ΜΑΝΕΣ ΣΠΕΡΜΠΕΡ, ΔΑΚΡΥ ΣΤΟΝ ΩΚΕΑΝΟ Τ. 3 Χωρίς τέλος

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "ΜΑΝΕΣ ΣΠΕΡΜΠΕΡ, ΔΑΚΡΥ ΣΤΟΝ ΩΚΕΑΝΟ Τ. 3 Χωρίς τέλος"

Transcript

1 ΜΑΝΕΣ ΣΠΕΡΜΠΕΡ, ΔΑΚΡΥ ΣΤΟΝ ΩΚΕΑΝΟ Τ. 3 Χωρίς τέλος (Στα αποσπάσματα που ακολουθούν σκιαγραφούνται τα πορτρέτα δύο ηρωίδων του μυθιστορήματος. Οι τίτλοι των «κεφαλαίων» είναι της μεταφράστριας) ΛΙΟΥΜΠΑ Το μικρό ισόγειο σπίτι τεράστια κουζίνα, δυο μικρά δωμάτια βρισκόταν στη μέση ενός λαχανόκηπου με φράχτη γύρω. Ήταν το τελευταίο του χωριού, στο νότιο άκρο, κοντά στο ακρωτήρι της χερσονήσου. Απ την κουζίνα είχες άπλετη θέα στη θάλασσα και σ ένα τμήμα του νησιού απέναντι. Τα δωμάτια έβλεπαν σε πλαγιές με βράχια που κατηφόριζαν το γκρίζο, φαλακρό βουνό. Είχαν περάσει πάνω από εννιά χρόνια απ όταν η Λιούμπα εγκαταστάθηκε σ αυτό το σπίτι. Πάνω από δέκα, από εκείνη την καλοκαιρινή νύχτα που της πήραν τον αγαπημένο της. Η εικόνα πάγωσε μέσα της όχι απλά σαν μια ανάμνηση του παρελθόντος ατέλειωτη η στιγμή του απέραντου πόνου τη συνόδευε πια πάντα: το χαλικόστρωτο μονοπατάκι στον κήπο με απαστράπτον λευκό χρώμα που λαμπύριζε στο φεγγαρόφωτο, οι δυο ξένοι άνδρες κι ο Αντρέι, που τους ακολουθούσε αλυσοδεμένος. Κι ύστερα η κηδεία στην πόλη, και η εξέγερση. Εκείνη επέμεινε να τον κρατήσει σπίτι της για λίγο, εκείνη έφταιγε που καθυστέρησε το φευγιό του, εκείνη έφταιγε που τον σκότωσαν. Αυτό σκέφτονταν όλοι, αυτό κι η ίδια. Ένας μάρτυρας σαν τον Αντρέι είχε βέβαια δικαίωμα να έχει μάνα, η αρραβωνιαστικιά όμως είναι και άχρηστη, μπορεί και ύποπτη. Πέρασε καιρός ώς να χωνέψουν πως η κοπέλα αυτή ήταν ένα πρόσωπο με σάρκα και οστά. Οι κάτοικοι του διπλανού χωριού, όχι του δικού της, την πήραν στην προστασία τους, της έδωσαν αυτό το σπίτι να μένει, που ο ιδιοκτήτης του είχε εξαφανιστεί (κανείς δεν ήξερε πού) και τη βοηθούσαν πότε πότε. Η Μάρα πήγε να τη βρει όταν χήρεψε κι εκείνη. Μα έτσι αμίλητη που ήταν, η Λιούμπα αναρωτιόταν τι λόγο είχε να ρθει. Μόλις λίγο πριν φύγει τη ρώτησε αν χρειάζεται κάτι, κι αν ήθελε να πάει μαζί της στην πόλη, να ξεκινήσει μια νέα ζωή. Ο Αντρέι ήταν τότε έξι χρόνια πεθαμένος. Δεν περίμενε βέβαια ακόμα να συμβεί κάποιο θαύμα, όμως ζούσε ακόμα με τη σκέψη του. Και με τη συνείδηση της ενοχής της. Ένα χρόνο μετά την αναζήτησε ο Ντγιούρα. Έφερε μαζί του μια ελαιογραφία, πορτρέτο του Αντρέι, κι ένα βιβλίο. Εκεί, της είπε, είχε χρησιμοποιήσει πολύ υλικό από την ιστορία του. Ο παράξενος αυτός άνδρας με τα γοητευτικά μάτια έμεινε λίγες εβδομάδες στο χωριό, στο σπίτι του δάσκαλου Μπούγκατ. Κάθε βράδι πήγαινε και την έβλεπε. Κι εκείνη, για πρώτη φορά ένιωσε πάλι την καρδιά της να χτυπάει. Ένα βράδι με καταιγίδα την κατέκλυσε τόσο πολύ αυτό το συναίσθημα, που δεν ήξερε πώς να κρύψει τον πόθο της. Όμως εκείνος δεν έδειχνε να καταλαβαίνει. Ίσα ίσα μάλιστα εκείνη τη στιγμή της μιλούσε για μια γυναίκα, που πάντα την άφηνε κι εκείνη πάντα τον έφερνε πίσω κοντά της. Η Λιούμπα ευχόταν να ρθει η ώρα να φύγει. Όμως εκείνος έμεινε, περίμενε την επιστροφή της «κυρίας με το λάσο». Ήρθε λοιπόν μια μέρα, κι εκείνος, ενώ ήταν να φύγει, έμεινε στο χωριό άλλη μια βδομάδα. Φεύγοντας, της υποσχέθηκε να της γράφει. Ύστερα το ξέχασε. Το πορτρέτο και το βιβλίο την αναστάτωσαν. Και στα δυο διέκρινε έναν Αντρέι που δεν θύμιζε τον άνδρα που είχε αγαπήσει. Ήταν δυνατόν να μην τον ήξερε τελικά καλά; Έφταιγε μήπως που ήταν πολύ νέα και κουτή, ή 1

2 μήπως εκείνος δεν της είχε ξανοιχτεί; Άρα πενθούσε κάποιον που δεν την είχε αγαπήσει. Μόλις τότε συνειδητοποίησε πως εφτά χρόνια ήταν πολλά. Ζούσε βέβαια, δούλευε σ εκείνο το ταβερνάκι κι έβγαζε τα απαραίτητα όπως όλοι στο χωριό, όμως ήταν πια είκοσι οχτώ χρονών, ανύπαντρη, κι ήταν απίθανο να τη ζητήσει κανείς. Για το χωριό ήταν η χήρα κι αυτό της έμελλε να είναι, για πάντα. Πέρασαν μήνες και μετά χρόνια, περίμενε μήπως φανεί πάλι η Μάρα και της προτείνει πάλι να τη βοηθήσει, να την πάρει μαζί της στην πόλη. Τίποτα. Ύστερα ξέσπασε ο πόλεμος. Και τότε οι φίλοι του Αντρέι τη θυμήθηκαν. Χρειαζόντουσαν το σπίτι της. Από τότε η Λιούμπα ανήκε σ αυτούς. Έκανε το σύνδεσμο ανάμεσα στον Πράσινο Όρμο και στη στεριά. Όταν οι άνθρωποι της Μάρα κλείστηκαν στο καταφύγιο, έμεινε για καιρό χωρίς νέα τους. Κι όμως η ίδια μπορούσε να παρακολουθεί απ την κουζίνα της την κίνηση στο λόφο, εκεί που οι φίλοι της περίμεναν την επίθεση. Το χάραμα την ξύπνησαν οι πρώτοι πυροβολισμοί κι έτρεξε στο κήπο, στον πέτρινο φράχτη. Έμεινε εκεί ως το μεσημέρι, όταν τα πράγματα ηρέμησαν εντελώς. Τώρα ήταν βράδι κι η Λιούμπα καθόταν δίπλα στην κρύα κουζίνα. Έπρεπε να ανάψει φωτιά, να φτιάξει έστω μια σούπα να φάει, όμως εκείνη ένιωθε σαν δαρμένη αδύνατον να κουνήσει απ την καρέκλα. Έγειρε λοιπόν το κεφάλι της στο στήθος και περίμενε να της έρθει η δύναμη να σηκωθεί. Όχι, δεν θα άναβε φωτιά, δεν θα έτρωγε, θα έπεφτε αμέσως στο κρεβάτι να κοιμηθεί. «Δεν αντέχω άλλο!» είπε χαμηλόφωνα. «Πραγματικά, δεν αντέχω άλλο!». Το άκουσμα της φωνής της της έκανε καλό. Τράβηξε επιτέλους τα χέρια της απ το τραπέζι και μάζεψε τα μαλλιά της απ το πρόσωπο. Τη μέρα εκείνη ούτε χτένα δεν είχε περάσει από πάνω τους, ούτε το προσωπό της είχε πλύνει, ούτε δουλειά στο σπίτι έκανε καμιά. Η λάμπα πετρελαίου έκαιγε ακόμα απ τη νύχτα. Τα σπίρτα δίπλα. Άναψε ένα για να χει φως. Λίγο ακόμα και θα ταν έτοιμο το χαλί που της είχαν παραγγείλει οι Μπούγκατ, όμως εκείνη δεν μπορούσε να τους το δώσει. Γιατί αυτός έγινε προδότης. Ήταν ένας συμπαθητικός, κάπως ασθενικός κύριος, είχε μια συμπαθητική γυναίκα κι η κόρη τους ήταν τόσο, μα τόσο όμορφη το ομορφότερο παιδί του χωριού! Όμως είχε προδώσει. Όχι σαν τον Ιούδα, όχι για λεφτά. Ή μήπως; Άναψε φωτιά. Μια τόσο κρύα νύχτα έπρεπε να φάει κάτι ζεστό! Ύστερα θα πήγαινε στον Γκέζεριτς. Αυτός δεν ήταν σαν τον Μπούγκατ. Ήξερε τα πάντα, κι όμως κρατούσε το στόμα του κλειστό. Ήσυχοι άνθρωποι κι αυτός κι η γυναίκα του και τα τρία τους παιδιά. Και στο χωριό όλοι τους εκτιμούσαν, όμως ούτε τους αγαπούσαν, ούτε τους μισούσαν, ούτε τους φθονούσαν. Ο Γκέζεριτς πρέπει να ήξερε τι συνέβη απέναντι, κι αν υπήρχε ακόμα ελπίδα. Ακούστηκαν βήματα που πλησίασαν. Όχι, δεν ήταν το περπάτημα του Γκέζεριτς. Ήταν δισταχτικά βήματα. Τώρα σταμάτησαν. Κάποιος κοίταζε απ το παράθυρο. Πήρε τη μασιά, βεβαιώθηκε με μια ματιά πως η πόρτα του δωματίου πίσω της ήταν ανοιχτή. Στη χειρότερη περίπτωση θα μπορούσε να κλειστεί εκεί μέσα, να κλειδώσει, να πηδήξει απ το παράθυρο και να τρέξει στο χωριό. Ο ξένος κοίταξε πάλι. Ήθελε λοιπόν να διαπιστώσει μην ήταν και κανείς άλλος στο σπίτι. Να ταν αυτός ο Ντόινο Φάμπερ που θα της έφερναν εκεί; Πλησίασε στο τραπέζι, σήκωσε ψηλά τη λάμπα για να δει το πρόσωπό του. Ξαφνικά άνοιξε η πόρτα. Διέκρινε τον Ντγιούρα μόνο όταν πλησίασε αρκετά, ήταν τόσο αλλαγμένος με τα γένια. 2

3 «Ναι, εγώ είμαι», είπε με μια βραχνάδα στη φωνή, πέρασε γρήγορα από δίπλα της και πήγε να ζεστάνει τα χέρια του στη φωτιά «τραβήξτε τις κουρτίνες, κι αν υπάρχουν πατζούρια, κλείστε τα! Έρχομαι από πέρα. Έφτασα νωρίς το πρωί, αλλά έπρεπε να μείνω κρυμμένος στους θάμνους. Δώστε μου κάτι να φάω». «Αμέσως!» είπε εκείνη, «μόνο να κλείσω μια στιγμή τα πατζούρια. Τι έγινε;» «Δεν ξέρω πώς τελείωσε. Πεταχτείτε εσείς με τη βάρκα αύριο και δείτε αν μπορείτε να έρθετε σ επαφή. Θα σας περιμένω να γυρίσετε και μετά θα φύγω. Με κοιτάτε περίεργα, ε; Δεν με αναγνωρίσατε ακόμα; Ο Ντγιούρα είμαι, που είχα έρθει εδώ μια φορά, έμενα στον Μπούγκατ, δεν θυμάστε;» «Και φύγατε μια Τρίτη απόγευμα. Και πριν φύγετε ήρθατε ακόμα μια φορά, να μ αποχαιρετίσετε. Τα σύκα είχαν ωριμάσει. Τα φάγατε με πολλή όρεξη, και μάλιστα ο χυμός τους λέκιασε το άσπρο σας σακάκι. Έπλυνα το λεκέ με ζεστό νερό και» «Και σας είπα πως θα σας γράψω, αλλά δεν έγραψα λέξη. Έτσι δεν είναι, Λιούμπα;» Τον κοίταξε, το πρόσωπό του ήταν λερωμένο, το μέτωπο είχε ματώσει, μάλλον στα ξερόκλαδα. Έβαλε τη μπλε λεκανίτσα με ζεστό νερό πάνω στο νεροχύτη, του έδωσε μια καθαρή πετσέτα και σαπούνι. Ο Ντγιούρα έφαγε λίγες κουταλιές σούπα, μετά ζήτησε συγνώμη, ήταν ψόφιος, είχε ανάγκη να κοιμηθεί αμέσως. Για λόγους ασφάλειας θα πλάγιαζε με τα ρούχα, άρα δεν χρειαζόταν κρεβάτι, μια κουβέρτα ήταν αρκετή. Στο άλλο δωμάτιο είχε κρεβάτι και στρωσίδια στο μπαούλο, είπε η Λιούμπα. Όμως δεν ήθελε ούτε ν ακούσει, της ζήτησε να του δείξει αμέσως το μικρότερο δωμάτιο. Μόνο ένα κερί ακόμα ήθελε κι ήταν εντάξει. Θα πεφτε ξερός για ύπνο. Η Λιούμπα βγήκε απ το σπίτι και κοίταξε κάτω, προς το χωριό. Σ όλα τα σπίτια είχε ακόμα φως. Δεν ήταν άλλωστε αργά, μόνο για κείνην ήταν η μέρα τόσο βασανιστικά μεγάλη. Στο σπίτι του Μπούγκατ είχε φως σε τρία δωμάτια. Εξ αιτίας αυτού του προδότη αναγκάστηκε ο Ντγιούρα να μείνει μια ολόκληρη μέρα κρυμμένος στους θάμνους. Ένα μόνο φως, μάλλον κερί, έφεγγε στο σπίτι του Γκέζεριτς. Προχώρησε στην άλλη μεριά του κήπου. Ένας υγρός άνεμος έφτανε απ τη θάλασσα. Πέρα, στο καταφύγιο, υπήρχε απόλυτο σκοτάδι. Παραμέρισε τη βαριά πέτρα μπροστά στη συρμάτινη πόρτα και προχώρησε πάλι προς το σπίτι. Για πρώτη φορά, από τότε που έμενε εκεί, το σπιτικό της ήταν σαν όλα τα σπίτια του κόσμου. Είχε έναν άνδρα μέσα, κι όχι μια γυναίκα μόνη στην ερημιά της. Έβαλε στην πόρτα την κλειδωνιά, κάθισε στο τραπέζι, άρχισε να τρώει, αργά, με πολλές σκέψεις ανάμεσα σε κάθε μπουκιά. Η μάχη απέναντι, η άφιξη του Ντγιούρα. Που θυμόταν την υπόσχεσή του, την οποία ωστόσο δεν κράτησε που της ζήτησε να πάει το πρωί με τη βάρκα απέναντι, αν και ήξερε τους κινδύνους για κείνην βέβαια. Και πού ήταν αυτή η γυναίκα, που τον πήρε με το γαλάζιο αυτοκίνητο και φύγαν απ το χωριό; Και το ότι αυτή τη στιγμή ο Ντγιούρα κοιμόταν κάτω απ την ίδια στέγη μ εκείνην, γιατί δεν την αναστάτωνε καθόλου; Αφού τόσο πολύ το είχε επιθυμήσει, τόσες φορές το είχε φτιάξει με το νου της, μ όλες τις λεπτομέρειες, πως θα ρχόταν μια νύχτα και θα έμενε μαζί της. Και να που ήρθε, νύχτα ήταν, πράγματι, μα το που ήρθε είχε να κάνει με τον πόλεμο, όχι μ εκείνην. Πήρε τη λάμπα και πήγε στο δωμάτιό της. Ασφαλώς ο Ντγιούρα κοιμόταν ήδη, όμως δεν ακουγόταν η ανάσα του. Τρόμαξε. Α όχι, σκέφτηκε, θα κάθεται εκεί μέσα και θα συλλογιέται. Κι αυτά που συλλογιέται τα κρατάει για τον εαυτό του. Δεν είναι απ αυτά που τα κουβεντιάζεις με μια χωριάτισσα σαν εμένα. Καθώς την έπαιρνε ο ύπνος 3

4 σκέφτηκε έκπληκτη πως η απρόσμενη άφιξη του Ντγιούρα την ξάφνιασε ίσα για μια στιγμή μονάχα ή και καθόλου. Ο Ντγιούρα σηκώθηκε τα χαράματα, άναψε το κερί, κοίταξε το ρολόι. Ήταν η συνηθισμένη ώρα. Σηκώθηκε τρεκλίζοντας, βγήκε απ την κουζίνα στο κήπο, χάθηκε λίγο ψάχνοντας τον απόπατο, γύρισε πάλι στο κρεβάτι του. Η λιποθυμική κατάσταση κι η ανυπόφορα ξινή γεύση υποχώρησαν λίγο λίγο. «Κάθε πρωί πεθαίνω κι από λίγο». Αυτό το «λίγο» δεν τον ικανοποιούσε, μα ούτε κι έβρισκε άλλη λέξη να του πηγαίνει καλύτερα. Όμως δεν υπήρχε άλλη λέξη: δεν ήταν «σχεδόν», ούτε «απλά», ούτε «δοκιμαστικά». Ακόμα κι ο θάνατος δεν θα ήταν έκπληξη. Τίποτα σχεδόν εκτός από την απογοήτευση για τον πατέρα του δεν τον είχε εκπλήξει, τα γεγονότα της ζωής ήταν πάντα τα αναμενόμενα: το πρώτο αγκάλιασμα, η πρώτη φιλολογική επιτυχία. Τώρα θα μπορούσε να σηκωθεί, να πάει στο δωμάτιο της Λιούμπα, να την ξυπνήσει αυτή η γυναίκα τον πόθησε κάποτε, γι αυτό εκείνος δεν την αγάπησε. Τώρα όμως ήθελε να κάνει ένα καινούργιο ξεκίνημα στη ζωή του. Θα την ξυπνούσε λοιπόν, θα της έλεγε πως θέλει να την παντρευτεί. Σε λίγους μήνες, ας πούμε στο έβγα του Απρίλη, θα επέστρεφε και θα διναν λόγο. Μόνο να το τονίσει: «γιατί θέλω ν αρχίσω μια καινούργια ζωή» κι ύστερα να βγει απ το δωμάτιο. Στην αρχή αυτή θα μείνει άναυδη, ύστερα θα σηκωθεί, θα χτενίσει τα μαλλιά της, θα φορέσει τη ρόμπα της Αλλά μπορεί και να μην έχει ρόμπα. Ήταν απελπιστικά φτωχή, η πιο φτωχή στο χωριό. Η Μάρα τής είχε στείλει λεφτά, αλλά δεν τα χρησιμοποίησε για τον εαυτό της. Θα της φέρω απ το Ζάγκρεμπ ένα νεγκλιζέ. Όχι, απ το Σπλιτ κιόλας θα της το πάρω και θα της το στείλω. Δεν της έγραψα ούτε μια φορά. [ ] «Λιούμπα, σήκω! Ξημέρωσε. Εδώ ο κόσμος πεθαίνει από αβεβαιότητα κι εσείς κοιμάστε. Έλεος πια!» Η Λιούμπα εμφανίστηκε την ίδια στιγμή, ντυμένη. «Έχω μόνο καφέ από κριθάρι και κιχώριο, δεν ξέρω αν τον πίνετε. Και ζεστό γάλα. Έφερα απ του Γκέζεριτς, έχει αγελάδα. Είναι σύντροφος, ξέρετε. Ο μόνος εδώ πέρα, αφότου ο Μπούγκατ πήγε με τους άλλους. Ξέρει τα πάντα. Και πως εσείς είστε εδώ. Τη νύχτα είχε πάει απέναντι. Το περίπτερο του καταφύγιου καταστράφηκε, όμως το υπόλοιπο σπίτι είναι στη θέση του. Οι Ουστάσι έχασαν ένα τανκ κι ολόκληρο το πλήρωμα ενός τεθωρακισμένου κι έφυγαν. Είχαν δυο ακόμα τεθωρακισμένα κι ένα ακόμα τανκ. Χτες βράδι τα φόρτωσαν για να τα πάνε πίσω στο Σπλιτ. Ή στη Μακάρσκα κανείς δεν ξέρει ακριβώς». «Γιατί δεν λες κάτι για τη Μάρα;» τη διέκοψε. «Για τη Μάρα;» επανέλαβε η Λιούμπα κατακόκκινη, και γιατί της φώναξε και γιατί της μίλησε στον ενικό «η Μάρα είναι πληγωμένη, βαριά, αλλά δεν υπάρχει κίνδυνος. Στην κοιλιά. Τη στιγμή που οι Ουστάσι νόμιζαν πως όλα έχουν τελειώσει κι άνοιξαν το ένα τεθωρακισμένο αυτοκίνητο, η ομάδα της Μάρα πέρασε στην αντεπίθεση ρίχνοντας χειροβομβίδες στο εσωτερικό του και σκότωσαν όσους ήταν μέσα. Ο μηχανικός απ το Σεράγιεβο είναι κι αυτός τραυματίας ο γιατρός αναγκάστηκε να του κόψει το ένα χέρι. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν οχτώ που είναι εντελώς καλά και έντεκα τραυματίες οι υπόλοιποι σκοτώθηκαν. Ο Κραλ ζήτησε να σας πούμε να ειδοποιήσετε τον Πρεβεντίνι πως έπιασαν τη βαρονέσα. Την διαπόμπεψαν χτες στο χωριό με το κομπινεζόν της, ξυπόλητη. Της κρέμασαν κι ένα στεφάνι από σκόρδα στο λαιμό. Δεν βρέθηκε κανείς να παρέμβει». 4

5 «Αν ο Γκέζεριτς, λέω, παράδειγμα, μαζί με τον Κραλ έφερναν τη Μάρα εδώ στο σπίτι σου να την κρύψεις, θα μπορούσες να τη φροντίσεις μέχρι να γίνει καλά. Σφαίρα στην κοιλιά είναι σοβαρό πράγμα και η Μάρα είναι πολύ αδύναμη». «Ο Γκέζεριτς είπε πως εκδόθηκε στο Σπλιτ μια επικήρυξη για σας. Δυο φωτογραφίες, μία με κανονικά γένια και μια με μουστάκι. Φοβάται πως δεν θα καταφέρετε να περάσετε εύκολα. Χρειάζεστε μια περούκα. Πρέπει να ξυριστείτε και να ντυθείτε σαν για κηδεία». «Αν ξυρίσω τα γένια θα φαίνομαι λιγότερο άσχημος», είπε και κάθισε στο τραπέζι. «Ο καφές δεν ήταν κακός. Με θες για άντρα σου, Λιούμπα;» Τον κοίταξε. Τα μεγάλα, σκούρα μάτια της που τα σκίαζαν τα ανασηκωτά φρύδια είχαν μεγάλο άνοιγμα το ένα απ τ άλλο. Πρόσωπο οβάλ, σταράτο, έντονα ζυγωματικά. Μια γυναίκα τριάντα δυο χρονών, συνηθισμένη να βλέπει τις εβδομάδες να περνούν χωρίς κανείς να ρίχνει βλέμμα επάνω της. Φορούσε ένα ξεβαμμένο γαλάζιο φόρεμα. Άτσαλα είχε πλέξει τα μαλλιά της κοτσίδα. Δεν είχε γεράσει από τότε, ούτε είχε ασχημύνει, σκέφτηκε, όμως παραιτήθηκε απ τη νιότη της πώς κάποιος εγκαταλείπει έναν τόπο όπου για καιρό πολύ περίμενε τον ερχομό ενός προσώπου χαμένου από καιρό; Κάπως έτσι. «Είμαι, νομίζω, δεκάξι χρόνια μεγαλύτερός σου, Λιούμπα, όχι όμως τόσο μεγάλος που να μην μπορώ να κάνω παιδιά. Και θέλω ν αρχίσω τη ζωή μου απ την αρχή από κάθε άποψη». Κούνησε το κεφάλι της, ξερόβηξε. «Όχι», είπε «όχι. Δεν μου γράψατε τότε, δεν με συμπονέσατε καθόλου. Τώρα βρήκατε να ρθετε, που ούτε ανάγκη σας έχω, ούτε σας αγαπώ πια;» «Εντάξει, τώρα όμως είμαι εγώ εκείνος που έχει ανάγκη από συμπόνια». «Δεν είναι έτσι, γιατί δεν με αγαπάτε». «Έχεις δίκιο», παραδέχτηκε ο Ντγιούρα. Να τα παρατήσω, σκέφτηκε η σκηνή παίχτηκε, τέλειωσε. Έτσι κι αλλιώς όλα είναι ένας επίλογος. Με περούκα και πένθιμη φορεσιά στην ίδια μου την κηδεία. Αφήνω πίσω τρεις συζύγους κι ούτε μια χήρα. «Έτσι είναι, Λιούμπα. Δεν σ αγαπάω. Όμως αυτό θα ήταν το καινούργιο για μένα. Πάντα η κορυφή της πυραμίδας είναι επάνω οι πρώτες στιγμές είναι η ευτυχία, κάθε αρχή είναι μια εκπλήρωση. Η δεύτερη γουλιά ήταν πάντα κακή, δηλητηριώδης, αηδιαστική σαν απόνερα. Με σένα θα είναι όλα αλλιώς τη ζωή μου μαζί σου δεν θα τη μετρήσω με στιγμές, αλλά με χρόνια. Πίστεψέ με, θα σ αγαπήσω στο τέλος, αν βέβαια δεν προλάβουν να με κρεμάσουν». Μάζεψε σιωπηλή το τραπέζι, ύστερα έφτιαξε και τα δωμάτια. Όταν επέστρεψε, έπιασε να φτιάχνει το χαλί. Φαινόταν πως είχε κλάψει. [ ] Είχε πια ξημερώσει όταν ξύπνησε. Στο τραπέζι της κουζίνας βρήκε μια δέσμη χαρτιά και δίπλα ένα γράμμα. Ο Ντγιούρα την παρακαλούσε να φυλάξει το χειρόγραφο και να το δώσει στον Ντόινο, όταν επιτέλους θα ερχόταν. Και να τον συγχωρέσει για τον πόνο που της προκάλεσε και παλιά και τώρα. «Στο σταυροδρόμι της ζωής, εκεί που σταματούν οι ερωτήσεις όπως: τι άλλο μέλλει να μου συμβεί; κι αρχίζει κανείς να ψάχνει να βρει τι μου συνέβη; Με τι γέμισα τη ζωή μου; τότε είναι που αρχίζει ο πανικός». Στο τέλος την ευχαριστούσε για όλα. «Αυτή τη φορά υπόσχομαι να γράψω, και μάλιστα όχι μια φορά», έλεγε στο υστερόγραφο. 5

6 Φυλλομέτρησε το χειρόγραφο, διάβασε σκόρπια μερικές παραγράφους όχι δεν ήταν κάτι που την αφορούσε. Έβαλε το χειρόγραφο και το γράμμα στη χαρτονένια κούτα όπου φύλαγε τις φωτογραφίες, κάτω κάτω. Βγήκε έξω, κοίταξε πέρα, προς το νησί. Το πήγαινε για βροχή κι είχε κουφόβραση. Τον ένιωθες τον σιρόκο. Στράφηκε προς την άλλη μεριά, είδε τα σπίτια του Μπούγκατς και του Γκέζεριτς. Όλα τα σπίτια ήταν γεμάτα ανθρώπους. Μόνο το δικό της ήταν πάλι άδειο. Ώρα ν ανάψει φωτιά. (Σ. 115 κ.εξ.) [ ] Μόλις σαράντα τρεις ώρες αργότερα αντίκρισαν το καμπαναριό του νησιού. Μισή ώρα μετά έφτασαν στον Πράσινο Όρμο. Φως πουθενά. Ο Ντόινο έριξε τα σινιάλα. Δυο σύντομα, δυο μεγάλα με το άσπρο φως, ένα μεγάλο, ένα σύντομο, ένα μεγάλο με το κόκκινο. Καμιά απάντηση. Τα επανέλαβε τέσσερις φορές. Στο τέλος κάτι σάλεψε απέναντι. Άναψε ένα έντονο λευκό φως, άρα δεν ήταν οι δικοί του. Φαίνεται πως οι Ουστάσι κατέλαβαν στο μεταξύ τον όρμο. Άρα δεν είχαν παρά να κάνουν επιτόπου στροφή και να φύγουν προς τη χερσόνησο. Την είχαν άλλωστε προβλέψει αυτή την πιθανότητα. Σφαίρες ξοπίσω τους μαστίγωναν την επιφάνεια του νερού. Πιθανότατα ήταν ένας δυο φρουροί, γι αυτό και δεν εμπιστεύτηκαν τις δυνάμεις τους να τους κυνηγήσουν με καμιά μηχανοκίνητη βάρκα. Τελικά ο Ντόινο αναγνώρισε τους πασσάλους και τις σανίδες της πισίνας. Άρα μπορούσε πια να προσανατολιστεί. Ύστερα από λίγο έπιασαν στεριά. «Εμείς πάμε πάνω, στο χωριό, εσύ θα μείνεις εδώ στο πλοίο. Δε με γουστάρεις, το ξέρω, δε μ εμπιστεύεσαι. Όμως μας έχεις στο χέρι κι εμείς δεν θ αφήσουμε το πλοίο στην τύχη του. Αν όμως στο μεταξύ συμβεί κάτι, μετά θα σου πάρουν οι άλλοι το παραδάκι κι εμείς θα έχουμε περάσει το διάολό μας για το τίποτα. Μα κι εσύ δεν θα χεις τι να το κάνεις το καράβι. Δεν ξέρω, σκέψου τη Νόρμα αν εμένα δε με λυπάσαι καθόλου. Στο φινάλε εμείς ότι ήταν να κάνουμε, το κάναμε». [ ] Ο Ντόινο τού μέτρησε τα χρήματα, ο Λόνγκο έκανε φως με τη μικρή λάμπα, κι ύστερα χάθηκαν οι δυο τους στη στροφή του δρόμου. Έφερε το μπόγο του απ το καράβι, πήγε στους θάμνους, γδύθηκε εντελώς, έστυψε το πουκάμισό του κι έτριψε μ αυτό το κορμί του. Φόρεσε καθαρά εσώρουχα, στεγνές κάλτσες, από πάνω το πανωφόρι και τα σκληρά παπούτσια του Λουίτζι. Κάθισε εκεί να περιμένει, οι θάμνοι κρατούσαν λιγάκι τη βροχή. Κι ενώ κοίταζε προς το νησί, που το περίγραμμά του διαγραφόταν αχνά, συνειδητοποίησε πως αυτές τις τελευταίες ώρες δεν σκέφτηκε ούτε μια στιγμή τη Μάρα, τον Ντγιούρα ή τον Ζανό. Επέστρεφε τώρα από την πιο βαθιά μοναξιά που είχε γνωρίσει ποτέ. Τώρα που ήταν στ αλήθεια μόνος, βρήκε το δρόμο να γυρίσει στους δικούς του. Δεν ήταν πιο αισιόδοξος από πριν, όμως ένιωθε δεμένος μ εκείνους στους οποίους ανήκε. Είναι που ακουμπάει το δέρμα μου σε στεγνά ρούχα, είπε μέσα του. Και που νιώθω στέρεο έδαφος κάτω απ τα πόδια μου. Η βροχή σταμάτησε. Ετρεχε πέρα δώθε ανάμεσα στους θάμνους. Κάπου έπεσε σ ένα χαντάκι, βαθύ, μακρύ αρκετά ένα φέρετρο. Τα φύλλα μέσα δεν ήταν πολύ υγρά. Σαν ν άκουσε βήματα. Κρύφτηκε γρήγορα σ ένα θάμνο. Δεν ήθελε να φανερώσει το λάκκο του. Οι δυο τους κατηφόριζαν το χαλικόστρωτο μονοπάτι. Είχαν εύκολα βρει το σπίτι, χτύπησαν, τα έκαναν όλα όπως τους συμβούλεψε ο Πιέτρο στη Λαγκόστα. Φύλλο δεν κουνήθηκε. Ύστερα ήρθε κάποιος και τους είπε σε σπασμένα ιταλικά που ίσα ίσα καταλάβαιναν ότι ο δάσκαλος βγήκε προδότης κι είχε φύγει απ το χωριό εδώ και 6

7 κάμποσο καιρό. Ύστερα είπε πως ο Λουίτζι πρέπει να πάει αμέσως στο σπίτι, γιατί όπου να ναι θ αρχίσουν ν ανησυχούν για τον κύριο. Θα ερχόταν μια νεαρή γυναίκα. Όχι αμέσως, σε μια δυο ώρες. Το καράβι όμως έπρεπε να έχει εξαφανιστεί πριν ξημερώσει. «Άρα πρέπει να φύγουμε αμέσως, σε μια ώρα χαράζει. Αν θες έλα μαζί μας τώρα όμως!» Τους κοίταζε από μακριά, που σήκωσαν πανιά κι έφυγαν βολίδα. Ύστερα έβγαλε τα ρούχα του απ το θάμνο, πήγε στο χαντάκι, έβγαλε τα πολλά φύλλα, ξάπλωσε, βάλθηκε να χαζεύει τα γυμνά κλαδιά από πάνω του, που σάλευαν στο απαλό αεράκι. Ο ουρανός πάνω απ τα κεφάλια μας κι η συνείδηση στο στέρνο μας, σκέφτηκε. Επανέλαβε τα λόγια χαμηλόφωνα, ξανά και ξανά, χωρίς να σκέφτεται πιθανούς συνειρμούς και νοήματα. Αυτά τον προστάτεψαν από επώδυνες σκέψεις, ήταν το νανούρισμα που του έφερε ύπνο. Κοιμήθηκε με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος και τα δάχτυλά του, υγρά, χωμένα στις μασχάλες. Ξύπνησε σχεδόν αμέσως με μια αγωνία: «Παραδόθηκα μόνος μου, παραδίνομαι μόνος μου», άκουγε μέσα του. Όμως ήταν πολύ κουρασμένος. Οι ψαράδες τρόμαξαν όταν είδαν το πλοιαράκι που περιπολούσε, τον έριξαν στο νερό, τον ανέβασαν πάλι, με το πάσο τους, οριακά αργά. Το ότι ζούσε ακόμα ήταν σύμπτωση έτσι δεν είχε υποχρεώσεις απέναντι σε κανέναν, ούτε καν στον εαυτό του. «Ναι, αυτή είναι η βαρκαρόλα», είπε ευδιάθετα «αυτήν παίζουν πάντα όταν έχουμε πόλεμο. Αλλά μόνο στα σοκάκια που έχει ήλιο, γιατί οι λατερνατζήδες κρυώνουν εύκολα». «Όχι, όχι και πάλι όχι», είπε μια γυναίκα, έτοιμη να πάρει φωτιά «πάντα σας άρεσε να λέτε τέτοια πράγματα, και στο τέλος δε βγαίνουν ποτέ αληθινά. Θα πρεπε να ντρέπεστε». Γύρισε το πρόσωπό του, ήθελε να δείξει στη Ρέλι τον τύπο με τη λατέρνα, κι είδε τη μηλιά, που την είχε χτυπήσει κεραυνός. Τώρα ήξερε ακριβώς πού βρίσκεται δεν είχε ανάγκη κανέναν να του δείξει το δρόμο. Να, εκεί ήταν κι ο οδοντωτός σιδηρόδρομος, όμως το τρένο δεν περνούσε πια. Δεν πείραζε όμως, αυτός ήταν ήδη επάνω. Ο Δούναβης είχε το κίτρινο χρώμα του πηλού. Μα γιατί οι άνθρωποι στην πόλη δεν ανάβουν τα φώτα; Προφανώς πιστεύουν πως συνεχίζεται η απεργία της επιχείρησης ηλεκτρισμού. Όμως εμείς τη χάσαμε την απεργία. Παράξενο που δεν το ξέρουν. Το όριο ανάμεσα σε μέρα και νύχτα ήταν ευδιάκριτο. Το σκοτάδι άρχιζε ακριβώς στη δεξιά διακλάδωση του καναλιού με το Δούναβη. Έτσι κι αλλιώς ο ίδιος δεν είχε λόγο να μείνει άλλο στο Λέοπολντσμπεργκ. Δεν ήθελε ν αφήσει τον Στέτεν να περιμένει. Στην αρχή του φάνηκε αλλόκοτο, γελοίο που η γυναίκα έκανε μπάνιο στο χώμα. Κοντοστάθηκε, περίμενε να του κάνει νόημα. «Γκέρντα», φώναξε, «είσαι γυμνή;» Εκείνη έστρωσε τα μαλλιά της και πέρασε το χέρι της στα στήθη της, σαν να ήθελε να τα ζεστάνει. «Δεν έθαψα τον εαυτό μου», του είπε χωρίς να τον κοιτάζει «απλά βουλιάζω στον τάφο μου. Και δεν είμαι η Γκέρντα, ποτέ δεν ήμουν η Γκέρντα, ποτέ». Τον έπιασε πανικός, έτρεμε σύγκορμος. Έτρεξε προς το μέρος της. Τώρα έβλεπε καθαρά, πως το δέρμα της ήταν ηλιοκαμένο. Μόνο το στήθος ήταν λευκό. Η φωνή της ακούστηκε θλιμμένη: «Θα πρεπε να ντρέπεστε, να με φωνάζετε συνέχεια Γκέρντα. Ειδικά μάλιστα σε μια τέτοια στιγμή»*. Άπλωσε το χέρι του να την τραβήξει επάνω. Όμως εκείνη χάθηκε ξαφνικά. Ούρλιαξε, ο πόνος ήταν αφόρητος. Έπεσε καταγής. Ο Στέτεν έσκυψε από πάνω του. «Θα περάσει», του είπε «οι νεκροί συγχέουν την ταυτότητα των ζωντανών όχι από άγνοια, από αδιαφορία. Καταλαβαίνετε Γκέρντα, Γκάμπι». «Μα δεν είμαι νεκρός, καθηγητά». [*Παλιά ερωμένη του Φάμπερ, που τον είχε προδώσει στη Γκεστάπο. Τ. Α, Η καμένη βάτος). «Οι επιζώντες έχουν ανάγκη τη νεκροφάνεια, ο νεκρός τι να την κάνει», απάντησε ο Στέτεν και συνέχισε το δρόμο του. Ύστερα χάθηκε πίσω από την τεράστια πύλη ενός σπιτιού με γυαλιστερά πόμολα. 7

8 Μισοξύπνησε. Αυτό είναι λοιπόν, είπε μέσα του έχω σχεδόν πεθάνει. Άλλη μια στιγμή και θα τελειώσουν όλα. Τι ωραία! Τελικά είναι όλα τόσο απλά. Διέσχισε τους πλημμυρισμένους δρόμους. Το νερό τού έφτανε ως τα γόνατα. Μια κοπέλα τού έκανε νόημα πίσω απ το παράθυρό της. Ήθελε βοήθεια, σίγουρα, γιατί δεν μπορούσε να βγει στο δρόμο. Θέλησε ν ανοίξει την πόρτα, αδύνατον. Η κοπέλα ρώτησε τραχιά: «Μα τι θέλετε τελικά;» «Εσείς με φωνάξατε», είπε εκείνος σε πλήρη σύγχυση. «Όχι εγώ, το παιδί!» απάντησε αυτή και σήκωσε ψηλά ένα παιδάκι. Ήταν ο Ζανό, αλλά πολύ πιο μικρός. «Ζανό, εγώ είμαι, γύρισα!» φώναξε ο Ντόινο. Άπλωσε το χέρι του, το τζάμι έγινε θρύψαλα. Ο Ζανό φώναξε έντρομος. Δεν τον αναγνώρισε. Ξάπλωσε πάλι. Σταγόνες νερού έσταζαν απ τα κλαδιά. Έκλεισε τα μάτια του. Το κρύο τον είχε διαπεράσει ολόκληρο, είχε φωλιάσει μέσα του. Όμως σε λίγο κοιμήθηκε πάλι. Στην άκρη του δρόμου τρεμόφεγγαν τα κεριά, όμως κανείς δεν έδειχνε να δίνει σημασία. Οι άνθρωποι περπατούσαν πίσω απ τις αλογάμαξες. Ρώτησε κάποιον με γένια, γιατί κανείς δεν ανέβαινε στις άμαξες, όμως εκείνος κούνησε βουβός το κεφάλι του, δείχνοντας τα κεριά. Ο Ντόινο κατάλαβε μεμιάς πως ήταν τα φώτα του Σαββάτου και πως απαγορευόταν να μετακινούνται με αμάξι. Έτρεξε πίσω του: «Για τα παιδιά επιτρέπεται. Και οπωσδήποτε για τον Ζανό, που δεν είναι Εβραίος», είπε. Έτρεξε να βρει το παιδί, αδύνατον. Κανείς δεν του μιλούσε. Τότε θυμήθηκε πως ήταν νεκρός. Ακόμα κι αν έβρισκε τον Ζανό, δεν μπορούσε να τον βοηθήσει ν ανέβει στην άμαξα. Δεν είχε δικαίωμα ν αγγίξει κανένα ανθρώπινο πλάσμα. Κατηφόρισε την πλαγιά και πήγε να βρει τους λευκοφορεμένους άνδρες. «Η ενδυμασία μας είναι βέβαια κάπως γελοία», είπε ο Στέτεν «σκεφθείτε όμως πως θα ήταν ακόμα πιο γελοίο να ερχόμασταν με τις βαλίτσες. Άντε να βρεις αχθοφόρο εδώ πέρα». «Λογικό, με τέτοιο κρύο Κι εγώ κρυώνω αφόρητα». «Όχι, Δίων. Αυτό είναι ανάμνηση. Δεν μπορεί να κρυώνετε, διότι είστε νεκρός. Είναι εντυπωσιακό που το ξεχνάτε συνέχεια. Τόσες φορές σας το είπα! Α, να μην το ξεχάσω: δεν έπρεπε να παντρευτείτε τη Νόρμα». «Μα δεν την παντρεύτηκα», αμύνθηκε ο Ντόινο, όμως ο Στέτεν είχε κιόλας φύγει. Όλο ήταν πια μια πλάνη. Ο καθηγητής είχε πεθάνει από καιρό, είχε πνιγεί στην Αδριατική. Οι ναύτες τον μπέρδεψαν με κάποιον άλλο και τον πέταξαν στη θάλασσα. Ο οδηγός είπε: «Καλύτερα να κατέβετε αμέσως απ το τρένο!» Ο Ντόινο αρνήθηκε. Δεν μπορούσε να πηδήξει αν δεν έκοβε ταχύτητα. Ο οδηγός όμως δεν υποχωρούσε με τίποτα έβγαλε τη σφυρίχτρα απ την τσέπη και σφύριξε. Ήταν μια μελωδία που ο Ντόινο ήξερε καλά, μα δεν μπορούσε να θυμηθεί από πού. Το κεφάλι του πονούσε. Είχε μισοξυπνήσει. Μια γυναίκα τραγουδούσε. Λίγο λίγο άρχισε να ξεχωρίζει τα λόγια. Τώρα τα έπιασε καλά. Ήταν ένα παλιό τραγούδι, και η τραγουδίστρια είχε αλλάξει το όνομα της κοπέλας: Μάρα, αντί Κάγια. Στάθηκε ακίνητος, με κλειστά μάτια. Αρκετά! Ο λάκκος τού ανήκει, γιατί να σηκωθεί πάλι και ν αρχίσει απ την αρχή. Αφού το τέλος ήταν πια τόσο κοντά. Είχε φως, σίγουρα ο ουρανός ήταν γαλάζιος, σίγουρα έλαμπε ο ήλιος. Έδωσε μια και σηκώθηκε. Κοίταξε πρώτα μακριά. Το γαλάζιο τ ουρανού ένα με το γαλάζιο της θάλασσας, ο ήλιος έλουζε τα σπίτια στο φως.. Μια νεαρή γυναίκα στεκόταν δίπλα στο θάμνο. Τώρα γύρισε προς το μέρος του. Θέλησε να σηκώσει το πόδι του, να βγει απ το λάκκο, αδύνατον. Σκοτάδι απλώθηκε ξαφνικά κι όλα γύριζαν. Είχε συνείδηση ότι λιποθύμησε. Σκέφτηκε πως πρέπει να προσπαθήσει να έρθει στα συγκαλά του, και θα περνούσε ο ίλιγγος. Ήταν όμως αργά. Έπεσε. 8

9 Δυο χρυσά ρεύματα ζέστης τον περιέβαλαν και ενώνονταν στην πλάτη του. Καλοσυνάτα, απαλά χέρια τον βύθιζαν σε μια θερμή πηγή. Ύστερ από λίγο συνήλθε. Άνοιξε τα μάτια του. Η γυναίκα ήταν από πάνω του. Ένιωθε τα χέρια της που κρατούσαν το κορμί του, κάτω απ το πουκάμισό. Τα χέρια του ήταν τυλιγμένα γύρω της. Ένιωθε το ζεστό της δέρμα, το στήθος, την πλάτη. Το πρόσωπό του ήταν υγρό, απ τα δικά του ή τα δικά της δάκρια. «Έκλαιγες;» ρώτησε, στην αρχή γερμανικά, μετά κροατικά γιατί είδε πως δεν καταλάβαινε. «Ναι, με παίρνουν εύκολα τα κλάματα», απάντησε. Η φωνή της ήταν βαθιά, σκοτεινή. Όλα επάνω της ήταν σκοτεινά: τα μαλλιά, τα μάτια, το πανωφόρι, το φουστάνι όλα εκτός απ το φαρδύ μέτωπο, τη λεπτή μύτη, τα κοριτσίστικα μάγουλα και τα γεμάτα χείλη. «Ξέρεις ποιος είμαι;» «Βέβαια. Είσαι ο Ντόινο, φίλος του Αντρέι. Εγώ είμαι η Λιούμπα. Άλλαξα πολύ από τότε, εσύ όχι. Άντε, πάμε τώρα. Είναι επικίνδυνο να μείνουμε κι άλλο εδώ πέρα». Ακούγοντας τ όνομά της τράβηξε αμέσως τα χέρια του. Εκείνη σηκώθηκε και κούμπωσε τη μπλούζα της. Ο Ντόινο ένιωσε σαν σε εφιάλτη. Άτσαλα ξεβράζονταν οι αναμνήσεις, παρελθόν και παρόν γίνονταν ένα. Εδώ ήταν το μέρος όπου ήρθε να ξαποστάσει λίγο ο Αντρέι όταν τον κυνηγούσαν οι δολοφόνοι του. Θα μπορούσε να έχει σωθεί, όμως αυτή η γυναίκα, η Λιούμπα, τον παρέσυρε να μείνει. Είχε στο σακούλι της ψωμί και τυρί, και τέσσερις χειροβομβίδες. Τις δυο τις έβαλε στην τσέπη του Ντόινο. Διέσχισαν το δάσος και τη λόχμη. Εκείνη πήγαινε κάθε τόσο μπροστά και κοίταζε γύρω μην είναι κανείς. Ανάμεσα του διηγιόταν τι έγινε στο νησί απέναντι. Έμαθε λοιπόν πως ο ερχομός του ήταν ανώφελος. (Σ. 138 κ. εξ.) [ ] Ο Κραλ πέθανε κατά τις εννιά το βράδι, τον έθαψαν μετά τα μεσάνυχτα. Έπρεπε να βιαστούν γιατί οι Ουστάσι με τους Γερμανούς μαζί έσφιγγαν λίγο λίγο τον κλοιό γύρω από τη ρημαγμένη ταξιαρχία. «Θα τα καταφέρουμε κι αυτή τη φορά να διαφύγουμε», είπε ο Μλάντεν, αφού εξήγησε σε κάθε ομάδα τα καθήκοντά της. Το πίστεψαν όλοι, όμως για πρώτη φορά τους κυρίεψε η βεβαιότητα πως οι νίκες τους ήταν απλώς τα στάδια μιας πορείας προς το αναπόφευκτο τραγικό τέλος. Το ότι ο φυσικός θάνατος αυτού του απλού πολίτη που βρέθηκε ανάμεσά τους, αυτού του μικρόσωμου ασθενικού ανθρώπου που κουβαλούσε πάντα μαζί του την ιατρική τσάντα, δημιούργησε αίσθηση πιο βαθιά από το θάνατο τόσων και τόσων συντρόφων ήταν κάτι δυσεξήγητο όμως αυτό συνέβη. Εκείνη τη νύχτα η πηγή της ελπίδας τους έδειξε ξαφνικά να στερεύει. Για πρώτη φορά τους εγκατέλειψε η πίστη σ ένα πιο αισιόδοξο μέλλον. Κάθε μέρα ο Ντόινο και οι βοηθοί του τους μετέφεραν τις πιο σημαντικές ειδήσεις απ όλον τον κόσμο. Ειδήσεις ενθαρρυντικές αναμφίβολα, αλλά πολύ μακροπρόθεσμα. Η νίκη θα έρθει, σκέφτονταν, μα πολύ αργά για μας. Πριν από το θάνατο του Κραλ, οι άνδρες της ταξιαρχίας έδιναν βάση σε ειδήσεις που κανείς δεν ήξερε από πού τις μάθαιναν, περί απόβασης των Συμμάχων στην Αδριατική ακτή ή περί μαζικών αποβάσεων από αέρος, και περίμεναν εδώ και μήνες, από μέρα σε μέρα, να συμβεί το θαύμα. Και καθώς η ελπίδα τους ανανεωνόταν καθημερινά δεν απογοητεύονταν ποτέ. Μόλις τώρα, τη νύχτα εκείνη, μετά από την ταφή του Κραλ, τους κυρίεψε μια τέτοια απόγνωση ήταν πια αμφίβολο, αν θα είχαν κουράγιο να πολεμήσουν. 9

10 Κι όμως, τις επόμενες μέρες πολέμησαν με μεγαλύτερη μανία παρά ποτέ. Σαν λυσσασμένοι ρίχνονταν στον εχθρό, και του κατάφεραν πιο βαριές απώλειες από ποτέ. Όμως κι απ τους δικούς τους τριακόσιους πενήντα άνδρες, μόνο εκατόν ενενήντα έμειναν αλώβητοι. Ανάμεσα στους τραυματίες ήταν και η Λιούμπα. Τίποτα δεν μπορούσε να απαλύνει τους αφόρητους πόνους της. Το μαρτύριό της κράτησε δυο μέρες και μια νύχτα. Μια έκφραση απορίας δεν έφευγε απ τα ορθάνοιχτα μάτια της πότε πότε ούρλιαζε σαν να γεννούσε. Η Μάρα κι ο Ντόινο ήταν στο πλευρό της και τη φρόντιζαν συνέχεια. Εναλλάξ της κρατούσαν και τα δυο χέρια. Τις τελευταίες ώρες παραληρούσε, το παράπονό της ήταν σαν μικρού κοριτσιού. Οι άνδρες ήρθαν να πουν στη «μητερούλα» το τελευταίο αντίο. Όμως δεν αναγνώριζε πια κανέναν. Τις τελευταίες στιγμές τής έπεσε ο πυρετός. «Κρίμα, Ντόινο, που δεν είσαι παπάς», είπε «θέλω να με θάψετε σε κοιμητήριο. Αλλά, ποιος ξέρει, μπορεί και να μην πεθάνω. Το χειρότερο πέρασε». Τα πουλιά κελαηδούσαν στα δέντρα. Δειλά το φθινόπωρο έβαφε τα φύλλα στο δικό του χρώμα. Χαρούμενα κελάρυζε το νερό μιας πηγής. Η ετοιμοθάνατη πήρε το βλέμμα της απ το δακρυσμένο πρόσωπο του Ντόινο, αφέθηκε στο άκουσμα των πουλιών, ανασήκωσε το κεφάλι της και κοίταξε μέσα απ τα κλαδιά πέρα στις βουνοκορφές, το μοναδικό λευκό σύννεφο σε γαλάζιο φόντο. Άφησε μια φωνή, μια φωνή άγρια, σαν ξένη. Χρειάστηκε να περιμένουν ως αργά τη νύχτα για να την μεταφέρουν μέσα απ τα λιβάδια στο κοιμητήριο. Ξύπνησαν τον παπά του χωριού, με απειλές τον ανάγκασαν να ψάλλει κανονικά τη νεκρώσιμη ακολουθία. Έβρεχε τη νύχτα εκείνη. Η φθινοπωρινή βροχή που θα ξεπλύνει τα τελευταία μας απομεινάρια, σκέφτηκαν όσοι είχαν επιβιώσει μετά από εκείνη την τελευταία διάσκεψη, όπου ο Βλάντκο επέμεινε, για τελευταία φορά, να πάνε να ενωθούν με καμιά μεγαλύτερη μονάδα. (Σ. 205 κ. εξ.) ΜΟΥΖΙΝΣΚΑ, Η ΠΟΛΩΝΕΖΑ ΜΑΙΑ «Άντε φευγάτε, αλλιώς θα πέσει ξύλο που θα το θυμάστε σ όλη σας τη ζωή! Πες τους το, βρε Ουκρανέ, στη γλώσσα τους. Ελάτε αύριο ή μεθαύριο, θα χει ακόμα μπόλικο πράμα». «Μα τους το πα», απάντησε ο Ουκρανός εθνοφύλακας σε σπασμένα γερμανικά «δε θέλουν πράμα, μόνο να δούνε. Έτσι, να περιμένουν να δουν». «Ωχού, καλά κατάλαβα!» απάντησε ο Γερμανός φρουρός «αφού οι άνθρωποι είναι κλέφτες, αλήτες του κερατά!» «Εντάξει μωρέ, θα τους διώξω. Μα, να ξέρετε, αυτοί είναι τώρα ευτυχισμένοι που καθάρισε η Βόλινα απ τους Εβραίους, ήρθαν να δούνε, να ευχαριστηθεί το μάτι τους». Ήταν ένα τσούρμο άνδρες και γυναίκες, με σακιά και τσεκούρια στον ώμο κι είχανε μάλιστα φέρει μαζί τους χειροκίνητα έλκηθρα. Και τώρα τους ζητούσαν να γυρίσουν μ άδεια χέρια στο χωριό Αλλά τι να περιμένεις απ τους Πρώσους; Όλα δικά τους τα θέλουν! Κι αυτό δεν είναι καθόλου δίκαιο, γιατί αυτοί οι Εβραίοι δεν ήταν Γερμανοί, άρα οι περιουσίες τους ανήκαν κανονικά στους χωρικούς του Μπάρτσι και του Λιάνοφ. «Άντε, πέστε ένα Χάιλ Χίτλερ και πάτε σπίτι σας», τους είπε ο Ουκρανός «το βασικό είναι που γλυτώσαμε απ αυτούς του ψωριάρηδες τους Εβραίους. Τους μισούς θα τους ξεκάνουν στο δρόμο για την πόλη, τους άλλους στο στρατόπεδο. Κι εσείς, με τη βοήθεια του Θεού, θα ρθείτε αύριο και θα πάρετε ό,τι λαχταράει η ψυχή σας». 10

11 Το πλήθος σκόρπισε απρόθυμα. Μερικοί πήγαν στην πλατεία να δουν άλλη μια φορά το πτώμα του ραβίνου, με μαύρη φορεσιά, σαν μαύρο κοράκι ασάλευτο. Τη γενειάδα τού την είχαν ξεριζώσει, λίγα μακριά ξανθά μαλλιά κρέμονταν στο στήθος. Τα μάτια, ορθάνοιχτα. «Αφήστε το νεκρό στην ησυχία του!» φώναξε ένας ηλικιωμένος «τον είχαν για άγιο οι δικοί του και με τους άγιους πρέπει να προσέχουμε. Κι εκτός αυτού, τι δουλειά έχουμε εμείς» Όμως σαν είδε πως τα λόγια του δεν είχαν καμιά επίδραση, πλησίασε κι αυτός να πάρει μερτικό. Δύο τσακώνονταν για το μαύρο καφτάνι, που το τραβούσαν μαζί μ όλη τους τη δύναμη απ το νεκρό, μέχρι που το σκισαν. Ο ηλικιωμένος άρχισε να λύνει τα κορδόνια των παπουτσιών αυτά ήθελε μόνο μα τον πλάκωσε ένας νεαρός στις κλωτσιές, αναίσθητο τον άφησε πάνω στο χιόνι. Καμιά δωδεκαριά είχαν πέσει όλοι μαζί πάνω απ το ραβίνο κι ένας φώναζε ξανά και ξανά: «Τσίτσιδο να τον αφήσουμε, τσίτσιδο όλα δικά μας είναι, όλα!» «Καταραμένο κρύο!» είπε ο Μπέλε «γιατί τ ανεχτήκατε όλ αυτά και δεν τους διώξατε με τη μία;» Ο στρατιώτης σκέφτηκε λίγο τι να απαντήσει. Άλλωστε το μόνο που τον ένοιαζε εκείνη τη στιγμή ήταν να πάει κοντά στη σόμπα να ζεσταθεί. «Έπρεπε να τους ρίξετε», συμπλήρωσε η Μουζίνσκα, η Πολωνέζα μαία «αυτοί είναι ικανοί να μπουκάρουν στα σπίτια και τα σηκώσουν ολόκληρα. Και τι θα μείνει μετά για μας!» «Εντάξει, δεν είναι κι ακριβώς έτσι, άλλωστε έχουμε βάλει φύλακες παντού. Άντε, πάμε να ρίξουμε κι εμείς μια ματιά στα σπίτια. Λέω να τιμήσουμε πρώτον αυτό το γερο ραβίνο». «Που να πάρει, τι ακαταστασία είν αυτή», είπε μουτρωμένος ο Μπέλε, μπαίνοντας στο πρώτο δωμάτιο «σωστό πολωνέζικο μπουρδέλο!» «Είναι που τους αφήσαμε να πάρουν πράγματα μαζί τους. Ένας θεός ξέρει πόσο χρυσάφι και χρυσαφικά χώσανε μάνι μάνι στα μπογαλάκια τους», εξήγησε η Μουζίνσκα. «Όχι πολωνέζικο εβραίικο μπουρδέλο!», πρόσθεσε θυμωμένη. Ο Μπέλε τη λοξοκοίταξε. Μόνο στο κρεβάτι είναι όμορφη, όρθια και ντυμένη δε λέει τίποτα, η πουτάνα η Πολωνέζα καιρός να την ξεφορτωθώ. Λάθος μεγάλο που της έβγαλα ταυτότητα Γερμανίδας στην καταγωγή. Αν δεν ήμουνα τόσο αισθηματίας, θα χα φτάσει τώρα πολύ πιο ψηλά, σκέφτηκε. «Αυτό υποτίθεται πως ήταν το δωμάτιο προσευχής τι γελοιότητα!» είπε. «Ορίστε! Εκεί, μπροστά στη ντουλάπα κρεμόταν πάντα ένα χρυσοκέντητο χαλί τοίχου. Έκανε φτερά. Εγώ στο πα, αυτοί οι βρωμο-εβραίοι πήραν ό,τι είχε αξία», πετάχτηκε κι η μαία θυμωμένη. Άνοιξε τα φύλλα της ντουλάπας, το χαλί τοίχου ήταν εκεί, προσεχτικά διπλωμένο, δίπλα σε κάτι παράξενα αντικείμενα στημένα όρθια, σαν ακέφαλες κούκλες ντυμένες με γαλάζιο και κόκκινο μετάξι. «Ρολά περγαμηνής είναι, όλα τα ψέματα που πιστεύουν αυτοί είναι γραμμένα μέσα και γι αυτό είναι άγια, υποτίθεται. Λοιπόν, Μαράκι, δεν μου δίνεις σε παρακαλώ απ την τσέπη σου αυτά που σούφρωσες; Άντε, πριν αγριέψει ο θείος!». «Μα, γλυκιέ μου Μπέλεχεν, αφού εγώ τα βρήκα πρώτη», είπε λαχανιαστά. Ο Μπέλε της έβαλε τα χέρια στην πλάτη, της άδειασε τις τσέπες και βάλθηκε να παρατηρεί προσεχτικά τα χρυσά αντικείμενα: μικρά χέρια με τεταμένο τον δείχτη σελιδοδείκτες ή κάτι τέτοιο, δεν είχε σημασία πάντως αν ήταν ατόφιος χρυσός θα τον έλιωναν, για να μην υπάρξουν αργότερα τίποτα εκπλήξεις. 11

12 «Εγώ τα βρήκα, είναι δικά μου», επανέλαβε η γυναίκα. «Βούλωσ το!» της φώναξε «και δε μου λες, εσύ πώς και τα ξέρεις όλα εδώ μέσα πού ήταν το χαλί τοίχου κι όλα τ άλλα; Καλά το σκέφτηκε εγώ, μού λεγες ψέματα τόσον καιρό, σκρόφα, Εβραία!» «Ωραία πλάκα εγώ, Εβραία, χα χα!» είπε εκείνη καγχάζοντας. Όμως την ίδια στιγμή ο Μπέλε έσκυψε το κεφάλι του από πάνω της, τα βαριά του βλέφαρα σκέπαζαν σχεδόν τα μάτια, το κοκκινωπό μουστάκι έτρεμε. Εκείνη τρόμαξε μεμιάς, κατάλαβε ξαφνικά πως ο τύπος ήταν ικανός να την καθαρίσει επιτόπου και δεν ήταν και κανείς εκεί να την προστατέψει. Έκλεισε τα μάτια της, σήκωσε με κόπο τα χέρια της, τον αγκάλιασε στο λαιμό κι άρχισε βιαστικά να του ψιθυρίζει κάτι χαζά, πρόστυχα ερωτόλογα. Έλεγε, έλεγε, σαν ξόρκια ακούγονταν τα λόγια της, που μόνο αυτά μπορούσαν ν αποτρέψουν το θανάσιμο κίνδυνο, μέχρι που της κόπηκε η ανάσα. Ο Μπέλε σήκωσε τελικά το κεφάλι του κι έκανε ένα βήμα πίσω. «Είσαι άπληστη, αλήτισσα σαν όλους τους συμπατριώτες σου», είπε χωρίς να την κοιτάζει «μ έκλεβες πάντα, το ξέρω. Τώρα όμως τέρμα. Και με πρόδωσες για λεφτά. Σήμερα το πρωί έλειπαν είκοσι οχτώ Εβραίοι στο προσκλητήριο. Άρα το ήξεραν από πριν και το σκασαν. Αν το πάρει χαμπάρι ο Κούτσερα είμαι χαμένος». Κόκκινες τρίχες και στα χέρια, τι αηδία! σκέφτηκε η γυναίκα. Θέλει να με ξεφορτωθεί, το γουρούνι. Κύριος σου λέει! Μ είχε να περιμένω κατάχαμα, τσίτσιδη, μέχρι να με φωνάξει στο κρεβάτι του. Τι τράβηξα, Θεέ μου απ αυτό το κτήνος Και να θέλει να του δίνω λογαριασμό και για το τελευταίο γρόσι! Λοιπόν, μόνο ο Κούτσερα μπορεί να με σώσει. Αρκεί να βγω από δω μέσα! Αχ, Παναγίτσα μου, βόηθα με εσύ, αυτή τη φορά μονάχα, και θα κάνω εγώ ό,τι μου πεις, όλα θα τα κάνω Ο Μπέλε τράβηξε τις περγαμηνές με την Τορά απ τη ντουλάπα και τις έριξε στο πάτωμα. Βρήκε ασημένια αντικείμενα, κάτι σαν ταμπελίτσες, και σκεπάσματα από μετάξι. Ύστερα άνοιξε ένα συρτάρι, είχε κύπελα μέσα, ένα χρυσό το έβαλε στην τσέπη του. «Άντε πάμε, δεν έχει τίποτ άλλο ενδιαφέρον», είπε «λοιπόν! Με τους Εβραίους καθαρίσαμε, πάμε τώρα να δούμε τι γίνεται με τους Πολάκους.* Έχει γεμίσει ο τόπος προδότες που καραδοκούν την πρώτη ευκαιρία να μας τη φέρουν. Τέλος πάντων, εσύ μπορεί να μην είσαι Εβραία, μπορείς φέρεις αποδείξεις. Τράβα τώρα στα χωριά, ρώτα και φέρε μας ονόματα!». [* Υποτιμητικός χαρακτηρισμός για τους Πολωνούς] Καμιά απάντηση. Γυρνάει, η μαία είχε γίνει καπνός. Καλύτερα, σκέφτηκε. Ένας φτωχοδιάβολος είναι η κακομοίρα, πέρα που είναι άπληστη κι αναξιόπιστη Καριόλα Σλάβα Το θέμα είναι να τραβάς τα λουριά, να δείχνεις πάντα ποιος είναι τ αφεντικό. Μόνο να μην είσαι αισθηματικός με τους ανθρώπους δεν το αξίζουν. Τι περίεργο πράμα αυτό το σπίτι. Δείχνει να μένουν άνθρωποι μέσα, κι ας μην υπάρχει ψυχή. Νεκρική σιγή. Και τώρα ο ραβίνος είναι ξάπλα στο χιόνι, πεθαμένος φρίκη! Το να καθαρίσεις κάποιον είναι μια ιστορία, να συνηθίσεις όμως στα κουφάρια Αυτά τα ορθάνοιχτα μάτια, τι αλλόκοτο πράγμα Κλείστε τα μάτια σας! Όμως οι νεκροί δεν υπακούν σε προσταγές σωστά, αφού έτσι κι αλλιώς δεν φοβούνται μην πάθουν τίποτα. Πολιτικά, θα ήταν πιο έξυπνο να μην σκοτώνεις κανέναν τότε έχεις πιο πολλή εξουσία. Γιατί από κάποιον που τα χει κακαρώσει δεν έχεις να περιμένεις και τίποτα. Τέλος πάντων τι κάθομαι και σκέφτομαι τώρα. Άντε να φύγω απ αυτό το σπίτι! Ο φρουρός απ έξω έδωσε αναφορά πως ήρθαν δυο αυτοκίνητα απ την πόλη, έφεραν και τον Κούτσερα. Ο Μπέλε έτρεξε στην Κομαντατούρ, όπου του είπαν να περιμένει, ο αρχηγός θα ρχόταν όπου να ναι. 12

13 «Η Πολωνέζα τού την έπεσε στα ίσια και τον πήγε σπίτι της. Κάτι μου βρωμάει εδώ πέρα!» του ψιθύρισε ο γραμματέας. «Μπα, δεν νομίζω να κάνει φασαρία ο κύριος Κούτσερα», απάντησε ο Μπέλε. Με το γραμματέα μπορούσε να μιλήσει ανοιχτά, αυτή τη φορά όμως τον έτρωγε ο φόβος. «Είναι κι αυτό το ζήτημα με τους είκοσι οχτώ, τι λέτε κι εσείς Χένινγκ;». «Ναι, εδώ που τα λέμε η τελευταία λίστα δεν ταιριάζει με τις προηγούμενες. Όμως εμένα μ απασχολεί αυτή η Μουζίνσκα. Ήμουνα, ξέρετε, στο Οπάτοφ, και ξέρω πια καλά πως ο Κούτσερα τα θέλει όλα δικά του, δεν ανέχεται να πάρει άλλος ούτε μπουκιά απ το ψητό. Ό,τι βουτήξει αυτός, έχει δίκιο να το πάρει. Ό,τι πάρει άλλος, το κλέβει απ το γερμανικό λαό. Αν δει την αποθήκη με τα χαλιά, που δεν του είπε κανείς τίποτα γι αυτά, είναι κι Αυστριακός, βλέπετε». Απότομα άνοιξε η πόρτα, μπήκε ένας κοντόχοντρος άνδρας και πίσω του η ακολουθία του, κάτι θεόρατοι νεαροί. «Αναφορά!» ούρλιαξε ο Κούτσερα με διαπεραστική, γυναικεία φωνή, δίνοντας μια γερή καμτσικιά στο τραπέζι. Ο Μπέλε χτύπησε τα τακούνια του κι έδωσε αναφορά σε στάση προσοχής θάρρος δεν είχε να κάτι το παραμικρό με δική του πρωτοβουλία. Οι νεαροί μπράβοι ούτε που τον κοίταζαν, όμως εκείνος ήξερε πως περίμεναν από στιγμή σε στιγμή ένα νεύμα. Και δεν ήταν τα ρεβόλβερ τους που φοβόταν τόσο, όσο τις γροθιές τους. Ο αρχηγός είχε δώσει διαταγή να ψάξουν το σπίτι του ασφαλώς η Μουζίνσκα τού είχε δώσει πληροφορίες, κι έτσι ο Μπέλε δεν είχε άλλη επιλογή, παρά να απαντάει με ένα «ναι» σε όλες τις ερωτήσεις. Ναι, είχε δώσει λάθος νούμερα σχετικά με την παραγωγή της Βόλινα, για να μπορέσει να κρατήσει για τον εαυτό του τα μισά χαλιά ναι, είχε κατασχέσει χρυσό και συνάλλαγμα, και πάλι δεν έδωσε αναφορά, για να επωφεληθεί ο ίδιος κ.λπ. Πράγματι, δεν είχε λόγο να πει ψέματα, και να τα ρίξει στον γραμματέα Χένινγκ και στους άλλους. Η μόνη κατηγορία, η πιο βαριά, στην οποία έπρεπε να αμυνθεί με όλες του τις δυνάμεις, κι είχε έτσι κι αλλιώς τη συνείδησή του ήσυχη, ήταν για την εξαφάνιση των είκοσι οχτώ. Ευτυχώς βρήκε το καλύτερο επιχείρημα που θα μπορούσε να πείσει αυτόν τον χοντρό νάνο: «Τι λόγο είχα να τους ειδοποιήσω; Τι θα μπορούσαν να μου δώσουν, που δεν θα μπορούσα να το πάρω έτσι κι αλλιώς μόνος μου;» Ο Κούτσερα μαλάκωσε. Δεν θα έδινε αναφορά για τα χαλιά και το συνάλλαγμα που, φυσικά, θα κρατούσε ο ίδιος για τον εαυτό του. Όμως η υπόθεση με τις λίστες δεν ήταν τόσο απλή. «Θα σας αφήσω εδώ μερικούς άνδρες μου και πάρτε κι εσείς μερικούς Ουκρανούς πολιτοφύλακες. Μέσα στις επόμενες 24 ώρες θέλω να έχει κλείσει το θέμα. Οι φυγάδες δεν μπορεί να έχουν φτάσει μακριά. Αύριο πριν τις εννιά το πρωί τους θέλω, νεκρούς ή ζωντανούς (προτιμώ το δεύτερο) στην πόλη. Ελπίζω να είναι ξεκάθαρο τι παίζεται εδώ πέρα για σας. Όσο για τα υπόλοιπα, τα ξεχνάμε. Α, κι αυτή η σκρόφα η Πολωνέζα και πολλά ξέρει και πολλά λέει. Θέλω να καθαρίσετε και μ αυτό το θέμα εντάξει, Μπέλε;» [σ. 251 κ. εξ.) 13

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο 4 Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο Σεβάχ. Για να δει τον κόσμο και να ζήσει περιπέτειες.

Διαβάστε περισσότερα

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος» Ο εγωιστής γίγαντας Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης «Αλέξανδρος Δελμούζος» 2010-2011 Κάθε απόγευμα μετά από το σχολείο τα παιδιά πήγαιναν για να παίξουν στον κήπο του γίγαντα.

Διαβάστε περισσότερα

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός» ΠΑΡΑΜΥΘΙ #25 «Ο Αϊούλαχλης και ο αετός» (Φλώρινα - Μακεδονία Καύκασος) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #25 Ψηφίστε το παραμύθι που σας άρεσε περισσότερο εδώ μέχρι 30/09/2011

Διαβάστε περισσότερα

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει Μια νύχτα Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει Μια νύχτα σαν κι αυτή μια νύχτα σαν κι αυτή θέλω να σου πω πόσο σ

Διαβάστε περισσότερα

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους. Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους. Κάθεται στο παράθυρο του δωματίου της και σκέφτεται, στεναχωρημένη τους παλιούς της φίλους και συμμαθητές.

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ (Αόρατος) ΑΦΗΓΗΤΗΣ: Κάποτε στη γη γεννήθηκε το Όνειρο. Το όνομά του δεν ήταν έτσι, όμως επειδή συνεχώς ονειρευόταν, όλοι το φώναζαν Όνειρο. Δεν ήταν κάτι το σπουδαίο, ήταν σαν

Διαβάστε περισσότερα

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά 1 Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά με τη μουσούδα μου στο πρόσωπό της, τόσο όσο χρειαζόταν

Διαβάστε περισσότερα

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής Ο Μικρός Πρίγκιπας έφτασε στη γη. Εκεί είδε μπροστά του την αλεπού. - Καλημέρα, - Καλημέρα, απάντησε ο μικρός πρίγκιπας, ενώ έψαχνε να βρει από πού ακουγόταν η

Διαβάστε περισσότερα

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω.

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω. 1 Εδώ και λίγες μέρες, ένα από τα πάνω δόντια μου κουνιόταν και εγώ το πείραζα με τη γλώσσα μου και μερικές φορές με πονούσε λίγο, αλλά συνέχιζα να το πειράζω. Κι έπειτα, χτες το μεσημέρι, την ώρα που

Διαβάστε περισσότερα

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός» ΠΑΡΑΜΥΘΙ #26 «Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός» (Πόντος) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #26 Ψηφίστε το παραμύθι που σας άρεσε περισσότερο εδώ μέχρι 30/09/2011 Δείτε όλα τα παραμύθια

Διαβάστε περισσότερα

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη υπάρχει ένα σπίτι με άσπρα παράθυρα. Μέσα σε αυτό θα βρούμε ένα χαρούμενο δωμάτιο, γεμάτο γέλια και φωνές, και δυο παιδιά που θέλω να σας γνωρίσω «Τάσι, αυτή η πιτζάμα σού

Διαβάστε περισσότερα

Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα.

Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα. 1. Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα. Καιρό είχες να ρθεις, Κλουζ, μου είπε ο κύριος Κολχάαζε, ανοιγοκλείνοντας το ψαλίδι του επικίνδυνα κοντά στο αριστερό μου αυτί. Εγώ τα αγαπώ τ αυτιά μου. Γι αυτό

Διαβάστε περισσότερα

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό - Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό μου να παίξουμε; Αν θέλει, ναι. Προσπάθησε να μην

Διαβάστε περισσότερα

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης». «Ο Δημήτρης

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ Αλκιβιάδη Θεσσαλονίκη Υεβρουάριος 2015 Παναγιώτα Παπαδημητρίου Αλκιβιάδη Θεσσαλονίκη Υεβρουάριος 2015 [3] Παναγιώτα Παπαδημητρίου Αφιερωμένο στον πατέρα μου Αλκιβιάδη Copyright

Διαβάστε περισσότερα

Αποστολή. Κρυμμένος Θησαυρός. Λίνα Σωτηροπούλου. Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη

Αποστολή. Κρυμμένος Θησαυρός. Λίνα Σωτηροπούλου. Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη διαβάζω ιστορίες Αποστολή Κρυμμένος Θησαυρός Λίνα Σωτηροπούλου Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη 11 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Το δώρο της γιαγιάς Μόλις χτύπησε το ξυπνητήρι, με έπιασε πανικός. Δεν μπορούσα να καταλάβω για ποιον

Διαβάστε περισσότερα

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ'' 1 2 Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ'' 3 Τα λουλούδια χωρίς όνομα, τα έχει ο καθένας από μας, αλλά δεν το ξέρουμε. Δεν μας μαθαίνουν τίποτα και ψάχνουμε μόνοι μας άσκοπα να βρούμε κάτι, για να

Διαβάστε περισσότερα

Η γυναίκα με τα χέρια από φως

Η γυναίκα με τα χέρια από φως ΛIΛH ΛAMΠPEΛΛH Σειρά: Κι αν σου μιλώ με Παραμύθια... Η γυναίκα με τα χέρια από φως Εφτά παραμύθια σχέσης από την προφορική παράδοση Τρεις τρίχες λύκου Ζούσε κάποτε, σ ένα μικρό χωριό, ένας άντρας και μια

Διαβάστε περισσότερα

Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης».

Διαβάστε περισσότερα

Εικόνες: Eύα Καραντινού

Εικόνες: Eύα Καραντινού Εικόνες: Eύα Καραντινού H Kοκκινοσκουφίτσα Mια φορά κι έναν καιρό, έμεναν σ ένα χωριουδάκι μια γυναίκα με το κοριτσάκι της, που φορούσε μια κόκκινη σκουφίτσα. Γι αυτό ο κόσμος την φώναζε Κοκκινοσκουφίτσα.

Διαβάστε περισσότερα

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ» «Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ» ΚΕΦΆΛΑΙΟ 1 ΘΑ ΣΟΥ ΠΩ τι πιστεύω για την εξαφάνιση, αλλά δώσε μου λίγο χρόνο. Όχι,

Διαβάστε περισσότερα

ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ 12. Οιδίποδας Επτά επί Θήβας

ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ 12. Οιδίποδας Επτά επί Θήβας Ένα μωρό που το πέταξαν, γιατί κάποιος χρησμός έλεγε ότι μεγαλώνοντας θα σκοτώσει τον πατέρα του, έγινε μετά από χρόνια ο βασιλιάς της Θήβας, Οιδίποδας. Χωρίς να φταίει, έφερε καταστροφή, και το χειρότερο,

Διαβάστε περισσότερα

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 4 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 4 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ το Δημοτικό η δασκάλα λέει στους μαθητές της: -Παιδιά, ελάτε να κάνουμε ένα τεστ εξυπνάδας! Ριχάρδο, πες μου ποιο είναι αυτό το ζωάκι: Περπατά στα κεραμίδια, έχει μουστάκι, κάνει νιάου και αλλά έχει και

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14 «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14 Ψηφίστε το παραμύθι που σας άρεσε περισσότερο εδώ μέχρι 30/09/2011 Δείτε όλα

Διαβάστε περισσότερα

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37 Περιεχόμενα Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό............. 11 Αν έχεις τύχη..................................... 21 Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς............... 37 7199_alogaki_pasxalitsa_arkouda:7199_alogaki_pasxalitsa_arkouda

Διαβάστε περισσότερα

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο Ο Ηλίας ανεβαίνει Ψηλά Ψηλότερα Κάθε Μάρτιο, σε μια Χώρα Κοντινή, γινόταν μια Γιορτή! Η Γιορτή των Χαρταετών. Για πρώτη φορά,

Διαβάστε περισσότερα

Η πριγκίπισσα με τη χαρτοσακούλα

Η πριγκίπισσα με τη χαρτοσακούλα Η πριγκίπισσα με τη χαρτοσακούλα Ρόμπερτ Μανσκ Μετάφραση: Κωνσταντίνος Παπαγεωργίου Κάποτε υπήρχε μια όμορφη πριγκίπισσα που ονομαζόταν Ελισάβετ Ζούσε σε ένα κάστρο και είχε ακριβά ρούχα πριγκίπισσας Επρόκειτο

Διαβάστε περισσότερα

Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή

Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή Τζήκου Βασιλική Το δίλημμα της Λένιας 1 Παραμύθι πού έχω κάνει στο πρόγραμμα Αγωγής Υγείας που είχε τίτλο: «Γνωρίζω το σώμα μου, το αγαπώ και το φροντίζω» με την βοήθεια

Διαβάστε περισσότερα

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love) http://hallofpeople.com/gr.php?user=κοέν%20λέοναρντ ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ Στίχοι τραγουδιών του Από το http://lyricstranslate.com/el/leonard-cohen-lyrics.html (Ain t no cure for love) Σε αγαπούσα για πολύ, πολύ

Διαβάστε περισσότερα

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης Το ημερολόγιο της Πηνελόπης Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης Το ημερολόγιο: «ημέρα της αποχώρησης Αγαπημένο μου

Διαβάστε περισσότερα

Η πορεία προς την Ανάσταση...

Η πορεία προς την Ανάσταση... Η νύχτα της Ανάστασης Τα μεσάνυχτα του Μεγάλου Σαββάτου χτυπούν χαρούμενα οι καμπάνες. Οι χριστιανοί φορούν τα γιορτινά τους και πηγαίνουν στην εκκλησία για να γιορτάσουν την Ανάσταση του Χριστού. Στα

Διαβάστε περισσότερα

ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους

ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. Γεννήθηκα πολύ μακριά. Δεν γνωρίζω ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους θυμάμαι. Το μόνο που μου έρχεται στο μυαλό σαν ανάμνηση

Διαβάστε περισσότερα

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή Αγγελική Δαρλάση Το παλιόπαιδο Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή σε όλους αυτούς που οραματίστηκαν έναν καλύτερο κόσμο και προσπαθούν για να γίνει, έστω και λίγο, καλύτερος 6 «Φτώχεια δεν είναι μόνο η έλλειψη

Διαβάστε περισσότερα

Τα παραμύθια της τάξης μας!

Τα παραμύθια της τάξης μας! Τα παραμύθια της τάξης μας! ΟΙ λέξεις κλειδιά: Καρδιά, γοργόνα, ομορφιά, πυξίδα, χώρα, πεταλούδα, ανηφόρα, θάλασσα, φάλαινα Μας βοήθησαν να φτιάξουμε αυτά τα παραμύθια! «Χρυσαφένια χώρα» Μια φορά κι έναν

Διαβάστε περισσότερα

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου Τέσσερα ΜΠΡΟΜΠΝΤΙΝΓΚΝΑΓΚ Έπειτα από το ταξίδι του στη μικροσκοπική χώρα των Λιλλιπούτειων, ο Γκιούλλιβερ έμεινε στο σπίτι με τη γυναίκα του και τα παιδιά του αλλά πριν περάσουν

Διαβάστε περισσότερα

Το παραμύθι της αγάπης

Το παραμύθι της αγάπης Το παραμύθι της αγάπης Μια φορά και ένα καιρό, μια βασίλισσα έφερε στον κόσμο ένα παιδί τόσο άσχημο που σχεδόν δεν έμοιαζε για άνθρωποs. Μια μάγισσα που βρέθηκε σιμά στη βασίλισσα την παρηγόρησε με τούτα

Διαβάστε περισσότερα

ΠΟΛΕΜΟΣ ΦΩΤΙΤΣΑΣ - ΣΤΑΓΟΝΙΤΣΑΣ

ΠΟΛΕΜΟΣ ΦΩΤΙΤΣΑΣ - ΣΤΑΓΟΝΙΤΣΑΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΦΩΤΙΤΣΑΣ - ΣΤΑΓΟΝΙΤΣΑΣ Copyright Συνοδινού Ράνια Follow me on Twitter: @RaniaSin Smashwords Edition ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική ή κατά παράφραση ή διασκευή

Διαβάστε περισσότερα

Αυτό το βιβλίo είναι μέρος μιας δραστηριότητας του Προγράμματος Comenius

Αυτό το βιβλίo είναι μέρος μιας δραστηριότητας του Προγράμματος Comenius Μάρτιος 2011 Αυτό το βιβλίo είναι μέρος μιας δραστηριότητας του Προγράμματος Comenius Ο ΘΡΥΛΟΣ ΤΟΥ ΜΑΣΤΡΟ-ΜΑΝΩΛΗ Πολύ παλιά, αιώνες πριν, ο Negru Voda, ο κυβερνήτης της Ρουμανίας, ήθελε να χτίσει ένα μοναστήρι

Διαβάστε περισσότερα

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ: ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ: 2007-2008 Τάξη: Γ 3 Όνομα: Η μύτη μου είναι μεγάλη. Όχι μόνο μεγάλη, είναι και στραβή. Τα παιδιά στο νηπιαγωγείο με λένε Μυτόγκα. Μα η δασκάλα τα μαλώνει: Δεν

Διαβάστε περισσότερα

ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ

ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε ένα κόκκινο μπαλόνι σε έναν παιδότοπο. Ήταν μόνο του και παρόλο που τα παιδάκια έπαιζαν μαζί του, δεν είχε κανέναν φίλο που να είναι σαν κι αυτό. Όλη

Διαβάστε περισσότερα

Δύο ιστορίες που ρωτάνε

Δύο ιστορίες που ρωτάνε ...... Δύο ιστορίες που ρωτάνε Διορθώσεις: Νέστορας Χούνος Σελιδοποίηση - Μακέτα εξωφύλλου: Ευθύµης Δηµουλάς 1991 MANOΣ KONTOΛEΩN & EKΔOΣEIΣ «AΓKYPA» Δ.A. ΠAΠAΔHMHTPIOY A.B.E.E. Η παρούσα 18η έκδοση, Φεβρουάριος

Διαβάστε περισσότερα

ΔΕΝ ΜιΛΗΣΑ ΠΟΤΕ, ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ, ΓιΑ ΕΚΕιΝΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑιΡι ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΣΟΥ. ΗΜΑΣΤΑΝ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΟι ΚΟΝΤΑ 16 ΧΡΟΝιΑ.

ΔΕΝ ΜιΛΗΣΑ ΠΟΤΕ, ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ, ΓιΑ ΕΚΕιΝΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑιΡι ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΣΟΥ. ΗΜΑΣΤΑΝ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΟι ΚΟΝΤΑ 16 ΧΡΟΝιΑ. ΣΤΡΑΓΓιΣΜΑ ΔΕΝ ΜιΛΗΣΑ ΠΟΤΕ, ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ, ΓιΑ ΕΚΕιΝΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑιΡι ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΣΟΥ. ΗΜΑΣΤΑΝ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΟι ΚΟΝΤΑ 16 ΧΡΟΝιΑ. ΕΝΑ ΒΡΑΔΥ, ΠΟΥ ΕΣΥ Κι Η ΑΔΕΛΦΗ ΣΟΥ ΛΕιΠΑΤΕ, ΤΗΣ ΤΑ 'ΠΑ ΟΛΑ. ΜΕ ΑΚΟΥΓΕ ΣΟΒΑΡΗ.

Διαβάστε περισσότερα

ταν ήμουνα μικρή, σαν κι εσάς και πιο μικρή, ο παππούς μου μου έλεγε παραμύθια για νεράιδες και μάγισσες, στοιχειωμένους πύργους, δράκους και ξωτικά. Εγώ φοβόμουν πολύ και τότε εκείνος μου έσφιγγε το χέρι

Διαβάστε περισσότερα

ΧΑΡΤΙΝΗ ΑΓΚΑΛΙΑ ΟΜΑΔΑ Β. Ερώτηση 1 α

ΧΑΡΤΙΝΗ ΑΓΚΑΛΙΑ ΟΜΑΔΑ Β. Ερώτηση 1 α ΧΑΡΤΙΝΗ ΑΓΚΑΛΙΑ ΟΜΑΔΑ Β Ερώτηση 1 α Το βιβλίο με τίτλο «Χάρτινη Αγκαλιά», της Ιφιγένειας Μαστρογιάννη, περιγράφει την ιστορία ενός κοριτσιού, της Θάλειας, η οποία αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας. Φεύγει

Διαβάστε περισσότερα

ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ. ΑΡΗΣ (Συναντώνται μπροστά στη σκηνή ο Άρης με τον Χρηστάκη.) Γεια σου Χρηστάκη, τι κάνεις;

ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ. ΑΡΗΣ (Συναντώνται μπροστά στη σκηνή ο Άρης με τον Χρηστάκη.) Γεια σου Χρηστάκη, τι κάνεις; ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ ΑΡΗΣ (Συναντώνται μπροστά στη σκηνή ο Άρης με τον Χρηστάκη.) Γεια σου Χρηστάκη, τι κάνεις; ΧΡΗΣΤΑΚΗΣ Μια χαρά είμαι. Εσύ; ΑΡΗΣ Κι εγώ πολύ καλά. Πάρα πολύ καλά! ΧΡΗΣΤΑΚΗΣ Σε βλέπω

Διαβάστε περισσότερα

Το ημερολόγιό μου Πηνελόπη

Το ημερολόγιό μου Πηνελόπη Το ημερολόγιό μου Πηνελόπη Οι πρώτες μου σκέψεις Ο Οδυσσέας έφυγε και τώρα είμαι μόνη μου. Πρέπει να τα έχω όλα υπό έλεγχο Όμως, με τους μνηστήρες στα πόδια μου δε μπορώ άλλο!!! Πρέπει κάτι να κάνω γιατί

Διαβάστε περισσότερα

ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΗΝΥΧΤΕΣ. Η Τρίτη μάγισσα. Τα δύο αδέρφια και το φεγγάρι

ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΗΝΥΧΤΕΣ. Η Τρίτη μάγισσα. Τα δύο αδέρφια και το φεγγάρι ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΗΝΥΧΤΕΣ Α 1 2017-2018 6 ο Δημοτικό Σχολείο Ευόσμου Περιλήψεις βιβλίων που έχουν διαβάσει τα παιδιά από τη σειρά «μικρές καληνύχτες». Η Τρίτη μάγισσα Τα δύο αδέρφια και το φεγγάρι Μου έκανε εντύπωση

Διαβάστε περισσότερα

Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό:

Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό: Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό: - "Η πρώτη απάντηση είναι 1821, η δεύτερη Θεόδωρος Κολοκοτρώνης και η τρίτη δεν ξέρουμε ερευνάται

Διαβάστε περισσότερα

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ Μη µου µιλάς γι' αυτά που ξεχνάω Μη µε ρωτάς για καλά κρυµµένα µυστικά Και µε κοιτάς... και σε κοιτώ... Κι είναι η στιγµή που δεν µπορεί να βγεί απ' το µυαλό Φυσάει... Κι είναι

Διαβάστε περισσότερα

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ!

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ! ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ! Δ ΤΑΞΗ 3 Ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΑΙΣΩΝΙΑΣ ΣΕΣΚΛΟΥ Όλοι χρειαζόμαστε τη βοήθεια όλων Μια φορά κι έναν καιρό, μια

Διαβάστε περισσότερα

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 2 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 2 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ Βάζει η δασκάλα εργασία για το σπίτι, να ρωτήσουν πως γεννιούνται τα παιδιά. - Μαμά, μαμά, λέει ο Σοτός μόλις πήγε σπίτι, η δασκάλα μας είπε να σας ρωτήσουμε πως γεννιούνται τα παιδιά. - Δεν μπορώ τώρα,

Διαβάστε περισσότερα

- Γιατρέ, πριν την εγχείρηση δεν είχατε μούσι... - Δεν είμαι γιατρός. Ο Αγιος Πέτρος είμαι...

- Γιατρέ, πριν την εγχείρηση δεν είχατε μούσι... - Δεν είμαι γιατρός. Ο Αγιος Πέτρος είμαι... - Γιατρέ, πριν την εγχείρηση δεν είχατε μούσι... - Δεν είμαι γιατρός. Ο Αγιος Πέτρος είμαι... - Γιατρέ, βλέπω μπλε και πράσινους κόκκους.. - Οφθαλμίατρο έχετε δει; - Οχι! Μόνο μπλε και πράσινους κόκκους...

Διαβάστε περισσότερα

ΖΑΚ ΠΡΕΒΕΡ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ

ΖΑΚ ΠΡΕΒΕΡ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ ΖΑΚ ΠΡΕΒΕΡ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ Πήγα στην αγορά με τα πουλιά Κι αγόρασα πουλιά Για σένα αγάπη μου Πήγα στην αγορά με τα λουλούδια Κι αγόρασα λουλούδια Για σένα αγάπη μου Πήγα στην αγορά με τα σιδερικά

Διαβάστε περισσότερα

Κάτι μου λέει πως αυτή η ιστορία δε θα έχει καλό

Κάτι μου λέει πως αυτή η ιστορία δε θα έχει καλό ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΕΡΧΕΤΑΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ! Κάτι μου λέει πως αυτή η ιστορία δε θα έχει καλό τέλος. Κρέμομαι στο χείλος ενός γκρεμού από τις άκρες των σπασμένων μου νυχιών. Το μόνο πράγμα που βρίσκεται ανάμεσα σ εμένα

Διαβάστε περισσότερα

Μαριέττα Κόντου ΦΤΟΥ ΞΕΛΥΠΗ. Εικόνες: Στάθης Πετρόπουλος

Μαριέττα Κόντου ΦΤΟΥ ΞΕΛΥΠΗ. Εικόνες: Στάθης Πετρόπουλος Ιστορίες που ζεις δυνατά Μαριέττα Κόντου ΦΤΟΥ ΞΕΛΥΠΗ Εικόνες: Στάθης Πετρόπουλος Στο τώρα Έχω δώσει τόσες υποσχέσεις που νομίζω ότι έχω χάσει το μέτρημα. Δεν είναι που λέω ψέματα όταν δεν τις τηρώ, είναι

Διαβάστε περισσότερα

Μια μέρα καθώς πήγαινα στο σπίτι είδα έναν κλέφτη να μπαίνει από το παράθυρο και να είναι έτοιμος να αρπάξει τα πάντα...

Μια μέρα καθώς πήγαινα στο σπίτι είδα έναν κλέφτη να μπαίνει από το παράθυρο και να είναι έτοιμος να αρπάξει τα πάντα... Μια μέρα καθώς πήγαινα στο σπίτι είδα έναν κλέφτη να μπαίνει από το παράθυρο και να είναι έτοιμος να αρπάξει τα πάντα... Αμέσως έβγαλα το κινητό από τη θήκη και έστειλα μήνυμα στο κινητό της μαμάς πού

Διαβάστε περισσότερα

Γράφει η Ευρυδίκη Αμανατίδου

Γράφει η Ευρυδίκη Αμανατίδου Γράφει η Ευρυδίκη Αμανατίδου Χρόνια ήρθαν, χρόνια πάνε, και στη ζούγκλα κάποτε, ζούσε ένα μικρό λιοντάρι, ο Λεωνίδας που όμως είχε μια μεγάλη οικογένεια. Ο μπαμπάς, η μαμά, οι θείοι και οι θείες, οι παππούδες

Διαβάστε περισσότερα

ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ

ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ Παιδικό δωμάτιο Κάπου στην Αθήνα ΑΓΟΡΙ Ένα αγόρι ξανθό, με μάτια που αστράφτουν, στεκόταν όρθιο μπροστά στη βιβλιοθήκη του. Το αγόρι σήκωσε το βλέμμα του ψηλά. Ήξερε τι έψαχνε.

Διαβάστε περισσότερα

Γεωργαλή Μελίνα του Νικολάου, 11 ετών

Γεωργαλή Μελίνα του Νικολάου, 11 ετών Γεωργαλή Μελίνα του Νικολάου, 11 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης».

Διαβάστε περισσότερα

Εντυπώσεις μαθητών σεμιναρίου Σώμα - Συναίσθημα - Νούς

Εντυπώσεις μαθητών σεμιναρίου Σώμα - Συναίσθημα - Νούς Εντυπώσεις μαθητών σεμιναρίου Σώμα - Συναίσθημα - Νούς A...Τα αισθήματα και η ενεργεία που δημιουργήθηκαν μέσα μου ήταν μοναδικά. Μέσα στο γαλάζιο αυτό αυγό, ένιωσα άτρωτος, γεμάτος χαρά και αυτοπεποίθηση.

Διαβάστε περισσότερα

Η χριστουγεννιάτικη περιπέτεια του Ηλία

Η χριστουγεννιάτικη περιπέτεια του Ηλία Βασίλης Τερζόπουλος Ο Ηλίας ζει παρέα με τον σκύλο του τον Ρούντολφ και δουλεύει στο ταχυδρομείο της πόλης του. Όταν μεγάλωσε, όμως, πήρε μια σημαντική απόφαση και κάθε παραμονή Πρωτοχρονιάς βρίσκεται

Διαβάστε περισσότερα

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν.

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν. Αποστόλη Λαμπρινή (brines39@ymail.com) ΔΥΝΑΜΗ ΨΥΧΗΣ Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν. Θα σε χτυπάνε, θα σε πονάνε,

Διαβάστε περισσότερα

Την επομένη ήρθε προς το μέρος μου και μου είπε καλημέρα.

Την επομένη ήρθε προς το μέρος μου και μου είπε καλημέρα. Τ ην πρώτη μέρα, την είδα να χαμογελάει. Ήθελα αμέσως να τη γνωρίσω. Ήμουν σίγουρη ότι δεν θα τη γνώριζα. Δεν ήμουν ικανή να την πλησιάσω. Πάντα περίμενα τους άλλους να το κάνουν και ποτέ δεν ερχόταν κανείς.

Διαβάστε περισσότερα

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης».

Διαβάστε περισσότερα

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος 14 Φτάνοντας λοιπόν ο Νικήτας σε μια από τις γειτονικές χώρες, εντυπωσιάστηκε από τον πλούτο και την ομορφιά της. Πολλά ποτάμια τη διέσχιζαν και πυκνά δάση κάλυπταν τα βουνά της, ενώ τα χωράφια ήταν εύφορα

Διαβάστε περισσότερα

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου Δύο Σε μια σπουδαία αρχαία πόλη που την έλεγαν Ουρούκ, ζούσε ένας νεαρός βασιλιάς, ο Γκιλγκαμές. Πατέρας του Γκιλγκαμές ήταν ο βασιλιάς Λουγκαλμπάντα και μητέρα του η

Διαβάστε περισσότερα

ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ

ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ * Αυτά τα τελευταία μην τα δένουμε και κόμπο όμως. Δυστυχώς... ΥΠΟΘΕΣΗ: ΚΛΕΜΜΕΝΑ ΒΡΑΒΕΙΑ (ΚΑΙ ΚΛΕΜΜΕΝΑ ΦΙΛΙΑ)* Εικόνες: Λέλα Στρούτση ΑΘΗΝΑ Τετάρτη, 7.00 το πρωί Το φως ήταν λιγοστό.

Διαβάστε περισσότερα

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους,

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους, Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους, μια γριά γυναίκα. Τ όνομά της ήταν Μαραλά. Κανένας δεν

Διαβάστε περισσότερα

6. '' Καταλαβαίνεις οτι κάτι έχει αξία, όταν το έχεις στερηθεί και το αναζητάς. ''

6. '' Καταλαβαίνεις οτι κάτι έχει αξία, όταν το έχεις στερηθεί και το αναζητάς. '' 1. '' Τίποτα δεν είναι δεδομένο. '' 2. '' Η μουσική είναι η τροφή της ψυχής. '' 3. '' Να κάνεις οτι έχει νόημα για σένα, χωρίς όμως να παραβιάζεις την ελευθερία του άλλου. '' 4. '' Την πραγματική μόρφωση

Διαβάστε περισσότερα

ο ροταϊός και ο βασιλιάς της Κάρμεν Ρουγγέρη εικονογράφηση Λαυρέντης Χωραΐτης

ο ροταϊός και ο βασιλιάς της Κάρμεν Ρουγγέρη εικονογράφηση Λαυρέντης Χωραΐτης ο ροταϊός και ο βασιλιάς της Κάρμεν Ρουγγέρη εικονογράφηση Λαυρέντης Χωραΐτης Υπάρχει από τα πολύ παλιά χρόνια πάνω στη Γη, ένα βασίλειο που δεν είναι σημειωμένο σε κανένα χάρτη. Οι κάτοικοί του δεν είναι

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16. «Η κόρη η μονάχη» (Καστοριά - Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16. «Η κόρη η μονάχη» (Καστοριά - Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16 «Η κόρη η μονάχη» (Καστοριά - Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16 Ψηφίστε το παραμύθι που σας άρεσε περισσότερο εδώ μέχρι 30/09/2011 Δείτε όλα τα παραμύθια

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις. Α ομάδα ΕΡΓΑΣΙΕΣ 1. Η συγγραφέας του βιβλίου μοιράζεται μαζί μας πτυχές της ζωής κάποιων παιδιών, άλλοτε ευχάριστες και άλλοτε δυσάρεστες. α) Ποια πιστεύεις ότι είναι τα μηνύματα που θέλει να περάσει μέσα

Διαβάστε περισσότερα

Κωνσταντινίδου Αγγελίνα του Χρήστου, 8 ετών

Κωνσταντινίδου Αγγελίνα του Χρήστου, 8 ετών Κωνσταντινίδου Αγγελίνα του Χρήστου, 8 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης».

Διαβάστε περισσότερα

Φωνή: Θανούλη! Φανούλη! Μαριάννα! Φανούλης: Μας φωνάζει η μαμά! Ερχόμαστε!

Φωνή: Θανούλη! Φανούλη! Μαριάννα! Φανούλης: Μας φωνάζει η μαμά! Ερχόμαστε! 20 Χειμώνας σε μια πλατεία. Χιονίζει σιωπηλά. Την ησυχία του τοπίου διαταράσσουν φωνές και γέλια παιδιών. Μπαίνουν στη σκηνή τρία παιδιά: τα δίδυμα, ο Θανούλης και ο Φανούλης, και η αδελφή τους η Μαριάννα.

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΓΙΟΡΝΑΝΙ ΜΕ ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΓΑΡΟΥΦΑΛΛΑ

ΤΟ ΓΙΟΡΝΑΝΙ ΜΕ ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΓΑΡΟΥΦΑΛΛΑ ΤΟ ΓΙΟΡΝΑΝΙ ΜΕ ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΓΑΡΟΥΦΑΛΛΑ Θεατρικό από τον Πάνο Σακέλη ΠΑΝΟΣ ΣΑΚΕΛΗΣ / ΤΟ ΓΙΟΡΝΤΑΝΙ ΜΕ ΤΣΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΓΑΡΟΥΦΑΛΛΑ / 1 ΤΟ ΓΙΟΡΝΤΑΝΙ ΜΕ ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΓΑΡΟΥΦΑΛΑ Πρόσωπα: ΜΕΣΗΛΙΚΑΣ ΑΝΤΡΑΣ ΓΥΝΑΙΚΑ ΓΕΡΟΣ

Διαβάστε περισσότερα

Λήστευαν το δημόσιο χρήμα - Το B' Μέρος με τους αποκαλυπτικούς διαλόγους Άκη - Σμπώκου

Λήστευαν το δημόσιο χρήμα - Το B' Μέρος με τους αποκαλυπτικούς διαλόγους Άκη - Σμπώκου Λήστευαν το δημόσιο χρήμα - Το B' Μέρος με τους αποκαλυπτικούς διαλόγους Άκη - Σμπώκου - από τον Φουάτ σε τρεις εταιρίες χρήματα... μπλου μπρουμέλ, άλλη μια P.A κάπως έτσι και άλλη μία που μου είχες πει

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ. Εργασία για το σπίτι. Απαντούν μαθητές του Α1 Γυμνασίου Προσοτσάνης

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ. Εργασία για το σπίτι. Απαντούν μαθητές του Α1 Γυμνασίου Προσοτσάνης ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ Εργασία για το σπίτι Απαντούν μαθητές του Α1 Γυμνασίου Προσοτσάνης 1 ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ Απαντά η Μαρίνα Βαμβακίδου Ερώτηση 1. Μπορείς να φανταστείς τη ζωή μας χωρίς

Διαβάστε περισσότερα

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt - Ι - Αυτός είναι ένας ανάπηρος πριν όμως ήταν άνθρωπος. Κάθε παιδί, σαν ένας άνθρωπος. έρχεται, καθώς κάθε παιδί γεννιέται. Πήρε φροντίδα απ τη μητέρα του, ανάμεσα σε ήχους

Διαβάστε περισσότερα

Σταυροπούλου Φωτεινή του Θεοδώρου, 12 ετών

Σταυροπούλου Φωτεινή του Θεοδώρου, 12 ετών Σταυροπούλου Φωτεινή του Θεοδώρου, 12 ετών Γίνεται Πάσχα χωρίς κόκκινα αυγά; Του Βαγγέλη Ηλιόπουλου Όταν έμαθα ότι για πρώτη φορά ο παππούς και η γιαγιά δεν θα έρχονταν να κάνουν Πάσχα μαζί μας, αλλά θα

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 5. Κωνσταντινούπολη, 29 Μαίου 1453, Τρίτη μαύρη και καταραμένη

Κεφάλαιο 5. Κωνσταντινούπολη, 29 Μαίου 1453, Τρίτη μαύρη και καταραμένη Κεφάλαιο 5 Κωνσταντινούπολη, 29 Μαίου 1453, Τρίτη μαύρη και καταραμένη Έφτασε μια μισάνοιχτη πόρτα, ένα μικρό κενό στο χώρο και το χρόνο, σαν ένα ασήμαντο λάθος της Ιστορίας για να πέσει η Πόλη. Εκείνο

Διαβάστε περισσότερα

Κοσωφίδης Γεώργιος-Ιωάννης, 11 ετών

Κοσωφίδης Γεώργιος-Ιωάννης, 11 ετών Κοσωφίδης Γεώργιος-Ιωάννης, 11 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης».

Διαβάστε περισσότερα

Όροι και συντελεστές της παράστασης Ι: Αυτοσχεδιασμός και επινόηση κειμένου.

Όροι και συντελεστές της παράστασης Ι: Αυτοσχεδιασμός και επινόηση κειμένου. Όροι και συντελεστές της παράστασης Ι: Αυτοσχεδιασμός και επινόηση κειμένου. Ενότητα 1: Το σπασμένο μπισκότο. Γιάννα Ροϊλού. Τμήμα: Θεατρικών Σπουδών. Σελίδα 1 1 Σκοποί ενότητας..3 2 Περιεχόμενα ενότητας

Διαβάστε περισσότερα

μέρα, σύντομα δε θα μπορούσε πια να σωθεί από βέβαιο αφανισμό, αποφάσισε να ζητήσει τη βοήθεια του Ωκεανού.

μέρα, σύντομα δε θα μπορούσε πια να σωθεί από βέβαιο αφανισμό, αποφάσισε να ζητήσει τη βοήθεια του Ωκεανού. Το βιβλίο του Βαγγέλη Ηλιόπουλου "Η Μεσόγειος είμαι εγώ και δεν είμαι πια εδώ" επιλέχθηκε για να αποτελέσει τη βάση για το θεατρικό δρώμενο, που θα αποτελέσει την παρουσίαση της Ερευνητικής Εργασίας :

Διαβάστε περισσότερα

Βρισκόμαστε σε ένα μικρό νησί, που βρίσκεται εκεί που ο κόσμος, όχι όλος, πίστευε και θα πιστεύει ότι παλιά υπήρχε η Ατλαντίδα, δηλαδή για να σας

Βρισκόμαστε σε ένα μικρό νησί, που βρίσκεται εκεί που ο κόσμος, όχι όλος, πίστευε και θα πιστεύει ότι παλιά υπήρχε η Ατλαντίδα, δηλαδή για να σας Βρισκόμαστε σε ένα μικρό νησί, που βρίσκεται εκεί που ο κόσμος, όχι όλος, πίστευε και θα πιστεύει ότι παλιά υπήρχε η Ατλαντίδα, δηλαδή για να σας βοηθήσουμε να καταλάβετε το νησάκι αυτό βρίσκεται ανάμεσα

Διαβάστε περισσότερα

Αδαμοπούλου Μαρία του Δημητρίου, 9 ετών

Αδαμοπούλου Μαρία του Δημητρίου, 9 ετών Αδαμοπούλου Μαρία του Δημητρίου, 9 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης».

Διαβάστε περισσότερα

Αυήγηση της Οσρανίας Καλύβα στην Ειρήνη Κατσαρού

Αυήγηση της Οσρανίας Καλύβα στην Ειρήνη Κατσαρού Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας χωριάτης κι ήτανε φτωχός. Είχε ένα γάιδαρο και λίγα τάλαρα. Εσκέφτηκε τότε να βάλει τα τάλαρα στην ουρά του γαϊδάρου και να πάει να τον πουλήσει στο παζάρι στην πόλη. Έτσι

Διαβάστε περισσότερα

21 ΜΑΡΤΙΟΥ 2016 ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΚΑΤΆ ΤΟΥ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΦΥΛΕΤΙΚΩΝ ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΝ

21 ΜΑΡΤΙΟΥ 2016 ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΚΑΤΆ ΤΟΥ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΦΥΛΕΤΙΚΩΝ ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΝ 21 ΜΑΡΤΙΟΥ 2016 ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΚΑΤΆ ΤΟΥ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΦΥΛΕΤΙΚΩΝ ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΝ 1 ο Νηπιαγωγείο Κυπαρισσίας Διαβάσαμε το παραμύθι: «ΧΑΡΟΥΜΕΝΟ ΛΙΒΑΔΙ» Ερώτηση: ΠΟΙΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΔΕΧΟΝΤΑΙ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ; - Αυτοί

Διαβάστε περισσότερα

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η μουσική..............................................11 ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΕΓΧΟΡΔΟ Η αρχοντοπούλα κι ο ταξιδευτής........................15 ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΚΡΟΥΣΤΟ

Διαβάστε περισσότερα

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους. ΕΙΝΑΙ ΑΤΥΧΙΑ ΝΑ ΤΑΞΙΔΕΥΕΙΣ ΜΕ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ. Νούρου Εγώ Κουάμι ο αδερφός μου Ράζακ ένας φίλος που συναντήσαμε στον δρόμο Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ ΕΓΓΟΝΟΣ: Παππού, γιατί προτιμάς να βάζεις κανέλα και όχι κύμινο στα σουτζουκάκια; ΠΑΠΠΟΥΣ: Το κύμινο είναι κομματάκι δυνατό. Κάνει τους ανθρώπους να κλείνονται

Διαβάστε περισσότερα

17.Β. ΜΙΚΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΟ 4 - ΧΑΤΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΑΡΙΑ

17.Β. ΜΙΚΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΟ 4 - ΧΑΤΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΑΡΙΑ Ήταν ο Σοτός στην τάξη και η δασκάλα σηκώνει την Αννούλα στον χάρτη και τη ρωτάει: Αννούλα, βρες μου την Αμερική. Σην βρίσκει η Αννούλα και ρωτάει μετά τον Σοτό η δασκάλα: -Σοτέ, ποιος ανακάλυψε την Αμερική;

Διαβάστε περισσότερα

ΟΝΟΜΑ: 7 ο ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑ

ΟΝΟΜΑ: 7 ο ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑ 12 o Δημ. Σχ. Αθηνών Τάξη Δ 7/4/2014 ΟΝΟΜΑ: 7 ο ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑ Α. ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑ Β. ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ 1. 2. Συμπληρώνω τα κενά με Παρακείμενο ή Υπερσυντέλικο: Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι... (αναπτύσσω)

Διαβάστε περισσότερα

Ο γιος του ψαρά. κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη, δώστου κλότσο να γυρίσει παραμύθι ν' αρχινήσει...

Ο γιος του ψαρά. κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη, δώστου κλότσο να γυρίσει παραμύθι ν' αρχινήσει... Ο γιος του ψαρά κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη, δώστου κλότσο να γυρίσει παραμύθι ν' αρχινήσει... ια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας ψαράς που δεν είχε παιδιά. Κάποια μέρα, εκεί που πήγαινε με

Διαβάστε περισσότερα

2 ο ΒΡΑΒΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΛΕΝΗ ΚΟΤΣΙΡΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΖΑΝΝΕΙΟΥ ΣΧΟΛΗΣ ΠΕΙΡΑΙΑ Β ΤΑΞΗ ΤΙΤΛΟΣ: «ΕΠΙΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ-ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΕΙΣ ΜΑΙΡΗ»

2 ο ΒΡΑΒΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΛΕΝΗ ΚΟΤΣΙΡΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΖΑΝΝΕΙΟΥ ΣΧΟΛΗΣ ΠΕΙΡΑΙΑ Β ΤΑΞΗ ΤΙΤΛΟΣ: «ΕΠΙΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ-ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΕΙΣ ΜΑΙΡΗ» 2 ο ΒΡΑΒΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΛΕΝΗ ΚΟΤΣΙΡΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΖΑΝΝΕΙΟΥ ΣΧΟΛΗΣ ΠΕΙΡΑΙΑ Β ΤΑΞΗ ΤΙΤΛΟΣ: «ΕΠΙΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ-ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΕΙΣ ΜΑΙΡΗ» Δεν είχε καλά χαράξει και η κυρία Μαίρη άνοιξε το μαγαζί. Πέταξε τα

Διαβάστε περισσότερα

Φερφελή Ιωάννα του Ευαγγέλου, 9 ετών

Φερφελή Ιωάννα του Ευαγγέλου, 9 ετών Φερφελή Ιωάννα του Ευαγγέλου, 9 ετών Γίνεται Πάσχα χωρίς κόκκινα αυγά; Του Βαγγέλη Ηλιόπουλου Όταν έμαθα ότι για πρώτη φορά ο παππούς και η γιαγιά δεν θα έρχονταν να κάνουν Πάσχα μαζί μας, αλλά θα έμεναν

Διαβάστε περισσότερα

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε.

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε. ιστορίες της 17 ιστορίες της Πρωτοχρονιάς Παραμύθια: Βαλερί Κλες, Έμιλι-Ζιλί Σαρμπονιέ, Λόρα Μιγιό, Ροζέ-Πιερ Μπρεμό, Μονίκ Σκουαρσιαφικό, Καλουάν, Ιμπέρ Μασουρέλ, Ζαν Ταμπονί-Μισεράτσι, Πολ Νέισκενς,

Διαβάστε περισσότερα

Σκηνή 1η Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι

Σκηνή 1η Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Σκηνή 1 η Μουσική... ανοίγει η αυλαία σιγά σιγά... projector τοπίο με τις τέσσερις εποχές του χρόνου... στη σκηνή τέσσερις καρεκλίτσες, η καθεμία ζωγραφισμένη με την αντίστοιχη εποχή... Μπαίνει η πολύ

Διαβάστε περισσότερα

Τριγωνοψαρούλη, μην εμπιστεύεσαι ΠΟΤΕ... αχινό! Εκπαιδευτικός σχεδιασμός παιχνιδιού: Βαγγέλης Ηλιόπουλος, Βασιλική Νίκα.

Τριγωνοψαρούλη, μην εμπιστεύεσαι ΠΟΤΕ... αχινό! Εκπαιδευτικός σχεδιασμός παιχνιδιού: Βαγγέλης Ηλιόπουλος, Βασιλική Νίκα. Ήρθε ένας νέος μαθητής στην τάξη. Όλοι τον αποκαλούν ο «καινούριος». Συμφωνείς; 1 Δεν είναι σωστό να μη φωνάζουμε κάποιον με το όνομά του. Είναι σαν να μην τον αναγνωρίζουμε. Σωστά. Έχει όνομα και με αυτό

Διαβάστε περισσότερα

Απόψε (ξανα)ονειρεύτηκα

Απόψε (ξανα)ονειρεύτηκα Απόψε (ξανα)ονειρεύτηκα της Εβελίνας Στο τέλος κάθε χρόνου, η παλιά μου γυμνάστρια, οργανώνει μια γιορτή με χορούς, παραδοσιακούς και μοντέρνους. Κάθε χρονιά, το θέμα της γιορτής είναι διαφορετικό. (π.χ.

Διαβάστε περισσότερα

Σκηνή 1 η. Μπαίνει η γραμματέας του φουριόζα και τον διακόπτει. Τι θες Χριστίνα παιδί μου; Δε βλέπεις που ομιλώ στο τηλέφωνο;

Σκηνή 1 η. Μπαίνει η γραμματέας του φουριόζα και τον διακόπτει. Τι θες Χριστίνα παιδί μου; Δε βλέπεις που ομιλώ στο τηλέφωνο; Σκηνή 1 η Βρισκόμαστε στο γραφείο του ψυχίατρου Σωτήριου Σώθηκες! Ο γιατρός μιλά στο τηλέφωνο με έναν πελάτη Τι μου λέτε αγαπητέ μου! `Ώστε έτσι έχουν τα πράγματα λοιπόν! Αν σας καταλαβαίνω; Μα είναι ερώτηση

Διαβάστε περισσότερα