ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΊΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΊΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ"

Transcript

1 ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΊΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ Γραπτές και εγχάρακτες επιγραφές και σύμβολα σε αγγεία στους οικισμούς της Μακεδονίας κατά την αρχαϊκή και κλασική περίοδο Παγώνη Χριστίνα Κλασική Αρχαιολογία Μεταπτυχιακή Εργασία Επιβλέπουσα Καθηγήτρια: Μανακίδου Ελένη ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2017

2 ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΊΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ Γραπτές και εγχάρακτες επιγραφές και σύμβολα σε αγγεία στους οικισμούς της Μακεδονίας κατά την αρχαϊκή και κλασική περίοδο Παγώνη Χριστίνα Κλασική Αρχαιολογία Μεταπτυχιακή Εργασία Α.Ε.Μ.: 1055 Επιβλέπουσα Καθηγήτρια: Μανακίδου Ελένη Ημερομηνία έγκρισης: 18/1/2018 «Η έγκριση της Μεταπτυχιακής Διπλωματικής Εργασίας από το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Α.Π.Θ. δεν υποδηλώνει αναγκαστικά ότι αποδέχεται το Τμήμα τις γνώμες της συγγραφέως»

3 Στην οικογένεια μου Θαρσεῖν χρή τάχ αὔριον ἔσσετ ἄμεινον!

4 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πρόλογος...1 Εισαγωγή...2 Δομή της εργασίας...2 Η αλφαβητική γραφή...3 Η μακεδονική διάλεκτος Ενεπίγραφα αγγεία του 8 ου 7 ου αι. π.χ. από οικισμούς της Μακεδονίας Εισαγωγή Αιανή Τορώνη Κρανιά (πιερικόν Ηράκλειον) Ποσείδι Εμπορικές επιγραφές Μεθώνη...25 Αριθμητικά σύμβολα...27 Μονογράμματα...31 Αρχικά ονομάτων ή λέξεων και ονόματα...32 Σύμβολα...36 Σχέδια...38 Άλλα αδιάγνωστα graffiti...38 Παρατηρήσεις Μένδη...42

5 Καραμπουρνάκι Άκανθος...45 Αριθμητικά σύμβολα...46 Ονόματα...47 Σύμβολα...47 Σχέδια «Ξενόγλωσσες» επιγραφές Καραμπουρνάκι Έμμετρες επιγραφές Μεθώνη Ενεπίγραφα αγγεία του 6 ου αι. π.χ. από οικισμούς της Μακεδονίας Εισαγωγή Εμπορικές επιγραφές Μεθώνη...53 Αριθμητικά σύμβολα...53 Συμπλέγματα γραμμάτων...54 Σύμβολα...55 Σχέδια Άκανθος...56 Αριθμητικά σύμβολα...56 Μονογράμματα...58 Συμπλέγματα γραμμάτων, αρχικά ονομάτων ή λέξεων και ονόματα...59 Σύμβολα...61

6 Σχέδια...62 Άλλα αδιάγνωστα graffiti Καραμπουρνάκι Σίνδος/ Αγχίαλος Πέλλα «Ξενόγλωσσες» επιγραφές Καραμπουρνάκι Τούμπα Θεσσαλονίκης Αναθηματικές επιγραφές Σάνη Ποσείδι Παρθενών Στάγειρα Επιγραφές με ονόματα σε ονομαστική πτώση Κοζάνη Ποτίδαια Καραμπουρνάκι Φάγρης Επιγραφές σε αγγεία συμποσίου Αρχοντικό Πέλλας Αιανή Σχολιασμός των επιγραφών των δύο παραπάνω κανθάρων Δυσανάγνωστες και άλλες επιγραφές...81

7 Αιανή Καραμπουρνάκι Άκανθος Αλφαβητάρια (Abecedaria) Ενεπίγραφα αγγεία του 5 ου αι. π.χ. από οικισμούς της Μακεδονίας Εισαγωγή Εμπορικές επιγραφές Τράπεζα Λεμπέτ Πολίχνης Άκανθος...88 Αριθμητικά σύμβολα...88 Συμπλέγματα γραμμάτων και αρχικά ονομάτων ή λέξεων...89 Σύμβολα...90 Άλλα αδιάγνωστα graffiti Στάγειρα...90 Μονογράμματα...90 Αρχικά ονομάτων ή λέξεων Σίνδος/ Αγχίαλος «Ξενόγλωσσες» επιγραφές Τράπεζα Λεμπέτ Πολίχνης Αναθηματικές επιγραφές Ποσείδι Καλλιθέα Αιανή...96

8 Τορώνη Επιγραφές με αρχικά ονομάτων και ονόματα σε ονομαστική πτώση Πολύχρονο Άκανθος Σίνδος/ Αγχίαλος Κάστρο του Πλαταμώνα Καραμπουρνάκι Πέλλα Επιγραφές με ποικίλο περιεχόμενο Πολύχρονο Τούμπα Θεσσαλονίκης Καραμπουρνάκι Ενεπίγραφα αγγεία του 4 ου αι. π.χ. από οικισμούς της Μακεδονίας Εισαγωγή Εμπορικές επιγραφές Στάγειρα Μονογράμματα Άφυτη «Ξενόγλωσσες» επιγραφές Στάγειρα Αναθηματικές επιγραφές Ποτίδαια Άκανθος...112

9 Βεργίνα Πέλλα Επιγραφές με αρχικά ονομάτων και ονόματα Άκανθος Στάγειρα Αρχοντικό Γιαννιτσών Πέλλα Αταύτιστη κώμη της Βέροιας Τούμπα Θεσσαλονίκης Επιγραφές με ποικίλο περιεχόμενο Αιανή Συμπεράσματα Συντομογραφίες Βιβλιογραφία Ιστότοποι Εικόνες

10 ΠΡΟΛΟΓΟΣ Αντικείμενο μελέτης της κύριας μεταπτυχιακής μου εργασίας είναι οι «Γραπτές και εγχάρακτες επιγραφές και σύμβολα σε αγγεία στους οικισμούς της Μακεδονίας κατά την αρχαϊκή και κλασική περίοδο», η συγγραφή της οποίας πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια του μεταπτυχιακού προγράμματος του κλάδου Κλασικής Αρχαιολογίας του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Πριν από την παρουσίαση των σχετικών αποτελεσμάτων, αισθάνομαι την ανάγκη να εκφράσω δημόσια τις ευχαριστίες μου σε όσους με στήριξαν κατά τη διάρκεια της μελέτης μου. Πρώτα από όλα, ευχαριστώ θερμά την επιβλέπουσα της μεταπτυχιακής μου εργασίας, καθηγήτρια της Κλασικής Αρχαιολογίας κ. Ελένη Μανακίδου, για την εμπιστοσύνη προς το πρόσωπό μου, για την πολύτιμη καθοδήγησή της, τις εμπεριστατωμένες επιστημονικές της υποδείξεις και για τον χρόνο που μου αφιέρωσε στην εκπόνηση της εργασίας, καθώς ήταν μεγάλη τιμή για εμένα που αποδέχτηκε να συνεργαστούμε. Επίσης, ιδιαίτερες ευχαριστίες απευθύνω προς τον καθηγητή της Κλασικής Αρχαιολογίας κ. Εμμανουήλ Βουτυρά και τον καθηγητή της Κλασικής Φιλολογίας του Α.Π.Θ. κ. Ιωάννη Τζιφόπουλο για την τιμή που μου έκαναν με τη συμμετοχή τους στην τριμελή εξεταστική επιτροπή της εργασίας μου, καθώς και για τις παρατηρήσεις και τις επιστημονικές επισημάνσεις τους, τις οποίες έλαβα υπόψη μου και τις ενσωμάτωσα στην τελική μορφή της μεταπτυχιακής μου εργασίας. Τέλος, ευχαριστώ από καρδιάς την οικογένεια μου για την αγάπη και την ενθάρρυνση, την αμέριστη ηθική και οικονομική συμπαράσταση, που μου προσφέρουν σε όλη τη διάρκεια των μέχρι τώρα σπουδών μου. 1

11 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Δομή της εργασίας Η συγκεκριμένη εργασία αποσκοπεί στη συγκέντρωση, την παρουσίαση και τον σχολιασμό των εγχάρακτων και γραπτών επιγραφών, που αναγράφονται πάνω σε αγγεία προερχόμενα από θέσεις στην ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας κατά την αρχαϊκή και την κλασική περίοδο. Η εισαγωγή της εργασίας περιλαμβάνει τρεις μικρές ενότητες. Στην πρώτη περιγράφεται η δομή της, στη δεύτερη γίνεται εισαγωγή για την αλφαβητική γραφή στον ελλαδικό χώρο, ενώ στην τρίτη ενότητα μικρή εισαγωγή για την τοπική διάλεκτο και τη γραφή της Μακεδονίας. Οι επιγραφές χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες με βάση τον τρόπο απόδοσής τους πάνω στο αγγείο: σε εγχάρακτες (graffiti) και σε γραπτές (dipinti). Οι βασικές τεχνικές χάραξης πάνω στα αγγεία είναι δύο: όταν τα σύμβολα ή οι λέξεις χαράσσονταν με μυτερό εργαλείο μετά ή πριν από την όπτηση του αγγείου ονομάζονται graffiti, χαράγματα ή εγχάρακτα. Αντιθέτως, όταν ζωγραφίζονταν με πινέλο, κυρίως, πριν από την όπτηση λέγονται dipinti ή γραπτά. Η χρονολόγησή τους στηρίζεται στη χρονολόγηση των αγγείων χωρίς αυτό να σημαίνει όμως ότι ένα χάραγμα, και κυρίως, τα ονόματα, δεν θα μπορούσαν να έχουν γίνει και αρκετά χρόνια αργότερα από την κατασκευή των αγγείων. Παρόλα αυτά, από τον τύπο των γραμμάτων μπορεί να γίνει αντιληπτό αν μία επιγραφή χρονολογείται στην αρχαϊκή ή κλασική εποχή. Ωστόσο, ο βασικός διαχωρισμός των ενεπίγραφων αγγείων ή οστράκων στο κύριο μέρος της εργασίας θα γίνει με βάση την αρχική χρονολόγησή τους. Πρώτα θα αναφερθούν οι πρωιμότερες επιγραφές σε αγγεία, που χρονολογούνται στον 8 ο αι. π.χ., με την εμφάνιση, δηλαδή, της αλφαβητικής γραφής γενικότερα στον ελλαδικό χώρο, στη συνέχεια τα ενεπίγραφα αγγεία και όστρακα της αρχαϊκής εποχής (7 ος -6 ος αι. π.χ.) και, τέλος, θα παρουσιαστούν αυτά της κλασικής περιόδου (5 ος - 4 ος αι. π.χ.). Εκτός, όμως, από το χρονολογικό διαχωρισμό των ενεπίγραφων αγγείων ή οστράκων θα υπάρξουν και υποκατηγορίες, οι οποίες αφορούν το είδος και το περιεχόμενο των επιγραφών (εμπορικές/ εμπορικά χαράγματα, αναθηματικές, κ.ά.). Το σύνολο των ενεπίγραφων αγγείων και οστράκων, που θα εξετασθεί, αποτελεί κατά κύριο λόγο δημοσιευμένο υλικό και προέρχεται από οικισμούς, νεκροταφεία και ιερά κυρίως από την κεντρική και δυτική Μακεδονία, τον μυχό του Θερμαϊκού κόλπου και από αποικίες της Χαλκιδικής. Ωστόσο, ορισμένες 2

12 αρχαιολογικές θέσεις της ανατολικής Μακεδονίας (Οισύμη, Γαληψός, Αμφίπολη, κ.ά), το ενεπίγραφο κεραμικό υλικό των οποίων παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, θα αναφερθούν στις υποσημειώσεις των κεφαλαίων ως παράλληλα παραδείγματα. Στο τέλος της εργασίας θα γίνει ανακεφαλαίωση των βασικών σημείων της μελέτης των ενεπίγραφων αγγείων και οστράκων από τον χώρο της Μακεδονίας και θα διατυπωθούν σχετικά συμπεράσματα. Η αλφαβητική γραφή Το ελληνικό αλφάβητο, το οποίο προήλθε από το λεγόμενο «φοινικικό» 1 αλφάβητο (εικ. 1), εμφανίζεται από τον 8 ο αι. π.χ. και δεν παρουσιάζει κοινά χαρακτηριστικά με κανένα από τα παλαιότερα συστήματα γραφής, που είχαν αναπτυχθεί στον ελλαδικό χώρο και στην περιοχή του Αιγαίου. Συγκεκριμένα, πριν από την εμφάνιση του αλφαβήτου χρησιμοποιούνταν μη αλφαβητικές γραφές, γνωστές ως «αιγαιακές» γραφές. Αυτές περιείχαν στο σύστημα συμβόλων τους ιδεογράμματα. Τέτοιες γραφές ήταν η κρητική ιερογλυφική (περ π.χ.), η Γραμμική Α (περ π.χ.) και η Γραμμική Β (περ π.χ.). Στην Κύπρο εμφανίζονται δύο συλλαβικές γραφές: η κυπρομινωική γραφή, η οποία έχει κοινά στοιχεία με τη Γραμμική Α (15 ος -10 ος αι. π.χ.) και το κυπριακό συλλαβάριο (8 ος 4 ος αι. π.χ.). Η αλφαβητική γραφή δεν αποτέλεσε εξέλιξη και τελειοποίηση των προηγούμενων συστημάτων γραφής του ελλαδικού χώρου, αλλά ήταν ένα αλφάβητο, στο οποίο υπάρχει αντιστοιχία φθόγγου και σχήματος γράμματος 2. Οι πρώτες μαρτυρίες του ελληνικού αλφαβήτου προέρχονται από τον 8 ο αι. π.χ. 3 και μέχρι στιγμής δεν έχουν βρεθεί αρχαιολογικά και επιγραφικά ευρήματα, που να επιβεβαιώνουν τη χρήση της αλφαβητικής γραφής πριν από αυτό το χρονικό όριο 4. Ωστόσο, είναι πολύ πιθανό η υιοθέτηση του αλφαβήτου να έγινε νωρίτερα από την εμφάνιση των πρώτων αλφαβητικών ευρημάτων στον ελλαδικό χώρο, ίσως τον 9 ο αι. 1 Το «φοινικικό» αλφάβητο αποτελούνταν από 22 γράμματα με φορά επί τα λαιά. Εμφανίστηκε στην περιοχή της σημερινής Συρίας και Παλαιστίνης περ. το π.χ. και προέκυψε από την προγενέστερη σημιτική ή πρωτοχαναανιτική γραφή (17 ος 15 ος αι. π.χ.), βλ. Naveh 1980, Οικονομάκη- Τζιφόπουλος 2015, Η πρώτη σταθερή χρονολογία της αρχαίας ελληνικής ιστορίας με βάση τα επιγραφικά στοιχεία είναι η πρώτη καταγεγραμμένη Ολυμπιάδα με την πρώτη τεκμηρίωση νικητή το 776 π.χ. Ακόμη, τα παλαιότερα γνωστά κείμενα γραμμένα σε αλφάβητο χρονολογούνται στο γ τέταρτο του 8 ου αι. π.χ. Τα πιο γνωστά από αυτά είναι τα ομηρικά έπη. Ωστόσο, η Ιλιάδα πρέπει να γράφτηκε γύρω στα μέσα του 7 ου αι. π.χ., όχι στον 8 ο, και αυτό προκύπτει από την εξέταση της ορθογραφίας των ομηρικών επών, βλ. Βουτυράς, Ε., Η Εισαγωγή του αλφαβήτου, στο: Ιστορία της ελληνικής γλώσσας. Από τις αρχές έως την ύστερη αρχαιότητα, Α. Φ. Χριστίδης (επιμ.), Θεσσαλονίκη, 2001, 210 κ.ε. 4 Οικονομάκη- Τζιφόπουλος 2015, 42. 3

13 π.χ. Κάτι τέτοιο θα αιτιολογούσε τη σχετικά τελειοποιημένη μορφή του αλφαβήτου και της γλώσσας, την ύπαρξη διαφορετικών τοπικών αλφαβήτων και τη χρήση της γραφής σε έμμετρες συνθέσεις, που συναντάμε στα πρώτα αλφαβητικά ευρήματα του ελλαδικού χώρου. Συγκεκριμένα, σε πολλές περιοχές του ελληνικού κόσμου, όπως στην Αττική, την Εύβοια, τις Πιθηκούσσες στην Ιταλία, τη Μακεδονία και την Κρήτη, τα επιγραφικά και αρχαιολογικά δεδομένα δείχνουν πως ήδη από τον 8 ο αι. π.χ. και εξής εμφανίζονται επιγραφές γραμμένες σε τοπικά αλφάβητα, γεγονός που αποδεικνύει την εξοικείωση με το αλφάβητο και την ύπαρξη ενός προγενέστερου σταδίου εξέλιξης και προσαρμογής του αλφαβήτου στην ελληνική γλώσσα και τις τοπικές διαλέκτους 5. Ένα διττό ερώτημα, που απασχολεί ακόμη την έρευνα της επιγραφικής, είναι ο τόπος υιοθέτησης του φοινικικού αλφαβήτου και ο τρόπος διάδοσής του στον ελλαδικό χώρο. Όσον αφορά τον τόπο υιοθέτησης, το μοναδικό που μπορεί να ειπωθεί μέχρι στιγμής είναι πως οι περιοχές με το πρωιμότερο αλφάβητο, δηλαδή το αλφάβητο των οποίων παρουσιάζει περισσότερες ομοιότητες με το πρότυπο φοινικικό και διατηρεί γράμματα που δεν υπάρχουν σε άλλα τοπικά ελληνικά αλφάβητα, είναι η Ρόδος, η Θήρα, η Κύπρος, η Αλ-Μίνα και η Κρήτη, η οποία αποτελεί ίσως το ιδανικό μέρος για την υιοθέτηση του αλφαβήτου 6. Όσον αφορά τον τρόπο διάδοσης είναι πολύ πιθανό πως το πυκνό εμπορικό δίκτυο της εποχής μέσα από τους θαλάσσιους δρόμους της Μεσογείου στάθηκε αφορμή για πολιτισμικές ανταλλαγές, ανάμεσα στις οποίες θα ήταν και το αλφάβητο. Αυτή η άποψη ενισχύεται από τα ίδια τα επιγραφικά-αρχαιολογικά ευρήματα, τα οποία δείχνουν πως αρχικά το αλφάβητο χρησιμοποιήθηκε για να εξυπηρετήσει τις πρακτικές ανάγκες ενός οικονομικού συστήματος παραγωγής, εμπορίου και διακίνησης αγαθών. Αυτό μαρτυρούν η πρώιμη χρήση σημείων κεραμέως και εμπορικών συμβόλων σε αμφορείς και η δήλωση ιδιοκτησίας (γενική ονόματος + εἰμί). Εκτός, όμως, από τέτοιου είδους εμπορικές επιγραφές, συναντάμε και έμμετρες επιγραφές. Οι πρώτες έμμετρες επιγραφές χαραγμένες σε συμποτικά αγγεία 7 υποδηλώνουν ότι η γραφή 5 Guarducci 2008, Απουσία Φ,Χ,Ψ και χρήση του Μ =σαν αντί του σίγμα. 7 Η οινοχόη του Διπύλου ( π.χ., με στίχο σε δακτυλικό εξάμετρο σε γλώσσα που θυμίζει τα ομηρικά έπη, ενώ πρόκειται για αγγείο-έπαθλο σε διαγωνισμό χορού), το ποτήρι του Νέστορα (τελευταίο τέταρτο του 8 ου αι. π.χ., πρόκειται για σκύφο ως κτέρισμα σε τάφο αγοριού στις Πιθηκούσσες της Ιταλίας, περιέχει δύο δακτυλικούς εξάμετρους στίχους, οι οποίοι μνημονεύουν ένα μυθικό αντικείμενο γνωστό από την Ιλιάδα, το ποτήρι του Νέστορος. Μπορεί να πρόκειται για συμποτικό σκώμμα, είτε για ερωτική επωδή), ο σκύφος του Ακεσάνδρου από τη Μεθώνη (τέλος 8 ου αι. π.χ., για το συγκεκριμένο αγγείο θα γίνει εκτενέστερος σχολιασμός στο επόμενο κεφάλαιο). Για τα 4

14 χρησιμοποιούνταν και σε συμπόσια δηλώνοντας τη διάθεση ψυχαγωγίας. Έτσι, επιβεβαιώνεται πως το αλφάβητο δεν χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά και μόνο για πρακτικούς, εμπορικούς και οικονομικούς σκοπούς, αλλά συνδεόταν και με κοινωνικές δραστηριότητες. Ήδη, δηλαδή, από τον 8 ο αι. π.χ. γίνεται προσπάθεια υιοθέτησης του αλφαβήτου σε πολλούς και διαφορετικούς τομείς της καθημερινής ζωής 8. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, από τον 8 ο αι. π.χ. έως περ. τον 4 ο αι. π.χ. κάθε περιοχή στον ελλαδικό χώρο είχε αναπτύξει και χρησιμοποιούσε το δικό της τοπικό αλφάβητο. Το κύριο χαρακτηριστικό αυτών των πρώιμων αρχαϊκών αλφαβήτων είναι η ποικιλομορφία τους. Τα τοπικά αλφάβητα είχαν αρκετές ομοιότητες μεταξύ τους, οι διαφορές, όμως, ήταν αυτές που έκαναν κάθε περιοχή ή πόλη να εμφανίζει το δικό της αναγνωρίσιμο αλφάβητο, το οποίο ακολουθούσε τη δική του εξελικτική πορεία. Η αυστηρή χρήση του τοπικού αλφαβήτου σε μία περιοχή ή σε μία μητρόπολη και την αποικία της «αποτελούσε επιλογή της ίδιας της πόλης και ίσως να λειτουργούσε και ως στοιχείο της πολιτικής και εθνικής της ταυτότητας» 9. Γενικότερα, οι μετακινήσεις πληθυσμών στον ελλαδικό χώρο κατά τη γεωμετρική εποχή (11 ος 8 ος αι. π.χ.) και η αποικιστική δραστηριότητα κατά την αρχαϊκή εποχή (7 ος 6 ος αι. π.χ.) ήταν οι κύριες αιτίες για την δημιουργία τοπικών διαλέκτων 10. Για την κατανόηση και ερμηνεία της λειτουργίας των τοπικών αρχαϊκών αλφαβήτων του ελληνικού κόσμου, έχουν γίνει αρκετές απόπειρες ταξινόμησης και κατηγοριοποίησης. Ο Adolph Kirchhoff ταξινόμησε τα τοπικά αλφάβητα με βάση τη χρήση των γραμμάτων Φ, Χ και Ψ. Έτσι, αποτύπωσε στον χάρτη με διαφορετικά χρώματα τις τέσσερις κατηγορίες που προέκυψαν: με πράσινο χρώμα έδειξε τις περιοχές χωρίς τα γράμματα Φ, Χ, Ψ, όπως τα δωρικά νησιά του νότιου Αιγαίου: Κρήτη, Θήρα, Μήλος με σκούρο μπλε έδειξε τις περιοχές που χρησιμοποιούσαν τα γράμματα Φ, Χ, Ψ, όπως η Κόρινθος, τα Μέγαρα, η Ρόδος, η Χίος, η Κέρκυρα, η Λευκάδα, η δυτική Μ. Ασία, η Μακεδονία, κ.ά με ανοιχτό μπλε χρωμάτισε τις περιοχές, οι οποίες χρησιμοποιούσαν μόνο τα γράμματα Φ και Χ, όπως η Αττική, η παραδείγματα αυτά, βλ. Βουτυράς, ό.π., , Τζιφόπουλος-Μπέσιος-Κοτσώνας 2012, και Οικονομάκη- Τζιφόπουλος 2015, Οικονομάκη- Τζιφόπουλος 2015, Τα τοπικά αλφάβητα συνδέονταν με την αρχαϊκή πόλη και με τις τοπικές διαλέκτους και λειτουργούσαν επίσης ως «γλωσσικοί δείκτες» για τα πολιτικά όρια μεταξύ των πόλεων, βλ. Luraghi 2010, και Παντελίδης, Ν., Αρχαίες ελληνικές διάλεκτοι (2007), στο: Η Πύλη για την Ελληνική γλώσσα (Θέματα ιστορίας της ελληνικής γλώσσας) 5

15 Αίγινα, η Πάρος, η Νάξος, η Δήλος, η Σίφνος, η Θάσος, κ.ά. και με κόκκινο χρώμα έδειξε τις υπόλοιπες περιοχές, όπως Θεσσαλία, Εύβοια, Βοιωτία, Φωκίδα, Λοκρίδα, υπόλοιπη Πελοπόννησος, Κεφαλονιά, Κάτω Ιταλία, Σικελία, Λυκία, κ.ά. 11 H Margherita Guarducci ανέλυσε περισσότερο τις διαφορές των αρχαϊκών αλφαβήτων δίνοντας έναν συνοπτικό πίνακα με σχήματα γραμμάτων 12, όμως, η πιο συστηματική και πιο αναλυτική κατάταξη σε πίνακα γραμμάτων όλων των αρχαϊκών αλφαβήτων έγινε από τη Lillian Jeffery, η οποία έδειξε πως οι διαφορές των αλφαβήτων δεν περιορίζονται μόνο στα γράμματα Φ, Χ, Ψ, αλλά είναι πολύ πιο σύνθετες (εικ. 2). Η αναλυτική αυτή κατηγοριοποίηση της L. Jeffery επέτρεψε την απόδοση μίας επιγραφής σε συγκεκριμένη περιοχή ανάλογα με το αλφάβητό της. Η κατηγοριοποίηση του ελληνικού αλφαβήτου κατά πόλεις και περιοχές είναι ιδιαίτερα σημαντική, διότι επιτρέπει την κατά προσέγγιση χρονολόγηση των επιγραφών με κριτήριο την εξέλιξη και τις διαφοροποιήσεις των σχημάτων των γραμμάτων σε συνδυασμό με άλλα παλαιογραφικά χαρακτηριστικά 13. Μερικά από τα χαρακτηριστικά των τοπικών αλφαβήτων είναι η χάραξη των γραμμάτων βουστροφηδόν ή επί τα λαιά ή ες ευθύ, τα χαρακτηριστικά σχήματα γραμμάτων, η στίξη με στιγμές σε κάθετη διάταξη ή κάθετη κεραία, τα γράμματα: κόππα, δίγαμμα και σαν, κ.ά. 14 Στο πέρασμα των χρόνων παρατηρείται εξέλιξη στα τοπικά αλφάβητα. Η εξέλιξη αυτή οφείλεται στην εξάπλωση του μιλησιακού/ ιωνικού αλφαβήτου. Στην Αθήνα το ιωνικό αλφάβητο καθιερώθηκε και επισήμως για τα δημόσια κείμενα με ψήφισμα της Εκκλησίας του δήμου μετά από πρόταση του ρήτορα Αρχίνου, όταν επώνυμος άρχων ήταν ο Ευκλείδης, το 403/2 π.χ. Αν και ένα αντίστοιχο ψήφισμα ή απόφαση δεν έχει βρεθεί, τουλάχιστον έως τώρα, σε άλλη περιοχή ή πόλη του ελλαδικού χώρου, τα επιγραφικά-αρχαιολογικά δεδομένα δείχνουν πως το ιωνικό αλφάβητο επεκτάθηκε σε ολόκληρο τον ελλαδικό χώρο, ίσως κάτω από την επιρροή της ίδιας της Αθήνας, και 11 Kirchhoff, A., Studien zur Geschichte des griechischen Alphabets, Berlin, Guarducci, M., Η ελληνική επιγραφική. Από τις απαρχές ως την ύστερη ρωμαϊκή αυτοκρατορική περίοδο, Κ. Κουρεμένος (μτφρ.), εποπτεία/ βιβλιογραφική ενημέρωση Σ. Ανεζίρη- Χ. Κριτζάς- Κ. Μπουραζέλης, Αθήνα, Jeffery, L., The Local Scripts of Archaic Greece. A study of the Origin of the Greek Alphabet and its Development from the Eight to the Fifth Centuries B.C. (αναθ. έκδ. με συμπλήρωμα του A.W. Johnston), Oxford & N. York, Οικονομάκη- Τζιφόπουλος 2015, 49. 6

16 αντικατέστησε σταδιακά τα τοπικά αλφάβητα μέχρι τα μέσα ή το τέλος του 4 ου αι. π.χ. 15 Η μακεδονική διάλεκτος Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, κατά την αρχαϊκή εποχή κάθε περιοχή ή πόλη στον ελλαδικό χώρο είχε το δικό της τοπικό αλφάβητο και τη δική της διάλεκτο. Όσον, όμως, αφορά την περιοχή της Μακεδονίας τα επιγραφικά-αρχαιολογικά ευρήματα για την τοπική της διάλεκτο είναι, προς το παρόν, πολύ λίγα και δεν μπορούν να συνθέσουν ακόμη με ασφάλεια την τοπική μακεδονική διάλεκτο. Αυτό οφείλεται αφενός στην έλλειψη επιγραφικών μαρτυριών στην τοπική μακεδονική διάλεκτο, ιδιαίτερα των πρώιμων χρόνων και αφετέρου στη μη συστηματική μελέτη και δημοσίευση του επιγραφικού υλικού, που προέρχεται σε μεγάλη ποσότητα από όλες σχεδόν τις ανεσκαμμένες θέσεις της Μακεδονίας. Τα τελευταία χρόνια επικρατούσε στον ακαδημαϊκό χώρο η άποψη ότι η διάλεκτος των αρχαίων Μακεδόνων αποτελούσε ξεχωριστή ινδοευρωπαϊκή γλώσσα, η οποία ανήκε πιθανότατα στον θρακοφρυγικό κλάδο και περιείχε ορισμένα στοιχεία της ελληνικής. Ωστόσο, σύμφωνα με τις πρόσφατες μελέτες, η άποψη αυτή φαίνεται να μην είναι τόσο βάσιμη, εφόσον οι νέες έρευνες δείχνουν πως οι Μακεδόνες, παρόλο που από τον 4 ο αι. π.χ. χρησιμοποίησαν κυρίως στον γραπτό λόγο την αττική κοινή, μιλούσαν μία ελληνική διάλεκτο 16. Η Μακεδονία υπήρξε αρκετά ανομοιογενής από γλωσσική άποψη έως τον 3 ο αι. π.χ. Συγκεκριμένα, το βασίλειο των Αργεαδών στην περιοχή της Κάτω Μακεδονίας επεκτάθηκε εις βάρος των μακεδονικών φύλων της Άνω Μακεδονίας, των ελληνόφωνων αποικιών και των γειτονικών μη ελληνόφωνων φύλων, όπως των Ιλλυριών, των Παιόνων και των Θρακών 17, έως τα μέσα περίπου του 4 ου αι. π.χ. Σχεδόν καμία από τις περιοχές αυτές δεν διατήρησε κάποιο στοιχείο της διαλέκτου της στον γραπτό λόγο μετά το τέλος του 4 ου αι. π.χ., επομένως όλα τα κείμενα είναι 15 Οικονομάκη- Τζιφόπουλος 2015, Dosuna 2012, 65. Για μία πλήρη επισκόπηση των πρόσφατων ερευνών σχετικά με την αρχαία μακεδονική διάλεκτο ως ελληνική βλ. Dosuna 2012, Ακόμη, για την αρχαία μακεδονική ως ελληνική διάλεκτο, βλ. Hatzopoulos, M. B., La position dialectale du macédonien à la lumière des découvertes épigraphiques récentes, Hajnal, 2007, Για τις αντίθετες απόψεις σχετικά με την αρχαία μακεδονική γλώσσα, βλ. ενδεικτικά Adrados, F. R., A History of the Greek Language, Leiden, 2005, 36-37, Colvin, S., A Historical Greek Reader. Mycenaean to the Koiné, Oxford, 2007, του ίδιου, Greek dialects in the archaic and classical ages, στο: A Companion to the Ancient Greek Language, E. J. Bakker (επιμ.), Oxford, 2010, ch. 14, και Horrocks, G., Greek. A History of the Language and its Speakers (2 η έκδ.), Oxford, 2010, 79 και 122, σημ Θουκυδίδης, Θουκυδίδου Ἱστορίαι, II.99. 7

17 γραμμένα στην κοινή από την περίοδο αυτή και έπειτα. Όσον αφορά τις γραπτές πηγές, οι αρχαίοι συγγραφείς αναφέρονται ελάχιστα στη γλώσσα και τη γραφή των Μακεδόνων. Για παράδειγμα ο Τίτος Λίβιος (Η Ιστορία της Ρώμης, XXXI ) μάς πληροφορεί πως Μακεδόνες, Αιτωλοί και Ακαρνάνες μιλούσαν την ίδια διάλεκτο, ενώ ο Στράβων (Γεωγραφικά, VII. 7.8) παραθέτει παρόμοια διαπίστωση για την διάλεκτο Μακεδόνων και Ηπειρωτών. Οι παραπάνω γραπτές μαρτυρίες συνδυάζονται αφενός με τις διαλεκτικές επιγραφές που βρέθηκαν σε ανεσκαμμένες θέσεις στην ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας και αφετέρου με τις έμμεσες μαρτυρίες των αρχαίων πηγών για τη συγγένεια των Μακεδόνων με τους Δωριείς, για παράδειγμα ο Ηρόδοτος (Ἱστορίαι, 1. 56), ο οποίος ταυτίζει τους Μακεδόνες με τους Δωριείς, μαζί με τον Θουκυδίδη μάς παραθέτουν τον μύθο που συνδέει το βασίλειο των Τημενιδών με το Άργος και τον Ηρακλή 18. Γενικότερα, η διάδοση και η χρήση της γραφής στα μακεδονικά βασίλεια ήταν αρκετά περιορισμένη λόγω πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών παραγόντων. Από τα μέσα του 4 ου αι. π.χ. τα επιγραφικά κείμενα αυξάνονται και το γεγονός αυτό συνδέεται με τον ηγετικό ρόλο της Μακεδονίας, «υποχρεώνοντας» τους Μακεδόνες να υιοθετήσουν την αττική κοινή ως μέσο επικοινωνίας κυρίως στον γραπτό λόγο. Σε σύντομο χρονικό διάστημα η κοινή πέρασε από τον γραπτό λόγο και στον προφορικό, υποκαθιστώντας σε μεγάλο βαθμό την τοπική διάλεκτο. Η μακεδονική διάλεκτος προφανώς περιορίστηκε στην ενδοκοινοτική προφορική επικοινωνία και σε «ιδιωτικά» κείμενα, όπως καταδέσμους. Ωστόσο, η αττική κοινή επηρεάστηκε ως ένα βαθμό από την τοπική διάλεκτο μετά τη διάδοσή της στη Μακεδονία. Η κοινή των ελληνιστικών χρόνων στη Μακεδονία αποτελεί απλοποιημένη μορφή της αττικής διαλέκτου ως προς τη γραμματική, τη σύνταξη και τη φωνολογία, ενώ παράλληλα διατηρούνται και στοιχεία της μακεδονικής, όπως για παράδειγμα οι γενικές των πρωτόκλιτων αρσενικών σε α 19. Όσον αφορά τη θέση της μακεδονικής στο πλαίσιο των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών, έχει υποστηριχθεί ότι η μακεδονική διάλεκτος ανήκει στον αιολικό κλάδο ή στον δωρικό. Ακόμη, ότι αποτελεί «μείγμα» με στοιχεία και από τις δύο διαλέκτους ή και από περισσότερες, ενώ άλλοι ερευνητές θεωρούν πως υπήρχαν στην Άνω Μακεδονία δύο διάλεκτοι, μία συγγενής της δωρικής και μία της αιολικής. Τέλος, ορισμένοι μελετητές πιστεύουν ότι οι Μακεδόνες είχαν επικεφαλής «φυλετική ελίτ», η οποία 18 Ηρόδοτος, Ἱστορίαι, 5.20, 5.22, 8.137, και Θουκυδίδης, Θουκυδίδου Ἱστορίαι, II Παναγιώτου 2001,

18 μιλούσε δωρικά 20. «Ωστόσο, από ανασκαφές σε αρχαϊκές-κλασικές θέσεις από την Αιανή, την Πέλλα και τη Βεργίνα προέρχονται κάποιες λίγες διαλεκτικές επιγραφές, από τις οποίες καταλαβαίνουμε ότι η αρχαία μακεδονική ήταν μία βορειοδυτική διάλεκτος, συγγενής δηλαδή της δωρικής, που συγγένευε πολύ με τις διαλέκτους που ομιλούνταν στην Ήπειρο, τη Λοκρίδα ή τη Φωκίδα. Η σημαντικότερη ίσως ένδειξη ότι η μακεδονική διάλεκτος ήταν ελληνική είναι το γεγονός ότι οι μακεδονικές λέξεις χρησιμοποιήθηκαν από τους λεξικογράφους της βυζαντινής περιόδου κυρίως, για να ετυμολογήσουν τύπους των ομηρικών επών 21. Καμία από τις γλώσσες των γειτονικών λαών δεν χρησιμοποιήθηκε με τον ίδιο τρόπο. Το λογικό συμπέρασμα είναι πως οι λεξικογράφοι θεώρησαν τη μακεδονική σαν μία πολύ αρχαϊκή ελληνική διάλεκτο, που μπορούσε να ερμηνεύσει προβλήματα της ελληνικής βάση των στοιχείων που είχε διασώσει μόνο αυτή» 22. Τέλος, η κοινή στη Μακεδονία ακολουθεί παράλληλους δρόμους με την κοινή άλλων περιοχών, παρόλο που διατηρεί ορισμένα στοιχεία της διαλέκτου της. Ωστόσο, με βάση τα στοιχεία των επιγραφών της Μακεδονίας πληροφορούμαστε για τις μεταβολές που συνέβησαν γενικότερα στην ελληνική γλώσσα και ειδικότερα στα βόρεια ελληνικά ιδιώματα 23. Με βάση τα μέχρι τώρα επιγραφικά-αρχαιολογικά δεδομένα είμαστε σε θέση να αναφέρουμε μερικά από τα χαρακτηριστικά της μακεδονικής διαλέκτου 24 : Διατήρηση του */a:/ (π.χ. Αδίστα, Βουλομάγα). Συγκοπή βραχέων φωνηέντων στις προθέσεις κατά τη σύνθεση (π.χ. παρκαττίθεμαι/αττ. παρακατατίθεμαι). Για την αποφυγή χασμωδίας παρατηρείται υφαίρεση (π.χ. Θετίμα, Νεμήνιος = Θεο-, Νέο-) ή δημιουργία διφθόγγου (π.χ. Θεύκριτος, Θευφάνης = Θεόκριτος, Θεοφάνης). Διατήρηση της προφοράς [u] του /u:/ σποραδικά σε τοπικά λατρευτικά επίθετα (π.χ. Κουναγίδας = Κυναγίδας) ή Πατρωνύμια (π.χ. Φουσκος (πατρωνύμιο του Αντιγόνου Δώσωνος και του Πτολεμαίου Η ) = Φύσκων). 20 Για τη σύνοψη των απόψεων περί της μακεδονικής διαλέκτου βλ. Brixhe, Cl.-Panayotou, A., Le macédonien, στο: Langues indoeuropéennes, Paris,1994, Χαρακτηριστική είναι η ονομασία των Μακεδόνων ιππέων με τον τίτλο «εταίροι του βασιλέως», η οποία απαντά στον Όμηρο και διατηρήθηκε μόνο στους Μακεδόνες κατά τη διάρκεια των ιστορικών χρόνων, βλ. Τουράτσογλου 1996, Η Άννα Παναγιώτου μιλά για τη μακεδονική στην εκπομπή «Βαβυλωνία» στο κανάλι Channel X. 23 Τουράτσογλου 1996, Παναγιώτου 2001,

19 Στένωση του /o:/ σε /u:/ σε περιβάλλον έρρινου (π.χ. ουνή, Κάνουν /αττ. ωνή, Κάνων). Απλοποίηση σε /i:n/ της ακολουθίας /ign/ (π.χ. γίνομαι/ γίγνομαι). Αποδάσυνση του συμφωνικού συμπλέγματος /st h / > /st/ (π.χ. γενέσται/ γενέσθαι). 25 Χρήση του Β αντί του Φ και κάποιες φορές του Δ αντί του Θ σε ανθρωπωνύμια, σε λατρευτικά επίθετα, σε μήνες του μακεδονικού ημερολογίου (π.χ. Φίλα = Βίλα). Αρσενικά και θηλυκά πρωτόκλιτα σε ας και α αντίστοιχα (π.χ. Πευκέστας, χειριστά / αττ.-ιων. χειριστί, Λαομάγα). Γενική ενικού σε α των πρωτόκλιτων αρσενικών (π.χ. Μαχάτα / αττ. ου). Γενική πληθυντικού σε αν των πρωτοκλίτων (π.χ. ταν αλλαν πασαν / αττ. άλλων πασων). α προσ. προσωπικής αντωνυμίας : εμίν / αττ. εμοί. Χρονικός σύνδεσμος οπόκα [τόκα] / αττ. οπότε. Η συντριπτική πλειονότητα των ονομάτων έχει ελληνική προέλευση (π.χ. Αδίστα, Άδυμος, Αντιγόνα, Άτταλος, Δρύκαλος, Ευρυδίκα, Λάανδρος, Νικάνωρ, Πάτυλλος, Περίτας, Πευκόλαος, Πτολεμαίος, Αλέξανδρος, Δημήτριος, Ιόλαος, Παράμονος, Περσεύς, Φίλιππος, κ. ά.). Η πλειονότητα των τοπωνυμίων ετυμολογείται διά της ελληνικής (π.χ. Αιανή, Αιγεαί, Άργος, Δίον, Ευρωπός, Πέλλα, κλπ.). Στα εθνικά ονόματα συχνή είναι η κατάληξη έστης/ -εστός και ορισμένα από αυτά είναι παράγωγα σιγματικών, όπως όρος > Ορέστης, άργος > Άργος >Αργεσταίος και Διασταί, Λυγκησταί, Κορμέσται, που προσδιορίζουν κατά περίπτωση φύλα ή, σπανιότερα, κατοίκους πόλεων. 25 Τα επτά πρώτα χαρακτηριστικά απαντούν, επίσης, στις βορειοδυτικές διαλέκτους, το έβδομο, όμως, αποκλειστικά σε αυτές που ανήκουν στον δωρικό κύκλο, βλ. Παναγιώτου 2001,

20 1. ΕΝΕΠΙΓΡΑΦΑ ΑΓΓΕΙΑ ΤΟΥ 8 ου -7 ου αι. π.χ. ΑΠΟ ΟΙΚΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ 1.1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η παρακμή και η μετέπειτα εξαφάνιση των ανακτόρων στην κεντρική και νότια Ελλάδα κατά τη διάρκεια των «σκοτεινών αιώνων» οφείλεται σε πολλούς και διαφορετικούς παράγοντες, όπως οικονομικοί, κοινωνικοί, κ.ά., οι οποίοι είχαν ως αποτέλεσμα την ανακατανομή της αγροτικής παραγωγής. Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, τα ανάκτορα έδωσαν τη θέση τους σε οικιστικούς σχηματισμούς, τους οποίους υπαγόρευαν οι νέες συνθήκες. Οι σχηματισμοί αυτοί, όπως φαίνεται και από τις ανεσκαμμένες θέσεις της Μακεδονίας, δεν έχουν συγκεκριμένο οικιστικό σχεδιασμό, έχουν, όμως, συχνά ένα διαφοροποιημένο λόγω μεγέθους, και όχι μόνο, οίκημα, το οποίο ανήκε προφανώς στην ισχυρότερη από πλευράς εξουσίας προσωπικότητας του πολίσματος. Οι οικιστικοί αυτοί σχηματισμοί οδήγησαν σταδιακά στη γένεση των πρώτων πόλεων με τη γνωστή κοινωνική, οικονομική και διοικητική οργάνωση 26. Τα γεγονότα και οι συνθήκες μεταξύ του 11 ου και του 7 ου αι. π.χ. έπαιξαν σημαντικό ρόλο για τη γένεση και τη μορφή των πόλεων και της υπαίθριας χώρας τους. Συγκεκριμένα, στα παράλια της Χαλκιδικής και του Θερμαϊκού, η παρουσία εμπόρων και αποίκων από την Εύβοια, τα νησιά του Αιγαίου, την Ιωνία και τη νότια Ελλάδα, έγινε αισθητή, όπως μαρτυρούν τα ευρήματα κεραμικής των γεωμετρικών χρόνων και η ίδρυση αποικιών, όπως η Μεθώνη. Ακόμη, στην ημιορεινή και την ορεινή ενδοχώρα, κοντά στις εκβολές των ποταμών και στις ακτές ιδρύονται ή ανασυγκροτούνται πολίσματα με κεντρικά κτήρια και πολλές αποθήκες αγροτικών προϊόντων, όπως στον Καστανά, τη Ν. Φιλαδέλφεια, την Άσσηρο και την Τούμπα Θεσσαλονίκης. Τα οργανωμένα αυτά πρώιμα πολίσματα χαρακτηρίζονται από αυτάρκεια και ελέγχουν τις πηγές πλούτου των εδαφών στην επικράτεια τους. Τέλος, στα βόρεια του Ολύμπου και ανατολικά της Πίνδου, αναπτύσσεται το μακεδονικό βασίλειο της δυναστείας των Αργεαδών-Τημενιδών, με μυθικούς προγόνους τον Δία και τον Ηρακλή. Η εξουσία του βασιλείου αυτού οικειοποιήθηκε τις οικιστικές 26 Γραμμένος, Δ. Β., Μελέτες για την Αρχαία Μακεδονία. Προς τη γένεση των πόλεων/ Πρόλογος, στο: Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα 11

21 εμπειρίες των κατοίκων της ευρύτερης περιοχής και εξαπλώθηκε προς Βορρά και Ανατολή ελέγχοντας τα φύλα της περιοχής και την παραγωγή τους 27. Ωστόσο, οι πρώιμοι αυτοί σχηματισμοί, τόσο στη Μακεδονία όσο και στον υπόλοιπο ελλαδικό χώρο, σε αυτούς τους αιώνες, δεν διαθέτουν γενικευμένη γραφή 28, διότι σε όλες τις κοινωνίες η χρήση και η διάδοση της γραφής είναι συνάρτηση οικονομικών, πολιτικών, κοινωνικών και πολιτισμικών παραγόντων 29. Τα περισσότερα από τα πρωιμότερα ενεπίγραφα αντικείμενα της Μακεδονίας προέρχονται από τη Χαλκιδική και από θέσεις του Θερμαϊκού κόλπου. Φαίνεται, όμως, από τη χρήση της γραφής, ήδη από τα πρώιμα χρόνια, κυρίως όμως κατά την αρχαϊκή περίοδο, πως υπήρχε διαφορετικό είδος ανάπτυξης ανάμεσα στους ντόπιους οικιστικούς σχηματισμούς, που είχαν δημιουργηθεί από τα τοπικά φύλα, και σε αυτούς που ιδρύθηκαν από κατοίκους άλλων περιοχών, όπως για παράδειγμα τους Ευβοείς, τους Κυκλαδίτες, τους Κορινθίους, κ.ά. (αποικίες). Όπως είναι αναμενόμενο για αποικιακό χώρο, τα κείμενα των ενεπίγραφων αντικειμένων, συμπεριλαμβανομένων και των αγγείων, είναι γραμμένα σε διάφορα ελληνικά αλφάβητα και διαλέκτους που ομιλούνταν στην περιοχή. Ορισμένα από αυτά τα αλφάβητα είναι το κορινθιακό, το ευβοϊκό, το παριανό, το ανδριακό, το ανατολικό ιωνικό, το θεσσαλικό, το αττικό, το βοιωτικό, το κυπριακό συλλαβάριο, κ.ά. Το ίδιο συμβαίνει και στα εμπορικά κέντρα της Μακεδονίας, όπου μέσω του εμπορίου και της διακίνησης προϊόντων έφθαναν και αντικείμενα, κυρίως αγγεία, τα οποία έφεραν επιγραφές, εμπορικού και οικονομικού περιεχομένου, ακόμη και ξενόγλωσσες (π.χ. καρικές επιγραφές σε αγγεία). Όσον, όμως, αφορά τους Μακεδόνες φαίνεται πως χρησιμοποίησαν ελάχιστα τη γραφή έως τα τέλη του 5 ου αι. π.χ. 30. Η γνώση ανάγνωσης και γραφής για τον αρχαίο ελληνόφωνο κόσμο δεν αποτελούσε τον κανόνα, με μεγάλες, βεβαίως, διαφορές ανάλογα με τις περιοχές, την κοινωνική τάξη και το φύλο. Ιδιαίτερα στους πρώιμους αυτούς χρόνους φαίνεται ότι η γραφή αποτελεί προνόμιο λίγων Γραμμένος, Δ. Β., Μελέτες για την Αρχαία Μακεδονία. Προς τη γένεση των πόλεων/ Απολογισμός, στο: Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα 28 Γραμμένος, Δ. Β., Μελέτες για την Αρχαία Μακεδονία. Προς τη γένεση των πόλεων/ Πρόλογος, στο: Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα 29 Παναγιώτου 2011, Παναγιώτου 2011, Παναγιώτου 2011,

22 1.2. ΑΙΑΝΗ Σε απόσταση 1,5 χλμ. περ. ΒΑ της σύγχρονης κωμόπολης Αιανής, σε λόφο με το τοπωνύμιο Κάστρο της Μεγάλης Ράχης, αποκαλύφθηκαν οικοδομικά λείψανα ιδιωτικών και δημόσιων κτηρίων, που μπορούν να ταυτιστούν με την αρχαία Αιανή (Χάρτης 1). Γύρω από τα οικιστικά κατάλοιπα ανασκάφηκαν νεκροταφεία και συστάδες τάφων, που χρονολογούνται από την ύστερη Εποχή Χαλκού πρώιμη Εποχή Σιδήρου μέχρι τα υστεροελληνιστικά χρόνια και αντιστοιχούν με τη διάρκεια της ζωής της αρχαίας πόλης πάνω στον λόφο. Ακόμη, στον χώρο της νεκρόπολης στη θέση Λειβάδια με τα μνημειακά ταφικά κτίσματα, οι ταφές χρονολογούνται κυρίως στα αρχαϊκά και κλασικά χρόνια 32. Από την Αιανή προέρχεται το αρχαιότερο δείγμα γραφής του βορειοελλαδικού χώρου. Πρόκειται για τμήμα χείλους πιθανόν από πίθο με εγχάρακτα σύμβολα γραμμικής γραφής (εικ. 3 και 4). Το όστρακο αυτό βρέθηκε στον λόφο της Μεγάλης Ράχης, στα κατάλοιπα του αρχαίου οικισμού. Δυστυχώς, βρέθηκε χωρίς κανένα χρονολογημένο συνεύρημα. Η επιγραφή αποτελείται από τρία σύμβολα, τα οποία έχουν χαραχτεί πριν από την όπτηση στην άνω επίπεδη επιφάνεια του χείλους. Τα δύο σώζονται ολόκληρα, από το τρίτο, όμως, σύμβολο στα δεξιά σώζεται μόνο το μισό αριστερό τμήμα. Τα σύμβολα παρουσιάζουν πολλές ομοιότητες με σύμβολα της Γραμμικής Α, της Γραμμικής Β, της κυπρομινωικής γραφής και του κυπριακού συλλαβάριου (εικ. 5). Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί πως αυτές οι ομοιότητες αφορούν μόνο τη μορφή των συμβόλων και δεν προσφέρουν κανένα ερμηνευτικό στοιχείο ως προς το περιεχόμενο της επιγραφής. Πάντως, το γεγονός ότι η επιγραφή έχει χαραχθεί πριν από την όπτηση μπορεί να σημαίνει τα εξής: α) ότι πρόκειται για σημάδι του κεραμέως, β) ότι πρόκειται για επιγραφή του ιδιοκτήτη, γ) μία αφιέρωση, δ) το όνομα του αγγείου ή ε) μία εμπορική επιγραφή. Περισσότερο πιθανό είναι να πρόκειται είτε για σημάδι κεραμέως είτε για επιγραφή ιδιοκτησίας. Το όστρακο αυτό, επίσης, δεν μπορεί να μας δώσει πληροφορίες για τον τόπο κατασκευής του, επομένως δεν μπορούμε να πούμε εάν η επιγραφή είναι ντόπια ή εισηγμένη. Ορισμένοι ερευνητές υποθέτουν πως ίσως η επιγραφή του οστράκου έχει περισσότερες ομοιότητες με τα σύμβολα της κυπρομινωικής γραφής. Παρόλα αυτά, 32 Η Αιανή, σύμφωνα με τους ερευνητές, ήταν η πρωτεύουσα του βασιλείου της Ελίμειας, βλ. Καραμήτρου-Μεντεσίδη 1988, 19 και της ίδιας, 1990,

23 δεν υπάρχουν, ακόμη τουλάχιστον, άλλα στοιχεία, που να δείχνουν ότι το όστρακο αυτό προέρχεται από αγγείο, του οποίου η περιοχή κατασκευής ήταν η Κύπρος ΤΟΡΩΝΗ Η αρχαία πόλη της Τορώνης βρίσκεται σε ένα λοφώδες ακρωτήριο κοντά στο νότιο άκρο της Σιθωνίας, στη δυτική ακτή, αμέσως βόρεια του Πόρτο Κουφό (κωφός λιμήν), κοντά στον σύγχρονο οικισμό με το ίδιο όνομα (Χάρτης 1). Η θέση αποτελείται από σειρά μικρών ακρωτηρίων εκ των οποίων μόνο το Ακρωτήριο 1 (Λήκυθος) και το Ακρωτήριο 2 φέρουν ίχνη κατοίκησης, όπως και οι περισσότεροι από τους γύρω λόφους 34. Η πόλη της Τορώνης δημιουργήθηκε από αποίκους της Εύβοιας τον 8 ο αι. π.χ. και σύντομα κατέστη μία από τις σημαντικότερες πόλεις όχι μόνο στη Σιθωνία, αλλά και σε ολόκληρη τη Χαλκιδική. Η Τορώνη θεωρείται ως η πρωιμότερη ευβοϊκή αποικία στη Χαλκιδική 35. Το όνομα Τορώνη έχει χρησιμοποιηθεί για την περιοχή κατά το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας και έχει διατηρηθεί έως σήμερα (εικ. 6) 36. Από το νεκροταφείο της πρώιμης Εποχής του Σιδήρου της Τορώνης προέρχεται μικρό σύνολο χειροποίητων εγχώριων αγγείων συμποσίου, τα οποία φέρουν εγχάρακτα σύμβολα. Παρακάτω δίνεται συνοπτικός πίνακας αυτών των αγγείων: ΤΑΦΕΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗ Τάφος 10 Σχεδόν ακέραιος ντόπιος Πρώιμη Πρωτογεωμετρική κάνθαρος με εγχάρακτο περίοδος. μοτίβο στην εξωτερική επιφάνεια της γένεσης της μίας λαβής: 33 Panayotou 1986, Για τις πρώιμες επιγραφές της Αιανής, βλ. Καραμήτρου Μεντεσίδη, Γ., ΑΕΜΘ 2 (1988), 19-26, της ίδιας, ΑΕΜΘ 4 (1990), και της ίδιας, Α Πανελλήνιο Συνέδριο Επιγραφικής (1999), 2001, Για παράδειγμα ο Λόφος 1 φαίνεται ότι ήταν η οχυρωμένη ακρόπολη της Τορώνης κατά την πρώιμη ελληνιστική εποχή, λόγω του ύψους του και αντικατέστησε το προγενέστερο ἀνωτάτω φυλακτήριον, που αναφέρει ο Θουκυδίδης. Στην περιοχή βρέθηκαν ίχνη κατοίκησης ήδη από την προϊστορική εποχή, βλ. Cambitoglou κ.ά. 2001, 37 και εξής. 35 Tiverios 2008, Cambitoglou κ.ά. 2001,

24 Τάφος 10 Χειροποίητος ντόπιος κάνθαρος με τρεις εγχάρακτες κάθετες γραμμές στην εξωτερική επιφάνεια της μίας λαβής, στην ένωση με το σώμα: Πρώιμη Πρωτογεωμετρική περίοδος. Τάφος 38 Σχεδόν ακέραιη χειροποίητη ντόπια οπισθότμητη πρόχους με τρεις εγχάρακτες γραμμές, δύο κάθετες και μία διαγώνια, στην εξωτερική επιφάνεια της λαβής στην ένωση με το σώμα. Μία τέταρτη γραμμή χαράχθηκε μετά την όπτηση: Πρωτογεωμετρική περίοδος. Τάφος 66 Αποσπασματική χειροποίητη μόνωτη Πρωτογεωμετρική περίοδος. 15

25 ντόπια κύλικα/κύαθος με 14 εμπίεστες στιγμές στο σώμα κάτω από τη λαβή: Τάφος 118 Χειροποίητος ντόπιος αμφορέας με πέντε εγχάρακτες σύντομες στιγμές, οι οποίες βρίσκονται σε κάθετη διάταξη η μία κάτω από την άλλη σε σειρά, στην άνω επιφάνεια του ώμου: Πρωτογεωμετρική περίοδος. Τάφος 113 Όστρακο σώματος μεγάλου τροχήλατου κλειστού αγγείου, πιθανόν αμφορέα με εγχάρακτο κύκλο στην εξωτερική του επιφάνεια: Πρώιμη ή Μέση Πρωτογεωμετρική περίοδος. Τάφος 75 Αποσπασματική χειροποίητη ντόπια οπισθότμητη πρόχους με δύο εμπίεστες στιγμές στο Ύστερη Πρωτογεωμετρική περίοδος. 16

26 σώμα αμέσως κάτω από τη λαβή: Τάφος 82 Σχεδόν ακέραιη χειροποίητη ντόπια οπισθότμητη πρόχους με εγχάρακτο μοτίβο σε σχήμα βέλους ή Λ εξωτερικά στο σώμα κάτω από τη λαβή: Ύστερη Πρωτογεωμετρική περίοδος. Τάφος 41 Σχεδόν ακέραιη χειροποίητη ντόπια οπισθότμητη πρόχους με εγχάρακτο μοτίβο εμπίεστων στιγμών εξωτερικά στο σώμα κάτω από τη λαβή. Υπάρχει και μία οριζόντια εγχάρακτη γραμμή χαραγμένη μετά την όπτηση, η οποία διασχίζει το κεντρικό τμήμα του χαράγματος: Ύστερη Πρωτογεωμετρική περίοδος. Σύμφωνα με τα παραπάνω παρατηρούμε τα εξής: α) όλα τα αγγεία είναι χειροποίητα και εγχώρια, β) πρόκειται για αγγεία πόσης, που συνδέονται με τα 17

27 συμπόσια και γ) φέρουν εγχάρακτα σημάδια, τα οποία έχουν γίνει κατά βάση πριν από την όπτηση (εικ. 7) 37. Μέχρι στιγμής, αντίστοιχα χαράγματα δεν έχουν βρεθεί σε εγχώρια τροχήλατα αγγεία από το νεκροταφείο. Τα χαράγματα αυτά 38 τα βρίσκουμε στα εξής σχήματα αγγείων: οπισθότμητες πρόχοι, κάνθαροι, κύλικες/κύαθοι και σε κανάτα/δοχείο με δύο κάθετες λαβές. Όσον αφορά τη χρονολόγησή τους τοποθετούνται στην Πρωτογεωμετρική περίοδο. Τα χαράγματα, όπως αναφέρθηκε ήδη, έγιναν προφανώς πριν από την όπτηση 39. Σε μία, όμως, τουλάχιστον περίπτωση, όπως το χάραγμα της πρόχου από τον Τάφο 38 και συγκεκριμένα η μία γραμμή, έγινε μετά το ψήσιμο του αγγείου 40. Γενικότερα, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, τα χαράγματα αυτά έχουν ερμηνευθεί ως σημεία, τα οποία εξυπηρετούσαν τις λειτουργίες της παραγωγής και/ή της διανομής/εμπορίου των αγγείων. Έτσι, τα χαράγματα είναι πολύ πιθανό να ήταν η «υπογραφή» του αγγειοπλάστη ή του ιδιοκτήτη του αγγείου θα μπορούσαν, ακόμη, να δηλώνουν τη χωρητικότητα του αγγείου, το περιεχόμενό του, την προέλευση του (κεραμικό εργαστήριο ή κέντρο παραγωγής) ή τον προορισμό. Επιπλέον, είναι σαφές, κυρίως από τα χαράγματα που εμφανίζονται στα αγγεία μίας συγκεκριμένης περιοχής, ότι υπάρχουν περισσότερες από μία κατηγορίες χαραγμάτων και ότι εξυπηρετούν μία σειρά από ποικίλους σκοπούς. Πάντως, στις περισσότερες περιπτώσεις, η πιθανότητα το χάραγμα να λειτουργεί ως δείκτης χωρητικότητας για τα αγγεία της πρώιμης Εποχής Σιδήρου φαίνεται κάπως απίθανη, διότι παρόμοια χαράγματα εμφανίζονται σε αγγεία με διαφορετικά σχήματα και μεγέθη, κυρίως, όμως, με διαφορετική λειτουργία, ιδιαίτερα σε τροχήλατα αγγεία της Πρωτογεωμετρικής και Γεωμετρικής περιόδου. Οι πιο πιθανοί, ίσως, υποψήφιοι για δήλωση χωρητικότητας και για αριθμούς θα μπορούσαν να είναι οι γραμμές και οι στιγμές. Επίσης, όσον αφορά τα είδη των προϊόντων, που περιείχαν τα αγγεία και το κατά πόσον το χάραγμα αφορούσε το περιεχόμενό τους, συμβαίνει και εδώ το ίδιο που συνέβη με τη χωρητικότητα: τα ίδια σύμβολα βρίσκονται σε αγγεία με 37 Ο J. Papadopoulos, ο οποίος μελέτησε και δημοσίευσε τα συγκεκριμένα αγγεία, υποστηρίζει πως πρόκειται για «σημάδια κεραμέως», τα οποία έχουν γίνει πριν από την όπτηση των αγγείων, βλ. Papadopoulos 2005, Εκτός από το όστρακο του Τάφου 113, για το οποίο θα γίνει λόγος παρακάτω. 39 Το μόνο «σημάδι κεραμέως» από τον ελλαδικό χώρο, που μπορεί να συγκριθεί με τα χαράγματα, πριν από την όπτηση, της Τορώνης, είναι αυτό μίας οπισθότμητης οινοχόης από τη Μαρμαριανή. Εκεί, το χάραγμα βρίσκεται στην κάτω εξωτερική επιφάνεια της λαβής και αποτελείται από οκτώ βαθιές διαγώνιες γραμμές. Όπως τα αγγεία της Τορώνης, έτσι και αυτή η οινοχόη βρέθηκε σε τάφο και συγκεκριμένα σε ένα μεγάλο θολωτό, βλ. Papadopoulos 1994, 448, Β3, εικ. 7 και Papadopoulos 2005, Papadopoulos 2005,

28 διαφορετικά μεγέθη, σχήματα και λειτουργία. Ακόμη, ότι τα χαράγματα αυτά ήταν μία ένδειξη ιδιοκτησίας φαίνεται να είναι και αυτό απίθανο, διότι η συντριπτική πλειοψηφία των μετέπειτα Ελλήνων ιδιοκτητών χαράσσουν το σήμα τους, αν όχι αποκλειστικά, μετά από την όπτηση του αγγείου, όταν αυτό περιέλθει στα χέρια τους. Η πιο συνηθισμένη ερμηνεία των χαραγμάτων της Εποχής του Χαλκού και της (Πρωτο)Γεωμετρικής περιόδου είναι πως πρόκειται για σύμβολα των αγγειοπλαστών (potters marks). Τα χαράγματα είναι επομένως απλά σύμβολα, που λειτουργούν σαν υπογραφή του κεραμέως πάνω σε ένα αγγείο. Ακόμη και ένα απλό δακτυλικό αποτύπωμα (συνήθως του αντίχειρα), που συναντάμε πολύ συχνά σε αγγεία διαφόρων σχημάτων και λειτουργιών σε όλες σχεδόν τις περιόδους, αποτελεί κι αυτό σημάδι (υπογραφή) του κεραμέως 41. Πάντως, ένα μεγάλο μέρος της βιβλιογραφίας σχετικά με τα χαράγματα των Ελλήνων κεραμέων έχει επικεντρωθεί σε αγγεία που σχετίζονται με το εμπόριο και τη διακίνηση προϊόντων, και τα χαράγματα σε αυτά δηλώνουν είτε την προέλευση είτε τον προορισμό τους. Συστηματική μελέτη σε αγγεία άλλων σχημάτων και χρήσεων, που φέρουν παρόμοια σύμβολα, δεν έχει γίνει μέχρι σήμερα 42. Αξίζει, τέλος, να σχολιαστεί το όστρακο μεγάλου κλειστού τροχήλατου αγγείου, που βρέθηκε στον Τάφο 113. Το όστρακο αυτό προέρχεται από ένα σύνολο καμένων οστράκων, τα οποία βρέθηκαν σε λάκκο του Τάφου 113, το εν λόγω όστρακο δεν φέρει όμως κανένα ορατό ίχνος καύσης. Το όστρακο δεν μπορεί να χρονολογηθεί με ακρίβεια, φαίνεται, όμως, να ανήκει στην Πρώιμη ή Μέση Πρωτογεωμετρική περίοδο. Ο κύκλος έχει χαραχθεί μετά από την όπτηση και αυτό που παρουσιάζει ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι το όστρακο αποτελεί μία από τις πρώτες χρήσεις διαβήτη πάνω σε επιφάνεια αγγείου 43. Είναι γνωστό, πως η χρήση διαβήτη στην κεραμική παρατηρείται στα μεταγενέστερα ελληνικά graffiti, ενώ η χρήση του είναι πιο συχνή στη γλυπτική και εδραιώνεται στην πρώιμη αρχαϊκή περίοδο ΚΡΑΝΙΑ (ΠΙΕΡΙΚΟΝ ΗΡΑΚΛΕΙΟΝ) Τα κατάλοιπα στη θέση Κρανιά (Νέος Παντελεήμων Πιερίας) έχουν σχετιστεί με το αρχαίο Ηράκλειον και το λιμάνι του (Χάρτης 1). Ανασκαφές διενεργήθηκαν με αφορμή την κατασκευή σιδηροδρομικής σήραγγας στους βόρειους πρόποδες του 41 Papadopoulos 2005, Papadopoulos 2005, Papadopoulos 2005, Johnston 1979, 5, 81, graffito type AV ii, SO, όπου το όμικρον έχει γίνει με διαβήτη. 19

29 λόφου με το κάστρο του Πλαταμώνα, που ήταν στην αρχαιότητα ακρωτήριο («πλαταμών»). Η παλαιότερη φάση της Κρανιάς ανήκει στην Εποχή του Χαλκού. Στο β μισό του 8 ου αι. π.χ. κτίστηκε ένα μονόχωρο αψιδωτό κτήριο, στο οποίο βρέθηκαν αγγεία διαφόρων χρήσεων, πλιθιά, οστά ζώων και πολλές αχιβάδες (εικ. 8 και 9). Επίσης ανασκάφηκαν διάφορες υπαίθριες ή ημιυπαίθριες βοηθητικές κατασκευές, ανάμεσά τους και δύο «υπόσκαπτα». Η διάρκεια ζωής του οικισμού της Κρανιάς εκτείνεται μέχρι και τη ρωμαϊκή περίοδο 45. Από τον οικισμό στη θέση αυτή προέρχεται απροσδιόριστος αριθμός οστράκων με χαράγματα, τα περισσότερα από τα οποία είναι ακόμη αδημοσίευτα. Ορισμένα από αυτά είναι παρόμοια με χαράγματα που προέρχονται από το Λευκαντί, ενώ άλλα μοιάζουν με μικρές σφραγίδες ή με γράμματα. Χρονολογούνται στο τέλος του 8 ου αι. π.χ. Όπως και στην Τορώνη, έτσι και εδώ τα σύμβολα αυτά ίσως να σχετίζονται με τον κεραμέα, αλλά και με τον ιδιοκτήτη/χρήστη των αγγείων αυτών. Ορισμένα από αυτά παρουσιάζονται στον παρακάτω πίνακα 46 : ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗ Από τη βόρεια παραλία του αρχαίου Πιερικού Ηρακλείου (θέση Κρανιά του λόφου του Κάστρου Πλαταμώνα), από την υπόσκαφη οβάλ κατασκευή (εικ.10). Τμήμα αγγείου, πιθανόν αμφορέα, με σύμβολα κεραμέα και χρήστη (ΚΡ1738): Αποτύπωμα στο κάτω μέρος της λαβής και τρεις οριζόντιες εγχαράξεις λίγο παραπάνω, που ίσως προηγήθηκαν της όπτησης του αγγείου. Δύο οριζόντιες και τρεις κατακόρυφες εγχαράξεις που διασταυρώνονται αμέσως κάτω από τη Γύρω στο 700 π. Χ. 45 Θέσεις εύρεσης/ Οικισμοί/ Κρανιά (Πιερικόν Ηράκλειον), στο: PATHS Γραμμένος, Δ. Β., Μελέτες για την Αρχαία Μακεδονία. Προς τη γένεση των πόλεων/ 2.8. Η περιοχή του μακεδονικού Ολύμπου/ Λήμματα, στο: Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα 20

30 Ίδια προέλευση. Ίδια προέλευση. Από τη βόρεια παραλία του αρχαίου Πιερικού Ηρακλείου (θέση Κρανιά του λόφου του Κάστρου γένεση της λαβής και έγιναν πιθανόν από τον ιδιοκτήτη μετά από την όπτηση. Όστρακο χειροποίητου αγγείου με εγχάρακτα γράμματα (ΚΡ1750): Όστρακο γκρίζου, χειροποίητου, πιθανόν τοπικού αγγείου με αποσπασματική εγχάρακτη επιγραφή που πιθανότατα έγινε πριν από την όπτηση, με φορά επί τα λαιά (ΣΕΙΟΥ;). Όστρακο αγγείου, ίσως αμφορέα, με σύμβολο κεραμέα (ΚΡ1751): Τέσσερις εγχαράξεις στο χείλος, που έγιναν μετά από την όπτηση, και έξι στη λαβή. Κυκλική βάθυνση (σφράγισμα) που έγινε πριν από την όπτηση του αγγείου στη γένεση της λαβής. Δύο οριζόντιες λεπτές ταινίες αμέσως κάτω από τη λαβή, και μία κατά μήκος της λαβής. Λαβή τροχήλατου αγγείου με σύμβολο κεραμέα (ΚΡ1752): Δύο εγχάρακτα σύμβολα σχήματος Φ Γύρω στο 700 π. Χ. Γύρω στο 700 π. Χ. Γύρω στο 700 π. Χ. 21

31 Πλαταμώνα). Βρέθηκε στο εξωτερικό βοτσαλωτό δάπεδο της οβάλ οικίας. (δακτυλιόσχημο σφράγισμα με επιμήκη κεντρική κεραία) που έγιναν πριν από την όπτηση του αγγείου. Το ένα είναι κάθετο και το δεύτερο τοποθετημένο λοξά στο κεντρικό περίπου τμήμα της λαβής ΠΟΣΕΙΔΙ Από τα κείμενα σε ευβοϊκό αλφάβητο που δημοσιεύτηκαν σχετικά πρόσφατα, το πρωιμότερο προέρχεται από το Ιερό του Ποσειδώνα στο Ποσείδι, το σημαντικό Ιερό της Μένδης 47. Το Ποσείδι βρίσκεται στη δυτική ακτή της χερσονήσου της Παλλήνης, στο ακρωτήριο που ονομάζεται Ποσειδώνιον ή Ποσείδιον (Χάρτης 1). Εκεί έχει ανασκαφεί ένα σημαντικό ιερό αφιερωμένο στον Ποσειδώνα. Σύμφωνα με τον Θουκυδίδη 48, αυτό ήταν το αρχαιότερο Ιερό στο βορειοελλαδικό χώρο και φαίνεται ότι ιδρύθηκε μαζί με την πόλη της Μένδης από Ερετριείς αποίκους ήδη κατά τον πρώτο ελληνικό αποικισμό, τον 12 ο αι. π.χ. Στην αρχική φάση του, το Ιερό αποτελούνταν από ένα αψιδωτό κτήριο (ΣΤ), το οποίο χρονολογείται στην Πρωτογεωμετρική περίοδο και το οποίο διαδέχθηκε στα τέλη του 7 ου ή τις αρχές του 6 ου αι. π.χ. ένα οβάλ κτήριο (Γ). Περίπου στα τέλη του 6 ου αι. π.χ. κατασκευάζεται και ένα ορθογώνιο οικοδόμημα (Β), ενώ πριν τα μέσα του 5 ου αι. π.χ., μετά τους Περσικούς Πολέμους, χτίζεται ο κύριος ναός Α (εικ. 11 και 12). Τα κινητά ευρήματα από το Ιερό είναι κυρίως πήλινα αγγεία, εγχώρια ή εισηγμένα από διάφορα εργαστήρια του ελληνικού κόσμου, τα οποία ήταν αναθήματα ή χρησιμοποιούνταν ως σκεύη για τις διάφορες τελετουργίες. Ο κύριος όγκος των αγγείων χρονολογείται στους 6 ο και 5 ο αι. π.χ., περίοδο ακμής του Ιερού, στη διάρκεια της οποίας αναγείρονται και λειτουργούν τα περισσότερα οικοδομήματα Παναγιώτου 2011, Θουκυδίδης, Θουκυδίδου Ἱστορίαι, IV Για τις ανασκαφικές έρευνες και τα τοπογραφικά/ ιστορικά στοιχεία του Ιερού στο Ποσείδι, βλ. Βοκοτοπούλου, Ι., Ανασκαφικές έρευνες στην Χαλκιδική, ΑΕΜΘ 1 (1987), , της ίδιας, 22

32 Από το υπογεωμετρικό ή πρώιμο αρχαϊκό στρώμα θυσιών του αψιδωτού κτιρίου ΣΤ (βωμός Ε) προέρχεται η αρχαιότερη μέχρι σήμερα επιγραφή της Χαλκιδικής (εικ. 13). Πρόκειται για τη λαβή ενός υστερογεωμετρικού αμφορέα, πάνω στην οποία είναι χαραγμένη σε ευβοϊκό αλφάβητο επί τα λαιά η επιγραφή: ΕΜΟΙ ή ΕΜΟΣ (εικ. 14). Ορισμένοι από τους ερευνητές θεωρούν πως η επιγραφή είναι αναθηματική 50, πιστεύω, όμως, πως η επιγραφή αυτή πάνω στον αμφορέα είναι κτητορική και ίσως να είχε χαραχθεί πολύ πριν αφιερωθεί ο αμφορέας στο Ιερό. Η άποψη αυτή ενισχύεται από το γεγονός πως το αγγείο είχε χρησιμοποιηθεί στο πλαίσιο του εμπορίου, για τη μεταφορά και τη μετέπειτα αποθήκευση του προϊόντος που περιείχε οι επιγραφές που συναντάμε σε αυτά τα αγγεία, ειδικότερα στις πρώιμες εποχές, σχετίζονται κατά κύριο λόγο με τους εμπόρους ή τους ιδιοκτήτες και εξαιρετικά σπάνια έχουν καθαρά αναθηματικό περιεχόμενο. Επομένως, ο αμφορέας αυτός είναι πολύ πιθανό να αφιερώθηκε στο Ιερό μετά τη χρήση του και να έφερε την «υπογραφή» του ιδιοκτήτη του. Η επιγραφή δε χαράχθηκε σε τέτοιο αγγείο με σκοπό την αφιέρωσή του στο Ιερό. Ίσως στο αγγείο να είχε χαραχθεί, στο σώμα για παράδειγμα, μία δεύτερη επιγραφή που να εξυπηρετούσε τον σκοπό της ανάθεσης. Κάτι τέτοιο δεν μπορεί να ειπωθεί όμως σε καμία περίπτωση, διότι από το αγγείο σώζεται μόνο η λαβή του ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΕΠΙΓΡΑΦΕΣ Στην εισαγωγή του κεφαλαίου αυτού αναφέρθηκε πως η χρήση και η διάδοση της γραφής σε όλες τις κοινωνίες είναι συνάρτηση οικονομικών, πολιτικών, κοινωνικών και πολιτισμικών παραγόντων. Ιδιαίτερα, όμως, στους πρώιμους οικιστικούς σχηματισμούς, η γραφή είχε κυρίως πρακτικό ρόλο και εξυπηρετούσε το εμπόριο, τη διακίνηση προϊόντων και τις συναλλαγές. Επομένως, είναι αναμενόμενο πως το μεγαλύτερο μέρος των επιγραφών και των χαραγμάτων σε αγγεία αυτής της περιόδου σχετίζεται με την οικονομία του εκάστοτε οικισμού. Τα ενεπίγραφα αγγεία ή όστρακα τα οποία θα εξετασθούν στη συνέχεια, προέρχονται από εμπορικούς αμφορείς, δηλαδή σχετίζονται με το εμπόριο και τη διακίνηση προϊόντων στον χώρο της Μακεδονίας. Είναι, επομένως, ιδιαίτερα σημαντικό, πριν από την παρουσίαση Ανασκαφή Μένδης 1988, ΑΕΜΘ 2 (1988), και της ίδιας, Ποσείδι. Το Ιερό του Ποσειδώνα στη Χαλκιδική, Θεσσαλονικέων Πόλις 2, 1997, Βοκοτοπούλου 1993,

33 του ενεπίγραφου αυτού υλικού, να γίνει πρώτα μία σύντομη γενική εισαγωγή σχετικά με τις επιγραφές/σύμβολα που φέρουν οι εμπορικοί αμφορείς. Γενικότερα, οι εγχάρακτες και οι γραπτές εμπορικές επιγραφές μπορεί να είναι απλές λέξεις, γράμματα, συμπλέγματα γραμμάτων ή σύμβολα και απαντούν τόσο στη διακοσμημένη κεραμική όσο και στους εμπορικούς αμφορείς. Η ερμηνεία τους πολλές φορές είναι δύσκολη, ωστόσο είναι απαραίτητη καθώς αποκαλύπτει πολλές πτυχές της καθημερινής ζωής και της οικονομίας των οικισμών. Για παράδειγμα, τα dipinti των αμφορέων μπορούν να μας δώσουν πληροφορίες 51 είτε για τη μεταφορά και την πώληση, την αρχική χρήση δηλαδή των αμφορέων 52 είτε για την αποθήκευση των αγαθών, δηλαδή την επανάχρηση των αμφορέων 53. Τα graffiti και τα dipinti που βρίσκονται πάνω στους εμπορικούς αμφορείς δημιουργούνται συνήθως μετά από την όπτηση των αγγείων, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να έχουν γίνει και πριν από τη διαδικασία όπτησης. Για παράδειγμα, ορισμένα από τα dipinti εμπορικών αμφορέων τοποθετούνται στην επιφάνεια του αγγείου μετά από την όπτηση, πιθανόν από τους εμπόρους ή κατά τη διαδικασία της εμφιάλωσης του προϊόντος. Ακόμη, το γεγονός ότι σε ορισμένες κατηγορίες αμφορέων συναντάμε graffiti και σε άλλους dipinti θα μπορούσε να σχετίζεται με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κάθε ομάδας. Για παράδειγμα, στους αττικούς SOS και στους λακωνικούς αμφορείς, εξαιτίας του σκούρου καστανού ή μαύρου υαλώματος που καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος της επιφάνειας τους, συναντάμε κατά κανόνα graffiti, ενώ σε ορισμένες άλλες κατηγορίες αμφορέων, κυρίως από την Ανατολική Ελλάδα ή τη Μένδη, υπάρχουν αρκετά συχνά μεγάλα dipinti με κόκκινο χρώμα 54. Τα ονόματα που αναγράφονται, είτε ολόκληρα είτε σε συντομογραφίες, συνήθως μπορεί να σχετίζονται με τον έμπορο ή τον ιδιοκτήτη του αγγείου. Επίσης, ορισμένες λέξεις ή συντομογραφίες λέξεων μπορεί να συνδέονται με το περιεχόμενό τους. Τα μονογράμματα και τα σύμβολα αναφέρονται συνήθως στη χωρητικότητα, στο βάρος ή στην τιμή πώλησης. Μεγάλη ποικιλία παρουσιάζουν τα συμπλέγματα γραμμάτων 51 Böttger-Shelov 1998, Στοιχεία που παρέχονται μπορεί να είναι για το περιεχόμενο, την ποιότητα και/ ή την προέλευση του, την ποσότητα και/ ή το βάρος του, την χωρητικότητα και/ ή το βάρος ενός άδειου αμφορέα, το όνομα του ιδιοκτήτη ή του πωλητή των προϊόντων. 53 Στοιχεία που παρέχονται μπορεί να είναι το όνομα του ιδιοκτήτη, η ποσότητα και/ ή το βάρος του περιεχομένου, η αρίθμηση των αποθηκευμένων προϊόντων, ο ακριβής προσδιορισμός του νέου περιεχομένου που αντικαθιστά το αρχικό, κ.ά. 54 Φίλης 2011,

34 (συμπιλήματα), τα οποία είναι σπάνια πριν από τα μέσα του 6 ου αι. π.χ. Αρκετά συχνά εμφανίζονται ορισμένα σύμβολα, όπως αστερίσκοι, «κλεψύδρες», «σταυροί» ή Χ, «κηρύκεια» και αγκυρόσχημα μοτίβα που πιθανότατα υιοθετήθηκαν από εμπόρους και παραπέμπουν άμεσα στο θαλάσσιο εμπόριο 55. Τέλος, όσον αφορά την περιοχή παραγωγής και προέλευσης των εμπορικών αμφορέων και των προϊόντων τους, οι εμπορικοί αμφορείς του 8 ου έως και του πρώιμου 6 ου αι. π.χ. δεν σώζουν επιγραφές ή χαράγματα με την βοήθεια των οποίων θα μπορούσε να γίνει ασφαλής ταύτιση. Η ταύτιση αυτή βασίζεται κατά κανόνα στα χαρακτηριστικά της κεραμικής ύλης και της μορφολογίας τους ΜΕΘΩΝΗ Η αρχαία Μεθώνη βρίσκεται στα δυτικά παράλια του Θερμαϊκού κόλπου, βόρεια της Νέας Αγαθούπολης, στη βόρεια Πιερία (Χάρτης 1). Το κύριο λιμάνι της αρχαίας Μεθώνης τοποθετείται στα βόρεια και ήταν το ασφαλέστερο του Θερμαϊκού. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την άμεση γειτνίαση της θέσης με τον βασικό άξονα Β Ν στην αρχαιότητα προσέδωσε ιδιαίτερη γεωστρατηγική σημασία στη Μεθώνη, διότι παρείχε τη δυνατότητα επαφών και διείσδυσης προς την κεντρική και δυτική Μακεδονία και προς την ενδοχώρα της Βαλκανικής 57. Οι πρόσφατες ανασκαφές στην αρχαία Μεθώνη έδειξαν ότι είχε συνεχή κατοίκηση από τη Νεότερη Νεολιθική μέχρι και το 354 π.χ. και το λιμάνι της αποτέλεσε σημαντικός σταθμός στην εμπορική κίνηση του Αιγαίου από τις πρώιμες φάσεις της Εποχής του Χαλκού. Η Μεθώνη, σύμφωνα με τη φιλολογική παράδοση 58, θεωρείται μία από τις αρχαιότερες αποικίες στα βόρεια παράλια του Αιγαίου 59. Ιδρύθηκε γύρω στο 733/2 π.χ. από την Ερέτρια της Εύβοιας. Στο διάσελο μεταξύ δύο χαμηλών λόφων, του ανατολικού και του δυτικού, εντοπίστηκε το εμπορικό και πολιτικό 55 Η Grace και ο Wallace στις μελέτες τους για τα graffiti των αμφορέων της αθηναϊκής Αγοράς, προσπάθησαν να δουν και μία άλλη πτυχή τους που συνδέεται όχι μόνο με τις διαδικασίες της αγοράς ή της πώλησης ενός προϊόντος, αλλά και με συγκεκριμένα ιστορικά γεγονότα. Προσπάθησαν να συσχετίσουν πολλά graffiti χωρητικότητας με ορισμένα προβλήματα στην κατανόηση του συστήματος χωρητικότητας. Για παράδειγμα, το γεγονός της αλλαγής της χωρητικότητας από τις 7 στις 8 χιακές χόες (= 7 αττικές χόες) για το νέο τύπο χιακού αμφορέα με «ψηλό κυλινδρικό λαιμό», συνέβη προκειμένου να εναρμονιστούν όλα τα μέλη της Δηλιακής Συμμαχίας με το σχετικό ψήφισμα για την υιοθέτηση των αττικών μέτρων και σταθμών, βλ. Grace 1970, , Grace 1979, , Wallace 1986, 88 και Φίλης 2011, 427. Με την άποψη αυτή διαφωνεί ο Lawall, διότι οι χιακοί αμφορείς με τον «ψηλό κυλινδρικό λαιμό» εμφανίζονται μετά το 440, ενώ το ψήφισμα τοποθετείται γύρω στο 449 π.χ. και αντίστοιχα graffiti εντοπίζονται και σε άλλου τύπου αμφορείς, βλ. Lawall 2000, Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 184 (Α. Κοτσώνας). 57 Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 43 (Μ. Μπέσιος). 58 Πλούταρχος, Αἴτια Ἑλληνικά, 293 a-b. 59 Tiverios 2008, 6. 25

35 κέντρο του πολίσματος, δηλαδή η αρχαία αγορά (εικ. 15). Η αγορά περιλαμβάνει μνημειακά κτήρια των αρχαϊκών κυρίως χρόνων. Ανατολικότερα από την αγορά, στην κορυφή του ανατολικού λόφου αποκαλύφθηκε ένα σημαντικό εύρημα: πρόκειται για έναν χώρο, ο οποίος ονομάστηκε συμβατικά «Υπόγειο» (εικ. 16). Η κατασκευή του υπόγειου αυτού χώρου μπορεί να χρονολογηθεί στα τέλη της Γεωμετρικής εποχής, κατά την αρχική δηλαδή φάση της αποικίας των Ερετριέων. Τα ευρήματα του «Υπογείου» αποδεικνύουν ότι ήδη από την αρχή της ίδρυσης της αποικίας δημιουργήθηκαν στη Μεθώνη εργαστήρια για την κατασκευή αντικειμένων από μεγάλη ποικιλία υλικών, όπως πηλό, χρυσό, χαλκό, σίδηρο, γυαλί, ελεφαντόδοντο, κέρατα ελαφιού και οστά ζώων. Η Μεθώνη εμφανίζει την «εικόνα ενός εκτεταμένου βιοτεχνικού κέντρου» με ποικίλα εργαστήρια και κατά τις επόμενες περιόδους, στο μέτρο της κάθε εποχής. Βέβαια, η παραγωγή κάλυπτε κυρίως τις ανάγκες ζήτησης της εγχώριας αγοράς, αλλά απευθυνόταν και προς την ενδοχώρα της Μακεδονίας. Επομένως, η Μεθώνη υπήρξε μεγάλο κέντρο παραγωγής, καθώς επίσης και διαμετακομιστικό κέντρο. Αυτοί οι λόγοι καθόρισαν και επέβαλαν την ίδρυση αποικίας στη θέση από τους Ερετριείς, τους οποίους ο τοπικός πληθυσμός φαίνεται να αποδέχτηκε, γεγονός που συνέβαλε στη μεγάλη ακμή της θέσης στην αρχαϊκή και κλασική περίοδο 60. Γενικότερα, στην κορυφή του ανατολικού λόφου, λόγω των επεμβάσεων των ιστορικών χρόνων, διασώθηκε μόνο το όρυγμα του «Υπογείου». Δεν διατηρήθηκε καμία υπέργεια κατασκευή και αυτό δυσχεραίνει ως έναν βαθμό την ερμηνεία του. Φαίνεται, πάντως, ότι ο χώρος αυτός προοριζόταν για υπόγειο κάποιου σημαντικού κτηρίου, το οποίο φυσικά θα ήταν στεγασμένο και με αυτόν τον τρόπο θα εξασφαλιζόταν η διατήρηση και η λειτουργία του υπόγειου χώρου. Ωστόσο, με τα γενικότερα δεδομένα που δίνει αυτό το μεγάλο κτίσμα, το οποίο πρέπει να ξεπερνούσε σε βάθος τα 11 μ., γίνεται σχεδόν βέβαιο πως κατασκευάστηκε για να αποθηκεύονται εκεί διάφορα αγγεία (εικ. 17). Αυτό αποδεικνύεται και από το περιεχόμενο του χώρου μέσα σε αυτόν υπήρχαν αγγεία για την αποθήκευση, το μαγείρεμα και το σερβίρισμα των τροφών 61. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την παρούσα εργασία παρουσιάζει ένα σύνολο 191 αγγείων ή τμημάτων αγγείων, το οποίο διακρίνεται από το υπόλοιπο υλικό του «Υπογείου» ως προς τα εγχάρακτα και γραπτά σημεία/σύμβολα και τις επιγραφές που 60 Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, (Μ. Μπέσιος). 61 Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, (Μ. Μπέσιος). 26

36 φέρει 62. Η σημασία που έχουν τα στοιχεία αυτά για την αρχαιολογική, επιγραφική, ιστορική και φιλολογική έρευνα είναι ιδιαίτερα μεγάλη, διότι προσθέτουν νέες πληροφορίες τόσο στην έρευνα του αρχαίου οικισμού της Μεθώνης όσο και στη γενικότερη έρευνα των graffiti/dipinti και της εισαγωγής της αλφαβητικής γραφής στο βορειοελλαδικό χώρο. Το σύνολο των ενεπίγραφων αγγείων από το «Υπόγειο» χωρίζεται γενικώς σε δύο μεγάλες κατηγορίες, στους εμπορικούς αμφορείς και στην επιτραπέζια κεραμική. Σε αυτό το σημείο της εργασίας θα εξετασθούν εμπορικοί αμφορείς και επιτραπέζια αγγεία, τα οποία φέρουν εγχάρακτα ή γραπτά σύμβολα και επιγραφές, που σχετίζονται με το εμπόριο και τη διακίνηση προϊόντων. Το υλικό αυτό χωρίζεται σε έξι κατηγορίες ανάλογα με το περιεχόμενο της επιγραφής και το είδος των συμβόλων (αριθμητικά σύμβολα, μονογράμματα, συμπλέγματα γραμμάτων, αρχικά ονομάτων ή λέξεων και ονόματα, σύμβολα, σχέδια, άλλα αδιάγνωστα graffiti 63 ). Τέλος, θα πρέπει να σημειωθεί γενικά για το ενεπίγραφο υλικό του «Υπογείου», πως από τα 191 ενεπίγραφα αγγεία ή τμήματα αγγείων εξετάζονται εδώ μόνο όσα φέρουν με βεβαιότητα κάποιο σύμβολο ή επιγραφή. Αυτό συμβαίνει, διότι πολλά από τα αγγεία είναι εξαιρετικά αποσπασματικά και παρόλο που έχουν ίχνη χάραξης ή χρώματος, δεν μπορούν να προσφέρουν χρήσιμες πληροφορίες, ώστε να εξαχθούν συμπεράσματα σχετικά με το ενεπίγραφο υλικό, επομένως δεν εξυπηρετούν τους σκοπούς της εργασίας, και είναι επισφαλές να ενταχθούν μαζί με τα υπόλοιπα ενεπίγραφα από το «Υπόγειο». Αριθμητικά σύμβολα Το υλικό αυτό δημοσιεύτηκε από τους Μ. Μπέσιο, Γ. Ζ. Τζιφόπουλο και τον Α. Κοτσώνα στο Μεθώνη Πιερίας Ι: Επιγραφές, χαράγματα και εμπορικά σύμβολα στη γεωμετρική και αρχαϊκή κεραμική από το «Υπόγειο» της Μεθώνης Πιερίας στη Μακεδονία, το Η δημοσίευση αυτή, καθώς και τα πρόσφατα πρακτικά του συνεδρίου για την Μεθώνη: Τζιφόπουλος, Γ. Ζ.- Clay, J. S.- Malkin, I., κ.ά., Panhellenes at Methone: Graphê in Late Geometric and Protoarchaic Methone, Macedonia (ca. 700 BCE), Thessaloniki 8-10 June 2012, Trends in classics. Supplementary volumes, vol. 44, Berlin, 2017, παρέχουν πολλές πληροφορίες και τη δυνατότητα να γίνει εκτενής αναφορά στην παρούσα εργασία. 63 Ίδια κατηγοριοποίηση χρησιμοποιεί για την ταξινόμηση των χαραγμάτων σε εμπορικούς αμφορείς από το νεκροταφείο της αρχαίας Ακάνθου ο Κωνσταντίνος Φίλης στη διδακτορική διατριβή του, Εμπορικοί αμφορείς από την αρχαία Άκανθο και το τοπικό εργαστήριο, Θεσσαλονίκη, Για μία εκτενέστερη αναφορά σχετικά με τα αριθμητικά σύμβολα πάνω στα αγγεία από το «Υπόγειο» της Μεθώνης, τη σχέση τους με τους Ευβοείς, αλλά και με τους Ετρούσκους, με τα δύο συστήματα αρίθμησης, ακροφωνικό και αλφαβητικό και για τις επιρροές τους από τα γράμματα του ελληνικού αλφαβήτου, βλ. Verdan, S., Counting on Pots? Reflections on Numerical Notations in Early Iron Age Greece, στο: Panhellenes at Methone: Graphê in Late Geometric and Protoarchaic Methone, Macedonia (ca. 700 BCE), Thessaloniki 8-10 June 2012, J. S. Clay- I. Malkin- Y. Z. Tzifopoulos (επιμ.), Trends in classics. Supplementary volumes, vol. 44, Berlin, 2017, 27

37 Τα αριθμητικά σύμβολα σημειώνονται, τις πιο πολλές φορές, με εγχάρακτες ή γραπτές γραμμές και αποτελούν τον απλούστερο τρόπο καταγραφής του αναγκαίου αριθμού δηλώνοντας είτε τη χωρητικότητα είτε την αξία του αγγείου. Τέτοια χαράγματα, κυρίως τοποθετημένα στη γένεση των λαβών, βρίσκουμε σε αγγεία ήδη από την ύστερη Εποχή του Χαλκού, ενώ ως μέθοδος αρίθμησης εμφανίζεται σχετικά πρώιμα σε αττικά αγγεία, την ίδια περίπου εποχή που εμφανίζεται και το ιωνικό σύστημα αρίθμησης 65. Στην περίπτωση που τα συγκεκριμένα χαράγματα δηλώνουν τη χωρητικότητα, θα μπορούσαν να αναφέρονται είτε στην ποσότητα του προϊόντος που περιείχε ο αμφορέας είτε στη συνολική του αποθηκευτική δυνατότητα. Επίσης, θα μπορούσαν να αναφέρονται στο σταδιακό άδειασμα των αμφορέων και κάθε φορά να σημειώνονταν μία γραμμή για το περιεχόμενο που απέμενε, είτε αυτό ήταν κρασί, λάδι ή κάποιο άλλο προϊόν σε δεύτερη χρήση. Η απόδοση απλών χαράξεων επάνω στους αμφορείς για να δηλωθεί το απόβαρο ή το βάρος, γινόταν προκειμένου να καθοριστεί γρήγορα και εύκολα το καθαρό βάρος του περιεχομένου αφαιρουμένου του συνολικού βάρους ενός γεμάτου αγγείου. Αυτή η διαδικασία ήταν χρήσιμη, τόσο κατά την αρχική πώληση όσο και στην περίπτωση της επαναχρησιμοποίησης. Στη δεύτερη περίπτωση υπάρχει μάλιστα η πιθανότητα να σχετίζονται με την αποθήκευση ενός άλλου προϊόντος, καθώς ορισμένοι αμφορείς φέρουν μόνο μία ή δύο εγχάρακτες γραμμές στις λαβές ή στο χείλος 66. Όσον αφορά τη χωρητικότητα, κάθε φορά που μία μονάδα μέτρησης άδειαζε στο δοχείο, χαραζόταν μία γραμμή, έτσι ώστε ο συνολικός αριθμός τους να αντιπροσωπεύει τον συνολικό αριθμό των μονάδων μέτρησης που μπορούσε να περιέχει ο αμφορέας 67. Αυτές οι χαράξεις θα μπορούσαν να γίνουν είτε στο σπίτι του αγοραστή είτε στην αγορά, από ξένους ή δούλους 68. Στον ύστερο 8 ο αρχές 7 ου αι. π.χ. ανήκει ένα σύνολο οστράκων και τμημάτων εμπορικών αμφορέων από το «Υπόγειο» της Μεθώνης, που φέρουν τέτοιου είδους 65 Το ιωνικό μετρικό σύστημα αρίθμησης, το οποίο συχνά αναφέρεται ως μιλησιακό ή αλφαβητικό, είναι το πιο συνηθισμένο κατά την αρχαϊκή εποχή. Αναπτύχθηκε στην Ιωνία μεταξύ του τέλους του 8 ου και των αρχών του 7 ου αι. π.χ. Σύμφωνα με αυτό, η σειρά των αριθμών αντιστοιχεί σε αυτή των γραμμάτων του αλφαβήτου. Στον 5 ο αι. π.χ. το σύστημα αυτό αντιπαραβάλλεται με ένα άλλο δεκαδικό ψηφιακό σύστημα, το ακροφωνικό ή αττικό, όπου χρησιμοποιούνται σύμβολα για να δηλώσουν μόνο τους αριθμούς, ενώ δημιουργούνται συνδυαστικά όλες οι άλλες αξίες. Το σύστημα αυτό επινοήθηκε στην Αττική κατά τον 6 ο αι. π.χ. και συνυπήρξε με το μιλησιακό από τον 5 ο μέχρι τις αρχές του 1 ου αι. π.χ., ώσπου το ακροφωνικό/ αττικό καταργήθηκε και το μιλησιακό/ αλφαβητικό παρέμεινε μέχρι τη βυζαντινή περίοδο ως το μοναδικό αριθμητικό σύστημα σε όλη την Ελλάδα, βλ. Scheibler 2010, , Guarducci 2008, και Johnston 1979, Φίλης 2011, Lang 1956, Φίλης 2011,

38 χαράγματα, τα οποία σχετίζονται με αριθμητικά σύμβολα. Οι αμφορείς αυτοί προέρχονται τόσο από την ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας όσο και από άλλες περιοχές του ελλαδικού χώρου, με τις οποίες η Μεθώνη διατηρούσε επαφές και εμπορικές σχέσεις. Επομένως, έχουμε τμήματα αμφορέων (εικ. 18α-στ) 69 από την περιοχή της Μακεδονίας και τμήματα εισηγμένων εμπορικών αμφορέων από τη Μίλητο (εικ. 19α-ε) 70, τη Σάμο (εικ. 20α-δ) 71, τη Χίο (εικ. 21) 72, τη Λέσβο (εικ. 22) 73 και τύπου SOS από την Αττική (εικ. 23α-ε) 74. Βέβαια, υπάρχουν και τμήματα εισηγμένων εμπορικών αμφορέων, ο τόπος προέλευσης των οποίων είναι άγνωστος και δεν έχει ακόμη αποσαφηνιστεί (εικ. 24α-κ) 75. Τα τμήματα των αμφορέων αυτών φέρουν χαράγματα ως αριθμητικά σύμβολα κυρίως στη λαβή και στο χείλος, και δευτερευόντως στον λαιμό. Ως επί το πλείστον, τα χαράγματα έχουν γίνει μετά από την όπτηση των αγγείων. Από το σύνολο με τα χαράγματα ως αριθμητικά σύμβολα, το άνω τμήμα ντόπιου 76 αμφορέα (εικ. 18δ) 77 και το άνω τμήμα λέσβιου αμφορέα (εικ. 22) 78 παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, διότι φέρουν, εκτός από εγχάρακτα, και γραπτά σύμβολα (dipinti), τα οποία είναι εξαιρετικά σπάνια στο ενεπίγραφο υλικό της Μεθώνης. Το άνω τμήμα, δηλαδή, του ντόπιου αμφορέα του τέλους 8 ου με αρχές 7 ου αι. π.χ., φέρει αριστερά της λαβής του έναν μεγάλο γραπτό σταυρό, ο οποίος έχει γίνει πριν από την 69 αρ. 77, 78, 79, 80, 81, 83, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 72, 73, 74, 75, 76, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, Οι αμφορείς αυτοί ονομάζονται «μεθωναίοι» από τον Κοτσώνα, ο οποίος αποδίδει την κατασκευή τους σε κεραμικό εργαστήριο της περιοχής (βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 151), ωστόσο τα μορφολογικά χαρακτηριστικά των αμφορέων αυτών αποδεικνύουν πως πρόκειται για εμπορικούς αμφορείς της Μιλήτου. Μία αντίστοιχη ομάδα τέτοιων ύστερων γεωμετρικών αμφορέων είχε παρουσιαστεί για πρώτη φορά πριν μερικά χρόνια σε ένα συμπόσιο της Θάσου και αναγνωρίστηκε ως πρώιμοι εμπορικοί αμφορείς από τη Μίλητο (Gimatzidis, S., Πρώιμοι ελληνικοί εμπορικοί αμφορείς, στο: Thasos. Métropole et colonies. Symposium International à la mémoire de Marina Sgourou, Septembre 2006, Musée Archéologique de Thasos et Καλογερικό de Thasos). Στη συνέχεια, ο Κοτσώνας αμφισβήτησε την παραπάνω θεωρία του αποδίδοντας τελικά τους συγκεκριμένους αμφορείς στη Μίλητο με βάση τις πετρογραφικές αναλύσεις (Kiriatzi, E., κ.ά., Transport Amphorae from Methone: An Interdisciplinary Study of Production and Trade ca. 700 BC, στο: Panhellenes at Methone: Graphê in Late Geometric and Protoarchaic Methone, Macedonia (ca. 700 BCE), Thessaloniki 8-10 June 2012, J. S. Clay- I. Malkin- Y. Z. Tzifopoulos (επιμ.), Trends in classics. Supplementary volumes, vol. 44, Berlin, 2017, 9-19). Βλ. Gimatzidis, S., Bryn Mawr Classical Review και Chavela, K., Book Review, AJA αρ. 114, 120, 121, 122, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, και αρ. 128, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 132, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 89, 109, 111, 112, 113, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, και αρ. 140, 142, 143, 144, 146, 147, 151, 155, 157, 159, 160, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, Ο όρος «ντόπιος» αμφορέας αναφέρεται στους αμφορείς που προέρχονται από κεραμικά εργαστήρια της ευρύτερης περιοχής της Μακεδονίας. 77 αρ. 80, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 132, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012,

39 όπτηση του αγγείου 79. Το άνω τμήμα του λέσβιου αμφορέα της ίδιας χρονικής περιόδου, φέρει στη μία όψη του λαιμού ίχνη γραπτού ερυθρωπού τριγωνικού «συμβόλου», το οποίο έχει γίνει μετά από την όπτηση του αγγείου 80. Στην πρώτη περίπτωση φαίνεται πως το dipinto έχει σχέση με τον κεραμέα και το κεραμικό εργαστήριο, εφόσον έχει γίνει πριν από την όπτηση, ενώ στη δεύτερη περίπτωση σχετίζεται μάλλον με τον έμπορο ή τον ιδιοκτήτη του αγγείου. Εκτός από τους εμπορικούς αμφορείς, παρόμοια χαράγματα φέρουν και αγγεία της επιτραπέζιας κεραμικής. Όπως και στην περίπτωση των εμπορικών αμφορέων, έτσι και εδώ οι εγχάρακτες γραμμές είναι πολύ πιθανό να αφορούν τη χωρητικότητα του αγγείου. Βέβαια, δεν αποκλείεται και η περίπτωση κάποια από αυτά τα σύμβολα με τις εγχάρακτες ή γραπτές γραμμές να είναι «υπογραφές» των κατόχων των αγγείων. Τα αγγεία που προέρχονται από την ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας είναι όστρακα και τμήματα σκύφων ευβοϊκού τύπου (εικ. 25α-ζ) 81 και κοτύλες κορινθιακού τύπου (εικ. 26α-β) 82 από τον Θερμαϊκό κόλπο, υδρίες (εικ. 27α-γ) 83, οπισθότμητες οινοχόες (εικ. 28α-β) 84 και όστρακα μεγάλων κλειστών αγγείων εγχώριας παραγωγής (εικ. 29α-β) 85. Ακόμη, έχουμε τμήματα αγγείων εισηγμένα από διάφορες περιοχές του ελλαδικού χώρου, όπως ευβοϊκούς σκύφους (εικ. 30) 86, κύλικες με πτηνά από την Ανατολική Ελλάδα (εικ. 31α-ε) 87 και όστρακα αιολικών αγγείων από το ΒΑ Αιγαίο (εικ. 32α-γ) 88. Τα περισσότερα από αυτά τα χαράγματα έχουν γίνει μετά από την όπτηση, δεν λείπουν, όμως, και γραπτές γραμμές (dipinti) που έχουν γίνει πριν από την όπτηση του αγγείου. Τα χαράγματα βρίσκονται κατά βάση στο χείλος και τη λαβή των αγγείων, είτε στη γένεση είτε στην εξωτερική ή εσωτερική όψη της λαβής, και δευτερευόντως στον ώμο ή τον λαιμό. Από το σύνολο αυτό ξεχωρίζουν τέσσερα παραδείγματα, διότι φέρουν γραπτές γραμμές, οι οποίες έχουν γίνει πριν από την όπτηση των αγγείων, σχετίζονται με την αρχική φάση κατασκευής των αγγείων και παραπέμπουν στον κεραμέα και το εργαστήριό του. Το πρώτο παράδειγμα είναι ένας σκύφος ευβοϊκού τύπου από τον 79 Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 26, 27, 28, 29, 30, 31, 32, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 34, 36, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, και αρ. 41, 42, 43, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 51, 52, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 67, 69, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 91, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 92, 93, 94, 95, 96, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 98, 99, 100, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012,

40 Θερμαϊκό κόλπο (εικ. 25α) 89, που φέρει κάτω από τη γένεση της μίας λαβής δύο κάθετες γραπτές γραμμές. Το δεύτερο παράδειγμα είναι επίσης ένας σκύφος ευβοϊκού τύπου από τον Θερμαϊκό κόλπο (εικ. 25στ) 90 και φέρει κάτω από τη γένεση της λαβής δύο γραπτές μικρές κάθετες γραμμές, από τις οποίες η μία εκτείνεται και πάνω από τα ολόβαφα τμήματα. Μία κοτύλη κορινθιακού τύπου από τον Θερμαϊκό κόλπο (εικ. 26α) 91 αποτελεί το τρίτο παράδειγμα φέρει πριν από την όπτηση στην κάτω επιφάνεια της λαβής και κοντά στην αριστερή γένεσή της δύο παράλληλες γραπτές γραμμές. Το τελευταίο παράδειγμα είναι μία κύλικα με πτηνά εισηγμένη από την Ανατολική Ελλάδα (εικ. 31γ) 92 φέρει πριν από την όπτηση στην επιφάνεια κάτω από τη λαβή μία γραπτή οριζόντια γραμμή. Μονογράμματα Η ερμηνεία μεμονωμένων γραμμάτων σε εμπορικούς αμφορείς, αλλά και σε αγγεία της επιτραπέζιας κεραμικής, είναι πολλές φορές αμφίβολη. Εκτός από την ερμηνεία τους ως αριθμητικά σύμβολα, τα μονογράμματα μπορεί να σχετίζονται με το αρχικό του ονόματος του ιδιοκτήτη ή τον κατασκευαστή του αγγείου. Ακόμη, είναι πολύ πιθανό να αναφέρονται στο περιεχόμενο των αγγείων 93. Οι αμφορείς που συνήθως περιείχαν λάδι ή κρασί, όταν καταναλωνόταν το αρχικό τους περιεχόμενο, θα μπορούσαν να επαναχρησιμοποιηθούν ως αποθηκευτικά αγγεία για διάφορα άλλα προϊόντα. Επομένως, θα μπορούσε ένα μονόγραμμα σε ένα εμφανές σημείο του αμφορέα να αναφέρεται στο νέο προϊόν 94. Ορισμένα από τα μονογράμματα μπορεί να δηλώνουν, επίσης, αριθμούς και πιθανότατα σχετίζονται με το ιωνικό αλφαβητικό αριθμητικό σύστημα, ειδικότερα στην περίπτωση που ακολουθούνται από γραμμές 95. Από το σύνολο των εμπορικών αμφορέων από το «Υπόγειο» της Μεθώνης, πέντε τμήματα φέρουν τέτοια εγχάρακτα μονογράμματα και χρονολογούνται στον ύστερο 8 ο αρχές 7 ου αι. π.χ. Πρόκειται για τα τμήματα δύο σαμιακών αμφορέων (εικ. 33αβ) 96, ενός χιακού (εικ. 34) 97, ενός μιλησιακού αμφορέα (εικ. 35) 98 και ενός λέσβιου 89 αρ. 26, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 31, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 34, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 94, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, Dipinti μονογράμματα συναντάμε κυρίως σε μελανόμορφα και ερυθρόμορφα αγγεία, βλ. Johnston 1979, Φίλης 2011, Φίλης 2011, αρ. 17, 18, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 21, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012,

41 (εικ. 36) 99. Οι δύο εμπορικοί αμφορείς από τη Σάμο σώζονται σχεδόν ολόκληροι. Ο ένας από αυτούς φέρει στον ώμο χάραγμα γράμματος πριν από την όπτηση με φορά επί τα λαιά: Ν. Ένα δεύτερο χάραγμα Χ φαίνεται να υπάρχει κάτω από την αριστερή κάθετη κεραία και στο μέσο της δεξιάς του Ν. Το χάραγμα έχει γίνει μετά από την όπτηση και έχει αδιάγνωστη φορά. Επίσης, κοντά στη λαβή υπάρχει ένα τρίτο χάραγμα με αδιάγνωστη φορά: Η ή Ζ. Τα διαδοχικά και σε κάποια χρονική μεταξύ τους απόσταση χαράγματα/σύμβολα είναι πολύ πιθανό, εκτός από την αρχή ονομάτων, να δηλώνουν είτε αλλαγή κατόχων είτε αλλαγή περιεχομένου ή προορισμού. Ο δεύτερος εμπορικός αμφορέας από τη Σάμο φέρει στον λαιμό χάραγμα επί τα λαιά: Ν. Πιθανόν πρόκειται για την αρχή ονόματος. Από τον χιώτικο εμπορικό αμφορέα σώζεται τμήμα από τον ώμο, το οποίο φέρει χάραγμα με φορά ες ευθύ: Κ. Πιθανόν έχουμε και εδώ την αρχή ενός ονόματος. Ακόμη, το τμήμα χείλους και λαιμού μιλησιακού αμφορέα φέρει στον λαιμό χάραγμα σε σχήμα Γ επί τα λαιά. Τέλος, το τμήμα σώματος του λέσβιου εμπορικού αμφορέα φέρει χάραγμα σε σχήμα κάτω μισού Α ή Η, ενώ το όστρακο λαιμού ενός δεύτερου μιλησιακού αμφορέα (εικ. 37) 100 φέρει μετά από την όπτηση χάραγμα σε σχήμα Χ ή Υ. Εκτός, βέβαια, από τους εμπορικούς αμφορείς, μονογράμματα φέρουν και αγγεία της επιτραπέζιας κεραμικής. Ένα τμήμα σκύφου από τον Θερμαϊκό κόλπο (εικ. 38) 101 φέρει μετά από την όπτηση κάτω από τη λαβή γράμμα χαραγμένο με φορά επί τα λαιά: Ε[.?]. Ακόμη, ένα όστρακο σώματος μεγάλου κλειστού αγγείου από τον Θερμαϊκό κόλπο (εικ. 39) 102 φέρει μετά από την όπτηση χάραγμα σε σχήμα Χ. Τέλος, το τμήμα ενός πρώιμου χιακού κάλυκα (εικ. 40) 103 φέρει μετά από την όπτηση στην εσωτερική επιφάνεια του χείλους πρόχειρο χάραγμα με πέντε οριζόντιες γραμμές οι τέσσερις από τις οποίες έχουν σχήμα «πλάγιου κλειστού Υ». Αρχικά ονομάτων ή λέξεων και ονόματα Τα συγκεκριμένα graffiti είναι πολύ πιθανό να σχετίζονται είτε με τον κεραμέα, τον παραγωγό, τον έμπορο είτε με τους τελικούς αποδέκτες-ιδιοκτήτες των αμφορέων αρ. 70, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, Για την προέλευση του εμπορικού αμφορέα, βλ. παραπάνω σημ αρ. 134, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 126, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 11, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 61, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 97, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, Φίλης 2011,

42 Ένα από τα χαρακτηριστικότερα παραδείγματα του «Υπογείου» είναι το άνω τμήμα ενός εμπορικού λέσβιου αμφορέα (εικ. 41) 105 που φέρει μετά από την όπτηση στον λαιμό όνομα αμελώς χαραγμένο ες ευθύ: ΑΝΤΕϘΥΔΕΟΣ (Ἀντεϙύδεος) και χρονολογείται στο τέλος του 8 ου αρχές 7 ου αι. π.χ Όσον αφορά το όνομα ΑΝΤΕϘΥΔΕΟΣ, το σχήμα των λίγων σωζόμενων γραμμάτων δεν επιτρέπει την ασφαλή διάγνωση του αλφαβήτου, διότι τα συγκεκριμένα σχήματα γραμμάτων απαντούν σε πολλές περιοχές. Ωστόσο, πρόκειται για το όνομα του ιδιοκτήτη του αντικειμένου σε πτώση γενική με την κατάληξη ασυναίρετη χωρίς το συνδετικό ρήμα εἰμί. Το όνομα Ἀντεκύδης δεν μαρτυρείται, αν και με την πρόθεση ἀντί ως πρώτο συνθετικό και το -κῦδος- ως πρώτο ή δεύτερο συνθετικό είναι γνωστά πολλά ονόματα. Ένα άλλο παράδειγμα από το «Υπόγειο» είναι το άνω τμήμα ενός ολόβαφου αμφορέα, άγνωστης προέλευσης (εικ. 42) 107, το οποίο φέρει, μετά από την όπτηση, στον ώμο τρία γράμματα χαραγμένα επιμελώς με πλατύ εργαλείο (γλυφίδα ή κολαπτήρα) και με φορά ες ευθύ: ΘΕΟ. Αυτό που αξίζει να σημειωθεί εδώ είναι πως τα Θ και Ο χαράχτηκαν με τη βοήθεια διαβήτη, η οπή των οποίων στο κέντρο τους είναι εμφανής 108. Το Ο, μπορεί να σημαίνει είτε ο είτε ω είτε ου. Εάν υποθέσουμε πως διαβάζεται ως ου, τότε το ενδεχόμενο της ανάγνωσης μίας γενικής (θεοῦ) ως αναθηματικής επιγραφής δεν είναι πολύ πιθανό, λόγω του είδους του αγγείου και του χώρου εύρεσης. Επομένως, περισσότερο πιθανό είναι να πρόκειται για το όνομα του ιδιοκτήτη του αγγείου, για το οποίο, όμως, αν το πρώτο συνθετικό είναι το Θεο(), τότε οι πιθανές συμπληρώσεις είναι πολλές. Τέλος, στην ομάδα των εμπορικών αμφορέων με τα ονόματα, προστίθεται και ένας αττικός αμφορέας τύπου SOS (εικ. 43) 109. Ο αμφορέας αυτός φέρει μετά από την όπτηση στον ώμο χάραγμα δύο ή τριών γραμμάτων με φορά επί τα λαιά: ΝΑΝ[-?] (ή ΝΜ). Δεν είναι βέβαιο αν πριν από το πρώτο γράμμα Ν υπήρχε κενό ή άλλο γράμμα, ωστόσο είναι πολύ πιθανό αυτά να 105 αρ. 4, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, Ακόμη, στο χείλος είναι χαραγμένες δύο γραμμές που σχηματίζουν βέλος, πιθανότατα πρόκειται για κάποιο αριθμητικό/ ποσοτικό σύμβολο. 106 Ένας εμπορικός αμφορέας από την Οισύμη με μορφολογικά χαρακτηριστικά που απαντούν κατά κανόνα στους λέσβιους αμφορείς, φέρει στον λαιμό εγχάρακτο, μετά από την όπτηση του αγγείου, το όνομα ΜΥΡΙΟΣ (εικ. 41α). Βέβαια, ο αμφορέας αυτός χρονολογείται στα τέλη του 7 ου αι. π.χ. και το όνομα βρίσκεται σε ονομαστική πτώση, ωστόσο, όπως και ο Ἀντεκύδης, έτσι και ο ΜΥΡΙΟΣ, είναι από τα λίγα ονόματα που σώζονται ολόκληρα πάνω σε εμπορικούς αμφορείς της ευρύτερης περιοχής της Μακεδονίας και σχετίζονται με τον κάτοχο του αμφορέα ή τον έμπορο, βλ. Κουκούλη-Χρυσανθάκη, Χ. Μαραγκού, Α., Αρχαϊκή κεραμική από τη θασιακή αποικία Οισύμη, στο: Η κεραμική της αρχαϊκής εποχής στο Β. Αιγαίο και την περιφέρεια του ( π.χ.), Τιβέριος, Μ.-Μισαηλίδου, Β.- Μανακίδου, Ε.-Αρβανίτη, Α. (επιμ.), Θεσσαλονίκη, αρ. 5, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, Πριν από τις αρχές του 6 ου αι. π.χ. δεν υπήρχε χάραγμα κυκλικών γραμμάτων με χρήση διαβήτη, βλ. Jeffery- Johnston 1990, αρ. 6, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012,

43 αποτελούν τα γράμματα ενός ονόματος. Τα σχήματα των σωζόμενων γραμμάτων παραπέμπουν στο αττικό αλφάβητο και εφόσον πρόκειται για αττικό αμφορέα SOS δεν είναι καθόλου απίθανο να έχουμε το όνομα του ελαιοπαραγωγού 110. Οι ιδιοκτήτες ή οι έμποροι των αγγείων, εκτός από την αναγραφή ολόκληρου του ονόματος τους, φαίνεται πως συνήθιζαν περισσότερο να χαράζουν, μετά από την όπτηση, τα αρχικά των ονομάτων τους. Τα επόμενα παραδείγματα που αναφέρονται, φέρουν πιθανόν τα αρχικά του ονόματος των κατόχων των αμφορέων. Ένας μιλησιακός αμφορέας (εικ. 44) 111 φέρει μετά από την όπτηση στον ώμο κοντά στη λαβή χάραγμα δύο γραμμάτων με φορά επί τα λαιά: ΑL (= ΑΛ). Το άνω τμήμα ενός ολόβαφου αμφορέα, με άγνωστο τόπο προέλευσης (εικ. 45) 112, φέρει μετά από την όπτηση έκκεντρα στη μία όψη του λαιμού χάραγμα δύο γραμμάτων με φορά επί τα λαιά: ΝΕ. Αξιοσημείωτο είναι πως το Ε έχει κλίση προς τα αριστερά. Ακόμη, το άνω τμήμα ενός σαμιακού αμφορέα (εικ. 46) 113 φέρει στον ώμο χάραγμα δύο γραμμάτων με φορά επί τα λαιά: ΕΥ, το οποίο έχει γίνει μετά από την όπτηση του αγγείου. Και εδώ, όπως και στο προηγούμενο παράδειγμα, το Ε έχει κλίση προς τα αριστερά. Τελευταίο παράδειγμα σε αυτή την ομάδα αποτελεί το τμήμα ώμου ενός δεύτερου σαμιακού αμφορέα (εικ. 47) 114, το οποίο φέρει χάραγμα δύο γραμμάτων με φορά επί τα λαιά: ΓΙ, μετά από την όπτηση. Εκτός από τους εμπορικούς αμφορείς του «Υπογείου», αρχικά και ονόματα των ιδιοκτητών, χαραγμένα μετά από την όπτηση, φέρουν και αγγεία συμποσίου. Το τμήμα ενός αγγείου πόσης από τη Λέσβο (εικ. 48) 115 φέρει λίγο κάτω από το χείλος και κάτω από τη γένεση ης λαβής εγχάρακτη επιγραφή με φορά επί τα λαιά: ΦΙΛΙΟΝΟΣΕΜΙ Φιλίονος εμί. Η επιμελής χάραξη των γραμμάτων έγινε με πλατύ εργαλείο (γλυφίδα ή κολαπτήρα). Τα σχήματα των γραμμάτων είναι ιδιαίτερα 110 Βλ. παρακάτω στο Κεφ Καραμπουρνάκι, το εγχάρακτο όνομα ΚΑΛΙΟ στον ώμο αττικού αμφορέα SOS. 111 αρ. 9, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, Ένα ακόμη χάραγμα σε σχήμα «πολύ κλειστού Χ» βρίσκεται στη γένεση της λαβής και τέμνει τη δεξιά κεραία ενός άλλου «πολύ ανοιχτού Χ». Ίσως αυτό το χάραγμα να σχετίζεται με κάποιο αριθμητικό σύμβολο. Ακόμη, για την προέλευση του εμπορικού αμφορέα, βλ. παραπάνω σημ αρ. 15, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, Φέρει, επίσης, στον λαιμό χάραγμα δύο λοξών γραμμών, στη ράχη χάραγμα οριζόντιας γραμμής και στο χείλος χάραγμα δύο γραμμών. Ίσως να πρόκειται για αριθμητικά σύμβολα. 113 αρ. 16, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, Το τμήμα του σαμιακού αμφορέα φέρει και άλλα χαράγματα, τα οποία είναι πιθανό να σχετίζονται με αριθμητικά σύμβολα ή με τον έμπορο. Φέρει στον λαιμό χάραγμα σε σχήμα «σταυρού», στο χείλος χάραγμα μίας γραμμής, στη βάση του λαιμού χάραγμα κάθετης γραμμής, στην πλαϊνή όψη της λαβής χάραγμα παράλληλων γραμμών και στη ράχη της άλλης λαβής χάραγμα σε σχήμα «ανοικτού V». 114 αρ. 19, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 1, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012,

44 επιμήκη, χαρακτηριστικό των πρώιμων επιγραφών. Ωστόσο, το σχήμα των λίγων σωζόμενων γραμμάτων δεν επιτρέπει την ασφαλή διάγνωση του αλφαβήτου, ενώ τα σχήματα των γραμμάτων Μ και Σ υποδηλώνουν ένα μάλλον άγνωστο αλφάβητο 116. Το όνομα Φιλίων απαντά στην Αττική και σε νησιά του Αιγαίου από τον 4ο αιώνα π.χ. και εξής. Η γενική εικόνα της επιγραφής ως προς τον τρόπο χάραξης και τα σχήματα των γραμμάτων υποδηλώνει ότι μάλλον πρόκειται για την αρχαιότερη επιγραφή της Μεθώνης 117. Το τμήμα ενός μικρού σκύφου από τον Θερμαϊκό κόλπο (εικ. 49) 118 φέρει μετά από την όπτηση στο χείλος επιγραφή χαραγμένη με φορά επί τα λαιά: ΕΠΙΓΕ[ ] ( Επιγέ[νεος? εμί?]). Με την ακολουθία γραμμάτων Επιγεμαρτυρούνται συχνά ήδη από τον 5ο και 4ο αιώνα π.χ. τα ονόματα: Επιγένης, Επιγήθης, Επίγερις (και Επίγηρις), Επιγηθίδης και Επιγενίδας/-ης 119. Μία από αυτές τις συμπληρώσεις ονομάτων θα ήταν πολύ πιθανή. Το όστρακο χείλους ενός ευβοϊκού σκύφου (εικ. 50) 120, που φέρει εγχάρακτη μετά από την όπτηση στο χείλος επιγραφή χαραγμένη αμελώς με φορά επί τα λαιά: [?]ΟΕΜ[?] ([?]ο εμ[ί?]), αποτελεί το τρίτο παράδειγμα αυτής της ομάδας. Είναι πολύ πιθανό να πρόκειται για φράση δήλωσης του κατόχου από την οποία σώζεται η κατάληξη σε -ου και τα δύο πρώτα γράμματα του ρήματος εἰμί 121. Ιδιαίτερο παράδειγμα αποτελεί ένας σκύφος από τον Θερμαϊκό κόλπο (εικ. 51) 122, ο οποίος φέρει την «αποτυχημένη» προσπάθεια χάραξης ενός ονόματος. Μετά από την όπτηση κάτω από τη λαβή υπάρχει χαραγμένη επιγραφή επί τα λαιά: ΣΧΕΝΙ Σχενι() (= <Χσ>ενι() = <Ξ> ενι()). Κατά πάσα πιθανότητα ο χαράκτης από αβλεψία αντέστρεψε τα δύο αρχικά σύμφωνα ΧΣ=Ξ σε ΣΧ για την απόδοση ενός φθόγγου ιδιαίτερα προβληματικού σε όλα τα τοπικά αλφάβητα 123. Το σχήμα των λίγων σωζόμενων γραμμάτων δεν επιτρέπει την ασφαλή 116 Η διάλεκτος της επιγραφής δεν μπορεί να εξακριβωθεί από τις μόλις δύο σωζόμενες λέξεις, αν και είναι μάλλον ιωνική, όπως και της πλειονότητας των πρώιμων ελληνικών επιγραφών, βλ. Μπέσιος- Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 3, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 7, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 22, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, Ίσως ο χαράκτης να έπασχε από κάποια μορφή «δυσλεξίας» και για αυτόν τον λόγο να μην μπόρεσε να χαράξει σωστά τον συγκεκριμένο φθόγγο. Ένα παρόμοιο γεγονός αναφέρει ο Wachter για τον γνωστό Αθηναίο αγγειογράφο των αρχών του 5 ου αι. π.χ., Μάκρονα. Μέσα από μία σειρά επιγραφών του Μάκρονος, τις οποίες εξετάζει ο Wachter στο άρθρο του, γίνεται αντιληπτό πως ο αγγειογράφος έπασχε από μία μορφή ήπιας δυσλεξίας, βλ. Wachter 2016,

45 διάγνωση του αλφαβήτου 124, ενώ με την ακολουθία γραμμάτων Σχεν- δεν έχει παραδοθεί όνομα. Αν ο χαράκτης χάραξε Σχενι() = Χσενι() = Ξενι(), τότε οι πιθανές συμπληρώσεις του ονόματος είναι αρκετές: Ξενιάδας/δης, Ξενίας,Ξενικός, Ξενικράτης, Ξενῖνος, Ξένιος, Ξένιππος, Ξένις, Ξενίσκος, Ξένιχος, Ξενίων, κ.ά. 125 Το όστρακο σώματος και λαβής ενός ευβοϊκού σκύφου (εικ. 52) φέρει μετά από την όπτηση εγχάρακτα δύο γράμματα, πιθανόν τα αρχικά του ιδιοκτήτη του αγγείου. Φέρει κάτω από τη γένεση της λαβής με φορά επί τα λαιά: ΡΙ. Πιθανότατα να έχουμε την αρχή ενός πλήρους ονόματος και όχι μόνο τα αρχικά, διότι το όστρακο είναι πολύ μικρό και εξαιρετικά αποσπασματικό 126. Αντίθετα, το τμήμα ενός σκύφου από τον Θερμαϊκό κόλπο (εικ. 53) φέρει κάτω από τη λαβή δύο εγχάρακτα γράμματα, τα αρχικά πιθανόν ονόματος, μετά από την όπτηση με φορά επί τα λαιά: ϜΑ 127. Ακόμη, το τμήμα χείλους ενός σκύφου, επίσης, από τον Θερμαϊκό κόλπο (εικ. 54) φέρει μετά από την όπτηση προσπάθεια χάραξης δύο γραμμάτων, πιθανόν τα αρχικά ονόματος. Εάν η χάραξη έγινε με τον σκύφο ανεστραμμένο, τότε τα αρχικά με φορά ες ευθύ διαβάζονται ως ΑΓ, ενώ με φορά επί τα λαιά ως ΓΑ 128. Τέλος, το τμήμα λαιμού και λαβής μίας οπισθότμητης οινοχόης από τον Θερμαϊκό κόλπο (εικ. 55) φέρει μετά από την όπτηση στον λαιμό και στο χείλος δύο γράμματα χαραγμένα με φορά ες ευθύ: ΝΕ. Πιθανόν και εδώ να πρόκειται για τα αρχικά γράμματα του ονόματος του κατόχου της πρόχου 129. Σύμβολα Στην κατηγορία αυτή εντάσσονται τα μη αλφαβητικά graffiti. Πρόκειται για διάφορα μοτίβα ή σύμβολα, η ερμηνεία των οποίων είναι ιδιαίτερα προβληματική και δύσκολη. Από το σύνολο των ενεπίγραφων εμπορικών αμφορέων του «Υπογείου», θα αναφερθούν εδώ τρία πολύ χαρακτηριστικά παραδείγματα, τα οποία φέρουν τέτοιου είδους σύμβολα και χρονολογούνται στο τέλος του 8 ου αρχές 7 ου αι. π.χ. Η λαβή ενός λέσβιου αμφορέα (εικ. 56) 130 φέρει μετά από την όπτηση στη ράχη της χάραγμα 124 Το ΧΣ=Ξ απαντά επίσης στη Βοιωτία, στην Αίγινα, στην Πάρο και στη Θάσο, στη Ρόδο και στη δωρική εξάπολη και πιθανότατα πρόκειται για τη συντομογραφημένη μορφή του ονόματος του κατόχου του αντικειμένου, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 8, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 10, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 12, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 14, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 136, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012,

46 σε σχήμα πεπλατυσμένου «σταυρού». Επίσης, το τμήμα ενός ολόβαφου αμφορέα άγνωστης προέλευσης (εικ. 57) 131 φέρει μετά από την όπτηση χάραγμα γραμμών σε σχήμα κλεψύδρας ή τετράκτινου(;) αστεριού ή πεντάλφα, ενώ το άνω τμήμα ενός αμφορέα αδιάγνωστου εργαστηρίου (εικ. 58) φέρει μετά από την όπτηση στο κέντρο του λαιμού χάραγμα σε σχήμα «σταυρού». Ακόμη, στον ώμο, κοντά στη γένεση της μίας λαβής, βρίσκεται ένα δεύτερο χάραγμα δύο μεγάλων συμβόλων ή γραμμάτων. Στην ίδια όψη κοντά στην άλλη λαβή βρίσκεται ένα ακόμη χάραγμα σε σχήμα Μ. Αξιοσημείωτο είναι πως ο αμφορέας φέρει ένα ακόμη χάραγμα, το οποίο έχει γίνει πριν από την όπτησή του, πάνω στη γένεση της μίας λαβής. Πρόκειται για ένα ακανόνιστο αδρό σημάδι, γύρω από το οποίο παραμένουν μικρές μάζες πηλού, διότι χαράχθηκε πριν από την όπτηση, όταν η επιφάνεια ήταν νωπή 132. Το σημάδι αυτό σχετίζεται με το κεραμικό εργαστήριο του αμφορέα. Όσον αφορά τους εμπορικούς αμφορείς, θεωρώ πως τα συγκεκριμένα σύμβολα είναι περισσότερο πιθανό να σχετίζονται με την αρχική φάση των αγγείων, δηλαδή με τον έμπορο και τον τόπο προέλευσής τους. Θα μπορούσαν αυτά τα σύμβολα να χαράσσονταν στο λιμάνι, πριν από τη φόρτωση τους στα πλοία, δηλώνοντας με αυτόν τον τρόπο την παρτίδα του εμπορεύματος ή την περιοχή προέλευσης, ακόμη και το λιμάνι. Όπως είναι αναμενόμενο, σύμβολα, εκτός από τους εμπορικούς αμφορείς, συναντάμε και σε αγγεία της επιτραπέζιας κεραμικής. Θα σχολιαστούν εδώ τρία παραδείγματα του «Υπογείου», προερχόμενα από τον Θερμαϊκό κόλπο. Το πρώτο είναι ένα όστρακο από το σώμα μικρού ανοιχτού αγγείου πόσης (εικ. 59), το οποίο φέρει πριν από την όπτηση χάραγμα δύο κύκλων, ενώ σώζεται και πολύ μικρό τμήμα ενός τρίτου 133. Οι κύκλοι δεν έχουν καμία ασυμμετρία και φαίνεται να έγιναν με το ίδιο εργαλείο. Δεύτερο παράδειγμα αποτελεί το όστρακο σώματος και λαβής ενός κλειστού αγγείου μεσαίου μεγέθους (εικ. 60) 134. Φέρει κάτω από τη γένεση της λαβής χάραγμα σε σχήμα C. Το συγκεκριμένο χάραγμα είναι εξαιρετικά αποσπασματικό. Είναι πιθανό να αποτελεί μέρος ενός συμβόλου, μοιάζει όμως αρκετά και με ένα είδος σφραγίδας. Εάν αποτελεί μέρος ενός σφραγίσματος, τότε έχει γίνει πριν από την όπτηση του αγγείου. Τελευταίο παράδειγμα αποτελεί το τμήμα ενός μεγάλου κλειστού αγγείου εγχώριας παραγωγής (εικ. 61) 135, πιθανόν οινοχόης, που φέρει μετά 131 αρ. 145, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 150, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 39, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 49, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 164, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012,

47 από το ψήσιμο στην εξωτερική του επιφάνεια δύο εγχάρακτα σύμβολα: το πρώτο έχει κυκλικό σχήμα και το δεύτερο τριγωνικό. Σχέδια Αρκετά συχνά συναντάμε γενικότερα επάνω σε αμφορείς διάφορα σχέδια που απεικονίζουν ανθρώπινες μορφές, ζώα ή άλλα αντικείμενα και στα οποία διαφαίνεται ίσως μία «περιπαικτική διάθεση» 136. Για παράδειγμα, στο τμήμα ώμου ενός χιακού αμφορέα (εικ. 62) έχουν χαραχθεί μετά από την όπτησή του δύο μεγάλα ελλειψοειδή σχήματα σε κάθετη διάταξη. Οι γενέσεις των δύο αυτών ελλειψοειδών σχημάτων συνδέονται με μία πλάγια και αρκετά βαθιά γραμμή, ενώ δύο γραμμές σε σχήμα «πλάγιου Υ» εφάπτονται στο κάτω ελλειψοειδές χάραγμα 137. Επίσης, το όστρακο από τον ώμο ενός άλλου χιακού αμφορέα (εικ. 63) φέρει μετά από την όπτηση χάραγμα δύο αλληλοτεμνόμενων κύκλων, οι οποίοι έχουν χαραχθεί στην επιφάνεια του αμφορέα με διαβήτη 138. Ακόμη, το τμήμα σώματος ενός λέσβιου αμφορέα (εικ. 64) φέρει μετά από την όπτηση χάραγμα τεμνόμενων οριζόντιων και κάθετων γραμμών σε σχήμα «πλέγματος» 139. Τέλος, το όστρακο μεγάλου κλειστού αγγείου εγχώριας παραγωγής (εικ. 65) 140, ίσως οινοχόης ή επιτραπέζιου αμφορέα, φέρει εξωτερικά μετά από το ψήσιμο τμήματα εγχάρακτων γραμμών, που τέμνονται μεταξύ τους. Το άνω τμήμα μίας κοτύλης κορινθιακού τύπου από τον Θερμαϊκό κόλπο (εικ. 66) φέρει στον ώμο μετά από την όπτηση χάραγμα σε σχήμα πτηνού στραμμένου προς τα δεξιά, το οποίο έχει ψηλό λαιμό και κεφαλή με ράμφος. Μία βαθιά οπή δηλώνει τον οφθαλμό του πτηνού 141. Φαίνεται πως ο χαράκτης ήθελε να μιμηθεί τα γραπτά πτηνά, που απεικονίζονται σε μετόπη στο χείλος της κοτύλης. Άλλα αδιάγνωστα graffiti Τα αδιάγνωστα graffiti εντάσσονται σε ξεχωριστή κατηγορία, καθώς η ανάγνωσή τους παρουσιάζει ορισμένα προβλήματα, γεγονός που επιτείνεται, σε ορισμένες περιπτώσεις, από την αποσπασματική τους διατήρηση. Ίσως κάποια από αυτά να 136 Φίλης 2011, αρ. 129, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 131, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 139, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 166, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 35, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012,

48 είναι αριθμητικά σύμβολα, είναι, όμως, αρκετά δύσκολο να πούμε με βεβαιότητα αν έγιναν από τους εμπόρους ή τους ιδιοκτήτες των αγγείων 142. Σε αυτή την κατηγορία τα παραδείγματα που θα αναφερθούν από το «Υπόγειο» προέρχονται από την ομάδα των εμπορικών αμφορέων. Πρώτο παράδειγμα αποτελεί η λαβή ενός μιλησιακού αμφορέα (εικ. 67). Φέρει μετά από την όπτηση στο μέσον της λαβής χάραγμα σε σχήμα Λ και εφαπτόμενο στο εσωτερικό της δεξιάς του γραμμής ένα δεύτερο μικρότερο χάραγμα σχήματος Λ 143. Δεύτερο παράδειγμα είναι το τμήμα ώμου ενός αττικού αμφορέα SOS (εικ. 68), που φέρει μετά από την όπτηση χάραγμα ακανόνιστου κύκλου τεμνόμενου από μία κάθετη γραμμή σε σχήμα Φ 144. Ακόμη, το τμήμα λαιμού ενός πιθανόν αττικού αμφορέα SOS (εικ. 69) φέρει στο μέσον του λαιμού στο γραπτό τρίγωνο και στη γειτονική ομάδα των γραπτών κύκλων δύο χαράγματα: το ένα σε σχήμα σπείρας και το άλλο «ανοιχτού s» αντίστοιχα 145. Ένα τέταρτο παράδειγμα αποτελεί το τμήμα λαιμού και χείλους ενός χιακού αμφορέα (εικ. 70). Μετά από την όπτησή του φέρει στο λαιμό κοντά στη σωζόμενη λαβή ένα βαθύ χάραγμα μεγάλου σύνθετου αδιάγνωστου συμβόλου 146. Τελευταίο παράδειγμα αποτελεί το τμήμα λαιμού και χείλους ενός αμφορέα άγνωστης προέλευσης (εικ. 71). Το τμήμα αυτό φέρει μετά από την όπτηση στο κέντρο του λαιμού της μίας όψης ένα βαθύ χάραγμα, επίσης, σύνθετου αδιάγνωστου συμβόλου 147. Παρατηρήσεις Ολοκληρώνοντας την παρουσίαση των ενεπίγραφων αγγείων από το «Υπόγειο» της Μεθώνης, το οποίο χρονολογείται στα τέλη του 8 ου - μέσα του 7 ου αι. π.χ., μπορούν να διατυπωθούν ορισμένες γενικές παρατηρήσεις. Αρχικά, μελετώντας το παραπάνω ενεπίγραφο υλικό, παρατηρείται πως πολλά από τα τμήματα των αγγείων, περισσότερο οι εμπορικοί αμφορείς και λιγότερο τα επιτραπέζια αγγεία, φέρουν παραπάνω από ένα χάραγμα ή επιγραφή ή συνδυάζουν γραπτά σύμβολα με εγχάρακτα, που έχουν γίνει είτε πριν είτε μετά από την όπτηση των αγγείων. Τα σύμβολα αυτά, ειδικότερα οι απλές εγχάρακτες γραμμές, σχετίζονται 142 Φίλης 2011, αρ. 71, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 408. Για την προέλευση του εμπορικού αμφορέα, βλ. παραπάνω σημ αρ. 106, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 110, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, Στο χείλος φέρει ένα μικρό χάραγμα. Πιθανό να σχετίζεται με αριθμητικό σύμβολο. 146 αρ. 130, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 149, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012,

49 πιθανότατα με αριθμητικά/ ποσοτικά σύμβολα. Τα διαφορετικά σύμβολα σε ένα αγγείο είναι πολύ πιθανό να συνέβαιναν σε διαφορετικές χρονικές στιγμές ανάλογα με τις χρήσεις και το περιεχόμενο του αμφορέα. Για παράδειγμα, όταν ο αμφορέας άλλαζε ιδιοκτήτη ή όταν άδειαζε το αρχικό περιεχόμενό του και επαναχρησιμοποιούνταν για την αποθήκευση άλλου προϊόντος ή ακόμα και του ίδιου είδους ή όταν το περιεχόμενο του αμφορέα καταναλωνόταν, ίσως οι κάτοχοί του να «σημείωναν» έξω στην επιφάνειά του τις αντίστοιχες πληροφορίες. Επιπλέον, όταν στο αγγείο, εκτός από τα εγχάρακτα σύμβολα, συνυπάρχουν και γραπτά ή εγχάρακτα που έχουν γίνει πριν από την όπτηση του αγγείου, τότε αυτά τα σύμβολα έχουν σχέση με τον κεραμέα και το κεραμικό του εργαστήριο, ίσως, όμως, και με τον τόπο προέλευσης ή με τον έμπορο. Σχετικά με τους αττικούς αμφορείς SOS αξίζει να σημειωθεί πως χαράγματα που έχουν γίνει μετά από την όπτηση απαντούν αρκετά συχνά σε αμφορείς αυτού του τύπου, οι οποίοι μόνο σπάνια φέρουν χαράγματα ή γραπτά σημεία πριν από το ψήσιμο. Γενικά, τα χαράγματα απαντούν κυρίως στον ώμο των αμφορέων του τύπου. Στην περίπτωση του υλικού από τη Μεθώνη, χαράγματα απαντούν κυρίως στον ώμο ή γενικότερα στο σώμα, δευτερευόντως στο χείλος και σπάνια στον λαιμό ή στη λαβή. Χαράγματα εντοπίζονται και σε αμφορείς του ίδιου τύπου από άλλες θέσεις του Θερμαϊκού κόλπου, συγκεκριμένα σε μεμονωμένα δείγματα από την Αγχίαλο/Σίνδο 148, το Καραμπουρνάκι 149 και τη Μένδη 150. Οι μελετητές συμφωνούν γενικά ότι οι αμφορείς τύπου SOS περιείχαν λάδι 151, ωστόσο, η χρήση τους για μεταφορά κρασιού έχει υποστηριχθεί με βάση ενδείξεις κυρίως από την ίδια την αγγειογραφία 152. Ενδιαφέρον, επίσης, παρουσιάζουν τα χαράγματα που απαντούν σε αμφορείς του τύπου αυτού από τις Πιθηκούσσες. Ένας από τους αμφορείς, ο οποίος εκτίθεται στο Μουσείο της Villa Arbusto στην Ίσχια, φέρει χαραγμένη τη λέξη ΛΕΙΑ, η οποία, κατά μία άποψη, ερμηνεύεται ως «γλυκός οίνος». Στο χάραγμα ενός άλλου 148 Oettli, M., Importierte Handelsamphoren archaischer und klassischer Zeit von der Doppelten Trapeza von Anchialos (in der des nähe des Heutigen Sindos), αδ. διδ. διατρ., Α.Π.Θ., 1994, 77, αρ Τιβέριος-Μανακίδου-Τσιαφάκη 1999, 331, Τιβέριος , 313, Τιβέριος 2000, , Τιβέριος 2004, 297, Τιβέριος-Μανακίδου-Τσιαφάκη 2006, 268 και Τιβέριος 2009, Vokotopoulou-Christidis 1995, 5-12, Μοσχονησιώτη 2004, , Τιβέριος 2004, 299 και Μπουρογιάννης 2007, Η αντίστοιχη βιβλιογραφία είναι: Docter, R. F., Atheba vs Dionysos: Reconsidering the content of sos amphorae, BABesch 66, 1991, 45, Gras 1988, 293, Gras 1997, 174, Johnston 1993, 375, Johnston 2006, 28, Oettli, ό.π., 31-34, Gassner 2003, , Τιβέριος-Μανακίδου-Τσιαφάκη 1997, 331, Τιβέριος 2000α, και Τιβέριος-Μανακίδου-Τσιαφάκη 2007, Σχετικές απόψεις ορισμένων μελετητών: Βλ. Young 1939, 210, Brann 1962, 32, Ström 1971, 112, Gras 1987, 46-50, Foxhall 1998, 302, Boardman 1999, 17 και Brun 2004,

50 αμφορέα SOS προτείνεται η ανάγνωση της λέξης «λίπος», ενώ σε έναν τρίτο αναγράφεται ΑΛΣ (αλάτι). Παρομοίως, ένα δείγμα από τα Μέγαρα Υβλαία φέρει την επιγραφή ΟΞΑ (ξύδι) 153. Βέβαια, είναι πολύ πιθανό τα ονόματα των προϊόντων αυτών να χαράχθηκαν μετά το άδειασμα του αττικού αμφορέα SOS, ο οποίος μετέφερε αρχικά λάδι, όταν αυτός θα επαναχρησιμοποιήθηκε για την αποθήκευση των αντίστοιχων προϊόντων. Ακόμη, τρία τμήματα αγγείων από το υλικό του «Υπογείου», που παρουσιάστηκε σε αυτήν την ενότητα, φαίνεται πως φέρουν μεταξύ τους παρόμοιο εγχάρακτο σύμβολο (εικ. 72) 154. Τα δύο από αυτά είναι εμπορικοί αμφορείς, που σώζουν το άνω τμήμα τους (χείλος, λαιμός και μία λαβή) και φέρουν στην μία όψη του λαιμού το παρόμοιο αυτό εγχάρακτο σύμβολο. Το άνω τμήμα του ενός αγγείου ανήκει σε χιακό αμφορέα (εικ. 70) 155, ενώ το άλλο σε αμφορέα άγνωστης προέλευσης (εικ. 71) 156. Το τρίτο αγγείο, του οποίου το χάραγμα φέρει ομοιότητες με αυτά των δύο αμφορέων, είναι ένας σκύφος ευβοϊκού τύπου από τον Θερμαϊκό κόλπο (εικ. 25β) 157. Τα τμήματα και των τριών αγγείων χρονολογούνται στην ίδια εποχή, τέλος 8 ου αρχές 7 ου αι. π.χ., και το σύμβολο που φέρουν έχει χαραχθεί μετά από την όπτησή τους. Η ομοιότητα των συμβόλων είναι μεγάλη και το γεγονός ότι τα αγγεία χρονολογούνται στην ίδια χρονική περίοδο, με τα χαράγματά τους να έχουν γίνει μετά από την όπτηση, πιθανότατα αποδεικνύει πως τα αγγεία αυτά είχαν τον ίδιο κάτοχο, ο οποίος τα «σημάδεψε» με το ίδιο σύμβολο για να δηλώσει ότι του ανήκαν. Αυτή, βέβαια, είναι μία απλή υπόθεση λόγω της ομοιότητας μεταξύ των συμβόλων. Δυστυχώς, δεν υπάρχει κάποιο άλλο στοιχείο που να αποδεικνύει ή να αποκλείει ένα τέτοιο γεγονός. Μία τολμηρή εκτίμηση θα ήταν να υποθέσουμε σε αυτό το σημείο πως, κυρίως, τα πλήρη ονόματα που σώζονται στα αγγεία, που παρουσιάστηκαν παραπάνω, αποτελούν μέρος της προσωπογραφίας της αρχαίας Μεθώνης. Αυτή η άποψη μπορεί να διατυπωθεί κυρίως για το όνομα του ΦΙΛΙΟΝΟΣ και του ΕΠΙΓΕ [νεος], εφόσον βρίσκονται πάνω σε αγγεία πόσης, που σχετίζονται με τη ζωή στον αρχαίο οικισμό, ενώ για το όνομα Ἀντεκύδης η άποψη αυτή είναι πιο επισφαλής, διότι το όνομα βρίσκεται χαραγμένο σε εμπορικό αμφορέα και θα μπορούσε να αναφέρεται στο όνομα του εμπόρου και όχι του ιδιοκτήτη. 153 Gras 1987, 47, σημ Τα αγγεία αυτά με βάση το σύμβολο που φέρουν εντάχθηκαν στην κατηγορία Άλλα αδιάγνωστα graffiti (σελ. 39). 155 αρ. 130, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 149, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 27, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012,

51 Τέλος, η ενεπίγραφη κεραμική από τη Μεθώνη περιλαμβάνει κυρίως επείσακτα και δευτερευόντως αγγεία από τον Θερμαϊκό κόλπο. Αρκετά αγγεία από τον Θερμαϊκό κόλπο φέρουν αλφαβητικά χαράγματα, γεγονός που αποδεικνύει την πρώιμη χρήση της αλφαβητικής γραφής στην ίδια τη Μεθώνη. Η ενεπίγραφη κεραμική καλύπτει διάφορες κατηγορίες σχημάτων, κυρίως, ωστόσο, αντιπροσωπεύονται οι εμπορικοί αμφορείς και τα αγγεία πόσης, σπανιότερα τα αγγεία μετάγγισης και τα αποθηκευτικά, ενώ απουσιάζουν τα μαγειρικά σκεύη. Τα περισσότερα χαράγματα καταλαμβάνουν περίοπτη θέση πάνω στο αγγείο και δεν συνδέονται με τον διάκοσμό του ΜΕΝΔΗ Ο οικισμός της Μένδης (σημ. Καλάνδρα) βρίσκεται στη Χαλκιδική, συγκεκριμένα στη δυτική ακτή της χερσονήσου της Παλλήνης (Χάρτης 1). Η αρχαία Μένδη εντοπίστηκε κοντά στο ακρωτήριο Ποσειδώνιον ή Ποσείδιον, όπου αποκαλύφθηκε το Ιερό του Ποσειδώνα. Η περιοχή διατηρεί μέχρι σήμερα την ίδια ονομασία. Ανασκάφηκαν αρχιτεκτονικά κατάλοιπα από οικίες στον λόφο της Βίγλας, κυρίως, όμως, βρέθηκαν αποθέτες με κεραμική, η οποία χρονολογείται από τον 12 ο έως και τον 7 ο αι. π.χ. Οι λάκκοι-αποθέτες είναι πολύ σημαντικοί, διότι μάς βοηθούν να αποδώσουμε την παλαιότερη εγκατάσταση των αποίκων στη Μένδη κατά τον πρώτο αποικισμό και την προέλευσή τους από την ευρύτερη περιοχή της Ερέτριας 159. Η ζωή του πολίσματος εκτείνεται μέχρι και τον 4 ο αι. π.χ. και παρουσιάζει μεγάλη ακμή στα αρχαϊκά χρόνια, όπως και άλλα πολίσματα του Θερμαϊκού κόλπου, χάρη στην ξυλεία και τα μεταλλεύματα, που υπήρχαν σε αφθονία στη Χαλκιδική. Η Μένδη ήταν φημισμένη στην αρχαιότητα για την παραγωγή και τη διακίνηση κρασιού σε όλες τις περιοχές του βορειοελλαδικού χώρου. Θραύσματα μενδαίων αμφορέων έχουν βρεθεί σε πολλές περιοχές της Μακεδονίας και του Βόρειου Αιγαίου, γεγονός που αποδεικνύει πως το εμπόριο του μενδαίου οίνου ήταν πολύ διαδεδομένο 160. Το νεκροταφείο της αρχαίας Μένδης εκτείνεται στην παράλια ζώνη, ακολουθώντας τον 158 Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, (Α. Κοτσώνας). 159 Tiverios 2008, 5. Για τον αποικισμός της Μένδης, βλ. Θουκυδίδης, Θουκυδίδου Ἱστορίαι, IV Για τις αρχικές ανασκαφές και τα τοπογραφικά στοιχεία της Μένδης, βλ. Βοκοτοπούλου, Ι., Ανασκαφή Μένδης 1988, ΑΕΜΘ 2 (1988), και της ίδιας, Ανασκαφή Μένδης 1989, ΑΕΜΘ 3 (1989),

52 κανόνα των περισσότερων παραθαλάσσιων αποικιών της Χαλκιδικής, και βρίσκεται σε μικρή απόσταση έξω από τον οικιστικό σχηματισμό 161. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ένας αμφορέας SOS που βρέθηκε στο νεκροταφείο και χρησιμοποιήθηκε για την ταφή ενός βρέφους (εγχυτρισμός) (εικ. 73). Χρονολογείται στο τελευταίο τέταρτο του 8 ου αι. π.χ., είναι προϊόν αττικού εργαστηρίου και μάλιστα ένα από τα πρωιμότερα παραδείγματα του τύπου. Στον ώμο διατηρείται επιγραφή σε κυπριακό συλλαβάριο του 7ου αι. π.χ., με τα στοιχεία του ονόματος του εμπόρου ή του ιδιοκτήτη, με το πατρώνυμο και το εθνικό του (εικ. 74), ενώ στη λαβή τρεις οριζόντιες γραμμές υποδηλώνουν κατά πάσα πιθανότητα τη χωρητικότητα του αγγείου (εικ. 75). Ο αμφορέας της Μένδης, ο οποίος, σύμφωνα με την επιγραφή του (εικ. 76), προέρχεται από τη Σαλαμίνα της Κύπρου, αποτελεί ένα από τα πρωιμότερα παραδείγματα, αν όχι το πρωιμότερο στην περιοχή της Μακεδονίας, ανάλογου αγγείου που έχει βρεθεί εκτός Κύπρου. Η σύνδεση του αττικού αμφορέα SOS, που βρέθηκε στη Μένδη, με τη Σαλαμίνα της Κύπρου αποδεικνύεται από το γεγονός ότι η Σαλαμίνα συγκεντρώνει μέχρι στιγμής την πλειοψηφία των αμφορέων SOS στην Κύπρο 162. Τέλος, η επιγραφή του αμφορέα σε κυπριακό συλλαβάριο αποδεικνύει την παρουσία εμπορευομένων από άλλες περιοχές της Μεσογείου, όπως την Κύπρο, στα μεγάλα λιμάνια και τις παραθαλάσσιες περιοχές της Μακεδονίας ήδη από τις αρχές του 7 ου αι. π.χ Πώς, όμως, είναι δυνατόν ένας αττικός αμφορέας SOS να έρχεται με κυπριακή επιγραφή από την Κύπρο στη Μένδη; Σύμφωνα με τους μελετητές, οι αμφορείς SOS σχετίζονται με τη διακίνηση και το εμπόριο του αττικού ελαίου από τα τέλη του 8 ου αι. π.χ. έως το α μισό του 6 ου αι. π.χ. και έχουν βρεθεί σε διάφορες περιοχές της Μεσογείου 164. Επομένως, ο αμφορέας SOS έφτασε αρχικά στην Κύπρο γεμάτος λάδι από την Αττική και στη συνέχεια είναι πολύ πιθανό να χρησιμοποιήθηκε για την αποθήκευση άλλου προϊόντος, το οποίο οι έμποροι της Κύπρου εξήγαγαν στην περιοχή της Μακεδονίας, χαράσσοντας τα στοιχεία του εμπόρου στο δικό τους αλφάβητο στον ώμο του αγγείου. Ο αμφορέας SOS έφτασε στην Μένδη και μετά την 161 Για το νεκροταφείο της Μένδης, βλ. Βοκοτοπούλου, Ι.- Μοσχονησιώτη, Σ., Το παράλιο νεκροταφείο της Μένδης, ΑΕΜΘ 4 (1990), Βλ. Karageorghis, V.- Masson, O., Quelques vases inscrits de Salamine de Chypre, Kadmos 4, 1965, , [n. 6] και Johnston-Jones 1978, Vokotopoulou-Christidis 1995, Johnston-Jones 1978, 133,

53 ολοκλήρωση της χρήσης του, κατέληξε ως ταφικό αγγείο στο νεκροταφείο της περιοχής ΚΑΡΑΜΠΟΥΡΝΑΚΙ Ο αρχαίος οικισμός στο Καραμπουρνάκι (στο πρώην στρατόπεδο Κόδρα του δήμου Καλαμαριάς) ανήκε γεωγραφικά στην περιοχή της αρχαίας Μυγδονίας (Χάρτης 1). Εκατέρωθεν του ομώνυμου ακρωτηρίου σχηματίζονται δύο μικρά φυσικά λιμάνια και μέσα στη θάλασσα έχουν εντοπιστεί ίχνη αρχαίου μώλου. Τα κινητά ευρήματα, τα αρχιτεκτονικά και άλλα κατάλοιπα δείχνουν ότι η ζωή του πολίσματος ανάγεται τουλάχιστον από την πρώιμη εποχή του Σιδήρου έως και τα ελληνιστικά χρόνια. Μεγάλες ποσότητες κεραμικής έχουν βρεθεί μέσα σε απορριμματικούς λάκκους και σε ημιυπόγειες λαξευτές κατασκευές (υπόσκαπτα). Τα πολυάριθμα αγγεία, τόσο τοπικής παραγωγής από τον ίδιο τον οικισμό και την ευρύτερη περιοχή όσο και εισηγμένα από πολλές περιοχές του αρχαίου ελληνικού κόσμου, αποδεικνύουν πως το πόλισμα μέσω του λιμανιού που διέθετε αποτελούσε έναν από τους κύριους σταθμούς των εμπορικών δραστηριοτήτων στον χώρο του Βόρειου Αιγαίου. Εκτός από τον αρχαίο οικισμό, στο Καραμπουρνάκι εντοπίστηκαν και ανασκάφηκαν τμήματα του νεκροταφείου. Οι περισσότεροι γνωστοί τάφοι βρέθηκαν 150 μ. ανατολικά του λόφου του οικισμού. Οι τάφοι που αποκαλύφθηκαν χρονολογούνται στα αρχαϊκά (κυρίως υστεροαρχαϊκά) χρόνια και σε όλη τη διάρκεια του 5 ου αι. π.χ. 166 Οι εμπορικοί αμφορείς που εντοπίστηκαν στον αρχαίο οικισμό στο Καραμπουρνάκι προέρχονται κυρίως από τη Χίο, τις Κλαζομενές, τη Σάμο, τη Μίλητο, τη Λέσβο, το ΝΑ Αιγαίο, το Βόρειο Αιγαίο, την Αττική και την Κόρινθο. Οι παλαιότεροι από αυτούς χρονολογούνται στο β μισό του 7 ο αι. π.χ. και οι νεότεροι στο β μισό του 5 ου αι. π.χ. Αρκετά συχνά σε ορισμένους αμφορείς συναντάμε γραπτές (dipinti) ή εγχάρακτες (graffiti) επιγραφές και σύμβολα που σχετίζονται με την εμπορική τους χρήση. Τα αγγεία αυτά προορίζονταν κυρίως για το εμπόριο λαδιού και κρασιού, 165 Για την αντίστοιχη πορεία «ζωής» ενός αττικού αμφορέα SOS που βρέθηκε στις Πιθηκούσσες και περιγράφεται από τον Johnston, βλ. Johnston-Jones 1978, Η ανασκαφή διενεργείται από το 1994 από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο υπό τη διεύθυνση του καθ. Μ. Τιβέριου, της καθ. Ε. Μανακίδου και της αρχ. Δ. Τσιαφάκη. Για τις αρχικές ανασκαφές, τα τοπογραφικά και ιστορικά στοιχεία της θέσης, βλ. τα αντίστοιχα άρθρα από το ΑΕΜΘ, π.χ. Τιβέριος 1987, , Τιβέριος-Μανακίδου-Τσιαφάκη 1994, , 1997, , 2000, , κ.ά. και Τιβέριος , Εγνατία 5, Θέσεις εύρεσης/ Οικισμοί/ Καραμπουρνάκι, στο: PATHS ( ), επίσημη ιστοσελίδα: Ωστόσο, το σχετικό υλικό από το Καραμπουρνάκι είναι ακόμη αδημοσίευτο. 44

54 χωρίς όμως να αποκλείεται και η μεταφορά αρκετών άλλων προϊόντων 167. Για παράδειγμα, ένας αττικός αμφορέας τύπου SOS που χρονολογείται στα μέσα του 7 ου αι. π.χ. φέρει στον ώμο graffito που σχετίζεται με εμπορικά σύμβολα ΑΚΑΝΘΟΣ Η αρχαία πόλη της Ακάνθου βρίσκεται στο ανατολικό άκρο του Ακάνθιου κόλπου, πάνω σε τρεις λόφους του όρους Στρατόνικου, δίπλα στη σημερινή Ιερισσό (Χάρτης 1). Η ίδρυσή της στο συγκεκριμένο σημείο είναι ιδιαίτερα σημαντική, διότι αφενός βρίσκεται ανάμεσα στο Στρυμονικό και το Σιγγιτικό κόλπο και αφετέρου ελέγχει την είσοδο σε ολόκληρη την ανατολική χερσόνησο της Χαλκιδικής και την Ακτή, οι οποίες ήταν γνωστές στην αρχαιότητα για τους φυσικούς πόρους τους, την ξυλεία και τα μεταλλεύματα. Το γεγονός αυτό τη μετέτρεψε σε σπουδαίο εμπορικό λιμάνι και δίαυλο επικοινωνίας ανάμεσα στην ανατολική Ελλάδα, το εσωτερικό της Χαλκιδικής και τη Μακεδονία 169. Αυτοί οι παράγοντες δεν άργησαν να προσελκύσουν το ενδιαφέρον των Ελλήνων της νότιας Ελλάδας 170. Σύμφωνα με τις πληροφορίες των αρχαίων πηγών 171 η πόλη της Ακάνθου ιδρύθηκε γύρω στα μέσα του 7 ου αι. π.χ. από Ίωνες αποίκους της Άνδρου ή της Άνδρου και της Χαλκίδας, συγχρόνως με την ίδρυση τριών άλλων γνωστών αποικιών της Άνδρου στην περιοχή, της Σάνης, των Σταγείρων και της Αργίλου 172. Το μεγαλύτερο μέρος του νεκροταφείου καταλαμβάνει έκταση περίπου 60 στρεμμάτων στο παραθαλάσσιο τμήμα του σύγχρονου οικισμού. Οι παλαιότεροι τάφοι που σχετίζονται με το ντόπιο πληθυσμό χρονολογούνται στον 8 ο αι. π.χ. και οι νεότεροι στους ρωμαϊκούς αυτοκρατορικούς χρόνους (μέσα 3 ου αι. μ.χ.). Η πλειονότητα ανήκει σε ταφές των αρχαϊκών και κλασικών χρόνων Φίλης 2012, Φίλης 2012, Η θέση της πόλης περιγράφεται με ακρίβεια από τον Στράβωνα, Γεωγραφικά, VIIa και Müller, D., Topographischer Bildkommentar zu den Historien Herodots. Griechenland im Umfang des heutigen griechischen Staatsgebiets, Tübingen, 1987, Ηρόδοτος, Ἱστορίαι, 6.44, και 115.2, 116.1, 117.1, 121.1, 124, Θουκυδίδης, Θουκυδίδου Ἱστορίαι, IV.84.1, Διόδωρος ο Σικελιώτης, Ιστορική Βιβλιοθήκη, XI.4.5, Πλίνιος, Φυσική Ιστορία, IV.38, Πλούταρχος, Ελληνικά Ζητήματα, 30 και Στράβων, Γεωγραφικά, VII.33 και Θουκυδίδης, Θουκυδίδου Ἱστορίαι, IV Για τις αποικίες της Άνδρου στο Β. Αιγαίο, βλ. Tiverios 2008, Για τις αρχικές ανασκαφικές έρευνες στο νεκροταφείο της Ακάνθου, βλ. Πέτσας, Φ., ΑΔ 24 (1969) Χρονικά Β2, και Γιούρη, Ε., ΑΔ 26 (1971) Χρονικά Β2, Αναφορές για τις ανασκαφικές έρευνες από το 1973 έως σήμερα υπάρχουν στα Χρονικά του ΑΔ ( :Αικ. Ρωμιοπούλου, : Ε. Τρακοσοπούλου). Ολοκληρωμένη δημοσίευση ενός μικρού τμήματος 45

55 Η αποικία των Ανδρίων κατέλαβε τον χώρο παλαιότερης εγκατάστασης που σχετίζεται με τους ντόπιους, πιθανόν Θράκες, κατοίκους της περιοχής. Ο οικιστικός σχηματισμός των αποίκων απλώνεται πάνω σε τρεις λόφους στα νοτιοανατολικά της σημερινής Ιερισσού. Στην κορυφή ενός από τους λόφους υπάρχουν τα ερείπια ενός εκατόμπεδου ναού, αφιερωμένου πιθανόν στη θεά Αθηνά, ενώ ένα δεύτερο λατρευτικό κτίσμα, που πιθανόν σχετίζεται με τη λατρεία της Κυβέλης, έχει εντοπιστεί στον χώρο του νεκροταφείου. Ανάμεσα στο νεκροταφείο και την αρχαία πόλη ήταν εγκατεστημένα τα κεραμικά εργαστήρια, τα οποία σχετίζονται με την παραγωγή των ακάνθιων εμπορικών αμφορέων 174. Οι εμπορικοί αμφορείς, που παρουσιάζονται παρακάτω είναι όλοι πρώιμοι χιακοί, προέρχονται από το νεκροταφείο της αρχαίας Ακάνθου και χρονολογούνται στο τρίτο τέταρτο του 7 ου αι. π.χ. Διαχωρίζονται σε παρόμοιες κατηγορίες με αυτές που κατηγοριοποιήθηκαν και οι εμπορικοί αμφορείς του «Υπογείου» της Μεθώνης σύμφωνα με το είδος των χαραγμάτων που φέρουν (αριθμητικά σύμβολα, αρχικά ονομάτων ή πλήρη ονόματα, σύμβολα και σχέδια). Αριθμητικά σύμβολα 175 Η κατηγορία αυτή περιλαμβάνει τρεις εμπορικούς χιακούς αμφορείς με υπόλευκο επίχρισμα σε όλη τους την επιφάνεια. Οι χιακοί αυτοί αμφορείς φέρουν στις λαβές βαθιές εγχάρακτες γραμμές, σε οριζόντια ή πλάγια διάταξη, οι οποίες έγιναν μετά από την όπτηση (εικ. 77) 176. Στα πρωιμότερα αυτά παραδείγματα οι εγχάρακτες γραμμές καταλαμβάνουν ολόκληρο το πλάτος της λαβής και είναι χαραγμένες με αρκετή επιμέλεια, σε αντίθεση με τα υστερότερα παραδείγματα, που θα παρουσιαστούν και θα σχολιαστούν στο επόμενο κεφάλαιο, στα οποία οι εγχάρακτες γραμμές έχουν μικρότερο μήκος και είναι πρόχειρα και βιαστικά χαραγμένες 177. Οι απλές αυτές εγχαράξεις, όπως αναφέρθηκε και στην αντίστοιχη κατηγορία του υλικού από το «Υπόγειο» της Μεθώνης, σχετίζονται κατά πάσα πιθανότητα με τη χωρητικότητα των αγγείων και δηλώνουν αριθμούς. του νεκροταφείου αποτελεί μέχρι σήμερα αυτή του Ν. Καλτσά (Άκανθος Ι. Η ανασκαφή στο νεκροταφείο κατά το 1979, Αθήνα, 1998). 174 Τρακοσοπούλου-Σαλακίδου, Ε., Αρχαία Άκανθος , ΑΕΜΘ 10Α (1996), και της ίδιας, Αρχαία Άκανθος. Πτυχές της ιστορίας με βάση τα αρχαιολογικά ευρήματα, στο: Άνδρος και Χαλκιδική. Πρακτικά συμποσίου. Άνδρος, 23 Αυγούστου 1997 (Ανδριακά Χρονικά 29), Άνδρος, 1998, Φίλης 2011, αρ. 12, 14, 16, βλ. Φίλης 2011, Φίλης 2011,

56 Ονόματα 178 Σε έναν χιακό αμφορέα με υπόλευκο επίχρισμα έχει χαραχθεί με βαθιά εγχάραξη στην εξωτερική επιφάνεια της μίας λαβής, μετά από την όπτηση, η εξής επιγραφή 179 : Όπως φαίνεται, το graffito αυτού του πρώιμου χιακού αμφορέα είναι δυσανάγνωστο. Το πρώτο σύμβολο που μοιάζει με βέλος μπορεί να είναι αριθμητικό και να δηλώνει τον αριθμό 10, σύμφωνα με παραλλαγή του ακροφωνικού συστήματος αρίθμησης 180. Όμως τα υπόλοιπα γράμματα είναι δύσκολο να συνδυαστούν με αυτό. Στην περίπτωση που είναι αλφαβητικό, θα μπορούσε να είναι το ανεστραμμένο γράμμα Ψ, που όμως σε αυτή τη μορφή δεν απαντά συχνά στο ελληνικό αλφάβητο 181. Αντίθετα, το βρίσκουμε πιο συχνά σε συλλαβικές γραφές, όπως για παράδειγμα στο κυπριακό ή στο καρικό αλφάβητο 182. Στη συνέχεια ακολουθεί ένα Υ πιθανότατα ένα Λ ή Γ μαζί με δύο κάθετες γραμμές που όμως έχουν γίνει μεταγενέστερα, καθώς είναι λιγότερο βαθιά χαραγμένες και τέλος η κατάληξη ΕΥΣ (εικ. 78). Ο τύπος των γραμμάτων παραπέμπει στο ιωνικό αλφάβητο 183. Σύμβολα 184 Ένας, ακόμη, χιακός αμφορέας με υπόλευκο επίχρισμα από το νεκροταφείο της Ακάνθου φέρει μετά από την όπτηση στον ώμο, κάτω από τη γένεση της λαβής, έναν εγχάρακτο «σταυρό» (εικ. 79). Ο κατακόρυφος άξονας του «σταυρού» αποτελείται από πολλές χαράξεις, ενώ ο οριζόντιος από δύο 185. Πρόκειται για ένα απλό, αρκετά συχνό σύμβολο και είναι πολύ πιθανό να έγινε από τον ιδιοκτήτη του αμφορέα ή τον έμπορο, προκειμένου να διαχωρίσει το συγκεκριμένο αγγείο από κάποια άλλα. 178 Φίλης 2011, αρ. 13, βλ. Φίλης 2011, Για την αριθμητική χρήση του βέλους, βλ. Johnston 1979, Παρόμοιο σύμβολο σε λαιμό ύστερου χιακού αμφορέα, που έχει χαραχθεί όμως πριν από την όπτηση, βλ. Vanhove 2006, 86 αρ. 144, εικ Απαντά στον λαιμό αμφορέα από τη Μένδη στην αθηναϊκή Αγορά, μαζί με δύο κάθετες γραμμές, και σχετίζεται με το βάρος ή την αξία, βλ. Lawall 2000, 56, αρ. 79, εικ. 11. Βέβαια, το σύμβολο αυτό απαντά ήδη από την Ύστερη Εποχή Χαλκού σε φρυγικά αγγεία από το Γόρδιο, βλ. Roller 1987, 10 και σημ. 4 αρ. 1Α -1, εικ. 1, σημ. 31 αρ. 2Α 203 και 2Α -206, εικ. 25 και Jeffery- Johnston 1990, 36, εικ. 23 αρ Adiego 2007, Φίλης 2011, και Jeffery- Johnston 1990, Φίλης 2011, αρ. 1, βλ. Φίλης 2011,

57 Ακόμη, όπως υποστηρίζει ο Johnston 186, ίσως να σχετίζεται με κάποιο διακριτικό σύμβολο των «αγράμματων εμπόρων» 187. Σχέδια 188 Ένας τελευταίος χιακός αμφορέας, που χρονολογείται στο τρίτο τέταρτο του 7 ου αι. π.χ., φέρει χάραγμα, μετά από την όπτηση του αγγείου, στην εξωτερική επιφάνεια της λαβής του, ενός δικτυωτού μοτίβου από τρεις οριζόντιες και δύο κάθετες γραμμές, ενώ στο πάνω μέρος του υπάρχει ένας ιδιαίτερα επιμελημένος εγχάρακτος ρόδακας (εικ. 80) 189. Είναι πολύ πιθανό να έγινε από τον ιδιοκτήτη του αμφορέα, όταν είχε αδειάσει το αρχικό του περιεχόμενο «ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΕΣ» ΕΠΙΓΡΑΦΕΣ ΚΑΡΑΜΠΟΥΡΝΑΚΙ Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ένα ενεπίγραφο αγγείο, που διατηρείται σχεδόν ολόκληρο συγκολλημένο από πολλά όστρακα, και φέρει επιγραφή σε άγνωστη μέχρι στιγμής γλώσσα. Το αγγείο αυτό βρέθηκε στον αρχαίο οικισμό στο Καραμπουρνάκι κατά την ανασκαφική δραστηριότητα του 1997 (εικ. 81). Το αγγείο φαίνεται να χρονολογείται στο β μισό του 7 ου αι. π.χ., ίσως και λίγο αργότερα προς το τέλος του αιώνα. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό εύρημα, διότι δείχνει στενές επαφές μη ελληνικών περιοχών με το αρχαίο πόλισμα και κατ επέκταση με τα παράλια της Μακεδονίας, ήδη από τον 7 ο αι. π.χ. Πρόκειται, λοιπόν, για ένα μεγάλο λεβητόσχημο τεφρόχρωμο αγγείο με τέσσερις οριζόντιες λαβές. Το αγγείο φαίνεται να είναι εισηγμένο, πιθανόν από την περιοχή του ΒΑ Αιγαίου. Θα μπορούσε, όμως, να είναι τοπικής κατασκευής με έντονες επιρροές αιολικών και φρυγικών γκρίζων αγγείων. Ο λέβητας φέρει στην επάνω οριζόντια επιφάνεια του χείλους του σε δύο σημεία επιγραφές με γράμματα 186 Johnston 1979, Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και σήμερα, όταν οι αναλφάβητοι υπογράφουν με έναν σταυρό, βλ. Φίλης 2011, Φίλης 2011, αρ. 1, βλ. Φίλης 2011, Φίλης 2011, 463. Για παρόμοιο εγχάρακτο δικτυωτό μοτίβο από τη Σμύρνη, βλ. Jeffery 1964, 40 αρ. 6, εικ

58 του ελληνικού αλφαβήτου σε άγνωστη γλώσσα, αποδομένες με στιλβωτήρα, προφανώς πριν από την όπτηση του αγγείου (εικ. 82). Ο λέβητας αυτός θυμίζει αιολικά και φρυγικά αγγεία και αν αποδειχτεί ότι είναι φρυγικό, μετά από την ανάγνωση των επιγραφών, τότε μπορεί να συμβάλει στην καλύτερη ερμηνεία του αρχαίου πολίσματος στο Καραμπουρνάκι και τις σχέσεις του με άλλες περιοχές. Σύμφωνα με τον Ι. Adiego 191, ο οποίος μελέτησε τις καρικές επιγραφές από το Καραμπουρνάκι 192, η επιγραφή του αγγείου μοιάζει να είναι φρυγική, αν και για ορισμένα γράμματά της δεν βρέθηκαν ακόμη ακριβή παράλληλα. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το τελευταίο γράμμα της μεγαλύτερης λέξης, το οποίο είναι ένα τρισκελές Σ και ίσως να αποδίδει το «μαλακό σπασμένο Γιώτα (Υ)», γνωστό και από άλλα αρχαϊκά ελληνικά αλφάβητα. Επομένως, η κατάληξη της λέξης αy θα αντιστοιχούσε σε μία δοτική θηλυκού γένους. Σε μία τέτοια περίπτωση είναι πιθανό να έχουμε το όνομα μίας γυναικείας θεότητας στην οποία είχε προσφερθεί το λεβητόσχημο αγγείο ως ανάθημα, ή το όνομα ενός γυναικείου προσώπου, στο οποίο είχε δοθεί το αγγείο ως δώρο. Επομένως, η συνέχεια της μελέτης του μοναδικού αυτού ευρήματος παρουσιάζει αναμφίβολα ξεχωριστό αρχαιολογικό και γλωσσολογικό ενδιαφέρον ΕΜΜΕΤΡΕΣ ΕΠΙΓΡΑΦΕΣ ΜΕΘΩΝΗ Όπως προαναφέρθηκε, ορισμένα από τα αρχαιολογικά/ επιγραφικά ευρήματα δείχνουν πως η αλφαβητική γραφή δεν περιορίστηκε μόνο στον τομέα της οικονομίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι έμμετρες επιγραφές χαραγμένες σε συμποτικά αγγεία, που χρονολογούνται ήδη από τον 8 ο αι. π.χ. Αν και τα παραδείγματα αυτά είναι σχετικά λίγα σε σχέση με τις εμπορικές επιγραφές, παρόλα αυτά δείχνουν τις πρώτες προσπάθειες των κατοίκων της κάθε περιοχής να προσαρμόσουν την αλφαβητική γραφή και στην προσωπική, ιδιωτική τους ζωή. Οι πρώιμες αυτές έμμετρες επιγραφές αποτελούν σκώμματα και δηλώνουν τη διάθεση ψυχαγωγίας κατά τη διάρκεια των συμποσίων. 191 Καθηγητής Γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης. 192 Βλ. Adiego, I., J., κ.ά., Two Carian Inscriptions from Karabournaki/ Thessaloniki, Greece, στο: Stephanephoros. De l économie antique à l Asie Minaure. Hommages à Raymond Descat, K. Konuk (επιμ.), Bordeaux, 2012, Τιβέριος-Μανακίδου-Τσιαφάκη 2011,

59 Από το «Υπόγειο» της Μεθώνης προέρχεται ένα μοναδικό για την περιοχή της Μακεδονίας εύρημα έμμετρης επιγραφής. Πρόκειται για τον ήδη γνωστό ευβοϊκό σκύφο του Ακεσάνδρου, ο οποίος χρονολογείται στον ύστερο 8 ο αι. π.χ. (ίσως και στο α μισό του 7 ου αι. π.χ.) (εικ. 83) 194. Ο σκύφος φέρει επιγραφή μετά από την όπτηση λίγο κάτω από το ύψος της μέγιστης διαμέτρου και αμέσως κάτω από το ολόβαφο κατώτερο τμήμα του αγγείου. Η επιγραφή έχει χαραχθεί σε όλη την περίμετρο του αγγείου, ξεκινά και ολοκληρώνεται κάτω και πέρα από τη γένεση της μίας λαβής. Η χάραξη των γραμμάτων είναι βαθιά και ιδιαίτερα επιμελημένη με φορά επί τα λαιά: ΗΑΚΕΣΑΝΔΡΟΕΜ[...c.22...]ΕΙ ΤΕΤΟ[..c.6..]ΜΕΚ[..c.6..]ΑΤΟΝΣΤΕΡΕ Σ[ΕΤ]ΑΙ hακεσάνδρο εμ[ὶ...c.22...]ει τετο[..c.6..]μεκ[..c.6..]ατον στερε- σ[ετ]α ι. Φαίνεται πως οι μόνες βέβαιες συμπληρώσεις της αποσπασματικής επιγραφής είναι: Στ. 1: ε μ[ὶ ποτε ριον, σκύφος ή παρόμοια]. Στ. 1 2: [κhρε μ- ή ὀμμ]άτον στερε σ[ετα]ι («θα στερηθεί/χάσει χρήματα ή τα μάτια του») 195. Από τα σχήματα των σωζόμενων γραμμάτων προκύπτει ότι η επιγραφή είναι γραμμένη στο ευβοϊκό αλφάβητο της Ερέτριας και των δυτικών αποικιών της, της Κύμης και των Πιθηκουσσών. Όπως σε όλες τις διαλέκτους, όμως, το ίδιο σχήμα γράμματος χρησιμοποιείται για περισσότερους του ενός φθόγγους, με χαρακτηριστικότερες περιπτώσεις αυτές των Ε [= ε, ει, η] και Ο [= ο, ου, ω]. Ωστόσο, η διάλεκτος της επιγραφής είναι η ιωνική. Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί ο επιμελημένος, σχεδόν «επαγγελματικός», τρόπος χάραξης των γραμμάτων. Η επιγραφή αρχίζει με τη δήλωση του κατόχου του αντικειμένου σε πεζό λόγο, αλλά καταλήγει στο τέλος μάλλον σε ιαμβικό και όχι σε τροχαϊκό ρυθμό, υποδηλώνοντας έτσι τον έμμετρο χαρακτήρα της επιγραφής αρ. 2, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, Σύμφωνα με την συμπλήρωση του Κ. Τσαντσάνογλου, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012,

60 Επίσης, αξιοσημείωτο είναι πως η κατάληξη της επιγραφής κατά πάσα πιθανότητα παραπέμπει στη γνωστή χαραγμένη επί τα λαιά, έμμετρη επιγραφή σε ιαμβικό ρυθμό από την Κύμη της Ιταλίας σε έναν αρύβαλλο του π.χ. (εικ. 84) 197 : Ταταίες εμί λ- εqυθος hός δ αν με κλεφσει, θυφλός έσται. «Της Ταταίης είμαι η λήκυθος όποιος με (εμένα τη λήκυθο) κλέψει, θα τυφλωθεί» ή «όποιος μου (την) κλέψει», εφόσον η αντωνυμία με αναφέρεται στην Ταταίη 198. Η μεταγενέστερη έμμετρη επιγραφή της Ταταίης, της οποίας η χάραξη είναι λιγότερο επιμελημένη, διευκολύνει την κατανόηση του αποσπασματικού κειμένου του σκύφου του Ακεσάνδρου. Σύμφωνα με το μεταγενέστερο αυτό παράλληλο, «η πραγματική ή υποτιθέμενη κλοπή συμποτικών αγγείων και οι σοβαροφανείς συνέπειες μίας τέτοιας κλοπής ήταν θέμα προσφιλές στους συμπότες» 199. Επομένως, και στο μη σωζόμενο τμήμα του επιγράμματος του Ακεσάνδρου, το οποίο είναι το αρχαιότερο σωζόμενο με το σχετικό θέμα, δηλώνεται πως αν κάποιος κλέψει το αγγείο, τότε ο κλέφτης θα στερηθεί τα μάτια του, όπως και στην επιγραφή της Ταταίης, ή τα χρήματά του. Οι ομοιότητες των έμμετρων επιγραφών του Ακεσάνδρου και της Ταταίης είναι εντυπωσιακές, αφενός ως προς την επιλογή του κειμένου και τη μείξη πεζού και έμμετρου λόγου, και αφετέρου ως προς το γεγονός ότι το κείμενο και οι απειλές του δεν συμφωνούν με την ευτέλεια του αντικειμένου, πάνω στο οποίο χαράχθηκαν 200. Και σε αυτό το σημείο, μπορεί να προστεθεί το όνομα του ΑΚΕΣΑΝΔΡΟΥ στην προσωπογραφία της αρχαίας Μεθώνης, μαζί με τα ονόματα του ΦΙΛΙΟΝΟΣ και του ΕΠΙΓΕ[νεος]. Όπως και σε εκείνες τις δύο περιπτώσεις, έτσι και εδώ ο Ακέσανδρος μνημονεύεται σε αγγείο πόσης, το οποίο ξεκάθαρα σχετίζεται με την προσωπική του ζωή. 197 Για την έμμετρη επιγραφή της Ταταίης, βλ. Jeffery- Johnston 1990, 236, 240, αρ. 3, 456, Bartonek- Buchner 1995, , αρ. C1, SEG , , 1488, IG XIV. 865 και LSAG 240 no. 3, 409 pl. 47 no. 3, Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012,

61 2. ΕΝΕΠΙΓΡΑΦΑ ΑΓΓΕΙΑ ΤΟΥ 6 ου αι. π.χ. ΑΠΟ ΟΙΚΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ 2.1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Κατά την αρχαϊκή και πρώιμη κλασική περίοδο αρκετά από τα ενεπίγραφα αντικείμενα, που προέρχονται κυρίως από θέσεις της Χαλκιδικής και του Θερμαϊκού κόλπου, σχετίζονται με τον οικονομικό τομέα. Όπως ήδη έχει αναφερθεί παραπάνω, για παράδειγμα στο Καραμπουρνάκι έχει βρεθεί άφθονη εισηγμένη κεραμική, ενεπίγραφη μεταξύ άλλων, ενώ στα μεγάλα λιμάνια της Μακεδονίας όπως και άλλων περιοχών βρίσκουμε και μη ελληνικές επιγραφές, π.χ. καρικές, γεγονός που αποτελεί ένδειξη για εγκατάσταση ή παρουσία εμπορευομένων από άλλες περιοχές της Μεσογείου 201. Ωστόσο, η χρήση της γραφής αυτόν τον αιώνα φαίνεται να μην περιορίζεται μόνο στο πλαίσιο του εμπορίου και της διακίνησης αγαθών, όπως είδαμε να συμβαίνει, τις περισσότερες φορές τουλάχιστον, στην προηγούμενη περίοδο. Ενεπίγραφα όστρακα και άλλου είδους αντικείμενα με επιγραφές αναθηματικού περιεχομένου από ιερά της Μακεδονίας, συγκεκριμένα από τη Χαλκιδική (π.χ. Ποσείδι, Σάνη), αποδεικνύουν τη χρήση της γραφής και στη λατρευτική ζωή των κατοίκων. Τα κείμενα του 6 ου αι. π.χ. που βρέθηκαν στον χώρο της Μακεδονίας είναι γραμμένα σε διάφορα τοπικά αλφάβητα. Η διάδοση των τοπικών αλφαβήτων οφείλεται, κατά κύριο λόγο, σε δύο παράγοντες, αφενός στον αποικισμό της Χαλκιδικής και των παραθαλάσσιων περιοχών της Μακεδονίας από κατοίκους της νότιας και ανατολικής Ελλάδας (π.χ. Κορίνθιοι, Ευβοείς, Άνδριοι, κ.ά.) και αφετέρου στο πιο εντατικό εμπόριο της Μακεδονίας, όχι μόνο με περιοχές του ελλαδικού χώρου, αλλά και με περιοχές της ευρύτερης περιοχής της Μεσογείου (π.χ. Καρία, Κύπρος, Φοινίκη, κ.ά.). Σε πολλές θέσεις της Χαλκιδικής και της Μακεδονίας βρέθηκε μεγάλη ποσότητα κορινθιακής κεραμικής που χρονολογείται στον 6 ο αι. π.χ. Ορισμένα από αυτά τα αγγεία έφεραν επιγραφές σε κορινθιακό αλφάβητο. Είναι πολύ πιθανόν το επίκεντρο των κειμένων αυτών να ήταν η Ποτίδαια, αποικία της Κορίνθου, αποδέκτης και αναδιανομέας κορινθιακών αγγείων στην ευρύτερη περιοχή 202. Οι επιγραφές αυτές γραμμένες σε κορινθιακό αλφάβητο απηχούν την εμπορική δύναμη της Ποτίδαιας 201 Παναγιώτου 2008, Παναγιώτου 1996,

62 στο μυχό του Θερμαϊκού κόλπου και τη δυτική Χαλκιδική. Από τα τέλη του 6 ου αι. και κυρίως στις αρχές του 5 ου αι. π.χ. στη Μακεδονία συμβαίνει η διάδοση του ανατολικού ιωνικού αλφαβήτου εις βάρος του κορινθιακού, το οποίο δεν χρησιμοποιήθηκε πλέον στην περιοχή μετά τους Περσικούς Πολέμους 203. Το ενεπίγραφο υλικό από οικισμούς της Μακεδονίας, που χρονολογείται στον 6 ο αι. π.χ. ταξινομείται στο κεφάλαιο αυτό ανάλογα με το είδος και το περιεχόμενο της επιγραφής που φέρουν τα αγγεία (εμπορικές επιγραφές, αναθηματικές επιγραφές, επιγραφές με ονόματα σε ονομαστική πτώση, κ.ά.) ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΕΠΙΓΡΑΦΕΣ ΜΕΘΩΝΗ Είδαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο πως το μεγαλύτερο μέρος του ενεπίγραφου υλικού του «Υπογείου» της Μεθώνης χρονολογείται από τον ύστερο 8 ο αι. π.χ. έως τα μέσα του 7 ου. Ωστόσο, υπάρχουν ορισμένα παραδείγματα που φέρουν εμπορικά χαράγματα και επιγραφές, τα οποία χρονολογούνται λίγο αργότερα, προς το τέλος του 7 ου με αρχές του 6 ου αι. π.χ. Το υλικό αυτό διαχωρίζεται στις εξής κατηγορίες: αριθμητικά σύμβολα, συμπλέγματα γραμμάτων, σύμβολα και σχέδια. Αριθμητικά σύμβολα Η κατηγορία αυτή περιλαμβάνει τμήματα εισηγμένων εμπορικών αμφορέων, κυρίως ολόβαφων με άγνωστο τόπο προέλευσης και τμήματα επιτραπέζιων αγγείων προερχόμενα κυρίως από την ευρύτερη περιοχή του Θερμαϊκού κόλπου. Χρονολογούνται στον ύστερο 7 ο αι. α μισό του 6 ου αι. π.χ. Τα τμήματα των εμπορικών αμφορέων (εικ ) 204 φέρουν απλές εγχάρακτες γραμμές μετά από την όπτηση, άλλοτε σε οριζόντια ή πλάγια διάταξη και άλλοτε σε σχήμα «πλάγιου V ή Λ». Οι εγχάρακτες αυτές γραμμές βρίσκονται κυρίως στη λαβή και το χείλος των αμφορέων. Παρόμοιες εγχάρακτες γραμμές φέρουν και τα αγγεία της επιτραπέζιας κεραμικής από τον Θερμαϊκό (εικ ) 205. Ωστόσο σε αυτά τα αγγεία φαίνεται πως οι γραμμές αυτές βρίσκονται στο σώμα και δευτερευόντως στις λαβές. Έχουν χαραχθεί μετά από την όπτηση και έχουν οριζόντια διάταξη ή σχήμα Ν, «πλάγιου Γ» ή «πλάγιου Λ». 203 Παναγιώτου 1996, αρ. 173, 183, 185, 187, 188, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 496 και αρ. 163, 167, 168, 169, 170, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012,

63 Ένα μόνο παράδειγμα τέτοιου χαράγματος σε εισηγμένο συμποτικό αγγείο που χρονολογείται στον 6 ο αι. π.χ. ανήκει στην κατηγορία των αριθμητικών συμβόλων. Πρόκειται για το όστρακο από το σώμα ενός χιακού κάλυκα (εικ. 95) που φέρει μετά από την όπτηση στην εξωτερική επιφάνεια χάραγμα γραμμών σε σχήμα V ή Λ 206. Συμπλέγματα γραμμάτων Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το τμήμα λαιμού και χείλους αμφορέα άγνωστης προέλευσης από το «Υπόγειο» της Μεθώνης, το οποίο φέρει μετά από την όπτηση στο κατώτερο τμήμα του λαιμού ένα επιμελές εγχάρακτο συμπίλημα με πλατιές κεραίες: ΑΔ ή ΔΑ (εικ. 96) 207. Το συμπίλημα αυτό φαίνεται να είναι είτε κάποιο είδος αλφαβητικού συμβόλου ή η αρχή ενός συντομογραφημένου ονόματος. Το ενδιαφέρον, ωστόσο, έγκειται στο γεγονός ότι έχουμε ένα σπάνιο πρώιμο συμπίλημα, εφόσον ο αμφορέας χρονολογείται στον ύστερο 7 ο αρχές 6 ου αι. π.χ. Τα συμπιλήματα, σύμφωνα με τους μελετητές, είναι αρκετά σπάνια πριν από το 550 π.χ Σύμφωνα με τον Johnston 209 τα πρώτα βεβαιωμένα συμπιλήματα φαίνεται να απαντώνται σε χιώτικα αγγεία, σε έναν αμφορέα από τη Σμύρνη και σε κάλυκες από τη Ναύκρατη. Επίσης, πρώιμα συμπιλήματα φέρουν και ορισμένα κορινθιακά αγγεία, ενώ όστρακα με συντομογραφίες από την Ανατολική Ελλάδα χρονολογούνται μετά το 550 π.χ. Η πλειονότητα των πρώτων συμπιλημάτων της Ανατολικής Ελλάδας αποτελείται από απλά μεμονωμένα γράμματα, όπως το άλφα, το έψιλον ή το ήτα με το λάμδα ή το ύψιλον. Αντιθέτως τα κορινθιακά συμπιλήματα είναι πιο περίπλοκα και χρονολογούνται στις αρχές του 6 ου αι. π.χ. Τα συμπιλήματα είναι σύνηθες χαρακτηριστικό των εμπορικών συμβόλων, δεν έχουν όμως ευρεία χρήση εντός του ελλαδικού χώρου. Φαίνεται πως προτιμούνταν, ειδικά από το α μισό του 6 ου αι π.χ., σε αγγεία που προορίζονταν για περιοχές του εξαγωγικού εμπορίου (π.χ. Ετρουρία) και είναι πολύ πιθανό να σχετίζονται με το όνομα του εμπόρου ή να δηλώνουν εμπορική «φίρμα» 210, ενώ είναι λίγο απίθανο να σχετίζονται με αριθμούς ή ποσοτικά σύμβολα. Στον ελλαδικό χώρο τα περισσότερα συμπιλήματα χρονολογούνται περίπου 206 αρ.190, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ.23 βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, Για τα πρώιμα συμπιλήματα, βλ. Langdon, M., K., A Sanctuary of Zeus on Mount Hymettos, Hesperia Supplement 16, Princeton, 1976, 30, αρ. 99, Johnston 1979, 2-3, Johnston 2006, 2 και Threatte, L., The grammar of Attic inscriptions I. Phonology, Ν. York, 1980, Johnston 1979, Scheibler 2010,

64 μετά το 525 π.χ. και εμφανίζονται σποραδικά από πόλη σε πόλη. Για παράδειγμα, μερικά βρέθηκαν στην Ολυμπία και τη Ρόδο, ένα στους Δελφούς και ένα στο Ηραίο του Άργους, ενώ πιο συχνά τα συναντάμε στην Κόρινθο, τη Δήλο και την Κύπρο. Επομένως, το εύρημα αυτό από τη Μεθώνη είναι ιδιαίτερα σημαντικό, διότι το συμπίλημα που φέρει ανήκει στα πρωιμότερα συμπιλήματα που βρέθηκαν στον ελλαδικό χώρο 211. Σύμβολα Τρία παραδείγματα εγχάρακτων συμβόλων, που έχουν γίνει μετά από την όπτηση, σε τμήματα αγγείων από το «Υπόγειο» που χρονολογούνται, επίσης, στον ύστερο 7 ο αρχές 6 ου αι. π.χ., ανήκουν σε αυτή την κατηγορία. Πρώτο παράδειγμα αποτελεί το τμήμα λαιμού και χείλους χιακού αμφορέα, που φέρει στον λαιμό κάτω από το χείλος ένα χάραγμα σε σχήμα «σταυρού» (εικ. 97) 212. Επίσης, ίδιο χάραγμα σε σχήμα «σταυρού» φέρει και μία ιωνική κύλικα με ταινίες, που χρονολογείται στο α μισό του 6 ου αι. π.χ. (εικ. 98) 213. Τελευταίο παράδειγμα αυτής της κατηγορίας, αποτελεί το όστρακο σώματος ενός ανοιχτού αγγείου, πιθανόν πόσης, από την περιοχή του Θερμαϊκού κόλπου (εικ. 99) 214. Το όστρακο αυτό φέρει αποσπασματικά χαράγματα ενός αδιάγνωστου συμβόλου και ένα δεύτερο εγχάρακτο σύμβολο σε σχήμα «πεντάκτινου αστεριού» ή «πεντάλφα». Σχέδια Δύο παραδείγματα εμπορικών αμφορέων από το «Υπόγειο» αξίζει να σημειωθούν σε αυτήν την κατηγορία. Το πρώτο παράδειγμα αποτελούν τα τμήματα ώμου και σώματος αμφορέα άγνωστης προέλευσης (εικ. 100) 215. Μετά από την όπτηση φέρει ένα χάραγμα σε σχήμα «διπλού C», στο κέντρο του οποίου σώζεται η βαθιά οπή από την ακίδα του διαβήτη. Φαίνεται εδώ πως ο χαράκτης/ κάτοχος του αγγείου προσπάθησε, μάλλον χωρίς επιτυχία, να σχεδιάσει κάποιο σύμβολο. Το χάραγμα του «διπλού C» φαίνεται να μην ολοκληρώθηκε. Ένα, ακόμη, όστρακο σώματος αμφορέα άγνωστης 211 Johnston 1979, αρ. 179, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 191, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 162, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 184, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012,

65 προέλευσης φέρει μετά από την όπτηση χάραγμα σε σχήμα «ορθογώνιου παραλληλόγραμμου (;)» (εικ. 101) 216. Τα εγχάρακτα αυτά σχέδια είναι εξαιρετικά δυσνόητα, λόγω της κατάστασης διατήρησής τους. Επομένως, οποιαδήποτε υπόθεση σχετικά με αυτά είναι αρκετά επισφαλής ΑΚΑΝΘΟΣ Οι εγχάρακτες και οι γραπτές εμπορικές επιγραφές/σύμβολα της Ακάνθου απαντώνται σε ολόκληρους ή αποσπασματικούς αμφορείς, οι οποίοι χρησιμοποιήθηκαν για εγχυτρισμούς στο νεκροταφείο του πολίσματος και χρονολογούνται από το β μισό του 7 ου αι. μέχρι τα μέσα του 5 ου αι. π.χ. Τα dipinti φαίνεται να έχουν γίνει πριν από την όπτηση των αμφορέων, ενώ τα graffiti έχουν γίνει, τα περισσότερα τουλάχιστον, μετά από την όπτηση και είναι τοποθετημένα τις περισσότερες φορές σε ευκρινή σημεία, όπως στον ώμο, στον λαιμό, στις λαβές, στην άνω επιφάνεια του χείλους και πιο σπάνια στη βάση. Πιο συχνά απαντώνται σε αμφορείς του «λεσβιακού τύπου», σε χιακούς αμφορείς, σε «σαμιακού τύπου» (της Zeest) της Σάμου Μιλήτου, σε κλαζομενιακούς, σε αμφορείς εργαστηρίων του Βόρειου Αιγαίου, σε αμφορείς από τη Μένδη, σε αττικούς à la brosse και πιο σπάνια σε λακωνικούς και κορινθιακούς. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός πως ένας μόνο αμφορέας τοπικού εργαστηρίου φέρει εγχάρακτο σύμβολο (χρονολογείται στον 5 ο αι. π.χ., όπως και εκείνοι της Μένδης, και θα σχολιαστούν όλοι στο επόμενο κεφάλαιο). Τέλος, η πλειονότητα των συμβόλων είναι απλές εγχάρακτες, μικρές γραμμές, πιθανότατα αριθμητικά σύμβολα 217. Αριθμητικά σύμβολα Σε αυτήν την κατηγορία παρουσιάζεται μία ομάδα εισηγμένων εμπορικών αμφορέων που βρέθηκαν στο νεκροταφείο της Ακάνθου και τα χαράγματα που φέρουν φαίνεται να σχετίζονται με τη χωρητικότητα ή το βάρος τους. Οι αμφορείς αυτοί χρονολογούνται από τις αρχές έως και τα τέλη του 6 ου αι. π.χ. Συγκεκριμένα, πρόκειται για αμφορείς «λεσβιακού τύπου» (εικ ) 218, «σαμιακού τύπου» της 216 αρ. 189, βλ. Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, Φίλης 2011, αρ. 1, 5, 6, 8, 9, 11, 17, 19, 20, βλ. Φίλης 2011,

66 Zeest (εικ. 109 και 110) 219, αττικούς τύπου à la brosse (εικ. 111) 220, κλαζομενιακούς (εικ. 112 και 113) 221, αμφορείς εργαστηρίων του Βόρειου Αιγαίου (εικ. 114) 222, αμφορείς πιθανόν εισηγμένους από την Ανατολική Ελλάδα (εικ. 115) 223, έναν λέσβιο αμφορέα 224 και έναν χιακό τύπου Lambrino A1 (εικ. 116) 225.Τα περισσότερα χαράγματα τοποθετούνται στις λαβές και σπανιότερα στον λαιμό, το χείλος και τη βάση. Σε γενικές γραμμές τα χαράγματα αυτά είναι απλές εγχάρακτες γραμμές, όπως και στα παραδείγματα που αναφέρθηκαν στα προηγούμενα κεφάλαια. Το χάραγμα, όμως, ενός «λεσβιακού τύπου» αμφορέα διαφοροποιείται από τα άλλα χαράγματα, καθώς μοιάζει με «ψαροκόκαλο» (εικ. 107) 226. Παρόμοιο χάραγμα του 7 ου αι. π.χ., όχι σε εμπορικό αμφορέα, προέρχεται από τις ανασκαφές της Σμύρνης και θεωρείται από τη Jeffery διακριτικό του ιδιοκτήτη ή του εμπόρου 227. Πιθανότατα δηλώνει και αυτό χωρητικότητα. Πρόκειται για ένα αρκετά σπάνιο τύπο αρίθμησης, καθώς πιο συχνά συναντάμε τις κατακόρυφες μικρές εγχαράξεις να ενώνονται με μία μεγαλύτερη οριζόντια γραμμή, είτε στο μέσο είτε στο πάνω μέρος τους 228. Ακόμη, προβληματική είναι η ερμηνεία των εγχάρακτων γραμμών στην κάτω επιφάνεια της βάσης αμφορέα από το Βόρειο Αιγαίο 229. Πρέπει να σημειωθεί εδώ, πως ένα πολύ μικρό ποσοστό εμπορικών αμφορέων από το Βόρειο Αιγαίο φέρουν graffiti στη βάση τους. Ωστόσο, ο Lawall αντίστοιχα χαράγματα πάνω σε θασιακό αμφορέα και σε άλλους αμφορείς εργαστηρίων του Βόρειου Αιγαίου, οι οποίοι χρονολογούνται στον 5 ο αι. π.χ., θεωρεί πως είναι σύμβολα που έχουν γίνει πριν από την όπτηση και τα συνδέει με το εργαστήριο παραγωγής τους 230. Σύμφωνα με το ιωνικό σύστημα αρίθμησης, οι αριθμοί μπορεί να δηλώνονται και αλφαβητικά ή ακροφωνικά. Το χάραγμα ΙΑ στον ώμο ενός «λεσβιακού τύπου» αμφορέα (εικ. 108) φαίνεται πιο πιθανό να είναι ο αριθμός έντεκα και να δηλώνει το βάρος ή τη χωρητικότητα 231. Αντίστοιχο χάραγμα υπάρχει σε έναν ύστερο χιακό 219 αρ. 2, 3, βλ. Φίλης 2011, αρ. 10, βλ. Φίλης 2011, αρ. 18, 22, βλ. Φίλης 2011, αρ. 15, 23, βλ. Φίλης 2011, αρ. 7, βλ. Φίλης 2011, αρ. 13, βλ. Φίλης 2011, αρ. 4, βλ. Φίλης 2011, αρ. 19, βλ. Φίλης 2011, Jeffery 1964, 42 αρ. 17, εικ Φίλης 2011, αρ.15, βλ. Φίλης 2011, Lawall, M., Transport amphoras and trademarks: In ports to Athens and economic diversity in the fifth century B.C., Michigan (αδ. διδ. διατρ.) 1995, 144, 164, σχ. Th 8, NG 11,NG αρ. 20, βλ. Φίλης 2011,

67 αμφορέα του τύπου C/3 από την αθηναϊκή Αγορά και ερμηνεύεται ως έντεκα μνες 232. Αντίθετα, στην περίπτωση που διαβαστεί ανάστροφα ως ΑΙ θα μπορούσε να είναι και το αρχικό ενός ονόματος 233. Τον αριθμό επτά θα μπορούσε να δηλώνει και το dipinto Ι (=Ζ) με ερυθρό χρώμα στον λαιμό κλαζομενιακού αμφορέα (εικ. 113) 234, το οποίο έχει γίνει πριν από την όπτηση του αγγείου και ίσως με αυτό να δηλώνεται η χωρητικότητα, δηλαδή επτά χόες 235. Ο Dupont ερμηνεύει αντίστοιχα dipinti με μονογράμματα στον λαιμό ή τον ώμο αμφορέων, που έχουν γίνει πριν από την όπτηση, ως «ετικέτες» που μπορεί να συνδέονται με τους κεραμείς ή τους παραγωγούς ή τους τοπικούς εμπόρους 236. Τέλος, ένας αμφορέας αδιάγνωστου εργαστηρίου από το Βόρειο Αιγαίο φέρει χάραγμα με βέλος και μία λοξή γραμμή στη δεξιά κεραία του βέλους (εικ. 114) 237. Πιθανότατα εδώ υπάρχει μία παραλλαγή του ακροφωνικού συστήματος αρίθμησης, δηλώνοντας τον αριθμό έντεκα και ίσως έχει σχέση με την αξία του αγγείου, ενώ λιγότερο πιθανό είναι να πρόκειται για τα αρχικά γράμματα ΝΙ σε κατακόρυφη διάταξη 238. Μονογράμματα Τέσσερις εισηγμένοι εμπορικοί αμφορείς φέρουν, κυρίως στον ώμο και δευτερευόντως στον λαιμό, από ένα εγχάρακτο, μετά από την όπτηση, μονόγραμμα. Οι αμφορείς αυτοί χρονολογούνται από το β μισό έως τα τέλη του 6 ου αι. π.χ. Πρόκειται για έναν αμφορέα αδιάγνωστου εργαστηρίου της Ανατολικής Ελλάδας (εικ. 117), έναν «λεσβιακού τύπου» (εικ. 118), έναν χιακό με υπόλευκο επίχρισμα (εικ. 119) και για έναν αττικό αμφορέα τύπου à la brosse (εικ. 120) 239. Το γράμμα Μ εμφανίζεται σε δύο αμφορείς: στον αμφορέα από την Ανατολική Ελλάδα και σε αυτόν του «λεσβιακού τύπου» (εικ. 117 και 118). Η πιο απλή ερμηνεία του είναι ότι πρόκειται για συντομογραφία της λέξης μετρητής (12 αττικές χόες = λίτρα). Ωστόσο, η χωρητικότητα των δύο αυτών αμφορέων από την Άκανθο φαίνεται να είναι μικρότερη. Θα μπορούσε ακόμη να αποτελεί συντομογραφία της λέξης 232 Lawall 2000, αρ. 7, εικ Φίλης 2011, αρ. 22, βλ. Φίλης 2011, Φίλης 2011, Dupont 2003, αρ. 23, βλ. Φίλης 2011, Φίλης 2011, αρ. 1, 2, 3, 4 αντίστοιχα, βλ. Φίλης 2011,

68 «μαλθακός» και να αναφέρεται έτσι στο είδος του κρασιού που περιείχε 240. Αντίστοιχα graffiti σε αμφορείς του 5 ου αι. π.χ. από την αθηναϊκή Αγορά ερμηνεύονται από τον Lawall ως εμπορικές συντομογραφίες 241. Η τοποθέτηση του γράμματος Μ σε εμφανές σημείο και στις δύο όψεις του λαιμού ενός αμφορέα θεωρεί ότι σχετίζεται με το περιεχόμενο τους που ίσως ήταν το μέλι 242. Επίσης, ο ίδιος μελετητής προτείνει και μία δεύτερη ερμηνεία και συγκεκριμένα ότι το γράμμα θα μπορούσε να αναφέρεται σε κρασί που περιείχε μέλι («μελίχροος οίνος») 243. Η περίπτωση το Μ να είναι αριθμητικό και όχι αρχικό λέξης είναι απίθανη, διότι είναι δύσκολο ο αριθμός 40 να σχετίζεται με κάποια μονάδα χωρητικότητας 244. Το ίδιο απίθανο είναι το εγχάρακτο γράμμα Ν, που βρίσκεται στον λαιμό του χιακού αμφορέα (εικ. 119), να είναι αριθμητικό και να δηλώνει τον αριθμό Τέλος, το εγχάρακτο, μετά από την όπτηση, Α στον ώμο του αττικού αμφορέα à la brosse (εικ. 120), εξαιτίας της αποσπασματικής κατάστασης του αγγείου δεν είναι σίγουρο αν αποτελεί μονόγραμμα ή αρχικό μίας λέξης που δεν έχει σωθεί. Ωστόσο, το σχήμα του Α συμφωνεί με τον πρώιμο «αττικό» τύπο του γράμματος 246. Συμπλέγματα γραμμάτων, αρχικά ονομάτων ή λέξεων και ονόματα Στα συμπλέγματα γραμμάτων ανήκει το χάραγμα λακωνικού αμφορέα που χρονολογείται στα τέλη του 6 ου αι. π.χ. (εικ. 121) 247. Φέρει στο μέσο του ώμου το σύμπλεγμα δύο γραμμάτων Α και Ν, χαραγμένων μετά από την όπτηση. Στην ομάδα των αρχικών ονομάτων ή λέξεων ανήκουν τα χαράγματα πέντε εμπορικών αμφορέων. Οι δύο από αυτούς φέρουν dipinto, που έχει γίνει μετά από την όπτηση. Και τα δύο dipinti βρίσκονται σε αμφορείς «σαμιακού τύπου» της Zeest. Ο ένας φέρει το dipinto στη μία όψη του λαιμού και στον ώμο, όπου διακρίνονται ίχνη ερυθρωπού χρώματος 248 και ο δεύτερος φέρει στον λαιμό τρία μεγάλα γράμματα ερυθρού χρώματος (εικ. 122) 249. Δύο εγχάρακτα γράμματα ΠΟ, μετά από την όπτηση, τοποθετημένα στον ώμο, φέρει αττικός αμφορέας à la brosse, που χρονολογείται στα 240 Φίλης 2011, Lawall 2000, 47 αρ. 55, εικ. 8, 21 και 55 αρ , εικ Lawall 2000, Lawall 2000, 19 σημ Φίλης 2011, Φίλης 2011, Jeffery- Johnston 1990, 23, εικ. 1 αρ αρ. 4, βλ. Φίλης 2011, αρ. 10, βλ. Φίλης 2011, αρ. 9, βλ. Φίλης 2011,

69 μέσα του 6 ου αι. π.χ. (εικ. 123) 250. Επίσης, αμφορέας αδιάγνωστου εργαστηρίου του Βόρειου Αιγαίου, που χρονολογείται στα τέλη του 6 ου αι. π.χ., φέρει μετά από την όπτηση στον λαιμό χαραγμένα πιθανόν τα γράμματα ΓΥ 251. Τέλος, αμφορέας αδιάγνωστου εργαστηρίου, πιθανόν της Ανατολικής Ελλάδας, που χρονολογείται, επίσης, στα τέλη του 6 ου αι. π.χ., φέρει πριν από την όπτηση στη μία όψη του, στο ύψος του ώμου, ανάμεσα στις δύο λαβές, dipinto με ανεστραμμένα γράμματα. Τα γράμματα είναι αρκετά μεγάλα και η ανάγνωσή τους γίνεται επί τα λαιά: ΠΡΟ (εικ. 124) 252. Ωστόσο, στην κατηγορία αυτή παρουσιάζει ενδιαφέρον η αναγραφή ολόκληρων ονομάτων σε δύο αμφορείς «λεσβιακού» τύπου που χρονολογούνται στο β μισό του 6 ου αι. π.χ. Για τον πρώτο αμφορέα, το όνομα Κτεσικλεύς σε ονομαστική σχετίζεται πιθανότατα με τον έμπορο ή τον ιδιοκτήτη (εικ. 125) 253. Ο τύπος των γραμμάτων έχει αρκετές ομοιότητες με το αττικό, αλλά και με το ιωνικό αλφάβητο, ενώ το όνομα απαντάται συχνά στον κατάλογο των ιωνικών και των αττικών ονομάτων 254. Το δεύτερο εγχάρακτο όνομα είναι κάπως δυσανάγνωστο (εικ. 126) 255. Το όνομα έχει την κατάληξη..ιθονοσ και συνοδεύεται από το ρήμα ΕΜΙ. Προβληματική, όμως, είναι η ανάγνωση των δύο πρώτων γραμμάτων παρόλο που σώζονται σε πολύ καλή κατάσταση. Το πρώτο γράμμα μπορεί να συμπληρωθεί ως Ο ή Θ, ίσως όμως να πρόκειται για κάποιο σημάδι. Το επόμενο γράμμα μοιάζει πολύ με δίγαμμα, ίσως όμως να πρόκειται για μία αποτυχημένη απόπειρα του χαράκτη να γράψει, για παράδειγμα, το γράμμα Α ή Ε. Εάν συμβαίνει κάτι τέτοιο, τότε θα μπορούσε η ανάγνωση του ονόματος να είναι ΑΙΘΟΝΟΣ ή ΕΙΘΟΝΟΣ. Ακόμη, θα μπορούσε να πρόκειται και για Π χαραγμένο πλάγια, επομένως σε αυτήν την περίπτωση διαβάζεται ως ΠΙΘΟΝΟΣ. Πάντως με την υπάρχουσα μορφή ως = που είναι χαραγμένο το γράμμα αυτό, απάντα μόνο στο καρικό αλφάβητο 256. Ωστόσο, απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή στο συσχετισμό του τύπου προέλευσης των αμφορέων με τον τύπο γραφής των ονομάτων που αναγράφονται σε αυτούς. Η 250 αρ. 6, βλ. Φίλης 2011, αρ. 7, βλ. Φίλης 2011, αρ. 8, βλ. Φίλης 2011, αρ. 11, βλ. Φίλης 2011, LGPN V.A, 259 και LGPN II, αρ. 12, βλ. Φίλης 2011, Adiego 2007, 173 και Φίλης 2011,

70 παρουσία του ΕΜΙ κάνει αρκετά πιθανό η εγχάρακτη επιγραφή να σχετίζεται με την αναγραφή του ονόματος του ιδιοκτήτη του αμφορέα 257. Σύμβολα Δύο αττικοί αμφορείς τύπου à la brosse (εικ. 127), δύο «λεσβιακού τύπου» (εικ. 128 και 129) και ένας αμφορέας από εργαστήριο του Βόρειου Αιγαίου, που χρονολογούνται στο τρίτο τέταρτο (ή στα τέλη) του 6 ου αι. π.χ., φέρουν εγχάρακτους «σταυρούς» στον ώμο ή στη λαβή ή στον λαιμό 258. Ωστόσο, είναι πιθανότερο ότι οι γραπτοί «σταυροί» (Χ ή +), που έχουν γίνει πριν από την όπτηση, αποτελούν διακριτικά σύμβολα των κεραμέων 259. Οι εγχάρακτοι συνδέονται μάλλον με τον έμπορο ή τον ιδιοκτήτη. Το σύμβολο της «τρίαινας» χαράχθηκε δύο φορές επάνω στον ίδιο «λεσβιακού τύπου» αμφορέα του πρώτου μισού του 6 ου αι. π.χ. (εικ. 130) 260. Πρόκειται για χαράγματα αρκετά μεγάλου μεγέθους που έχουν γίνει μετά από την όπτηση του αμφορέα. Η χάραξή τους όμως είναι πρόχειρη και βιαστική, καθώς οι γραμμές τους δεν είναι εντελώς ευθείες, γεγονός που μάλλον οφείλεται στην σκληρή επιφάνεια του αμφορέα. Παρόμοια χαράγματα υπάρχουν σε αγγεία από τη Νάξο της Σικελίας 261 και τη Σμύρνη 262, είναι όμως δύσκολο να διαπιστωθεί κατά πόσο η «τρίαινα» αποτελεί ένα απλό εμπορικό σύμβολο ή αριθμητικό 263. Το σύμβολο της κλεψύδρας ή του διπλού πέλεκυ στη λαβή «λεσβιακού τύπου» αμφορέα (εικ. 131) 264 ερμηνεύεται ως διακριτικό σύμβολο εμπόρων 265. Το σύμβολο το συναντάμε ακόμη ως γράμμα στο δωρικό (κυρίως στην περιοχή της Κνίδου), το καρικό και το κυπριακό αλφάβητο 266. Οι χαρακτηριστικοί μικροί και γραπτοί δακτύλιοι ή ομόκεντροι κύκλοι απαντούν σε ιωνικούς αμφορείς (εικ ) 267. Συγκεκριμένα στους χιακούς αμφορείς του β μισού του 6 ου αι. π.χ., στον τύπο με «χωνοειδή» λαιμό, στον τύπο με «διογκωμένο» 257 Johnston 2004, 741 και Φίλης 2011, αρ. 2, 3, 4, 5, 6, βλ. Φίλης 2011, Γραπτούς «σταυρούς» συναντάμε συχνά σε αγγεία των Πρωτογεωμετρικών Γεωμετρικών χρόνων από την Αθήνα, την Αίγινα, την Αργολίδα και την υπόλοιπη Πελοπόννησο, την Κνωσό, την Εύβοια αλλά και τις Κυκλάδες, βλ. Papadopoulos 1994, , , πίν αρ. 8, βλ. Φίλης 2011, Manni Piraino, M., T., Naxos. Frammenti fittili iscritti, ΚΩΚΑΛΟΣ 23, 1987, 39 αρ. 21, πίν. VII. 262 Jeffery 1964, 42 αρ. 14, εικ Φίλης 2011, αρ. 10, βλ. Φίλης 2011, Johnston 1979, Φίλης 2011, 457, Jeffery- Jonston 1990, 345 και Adiego 2007, αρ. 11, 12, 13, 16, βλ. Φίλης 2011,

71 λαιμό, στους «σαμιακού τύπου» της Zeest και σπάνια σε κλαζομενιακούς και λεσβιακούς. Συνήθως τοποθετούνται λίγο κάτω από το χείλος ή μπορεί να επαναλαμβάνονται στον ώμο, στο σημείο γένεσης της λαβής ή ακόμα και στη βάση της. Πιο σπάνια απαντούν απλοί εμπίεστοι κύκλοι κυρίως στη γένεση των λαβών. Ορισμένες φορές οι γραπτοί κύκλοι συνδυάζονται με τους εμπίεστους. Και στις δύο περιπτώσεις έχουν γίνει πριν από την όπτηση 268. Ο Johnston εξετάζει αυτά τα σύμβολα μέσα στη γενική διακόσμηση των αμφορέων κάθε τύπου 269. Βέβαια, υπάρχουν και άλλες ερμηνείες, όπως για παράδειγμα ότι αναφέρονται στην ποσότητα του περιεχομένου ή ότι αποτελούν διακριτικά σύμβολα των κεραμέων ή των παραγωγών του κρασιού ή των μεσαζόντων 270. Σύμφωνα με την άποψη του Lawall τα σύμβολα αυτά εξαιτίας της απλής μορφής τους και της ευρείας διάδοσής τους και σε άλλους τύπους αμφορέων είναι πολύ πιθανό να μην αποτελούσαν μέρος μίας συστηματικά οργανωμένης διαδικασίας 271. Σχέδια Σε αμφορέα «λεσβιακού τύπου» (εικ. 135α-β) 272, που χρονολογείται στο β μισό του 6 ου αι. π.χ., υπάρχει στη μία όψη του λαιμού του ένα αδιάγνωστο χάραγμα που μοιάζει με πλοίο, τοποθετημένο κατακόρυφα. Το χάραγμα αυτό έχει σχεδιαστεί μετά από την όπτηση και είναι πολύ πιθανό να έχει γίνει από τον ιδιοκτήτη του αμφορέα, όταν θα είχε αδειάσει το αρχικό περιεχόμενο του αγγείου 273. Εάν, όμως, υποθέσουμε πως το χάραγμα αυτό έχει γίνει στην αρχική χρήση του αμφορέα, από τον έμπορο για παράδειγμα, τότε το χάραγμα του πλοίου παραπέμπει άμεσα στο θαλάσσιο εμπόριο. Άλλα αδιάγνωστα graffiti Ένας «σαμιακού τύπου» αμφορέας της Zeest (εικ. 136α-β) 274, που χρονολογείται στο τελευταίο τέταρτο του 6 ου αι. π.χ., φέρει μετά από την όπτηση στο μέσο περίπου του λαιμού τρία εγχάρακτα γράμματα: Ι Ε Υ. Σύμφωνα με τον τύπο του Ε η ανάγνωση των γραμμάτων γίνεται από δεξιά προς τα αριστερά. Ωστόσο, στην περίπτωση αυτή είναι δύσκολο να διαβαστεί κάποιο όνομα. Εάν, όμως, διαβαστεί από 268 Φίλης 2011, Johnston 1990a, Dupont 2003, 149 και Lawall, Μ., Ceramics and positivism revisited: Greek transport amphoras and history, Parkins- Smith, 1998, Lawall, ό.π., αρ. 2, βλ. Φίλης 2011, Φίλης 2011, αρ. 1, βλ. Φίλης 2011,

72 τα αριστερά, ίσως το Ι (=Ζ) να είναι αριθμητικό και να δηλώνει το επτά, ενώ τα υπόλοιπα γράμματα ΕΥ μπορεί να είναι αρχικά ονόματος ή προϊόντος. Προβληματική, επίσης, είναι και η ανάγνωση του graffito ενός σαμιακού αμφορέα (εικ. 137α-β) 275, που χρονολογείται στα μέσα του 6 ου αι. π.χ. Φέρει στο ύψος του ώμου μετά από την όπτηση τρία εγχάρακτα γράμματα: Θ Υ Ε. Ο τύπος του Θ με σταυρό απαντά κυρίως σε πρώιμες επιγραφές. Στην περίπτωση ανάγνωσης ως ΘΥΕ το νόημα της λέξης είναι δυσνόητο, διότι το τελευταίο γράμμα, που σώζεται σε καλή κατάσταση, μοιάζει περισσότερο με δίγαμμα παρά με Ε. Αν πάλι ο χαράκτης είχε στο μυαλό του να αποδώσει το Ε, τότε ίσως πρόκειται για τα αρχικά ενός ονόματος ή μίας λέξης (ΕΥΘ). Ακόμη, η ανάγνωση των γραμμάτων αυτών ως αριθμητικών είναι απίθανη (Θ=9, F=6, Υ=400). Είναι όμως πολύ πιθανό να πρόκειται για επιγραφή σε καρικό αλφάβητο και να μεταγράφεται ως r u q 276. Ακόμη, σε αμφορέα από αδιάγνωστο εργαστήριο του Βόρειου Αιγαίου (εικ. 138 α- β) 277 υπάρχει άλλη μία δυσερμήνευτη εγχάρακτη επιγραφή. Ο αμφορέας χρονολογείται στα τέλη του 6 ου αι. π.χ. και φέρει μετά από την όπτηση στον ώμο τέσσερα εγχάρακτα σύμβολα, ίσως γράμματα, σε καμπύλη διάταξη. Το σύμβολο στα αριστερά μοιάζει με βέλος στο πάνω μέρος του όμως φαίνεται να σχηματίζεται ένα τρισκελές Σ. Στη συνέχεια ακολουθεί ένα Α. Το graffito αυτό μπορεί να είναι αριθμητικό και να δηλώνει τον αριθμό 100. Στη συνέχεια ακολουθεί ένα γράμμα που μοιάζει με Θ και ένα Η. Στην περίπτωση που και αυτό είναι αριθμητικό, θα δηλώνει τον αριθμό οκτώ 278. Τέλος, ένας κορινθιακός αμφορέας τύπου Α του τελευταίου τέταρτου του 6 ου αι. π.χ. φέρει κατά πάσα πιθανότητα dipinto (εικ. 139) 279. Στον ώμο διακρίνεται μία ερυθρού χρώματος κατακόρυφη ταινία. Ωστόσο, τα dipinti σε κορινθιακούς αμφορείς τύπου Α είναι αρκετά σπάνια και σύμφωνα με την άποψη του Koehler όλα σχετίζονται με τους εμπόρους ΚΑΡΑΜΠΟΥΡΝΑΚΙ 275 αρ. 2, βλ. Φίλης 2011, Adiego 2007, 21 και Φίλης 2011, αρ. 3, βλ. Φίλης 2011, Φίλης 2011, αρ. 7, βλ. Φίλης 2011, Koehler, C., Transport amphoras evidence for trade, A News V III, no 213, 1979, και Φίλης 2011,

73 Ένα εύρημα, με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, που βρέθηκε στον αρχαίο οικισμό στο Καραμπουρνάκι και σχετίζεται με το εμπόριο, είναι το τμήμα λαιμού γκρίζου πιθανόν λέσβιου αμφορέα με εγχάρακτη, πριν από την όπτηση του αγγείου, επιγραφή με το όνομα ΦΕΣΙ[ΟΣ](εικ. 140). Η επιγραφή είναι χαραγμένη επί τα λαιά και χρονολογείται στον 6 ο αι. π.χ. Το γεγονός ότι η επιγραφή έχει γίνει πριν από την όπτηση καθιστά πολύ πιθανό πως το όνομα ΦΕΣΙΟΣ είναι το όνομα του εμπόρου, εάν τελικά πρόκειται για λέσβιο εμπορικό αμφορέα 281. Ακόμη ένα εύρημα από το Καραμπουρνάκι, που σχετίζεται με το εμπόριο και προέρχεται από τον λάκκο της ΒΔ γωνίας στην τομή 22/84Β, είναι ένα μεγάλο συγκολλημένο τμήμα αττικού αμφορέα SOS, ο οποίος φέρει στον ώμο εγχάρακτη επιγραφή: ΧΕΑΣΔΜΑ (;). Η επιγραφή, μέχρι στιγμής, δεν βγάζει κάποιο νόημα. Ίσως πρόκειται για τα αρχικά λέξεων που σχετίζονται με το εμπόριο ή έχει να κάνει με το εργαστήριο παραγωγής του 282. Τέλος, κατά τις ανασκαφικές έρευνες το καλοκαίρι του 1996 στο Καραμπουρνάκι ήρθε στο φως ένα όστρακο από τον ώμο αττικού αμφορέα SOS, στη γένεση της μίας λαβής του οποίου είναι χαραγμένη η λέξη ΚΑΛΙΟ (εικ. 141). Πρόκειται για την γενική πτώση του ονόματος Καλλίας και η επιγραφή είναι γραμμένη σε αττικό αλφάβητο. Το όστρακο αυτό χρονολογείται στο α μισό του 6 ου αι. π.χ. Αττικοί αμφορείς SOS που φέρουν πλήρη ονόματα και μάλιστα, τις περισσότερες φορές σε γενική πτώση, στον ώμο ή τον λαιμό, έχουν βρεθεί σε διάφορα μέρη του αρχαίου κόσμου. Οι παλαιότεροι χρονολογούνται στο τελευταίο τέταρτο του 7 ου αι. π.χ. και οι νεότεροι στο α μισό του 6 ου αι. π.χ. Η ερμηνεία αυτών των ονομάτων έχει συζητηθεί αρκετά. Έχει προταθεί πως πρόκειται για ονόματα εμπόρων, ελαιοπαραγωγών ή κατόχων των ίδιων των αγγείων, προφανώς σε δεύτερη χρήση. Το εύρημα αυτό, πάντως, σχετίζεται με την αττική παρουσία στη Μακεδονία μέσω του εμπορίου και συγκεκριμένα της διακίνησης του αττικού λαδιού, μιας και έχουν βρεθεί τέτοιοι αμφορείς σε πολλές περιοχές της Μακεδονίας ΣΙΝΔΟΣ/ ΑΓΧΙΑΛΟΣ Η διπλή «τράπεζα» της Αγχιάλου βρίσκεται 23 χλμ. δυτικά της Θεσσαλονίκης, κοντά στον Γαλλικό ποταμό και τη σημερινή Σίνδο, και ανήκε στην περιοχή της 281 Τιβέριος-Μανακίδου-Τσιαφάκη 2008, Τιβέριος-Μανακίδου-Τσιαφάκη 2009, Τιβέριος 2000α,

74 αρχαίας Μυγδονίας (Χάρτης 1). Κατά την αρχαιότητα η θέση της διπλής «τράπεζας» ήταν δίπλα ή πολύ κοντά στη θάλασσα. Η ζωή του πολίσματος θα πρέπει να τοποθετηθεί από τα τέλη του 9 ου αι. π.χ. έως και τα βυζαντινά χρόνια 284. Κοντά στον οικιστικό σχηματισμό της διπλής «τράπεζας» Αγχιάλου βρέθηκαν δύο νεκροταφεία. Το νεότερο από αυτά εκτείνεται σε μικρή απόσταση βόρεια της «τράπεζας». Η λειτουργία του πρέπει να άρχισε στο δεύτερο μισό του 5 ου αι. π.χ. και δεν συνεχίστηκε μετά τα μέσα του 4 ου αι. π.χ. Για ένα χρονικό διάστημα συνυπήρχε με το αρχαϊκό νεκροταφείο του πολίσματος, που βρίσκεται σε απόσταση 600μ. στα νοτιοανατολικά και με το οποίο παρουσιάζει σημαντικές ομοιότητες τόσο στα είδη των τάφων όσο και στα κινητά ευρήματα. Το νεκροταφείο αυτό χρονολογείται στον 6 ο και τον 5 ο αι. π.χ. 285 Από το νεκροταφείο της Σίνδου προέρχεται ένας αττικός μελανόμορφος σκύφος ερμογένειου τύπου, που χρονολογείται στο π.χ. και φέρει στο χείλος της μίας πλευράς χάραγμα σε σχήμα W (εικ. 142). Ίσως ο ιδιοκτήτης να «σημάδεψε» το αγγείο του, για να δείξει πως είναι δικό του 286 και αργότερα να τον συνόδεψε και στην τελευταία του κατοικία ως κτέρισμα, όπως τον συνόδευε στην καθημερινή του ζωή. Ακόμη, στην Ύστερη Κορινθιακή περίοδο ΙΙ χρονολογούνται δύο εξάλειπτρα, προερχόμενα, επίσης, από το νεκροταφείο (αρ. 67 και 75) (εικ. 143 και 144) 287, τα οποία φέρουν στη βάση τους το ίδιο γραπτό συμπίλημα: ΝΕ 288. Το ίδιο ακριβώς συμπίλημα απαντά και σε ένα άλλο κορινθιακό εξάλειπτρο από το νεκροταφείο της Αγ. Παρασκευής, ΝΑ της Θεσσαλονίκης 289. Είναι πολύ πιθανόν αγγεία του ίδιου εμπόρου από το ίδιο εμπορικό φορτίο να πουλήθηκαν σε αγοραστές που κατοικούσαν σε δύο διαφορετικές περιοχές του Θερμαϊκού κόλπου 290. Ένα ακόμη κορινθιακό 284 Για τις αρχικές ανασκαφικές έρευνες και τα τοπογραφικά στοιχεία της Αγχιάλου/ Σίνδου, βλ. Rey, L., BCH 41-43, , 74 κ.ε., εικ , πίν. ΙΧ, Picard, Ch., BSA 23, , 4 και Τιβέριος, Μ., Εγνατία 3, , 209 κ.ε. 285 Για μία συνολική παρουσίαση του πολίσματος και των νεκροταφείων στη διπλή Τράπεζα Αγχιάλου/ Σίνδου, βλ. Gimatzidis, St., Die Stadt Sindos. Eine Siedlung von der späten Bronzen bis zur klassischen Zeit am Thermaischen Golf in Makedonien, Prähistorische Archäologie in Südosteuropa 26, Rahden/ Westf, Σίνδος 1985, 246 και Σαριπανίδη 2012, 68-69, πίν. 29, αρ. κατ Τιβέριος 2016, 17 και Σαριπανίδη 2012, 48, πίν. 18, αρ. κατ. 67 και Τιβέριος 2016, Είναι αδημοσίευτο και φυλάσσεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης µε αριθ. ευρ. MΘ Και στα τρία αυτά αγγεία τα dipinti έχουν αποδοθεί µε ερυθρό χρώμα μετά από την όπτησή τους. 290 Τιβέριος 2016,

75 εξάλειπτρο (αρ. 63) από το νεκροταφείο της ίδιας περιόδου φέρει, επίσης, dipinto ερυθρού χρώματος. Ίσως να πρόκειται για το γράμμα Υ ή Λ (εικ. 145) ΠΕΛΛΑ Κατά την ανασκαφική δραστηριότητα στο δημόσιο λουτρό της ελληνιστικής Πέλλας, πρωτεύουσας του Μακεδονικού Βασιλείου (Χάρτης 1), εντοπίστηκαν δύο λάκκοι (εικ. 146α-β), η κεραμική των οποίων, αν και αποσπασματική, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, διότι χρονολογείται στους κλασικούς χρόνους, μία εποχή η οποία δεν μαρτυρείται με μεγάλη βεβαιότητα από τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα στην Πέλλα. Το δημόσιο λουτρό, όπου βρέθηκαν οι δύο λάκκοι, βρίσκεται νότια των Οικιών με τα πολύ γνωστά μωσαϊκά δάπεδα. Τοποθετείται, συγκεκριμένα, στην βορειότερη γωνία του οικοδομικού τετραγώνου της πόλεως, όπου βρίσκονται πολλά από τα δημόσια κτίρια και τα εργαστήρια κεραμικής της Πέλλας και χρονολογούνται στην ελληνιστική περίοδο. Η περιοχή, ωστόσο, στην οποία ανακαλύφθηκαν οι δύο λάκκοι, είναι μέρος της πόλης των κλασικών χρόνων, τα ερείπια της οποίας είναι λίγα εξαιτίας της μεταγενέστερης ελληνιστικής αρχιτεκτονικής δραστηριότητας 292. Ανάμεσα στην κεραμική των δύο λάκκων ξεχωρίζουν ορισμένα όστρακα, τα οποία φέρουν εγχάρακτες επιγραφές και μονογράμματα. Σε αυτό το κεφάλαιο θα παρουσιαστεί ένα μόνο ενεπίγραφο όστρακο από το σύνολο, το οποίο χρονολογείται στα τέλη του 6 ου αι. π.χ. Τα υπόλοιπα ενεπίγραφα χρονολογούνται στο τέλος του 5 ου αι. π.χ. και θα σχολιαστούν στο επόμενο κεφάλαιο. Το όστρακο αυτό προέρχεται από τον λαιμό ενός αμφορέα, το οποίο φέρει dipinto το γράμμα Π. Το dipinto είναι κατά πάσα πιθανότητα ένα εμπορικό αριθμητικό σύμβολο, το οποίο δηλώνει την χωρητικότητα 293 του αγγείου (πέντε χόες) «ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΕΣ» ΕΠΙΓΡΑΦΕΣ ΚΑΡΑΜΠΟΥΡΝΑΚΙ Από την τομή 23/3Α προέρχεται αξιοπρόσεκτος αριθμός οστράκων που φέρουν graffiti. Το πιο αξιοσημείωτο, όμως, εύρημα αποτελούν τα όστρακα ενός αγγείου 291 Σαριπανίδη 2012, 48, πίν. 18, αρ. κατ Akamatis-Aamodt 2015, Lawall 2000, Akamatis-Aamodt 2015,

76 (αμφορέα ή οινοχόης), τα οποία φέρουν εγχάρακτη καρική επιγραφή (εικ. 147) 295. Πρόκειται για όστρακα ενός «ιωνίζοντος» κλειστού αγγείου, πιθανότατα αμφορέα. Όσον αφορά την επιγραφή 296 η παρουσία αριθμητικών σημείων ανάμεσα στα γράμματα σε συνδυασμό με τον άτακτο τρόπο χάραξης της επιγραφής πάνω στο αγγείο, αποδεικνύει πολύ πιθανόν το εμπορικό περιεχόμενό της. Όσον, όμως, αφορά την χρονολόγησή του, το αγγείο είναι δύσκολο να χρονολογηθεί, διότι βρέθηκε σε διαταραγμένο στρώμα και το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την αποσπασματική μορφή του και την έλλειψη οποιασδήποτε διακόσμησης, δυσκολεύει ακόμα περισσότερο την ακριβή χρονολόγησή του. Οπωσδήποτε, όμως, τα υπόλοιπα ευρήματα που βρέθηκαν μαζί του και κυρίως η μορφή των γραμμάτων όπως και το ίδιο το αγγείο, χρονολογούν τις επιγραφές στον 6 ο αι π.χ. (ή ίσως και στον 5 ο αι. π.χ.). Δυστυχώς, η καρική γραφή δεν έχει αποκρυπτογραφηθεί ακόμη. Ένα τέτοιο εύρημα σε αυτόν τον αιώνα είναι ιδιαίτερα σημαντικό, διότι αποδεικνύει την παρουσία των Καρών στις ακτές του βορειοελλαδικού χώρου. Οι επιγραφές αυτές από το Καραμπουρνάκι δεν είναι οι μόνες γνωστές καρικές από την περιοχή του Θερμαϊκού κόλπου και γενικότερα του βορειοελλαδικού χώρου. Δύο ακόμη καρικές επιγραφές, μεταγενέστερες βέβαια, βρέθηκαν στη Μακεδονία: η μία είναι χαραγμένη στη βάση ενός αττικού μελαμβαφούς σκύφου του γ τετάρτου του 5 ου αι. π.χ. και προέρχεται από την Πολίχνη (Τράπεζα Λεμπέτ) στη Θεσσαλονίκη και η άλλη, που χρονολογείται στον 4 ο αι. π.χ., είναι χαραγμένη πάνω σε ένα μελαμβαφές, πιθανότατα άωτο φιαλίδιο, πριν από την όπτηση και προέρχεται από τα Στάγειρα 297. Αυτά τα ευρήματα δεν αποδεικνύουν απλά μία παρουσία Κάρων στην περιοχή της Μακεδονίας, αλλά μαρτυρούν πολύ πιθανόν και μία εγκατάσταση εμπόρων από την Καρία ήδη ίσως και από τον 6 ο αι. π.χ. Ο Μ. Τιβέριος αναφέρει, επίσης, ότι «οι Κάρες είχαν επηρεαστεί από τους Έλληνες και μάλιστα από τους Ίωνες συγκατοίκους τους και το γεγονός αυτό φαίνεται πολύ καλά και στα έργα της τέχνης τους και κυρίως στην κεραμική πολυτελείας που παρήγαγαν κατά τους γεωμετρικούς και κυρίως τους αρχαϊκούς χρόνους» 298. «Μετά από αυτά θεωρούμε ως αρκετά πιθανό τους Κάρες στο μυχό του Θερμαϊκού κόλπου να τους οδήγησαν Ίωνες συντοπίτες 295 Το εύρημα αυτό αποτέλεσε το αντικείμενο της ανακοίνωσης του Μ. Τιβέριου στο 6 ο Διεθνές Συμπόσιο για την αρχαία Μακεδονία, που έγινε στη Θεσσαλονίκη τον Οκτώβριο του Την επιγραφή αρχικά μελέτησε διεξοδικά ο Τ. Χρηστίδης. Στη συνέχεια τη μελέτη ανέλαβε ο I. J. Adiego, βλ. Adiego, κ.ά. 2012, Τα ενεπίγραφα όστρακα από την Τράπεζα Λεμπέτ και τα Στάγειρα θα σχολιαστούν στα επόμενα δύο κεφάλαια της εργασίας. 298 Τιβέριος 1999,

77 τους, που από τα τέλη του 8 ου αι. π.χ. και καθ όλη τη διάρκεια της αρχαϊκής εποχής, είχαν έντονη παρουσία στα μέρη αυτά» ΤΟΥΜΠΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Στην Τούμπα Θεσσαλονίκης (Χάρτης 1), στην οδό Ορτανσίας στο δυτικό τμήμα της «τράπεζας», το 1986 η ανασκαφή αποκάλυψε τμήματα ορθογώνιων σπιτιών με υπαίθριους χώρους, οι οικοδομικές φάσεις των οποίων χρονολογούνται από τον 6 ο έως και τον 4 ο αι. π.χ. (εικ. 148α). Ανάμεσα στους τοίχους βρέθηκαν ημιυπόγειες κατασκευές (υπόσκαπτα), οι οποίες είχαν διάφορες χρήσεις, γεγονός που αποδεικνύεται από το μέγεθος και το περιεχόμενό τους. Σε ένα από αυτά τα υπόσκαπτα (εικ. 148β), το οποίο περιείχε μεγάλους και μικρούς λίθους, πολλά θραύσματα αγγείων, όστρεα και οστά ζώων, βρέθηκε ένα όστρακο κλειστού αγγείου τοπικής παραγωγής με εγχάρακτη επιγραφή. Η επιγραφή είναι πιθανό να γράφτηκε μετά τη θραύση του αγγείου και αποτελείται από δέκα ή έντεκα γράμματα/ σύμβολα (εικ. 149). Την ίδια χρονιά παραδόθηκε στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης από έναν κάτοικο της Τούμπας ένα τμήμα κεραμιδιού, η εικονογραφία και η επιγραφή του οποίου είναι όμοιες με αυτές του οστράκου. Το τμήμα του κεραμιδιού φέρει εγχάρακτη επιγραφή με 16 γράμματα/ σύμβολα, τα οποία φαίνεται ότι χαράχθηκαν μετά τη θραύση του κεραμιδιού (εικ. 150). Τα δύο θραύσματα φέρουν πολλές ομοιότητες. Χρονολογούνται στην ύστερη αρχαϊκή περίοδο και οι επιγραφές τους χαράχθηκαν αφότου έσπασαν. Και οι δύο επιγραφές φέρουν παρόμοιους χαρακτήρες, οι οποίοι μοιάζουν κυρίως με αντίστοιχους φοινικικούς, ελληνικούς και καρικούς (εικ. 151). Παρόλα αυτά, η επιγραφή του οστράκου περιλαμβάνει ορισμένα γράμματα που μοιάζουν πολύ με γράμματα της αραμαϊκής και λυκικής γραφής, ενώ η επιγραφή του θραύσματος του κεραμιδιού φέρει γράμματα, τα οποία είναι ίδια με εκείνα της καρικής επιγραφής του αμφορέα ή της οινοχόης από το Καραμπουρνάκι (εικ. 147). Επομένως, η γραφή στις επιγραφές των θραυσμάτων είναι αλφαβητική και η φορά ανάγνωσης πιθανόν γίνεται από τα δεξιά προς τα αριστερά. Και στις δύο επιγραφές τα κοινά γράμματα είναι το Α, το Θ και το Σ, ωστόσο, υπάρχουν επιπλέον σύμβολα μη αναγνωρίσιμα, διαφορετικά στο όστρακο και διαφορετικά στο θραύσμα του κεραμιδιού. Ακόμη, στο όστρακο όλα 299 Τιβέριος 1999,

78 τα γράμματα και τα σύμβολα είναι διαφορετικά, ενώ στο θραύσμα του κεραμιδιού ένα σύμβολο ή γράμμα εμφανίζεται δύο φορές. Επομένως, είναι πολύ πιθανό να πρόκειται για περισσότερες από μία γλώσσες ή διαλέκτους. Οι επιγραφές είναι βέβαιο πως δεν ανήκουν στο ίδιο επιγραφικό σώμα. Κατά τη γνώμη μου, το όστρακο από το κλειστό αγγείο θα μπορούσε να έχει χρησιμοποιηθεί ως αλφαβητάριο. Όπως, ήδη αναφέρθηκε, όλα τα γράμματα της επιγραφής που φέρει είναι διαφορετικά, επομένως, είναι πολύ πιθανό να πρόκειται για τα γράμματα ενός αλφαβήτου, το οποίο δεν μάς είναι έως τώρα γνωστό. Λιγότερο πιθανή είναι η περίπτωση του αλφαβηταρίου για το θραύσμα του κεραμιδιού, διότι υπάρχει η επανάληψη ενός τουλάχιστον συμβόλου. Τα δύο θραύσματα δεν φέρουν μόνο όμοιες επιγραφές, αλλά και όμοιες παραστάσεις. Στην επάνω γωνία του οστράκου σώζεται το κεφάλι μίας ανδρικής μορφής που φορά ένα ψηλό στρογγυλό κάλυμμα, ενώ στο τμήμα του κεραμιδιού σώζεται σχεδόν ολόκληρη η μορφή ενός άνδρα με μακριά κώμη που φορά το ίδιο κάλυμμα στο κεφάλι και μακρύ ένδυμα. Με τα δύο του χέρια κρατά ένα αντικείμενο, το οποίο μοιάζει πολύ με ραβδί ή δόρυ. Αν και οι καλλιτεχνικές δεξιότητες των δημιουργών τους δεν είναι πολύ καλές, ο ανατολίτικος χαρακτήρας των παραστάσεων είναι εμφανής. Συγκεκριμένα, η γενική εικόνα των μορφών παραπέμπει στην τέχνη της περσικής αυτοκρατορίας. Εντούτοις, οι μορφές των θραυσμάτων θυμίζουν πολύ τις μορφές των στρατιωτών και των φρουρών του Πέρση βασιλιά, που εικονίζονται στα ανάγλυφα των ανακτόρων της Περσέπολης και τα ανάγλυφα από τα Σούσα (εικ. 152α-β). Επομένως, είναι πολύ πιθανόν οι δύο ανδρικές μορφές των θραυσμάτων να εικονίζουν στρατιώτες του περσικού στρατού. Τα δύο θραύσματα δεν είναι δημοσιευμένα. Ωστόσο, ο Τ. Χριστίδης και ο Μ. Τιβέριος, οι οποίοι μελέτησαν τα συγκεκριμένα ευρήματα, πρότειναν την άποψη ότι ο τόπος εύρεσης (η Τούμπα Θεσσαλονίκης θεωρείται τμήμα της αρχαίας Θέρμης, όπως και το Καραμπουρνάκι), η χρονολόγηση, οι επιγραφές και η εικονογραφία των δύο ευρημάτων μπορούν να συνδεθούν με την περσική παρουσία στη Μακεδονία κατά την ύστερη αρχαϊκή περίοδο. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο 300, στη Μακεδονία, όπως άλλωστε και στον υπόλοιπο ελλαδικό χώρο τη συγκεκριμένη περίοδο 301, υπήρχε 300 Ηρόδοτος, Ἱστορίαι, , 7. 98, , , , , και Ενδιαφέρον παρουσιάζει μία ομάδα εγχάρακτων επιγραφών σε όστρακα αττικών αγγείων που συνδέεται με την παρουσία των Περσών στην Ελλάδα, αν και εντάσσεται σε ένα πολύ διαφορετικό πλαίσιο από τα ευρήματα της Τούμπας Θεσσαλονίκης. Πρόκειται για ένα αττικό όστρακο με απεικόνιση ενός Σκύθη τοξότη και με ελληνική επιγραφή, που μάς πληροφορεί ότι ο Καλλίας, γιος του Κρατίου, κατηγορήθηκε για μηδισμό (ΚΑΛΛΙΑΣ ΚΡΑΤΙΟ ΜΕΔΟΣ). Το όστρακο είναι πολύ πιθανό να χρησιμοποιήθηκε για οστρακισμό το 485 π.χ. Η ίδια επιγραφή είναι χαραγμένη σε άλλα δέκα 69

79 ισχυρή περσική παρουσία από το 492 έως και το 479 π.χ., επομένως, είναι πιθανόν αυτοί που σχεδίασαν τις μορφές και χάραξαν τις επιγραφές στα θραύσματα να ανήκαν σε έναν από τους περσικούς στρατούς που έφτασαν στη Μακεδονία ΑΝΑΘΗΜΑΤΙΚΕΣ ΕΠΙΓΡΑΦΕΣ Γενικότερα, οι γνώσεις μας για τις θρησκευτικές δοξασίες και τις λατρευτικές πρακτικές στον βορειοελλαδικό χώρο κατά τους πρώιμους ιστορικούς χρόνους είναι, για την ώρα, αρκετά περιορισμένες. Οι ενδείξεις για την άσκηση της λατρείας αυτή την περίοδο είναι λίγες και ανιχνεύονται κυρίως στα ενδότερα της Μακεδονίας και στη βαλκανική ενδοχώρα. Ασφαλώς διάφορα θρησκευτικά έθιμα θα ήρθαν στο Βόρειο Αιγαίο κατά τον ελληνικό αποικισμό, καθώς και με τις επαφές των κατοίκων της περιοχής με τους Έλληνες της νότιας και ανατολικής Ελλάδας. Τα γνωστά και με ασφάλεια ταυτισμένα ιερά από τις αρχαιότερες φάσεις των ελληνικών αποικιών στη βόρεια Ελλάδα είναι λίγα και βρίσκονται κατά κύριο λόγο στη Χαλκιδική (Σάνη, Ποσείδι, Ποτίδαια, Άφυτις, Παρθενών Σιθωνίας, Στάγειρα) και τη Θάσο. Tα ιερά αυτά ιδρύθηκαν σε περιοχές, οι οποίες κατά τον 8 ο αι. π.χ. κατοικήθηκαν από Ευβοείς και Κυκλαδίτες αποίκους ΣΑΝΗ Στη Σάνη, η οποία βρίσκεται στη βορειοδυτική πλευρά της χερσονήσου της Παλλήνης στη Χαλκιδική, ανακαλύφθηκε ένα μικρό αλλά σημαντικό ιερό (Χάρτης 1). Το Ιερό φαίνεται να λειτούργησε από το α μισό του 7 ου αι. π.χ. έως το α μισό του 5 ου αι. π.χ. Λίγο βορειότερα και δυτικά ανασκάφηκαν τμήματα του αρχαίου οικιστικού σχηματισμού. Η πολυπληθέστερη κατηγορία ευρημάτων στο Ιερό της Σάνης ήταν αναμφισβήτητα τα αγγεία-μινιατούρες και ορισμένα μικρού μεγέθους αγγεία. Στα αναθήματα ανήκαν, όμως, και κανονικού μεγέθους συμποσιακά αγγεία εισηγμένα από τη νότια (Αττική, Κόρινθος) και την Ανατολική Ελλάδα (Ιωνία). Τα ευρήματα αυτά φανερώνουν την καθιέρωση μίας λατρευτικής πρακτικής, σύμφωνα με την οποία οι πιστοί όφειλαν ήδη από την πρώιμη αρχαϊκή περίοδο να αναθέτουν όστρακα, βλ. Ivantchik, A. I., Scythian Archers on Archaic Attic Vases: Problems of Interpretation, Ancient Civilizations from Scythia to Siberia 12, Leiden, 2006, , κυρίως , εικ Kefalidou-Xydopoulos 2017 (υπό έκδοση). 303 Θέσεις εύρεσης/ Ιερά, στο: PATHS ( ). 70

80 στην τιμώμενη θεότητα ορισμένα μόνο σχήματα αγγείων, στην περίπτωση αυτή κυρίως αγγείων μικρού μεγέθους 304. Το Ιερό, κατά πάσα πιθανότητα, ήταν αφιερωμένο σε γυναικεία θεότητα. Τα λατρευτικά στοιχεία που αποκάλυψε η ανασκαφή ταιριάζουν περισσότερο στη λατρεία της θεάς Αρτέμιδος, ωστόσο και η λατρεία της Αφροδίτης δεν αποκλείεται τελείως 305. Από το Ιερό της Σάνης προέρχονται δύο όστρακα με αποσπασματικές επιγραφές σε κορινθιακό αλφάβητο. Η πρώτη καλύτερα σωζόμενη, εγχάρακτη αναθηματική επιγραφή βρίσκεται σε ένα όστρακο κορινθιακού κρατήρα. Η επιγραφή είναι η εξής: [----]ρόθεμις μ [ανέθεκε---] (εικ. 153). Ο αναθέτης φαίνεται πως ήταν μία γυναίκα με το όνομα [Δω]ρόθεμις. Η δεύτερη, όμως, επιγραφή είναι πιο σημαντική: σε ένα όστρακο από το χείλος κύλικας σώζεται εγχάρακτα η αρχή της προσωνυμίας της θεάς: «Τας Πυθ.» (εικ. 154). Ως πιθανότερη λύση σε αυτή την δεύτερη επιγραφή συμπληρώνεται ως «Τας Πυθ[ίας Αρτέμιδος ειμί]». Η Άρτεμις, ως δίδυμη αδελφή του Απόλλωνος, φαίνεται να οικειοποιείται ορισμένες από τις ιδιότητες του και διαπιστώνεται ανταλλαγή προσωνυμίων μεταξύ τους, για παράδειγμα λατρεία της Αρτέμιδος Πυθίας μαρτυρείται στη Μίλητο. Ωστόσο, στην αποσπασματική αυτή επιγραφή ταιριάζει ακόμη μία πολύ πιθανή συμπλήρωση: η προσωνυμία Πυθονίκα, επίθετο της Αφροδίτης. Είναι γνωστό ότι η Αφροδίτη μαζί με την Αρτέμιδα και τις Νύμφες λατρευόταν και αυτή ως θεά της βλάστησης και της γονιμότητας σε υγρούς τόπους. Όμως, το τυπικό της λατρείας αυτής δεν είχε κανένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό. Πάντως, η Ι. Βοκοτοπούλου υποστηρίζει πως τα ευρήματα και η διαμόρφωση του χώρου ταιριάζουν περισσότερο στη λατρεία της Πυθίας Αρτέμιδος. Το πρώτο ενεπίγραφο όστρακο χρονολογείται στα μέσα του 6 ου αι. π.χ. και το δεύτερο στο γ τέταρτο του 6 ου αι. π.χ ΠΟΣΕΙΔΙ Από το Ιερό στο Ποσείδι της Χαλκιδικής προέρχεται ένας μεγάλος αριθμός ενεπίγραφων οστράκων, τα οποία φέρουν εγχάρακτες αναθηματικές επιγραφές (εικ. 155). Αυτές οι επιγραφές βρίσκονται χαραγμένες στα χείλη και τα τοιχώματα κυρίως 304 Για τις αρχικές ανασκαφικές έρευνες στο Ιερό της Σάνης και τα τοπογραφικά της στοιχεία, βλ. Βοκοτοπούλου, Ι., ΑΔ 29, , Χρονικά Β3, 674 και 696, της ίδιας, Ανασκαφικές έρευνες στην Χαλκιδική, ΑΕΜΘ 1 (1987), και Βοκοτοπούλου 1993α, Για τη συζήτηση σχετικά με το ποια θεότητα λατρευόταν στη Σάνη, βλ. Βοκοτοπούλου 1993α, Βοκοτοπούλου 1993α,

81 αττικών και ιωνικών κυλίκων, οι οποίες μάς έδωσαν ολόκληρο το όνομα του θεού, ώστε πέρα από κάθε αμφιβολία έχουμε ιερό του Ποσειδώνα στο ακρωτήριο. Κατά τον 6 ο και τον 5 ο αι. π.χ. φαίνεται πως οι επισκέπτες του Ιερού, κυρίως ναυτιλευόμενοι έμποροι, που έφταναν εκεί με τα πλοία τους, συνήθιζαν να θυσιάζουν ζώα στον Ποσειδώνα και να αποθέτουν στην πυρά αττικές και ιωνικές κύλικες, επάνω στις οποίες χάραζαν το όνομά τους 307. Από την επίχωση του Ιερού προέρχονται πολλά όστρακα του 6 ου και 5 ου αι. π.χ. Ανάμεσα σε αυτά ξεχωρίζουν ένα όστρακο μελανόμορφου κρατήρα, που σώζει τμήμα επιγραφής σε ιωνικό αλφάβητο και τρία όστρακα από κύλικες, που φέρουν εγχάρακτες επιγραφές: στο πρώτο σώζονται γράμματα του ρήματος [αν]έθ[η]κε, στο δεύτερο όστρακο από βάση κύλικας σώζεται η κατάληξη σε δοτική: -ι και στα δύο συγκολλημένα τμήματα από το χείλος κύλικας σώζονται τρία γράμματα πριν από το τελικό ι, -έωνι, που επιτρέπουν τη συμπλήρωση [Ποσειδ]έωνι (εικ. 156) 308. Στο χώρο κάτω από τη ΝΑ πλευρά του κτηρίου Α και στην περιοχή συνένωσης με το Β εντοπίστηκε ανοιχτός αποθέτης από βωμό ή ναΐσκο του γ τετάρτου του 6 ου αι. π.χ., που υπήρχε εκεί πριν κτιστούν τα κτήρια Α και Β. Συστηματική έρευνα του αποθέτη έγινε στην εσωτερική ΝΑ γωνία του σηκού του κτηρίου Α. Από εκεί προέρχεται η αναθηματική επιγραφή του Αλκίμαχου, χαραγμένη σε ιωνική κύλικα (εικ. 157) 309. Από τα καλά προϊόντα του αττικού Κεραμεικού, ίσως από τον κύκλο του Αμάσιος, προέρχεται η ταινιωτή κύλικα που πρόσφερε στον Ποσειδώνα ο Ζηνόθεμις στο γ τέταρτο του 6 ου αι. π.χ. (εικ. 158). Μία διονυσιακή σκηνή γύρω από τον θεό του κρασιού κοσμεί και τις δύο όψεις. Βρέθηκε στον αρχαϊκό αποθέτη κάτω από το κτήριο Α, μέσα στην καμένη από τις έμπυρες θυσίες αμμώδη επίχωση, πάχους περίπου 0,25 μ. 310 Κάτω από τον πυθμένα του λάκκου Ι 311, που περιείχε κυρίως μελαμβαφή όστρακα του 5 ου αι. π.χ., βρέθηκαν τμήματα αγγείων αρχαϊκής περιόδου. Ανάμεσα τους μία αναθηματική επιγραφή με ιδιαίτερο περιεχόμενο: πάνω στο χείλος αττικού υστεροαρχαϊκού κρατήρα ο άγνωστος αναθέτης επικαλείται τη βοήθεια του «γαιαόχου κυανοχαίτα» Ποσειδώνα, επαναλαμβάνοντας ίσως στίχο της Οδύσσειας, όπου ο κύκλωπας Πολύφημος απευθύνεται στον πατέρα του Ποσειδώνα: «Κλῦθι 307 Βοκοτοπούλου 1993β, Βοκοτοπούλου 1989, Βοκοτοπούλου 1990, Βοκοτοπούλου 1991, Κατά μήκος της δυτικής πλευράς του ναού Α ερευνήθηκαν αποθέτες κεραμικής κυρίως του 5 ου αι. π.χ., αλλά και του τέλους του 6 ου αι. π.χ., βλ. Βοκοτοπούλου 1993,

82 Ποσείδαον γαιήοχε κυανοχαῖτα» (Οδ., Ι 528) 312. Τέλος, κάτω από το στρώμα των θυσιών του 5 ου αι. π.χ. εντοπίστηκαν και ερευνήθηκαν μικροί λάκκοι αρχαϊκών χρόνων. Σε έναν από αυτούς βρέθηκε πόδι κύλικας του τέλους του 6 ου αι. π.χ. με επιγραφή σε χαλκιδικό αλφάβητο ΕΠΙΧΑΡΕΣ ΑΝΕΘ[ΕΚΕ] (εικ. 159) ΠΑΡΘΕΝΩΝ 314 Στην ορεινή περιοχή της Σιθωνίας Χαλκιδικής, κοντά στο Ν. Μαρμαρά, όπου Ίταμος χαρακτηρίζεται το κεντρικό ορεινό τμήμα της Σιθωνίας, βρίσκεται ένα ιερό ακριβώς πάνω από το Μαρμαρά και ανήκει στην ευρύτερη περιοχή του εγκαταλειμμένου χωριού Παρθενώνας (Χάρτης 1). Από τον χώρο του ιερού ερευνήθηκε κυρίως ο ΒΔ τομέας με μικρές παράλληλες τομές που ενώθηκαν σταδιακά. Μία μικρή τομή έγινε στο μέσο περίπου της νότιας πλευράς, από όπου γινόταν η πρόσβαση στο χώρο του ιερού. Τα λίγα ενεπίγραφα όστρακα είναι αυτά που καθορίζουν το χαρακτήρα του χώρου. Τρία τμήματα από αυτά είναι τα πιο σημαντικά και παρουσιάζουν ενδιαφέρον. Πρώτα, το τμήμα λαιμού άβαφης οινοχόης των αρχών πιθανότατα του 6 ου αι. π.χ. φέρει αναθηματική επιγραφή σε δύο στίχους. Ο κατώτερος στίχος είχε χαραχθεί πριν από την όπτηση του αγγείου, ενώ ο ανώτερος χαράχτηκε μετά. Η ανάγνωση των επιγραφών είναι αρκετά δύσκολη, ωστόσο η αναγραφή της λέξης ανέθηκεν είναι αρκετά πιθανή (εικ. 160). Ακόμη, σε τμήμα αττικής μελαμβαφούς κύλικας τύπου C με κοίλο χείλος, ίσως του τέλους του 6 ου αι. π.χ., σώζεται το όνομα του αναθέτη: Θεότιμος (εικ. 161). Ενώ, τέλος, στα τμήματα από το χείλος ομοίου σχήματος αττικής κύλικας, που χρονολογείται λίγο μεταγενέστερα από την προηγούμενη, στο τέλος του 6 ου - αρχές του 5 ου αι. π.χ., εύκολα διαβάζεται και συμπληρώνεται το ρήμα ανέθεκεν, ενώ στο μικρότερο τμήμα του χείλους της κύλικας πιθανότατα διασώζεται μέρος από το όνομα του αναθέτη (εικ. 162) 315. Υπάρχουν άλλα πέντε όστρακα με πολύ αποσπασματικές και φθαρμένες επιγραφές. Ωστόσο, σε μία από αυτές, χαραγμένη σε αττική μελαμβαφή κύλικα των αρχών του 312 Βοκοτοπούλου 1992, Βοκοτοπούλου 1993, Βοκοτοπούλου-Μπέσιος-Τρακοσοπούλου 1990, Εγχάρακτες επιγραφές, κυρίως κάτω από το χείλος, στη βάση ή στις λαβές, σε αγγεία κυρίως πόσης, οι οποίες αναφέρονται στον αναθέτη ή στις θεότητες, στις οποίες αναθέτονταν, έχουν βρεθεί και στην Γαληψό, βλ. Μάλαμα, Π. -Μιλκάκη, Μ., Σωστική ανασκαφή στην παραλία Κάρνανης (αρχαία Γαληψός), ΑΕΜΘ 21 (2007),

83 5 ου αι. π.χ, μπορούμε να διαβάσουμε το όνομα του Διός παρά την φθορά της επιφάνειας του οστράκου από άλλα χαράγματα (εικ. 163α-β). Επομένως, είναι πολύ πιθανόν ο χώρος να ήταν αφιερωμένος στον Κορυφαίο Δία, που, όπως είναι γνωστό, λατρευόταν συχνά στις κορυφές των βουνών ΣΤΑΓΕΙΡΑ Ο αρχαίος οικιστικός σχηματισμός των Σταγείρων (Χάρτης 1) ιδρύθηκε περ. στα 655/654 π.χ. από Ίωνες αποίκους της Άνδρου. Η κατοίκηση του πολίσματος διήρκησε ως τα ελληνιστικά χρόνια, με περίοδο ακμής στην αρχαϊκή και κλασική εποχή. Το 349 π.χ. τα Στάγειρα καταστράφηκαν από το Φίλιππο Β. Το αρχαίο πόλισμα απλώνεται πάνω σε δύο λόφους που συμβατικά ονομάζονται Βόρειος και Νότιος. Έχουν βρεθεί τα θεμέλια οικιών κλασικών και ελληνιστικών χρόνων, ένας αρχαϊκός ναός και ένα ακόμα ιερό της αρχαϊκής εποχής 316. Από τις ανασκαφές σε όλη την έκταση του αρχαίου πολίσματος των Σταγείρων προέρχεται μεγάλη ποσότητα κεραμικής, που χρονολογείται στους αρχαϊκούς, κλασικούς και ελληνιστικούς χρόνους. Τα αγγεία προέρχονται από τα σπουδαιότερα γνωστά εργαστήρια του αρχαίου ελληνικού κόσμου, όπως της Αττικής, της Κορίνθου και της Ανατολικής Ελλάδας. Ανάμεσα στο πλούσιο αυτό κεραμικό υλικό υπάρχουν αρκετά όστρακα με εγχάρακτες επιγραφές. Παρακάτω παρουσιάζονται δύο θραύσματα από αγγεία του 6 ου αι. π.χ. με προέλευση από την Ανατολική Ελλάδα και τη Θάσο 317. Το πρώτο είναι όστρακο από το σώμα και το χείλος ιωνικής κύλικας, του β τετάρτου του 6 ου αι. π.χ. Στο χείλος είναι χαραγμένη επί τα λαιά η αναθηματική επιγραφή [ ]ΝΙΟΣ Ε(Ι)ΜΙ (εικ. 164α) 318. Από την επιγραφή σώζεται η κατάληξη ενός ανδρικού ονόματος που ανήκει στον κάτοχο του αγγείου, όπως δηλώνει το ρήμα ΕΙΜΙ που ακολουθεί. Η επιγραφή έχει γίνει μετά από την όπτηση του αγγείου. Όσον αφορά την προέλευση του αλφαβήτου της επιγραφής, είναι πολύ πιθανό να έγινε χρήση του νάξιου αλφαβήτου που χρησιμοποιούσαν γενικά οι Άνδριοι. Το δεύτερο όστρακο προέρχεται από πάριο σκύφο του 6 ου αι. π.χ. πιθανόν κατασκευασμένο στη 316 Για τα ιστορικά- τοπογραφικά στοιχεία των Σταγείρων, βλ. Tiverios 2008, 53, ενώ για τις πρώτες ανασκαφικές έρευνες, βλ. Χρονικά αρχαιολογικά ( ), Μακεδονικά 15 (1975) (Φ. Πέτσας), Σκιαδάς 2012, αρ. ευρ. 4689, βλ. Σκιαδάς 2012,

84 Θάσο 319. Κι εδώ σώζεται ένα κύριο όνομα σε γενική πτώση ΠΡΟΝΟΥ, πολύ πιθανόν του ιδιοκτήτη, το οποίο συνοδεύεται πιθανόν από το ρήμα ΕΙ[ΜΙ] (εικ. 164β) 320. Εδώ, όμως, η γραφή είναι ες ευθύ. Το όνομα ΠΡΟΝΟΥΣ ή ΠΡΟΝΟΣ δεν μάς είναι γνωστό από κάποια άλλη θέση της Μακεδονίας ούτε από τις Κυκλάδες ούτε από την Άνδρο. Όσον αφορά το αλφάβητο πρόκειται και πάλι για το νάξιο. Και τα δύο όστρακα βρέθηκαν στο νότιο τμήμα του Βόρειο λόφου, στην περιοχή του αρχαϊκού ναού και του ιερού της ίδια εποχής (εικ. 165). Πιθανότατα, αποτελούσαν αναθήματα σε κάποιον από τους δύο ιερούς χώρους, για αυτό το λόγο η κάθε επιγραφή χαράχθηκε σε περίοπτη θέση, στο χείλος του αγγείου 321. Με την αφορμή αυτή, αξίζει να σημειωθεί πως από τις ανασκαφές του υστεροαρχαϊκού ναού των Σταγείρων, προέρχεται ένα μεγάλο τμήμα μίας ιωνικής κύλικας του 6 ου αι. π.χ., στο χείλος της οποίας υπάρχει η χαρακτή επιγραφή ΔΙΟΣ ΕΜΙ. Είναι, επομένως πολύ πιθανόν ο ναός αυτός να ήταν αφιερωμένος στον Δία ΕΠΙΓΡΑΦΕΣ ΜΕ ΟΝΟΜΑΤΑ ΣΕ ΟΝΟΜΑΣΤΙΚΗ ΠΤΩΣΗ Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται όστρακα που φέρουν εγχάρακτες επιγραφές ονομάτων σε ονομαστική πτώση. Η κατηγορία αυτή παρουσιάζει ενδιαφέρον, διότι τα παρακάτω ενεπίγραφα όστρακα έχουν βρεθεί μέσα σε οικισμούς και είναι πολύ πιθανό να μην σχετίζονται με αναθηματικές επιγραφές, αλλά να αποτελούν δείγματα της πρώιμης μακεδονικής προσωπογραφίας ΚΟΖΑΝΗ 319 Ο Τιβέριος υποστηρίζει ότι τα Παριανά αγγεία της Πάρου και της Θάσου ανήκουν στην ίδια ομάδα, χωρίς να έχει σημασία αν κατασκευάστηκαν από Πάριους ή Θάσιους, βλ. Τιβέριος, Μ., Από τη νησιωτική παραγωγή των αρχαϊκών χρόνων στο βορειοελλαδικό χώρο, ΑΕΜΘ 3 (1989), αρ. ευρ. 2951, βλ. Σκιαδάς 2012, Σκιαδάς 2012, Σισμανίδης 2012, 406. Και από το Ναό του Απόλλωνος στο Ιερό της αρχαίας Ζώνης του Ν. Έβρου προέρχονται πολλά όστρακα αγγείων με εγχάρακτες επιγραφές, που αποτελούσαν αναθήματα στον θεό Απόλλωνα. Κάποιες από αυτές τις επιγραφές μάς πληροφορούν ότι ορισμένοι αναθέτες δεν μιλούσαν την ελληνική γλώσσα, δηλαδή οι επιγραφές είναι χαραγμένες με ελληνικούς χαρακτήρες, αλλά σε πολλές περιπτώσεις η διάλεκτος δεν είναι ελληνική. Η μελέτη του υλικού απέδειξε ότι ένα μεγάλο μέρος των επιγραφών ήταν γραμμένο σε τοπική θρακική διάλεκτο, γεγονός εξαιρετικά σημαντικό, διότι σύμφωνα με τον Brixhe, ο οποίος ανέλαβε τη μελέτη τους, ελάχιστα γραπτά δείγματα της θρακικής γλώσσας έχουν βρεθεί σε ολόκληρη την περιοχή της αρχαίας Θράκης, επομένως οι επιγραφές αυτές αποτελούν «επιγραφικό θησαυρό». Τα περισσότερα από τα όστρακα κυλίκων ανήκουν στον τύπο των μικρογραφικών, κυρίως ταινιωτών αλλά και χειλεωτών, χρονολογούνται στο γ τέταρτο του 6 ου αι. π.χ., προέρχονται κυρίως από το πάνω μέρος του σώματος των αγγείων και σώζουν μικρό τμήμα παράστασης. Ορισμένα από αυτά φέρουν εγχάρακτες επιγραφές στο χείλος, ενώ άλλα σώζουν και γραπτές ψευδεπιγραφές ανάμεσα στις μορφές της παράστασης, βλ. Παρδαλίδου, Χ., Κεραμική αρχαϊκών χρόνων από το Ιερό του Απόλλωνα στην αρχαία Ζώνη νομού Έβρου, στο: Η κεραμική της αρχαϊκής εποχής στο Β. Αιγαίο και την περιφέρεια του ( π.χ.), Μ. Τιβέριος- Β. Μισαηλίδου- Ε. Μανακίδου- Α. Αρβανίτη (επιμ.), Θεσσαλονίκη, 2012,

85 Στη θέση Βρύση στην Ποντοκώμη (εικ. 166) του Ν. Κοζάνης (Χάρτης 1) βρέθηκε μία επιγραφική μαρτυρία μακεδονικού ονόματος. Πρόκειται για το εγχάρακτο όνομα ΜΑΧΑΤΑ[Σ] πάνω σε τμήμα αττικής κύλικας τύπου C (εικ. 167), που βρέθηκε ανατολικά του κτηρίου Γ στο τετράγωνο Θ92 και χρονολογείται στα π.χ. Η Γ. Καραμήτρου-Μεντεσίδη υποστηρίζει ότι «δεν υπάρχει καμία αμφιβολία για τη χάραξη του μακεδονικού αυτού ονόματος στον χώρο της Άνω Μακεδονίας και συγκεκριμένα στην αρχαία Εορδαία, εκεί όπου γεωγραφικά ανήκει ο χώρος εύρεσης της ενεπίγραφης κύλικας». Τέλος, αξίζει να σημειωθεί πως ο Μαχάτας, ο Άρκαπος, εγχάρακτο όνομα σε ονομαστική πτώση πάνω σε κεραμίδα από την Αιανή (εικ. 168αβ) 323, ο Άπακος, εγχάρακτο όνομα, επίσης σε ονομαστική πτώση, πάνω σε χάλκινη στλεγγίδα από την Αιανή (εικ. 169) 324 μαζί με την Πιπερία από τη Βεργίνα 325, αποτελούν τις πρωιμότερες μαρτυρίες ονομάτων της μακεδονικής προσωπογραφίας από τα τέλη του 6 ου - αρχές του 5 ου αι. π.χ ΠΟΤΙΔΑΙΑ Η Ποτίδαια ήταν αρχαίο πόλισμα στη ανατολική ακτή της Χαλκιδικής, στη χερσόνησο της Παλλήνης, ακριβώς στη θέση της σημερινής Ν. Ποτίδαιας (Χάρτης 1). Η Ποτίδαια ιδρύθηκε από Κορινθίους αποίκους γύρω στο 600 π.χ. Το 356 π.χ. ο Φίλιππος Β την κατέστρεψε και παραχώρησε τα εδάφη της στην Όλυνθο. Αργότερα, ο Κάσσανδρος έχτισε στην ίδια τοποθεσία την Κασσάνδρεια το 316 π.χ. Εκτός από τα οικιστικά κατάλοιπα, στα ΝΔ του σύγχρονου οικισμού της Ποτίδαιας ανακαλύφθηκε ένα κτήριο, το οποίο λόγω της αρχιτεκτονικής του μορφής ταυτίστηκε με ένα σημαντικό ιερό της αρχαίας πόλης. Η κύρια κατασκευαστική φάση του ανήκει στην ίδρυση της Κασσάνδρειας το 316/5 π.χ. Κάτω, όμως, από την ελληνιστική φάση του ιερού αποκαλύφθηκαν και αρχιτεκτονικά κατάλοιπα που ανήκουν στην κλασική και την αρχαϊκή περίοδο, γεγονός που δείχνει ότι το ιερό αυτό είχε μεγάλη διάρκεια χρήσης, καθώς η λειτουργία του ξεκινάει από τα τέλη του 7 ου αι. π.χ. και φτάνει μέχρι και τα ελληνιστικά χρόνια. Στο ιερό βρέθηκαν πολλά ειδώλια με τη 323 Καραμήτρου-Μεντεσίδη 1990, 82, σχ. 3, 92, εικ. 25, της ίδιας 2008, 34-35, εικ. 34 και Βοκοτοπούλου 1993β, 74, αρ. 3, εικ Καραμήτρου-Μεντεσίδη 2001, 69, εικ.14α-β. 325 ΠΑΕ 1988, 104 (Ανδρόνικος Κοτταρίδου). 326 Καραμήτρου-Μεντεσίδη 1999,

86 μορφή της Κυβέλης και του Άττεως, καθώς και ειδώλια λιονταριών, επομένως η ταύτισή του με το Μητρώον της Ποτίδαιας είναι πολύ πιθανή 327. Δύο οικόπεδα νότια του σύγχρονου οικισμού ανεσκάφησαν το Στο ένα από τα δύο -οικόπεδο Πεχλιβανίδη (εικ. 170)- και συγκεκριμένα στα οικοδομικά κατάλοιπα των αρχαϊκών στρωμάτων βρέθηκε ένα τμήμα μελαμβαφούς κύλικας τύπου C με κοίλο χείλος, που ανήκει στο τελευταίο τέταρτο του 6 ου αι. π.χ. και φέρει στο εσωτερικό του ποδιού της εγχάρακτο μετά από την όπτηση το όνομα ΠΑΧΑΡΗΣ ΚΑΡΑΜΠΟΥΡΝΑΚΙ Κατά την ανασκαφική περίοδο του 1994 βρέθηκαν στη ΒΑ γωνία του σκάμματος της τομής Α δύο όστρακα που φέρουν τα ίδια εγχάρακτα γράμματα ΒΙ, το αρχικό ονόματος ίσως του ιδιοκτήτη της οικίας. Τα δύο όστρακα αυτά προέρχονται από μελαμβαφείς αττικές κύλικες τύπου C των αρχαϊκών χρόνων (εικ. 171). Ονόματα με αρχικά ΒΙ, όπως Βίθυς, Βιάνωρ, κ.ά., μαρτυρούνται στην περιοχή της Αττικής 329. Όσον αφορά, όμως, τη Μακεδονία, μέχρι στιγμής δεν μάς παραδίδεται από κάποια άλλη επιγραφική μαρτυρία, όνομα κατοίκου της περιοχής που να αρχίζει με αυτά τα δύο γράμματα ΦΑΓΡΗΣ Στο σημερινό χωριό Ορφάνι, δυτικά της επαρχίας του Παγγαίου του Ν. Καβάλας (Χάρτης 1), υψώνεται στα αριστερά ένας μεγάλος φυσικός λόφος (εικ. 172). Έχει ταυτιστεί με βάση τις αρχαίες πηγές 330 και τα ευρήματα με τον αρχαίο Φάγρητα. Πρόκειται για μία θέση αρχαϊκών και κλασικών, κυρίως, χρόνων. Στη περιοχή αυτή 327 Για τις αρχικές ανασκαφές της Ποτίδαιας, βλ. Σισμανίδης, Κ., Ανασκαφές στην Ποτίδαια, ΑΕΜΘ 3 (1989), 357 κ.ε., ενώ για τις παλαιότερες ανασκαφές με σωστικό χαρακτήρα, βλ. κυρίως στα χρονικά του ΑΔ, όπως Καραμανώλη- Σιγανίδου, Μ., ΑΔ 21, 1966, Χρονικά Β2, , Πέτσας, Φ., ΑΔ 23, 1968, Χρονικά Β2, 327, του ίδιου, ΑΔ 24, 1969, Χρονικά Β2, 312 και Βαρβίτσας, Α., ΑΔ 27, 1972, Χρονικά Β2, 505. Ειδικότερα για την ιστορία της Ποτίδαιας με αναφορές και στις σχετικές αρχαίες πηγές, βλ. Alexander, J., A., Potidaea: Its History and Remains (1963) όπου εξετάζονται και τοπογραφικά- αρχαιολογικά θέματα. Για τα δύο οικόπεδα νότια του οικισμού που ανεσκάφησαν το 1994, βλ. Κουσουλάκου 1994, Κουσουλάκου 1994, Τιβέριος-Μανακίδου-Τσιαφάκη 1994, 199. Για ονόματα με αρχικά τα γράμματα ΒΙ, βλ. Osborne, M. J.- Burne, S. G., A Lexicon of Personal Names, II: Attica, 1994, Βλ. Θουκυδίδης, Θουκυδίδου Ἱστορίαι, ΙΙ. 99.3, Στράβων, Γεωγραφικά, VII. 33, Ηρόδοτος, Ἱστορίαι, και D. Detschew, Die Thrakischen Sprachreste, 2 Auflage (1976),

87 βρέθηκε όστρακο αγγείου με εγχάρακτο όνομα, από το οποίο σώζεται μόνο η κατάληξη ΚΡΑΤΗΣ (εικ. 173) ΕΠΙΓΡΑΦΕΣ ΣΕ ΑΓΓΕΙΑ ΣΥΜΠΟΣΙΟΥ ΑΡΧΟΝΤΙΚΟ ΠΕΛΛΑΣ Γύρω από τον οικιστικό σχηματισμό του Αρχοντικού (Χάρτης 1), κατά μήκος των αρχαίων δρόμων, εντοπίστηκαν έως τώρα τέσσερα νεκροταφεία: το νότιο, το νοτιοδυτικό, το ανατολικό και το δυτικό. Χρονολογούνται από την εποχή του Σιδήρου έως και τα πρώιμα ελληνιστικά χρόνια. Το νότιο νεκροταφείο περιείχε τάφους της εποχής του Σιδήρου με κτερίσματα χάλκινα κοσμήματα και σιδερένια όπλα, το νοτιοδυτικό νεκροταφείο περιείχε λακκοειδείς και κεραμοσκεπείς τάφους των κλασικών και των πρώιμων ελληνιστικών χρόνων, ενώ στο δυτικό νεκροταφείο υπήρχαν ταφές της ύστερης εποχής του Σιδήρου, της αρχαϊκής εποχής, των κλασικών και των πρώιμων ελληνιστικών χρόνων, με πλούσια κτερίσματα, τα οποία αποδεικνύουν πως το Αρχοντικό ήταν ένα σημαντικό αστικό κέντρο, το οποίο έλεγχε μία εκτεταμένη εύφορη περιοχή. Τέλος, στο ανατολικό νεκροταφείο βρέθηκαν, επίσης, ταφές των αρχαϊκών χρόνων με πλούσια κτερίσματα, όπως και στο δυτικό 332. Ένας ενεπίγραφος κάνθαρος με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, που βρίσκει παράλληλο στην Αιανή, όπως θα συζητηθεί στην συνέχεια, βρέθηκε το 2003 στον τάφο Τ283 του δυτικού νεκροταφείου του Αρχοντικού Πέλλας. Ο τάφος ανήκε σε πολεμιστή, όπως αποδεικνύουν τα συνευρήματα. Ο τάφος ήταν πλούσια κτερισμένος και χρονολογείται στο τέλος του 6 ου αι. π.χ. Στο επάνω αριστερό μέρος του σώματος του κανθάρου είναι χαραγμένη έκκεντρα μονόστιχη επιγραφή. Προκειμένου η επιγραφή να χαραχθεί με το δεξί χέρι, ο χαράκτης κράτησε με το αριστερό του χέρι την αριστερή λαβή του κανθάρου, για αυτόν το λόγο η χάραξη της επιγραφής είναι έκκεντρη και τα γράμματά της ακανόνιστα: ΔΟΛΟΣ ΗΟ ΚΑΛΙΟΣ (εικ. 174α-β) ΑΙΑΝΗ 331 Νικολαϊδου-Πατέρα 1987, Για τα τοπογραφικά στοιχεία της θέσης, βλ. Πλίνιος, Φυσική Ιστορία, 34 και Κλαύδιος Πτολεμαίος, Γεωγραφική Ὑφήγησις, III Για τη συνολική παρουσίαση του Αρχοντικού και κυρίως του δυτικού νεκροταφείου, βλ. Ακαμάτη, Μ.-Ακαμάτης, Ι.-Χρυσοστόμου, Α.-Χρυσοστόμου, Π., Το Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας, Αθήνα, 2011, 299 κ.ε. 333 Χρυσοστόμου 2009,

88 Από ένα χώρο διαλυμένων λακκοειδών τάφων της νεκρόπολης της Αιανής προέρχεται ένας αποσπασματικός κάνθαρος, όμοιος με αυτόν του δυτικού νεκροταφείου του Αρχοντικού Πέλλας, που αναφέρθηκε παραπάνω. Ο κάνθαρος αποτελούσε κτέρισμα υστεροαρχαϊκού τάφου και φέρει την παρακάτω εγχάρακτη μονόστιχη επιγραφή: ΚΑΛΙΟΣ ΕΜΙ ΔΟΛΙΟ (εικ. 175). Χρονολογείται στο τέλος του 6 ου αι. π.χ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΕΠΙΓΡΑΦΩΝ ΤΩΝ ΔΥΟ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΚΑΝΘΑΡΩΝ Όσον αφορά την επιγραφή της Αιανής αλλά και αυτήν του Αρχοντικού, η συμπλήρωση και η ερμηνεία τους αποτέλεσε αντικείμενο συζήτησης, με αποτέλεσμα να διατυπωθούν από του ερευνητές διάφορες απόψεις. Κυρίως από τα ανασκαφικά δεδομένα του τάφου Τ283 στο δυτικό νεκροταφείο του Αρχοντικού, οι δύο επιγραφές χρονολογούνται στο τέλος του 6 ου αι. π.χ. Από τη μορφή και το μέγεθος των κοινών γραμμάτων τους (Α, Ι, Ο, Δ, Κ, Λ, Σ) συμπεραίνουμε ότι οι επιγραφές δεν χαράχθηκαν από τους κατόχους των δύο κανθάρων, αλλά από το ίδιο χέρι με το ίδιο εργαλείο, στην ίδια έκκεντρη θέση πάνω στα σώματα των αγγείων και με κάθοδο από τα αριστερά προς τα δεξιά. Ακόμη, στην επιγραφή του κανθάρου του Αρχοντικού γίνεται χρήση του γράμματος Η για τη δήλωση του δασέως 335. Η πιο απλή ερμηνεία για την επιγραφή του κανθάρου από την Αιανή είναι πως οι λέξεις ΚΑΛΙΟΣ και ΔΟΛΙΟ αποτελούν κύρια ονόματα και η επιγραφή μεταφράζεται ως εξής: Κάλιος εμί Δολίου = Είμαι ο Κάλιος (γιος) της Δολίου 336. Όσον αφορά, όμως, την επιγραφή του κανθάρου από το Αρχοντικό η περίπτωση οι λέξεις ΔΟΛΟΣ και ΚΑΛΙΟΣ να είναι ανθρωπωνυμικά φαίνεται λιγότερο πιθανή. Ο Π. Χρυσοστόμου υποστηρίζει πως καμία από τις λέξεις ΚΑΛΙΟΣ- ΔΟΛΙΟ και ΚΑΛΙΟΣ- ΔΟΛΟΣ δεν είναι ανθρωπωνυμικά και μεταφράζει τις δύο επιγραφές ως εξής: Δόλος hο καλιός = Είμαι (ο κάνθαρος) πονηρή παγίδα. Καλιός εμί δολίο = Είμαι (ο κάνθαρος) παγίδα της πονηρής. Δόλος = δόλος, διπλοπροσωπία της παγίδας, απάτη, παγίδα. 334 Χρυσοστόμου 2009, 420. Ακόμη, βλ. Καραμήτρου-Μεντεσίδη 1990, 78 κ.ε., σημ. 12, εικ. 21, της ίδιας 2002, 608, την πιο πρόσφατη δημοσίευση της ίδιας 2013, , εικ. 27 δίνει την ανάγνωση [ Κ]ΑΛΙΟΣ ΕΜΙ ΤΗΣ ΔΟΛΙΟ και SEG 43, 363A. Η Α. Παναγιώτου διατύπωσε την άποψη ότι το κείμενο του κανθάρου από την Αιανή είναι γραμμένο στη μακεδονική διάλεκτο, βλ. Panayotou- Triantaphyllopoulou 2007, Χρυσοστόμου 2009, Καραμήτρου- Μεντεσίδη 2002,

89 Καλιός = το εργαλείο ψαρέματος, αλιευτική παγίδα (κιούρτος), που στηνόταν σε σημεία περάσματος, στην οποία το ψάρι έμπαινε, χωρίς πια να μπορεί να βγει 337. Σύμφωνα με τον Π. Χρυσοστόμου οι επιγραφές έχουν το εξής νόημα: όπως το ψάρι κάνθαρος παγιδεύεται με τον δόλο, έτσι και το αγγείο κάνθαρος, που έχει το ίδιο όνομα και το ίδιο χρώμα με το ψάρι, αποτελεί παράλληλα το ποτήρι του κρασιού και σύμβολο του θεού Διονύσου, γίνεται πονηρή παγίδα για τους υποψήφιους αγοραστές. Οι δύο κάνθαροι ήταν ελαττωματικοί στην εμφάνιση, γι αυτό και ο κεραμέας ή ο έμπορος προσπάθησε με αυτά τα δελεαστικά μονόστιχα graffiti να «ξεγελάσει» τους αγοραστές, ώστε να αγοράσουν να αγγεία 338. Είναι πολύ πιθανόν οι κάνθαροι του Αρχοντικού και της Αιανής να κατασκευάστηκαν από τον ίδιο κεραμέα και να ψήθηκαν ταυτόχρονα στον ίδιο κλίβανο. Οι κάνθαροι είτε κατασκευάστηκαν σε κάποιο εργαστήριο του αττικού Κεραμεικού είτε σε εργαστήριο κάποιου Αθηναίου κεραμέα, ο οποίος είχε εγκατασταθεί στη Χαλκιδική ή στην ευρύτερη περιοχής της Μακεδονίας. Επομένως, είναι αρκετά δύσκολο να αναγνωριστεί το αλφάβητο (αττικό ή ιωνικό) των επιγραφών των δύο κανθάρων 339. Ωστόσο, ο Μ. Χατζόπουλος προτείνει μία διαφορετική ερμηνεία των δύο επιγραφών. Δέχεται τις παραπάνω ερμηνείες, ωστόσο θεωρεί ότι οι μεταφράσεις που προτείνει ο Π. Χρυσοστόμου είναι δύσκολα κατανοητές. Πιστεύει ότι ο κάνθαρος ως «λαλούν» αντικείμενο, προειδοποιεί με την πρώτη επιγραφή αυτόν που θα έπινε ότι είναι μία παγίδα (ο κιούρτος), ενώ με την δεύτερη ότι το ίδιο το αγγείο πόσεως είναι μία (ιχθυο)παγίδα της/ μίας πονηρής. Με άλλα λόγια τον προειδοποιεί να προσέξει γιατί το πιοτό είναι μία παγίδα ή ότι ο κάνθαρος ο ίδιος είναι μία ιχθυοπαγίδα, η παγίδα μίας «πονηρής», που ο Μ. Χατζόπουλος αναρωτιέται αν θα πρέπει να ταυτίζεται με κάποια γυναίκα ή με τη μέθη 340. Ο Χ. Κριτζάς υποστηρίζει πως η πιο σωστή ερμηνεία των δύο επιγραφών είναι αυτή που προτείνει ο Μ. Χατζόπουλος, ο οποίος συνδέει την προειδοποίηση του χαράκτη με το περιεχόμενο των συμποτικών αγγείων, δηλαδή με το κρασί και τους κινδύνους της μέθης 341. Συγκεκριμένα, υπάρχουν αρχαίες γραπτές πηγές, που συσχετίζουν μέσα από ερωτικές περιπέτειες την οινοποσία με τον δόλον και το 337 Χρυσοστόμου 2009, Χρυσοστόμου 2009, Χρυσοστόμου 2009, Bulletin Épigraphique 2011, 412 (M. Hatzopoulos). 341 Κριτζάς 2017,

90 επίθετο δόλιος 342. Επίσης, αν η φράση ΤΗΣ ΔΟΛΙΟ της επιγραφής από την Αιανή σημαίνει «μία πονηρή γυναίκα», αυτόματα προκύπτει το ερώτημα για την ταυτότητά της. Οι ταυτόσημες λέξεις ΔΟΛΟΣ και ΔΟΛΙΟ πρέπει να προκαλούσαν συνειρμό στον αρχαίο αγοραστή ή χρήστη των συμποτικών αγγείων, που θα καταλάβαινε αμέσως ποιαν εννοούσε ο χαράκτης. Η περίπτωση οι δύο αυτές λέξεις να αναφέρονται στην θεά του έρωτα, την Αφροδίτη, είναι σχεδόν βέβαιη 343. Συγκεκριμένα, το επίθετο δόλιος και άλλα σύνθετα και παράγωγα της λέξης δόλος συνοδεύουν κατά κανόνα την Αφροδίτη, όπως μάς πληροφορούν οι αρχαίοι ποιητές ήδη από τους αρχαϊκούς χρόνους 344. Επίσης, πολλές φορές τα λόγια της θεάς με τα οποία πείθει τους ερωτευμένους αποκαλούνται δόλια 345, ενώ πολύ συχνά η θεά αποκαλείται ως δολοπλόκος 346, δολόμητις 347, δολιόφρων 348, δολοφράγμων 349 και δολοφρονέουσα 350. Επομένως, γίνεται φανερό πως η θεά του έρωτα Αφροδίτη συνδεόταν διαχρονικά στη συνείδηση των αρχαίων με τον δόλον και τα πονηρά τεχνάσματα των εραστών ΔΥΣΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΕΠΙΓΡΑΦΕΣ ΑΙΑΝΗ Ένα τμήμα από το στόμιο πιθαριού αρχαϊκών χρόνων περισυλλέχθηκε από τη θέση Λειβάδια στην Αιανή. Η χάραξη των γραμμάτων είναι ακανόνιστη και διαβάζεται από τα αριστερά προς τα δεξιά. Το αλφάβητο της επιγραφής δεν έχει ακόμη καθοριστεί, ωστόσο, διακρίνεται το Β με γωνιώδεις κεραίες, το Ε του κορινθιακού και μεγαρικού αλφαβήτου και οκτώ άλλα γράμματα, για τα οποία είναι δύσκολο να 342 Βλ. για παράδειγμα Νόννος, Διονυσιακά, : Ὕπνον ἴδον, Παφίης θαλαμηπόλον, εἶδον Ἐρώτων/ ξανθῆς νυμφιδίης ἀπατήλια χεύματα πηγῆς, / ἦχι ποτῷ δολόεντι νεήνιδες ἥλικα μίτρην/ ἅρπαγι παρθενίας γαμίῳ λύουσιν ὀνείρῳ και το επίγραμμα του Ηδύλου, Παλατινή Ανθολογία, 5.199: Οἶνος καί προπόσεις κατεκοίμησαν Ἀγλαονίκην αἱ δόλιαι καί ἔρως ἡδύς ὁ Νικαγόρεω Κριτζάς 2017, Βλ. ενδεικτικά Βακχυλίδης, Διθύραμβοι, 3.116: δῶκε δόλιος Ἀφροδίτα και Ευριπίδης, Ἑλένη, 238: ἅ τε δόλιος ἁ πολυκτόνος Κύπρις. 345 Βλ. ενδεικτικά Ευριπίδης, Ἀνδρομάχη, 289: δολίοις ἕλε Κύπρις λόγοις και Νόννος, Διονυσιακά, 4.76: δολίαν φωνήν. 346 Βλ. ενδεικτικά Θέογνις, Ἐλεγεῖαι, : Κυπρογενές Κυθέρεια, δολοπλόκε και Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια, 1149β.16: δολοπλόκου Κυπρογενοῦς. 347 Κόλλουθος Λυκοπολίτης, Αρπαγή της Ελένης, Ευριπίδης, Ἰφιγένεια ἡ ἐν Αὐλίδι, Νόννος, Διονυσιακά, 4.68 και Τριφιόδωρος, Ἰλίου ἅλωσις, Κριτζάς 2017,

91 προσδιοριστεί σε ποιο ακριβώς αλφάβητο ανήκουν (εικ. 176α-β) 352. Η επιγραφή είναι δυσανάγνωστη και η ερμηνεία της αρκετά προβληματική ΚΑΡΑΜΠΟΥΡΝΑΚΙ Από την τομή 23/5Β του αρχαίου πολίσματος στο Καραμπουρνάκι προέρχονται θραύσματα ενός ντόπιου μεγάλου, κλειστού και στιλβωτού αγγείου, ίσως οινοχόης, με μία εγχάρακτη επιγραφή δυσερμήνευτου περιεχομένου, που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Εγχαρακτές επιγραφές σε τέτοια αγγεία είναι γνωστές και από άλλες ανασκαφικές περιόδους στην περιοχή. Πιστεύεται πως αυτές οι οινοχόες γενικά είναι δημιουργία του βορειοελλαδικού χώρου, με χαρακτηριστικό σφαιρικό στιλβωμένο σώμα και στρογγυλό ή οπισθότμητο στόμιο. Είναι σημαντικό να διαβαστεί η επιγραφή της συγκεκριμένης οινοχόης, διότι είναι πιθανό να προσδιοριστεί με αυτόν τον τρόπο το εργαστήριο κατασκευής των συγκεκριμένων οινοχοών 353. Ακόμη, μία βάση αττικής κύλικας με, επίσης, αδιάγνωστη εγχάρακτη επιγραφή, βρέθηκε μαζί με άλλα όστρακα αρχαϊκών χρόνων το 2007, σε μία από τις πέντε τομές, που ερευνήθηκαν εκείνη τη χρονιά (εικ. 177) ΑΚΑΝΘΟΣ Από την Άκανθο προέρχεται ένας πιθαμφορέας με εγχάρακτη επιγραφή επί τα λαιά ΚΕΜΕΛΙΟΝ (=κειμήλιον) σε αλφάβητο του πρώιμου 6 ου αι. π.χ. Παρά την έλλειψη χαρακτηριστικών γραμμάτων, διαφαίνεται η μεικτή σύνθεση της αποικίας με χαρακτήρες που παραπέμπουν στο ανδριακό και το ευβοϊκό αλφάβητο 355. Ανάλογο παράδειγμα δεν έχει βρεθεί, μέχρι στιγμής, σε άλλη περιοχή της Μακεδονίας. 352 Καραμήτρου-Μεντεσίδη 1990, 81, σχέδ. 2 και Παναγιώτου 1996, 149, σημ. 37 αρ. 31, πίν. 8 αρ Τιβέριος-Μανακίδου-Τσιαφάκη 2000, Τιβέριος-Μανακίδου-Τσιαφάκη 2007, Παναγιώτου 2008, 574 και Panayotou 1991, 128, αρ

92 3. ΑΛΦΑΒΗΤΑΡΙΑ (ABECEDARIA) Μία κατηγορία που παρουσιάζει ξεχωριστό ενδιαφέρον και θα σχολιαστεί σε αυτό το κεφάλαιο είναι τα λεγόμενα αλφαβητάρια. Τα αλφαβητάρια ήταν ένα εύρημα συχνό κατά την αρχαϊκή κυρίως εποχή σε πολλές περιοχές. Ορισμένα από αυτά βρέθηκαν χαραγμένα επάνω σε αναθηματικά αγγεία σε ιερά, ενώ άλλα ως κτερίσματα σε τάφους. Κάποια, όπως το αλφαβητάριο από το Ποσείδι, έχουν χαραγμένα ολοκληρωμένα αλφάβητα, ενώ άλλα έχουν μόνο την αρχή ενός αλφαβήτου, όπως το αλφαβητάριο της Ν. Καλλικράτειας. Έχει σημασία για τον καθορισμό τους αν ένα αλφαβητάριο χαράχθηκε πάνω σε αγγείο που ήταν πλήρες κατά την ανάθεση ή αν γράφτηκε πάνω σε όστρακο σπασμένου αγγείου, που χρησιμοποιήθηκε απλώς ως φορέας του κειμένου. Ορισμένοι από τους μελετητές υποστηρίζουν ότι ο λόγος ανάθεσης ενός αλφαβηταρίου σε ιερό είναι η υπερηφάνεια του ανθρώπου της αρχαϊκής εποχής, διότι κατάφερε να μάθει γράμματα, ενώ λόγω της αξίας τους ως μνημονικής άσκησης είναι πολύ πιθανό να χρησιμοποιήθηκαν ως μέρος του αναθήματος σε θεότητες, προσδίδοντάς τους συμβολική σημασία. Άλλοι μελετητές περιορίζονται απλώς είτε στην αναγνώριση ασκήσεων γραφής χωρίς θρησκευτική σημασία είτε θεωρούν πως το αλφάβητο αποτελεί τη διακόσμηση του αγγείου 356. Κατά τη γνώμη μου η άποψη των πρώτων μελετητών είναι περισσότερο πιθανή. Ο άνθρωπος της αρχαϊκής εποχής θα ένιωθε ιδιαίτερη περηφάνια για τις γνώσεις του στο αλφάβητο οδηγώντας τον στο να προσφέρει ως ανάθημα σε κάποια θεότητα ορισμένες από τις «ασκήσεις γραφής» του. Η γνώση ανάγνωσης και γραφής στον αρχαίο ελληνόφωνο κόσμο, ιδιαίτερα των πρώιμων εποχών, ήταν προνόμιο πολύ λίγων, δεν αποτελούσε τον κανόνα και εξαρτιόταν από την κοινωνική τάξη, την περιοχή και το φύλο 357. Ένα όστρακο με αρχαϊκό αλφάβητο αποτελεί το πρώτο χρονολογικά παράδειγμα. Συγκεκριμένα, πρόκειται για το όστρακο θασιακής κύλικας, το οποίο χρονολογείται στις πρώτες δεκαετίες του 6 ου αι. π.χ. Το όστρακο σώζει τα πρώτα πέντε γράμματα ενός αρχαϊκού τοπικού αλφαβήτου, κατά πάσα πιθανότητα του παριανού/ θασιακού, όπως αποδεικνύεται από τη μορφή του γράμματος βήτα ( C ) (εικ. 178). Το όστρακο χείλους της κύλικας (αρ. 666) φυλάσσεται στο Μουσείο Εκμαγείων της Φιλοσοφικής Σχολής. Δυστυχώς δεν υπάρχουν καθόλου στοιχεία για το που, πότε και υπό ποιες 356 Παναγιώτου 2011, Παναγιώτου 2011,

93 συνθήκες διατηρήθηκε και πως ήρθε στη συλλογή του πανεπιστημίου. Όμως, όπως και τα υπόλοιπα ευρήματα του Μουσείου Εκμαγείων, έτσι και το συγκεκριμένο όστρακο είναι πολύ πιθανό να προέρχεται από τη βόρεια Ελλάδα. Φαίνεται, λοιπόν, πως το αλφάβητο που φέρει το όστρακο δεν είναι ολοκληρωμένο, όπως αυτό του οστράκου της Ν. Καλλικράτειας, το οποίο θα συζητηθεί παρακάτω. Συγκεκριμένα, μετά το Ε δεν φαίνεται να ακολουθεί άλλο γράμμα 358. Στην πραγματικότητα τα γράμματα βρίσκονται στη μέση του διαθέσιμου χώρου για το σωζόμενο θραύσμα του χείλους της κύλικας. Επομένως, είναι πολύ πιθανό να μην ακολουθούσαν άλλα γράμματα. Σε αυτή την περίπτωση φαίνεται πως η κύλικα ή ακόμα καλύτερα το όστρακο χρησιμοποιήθηκε για την εκμάθηση του αλφαβήτου, πρόκειται δηλαδή για μία άσκηση γραφής. Βέβαια, υπάρχουν και περιπτώσεις κατά τις οποίες ένα αλφάβητο είναι το μοναδικό διακοσμητικό μοτίβο στα αγγεία. Όταν δεν συμβαίνει αυτό, τότε είναι πολύ πιθανόν πως το αλφαβητάριο δεν είχε μόνο διακοσμητικό ή εκπαιδευτικό σκοπό, αλλά ήταν το βασικό εργαλείο του γραπτού λόγου και η βασική απόδειξη της εκπαίδευσης του ιδιοκτήτη του αγγείου, ιδιαίτερα στην αρχαϊκή εποχή. Επίσης, ένας ακόμη σκοπός των αλφαβηταρίων στα αγγεία, θα ήταν, ίσως, να δοθούν από ενήλικες σε παιδιά για να μάθουν τα γράμματα του αλφαβήτου. Αν λάβουμε υπόψη και τα στοιχεία από τα αλφαβητάρια που θα σχολιαστούν στη συνέχεια, τότε είναι πολύ πιθανόν και το συγκεκριμένο όστρακο της θασιακής κύλικας να προέρχεται από έναν ιδιωτικό ή δημόσιο χώρο (ιερό ή νεκροταφείο) 359. Δεύτερο χρονολογικά παράδειγμα αποτελεί το αλφαβητάριο από το Ποσείδι, το οποίο σώζεται ολόκληρο (εικ. 179). Είναι εγχάρακτο μετά από την όπτηση του αγγείου, έχει αναθηματικό χαρακτήρα και πρόκειται για τη βάση ενός αττικού σκύφου των αρχών του 5 ου αι. π.χ. Όλο το ιωνικό αλφάβητο έχει χαραχθεί πάνω στη βάση με ακανόνιστους χαρακτήρες. Διαβάζεται από αριστερά προς τα δεξιά μέχρι το Ζ (;) και επί τα λαιά από το Η μέχρι το τέλος. Ο αριστερόστροφος στίχος ακολουθεί την περιφέρεια της βάσης, δεν έχει δίγαμμα, το Ξ είναι του αρχαιότερου τύπου, μετά το Φ ακολουθούν με σειρά το Χ, το Ψ και το Ω. Αυτό, όμως, που αξίζει να σημειωθεί είναι πως μετά το Ω υπάρχει ακόμη ένα γράμμα με τρεις παράλληλες, στραμμένες προς τα κάτω, γραμμές 360. Πιθανόν πρόκειται για μία σπάνια εμφάνιση του σαμπί, ενός γράμματος που απαντά στα αλφάβητα της Τέω, των Ερυθρών και της Εφέσου 358 Υπάρχει αρκετό κενό μετά το Ε, όπως και πριν από το Α. 359 Tiverios 2011, Βοκοτοπούλου 1991, 310 και Παναγιώτου 2008,

94 του 6 ου αι. π.χ. 361 Με αφορμή αυτό το εύρημα στο Ιερό στο Ποσείδι, πρέπει να σημειωθεί, πως γενικά η συνήθεια να γίνονται αφιερώσεις στον Ποσειδώνα σταματά στο α μισό του 5 ου αι. π.χ. Ο λόγος πιθανό να γίνει γνωστός στο μέλλον, όταν θα εξακριβωθεί με βεβαιότητα η διάρκεια ζωής και ο προορισμός των μνημειακών κτηρίων του Ποσειδίου 362. Επομένως, φαίνεται πως το αλφαβητάριο αυτό αποτελεί ένα από τα τελευταία ενεπίγραφα αφιερώματα στο Ιερό του Ποσειδώνα. Το τρίτο αλφαβητάριο, όπως αναφέρθηκε στην αρχή του κεφαλαίου, προέρχεται από τη Ν. Καλλικράτεια Χαλκιδικής 363, στην ανατολική ακτή του Θερμαϊκού κόλπου (Χάρτης 1). Είναι χαραγμένο σε όστρακο αττικού ερυθρόμορφου κρατήρα (εικ. 180) που προέρχεται από αποθέτη, το περιεχόμενο του οποίου χρονολογείται στο β μισό του 5 ου αι. π.χ. Πίσω από τη μορφή γενειοφόρου άνδρα διακρίνεται ακανόνιστα χαραγμένο τμήμα ιωνικού αλφαβηταρίου, επί τα λαιά: Α, Β, Γ, Δ χαμηλότερα και έπειτα, στον δεύτερο στίχο, Ε αριστερόστροφο, Ζ (;) και πάλι στον πρώτο στίχο, δίπλα στο Α, το Η 364. Ένα τελευταίο παράδειγμα αλφαβηταρίου προέρχεται από την αρχαία Κασσάνδρεια (Νέα Ποτίδαια, Ο.Τ. 31, οικ. 123α). Το αλφαβητάριο βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πολυγύρου με αρ. ευρ. ΠΟΤ 1078 (εικ. 181). Πρόκειται για ένα τμήμα βάσης μελαμβαφούς άωτου σκυφιδίου, στην κάτω επιφάνεια της οποίας σώζονται τα τρία πρώτα γράμματα του αλφαβήτου. Ο διαθέσιμος χώρος της βάσης που δεν έχει χρησιμοποιηθεί δηλώνει ότι χαράχθηκαν μόνο τα πρώτα γράμματα της αλφαβήτου, κάτι που συνηθίζεται ιδιαίτερα στον 4 ο αι. π.χ., στην περίοδο που η γνώση της γραφής έχει παγιωθεί και ο χαράκτης με την ενέργειά του αυτή δηλώνει ότι είχε κατακτήσει το πολύτιμο αγαθό της γραφής. Το αλφαβητάριο χρονολογείται στα τέλη του 4 ου αι. π.χ Jeffery -Johnston 1990, 325 και Βοκοτοπούλου 1991, Για τις ανασκαφές και τα ιστορικά στοιχεία της Ν. Καλλικράτειας, βλ. Μπιλούκα.-Βασιλείου- Γραικός 2000, , Μπιλούκα, Α.- Γραικός, Ι., Νέα Καλλικράτεια Η ανασκαφική έρευνα στο ανατολικό νεκροταφείο του αρχαίου οικισμού, ΑΕΜΘ 15 (2001), και των ίδιων, Νέα Καλλικράτεια Χαλκιδικής. Η πρόσφατη σωστική ανασκαφική έρευνα ( ) στην Ερετριακή αποικία των Δικαιοπολιτών στον Θερμαϊκό Κόλπο, ΑΕΜΘ 20 χρόνια (2009), Μπιλούκα-Βασιλείου-Γραικός 2000, 303, Παναγιώτου 2008, 574 και SEG 50, Μισαηλίδου-Δεσποτίδου 2014,

95 4. ΕΝΕΠΙΓΡΑΦΑ ΑΓΓΕΙΑ ΤΟΥ 5 ου αι. π.χ. ΑΠΟ ΟΙΚΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ 4.1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Κατά τη διάρκεια του 5 ου αι. π.χ. οι επαφές του μακεδονικού βασιλείου με τις περιοχές της νότιας Ελλάδας ενισχύονται και δημιουργούνται οι κατάλληλες προϋποθέσεις για την ανάπτυξη του. Αυτή την περίοδο πολλές πόλεις στην ενδοχώρα και τα παράλια της Μακεδονίας, όπως η Πέλλα (στα τέλη του 5 ου αι. π.χ.) και η Όλυνθος, ακμάζουν. Εκτός από τις επαφές των Μακεδόνων με τις πόλεις της νότιας Ελλάδας, προσπάθειες να αποκτήσουν πρόσβαση στην περιοχή γίνονται και από την μεριά των Αθηναίων. Αυτές οι προσπάθειες ξεκίνησαν με στόχο την εκμετάλλευση των μεταλλείων χρυσού στο όρος Παγγαίο και την προσωρινή εγκατάστασή τους στη θέση των «Εννέα Οδών», ενώ το 437 π.χ. ολοκληρώθηκαν με την ίδρυση της Αμφίπολης 366. Όσον αφορά το εμπόριο, οι συστηματικές εμπορικές επαφές στην κλασική εποχή συνεχίζουν να έχουν τα ισχυρά προηγούμενα των αρχαϊκών χρόνων. Τα αγγεία αυτής της περιόδου μαρτυρούν διαδικασίες αγοράς και πώλησης, πίσω από τις οποίες δεν έλειπαν φυσικά οι διαπροσωπικές σχέσεις, η διπλωματία και οι κινήσεις της εξουσίας που στόχευαν στην απόκτηση ποικίλων αγαθών 367. Αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός πως οι εμπορικές επιγραφές ορισμένων αγγείων στον 5 ο αι. π.χ. αποτελούν πηγές πληροφοριών για τις τιμές των αγγείων και σχετίζονται με την πώληση κεραμικών προϊόντων. Για τις τιμές των αγγείων λιγοστές πληροφορίες αντλούμε από τα τέλη του 6 ου αι. π.χ. γενικότερα, ενώ με μεγαλύτερη ακρίβεια πληροφορούμαστε από τον 5 ο αι. π.χ. και έπειτα 368. Οι εμπορικές αυτές επιγραφές του 5 ου αι. π.χ. πάνω στα αγγεία γενικά, οι σημειώσεις δηλαδή κεραμέων ή εμπόρων έπρεπε κανονικά να μην είναι ορατές από τους υποψήφιους αγοραστές, για αυτόν το λόγο τοποθετούνταν στο κάτω τμήμα της βάσης των αγγείων. Οι εμπορικές συναλλαγές κλείνονταν προφορικά και κανονίζονταν εξ αρχής χωρίς άλλες διαπραγματεύσεις, για αυτόν το λόγο οι επιγραφές περιορίζονταν μόνο στα απολύτως απαραίτητα, με αποτέλεσμα ο σημερινός αναγνώστης να δυσκολεύεται να τις καταλάβει. Αναγνωρίζουμε 366 Μανακίδου 2011, Σουέρεφ 2011, Scheibler 2010,

96 αριθμητικά σύμβολα, ορισμένα ονόματα αγγείων και εμπορικές «φίρμες», αλλά πολύ δύσκολα γίνονται κατανοητές οι μεταξύ τους σχέσεις 369. Τέλος, ενώ στα αρχαϊκά αγγεία, όπως είδαμε παραπάνω, απαντώνται μεμονωμένα γράμματα, βραχυγραφίες και σύμβολα που θεωρούνται εμπορικές επιγραφές και αποτελούνται από γράμματα του αλφαβήτου, αρχικές συλλαβές ονομάτων και λέξεων ή συμπιλήματα ή ακόμη από ιδεογράμματα και σύμβολα, όπως αστέρια, «κλεψύδρες», «κηρύκεια», αγκυρόσχημα ή δακτυλιόσχημα μοτίβα, τα οποία παραπέμπουν άμεσα στο θαλάσσιο εμπόριο, γενικότερα στα αγγεία του 5 ου αι. π.χ. υπερισχύουν οι καταγραφές προϊόντων και οι λογαριασμοί (εικ. 182) 370. Βέβαια, ο ρόλος της γραφής δεν περιορίζεται στο εμπόριο και δεν χρησιμοποιείται αποκλειστικά και μόνο για οικονομικούς σκοπούς. Όπως, είδαμε και στο προηγούμενο κεφάλαιο, η χρήση της γραφής και σε άλλους τομείς της ζωής των αρχαίων γίνεται όλο και πιο συχνή. Είναι σημαντικό να σημειωθεί, πως ήδη από το α μισό του 5 ου αι. π.χ., συμβαίνει η διάδοση του ιωνικού/ μιλησιακού αλφαβήτου στη Μακεδονία, ακόμη και σε περιοχές που δεν δικαιολογείται από το κοινωνικό υπόστρωμα. Αρκετά κείμενα γράφονται σε αυτό το αλφάβητο από την περίοδο αυτή και έπειτα, και μάλιστα υποκαθιστώντας σταδιακά τα άλλα τοπικά αλφάβητα. Το γεγονός αυτό φαίνεται να συνδέεται με την περσική κυριαρχία στη Μακεδονία, ενώ η χρήση και η επικράτηση του αλφαβήτου αυτού πρέπει να συσχετισθεί με την έντονη επίδραση της ιωνικής τέχνης στην περιοχή, όπως αποδεικνύεται από τα αρχαιολογικά ευρήματα. Οι Ίωνες ήταν τμήμα της περσικής αυτοκρατορίας και κατείχαν σημαντική πολιτιστική θέση ανάμεσα στους ελληνόφωνους υπηκόους. Επομένως, κατά τη διάρκεια της παρουσίας των Περσών στη Μακεδονία φαίνεται ότι επέδρασαν καθοριστικά, ιδιαίτερα σε περιοχές, όπου η γραφή δεν είχε γνωρίσει ιδιαίτερη ανάπτυξη 371. Σε αυτό το πλαίσιο θα μπορούσε ενδεικτικά να αναφερθεί το εισηγμένο χρυσό δαχτυλίδι από τη νεκρόπολη της Σίνδου, το οποίο φέρει την επιγραφή δῶρον σε ιωνικό αλφάβητο (εικ. 183) και χρονολογείται το 480 π.χ Scheibler 2010, Scheibler 2010, Παναγιώτου 2008, Βλ. Παναγιώτου 1996, αρ. 35 και Βοκοτοπούλου-Δεσποίνη-Μισαηλίδου-Τιβέριος 1985, 66, εικ. 96. Για παρόμοια δαχτυλίδια που χαρακτηρίζονται με τις επιγραφές τους ως δώρα, βλ. F.M.Marshall, British Museum Catalogue of Finger Rings, 1907, XXIX D, Robertson, Olynthos X, 148 κ.ε., αρ. 474 πίν. 28, Χ. Μακαρόνας, ΑΔ 18, 1963, Χρονικά, 194 και Θησαυροί της αρχαίας Μακεδονίας. Κατάλογος Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης, 1979, 70 αρ. 258 πίν

97 4.2. ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΕΠΙΓΡΑΦΕΣ ΤΡΑΠΕΖΑ ΛΕΜΠΕΤ ΠΟΛΙΧΝΗΣ Τμήματα του αρχαίου πολίσματος και των δύο μεγάλων νεκροταφείων, του δυτικού, με τάφους κυρίως της Εποχής του Σιδήρου και των αρχαϊκών-πρώιμων κλασικών χρόνων, και του ανατολικού, που χρονολογείται κυρίως στην κλασική περίοδο, αποκαλύφθηκαν κατά τη διάρκεια των ανασκαφών στην «τράπεζα» Λεμπέτ της Πολίχνης, ΒΔ της Θεσσαλονίκης (Χάρτης 1). Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι σε ορισμένα τμήματα του ανατολικού και του δυτικού νεκροταφείου μεγάλος αριθμός υστεροαρχαϊκών και πρώιμων κλασικών τάφων περιέχει σχεδόν αποκλειστικά αγγεία εισηγμένα από το νότιο Αιγαίο ή μιμήσεις τους 373. Όσον αφορά την «Τράπεζα», αυτή έχει μήκος 340 μ., πλάτος 50 μ. και ύψος 10 μ. Οι ανασκαφές στην περιοχή έδειξαν πως η κατοίκηση της ξεκινά από την πρώιμη Εποχή του Σιδήρου. Η προγενέστερη οικοδομική φάση μπορεί να τοποθετηθεί στις αρχές του 9 ου αι. π.χ., ενώ η μεταγενέστερη στον 4 ο αι. π.χ. 374 Στα οικοδομικά λείψανα πάνω στην «Τράπεζα», στον ανατολικό τοίχο του κεντρικού δωματίου του χώρου Β σχηματίζεται θυραίο άνοιγμα, το οποίο οδηγεί σε αποθηκευτικό χώρο. Μέσα σε αυτόν εντοπίστηκε αμφορέας κρασιού καλυμμένος με μία μικρή σχιστολιθική πλάκα, που χρονολογείται στις αρχές του 5 ου αι. π.χ. Στο λαιμό του αποδίδεται εγχάρακτα ένα Δ. Σύμφωνα με το ακροφωνικό σύστημα, πρόκειται για το αρχικό γράμμα του αριθμού δέκα και δηλώνει τις δέκα μετρικές μονάδες, χόες, που χωρούσαν στο εσωτερικό του αγγείου 375. Σύμφωνα, όμως, με το αλφαβητικό σύστημα το Δ δηλώνει τον αριθμό τέσσερα. Παρόμοια χαράγματα είναι γνωστά από αμφορείς που βρέθηκαν στην αθηναϊκή Αγορά και, εκτός από τη χωρητικότητα, είναι πολύ πιθανό να δηλώνουν επίσης το βάρος ή την τιμή ΑΚΑΝΘΟΣ Αριθμητικά σύμβολα 373 Για τις ανασκαφές στην Τράπεζα Λεμπέτ Πολίχνης και τα ιστορικά/ τοπογραφικά της στοιχεία, βλ. Rey, L., BCH 41-43, , 105 κ.ε., του ίδιου, Observations sur les premiere habitats de la Macédoine, 1921, 108 αρ. 5, εικ και τα αποτελέσματα της έρευνας συνοψίζει η Ι. Βοκοτοπούλου, Οδηγός της έκθεσης Θεσσαλονίκη. Από τα προϊστορικά μέχρι τα χριστιανικά χρόνια, Αθήνα, Tznavari-Christidis 1995, Τζαναβάρη-Λιούτας 1993, Lawall 2000, 50 κ.ε. 88

98 Ένας εμπορικός αμφορέας από τη Μένδη, που βρέθηκε στο νεκροταφείο της Ακάνθου και χρονολογείται στο β μισό του 5 ου αι. π.χ., φέρει μετά από την όπτηση ένα εγχάρακτο γράμμα, το Η. Το χάραγμα είναι τοποθετημένο περίπου στο μέσο του λαιμού 377. Η ερμηνεία του graffito είναι αμφιλεγόμενη. Σίγουρα σχετίζεται είτε με τη χωρητικότητα και το βάρος είτε με την τιμή του αμφορέα, όταν συνδυάζεται με άλλα σύμβολα, ενώ όταν είναι μόνο του αποτελεί εμπορική συντομογραφία. Αντίστοιχα είναι τα graffiti από την αθηναϊκή Αγορά στον ώμο ενός αμφορέα εργαστηρίου του Βόρειου Αιγαίου που χρονολογείται γύρω στο 400 π.χ. και στον λαιμό ενός αδιάγνωστου αμφορέα του π.χ. που ερμηνεύονται ως οκτώ χόες, σύμφωνα με το αλφαβητικό σύστημα αρίθμησης 378 ενώ, σύμφωνα με το ακροφωνικό, ως εκατό. Επομένως, πιο πιθανό είναι και αυτό το graffito στον αμφορέα της Μένδης από την Άκανθο να αποτελεί αριθμητικό σύμβολο που δηλώνει είτε αλφαβητικά τον αριθμό οκτώ 379 είτε ακροφωνικά το εκατό. Συμπλέγματα γραμμάτων και αρχικά ονομάτων ή λέξεων Δύο σαμιακοί/ μιλησιακοί αμφορείς και ένας μενδαίος αμφορέας από το νεκροταφείο της Ακάνθου φέρουν μετά από την όπτηση εγχάρακτα γράμματα, που αναγράφονται με σύμπλεγμα. Οι δύο σαμιακοί/ μιλησιακοί αμφορείς (εικ. 184 και 185) 380, που χρονολογούνται στο α μισό του 5 ου αι. π.χ., φέρουν εγχάρακτα το ίδιο σύμπλεγμα γραμμάτων τοποθετημένα ανάστροφα στον ώμο. Τα γράμματα αυτά είναι το Λ και το Ε. Αντιθέτως, ο μενδαίος αμφορέας (εικ. 186) 381, που χρονολογείται στο τρίτο τέταρτο του 5 ου αι. π.χ., φέρει το σύμπλεγμα γραμμάτων του, Α και Λ ή Μ, στον λαιμό. Οι τρεις αυτοί αμφορείς αποτελούν μία ομάδα, η αναγραφή των αρχικών ονομάτων ή λέξεων τους γίνεται κατά κανόνα με σύμπλεγμα δύο γραμμάτων. Συγκεκριμένα το ΛΕ που απαντά στους δύο αμφορείς της ομάδας των σαμιακών/ μιλησιακών, είναι ένα αρκετά συνηθισμένο εγχάρακτο συμπίλημα, το οποίο ανήκει στον τύπο 17 Ε της 377 αρ. 21, βλ. Φίλης 2011, Lawall 2000, 55 αρ , εικ Φίλης 2011, αρ. 1 και 2, βλ. Φίλης 2011, αρ. 3, βλ. Φίλης 2011,

99 κατάταξης του Johnston με πιο κοντινό παράδειγμα ένα μελανόμορφο αγγείο από την Tarquinia 382. Σύμβολα Ενδιαφέρον παρουσιάζουν σε αυτήν την κατηγορία δύο ακόμη μενδαίοι αμφορείς από το νεκροταφείο της Ακάνθου, που χρονολογούνται στο τρίτο τέταρτο του 5 ου αι. π.χ. Οι μενδαίοι αυτοί αμφορείς φέρουν πριν από την όπτησή τους στο πάνω τμήμα του λαιμού τους, λίγο κάτω από την οριζόντια αυλάκωση του χείλους, από έναν μικρό εμπίεστο κύκλο (εικ. 187 και 188) 383. Οι εμπίεστοι δακτύλιοι που φέρουν οι δύο μενδαίοι αμφορείς, εφόσον έχουν γίνει πριν από την όπτηση, είναι πολύ πιθανό να σχετίζονται με διακριτικά σύμβολα των κεραμικών εργαστηρίων 384. Άλλα αδιάγνωστα graffiti Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι ανάμεσα στο σύνολο των αμφορέων του 5 ου αι. π.χ. που αποδίδονται στο τοπικό εργαστήριο της Ακάνθου, μόνο ένας, ο ενσφράγιστος, με το μονόγραμμα Α, αμφορέας των αρχών του 5 ου αι. π.χ., φέρει graffito (εικ. 189) 385. Στον ώμο του αμφορέα είναι χαραγμένο, μετά από την όπτηση, ένα μεγάλο αδιάγνωστο σύμβολο. Η ερμηνεία του είναι προβληματική, ωστόσο ίσως να πρόκειται για δίγαμμα ΣΤΑΓΕΙΡΑ Μονογράμματα Εκτός από τις δύο αναθηματικές επιγραφές από τον ιερό χώρο των Σταγείρων που αναφέρθηκαν στο προηγούμενο κεφάλαιο, από το πόλισμα προέρχονται κι άλλα όστρακα με εγχάρακτες επιγραφές. Σε αυτή την κατηγορία θα αναφερθούν τέσσερα από αυτά τα ενεπίγραφα όστρακα 387, που βρέθηκαν στην περιοχή. Στο α μισό του 5 ου αι. π.χ. χρονολογείται το κάτω μέρος μίας βάσης αττικού μελαμβαφούς σκύφου με εγχάρακτο γράμμα Α (εικ. 190α) και δύο ακόμη βάσεις από όμοιους σκύφους με εγχάρακτα τα γράμματα Μ και Ε αντίστοιχα (εικ. 190β-γ). Στο 382 Johnston 1979, 143 αρ. 40, , εικ. 9t και Φίλης 2011, αρ. 14 και 15, βλ. Φίλης 2011, Φίλης 2011, αρ. 4, βλ. Φίλης 2011, Φίλης 2011, αρ. ευρ. 5, 214, 649, και 2594, βλ. Σκιαδάς 2012,

100 τελευταίο τέταρτο του 5 ου αι. π.χ. χρονολογείται το τμήμα βάσης και σώματος μελαμβαφούς αττικού φιαλιδίου, το οποίο φέρει στο κάτω τμήμα της δακτυλιόσχημης βάσης του χαραγμένο το γράμμα Ν 388. Όπως και στις προηγούμενες περιπτώσεις, έτσι και σε αυτές μπορεί να υποστηριχθεί ότι τα συγκεκριμένα μεμονωμένα γράμματα λειτουργούσαν ως εμπορικά σύμβολα, τα οποία χαράχθηκαν μετά από την όπτηση των αγγείων από τον έμπορο που ανέλαβε τη μεταφορά και τη πώλησή τους ή από τον μετέπειτα κάτοχο/ χρήστη τους 389. Όσον αφορά την ερμηνεία των μονογραμμάτων αυτών, έχει ήδη αναφερθεί, πως είναι πολύ πιθανό να δηλώνουν είτε το αρχικό του ονόματος του εμπόρου ή του ιδιοκτήτη των αγγείων ή να ισοδυναμούν με κάποιον αριθμό 390. Ακόμη, τον εμπορικό χαρακτήρα τους τον αντιλαμβανόμαστε και από την επιλογή της θέσης που χαράχθηκε. Όπως αναφέρθηκε στην εισαγωγή του συγκεκριμένου κεφαλαίου, τα graffiti χαράσσονταν στο κάτω μέρος της βάσης των αγγείων για να μην είναι ορατά από τους αγοραστές παρά μόνον από τον έμπορο 391. Αρχικά ονομάτων ή λέξεων Ένα θραύσμα αττικής μελαμβαφής «αλατιέρας» 392 του όψιμου 5 ου αι. π.χ. φέρει στο κάτω τμήμα της βάσης εγχάρακτα τα γράμματα ΗΙΑ. Είναι πολύ πιθανό να πρόκειται κι εδώ για κάποιο αριθμητικό σύμβολο, που δεν μπορεί όμως εύκολα να ερμηνευτεί. Αρχικά, με βάση το ακροφωνικό σύστημα αρίθμησης το Η αντιστοιχεί στον αριθμό 100, ενώ το Ι στη μονάδα. Ωστόσο, το Α δεν μπορεί να εξηγηθεί αριθμητικά. Ίσως να πρόκειται για το αρχικό γράμμα μίας λέξης ή του ονόματος του εμπόρου. Σύμφωνα με το αλφαβητικό σύστημα αρίθμησης το Η αντιστοιχεί στο οκτώ, το Ι στο δέκα και το Α στον αριθμό ένα. Στην περίπτωση αυτή ίσως πρόκειται είτε για τρεις μεμονωμένες αριθμητικές σημειώσεις του εμπόρου είτε για δύο, εάν υποθέσουμε πως τα γράμματα ΙΑ ήταν ένας αριθμός και δήλωναν το 11. Βέβαια, 388 Σκιαδάς 2012, Βλ. Johnston 1979, 48 και Scheibler 2010, Johnston 2006, Χαρακτηριστικό αυτού του γεγονότος είναι πως τέτοια αγγεία με εμπορικά σύμβολα κάτω από την βάση απαντώνται σε περιοχές του εξαγωγικού εμπορίου και όχι στην Αττική, μιας και τα θραύσματα από τα Στάγειρα, που εκτίθενται εδώ, είναι αττικά, βλ. Johnston 1979, 49 και Scheibler 2010, 180, αρ.ευρ. 4852, βλ. Σκιαδάς 2012,

101 υπάρχει πάντα και η περίπτωση τα τρία αυτά γράμματα να αποτελούν απλώς την υπογραφή του εμπόρου ή του ιδιοκτήτη 393. Τέλος, μία ακέραιη βάση και μέρος του σώματος από σκύφο στον τύπο του «κυπέλλου του Φειδία», που χρονολογικά εντάσσεται στο β μισό του 5 ου αι. π.χ., φέρει στο κάτω μέρος της βάσης χαραγμένα τα γράμματα ΜΝΗ (εικ. 191) 394. Σε αυτήν την περίπτωση είναι περισσότερο πιθανό να πρόκειται για τη σύντμηση ενός ονόματος, ίσως του εμπόρου, όπως π.χ. Μνησικλής ή Μνησιγένης κ.ά. 395 Παρόμοιες συντμήσεις ονομάτων εμπόρων είναι γνωστές πάνω σε αττικά αγγεία, όπως για παράδειγμα «ΑΡΙ», «ΣΜΙ», «ΛΕ», «ΣΟ», «ΣΩ» 396. Βέβαια, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αποκλειστεί η σύντμηση των τριών γραμμάτων να αναφέρεται στο όνομα του μετέπειτα κατόχου του σκύφου και όχι του έμπορου ΣΙΝΔΟΣ/ ΑΓΧΊΑΛΟΣ Σε αγγεία από το νεκροταφείο της Σίνδου απαντούν διάφορα εμπορικά σύμβολα. Δύο μελαμβαφείς σκύφοι τύπου Α (αρ. 195 και 198), που χρονολογούνται στα μέσα του 5 ου αι. π.χ., φέρουν ανάλογα σύμβολα. Στον σκύφο με αρ. 195 (εικ. 192) διακρίνονται με βεβαιότητα το γράμμα Σ και γραμμικά σύμβολα, τα οποία πιθανόν δηλώνουν αριθμούς. Υπάρχουν πολλές δυνατότητες ανάγνωσής του. Το Σ θα μπορούσε να δηλώνει την ονομασία του αγγείου, ενώ σε συνδυασμό με τους αριθμούς ίσως να αναφέρονται στη σειρά του σκύφου στο πλαίσιο μίας συγκεκριμένης αρίθμησης ή στον αριθμό των αγγείων που περιελάμβανε μία παραγγελία. Εάν, όμως, είναι ξεχωριστά, τότε ίσως να ορίζουν τους οβολούς ως τιμή πώλησης σκύφων. Επίσης, είναι πιθανόν ο έμπορος να «σημείωσε» τον συνολικό αριθμό των αγγείων του σχήματος που αγόρασε, ώστε να τα προωθήσει στις αγορές του Θερμαϊκού κόλπου (Σ[ΚΥΦΟΙ]) 398. Διάφορες ερμηνείες μπορούν να δοθούν και για το χάραγμα του σκύφου με αρ. 198 (εικ. 193), το οποίο αποτελεί συμπίλημα των γραμμάτων Κ και Λ ή Γ. Το συμπίλημα ίσως να αναφέρεται στο εργαστήριο 393 Σκιαδάς 2012, αρ.ευρ α, βλ. Σκιαδάς 2012, Τα ονόματα αυτά συναντώνται στο βορειολλαδικό χώρο και μάλιστα ο Μνησιγένης και στη Χαλκιδική, βλ. Fraser Matthews 2005, Scheibler 2010, Σκιαδάς 2012, Σαριπανίδη 2012, 103, πίν. 44 αρ. κατ. 195, Σαριπανίδη 2016, 159 και Τιβέριος 2016, 23, σημ. 65. Επίσης, βλ. Johnston 2006, 159 (Type 19F), όπου το Σ του αρ. 195 συνδέεται με την λέξη σκύφος. Για ανάλογες επιγραφές σε αγγεία, βλ. Johnston 1979, κυρίως 27 κ.ε., 32 κ.ε., 230 (Type 17F) και εικ. 12 m-n, 14k-n-r και Johnston 2006, 17, 19 κ.ε. Για παρόμοια χαράγματα σε σκύφους και για την ερμηνεία τους, βλ. ενδεικτικά Lang 1956, 16 και πίν. 4, αρ

102 παραγωγής ή σε κάποιον έμπορο ή να σχετίζεται με τον χρήστη του αγγείου 399. Ακόμη, στην κάτω επιφάνεια ενός θραύσματος ποδιού κύλικας του 5 ου αι. π.χ. (αρ. 221β) υπάρχει εγχάρακτη επιγραφή, το περιεχόμενο της οποίας, λόγω της αποσπασματικής διατήρησης του θραύσματος, είναι δύσκολο να διαβαστεί (εικ. 194). Ωστόσο, με ευκολία διακρίνονται τα γράμματα Κ, Ε, Σ και Υ ή Λ, τα οποία, παρόλο που είναι δυσερμήνευτα, πολύ πιθανό να σχετίζονται με τον κάτοχο του αγγείου ή με τον έμπορο 400. Παρόλα αυτά, πρέπει να σημειωθεί πως οι εγχάρακτες και οι γραπτές επιγραφές που αναγράφονται πάνω στα αγγεία του νεκροταφείου της Σίνδου δεν σχετίζονται όλα αποκλειστικά και μόνο µε το εμπόριο. Ορισμένα από αυτά έχουν σχέση µε τους ιδιοκτήτες/ χρήστες των αγγείων αυτών «ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΕΣ» ΕΠΙΓΡΑΦΕΣ ΤΡΑΠΕΖΑ ΛΕΜΠΕΤ ΠΟΛΙΧΝΗΣ Στα οικοδομικά λείψανα πάνω στην «Τράπεζα», στις επιχώσεις του χώρου Β του κεντρικού δωματίου του, βρέθηκε βάση μελαμβαφούς σκύφου, στην κάτω επιφάνεια της οποίας είναι χαραγμένη επιγραφή σε καρικό αλφάβητο, η ανάγνωση της οποίας ακόμη δεν έχει ολοκληρωθεί (εικ. 195) 402. Η εγχάρακτη αυτή επιγραφή έχει γίνει πριν από την όπτηση του αγγείου, το οποίο φαίνεται να χρονολογείται στο τρίτο τέταρτο του 5 ου αι. π.χ. Η καρική επιγραφή αποτελείται από μία πλήρη λέξη και από την αρχή μία άλλης, οι οποίες φαίνεται να χωρίζονται με μία κατακόρυφη γραμμή 403. Το καρικό αλφάβητο είναι κατά κανόνα γραμμένο σύμφωνα με την επικρατούσα φορά ανάγνωσης της περιοχής που χρησιμοποιείται. Για παράδειγμα στην περιοχή του Αιγαίου η φορά που ακολουθεί 399 Σαριπανίδη 2012, 103, πίν. 44 αρ. κατ Για παρόμοια εμπορικά χαράγματα σε αγγεία, βλ. Johnston 1979, 110 και 202 (Type 12C) και Johnston 2006, (Type 12C). 400 Σαριπανίδη 2012, 110, πίν. 48 αρ. κατ. 221β. Μπροστά από το Κ διατηρούνται τμήματα δύο ακόμη γραμμάτων. Ωστόσο, το τελευταίο σωζόμενο γράμμα, εφόσον χρησιμοποιείται το αττικό αλφάβητο, θα μπορούσε να είναι Υ, καθώς την εποχή αυτή συνήθως αποδίδεται ως V, ενώ το Λ μπορεί να έχει παρόμοια μορφή, δηλώνεται, όμως, με πιο κοντή τη δεξιά κεραία, βλ. Jeffery- Johnston 1990, 66 κ.ε. Ωστόσο και το Λ αποδίδεται ορισμένες φορές με ισομήκεις κεραίες, βλ. Immerwahr 1990, πίν. 16 αρ Σαριπανίδη 2016, 114, 171 αρ. 136, 221β και Τιβέριος 2016, 23, σημ Τζαναβάρη-Λιούτας 1993, Η ολοκληρωμένη λέξη της επιγραφής του αγγείου είναι πανομοιότυπη με την επιγραφή μίας στήλης από την Saqqara, που χρονολογείται στο τέλος του 6 ου αι. π.χ., βλ. Masson, O., Carian Inscriptions from North Saqqara and Buhen, London, 1978, 38, Pl.XVII.2. Αν και η θέση ορισμένων γραμμάτων δεν καθορίζει εύκολα το ζήτημα της φοράς ανάγνωσης, σύμφωνα με την μεταγραφή του Masson το κείμενο διαβάζεται από τα δεξιά προς τα αριστερά, ενώ η επιγραφή από την «Τράπεζα» Λεμπέτ πιθανόν από τα αριστερά προς τα δεξιά, βλ. Tzanavari-Christidis 1995,

103 είναι από αριστερά προς τα δεξιά, ενώ στην Αίγυπτο από δεξιά προς αριστερά 404. Η επιγραφή από την «Τράπεζα» Λεμπέτ ακολουθεί αυτή την τάση, επομένως διαβάζεται από τα αριστερά προς τα δεξιά. Το graffito της «Τράπεζας», σύμφωνα με τον τύπο γραμμάτων, αποτελεί «πρώιμη» καρική επιγραφή του 5 ου αι. π.χ. Η λέξη που σώζεται ολόκληρη έχει μελετηθεί και μεταγραφεί από ερευνητές 405. Φαίνεται πως η λέξη αποτελεί κάποιο κύριο όνομα και μία από τις εκδοχές των μελετητών της επιγραφής υποστηρίζει ότι η λέξη αυτή αναφέρει το όνομα της πόλης Τράλλεις και αποτελεί στοιχείο καταγωγής του κατόχου του αγγείου. Είναι, όμως εξίσου πολύ πιθανό, η λέξη αυτή να αποτελεί απλώς ένα όνομα προσώπου 406. Μία τέτοια επιγραφή σε καρικό αλφάβητο σε ένα αγγείο πόσης από μία θέση της Μακεδονίας είναι ιδιαίτερα σημαντική, διότι αν ένας εμπορικός αμφορέας με καρική επιγραφή δείχνει εμπορικές και οικονομικές σχέσεις και συναλλαγές, ένα εύρημα σαν αυτό της Τράπεζας Λεμπέτ δείχνει κάτι παραπάνω από αυτό. Αποδεικνύει, πολύ πιθανόν, την εγκατάσταση μίας ομάδας Καρών στην περιοχή αυτή ΑΝΑΘΗΜΑΤΙΚΕΣ ΕΠΙΓΡΑΦΕΣ ΠΟΣΕΙΔΙ Ιδιαίτερο ενδιαφέρον ως προς το περιεχόμενο της επιγραφής παρουσιάζει η ενεπίγραφη βάση κύλικας από το Ιερό στο Ποσείδι, που εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Θεσσαλονίκης με αριθμό (εικ. 196). Η ενεπίγραφη αυτή βάση χρονολογείται στις αρχές του 5 ου αι. π.χ., γύρω στο π.χ. και στη κάτω επιφάνεια του δακτυλίου της είναι χαραγμένη μετά από την όπτηση η επιγραφή: ΠΟΛΥΑΡΟΣ: ΑΠΕΔΟΚΕ, «ο Πολύαρος ξεπλήρωσε». Ο Πολύαρος ομολογεί στην επιγραφή του πως είχε ένα χρέος απέναντι στον Ποσειδώνα. Προφανώς ζήτησε τη βοήθεια του θεού, ο οποίος θα ανταποκρίθηκε στην προσευχή του και θα τον βοήθησε. Είναι λογικό τότε να του έταξε μία προσφορά ή ανάθεση, επομένως 404 Βλ. Ray, J., D., The Carian Script, Proceedings of the Cambridge Philological Society 208, n.s. 28, 1982, 84, Jucher, H. -Meier, M., Eine Bronzephiale mit karischer Inschrift, Museum Helveticum 35, 1978, 113 και Meier-Brügger, M., Labraunda. Vol. III, part 4: Die karischen Inschriften, Stockholm, 1983, Για την μεταγραφή της λέξης, βλ. Masson, O., Carian Inscriptions from North Saqqara and Buhen, London, 1978 (th-d-a-7-e-25/ d[-? ) και Ray, J., D., An Approach to the Carian Script, Kadmos 20, 1981, (t-d-a-ld-e-s (I=ld)). 406 Ray, J., D., The Carian Inscriptions from Egypt, JEA 68, 1982,

104 επισκέπτεται το Ιερό του στο Ποσείδι με σκοπό να ξεπληρώσει το «τάμα» του, προσφέροντάς του την εισηγμένη, πιθανόν αττική ή ιωνική, κύλικα 407. Από την έκταση της επιφάνειας του χώρου των θυσιών προέρχονται όστρακα που χρονολογούνται κυρίως στον 5 ο αι. π.χ. Σε μία βάση σκύφου του β μισού του 5 ου αι. π.χ. έχει χαραχθεί η λέξη ΙΕΡΗ. Παρόμοιο παράδειγμα αποτελεί η βάση όμοιου σκύφου από την Αγία Ειρήνη της Κέας 408. Σε μία άλλη βάση σκύφου από το Ποσείδι της ίδιας περιόδου ο αναθέτης χαράζει το όνομά του με απλό τρόπο «Φρυγίλο», δηλαδή «του Φρυγίλου» ΚΑΛΛΙΘΕΑ Το Ιερό του Άμμωνος Διός βρίσκεται ανατολικά του δημοτικού διαμερίσματος του δήμου Καλλιθέας στο δήμο Κασσάνδρας του Ν. Χαλκιδικής (Χάρτης 1). Το σπήλαιο στο νότιο τμήμα του Ιερού είναι γνωστό ως «σπήλαιο του Ιερού του Διονύσου». Πρόκειται για σπήλαιο των ιστορικών χρόνων, γνωστό από τις αρχές του 70. Ανοίγεται σε ένα πρανές του Ιερού του Άμμωνος Διός, περίπου 10 μ. ψηλότερα από τον υπόλοιπο αρχαιολογικό χώρο, 100 μ. από την ακτή και 70 μ. νότια του ναού. Το πρανές στερεώνεται και διαμορφώνεται σε άνδηρα με αναλημματικούς περιβόλους ίσως με υδρομαστευτική χρήση. Η διαμόρφωση της περιοχής γύρω από το σπήλαιο, με το κρηναίο οικοδόμημα και την κατασκευή τμήματος της μνημειακής κλίμακας, χρονολογούνται στο α μισό του 4 ου αι. π.χ., στα χρόνια της ίδρυσης του Ιερού του Άμμωνος Διός, εξαιτίας του σημαντικού ρόλου του νερού στη λατρεία του θεού 410. Η έρευνα στην περιοχή γύρω από το σπήλαιο στο Ιερό του Διονύσου έδωσε αξιόλογη κεραμική, που χρονολογείται από την εποχή του Χαλκού έως και τα παλαιοχριστιανικά χρόνια. Στο σπήλαιο βρέθηκαν ενεπίγραφα αττικά αγγεία με αναθηματικό περιεχόμενο, που χρονολογούνται στον 5 ο αι. π.χ. Ένα όστρακο από αυτά φέρει χαραγμένη επιγραφή με το όνομα ΔΙΟΝΥΣΟ. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, διότι το όστρακο δεν αφήνει καμία αμφιβολία για την ταύτιση του σπηλαίου ως ιερό χώρο αφιερωμένο στον θεό Διόνυσο 411. Ακόμη, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν δύο ενεπίγραφα όστρακα με εγχάρακτες επιγραφές τις λέξεις ΔΙΟ και ΑΙΟΣ, καθώς και οι βάσεις ανοιχτών 407 Βοκοτοπούλου 1989, , Βοκοτοπούλου 1990, και Βοκοτοπούλου 1993β, 75, αρ. 5, εικ Μενδώνη Λ., Μελετήματα 10, 30-32, εικ. 6 και Βοκοτοπούλου 1993, Βοκοτοπούλου 1993, Πουλάκη-Παντερμαλή-Βαξεβανόπουλος 2004, Πουλάκη-Παντερμαλή-Βαξεβανόπουλος 2004,

105 αγγείων με εγχάρακτο το γράμμα Τ. Η επιγραφή ΔΙΟ μπορεί να συμπληρωθεί ως ΔΙΟΝΥΣΟΥ, ενώ το εγχάρακτο γράμμα Τ, κάτω από τις βάσεις των ανοιχτών αγγείων, μπορεί να συσχετισθεί με το αρχικό όνομα του κατόχου ή του αναθέτη ΑΙΑΝΗ Από την λεγόμενη Ανασκαφή των Μεγάλων Δόμων της αρχαίας Αιανής, στο κατώτερο πλάτωμα, διαμορφώνεται η κάτοψη ενός δημόσιου κτηρίου υστεροαρχαϊκών-κλασικών χρόνων κάτω από μεταγενέστερα οικοδομικά κατάλοιπα. Το δημόσιο κτήριο αποτελείται από ανισόπεδους ορθογώνιους χώρους και μία στοά. Μπροστά από τον τοίχο της στοάς αποκαλύφθηκαν πέντε βάσεις πεσσοκιόνων. Τα πολλά ερυθρόμορφα όστρακα, τα περισσότερα από τα οποία χρονολογούνται στο α μισό του 5 ου αι. π.χ. χρονολογούν το κτήριο στην ίδια περίοδο και συγχρόνως προκύπτει το συμπέρασμα ότι οργανωμένες πόλεις με μνημειακή αρχιτεκτονική υπήρχαν στην Άνω Μακεδονία και πριν από την ενοποίηση του μακεδονικού βασιλείου από τον Φίλιππο Β. Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα ευρήματα του χώρου, το οποίο βρέθηκε μαζί με όστρακα εισηγμένων αγγείων και τοπικών εργαστηρίων μελανόμορφης αγγειογραφίας, είναι η βάση αττικού μελαμβαφούς σκυφιδίου με εγχάρακτο μετά από την όπτηση το όνομα ΘΕΜΙΔΟΣ σε γενική πτώση (εικ. 197) 413. Η βάση του αττικού σκυφιδίου χρονολογείται στα τέλη του 5 ου αι. π.χ. Είναι πολύ πιθανόν το αγγείο αυτό να αποτελεί ένα ανάθημα προς την Θέμιδα, δηλώνοντας με τη γενική πτώση πως το αγγείο της ανήκει. Δεν αποκλείεται, βέβαια, και η περίπτωση, αν και δεν φαίνεται να είναι τόσο πιθανή, το αγγείο να ανήκε σε κάποια γυναίκα, κάτοικο της Αιανής, με το όνομα Θέμιδα. Το συγκεκριμένο ενεπίγραφο όστρακο εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Αιανής (αρ. 3033) ΤΟΡΩΝΗ Κατά τις ανασκαφικές δραστηριότητες το 1986 στην περιοχή Λήκυθο στην Τορώνη, μέσα στην τάφρο 67 βρέθηκε ένα όστρακο πάνω στο οποίο είναι χαραγμένο 412 Τσιγαρίδα-Βασιλείου-Πάτης 2007, Από τον ίδιο χώρο προέρχεται και η γνωστή ενεπίγραφη κεραμίδα του Αρκάπου, που χρονολογείται στα μέσα του 5 ου αι. π.χ. Το τμήμα της κεραμίδας φέρει την επιγραφή σε τέσσερις στίχους: ΑΡΚΑΠΟΣ/ ΕΡΙΑ/ ΗΗΗΔΔΔΔΔ/ ΔΔΠΙΙΙ. Φαίνεται ότι ένας πολίτης της Αιανής χάραξε ένα λογαριασμό χρησιμοποιώντας το αττικό ή ακροφωνικό σύστημα αρίθμησης, που αφορούσε κάποιον Άρκαπο και ποσότητα μαλλιών (έρια), που ζύγιζαν 350 και κόστιζαν 28, βλ. Καραμήτρου-Μεντεσίδη 2008, 34 εικ. 34 και Βοκοτοπούλου 1993β, 74, αρ. 3 εικ Καραμήτρου-Μεντεσίδη 2008, 34 εικ. 35, Βοκοτοπούλου 1993β, 75, αρ. 4 εικ. 4 και Καραμήτρου- Μεντεσίδη 2002,

106 το όνομα της θεάς Αθηνάς (εικ. 198). Αυτό το εύρημα είναι σημαντικό, διότι σε συνδυασμό με τις σταγόνες από θριγκό δωρικού κτιρίου που βρέθηκαν σε μία δεξαμενή στην ίδια περιοχή, επιβεβαιώνουν την ύπαρξη του δωρικού ναού της θεάς Αθηνάς στη Λήκυθο, που αναφέρεται από τον Θουκυδίδη ΕΠΙΓΡΑΦΕΣ ΜΕ ΑΡΧΙΚΑ ΟΝΟΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΟΝΟΜΑΤΑ ΣΕ ΟΝΟΜΑΣΤΙΚΗ ΠΤΩΣΗ ΠΟΛΥΧΡΟΝΟ Στον παραθαλάσσιο σύγχρονο οικισμό του Πολυχρόνου (Χάρτης 1), που βρίσκεται στην ανατολική ακτή της Κασσάνδρας, κατά τη διάρκεια κατασκευής δασικού δρόμου που συνδέει το Πολύχρονο με το Κασσανδρινό, στο λόφο Γηρομοίρι εντοπίστηκε το 1987 οικιστικός σχηματισμός των αρχαϊκών και κλασικών χρόνων. Ακόμη, στη θέση «Παναγούδα», που βρίσκεται 500 μ. ΝΑ του λόφου Γηρομοίρι, πραγματοποιήθηκε την ίδια χρονιά μία σύντομη σωστική ανασκαφή σε τμήμα του νεκροταφείου του πολίσματος, που χρονολογείται στα τέλη του 6 ου με αρχές του 5 ου αι. π.χ., η οποία έφερε στο φως σημαντικά ευρήματα 416. Από την ταφή 14 προέρχεται ένας αμφορέας διακοσμημένος με ζώνες από γεωμετρικά και φυτικά θέματα, μέσα στον οποίο ήταν ενταφιασμένο ένα βρέφος. Στο εσωτερικό βρέθηκαν μία κορινθιακή κοτύλη και αστράγαλοι. Δυτικά του στομίου του ταφικού αγγείου βρίσκονταν συσσωρευμένα γύρω στα 35 αγγεία και 13 ειδώλια, σε μία έκταση 1 τ.μ. με στρώμα πάχους 0,15 μ.. Ανάμεσα στα αγγεία κυριαρχούν τα αττικά, όπως λήκυθοι, σκύφοι, αμφορίσκοι, ένα θήλαστρο και πολλές κύλικες. Στη βάση μίας από αυτές, που χρονολογείται στο π.χ., διαβάζουμε το όνομα ΦΕΡΕΚΡΑ[ΤΗΣ] (εικ. 199) 417. Ίσως ο ΦΕΡΕΚΡΑΤΗΣ να ήταν ο κάτοχος της κύλικας. Σίγουρα, όμως, το όνομα αυτό μπορεί να ενταχθεί στην προσωπογραφία της Μακεδονίας, εφόσον φαίνεται πως πρόκειται για όνομα κατοίκου της περιοχής ΑΚΑΝΘΟΣ Το καλοκαίρι του 1973 βρέθηκε σε μία πήλινη λάρνακα (ταφή αρ. 27) του νεκροταφείου της Ακάνθου ένα αγγείο με ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Πρόκειται για έναν αμφιπρόσωπο κάνθαρο (εικ. 200). Το αγγείο αποδίδεται στο εργαστήριο του 415 Καμπίτογλου-Παπαδόπουλος 1989, Βοκοτοπούλου-Παππά-Τσιγαρίδα 1988, Βοκοτοπούλου-Παππά-Τσιγαρίδα 1988,

107 ζωγράφου του Συρίσκου. Αυτός ο τύπος αγγείου διαδίδεται στην Αττική από την Ιωνία στο β μισό του 6 ου αι. π.χ. και παράγεται μέχρι το τέλος του ερυθρόμορφου ρυθμού, τόσο από αττικά, όσο και από εργαστήρια της Κάτω Ιταλίας 418. Κάτω από το χείλος υπάρχει εγχάρακτη επιγραφή, η οποία έχει γίνει μετά από την όπτηση του αγγείου. Στα σημεία όπου το μαύρο υάλωμα έχει απολεπιστεί η επιγραφή δεν διαβάζεται εύκολα. Στη μία όψη του κανθάρου εικονίζεται το πρόσωπο μίας γυναίκας και στη δεύτερη όψη το πρόσωπο ενός νέγρου. Ολόκληρη η επιφάνεια του προσώπου και του λαιμού του νέγρου καλύπτεται με ένα βαθύ καστανέρυθρο χρώμα. Η επιγραφή χαράχθηκε πολύ πιθανόν από τους ιδιοκτήτες/ χρήστες του κανθάρου και είναι γραμμένη σε ανδριακό αλφάβητο των αρχών του 5 ου αι. π.χ. Το αγγείο χρονολογείται γύρω στο π.χ. Το κείμενο της επιγραφής έχει ως εξής: ΕΡΟΝΑΣΣΑ ΕΙΜΙ ΚΑΛΕ ΠΑΝΥ ΤΙΜΥΛΛΟΣ ΚΑΛΟΣ HΟΣ ΤΟ[ΔΕ Τ]Ο ΠΡΟΣΟΠΟΝ (εικ. 201). Ο Τίμυλλος πάνω από το νέγρικο πρόσωπο και η Ηρώνασσα 419 πάνω από το γυναικείο πρόσωπο υποδηλώνει σκωπτική διάθεση, δηλαδή ένα είδος ερωτικού πειράγματος μεταξύ δύο εραστών, διότι ο Τίμυλλος χαρακτηρίζεται τόσο όμορφος, όσο αυτό το πρόσωπο (του Νέγρου), πράγμα που σημαίνει πως δεν είναι ωραίος, ενώ η Ηρώνασσα υποστηρίζει ότι είναι πολύ όμορφη. Το όνομα Τίμυλλος 420 είναι σχετικά σπάνιο και ήταν γνωστό μόνο από τον 4 ο αι. π.χ. και έπειτα, τόσο από τη Θάσο όσο και από την Αθήνα. Η κατάληξη υλλος το κατατάσσει στα υποκοριστικά και ο τύπος υπάρχει στα μεταγενέστερα χρόνια στη Χαλκιδική και τη Μακεδονία 421. Το όνομα Ηρώνασσα εμφανίζεται εδώ για πρώτη φορά, ενώ το αρσενικό όνομα Ηρώναξ αναφέρεται σε επιγραφή 422. Ο τάφος σύμφωνα με τα κτερίσματα που περιείχε ανήκει σε γυναίκα και ίσως η νεκρή να ήταν η Ηρώνασσα. Η επιγραφή στον κάνθαρο φανερώνει έμμεσα την παρουσία της σε συμπόσιο, και όπως ήταν γνωστό, μόνο εταίρες έπαιρναν μέρος στα συμπόσια των ανδρών. Επομένως, θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι μία όμορφη εταίρα της Ακάνθου, ανάμεσα στα αγαπημένα της 418 Αρχαία Μακεδονία 1970, 216 αρ Στις αρχές του 5 ου αι. π.χ. συνηθίζεται η εναλλαγή του Η με το Ε και η δάσυνση, βλ. Ρωμιοπούλου 1987, 727 και σημ Bechtel, H., Historische Personennamen, 1917 (φωτοτ. επανεκδ. 1964), 430, Kirchner, J. E., Prosopographia Attica II, 1901, 325, Athenian Agora XV, 191 αρ. 238 και SEG XX, 1964, αρ Παναγιώτου, Α., Μερικές περιπτώσεις υποκορισμού σε επιγραφές της Αρχαίας Μακεδονίας, 9 κ.ε. στα Πρακτικά της 5 ης Ετήσιας Συνάντησης του Τομέα της Γλωσσολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Α.Π.Θ., Bechtel, H., ό.π.,

108 αντικείμενα, που τοποθετήθηκαν στον τάφο, υπήρχε και ο αμφιπρόσωπος κάνθαρος με την ανάμνηση κάποιου από τους εραστές της 423. Η επιγραφή που αναφέρεται στον Τίμυλλο αποτελεί σχόλιο με περιπαικτική διάθεση, το οποίο εντάσσεται σε ένα συγκεκριμένο αρκετά δημοφιλές είδος συμποτικών σκωμμάτων. Σύμφωνα με τα συγκεκριμένα συμποτικά σκώμματα, όσοι συμπότες στερούνταν την επιθυμητή εξωτερική εμφάνιση και δεν ήταν ιδιαίτερα όμορφοι παρομοιάζονταν με κωμικά ζώα ή πρόσωπα. Η συνήθεια αυτή ονομαζόταν εἰκάζειν. Για την τεχνική του εἰκάζειν στα συμπόσια πληροφορούμαστε από τον Ξενοφώντα (Συμπόσιον, VI.8-10) και τον Λουκιανό (Συμπόσιον ή Λαπίθαι, 19) 424. Παρόμοιες επιγραφές με συμποτικά πειράγματα υπάρχουν και σε άλλα επιτραπέζια αγγεία. Εκτός από την επιγραφή πάνω στο γνωστό ποτήρι του Νέστορα η οποία αποτελεί μία ποιητική ερωτική επωδή 425, ένα άλλο παράδειγμα συμποτικού σκώμματος, λίγο παλαιότερο χρονολογικά με τον αμφιπρόσωπο κάνθαρο, αποτελεί η επιγραφή ενός σκύφου από την Ερβησσό της Σικελίας 426, κοντά στον Ακράγαντα 427. Πέρα από το ιδιαίτερο περιεχόμενο της επιγραφής που φέρει ο κάνθαρος, τα ονόματα Ηρώνασσα και Τίμυλλος που αναγράφονται σε αυτήν θα μπορούσαν να προστεθούν στην προσωπογραφία της Ακάνθου. Η Ηρώνασσα φαίνεται να έχει περισσότερες πιθανότητες να ήταν κάτοικος της Ακάνθου, ενώ ο Τίμυλλος λιγότερες, αν λάβουμε υπόψη μας πως στο αγγείο το πρόσωπό του αποδίδεται με τη μορφή νέγρου, γεγονός που δείχνει την εξωτική του καταγωγή. Επομένως, θα μπορούσε να ήταν είτε ένας μετανάστης-κάτοικος της περιοχής ή απλά φιλοξενούμενος στην πόλη της Ακάνθου ΣΙΝΔΟΣ/ ΑΓΧΙΑΛΟΣ Από την περισυλλογή οστράκων του 1990 στην Τράπεζα της Αγχιάλου προέρχονται και ενεπίγραφα όστρακα, ένα από τα οποία είναι μία κάθετη λαβή από 423 Ρωμιοπούλου 1987, , πίν. 140, 141 και Βουτυράς , 42 και Martin, J., Symposion. Die Geschichte einer literarischen Form, Paderborn, 1931, Χουρμουζιάδης, Ν., Νέστορος εὔποτον ποτήριον, ΕΕΦΣΠΘ 18, 1979, και Hansen, P. A., Carmina epigraphica graeca saec. VIII-IV a. Chr. n., Berlin & N. York, 1983, αρ Hansen, P. A., Carmina epigraphica graeca jaec. V-IV a. Chr. n., Berlin & N. York, Βουτυράς , Στο νεκροταφείο της Ακάνθου έχουν βρεθεί ακόμη δύο ενεπίγραφα αγγεία που σώζουν μέρος ονομάτων: πρόκειται για χύτρα (1256) του 5 ου αι. π.χ. από τον τάφο 1497 που σώζει γραπτά τα γράμματα ΑΓΑ Ν (ΑΓΑΘΩΝ ;) και βάση αττικής κύλικας (1018) του α μισού του 5 ου αι. π.χ. από τον τάφο 1564 που σώζει εγχάρακτα τα τελευταία γράμματα του ονόματος: ΡΜΟΝ, βλ. Καλτσάς, Ν., Άκανθος Ι. Η ανασκαφή στο νεκροταφείο κατά το 1979, Αθήνα, 1998, και 103 αντίστοιχα. 99

109 έναν αττικό μελαμβαφή σκύφο τύπου Β των μέσων του 5 ου αι. π.χ. και σώζει την εγχάρακτη επιγραφή ΑΡΓΑΝΘΟΝΙΟΣ (Αργανθώνιος) (εικ. 202). Πρόκειται για ένα σπάνιο όνομα, που το είχε ένας γνωστός βασιλιάς της Ταρτησσού, με τον οποίο είχαν ιδιαίτερες σχέσεις οι Φωκαείς κατά τα τέλη του 7 ου με αρχές του 6 ου αι. π.χ. και ο οποίος ήταν περίφημος κατά την αρχαιότητα για τα πλούτη και τη μακροζωία του 429. Με την πρώτη ανάγνωση του ονόματος αυτού το λογικό συμπέρασμα που προκύπτει είναι πως κάποιος στα μέρη αυτά της Μακεδονίας είχε ονομαστεί έτσι από αυτόν τον πολύ γνωστό βασιλιά, συνήθεια που μάς είναι γνωστή και από άλλα ανάλογα παραδείγματα 430. Μία, όμως, προσεκτικότερη ανάγνωση της επιγραφής πάνω στην λαβή του σκύφου αυτού, μάς δείχνει πως τα γράμματα Ρ και Ν έχουν χαραχθεί μεταγενέστερα. Τα γράμματα αυτά έχουν χαραχθεί εκτός σειράς και χαμηλότερα από τα υπόλοιπα. Επομένως, είναι πολύ πιθανόν το όνομα του ιδιοκτήτη του αγγείου να ήταν ΑΓΑΘΟΝΙΟΣ. Φαίνεται, λοιπόν, πως ο ΑΓΑΘΟΝΙΟΣ μετέτρεψε το όνομά του στο όνομα του γνωστού βασιλιά της Ταρτησσού με την ελπίδα ίσως να αποκτήσει κι αυτός τον πλούτο και τη μακροζωία του 431. Στην ισχνή γνωστή προσωπογραφία του πολίσματος προστέθηκαν άλλα δύο ονόματα το 1993, που πιθανότατα είναι και αντιπροσωπευτικά του μεικτού (ελληνικού και «θρακικού») πληθυσμού του, ακόμη και στον 5 ο αι. π.χ. Από τα ονόματα αυτά φαίνεται ότι στον 5 ο αι. π.χ. το ελληνικό και μάλιστα το ιωνικό 429 Για τον Αργανθώνιον, βλ. RE II, 1 λ. Arganthonios (Αργανθώνιος) (F. Cauer). 430 Για παράδειγμα ο γνωστός Αθηναίος Κροίσος, του οποίου έχει σωθεί το επιτύμβιο άγαλμά του, πήρε το όνομά του προφανώς από το διάσημο ομώνυμο βασιλιά της Λυδίας και το ίδιο πρέπει να συμβαίνει και με τον γνωστό κεραμέα Άμασιν, που πήρε το όνομά του από τον ομώνυμο Φαραώ της Αιγύπτου, βλ. J. Boardman, Papers on the Amasis Painter and his World, Malibu, 1987, 141 κ. ε. και κυρίως Η άποψη μου αυτή ενισχύθηκε με βάση την άποψη του καθ. Τιβέριου, ο οποίος, σε πολύ πρόσφατο άρθρο του, υποστηρίζει πως το όνομα του κατόχου του σκύφου είναι ΑΓΑΘΟΝΙΟΣ, διότι το Ρ και το Ν έχουν χαραχθεί μεταγενέστερα, ενώ η τοποθέτηση τους σε λίγο χαμηλότερη θέση σε σχέση με τα υπόλοιπα γράμματα έχει γίνει λόγω έλλειψης χώρου. Έτσι, λοιπόν, ο κάτοχος του αγγείου θέλησε να κάνει αδιαμφισβήτητη τη συνωνυμία του με τον θρυλικό βασιλιά της Ταρτησσού, ελπίζοντας πως κάθε φορά που θα έπινε από το ενεπίγραφο κρασοπότηρο του, η κρυφή ευχή του για μακροβιότητα και πλούτη θα είχε περισσότερες πιθανότητες να πραγματοποιηθεί. Ευχές για πλουτισμό, διατυπωμένες άμεσα πάνω σε αγγεία δεν ήταν κάτι άγνωστο στην αρχαιότητα, για παράδειγμα ένας νεαρός πωλητής αρωματικών ελαίων σε μία αττική μελανόμορφη πελίκη του τέλους τους 6 ου αι. π.χ., που βρίσκεται στο Μουσείο του Βατικανού, γράφει: Ω ΖΕΥ ΠΑΤΕΡ, ΑΙΘΕ ΠΛΟΥΣΙΟΣ ΓΕΝ[ΟΙΜΑΝ] (Χατζηδημητρίου, Α., Παραστάσεις εργαστηρίων και εμπορίου στην εικονογραφία των αρχαϊκών και κλασικών χρόνων, Αθήνα, 2005, , 220 (Ε 14), πίν. 48 και Walter- Karydi, Ε., When the Athenians liked to chat, στο: ΕΓΡΑΦΣΕΝ ΚΑΙ ΕΠΟΙΕΣΕΝ. Μελέτες κεραμικής και εικονογραφίας προς τιμήν του καθ. Μ. Τιβέριου, Π. Βαλαβάνης- Ε. Μανακίδου (επιμ.), Θεσσαλονίκη, 2014, 196, 197, εικ. 4α). Βέβαια, ο καθ. Τιβέριος επισημαίνει ακόμη μία αντιστοιχία στους δύο αυτούς Αργανθώνιους: και οι δύο κατοικούσαν κοντά στις όχθες ποταμών που ήταν ξακουστοί για τον πλούτο τους. Ο βασιλιάς κοντά στον ποταμό Ταρτησσό, ξακουστός για τον άργυρό του, ενώ ο συνονόματος του στη Μακεδονία κοντά στον Εχέδωρο, σημ. Γαλλικό ποταμό, περίφημος αυτός για τον χρυσό του, βλ. Τιβέριος 2017,

110 στοιχείο, όπως ήδη αναφέρθηκε στην εισαγωγή του κεφαλαίου, είχε αισθητή παρουσία. Το όνομα, λοιπόν, ΒΟΡΥΣ, που είναι χαραγμένο σε όστρακο βάσης εισηγμένης κύλικας ή σκύφου (εικ. 203), που βρέθηκε στον λάκκο του σκάμματος Ε, είναι πιθανόν το πρώτο μη ελληνικό όνομα που γνωρίζουμε από την ανασκαφή στο παραθαλάσσιο αυτό πόλισμα, το οποίο ταυτίζεται ίσως με την αρχαία Σίνδο 432. Το δεύτερο όνομα, που αξίζει να σημειωθεί εδώ, είναι το ΙΑΝΟΣ, το οποίο είναι χαραγμένο στη βάση ενός σκύφου του 5 ου αι. π.χ., που βρέθηκε στο επιφανειακό στρώμα στο μέσο περίπου της πάνω τράπεζας. Είναι πολύ πιθανό να πρόκειται για την σπάνια συνηρημένη γενική πτώση του ονόματος Ιάων/ Ιάν Ιάωνος/ Ιάνος αντί Ίων/ Ίωνος 433. Τέλος, στον χώρο ανάμεσα στις τομές Δ και Δ1, ανοίχθηκε μία μικρή δοκιμαστική τομή Δ6, στη ΒΔ γωνία της οποίας, σε βάθος 0,30 μ., εντοπίστηκε τμήμα του λάκκου απορριμμάτων, που είχε ερευνηθεί κατά το 1994 στα νότια της τομής Δ1 και είχε χρονολογηθεί στα κλασικά χρόνια. Ανάμεσα στην κεραμική που περισυλλέχθηκε βρέθηκε το τμήμα μίας μελαμβαφούς άποδης κύλικας, στη βάση της οποίας είναι χαραγμένα τα γράμματα ΤΙΜ. Ίσως πρόκειται για το όνομα του ιδιοκτήτη (Τιμοκράτης ή Τίμαιος) ΚΑΣΤΡΟ ΤΟΥ ΠΛΑΤΑΜΩΝΑ Το 1997 ακολουθώντας τις ανάγκες της αναστήλωσης και της διαμόρφωσης μέσα στο Κάστρο του Πλαταμώνα, διερευνήθηκε η περιοχή ΝΔ του Οκταγωνικού Ακροπυργίου, ο χώρος μεταξύ του περιβόλου του και της αντηρίδας που σώζει τη βάση του πύργου. Ανασκαφική έρευνα έγινε για τις ανάγκες της αναστήλωσης και σε δύο σημεία του τείχους, δεξιά και αριστερά από την πύλη του Κάστρου, όπου εντοπίστηκαν δύο τοίχοι, πιθανότατα περίβολοι οικιστικών συγκροτημάτων. Ανατολικά του πρώτου τοίχου σε απόσταση 1,30 μ. εντοπίστηκε δεύτερος τοίχος, που βαίνει παράλληλα με τον πρώτο. Στο εσωτερικό του και σε βάθος 2,65 μ. από την επιφάνεια τα τοιχώματά του γίνονται κυκλικά με διάμετρο 1,65 μ. Η αφθονία οστράκων που περιείχε το χώμα που αφαιρέθηκε δείχνει ότι χρησιμοποιήθηκε ως αποθέτης. Τα όστρακα αυτά προέρχονται από διάφορες περιοχές και χρονολογούνται από τη γεωμετρική εποχή έως τη μεταβυζαντινή. Ανάμεσα σε αυτά βρέθηκε και μία 432 Τιβέριος 1993, Τιβέριος 1993, Τιβέριος-Καθάριου-Λαχανίδου-Oettli 1995,

111 βάση αττικού μελαμβαφούς σκύφου του 5 ου αι. π.χ. με εγχάρακτο μετά από την όπτηση το όνομα ΦΙΛΟΚΤΑΤΗΣ (εικ. 204) 435. Πιθανό να πρόκειται κι εδώ για το όνομα του κατόχου του αγγείου ΚΑΡΑΜΠΟΥΡΝΑΚΙ Κατά τη διάρκεια του Α Παγκοσμίου Πολέμου η Θεσσαλονίκη και η γύρω περιοχή από το 1915 έως το 1918 είχε μετατραπεί σε ένα τεράστιο στρατόπεδο των συμμαχικών δυνάμεων. Η παρουσία των στρατιωτικών επηρέασε την καθημερινή ζωή των κατοίκων της πόλης και την ιστορική/ αρχαιολογική έρευνα, καθώς ανάμεσα στους στρατιώτες υπήρχαν και αρχαιολόγοι που έκαναν ανασκαφές και επιφανειακές έρευνες. Το Καραμπουρνάκι ερευνήθηκε από τον γαλλικό, τον αγγλικό και τον ρώσικο στρατό. Εδώ μάς αφορούν οι γαλλικές ανασκαφές του λοχία Leon Rey, που έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού το Ανάμεσα στα ευρήματα που βρήκε ο L. Rey υπήρχε ένας μελαμβαφής σκύφος, στη βάση του οποίου είχε χαραχθεί επιγραφή με οκτώ γράμματα. Πρόκειται για έναν αττικό σκύφο του π.χ., με εγχάρακτο ένα όνομα σε ονομαστική πτώση (εικ. 205) 436. Η πιθανότερη ανάγνωση είναι Δαύλιχος, ένα όνομα που παραπέμπει στα γνωστά από γραπτές μαρτυρίες ονόματα Δαύλιος και Δάλιχος. Ο Δαύλιος τον 7 ο αι. π.χ. ήταν τύραννος της Κρίσας και οικιστής του Μεταποντίου 437, ενώ ο Δάλιχος αναφέρεται σε επιγραφή του 3 ου αι. π.χ. από τις Κώπες της Βοιωτίας 438. Επομένως, το όνομα Δαύλιχος στη βάση του αττικού σκύφου παραπέμπει πολύ πιθανόν στη Φωκίδα και τη Βοιωτία. Το γεγονός αυτό στην περίπτωση που συσχετιστεί με τον χαρακτήρα του πολίσματος, το οποίο αναπτύχθηκε δίπλα στο μοναδικό λιμάνι του μυχού του Θερμαϊκού κόλπου και αποτελούσε τμήμα της αρχαίας Θέρμης, έχει ιδιαίτερη σημασία. Κατά την αρχαϊκή και κλασική εποχή σε αυτό το σημείο βρισκόταν, όπως ήδη έχει αναφερθεί παραπάνω σε άλλη αναφορά για το Καραμπουρνάκι, το σημαντικότερο οικονομικό και εμπορικό κέντρο της περιοχής και ο οικιστικός σχηματισμός είχε κοσμοπολίτικο χαρακτήρα, διότι συγκέντρωνε ανθρώπους και προϊόντα από πολλές περιοχές του ελλαδικού χώρου και της ανατολικής Μεσογείου. Επομένως, μπορούμε να υποθέσουμε πως ο Δαύλιχος, που χάραξε το όνομά του στον σκύφο, καταγόταν από κάποια περιοχή της 435 Λοβέρδου-Τσιγαρίδα 1997, Το εύρημα εκτίθεται στο Α.Μ.Θ. με αρ. ΜΘ LGPN IIIb, 107, λ. «Δαύλιος». Βλ. και τη Δαυλίδα (εθνικό: Δαύλιος), πόλη της Φωκίδας, Παυσανίας, Ελλάδος Περιήγησις, LGPN IIIb, 96, λ. «Δάλιχος». 102

112 νότιας Ελλάδας και έζησε, για ορισμένο χρονικό διάστημα ή μόνιμα, στο Καραμπουρνάκι κατά την περίοδο λίγο πριν ή στις αρχές του Πελοποννησιακού Πολέμου 439. Ο Δαύλιχος είναι ο δεύτερος επώνυμος κάτοικος του πολίσματος στο Καραμπουρνάκι, μετά από τον από παλιά γνωστό ΠΥΡΟΣ (εικ. 206), που γύρω στα μέσα του 5 ου αι. π.χ. είχε, επίσης, χαράξει το όνομά του στη βάση ενός αττικού σκύφου, ο οποίος εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης με αριθμό Τ291. Από τον μελαμβαφή σκύφο σώζεται μόνο η βάση και μικρό μέρος των τοιχωμάτων του. Το όνομα φαίνεται πως είναι γραμμένο σε κορινθιακό αλφάβητο 440. Ένα τρίτο πιθανό όνομα που μπορεί να προστεθεί στην προσωπογραφία της περιοχής προέρχεται από τον απορριμματικό λάκκο της τομής 27/78Δ. Ανάμεσα στα όστρακα, που περισυλλέχθηκαν από τον λάκκο, υπήρχε μία ιωνίζουσα οινοχόη που φέρει στο σώμα, λίγο πιο κάτω από τον λαιμό, εγχάρακτο μετά από την όπτηση το όνομα ΦΙΛΙ 441. Είναι πολύ πιθανό το όνομα αυτό να ανήκει στον ιδιοκτήτη της οινοχόης. Η οινοχόη χρονολογείται γύρω στο 450 π.χ., ωστόσο, λόγω του σχήματος των γραμμάτων θα μπορούσε να τοποθετηθεί και λίγο προγενέστερα, στις αρχές του 5 ου αι. π.χ ΠΕΛΛΑ Από το σύνολο κεραμικής των δύο λάκκων που βρέθηκαν στο δημόσιο λουτρό της Πέλλας και για τους οποίους έγινε αναφορά σε παραπάνω αντίστοιχο κεφάλαιο 442, προέρχονται ορισμένα όστρακα, τα οποία φέρουν χαράγματα και επιγραφές, και χρονολογούνται στα τέλη του 5 ου αι. π.χ. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το ενεπίγραφο, αν και αποσπασματικό, όστρακο ενός αττικού μελαμβαφούς ασκού με βαθύ σώμα. Αυτό το σχήμα του ασκού παραγόταν στα αττικά εργαστήρια από τις αρχές του 5 ου αι. π.χ., γύρω στο 480, έως τις αρχές του τελευταίου τετάρτου του 5 ου αι. π.χ. Η επιγραφή που φέρει το όστρακο στην εξωτερική επιφάνεια του στομίου είναι γραμμένη στο παλαιό αττικό αλφάβητο και χρονολογείται μερικά χρόνια πριν το τέλος του 5 ου αι. π.χ. 443 Η επιγραφή είναι αποσπασματική και σώζονται μόνο τα εξής: ΝΕΙΟΛΗΝ[ΑΙΟΣ] («Αν είσαι ο 439 Ιγνατιάδου-Descamps-Κεφαλίδου-Boucher 2008, Βοκοτοπούλου 1993β, 75, αρ. 6, εικ Τιβέριος-Μανακίδου-Τσιαφάκη 1997, Βλ. παρ Εμπορικές επιγραφές/ Πέλλα. 443 Immerwahr 1990,

113 Λήναιος 444») (εικ. 207). Είναι, επομένως, πολύ πιθανό να πρόκειται για ένα μήνυμα προς τον Λήναιο από κάποιον, εάν υποθέσουμε πως αυτό χαράχθηκε μετά από τη θραύση του αγγείου, κάτι το οποίο είναι εξίσου πολύ πιθανό. Αν υποθέσουμε όμως πως η επιγραφή χαράχθηκε πριν από τη θραύση του αγγείου, τότε μία άλλη πιθανότητα θα μπορούσε να είναι πως ο όρος Λήναιος αναφέρεται στη λατρεία του Διονύσου ή στην ίδια τη θεότητα, αποτελεί δηλαδή ένα είδος ανάθεσης. Ωστόσο, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να ειπωθεί πως το όστρακο του ασκού φέρει το όνομα πολίτη, ο οποίος πέρασε τη διαδικασία του οστρακισμού, διότι δεν υπάρχουν στοιχεία που να μαρτυρούν τη χρήση οστρακισμού στον χώρο της Μακεδονίας 445. Το τμήμα χείλους και σώματος ενός πίθου, που αποτελείται από τρία όστρακα φέρει στην άνω επιφάνεια του εξωστρεφούς χείλους χαραγμένα τα γράμματα ΠΑ. Είναι πολύ πιθανόν τα γράμματα ΠΑ να είναι τα αρχικά του ονόματος του ιδιοκτήτη του πίθου 446. Οποιαδήποτε άλλη ερμηνεία του χαράγματος, όπως σύμβολο χωρητικότητας ή εμπορίου ή αρχικά ονομασίας του προϊόντος που ήταν αποθηκευμένο, δεν φαίνεται να είναι σε αυτή την περίπτωση και τόσο πιθανή. Το επόμενο ενεπίγραφο τμήμα προέρχεται από τη δακτυλιόσχημη βάση, το σώμα και το χείλος μικρού μελαμβαφούς ανοιχτού άωτου σκυφιδίου, το οποίο φέρει εξωτερικά στο κάτω μέρος χαραγμένα τα γράμματα ΛΙ. Είναι πολύ πιθανό τα γράμματα αυτά να ανήκουν στο όνομα του κατόχου του αγγείου 447. Τέλος, η παρουσία του εγχάρακτου γράμματος Κ σε τρία αγγεία συμποσίου είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα (εικ. 208). Συγκεκριμένα, το γράμμα αυτό είναι χαραγμένο σε μία μελαμβαφή οινοχόη και σε ένα μελαμβαφές μόνωτο σκυφίδιο αττικής παραγωγής που προέρχονται από τον ίδιο λάκκο και σε ένα άλλο μελαμβαφές μόνωτο σκυφίδιο εγχώριας παραγωγής που βρέθηκε στην περιοχή γύρω από το λάκκο. Η παρουσία του εγχάρακτου γράμματος σε αγγεία με διαφορετική προέλευση, τα δύο από Αττική και το ένα από τοπικό εργαστήριο, δύσκολα αναγνωρίζεται ως εμπορικό χάραγμα ή σύμβολο που σχετίζεται με την τιμή ή το περιεχόμενο του αγγείου. Ως εκ τούτου, περισσότερο πιθανόν είναι να σχετίζεται με το όνομα του ιδιοκτήτη των 444 Για το όνομα «Λήναιος», βλ. Fraser- Matthews 2005, Akamatis-Aamodt 2015, Akamatis-Aamodt 2015, 26 και Johnston 1979, Akamatis-Aamodt 2015, 38 (16). 104

114 αγγείων, τα οποία φαίνεται να αποτελούσαν το προσωπικό του «σερβίτσιο», και να αποτελεί το αρχικό του ονόματός του ΕΠΙΓΡΑΦΕΣ ΜΕ ΠΟΚΙΛΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΠΟΛΥΧΡΟΝΟ Όπως ήδη αναφέρθηκε παραπάνω, το νεκροταφείο του αρχαίου πολίσματος χρονολογείται στα τέλη του 6 ου με αρχές 5 ου αι. π.χ. και βρίσκεται στη θέση «Παναγούδα» 500 μ. ΝΑ του λόφου Γηρομοίρι. Ανάμεσα στα όστρακα που υπήρχαν έξω από τους τάφους, βρέθηκε το τμήμα μίας κύλικας του α μισού του 5 ου αι. π.χ., το οποίο φέρει εγχάρακτη επιγραφή ΔΕΜΟΣΙΕ στην κάτω επιφάνεια του ποδιού (εικ. 209). Το όστρακο παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, διότι είναι εξαιρετικά σπάνια η επιγραφή που φέρει για τον χώρο της Μακεδονίας γενικότερα και παράλληλα δίνει βάσιμες ελπίδες για την ύπαρξη δημόσιων κτιρίων στο ύψωμα Γηρομοίρι ΤΟΥΜΠΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Το πόλισμα της Άνω Τούμπας στη Θεσσαλονίκη, εντάσσεται στην περιοχή της αρχαίας Μυγδονίας και βρίσκεται στο άκρο μίας στενής παραλιακής πεδιάδας στα ΒΑ του μυχού του Θερμαϊκού κόλπου, σε μικρή απόσταση από την ακτή (Χάρτης 1). Ο οικιστικός σχηματισμός περιλαμβάνει την υψηλή κωνική «τούμπα» με στρώματα κατοίκησης της Εποχής του Χαλκού, της Εποχής του Σιδήρου και λιγότερα των μεταγενέστερων ιστορικών χρόνων καθώς και την «τράπεζα» γύρω από τον λόφο με στρώματα κατοίκησης από την Εποχή του Σιδήρου έως και τα τέλη του 4ου αι. π.χ. Επίσης, έξω από τα όρια του πολίσματος, εντοπίστηκαν κατάλοιπα σποραδικών εγκαταστάσεων διαφόρων εποχών και εκτεταμένο νεκροταφείο με ταφές από τον 8ο έως και τον 3ο αι. π.χ Akamatis-Aamodt 2015, Βοκοτοπούλου-Παππά-Τσιγαρίδα 1988, Για τις ανασκαφές της Τούμπας Θεσσαλονίκης και τα τοπογραφικά- ιστορικά στοιχεία της, βλ. Rey, L., Observations sur les premiere habitats de la Macedoine, BCH 41, 1916, 1 κ.ε., Χουρμουζιάδης, Γ., Η ανασκαφή της Τούμπας ( ), ΑΕΜΘ 1 (1987), , Ανδρέου, Στ.- Κωτσάκης, Κ.- Χουρμουζιάδης, Γ., Ανασκαφή στην Τούμπα Θεσσαλονίκης 1989, Εγνατία 2, 1990, , Ανδρέου, Στ.- Κωτσάκης, Κ., Η προϊστορική τούμπα της Θεσσαλονίκης. Παλιά και νέα ερωτήματα, ΑΕΜΘ 10Α (1996), , Σουέρεφ, Κ., Τούμπα Θεσσαλονίκης Το ανασκαφικό έργο στην Τράπεζα και το νεκροταφείο, ΑΕΜΘ 10Α (1996), , Σουέρεφ, Κ., Τούμπα Θεσσαλονίκης Ανασκαφή ανατολικά της Τράπεζας και στο αρχαίο νεκροταφείο, ΑΕΜΘ 11 (1997), και Σουέρεφ, Κ.- Χαβέλα, Κ., Αρχιτεκτονικά κατάλοιπα ρωμαϊκών χρόνων από την περιοχή Τούμπα Θεσσαλονίκης, ΑΕΜΘ 12 (1998),

115 Σε ένα από τα αγγεία, που βρέθηκαν στην περιοχή της Τούμπας και συγκεκριμένα σε μία βάση αττικού σκύφου του 5 ου αι. π.χ., προερχόμενο από την ανασκαφή στην οδό Καλαβρύτων κατά το 1990, υπάρχει εγχάρακτη δυσανάγνωστη επιγραφή (εικ. 210) 451. Σώζονται σε πολύ καλή κατάσταση, από αριστερά προς τα δεξιά, ένα σύμβολο σχήματος βέλους, στη συνέχεια διακρίνονται κάποια μικρά εγχάρακτα γραμμίδια, τα οποία ίσως να είναι είτε αλφαβητικά και να συνθέτουν κάποια λέξη, οπότε σε αυτή την περίπτωση τα γράμματα έχουν χαραχθεί πρόχειρα και βιαστικά, επομένως δεν είναι ευανάγνωστα, είτε μη αλφαβητικά, και τέλος υπάρχουν άλλα δύο σύμβολα σχήματος βέλους, όμοια με το πρώτο. Το graffito αυτό είναι πολύ πιθανό να σχετίζεται με την χωρητικότητα του αγγείου ή μπορεί να έχει σχέση με την αγορά/ πώληση του συγκεκριμένου αγγείου και την τιμή του ΚΑΡΑΜΠΟΥΡΝΑΚΙ Το κεφάλαιο αυτό με τα ενεπίγραφα αγγεία του 5 ου αι. π.χ. από τη Μακεδονία ολοκληρώνεται με ένα ξεχωριστό εύρημα προερχόμενο από το Καραμπουρνάκι. Από τον Θουκυδίδη 452 πληροφορούμαστε ότι στην αρχή του Πελοποννησιακού Πολέμου η Θέρμη, η οποία είναι πολύ πιθανό να βρισκόταν στο Καραμπουρνάκι 453, κατελήφθη από τους Αθηναίους. Με την αθηναϊκή κατοχή της Θέρμης μπορεί να συσχετιστεί η σύγχρονη με τα γεγονότα γνωστή χάλκινη υδρία του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης (5243), που βρέθηκε στο Καραμπουρνάκι και φέρει τη σημαντική στικτή επιγραφή: ΑΘΕΝΑΙΟΙ ΑΘΛΑ [Ε]ΠΙ ΤΟΙΣ ΕΜ ΤΩΙ ΠΟΛΕΜΩ. Η υδρία χρονολογείται στο β μισό του 5 ου αι. π.χ. ( π.χ.) και είναι πολύ πιθανό ένας Αθηναίος, νικητής στα Επιτάφια 454, να έφερε μαζί του το πολύτιμο έπαθλο που είχε κερδίσει, όταν θα στάλθηκε από την πατρίδα του για να πάρει μέρος στην κατάκτηση της Θέρμης Σουέρεφ 1990, Θουκυδίδης, Θουκυδίδου Ἱστορίαι, Ι.61 και ΙΙ Ο οικιστικός σχηματισμός στο Καραμπουρνάκι είναι πολύ πιθανό να αποτελούσε τμήμα της αρχαίας Θέρμης, η οποία ήταν το σημαντικότερο πόλισμα της περιοχής πριν από την ίδρυση της Θεσσαλονίκης. Με το λιμάνι της η Θέρμη, η οποία ήταν μία πόλη κτισμένη κωμηδόν, ήταν το κυριότερο οικονομικό κέντρο της περιοχής κατά τους Γεωμετρικούς και ιδιαίτερα τους αρχαϊκούς και κλασικούς χρόνους, δίνοντας δικαίως το όνομά της στον κόλπο, βλ. Τιβέριος 2017, Αγώνες που γίνονταν στην Αθήνα για τους νεκρούς των Περσικών Πολέμων. 455 Τιβέριος 1987, και Βοκοτοπούλου 1987, 160, 165,

116 5. ΕΝΕΠΙΓΡΑΦΑ ΑΓΓΕΙΑ ΤΟΥ 4 ου αι. π.χ. ΑΠΟ ΟΙΚΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ 5.1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Για τη Μακεδονία ο 4 ος αι. π.χ. φαίνεται ότι ήταν εποχή με μεγάλη οικονομική, πολιτική, στρατιωτική δύναμη και καλλιτεχνική ανάπτυξη 456, ενώ παράλληλα η γνώση της γραφής έχει πλήρως παγιωθεί 457. Από το πρώτο τέταρτο του 4 ου αι. π.χ. όλα τα τοπικά αλφάβητα της Μακεδονίας και των υπόλοιπων περιοχών στον ελλαδικό χώρο εγκαταλείπονται σταδιακά προς όφελος του μιλησιακού/ ιωνικού 458. Ο τρόπος ζωής των Μακεδόνων και ο αγώνας για μόνιμη εγκατάσταση ήταν οι κύριοι παράγοντες που δεν ευνόησαν την ανάπτυξη της γραφής την περίοδο πριν από τον Αρχέλαο ( π.χ.). Στην Κάτω Μακεδονία κυρίως, κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Αρχελάου φαίνεται να εδραιώνεται μία γενικότερη πολιτική διασφάλισης της μόνιμης εγκατάστασης, καθώς και της εσωτερικής αναδιοργάνωσης 459. Οι νέες πολιτικές και οικονομικές συνθήκες που διαμορφώθηκαν κατά τον 4 ο αι. π.χ. και κυρίως οι αλλαγές που έγιναν από την εποχή του Αλεξάνδρου Γ, δημιούργησαν ένα νέο θεσμικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο η εκπαίδευση στη Μακεδονία, όπως και στον υπόλοιπο ελληνόφωνο κόσμο, γίνεται πλέον ο βασικός παράγοντας διάδοσης της αττικής κοινής και της γραμματικής της, μέσω του μιλησιακού/ ιωνικού αλφαβήτου, όπως είχε παγιωθεί κατά τον 4 ο αι. π.χ. 460 Είναι γνωστό ότι πρώτη η Αθήνα με επίσημη απόφαση υιοθέτησε το μιλησιακό/ ιωνικό αλφάβητο το 403 π.χ. Στη συνέχεια όλες οι άλλες πόλεις κατά τη διάρκεια του 4 ου αι. π.χ. φαίνεται να έλαβαν ανάλογες αποφάσεις. Για την περιοχή της Μακεδονίας το γεγονός αυτό, το οποίο αποδεικνύεται εμμέσως από τις λίθινες ή νομισματικές επιγραφές, συνδέεται ενδεχομένως με τις σημαντικές αναδιαρθρώσεις του Αρχελάου. Τα λίγα μακεδονικά διαλεκτικά κείμενα του 4 ου αι. π.χ., όπως οι κατάδεσμοι από την Πέλλα 461 και από την Αρέθουσα 462, είναι γραμμένα κατά βάση σε μιλησιακό αλφάβητο Μανακίδου 2011, Μισαηλίδου-Δεσποτίδου 2014, Παναγιώτου 2008, Παναγιώτου 2008, 572. Ο Θουκυδίδης (Θουκυδίδου Ἱστορίαι, II.100.2) αποδίδει στον Αρχέλαο την κατασκευή οχυρωματικών έργων, οδικού δικτύου και ένα είδος αστικής ανάπτυξης. 460 Παναγιώτου 2008, Ερωτικός κατάδεσμος, π.χ., βλ. Voutiras, E., ΔΙΟΝΥΣΟΦΩΝΤΟΣ ΓΑΜΟΙ. Marital Life and Magic in Fourth Century Pella, Amsterdam, 1998, SEG 43, 434 και SEG 46,

117 5.2. ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΕΠΙΓΡΑΦΕΣ ΣΤΑΓΕΙΡΑ Μονογράμματα Από τις ανασκαφικές έρευνες στην πόλη των Σταγείρων προέρχονται δύο θραύσματα αγγείων που χρονολογούνται στον πρώιμο 4 ο αι. π.χ. Το πρώτο θραύσμα ανήκει στο σώμα και την ακέραιη βάση φιαλιδίου 464 και το δεύτερο στο σώμα και τη βάση πινακίου (εικ. 211) 465. Ως προς τις εγχαράξεις, στο πρώτο όστρακο υπάρχει χαραγμένο μετά από την όπτηση, το γράμμα Ε και στο δεύτερο το γράμμα Α 466. Τα Στάγειρα έπαιξαν σημαντικό ρόλο στο εμπόριο της περιοχής κατά την αρχαϊκή και κλασική περίοδο. Συγκεκριμένα, μεγάλος είναι ο αριθμός εισηγμένων κεραμικών προϊόντων από την Αττική, την Ανατολική Ελλάδα και την Κόρινθο, όπως, επίσης, και οι εμπορικοί αμφορείς που βρέθηκαν σε όλη την έκταση του οικισμού 467. Τα εμπορικά σύμβολα, τα μεμονωμένα γράμματα και τα συμπιλήματα, δίνουν πληροφορίες για τον μεγάλο αριθμό εμπόρων που πραγματοποιούσαν διάφορες εμπορικές συναλλαγές με τους Σταγειρίτες, επιβεβαιώνοντας έτσι τη σημαντική εμπορική θέση της πόλης στην αρχαιότητα. Επιπλέον, τα ενεπίγραφα αυτά τμήματα αγγείων παρέχουν πληροφορίες και για το είδος του αλφαβήτου που χρησιμοποιήθηκε εδώ ανά περίοδο. Επιβεβαιώνεται, για παράδειγμα, η χρήση του νάξιου αλφαβήτου κατά την αρχαϊκή περίοδο έως το 5 ο αι. π.χ. και του μιλησιακού/ ιωνικού αλφαβήτου από τον 4 ο αι. π.χ. και εξής. Είναι αναμενόμενη η χρήση των συγκεκριμένων αλφαβήτων από τους κατοίκους των Σταγείρων, εφόσον πρόκειται για Ίωνες, Ανδρίους στην καταγωγή Δικαστικός κατάδεσμος, τέλος 4 ου αι. π.χ., βλ. Μοσχονησιώτη, Σ.- Χριστίδης, Α.,Φ. Γλαράκη, Θ., Κατάδεσμος από την Αρέθουσα, στο: Γλώσσα και μαγεία. Κείμενα από την αρχαιότητα, Αθήνα, 1997, και SEG 47, Παναγιώτου 2008, αρ. ευρ. 4132, βλ. Σκιαδάς 2012, αρ. ευρ. 238, βλ. Σκιαδάς 2012, Σκιαδάς 2012, Για παράδειγμα, οξυπύθμενοι αμφορείς των κλασικών και ελληνιστικών χρόνων, όπως θασιακοί, ακάνθιοι και ροδιακοί, πολλοί από τους οποίους φέρουν και σφραγίσματα στις λαβές, βλ. Σκιαδάς 2012, 296, σημ Παρόλα αυτά, οι κάτοικοι των Σταγείρων δεν διατηρούσαν στενές σχέσεις με τη μητρόπολη Άνδρο και δεν σώζεται καμία μαρτυρία από τις αρχαίες γραπτές πηγές που να αποδεικνύει ένα τέτοιο γεγονός, βλ. Tiverios 2008,

118 ΑΦΥΤΗ (Χάρτης 1) 469 Στον πρώτο παράλληλο δρόμο με την ανατολική πλαγιά του βράχου, βόρεια του Κουτσόμυλου, αποκαλύφθηκε αποσπασματικά μόνο ο εσωτερικός χώρος μίας οικίας. Από το στρώμα καταστροφής προέρχονται λίγα μελαμβαφή φιαλίδια του 4 ου αι. π.χ., που φέρουν εγχάρακτα γράμματα 470. Οι ερμηνείες αυτών των γραμμάτων είναι ποικίλες. Όπως ήδη έχει αναφερθεί πολλές φορές στα προηγούμενα κεφάλαια, τα μεμονωμένα γράμματα μπορεί να σχετίζονται είτε με εμπορικά σύμβολα, δηλώνοντας αριθμούς ή ποσότητες, είτε να αποδίδουν το αρχικό γράμμα του ονόματος του ιδιοκτήτη ή του εμπόρου «ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΕΣ» ΕΠΙΓΡΑΦΕΣ ΣΤΑΓΕΙΡΑ Ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον εύρημα με επιγραφή σε καρικό αλφάβητο βρέθηκε στην αρχαία πόλη των Σταγείρων κατά τις ανασκαφικές έρευνες. Η επιγραφή είναι χαραγμένη στο όστρακο ενός μελαμβαφούς, πιθανόν άωτου, φιαλιδίου πριν από την όπτηση του αγγείου. Το αγγείο χρονολογείται στα τέλη του 4 ου αι. π.χ. 471 Δυστυχώς, το ενεπίγραφο όστρακο με την καρική επιγραφή από τα Στάγειρα δεν έχει ακόμη δημοσιευτεί και δεν υπάρχουν περισσότερα διαθέσιμα στοιχεία για τον σχολιασμό της. Έτσι, η δημοσίευσή της κρίνεται απαραίτητη, διότι τα δείγματα επιγραφών σε καρικό αλφάβητο είναι λίγα, ιδιαίτερα από τον χώρο της Μακεδονίας, και η γνώση τους είναι σημαντική καθώς μπορεί να συμβάλει στην ανάγνωση της καρικής γραφής. Ακόμη, η συγκέντρωση και η συνολική μελέτη των καρικών επιγραφών από τον χώρο της Μακεδονίας είναι πιθανό να δώσει περισσότερες 469 Η ταύτιση της αρχαίας Αφύτιος με την Άθυτο αναφέρεται ήδη το 1846 από τον καθ. Κ. Φρεαρίτη, ο οποίος την περιγράφει στο ανέκδοτο σύγγραμμά του Περίπλους Μακεδονίας και Ελάσσονος Ασίας αποσπάσματα του οποίου δημοσιεύονται στο περιοδικό Πανδώρα το 1861 (Πανδώρα ΙΒ, 1861, 290). Η ταύτιση της Αθύτου στηρίζεται και στις αρχαίες πηγές, βλ. Ηρόδοτος, Ἱστορίαι, , Θουκυδίδης, Θουκυδίδου Ἱστορίαι, I.64.2 και Στράβων, Γεωγραφικά,VII.330. Για τις πρώτες ανασκαφές στην περιοχή της αρχαίας πόλης, βλ. Φ. Πέτσας, Μακεδονικά 15, 1975, 244, πίν α, Αικ. Ρωμιοπούλου, ΑΔ 32, 1977, Χρονικά, , πίν. 128α. Για τον νεκροταφείο, βλ. Φ. Πέτσας, Μακεδονικά 15, 1975, 245 και Ε. Γιούρη, ΑΔ 26, 1971, Χρονικά Β2, , πίν. 392ε. Για το Ιερό του Άμμωνος Διός, βλ. Φ. Πέτσας, ΑΔ 24, 1969, Χρονικά, 312, πίν. 326α, του ίδιου, ΑΔ 25, 1970, Χρονικά, , πίν , του ίδιου, Μακεδονικά 15, 1975, , Ε. Γιούρη, ΑΑΑ 4, 1971, και της ίδιας, Το εν Αφύτει ιερόν του Διονύσου και το ιερόν Άμμωνος Διός, στο: Neue Forschungen in griechischen Heiligtümern, 1974, Μισαηλίδου-Δεσποτίδου 1999, Για την αναφορά της καρικής επιγραφής από τα Στάγειρα, βλ. Σισμανίδης 1994, 283, Τιβέριος 1999, 1176 και Παναγιώτου 2008,

119 πληροφορίες για τις σχέσεις των κατοίκων της περιοχής με τους Κάρες και την παρουσία τους σε διάφορες θέσεις της Μακεδονίας. Αν και τα μέχρι στιγμής δεδομένα είναι περιορισμένα 472, είναι σημαντικό να τεθεί το ερώτημα τουλάχιστον για το μέγεθος και τη σπουδαιότητα της παρουσίας των Καρών στη Μακεδονία. Είναι σχεδόν σίγουρο πως οι Κάρες, οι οποίοι βρίσκονται στη Μακεδονία και χρησιμοποιούν τη γραφή και τη διάλεκτό τους εκτός της εστίας τους, δεν μπορεί παρά να αποτελούν κοινότητα, κατά πάσα πιθανότητα εμπόρων, σημαντικού μεγέθους ΑΝΑΘΗΜΑΤΙΚΕΣ ΕΠΙΓΡΑΦΕΣ ΠΟΤΙΔΑΙΑ Αγγεία μίας ιδιαίτερης ομάδας αττικής κεραμικής, που έχουν βρεθεί στη ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας και σχετίζονται με τον δημόσιο βίο της αρχαίας Αθήνας, είναι οι παναθηναϊκοί αμφορείς, οι οποίοι εμφανίζονται στην περιοχή ήδη από τους υστεροαρχαϊκούς χρόνους. Ωστόσο, δεν γνωρίζουμε με βεβαιότητα πως έφτασαν τα συγκεκριμένα αγγεία στη Μακεδονία. Είναι πολύ πιθανόν πολλά από αυτά να προωθήθηκαν μέσω εμπορικών διαδικασιών, όπως για παράδειγμα οι παναθηναϊκοί αμφορείς του 4 ου αι. π.χ. που βρέθηκαν στην Αγορά της Πέλλας 474. Ωστόσο, αυτοί που έχουν βρεθεί στους βασιλικούς τάφους των Αιγών 475, οι παλαιότεροι από τους οποίους χρονολογούνται στο β μισό του 5 ου αι. π.χ. και οι οψιμότεροι το 344/3 π.χ. 476, μπορεί να έφτασαν εδώ και με άλλους τρόπους. Για παράδειγμα, μία πιθανότητα θα ήταν να είχαν προσφερθεί σε μέλη της βασιλικής οικογένειας ως αντίδωρα, ενώ δεν μπορεί να αποκλεισθεί και η περίπτωση ορισμένα μέλη της μακεδονικής δυναστείας να συμμετείχαν και να κέρδισαν σε παναθηναϊκούς αγώνες, με αποτέλεσμα οι παναθηναϊκοί αμφορείς να έφτασαν στη Μακεδονία και να τοποθετήθηκαν αργότερα στους τάφους τους. Επομένως, οι παναθηναϊκοί αμφορείς 472 Οι έως τώρα γνωστές καρικές επιγραφές από οικισμούς της Μακεδονίας είναι οι εξής: ο γκρίζος τροχήλατος λέβης και ο αμφορέας (ή οινοχόη) από το Καραμπουρνάκι, η βάση αττικού σκύφου από την Τράπεζα Λεμπέτ της Πολίχνης και το ενεπίγραφο όστρακο του φιαλιδίου από τα Στάγειρα. 473 Παναγιώτου 2008, 576. Για την παρουσία των Καρών στον χώρο της Μακεδονίας, βλ. Τιβέριος, Μ., Κάρες στο μυχό του Θερμαϊκού Κόλπου, στο: Αρχαία Μακεδονία VI. Ανακοινώσεις κατά το Έκτο Διεθνές Συμπόσιο, Θεσσαλονίκη Οκτωβρίου 1989, Θεσσαλονίκη, 1999, Τιβέριος 2000β, 35 κ.ε. 475 Για παράδειγμα, πάνω στον Τάφο της Ευρυδίκης («Τάφος της Περσεφόνης») στη Βεργίνα βρέθηκε όστρακο παναθηναϊκού αμφορέα, το οποίο πρέπει να βρισκόταν στα υπολείμματα της καύσης του νεκρού και φέρει την αρχή του ονόματος ΛΥΚ. Είναι πολύ πιθανό να αναφέρεται στον επώνυμο άρχοντα Λυκίσκο (344 π.χ.), βλ. Ανδρόνικος, M., Βεργίνα. Ανασκαφή 1987, ΑΕΜΘ 1 (1987), Τιβέριος 2000β,

120 επιβεβαιώνουν την παναθηναϊκή νίκη τους, τη συμμετοχή του μακεδονικού κράτους στα πνευματικά δρώμενα του υπόλοιπου ελλαδικού χώρου και τις σχέσεις του με την Αθήνα, την πολιτιστική πρωτεύουσα του ελληνικού κόσμου 477. Ένα τέτοιο αγγείο από τον χώρο της Μακεδονίας που βεβαιώνει την παρουσία Μακεδόνων παναθηναιονικών, βρέθηκε στην Ποτίδαια/ Κασσάνδρεια της Χαλκιδικής και χρονολογείται στον 4 ο αι. π.χ. (εικ. 212). Συγκεκριμένα, στο αγροτεμάχιο με αρ. 129, που βρίσκεται αμέσως νότια του σύγχρονου οικισμού της Ν. Ποτίδαιας και πιο κοντά στην πλευρά του Θερμαϊκού κόλπου, ήρθε στο φως τμήμα ενός οικοδομικού τετραγώνου με λείψανα τοίχων δύο τουλάχιστον κτισμάτων, τα οποία ανάγονται σε τρεις οικοδομικές φάσεις 478. Στο Κτήριο Α, και συγκεκριμένα στην ΝΑ γωνία του χώρου Ι, βρέθηκαν τα θραύσματα ενός παναθηναϊκού αμφορέα. Σώζεται το κάτω μέρος του σώματος του αμφορέα και διατηρούνται μικρό τμήμα της μετόπης στη μία όψη, στο οποίο παριστάνεται η Αθηνά, τμήμα της μετόπης στην άλλη όψη με παράσταση αθλητικού αγωνίσματος και, κάτω από αυτή, μεγάλο τμήμα εγχάρακτης επιγραφής της οποίας το αριστερό τμήμα έχει απολεπιστεί. Από την Αθηνά της κύριας όψης σώζεται μόνο το κάτω μέρος των ποδιών και οι παρυφές του χιτώνα της. Αριστερά της θεάς διακρίνεται η τετράπλευρη βάση με τμήμα κίονα, όπου συνήθως στηρίζεται πετεινός ή Νίκη. Στην άλλη όψη του αμφορέα έχουμε παράσταση αρματοδρομίας με τέθριππο. Σώζονται τα πίσω πόδια των αλόγων και οι δύο ακτινωτοί τροχοί του άρματος. Κάτω από την παράσταση υπάρχει η εγχάρακτη αναθηματική επιγραφή: ΑΡΙΣΤΟΒΟΥΛΟΣ/ ΕΥΒΟΥΛΙΔΟΥ/ [ΑΡ]ΜΑΤΙ. Είναι πολύ πιθανό να πρόκειται για το όνομα του αρματοδρόμου νικητή, ο οποίος ίσως αφιέρωσε τον αμφορέα σε ένα ιερό, συχνό τόπο κατάληξης των παναθηναϊκών αμφορέων 479. Ίσως, επίσης, να το είχε κερδίσει σε αγώνες τεθρίππου γόνος της οικογένειας του Αριστόβουλου, του γνωστού στρατηγού και ιστορικού του Αλεξάνδρου Γ. Στη συνέχεια αφιέρωσε τον παναθηναϊκό αμφορέα στο Μητρώο της Κασσάνδρειας 480. Πάντως δεν αποκλείεται στον τέταρτο στίχο, από τον οποίο σώζεται μόνο το γράμμα Ι, να υπήρχε το όνομα του θεού, στον οποίο αφιερώθηκε το 477 Τιβέριος 2012, Σισμανίδης-Καραΐσκου 1992, Σισμανίδης-Καραΐσκου 1992, Τιβέριος 2000β, 9 κ.ε., εικ. 1-5, 22 και Τιβέριος 2012,

121 αγγείο 481. Εξάλλου με βάση τα ευρήματα και τα πήλινα ειδώλια θα μπορούσε να αποδοθεί στον χώρο Ι του Κτηρίου Α ιερός χαρακτήρας ΑΚΑΝΘΟΣ Η εγχάρακτη επιγραφή μίας βάσης αττικού σκύφου από το νεκροταφείο της αρχαίας Ακάνθου, που χρονολογείται στο α τέταρτο του 4 ου αι. π.χ., αποτελεί μαρτυρία για τις θρησκευτικές δοξασίες και τη λατρεία των αρχαίων Ακανθίων. Η εγχάρακτη μετά από την όπτηση επιγραφή φέρει ένα κύριο όνομα σε γενική πτώση: ΑΓΑΘΟΔΑΙΜΟΝΟΣ (εικ. 213). Η επιγραφή αποτελεί πιθανόν επίκληση μίας μειλίχιας θεότητας, η οποία προστάτευε τον οίκο και τους αγρούς. Προς τιμήν της θεότητας αυτής οι συμποσιαστές («αγαθοδαιμονιασταί») έκαναν πρόποση πριν το από τέλος του δείπνου 483. Ο Αγαθοδαίμων ήταν μία θεότητα των ανατολικών θρησκειών που είχε τη μορφή ουροβόρου όφεως και προϋπήρχε του ολύμπιου πανθέου 484. Πολύ συχνά ταυτιζόταν με τον Διόνυσο και τον Ασκληπιό και λατρευόταν κατά τα Πιθοίγια, την πρώτη ημέρα των Ανθεστηρίων 485. Κατά την ελληνιστική περίοδο γίνεται ζευγάρι με τη θεά Αγαθή Τύχη και λατρεύονται μαζί σε ιερά και σε οικιακούς βωμούς 486. Τέλος, «κυνηγημένος» από τη χριστιανική εκκλησία μετατρέπεται σε κακοποιό πνεύμα, τον γνωστό καλικάντζαρο ΒΕΡΓΙΝΑ Από το Ιερό της Μητέρας των θεών, Κυβέλης, στη Βεργίνα προέρχεται ένα σημαντικό ενεπίγραφο αγγείο που ταυτίζει το Ιερό. Πρόκειται για έναν μελαμβαφή κάνθαρο του τέλους του 4 ου αι. π.χ., ο οποίος πολύ πιθανόν αποτελεί προϊόν τοπικού εργαστηρίου 488. Στον λαιμό του κανθάρου υπάρχει εγχάρακτη η εξής αναθηματική επιγραφή: ΦΙΛ[ ]ΜΗΤΡΙ ΘΕΩΝ ΚΑΙ ΣΥΝΤΕΛΗΑ[Ι] (εικ. 214) 489. Ο κάνθαρος 481 Πιθανόν ανάλογη περίπτωση να έχουμε και με τον παναθηναϊκό αμφορέα που βρέθηκε στο Γυμνάσιο της Αμφίπολης και χρονολογείται στο β μισό του 4 ου αι. π.χ. Είναι πολύ πιθανό να ήταν αφιερωμένος στον Ηρακλή, βλ. Λαζαρίδου, Κ., Το γυμνάσιο της αρχαίας Αμφίπολης, ΑΕΜΘ 1(1987), 319, Τιβέριος 2000β, 27 και Τιβέριος 2012, Σισμανίδης-Καραΐσκου 1992, Αριστοφάνης, Ἱππῆς, 85, 106 και Αριστοφάνης, Εἰρήνη, Αριστοτέλης, Ἠθικὰ Εὐδήμεια, Πλούταρχος, Ἠθικὰ, 655e, 735d. 486 Παυσανίας, Ελλάδος Περιήγησις, 9, 39, 5, Παπαστάθης-Νασιώκα-Βιολατζής-Αμανατίδου 2008, Καλλίνη 2016, Καλλίνη 2016,

122 βρέθηκε στα θεμέλια ενός μικρού δωματίου, το οποίο βρίσκεται ΒΑ του μεγάλου κεντρικού χώρου, όπου και εντοπίστηκε ο βωμός- βόθρος 490. Όσον αφορά την επιγραφή, η επίκληση στη θεά Κυβέλη ως Μητέρα των Θεών είναι αναμενόμενη για την περιοχή της Μακεδονίας 491. Ακόμη, τα τρία γράμματα ΦΙΛ που σώζονται ίσως να ανήκουν στο όνομα του αναθέτη ή της αναθέτριας 492. Βέβαια, στη Μακεδονία αναφέρονται αρκετά ονόματα, είτε ανδρικά είτε γυναικεία, που ξεκινούν με αυτά τα τρία γράμματα 493. Κατά τη διάρκεια της ανασκαφής της Μεγάλης Τούμπας στη Βεργίνα βρέθηκαν επιτύμβιες στήλες, οι οποίες χρονολογούνται στην ίδια περίοδο με τον κάνθαρο. Στις επιτύμβιες αυτές στήλες μνημονεύονται τα ανθρωπωνύμια Φίλα, Φίλιστος, Φίλων, Φιλώτας και Φ[ι]λλ[έ]ας 494. Επομένως, είναι πολύ πιθανόν και το όνομα του αναθέτη ή της αναθέτριας του κανθάρου να είναι παρόμοιο με κάποιο από αυτά. Ωστόσο, η λέξη, το νόημα της οποίας διεγείρει ερωτήματα, είναι η ΣΥΝΤΕΛΗΑ[Ι] (συντέλεια). Η λέξη συντέλεια σημασιολογικά αποδίδει πολλές έννοιες, καθώς προέρχεται από το ρήμα συντελώ. Οι πιο κοινές έννοιες της λέξης είναι η λήξη, η ολοκλήρωση ή η εκπλήρωση, μπορεί, όμως, να αποδίδει τις θυσίες, τις προσφορές και τα μυστήρια 495. Παρόλα αυτά, η ερμηνεία της λέξης ΣΥΝΤΕΛΗΑ[Ι], που αναγράφεται πάνω στον κάνθαρο των Αιγών, φαίνεται να ταιριάζει περισσότερο με την έννοια που αναφέρεται στον Αισχύλο 496, δηλαδή ως συντέλεια θεών. Η Κυβέλη συνοδευόταν συχνά από διάφορους θεούς, είτε αυτοί ανήκαν στο ολύμπιο πάνθεο είτε στις τοπικές θρησκευτικές δοξασίες. Για παράδειγμα, στην Αττική η Μητέρα των Θεών απεικονίζεται συχνά με τη Δήμητρα και την Περσεφόνη 497, τον Ερμή, την Εκάτη και τους Κουρήτες 498, ενώ στη Θήβα με 490 Καλλίνη 2016, Στη Μακεδονία η θεά Κυβέλη αποκαλείται ως Μητέρα των Θεών ή Μήτηρ Θεών Αυτόχθων. Συγκεκριμένα, στο Ιερό της θεάς Κυβέλης στη Λευκόπετρα βρέθηκαν επιγραφές, στις οποίες η θεά καλείται ως εξής: Μήτηρ Θεών, Μήτηρ Θεών Αυτόχθων, Μήτηρ Θεών Αυτοχθονίτις, Μήτηρ Θεών Ορεία, κ.ά., βλ. Petsas, Ph., κ.ά., Inscriptions du Sanctuaire de la Mère des Dieux Autochtone de Leukopetra (Macédoine), Μελετήματα 28, Αθήνα, 2000, 28, 81 κ.ε. και Καλλίνη 2016, 472. Επίσης, στον 4 ο αι. π.χ. από τη Μακεδονία δύο είναι τα γνωστά Ιερά της θεάς Κυβέλης μέχρι στιγμής και χρονολογούνται στην ίδια περίοδο: το πρώτο είναι αυτό στην πόλη των Αιγών, στη σημ. Βεργίνα, και το δεύτερο είναι το Μητρώο της Πέλλας, το οποίο βρισκόταν σε χρήση μέχρι και τις αρχές του 1 ου αι. π.χ., βλ. Καλλίνη 2016, Δρούγου 1990, Βλ. Ριζάκης, Θ.- Τουράτσογλου, Γ., Επιγραφές Άνω Μακεδονίας (Ελίμεια, Εορδαία, Νότια Λυγκηστίς, Ορεστίς), Κατάλογος επιγραφών, Α τόμος, Αθήνα, 1985, Βλ. Σαατσόγλου- Παλιαδέλη, Χ., Επιτάφια μνημεία από τη Μεγάλη Τούμπα της Βεργίνας, Θεσσαλονίκη, 1984, Καλλίνη 2016, 481 και σημ Αισχύλος, Ἑπτὰ ἐπὶ Θήβας, στ Roller 1999, Roller 1999, και Καλλίνη 2016, 487 σημ

123 τον Πάνα και στη Λειβαδιά με τον τοπικό θεό Τροφώνιο 499. Περισσότερο συχνά, όμως, εμφανίζεται συντροφιά με τον θεό Διόνυσο, που πολλές φορές σχετίζεται με τον φρυγικό θεό Σαβάζιο, και με τον Δία 500. Στη Μακεδονία συντροφεύεται, επίσης, από τον Διόνυσο ή τον Σαβάζιο, τον Πάνα, τη Δήμητρα και την Περσεφόνη, ωστόσο ιδιαίτερη σχέση έχει με τη θεά Αφροδίτη 501. Επομένως, ο όρος συντέλεια είναι πολύ πιθανό να αναφέρεται στις θεότητες που είχαν στενή σχέση με την Κυβέλη και αποτελούσαν τη συνοδεία της, με σκοπό να συμβάλουν μαζί με την Μητέρα των Θεών στην εκπλήρωση των ευχών των πιστών ΠΕΛΛΑ Στην τομή της ανατολικής στοάς της Αγοράς στην Πέλλα, που ανοίχθηκε μέσα στον χώρο 3, βρέθηκε ένας αποσπασματικός κάνθαρος του τέλους του γ τετάρτου ή των αρχών του δ τετάρτου του 4 ου αι. π.χ., στο σώμα του οποίου σώζεται η επιγραφή: ΔΙΟΣ ΦΙΛΙΟΥ (εικ. 215α-β). Το γεγονός να παράγονται ενεπίγραφα αγγεία με την επιγραφή αυτή στα κεραμικά εργαστήρια της Πέλλας μπορεί να θεωρηθεί ως σημαντική ένδειξη λατρείας του Διός Φιλίου στην πόλη. Ωστόσο, η θέση εύρεσης του ενεπίγραφου αγγείου στο γέμισμα του κτηρίου δεν μπορεί από μόνη της να θεωρηθεί και ενδεικτική για τη θέση αναζήτησης ενός ιερού του θεού. Γενικότερα, η λατρεία του θεού επιβεβαιώνεται από διάφορες πηγές και μαρτυρίες 503, όπως, για παράδειγμα, λατρεία του Διός Μειλιχίου μαρτυρείται επιγραφικά 504. Η αναγραφή του ονόματος του Δία σε αγγεία από την Πέλλα, πριν από την όπτηση, δεν είναι συχνή. Αντίθετα το όνομα του Διονύσου εμφανίζεται συχνότερα ΕΠΙΓΡΑΦΕΣ ΜΕ ΑΡΧΙΚΑ ΟΝΟΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΟΝΟΜΑΤΑ 499 Καλλίνη 2016, , εικ Roller 1999, 176 σημ. 134 και Καλλίνη 2016, 478 σημ Καλλίνη 2016, 478 και σημ Καλλίνη 2016, Βλ. Παπακωνσταντίνου-Διαμαντούρου, Δ., Πέλλα Ι. Ιστορική επισκόπησις και μαρτυρίαι, 1971, Μία μικρή αποσπασματική αναθηματική επιγραφή του Φιλίππου Ε σε τρεις στίχους: ΒΑΣΙΛΕΥΣ Φ[ΙΛΙΠΠΟΣ]/ ΒΑΣΙΛΕΩΣ Δ[ΗΜΗΤΡΙΟΥ]/ ΔΙΙΜΙΛ[ΙΧΙΩΙ], μαρτυρεί τη λατρεία του Διός Μειλιχίου. Πρόκειται για τυχαίο εύρημα που βρίσκεται στο Μουσείο της Πέλλας (αρ. ΕΠ23) και σώζεται μόνο το αριστερό τμήμα της πρόσοψης με την επιγραφή. Για την επιγραφή, βλ. Kl. Bringmann-H. von Steuben, Schenkungen hellenistischer Herrscher an griechische Städte und Heiligtümer, I, 1995, αρ. 115, εικ Ακαμάτης 1992, και Ακαμάτης 2005, 422. Εκτός από το όνομα του θεού Διονύσου, που απαντάται πιο συχνά σε περιοχές της Μακεδονίας, ή του Δία, από τα Στάγειρα προέρχεται μία βάση άβαφου σκύφου, πιθανόν του 4 ου αι. π.χ., με την αναθηματική επιγραφή ΗΡΑ, βλ. Σισμανίδης 1994,

124 ΑΚΑΝΘΟΣ Από το νεκροταφείο της αρχαίας Ακάνθου προέρχεται μία ενεπίγραφη βάση αττικού αγγείου, πελίκης ή οινοχόης, η οποία εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης. Η βάση είναι συγκολλημένη από δύο τμήματα και χρονολογείται στις αρχές του 4 ου αι. π.χ. Στην εξωτερική, άβαφη επιφάνεια της βάσης είναι χαραγμένα ες ευθύ τα ονόματα πέντε ανδρών σε ονομαστική πτώση: ΚΑΣΕΥΣ, ΕΠΟΧΟΣ, ΕΥΑΝΙΟΣ, ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΗΣ και ΠΡΕΠΙΣ (εικ. 216). Δεν είναι βέβαιο τί ακριβώς σημαίνουν αυτά τα ονόματα, ωστόσο, είναι πιθανό να πρόκειται για τα ονόματα των κεραμέων του εργαστηρίου από το οποίο προέρχεται το αγγείο ή των αγγειογράφων, δεν αποκλείεται, όμως, να είναι τα ονόματα συμποσιαστών, φίλων κάποιου νεκρού 506. Περισσότερο πιθανή, κατά τη γνώμη μου, φαίνεται η δεύτερη υπόθεση. Ίσως το αγγείο να αποτέλεσε αφιέρωμα σε κάποιο νεκρό από τους φίλους ή τους συγγενείς του, οι οποίοι χάραξαν τα ονόματά τους στη βάση του αγγείου. Τότε τα ονόματα αυτά μπορούν να προστεθούν στην προσωπογραφία των κατοίκων της Μακεδονίας του 4 ου αι. π.χ ΣΤΑΓΕΙΡΑ Στην προσωπογραφία των κατοίκων της Μακεδονίας του 4 ου αι. π.χ. μπορούν να προστεθούν και τα ονόματα δύο κατοίκων των Σταγείρων. Το πρώτο ενεπίγραφο όστρακο 508 προέρχεται από την κυκλική βάση ενός αττικού μελαμβαφούς σκύφου που χρονολογείται στις αρχές του 4 ου αι. π.χ. (εικ. 217). Στο κάτω μέρος της βάσης σώζεται το εγχάρακτο κύριο όνομα σε γενική πτώση: ΙΕΡΩΝΟΣ. Η χάραξη του ονόματος έγινε μετά από την όπτηση του αγγείου πιθανότατα από τον κάτοχό του, όπως δηλώνεται και από τη χρήση της γενικής πτώσης. Όσον αφορά το αλφάβητο, ακολουθείται και εδώ το ιωνικό, όπως φαίνεται από την παρουσία του Ω. Το γράμμα αυτό είχε ήδη προστεθεί στο νάξιο αλφάβητο από τα αρχαϊκά χρόνια και ήταν γνωστό και στους Ανδρίους αποίκους των Σταγείρων. Τέλος, το όνομα ΙΕΡΩΝ 509 είναι 506 Βοκοτοπούλου 1993β, 76, Κ. Ρωμιοπούλου, ΑΔ 36, 1981, Χρονικά, 302 και A. Panayotou, Textes d Acanthos d époque archaïque et classique, Symmikta VII, 1991, 130 πίν. VIII Στην προσωπογραφία της Μακεδονίας μπορεί να προστεθεί και το όνομα ΛΑΑΝΔΡΟΣ. Συγκεκριμένα, από το κλασικό νεκροταφείο της Αμφίπολης προέρχεται ένας μελαμβαφής κάνθαρος του 4 ου αι. π.χ. με την εγχάρακτη επιγραφή στο λαιμό: ΛΑΑΝΔΡΟΥ, βλ. Μανδάλα, Τ., Το κλασικό νεκροταφείο της Αμφίπολης, στο: Μνήμη Δ. Λαζαρίδη, πόλις και χώρα στην αρχαία Μακεδονία και Θράκη: Πρακτικά αρχαιολογικού συνεδρίου, Καβάλα 9-11 Μαΐου 1989, Χ. Κουκούλη-Χρυσανθάκη O. Picard (επιμ.), Θεσσαλονίκη, 1990, αρ. ευρ. 648, βλ. Σκιαδάς 2012, Για περισσότερες θέσεις όπου συναντάται το όνομα «ΙΕΡΩΝ», βλ. Fraser-Matthews 2005,

125 γνωστό και από ένα ενεπίγραφο αγγείο του 5 ου αι. π.χ. από τη γειτονική Άκανθο, επίσης αποικία των Ανδρίων, αλλά και σε μεταγενέστερα χρόνια από άλλες περιοχές της Μακεδονίας, όπως την Όλυνθο (3 ος αι π.χ.) και τον Ανθεμούντα (2 ος αι. π.χ.) 510. Το δεύτερο κύριο όνομα είναι χαραγμένο στην κάτω επιφάνεια της βάσης κανθάρου του β τετάρτου του 4 ου αι. π.χ. (εικ. 218), επίσης, σε γενική πτώση: ΣΚΟΠΑ 511. Η μορφή του Σ δείχνει πως στην προκειμένη περίπτωση ακολουθείται το ιωνικό αλφάβητο. Το γεγονός αυτό είναι αναμενόμενο, διότι η καταγωγή των Ανδρίων κατοίκων των Σταγείρων ήταν ιωνική 512. Όσον αφορά το όνομα ΣΚΟΠΑΣ, αυτό μάς είναι γνωστό από τις Κυκλάδες και ιδίως από την Πάρο 513, ωστόσο δεν συναντάται συχνά στο βορειοελλαδικό χώρο ΑΡΧΟΝΤΙΚΟ ΓΙΑΝΝΙΤΣΩΝ Σε ένα αγροτεμάχιο νότια της τούμπας του Αρχοντικού Γιαννιτσών βρέθηκε ένα πήλινο μονόμυξο λυχνάρι ανοικτού τύπου με μικρό, καμπύλο σώμα, μεγάλη οπή πλήρωσης, χωρίς χείλος και χαμηλή δισκόμορφη βάση. Η απόληξη του μικρού μυκτήρα του λυχναριού, που φέρει έντονα ίχνη καύσης, δεν σώζεται. Πρόκειται για λυχνάρι εγχώριας παραγωγής και μπορεί να χρονολογηθεί στο β μισό του 4 ου αι. π.χ. Στο σώμα του φέρει εγχάρακτη επιγραφή, η οποία διαβάζεται από αριστερά προς τα δεξιά, με το όνομα της κατόχου του σε γενική πτώση: ΜΙΝΝΟΥΣ (εικ. 219α-β). Το ελληνικό όνομα Μιννώ στη Μακεδονία είναι γνωστό στις Αιγές 515 και την Όλυνθο 516, ενώ παρόμοια ονόματα μαρτυρούνται στα Δωδεκάνησα, την Κρήτη και την Κύπρο 517, καθώς και τη Μ. Ασία 518. Χαρακτηριστική είναι η απόδοση του σίγμα σε σχήμα 510 Σκιαδάς 2012, αρ. ευρ. 279, βλ. Σκιαδάς 2012, Οι Άνδριοι είχαν υιοθετήσει από την αρχαϊκή εποχή το αλφάβητο των Ναξίων, το οποίο ανήκει στα «μπλε» αλφάβητα κατά τον Kirchhoff (1887, 61-67). Αυτό σημαίνει πως συμπεριλαμβάνει και τα τρία συμπληρωματικά σύμβολα Φ, Χ, Ψ, βλ. Guarducci 2008, Παράλληλα το νάξιο αλφάβητο εντάσσεται στην ιωνική σφαίρα επιρροής, βλ. Jeffery- Johston 1990, 298 και Guarducci 2008, Fraser- Matthews 1987, 408. Πιθανότατα το όνομα αυτό να έγινε γνωστό στα Στάγειρα εξαιτίας των επιβεβαιωμένων, μέσω της κεραμικής, εμπορικών επαφών των κατοίκων της πόλης με τη Θάσο, αποικία των Παρίων. 514 Συναντάται μία φορά στη Θράκη, βλ. Fraser- Matthews 2005, Σαατσόγλου-Παλιαδέλη, Χ., Επιτάφια μνημεία από τη Μεγάλη Τούμπα της Βεργίνας, 1984, 217 κ.ε. Το όνομα στην επιγραφή των Αιγών συμπληρώνεται με ύψιλον, αλλά η επιγραφή του Αρχοντικού, το μαρτυρημένο όνομα Δυμιννώ στις Αιγές και το πατρωνυμικό Μιννίων στους Φιλίππους οδηγούν στην άποψη ότι η γνωστή γραφή στην Μακεδονία θα ήταν με γιώτα. Στη νότια Ελλάδα αλλά και αλλού γράφεται με γιώτα και με ύψιλον, βλ. Fraser- Matthews 1987, 315 και 321 και Κουμανούδης, Σ. Ν., Θηβαϊκή προσωπογραφία, Αθήνα, 1979, 33, IG II, 2, 1025, 1929, Fraser Matthews 1987, Robert, L., Noms indigenes de l Asie Mineure, 1963, 226 και σημ

126 «μισοφέγγαρου», το οποίο είναι συχνότερο σε διάφορα μέρη του αρχαίου κόσμου στον 3 ο αι. π.χ. 519, όμως, εμφανίζεται σποραδικά ήδη από τον 4ο αι. π.χ., για παράδειγμα στην Πέλλα 520 και τις Αιγές 521. Επομένως, το σχήμα των γραμμάτων μάς βοηθά να χρονολογήσουμε το λυχνάρι στο β μισό του 4 ου αι. π.χ. 522 Από την Τράπεζα του Αρχοντικού Γιαννιτσών προέρχεται, επίσης, ένα τμήμα άωτου σκυφιδίου με εγχάρακτο όνομα, το οποίο χρονολογείται στο τέλος του 4 ου αι. π.χ., στην υστεροκλασική περίοδο. Το όνομα στο σκυφίδιο με βάση την κατεύθυνση της χάραξης των γραμμάτων πιθανότατα πρέπει να διαβαστεί από αριστερά προς τα δεξιά: ΑΤΑΛ, ενώ το τελευταίο χάραγμα Χ θεωρείται ανεξάρτητο σύμβολο (εικ. 220). Αν, όμως, διαβαστεί από τα δεξιά προς τα αριστερά, τότε πρόκειται για γυναικείο όνομα με τη δωρική κατάληξη α ΠΕΛΛΑ Στα λουτρά του Ανακτόρου της Πέλλας στο Δωμάτιο Ε βρέθηκε μία βάση μελαμβαφούς πινακίου με τέσσερα εμπίεστα ανθέμια στον πυθμένα και γύρω γλωσσωτό κόσμημα. Η βάση του μελαμβαφούς πινακίου χρονολογείται στο γ τέταρτο του 4 ου αι. π.χ. Στο κάτω μέρος της φέρει εγχάρακτο συμπίλημα ΒΑΡ ή ΒΑΛ 524. Εάν δεν πρόκειται για εμπορικό συμπίλημα ή σύμβολο, τότε είναι πολύ πιθανό να έχουμε και εδώ την αρχή ενός ονόματος, του ιδιοκτήτη του αγγείου και κατοίκου της Πέλλας ΑΤΑΥΤΙΣΤΗ ΚΩΜΗ ΤΗΣ ΒΕΡΟΙΑΣ Από μία αρχαία πόλη, αταύτιστη προς το παρόν, στην περιοχή της Βέροιας προέρχεται μία δακτυλιόσχημη βάση μελαμβαφούς κανθάρου, η οποία φέρει στο κάτω κοίλο μέρος εγχάρακτο το όνομα ΕΡΜΩΝ (εικ. 221). Με βάση το σχήμα των γραμμάτων και τη μορφή της βάσης του αγγείου η επιγραφή χρονολογείται στο γ τέταρτο του 4 ου αι. π.χ. Το όνομα, που αναγράφεται στην ονομαστική πτώση, 519 Guarducci, M., Epigraphia Greca I, 1967, 377, σημ. 2, και Hatzopoulos, M., B., Actes de vente d Amphipolis, Μελετήματα 14, 1991, 49 κ.ε., εικ Λιλιμπάκη- Ακαμάτη, Μ., Νέες επιγραφές από την Πέλλα, Μακεδονικά 26, , 56-57, πίν. 2α, γ, και Β. Μισαηλίδου- Δεσποτίδου, Β., Ενσφράγιστες κεραμίδες από το Ανάκτορο της Πέλλας, Αρχαία Μακεδονία Ε, 1993, ΙΙ, 979, εικ Σαατσόγλου-Παλιαδέλη, Χ., Επιτάφια μνημεία από τη Μεγάλη Τούμπα της Βεργίνας, 1984, 107, πίν. 21β. 522 Χρυσοστόμου 1998, Χρυσοστόμου-Χρυσοστόμου 1994, Χρυσοστόμου 1988,

127 αποτελεί κοινό ελληνικό ανθρωπωνύμιο 525, ωστόσο, σε σχέση με άλλα θεοφόρα του Ερμή, στην περιοχή της Μακεδονία απαντά σπάνια 526. Ίσως ο Έρμων του κανθάρου να ήταν πρόγονος της οικογένειας του Αριστογένη Έρμωνος, που αναφέρεται σε μία βασιλική επιστολή προς τους Βεροιαίους (224/3 π.χ.). 527 Το όνομα Έρμων μπορεί να προστεθεί, επομένως, στην προσωπογραφία των κατοίκων της Μακεδονίας ΤΟΥΜΠΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Κατά τη διάρκεια των ανασκαφών στο οικόπεδο της οδού Ορτανσίας 6, το οποίο βρίσκεται στο ΒΔ άκρο της Τράπεζας, αποκαλύφθηκαν τμήματα του αρχαίου πολίσματος. Οι οικοδομικές φάσεις αποδεικνύουν συνεχή κατοίκηση από τον 10 ο αι. έως τα τέλη του 4 ου αι. π.χ. Ο οικιστικός σχηματισμός εγκαταλείφθηκε το τελευταίο τέταρτο του 4 ου αι. π.χ., πιθανότατα κατά την ίδρυση της Θεσσαλονίκης από τον Κάσσανδρο 528. Μία από τις οικίες, που αποκάλυψαν οι ανασκαφές, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Η οικία ήταν ευρύχωρη και περιελάμβανε αρκετούς χώρους. Σε έναν από αυτούς βρέθηκε μεγάλο τμήμα ενός λουτήρα και ένας μελαμβαφής ενεπίγραφος κάνθαρος του β μισού του 4 ου αι. π.χ. 529 Το δωμάτιο επικοινωνούσε με έναν άλλο χώρο, λίγο μεγαλύτερο, στον οποίο εντοπίστηκε ένας απορριμματικός λάκκος. Σε έναν τρίτο χώρο με αποθηκευτική χρήση βρέθηκαν έξι πίθοι βυθισμένοι στο έδαφος για τη φύλαξη προϊόντων, όπως το κρασί, το λάδι, κ.ά. Η παρουσία ενός αμφορέα που βρέθηκε στον χώρο μπροστά από την είσοδο του δωματίου με τον λουτήρα φανερώνει πως το κρασί ήταν κατά πάσα πιθανότητα ένα από τα κυριότερα προϊόντα 525 Κουμανούδης, Σ. Ν., Θηβαϊκή προσωπογραφία, Αθήνα, 1979, 72, αρ. 688 (Θήβα), IG VII, 3323 (Χαιρώνεια), SEG 19, 1969, 400 (Δελφοί), SEG 17, 1957, 701-2, SEG 44, 1994, 890 (Μ. Ασία) και LGPN I-III, s.v. Ακόμη, το όνομα είναι γνωστό σε βάση κύλικας από τη Σέγεστα, βλ. Oikonomides, Al., A greek potters «graffito-memo» from Segesta, Hόρος 3, 1985, 127 κ.ε. Στην ίδια εποχή χρονολογείται και ένα μελαμβαφές άωτο σκυφίδιο από την αρχαία Έδεσσα, το οποίο φέρει κάτω από τη βάση του εγχάρακτο το όνομα ΙΠΠΟΜΑΧΑΣ (εικ. 222), βλ. Τουράτσογλου 1996, 15, εικ Σαατσόγλου-Παλιαδέλη, Χ., Επιτάφια μνημεία από την Μεγάλη Τούμπα της Βεργίνας, 1984, 135 κ.ε., 274 κ.ε. και IG Χ 2, 1, Χρυσοστόμου 2001, Για την επιστολή προς τους Βεροιαίους (224/3 π.χ.), βλ. Allamani- Souri, V. - Voutiras, E., New documents from the sanctuary of Herakles Kynagidas at Beroia, στο: Επιγραφές της Μακεδονίας. 3 ο διεθνές συμπόσιο για την Μακεδονία, Θεσσαλονίκη 8-12 Δεκεμβρίου 1993, Θεσσαλονίκη, 1996, 14, στ Σουέρεφ 1987, 235 και Voutiras 1996, Η επιγραφή αυτή ανήκει κανονικά στην κατηγορία των αναθηματικών επιγραφών, διότι μάς πληροφορεί πως το αγγείο είναι αφιέρωμα σε τοπικές θεότητες. Ωστόσο, θεώρησα πως είναι σημαντικότερο να τοποθετηθεί εδώ, διότι το όνομα ΑΔΙΣΤΑ αποτελεί ιδιαίτερο δείγμα γυναικείου μακεδονικού ονόματος. 118

128 που καταναλώνονταν στο σπίτι. Τέλος, στην οικία βρέθηκαν πολλά αντικείμενα καθημερινής χρήσης, θραύσματα αγγείων και μαγειρικών σκευών, εργαλεία για την επεξεργασία της τροφής και νομίσματα του Φιλίππου Β και του Μ. Αλεξάνδρου, τα οποία αποδεικνύουν την εγκατάλειψη της οικίας, όπως και ολόκληρου του πολίσματος, στο τέλος του 4 ου αι. π.χ. 530 Ωστόσο, αποκαλυπτικός για τις θρησκευτικές δοξασίες των κατοίκων του πολίσματος στον 4 ο αι. π.χ., αλλά και γενικότερα για την ιστορία της ελληνικής θρησκείας, είναι ο ενεπίγραφος μελαμβαφής κάνθαρος, που βρέθηκε στον ίδιο χώρο με τον λουτήρα. Από τον κάνθαρο δεν σώζονται οι λαβές και τμήματα του χείλους. Στη μία όψη του έχει χαραχθεί μετά από την όπτηση η αναθηματική επιγραφή: ΑΔΙΣΤΑ ΚΥΡΒΑΣΙ (εικ. 223), που σημαίνει πως η Αδίστα αφιέρωσε το συγκεκριμένο κάνθαρο στους Κύρβαντες (Κορύβαντες). Παρόμοιοι ενεπίγραφοι αναθηματικοί κάνθαροι έχουν βρεθεί στο Ιερό των Καβείρων στη Θήβα 531, η λατρεία των οποίων είναι πολύ πιθανό να είχε ορισμένα κοινά στοιχεία με εκείνη των Κορυβάντων 532. Οι αρχαίες γραπτές μαρτυρίες είναι πολυάριθμες, παρόλα αυτά περιέχουν μόνο αναφορές και όχι συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με τη λατρεία αυτών των θεοτήτων 533. Οι τελετές δεν περιγράφονται σε καμία αρχαία γραπτή πηγή, ωστόσο, μάς πληροφορούν εμμέσως πλην σαφώς πως οι θεραπείες (ἱάματα) και οι καθαρμοί ήταν ο σκοπός της συμμετοχής σε αυτές τις τελετουργίες. Οι συμμετέχοντες εισέρχονταν σε ένα είδος έκστασης, η μουσική και ο χορός έπαιζαν σημαντικό ρόλο, ενώ οι λέξεις τελεῖν και τελετή, που αναφέρονται στις γραπτές πηγές, δείχνουν πως οι τελετές για τη λατρεία των Κορυβάντων είχαν συγκεκριμένο τυπικό λατρείας, εκ των οποίων οι συμμετέχοντες λάμβαναν συγκεκριμένα οφέλη, όπως ανακούφιση της συναισθηματικής ή ψυχικής έντασης και ηρεμία από διάφορες ανησυχίες και ψυχικές διαταραχές 534. Η κυριότερη επιγραφική μαρτυρία, η οποία παρέχει τις πιο ακριβείς πληροφορίες σχετικά με τη λατρεία των Κορυβάντων, είναι μία επιγραφή πάνω σε λίθινη στήλη που βρέθηκε στις Ερυθρές της Ιωνίας και χρονολογείται στο β μισό του 4 ου αι. π.χ. Η επιγραφή αποτελεί κανονισμό για την άσκηση της λατρείας των Κορυβάντων στην 530 Voutiras 1996, Heimberg, U., Das Kabirenheiligtum bei Theben III. Die Keramik des Kabirions, Berlin, 1982, Graf, F., Nordionische Kulte, Bibliotheca Helvetica Romana 21, Rome, 1985, Voutiras 1996, Βλ. Linforth, I., The Corybantic Rites in Plato, University of California Publications in Classical Philology 13, 1946, , κυρίως και και Ustinova, Y., Corybantism: The Nature and Role of an Ecstatic Cult in the Greek Polis, Horos 10,

129 πόλη και ως ιερείς αναφέρονται ένας άνδρας και μία γυναίκα 535. Η επιγραφή 536 μάς πληροφορεί πως η ιεροσύνη αποκτάται με δημόσια πράξη αγοράς, όπως άλλωστε συνέβαινε σε πολλές ελληνικές πόλεις της Μ. Ασίας 537, και ότι οι τελετές που έπρεπε να εκτελέσουν οι ιερείς ήταν το λουτρό λατρείας και η «ιεροτελεστία του κρατήρα», του οποίου το περιεχόμενο είναι ασαφές, ωστόσο, είναι πολύ πιθανόν το κρασί να ήταν αυτό που έπαιζε τον σημαντικό ρόλο, ώστε όσοι συμμετείχαν στην τελετή το έπιναν και εισέρχονταν σε κατάσταση έκστασης. Ακόμη, η λέξη ἁγνεία επιβεβαιώνει πως οι τελετές ήταν καθαρτικές και πολύ πιθανόν εκτελούνταν τη νύχτα 538. Τα κοινά στοιχεία μεταξύ της οικίας στην Τούμπα Θεσσαλονίκης και της επιγραφής από τις Ερυθρές είναι τα εξής: πρώτον το δωμάτιο του σπιτιού μέσα στο οποίο βρέθηκε ο λουτήρας παραπέμπει άμεσα στην τελετή του λουτρού, που αναφέρει η επιγραφή των Ερυθρών το νερό είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στην τελετή καθαρμού, επομένως, ο χώρος αποτελούσε μία λουτρική εγκατάσταση, η οποία εξυπηρετούσε αυτόν τον σκοπό. Δεύτερον η άλλη τελετή που αναφέρεται στην επιγραφή από τις Ερυθρές, η «ιεροτελεστία του κρατήρα», συνδέεται στην οικία της Τούμπας με την παρουσία του αμφορέα που βρέθηκε μπροστά από την είσοδο του δωματίου με τον λουτήρα, που περιείχε κατά πάσα πιθανότητα κρασί, και με τον ενεπίγραφο μελαμβαφή κάνθαρο (αγγείο πόσης). Τέλος, στην οικία βρέθηκε ένα λυχνάρι, το οποίο αποδεικνύει πως οι τελετές λάμβαναν χώρα κατά τη διάρκεια της νύχτας Βλ. Wilamowitz, v. U.- Jacobsthal, P., Nordionische Steine, AbhAkBerlin, 1909, 29-39, Engelmann, H.- Merkelbach, R., Die Inschriften von Erythrai und Klazomenai II, Inschriften griechischer Städte aus Kleinasien 2, Bonn, 1972, , n o 206 και Voutiras 1996, ὁ πριάμενος καὶ ἡ πρι[αμένη τὴν ἱερ]- ητείην τῶν Κυρβάντων [ἱερήσεται κ]- καὶ τῶι ὀργίωι τῶι Ἔρσης [καὶ..] όρης καὶ Φανίδος, ἤμ μὲν [δυνατὸν ἦι] πᾶσι, εἰ δὲ μή, οἷς θέληι κα[ὶ.] ηι κατὰ τὸ ψήφισμα οἱ δὲ π[ριάμενοι] τὰς ἱερητείας τελεῦσι κ[αὶ κρατηρ]- ιεῦσι καὶ λούσουσι τοὺς [τελευμέν]- ους, ὁ μὲν ἀνὴρ ἄνδρας, ἡ δ[ὲ γυνὴ γυνα]- ῖκας γέρα δὲ λάψεται λ[ουτροῦ τρεῖ] ς ὀβολούς, κρητηρισμο[ῦ δύο ὀβολοὺ]- ς καὶ τὸμ πόκογ καὶ τὸ [σκέλος ξένων] δὲ τελευμένων ἀπ ἑκ[άστης τῶν ἁγν]- ειῶν τρεῖς δραχμὰς [καὶ τὸμ πόκογ] καὶ τὸ σκέλος τὸ πα[ρὰ τὸμ βωμὸμ πα]- ρατιθέμενον κα[ὶ---] Βλ. Engelmann, H.- Merkelbach, R.,ό.π., Voutiras 1996, Δημοσθένης, Ὑπὲρ Κτησιφῶντος περὶ τοῦ στεφάνου, 18, 249. Βλ. και Voutiras 1996, Voutiras 1996,

130 Επομένως, με βάση όλα τα παραπάνω στοιχεία και σε συνδυασμό με την επιγραφή του κανθάρου, η οποία δεν αφήνει καμία αμφιβολία για τη λατρεία των Κορυβάντων, η συγκεκριμένη οικία στην Τούμπα Θεσσαλονίκης αποτελούσε ένα ιδιωτικό ιερό, στο οποίο ασκούνταν η λατρεία αυτών των θεοτήτων 540. Η λατρεία των Κορυβάντων ήταν κατά κύριο λόγο τοπική και τελούνταν σε σπίτια από ιδιώτες. Αν και η επιγραφή των Ερυθρών, η οποία αποτελεί ψήφισμα, αποδεικνύει την προσπάθεια της πόλης να ελέγξει τις τελετές προς τιμήν των Κορυβάντων και να τις εντάξει στο πλαίσιο της δημόσιας λατρείας, στο πόλισμα της Τούμπας φαίνεται πως η λατρεία αυτή έχει καθαρά τοπικό χαρακτήρα 541. Η Αδίστα συμμετείχε αναμφίβολα στις τελετές προς τιμήν αυτών των θεοτήτων της φύσης. Ωστόσο, η Αδίστα εκτός από αναθέτρια, που είναι η περισσότερο πιθανή εκδοχή, θα μπορούσε να ήταν και η ιέρεια της λατρείας των Κορυβάντων, η οποία εκτελούσε τις τελετές στην οικία της. Η εκδοχή αυτή μπορεί να στηριχτεί σε δύο γραπτές μαρτυρίες. Η πρώτη αναφορά σε ιέρεια της συγκεκριμένης λατρείας γίνεται στο ψήφισμα των Ερυθρών, στο οποίο, όπως αναφέρθηκε λίγο παραπάνω, αναφέρονται δύο ιερείς, εκ των οποίων ο ένας είναι γυναίκα. Η δεύτερη γραπτή αναφορά βρίσκεται στην ομιλία του Δημοσθένη Ὑπὲρ Κτησιφῶντος περὶ τοῦ στεφάνου ( ). Στο σχετικό χωρίο ο Δημοσθένης αναφέρει πως η μητέρα του ρήτορα Αισχίνη, η Γλαυκοθέα, εκτελούσε στο σπίτι της κατά τη διάρκεια της νύχτας τελετές καθαρμού πιθανόν προς τιμήν του φρυγικού και θρακικού θεού Σαβάζιου 542, με σκοπό την ψυχική ανακούφιση και ηρεμία 543. Ο ενεπίγραφος κάνθαρος αποτελεί την παλαιότερη επιγραφική μαρτυρία τοπικής λατρείας του πολίσματος, το οποίο είναι πολύ πιθανό να ενώθηκε με τα υπόλοιπα με εντολή του Κασσάνδρου, ώστε να δημιουργηθεί γύρω στο 315 π.χ. η Θεσσαλονίκη ΕΠΙΓΡΑΦΕΣ ΜΕ ΠΟΙΚΙΛΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΑΙΑΝΗ 540 Voutiras 1996, Voutiras 1996, Graf, F., ό. π., 322 n Voutiras 1996, Για τον ενεπίγραφο κάνθαρο από την Τούμπα Θεσσαλονίκης, βλ. Σουέρεφ 1987, 238 εικ. 15, Βοκοτοπούλου 1993β, 76, αρ. 7 εικ. 7, Voutiras 1996, και Roscher, 1, 1965,

131 Από τα δημόσια κτήρια της αρχαίας πόλης της Αιανής, πάνω στον λόφο της Μεγάλης Ράχης, προέρχονται ορισμένα ενεπίγραφα τμήματα αγγείων, τα οποία εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αιανής. Τα ενεπίγραφα αυτά όστρακα, τα οποία χρονολογούνται στην ύστερη κλασική εποχή, έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον και σπάνιο περιεχόμενο. Συγκεκριμένα, περιέχουν ενημερωτικό κείμενο, το οποίο υποδηλώνει εργαστηριακές και εμπορικές δραστηριότητες στην πόλη της Αιανής. Το ένα ενεπίγραφο όστρακο φέρει το όνομα του αντικειμένου ΑΥΛΟΥ, το δεύτερο ενεπίγραφο τμήμα αγγείου φέρει χαραγμένη τη φράση ΣΚΟΡΔΩΝ ΜΝΑΙ (εικ. 224), ενώ το τρίτο ενεπίγραφο όστρακο φέρει εγχάρακτη την αποτρεπτική φράση ΜΗ ΚΛΕΠΤΕΙΝ Καραμήτρου-Μεντεσίδη 2002, 615 και Καραμήτρου-Μεντεσίδη 2008, 97, εικ

132 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Ως γνωστόν, η διάδοση και η χρήση της αλφαβητικής γραφής σε όλες τις κοινωνίες είναι συνάρτηση πολιτικών, οικονομικών, κοινωνικών και πολιτισμικών παραγόντων. Διαπιστώνεται, για παράδειγμα, ότι ιδιαίτερα στους πρώιμους οικιστικούς σχηματισμούς η γραφή είχε κυρίως πρακτικό ρόλο και εξυπηρετούσε το εμπόριο, τη διακίνηση προϊόντων και τις συναλλαγές. Το μεγαλύτερο μέρος των επιγραφών και των χαραγμάτων σε αγγεία των πρώιμων χρόνων σχετίζεται με την οικονομία του εκάστοτε οικισμού. Επομένως, η μελέτη του αλφαβήτου μίας πόλης είναι πολύ σημαντική, διότι αφενός μάς δίνει πληροφορίες για τη διάλεκτο, την εκπαίδευση και τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά της, αφετέρου προσφέρει έμμεσες πλην σαφείς πληροφορίες για τα ιστορικά γεγονότα, τις εμπορικές και τις ευρύτερες οικονομικές σχέσεις του εκάστοτε πολίσματος με την ενδοχώρα και τις υπόλοιπες περιοχές, ακόμα και για την κοινωνική της διαστρωμάτωση ή τη δημογραφία της. Στην εργασία παρουσιάστηκαν οι εγχάρακτες (graffiti) και οι γραπτές (dipinti) επιγραφές που βρίσκονται πάνω σε αγγεία, είτε σωζόμενα ολόκληρα είτε αποσπασματικά, τα οποία προέρχονται από θέσεις της ευρύτερης περιοχής της Μακεδονίας (οικισμοί, νεκροταφεία και ιερά). Χρονολογούνται από την αρχή της εμφάνισης της γραφής στον ελλαδικό χώρο έως και την ύστερη κλασική εποχή (4 ος αι. π.χ.). Τα πρωιμότερα ενεπίγραφα όστρακα ή αγγεία προέρχονται κυρίως από θέσεις της Χαλκιδικής και από τα παράλια και τα λιμάνια του Θερμαϊκού κόλπου, όπως για παράδειγμα, την Τορώνη, το Ποσείδι, τη Μεθώνη, τη Μένδη, το Καραμπουρνάκι, την Άκανθο, κ.ά. Το γεγονός αυτό οφείλεται στις εμπορικές δραστηριότητες των περιοχών αυτών με περιοχές του υπόλοιπου ελλαδικού χώρου (Κόρινθος, Ανατολική Ελλάδα, Κυκλάδες, Αττική). Επομένως, οι περισσότερες επιγραφές πάνω σε αγγεία αυτής της περιόδου σχετίζονται με το εμπόριο και εξυπηρετούν οικονομικούς και πρακτικούς σκοπούς. Βέβαια, δεν λείπουν από αυτήν την πρώιμη περίοδο και ενεπίγραφα αγγεία, τα οποία φέρουν έμμετρες επιγραφές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα έμμετρης επιγραφής από τη Μακεδονία, όπως αναφέρθηκε στο κύριο μέρος της εργασίας, αποτελεί ο σκύφος του Ακεσάνδρου από τη Μεθώνη. Οι έμμετρες επιγραφές σχετίζονται καθαρά με την ιδιωτική ζωή και επιβεβαιώνουν πως η γραφή χρησιμοποιούνταν και σε άλλες εκφάνσεις της ζωής, χωρίς να περιορίζεται και να εξυπηρετεί αποκλειστικά και μόνο τον οικονομικό τομέα. Τα ενεπίγραφα αγγεία που χρονολογούνται κατά τον 6 ο, 5 ο έως και τις αρχές 123

133 του 4 ου αι. π.χ. από οικισμούς της Μακεδονίας φέρουν επιγραφές σε διάφορα τοπικά αλφάβητα, όπως το ευβοϊκό, κορινθιακό, αττικό, παριανό, κ.ά., με ποικίλο περιεχόμενο και σκοπό. Εκτός από τις εμπορικές επιγραφές, οι οποίες εξακολουθούν να έχουν κεντρική θέση στο ενεπίγραφο υλικό και χωρίστηκαν σε υποκατηγορίες ανάλογα με το είδος τους, από τους ίδιους αιώνες προέρχονται και αγγεία ή τμήματα αγγείων από ιερά, όπως στη Σάνη, το Ποσείδι, τον Παρθενώνα Χαλκιδικής, τα Στάγειρα, τα οποία φέρουν αναθηματικές επιγραφές, πολύ σημαντικές, διότι, εκτός των άλλων, βοηθούν τις περισσότερες φορές στην ταύτιση του ιερού, ιδίως όταν αυτή είναι δύσκολη να γίνει από άλλα ευρήματα. Άλλες κατηγορίες επιγραφών πάνω σε αγγεία που παρουσιάστηκαν στην εργασία και είναι εξίσου σημαντικές, είναι οι «ξενόγλωσσες» (π.χ. οι καρικές επιγραφές), οι οποίες δείχνουν επαφές και ενδεχομένως παρουσία μη Ελλήνων (κατοίκων, εμπόρων και στρατιωτών) στην ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας ιδιαίτερη κατηγορία αποτελούν και τα ενεπίγραφα αγγεία συμποσίου που φέρουν ονόματα σε ονομαστική ή γενική πτώση και προέρχονται κυρίως από οικισμούς, αλλά και από νεκροταφεία. Η κατηγορία αυτή μάς δίνει πληροφορίες για τα ονόματά των κατοίκων της Μακεδονίας και συνθέτει την προσωπογραφία της εκάστοτε περιοχής. Τέλος, μία ακόμη κατηγορία ενεπίγραφων αγγείων είναι τα λεγόμενα αλφαβητάρια (abecedaria). Τα αλφαβητάρια είναι ένα εύρημα συχνό κατά την αρχαϊκή εποχή σε πολλές περιοχές. Ορισμένα έχουν βρεθεί πάνω σε αναθηματικά αγγεία σε ιερά, ενώ άλλα ως κτερίσματα σε τάφους. Αυτές είναι οι κύριες κατηγορίες ενεπίγραφων αγγείων από τις ανεσκαμμένες θέσεις της Μακεδονίας. Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί εδώ, πως δεν έχει γίνει ακόμα συστηματική συγκέντρωση και μελέτη των εγχάρακτων και γραπτών επιγραφών, που βρίσκονται πάνω σε αγγεία από όλες τις ανεσκαμμένες θέσεις της Μακεδονίας. Αυτό ισχύει για παράδειγμα για τα εμπορικά σύμβολα και τις εμπορικές επιγραφές πάνω σε εισηγμένα αγγεία από θέσεις του Θερμαϊκού κόλπου, τα οποία αποτελούν μία μεγάλη ομάδα. Η μελέτη τους κρίνεται απαραίτητη, διότι θα ήταν εξαιρετικά χρήσιμη για όσους ασχολούνται με το εμπόριο των αγγείων στο βόρειο Αιγαίο. Η σύγκριση αυτών με αντίστοιχα δημοσιευμένα dipinti και graffiti από άλλες περιοχές του ελλαδικού χώρου και όχι μόνο, μπορεί να δώσει σημαντικές επιπλέον πληροφορίες και μία πιο ολοκληρωμένη εικόνα για τις επαφές και τις εμπορικές σχέσεις των οικιστικών σχηματισμών της Μακεδονίας με τις υπόλοιπες περιοχές. 124

134 Ένα εξίσου σημαντικό θέμα είναι πως λόγω της μη συστηματικής μελέτης και δημοσίευσης του επιγραφικού υλικού από τις περιοχές της Μακεδονίας, δεν υπάρχουν έως τώρα πρώιμες επιγραφικές μαρτυρίες για την τοπική διάλεκτο της Μακεδονίας. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την έλλειψη αρχαίων γραπτών πηγών σχετικά με την αρχαία μακεδονική αλλά και τα προβλήματα ερμηνείας της οδηγούν πολλές φορές σε επισφαλείς εκτιμήσεις και αυθαίρετες απόψεις. Είναι αυτονόητο πως μία τέτοιου είδους μελλοντική μελέτη θα δώσει περισσότερα στοιχεία και πληροφορίες για την εξέλιξη και τη χρήση της μακεδονικής διαλέκτου. Επιπλέον, ιδιαίτερη περίπτωση αποτελούν ορισμένες καρικές επιγραφές, που εντοπίστηκαν σε αγγεία από οικισμούς της Μακεδονίας. Η καρική διάλεκτος και το αλφάβητό της δεν έχουν ακόμη διαβαστεί. Ωστόσο, η μελέτη και η σύγκρισή τους με καρικές επιγραφές άλλων περιοχών, ίσως δώσει στοιχεία που θα βοηθήσουν στην ολοκλήρωση της ανάγνωσής της. Ακόμη, συστηματική συγκέντρωση, μελέτη και δημοσίευση πρέπει να γίνει σε αγγεία τοπικής παραγωγής, τα οποία φέρουν επιγραφές με δυσανάγνωστα γράμματα και σύμβολα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η εγχάρακτη αδιάγνωστη επιγραφή πάνω σε οινοχόη από τον αρχαίο οικισμό στο Καραμπουρνάκι. Η οινοχόη προφανώς είναι δημιουργία του βορειοελλαδικού χώρου και αν διαβαστεί η επιγραφή ίσως προσδιοριστεί το εργαστήριο κατασκευής της. Τέλος, η συστηματική μελέτη γενικότερα τέτοιου είδους επιγραφών και η σύγκριση μεταξύ τους, είναι πολύ πιθανό να δώσει στοιχεία όχι μόνο για τα κεραμικά εργαστήρια και τον τόπο προέλευσής τους, αλλά ίσως και για νέες «τοπικές διαλέκτους» των φύλων που κατοικούσαν στην ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας. Τα αγγεία αποτελούσαν αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας των ανθρώπων στην αρχαιότητα. Αν και σήμερα μάς σώζεται ένα πολύ μικρό ποσοστό από τα αγγεία που χρησιμοποιούσαν τότε, γίνεται φανερό μέσα από τις ανασκαφικές έρευνες πόσο σημαντικό ρόλο είχαν στη ζωή των αρχαίων οικισμών. Είναι αναμενόμενο, λοιπόν, τα αγγεία να αποτελούν τον κυρίαρχο φορέα γραφής και θα μπορούσε εύλογα να υποστηριχθεί πως τα αγγεία ήταν αυτά που διέδωσαν το αλφάβητο και τη γραφή στις περιοχές του ελλαδικού χώρου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η παρουσία τοπικών διαλέκτων από τον 8 ο έως και τα τέλη του 5 ου αι π.χ. στα παράλια της Μακεδονίας, στο Θερμαϊκό κόλπο και τη Χαλκιδική και 125

135 τα αλφαβητάρια: το αγγείο ή το σπασμένο τμήμα του αγγείου σε αυτήν την περίπτωση χρησίμευε ως μέσο εκμάθησης του αλφαβήτου. Τα αγγεία ή τα τμήματα αγγείων, τα οποία φέρουν επιγραφές, είτε εγχάρακτες είτε γραπτές, αποτελούν μία ξεχωριστή κατηγορία ευρημάτων. Η μελέτη και η δημοσίευσή τους κρίνεται απαραίτητη, καθώς με αυτόν τον τρόπο θα προστεθούν νέα στοιχεία τόσο στην επιμέρους έρευνα των αρχαίων οικισμών στην περιοχή της Μακεδονίας όσο και στη γενικότερη έρευνα της εισαγωγής και διάδοσης της αλφαβητικής γραφής στον βορειοελλαδικό χώρο στοιχεία ιδιαίτερης σημασίας για την αρχαιολογική, επιγραφική, φιλολογική και ιστορική έρευνα. 126

136 ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ ΑΔ Αρχαιολογικόν Δελτίον ΑΕΜΘ Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και στη Θράκη Αρχαία Μακεδονία Αρχαία Μακεδονία. Ανακοινώσεις κατά το Πρώτο Διεθνές Συμπόσιο, Θεσσαλονίκη Αυγούστου 1968, Θεσσαλονίκη, ΕΕΦΣΠΘ Επιστημονικές Επετηρίδες Φιλοσοφικής Σχολής Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ΠΑΕ Πρακτικά της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας Σίνδος 1985 Βοκοτοπούλου, Ι. Δεσποίνη, Α. Μισαηλίδου, Β. Τιβέριος, Μ., Σίνδος. Κατάλογος της έκθεσης Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, Αθήνα, AA Archäologischer Anzeiger AbhAkBerlin Abhandlungen Akademie der Wissenschaften zu Berlin AJA American Journal of Archaeology Athenian Agora XV Meritt, B., D. Trail, S., J., Inscriptions: The Athenian Councillors, The Athenian Agora, vol. XV, Princeton, BABesch Bulletin Antieke Beschaving. Annual Papers on Classical Archaeology BCH Bulletin de Correspondance Hellenique 127

137 BSA Annual of the British School at Athens EAD Exploration archéologique de Délos IG JEA Inscriptiones Graecae The Journal of Egyptian Archaeology LGPN A Lexicon of Greek Personal Names MEFRA Mélanges de l École française de Rome, Antiquité Olynthos Excavations at Olynthos RE Real- Encyclopädie der klassischen Altertumswissenschaft SEG Supplementum Epigraphicum Graecum 128

138 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Adiego 2007: Adiego, I. J., The Carian Language, Leiden & Boston. Adiego, κ.ά. 2012: Adiego, I. J., κ.ά., Two Carian Inscriptions from Karabournaki/ Thessaloniki,Greece, στο: Stephanephoros. De l économie antique à l Asie Minaure. Hommages à Raymond Descat, K. Konuk (επιμ.), Bordeaux, Akamatis- Aamondt 2015: Akamatis, N.- Aamondt, C., Two Late Fifth Century B.C. Pits from the Public Bath of Pella, Antike Kunst 58, Ακαμάτης 1992: Ακαμάτης, Ι., Η αγορά της Πέλλας κατά το , ΑΕΜΘ 6 (1992), Θεσσαλονίκη, Ακαμάτης 2005: Ακαμάτης, Ι., Πανεπιστημιακή ανασκαφή Αγοράς Πέλλας 2005, ΑΕΜΘ 19 (2005), Θεσσαλονίκη, Bartonek- Buchner 1995: Bartonek, A.- Buchner, G., Die ältesten griechischen Inschriften von Pithekoussai (2. Hälfte des VIII. bis 1. Hälfte des VI. Jh.), Die Sprache 37, Boardman 1999: Boardman, J., The Greeks Overseas: Their Early Colonies and Trade (4 η έκδ.), London. Βοκοτοπούλου 1987: Βοκοτοπούλου- Βοκοτοπούλου, Ι., Η υδρία της Αίνειας, στο: Αμητός. Τιμητικός τόμος για τον καθ. Μ. Ανδρόνικο, 1 ος τόμος, Θεσσαλονίκη,

139 Παππά-Τσιγαρίδα 1988: Bοκοτοπούλου, Ι.,- Παππά, Μ.,- Τσιγαρίδα, Μπ., Ανασκαφές στο Πολύχρονο Χαλκιδικής 1988, ΑΕΜΘ 2 (1988), Θεσσαλονίκη, Βοκοτοπούλου 1989: Βοκοτοπούλου, Ι., Ανασκαφή Μένδης 1989, ΑΕΜΘ 3 (1989), Θεσσαλονίκη, Βοκοτοπούλου 1990: Βοκοτοπούλου, Ι., Μένδη- Ποσείδι 1990, ΑΕΜΘ 4 (1990), Θεσσαλονίκη, Βοκοτοπούλου- Μπέσιος- Τρακοσοπούλου 1990: Βοκοτοπούλου, Ι.- Μπέσιος, Μ.- Τρακοσοπούλου, Ε., Παρθενώνας Χαλκιδικής: Ιερό σε κορυφή του Ιτάμου, ΑΕΜΘ 4 (1990), Θεσσαλονίκη, Βοκοτοπούλου 1991: Βοκοτοπούλου, Ι., Ποσείδι 1991, ΑΕΜΘ 5 (1991), Θεσσαλονίκη, Βοκοτοπούλου 1992: Βοκοτοπούλου, Ι., Ποσείδι 1995, ΑΕΜΘ 6 (1992), Θεσσαλονίκη, Βοκοτοπούλου 1993: Βοκοτοπούλου, Ι., Ποσείδι 1993, ΑΕΜΘ 7 (1993), Θεσσαλονίκη, Βοκοτοπούλου 1993α: Βοκοτοπούλου, Ι., Αρχαϊκό Ιερό στη Σάνη Χαλκιδικής, στο: Αρχαία Μακεδονία V. Ανακοινώσεις κατά το Πέμπτο Διεθνές Συμπόσιο, Θεσσαλονίκη Οκτωβρίου 1989, Θεσσαλονίκη, Βοκοτοπούλου 1993β: Βοκοτοπούλου, Ι., Γραπτές πηγές για την αρχαία Μακεδονία, στο: Ελληνικός Πολιτισμός. Μακεδονία το βασίλειο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, 7 Μαΐου- 19 Σεπτεμβρίου 1993 Μόντρεαλ, Αθήνα, 71-82, αρ. κατ

140 Böttger-Shelov 1998: Böttger, B.- Shelov, D., Amphorendipinti aus Tanais, Pontus septentrionalis I, Tanais I, Moskau. Βουτυράς : Βουτυράς, Ε., Εἰκάζειν, Θρακική Επετηρίδα, 7 ος τόμος, αφιερωμένος στον Γ. Μπακαλάκη, Κομοτηνή, Brann 1962: Brann, E. T., The Athenian Agora. Results of Excavations conducted by the American School of Classicals studies at Athens, 8 ος τόμος, Late Geometric and Protoattic Pottery, mid 8 th to late 7 th cent. BC, Princeton. Brun 2004: Brun, J. P., Archéologie du vin et de l'huile. De la préhistoire à l'époque hellénistique, Paris. Cambitoglou κ.ά. 2001: Cambitoglou, A., κ.ά., Torone I: the excavations of 1975, 1976 and 1978, Athens. De Hoz Bravo 1970: De Hoz Bravo, J., Un graffito griego de Toscanos y la exportación de aceite ateniense en el siglo VII, Madrider Mitteilungen 11, Dosuna 2012: Dosuna, J. M., Η αρχαία μακεδονική ως ελληνική διάλεκτος: Κριτική επισκόπηση της πρόσφατης έρευνας, στο: Αρχαία Μακεδονία: Γλώσσα, Ιστορία, Πολιτισμός, Γ. Κ. Γιαννάκης (επιμ.), Θεσσαλονίκη, Δρούγου 1990: Δρούγου, Σ., Βεργίνα. Ιερό Μητέρας των θεών- Κυβέλης, ΑΕΜΘ 4 (1990), Θεσσαλονίκη, Dupont 2003: Dupont, P., Archaic East Greek Trade Amphoras, στο: East Greek Pottery, R. M. Cook- P. Dupont (επιμ.), London, Foxhall 1998: Foxhall, L., Cargoes of the heart s desire: The character of trade in the Archaic Mediterranean world, στο: Archaic Greece. New 131

141 Approaches and New Evidence, N. Fischer- H. van Wees (επιμ.), London, Fraser- Matthews 1987: Fraser, P. M.- Matthews, E., A Lexicon of Greek Personal Names I. The Aegean Islands, Cyprus, Cyrenaica, Oxford. Fraser- Matthews 2005: Fraser, P. M.- Matthews, E., A Lexicon of Greek Personal Names IV. Macedonia, Thrace, Northern Regions of the Black Sea, Oxford. Gassner 2003: Gassner, V., Materielle Kultur und kulturelle Identität in Elea in spätarchaisch- frühklassischer Zeit. Veliastudien 2, Wien. Grace 1970: Grace, V.- Savvatianou- Petropoulakou, M., Les timbres amphoriques grecs, EAD 27, Grace 1979: Grace, V., Exceptions amphora stamps, στο: Studies in classical art and archaeology. A Tribute to Peter Heinrich von Blanckenhagen, G. Kopche- Moore, M. B. (επιμ.), N. York, Gras 1987: Gras, M., Amphores commerciales et histoire archaique, Dialoghi di Archeologia 5.2, Gras 1988: Gras, M., L apport des amphores a la connaissance des commerces archaiques en mer Tyrrhenienne, στο: Navies and Commerce of the Greeks, the Carthaginians and the Etruscans in the Tyrrhenian Sea. Πρακτικά Ευρωπαϊκού Συμποσίου, Ravello, Ιανουάριος 1987, T. Hackens (επιμ.), Strasbourg, , PACT 20. Gras 1997: Gras, M., Il mediterraneo nell eta arcaica, Paestum: Fondazione Paestum. Guarducci 2008: Guarducci, M., Η ελληνική επιγραφική. Από τις απαρχές ως την ύστερη ρωμαϊκή αυτοκρατορική περίοδο, Κ. Κουρεμένος (μτφρ.), 132

142 εποπτεία/ βιβλιογραφική ενημέρωση, Σ. Ανεζίρη- Χ. Κριτζάς- Κ. Μπουραζέλης, Αθήνα. Immerwahr 1990: Immerwahr, H. R., Attic Script. A Survey, Oxford. Ιγνατιάδου- Descamps- Κεφαλίδου- Boucher 2008: Ιγνατιάδου, Δ.- Descamps, S.- Κεφαλίδου, Ε. Boucher, A., Mikra Karaburun 1997: ανακτώντας αρχαιολογικά συμφραζόμενα, ΑΕΜΘ 22 (2008), Θεσσαλονίκη, Jeffery 1964: Jeffery, L. H., Old Smyrna: Inscriptions on sherds and small objects, BSA 59, Jeffery 1980: Jeffery, L. H., Commentary of the graffiti with a note on the Greek use of the long sigma, στο: Lefkandi I: the Iron Age, M. R. Popham- L. H. Sackett- P. G. Themelis (επιμ.), British School at Athens Supplementary Volum 11, London, 89-92, plate 69. Jeffery Johnston 1990: Jeffery, L., The Local Scripts of Archaic Greece. A study of the Origin of the Greek Alphabet and its Development from the Eight to the Fifth Centuries B.C. (αναθ. έκδ. με συμπλήρωμα του A.W. Johnston), Oxford & N. York. Johnston Jones 1978: Johnston, A. W.- Jones, R. E., The SOS amphora, BSA 73, Johnston 1979: Johnston, A. W., Trademarks on Greek Vases, Warminster. Johnston 1990: Johnston, A. W., Aegina, Aphaia- temple XIII. The storage amphorae, AA, Johnston 1993: Johnston, A. W., Pottery from Archaic Building Q at Kommos, Hesperia 62,

143 Johnston 2004: Johnston, A. W., Amphorae and text, MEFRA 116.2, Johnston 2006: Johnston, A. W., Trademarks on Greek Vases: addenda, Warminster. Kefalidou- Xydopoulos 2017: Kefalidou, E. Xydopoulos, I., Strangers in a Strange Land: Two Soldiers Graffiti from Ancient Thermi, στο: Archaeology across Frontiers and Borderlands: Fragmentation and Connectivity in the North Aegean and the Balkans during the Late Bronze Age and the Early Iron Age, S. Gimatzidis M. Pieniazek S. Mangaloglu- Votruba (επιμ.), Βιέννη (υπό έκδοση). Καλλίνη 2016: Καλλίνη, Χρ., ΜΗΤΡΙ ΘΕΩΝ ΚΑΙ ΣΥΝΤΕΛΗΑΙ. Ο ενεπίγραφος κάνθαρος από το Μητρώο των Αιγών, στο: ἠχάδιν I. Τιμητικός τόμος για τη Στέλλα Δρούγου, Μ. Γιαννοπούλου- Χ. Καλλίνη (επιμ.), Αθήνα, Καμπίτογλου- Παπαδόπουλος 1989: Καμπίτογλου, Α.- Παπαδόπουλος, Γ., Οι ανασκαφές στην Τορώνη, ΑΕΜΘ 3 (1989), Θεσσαλονίκη, Καραμήτρου- Μεντεσίδη 1988: Καραμήτρου- Μεντεσίδη, Γ., Η νεκρόπολη της Αιανής Κοζάνης, ΑΕΜΘ 2 (1988), Θεσσαλονίκη, Καραμήτρου- Μεντεσίδη 1990: Καραμήτρου- Μεντεσίδη, Γ., Ανασκαφή Αιανής 1990, ΑΕΜΘ 4 (1990), Θεσσαλονίκη, Καραμήτρου- Μεντεσίδη 1999: Καραμήτρου- Μεντεσίδη, Γ., Νομός Κοζάνης 1999: ανασκαφές εν οδοίς και παροδίως, ΑΕΜΘ 13 (1999), Θεσσαλονίκη,

144 Καραμήτρου- Μεντεσίδη 2001: Καραμήτρου- Μεντεσίδη, Γ., Νομός Κοζάνης: Νεώτερα επιγραφικά ευρήματα, στο: Α Πανελλήνιο Συνέδριο Επιγραφικής (Πρακτικά). Στη μνήμη Δ. Κανατσούλη, Θεσσαλονίκη Οκτωβρίου 1999, Θεσσαλονίκη, Καραμήτρου- Μεντεσίδη 2002: Καραμήτρου- Μεντεσίδη, Γ., Αιανή. Η έκθεση στο Αρχαιολογικό Μουσείο, ΑΕΜΘ 16 (2002), Θεσσαλονίκη, Καραμήτρου- Μεντεσίδη 2008: Καραμήτρου- Μεντεσίδη, Γ., Αιανή. Αρχαιολογικός χώρος και μουσείο (Αρχαιολογικός Οδηγός), Αρχαιολογικό Μουσείο Αιανής: ΥΠΠΟ Λ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων. Καραμήτρου- Μεντεσίδη 2013: Καραμήτρου- Μεντεσίδη, Γ., Αιανή, Βασιλική Νεκρόπολη: Η έρευνα σε μυκηναϊκές, αρχαϊκές, κλασικές, ελληνιστικές ταφές, στο: Το Αρχαιολογικό Έργο στην Άνω Μακεδονία 2, Γ. Καραμήτρου- Μεντεσίδη (επιμ.), Αιανή & Χαϊδελβέργη 2011, Αιανή, Κουσουλάκου 1994: Κουσουλάκου, Ντ. Ανασκαφή Ποτίδαιας 1994, ΑΕΜΘ 8 (1994), Θεσσαλονίκη, Kirchhoff 1877: Kirchhoff, A., Studien zur Geschichte des griechischen Alphabets, Berlin. Κριτζάς 2017: Κριτζάς, Χ., Γραμματικά εκπώματα, ερωτικές παγίδες, στο: ΤΕΡΨΙΣ. Studies in Mediterranean Archaeology in honour of Nota Kourou, V. Vlachou- A. Gadolou (επιμ.), Etudes D Archeologie 10, Brussels, Lang 1956: Lang, M., Numerical notation on Greek vases, Hesperia 25,

145 Lang 1976: Lang, M., The Athenian Agora XXI. Graffiti and Dipinti , Princeton. Lawall 2000: Lawall, M., Graffiti, wine selling and the reuse of amphoras in the Athenian Agora, ca. 430 to 400 B.C., Hesperia 69, Λοβέρδου- Τσιγαρίδα 1997: Λοβέρδου- Τσιγαρίδα, Κ., Ανασκαφικές εργασίες στο Κάστρο του Πλαταμώνα , ΑΕΜΘ 11 (1997), Θεσσαλονίκη, Luraghi 2010: Luraghi, N., The Local Scripts from Nature to Culture, Class. Ant. 29, Μανακίδου 2011: Μανακίδου, Ε., Εγχώρια και εισηγμένη κεραμική στην αρχαία Μακεδονία, στο: Στη Μακεδονία. Από τον 7 ο αι. π.χ. ως την ύστερη αρχαιότητα, Δ. Β. Γραμμένος (επιμ.), Θεσσαλονίκη, Μισαηλίδου- Δεσποτίδου 1999: Μισαηλίδου- Δεσποτίδου, Β., Ανασκαφική έρευνα στην αρχαία Άφυτη, ΑΕΜΘ 13 (1999), Θεσσαλονίκη, Μισαηλίδου- Δεσποτίδου 2014: νέος και με υγείαν αρίστην Όψεις της ζωής των νέων στην αρχαία Μακεδονία, Β. Μισαηλίδου- Δεσποτίδου- Δ. Ακτσελή- Α. Αρβανιτάκη (επιμ.), Κατάλογος έκθεσης Σεπτέμβριος- Δεκέμβριος 2014 Μουσείο Αρχαίας Αγοράς, Θεσσαλονίκη. Μοσχονησιώτη 2004: Μοσχονησιώτη, Σ., Εγχώρια διακοσμημένη κεραμική από το νεκροταφείο της αρχαίας Μένδης στη Χαλκιδική, στο: Το Αιγαίο στην Εποχή του Σιδήρου. Πρακτικά Διεθνούς Συμποσίου, Ρόδος 1-4 Νοεμβρίου 2002, Ν. Χ. Σταμπολίδης- Α. Γιαννικουρή (επιμ.), Αθήνα,

146 Μπέσιος- Τζιφόπουλος Κοτσώνας 2012: Μπέσιος, Μ - Τζιφόπουλος, Γ. Ζ.- Κοτσώνας, Α., Μεθώνη Πιερίας Ι: Επιγραφές, χαράγματα και εμπορικά σύμβολα στη γεωμετρική και αρχαϊκή κεραμική από το «Υπόγειο» της Μεθώνης Πιερίας στη Μακεδονία, Γ. Ζ. Τζιφόπουλος (επιμ.), Θεσσαλονίκη. Μπιλούκα- Βασιλείου- Γραικός 2000: Μπιλούκα, Αρτ.- Βασιλείου, Σπ.- Γραικός, Ι., Αρχαιολογικές μαρτυρίες από τη Ν. Καλλικράτεια Χαλκιδικής, ΑΕΜΘ 14 (2000), Θεσσαλονίκη, Μπουρογιάννης 2007: Μπουρογιάννης, Γ., Κυπριακή και φοινικική κεραμική στο Αιγαίο κατά τους Πρώιμους Ιστορικούς χρόνους. Εμπορικά δίκτυα και προβλήματα του Red-on-Red, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (αδ. διδ. διατρ.). Naveh 1980: Naveh, J., The Greek Alphabet: New Evidence, The Biblical Archaeologist 43, Νικολαΐδου- Πατέρα 1987: Νικολαΐδου- Πατέρα, Μ., Πρώτα μηνύματα από μία πόλη της Πιερίδας Κοιλάδας, ΑΕΜΘ 1 (1987), Θεσσαλονίκη, Οικονομάκη Τζιφόπουλος 2015: Οικονομάκη, Ν.- Τζιφόπουλος, Γ., Εισαγωγή στην ελληνική επιγραφική από τον 8 ο αι.. π.χ. ως την ύστερη αρχαιότητα, Θεσσαλονίκη. Panayotou 1986: Panayotou, A., An inscribed pithos fragment from Aiane (W. Macedonia), Kadmos 25, 2, Panayotou 1991: Panayotou, A., Textes d'époques archaïque et classique d'acanthos, στο: Hellènika Symmikta. Histoire, archéologie, épigraphie, P. 137

147 Goukowsky -Cl. Brixhe (επιμ.), Nancy, , pl. VIII. Études d'archéologie Classique. Panayotou- Triantaphyllopoulou 2007: Panayotou- Triantaphyllopoulou, A., Macedonia Among Ancient Literary Tradition, 19th Century Debates and the New Texts, στο: Die altgriechische Dialekte, Wesen und Werden. Akten des Kolloquiums Freie Universität Berlin, September 2001, I. Hajnal (επιμ.), Innsbruck, Παναγιώτου 1993: Παναγιώτου, Α., Βιβλιογραφία για τις ελληνικές διαλέκτους κατά την κοινή των αρχαίων Μακεδόνων, Ελληνική διαλεκτολογία 3, , Παναγιώτου 1996: Παναγιώτου, Α., Διαλεκτικές επιγραφές της Χαλκιδικής, της Μακεδονίας και της Αμφιπόλεως, στο: Επιγραφές της Μακεδονίας. Γ Διεθνές Συμπόσιο για τη Μακεδονία 8-12 Δεκεμβρίου 1993, Θεσσαλονίκη. Παναγιώτου 2001: Παναγιώτου, Α., Η θέση της Μακεδονικής, στο: Ιστορία της ελληνικής γλώσσας. Από τις αρχές έως την ύστερη αρχαιότητα, Α.Φ. Χριστίδης (επιμ.), Θεσσαλονίκη, Παναγιώτου 2008: Παναγιώτου, Α., Η γραφή στη Μακεδονία κατά την αρχαϊκή και πρώιμη κλασική περίοδο, Φιλόλογος 134, Παναγιώτου 2011: Παναγιώτου, Α., Γραφή, στο: Στη Μακεδονία. Από τον 7 ο αι. π.χ. ως την ύστερη αρχαιότητα, Δ. Β. Γραμμένος (επιμ.), Θεσσαλονίκη, Papadopoulos 1994: Papadopoulos, J., Early Iron Age Potters marks in the Aegean, Hesperia 63,

148 Papadopoulos 2005: Papadopoulos, J., The early Iron Age cemetery at Torone: excavations conducted by the Australian archaeological institute at Athens in collaboration with the Athens archaeological society, Los Angeles. Παπαστάθης- Νασιώκα- Βιολατζής- Αμανατίδου 2008: Παπαστάθης, Κ.- Νασιώκα, Ο.- Βιολατζής, Μ.- Αμανατίδου, Κ., Αρχαιολογικές έρευνες στη βορειοανατολική Χαλκιδική: Παλαιόκαστρο, Ιερισσός (Άκανθος), Στρατών (Στρατονίκη), ΑΕΜΘ 22 (2008), Θεσσαλονίκη, Πουλάκη- Παντερμαλή- Βαξεβανόπουλος 2004: Πουλάκη- Παντερμαλή, Ε.- Βαξεβανόπουλος, Μ., Το σπήλαιο στο ιερό του Άμμωνος Διός στην Καλλιθέα Χαλκιδικής 2004, ΑΕΜΘ 18 (2004), Θεσσαλονίκη, Roller 1987: Roller, L. E., Nonverbal graffiti, dipinti and stamps, Gordion Special Studies vol. I, Philadelphia. Roller 1999: Roller, L. E., In Search of God the Mother. The Cult of Anatolian Cybele, Berkeley & Los Angeles & London. Roscher 1965: Roscher, W., Lexicon der griechischen Mythologie II, 1, Ρωμιοπούλου 1987: Ρωμιοπούλου, Κ., Αττικός αμφιπρόσωπος κάνθαρος από τάφο της Ακάνθου, στο: Αμητός. Τιμητικός τόμος για τον καθ. Μ. Ανδρόνικο, 2 ος τόμος, Θεσσαλονίκη, Scheibler 2010: Scheibler, I., Ελληνική κεραμική. Παραγωγή. εμπόριο και χρήση των αρχαίων ελληνικών αγγείων, Ε. Μανακίδου (ελλ. μτφρ.), Αθήνα. 139

149 Σαριπανίδη 2012: Σαριπανίδη, Β., Εισαγμένη και εγχώρια κεραμική στο βορειοελλαδικό χώρο. Η περίπτωση της Σίνδου, Θεσσαλονίκη (διδ. διατρ.). Σαριπανίδη 2016: Σαριπανίδη, Β., Πήλινα αγγεία, στο: Σίνδος ΙΙ. Το νεκροταφείο. Ανασκαφικές έρευνες (Αικ. Δεσποίνη), Κ. Λιάμπη-Β. Μισαηλίδου-Δεσποτίδου-Β. Σαριπανίδη-Μ. Τιβέριος, Αθήνα. Σισμανίδης- Καραΐσκου 1992: Σισμανίδης, Κ.- Καραΐσκου, Γ., Σωστική ανασκαφή στην Ποτίδαια Χαλκιδικής, ΑΕΜΘ 6 (1992), Θεσσαλονίκη, Σισμανίδης 1994: Σισμανίδης, Κ., Αρχαία Στάγειρα 1994, ΑΕΜΘ 8 (1994), Θεσσαλονίκη, Σισμανίδης 2003: Σισμανίδης, Κ., Αρχαία Στάγειρα: η πατρίδα του Αριστοτέλη, Αθήνα. Σισμανίδης 2012: Σισμανίδης, Κ., Ο υστεροαρχαϊκός ναός του Διός Σωτήρος και της Αθηνάς Σωτείρας στα αρχαία Στάγειρα, στο: Θρεπτήρια. Μελέτες για την αρχαία Μακεδονία, Μ. Τιβέριος- Π. Νίγδελης- Π. Αδάμ- Βελένη (επιμ.), Θεσσαλονίκη, Σκιαδάς 2012: Σκιαδάς, Ν. Α., Ενεπίγραφα αγγεία από τα αρχαία Στάγειρα, στο: Κεραμέως παίδες. Αντίδωρο στον καθ. Μ. Τιβέριο από τους μαθητές του, Ε. Κεφαλίδου- Δ. Τσιαφάκη (επιμ.), Θεσσαλονίκη, Σουέρεφ 1987: Σουέρεφ, Κ., Ανασκαφή στην οδό Ορτανσίας της Τούμπας Θεσσαλονίκης, ΑΕΜΘ 1 (1987), Θεσσαλονίκη, Σουέρεφ 1990: Σουέρεφ, Κ., Τούμπα Θεσσαλονίκης: ανασκαφές στην οδό Καλαβρύτων, ΑΕΜΘ 4 (1990), Θεσσαλονίκη,

150 Σουέρεφ 2011: Σουέρεφ, Κ., Ανταλλαγές και εμπόριο στην αρχαία Μακεδονία, στο: Στη Μακεδονία. Από τον 7 ο αι. π.χ. ως την ύστερη αρχαιότητα, Δ. Β. Γραμμένος (επιμ.), Θεσσαλονίκη, Ström 1971: Ström, I, Problems Concerning the Origin and Early Development of the Etruscan Orientalizing Style, Odense. Tiverios 2008: Tiverios, M., Greek Colonization of the Northern Aegean, στο: An Account of Colonies and other Settlements Overseas, G. R. Tsetskhladze (επιμ.), 2 ος τόμος, Leiden, Tiverios 2011: Tiverios, M. A., An Archaic Alphabet on a Thasian Kylix, στο: Black Sea Greece, Anatolia and Europe in the first millennium B.C., G. R. Tsetskhladze (επιμ.), Leuven, Paris & Walpole, M. A., Τιβέριος 1987: Τιβέριος, Μ., Όστρακα από το Καραμπουρνάκι, ΑΕΜΘ 1 (1987), Θεσσαλονίκη, Τιβέριος 1993: Τιβέριος, Μ., Οι ανασκαφικές έρευνες στην διπλή τράπεζα της Αγχιάλου κατά το 1993, ΑΕΜΘ 7 (1993), Θεσσαλονίκη, Τιβέριος 1999: Τιβέριος, Μ., Κάρες στο μυχό του Θερμαϊκού Κόλπου, στο: Αρχαία Μακεδονία VI. Ανακοινώσεις κατά το Έκτο Διεθνές Συμπόσιο, Θεσσαλονίκη Οκτωβρίου 1989, Θεσσαλονίκη, Τιβέριος : Τιβέριος, Μ., Έξι χρόνια πανεπιστημιακών ανασκαφών στο Καραμπουρνάκι Θεσσαλονίκης ( ), Εγνατία 5, Τιβέριος 2000α: Τιβέριος, Μ., Αθηναϊκό λάδι στο μυχό του Θερμαϊκού Κόλπου κατά τον 6 ο αι. π.χ., στο: Μύρτος. Μελέτες στη μνήμη της Ι. Βοκοτοπούλου, Π. Αδάμ- Βελένη (επιμ.), Θεσσαλονίκη,

151 Τιβέριος 2000β: Τιβέριος, Μ. Α., Μακεδόνες και Παναθήναια. Παναθηναϊκοί αμφορείς από τον βορειοελλαδικό χώρο, Αθήνα. Τιβέριος 2004: Τιβέριος, Μ., Οι πανεπιστημιακές ανασκαφές στο Καραμπουρνάκι Θεσσαλονίκης, στο: Το Αιγαίο στην Εποχή του Σιδήρου. Πρακτικά Διεθνούς Συμποσίου, Ρόδος 1-4 Νοεμβρίου 2002, Ν. Χ. Σταμπολίδης- Α. Γιαννικουρή (επιμ.), Αθήνα, Τιβέριος 2009: Τιβέριος, Μ. Η πανεπιστημιακή ανασκαφή στο Καραμπουρνάκι Θεσσαλονίκης, στο: 20 χρόνια: Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και στη Θράκη. Επετειακός τόμος, Π. Αδάμ- Βελένη- Κ. Τζαναβάρη (επιμ.), Θεσσαλονίκη, Τιβέριος 2016: Τιβέριος, Μ., Κεραμική Σίνδου, στο: Σίνδος ΙΙ. Το νεκροταφείο. Ανασκαφικές έρευνες (Αικ. Δεσποίνη), Κ. Λιάμπη-Β. Μισαηλίδου-Δεσποτίδου-Β. Σαριπανίδη-Μ. Τιβέριος, Αθήνα. Τιβέριος 2017: Τιβέριος, Μ., Εισαγμένη κεραμική στον Θερμαϊκό κόλπο και την Ιβηρική Χερσόνησο- αργανθώνιος (Παρατηρήσεις στο πρώιμο εμπόριο κεραμικής), στο: ΤΕΡΨΙΣ. Studies in Mediterranean Archaeology in honour of Nota Kourou, V. Vlachou- A. Gadolou (επιμ.), Etudes D Archeologie 10, Brussels, Τιβέριος- Καθάριου- Λαχανίδου- Oettli 1995: Τιβέριος, Μ.- Καθάριου, Κλ.- Λαχανίδου, Κ.- Oettli, M., Οι ανασκαφικές έρευνες στην διπλή τράπεζα της Αγχιάλου κατά το 1995, ΑΕΜΘ 9 (1995), Θεσσαλονίκη, Τιβέριος- Μανακίδου- Τσιαφάκη 1994: Τιβέριος, Μ.- Μανακίδου, Ε.- Τσιαφάκη, Δ., Ανασκαφικές έρευνες στο Καραμπουρνάκι κατά το 1994: ο αρχαίος οικισμός, ΑΕΜΘ 8 (1994), Θεσσαλονίκη,

152 Τιβέριος- Μανακίδου- Τσιαφάκη 1997: Τιβέριος, Μ.- Μανακίδου, Ε.- Τσιαφάκη, Δ., Ανασκαφικές έρευνες στο Καραμπουρνάκι κατά το 1997: ο αρχαίος οικισμός, ΑΕΜΘ 11 (1997), Θεσσαλονίκη, Τιβέριος- Μανακίδου- Τσιαφάκη 2000: Τιβέριος, Μ.- Μανακίδου, Ε.- Τσιαφάκη, Δ., Ανασκαφικές έρευνες στο Καραμπουρνάκι κατά το 2000: ο αρχαίος οικισμός, ΑΕΜΘ 14 (2000), Θεσσαλονίκη, Τιβέριος- Μανακίδου- Τσιαφάκη 2006: Τιβέριος, Μ.- Μανακίδου, Ε.- Τσιαφάκη, Δ., Ανασκαφικές έρευνες στο Καραμπουρνάκι κατά το 2006: ο αρχαίος οικισμός, ΑΕΜΘ 20 (2006), Θεσσαλονίκη, Τιβέριος- Μανακίδου- Τσιαφάκη 2007: Τιβέριος, Μ.- Μανακίδου, Ε.- Τσιαφάκη, Δ., Ανασκαφικές έρευνες στο Καραμπουρνάκι κατά το 2007: ο αρχαίος οικισμός, ΑΕΜΘ 21 (2007), Θεσσαλονίκη, Τιβέριος- Μανακίδου- Τσιαφάκη 2008: Τιβέριος, Μ.- Μανακίδου, Ε.- Τσιαφάκη, Δ., Ανασκαφικές έρευνες στο Καραμπουρνάκι κατά το 2008: ο αρχαίος οικισμός, ΑΕΜΘ 22 (2008), Θεσσαλονίκη, Τιβέριος- Μανακίδου- Τσιαφάκη 2009: Τιβέριος- Μανακίδου- Τσιαφάκη 2011: Τιβέριος, Μ.- Μανακίδου, Ε.- Τσιαφάκη, Δ., Ανασκαφικές έρευνες στο Καραμπουρνάκι κατά το 2009: ο αρχαίος οικισμός, ΑΕΜΘ 23 (2009), Θεσσαλονίκη, Τιβέριος, Μ.- Μανακίδου, Ε.- Τσιαφάκη, Δ., Ανασκαφικές έρευνες στο Καραμπουρνάκι κατά το 2009: μελετώντας ανασκαφικά δεδομένα και κεραμικά ευρήματα, ΑΕΜΘ 25 (2011), Θεσσαλονίκη,

153 Τουράτσογλου 1996: Τουράτσογλου, Ι., Μακεδονία Ιστορία. Μνημεία Μουσεία. Πλήρης οδηγός με χάρτες και σχέδια, Αθήνα. Τσιγαρίδα- Βασιλείου- Πάτης 2007: Τσιγαρίδα, Ε., Μπ.- Βασιλείου, Σπ.- Πάτης, Δ., Ανασκαφική έρευνα στο ιερό του Άμμωνος Διός στην Καλλιθέα της Χαλκιδικής κατά το 2007, ΑΕΜΘ 21 (2007), Θεσσαλονίκη, Tzanavari- Christidis 1995: Tzanavari, K.- Christidis, A. Ph., A Carian Graffito from the Lebet Table, Thessaloniki, Kadmos 34, Τζαναβάρη- Λιούτας 1993: Τζαναβάρη, Μ. Λιούτας, Α., Τράπεζα Λεμπέτ. Μια πρώτη παρουσίαση, ΑΕΜΘ 7 (1993), Θεσσαλονίκη, Φίλης 2011: Φίλης, Κ., Εμπορικοί αμφορείς από την αρχαία Άκανθο και το τοπικό εργαστήριο, Θεσσαλονίκη (αδ. διδ. διατ.). Φίλης 2012: Φίλης, Κ., Εμπορικοί αμφορείς από το Καραμπουρνάκι, στο: Κεραμέως παίδες. Αντίδωρο στον καθ. Μ. Τιβέριο από τους μαθητές του, Ε. Κεφαλίδου- Δ. Τσιαφάκη (επιμ.), Θεσσαλονίκη, Vanhove 2006: Vanhove, D., Fouilles de Thorikos III: Graffiti, Dipinti, Stamps, Leuven & Paris. Vokotopoulou- Christidis 1995: Vokotopoulou, I.- Christidis, A. P., A Cypriot Graffito on an sos amphora from Mende, Chalcidice, Kadmos 34, Voutiras 1996: Voutiras, E., Un culte domestique des Corybantes, Kernos 9,

154 Wachter 2016: Wachter, R., Attische Vaseninschriften im Spannungsfeld zwischen Alphabet, Dialekt und Literatur, στο: Töpfer- Maler- Schreiber: Inschriften auf Attischen Vasen, R.Wachter (επιμ.), Akten des Kolloquiums von 20. bis 23. September 2012 an den Universitäten Lausanne und Basel, Wallace 1986: Wallace, M. B., Progress in measuring amphora capacities, στο: Empereur- Garlan 1986, Χρυσοστόμου 1988: Χρυσοστόμου, Π., Λουτρά στο ανάκτορο της Πέλλας, ΑΕΜΘ 2 (1988), Θεσσαλονίκη, Χρυσοστόμου 1998: Χρυσοστόμου, Π., Νέες επιγραφές από την Πέλλα και την περιοχή της, στο: Μνείας Χάριν. Τόμος στη μνήμη της Μ. Σιγανίδου, Μ. Λιλιμπάκη- Ακαμάτη- Κ. Τσάκαλου- Τζαναβάρη (επιμ.), Θεσσαλονίκη, Χρυσοστόμου- Χρυσοστόμου 1994: Χρυσοστόμου, Α. - Χρυσοστόμου, Π., Ανασκαφή στην Τράπεζα του Αρχοντικού Γιαννιτσών κατά το 1994, ΑΕΜΘ 8 (1994), Θεσσαλονίκη, Χρυσοστόμου 2001: Χρυσοστόμου, Π., Παρατηρήσεις σε παλαιές και νέες επιγραφές από την Κεντρική Μακεδονία (Βόρεια Βοττιαία), στο: Α Πανελλήνιο Συνέδριο Επιγραφικής (Πρακτικά). Στη μνήμη Δ. Κανατσούλη, Θεσσαλονίκη Οκτωβρίου 1999, Θεσσαλονίκη, Χρυσοστόμου 2009: Χρυσοστόμου, Π., ΔΟΛΟΣ Ο ΚΑΛΟΣ ΚΑΛΙΟΣ ΕΙΜΙ ΤΗΣ ΔΟΛΙΟ. Δύο ενεπίγραφοι κάνθαροι των υστεροαρχαϊκών χρόνων από τη Μακεδονία, στο: Κερμάτια Φιλίας. Τιμητικός τόμος για τον Γ. Τουράτσογλου, Β τόμος, Σ. Δρούγου (επιμ.), Αθήνα,

155 ΙΣΤΟΤΟΠΟΙ Γράμματα από το «Υπόγειο» (Μεθώνη): o-yliko- methoni-i-grammata-kai-haragmata Γραμμένος, Δ.,Β. (επιμ.), Μελέτες για την αρχαία Μακεδονία. Προς τη γένεση των πόλεων: language.gr/resources/ancient_greek/macedonia/cities/ index.html ΘΕΤΙΜΑ. Αρχαίες ελληνικές διάλεκτοι: Καραμπουρνάκι- Πανεπιστημιακή ανασκαφή: Παναγιώτου, Α. Βουτυράς, Ε. μιλούν για την μακεδονική από γλωσσολογική και αρχαιολογική άποψη: LGPN: PATHS. Ερευνητικό Πρόγραμμα για τη διακίνηση κορινθιακής και αττικής κεραμικής στους οικισμούς του Θερμαϊκού Κόλπου κατά την αρχαϊκή και κλασική περίοδο: SEG: 146

156 ΕΙΚΟΝΕΣ Χάρτης 1. Οικισμοί της Μακεδονίας που αναφέρονται στην εργασία (Τουράτσογλου 1996, 8-9). Εικ. 1. Πίνακας αντιστοιχίας του ελληνικού αλφαβήτου με το φοινικικό.

157 Εικ. 2. Πίνακας αρχαϊκών τοπικών αλφαβήτων (L. H. Jeffery, LSAG). Εικ. 3. Όστρακο πίθου από την Αιανή Εικ. 4. Σχέδιο της επιγραφής (Panayotou 1986, 98 εικ. 2). με εγχάρακτη επιγραφή (Panayotou 1986, 98 εικ. 1).

158 Εικ. 5. Πίνακας συμβόλων (Panayotou 1986, 99). Εικ. 6. Τορώνη (Papadopoulos 2005, 720 εικ. 9). Εικ. 7. Σχέδια των «σημείων κεραμέως» (Papadopoulos 2005, 891 εικ. 191).

159 Εικ. 8 και 9. Αξονομετρικό σχέδιο της Κρανιάς και Σχέδιο του αψιδωτού κτιρίου του 8 ου αι. π.χ. (httpwww.greeklanguage.grdigitalresourcesancient_greekmacedoniacitiespage_067.html). Εικ. 10. Το οβάλ κτίριο του 8ου αι. π.χ. (httpwww.greek-language.grdigit Resourcesancient_greekmacedoniacitiespage_067.html).

160 Εικ. 11 και 12. Ιερό στο Ποσείδι (httpwww.greek-language.grdigitalresourcesancient_greekmacedoniacitiespage_023.html). Εικ. 13. Αψιδωτό κτίριο ΣΤ (httpwww.greek-language.grdigitalresourcesancient_greekmacedoniacitiespage_023.html). Εικ. 14. Ενεπίγραφη λαβή από το Ποσείδι (Βοκοτοπούλου 1993, 409 εικ. 9).

161 Εικ. 15. Κάτοψη της Αγοράς στη Μεθώνη (Μπέσιος-Τζιφοπουλος-Κοτσώνας 2012, 45 Σχ. 2). Εικ. 16. Κάτοψη της θέσης του «Υπογείου» (Μπέσιος-Τζιφοπουλος-Κοτσώνας 2012, 46 Σχ. 3). Εικ. 17. Το «Υπόγειο» (Μπέσιος-Τζιφοπουλος-Κοτσώνας 2012, 47 εικ. 3-4).

162 Εικ. 18α-στ. Τμήματα αμφορέων από τη Μακεδονία (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 77, 78, 79, 80, 81, 83). Εικ. 19α-ε. Τμήματα αμφορέων από τη Μίλητο (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 72, 73, 74, 75, 76).

163 Εικ. 20α-δ. Λαβές αμφορέων από τη Σάμο (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 114, 120, 121, 122). Εικ. 21. Λαβή αμφορέα από τη Χίο (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 462 αρ. 128). Εικ. 22. Τμήμα αμφορέα από τη Λέσβο (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 465 αρ. 132). Εικ. 23α-ε. Τμήματα αμφορέων τύπου SOS από την Αττική (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 428, αρ. 89, 109, 111, 112, 113).

164 Εικ. 24α-κ. Τμήματα εμπορικών αμφορέων άγνωστης προέλευσης (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 140, 142, 143, 144, 146, 147, 151, 155, 157, 159, 160). Εικ.25α-ζ Τμήματα σκύφων ευβοϊκού τύπου (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ ).

165 Εικ. 26α-β. Τμήματα από κοτύλες κορινθιακού τύπου (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 385 αρ. 34, 387 αρ. 36). Εικ. 27α-γ. Τμήματα από υδρίες (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ ). Εικ. 28α-β. Λαβές από οπισθότμητες οινοχόες (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 51,52). Εικ. 29α-β. Τμήματα κλειστών αγγείων εγχώριας παραγωγής (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 67, 69).

166 Εικ. 30. Τμήμα χείλους ευβοϊκού σκύφου (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 430 αρ. 91). Εικ. 31α-ε. Κύλικες με πτηνά από την Ανατολική Ελλάδα (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ ). Εικ. 32α-γ. Τμήματα αιολικών αγγείων από το ΒΑ Αιγαίο (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ ).

167 Εικ. 33α-β. Τμήματα σαμιακών αμφορέων (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, αρ. 17, 18). Εικ. 34. Τμήμα σώματος χιακού αμφορέα (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 368 αρ. 21). Εικ. 35. Τμήμα χείλους και λαιμού μιλησιακού αμφορέα (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 407 αρ. 70). Εικ. 36. Τμήμα σώματος αμφορέα από τη Λέσβο (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 467 αρ. 134).

168 Εικ. 37. Τμήμα σώματος μιλησιακού αμφορέα (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 460 αρ. 126). Εικ. 38. Τμήμα σκύφου από το Θερμαϊκό κόλπο (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 355 αρ. 11). Εικ. 39. Τμήμα σώματος κλειστού αγγείου από το Θερμαϊκό κόλπο (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 403 αρ. 61). Εικ. 40. Τμήματα πρώιμου χιακού κάλυκα (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 437 αρ. 97).

169 Εικ. 41. Άνω τμήμα αμφορέα από τη Λέσβο (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 345 αρ. 4 ). Εικ. 41α. Οισύμη, εμπορικός αμφορέας με εγχάρακτο όνομα στο λαιμό (Κουκούλη- Χρυσανθάκη- Μαραγκού 2012, 324, εικ. 3). Εικ. 42. Άνω τμήμα ολόβαφου αμφορέα άγνωστης προέλευσης (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 348 αρ. 5).

170 Εικ. 43. Τμήμα αττικού αμφορέα SOS (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 349 αρ. 6). Εικ. 44. Άνω τμήμα μιλησιακού αμφορέα (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 352 αρ. 9). Εικ. 45. Άνω τμήμα ολόβαφου αμφορέα άγνωστης προέλευσης (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 358 αρ. 15).

171 Εικ. 46. Άνω τμήμα σαμιακού αμφορέα (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 361 αρ. 16). Εικ. 47. Τμήμα ώμου σαμιακού αμφορέα (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 366 αρ. 19). Εικ. 48. Άνω τμήμα αγγείου πόσης από τη Λέσβο (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 337 αρ. 1).

172 Εικ. 49. Τμήμα χείλους σκύφου από το Θερμαϊκό κόλπο (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 344 αρ. 3). Εικ. 50. Τμήμα χείλους ευβοϊκού σκύφου (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 350 αρ. 7). Εικ. 51. Σκύφος από το Θερμαϊκό κόλπο (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 369 αρ. 22).

173 Εικ. 52. Τμήμα γένεσης λαβής από ευβοϊκό σκύφο Εικ. 56. Τμήμα λαβής λέσβιου αμφορέα (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 351 αρ. 8). (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 468 αρ. 136). Εικ. 53. Τμήματα σκύφου από το Θερμαϊκό κόλπο Εικ. 57. Τμήμα σώματος αμφορέα άγνωστης προέλευσης (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 354 αρ. 10). (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 475 αρ. 145). Εικ. 54. Τμήμα χείλους από το Θερμαϊκό κόλπο Εικ. 58. Άνω τμήμα αμφορέα άγνωστης προέλευσης (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 355 αρ. 12). (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 480 αρ. 150). Εικ. 55. Τμήματα οπισθότμητης οινοχόης Εικ, 59. Τμήμα σώματος αγγείου πόσης (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 357 αρ. 14). (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 389 αρ. 39).

174 Εικ. 60. Τμήμα σώματος και λαβής κλειστού αγγείου Εικ. 64. Τμήμα σώματος λέσβιου αμφορέα (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 395 αρ. 49). (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 470 αρ. 139). Εικ. 61. Τμήμα σώματος εγχώριου κλειστού αγγείου Εικ. 65. Τμήμα σώματος εγχώριου κλειστού αγγείου (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 491 αρ. 164). (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 492 αρ. 166). Εικ. 62. Τμήμα σώματος χιακού αμφορέα Εικ. 66. Τμήμα κοτύλης κορινθιακού τύπου (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 462 αρ. 129). (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 386 αρ. 35). Εικ. 63. Τμήμα σώματος χιακού αμφορέα Εικ. 67. Λαβή μιλησιακού αμφορέα (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 464 αρ. 131). (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 408 αρ. 71).

175 Εικ. 68. Τμήμα σώματος αττικού αμφορέα SOS Εικ. 71. Άνω τμήμα αμφορέα άγνωστης προέλευσης (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 444 αρ. 106). (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 479 αρ. 149). Εικ. 69. Τμήματα αττικού αμφορέα SOS (Μπέσιος- Εικ. 72. Παρόμοια σύμβολα (Μπέσιος-Τζιφόπουλος- Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 448 αρ. 110). Κοτσώνας 2012, 463 αρ. 130, 479 αρ. 149, 377 αρ. 27).

176 Εικ. 70 Τμήμα χείλους, λαιμού και λαβής χιακού αμφορέα (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 463 αρ. 130). Εικ. 73. Αττικός αμφορέας SOS Εικ. 74. Η επιγραφή Εικ. 75. Εγχάρακτες γραμμές (Vokotopoulou- Christidis 1995, (Vokotopoulou- Christidis 1995, (Vokotopoulou- Christidis 1995, pl. 1). pl. 2). pl. 3). Εικ. 76. Σχέδιο της επιγραφής (Vokotopoulou- Christidis 1995, 8 εικ. 1). Εικ. 77. Λαβές χιακών αμφορέων Εικ. 78. Τμήμα λαβής με επιγραφή Εικ. 79. Εγχάρακτος «σταυρός» (Φίλης 2011, πίν , 14). (Φίλης 2011, πίν ). (Φίλης 2011, πίν ).

177 Εικ. 80. Τμήμα λαβής με εγχάρακτο σχέδιο (Φίλης 2011, πίν ). Εικ. 81. Γκρίζος τροχήλατος λέβης (Τιβέριος-Μανακίδου-Τσιαφάκη 2011, 409 εικ. 12α). Εικ. 82. Η καρική επιγραφή (Τιβέριος-Μανακίδου-Τσιαφάκη 2011, 409 εικ. 12β). Εικ. 83. Ο σκύφος του Ακεσάνδρου (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας, 340 αρ. 2).

178 Εικ. 84. Η λήκυθος της Ταταίης (LSAG 240 no. 3, 409 pl. 47 no. 3, 456). Εικ. 85. Τμήμα χείλους και λαιμού αττικού αμφορέα SOS Εικ. 89. Λαβή εμπορικού αμφορέα (Μπέσιος- (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 496, αρ. 173). Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 505, αρ. 188). Εικ. 86. Τμήμα σώματος αμφορέα άγνωστης προέλευσης Εικ. 90. Τμήματα εγχώριας οινοχόης (Μπέσιος- (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 502, αρ. 183). Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 490, αρ. 163).

179 Εικ. 87. Τμήμα χείλους αμφορέα άγνωστης προέλευσης Εικ. 91. Τμήμα σώματος εγχώριου κλειστού (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 503, αρ. 185). αγγείου (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 493, αρ. 167). Εικ. 88. Λαβή αμφορέα άγνωστης προέλευσης Εικ. 92. Τμήμα σώματος εγχώριου κλειστού αγγείου (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 504, (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 493, αρ. 187). αρ. 168). Εικ. 93. Τμήμα αγγείου πόσης από το Θερμαϊκό κόλπο Εικ. 98. Ιωνική κύλικα (Μπέσιος- (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 494, αρ. 169). Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 507, αρ. 191). Εικ. 94. Τμήμα σώματος εγχώριου αγγείου (Μπέσιος- Εικ. 99. Τμήμα σώματος εγχώριου αγγείου πόσης Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 494, αρ. 170). (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 484, αρ. 162).

180 Εικ. 95. Τμήμα σώματος χιακού κάλυκα (Μπέσιος- Εικ Τμήματα αμφορέα άγνωστης προέλευσης Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 506, αρ. 190). (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 502, αρ. 184). Εικ. 96. Τμήμα χείλους και λαιμού αμφορέα άγνωστης προέλευσης (Μπέσιος-Τζιφόπουλος-Κοτσώνας 2012, 371 αρ. 23). Εικ. 97. Τμήμα χείλους και λαιμού χιακού Εικ Τμήμα σώματος αμφορέα άγνωστης αμφορέα (Μπέσιος-Τζιφόπουλος- προέλευσης (Μπέσιος-Τζιφόπουλος- Κοτσώνας 2012, 499 αρ. 179). Κοτσώνας 2012, 506 αρ. 189). Εικ : Εγχάρακτες γραμμές σε λαβές εμπορικών αμφορέων (Φίλης 2011, πίν β, 6, 8, 9, πίν α, 19, 20). Εικ : Εγχάρακτες γραμμές και σύμβολα σε λαβές εμπορικών αμφορέων (Φίλης 2011, πίν , πίν , 3, 10α-γ).

181 Εικ Εγχάρακτες γραμμές σε Εικ Dipinto σε κλαζομενιακό Εικ Graffito σε σχήμα βέλους κλαζομενιακό αμφορέα αμφορέα (Φίλης 2011, πίν ). (Φίλης 2011, πίν. 134, 23). (Φίλης 2011, πίν ). Εικ Εγχάρακτες γραμμές στις λαβές Εικ Εγχάρακτες γραμμές στο χείλος εμπορικών αμφορέων (Φίλης 2011, πίν α-β). εμπορικών αμφορέων (Φίλης 2011, πίν ). Εικ : Εμπορικοί αμφορείς με εγχάρακτα μονογράμματα (Φίλης 2011, πίν ). Εικ Σύμπλεγμα Εικ Dipinto σε Εικ Εγχάρακτα γράμ- Εικ Dipinto σε γραμμάτων σε λακω- αμφορέα «σαμιακού» ματα σε αττικό αμφορέα εμπορικό αμφορέα νικό αμφορέα (Φί- τύπου (Φίλης 2011, πίν. (Φίλης 2011, πίν ). (Φίλης 2011, πίν ). λης 2011, πίν ) ).

182 Εικ Εγχάρακτο όνομα σε «λεσβιακού» Εικ Εγχάρακτη επιγραφή σε «λεσβιακού» τύπου αμφορέα (Φίλης 2011, 454 και πίν ). τύπου αμφορέα (Φίλης 2011, 454 και πίν ). Εικ : Εγχάρακτοι «σταυροί» σε εμπορικούς αμφορείς (Φίλης 2011, πίν , 4, 5). Εικ Σχέδιο εγχάρακτου συμβόλου Εικ Εγχάρακτο σύμβολο κλεψύδρας σε «λεσβιακού» τύπου αμφορέα σε «λεσβιακού» τύπου αμφορέα (Φίλης 2011, 461 8). (Φίλης 2011, πίν ).

183 Εικ : Γραπτοί και εγχάρακτοι δακτύλιοι στο λαιμό εμπορικών αμφορέων (Φίλης 2011, πίν , 13α, 16). Εικ. 135α-β. Εγχάρακτο σχέδιο πιθανόν πλοίου σε «λεσβιακού» τύπου αμφορέα (Φίλης 2011, 464 2, πίν ). Εικ. 136α-β. Εγχάρακτα γράμματα σε «σαμιακού» τύπου αμφορέα (Φίλης 2011, 467 1, πίν ). Εικ. 137α-β. Εγχάρακτα γράμματα σε σαμιακό αμφορέα (Φίλης 2011, 467 2, πίν ). Εικ. 138α-β. Εγχάρακτα γράμματα σε εμπορικό αμφορέα (Φίλης 2011, 467 3, πίν ).

184 Εικ Dipinto σε κορινθιακό αμφορέα (Φίλης 2011, πίν ). Εικ Εγχάρακτο όνομα πιθανόν σε Εικ Εγχάρακτο όνομα σε αττικό αμφορέα SOS εμπορικό αμφορέα (Τιβέριος-Μανακίδου- (Τιβέριος 2000α, 521 εικ. 1). Τσιαφάκη 2008, 333 εικ. 6). Εικ Σκύφος ερμογένειου τύπου (Σίνδος 1985, 247 αρ. 402).

185 Εικ Dipinto σε κορινθιακό Εικ Dipinto σε κορινθιακό Εικ Dipinto σε κορινθιακό εξάλειπτρο (Σαριπανίδη 2012, εξάλειπτρο (Σαριπανίδη 2012, εξάλειπτρο (Σαριπανίδη 2012, πίν. 18 αρ. 67). πίν. 18 αρ. 75). πίν. 18 αρ. 63). Εικ. 146α-β. Οι δύο λάκκοι του δημόσιου λουτρού (Akamatis-Aamodt 2015, 25 εικ. 3 και 5 εικ. 1).

186 Εικ Η καρική επιγραφή του αμφορέα (ή οινοχόης) (Adiego, κ.ά. 2012, 197 εικ. 1-2). Εικ. 148α. Τοίχοι ορθογώνιων σπιτιών (Kefalidou- Xydopoulos 2017, υπό έκδοση). Εικ. 148β. Ημιυπόγεια κατασκευή (υπόσκαπτο) (Kefalidou- Xydopoulos 2017, υπό έκδοση). Εικ Επιγραφή σε όστρακο εγχώριου κλειστού αγγείου (Kefalidou- Xydopoulos 2017, υπό έκδοση). Εικ Επιγραφή σε θραύσμα κεραμιδιού (Kefalidou- Xydopoulos 2017, υπό έκδοση).

187 Εικ Οι επιγραφές του οστράκου και του θραύσματος του κεραμιδιού αντίστοιχα (Kefalidou- Xydopoulos 2017, υπό έκδοση). Εικ. 152α-β. Ανάγλυφα από την Περσέπολη (Kefalidou- Xydopoulos 2017, υπό έκδοση). Εικ Αναθηματικές επιγραφές (Βοκοτοπουλου 1993α, εικ. 15). Εικ Όστρακο κύλικας με αναθηματική επιγραφή ( Ιερά/ Σάνη Παλλήνης). Εικ Αναθηματική επιγραφή από το Ποσείδι Εικ Χείλος κύλικας με την κατάληξη του ( Ιερά/ Ποσείδι). ονόματος του Ποσειδώνα (Βοκοτοπούλου 1989, 423 εικ. 17).

188 Εικ Η κύλικα του Αλκίμαχου ( Ιερά/ Ποσείδι). Εικ Η κύλικα του Ζηνόθεμη. ( Ιερά/ Ποσείδι). Εικ Πόδι κύλικας με όνομα αναθέτη (Βοκοτοπούλου 1993, 412 εικ. 11). Εικ Αναθηματική επιγραφή στο λαιμό οινοχόης Εικ Εγχάρακτο όνομα αναθέτη σε αττική (Βοκοτοπούλου-Μπέσιος-Τρακοσοπούλου 1990, κύλικα (Βοκοτοπούλου-Μπέσιος-Τρακοσοπούλου 1990, 434 εικ. 10). 434 εικ. 9).

189 Εικ Αναθηματική επιγραφή σε χείλος κύλικας (Βοκοτοπούλου-Μπέσιος-Τρακοσοπούλου 1990, 434 εικ. 8). Εικ. 163α-β. Πιθανόν εγχάρακτο το όνομα του Δία σε μελαμβαφή κύλικα (Βοκοτοπούλου-Μπέσιος- Τρακοσοπούλου 1990, 434 εικ. 11 και 428 σχ. 1). Εικ. 164α-β. Ενεπίγραφες αναθηματικές κύλικες Εικ Αρχαϊκό ιερό στα Στάγειρα (Σισμανίδης 2003, 90 εικ. 98). (Σισμανίδης 2003, 77 εικ. 80).

190 Εικ Ποντοκώμη, θέση Βρύση (Καραμήτρου-Μεντεσίδη 1999, 349). Εικ Εγχάρακτο όνομα σε αττική κύλικα τύπου C (Καραμήτρου-Μεντεσίδη 1999, 367 εικ. 29). Εικ. 168α-β. Η κεραμίδα του Αρκάπου από την Αιανή (Καραμήτρου-Μεντεσίδη 1990, 92 εικ. 25 και 83 σχ. 3).

191 Εικ Στλεγγίδα με το όνομα Άπακος (Καραμήτρου-Μεντεσίδη 2001, 69 εικ. 14α-β). Εικ Κάτοψη οικοπέδου Πεχλιβανίδη (Κουσουλάκου 1994, 306 σχ. 1). Εικ Τμήματα από κύλικες τύπου C με εγχάρακτα γράμματα (Τιβέριος-Μανακίδου-Τσιαφάκη 1994, 202 εικ. 4).

192 Εικ Χάρτης της περιοχής της Πιερίδας κοιλάδας (Νικολαΐδου-Πατέρα 1987, 346 σχ. 1). Εικ Τμήμα αγγείου με την κατάληξη ονόματος σε ονομαστική πτώση (Νικολαΐδου-Πατέρα 1987, 352 εικ. 13). Εικ. 174α-β. Η επιγραφή στον κάνθαρο του Αρχοντικού (Χρυσοστόμου 2009, εικ. 1, 2).

193 Εικ Η επιγραφή στον κάνθαρο της Αιανής (Χρυσοστόμου 2009, 421 εικ. 3). Εικ. 176α-β. Τμήμα πιθαριού με δυσανάγνωστη εγχάρακτη επιγραφή (Καραμήτρου-Μεντεσίδη 1990, 92 εικ. 24 και 81 σχ. 2). Εικ Βάση κύλικας με δυσανάγνωστο graffito (Τιβέριος-Μανακίδου-Τσιαφάκη 2007, 267 εικ. 11). Εικ Αλφαβητάριο σε θραύσμα θασιακής κύλικας (Tiverios 2011, εικ. 1 και 3).

194 Εικ Αλφαβητάριο σε βάση κύλικας από το Ποσείδι (Βοκοτοπούλου 1991, 318 εικ. 16). Εικ Αλφαβητάριο σε θραύσμα αττικού ερυθρόμορφου κρατήρα από τη Ν. Καλλικράτεια (Μπιλούκα- Βασιλείου-Γραικός 2000, 310 εικ. 7). Εικ Αλφαβητάριο σε τμήμα βάσης άωτου σκυφιδίου από την Ποτίδαια (Μισαηλίδου-Δεσποτίδου 2014, 80 αρ. 6).

195 Εικ Αττική ερυθρόμορφη πελίκη, τελευταίο τέταρτο του 5 ου αι. π.χ. (Νεάπολη) με εμπορική επιγραφή στη βάση (Scheibler 2010, 181 εικ ). Εικ Δαχτυλίδι από το νεκροταφείο της Σίνδου με επιγραφή σε ιωνικό αλφάβητο (Σίνδος 1985, 66 αρ. 96). Εικ : Συμπλέγματα γραμμάτων σε εμπορικούς αμφορείς (Φίλης 2011, 452 1, πίν ,3). Εικ Εμπίεστοι κύκλοι στο λαιμό αμφορέων από τη Μένδη (Φίλης 2011, πίν , 15). Εικ Graffito σε αμφορέα της Ακάνθου (Φίλης 2011, πίν. 139, 4).

196 Εικ. 190α-γ. Βάσεις σκύφων με εγχάρακτα μονογράμματα (Σκιαδάς 2012, αρ. ευρ. 214, 649 και 2594, 291 εικ. 1). Εικ Βάση σκύφου με εγχάρακτα γράμματα (Σκιαδάς 2012, αρ. ευρ. 5125α, 292 εικ. 2). Εικ Βάσεις σκύφων με εγχάρακτα γράμματα, σύμβολα και γραμμές (Σαριπανίδη 2012, πίν. 44 αρ. 195, 198). Εικ Τμήμα ποδιού κύλικας (Σαριπανίδη 2012, πίν. 48 αρ. 221β).

197 Εικ Καρική εγχάρακτη επιγραφή σε τμήμα βάσης σκύφου (Tzanavari-Christidis 1995, εικ. 1). Εικ Αναθηματική επιγραφή σε βάση κύλικας (Βοκοτοπούλου 1993γ, 75 εικ. 5). Εικ Ενεπίγραφη βάση αττικού σκυφιδίου (Βοκοτοπούλου 1993γ, 75 εικ. 4).

198 Εικ Ενεπίγραφο όστρακο πιθανόν με το όνομα της Αθηνάς (Καμπίτογλου-Παπαδόπουλος 1989, 448 εικ. 9). Εικ Βάση κύλικας με εγχάρακτο όνομα (Τουράτσογλου 1996, 15 εικ. 9). Εικ Ενεπίγραφος αμφιπρόσωπος κάνθαρος Εικ Οι επιγραφές του κανθάρου (Ρωμιοπούλου 1987, πίν. 140). (Ρωμιοπούλου 1987, πίν. 143).

199 Εικ Ενεπίγραφη λαβή αττικού σκύφου τύπου Β Εικ Βάση εισηγμένης κύλικας με εγχάρακτο (Τιβέριος 2017, 420 εικ. 1). όνομα (Τιβέριος 1993, 250 εικ. 5). Εικ Τμήμα βάσης αττικού σκύφου με εγχάρακτο όνομα (Λοβέρδου- Τσιγαρίδα 1997, 255 εικ. 1). Εικ Εγχάρακτο όνομα σε μελαμβαφή σκύφο (Ιγνατιάδου-Descamps-Κεφαλίδου-Boucher 2008, 340 εικ. 8-9).

200 Εικ Βάση αττικού σκύφου με εγχάρακτο όνομα (Βοκοτοπούλου 1993γ, 75 εικ. 6). Εικ Σχέδιο της επιγραφής του ασκού (Akamatis-Aamodt 2015, 32 εικ. 16). Εικ Εγχάρακτο μονόγραμμα σε τρία αγγεία συμποσίου (Akamatis-Aamodt 2015, 6 εικ. 10a-c). Εικ Ενεπίγραφη βάση κύλικας (Βοκοτοπούλου-Παππά-Τσιγαρίδα 1988, 329 εικ. 16).

201 Εικ Βάση αττικού σκύφου με αδιάγνωστο graffito (Σουέρεφ 1990, 312, εικ. 15). Εικ Βάσεις αγγείων συμποσίου με εγχάρακτα μονογράμματα (Σκιαδάς 2012, αρ. ευρ, 238 και 4132, 291 εικ. 1). Εικ Τμήμα παναθηναϊκού αμφορέα με εγχάρακτη επιγραφή (Τιβέριος 2012, 46 εικ. 12).

202 Εικ Ενεπίγραφη βάση αττικού σκύφου (Παπαστάθης-Νασιώκα-Βιολατζής-Αμανατίδου 2008, 405 εικ. 9). Εικ Αναθηματικός ενεπίγραφος κάνθαρος (Δρούγου 1990, 18 εικ ). Εικ. 215α-β. Ενεπίγραφος αναθηματικός κάνθαρος (Ακαμάτης 1992, 122 εικ. 1-2 και 2005, 425 εικ. 13).

203 Εικ Βάση αττικού αγγείου (πελίκη ή οινοχόη) με εγχάρακτα ονόματα (Βοκοτοπούλου 1993γ, 76 εικ. 8). Εικ Τμήμα βάσης αττικού σκύφου με εγχάρακτο Εικ Βάση αττικού κανθάρου με εγχάρακτο όνομα (Σκιαδάς 2012, αρ. ευρ. 648, 293 εικ. 3). όνομα (Σκιαδάς 2012, αρ. ευρ. 279, 293 εικ. 3). Εικ. 219α-β. Πήλινο μονόμυξο λυχνάρι με εγχάρακτο όνομα (Χρυσοστόμου 1998, 364).

204 Εικ Τμήμα βάση άωτου σκυφιδίου με εγχάρακτο όνομα (Χρυσοστόμου-Χρυσοστόμου 1994, 82 εικ. 5). Εικ Βάση μελαμβαφούς κανθάρου με εγχάρακτο Εικ Άωτο μελαμβαφές σκυφίδιο με εγχάρακτο όνομα (Χρυσοστόμου 2001, 206 εικ. 14). όνομα από την Έδεσσα (Τουράτσογλου 1996, 15 εικ. 11). Εικ Κάνθαρος με αναθηματική επιγραφή (Βοκοτοπούλου 1993γ, 76 εικ.7). 2008, 97 εικ. 146). Εικ Ενεπίγραφο τμήμα αγγείου (Καραμήτρου-Μεντεσίδη

ΔΙΑΛΕΞΗ ΤΡΙΤΗ ΤΟ ΑΛΦΑΒΗΤΟ ΚΑΙ Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ

ΔΙΑΛΕΞΗ ΤΡΙΤΗ ΤΟ ΑΛΦΑΒΗΤΟ ΚΑΙ Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΔΙΑΛΕΞΗ ΤΡΙΤΗ ΤΟ ΑΛΦΑΒΗΤΟ ΚΑΙ Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ 1. Από τη Γραμμική Β στην εισαγωγή του αλφαβήτου - Στον ελληνικό χώρο, υπήρχε ένα σύστημα γραφής μέχρι το 1200 π.χ. περίπου, η

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος [IA11] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Α Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων (1100-480 π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος Πρώιμοι και Γεωμετρικοί χρόνοι (1100-700 π.χ.) Οι περίοδοι της αρχαίας ελληνικής τέχνης:

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος [IA11] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Α Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων (1100-480 π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος Πρώιμοι και Γεωμετρικοί χρόνοι (1100-700 π.χ.) Οι περίοδοι της αρχαίας ελληνικής τέχνης:

Διαβάστε περισσότερα

ΟΜΗΡΙΚΗ ΕΠΟΧΗ (

ΟΜΗΡΙΚΗ ΕΠΟΧΗ ( ΟΜΗΡΙΚΗ ΕΠΟΧΗ (1100-750 π.χ.).) Ή ΓΕΩΜΕΤΡΙΚΗ ΕΠΟΧΗ Δ. ΠΕΤΡΟΥΓΑΚΗ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΡΕΘΥΜΝΟΥ ΚΥΡΙΑ ΠΗΓΗ ΤΑ ΟΜΗΡΙΚΑ ΕΠΗ ΣΕ ΑΥΤΌ ΟΦΕΙΛΕΙ ΤΗΝ ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΟΜΗΡΙΚΗ. ΩΣΤΟΣΟ ΟΙ ΟΡΟΙ ΣΚΟΤΕΙΝΟΙ ΑΙΩΝΕΣ Ή ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος [IA11] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Α Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων (1100-480 π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος Πρώιμοι και Γεωμετρικοί χρόνοι (1100-700 π.χ.) (συνέχεια) Οι περίοδοι της αρχαίας ελληνικής

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος [IA11] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Α Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων (1100-480 π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος Πρώιμοι και Γεωμετρικοί χρόνοι (1100-700 π.χ.) (συνέχεια) Οι περίοδοι της αρχαίας ελληνικής

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος [IA11] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Α Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων (1100-480 π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος http://www.latsis-foundation.org/ell/ekpaidefsiepistimi-politismos/politismos/o-kyklos-ton-mouseion

Διαβάστε περισσότερα

Κυριότερες πόλεις ήταν η Κνωσός, η Φαιστός, η Ζάκρος και η Γόρτυνα

Κυριότερες πόλεις ήταν η Κνωσός, η Φαιστός, η Ζάκρος και η Γόρτυνα Ηφαίστειο της Θήρας Η Μινωική Κρήτη λόγω της εμπορικής αλλά και στρατηγικής θέσης της έγινε γρήγορα μεγάλη ναυτική και εμπορική δύναμη. Οι Μινωίτες πωλούσαν τα προϊόντα τους σε όλη τη Μεσόγειο με αποτέλεσμα

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος [IA11] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Α Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων (1100-480 π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος Πρώιμοι και Γεωμετρικοί χρόνοι (1100-700 π.χ.) (συνέχεια) Οι περίοδοι της αρχαίας ελληνικής

Διαβάστε περισσότερα

Γράμματα - σπουδάγματα

Γράμματα - σπουδάγματα Γράμματα - σπουδάγματα Αρχαιολογικό Μουσείο Κιλκίς Εκπαιδευτικό πρόγραμμα (Γραφή και αλφάβητο) Το πρόγραμμα συνδιαμορφώθηκε από το Τμήμα Κλασικών σπουδών του Α.Π.Θ (κ. Ιωάννης Τζιφόπουλος, καθηγητής του

Διαβάστε περισσότερα

ΟΙ ΓΡΑΦΕΣ ΣΤΟ ΠΡΟΙΣΤΟΡΙΚΟ ΑΙΓΑΙΟ Όταν οι μαθητές δημιουργούν

ΟΙ ΓΡΑΦΕΣ ΣΤΟ ΠΡΟΙΣΤΟΡΙΚΟ ΑΙΓΑΙΟ Όταν οι μαθητές δημιουργούν ΟΙ ΓΡΑΦΕΣ ΣΤΟ ΠΡΟΙΣΤΟΡΙΚΟ ΑΙΓΑΙΟ Όταν οι μαθητές δημιουργούν ΜΑΘΗΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ Στο πλαίσιο του μαθήματος της Αρχαίας Ελληνικής Ιστορίας στην Α τάξη Γυμνασίου, οι μαθητές μας

Διαβάστε περισσότερα

Ο ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Ο ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ Ο ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΑΡΙΑ ΒΕΝΕΤΟΥΛΙΑ, Α1 ΜΑΡΙΑ ΒΟΥΓΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ, Α1 2015-2016 ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ: ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΦΟΡΤΣΕΡΑ Ο ΠΟΛΙΤΙΣΜΌΣ ΠΟΥ ΈΜΕΙΝΕ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΊΑ Ο ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΠ 11 - Κεφάλαιο δύο: Η Πόλη- Κράτος - onlearn.gr - ελπ - εαπ .Σε τέσσερις ενότητες η γέννηση κι η εξέλιξη της πόλης κράτους, στην οποία βασίστηκε η οργάνωση ολόκληρου του ελληνικού πολιτισμού.

ΕΛΠ 11 - Κεφάλαιο δύο: Η Πόλη- Κράτος - onlearn.gr - ελπ - εαπ .Σε τέσσερις ενότητες η γέννηση κι η εξέλιξη της πόλης κράτους, στην οποία βασίστηκε η οργάνωση ολόκληρου του ελληνικού πολιτισμού. Κεφάλαιο δύο: Η Πόλη- Κράτος Σε τέσσερις ενότητες η γέννηση κι η εξέλιξη της πόλης κράτους, στην οποία βασίστηκε η οργάνωση ολόκληρου του ελληνικού πολιτισμού. Α Ενότητα: -- > Φυλετική οργάνωση των Ελλήνων

Διαβάστε περισσότερα

Η ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ (από το 1100 ως το 323 π.χ.) 1600-1100π.Χ.:Πρωτοϊστορική περίοδος που οδηγεί στο μυκηναϊκό πολιτισμό.

Η ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ (από το 1100 ως το 323 π.χ.) 1600-1100π.Χ.:Πρωτοϊστορική περίοδος που οδηγεί στο μυκηναϊκό πολιτισμό. Ομηρική εποχή Η ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ (από το 1100 ως το 323 π.χ.) ΕΙΣΑΓΩΓΗ: 1600-1100π.Χ.:Πρωτοϊστορική περίοδος που οδηγεί στο μυκηναϊκό πολιτισμό. 1100 π.χ.: Εναρξη της ελληνικής ιστορίας. 11 ος 9 ος αιώνας:οι

Διαβάστε περισσότερα

Λίγα Λόγια για τον Μυκηναϊκό Πολιτισμό

Λίγα Λόγια για τον Μυκηναϊκό Πολιτισμό Λίγα Λόγια για τον Μυκηναϊκό Πολιτισμό Με τον όρο Μυκηναϊκός Πολιτισμός χαρακτηρίζεται ο προϊστορικός πολιτισμός της Ύστερης Εποχής του Χαλκού, που αναπτύχθηκε την περίοδο 1600-1100 π. Χ., κυρίως στην

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ. Χ ώ ρο ς Π.ΕΛΛΑΣ. Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού Εφορεία Αρχαιοτήτων Πέλλας

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ. Χ ώ ρο ς Π.ΕΛΛΑΣ. Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού Εφορεία Αρχαιοτήτων Πέλλας ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ Χ ώ ρο ς Π.ΕΛΛΑΣ Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού Εφορεία Αρχαιοτήτων Πέλλας ΥΠΟΜΝΗΜΑ 1. Ο ΙΚΙΑ «ΔΙΟΝΥΣΟΥ» 2. Ο ΙΚΙΑ «ΑΡΠΑΓΗΣ ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ» 3. Δ Η Μ Ο Σ ΙΟ ΑΡΧΕΙΟ 4. ΑΓΟΡΑ 5. ΥΠΟΓΕΙΑ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

[IA12] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Β

[IA12] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Β [IA12] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Β Αρχαιολογία των κλασικών και ελληνιστικών χρόνων (480 π.χ. - 30 π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος Δ. Πλάντζος, Ελληνική τέχνη και αρχαιολογία 1200-30 π.χ. Εκδόσεις Καπόν: Αθήνα, 2016

Διαβάστε περισσότερα

ηαποκάλυψη αρχαιοτήτων στις βορειοανατολικές υπώρειες του λοφώδους

ηαποκάλυψη αρχαιοτήτων στις βορειοανατολικές υπώρειες του λοφώδους κωνσταντινα Γραβανη e-mail: cgravani@cc.uoi.gr ΠανεΠιστηΜιουΠολη Δουρουτησ: αρχαιολογικεσ ερευνεσ, εργασιεσ και Μελετεσ: συντομη αναφορα ηαποκάλυψη αρχαιοτήτων στις βορειοανατολικές υπώρειες του λοφώδους

Διαβάστε περισσότερα

ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ-ΘΡΑΚΗΣ ΓΙΑ ΤΟ 2008

ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ-ΘΡΑΚΗΣ ΓΙΑ ΤΟ 2008 ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ-ΘΡΑΚΗΣ ΓΙΑ ΤΟ 2008 ΝΟΜΟΣ ΕΒΡΟΥ ΣΥΝΟΛΟ 20.000 ΝΟΜΟΣ ΡΟΔΟΠΗΣ ΙΘ' Εφορεία Πρ. Κομοτηνής Έργου 4916 ΙΘ' Εφορεία Πρ. Κομοτηνής Π.Τσατσοπούλου Τηλ:2531022411 FAX:2531021517

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. - Γενική Εισαγωγή..2. - Iστορική αναδρομή...3-4. - Περιγραφή του χώρου...5-8. - Επίλογος...9. - Βιβλιογραφία 10

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. - Γενική Εισαγωγή..2. - Iστορική αναδρομή...3-4. - Περιγραφή του χώρου...5-8. - Επίλογος...9. - Βιβλιογραφία 10 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ - Γενική Εισαγωγή..2 - Iστορική αναδρομή....3-4 - Περιγραφή του χώρου.....5-8 - Επίλογος...9 - Βιβλιογραφία 10 1 Γενική Εισαγωγή Επίσκεψη στο Επαρχιακό Μουσείο Πάφου Το Επαρχιακό Μουσείο της

Διαβάστε περισσότερα

Η Ελληνιστική Κεραμική

Η Ελληνιστική Κεραμική Η Ελληνιστική Κεραμική Μικρή Εισαγωγή Πριν από μερικές δεκαετίες η πρόταση μας για ένα φροντιστήριο ελληνιστικής κεραμικής στους φοιτητές αρχαιολογίας απορρίφθηκε πανηγυρικά, αφού η άσκηση των νέων αρχαιολόγων

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ. Δρ Δημήτρης Γ. Μυλωνάς

ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ. Δρ Δημήτρης Γ. Μυλωνάς Π ΜΩΚ Δρ Δημήτρης Γ. Μυλωνάς Π ΜΩΚ ΓΩΜΚ Δρ Δ.Γ. Μυλωνάς 2 Π ΜΩΚ Δρ Δ.Γ. Μυλωνάς 3 Π ΜΩΚ Υπομυκηναϊκή Περίοδος, 1100 1050/1025 π.. Πρωτογεωμετρική Περίοδος, 1050 900 π.. Γεωμετρική Περίοδος, 900 700 π..

Διαβάστε περισσότερα

Μινωικός Πολιτισμός σελ. 23-28

Μινωικός Πολιτισμός σελ. 23-28 Μινωικός Πολιτισμός σελ. 23-28 Να περιγράψετε ένα μινωικό ανάκτορο; Μεγάλα Συγκροτήματα κτιρίων, Είχαν πολλές πτέρυγες-δωματίων, Διοικητικά, Οικονομικά, Θρησκευτικά και Καλλιτεχνικά κέντρα της περιοχής,

Διαβάστε περισσότερα

Η κοινωνική οργάνωση της αρχαϊκής εποχής

Η κοινωνική οργάνωση της αρχαϊκής εποχής Η κοινωνική οργάνωση της αρχαϊκής εποχής 1. Οι ευγενείς (ἀγαθοί, ἄριστοι, εὐπατρίδες, ἐσθλοί): κάτοχοι γης, ιππείς, ασκούσαν σώμα και πνεύμα (ιδανικό τους ο καλός κἀγαθός πολίτης). 2. Οι πολλοί, ο δήμος

Διαβάστε περισσότερα

Ενότητα 1 : Το ταξίδι των λέξεων στον χρόνο

Ενότητα 1 : Το ταξίδι των λέξεων στον χρόνο Αρχαία Ελληνική Γλώσσα Α Γυμνασίου Ενότητα 1 : Το ταξίδι των λέξεων στον χρόνο 1 1 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Διαφάνειες Οι Έλληνες και η ελληνική γλώσσα 3-4 Η καταγωγή του ελληνικού αλφαβήτου 5-7 Οι διάλεκτοι της Αρχαίας

Διαβάστε περισσότερα

Περιφερειακές εκλογές. 26 ης Μαΐου Μορφή και περιεχόμενο ψηφοδελτίων. περιφερειακών εκλογών. Σύντομος οδηγός- Υπόδειγμα ψηφοδελτίου

Περιφερειακές εκλογές. 26 ης Μαΐου Μορφή και περιεχόμενο ψηφοδελτίων. περιφερειακών εκλογών. Σύντομος οδηγός- Υπόδειγμα ψηφοδελτίου Περιφερειακές εκλογές 26 ης Μαΐου 2019 Μορφή και περιεχόμενο ψηφοδελτίων περιφερειακών εκλογών Σύντομος οδηγός- Υπόδειγμα ψηφοδελτίου Υπουργείο Εσωτερικών Δ/νση Οργάνωσης & Λειτουργίας Τοπικής Αυτοδιοίκησης

Διαβάστε περισσότερα

Η Αρχαία Τήνος, Συνέντευξη με την Καθηγήτρια του ΕΚΠΑ Νότα Κούρου

Η Αρχαία Τήνος, Συνέντευξη με την Καθηγήτρια του ΕΚΠΑ Νότα Κούρου 29 Αυγούστου 2013 Η Αρχαία Τήνος, Συνέντευξη με την Καθηγήτρια του ΕΚΠΑ Νότα Κούρου Πολιτισμός / Συνεντεύξεις Στις 18 Αυγούστου 2013, στην κατάμεστη από κόσμο κεντρική συνεδριακή αίθουσα του Ιδρύματος

Διαβάστε περισσότερα

Αναρτήθηκε από τον/την Δρομπόνης Σωτήριος Πέμπτη, 18 Απρίλιος :48 - Τελευταία Ενημέρωση Πέμπτη, 18 Απρίλιος :49

Αναρτήθηκε από τον/την Δρομπόνης Σωτήριος Πέμπτη, 18 Απρίλιος :48 - Τελευταία Ενημέρωση Πέμπτη, 18 Απρίλιος :49 Στις 17 Απριλίου 2013 επισκεφθήκαμε το Αρχαιολογικό Μουσείο Μεγάρων. Η αρχαιολόγος κα Τσάλκου (την οποία θερμά ευχαριστούμε) μας παρουσίασε τα πολύ εντυπωσιακά ευρήματα της περιοχής μας δίνοντάς μας αναλυτικές

Διαβάστε περισσότερα

Ι. ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β': Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ ( π.Χ.) 3. Ο ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ. - Η Κρήτη κατοικήθηκε για πρώτη φορά τη... εποχή.

Ι. ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β': Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ ( π.Χ.) 3. Ο ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ. - Η Κρήτη κατοικήθηκε για πρώτη φορά τη... εποχή. Ι. ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β': Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ (3000-1100π.Χ.) 3. Ο ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ - Η Κρήτη κατοικήθηκε για πρώτη φορά τη... εποχή. - Ο σημαντικότερος οικισμός ήταν η... - Κατά τη 2 η και 3 η χιλιετία

Διαβάστε περισσότερα

ISBN 978 960 9621 21 2 Μελέτη υλικού & Σχεδιασμός εκπαιδευτικού

ISBN 978 960 9621 21 2 Μελέτη υλικού & Σχεδιασμός εκπαιδευτικού Τυπογραφικη επιμελεια Σχεδιασμος Νικολέττα Αντωνοπουλου (ΜΑ) εκτυπωση ΠΑΠΥΡΟΣ ΠΙΠΕΡΑΣ & ΣΙΑ ΟΕ Επιμελητές Δρ. Χρήστος Γκατζόλης Αρχαιολόγος Προϊστάμενος Τμήματος Δημοσίων Σχέσεων Τεκμηρίωσης, Δημοσιευμάτων

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης. Γιώργος Πρίμπας

Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης. Γιώργος Πρίμπας Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης Γιώργος Πρίμπας Το παρόν φωτογραφικό άλμπουμ είναι ένα αφιέρωμα για τους τρεις μεγάλης αρχαιολογικής αξίας χώρους στην περιοχή

Διαβάστε περισσότερα

Τα θέατρα της Αμβρακίας. Ανδρέας Μαυρίκος, ΒΠΠΓ

Τα θέατρα της Αμβρακίας. Ανδρέας Μαυρίκος, ΒΠΠΓ Τα θέατρα της Αμβρακίας Ανδρέας Μαυρίκος, ΒΠΠΓ Αμβρακία Η Αμβρακία, μία από τις αξιολογότερες κορινθιακές αποικίες, ήταν χτισμένη στην περιοχή του Αμβρακικού κόλπου κοντά στην όχθη του ποταμού Άραχθου.

Διαβάστε περισσότερα

Χρήση. Αποκρυπτογράφηση

Χρήση. Αποκρυπτογράφηση Εύρεση Ανακαλύφθηκε στις αρχές του εικοστού αιώνα στην Κνωσό από τον Άρθουρ Έβανς, που την ονόμασε έτσι επειδή χρησιμοποιούσε γραμμικούς χαρακτήρες (και όχι εικονιστικούς, όπως η μινωική ιερογλυφική γραφή)

Διαβάστε περισσότερα

Οι αρχαίοι πύργοι της Σερίφου Οι αρχαίοι πύργοι, αυτόνομες οχυρές κατασκευές αποτελούν ιδιαίτερο τύπο κτιρίου με κυκλική, τετράγωνη ή ορθογώνια

Οι αρχαίοι πύργοι της Σερίφου Οι αρχαίοι πύργοι, αυτόνομες οχυρές κατασκευές αποτελούν ιδιαίτερο τύπο κτιρίου με κυκλική, τετράγωνη ή ορθογώνια Οι αρχαίοι πύργοι της Σερίφου Οι αρχαίοι πύργοι, αυτόνομες οχυρές κατασκευές αποτελούν ιδιαίτερο τύπο κτιρίου με κυκλική, τετράγωνη ή ορθογώνια κάτοψη, περισσότερους από έναν ορόφους και στιβαρή κατασκευή.

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΘΗΜΑ ΠΡΟΤΖΕΚΤ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

ΜΑΘΗΜΑ ΠΡΟΤΖΕΚΤ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΜΑΘΗΜΑ ΠΡΟΤΖΕΚΤ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΔΙΟΝ ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ Το Δίον ήταν μια αρχαιότατη πόλη στρατηγικής σημασίας και μια από τις πιο φημισμένες μακεδονικές πολιτείες. Η γεωγραφική θέση

Διαβάστε περισσότερα

Εργασία Ιστορίας. Ελένη Ζέρβα

Εργασία Ιστορίας. Ελένη Ζέρβα Εργασία Ιστορίας U«Μυκηναϊκός Πολιτισµός» UΜε βάση τις πηγές και τα παραθέµατα Ελένη Ζέρβα Α1 Μελετώντας τον παραπάνω χάρτη παρατηρούµε ότι τα κέντρα του µυκηναϊκού κόσµου ήταν διασκορπισµένα στον ελλαδικό

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΡΑΜΙΚΑ ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΤΕΧΝΗ

ΚΕΡΑΜΙΚΑ ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΤΕΧΝΗ ΚΕΡΑΜΙΚΑ ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΤΕΧΝΗ ΚΕΡΑΜΙΚΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ Η κεραμική, μια πανάρχαια τέχνη, χρησιμοποιεί ως πρώτη ύλη το αργιλόχωμα. Όταν αναμείξουμε το αργιλόχωμα με νερό θα προκύψει μία πλαστική μάζα

Διαβάστε περισσότερα

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΜΑΘΗΤΕΣ ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΑΓΓΕΛΟΥ ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΑΚΑΛΕΣΤΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΡΙΤΣΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΑΦΤΟΠΟΥΛΟΣ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΜΑΘΗΤΕΣ ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΑΓΓΕΛΟΥ ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΑΚΑΛΕΣΤΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΡΙΤΣΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΑΦΤΟΠΟΥΛΟΣ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΜΑΘΗΤΕΣ ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΑΓΓΕΛΟΥ ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΑΚΑΛΕΣΤΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΡΙΤΣΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΑΦΤΟΠΟΥΛΟΣ Α. ΑΠΟ ΤΗΝ ΓΡΑΜΜΙΚΗ Β ΣΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑ ΤΟΥ ΟΜΗΡΟΥ ΑΡΧΙΚΑ Η Αρχαία Ελληνική Γλώσσα

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στην Κλασική Αρχαιολογία ΙΙ (5ος - 4ος αι. π.χ.) Ιφιγένεια Λεβέντη

Εισαγωγή στην Κλασική Αρχαιολογία ΙΙ (5ος - 4ος αι. π.χ.) Ιφιγένεια Λεβέντη Εισαγωγή στην Κλασική Αρχαιολογία ΙΙ (5ος - 4ος αι. π.χ.) Ιφιγένεια Λεβέντη Τμήμα: Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας 8. Πανελλήνια Ιερά. Δελφοί και Ολυμπία Τα Πανελλήνια

Διαβάστε περισσότερα

Είναι αυτή η πρώτη πόλη της υτικής Ευρώπης;

Είναι αυτή η πρώτη πόλη της υτικής Ευρώπης; Είναι αυτή η πρώτη πόλη της υτικής Ευρώπης; Μέρος της οχύρωσης Οι αρχαιολογικές ανασκαφές που διενεργούνται στην περιοχή της La Bastida (Totana, Murcia στην Ισπανία) έχουν αποκαλύψει ένα επιβλητικό οχυρωματικό

Διαβάστε περισσότερα

Μυκηναϊκή θρησκεία. 3. Από την ανασκαφή θρησκευτικών κτηρίων στα ανάκτορα και ιερών σε οικίες

Μυκηναϊκή θρησκεία. 3. Από την ανασκαφή θρησκευτικών κτηρίων στα ανάκτορα και ιερών σε οικίες Μυκηναϊκή θρησκεία Τα στοιχεία που διαθέτουμε για αυτήν προέρχονται: 1.Από την εικονογραφία σφραγιστικών δακτυλιδιών, σφραγίδων, τοιχογραφιών και αντικειμένων μικροτεχνίας (ελεφαντουργίας κλπ). Κεντρική

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογία των κλασικών και ελληνιστικών χρόνων (480 π.χ. - 1ος αι. π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των κλασικών και ελληνιστικών χρόνων (480 π.χ. - 1ος αι. π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος [IA12] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Β Αρχαιολογία των κλασικών και ελληνιστικών χρόνων (480 π.χ. - 1ος αι. π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος Τι είναι Aρχαιολογία; Η επιστήμη της αρχαιολογίας: Ασχολείται με την περισυλλογή,

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος [IA11] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Α Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων (1100-480 π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος Πηγές και μέθοδοι (συνέχεια) Ο κλασικός αρχαιολόγος ταξινομεί το υλικό του: Κατά χρονική

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ : ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ

ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ : ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ : ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ Τετάρτη, 29 Μαΐου 2013 Αριθμ. Πρ.: 1750 2013-14 Α Ν Α Κ Ο Ι Ν Ω Σ Η

Διαβάστε περισσότερα

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΚΡΑΣΙΟΥ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΚΡΑΣΙΟΥ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΚΡΑΣΙΟΥ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ της Σταυρούλας Σδρόλια Το κρασί έπαιζε τεράστιο ρόλο στην οικονομία της περιοχής του Δήμου Μελιβοίας από την αρχαιότητα μέχρι το πρώτο μισό του 20ού αιώνα. Οι αρχαιότερες

Διαβάστε περισσότερα

4. ΑΡΧΑΙΑ ΝΕΜΕΑ KAI ΑΘΛΗΤΕΣ ΔΡΟΜΙΚΩΝ ΑΓΩΝΙΣΜΑΤΩΝ

4. ΑΡΧΑΙΑ ΝΕΜΕΑ KAI ΑΘΛΗΤΕΣ ΔΡΟΜΙΚΩΝ ΑΓΩΝΙΣΜΑΤΩΝ 4. ΑΡΧΑΙΑ ΝΕΜΕΑ KAI ΑΘΛΗΤΕΣ ΔΡΟΜΙΚΩΝ ΑΓΩΝΙΣΜΑΤΩΝ ΕΝΤΥΠΟ 4.6.1. «Κρυπτή στο στάδιο της Νεμέας» Δραστηριότητα 1 η : «Η σημασία της στοάς της Νεμέας» Σχεδιαστική αναπαράσταση αθλητή (πυγμάχου) που περιμένει

Διαβάστε περισσότερα

ΣΥΝΤΟΜΟ ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΛΑΙΟΛΙΘΙΚΗ ΕΩΣ ΤΗ ΡΩΜΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ. Χρονολογία. 100.000 ως 20.000 10.000. 7000 ως 6000. Νεότερη

ΣΥΝΤΟΜΟ ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΛΑΙΟΛΙΘΙΚΗ ΕΩΣ ΤΗ ΡΩΜΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ. Χρονολογία. 100.000 ως 20.000 10.000. 7000 ως 6000. Νεότερη ΣΥΝΤΟΜΟ ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΛΑΙΟΛΙΘΙΚΗ ΕΩΣ ΤΗ ΡΩΜΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ Χρονολογία Ελλάδα - Αιγαίο 100.000 ως 20.000 Μέση και Νεότερη Παλαιολιθική 10.000 Μεσολιθική εποχή 7000 ως 6000 Έναρξη Νεολιθικής 5600 Μέση

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαίες ελληνικές διάλεκτοι

Αρχαίες ελληνικές διάλεκτοι [Θέματα ιστορίας της ελληνικής γλώσσας] Αρχαίες ελληνικές διάλεκτοι Νίκος Παντελίδης Παναγιώτου, Α. 2001. Η θέση της Μακεδονικής. Από το Ιστορία της ελληνικής γλώσσας: Από τις αρχές έως την ύστερη αρχαιότητα,

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος [IA11] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Α Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων (1100-480 π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος Πηγές και μέθοδοι Κλασική Αρχαιολογία είναι: Ο κλάδος της αρχαιολογίας που μελετά τα υλικά

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος [IA11] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Α Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων (1100-480 π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος [IA11] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Α Διάρθρωση μαθημάτων: Εισαγωγικά (2/10 Πλάντζος) Μεθοδολογία

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10. Η Παλαιοανακτορική Κρήτη (ΜΜΙΒ ΜΜΙΙΙΑ)

ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10. Η Παλαιοανακτορική Κρήτη (ΜΜΙΒ ΜΜΙΙΙΑ) ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10 Η Παλαιοανακτορική Κρήτη (ΜΜΙΒ ΜΜΙΙΙΑ) Ίδρυση των πρώτων ανακτορικών κέντρων Κύριο χαρακτηριστικό στην κεραμική η εμφάνιση του καμαραϊκού ρυθμού, ο οποίοςαποτελεί προϊόν των

Διαβάστε περισσότερα

Α Ν Α Κ Ο Ι Ν Ω Σ Η

Α Ν Α Κ Ο Ι Ν Ω Σ Η ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ : ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ 2017-18 Α Ν Α Κ Ο Ι Ν Ω Σ Η Το Πρόγραμμα

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΒΑΜΟΥ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ 2013-2014

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΒΑΜΟΥ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ 2013-2014 ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΒΑΜΟΥ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ 2013-2014 ΑΡΧΑΙΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΓΡΑΦΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΑΠΟΔΟΣΗΣ ΤΟΥΣ ΣΕ ΟΣΤΡΑΚΑ ΠΗΛΙΝΩΝ ΑΓΓΕΙΩΝ Μεσοποταμία-Σουμέριοι Μέσα 4ης χιλιετίας π.χ. Σφηνοειδής γραφή Τρόπος γραφής που

Διαβάστε περισσότερα

Υπηρεσία Οργανικής Θέσης: ΚΖ ΕΠΚΑ Υπηρεσία όπου υπηρετώ: ΚΖ ΕΠΚΑ Τηλέφωνο: 23510 47883 23510 47884, kzepka@culture.gr

Υπηρεσία Οργανικής Θέσης: ΚΖ ΕΠΚΑ Υπηρεσία όπου υπηρετώ: ΚΖ ΕΠΚΑ Τηλέφωνο: 23510 47883 23510 47884, kzepka@culture.gr Ονοματεπώνυμο: Ε υ τ υ χ ί α Π ο υ λ ά κ η - Π α ν τ ε ρ μ α λ ή Βαθμός: Αρχαιολόγος Α Υπηρεσία Οργανικής Θέσης: ΚΖ ΕΠΚΑ Υπηρεσία όπου υπηρετώ: ΚΖ ΕΠΚΑ Τηλέφωνο: 23510 47883 FAX/ Email: 23510 47884, kzepka@culture.gr

Διαβάστε περισσότερα

Αλέξανδρος Νικολάου, ΒΠΠΓ

Αλέξανδρος Νικολάου, ΒΠΠΓ Αλέξανδρος Νικολάου, ΒΠΠΓ Στην αρχαϊκή εποχή εικάζεται ότι υπήρχε κάποιο είδος θεατρικής κατασκευής στο χώρο που βρίσκονται τα σημερινά ευρήματα του θεάτρου, ενώ στα κλασσικά χρόνια υπήρχε σίγουρα κάποια

Διαβάστε περισσότερα

ΟΜΑΔΑ Α. Α. 1. α. Επιλέξτε τη σωστή απάντηση: 1. Ο αρχηγός της αποστολής κατά το β αποικισμό ονομαζόταν: α) ευγενής β) ιδρυτής γ) οικιστής

ΟΜΑΔΑ Α. Α. 1. α. Επιλέξτε τη σωστή απάντηση: 1. Ο αρχηγός της αποστολής κατά το β αποικισμό ονομαζόταν: α) ευγενής β) ιδρυτής γ) οικιστής ΟΜΑΔΑ Α Α. 1. α. Επιλέξτε τη σωστή απάντηση: 1. Ο αρχηγός της αποστολής κατά το β αποικισμό ονομαζόταν: α) ευγενής β) ιδρυτής γ) οικιστής 2. Η σάρισα ήταν: α) Η επίσημη ονομασία της μακεδονικής φάλαγγας.

Διαβάστε περισσότερα

2ο Γυμνάσιο Αγ.Δημητρίου Σχολικό έτος ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΜΕ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ "ΣΠΑΡΤΗ" ΕΥΣΤΑΘΙΑΔΗΣ ΘΟΔΩΡΗΣ ΤΜΗΜΑ Γ 5 ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

2ο Γυμνάσιο Αγ.Δημητρίου Σχολικό έτος ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΜΕ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΣΠΑΡΤΗ ΕΥΣΤΑΘΙΑΔΗΣ ΘΟΔΩΡΗΣ ΤΜΗΜΑ Γ 5 ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ 2ο Γυμνάσιο Αγ.Δημητρίου Σχολικό έτος 2017-2018 ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΜΕ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ "ΣΠΑΡΤΗ" ΕΥΣΤΑΘΙΑΔΗΣ ΘΟΔΩΡΗΣ ΤΜΗΜΑ Γ 5 ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ: κα ΣΤΑΜΑΤΙΑ ΤΣΙΡΙΓΩΤΗ Πίνακας

Διαβάστε περισσότερα

Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2016)

Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2016) Περίληψη των εργασιών Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2016) Οι εργασίες πεδίου στον αρχαιολογικό χώρο του Αζοριά (Καβούσι, Ιεράπετρα), στη βορειοανατολική Κρήτη, διήρκεσαν 11 εβδομάδες,

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΡΚΥΡΑ Η ΑΡΧΑΙΑ ΠΟΛΗ. 2 ο Γενικό Λύκειο Μοσχάτου Α Τάξη. Θουκυδίδου, Ἱστοριῶν

ΚΕΡΚΥΡΑ Η ΑΡΧΑΙΑ ΠΟΛΗ. 2 ο Γενικό Λύκειο Μοσχάτου Α Τάξη. Θουκυδίδου, Ἱστοριῶν ΚΕΡΚΥΡΑ Η ΑΡΧΑΙΑ ΠΟΛΗ Η αρχαία πόλη της Κέρκυρας, εγκαταστημένη σε απόσταση 4 χλμ. νότια του σημερινού ιστορικού Κέντρου, εκτείνονταν περίπου στο κέντρο της σημερινής χερσονήσου του Κανονιού, που περιβάλλεται

Διαβάστε περισσότερα

Α.Π.Θ. Α.Π.Θ. Διά Βίου Μάθησης. Μάθησης. Ποίηση και Θέατρο Αρχαία Ελλάδα

Α.Π.Θ. Α.Π.Θ. Διά Βίου Μάθησης. Μάθησης. Ποίηση και Θέατρο Αρχαία Ελλάδα Α.Π.Θ. Α.Π.Θ. Πρόγραµµα Πρόγραµµα Διά Βίου Μάθησης Μάθησης Ποίηση και Θέατρο στην Ποίηση και Θέατρο στην Αρχαία Ελλάδα Αρχαία Ελλάδα + Στόχος του προγράμματος Το πρόγραμμα επιμόρφωσης Ποίηση και Θέατρο

Διαβάστε περισσότερα

Ο Οικισμός Σκάρκος της Ίου

Ο Οικισμός Σκάρκος της Ίου Ο Οικισμός Σκάρκος της Ίου Εργασία στο μάθημα: Το Νησιωτικό Αιγαίο κατά την 3 η Χιλιετία π.χ. Παναγιώτης Καπλάνης Επιβλέπων Καθηγητής: Βλαχόπουλος Ανδρέας Εαρινό Εξάμηνο 2015 Η Θέση Η Ίος βρίσκεται στο

Διαβάστε περισσότερα

Ανάβρυτα Συντελεστές: Αγγελάκης Άγγελος Αδαμάκης Παύλος Τσαντά Ιωάννα Σωτηροπούλου Κωνσταντίνα

Ανάβρυτα Συντελεστές: Αγγελάκης Άγγελος Αδαμάκης Παύλος Τσαντά Ιωάννα Σωτηροπούλου Κωνσταντίνα Ανάβρυτα 2015 2016 Συντελεστές: Αγγελάκης Άγγελος Αδαμάκης Παύλος Τσαντά Ιωάννα Σωτηροπούλου Κωνσταντίνα Γεωργική Οικονομία Τα πρώτα βήματα στην γεωργική οικονομία γίνονται κατά την Μυκηναϊκήεποχή. Τηνεποχήαυτή:

Διαβάστε περισσότερα

Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού

Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού Η ανασκαφή τού 2012 είχε ως στόχους: την περαιτέρω διερεύνηση της στοάς του μεγάλου ρωμαϊκού κτιρίου με τη στοά περιμετρικά

Διαβάστε περισσότερα

Δημιουργική Εργασία στο μάθημα της Ιστορίας. Αγγελάτου Βάλια Αντωνίου Ορσαλία Γιαννούκου Κατερίνα

Δημιουργική Εργασία στο μάθημα της Ιστορίας. Αγγελάτου Βάλια Αντωνίου Ορσαλία Γιαννούκου Κατερίνα Δημιουργική Εργασία στο μάθημα της Ιστορίας Αγγελάτου Βάλια Αντωνίου Ορσαλία Γιαννούκου Κατερίνα Γεωμετρική Εποχή Α) Τον 8 ο αιώνα π.χ. τελειοποιείται το φοινικικό αλφάβητο στην Μ. Ανατολή. Οι Ευβοείς

Διαβάστε περισσότερα

«Υιοθετώντας ένα μνημείο της γειτονιάς μου»

«Υιοθετώντας ένα μνημείο της γειτονιάς μου» «Υιοθετώντας ένα μνημείο της γειτονιάς μου» Σχολικό έτος 2014-2015 Ερευνητική εργασία σε αρχαιολογικά μνημεία της Παροικιάς από ομάδες μαθητών της Γ τάξης του Γυμνασίου Πάρου στο μάθημα της τοπικής ιστορίας

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΟ ΕΤΟΣ ΤΜΗΜΑ ΙΑΔΠΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗΣ ΕΑΡΙΝΟ ΕΞΑΜΗΝΟ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΟ ΕΤΟΣ ΤΜΗΜΑ ΙΑΔΠΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗΣ ΕΑΡΙΝΟ ΕΞΑΜΗΝΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΟ ΕΤΟΣ 2017-2018 ΤΜΗΜΑ ΙΑΔΠΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗΣ ΕΑΡΙΝΟ ΕΞΑΜΗΝΟ ΔΕΥΤΕΡΑ 18/06/2018 1 12:00-15:00 12 Α-4_12 Ενάλια Αρχαιολογία ΙΙ: Η Μακρά Διάρκεια της Μεσογείου ΣΤ

Διαβάστε περισσότερα

Η ιστορική πατρότητα του όρου «Μεσόγειος θάλασσα» ανήκει στους Λατίνους και μάλιστα περί τα μέσα του 3ου αιώνα που πρώτος ο Σολίνος τη ονομάζει

Η ιστορική πατρότητα του όρου «Μεσόγειος θάλασσα» ανήκει στους Λατίνους και μάλιστα περί τα μέσα του 3ου αιώνα που πρώτος ο Σολίνος τη ονομάζει Η ιστορική πατρότητα του όρου «Μεσόγειος θάλασσα» ανήκει στους Λατίνους και μάλιστα περί τα μέσα του 3ου αιώνα που πρώτος ο Σολίνος τη ονομάζει χαρακτηριστικά «Mare Mediterraneum» ως μεταξύ δύο ηπείρων

Διαβάστε περισσότερα

Κοινωνία και Οικονομία στην Ανατολική Μεσόγειο από τη Νεολιθική έως και την Ύστερη Εποχή του Χαλκού

Κοινωνία και Οικονομία στην Ανατολική Μεσόγειο από τη Νεολιθική έως και την Ύστερη Εποχή του Χαλκού 2 ο Συνέδριο Μεταπτυχιακών Φοιτητών Προϊστορικής Αρχαιολογίας του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Κοινωνία και Οικονομία στην Ανατολική Μεσόγειο από

Διαβάστε περισσότερα

Πρώτες Μορφές Γραφής

Πρώτες Μορφές Γραφής Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία Αρσάκειο Γενικό Λύκειο Ψυχικού Σχολικό έτος: 2013-2014 Ερευνητική Εργασία Α Λυκείου Ιστορία της Γραφής Πρώτες Μορφές Γραφής Εργάστηκαν οι μαθητές: Ευγενία Πονηρού, Σάββας Παπαευαγγέλου,

Διαβάστε περισσότερα

Η γλώσσα της Κ.Δ. είναι η «κοινή» ελληνιστική, δηλαδή η δημώδης και η γλώσσα που ομιλείτο από τον 3 ο αι. π.χ. μέχρι τον 3 ο αι. μ.χ.

Η γλώσσα της Κ.Δ. είναι η «κοινή» ελληνιστική, δηλαδή η δημώδης και η γλώσσα που ομιλείτο από τον 3 ο αι. π.χ. μέχρι τον 3 ο αι. μ.χ. Η γλώσσα της Κ.Δ. είναι η «κοινή» ελληνιστική, δηλαδή η δημώδης και η γλώσσα που ομιλείτο από τον 3 ο αι. π.χ. μέχρι τον 3 ο αι. μ.χ. Οι κατακτήσεις του Μ. Αλεξάνδρου και η πολιτική ενοποίηση του χώρου

Διαβάστε περισσότερα

1. Ο μυκηναϊκός πολιτισμός εμφανίζει σημαντικά κέντρα και σε περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης

1. Ο μυκηναϊκός πολιτισμός εμφανίζει σημαντικά κέντρα και σε περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης ΟΜΑΔΑ Α 1. Α. Να χαρακτηρίσετε τις προτάσεις που ακολουθούν με την ένδειξη Σωστό (Σ) ή Λάθος (Λ) 1. Ο μυκηναϊκός πολιτισμός εμφανίζει σημαντικά κέντρα και σε περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης 2. Στο

Διαβάστε περισσότερα

Γιώργος Πρίμπας Ααύγουστος 2017

Γιώργος Πρίμπας Ααύγουστος 2017 Γιώργος Πρίμπας Στην περιοχή της πόλης του Άργους έχει διαπιστωθεί αδιάλειπτη ανθρώπινη παρουσία, με σημαντικές πόλεις και οικισμούς, τα τελευταία πεντέμισι με έξι χιλιάδες χρόνια. Αναπόφευκτο λοιπόν να

Διαβάστε περισσότερα

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΚΑΣΤΕΛΛΙΑΝΩΝ «Ο ΚΕΡΑΜΟΣ»

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΚΑΣΤΕΛΛΙΑΝΩΝ «Ο ΚΕΡΑΜΟΣ» ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΚΑΣΤΕΛΛΙΑΝΩΝ «Ο ΚΕΡΑΜΟΣ» Εικόνα 1.Διαδρομή προς το Καστέλλι Το Καστέλλι (Τοπική Κοινότητα Καστελλίου Φουρνής) βρίσκεται στην Ανατολική Κρήτη και πιο συγκεκριμένα στην περιφέρεια της

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΕΙΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΧΩΡΩΝ ΚΑΙ ΜΝΗΜΕΙΩΝ ΠΡΟΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΗΣΗ. Ανακτορούπολη - εξωτερικά της νότιας πλευράς του χώρου, Νέα Πέραμος

ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΕΙΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΧΩΡΩΝ ΚΑΙ ΜΝΗΜΕΙΩΝ ΠΡΟΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΗΣΗ. Ανακτορούπολη - εξωτερικά της νότιας πλευράς του χώρου, Νέα Πέραμος ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΕΙΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΧΩΡΩΝ ΚΑΙ ΜΝΗΜΕΙΩΝ ΠΡΟΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΗΣΗ Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας & Θράκης Αρχαιολογικός Χώρος Αβδήρων Αρχαιολογικός Χώρος Ζώνης, Έβρος Ιερό Μεγάλων θεών, Σαμοθράκη Αρχαίο

Διαβάστε περισσότερα

Ιστορία. Α Λυκείου. Κωδικός Απαντήσεις των θεμάτων ΟΜΑΔΑ Α. 1ο ΘΕΜΑ

Ιστορία. Α Λυκείου. Κωδικός Απαντήσεις των θεμάτων ΟΜΑΔΑ Α. 1ο ΘΕΜΑ Ιστορία Α Λυκείου Κωδικός 6336 Απαντήσεις των θεμάτων ΟΜΑΔΑ Α 1ο ΘΕΜΑ 1.α. (I). Να αντιστοιχίσετε στοιχεία της στήλης Α με στοιχεία της στήλης Β. Ένα στοιχείο της Στήλης Α περισσεύει. Οι σωστές απαντήσεις

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ Το μυστήριο των Δρακόσπιτων

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ Το μυστήριο των Δρακόσπιτων ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ Το μυστήριο των Δρακόσπιτων Στη Νότια Εύβοια, ανάμεσα στην Κάρυστο και τα Στύρα, υπάρχουν κάτι ιδιόμορφα κτίσματα, τα "Δρακόσπιτα" όπως τα αποκαλούν οι κάτοικοι. Μυστηριώδη και εντυπωσιακά

Διαβάστε περισσότερα

Θέµατα ιστορίας της Ελληνικής Γλώσσας I. Κώστας Δ. Ντίνας Πανεπιστήµιο Δυτικής Μακεδονίας

Θέµατα ιστορίας της Ελληνικής Γλώσσας I. Κώστας Δ. Ντίνας Πανεπιστήµιο Δυτικής Μακεδονίας Θέµατα ιστορίας της Ελληνικής Γλώσσας I Κώστας Δ. Ντίνας Πανεπιστήµιο Δυτικής Μακεδονίας 1 Η παρουσίαση επιλογή σηµαντικών θεµάτων της ιστορίας της ελληνικής γλώσσας κριτήριο: η επίδρασή τους και στις

Διαβάστε περισσότερα

Ο αρχαιολογικός χώρος του Καλαμωτού βρίσκεται 2 χλμ. νότια του χωριού και είναι γνωστός στους κατοίκους του με την ονομασία Τούμπες ή Καστέλλια.

Ο αρχαιολογικός χώρος του Καλαμωτού βρίσκεται 2 χλμ. νότια του χωριού και είναι γνωστός στους κατοίκους του με την ονομασία Τούμπες ή Καστέλλια. ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΛΙΝΔΟΙΑ ΣΥΝΟΨΗ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΕΥΡΗΜΑΤΩΝ ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΠΟΛΗΣ: Ο αρχαιολογικός χώρος του Καλαμωτού βρίσκεται 2 χλμ. νότια του χωριού και είναι γνωστός στους κατοίκους του με την ονομασία Τούμπες

Διαβάστε περισσότερα

Οικισμός αρχαιότερης και μέσης νεολιθικής στα Ρεβένια Κορινού. Πρώτα αποτελέσματα της μελέτης της κεραμικής.

Οικισμός αρχαιότερης και μέσης νεολιθικής στα Ρεβένια Κορινού. Πρώτα αποτελέσματα της μελέτης της κεραμικής. Ντ. Ούρεμ-Κώτσου, Ά. Παπαϊωάννου, T. Silva, Φ. Αδακτύλου, Μ. Μπέσιος Οικισμός αρχαιότερης και μέσης νεολιθικής στα Ρεβένια Κορινού. Πρώτα αποτελέσματα της μελέτης της κεραμικής. Στην εργασία αυτή επιχειρείται

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ & ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΩΝ ΑΓΑΘΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗΣ ΕΑΡΙΝΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟΥ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ & ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΩΝ ΑΓΑΘΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗΣ ΕΑΡΙΝΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ & ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΩΝ ΑΓΑΘΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗΣ ΕΑΡΙΝΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟΥ 2018-2019 ΠΡΟΣΟΧΗ!ΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΜΕ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ ΧΡΩΜΑΤΟΣ

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογική διαχείριση μνημείων,

Αρχαιολογική διαχείριση μνημείων, Διατμηματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών Διαχείριση Μνημείων: Αρχαιολογία, Πόλη και Αρχιτεκτονική Αρχαιολογική διαχείριση μνημείων, ιδιαίτερα σε αστικό και περιαστικό χώρο Διδάσκοντες: Β. Λαμπρινουδάκης

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος [IA11] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Α Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων (1100-480 π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος [IA11] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Α Μάθημα στο Μουσείο Αρχαιολογίας και Ιστορίας της Τέχνης ΕΚΠΑ

Διαβάστε περισσότερα

Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού

Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού Κατά την περίοδο 2010 συνεχίσαμε την έρευνα τόσο στο χώρο της αίθουσας όσο και στο χώρο του αιθρίου με σκοπό την περαιτέρω διερεύνηση

Διαβάστε περισσότερα

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET13: ΤΟΜΕΑΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΗΣ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ (ΑΠΑ)

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET13: ΤΟΜΕΑΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΗΣ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ (ΑΠΑ) ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET13: ΤΟΜΕΑΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΗΣ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ () ΟΡΙΣΜΟΣ - ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑ Ο δείκτης προσδιορίζει τη σύνθεση της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας ανά νομό/περιφέρεια και

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΗΣ ΛΙΝΔΟΥ ΣΟΦΙΑ ΒΑΣΑΛΟΥ ΒΠΠΓ

ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΗΣ ΛΙΝΔΟΥ ΣΟΦΙΑ ΒΑΣΑΛΟΥ ΒΠΠΓ ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΗΣ ΛΙΝΔΟΥ ΣΟΦΙΑ ΒΑΣΑΛΟΥ ΒΠΠΓ Περιγραφή μνημείου Το αρχαίο θέατρο της Λίνδου διαμορφώνεται στους πρόποδες της δυτικής πλαγιάς του βράχου της λινδιακής ακρόπολης. Το κοίλο χωρίζεται σε

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΔΙΟΥ, Αλέξανδρος Μπαξεβανάκης, ΒΠΠΓ

ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΔΙΟΥ, Αλέξανδρος Μπαξεβανάκης, ΒΠΠΓ ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΔΙΟΥ, Αλέξανδρος Μπαξεβανάκης, ΒΠΠΓ ΔΙΟΝ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΙΟ ΟΝΟΜΑΣΤΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ Το αρχαίο Δίον του Ολύμπου βρίσκεται 15 χλμ. νότια της Κατερίνης, στους πρόποδες του Ολύμπου δίπλα στο

Διαβάστε περισσότερα

ΣΑ88 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος

ΣΑ88 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος ΣΑ88 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης Δημήτρης Πλάντζος ΣΑ88: Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης Το σεμινάριο βοηθά τους φοιτητές να εμπεδώσουν

Διαβάστε περισσότερα

1. Χρωματίζω στη γραμμή του χρόνου την εποχή του χαλκού:

1. Χρωματίζω στη γραμμή του χρόνου την εποχή του χαλκού: ΕΠΟΧΗ ΧΑΛΚΟΥ 1. Χρωματίζω στη γραμμή του χρόνου την εποχή του χαλκού: 3000 1100 π. Χ. 1100-800 πχ 800-500 πχ 500-323 πχ 323-146 πχ 146πΧ-330 μχ 2. Καταγράφω τους τρεις (3) σημαντικότερους πολιτισμούς που

Διαβάστε περισσότερα

Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ. Χρωματίστε τη γραμμή του χρόνου Α.. Β.. Γ...

Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ. Χρωματίστε τη γραμμή του χρόνου Α.. Β.. Γ... Χρωματίστε τη γραμμή του χρόνου 1) Καταγράφω τους τρεις (3) σημαντικότερους πολιτισμούς που εμφανίστηκαν στον ελλαδικό χώρο κατά την εποχή του χαλκού: Α.. Β.. Γ... 2) Επιλέξτε ποιες λέξεις της στήλης Β

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΕΥΝΑ ΠΕΔΙΟΥ- «ΠΟΣΟ ΚΑΛΑ ΓΝΩΡΙΖΟΥΜΕ ΤΟΝ ΜΑΝΟΛΗ ΑΝΔΡΟΝΙΚΟ;»

ΕΡΕΥΝΑ ΠΕΔΙΟΥ- «ΠΟΣΟ ΚΑΛΑ ΓΝΩΡΙΖΟΥΜΕ ΤΟΝ ΜΑΝΟΛΗ ΑΝΔΡΟΝΙΚΟ;» ΕΡΕΥΝΑ ΠΕΔΙΟΥ- «ΠΟΣΟ ΚΑΛΑ ΓΝΩΡΙΖΟΥΜΕ ΤΟΝ ΜΑΝΟΛΗ ΑΝΔΡΟΝΙΚΟ;» ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η έρευνα «ΠΟΣΟ ΚΑΛΑ ΓΝΩΡΙΖΟΥΜΕ ΤΟΝ ΜΑΝΟΛΗ ΑΝΔΡΟΝΙΚΟ;» πραγματοποιήθηκε τους μήνες Φεβρουάριο-Μάρτιο 2014 σε πέντε σχολεία της Θεσσαλονίκης

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΘΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

ΜΑΘΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΜΑΘΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ Ιερό Αφροδίτης Π α ν α γ ι ώ τ η ς Ν ε ο φ ύ τ ο υ Β 2 Υπεύθυνη καθηγήτρια: Μαρία Χατζημιχαήλ 1 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Γενική Εισαγωγή..σελ.3 Ιστορική αναδρομή..σελ.3 Περιγραφή του χώρου.σελ.4

Διαβάστε περισσότερα

ΙΑ119 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος

ΙΑ119 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος ΙΑ119 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης Δημήτρης Πλάντζος ΙΑ119: Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης Το μάθημα προφέρει μια συστηματική και

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογικός κάνναβος και στρωματογραφία

Αρχαιολογικός κάνναβος και στρωματογραφία Αρχαιολογικός κάνναβος και στρωματογραφία Μετά τον εντοπισμό και καθορισμό των αρχαιολογικών θέσεων, καθώς και τη μεταφορά των απαραίτητων υλικών και εργαλείων, το επόμενο σημαντικό στάδιο είναι η ανασκαφή

Διαβάστε περισσότερα

Το Ιερό του Διονύσου υπό το Σπήλαιο του Ευριπίδη

Το Ιερό του Διονύσου υπό το Σπήλαιο του Ευριπίδη Το Ιερό του Διονύσου υπό το Σπήλαιο του Ευριπίδη Η ανασκαφή των ετών 1998-2000 πραγματοποιήθηκε από το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, με την εποπτεία της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας - Σπηλαιολογίας και της τότε

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ & ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΩΝ ΑΓΑΘΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗΣ ΕΑΡΙΝΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟΥ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ & ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΩΝ ΑΓΑΘΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗΣ ΕΑΡΙΝΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ & ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΩΝ ΑΓΑΘΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗΣ ΕΑΡΙΝΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟΥ 2018-2019 ΠΡΟΣΟΧΗ!ΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΜΕ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ ΧΡΩΜΑΤΟΣ

Διαβάστε περισσότερα

Αναπτυξιακός Νόμος 4399/2016. Προκήρυξη Καθεστώτος. «Ενισχύσεις Μηχανολογικού Εξοπλισμού»

Αναπτυξιακός Νόμος 4399/2016. Προκήρυξη Καθεστώτος. «Ενισχύσεις Μηχανολογικού Εξοπλισμού» Αναπτυξιακός Νόμος 4399/2016 ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ Προκήρυξη Καθεστώτος «Ενισχύσεις Μηχανολογικού Εξοπλισμού» Σελ. Σκοπός 2 Διάρκεια καθεστώτος 2 Προϋπολογισμός καθεστώτος / Ελάχιστο ύψος επένδυσης 2

Διαβάστε περισσότερα

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET13: ΤΟΜΕΑΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΗΣ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ (ΑΠΑ)

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET13: ΤΟΜΕΑΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΗΣ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ (ΑΠΑ) ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET13: ΤΟΜΕΑΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΗΣ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ () ΟΡΙΣΜΟΣ - ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑ Ο δείκτης προσδιορίζει τη σύνθεση της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας ανά Νομό/Περιφέρεια και

Διαβάστε περισσότερα

της Φωτιάδου Χαρούλας - Μαρίας

της Φωτιάδου Χαρούλας - Μαρίας της Φωτιάδου Χαρούλας - Μαρίας Κρητικές Γραφές Κρητική Ιερογλυφική Γραμμική Γραφή Α Γραμμική Γραφή Β Παλαιοανακτορική Περίοδο ως και την Α Νεοανακτορική Περίοδο (2000 1700 π.χ.) Κρήτη (Κνωσός, Μάλια, Φαιστός)

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΛΕΞΗ ΕΝΔΕΚΑΤΗ ΚΕΙΜΕΝΑ ΥΣΤΕΡΗΣ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ

ΔΙΑΛΕΞΗ ΕΝΔΕΚΑΤΗ ΚΕΙΜΕΝΑ ΥΣΤΕΡΗΣ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ ΔΙΑΛΕΞΗ ΕΝΔΕΚΑΤΗ ΚΕΙΜΕΝΑ ΥΣΤΕΡΗΣ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ 1. Πτωχοπρόδρομος - Το κείμενο έχει πολλές διαφορετικές γραφές στα χειρόγραφα που διασώζεται, λόγω του σχετικά δημώδους αλλά και σκωπτικού του χαρακτήρα. Δυσχεραίνει

Διαβάστε περισσότερα