ΧΑΡΟΚΟΠΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "ΧΑΡΟΚΟΠΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ"

Transcript

1 ΧΑΡΟΚΟΠΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ «Η παλαιογεωγραφική εξέλιξη της πεδιάδας των Αθηνών τα τελευταία έτη» "The palaeogeographical evolution of the Athenian basin the last years" Διδακτορική διατριβή Δημήτρης Γ. Βανδαράκης Γεωγράφος Επιβλέπων: Κοσμάς Παυλόπουλος, Αν. Καθηγητής του τμήματος Γεωγραφίας του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου Αθήνα 2013

2 ΧΑΡΟΚΟΠΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ Τριμελής Συμβουλευτική Επιτροπή Επιβλέπων: Κοσμάς Παυλόπουλος, Αν. Καθηγητής Τμήματος Γεωγραφίας Χαροκοπείου Πανεπιστημίου. Μέλη: Κωνσταντίνος Βουβαλίδης, Επ. Καθηγητής του τμήματος Γεωλογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Eric Fouache, Καθηγητής του τμήματος Γεωγραφίας του Πανεπιστημίου της Σορβόννης (Paris 4). Επταμελής εξεταστική επιτροπή Κοσμάς Παυλόπουλος, Αν. Καθηγητής Τμήματος Γεωγραφίας Χαροκοπείου Πανεπιστημίου. Κωνσταντίνος Βουβαλίδης, Επ. Καθηγητής του τμήματος Γεωλογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Eric Fouache, Καθηγητής του τμήματος Γεωγραφίας του Πανεπιστημίου της Σορβόννης (Paris 4). Βασίλειος Καψιμάλης, Ερευνητής Β' του Εθνικού Κέντρου Θαλασσίων Ερευνών. Γεώργιος Αποστολόπουλος, Επ. Καθηγητής του Τμήματος Μηχανικών Μεταλλείων Μεταλλουργών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Ευθύμιος Καρύμπαλης, Επ. Καθηγητής του τμήματος Γεωγραφίας του Τμήματος Γεωγραφίας Χαροκοπείου Πανεπιστημίου. Λεωνίδας Σταματόπουλος Επ. Καθηγητής του τμήματος Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Πατρών. 2

3 Keywords: Palaeogeographical evolution, grain size analysis, Passega Method, Folk and Ward method, stratigraphy, lithostratigraphic units. Η έγκριση της διδακτορικής διατριβής από το Τμήμα Γεωγραφίας του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου, δεν υποδηλώνει την αποδοχή των γνωμών του συγγραφέα (Ν. 5343/1932, Άρθρο 202). 3

4 Αφιερώνω την διδακτορική μου διατριβή στους γονείς μου, Βάσω, Γιώργο και στην Έφη. 4

5 ΠΡΟΛΟΓΟΣ-ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Η παρούσα διδακτορική διατριβή εκπονήθηκε από το 2007 έως το Οι έρευνες και οι μελέτες των δεδομένων καθώς και η ανάλυσή τους έγιναν εξολοκλήρου στα εργαστήρια του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου σε όλους όσους συνέβαλαν με κάθε τρόπο και χωρίς δισταγμό στην αποπεράτωση της έρευνας-εργασίας αυτής, είτε έχουν άμεση σχέση με το αντικείμενο μελέτης, είτε όχι. Κατ' αρχάς, θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά και να εκφράσω τον απόλυτο σεβασμό και την ευγνωμοσύνη μου στον επιβλέποντα της διδακτορικής μου διατριβής, κ. Κοσμά Παυλόπουλο, Αν. Kαθηγητή του Τμήματος Γεωγραφίας του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου, τον οποίο είχα την τύχη και την τιμή να τον έχω καθηγητή καθ όλη την προ πτυχιακή και μεταπτυχιακή πορεία μου μέχρι σήμερα. Ειδικότερα, θα ήθελα να τον ευχαριστήσω για την ανάθεση του συγκεκριμένου ερευνητικού θέματος, καθώς και για την αμέριστη βοήθεια και συμπαράσταση του σε όλες τις φάσεις της περαίωσης της διατριβής αυτής. Οι παρατηρήσεις, οι κατευθύνσεις και οι συμβουλές του αποτέλεσαν πολύτιμη βοήθεια για μένα τόσο σε επιστημονικό όσο και σε ερευνητικό επίπεδο. Η συμβολή του ήταν σημαντική σε όλες τις δυσκολίες που εμφανίστηκαν καθ όλη την διάρκεια του διδακτορικού. Τέλος, θα ήθελα να τον ευχαριστήσω για την δυνατότητα και τα ερεθίσματα που μου έδωσε, δουλεύοντας μαζί του όλα αυτά τα χρόνια, να ασχοληθώ με ένα τόσο ενδιαφέρον και πολυσχιδές αντικείμενο. Εν συνεχεία, θα ήθελα να ευχαριστήσω τον κ. Βουβαλίδη Κωνσταντίνο, Επίκουρο καθηγητή του Τμήματος Γεωλογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, και μέλους της Τριμελούς συμβουλευτικής επιτροπής, για τις εύστοχες παρατηρήσεις και κατευθύνσεις καθ όλη την διάρκεια της διδακτορικής διατριβής, καθώς και για την παροχή επιστημονικών συμβουλών για την ολοκλήρωση της διδακτορικής αυτής διατριβής. Θα ήθελα επίσης να ευχαριστήσω τον καθηγητή του τμήματος Γεωγραφίας του Πανεπιστημίου της Σορβόννης (Paris 4) και μέλος της Τριμελούς συμβουλευτικής επιτροπής, κ. Fouache Eric, ο 5

6 οποίος ήταν και επιβλέποντας καθηγητής μου κατά την διάρκεια του μεταπτυχιακού μου διπλώματος στο Πανεπιστήμιο Paris 12 το και είχα την τύχη και την τιμή συνεργαστώ μαζί του. Η παροχή δεδομένων καθώς και οι εύστοχες και άμεσες παρατηρήσεις και διορθώσεις του καθ όλη την διάρκεια της διδακτορικής αυτής διατριβής στάθηκαν πολύτιμες για μένα. Επιπρόσθετα, θέλω να εκφράσω τις ευχαριστίες μου στον Επ. Καθηγητή του Τμήματος Γεωγραφίας του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου, και μέλους της Επταμελούς εξεταστικής επιτροπής, κ. Καρύμπαλη Ευθύμιο, τον οποίο είχα την τύχη να τον έχω καθηγητή και σε προπτυχιακό επίπεδο, για την αμέριστη βοήθεια σε επίπεδο συμβουλών και διορθώσεων για την ολοκλήρωση της διδακτορικής διατριβής. Ακόμη, θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Επ. Καθηγητή του Τμήματος Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Πατρών και μέλους της Επταμελούς εξεταστικής επιτροπής, κ. Σταματόπουλο Λεωνίδα, για την αμέριστη βοήθεια τόσο σε επιστημονικό επίπεδο όσο και για τις εύστοχες διορθώσεις και κατευθύνσεις καθ όλη την διάρκεια της διδακτορικής διατριβής. Στο σημείο αυτό οφείλω να ευχαριστήσω τον Επ. Καθηγητή της Σχολής Μεταλλειολόγων Μεταλλουργών του ΕΜΠ και μέλους της Επταμελούς εξεταστικής επιτροπής κ. Αποστολόπουλο Γιώργο, για την αμέριστη συμπαράσταση, την παροχή τεχνικών συμβουλών καθώς και την παροχή δεδομένων για την ολοκλήρωση της διδακτορικής μου διατριβής. Επίσης θα ήθελα να τον ευχαριστήσω για τις εύστοχες παρατηρήσεις και διορθώσεις σε όλες τις φάσεις της έρευνας αυτής. Θα ήθελα επίσης να ευχαριστήσω τον κ. Καψιμάλη Βασίλειο, Ερευνητή Β του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων Ερευνών και μέλους της Επταμελούς εξεταστικής επιτροπής, τόσο για την συνεργασία μας σε εκπαιδευτικό επίπεδο όσο και για την αμέριστη βοήθεια κατά την διάρκεια της έρευνας αυτής, σχετικά με την αστείρευτη παροχή δεδομένων, όσο και για τις εύστοχες κατευθύνσεις και διορθώσεις καθ όλη την διάρκεια της διδακτορικής διατριβής. Παράλληλα, ευχαριστώ τον Υπ. Διδάκτορα του τμήματος Γεωγραφίας του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου και καλό φίλο και συνεργάτη, κ. Σκέντο Θανάση, για την αστείρευτη βοήθεια σε επίπεδο παροχής δεδομένων, καθώς και για τη βοήθεια όσον αφορά στην παρουσίαση των 6

7 εικόνων και των χαρτών της εργασίας αυτής. Τον ευχαριστώ θερμά για την αμέριστη συμπαράσταση και τον χρόνο που αφιέρωσε. Θα ήθελα να εκφράσω τις ευχαριστίες μου στην Διδάκτορα του τμήματος Γεωγραφίας του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου, κ. Θεωδορακοπούλου Κατερίνα, για τις συμβουλές, τις παρατηρήσεις και την βοήθειά της, στην έρευνα αυτή. Θα ήθελα επίσης να ευχαριστήσω την κ. Κοντάμπαση Χρύσα, για την βοήθεια και την συμβολή της σε θέματα ΣΓΠ. Τον διδάκτορα του Τμήματος Γεωγραφίας του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου κ. Φουμέλη Μιχάλη για την παροχή πληροφοριών και δεδομένων ΣΓΠ. Ακόμη, θέλω να ευχαριστήσω τον Διδάκτορα της Σχολής Μεταλλειολόγων Μεταλλουργών του ΕΜΠ, κ. Ψαρογιάννη Γιώργο, για την βοήθειά του σε θέματα Βάσεων Δεδομένων και λογισμικών κατάλληλων για την αναπαράσταση γεωτρητικών και λιθοστρωματογραφικών δεδομένων, συμβάλλοντας στην αντιμετώπιση δυσκολιών που εμφανίστηκαν κατά την διάρκεια προετοιμασίας της διατριβής. Ευχαριστώ θερμά, τον κ. Μαυρομάτη Δημήτρη, για την βοήθεια και τη συμβολή του σε θέματα αναπαράστασης και αρχειοθέτησης των γεωτρητικών δεδομένων της διδακτορικής διατριβής. Θα ήθελα να εκφράσω τις ευχαριστίες μου στους κ. Κλάδο Γιάννη και κ. Παντελιάδου Μαργαρίτα για τις συμβουλές τους και τις κατευθύνσεις όσον αφορά στη γεωλογίαλιθοστρωματογραφία κυρίως του Δυτικού μέρους της περιοχής μελέτης. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά και τον φίλο και συμπαραστάτη σε όλη την διάρκεια της διδακτορικής διατριβής Μιχαήλ Βασίλη, κυρίως για την αμέριστη και αστείρευτη βοήθειά του σε θέματα ηλεκτρονικών υπολογιστών και λογισμικών. Τον ευχαριστώ για τις ατέλειωτες ώρες που περάσαμε μαζί προσπαθώντας να επιλύσουμε προβλήματα-θέματα όσον αφορά στην υλικοτεχνική υποδομή των ηλεκτρονικών υπολογιστών καθώς και προβλήματα τεχνικής φύσεως. Τέλος, θα ήθελα να ευχαριστήσω τους γονείς μου για την αμέριστη συμπαράσταση και την αδιάκοπη στήριξη όλων αυτών των ετών, από την αρχή της ερευνητικής μου καριέρας, μέχρι και σήμερα, τόσο οικονομικά αλλά κυρίως ψυχολογικά. Θα ήθελα ακόμα να ευχαριστήσω τους 7

8 φίλους μου και κυρίως την συνοδοιπόρο μου, Παναγιωτοπούλου Έφη, για την στήριξή τους όλα αυτά τα χρόνια. Η συμβολή όλων ήταν καθοριστική όλο αυτό το διάστημα καθώς με βοήθησαν να ξεπεράσω τις δύσκολές καταστάσεις και τις περιόδους μεγάλης έντασης και κούρασης. Χωρίς την υποστήριξη τους τα εμπόδια θα φαίνονταν ανυπέρβλητα και γι' αυτό τους ευχαριστώ όλους θερμά!!!!! 8

9 Περίληψη Αντικείμενο της παρούσας Διδακτορικής διατριβής αποτέλεσε η παλαιογεωγραφική εξέλιξη της πεδιάδας των Αθηνών τα τελευταία έτη. Ύστερα από βιβλιογραφική ανασκόπηση επιλέχτηκε η εφαρμογή της κατάλληλης μεθοδολογίας εμπλουτισμένης με την χρήση νέων τεχνολογιών και πολυπαραγωντικής ανάλυσης. Ειδικότερα, η έρευνα επικεντρώθηκε σε μεθόδους παλαιογεωγραφικής αναπαράστασης της περιοχής μελέτης προκειμένου να δοθεί μια εικόνα της κατάστασης της περιοχής τελευταία 6000 έτη. Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός χρησιμοποιήθηκε μεγάλο εύρος δεδομένων κα στοιχείων. Συλλέχθηκαν γεωλογικά, τοπογραφικά, βυθομετρικά, ιστορικά, γεωτρητικά (227 γεωτρήσεις) και κοκκομετρικά-ιζηματολογικά δεδομένα (P2-P4) για την περιοχή μελέτης. Από την ανάλυση και αποτύπωση των χωρικών δεδομένων προέκυψε η χαρτογραφική απεικόνιση της περιοχής με τη χρήση σύγχρονων λογισμικών Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών, γεγονός που συνέβαλλε στη δημιουργία ενός ακριβούς τοπογραφικού υποβάθρου που βοήθησε στην αναπαράσταση της παλαιογεωγραφίας της περιοχής. Τα κοκκομετρικά-ιζηματολογικά δεδομένα των δειγμάτων των γεωτρήσεων P2-P4 αναλύθηκαν μέσω των μεθόδων Passega και ιζηματολογικών δεικτών προκειμένου να προσδιοριστεί το περιβάλλον καθώς και το μέσο απόθεσης των ιζημάτων. Από την ενδελεχή μελέτη και ανάλυση των δειγμάτων σε συνδυασμό με την στρωματογραφία όλων των γεωτρήσεων που συλλέχθηκαν, έγινε διαχωρισμός και αρχειοθέτηση των 6 λιθοστρωματογραφικών ενοτήτων που προέκυψαν. Η απεικόνιση των ενοτήτων αυτών σε δισδιάστατα και τρισδιάστατα μοντέλα είχε ως αποτέλεσμα την εξαγωγή συμπερασμάτων για την παλαιογεωγραφία της αντίστοιχης περιόδου. 9

10 Τα αποτελέσματα της εν λόγω έρευνας ερμηνεύτηκαν, συσχετίστηκαν και εμπλουτίστηκαν τόσο με τις ιστορικές πηγές όσο και με τα σύγχρονα δεδομένα της περιοχής της πεδιάδας των Αθηνών. Ειδικότερα, όπως προκύπτει από τα παραπάνω παρατηρείται μια λιμνοθαλάσσια περιοχή με μεγάλα πάχη των λιμνοθαλάσσιων αποθέσεων στην παράκτια περιοχή του διδακτορικού, η οποία χώριζε τον Πειραιά από την υπόλοιπη Αθήνα. Η περιοχή αυτή προσχώθηκε κυρίως από ποταμοχειμάρρια ιζήματα καθώς και από την ανθρώπινη παρέμβαση. Παράλληλα παρατηρήθηκαν έντονες επεμβάσεις και στο υδρογραφικό δίκτυο της περιοχής, αφού σημειώθηκαν εκτροπές καθώς και επικαλύψεις των κοιτών. Τα νέα δεδομένα που προέκυψαν κατά την εκπόνηση της διδακτορικής αυτής διατριβής έδωσαν τη δυνατότητα, της παλαιογεωγραφικής αναπαράστασης μιας τελείως αστικής περιοχής, και συγχρόνως οδήγησαν στην δημιουργία μιας πολύτιμης βάσης δεδομένων που περιλαμβάνει τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά στοιχεία. 10

11 Abstract The Athenian basin is a very interesting area not only from archaeological point of view, since a large number of important archeological sites are situated, but also from geographical position. It is inhabited since Neolithic time. The human impact on the landscape is shown by the ancient constructions such as the Long Walls and the canalization of the rivers, in the area of the Athenian Basin and Piraeus. Its morphological variations such as, basins and coastal areas help the development (cultural, military) of the ancient (Athenian) greek civilization. The most important period of the antiquity was the Golden Age of Pericles (5 th century BC) when Athens was the dominant city-state. The greatest buildings were constructed in that period such as Parthenon, the Long Walls and the complex of the Harbours (Mounichia, Zea, Kantharos). Except the human impact on the environment it is necessary to be mentioned the action of the fluvial and the coastal processes that acted in the broader area, in that geological period (Upper Holocene). So in this basin the sediments are fluvial, alluvial, anthropogenic, lagoonal and coastal in origin. Except the sea level rise which was about 2-3m below present time, climate variations (hot-wet, cold-dry periods) were observed during Holocene affecting the sedimentation. Lots of historical reports and maps were found through literature review in order to represent the paleogeography of the area. The available obtained information of the depositional environments in the Athenian basin, has been received by previous studies, 217 geotechnical boreholes were collected from literature review (Marinos, 1999), 10 sampling boreholes from the area of Piraeus and 14 geotechnical boreholes from the New Cultural Center of Athens (Funding By Stavros Niarchos Foundation). In addition topographic and geological maps were collected. A GIS database established to manipulate and analyze the collected data (spatial, sedimentological). A DEM created through the ArcGis v platform, to represent the recent topography of the study area. Also a geological and a geomorphological map were created for the representation of the landforms. The results obtained from the sedimentological analysis of the core samples (Cores form Piraeus P1-P10) were put into the software Grafistat for statistical analysis. Two deferent 11

12 sedimentological methods were used (Method of sedimentological indicators and Passega Method) in order to determine the depositional environment, the river dynamics and the combination with others processes. The results of these sedimentological methods showed that the depositional environment was a combination of a low energy fluvial environment with the contribution of a coastal-lagoonal environment. After the interpretation of the boreholes, six lithostratigraphic units were defined (Anthropogenic sediments: Unit A, Holocene sediments: Units B1, B2, Pleistocene sediments: Unit C, Neogene sediments: Unit D, Substratum of the Athenian basin: Unit E). The lithostratigraphy of the boreholes is represented through the Rockworks v.15 software. Images, Cross-sections and 3d models of each lithostratigraphic unit were drawn to correlate them. Cross sections were drawn to represent and correlate the lithostratigraphic units of the study area (A-A, B-B, C-C, D-D, E-E, F-F ). Six images of the structure of each lithostratigraphic unit (Unit A, Unit B1, Unit B2, Unit C, Unit D, Unit E) were created in order to represent the paleogeography of the different geological period, as mentioned above. Five images of the thickness of each unit were created to understand and separate the depositional dynamics of each geological period, in order to detect the thickest deposition comparing the different units. From the observation of these cross sections, images and 3d models, the Holocene evolution of the Athenian basin and the human impact on the paleo-landscape were detected and described. Through the GIS and data base platform, these results were combined and paleogeographic maps-images were created in order to represent the landscape for each lithostratigraphic unit (geological period) of the Athenian basin, and extract results for the temporal and spatial changes of the paleo-landscape and the involvement of the human impact on the depositional process in the Athenian basin during Holocene. 12

13 Περιεχόμενα 1. Εισαγωγή Τίτλος-Σκοπός Γενικά γεωγραφικά στοιχεία-χαρακτηριστικά Γενικά Κλιματολογικά στοιχεία Γεωλογία Γεωμορφολογία περιοχής μελέτης Λόφοι Αθηνών Ακρόπολη Ο Άρειος Πάγος Ιστορική και Αρχαιολογική ανασκόπηση Σημαντικότητα της περιοχής μελέτης Παλαιογεωγραφία Ο ορισμός της παλαιογεωγραφίας Βιβλιογραφική ανασκόπηση Μελέτη περίπτωσης Μεθοδολογία Χαρτογραφικά Δεδομένα Γεωτρητικά δεδομένα Επεξεργασία των δελτίων των γεωτεχνικών γεωτρήσεων της περιοχής μελέτης Επεξεργασία των πυρήνων των 10 δειγματοληπτικών γεωτρήσεων στην περιοχή του Πειραιά Διαχωρισμός λιθοστρωματογραφικών ενοτήτων Ιζηματολογική ανάλυση Ολοκαινικών ιζημάτων Μέθοδοι κοκκομετρικής ανάλυσης Ιζηματολογικοί παράμετροι (δείκτες)

14 Μέθοδος Passega Ανάλυση δεδομένων (Αποτελέσματα) Παλαιογεωγραφική έρευνα Πειραιά Στρωματογραφία δειγματοληπτικών γεωτρήσεων Γεωτρήσεις Ρ2-Ρ Αποτελέσματα μεθόδου ιζηματολογικών δεικτών Περιγραφή αποτελεσμάτων ιζηματολογικών αναλύσεων Περιγραφή αποτελεσμάτων ιζηματολογικών. δεικτών Αποτελέσματα μεθόδου Passega: Παλαιο-ιζηματολογική ερμηνεία Ταξινόμηση και αξιολόγηση των δειγμάτων των γεωτρήσεων Ρ2 και Ρ4 σε σχέση με τα διαγράμματα C-M Επεξεργασία και απεικόνιση των λιθοστρωματογραφικών δεδομένων Γενικά Αποτελέσματα λιθοστρωματογραφικών δεδομένων γεωτρήσεων Περιγραφή και σχολιασμός αποτελεσμάτων αξιολόγησης λιθοστρωματογραφικών δεδομένων Χάρτης θέσεων των γεωτρήσεων με τις λιθοστρωματογραφικές ενότητες της περιοχής μελέτης Περιγραφή των τομών της περιοχής μελέτης Δομή ενοτήτων Ενότητα Α Ανθρωπογενείς αποθέσεις Ενότητα Β1, Παράκτιες-Λιμνοθαλάσσιες Αποθέσεις Ενότητα Β2, Ποταμοχειμάρριες αποθέσεις Ενότητα C Πλειστοκαινικές αποθέσεις Λιθοστρωματογραφική Ενότητα D Νεογενείς αποθέσεις Λιθοστρωματογραφική Ενότητα Ε-υπόβαθρο Ανάλυση και περιγραφή ισοπαχών καμπυλών

15 Ισοπαχείς καμπύλες της λιθοστρωματογραφικής ενότητας των ανθρωπογενών αποθέσεων (Α) Ισοπαχείς καμπύλες της λιθοστρωματογραφικής ενότητας των ποταμοχειμμάριων αποθέσεων (Β2) Ισοπαχείς καμπύλες της λιθοστρωματογραφικής ενότητας των παράκτιωνλιμνοθαλάσσιων αποθέσεων (Β1) Ισοπαχείς καμπύλες της λιθοστρωματογραφικής ενότητας C (Πλειστοκαινικές αποθέσεις) Ισοπαχείς καμπύλες της λιθοστρωματογραφικής ενότητας D (Νεογενείς αποθέσεις) Συζήτηση Αλλαγές θαλάσσιας στάθμης κατά το Ολόκαινο στην ευρύτερη περιοχή μελέτης Παλαιογεωγραφική εξέλιξη στην περιοχή μελέτης Συμπεράσματα ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Παράρτημα

16 1. Εισαγωγή 1.1 Τίτλος-Σκοπός. Η διδακτορική διατριβή πραγματεύεται την παλαιογεωγραφική εξέλιξη και απεικόνιση της παλαιογεωγραφίας στην πεδιάδα των Αθηνών κατά τη διάρκεια του Ανώτερου Ολοκαίνου (6.000 ybp). Με βάση τα πρακτικά του συνεδρίου INQUA που έλαβε χώρα στη Βέρνη της Γερμανίας το 2011, το Ολόκαινο τοποθετείται από το ybp έως σήμερα. Η περιοχή ενδιαφέροντος καταλαμβάνει από Βορρά την περιοχή του σημερινού Δήμου Περιστερίου μέχρι την περιοχή των Τουρκοβουνίων και εκτείνεται προς νότο στην περιοχή του Φαληρικού όρμου (Πειραιάς, Ν. Φάληρο, Μοσχάτο, Καλλιθέα, Π. Φάληρο) (Σχήμα 1). Το ερευνητικό ενδιαφέρον για την συγκεκριμένη περιοχή ξεκίνησε λόγω της αναντιστοιχίας της σημερινής μορφής-μορφολογίας με αυτή που περιγράφεται στα κείμενα των αρχαίων συγγραφέων καθώς και των αναφορών των περιηγητών όπως του Πλάτωνα, του Παυσανία, και του Στράβωνα. Στα κείμενα αυτά δίνονται πληροφορίες τόσο για την μορφολογία και το ανάγλυφο της περιοχής όσο και για την παλαιογεωγραφία της. Υπάρχουν αναφορές από αρχαία κείμενα, ιστορικούς χάρτες καθώς και από αναφορές περιηγητών για το Λεκανοπέδιο της Αττικής σε διάφορες χρονικές περιόδους των ιστορικών χρόνων. Όλα τα ιστορικά δεδομένα αναφέρονται είτε άμεσα, είτε έμμεσα στην παλαιογεωγραφία της περιοχής μελέτης. Από την αποδελτίωση των ιστορικών αναφορών (κειμένων και χαρτών) εξάγονται ενδιαφέροντα δεδομένα για το παλαιοανάγλυφο και την μορφολογία των διαφορετικών ιστορικών περιόδων. Όλες οι αναφορές περιγράφουν μια χαμηλής κλίσης περιοχή όπου στο παράκτιο μέρος της παρουσιάζονται εκτεταμένα έλη, υπολείμματα μιας αρχαιότερης παράκτιας-λιμνοθαλάσσιας μορφολογίας. Το γεγονός αυτό υποστηρίζεται από όλους τους αρχαίους συγγραφείς και περιηγητές καθώς και από ιστορικούς χαρτογράφους (Σοφού, 1973). Η παράκτια ζώνη της περιοχής μελέτης εμφανίζει ποικιλομορφία, παρουσιάζοντας ακτές με μεγάλη κλίση μικρές σε έκταση (Πειραϊκή χερσόνησος), καθώς και ακτές μικρές κλίσεις και μεγάλες σε έκταση (Νέο Φάληρο). Ο Στράβωνας (63 π.χ.- 23μ.Χ.) για παράδειγμα, κάνει λόγο στο έργο του, για το νησί του Πειραιά, για το οποίο είχε ακούσει από αναφορές των κατοίκων της περιόδου εκείνης. 16

17 Το γεγονός αυτό υποστηρίζεται και από τον Πλάτωνα (Καργάκος, 2004). Συνδυάζοντας την μορφολογία της περιοχής, με τις αναφορές θεώρησε σωστή την πληροφορία αυτή και τη συμπεριέλαβε στο κείμενό του. Πολλά στοιχεία για τις ακτές του Πειραιά, κυρίως, υπάρχουν και από άλλους αρχαίους περιηγητές όπως τον Παυσανία (2 ος αιώνας μ.χ.) και τον Πλούταρχο (1 ος αιώνας μ.χ.), οι οποίοι αναφέρουν ότι η πειραϊκή χερσόνησος ήταν νησί σε προγενέστερες περιόδους από την περίοδο που έζησαν και οι περιοχές του Νέου Φαλήρου και Αγίου Ιωάννη Ρέντη καλύπτονταν από λιμνοθάλασσα. Την περιοχή αυτή οι αρχαίοι την ονόμαζαν Αλίπεδο (αλμυρό πεδίο). Όπως αναφέρει ο Πλούταρχος, μέρος της λιμνοθάλασσας προσχώθηκε από τους αρχαίους Αθηναίους και σε αυτό συνέβαλε ο Κηφισός ποταμός (Σοφού, 1973, Conwell, 2008). Για την καλύτερη προσέγγιση του θέματος και της έρευνας για την περιοχή μελέτης απαντήθηκαν μια σειρά από ερωτήματα προκειμένου να δοθεί και να ερμηνευτεί η ακριβέστερη εικόνα της παλαιογεωγραφίας της πεδιάδας των Αθηνών. Το κύριο ερώτημα ήταν η μελέτη της εξέλιξης η μορφολογία-παλαιογεωγραφίας της περιοχής πριν από ybp και τι μεθοδολογία έπρεπε να χρησιμοποιηθεί προκειμένου να προσεγγιστεί το θέμα καλύτερα. Η μεθοδολογία επιλέχθηκε έπειτα από μελέτη της ελληνικής και ξένης βιβλιογραφίας και εμπλουτίστηκε με τη χρήση νέων τεχνολογιών (ποιοτικών και ποσοτικών μεθόδων αξιολόγησης των δειγμάτων που συλλέχθηκαν από πυρήνες γεωτρήσεων) προκειμένου να επεξεργαστούν και να αξιολογηθούν, τα διαθέσιμα δεδομένα, με σκοπό την ορθότερη εξαγωγή των αποτελεσμάτων και των συμπερασμάτων. Χρησιμοποιήθηκαν νέες τεχνολογίες για ιζηματολογική και κοκκομετρική έρευνα και αναπαράσταση των δεδομένων. Έπειτα από την κοκκομετρική ανάλυση των δειγμάτων χρησιμοποιήθηκαν στατιστικές μέθοδοι ανάλυσης των αποτελεσμάτων, προκειμένου να προσδιοριστεί το περιβάλλον απόθεσης που επικρατούσε στην περιοχή του Πειραιά- Ν. Φαλήρου. Ακολούθησε δημιουργία βάσης δεδομένων με όλα τα ιστορικά, τοπογραφικά και γεωτρητικά δεδομένα μέσω λογισμικών Σ.Γ.Π., προσεγγίζοντας έτσι την παλαιογεωγραφική εξέλιξη της περιοχής μελέτης. 17

18 Σχήμα 1: Η περιοχή μελέτης. 18

19 1.2. Γενικά γεωγραφικά στοιχεία-χαρακτηριστικά. Το Λεκανοπέδιο Αθηνών, παρουσιάζει μια σύνθετη μορφολογικά εικόνα, αφού συνδυάζει ορεινές, πεδινές και παραθαλάσσιες περιοχές. Περιβάλλεται από τέσσερις ορεινούς όγκους, οι οποίοι το διαχωρίζουν από την υπόλοιπη Αττική. Αυτοί είναι ο Υμηττός (1026 m), η Πεντέλη (1109 m), η Πάρνηθα (1413 m) και το Αιγάλεω ή Ποικίλο όρος (453 m). Στο κεντρικό τμήμα του Λεκανοπεδίου βρίσκεται μια σειρά από λόφους. Οι κυριότεροι, από βορά προς νότο είναι: τα Τουρκοβούνια (339 m), ο Λυκαβηττός (278 m), η Ακρόπολη (156 m) και ο λόφος Μουσείου ή Φιλοπάππου (147 m) (Σχήμα 1). Το Λεκανοπέδιο Αττικής αποστραγγίζεται από δυο βασικά υδρογραφικά δίκτυα του Κηφισού και του Ιλισού. Ο Κηφισός, πηγάζει από τη δυτική Πεντέλη και τη Νότια Πάρνηθα, και εκβάλλει στον όρμο του Φαλήρου, όπως και ο Ιλισός ο οποίος πηγάζει από τον Υμηττό και εκβάλλει και αυτός με τη σειρά του στον όρμο του Φαλήρου (Σχήμα 1). Σύμφωνα με τους ιστορικούς χάρτες (Ulrichs, 1843) (Σχήμα 2) καθίσταται φανερό ότι ο ποταμός Κηφισός εξέβαλλε στον όρμο του Φαλήρου ενώ ο Ιλισός κατέληγε στην περιοχή του Ελαιώνα. Αυτό όμως δεν αντιστοιχεί με την πραγματικότητα καθώς στις μέρες μας ο Ιλισός, εκβάλλει και αυτός στον όρμο του Φαλήρου (Παπαδάκης, 1997). Αυτό σημαίνει ότι έγινε τεχνητή διευθέτηση την δεκαετία του 60 όπως αναφέρει ο Μ. Παπαδάκης στο έργο του: «ΙΛΙΣΟΣ το Ιερό του «Άστεως» ποτάμι που εξαφανίστηκε», προκειμένου να κατασκευαστούν οι κεντρικές οδικές αρτηρίες που οδηγούν στο κέντρο της Αθήνας. Η παράκτια ζώνη της περιοχής μελέτης εμφανίζει ποικιλομορφία ως προς των τύπο των ακτών της. Συγκεκριμένα, παρουσιάζονται απόκρημνες ακτές, όπως στην περιοχή της Πειραϊκής χερσονήσου, όπου εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων εμφανίζονται παράκτιοι κρημνοί με μεγάλη κλίση. Στην περιοχή του Ν. Φαλήρου-Π. Φαλήρου οι κλίσεις είναι πολύ μικρές και για το λόγο αυτό υπάρχει μια εκτεταμένη παραλιακή ζώνη, η οποία έχει δεχθεί έντονες ανθρώπινες παρεμβάσεις προκειμένου να παρουσιάζει τη μορφή που συναντάται σήμερα. 19

20 Σχήμα 2: Χάρτης με τους λιμένες και τα μακρά τείχη των αρχαίων Αθηνών (Ulrichs, 1843). 20

21 1.3. Γενικά Κλιματολογικά στοιχεία. Το κλίμα του λεκανοπεδίου της Αττικής είναι μεσογειακού τύπου (Sakellariou et al., 2000, Kambezidis et al., 1998), με θερμά και ξηρά καλοκαίρια και υγρούς και ήπιους χειμώνες. Η μέση θερμοκρασία του χειμώνα είναι 10 ο C και του καλοκαιριού 26 ο C. Συνήθως η μικρότερη θερμοκρασία το χειμώνα είναι 0 ο C και η μεγαλύτερη το καλοκαίρι είναι 38 ο C. Η μέση ετήσια βροχόπτωση είναι 418 mm/y όπου το μεγαλύτερο μέρος αυτής πέφτει μεταξύ των μηνών Οκτωβρίου και Μαΐου. Η μέση μηνιαία υγρασία ποικίλλει από 43% τον Ιούνιο μέχρι 71% τον Δεκέμβριο, με μέση ετήσια τιμή 61% (Δικαιάκος κ.α., 1991, Kambezidis et al., 1998). Οι επικρατείς άνεμοι που φυσούν στο λεκανοπέδιο είναι βόρειοι βορειοανατολικοί κυρίως στην τελευταία περίοδο του καλοκαιριού. Οι άνεμοι αυτοί συμπίπτουν με το γεωγραφικό προσανατολισμό του λεκανοπεδίου και συμβάλλουν στην απορρύπανση της ατμόσφαιρας μεταφέροντας τους ρύπους προς τη θάλασσα. Οι νότιο, νοτιοδυτικοί άνεμοι είναι μικρής ταχύτητας και οφείλονται στη θαλάσσια αύρα. Η θαλάσσια αύρα αυτή αναπτύσσεται κυρίως στους ανοιξιάτικους καλοκαιρινούς μήνες. Κατά τη διάρκεια της θαλάσσιας αύρας την θερμή περίοδο, η Ελλάδα είναι τυπικά κάτω από την επήρεια αντικυκλωνικών συνθηκών συνδεόμενος με τον καθαρό ουρανό και την απουσία έντονων ατμοσφαιρικών πιέσεων. Τα αποτελέσματα από την αριθμητική προσομοίωση αποκαλύπτουν ότι τα πεδία των ανέμων ποικίλλουν ανάλογα το χρόνο και το χώρο (Kambezidis et al., 1998). Ο νυχτερινός επιφανειακός άνεμος είναι κυρίως βόρειος τις πρωινές ώρες η κατάσταση αλλάζει δραστικά λόγω ης θαλάσσιας αύρας η οποία διεισδύει γρήγορα στην πεδιάδα των Αθηνών. Τις απογευματινές ώρες η θαλάσσια αυτή αύρα ενισχύεται από τη διαφορά θερμοκρασίας μεταξύ ξηράς και θάλασσας. Οι άνεμοι πάνω από τη θάλασσα είναι δυτικής κατεύθυνσης και καθώς φτάνουν στην Αθήνα χωρίζονται και ένα μέρος περνάει πάνω από την Αθήνα. Οι άνεμοι αυτοί έχουν κατεύθυνση νοτιοδυτικά με χαμηλότερες ταχύτητες λόγω του έντονου αναγλύφου του λεκανοπεδίου. Οι άνεμοι από τη θαλάσσια αύρα φτάνουν μέχρι την βορειότερη ορεινή κορυφογραμμή και αναγκάζονται να ανέβουν έως και 2000 m υψόμετρο. Πάνω από αυτό το υψόμετρο οι βόρειοι άνεμοι υπερτερούν. Άλλα δύο συστήματα θαλάσσιας αύρας αναπτύσσονται στις πεδιάδες ανατολικά και δυτικά του λεκανοπεδίου. Οι ανατολικοί άνεμοι που φυσούν από τη μεριά του Υμηττού είναι ανατολικής βορειοανατολικής διεύθυνσης ενώ οι άνεμοι που φυσούν από τη μεριά του Αιγάλεω είναι νοτιοδυτικοί (Kambezidis et al., 1998). Τις πρώτες απογευματινές ώρες η θαλάσσια αύρα που φυσά στην πεδιάδα της Αθήνας και αυτή που φυσά από τα Δυτικά, Θριάσειο πεδίο, στρέφονται 21

22 ανάποδα από τους δείκτες του ρολογιού. Την ίδια στιγμή, η θαλάσσια αύρα πάνω από τα Μεσόγαια σταματά και επικρατούν οι δυτικοί άνεμοι. Οι κυκλοφορία του ανέμου δεν επηρεάζει μόνο την μεταφορά υδρατμών, άρα και το ύψος των κατακρυμνησμάτων, σε μια περιοχή έντονα αστική όπως στην περίπτωση του λεκανοπεδίου, αλλά και την ποιότητα του εισπνεόμενου αέρα που είναι σημαντικό για την ποιότητα ζωής των κατοίκων. Το λεκανοπέδιο κατοικείται από τη νεολιθική περίοδο μέχρι σήμερα (Συριόπουλος, 1994). Αυτό σημαίνει ότι υπήρχε παρουσία καλής ποιότητας νερού, άρα ύψος βροχής ικανό για να στηρίξει την σταδιακή αύξηση του πληθυσμού τις αρχές του 20 ου αιώνα, όπου και κατασκευάστηκε το φράγμα του Μαραθώνα. Στο γεγονός αυτό βοήθησε η παρουσία και η διάταξη των ορεινών όγκων που περικλείουν το Λεκανοπέδιο, τροφοδοτώντας το υδρογραφικό του δίκτυο Επίσης οι μέσες θερμοκρασίες καλοκαιριού και χειμώνα βοήθησαν στην επιβίωση των κατοίκων του λεκανοπεδίου όλους αυτούς τους αιώνες, λόγω ης παρουσίας των ανέμων αυτών. 22

23 1.4. Γεωλογία. Το Λεκανοπέδιο Αττικής παρουσιάζει σύνθετη γεωλογική εικόνα. Περιέχει γεωλογικούς σχηματισμούς από διάφορες πετρολογικές φάσεις (μεταμορφωμένους, εκρηξιγενείς, ιζηματογενείς,). Ο κύριος γεωλογικός σχηματισμός του Λεκανοπεδίου Αθηνών, σύμφωνα με τους ερευνητές (Lepsius, 1893, Sindowski, 1951, Χαραλαμπάκης, 1952, Βορεάδης, 1958, Τρικκαλινός, 1978, 1975, Σαμπατακάκης, 1991, Μαρίνος κ.α., 1971, Papanikolaou et al., 2004, Pavlopoulos et al 2005) που έχουν ασχοληθεί με την γεωλογία του Λεκανοπεδίου, είναι οι Σχιστόλιθοι Αθηνών. Κατά τον Σαμπατακάκη (Σαμπατακάκης, 1991), η ονομασία αυτή έχει προέλθει λόγω της λιθολογικής ιδιομορφίας που παρουσιάζουν, αλλά και της δυσκολίας χρονολόγησής τους, με αποτέλεσμα η ηλικία τους να παραμένει αμφισβητήσιμη (Σαμπατακάκης, 1991). Στην περιοχή μελέτης παρουσιάζονται αλπικοί και μεταλπικοί σχηματισμοί. Οι μεταλπικοί υπέρκεινται των αλπικών και εμφανίζονται κυρίως στους ορεινούς όγκους που περικλείουν το Λεκανοπέδιο. Οι αλπικοί σχηματισμοί χωρίζονται σε δύο ενότητες: 1) Ενότητα Αττικής, (υπερκείμενη ενότητα αμεταμόρφωτη) 2) Υποπελαγονική ενότητα (υποκείμενη ενότητα μεταμορφωμένη)-ενότητα Αλεποβουνίου (Papanikolaou et al., 2004). Οι μεταλπικοί σχηματισμοί χωρίζονται σε νεογενείς (Ψαμμίτες, Μάργες, Μαργαϊκούς ασβεστολίθους κ.α.) και τεταρτογενείς (αλλουβιακές αποθέσεις) (Papanikolaou et al., 2004) (Σχήμα 3). Σε ολόκληρη την Αττική συναντάται ένα αλλόχθονο σύστημα πετρωμάτων επωθημένο σε σχετικά αυτόχθονα πετρώματα. Πρόκειται είτε για μεταμορφωμένα (ανώτερο-κατώτερο μάρμαρο σχιστόλιθοι Καισαριανής, αθηναϊκοί Σχιστόλιθοι) είτε για αμεταμόρφωτα (Τριαδικοί και Κρητιδικοί Σχιστόλιθοι). Το σύστημα αυτό περιλαμβάνει στα κατώτερα στρώματα εκρηξιγενή πετρώματα και στα ανώτερα κρητιδικούς Ασβεστολίθους (Katsikatsos et al., 1976, Clement et al., 1983, Katsikatsos et al., 1986). Το αυτόχθονο σύστημα των αλπικών σχηματισμών αποτελείται από τους εξής σχηματισμούς σε σειρά από κάτω προς τα πάνω: Σχιστοψαμμιτικό σύστημα πετρωμάτων με παρεμβολές ασβεστολίθων, χαλαζιτών, κροκαλοπαγών, ηφαιστειακών τόφφων και σωμάτων βασικών εκρηξιγενών πετρωμάτων (κερατοφύρες κλπ.), Νεοπαλαιοζωϊκής ηλικίας. 23

24 Λευκούς Λευκότεφρους, παχυστρωματώδεις άστρωτους ασβεστολίθους (δολομίτες κατά θέσεις) ηλικίας Μέσο-Άνω Τριαδικού Ακολουθεί το Ανώτερο Κρητιδικό (Κενομάνιο-Τουρώνιο) με επίκλυση πάνω στους Τριαδικούς Ασβεστολίθους που αρχίζει με κιτρινόλευκους, λεπτοπλακώδεις, στιφρούς συχνά μαργαϊκούς ασβεστολίθους που εναλλάσσονται με φυλλώδεις μάργες. Στην επαφή των Τριαδικών με τα Κενομάνια στρώματα παρατηρείται σιδηρονικελιούχο μετάλλευμα. Πάνω σε αυτά τα στρώματα βρίσκονται σε συμφωνία τεφροί ανοιχτοκάστανοι, παχυστρωματώδεις ασβεστόλιθοι και λεπτοστρωματώδεις ανοιχτοκάστανοι προσινότεφροι ασβεστόλιθοι που μεταβαίνουν σε μαργαϊκούς. Και τέλος, ακολουθούν εναλλαγές με ψαμμίτες και κλαστικούς ασβεστολίθους και τέλος επικρατούν οι ψαμμίτες που αποτελούν την βάση των «Αθηναϊκών Σχιστολίθων». Αναφορικά με την ενότητα των φλυσχοειδών ιζημάτων γνωστών ως «Αθηναϊκοί Σχιστόλιθοι», παρατηρείται πως η ηλικία τους τοποθετείται στο Μαϊστρίχτιο και φτάνει πιθανόν μέχρι το Ηώκαινο σε αντιστοιχία με το φλύσχη της Ανατολικής Ελλάδας με τον οποίο ταυτίζεται. (Σαμπατακάκης, 1991) Το Αλλόχθονο σύστημα των αλπικών σχηματισμών αντιπροσωπεύεται από μικρών διστάσεων υπολλείματα τεκτονικού καλύμματος, που κατέχουν συνήθων το υψηλότερα τμήματα πολλών από τους λόφους της ανατολικής πλευράς του Αιγάλεω (Χαϊδάρι, λόγοι Νίκαιας, Κορυδαλλός κλπ.) και του Λεκανοπεδίου (Ακρόπολη, Λυκαβηττός κλπ.). Το σύστημα αυτό αποτελείται από κάτω προς τα πάνω από: Σερπεντινιωμένους περιδοτίτες με φυλλώδη υφή καστανοπράσινοι, Ιουρασικής ηλικίας. Ανωκρητιδικούς ασβεστολίθους που καλύπτουν με επίκλυση τους σερπεντινιωμένους περιδοτίτες. Πιο αναλυτικά, η σειρά αυτή των ασβεστολίθων αποτελείται από: Α) Κιτρινόλευκους, λεπτοστρωματώδεις ασβεστολίθους σεεναλλαγές με μαργαϊκούς ασβεστολίθους. Β) Μεσοπλακώδεις, ανοιχτότεφρους ασβεστολίθους που γίνονται λεπτοπλακώδεις, με κλαστικούς ασβεστολίθους ασβεστολιθικούς ψαμμίτες που παρουσιάζουν έντονη στολίδωση και πτύχωση, (Σαμπατακάκης, 1991). 24

25 Σχήμα 3: Λιθολογικός-γεωλογικός χάρτης. 25

26 Οι μεταλπικοί σχηματισμοί χωρίζονται σε τριτογενείς και τεταρτογενείς σχηματισμούς. Οι τριτογενείς σχηματισμοί διακρίνονται με διάφορους τρόπους. Κατά τον Lepsius (Lepsius; 1893) χωρίζονται σε δύο βαθμίδες: η μία είναι αρχαιότερη (Μειόκαινο-Κατώτερο Πλειόκαινο) και αποτελείται από μαργαϊκούς ασβεστολίθους,μάργες και ψαμμίτες με απολιθώματα υφάλμυρων ή γλυκών νερών (κυρίως στις δυτικές και νότιες περιοχές). Η άλλη βαθμίδα είναι νεότερη (Πλειόκαινο) και αποτελείται από εναλλαγές ερυθρών πηλών, μαργών και κροκαλοπαγών. Ο Χαραλαμπάκης το 1952 στηριζόμενος μόνο στην παλαιοπανίδα των μαλακίων εξέτασε το Νεογενές της παράκτιας περιοχής του Λεκανοπεδίου σε τέσσερεις περιοχές: 1) Καλλιθέα, 2) Πειραϊκή χερσόνησο, 3) Παλαιό Φάληρο-Αγ. Κοσμά, 4) Ακρωτήρι Καβούρι-ζωστήρ. Οι δύο πρώτες περιοχές και εν μέρει η τρίτη αποτελούν μέρος της περιοχής μελέτης της διατριβής αυτής άρα θα μελετηθούν μόνο με αυτές. Στην περιοχή της Καλλιθέας παρουσιάζονται οι εξής σχηματισμοί από κάτω προς τα πάνω : Κροκαλοπαγές Πρασινωπή Μάργα Υπόλευκος Μαργαϊκός ασβεστόλιθος Στην πειραϊκή χερσόνησο κατά Χαραλαμπάκη (Χαραλαμπάκης,1952) εμφανίζονται από κάτω προς τα πάνω: Κίτρινη Μάργα με απολιθώματα Ψαμμίτης Κίτρινη μάργα πλούσια σε απολιθώματα Κροκαλοπαγές Υπόλευκος Ασβεστόλιθος Στην περιοχή της Καστέλας επικρατεί περίπου η ίδια εικόνα : Ψαμμιτική Μάργα 26

27 Κροκαλοπαγές Μαργαϊκός Ασβεστόλιθος με ψαμμίτη Μάργα εναλλασσόμενων χρωμάτων από κίτρινο μέχρι υπόλευκο με απολιθώματα Πορώδης Ακτόλιθος Στην περιοχή του Παλαιού Φαλήρου τα νεογενή ιζήματα δεν παρουσιάζουν κανονικότητα εναλλαγής και οι αποθέσεις των διαφόρων φάσεων είναι περιορισμένης έκτασης. Η στρωματογραφία της περιοχής αυτής αρχίζει με κίτρινες, υπόλευκες ή ερυθρές ψαμμώδεις μάργες πάνω από τις οποίες βρίσκεται ασβεστόλιθος όμοιος με αυτόν της Πειραϊκής χερσονήσου (Σαμπατακάκης, 1991). 27

28 1.5. Γεωμορφολογία περιοχής μελέτης. Μορφολογικά το Λεκανοπέδιο της Αττικής αποτελεί μια επιμήκη λεκάνη με διεύθυνση ΒΒΑ και με χαμηλό υψόμετρο που φτάνει τα 400 m περίπου (Σχήμα 4). Περιβάλλεται από τέσσερις ορεινούς όγκους (Αιγάλεω, Πάρνηθα, Πεντέλη, Υμηττός) με υψόμετρα που κυμαίνονται από 468 m (Αιγάλεω) έως 1413 m (Πάρνηθα). Εκτός από τους ορεινούς όγκους, στο Λεκανοπέδιο συναντάται μια σειρά λόφων με διεύθυνση ΒΑ-ΝΔ (Τουρκοβούνια, Λυκαβητός, Ακρόπολη, Φιλοπάππου). Υδρογραφικό δίκτυο συνεχούς ροής δεν υπάρχει παρά μόνο εποχικής. Τα κυριότερα ρέματα είναι, ο Κηφισός και ο Ιλισός, με κυριότερους παραποτάμους τον Ποδονύφτη στα ανατολικά και το Βατουρίωνα στα βόρεια. Έτσι σύμφωνα με την μορφολογία αυτή, η πεδιάδα των Αθηνών μπορεί να χωριστεί σε τέσσερις ενότητες. Πρόκειται για τις ορεινές περιοχές που περιβάλλουν το λεκανοπέδιο, οι οποίες στην κορυφή τους φέρουν υπολείμματα από τις προ-ολοκαινικές επιφάνειες επιπέδωσης σε υψόμετρο μέχρι 800 m και στην περίπτωση της Πάρνηθας έως 1000 m. Τα Πλειο-τεταρτογενή ρήγματα δείχνουν συχνά την επαφή μεταξύ των ορεινών όγκων και της πεδιάδας του Λεκανοπεδίου, υποδηλώνουν επίσης και την νεοτεκτονική ανύψωση της περιοχής, γεγονός που εξηγεί την ύπαρξη βαθιών φαραγγιών. Πιο συγκεκριμένα, ο Υμηττός στα ανατολικά και νότια είναι επιμήκης αλλά όχι συνεχής. Το νότιο τμήμα του είναι διαχωρισμένο από το βόρειο και φαίνεται να έχει μετακινηθεί ανατολικά σε χαμηλότερα υψόμετρα. Οι επιφάνειες επιπέδωσης συναντώνται εντός της λεκάνης απορροής του Ιλισού (ΒΔ τμήμα του Υμηττού) σε υψόμετρα m, m και m και συσχετίζονται βάσει υψομέτρου και λιθολογίας με τις αντίστοιχες της Πεντέλης. Στο δυτικό μέρος του ορεινού όγκου και κατά μήκος του Ιλισού συναντάται μια κοιλάδα σχήματος V σε ύψος m μήκους 1,5 km περίπου. Επίσης σε μερικές από τις κλιτείς του πρεινού όγκου με μικρή σχετικά κλίση παρατηρούνται πλευρικά κορήματα. Γενικά τα δυτικά πρανή του Υμηττού, στο βόρειο τμήμα τους, παρουσιάζουν σταθερές κλίσεις 23-25%, στο κεντρικό τμήμα φτάνει έως το 31% ενώ στο νότιο μειώνεται σταδιακά στο 4% (Αντωνίου, 2002). Απότομες κλίσεις πάνω από 100% παρατηρούνται στο ΒΔ τμήμα σε υψόμετρο 700 m και 900 m (Παυλόπουλος κ.α., 2005). 28

29 Η Πεντέλη βρίσκεται στο ΒΑ τμήμα του Λεκανοπεδίου. Πρόκειται για ένα συμμετρικό βουνό με απότομες κλίσεις κυρίως στην ΒΑ πλευρά του. Γενικά οι μέσες κλίσεις των πρανών του βουνού κυμαίνονται μεταξύ 7-24%. Στο ΝΔ τμήμα υπάρχουν αβαθείς κοιλάδες με απότομα πρανή (Αντωνίου Β., 2002). Επιφάνειες επιπέδωσης εντός της λεκάνης υπάρχουν στα υψόμετρα m, m (Παυλόπουλος κ.α., 2005). Η Πάρνηθα στα ΒΒΑ του λεκανοπεδίου είναι ο μεγαλύτερος σε έκταση καθώς και με το μεγαλύτερο υψόμετρο. ορεινός όγκος. Στα υψόμετρα m η επιφάνεια είναι πολύ διαβρωμένη (Gournellos et al., 1990). Εκεί συναντώνται κοιλάδες με κατά βάθος διάβρωση σχήματος V, ενώ στα νοτιοδυτικά πρανή βρίσκονται 3 τρία φαράγγια με κατά βάθος διάβρωση σχήματος V. Τα φαράγγια αυτά βρίσκονται σε υψόμετρο από m και τα μήκη του από τα δυτικά προς τα ανατολικά είναι από 2,5 km έως 3,2 km. Το βάθος τους ποικίλει από 100 έως 300 m. Η παρουσία τους οφείλεται πιθανώς σε ανοδικές κινήσεις λόγω τεκτονισμού που έδρασε στην περιοχή κατά το Ανώτερο Μειόκαινο (23 εκ. χρόνια πριν). Η κλίση των πρανών της Πάρνηθας παρουσιάζει διαφορές σε κάθε τμήμα. Έτσι στα ΝΔ φτάνει το 75%, στα κεντρικά τμήματα 65% και στα ΒΑ 22-28% (Αντωνίου Β., 2002). Επίσης συναντώνται πρανή με κλίση μεγαλύτερη από 100%. Τέλος συναντόνται επιφάνειες επιπέδωσης με κλίση μικρότερη του 10% σε υψόμετρα m, m, m, m, m, m, m, m, m. Στις επιφάνειες αυτές παρατηρούνται καρστικές γεωμορφές και κλίνουν προς το εσωτερικό της λεκάνης απορροής (Παυλόπουλος κ.α., 2005). Το Αιγάλεω είναι μια επιμήκης κορυφή που το υψόμετρό της υπερβαίνει τα 300 m. Διαιρείται σε δυο μέρη με το νότιο να είναι υψηλότερο από το βόρειο. Στα m και στα m παρατηρούνται επιφάνειες επιπέδωσης. Τα νότια πρανή του βουνού παρουσιάζουν διαφορές με κλίσεις που κυμαίνονται από 8% στα βόρεια και 13% στα νότια (Αντωνίου., 2002). Τέλος, παρατηρείται κοιλάδα με κατά βάθος διάβρωση σχήματος V και μήκος 1,4 km (Παυλόπουλος κ.α., 2005). Η πεδιάδα των Αθηνών εκτείνεται από τις περιοχές χαμηλού υψομέτρου (πρόποδες, υπώρειες) (Σχήμα 4) των ορεινών όγκων έως την κεντρική περιοχή του λεκανοπεδίου. Οι περιοχές αυτές χαμηλού υψομέτρου καλύπτονται από ποτάμιες αποθέσεις, ενώ στα νότια του Αιγάλεω και στα νοτιοδυτικά του Υμηττού σε χαμηλότερα υψόμετρα συναντώνται νεογενείς, θαλάσσιεςλιμνοθαλάσσιες αποθέσεις. Αποτελούνται από θαλάσσια, λιμνοθαλάσσια ή λιμναία ιζήματα του 29

30 Νεογενούς, αλλά κυρίως από Πλειστοκαινικούς κώνους κορωμάτων ποταμοχειμάριας προέλευσης. Οι σχηματισμοί της πεδιάδας ξεκινούν από τα 300 m υψόμετρο, με κλίση περίπου 2%. Οι ζώνες με το μικρότερο υψόμετρο έχουν επιχωθεί κυρίως με ποτάμοχειμάρρια ιζήματα των ιστορικών χρόνων και του Ολοκαίνου. Αυτό εξηγεί τις καταστροφές που προκαλούνταν από τις έντονες βροχοπτώσεις κυρίως σε περιοχές που η ροή του ποταμού ήταν εγκιβωτισμένη. Οι επεμβάσεις αυτές συναντώνται από την αρχαιότητα όπως μαρτυρούν τα αρχαιολογικά ευρήματα, όπου κατά την διάρκεια της εκσκαφής του μετρό της Αθήνας ήρθε στο φώς η παλιά κοίτη του Ιλισού ποταμού. Ακόμη, η πεδιάδα των Αθηνών χαρακτηρίζεται από μικρές κλίσεις πρανών που κυμαίνονται από 1,5-6,5%. Οι λόφοι εξαιρούνται διότι παρουσιάζουν πολύ μεγάλες κλίσεις. Σε υψόμετρα από m συναντώνται περιοχές με έντονη κατά βάθος διάβρωση που φτάνει μέχρι και τα 10m σε βάθος. Αυτό πιθανόν να οφείλεται στην κλιματική αλλαγή της τελευταίας Παγετώδους περιόδου, όπου η θαλάσσια στάθμη βρισκόταν 120 m περίπου χαμηλότερα από τη σημερινή, σε συνδυασμό με τις ανοδικές τεκτονικές κινήσεις της Πάρνηθας. Τα χαμηλότερα τμήματα των κοιλάδων αυτών έχουν καλυφθεί με από πιο πρόσφατες αποθέσεις. Στο κέντρο της πεδιάδας υπάρχουν οι τέσσερις ασβεστολιθικοί λόφοι του Κρητιδικού, οι οποίοι περιβάλλουν το ιστορικό κέντρο της Αθήνας. Οι λόφοι αυτοί είναι, ο Λυκαβηττός, η Ακρόπολη, ο λόφος του Φιλοπάππου και τα Τουρκοβούνια. Οι λόφοι αυτοί είναι λόφοι μάρτυρες (inselbergs) (Παυλόπουλος κ.α., 2005) και αποτελούν «υπόλειμμα» της Πλειστοκαινικής μορφογένεσης. Οι λόφοι του Πειραιά συνιστουν την τελευταία ενότητα και αποτελούνται από Μιοκαινικές μάργες. Η περιοχή γύρω από τη χερσόνησο του Πειραιά είναι έντονα τροποποιημένη και τεχνητά επιχωμένη από τον άνθρωπο για την κατασκευή των αστικών και των λιμενικών έργων. Για την κατανόηση του φυσικού αναγλύφου χρησιμοποιήθηκαν ιστορικοί χάρτες του 19ου (Curtius et al., 1881, Ulrichs, 1843), όπου παρατηρείται η παρουσία ελών στο βόρειο μέρος της χερσονήσου στην περιοχή του δέλτα του Κηφισού. Όλη η περιοχή αυτή χαμηλού υψομέτρου πήρε τη σημερινή της μορφή μετά την σταθεροποίηση της θαλάσσιας στάθμης πριν από ybp. Σήμερα, η παραλιακή αυτή περιοχή, η οποία έχει δεχτεί έντονη ανθρώπινη παρέμβαση, έχει υποχωρήσει σε όλο το μήκος της, εκτός από την περιοχή ανάμεσα στον Πειραιά και το 30

31 Παλαιό Φάληρο. Οι ψηφιδοπαγείς αιγιαλοί (beachrocks) οι οποία έχουν αποκολληθεί από την παραλία λόγω της υποχώρησης της ακτογραμμής από την έντονη διάβρωση των νεότερων χρόνων, αποτελούν απολιθώματα παλαιών ακτογραμμών και πολλοί περιέχουν κομμάτια από αρχαία κεραμικά (Desruelles et al., 2004) Λόφοι Αθηνών Οι κυριότεροι, από βορά προς νότο είναι: τα Τουρκοβούνια (339 m), ο Λυκαβηττός (278 m), η Ακρόπολη (156 m) και ο λόφος Μουσείου ή Φιλοπάππου (147 m). Επίσης υπάρχουν μικρότεροι όπως, ο Αρδηττός (131 m), ο λόφος των Νυμφών (Αστεροσκοπείου), και ο Άρειος Πάγος. Οι λόφοι που βρίσκονται στην επιφάνεια του Λεκανοπεδίου είναι κατάλοιπα ενός αναγλύφου κατά τον τελευταίο σχηματισμό της Αθηναϊκής πεδιάδας και μπορούν να χαρακτηριστούν ως λόφοι μάρτυρες, Inselbergs (Παυλόπουλος κ.α. 2004). Πιθανόν η θάλασσα κατά το Νεογενές έφτανε μέχρι την περιοχή της Ακρόπολης. Αποθέσεις του Πλειοκαίνου έχουν ανιχνευτεί δυτικά του Λυκαβηττού σε ύψος 120 m (Gournelos et al., Παπανικολάου κ.α., 2004). και στο δυτικό τμήμα του Υμηττού. Στην περιοχή των Τουρκοβουνίων βρέθηκαν αργιλικές αποθέσεις στα ρήγματα και τις διακλάσεις των ασβεστολίθων οι οποίες ανήκουν χρονολογικά στην Πλειστοκαινική περιόδο (Sindowski, 1949). Στους λόφους του κεντρικού Λεκανοπεδίου από τα Τουρκοβούνια μέχρι και το λόφο Σικελίας η λιθολογία είναι πιο απλή. Στο νότιο τμήμα των Τουρκοβουνίων παρατηρούνται εναλλαγές καστανόφαιων πηλιτών, μαργαϊκών ασβεστολίθων και ψαμμούχων μαργών ενώ παρατηρούνται τοφφίτες και υπερβασικά σώματα. Οι φάσεις αυτές περιβάλλουν τους νηρητικούς ασβεστολίθους και αποτελούν τον ανώτερο ορίζοντα. Στην ανατολική πλευρά των λόφων του κεντρικού τμήματος έχουμε την υπερίσχυση των πλακωδών ασβεστολίθων οι οποίοι εναλλάσσονται κυρίως με ψαμμίτες και ψαμμούχες μάργες. Τέλος, στα ασβεστομαργαϊκά και ψαμμιτικά στρώματα υπάρχει χαρακτηριστική μικροπανίδα από τρηματοφόρα που χρονολογούνται στην Ανωκρητιδική ηλικία. 31

32 Ακρόπολη Ο λόφος της Ακρόπολης (Σχήμα 4), από μορφολογική άποψη είναι διαφορετικός από τους υπόλοιπους του κέντρου των Αθηνών, έχει σχήμα τραπέζιου και η επιφάνειά του κλίνει προς Δ.ΒΔ. Αποτελεί τέμαχος του αθηναϊκού καλύμματος από συμπαγείς (Κρητιδικούς-Ανω Ιουρασικούς) ασβεστολίθους οι οποίοι επικάθονται του σχιστολιθικού υποβάθρου. (Τρικκαλινός 1972). Το επίπεδο της κορυφής του λόφου της Ακρόπολης έχει μήκος 270 m και πλάτος 156 m, η συνολική του επιφάνεια είναι m 2. Η μόνη είσοδος προς την κορυφή του λόφου είναι η δυτική πλευρά του οι υπόλοιπες είναι απότομες. Η νότια πλευρά της Ακρόπολης είναι διαφορετική από την βόρια πλευρά της. Στην νότια πλευρά παρατηρούνται ασβεστολιθικές μάζες με μορφή θραυσματοπαγών τα οποία έχουν μεταφερθεί από Δ. προς Α. σε βαθύτερη περιοχή ενώ στην βόρεια πλευρά οι ασβεστόλιθοι κείτονται πιο ψηλά, είναι έντονα διαρρηγμένοι με πολλά σπήλαια (Τρικκαλινός, 1972). Διαρρηγμένοι είναι επίσης και οι ασβεστόλιθοι στην Α. πλευρά. Μετά το τέλος των Περσικών πολέμων δεν αρκούσε η επιφάνεια της Ακρόπολης στον Περικλή, για το λόγο αυτό κατασκεύασε ένα τείχος το οποίο πλήρωσε με επιχώσεις. Τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν για την πλήρωση του κενού μεταξύ των τειχών και του ασβεστολιθικού καλύμματος ήταν τα θραύσματα των παλαιών κτισμάτων που προϋπήρχαν της καταστροφής των Περσών. Οι ασβεστόλιθοι οι οποίοι δεν έχουν καλυφθεί από τις επιχώσεις παρουσιάζουν μια κατεύθυνση από τα ανατολικά προς τα δυτικά καθώς και μια ακανόνιστη ανάπτυξη. Η επιφάνεια, πάνω στην οποία βρίσκεται ο Παρθενώνας, κλίνει προς τα βορειοανατολικά και βορειοδυτικά (Τρικκαλινός, 1972). Στη βόρεια πλευρά της Ακρόπολης υπάρχουν πολλά σπήλαια. Η δημιουργία των σπηλαίων αυτών οφείλεται στην υδατοπερατότητα των ασβεστολίθων καθώς και τη συσσώρευση του νερού της βροχής που περιέχει CO 2. Κατά συνέπεια, η διάλυση των Ασβεστολίθων έχει σαν αποτέλεσμα την δημιουργία καρστικών σπηλαίων διαφόρων μεγεθών (Τρικκαλινός, 1972) Ο Άρειος Πάγος Δυτικά του λόφου της Ακρόπολης (Σχήμα 4) εδράζεται ο λόφος του Αρείου Πάγου όπου συνεδρίαζε το ανώτερο δικαστήριο των Αθηνών. Η γεωλογία του λόφου είναι παρόμοια με αυτή της Ακρόπολης, πάνω στους Αθηναϊκούς Σχιστολίθους επικάθεται ασύμφωνα μεσοζωική ασβεστολιθική τράπεζα η οποία θεωρείται ως ρηξιγενής τέμαχος της μεγαλύτερης 32

33 ασβεστολιθικής τράπεζας της Ακρόπολης. Περιληπτικά, η στρωματογραφία του Αρείου Πάγου είναι η εξής: παχιά μικρή ασβεστολιθική τράπεζα που κείται πάνω από τους Σχιστολίθους Αθηνών, οι οποίοι αποτελούν και το υπόβαθρο της πόλης. Μεταξύ των στρωμάτων έχουμε την παρουσία τεκτονικού θραυσματοπαγούς κατά τον Τρικκαλινό. Οι νεότερες έρευνες κάνουν λόγο για τεκτονικό Λατυποπαγές (Papaniokolaou et al., 2004) το οποίο περιέχει θραύσματα και λατύπες από τους νηρητικούς Ασβεστόλιθους καθώς και λατύπες από Πυριτιόλιθους, ψαμμίτες και Σχιστολίθους. 33

34 Σχήμα 4: Γεωμορφολογικός χάρτης περιοχής μελέτης. 34

35 1.6. Ιστορική και Αρχαιολογική ανασκόπηση. Ο Σαράντος Καργάκος στο έργο του «Η ιστορία των αρχαίων Αθηνών» αναφέρει τις παρατηρήσεις των δύο μεγαλύτερων περιηγητών της Αττικής, Παυσανία και Στράβωνα, και δίνει εξηγήσεις σε διάφορα ερωτήματα που δημιουργούνται για την περιοχή αυτή. Ξεκινώντας από το όνομα της Αττικής, αναφέρει χαρακτηριστικά ότι ετυμολογικά το όνομα «Αττική» πραπέμπει περιοχή με πολλές ακτές, και σημειώνει ότι το όνομά της το πήρε λόγω του πλήθους των ακτών της και όχι από τον ήρωα Ακταίωνα που υποστηρίζει ο Στράβωνας. Επίσης αναφέρει ότι στο λεκανοπέδιο υπήρχαν δυο κύρια ποτάμια, ο Κηφισός, ο οποίος πηγάζει από το όρος Πάρνηθα και καταλήγει στον Σαρωνικό και ο Ιλισός, ο οποίος πηγάζει από τον Υμηττό και εκβάλλει στο κόλπο του Φαλήρου, υπήρχε όμως και ένα μικρότερο ποτάμι ο Ηριδανός, ο οποίος ήταν και παραπόταμος του Ιλισού. Ο Ηριδανός πήγαζε από τον λόφο του Λυκαβητού περνούσε από την πλατεία Συντάγματος και τον Κεραμεικό και κατέληγε στον Ιλισό. Οι γνωστότεροι λόφοι που βρίσκονται μέσα στο λεκανοπέδιο Αττικής και γύρω από τους οποίους σχηματίστηκε η πόλη των Αθηνών είναι: η Ακρόπολη, ο λόφος της Πνύκας, ο λόφος των Νυμφών (Αστεροσκοπείο), ο Άρειος Πάγος, ο λόφος των Μουσών (Φιλοπάππου), ο λόφος του Αγοραίου Κολωνού (Θησείο), ο λόφος της Άγρας (ανατολικά του Ιλισού), ο Αρδηττός, και ο κατ εξοχήν Κολωνός, εκτός από τα τείχη τη πόλης. Ο Λυκαβηττός (κατά τον Ησύχιο ονομάστηκε έτσι λόγω των πολλών λύκων) δεν αποτελούσε τμήμα της αρχαίας πόλης. Ο συνεχόμενος προς την ΒΑ πλευρά χαμηλός λόφος λεγόταν στην αρχαιότητα Άγχεσμος. Ο Πλάτωνας και ο Ξενοφώντας αναφέρουν ότι ο Άγχεσμος, ο Λυκαβηττός και τα Τουρκοβούνια ήταν άδενδρα (Καργάκος, 2004). Ο Στράβων αναφέρει ότι στο λεκανοπέδιο μετά από βροχοπτώσεις το χώμα χανόταν στην θάλασσα χωρίς να επικάθεται στις πεδινές περιοχές, γεγονός που μαρτυρεί πως υπήρχε το φαινόμενο της έντονης διάβρωσης. Ο Πλάτων κάνει λόγο για τον τρόπο με τον οποίο πήρε η Ακρόπολη την τελική της μορφή, χρόνια πριν την εποχή εκείνη, αναφέρει ότι δεν είχε αυτή την μορφή που έχει σήμερα. Σε μια νύχτα έπεσε τόσο πολύ βροχή που παρέσυρε όλο το χώμα από πάνω της και την άφησε γυμνή. Έπειτα ακολούθησαν τρεις πλημμύρες και σεισμοί πριν τον κατακλυσμό του 35

36 Δευκαλίωνα. Επίσης, αναφέρει ότι η Ακρόπολη έφτανε μέχρι τον Ηριδανό και τον Ιλισό περιελάμβανε την Πνύκα κα είχε για όριο τον Λυκαβηττό. Στην Ακρόπολη υπήρχε και μια πηγή η οποία εξαφανίστηκε λόγω σεισμών και έχουν παραμείνει μόνο κάποια μικρά ρέματα (ρυάκια). Ο Κριτίας αναφέρει ότι το νερό από την πηγή αυτή τον χειμώνα ήταν ζεστό και το καλοκαίρι κρύο. Για την περιοχή του Πειραιά τώρα ο Παυσανίας υποστηρίζει ότι πήρε το όνομά του από τη λέξη «πέραν» που σημαίνει πέρασμα αφού κατά την προϊστορική περίοδο ήταν νησί που ενωνόταν με την ξηρά με μια στενή λωρίδα γης. Η θαλάσσια ζώνη η οποία χώριζε το νησί του Πειραιά από την ξηρά με τις εξάρσεις του εδάφους και την ιλύ από τα ποτάμια και κυρίως από τον Κηφισό καλύφθηκε και σχημάτισε ελώδη περιοχή γνωστή ως Αλίπεδον ή Αλαί (Φάληρο, Αγ. Ι. Ρέντης) (Σχήμα 2). Ο Πειραιάς κατά την αρχαία εποχή περιελάμβανε την Ακτή ή Πειραϊκή χερσόνησο, την Μουνιχία, την Ηετιώνεια ή Ηετιώνεια Άκρα και Αλαί, στα αριστερά καθώς εισπλέουμε στο λιμάνι του Πειραιά και το Αλίπεδο. Στην περιοχή της Μουνιχίας υπήρχαν λαξευμένα δωμάτια στο βράχο προς κατοίκηση ή συγκέντρωση νερού (Σπηλιά Παρασκευά), φυσικά σπήλαια (Σπηλιά Αρετούσας) και στη δυτική πλευρά της Πειραϊκής βρισκόταν η Ηετιωνεία (Σχήμα 2). Ένα από τα σημαντικότερα σωζόμενα αρχαιολογικά μνημεία της περιοχής των Αθηνών (Ulrichs, 1843) είναι τα Μακρά τείχη, που ένωναν την αρχαία πόλη των Αθηνών με τα λιμάνια του Πειραιά. Στο κεφάλαιο αυτό θα γίνει αναφορά στη θέση και στην λειτουργία των τειχών και λιμανιών αυτών κατά την αρχαιότητα. Κατά τον Στράβωνα και τον Πλίνιο (Ulrichs, 1843) η θάλασσα χώριζε την χερσόνησο του Πειραιά από την Αθήνα. Το σημείο αυτό προσχώθηκε από θαλάσσια και ποτάμια ιζήματα. Ο Κηφισός και άλλοι χείμαρροι σχημάτισαν το Αλίπεδο, στην περιοχή αυτή στρατοπέδευσε ο Παυσανίας όταν προσκλήθηκε στον Πειραιά (Καργάκος, 2004). Το Αλίπεδον ήταν η αλμυρή και ελώδης πεδιάδα που σήμερα ενώνει τον Πειραιά με τον Ελαιώνα, ο οποίος ήταν πιο εύφορος (Ulrichs, 1843). Αναφέρεται ότι το Αλίπεδο ήταν τόσο ελώδες που τα πρώτα θεμέλια των Μακρών τειχών κατακάθισαν στο έλος και μετά από λίγα έτη έγινε εκ νέου θεμελίωση. Επίσης η περιοχή από τον Πειραιά έως την περιοχή του Αγ. Γεωργίου στο σημερινό Π. Φάληρο, πλημμύριζε κατά την διάρκεια του χειμώνα, μέχρι που κατασκευάστηκαν τάφροι και η παραλιακή λεωφόρος. Ο Ulrichs αναφέρει επίσης ότι ο Κηφισός, ο οποίος είχε διευθετημένη 36

37 κοίτη, εξέβαλε στον Φαληρικό όρμο. Το Φάληρο το χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι Αθηναίοι στην αρχή και πριν τους Μηδικούς πολέμους ως λιμάνι, γιατί βρισκόταν πιο κοντά στην πόλη των Αθηνών (την περίοδο εκείνη απείχε μόνο είκοσι στάδια) (Kαργάκος, 2004). Επίσης οι βασιλείς των Αθηνών την εποχή εκείνη ευνοούσαν περισσότερο την γεωργία σε σχέση με την ναυτιλία η οποία γνώρισε άνθηση στα χρόνια του Θεμιστοκλή. Από τον Πειραιά έως την Αθήνα εκτείνονται τα ερείπια δύο παράλληλων τειχών (Σχήμα 2). Τα οποία απείχαν 560 πόδια (1 πόδι=0.3048m). Τα ερείπια των τειχών εκτείνονται από τα τείχη της πόλης των Αθηνών μέχρι τους πρόποδες του λόφου της Μουνιχίας στην περιοχή του Πειραιά. Ο Heinrich Ulrichs αναφέρει ότι ο Οδοφρήδος Μύλλερ δέχεται την ύπαρξη τριών τειχών,αλλά κατηγορεί τους Αθηναίους ότι η οικοδόμηση τριών τειχών όχι μόνο ήταν ανώφελη αλλά και επιβλαβής, αφού εμπόδιζε την αλληλοβοήθεια μεταξύ των φρουρούντων. Οι περισσότεροι από τους νεότερους αρχαιολόγους όμως δέχονται την ύπαρξη τριών τειχών, σύμφωνα με τον Θουκυδίδη, τα δύο παράλληλα τείχη (Πειραϊκά σκέλη) κατέβαιναν από την Αθήνα προς τον Πειραιά, το τρίτο (Φαληρικόν) ξεκινούσε από το Μουσείο και κατέληγε στο Φάληρο (Το Φάληρο είχε το όνομα ενός εκ των ηρώων των αργοναυτών). Ο Στράβωνας αναφέρει στο έργο του ότι ο Πειραιάς έχει τρία λιμάνια στη χερσόνησο της Μουνιχίας (Σχήμα 2) (Καργάκος, 2004). Το φανάρι ήταν το μικρότερο φυσικό λιμάνι όπου μετά ονομάστηκε Μουνιχία από το φρούριο που βρισκόταν στην κορυφή του λόφου. Ο κόλπος μεταξύ της Μουνιχίας και του Αγ. Γεωργίου, όπου ψάρευαν τις «αφυαί», είδος μικρού ψαριού, ονομαζόταν «Φαληρικόν». Το παλαιότερο λιμάνι των αρχαίων Αθηναίων, όπου ήταν επίνειο ή εμπορίον ονομαζόταν «Φάληρον» και βρισκόταν στη νοτιοανατολική γωνία του Φαληρικού κόλπου στην θέση του Αγ. Γεωργίου (Σχήμα 2). Το πεδίο εκεί ήταν κατά θέσεις έλος και σε άλλα σημεία εύφορο και δενδρόφυτο. Το γεγονός αυτό πιστοποιείται και από τις διηγήσεις του Ηροδότου ο οποίος αναφέρει ότι όταν οι Λακεδαιμόνιοι έστειλαν τον Αγχίμολο στην Αθήνα για να την ελευθερώσει από την τυραννία των Πεισιστράτηδων, ο οποίος στρατοπέδευσε στο Φάληρο όπου οι Πεισιστράτηδες είχαν κόψει όλα τα δέντρα κάνοντας το πεδίο κατάλληλο για το ιππικό των Θεσσαλών από τους οποίους είχαν ζητήσει βοήθεια. Έτσι οι Λακεδαιμόνιοι νικήθηκαν και επέστρεψαν. Τα τελικά τείχη χτίστηκαν μετά από παρότρυνση του Θεμιστοκλή, ο οποίος ήθελε να κταστήσει την Αθήνα ναυτική δύναμη. Έτσι το 481 π.χ.. παρακίνησε τους Αθηναίους να τελειοποιήσουν τα ήδη 37

38 φυσικά λιμάνια του Πειραιά, τα οποία ολοκληρώθηκαν δύο χρόνια μετά. (479 π.χ.). Επειδή όμως ήταν εύκολο για τους εχθρούς να αποβιβαστούν στον φαληρικό όρμο χτίστηκαν δυο μακρά τείχη (457 π.χ.) το ένα από τον Πειραιά μέχρι την Αθήνα και το άλλο από την Αθήνα μέχρι το Φάληρο. Τέλος, ο Περικλής το 444 BC. παρακίνησε τους Αθηναίους να χτίσουν και τρίτο τείχος παράλληλο προς εκείνο που κατέβαινε από την Αθήνα προς τον Πειραιά. Το μεγαλύτερο λιμάνι της περιοχής του Πειραιά ήταν ο Δράκος, μέρος του οποίου ήταν ο Κάνθαρος το πολεμικό λιμάνι των αρχαίων Αθηναίων. Το μεγαλύτερο μέρος του λιμανιού αυτού χρησιμοποιείτο ως εμπορικό λιμάνι και για το λόγο αυτό υπήρχαν πολλές στοές για την πώληση των εμπορευμάτων. Η μεγαλύτερη στοά ήταν στην μεριά του τείχους της Ηετιωνείας στο ακρωτήριο Άλκιμον (το βορειοδυτικό τμήμα του σημερινού λιμένος όπου βρισκόταν και το άγαλμα του Λέοντα.από τον οποίο πήρε το όνομα «Δράκος»). Στην περιοχή εκείνη υπήρχε λιμνοθάλασσα όπου στα χρόνια του συγγραφέα στα μέσα του 19 ου αιώνα (Ulrichs, 1843), άρχισαν να την προσχώνουν. Για να συνοψίσει τα λεγόμενά του ο συγγραφέας αναφέρει τις κύριες θέσεις της έρευνάς του. Από αυτά αξίζει να σημειωθούν τα παρακάτω: 1. Το Φάληρο το παλαιότερο λιμάνι των Αθηναίων και ο δήμος Φαληρέων βρίσκεται στη θέση του Αγ. Γεωργίου στη σημερινή θέση του δήμου Π. Φαλήρου. 2. Αλίπεδον ονομαζόταν η περιοχή μεταξύ του Πειραιά, του νυν Φαληρικού όρμου και του Ελαιώνα, που κατά τον ερευνητή ήταν κάποτε θάλασσα. 3. Πριν τον πελοποννησιακό πόλεμο υπήρχαν τρία σκέλη από τείχη, δύο παράλληλα (Πειραϊκά σκέλη) και ένα μικρότερο το φαληρικό. 4. Μετά τον πελοποννησιακό πόλεμο ανασκευάστηκαν μόνο τα Πειραϊκά σκέλη. 5. Ο λόφος και το φρούριο της Μουνιχίας είναι ο σημερινός λόφος της Καστέλας 6. Μέσα στα τείχη του Πειραιά (χερσόνησο του Πειραιά), υπάρχουν τρια φυσικά λιμάνια: η Ζέα (Πασαλιμάνι), η Μουνιχία (Τουρκολίμανο), και το κύριο λιμάνι του Πειραιά. 7. Το κυρίως λιμάνι του Πειραιά (Δράκος) χωριζόταν σε δυο επιμέρους: το Εμπόριον και τον Κάνθαρο. 38

39 8. Αλαί ονομάζονταν η λιμνοθάλασσα που βρισκόταν κοντά στα τείχη της Ηετιωνείας. Στο άρθρο της Σοφού (1973) «Χάρτης του Πειραιά συνταχθείς το 1687 από τους Ενετούς» που δημοσιεύτηκε στην Αρχαιολογική Εφημερίδα το 1973, γίνεται περιγραφή του Ενετικού χάρτη του Πειραιά καθώς και της πρότασης δημιουργίας φρουρίου στον λόφο της Καστέλας. Κατά την διάρκεια του Ενετοτουρκικού πολέμου ( ) οι μηχανικοί του ενετικού στρατού συνέταξαν ακριβείς τοπογραφικούς χάρτες, για στρατιωτικούς σκοπούς, διαφόρων περιοχών της Ελλάδος που κατακτούσαν. Πολλοί από αυτούς φυλάσσονται στην Μαρκιανή βιβλιοθήκη της Βενετίας (Σοφού, 1973). Η συγγραφέας αναφέρει ότι η χρονολογία σύνταξης του χάρτη λείπει, όμως παραθέτει στοιχεία ικανά για τον ακριβή υπολογισμό του έτους σύνταξής του. Για τον υπολογισμό της χρονολογίας σύνταξης του χάρτη βασίζεται σε τρία γεγονότα. Το πρώτο είναι η ποιότητα του χαρτιού που χρησιμοποιήθηκε για να κατασκευαστεί ο χάρτης, η οποία οδηγεί στον 17 ο αιώνα. Το δεύτερο είναι ότι κατά τη διάρκεια του 17 ου αιώνα έγιναν δύο αποβάσεις στον Πειραιά, η πρώτη τον Μάϊο του 1654 και η δεύτερη τον Σεπτέμβριο του Ο χάρτης αποκλείεται να κατασκευάστηκε κατά την διάρκεια της πρώτης απόβασης αφού ο Fr. Morosini υπογράφει το χάρτη ως Στρατηγός, αξίωμα το οποίο κατέλαβε το Άρα ο χάρτης κατασκευάστηκε μετά το Σεπτέμβριο του Το γεγονός μάλιστα ότι το σχέδιο του φρουρίου της Μουνιχίας το υπογράφει ο Giovanni Bassignani, ο οποίος βρισκόταν από τις αρχές Νοεμβρίου στο Ναύπλιο, επιτρέπει να καθοριστεί ο χρόνος κατασκευής του χάρτη τον Οκτώβριο του Ο χάρτης της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης (Σχήμα 5,6) είναι ο πιο παλιός χρονολογικά γεωγραφικός χάρτης, ο οποίος αποδίδει την περιοχή του Πειραιά με ακρίβεια. Ο χάρτης περιλαμβάνει τα τρία λιμάνια του Πειραιά, μικρό τμήμα της ακτής του Φαλήρου την χερσόνησο της Ηετιωνείας καθώς και τμήμα της Δραπετσώνας. Έπειτα παρατίθενται γεωγραφικά στοιχεία τα οποία είναι ενδιαφέροντα και δίνουν μια πολύ καλή παλαιογεωγραφική εικόνα της ευρύτερης περιοχής του Πειραιά (Σχήμα 5,6). Τα πιο σημαντικά στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο είναι : Στο σημείο που η οδός Φιλίππου συναντά την ακτή Πρωτοψάλτη κατέληγε στη θάλασσα ρυάκι το οποίο ήταν ευκρινές περίπου για 300 m προς το Βορρά μέχρι να εξαφανιστεί στο έλος, το 39

40 οποίο εκτείνεται βόρεια από την παραλία του Φαλήρου, εννοώντας αυτό που αναφέρεται μεταγενέστερα ως Αλίπεδο. Επίσης αναφέρεται και άλλο ένα έλος το οποίο τοποθετείται στα βόρεια του κεντρικού λιμανιού του Πειραιά και ονομάζεται «Αλαί» (Σχήμα 5,6). Αναφέρεται επίσης η έλλειψη νεότερων κτιρίων, γεγονός που συνηγορεί στην άποψη ότι ο Πειραιάς τον 17 ο αιώνα ήταν σχεδόν ακατοίκητος. Το λιμάνι του Κανθάρου (Σχήμα 5,6) (το οποίο αναφέρεται στο χάρτη ως Μέγας Λιμήν ο λεγόμενος Λιόν) χρησιμοποιήθηκε από τον Ενετικό στόλο ως αγκυροβόλιο για τις γαλέρες. Υπάρχουν ενδείξεις ύφαλου στο στόμιο του λιμανιού που μαρτυρούν τα ερείπια του αρχαίου τείχους. Το λιμάνι των Αλών που βρίσκεται στο Βόρειο μέρος του κεντρικού λιμανιού του Πειραιά, έχει προσχωθεί από την αρχαιότητα έχει σχηματίσει εκτεταμένο έλος. Το λιμάνι της Μουνιχίας σημειώνεται στον χάρτη ως Αρχαίος λιμένας των Αθηνών. Για το λιμάνι της Ζέας (Πασαλιμάνι) δεν γίνεται ιδιαίτερη αναφορά. Αναφέρεται όμως στο έργο του Ulrichs ότι ήταν ο πρώτος που απέδωσε τα λιμάνια του Πειραιά με την ορθή τους ονομασία (Hirschvelt, 1878, Σοφού, 1973). 40

41 Σχήμα 5: Ο χάρτης του Πειραιά συνταχθείς από τους Ενετούς το Πηγή Σοφού

42 Σχήμα 6: Ο χάρτης των Ενετών σε σχέση με τη σημερινή μορφή του Πειραιά. Πηγή Σοφού

43 Από τις παραπάνω έρευνες, τις αναφορές των περιηγητών καθώς και την περιγραφή των χαρτών συγκεντρώνονται πολλές πληροφορίες όσον αφορά την παλαιογεωγραφία της περιοχής των Αθηνών και του Πειραιά κατά την αρχαιότητα. Από τα παραπάνω συμπεραίνεται ότι η περιοχή κατοικείτο από την παλαιολιθική περίοδο (Συριόπουλος, 1994) μέχρι τα σημερινά χρόνια, άλλοτε με έντονη την ανθρώπινη παρέμβαση και άλλοτε λιγότερο έντονη. Ηδη από τα ιστορικά χρόνια ακόμα οι κάτοικοι της περιοχής αυτής επενέβαιναν με διάφορους τρόπους (λιμενικά έργα, πρόσχωση ελών, διευθέτηση κοιτών) στο ανάγλυφο της περιοχής. Μεγάλη έξαρση των επεμβάσεων αυτών υπήρξε από την περίοδο που επιλέχθηκε η Αθήνα ως πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους μέχρι τις μέρες μας. 43

44 1.7. Σημαντικότητα της περιοχής μελέτης. Από την αρχαιότητα έως σήμερα η περιοχή του λεκανοπεδίου της Αττικής παρουσιάζει δείγματα ανθρώπινης δραστηριότητας άρα και συνεχούς κατοίκησης. Στην περιοχή αυτή από την νεολιθική περίοδο (Συριόπουλος, 1994) μέχρι σήμερα υπάρχει συνεχής ανθρώπινη παρουσία. Αυτό οφείλεται σε πολλούς παράγοντες όπως είναι το κλίμα, η μορφολογία του εδάφους, η παροχή νερού από τα ποτάμια και τα ρέματα, καθώς και η θέση του λεκανοπεδίου. Μεγάλο επίσης ρόλο έπαιξε και η σύνδεση με την θάλασσα, μέσω της χερσονήσου του Πειραιά, καθώς και του φαληρικού όρμου, τα οποία προσέφεραν προστασία στα πλοία χάρη στην μορφολογία των φυσικών λιμένων τους. Στην αρχή χρησιμοποιείτο ο φαληρικός όρμος ως αγκυροβόλιο των πλοίων των αρχαίων Αθηναίων. Στη συνέχεια όμως τα λιμενικά έργα του Θεμιστοκλή (Ulrichs, 1843) καθώς και η κατασκευή των μακρών τειχών, που ένωναν την αρχαία πόλη της Αθήνας με τον Πειραιά, καθιστώντας την έτσι ναυτική δύναμη, την οδήγησαν στο απόγειο της δόξας της τον χρυσό αιώνα του Περικλή (5 ος π.χ. αιώνας). Η περιοχή αυτή του λεκανοπεδίου παρουσιάζει σημαντικό γεωμορφολογικό ενδιαφέρον. Η μορφολογία του εδάφους είναι πολύπλοκη και χαρακτηρίζεται από την παρουσία ορεινών όγκων γύρω από την πεδιάδα των Αθηνών που ουσιαστικά την προστατεύει από βόρειους ανέμους και δημιουργώντας μια λεκάνη απορροής για το λεκανοπέδιο, βοηθάει έτσι στην παροχή νερού για τους δήμους εντός αυτού. Η παρουσία πεδινών περιοχών εντός του λεκανοπεδίου βοήθησε στην αγροτική ανάπτυξη και στην κάλυψη των διατροφικών αναγκών των κατοίκων. Το μεγαλύτερο μέρος της διατριβής περιλαμβάνει περιοχές με μικρή κλίση αφού αποτελούν τον κάτω ρου του Κηφισού ποταμού, καθώς και παράκτιες περιοχές (Πειραιάς-Ν. Φάληρο, Καλλιθέα, Μοσχάτο, Π. Φάληρο) (Σχήμα 4). Οι λόφοι μάρτυρες (Φιλοπάππου, Ακρόπολη, Λυκαβηττός, Τουρκοβούνια) (Παυλόπουλος κ.α., 2005) προσδίδουν ποικιλομορφία στην κατά τα άλλα πεδινή περιοχή (Σχήμα 4). Οι διεργασίες που συντελούν στην δημιουργία και την τελική εικόνα του αναγλύφου στην περιοχή αυτή είναι κυρίως οι παράκτιες-θαλάσσιες και ποτάμιες διεργασίες, η έντονη ανθρώπινη επέμβαση και παρέμβαση καθώς και οι έντονες κλιματικές αλλαγές. Κατά την διάρκεια της παρουσίας του ανθρώπου στην περιοχή παρουσιάζονται και οι πρώτες επεμβάσεις από τα ιστορικά χρόνια όπως η κατασκευή των μακρών τειχών, με τα προβλήματα στην θεμελίωση, κυρίως στην περιοχή του Αλιπέδου (Αγ. Ι. Ρέντης)-Ν. Φαλήρου 44

45 (Ulrichs, 1843). Συγχρόνως κατασκευάστηκαν και τα λιμάνια της Αρχαίας Αθήνας (Εμπορικόν, Ζέα, Κάνθαρος) στην περιοχή της χερσονήσου του Πειραιά. Τέλος από την δεκαετία του 1960 επιχώθηκε το παραλιακό μέτωπο του φαληρικού όρμου προκειμένου να κατασκευαστούν τα στάδια και οι καινούριες λιμενικές εγκαταστάσεις της περιοχής. Η περιοχή μελέτης παρουσιάζει ποικιλομορφία τόσο στο φυσικό (γεωλογία-γεωμορφολογία) όσο και στο ανθρωπογενές περιβάλλον. Διαφορετικοί λαοί και πολιτισμοί κατοίκησαν το Λεκανοπέδιο (από τα αρχαία χρόνια αποτελούσε μεγάλο πολιτισμικό, εμπορικό και στρατιωτικό κέντρο) σε διαφορετικές χρονικές περιόδους κάνοντας παρεμβάσεις στο φυσικό περιβάλλον ανάλογα με τις ανάγκες που δημιουργούνταν. Το γεγονός αυτό καθιστά την συγκεκριμένη περιοχή ενδιαφέρουσα και συγχρόνως δύσκολη στην προσέγγιση της παλαιογεωγραφίας της. 45

46 2. Παλαιογεωγραφία Ο ορισμός της παλαιογεωγραφίας. Ο ορισμός του γνωστικού αντικειμένου της παλαιογεωγραφίας είναι ιδιαίτερα σύνθετος. Για τον λόγο αυτό έχουν διατυπωθεί διαφορετικές σκέψεις, απόψεις και διαφωνίες σχετικά με το τι ακριβώς είναι και ποιές επιστήμες περιλαμβάνει. Από την βιβλιογραφική ανασκόπηση συναντάται πλήθος ορισμών και περιγραφών μερικές από τις οποίες παρατίθενται παρακάτω με στόχο τον προσδιορισμό του γνωστικού αντικειμένου της παλαιογεωγραφίας. Η παλαιογεωγραφία είναι η επιστήμη η οποία συνδυάζει την γεωγραφία, την γεωλογία, την μετεωρολογία και την παλαιοντολογία. Ασχολείται με την μελέτη, της γεωγραφίας όλων των περιόδων της ιστορίας της γης από τη στιγμή που το έδαφος, ο αέρας και το νερό απέκτησαν την τελική τους μορφή, αυτή με την οποία είναι γνωστά σήμερα. Η επιστήμη αυτή είναι αρκετά περιεκτική αφού περιλαμβάνει όλα τα χαρακτηριστικά της επιφάνειας της γης (τοπογραφία, κίνηση υγρών και αερίων μαζών, κατανομή της ζωής σε κάθε εποχή) (Willis, 1910). Κατά τους Thomas και Goudie, παλαιογεωγραφία είναι η γεωγραφία μιας περιοχής σε παλαιότερη εποχή και σε συγκεκριμένη γεωλογική περίοδο (Thomas et al., 2000). Από τα παραπάνω προκύπτει ότι παλαιογεωγραφία θεωρείται η επιστήμη εκείνη που ασχολείται με την αναπαράσταση και την εξέλιξη μιας περιοχής όσον αφορά στη φυσική γεωγραφία, με όλες τις υποδιαιρέσεις της, τη γεωλογία, τη μετεωρολογία, και την παλαιοντολογία. Ειδικότερα, για τον προσδιορισμό του παλαιοπεριβάλλοντος, δηλαδή των περιβαλλοντικών συνθηκών που υπήρξαν σε ένα συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο κατά το παρελθόν, οι επιστήμες της παλαιοντολογίας και στρωματογραφίας είναι απαραίτητες. Κατά συνέπεια, καθίσταται αναγκαίος ο συνδυασμός διαφόρων επιστημονικών πεδίων, για την μελέτη της παλαιογεωγραφίας μιας περιοχής με στόχο την εξαγωγή συμπερασμάτων για την κατανόηση της διαχρονικής εξέλιξή της, τόσο στο παρελθόν, στο παρόν όσο και στο μέλλον. 46

47 2.2. Βιβλιογραφική ανασκόπηση. Η περιοχή του Λεκανοπεδίου και γενικότερα της Αττικής προσέλκυσε το ενδιαφέρον πολλών μελετητών και περιηγητών από την αρχαιότητα (Στράβωνας, Παυσανίας) μέχρι και κατά τη σύσταση του νεότερου ελληνικού κράτους. Οι περιηγητές αυτοί κατέγραψαν τα δεδομένα και την εικόνα της εκάστοτε περιόδου. Μερικοί από αυτούς προχώρησαν και στην αντιπαραβολή στοιχείων από παλαιότερους περιηγητές για να μπορέσουν να διατυπώσουν με τρόπο εξακριβωμένο με επιχειρήματα την εξέλιξη του φυσικού χώρου όπως αυτοί την αντιλαμβάνονταν. Όμως κανείς τους δεν δίνει μια πλήρη και τεκμηριωμένη εικόνα της παλαιογεωγραφίας της πεδιάδας των Αθηνών. Οι λόγοι που επέλεξαν να μελετήσουν, οι αρχαίοι αλλά και νεώτεροι περιηγητές, την πεδιάδα των Αθηνών, είναι το πλούσιο ιστορικό κι αρχαιολογικό ενδιαφέρον και ο ρόλος που έπαιξε η Αθήνα από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα στον καθορισμό του σύγχρονου «Δυτικού πολιτισμού», η γεωλογική πολυπλοκότητα, η γεωγραφική θέση και το ανάγλυφο, η πολιτικοοικονομική σημασία της Αθήνας, αφού ο Όθωνας την ανακήρυξε πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους το Η παλαιογεωγραφική αναπαράσταση είναι ένα από τα κυριότερα πεδία μελέτης των φυσικών επιστημών. Χρησιμοποιείται τόσο στην καταγραφή όσο και στην κατανόηση των διαφόρων γεωλογικών, γεωμορφολογικών, κλιματολογικών φάσεων μιας περιοχής. Δίνει πολλές πληροφορίες σχετικά με την παλαιογεωγραφία και το παλαιοπεριβάλλον και για το λόγο αυτό πολλοί ερευνητές έχουν ασχοληθεί με την παλαιογεωγραφική αναπαράσταση πολλών περιοχών ανά τον κόσμο. Στην Ελλάδα έχουν ασχοληθεί πολλοί ερευνητές πάνω σ αυτό το αντικείμενο και υπάρχουν πολλές βιβλιογραφικές αναφορές για την παλαιογεωγραφία περιοχών, με διαφορετικές κάθε φορά μεθόδους και τεχνικές συλλογής δειγμάτων και αναλύσεων. Παρακάτω παρατίθεται η σύγχρονη ελληνική και ξένη βιβλιογραφία για την παλαιογεωγραφική μελέτη. Παρατίθενται εργασίες που αναφέρονται σε παρόμοιες μελέτες και αντίστοιχες περιοχές (παράκτιες με δελταϊκή πεδιάδα, κλπ.) όπως της παρούσας διδακτορικής διατριβής. Προκειμένου να επιλεχθεί η μεθοδολογία που θα μπορούσε να εφαμοστεί στην παρούσα έρευνα, συλλέχθηκε, αποδελτιώθηκε και αναλύθηκε ελληνική και ξένη βιβλιογραφία, η οποία αφορά 47

48 στην παλαιοπεριβαλλοντική-παλαιογεωγραφική έρευνα ή παρόμοιες έρευνες, σε αντίστοιχες περιοχές της Ελλάδας και του εξωτερικού. Οι μελέτες αυτές μπορούν να χωριστούν σε τέσσερεις κατηγορίες, I. Σε έρευνες που ασχολούνται με την εξέλιξη δελταϊκών πεδίων, II. Σε έρευνες που ασχολούνται με την εξέλιξη παράκτιων περιοχών, III. Σε έρευνες που ασχολούνται την μεταβολή της θαλάσσιας στάθμης, IV. Σε έρευνες που ασχολούνται την μεταβολή των παλαιοπεριβαλλοντικών παραγόντων. I. Έρευνες που ασχολούνται με την εξέλιξη δελταϊκών πεδίων: Ο P.J. Iliopoulos (1951) στο έργο του Attique, au point de vue physique et economique περιγράφει την περιοχή της Αττικής όχι μόνο από φυσικογεωγραφική πλευρά αλλά και από οικονομική. Δίνει μια πλήρη εικόνα για την τοπογραφία, την γεωλογία, την επιφανειακή απορροή αλλά και αντιπαραβάλλει αυτά που παρατηρεί με τις γραπτές αναφορές των αρχαίων και σύγχρονων περιηγητών προσπαθώντας να δώσει μια ολοκληρωμένη εικόνα τόσο για την παρούσα κατάσταση που πραγματεύεται αλλά και μια ολοκληρωμένη άποψη για την περιοχή αυτή σε παλαιότερες εποχές. Το 2004 οι Andres Vott, Helmut Bruckner, Armin Schriever, Matthias Handl, Mark Besonen και Klaas van der Borg στην εργασία για την παράκτια εξέλιξη γύρω από το αρχαίο λιμάνι της πόλης «Οινιάδαι» στην αλλουβιακή πεδιάδα του Αχελώου, χρησιμοποίησαν σαν μεθοδολογία τις γεωτρήσεις, την παλυνολογική και ιζηματολογική ανάλυση καθώς βιβλιογραφικές αναφορές αρχαίων περιηγητών (Ηρόδοτος, Θουκυδίδης, Παυσανίας) και χρονολογήσεις των δειγμάτων με 14 C. Πιο συγκεκριμένα, στην περιοχή έγιναν 40 γεωτρήσεις από τις οποίες αναλύθηκαν και περιγράφηκαν μόνο οι 10 που έγιναν στην περιοχή γύρω από την αρχαιολογική περιοχή των Οινιάδων. Από τις γεωτρήσεις αυτές συλλέχθηκαν δείγματα για περεταίρω γεωχημική ανάλυση στο εργαστήριο προκειμένου να γίνει η διαχωρισμός των διαφορετικών στρωμάτων μέσω των διαφορετικών γεωχημικών παραμέτρων. Έπειτα έγινε παλυνολογική ανάλυση διότι τα είδη των οστρακωδών οργανισμών αποτελούν καλούς δείκτες για τις αλλαγές 48

49 θαλάσσιας στάθμης και για το χαρακτηρισμό των διαφόρων περιβαλλόντων ως θαλάσσιων ή χερσαίων Αυτό συμβαίνει διότι οι οργανισμοί αυτοί είναι ευαίσθητοι στην αλατότητα, στο βάθος καθώς και στα ιζήματα στα οποία ζουν, με αποτέλεσμα να γίνονται καλοί δείκτες για την παλαιογεωγραφία της περιοχής. Οι ραδιοχρονολογήσεις βοηθούν στον προσδιορισμό της σχετικής ηλικίας των στρωμάτων προκειμένου να υπάρχει μια χρονολογική κλίμακα η οποία θα διευκολύνει την παλαιογεωγραφική αναπαράσταση της παράκτιας περιοχής γύρω από το αρχαίο λιμάνι των «Οινιάδων». Το 2006 οι A. Vott, H. Bruckner, M Handl, A. Schriever στην εργασία τους Holocene palaeogeographies of the astakos plain (Akarnania, NW Greece) ακολούθησαν τις εξής μεθόδους: δειγματοληπτικές γεωτρήσεις με το κρουστικό γεωτρύπανο της εταιρίας Atlas Copco (Cobra Mk1), έγινε γεωμορφολογική και ιζηματολογική περιγραφή, έγινε ανάλυση μικροαπολιθωμάτων όσον αφορά στο περιβάλλον και στις φάσεις απόθεσης, έγινε δειγματοληψία των γεωτρήσεων για περαιτέρω εργαστηριακή ανάλυση, χρηση διαφορικού GPS για τον προσδιορισμό της ακριβούς θέσης των γεωτρήσεων. Τέλος, για την χρονολόγηση των δειγμάτων (οστράκων, οργανικού υλικού, κάρβουνων) χρησιμοποιήθηκε η ραδιοχρονολόγηση με 14 C. Οι M. Ghilardi, S. Kunesch, M. Stillas και E. Fouache το 2008 στην εργασία τους Reconstruction of Mid-Holocene sedimentary environments in the central part of the Thessaloniki Plain (Greece), based on microfaunal identification, magnetic susceptibility and grain-size analysis χρησιμοποίησαν ως μεθοδολογία τα παρακάτω: 5 δειγματοληπτικές γεωτρήσεις με διάμετρο 40mm και μέγιστο βάθος 11m, μικροπαλαιοντολογική ανάλυση για την αναγνώριση των στρωματογραφικών φάσεων, ραδιοχρονολόγηση σε όστρακα και δείγματα τύρφης, μαγνητική επιδεκτικότητα, ιζηματολογική ανάλυση, και τέλος χρήση δορυφορικών εικόνων. Στη συνέχεια οι M. Engel, M. Knipping, H. Bruckner, M. Kinderlen, J.C. Kraft το 2009 στην εργασία τους Reconstructing middle to late Holocene palaeogeographies of the lower Messinian plain (southwestern Peloponnese, Greece): Coastline migration, vegetation history and sea level change η μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε περιελάμβανε, δειγματοληπτικές γεωτρήσεις, ιζηματολογική ανάλυση, 49

50 παλαιοντολογική ανάλυση, μικροπαλαιοντολογική ανάλυση, παλυνολογική ανάλυση, γεωχημική ανάλυση. Το 2010 οι Κ. Βουβαλίδης, Γ. Συρίδης, Κ. Παυλόπουλος, Μ. Παπακωνσταντίνου, Π. Τσούρλος, στην εργασία τους Holocene palaeoenvironmental changes in Agia Paraskevi prehistoric settlement, Lamia, Central Greece, χρησιμοποίησαν ως μεθοδολογία τις δειγματοληπτικές γεωτρήσεις (όπου έγινε και δειγματοληψία), ραδιοχρονολογήσεις και τις γεωφυσικές διασκοπήσεις, καθώς και την παλυνολογική έρευνα. Από τα αποτελέσματα της μελέτης αυτής εξάγονται συμπεράσματα για τις παλαιοπεριβαλλοντικές αλλαγές του προϊστορικού οικισμού της Αγίας Παρασκευής στην περιοχή της Λαμίας. II. Έρευνες που ασχολούνται με την εξέλιξη παράκτιων περιοχών: Tο 2005 οι K. Theodorakopoulou, K.Pavlopoulos, T. Tsourou, M. Triantaphyllou, K. Kouli, D. Vandarakis, Y Bassiakos, B. Hayden, στην εργασία τους με τίτλο: Coastal changes and human activities at Istron-Kalo Chorio (NE Crete, Greece), during the Upper Holocene, για την αναπαράσταση της παλαιογεωγραφίας χρησιμοποίησαν την εξής μεθοδολογία: πραγματοποιήθηκε εκσκαφή έξι τάφρων με εκσκαφέα, ακαολούθησαν πέντε δειγματοληπτικές γεωτρήσεις στην παράκτια περιοχή του Ίστρου- Καλού Χωριού, συλλέχθηκαν αδιατάρακτα δείγματα ιζήματος σε μαύρους σωλήνες, από τις τάφρους για χρονολόγηση με την μέθοδο της οπτικής θερμοφωτάυγειας (OSL), συλλέχθηκαν δείγματα από τις γεωτρήσεις και τους μαύρους σωλήνες από τις τάφρους για ραδιοχρονολόγηση με 14 C, επίσης συγκεντρώθηκαν δείγματα για μικροπαλαιοντολογική ανάλυση και τέλος έγινε γεωμορφολογική χαρτογράφηση και οπτικοποιήθηκε μέσω Σ.Γ.Π.. Το 2005 οι Κ. Παυλόπουλος, Κ. Θεοδωρακοπούλου, B. Hayden, Τ. Τσούρου, Μ. Τριανταφύλλου, Κ. Κούλη, Ι. Μπασιάκος, Δ. Βανδαράκης, στην εργασία τους με τίτλο «Γεωμορφολογική εξέλιξη της παράκτιας περιοχής του Ίστρου-Καλού Χωριού του νομού Λασιθίου Κρήτης από το Μέσο Ολόκαινο έως σήμερα» χρησιμοποίησαν την εξής 50

51 μεθοδολογία: κατασκευάστηκαν 6 τάφροι για στρωματογραφία και δειγματοληψία ιζημάτων, έγιναν 5 δειγματοληπτικές γεωτρήσεις στην παράκτια περιοχή του Ίστρου- Καλού Χωριού, συλλέχθηκαν αδιατάρακτα δείγματα ιζήματος σε μαύρους σωλήνες, από τις τάφρους για χρονολόγηση με την μέθοδο της οπτικής θερμοφωταύγειας (OSL), συγκεντρώθηκαν δείγματα για ραδιοχρονολόγηση με 14 C, μικροπαλαιοντολογική ανάλυση, έγινε γεωμορφολογική χαρτογράφηση με χρήση Σ.Γ.Π.. Το 2006 οι K. Pavlopoulos, P. Karkanas, M. Triantafyllou, E. Karymbalis, T. Tsourou, και N. Palyvos, στην εργασία τους Paleoenvironmental evolution of the coastal plain of marathon, Greece, during the Late Holocene: Depositional environment, climate and sea level changes, χρησιμοποίησαν την εξής μεθοδολογία, δειγματοληψία ιζημάτων μέσω γεωτρήσεων, ιζηματολογική ανάλυση και αξιολόγηση των δειγμάτων, πετρογραφική, μικρομορφολογική ανάλυση και ακολούθησαν ραδιοχρονολογήσεις των δειγμάτων που συλλέχτηκαν. Το 2011 οι Jean-Philippe Goiran, Kosmas Pavlopoulos, Eric Fouache, Maria Trantaphyllou και Roland Etienne, στην εργασίας τους για τον Πειραιά Piraeus the ancient island of Athens: Evidence from Holocene sediments and historical archives, mετά από αξιολόγηση των αποτελεσμάτων, μέσω της πολυπαραγοντικής ανάλυσης των δεδομένων εξήχθησαν συμπεράσματα για την παλαιογεωγραφία της χερσονήσου του Πειραιά. III. Έρευνες που ασχολούνται την μεταβολή της θαλάσσιας στάθμης: Tο 1994 οι N.G Mourtzas και P.G.Marinos ασχολήθηκαν με τις αλλαγές στάθμης θάλασσας κατά το ανώτερο Ολόκαινο και την παλαιογεωγραφική εξέλιξη και τις επιπτώσεις που έχει σε παράκτιες αρχαιολογικές θέσεις και μνημεία. Η μελέτη αυτή έλαβε χώρα στην περιοχή του Αιγαίου και πιο συγκεκριμένα στην περιοχή της βόρειας Πελοποννήσου, της Κρήτης και των νήσων Κέος και Σάμος. Για την παλαιογεωγραφική εξέλιξη και την αλλαγή της θαλάσσιας στάθμης χρησιμοποιήθηκαν ως δείκτες, οι 51

52 εγκοπές (notches) σε όποια περιοχή βρέθηκαν, παράκτια ολοκαινικά ιζήματα, οι ψηφιδοπαγείς αιγιαλοί (beachrocks), καθώς και βυθισμένες αρχαιολογικές κατασκευές. IV. Έρευνες που ασχολούνται τη μεταβολή των παλαιοπεριβαλλοντικών παραγόντων Το 1958 ο E. Irving στην εργασίας του Palaeogeographic reconstruction from paleomagnetism χρησιμοποιεί τον παλαιομαγνητισμό των πετρωμάτων, ο οποίος αντανακλά την κατεύθυνση του μαγνητικού πεδίου της γης, για την παλαιογεωγραφική αναπαράσταση των διάφορων περιοχών όπου έγιναν οι μετρήσεις (Ευρώπη, Αυστραλία, Ινδία, Αφρική, Ν. Αμερική). Το 1995 οι S.E.Poulos, V. Lykousis και M.B Collins μελέτησαν την εξέλιξη του Αμβρακικού κόλπου κατά το Ανώτερο Τεταρτογενές όπου εμπεριέχεται και το Ολόκαινο. Στα πλαίσια της εργασίας αυτής η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε είναι τα σεισμικά προφίλ, τα οποία δίνουν τις στρωματογραφικές ακολουθίες των ιζημάτων κάτω από τον πυθμένα της θαλάσσιας περιοχής του Αμβρακικού. Τα στρώματα αυτά μελετήθηκαν με στόχο την εξαγωγή πληροφοριών για την κλιματική αλλαγή και τις διαφορές της θαλάσσιας στάθμης. Αποτέλεσμα της μεθοδολογίας αυτής είναι η παλαιογεωγραφική εικόνα και οι συνθήκες ιζηματογένεσης και διεργασιών που έλαβαν χώρα στην περιοχή του Αμβρακικού κόλπου, κάνοντας λόγο για μια λίμνη η οποία κάλυπτε την σημερινή περιοχή των ιζημάτων που προέρχονται από τις εκβολές και τα «δέλτα» των ποταμών Άραχθος και Λούρος. Το 1999 οι Gert J. De Lange, P.J.M. Santvoort, C. Langereis, J. Thomson, C.Corselli, A. Michard, M. Rossignol-Stick, M.Paterne, G. Anastasakis, στην εργασία τους πάνω στις "Παλαιοπεριβαλλοντικές διαφορές των ιζημάτων στην ανατολική Μεσόγειο", χρησιμοποιώντας μια πολυπαραγοντική προσέγγιση κατά την διάρκεια των προϊστορικών χρόνων, έκαναν χρήση διάφορων μεθόδων και τεχνικών. Η κύρια τεχνική ήταν η συλλογή θαλάσσιου ιζήματος μέσω γεωτρήσεων σε διάφορα σημεία της περιοχής της νοτιοανατολικής μεσογείου σε δύο διαφορετικές χρονιές (1991 και 1994). Στα δείγματα αυτά έγινε λεπτομερής στρωματογραφική περιγραφή, καθώς μετρήθηκε και η συγκέντρωση του οξυγόνου. Το διαλυμένο οξυγόνο των ιζημάτων συγκεντρώθηκε με τη 52

53 χρήση ηλεκτροδίου οξυγόνου. Έπειτα τα δείγματα των ιζημάτων αποξηράνθηκαν και καταποντίστηκαν σε διαφορετικά οξέα. Οι αναλύσεις έπειτα έγιναν από το Perkin Elmer Optima Τα αποτελέσματα δίνουν μια εικόνα για την διαφορετικότητα των περιβαλλοντικών περιόδων και για το πού αυτές αναφέρονται. Το 2005 οι V. Kapsimalis, P. Pavlakis, S. E. Poulos, S. Alexandri, C. Tziavos, A. Sioulas, D. Filippas, V. Lykousis, στην εργασία τους με τίτλο: Internal structure and evolution of the Lake Quaternary sequence in a shallow embayment: The Amvrakikos Gulf, NW Greece, χρησιμοποίησαν Το Ωκεανογραφικό σκάφος «Αιγαίο», σεισμικά προφίλ, ηχοβολιστικό σύστημα (FURUNO), 4 βαρυτικές γεωτρήσεις για τη συλλογή ιζημάτων, Ιζηματολογική ανάλυση (Sedigraph 5000ET). Τέλος ακολούθησε ποιοτική και ημιποιοτική ορυκτολογική ανάλυση με μικροσκόπιο. Το 2006 επίσης οι T.H. Van Andel, C. Perissoratis στην εργασία τους Late Quaternary depositional history of the North Evvoikos Gulf, Aegean Sea, Greece χρησιμοποίησαν σαν μεθοδολογία την σεισμική αντανάκλαση από το ORE 3,5Khz και SIG Sparker ( J). Συλλέχθηκαν δεδομένα υψηλής ευκρίνειας από 306 Km, τα οποία αναλύθηκαν αξιολογήθηκαν και συγκρίθηκαν με δεδομένα (417 km), που συλλέχθηκαν με Sparker, Uniboom και 3,5 Khz, από το Ινστιτούτο Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών της Ελλάδας (Ι.Γ.Μ.Ε.). Ως αποτελέσματα παρουσιάστηκαν χάρτες με την μορφολογία και τα ρήγματα της περιοχής μελέτης, οι στρωματογραφικές ενότητες μέσω των σεισμικών προφίλ και μετά την περιγραφή της περιοχής και της μορφολογίας κάποιων επιλεγμένων σημείων, ακολουθεί στην σύγκριση μεταξύ των κλιματικών συνθηκών και των αλλαγών της θαλάσσιας στάθμης καταλήγοντας στα τελικά συμπεράσματα. Το 2007 οι K. Pavlopoulos, K. Theodorakopoulou, Y. Bassiakos, B. Hayden, T. Tsourou, M. Triantaphyllou, K. Kouli, D. Vandarakis, στην εργασία τους, Paleoenvironmental evolution of Istron (NE Crete), during the last 6000 years: "Depositional environment, climate and sea level changes", χρησιμοποίησαν την εξής μεθοδολογία: κατασκευάστηκαν 6 τάφροι για στρωματογραφία και δειγματοληψία ιζημάτων, πραγματοποιήθηκαν 5 δειγματοληπτικές γεωτρήσεις στην παράκτια περιοχή του Ίστρου- Καλού Χωριού, συλλέχθηκαν αδιατάρακτα δείγματα ιζήματος σε μαύρους σωλήνες, από 53

54 τις τάφρους για χρονολόγηση με την μέθοδο της οπτικής θερμοφωταύγειας (OSL). Συλλέχθηκαν δείγματα για ραδιοχρονολόγηση με 14 C, έγινε μικροπαλαιοντολογική ανάλυση των δειγμάτων που συλλέχθηκαν και τέλος έγινε γεωμορφολογική χαρτογράφηση και χρήση Σ.Γ.Π.. Το 2007 ο P.C. Tzedakis στην εργασία του, Seven ambiguities in the Mediterranean palaeoenvironmental narrative συνέθεσε πέντε συνιστώσες: τις περιβαλλοντικές μεταβολές, την περίοδο της μεσοπαγετώδους βλάστησης, την επιρροή του Αφρικανικού μουσώνα, τον ρυθμό αλλαγής του Μεσογειακού κλίματος και την εξέλιξη των σκληρόφυλλων φυτών. Από την ανάλυση των δεδομένων και των αποτελεσμάτων παράγεται η παλαιογεωγραφική εικόνα της περιοχής της Μεσογείου. Το 2007 οι E. Boglara, L. Hably, M. Kazmer, T. Utescher, A. A. Bruch, στην εργασία τους Neogene flora and vegetation development of the Pannonan domain in relation to palaeoclimate and palaeogeography, χρησιμοποίησαν ως μεθοδολογία, τη μελέτη απολιθωμένων υπολειμμάτων φυτών, την ποσοτική κλιματική ανάλυση μέσω του προγράμματος (NECLIME) και τέλος απεικόνιση της παλαιοβλάστησης της περιοχής μελέτης, με συνέπεια την παλαιογεωγραφική-παλαιοπεριβαλλοντική αναπαράσταση. Το 2009 οι M.V. Triantaphyllou, K. Kouli, T. Tsourou, O. Koukousioura, K. Pavlopoulos, M.D. Dermitzakis, στην εργασία τους Paleoenvironmental changes since 3000 BC in the coastal marsh of Vravron (Attica, SE Greece) χρησιμοποίησαν σαν μεθοδολογία, δειγματοληπτικές γεωτρήσεις, περιγραφή και δειγματοληψία των γεωτρήσεων, ιζηματολογική ανάλυση των δειγμάτων που πάρθηκαν από τις γεωτρήσεις, μικροπαλαιοντολογική ανάλυση, ραδιοχρονολογήσεις και τέλος παλυνολογική ανάλυση (ανάλυση γυρεοκόκκων κτλ.). 54

55 Το 2009 οι Kapsimalis V., Pavlopoulos K., Panagiotopoulos I., Drakopoulou P., Vandarakis D., Sakellariou D., Anagnostou C. στην εργασία τους με τίτλο: Geoarchaeological challenges in the Cyclades continental shelf (Aegean Sea), χρησιμοποίησαν σαν μεθοδολογία, ηχοβολιστικές μεθόδους για τον προσδιορισμό των ιζημάτων του Τεταρτογενούς καθώς και υψηλής ευκρίνειας σεισμικές αντανακλάσεις, από το ερευνητικό πλοίο «Αιγαίο». Τέλος ψηφιοποιήθηκαν 6 ναυτικοί χάρτες από την Υδρογραφική υπηρεσία του Πολεμικού Ναυτικού. Το 2011 οι N. Evelpidou, K, Pavlopoulos, A. Vassilopoulos, M. Triantaphyllou, K. Vouvalidis και G. Syrides, στην εργασία τους Holocene palaeogeographical reconstruction of the western part of Naxos island (Greece), χρησιμοποίησαν σαν μεθοδολογία, την γεωμορφολογική χαρτογράφηση, την συλλογή βυθομετρικών δεδομένων της περιοχής. Έγιναν επίσης δειγματοληπτικές γεωτρήσεις, ραδιοχρονολογήσεις, και τέλος μικροπαλαιοντολογική ανάλυση. Μετά από μελέτη και ανάλυση των δεδομένων και των αποτελεσμάτων, που προήλθαν από τις παραπάνω έρευνες, έγινε προσπάθεια αναπαράστασης της παλαιογεωγραφίας των εκάστοτε περιοχών. Το 2011 οι D. Noorolahi, H. Lashkari, M. Amirzade, Gh. Azizi, S. Sharafi στην εργασία τους Climatic and environmental reconstruction based on stable isotopes of Parishan Lake (Iran) χρησιμοποίησαν σαν μεθοδολογία: δειγματοληπτικές γεωτρήσεις, δειγματοληψία των γεωτρήσεων-καρότων, ανάλυση των Οστρακωδών, και τέλος ανάλυση των Ισοτόπων (Carbon, Oxygen). Το 2011 οι B. Dusar, G. Verstraeten, B. Notebaert, J. Bakker, στην εργασία τους Holocene environmental change and its impact on sediment dynamics in the eastern Mediterranean, χρησιμοποίησαν σαν μεθοδολογία αναφορές από τις εργασίες που έχουν γίνει για την συγκεκριμένη περιοχή (Αν. Μεσόγειο) και έγινε επαναξιολόγηση των ραδιοχρονολογήσεων, των δειγμάτων που πάρθηκαν από τις διάφορες θέσεις δειγματοληψίας. Σημαντικό ρόλο έπαιξαν οι αναφορές στα αρχαιολογικά δεδομένα καθώς και οι πληροφορίες από την παλυνολογική έρευνα. 55

56 3. Μελέτη περίπτωσης Μετά τη συλλογή, μελέτη, ανάλυση και αποδελτίωση της ελληνικής και διεθνούς βιβλιογραφίας καθώς και της ερευνητικής εμπειρίας που αφορά την παλαιοπεριβαλλοντική-παλαιογεωγραφική έρευνα για παράκτιες περιοχές (μερικές από τις οποίες επηρεάζονται από ποτάμιες διεργασίες) επιλέχθηκε και η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε στην παρούσα διδακτορική διατριβή για την περιοχή του Λεκανοπεδίου της Αττικής. Η μεθοδολογία περιγράφεται και αναλύεται εκτενέστερα παρακάτω Μεθοδολογία Η μελέτη της παλαιογεωγραφίας μας περιοχής χρησιμοποιείται κυρίως για την αναπαράσταση της περιοχής εκείνης σε παλαιότερους χρόνους. Η χρήση της παλαιογεωγραφικής έρευνας, βοηθάει στην κατανόηση της δημιουργίας του σημερινού ανάγλυφου καθώς και στον εντοπισμό των διεργασιών που συνέβαλλαν στην αλλαγή-εξέληξη αυτή. Ο χρόνος που μελετάται στην συγκεκριμένη διδακτορική διατριβή είναι το Ανώτερο Ολόκαινο δηλαδή ybp. Για την εκπόνηση της εν λόγω έρευνας χρησιμοποιήθηκαν πολλές από τις τεχνικές και τις μεθοδολογίες που αναφέρονται παραπάνω. Συγκεκριμένα, η μεθοδολογία βασίστηκε που στη βιβλιογραφική ανασκόπηση (βιβλιογραφικές αναφορές, χάρτες, επιστημονικά άρθρα), συλλογή ιστορικών στοιχείων (κείμενα-αναφορές περιηγητών, ιστορικοί χάρτες), συλλογή δεδομένων από το πεδίο (γεωτρητικά δεδομένα, γεωμορφολογική χαρτογράφηση). Έπειτα, ακολούθησε η ανάλυση των δεδομένων και των δειγμάτων των γεωτρήσεων από την περιοχή του Πειραιά-Ν. Φαλήρου (κοκκομετρία, μέθοδος ιζηματολογικών δεικτών, μέθοδος Passega), τα αποτελέσματα αυτά των αναλύσεων αναπαραστάθηκαν με την βοήθεια Σ.Γ.Π.. Τέλος έγινε η αξιολόγηση των αποτελεσμάτων και η παραγωγή λιθοστρωματογραφικών τομών, δισδιάστατων και τρισδιάστατων παλαιογεωγραφικών χαρτών, καθώς και εικόνων με τις λιθοστρωματογραφικές ενότητες των ιζηματολογικών δεδομένων. Η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε (Σχήμα 7) για την καλύτερη κατανόηση και αναπαράσταση τη περιοχής μελέτης στηρίζεται στην εισαγωγή των δεδομένων σε μια βάση δεδομένων με την βοήθεια ενός λογισμικού Σ.Γ.Π.. Τα δεδομένα αυτά προήλθαν από: 56

57 Την μελέτη του λιθολογικού-γεωλογικού υποβάθρου καθώς και την γεωμορφολογική χαρτογράφηση της περιοχής μελέτης για την κατανόηση του αναγλύφου και των διεργασιών δημιουργίας του. Τα στάδια της γεωμορφολογικής έρευνας έγκεινται στην αναγνώριση (γεωμορφολογικές συνθήκες, επιλογή και σχεδιασμός μεθοδολογίας προσέγγισης), στην αποτύπωση (κλίμακα, τοπογραφικοί χάρτες), στην ανάλυση (περιγραφές, στρωματογραφικές αναλύσεις, δειγματοληψίες, αναλύσειςγεωχρονολογήσεις), στη συσχέτιση (γεωλογικές, τεκτονικές, κλιματικές, υδρογεωλογικές συνθήκες) και στη σύνθεση και αξιολόγηση των δεδομένων (Παυλόπουλος, 2011). Την εύρεση και μελέτη τοπογραφικών (Γ.Υ.Σ. 1:5.000) και γεωλογικών χαρτών (Ι.Γ.Μ.Ε. 1:50.000) όπου μαζί με την γεωμορφολογική χαρτογράφηση συλλέγονται και αναλύονται δεδομένα για την περιοχή μελέτης τόσο αναγλύφου-διεργασιών όσο και υποβάθρου. Τη βυθομετρία της περιοχής του φαληρικού όρμου (Ε.Λ.Κ.Ε.Θ.Ε) και της χερσονήσου του Πειραιά προκειμένου να εξαχθούν συμπεράσματα για το υποθαλάσσιο ανάγλυφο της περιοχής, τα οποία μπορεί να βοηθήσουν στην αποκατάσταση της παλαιογεωγραφίας της περιοχής μελέτης. Τη μελέτη ιστορικών δεδομένων (ιστορικών χαρτών και αναφορές περιηγητών). Από την αποδελτίωση των δεδομένων αυτών εξάγεται μια εικόνα για την γεωγραφική κατάσταση της περιοχής μελέτης ανάλογα με τις χρονολογικές περιόδους που πραγματεύεται το κάθε στοιχείο. Από τα δεδομένα αυτά εξάγονται συμπεράσματα όσον αφορά την χωρική πληροφορία και την παλαιογεωγραφία ης περιοχής μελέτης. 57

58 Σχήμα 7: Λογικό διάγραμμα μεθοδολογίας. 58

59 Τη δειγματοληψία και μελέτη 10 γεωτρήσεων στην περιοχή του Πειραιά καθώς και την εύρεση-μελέτη 203 γεωτεχνικών γεωτρήσεων από το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης και 14 γεωτεχνικών γεωτρήσεων από την μελέτη για το καινούριο πολιτιστικό κέντρο Αθηνών το οποίο θα χρηματοδοτηθεί από το Ίδρυμα Νιάρχου. Η δειγματοληψία έγινε στις γεωτρήσεις P2-P4, όπου πάρθηκαν 40 δείγματα συνολικά για παλυνολογική και κοκκομετρική ανάλυση. Από τις γεωτρήσεις αυτές συγκεντρώθηκαν και δείγματα για ραδιοχρονολόγηση με C 14 κυρίως όστρακα και κάρβουνα. Οι γεωτεχνικές γεωτρήσεις αφού πρώτα αποδελτιώθηκαν, ψηφιοποιήθηκαν και χωρίστηκαν σε ενότητες. Έπειτα τα αποτελέσματα των ενοτήτων εισήχθησαν στο λογισμικό Surfer 8 και στο λογισμικό Rockworks 14 για την δημιουργία του τρισδιάστατου μοντέλου του υποβάθρου. Τα δείγματα στη συνέχεια αναλύθηκαν κοκκομετρικά με διάφορες μεθόδους ώστε να δοθεί το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Συνοπτικά η διδακτορική αυτή διατριβή στηρίζεται στη δημιουργία μιας βάσης δεδομένων σε λογισμικό GIS (Arc Map 9.3) όπου θα αναπαρασταθούν τα χωρικά τοπογραφικά και γεωτρητικά δεδομένα προκειμένου να δοθεί μια ολοκληρωμένη εικόνα, χωρική-χρονολογική, της περιοχής. Από την επεξεργασία των δεδομένων μέσω των κατάλληλων λογισμικών GIS θα παραχθούν μια σειρά από χάρτες, όπως, τρισδιάστατο μοντέλο εδάφους, όπου θα περιλαμβάνονται όλα τα δεδομένα της περιοχής (τοπογραφικά, ιστορικά, λιθοστρωματογραφικά, κοκκομετρικά δειγματοληπτικά, βυθομετρία) ώστε να υπάρχει μια συνολική εικόνα της περιοχής τα τελευταία χρόνια. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιήθηκαν βιβλιογραφικά, χαρτογραφικά, γεωτρητικά δεδομένα καθώς και δειγματοληψία από 10 δειγματοληπτικές γεωτρήσεις στην περιοχή του Πειραιά-Ν. Φαλήρου Χαρτογραφικά Δεδομένα. Τα χαρτογραφικά δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν για το υπόβαθρο της ψηφιακής αναπαράστασης τη περιοχής μελέτης είναι: χάρτες της Γ.Υ.Σ. 1:5.000, 1: και Ι.Γ.Μ.Ε. 1: (τοπογραφικοί και γεωλογικοί) για την περιοχή του Λεκανοπεδίου της Αττικής. Οι χάρτες αφού γεωαναφέρθηκαν, ψηφιοποιήθηκαν προκειμένου να δημιουργηθεί το χαρτογραφικό υπόβαθρο της περιοχής μελέτης. Έπειτα από τη γεωαναφορά των χαρτών ακολούθησε η ψηφιοποίηση των χωρικών, σημειακών και χωρικών ενοτήτων. Πριν ξεκινήσει η ψηφιοποίηση δημιουργήθηκαν shapefiles με τις διαφορετικές ενότητες. Για την δημιουργία των 59

60 διαφορετικών shapefiles χρησιμοποιήθηκε το πρόγραμμα Arc Catalog. Στο πρόγραμμα αυτό δημιουργήθηκαν τα shapefiles ανάλογα με τη διαφορετική ενότητα που αντιπροσωπεύουν. Έτσι με τους χάρτες γεωαναφερμένους και με ψηφιοποιημένες τις χωρικές, γραμμικές και σημειακές ενότητες, υπάρχει το υπόβαθρο για αναπαράσταση και μελέτη των γεωγραφικών δεδομένων και πληροφοριών της περιοχής μελέτης. Σε συνδυασμό με τις ιστορικά και τα αρχαιολογικά στοιχεία των χαρτών και των αναφορών των περιηγητών της Αττικής, τα οποία αποδελτιώθηκαν, εξάγονται συμπεράσματα για την εξέλιξη του Λεκανοπεδίου της Αττικής τόσο γεωγραφικά όσο και μορφολογικά Ιστορικά δεδομένα Συλλέχθηκε πληθώρα ιστορικών δεδομένων είτε σε μορφή χαρτών είτε σε μορφή κειμένου. Βρέθηκαν ιστορικοί χάρτες του 19 ου αιώνα του Ulrichs (1843) (Σχήμα 2) και του Curtius et al. (1881), προκειμένου να δοθεί μια εικόνα της περιοχής μελέτης στο κοντινό παρελθόν. Επίσης αποδελτιώθηκαν και αναλύθηκαν ιστορικά δεδομένα και αναφορές, περιηγητών της αρχαιότητας (Στράβωνας, Παυσανίας), οι οποίες δίνουν στοιχεία για το φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον, καθώς και κατασκευές κτίσματα (τείχη, ναοί) τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως κέντρα αναφοράς, για την περιοχή μελέτης προκειμένου να εντοπιστούν πιθανόν αλλαγές από την εκάστοτε αρχαιολογική περίοδο έως σήμερα Γεωτρητικά δεδομένα. Συλλέχθηκαν στοιχεία και αποδελτιώθηκαν δεδομένα από ερευνητικές (10 δειγματοληπτικές γεωτρήσεις με εύρος βάθους από 16 m-26 m) (Σχήματα 8, 9) και 217 γεωτεχνικές γεωτρήσεις (με εύρος βάθους 9.80 m-205 m) (Σχήμα 8) για την περιοχή μελέτης προκειμένου να εμπλουτιστεί η βάση δεδομένων με το λιθοστρωματογρφικό υπόβαθρο της περιοχής μελέτης. Οι γεωτεχνικές γεωτρήσεις συλλέχθηκαν από το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης (Marinos, 1999) και αφορούν όλη την περιοχή μελέτης καθώς και από την γεωτεχνική μελέτη για το καινούριο πολιτιστικό κέντρο που θα χρηματοδοτήσει το Ίδρυμα Νιάρχου (Σχήμα 8), ενώ οι δειγματοληπτικές γεωτρήσεις έγιναν στα πλαίσια της έρευνας αυτής για την περιοχή του Πειραιά- Ν. Φαλήρου από το EFA τον Οκτώβριο του 2005 (Σχήματα 8, 9). Από τις γεωτεχνικές γεωτρήσεις, αποδελτιώθηκε και χωρίστηκε σε ενότητες η στρωματογραφία προκειμένου να απεικονιστεί η λιθοστρωματογραφία της περιοχής. 60

61 Αφού έγινε πλήρης αποδελτίωση και απεικόνιση των στρωματογραφικών δεδομένων των γεωτρήσεων, στο πρόγραμμα Log Plot 2005 της εταιρείας Rock Ware, ακολούθησε ομαδοποίηση των στρωμάτων σε ενότητες Επιχώσεις (Ενότητα Α), Ολοκαινικά ιζήματα (ενότητες Β1-Β2), Πλειστοκαινικά (Ενότητα C), και τέλος το Υπόβαθρο (ενότητες D και E), οι οποίες παρουσιάζονται στις γεωτρήσεις της περιοχής μελέτης Επεξεργασία των δελτίων των γεωτεχνικών γεωτρήσεων της περιοχής μελέτης. Για το σκοπό αυτό έχουν συλλεγεί δεδομένα από γεωτρήσεις που έγιναν στην περιοχή της Καστέλας (Πειραιά), γεωτρήσεις από τα τεχνικά έργα στην περιοχή του Ν. Φαλήρου (Α\Κ Ν. Φαλήρου) καθώς και γεωτρήσεις από το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης (Marinos, 1999), και το Ίδρυμα Νιάρχου, τα οποία θα βοηθήσουν στην αναγνώριση της στρωματογραφίας της περιοχής μελέτης. Το αποτέλεσμα της έρευνας αυτής θα είναι η αναπαράσταση των ιζημάτων σε δισδιάστατα και τρισδιάστατα μοντέλα προκειμένου να δοθεί μια πλήρης εικόνα για την ιζηματολογική ιστορία της περιοχής. Τα δεδομένα των γεωτρήσεων επεξεργάστηκαν και αναπαραστάθηκαν στρωματογραφικά από το λογισμικό Log Plot Το λογισμικό Log Plot 2005 της εταιρείας Rock Ware έχει τη δυνατότητα της επεξεργασίας και απεικόνισης των γεωτρητικών άρα και στρωματογραφικών δεδομένων των γεωτρήσεων που αφορούν την περιοχή μελέτης. Σε πρώτη φάση, περάστηκαν τα δεδομένα από την βάση δεδομένων (λογισμικό excel) στο λογισμικό Log Plot 2005 προκειμένου να αναπαρασταθεί η στρωματογραφία της περιοχής ακριβώς. Το πρόγραμμα έχει τη δυνατότητα να παρουσιάζει τα στοιχεία των γεωλογικών σχηματισμών που αποτελούν τη στήλη μιας γεώτρησης. Τα στοιχεία αυτά είναι η ονομασία του κάθε σχηματισμού, η γεωλογική και γεωτεχνική περιγραφή του, το βάθος στο οποίο συναντήθηκε καθώς και τα όρια του κάθε στρώματος (οροφή, βάση) στο ανάλογο βάθος. Η διαδικασία σχεδιασμού της στήλης μιας γεώτρησης έχει ως εξής. Αρχικά τίθενται στην καρτέλα «Design» οι επιθυμητές παράμετροι και τα βασικά εξωτερικά χαρακτηριστικά της απεικόνισης. Δηλαδή, παρουσιάζονται ο τίτλος-κωδικός της γεώτρησης, η κλίμακα σχεδιασμού, ο τρόπος εμφάνισης της ονομασίας κάθε στρώματος και ο τρόπος εμφάνισης και η έκταση της γεωλογικής απεικόνισης κάθε σχηματισμού. Στη συνέχεια, τα στοιχεία από τη βάση δεδομένων εισάγονται σε ειδικό πίνακα του προγράμματος, στην καρτέλα «Data». Στη στήλη «Lithology» του πίνακα εισάγονται κωδικοποιημένες γεωλογικές ονομασίες 61

62 (keywords), που αντιστοιχούν στη γεωλογική περιγραφή κάθε σχηματισμού όπως αυτή δίνεται από τη βάση δεδομένων. Σε κάθε κωδικοποιημένη ονομασία αντιστοιχεί και μια συγκεκριμένη απεικόνιση, ενδεικτική του γεωλογικού σχηματισμού. Οι ονομασίες και οι αντίστοιχες απεικονίσεις παρέχονται έτοιμες από το πρόγραμμα. Υπάρχει βέβαια η δυνατότητα να μεταβληθούν και να προσαρμοστούν από τον χρήστη, ανάλογα με τις εκάστοτε απαιτήσεις. Έπειτα, στη στήλη «Description» εισάγεται η αναλυτική γεωλογική-γεωτεχνική περιγραφή κάθε στρώματος. Τέλος, δίνεται η εντολή στο πρόγραμμα για τον σχεδιασμό της γεώτρησης. Κατόπιν έγινε διαχωρισμός των στρωματογραφικών ενοτήτων προκειμένου να απλοποιηθεί η μελέτη και η αναπαράστασή τους στο τρισδιάστατο μοντέλο Επεξεργασία των πυρήνων των 10 δειγματοληπτικών γεωτρήσεων στην περιοχή του Πειραιά. Οι γεωτρήσεις αυτές (Σχήματα 8, 9) έγιναν τον Οκτώβριο του 2005 στην περιοχή του Πειραιά- Ν. Φαλήρου (Σχήματα 8, 9) στα πλαίσια ενός ερευνητικού προγράμματος συνεργασίας Γαλλικών φορέων όπως του CNRS (Centre National de Recherche Scientifique) του EFA (Ecole Francaise d Athenes), του SHS (Institut de Sciences Humaines et Sociales) και τέλος του διευθυντή του προγράμματος ARTEMIS-SHS για την χρηματοδότηση των ραδιοχρονολογήσεων. Στις γεωτρήσεις αυτές αφού περιγράφηκαν μακροσκοπικώς και λεπτομερώς λιθοστρωματογραφικά (χρώματα κατά Munsell), για χρονολογήσεις με C 14, καθώς και για κοκκομετρική ανάλυση. (40 δειγμάτων). Η ανάλυση αυτή έγινε στο εργαστήριο LRGE του πανεπιστημίου Lyon 2. 62

63 Σχήμα 8:Θέσεις γεωτρήσεων στην περιοχή μελέτης. 63

64 Σχήμα 9: Περιοχή των 10 δειγματοληπτικών γεωτρήσεων με λιθοστρωματοραφικές ενότητες. 64

65 Στα πλαίσια της ιζηματολογικής ανάλυσης επιλέχτηκαν δείγματα από δύο γεωτρήσεις Ρ2 και Ρ4 ως πιο ανιπροσωπευτικές. Τα δείγματα των γεωτρήσεων αυτών αναλύθηκαν κοκκομετρικά μέσω του Laser κοκκομετρικού μηχανήματος Μastersizer 2000 της εταιρείας Malvern (Σχήματα 9 και 10). Έπειτα τα κοκκομετρικά δεδομένα επεξεργάστηκαν και αναλύθηκαν ποσοτικά και ποιοτικά με ιζηματολογικές μεθόδους (μέθοδος ιζηματολογικών παραμέτρων-δεικτών, μέθοδος Passega), αφού πρώτα έγινε στατιστική επεξεργασία των αποτελεσμάτων των δειγμάτων, μέσω του λογισμικού Gradistat που σχεδιάστηκε από τον Blott (Blott et al., 2001). Από την στατιστική επεξεργασία εξήχθησαν αποτελέσματα τα οποία στη συνέχεια επεξεργάστηκαν πρώτα με την μέθοδο των ιζηματολογικών παραμέτρων-δεικτών (μέσο μέγεθος (mean), λοξότητα (Skewness), ταξινόμηση (Sorting), κύρτωση (Kurtosis)) και έπειτα με την μέθοδο Passega. Από τα αποτελέσματα της ανάλυσης των ιζηματολογικών παραμέτρων-δεικτών παρουσιάζεται η αλληλεπίδραση των θάλασσιων και χερσαίων διεργασιών καθώς και ο ρόλος τους στην απόθεση των παράκτιων και ποτάμιων ιζημάτων (Briggs, 1977). Η μέθοδος Passega από την άλλη δείχνει το μέσο και το περιβάλλον απόθεσης ενός ποταμού, δηλαδή πόση ενέργεια είχε η κοίτη του ποταμού στο συγκεκριμένο σημείο απ' όπου συλλέχθηκε το δείγμα (κοίτη με υψηλή ενέργεια ή περιοχή απόθεσης-δέλτα) (Bravard et al., 1999). Από το συνδυασμό των παραπάνω μεθόδων εξάγεται ασφαλές συμπέρασμα για το περιβάλλον και το μέσο απόθεσης της εκάστοτε περιοχής. Για το λόγο αυτό επιλέχτηκαν για την ποσοτική ανάλυση των αποτελεσμάτων. 65

66 Διαχωρισμός λιθοστρωματογραφικών ενοτήτων. Αφού έγινε η απεικόνιση των λιθοστρωματογραφικών δεδομένων των γεωτρήσεων ακολούθησε ομαδοποίηση των στρωμάτων σε τρεις βασικές ενότητες Ανθρωπογενείς αποθέσεις, Ολοκαινικά ιζήματα, και Προ-Ολοκαινικά ιζήματα (Υπόβαθρο). Ο διαχωρισμός αυτός έγινε σύμφωνα με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά των ιζημάτων (Boggs, 2001, Woodroffe, 2005) όπως: 1) Κοκκομετρική σύσταση ιζημάτων 2) Περιβάλλον απόθεσης 3) Χρόνολογία απόθεσης Από τον διαχωρισμό προκύπτουν 6 λιθοστρωματογραφικές ενότητες οι οποίες εμφανίζουν την ίδια χωρική εξάπλωση σε όλη την περιοχή μελέτης της διδακτορικής διατριβής. Οι ενότητες αυτές είναι: Ανθρωπογενείς αποθέσεις: Ανθρωπογενείς αποθέσεις ενότητα A: Στην ενότητα αυτή περιλαμβάνονται ανθρωπογενείς αποθέσεις (σύγχρονες επιχώσεις-μπάζα, και αρχαιολογικά στρώματα. Η σύσταση της ενότητας αυτής περιλαμβάνει χονδρόκοκκα υλικά (χάλικες, κροκάλες, ογκόλιθους, άμμους, ιλύες και αργίλους), κατά τη διάρκεια του Ολοκαίνου. Ολοκαινικά ιζήματα: Ιζήματα Ολοκαινικής ηλικίας, ενότητα B (Β1, Β2): Στην ενότητα αυτή περιλαμβάνονται λιμνοθαλάσσιες και κατά θέσεις παράκτιου περιβάλλοντος αποθέσεις (Β1) και ποταμοχειμμάριες αποθέσεις (Β2) του Ολοκαίνου. Η ενότητα Β1 απαντάται σε πολλές γεωτρήσεις (δειγματοληπτικές και γεωτεχνικές) σε περιοχές κοντά στην ακτή. Εμφανίζεται σε βάθη από 0,5 έως 19,62 m κατά θέσεις, με παρεμβολές ποταμοχειμάρριων αποθέσεων, ενότητα Β2, και συνίσταται κυρίως από τεφρές ιλυοαμμώδεις-αμμώδεις αποθέσεις πλούσιες σε θαλάσσια απολιθώματα 66

67 τριμματοφόρων, οστρακωδών, διθύρων και γαστεροπόδων (J-P Goiran, 2011). Οι εμφάνιση των απολιθωμάτων αυτών στις αποθέσεις υποδηλώνουν λιμνοθαλάσσιο, έως και θαλάσσιο περιβάλλον μικρού βάθους κατά θέσεις. Η ενότητα Β2 αποτελείται κυρίως από άμμους, αργίλους, ιλύες, ιλυώδεις άμμους, ιλυώδεις αργίλους και αργιλώδεις άμμους, με παρεμβολές χαλίκων κατά θέσεις εμφανίζεται σε βάθη από 1,20 m έως 17,64 m, κατά θέσεις, με παρεμβολές πολλές φορές της ενότητας των παράκτιων-λιμνοθαλάσσιων αποθέσεων, ενότητα Β1 με οργανικά στρώματα κατά τόπους. Αποτελούν ποτάμιες αποθέσεις, συνήθως υπερόχθιες πλημμυρικές, ενώ η συγκέντρωση χαλίκων και άμμων κατά θέσεις υποδηλώνει αποθέσεις κοίτης. Προ-Ολοκαινικό Υπόβαθρο: Πλειστοκαινικά ιζήματα ενότητα C: Στην ενότητα αυτή περιλαμβάνονται αποθέσεις του Πλειστόκαινου με καστανές αργίλους και κροκαλοπαγή με καστανό συνδετικό υλικό. Νεογενείς αποθέσεις ενότητα D: Νεογενείς αποθέσεις με κιτρινο-κάστανες και κιτρινότεφρες μάργες, μαργαϊκούς ασβεστολίθους και κροκαλοπαγή (Χαραλαμπάκης 1952, Δούνας 1962, Σαμπατακάκης 1991). Υπόβαθρο ενότητα E: Το υπόβαθρο του Λεκανοπεδίου Αθηνών χωρίζεται σε δύο συστήματα το αυτόχθονο και το αλλόχθονο. Το αυτόχθονο συνίσταται σε ασβεστολίθους, χαλαζίτες, κροκαλοπαγή, Λευκούς Λευκότεφρους, παχυστρωματώδεις άστρωτους ασβεστολίθους (δολομίτες κατά θέσεις) ηλικίας Μέσο-Άνω Τριαδικού. Μαργαϊκούς ασβεστολίθους, μάργες και ψαμμίτες που αποτελούν τη βάση των Αθηναϊκών Σχιστολίθων. Τέλος εμφανίζονται οι Αθηναϊκοί Σχιστόλιθοι με ηλικία που τοποθετείται στο Μαϊστρίχτιο μέχρι το Ηώκαινο (Σαμπατακάκης 1991). 67

68 Ιζηματολογική ανάλυση Ολοκαινικών ιζημάτων. Η κοκκομετρική ανάλυση μαζί με τα εργαλεία για τις στατιστικές αναλύσεις των ιζημάτων, αποτελεί μια από τις βασικές μεθόδους ανάλυσης των ιζημάτων, του περιβάλλοντος απόθεσής τους και του τρόπου μεταφοράς τους. Προσπαθεί να ερμηνεύσει τον τρόπο μεταφοράς των ιζημάτων, την κατανομή τους στο χώρο, την ταξινόμησή τους και το υδροδυναμικό περιβάλλον της απόθεσής τους. Ανάλογα με το μέγεθος των κόκκων τους τα ιζήματα χαρακτηρίζονται λεπτόκοκκα ή αδρόκοκκα και ταξινομούνται ως, άργιλοι, ιλύες άμμοι, χάλικες κροκάλες και ογκόλιθοι. Στην συγκεκριμένη κοκκομετρική ανάλυση χρησιμοποιήθηκε η αριθμητική κλίμακα των κόκκων που προτείνεται από το βρετανικό Ινστιτούτο Soil Survey of England and Wales (Briggs 1977). Σύμφωνα με αυτήν, ιζήματα μικρότερα από 0,002 mm έως 20 mm χαρακτηρίζονται ως άργιλοι, από 0,002 mm 0,06 mm ως ιλύες, από 0,06 mm 2 mm ως άμμοι, από 2 mm 20 mm ως χάλικες, από 20 mm και πάνω ως κροκάλες και ογκόλιθοι. Για πιο λεπτόκοκκα ιζήματα χρησιμοποιείται η κλίμακα αυτή σε μm ( 1μm=1000 mm). To 1938 o Krumbein στο άρθρο του «Size frequency distribution of sediments» (Krumbein, 1938) εισήγαγε την λογαριθμική κλίμακα φ (phi) στην ταξινόμηση των ιζημάτων. Σύμφωνα με την κλίμακα αυτή όσο πιο αρνητικό είναι το φ τόσο πιο χονδρόκοκκα είναι τα ιζήματα. Οι τιμές φ που αντιστοιχούν σε μm δίνονται από τον Πίνακα 1 (Θεοδωρακοπούλου, 2009). Φ (phi) μm ,

69 2, , <63 Πίνακας 1: Τιμές φ και η αντιστοιχία τους με μm Μέθοδοι κοκκομετρικής ανάλυσης. Η κοκκομετρική ανάλυση γίνεται στο εργαστήριο με τη χρήση διαφόρων μεθόδων. Οι πιο γνωστές είναι η μηχανικές μέθοδοι, δηλαδή το δείγμα τοποθετείται σε μια συστοιχία κόσκινων συγκεκριμένου διαμετρήματος και έπειτα σε συσκευή η οποία δονεί τη συστοιχία αυτή ταξινομώντας τους κόκκους ανάλογα με το μέγεθός τους στα κόσκινα με την ανάλογη διατομή. Αφού σταματήσει η δόνηση συλλέγεται το ίζημα από το κάθε κόσκινο, ζυγίζεται και γίνεται η επί τοις εκατό αναλογία ως προς το συνολικό βάρος του δείγματος. Έπειτα δημιουργούνται τα λογαριθμικά διαγράμματα σύμφωνα με τα οποία γίνονται οι περαιτέρω αναλύσεις και ερμηνείες. Άλλες μέθοδοι κοκκομετρικής ανάλυσης είναι οι υδροδυναμικές μέθοδοι ή μέθοδοι της πιπέτας. Κατά τη μέθοδο αυτή το δείγμα τοποθετείται σε γυάλινους σωλήνες και αναδεύεται μετρώντας τον χρόνο της καθίζησης του δείγματος το οποίο εξαρτάται από την πυκνότητα του υγρού που έχει τοποθετηθεί μέσα στον σωλήνα. Τέλος υπάρχουν και τελευταίας τεχνολογίας κοκκομετρικές μέθοδοι σχετίζονται με συσκευές ακτινών Χ ή Laser. Η άλλη μέθοδος που χρησιμοποιεί μηχανήματα και τεχνικές τελευταίας τεχνολογίας, όπως το Mastersizer 2000 (Malvern industries) (Σχήμα 10), είναι η μέθοδος Laser. Στην μέθοδο αυτή μια δέσμη ακτίνων λέιζερ με μήκος κύματος 750 nm) (Σχήμα 11) εκπέμπει έναν αδύναμο ερυθρό φωτισμό. Προκειμένου να μετρηθεί το μέγεθος και το πλήθος των κόκκων, τοποθετούνται πρώτα σε αναπήδηση και έπειτα σε κυκλοφορία μέσα σε σωλήνα. Οι κόκκοι φωτίζονται από την ακτίνα λέιζερ, το φως διαπερνά τον κύριο άξονά του κόκκου - παραδείγματος χάρη, ενώ η ακτίνα λέιζερ φωτίζει ένα κόκκο, του οποίου διηλεκτρική σταθερά διαφέρει του 1, αυτή απορροφάται, ή διαθλάται ή και τα δύο συγχρόνως, σύμφωνα με το μήκος 69

70 κύματος και την οπτική ιδιαιτερότητα του κόκκου. Αυτό το φως που διαχέεται είναι το άθροισμα των τριών συνιστωσών: ανάκλαση, αντανάκλαση και διάθλαση Σχήμα 10: Η λειτουργίας της κοκκομετρικής ανάλυσης Laser. Σχήμα 11: Ο Laser κοκκομετρικός αναλυτής Malvern

71 Επίσης υπολογίζονται διάφορες κοκκομετρικές παράμετροι όπως η μέση τιμή (Mean), η σταθερή απόκλιση που δείχνει το βαθμό ταξινόμησης (Sorting), η λοξότητα (Skewness) που αποτελεί ένδειξη τη ασυμμετρίας της κοκκομετρικής κατανομής και η κύρτωση που δείχνει ποια τμήματα της κατανομής είναι πιο ταξινομημένα (Krumbein, 1938, Folk et al., 1957). 71

72 Ιζηματολογικοί παράμετροι (δείκτες). Ο αριθμητικός μέσος (phi median) χωρίζει την κατανομή σε δύο ίσα μέρη. Δηλαδή το 50% του δείγματος είναι λεπτόκοκκο και το υπόλοιπο 50% είναι αδρόκοκκο. Το phi mean (μέση τιμή) υποδηλώνει το μέσο μέγεθος του δείγματος, δηλαδή το κεντρικό σημείο στην κατανομή του δείγματος. Εκφράζεται από την συνάρτηση Σχ / n (Folk et al., 1957, Briggs, 1977 ) Όπου Σχ είναι το άθροισμα των διαμέτρων των κόκκων Και n ο αριθμός των κόκκων. Η λοξότητα (phi skewness) δείχνει την μη-κανονική κατανομή του δείγματος και εκφράζεται από την συνάρτηση Sk=( φ 16 +φ 18-2φ50/2(φ84-φ16))+(φ5+φ95-2φ50/2(φ95-φ5)) (Folk et al., 1957) Ενδεικτικά, όταν το Skewness (λοξότητα) έχει θετική τιμή δείχνει ότι η κατανομή αποτελείται από λεπτόκοκκα υλικά. Όταν το Skewness (λοξότητα) έχει αρνητική τιμή δείχνει ότι η κατανομή αποτελείται από αδρόκοκκα υλικά. Η ταξινόμηση (phi Sorting) είναι ένα μέτρο του εύρους της απλής καμπύλης κατανομής. Πολύ λεπτόκοκκα υλικά ή πολύ αδρόκοκκα έχουν υψηλή απόκλιση και χαρακτηρίζονται ως poorly sorted (κακώς ταξινομημένα), ενώ δείγματα άμμου έχουν χαμηλή απόκλιση και χαρακτηρίζονται ως well sorted (καλώς ταξινομημένα). Εκφράζεται από τη συνάρτηση: So= (φ84-φ16/4)+(φ95-φ5/6.6) (Folk et al., 1957) Η ταξινόμηση (Sorting) είναι άμεσα συνδεδεμένο με την ικανότητα του μέσου απόθεσης ανάλογα με τον τύπο του ιζήματος (λεπτόκοκκο ή αδρόκοκκο). Κάποια περιβάλλοντα όπως οι ακτές ή οι αιολικές αποθέσεις έχουν πολύ μικρό εύρος μεγεθών ιζήματος (καλώς ταξινομημένα). 72

73 Κάποια άλλα όπως οι παγετώνες έχουν μεγάλο εύρος μεγεθών (κόκκων) ιζήματος (κακώς ταξινομημένα) διότι το ίζημα είναι μίξη διαφόρων κόκκων (λεπτόκοκκων και αδρόκοκκων). Η Κύρτωση (Kurtosis) είναι πιο συνοπτική παράμετρος από ότι το Sorting. Μετρά την κορυφότητα της κανονικής κατανομής του δείγματος και γι αυτό είναι άμεσα συνδεδεμένο με το Sorting και την τιμή της μη-κανονικότητας της κατανομής. Ένα κακώς ταξινομημένο δείγμα θα έχει επίπεδη κατανομή έτσι μπορεί να διαφέρει από μια κανονική κατανομή και να δείχνει λοξότητα. Ομοίως σε ένα καλώς ταξινομημένο δείγμα μπορεί να έχει μια πιο απότομη κορυφή στην ταξινόμηση από μια κανονική καμπύλη. Από τα αποτελέσματα των εξισώσεων αυτών εξάγονται συμπεράσματα που σχετίζονται με τα μορφολογικά χαρακτηριστικά των ιζημάτων. Η κατανομή των μεγεθών των κόκκων δίνει πληροφορίες σχετικά με τα χαρακτηριστικά των αποθέσεων των ιζημάτων. Τα παράκτια ιζήματα παρουσιάζουν συνήθως αρνητικές τιμές στην λοξότητα λόγω της παρουσίας μικρής ποσότητας χονδρόκοκκων υλικών (Folk, 1966). Στη διατριβή αυτή έγιναν κοκκομετρικές αναλύσεις στα ιζήματα των δειγμάτων των γεωτρήσεων (P2-P4). Από κάθε γεώτρηση πάρθηκαν είκοσι δείγματα σε διάφορα βάθη. Οι αναλύσεις των ιζημάτων έγιναν στο εργαστήριο LRGE του Πανεπιστημίου της Λυόν με διευθυντή τον καθηγητή Jean-Paul Bravard. Τα δείγματα που συλλέχτηκαν από τις γεωτρήσεις διαχωρίστηκαν από τα κόσκινα και έπειτα εισήχθησαν στο κοκκομετρικό μηχάνημα Laser Mastersizer 2000 τα δείγματα εκείνα με διάμετρο μικρότερη από 2mm (Trautmann, 2000) για περεταίρω ανάλυση. Τα αποτελέσματα από το Mastersizer 2000, αναλύθηκαν από το λογισμικό Gradistat (Blott et al., 2001), το οποίο δημιουργήθηκε το 2001 από τον Simon Blott καθηγητή του γεωλογικού τμήματος του Πανεπιστημίου του Λονδίνου. Το λογισμικό Gradistat δίνει τα αποτελέσματα της κοκκομετρικής ανάλυσης σε μm και φ καθώς και τις κοκκομετρικές παραμέτρους στις οποίες αναφερθήκαμε παραπάνω. Στην συγκεκριμένη έρευνα θα χρησιμοποιηθούν και οι δύο μέθοδοι (Ιζηματολογικοί δείκτες, Passega). Κάθε μέθοδος χρησιμοποιεί διαφορετικά δεδομένα τα οποία δίνονται από την στατιστική κοκκομετρική ανάλυση (κοκκομετρική ανάλυση Laser) και του λογισμικού Gradistat. Η μέθοδος των ιζηματολογικών δεικτών παρουσιάζεται σε μm και φ με δύο μεθόδους, η πρώτη ονομάζεται «μέθοδος των σημείων» (Method of Moments) και η δεύτερη «μέθοδος του Folk and Ward». Στην διατριβή αυτή χρησιμοποιήθηκαν τα 73

74 αποτελέσματα (Mean(φ), Sorting(φ), Skewness(φ), Kurtosis(φ)) μέσω της μεθόδου Folk and Ward (Folk et al., 1957). Για την μέθοδο Passega τα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν για το Μ ή διάμεσο είναι το D 50 και για το C το D Μέθοδος Passega. Η μέθοδος Passega χρησιμοποιείται προκειμένου να δοθεί μια εικόνα του περιβάλλοντος μεταφοράς και απόθεσης των ιζημάτων ενός ποταμού. Για το λόγο αυτό στη μέθοδο αυτή κατασκευάζονται λογαριθμικά διαγράμματα στα οποία οι κόκκοι των δείγματα παίρνουν μορφή «νέφους». Τα διαγράμματα αυτά ονομάζονται «C-M διαγράμματα» (Passega, 1957, Passega, 1964, Passsega, 1965, Passega et al., 1969, Passega, 1977, Bravard, 1983, Bravard et al., 1999). Το C είναι το εκατοστημόριο το οποίο αντιπροσωπεύει το πιο χονδρόκοκκο κλάσμα και μετρά την ικανότητα του ρεύματος. Το Μ ή διάμεσος αντιπροσωπεύει το μέσο μέγεθος των κόκκων του δείγματος καθώς και της απόθεσης (Passega, 1957, Passega, 1964, Passega, 1965, Passega et al., 1969, Passega, 1977, Bravard, 1983, Bravard et al., 1999). Το M αναφέρεται στην τετμημένη και το C στην τεταγμένη σε ένα λογαριθμικό διάγραμμα, τέτοιο όπου ένα δείγμα αναπαρίσταται από ένα σημείο. Τα 20 και 30 σημεία που αντιστοιχούν στο φάσμα ιζημάτων που τοποθετούνται στη θέση από ένα μέσο μεταφοράς, διαμορφώνουν ένα σύννεφο ή το πρότυπο C-M μιας απόθεσης. Τα παραπάνω αρκούν για να χαρακτηρίσουν «την κοκκομετρική εικόνα του» (Passega1957, Passega, 1964,, Passega, 1965, Passega et al., 1969, Passega, 1977, Bravard, 1983, Bravard et al., 1999). Έπειτα κατασκευάζεται το διάγραμμα C-M (Passega1957, Passega, 1964,, Passega, 1965, Passega et al., 1969, Passega, 1977, Bravard, 1983, Bravard et al., 1999), το οποίο δίνει πληροφορίες για το μέσο μεταφοράς και απόθεσης των ιζημάτων καθώς και για το παλαιοπεριβάλλον της περιοχής. Το διάγραμμα αυτό χωρίζεται σε τρία βασικά τμήματα ανάλογα με τη διάμετρο των κόκκων και το μέσο μεταφοράς. Τα τμήματα αυτά είναι OP-QR-RS κ.α.. (Passega1957, Passega, 1964,, Passega, 1965, Passega et al., 1969, Passega, 1977, Bravard, 1983, Bravard et al., 1999). 74

75 Οι διαφορετικοί μηχανισμοί μεταφοράς αναπαρίστανται από τα διαφορετικά τμήματα του διαγράμματος C-M: Το τμήμα QR του διαγράμματος αναπαριστά την απόθεση μεταφέρονται από σταδιακά μειωμένη αναπήδηση. των ιζημάτων που Το τμήμα PQ αναπαριστά την απόθεση των ιζημάτων που μεταφέρονται όπως αυτά του σημείου Q στα οποία προτίθενται και ένας μικρός αριθμός κόκκων σε κύλιση. Όταν η συγκέντρωση των κόκκων σε κύλιση αυξάνονται οι αποθέσεις αναπαρίστανται από το τμήμα OP και όταν τα ιζήματα σε κύλιση κατακλύζουν σχεδόν όλη την απόθεση αναπαρίστανται από το τμήμα NO. Το τμήμα O,P,Q, της γραφικής παράστασης, στο οποίο σχηματίζεται το «σκαλοπάτι», αναφέρεται στα διαφορετικά μέσα μεταφοράς είτε κύλισης είτε με σταδιακά μειωμένη αναπήδηση. Το τμήμα RS αναπαριστά τις αποθέσεις των ιζημάτων που μεταφέρονται από ομοιόμορφη αναπήδηση. Το τμήμα T αναπαριστά τον Λουτίτη (ιλυώδης άργιλος) (< 0,63μm) ο οποίος μεταφέρεται από την «πελαγική» αναπήδηση. Το τμήμα ΝΟ αναπαριστά τα ιζήματα σε κύλιση Ποιοτική, ποσοτική ανάλυση γεωτρητικών δεδομένων. Για την κατανόηση της κατανομής και της γεωμετρίας των ιζημάτων στην περιοχή μελέτης, συγκεντρώθηκαν και αποδελτιώθηκαν συνολικά 227 γεωτρήσεις από όλη την περιοχή. Πιο συγκεκριμένα χρησιμοποιήθηκαν 203 γεωτεχνικές γεωτρήσεις (Marinos, 1999) από το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης, 10 δειγματοληπτικές γεωτρήσεις οι οποίες έγιναν στην περιοχή του Πειραιά-Ν. Φαλήρου στα πλαίσια παλαιοπεριβαλλοντικής έρευνας χρηματοδοτούμενη από το Centre National de la Recherche Scientifique (CNRS), Institut des Sciences Humaines et Sociales (SHS), Artemis (SHS) και το Ecole Francaise D Athenes (EFA) και 14 γεωτρήσεις από την γεωτεχνική μελέτη για την καινούρια Όπερα 75

76 των Αθηνών (το έργο χρηματοδοτείται από το Ίδρυμα Νιάρχου), στην περιοχή των Τζιτζιφιών-Παλαιού Ιπποδρόμου. Οι 217 γεωτρήσεις αφού αποδελτιώθηκαν, ταξινομήθηκαν λιθοστρωματογραφικά (203 γεωτεχνικές από όλη την περιοχή μελέτης και 14 από την περιοχή του Παλαιού Ιπποδρόμου) και αξιολογήθηκαν ποιοτικά. Στις 10 δειγματοληπτικές γεωτρήσεις που έγιναν στην περιοχή του Πειραιά έγινε ποιοτική και ποσοτική ανάλυση αφού πρώτα συλλέχθηκαν 40 δείγματα (P2-P4 moyenne), από τις γεωτρήσεις P2 (20 δείγματα) και P4 (20 δείγματα), για κοκκομετρική και μικροπαλαιοντολογική ανάλυση. Αφού ταξινομήθηκαν και αναπαραστάθηκαν όλες οι ενότητες, με το λογισμικό Log Plot 2005, εισήχθησαν στην βάση δεδομένων του Rockworks 14. Με τη βοήθεια του λογισμικού αυτού δημιουργείται μια βάση δεδομένων με όλες τις πληροφορίες των γεωτρήσεων (όνομα, θέση, συντεταγμένες, βάθος, στρωματογραφία). Αφού δημιουργηθεί η βάση δεδομένων, το λογισμικό μέσα από κατάλληλες εντολές συλλέγει τα δεδομένα αυτά και τα χρησιμοποίει για την αναπαράσταση των διαφόρων στρωματογραφικών-λιθοστρωματογραφικών και χωρικών δεδομένων. Από την διαχείριση των δεδομένων μέσω του λογισμικού δημιουργούνται δισδιάστατα και τρισδιάστατα μοντέλα τα οποία αναπαριστούν τις λιθοστρωματογραφικές δομές δίνοντας την παλαιογεωγραφία της περιοχής ανάλογα με την ηλικία των ιζημάτων. 76

77 4. Ανάλυση δεδομένων (Αποτελέσματα) Παλαιογεωγραφική έρευνα Πειραιά. Για την παλαιοπεριβαλλοντική έρευνα (Goiran et al., 2011) έγιναν 10 δειγματοληπτικές γεωτρήσεις (P1-P10) από m στην περιοχή γύρω από την Καστέλα (Σχήμα 12). Από τις γεωτρήσεις αυτές επιλέχτηκαν οι δυο πιο αντιπροσωπευτικές η P2 και η P4. Τα αποτελέςματα, από την περιγραφή και ανάλυση των γεωτρήσεων του Πειραιά, παρουσιάζουν λεπτόκοκκα ιζήματα από τα οποία αποτελούνται οι γεωτρήσεις. Από τη σύστασή τους φαίνεται ότι προέρχονται από θαλάσσιες, λιμνοθαλάσσιες-παράκτιες και ποτάμιες διεργασίες. Στα πλαίσια της παλαιοπεριβαλλοντικής-παλαιογεωγραφικής έρευνας αναλύθηκαν λιθοστρωματογραφικά οι 10 δειγματοληπτικές γεωτρήσεις (Ρ1-Ρ10), πάρθηκαν 40 δείγματα (20 δείγματα από την γεώτρηση Ρ2 (Ρ2A moyenne-p2x moyenne) και 20 από την γεώτρηση Ρ4 (P4A moyenne-p4x moyenne)) για ιζηματολογική ανάλυση, μικροπαλαιοντολογική ανάλυση, τέλος στάλθηκαν δείγματα για ραδιοχρονολόγηση. Από την ανάλυση των αποτελεσμάτων της στρωματογραφίας, μικροπαλαιοντολογικής ανάλυσης σε συνδυασμό με τις ηλικίες των δειγμάτων από τις ραδιοχρονολογήσεις παράγεται η παλαιογεωγραφική αναπαράσταση της περιοχής της χερσονήσου του Πειραιά στα πλαίσια της παλαιοπεριβάλλοντικής έρευνας (Goiran et al., 2011). Πιο συγκεκριμένα από την στρωματογραφία των γεωτρήσεων παρατηρούνται πέντε λιθοστρωματογραφικές ενότητες από το παλαιότερο στο νεότερο (A,B,C,D,E). Η λιθοστρωματογραφική ενότητα Α αντιστοιχεί σε λιμνοθαλάσσιο περιβάλλον το οποίο από τις χρονολογήσεις φαίνεται να επικρατούσε μεταξύ ybp έως ybp (Goiran et al., 2011), η λιθοστρωματογραφική ενότητα Β αντιστοιχεί σε ρηχό παράκτιο περιβάλλον το οποίο επικρατούσε μεταξύ ybp έως ybp (Goiran et al., 2011), η λιθοστρωματογραφική ενότητα C αντιστοιχεί σε υφάλμυρο λιμνοθαλάσσιο περιβάλλον μεταξύ ybp έως ybp (Goiran et al., 2011), η λιθοστρωματογραφική ενότητα D αντιστοιχεί σε βαλτώδες περιβάλλον με γλυκό νερό με ηλικία νεότερη των 2800 ybp (Goiran et al 2011) και τέλος η λιθοστρωματογραφική ενότητα E αντιστοιχεί σε παράκτιο περιβάλλον (Goiran et al., 2011). Από την ανάλυση των αποτελεσμάτων και των παρατηρήσεων, στην παλαιοπεριβαλλοντική αυτή έρευνα συμπεραίνεται ότι ο Πειραιάς μεταξύ ybp και 3.500yBP ήταν αποκομμένος από την στεριά λόγω της παρουσίας μιας ρηχής λιμνοθάλασσας η οποία είχε επιδράσεις από 77

78 γλυκό νερό κατά περιόδους. Άρχισε σταδιακά να επιχώνεται και να χερσεύει από το ybp μέχρι σήμερα (Goiran et al., 2011). Σχήμα 12: Θέσεις δειγματοληπτικών γεωτρήσεων (Ρ1-Ρ10). 78

79 Στρωματογραφία δειγματοληπτικών γεωτρήσεων. Για την παλαιογεωγραφική αναπαράσταση της περιοχής μελέτης χρησιμοποιήθηκαν στρωματογραφικά δεδομένα από γεωτεχνικές και δειγματοληπτικές γεωτρήσεις της πεδιάδας των Αθηνών. Από τις δειγματοληπτικές γεωτρήσεις επεξεργάστηκαν και αναλύθηκαν εκτενέστερα οι P2 και P4, οι οποίες θεωρήθηκαν πιο αντιπροσωπευτικές. Τα αποτελέσματά τους αποτέλεσαν βάση για την αξιολόγηση και τον διαχωρισμό των στρωματογραφικών και λιθοστρωματογραφικών ενοτήτων των υπόλοιπων γεωτρήσεων του διδακτορικού. Για το λόγο αυτό αναλύονται και περιγράφονται λεπτομερώς στρωματογραφικά στο επόμενο κεφάλαιο Γεωτρήσεις Ρ2-Ρ4. Για την επεξεργασία και απεικόνιση των λιθοστρωματογραφικών δεδομένων στην περιοχή του Πειραιά χρησιμοποιήθηκαν γεωτρήσεις, περιγράφηκε λεπτομερώς η λιθοστρωματογραφία των γεωτρήσεων Ρ2-Ρ4, αναλύθηκαν ιζηματολογικά τα δείγματα των γεωτρήσεων Ρ2-Ρ4 από κοκκομετρικό μηχάνημα Laser (Mastersiser 2000 της εταιρίας Malvern) στο εργαστήριο του πανεπιστημίου Lyon 2 στην Γαλλία και τα αποτελέσματα της κοκκομετρικής αυτής ανάλυσης Laser εισήχθησαν στο λογισμικό Gradistat για περεταίρω επεξεργασία και ανάλυση. Γενικά από την περιγραφή της λιθοστρωματογραφίας των δειγματοληπτικών γεωτρήσεων παρατηρούνται παράκτια-λιμνοθαλάσσια περιβάλλοντα και ελώδεις αποθέσεις κατά θέσεις. Η λιθοστρωματογραφία αποτελείται κυρίως από άμμο είτε λεπτόκοκκη είτε χονδρόκοκκη, αναμεμειγμένη με ιλύες και αργίλους. Οι αποθέσεις αυτές φανερώνουν παράκτιο-λιμνοθαλάσσιο περιβάλλον και αυτό μαρτυρεί και η ύπαρξη οστράκων στις γεωτρήσεις αυτές. Η περιγραφή της στρωματογραφίας των γεωτρήσεων P2 και P4 ακολουθεί στη συνέχεια (Σχήματα 13, 14, 15, 16). 79

80 Σχήμα 13: Η λιθοστρωματογραφία της Γεώτρησης P2 όπως απεικονίζεται από το LogPlot 2005 (σε απόλυτα υψόμετρα). 80

81 Σχήμα 14: Η Γεώτρηση Ρ2 με τις λιθοστρωματογραφικές της ενότητες (σε απόλυτα υψόμετρα). 81

82 Γεώτρηση P2 (Σχήματα 13, 14): Η γεώτρηση αυτή έγινε κοντά στην ακτή του Φαληρικού όρμου, και το μέγιστο βάθος της είναι τα 20 m (Σχήμα 13). Από την παρατήρηση της λιθοστρωματογραφίας της γεώτρησης, που έγινε στο εργαστήριο του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου στα πλαίσια της διδακτορικής αυτής διατριβής, φαίνεται ότι τα επικρατέστερα ιζήματα είναι η άμμος και η άργιλος οι οποίες εμφανίζονται κατά στρώσεις σε διάφορα βάθη. Η εμφάνιση της άμμου ξεκινά από τα -7,93 m έως -9,00 m από την αρχή της γεώτρησης, όπου στο στρώμα αυτό είναι αναμεμειγμένη άργιλος και ιλύ. Πρόκειται για λεπτόκκοκα λιμνοθαλάσσια ιζήματα. Από τα -9,00 m έως -10,20 m συναντάται καθαρή άμμος υποδεικνύοντας την διεργασία απόθεσης θαλάσσιου περιβάλλοντος, όπως και στα -12,00 m έως -13,00 m όπου εμφανίζεται με προσμίξεις χάλικων. Η εμφάνιση της αργίλου απαντάται σε στρώσεις σε βάθη από τα -10,20 m έως -12,00 m (παρουσία κοχυλιών και φυτικού υλικού), -13,00 m έως -14,70 m, -16,70 m έως -17,50 m, και από -18,75m έως -19,62m. Η λιθοστρωματογραφία της γεώτρησης P2 (Σχήμα 14) παραπέμπει σε παράκτιο, λιμνοθαλάσσιο περιβάλλον με την παρουσία λεπτόκκοκης και χονδόκοκκης άμμου με ιλύ και άργιλο, με θραύσματα οστράκων και την παρουσία φυτικών υπολειμμάτων. Αυτό είναι μια ένδειξη της επίδρασης της θάλασσας στην περιοχή αυτή. Η παρουσία όμως της ιλύος και της αργίλου μαρτυρεί την ύπαρξη ενός περιβάλλοντος χαμηλής ενέργειας, όπως μιας περιοχής με εποχικά στάσιμα νερά, δηλαδή μιας λιμνοθάλασσας. Στα τελευταία μέτρα της γεώτρησης η παρουσία της αργίλου είναι εντονότερη. Περιέχει θραύσματα οστράκων καθώς και οργανικού υλικού ενώ η παρουσία της άμμου είναι ελάχιστη. Το γεγονός αυτό μαρτυρεί την αλλαγή του περιβάλλοντος στην περιοχή αυτή. Παρατηρείται μια περιοδικότητα ανάμεσα στο θαλάσσιο και λιμνοθαλάσσιο περιβάλλον, εναλλάσσονται δηλαδή περιβάλλοντα υψηλής και χαμηλής ενέργειας όπως φαίνεται αυτό και από την αλληλουχία των ιζημάτων στην γεώτρηση αυτή. Στον διαχωρισμό της γεώτρησης P2 σε λιθοστρωματογραφικές ενότητες (Σχήμα 14) παρατηρείται ότι η ενότητα B1, που παραπέμπει σε παράκτιες-λιμνοθαλάσσιες αποθέσεις, κατέχει την το κύριο μέρος της γεώτρησης αφού παρουσιάζεται σε βάθη από - 3,30 m έως -19,62 m. Η ενότητα Α των ανθροπογενών αποθέσεων απαντάται σε βάθη 82

83 από 0,00 m έως -3,30 m και τέλος η ενότητα D των νεογενών αποθέσεων από -19,62 m έως -20,00 m. Γεώτρηση P4 (Σχήμα 15, 16): Η γεώτρηση αυτή έγινε βορειότερα από την P2 στην ηπειρωτική περιοχή του Πειραιά, μακριά από την σημερινή ακτογραμμή. Από την παρατήρηση της λιθοστρωματογραφίας της γεώτρησης, που έγινε, στο εργαστήριο του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου στα πλαίσια της διδακτορικής διατριβής, φαίνεται να επικρατούν οι άργιλοι. Εμφανίζεται καθαρή άργιλος στην αρχή της γεώτρησης από τα 3,67 m έως τα 5,42 m (Σχήμα 15). Έπειτα απαντάται με προσμίξεις ιλύος κι άμμου (-5,12 m έως -5,33 m και -5,33 m έως -5,42 m. Στη συνέχεια διακόπτεται από ένα στρώμα άμμου με εμφανίσεις γαστεροπόδων και οστρακωδών (-5,42 m έως -5,95 m). Στη συνέχεια παρατηρείται άργιλος με άμμο και άργιλος με ιλύ (-5,12 m έως -5,33 m και - 5,33 m έως -5,42 m αντίστοιχα). Η λιθοστρωματογραφία συνεχίζει με την αλληλουχία άμμου αργίλου καθώς και ιλιώδους άμμου (-11,04 m έως 11,81 m) ιλύος και αργίλου (- 11,81 m έως -12,50 m) ώσπου αυτή η αλληλουχία σταματά σε στρώμα καθαρής αργίλου (-13,50 m έως -16,75 m) πριν συναντήσει το υπόβαθρο, που στην συγκεκριμένη γεώτρηση είναι κροκαλοπαγές (-16,75 m έως -17,00 m) (Σχήμα 15). Η άργιλος εμφανίζεται σχεδόν σε όλα τα βάθη της γεώτρησης Ρ4 είτε ως «καθαρό» στρώμα είτε με προσμίξεις αργίλου, άμμου και κροκάλων. Παράλληλα παρατηρείται η ύπαρξη κοχυλιών είτε θραύσματα αυτών, σε όλα σχεδόν τα βάθη της γεώτρησης. Από τα παραπάνω φαίνεται ότι στο σημείο αυτό όπου έγινε η γεώτρηση υπήρχε ένα παράκτιολιμνοθαλάσσιο περιβάλλον με άμεση επίδραση της θάλασσας λόγω της παρουσίας της άμμου και των μικροαπολιθωμάτων. Αυτό εμφανίζεται και στην απεικόνιση των λιθοστρωματογραφικών ενοτήτων (Σχήμα 16) αφού μετά από 3,67 m ανθρωπογενών αποθέσεων συναντάται ένα πολύ μικρό στρώμα ποταμοχειμάρριων αποθέσεων, ενότητα Β2, μεταξύ των βαθών -3,67 m έως - 3,80 m και η λιθοστρωματογραφία συνεχίζει με τις παράκτιες-λιμνοθαλάσσιες αποθέσεις ενότητα Β1, από τα -3,80 m έως τα -15,60 m. Τέλος συναντώνται οι νεογενείς αποθέσεις, ενότητα D (-15,60 m έως -17,00 m). 83

84 Από την περιγραφή των δύο γεωτρήσεων συμπεραίνεται ότι η γεώτρηση P2 παρουσιάζει ένα περιβάλλον με έντονη την παρουσία της θάλασσας αφού έχουμε την παρουσία της άμμου (χονδρόκοκκης, λεπτόκοκκης). Στην γεώτρηση P4 η οποία πλησιάζει περισσότερο στο σημερινού λιμάνι του Πειραιά παρουσιάζεται μια περιοχή χαμηλής ενέργειας και πιο χερσαία αφού έχουμε την παρουσία κυρίως λεπτόκοκκων ιζημάτων (αργίλου, ιλύος) αλλά με πολλά θραύσματα κοχυλιών όπου μας δείχνει την άμεση επίδραση της θάλασσας. 84

85 Σχήμα 15: Η λιθοστρωματογραφία της γεώτρησης P4 όπως απεικονίζεται από το LogPlot 2005 (σε απόλυτα υψόμετρα). 85

86 Σχήμα 16: Η Γεώτρηση Ρ4 με λιθοστρωματογραφικές ενότητες (σε απόλυτα υψόμετρα). 86

87 Αποτελέσματα μεθόδου ιζηματολογικών δεικτών. Τα αποτελέσματα αυτά, σύμφωνα με την μέθοδο Folk & Ward, ( Folk & Ward 1957), αναπαρίστανται από γραφικές παραστάσεις με τις ιζηματολογικές παραμέτρους σε συνδυασμό μεταξύ τους (Friedman, 1961, Folk, 1966, Briggs, 1977). Στην διατριβή αυτή έγιναν τέσσερις συνδυαστικές γραφικές παραστάσεις για τα δείγματα κάθε γεώτρησης προκειμένου να αναπαρασταθούν και να απεικονιστούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα αποτελέσματα από την μελέτη και επεξεργασία των δειγμάτων αυτών, με στόχο την κατανόηση τόσο του περιβάλλοντος απόθεσης, όσο και του μέσου μεταφοράς των ιζημάτων στην περιοχή μελέτης. Σύμφωνα με τον (Friedman, 1961, Folk, 1966, Briggs, 1977),οι οποίοι αναφέρουν ότι οι λεπτόκοκκες άμμοι είναι καλά ταξινομημένες (well sorted) σε αντίθεση με τις χονδρόκοκκες άμμους που είναι λιγότερο ταξινομημένες (poorly sorted). Η θαλάσσια άμμος είναι συνήθως καλά ταξινομημένη με αρνητική λοξότητα (negative skewness) ( Friedman, 1961, Briggs, 1977) λόγω της μίξης με χονδρόκοκκο υλικό, ενώ η αιολική άμμος έχει συνήθως θετική λοξότητα (positive skewness). Τα λεπτόκοκκα ιζήματα έχουν θετική λοξότητα. Η ποτάμια άμμος έχει συνήθως θετική τιμή λοξότητας (Friedman, 1961, Briggs, 1977) σαν την αιολική, αλλά η αιολική άμμος είναι καλύτερα ταξινομημένη από την ποτάμια. Η θαλάσσια άμμος έχει χαμηλή τιμή ταξινόμησης (Sorting) (λιγότερο ταξινομημένη) σε σχέση με την ποτάμια που έχει υψηλότερη τιμή (καλύτερα ταξινομημένη) (Friedman, 1961, Briggs, 1977). Συνήθως η ποτάμια άμμος έχει τιμή ταξινόμησης πάνω από 0,50, ενώ η θαλάσσια δίνει τιμές κάτω από 0,40. 87

88 Πίνακας 2: Αποτελέσματα από το λογισμικό Gradistat (Mean, Skewness, Sorting, Kurtosis) για την γεώτρηση Ρ2. Samples MEAN SORTING SKEWNESS ID (φ) (φ) (φ) KURTOSIS (φ) P2 1 5,509 0,591-0,223 1,127 P2 2 5,624 0,761 0,038 1,594 P2 3 5,662 0,699 0,160 1,577 P2 4 5,460 0,498-0,058 0,960 P2 5 5,317 0,502-0,039 0,956 P2 6 5,275 0,502-0,020 0,951 P2 7 6,884 1,691-0,057 0,689 P2 8 6,427 1,344 0,432 0,840 DESCRIPTION Coarse Silt,Moderately Well Sorted,Coarse Skewed,Leptokurtic Coarse Silt,Moderately Sorted,Symmetrical,Ve ry Leptocurtic Coarse Silt,Moderately Well Sorted,Fine Skewed,Very Leptokurtic Coarse Silt,Well Sorted,Symmetrical,Me sokurtic Coarse Silt,Moderately Well Sorted,Symmetrical,Me sokurtic Coarse Silt,Moderately Well Sorted,Symmetrical,Me sokurtic Medium Silt,Poorly Sorted,Symmetrical,Pla tykurtic Medium Silt,Poorly Sorted,Symmetrical,Pla tykurtic,very Fine 88

89 Skewed,Platykurtic P2 9 6,367 1,830 0,139 0,652 P2 10 6,625 1,663 0,149 0,707 P2 11 8,494 1,007-0,001 1,039 P2 12 4,825 0,375 0,018 0,932 P2 13 4,101 0,640-0,109 0,848 P2 14 6,018 2,184 0,200 0,602 P2 15 5,442 2,413 0,669 0,518 P2 16 6,245 1,493 0,261 1,604 Medium Silt,Poorly Sorted,Fine Skewed,Very Platykurtic Medium Silt,Poorly Sorted,Fine Skewed,Platykurtic Very Fine Silt,Poorly Sorted,Symmetrical,Me sokurtic Very Coarse Silt,Well Sorted,Symmetrical,Me sokurtic Very Coarse Silt,Moderately Well Sorted,Coarse Skewed,Platykurtic Medium Silt,Very Poorly Sorted,Fine Skewed,Very Platykurtic Coarse Silt,Very Poorly Sorted,Very Fine Skewed,Very Platykurtic Medium Silt,Poorly Sorted,Fine Skewed,Very Leptokurtic 89

90 P2 17 6,177 1,256 0,034 1,555 P2 18 3,832 0,612 0,167 0,997 P2 19 7,170 2,518-0,457 1,574 P2 20 6,503 2,253-0,473 0,542 Medium Silt,Poorly Sorted,Symmetrical,Ve ry Leptokurtic Very Fine Sand,Moderately Well Sorted,Fine Skewed,Mesokurtic Fine Silt,Very Poorly Sorted,Very Coarse Skewed,Very Leptokurtic Medium Silt,Very Poorly Sorted,Very Coarse Skewed,Very Platykurtic Πίνακας 3: Αποτελέσματα από το λογισμικό Gradistat (Mean, Skewness, Sorting, Kurtosis) για την γεώτρηση P4. Samples ID MEA SORTING SKEWNESS N (φ) (φ) (φ) KURTOSIS (φ) DESCRIPTION Very Fine P4 1 8,097 0,998 0,127 1,090 Silt,Moderately Sorted,Fine Skewed,Mesokurtic Medium Silt,Poorly P4 2 6,512 1,687 0,314 0,764 Sorted,Very Fine Skewed,Platykurtic Very Coarse Silt,Poorly P4 3 4,207 1,024 0,434 1,738 Sorted,Very Fine Skewed,Very 90

91 Leptokurtic P4 4 6,901 2,000-0,146 0,747 P4 5 6,063 2,208 0,381 0,664 P4 6 4,248 0,569 0,097 1,006 P4 7 3,826 0,574 0,144 1,091 P4 8 4,588 0,763-0,094 0,932 P4 9 4,284 0,473 0,101 1,002 P4 10 3,983 0,592 0,213 1,248 P4 11 7,401 2,103-0,362 1,039 Medium Silt,Very Poorly Sorted,Coarse Skewed,Platykurtic Medium Silt,Very Poorly Sorted,Very Fine Skewed,Very Platykurtic Very Coarse Silt,Moderately Well Sorted,Symmetrical,Me sokurtic Very Fine Sand,Moderately Well Sorted,Fine Skewed,Mesokurtic Very Coarse Silt,Moderately Sorted,Symmetrical,Me sokurtic Very Coarse Silt,Well Sorted,Fine Skewed,Mesokurtic Very Fine Sand,Moderately Well Sorted,Fine Skewed,Leptokurtic Fine Silt,Very Poorly Sorted,Very Coarse Skewed,Mesokurtic 91

92 P4 12 4,516 0,568 0,175 1,127 P4 13 3,944 0,789 0,324 1,252 P4 14 8,999 0,768 0,102 1,040 P4 15 8,372 1,566-0,208 1,238 P4 16 8,718 1,149-0,214 1,152 P4 17 8,710 0,902 0,106 1,043 P4 18 5,682 2,126 0,724 0,634 P4 19 4,239 0,872 0,396 3,097 Very Coarse Silt,Moderately Well Sorted,Fine Skewed,Leptokurtic Very Fine Sand,Moderately Sorted,Very Fine Skewed,Leptokurtic Very Fine Silt,Moderately Sorted,Fine Skewed,Mesokurtic Very Fine Silt,Poorly Sorted,Coarse Skewed,Leptokurtic Very Fine Silt,Poorly Sorted,Coarse Skewed,Leptokurtic Very Fine Silt,Moderately Sorted,Fine Skewed,Mesokurtic Coarse Silt,Very Poorly Sorted,Very Fine Skewed,Very Platykurtic Very Coarse Silt,Moderately Sorted,Very Fine Skewed,Extremely Leptokurtic 92

93 P4 20 8,725 1,068 0,112 0,945 Very Fine Silt,Poorly Sorted,Fine Skewed,Mesokurtic 93

94 4.2. Περιγραφή αποτελεσμάτων ιζηματολογικών αναλύσεων Περιγραφή αποτελεσμάτων ιζηματολογικών. δεικτών. Παρατηρώντας τις γραφικές παραστάσεις συμπεραίνεται ότι πρόκειται για μια περιοχή η οποία καλυπτόταν περιοδικά από τη θάλασσα και άλλοτε λειτουργούσε ως λιμνοθάλασσα-έλος. Σύμφωνα με τα διαγράμματα των αποτελεσμάτων για την P2-P4 έχουμε την επικράτηση μεσόκοκκης άμμου. Επίσης έχουμε την αλληλεπίδραση θαλάσσιων και ποτάμιων διεργασιών, αφού τα περισσότερα δείγματα έχουν αρνητική λοξότητα και είναι καλώς ταξινομημένα (well sorted) αλλά υπάρχουν και δείγματα με θετική λοξότητα που είναι κακώς ταξινομημένα (poorly sorted) πιθανόν από πλημμυρικά γεγονότα. Όσον αναφορά την κύρτωση τα δείγματα κατατάσσονται σε πλατυκυρτικά, γεγονός που φανερώνει την αλληλεπίδραση θάλασσας και ποταμού καθώς και μεσοκυρτικά. Η καθαρή θαλάσσια άμμος δίνει λεπτοκυρτικά δείγματα (Folk, 1966), για το λόγο αυτό στην συγκεκριμένη περιοχή αποκλείεται η δράση μόνο του θαλάσσιου περιβάλλοντος. 94

95 3 2,5 2 Poorly sorted P2 15 P2 14 P2 20 P2 19 SORTING Φ 1,5 Mod. sorted P2 9 P2 7 P2 10 P2 16 P2 8 P P2 11 0,5 0 Well sorted Coarse sand P2 18 P2 13 P2 5 P2 6 P P2 4 P2 2 P2 3 P2 1 Medium sand Fine sand MEAN Φ 95

96 0,8 P2 15 0,6 P2 8 0,4 P2 16 SKEWNESS 0,2 P2 14 P2 18 P2 3 P2 10 P2 9 P2 2 P2 17 P P P2 6 P P2 4 P2 13 P2 7-0,2 P2 1-0,4 P2 20 P2 19-0,6 MEAN positively skewed 3 P2 19 2,5 P2 15 Symmetrical P P2 14 P2 9 SKEWNESS Negatively skewed P2 1 P2 7 1,5 1 P2 13 P2 6 P2 4 0,5 P2 5 P2 17 P2 11 P2 2 P2 12 P2 10 P2 3 P2 18 P2 16 P2 8 Well sorted Moderately sorted Poorly sorted 0-0,6-0,4-0,2 0 0,2 0,4 0,6 0,8 SORTING 96

97 1,8 P2 19 P2 2 P2 17 P2 3 P2 16 Lepto kurtic Mesokurtic 1,6 1,4 P2 1 P2 11 1,2 P2 20 P2 4 P2 6 P2 5 P2 13 P2 7 P2 12 P2 18 P2 10 P2 9 P2 14 P2 8 P2 15 Plattykurtic 1 0,8 0,6 Kurtosis 0,4 0,2 Negatively skewed Symmetrical Positively skewed 0-0,6-0,4-0,2 0 0,2 0,4 0,6 0,8 Skewness Σχήμα 17: Διαγράμματα με συνδυασμό των κοκκομετρικών παραμέτρων για τα αποτελέσματα των δειγμάτων της γεώτρησης P2. Πιο συγκεκριμένα από τα διαγράμματα για την γεώτρηση Ρ2 εμφανίζονται τα περισσότερα δείγματα καλώς ταξινομημένα δηλώνοντας έτσι την θαλάσσια προέλευσή τους (Σχήμα 17). Υπάρχουν όμως και κακώς ταξινομημένα (6 δείγματα με μεσόκοκκη άμμο) ενώ μέτρια ταξινομημένα εμφανίζονται τρία δείγματα με μεσόκοκκη άμμο. Δύο μόνο δείγματα από τα είκοσι αποτελούνται από λεπτόκοκκη άμμο. Στο διάγραμμα της λοξότητας (Skewness) και του μέσου μεγέθους (Mean), τα δείγματα εμφανίζουν σχετική ισορροπία όσον αναφορά το αν έχουν θετική ή αρνητική λοξότητα. Δώδεκα δείγματα που έχουν θετική λοξότητα (ποτάμιο περιβάλλον) ενώ αρνητική λοξότητα (θαλάσσιο περιβάλλον) έχουν οκτώ δείγματα. Στο επόμενο διάγραμμα λοξότητας (Skewness) με ταξινόμηση (Sorting) τα περισσότερα δείγματα εμφανίζουν αρνητική λοξότητα που παραπέμπει σε θαλάσσια άμμο, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, σε συνδυασμό με καλή ταξινόμηση (7 δείγματα), μέτρια ταξινόμηση (3 δείγματα) και κακή ταξινόμηση (2 δείγματα). Τα δείγματα που παρουσιάζουν συμμετρική λοξότητα παραπέμπουν σε περιβάλλον όπου οι ποτάμιες με τις θαλάσσιες διεργασίες-αποθέσεις βρίσκονται σε ισορροπία. Τέλος, τα δείγματα αυτά παρουσιάζουν διαφορά στην ταξινόμηση των ιζημάτων 97

98 αφού τα δείγματα Ρ2 14, Ρ2 15 είναι κακώς ταξινομημένα (μεγαλύτερη επιρροή από το θαλάσσιο περιβάλλον) ενώ τα δείγματα Ρ2 19, Ρ2 20 είναι καλώς ταξινομημένα (μεγαλύτερη επίδραση ποτάμιου περιβάλλοντος). 2,5 SORTING Φ 2 1,5 1 0,5 Poorly sorted Mod. sorted Well sorted P4 5 P4 18 P4 2 P4 4 P4 16 P4 3 P4 1 P4 20 P4 19 P4 17 P4 13 P4 8 P4 14 P4 7 P4 6 P4 10 P4 12 P4 9 P4 11 P Coarse sand Medium sand Fine sand MEAN Φ 0,8 P4 18 0,6 0,4 P4 3 P4 19 P4 13 P4 5 P4 2 SKEWNESS 0,2 P4 10 P4 17 P4 12 P4 1 P4 7 P4 6 P4 9 P4 14 P ,2 P4 8 P4 4 P4 15 P4 16-0,4 P4 11-0,6 MEAN 98

99 positively skewed 2,5 P4 5 Symmetrical P4 11 P4 15 P4 4 2 P4 2 P4 18 1,5 SKEWNESS Negatively skewed P4 16 -P ,5 P4 17 P4 6 P4 20 P4 1 P4 14 P4 12 P4 7 P4 9 P4 10 P4 13 P4 3 P4 19 Well sorted Moderately sorted Poorly sorted 0-0,6-0,4-0,2 0 0,2 0,4 0,6 0,8 SORTING Lepto kurtic 3,5 P4 19 Mesokurtic 3 2,5 2 P4 11 P4 3 P4 15 P4 10 P4 13 P4 12 P4 16 P4 7 P4 17 P4 1 P4 9 P4 14 P4 8 P4 6 P4 20 P4 2 P4 4 P4 5 P4 18 Plattykurtic 1,5 1 0,5 Kurtosis Positively Negatively skewed Symmetrical skewed 0-0,6-0,4-0,2 0 0,2 0,4 0,6 0,8 Skewness Σχήμα 18: Διαγράμματα με συνδυασμό των κοκκομετρικών παραμέτρων για τα αποτελέσματα των δειγμάτων της γεώτρησης P4. Για την γεώτρηση Ρ4 τα διαγράμματα εμφανίζονται τα περισσότερα δείγματα καλώς ταξινομημένα (περισσότερα από την γεώτρηση Ρ2) εμφανίζοντας έτσι την θαλάσσια προέλευσή τους (Σχήμα 17). Υπάρχουν όμως μέτρια (Ρ4 16) και κακώς ταξινομημένα δείγματα (5 99

100 δείγματα). Η κοκκομετρία της άμμου ποικίλει αφού 12 δείγματα αποτελούνται από μεσόκοκκη άμμο, 5 δείγματα αποτελούνται από λεπτόκοκκη άμμο και 3 από χονδρόκοκκη άμμο. Η παρουσία της λεπτόκοκκη άμμου υποδηλώνει ένα περιβάλλον χαμηλής ενέργειας-απόθεσης όπως λιμνοθαλάσσιο-ελώδες. Σε αντίθεση με την γεώτρηση Ρ2 όπου υπάρχουν μόνο δύο μόνο δείγματα από τα είκοσι τα οποία αποτελούνται από λεπτόκοκκη άμμο. Φανερώνοντας έτσι ένα περιβάλλον πιο προστατευμένο από δυναμικά περιβάλλοντα (παράκτια). Στο διάγραμμα της λοξότητας (Skewness) και του μέσου μεγέθους (Mean), τα δείγματα δεν εμφανίζουν ισορροπία όπως στην περίπτωση της γεώτρησης Ρ2, αφού τα περισσότερα δείγματα έχουν θετική λοξότητα η οποία παραπέμπει σε ποτάμιες διεργασίες-αποθέσεις. Δεκαπέντε δείγματα παρουσιάζουν θετική λοξότητα (ποτάμιο περιβάλλον) ενώ αρνητική λοξότητα (θαλάσσιο περιβάλλον) έχουν μόλις πέντε δείγματα. Στο επόμενο διάγραμμα λοξότητας (Skewness) με ταξινόμηση (Sorting) τα περισσότερα δείγματα εμφανίζουν αρνητική λοξότητα που παραπέμπει σε θαλάσσια άμμο, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, σε συνδυασμό με καλή ταξινόμηση (2 δείγματα), μέτρια ταξινόμηση (3 δείγματα) και κακή ταξινόμηση (4 δείγματα). Τα δείγματα που παρουσιάζουν συμμετρική λοξότητα παραπέμπουν σε περιβάλλον όπου οι ποτάμιες με τις θαλάσσιες αποθέσεις βρίσκονται σε ισορροπία. Διαχωρίζονται σε καλώς ταξινομημένα (3 δείγματα), μέτρια ταξινομημένα (2 δείγματα) και κακώς ταξινομημένα (1 δείγμα), παρουσιάζοντας έτσι μεγαλύτερη επιρροή από τις θαλάσσιες διεργασίες. Στην γεώτρηση Ρ4 όπως και στην γεώτρηση Ρ2 η λοξότητα και η ταξινόμηση καθώς και ο συνδυασμός αυτών, παρουσιάζουν διεργασίες οι οποίες άλλοτε υπερτερούν και άλλοτε μειονεκτούν η μια εις βάρος της άλλης. 100

101 Αποτελέσματα μεθόδου Passega: Τα διαγράμματα τα οποία κατασκευάστηκαν (λογαριθμικά διαγράμματα), με την μέθοδο που περιγράφηκε παραπάνω, θα πρέπει να χωριστούν σε τμήματα προκειμένου να «κατηγοριοποιηθούν» τα δεδομένα που απεικονίζουν και να περιγραφούν. Στα διαγράμματα διακρίνονται τμήματα κατανομής των δειγμάτων των γεωτρήσεων (διαγράμματα 1,2) σύμφωνα με τον Passega (Passega, 1965) (T, RS, QR κ.α). Κάθε τμήμα αντιστοιχεί σε διαφορετικό περιβάλλον απόθεσης, το οποίο συνδέεται με διαφορετικές υδροδυναμικές συνθήκες (Bull, 1962). Από την περιγραφή των τμημάτων αυτών προσεγγίζεται το παλαιοπεριβάλλον απόθεσης της περιοχής μελέτης Το διάγραμμα Passega των συνολικών δειγμάτων για την P2 μπορεί να χωριστεί: Passega diagram for P2 S R Q T Διάγραμμα 1: Χωρισμός διαγράμματος Passega της γεώτρησης P2 σε τμήματα 101

102 Το διάγραμμα C-M για την P2 χωρίζεται σε τρία τμήματα τα οποία είναι: T, SR, RQ. Το τμήμα Τ αντιστοιχεί στην «πελαγική» αιώρηση σύμφωνα με τον Passega (Passega, 1965) και Bravard κ.α. (Bravard et al., 1999). Το τμήμα T αναπαριστά το κλάσμα της ιλυώδους αργίλου (< 0,63μm) η οποία μεταφέρεται από την «πελαγική» αιώρηση. Η «πελαγική» αιώρηση συναντάται σε περιβάλλοντα χαμηλής ενέργειας των ποτάμιων συστημάτων όπως π.χ. στις εκβολές τους ή ακόμα και στα «δέλτα» τους. Οπότε συμπεραίνουμε ότι στο τμήμα T του διαγράμματος αντιστοιχεί σε ένα περιβάλλον πολύ χαμηλής ενέργειας πιθανόν να είναι το «δέλτα» ποταμού, ή το εκβολικό του σύστημα ή μια περιοχή λιμνοθαλάσσια σε εκβολικά συστήματα. Το δεύτερο τμήμα τoυ διαγράμματος που παρατηρείται είναι το τμήμα RS αναπαριστά τις αποθέσεις των ιζημάτων που μεταφέρονται από ομοιόμορφη αιώρηση. Αντιπροσωπεύει τις παρόχθιες αποθέσεις ενός ποταμού καθώς και τις αποθέσεις της κοίτης του (άμμος κροκαλοπαγή υλικά) (Passega, 1977). Επίσης μπορεί να αντιπροσωπεύει μια λιμνοθαλάσσια ή βαλτώδη περιοχή που δέχεται την επίδραση της παλίρροιας ή από πλημμυρικές παροχές (Passega, 1977). Αυτό είναι άλλη μια ένδειξη ότι βρισκόμαστε σε περιοχή υψηλότερης ενέργειας από το τμήμα Τ. Το τρίτο και τελευταίο τμήμα αυτού του διαγράμματος QR αναπαριστά την απόθεση των ιζημάτων, κυρίως άμμων ή αδρόκοκκης ιλύος (Passega, 1977) τα οποία μεταφέρονται από σταδιακά μειωμένη αιώρηση (suspension degrade) εντός των κοιτών των ποτάμιων συστημάτων. Τέλος παρατηρείται,στο διάγραμμα C-M της γεώτρησης P2, μεγάλη συγκέντρωση δειγμάτων στο τμήμα RS. Από αυτό συμπεραίνεται ότι στο σημείο όπου έγινε η γεώτρηση να ήταν πιθανώς «ενεργό» κανάλι του ποτάμιου συστήματος που εξέβαλε στο σημείο εκείνο αφού σύμφωνα με τα παραπάνω βρισκόμαστε σε περιοχή απόθεσης των ιζημάτων που μετέφερε ο ποταμός. 102

103 Passega diagram for P4 R Q S T Διάγραμμα 2: Διαχωρισμός διαγράμματος P4 Passega σε τμήματα. Όπως το διάγραμμα της γεώτρησης P2 έτσι και το διάγραμμα C-M για την P4 χωρίζεται σε τρείς περιοχές οι οποίες είναι: T, SR, RQ. Η περιοχή Τ αντιστοιχεί στην «πελαγική» αιώρηση σύμφωνα με τον Passega ( Passega, 1965) και Bravard κ.α. (Bravard et al., 1999). Το τμήμα T (όπου στο διάγραμμα αυτό περιέχει αρκετά δείγματα (moyenne P4), περισσότερα από αυτό της P2) αναπαριστά τo κλάσμα της ιλυώδους αργίλου (< 0,63 μm) η οποία μεταφέρεται από την «πελαγική» αιώρηση. Η «πελαγική» αιώρηση συναντάται σε περιβάλλοντα χαμηλής ενέργειας των ποτάμιων συστημάτων όπως π.χ. στις εκβολές τους ή ακόμα και στα «δέλτα» τους. Οπότε συμπεραίνουμε ότι στο τμήμα T του διαγράμματος αντιστοιχεί σε ένα περιβάλλον πολύ χαμηλής ενέργειας πιθανόν να είναι το «δέλτα» ποταμού, ή το εκβολικό του σύστημα ή μια περιοχή λιμνοθαλάσσια σε εκβολικά συστήματα. 103

104 Το δεύτερο τμήμα τoυ διαγράμματος που παρατηρείται είναι το τμήμα RS αναπαριστά τις αποθέσεις των ιζημάτων που μεταφέρονται από ομοιόμορφη αιώρηση. Αντιπροσωπεύει τις παρόχθιες αποθέσεις ενός ποταμού καθώς και τις αποθέσεις του πυθμένα του (άμμος κροκαλοπαγή υλικά ) (Passega, 1977). Επίσης μπορεί να αντιπροσωπεύει μια λιμνοθαλάσσια ή βαλτώδη περιοχή που δέχεται την επίδραση της παλίρροιας (Passega, 1977). Αυτό είναι άλλη μια ένδειξη ότι βρισκόμαστε σε περιοχή χαμηλής ενέργειας όπως ειπώθηκε και προηγουμένως. Το τρίτο και τελευταίο τμήμα αυτού του διαγράμματος QR αναπαριστά την απόθεση των ιζημάτων, κυρίως άμμων ή χονδρόκοκκης ιλύος (Passega, 1977) τα οποία μεταφέρονται από σταδιακά μειωμένη αναπήδηση (suspension degrade) εντός των κοιτών των ποτάμιων συστημάτων. Τέλος παρατηρείται, στο διάγραμμα C-M της γεώτρησης P4, μεγάλη συγκέντρωση δειγμάτων στα τμήματα T και QR και λιγότερη συγκέντρωση στο τμήμα RS. Από τα τρία δείγματα η μεγαλύτερη συγκέντρωση παρατηρείται στο τμήμα QR. Και από τα δυο διαγράμματα C-M (P2, P4) το γενικό συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι και τα δείγματα και από τις δύο θέσεις των γεωτρήσεων βρίσκονται στην εκβολική περιοχή του ποτάμιου συστήματος του Κηφισού. Αυτό αποδεικνύεται διότι και τα δύο διαγράμματα C-M χωρίζονται στα ίδια τμήματα (T, SR,RQ). Από την ανάλυση και περιγραφή των τμημάτων που απεικονίζονται στα διαγράμματα εξάγεται το ίδιο συμπέρασμα όσον αφορά στο μέσο και την φάση απόθεσης της περιοχής της χερσονήσου του Πειραιά. Δηλαδή οι γεωτρήσεις βρίσκονται σε περιοχή χαμηλής ενέργειας, σε περιοχή όπου τα ιζήματα που μεταφέρονταν από τον Κηφισό αποτίθεντο στην περιοχή αυτή γύρω από την τώρα χερσόνησο του Πειραιά, την Καστέλα. 104

105 4.3. Παλαιο-ιζηματολογική ερμηνεία. Μετά από την συνολική απεικόνιση των δειγμάτων των γεωτρήσεων στο CM διάγραμμα γίνεται προσπάθεια ερμηνείας του περιβάλλοντος απόθεσης με βάση και την χρονική περίοδο απόθεσης τους. Τοποθετούνται τα βάθη, από τα οποία συλλέχθηκαν τα δείγματα, καθώς και οι σχετικές ηλικίες των δειγμάτων που χρονολογήθηκαν. Αυτό δίνει μια εικόνα πώς διαβαθμίζονται οι ηλικίες με τα βάθη στην κάθε περιοχή του διαγράμματος. Παρατηρείται ότι δεν υπάρχει κανονικότητα και ότι τα δείγματα όπως και τα βάθη και οι ηλικίες είναι διάσπαρτα μέσα στο διάγραμμα. Αυτό συμβαίνει διότι στο διάγραμμα τοποθετήθηκαν τα δείγματα έπειτα από ανάλυση στο λογισμικό Gradistat καθώς τα διαγράμματα Passega αναπαρίστανται λογαριθμικά. Έτσι στις γραφικές παραστάσεις Passega προστέθηκαν τα δεδομένα (βάθος,ηλικία) των δειγμάτων που αναπαρίστανται σε αυτές (Διάγραμμα 3,4). Passega diagram for P2 S P2 19 d:18,85-18,95 P2 20 d:19,35-19,50 P2 7 d:10,00-10,10 P2 9 d:10,40-10,50 P ,10-11,20 P2 17 d:17, R P2 14 d:13,20-13,30 P2 16 d:18,40-18,60 P2 1 d:7,25-7,35 P2 8 P2 4 d:9,05-9,15 d:10,10-10,20 P2 3 P2 2 d:8,05-8,10 d:8,53-8,60 Q P2 12 d:12,20-12,30 P2 6 d:9,90-10,00 P2 5 d:9,40-9,50 P2 15 d:13,50-13,60 P2 18 d:18,60-18,70 P2 13 d:12,70-12,80 P2 11 d:11,55-11,60 Notes: d=depth (m) T age at : 10,30m = 7310 ybp 10,72-10,77m = 7005 ybp 17,70-17,75m = 8235 ybp 18,55m = 7565 ybp Διάγραμμα 3: Γραφική παράσταση για την γεώτρηση P2, κατηγοριοποιημένη ανάλογα με το βάθος και τις ηλικίες των δειγμάτων. 105

106 Από την γραφική παράσταση αυτή παρατηρείται ότι η κατανομή των δειγμάτων δεν είναι κανονική διότι τα διαγράμματα χρησιμοποιούν λογαριθμική κλίμακα. Στο διάγραμμα αυτό παρατηρείται ότι το βάθος των δειγμάτων κυμαίνεται από 7,25 m (P2 1) έως 19,50 m (P2 20). Οι ηλικίες των δειγμάτων που χρονολογήθηκαν κυμαίνονται από 7310 ybp έως 8235 ybp (Διάγραμμα 3). Πιο συγκεκριμένα, σε σχέση με το βάθος, οι ηλικίες κυμαίνονται: Βάθος Ηλικία Υλικό χρονολόγησης 10,30 m 7310 ybp Shell 10,72-10,77 m 7005 ybp Shell in connection 17,70-17,75 m 8235 ybp shell 18,55 m 7565 ybp charcoal Πίνακας 4: Βάθη, ηλικίες και υλικό χρονολόγησης των δειγμάτων της γεώτρησης P2.(Goiran et al., 2011) Στον παραπάνω πίνακα φαίνονται οι ηλικίες των δειγμάτων και παρατηρείται ότι σε μεγαλύτερο βάθος οι ηλικίες είναι μικρότερες. Αυτό μπορεί να συμβαίνει διότι μεταφέρθηκε υλικό από το σημείο που βρισκόταν στο σημείο που βρέθηκε αφού όπως έχει αποδειχθεί πρόκειται για περιοχή απόθεσης του ποτάμιου συστήματος του Κηφισού. Παρατηρείται επίσης και 106

107 διαφορετικότητα σε ότι αφορά το υλικό χρονολόγησης χρονολογήθηκαν δηλαδή μικροαπολιθώματα και κάρβουνα. Από την στρωματογραφία (Σχήματα 13, 14) παρατηρείται ότι η γεώτρηση αποτελείται από λεπτόκοκκο υλικό ιλύς, άργιλος και άμμος. Η παρουσία λεπτόκοκκων υλικών συνηγορεί στο ότι πρόκειται για μια περιοχή χαμηλής ενέργειας όπως είχε αναφερθεί παραπάνω. Ομοίως και για την P4, από την γραφική παράσταση παρατηρείται ότι η κατανομή των δειγμάτων δεν είναι κανονική διότι τα διαγράμματα χρησιμοποιούν λογαριθμική κλίμακα. Στο διάγραμμα αυτό παρατηρείται ότι το βάθος των δειγμάτων κυμαίνεται από 4,20 m (P4 1) έως 16,40 m (P4 20). Οι ηλικίες των δειγμάτων που χρονολογήθηκαν κυμαίνονται από 4745 ybp έως 7465 ybp. Πιο συγκεκριμένα, σε σχέση με το βάθος, οι ηλικίες κυμαίνονται: Βάθος Ηλικία Υλικό χρονολόγησης 9,91 m 4745 ybp shell 10,35 m 7465 ybp shell Πίνακας 5: Βάθη, ηλικίες και υλικό χρονολόγησης των δειγμάτων της γεώτρησης P4.(Goiran et al 2011) Στον παραπάνω πίνακα φαίνονται οι ηλικίες των δειγμάτων όπου παρατηρείται ότι σε μεγαλύτερο βάθος υπάρχουν μεγαλύτερες ηλικίες οπότε αυτό μπορεί να σημαίνει ότι το υλικό δεν μεταφέρθηκε ούτε «ανακατεύτηκε» από τη δράση του ποταμού. Επίσης το υλικό χρονολόγησης είναι το ίδιο (shell) το οποίο μαρτυρεί παράκτια περιοχή χαμηλού υψομέτρου. Παρακάτω παρατίθεται και η στρωματογραφία της P4 προκειμένου να υπάρχει μια πλήρης εικόνα για την γεώτρηση P4 καθώς και για τα αποτελέσματα που έχουν εξαχθεί από την ανάλυση των δειγμάτων που συλλέχθηκαν από την γεώτρηση αυτή. 107

108 Από την στρωματογραφία (Σχήματα 15, 16) παρατηρείται ότι η γεώτρηση αποτελείται από λεπτόκοκκο υλικό, ιλύς, άργιλος και άμμος. Η παρουσία λεπτόκοκκων υλικών μαρτυρεί περιοχή χαμηλής ενέργειας όπως είχε αναφερθεί παραπάνω. Passega diagram for P4 S P4 11 d:10,50-10,60 P4 4 d:5,15-5,20 R P4 5 d:5,60-5,70 P4 18 P4 2 d:4,30-4,35 d:14,80-14,90 P4 6 P4 3 d:4,50-4,60 d:6,30-6,40 P4 13 d:11,70-11,80 P4 8 d:8,50-8,60 P4 7 d:7,60-7,70 Q P4 10 d:9,75-9,80 P4 19 d:15,70-15,80 P4 9 d:9,50-9,60 P4 12 d:11,10-11,20 P4 15 d:12,80-12,90 P ,30-13,40 P4 1 d:4,20-4,25 P4 20 d:16,30-16,40 P4 17 d:14,20-14,30 P4 14 d:12,50-12,60 Notes: d=depth (m) age at: 9,91m = 4745 ybp 10,35m = 7465 ybp T Διάγραμμα 4: Γραφική παράσταση για την γεώτρηση P4, κατηγοριοποιημένη ανάλογα με το βάθος και τις ηλικίες των δειγμάτων. 108

109 4.3.1.Ταξινόμηση και αξιολόγηση των δειγμάτων των γεωτρήσεων Ρ2 και Ρ4 σε σχέση με τα διαγράμματα C-M. Στην ενότητα αυτή θα αναλυθεί η παλαιογεωγραφική εξέλιξη της περιοχής των γεωτρήσεων, παρατηρώντας την διαφοροποίηση στην κατανομή των ηλικιών και του βάθους συναρτήσει του τμήματος (T, RS, RQ) των δειγμάτων που αναλύθηκαν και περιγράφηκαν με την μέθοδο Passega. Για το λόγο αυτό τα διαγράμματα των γεωτρήσεων P2 και P4 χωρίστηκαν σε τμήματα ανάλογα (Διαγράμματα 5,6) με τα παραπάνω χαρακτηριστικά προκειμένου να δείξουν την υποχώρηση ή την προέλαση της θάλασσας και πότε τελικά σταθεροποιήθηκε η ακτογραμμή με αποτέλεσμα την σημερινή μορφή της περιοχής της χερσονήσου του Πειραιά. Passega diagram for P2 S R Q > 8200 y B.P y B.P. T Notes: age of the sample : Area yb.p. Area yb.p. Area yb.p. Area yb.p. Διάγραμμα 5: Κατηγοριοποίηση των δειγμάτων της P2 για παλαιογεωγραφική αναπαράσταση. 109

110 Στο διάγραμμα αυτό (Διάγραμμα 5) υπάρχουν τέσσερις περιοχές δειγμάτων με διαφορετικές ή ίδιες ηλικίες αλλά με διαφορετικό βάθος και πολλές φορές διαφορετικό υλικό απόθεσης που υποδεικνύει διαφορετικό παλαιοπεριβάλλον. Πιο συγκεκριμένα στο τμήμα 1 οι ηλικίες των δειγμάτων κυμαίνονται από 7000 yb.p. έως 8200 yb.p. το τμήμα αυτό της P2 παρουσιάζει μια λιμνοθαλάσσια περιοχή στην οποία κατά περιόδους η θάλασσα εισχωρούσε ή υποχωρούσε περιοδικά, εμπλουτίζοντας την με θαλασσινό νερό. Στο τμήμα 2 οι ηλικίες κυμαίνονται μεταξύ 7000 ybp έως 7500 yb.p.. Το τμήμα αυτό των δειγμάτων της P2 δείχνει μια περιοχή η οποία ερχόταν σε άμεση επαφή με τη θάλασσα, δηλαδή άλλοτε η θάλασσα υποχωρούσε και άλλοτε προέλαυνε εις βάρος της ξηράς. Στο τμήμα 3 οι ηλικίες κυμαίνονται μεταξύ 4000 ybp έως 5000 ybp. Τα δείγματα αυτής της χρονικής περιόδου της P2 δείχνει ότι ήταν καλυμμένη από τη θάλασσα. Στο τμήμα 4 οι ηλικίες κυμαίνονται μεταξύ 7000 ybp έως 7500 ybp το τμήμα αυτό δείχνει μια περιοχή που όπως το τμήμα 2 του διαγράμματος ερχόταν σε άμεση επαφή με την θάλασσα και άλλοτε καλυπτόταν και άλλοτε εμφανιζόταν πάλι. 110

111 Passega diagram for P4 S R 2 Q 1 Notes : age of the sample: Area yb.p. Area yb.p. T Διάγραμμα 6: Κατηγοριοποίηση των δειγμάτων της P4 για παλαιογεωγραφική αναπαράσταση. Στο διάγραμμα αυτό (Διάγραμμα 6) υπάρχουν δυο περιοχές δειγμάτων με διαφορετικές ή ίδιες ηλικίες αλλά με διαφορετικό βάθος και πολλές φορές διαφορετικό υλικό απόθεσης που υποδεικνύει διαφορετικό παλαιοπεριβάλλον. Πιο συγκεκριμένα, στο τμήμα 1 οι ηλικίες των δειγμάτων κυμαίνονται από 7500 ybp έως 8500 ybp το τμήμα αυτό της P2 παρουσιάζει μια λιμνοθαλάσσια περιοχή στην οποία κατά περιόδους η θάλασσα εισχωρούσε ή υποχωρούσε εμπλουτίζοντας την με θαλασσινό νερό. Στο τμήμα 2 οι ηλικίες κυμαίνονται γύρω στα 5000 ybp το τμήμα αυτό των δειγμάτων της P2 δείχνει μια περιοχή η οποία καλυπτόταν από τη θάλασσα, και το γεγονός αυτό μπορεί να σχετίζεται με πιθανή αλλαγή της εκβολής του Κηφισού ποταμού. 111

112 112

113 4.3. Επεξεργασία και απεικόνιση των λιθοστρωματογραφικών δεδομένων Γενικά Για την καλύτερη κατανόηση της κατανομής και της γεωμετρίας των ιζημάτων της περιοχής μελέτης, χρησιμοποιήθηκαν συνολικά 227 γεωτρήσεις από όλη την περιοχή. Πιο συγκεκριμένα χρησιμοποιήθηκαν 203 γεωτεχνικές γεωτρήσεις από το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης (Marinos, 1999), 10 δειγματοληπτικές γεωτρήσεις οι οποίες έγιναν στην περιοχή του Πειραιά-Ν. Φαλήρου στα πλαίσια παλαιοπεριβαλλοντικής έρευνας και 14 γεωτρήσεις από την γεωτεχνική μελέτη για την καινούρια Όπερα των Αθηνών (το έργο θα χρηματοδοτηθεί από το Ίδρυμα Νιάρχου), στην περιοχή των Τζιτζιφιών-Παλαιού Ιπποδρόμου. Οι 217 γεωτρήσεις αφού αποδελτιώθηκαν και ταξινομήθηκαν λιθοστρωματογραφικά (203 γεωτεχνικές από όλη την περιοχή μελέτης και 14 από την περιοχή του Παλαιού Ιπποδρόμου), αξιολογήθηκαν ποιοτικά. Στις 10 δειγματοληπτικές γεωτρήσεις που έγιναν στην περιοχή του Πειραιά έγινε ποιοτική και ποσοτική ανάλυση αφού πρώτα συλλέχθηκαν 40 δείγματα, από τις γεωτρήσεις P2 (20 δείγματα) και P4 (20 δείγματα) για κοκκομετρική και μικροπαλαιοντολογική ανάλυση. Αφού ταξινομήθηκαν όλες οι ενότητες εισήχθησαν στην βάση δεδομένων του Rockworks 14. Το λογισμικό αυτό της εταιρείας Rockware χρησιμοποιεί χωρικά, γεωλογικά και γεωτρητικά δεδομένα δημιουργώντας μια βάση διαχείρισης δεδομένων. Αφού εισαχθούν τα δεδομένα στο λογισμικό μέσω κατάλληλων φορμών (στήλες και κελιά) του ίδιου του προγράμματος, είναι έτοιμα για περεταίρω επεξεργασία και ανάλυση. Από την επεξεργασία των δεδομένων αυτών δίνεται η δυνατότητα μέσω του λογισμικού Rockworks 14, της χωρικής αναπαράστασης τόσο λιθοστρωματογραφικά όσο και χωρικά δημιουργώντας χάρτες με τις θέσεις και τις ενότητες των γεωτρήσεων, καθώς και δισδιάστατα και τρισδιάστατα μοντέλα για την οπτικοποίηση των λιθοστρωματογραφικών ενοτήτων και δημιουργίας λιθοστρωματογραφικών τομών. Το λογισμικό Rockworks 14 παρέχει πολλές δυνατότητες προς την κατεύθυνση της οπτικοποίησης και της αναπαράστασης τέτοιου είδους δεδομένων, για το λόγο αυτό χρησιμοποιείται το συγκεκριμένο λογισμικό για την επεξεργασία των γεωτρητικών και χωρικών δεδομένων για την λιθοστρωματογραφική αναπαράσταση της περιοχής μελέτης. 113

114 Σχήμα 19: Διαχωρισμός λιθοστρωματογραφικών ενοτήτων. 114

115 4.4. Αποτελέσματα λιθοστρωματογραφικών δεδομένων γεωτρήσεων Περιγραφή και σχολιασμός αποτελεσμάτων αξιολόγησης λιθοστρωματογραφικών δεδομένων Χάρτης θέσεων των γεωτρήσεων με τις λιθοστρωματογραφικές ενότητες της περιοχής μελέτης. Προκειμένου να αναπαρασταθούν τα δεδομένα μέσω λογισμικού Rockworks 14, εισήχθησαν (όνομα γεώτρησης, συντεταγμένες γεώτρησης, βάθη λιθοσρωματογραφικών ενοτήτων, όνομα λιθοστρωματογραφικών ενοτήτων) μέσω ειδικών φορμών (στήλες και κελιά) στην βάση δεδομένων του ίδιου του λογισμικού δημιουργώντας έτσι μια βάση διαχείρισής τους. Επιλέχθηκαν τα χρώματα και ο τρόπος αναπαράστασης των λιθοστρωματογραφικών ενοτήτων, και στη συνέχεια, ακολούθησε η ανάλυση των δεδομένων σύμφωνα με τις επιλογές που διαθέτει το λογισμικό. Στην αρχή δημιουργήθηκε ένας χάρτης με τις θέσεις όλων των γεωτρήσεων και των ενοτήτων στην περιοχή μελέτης. Ο χάρτης αυτός (Σχήμα 8) εμπλουτίστηκε με τοπογραφικά δεδομένα από το λογισμικό Arc Map 9.3, όπως τον αστικό ιστό της περιοχής και την ακτογραμμή και τα υδρογραφικά δίκτυα του Κηφισού και του Ιλισού ποταμού, δίνοντας μια λεπτομερή αναπαράσταση της στρωματογραφίας των λιθοστρωματογραφικών ενοτήτων ανά περιοχή και οικοδομικό τετράγωνο. Στον χάρτη αυτό διακρίνονται οι θέσεις των γεωτρήσεων καθώς και οι λιθοστρωματογραφικές ενότητες κάθε γεώτρησης ξεχωριστά. Δημιουργείται έτσι η εικόνα της βάσης δεδομένων των γεωτρήσεων με τις λιθοστρωματογραφικές τους ενότητες. Παρατηρείται μεγάλο πάχος ποταμοχειμάρριων ιζημάτων, ενότητα Β2, σε όλο τον σημερινό ρου του Κηφισού και Ιλισού ποταμού. Επίσης παρατηρείται το προ-ολοκαινικό υπόβαθρο (ενότητες C,D,E, Πλειστοκαινικά ιζήματα, Νεογενείς αποθέσεις και Υπόβαθρο Αθηνών αντίστοιχα) σε μικρότερα βάθη στην δυτική πλευρά του Κηφισού ποταμού. Από την ανατολική πλευρά του Κηφισού παρατηρούνται μεγαλύτερα πάχη ιζημάτων και πιο συγκεκριμένα την περιοχή μεταξύ Ελαιώνα, Λυκαβηττού και Τουρκοβουνίων (Σχήμα 20). 115

116 Περιοχή 3 Περιοχή 2 Περιοχή 1 Σχήμα 20: Θέσεις γεωτρήσεων με τις λιθοστρωματογραφικές τους ενότητες σε όλη την περιοχή μελέτης. 116

117 Αυτό ίσως να οφείλεται στην ομαλή κλίση του Προ-Ολοκαινικού Υποβάθρου της περιοχής καθώς και στην προσφορά υλικού από το υδρογραφικό δίκτυο της περιοχής και του Κηφισού ποταμού. Επίσης οφείλεται και στην δράση του τεκτονισμού αφού η περιοχή του Λεκανοπεδίου «χωρίζεται» από μια ρηξιγενή ζώνη διεύθυνσης ΝΝΔ-ΒΒΑ, της οποίας το δυτικό τμήμα βυθίζεται κάτω από το ανατολικό δημιουργώντας μια λεκάνη υποδοχής ιζημάτων (Lekkas et al., 2001, Papanikolaou et al., 2004, Παυλόπουλος Κ. κ.α., 2005, Krohe et al, 2010, Foumelis M. et al., 2011). Στον Φαληρικό Όρμο (περιοχή 1) τα πάχη των ποταμοχειμάρριων αποθέσεων ενότητα Β2, είναι αρκετά μεγάλα και υπάρχει σε πολλές γεωτρήσεις αλληλουχία ποταμοχειμάρριων και λιμνοθαλάσσιων ιζημάτων, λιθοστρωματογραφική ενότητα Β1 (Καραγεωργίου, 1951, Παναγιωτίδης, 1961, Μαρίνος κ.α. 1995). Το φαινόμενο αυτό παρατηρείται στις περιοχές βόρεια και ανατολικά της χερσονήσου του Πειραιά, στο λιμάνι του Πειραιά, στην περιοχή των Τζιτζιφιών-Παλαιού Ιπποδρόμου και Παλαιού Φαλήρου στο εκκλησάκι του Αγ. Γεωργίου (Περιοχές 1,2) (Σχήμα 20) (Apostolopoulos et al., 2008). Το υπόβαθρο των Αθηνών, ενότητα Ε, εμφανίζεται στις γεωτρήσεις κυρίως στα βόρεια (Περιστέρι, Αθήνα) της περιοχής μελέτης (Περιοχή 3) (Σχήμα 20). Το γεγονός αυτό φανερώνει μια περιοχή μεγάλων κλίσεων αφού τα πάχη των Ολοκαινικών ιζημάτων είναι πολύ μικρά και για το λόγο αυτό εμφανίζεται το υπόβαθρο του Λεκανοπεδίου, ενότητα Ε (Καραγεωργίου, 1970, Μαρίνου κ.α. 1971, Μαρίνου κ.α., 1971, Μαρίνου κ.α., 1974,Δούνα κ.α., 1976, Δούνα κ.α., 1977, Κούνης, 1981, Ανδρονόπουλος, 1982, Καρατζάλη κ.α., 1990, Σταμάτης κ.α., 1994, Κουτσουβέλη κ.α., 1996, Πογιατζής κ.α., 1996, Κυνηγαλάκη κ.α., 1998, 117

118 Περιγραφή των τομών της περιοχής μελέτης. Για την κατανόηση της λιθοστρωματογραφικής δομής της περιοχής μελέτης, έγιναν έξι τομές με την βοήθεια του λογισμικού Rockworks 14. Οι τομές αυτές καλύπτουν όλη την περιοχή μελέτης και παρουσιάζουν την λιθοστρωματογραφία των εκάστοτε περιοχών. Τομή Α-Α Η πρώτη τομή (Α-Α ) (Σχήμα 21) έχει μήκος 6 Km και καταλαμβάνει μια περιοχή από τον Πειραιά έως την περιοχή του Παλαιού Φαλήρου. Από τα δυτικά προς τα ανατολικά διακρίνεται το προ Ολοκαινικό υπόβαθρο της περιοχής μελέτης με την έντονη παρουσία των ενοτήτων D (Νεογενείς αποθέσεις) και E (Υπόβαθρο Λεκανοπεδίου Αθηνών). Έπειτα προς τα ανατολικά κάνει την εμφάνισή της η λιθοστρωματογραφική ενότητα Β2 (ποταμοχειμάρριες αποθέσεις) κυρίως από τα έως τα m της τομής, με μέγιστο πάχος στα m της τομής. Η περιοχή αυτή είναι η εκβολή του Κηφισού ποταμού δηλαδή την περιοχή του Ν. Φαλήρου. Στην περιοχή αυτή κάνουν την εμφάνιση τους κυρίως οι ενότητες C, Πλειστοκαινικές αποθέσεις και E, Υπόβαθρο λεκανοπεδίου Αθηνών. Στη συνέχεια απεικονίζεται το προ-ολοκαινικό υπόβαθρο πάλι από τα m μέχρι τα m περίπου της τομής. Στα τελευταία μέτρα εμφανίζονται πάλι τα ποταμοχειμάρρια ιζήματα. Η περιοχή αυτή είναι η περιοχή απόθεσης του ποταμού Ιλισού στην περιοχή της Καλλιθέας- Τζιτζιφιές. Από την περιγραφή της δομής της τομής Α-Α φαίνονται δύο περιοχές απόθεσης των κυριότερων ποταμών της Αθήνας, του Κηφισού και του Ιλισού, καθώς και περιοχές όπου κάνει την εμφάνισή του το προ-ολοκαινικό υπόβαθρο δίνοντας την εντύπωση της παρουσίας δυο λεκανών απόθεσης των κύριων ποτάμιων συστημάτων της Αθήνας. 118

119 Σχήμα 21: Τομή Α-Α στην περιοχή του Πειραιά-Παλαιού Φαλήρου. 119

120 Τομή Β-Β Η τομή Β-Β (Σχήμα 22) έγινε βορειότερα από την τομή Α-Α, στην περιοχή του Φαληρικού όρμου. Από τα δυτικά προς τα ανατολικά παρατηρούνται μεγάλα πάχη (20 m) προ-ολοκαινικών ιζημάτων (ενότητες C και E) κυρίως στην περιοχή του Πειραιά. Έπειτα, εμφανίζονται τα ποταμοχειμάρρια ιζήματα από τα 800 m έως τα m περίπου. Το μέγιστο πάχος των ιζημάτων αυτών είναι περίπου 20 m. Ανατολικότερα, εμφανίζονται πάνω από τα ποταμοχειμάρρια ιζήματα, λιμνοθαλάσσια ιζήματα. Αυτό δείχνει ότι η θάλασσα προέλαυνε αποθέτοντας λεπτόκοκκα ιζήματα στην συγκεκριμένη εκβολική περιοχή. Έπειτα το προ-ολοκαινικό υπόβαθρο εμφανίζεται ξανά δίνοντας την εντύπωση μιας λεκάνης απόθεσης ιζημάτων. Η λεκάνη αυτή είναι πιθανόν η λεκάνη απόθεσης του Κηφισού ποταμού. Τέλος, στα ανατολικά της τομής επανεμφανίζεται η λιθοστρωματογραφική ενότητα των ποταμοχειμάρριων ιζημάτων δίνοντας την εντύπωση ότι η λεκάνη απόθεσης συνεχίζεται προς τα ανατολικά. 120

121 Σχήμα 22: Τομή Β-Β στην παράκτια περιοχή του Φαληρικού όρμου. 121

122 Τομή C-C Η τομή αυτή (Σχήμα 23) εκτείνεται στο κεντρικό μέρος της περιοχής μελέτης. Από την λιθοστρωματογραφία της τομής παρατηρούνται μεγάλα πάχη προ-ολοκαινικών ιζημάτων (ενότητες C και E) και μικρά πάχη των ποταμοχειμάρριων και των νεότερων ιζημάτων. Από τα δυτικά προς τα ανατολικά παρατηρείται η παρουσία του προ-ολοκαινικού υποβάθρου με πάχη 90 m. Ανατολικότερα εμφανίζονται τα ποταμοχειμάρρια ιζήματα με τα νεότερα σε πολύ μικρότερα πάχη δίνοντας την εντύπωση ότι η κλίση έχει αυξηθεί και δεν υπάρχει τόσο μεγάλος ρυθμός απόθεσης ιζημάτων. Το μέγιστο πάχος των ιζημάτων είναι τα 10 m, τη στιγμή που σε νοτιότερες περιοχές (περιοχές απόθεσης ) είναι πάνω από 20 m. Ανατολικότερα, εμφανίζονται τα ποταμοχειμάρρια ιζήματα συνεχίζει ενώ το προ-ολοκαινικό υπόβαθρο και συγκεκριμένα η ενότητα E παύει να εμφανίζεται. Η ενότητα C και τα ποταμοχειμάρρια ιζήματα συνεχίζουν μέχρι το τέλος της τομής. Το γεγονός αυτό δίνει την εντύπωση ότι η λεκάνη απόθεσης των ιζημάτων συνεχίζει προς τα ανατολικά (Σχήμα 23), όπως και στις προηγούμενες τομές. 122

123 Σχήμα 23: Τομή C-C στην κεντρική περιοχή του Λεκανοπεδίου Αθηνών. 123

124 Τομή D-D Η τομή αυτή (Σχήμα 24) εκτείνεται στο βόρειο μέρος της περιοχής μελέτης. Από την λιθοστρωματογραφία της τομής παρατηρούνται μεγάλα πάχη προ-ολοκαινικών ιζημάτων (ενότητες C και E κυρίως) και μικρά πάχη ποταμοχειμάρρειων και νεότερων ιζημάτων, όπως και στην τομή C-C. Από τα δυτικά προς τα ανατολικά παρατηρούνται μεγάλα πάχη προ-ολοκαινικού υποβάθρου, το οποίο βρίσκεται και σε υψόμετρα από τα 60 m μέχρι τα 0 m, σύμφωνα με την δομή των λιθοστρωματογραφικών ενοτήτων των γεωτρήσεων. Από την αρχή έως τα m δεν υπάρχουν άλλες λιθοστρωματογραφικές ενότητες εκτός από τις ενότητες C,D,E (προ-ολοκαινικό υπόβαθρο). Στη συνέχεια, κάνουν την εμφάνισή τους τα ποταμοχειμάρρια ιζήματα, καθώς και τα νεότερα ιζήματα, πάνω από το προ-ολοκαινικό υπόβαθρο. Τα ιζήματα αυτά συνεχίζουν προς τα ανατολικά δίνοντας την εντύπωση ότι η λεκάνη απόθεσης των ποταμοχειμάρριων ιζημάτων εκτείνεται και αυτή προς τα ανατολικά όπως φαίνεται και στις τρισδιάστατες τομές της περιοχής μελέτης.(σχήμα 24). 124

125 Σχήμα 24: Τομή D-D στα βόρεια της περιοχής μελέτης. 125

126 Τομή Ε-Ε Η τομή αυτή (Σχήμα 25) εκτείνεται στο βορειότερο μέρος της περιοχής μελέτης. Από την λιθοστρωματογραφία της τομής παρατηρούνται μεγάλα πάχη προ-ολοκαινικών ιζημάτων (ενότητες C και E κυρίως). Από τα δυτικά προς τα ανατολικά παρατηρούνται μεγάλα πάχη προ-ολοκαινικού υποβάθρου, το οποίο βρίσκεται σε υψόμετρα από τα 70 m μέχρι τα 0 m, σύμφωνα με την δομή των λιθοστρωματογραφικών ενοτήτων των γεωτρήσεων. Από τα δυτικά προς τα ανατολικά εμφανίζεται το προ-ολοκαινικό υπόβαθρο του Λεκανοπεδίου και συγκεκριμένα οι λιθοστρωματογραφικές ενότητες C,E. Ανατολικότερα εμφανίζονται τα ποταμοχειμάρρια ιζήματα τα οποία εκτείνονται από τα 600 m της τομής έως το τέλος της. Το προ-ολοκαινικό υπόβαθρο ακολουθεί την τομή μέχρι το τέλος όπου και εμφανίζεται και η λιθοστρωματογραφική ενότητα D. Επίσης όπως σε όλες τις τομές της περιοχής μελέτης οι ποταμοχειμάρρειες αποθέσεις συνεχίζουν και μετά το τέλος της τομής προς τα ανατολικά, δίνοντας την εντύπωση ότι η λεκάνη απόθεσης των ποταμοχειμμάρειων ιζημάτων συνεχίζει προς τα ανατολικά (Σχήμα 25). 126

127 Σχήμα 25: Τομή E-E στο βορειότερο τμήμα της περιοχής μελέτης. 127

128 Τομή F-F Η τομή αυτή έχει διεύθυνση ΝΝΔ προς ΒΒΑ. Σχεδιάστηκε προκειμένου να δείξει την κατανομή των λιθοστρωματογραφικών ενοτήτων από τα νότια προς τα βόρεια (Σχήμα 26). Η τομή αυτή ξεκινά από το λιμάνι του Πειραιά και καταλήγει στο βορειότερο σημείο της περιοχής μελέτης. Στο νότιο τμήμα εμφανίζεται το προ-ολοκαινικό υπόβαθρο και συγκεκριμένα η ενότητα D σε υψόμετρο 10 m περίπου. Συνεχίζοντας βορειότερα εμφανίζονται τα ποταμοχειμάρρια ιζήματα σε μικρά πάχη τα οποία μεγαλώνουν στα βόρεια, παρουσιάζοντας το μεγαλύτερο βάθος στα m από την αρχή της τομής. Έπειτα τα προ-ολοκαινικά ιζήματα εμφανίζουν πολύ μεγάλα πάχη έως και 170 m. Στο σημείο εκείνο εμφανίζονται και λιμνοθαλάσσια ιζήματα τα οποία δημιουργεί το πρόγραμμα λόγω παρέκτασης (extrapolation). Στη συνέχεια τα ποταμοχειμάρρια ιζήματα επεκτείνονται προς τα βόρεια και πέραν της περιοχής μελέτης, όπου μειώνεται το πάχος τους (Σχήμα 25). Οι τομές αυτές δίνουν την κατατομή των λιθοστρωματογραφικών ενοτήτων της περιοχής μελέτης, παρέχοντας έτσι μια λεπτομερή εικόνα για τον τρόπο κατανομής των ενοτήτων στο χώρο συμβάλλοντας στο να εξαχθούν πιο έγκυρα συμπεράσματα όσον αναφορά την παλαιογεωγραφία και την στρωματογραφία της περιοχής μελέτης κατά το Ολόκαινο αλλά και πιο πριν. 128

129 Σχήμα 26: Τομή F-F με διεύθυνση ΝΝΔ προς ΒΒΑ. 129

130 Δομή ενοτήτων. Το λογισμικό Rockworks 14 δίνει την δυνατότητα της δημιουργίας μιας εικόνας ισοπαχών καμπυλών ανάλογα με το πάχος των ιζημάτων των διαφορετικών ενοτήτων. Με τη δημιουργία του χάρτη αυτού γίνεται σαφέστερη η κατανομή των παχών των ενοτήτων στο χώρο και με τον τρόπο αυτό δίνεται άμεσα η παλαιογεωγραφική εικόνα της περιοχής μελέτης, ανάλογα με τα βάθη των λιθοστρωματογραφικών ενοτήτων των γεωτρήσεων Ενότητα Α Ανθρωπογενείς αποθέσεις. Για την λιθοστρωματογραφική ενότητα Α χρησιμοποιήθηκαν μόνο τα δεδομένα των γεωτρήσεων της περιοχής μελέτης που ανταποκρίνονται στην συγκεκριμένη ενότητα. Από την επεξεργασία των δεδομένων των γεωτρήσεων παράγεται ο ακόλουθος χάρτης με τις ισοϋψείς καμπύλες (Σχήμα 27). Από τον χάρτη φαίνεται η δομή της λιθοστρωματογραφίας της ενότητας Α όλης της περιοχής μελέτης ανάλογα με το υψόμετρο στο οποίο έγιναν οι γεωτρήσεις. Στα νότια της περιοχής μελέτης εμφανίζονται περιοχές όπου η ενότητα Α παρουσιάζει υψόμετρα έως και -5 m κάτω από την σημερινή επιφάνεια. Αυτό συμβαίνει διότι πιθανότατα στις περιοχές αυτές υπάρχουν βυθίσματα, είτε οι γεωτρήσεις συναντούν σε μεγαλύτερα βάθη την ενότητα Α. Το ίδιο συμβαίνει και στην κεντρική περιοχή του διδακτορικού πιθανότατα για τους ίδιου λόγους. Γενικά παρατηρείται σε όλο τον χάρτη μια αμφιθεατρική μορφή των ισοϋψών καμπυλών που δείχνει την κατανομή των νεότερων αποθέσεων όλου του υδρογραφικού δικτύου που διαρρέει την περιοχή μελέτης (Σχήματα 27,28). 130

131 Χρωματική κλίμακα Σχήμα 27: Δομή της λιθοστρωματογραφικής ενότητας Α Ανθρωπογενείς αποθέσεις. 131

132 Σχήμα 28: Τρισδιάστατη απεικόνιση της λιθοστρωματογραφικής δομής Α Ανθρωπογενείς αποθέσεις. 132

133 Ενότητα Β1, Παράκτιες-Λιμνοθαλάσσιες Αποθέσεις. Ομοίωςα για την λιθοστρωματογραφική ενότητα Β1 χρησιμοποιήθηκαν μόνο τα δεδομένα των γεωτρήσεων της περιοχής μελέτης που ανταποκρίνονται στην συγκεκριμένη ενότητα. Από την επεξεργασία των δεδομένων των γεωτρήσεων παράγεται ο ακόλουθος χάρτης με τις ισοϋψείς καμπύλες (Σχήμα 29). Από το σχήμα 29 της δομής της λιθοστρωματογραφικής ενότητας Β1, παρατηρείται στο νότιο τμήμα της περιοχής μελέτης (Πειραιάς-Π. Φαληρο) μια εκτεταμένη συγκέντρωση λιμνοθαλάσσιων ιζημάτων μεγάλου πάχους τα οποία ακολουθούν την μορφολογία της περιοχής. Εμφανίζεται ενα μεγάλο βύθισμα, το οποίο εκτείνεται από την σημερινή εκβολική περιοχή του Ιλισού έως την περιοχή βόρεια της χερσονήσου του Πειραιά (Σχήματα 29,30,31). Το βύθισμα αυτό συνεχίζει έως και την περιοχή του σημερινού λιμένα του Πειραιά δείχνοντας την παλαιογεωγραφία της περιοχής. Τα ιζήματα ακολουθούν την μορφολογία της περιοχής βόρεια της πειραϊκής χερσονήσου η οποία χωρίζεται το από το υπόλοιπο Λεκανοπέδιο λόγω του βυθίσματος αυτού. Στην περιοχή της Καστέλας παρουσιάζεται σε μεγαλύτερα υψόμετρα ακολουθώντας την μορφολογία της χερσονήσου του Πειραιά. Το γεγονός αυτό δικαιολογεί και την ύπαρξη ενός βυθίσματος στην περιοχή αυτή (Σχήματα 30,31). Η αμφιθεατρική μορφή των ισοϋψών καμπυλών παρουσιάζεται πιο έντονα στην δομή αυτή, ακολουθώντας το ανάγλυφο της κεντρικής περιοχής του Λεκανοπεδίου των Αθηνών. Είναι περιοχή χαμηλού υψομέτρου. Η δομή της ενότητας αυτής φαίνεται να εκτείνεται προς τα ανατολικά ενώ αποκόπτεται στα βορειοδυτικά παρουσιάζοντας απότομα μεγαλύτερα υψόμετρα συναντώντας τους λόφους του Ίλιου και το όρος Αιγάλεω. 133

134 Χρωματική κλίμακα Σχήμα 29: Δομή λιθοστρωματογραφικής ενότητας Β1 παράκτιες-λιμνοθαλάσσιες αποθέσεις. 134

135 Σχήμα 30: Τρισδιάστατη απεικόνιση της λιθοστρωματογραφικής δομής Β1 παράκτιες- Λιμνοθαλάσσιες αποθέσεις από τα δυτικά. 135

136 Σχήμα 31: Τρισδιάστατη απεικόνιση της λιθοστρωματογραφικής δομής Β1 παράκτιες- Λιμνοθαλάσσιες αποθέσεις από τα ανατολικά. 136

137 Παρατηρώντας τις τρισδιάστατες απεικονίσεις (Σχήματα 30,31) διακρίνονται τρεις λεκάνες, (περιοχές όπου η δομή Β1 παρουσιάζεται σε μεγαλύτερα βάθη), στην νότια περιοχή μελέτης. Οι περιοχές αυτές της περιλαμβάνουν από δυτικά προς ανατολικά, το λιμάνι του Πειραιά, την περιοχή του Ν. Φαλήρου-εκβολές του Κηφισού και την περιοχή του Παλαιού Φαλήρου-εκβολές Ιλισού. Επίσης φαίνεται οτι η αμφιθεατρική μορφή των ισοϋψών προελαύνει προς τα βόρεια του Λεκανοπεδίου σε σχέση με την δομή της ενότητας «Α» Ενότητα Β2, Ποταμοχειμάρριες αποθέσεις. Από τον χάρτη (Σχήμα 32) με τις ισοϋψείς καμπύλες που δημιουργήθηκαν από τα δεδομένα της ενότητας «Β2» παρατηρείται η δομή των ποταμοχειμάρριων ιζημάτων όπως αυτά εμφανίζονται από την στρωματογραφία των γεωτρήσεων της περιοχής μελέτης. Στον νότιο τμήμα του χάρτη στην περιοχή της Χερσονήσου του Πειραιά και του Φαληρικού όρμου μέχρι την περιοχή του Παλαιού Φαλήρου παρατηρούνται τα μεγαλύτερα βάθη (σα δομή) των ποταμοχειμάρριων ιζημάτων. Αυτό συμβαίνει διότι πρόκειται για μία περιοχή εκβολών των βασικών υδρογραφικών δικτύων του Λεκανοπεδίου, δηλαδή του Κηφισού και του Ιλισού όπου τα βάθη εμφάνισης των ιζημάτων φτάνουν μέχρι και 25 m (Σχήμα 32). Το βάθος αυτό της λιθοστρωματογραφικής δομής «Β2» παρουσιάζεται στην περιοχή του Αγ. Ιωάννη Ρέντη, όπου ο Ιλισός κατέληγε στον Κηφισό πριν την διευθέτησή του την δεκαετία του 1960 (Παπαδάκης, 1997) Η περιοχή του κεντρικού λιμένα του Πειραιά παρουσιάζει με τη σειρά του μεγάλα βάθη εμφάνισης του συγκεκριμένου σχηματισμού σε πολύ μικρότερη κλίμακα. Αυτό δείχνει και την τοπογραφία της συγκεκριμένης περιοχής αφού παρουσιάζεται ως υπόλειμμα μιας μεγαλύτερης περιοχής απόθεσης (Σχήμα 31). 137

138 Χρωματική κλίμακα Σχήμα 32: Δομή λιθοστρωματογραφικής ενότητας Β2 ποταμοχειμάρριες αποθέσεις. 138

139 Το ίδιο φαινόμενο παρατηρείται και στα βόρεια της Πειραϊκής χερσονήσου όπου υπάρχει ένα μικρό υπόλειμμα της ίδιας περιοχής απόθεσης (Σχήμα 32). Αυτό τεκμηριώνεται και από τη δομή της λιθοστρωματογραφικής ενότητας «Β1», όπου στην συγκεκριμένη περιοχή παρουσιάζεται ένα μεγάλο βύθισμα (Σχήμα 29). Το βύθισμα αυτό φαίνεται να πληρώθηκε, στο μεγαλύτερο μέρος του, με ποταμοχειμάρρια ιζήματα από το υδρογραφικό δίκτυο της περιοχής, πιθανόν και από τον Κηφισό ποταμό, παραμένοντας έτσι ένα μικρό υπόλειμμα (Σχήμα 32). Την άποψη αυτή υποστηρίζει και η παρουσία της ισοϋψούς του μηδέν η οποία δείχνει την πλήρωση, μεγάλης κλίμακας, με ποταμοχειμάρρεια ιζήματα της περιοχής, με αποτέλεσμα την επίχωση του βυθίσματος όπως παρατηρείται στην λιθοστρωματογραφική δομή «Β1» (Σχήμα 31). Η ισοϋψής του μηδέν περνά στα βόρεια όλης της περιοχής του Πειραιά-Φαληρικού όρμου ι παρουσιάζει μεγάλη έκταση στην πειραϊκή χερσόνησο και στην περιοχή του κεντρικού Λεκανοπεδίου όπου παρατηρούνται μικρά υψόμετρα. Αυτό δικαιολογείται από την μεγάλη προσφορά ιζημάτων στις συγκεκριμένες περιοχές σε συνδυασμό με το χαμηλής κλίσης ανάγλυφο (Σχήμα 32). Η αμφιθεατρική μορφή των ισοϋψών φάινεται και στη δομή «Β2» (Σχήμα 32), όπου και εδώ παρατηρείται η εξάπλησή τους προς τα ανατολικά της περιοχής μελέτης, αφού προς τα δυτικά διακόπτεται λόγω έντονου αναγλύφου. Στην τρισδιάστατη απεικόνιση της λιθοστρωματογραφικής δομής «Β2» (Σχήμα 33) φαίνονται πιο αναπαραστατικά οι μορφές που περιγράφηκαν παραπάνω, καθώς δίνεται η εικόνα της εξάπλωσης των ποταμοχειμάρριων ιζημάτων στην περιοχή μελέτης και κυρίως στην περιοχή των εκβολών του Ιλισού και του Κηφισού ποταμού. 139

140 Σχήμα 33: Τρισδιάστατη απεικόνιση της λιθοστρωματογραφικής ενότητας Β2 ποταμοχειμάρρειες αποθέσεις. 140

141 Ενότητα C Πλειστοκαινικές αποθέσεις. Από τον χάρτη (Σχήμα 34) με τις ισοϋψείς καμπύλες που δημιουργήθηκαν από τα δεδομένα της ενότητας «C», παρατηρείται η δομή των πλειστοκαινικών αποθέσεων όπως αυτές εμφανίζονται από την στρωματογραφία των γεωτρήσεων της περιοχής μελέτης. Παρατηρώντας την δομή της ενότητας των πλειστοκαινικών αποθέσεων, φαίνεται ευδιάκριτα η αμφιθεατρική μορφή της λεκάνης των ιζημάτων της περιοχής μελέτης. Την μορφή αυτή ακολουθούν οι Ολοκαινικές αποθέσεις (Β1, Β2) καθώς και τις ανθρωπογενείς αποθέσεις. Στην περιοχή του Φαληρικού όρμου παρατηρείται ένα βύθισμα με βάθος -20 m, το οποίο ακολουθεί το ανάγλυφο του Νεογενούς. Ακόμα, όπως φαίνεται από την δομή της λιθοστρωματογραφικής ενότητας «C», η ισοϋψής του μηδέν βρίσκεται σε βορειότερη θέση από εκείνη των προηγούμενων ενοτήτων. Αυτό σημαίνει ότι η περιοχή πληρώνεται από ιζήματα με την πάροδο των χρόνων. Από τις τρισδιάστατες απεικονίσεις της λιθοστρωματογραφικής ενότητας «D» φαίνεται εναργέστερα η αμφιθεατρική διάταξη του αναγλύφου των πλειστοκαινικών ιζημάτων, καθώς και το βύθισμα στην νότια περιοχή των εικόνων (Σχήματα 35,36). 141

142 Χρωματική κλίμακα Σχήμα 34: Δομή λιθοστρωματογραφικής ενότητας C Πλειστοκαινικές αποθέσεις. 142

143 Σχήμα 35: Τρισδιάστατη απεικόνιση της δομή της λιθοστρωματογραφικής ενότητας C Πλειστοκαινικές αποθέσεις από τον Νότο. 143

144 Σχήμα 36: Εικόνα τρισδιάστατης απεικόνισης της δομής της λιθοστρωματογραφικής ενότητας C Πλειστοκαινικές αποθέσεις από τα δυτικά. 144

145 Λιθοστρωματογραφική Ενότητα D Νεογενείς αποθέσεις. Από τον χάρτη (Σχήμα 37) με τις ισοϋψείς καμπύλες που δημιουργήθηκαν από τα δεδομένα της ενότητας «D» παρατηρείται η δομή του νεογενούς υποβάθρου, όπως αυτό εμφανίζεται από την στρωματογραφία των γεωτρήσεων της περιοχής μελέτης. Παρατηρώντας την εικόνα της λιθοστρωματογραφικής δομής της ενότητας «D» (νεογενείς αποθέσεις) στο νότιο τμήμα της φαίνεται η περιοχή του Πειραιά-Ν. Φαλήρου όπου το μέγιστο βάθος εμφάνισης της ενότητας φτάνει τα -30 m. Στα νοτιοδυτικά διακρίνεται η Πειραϊκή χερσόνησος, η οποία όπως δείχνει και η δομή της ενότητας «D», ενώνεται με την υπόλοιπη περιοχή με μια στενή λωρίδα χέρσου. Η ένωση αυτή δεν εμφανίζεται στις υπόλοιπες ενότητες διότι έχει καλυφθεί με νεότερα ιζήματα. Η απόθεση όμως των ιζημάτων ακολουθεί το ανάγλυφο του νεογενούς με αποτέλεσμα την επιρροή του στο ανάγλυφο των αποθέσεων. Στην ανατολική πλευρά της περιοχής του Φαληρικού όρμου παρουσιάζεται ένα βύθισμα με έκταση από την εκβολή του Κηφισού έως την περιοχή των Τζιτζιφιών-Παλαιού Φαλήρου με βάθος -20 m. Το βύθισμα αυτό ακολουθείται από την απόθεση των ιζημάτων των υδρογραφικών δικτύων της περιοχής, δημιουργώντας ελώδη και λιμνοθαλάσσια περιβάλλοντα όπως εμφανίζονται σε νεότερους χάρτες περιηγητών του 19 ου αιώνα (Ulrichs, 1843, Curtius, 1878). Επίσης παρατηρείται ότι η ισοϋψής του μηδέν διεισδύει προς τα βόρεια της περιοχής, δίνοντας την εντύπωση ενός μεγάλου βυθίσματος (Σχήμα 38, 39) το οποίο εκτείνεται σε όλη σχεδόν την περιοχή μελέτης. Παρατηρώντας όλες τις δομές των ενοτήτων απεικονίζεται η σταδιακή πλήρωση με ιζήματα της λεκάνης αυτής μέχρι την σημερινή μορφή της. Τέλος η περιοχή με τα μεγάλα βάθη που βρίσκεται στο κέντρο περίπου της περιοχής νότια της ισοϋψούς του μηδέν, οφείλεται στην βαθιά γεωτεχνική γεώτρηση Η3 η οποία φτάνει σε βάθος 205 m συνολικά. 145

146 Χρωματική κλίμακα Σχήμα 37: Δομή λιθοστρωματογραφικής ενότητας D Νεογενείς αποθέσεις. 146

147 Σχήμα 38: Εικόνα τρισδιάστατης απεικόνισης της δομής της λιθοστρωματογραφικής ενότητας D Νεογενείς αποθέσεις από τα νότια. 147

148 Σχήμα 39: Εικόνα τρισδιάστατης απεικόνισης της δομής της λιθοστρωματογραφικής ενότητας D Νεογενείς αποθέσεις από τα ανατολικά. 148

149 Λιθοστρωματογραφική Ενότητα Ε-υπόβαθρο. Από τον χάρτη (Σχήμα 40) με τις ισοϋψείς καμπύλες που δημιουργήθηκαν από τα δεδομένα της ενότητας «Ε» αναπαριστάται η δομή του γεωλογικού υποβάθρου των Αθηνών, όπως αυτή εμφανίζεται από την στρωματογραφία των γεωτρήσεων της περιοχής μελέτης. Στο νότιο τμήμα της περιοχής μελέτης το υπόβαθρο εμφανίζεται βόρεια της πειραϊκής χερσονήσου και ξεκινά από το λιμάνι του Πειραιά. Όπως παρατηρείται, η δομή του υποβάθρου είναι περιορισμένη και έχει μια διεύθυνση ΝΔ προς ΒΑ. Αυτό συμβαίνει διότι το δυτικό κομμάτι της περιοχής μελέτης είναι πιο ορεινό με έντονο ανάγλυφο, με αποτέλεσμα το υπόβαθρο να μην καλύπτεται από μεγάλα πάχη Ολοκαινικών ή Πλειστοκαινικών ιζημάτων. Στο κέντρο παρουσιάζεται ένα βύθισμα με μέγιστο βάθος 200 m. Παρατηρείται επίσης η αμφιθεατρική μορφή των ισοϋψών καμπυλών την οποία ακολουθούν και οι αποθέσεις των νεότερων ιζημάτων (ανθρωπογενείς και νεότερες αποθέσεις, Ολοκαινικά, Πλειστοκαινικά ιζήματα). Πιο καθαρά εμφανίζεται στις τρισδιάστατες απεικονίσεις η μορφή της λιθοστρωματογραφικής δομής «Ε» (Σχήματα 41,42). Από τις εικόνες φαίνεται με σαφήνεια η χωρική έκταση του υποβάθρου της περιοχής μελέτης και πιο συγκεκριμένα το βύθισμα στην κεντρική περιοχή του λεκανοπεδίου καθώς και το ανάγλυφο στην περιοχή βόρεια της πειραϊκής χερσονήσου όπου εμφανίζεται ένα βύθισμα στα στη βόρεια πλευρά της. 149

150 Χρωματική κλίμακα Σχήμα 40: Δομή λιθοστρωματογραφικής ενότητας «Ε», υπόβαθρο περιοχής μελέτης. 150

151 Σχήμα 41: Τρισδιάστατη απεικόνιση της λιθοστρωματογραφικής ενότητας «Ε» υπόβαθρο από τα ανατολικά. 151

152 Σχήμα 42: Τρισδιάστατη απεικόνιση της λιθοστρωματογραφικής ενότητας «Ε», υπόβαθρο, από τα δυτικά. 152

153 4.5. Ανάλυση και περιγραφή ισοπαχών καμπυλών. Μετά την εισαγωγή των λιθοστρωματογραφικών δεδομένων στο λογισμικό Rockworks, παρέχονται πολλές επιλογές για την επεξεργασία και την απεικόνιση των δεδομένων αυτών σε χάρτες, εικόνες καθώς σε δισδιάστατα και τρισδιάστατα διαγράμματα. Στη συνέχεια ακολουθεί η περιγραφή και η ανάλυση των εικόνων και των διαγραμμάτων που παρήχθησαν από την επεξεργασία των δεδομένων στο λογισμικό. Κατασκευάστηκαν πολλές εικόνες και τρισδιάστατα διαγράμματα τα οποία απεικονίζουν τις ισοπαχείς καμπύλες των λιθοστρωματογραφικών ενοτήτων, ανάλογα με την κατηγοριοποίηση που έγινε για την βάση και την υπερκείμενη ενότητα. Από την διαδικασία αυτή παρήχθησαν έξι εικόνες από τους συνδυασμούς που προηγήθηκαν προκειμένου να αναπαρασταθούν καλύτερα οι λιθοστρωματογραφικές ενότητες και να αποδοθεί στο χώρο μια πιο λεπτομερής εικόνα του υποβάθρου καθώς και τα πάχη των ιζημάτων της εκάστοτε ενότητας τα οποία υπερκαλύπτουν την υποκείμενη ενότητα. 153

154 Ισοπαχείς καμπύλες της λιθοστρωματογραφικής ενότητας των ανθρωπογενών αποθέσεων (Α). Η ενότητα αυτή αποτελείται από επιχώσεις και ανθρωπογενείς αποθέσεις: Περιλαμβάνει ανθρωπογενείς αποθέσεις (σύγχρονες επιχώσεις-μπάζα, και αρχαιολογικά στρώματα (μέχρι το 1 ο μ.χ αιώνα)) και εδαφικούς ορίζοντες πλούσιους σε οργανική ύλη. Η σύσταση της ενότητας αυτής αποτελείται από χονδρόκοκκα υλικά (χάλικες, κροκάλες, ογκόλιθους και άμμους) άστρωτα και γωνιώδη μεταφερμένα από τον άνθρωπο, κατά τη διάρκεια του Ολοκαίνου (από το ybp μέχρι σήμερα). Για την δημιουργία των ισοπαχών καμπυλών της ενότητας Α χρησιμοποιήθηκε ως βάση η οροφή της ενότητας Β2 των ποταμοχειμάρριων αποθέσεων, αφού πάνω σε αυτή αποτέθηκαν οι νεότερες-ανθρωπογενείς αποθέσεις (Σχήμα 42). Από το σχήμα 42 παρατηρείται η εξάπλωση των ανθρωπογενών ιζημάτων της ενότητας Α πάνω στην υποκείμενη ενότητα των ποταμοχειμάρριων ιζημάτων της περιοχής μελέτης. Πιο έντονα διακρίνονται τρεις ενότητες-περιοχές οι οποίες παρουσιάζουν πάχη πάνω από 10 m αποθέσεων. Οι περιοχές αυτές είναι νότια, η περιοχή του Φαληρικού όρμου, κεντρικά-ανατολικά η κεντρική περιοχή του λεκανοπεδίου (Ελαιώνας-κέντρο Αθήνας) και τέλος στα βορειοδυτικά της εικόνας στην περιοχή του Ιλίου. Στη νότια περιοχή του Λεκανοπεδίου παρουσιάζονται μεγάλα πάχη νεότερων ιζημάτων διότι την δεκαετία του μεγάλο μέρος του Φαληρικού όρμου προσχώθηκε από τον άνθρωπο προκειμένου να οικοδομηθεί το στάδιο Ειρήνης και Φιλίας καθώς και λιμενικές εγκαταστάσεις. Στην περιοχή της πειραϊκής χερσονήσου δεν εμφανίζονται ισοπαχείς καμπύλες με αρνητικά πάχη. Αυτό συμβαίνει είτε γιατί στην συγκεκριμένη περιοχή παρουσιάζεται άλλη λιθοστρωματογραφική ενότητα (ενότητες C-D) αφού προκειται για το λόφο της Μουνιχίας οπότε εμφανίζεται το προ-ολοκαινικό υπόβαθρο (ενότητες C-D). Βόρεια της πειραϊκής χερσονήσου παρουσιάζονται πάλι μεγάλα πάχη ιζημάτων. Η δεύτερη περιοχή που παρατηρούνται μεγάλα πάχη αποθέσεων είναι η κεντρική περιοχή του Λεκανοπεδίου (Ελαιώνας-κέντρο Αθήνας). Το μέγιστο πάχος ιζημάτων φτάνει και τα 22 m. Στην συγκεκριμένη περιοχή όπως και σε όλη την περιοχή μελέτης μεγάλο ρόλο παίζει η έντονη αστικοποίηση και η ανθρώπινη δραστηριότητα όπου με την πάροδο των χρόνων έχει δημιουργήσει μεγάλο όγκο ανθρωπογενών αποθέσεων από εκσκαφές και άλλες επεμβάσεις. 154

155 Στην περιοχή του Ιλίου στα βορειοδυτικά της περιοχής μελέτης παρουσιάζονται και εκεί μεγάλα πάχη αποθέσεων. Αυτό μπορεί να συμβαίνει λόγω των δεδομένων που είναι διαθέσιμα για τη συγκεκριμένη περιοχή αλλά και από το υψόμετρο της περιοχής εκείνης. Τέλος σε όλη την υπόλοιπη περιοχή παρατηρούνται πάχη από 0 8 m. Αυτό συμβαίνει διότι δεν υπάρχει εκτενές υδρογραφικό δίκτυο με αποτέλεσμα να μην αποτίθεται μεγάλη ποσότητα ιζημάτων. Επίσης δείχνει ότι οι ανθρωπογενείς επεμβάσεις δεν ήταν τόσο μεγάλης κλίμακας όσο σε περιοχές του λεκανοπεδίου όπως το κέντρο της Αθήνας και ο Φαληρικός όρμος. 155

156 Σχήμα 42: Ισοπαχείς καμπύλες της ενότητας Α Ανθρωπογενείς αποθέσεις με βάση την ενότητα Β2 (ποταμοχειμάρριες αποθέσεις). 156

157 Σχήμα 43: Τρισδιάστατη απεικόνιση του πάχους της λιθοστρωματογραφικής ενότητας Α (Ανθρωπογενείς αποθέσεις) 157

158 Ισοπαχείς καμπύλες της λιθοστρωματογραφικής ενότητας των ποταμοχειμμάριων αποθέσεων (Β2). Η ενότητα αυτή αποτελείται από αποθέσεις Ολοκαινικής ηλικίας, ενότητα B (Β1, Β2): Στην ενότητα αυτή περιλαμβάνονται λιμνοθαλάσσιες (Β1) και ποταμοχειμμάριες αποθέσεις (Β2) του Ολοκαίνου και του Ανώτερου Πλειστόκαινου. Η ενότητα αυτή συνίσταται από άμμους, αργίλους, ιλύες, ιλυώδεις άμμους, ιλυώδεις αργίλους και αργιλώδεις άμμους, με θαλάσσια όστρακα και οργανικά στρώματα κατά τόπους. Η απόθεση χρονολογείται στο Oλόκαινο (περίπου ybp). Για την δημιουργία των ισοπαχών καμπυλών της ενότητας Β2 χρησιμοποιήθηκε ως βάση η οροφή της ενότητας Β1 των λιμνοθαλάσσιων αποθέσεων. Αυτό συμβαίνει διότι παρατηρήθηκε κατά την αξιολόγηση των λιθοστρωματογραφικών δεδομένων και των δεδομένων από τις γεωτρήσεις του Λεκανοπεδίου ότι η ενότητα Β2 υπέρκειται της Β1 (Σχήμα 44) σε όλο σχεδόν τον παράκτιο χώρο της περιοχής μελέτης, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, όπου φαίνεται να υπάρχει αλληλουχία των δύο αυτών ενοτήτων κυρίως στην περιοχή του Πειραιά και του Π. Φαλήρου. Παρατηρώντας την κατανομή των ισοπαχών καμπυλών της ενότητας Β2 στην περιοχή μελέτης φαίνεται στα νότια μια εκτεταμένη περιοχή απόθεσης ιζημάτων με μεγάλα πάχη που καταλαμβάνει μια έκταση από τον Πειραιά Ν.Φάληρο, Κορυδαλλό, Π. Φάληρο, Ελαιώνα μέχρι τον Λυκαβηττό. Είναι μια περιοχή μικρών κλίσεων όπου αποτίθεντο τα ιζήματα του Κηφισού και Ιλισού ποταμού καθώς και των κατά τόπους ρεμάτων. Στην περιοχή αυτή παρατηρούνται κάποια σημεία με πολύ μεγάλα πάχη ιζημάτων. Κατ αρχήν στην περιοχή του σημερινού λιμανιού του Πειραιά υπάρχει ένα σημείο με βάθος ιζημάτων 22 m. Αυτό συμβαίνει διότι τα ρέματα από τις γύρω περιοχές (Κερατσίνι-Κορυδαλλός κτλ.) εξέβαλαν στην περιοχή του λιμανιού του Πειραιά.. Για το λόγο αυτό παρατηρούνται και άλλα σημεία με μεγάλα πάχη ιζημάτων ανατολικότερα της περιοχής αυτής. Αυτό υποδηλώνει ότι η περιοχή βόρεια της πειραϊκής χερσονήσου δεχόταν μεγάλο όγκο ιζημάτων από την έντονη ανθρωπογενή δραστηριότητα. Στην περιοχή εκείνη παρατηρείται και ένα σημείο όπου δεν υπάρχουν ποταμοχειμμάρειες αποθέσεις. Το σημείο αυτό, όπως περιγράφηκε προηγουμένως, είναι ο λόφος της Μουνιχίας όπου κάνει την εμφάνισή του το προ-ολοκαινικό υπόβαθρο (ενότητες C-D) της περιοχής 158

159 μελέτης. Επίσης το σημείο όπου ο Ιλισός ποταμός κατέληγε στον Κηφισό εμφανίζεται πάλι με μέγιστο πάχος 18 m ιζήματος. Σχήμα 44: Ισοπαχείς καμπύλες της ενότητας Β2 (ποταμοχειμάρρειες αποθέσεις) με βάση την ενότητα Β1 (παράκτιες-λιμνοθαλάσσιες αποθέσεις). 159

160 Στην Ανατολική πλευρά του Φαληρικού όρμου και πιο συγκεκριμένα στην περιοχή του Π. Φαλήρου παρατηρούνται πάχη ιζημάτων από 2 έως 6 m. Τα πάχη αυτά είναι σχετικά μικρά σε σχέση με τα πάχη στην δυτική πλευρά της παραλιακής ζώνης του Φαληρικού όρμου. Αυτό σημαίνει ότι η προσφορά ιζημάτων στην συγκεκριμένη περιοχή είναι πολύ περιορισμένη σε συνδυασμό με την έντονη επίδραση του θαλάσσιου περιβάλλοντος. Ανατολικότερα στην περιοχή του Π. Φαλήρου στο εκκλησάκι του Αγ. Γεωργίου παρατηρούνται μεγάλα πάχη ιζημάτων γεγονός που δείχνει ότι η απόθεση των ιζημάτων από το υδρογραφικό δίκτυο της περιοχής γινόταν βορειοανατολικά από την σημερινή ακτογραμμή. Αυτό σημαίνει ότι η περιοχή αυτή επηρεαζόταν από τις αποθέσεις του Ιλισού πριν την τελική του μετακίνηση προς τα δυτικά (περιοχή Ν. Φαλήρου). Βορειότερα παρατηρούνται μεγάλα πάχη ποταμοχειμάρριων αποθέσεων τα οποία συνεχίζονται μέχρι την περιοχή του κέντρου της Αθήνας με πάχη έως 18 m. Από το γεγονός αυτό συμπεραίνεται ότι πρόκειται για μια περιοχή μικρών κλίσεων και άρα μικρής ενέργειας του υδρογραφικού δικτύου, κυρίως του Κηφισού ποταμού και των γύρω ρεμάτων, με αποτέλεσμα την απόθεση μεγάλου όγκου ιζημάτων. Βορειοδυτικά φαίνονται δύο περιοχές (Κερατσίνι-Πειραιάς) όπου υπάρχουν μεγάλα πάχη ποταμοχειμάρριων αποθέσεων. Παρατηρώντας την εικόνα διακρίνεται ότι στις περιοχές αυτές υπάρχουν κλάδοι του υδρογραφικού δικτύου οι οποίοι ενώνονται με τον Κηφισό. Το γεγονός αυτό μαρτυρεί ότι η στερεοπαροχή των παραποτάμων αυτών είναι αρκετά έντονη με αποτέλεσμα τον μεγάλο όγκο των ιζημάτων. Βορειοανατολικά της περιοχής μελέτης (κέντρο) παρατηρείται μια περιοχή με μικρά ή μηδενικά πάχη ιζημάτων ποταμοχειμάρριας προέλευσης πιθανώς λόγω έλλειψης δεδομένων για την περιοχή εκείνη. 160

161 Σχήμα 45: Τρισδιάστατη απεικόνιση του πάχους της λιθοστρωματογραφικής ενότητας Β2 (ποταμοχειμάρριες αποθέσεις) 161

162 Ισοπαχείς καμπύλες της λιθοστρωματογραφικής ενότητας των παράκτιωνλιμνοθαλάσσιων αποθέσεων (Β1). Η ενότητα Β1 αποτελείται από ιλυώδεις άμμους, ιλυώδεις αργίλους και αργιλώδεις άμμους, με θαλάσσια όστρακα. Για την δημιουργία των ισοπαχών καμπυλών της ενότητας Β1 (παράκτιων-λιμνοθαλάσσιων αποθέσεων) χρησιμοποιήθηκε ως βάση η οροφή της ενότητας C (Πλειστοκαινικές αποθέσεις). Αυτό συμβαίνει διότι παρατηρήθηκε κατά την αξιολόγηση των λιθοστρωματογραφικών πληροφοριών και των δεδομένων από τις γεωτρήσεις του Λεκανοπεδίου, ότι η ενότητα Β1 υπέρκειται της C (Σχήμα 20). Από την παρατήρηση της εικόνας των ισοπαχών καμπυλών της ενότητας Β1 (λιμνοθαλάσσιων αποθέσεων) (Σχήμα 46) φαίνεται να υπάρχει μια ιδιαίτερα μεγάλη εξάπλωση σε όλη την παράκτια περιοχή. Στην παράκτια αυτή περιοχή παρατηρούνται πάχη λιμνοθαλάσσιων ιζημάτων έως και 25 m. Βόρεια της πειραϊκής χερσονήσου συναντάται μια περιοχή με πάχη λιμνοθαλάσσιων ιζημάτων από 5 m έως 25 m. Η έκταση που καταλαμβάνει ξεκινά από την περιοχή του Ν. Φαλήρου (Μικρολίμανο) έως το σημερινό λιμάνι του Πειραιά. Παρουσιάζεται ως βύθισμα πληρωμένο με λιμνοθαλάσσια ιζήματα κατά την διάρκεια του Ολοκαίνου. Ανατολικότερα στην περιοχή των εκβολών του Κηφισού ποταμού συναντάται άλλο ένα τέτοιο βύθισμα με μικρότερα πάχη ιζημάτων. Έπειτα στην εκβολική περιοχή του Ιλισού ποταμού (Μοσχάτο-Καλλιθέα) παρατηρείται άλλη μια περιοχή με μεγάλα πάχη λιμνοθαλάσσιων ιζημάτων (20m). Τέλος, στην περιοχή του Π. Φαλήρου (εκκλησάκι) Αγ. Γεωργίου το βάθος των λιμνοθαλάσσιων ιζημάτων κυμαίνεται από 5 έως 10 m. Λιμνοθαλάσσια ιζήματα παρατηρούνται σε όλη την έκταση της περιοχής μελέτης, αξιολογώντας όμως τα δεδομένα των γεωτρήσεων, και συγκρίνοντας την κατανομή των δεδομένων από το λογισμικό καθώς και το γεγονός ότι το ενδιαφέρον της διδακτορικής αυτής διατριβής εστιάζεται κυρίως στα Ολοκαινικά ιζήματα, δεν θα ληφθούν υπόψη ιζήματα που παρουσιάζονται στην κεντρική περιοχή του Λεκανοπεδίου. 162

163 Σχήμα 46: Εικόνα των ισοπαχών καμπυλών της ενότητας B1(λιμνοθαλάσσιες-παράκτιες αποθέσεις) 163

164 Σχήμα 47: Τρισδιάστατη απεικόνιση του πάχους της λιθοστρωματογραφικής ενότητας Β1 (παράκτιες-λιμνοθαλάσσιες αποθέσεις). 164

165 Ισοπαχείς καμπύλες της λιθοστρωματογραφικής ενότητας C (Πλειστοκαινικές αποθέσεις). Στην ενότητα αυτή περιλαμβάνονται αποθέσεις του Πλειστόκαινου με καστανές αργίλους και κροκαλοπαγή με καστανό συνδετικό υλικό. Για την δημιουργία των ισοπαχών καμπυλών της ενότητας C χρησιμοποιήθηκε ως βάση η οροφή της ενότητας D των Νεογενών αποθέσεων. Αυτό συμβαίνει διότι οι Πλειστοκαινικές αποθέσεις υπέρκεινται των Νεογενών αποθέσεων (Σχήμα 20). Παρατηρώντας την εικόνα της κατανομής των ισοπαχών καμπυλών της λιθοστρωματογραφικής ενότητας C φαίνονται δυο σημεία όπου πρέπει να δοθεί περισσότερο βάρος. Το πρώτο είναι η περιοχή του Φαληρικού όρμου με την πειραϊκή χερσόνησο όπου παρατηρείται απουσία της ενότητας αυτής διότι εμφανίζεται το νεογενές ανάγλυφο στον λόφο της Μουνιχίας- Καστέλας. Ανατολικότερα, στην περιοχή του Π. Φαλήρου παρατηρείται βάθος έως 30 m (Σχήμα 48). Τέλος στο κέντρο περίπου της περιοχής μελέτης παρατηρούνται πολύ μεγάλα πάχη ιζημάτων μεγαλύτερα από 100 m. Αυτό συμβαίνει διότι στην περιοχή αυτή υπάρχει η βαθύτερη γεώτρηση της βάσης δεδομένων (Η3), με συνολικό βάθος 205 m. Γενικά σε όλη την περιοχή μελέτης τα πάχη των πλειστοκαινικών αποθέσεων (ενότητας C) κυμαίνονται μεταξύ 20-30m. 165

166 Σχήμα 48: Ισοπαχείς καμπύλες της ενότητας C (Πλειτοκαινικές αποθέσεις) με βάση την ενότητα D (νεογενείς αποθέσεις). 166

167 Σχήμα 49: Τρισδιάστατη απεικόνιση του πάχους της λιθοστρωματογραφικής ενότητας C (Πλειστοκαινικές αποθέσεις). 167

168 Ισοπαχείς καμπύλες της λιθοστρωματογραφικής ενότητας D (Νεογενείς αποθέσεις). Η ενότητα αυτή περιλαμβάνει αποθέσεις με κιτρινο-κάστανες και κιτρινότεφρες μάργες, μαργαϊκούς ασβεστολίθους και κροκαλοπαγή. Για τη δημιουργία των ισοπαχών καμπυλών της ενότητας D χρησιμοποιήθηκε ως βάση η οροφή της ενότητας E (Σχήμα 20). Παρατηρώντας την εικόνα με τις ισοπαχείς καμπύλες της ενότητας D στα νότια της περιοχής μελέτης εμφανίζονται 10 m Νεογενών αποθέσεων τα οποία περνούν βόρεια από την πειραϊκή χερσόνησο με το μηδέν (μηδενικό πάχος) να βρίσκεται στην περιοχή του Αλίπεδου (εικόνα 50). Βορειότερα και στο κέντρο περίπου της περιοχής μελέτης εμφανίζονται μεγάλα πάχη ιζημάτων. Αυτό συμβαίνει διότι υπάρχει η γεώτρηση Η3 η οποία είναι η πιο βαθιά και έχει διαπεράσει όλες τις ενότητες του προ-ολοκαινικού υποβάθρου. Μέγιστο βάθος των Νεογενών αποθέσεων στην περιοχή εκείνη είναι τα 190 m (Σχήμα 50). Βορειότερα από το σημείο εκείνο, τα πάχη μειώνονται στα m, διότι δεν υπάρχουν τόσο βαθιές γεωτρήσεις. Βορειοδυτικά εμφανίζονται πάλι μηδενικά πάχη, αυτό συμβαίνει διότι εμφανίζεται το υπόβαθρο της ενότητας Ε χωρίς να καλύπτεται από τα Νεογενή ιζήματα. 168

169 Σχήμα 50: Ισοπαχείς καμπύλες της ενότητας D (Νεογενείς αποθέσεις) με βάση την ενότητα E (υπόβαθρο). 169

170 Σχήμα 51: Τρισδιάστατη απεικόνιση του πάχους της λιθοστρωματογραφικής ενότητας D (Νεογενείς αποθέσεις). 170

171 5. Συζήτηση Αλλαγές θαλάσσιας στάθμης κατά το Ολόκαινο στην ευρύτερη περιοχή μελέτης. Από το τέλος της τελευταίας παγετώδους περιόδου ( ybp) μέχρι σήμερα παρατηρείται μια συνεχής ανύψωση της θαλάσσιας στάθμης. Ο ρυθμός αυτός ανύψωσης διαφέρει από περιοχή σε περιοχή. Στην κεντρική Μεσόγειο παρατηρείται ένας ταχύς ρυθμός ανύψωσης της θαλάσσιας στάθμης σε μια χρονολογική κλίμακα από τα ybp. Ενδεικτικά στα ybp η θαλάσσια στάθμη βρισκόταν 142 m κάτω από το σημερινό της επίπεδο, στα ybp βρισκόταν στα 54 m κάτω από το σημερινό της επίπεδο, ενώ ybp έχει σταθεροποιηθεί στο σημερινό της επίπεδο με διαφορές ανάλογα με την περιοχή (Lambeck et al., 2005). Πιο συγκεκριμένα, για την Αττικο-κυκλαδική περιοχή τα τελευταία ybp η θαλάσσια στάθμη βρισκόταν 4,5-5 m κάτω από τη σημερινή, ενώ στα ybp βρισκόταν 1,5-2,5 m κάτω από τη σημερινή (Poulos et al., 2008). Για τις κεντρικές Κυκλάδες, και πιο συγκεκριμένα για την Μύκονο-Δήλο Ρήνεια,η θαλάσσια στάθμη παρουσιάζει τρεις περιόδους σταθερότητας. Η πρώτη περίοδος χρονολογείται στα yad, όπου η θαλάσσια στάθμη βρισκόταν στο -1 m ( + _ 0,5 m). Η δεύτερη περίοδος χρονολογείται στο 400 BC με την θαλάσσια στάθμη στα -2,5 m ( + - 0,5 m) και τέλος την τρίτη περίοδο, περίπου στα ybc, όπου η θαλάσσια στάθμη βρισκόταν στα 3,6 m κάτω από τη σημερινή (Desruelles. et al., 2009). Πιο ενδελεχής αποτύπωση των διαφορών της θαλάσσιας στάθμης κατά την διάρκεια των τελευταίων χρόνων στην περιοχή του Αιγαίου δείχνει την ανύψωση της θαλάσσιας στάθμης από την Μεσολιθική ( ybp) έως την Ρωμαϊκή περίοδο ( ybp). Με δεδομένα τους γεωμορφολογικούς και γεωαρχαιολογικούς δείκτες από 74 περιοχές, διασκορπισμένες σε όλο το Αιγαίο, οι οποίες έχουν μελετηθεί από διάφορους μελετητές, δείχνουν την ανύψωση της θαλάσσιας στάθμης στην εκάστοτε περιοχή. Για την περιοχή των κεντρικών Κυκλάδων (Μύκονος-Δήλος-Ρήνεια) (Desruelles et al., 2008) παρατηρείται ανύψωση 1,40 m σε διάστημα χρόνων, από το ybp περίπου. Για την περιοχή της βορειοανατολικής Αττικής (Μαραθώνας) σύμφωνα με τους ερευνητές η ανύψωση της θαλάσσιας στάθμης από το ybp έως το ybp ήταν 2,5 m (Pavlopoulos et al., 2011). Για την περιοχή εντός του Σαρωνικού κόλπου, στα ybp ( < -100), η θαλάσσια στάθμη βρισκόταν στα 1,5 m ( + -0,80) 171

172 κάτω από την σημερινή επιφάνεια στις περιοχές του Πειραιά και της Σαλαμίνας, ενώ στην Αίγινα ήταν στα -2,30 m ( + - 0,80). Στην περιοχή του Σουνίου ήταν στα 2,5 m ( ) κάτω από την σημερινή (Pavlopoulos et al., 2011) Παλαιογεωγραφική εξέλιξη στην περιοχή μελέτης Κατά την διάρκεια του ανώτερου Ολοκαίνου (8.000 ybp) παρατηρήθηκαν αλλαγές της μορφολογίας του λεκανοπεδίου οι οποίες μελετήθηκαν και απεικονίστηκαν στους δισδιάστατους και τρισδιάστατους χάρτες. Οι μεγαλύτερες διαφορές στην παλαιογεωγραφία σημειώθηκαν στις παράκτιες περιοχές του λεκανοπεδίου (Φαληρικός όρμος, πειραϊκή χερσόνησος) όπου επικρατούν έντονες παράκτιες και ποτάμιες διεργασίες, όπως προέκυψαν από τα αποτελέσματα της μεθόδου των ιζηματολογικών δεικτών και της μεθόδου Passega. Οι διεργασίες αυτές μαζί με τις ανθρώπινες παρεμβάσεις επηρέασαν την μορφολογία και την παλαιογεωγραφία της συγκεκριμένης περιοχής τα τελευταία ybp (Σχήματα 52, 53,54,55). Πριν από ybp η περιοχή βόρεια της Πειραϊκής χερσονήσου χωριζόταν από την ξηρά με μια αβαθή θαλάσσια-λιμνοθαλάσσια περιοχή. Στη συνέχεια γύρω στο ybp η θαλάσσιαλιμνοθαλάσσια περιοχή άρχισε να προσχώνεται από τις ποτάμιες διεργασίες του υδρογραφικού δικτύου με κύριο παροχέα ιζημάτων τον Κηφισό ποταμό. Οι αποθετικές αυτές διεργασίες παρατηρούνται στην λιθοστρωματογραφία των δειγματοληπτικών γεωτρήσεων (Ρ1-Ρ10) αλλά και των γεωτεχνικών γεωτρήσεων της γύρω περιοχής. Επίσης από τα αποτελέσματα της επεξεργασίας των δειγμάτων των γεωτρήσεων Ρ2-Ρ4 μέσω των μεθόδων των ιζηματολογικών δεικτών καθώς και της μεθόδου Passega, συμπεραίνεται ότι επρόκειτο για μια περιοχή όπου η θαλάσσιες με τις ποτάμιες διεργασίες δρούσαν παράλληλα. Στη συνέχεια η περιοχή αυτή μετατράπηκε σε λιμνοθαλάσσια-ελώδη (είτε έλος με αλμυρό νερό) και δημιουργούσε προβλήματα, όπως αναφέρεται, στους κατοίκους της αρχαίας Αθήνας (Στρούμπος, 1907, Καργάκος, 2004) αλλά και μέχρι τον 19 ο αιώνα. Η περιοχή αυτή ονομάστηκε Αλίπεδο από την θαλάσσια σύσταση του νερού των ελών και συνεχίζει να ονομάζεται έτσι μέχρι και σήμερα. Υπάρχουν αναφορές ότι τα μακρά τείχη στην περιοχή του Αλιπέδου έχρηζαν συνεχών προσχώσεων, οι οποίες γίνονταν από τους αρχαίους Αθηναίους λόγω της συνεχούς καθίζησης 172

173 του εδάφους. Φανερώνεται έτσι η σταδιακή μετατροπή της αβαθούς λιμνοθάλασσας από το ybp (Goiran et al., 2011) περίπου έως το ybp περίπου, σε έλος (Γεωργόπουλος, 1990). Στις μεταβολές αυτές πρέπει να ληφθεί υπόψη και η μέση στάθμη θάλασσας όπου την περίοδο πριν από ybp βρισκόταν στα -1,5- -2m κάτω από την σημερινή (Lambeck et al., 2004, Baika, 2008, Pavlopoulos et al., 2011). Από το ybp μέχρι τις μέρες μας η περιοχή αυτή επιχώθηκε από την δράση των παράκτιων και ποτάμιων διεργασιών καθώς και από την ανθρωπογενή παρέμβαση, μέχρι να πάρει την σημερινή της μορφή (Σχήμα 55). Η εντονότερη μεταβολή της περιοχής αυτής προήλθε την δεκαετία του 60 (Παπαδάκης, 1997) όπου, επιχώθηκε και μεγάλο μέρος του Φαληρικού όρμου προκειμένου να κατασκευαστεί το στάδιο Ειρήνης και φιλίας καθώς λιμενικές και άλλες εγκαταστάσεις. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η ενότητα C των Πλειστοκαινικών αποθέσεων παρουσιάζει μεγάλη χωρική εξάπλωση και μεγάλα βάθη σε όλη την περιοχή μελέτης. Στην περιοχή όμως του Παλαιού Φαλήρου τα βάθη που παρουσιάζονται είναι πολύ μεγαλύτερα από αυτά της περιοχής του Πειραιά. Το γεγονός αυτό δικαιολογεί πιθανώς την παρουσία ενός συστήματος ρηγμάτων το οποίο και επηρέασε την απόθεση αυτή των Πλειστοκαινικών ιζημάτων. Στη συνέχεια όμως οι αποθέσεις αυτές καλύφθηκαν από Ολοκαινικές αποθέσεις. Μεγάλες μεταβολές έγιναν και στην υπόλοιπη περιοχή του Λεκανοπεδίου κυρίως μετά τον 19 ο αιώνα (1834) και την ανακήρυξη της Αθήνας ως πρωτεύουσας του Ελληνικού κράτους από τον Όθωνα, όπου και άρχισε η έντονη ανοικοδόμηση της περιοχής της πρωτεύουσας καθώς και των γύρω περιοχών (Αγγελόπουλος, 1898, Κουμαριανού, 2005, Μαλικούτη, 2004, Γιακουμής κ. α., 2004). Παρατηρείται μεγάλη προσφορά ιζημάτων στην κεντρική περιοχή μελέτης (Σχήμα 55) κυρίως στα ανατολικά του ρου του Κηφισού ποταμού σε παλαιότερες περιόδους (2.500 ybp). Συνετέλεσαν όμως σε αυτό και άλλα υδρογραφικά δίκτυα όπως του Ιλισού και του Ηριδανού στο κέντρο κυρίως της Αθήνας. Οι μεγαλύτερες μεταβολές στην μορφολογία και το ανάγλυφο της περιοχής μελέτης σημειώθηκαν τα τελευταία 178 χρόνια όπου και ανακηρύχτηκε η Αθήνα πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους και οι ανθρωπογενείς παρεμβάσεις έγιναν εντονότερες και εκτενέστερες. Συναντήθηκε δυσκολία στην μετατροπή και τη σύνδεση των ποιοτικών και των ποσοτικών δεδομένων, στη σύνδεση των μαρτυριών και περιγραφών αυτών με τα αποτελέσματα από τις ιζηματολογικές και κοκκομετρικές αναλύσεις που έγιναν στα πλαίσια της διδακτορικής αυτής 173

174 διατριβής, οι οποίες χρονολογούνται από ybp μέχρι τα ybp. Γα το σκοπό αυτό δημιουργήθηκε αυτό το πλαίσιο σύνδεσης όλων των πληροφοριών (τοπογραφικών, ιστορικών, λιθοστρωματογραφικών κλπ) μέσω της βάσης δεδομένων (Σ. Γ. Π.) και επεξεργασίας όλων των στοιχείων με τα κατάλληλα λογισμικά, προκειμένου να εντοπιστούν, να ερμηνευτούν και να απεικονιστούν οι πληροφορίες για τις αλλαγές στην παλαιογεωγραφία της περιοχής μελέτης της διδακτορικής αυτής διατριβής. 174

175 6. Συμπεράσματα. Στην διδακτορική διατριβή χρησιμοποιήθηκε πολυεπιστημονική προσέγγιση προκειμένου να εξαχθούν τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα όσον αφορά στην παλαιογεωγραφική εξέλιξη της πεδιάδας των Αθηνών. Από τα αποτελέσματα των μεθόδων αυτών εξάγονται τα εξής συμπεράσματα: Οι χρονολογήσεις των δειγμάτων από συγκεκριμένες γεωτρήσεις σε συνδυασμό με τα αποτελέσματα των τεχνικών και των μεθόδων που χρησιμοποιήθηκαν επιτρέπουν την οριοθέτηση της παλαιογεωγραφικής εξέλιξης της περιοχής μελέτης σε τρεις χρονικές περιόδους, σύμφωνα με τις λιθοστρωματογραφικές ενότητες που προσδιορίστηκαν στην παρούσα έρευνα. Οι περίοδοι αυτές είναι από την παλαιότερη προς τη νεότερη, οι παράκτιες-λιμνοθαλάσσιες αποθέσεις, ποταμοχειμάρριες αποθέσεις και ανθρωπογενείς αποθέσεις αντίστοιχα. Κατά τις περιόδους αυτές παρατηρήθηκαν μεταβολές τόσο χωρικά (χωρική εξάπλωση αποθέσεων) όσο και μορφολογικά (αλλαγή αναγλύφου, επιχώσεις κλπ.). Στο χρονικό διάστημα από ybp στην παράκτια περιοχή (Πειραίας-Παλαιό Φάληρο) παρατηρείται μια εκτενής λιμνοθαλάσσα (Σχήμα 52). Οι μεγαλύτερες μεταβολές στην παλαιογεωγραφία της περιοχής μελέτης παρατηρούνται στην παράκτια περιοχή του φαληρικού όρμου από το σημερινό λιμάνι του Πειραιά-πειραϊκής χερσονήσου, μέχρι την περιοχή του παλαιού Φαλήρου. Από την μελέτη των αποτελεσμάτων των μεθόδων Passega και ιζηματολογικών δεικτών, καθώς και από τις γεωτεχνικές γεωτρήσεις της περιοχής μελέτης παρατηρείται μια λιμνοθαλάσσια περιοχή με μεγάλα πάχη των λιμνοθαλάσσιων αποθέσεων (ενότητα Β1) (Σχήμα 52). Η παλαιογεωγραφική εξέλιξη αυτή υποστηρίζεται και από τους Goiran et al. (2011), σύμφωνα με τους οποίους η χερσόνησος του Πειραιά από το ybp περιβαλλόταν από μια αβαθή λιμνοθάλασσα η οποία τροφοδοτείτο κατά καιρούς από θαλάσσια ιζήματα. Το γεγονός αυτό δικαιολογείται και από τα αποτελέσματα των κοκκομετρικών αναλύσεων και μεθόδων (Passega, Ιζηματολογικών δεικτών) οι οποίες υποδεικνύουν ένα ποτάμιο περιβάλλον το οποίο επηρεάζεται άμεσα από θαλάσσιες διεργασίες. Πιο συγκεκριμένα παρατηρείται σταδιακή επίχωση της περιοχής βόρεια της χερσονήσου του Πειραιά (Πειραιά, Ν. Φαλήρου). Αποδεικνύεται ότι η περιοχή την συγκεκριμένη χρονική περίοδο ήταν μια αβαθής λιμνοθαλάσσα, πιθανώς προστατευμένη, η οποία με την πάροδο του 175

176 χρόνου προσχωνόταν από τις αποθέσεις του Κηφισού καθώς και την ανθρώπινη παρέμβαση. Η παλαιογεωγραφία αυτή επαληθεύεται και από τις δισδιάστατες και τρισδιάστατες εικόνες της ενότητας Β1 (λιμνοθαλάσσιες αποθέσεις και Β2 ποτάμοχειμάρριες αποθέσεις), όπου στην περιοχή γύρω από την χερσόνησο του Πειραιά εμφανίζεται ένα βύθισμα το οποίο εκτείνεται στην ίδια περιοχή με την λιμνοθάλασσα που εμφανίζεται την συγκεκριμένη περίοδο. Σχήμα 52: Η περιοχή του Πειραιά-Φαληρικού όρμου το ybp περίπου. Το ybp έως το ybp (Goiran et al., 2011) η αβαθής αυτή θάλασσια-λιμνοθαλάσσια περιοχή άρχισε να πληρώνεται με μεγάλο όγκο αποθέσεων μετατρέποντάς την σε λιμνοθάλασσα (Σχήμα 53). Το γεγονός αυτό δικαιολογείται και από τη σύντομη υγρή περίοδο του Ανώτερου Ολοκαίνου, γύρω στο ybp (Finne et al., 2011) με ταυτόχρονη προσφορά υλικού από το υδρογραφικό δίκτυο. Η λιμνοθάλασσα της περιόδου αυτής συγκεντρώνεται στην παράκτια 176

177 περιοχή ανατολικά της χερσονήσου του Πειραιά (Ν. Φάληρο, Μοσχάτο,Καλλιθέα, Π. Φάληρο) (Σχήμα 53). Από τις εικόνες των λιθοστρωματογραφικών δομών που δημιουργήθηκαν από το λογισμικό φαίνεται σταδιακή επίχωση των λιμνοθαλάσσιων αποθέσεων από ποτάμιες. Γενικά, κατά περίοδο γύρω στο ybp παρατηρείται έντονη επίχωση των παράκτιων και λιμνοθαλάσσιων περιοχών από ποταμοχειμάρριες αποθέσεις και παράλληλη επέλαση της ξηράς εις βάρος της θάλασσας. Η λιμνοθάλασσα αυτή χωρίστηκε σε δύο τμήματα το ανατολικό (περιοχή φαληρικού όρμου) και το δυτικό (περιοχή σημερινού λιμανιού του Πειραιά) από ένα στενό χέρσο κομμάτι βόρεια της πειραϊκής χερσονήσου Το ίδιο φαινόμενο παρατηρείται και στις ηπειρωτικές περιοχές του λεκανοπεδίου αφού τα πάχη των ποταμοχεμάρριων αποθέσεων αυξάνονται σε σχέση με αυτά των λιμνοθαλάσσιων αποθέσεων. Σχήμα 53: Η περιοχή του Φαληρικού όρμου-πειραιά γύρω στο ybp. 177

178 Τέλος, από το ybp μέχρι σήμερα η προστατευμένη αυτή λιμνοθαλάσσια περιοχή γύρω από την χερσόνησο του Πειραιά αρχίζει να πληρώνεται με ποταμοχειμάρριες αποθέσεις και ανθρωπογενείς αποθέσεις, μετατρέποντάς την σε έλη (Σχήμα 54). Έχουν σωθεί αναφορές περιηγητών και ιστορικών καθώς και ιστορικοί χάρτες του 16 ου αιώνα οι οποίοι δείχνουν τα εκτεταμένα αυτά έλη στην περιοχή αυτή. Επίσης αναφέρεται και ανθρώπινη παρέμβασηεπίχωση μέρους του έλους αυτού τον 5 ο αιώνα π.χ. προκειμένου να λυθεί το πρόβλημα καθίζησης που είχε παρουσιαστεί στα Μακρά τείχη. Ακόμη παρουσιάζεται διαφορά στο χρώματο και τη σύσταση των ιζημάτων των γεωτρήσεων της περιοχής βόρεια και ανατολικά της πειραϊκής χερσονήσου και στα ιζήματα των γεωτρήσεων που βρίσκονται ανατολικά αυτής, στην περιοχή του Φαληρικού όρμου. Οι γεωτρήσεις βορειοανατολικά της πειραϊκής χερσονήσου φαίνεται να έχουν μεγαλύτερο ποσοστό ποταμοχειμάρριων αποθέσεων από τις γεωτρήσεις που βρίσκονται στην περιοχή του Φαληρικού όρμου. Σχήμα 54: Η περιοχή του Φαληρικού όρμου-πειραιά το ybp περίπου. 178

179 Τα πάχη των ποταμοχειμάρριων και των ανθρωπογενών ιζημάτων αυξάνονται σε όλη την έκταση της περιοχής μελέτης μέχρι την τελική τους σημερινή μορφή (Σχήμα 55). Η παράκτια περιοχή του φαληρικού όρμου έχει επιχωθεί και έχουν δημιουργηθεί μεγάλες κατασκευές όπως λιμενικές εγκαταστάσεις και στάδια. Η πειραϊκή χερσόνησος έχει πλήρως ανοικοδομηθεί και έχει δημιουργηθεί και το κεντρικό λιμάνι του Πειραιά (Σχήμα 55). Επίσης, όλη η έκταση της περιοχής μελέτης έχει δεχθεί έντονες ανθρωπογενείς επεμβάσεις καθώς σχεδόν στο σύνολό της έχει κατοικηθεί. Ακόμη, οι κοίτες των κύριων υδρογραφικών δικτύων έχουν δεχθεί ανθρώπινες παρεμβάσεις, αφού στο μεγαλύτερο μέρος τους είτε έχουν εγκιβωτιστεί είτε έχουν καλυφθεί. Στην περίπτωση του Ιλισού, το μεγαλύτερο μέρος του βρίσκεται καλλυμένο και έχει αλλάξει και η εκβολή του, καθώς πριν την δεκαετία του 1960 ο Ιλισός συνδεόταν με τον Κηφισό και εξέβαλαν μαζί στο Φάληρο, ενώ σήμερα εκβάλλει στην περιοχή του δήμου Καλλιθέας (Σχήμα 55). 179

180 Σχήμα 55: Η σημερινή μορφή της περιοχής μελέτης. 180

181 7. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. Apostolopoulos, G., Pavlopoulos K., Mavrommatis D., Fouache E., 2008, Resistivity tomography and borehole data analysis in the detection of Pre-Holocene relief in Piraeus city, Greece, SEG Expanded Abstracts 27, Baika, K., "Archaeological indicators of relative sea-level changes in the Attico- Cycladic massif: preliminary results, Bulletin of the Geological Society of Greece vol. XLII/II" pp Blott J. S., Pye K., Gradistat: a grain size distribution and statistics package for the analysis of unconsolidated sediments. Earth surf. Process. Landforms 26, Boglarka, E.,, Lilla, H., Miklos, K., Torsten. Ut., Angela A. Bruch, Neogene flora and vegetation development of the Pannonian domain in relation to palaeoclimate and palaeogeography, Palaeogeography, Palaeoclomatology, Palaeoecology, 253, pp Bravard, J-P., Les sediments fins de plaines d'inondation dans la vallee du Haut- Rhone (Approche quantative et spatiale), Revue de geologie Alpine, t. : LXXI. Bravard, J-P, Peiry, J-L., The C-M patttern as a tool for the classification of alluvial suites and floodoplains along the river continuum, Marrot S.B. & Alexander J. (eds) Floodplains : Interdisciplinary Approaches. Geological society, London, Spetial publications, 163, pp Bull, W., Relation of textural (C-M) patterns to depositional environment of alluvial fan deposits, Journal of sedimentary petrology, Vol 32, No 2, pp , Figs 1-3. Clement, B., Evolution geodynamique d'un secteur des Hellenides internes: L' Attique-Boetie (Grece continentale). These, Univ. Des sciences et techn. De Lille. 181

182 Curtius, E., Kaupert J. A., Karten von Attica (Tafeln), Berlin. De Lange G. J., Van Santvoort P.J.M., Langereis C., Thomson J., Corselli C., Michard A., Rossignol-Strick M., Paterne M., Anastasakis G., 1999, Palae-environmental variations in eastern Mediterranean sediments : multidisciplinary approach in a prehistoric setting, Progress in Oceanography 44, pp Desruelles S., Fouache E., Çiner A., Dalongeville R., Pavlopoulos K., Kosun E., Coquinot Y., Potdevin J.L "Beachrocks and sea level changes since Middle 1 Holocene: comparison between the insular group of Mykonos-Delos-Rhenia (Cyclades, Greece) and the southern coast of Turkey". Global and Planetary Changes v.6, pp Dusar B., Verstraeten G., Notebaert B., Bakker J., 2011, Holocene environmental change and its impact on sediment dynamics in the Eastern Mediterranean., Earth Science Reviews 108, pp Engel M., Knipping M., Bruckner H., Kiderlen M., Krafft J.C., 2009, Reconstructing middle to late Holocene paleogeographies of the lower Messenian plain (southwestern Peloponnese, Greece): Coastline migration, vegetation history and sea level change., Palaeogeography, Palaeoclimatology, Palaeoecology 284, pp Evelpidou, N., Pavlopoulos, K., Vassilopoulos, A., Triantaphyllou, M., Vouvalidis, K., Syrides G., 2011, Holocene Palaeogeographical reconstruction of the western part of Naxos island (Greece)., Quaternary International xxx, pp (article in press). Finné, M., Holmgren, K., Sundqvist, H-S., Weiberg, E., Lindblom, M., 2011."Climate in the eastern Mediterranean, and adjacent regions, during the past 6000 years. Journal of Archaeological Science, 38, pp Folk Robert L., Ward William C., 1957, Brazos river bar: A study in the significance of grain size parameters, Journal of Sedimentary Petrology, Vol.27, No 1, pp Figs

183 Folk R.L., A review of the grain size parameters, Sedimentology 26, pp Foumelis M., Fountoulis I., Papanikolaou D. Ioannis, Papanikolaou D., Geodetic evidence of the control of a major inactive tectonic boundary on the contemorary deformation field of Athens Greece). 2 nd INQUA-IGCP-567 International Workshop on Active Tectonics, Earthquake Geology, Archaeology and Engineering, Corinth, Greece Friedman G. M., 1961, Dinstiction between dune, beach,and river sands from their textural characteristics, Journal of Sedimentary Petrology, Vol.31, No4, pp Figs.1-8. Goiran J-P, Pavlopoulos K., Fouache E., triantaphyllou M., Etienne R., Piraeus, the ancient island of Athens: Evidence from Holocene sediment and historical archives, Geology, doi: /G Ghilardi, M., Kunesch, S., Styllas, M.,, Fouache, E., Reconstruction of Mid- Holocene sedimentary environments in the central part of the Thessaloniki Plain (Greece), identification, magnetic susceptibility and grain-size analysesbased on microfauna lidentification, magnetic susceptibility and grain-size analyses, Geomorphology 97, pp Gournelos, T. and Maroukian, H., Geomorphological observations concerning the evolution of the Basin of Athens, Geologica Balcanica, 20 (6), Hirschvelt, G., 1878, Topographische versuch uber die Peiraieusstadt, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. Iliopoulos, P.J., Attique, au point de vue physique et economique, These, Athens. Irving E., 1958, Palaeogeographic Reconstruction from Palaeomagnetism, Geophysical Journal of the Royal Astronomical Society, Volume 1, Issue

184 Kambezidis, H.D., Weidauer, D., Melas, D., Ulbricht, M., Air quality in the Athens basin during sea breeze and non-sea breeze days using laser-remote-sening technique, Atmospheric Environment, Vol 32, No 12, pp Kapsimalis, V., Pavlakis, P., Poulos, S.E., Alexandri S., Tziavos, C., Sioulas, A., Filippas, D., Lykoussis, V., Internal structure and evolution of the Late Quaternary sequence in a shallow embayment: The Amvrakikos Gulf, NW Greece.Marine Geology , pp Kapsimalis V., Pavlopoulos K., Panagiotopoulos I., Drakopoulou P., Vandarakis D., Sakellariou D., Anagnostou C., Geoarchaeological challenges in the Cyclades continental shelf (Aegean Sea). Zeitschrift Für Geomorphologie SI, 53(1): Katsikatsos, G., Mercier, J., Vergely, P., 1976, Lafenetre d' Attique-Cyclades et des fenetres metamorphiques des Hellenides internes (Grece). C.R. Acad. Sc. Paris, 283, , Paris. Katsikatsos, G., Migiros, G., Triantaphyllis, M., Mettos, A., Geological structure of internal Hellenides. (E. Thessaly, SW. Macedonia, Euboea-Attica-Northern Cyclades islands and Lesvos). Geol and Geoph. Res. Spetial Issue, pp Athens. Krumbein W. C., 1938, Size frequency distributions of sediments and the normal phi curve, Journal of Sedimentary Research December 1, vol. 8 no Krohe A., Mposkos E., Diamantopoulos A, Kaouras G., 2010 Formation of basins and mountain ranges in Attica (Greece): The role of Miocene to Recent low-angle normal detachment faults. Earth-Science Reviews 98, pp Lambeck, K., Purcell, A., Sea-level change in the Mediterranean Sea since the LGM: model predictions for tectonically stable areas. Quaternary Science Reviews, pp Lekkas E., The Athens earthquake ( 7 September 1999): intensty distribution and controlling factors. Engineering geology 59, pp Lepsius R., 1893, Geologie von Attika, Berlin. 184

185 Louis I., Vafidis A., Amolochitis G., 2004, Interpretation of seismic refraction data using modelling and inversion techniques: a case study in Monastiraki subway station Athens, Greece, Annales geologiques des pays hellenique, Athenes Departement de Geologie, pp Marinos P., 1999, Geotechnical data base from borehole data in Attica, Greece: National Documentation Centre, 97EPS-7. Mourtzas, N.D., Marinos, P.G., 1994, Upper Holocene sea-level changes: Paleogeographic evolution and its impact on coastal archaeological sites and monuments, Environmental Geology 23, pp Noorollahi, D.,,Lashkari, H., Armizade, M., Azizi Gh., Sharafi S., 2011, Climatic and environmental reconstruction based on stable isotopes of Parishan Lake (Iran). Journal of Rangeland Science, Vol. 1, No3, pp Papanikolaou, D., Lozios, S., Soukis, K., Skourtsos, E., The geological structure of the allochthonous system of the Athenian Schists. Bulletin of the gelogical society of Greece vol. XXXVI,, Proceedings of the 10 th Intenational Congress, Thessoloniki. Passega, R., Byramjee, R., (1969), Grain size image of clastic deposits, Sedimentology- Elsevier publishing company 13, pp Passega R. Novembre 1963, Analyses granulometriques, outils geologique pratique, Revue de l' institut francais du petrol. Passega R., 1957, Texture as characteristic of clastic deposition, Bulletin of the American association of petroleum geologists, vol. 41, No 9, pp , 17 figs. Passega R., 1964, Grain size representation by C-M patterns as a geological tool, Journal of Sedimentary Petrology, Vol.34, No 4,pp Figs Pavlopoulos K., Kotabassi Ch, Skentos A., The geomorphological evolution of the plain of Ahens, Bulletin of the gelogical society of Greece vol. XXXVIII. 185

186 Pavlopoulos, K., Karkanas, P. Triantaphyllou, M., Karymbalis, E., Tsourou, Th., Palyvos, N. (2006) Palaoenvironmental Evolution of the Coastal Plain of Marathon, Greece, During the Late Holocene: Deposition Environment, Climate and Sea-level Change. Journal of Coastal Research, 26/2: Pavlopoulos, K., Theodorakopoulou, K., Bassiakos, Y., Hayden, B., Tsourou, T., Triantaphyllou, M., Kouli, K., Vandarakis, D., Paleonevironmental evolution of Istron (N.E. Crete), during the last 6000 years: depositional environment, climate and sea level changes. Geodinamica Acta 20(4): Pavlopoulos, K., Kapsimalis, V., Theodorakopoulou, K., Panagiotopoulos, I., Vertical displacement trends in the Aegean coastal zone (NE Mediterranean) during the Holocene assessed by geo-archaeological data. Holocene DOI: / Poulos, S.E., Lykousis, V., Collins, M.B., Late Quaternary evolution of Amvrakikos gulf, western Greece, Geo-Marine Letters 15, pp Poulos, S.E., Ghionis, G., Maroukian, H., Sea level trends in the Attico-Cycladic region (Aegean sea) during the last 5000 years. Sakellariou N.K., Kambezidis H.B., Gouvas M.A., 2000 Mean monthy air temperatures in Athens, Greece. Theoritical and Applied Climatology pp Sam Boggs jr 2001, principles of sedimentology and stratigraphy, εκδόσεις Prentice Hall Sindowski, K., Der geologische Bau von Attika. A.G.P.H., v. 2, pp , Athens. Sindowski, K-H., 1951, Zur Geologie des Lykabettos-Turkowuni-gebietes bei Athen, Annales geologiques des pays Helleniques 1e serie tome 3eme, Βιβλιοθήκη Ι.Γ.Μ.Ε., Μελέτη. 186

187 Theodorakopoulou, K., Pavlopoulos, K., Tsourou, T., Triantaphyllou, M.V., Kouli, K., Vandarakis, D., Bassiakos, Y., Hayden, B., Coastal changes and human activities at Istron Kalo Chorio (NE Crete, Greece) during the Upper Holocene. Revista de geomorfologie 7, Thomas D. S. G., Goudie A., 2000, The dictionary of Physical Geography Blackwell Publishing. Triantaphylou M.V., Kouli K., Koukousioura O, Pavlopoulos K., Dermitzakis M.D., 2009, Paleoenvironmental changes since 3000 BC in the coastal marsh of Vravron (Attica, SE Greece)., Quaternary International xxx, pp. 1-9 (article in press). Tzedakis P.C., 2007, Seven ambiguities in the Mediterranean palaeoenvironmental narrative, Quaternary science Reviews 26, pp Ulrichs H. N., 1843, Topography of the harbours and position of the long walls of Athens, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. Van Andel T.H., Perissoratis C., Late Quaternary depositional history of the North Evvoikos gulf, Aegean Sea, Greece., Marine Geology 232, pp Vott A., Bruckner H., Schriever A., Handl M., Besonen M., Van der Borg K., 2004, Holocene coastal evolution around the ancient seaport of Oiniadai, Acheloos alluvial plain, NW Greece. Coastline Reports 1, pp Vott A., Bruckner H., Handl M., Schriever A., 2006, Holocene palaeogeographies of the Astakos coastal Plain (Akarnania, NW Greece), Palaeogeography, Palaeoclimatology, Palaeoecology 239, pp Vouvalidis K., Syrides G., Pavlopoulos K., Papakonstantinou M, Tsourlos P., Holocene palaeoenvironmental changes in Agia Paraskevi prehistoric settlement, Lamia, Central Greece. Quaternary international, pp

188 Willis B., 1910, Principles of Paleogeography, Science, New Series, Vol. 31, No. 790, pp Woodroffe C. D., Coasts, form, process and evolution, εκδόσεις Cambidge. Αγγελόπουλος Η., 1898, Περί Πειραιώς και των λιμένων αυτού κατά τους αρχαίους χρόνους, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. Ανδρονόπουλο Β., (1982), Γεωτεχνικές συνθήκες στα πρανή της εκσκαφής του πολιτιστικού κέντρου Αθηνών (Β. Κωνσταντίνου-Ριζάρη), Βιβλιοθήκη Ι.Γ.Μ.Ε., Μελέτη. Αντωνίου Β., Το φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον του λεκανοπεδίου Αθηνών, Πρακτικά 6ου Πανελληνίου Γεωγραφικού συνεδρίου, Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης pp Γεωργόπουλου Γ., Εντοπισμός καθιζήσεων στην περιοχήν του Μοσχάτου, (ΣΕΛ ), Βιβλιοθήκη Ι.Γ.Μ.Ε., Μελέτη. Δικαιάκος Ι. Γ., Νάστος Π. Θ., Το κλιματικό και βιοκλιματικό καθεστώς των τροπικών ημερών στην Αθήνα. Annales Geologiques des Pays Helleniques, 1e serie tome 35, pp Δούνα Αθ., Γάκη Αχχ., Διακύμανσης στάθμης ύδατος των πιεζομετρικών γεωτρησεων περιοχής μετρο Αθηνών, Βιβλιοθήκη Ι.Γ.Μ.Ε., Μελέτη. Δούνα Αθ., Καλλέργη Γ., Μόρφη Αντ., (1976), Υδρογεωλογική έρευνα εντός των πλαισίων της μεέλτης του μητροπολιτικού σιδηροδρόμου Αθηνων (μετρό), Βιβλιοθήκη Ι.Γ.Μ.Ε., Μελέτη. Δούνας Α., Αθήνα 1962, Επί των γεωλογικών συνθηκών της παρακίου ζώνης παρά την θέσιν "Σπηλιά του Παρασκευά" Καστέλλας, Βιβλιοθήκη Ι.Γ.Μ.Ε., Έκθεση. 188

189 Θεοδωρακοπούλου Κ., 2009, Η επίδραση των περιβαλλοντικών συνθηκών στην παλαιογεωγραφική εξέλιξη αρχαιολογικών θέσεων και στην διατήρηση καταλοίπων αυτών; Διδακτορική Διατριβή, Τμήματος Γεωγραφίας Χαροκοπείου Πανεπιστημίου. Καραγεωργίου Ε., Αθήνα 1953, Επί της θεμελιώσεως του υπο ανέγερση σταδίου Καραϊσκάκη, Βιβλιοθήκη Ι.Γ.Μ.Ε., Έκθεση. Καραγεωργίου Ελ., 1970, Γεωτεχνικής ερεύνης εις τον χώρον του Ατεροσκοπίου Αθηνών τον προκροθέντα δια την θεμελίωσιν της βάσεως του ραδιοτηλεσκοπίου, Βιβλιοθήκη Ι.Γ.Μ.Ε., Έκθεση. Καρατζάλη Π., Ψαριανού Β., Μελέτη εφαρμογής χάραξης της σήραγγας Σεπόλια- Αττικής τμήματος γραμμής 2 (Σεπόλια - Δάφνη) του μετρό Αθηνών (σελ ), Βιβλιοθήκη Ι.Γ.Μ.Ε., Μελέτη. Καργάκος Σ.Ι., Ιστορία των Αρχαίων Αθηνών, Τόμος Α', εκδόσεις Gutemberg, Αθήνα. Κούλη Κ., Παυλόπουλος Κ., Τριανταφύλλου Μ., Καρκάνας Π., Τσούρου Θ., Καρύμπαλης Ε., Παλαιοπεριβαλλοντικές μεταβολές της παράκτιας περοχής Παλαμαρίου (ΒΑ Σκύρου) τα τελευταία 4000 χρόνια, 8ο Πανελλήνιο συμπόσιο Ωκεανογραφίας και Αλιείας Θεσσαλονίκη. Κουμαριανού Α., Αθήνα η πόλη - οι άνθρωποι, αφηγήσεις και μαρτυρίες 12-19ος αιώνας, Εκδόσεις Ποταμός. Κούνης Γ.Δ., Υδρογεωλογική έρευνα μετρό Αθηνών, Βιβλιοθήκη Ι.Γ.Μ.Ε., Μελέτη. Κουτσουβέλη Αν., Γεωργίου Χ., Γεωλογική μελέτη της ευρύτερης περιοχής του Κεραμεικού, Βιβλιοθήκη Ι.Γ.Μ.Ε., Μελέτη. Κυνηγαλάκη Μ., Νικολάου Ν., Γεωτεχνική έρευνα για τις συνθήκες θεμελίωσης κτιρίου στην Εθνική Πινακοθήκη (Αθηνών), Βιβλιοθήκη Ι.Γ.Μ.Ε., Μελέτη. 189

190 Μαλικούτη Σ., Πειραιάς Πολιτιστικό Ίδρυμα ομίλου Πειραιώς. Μαρίνος Γ., Κατσικάτσου Γ., Γεωργιάδου-Δικαιούλια Ε., Μίρκου Ρ., Το σύστημα των σχιστολίθων των Αθηνών. Ι. Στρωματογραφία και τεκτονική Annales geologiques des pays hellenique, Athenes laboratoire de l' universite pp Μαρίνου Γ., Κατσικάτσου Γ., Μίρκου-Περιποπούλου Ρ.Μ, Το σύστημα των σχιστολίθων των Αθηνών. ΙΙ. Στρωματογραφία και τεκτονική, Annales geologiques des pays hellenique, Athenes laboratoire de l' universite, pp Μαρίνος Π., Πλέσσας Σ., Βαλαδάκη-Πλέσσα Κ., Θεματικοί χάρτες σχετικά με την εκτίμηση της επικινδυνότητας έναντι διαβρώσεων και παραγωγής φερτών υλών στην Αττική, Πρακτικά 4ου πανελλήνιου γεωγραφικού συνεδρίου. Μαρίνου Γ., Κατσικάτσου Γ., Ρ.Μ. Μίρκου-Περιποπούλου, Το σύστημα των σχιστολίθων των Αθηνών, Annales geologiques des pays Helleniques 1e serie tome 25, pp Νικολάου Ν., Πογιατζή Ελ., Κωνσταντοπούλου Γ., Τεχνικογεωλογκή έρευνα στον αρχαιολογικό χώρο του Κεραμεικού κατά μήκος της σχεδιαζόμενης χάραξης του μετρό Αθηνών,Βιβλιοθήκη Ι.Γ.Μ.Ε., Μελέτη. Παναγιωτίδη 1961 Γ., Υδρογεωλογική αναγνώριση της περιοχής της Νέας Λαχαναγοράς Αθηνών, Βιβλιοθήκη Ι.Γ.Μ.Ε., Μελέτη. Παυλόπουλος Κ. 1997, Γεωμορφολογική Εξέλιξη Της Νότιας Αττικής, Διδακτορική Διατριβή Τμήματος Γεωλογίας Εθνικού Και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Παυλοπουλος Κ., Κοταμπαση Χ., Σκεντος Α «Γεωμορφολογική εξέλιξη του Λεκανοπεδίου των Αθηνών». Δελτίο Εγε Τομ. ΧΧΧVIII, Σελ Παυλόπουλος K., Θεοδωρακοπούλου K., Hayden B., Τσουρού T., Τριανταφύλλου M., Κούλη K., Μπασιάκος I., Βανδαράκης Δ.,2005, Γεωμορφολογική εξέλιξη της παράκτιας περιοχής του Ίστρου-Καλού Χωριού του νομού Λασιθίου Κρήτης από το Μέσο Ολόκαινο μέχρι σήμερα, Δελ. Ελλ. Γεωλ. Εταιρ., τομ.χχχviii

191 Παυλόπουλος Κ, Γεωμορφολογία, εφαρμογές στις γεωεπιστήμες. Εκδόσεις Ιων, Αθήνα. Παυσανίας, 1992, Ελλάδος Περιήγησις τόμος 1 Αττικά, Αρχαία Ελληνική γραμματεία οι Ελληνες, εκδόσεις Χατζόπουλος Οδυσσέας, Αθήνα. Παυσανίας, 1992, Ελλάδος Περιήγησις τόμος 10 Πίνακες χάρτες εικόνες, Αρχαία Ελληνική γραμματεία οι Ελληνες, εκδόσεις Χατζόπουλος Οδυσσέας, Αθήνα. Σαμπατακάκης Νικόλαος Σ., 1991, Τεχνικογεωλογκή έρευνα του Λεκανοπεδίου των Αθηνών, Διδακτορική Διατριβή, Γεωλογικό Τμήμα Πανεπιστημίου Πατρών. Σοφού Έ. 1973, Χάρτης του Πειραιά ενταχθής το 1687 υπό των Βενετών, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. Σταμάτης Γ., Αντωνίου Β., Μιγκίρος Γ., 1994, Υδρογεωλογικές και γεωτεχνικές Συνθήκες κεντρικής Περιοχής Αθηνών, Δελτίο της Ελληνικής Γεωλογικής Εταιρίας, τόμος 30, 7ο Συνέδριο, Θεσσαλονίκη. Στράβων, ΑΠΑΝΤΑ 9 Γεωγραφικών Θ (Ανατολική Ελλάδα), Αρχαία Ελληνική γραμματεία Οι Έλληνες, εκδόσεις Χατζόπουλος Οδυσσέας, Αθήνα Στρούμπος Η., Τα πεπραγμένα υπό των δημάρχων Πειραιώς απο της συστάσεως του δήμου μέχρι της Ληξάσης τελευταίας περιόδου 1903 και περί πρακτέων εν τω μέλλοντι. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. Συριόπουλος Κ., 1994 τόμοι Α & Β, Η προϊστορική κατοίκησις της Ελλάδος και η Γένεσις του ελληνικού έθνους, Βιβλιοθήκη της εν Αθήναις αρχαιολογικής εταιρείας, αριθμ

192 Τρικαλινός Ι.Κ., Παρατηρήσεις τήνες επί δημοσιευθείσης μελέτης δια την γεωλογία της Ακροπόλεως, Annales geologiques des pays Helleniques 1e serie tome 29, pp Τρικκαλινός Ι.Κ., Η γεωλογία της Ακροπόλεως μικροτεκτονικαί έρευναι, Αθήνα, Γραφείο δημοσιευμάτων της ακαδημίας Αθηνών, Βιβλιοθήκη Ι.Γ.Μ.Ε. Μελέτη. Χαραλαμπάκης, Σ Συμβολή στη γνώση του Νεογενούς της Αττικής. Ann. Geol. Pays Hell. 1, σελ Χάρης Γιακουμής,Lucie Bonato, 2004, Από την Ολυμπία στην Αθήνα, Ένα φωτογραφικό ταξίδι στην πατρίδα των Ολυμπιακών Αγώνων, Εκδόσεις Μ.Τούμπης Α.Ε., Αθήνα. Χατζηδήμος Αθανάσιος Το λιμάνι του Πειραιά από ανέκδοτο χειρόγραφο του 18ου αιώνα και όπως το παρουσιάζουν οι περιηγητές και οι "πορτολάνοι" τον καιρό της τουρκοκρατίας, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη. 192

193 8. Παράρτημα. Φύλλα αποτελεσμάτων στατιστικής ανάλυσης των δειγμάτων από την γεώτρηση P2. 193

194 194

195 195

196 196

197 197

198 198

199 199

200 200

201 201

202 202

203 203

204 204

205 205

206 206

207 207

208 208

209 209

210 210

211 211

212 212

213 Φύλλα αποτελεσμάτων στατιστικής ανάλυσης των δειγμάτων από την γεώτρηση P4. 213

214 214

215 215

216 216

217 217

218 218

219 219

220 220

221 221

222 222

223 223

224 224

225 225

226 226

227 227

228 228

229 229

230 230

231 231

232 232

233 Χάρτης του Kaupert-Curtius για την περιοχή της πεδιάδας των Αθηνών του

234 Σχήμα: Λιθοστρωματογραφική ενότητα Β1, παράκτιες-λιμνοθαλάσσιες αποθέσεις, σε συνδυασμό με τις ισοϋψείς καμπύλες (2m) για περιγραφή της παλαιογεωγραφίας στην παράκτια περιοχή της πεδιάδας των Αθηνών. 234

235 Σχήμα: Λιθοστρωματογραφική ενότητα Β2, ποταμοχειμάρριες αποθέσεις, σε συνδυασμό με τις ισοϋψείς καμπύλες (2m) για περιγραφή της παλαιογεωγραφίας. 235

236 Σχήμα: Τρισδιάστατη απεικόνιση των 6 τομών της περιοχής μελέτης με διεύθυνση Β-Ν. 236

237 Σχήμα: Τρισδιάστατη απεικόνιση των 6 τομών της περιοχής μελέτης με διεύθυνση Α-Δ. 237

238 Σχήμα : Τρισδιάστατη απεικόνιση όλων των λιθοστρωματογραφικών ενοτήτων μαζί. 238

iv. Παράκτια Γεωμορφολογία

iv. Παράκτια Γεωμορφολογία iv. Παράκτια Γεωμορφολογία Η παράκτια ζώνη περιλαμβάνει, τόσο το υποθαλάσσιο τμήμα της ακτής, μέχρι το βάθος όπου τα ιζήματα υπόκεινται σε περιορισμένη μεταφορά εξαιτίας της δράσης των κυμάτων, όσο και

Διαβάστε περισσότερα

2. ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΝΕΟΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

2. ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΝΕΟΤΕΚΤΟΝΙΚΗ 2. 2.1 ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ Στο κεφάλαιο αυτό παρουσιάζεται συνοπτικά το Γεωλογικό-Σεισμοτεκτονικό περιβάλλον της ευρύτερης περιοχής του Π.Σ. Βόλου - Ν.Ιωνίας. Η ευρύτερη περιοχή της πόλης του

Διαβάστε περισσότερα

ΑΣΚΗΣΗ 3η. ΤΕΧΝΙΚΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΜΕΓΑΛΗΣ ΚΛΙΜΑΚΑΣ (π.χ.1:5000)

ΑΣΚΗΣΗ 3η. ΤΕΧΝΙΚΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΜΕΓΑΛΗΣ ΚΛΙΜΑΚΑΣ (π.χ.1:5000) ΑΣΚΗΣΗ 3η ΤΕΧΝΙΚΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΜΕΓΑΛΗΣ ΚΛΙΜΑΚΑΣ (π.χ.1:5000) 1 Τεχνικογεωλογικοί χάρτες μεγάλης κλίμακας Βασικός στόχος μιας γεωτεχνικής έρευνας είναι η ομαδοποίηση των γεωλογικών σχηματισμών

Διαβάστε περισσότερα

8ο Πανελλήνιο Συμποσιο Ωκεανογραφίας & Αλιείας 657

8ο Πανελλήνιο Συμποσιο Ωκεανογραφίας & Αλιείας 657 8ο Πανελλήνιο Συμποσιο Ωκεανογραφίας & Αλιείας 657 ΙΖΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΩΝ ΠΑΡΑΛΙΩΝ ΚΟΚΚΙΝΟ ΛΙΜΑΝΑΚΙ ΚΑΙ ΜΑΡΙΚΕΣ (ΠΕΡΙΟΧΗ ΡΑΦΗΝΑΣ) ΚΑΙ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΤΙΑΣ ΖΩΝΗΣ ΤΗΣ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ)

γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ) γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ) Α Κεφ. αβιοτικό κάθε στοιχείο που δεν έχει ζωή 4 αιολική διάβρωση Η διάβρωση που οφείλεται στον άνεμο 5 ακρωτήριο ακτογραμμή

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΛΕΤΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ Υ ΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΧΕΙΜΑΡΟΥ ΙΑΚΟΝΙΑΡΗ

ΜΕΛΕΤΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ Υ ΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΧΕΙΜΑΡΟΥ ΙΑΚΟΝΙΑΡΗ Ο.ΑΝ.Α.Κ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ Υ ΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΧΕΙΜΑΡΟΥ ΙΑΚΟΝΙΑΡΗ Σ.Ν. ΠΑΡΙΤΣΗΣ ΗΡΑΚΛΕΙΟ ΙΟΥΝΙΟΣ 2001

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΘΗΜΑ 1 ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑ Να γνωρίζεις τις έννοιες γεωγραφικό πλάτος, γεωγραφικό μήκος και πως αυτές εκφράζονται

ΜΑΘΗΜΑ 1 ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑ Να γνωρίζεις τις έννοιες γεωγραφικό πλάτος, γεωγραφικό μήκος και πως αυτές εκφράζονται ΜΑΘΗΜΑ 1 Π. Γ Κ Ι Ν Η Σ 1. Να γνωρίζεις τις έννοιες γεωγραφικό πλάτος, γεωγραφικό μήκος και πως αυτές εκφράζονται 2. Να μπορείς να δώσεις την σχετική γεωγραφική θέση ενός τόπου χρησιμοποιώντας τους όρους

Διαβάστε περισσότερα

4. γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο

4. γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο 4. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο 4. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο 4. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο /Ελληνικός χώρος Τα ελληνικά βουνά (και γενικότερα οι ορεινοί όγκοι της

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΑΝΤΙΠΛΗΜΜΥΡΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΥΤΙΚΟΥ ΛΕΚΑΝΟΠΕΔΙΟΥ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΑΝΤΙΠΛΗΜΜΥΡΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΥΤΙΚΟΥ ΛΕΚΑΝΟΠΕΔΙΟΥ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΑΝΤΙΠΛΗΜΜΥΡΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΥΤΙΚΟΥ ΛΕΚΑΝΟΠΕΔΙΟΥ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ Εισηγητής: Μ. Λιονής, Γεωλόγος Περιβαλλοντολόγος Μελετητής Με την συνεργασία της Κατερίνας Λιονή Γεωλόγου Μελετητή

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΓΕΩΛΟΓΙΚΗΣ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΓΕΩΛΟΓΙΚΗΣ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ Κεφάλαιο 1 ΓΕΩΛΟΓΙΚΗΣ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ Για τις ανάγκες της "Γεωλογικής Τεκτονικής Μελέτης Λεκανοπεδίου Αθηνών", που εκπονήθηκε από την ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου Αθηνών κατασκευάσθηκαν οι ακόλουθοι

Διαβάστε περισσότερα

Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Dra)

Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Dra) Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Dra) Δίνονται αεροφωτογραφίες για στερεοσκοπική παρατήρηση. Ο βορράς είναι προσανατολισμένος προς τα πάνω κατά την ανάγνωση των γραμμάτων και των αριθμών. Ερωτήσεις:

Διαβάστε περισσότερα

ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΕΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΚΟΡΙΝΘΟΥ

ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΕΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΚΟΡΙΝΘΟΥ 333 Πανεπιστήμιο Πατρών Τομέας Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Εργαστήριο Τεκτονικής ΔIΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΕΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΚΟΡΙΝΘΟΥ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

τον Τόμαρο και εκβάλλει στον Αμβρακικό και ο Άραχθος πηγάζει από τον Τόμαρο και εκβάλλει επίσης στον Αμβρακικό (Ήπειρος, Ζαγόρι).

τον Τόμαρο και εκβάλλει στον Αμβρακικό και ο Άραχθος πηγάζει από τον Τόμαρο και εκβάλλει επίσης στον Αμβρακικό (Ήπειρος, Ζαγόρι). Γεωγραφικά στοιχεία και κλίμα. Τα κυριότερα μορφολογικά χαρακτηριστικά του νομού Ιωαννίνων είναι οι ψηλές επιμήκεις οροσειρές και οι στενές κοιλάδες. Το συγκεκριμένο μορφολογικό ανάγλυφο οφείλεται αφενός

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Αντικείµενο της παρούσας µεταπτυχιακής εργασίας είναι η διερεύνηση της επίδρασης των σηράγγων του Μετρό επί του υδρογεωλογικού καθεστώτος πριν και µετά την κατασκευή τους. Στα πλαίσια της, παρουσιάζονται

Διαβάστε περισσότερα

Η ΣΤΑΘΜΗ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΧΘΕΣ, ΣΗΜΕΡΑ, ΑΥΡΙΟ

Η ΣΤΑΘΜΗ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΧΘΕΣ, ΣΗΜΕΡΑ, ΑΥΡΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΠΗΛΑΙΟΛΟΠΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Σίνα 32, Αθήνα 106 72, τηλ.210-3617824, φαξ 210-3643476, e- mails: ellspe@otenet.gr & info@speleologicalsociety.gr website: www.speleologicalsociety.gr ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

Διαβάστε περισσότερα

Τεχνική αναφορά για τη νήσο Κρήτη 1. Γεωλογικό Υπόβαθρο Σχήμα 1.

Τεχνική αναφορά για τη νήσο Κρήτη 1. Γεωλογικό Υπόβαθρο Σχήμα 1. Τεχνική αναφορά για τη νήσο Κρήτη 1. Γεωλογικό Υπόβαθρο Η γεωλογία της Κρήτης χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη κυρίως αλπικών και προαλπικών πετρωμάτων τα οποία συνθέτουν ένα πολύπλοκο οικοδόμημα τεκτονικών

Διαβάστε περισσότερα

Βασικές μέθοδοι στρωματογραφίας

Βασικές μέθοδοι στρωματογραφίας Βασικές μέθοδοι στρωματογραφίας ΛΙΘΟΣΤΡΩΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ ΒΙΟΣΤΡΩΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ ΧΡΟΝΟΣΤΡΩΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ Μαγνητοστρωματογραφία Σεισμική στρωματογραφία ΣΥΣΧΕΤΙΣΜΟΣ Παραλληλισμός στρωμάτων από περιοχή σε περιοχή με στόχο

Διαβάστε περισσότερα

Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Ouarkziz)

Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Ouarkziz) Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Ouarkziz) Δίνονται αεροφωτογραφίες για στερεοσκοπική παρατήρηση. Θεωρούμε ότι ο βορράς βρίσκεται προς τα πάνω κατά την ανάγνωση των γραμμάτων και των αριθμών. Ερωτήσεις:

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Για τη διευκόλυνση των σπουδαστών στη μελέτη τους και την καλύτερη κατανόηση των κεφαλαίων που περιλαμβάνονται στο βιβλίο ΓΕΝΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ Σημείωση: Το βιβλίο καλύπτει την ύλη

Διαβάστε περισσότερα

Τα ποτάμια και οι λίμνες της Ελλάδας. Λάγιος Βασίλειος, Εκπαιδευτικός

Τα ποτάμια και οι λίμνες της Ελλάδας. Λάγιος Βασίλειος, Εκπαιδευτικός Τα ποτάμια και οι λίμνες της Ελλάδας Λάγιος Βασίλειος, Εκπαιδευτικός Ποτάμι είναι το ρεύμα γλυκού νερού που κινείται από τα ψηλότερα (πηγές) προς τα χαμηλότερα μέρη της επιφάνειας της Γης (πεδινά) και

Διαβάστε περισσότερα

ΑΣΚΗΣΗ 5 η ΤΕΧΝΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ Ι ΤΕΧΝΙΚΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΣΗΡΑΓΓΑΣ

ΑΣΚΗΣΗ 5 η ΤΕΧΝΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ Ι ΤΕΧΝΙΚΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΣΗΡΑΓΓΑΣ ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΜΕΤΑΛΛΕΙΩΝ MΕΤΑΛΛΟΥΡΓΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΩΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΤΕΧΝ. ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ & ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΗΡΩΩΝ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ `9, 157 80 ΖΩΓΡΑΦΟΥ, ΑΘΗΝΑ NATIONAL TECHNICAL

Διαβάστε περισσότερα

Λιθοστρωματογραφία. Αποτελεί μέθοδο έρευνας της Στρωματογραφίας που έχει σκοπό την ταξινόμηση των ΣΤΡΩΜΕΝΩΝ πετρωμάτων

Λιθοστρωματογραφία. Αποτελεί μέθοδο έρευνας της Στρωματογραφίας που έχει σκοπό την ταξινόμηση των ΣΤΡΩΜΕΝΩΝ πετρωμάτων Λιθοστρωματογραφία Αποτελεί μέθοδο έρευνας της Στρωματογραφίας που έχει σκοπό την ταξινόμηση των ΣΤΡΩΜΕΝΩΝ πετρωμάτων σε ΕΝΟΤΗΤΕΣ με βάση τα λιθολογικά τους χαρακτηριστικά (σύσταση, χρώμα, στρώσεις, υφή,

Διαβάστε περισσότερα

ΦΑΚΕΛΟΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΕΥΧΟΣ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ (Τ.Τ.Δ.)

ΦΑΚΕΛΟΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΕΥΧΟΣ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ (Τ.Τ.Δ.) ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΝΟΜΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΣ ΝΕΑΣ ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑΣ ΝΕΑΣ ΧΑΛΚΗΔΟΝΑΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ: «ΜΕΛΕΤΗ ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΑΛΛΗΛΟΤΗΤΑΣ ΧΩΡΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟΥ» Α.Μ.: 124/2017 ΧΡΗΜ/ΣΗ: ΠΡΟΕΚ/ΜΕΝΗ ΑΜΟΙΒΗ: ΙΔΙΟΙ

Διαβάστε περισσότερα

Τμήμα Γεωγραφίας, Ζ Εξάμηνο σπουδών Αθήνα, 2017

Τμήμα Γεωγραφίας, Ζ Εξάμηνο σπουδών Αθήνα, 2017 Ιωάννης Μ. Τσόδουλος Δρ. Γεωλόγος Τμήμα Γεωγραφίας, Ζ Εξάμηνο σπουδών Αθήνα, 2017 Αλλουβιακά ριπίδια (alluvial fans) Είναι γεωμορφές αποθέσεις, σχήματος βεντάλιας ή κώνου που σχηματίζονται, συνήθως, όταν

Διαβάστε περισσότερα

Η Γεωλογία της περιοχής Λέντα- δυτικών Αστερουσίων

Η Γεωλογία της περιοχής Λέντα- δυτικών Αστερουσίων Η Γεωλογία της περιοχής Λέντα- δυτικών Αστερουσίων Διασκευή και τροποποίηση στοιχείων της Ειδικής Περιβαλλοντικής Μελέτης Περιοχής Αστερουσίων, του προγράμματος LIFE B4-3200/98/444,«Προστασία του Γυπαετού

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ Ενότητα 8

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ Ενότητα 8 ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ Ενότητα 8: Ζώνη Παρνασσού, Ζώνη Βοιωτίας, Υποπελαγονική Ζώνη Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Άδειες Χρήσης Το παρόν υλικό διατίθεται με τους όρους

Διαβάστε περισσότερα

Υ ΡΟΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ Υδροπερατοί σχηµατισµοί. Ανάπτυξη φρεάτιων υδροφόρων οριζόντων. α/α ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ.

Υ ΡΟΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ Υδροπερατοί σχηµατισµοί. Ανάπτυξη φρεάτιων υδροφόρων οριζόντων. α/α ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ. ΠΕΡΙΛΗΨΗ Στόχος της παρούσας εργασίας είναι η διερεύνηση του υδρογεωλογικού καθεστώτος της λεκάνης του Αλµυρού Βόλου και σε συνδυασµό µε την ανάλυση του ποιοτικού καθεστώτος των υπόγειων νερών της περιοχής,

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης. Γιώργος Πρίμπας

Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης. Γιώργος Πρίμπας Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης Γιώργος Πρίμπας Το παρόν φωτογραφικό άλμπουμ είναι ένα αφιέρωμα για τους τρεις μεγάλης αρχαιολογικής αξίας χώρους στην περιοχή

Διαβάστε περισσότερα

Για να περιγράψουμε την ατμοσφαιρική κατάσταση, χρησιμοποιούμε τις έννοιες: ΚΑΙΡΟΣ. και ΚΛΙΜΑ

Για να περιγράψουμε την ατμοσφαιρική κατάσταση, χρησιμοποιούμε τις έννοιες: ΚΑΙΡΟΣ. και ΚΛΙΜΑ Το κλίμα της Ευρώπης Το κλίμα της Ευρώπης Για να περιγράψουμε την ατμοσφαιρική κατάσταση, χρησιμοποιούμε τις έννοιες: ΚΑΙΡΟΣ και ΚΛΙΜΑ Καιρός: Οι ατμοσφαιρικές συνθήκες που επικρατούν σε μια περιοχή, σε

Διαβάστε περισσότερα

Πως επηρεάζεται το μικρόκλιμα μιας περιοχής από την τοπογραφία (πειραματική έρευνα) Ομάδα Μαθητών: Συντονιστής καθηγητής: Λύκειο Αγίου Αντωνίου

Πως επηρεάζεται το μικρόκλιμα μιας περιοχής από την τοπογραφία (πειραματική έρευνα) Ομάδα Μαθητών: Συντονιστής καθηγητής: Λύκειο Αγίου Αντωνίου 1 Πως επηρεάζεται το μικρόκλιμα μιας περιοχής από την τοπογραφία (πειραματική έρευνα) Ομάδα Μαθητών: Ζαντής Γιώργος, Παρεκκλησίτης Ορέστης, Ιωάννου Γιώργος Συντονιστής καθηγητής: Νικόλας Νικολάου Λύκειο

Διαβάστε περισσότερα

ΜΗΤΡΙΚΟΣ ΘΗΛΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΓΝΩΣΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕΧΡΙ ΚΑΙ 10 ΧΡΟΝΩΝ

ΜΗΤΡΙΚΟΣ ΘΗΛΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΓΝΩΣΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕΧΡΙ ΚΑΙ 10 ΧΡΟΝΩΝ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ ΜΗΤΡΙΚΟΣ ΘΗΛΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΓΝΩΣΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕΧΡΙ ΚΑΙ 10 ΧΡΟΝΩΝ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Ονοματεπώνυμο Κεντούλλα Πέτρου Αριθμός Φοιτητικής Ταυτότητας 2008761539 Κύπρος

Διαβάστε περισσότερα

Η Αφρική είναι η τρίτη σε μέγεθος ήπειρος του πλανήτη μας, μετά την Ασία και την Αμερική. Η έκτασή της είναι, χωρίς τα νησιά, 29,2 εκατομμύρια τετρ. χ

Η Αφρική είναι η τρίτη σε μέγεθος ήπειρος του πλανήτη μας, μετά την Ασία και την Αμερική. Η έκτασή της είναι, χωρίς τα νησιά, 29,2 εκατομμύρια τετρ. χ Β. Π. Γ. Π. Η Αφρική είναι η τρίτη σε μέγεθος ήπειρος του πλανήτη μας, μετά την Ασία και την Αμερική. Η έκτασή της είναι, χωρίς τα νησιά, 29,2 εκατομμύρια τετρ. χιλιόμετρα, ενώ με τα νησιά φτάνει τα 30,2

Διαβάστε περισσότερα

Α.3.4. Προκαταρκτική Μελέτη Γεωλογικής Καταλληλότητας

Α.3.4. Προκαταρκτική Μελέτη Γεωλογικής Καταλληλότητας Α.3.4. Προκαταρκτική Μελέτη Γεωλογικής Καταλληλότητας Εισαγωγή Ο σκοπός της παρούσας μελέτης είναι ο εντοπισμός τμημάτων καταρχήν κατάλληλων από γεωλογική άποψη για οικιστική ή άλλη συναφή με δόμηση ανάπτυξη,

Διαβάστε περισσότερα

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗΣ Το κλίμα μιας γεωγραφικής περιοχής διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο από τους 3 παρακάτω παράγοντες: 1)το γεωγραφικό πλάτος 2)την αναλογία ξηράς/θάλασσας 3)το

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΡΟΣ 1 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 1. Γεωλογείν περί Σεισμών...3. 2. Λιθοσφαιρικές πλάκες στον Ελληνικό χώρο... 15. 3. Κλάδοι της Γεωλογίας των σεισμών...

ΜΕΡΟΣ 1 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 1. Γεωλογείν περί Σεισμών...3. 2. Λιθοσφαιρικές πλάκες στον Ελληνικό χώρο... 15. 3. Κλάδοι της Γεωλογίας των σεισμών... ΜΕΡΟΣ 1 1. Γεωλογείν περί Σεισμών....................................3 1.1. Σεισμοί και Γεωλογία....................................................3 1.2. Γιατί μελετάμε τους σεισμούς...........................................

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΒΡΩΣΗ ΑΝΑΓΛΥΦΟΥ. Δρ Γεώργιος Μιγκίρος

ΔΙΑΒΡΩΣΗ ΑΝΑΓΛΥΦΟΥ. Δρ Γεώργιος Μιγκίρος ΔΙΑΒΡΩΣΗ ΕΞΩΜΑΛΥΝΣΗ ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΑΝΑΓΛΥΦΟΥ Δρ Γεώργιος Μιγκίρος Καθηγητής Γεωλογίας ΓΠΑ Ο πλανήτης Γη έτσι όπως φωτογραφήθηκε το 1972 από τους αστροναύτες του Απόλλωνα 17 στην πορεία τους για τη σελήνη. Η

Διαβάστε περισσότερα

Ιωάννης Μ. Τσόδουλος Δρ. Γεωλόγος

Ιωάννης Μ. Τσόδουλος Δρ. Γεωλόγος Ιωάννης Μ. Τσόδουλος Δρ. Γεωλόγος Τμήμα Γεωγραφίας, Ζ Εξάμηνο σπουδών Αθήνα, 2016 Διδασκαλία-Αξιολόγηση 13 εβδομάδες παραδόσεις και εργαστηριακές ασκήσεις, παραδόσεις: 2 ώρες/εβδομάδα, εργαστηριακές ασκήσεις:

Διαβάστε περισσότερα

Στρωματογραφία-Ιστορική γεωλογία. Ιστορική γεωλογία Δρ. Ηλιόπουλος Γεώργιος Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας

Στρωματογραφία-Ιστορική γεωλογία. Ιστορική γεωλογία Δρ. Ηλιόπουλος Γεώργιος Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Στρωματογραφία-Ιστορική γεωλογία Ιστορική γεωλογία Δρ. Ηλιόπουλος Γεώργιος Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Σκοποί ενότητας Σκοπός της ενότητας είναι η εξοικείωση με τους κλάδους της ιστορικής γεωλογίας.

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΘΑΛΑΣΣΙΑΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩΔΥΝΑΜΙΚΗΣ ΘΕΜΑ: ΠΑΓΕΤΩΔΕΙΣ ΚΑΙ KΑΡΣΤΙΚΕΣ ΓΕΩΜΟΡΦΕΣ ΣΤΟΝ ΠΑΡΝΑΣΣΟ (ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ)

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΘΑΛΑΣΣΙΑΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩΔΥΝΑΜΙΚΗΣ ΘΕΜΑ: ΠΑΓΕΤΩΔΕΙΣ ΚΑΙ KΑΡΣΤΙΚΕΣ ΓΕΩΜΟΡΦΕΣ ΣΤΟΝ ΠΑΡΝΑΣΣΟ (ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ) ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΜΕΑΣ: ΓΕΝΙΚΗΣ ΘΑΛΑΣΣΙΑΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩΔΥΝΑΜΙΚΗΣ ΘΕΜΑ: ΠΑΓΕΤΩΔΕΙΣ ΚΑΙ KΑΡΣΤΙΚΕΣ ΓΕΩΜΟΡΦΕΣ ΣΤΟΝ ΠΑΡΝΑΣΣΟ (ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ) ΛΥΤΟΣΕΛΙΤΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΠΑΤΡΑ 2014 ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ 1.Εισαγωγή...

Διαβάστε περισσότερα

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΚΔΡΟΜΗ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΚΔΡΟΜΗ ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΚΔΡΟΜΗ ΣΤΗ ΔΥΤΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ 1-4 Ιουνίου 2010 Πρόγραμμα - Δρομολόγιο Σύνταξη Επιμέλεια: Καθηγητής Μιχ. Σταματάκης

Διαβάστε περισσότερα

Περίληψη. Βογιατζή Χρυσάνθη Προσοµοίωση Παράκτιου Υδροφορέα Βόρειας Κω

Περίληψη. Βογιατζή Χρυσάνθη Προσοµοίωση Παράκτιου Υδροφορέα Βόρειας Κω i Περίληψη Η περιοχή που εξετάζεται βρίσκεται στην νήσο Κω, η οποία ανήκει στο νησιωτικό σύµπλεγµα των ωδεκανήσων και εντοπίζεται στο νοτιοανατολικό τµήµα του Ελλαδικού χώρου. Ειδικότερα, η στενή περιοχή

Διαβάστε περισσότερα

4.1. Αποτελέσµατα µετρήσεων φυσικοχηµικών παραµέτρων... 74 Στον παρακάτω πίνακα παρουσιάζονται τα βασικά στατιστικά στοιχεία του συνόλου των

4.1. Αποτελέσµατα µετρήσεων φυσικοχηµικών παραµέτρων... 74 Στον παρακάτω πίνακα παρουσιάζονται τα βασικά στατιστικά στοιχεία του συνόλου των ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. ΠΕΡΙΛΗΨΗ... 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 3 2. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ... 5 2.1. Γενικά... 5 2.2. Γεωµορφολογικά χαρακτηριστικά της περιοχής µελέτης... 8 2.2.1 Τοπογραφία της περιοχής µελέτης...

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ Επιβλέπων Καθηγητής: Δρ. Νίκος Μίτλεττον Η ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΜΗΤΡΙΚΟΥ ΘΗΛΑΣΜΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗ ΔΙΑΒΗΤΗ ΤΥΠΟΥ 2 ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ Ονοματεπώνυμο: Ιωσηφίνα

Διαβάστε περισσότερα

Χαρτογράφηση Δείκτη Παράκτιας Τρωτότητας

Χαρτογράφηση Δείκτη Παράκτιας Τρωτότητας Χαρτογράφηση Δείκτη Παράκτιας Τρωτότητας Μάθημα: Εφαρμογές Γεωπληροφορικής στη Διαχείριση Καταστροφών ΜΠΣ, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Γεωγραφίας Χαλκιάς Χρίστος, Αν. Καθηγητής, Αντιγόνη Φάκα Δρ. Τμήματος

Διαβάστε περισσότερα

Μεταπτυχιακή Διατριβή

Μεταπτυχιακή Διατριβή ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Μεταπτυχιακή Διατριβή Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΣΤΑΘΜΟΥ ΑΦΑΛΑΤΩΣΗΣ ΣΤΟ ΒΑΣΙΛΙΚΟ ΣΤΟ ΘΑΛΑΣΣΙΟ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑ Κατερίνα

Διαβάστε περισσότερα

ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΚΑΙ ΒΙΩΣΙΜΗ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΛΗΜΜΥΡΙΚΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΣΕ ΕΠΙΠΕ Ο ΛΕΚΑΝΗΣ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΜΕ ΧΡΗΣΗ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ ΜΟΝΤΕΛΩΝ ΚΑΙ GIS

ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΚΑΙ ΒΙΩΣΙΜΗ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΛΗΜΜΥΡΙΚΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΣΕ ΕΠΙΠΕ Ο ΛΕΚΑΝΗΣ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΜΕ ΧΡΗΣΗ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ ΜΟΝΤΕΛΩΝ ΚΑΙ GIS ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΓΕΩΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ Υπεύθυνος Καθηγητής: Καρατζάς Γεώργιος ΠΕΡΙΛΗΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ Ι ΑΚΤΟΡΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΒΗΣ Κουργιαλάς Ν. Νεκτάριος ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ

Διαβάστε περισσότερα

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΜΕΤΑΛΛΕΙΩΝ ΜΕΤΑΛΛΟΥΡΓΩΝ ΗΡΩΩΝ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ ΖΩΓΡΑΦΟΥ ΑΘΗΝΑ

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΜΕΤΑΛΛΕΙΩΝ ΜΕΤΑΛΛΟΥΡΓΩΝ ΗΡΩΩΝ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ ΖΩΓΡΑΦΟΥ ΑΘΗΝΑ ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΜΕΤΑΛΛΕΙΩΝ ΜΕΤΑΛΛΟΥΡΓΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΩΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΗΡΩΩΝ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ 9 15780 ΖΩΓΡΑΦΟΥ ΑΘΗΝΑ Αντικείμενο της Άσκησης ης Η ανάδειξη της σημασίας που έχει η απεικόνιση

Διαβάστε περισσότερα

Ενιαία ΜΠΚΕ Ελλάδας Παράρτημα 4.8 Δυτικό Τμήμα Γεωλογία

Ενιαία ΜΠΚΕ Ελλάδας Παράρτημα 4.8 Δυτικό Τμήμα Γεωλογία Παράρτημα.8 Δυτικό Τμήμα Γεωλογία ORIGINAL SIZE ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΟΔΕΥΣΗ ΑΓΩΓΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΥΤΙΚΟ) ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΑΝΑΤΟΛΙΚΟ) ΑΛΒΑΝΙΑ ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΡΓΟΥ np ΔΙΑΔΡΟΜΟΣ χλμ ΔΙΑΔΡΟΜΟΣ 5 μ. ΧΩΡΟΙ ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΘΕΜΑΤΑ. ήταν ο κάθε ένας από αυτούς και σε ποιον από αυτούς σχηματίστηκε η Ελλάδα;

ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΘΕΜΑΤΑ. ήταν ο κάθε ένας από αυτούς και σε ποιον από αυτούς σχηματίστηκε η Ελλάδα; ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΘΕΜΑ 1 ο (Μονάδες 3,3) 1. Ποια είναι η διοικητική ιεραρχία των πόλεων στην Ελλάδα; Πως λέγεται ο διοικητής του κάθε διοικητικού τομέα; 2. Ποιους γεωλογικούς αιώνες περιλαμβάνει η γεωλογική

Διαβάστε περισσότερα

Ημερίδα Η έρευνα των αρχαίων συστημάτων ύδρευσης του Πειραιά στο πλαίσιο των έργων του ΜΕΤΡΟ. Μια πρώτη θεώρηση.

Ημερίδα Η έρευνα των αρχαίων συστημάτων ύδρευσης του Πειραιά στο πλαίσιο των έργων του ΜΕΤΡΟ. Μια πρώτη θεώρηση. Ημερίδα Η έρευνα των αρχαίων συστημάτων ύδρευσης του Πειραιά στο πλαίσιο των έργων του ΜΕΤΡΟ. Μια πρώτη θεώρηση. Αθήνα 15 Μαΐου 2015 Συνδιοργάνωση Εφορεία Αρχαιοτήτων Δυτικής Αττικής, Πειραιώς και Νήσων

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΟ ΚΛΙΜΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ & Κλίµα / Χλωρίδα / Πανίδα της Κύπρου

ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΟ ΚΛΙΜΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ & Κλίµα / Χλωρίδα / Πανίδα της Κύπρου ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΟ ΚΛΙΜΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ & Κλίµα / Χλωρίδα / Πανίδα της Κύπρου Παρουσίαση Γιώργος Σέκκες Καθηγητής Γεωγραφίας Λευκωσία 2017 Ερώτηση! Ποια η διάφορα µεταξύ του κλίµατος

Διαβάστε περισσότερα

Παράκτιοι κρημνοί Γεωμορφές βραχωδών ακτών & Ακτόλιθοι

Παράκτιοι κρημνοί Γεωμορφές βραχωδών ακτών & Ακτόλιθοι Παράκτιοι κρημνοί Γεωμορφές βραχωδών ακτών & Ακτόλιθοι Δρ. Δρ. Νίκη Ευελπίδου Αναπλ. Καθηγήτρια Τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Δρ. Άννα Καρκάνη Τμήμα

Διαβάστε περισσότερα

2. ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ Υ ΡΟΣΦΑΙΡΑΣ

2. ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ Υ ΡΟΣΦΑΙΡΑΣ 2. ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ Υ ΡΟΣΦΑΙΡΑΣ 2.1 Ωκεανοί και Θάλασσες. Σύµφωνα µε τη ιεθνή Υδρογραφική Υπηρεσία (International Hydrographic Bureau, 1953) ως το 1999 θεωρούντο µόνο τρεις ωκεανοί: Ο Ατλαντικός, ο Ειρηνικός

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΘΗΜΑ 16 ΤΑ ΒΟΥΝΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΕΔΙΑΔΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ

ΜΑΘΗΜΑ 16 ΤΑ ΒΟΥΝΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΕΔΙΑΔΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΜΑΘΗΜΑ 16 ΤΑ ΒΟΥΝΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΕΔΙΑΔΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ Η Ευρώπη είναι ήπειρος κυρίως πεδινή, χωρίς έντονο ανάγλυφο. Τα 2/3 της ηπείρου είναι πεδινές εκτάσεις. Έχει το χαμηλότερο μέσο υψόμετρο από την επιφάνεια

Διαβάστε περισσότερα

Η δομή των πετρωμάτων ως παράγοντας ελέγχου του αναγλύφου

Η δομή των πετρωμάτων ως παράγοντας ελέγχου του αναγλύφου Κεφάλαιο 11 ο : Η ΔΟΜΗ ΤΩΝ ΠΕΤΡΩΜΑΤΩΝ Η δομή των πετρωμάτων ως παράγοντας ελέγχου του αναγλύφου Στο κεφάλαιο αυτό θα ασχοληθούμε με τις δευτερογενείς μορφές του αναγλύφου που προκύπτουν από τη δράση της

Διαβάστε περισσότερα

ΕΜΠ - Σχολή Πολιτικών Μηχανικών. Εφορεία Δυτικής Αττικής Πειραιώς και Νήσων

ΕΜΠ - Σχολή Πολιτικών Μηχανικών. Εφορεία Δυτικής Αττικής Πειραιώς και Νήσων Εφορεία Δυτικής Αττικής Πειραιώς και Νήσων ΕΜΠ - Σχολή Πολιτικών Μηχανικών Τεχνικογεωλογικά χαρακτηριστικά της «Μάργας του Πειραιά» - Συγκριτική ποιοτική ανάλυση της συμπεριφοράς της στις αρχαίες και σύγχρονες

Διαβάστε περισσότερα

ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΗ ΠΕΤΡΩΜΑΤΑ

ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΗ ΠΕΤΡΩΜΑΤΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ Η εφαρμογή των γεωλογικών πληροφοριών σε ολόκληρο το φάσμα της αλληλεπίδρασης μεταξύ των ανθρώπων και του φυσικού τους περιβάλλοντος Η περιβαλλοντική γεωλογία είναι εφαρμοσμένη

Διαβάστε περισσότερα

Τηλεπισκόπηση και Γεωγραφικά Συστήματα Πληροφοριών (ΓΣΠ) στη διαχείριση περιβαλλοντικών κινδύνων πλημμύρες

Τηλεπισκόπηση και Γεωγραφικά Συστήματα Πληροφοριών (ΓΣΠ) στη διαχείριση περιβαλλοντικών κινδύνων πλημμύρες Τηλεπισκόπηση και Γεωγραφικά Συστήματα Πληροφοριών (ΓΣΠ) στη διαχείριση περιβαλλοντικών κινδύνων πλημμύρες Από Καθηγητή Ιωάννη Ν. Χατζόπουλο, διευθυντή του Εργαστηρίου Τηλεπισκόπησης & ΣΓΠ του Τμήματος

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Ενότητα 2: Η Ζώνη της Τρίπολης. Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Ενότητα 2: Η Ζώνη της Τρίπολης. Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ Ενότητα 2: Η Ζώνη της Τρίπολης Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Άδειες Χρήσης Το παρόν υλικό διατίθεται με τους όρους της άδειας χρήσης Creative Commons

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ. Α/Α ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΦΩΤ. ΠΕΡΙΟΧΗ 1 Π1 Γενική άποψη του ΝΑ/κού τμήματος της περιοχής Φ1

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ. Α/Α ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΦΩΤ. ΠΕΡΙΟΧΗ 1 Π1 Γενική άποψη του ΝΑ/κού τμήματος της περιοχής Φ1 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ α) Παρατηρήσεις ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ Α/Α ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΦΩΤ. ΠΕΡΙΟΧΗ 1 Π1 Γενική άποψη του ΝΑ/κού τμήματος της περιοχής Φ1 Π2 ρόμος που συμπίπτει με γραμμή απορροής ρέματος Φ2 Π3 Μπάζα από οικοδομικά υλικά,

Διαβάστε περισσότερα

ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 ΩΚΕΑΝΟΙ Ωκεανοί Ωκεάνιες λεκάνες

ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 ΩΚΕΑΝΟΙ Ωκεανοί Ωκεάνιες λεκάνες ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 ΩΚΕΑΝΟΙ Ωκεανοί Ωκεάνιες λεκάνες Ωκεανοί Το νερό καλύπτει τα δύο τρίτα της γης και το 97% όλου του κόσµου υ και είναι κατοικία εκατοµµυρίων γοητευτικών πλασµάτων. Οι ωκεανοί δηµιουργήθηκαν

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 1. Γεωμορφολογία Ποταμών Μόνιμη δίαιτα ποταμών Σχηματισμός διατομής ποταμού

Κεφάλαιο 1. Γεωμορφολογία Ποταμών Μόνιμη δίαιτα ποταμών Σχηματισμός διατομής ποταμού Κεφάλαιο 1 Γεωμορφολογία Ποταμών Σύνοψη Προαπαιτούμενη γνώση Το παρόν αποτελεί ένα εισαγωγικό κεφάλαιο προς κατανόηση της εξέλιξης των ποταμών, σε οριζοντιογραφία, κατά μήκος τομή και εγκάρσια τομή (διατομή),

Διαβάστε περισσότερα

Yarlung Tsangpo River, Tibet. Πηγή: Τμήμα Γεωγραφίας, Ζ Εξάμηνο σπουδών Αθήνα, 2017

Yarlung Tsangpo River, Tibet. Πηγή:  Τμήμα Γεωγραφίας, Ζ Εξάμηνο σπουδών Αθήνα, 2017 Yarlung Tsangpo River, Tibet Ιωάννης Μ. Τσόδουλος Δρ. Γεωλόγος Πηγή: http://photojournal.jpl.nasa.gov/catalog/pia03708 Τμήμα Γεωγραφίας, Ζ Εξάμηνο σπουδών Αθήνα, 2017 Ποτάμια γεωμορφολογία Τύποι υδρογραφικών

Διαβάστε περισσότερα

ΠΙΛΟΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΗΣ ΛΕΚΑΝΗΣ ΠΟΤΑΜΟΥ ΝΕΣΤΟΥ

ΠΙΛΟΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΗΣ ΛΕΚΑΝΗΣ ΠΟΤΑΜΟΥ ΝΕΣΤΟΥ INTERREG IIIA / PHARE CBC ΕΛΛΑΔΑ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ: ΠΙΛΟΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΗΣ ΛΕΚΑΝΗΣ ΠΟΤΑΜΟΥ ΝΕΣΤΟΥ Καθηγητής Βασίλειος A. Τσιχριντζής Διευθυντής, Εργαστήριο Οικολογικής Μηχανικής και Τεχνολογίας

Διαβάστε περισσότερα

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΤΑ KOPPEN Το κλίμα μιας γεωγραφικής περιοχής διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο από τους 3 παρακάτω παράγοντες: 1) το

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΤΑ KOPPEN Το κλίμα μιας γεωγραφικής περιοχής διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο από τους 3 παρακάτω παράγοντες: 1) το ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΤΑ KOPPEN Το κλίμα μιας γεωγραφικής περιοχής διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο από τους 3 παρακάτω παράγοντες: 1) το γεωγραφικό πλάτος 2) την αναλογία ξηράς/θάλασσας 3) το

Διαβάστε περισσότερα

ΠΟΤΑΜΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ

ΠΟΤΑΜΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΠΟΤΑΜΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ 2 η ΕΝΟΤΗΤΑ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΩΝ ΑΣΚΗΣΕΩΝ Εκτίμηση ποτάμιας διάβρωσης Σκοπός της εργασίας: Να εκτιμηθεί ποσοτικά η ποτάμια διάβρωση κατά μήκος οκτώ χειμάρρων στη βόρεια Πελοπόννησο. Να βρεθεί

Διαβάστε περισσότερα

Αποθέσεις ανθρακικών ορυκτών σε παλαιολίμνες του Ελληνικού χώρου κατά τη διάρκεια της τελευταίας παγετώδους περιόδου

Αποθέσεις ανθρακικών ορυκτών σε παλαιολίμνες του Ελληνικού χώρου κατά τη διάρκεια της τελευταίας παγετώδους περιόδου Αποθέσεις ανθρακικών ορυκτών σε παλαιολίμνες του Ελληνικού χώρου κατά τη διάρκεια της τελευταίας παγετώδους περιόδου Αριστομένης Π. Καραγεώργης 1, Χρήστος Αναγνώστου 1, Θεόδωρος Κανελλόπουλος 1, Rolf O.

Διαβάστε περισσότερα

Θέμα μας το κλίμα. Και οι παράγοντες που το επηρεάζουν.

Θέμα μας το κλίμα. Και οι παράγοντες που το επηρεάζουν. Θέμα μας το κλίμα. Και οι παράγοντες που το επηρεάζουν. 1 Που συμβαίνουν οι περισσότερες βροχοπτώσεις; Κυρίως στη θάλασσα. Και μάλιστα στο Ισημερινό. Είδαμε γιατί στο προηγούμενο μάθημα. Ρίξε μία ματιά.

Διαβάστε περισσότερα

νήσο Λέσβο» Παρουσίαση Εργασίας µε Τίτλο: 11 ο ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΝΕ ΡΙΟ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑΣ Κατερίνα Τζαβέλλα ΝΑΥΠΛΙΟ 8-10 εκεµβρίου 2010

νήσο Λέσβο» Παρουσίαση Εργασίας µε Τίτλο: 11 ο ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΝΕ ΡΙΟ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑΣ Κατερίνα Τζαβέλλα ΝΑΥΠΛΙΟ 8-10 εκεµβρίου 2010 11 ο ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΝΕ ΡΙΟ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑΣ «H Χαρτογραφία του Ελληνικού Κράτους» ΝΑΥΠΛΙΟ 8-10 εκεµβρίου 2010 Παρουσίαση Εργασίας µε Τίτλο: «H Συµβολή της Τηλεπισκόπησης και των Γεωγραφικών Συστηµάτων Πληροφοριών

Διαβάστε περισσότερα

Παλαιογεωγραφική εξέλιξη της Νισύρου.

Παλαιογεωγραφική εξέλιξη της Νισύρου. Παλαιογεωγραφική εξέλιξη της Νισύρου. Δρ. Παρασκευή Νομικού Λέκτωρ Ωκεανογραφίας Τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος Εθνικό & Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Η ηφαιστειακή εξέλιξη της Νισύρου άρχισε

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 3: ΓΕΩΛΟΓΙΚΟΙ ΧΑΡΤΕΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 3: ΓΕΩΛΟΓΙΚΟΙ ΧΑΡΤΕΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 3: ΓΕΩΛΟΓΙΚΟΙ ΧΑΡΤΕΣ ΔΙΔΑΣΚΩΝ : Ι. ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΑΓΡΙΝΙΟ, 2016 ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 3:

Διαβάστε περισσότερα

ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΩΝ ΟΡΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΤΑΞΕΙΣ Α ΚΑΙ Β

ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΩΝ ΟΡΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΤΑΞΕΙΣ Α ΚΑΙ Β ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΩΝ ΟΡΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΤΑΞΕΙΣ Α ΚΑΙ Β ΕΙΣΑΓΩΓΗ Στο έγγραφο παρουσιάζονται οι ορισμοί λέξεων που αντιπροσωπεύουν έννοιες που απαντώνται στις ενότητες των τάξεων Α και Β. Η ερμηνείες που δίνονται

Διαβάστε περισσότερα

Ποτάµια ράση ΠΟΤΑΜΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ. Ποτάµια ιάβρωση. Ποτάµια Μεταφορά. Ποτάµια Απόθεση. Βασικό επίπεδο

Ποτάµια ράση ΠΟΤΑΜΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ. Ποτάµια ιάβρωση. Ποτάµια Μεταφορά. Ποτάµια Απόθεση. Βασικό επίπεδο ΠΟΤΑΜΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ Η µορφολογία του επιφανειακού αναγλύφου που έχει δηµιουργηθεί από δράση του τρεχούµενου νερού ονοµάζεται ποτάµια µορφολογία. Οι διεργασίες δηµιουργίας της ονοµάζονται ποτάµιες διεργασίες

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΝΟΜΟΣ ΑΡΚΑΔΙΑΣ

ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΝΟΜΟΣ ΑΡΚΑΔΙΑΣ ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΝΟΜΟΣ ΑΡΚΑΔΙΑΣ ΘΕΣΗ 1 Εισαγωγή - Ιστορικό Στον επαρχιακό οδικό άξονα Τρίπολης Ολυμπίας, στο ύψος του Δήμου Λαγκαδίων, έχουν παρουσιασθεί κατά το παρελθόν αλλά

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΤΟ ΟΡΟΣ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙ (ΛΑΚΜΟΣ)

ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΤΟ ΟΡΟΣ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙ (ΛΑΚΜΟΣ) ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΤΟ ΟΡΟΣ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙ (ΛΑΚΜΟΣ) Θεσσαλονίκη 2011 Η απόφαση για μια αναγνωριστική αποστολή πάνω από το χωριό Χαλίκι, στο όρος Λάκμος ή Περιστέρι, πάρθηκε κατά τη διάρκεια της αποστολής του συλλόγου

Διαβάστε περισσότερα

8ο Πανελλήνιο Συμποσιο Ωκεανογραφίας & Αλιείας 733

8ο Πανελλήνιο Συμποσιο Ωκεανογραφίας & Αλιείας 733 8ο Πανελλήνιο Συμποσιο Ωκεανογραφίας & Αλιείας 733 ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΣΥΝΘΕΤΩΝ ΑΛΛΟΥΒΙΑΚΩΝ ΚΑΙ ΔΕΛΤΑΪΚΩΝ ΡΙΠΙΔΙΩΝ ΣΤΟ ΧΕΡΣΑΙΟ ΚΑΙ ΥΠΟΘΑΛΑΣΣΙΟ ΧΩΡΟ ΤΗΣ ΠΕΔΙΑΔΑΣ ΤΟΥ ΜΑΡΑΘΩΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥ Ν. ΕΥΒΟΪΚΟΥ ΚΟΛΠΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟ

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή εργασία

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή εργασία ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Πτυχιακή εργασία ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΙ ΑΛΓΟΡΙΘΜΟΙ ΓΙΑ ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΩΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗΣ ΑΠΟΔΟΣΗΣ ΚΤΙΡΙΩΝ Εβελίνα Θεμιστοκλέους

Διαβάστε περισσότερα

ΙΣΟΥΨΕΙΣ ΚΑΜΠΥΛΕΣ- ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

ΙΣΟΥΨΕΙΣ ΚΑΜΠΥΛΕΣ- ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑ 16_10_2012 ΙΣΟΥΨΕΙΣ ΚΑΜΠΥΛΕΣ- ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 2.1 Απεικόνιση του ανάγλυφου Μια εδαφική περιοχή αποτελείται από εξέχουσες και εισέχουσες εδαφικές μορφές. Τα εξέχοντα εδαφικά τμήματα βρίσκονται μεταξύ

Διαβάστε περισσότερα

Μετεωρολογία Κλιματολογία (ΘΕΩΡΙΑ):

Μετεωρολογία Κλιματολογία (ΘΕΩΡΙΑ): Μετεωρολογία Κλιματολογία (ΘΕΩΡΙΑ): Μιχάλης Βραχνάκης Αναπληρωτής Καθηγητής ΤΕΙ Θεσσαλίας ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 6 ΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. Η ΓΗ ΚΑΙ Η ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2. ΗΛΙΑΚΗ ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3. ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ

Διαβάστε περισσότερα

ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟ. Dr. Βανδαράκης Δημήτριος (dbandarakis@hua.gr) Dr. Παυλόπουλος Κοσμάς Καθηγητής (kpavlop@hua.

ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟ. Dr. Βανδαράκης Δημήτριος (dbandarakis@hua.gr) Dr. Παυλόπουλος Κοσμάς Καθηγητής (kpavlop@hua. ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟ Dr. Βανδαράκης Δημήτριος (dbandarakis@hua.gr) Dr. Παυλόπουλος Κοσμάς Καθηγητής (kpavlop@hua.gr) ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ ΤΜΗΜΑΤΑ ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΩΝ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ

Διαβάστε περισσότερα

Γνωρίζοντας τι θα χαρτογραφήσουμε. i) Γεωλογικούς σχηματισμούς (πετρώματα), ii) Επαφές (όρια), iii) Τεκτονικές δομές & στοιχεία, iv) Άλλα

Γνωρίζοντας τι θα χαρτογραφήσουμε. i) Γεωλογικούς σχηματισμούς (πετρώματα), ii) Επαφές (όρια), iii) Τεκτονικές δομές & στοιχεία, iv) Άλλα Γνωρίζοντας τι θα χαρτογραφήσουμε 1 i) Γεωλογικούς σχηματισμούς (πετρώματα), ii) Επαφές (όρια), iii) Τεκτονικές δομές & στοιχεία, iv) Άλλα ΠΕΤΡΩΜΑΤΑ ΣΤΡΩΜΑΤΑ ΛΙΘΟΛΟΓΙΚΟΥΣ ΤΥΠΟΥΣ ΛΙΘΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΝΟΤΗΤΕΣ ΓΕΩΛΟΓΙΚΟΥΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΜΟΝΤΕΛΟΥ ΑΝΟΔΙΚΗΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΖΗΤΗΣΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΣΤΟΝ ΟΙΚΙΣΤΙΚΟ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΜΟΝΤΕΛΟΥ ΑΝΟΔΙΚΗΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΖΗΤΗΣΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΣΤΟΝ ΟΙΚΙΣΤΙΚΟ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ Σχολή Γεωτεχνικών Επιστημών & Διαχείρισης Περιβάλλοντος Μεταπτυχιακή διατριβή ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΜΟΝΤΕΛΟΥ ΑΝΟΔΙΚΗΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΖΗΤΗΣΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΣΤΟΝ ΟΙΚΙΣΤΙΚΟ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ Γαλάτεια

Διαβάστε περισσότερα

Το κλίμα της Ελλάδος. Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία Σ ε λ ί δ α 1

Το κλίμα της Ελλάδος. Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία Σ ε λ ί δ α 1 Το κλίμα της Ελλάδος Λόγω της ιδιαίτερης γεωγραφικής της θέσης στη Μεσόγειο και του πλούσιου ανάγλυφου της, η Ελλάδα χαρακτηρίζεται από διάφορες κλιματικές ζώνες. Η Ελλάδα, συνολικής επιφάνειας 131.957

Διαβάστε περισσότερα

Εξωγενείς. παράγοντες ΑΠΟΣΑΘΡΩΣΗ

Εξωγενείς. παράγοντες ΑΠΟΣΑΘΡΩΣΗ Κεφάλαιο 3 ο : Αποσάθρωση Εξωγενείς παράγοντες Ονοµάζονται εκείνοι οι παράγοντες που συντελούν στην καταστροφή του αναγλύφου Ο φυσικός τους χώρος είναι η επιφάνεια της γης. Έχουν σαν έδρα τους την ατµόσφαιρα

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Πτυχιακή Διατριβή Η ΣΥΝΕΙΣΦΟΡΑ ΤΟΥ CΗ 4 ΣΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ

Διαβάστε περισσότερα

Δδά Διδάσκοντες: Δημήτριος Ρόζος, Επικ. Καθηγητής ΕΜΠ Τομέας Γεωλογικών Επιστημών, Σχολή Μηχανικών Μεταλλείων Μεταλλουργών

Δδά Διδάσκοντες: Δημήτριος Ρόζος, Επικ. Καθηγητής ΕΜΠ Τομέας Γεωλογικών Επιστημών, Σχολή Μηχανικών Μεταλλείων Μεταλλουργών ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΜΕΤΑΛΛΕΙΩΝ ΜΕΤΑΛΛΟΥΡΓΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΩΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΗΡΩΩΝ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ 9 15780 ΖΩΓΡΑΦΟΥ ΑΘΗΝΑ Δδά Διδάσκοντες: Δημήτριος Ρόζος, Επικ. Καθηγητής ΕΜΠ Τομέας Γεωλογικών

Διαβάστε περισσότερα

Γεωλογική Δομή Αττικής

Γεωλογική Δομή Αττικής ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΜΕΤΑΛΛΕΙΩΝ ΜΕΤΑΛΛΟΥΡΓΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΩΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΗΡΩΩΝ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ 9 15780 ΖΩΓΡΑΦΟΥ ΑΘΗΝΑ Γεωλογική Δομή Αττικής Επίκ. Καθηγητής ΕΜΠ 1 Μορφολογία Γενικά

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή διατριβή

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή διατριβή ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Πτυχιακή διατριβή Η ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΤΩΝ ΒΑΡΕΩΝ ΜΕΤΑΛΛΩΝ ΣΤΟ ΕΔΑΦΟΣ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΥ ΤΟΥΣ Μιχαήλ

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΜΑΘΗΜΑ: ΤΕΧΝΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΞΑΜΗΝΟ: 7 ο ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΕΣ: Β. ΧΡΗΣΤΑΡΑΣ, Καθηγητής Β. ΜΑΡΙΝΟΣ, Επ. Καθηγητής 6η ΑΣΚΗΣΗ: ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ

Διαβάστε περισσότερα

ΙΖΗΜΑΤΑ -ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΕΤΗΣΙΑ ΒΡΟΧΟΠΤΩΣΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΑΝΕΜΟΣ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ

ΙΖΗΜΑΤΑ -ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΕΤΗΣΙΑ ΒΡΟΧΟΠΤΩΣΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΑΝΕΜΟΣ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ ΙΖΗΜΑΤΑ - ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΙΖΗΜΑΤΩΝ ΚΥΚΛΟΣ ΝΕΡΟΥ Αρχικός µηχανισµός: ιάβρωση των Πετρωµάτων ανάντη των φραγµάτων. Ορισµός ιάβρωσης ιάβρωση = Η αποκόλληση και µετακίνηση σωµατιδίων πετρώµατος

Διαβάστε περισσότερα

ΕΝΟΤΗΤΑ 1 Ν. Ι. Μουτάφης

ΕΝΟΤΗΤΑ 1 Ν. Ι. Μουτάφης Σχολή Πολιτικών Μηχανικών ΔΠΜΣ : Επιστήμη & Τεχνολογία Υδατικών Πόρων Μάθημα: ΦΡΑΓΜΑΤΑ ΕΝΟΤΗΤΑ 1 Ν. Ι. Μουτάφης Σχολή Πολιτικών Μηχανικών ΔΠΜΣ : Επιστήμη & Τεχνολογία Υδατικών Πόρων Για να μάθετε να σχεδιάζετε

Διαβάστε περισσότερα

Γεωλογία - Γεωγραφία Β Γυμνασίου ΦΥΛΛΑΔΙΟ ΑΣΚΗΣΕΩΝ. Τ μαθητ : Σχολικό Έτος:

Γεωλογία - Γεωγραφία Β Γυμνασίου ΦΥΛΛΑΔΙΟ ΑΣΚΗΣΕΩΝ. Τ μαθητ : Σχολικό Έτος: Γεωλογία - Γεωγραφία Β Γυμνασίου ΦΥΛΛΑΔΙΟ ΑΣΚΗΣΕΩΝ Τ μαθητ : Σχολικό Έτος: 1 ΜΑΘΗΜΑ 1, Οι έννοιες «γεωγραφική» και «σχετική» θέση 1. Με τη βοήθεια του χάρτη στη σελ.12, σημειώστε τις παρακάτω πόλεις στην

Διαβάστε περισσότερα

ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ ΑΝΑΣΚΑΦΙΚΩΝ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΣΑΕΤ ΣΓΤΚΣ, ΤΕΙ ΑΘΗΝΑΣ

ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ ΑΝΑΣΚΑΦΙΚΩΝ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΣΑΕΤ ΣΓΤΚΣ, ΤΕΙ ΑΘΗΝΑΣ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ ΑΝΑΣΚΑΦΙΚΩΝ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΣΑΕΤ ΣΓΤΚΣ, ΤΕΙ ΑΘΗΝΑΣ ΑΝΑΣΚΑΦΙΚΟΙ ΛΙΘΟΙ ΟΨΙΑΝΟΣ ΝΕΟΛΙΘΙΚΗ ΕΠΟΧΗ ΠΥΡΙΤΟΛΙΘΟΣ ΝΕΟΛΙΘΙΚΗ ΕΠΟΧΗ ΜΑΡΜΑΡΙΝΑ ΓΛΥΠΤΑ ΕΡΜΗΣ ΑΠΌ ΤΟΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΧΩΡΟ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΜΕΣΣΗΝΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

Κωνσταντίνος Στεφανίδης

Κωνσταντίνος Στεφανίδης ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ - ΤΟΜΕΑΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΦΥΤΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ-ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ & ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Διατριβή Μεταπτυχιακού Διπλώματος Ειδίκευσης Οικολογική

Διαβάστε περισσότερα

Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΑΠΟΘΕΣΕΩΝ ΦΕΡΤΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΣΕ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΕΣ ΩΣ ΥΝΑΜΙΚΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ: ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΤΟΝ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΑ ΚΡΕΜΑΣΤΩΝ

Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΑΠΟΘΕΣΕΩΝ ΦΕΡΤΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΣΕ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΕΣ ΩΣ ΥΝΑΜΙΚΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ: ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΤΟΝ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΑ ΚΡΕΜΑΣΤΩΝ 6ο ο Πανελλήνιο Γεωγραφικό Συνέδριο της Ελληνικής Γεωγραφικής Εταιρείας, Θεσσαλονίκη, 3-63 6 Οκτωβρίου 2002 Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΑΠΟΘΕΣΕΩΝ ΦΕΡΤΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΣΕ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΕΣ ΩΣ ΥΝΑΜΙΚΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ: ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΤΟΝ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΑ

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΟΞΟ. Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Το Ελληνικό τόξο

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΟΞΟ. Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Το Ελληνικό τόξο ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΟΞΟ Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Το Ελληνικό τόξο ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Ο Ελλαδικός χώρος µε την ευρεία γεωγραφική έννοια του όρου, έχει µια σύνθετη γεωλογικοτεκτονική

Διαβάστε περισσότερα

3. Να αναφέρεις να μέτρα που πρέπει να ληφθούν σε μια σχολική μονάδα πριν, κατά την διάρκεια και μετά από ένα σεισμό.

3. Να αναφέρεις να μέτρα που πρέπει να ληφθούν σε μια σχολική μονάδα πριν, κατά την διάρκεια και μετά από ένα σεισμό. ΜΑΘΗΜΑ 10 1. Ποιες είναι οι επιπτώσεις των σεισμών και των ηφαιστειακών εκρήξεων. 2. Ποια είναι η κοινή προέλευση και των δύο παραπάνω φαινομένων; 3. Γιατί είναι μικρός ο αριθμός ο αριθμός των ανθρώπινων

Διαβάστε περισσότερα

Κώστας Κωνσταντίνου Τμήμα Γεωλογικής Επισκόπησης

Κώστας Κωνσταντίνου Τμήμα Γεωλογικής Επισκόπησης Έρευνες για τεχνητό εμπλουτισμό των υπόγειων νερών της Κύπρου με νερό τριτοβάθμιας επεξεργασίας (παραδείγματα από Λεμεσό και Κοκκινοχώρια) Κώστας Κωνσταντίνου Τμήμα Γεωλογικής Επισκόπησης Υπουργείο Γεωργίας,

Διαβάστε περισσότερα

Επιπτώσεις αποθέσεων φερτών υλικών σε ταµιευτήρες

Επιπτώσεις αποθέσεων φερτών υλικών σε ταµιευτήρες 6ο Πανελλήνιο Γεωγραφικό Συνέδριο της Ελληνικής Γεωγραφικής Εταιρείας, Θεσσαλονίκη, 3-6 Οκτωβρίου 2002 Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΑΠΟΘΕΣΕΩΝ ΦΕΡΤΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΣΕ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΕΣ ΩΣ ΥΝΑΜΙΚΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ: ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΤΟΝ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΑ

Διαβάστε περισσότερα

Γ' ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΣΤΗΡΙΞΗΣ

Γ' ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΣΤΗΡΙΞΗΣ Γ' ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΣΤΗΡΙΞΗΣ 2000-2006 ΥΠΟΕΡΓΟ 04ΕΡ 47 ΠΑΡΑΔΟΤΕΟ 2 (Χάρτης μορφοτεκτονικών ασυνεχειών κατά μήκος της ρηξιγενούς ζώνης Δομοκού-Καναλίων (Θεσσαλία)) Τίτλος Υποέργου : Παροχή δεδομένων για

Διαβάστε περισσότερα