγαλύτερη ποσότητα μυϊκής μάζας των ανδρών είναι ένας παράγοντας, που εν μέρει εξηγεί τη διαφορά κόπωσης μεταξύ ανδρών και γυναικών (Hatzikotoulas et al., 2004) και ενηλίκων ατόμων και ατόμων της παιδικής ηλικίας. Όσον αφορά στην επιλεγόμενη ένταση της σύσπασης έχει παρατηρηθεί ότι σε μυϊκές συστολές που έχουν ένταση μεγαλύτερη από 15% της μέγιστης βουλητικής συστολής παρατηρείται επιβράδυνση στη ροή του αίματος, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει α) επαρκής προσφορά οξυγόνου και θρεπτικών συστατικών στους διάφορους ιστούς, καθώς και β) απομάκρυνση των άχρηστων προϊόντων του μεταβολισμού. Τέλος, σύμφωνα με τον Styf και τους συνεργάτες του (1995), ο τύπος της μυϊκής συστολής που εμφανίζει τη μεγαλύτερη ενδομυϊκή πίεση, είναι η ισομετρική Μεταβολή στη διεγερσιμότητα της νευρομυϊκής σύναψης και στην αγωγιμότητα της κυτταρικής μεμβράνης. Η τεχνική με την οποία αρχικά μελετήθηκε η αποτελεσματικότητα της νευρομυϊκής σύναψης στον άνθρωπο περιλαμβάνει τον απ ευθείας ερεθισμό του συνόλου των κινητικών μονάδων του μυός με ηλεκτρικό ρεύμα. Όταν το ερέθισμα φτάσει στην τελική κινητική πλάκα του μυός, τότε δημιουργείται το δυναμικό δράσης, το οποίο καταγράφεται με επιφανειακά ηλεκτρόδια, ενώ παράλληλα ο μυς συσπάται. Το παραγόμενο δυναμικό είναι διφασικής μορφής και το εύρος του (δηλ. η διαφορά μεταξύ της μεγαλύτερης και μικρότερης τιμής) αποτελεί την ποσοτική έκφραση του Μ-κύματος. Όταν η ένταση του ηλεκτρικού ερεθίσματος είναι ή μέγιστη δυνατή, τότε καταγράφεται το μέγιστο Μ-κύμα (M max ), το οποίο αντιπροσωπεύει το δυναμικό που καταγράφεται μετά από τη διέγερση όλων των κινητικών νευρώνων (Táboriková & Sax, 1968). Μέγιστης έντασης πρωτόκολλα κόπωσης Ο Merton (1954) διερευνώντας τη διεγερσιμότητα της νευρομυϊκής σύναψης και την αγωγιμότητα της κυτταρικής μεμβράνης με τη μέθοδο του Μ-κύματος (M-max), σε συνθήκες κόπωσης, κατέληξε ότι δεν μεταβλήθηκε σημαντικά το δυναμικό του. Σε παρόμοια συμπεράσματα κατέληξαν και άλλες έρευνες (Bigland-Ritchie et al., 1986a; Bigland-Ritchie et al., 1983a, Kent-Braun, 1999) και σε άλλες μυϊκές ομάδες (μικρές και μεγάλες), όμως απαραίτητη προϋπόθεση ήταν η παροχή οπτικής ανατροφοδότησης και το υψηλό επίπεδο παρακίνησης των εξεταζομένων (Bigland-Ritchie et al., 1978). Ωστόσο, άλλες έρευνες 28

29 κατέληξαν ότι το δυναμικό του Μ-κύματος μειώθηκε σημαντικά μετά από πρωτόκολλο μέγιστης έντασης (Bellemare et al., 1988, Moritani et al., 1985a) Υπομέγιστης έντασης πρωτόκολλα κόπωσης Όσον αφορά στη μεταβολή του Μ-κύματος μετά από πρωτόκολλα κόπωσης υπομέγιστης έντασης, και εδώ τα αποτελέσματα των ερευνών είναι αντιφατικά. Συγκεκριμένα, άλλες έρευνες έδειξαν μείωση (Fuglevand et al.,1993), άλλες αύξηση (Garner et al., 1986) και άλλες καμία μεταβολή (Πατίκας & Κοτζαμανίδης, 2000). Μετά από προσεκτική ανάλυση των παραπάνω εργασιών διαπιστώνει κανείς ότι υπάρχουν πολλοί παράγοντες που είναι δυνατό να διαφοροποιούν τη συμπεριφορά του M-κύματος κατά τον κάματο, όπως ο τύπος σύσπασης (τετανική/βουλητική διέγερση), η μυϊκή ομάδα, η συχνότητα πρόκλησης του Μ-κύματος, η διάρκεια και η ένταση της σύσπασης (Enoka & Stuart, 1992, Gandevia, 2001) Νευρογενής κόπωση Η νευρογενής κόπωση αφορά εκείνη την κατάσταση κατά την οποία το κεντρικό νευρικό σύστημα αδυνατεί να διατηρήσει α) την ιδανική συχνότητα διέγερσης των κινητικών μονάδων (Bigland-Ritchie et al., 1983b) β) των αριθμό των διεγειρόμενων κινητικών μονάδων και γ) τον συγχρονισμό διέγερσης κινητικών μονάδων (Stephens & Taylor, 1972). Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η μεγαλύτερη ευθύνη για την αδυναμία αυτή βαρύνει διάφορα ψυχολογικά αίτια, όπως η θέληση και η έλλειψη κινήτρων (Davies & McDonagh, 1982). Ωστόσο, επειδή οι ψυχολογικοί παράγοντες δεν αποτελούν αντικείμενο μελέτης της παρούσας διατριβής, δεν θα αναλυθούν διεξοδικότερα Κεντρική κόπωση η οποία αποδίδεται στην κόπωση των φλοϊικών (κεντρικών) κινητικών κέντρων. Μέχρι σήμερα δεν είναι ξεκάθαρο εάν το ΚΝΣ είναι ικανό να ενεργοποιήσει πλήρως όλες τις ΚΜ ενός μυός (ή μια μυϊκής ομάδας) ακόμη και κατά τη διάρκεια μη καματογόνων συνθηκών. Παλαιότερα αποτελούσε γενική πεποίθηση ότι ακόμη και σε μη καματογόνες καταστάσεις το ΚΝΣ δεν είναι ικανό να διεγείρει πλήρως τις ΚΜ ενός μυός. Ωστόσο, ο Merton (1954) χρησιμοποιώντας την τεχνική της παρεμβαλλόμενης προκλητής σύσπασης (twitch interpolation technique), έδειξε ότι κατά την παρατεταμένη μέγιστη βουλητική σύσπαση του προσαγωγού του αντίχειρα (<3 λεπτά), η μέγιστη ηλεκτρική διέγερση δεν 29

30 προκάλεσε καμία αύξηση της δύναμης καθ όλη τη διάρκεια της σύσπασης. Το ίδιο βρέθηκε να ισχύει και για τον δικέφαλο βραχιόνιο (Bigland-Ritchie et al., 1986b), τον τετρακέφαλο (Edwards et al., 1975a) και τον πρόσθιο κνημιαίο (Belanger & McComas, 1981). Η τεχνική παρεμβαλλόμενης προκλητής σύσπασης περιλαμβάνει την πρόκληση ενός ερεθισμού ή μιας σειράς υπερμέγιστων ερεθισμών στο νεύρο που νευρώνει το μυ που συσπάται βουλητικά και μέγιστα. Ο υπερμέγιστος ερεθισμός επιχειρεί να διεγείρει των μέγιστο δυνατό αριθμό των κινητικών μονάδων και έτσι οποιαδήποτε αύξηση στην παραγόμενη ροπή αποτελεί ένδειξη ελλιπούς διέγερσης του μυός από το ΚΝΣ. Συνεπώς, η πιθανή αύξηση που θα προκληθεί στην παραγωγή δύναμης εξαιτίας της προκλητής διέγερσης είναι αντιστρόφως ανάλογη του ποσοστού ενεργοποίησης των διαθέσιμων νευρώνων (Hales & Gandevia, 1988). Πρέπει να σημειωθεί ωστόσο, ότι πολλές φορές δεν παρατηρείται μέγιστη βουλητική ενεργοποίηση στους συγκεκριμένους μύες, γεγονός που οφείλεται ή στην μειωμένη παρακίνηση και την έλλειψη εξοικείωσης με την άσκηση (Bigland-Ritchie et al., 1978), ή στον μη επαρκή αριθμό ηλεκτρικών ερεθισμών (Kent-Braun, 1999; Kent-Braun & le Blanc, 1996). Παρόλα αυτά υπάρχουν ορισμένες μυϊκές ομάδες, όπως για παράδειγμα οι οπίσθιοι μύες της κνήμης, όπου η πλήρης βουλητική ενεργοποίηση είναι από πολύ δύσκολη έως αδύνατη (Belanger & McComas, 1981) Μεταβολή του αισθητηριακού συστήματος. Κεντρομόλες ίνες και κόπωση Υπάρχουν έμμεσες ενδείξεις μετά από έρευνες σε ζώα (Hayward et al., 1988) και στον άνθρωπο (Bigland-Ritchie et al., 1986b; Garland et al., 1988; Woods et al., 1987), ότι η μείωση της συχνότητας διέγερσης των ΚΜ μπορεί να οφείλεται στην αρνητική ανατροφοδότηση, που παρέχεται από τον εξαντλημένο μυ στις ΚΜ του ομόλογού του ή του συνεργού του μυός. Στην παροχή αυτής της ανατροφοδότησης μπορούν να συμμετάσχουν τόσο κεντρομόλες μεγάλης διαμέτρου (τύπου Ια) όσο και μικρής διαμέτρου (τύπου ΙΙΙ και IV). Μυϊκή άτρακτος Έχει υποστηριχτεί από πολλούς ερευνητές ότι η μείωση της συχνότητας διέγερσης του κινητικού νευρώνα τύπου-α ρυθμίζεται πιθανά από την δράση των μυϊκών ατράκτων (Bongiovanni & Hagbarth, 1990, Gandevia et al., 1993, Gandevia et al., 1990, Hagbarth, 1986, Macefield et al., 1993). Σχετικά με την 30

31 παραπάνω υπόθεση, έχει βρεθεί ότι τόσο μετά από πρωτόκολλο μέγιστης ισομετρικής σύσπασης (Burke et al., 1979, Vallbo, 1970), όσο και υπομέγιστης έντασης (<30% ΜΒΣ) (Macefield et al., 1991), οι κεντρομόλες ίνες τύπου Ια, παρουσιάζουν μειωμένη συχνότητα διέγερσής. Υποστηρίχτηκε λοιπόν, ότι με αυτόν τον τρόπο αναστέλλεται η ευόδωση που προκαλούν οι Ια κεντρομόλες ίνες στους κινητικούς νευρώνες του αγωνιστή μυός και των συνεργών του. Η μειωμένη συχνότητα διέγερσης των Ια κεντρομόλων ινών μπορεί να οφείλεται α) στη μειωμένη διέγερση των γ-κινητικών νευρώνων, η οποία κατά την κόπωση ρυθμίζεται, είτε μέσω αντανακλαστικών οδών, είτε από την παρέμβαση εγκεφαλικών κέντρων και β) στη μειωμένη συχνότητα εκπόλωσης των μυϊκών ατράκτων, λόγω της αύξησης της θερμοκρασίας (Sato, 1983) και της συγκέντρωσης μεταβολικών προϊόντων, που παρατηρείται κατά την παρατεταμένη σύσπαση (Nielsen et al., 1972) και γ) στη μείωση της ευαισθησίας της μυϊκής ατράκτου (Gandevia, 2001). Αισθητηριακοί οδοί τύπου ΙΙΙ και IV Οι υποδοχείς που εμπλέκονται σ αυτήν τη διαδικασία έχουν νευράξονες μικρής διαμέτρου τύπου III και IV (Kniffki et al., 1981, Mense & Stahnke, 1983) και όχι μεγάλης (τύπου Ι και ΙΙ) (Garland, 1991). Οι κεντρομόλες νευρικές ίνες αυτών των υποδοχέων διεγειρόμενοι από τη συγκέντρωση μεταβολικών προϊόντων αναστέλλουν τη διέγερση των κινητικών νευρώνων, μάλλον σε επίπεδο νωτιαίου μυελού (Ellaway et al., 1982). Ένας προτεινόμενος μηχανισμός του νωτιαίου μυελού που μπορεί να παρεμβαίνει είναι και η προσυναπτική αναστολή των Ια κεντρομόλων ινών ή/και η αναστολή άλλων ενδιάμεσων νευρώνων (Duchateau & Hainaut, 1993, Gandevia, 2001) Αντανακλαστικά. H-reflex Το πιο ευρέως διαδεδομένο προκλητό αντανακλαστικό που παράγεται μετά από τον ερεθισμό των κεντρομόλων νευρικών ινών της μυϊκής ατράκτου (Ια οδός) ονομάζεται Αντανακλαστικό Hoffman (Hreflex). Πρωτοπεριγράφηκε από τον Γερμανό φυσιολόγο Paul Hoffman (1918), στον οποίο οφείλει και το όνομά του (Hoffman- reflex) (σχήμα 3), και μας δίνει πληροφορίες για την λειτουργικότητα του κινητικού νευρώνα τύπου Α. Με τη βοήθεια της μεθόδου του H-reflex υπάρχει πλήθος ερευνών που σχετίζονται με την μελέτη μηχανισμών του νωτιαίου μυελού σε διάφορες καταστάσεις στον άνθρωπο (Berardelli et al., 31

32 1987; Cavallari et al., 1984; Cavallari et al., 1985; Crone et al., 1987; Crone et al., 1990). Οι πιο σημαντικοί είναι η αυτογενής αναστολή (autogenetic inhibition) (Cavallari et al., 1985), η αμοιβαία αναστολή (reciprocal inhibition) (Crone et al., 1987), η επαναλαμβανόμενη αναστολή (recurrent inhibition) (Pierrot- Deseilligny and Bussel, 1975), η προσυναπτική αναστολή (presynaptic inhibition) (Hultborn et al., 1987) και η αναστολή μετενεργοποίησης (post-activation depression) (Nielsen et al., 1995). Μεταβολές H-reflex μετά από Πρωτόκολλο Κόπωσης Μέγιστης Έντασης Τόσο κατά τη διάρκεια όσο και μετά από εξαντλητική άσκηση παρατηρείται αναστολή του H-reflex (Duchateau & Hainaut, 1993, Garland & McComas, 1990). Αιτία για αυτήν τη μείωση είναι ενδεχομένως ορισμένα μεταβολικά προϊόντα, τα οποία διεγείρουν συγκεκριμένους αισθητικούς υποδοχείς. Οι υποδοχείς που εμπλέκονται σ αυτήν τη διαδικασία έχουν νευράξονες μικρής διαμέτρου (τύπου III και IV) (Kniffki et al., 1981, Mense & Stahnke, 1983) και όχι μεγάλης (τύπου Ι και ΙΙ) (Garland, 1991). Οι κεντρομόλες νευρικές ίνες αυτών των υποδοχέων αναστέλλουν τη διέγερση των κινητικών νευρώνων, μάλλον σε επίπεδο νωτιαίου μυελού (Ellaway et al., 1982), ενώ ένας προτεινόμενος μηχανισμός του νωτιαίου μυελού που μπορεί να παρεμβαίνει είναι και η προσυναπτική αναστολή των Ια κεντρομόλων ινών ή/και η αναστολή άλλων ενδιάμεσων νευρώνων (Duchateau & Hainaut, 1993). Μεταβολές H-reflex μετά από Πρωτόκολλο Κόπωσης Υπομέγιστης Έντασης Το δυναμικό του H-reflex αυξήθηκε στατιστικά σημαντικά κατά τη διάρκεια υπομέγιστης παρατεταμένης σύσπασης (Patikas et al., 2006). Αυτό σημαίνει ότι οι κινητικοί νευρώνες κατά τον κάματο βρίσκονται σε κατάσταση υψηλότερης διεγερσιμότητας μέσω της αντανακλαστικής οδού. Το φαινόμενο αυτό ενδεχόμενα να οφείλεται σε μηχανισμούς του νωτιαίου μυελού που ενεργούν προσυναπτικά ή/και µετασυναπτικά του κινητικού νευρώνα. Η πλειοψηφία των ερευνών έδειξε ότι μετά από υπομέγιστης πρωτόκολλα κόπωσης παρατηρείται μείωση του H-reflex στο τέλος της προσπάθειας ενώ αρχικά παρατηρήθηκε αύξηση, (Duchateau et al., 2002, Patikas et al., 2006). 32

33 Η μεταβολή του H-reflex, μπορεί να οφείλεται σε έναν ή περισσότερους από τους παρακάτω παράγοντες (Berardelli et al., 1987; Cavallari et al., 1984; Cavallari et al., 1985; Crone et al., 1987; Crone et al., 1990): Μεταβολή της προσυναπτικής αναστολής. Ευόδωση ή αναστολή ενδιάμεσων νευρώνων μεταξύ Ια και κινητικών νευρώνων. Μεταβολή της μετασυναπτικής αναστολής. Μεταβολή της αναστολής μετενεργοποίησης Μηχανισμοί νωτιαίου μυελού. Οι κυριότεροι μηχανισμοί του νωτιαίου μυελού είναι α) η αυτογενής αναστολή, β) αμοιβαία αναστολή, γ) επαναλαμβανόμενη αναστολή, δ) προσυναπτική αναστολή και ε) αναστολή μετενεργοποίησης. Αυτογενής Αναστολή Η αυτογενής αναστολή (γνωστή και ως αντίστροφο μυοτατικό αντανακλαστικό) αφορά την πρόκληση αναστολής των α- και γ-κινητικών νευρώνων του ομώνυμου μυός και των συνεργών του, μέσω των Ιβ κεντρομόλων ινών που προέρχονται από τα τενόντια όργανα Golgi. Ο κάματος προκαλεί απευαισθητοποίηση των τενόντιων οργάνων Golgi (Nelson & Hutton, 1985; Zytnicki et al., 1990). Κατά συνέπεια, η αυτογενής αναστολή μειώνεται, και έτσι αυξάνεται η διεγερσιμότητα των κινητικών νευρώνων. Αμοιβαία Αναστολή Είναι γνωστό ότι οι Ια κεντρομόλες ίνες, πέρα από τη διεγερτική επίδραση που έχουν στους κινητικούς νευρώνες των αγωνιστών και συναγωνιστών μυών, μέσω μονοσυναπτικών ή/και πολυσυναπτικών οδών (Hultborn et al., 1975), προκαλούν παράλληλη αναστολή της δραστηριότητας των κινητικών νευρώνων των ανταγωνιστών μυών. Το φαινόμενο αυτό περιγράφηκε πρώτα από τον Sherrington (1898), ως αμοιβαία νεύρωση (reciprocal innervation) ή όπως είναι πιο ευρέως γνωστή ως αμοιβαία αναστολή. Η ελάττωση της αμοιβαίας αναστολής ενδεχομένως προκαλεί το αυξημένο επίπεδο συνδιέγερσης κατά τον κάματο (Tyler & Hutton, 1986). Ωστόσο η μελέτη της αμοιβαίας αναστολής στους μύες του πήχη (εκτείνοντες και καμπτήρες του καρπού) δεν έδειξε καμιά μεταβολή κατά τον κάματο (Aymard et al., 1995). Τα αποτελέσματα της παραπάνω έρευνας έρχονται σε αντίθεση με την ελαττωμένη αμοιβαία αναστολή, που καταγράφηκε στους μύες της κνήμης, κατά τη διάρκεια βουλητικής συνδιέγερσης αγωνιστών και ανταγωνιστών (Nielsen & Kagamihara, 1992). Αυτό το γεγονός υποδεικνύει ότι ενδεχομένως οι μηχανισμοί 33

34 του νωτιαίου μυελού λειτουργούν με διαφορετικό τρόπο όταν παρατηρείται συνδιέγερση των αγωνιστών και ανταγωνιστών μυών βουλητικά ή λόγω κόπωσης. Επαναλαμβανόμενη Αναστολή Το 1941 ο Renshaw ανακάλυψε πρώτος έναν πληθυσμό ανασταλτικών ενδιάμεσων νευρώνων που συνδέεται με τους α-κινητικούς νευρώνες (Renshaw, 1941). Λίγα χρόνια αργότερα, ο ίδιος ερευνητής παρατήρησε ότι αυτοί ανασταλτικοί ενδιάμεσοι νευρώνες δέχονται νεύρωση από παράπλευρους κλάδους των α-κινητικών νευρώνων (Renshaw, 1946). Ο μηχανισμός αυτός ονομάστηκε επαναλαμβανόμενη αναστολή και μελετήθηκε λεπτομερώς από τον Eccles και τους συνεργάτες του (Eccles et al., 1961; Eccles et al., 1957; Eccles et al., 1954) ( σχήμα 5). Έχει βρεθεί ότι κατά τη διάρκεια του καμάτου που προκαλείται με μία μέγιστη ισομετρική προσπάθεια, η επαναλαμβανόμενη αναστολή αυξάνεται (Kukulka et al., 1986a; McNabb et al., 1988). Αντίθετα, όταν ο κάματος προκαλείται από ισομετρική χαμηλής έντασης προσπάθεια (20% ΜΒΣ), η επαναλαμβανόμενη αναστολή μειώνεται (Löscher et al., 1996). Φαίνεται λοιπόν, πως τα κύτταρα του Renshaw ρυθμίζουν τη λειτουργία τους ανάλογα με τα χαρακτηριστικά της εξωτερικής επιβάρυνσης. α & γ κινητικοί νευρώνες Κύτταρα Renshaw Ανιούσες δέσµες Ια ανασταλτικοί ενδιάµεσοι νευρώνες α-κινητικός νευρώνας Σχήμα 5. Σχηματική απεικόνιση επαναλαμβανόμενης αναστολής. 34

35 Προσυναπτική Αναστολή Ο όρος «προσυναπτική αναστολή» αφορά εκείνον τον νευρικό μηχανισμό με τον οποίο αναστέλλεται η αποδέσμευση νευροδιαβιβαστών από μια νευρική ίνα, λίγο πριν αυτή εκβάλει στη σύναψη με τον νευρώνα στόχο (Davidoff & Hackman, 1984) (σχήμα 6). Η επίδραση της προσυναπτικής αναστολής στη ρύθμιση της κόπωσης είναι ασαφής. Η εργασία της Kalezic και συν. (2004) σε πειραματόζωα με χαμηλής συχνότητας ηλεκτρική διέγερση (40Hz) προκάλεσε αύξηση της προσυναπτικής αναστολής. Έμμεσες παρατηρήσεις στη διάρκεια μέγιστης (Nordlund et al., 2004) και υπομέγιστης ισομετρικής σύσπασης (Πατίκας, 2002) δεν διαπίστωσαν ουσιαστικά μεταβολή της προσυναπτικής αναστολής. Επομένως, τουλάχιστον για τον άνθρωπο, το θέμα αυτό χρήζει περεταίρω διερεύνησης. Εικάζεται ότι κατά τον κάματο η προσυναπτική αναστολή μεταβάλλεται από ανώτερα εγκεφαλικά κέντρα ή από κεντρομόλες ίνες, που προέρχονται από υποδοχείς στην περιφέρεια (αισθητήρια όργανα τύπου ΙΙΙ και ΙV) με αποτέλεσμα να αυξάνεται η δράση των ανταγωνιστών μυών κατά τη σύσπαση (Psek & Cafarelli, 1993). Από την άλλη μεριά, υπάρχουν αναφορές από ερευνητές που θεωρούν ότι η αυξημένη προσυναπτική αναστολή είναι ενδεχομένως υπεύθυνη για τη μείωση του H-reflex του αγωνιστή μυός μετά τον κάματο (Duchateau & Hainaut, 1993; Garland & McComas, 1990). Ανασταλτικός Ενδιάμεσος Νευρώνας Άξονας Ια κεντρομόλου ίνας α-κινητικός νευρώνας Σχήμα 6. Σχηματική απεικόνιση προσυναπτικής αναστολής. 35

36 Αναστολή Μετενεργοποίησης Μετά την ενεργοποίηση των Ια κεντρομόλων ινών μεσολαβεί ένα χρονικό διάστημα στο οποίο η ποσότητα νευροδιαβιβαστών, που απελευθερώνεται προς τους κινητικούς νευρώνες, είναι μειωμένη εάν ακολουθήσει επιπλέον ενεργοποίηση (Lloyd & Wilson, 1957). Το φαινόμενο αυτό ονομάζεται αναστολή μετενεργοποίησης (post-activation depression) και είναι ένας σημαντικός ρυθμιστικός μηχανισμός απελευθέρωσης νευροδιαβιβαστών. Έχει βρεθεί ότι η αναστολή μετενεργοποίησης διαφοροποιείται μεταξύ σπαστικών και υγιών ατόμων (Nielsen et al., 1993) και μεταξύ προπονημένων και απροπόνητων ατόμων (Patikas et al., 1999) Σημασία της έρευνας Θα μπορούσε να ισχυρισθεί κανείς, ότι είναι δυνατό να επέλθει κόπωση σε κάθε κρίκο της αλυσίδας των διαδικασιών που έχουν ως τελικό αποτέλεσμα τη μυϊκή απόδοση (Kirkendall, 1990). Όσον αφορά την επίδραση της κόπωσης στη νευρομυϊκή λειτουργία στη διάρκεια των αναπτυξιακών ηλικιών τα υπάρχοντα δεδομένα αναφέρονται κυρίως στην εφηβική περίοδο (Kawakami et al., 1993; Kanehisa et al., 1995b; Kellis & Kellis, 2001; Kellis, 2003) και τρεις για προέφηβους (Halin et al., 2002; Moritani et al., 1991; Halin et al., 2003). Οι περιορισμοί των παραπάνω ερευνών εντοπίζονται στα παρακάτω σημεία: 1. Η πλειοψηφία τους αναφέρεται στην ισοκινητική σύσπαση (Kawakami et al., 1993; Kanehisa et al., 1995a; Kellis & Kellis, 2001; Kellis, 2003; Paraschos et al., 2007; Zafeiridis et al., 2005) και μόνο τρεις σε ισομετρική (Halin et al., 2002; Moritani et al., 1991; Halin et al., 2003). 2. Μόνο με την εργασία των Kanehisa και των συνεργατών του (1995b) συγκρίνονται διαφορετικές ηλικιακές κατηγορίες. 3. Με την εργασία των Halin και των συνεργατών του (2002) συγκρίνονται προέφηβοι αθλητές ενοργάνου γυμναστικής και απροπόνητοι. 4. Ιδιαίτερα για την ισομετρική κόπωση αναφέρεται ότι γίνεται σε μέγιστη ένταση όχι όμως στην άρθρωση της ποδοκνημικής που στην παρούσα εργασία είναι η υπό εξέταση άρθρωση (Halin et al., 2002; Moritani et al., 1991). 36

37 5. Από τις παραπάνω εργασίες μόνο οι έρευνες των Kellis & Kellis (2001) και του Kellis (2003) αναφέρεται στη δραστηριότητα τόσο των αγωνιστών όσο και ανταγωνιστών μυών, ενώ οι εργασίες των Halin και των συνεργατών του (2002 & 2003) αναφέρεται μόνο σε αγωνιστές μυς. 6. Όσον αφορά στην υπομέγιστη ισομετρική κόπωση, υπάρχει μία μόνο εργασία (Halin et al., 2003) που εξετάζει τις διαφορές της κόπωσης απροπόνητων προεφήβων αγοριών και ενήλικων αντρών. Ωστόσο η έρευνα αυτή αφορούσε την άρθρωση του αγκώνα και είχε διαφορετικά κριτήρια εξάντλησης για το πρωτόκολλο κόπωσης. Είναι εμφανές λοιπόν, το κενό που υπάρχει σε ερευνητικά δεδομένα, όσον αφορά στο πεδίο της ισομετρικής κόπωσης και πώς επιδρούν σ αυτή η ηλικία σε συνάρτηση με την ένταση του πρωτοκόλλου κόπωσης. Επίσης δεν έχει μελετηθεί και σε ποιο βαθμό επιδρούν στην διαδικασία της κόπωσης οι νευρογενείς (κεντρικοί) και περιφερικοί παράγοντες Με την παρούσα διατριβή διερευνήθηκε κατά πόσο οι διαφορές στη ΜΙΔ των πελματιαίων καμπτήρων της κνήμης, μετά από πρωτόκολλο μέγιστης και υπομέγιστης κόπωσης μεταξύ προεφήβων και ενηλίκων, μπορούν να αποδοθούν στις μηχανικές ιδιότητες και τη νευρομυϊκή λειτουργία των αγωνιστών και ανταγωνιστών μυών της κνήμης. Σημαντικό είναι, ότι τα αποτελέσματα αυτά των προεφήβων συγκρίθηκαν με τα ανάλογα αποτελέσματα των ενηλίκων. Αξίζει να σημειωθεί, ότι η μοναδικότητα της παρούσας έρευνας την καθιστά ενδιαφέρουσα, αφού στα αποτελέσματά της θα μπορούν να βασιστούν μεταγενέστεροι ερευνητές για να ερμηνεύσουν περαιτέρω το φαινόμενο της κόπωσης. Η μελέτη της επίδρασης ενός πρωτοκόλλου κόπωσης υπομέγιστης έντασης είναι σημαντική, τόσο για τους προέφηβους όσο και για τους ενήλικες, για πολλούς λόγους. Οι συνηθισμένες καθημερινές δραστηριότητες (γράψιμο, πληκτρολόγηση σε ηλεκτρονικό υπολογιστή, περπάτημα) είναι συνήθως υπομέγιστης έντασης. Η απόδοση στην εκτέλεση υπομέγιστων δραστηριοτήτων μπορεί να αναβαθμίσει την ποιότητα της προσωπικής ζωής και να προσδώσει μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα στην εργασία. Επίσης, γνωρίζοντας ότι η κόπωση αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για την αθλητική απόδοση, η έρευνα αυτή πιθανά να βοηθήσει μελλοντικά στο σχεδιασμό αποδοτικότερων προγραμμάτων προπόνησης και κατά συνέπεια τη βελτίωση της αθλητικής απόδοσης. 37

38 Αντίστοιχα, στον τομέα της υγείας, η καλύτερη κατανόηση της λειτουργίας και παρέμβασης των μηχανισμών που συμβάλουν στην κόπωση (τοπογραφία κόπωσης) μπορεί να βοηθήσει στην εφαρμογή καλύτερων στρατηγικών αντιμετώπισης διάφορων ασθενειών, που έχουν ως κύριο ή δευτερεύον σύμπτωμα την κόπωση (π.χ. χρόνια κόπωση) Σκοπός της έρευνας Γνωρίζοντας ότι η ηλικία και η ένταση του πρωτοκόλλου κόπωσης επηρεάζουν τόσο τη μυϊκή κόπωση όσο και την αποκατάσταση, θα αποτελούσε ενδιαφέρον σημείο να διαπιστωθεί μέσω της τεχνικής της προκλητής διέγερσης των κινητικών μονάδων και του ηλεκτρομυογραφήματος α) πώς ρυθμίζει το κεντρικό νευρικό σύστημα των προεφήβων και ενηλίκων, την δράση των αγωνιστών και ανταγωνιστών μυών της κνήμης και β) την συμμετοχή του μηχανισμού σύσπασης σε συνθήκες κόπωσης. Σκοπός της έρευνας ήταν να ερευνηθεί η επίδραση της κόπωσης πρωτοκόλλων διαφορετικών εντάσεων και ο ρυθμός αποκατάστασης μεταξύ ενηλίκων αντρών και προέφηβων αγοριών. Συγκεκριμένα ερευνήθηκε η μεταβολή : 1. Της μέγιστης ροπής κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου κόπωσης, καθώς και κατά τη διάρκεια της αποκατάστασης. 2. Του επιπέδου ενεργοποίησης των ΚΜ των πελματιαίων καμπτήρων της ποδοκνημικής άρθρωσης μέσω της παρεμβαλλομένης ηλεκτρικής διέγερσης. 3. Του βαθμού ενεργοποίησης των αγωνιστών και ανταγωνιστών μυών κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου κόπωσης καθώς και κατά τη διάρκεια της αποκατάστασης. 4. Της διεγερσιμότητας και της ταχύτητας αγωγιμότητας της κυτταρικής μεμβράνης του μυός μέσω του Μ-κύματος. 5. Του μηχανισμού σύσπασης μέσω προκλητής ροπής, πριν και μετά το τέλος του πρωτοκόλλου κόπωσης (τιμή μέγιστης προκλητής ροπής, χρόνος σύσπασης, χρόνος χαλάρωσης), 6. Της ηλεκτρομηχανικής καθυστέρησης. 38

39 1.4. Βασικές προϋποθέσεις Οι συμμετέχοντες είχαν την ικανότητα να εκτελέσουν τα τεστ για τη μέτρηση της μέγιστης ισομετρικής πελματιαίας και ραχιαίας κάμψης. Οι συμμετέχοντες απέδωσαν στα τεστ σύμφωνα με τις δυνατότητές τους. Οι συμμετέχοντες ακολούθησαν τις οδηγίες κατά το πρωτόκολλο κόπωσης και αποκατάστασης όσον αφορά στη δύναμη και στο χρόνο που θα διατηρηθεί. Οι συμμετέχοντες ήταν υγιείς χωρίς προβλήματα σωματικά που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τα αποτελέσματα των μετρήσεων. Οι συμμετέχοντες δεν ασκούνταν συστηματικά τα τελευταία 3 χρόνια και δεν συμμετείχαν σε βαριές χειρωνακτικές εργασίες κατά την περίοδο των μετρήσεων. Όλοι οι συμμετέχοντες ήταν ξεκούραστοι και δεν είχαν γευματίσει 2 τουλάχιστον ώρες πριν από τις μετρήσεις Οριοθέτηση της έρευνας 1) Οι συμμετέχοντες ήταν ενήλικες ηλικίας από 20 έως 28 χρόνων και οι προέφηβοι από 8 έως 11 χρόνων (πρώτο επίπεδο σεξουαλικής ωρίμανσης κατά Tanner, 1962). 2) Η συμμετοχή των εξεταζόμενων ήταν εθελοντική χωρίς καμία υλική ή οικονομική αποζημίωση. 3) Οι συμμετέχοντες δεν είχαν ασχοληθεί συστηματικά με τον αθλητισμό στο παρελθόν, ούτε συμμετείχαν σε πρόγραμμα συστηματικής προπόνησης κατά την περίοδο των μετρήσεων. 4) Οι συμμετέχοντες στην έρευνα δεν ήταν παχύσαρκα άτομα, έτσι ώστε να αποφευχθεί η πιθανότητα κακής διαπερατότητας των ηλεκτρικών σημάτων κατά το ΗΜΓ, λόγω της παρεμβολής του αυξημένου λιπώδους ιστού (Blimkie et al., 1990). 5) Για τις μετρήσεις επιλέχθηκαν άτομα που δεν έπασχαν από χρόνιες μυϊκές ασθένειες και δεν παρουσίαζαν κάκωση ή ευαισθησία στη σπονδυλική στήλη και στην περιοχή της ποδοκνημικής. 6) Οι μετρήσεις έγιναν σε κλειστό χώρο, χωρίς περιττούς θορύβους με ελεγχόμενες συνθήκες θερμοκρασίας και υγρασίας. 39

40 1.6. Περιορισμοί της μελέτης 1) Το δείγμα αποτελείτο από εθελοντές και δεν προέκυψε από τυχαία δειγματοληψία. 2) Δεν ήταν δυνατό να ελεγχθεί η κόπωση που πιθανόν είχαν οι συμμετέχοντες λόγω των καθημερινών ασχολιών τους. 3) Από τις μυϊκές ομάδες της ποδοκνημικής, εξετάσθηκαν ο ΥΚν, η ΕσΓ και ο ΠΚν. Επιλέχθηκαν οι συγκεκριμένοι μύες, γιατί θεωρούνται αντιπροσωπευτικοί και έχουν χρησιμοποιηθεί και σε παλαιότερες έρευνες (Fugl-Meyer et al,1979,1980; Löscher et al., 1994; Maganaris et al., 1998 ; Sirin & Patla,1987). Η επιλογή των συγκεκριμένων μυών βασίστηκε στην αρχή της ισοδυναμίας του Bouisset (1973), σύμφωνα με την οποία η δραστηριότητα ενός συνόλου μυών μπορεί να εκφρασθεί μέσω της δραστηριότητας ενός αντιπροσωπευτικού για τη συγκεκριμένη λειτουργία μυός. 4) Για την ανάλυση των αποτελεσμάτων χρησιμοποιήθηκε το στατιστικό μοντέλο των επαναλαμβανόμενων μετρήσεων, για να περιοριστεί η διακύμανση μεταξύ των εξεταζόμενων. Αυτό κρίθηκε απαραίτητο, αφού στη μελέτη του ΗΜΓ και του Μ-κύματος παρατηρούνται μεγάλες διακυμάνσεις μεταξύ των εξεταζόμενων, εξαιτίας της διαφορετικής δερματικής αντίστασης και εξαιτίας των ανατομικών διαφορών σ ότι αφορά την πορεία των νευρικών κλάδων, αλλά και τη θέση της τελικής κινητικής πλάκας στο μυ σε σχέση με τα ηλεκτρόδια καταγραφής. 5) Η εκτίμηση της σεξουαλικής ωρίμανσης των προεφήβων θα γίνεται με επίδειξη των φωτογραφιών των σταδίων ωρίμανσης κατά Tanner (1962), στους γονείς των παιδιών, αλλά και με τη σύμφωνη γνώμη του παιδιάτρου τους Επεξηγήσεις όρων Αγωνιστής μυς: Ο μυς που συσπάται και είναι άμεσα υπεύθυνος για μια συγκεκριμένη κίνηση. α- κινητικός νευρώνας: Ο νευρώνας που επηρεάζει και παράγει την κίνηση νευρώνοντας τις εξωκαψικές μυϊκές ίνες. Αναστολή: Κατάσταση στην οποία μια συγκεκριμένη αντίδραση περιορίζεται ή εκμηδενίζεται. Ανατομικό μηδέν της άρθρωσης: Η γωνία που έχει κάθε άρθρωση όταν το σώμα βρίσκεται στην όρθια θέση. 40

41 Ανταγωνιστής μυς: Ο μυς, ο οποίος κατά την κάμψη ή την έκταση μιας άρθρωσης, είναι υπεύθυνος για την αντίθετη κίνηση. Ενεργοποίηση του μυός: Η ηλεκτρική διέγερση του μυός κατόπιν εντολών του κεντρικού και περιφερικού νευρικού συστήματος. Ενήλικας: Ο άνθρωπος που βρίσκεται στην περίοδο της πλήρους ωρίμανσης και οστεοποίησης. H-reflex: Ηλεκτρικά προκλητό αντανακλαστικό που παράγεται μετά από ερεθισμό των κεντρομόλων νευρικών ινών της μυϊκής ατράκτου. Πρωτοπεριγράφηκε από τον Γερμανό φυσιολόγο Paul Hoffman (1918), στον οποίο οφείλει και το όνομά του (Hoffman- reflex). Ηλεκτρομυογράφημα: Τεχνική με την οποία καταγράφεται η ηλεκτρική δραστηριότητα του μυός με τη βοήθεια ηλεκτροδίων ευαίσθητων σε ηλεκτρικά φορτία και ειδικής συσκευής που ενισχύει αυτά τα φορτία. Ισοκινητική δύναμη: Η δύναμη που μετριέται με ειδικό όργανο το οποίο ελέγχει την γωνιακή ταχύτητα της κίνησης ώστε να παραμένει σταθερή (Thistle et al., 1967). Ισοκινητικό δυναμόμετρο: Όργανο καταγραφής της παραγόμενης ροπής μιας ομάδας μυών. Επιβάλλει σταθερή γωνιακή ταχύτητα κίνησης της άρθρωσης. Ισομετρική σύσπαση: Μυϊκή σύσπαση χωρίς μεταβολή του κινητικού εύρους της άρθρωσης. Κινητική μονάδα: Λειτουργικό σύστημα που αποτελείται από τον κινητικό νευρώνα και το πλήθος των μυϊκών ινών που νευρώνει. Κυρίαρχο μέλος (του σώματος): Αναφέρεται στο μέλος του σώματος που παρουσιάζεται, είτε ως δυνατότερο είτε ως πιο επιδέξιο. Μέγιστη ισομετρική δύναμη: Η μέγιστη βουλητική ενεργοποίηση του μυός χωρίς αυξομείωση του μήκους μυός. Μυϊκή άτρακτος: Αισθητήριο όργανο που εδρεύει στο εσωτερικό του μυός και είναι ευαίσθητο σε μεταβολές του μήκους του μυός. Μ-κύμα: Δυναμικό δράσης που προκαλεί ο ερεθισμός των μεγαλύτερων α-κινητικών νευρώνων. 41

42 ph: Ο αρνητικός δεκαδικός λογάριθμος της συγκέντρωσης των ιόντων υδρογόνου σε ένα υδατικό διάλυμα. Το pη είναι δείκτης της οξύτητας ενός διαλύματος. Πελματιαία κάμψη: Έκταση ποδοκνημικής άρθρωσης. Προέφηβος: Άτομο που βρίσκεται στην αναπτυξιακή περίοδο, που περιλαμβάνει την πρώιμη εφηβική και μέση παιδική ηλικία (Blimkie,1989). Προσυναπτική αναστολή: Αναστολή στην οποία υπόκεινται οι νευρικές ίνες πριν από τη σύναψή τους με κάποιο άλλο νευρώνα. Πρωτόκολλο κόπωσης: Συγκεκριμένη διαδικασία με σκοπό την κόπωση των μυών των εξεταζόμενων. Ραχιαία κάμψη : Κάμψη ποδοκνημικής άρθρωσης. Συνδιέγερση: Η εμφάνιση ταυτόχρονης διέγερσης του αγωνιστή και του ανταγωνιστή μυός. Συνεργός μυς: Μυς που βοηθά στην παραγόμενη κίνηση Λειτουργικοί ορισμοί Η ισομετρική ροπή μετρήθηκε με το ισοκινητικό δυναμόμετρο Cybex Norm (CYBEX Division of Lumex, Ronkonkoma, New York) σε Ν m.. H ΗΜΓφική δραστηριότητα των μυών καταγράφηκε με τον ηλεκτρομυογράφο BTS (Bioengineering Milano, Italy) σε mvolts. DS7A. Ο ερεθισμός του κνημιαίου νεύρου πραγματοποιήθηκε με τον ηλεκτροδιεγέρτη Digitimer Electronics Η μέτρηση της γωνίας της άρθρωσης της ποδοκνημικής θα γίνει με μηχανικό γωνιόμετρο αποτελούμενο από μοιρογνωμόνιο με περιστρεφόμενο σκέλος σε μοίρες ( ). Ο εξεταζόμενος κατά τη μέτρηση θα βρίσκεται σε ύπτια κατάκλιση. Η μέτρηση του σωματικού λίπους θα γίνει με το δερματοπτυχόμετρο Lafayette, Skinfold Caliper και θα εκφραστεί ως ποσοστό της σωματικής μάζας (%). Για τον υπολογισμό του σωματικού λίπους θα χρησιμοποιηθεί ο παρακάτω τύπος: 42

43 Σωματικό λίπος (%)= 0,29288 x Α- 0,0005 x Α 2 + 0,15845 x H-5,76377 Όπου Η η ηλικία σε έτη και Α το άθροισμα των τεσσάρων δερματοπτυχών σε mm. (Jackson, 1984). Οι τιμές της ροπής όλων των εξεταζόμενων, πριν, κατά τη διάρκεια και αμέσως μετά το πρωτόκολλο κόπωσης, αλλά και κατά τη διάρκεια της αποκατάστασης, σχετικοποιήθηκαν ως προς τη σωματική μάζα των εξεταζόμενων. Οι τιμές της ροπής όλων των εξεταζόμενων, αμέσως μετά το πρωτόκολλο κόπωσης, ποσοστικοποιήθηκαν ως προς τη μέγιστη τιμή της ΜIΔ που παρήγαγαν, πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης. Κατά τη διάρκεια της κόπωσης, η ροπή θα υπολογιστεί σε σχέση με τον συνολικό χρόνο αντοχής του κάθε εξεταζόμενου. Οι τιμές του ΗΜΓ όλων των εξεταζόμενων, τόσο στην διάρκεια της κόπωσης όσο και αμέσως μετά απ αυτή, σχετικοποιήθηκαν ως προς την μέγιστη τιμή της ΗΜΓφικής δραστηριότητας που εμφάνισε ο ίδιος μυς κατά την ΜΙΔ, πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης. Η εκτίμηση της συνδιέγερσης του ΠΚν έγινε υπολογίζοντας τον λόγο της ΗΜΓφικής δραστηριότητας του ΠΚν κατά την πελματιαία κάμψη προς την ΗΜΓφική δραστηριότητα του ίδιου μυός, όταν δρούσε ως κύριος αγωνιστής κατά τη διάρκεια μιας μέγιστης ισομετρικής σύσπασης (Psek & Cafarelli,1993). Το Μ-κύμα υπολογίσθηκε από έναν αριθμό 5 ερεθισμών με διάλλειμα 5 δευτερολέπτων η μέγιστη τιμή της διάρκειας και του εύρους. Ο βαθμός ενεργοποίησης υπολογίσθηκε από τον τύπο: [(ροπή με προκλητή διέγερση/ροπή πριν την προκλητή)-1]x100 (Grosset et al., 2008). Οι τιμές των μηχανικών ιδιοτήτων και ο βαθμός ενεργοποίησης των μυών της ποδοκνημικής άρθρωσης όλων των εξεταζόμενων, αμέσως μετά το πρωτόκολλο κόπωσης, ομαλοποιήθηκαν ως προς τις αντίστοιχες μέγιστες τιμές που παρήγαγαν πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης Ερευνητικές υποθέσεις Η τιμή της ΜΙΔ, πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης, θα είναι υψηλότερη στους ενήλικες από ότι στους προέφηβους. 43

44 Ο χρόνος αντοχής (endurance time), κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου κόπωσης θα είναι μικρότερος στους ενήλικες σε σχέση με τους προέφηβους. Οι διαφορές των δύο ηλικιακών ομάδων στη διάρκεια του πρωτοκόλλου της κόπωσης δεν θα επηρεαστούν από την ένταση του εφαρμοζόμενου πρωτοκόλλου. Η ποσοστιαία μεταβολή της ΜΙΔ, αμέσως μετά το πρωτόκολλο κόπωσης, δεν θα επηρεαστεί από την ηλικία, ωστόσο θα αποκατασταθεί γρηγορότερα στη διάρκεια του πρωτοκόλλου της αποκατάστασης. Οι διαφορές των δύο ηλικιακών ομάδων στη διάρκεια του πρωτοκόλλου της αποκατάστασης δεν θα επηρεαστούν από την ένταση του εφαρμοζόμενου πρωτοκόλλου κόπωσης. Η τιμή της προκλητής ροπής, πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης, θα είναι υψηλότερη στους ενήλικες από ότι στους προέφηβους. Η ποσοστιαία μεταβολή της προκλητής ροπής, αμέσως μετά το πρωτόκολλο κόπωσης, θα είναι υψηλότερη στους προέφηβους από ότι στους ενήλικες. Το ΗΜΓ των αγωνιστών μυών, πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης, δεν θα διαφέρει μεταξύ των πειραματικών ομάδων. Η ΗΜΓφική δραστηριότητα των αγωνιστών μυών θα αυξάνεται κατά τη διάρκεια της υπομέγιστης παρατεταμένης ισομετρικής πελματιαίας κάμψης. Η αύξηση αυτή, θα είναι υψηλότερη στους προέφηβους από ότι στους ενήλικες. Επίσης, η αύξηση θα είναι υψηλότερη στο υπομέγιστο πρωτόκολλο κόπωσης (20% της ΜΙΔ). Αντίθετα, η ΗΜΓφική δραστηριότητα των αγωνιστών μυών θα μειώνεται κατά τη διάρκεια της μέγιστης παρατεταμένης ισομετρικής πελματιαίας κάμψης. Η μείωση αυτή, θα είναι υψηλότερη στους προέφηβους από ότι στους ενήλικες. Η ποσοστιαία μεταβολή του ΗΜΓ των αγωνιστών μυών, αμέσως μετά το πρωτόκολλο κόπωσης, θα είναι παρόμοια στους προέφηβους και στους ενήλικες, ωστόσο θα αποκατασταθεί γρηγορότερα στη διάρκεια του πρωτοκόλλου της αποκατάστασης. Οι διαφορές των δύο ηλικιακών ομάδων στην διάρκεια του πρωτοκόλλου της αποκατάστασης δεν θα επηρεαστούν από την ένταση του εφαρμοζόμενου πρωτοκόλλου κόπωσης. Το ΗΜΓ των ανταγωνιστών μυών, πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης, θα είναι μεγαλύτερο στους προέφηβους σε σχέση με τους ενήλικες. Η ΗΜΓφική δραστηριότητα των ανταγωνιστών μυών θα αυξάνεται κατά τη διάρκεια της υπομέγιστης παρατεταμένης ισομετρικής πελματιαίας κάμψης. Η αύξηση αυτή, θα είναι υψηλότερη στους προέφηβους από ότι στους ενήλικες. Επίσης, η αύξηση θα είναι υψηλότερη στο υπομέγιστο πρωτόκολλο κόπωσης (20% της ΜΙΔ). Αντίθετα, η ΗΜΓφική δραστηριότητα των 44

45 ανταγωνιστών μυών θα μειώνεται κατά τη διάρκεια της μέγιστης παρατεταμένης ισομετρικής πελματιαίας κάμψης. Η μείωση αυτή, θα είναι υψηλότερη στους ενήλικες από ό,τι στους προέφηβους. Η ποσοστιαία μεταβολή του ΗΜΓ των ανταγωνιστών μυών, αμέσως μετά το πρωτόκολλο κόπωσης, θα είναι υψηλότερη στους προέφηβους από ότι στους ενήλικες, ωστόσο θα αποκατασταθεί γρηγορότερα στη διάρκεια του πρωτοκόλλου της αποκατάστασης. Οι διαφορές των δύο ηλικιακών ομάδων στη διάρκεια του πρωτοκόλλου της αποκατάστασης δεν θα επηρεαστούν από την ένταση του εφαρμοζόμενου πρωτοκόλλου κόπωσης. Η τιμή της ΗΜΚ, πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης, θα είναι υψηλότερη στους προέφηβους από ότι στους ενήλικες. Αμέσως μετά το πρωτόκολλο κόπωσης, θα είναι αυξημένη και στις δύο πειραματικές ομάδες. Η αύξηση αυτή θα είναι μεγαλύτερη στους προέφηβους. Οι διαφορές των δύο ηλικιακών ομάδων, δεν θα επηρεαστούν από την ένταση του εφαρμοζόμενου πρωτοκόλλου κόπωσης. Το εύρος του Μ max δεν θα διαφέρει στατιστικά σημαντικά μεταξύ των ομάδων πριν το πρωτόκολλο κόπωσης. Αμέσως μετά το πρωτόκολλο κόπωσης, θα μειωθεί και στις δύο πειραματικές ομάδες. Η μείωση αυτή δεν θα επηρεαστεί από την ηλικία και την ένταση του πρωτοκόλλου κόπωσης. Η διάρκεια του Μ max δεν θα διαφέρει στατιστικά σημαντικά μεταξύ των ομάδων πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης. Αμέσως μετά το πρωτόκολλο κόπωσης, θα μειωθεί και στις δύο πειραματικές ομάδες. Η μείωση αυτή δεν θα επηρεαστεί από την ηλικία και την ένταση του πρωτοκόλλου κόπωσης. Ο χρόνος σύσπασης και χαλάρωσης, δεν θα διαφέρει στατιστικά σημαντικά μεταξύ των ομάδων πριν το πρωτόκολλο κόπωσης. Η ποσοστιαία μεταβολή του, αμέσως μετά το πρωτόκολλο κόπωσης, θα είναι υψηλότερη στους ενήλικες. Οι διαφορές στον χρόνο σύσπασης και χαλάρωσης μεταξύ των δύο ηλικιακών ομάδων στη διάρκεια του πρωτοκόλλου της αποκατάστασης δεν θα επηρεαστούν από την ένταση του εφαρμοζόμενου πρωτοκόλλου κόπωσης. Ο βαθμός ενεργοποίησης των κινητικών μονάδων, δεν θα διαφέρει στατιστικά σημαντικά μεταξύ των ομάδων πριν το πρωτόκολλο κόπωσης. Αμέσως μετά το πρωτόκολλο κόπωσης, θα μειωθεί και στις δύο πειραματικές ομάδες. Η μείωση αυτή δεν θα επηρεαστεί από την ηλικία και την ένταση του πρωτοκόλλου κόπωσης. 45

46 1.10. Στατιστικές υποθέσεις Οι ακόλουθες στατιστικές υποθέσεις αφορούν τόσο το μέγιστο όσο και το υπομέγιστο πρωτόκολλο κόπωσης. Για τον λόγο αυτό θα αναφέρεται ο όρος «πρωτόκολλο κόπωσης και αποκατάστασης» χωρίς να γίνεται αναφορά στην έντασή του. Αν μδαντ1= ο μέσος όρος της δύναμης των αντρών πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης και μδαγο1= ο μέσος όρος της δύναμης των αγοριών πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μδαντ2= ο μέσος όρος της σχετικής δύναμης των αντρών πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης και μδαγο2= ο μέσος όρος της σχετικής δύναμης των αγοριών πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μδαντ3= ο μέσος όρος της δύναμης των αντρών μετά από το πρωτόκολλο κόπωσης και μδαγο3= ο μέσος όρος της δύναμης των αγοριών μετά από το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μδαντ4= ο μέσος όρος της σχετικής δύναμης των αντρών μετά από το πρωτόκολλο κόπωσης και μδαγο4= ο μέσος όρος της σχετικής δύναμης των αγοριών μετά από το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μδαντ5= ο μέσος όρος της ποσοστιαίας μεταβολής της δύναμης των αντρών μετά το πρωτόκολλο κόπωσης και μδαγο5= ο μέσος όρος της ποσοστιαίας μεταβολής της δύναμης των αγοριών μετά το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μδκοπαντ1= ο μέσος όρος των απόλυτων τιμών της ροπής των αντρών στο 10% της χρονικής διάρκειας του πρωτοκόλλου κόπωσης,..., μδκοπαντ10= ο μέσος όρος των απόλυτων τιμών της ροπής των αντρών στο 100% της χρονικής διάρκειας του πρωτοκόλλου κόπωσης, μδκοπαγο1= ο μέσος όρος των απόλυτων τιμών της ροπής των αγοριών στο 10% της χρονικής διάρκειας του πρωτοκόλλου κόπωσης,..., μδκοπαγο10= ο μέσος όρος των απόλυτων τιμών της ροπής των αγοριών στο 100% της χρονικής διάρκειας του πρωτοκόλλου κόπωσης. Αν μσχδκοπαντ1= ο μέσος όρος των σχετικών τιμών της ροπής των αντρών στο 10% της χρονικής διάρκειας του πρωτοκόλλου κόπωσης,..., μσχδκοπαντ10= ο μέσος όρος των σχετικών τιμών της ροπής των αντρών στο 100% της χρονικής διάρκειας του πρωτοκόλλου κόπωσης, μσχδκοπαγο1= ο μέσος όρος των σχετικών τιμών της ροπής των αγοριών στο 10% της χρονικής διάρκειας του πρωτοκόλλου κόπωσης, 46

47 ..., μσχδκοπαγο10= ο μέσος όρος των σχετικών τιμών της ροπής των αγοριών στο 100% της χρονικής διάρκειας του πρωτοκόλλου κόπωσης. Αν μποσδκοπαντ1= ο μέσος όρος των ποσοστιαίων τιμών της ροπής των αντρών στο 10% της χρονικής διάρκειας του πρωτοκόλλου κόπωσης,..., μποσδκοπαντ10= ο μέσος όρος των ποσοστιαίων τιμών της ροπής των αντρών στο 100% της χρονικής διάρκειας του πρωτοκόλλου κόπωσης, μποσδκοπαγο1= ο μέσος όρος των ποσοστιαίων τιμών της ροπής των αγοριών στο 10% της χρονικής διάρκειας του πρωτοκόλλου κόπωσης,..., μποσδκοπαγο10= ο μέσος όρος των ποσοστιαίων τιμών της ροπής των αγοριών στο 100% της χρονικής διάρκειας του πρωτοκόλλου κόπωσης. Αν μδαποκαντ1= ο μέσος όρος των απόλυτων τιμών της ροπής των αντρών, κατά τη διάρκεια του 3 ου λεπτού του πρωτοκόλλου αποκατάστασης, αν μδαποκαντ2= ο μέσος όρος των απόλυτων τιμών της ροπής των αντρών, κατά τη διάρκεια του 6 ου λεπτού του πρωτοκόλλου αποκατάστασης, αν μδαποκαγο1= ο μέσος όρος των απόλυτων τιμών της ροπής των αγοριών, κατά τη διάρκεια του 3 ου λεπτού του πρωτοκόλλου αποκατάστασης, αν μδαποκαγο2= ο μέσος όρος των απόλυτων τιμών της ροπής των αγοριών, κατά τη διάρκεια του 6 ου λεπτού του πρωτοκόλλου αποκατάστασης. Αν μσχδαποκαντ1= ο μέσος όρος των σχετικών τιμών της ροπής των αντρών, κατά τη διάρκεια του 3 ου λεπτού του πρωτοκόλλου αποκατάστασης, αν μσχδαποκαντ2= ο μέσος όρος των σχετικών τιμών της ροπής των αντρών, κατά τη διάρκεια του 6 ου λεπτού του πρωτοκόλλου αποκατάστασης, αν μσχδαποκαγο1= ο μέσος όρος των σχετικών τιμών της ροπής των αγοριών, κατά τη διάρκεια του 3 ου λεπτού του πρωτοκόλλου αποκατάστασης, αν μσχδαποκαγο2= ο μέσος όρος των σχετικών τιμών της ροπής των αγοριών, κατά τη διάρκεια του 6 ου λεπτού του πρωτοκόλλου αποκατάστασης. Αν μποσδαποκαντ1= ο μέσος όρος των ποσοστιαίων τιμών της ροπής των αντρών, κατά τη διάρκεια του 3 ου λεπτού του πρωτοκόλλου αποκατάστασης, αν μποσδαποκαντ2= ο μέσος όρος των ποσοστιαίων τιμών της ροπής των αντρών, κατά τη διάρκεια του 6 ου λεπτού του πρωτοκόλλου αποκατάστασης, αν μποσδαποκαγο1= ο μέσος όρος των ποσοστιαίων τιμών της ροπής των αγοριών, κατά τη διάρκεια του 3 ου λεπτού του πρωτοκόλλου αποκατάστασης, αν μποσδαποκαγο2= ο μέσος όρος των ποσοστιαίων τιμών της ροπής των αγοριών, κατά τη διάρκεια του 6 ου λεπτού του πρωτοκόλλου αποκατάστασης. 47

48 Αν μγαντ1= ο μέσος όρος της ενεργοποίησης της ΕσΓ των αντρών πριν το πρωτόκολλο κόπωσης, αν μγαγο1= ο μέσος όρος της ενεργοποίησης της ΕσΓ των αγοριών πριν το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μγαντ2= ο μέσος όρος της ποσοστιαίας μεταβολής της ενεργοποίησης της ΕσΓ των αντρών, αμέσως μετά το πρωτόκολλο κόπωσης, μγαγο2= ο μέσος όρος της ποσοστιαίας μεταβολής της ενεργοποίησης της ΕσΓ των αγοριών, αμέσως μετά το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μποσγκοπαντ1= ο μέσος όρος των ποσοστιαίων τιμών της ενεργοποίησης της ΕσΓ των αντρών στο 10% της χρονικής διάρκειας του πρωτοκόλλου κόπωσης,..., μποσγκοπαντ10= ο μέσος όρος των ποσοστιαίων τιμών της ενεργοποίησης της ΕσΓ των αντρών στο 100% της χρονικής διάρκειας του πρωτοκόλλου κόπωσης, μποσγκοπαγο1= ο μέσος όρος των ποσοστιαίων τιμών της ενεργοποίησης της ΕσΓ των αγοριών στο 10% της χρονικής διάρκειας του πρωτοκόλλου κόπωσης,..., μποσγκοπαγο10= ο μέσος όρος των ποσοστιαίων τιμών της ενεργοποίησης της ΕσΓ των αγοριών στο 100% της χρονικής διάρκειας του πρωτοκόλλου κόπωσης. Αν μποσγαποκαντ1= ο μέσος όρος των ποσοστιαίων τιμών της ενεργοποίησης της ΕσΓ των αντρών, κατά τη διάρκεια του 3 ου λεπτού του πρωτοκόλλου αποκατάστασης, αν μποσγαποκαντ2= ο μέσος όρος των ποσοστιαίων τιμών της ενεργοποίησης της ΕσΓ των αντρών, κατά τη διάρκεια του 6 ου λεπτού του πρωτοκόλλου αποκατάστασης, αν μποσγαποκαγο1= ο μέσος όρος των ποσοστιαίων τιμών της ενεργοποίησης της ΕσΓ των αγοριών, κατά τη διάρκεια του 3 ου λεπτού του πρωτοκόλλου αποκατάστασης, αν μποσγαποκαγο2= ο μέσος όρος των ποσοστιαίων τιμών της ενεργοποίησης της ΕσΓ των αγοριών, κατά τη διάρκεια του 6 ου λεπτού του πρωτοκόλλου αποκατάστασης. Αν μυαντ1= ο μέσος όρος της ενεργοποίησης του Υποκνημιδίου (Υ) των αντρών πριν το πρωτόκολλο κόπωσης, αν μυαγο1= ο μέσος όρος της ενεργοποίησης του Υ των αγοριών πριν το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μυαντ2= ο μέσος όρος της ποσοστιαίας μεταβολής της ενεργοποίησης του Υ των αντρών, αμέσως μετά το πρωτόκολλο κόπωσης, μυαγο2= ο μέσος όρος της ποσοστιαίας μεταβολής της ενεργοποίησης του Υ των αγοριών, αμέσως μετά το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μποσυκοπαντ1= ο μέσος όρος των ποσοστιαίων τιμών της ενεργοποίησης του Υ των αντρών στο 10% της χρονικής διάρκειας του πρωτοκόλλου κόπωσης,..., μποσυκοπαντ10= ο μέσος όρος των 48

49 ποσοστιαίων τιμών της ενεργοποίησης του Υ των αντρών στο 100% της χρονικής διάρκειας του πρωτοκόλλου κόπωσης, μποσυκοπαγο1= ο μέσος όρος των ποσοστιαίων τιμών της ενεργοποίησης του Υ των αγοριών στο 10% της χρονικής διάρκειας του πρωτοκόλλου κόπωσης,..., μποσυκοπαγο10= ο μέσος όρος των ποσοστιαίων τιμών της ενεργοποίησης του Υ των αγοριών στο 100% της χρονικής διάρκειας του πρωτοκόλλου κόπωσης. Αν μποσυαποκαντ1= ο μέσος όρος των ποσοστιαίων τιμών της ενεργοποίησης του Υ των αντρών, κατά τη διάρκεια του 3 ου λεπτού του πρωτοκόλλου αποκατάστασης, αν μποσυαποκαντ2= ο μέσος όρος των ποσοστιαίων τιμών της ενεργοποίησης του Υ των αντρών, κατά τη διάρκεια του 6 ου λεπτού του πρωτοκόλλου αποκατάστασης, αν μποσυαποκαγο1= ο μέσος όρος των ποσοστιαίων τιμών της ενεργοποίησης του Υ των αγοριών, κατά τη διάρκεια του 3 ου λεπτού του πρωτοκόλλου αποκατάστασης, αν μποσυαποκαγο2= ο μέσος όρος των ποσοστιαίων τιμών της ενεργοποίησης του Υ των αγοριών, κατά τη διάρκεια του 6 ου λεπτού του πρωτοκόλλου αποκατάστασης. Αν μσαντ1= ο μέσος όρος της συνδιέγερσης των αντρών πριν το πρωτόκολλο κόπωσης, αν μσαγο1= ο μέσος όρος της συνδιέγερσης των αγοριών πριν το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μσαντ2= ο μέσος όρος της μεταβολής της συνδιέγερσης των αντρών, αμέσως μετά το πρωτόκολλο κόπωσης, μσαγο2= ο μέσος όρος της μεταβολής της συνδιέγερσης των αγοριών, αμέσως μετά το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μσαντ3= ο μέσος όρος της ποσοστιαίας μεταβολής της συνδιέγερσης των αντρών, αμέσως μετά το πρωτόκολλο κόπωσης, μσαγο3= ο μέσος όρος της ποσοστιαίας μεταβολής της συνδιέγερσης των αγοριών, αμέσως μετά το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μποσσκοπαντ1= ο μέσος όρος των ποσοστιαίων τιμών της συνδιέγερσης των αντρών στο 10% της χρονικής διάρκειας του πρωτοκόλλου κόπωσης,..., μποσσκοπαντ10= ο μέσος όρος των ποσοστιαίων τιμών της συνδιέγερσης των αντρών στο 100% της χρονικής διάρκειας του πρωτοκόλλου κόπωσης, μποσσκοπαγο1= ο μέσος όρος των ποσοστιαίων τιμών της συνδιέγερσης των αγοριών στο 10% της χρονικής διάρκειας του πρωτοκόλλου κόπωσης,..., μποσσκοπαγο10= ο μέσος όρος των ποσοστιαίων τιμών της συνδιέγερσης των αγοριών στο 100% της χρονικής διάρκειας του πρωτοκόλλου κόπωσης. 49

50 Αν μποσσαποκαντ1= ο μέσος όρος των τιμών της συνδιέγερσης των αντρών, κατά τη διάρκεια του 3 ου λεπτού του πρωτοκόλλου αποκατάστασης, αν μποσσαποκαντ2= ο μέσος όρος των τιμών της συνδιέγερσης των αντρών, κατά τη διάρκεια του 6 ου λεπτού του πρωτοκόλλου αποκατάστασης, αν μποσσαποκαγο1= ο μέσος όρος των τιμών της συνδιέγερσης των αγοριών, κατά τη διάρκεια του 3 ου λεπτού του πρωτοκόλλου αποκατάστασης, αν μποσσαποκαγο2= ο μέσος όρος των τιμών της συνδιέγερσης των αγοριών, κατά τη διάρκεια του 6 ου λεπτού του πρωτοκόλλου αποκατάστασης. Αν μποσσαποκαντ3= ο μέσος όρος των ποσοστιαίων τιμών της συνδιέγερσης των αντρών, κατά τη διάρκεια του 3 ου λεπτού του πρωτοκόλλου αποκατάστασης, αν μποσσαποκαντ4= ο μέσος όρος των ποσοστιαίων τιμών της συνδιέγερσης των αντρών, κατά τη διάρκεια του 6 ου λεπτού του πρωτοκόλλου αποκατάστασης, αν μποσσαποκαγο3= ο μέσος όρος των ποσοστιαίων τιμών της συνδιέγερσης των αγοριών, κατά τη διάρκεια του 3 ου λεπτού του πρωτοκόλλου αποκατάστασης, αν μποσσαποκαγο4= ο μέσος όρος των ποσοστιαίων τιμών της συνδιέγερσης των αγοριών, κατά τη διάρκεια του 6 ου λεπτού του πρωτοκόλλου αποκατάστασης. Αν μπροδαντ1= ο μέσος όρος της προκλητής ροπής των αντρών πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης και μπροδαγο1= ο μέσος όρος της προκλητής ροπής των αγοριών πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μπροδαντ2= ο μέσος όρος της προκλητής ροπής των αντρών μετά από το πρωτόκολλο κόπωσης και μπροδαγο2= ο μέσος όρος της προκλητής ροπής των αγοριών μετά από το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μπροδαντ3= ο μέσος όρος της ποσοστιαίας μεταβολής της προκλητής ροπής των αντρών μετά το πρωτόκολλο κόπωσης και μπροδαγο3= ο μέσος όρος της ποσοστιαίας μεταβολής της προκλητής ροπής των αγοριών μετά το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μποσεαντ1= ο μέσος όρος του ποσοστού ενεργοποίησης των κινητικών μονάδων των αντρών πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης και μποσεαγο1= ο μέσος όρος του ποσοστού ενεργοποίησης των κινητικών μονάδων των αγοριών πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μποσεαντ2= ο μέσος όρος του ποσοστού ενεργοποίησης των κινητικών μονάδων των αντρών μετά από το πρωτόκολλο κόπωσης και μποσεαγο2= ο μέσος όρος του ποσοστού ενεργοποίησης των κινητικών μονάδων των αγοριών μετά από το πρωτόκολλο κόπωσης. 50

51 Αν μxροxαντ1= ο μέσος όρος του χρόνου χαλάρωσης των αντρών πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης και μχροχαγο1= ο μέσος όρος του χρόνου χαλάρωσης των αγοριών πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μχροχαντ2= ο μέσος όρος του χρόνου χαλάρωσης των αντρών μετά από το πρωτόκολλο κόπωσης και μχροχαγο2= ο μέσος όρος του χρόνου χαλάρωσης των αγοριών μετά από το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μχροχαντ3= ο μέσος όρος της ποσοστιαίας μεταβολής του χρόνου χαλάρωσης των αντρών μετά το πρωτόκολλο κόπωσης και μχροχαγο3= ο μέσος όρος της ποσοστιαίας μεταβολής του χρόνου χαλάρωσης των αγοριών μετά το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μxροσαντ1= ο μέσος όρος του χρόνου σύσπασης των αντρών πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης και μχροσαγο1= ο μέσος όρος του χρόνου σύσπασης των αγοριών πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μχροσαντ2= ο μέσος όρος του χρόνου σύσπασης των αντρών μετά από το πρωτόκολλο κόπωσης και μχροσαγο2= ο μέσος όρος του χρόνου σύσπασης των αγοριών μετά από το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μχροσαντ3= ο μέσος όρος της ποσοστιαίας μεταβολής του χρόνου σύσπασης των αντρών μετά το πρωτόκολλο κόπωσης και μχροσαγο3= ο μέσος όρος της ποσοστιαίας μεταβολής του χρόνου σύσπασης των αγοριών μετά το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μεμγαντ1= ο μέσος όρος του εύρους Μ-κύματος της ΕσΓ των αντρών πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης και μεμγαγο1= ο μέσος όρος του εύρους Μ-κύματος της ΕσΓ των αγοριών πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μεμγαντ2= ο μέσος όρος του εύρους Μ-κύματος της ΕσΓ των αντρών μετά από το πρωτόκολλο κόπωσης και μεμγαγο2= ο μέσος όρος του εύρους Μ-κύματος της ΕσΓ των αγοριών μετά από το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μεμγαντ3= ο μέσος όρος της ποσοστιαίας μεταβολής του εύρους Μ-κύματος της ΕσΓ των αντρών μετά το πρωτόκολλο κόπωσης και μεμγαγο3= ο μέσος όρος της ποσοστιαίας μεταβολής του εύρους Μ- κύματος της ΕσΓ των αγοριών μετά το πρωτόκολλο κόπωσης. 51

52 Αν μδμγαντ1= ο μέσος όρος της διάρκειας του Μ-κύματος της ΕσΓ των αντρών πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης και μδμγαγο1= ο μέσος όρος της διάρκειας του Μ-κύματος της ΕσΓ των αγοριών πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μδμγαντ2= ο μέσος όρος της διάρκειας του Μ-κύματος της ΕσΓ των αντρών μετά από το πρωτόκολλο κόπωσης και μδμγαγο2= ο μέσος όρος της διάρκειας του Μ-κύματος της ΕσΓ των αγοριών μετά από το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μδμγαντ3= ο μέσος όρος της ποσοστιαίας μεταβολής της διάρκειας του Μ-κύματος της ΕσΓ των αντρών μετά το πρωτόκολλο κόπωσης και μδμγαγο3= ο μέσος όρος της ποσοστιαίας μεταβολής της διάρκειας του Μ-κύματος της ΕσΓ των αγοριών μετά το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μεμυαντ1= ο μέσος όρος του εύρους Μ-κύματος του Υ των αντρών πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης και μεμυαγο1= ο μέσος όρος του εύρους Μ-κύματος του Υ των αγοριών πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μεμυαντ2= ο μέσος όρος του εύρους Μ-κύματος του Υ των αντρών μετά από το πρωτόκολλο κόπωσης και μεμυαγο2= ο μέσος όρος του εύρους Μ-κύματος του Υ των αγοριών μετά από το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μεμυαντ3= ο μέσος όρος της ποσοστιαίας μεταβολής του εύρους Μ-κύματος του Υ των αντρών μετά το πρωτόκολλο κόπωσης και μεμυαγο3= ο μέσος όρος της ποσοστιαίας μεταβολής του εύρους Μ- κύματος του Υ των αγοριών μετά το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μδμυαντ1= ο μέσος όρος της διάρκειας του Μ-κύματος του Υ των αντρών πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης και μδμυαγο1= ο μέσος όρος της διάρκειας του Μ-κύματος του Υ των αγοριών πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μδμυαντ2= ο μέσος όρος της διάρκειας του Μ-κύματος του Υ των αντρών μετά από το πρωτόκολλο κόπωσης και μδμυαγο2= ο μέσος όρος της διάρκειας του Μ-κύματος του Υ των αγοριών μετά από το πρωτόκολλο κόπωσης. 52

53 Αν μδμυαντ3= ο μέσος όρος της ποσοστιαίας μεταβολής της διάρκειας του Μ-κύματος του Υ των αντρών μετά το πρωτόκολλο κόπωσης και μδμυαγο3= ο μέσος όρος της ποσοστιαίας μεταβολής της διάρκειας του Μ-κύματος του Υ των αγοριών μετά το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μημκγαντ1= ο μέσος όρος της ηλεκτρομηχανικής καθυστέρησης (ΗΜΚ) της ΕσΓ των αντρών πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης και μημκγαγο1= ο μέσος όρος της ΗΜΚ της ΕσΓ των αγοριών πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μημκγαντ2= ο μέσος όρος της ΗΜΚ της ΕσΓ των αντρών μετά από το πρωτόκολλο κόπωσης και μημκγαγο2= ο μέσος όρος της ΗΜΚ της ΕσΓ των αγοριών μετά από το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μημκγαντ3= ο μέσος όρος της ποσοστιαίας μεταβολής της ΗΜΚ της ΕσΓ των αντρών μετά το πρωτόκολλο κόπωσης και μημκγαγο3= ο μέσος όρος της ποσοστιαίας μεταβολής της ΗΜΚ της ΕσΓ των αγοριών μετά το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μημκυαντ1= ο μέσος όρος της ΗΜΚ του Υ των αντρών πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης και μημκυαγο1= ο μέσος όρος της ΗΜΚ του Υ των αγοριών πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μημκυαντ2= ο μέσος όρος της ΗΜΚ του Υ των αντρών μετά από το πρωτόκολλο κόπωσης και μημκυαγο2= ο μέσος όρος της ΗΜΚ του Υ των αγοριών μετά από το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μημκυαντ3= ο μέσος όρος της ποσοστιαίας μεταβολής της ΗΜΚ του Υ των αντρών μετά το πρωτόκολλο κόπωσης και μημκυαγο3= ο μέσος όρος της ποσοστιαίας μεταβολής της ΗΜΚ του Υ των αγοριών μετά το πρωτόκολλο κόπωσης. Αν μχροδπκαντ1= ο μέσος όρος της χρονικής διάρκειας του πρωτοκόλλου κόπωσης των αντρών, αν μχροδπκαγο1= ο μέσος όρος της χρονικής διάρκειας του πρωτοκόλλου κόπωσης των αγοριών. Τότε, οι μηδενικές και εναλλακτικές υποθέσεις διαμορφώθηκαν ως εξής: ΜΙΔ (απόλυτες τιμές) πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μδαντ1 = μδαγο1 Η 1 : μδαντ1 # μδαγο1 ΜΙΔ (σχετικές τιμές) πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης: 53

54 Η 0 : μδαντ2 = μδαγο2 Η 1 : μδαντ2 # μδαγο2 Μεταβολή ΜΙΔ (απόλυτες τιμές) μετά το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μδαντ3 = μδαγο3 Η 1 : μδαντ3 # μδαγο3 Μεταβολή ΜΙΔ (σχετικές τιμές) μετά το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μδαντ4 = μδαγο4 Η 1 : μδαντ4 # μδαγο4 Μεταβολή ΜΙΔ (ποσοστιαίες τιμές) μετά το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μδαντ5 = μδαγο5 Η 1 : μδαντ5 # μδαγο5 ΜΙΔ (απόλυτες τιμές) κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου κόπωσης: Η 0 : μδκοπαντ1= μδκοπαγο1,., μδκοπαντ10= μδκοπαγο10 Η 1 : μδκοπαντ1# μδκοπαγο1,., μδκοπαντ10# μδκοπαγο10 ΜΙΔ (σχετικές τιμές) κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου κόπωσης: Η 0 : μσχδκοπαντ1= μσχδκοπαγο1,., μσχδκοπαντ10= μσχδκοπαγο10 Η 1 : μσχδκοπαντ1# μσχδκοπαγο1,., μσχδκοπαντ10# μσχδκοπαγο10 ΜΙΔ (ποσοστιαίες τιμές) κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου κόπωσης: Η 0 : μποσδκοπαντ1= μποσδκοπαγο1,., μποσδκοπαντ10= μποσδκοπαγο10 Η 1 : μποσδκοπαντ1# μποσδκοπαγο1,., μποσδκοπαντ10# μποσδκοπαγο10 ΜΙΔ (απόλυτες τιμές) κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης: Η 0 : μδαποκαντ1= μδαποκαγο1, μδαποκαντ2= μδαποκαγο2 Η 1 : μδαποκαντ1# μδαποκαγο1, μδαποκαντ2# μδαποκαγο2 54

55 ΜΙΔ (σχετικές τιμές) κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης: Η 0 : μσχδαποκαντ1= μσχδαποκαγο1, μσχδαποκαντ2= μσχδαποκαγο2 Η 1 : μσχδαποκαντ1# μσχδαποκαγο1, μσχδαποκαντ2# μσχδαποκαγο2 ΜΙΔ (ποσοστιαίες τιμές) κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης: Η 0 : μποσδαποκαντ1= μποσδαποκαγο1, μποσδαποκαντ2= μποσδαποκαγο2 Η 1 : μποσδαποκαντ1# μποσδαποκαγο1, μποσδαποκαντ2# μποσδαποκαγο2 ΗΜΓ ΕσΓ πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μγαντ1 = μγαγο1 Η 1 : μγαντ1 # μγαγο1 Μεταβολή ΗΜΓ ΕσΓ μετά το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μγαντ2 = μγαγο2 Η 1 : μγαντ2 # μγαγο2 ΗΜΓ ΕσΓ κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου κόπωσης: Η 0 : μποσγκοπαντ1= μποσγκοπαγο1,., μποσγκοπαντ10= μποσγκοπαγο10 Η 1 : μποσγκοπαντ1# μποσγκοπαγο1,., μποσγκοπαντ10# μποσγκοπαγο10 ΗΜΓ ΕσΓ κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης: Η 0 : μποσγαποκαντ1= μποσγαποκαγο1, μποσγαποκαντ2= μποσγαποκαγο2 Η 1 : μποσγαποκαντ1# μποσγαποκαγο1, μποσγαποκαντ2# μποσγαποκαγο2 ΗΜΓ Υ πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μυαντ1 = μυαγο1 Η 1 : μυαντ1 # μυαγο1 Μεταβολή ΗΜΓ Υ μετά το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μυαντ2 = μυαγο2 55

56 Η 1 : μυαντ2 # μυαγο2 ΗΜΓ Υ κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου κόπωσης: Η 0 : μποσυκοπαντ1= μποσυκοπαγο1,., μποσυκοπαντ10= μποσυκοπαγο10 Η 1 : μποσυκοπαντ1# μποσυκοπαγο1,., μποσυκοπαντ10# μποσυκοπαγο10 ΗΜΓ Υ κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης: Η 0 : μποσυαποκαντ1= μποσυαποκαγο1, μποσυαποκαντ2= μποσυαποκαγο2 Η 1 : μποσυαποκαντ1# μποσυαποκαγο1, μποσυαποκαντ2# μποσυαποκαγο2 Συνδιέγερση πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μσαντ1 = μσαγο1 Η 1 : μσαντ1 # μσαγο1 Μεταβολή συνδιέγερσης μετά το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μσαντ2 = μσαγο2 Η 1 : μσαντ2 # μσαγο2 Ποσοστιαία μεταβολή της συνδιέγερσης μετά το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μσαντ3 = μσαγο3 Η 1 : μσαντ3 # μσαγο3 Συνδιέγερση κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου κόπωσης: Η 0 : μποσσκοπαντ1= μποσσκοπαγο1,., μποσσκοπαντ10= μποσσκοπαγο10 Η 1 : μποσσκοπαντ1# μποσσκοπαγο1,., μποσσκοπαντ10# μποσσκοπαγο10 Συνδιέγερση κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης: Η 0 : μποσσαποκαντ1= μποσσαποκαγο1, μποσσαποκαντ2= μποσσαποκαγο2 Η 1 : μποσσαποκαντ1# μποσσαποκαγο1, μποσσαποκαντ2# μποσσαποκαγο2 Ποσοστιαία μεταβολή της συνδιέγερσης κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης: 56

57 Η 0 : μποσσαποκαντ3= μποσσαποκαγο3, μποσσαποκαντ4= μποσσαποκαγο4 Η 1 : μποσσαποκαντ3# μποσσαποκαγο3, μποσσαποκαντ4# μποσσαποκαγο4 Προκλητή ροπή (απόλυτες τιμές) πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μπροδαντ1 = μπροδαγο1 Η 1 : μπροδαντ1 # μπροδαγο1 Προκλητή ροπή (απόλυτες τιμές) μετά το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μπροδαντ2 = μπροδαγο2 Η 1 : μπροδαντ2 # μπροδαγο2 Προκλητή ροπή (ποσοστιαίες τιμές) μετά το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μπροδαντ3 = μπροδαγο3 Η 1 : μπροδαντ3 # μπροδαγο3 Ποσοστό ενεργοποίησης των κινητικών μονάδων πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μποσεαντ1 = μποσεαγο1 Η 1 : μποσεαντ1 # μποσεαγο1 Ποσοστό ενεργοποίησης των κινητικών μονάδων μετά από το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μποσεαντ2 = μποσεαγο2 Η 1 : μποσεαντ2 # μποσεαγο2 Χρόνος χαλάρωσης (απόλυτες τιμές) πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μχροχαντ1 = μχροχαγο1 Η 1 : μχροχαντ1 # μχροχαγο1 Χρόνος χαλάρωσης (απόλυτες τιμές) μετά το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μχροχαντ2 = μχροχαγο2 Η 1 : μχροχαντ2 # μχροχαγο2 57

58 Χρόνος χαλάρωσης (ποσοστιαίες τιμές) μετά το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μχροχαντ3 = μχροχαγο3 Η 1 : μχροχαντ3 # μχροχαγο3 Χρόνος σύσπασης (απόλυτες τιμές) πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μχροσαντ1 = μχροσαγο1 Η 1 : μχροσαντ1 # μχροσαγο1 Χρόνος σύσπασης (απόλυτες τιμές) μετά το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μχροσαντ2 = μχροσαγο2 Η 1 : μχροσαντ2 # μχροσαγο2 Χρόνος σύσπασης (ποσοστιαίες τιμές) μετά το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μχροσαντ3 = μχροσαγο3 Η 1 : μχροσαντ3 # μχροσαγο3 Εύρος Μ-κύματος της ΕσΓ (απόλυτες τιμές) πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μεμγαντ1 = μεμγαγο1 Η 1 : μεμγαντ1 # μεμγαγο1 Εύρος Μ-κύματος της ΕσΓ (απόλυτες τιμές) μετά το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μεμγαντ2 = μεμγαγο2 Η 1 : μεμγαντ2 # μεμγαγο2 Εύρος Μ-κύματος της ΕσΓ (ποσοστιαίες τιμές) μετά το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μεμγαντ3 = μεμγαγο3 Η 1 : μεμγαντ3 # μεμγαγο3 Διάρκεια Μ-κύματος της ΕσΓ (απόλυτες τιμές) πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μδμγαντ1 = μδμγαγο1 58

59 Η 1 : μδμγαντ1 # μδμγαγο1 Διάρκεια Μ-κύματος της ΕσΓ (απόλυτες τιμές) μετά το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μδμγαντ2 = μδμγαγο2 Η 1 : μδμγαντ2 # μδμγαγο2 Διάρκεια Μ-κύματος της ΕσΓ (ποσοστιαίες τιμές) μετά το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μδμγαντ3 = μδμγαγο3 Η 1 : μδμγαντ3 # μδμγαγο3 Εύρος Μ-κύματος του Υ (απόλυτες τιμές) πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : µεμυαντ1 = μεμυαγο1 Η 1 : μεμυαντ1 # μεμυαγο1 Εύρος Μ-κύματος του Υ (απόλυτες τιμές) μετά το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μεμυαντ2 = μεμυαγο2 Η 1 : μεμυαντ2 # μεμυαγο2 Εύρος Μ-κύματος του Υ (ποσοστιαίες τιμές) μετά το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μεμυαντ3 = μεμυαγο3 Η 1 : μεμυαντ3 # μεμυαγο3 Διάρκεια Μ-κύματος του Υ (απόλυτες τιμές) πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μδμυαντ1 = μδμυαγο1 Η 1 : μδμυαντ1 # μδμυαγο1 Διάρκεια Μ-κύματος του Υ (απόλυτες τιμές) μετά το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μδμυαντ2 = μδμυαγο2 Η 1 : μδμυαντ2 # μδμυαγο2 Διάρκεια Μ-κύματος του Υ (ποσοστιαίες τιμές) μετά το πρωτόκολλο κόπωσης: 59

60 Η 0 : μδμυαντ3 = μδμυαγο3 Η 1 : μδμυαντ3 # μδμυαγο3 ΗΜΚ της ΕσΓ (απόλυτες τιμές) πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μημκγαντ1 = μημκγαγο1 Η 1 : μημκγαντ1 # μημκγαγο1 ΗΜΚ της ΕσΓ (απόλυτες τιμές) μετά το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μημκγαντ2 = μημκγαγο2 Η 1 : μημκγαντ2 # μημκγαγο2 ΗΜΚ της ΕσΓ (ποσοστιαίες τιμές) μετά το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μημκγαντ3 = μημκγαγο3 Η 1 : μημκγαντ3 # μημκγαγο3 ΗΜΚ του Υ (απόλυτες τιμές) πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μημκυαντ1 = μημκυαγο1 Η 1 : μημκυαντ1 # μημκυαγο1 ΗΜΚ του Υ (απόλυτες τιμές) μετά το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μημκυαντ2 = μημκυαγο2 Η 1 : μημκυαντ2 # μημκυαγο2 ΗΜΚ του Υ (ποσοστιαίες τιμές) μετά το πρωτόκολλο κόπωσης: Η 0 : μημκυαντ3 = μημκυαγο3 Η 1 : μημκυαντ3 # μημκυαγο3 Χρονική διάρκεια του πρωτοκόλλου κόπωσης: Η 0 : μχροδπκαντ1 = μχροδπκαγο1 Η 1 : μχροδπκαντ1 # μχροδπκαγο1 60

61 Οι παραπάνω μηδενικές και εναλλακτικές υποθέσεις αφορούν το πρωτόκολλο κόπωσης μέγιστης και υπομέγιστης έντασης. 2. ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ 2.1. Ηλεκτρομυογραφία και κόπωση Μια από τις πιο διαδεδομένες μεθόδους μελέτης της μυϊκής δραστηριότητας και των μεταβολών που συμβαίνουν κατά την ενεργοποίησή της από το νευρικό σύστημα στη διάρκεια της κόπωσης, αποτελεί το ΗΜΓ. Η καταγραφή του ΗΜΓ γίνεται με δύο τρόπους. Με ηλεκτρόδια βελόνης και με ηλεκτρόδια επιφανείας. Το επιφανειακό ΗΜΓ εκφράζεται από δύο βασικές μεταβλητές: την ευρύτητα του σήματος (amplitude) και το φάσμα συχνοτήτων (power spectrum) (Basmajian & De Luca, 1985) Δυναμικό ηλεκτρομυογραφήματος Το δυναμικό του ΗΜΓ κατά την κόπωση, μεταβάλλεται ανάλογα με τον τύπο του μυός, την ένταση, τη διάρκεια, τον τύπο και τη γωνία της μυϊκής σύσπασης (Fuglevand, 1993). Επίσης, σημαντικό ρόλο παίζει και η αναλογία των δύο κύριων τύπων μυϊκών ινών τύπου Ι (βραδείας συστολής) και τύπου ΙΙ (ταχείας συστολής) που υπάρχουν μέσα σε ένα μυ (Komi & Tesch, 1979; Moritani et al., 1986). Συγκεκριμένα, ο Löscher και οι συνεργάτες του (1994) ανέφεραν ότι το δυναμικό του γαστροκνημίου μυός αυξάνεται με μη γραμμικό τρόπο, ενώ το δυναμικό του ΥΚν αυξάνεται γραμμικά. Είναι γνωστό ότι ο γαστροκνήμιος έχει 30 50% τύπου Ι μυϊκές ίνες ενώ ο ΥΚν % (Saltin & Gollnick, 1983) Μέγιστη ένταση Όλες οι έρευνες που χρησιμοποίησαν τη μέθοδο της ηλεκτρομυογραφίας, συμφωνούν ότι κατά τη διάρκεια μέγιστης παρατεταμένης μυϊκής σύσπασης, το ολοκλήρωμα του ΗΜΓ μειώνεται προοδευτικά (Bigland-Ritchie et al., 1986b;1983; 1981; Sirin & Patla, 1987; Thorstensson & Karlsson, 1976; Patikas et al., 2002). Κατά καιρούς έχουν δοθεί από τους ερευνητές πολλές ερμηνείες γι' αυτό το φαινόμενο, αλλά επικρατέστερες φαίνονται: α) Η αναστολή διέγερσης των γρήγορων κινητικών μονάδων. Ειδικότερα, η αναστολή της λειτουργίας των ινών ταχείας συστολής δρα ως προστατευτικός μηχανισμός για τον οργανισμό, επειδή η νευρομυϊκή σύναψη και το σαρκείλημμα των μυϊκών ινών ταχείας συστολής δεν είναι ικανά να ανταπεξέλθουν για μεγάλο χρονικό διάστημα σε διέγερση υψηλής συχνότητας (Stephens & Taylor, 1972) β) Η σταδιακή μείωση της συχνότητας διέγερσης των κινητικών μονάδων (Bigland-Ritchie et 61

62 al.,1983;1979). Η διαδικασία αυτή έχει επίσης προστατευτικό ρόλο, αφού όταν η συχνότητα διέγερσης των κινητικών μονάδων είναι μεγάλη, αυξάνεται η ενδομυϊκή πίεση, με αποτέλεσμα κατά την παρατεταμένη σύσπαση, να προκαλείται αύξηση της συγκέντρωσης των μεταβολικών προϊόντων λόγω ισχαιμίας (Merletti et al., 1990). Ακόμη, έχει διαπιστωθεί ότι ένας παράγοντας που μειώνει τη συχνότητα διέγερσης είναι και η μείωση της ταχύτητας αγωγιμότητας της μυϊκής ίνας (Fuglevand et al., 1993) και γ) Η ενεργοποίηση των συνεργών μυών (Bigland-Ritchie,1984). Η ενεργοποίηση των συνεργών μυών έχει ως αποτέλεσμα να παράγεται το ίδιο μυϊκό έργο, ενώ ταυτόχρονα παρατηρείται μείωση του ΗΜΓ του αγωνιστή μυός (Komi & Viitasalo, 1977, Lippold et al., 1960, Sirin & Patla, 1987). Στην ουσία με αυτόν τον τρόπο μεταφέρεται το φορτίο από τον έναν μυ στον άλλον. δ) Η μειωμένη παρακίνηση. Όταν ο εξεταζόμενος δεν ενεργοποιεί τους μύες του με τη μέγιστη βουλητική του δύναμη, τότε το χαμηλό ΗΜΓ δεν οφείλεται στον κάματο, αλλά στη μειωμένη παρακίνηση (Bigland-Ritchie et al., 1978). Αυτός ο παράγοντας είναι δυνατό να ελεγχθεί με την τεχνική της παρεμβαλλόμενης προκλητής σύσπασης (Hales & Gandevia, 1988) Υπομέγιστη ένταση Όταν η ένταση της σύσπασης είναι υπομέγιστη και στο άτομο ζητείται να διατηρήσει σταθερή την επιλεγόμενη ένταση για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα ή για όσο χρονικό διάστημα μπορεί να το συγκρατήσει, τότε εμφανίζεται μια σταδιακή αύξηση στο δυναμικό του ΗΜΓ (Fuglevand et al., 1993; Jörgensen et al., 1988; Huijing et al., 1986; Maton & Gamet, 1989; Merletti et al., 1990; Löscher et al., 1996; Patikas et al., 2002; Lèvènez et al., 2005). Παρόμοια αποτελέσματα βρήκαν και ο Fuglevand με τους συνεργάτες του (1993). Στην έρευνα αυτή πήραν μέρος 32 ενήλικα άτομα, τα οποία χωρίστηκαν τυχαία σε τρεις πειραματικές ομάδες. Η κάθε ομάδα εκτέλεσε το πρωτόκολλο κόπωσης στο 20%, 35% και 65% της ΜΙΔ αντίστοιχα. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η μεγαλύτερη αύξηση του ΗΜΓ παρουσιάστηκε στην ομάδα που εκτέλεσε το πρωτόκολλο κόπωσης με το μικρότερο ποσοστό της ΜΙΔ. Οι παραπάνω μεταβολές αποδόθηκαν σε πιθανή αύξηση στη συχνότητα διέγερσης των κινητικών μονάδων (Marsden et al.,1983) ή/και αύξηση στον αριθμό των ενεργών κινητικών μονάδων (Bigland-Ritchie et al., 1986a; Garland & McComas, 1990; Kukulka et al.,1986b). Κατά τη διάρκεια άσκησης σε υπομέγιστες εντάσεις μόνο ένα 62

63 ποσοστό των κινητικών μονάδων ενεργοποιείται από την αρχή της προσπάθειας. Έτσι, για να διατηρηθεί η ένταση μέχρι την εμφάνιση της κόπωσης πρόσθετες κινητικές μονάδες πρέπει να ενεργοποιηθούν. Άλλες αιτίες που μπορεί να οφείλεται η αύξηση αυτή είναι: α) η μείωση της ταχύτητας αγωγής των μυϊκών ινών, εξαιτίας των παραγόμενων μεταβολικών προϊόντων (Bigland-Ritchie & Woods, 1984) και β) η αύξηση της συντονισμένης διέγερσης (synchronization) διαφορετικών κινητικών μονάδων (Bigland- Ritchie & Woods, 1984). Όταν το άτομο δεν είναι δυνατό να διατηρήσει σταθερή την επιλεγόμενη δύναμη και αυτή αρχίζει και μειώνεται, τότε παρουσιάζεται σταθεροποίηση και ακολουθεί πτώση του δυναμικού του ΗΜΓ (Lind & Petrofsky, 1979, Stephens & Taylor, 1972). Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ το ΗΜΓ αυξάνεται κατά την παρατεταμένη σύσπαση υπομέγιστης έντασης δεν φτάνει ποτέ το μέγιστο ΗΜΓ που καταγράφεται πριν από τον κάματο κατά τη διάρκεια μιας μέγιστης σύσπασης (Lind & Petrofsky, 1979). Ένα τμήμα αυτής της απώλειας μπορεί να οφείλεται στην ατελή μετάδοση των εντολών του ΚΝΣ στο επίπεδο της νευρομυϊκής σύναψης, αφού φαίνεται να σχετίζεται θετικά η μείωση του Μ-κύματος με την απώλεια ΗΜΓ δυναμικού (Fuglevand et al., 1993). Γενικά, από το σύνολο των εργασιών, φαίνεται ότι όταν η ένταση της σύσπασης είναι υπομέγιστη (<30% ΜΒΣ), τότε οι μεταβολές του ΗΜΓ οφείλονται κυρίως σε μεταβολές στη λειτουργία του νευρικού συστήματος, ενώ αντίθετα όταν η ένταση της σύσπασης είναι μεγαλύτερη (>30% ΜΒΣ) τότε οι μεταβολικοί παράγοντες είναι εκείνοι που συμβάλουν σημαντικότερα στη μεταβολή του ΗΜΓ (Brody et al., 1991; Krogh-Lund & Jørgensen, 1991; Krogh-Lund & Jørgensen, 1992; Zwarts & Arendt-Nielsen, 1988) Φάσμα συχνοτήτων ηλεκτρομυογραφήματος Πέρα από το δυναμικό του ΗΜΓ, υπάρχει μία επιπλέον παράμετρος που αξιολογείται κατά τον κάματο: το φάσμα συχνοτήτων. Αποτελεί τη μαθηματική ανάλυση (μετασχηματισμός Fourier, fast Fourier transform: FFT) του ηλεκτρομυογραφικού σήματος στις συχνότητες που το απαρτίζουν (Basmajian & de Luca, 1985). H μέση και η διάμεση συχνότητα είναι οι δείκτες του φάσματος συχνοτήτων που έχουν μελετηθεί εκτενώς κατά τον κάματο. 63

64 Όσον αφορά στο φάσμα των συχνοτήτων του ΗΜΓ, έχει βρεθεί ότι μετατοπίζεται σε χαμηλότερες τιμές κατά την κόπωση ανεξάρτητα από την ένταση (Bigland-Ritchie et al., 1983; 1981; Ηagberg,1981; Merletti et al., 1990) και από τον τύπο των μυϊκών ινών (Bilodeau et al.,1994; Löscher et al., 1994). Αντίθετα, αυτό που φαίνεται να επηρεάζει περισσότερο το φάσμα των συχνοτήτων είναι το μήκος του μυός (Αrendt-Nielsen et al., 1992). Η μελέτη της μέσης συχνότητας είναι μια παράμετρος που ποσοτικοποιεί την μετακίνηση (shifting) της ισχύος του φάσματος σε χαμηλότερες συχνότητες. Οι λόγοι της μείωσης δεν είναι μέχρι τώρα ξεκαθαρισμένοι, αλλά οι περισσότεροι ερευνητές συμφωνούν ότι ο κυρίαρχος παράγοντας είναι η μείωση της ταχύτητας αγωγιμότητας των μυϊκών ινών, η οποία προκαλείται κυρίως από τους μεταβολικούς παράγοντες (Bigland-Ritchie & Woods 1984; Potvin, 1997). Αυτή η μείωση της ταχύτητας αγωγής έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της διάρκειας των δυναμικών ενέργειας, γεγονός που μετατοπίζει το φάσμα συχνοτήτων σε χαμηλότερες τιμές. Η αιτία που προκαλεί τη μείωση της ταχύτητας αγωγής είναι η αυξημένη συγκέντρωση ιόντων καλίου (Κ + ) στον εξωκυττάριο χώρο (Horita & Ishiko, 1987; Tesch et al., 1983) και το ελαττωμένο ph λόγω αύξησης της συγκέντρωσης γαλακτικού οξέος στις μυϊκές ίνες (Eberstein & Beattie, 1985). Ωστόσο, σύμφωνα με πολλούς ερευνητές, η μειωμένη ταχύτητα αγωγής των δυναμικών ενέργειας μπορεί να εξηγήσει μόνο εν μέρει το εν λόγω φαινόμενο (Bigland-Ritchie et al., 1981; Krogh-Lund & Jørgensen, 1992; Moritani et al., 1986). Αυτό στηρίζεται από έρευνες που υποστηρίζουν ότι οποιαδήποτε μείωση της ταχύτητας αγωγής των μυϊκών ινών δεν συνοδεύεται απαραιτήτως από μετατόπιση του φάσματος συχνοτήτων (Linssen et al., 1990; Mills & Edwards, 1984). Από την άλλη μεριά, αν και υπάρχουν εργασίες που υποστηρίζουν ότι η ταχύτητα αγωγής μειώνεται με τον ίδιο ρυθμό με αυτόν της μετατόπισης του φάσματος συχνοτήτων προς μικρότερες τιμές, έχουν αναφερθεί περιπτώσεις που μειώνονται οι μεταβλητές του φάσματος συχνοτήτων, ενώ η ταχύτητα αγωγής είναι σταθερή (Linssen et al., 1991a; Linssen et al., 1991b). Επίσης, τα πράγματα φαίνεται να περιπλέκονται περισσότερο εάν αναλογιστεί κανείς ότι η ταχύτητα αγωγής των μυϊκών ινών αυξάνεται όταν αυξάνεται η θερμοκρασία το μυός (Arendt-Nielsen et al., 1989), κάτι που συμβαίνει κατά τη διάρκεια της σύσπασης (Nielsen et al., 1972). Έτσι, είναι πολύ πιθανό να εμπλέκονται και άλλοι παράγοντες που διαφοροποιούν τις μεταβλητές του φάσματος συχνοτήτων, όπως η ενδεχόμενη μεταβολή της μορφής του φάσματος συχνοτήτων, η 64

65 ανομοιόμορφη μεταβολή της ταχύτητας αγωγής στο μυ, η διέγερση νέων ΚΜ ή η αναστολή κάποιων ήδη διεγερμένων κ.λπ. (Bigland-Ritchie et al., 1981; Sadoyama et al., 1983; Zwarts & Arendt-Nielsen, 1988). Είναι πλέον ευρέως γνωστό, ότι ο μεταβολισμός του γαλακτικού οξέος, εξαρτάται από τον τύπο των μυϊκών ινών. Επίσης, η αναλογία των δύο κύριων τύπων μυϊκών ινών τύπου Ι (βραδείας συστολής) και τύπου ΙΙ (ταχείας συστολής) που υπάρχει μέσα σε ένα μυ, αποτελεί παράγοντα που επηρεάζει το σήμα του ΗΜΓ (Komi & Tesch, 1979; Moritani et al., 1986). Ο παράγοντας αυτός φαίνεται να επηρεάζει την ΗΜΓφική δραστηριότητα των πρωταγωνιστών μυών της πελματιαίας κάμψης (γαστροκνήμιος και ΥΚν) κατά τη διάρκεια παρατεταμένης ισομετρικής σύσπασης. Συγκεκριμένα, ο Löscher και οι συνεργάτες του (1994) ανέφεραν ότι το δυναμικό του γαστροκνημίου αυξάνεται με μη γραμμικό τρόπο, ενώ το δυναμικό του ΥΚν αυξάνεται γραμμικά. Το γεγονός ότι ο γαστροκνήμιος έχει 30 50% τύπου Ι μυϊκές ίνες ενώ ο ΥΚν % (Saltin & Gollnick, 1983), μπορεί πιθανά να εξηγήσει τη διαφορά στον τρόπο μείωσης του δυναμικού του ΗΜΓ. Δεν παρατηρήθηκε διαφορά στο φάσμα συχνοτήτων που μειώθηκε γραμμικά και στους δύο μύες. Να σημειωθεί ότι στη συγκεκριμένη έρευνα οι εξεταζόμενοι ήταν σε πρηνή θέση με την άρθρωση του γόνατος σε πλήρη έκταση. Παρόμοια αποτελέσματα για ανάλογη μείωση του φάσματος συχνοτήτων, ανάμεσα στον γαστροκνήμιο και τον ΥΚν μυ, ανέφεραν ο Bilodeau και οι συνεργάτες του (1994) Συχνότητα διέγερσης των κινητικών μονάδων Πειράματα με εν τω βάθη ηλεκτρόδια έδειξαν ότι η συχνότητα διέγερσης των Κινητικών Μονάδων (ΚΜ) εξαρτάται από το πρωτόκολλο πρόκλησης καμάτου. Όταν η σύσπαση είναι συνεχής και η ένταση μέγιστη, η συχνότητα διέγερσης των ΚΜ μειώνεται (Bigland-Ritchie et al., 1983; Bigland-Ritchie et al., 1979; Marsden et al., 1971). Όταν η ένταση της σύσπασης είναι υπομέγιστη τότε η συχνότητα διέγερσης ελαττώνεται σε περίπτωση που η σύσπαση είναι συνεχής (Bigland-Ritchie et al., 1986a; Garland et al., 1994). Αντίθετα, όταν η σύσπαση είναι διαλειμματική (υπομέγιστης έντασης) η συχνότητα διέγερσης αυξάνεται (Bigland-Ritchie et al., 1986a). Εμπεριστατωμένες έρευνες έδειξαν ότι η μειωμένη συχνότητα διέγερσης των ΚΜ μπορεί να οφείλεται σε αναστολή της λειτουργίας των γρήγορων ΚΜ (Gerdle et al., 1989; Gerdle et al., 1987; Grimby et al., 1981). Επίσης, έχει βρεθεί ότι η μεγαλύτερη μείωση στη συχνότητα διέγερση των ΚΜ παρατηρήθηκε σε 65

66 εκείνες τις ΚΜ που διεγέρθηκαν αρχικά με υψηλή συχνότητα (Bigland-Ritchie et al., 1983; Bongiovanni & Hagbarth, 1990), δηλαδή των γρήγορων ΚΜ. Σε παρόμοια συμπεράσματα κατέληξαν και άλλες έρευνες στις οποίες χρησιμοποιήθηκαν εν τω βάθη ηλεκτρόδια (Moritani et al., 1986). Η μεγαλύτερη μείωση της συχνότητας διέγερσης των ΚΜ κατά τον κάματο σε μύες με μεγάλο ποσοστό γρήγορων μυϊκών ινών (π.χ. γαστροκνήμιος), απ ότι σε μύες με μεγάλο ποσοστό αργών μυϊκών ινών (π.χ. ΥΚν), αποτελεί μία ακόμη ένδειξη της επιλεκτικής αναστολής των γρήγορων ΚΜ κατά τον κάματο (Moritani et al., 1985b). Μυϊκή «σοφία» Η μείωση της συχνότητας διέγερσης των ΚΜ αποτελεί πλεονέκτημα για τη λειτουργία του νευρομυϊκού συστήματος, αφού το προστατεύει από έντονη εξάντληση και αποτρέπει τη διέγερση των ΚΜ με μεγαλύτερη συχνότητα από αυτή που απαιτείται για να προκληθεί πλήρης τετανική σύσπαση (Bigland- Ritchie et al., 1983a; Bigland-Ritchie et al., 1982; Bigland-Ritchie & Woods, 1984; Marsden et al., 1969). Αυτή η ιδιότητα του νευρομυϊκού συστήματος αναφέρεται στη βιβλιογραφία ως μυϊκή σοφία (muscle wisdom) και αποτελεί ένα παράδειγμα αντανακλαστικής ρύθμισης της συχνότητας διέγερσης των ΚΜ (Bigland-Ritchie et al., 1986b; Garland et al., 1988; Woods et al., 1987). Η αιτία που προκαλεί αυτήν τη σειρά των ανασταλτικών αντανακλαστικών είναι ενδεχομένως η μεταβολή των συσταλτών ιδιοτήτων του μυός. Έχει βρεθεί ότι κατά τον κάματο η συχνότητα διέγερσης των ΚΜ μειώνεται παράλληλα με την ελάττωση της ταχύτητας σύσπασης του μυός (Bigland-Ritchie et al., 1983a; Bigland-Ritchie et al., 1983b). Λαμβάνοντας υπόψη και την αύξηση του χρόνου χαλάρωσης του μυός που παρατηρείται κατά τον κάματο (Kukulka et al., 1986b), η μείωση της συχνότητας διέγερσης έχει ως αποτέλεσμα την αποδοτικότερη λειτουργία του μυός. Αυτό συμβαίνει, επειδή όταν ο χρόνος σύσπασης παρατείνεται και ο χρόνος χαλάρωσης αυξάνεται, τότε απαιτείται μικρότερη συχνότητα διέγερσης για να επιτευχθεί τετανική σύσπαση. Επιπλέον, η παρατεταμένη διέγερση με υψηλή συχνότητα μπορεί να προκαλέσει ατελή λειτουργία της νευρομυϊκής σύναψη (Moritani et al., 1985a). Συνεπώς, η μυϊκή σοφία αποτρέπει αυτήν την εκδοχή καμάτου μειώνοντας τη συχνότητα διέγερσης, έτσι ώστε να διατηρηθεί η δύναμη για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα (Marsden et al., 1983; Moritani et al., 1985a). 66

67 Το φαινόμενο της μυϊκής σοφίας έχει πολλές φορές αποδοθεί στην ανατροφοδότηση που παρέχουν ορισμένα αισθητήρια όργανα στο μυ (Bigland-Ritchie et al., 1986b; Garland, 1991; Garland et al., 1988; Garland & McComas, 1990; Kukulka et al., 1986a; Woods et al., 1987). Η παραπάνω υπόθεση υποστηρίζεται και από πειραματικά δεδομένα. Όταν απουσιάζει ανατροφοδότηση από τα αισθητήρια όργανα του μυός που συσπάται, η συχνότητα διέγερσης των ΚΜ είναι χαμηλότερη και δεν παρατηρείται περαιτέρω μείωση κατά την παρατεταμένη σύσπαση (Burke et al., 1988; Gandevia et al., 1989; Gandevia et al., 1990). Αυτό φανερώνει ότι η μείωση της συχνότητας διέγερσης δεν εξαρτάται από τα χαρακτηριστικά της κυτταρικής μεμβράνης των α-κινητικών νευρώνων (Kernell & Monster, 1982a; Kernell & Monster, 1982b), τουλάχιστο σ ό,τι αφορά τις συχνότητες διέγερσης των ΚΜ κατά την απουσία ανατροφοδότησης. Επιπλέον, όταν οι γ-κινητικοί νευρώνες είναι αναισθητοποιημένοι, και κατά συνέπεια η μυϊκή άτρακτος δεν είναι δυνατό να στείλει κεντρομόλες ώσεις, η συχνότητα διέγερσης των ΚΜ παραμένει σταθερή κατά τη διάρκεια μίας παρατεταμένης μέγιστης σύσπασης (Bongiovanni & Hagbarth, 1990), ενώ αντίθετα, όταν οι γ-κινητικοί νευρώνες λειτουργούν, η συχνότητα διέγερσης μειώνεται. Σε άλλες εργασίες, έχει βρεθεί ότι τρία λεπτά μετά το τέλος του καμάτου η συχνότητα ενεργοποίησης των ΚΜ διαφόρων μυών (δικέφαλου βραχιόνιου, προσαγωγός του αντίχειρα και έξω πλατύς) επανέρχεται στις φυσιολογικές τιμές (πριν τον κάματο), κάτι που δεν συμβαίνει όταν ο μυς υπόκειται σε ισχαιμία (Bigland-Ritchie et al., 1986b; Woods et al., 1987). Από τη στιγμή που ο μυς παραμένει σε κατάσταση καμάτου κατά τη διάρκεια της ισχαιμίας, αφού η ροπή και η ταχύτητα σύσπασης δεν αποκαθίσταται (Edwards et al., 1975b; Wiles & Edwards, 1982), η παρατήρηση αυτή υποστηρίζει την άποψη ότι η συχνότητα διέγερσης των ΚΜ αναστέλλεται από αντανακλαστικά που προέρχονται από τις διάφορες μεταβολές (λειτουργικές και μεταβολικές) που προκλήθηκαν στο μυ λόγω του καμάτου. Παρόλα αυτά, δεν πρέπει να παραβλέπεται ότι η ισχαιμία είναι μια οδυνηρή διαδικασία και ενδέχεται η αιτία της μειωμένης συχνότητας διέγερσης των ΚΜ και της ελαττωμένης παραγόμενης δύναμης να είναι ο πόνος, αφού όταν ο εξεταζόμενος αισθάνεται άβολα είναι πολύ πιθανό να μην παράγει την πραγματική ΜΒΣ. Επίσης, η ισχαιμία προκαλεί δυσλειτουργία στη νευρομυϊκή σύναψη (Stålberg, 1966) και ειδικότερα στην προσυναπτική μεµβράνη (Krnjevic & Miledi, 1959). Έτσι, είναι πιθανό ορισμένες από τις ΚΜ να αποτυγχάνουν να παράγουν το δυναμικό ενέργειας στον μυ, παρά το γεγονός ότι διεγέρθηκαν από το ΚΝΣ. 67

68 Μετά από τη λεπτομερή έρευνα του Woods και των συνεργατών του (1987), απορρίφθηκαν οι δύο παραπάνω εκδοχές (μειωμένη βουλητική προσπάθεια λόγω πόνου και δυσλειτουργία νευρομυϊκής σύναψης) και έτσι ενισχύθηκε επιπλέον η υπόθεση ότι ο κάματος προκαλεί την έναρξη ανασταλτικών αντανακλαστικών με αφετηρία τον μυ Ενεργοποίηση ανταγωνιστών μυών και κόπωση Ένα φαινόμενο του μηχανισμού της διέγερσης των κινητικών μονάδων, είναι και η συνδιέγερση (cocontraction ή co-activation), κατά την οποία έχουμε ταυτόχρονη διέγερση του αγωνιστή και ανταγωνιστή μυός. Η συνδιέγερση των ανταγωνιστών μυών έχει ως αποτέλεσμα μια αρνητική ροπή σε σχέση με τη ροπή των αγωνιστών, μειώνοντας την καθαρή ροπή που παράγεται από τη συστολή (Maganaris et al., 1998). Μια πιθανή εξήγηση για την ταυτόχρονη ενεργοποίηση αγωνιστή ανταγωνιστή μυός, δίδεται με τη θεωρία της κοινής οδού (common drive) (DeLuca & Mabrito, 1987). Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, το ΚΝΣ στέλνει κοινή εντολή για διέγερση τόσο στους κινητικούς νευρώνες του αγωνιστή όσο και του ανταγωνιστή μυός. Ωστόσο αυτό, θα προκαλούσε ταυτόχρονη σύσπαση του αγωνιστή και ανταγωνιστή μυός με αποτέλεσμα την αδυναμία παραγωγής κίνησης. Έτσι, για να δημιουργηθεί κίνηση παρεμβαίνει ο μηχανισμός της αμοιβαίας αναστολής (reciprocal inhibition), ο οποίος περιορίζει την ανταγωνιστική δραστηριότητα. ( Nielsen & Kagamihara, 1992). Όταν παράγονται μεγάλες ποσότητες δύναμης από τους αγωνιστές μύες, η συνδιέγερση βοηθά στη σταθεροποίηση της άρθρωσης (Baratta et al. 1988) και στην πρόληψη από πιθανό τραυματισμό που μπορεί να προκληθεί από ανομοιογενή κατανομή της πίεσης στην αρθρική επιφάνεια (Basmajian & De Luca, 1985; Solomonow et al., 1988). Οι κυριότεροι παράγοντες που επηρεάζουν τη συνδιέγερση είναι οι εξής: α) Η προπονητική ηλικία του αθλούμενου (Baratta et al., 1988). β) Η ένταση και η ταχύτητα της σύσπασης, που συμβάλλουν θετικά στην ανάπτυξη της συνδιέγερσης (Grabiner & Weiker, 1993; Solomonow et al., 1988). γ) Η άρθρωση και οι γωνίες από τις οποίες διέρχεται κατά την κίνηση (Solomonow et al.,1988). δ) Ο τύπος της σύσπασης (Kellis & Baltzopoulos, 1996a;b). 68

69 ε) Η συνδιέγερση των ανταγωνιστών είναι εμφανέστερη στην αρχή και στο τέλος της κίνησης (Kellis & Baltzopoulos, 1996a) στ) Το είδος της προπόνησης. Οι Ostering και συν. (1986) έδειξαν ότι, σε πολύ γρήγορες εκτάσεις του γόνατος, οι σπρίντερς παρουσιάζουν μεγαλύτερη συνδιέγερση στους καμπτήρες από ότι οι δρομείς μεγάλων αποστάσεων. Η ΗΜΓφική δραστηριότητα των ανταγωνιστών μυών έχει αναφερθεί ότι συνήθως κυμαίνεται στο 2 15% της μέγιστης δραστηριότητας των ίδιων μυών όταν δρούσαν ως αγωνιστές (Baratta et al., 1988; Solomonow et al., 1988), αν και άλλοι ερευνητές ανέφεραν υψηλότερες τιμές (Carolan & Cafarelli, 1992; Maganaris et al.,1998). Ακόμη, έχει παρατηρηθεί ότι υπάρχει αντιστοιχία στη δραστηριότητα των ανταγωνιστών μυών ανάμεσα σε ενήλικες και παιδιά και ότι δεν υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στα δύο φύλα (Kellis & Unnithan,1999). Αρκετές αναφορές υπάρχουν στη βιβλιογραφία για την επίδραση της κόπωσης στη συνδιέγερση των ανταγωνιστών μυών. Συγκεκριμένα, βρέθηκε ότι η ανταγωνιστική δραστηριότητα αυξάνεται σε συνθήκες ισοκινητικής κόπωσης (Miller et al., 2000; Weir et al., 1998) καθώς και σε συνθήκες δυναμικών κινήσεων κλειστής αλυσίδας (Pincivero et al., 2000). Αντίθετα, ο Kellis (1999) υποστήριξε ότι κατά τη διάρκεια συνεχόμενων ισοκινητικών συσπάσεων η ανταγωνιστική δραστηριότητα παραμένει σταθερή. Μέγιστης Έντασης Πρωτόκολλα Κόπωσης Σε συνθήκες κόπωσης κατά τη μέγιστη ισομετρική σύσπαση, η ανταγωνιστική δραστηριότητα παραμένει σταθερή ή μειώνεται (Komi & Viitasalo, 1977; Komi & Rusko, 1974;Rothmuller & Cafarelli, 1995; Stephens & Taylor, 1972;1970; Weir et al., 1996; Patikas et al., 2002). O Weir και οι συνεργάτες του (1996) βρήκαν ότι κατά τη διάρκεια μέγιστης παρατεταμένης προσπάθειας, η ανταγωνιστική δραστηριότητα επηρεάζεται από τη γωνία της άρθρωσης στην οποία συσπάται ο μυς. Συγκεκριμένα, η ανταγωνιστική δραστηριότητα παραμένει σταθερή στις ακραίες γωνίες του εύρους κίνησης της άρθρωσης και αυξάνεται στις ενδιάμεσες. 69

70 Υπομέγιστης Έντασης Πρωτόκολλα Κόπωσης Όσον αφορά στη δράση των ανταγωνιστών μυών, κατά τη διάρκεια παρατεταμένης υπομέγιστης ισομετρικής συστολής, οι ερευνητές συμφωνούν ότι παρουσιάζεται αυξητική τάση (DeVries, 1968; Ebenbichler et al., 1998;Edwards & Lippold, 1956; Fuglevand et al., 1993; Gamet & Maton, 1989; Jorgensen et al., 1988; Lippold et al., 1960; Löscher et al.,1996; Petrofsky et al, 1982; Psek & Cafarelli 1993; Hatzikotoulas et al., 2004). Αναλυτικότερα, στην έρευνα του Psek και Cafarelli (1993) οι εξεταζόμενοι εκτελούσαν υπομέγιστης εντάσεως ισομετρικές συστολές κατά την έκταση του γόνατος, για όσο μεγαλύτερο χρονικό διάστημα μπορούσαν να κρατήσουν το προκαθορισμένο επίπεδο δύναμης. Από τα αποτελέσματα φάνηκε ότι ένα μέρος της απώλειας της δύναμης των εξεταζόμενων οφειλόταν στην αυξημένη ανταγωνιστική δραστηριότητα Επίσης, η υψηλή συσχέτιση του ΗΜΓ του αγωνιστή με αυτό του ανταγωνιστή, οδήγησε τους ερευνητές να ερμηνεύσουν τα αποτελέσματα με τη θεωρία της κοινής οδού «common drive» (DeLuca & Mambritto, 1987). Παρόλα αυτά πρόσφατες εργασίες (Lévénez et al., 2005) έδειξαν ότι την ανταγωνιστική δραστηριότητα στη διάρκεια μίας παρατεταμένης υπομέγιστης ισομετρικής σύσπασης τη ρυθμίζουν διαφορετικοί μηχανισμοί του νωτιαίου μυελού ή των κεντρικών κινητικών περιοχών, απορρίπτοντας έτσι τη θεωρία της κοινής κινητικής οδού. Γι αυτό, το θέμα των νευρωνικών μηχανισμών, που ελέγχουν την ανταγωνιστική δραστηριότητα στη διάρκεια της κόπωσης, χρήζει περαιτέρω ελέγχου. Επίδραση Ηλικίας και Φύλου Όσον αφορά στην επίδραση του φύλου και της ηλικίας στο φαινόμενο της συνδιέγερσης, τα αποτελέσματα είναι αντιφατικά. Συγκεκριμένα, ο Sale (1988), ανέφερε ότι οι μύες των προεφήβων παρουσιάζουν μεγαλύτερη ανταγωνιστική δραστηριότητα σε σχέση με τους μύες των ενηλίκων, σε ισοκινητικές σύγκεντρες και έκκεντρες συσπάσεις. Ο Frost και οι συνεργάτες του (1997), και ο Unnithan και οι συνεργάτες του (1996), υποστήριξαν ότι οι προέφηβοι συγκρινόμενοι με έφηβους (15-16 ετών), έχουν υψηλότερα επίπεδα ανταγωνιστικής δραστηριότητας κατά τη βάδιση και το τρέξιμο. O Gatev (1972) μελέτησε την αγωνιστική και ανταγωνιστική δραστηριότητα των μυών του αγκώνα σε παιδιά και κατέληξε ότι η αναστολή της δράσης των ανταγωνιστών είναι ήδη ανεπτυγμένη από την ηλικία των 3 ετών με στόχο τον καλύτερο κινητικό έλεγχο. Αντίθετα, οι έρευνες των Kellis και Unnithan (1999) και Bassa και συν. 70

71 (2005) ανέφεραν ότι δεν παρουσιάζεται διαφοροποίηση των ανταγωνιστών μυών σε άτομα που βρίσκονται στη φάση της έκρηξης της εφηβείας, σε ισοκινητικές σύγκεντρες και έκκεντρες προσπάθειες Μηχανικές ιδιότητες του μυός και κόπωση. Οι μελέτες για τις μηχανικές ιδιότητες του μυός και την επίδρασή τους από την κόπωση είναι σχετικά περιορισμένες. Μερικές από τις κυριότερες μηχανικές ιδιότητες του μυός είναι α) η ηλεκτρομηχανική καθυστέρηση (ΗΜΚ) β) ο ρυθμός ανάπτυξης δύναμης γ) ο χρόνος σύσπασης και χαλάρωσης και δ) ο μυϊκός τρόμος. Από την ανάλυση της βιβλιογραφίας βρέθηκε πως η ηλεκτρομηχανική καθυστέρηση αυξάνεται μετά από πρωτόκολλο μέγιστης ισομετρικής λειτουργίας (Zhou et al., 1996; Kubo et al., 2001). Αύξηση παρατηρήθηκε και στον χρόνο σύσπασης και χαλάρωσης του μυός τόσο στην παρατεταμένη όσο και στην διακοπτόμενη ισομετρική σύσπαση (Bigland-Ritchie et al., 1983). Τέλος, ο μυϊκός τρόμος αυξάνεται μετά από επίπονη άσκηση ή υπομέγιστη παρατεταμένη ισομετρική λειτουργία και τείνει να παραμένει αυξημένος για αρκετές ώρες μετά το πρωτόκολλο κόπωσης (Löscher et al., 1994) Διαφορές μεταξύ προεφήβων αγοριών και κοριτσιών σε συνθήκες κόπωσης Ο οργανισμός του παιδιού εμφανίζει ορισμένες ιδιαιτερότητες σε σύγκριση με τους ενήλικες. Αυτές που φαίνεται να επηρεάζουν την κόπωση βρίσκονται α) στην καρδιαγγειακή λειτουργία β) στο μυοσκελετικό σύστημα γ) στο νευρικό σύστημα και δ) στις ενδοκρινικές μεταβολές Ενδοκρινικές μεταβολές Οι ορμόνες που επιδρούν πριν από την εφηβεία στην ανάπτυξη του μυοσκελετικού και των άλλων συστημάτων είναι η αυξητική ορμόνη, οι θυρεοειδικές ορμόνες, η ινσουλίνη και η τεστοστερόνη (Florini, 1987). Οι ερευνητές πιστεύουν ότι η τεστοστερόνη είναι ο κυριότερος παράγοντας που επηρεάζει την αναβολική δράση του μυός (Florini, 1987) και ρυθμίζει την απελευθέρωση των νευροδιαβιβαστών (Souccar et al., 1982). Πριν από την εφηβεία τα επίπεδά της είναι χαμηλά, αυξάνονται με την πρόοδο της ηλικίας και φτάνουν στις ανώτερες τιμές, κατά την ενηλικίωση. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η τεστοστερόνη είναι η κύρια ορμόνη που καθορίζει τις διαφορές της δύναμης μεταξύ των ηλικιών και των φύλων. 71

72 Από τα ένζυμα ξεχωρίζει η χαμηλή συγκέντρωση της φωσφοφρουκτοκινάσης, η οποία είναι ο βηματοδότης της αναερόβιας γλυκόλυσης στους μύες. Σύμφωνα με τον Eriksson και τους συνεργάτες του (1973) οι προέφηβοι παρουσιάζουν έως και 50% χαμηλότερη συγκέντρωση της φωσφοφρουκτοκινάσης από τους ενήλικες. Για αυτό το λόγο, τα παιδιά αποφεύγουν τις έντονες και παρατεταμένες μυϊκές προσπάθειες γιατί έχουν μειωμένη αναερόβια ικανότητα. Ένας ακόμη σημαντικός παράγοντας, για τη χαμηλότερη αναερόβια ικανότητα, που εμφανίζουν τα παιδιά σε σύγκριση με τους ενήλικες, είναι οι μικρότερες τιμές στις συγκεντρώσεις του γαλακτικού οξέος, τόσο στο αίμα όσο και στους μύες (Eriksson et al., 1971; Morse et al., 1949). Παρόμοια είναι και τα αποτελέσματα στη συγκέντρωση του γαλακτικού οξέος, σε υπομέγιστες επιβαρύνσεις (Wirth et al., 1978). Τέλος, οι περισσότερες έρευνες, αν και δείχνουν ότι δεν υπάρχει στατιστικά σημαντική επίδραση του φύλου στη συγκέντρωση του γαλακτικού οξέος, ωστόσο δίνουν ένα ελαφρύ προβάδισμα στα κορίτσια (Davies et al., 1972; Van Praagh et al., 1990). Αντιστρόφως ανάλογη με την πορεία της συγκέντρωσης του γαλακτικού οξέος, με το πέρασμα του χρόνου, είναι η συγκέντρωση του pη μετά από επιβάρυνση μέγιστης έντασης (Bar-Or, 1983). Το πλεονέκτημα που αποκτούν τα παιδιά, λόγω της χαμηλότερης συγκέντρωσης του γαλακτικού οξέος, αφορά στον τομέα της αποκατάστασης. Οι προέφηβοι αναλαμβάνουν κατά κανόνα γρηγορότερα από τους ενήλικες, μετά από μικρής διάρκειας και μέγιστης έντασης επιβαρύνσεις (Hebestreit et al., 1993) Καρδιαγγειακή λειτουργία Η καρδιακή συχνότητα είναι σχεδόν ίδια για τα αγόρια και τα κορίτσια και μειώνεται προοδευτικά κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας και στα πρώτα χρόνια της εφηβείας. Το ίδιο ισχύει και για την μέγιστη καρδιακή συχνότητα κατά τη διάρκεια έντονης άσκησης. Η συστολική και διαστολική πίεση του αίματος επίσης εμφανίζει μια προοδευτική αύξηση. Στα κορίτσια τα επίπεδα συστολικής και διαστολικής πίεσης είναι περίπου 5-10 mmhg χαμηλότερα από τα αντίστοιχα επίπεδα των αγοριών της ίδιας ηλικίας (Δεληγιάννης, 1997). Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά επηρεάζουν άμεσα την αερόβια ικανότητα των παιδιών. Είναι καλά τεκμηριωμένο ότι η αερόβια ικανότητα παρουσιάζει υψηλή συσχέτιση με τη VO 2max. Οι διαφορές των ενηλίκων αντρών και γυναικών στη VO 2max, ισχύουν και για την προεφηβική ηλικία, σε μικρότερο βεβαίως ποσοστό. Σύμφωνα με τον Krahenbuhl και τους συνεργάτες του (1985), ένα μέσο 72

73 8άχρονο αγόρι, έχει 6% μεγαλύτερη VO 2max από ένα μέσο κορίτσι της ίδιας ηλικίας. Τα αγόρια έχουν ένα μικρό προβάδισμα όταν η VO 2max εκφράζεται σε l/min., αλλά η διαφορά αυτή μειώνεται ακόμη περισσότερο όταν η VO 2max εκφράζεται σε ml/ Kg/ min. Ο Rowland (1996), αποδίδει τη διαφορά αυτή μεταξύ των φύλων, σε τέσσερις βασικούς παράγοντες: α) σύνθεση του σώματος, β) πυκνότητα αιμοσφαιρίνης, γ) καθημερινή δραστηριότητα και δ) κληρονομικότητα. Η διαφορά μεταξύ των προεφήβων και ενηλίκων σε απόλυτες τιμές της VO 2max, είναι μεγάλη έως την ηλικία των 20 περίπου χρόνων (Åstrand, 1952) και συμπίπτει με την ωρίμανση του οργανισμού (καρδιά, πνεύμονες, πίεση του αίματος, σκελετικοί μύες). Από αυτή την ηλικία και μετά παρατηρείται μια σταδιακή μείωση της αερόβιας ικανότητας με ρυθμό 1% το χρόνο. Μάλιστα, η έρευνα του Åstrand (1952) υποστηρίζει ότι, όταν η VO 2max εκφράζεται σε ml/ Kg/ min, μπορεί τα 8άχρονα παιδιά να έχουν τις ίδιες και μεγαλύτερες τιμές από 25χρονους άνδρες Μυοσκελετικό σύστημα Η ανάπτυξη της μυϊκής δύναμης στα παιδιά σχετίζεται με παράγοντες όπως η ηλικία, τα μορφολογικά, ανθρωπομετρικά, βιοκινητικά, ενδοκρινολογικά και γενετικά χαρακτηριστικά, καθώς και με τη φυσική δραστηριότητα (Blimkie, 1989). Στην παιδική ηλικία εμφανίζεται η ίδια προοδευτική αύξηση της μυϊκής μάζας και της δύναμης, τόσο στα αγόρια όσο και στα κορίτσια. Αυτό τεκμηριώνεται στη διεθνή βιβλιογραφία με μια σειρά από έρευνες στις οποίες χρησιμοποιήθηκε το ισοκινητικό δυναμόμετρο για να προσδιοριστεί η μέγιστη ροπή διαφόρων μυών, όπως για παράδειγμα οι εκτείνοντες μύες του γόνατος (Burnie & Brodie, 1986), οι πελματιαίοι καμπτήρες (Falkel, 1978), οι ραχιαίοι καμπτήρες (Backman & Oberg, 1989), οι καμπτήρες, οι εκτείνοντες και οι απαγωγοί του ώμου και του ισχίου και οι καμπτήρες και εκτείνοντες του αγκώνα και του γόνατος (Alexander & Molnar, 1973; Molnar &Alexander, 1974, 1973). Πολλές είναι και οι έρευνες που μελέτησαν τη σχετική σύσταση των σκελετικών μυών των παιδιών. Από τα αποτελέσματα φαίνεται ότι οι προέφηβοι διαθέτουν ένα ποσοστό κοντά στο 60% τύπου Ι μυϊκών ινών (Oertel, 1988 ; Bell et al., 1980 ; Lundberg et al., 1979; Eriksson et., 1974). Το ποσοστό αυτό είναι 20% μεγαλύτερο από έναν μέσο απροπόνητο ενήλικα και επιτρέπει στους προέφηβους να εμφανίζουν σημάδια κόπωσης αργότερα από τους ενήλικες. Αυτό που δεν έχει μελετηθεί μέχρι σήμερα, είναι η 73

74 αξιολόγηση της μυϊκής κόπωσης των προεφήβων αγοριών και κοριτσιών σε σύγκριση με τους ενήλικες μετά από ισομετρική παρατεταμένη σύσπαση Νευρικό σύστημα Ως γνωστό το νευρικό σύστημα είναι ακόμη ανώριμο κατά την παιδική ηλικία και για τα δύο φύλα. Λίγες αναφορές υπάρχουν στη βιβλιογραφία σχετικά με την ενεργοποίηση του νευρικού συστήματος στα παιδιά. Η έρευνα των Seger και Thorstensson (1994) απέτυχε να δείξει ΗΜΓφικές διαφορές μεταξύ προεφήβων αγοριών και κοριτσιών και ενήλικων ανδρών και γυναικών. Οι ίδιοι ερευνητές σε μια διαχρονική έρευνα διάρκειας 5 ετών σε 11άχρονα αγόρια και κορίτσια έδειξαν ότι ο λόγος της έκκεντρης προς την σύγκεντρη ροπή ανά μονάδα ΗΜΓφικής δραστηριότητας, ο οποίος εκφράζει την ηλεκτρομηχανική ικανότητα, δεν παρουσιάζει στατιστικά σημαντικές μεταβολές με την πάροδο της ηλικίας (Seger & Thorstensson, 2000). Αυτό που δεν έχει ερευνηθεί μέχρι σήμερα, είναι η μεταβολή της ενεργοποίησης των μυών των προεφήβων και των δυο φύλων, σε μέγιστη και υπομέγιστη παρατεταμένη σύσπαση. Ως προς την ικανότητα διέγερσης των κινητικών μονάδων μεταξύ ενηλίκων και ανηλίκων υπάρχουν αντιφατικές απόψεις μεταξύ των ερευνητών. Οι Belanger και McComas (1989), χρησιμοποιώντας τη μέθοδο της παρεμβαλλόμενης ηλεκτρικής διέγερσης, ανέφεραν ότι τα παιδιά 8-10 ετών είναι ικανά να ενεργοποιήσουν πλήρως το σύνολο των κινητικών τους μονάδων. Ωστόσο, ο Blimkie (1989), παρατήρησε ότι έφηβοι ηλικίας 16 ετών παρουσίασαν μεγαλύτερο ποσοστό ενεργοποίησης από ότι παιδιά ηλικίας 10 ετών στον τετρακάφαλο μυ Παράγοντες επίδρασης της αποκατάστασης. Οι κυριότεροι παράγοντες που φαίνεται να επιδρούν στη φάση της αποκατάστασης είναι α) ο τύπος, η ένταση και η διάρκεια του εφαρμοζόμενου πρωτοκόλλου κόπωσης (Clarke, 1986; Hitchock, 1989; Sargeant & Dolan, 1987) β) ο τύπος της μυϊκής ίνας (Ηakkinen & Komi, 1986) γ) το επίπεδο της φυσικής κατάστασης (Tomlin & Wenger, 2001) και δ) η ηλικία (Hebestreit et al., 1993; Zafeiridis et al., 2005). Σε ό,τι αφορά την επίδραση της ηλικίας, έχει βρεθεί ότι ο καρδιακός σφυγμός αποκαθίσταται γρηγορότερα στα παιδιά σε σχέση με τους ενήλικες, μετά από έντονη άσκηση (Bararldi et al., 1991). Επίσης, μετά από άσκηση στο 125% της VO 2max, η πρόσληψη οξυγόνου επανήλθε στα αρχικά επίπεδα 74

75 γρηγορότερα στα παιδιά.(zanconato et al., 1991). Τέλος, μετά από έντονη άσκηση (Wingate test), η συγκέντρωση του γαλακτικού οξέος ήταν μικρότερη στα παιδιά σε σχέση με τους ενήλικες.(eriksson et al., 1973; Hebstreit et al., 1993) Δεν εντοπίστηκαν εργασίες που να μελετούν την ηλεκτρομυογραφική δραστηριότητα των αγωνιστών και ανταγωνιστών μυών των προέφηβων μετά το πρωτόκολλο κόπωσης, στη διάρκεια της αποκατάστασης. Ωστόσο, οι αναφορές που υπάρχουν για την αποκατάσταση του ΗΜΓ και αφορούν τους ενήλικες, συμφωνούν ότι τόσο μετά από μέγιστης όσο και υπομέγιστης έντασης πρωτόκολλα κόπωσης το ΗΜΓ αυξάνεται σταδιακά (Häkkinen & Komi, 1986; Fuglevand et al., 1993; Lösher et al., 1996). 3. ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ 3.1 Δείγμα Το δείγμα αποτέλεσαν 10 ενήλικες άνδρες και 10 προέφηβα αγόρια, για κάθε πρωτόκολλο κόπωσης (μέγιστο-υπομέγιστο), η συμμετοχή των οποίων στην έρευνα ήταν εθελοντική. Τα ηλικιακά και ανθρωπομετρικά χαρακτηριστικά των εξεταζόμενων παρουσιάζονται στον πίνακα 1. Πίνακας 1: Φυσικά και βιολογικά χαρακτηριστικά των εξεταζόμενων (μέσος όρος ± τυπική απόκλιση) Ν ΕΞΕΤΑ- ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΗΛΙΚΙΑ ΥΨΟΣ ΜΑΖΑ ΣΤΑΔΙΟ ΖΟΜΕ ΚΟΠΩΣΗΣ (έτη) (cm) (Kgr) ΣΕΞΟΥΑΛΙΚ ΝΟΙ ΗΣ ΩΡΙΜΑΝΣΗΣ 10 Αγόρια Μέγιστο 10.7± ± ±11.9 1o 10 Αγόρια Υπομέγιστο 10.8± ± ±9.8 1o 10 Άντρες Μέγιστο 26.4± ± ±9.7 5o 10 Άντρες Υπομέγιστο 26.8± ± ±9.3 5o Η ηλικία των ενηλίκων ήταν μικρότερη από 35 έτη, επειδή βρέθηκε ότι η μέγιστη δύναμη και η αντοχή μειώνονται προοδευτικά με την αύξηση της ηλικίας (Saltin & Gollnick, 1983; Wilmore & Costill, 1999). Η 75

76 ηλικία των προεφήβων ήταν μεταξύ 8 και 11 χρόνων, ώστε να διασφαλιστεί καλύτερα το ενιαίο επίπεδο σεξουαλικής ωρίμανσης (Tanner, 1962). Η συστηματική άθληση και ο τύπος της προπόνησης είναι δύο ακόμη παράγοντες που επηρεάζουν την συνδιέγερση των μυών (Baratta et al., 1988; Carolan & Cafarelli, 1992; Sale, 1988; Solomonow et al., 1988). Γι αυτόν το λόγο αποκλείστηκαν από την έρευνα άτομα που γυμνάζονταν συστηματικά. Επίσης, αποκλείστηκαν από την έρευνα άτομα παχύσαρκα (ποσοστό λίπους άνω του 35%: Blimkie et al. 1990) γιατί έχει επιβεβαιωθεί ότι το υψηλό ποσοστό υποδόριου λίπους έχει ως αποτέλεσμα την καταγραφή μειωμένων τιμών ηλεκτρομυογραφικής δραστηριότητας ιδίως στις υψηλές συχνότητες (Winter et al., 1994), καθώς και συλλογή σήματος από κοντινούς μύες (cross-talk). Η εκτίμηση της σεξουαλικής ωρίμανσης των προεφήβων έγινε με επίδειξη των φωτογραφιών των σταδίων ωρίμανσης κατά Tanner (1962), στους γονείς των παιδιών, άλλα και με τη σύμφωνη γνώμη του παιδιάτρου τους. Το πρώτο στάδιο στο οποίο ανήκαν οι προέφηβοι, χαρακτηρίζεται από την έλλειψη δευτερογενών χαρακτηριστικών (Tanner, 1962). Οι προέφηβοι που συμμετείχαν στην έρευνα επιλέχθηκαν τυχαία από σχολεία της Θεσσαλονίκης. Οι ενήλικες ήταν φοιτητές διαφόρων σχολών του Α.Π.Θ. Εξετάστηκαν όλοι στο κυρίαρχο σκέλος, το οποίο καθορίστηκε κατόπιν ερώτησης για το πόδι προτίμησης λακτίσματος μιας μπάλας (Pincivero et al., 2000; Rizzardo et al., 1988). Όλοι οι ενήλικες συμμετέχοντες έδωσαν την έγγραφη συγκατάθεσή τους πριν από την συμμετοχή τους στην έρευνα. Όσον αφορά στους προέφηβους, οι γονείς των παιδιών υπέγραψαν τη φόρμα αποδοχής και συναίνεσης στην έρευνα. Όλοι οι δοκιμαζόμενοι δήλωσαν απολύτως υγιείς και δεν είχαν κανένα τραυματισμό της σπονδυλικής στήλης και των κάτω άκρων Όργανα Για τη μέτρηση της μέγιστης βουλητικής ισομετρικής ροπής, καθώς και για το πρωτόκολλο κόπωσης, χρησιμοποιήθηκε το ισοκινητικό δυναμόμετρο Cybex Norm (CYBEX Division of Lumex, Ronkonkoma, New York), το οποίο ζυγοσταθμίσθηκε σύμφωνα με τις κατασκευαστικές οδηγίες. 76

77 Η καταγραφή του ΗΜΓ έγινε με τον ηλεκτρομυογράφο BΤS (Bioengineering Milano, Italy) και με τη βοήθεια της συσκευής του παλμογράφου ακουστικού ερεθίσματος Neuropack Four Mini της Nihon Kohden. Για τη συλλογή του σήματος χρησιμοποιήθηκαν διπολικά ηλεκτρόδια επιφάνειας (Ag-AgCl, Fiab Spa) διαμέτρου 8mm και ενδιάμεση απόσταση 1mm. Η ανάλυση των σημάτων έγινε με το λογισμικό Myos. Οι δύο συσκευές ήταν συνδεδεμένες με ηλεκτρονικό υπολογιστή, ενώ η ψηφιοποίηση των σημάτων έγινε μέσω αναλογικής /ψηφιακής (A/D) κάρτας. Ο καθορισμός του ανατομικού μηδενός της ποδοκνημικής άρθρωσης έγινε με το γωνιόμετρο Myrin. DS7A. Για την προκλητή διέγερση των νεύρων χρησιμοποιήθηκε ο ηλεκτροδιεγέρτης Digitimer Electronics 3.3. Δυναμομετρία Οι δοκιμαζόμενοι κάθισαν στο ειδικό κάθισμα του δυναμόμετρου, έτσι ώστε οι γωνίες του ισχίου και του γόνατος να είναι στις 120º και στις 180º αντίστοιχα. Το γόνατο βρισκόταν σε πλήρη έκταση, έτσι ώστε να μην είναι δυνατή η ώθηση του δυναμόμετρου με σύσπαση του τετρακεφάλου. Από τη θέση αυτή ο εξεταζόμενος είχε οπτική ανατροφοδότηση της ροπής από την οθόνη του Cybex. Κατά τη μέτρηση, ο κορμός, ο μηρός και το άκρο πόδι ακινητοποιήθηκαν με ανελαστικούς ιμάντες. Το κεφάλι και τα άνω άκρα παρέμειναν ακίνητα κατά την εξέταση και στηρίζονταν έτσι ώστε η θέση του εξεταζόμενου να είναι άνετη. Οι μετρήσεις έγιναν στο ανατομικό μηδέν της ποδοκνημικής άρθρωσης. Το ανατομικό μηδέν ορίστηκε η θέση της άρθρωσης, όπου το πέλμα ήταν κάθετο στην κνήμη (90º) (σχήμα 7). Οπτική Ανατροφοδότηση Ανατομικό μηδέν Δυναμόμετρο Cybex Σχήμα 7: Σχηματική παράσταση της θέσης του εξεταζόμενου κατά την πειραματική διαδικασία. 77

78 Πρόγραμμα προσαρμογής και εξοικείωσης στην πειραματική διαδικασία Είναι γνωστό ότι στη διάρκεια της αξιολόγησης της ΜΙΔ παρατηρείται ένα έλλειμμα δύναμης, που κυμαίνεται από 20 έως 40% της πραγματικής ροπής, που μπορεί να παράγει ένα άτομο κάτω από ιδανικές συνθήκες μέτρησης (Baratta et al., 1998; Gabriel et al., 2001). Για την ελαχιστοποίηση του ελλείμματος αυτού, πριν από τη μέτρηση ακολουθήθηκε η προτεινόμενη διαδικασία από τον Gabriel και τους συνεργάτες του (2001). Δύο εβδομάδες πριν από την πραγματοποίηση του πειράματος, όλοι οι εξεταζόμενοι συμμετείχαν για τρεις φορές την εβδομάδα σε ένα ειδικό πρόγραμμα εξοικείωσης, που είχε ως σκοπό την καλύτερη κατανόηση του τρόπου εφαρμογής της ΜΙΔ. Το πρόγραμμα αυτό περιλάμβανε πέντε μέγιστες ισομετρικές πελματιαίες και ραχιαίες κάμψεις διάρκειας 2 δευτερολέπτων. Οι προσπάθειες εκτελούνταν εναλλάξ και μεσολαβούσε διάλειμμα 24 δευτερολέπτων. Μετά το πέρας 5 λεπτών, οι εξεταζόμενοι προσπαθούσαν να διατηρήσουν το 20% της ΜΒΔ για ένα λεπτό. Για μεγαλύτερη ακρίβεια, οι εξεταζόμενοι δέχονταν οπτική ανατροφοδότηση στην οθόνη του Cybex, το όριο από το οποίο δεν έπρεπε να αποκλίνουν Παθητική ροπή Αφού σταθεροποιήθηκε το πέλμα του κάθε εξεταζόμενου στην ειδική πλατφόρμα του δυναμόμετρου, καταγράφηκε η ροπή που παράγεται όταν ο μυς βρισκόταν σε πλήρη χαλάρωση. Η ροπή αυτή ονομάζεται παθητική και οφείλεται στην τάση που ασκούν τα ελαστικά στοιχεία του μυός στην άρθρωση (Weiss et al., 1986). Η παθητική ροπή παραγόταν πάντα προς τη φορά της πελματιαίας κάμψης. Έτσι, η τιμή της αφαιρούνταν κάθε φορά που οι εξεταζόμενοι εκτελούσαν πελματιαία κάμψη και προσθέτονταν όταν εκτελούσαν ραχιαία κάμψη. Το αποτέλεσμα ήταν τέτοιο ώστε η υπολογιζόμενη ροπή να είναι η καθαρή ροπή που παράγουν οι μύες. Η διόρθωση αυτή της ροπής κρίθηκε αναγκαία, ιδίως κατά την παρατεταμένη σύσπαση στο 20% της ΜΙΔ, αφού πολλές φορές ξεπερνούσε το 10% της ΜΙΔ Μέγιστο ισομετρικό τεστ Πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης εκτελέστηκαν 3 μέγιστες ισομετρικές προσπάθειες. Μετά το πέρας των προσπαθειών επιλέχτηκε αυτή με την υψηλότερη τιμή από τις τρεις και ήταν αυτή που χρησιμοποιήθηκε, είτε για την έναρξη του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης, είτε για τον υπολογισμό του 78

79 20% της ΜΙΔ (υπομέγιστο πρωτόκολλο κόπωσης). Αρχικά, εκτελέστηκαν οι πελματιαίες κάμψεις και στη συνέχεια οι ραχιαίες. Η κάθε προσπάθεια είχε διάρκεια 3 έως 5 δευτερολέπτων, ενώ το διάλειμμα μεταξύ των προσπαθειών ήταν 2-3 λεπτά (Sirin & Patla, 1987). Κάθε προσπάθεια ήταν από την αρχή μέγιστη και διατηρούνταν όσο το δυνατό πιο σταθερή σε όλη τη διάρκεια της δοκιμασίας. Ο εξεταζόμενος λάμβανε οπτική ανατροφοδότηση της παραγόμενης ροπής (Kim & Kramer, 1997), η απεικόνιση της οποίας έγινε με μορφή μπαρών στην οθόνη του δυναμόμετρου σε κάθε του προσπάθεια. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τον καθορισμό υψηλότερων στόχων (10% περισσότερο από την τιμή της παραγόμενης ροπής που επιτυγχανόταν) και με τη λεκτική παρακίνηση από τον ίδιο τον εξεταστή (McNair et al.,1996), διασφάλιζε την όσο το δυνατό καλύτερη ενεργοποίηση και μηχανική αποτελεσματικότητα του μυός (Baratta et al., 1998; Kellis & Baltzopoulos, 1996a). Στην περίπτωση που ο εξεταζόμενος στην τρίτη προσπάθεια περνούσε το επιπρόσθετο όριο του 10% που έθετε ο εξεταστής, τότε αυτό εκτελούσε περισσότερες προσπάθειες, έως ότου να μην μπορεί να ξεπεράσει αυτό το όριο. Όποια προσπάθεια δεν πληρούσε τους παραπάνω όρους επαναλαμβανόταν, αφού προηγουμένως γινόταν το απαραίτητο διάλειμμα Καταγραφή ηλεκτρομυογραφήματος Η καταγραφή του ΗΜΓ έγινε με διπολικά ηλεκτρόδια επιφάνειας (Ag-AgCl, Fiab Spa) διαμέτρου 8mm και ενδιάμεση απόσταση 1cm. Tοποθετήθηκαν στον πρόσθιο κνημιαίο (ΠΚν) στον υποκνημίδο (ΥΚν) και στην έσω κεφαλή του γαστροκνημίου μυός (ΕσΓ). Με αυτό τον τρόπο αποφεύχθηκε το cross-talk με τον ΠΚν (Winter et al., 1994). Επιλέχτηκαν οι συγκεκριμένοι μύες γιατί σύμφωνα με την αρχή της ισοδυναμίας του Bouisset (1973) η δραστηριότητα ενός συνόλου μυών μπορεί να εκφραστεί μέσω της δραστηριότητας ενός αντιπροσωπευτικού για τη συγκεκριμένη λειτουργία μυ. Η απόσταση μεταξύ των κέντρων των ηλεκτροδίων ήταν 1 mm., γιατί όσο μικρότερη είναι η απόσταση μεταξύ των ηλεκτροδίων, τόσο μικρότερη είναι η πιθανότητα συλλογής σήματος από κοντινούς μύες (Winter et al., 1994). Το ΗΜΓ ενισχύθηκε 1000 φορές για τις συχνότητες από 20 Hz έως 3kHz. Μετά τη μετατροπή του αναλογικού σήματος σε ψηφιακό με συχνότητα δειγματοληψίας 2000 Hz, αξιολογήθηκε ποσοτικά το ΗΜΓ. Τα ηλεκτρόδια καταγραφής για τον ΥΚν τοποθετήθηκαν κεντρικά, 2 εκατοστά κάτω από το σημείο όπου οι γαστέρες του γαστροκνημίου συνδέονται με τον Αχίλλειο τένοντα (Maganaris et al., 1998). Όσον αφορά στην ΕσΓ, τα ηλεκτρόδια τοποθετήθηκαν πάνω στην κεφαλή της γαστέρας, ενώ για τον 79

80 ΠΚν η τοποθέτηση έγινε παράλληλα στην κνήμη, στα 2/3 του μήκους της επάνω στη γαστέρα του μυός (Basmajian & Blumenstein, 1983) (σχήμα 8). Σχήμα 8: Σχηματική παράσταση των σημείων τοποθέτησης των ηλεκτροδίων στην ΕσΓ (αριστερά), στον ΠΚν (κέντρο) και στον ΥΚν (δεξιά). Τα όρια των γαστέρων εντοπίζονταν όταν ο εξεταζόμενος βρισκόταν σε θέση ακροστασίας, ενώ για τον εντοπισμό της γαστέρας του ΠΚν ο εξεταζόμενος εκτελούσε ισομετρική ραχιαία κάμψη. Η γείωση τοποθετήθηκε στο έσω σφυρό του αμφίπλευρου ποδιού. Οι περιοχές στις οποίες τοποθετήθηκαν τα ηλεκτρόδια είχαν προηγουμένως ξυριστεί και καθαριστεί με οινόπνευμα, διασφαλίζοντας έτσι δερματική αντίσταση μικρότερη των 2kΩ (Basmajian & DeLuca, 1985). Για την καλύτερη εφαρμογή των ηλεκτροδίων στο δέρμα του εξεταζόμενου εφαρμόστηκε ειδική κρέμα αγωγιμότητας (Ten20) στην επιφάνεια των ηλεκτροδίων. Η σταθερή τοποθέτηση των ηλεκτροδίων στο δέρμα του εξεταζόμενου εξασφαλίστηκε μετά από επικόλλησή τους με αυτοκόλλητο επίδεσμο. Η διαδικασία τοποθέτησης ήταν η ίδια για όλους τους εξεταζόμενους, ενώ γινόταν έλεγχος της σωστής θέσης των ηλεκτροδίων σε όλη τη διάρκεια της δοκιμασίας. Αφού αναδιπλώθηκε το ΗΜΓφικό σήμα, υπολογίστηκε το εύρος του με τη μέθοδο της ρίζας των μέσων τετραγώνων (RMS, root mean square) με χρονική σταθερά 10 ms. Η μέθοδος της ρίζας μέσων 80

81 τετραγώνων βασίζεται στη χρήση του τύπου: RMS 1 1 t T 2 2 m t m t dt, όπου m το ηλεκτρομυογραφικό σήμα T t στη μονάδα του χρόνου t, Τ η χρονική σταθερά υπολογισμού (Basmajian & de Luca, 1985). Συγκεκριμένα, υπολογίσθηκε το RMS EMG για χρονικό διάστημα 1/2 δευτερολέπτου ( 250ms πριν και 250 ms μετά την μέγιστη τιμή της ροπής) (Jubeau et al., 2006). Ο τρόπος υπολογισμού των μετρήσεων του ΗΜΓ μεταξύ των πειραματικών ομάδων, αναφέρεται στην «Εισαγωγή» και συγκεκριμένα στο κεφάλαιο των «Λειτουργικών ορισμών» Μέτρηση της συνδιέγερσης των ανταγωνιστών Η εκτίμηση της συνδιέγερσης του ΠΚν έγινε υπολογίζοντας το λόγο της ΗΜΓφικής δραστηριότητας του ΠΚν κατά την πελματιαία κάμψη προς την ΗΜΓφική δραστηριότητα του ίδιου μυός, όταν αυτός δρούσε ως κύριος αγωνιστής κατά τη διάρκεια μιας μέγιστης ισομετρικής σύσπασης (Maganaris et al., 1998). Συνδιέγερση= ΗΜΓ ΠΚν (ανταγωνιστή) κατά την πελματιαία κάμψη ΗΜΓ ΠΚν (αγωνιστή) κατά τη μέγιστη ισομετρική σύσπαση 3.5. Πρωτόκολλο κόπωσης Πριν από την έναρξη του πειράματος, ο εξεταστής υπενθύμιζε τον τρόπο με τον οποίο θα έπρεπε ο εξεταζόμενος να ωθεί το δυναμόμετρο, έτσι ώστε η ροπή που θα καταγραφόταν να μην είναι αποτέλεσμα ενεργοποίησης άλλων μυϊκών ομάδων. Κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου κόπωσης, ο εξεταζόμενος εκτελούσε μια ισομετρική πελματιαία κάμψη, ενεργοποιώντας τους οπίσθιους μύες της κνήμης, και παρήγαγε μέχρι εξαντλήσεως το 20% (σχήμα 9) και το 100% της ΜΙΔ (σχήμα 10). Μικρότερο ποσοστό από το 20% θεωρείται ότι μπορεί να κρατηθεί για παραπάνω από μια ώρα χωρίς να υπάρχει σημαντική πτώση της δύναμης (Jörgensen et al., 1988). Στο υπομέγιστο πρωτόκολλο κόπωσης, η εξάντληση ορίστηκε ως η ελάττωση της ροπής κατά 10% για 5 δευτερόλεπτα (Fuglevand et al., 1993). Αντίθετα, κατά τη μέγιστη παρατεταμένη ισομετρική πελματιαία κάμψη η εξάντληση ορίστηκε ως η ελάττωση της ροπής στο 50% της μέγιστης αρχικής (Kukulka et al., 1986a). 81

82 Σχήμα 9. Καταγραφή υπομέγιστου (20%) πρωτοκόλλου κόπωσης. Στη διάρκεια της δοκιμασίας ο εξεταζόμενος δεχόταν οπτική ανατροφοδότηση της παραγόμενης και επιδιωκόμενης ροπής μέσω οθόνης Η/Υ καθώς και ενθάρρυνση από τον εξεταστή, κυρίως στα τελευταία λεπτά του πρωτοκόλλου κόπωσης (Bigland-Ritchie et al., 1978). 82

83 Σχήμα 10. Καταγραφή μέγιστου (100%) πρωτοκόλλου κόπωσης Μέγιστο ισομετρικό τεστ μετά το πέρας του πρωτοκόλλου κόπωσης Αμέσως μετά το πρωτόκολλο κόπωσης οι δοκιμαζόμενοι εκτελούσαν μια μέγιστη ισομετρική πελματιαία κάμψη. Τα χαρακτηριστικά αυτών των μέγιστων δοκιμασιών δεν διέφεραν από εκείνα που εκτελούσαν οι εξεταζόμενοι πριν από το πρωτόκολλο κόπωσης. Ο λόγος για τον οποίο εκτελέστηκαν αυτά τα τεστ ήταν για να διαπιστωθεί η επίδραση της ηλικίας και της έντασης του πρωτοκόλλου κόπωσης στην πτώση της ΜΙΔ των πελματιαίων καμπτήρων Προκλητή διέγερση. Ο ερεθισμός του κνημιαίου νεύρου (ΚνΝ) έγινε με διπολικά ηλεκτρόδια επιφανείας. Η διάρκεια του ηλεκτρικού ερεθίσματος ήταν 1ms (τετραγωνικός παλμός στα 200Hz) (Grosset et al., 2008). Η εφαρμογή των ηλεκτροδίων στο δέρμα έγινε με ειδικό ζελέ αγωγιμότητας (Zero Gel). Για τη διέγερση του ΚνΝ τοποθετήθηκε η κάθοδος (ανθρακούχο λατέξ διαμέτρου 15 mm) στον ιγνυακό βόθρο εξωτερικά, ενώ η άνοδος (ανθρακούχο λατέξ διαστάσεων mm) εφαρμόστηκε 2-3 cm πάνω από την επιγονατίδα. Ο εντοπισμός του νεύρου έγινε με μικρές μετατοπίσεις της καθόδου και με 83

84 ελαφρά άσκηση πίεσης. Τόσο η άνοδος όσο και η κάθοδος σταθεροποιήθηκε με αυτοκόλλητο επίδεσμό, ώστε να εξασφαλιστούν οι ίδιες συνθήκες ερεθισμού καθ όλη τη διάρκεια του πειράματος Μέγιστο Μ-κύμα Για την πρόκληση του μέγιστου Μ-κύματος (M max ) εφαρμόστηκε ένας ερεθισμός υπερμέγιστης έντασης (130% του μέγιστου). Ο προσδιορισμός της έντασης έγινε αυξάνοντας σταδιακά την ένταση ερεθισμού. Όταν το δυναμικό του Μ-κύματος έφτανε σε πλατό (δηλαδή δεν αυξανόταν παραπάνω) δίνονταν επιπλέον τάσης ρεύματος 30%.Από το Μ-κύμα, υπολογίσθηκε τόσο η διάρκεια (Duration) όσο και το εύρος (η απόσταση από την θετική ως την αρνητική κορυφή, peak to peak ή amplitude) (σχήμα 11). Δυναμικό Δράσης (Peak to Peak) Διάρκεια Σύσπασης (Contraction Time) Σημείο ερεθισμού Σχήμα 11: Σχηματική παράσταση του Μ-κύματος Μέγιστη προκλητή ροπή. Η προκλητή ροπή καταγραφόταν μετά από ένα μονό ερεθισμό του ΚνΝ στα επίπεδα της έντασης που επιτεύχθηκε το M max. Από την προκλητή ροπή, υπολογίσθηκε α) η μέγιστη προκλητή ροπή (twitch peak torque), β) ο χρόνος σύσπασης (contraction time), γ) ο ½ χρόνος χαλάρωσης (half relaxation time) και δ) η ηλεκτρομηχανική καθυστέρηση (electromechanical delay) (σχήμα 12). 84

85 ΗΜΚ Μέγιστη Τιμή Nm ½ χρόνου χαλάρωση Χρόνος σύσπασης Χρόνος (msec) Σχήμα 12: Σχηματική παράσταση της προκλητής ροπής και των μηχανικών και ελαστικών ιδιοτήτων της Βαθμός ενεργοποίησης των κινητικών μονάδων. Ο βαθμός ενεργοποίησης των κινητικών μονάδων υπολογίσθηκε με τη μέθοδο της παρεμβαλλόμενης προκλητής διέγερσης (twitch-interpolation method), που στην προκείμενη έρευνα επιτεύχθηκε με μονό υπερμέγιστο ερεθισμό, κατά τη διάρκεια μέγιστης βουλητικής ισομετρικής λειτουργίας. (Gandevia, 2001) (σχήμα 13). Σημείο Πλήξης Σχήμα 13: Σχηματική παράσταση της μεθόδου της παρεμβαλλόμενης προκλητής διέγερσης. 85

86 3.11. Πειραματική διαδικασία Πριν από την έναρξη της εξέτασης γινόταν ενημέρωση για το περιεχόμενο της μέτρησης και συμπληρωνόταν η κάρτα του εξεταζόμενου. Σε αυτήν καταγράφηκαν τα φυσικά χαρακτηριστικά, καθώς και άλλα στοιχεία που αφορούσαν το πόδι προτίμησης, τη συχνότητα άθλησης, παλαιότερους τραυματισμούς κλπ. Σημειώνεται ότι παράλληλα με την ενημέρωση για την πειραματική διαδικασία, γινόταν σαφές σε κάθε εξεταζόμενο ότι μπορούσε να αποχωρήσει από την εξέταση αν ένοιωθε οποιαδήποτε ενόχληση. Κατόπιν, ακολουθούσε μια σύντομη προθέρμανση (5-8 min) για τους οπίσθιους μύες της κνήμης, έτσι ώστε να αποφευχθούν ενδεχόμενοι τραυματισμοί ή κράμπες, κατά τη διάρκεια τόσο της ΜΙΔ όσο και της παρατεταμένης ισομετρικής σύσπασης. Στη συνέχεια τοποθετούνταν τα ηλεκτρόδια καταγραφής και ερεθισμού με τον τρόπο που περιγράφηκε παραπάνω. Μετά την προθέρμανση, σε κατάστασης ηρεμίας καταγραφόταν το Μ max και παράλληλα η προκλητή ροπή κάθε εξεταζόμενου. Ακολουθούσε η δοκιμασία της ΜΙΔ, τόσο των πελματιαίων όσο και των ραχιαίων καμπτήρων, όπου καταγραφόταν η ροπή και το ΗΜΓ της ΕσΓ, του ΥΚν και του ΠΚν μυός. Στο τέλος της πρώτης ενότητας ζητήθηκε από τους εξεταζόμενους να εκτελέσουν μία ακόμη μέγιστη ισομετρική πελματιαία κάμψη, έτσι ώστε μέσω της τεχνικής της παρεμβαλλόμενης προκλητής διέγερσης, να ελεγχθεί ο βαθμός ενεργοποίησης των κινητικών μονάδων. Πριν από την έναρξη της δοκιμασίας της κόπωσης μεσολαβούσε διάλειμμα 10 λεπτών για τον εξεταζόμενο. Στο διάστημα αυτό γίνονταν: α) έλεγχος των ηλεκτροδίων β) υπολογισμός του 20% της ΜΙΔ (για όσους εξεταζόμενους θα πραγματοποιούσαν το υπομέγιστο πρωτόκολλο κόπωσης) και γ) ενημέρωση του εξεταζόμενου για τη δύναμη που έπρεπε να εφαρμόζει κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου κόπωσης. Έπειτα από 10 λεπτά ο κάθε εξεταζόμενος εκτελούσε το πρωτόκολλο κόπωσης στο ανατομικό μηδέν της ποδοκνημικής άρθρωσης. Στη διάρκεια της δοκιμασίας καταγραφόταν συνεχώς η ροπή και το ΗΜΓ (πρωταγωνιστών ανταγωνιστή). Αμέσως μετά, σε κατάσταση ηρεμίας, καταγραφόταν το Μ max και παράλληλα η προκλητή ροπή κάθε εξεταζόμενου. Στη συνέχεια, χωρίς διάλειμμα ξεκινούσε το πρωτόκολλο αποκατάστασης με τις 3 μέγιστες πελματιαίες κάμψεις ανά 3 λεπτά. Κατά την διάρκεια της πρώτης μέγιστης προσπάθειας του πρωτοκόλλου 86

87 της αποκατάστασης θα δίνονταν μονός ερεθισμός, ώστε να διαπιστωθεί ο βαθμός μεταβολής της ενεργοποίησης των κινητικών μονάδων. Μετά το τέλος της δοκιμασίας ακολουθούσε η αποθεραπεία και οι διατάσεις των οπίσθιων κνημιαίων μυών. Η πειραματική διαδικασία (πίνακας 2) διαρκούσε συνολικά περίπου μια ώρα για το και σαρανταπέντε λεπτά για κάθε εξεταζόμενο. Πίνακας 2: Πειραματική διαδικασία και χρονοδιάγραμμα εξέτασης κατά προσέγγιση. Βήμα Περιγραφή Διάρκεια 1 ο Πρόγραμμα προσαρμογής και εξοικείωσης 2 ο Συμπλήρωση στοιχείων εξεταζόμενου και σχετική ενημέρωση 5 λεπτά 3 ο Προθέρμανση 8 λεπτά 4 ο Τοποθέτηση ηλεκτροδίων καταγραφής 10 λεπτά 5 ο Τοποθέτηση ηλεκτροδίων ερεθισμού 10 λεπτά 6 ο Μmax & Προκλητή ροπή 10 λεπτά 7 ο Μέγιστο ισομετρικό τεστ (ραχιαίας κάμψης) 10 λεπτά 8 ο Μέγιστο ισομετρικό τεστ (πελματιαίας κάμψης) 10 λεπτά 9 ο Μέθοδος παρεμβαλλόμενης προκλητής διέγερσης 5 λεπτά 10 ο Διάλλειμα και έλεγχος 10 λεπτά 11 ο Πρωτόκολλο κόπωσης (πελματιαία κάμψη) ~10 λεπτά 12 ο Μmax & Προκλητή ροπή >10 δευτ. 13 ο Μέθοδος παρεμβαλλόμενης προκλητής διέγερσης >10 δευτ. 14 ο Πρωτόκολλο αποκατάστασης 6 λεπτά 15 ο Αποθεραπεία και διατάσεις 10 λεπτά Σύνολο 105 λεπτά Οι μετρήσεις έγιναν στο εργαστήριο Προπονητικής και Αθλητικής Απόδοσης του Τμήματος Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, σε ελεγχόμενες συνθήκες θορύβου, θερμοκρασίας και υγρασίας Στατιστική ανάλυση Κατ αρχήν, υπολογίστηκε ο μέσος όρος (± τυπική απόκλιση) των εξαρτημένων μεταβλητών (πίνακας 3). Η σύγκριση των αποτελεσμάτων πριν και μετά το πρωτόκολλο κόπωσης έγινε με ανάλυση διακύμανσης διπλής κατεύθυνσης (two-way ANOVA), με επαναλαμβανόμενες μετρήσεις ως προς τον παράγοντα 87

88 μέτρηση (πριν-μετά). Η σύγκριση των αποτελεσμάτων κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου κόπωσης και αποκατάστασης έγινε με ανάλυση διακύμανσης διπλής κατεύθυνσης (ANOVA), με επαναλαμβανόμενες μετρήσεις ως προς τον παράγοντα χρόνο. Όπου εντοπίστηκαν κύριες επιδράσεις, διερευνήθηκαν με posthoc Scheffe. Για τις εντός της ομάδος πολλαπλές συγκρίσεις έγινε η διόρθωση του Bonferroni. Το επίπεδο σημαντικότητας ορίσθηκε στο p Οι παραπάνω στατιστικές αναλύσεις πραγματοποιήθηκαν τόσο για το μέγιστο όσο και για το υπομέγιστο πρωτόκολλο κόπωσης. Πίνακας 3: Οι εξαρτημένες και οι ανεξάρτητες μεταβλητές. Ανεξάρτητες μεταβλητές Εξαρτημένες μεταβλητές Ηλικία 2 επίπεδα: Ενήλικες Προέφηβοι Χρόνος Αντοχής 10 επίπεδα: 0-10% 11-20% 21-30% 31-40% 41-50% 51-60% 61-70% 71-80% 81-90% % Μέτρηση 2 επίπεδα: Πριν από την κόπωση Αμέσως μετά την κόπωση Χρόνος Αποκατάστασης 3 επίπεδα: 0 (αμέσως μετά την κόπωση) 3 λεπτά μετά την κόπωση 6 λεπτά μετά την κόπωση Ροπή Προκλητή Ροπή ΗΜΓ ΠΚν ΗΜΓ ΕσΓ ΗΜΓ ΥΚν ΗΜΚ ΕσΓ ΗΜΚ ΥΚν Χρόνος σύσπασης Χρόνος χαλάρωσης Επίπεδο ενεργοποίησης των κινητικών μονάδων Χρόνος εξάντλησης του πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) Εύρος Μ-κύματος ΕσΓ Εύρος Μ-κύματος ΥΚν Διάρκεια Μ-κύματος ΕσΓ Διάρκεια Μ-κύματος ΥΚν 88

89 4. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ 4.1. Τεστ αξιοπιστίας Σε ορισμένους από τους εξεταζόμενους έγινε τεστ αξιοπιστίας των μετρήσεων της ροπής, του ΗΜΓ, της προκλητής ροπής, του M max και του βαθμού της ενεργοποίησης μέσω της τεχνικής της παρεμβαλλόμενης διέγερσης. Εκτελέστηκαν δύο μετρήσεις με μεταξύ τους χρονικό διάστημα 2-3 ημέρες. Δεν παρατηρήθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ πρώτης και δεύτερης μέτρησης για καμία από τις παραπάνω μεταβλητές (p>0.05). Το τεστ που χρησιμοποιήθηκε για την αξιοπιστία των μετρήσεων ήταν το Intraclass Corelation Coefficient (ICC) ο βαθμός αξιοπιστίας κυμάνθηκε από r=0.85 έως r= Ροπή Μέγιστο Πρωτόκολλο Απόλυτες τιμές της ροπής πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι απόλυτες τιμές της ροπής (Nm) πριν το μέγιστο πρωτόκολλο ήταν 183,63±28,28 και 90,11±31,58 για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Οι αντίσοτιχες τιμές μετά το ρωτόκολλο κόπωσης ήταν 94,94±21,24 και 45,18±19,07. Υπήρξε σημαντική επίδραση της ηλικίας (F (1,18) =42,49 p 0.01) και της μέτρησης (F (1,18) =230,16 p 0.001) στη διαφοροποίηση της ροπής σε απόλυτες τιμές πριν και μετά το τέλος του πρωτοκόλλου κόπωσης. Υπήρξε επίσης και σημαντική αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων (F (1,18) =25,57 p 0.01). Από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε στατιστικά σημαντική πτώση της ροπής και για τις δύο ηλικιακές ομάδες μετά το πρωτόκολλο κόπωσης (p 0.01). Επίσης, η ροπή των ενηλίκων ήταν σημαντικά υψηλότερη έναντι εκείνης των προεφήβων, τόσο πριν όσο και μετά το τέλος των πρωτοκόλλων της κόπωσης (p 0.01) (γράφημα 1). 89

90 Ροπή (Nm) ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Πριν Πρωτ.Κοπωσης Μετά Πρωτ. Κόπωσης Προσπάθεια Γράφημα 1: Μέγιστη ισομετρική πελματιαία κάμψη πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης, = στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των πειραματικών ομάδων) Σχετικές τιμές της ροπής πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι σχετικές τιμές της ροπής (Nm/Kg) πριν το μέγιστο πρωτόκολλο ήταν 2,47±0,29 και 1,73±0,20 για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Οι αντίσοτιχες τιμές μετά το ρωτόκολλο κόπωσης ήταν 1,28±0,23 και 0,89±0,13. Όταν οι τιμές της ροπής ομαλοποιήθηκαν ως προς τη σωματική μάζα υπήρξε σημαντική επίδραση της ηλικίας (F (1,18) =47,35 p 0.001) και της μέτρησης (F (1,18) =254,33 p 0.001) στη διαφοροποίηση της ροπής σε σχετικές τιμές πριν και μετά το τέλος του πρωτοκόλλου κόπωσης. Υπήρξε επίσης και σημαντική αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων (F (1,18) =8,91 p 0.05). Από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε στατιστικά σημαντική πτώση της ροπής και για τις δύο ηλικιακές ομάδες μετά το πρωτόκολλο κόπωσης (p 0.01). Επίσης, η ροπή των ενηλίκων ήταν σημαντικά υψηλότερη έναντι εκείνης των προεφήβων, τόσο πριν όσο και μετά το τέλος της κόπωσης (p 0.01) (γράφημα 2). 90

91 4 3 Ροπή/Σωμ.Μάζα (%) 2 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ 1 0 Πριν Πρωτ.Κοπωσης Μετά Πρωτ. Κόπωσης Προσπάθεια Γράφημα 2: Μέγιστη ισομετρική πελματιαία κάμψη πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (σχετικές τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης, = στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των πειραματικών ομάδων) Ποσοστιαίες τιμές της ροπής πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Το ποσοστό της ροπής μετά το μέγιστο πρωτόκολλο κόπωσης ήταν 48,66±2,27% και 52,63±6,26% για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Δεν υπήρξε σημαντική επίδραση της ηλικίας (p>0.05). Ωστόσο, και οι δύο ηλικιακές ομάδες παρουσίασαν σημαντική πτώση της ροπής (F (1,18) =2137,7 p 0.001) (γράφημα 3). 91

92 Ροπή (%) 60 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Πριν Πρωτ.Κοπωσης Προσπάθεια Μετά Πρωτ. Κόπωσης Γράφημα 3: Μέγιστη ισομετρική πελματιαία κάμψη πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης) Απόλυτες τιμές της ροπής κατά την διάρκεια του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Υπήρξε σημαντική επίδραση της ηλικίας (F (1,18) =28,64 p 0.01) και της μέτρησης (F (9,162) ==76,46 p 0.001) στη διαφοροποίηση της ροπής σε απόλυτες τιμές κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου κόπωσης. Υπήρξε επίσης και σημαντική αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων (F (9,162) =10,78 p 0.01). Από την posthoc Scheffe ανάλυση φάνηκε στατιστικά σημαντική πτώση της ροπής και για τις δύο ηλικιακές ομάδες κατά την κόπωση (p 0.01). Συγκεκριμένα, σε σχέση με την αρχική ροπή του πρωτοκόλλου, οι άνδρες παρουσίασαν στατιστικά σημαντική διαφορά από το 30% του χρόνου εξάντλησης του πρωτοκόλλου ενώ οι προέφηβοι από το 80%. Επίσης, η ροπή των ενηλίκων ήταν σημαντικά υψηλότερη έναντι εκείνης των προεφήβων, σε όλη τη διάρκεια του πρωτοκόλλου (p 0.01) (γράφημα 4). 92

93 200 Ροπή (Nm) ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ αρχική 100 Χρόνος (%) Γράφημα 4: Μέγιστη ισομετρική πελματιαία κάμψη στην διάρκεια του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης, = στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των πειραματικών ομάδων) Σχετικές τιμές της ροπής κατά την διάρκεια του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Υπήρξε σημαντική επίδραση της ηλικίας (F (1,18) =25,59 p 0.001) και της μέτρησης (F (9,162) ==65,06 p 0.001) στη διαφοροποίηση της ροπής σε σχετικές τιμές κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου κόπωσης. Υπήρξε επίσης και σημαντική αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων (F (9,162) =5,09 p 0.001). Από την posthoc Scheffe ανάλυση φάνηκε στατιστικά σημαντική πτώση της ροπής και για τις δύο ηλικιακές ομάδες κατά την κόπωση (p 0.01). Συγκεκριμένα, σε σχέση με την αρχική ροπή του πρωτοκόλλου, οι άνδρες παρουσίασαν στατιστικά σημαντική διαφορά από το 30% του χρόνου εξάντλησης του πρωτοκόλλου ενώ οι προέφηβοι από το 70%. Επίσης, η σχετική ροπή των ενηλίκων ήταν σημαντικά υψηλότερη έναντι εκείνης των προεφήβων, σε όλη τη διάρκεια του πρωτοκόλλου (p 0.01) (γράφημα 5). 93

94 4 3 Ροπή/Σωμ. Μάζα 2 (Nm/Kg) ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ 1 0 αρχική 100 Χρόνος (%) Γράφημα 5: Μέγιστη ισομετρική πελματιαία κάμψη στη διάρκεια του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (σχετικές τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης, = στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των πειραματικών ομάδων) Ποσοστιαίες τιμές της ροπής κατά την διάρκεια του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Όσον αφορά την ποσοστιαία μεταβολή της ροπής κατά την κόπωση υπήρξε σημαντική επίδραση της ηλικίας (F (1,18) =12,19 p 0.01) και της μέτρησης (F (9,162) =152,48 p 0.001). Οι δύο παράγοντες εμφάνισαν ακόμη και στατιστικά σημαντική αλληλεπίδραση (F (9,162) =7,29 p 0.01). Από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε στατιστικά σημαντική πτώση της ροπής και για τις δύο ηλικιακές ομάδες κατά την κόπωση (p 0.01). Συγκεκριμένα, σε σχέση με την αρχική ροπή του πρωτοκόλλου, οι άνδρες παρουσίασαν στατιστικά σημαντική διαφορά από το 30% του χρόνου εξάντλησης του πρωτοκόλλου, ενώ οι προέφηβοι από το 50%. Σημαντικό στοιχείο ήταν η διαφοροποίηση των δύο ηλικιακών ομάδων μεταξύ 30%-50% του χρόνου εξάντλησης (p 0.05). Η ροπή των ενηλίκων στο διάστημα αυτό ήταν σημαντικά χαμηλότερη έναντι εκείνης των προεφήβων, πράγμα που φανερώνει την ταχύτερη κόπωση των ενηλίκων κατά τη διάρκεια του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (γράφημα 6). 94

95 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Ροπή (%αρχικής) αρχική 100 Χρόνος (%) Γράφημα 6: Μέγιστη ισομετρική πελματιαία κάμψη στη διάρκεια του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης, = στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των πειραματικών ομάδων) Απόλυτες τιμές της ροπής κατά την διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης Οι απόλυτες τιμές της ροπής (Νm) κατά την αποκατάσταση για τους άντρες ήταν 94,94±21,24, 153,02±30,01, 169,41±30,85 για αμέσως μετά την κόπωση, στο 3 ο και 6 ο λεπτό του πρωτοκόλλου της αποκατάστασης αντίστοιχα. Οι αντίστοιχες τιμές για τα αγόρια ήταν 45,18±19,07, 77,42±30,29 και 78,54±21,86. Σημαντική ήταν η επίδραση της ηλικίας (F (1,18) =41,91 p 0.01) και της μέτρησης (F (3,54) =230,16 p 0.001) στην αποκατάσταση της ροπής. Η αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων ήταν στατιστικά σημαντική (F (3,54) =14,13 p 0.001) και από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε ότι οι προέφηβοι αποκαταστάθηκαν γρηγορότερα από τους ενήλικες. Πιο συγκεκριμένα σε σχέση με την αρχική τιμή, οι ενήλικες παρουσιάζουν στατιστικά σημαντική διαφορά μέχρι το 3 ο λεπτό της αποκατάστασης (p 0.05). Επίσης σε όλη τη διάρκεια της αποκατάστασης οι άντρες είχαν υψηλότερες τιμές σε σχέση με τους προέφηβους (p 0.05) (γράφημα 7). 95

96 Ροπή (Nm) ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Μέγιστο 0 λεπτό 3 λεπτό 6 λετπό Προσπάθεια Γράφημα 7: Μέγιστη ισομετρική πελματιαία κάμψη στη διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης (απόλυτες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των μετρήσεων, = στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των πειραματικών ομάδων) Σχετικές τιμές της ροπής κατά την διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης Οι σχετικές τιμές της ροπής κατά την αποκατάσταση για τους άντρες ήταν 1,28±0,23, 2,06±0,27, 2,29±0,26 για αμέσως μετά την κόπωση, στο 3 ο και 6 ο λεπτό του πρωτοκόλλου της αποκατάστασης αντίστοιχα. Οι αντίστοιχες τιμές για τα αγόρια ήταν 0,89±0,13, 1,48±0,29 και 1,51±0,17.Σημαντική ήταν η επίδραση της ηλικίας (F (1,18) =46,74 p 0.001) και της μέτρησης (F (3,54) =103,62 p 0.001) στην αποκατάσταση της σχετικής ροπής. Η αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων ήταν στατιστικά σημαντική (F (3,54) =4,65 p 0.01) και από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε ότι οι προέφηβοι αποκαταστάθηκαν γρηγορότερα από τους ενήλικες. Συγκεκριμένα σε σχέση με την αρχική τιμή, οι ενήλικες παρουσιάζουν στατιστικά σημαντική διαφορά μέχρι το 3 ο λεπτό της αποκατάστασης (p 0.05). Επίσης σε όλη την διάρκεια της αποκατάστασης οι άντρες είχαν υψηλότερες τιμές σε σχέση με τους προέφηβους (p 0.05) (γράφημα 8). 96

97 4 3 Ροπή/Σωμ.Μαζα (%) 2 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ 1 0 Μέγιστο 0 λεπτό 3 λεπτό 6 λετπό Προσπάθεια Γράφημα 8: Μέγιστη ισομετρική πελματιαία κάμψη στη διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης (σχετικές τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των μετρήσεων, = στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των πειραματικών ομάδων) Ποσοστιαίες τιμές της ροπής κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης Οι ποσοστιαίες τιμές της ροπής κατά την αποκατάσταση για τους άντρες ήταν 48,66±2,27%, 80,60±7,02%, 91,40±5,81% για αμέσως μετά την κόπωση, στο 3 ο και 6 ο λεπτό του πρωτοκόλλου της αποκατάστασης αντίστοιχα. Οι αντίστοιχες τιμές για τα αγόρια ήταν 52,63±6,26%, 92,15±1,81% και 97,53±2,27%.Σημαντική ήταν η επίδραση της ηλικίας (F (1,18) =16,13 p 0.01) και της μέτρησης (F (3,54) =579,25 p 0.001) στην αποκατάσταση της ροπής (ποσοστιαίες τιμές). Η αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων ήταν στατιστικά σημαντική (F (3,54) =6,81 p 0.001) και από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε ότι οι προέφηβοι αποκαταστάθηκαν γρηγορότερα από τους ενήλικες (p 0.05). Συγκεκριμένα σε σχέση με την αρχική τιμή, οι ενήλικες παρουσιάζουν στατιστικά σημαντική διαφορά μέχρι το 3 ο λεπτό της αποκατάστασης. Επίσης στο 3 ο λεπτό της αποκατάστασης οι ενήλικες έχουν στατιστικά μεγαλύτερο ποσοστό πτώσης της ροπής σε σχέση με τους προέφηβους (p 0.05) (γράφημα 9). 97

98 Ροπή (%) 60 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Μέγιστο 0 λεπτό 3 λεπτό 6 λετπό Προσπάθεια Γράφημα 9: Μέγιστη ισομετρική πελματιαία κάμψη στη διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των μετρήσεων, = στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των πειραματικών ομάδων). Υπομέγιστο Πρωτόκολλο Απόλυτες τιμές της ροπής πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι απόλυτες τιμές της ροπής (Nm) πριν το υπομέγιστο πρωτόκολλο ήταν 189,25±17,29 και 101,52±12,10 για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Οι αντίσοτιχες τιμές μετά το ρωτόκολλο κόπωσης ήταν 94,02±9,92 και 58,32±8,42.Υπήρξε σημαντική επίδραση της ηλικίας (F (1,18) =111,35 p 0.01) και της μέτρησης (F (1,18) =374,3 p 0.001) στη διαφοροποίηση της ροπής σε απόλυτες τιμές πριν και μετά το τέλος του πρωτοκόλλου κόπωσης. Υπήρξε, επίσης, και σημαντική αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων (F (1,18) =52,87 p 0.01). Από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε στατιστικά σημαντική πτώση της ροπής και για τις δύο ηλικιακές ομάδες μετά το πρωτόκολλο κόπωσης (p 0.01). Επίσης, η ροπή των ενηλίκων ήταν σημαντικά υψηλότερη έναντι εκείνης των προεφήβων, τόσο πριν όσο και μετά το τέλος της κόπωσης (p 0.01) (γράφημα 10). 98

99 Ροπή (Nm) ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Πριν Πρωτ.Κοπωσης Μετά Πρωτ. Κόπωσης Προσπάθεια Γράφημα 10: Μέγιστη ισομετρική πελματιαία κάμψη πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης, = στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των πειραματικών ομάδων). Οι απόλυτες τιμές της ροπής κατά την αποκατάσταση για τους άντρες ήταν 94,02±9,92, 153,04±13,04, 172,88±20,17 για αμέσως μετά την κόπωση, στο 3 ο και 6 ο λεπτό του πρωτοκόλλου της αποκατάστασης αντίστοιχα. Οι αντίστοιχες τιμές για τα αγόρια ήταν 58,32±8,42, 76,44±9,63 και 96,31±10,64. Σημαντική ήταν η επίδραση της ηλικίας (F (1,18) =131,16 p 0.01) και της μέτρησης (F (3,54) =156,08 p 0.001) στην αποκατάσταση της ροπής. Η αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων ήταν στατιστικά σημαντική (F (3,54) =22,06 p 0.001) και από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε ότι οι προέφηβοι αποκαταστάθηκαν γρηγορότερα από τους ενήλικες (p 0.05), και ότι σε όλη την διάρκεια της αποκατάστασης οι άντρες είχαν υψηλότερες τιμές σε σχέση με τους προέφηβους (p 0.05) (γράφημα 11). 99

100 Ροπή (Nm) ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Μέγιστο 0 λεπτό 3 λεπτό 6 λετπό Προσπάθεια Γράφημα 11: Μέγιστη ισομετρική πελματιαία κάμψη κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης (απόλυτες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των μετρήσεων, = στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των πειραματικών ομάδων) Σχετικές τιμές της ροπής πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι σχετικές τιμές της ροπής (Nm/Kg) πριν το υπομέγιστο πρωτόκολλο ήταν 2,44±0,23 και 1,69±0,24 για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Οι αντίσοτιχες τιμές μετά το ρωτόκολλο κόπωσης ήταν 1,24±0,10 και 0,97±0,13. Υπήρξε σημαντική επίδραση της ηλικίας (F (1,18) =32,77 p 0.001) και της μέτρησης (F (1,18) =504,13 p 0.001) στη διαφοροποίηση της ροπής σε σχετικές τιμές πριν και μετά το τέλος του πρωτοκόλλου κόπωσης. Υπήρξε επίσης και σημαντική αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων (F (1,18) =30,70 p 0.001). Από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε στατιστικά σημαντική πτώση της ροπής και για τις δύο ηλικιακές ομάδες μετά το πρωτόκολλο κόπωσης (p 0.01). Επίσης, η ροπή των ενηλίκων ήταν σημαντικά υψηλότερη έναντι εκείνης των προεφήβων, τόσο πριν όσο και μετά το τέλος της κόπωσης (p 0.01) (γράφημα 12). 100

101 4 3 Ροπή/Σωμ.Μάζα (%) 2 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ 1 0 Πριν Πρωτ.Κοπωσης Μετά Πρωτ. Κόπωσης Προσπάθεια Γράφημα 12: Μέγιστη ισομετρική πελματιαία κάμψη πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (σχετικές τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης, = στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των πειραματικών ομάδων). Οι σχετικές τιμές της ροπής κατά την αποκατάσταση για τους άντρες ήταν 1,24±0,10, 1,98±0,22, 2,23±0,26 για αμέσως μετά την κόπωση, στο 3 ο και 6 ο λεπτό του πρωτοκόλλου της αποκατάστασης αντίστοιχα. Οι αντίστοιχες τιμές για τα αγόρια ήταν 0,97±0,13, 1,28±0,24 και 1,60±0,19. Σημαντική ήταν η επίδραση της ηλικίας (F (1,18) =37,9 p 0.001) και της μέτρησης (F (3,54) =155,44 p 0.001) στην αποκατάσταση της ροπής. Η αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων ήταν στατιστικά σημαντική (F (3,54) =9,96 p 0.001) και από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε ότι οι προέφηβοι αποκαταστάθηκαν γρηγορότερα από τους ενήλικες. Συγκεκριμένα σε σχέση με την αρχική τιμή, οι ενήλικες παρουσιάζουν στατιστικά σημαντική διαφορά μέχρι το 3 ο λεπτό της αποκατάστασης (p 0.05). Επίσης σε όλη την διάρκεια της αποκατάστασης οι άντρες είχαν υψηλότερες τιμές σε σχέση με τους προέφηβους (p 0.05) (γράφημα 13). 101

102 4 3 Ροπή/Σωμ.Μάζα (%) 2 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ 1 0 Μέγιστο 0 λεπτό 3 λεπτό 6 λετπό Προσπάθεια Γράφημα 13: Μέγιστη ισομετρική πελματιαία κάμψη κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης (σχετικές τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των μετρήσεων, = στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των πειραματικών ομάδων) Ποσοστιαίες τιμές της ροπής πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Το ποσοστό της ροπής μετά το υπομέγιστο πρωτόκολλο κόπωσης ήταν 49,87±5,12% και 53,91±3,15% για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Δεν υπήρξε σημαντική επίδραση της ηλικίας (p>0.05). Ωστόσο, και οι δύο ηλικιακές ομάδες παρουσίασαν σημαντική πτώση της ροπής (F (1,18) =1631,72 p 0.001) (γράφημα 14). 102

103 Ροπή (%) 60 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Πριν Πρωτ.Κοπωσης Μετά Πρωτ. Κόπωσης Προσπάθεια Γράφημα 14: Μέγιστη ισομετρική πελματιαία κάμψη πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης). Οι ποσοστιαίες τιμές της ροπής κατά την αποκατάσταση για τους άντρες ήταν 49,87±5,12%, 80,30±4,07%, 91,25±4,40% για αμέσως μετά την κόπωση, στο 3 ο και 6 ο λεπτό του πρωτοκόλλου της αποκατάστασης αντίστοιχα. Οι αντίστοιχες τιμές για τα αγόρια ήταν 53,91±3,15%, 89,28±3,16% και 95,01±3,86%. Σημαντική ήταν η επίδραση της ηλικίας (F (1,18) =12,80 p 0.01) και της μέτρησης (F (3,54) =584,30 p 0.001) στην αποκατάσταση της ροπής. Η αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων ήταν στατιστικά σημαντική (F (3,54) =4,36 p 0.001) και από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε ότι οι προέφηβοι αποκαταστάθηκαν γρηγορότερα από τους ενήλικες (p 0.05). Συγκεκριμένα σε σχέση με την αρχική τιμή, οι ενήλικες παρουσιάζουν στατιστικά σημαντική διαφορά μέχρι το 6 ο λεπτό της αποκατάστασης ενώ οι προέφηβοι μέχρι το 3 ο. Επίσης στο 3 ο λεπτό της αποκατάστασης οι ενήλικες έχουν στατιστικά μεγαλύτερο ποσοστό πτώσης της ροπής σε σχέση με τους προέφηβους (p 0.05) (γράφημα 15). 103

104 Ροπή (%) 60 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Μέγιστο 0 λεπτό 3 λεπτό 6 λετπό Προσπάθεια Γράφημα 15: Μέγιστη ισομετρική πελματιαία κάμψη κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των μετρήσεων, = στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των πειραματικών ομάδων) Ηλεκτρομυογραφική δραστηριότητα αγωνιστών και ανταγωνιστών μυών κατά την πελματιαία κάμψη. Μέγιστο Πρωτόκολλο Ποσοστιαία μεταβολή της ηλεκτρομυογραφικής δραστηριότητας της ΕσΓ κατά την διάρκεια του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Όσον αφορά στη ποσοστιαία μεταβολή της ηλεκτρομυογραφικής δραστηριότητας του γαστροκνημίου κατά τη διάρκεια της κόπωσης υπήρξε σημαντική επίδραση της ηλικίας (F (1,18) =8,15 p 0.05) και της μέτρησης (F (9,162) =154,36 p 0.001). Οι δύο παράγοντες εμφάνισαν ακόμη και στατιστικά σημαντική αλληλεπίδραση (F (9,162) =5,89 p 0.01). Από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε στατιστικά σημαντική πτώση της δραστηριότητας του γαστροκνημίου και για τις δύο ηλικιακές ομάδες κατά την κόπωση (p 0.05). Συγκεκριμένα, σε σχέση με την αρχική ηλεκτρομυογραφική δραστηριότητα του πρωτοκόλλου, οι άνδρες παρουσίασαν στατιστικά σημαντική διαφορά από το 30% του χρόνου εξάντλησης του πρωτοκόλλου ενώ οι προέφηβοι από το 40%. Σημαντικό στοιχείο ήταν η διαφοροποίηση των δύο ηλικιακών ομάδων μεταξύ 30%-50% του χρόνου εξάντλησης (p 0.05). Στο διάστημα αυτό η δραστηριότητα του γαστροκνημίου των ενηλίκων ήταν σημαντικά χαμηλότερη έναντι εκείνης των προεφήβων, πράγμα που 104

105 φανερώνει την ταχύτερη κόπωση των ενηλίκων κατά τη διάρκεια του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (γράφημα 16). Γαστροκνήμιος ΗΜΓ 60 (%αρχικής) ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ αρχική 100 Χρόνος (%) Γράφημα 16: Ποσοστιαία μεταβολή του ΗΜΓ της ΕσΓ κατά τη διάρκεια του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης, = στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των πειραματικών ομάδων) Ποσοστιαία μεταβολή της ηλεκτρομυογραφικής δραστηριότητας της ΕσΓ μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Το ποσοστό της ΕσΓ μετά το τέλος του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης ήταν 57,61±6,85% και 62,87±6,86% για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Η ηλεκτρομυογραφική δραστηριότητα του γαστροκνημίου μειώθηκε στατιστικά σημαντικά μετά το τέλος του πρωτοκόλλου κόπωσης (F (1,18) =642,95 p 0.001) και δεν υπήρχε επίδραση της ηλικίας (p>0.05)(γράφημα 17). 105

106 Γαστροκνήμιος ΗΜΓ (%αρχικής) 60 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Πριν Πρωτ.Κοπωσης Μετά Πρωτ. Κόπωσης Προσπάθεια Γράφημα 17: Ποσοστιαία μεταβολή του ΗΜΓ της ΕσΓ αμέσως μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης). Οι ποσοστιαίες τιμές του ΗΜΓ της ΕσΓ κατά την αποκατάσταση για τους άντρες ήταν 57,61±6,85%, 82,05±3,88%, 95,79±5,46% για αμέσως μετά την κόπωση, στο 3 ο και 6 ο λεπτό του πρωτοκόλλου της αποκατάστασης αντίστοιχα. Οι αντίστοιχες τιμές για τα αγόρια ήταν 62,87±6,86%, 90,21±5,02% και 97,48±3,52%. Σημαντική ήταν και η επίδραση της ηλικίας (F (1,18) =10,40 p 0.01) και της μέτρησης (F (3,54) =278,22 p 0.001) στην αποκατάσταση της δραστηριότητας του γαστροκνημίου. Η αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων ήταν στατιστικά σημαντική (F (3,54) =3,43 p 0.05) και από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε ότι οι προέφηβοι αποκαταστάθηκαν γρηγορότερα από τους ενήλικες (p 0.05). Συγκεκριμένα σε σχέση με την αρχική τιμή, τόσο οι ενήλικες όσο και οι προέφηβοι παρουσιάζουν στατιστικά σημαντική διαφορά μέχρι το 3 ο λεπτό της αποκατάστασης. Ωστόσο στο 3 ο λεπτό της αποκατάστασης οι ενήλικες έχουν στατιστικά μεγαλύτερο ποσοστό πτώσης της δραστηριότητας του γαστροκνημίου σε σχέση με τους προέφηβους (p 0.05)(γράφημα 18). 106

107 Γαστροκνήμιος ΗΜΓ (%αρχικής) 60 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Μέγιστο 0λεπτό 3λεπτό 6λεπτό Χρόνος Γράφημα 18: Ποσοστιαία μεταβολή του ΗΜΓ της ΕσΓ κατά την διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης, = στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των πειραματικών ομάδων) Ποσοστιαία μεταβολή της ηλεκτρομυογραφικής δραστηριότητας του ΥΚν κατά την διάρκεια του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Όσον αφορά την ποσοστιαία μεταβολή της ηλεκτρομυογραφικής δραστηριότητας του υποκνημιδίου κατά τη διάρκεια της κόπωσης υπήρξε σημαντική πτώση και στις δύο ομάδες (F (9,162) =88,87 p 0.001). Οι δύο παράγοντες εμφάνισαν ακόμη και στατιστικά σημαντική αλληλεπίδραση (F (9,162) =2,42 p 0.05). Από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε στατιστικά σημαντική πτώση της δραστηριότητας του υποκνημιδίου και για τις δύο ηλικιακές ομάδες κατά την κόπωση (p 0.05). Συγκεκριμένα, σε σχέση με την αρχική ηλεκτρομυογραφική δραστηριότητα του πρωτοκόλλου, οι άνδρες παρουσίασαν στατιστικά σημαντική διαφορά από το 40% του χρόνου εξάντλησης του πρωτοκόλλου ενώ οι προέφηβοι από το 60%. Στο διάστημα μεταξύ 40%-50% του χρόνου εξάντλησης η δραστηριότητα του υποκνημιδίου των ενηλίκων ήταν σημαντικά χαμηλότερη έναντι εκείνης των προεφήβων, πράγμα που φανερώνει την ταχύτερη κόπωση των ενηλίκων κατά τη διάρκεια του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (γράφημα 19). 107

108 Υποκνημίδιος ΗΜΓ 60 (%αρχικής) ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ αρχική 100 Χρόνος (%) Γράφημα 19: Ποσοστιαία μεταβολή του ΗΜΓ του Υ κατά την διάρκεια του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης, = στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των πειραματικών ομάδων) Ποσοστιαία μεταβολή της ηλεκτρομυογραφικής δραστηριότητας του ΥΚν μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Το ποσοστό του ΥΚν μετά το τέλος του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης ήταν 71,36±9,07% και 72,44±5,58% για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Η ηλεκτρομυογραφική δραστηριότητα του υποκνημιδίου μειώθηκε στατιστικά σημαντικά μετά το τέλος του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (F (1,18) =245,70 p 0.001) και δεν υπήρχε επίδραση της ηλικίας (p>0.05) (γράφημα 20). 108

109 Υποκνημίδιος ΗΜΓ (%αρχικής) 60 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Πριν Πρωτ.Κοπωσης Μετά Πρωτ. Κόπωσης Προσπάθεια Γράφημα 20: Ποσοστιαία μεταβολή του ΗΜΓ του ΥΚν αμέσως μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης). Οι ποσοστιαίες τιμές του ΗΜΓ του ΥΚν κατά την αποκατάσταση για τους άντρες ήταν 71,36±9,07%, 82,80±6,58%, 95,32±5,42% για αμέσως μετά την κόπωση, στο 3 ο και 6 ο λεπτό του πρωτοκόλλου της αποκατάστασης αντίστοιχα. Οι αντίστοιχες τιμές για τα αγόρια ήταν 72,44±5,58%, 93,55±5,23% και 97,83±2,69%. Σημαντική ήταν και η επίδραση της ηλικίας (F (1,18) =9,87 p 0.01) και της μέτρησης (F (3,54) =103,39 p 0.001) στην αποκατάσταση της δραστηριότητας του υποκνημιδίου. Η αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων ήταν στατιστικά σημαντική (F (3,54) =4,43 p 0.01) και από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε ότι οι προέφηβοι αποκαταστάθηκαν γρηγορότερα από τους ενήλικες (p 0.05). Συγκεκριμένα σε σχέση με την αρχική τιμή, οι ενήλικες παρουσίασαν στατιστικά σημαντική διαφορά μέχρι το 3 ο λεπτό της αποκατάστασης. Ωστόσο στο 3 ο λεπτό της αποκατάστασης οι ενήλικες έχουν στατιστικά μεγαλύτερο ποσοστό πτώσης της δραστηριότητας του υποκνημιδίου σε σχέση με τους προέφηβους (p 0.05) (γράφημα 21). 109

110 Υποκνημίδιος ΗΜΓ (%αρχικής) 60 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Μέγιστο 0λεπτό 3λεπτό 6λεπτό Χρόνος Γράφημα 21: Ποσοστιαία μεταβολή του ΗΜΓ του ΥΚν στη διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης, = στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των πειραματικών ομάδων) Ποσοστιαία μεταβολή της ανταγωνιστικής δραστηριότητας του ΠΚν κατά την διάρκεια του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Όσον αφορά την ποσοστιαία μεταβολή της ανταγωνιστικής δραστηριότητας κατά τη διάρκεια της κόπωσης υπήρξε σημαντική πτώση και στις δύο ομάδες (F (9,162) =80,54 p 0.001). Οι δύο παράγοντες εμφάνισαν ακόμη και στατιστικά σημαντική αλληλεπίδραση (F (9,162) =4,4 p 0.05). Από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε στατιστικά σημαντική πτώση της δραστηριότητας του πρόσθιου κνημιαίου και για τις δύο ηλικιακές ομάδες κατά την κόπωση (p 0.05). Συγκεκριμένα, σε σχέση με την αρχική ηλεκτρομυογραφική δραστηριότητα του πρωτοκόλλου, οι άνδρες παρουσίασαν στατιστικά σημαντική διαφορά από το 60% του χρόνου εξάντλησης του πρωτοκόλλου ενώ οι προέφηβοι από το 90% (γράφημα 22). 110

111 100 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ 80 Συνδιέγερση 60 (%αρχικής) αρχική 100 Χρόνος (%) Γράφημα 22: Ποσοστιαία μεταβολή της ανταγωνιστικής δραστηριότητας του ΠΚν στη διάρκεια του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης) Ποσοστιαία μεταβολή της ανταγωνιστικής δραστηριότητας του ΠΚν μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Το ποσοστό της ανταγωνιστικής δραστηριότητας του ΠΚν μετά το τέλος του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης ήταν 82,97±9,25% και 85,52±7,90% για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Η ανταγωνιστική δραστηριότητα του πρόσθιου κνημιαίου μυός μειώθηκε παρόμοια και στατιστικά σημαντικά και στις δύο ομάδες μετά το τέλος του πρωτοκόλλου κόπωσης (F (1,18) =26,12 p 0.01) (γράφημα 23). 111

112 100 Συδιέγερση (%μέγιστης) 90 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Πριν Πρωτ.Κοπωσης Μετά Πρωτ. Κόπωσης Προσπάθεια Γράφημα 23: Ποσοστιαία μεταβολή της ανταγωνιστικής δραστηριότητας του ΠΚν αμέσως μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης). Οι ποσοστιαίες τιμές της ανταγωνιστικής δραστηριότητας του ΠΚν κατά την αποκατάσταση για τους άντρες ήταν 82,97±9,25%, 97,61±8,47%, 106,41±10,54% για αμέσως μετά την κόπωση, στο 3 ο και 6 ο λεπτό του πρωτοκόλλου της αποκατάστασης αντίστοιχα. Οι αντίστοιχες τιμές για τα αγόρια ήταν 85,52±7,90%, 100,83±10,96% και 105,43±7,67%. Κατά τη διάρκεια της αποκατάστασης σημαντική ήταν μόνο η επίδραση της μέτρησης (F (3,54) =11,91 p 0.001). Οι δυο ομάδες σταδιακά αποκατέστησαν τη δραστηριότητα του πρόσθιου κνημιαίου χωρίς να παρουσιάζουν διαφορές μεταξύ τους (p>0.05) (γράφημα 24). 112

113 100 Συνδιέγερση (%αρχικής) 80 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ 60 πριν κόπωση 0 λεπτό 3λεπτό 6λεπτό Προσπάθεια Γράφημα 24: Ποσοστιαία μεταβολή της ανταγωνιστικής δραστηριότητας στη διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης). Υπομέγιστο Πρωτόκολλο Ποσοστιαία μεταβολή της ηλεκτρομυογραφικής δραστηριότητας της ΕσΓ κατά την διάρκεια του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Όσον αφορά την ποσοστιαία μεταβολή της ηλεκτρομυογραφικής δραστηριότητας του γαστροκνημίου κατά τη διάρκεια της κόπωσης υπήρξε σημαντική αύξηση και στις δύο ομάδες (F (9,162) =76,95 p 0.001) χωρίς όμως να παρουσιάζουν διαφορές μεταξύ τους (p>0.05). Επίσης από την στατιστική ανάλυση φάνηκε ακόμη και σημαντική αλληλεπίδραση μεταξύ των δύο παραγόντων (F (9,162) =3,6 p 0.05) Από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε στατιστικά σημαντική αύξηση της δραστηριότητας του γαστροκνημίου και για τις δύο ηλικιακές ομάδες κατά την κόπωση (p 0.05). Συγκεκριμένα, σε σχέση με την αρχική ηλεκτρομυογραφική δραστηριότητα του πρωτοκόλλου, οι άνδρες παρουσίασαν στατιστικά σημαντική διαφορά από το 50% του χρόνου εξάντλησης του πρωτοκόλλου ενώ οι προέφηβοι από το 60% (γράφημα 25). 113

114 Γαστροκνήμιος ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ ΗΜΓ 60 (%αρχικής) αρχική 100 Χρόνος (%) Γράφημα 25: Ποσοστιαία μεταβολή του ΗΜΓ της ΕσΓ στη διάρκεια του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης) Ποσοστιαία μεταβολή της ηλεκτρομυογραφικής δραστηριότητας της ΕσΓ μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Το ποσοστό της ΕσΓ μετά το τέλος του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης ήταν 57,77±8,33% και 63,57±5,09% για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Η ηλεκτρομυογραφική δραστηριότητα του γαστροκνημίου μειώθηκε στατιστικά σημαντικά μετά το τέλος του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (F (1,18) =413,95 p 0.01) και δεν υπήρχε επίδραση της ηλικίας (p>0.05)(γράφημα 26). 114

115 Γαστροκνήμιος ΗΜΓ (%μέγιστης) 60 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Πριν Πρωτ.Κοπωσης Μετά Πρωτ. Κόπωσης Προσπάθεια Γράφημα 26: Ποσοστιαία μεταβολή του ΗΜΓ της ΕσΓ αμέσως μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης). Οι ποσοστιαίες τιμές του ΗΜΓ της ΕσΓ κατά την αποκατάσταση για τους άντρες ήταν 57,77±8,33%, 77,17±6,99%, 100,49±3,68% για αμέσως μετά την κόπωση, στο 3 ο και 6 ο λεπτό του πρωτοκόλλου της αποκατάστασης αντίστοιχα. Οι αντίστοιχες τιμές για τα αγόρια ήταν 63,57±5,09%, 89,63±3,81% και 95,36±3,59%. Κατά τη διάρκεια της αποκατάστασης σημαντική ήταν η επίδραση της μέτρησης (F (3,54) =249,10 p 0.001) καθώς και η αλληλοεπίδραση των δύο παραγόντων (F (3,54) =11,53 p 0.001). Από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε ότι οι προέφηβοι αποκαταστάθηκαν γρηγορότερα από τους ενήλικες (p 0.05). Πιο συγκεκριμένα σε σχέση με την αρχική τιμή, τόσο οι ενήλικες όσο και οι προέφηβοι παρουσιάζουν στατιστικά σημαντική διαφορά μέχρι το 3 ο λεπτό της αποκατάστασης. Ωστόσο στο 3 ο λεπτό της αποκατάστασης οι ενήλικες έχουν στατιστικά μεγαλύτερο ποσοστό πτώσης της δραστηριότητας του γαστροκνημίου σε σχέση με τους προέφηβους (p 0.05) (γράφημα 27). 115

116 Γαστροκνήμιος ΗΜΓ (%μέγιστης) 60 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Μέγιστο 0λεπτό 3λεπτό 6λεπτό Προσπάθεια Γράφημα 27: Ποσοστιαία μεταβολή του ΗΜΓ της ΕσΓ κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης, = στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των πειραματικών ομάδων) Ποσοστιαία μεταβολή της ηλεκτρομυογραφικής δραστηριότητας του ΥΚν κατά την διάρκεια του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Όσον αφορά την ποσοστιαία μεταβολή της ηλεκτρομυογραφικής δραστηριότητας του υποκνημιδίου κατά τη διάρκεια της κόπωσης υπήρξε σημαντική αύξηση και στις δύο ομάδες (F (9,162) =89,5 p 0.001) χωρίς όμως να παρουσιάζουν διαφορές μεταξύ τους (p>0.05). Οι δύο παράγοντες εμφάνισαν ακόμη και στατιστικά σημαντική αλληλεπίδραση (F (9,162) =3,1 p 0.05). Από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε στατιστικά σημαντική αύξηση της δραστηριότητας του υποκνημιδίου και για τις δύο ηλικιακές ομάδες κατά την κόπωση (p 0.05). Συγκεκριμένα, σε σχέση με την αρχική ηλεκτρομυογραφική δραστηριότητα του πρωτοκόλλου, τόσο οι άνδρες όσο και οι προέφηβοι παρουσίασαν στατιστικά σημαντική διαφορά από το 70% του χρόνου εξάντλησης του πρωτοκόλλου (γράφημα 28). 116

117 Υποκνημίδιος ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ ΗΜΓ 60 (%αρχικής) αρχική 100 Χρόνος (%) Γράφημα 28: Ποσοστιαία μεταβολή του ΗΜΓ του ΥΚν κατά τη διάρκεια του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης) Ποσοστιαία μεταβολή της ηλεκτρομυογραφικής δραστηριότητας του ΥΚν μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Το ποσοστό του ΥΚν μετά το τέλος του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης ήταν 61,01±7,07% και 69,30±8,03% για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Η ηλεκτρομυογραφική δραστηριότητα του υποκνημιδίου μειώθηκε στατιστικά σημαντικά μετά το τέλος του πρωτοκόλλου κόπωσης (F (1,18) =297,01 p 0.001) και δεν υπήρχε επίδραση της ηλικίας (p>0.05)(γράφημα 29). 117

118 Υποκνημίδιος ΗΜΓ (%αρχικής) 60 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Πριν Πρωτ.Κοπωσης Προσπάθεια Μετά Πρωτ. Κόπωσης Γράφημα 29: Ποσοστιαία μεταβολή του ΗΜΓ του ΥΚν αμέσως μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης). Οι ποσοστιαίες τιμές του ΗΜΓ του ΥΚν κατά την αποκατάσταση για τους άντρες ήταν 61,01±7,07%, 76,53±11,18%, 97,82±1,73% για αμέσως μετά την κόπωση, στο 3 ο και 6 ο λεπτό του πρωτοκόλλου της αποκατάστασης αντίστοιχα. Οι αντίστοιχες τιμές για τα αγόρια ήταν 69,30±8,03%, 91,54±3,01% και 98,06±5,69%. Σημαντική ήταν και η επίδραση της ηλικίας (F (1,18) =6,8 p 0.05) και της μέτρησης (F (3,54) =69,11 p 0.001) στην αποκατάσταση της δραστηριότητας του υποκνημιδίου. Η αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων ήταν στατιστικά σημαντική (F (3,54) =5,73 p 0.01) και από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε ότι οι προέφηβοι αποκαταστάθηκαν γρηγορότερα από τους ενήλικες (p 0.05). Συγκεκριμένα σε σχέση με την αρχική τιμή, οι ενήλικες παρουσίασαν στατιστικά σημαντική διαφορά μέχρι το 3 ο λεπτό της αποκατάστασης. Ωστόσο στο 3 ο λεπτό της αποκατάστασης οι ενήλικες έχουν στατιστικά μεγαλύτερο ποσοστό πτώσης της δραστηριότητας του υποκνημιδίου σε σχέση με τους προέφηβους (p 0.05) (γράφημα 30). 118

119 Υποκνημίδιος ΗΜΓ (%αρχικής) 60 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Μέγιστο 0λεπτό 3λεπτό 6λεπτό Προσπάθεια Γράφημα 30: Ποσοστιαία μεταβολή του ΗΜΓ του ΥΚν κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης, = στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των πειραματικών ομάδων) Ποσοστιαία μεταβολή της ανταγωνιστικής δραστηριότητας του ΠΚν κατά την διάρκεια του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Όσον αφορά την ποσοστιαία μεταβολή της ανταγωνιστικής δραστηριότητας κατά τη διάρκεια της υπομέγιστης κόπωσης υπήρξε σημαντική αύξηση και στις δύο ομάδες (F (9,162) =73,75 p 0.001) Οι δύο παράγοντες εμφάνισαν ακόμη και στατιστικά σημαντική αλληλεπίδραση (F (9,162) =2,47 p 0.05). Από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε στατιστικά σημαντική αύξηση της ανταγωνιστικής δραστηριότητας του πρόσθιου κνημιαίου και για τις δύο ηλικιακές ομάδες κατά την κόπωση (p 0.05). Συγκεκριμένα, σε σχέση με την αρχική ηλεκτρομυογραφική δραστηριότητα του πρωτοκόλλου, τόσο οι ενήλικες όσο και οι προέφηβοι παρουσίασαν στατιστικά σημαντική διαφορά από το 70% του χρόνου εξάντλησης του πρωτοκόλλου χωρίς όμως να παρουσιάζουν διαφορές μεταξύ τους (p>0.05) (γράφημα 31). 119

120 Συνδιέγερση ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ ΗΜΓ 60 (% αρχικής) αρχική 100 Χρόνος (%) Γράφημα 31: Ποσοστιαία μεταβολή της ανταγωνιστικής δραστηριότητας του ΠΚν κατά τη διάρκεια του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης) Ποσοστιαία μεταβολή της ανταγωνιστικής δραστηριότητας του ΠΚν μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Το ποσοστό της ανταγωνιστικής δραστηριότητας του ΠΚν μετά το τέλος του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης ήταν 80,99±6,32% και 82,46±6,03% για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Η ανταγωνιστική δραστηριότητα μειώθηκε στατιστικά σημαντικά μετά το τέλος του πρωτοκόλλου κόπωσης (F (1,18) =8,45 p 0.05) και δεν υπήρχε επίδραση της ηλικίας (p>0.05) (γράφημα 32). 120

121 Συνδιέγερση (%αρχικής) ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Πριν Πρωτ.Κοπωσης Μετά Πρωτ. Κόπωσης Προσπάθεια Γράφημα 32: Ποσοστιαία μεταβολή της συνδιέγερσης του ΠΚν αμέσως μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης). Οι ποσοστιαίες τιμές της ανταγωνιστικής δραστηριότητας του ΠΚν κατά την αποκατάσταση για τους άντρες ήταν 80,99±6,32%, 90,19±5,18%, 101,45±4,73% για αμέσως μετά την κόπωση, στο 3 ο και 6 ο λεπτό του πρωτοκόλλου της αποκατάστασης αντίστοιχα. Οι αντίστοιχες τιμές για τα αγόρια ήταν 82,46±6,03%, 94,11±5,78% και 99,75±6,02%. Κατά τη διάρκεια της αποκατάστασης σημαντική ήταν μόνο η επίδραση της μέτρησης (F (3,54) =4,04 p 0.05). Οι δυο ομάδες σταδιακά αποκατέστησαν τη δραστηριότητα του πρόσθιου κνημιαίου χωρίς να παρουσιάζουν διαφορές μεταξύ τους (p>0.05)(γράφημα 33). 121

122 Συνδιέγερση (%αρχικής) ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ πριν κόπωση 0 λεπτό 3λεπτό 6λεπτό Προσπάθεια Γράφημα 33: Ποσοστιαία μεταβολή της ανταγωνιστικής δραστηριότητας του ΠΚν κατά τη διάρκεια του πρωτοκόλλου αποκατάστασης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης) Ποσοστό ενεργοποίησης των κινητικών μονάδων των καμπτήρων της ποδοκνημικής άρθρωσης Ποσοστιαία μεταβολή του ποσοστού ενεργοποίησης των καμπτήρων της ποδοκνημικής άρθρωσης, πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι τιμές του ποσοστού ενεργοποίησης πριν το μέγιστο πρωτόκολλο ήταν 98,61±1,69% και 97,82±1,31% για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Οι αντίσοτιχες τιμές μετά το πρωτόκολλο κόπωσης ήταν 90,76±1,80% και 93,75±2,87%.Το ποσοστό ενεργοποίησης μειώθηκε σημαντικά (F (1,18) =144,45 p 0.001) μετά το τέλος του πρωτοκόλλου κόπωσης χωρίς να παρουσιάζονται διαφορές μεταξύ των ηλικιακών ομάδων (γράφημα 34). 122

123 100 Επίπεδο Ενεργοποίσης (%) 90 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ 80 Πριν το Πρωτόκολλο Κόπωσης Προσπάθεια Μετά το Πρωτόκολλο Κόπωσης Γράφημα 34: Ποσοστιαία μεταβολή του ποσοστού ενεργοποίησης των κινητικών μονάδων των καμπτήρων της ποδοκνημικής άρθρωσης αμέσως μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης) Ποσοστιαία μεταβολή του ποσοστού ενεργοποίησης των καμπτήρων της ποδοκνημικής άρθρωσης, πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι τιμές του ποσοστού ενεργοποίησης πριν το υπομέγιστο πρωτόκολλο ήταν 98,23±1,31% και 98,77±1,11% για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Οι αντίσοτιχες τιμές μετά το ρωτόκολλο κόπωσης ήταν 85,91±3,34% και 87,23±4,41%.Το ποσοστό ενεργοποίησης μειώθηκε σημαντικά (F (1,18) =98,9 p 0.001) μετά το τέλος του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης χωρίς να παρουσιάζονται διαφορές μεταξύ των ηλικιακών ομάδων (γράφημα 35). 123

124 Επίπεδο 90 Ενεργοποίησης (%) ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Πριν το Πρωτόκολλο Κόπωσης Προσπάθεια Μετά το Πρωτόκολλο Κόπωσης Γράφημα 35: Ποσοστιαία μεταβολή του ποσοστού ενεργοποίησης των κινητικών μονάδων των καμπτήρων της ποδοκνημικής άρθρωσης αμέσως μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης) Προκλητή Ροπή Απόλυτες τιμές της προκλητής ροπής πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι απόλυτες τιμές της προκλητής ροπής (Nm) πριν το μέγιστο πρωτόκολλο ήταν 17,48±3,50 και 8,27±1,11 για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Οι αντίσοτιχες τιμές μετά το πρωτόκολλο κόπωσης ήταν 13,50±2,43 και 7,39±4,41. Υπήρξε σημαντική επίδραση της ηλικίας (F (1,18) =45,11 p 0.01) και της μέτρησης (F (1,18) =62,48 p 0.001) στην διαφοροποίηση της προκλητής ροπής σε απόλυτες τιμές πριν και μετά το τέλος του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης. Υπήρξε επίσης και σημαντική αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων (F (1,18) =25,65 p 0.01). Από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε στατιστικά σημαντική πτώση της προκλητής ροπής και για τις δύο ηλικιακές ομάδες μετά το πρωτόκολλο κόπωσης (p 0.01). Τόσο πριν όσο και μετά το πρωτόκολλο κόπωσης οι ενήλικες εμφανίζουνε σημαντικά υψηλότερες τιμές σε σχέση με τους προέφηβους (p 0.01) (γράφημα 36). 124

125 Προκλητή Ροπή (Nm) 10 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ 5 0 Πριν το Πρωτόκολλο Κόπωσης Προσπάθεια Μετά το Πρωτόκολλο Κόπωσης Γράφημα 36: Προκλήτη ροπή πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης, = στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των πειραματικών ομάδων) Ποσοστιαίες τιμές της προκλητής ροπής πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι ποσοστιαίες τιμές της προκλητής μετά το μέγιστο πρωτόκολλο ήταν 78,01±3,25% και 89,30±5,67% για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Υπήρξε σημαντική επίδραση της ηλικίας (F (1,18) =12,75 p 0.01) και της μέτρησης (F (1,18) =107,01 p 0.001). Υπήρξε επίσης και σημαντική αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων (F (1,18) =12,75 p 0.01). Από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε στατιστικά σημαντική πτώση της προκλητής ροπής και για τις δύο ηλικιακές ομάδες μετά το πρωτόκολλο κόπωσης (p 0.01). Η πτώση των ενηλίκων ήταν σημαντικά υψηλότερη έναντι εκείνης των προεφήβων (p 0.01) (γράφημα 37). 125

126 Προκλητή Ροπή (% αρχικής) ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Πριν το Πρωτόκολλο Κόπωσης Μετά το Πρωτόκολλο Κόπωσης Προσπάθεια Γράφημα 37: Προκλήτη ροπή πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης, = στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των πειραματικών ομάδων) Απόλυτες τιμές της προκλητής ροπής πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι απόλυτες τιμές της προκλητής ροπής (Nm) πριν το υπομέγιστο πρωτόκολλο ήταν 16,28±2,70 και 9,37±1,51 για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Οι αντίστοιχες τιμές μετά το πρωτόκολλο κόπωσης ήταν 13,93±2,00 και 8,29±1,72. Υπήρξε σημαντική επίδραση της ηλικίας (F (1,18) =49,97 p 0.001) και της μέτρησης (F (1,18) =76,35 p 0.001) στην διαφοροποίηση της προκλητής ροπής σε απόλυτες τιμές πριν και μετά το τέλος του πρωτοκόλλου κόπωσης. Υπήρξε επίσης και σημαντική αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων (F (1,18) =10,51 p 0.01). Από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε στατιστικά σημαντική πτώση της προκλητής ροπής και για τις δύο ηλικιακές ομάδες μετά το πρωτόκολλο κόπωσης (p 0.01). Τόσο πριν όσο και μετά το πρωτόκολλο κόπωσης οι ενήλικες εμφανίζουν σημαντικά υψηλότερες τιμές σε σχέση με τους προέφηβους (p 0.01) (γράφημα 38). 126

127 Προκλητή Ροπή (Nm) 10 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ 5 0 Πριν το Πρωτόκολλο Κόπωσης Προσπάθεια Μετά το Πρωτόκολλο Κόπωσης Γράφημα 38: Προκλήτη ροπή πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης, = στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των πειραματικών ομάδων) Ποσοστιαίες τιμές της προκλητής ροπής πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι ποσοστιαίες τιμές της προκλητής ροπής μετά το υπομέγιστο πρωτόκολλο ήταν 85,92±3,46% και 88,44±3,11% για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Υπήρξε σημαντική επίδραση μόνο της μέτρησης (F (1,18) =69,29 p 0.001). Και στις δύο ομάδες μειώθηκε σημαντικά η προκλητή ροπή, χωρίς σημαντικές διαφορές μεταξύ τους (γράφημα 39). 127

128 Προκλητή Ροπή (% αρχικής) ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Πριν το Πρωτόκολλο Κόπωσης Μετά το Πρωτόκολλο Κόπωσης Προσπάθεια Γράφημα 39: Προκλήτη ροπή πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης) Χρόνος Σύσπασης Απόλυτες τιμές του χρόνου σύσπασης πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι απόλυτες τιμές του χρόνου σύσπασης (msec) πριν το μέγιστο πρωτόκολλο ήταν 105,62±4,21 και 104,00±2,47 για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Οι αντίστοιχες τιμές μετά το πρωτόκολλο κόπωσης ήταν 116,00±6,38 και 108,50±2,83. Υπήρξε σημαντική επίδραση της μέτρησης (F (1,18) =97,82 p 0.001) στη διαφοροποίηση του χρόνου σύσπασης σε απόλυτες τιμές πριν και μετά το τέλος του πρωτοκόλλου κόπωσης. Υπήρξε επίσης και σημαντική αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων (F (1,18) =15,26 p 0.01). Από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε στατιστικά σημαντική αύξηση του χρόνου σύσπασης και για τις δύο ηλικιακές ομάδες αμέσως μετά το πρωτόκολλο κόπωσης (p 0.01). Η αύξηση αυτή ήταν σημαντικά υψηλότερη στους ενήλικες σε σχέση με τους προέφηβους (p 0.05) (γράφημα 40). 128

129 Χρόνος 105 Σύσπασης (msec) 100 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Πριν το Πρωτόκολλο Κόπωσης Προσπάθεια Μετά το Πρωτόκολλο Κόπωσης Γράφημα 40: Χρόνος σύσπασης πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης, = στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των πειραματικών ομάδων) Ποσοστιαίες τιμές του χρόνου σύσπασης πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι ποσοστιαίες τιμές του χρόνου σύσπασης μετά το μέγιστο πρωτόκολλο ήταν 109,77±1,63% και 103,73±2,05% για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Υπήρξε σημαντική επίδραση της ηλικίας (F (1,18) =21,32 p 0.01) και της μέτρησης (F (1,18) =106,26 p 0.001). Υπήρξε επίσης και σημαντική αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων (F (1,18) =21,32 p 0.001). Από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε στατιστικά σημαντική αύξηση του χρόνου σύσπασης και για τις δύο ηλικιακές ομάδες μετά το πρωτόκολλο κόπωσης (p 0.01). Η αύξηση των ενηλίκων ήταν σημαντικά υψηλότερη έναντι εκείνης των προεφήβων (p 0.01) (γράφημα 41). 129

130 120 Χρόνος Σύσπασης (% αρχικής) 100 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ 80 Πριν το Πρωτόκολλο Κόπωσης Προσπάθεια Μετά το Πρωτόκολλο Κόπωσης Γράφημα 41: Χρόνος σύσπασης πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης, = στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των πειραματικών ομάδων) Απόλυτες τιμές του χρόνου σύσπασης πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι απόλυτες τιμές του χρόνου σύσπασης (msec) πριν το υπομέγιστο πρωτόκολλο ήταν 105,50±3,04 και 103,17±2,71 για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Οι αντίστοιχες τιμές μετά το πρωτόκολλο κόπωσης ήταν 112,83±2,84 και 107,33±3,97. Υπήρξε σημαντική επίδραση της μέτρησης (F (1,18) =29,39 p 0.001) στη διαφοροποίηση του χρόνου σύσπασης σε απόλυτες τιμές πριν και μετά το τέλος του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης. Υπήρξε επίσης και σημαντική αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων (F (1,18) =2,23 p 0.05). Από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε στατιστικά σημαντική αύξηση του χρόνου σύσπασης και για τις δύο ηλικιακές ομάδες μετά το πρωτόκολλο κόπωσης (p 0.01) (γράφημα 42). 130

131 Χρόνος 105 Σύσπασης (msec) 100 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Πριν το Πρωτόκολλο Κόπωσης Προσπάθεια Μετά το Πρωτόκολλο Κόπωσης Γράφημα 42: Χρόνος σύσπασης πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης) Ποσοστιαίες τιμές του χρόνου σύσπασης πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι ποσοστιαίες τιμές του χρόνου σύσπασης μετά το υπομέγιστο πρωτόκολλο ήταν 106,96±0,66% και 104,06±3,43% για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Υπήρξε σημαντική επίδραση μόνο της μέτρησης (F (1,18) =28,46 p 0.001). Και στις δύο ομάδες αυξήθηκε σημαντικά ο χρόνος σύσπασης, σε ενιαίο όμως επίπεδο (γράφημα 43). 131

132 120 Χρόνος σύσπασης (% αρχικής) 100 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ 80 Πριν το Πρωτόκολλο Κόπωσης Προσπάθεια Μετά το Πρωτόκολλο Κόπωσης Γράφημα 43: Χρόνος σύσπασης πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης) Χρόνος Χαλάρωσης Απόλυτες τιμές του χρόνου χαλάρωσης πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι απόλυτες τιμές του χρόνου χαλάρωσης (msec) πριν το μέγιστο πρωτόκολλο ήταν 103,62±4,03 και 103,5±7,14 για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Οι αντίστοιχες τιμές μετά το πρωτόκολλο κόπωσης ήταν 186,00±4,84 και 107,33±7,97. Υπήρξε σημαντική επίδραση της μέτρησης (F (1,18) =151,09 p 0.01) στη διαφοροποίηση του χρόνου χαλάρωσης σε απόλυτες τιμές πριν και μετά το τέλος του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης. Υπήρξε επίσης και σημαντική αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων (F (1,18) =12,65 p 0.01). Από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε στατιστικά σημαντική αύξηση του χρόνου χαλάρωσης και για τις δύο ηλικιακές ομάδες αμέσως μετά το πρωτόκολλο κόπωσης (p 0.01). Η αύξηση αυτή ήταν σημαντικά υψηλότερη στους ενήλικες σε σχέση με τους προέφηβους (p 0.05) (γράφημα 44). 132

133 /2 Χρόνου Χαλάρωσης 145 (msec) 135 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Προσπάθεια Γράφημα 44: Χρόνος χαλάρωσης πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης, = στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των πειραματικών ομάδων) Ποσοστιαίες τιμές του χρόνου χαλάρωσης πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι ποσοστιαίες τιμές του χρόνου χαλάρωσης μετά το μέγιστο πρωτόκολλο ήταν 179,35±7,75% και 142,80±10,75% για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Υπήρξε σημαντική επίδραση της ηλικίας (F (1,18) =32,34 p 0.001) και της μέτρησης (F (1,18) =361,31 p 0.001). Υπήρξε επίσης και σημαντική αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων (F (1,18) =32,34 p 0.001). Από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε στατιστικά σημαντική αύξηση του χρόνου χαλάρωσης και για τις δύο ηλικιακές ομάδες μετά το πρωτόκολλο κόπωσης (p 0.01). Η αύξηση των ενηλίκων ήταν σημαντικά υψηλότερη έναντι εκείνης των προεφήβων (p 0.01) (γράφημα 45). 133

134 /2 Χρόνου Χαλάρωσης 140 (%αρχικής) ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Πριν το Πρωτόκολλο Κόπωσης Προσπάθεια Μετά το Πρωτόκολλο Κόπωσης Γράφημα 45: Χρόνος χαλάρωσης πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης, = στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των πειραματικών ομάδων) Απόλυτες τιμές του χρόνου χαλάρωσης πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι απόλυτες τιμές του χρόνου χαλάρωσης (msec) πριν το υπομέγιστο πρωτόκολλο ήταν 101,33±6,90 και 99,80±7,99 για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Οι αντίστοιχες τιμές μετά το πρωτόκολλο κόπωσης ήταν 160,83±4,31 και 146,00±11,50. Υπήρξε σημαντική επίδραση της μέτρησης (F (1,18) =256,88 p 0.001) στη διαφοροποίηση του χρόνου χαλάρωσης σε απόλυτες τιμές πριν και μετά το τέλος του πρωτοκόλλου κόπωσης. Υπήρξε επίσης και σημαντική αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων (F (1,18) =4,07 p 0.05). Από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε στατιστικά σημαντική αύξηση του χρόνου χαλάρωσης και για τις δύο ηλικιακές ομάδες μετά το πρωτόκολλο κόπωσης (p 0.01) (γράφημα 46). 134

135 /2 Χρόνου 155 Χαλάρωσης 145 (msec) 135 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Πριν το Πρωτόκολλο Κόπωσης Προσπάθεια Μετά το Πρωτόκολλο Κόπωσης Γράφημα 46: Χρόνος χαλάρωσης πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης) Ποσοστιαίες τιμές του χρόνου χαλάρωσης πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι ποσοστιαίες τιμές του χρόνου χαλάρωσης μετά το υπομέγιστο πρωτόκολλο ήταν 159,16±7,75% και 142,80±10,75% για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Όσον αφορά την ποσοστιαία μεταβολή του χρόνου χαλάρωσης μετά το τέλος του πρωτοκόλλου κόπωσης υπήρξε σημαντική επίδραση μόνο της μέτρησης (F (1,18) =174,83 p 0.001). Και στις δύο ομάδες αυξήθηκε σημαντικά ο χρόνος χαλάρωσης, με ενιαίο όμως τρόπο (γράφημα 47). 135

136 /2 Χρόνου Χαλάρωσης 140 (% αρχικής) ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Πριν το Πρωτόκολλο Κόπωσης Προσπάθεια Μετά το Πρωτόκολλο Κόπωσης Γράφημα 47: Χρόνος χαλάρωσης πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης) Εύρος Μ-κύματος αγωνιστών μυών κατά την πελματιαία κάμψη Απόλυτες τιμές του εύρος Μ-κύματος της ΕσΓ πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι απόλυτες τιμές του εύρους του Μ-κύματος (mv) της ΕσΓ πριν το μέγιστο πρωτόκολλο ήταν 4,98±0,53 και 4,77±0,06 για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Οι αντίστοιχες τιμές μετά το πρωτόκολλο κόπωσης ήταν 4,95±0,54 και 4,71±0,08. Δεν υπήρξε σημαντική επίδραση τόσο της μέτρησης (F (1,18) =0,87 p 0.05) όσο και της ηλικίας (F (1,18) =1,13 p 0.05) στη διαφοροποίηση του εύρους του Μ- κύματος του γαστροκνημίου σε απόλυτες τιμές πριν και μετά το τέλος του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης. Δεν υπήρξε επίσης και σημαντική αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων (F (1,18) =0,93,p 0.05) (γράφημα 48). 136

137 6 5 Εύρος Μ-κύματο (mv) 4 3 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Πριν το Πρωτόκολλο Κόπωσης Μετά το Πρωτόκολλο Κόπωσης Γαστροκνήμιος Γράφημα 48: Εύρος Μ-κύματος πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) Ποσοστιαίες τιμές του εύρος Μ-κύματος της ΕσΓ πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι ποσοστιαίες τιμές του εύρους του Μ-κύματος της ΕσΓ μετά το μέγιστο πρωτόκολλο ήταν 99,43±1,81% και 98,71±1,81% για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Δεν υπήρξε σημαντική επίδραση της ηλικίας (F (1,18) =0,11 p 0.05) και της μέτρησης (F (1,18) =0,78 p 0.05). Δεν υπήρξε επίσης και σημαντική αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων (F (1,18) =0,11 p 0.05) (γράφημα 49). 137

138 100 Εύρος Μ-κύματ (%) 90 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Πριν το Πρωτόκολλο Κόπωσης Γαστροκνήμιος Μετά το Πρωτόκολλο Κόπωσης Γράφημα 49: Εύρος Μ-κύματος πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Απόλυτες τιμές του εύρος Μ-κύματος της ΕσΓ πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι απόλυτες τιμές του εύρους του Μ-κύματος (mv) της ΕσΓ πριν το υπομέγιστο πρωτόκολλο ήταν 4,97±0,40 και 4,72±0,11 για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Οι αντίστοιχες τιμές μετά το πρωτόκολλο κόπωσης ήταν 4,18±0,43 και 4,29±0,20. Υπήρξε σημαντική επίδραση της μέτρησης (F (1,18) =62,87 p 0.001) στην διαφοροποίηση του εύρους του Μ-κύματος του γαστροκνημίου σε απόλυτες τιμές πριν και μετά το τέλος του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης. Υπήρξε επίσης και σημαντική αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων (F (1,18) =11 p 0.05). Από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε στατιστικά σημαντική πτώση του εύρους και για τις δύο ηλικιακές ομάδες μετά το πρωτόκολλο κόπωσης (p 0.01), χωρίς να έχουν μεταξύ τους σημαντικές διαφορές (γράφημα 50). 138

139 7 6 5 Εύρος 4 Μ-κύματος (mv) 3 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Πριν το Πρωτόκολλο Κόπωσης Προσπάθεια Μετά το Πρωτόκολλο Κόπωσης Γράφημα 50: Εύρος Μ-κύματος πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης) Ποσοστιαίες τιμές του εύρος Μ-κύματος της ΕσΓ πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι ποσοστιαίες τιμές του εύρους του Μ-κύματος της ΕσΓ μετά το υπομέγιστο πρωτόκολλο ήταν 87,66±4,86% και 90,77±4,16% για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Υπήρξε σημαντική επίδραση μόνο της μέτρησης (F (1,18) =64,66 p 0.001). Και στις δύο ομάδες μειώθηκε σημαντικά το εύρος του Μ- κύματος, με ενιαίο όμως τρόπο μεταξύ των ηλικιακών ομάδων (γράφημα 51). 139

140 100 Εύρος 90 Μ-κύματος (%αρχικής) ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Πριν το Πρωτόκολλο Κόπωσης Προσπάθεια Μετά το Πρωτόκολλο Κόπωσης Γράφημα 51: Εύρος Μ-κύματος πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης) Απόλυτες τιμές του εύρος Μ-κύματος του Υκν πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι απόλυτες τιμές του εύρους του Μ-κύματος (mv) του Υ πριν το μέγιστο πρωτόκολλο ήταν 3,98±0,11 και 4,02±0,92 για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Οι αντίστοιχες τιμές μετά το πρωτόκολλο κόπωσης ήταν 3,99±0,22 και 3,96±0,97. Δεν υπήρξε σημαντική επίδραση τόσο της μέτρησης (F (1,18) =4,34 p 0.05) όσο και της ηλικίας (F (1,18) =0,01 p 0.05) στη διαφοροποίηση του εύρους του Μ- κύματος του υποκνημιδίου σε απόλυτες τιμές πριν και μετά το τέλος του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης. Δεν υπήρξε επίσης και σημαντική αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων (F (1,18) =0,15,p 0.05) (γράφημα 52). 140

141 6 5 Εύρος Μ-κύματο (mv) 4 3 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Πριν το Πρωτόκολλο Κόπωσης Υποκνημίδιος Μετά το Πρωτόκολλο Κόπωσης Γράφημα 52: Εύρος Μ-κύματος του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) Ποσοστιαίες τιμές του εύρος Μ-κύματος του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι ποσοστιαίες τιμές του εύρους του Μ-κύματος του ΥΚν μετά το μέγιστο πρωτόκολλο ήταν 97,91±2,50% και 98,32±1,70% για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Δεν υπήρξε σημαντική επίδραση της ηλικίας (F (1,18) =0,05 p 0.05) και της μέτρησης (F (1,18) =4,60 p 0.05). Δεν υπήρξε επίσης και σημαντική αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων (F (1,18) =0,05 p 0.05) (γράφημα 53). 141

142 100 Εύρος Μ-κύματ (%) 90 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Πριν το Πρωτόκολλο Κόπωσης Υποκνημίδιος Μετά το Πρωτόκολλο Κόπωσης Γράφημα 53: Εύρος Μ-κύματος του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Απόλυτες τιμές του εύρος Μ-κύματος του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι απόλυτες τιμές του εύρους του Μ-κύματος (mv) του ΥΚν πριν το υπομέγιστο πρωτόκολλο ήταν 4,60±0,42 και 4,26±0,26 για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Οι αντίστοιχες τιμές μετά το πρωτόκολλο κόπωσης ήταν 3,94±0,29 και 3,99±0,22. Υπήρξε σημαντική επίδραση της μέτρησης (F (1,18) =85,99 p 0.001) στην διαφοροποίηση του εύρους του Μ-κύματος του υποκνημιδίου σε απόλυτες τιμές πριν και μετά το τέλος του πρωτοκόλλου κόπωσης. Υπήρξε επίσης και σημαντική αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων (F (1,18) =15,88 p 0.01). Από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε στατιστικά σημαντική πτώση του εύρους και για τις δύο ηλικιακές ομάδες μετά το πρωτόκολλο κόπωσης (p 0.01) (γράφημα 54). 142

143 6 5 4 Εύρος Μ-κύματος (mv) 3 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Πριν το Πρωτόκολλο Κόπωσης Προσπάθεια Μετά το Πρωτόκολλο Κόπωσης Γράφημα 54: Εύρος Μ-κύματος του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης) Ποσοστιαίες τιμές του εύρος Μ-κύματος του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι ποσοστιαίες τιμές του εύρους του Μ-κύματος του ΥΚν μετά το υπομέγιστο πρωτόκολλο ήταν 89,66±2,86% και 90,77±4,16% για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Υπήρξε σημαντική επίδραση μόνο της μέτρησης (F (1,18) =127,56 p 0.001). Και στις δύο ομάδες μειώθηκε σημαντικά το εύρος του Μ- κύματος, με ενιαίο όμως τρόπο μεταξύ των ηλικιακών ομάδων (γράφημα 55). 143

144 100 Εύρος 90 Μ-κύματος (%αρχικής) ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Πριν το Πρωτόκολλο Κόπωσης Προσπάθεια Μετά το Πρωτόκολλο Κόπωσης Γράφημα 55: Εύρος Μ-κύματος του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης) Διάρκεια Μ-κύματος αγωνιστών μυών κατά την πελματιαία κάμψη Απόλυτες τιμές της διάρκειας του Μ-κύματος της ΕσΓ πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι απόλυτες τιμές της διάρκειας του Μ-κύματος (msec) της ΕσΓ πριν το μέγιστο πρωτόκολλο ήταν 10,51±0,16 και 10,60±0,13 για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Οι αντίστοιχες τιμές μετά το πρωτόκολλο κόπωσης ήταν 10,55±0,18 και 10,68±0,21. Δεν υπήρξε σημαντική επίδραση της ηλικίας (F (1,18) =2,69 p 0.05) και της μέτρησης (F (1,18) =1,18 p 0.05) στη διαφοροποίηση της διάρκειας του Μ- κύματος του γαστροκνημίου σε απόλυτες τιμές πριν και μετά το τέλος του πρωτοκόλλου κόπωσης. Δεν υπήρξε επίσης και σημαντική αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων (F (1,18) =0,17 p 0.001)(γράφημα 56). 144

145 20 15 Διάρκεια M-κύματος 10 (ms) ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ 5 0 Πριν το Πρωτόκολλο Κόπωσης Γαστροκνήμιος Μετά το Πρωτόκολλο Κόπωσης Γράφημα 56: Διάρκεια Μ-κύματος πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) Ποσοστιαίες τιμές της διάρκειας του Μ-κύματος (msec) της ΕσΓ πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι ποσοστιαίες τιμές της διάρκειας του Μ-κύματος της ΕσΓ μετά το μέγιστο πρωτόκολλο ήταν 100,81±1,67% και 100,45±2,01% για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Δεν υπήρξε σημαντική επίδραση της ηλικίας (F (1,18) =0,15 p 0.05) και της μέτρησης (F (1,18) =1,19 p 0.05). Δεν υπήρξε επίσης και σημαντική αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων (F (1,18) =45,22 p 0.001) (γράφημα 57). 145

146 120 Διάρκεια Μ-κύματος 100 (% αρχικής) ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ 80 Πριν το Πρωτόκολλο Κόπωσης Γαστροκνήμιος Μετά το Πρωτόκολλο Κόπωσης Γράφημα 57: Διάρκεια Μ-κύματος πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Απόλυτες τιμές της διάρκειας του Μ-κύματος της ΕσΓ πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι απόλυτες τιμές της διάρκειας του Μ-κύματος (msec) της ΕσΓ πριν το υπομέγιστο πρωτόκολλο ήταν 10,64±0,26 και 10,75±0,21 για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Οι αντίστοιχες τιμές μετά το πρωτόκολλο κόπωσης ήταν 12,36±0,74 και 12,12±0,36. Υπήρξε σημαντική επίδραση της μέτρησης (F (1,18) =85,34 p 0.001) στη διαφοροποίηση της διάρκειας του Μ-κύματος του γαστροκνημίου σε απόλυτες τιμές πριν και μετά το τέλος του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης. Υπήρξε επίσης και σημαντική αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων (F (1,18) =11,46 p 0.05). Από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε στατιστικά σημαντική αύξηση της διάρκειας και για τις δύο ηλικιακές ομάδες μετά το πρωτόκολλο κόπωσης (p 0.01) (γράφημα 58). 146

147 20 15 Διάρκεια Μ-κύματος 10 (msec) ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ 5 0 Πριν το Πρωτόκολλο Κόπωσης Προσπάθεια Μετά το Πρωτόκολλο Κόπωσης Γράφημα 58: Διάρκεια Μ-κύματος πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης) Ποσοστιαίες τιμές της διάρκειας του Μ-κύματος της ΕσΓ πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι ποσοστιαίες τιμές της διάρκειας του Μ-κύματος της ΕσΓ μετά το υπομέγιστο πρωτόκολλο ήταν 116,28±3,61% και 112,70±2,21% για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Υπήρξε σημαντική επίδραση μόνο της μέτρησης (F (1,18) =80,46 p 0.001). Και στις δύο ομάδες αυξήθηκε σημαντικά η διάρκεια του Μ- κύματος, σε ενιαίο επίπεδο μεταξύ των ηλικιακών ομάδων (γράφημα 59). 147

148 Διάρκεια Μ-κύματος (% αρχικής) ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Πριν το Πρωτόκολλο Κόπωσης Προσπάθεια Μετά το Πρωτόκολλο Κόπωσης Γράφημα 59: Διάρκεια Μ-κύματος πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης) Απόλυτες τιμές της διάρκειας του Μ-κύματος του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι απόλυτες τιμές της διάρκειας του Μ-κύματος (msec) του ΥΚν πριν το μέγιστο πρωτόκολλο ήταν 10,16±0,29 και 10,26±0,48 για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Οι αντίστοιχες τιμές μετά το πρωτόκολλο κόπωσης ήταν 10,31±0,45 και 10,28±0,53. Δε υπήρξε σημαντική επίδραση της ηλικίας (F (1,18) =0,03 p 0.05) και της μέτρησης (F (1,18) =3,83 p 0.05) στη διαφοροποίηση της διάρκειας του Μ- κύματος του υποκνημιδίου σε απόλυτες τιμές πριν και μετά το τέλος του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης. Δεν υπήρξε επίσης και σημαντική αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων (F (1,18) =1,73 p 0.05) (γράφημα 60). 148

149 20 15 Διάρκεια Μ- κύματος 10 (ms) ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ 5 0 Πριν το Πρωτόκολλο Κόπωσης Υποκνημίδιος Μετά το Πρωτόκολλο Κόπωσης Γράφημα 60: Διάρκεια Μ-κύματος του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) Ποσοστιαίες τιμές της διάρκειας του Μ-κύματος του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι ποσοστιαίες τιμές της διάρκειας του Μ-κύματος του ΥΚν μετά το μέγιστο πρωτόκολλο ήταν 101,06±1,91% και 100,26±0,94% για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Δεν υπήρξε σημαντική επίδραση της ηλικίας (F (1,18) =1,75 p 0.05) και της μέτρησης (F (1,18) =3,73 p 0.05). Δεν υπήρξε επίσης και σημαντική αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων (F (1,18) =1,75 p 0.05) (γράφημα 61). 149

150 Διάρκεια Μ-κύματος (% αρχικής) ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Πριν το Πρωτόκολλο Κόπωσης Υποκνημίδιος Μετά το Πρωτόκολλο Κόπωσης Γράφημα 61: Διάρκεια Μ-κύματος του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) Απόλυτες τιμές της διάρκειας του Μ-κύματος του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι απόλυτες τιμές της διάρκειας του Μ-κύματος (msec) του ΥΚν πριν το υπομέγιστο πρωτόκολλο ήταν 10,15±0,26 και 10,18±0,38 για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Οι αντίστοιχες τιμές μετά το πρωτόκολλο κόπωσης ήταν 11,31±0,53 και 10,98±0,34. Υπήρξε σημαντική επίδραση της μέτρησης (F (1,18) =97,89 p 0.001) στη διαφοροποίηση της διάρκειας του Μ-κύματος του υποκνημιδίου σε απόλυτες τιμές πριν και μετά το τέλος του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης. Υπήρξε επίσης και σημαντική αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων (F (1,18) =3,34 p 0.01). Από την post-hoc Scheffe ανάλυση φάνηκε στατιστικά σημαντική αύξηση της διάρκειας και για τις δύο ηλικιακές ομάδες μετά το πρωτόκολλο κόπωσης (p 0.01) (γράφημα 62). 150

151 20 15 Διάρκεια Μ-κύματος (msec) 10 ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ 5 0 Πριν το Πρωτόκολλο Κόπωσης Προσπάθεια Μετά το Πρωτόκολλο Κόπωσης Γράφημα 62: Διάρκεια Μ-κύματος του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (απόλυτες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης) Ποσοστιαίες τιμές της διάρκειας του Μ-κύματος του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Οι ποσοστιαίες τιμές της διάρκειας του Μ-κύματος του ΥΚν μετά το υπομέγιστο πρωτόκολλο ήταν 111,44±4,12% και 107,91±2,97% για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα. Υπήρξε σημαντική επίδραση μόνο της μέτρησης (F (1,18) =94,58 p 0.001). Και στις δύο ομάδες αυξήθηκε σημαντικά η διάρκεια του Μ- κύματος, με ενιαίο όμως τρόπο μεταξύ των ηλικιακών ομάδων (γράφημα 63). 151

152 Διάρκεια Μ-κύματος (% αρχικής) ΑΝΤΡΕΣ ΑΓΟΡΙΑ Πριν το Πρωτόκολλο Κόπωσης Προσπάθεια Μετά το Πρωτόκολλο Κόπωσης Γράφημα 63: Διάρκεια Μ-κύματος του ΥΚν πριν και μετά το πέρας του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης (ποσοστιαίες τιμές) (=στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχικής και τελικής μέτρησης) Διάρκεια πρωτοκόλλων κόπωσης Διάρκεια του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Η χρονική διάρκεια του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης ήταν 93,59±6,96 και 126,23±10,39 sec. για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα και ήταν στατιστικά μεγαλύτερη των ενηλίκων σε σχέση με τους προέφηβους (F (1,18) =7,57 p 0.05) (γράφημα 64). 152

153 Χρονική Διάρκεια (sec) ΑΓΟΡΙΑ ΑΝΤΡΕΣ Γράφημα 64: Διάρκεια του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης ( = στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των πειραματικών ομάδων) Διάρκεια του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης Σε αντίθεση με την χρονική διάρκεια του μέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης, δεν υπήρχε σημαντικά στατιστική διάφορά μεταξύ των ενηλίκων και των προεφήβων στο υπομέγιστο πρωτόκολλο κόπωσης (p>0.05) (γράφημα 65). Η χρονική διάρκεια του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης ήταν 768,03±83,02 και 776,08±48,58 sec. για τους άντρες και τα αγόρια αντίστοιχα Χρονική Διάρκεια (sec) ΑΓΟΡΙΑ ΑΝΤΡΕΣ Γράφημα 65: Διάρκεια του υπομέγιστου πρωτοκόλλου κόπωσης. 153

ΠΡΟΠΟΝΗΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΕΣ ΣΤΙΣ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΕΣ ΗΛΙΚΙΕΣ (555)

ΠΡΟΠΟΝΗΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΕΣ ΣΤΙΣ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΕΣ ΗΛΙΚΙΕΣ (555) ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΠΡΟΠΟΝΗΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΕΣ ΣΤΙΣ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΕΣ ΗΛΙΚΙΕΣ (555) Ενότητα 6: Κόπωση Χρήστος Κοτζαμανίδης Τμήμα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού

Διαβάστε περισσότερα

Θέμης Τσαταλάς, BSc, MSc ΣΥΝΤΟΜΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

Θέμης Τσαταλάς, BSc, MSc ΣΥΝΤΟΜΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ Θέμης Τσαταλάς, BSc, MSc ΣΥΝΤΟΜΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ Σπουδές 2006- Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας- Τμήμα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού (PhD σε εξέλιξη). Τίτλος Διδακτορικής Διατριβής: Η επίδραση του μυικού τραυματισμού

Διαβάστε περισσότερα

Χαρακτηριστικά Κόπωσης. έντασης.

Χαρακτηριστικά Κόπωσης. έντασης. Χαρακτηριστικά Κόπωσης Κόπωση είναι η ανικανότητα του νευρομυικού συστήματος να διατηρήσει σταθερό, ένα δοσμένο επίπεδο έντασης ανεξαρτήτως της επιλεγόμενης έντασης. Τοπογραφία Κόπωσης *Το σχήμα είναι

Διαβάστε περισσότερα

Ανάπτυξη δύναμης. Ενότητες: Εισαγωγή στην δύναμη. Μεταβολή δύναμης στην αναπτυξιακή περίοδο

Ανάπτυξη δύναμης. Ενότητες: Εισαγωγή στην δύναμη. Μεταβολή δύναμης στην αναπτυξιακή περίοδο Ανάπτυξη δύναμης Ενότητες: Εισαγωγή στην δύναμη Μεταβολή δύναμης στην αναπτυξιακή περίοδο Εισαγωγή στην δύναμη Παράγοντες που επηρεάζουν την δύναμη. 1. Τύποι Δύναμης 2. Ηλικία 3. Φύλλο 4. Μυική μάζα 5.

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΩΤΟΚΟΛΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΟΡΓΑΝΑ ΜΕΤΡΗΣΗΣ

ΠΡΩΤΟΚΟΛΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΟΡΓΑΝΑ ΜΕΤΡΗΣΗΣ ΠΡΩΤΟΚΟΛΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΟΡΓΑΝΑ ΜΕΤΡΗΣΗΣ ΟΡΓΑΝΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ Πώς μπορούμε να μετρήσουμε τη δύναμη; Ημικάθισμα Smith Ισοκίνηση - Ισομετρία Ρίψη ΟΡΓΑΝΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ Πλατφόρμα αντίδρασης ( υναμοδάπεδο) Χρησιμοποιείται

Διαβάστε περισσότερα

ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ ΨΕΥΔΟΛΕΞΕΩΝ ΑΠΟ ΠΑΙΔΙΑ ΜΕ ΕΙΔΙΚΗ ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΚΑΙ ΠΑΙΔΙΑ ΤΥΠΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ ΨΕΥΔΟΛΕΞΕΩΝ ΑΠΟ ΠΑΙΔΙΑ ΜΕ ΕΙΔΙΚΗ ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΚΑΙ ΠΑΙΔΙΑ ΤΥΠΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Σχολή Επιστημών Υγείας Πτυχιακή εργασία ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ ΨΕΥΔΟΛΕΞΕΩΝ ΑΠΟ ΠΑΙΔΙΑ ΜΕ ΕΙΔΙΚΗ ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΚΑΙ ΠΑΙΔΙΑ ΤΥΠΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Άντρια Πολυκάρπου Λεμεσός, Μάιος 2017 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

Η παραγωγή αναφορικών προτάσεων από κυπριόπουλα παιδιά με Γλωσσική Διαταραχή

Η παραγωγή αναφορικών προτάσεων από κυπριόπουλα παιδιά με Γλωσσική Διαταραχή Σχολή Επιστημών Υγείας Πτυχιακή εργασία Η παραγωγή αναφορικών προτάσεων από κυπριόπουλα παιδιά με Γλωσσική Διαταραχή Κωνσταντίνα Χατζηκαλλή Λεμεσός, Ιούνιος 2018 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ

Διαβάστε περισσότερα

ΕΠΕΑΕΚ:ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΥ ΤΕΦΑΑ ΠΘ - ΑΥΤΕΠΙΣΤΑΣΙΑ ΜΥΙΚΗ ΚΟΠΩΣΗ. (οξείες προσαρµογές)

ΕΠΕΑΕΚ:ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΥ ΤΕΦΑΑ ΠΘ - ΑΥΤΕΠΙΣΤΑΣΙΑ ΜΥΙΚΗ ΚΟΠΩΣΗ. (οξείες προσαρµογές) ΕΠΕΑΕΚ:ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΥ ΤΕΦΑΑ ΠΘ - ΑΥΤΕΠΙΣΤΑΣΙΑ ΜΥΙΚΗ ΚΟΠΩΣΗ (οξείες προσαρµογές) Γιάννης Κουτεντάκης, BSc, MA. PhD Αναπληρωτής Καθηγητής ΤΕΦΑΑ, Πανεπιστήµιο Θεσσαλίας Περιεχόµενο

Διαβάστε περισσότερα

Εργαστήριο Εργοφυσιολογίας-Εργομετρίας, Τ.Ε.Φ.Α.Α. Θεσσαλονίκης, Σ.Ε.Φ.Α.Α. Α.Π.Θ.

Εργαστήριο Εργοφυσιολογίας-Εργομετρίας, Τ.Ε.Φ.Α.Α. Θεσσαλονίκης, Σ.Ε.Φ.Α.Α. Α.Π.Θ. ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΙΣΟΚΙΝΗΤΙΚΗΣ ΜΥΪΚΗΣ ΔΥΝΑΜΗΣ, ΤΗΣ ΑΛΤΙΚΗΣ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΡΘΡΙΚΗΣ ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΕΠΙΛΕΚΤΩΝ ΣΠΡΙΝΤΕΡ. 1 Μηναρετζής Χ., 1 Μεταξάς Θ., 1, 1 Σιάτρας Θ., 1 Βαμβακούδης Ε., 1 Χριστούλας

Διαβάστε περισσότερα

ΜΥΪΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ (Β ΜΕΡΟΣ)

ΜΥΪΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ (Β ΜΕΡΟΣ) ΑΝΑΤΟΜΙΑ και ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΜΥΪΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ (Β ΜΕΡΟΣ) ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΜΥΪΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ Οι µύες είναι συσταλτά όργανα που χρησιµεύουν για να επιτελούνται οι ενεργητικές κινήσεις του οργανισµού. Οι µύες αποτελούνται

Διαβάστε περισσότερα

Άσκηση και Αποκατάσταση Νευρομυϊκών Προβλημάτων

Άσκηση και Αποκατάσταση Νευρομυϊκών Προβλημάτων ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Άσκηση και Αποκατάσταση Νευρομυϊκών Προβλημάτων Ενότητα 1: Εισαγωγή στο νευρομυϊκό σύστημα. Τίτλος: Νευρομυϊκές προσαρμογές. Εισηγητής:

Διαβάστε περισσότερα

Εφαρμοσμένη Αθλητική Εργοφυσιολογία

Εφαρμοσμένη Αθλητική Εργοφυσιολογία Εφαρμοσμένη Αθλητική Εργοφυσιολογία Κατανάλωση ενέργειας και κόπωση Βασίλης Πασχάλης Επίκουρος καθηγητής ΤΕΦΑΑ - ΕΚΠΑ Κατανάλωση ενέργειας Συντελεστής απόδοσης Απόδοση μεταβολισμού υποστρωμάτων 40% à ATP

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΕΡΟΒΙΑ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΓΑΛΑΚΤΙΚΟ ΟΞΥ ΚΑΙ ΑΣΚΗΣΗ ΑΝΑΕΡΟΒΙΟ ΚΑΤΩΦΛΙ

ΑΝΑΕΡΟΒΙΑ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΓΑΛΑΚΤΙΚΟ ΟΞΥ ΚΑΙ ΑΣΚΗΣΗ ΑΝΑΕΡΟΒΙΟ ΚΑΤΩΦΛΙ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ & AΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΕΡΓΟΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΕΡΓΟΜΕΤΡΙΑΣ ΑΝΑΕΡΟΒΙΑ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΓΑΛΑΚΤΙΚΟ ΟΞΥ ΚΑΙ ΑΣΚΗΣΗ ΑΝΑΕΡΟΒΙΟ ΚΑΤΩΦΛΙ Θωμάς Μεταξάς, PhD

Διαβάστε περισσότερα

ΑΕΡΟΒΙΑ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΑΝΑΕΡΟΒΙΟ ΚΑΤΩΦΛΙ ΓΑΛΑΚΤΙΚΟ ΟΞΥ ΚΑΙ ΑΣΚΗΣΗ

ΑΕΡΟΒΙΑ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΑΝΑΕΡΟΒΙΟ ΚΑΤΩΦΛΙ ΓΑΛΑΚΤΙΚΟ ΟΞΥ ΚΑΙ ΑΣΚΗΣΗ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ & AΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΕΡΓΟΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΕΡΓΟΜΕΤΡΙΑΣ Διευθυντής: Καθηγητής Κων/νος Μανδρούκας ΑΕΡΟΒΙΑ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΑΝΑΕΡΟΒΙΟ ΚΑΤΩΦΛΙ ΓΑΛΑΚΤΙΚΟ

Διαβάστε περισσότερα

Η θέση του γαλακτικού στον ασκησιακό μεταβολισμό

Η θέση του γαλακτικού στον ασκησιακό μεταβολισμό 5 ο Συνέδριο Βιοχημείας και Φυσιολογίας της Άσκησης Η θέση του γαλακτικού στον ασκησιακό μεταβολισμό Βασίλης Μούγιος Καθηγητής Βιοχημείας της Άσκησης Τμήμα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού με έδρα

Διαβάστε περισσότερα

ΑΥΞΗΤΙΚΗ ΟΡΜΟΝΗ, ΙΝΣΟΥΛΙΝΟΜΙΜΗΤΙΚΟΣ ΑΥΞΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ-Ι ΚΑΙ ΑΣΚΗΣΗ

ΑΥΞΗΤΙΚΗ ΟΡΜΟΝΗ, ΙΝΣΟΥΛΙΝΟΜΙΜΗΤΙΚΟΣ ΑΥΞΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ-Ι ΚΑΙ ΑΣΚΗΣΗ MANAGING AUTHORITY OF THE OPERATIONAL PROGRAMME EDUCATION AND INITIAL VOCATIONAL TRAINING ΑΥΞΗΤΙΚΗ ΟΡΜΟΝΗ, ΙΝΣΟΥΛΙΝΟΜΙΜΗΤΙΚΟΣ ΑΥΞΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ-Ι ΚΑΙ ΑΣΚΗΣΗ ΘΑΝΑΣΗΣ ΤΖΙΑΜΟΥΡΤΑΣ, Ph.D., C.S.C.S Λειτουργίες

Διαβάστε περισσότερα

Συνιστώνται για... Οι δονήσεις είναι αποτελεσματικές...

Συνιστώνται για... Οι δονήσεις είναι αποτελεσματικές... ΠΕΔΙΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ Εκφυλιστικές αλλοιώσεις Αγγειακές παθήσεις Παθολογίες των πνευμόνων Ουρο-γυναικολογικές διαταραχές Καρδιακές παθήσεις Παθολογίες σπονδυλικής στήλης Παθολογίες αρθρώσεων Παθολογίες συνδέσμων

Διαβάστε περισσότερα

Λείος μυς. Ε. Παρασκευά Αναπλ. Καθηγήτρια Κυτταρικής Φυσιολογίας Τμήμα Ιατρικής Π.Θ. 2017

Λείος μυς. Ε. Παρασκευά Αναπλ. Καθηγήτρια Κυτταρικής Φυσιολογίας Τμήμα Ιατρικής Π.Θ. 2017 Λείος μυς Ε. Παρασκευά Αναπλ. Καθηγήτρια Κυτταρικής Φυσιολογίας Τμήμα Ιατρικής Π.Θ. 2017 1 Λείοι μύες Τοιχώματα κοίλων οργάνων Νεύρωση από ΑΝΣ Ακούσιες κινήσεις Λείες μυϊκές ίνες Ατρακτοειδή κύτταρα (μονοπύρηνα)

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΠΟΝΗΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΕΣ ΣΤΙΣ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΕΣ ΗΛΙΚΙΕΣ (555)

ΠΡΟΠΟΝΗΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΕΣ ΣΤΙΣ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΕΣ ΗΛΙΚΙΕΣ (555) ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΠΡΟΠΟΝΗΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΕΣ ΣΤΙΣ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΕΣ ΗΛΙΚΙΕΣ (555) Ενότητα 2: Ανάπτυξη δύναμης Χρήστος Κοτζαμανίδης Τμήμα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής

Διαβάστε περισσότερα

Αποστολία Χατζηευθυμίου, Αν. Καθηγήτρια Ιατρικής Φυσιολογίας. Ευφροσύνη Παρασκευά, Αν. Καθηγήτρια Κυτταρικής Φυσιολογίας ΝΕΥΡΟΜΥΪΚΟ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣΜΑ

Αποστολία Χατζηευθυμίου, Αν. Καθηγήτρια Ιατρικής Φυσιολογίας. Ευφροσύνη Παρασκευά, Αν. Καθηγήτρια Κυτταρικής Φυσιολογίας ΝΕΥΡΟΜΥΪΚΟ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣΜΑ 2016 Αποστολία Χατζηευθυμίου, Αν. Καθηγήτρια Ιατρικής Φυσιολογίας Ευφροσύνη Παρασκευά, Αν. Καθηγήτρια Κυτταρικής Φυσιολογίας ΝΕΥΡΟΜΥΪΚΟ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣΜΑ Εισαγωγή Η σύσπαση των σκελετικών μυών ελέγχεται από

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 1 ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΝΕΥΡΟΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑΣ

Κεφάλαιο 1 ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΝΕΥΡΟΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑΣ Κεφάλαιο 1 ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΝΕΥΡΟΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑΣ 1.1. Εισαγωγή Ο ζωντανός οργανισµός έχει την ικανότητα να αντιδρά σε µεταβολές που συµβαίνουν στο περιβάλλον και στο εσωτερικό του. Οι µεταβολές αυτές ονοµάζονται

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΟΥ ΚΛΙΜΑΤΟΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ ΣΤΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΟΥ ΚΛΙΜΑΤΟΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ ΣΤΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή εργασία ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΟΥ ΚΛΙΜΑΤΟΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ ΣΤΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΕΩΝΙΔΟΥ Λεμεσός, 2012 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ

Διαβάστε περισσότερα

Μυϊκό Σύστημα. Νευρομυϊκή λειτουργία και προσαρμογές με τη σωματική άσκηση. Ηλίας Σμήλιος, Επίκουρος Καθηγητής Τ.Ε.Φ.Α.Α., Δ.Π.Θ.

Μυϊκό Σύστημα. Νευρομυϊκή λειτουργία και προσαρμογές με τη σωματική άσκηση. Ηλίας Σμήλιος, Επίκουρος Καθηγητής Τ.Ε.Φ.Α.Α., Δ.Π.Θ. Μυϊκό Σύστημα Νευρομυϊκή λειτουργία και προσαρμογές με τη σωματική άσκηση Ηλίας Σμήλιος, Επίκουρος Καθηγητής Τ.Ε.Φ.Α.Α., Δ.Π.Θ. Η μυϊκή δράση ελέγχεται από το Νευρικό Σύστημα Προσαρμοσμένο από Sale D.,

Διαβάστε περισσότερα

Ανάλυσης των δυνάμεων κατά τη βάδιση & ισορροπία. Αραμπατζή Φωτεινή

Ανάλυσης των δυνάμεων κατά τη βάδιση & ισορροπία. Αραμπατζή Φωτεινή Ανάλυσης των δυνάμεων κατά τη βάδιση & ισορροπία Αραμπατζή Φωτεινή Δυνάμεις Σημασία Ο τρόπος που βαδίζουμε στοχεύει στο: Να μειώσουμε τους κραδασμούς από την επαφή του πέλματος με το έδαφος Να μπορέσουμε

Διαβάστε περισσότερα

ΕΠΕΑΕΚ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΥ Τ.Ε.Φ.Α.Α.ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ - ΑΥΤΕΠΙΣΤΑΣΙΑ

ΕΠΕΑΕΚ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΥ Τ.Ε.Φ.Α.Α.ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ - ΑΥΤΕΠΙΣΤΑΣΙΑ ΕΠΕΑΕΚ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΥ Τ.Ε.Φ.Α.Α.ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ - ΑΥΤΕΠΙΣΤΑΣΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ & ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΚΕ 0918 «Βιοχημική Αξιολόγηση Αθλητών»

Διαβάστε περισσότερα

Παράδειγμα: Γούργουλης Βασίλειος, Επίκουρος Καθηγητής Τ.Ε.Φ.Α.Α.-Δ.Π.Θ.

Παράδειγμα: Γούργουλης Βασίλειος, Επίκουρος Καθηγητής Τ.Ε.Φ.Α.Α.-Δ.Π.Θ. Έλεγχος ύπαρξης στατιστικά σημαντικών διαφορών μεταξύ περισσότερων από δύο δειγμάτων, που διαχωρίζονται βάσει δύο ανεξάρτητων παραγόντων (Ανάλυση διακύμανσης για ανεξάρτητα δείγματα ως προς περισσότερους

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή Εργασία

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή Εργασία ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή Εργασία Η ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΞΟΥΘΕΝΩΣΗ ΠΟΥ ΒΙΩΝΕΙ ΤΟ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΣΤΙΣ ΜΟΝΑΔΕΣ ΕΝΑΤΙΚΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ Άντρη Αγαθαγγέλου Λεμεσός 2012 i ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή Εργασία Χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D σχετιζόμενα με το βρογχικό άσθμα στα παιδιά και στους έφηβους Κουρομπίνα Αλεξάνδρα Λεμεσός [2014] i ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή Εργασία. Κόπωση και ποιότητα ζωής ασθενών με καρκίνο.

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή Εργασία. Κόπωση και ποιότητα ζωής ασθενών με καρκίνο. ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή Εργασία Κόπωση και ποιότητα ζωής ασθενών με καρκίνο Μαργαρίτα Μάου Λευκωσία 2012 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ

Διαβάστε περισσότερα

ΜΗΤΡΙΚΟΣ ΘΗΛΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΓΝΩΣΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕΧΡΙ ΚΑΙ 10 ΧΡΟΝΩΝ

ΜΗΤΡΙΚΟΣ ΘΗΛΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΓΝΩΣΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕΧΡΙ ΚΑΙ 10 ΧΡΟΝΩΝ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ ΜΗΤΡΙΚΟΣ ΘΗΛΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΓΝΩΣΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕΧΡΙ ΚΑΙ 10 ΧΡΟΝΩΝ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Ονοματεπώνυμο Κεντούλλα Πέτρου Αριθμός Φοιτητικής Ταυτότητας 2008761539 Κύπρος

Διαβάστε περισσότερα

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΩΝ ΙΚΑΝΟΤΗΤΩΝ ΜΕΣΩ ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΤΟΥ ΕΡΓΑΛΕΙΟΥ ΜΑΙΝ ΣΕ ΤΥΠΙΚΩΣ ΑΝΑΠΤΥΣΣΟΜΕΝΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΩΝ ΙΚΑΝΟΤΗΤΩΝ ΜΕΣΩ ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΤΟΥ ΕΡΓΑΛΕΙΟΥ ΜΑΙΝ ΣΕ ΤΥΠΙΚΩΣ ΑΝΑΠΤΥΣΣΟΜΕΝΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ Σχολή Επιστημών Υγείας Πτυχιακή εργασία ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΩΝ ΙΚΑΝΟΤΗΤΩΝ ΜΕΣΩ ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΤΟΥ ΕΡΓΑΛΕΙΟΥ ΜΑΙΝ ΣΕ ΤΥΠΙΚΩΣ ΑΝΑΠΤΥΣΣΟΜΕΝΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ Γεωργίου Μύρια Λεμεσός, Μάιος 2018 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

Διαβάστε περισσότερα

Μάθημα 15ο : Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΤΩΝ ΑΣΚΗΣΕΩΝ ΜΕ ΒΑΡΗ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΚΑΜΠΤΗΡΕΣ ΜΥΕΣ ΤΟΥ ΓΟΝΑΤΟΣ

Μάθημα 15ο : Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΤΩΝ ΑΣΚΗΣΕΩΝ ΜΕ ΒΑΡΗ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΚΑΜΠΤΗΡΕΣ ΜΥΕΣ ΤΟΥ ΓΟΝΑΤΟΣ ΑΣΚΗΣΗ ΜΕ ΑΝΤΙΣΤΑΣΕΙΣ (Κ.Μ. Μ 161) Μάθημα 15ο : Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΤΩΝ ΑΣΚΗΣΕΩΝ ΜΕ ΒΑΡΗ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΚΑΜΠΤΗΡΕΣ ΜΥΕΣ ΤΟΥ ΓΟΝΑΤΟΣ Με την ολοκλήρωση του μαθήματος οι φοιτητές πρέπει να είναι σε θέση

Διαβάστε περισσότερα

ΝΕΥΡΟΜΥΪΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΜΕΤΑΞΥ ΕΝΗΛΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΕΦΗΒΩΝ ΑΓΟΡΙΩΝ ΣΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΕΝΟΣ ΜΕΓΙΣΤΟΥ ΙΣΟΜΕΤΡΙΚΟΥ ΔΙΑΛΕΙΜΜΑΤΙΚΟΥ ΤΕΣΤ ΚΟΠΩΣΗΣ. του Αρματά Ε.

ΝΕΥΡΟΜΥΪΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΜΕΤΑΞΥ ΕΝΗΛΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΕΦΗΒΩΝ ΑΓΟΡΙΩΝ ΣΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΕΝΟΣ ΜΕΓΙΣΤΟΥ ΙΣΟΜΕΤΡΙΚΟΥ ΔΙΑΛΕΙΜΜΑΤΙΚΟΥ ΤΕΣΤ ΚΟΠΩΣΗΣ. του Αρματά Ε. ΝΕΥΡΟΜΥΪΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΜΕΤΑΞΥ ΕΝΗΛΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΕΦΗΒΩΝ ΑΓΟΡΙΩΝ ΣΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΕΝΟΣ ΜΕΓΙΣΤΟΥ ΙΣΟΜΕΤΡΙΚΟΥ ΔΙΑΛΕΙΜΜΑΤΙΚΟΥ ΤΕΣΤ ΚΟΠΩΣΗΣ του Αρματά Ε. Βασιλείου Μεταπτυχιακή διατριβή που υποβάλλεται στο καθηγητικό

Διαβάστε περισσότερα

Φυσιολογία της Άσκησης

Φυσιολογία της Άσκησης ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ & ΔΙΑΙΤΟΛΟΓΙΑΣ Φυσιολογία της Άσκησης Κόπωση & αίτια της Παναγιώτης Κανέλλος Διαιτολόγος-Διατροφολόγος, PhD Υπότροφος ΤΕΙ

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή εργασία

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή εργασία ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Πτυχιακή εργασία ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΗΝ ΘΝΗΣΙΜΟΤΗΤΑ ΕΡΙΦΙΩΝ ΤΗΣ ΦΥΛΗΣ ΔΑΜΑΣΚΟΥ ΜΕΧΡΙ ΤΟΝ ΑΠΟΓΑΛΑΚΤΙΣΜΟ ΣΟΦΟΚΛΕΟΥΣ

Διαβάστε περισσότερα

Προπόνηση δύναμης στις αναπτυξιακές ηλικίες

Προπόνηση δύναμης στις αναπτυξιακές ηλικίες Προπόνηση δύναμης στις αναπτυξιακές ηλικίες Ενότητες Εισαγωγή στην προπόνηση των ενηλίκων Προπόνηση των αναπτυξιακών ηλικιών Τύποι Προπόνησης Ενδυνάμωσης 1. Προπόνηση με εξωτερικές αντιστάσεις. Νευρομυικής

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ «ΦΥΣΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ» Η επίδραση της υπομέγιστης ισομετρικής κόπωσης

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ Επιβλέπων Καθηγητής: Δρ. Νίκος Μίτλεττον Η ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΜΗΤΡΙΚΟΥ ΘΗΛΑΣΜΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗ ΔΙΑΒΗΤΗ ΤΥΠΟΥ 2 ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ Ονοματεπώνυμο: Ιωσηφίνα

Διαβάστε περισσότερα

+ - - εκπολώνεται. ΗΛΕΚΤΡΟMYΟΓΡΑΦΗΜΑ

+ - - εκπολώνεται. ΗΛΕΚΤΡΟMYΟΓΡΑΦΗΜΑ ΗΛΕΚΤΡΟMYΟΓΡΑΦΗΜΑ Στόχοι Κατανόησης: -Να σας είναι ξεκάθαρες οι έννοιες πόλωση, εκπόλωση, υπερπόλωση, διεγερτικό ερέθισμα, ανασταλτικό ερέθισμα, κατώφλιο δυναμικό, υποκατώφλιες εκπολώσεις, υπερκατώφλιες

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή Εργασία

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή Εργασία ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή Εργασία Ο ΜΗΤΡΙΚΟΣ ΘΗΛΑΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΜΕ ΤΟ ΚΑΡΚΙΝΟ ΤΟΥ ΜΑΣΤΟΥΣ ΣΤΙΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΦΟΡΕΙΣ ΤΟΥ ΟΓΚΟΓΟΝΙΔΙΟΥ BRCA1 ΚΑΙ BRCA2. Βασούλλα

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΓΩΝΙΑΣ ΤΗΣ ΠΟΔΟΚΝΗΜΙΚΗΣ ΑΡΘΡΩΣΗΣ ΣΤΗ ΜΕΤΑΔΙΕΓΕΡΤΙΚΗ ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΣΗ της Τσερέπη Δέσποινας ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ

Διαβάστε περισσότερα

K. I. Boυμβουράκης Αν. Καθηγητής Νευρολογίας Β Νευρολογική Κλινική Πανεπιστημίου Αθηνών Π.Γ.Ν. ΑΤΤΙΚΟΝ

K. I. Boυμβουράκης Αν. Καθηγητής Νευρολογίας Β Νευρολογική Κλινική Πανεπιστημίου Αθηνών Π.Γ.Ν. ΑΤΤΙΚΟΝ K. I. Boυμβουράκης Αν. Καθηγητής Νευρολογίας Β Νευρολογική Κλινική Πανεπιστημίου Αθηνών Π.Γ.Ν. ΑΤΤΙΚΟΝ κατάσταση ετοιμότητος του μυός ενός βαθμού μόνιμης σύσπασης που διατηρούν οι μύες στην ηρεμία αποτελεί

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή εργασία

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή εργασία ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Πτυχιακή εργασία ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΥΠΕΡΗΧΩΝ ΣΤΗΝ LISTERIA GRAYI ΣΤΟ ΓΑΛΑ: ΕΠΙΒΙΩΣΗ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΧΗΜΙΚΕΣ ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ. Άρτεμις

Διαβάστε περισσότερα

314 ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΑΣΚΗΣΗ ΜΥΪΚΗ ΥΠΕΡΤΡΟΦΙΑ. ΦΑΤΟΥΡΟΣ Γ. ΙΩΑΝΝΗΣ, Ph.D. Επίκουρος Καθηγητής Τ.Ε.Φ.Α.Α. Δ.Π.Θ.

314 ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΑΣΚΗΣΗ ΜΥΪΚΗ ΥΠΕΡΤΡΟΦΙΑ. ΦΑΤΟΥΡΟΣ Γ. ΙΩΑΝΝΗΣ, Ph.D. Επίκουρος Καθηγητής Τ.Ε.Φ.Α.Α. Δ.Π.Θ. 314 ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΑΣΚΗΣΗ ΜΥΪΚΗ ΥΠΕΡΤΡΟΦΙΑ ΦΑΤΟΥΡΟΣ Γ. ΙΩΑΝΝΗΣ, Ph.D. Επίκουρος Καθηγητής Τ.Ε.Φ.Α.Α. Δ.Π.Θ. ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΜΥΪΚΗΣ ΥΠΕΡΤΡΟΦΙΑΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΥΠΕΡΤΡΟΦΙΑ ΧΡΟΝΙΑ Ή ΜΟΝΙΜΗ ΥΠΕΡΤΡΟΦΙΑ ΥΠΕΡΤΡΟΦΙΑ ΜΥΪΚΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή διατριβή

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή διατριβή ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Πτυχιακή διατριβή ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΟΥ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΘΗΛΑΣΜΟΥ ΣΤΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΑΜΝΩΝ ΦΥΛΗΣ ΧΙΟΥ ΓΙΑΝΝΟΣ ΜΑΚΡΗΣ Λεμεσός 2014 ii

Διαβάστε περισσότερα

ΕΠΕΑΕΚ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΥ Τ.Ε.Φ.Α.Α.ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ - ΑΥΤΕΠΙΣΤΑΣΙΑ

ΕΠΕΑΕΚ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΥ Τ.Ε.Φ.Α.Α.ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ - ΑΥΤΕΠΙΣΤΑΣΙΑ ΕΠΕΑΕΚ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΥ Τ.Ε.Φ.Α.Α.ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ - ΑΥΤΕΠΙΣΤΑΣΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ & ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΚΕ 0918 «Βιοχημική Αξιολόγηση Αθλητών»

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ. Power. Δρ. Γεροδήμος Βασίλειος Λέκτορας ΤΕΦΑΑ-ΠΘ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ. Power. Δρ. Γεροδήμος Βασίλειος Λέκτορας ΤΕΦΑΑ-ΠΘ ΕΠΕΑΕΚ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΥ Τ.Ε.Φ.Α.Α.ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ - ΑΥΤΕΠΙΣΤΑΣΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ & ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΜΚ 1013 «Ανάπτυξη φυσικής κατάστασης στον

Διαβάστε περισσότερα

δύναμη και προπόνηση δύναμης προπόνηση με βάρη

δύναμη και προπόνηση δύναμης προπόνηση με βάρη δύναμη και προπόνηση δύναμης προπόνηση με βάρη ταξινόμιση της φυσικής κατάστασης Δύναμη Αντοχή φυσική κατάστασ η Ταχύτητα Ευλυγισία ποιοι ασχολούνται με την άσκηση με βάρη οι αθλητές της άρσης βαρών, οι

Διαβάστε περισσότερα

Παράδειγμα: Γούργουλης Βασίλειος, Επίκουρος Καθηγητής Τ.Ε.Φ.Α.Α.-Δ.Π.Θ.

Παράδειγμα: Γούργουλης Βασίλειος, Επίκουρος Καθηγητής Τ.Ε.Φ.Α.Α.-Δ.Π.Θ. Έλεγχος ύπαρξης στατιστικά σημαντικών διαφορών μεταξύ δειγμάτων, που διαχωρίζονται βάσει ενός επαναλαμβανόμενου και ενός ανεξάρτητου παράγοντα (Ανάλυση διακύμανσης για εξαρτημένα δείγματα ως προς δύο παράγοντες,

Διαβάστε περισσότερα

8. Ι ΑΚΤΙΚΕΣ ΕΝΟΤΗΤΕΣ-ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ: ΜΕΘΟ ΟΣ Ι ΑΣΚΑΛΙΑΣ: ιαλέξεις, εργαστηριακές εφαρµογές

8. Ι ΑΚΤΙΚΕΣ ΕΝΟΤΗΤΕΣ-ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ: ΜΕΘΟ ΟΣ Ι ΑΣΚΑΛΙΑΣ: ιαλέξεις, εργαστηριακές εφαρµογές ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΣΕΡΡΩΝ Μεταπτυχιακό & ιδακτορικό ίπλωµα στην Κινησιολογία" ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΟ ΕΝΤΥΠΟ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ 1. ΤΙΤΛΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ: ΝΕΥΡΟΜΥΪΚΕΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΙΛΟΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟ ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΠΡΟΦΙΛ ΤΩΝ ΕΝΗΛΙΚΩΝ ΑΝΩ ΤΩΝ 65 ΕΤΩΝ ΜΕ ΑΝΟΙΑ

ΠΙΛΟΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟ ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΠΡΟΦΙΛ ΤΩΝ ΕΝΗΛΙΚΩΝ ΑΝΩ ΤΩΝ 65 ΕΤΩΝ ΜΕ ΑΝΟΙΑ Σχολή Επιστημών Υγείας Πτυχιακή εργασία ΠΙΛΟΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟ ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΠΡΟΦΙΛ ΤΩΝ ΕΝΗΛΙΚΩΝ ΑΝΩ ΤΩΝ 65 ΕΤΩΝ ΜΕ ΑΝΟΙΑ Παναγιώτα Παπαϊωάννου Λεμεσός, Μάιος 2018 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΜΥΙΚΗΣ ΥΝΑΜΗΣ ΚΑΙ ΙΣΧΥΟΣ. Λήδα Μαδεμλή Επικ. Καθηγήτρια, ΤΕΦΑΑ Σερρών ΑΠΘ

ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΜΥΙΚΗΣ ΥΝΑΜΗΣ ΚΑΙ ΙΣΧΥΟΣ. Λήδα Μαδεμλή Επικ. Καθηγήτρια, ΤΕΦΑΑ Σερρών ΑΠΘ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΜΥΙΚΗΣ ΥΝΑΜΗΣ ΚΑΙ ΙΣΧΥΟΣ Λήδα Μαδεμλή Επικ. Καθηγήτρια, ΤΕΦΑΑ Σερρών ΑΠΘ Μυϊκή δύναμη, αντοχή, ισχύς Ορισμός Μυϊκή δύναμη Η δύναμη που παράγεται από τη συστολή ενός μυός που τείνει να πλησιάσει

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ & ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ. 7η Διάλεξη: «Καμπύλη γαλακτικού οξέος»

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ & ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ. 7η Διάλεξη: «Καμπύλη γαλακτικού οξέος» ΕΠΕΑΕΚ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΥ Τ.Ε.Φ.Α.Α.ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ - ΑΥΤΕΠΙΣΤΑΣΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ & ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΚΕ 0918 «Βιοχημική Αξιολόγηση Αθλητών»

Διαβάστε περισσότερα

Αξιολόγηση και ανάλυση της μυϊκής δύναμης και ισχύος

Αξιολόγηση και ανάλυση της μυϊκής δύναμης και ισχύος ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Αξιολόγηση και ανάλυση της μυϊκής δύναμης και ισχύος Ενότητα 4: Ανάλυση και ερμηνεία δεδομένων Τίτλος: Σχολιασμός - ανάλυση αποτελεσμάτων

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΖΩΗΣ ΣΕ ΕΦΗΒΟΥΣ ΜΕ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗ ΔΙΑΒΗΤΗ.

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΖΩΗΣ ΣΕ ΕΦΗΒΟΥΣ ΜΕ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗ ΔΙΑΒΗΤΗ. ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή εργασία ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΖΩΗΣ ΣΕ ΕΦΗΒΟΥΣ ΜΕ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗ ΔΙΑΒΗΤΗ Φίλιππος Λουκά Λεμεσός 2014 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία Η ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ ΣΕ ΕΦΗΒΟΥΣ ΜΕ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗ ΔΙΑΒΗΤΗ ΤΥΠΟΥ 1

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία Η ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ ΣΕ ΕΦΗΒΟΥΣ ΜΕ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗ ΔΙΑΒΗΤΗ ΤΥΠΟΥ 1 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή εργασία Η ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ ΣΕ ΕΦΗΒΟΥΣ ΜΕ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗ ΔΙΑΒΗΤΗ ΤΥΠΟΥ 1 ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΝΔΡΕΟΥ Φ.Τ:2008670839 Λεμεσός 2014 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

Πτυχιακή Εργασία Η ΑΝΤΙΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΤΗΡΙΞΗ ΣΤΙΣ ΘΗΛΑΖΟΥΣΕΣ ΜΗΤΕΡΕΣ

Πτυχιακή Εργασία Η ΑΝΤΙΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΤΗΡΙΞΗ ΣΤΙΣ ΘΗΛΑΖΟΥΣΕΣ ΜΗΤΕΡΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή Εργασία Η ΑΝΤΙΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΤΗΡΙΞΗ ΣΤΙΣ ΘΗΛΑΖΟΥΣΕΣ ΜΗΤΕΡΕΣ Ονοματεπώνυμο: Στέλλα Κόντζιαλη Αριθμός Φοιτητικής Ταυτότητας: 2010414838

Διαβάστε περισσότερα

TMHMA ΙΑΤΡΙΚΗΣ - ΠΑΝ/ΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ Ι. Φυσιολογία Μυών. Κων/νος Παπαθεοδωρόπουλος Αναπληρωτής Καθηγητής * Εργαστήριο Φυσιολογίας 2015

TMHMA ΙΑΤΡΙΚΗΣ - ΠΑΝ/ΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ Ι. Φυσιολογία Μυών. Κων/νος Παπαθεοδωρόπουλος Αναπληρωτής Καθηγητής * Εργαστήριο Φυσιολογίας 2015 TMHMA ΙΑΤΡΙΚΗΣ - ΠΑΝ/ΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ Ι Φυσιολογία Μυών Κων/νος Παπαθεοδωρόπουλος Αναπληρωτής Καθηγητής * Εργαστήριο Φυσιολογίας 2015 ΣΚΕΛΕΤΙΚΟΣ ΜΥΣ ΜΥΕΣ ΜΥΪΚΟ ΚΥΤΤΑΡΟ (ΜΥΪΚΗ ΙΝΑ) ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ & ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ

Διαβάστε περισσότερα

Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΗΣ ΤΩΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΣΥΣΠΑΣΗ ΤΩΝ ΠΕΛΜΑΤΙΑΙΩΝ ΚΑΜΠΤΗΡΩΝ ΣΕ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΕΣ ΓΩΝΙΕΣ.

Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΗΣ ΤΩΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΣΥΣΠΑΣΗ ΤΩΝ ΠΕΛΜΑΤΙΑΙΩΝ ΚΑΜΠΤΗΡΩΝ ΣΕ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΕΣ ΓΩΝΙΕΣ. ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ Τομέας Αγωνιστικών Αθλημάτων Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΗΣ ΤΩΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΣΥΣΠΑΣΗ ΤΩΝ ΠΕΛΜΑΤΙΑΙΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή διατριβή. Ονοματεπώνυμο: Αργυρώ Ιωάννου. Επιβλέπων καθηγητής: Δρ. Αντρέας Χαραλάμπους

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή διατριβή. Ονοματεπώνυμο: Αργυρώ Ιωάννου. Επιβλέπων καθηγητής: Δρ. Αντρέας Χαραλάμπους ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή διατριβή Διερεύνηση της αποτελεσματικότητας εναλλακτικών και συμπληρωματικών τεχνικών στη βελτίωση της ποιότητας της ζωής σε άτομα με καρκίνο

Διαβάστε περισσότερα

ΠΩΣ ΕΠΗΡΕΑΖΕΙ Η ΜΕΡΑ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ ΤΙΣ ΑΠΟΔΟΣΕΙΣ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΠΡΙΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ

ΠΩΣ ΕΠΗΡΕΑΖΕΙ Η ΜΕΡΑ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ ΤΙΣ ΑΠΟΔΟΣΕΙΣ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΠΡΙΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ Σχολή Διοίκησης και Οικονομίας Κρίστια Κυριάκου ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΕΜΠΟΡΙΟΥ,ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ Της Κρίστιας Κυριάκου ii Έντυπο έγκρισης Παρουσιάστηκε

Διαβάστε περισσότερα

Θέμα: Παχυσαρκία και κύηση:

Θέμα: Παχυσαρκία και κύηση: ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜ Α ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Θέμα: Παχυσαρκία και κύηση: επιπτώσεις στην έκβαση της κύησης και στο έμβρυο Ονοματεπώνυμο: Στέλλα Ριαλά Αριθμός

Διαβάστε περισσότερα

Μυϊκή ύναµη, Τραυµατισµοί & Μυϊκή Καταστροφή

Μυϊκή ύναµη, Τραυµατισµοί & Μυϊκή Καταστροφή Μυϊκή ύναµη, Τραυµατισµοί & Μυϊκή Καταστροφή Γιάννης Κουτεντάκης, BSc, MA. PhD Αναπληρωτής Καθηγητής ΤΕΦΑΑ, Πανεπιστήµιο Θεσσαλίας Περιεχόµενο Μαθήµατος Έλλειµµα δύναµης ή µ. ανισορροπίες αποτελούν την

Διαβάστε περισσότερα

Παράδειγμα: Γούργουλης Βασίλειος, Επίκουρος Καθηγητής Τ.Ε.Φ.Α.Α. Δ.Π.Θ.

Παράδειγμα: Γούργουλης Βασίλειος, Επίκουρος Καθηγητής Τ.Ε.Φ.Α.Α. Δ.Π.Θ. Έλεγχος ύπαρξης στατιστικά σημαντικών διαφορών μεταξύ περισσότερων από δύο ανεξάρτητων δειγμάτων, που διαχωρίζονται βάσει ενός ανεξάρτητου παράγοντα (Ανάλυση διακύμανσης για ανεξάρτητα δείγματα ως προς

Διαβάστε περισσότερα

ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ

ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ κωδ. μαθήματος Ν314 Τίτλος 3ης Διάλεξης ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΟΣ ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΚΑΤΆ ΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ ΜΕΡΟΣ Α Α. Μεταβολισμός, γενικά Β. Ενώσεις με υψηλό δυναμικό μεταφοράς της φωσφορικής ομάδας Εισήγηση:

Διαβάστε περισσότερα

Μεταπτυχιακή διατριβή Η ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΑΠΟ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΤΩΝ ΤΙΜΩΝ ΤΟΥ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΥ ΣΕ ΧΩΡΕΣ ΠΟΥ ΕΙΣΑΓΟΥΝ ΚΑΙ ΕΞΑΓΟΥΝ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟ

Μεταπτυχιακή διατριβή Η ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΑΠΟ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΤΩΝ ΤΙΜΩΝ ΤΟΥ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΥ ΣΕ ΧΩΡΕΣ ΠΟΥ ΕΙΣΑΓΟΥΝ ΚΑΙ ΕΞΑΓΟΥΝ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟ Μεταπτυχιακή διατριβή Η ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΑΠΟ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΤΩΝ ΤΙΜΩΝ ΤΟΥ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΥ ΣΕ ΧΩΡΕΣ ΠΟΥ ΕΙΣΑΓΟΥΝ ΚΑΙ ΕΞΑΓΟΥΝ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟ Αδαμαντία Γεωργιάδου Λεμεσός, Μάιος 2017 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

Η θέση ύπνου του βρέφους και η σχέση της με το Σύνδρομο του αιφνίδιου βρεφικού θανάτου. ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ

Η θέση ύπνου του βρέφους και η σχέση της με το Σύνδρομο του αιφνίδιου βρεφικού θανάτου. ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Η θέση ύπνου του βρέφους και η σχέση της με το Σύνδρομο του αιφνίδιου βρεφικού θανάτου. Χρυσάνθη Στυλιανού Λεμεσός 2014 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία ΑΓΧΟΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ ΣΕ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΜΕ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΜΑΣΤΟΥ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΜΑΣΤΕΚΤΟΜΗ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία ΑΓΧΟΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ ΣΕ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΜΕ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΜΑΣΤΟΥ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΜΑΣΤΕΚΤΟΜΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή εργασία ΑΓΧΟΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ ΣΕ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΜΕ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΜΑΣΤΟΥ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΜΑΣΤΕΚΤΟΜΗ ΧΡΥΣΟΒΑΛΑΝΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΣ 2014 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

Διαβάστε περισσότερα

Ο νοσηλευτικός ρόλος στην πρόληψη του μελανώματος

Ο νοσηλευτικός ρόλος στην πρόληψη του μελανώματος ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή διατριβή Ο νοσηλευτικός ρόλος στην πρόληψη του μελανώματος Ονοματεπώνυμο: Αρτέμης Παναγιώτου Επιβλέπων καθηγητής: Δρ. Αντρέας Χαραλάμπους

Διαβάστε περισσότερα

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΗΤΡΙΚΟΣ ΘΗΛΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΙΚΗ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑ

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΗΤΡΙΚΟΣ ΘΗΛΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΙΚΗ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΗΤΡΙΚΟΣ ΘΗΛΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΙΚΗ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑ Ονοματεπώνυμο: Μιχαέλλα Σάββα Λεμεσός 2014 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή Εργασία

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή Εργασία ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή Εργασία Γνώση και στάση νοσηλευτών στη διαχείριση του πόνου καρκινοπαθών που νοσηλεύονται Παναγιώτης Χαραλάμπους Λεμεσός, 2014 i ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ

Διαβάστε περισσότερα

1. Η αναπνευστική λειτουργία. 2. Η κεντρική λειτουργία. 3. Η περιφερική λειτουργία. 4. Ο μυϊκός μεταβολισμός

1. Η αναπνευστική λειτουργία. 2. Η κεντρική λειτουργία. 3. Η περιφερική λειτουργία. 4. Ο μυϊκός μεταβολισμός ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ & ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΤΗΣ VO2max Βαμβακούδης Ευστράτιος Επίκουρος Καθηγητής Εργοφυσιολογικής Αξιολόγησης

Διαβάστε περισσότερα

ΝΕΥΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ - ΜΕΡΟΣ Α. Ο ηλεκτρονικός υπολογιστής του οργανισμού μας

ΝΕΥΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ - ΜΕΡΟΣ Α. Ο ηλεκτρονικός υπολογιστής του οργανισμού μας ΝΕΥΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ - ΜΕΡΟΣ Α Ο ηλεκτρονικός υπολογιστής του οργανισμού μας Ρόλος του νευρικού συστήματος Το νευρικό σύστημα (Ν.Σ.) ελέγχει, ρυθμίζει και συντονίζει όλες τις λειτουργίες του οργανισμού ανάλογα

Διαβάστε περισσότερα

Μεταβολισμός του γλυκογόνου. Μεταβολισμός των υδατανθράκων κατά την άσκηση. Από που προέρχεται το μυϊκό και ηπατικό γλυκογόνο;

Μεταβολισμός του γλυκογόνου. Μεταβολισμός των υδατανθράκων κατά την άσκηση. Από που προέρχεται το μυϊκό και ηπατικό γλυκογόνο; Μεταβολισμός των υδατανθράκων κατά την άσκηση Μεταβολισμός του γλυκογόνου Το γλυκογόνο είναι ο αφθονότερος υδατάνθρακας των ζώων Το γλυκογόνο αποθηκεύεται κυρίως στο ήπαρ (3-7% κατά βάρος) και στους μύες

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ. Πτυχιακή Εργασία

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ. Πτυχιακή Εργασία ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ Πτυχιακή Εργασία ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΘΕΡΑΠΕΙΕΣ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥ ΠΟΝΟΥ ΣΕ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΚΑΡΚΙΝΟ. Ονοματεπώνυμο:

Διαβάστε περισσότερα

ΠΩΣ ΕΠΙΔΡΑ Η ΑΣΚΗΣΗ ΣΤΑ ΔΙΑΦΟΡΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ

ΠΩΣ ΕΠΙΔΡΑ Η ΑΣΚΗΣΗ ΣΤΑ ΔΙΑΦΟΡΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΠΩΣ ΕΠΙΔΡΑ Η ΑΣΚΗΣΗ ΣΤΑ ΔΙΑΦΟΡΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ Η άσκηση, επιφέρει ευεργετικά αποτελέσματα στα διάφορα συστήματα του οργανισμού. Τα αποτελέσματα αυτά ενδέχεται να είναι παροδικά ή μόνιμα ανάλογα

Διαβάστε περισσότερα

Παράδειγμα: Γούργουλης Βασίλειος, Επίκουρος Καθηγητής Τ.Ε.Φ.Α.Α.-Δ.Π.Θ.

Παράδειγμα: Γούργουλης Βασίλειος, Επίκουρος Καθηγητής Τ.Ε.Φ.Α.Α.-Δ.Π.Θ. Έλεγχος ύπαρξης στατιστικά σημαντικών διαφορών μεταξύ περισσότερων από δύο εξαρτημένων δειγμάτων, που διαχωρίζονται βάσει ενός επαναλαμβανόμενου παράγοντα (Ανάλυση διακύμανσης για εξαρτημένα δείγματα ως

Διαβάστε περισσότερα

Στέφανος Πατεράκης (Φυσικ/τής)

Στέφανος Πατεράκης (Φυσικ/τής) Η Ελαστικότητα Είναι η ικανότητα της αύξησης του μήκους ενός μυός, κάτω από την επίδραση μιας δύναμης και η επιστροφή στο αρχικό μήκος του, όταν σταματήσει η επίδραση της δύναμης αυτής. Η ιδιότητα αυτή

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή εργασία

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή εργασία ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Πτυχιακή εργασία ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΙ ΑΛΓΟΡΙΘΜΟΙ ΓΙΑ ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΩΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗΣ ΑΠΟΔΟΣΗΣ ΚΤΙΡΙΩΝ Εβελίνα Θεμιστοκλέους

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΤΑΒΟΛΙΚΕΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΕΣ ΜΕ

ΜΕΤΑΒΟΛΙΚΕΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΕΣ ΜΕ ΜΕΤΑΒΟΛΙΚΕΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΕΣ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΠΟΝΗΣΗ Εισηγητής: Πήδουλας Γεώργιος Msc. 1 ΜΕΤΑΒΟΛΙΚΕΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΕΣ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΠΟΝΗΣΗ ΑΕΡΟΒΙΑ ΠΡΟΠΟΝΗΣΗ Βελτιώνει την κεντρική και περιφερική ροή αίματος και ενισχύει την

Διαβάστε περισσότερα

ΗΛΕΚΤΡΙΚΑ ΣΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΣΩΜΑ (I)

ΗΛΕΚΤΡΙΚΑ ΣΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΣΩΜΑ (I) ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΙΑΤΡΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΚΑ ΣΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΣΩΜΑ (I) Γιάννης Τσούγκος ΓΕΝΙΚΑ:...πολλούς αιώνες πριν μελετηθεί επιστημονικά ο ηλεκτρισμός οι άνθρωποι γνώριζαν

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΥΔΩΝ ΤΕΦΑΑ/ΔΠΘ ΜΑΘΗΜΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΠΡΟΠΟΝΗΤΙΚΗΣ. ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ Φατούρος Γ. Ιωάννης, Επίκουρος Καθηγητής ΣΥΣΠΑΣΗΣ

ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΥΔΩΝ ΤΕΦΑΑ/ΔΠΘ ΜΑΘΗΜΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΠΡΟΠΟΝΗΤΙΚΗΣ. ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ Φατούρος Γ. Ιωάννης, Επίκουρος Καθηγητής ΣΥΣΠΑΣΗΣ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΥΔΩΝ ΤΕΦΑΑ/ΔΠΘ ΜΑΘΗΜΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΠΡΟΠΟΝΗΤΙΚΗΣ ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ Φατούρος Γ. Ιωάννης, Επίκουρος Καθηγητής ΔΙΑΛΕΞΗ 3 - Η ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΜΥΪΚΗΣ ΣΥΣΠΑΣΗΣ Βιοχημεία των νευρομυϊκών

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΑΜΕΣΕΣ ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΣΕ ΕΥΡΩΠΑΙΚΕΣ ΧΩΡΕΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΑΜΕΣΕΣ ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΣΕ ΕΥΡΩΠΑΙΚΕΣ ΧΩΡΕΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΑΜΕΣΕΣ ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΣΕ ΕΥΡΩΠΑΙΚΕΣ ΧΩΡΕΣ Αθανάσιος Νταραβάνογλου Διπλωματική

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΜΥΙΚΗΣ ΥΝΑΜΗΣ ΚΑΙ ΙΣΧΥΟΣ

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΜΥΙΚΗΣ ΥΝΑΜΗΣ ΚΑΙ ΙΣΧΥΟΣ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΜΥΙΚΗΣ ΥΝΑΜΗΣ ΚΑΙ ΙΣΧΥΟΣ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΗΣ ΜΥΙΚΗΣ ΥΝΑΜΗΣ Πώς μπορούμε να μετρήσουμε τη δύναμη; Ημικάθισμα Smith Ισοκίνηση - Ισομετρία Βάρος του σώματος Ρίψη ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

2 ο ΦΘΙΝΟΠΩΡΙΝΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΤΗΣ EΛΛΗΝΙΚΗΣ ΝΕΥΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ

2 ο ΦΘΙΝΟΠΩΡΙΝΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΤΗΣ EΛΛΗΝΙΚΗΣ ΝΕΥΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ 2 ο ΦΘΙΝΟΠΩΡΙΝΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΤΗΣ EΛΛΗΝΙΚΗΣ ΝΕΥΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ Οργάνωση: Εργαστήριο Ηλεκτρομυογραφίας και Κλινικής Νευροφυσιολογίας Α Νευρολογική Κλινική Πανεπιστημίου Αθηνών Αθήνα, 23 26 Σεπτεμβρίου 2012

Διαβάστε περισσότερα

Μυϊκή αντοχή. Η σχέση των τριών κύριων µορφών της δύναµης (Weineck, 1990) ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Μυϊκή αντοχή. Η σχέση των τριών κύριων µορφών της δύναµης (Weineck, 1990) ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΕΠΕΑΕΚ: ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΥ ΤΕΦΑΑ, ΠΘ-ΑΥΤΕΠΙΣΤΑΣΙΑ Η προπόνηση της δύναµης στο ποδόσφαιρο Dr. Ζήσης Παπανικολάου (Ph.D., Ed.Μ.) ΤΕΦΑΑ Πανεπιστηµίου Θεσσαλίας ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ο ποδοσφαιριστής

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή εργασία Η ΨΥΧΟΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΥΓΕΙΑ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ Μαρία Χρίστου Λεμεσός 2012 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ

Διαβάστε περισσότερα

Μονοπαραγοντική Ανάλυση Διακύμανσης Ανεξάρτητων Δειγμάτων

Μονοπαραγοντική Ανάλυση Διακύμανσης Ανεξάρτητων Δειγμάτων Μονοπαραγοντική Ανάλυση Διακύμανσης Ανεξάρτητων Δειγμάτων 1 Μονοπαραγοντική Ανάλυση Διακύμανσης Παραμετρικό στατιστικό κριτήριο για τη μελέτη της επίδρασης μιας ανεξάρτητης μεταβλητής στην εξαρτημένη Λογική

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΠΑΙΔΙΩΝ ΜΕ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΛΕΚΤΙΚΗ ΑΠΡΑΞΙΑ

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΠΑΙΔΙΩΝ ΜΕ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΛΕΚΤΙΚΗ ΑΠΡΑΞΙΑ Σχολή Επιστημών Υγείας Πτυχιακή εργασία ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΠΑΙΔΙΩΝ ΜΕ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΛΕΚΤΙΚΗ ΑΠΡΑΞΙΑ Χαρίκλεια Χαρωνίτη Λεμεσός, Μάϊος 2018 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΔΙΑΛΕΞΗ 5

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΔΙΑΛΕΞΗ 5 ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΔΙΑΛΕΞΗ 5 ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΟΣ ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΚΑΤΆ ΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ ΜΕΡΟΣ Α Α. Μεταβολισμός, γενικά Β. Ενώσεις με υψηλό δυναμικό μεταφοράς της φωσφορικής ομάδας Μηχανισμός της μυϊκής

Διαβάστε περισσότερα

Ανάπτυξη ταχυδύναμης και άκυκλης ταχύτητας στις αναπτυξιακές ηλικίες

Ανάπτυξη ταχυδύναμης και άκυκλης ταχύτητας στις αναπτυξιακές ηλικίες Ανάπτυξη ταχυδύναμης και άκυκλης ταχύτητας στις αναπτυξιακές ηλικίες Ταχυδύναμη Η ταχυδύναμη (ισχύς) αποτελεί μια από τις φυσικές ιδιότητες, των οποίων η σημασία κρίνεται ως ιδιαιτέρως σημαντική στον κλασικό

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΠΟΝΗΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΕΣ ΣΤΙΣ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΕΣ ΗΛΙΚΙΕΣ (555)

ΠΡΟΠΟΝΗΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΕΣ ΣΤΙΣ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΕΣ ΗΛΙΚΙΕΣ (555) ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΠΡΟΠΟΝΗΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΕΣ ΣΤΙΣ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΕΣ ΗΛΙΚΙΕΣ (555) Ενότητα 3: Προπόνηση δύναμης στις αναπτυξιακές ηλικίες Χρήστος Κοτζαμανίδης Τμήμα

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΑΤΟ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΝΕΥΡΙΚΟΥ ΚΑΙ ΜΥΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΑΤΟ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΝΕΥΡΙΚΟΥ ΚΑΙ ΜΥΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΑΤΟ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΝΕΥΡΙΚΟΥ ΚΑΙ ΜΥΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ Σημειώσεις Ανατομίας - Φυσιολογίας Ι Σκοπός της λειτουργίας του νευρικού συστήματος Προσαρμόζει τις λειτουργίες του ανθρώπινου

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή εργασία ΤΟ ΚΑΠΜΝΙΣΜΑ ΩΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ ΥΨΗΛΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΓΙΑ ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΥΠΟΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑΣ ΣΤΟΥΣ ΑΝΔΡΕΣ Κατσαρής Γιάγκος Λεμεσός 2014 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

Διαβάστε περισσότερα

Πτυχιακή Εργασία ΓΝΩΣΕΙΣ KAI ΣΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟΝ HIV. Στυλιανού Στυλιανή

Πτυχιακή Εργασία ΓΝΩΣΕΙΣ KAI ΣΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟΝ HIV. Στυλιανού Στυλιανή ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή Εργασία ΓΝΩΣΕΙΣ KAI ΣΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟΝ HIV Στυλιανού Στυλιανή Λευκωσία 2012 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

Διαβάστε περισσότερα

Σκοπός του μαθήματος είναι ο συνδυασμός των θεωρητικών και ποσοτικών τεχνικών με τις αντίστοιχες περιγραφικές. Κεφάλαιο 1: περιγράφονται οι βασικές

Σκοπός του μαθήματος είναι ο συνδυασμός των θεωρητικών και ποσοτικών τεχνικών με τις αντίστοιχες περιγραφικές. Κεφάλαιο 1: περιγράφονται οι βασικές Εισαγωγή Ασχολείται με τη μελέτη των ηλεκτρικών, η λ ε κ τ ρ ο μ α γ ν η τ ι κ ώ ν κ α ι μ α γ ν η τ ι κ ώ ν φαινομένων που εμφανίζονται στους βιολογικούς ιστούς. Το αντικείμενο του εμβιοηλεκτρομαγνητισμού

Διαβάστε περισσότερα

Κινησιοθεραπεία: Ασκήσεις ενδυνάμωσης ΙΕΚ ΡΕΘΥΜΝΟΥ: ΒΟΗΘΟΣ ΦΥΣΙΚΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ Γεωργία Α. Λιουδάκη, M.Sc., NDT, PT

Κινησιοθεραπεία: Ασκήσεις ενδυνάμωσης ΙΕΚ ΡΕΘΥΜΝΟΥ: ΒΟΗΘΟΣ ΦΥΣΙΚΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ Γεωργία Α. Λιουδάκη, M.Sc., NDT, PT Κινησιοθεραπεία: Ασκήσεις ενδυνάμωσης ΙΕΚ ΡΕΘΥΜΝΟΥ: ΒΟΗΘΟΣ ΦΥΣΙΚΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ Γεωργία Α. Λιουδάκη, M.Sc., NDT, PT Ορισμός άσκησης αντίστασης Οποιοδήποτε είδος ενεργητικής άσκησης στο οποίο υπάρχει εξωτερική

Διαβάστε περισσότερα

ΑΛΤΙΚΟΤΗΤΑ. Ανάπτυξη της αλτικότητας στις αναπτυξιακές ηλικίες ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ. Κεντρικά ερωτήματα ΗΛΙΚΙΑ ΑΛΜΑ ΜΕ ΠΡΟΔΙΑΤΑΣΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΥΠΟΙ ΑΛΜΑΤΩΝ

ΑΛΤΙΚΟΤΗΤΑ. Ανάπτυξη της αλτικότητας στις αναπτυξιακές ηλικίες ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ. Κεντρικά ερωτήματα ΗΛΙΚΙΑ ΑΛΜΑ ΜΕ ΠΡΟΔΙΑΤΑΣΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΥΠΟΙ ΑΛΜΑΤΩΝ ΑΛΤΙΚΟΤΗΤΑ Ανάπτυξη της αλτικότητας στις αναπτυξιακές ηλικίες Είναι η ικανότητα του μυοτενόντιου συστήματος να απογειώνει το σώμα Μπάσσα Ελένη, Ph.D Διδάσκουσα Σ.Ε.Φ.Α.Α., Α.Π.Θ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ Ηλικία Φύλο

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΛΕΝΑ ΦΛΟΚΑ Επίκουρος Καθηγήτρια Τµήµα Φυσικής, Τοµέας Φυσικής Περιβάλλοντος- Μετεωρολογίας ΓΕΝΙΚΟΙ ΟΡΙΣΜΟΙ Πληθυσµός Σύνολο ατόµων ή αντικειµένων στα οποία αναφέρονται

Διαβάστε περισσότερα

ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΧΡΗΣΗΣ ΕΛΑΙΟΠΛΑΚΟΥΝΤΑ ΣΤΗΝ ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΑΙΓΩΝ ΔΑΜΑΣΚΟΥ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΠΟΣΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΓΟΜΕΝΟΥ ΓΑΛΑΚΤΟΣ

ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΧΡΗΣΗΣ ΕΛΑΙΟΠΛΑΚΟΥΝΤΑ ΣΤΗΝ ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΑΙΓΩΝ ΔΑΜΑΣΚΟΥ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΠΟΣΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΓΟΜΕΝΟΥ ΓΑΛΑΚΤΟΣ Σχολή Γεωπονικών Επιστημών και Διαχείρισης Περιβάλλοντος Πτυχιακή εργασία ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΧΡΗΣΗΣ ΕΛΑΙΟΠΛΑΚΟΥΝΤΑ ΣΤΗΝ ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΑΙΓΩΝ ΔΑΜΑΣΚΟΥ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΠΟΣΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΓΟΜΕΝΟΥ ΓΑΛΑΚΤΟΣ

Διαβάστε περισσότερα