aurata σε νηστεία κυμαινόμενης διάρκειας

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "aurata σε νηστεία κυμαινόμενης διάρκειας"

Transcript

1 Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Σχολή Επιστημών Υγείας Τμήμα Βιοχημείας & Βιοτεχνολογίας Η απόκριση των πεπτικών πρωτεασών του τελεόστεοο Sparus aurata σε νηστεία κυμαινόμενης διάρκειας Διπλωματική εργασία: Γεωργϊοο Στέλλα Λάρισα, 2006

2 Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ & ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ Ειδική Συλλογή «Γκρίζα Βιβλιογραφία» Αριθ. Εισ.: Ημερ. Εισ.: Δωρεά: Ταξιθετικός Κωδικός: 5203/ Π.Θ. ΠΤ - ΒΒ ΓΕΩ

3 2 Ευχαριστίες. Η παρούσα διπλωματική εργασία εκπονήθηκε στο εργαστήριο Γενετικής, Εξελικτικής & Συγκριτικής Βιολογίας, του Τμήματος Βιοχημείας & Βιοτεχνολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Η επιβλέπουσα καθηγήτρια της πτυχιακής εργασίας είναι η επίκουρος καθηγήτρια του τμήματος Βιοχημείας & Βιοτεχνολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Μούτου Κατερίνα. Η εξεταστική επιτροπή απαρτίζεται απόοτην επιβλέπουσα καθηγήτρια και τους: Μαμούρης Ζήσης, Αναπληρωτή Καθηγητή του τμήματος Βιοχημείας & Βιοτεχνολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Σταθόπουλος Κωνσταντίνος, Επίκουρο Καθηγητή του τμήματος Βιοχημείας & Βιοτεχνολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Θα ήθελα να ευχαριστήσω ιδιαίτερα την καθηγήτριά μου, κ. Μούτου Κατερίνα για την ευκαιρία που μου έδωσε να συνεργαστούμε και για την πολύτιμη αρωγή της στη διεξαγωγή και συγγραφή της εργασίας. Θερμές ευχαριστίες στα μέλη του εργαστηρίου κ. Ζαρκάδα Γιάννη, που στάθηκε σημαντικός σύμβουλος, στον κ. Σταμάτη Κώστα και στην κ. Ψόχιου Ελένη για την εύρυθμη συνεργασία μας.

4 3 ΤΙερίληχμΐΙ Η νηστεία αποτελεί ένα σημαντικό παράγοντα που επηρεάζει την αύξηση των ψαριών. Αρκετά πειραματικά δεδομένα συσχετίζουν την ικανότητα πέψης συναρτήσει περιόδων νηστείας και επαναδιατροφής. Στην παρούσα εργασία μελετήθηκαν οι μεταβολές των κύριων πεπτικών ενζύμων μετά από νηστεία κυμαινόμενης διάρκειας. Νεαρά άτομα τσιπούρας μέσου βάρους 110,9g χωρίστηκαν τυχαία στις τέσσερις μεταχειρίσεις, τρεις επαναλήψεις η κάθεμια. Οι ομάδες που προέκυψαν ήταν: ί) των μαρτύρων Μ, η οποία ταϊζόταν καθημερινά για 8 εβδομάδες, ίί) η Α, με 1 εβδομάδα ασιτία και 7 τάισμα, ίίί) η Β, με 2 εβδομάδες ασιτία και 6 τάισμα και ίν) η Γ, με 3 εβδομάδες ασιτία και 5 τάισμα. Προσδιορίστηκαν οι ενζυμικές δραστικότητες των κύριων πεπτικών πρωτεασών, της πεψίνης, της θρυψίνης, της χυμοθρυψίνης και των ολικών αλκαλικών πρωτεασών στο τέλος κάθε εβδομάδας νηστείας και στη λήξη της περιόδου εκτροφής. Μέχρι το τέλος της περιόδου εκτροφής η ομάδα Α είχε αντισταθμίσει πλήρως την περίοδο νηστείας και δεν υπήρχε στατιστικώς σημαντική διαφορά ανάμεσα στο μέσο βάρος των μαρτύρων και της ομάδας Α. Επίσης, δε διαπιστώθηκε στατιστικώς σημαντική διαφορά ανάμεσα στο μέσο βάρος των ατόμων της ομάδας Β και αυτών της ομάδας Γ, τα οποία όμως ήταν στατιστικώς σημαντικά μικρότερα από τα μέση βάρη των μαρτύρων και της ομάδας Α. Οι κύριες πεπτικές πρωτεάσες δεν επηρεάστηκαν σημαντικά από τη νηστεία. Σε όλες τις περιπτώσεις στο τέλος της νηστείας η μέση δραστικότητα δε διέφερε σημαντικά ανάμεσα στους μάρτυρες και στα άτομα που νήστεψαν. Σημαντικές διαφορές παρατηρήθηκαν στο τέλος της περιόδου εκτροφής (ημέρα 56) χωρίς όμως να μπορούν να αξιολογηθούν φυσιολογικά και να συσχετιστούν με το φαινόμενο της αντιστάθμισης. Επιπρόσθετες μελέτες είναι αναγκαίες για να διευκρινιστεί ο ρόλος άλλων παραμέτρων που μπορεί να συμβάλλουν στην αύξηση αντιστάθμισης, η χρήση του οποίου μπορεί να έχει σημαντικό οικονομικό όφελος για τους ιχθυοκαλλιεργητές.

5 4 Εισαγωγή Ο τελεόστεος Sparus aurata, γνωστός ως τσιπούρα (Εικόνα 1), είναι ένα όμορφο και με οικονομικό ενδιαφέρον ψάρι. Ζει σε παράκτιες θαλάσσιες περιοχές, με αμμώδεις βυθούς και μαύρες φυκιάδες (Posidonia oceanica) και σε βάθη από 15-30m το καλοκαίρι ενώ το χειμώνα πιο βαθιά (150m), προκειμένου να αποφύγει τις χαμηλές θερμοκρασίες και να αναπαραχθεί. Συναντάται από τον Τροπικό Ατλαντικό ως τη Μεγάλη Βρετανία, τη Μεσόγειο και τις Ελληνικές θάλασσες ενώ σπανίζει στη Μαύρη θάλασσα. Sparus aurata Υπόφυλο Υπέρκλαση Κλάση Υπόκλαση Τάξη Οικογένεια Vertebrate Osteichthyes Actinopterygii Teleostei Percinoformes Sparidae Εικόνα 1. Τσιπούρα (Sparus aurata) Η τσιπούρα είναι σαρκοφάγο ψάρι και στις διατροφικές της προτιμήσεις περιλαμβάνονται δίθυρα μαλάκια, όπου χάρη στην ισχυρή οδοντοστοιχία της σπάει το κοχύλι τους, μαλακόστρατα, σκουλήκια, μικρά ψάρια, καρκινοειδή και εχινόδερμα. Αναπαράγεται την περίοδο Οκτώβρη-Δεκέμβρη. Είναι πρώτανδρο ψάρι και πιο συγκεκριμένα, τα άτομα του είδους ξεκινούν τη ζωή τους ως αρσενικά, για να εγκαταλείψουν μετά από τρία περίπου έτη αυτή τη φυλετική ταυτότητα, μετατρεπόμενα σε θηλυκά ( Το φιλέτο της τσιπούρας είναι άσπρο, τρυφερό και αποτελεί εξαιρετικής ποιότητας τροφή για τον άνθρωπο. Η χημική σύσταση του κρέατος περιλαμβάνει 81,10% νερό, 17,00% πρωτεΐνες, 0,93% λίπη και 0,97% τέφρα. Η απόδοση σε φιλέτο προσεγγίζει το 50%, γεγονός που καθιστά το ψάρι οικονομικά ενδιαφέρον για τους ιχθυοκαλλιεργητές (Πανταρίδης, 2005).

6 5 Η ιχθυοκαλλιέργεια στη χώρα μας εμφανίζεται τη δεκαετία του 1980 κατ αφορά δύο είδη: την τσιπούρα και το λαβράκι. Στην αρχή λειτούργησαν τρεις μονάδες, ενώ στα τέλη της δεκαετίας λειτουργούσαν 30. Ενώ το 1985 η παραγωγή της μεσογειακής καλλιέργειας ψαριών ήταν μόλις 374 τόνοι τσιπούρας και λαβρακιού, ως το 1990 η παραγωγή είχε αυξηθεί στις τόνους, όπου η Ελλάδα, η Ισπανία και η Ιταλία κυριαρχούσαν με σχεδόν 80% όλης της παραγωγής. Το 2000 η συνδυασμένη μεσογειακή παραγωγή ξεπέρασε τις τόνους. Και αυτή την περίοδο αρχίζει η κυριαρχία της Ελλάδας με σχεδόν το 50% ( τόνοι) όλης της παραγωγής, ενώ οι άλλες σημαντικές χώρες παραγωγοί είναι η Τουρκία (20%, τόνοι), η Ιταλία (12%, τόνοι) και η Ισπανία (10%, τόνοι). Η κοσμογονία για τον κλάδο έρχεται αργότερα, και σήμερα λειτουργούν περίπου 250 μονάδες, των οποίων η παραγωγή είναι τόνοι (Πανταρίδης, 2005). Από τα παραπάνω αντιλαμβανόμαστε την εμπορική σημασία της τσιπούρας για την ελληνική οικονομία, γεγονός που δικαιολογεί τη συνεχιζόμενη έρευνα πάνω σε αυτόν τον τομέα. Η Ελλάδα, εξάλλου, είναι πρωτοπόρος στην ανάπτυξη της ιχθυοπαραγωγής και καλλιέργειας τσιπούρας σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η καλλιέργειά της απαιτεί την παροχή τροφής με υψηλά ποσοστά ζωικών πρωτεϊνών, στις οποίες οφείλεται και το ιδιαίτερα αυξανόμενο κόστος των ιχθυοτροφών. Καθώς η τεχνολογία των υδατοκαλλιεργειών έχει αναπτυχθεί και η παραγωγή έχει εντατικοποιηθεί, έχει ανακύψει η ανάγκη για μεγαλύτερη παραγωγή με ταχεία σωματική αύξηση των ιχθύων και χαμηλότερο κόστος παραγωγής. Σε πολλές μονάδες εντατικής παραγωγής το κόστος των ιχθυοτροφών ξεπερνά το 50% του συνόλου των διαφόρων λειτουργικών εξόδων. Για το λόγο αυτό διενεργούνται μελέτες με αντικείμενο τη μείωση της παρεχόμενης τροφής σε σχέση με τις επιπτώσεις στην ανάπτυξη των ψαριών. (Ιύξηση αντιστάθμισης Η αύξηση και ανάπτυξη στα ψάρια επηρεάζεται από εσωτερικούς (νευρικούς, ενδοκρινολογικούς και νευροενδοκρινολογικούς), βιοτικούς (θρέψη, μετακίνηση, ωρίμανση και κοινωνική συμπεριφορά) και εξωτερικούς παράγοντες (θερμοκρασία, φωτοπερίοδος, συγκέντρωση διαλυμένου οξυγόνου και αλατότητα) (Jobling et al, 1994). Ο ρυθμός αύξησης καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από την ικανότητα πέψης και απορρόφησης των θρεπτικών συστατικών (Belanger et al, 2002), οπότε εύλογα

7 6 γεννούνται ερωτήματα σχετικά με τους παράγοντες που περιορίζουν την αύξηση στα ψάρια. Ο σημαντικότερος αυτών ίσως είναι η θρέψη και αντίστοιχα η στέρηση τροφής. Αρκετά ζώα στη φύση βιώνουν φυσικές περιόδους στέρησης τροφής και τα ψάρια δεν αποτελούν εξαίρεση. Όταν αποκαθίσταται η παροχή τροφής μετά τη στέρηση, τα ψάρια αποκαθιστούν τα ενεργειακά τους αποθέματα (Belanger et al, 2003) και μπορεί να εμφανίσουν το φαινόμενο της αύξησης αντιστάθμισης. Αύξηση αντιστάθμισης είναι το φαινόμενο κατά το οποίο οργανισμοί παρουσιάζουν ταχύτερη αύξηση στη διάρκεια της ανάκαμψής τους μετά από μια περίοδο ολικής ή μερικής νηστείας, απ' ότι σε περιόδους συνεχούς διατροφής (Πανταρίδης, 2005). Άτομα τα οποία υπέστησαν μια περίοδο νηστείας αυξάνονται στο ίδιο μέγεθος σε συνάρτηση με την ηλικία, σε σχέση με τα άτομα που σιτίζονταν διαρκώς. Το φαινόμενο αυτό αντικατοπτρίζει την ικανότητα των ψαριών να αξιολογούν την πορεία αύξησής τους και οποιαδήποτε παρέκκλιση από αυτή να ενεργοποιεί αντισταθμιστικούς μηχανισμούς (Hubbell et al, 1971, Broekhuizen et al, 1994). Η έκφραση της ρύθμισης της αύξησης εξαρτάται από τη φύση, τη σφοδρότητα και τη διάρκεια της ημιδιατροφής ή της στέρησης τροφής, το στάδιο ανάπτυξης στην αρχή της νηστείας, την ηλικία που επέρχεται σεξουαλική ωριμότητα και το πρότυπο της επαναδιατροφής. Η άμεση συνέπεια της αύξησης αντιστάθμισης είναι η επίτευξη του ίδιου μεγέθους του οργανισμού που στερήθηκε τροφής με το μέγεθος του οργανισμού που διατρεφόταν συνεχώς. Η αύξηση αντιστάθμισης λαμβάνει τη μορφή της πλήρους αντιστάθμισης όταν τα άτομα που στερήθηκαν τροφής αποκτούν το ίδιο μέγεθος με τα άτομα που διατρεφόταν συνεχώς. Στη μερική αντιστάθμιση, τα άτομα που στερήθηκαν τροφής αποτυγχάνουν να αποκτήσουν το ίδιο μέγεθος με τα άτομα που διατρεφόταν συνεχώς, αλλά εμφανίζουν υψηλότερους ρυθμούς αύξησης και ενδέχεται να έχουν καλύτερη μετατρεψιμότητα τροφής κατά τη διάρκεια της επαναδιατροφής. Όταν τα άτομα που στερήθηκαν τροφής ξεπερνούν σε μέγεθος τα άτομα που διατρεφόταν συνεχώς, τότε το φαινόμενο ονομάζεται υπερ-αντιστάθμιση. Καταγεγραμμένα περιστατικά υπεραντιστάθμισης εμφανίζονται όταν υπάρχουν συνεχείς κύκλοι νηστείας-κορεσμού (Αΐί et al, 2003). Οι μηχανισμοί που διέπουν αυτό το φαινόμενο έχουν μελετηθεί κυρίως σε σολομοειδή, ενώ απουσιάζουν εκτεταμένες αναφορές για την τσιπούρα. Προκειμένου να διερευνήσουν το φαινόμενο σε ψάρια, αρκετές μελέτες πέτυχαν αύξηση αντιστάθμισης με μερική ή ολική στέρηση τροφής, με μεταβολή στην ποιότητα της

8 7 τροφής (Bjornsson et al, 1992) ή με ασυνήθιστες για την εποχή θερμοκρασίες, που μείωσαν το ρυθμό κατανάλωσης τροφής σε αρκετά είδη ψαριών, όπως στον σολομό (Salmo salar; Mortensen et al, 1993; Nicieza & Metcalfe, 1997; Maclean & Metcalfe, 2001). Αύξηση αντιστάθμισης εμφάνισε και ο βακαλάος του Ατλαντικού (Gadus morhua, Purchase & Brown 2001) και η ιριδίζουσα πέστροφα (Oncorhynchus tnykiss, Speare et al, 1997). Στην τσιπούρα παρατηρήθηκε μερική αύξηση αντιστάθμισης με αρχική σταδιακή απώλεια βάρους κατά τη νηστεία, ενώ με τη χορήγηση της τροφής παρατηρήθηκε αύξηση του βάρους (Πανταρίδης 2005, Lund 2000, ahin et al 2000). φυσιολογία πέψης Οι πρωτεΐνες συνιστούν το 65-75% του ξηρού τους βάρους των ψαριών (Jobling et al, 1995). Οι απαιτήσεις της τσιπούρας σε πρωτεΐνη είναι υψηλές ενώ σε υδατάνθρακες και λίπη χαμηλότερες, καθώς πρόκειται για σαρκοφάγο είδος. Προκειμένου να επιτύχει μέγιστη αύξηση, η τσιπούρα απαιτεί το 45-46% της τροφής να είναι πρωτεΐνη (Teles et al, 2000). Εκτός από την ποιότητα και την ποσότητα, σημαντική παράμετρος αύξησης είναι η διαθεσιμότητα των διατροφικών πρωτεϊνών, η οποία σε μεγάλο βαθμό καθορίζεται από την πεπτικότητα και τη δράση των πεπτικών πρωτεασών (Jobling et al, 1995). Ο πεπτικός σωλήνας της τσιπούρας αρχίζει από το στόμα και τη στοματική κοιλότητα, συνεχίζει στο φάρυγγα και τον οισοφάγο, το στομάχι, το έντερο με τα τέσσερα πυλωρικά τυφλά και το απευθυσμένο, για να καταλήξει στην έδρα (Εικόνα 2). Η διαδικασία της πέψης ξεκινά στο στόμα και το φάρυγγα με τη μηχανική διάσπαση των τροφών, ενώ δεν παρατηρείται έκκριση πεπτικών ενζύμων, οπότε η διάσπαση της τροφής παραμένει καθαρά μηχανική. Κατά τη δίοδο της τροφής από τον οισοφάγο, τα επιθηλιακά του κύτταρα εκκρίνουν βλέννα, που παίζει ρόλο λιπαντικού για τη διευκόλυνση της κατάποσης, ενώ έχει επιπρόσθετα και προστατευτικό ρόλο, για να αποφεύγεται η καταστροφή των τοιχωμάτων του οισοφάγου. Τα κύτταρα του οισοφάγου δεν έχουν εκκριττκό ρόλο (Jobling et al, 1995), αλλά πρόσφατα έχει διαλευκανθεί ο ρόλος τους στην οσμορύθμιση. Μετά τον οισοφάγο, η τροφή εισέρχεται στο στομάχι τύπου Υ.

9 8 ττυλωρικά τυφλά (PC) οττίσ-θιο έντερο (ΡΙ) Εικόνα 2 α) Πεπτικός σωλήνας τσιπούρας σε πλήρη έκταση, β) Σχηματικό διάγραμμα του πεπτικού σωλήνα, όπου επισημαίνονται τα επιμέρους τμήματα. Οι λειτουργίες του στομάχου είναι η προσωρινή αποθήκευση, ανάμειξη και πρωτογενής πέψη της τροφής (Cataldi et al, 1987). Το στομάχι διαχωρίζεται μορφολογικά και λειτουργικά στην καρδιακή μοίρα, με λεπτά ελαστικά τοιχώματα και στην πυλωρική μοίρα με παχιά μυώδη τοιχώματα. Η πυλωρική μοίρα τελειώνει με τον πυλωρικό σφιγκτήρα που είναι η είσοδος στο άνω τμήμα του εντέρου. Στο στομάχι πραγματοποιείται η ενζυμική πέψη της τροφής, με τη βοήθεια πεψινών σε όξινο περιβάλλον. Μόνο ένας κυτταρικός τύπος στους γαστρικούς αδένες των ψαριών έχει βρεθεί να παράγει υδροχλωρικό οξύ και πεψίνες, ενώ συναντώνται και βλεννογόνα κύτταρα. Οι πεψίνες εκκρίνονται ως ανενεργό ζυμογόνα, τα οποία ενεργοποιούνται σε όξινες συνθήκες με ph χαμηλότερο του 6. Είναι ενδοπεπτιδάσες, οι οποίες υδρολύουν τους πεπτιδικούς δεσμούς μεταξύ αρωματικών και δικαρβοξυλικών αμινοξέων. Έτσι, οι πεψίνες διασπούν πολύ λίγους από τους δεσμούς μιας πρωτεϊνικής αλυσίδας καταλήγοντας σε μικρότερα πολυπεπτίδια, που χρήζουν συμμετοχής άλλων πρωτεασών (Jobling et al, 1995). Το όξινο μίγμα αφήνει το στομάχι από τον πυλωρό και εισέρχεται στο έντερο, που είναι ένας μακρύς περιελιγμένος σωλήνας όπου ολοκληρώνεται η πέψη των τροφών και πραγματοποιείται η απορρόφηση θρεπτικών συστατικών, νερού και ηλεκτρολυτών. Δύο τύποι κυττάρων καλύπτουν το εντερικό επιθήλιο, τα βλεννογόνα και τα κυλινδρικά μονόστιβα επιθηλιακά, καλυμμένα με μικρολάχνες, στα οποία συντελείται η απορρόφηση. Στο οπίσθιο έντερο αυξάνεται ο αριθμός των βλεννογόνων κυττάρων πλουσίων σε κενοτόπια με ηωσινόφιλο περιεχόμενο, τα οποία έχουν την ικανότητα απορρόφησης και πέψης πρωτεϊνών με πινοκυττάρωση (Cataldi et al, 1987).

10 9 Ο εντερικός σωλήνας της τσιπούρας εμφανίζει τέσσερις τυφλές απολήξεις στο πάνω μέρος κοντά στο πυλωρικό άνοιγμα, που ονομάζονται πυλωρικά τυφλά. Η κύρια λειτουργία τους είναι η αύξηση της επιφάνειας απορρόφησης των θρεπτικών, εξειδικευμένη απορρόφηση λιπών και υδρογονανθράκων και η έκκριση πεπτικών ενζύμων. Το επιθήλιό τους είναι απλό κυλινδρικό, με πιο απομακρυσμένες και μεγαλύτερες μικρολάχνες σε σχέση με το έντερο. Έχει προταθεί ότι τα πυλωρικά τυφλά σχετίζονται με την αποθήκευση των αλκαλικών πρωτεασών ώσπου το ph του όξινου βλωμού να γίνει ουδέτερο από άλλες παγκρεατικές εκκρίσεις (Jobling et al, 1995). Κατά τη μετακίνηση της τροφής κατά μήκος του εντέρου πραγματοποιείται η πέψη της τροφής. Τα ένζυμα που συμμετέχουν στην εντερική πέψη προέρχονται από το πάγκρεας και τα εκκριτικά κύτταρα του εντερικού επιθηλίου, με το πάγκρεας να συμμετέχει παρέχοντας τη μεγαλύτερη ποικιλία και ποσότητα πεπτικών ενζύμων. Το κυρίαρχο πρωτεολυτικό ένζυμο του εντέρου που παράγεται από το πάγκρεας είναι η θρυψίνη και ακολουθούν η χυμοθρυψίνη και οι καρβοξυπεπτιδάσες. Δι- και τριπεπτιδάσες καθώς και μια αμινοπεπτιδάση παράγονται από το εντερικό επιθήλιο. Τα προαναφερθέντα ένζυμα εμφανίζουν μέγιστη δραστικότητα σε ελαφρά αλκαλικές συνθήκες (ph 7-9) (Πανεπιστημιακές παραδόσεις, 2000). Στην τσιπούρα το πάγκρεας δεν είναι ένα συμπαγές όργανο, αλλά παγκρεατικές νησίδες βρίσκονται διάχυτες στο ήπαρ, στο πρόσθιο τμήμα του πεπτικού σωλήνα και κατά μήκος του εντέρου (Cataldi et al, 1987). Προκειμένου να εξασφαλιστούν οι κατάλληλες αλκαλικές συνθήκες για τη δράση των ενζύμων, οι παγκρεατικές εκκρίσεις περιέχουν και δικαρβονικά ιόντα για την εξουδετέρωση των οξέων και την αύξηση του ph. Σε αυτή τη λειτουργία συμμετέχουν και τα χολικά οξέα, που παράγονται στο ήπαρ. όξινες πρωτεάσες Κατά την έλευση του βλωμού στο στομάχι εκκρίνεται το ανενεργό πεψινογόνο, το οποίο ενεργοποιείται σε όξινες συνθήκες και δίνει την πεψίνη. Το όξινο περιβάλλον εξασφαλίζεται από την έκκριση HC1, που όπως και οι πεψίνες εκκρίνονται από τα κύτταρα των γαστρικών αδένων του στομάχου. Σε ph 2-2,5 το ανενεργό πεψινογόνο δρα αυτοκαταλυττκά και μετατρέπεται σε πεψίνη. Το πεψινογόνο υποβάλλεται σε περιορισμένη πρωτεόλυση και αποκόπτεται τελικά από αυτό ένα τμήμα από το αμινοτελικό άκρο. Η διαδικασία αυτή περιλαμβάνει ενδιάμεσα βήματα, με το σχηματισμό ενδιάμεσων πεπτιδίων και τελικό προϊόν είναι η πεψίνη (Handbook of proteolytic enzymes, 2004).

11 10 7Γεψίνη Η πεψίνη ανήκει στην οικογένεια των πεπτιδασών του ασπαραγινικού και συγκεκριμένα στην οικογένεια Α1 της ομάδας ΑΑ. Οι ασπαραγινικές πεπτιδάσες διαφέρουν από τις πρωτεάσες σερίνης στο ότι το νουκλεόφιλο που επιτίθεται στον επιδεκτικό πεπτιδικό δεσμό είναι ένα ενεργοποιημένο μόριο νερού παρά μια νουκλεοφιλική πλευρική αλυσίδα ενός αμινοξέος. Σε κρυσταλλικές δομές το μόριο της πεψίνης παρουσιάζεται με δύο λοβούς, ανάμεσα στους οποίους βρίσκεται το ενεργό κέντρο. Για την κατάλυση είναι απαραίτητα δύο κατάλοιπα ασπαραγινικού, το Asp215 και το Asp32, ενώ όπως φαίνεται στο λοβό που βρίσκεται στη δεξιά πλευρά της Εικόνας 3 υπάρχει μια θηλιά, που σχηματίζεται από β πτυχωτό φύλλο, η οποία καλύπτει το ενεργό κέντρο και ονομάζεται 'flap'. Η θηλιά αποτελείται από αμινοξέα σημαντικά για την εξειδίκευση του ενζύμου, που μπορεί να αλληλεπιδρούν με το υπόστρωμα και είναι μέρος της S1 θέσης. α) β) Εικόνα 3 α) Διάγραμμα Richardson του συμπλόκου ανθρώπινης πεψίνης A/ pepstatin. β) Τα καταλυτικά αμινοξέα παρουσιάζονται: Asp32, Asp215, Tyr75. Η pepstatin (αναστολέας της πεψίνης) παρουσιάζεται με έντονο μαύρο χρώμα (Handbook of proteolytic enzymes, 2004). Η σχισμή στην οποία προσδένεται το υπόστρωμα της Α1 οικογένειας των πρωτεασών του ασπαραγινικού σχηματίζεται εκεί όπου το Ν-τελικό άκρο συναντά το C-τελικό άκρο και έχει μέγεθος 7 ή 8 αμινοξέα (Handbook of proteolytic enzymes, 2004). Η αλληλεπίδραση αναγκάζει την αλληλουχία του υποστρώματος να λάβει μια εκτεταμένη διαμόρφωση β-πτυχωτής επιφάνειας και εκθέτει περισσότερο τον προς διάσπαση πεπτιδικό δεσμό (Dunn et al, 2000). Κεντρικά εντοπίζονται στη σχισμή τα δύο ασπαραγινικά κατάλοιπα, με τις καρβοξυλικές τους ομάδες να βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο καθώς και το μόριο νερού που δεσμεύεται με αυτές να εντοπίζεται και αυτό στο ίδιο επίπεδο. Χαρακτηριστικό του καταλυτικού μηχανισμού είναι ο σχηματισμός τετραεδρικού ενδιαμέσου, όπως και στις πρωτεάσες της σερίνης, με τη διαφορά ότι το

12 11 νουκλεόφιλο είναι η καρβοξυλική ομάδα του μορίου του νερού, που μετατρέπεται σε ιόν υδροξειδίου από το καρβοξύλιο του Asp215, που φέρεται σαν γενική βάση. Το υπόστρωμα προσεγγίζει το ενεργό κέντρο με την Ρ1 πλευρική αλυσίδα στην S1 θέση πρόσδεσης. Σε αυτό το μηχανισμό (Εικόνα 4), τη νουκλεόφιλη προσβολή του επιδεκτικού πεπτιδικού δεσμού από το ενεργοποιημένο μόριο νερού (ΟΗ) ακολουθεί η μεταφορά του πρωτονίου του Asp32 στο καρβονυλικό οξυγόνο του επιδεκτικού πεπτιδικού δεσμού. Η επίθεση του υδροξυλίου στο καρβονυλικό άτομο άνθρακα υποβοηθάται από το στερεοηλεκτρονικό φαινόμενο, στο οποίο το μονήρες ζεύγος ηλεκτρονίων του καρβονυλικού οξυγόνου και του αζώτου του επιδεκτικού πεπτιδικού δεσμού διευθετώνται στο ίδιο επίπεδο αλλά αντίθετα με την κατεύθυνση της προσβολής του ιόντος υδροξειδίου. Το συνακόλουθο τετραεδρικό ενδιάμεσο λαμβάνει διαμόρφωση gem-διόλης που συνδέεται με δεσμούς υδρογόνου με την καρβοξυλική ομάδα του Asp32, που τώρα έχει φορτιστεί αρνητικά. Το τετραεδρικό ενδιάμεσο σταθεροποιείται επίσης από το φαινολικό δακτύλιο της Tyr75 (Στην εικόνα 4 παραλείπεται). Προκειμένου να διασπαστεί ο πεπτιδικός δεσμός, το άτομο αζώτου του επιδεκτικού πεπτιδικού δεσμού (που είναι τώρα ένα sp3 άτομο αζώτου) πρέπει να πρωτονιωθεί, για να σχηματίσει την ομάδα -ΝΕΕ που πρόκειται να απομακρυνθεί. Για να γίνει η πρωτονίωση από το Asp213, το άτομο αζώτου πρέπει να αντιστρέψει τη διαμόρφωσή του έτσι ώστε να τοποθετηθεί το τροχιακό με το μονήρες ζεύγος κατάλληλα ώστε να δεχθεί το πρωτόνιο. Η διάσπαση του πεπτιδικού δεσμού υποβοηθάται και από τα μονήρη ηλεκτρόνια καθενός από τα άτομα οξυγόνου της gemδιόλης. Στη συνέχεια πραγματοποιείται η μεταφορά πρωτονίου από το εξωτερικό άτομο οξυγόνου της gem-διόλης στο καρβοξύλιο του Asp33 (που δρα σαν γενική βάση τώρα), με αποτέλεσμα τη διάσπαση του πεπτιδικού δεσμού και την απελευθέρωση μιας νέας αμινο-ομάδας (R'-NEE) και μιας νέας καρβοξυλικής ομάδας (R-COOEI). Η αποσύνδεση αυτών των ομάδων και η επανασύνδεση των καρβοξυλικών ομάδων με το μόριο νερού στο ενεργό κέντρο αναγεννά την ενεργό μορφή του ενζύμου.

13 12 Εικόνα 4 Αναπαράσταση του συμπλόκου ενζύμου-υποστρώματος και του σχηματισμού τετραεδρικού ενδιαμέσου (βλέπε κείμενο) (Handbook of proteolytic enzymes, 2004). Η πεψίνη είναι μια ενδοπεπτιδάση με ευρεία εξειδίκευση, γεγονός που επιβεβαιώνει το ρόλο της ως γενική πρωτεάση του στομάχου. Η κύρια αντίδραση που καταλύει είναι η υδρόλυση Ν- και C- τελικώς δεσμευμένων πεπτιδίων, όπως Glu-Tyr και Phe-Phe, αλλά με μικρή απόδοση. Η ιδανική τιμή ph για τη δράση της είναι 2. Η απαιτούμενη ενέργεια για την αντίδραση έχει προταθεί ότι προέρχεται από την πτώση της ελεύθερης ενέργειας συνδεδεμένη με την αποκατάσταση του μορίου νερού του ενεργού κέντρου της πεψίνης. Στην τσιπούρα, η μέγιστη δραστηριότητα της πεψίνης επιτυγχάνεται σε ρη2-2,5 και σε θερμοκρασία 40 C. Βάση ζυμογραμμάτων, απαντάται σε δύο ισομορφές, την πεψίνη I και II. Η πεψίνη της τσιπούρας εμφανίζει αξιοσημείωτα χαρακτηριστικά: διακρίνεται για την ασυνήθιστη σταθερότητα του ενζύμου σε αυξημένες τιμές ph, πιθανώς λόγω των της υψηλής αναλογίας σε υδρόφοβα αμινοξέα σε σχέση με την πεψίνη των θηλαστικών. Ακόμη, λαμβάνοντας υπόψη την αύξηση του ph εξαιτίας της τροφής και της κατάποσης νερού σε σχέση με την ανάγκη για το κατάλληλο ph, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η όξινη πρωτεόλυση δεν πραγματοποιείται μέχρι η έκκριση του οξέος να επαρκεί για τη μείωση του ph (Alarcon et al, 1998).

14 13 αλκαλικές πρωτεάσες Η πέψη των τροφών συνεχίζεται και ολοκληρώνεται στο έντερο με τη βοήθεια των αλκαλικών πρωτεασών, που συντίθενται στο πάγκρεας. Αποτελούνται από δύο μεγάλες οικογένειες, τις καρβοξυπεπτιδάσες και τις πρωτεάσες της σερίνης. Οι καρβοξυπεπτιδάσες ανήκουν στην οικογένεια των Μ14Α των μεταλλοπρωτεασών, που απαιτούν ένα ιόν ψευδαργύρου για την καταλυτική τους δράση και διακρίνονται σε καρβοξυπεπτιδάση Α και καρβοξυπεπτιδάση Β. Συμμετέχουν στο μηχανισμό της πέψης διασπώντας περαιτέρω πεπτίδια που προκύπτουν από τη δράση της θρυψίνης και της χυμοθρυψίνης, που είναι πρωτεάσες σερίνης. Πιο συγκεκριμένα, η καρβοξυπεπτιδάση Α είναι μια εξωπεπτιδάση που αποσπά αμινοξέα από το καρβοξυτελικό άκρο πεπτιδικών αλυσίδων που έχουν αρωματικές ή ογκώδεις αλειφατικές, μη πολικές πλευρικές αλυσίδες ενώ η καρβοξυπεπτιδάση Β είναι εξειδικευμένη να αποσπά τα πολικά καρβοξυτελικά αμινοξέα λυσίνης και αργινίνης. Η οικογένεια των πρωτεασών της σερίνης συγκεντρώνει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον της ενζυμικής πέψης, με πρωταγωνιστές την θρυψίνη και τη χυμοθρυψίνη. Υπάρχουν περίπου 50 οικογένειες, που διαχωρίζονται με βάση την αμινοξική τους αλληλουχία. Ο καταλυτικός τους μηχανισμός περιλαμβάνει την νουκλεόφιλη προσβολή του πεπτιδικού δεσμού από την υδροξυλομάδα ενός καταλοίπου σερίνης. Η πιο σημαντική οικογένεια είναι η S1 της ομάδας PA(S), που περιλαμβάνει την θρυψίνη και τη χυμοθρυψίνη. χυμοθρυψίνη Η χυμοθρυψίνη ανήκει στην οικογένεια S1A της ομάδας PA(S) των πρωτεασών σερίνης. Έχει μοριακό βάρος 25KDa και αποτελείται από τρεις πολυπεπτιδικές αλυσίδες, που είναι συνδεδεμένες με δύο δισουλφιδικούς δεσμούς. Το μόριο είναι συμπαγές και ελλειψοειδές, με αρκετές περιοχές αντιπαράλληλης β-πτυχωτής επιφάνειας και λίγες περιοχές α-έλικας (Εικόνα 5). Συντίθεται ως ανενεργό πρόδρομο μιας πολυπεπτιδικής αλυσίδας που ονομάζεται χυμοθρυψινογόνο και διακρίνεται σε χυμοθρυψινογόνο I και χυμοθρυψινογόνο II. Στην τσιπούρα, τα χυμοθρυψινογόνα I και II μοιράζονται 61% ομοιότητα, με το χυμοθρυψινογόνο I να εκφράζεται στο οπίσθιο έντερο και το χυμοθρυψινογόνο II στο πρόσθιο. Η ενεργοποίηση του μορίου

15 14 συντελείται με τη διάσπαση του δεσμού Argl5-Ilel6 από τη θρυψίνη (Ψόχιου, αδημοσίευτα δεδομένα). Ανάλογα με το ρυθμό της ενεργοποίησης προκύπτουν η α- χυμοθρυψίνη και η β-χυμοθρυψίνη, με αργό και γρήγορο ρυθμό αντίστοιχα. Τα δύο προαναφερθέντα μόρια έχουν πανομοιότυπες πρωτοταγείς δομές αλλά διαφέρουν ως προς τις ενζυμικές δραστικότητες και σταθερότητες. Ser195 α) Εικόνα 5 α) Μοντέλο χυμοθρυψίνης, β) Στερεοδιάταξη της καταλυτικής τριάδας σερίνης-ιστιδίνηςασπαραγινικού στη χυμοτρυψινη (Stryer et al, 1997). Η καταλυτική τριάδα της χυμοθρυψίνης (Εικόνα 5β) απαρτίζεται από τα αμινοξέα His57, Aspl02 και Serl95 και είναι απαραίτητη για τη διάσπαση του πεπτιδικού δεσμού. Εντοπίζεται στην είσοδο της θέσης πρόσδεσης του υποστρώματος και η συντηρημένη διάταξή τους σταθεροποιείται από δεσμούς υδρογόνου. Αυτά τα τρία αμινοξέα είναι ιδιαίτερα συντηρημένα ανάμεσα στις πεπτιδάσες της οικογένειας S1, μέλη της οποίας είναι η θρυψίνη και η χυμοθρυψίνη. Η Ser214 είναι συνδεδεμένη με δεσμό υδρογόνου με το Aspl02 και με την κύρια αλυσίδα του ατόμου αζώτου του επιδεκτικού πεπτιδικού δεσμού. Αυτό το κατάλοιπο συμβάλλει σημαντικά στο πολικό περιβάλλον που σταθεροποιεί το φορτίο που φέρει το Aspl02. Οι πεπτιδικές αμινομάδες της Glyl93 και της Serl95 στη δομική μονάδα καλούνται κοιλότητα του οξυανιόντος και συνδέονται με δεσμούς υδρογόνου με την καρβονυλική ομάδα του επιδεκτικού πεπτιδικού δεσμού. Οι προαναφερθείσες αλληλεπιδράσεις είναι ουσιαστικής σημασίας για την κατάλυση, καθώς προσανατολίζουν τον επιδεκτικό δεσμό ΝΗ στην His57 και στην Serl95. Η χυμοθρυψίνη καταλύει την υδρόλυση του καβοξυλικού τμήματος των αρωματικών πλευρικών αλυσίδων της τυροσίνης, της τρυπτοφάνης και της φαινυλαλανίνης, καθώς και των μεγάλων υδρόφοβων καταλοίπων, όπως της μεθειονίνης. Η υδρόλυση των εστερικών ή πεπτιδικών δεσμών γίνεται σε δύο βήματα. Κατά τη διαδικασία σχηματίζονται ένα σύμπλοκο ενζύμου-υποστρώματος και ένα ενδιάμεσο ακυλο-ενζύμου. Κατά το πρώτο βήμα η παραγωγή του προϊόντος είναι

16 15 ταχεία και στο δεύτερο η αντίδραση φθάνει σε σταθερή κατάσταση και η ταχύτητα της αντίδρασης είναι μειωμένη. Το δεύτερο βήμα είναι και το ρυθμιστικό βήμα της αντίδρασης της χυμοθρυψίνης (Handbook of proteolytic enzymes, 2004). Τα δύο βήματα επεξηγούνται από την αντίδραση της πυρηνόφιλης σερίνης με το υπόστρωμα (π-νιτροφαινυλοξικό) για το σχηματισμό του ομοιοπολικά συνδεδεμένου ενδιάμεσου ενζύμου-υποστρώματος. Αρχικά, η ιδιαίτερα δραστική ομάδα υδροξυλίου της Serl95 αντιδρά με το καρβονύλιο του υποστρώματος για το σχηματισμό του ακυλο-ενζύμου, απελευθερώνοντας την π-νιτροφαινόλη (ή μια αμίνη αν το υπόστρωμα είναι αμίδιο και όχι εστέρας) (Εικόνα 6α). Έπειτα, το ακυλο-ένζυμο υδρολύεται, για να απελευθερώσει την ομάδα καρβοξυλικού οξέος του υποστρώματος και να αναγεννήσει το ελεύθερο ένζυμο (Εικόνα 6β). Το σύμπλοκο ακετυλοενζύμου διακρίνεται για τη σταθερότητά του, και επομένως μπορεί να απομονωθεί. Ενζυμο C-CH, + Ενζυμο V C-CH, + Η+ β) Ενδιάμεσο ακετυλοενζύμου Οξικό Εικόνα 6 α) Ακυλίωση: Ο σχηματισμός του ενδιάμεσου ακυλο-ενζύμου στην κατάλυση από τη χυμοθρυιμίνη. β) Αποακυλίωση: Η υδρόλυση του ενδιάμεσου ακυλο-ενζύμου (Stryer et al, 1997). Ο πιθανός μηχανισμός κατάλυσης της χυμοθρυψίνης περιλαμβάνει την υδρόλυση του πεπτιδικού δεσμού με προσβολή του καρβονυλικού ατόμου άνθρακα του πεπτιδικού δεσμού από την υδροξυλομάδα της Serl95. Τα τέσσερα άτομα του καρβονυλικού ατόμου άνθρακα είναι διατεταγμένα όπως σε ένα τετράεδρο και σχηματίζεται μια μεταβατική τεραεδρική δομή, με το φορτίο του οξυγόνου του καρβονυλικού ατόμου άνθρακα να είναι αρνητικό. Αυτό το φορτίο σταθεροποιείται από αλληλεπιδράσεις μεταξύ αμινοτελικών ομάδων της Glyl93 και της Serl95, στην κοιλότητα του οξυανιόντος (Stryer et al, 1997) (Εικόνα 7α). Το ενδιάμεσο ακυλοενζύμου προσβάλλεται από ιόν υδροξειδίου, που προκύπτει από ένα μόριο νερού (Εικόνα 7β).

17 16 Γκτρακβρηιή μιταβαπχι) κοτμιαοη I L Α Ρ,0* o. α) Terpocdp. Ml μεταβατική κατόστοση Ρ) Η» S «ρ 102 <4 ' S? I -Η' o=*c CKy o. I Μ Ο Μ Εικόνα 7 α) Ακυλίωση: Σχηματίζεται μια τετραεδρική μεταβατική κατάσταση, κατά την οποία διασπάται ο πεπτιδικός δεσμός. Στη συνέχεια, η αμίνη του υποστρώματος απομακρύνεται ταχέως αφήνοντας ένα ενδιάμεσο ακυλο-ενζύμου. β) Αποακυλίωση: Το ενδιάμεσο ακυλο-ενζύμου υδρολύεται από το νερό (Stryer et al, 1997). Η πρωτοταγής ειδικότητα του ενζύμου καθορίζεται από τις εξειδικευμένες αλληλεπιδράσεις του ενζύμου με το υπόστρωμα, και συγκεκριμένα της Ρ1 θέσης του ενζύμου με την S1 θέση του υποστρώματος. Η S1 κοιλότητα κατέχει σημαντικό ρόλο για το ένζυμο καθώς είναι μια βαθιά, σχετικά υδρόφοβη κοιλότητα, της οποίας η δομή σταθεροποιείται από τον δισουλφιδικό δεσμό της Cysl91-Cys220. Ένας άλλος δισουλφιδικός δεσμός μεταξύ των Cysl-Cys220 του χυμοθρυψινογόνου φαίνεται να σταθεροποιεί τη διαμόρφωσή του, να το αποτρέπει από λανθασμένη ενεργοποίηση ενώ πολύ μικρό ρόλο έχει στην εξειδίκευση του ενζύμου. Ο δεσμός αυτός απουσιάζει από την θρυψίνη (Handbook of proteolytic enzymes, 2004). θρυψίνη Η θρυψίνη ανήκει στην οικογένεια S1A της ομάδας PA(S) των πρωτεασών σερίνης. Έχει μοριακό βάρος 25KDa, συντίθενται στο πάγκρεας ως ανενεργό θρυψινογόνο και το προένζυμο αποθηκεύεται στα εκκριτικά κυστίδια του εντέρου. Στην τσιπούρα, το θρυψινογόνο II εκφράζεται σε υψηλά επίπεδα σε όλο το μήκος του πεπτικού σωλήνα, συμπεριλαμβανομένου και του όξινου στομάχου (Ψόχιου, αδημοσίευτα δεδομένα). Πρωτεολύει τον πεπτιδικό δεσμό μετά από κατάλοιπα Arg ή Lys σε συνθήκες ελαφρά αλκαλικές, με ιδανική τιμή ρη8. Το ενεργό μόριο της θρυψινης αποτελείται από μια μοναδική πολυπεπτιδική αλυσίδα, στην οποία τα

18 17 καταλυτικά κατάλοιπα γεφυρώνουν δύο περιοχές β-βαρελιού (Handbook of proteolytic enzymes, 2004) (Εικόνα 8). Αλλες μορφές (α, γ και π) στις οποίες ο σκελετός του πολυπεπτιδίου έχει λάβει άλλη διαμόρφωση εμφανίζουν μικρότερη δραστικότητα που ποικίλει (Higaki & Light, 1985). Όπως και στα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας των σερινοπρωτεασών αξιοσημείωτο ρόλο έχει η καταλυτική τριάδα His57-Aspl02-Serl95, με αυτή τη σειρά. Ο καταλυτικός μηχανισμός είναι ο ίδιος με της χυμοθρυψίνης, όπου το οξυγόνο της Serl95 προσβάλλει πυρηνόφιλα το υπόστρωμα δημιουργώντας ένα ενδιάμεσο ακυλοενζύμου. Στην καταλυτική τριάδα η His57 δρα σαν μια βάση και δέχεται το πρωτόνιο από την -ΟΗ της Serl95. Ο ρόλος της ομάδας -COO του Aspl02 έγκειται στη σταθεροποίηση της μεταβατικής κατάστασης της θετικά φορτισμένης His57 και στη σταθεροποίηση του σωστού ταυτομερούς της. Αντικατάσταση οποιουδήποτε από τα αμινοξέα της καταλυτικής τριάδας συνεπάγεται μείωση περισσότερο από ΙΟ4 φορές της δραστικότητας του ενζύμου. Εκτός, όμως, από αυτά τα αμινοξέα, και άλλες θέσεις αμινοξέων διαδραματίζουν ρόλο στην κατάλυση, όπως αποδεικνύεται από πειράματα με μεταλλαξιγένεση θέσης, ενώ αρκετά μέρη του μορίου της θρυψίνης συμβάλλουν στη σωστή αναγνώριση του υποστρώματος (Handbook of proteolytic enzymes, 2004). Εικόνα 8 Μοντέλο της θρυψίνης. Το θρυψινογόνο έχει ένα αμινοτελικό πεπτίδιο που πρέπει να αποκοπεί πρωτεολυτικά προκειμένου να προκόψει το δραστικό μόριο της θρυψίνης. Η αντίδραση καταλύεται από την εντεροκινάση ή την ίδια την θρυψίνη με αυτοκαταλυτικό τρόπο. Η αποκοπή του προπεπτιδίου έχει σαν αποτέλεσμα τη διάσπαση το δεσμού υδρογόνου μεταξύ της His40 και του Aspl94, που ακολουθείται από περιστροφή του Aspl94, έτσι ώστε να αλληλεπιδράσει με το νέο Ν- τελικό άκρο στη Ilel6. Αυτή η δομική αλλαγή ολοκληρώνει το σχηματισμό της κοιλότητας του οξυανιόντος και των θέσεων πρόσδεσης. Η νέα διαμόρφωση σταθεροποιείται από αλληλεπιδράσεις υδροφοβικού χαρακτήρα της πλευρικής αλυσίδας της Ilel6. Η θηλιά

19 18 της αυτοκατάλυσης αποτελείται από τα κατάλοιπα και είναι πολύ ευέλικτη στην θρυψίνη και στο θρυψινιγόνο. Αποκοπή της Lysl45 της θηλιάς αποδίδει την α- θρυψίνη που διατηρεί κάποια ενζυμική δραστικότητα (Handbook of proteolytic enzymes, 2004). Κατά την αντίδραση ενζύμου-υποστρώματος, το υπόστρωμα σχηματίζει ένα αντιπαράλληλο β-φύλλο με τη θέση πρόσδεσης της πρωτεΐνης. Η εξειδίκευση του υποστρώματος καθορίζεται από την πλευρική αλυσίδα του Aspl89, που βρίσκεται στη βάση της S1 θέσης πρόσδεσης. Σε μικρά συνθετικά υποστρώματα, ο σχηματισμός του ενδιάμεσου ακυλο-ενζύμου είναι συνήθως το καθοριστικό βήμα για την διάσπαση των αμιδικών δεσμών από την θρυψίνη, ενώ η υδρόλυση του ενδιαμέσου είναι το καθοριστικό βήμα για τη διάσπαση του εστέρα. Ο μηχανισμός κατάλυσης της θρυψίνης είναι ίδιος με της χυμοθρυψίνης, με την ίδια καταλυτική τριάδα να έχει τον ίδιο ρόλο (Handbook of proteolytic enzymes, 2004). Οκοπός της εργασίας Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η μελέτη της επίδρασης της νηστείας κυμαινόμενης διάρκειας 1. στο φαινόμενο της αύξησης αντιστάθμισης 2. στην ενζυμική δραστικότητα των ολικών όξινων πρωτεασών, των ολικών αλκαλικών πρωτεασών, της θρυψίνης και της χυμοθρυψίνης στον τελεόστεο Sparus aurata. Τα ψάρια υποβλήθηκαν σε νηστεία κυμαινόμενης διάρκειας, 1-3 εβδομάδων και έπειτα επαναδιατράφηκαν για διάστημα 8 εβδομάδων συνολικά. Στη συνέχεια, προσδιορίστηκαν οι ενζυμικές δραστικότητες σε τέσσερα μέρη του πεπτικού σωλήνα, στομάχι, πυλωρικά τυφλά εντέρου καθώς και στο πρόσθιο και οπίσθιο έντερο, αναλόγως που εντοπίζεται η καθεμία.

20 19 Όλικά και μέθοδοι Η πειραματική διαδικασία διήρκησε οκτώ εβδομάδες, από τις 26/2/2005 ως 23/4/2005 και έλαβε χώρα στις εγκαταστάσεις του εργαστηρίου Υδατοκαλλιεργειών του Τμήματος Ζωικής Παραγωγής και Υδάτινου Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Χρησιμοποιήθηκαν άτομα τσιπούρας ηλικίας ενός έτους, που μεταφέρθηκαν από τους ιχθυοκλωβούς της μονάδας πάχυνσης ΙΧΘΥΟ Α.Ε., που βρίσκεται στο Μαλιακό κόλπο. Αμέσως μετά τη μεταφορά τους οι τσιπούρες τοποθετήθηκαν στις δεξαμενές αποστείρωσης, όπου παρέμειναν σε διάλυμα Nitrofurandom 20p.p.m. Στη συνέχεια τοποθετήθηκαν στις κυλινδροκωνικές δεξαμενές του εργαστηρίου ενώ το θαλασσινό νερό παρέχονταν με κλειστό κύκλωμα. Τα ψάρια εγκλιματίστηκαν στις συνθήκες του εργαστηρίου για περίπου δύο εβδομάδες σε δώδεκα κυλινδροκωνικές δεξαμενές. Κάθε δεξαμενή περιείχε 5001 θαλασσινού νερού και στα ψάρια προσφέρονταν τροφή καθημερινά. Μία ημέρα προτού ξεκινήσει το πείραμα, 164 ψάρια ζυγίστηκαν και μετρήθηκαν με σκοπό την ομοιομορφία στο βάρος και στο συντελεστή παραλλακτικότητας, και κατόπιν χωρίστηκαν τυχαία σττς τέσσερις μεταχειρίσεις (3 δεξαμενές / μεταχείριση), μέσου βάρους 110,9g (max 161.5g και min 47.7g). Οι ομάδες που προέκυψαν ήταν: ϊ) των μαρτύρων Μ, η οποία ταϊζόταν καθημερινά για 8 εβδομάδες, ϋ) η Α, με 1 εβδομάδα ασιτία και 7 τάισμα, ϊίί) η Β, με 2 εβδομάδες ασιτία και 6 τάισμα και ίν) η G, με 3 εβδομάδες ασιτία και 5 τάισμα. Τα ψάρια ταΐζονταν 5 ημέρες την εβδομάδα, ενώ έμεναν άσιτα κάθε Παρασκευή, ώστε το Σάββατο που ζυγίζονταν να μειώνονταν όσο το δυνατόν περισσότερο η πιθανότητα στρεσαρίσματός τους. Στα ψάρια προσφέρονταν εμπορικό σιτηρέσιο (Biomar, Ecolife 15, σύμπηκτα 4,5mm) δύο φορές την ημέρα (08.00 και 15.00). Η σύσταση ήταν η ακόλουθη: 45% πρωτεΐνη, 16% λίπη, 20,3% υδατάνθρακες, 1,6% κυτταρίνη και 8,3% τέφρα. Η προσφερόμενη ποσότητα τροφής ήταν η προτεινόμενη από τους πίνακες εκτροφής της Biomar (συναρτήσει της θερμοκρασίας και του μεγέθους των ψαριών) και αναπροσαρμόζονταν σύμφωνα με το βάρος των ψαριών που ζυγίστηκαν. Το θαλασσινό νερό (αλατότητας 25%ο) ήταν από την ευρύτερη περιοχή του λιμανιού του Βόλου και ανακυκλώνονταν κατά τη διάρκεια της ημέρας, διερχόμενο από το εσωτερικό αντλιών για μηχανικό και βιολογικό καθαρισμό και στη συνέχεια

21 20 δεχόταν υπεριώδη ακτινοβολία (UV). Η μέση θερμοκρασία του ήταν 20,5 C (max 22.5 C και min 18.3 C) και διατηρούνταν έτσι με τη βοήθεια κλιματισμού. Οι τιμές του διαλυμένου οξυγόνου, οι οποίες καταγράφονταν κάθε μέρα μετά το δεύτερο τάισμα, ήταν πάνω από 5p.p.m. Τα συστήματα παροχής του αέρα ήταν δύο, έτσι ώστε να αποτραπεί η μη οξυγόνωση του νερού, λόγω βλάβης ενός εκ των δύο παροχέων. Η αλατότητα και το ph μετρούνταν εβδομαδιαίως. Η αμμωνία κυμάνθηκε σε χαμηλές τιμές. Τα ψάρια εκτέθηκαν σε φυσική φωτοπερίοδο. Η αναισθητοποίηση των ψαριών γινόταν με τη χρήση 50 ppm MS-222. δειγματοληψίες Κατά τη διάρκεια του πειράματος πραγματοποιήθηκαν πέντε δειγματοληψίες. Την πρώτη μέρα, μετά το σχηματισμό τεσσάρων ομάδων (ημέρα 0), λήφθηκαν δείγματα από τρία τυχαία επιλεγμένα άτομα από κάθε ενυδρείο. Αρχικά τα ψάρια αναισθητοποιήθηκαν και αφού καταγράφηκε το σωματικό τους βάρος, θανατώθηκαν, αφαιρέθηκε ο πεπτικός σωλήνας, ο οποίος και καθαρίστηκε από το περιεχόμενό του, διαιρέθηκε σε τέσσερα τμήματα, στομάχι (stomach, S), πυλωρικά τυφλά (pyloric caeca, PC), πρόσθιο έντερο (anterior intestine, ΑΙ) και οπίσθιο έντερο (posterior intestine, PI) και αποθηκεύτηκαν στους -80 C. Οι δειγματοληψίες συνεχίστηκαν με τον ίδιο τρόπο για τις ημέρες 7,14, 21 και 56. Προετοιμασία ενζυμικών εκχυλισμάτων Τα δείγματα ομογενοποιήθηκαν μηχανικά (ομογενοποιητής ULTRA TURRAX, IKA-WERKE) στις 17,500 στροφές (Ι/min), για 40sec περίπου σε ψυχρό 50mM Tris-HCl buffer, ρη=7.5 για τα τμήματα του εντέρου καθώς και των πυλωρικών τυφλών, και σε αποσταγμένο νερό για το στομάχι, σε αναλογία loorng ιστού ανά ml διαλύματος, και στη συνέχεια φυγοκεντρήθηκαν στις 13,500rpm για 35min στους -4 C (Alarcon et al, 1998). To υπερκείμενο διαιρέθηκε σε τρεις σωλήνες eppendorf και αποθηκεύτηκε στους -80 C. μέτρηση πρωτεϊνικού περιεχομένου Η μέτρηση του πρωτεϊνικού περιεχομένου πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με τη μέθοδο του Lowry (Lowry et al, 1951).

22 21 Προσδιορισμός της δραστικότητας των ολικών όξινων πρωτεασών Για κάθε μια από τις ενζυμικές αναλύσεις προηγήθηκαν προκαταρκτικές δοκιμές προκειμένου να ταυτοποιηθεί η ακριβής συγκέντρωση ένζυμου και υποστρώματος, λαμβάνοντας μια σειρά διαδοχικών αραιώσεων των ενζυμικών εκχυλισμάτων και του υποστρώματος αντίστοιχα. Ο προσδιορισμός της δραστικότητας της πεψίνης βασίστηκε στη μέθοδο του Anson (Anson et al, 1938), χρησιμοποιώντας ως υπόστρωμα την αιμογλοβίνη (Hemoglobin from bovine blood. Sigma H2625) σε ρυθμιστικό διάλυμα 0,lmM glycine- HC1, ph=2. Η αντίδραση άρχισε με την προσθήκη 5μ1 ενζυμικού εκχυλίσματος, σε τελική συγκέντρωση υποστρώματος 2% αιμογλοβίνη και συνολικό όγκο 1,4ml στους 25 C. Με την πάροδο lomin προστέθηκε 20% TCA, τα δείγματα τοποθετήθηκαν στους 4 C για 60min και κατόπιν φυγοκεντρήθηκαν στις 12,000rpm για 35min στους 4 C. Τέλος, μετρήθηκε η απορρόφηση του υπερκειμένου σε φασματοφωτόμετρο CARY 50Bio σε μήκος κύματος 280nm. Βάση του ρυθμού υδρόλυσης του υποστρώματος, η ειδική δραστικότητα της πεψίνης εκφράζεται σε pg τυροσίνης που παρήχθηκε mg protein-1 min-1 (ειδικός συντελεστής απορρόφησης τυροσίνης ml pg1 cm1). Προσδιορισμός της δραστικότητας των ολικών αλκαλικών πρωτεασών Ο προσδιορισμός της δραστικότητας των ολικών αλκαλικών πρωτεασών βασίστηκε στο πρωτόκολλο του Alarcon (Alarcon et al, 1998), χρησιμοποιώντας ως υπόστρωμα την καζεΐνη (casein from bovine milk, Fluka 22080) σε ρυθμιστικό διάλυμα 50mM Tris-HCl ph=9. Η αντίδραση άρχισε με την προσθήκη 30μ1 ενζυμικού εκχυλίσματος για τα πυλωρικά τυφλά, το πρόσθιο και το οπίσθιο έντερο, σε τελική συγκέντρωση υποστρώματος 0,5% καζεΐνη και συνολικό όγκο 1,4ml στους 25 C. Με την πάροδο lomin για το πρόσθιο έντερο και τα πυλωρικά τυφλά, και 20min για το οπίσθιο έντερο, προστέθηκε 8% TCA, τα δείγματα τοποθετήθηκαν στους 4 C για 60min και κατόπιν φυγοκεντρήθηκαν στις 12,000rpm για 35min στους 4 C. Τέλος, μετρήθηκε η απορρόφηση του υπερκειμένου σε φασματοφωτόμετρο CARY 50Bio σε μήκος κύματος 280nm. Βάση του ρυθμού υδρόλυσης του υποστρώματος, η ειδική δραστικότητα της πεψίνης εκφράζεται σε pg τυροσίνης που παρήχθηκε mg protein-1 min-1 (ειδικός συντελεστής απορρόφησης τυροσίνης ml pg-1 cm-1).

23 22 Προσδιορισμός της δραστικότητας της θρυψίνης Ο προσδιορισμός ιης δραστικότητας αμιδάσης των αλκαλικών πρωτεασών (θρυψίνης) έγινε, χρησιμοποιώντας ως υπόστρωμα lomm benzoyl-dlarginin-p-nitroanilide (ΒΑΡΝΑ, Sigma Β3279) 10mM σε DMSO, σε ρυθμιστικό διάλυμα 50mM Tris-HCl ph=8.2, lomm CaCE (Alarcon et al, 1998). Η αντίδραση ξεκίνησε με την προσθήκη 20-40μ1 ενζυμικού εκχυλίσματος για το πρόσθιο έντερο, 30-40μ1 για το οπίσθιο έντερο και 20μ1 για τα πυλωρικά τυφλά σε τελική συγκέντρωση υποστρώματος 0,5mM στην κυψελίδα και συνολικό όγκο αντίδρασης 1,5ml. Μετρήθηκε η απορρόφηση σε φασματοφωτόμετρο CARY 50Βίο σε μήκος κύματος 405nm σε χρονικό διάστημα 4min και σε θερμοκρασία 25 C. Βάση του ρυθμού υδρόλυσης του υποστρώματος, η ειδική δραστικότητα της θρυψίνης εκφράζεται σε pmol p-nitroaniline που παρήχθηκε mg protein1 min4 (ειδικός συντελεστής απορρόφησης e=8,8mm4 cm4). Προσδιορισμός της δραστικότητας της χυμοθρυψίνης Για τον προσδιορισμό της δραστικότητας της χυμοθρυψίνης χρησιμοποιήθηκε ως υπόστρωμα N-benzoyl-L-tyrosine ethyl ester (ΒΤΕΕ, Sigma Β1625), σε ρυθμισπκό διάλυμα 44.4mM Tris-HCl ρη=7.8, 55.5mM CaCE (Alarcon et al, 1998). Η αντίδραση ξεκίνησε με την προσθήκη 30μ1 ενζυμικού εκχυλίσματος για το πρόσθιο, το οπίσθιο έντερο και τα πυλωρικά τυφλά σε τελική συγκέντρωση υποστρώματος 1.07mM στην κυψελίδα και συνολικό όγκο αντίδρασης 1,5ml. Μετρήθηκε η απορρόφηση σε φασματοφωτόμετρο CARY 50 Bio σε μήκος κύματος 256nm σε χρονικό διάστημα 2.5min και σε θερμοκρασία 25 C. Βάση του ρυθμού υδρόλυσης του υποστρώματος, η ειδική δραστικότητα της χυμοθρυψίνης εκφράζεται σε pg ΒΤΕΕ που υδρολύθηκε mg protein4 min4 (ειδικός συντελεστής απορρόφησης e=964mm4 cm4).

24 23 Συγκεντρωτικός πίνακας ενζυμικών μετρήσεων Ενζυμική δρασπκότητα Ολικές όξινες πρωτεάσες Ολικές αλκαλικές πρωτεάσες Υπόστρωμα Αιμογλοβίνη Τελική συγκέντρωση υποστρώματος 2% Ποσότητα ενζυμικού εκχυλίσματος 5μΙ Χρόνος αντίδρασης (min) 10 Μήκος κύματος (nm) 280 Καζεΐνη 0,5% 30μ Θροψίνη ΒΑΡΝΑ 0.5mM 20-40μ Χυμοθρυψινη ΒΤΕΕ 1.07mM 30μΙ 2,5 256 στατιστική ανάλυση Για την ανάλυση των δεδομένων χρησιμοποιήθηκε το πρόγραμμα MS EXCEL (Office 2000), με το οποίο εκτελέστηκαν αναλύσεις ενός παράγοντα (one-way ANOVA) καθώς και το STATISTIKA (Office 2000). Ακόμη, έγινε χρήση του μη παραμετρικού συντελεστή Spearman, ενώ ως διάστημα εμπιστοσύνης ορίστηκε το 95% (Ρ<0.05). αποτελέσματα διακύμανση βάρους Η διακύμανση του βάρους των ατόμων που συμμετείχαν στο πείραμα παρουσιάζεται στην Εικόνα 9. Την πρώτη εβδομάδα νηστείας παρατηρείται μείωση του βάρους των ατόμων και στις τέσσερις ομάδες: στους μάρτυρες που σιτίζονταν διαρκώς και στα ψάρια που νήστεψαν για μία, δύο ή τρεις εβδομάδες. Οι μάρτυρες άρχισαν να αυξάνουν σε βάρος μετά την πρώτη εβδομάδα, πιθανώς λόγω προσαρμογής στις συνθήκες του πειράματος. Στα άτομα που στερήθηκαν τροφής για μια εβδομάδα παρατηρήθηκε αύξηση σωματικού βάρους από τη δεύτερη εβδομάδα και έπειτα, όταν σιτίστηκαν και πάλι. Τα άτομα που νήστεψαν για δύο και τρεις εβδομάδες ξεκίνησαν να αυξάνονται σε βάρος μετά τη δεύτερη και τρίτη εβδομάδα, αντίστοιχα, οπότε και λάμβαναν ξανά τροφή. Στο τέλος της περιόδου εκτροφής (8ι εβδομάδα) δεν υπήρχε στατιστικώς σημαντική διαφορά ανάμεσα στο μέσο βάρος των μαρτύρων και των ατόμων της ομάδας Α που είχε νηστέψει μία εβδομάδα (Εικόνα 9). Επίσης δε διαπιστώθηκε

25 24 στατιστικώς σημαντική διαφορά ανάμεσα στο μέσο βάρος των ατόμων της ομάδας Β και αυτών της ομάδας Γ, τα οποία όμως ήταν στατιστικώς σημαντικά μικρότερα από τα μέση βάρη των μαρτύρων και της ομάδας Α Ημέρα 1η Εβδ. 2π Εβδ. 3η Εβδ. 4η Εβδ. 5η Εβδ. 6η Εβδ. 7η Εβδ. 8η Εβδ. 0 ^ Μάρτυρας (6,11,14) μ»1 Εβδ. Νηστεία ( 3,9,15 ) Ο 2 Εβδ. Νηστεία (7,12,13) 4 >3 Εβδ. Νηστεία ( 2,10,16 ) Εικόνα 9. Εξέλιξη του μέσου βάρους των ψαριών στις τέσσερις πειραματικές ομάδες. Στις παρενθέσεις δίνονται οι αριθμοί των δεξαμενών που αντιστοιχούν στις επαναλήψεις κάθε ομάδας. Ολικές όξινες πρωτεάσες Η δραστικότητα των ολικών όξινων πρωτεασών (πεψίνη) προσδιορίστηκε στο στομάχι στο τέλος κάθε εβδομάδας επεξεργασίας (ημέρα 7,14, 21 και 56). Στην ομάδα των μαρτύρων δεν παρουσιάστηκαν στατιστικώς σημαντικές διακυμάνσεις στη διάρκεια της περιόδου εκτροφής και σε κανένα χρονικό σημείο δεν παρατηρήθηκε στατιστικώς σημαντική διαφορά μεταξύ των μαρτύρων και των ψαριών που υποβλήθηκαν σε νηστεία (Εικόνα 10).

26 25 Εικόνα 10. Ειδική δραστικότητα της πεψίνης (μέση τιμή + τυπική απόκλιση) εκφρασμένη σε μg τυροσίνης που παρήχθηκε mg protein1 min1 στην περιοχή του στομάχου σε τσιπούρες που υποβλήθηκαν σε νηστεία μιας, δύο ή τριών εβδομάδων (1, 2, 3 weeks) και μαρτύρων (control). Ολικές αλκαλικές πρωτεάσες Η δραστικότητα των ολικών αλκαλικών πρωτεασών προσδιορίστηκε σε τρεις περιοχές του πεπτικού σωλήνα, τα πυλωρικά τυφλά, το πρόσθιο και το οπίσθιο έντερο στο τέλος κάθε εβδομάδας νηστείας και στο τέλος της εκτροφής (ημέρα 7, 14, 21 και 56). Οι υψηλότερες τιμές αλκαλικών πρωτεασών παρατηρήθηκαν στην περιοχή των πυλωρικών τυφλών. Η ομάδα των μαρτύρων παρουσίασε μεγάλη διακύμανση ολικών αλκαλικών πρωτεασών μεταξύ των ημερών δειγματοληψίας, η οποία ήταν στατιστικούς σημαντική μόνο στην περιοχή του οπίσθιου εντέρου. Στα πυλωρικά τυφλά δεν διαπιστώθηκε στατιστικώς σημαντική διαφορά μεταξύ των πειραματικών ομάδων σε καμία ημέρα δειγματοληψίας (Εικόνα 11).

27 26 Εικόνα 11. Ειδική δραστικότητα των ολικών αλκαλικών πρωτεασών (μέση τιμή + τοπική απόκλιση) εκφρασμένη σε μg τυροσίνης που παρήχθηκε mg protein1 min1 στα πυλωρικά τυφλά σε τσιπούρες που υποβλήθηκαν σε νηστεία μιας, δύο ή τριών εβδομάδων (1, 2, 3 weeks) και μαρτύρων (control). Στο τέλος της εκτροφής (ημέρα 56) η δραστικότητα των ολικών αλκαλικών πρωτεασών στην περιοχή του πρόσθιου εντέρου ήταν στατιστικώς σημαντικά υψηλότερη στους μάρτυρες από ότι στις ομάδες που είχαν υποβληθεί σε νηστεία (Ρ<0,05) (Εικόνα 12). Εικόνα 12. Ειδική δραστικότητα των ολικών αλκαλικών πρωτεασών (μέση τιμή + τυπική απόκλιση) εκφρασμένη σε μg τυροσίνης που παρήχθηκε mg protein1 min-1 στο πρόσθιο έντερο σε τσιπούρες που υποβλήθηκαν σε νηστεία μιας, δύο ή τριών εβδομάδων (1, 2, 3 weeks) και μαρτύρων (control). Αντιθέτως, στο οπίσθιο έντερο δεν παρουσιάστηκαν σταστικώς σημαντικές διαφορές μεταξύ των ομάδων σε καμία ημέρα δειγματοληψίας (Εικόνα 13).

28 27 Εικόνα 13. Ειδική δραστικότητα των ολικών αλκαλικών πρωτεασών (μέση τιμή + τοπική απόκλιση) εκφρασμένη σε μg τυροσίνης που παρήχθηκε mg protein-' min-1 στο οπίσθιο έντερο σε τσιπούρες ποο υποβλήθηκαν σε νηστεία μιας, δύο ή τριών εβδομάδων (1, 2, 3 weeks) και μαρτύρων (control). 0'ρυψινη Η δραστικότητα της θρυψίνης προσδιορίστηκε σε όλο το αλκαλικό τμήμα πεπτικού σωλήνα, στα πυλωρικά τυφλά, στο πρόσθιο και στο οπίσθιο έντερο. Η νηστεία δεν είχε σημαντική επίδραση στη δραστικότητα της θρυψίνης ούτε στα πυλωρικά τυφλά ούτε στο πρόσθιο έντερο (Εικόνες 14-15). Εικόνα 14 Ειδική δραστικότητα της θρυψίνης (μέση τιμή + τυπική απόκλιση) εκφρασμένη σε pmol ρ- nitroaniline που παρήχθηκε mg protein-' min-' στα πυλωρικά τυφλά σε τσιπούρες που υποβλήθηκαν σε νηστεία μιας, δύο ή τριών εβδομάδων (1, 2, 3 weeks) και μαρτύρων (control). Στατιστικώς σημαντικές διαφορές παρατηρήθηκαν στη δραστικότητα της θρυψίνης στο πρόσθιο έντερο στην ομάδα των μαρτύρων μεταξύ των ημερών

29 28 δειγματοληψίας. Αξιοσημείωτο είναι ότι το πρόσθιο έντερο ήταν και η περιοχή που εμφάνισε συνολικά τα υψηλότερα επίπεδα θρυψίνης σε όλες τις ομάδες. Εικόνα 15 Ειδική δραστικότητα της θρυψίνης (μέση τιμή + τυπική απόκλιση) εκφρασμένη σε pmol ρ- nitroaniline που παρήχθηκε mg protein1 min-' στο πρόσθιο έντερο σε τσιπούρες που υποβλήθηκαν σε νηστεία μιας, δύο ή τριών εβδομάδων (1, 2, 3 weeks) και μαρτύρων (control). Το οπίσθιο έντερο εμφάνισε χαμηλά επίπεδα δραστικότητας, χωρίς στατιστικώς σημαντικές διακυμάνσεις μέσα στην ομάδα των μαρτύρων. Στη λήξη της περιόδου εκτροφής ωστόσο, η ομάδα που είχε νηστέψει για μία εβδομάδα είχε στατιστικώς σημαντικά χαμηλότερη δραστικότητα θρυψίνης από τις υπόλοιπες πειραματικές ομάδες (Ρ=0,04) (Εικόνα 16). Εικόνα 16 Ειδική δραστικότητα της θρυψίνης (μέση τιμή + τυπική απόκλιση) εκφρασμένη σε pmol ρ- nitroaniline που παρήχθηκε mg protein1 min-1 στο οπίσθιο έντερο σε τσιπούρες που υποβλήθηκαν σε νηστεία μιας, δύο ή τριών εβδομάδων (1, 2, 3 weeks) και μαρτύρων (control).

30 29 υμοθρυψίνη Η δρασπκότητα της χυμοθρυψίνης προσδιορίστηκε, επίσης κατά μήκος του πεπτικού σωλήνα, στα πυλωρικά τυφλά, στο πρόσθιο και στο οπίσθιο έντερο. Δεν παρατηρήθηκε στατιστικώς σημαντική διαφορά μεταξύ των ημερών επεξεργασίας και των πειραματικών ομάδων σε καμία περιοχή του εντέρου (Εικόνες 17-19). Εικόνα 17 Ειδική δρασπκότητα της χυμοθρυψίνης (μέση τιμή + τυπική απόκλιση) εκφρασμένη σε μg τυροσίνης που παρήχθηκε mg protein1 min-1 στα πυλωρικά τυφλά σε τσιπούρες που υποβλήθηκαν σε νηστεία μιας, δύο ή τριών εβδομάδων (1, 2, 3 weeks) και μαρτύρων (control). Εικόνα 18 Ειδική δρασπκότητα της χυμοθρυψίνης (μέση τιμή + τυπική απόκλιση) εκφρασμένη σε μg τυροσίνης που παρήχθηκε mg protein-1 min-1 στο πρόσθιο έντερο σε τσιπούρες που υποβλήθηκαν σε νηστεία μιας, δύο ή τριών εβδομάδων (1, 2, 3 weeks) και μαρτύρων (control).

31 30 Εικόνα 19 Ειδική δραστικότητα της χυμοθρυψίνης (μέση τιμή + τυπική απόκλιση) εκφρασμένη σε pg τυροσίνης που παρήχθηκε mg protein-' min-' στο οπίσθιο έντερο σε τσιπούρες που υποβλήθηκαν σε νηστεία μιας, δύο ή τριών εβδομάδων (1, 2, 3 weeks) και μαρτύρων (control). Οχ σχέσεις μεταξύ των δραστικοτήτων των ενζύμων σε κάθε διαμέρισμα του εντέρου σε όλες τις πειραματικές ομάδες διερευνήθηκαν με τη χρήση του μη παραμετρικού συντελεστή Spearman (Πίνακας 1). Η καλύτερη συσχέτιση προκύπτει για τη θρυψίνη και τη χυμοθρυψίνη στο οπίσθιο έντερο. Όταν η δραστικότητα της χυμοθρυψίνης είναι υψηλή στο οπίσθιο έντερο, τότε και η θρυψίνη είναι υψηλή στην ίδια περιοχή στα ψάρια-μάρτυρες και στα ψάρια που στερήθηκαν τροφής μια και τρεις εβδομάδες. Αντίστοιχα, όταν η θρυψίνη είναι αυξημένη στα πυλωρικά τυφλά, τότε και η χυμοθρυψίνη είναι αυξημένη στο ίδιο τμήμα μόνο στα ψάρια που υποβλήθηκαν σε νηστεία δυο και τριών εβδομάδων. Επιπρόσθετα, όταν η δραστικότητα της θρυψίνης είναι αυξημένη στα πυλωρικά τυφλά, τότε αυξάνεται η δραστικότητα της θρυψίνης στο πρόσθιο έντερο στα ψάρια που νήστεψαν τρεις εβδομάδες. Όταν η θρυψίνη είναι αυξημένη στα πυλωρικά τυφλά, τότε αυξάνεται η θρυψίνη στο οπίσθιο έντερο στα ψάρια που νήστεψαν τρεις εβδομάδες. Όταν οι ολικές αλκαλικές είναι αυξημένες στο πρόσθιο έντερο, τότε αυξάνεται η θρυψίνη στο πρόσθιο έντερο στα ψάρια που νήστεψαν μια εβδομάδα.

32 31 Πίνακας 1. Μη παραμετρικός σοντελεσγής συσχέτισης Spearman μεταξύ των μελετούμενων πετραματικών παραμέτρων. PC: πολωρικά τυφλά, ΑΙ: πρόσθιο έντερο, ΡΙ: οπίσθιο έντερο, ΤΑ: ολικές αλκαλικές, TRP: θρυψίνη και CHTR: χυμοθρυψίνη. *: Ρ<0.05, **: Ρ<0.01, ***: Ρ<0.001 Συντελεστής Spearman Μάρτυρες Ομάδα A ΟμάδαB ΟμάδαΓ Πεψίνη & PC ΤΑ Πεψίνη & ΑΙ ΤΑ 0.55* Πεψίνη & ΡΙ ΤΑ PC ΤΑ & ΑΙ ΤΑ 0.47* PC ΤΑ & ΡΙ ΤΑ ΑΙ ΤΑ & ΡΙ ΤΑ PC TRP & ΑΙ TRP * PC TRP & PI TRP * AI TRP & PI TRP PC CHTR & AI CHTR PC CHTR & PI CHTR AI CHTR & PI CHTR -0.57** PC TA & PC TRP PC TA & PC CHTR PC TRP & PC CHTR *** 0.85*** AI TA & AI TRP * AI TA & AI CHTR AI TRP & AI CHTR PI TA & PI TRP PI TA & PI CHTR PI CHTR & PI TRP 0.49* 0.70** *

33 32 (ΤυΟίτηση Στην παρούσα εργασία μελετήθηκε η επίδραση της νηστείας κυμαινόμενης διάρκειας στην αύξηση αντιστάθμισης και στη δραστικότητα των πεπτικών πρωτεασών στην τσιπούρα. Οι πρωτεάσες που μελετήθηκαν ήταν οι ολικές όξινες και ολικές αλκαλικές πρωτεάσες καθώς και η θρυψίνη και η χυμοθρυψίνη. Η ενζυμική τους δραστικότητα δεν επηρεάστηκε από τη νηστεία κυμαινόμενης διάρκειας. Πιθανώς, άλλα ένζυμα που συμβάλλουν στη δραστικότητα των ολικών πρωτεασών και δεν έχουν μελετηθεί στην παρούσα εργασία ευθύνονται για την αύξηση αντιστάθμισης που παρατηρείται. Τέτοια ένζυμα είναι οι καρβοξυπεπτιδάσες Α και Β καθώς και η ελαστάση. Έχει ήδη αποδειχθεί ότι η δραστικότητα της θρυψίνης αυξάνεται σε απάντηση του περάσματος της τροφής από το έντερο (Venou et al, 2003). Εκτός από την πεψίνη, οι δραστικότητες των κυριότερων αλκαλικών πεπτικών πρωτεασών δεν περιορίζονται σε συγκεκριμένη περιοχή του πεπτικού σωλήνα της τσιπούρας. Αντίθετα, οι σχετικές δραστικότητες των ενζύμων διαφοροποιούνται κατά μήκος του σωλήνα. Αρκετοί συγγραφείς έχουν αποδώσει αυτή την έλλειψη εντοπισμού των πρωτεασών στα ψάρια ως μία προσαρμογή στην ποικίλη δίαιτα που ενδέχεται να καταναλώσουν τα ψάρια στη φύση (Deguara et al, 2003). Το κύριο μέρος της αλκαλικής πρωτεολυτικής πέψης πραγματοποιείται στο πρόσθιο κομμάτι του εντέρου, όπως αποδεικνύεται από τη μείωση της δραστικότητας της θρυψίνης από το πρόσθιο προς το οπίσθιο έντερο στην τσιπούρα (Sarasquete et al, 1993). Ίσως αυτός να είναι και ο λόγος για τον οποίο στο οπίσθιο τμήμα του εντέρου η απορρόφηση είνατ πιο έντονη (Cataldi et al, 1986). Η μελέτη της αύξησης αντιστάθμισης έχει πραγματοποιηθεί κυρίως σε σολομοειδή (Salmo salar; Mortensen & DamsgQrd, 1993; Nicieza & Metcalfe, 1997; Maclean & Metcalfe, 2001) ενώ υπάρχουν ελλιπείς αναφορές για την τσιπούρα (Πανταρίδης, 2005, Lund, 2000, $ahin et al, 2000). Σε επίπεδο πεπτικών ενζύμων, η αύξηση αντιστάθμισης έχει μελετηθεί στο βακαλάο του Ατλαντικού (Gadus tnorhua, Lemieux et al, 1998), όπου η θρυψίνη θεωρείται να περιορίζει το ρυθμό αύξησης, και ιδιαίτερα ένα ισοένζυμο της θρυψίνης (TRP-2*92) (Lemieux et al, 1998, Belanger et al, 2003), σε αντίθεση με τα υπόλοιπα ένζυμα του εντέρου, όπως η αλκαλική φωσφατάση (Lemieux et al, 1998).

34 33 βτιό τι προκαλείται η αύξηση αντιστάθμισης Η αύξηση αντιστάθμισης που επάγεται μετά από μια περίοδο ολικής ή μερικής νηστείας πιθανόν να επηρεάζεται και από άλλες παραμέτρους, πέραν της τροφής και είναι πιθανό να επιβραδύνουν την αύξηση. Η αύξηση αντιστάθμισης που παρατηρήθηκε για τις τσιπούρες που στερήθηκαν τροφής δε σχετίζεται με τις δραστικότητες των πεπτικών ενζύμων κατά μήκος του πεπτικού σωλήνα που μελετήθηκαν. Οι παράγοντες που μπορεί να επενεργούν είναι η κατανάλωση τροφής σε μεγαλύτερο βαθμό (υπερφαγία), η ενισχυμένη ικανότητα των ψαριών για αύξηση, οι μειωμένοι μεταβολικοί ρυθμοί και η μειωμένη δαπάνη ενέργειας. Ακόμη, αυξημένες μετατρεψιμότητες τροφής ή και παράγοντες που σχετίζονται με τη συμπεριφορά των ψαριών σε έλλειψη τροφής, ενδέχεται να διαδραματίζουν κάποιο ρόλο. Η υπερφαγία αποτελεί τον πιο κοινό μηχανισμό αύξησης αντιστάθμισης. Η εμφάνισή της δεν περιορίζεται από προηγούμενες περιόδους στέρησης ή έλλειψης τροφής. Συνιστά τον ρυθμό κατανάλωσης τροφής που είναι σημαντικά υψηλότερος από των ψαριών που σιτίζονται συνεχώς ad libitum. Προκαλείται από αυξημένο αριθμό ή ποσότητα γευμάτων, ενώ τα υπερφαγικά ψάρια κατορθώνουν να φθάσουν ή και να ξεπεράσουν σε μέγεθος τα ψάρια που σιτίζονται διαρκώς. Ο μεταβολικός ρυθμός των ψαριών που υποβάλλονται σε στέρηση τροφής μπορεί να μειώνεται ή να προσαρμόζεται ανάλογα με τη διαθεσιμότητα της τροφής. Ο Weiser (1992) πρότεινε τέσσερις φάσεις ως απάντηση στη νηστεία και στην επακόλουθη επανασίτιση: α) η φάση του stress, όπου τα ψάρια υπερδραστηριοποιούνται για αναζήτηση τροφής, β) η φάση της αλλαγής με τη συνεχιζόμενη στέρηση τροφής, όπου μειώνεται ο κανονικός ρυθμός της αναπνοής, η κινητικότητα και εξασθενεί η δραστικότητα γλυκολυτικών και γλυκογενολυτικών ενζύμων των μυών, που βοηθούν στην κολύμβηση, γ) η φάση της προσαρμογής, όπου ο μεταβολισμός σταθεροποιείται σε χαμηλά επίπεδα και δ) η φάση της ανάκαμψης, όπου αυξάνεται ραγδαία η κατανάλωση οξυγόνου και η αύξηση, και η αύξηση συσχετίζεται θετικά με τη διάρκεια της περιόδου νηστείας. Για παράδειγμα, σε νεαρά κυπρινοειδή, ο ρυθμός μεταβολισμού ελαττώθηκε κατά 30-40% έπειτα από δύο ημέρες νηστείας, σε σχέση με άτομα που είχαν διατραφεί πρόσφατα (Wieser et al, 1992).

35 34 Από την άλλη, η κατανάλωση ενέργειας κατά την περίοδο στέρησης τροφής μπορεί να περιοριστεί με ελάττωση της κινητικότητάς τους. Ο περιορισμός της κινητικότητας κατά την επανασίτιση, θα μπορούσε να εξασφαλίσει ένα ποσό ενέργειας που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από τα ψάρια για αύξηση αντιστάθμισης. Νεαρά τσιρόνια μείωσαν την κολυμβητική τους ικανότητα μετά από τρεις εβδομάδες ασιτίας, η οποία επανήλθε σε κανονικά επίπεδα με την επανασίστισή τους (van Dijk et al, 2002). αποτελεσματικότητα της αύξησης αντιστάθμισης Οι Dobson & Holmes (1984) πρότειναν ότι η αύξηση αντιστάθμισης στα ψάρια μπορεί να αποδοθεί σε αυξημένη αποτελεσματικότητα χρήσης της τροφής. Μελέτες σε μεμονωμένα ψάρια κατέδειξαν βελτιωμένη μετατρεψιμότητα, που βασίζεται στην αύξηση σε μάζα, και στην ποσότητα της τροφής που καταναλώνεται στην περίοδο επανασίτισης στον Αρκτικό σαλβελίνο (Salvelinus alpimis) και στον Ευρωπαϊκό φοξίνο (Phoxinus phoxinus) (Miglavs & Jobling, 1989, Russel & Wootton, 1992). Διαπιστώθηκε ότι η βελτιωμένη μετατρεψιμότητα τροφής και η καλύτερη χρήση της ενέργειας και των πρωτεϊνών των επανασιτιζόμενων ψαριών ήταν ανώτερη από τους μάρτυρες που διατρέφονταν ως κορεσμού του Paractus brachypomus. Ενώ στην ιριδίζουσα πέστροφα μια μελέτη απέδωσε την αύξηση αντιστάθμισης να προκαλείται εξολοκλήρου από την ενισχυμένη ικανότητα των ψαριών για αύξηση, χωρίς αντίδραση υπερφαγίας, το ίδιο δεν ισχύει για το καναλίσιο γατόψαρο, όπου δεν υπήρχαν διαφορές μεταξύ των μαρτύρων και των ψαριών που νήστεψαν (Boujard et al, 2000). Προκειμένου να εξακριβωθεί αν η αποτελεσματικότητα αύξησης είναι υψηλότερη κατά την αύξηση αντιστάθμισης, συγκρίνεται η αύξηση των μαρτύρων και των ψαριών κατά την επανασίτιση, όταν και οι δύο ομάδες τράφηκαν με πανομοιότυοες αναλογίες. Εξ' αιτίας της πιθανής αντίστροφης σχέσης του ρυθμού κατανάλωσης τροφής και μετατρεψιμότητας, η αξιολόγηση της συμβολής της καλύτερης μετατρεψιμότητας της τροφής στην αύξηση αντιστάθμισης απαιτεί επαρκή έλεγχο στο ρυθμό πρόσληψης τροφής.

36 35 Κόστος της αύξησης αντιστάθμισης Από εξελικτική σκοπιά, η αύξηση αντιστάθμισης και οι επερχόμενες μεταβολές σε ένα ευρύ φάσμα λειτουργιών, όπως κολύμβηση, μεταβολισμός, διαχείριση ενέργειας, ίσως παρουσιάζουν κάποιο εξελικτικό αντίκτυπο. Για να διατηρήσουν ένα μεγάλο σωματικό βάρος, τα ψάρια πρέπει να δουλεύουν με μεγάλους μεταβολικούς ρυθμούς, για να επιτύχουν μέγιστη αύξηση. Το γεγονός ότι ψάρια που τρέφονται καθημερινά εμφανίζουν μικρότερους ρυθμούς κατανάλωσης τροφής και αύξησης σε σχέση με τους ρυθμούς των επανασιτιζόμενων ψαριών, υποδηλώνει ότι ο πληθυσμός πρέπει να πληρώσει κάποιο εξελικτικό κόστος. Σε ένα πειραματικό σχεδίασμά η αύξηση αντιστάθμισης πρέπει να διαχωριστεί από τη μεγάλης διάρκειας αύξηση, και μπορεί να συνοδεύεται από υψηλό ενεργειακό κόστος. Απαιτείται μια προσεκτική ανάλυση των συστατικών που αποθηκεύονται κατά την αύξηση αντιστάθμισης, σε συνδυασμό με λεπτομερές ενεργειακό περιεχόμενο. Η άποψη αυτή δεν υποστηρίζεται από την ιριδίζουσα πέστροφα, όπου δεν υπάρχει ασυνήθιστη εναπόθεση λιπιδίων ή πρωτεϊνών κατά την περίοδο αύξησης αντιστάθμισης (Boujard et al, 2000). Οι οργανισμοί που λειτουργούν με υψηλούς ρυθμούς "πληρώνουν" με μεγάλες θνησιμότητες. Αυτό προτείνει ότι μεγάλης διάρκειας ρυθμοί αύξησης αντιπροσωπεύουν την ιδανική λύση στην ρύθμιση του ισοζυγίου αύξησης και θνησιμότητας, που μεγιστοποιεί την αρμοστικότητα του πληθυσμού. Μεγαλύτεροι ρυθμοί αύξησης εμπεριέχουν φυσιολογικές προσαρμογές που αυξάνουν τη θνησιμότητα κάτω από αντίξοες συνθήκες. Αυτό είναι και το κόστος που καλείται να πληρώσει ο πληθυσμός. Επιπλέον, υψηλοί ρυθμοί αύξησης μπορεί να σχετίζονται με μεγαλύτερο ρίσκο για την εμφάνιση ανωμαλιών κατά την ανάπτυξη ενός οργανισμού. Το πιθανό κόστος της αύξησης αντιστάθμισης αντικατοπτρίζεται περισσότερο στα αρχικά στάδια ανάπτυξης, όπου οι ρυθμοί ανάπτυξης και αύξησης είναι ιδιαίτερα αυξημένοι. Για παράδειγμα, στο Lepomis gibbosus, συγκρίσεις μεταξύ πληθυσμών αλλά και μέσα στον ίδιο πληθυσμό, αποκάλυψαν μια αντίστροφη σχέση μεταξύ στο σφρίγος των λεπιών και το ρυθμό αύξησης (Arendt et al, 2001). Στο ψάρι Anaplopoma fimbria, η μειωμένη

37 36 αντισταθμιστική ικανότητα μεσολαβείται από αλλαγή της κατεύθυνσης της ενέργειας που θα χρησιμοποιούνταν για κολύμβηση (Sogard et al, 2002). Κόστος μπορεί να υπάρχει και σε επίπεδο αναπαραγωγικής ικανότητας παράλληλα με αλλαγές στο μεταβολισμό. Ομαδοποιημένα νεαρά ιχθύδια σολομού του Ατλαντικού, που είχαν στερηθεί τροφής για μια περίοδο και έπειτα παρουσίασαν πλήρη αντιστάθμιση το φθινόπωρο, έδωσαν ενδεικτικά χαμηλότερους ρυθμούς αύξησης και αποθέματα λίπους την επόμενη άνοιξη σε σχέση με τους μάρτυρες, όπου η τροφή ήταν απεριόριστη. Στο θηλυκό σολομό, που είχε εμφανίσει αύξηση αντιστάθμισης, ο ρυθμός ωρίμανσης το επόμενο φθινόπωρο είχε ελαττωθεί. Παρ' όλα αυτά, στα ψάρια της οικογένειας Gasterosteidae, τα οποία εκτέθηκαν σε μικρές περιόδους στέρησης τροφής και επαναδιατροφής το μήνα πριν την αναπαραγωγική περίοδο, γέννησαν την ίδια χρονική περίοδο, στο ίδιο μέγεθος και είχαν την ίδια αναπαραγωγική ικανότητα με τα ψάρια που τρέφονταν ad libitum (Morgan et al, 2001). Τέλος, η υπερφαγία, που συνδέεται με την αύξηση αντιστάθμισης, μπορεί να προκαλέσει αλλαγές στη συμπεριφορά. Η αυξανόμενη αναζήτηση τροφής μπορεί να οδηγήσει το ζώο σε μεγαλύτερα ρίσκα θήρευσης. Η αναζήτηση τροφής στα νεαρά ιχθύδια του σολομού Oncorhynchus kisutch έδειξε ότι η αύξηση αντιστάθμισης ήταν ισχυρότερη παρουσία ενός θηρευτή, από ότι στους μάρτυρες. Η υπερφαγία μπορεί αν επάγει υψηλότερα επίπεδα ενδοειδικού ανταγωνισμού καθώς τα άτομα συναγωνίζονται για τροφή, με αυξημένο κόστος που αναφέρεται σε υψηλότερους ρυθμούς δαπάνης ενέργειας και αυξημένο ρίσκο θνησιμότητας. Για παράδειγμα, νεαρά ιχθύδια σολομού του Ατλαντικού, που είχαν υποβληθεί σε νηστεία, έδειξαν αυξημένη επιθετικότητα (Nicieza et al, 1997). Ούμπεράσματα και μελλοντικές κατευθύνσεις της έρευνας Συμπερασματικά, σε ένα πολυπαραγοντικό φαινόμενο, όπως η αύξηση αντιστάθμισης, πρέπει να ελέγχονται όλες οι πιθανές παράμετροι που μπορεί να επηρεάζουν το τελικό αποτέλεσμα. Γνωρίζουμε ελάχιστα για την ένταση του φαινομένου, την επίδραση, τις συνέπειες και τη σημασία της στους φυσικούς πληθυσμούς. Οι περισσότερες διαθέσιμες πληροφορίες βασίζονται σε πλάγιες

38 37 μεθόδους, όπως τον προς τα πίσω υπολογισμό της αύξησης από τα λέπια ή τους ωτόλιθους, ενώ υπάρχει μια τάση για μελέτη εμπορικών ειδών. Στην πλειοψηφία τους οι διαθέσιμες εργασίες στο αντικείμενο της αύξησης αντιστάθμισης εστιάζουν στο συνολικό μέγεθος (μήκος ή βάρος), ενώ υπάρχουν λίγα δεδομένα για το πώς η πορεία της αύξησης αντιστάθμισης επηρεάζει τη μορφολογία. Μένουν να εξακριβωθούν οι ακριβείς προσαρμογές που υφίσταται ο μεταβολισμός καθώς και ο λόγος για τον οποίο συμβαίνουν. Οποιοσδήποτε μηχανισμός και να λειτουργεί, η αύξηση αντιστάθμισης αντιπροσωπεύει μια προσωρινή, σε επίπεδο ατόμου φαινοτυπική πλαστικότητα και πηγή ποικιλότητας, που συχνά παραβλέπεται σε συγκριτικές μελέτες και θεωρητικές αναλύσεις αύξησης. Ακόμα και αν αποδειχθεί ότι διαδραματίζει ένα μικρό ρόλο στους φυσικούς πληθυσμούς, οι αντισταθμιστικές αλλαγές στην όρεξη και στην αύξηση μπορεί να είναι σημαντικές για την ανάπτυξη βελτιστοποιημένων τεχνικών θρέψης στις ιχθυοκαλλιέργειες (Gaylord et al, 2001).

39 38 βιβλιογραφία * Alarcon F.J., Diaz M Moyano F.J., Abelian E. (1998) Characterization and functional properties of digestive proteases in two sparids; gilthead sea bream {Sparus aurata) and common dentex (Dentex dentex). Fish Physiology and Biochemistry 19, Ali M., Nicieza A., Wootton R J (2003) Compensatory growth in fishes: a response to growth depression. FISH and FISHERIES 4, * Anson M.L. (1938) The estimation of pepsin, trypsin, papain and cathepsin with hemoglobin. From the Laboratories of The Rockefeller Institute for Medical research, Princeton, New Jersey Arendt J.D., Wilson D.S., Starck E. (2001) Scale strength as a cost of rapid growth in sunfish. Oikos 93, Barett A.J., Rawlings N.D., Woessner J.F. (2004) Handbook of proteolytic enzymes, 2nd edn, Elsevier academic press, London * Belanger F., Blier P.U., Dutil J. -D., (2003) Digestive capacity and compensatory growth in Atlantic cod (Gadus morhua). Fish Physiology and Biochemistry 26, Bjornsson B., Sigurthorsson G., Hemre G.I., Lie O. (1992) Growth rate and feed conversion factor on young halibut (Hippoglossus hippoglossus L.) fed six different diets. Fiskeridirektoratets Skrifter Emaering 5, * Boujard T., Burel C., Medale F., Haylor G. Moisan A. (2000) Effect of past nutritional history and fasting on feed intake and growth in rainbow trout Oncorhynchus mykiss. Aquatic Living Resourcesl3, * Broekhuizen N., Gurney W.S.C., Jones A., Bryant A.D. (1994) Modelling compensatory growth. Functional Ecology 8, Cataldi E., Cataudella S., Monaco G., Rossi A., Tanciomi L. (1987) A study of the histology and morphology of the digestive tract of the sea-bream, Spams aurata. Journal of Fish Biology 30, Deguara S., Jauncey K., Agius C. (2003) Enzyme activities and ph variations in the digestive tract of gilthead sea bream. Journal of Fish Biology 62, * van Dijk, P.L.M. Staaks G. and Hardewig I. (2002) The effect of fasting and refeeding on temperature preference, activity and growth of roach Rutilus rutilus. Oecologia 130, Diaz M., Moyano F.J., Garcia-Carreno F.L., Alarcon F.J., Sarasquete M.C. (1997) Substrate- SDS-PAGE determination of protease activity though larval development in sea bream. Aquaculture International 5, Dobson S.H. and Holmes R.M. (1984) Compensatory growth in the rainbow trout, Salmo gairdneri Richardson. Journal of Fish Biology 25,

40 39 * Dunn B.M., Hung Su-H. (1999) The two sides of enzyme-substrate specificity: lessons from the aspartic proteinases. Biochimica et Biophysica Acta 1477, Dykes C.W., Kay J. (1975) Conversion of Pepsinogen into Pepsin are not one step process. Biochemistry Journal 153, * Gaylord T.G., Gatlin D.M. Ill (2001) Dietary protein and energy modifications to maximize compensatory growth of channel catfish (Ictalurus punctatus). Aquaculturel94, * Hidalgo M.C., Urea E., Sanz A. (1999) Comparative study of digestive enzymes in fish with different nutritional habits. Proteolytic and amylase activities. Aquaculture 170, * Higaki J.N., Light A. (1985) The identifications of neotrypsinogens in samples of bovine trypsinogen. Analytic Biochemistry 148, Hubbell S.P. (1971) Of sowbugs and systems: the ecological bioenergetics of a terrestrial isopod. In: Systems Analysis and Simulation in Ecology (ed. B.C. Patten), Academic Press, London, pp * Jobling M. (1994) Fish Bioenergetics. Chapman & Hall, London + Jobling M. (1995) Environmental Biology of fishes, * Lemieux H., Blier P., Dutil J. -D., (1999) Do digestive enzymes set a physiological limit on growth rate and food conversion efficiency in the Atlantic cod (Gadus morhua)? Fish Physiology and Biochemistry 20, * Lowry O.H., Rosebrough N.J., Farr A.L., Randall R.J (1951) Protein measurement with the Folin Phenol reagent. From the Department of Pharmacology, Washington University School of Medicine, St. Lewis, Missouri * Lund I. (2000) Effect of 7 days starvation on the subsequent growth of Gilthead Sea bream (Spams aurata). DIFTA * Miglavs I., Jobling M. (1989a) The effect of feeding regime on proximate body composition and patterns of energy deposition in juvenile Arctic charr, Salvelinus alpinus. Journal of Fish Biology 35,1-11 r Maclean A., Metcalfe, N.B. (2001) Social status, access to food and compensatory growth in juvenile Atlantic salmon. Journal of Fish Biology 58, * Miglavs I., Jobling, M. (1989b) Effects of feeding regime on food consumption, growth rates and tissue nucleic acids in juvenile Arctic charr, Salvelinus alpinus, with particular respect to compensatory growth. Journal of Fish Biology 34, * Morgan I.J., Metcalfe N.B. (2001) Deferred costs of compensatory growth after autumnal food shortage in juvenile salmon. Proceedings of the Royal Society of London B 268, * Mortensen A., DamsgQrd B. (1993) Compensatory growth and weight segregation following light and temperature manipulation of juvenile Atlantic salmon (Salmo salar L.) and Arctic charr (Salvelinus alpinus L.). Aquaculture 114, Μούτου K. (2000) Φυσιολογία θρέψης ιχθύων. Πανεπιστημιακές εκδόσεις

41 40 * Nicieza A.G., Reiriz L., Brana, F. (1994) Variation in digestive performance between geographically disjunct populations of Atlantic salmon: countergradient in passage time and digestion rate. Oecologia 99, * Nicieza A.G., Metcalfe N.B. (1997) Growth compensation in juvenile Atlantic salmon: Responses to depressed temperature and food availability. Ecology 78, * Purchase C.F., Brown J.A. (2001) Stock-specific changes in growth rates, food conversion efficiencies, and energy allocation in response to temperature change in juvenile Atlantic cod. Journal of Fish Biology 58, * Πανταρίδης K., Κλαουδάτος Σπ., Παναγιωτάκη Π., Νεοφύτου X. Αύξηση αντιστάθμισης στην εκτροφή τσιπούρας (Sparus aurata). 8 Πανελλήνιο Συμπόσιο Ωκεανογραφίας & Αλιείας * Russell, N.R. andwootton, R.J. (1992) Appetite and growth compensation in the Europeanminnow, Phoxinus phoxinus (Cyprinidae) following short term of food restriction. Environmental Biology of Fishes 34, * ahin T., Akbulut B., Aksungur M. (1998) Compensatory growth in Sea bass (Dicentrarchns labrax), Sea bream (Sparus aurata) and Rainbow trout (Oncorhynchus mykiss). Turk J Zool 24, * Sarasquete M.C., Polo A., Gonzales De Canales M.L. (1993) A histochemical and immunohistochemical study of digestive enzymes and hormones during the larval development of the sea bream, Sparus aurata L. Histochemical Journal 25, * Sogard S.M., Olla B.L. (2002) Contrasts in the capacity and underlying mechanisms for compensatory growth in two pelagic marine fishes. Marine Ecology: Progress Series 243, * Speare D.J., Arsenault G.J. (1997) Effects of intermittent hydrogen peroxide exposure on growth and columnaris disease prevention of juvenile rainbow trout (Oncorhynchus mykiss). Canadian Journal of Fisheries and Aquatic Science 54, * Stryer L. (1997) Βιοχημεία, 3ί έκδοση. Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης * Teles A. (2000) Recent advances in European sea bass and gilthead sea bream nutrition. Aquaculture International 8, * Venou B., Alexis M.N., Fountoulaki E Nengas I., Apostolopoulou M., Castrisi-Cathariou I. (2003) Effect of extrusion of wheat and corn on gilthead sea bream (Sparus aurata) growth, nutritient utilization efficiency, rates of gastric evacuation and digestive enzyme activities. Aquaculture 225, * Wieser W., Krumschnabel G. and Ojwang-Okwor J.P. (1992) The energetics of starvation and growth after refeeding mjuveniles of three cyprinid species. Environmental Biology of Fishes 33, φ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 ο ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΚΑΤΑΛΥΣΗΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 ο ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΚΑΤΑΛΥΣΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 ο ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΚΑΤΑΛΥΣΗΣ Είδαμε τους μηχανισμούς με τους οποίους καταλύονται οι χημικές/βιολογικές αντιδράσεις (θα επανέλθουμε αν έχουμε χρόνο) Θα εξετάσουμε δύο παραδείγματα ενζύμων και του

Διαβάστε περισσότερα

Το ένζυμο Καρβοξυπεπτιδάση Α έχει τα εξής χαρακτηριστικά

Το ένζυμο Καρβοξυπεπτιδάση Α έχει τα εξής χαρακτηριστικά Το ένζυμο Καρβοξυπεπτιδάση Α έχει τα εξής χαρακτηριστικά Είναι απλή πολυπεπτιδική αλυσίδα 307 αμινοξέων Είναι συμπαγής και έχει σχήμα ελλειψοειδές διαστάσεων 50 x 42 x 38 A Περιέχει περιοχές α-έλικος 38%

Διαβάστε περισσότερα

Η επίδραση της αλατότητας στη δραστικότητα των αλκαλικών πεπτικών πρωτεασών του τελεόστεου Sparus aurata. Δεληγιώργη Τριανταφυλλιά

Η επίδραση της αλατότητας στη δραστικότητα των αλκαλικών πεπτικών πρωτεασών του τελεόστεου Sparus aurata. Δεληγιώργη Τριανταφυλλιά ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΧΗΜΕΙΑΣ & ΒΙΟΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ Η επίδραση της αλατότητας στη δραστικότητα των αλκαλικών πεπτικών πρωτεασών του τελεόστεου Sparus aurata Δεληγιώργη Τριανταφυλλιά

Διαβάστε περισσότερα

BIOXHMEIA, TOMOΣ I ΠANEΠIΣTHMIAKEΣ EKΔOΣEIΣ KPHTHΣ

BIOXHMEIA, TOMOΣ I ΠANEΠIΣTHMIAKEΣ EKΔOΣEIΣ KPHTHΣ BIOXHMEIA, TOMOΣ I ΠANEΠIΣTHMIAKEΣ EKΔOΣEIΣ KPHTHΣ BIOXHMEIA, TOMOΣ I ΠANEΠIΣTHMIAKEΣ EKΔOΣEIΣ KPHTHΣ Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΟΥ ΠΕΠΤΙΔΙΚΟΥ ΔΕΣΜΟΥ ΚΑΙ ΚΑΤΑΛΥΤΙΚΟΙ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΠΡΩΤΕΑΣΩΝ Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΕΥΝΟΕΙΤΑΙ ΘΕΡΜΟΔΥΝΑΜΙΚΑ

Διαβάστε περισσότερα

και χρειάζεται μέσα στο ρύθμιση εναρμόνιση των διαφόρων ενζυμικών δραστηριοτήτων. ενζύμων κύτταρο τρόπους

και χρειάζεται μέσα στο ρύθμιση εναρμόνιση των διαφόρων ενζυμικών δραστηριοτήτων. ενζύμων κύτταρο τρόπους Για να εξασφαλιστεί η σωστή και αρμονική έκφραση των ενζύμων μέσα στο κύτταρο χρειάζεται ρύθμιση εναρμόνιση των διαφόρων ενζυμικών δραστηριοτήτων. και Η εναρμόνιση αυτή επιτυγχάνεται με διάφορους τρόπους

Διαβάστε περισσότερα

Ανάπτυξη μεθοδολογίας για τη μέτρηση in vitro πεπτικότητας σιτηρεσίων μεσογειακών ειδών ψαριών Εκτίμηση της διατροφικής αξίας και του ρυθμού αύξησης

Ανάπτυξη μεθοδολογίας για τη μέτρηση in vitro πεπτικότητας σιτηρεσίων μεσογειακών ειδών ψαριών Εκτίμηση της διατροφικής αξίας και του ρυθμού αύξησης Ανάπτυξη μεθοδολογίας για τη μέτρηση in vitro πεπτικότητας σιτηρεσίων μεσογειακών ειδών ψαριών Εκτίμηση της διατροφικής αξίας και του ρυθμού αύξησης i ΤΡΙΜΕΛΗΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ: Α. ΜΟΥΤΟΥ (ΕΠΙΒΛΕΠΟΥΣΑ)

Διαβάστε περισσότερα

3. Το σχεδιάγραμμα παρουσιάζει τομή ανθρώπινου πεπτικού συστήματος.

3. Το σχεδιάγραμμα παρουσιάζει τομή ανθρώπινου πεπτικού συστήματος. ΠΕΠΤΙΚΟ 1. Α. Να γράψετε τα είδη των δοντιών Α, Β, Γ, Δ και τα μέρη του δοντιού Ε Μ. Β. Πόσα δόντια έχει ένα παιδί 3 χρόνων; Γ. Ποιοι αδένες αφήνουν το έκκριμά τους στη στοματική κοιλότητα και ποιο το

Διαβάστε περισσότερα

Απομόνωση Καζεΐνης ΆΣΚΗΣΗ 6 Η ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΧΗΜΕΙΑΣ & ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ

Απομόνωση Καζεΐνης ΆΣΚΗΣΗ 6 Η ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΧΗΜΕΙΑΣ & ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ Απομόνωση Καζεΐνης ΆΣΚΗΣΗ 6 Η ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΧΗΜΕΙΑΣ & ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ Θεωρητικό μέρος ΠΡΩΤΕΪΝΕΣ ΚΑΖΕΪΝΗ Πρωτεΐνες Είναι μεγάλα σύνθετα βιομόρια. Έχουν μοριακό βάρος από 10.000 μέχρι πάνω από 1 εκατομμύριο.

Διαβάστε περισσότερα

Πεπτικός σωλήνας Κύρια λειτουργία του είναι η εξασφάλιση του διαρκούς ανεφοδιασμού του οργανισμού με νερό, ηλεκτρολύτες και θρεπτικά συστατικά.

Πεπτικός σωλήνας Κύρια λειτουργία του είναι η εξασφάλιση του διαρκούς ανεφοδιασμού του οργανισμού με νερό, ηλεκτρολύτες και θρεπτικά συστατικά. Πεπτικός σωλήνας Κύρια λειτουργία του είναι η εξασφάλιση του διαρκούς ανεφοδιασμού του οργανισμού με νερό, ηλεκτρολύτες και θρεπτικά συστατικά. Στον πεπτικό σωλήνα πραγματοποιείται ο τεμαχισμός της τροφής

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10. Στρατηγικές ρύθμισης

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10. Στρατηγικές ρύθμισης ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10. Στρατηγικές ρύθμισης Oι μεταβολικές πορείες, όπως και η κυκλοφοριακή κίνηση ρυθμίζονται από σήματα. Η CTP, το τελικό προϊόν μιας πορείας πολλών βημάτων, ελέγχει τη ροή των αντιδράσεων σύνθεσής

Διαβάστε περισσότερα

COOH R 2. H α-αμινοξύ 2

COOH R 2. H α-αμινοξύ 2 7 Χαρακτηριστικές χημικές αντιδράσεις των πρωτεϊνών Στόχος της άσκησης: Κατανόηση της χημικής σύστασης των πρωτεϊνών. Η εξοικείωση με σημαντικές ιδιότητες των πρωτεϊνών και αμινοξέων: παρουσία των ιοντικών

Διαβάστε περισσότερα

Οι πρωτεΐνες δομούνται από ένα σύνολο αμινοξέων. 1/10/2015 Δ.Δ. Λεωνίδας

Οι πρωτεΐνες δομούνται από ένα σύνολο αμινοξέων. 1/10/2015 Δ.Δ. Λεωνίδας αμινοξέα Οι πρωτεΐνες δομούνται από ένα σύνολο αμινοξέων Λυσίνη CORN Ισομερές L Ισομερές D R = πλευρική αλυσίδα (side chain) Τα περισσότερα αμινοξέα είναι ασύμμετρα Όλα τα αμινοξέα που βρίσκονται στις

Διαβάστε περισσότερα

ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΤΗ ΒΙΟΛΟΓΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΤΗ ΒΙΟΛΟΓΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΤΗ ΒΙΟΛΟΓΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΕΝΖΥΜΑ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΠΑΤΗΡ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΙΣΑΑΚ 1. Να εξηγήσετε γιατί πολλές βιταμίνες, παρά τη μικρή συγκέντρωσή τους στον οργανισμό, είναι πολύ σημαντικές για

Διαβάστε περισσότερα

+ ^ + + Ε + Υ-ΕΥ-Π + Π + Ε. 8. Σημειώστε σωστό ή λάθος σε καθεμιά από τις απαντήσεις που ακολουθούν.

+ ^ + + Ε + Υ-ΕΥ-Π + Π + Ε. 8. Σημειώστε σωστό ή λάθος σε καθεμιά από τις απαντήσεις που ακολουθούν. Υποενότητα 3.2 1. Τι είναι ενέργεια ενεργοποίησης και ποια η σχέση ενός ενζύμου με αυτήν. Η απάντηση βρίσκεται στην παράγραφο του σχολικού βιβλίου «Μηχανισμός δράσης των ενζύμων». 2.0 τρόπος δράσης των

Διαβάστε περισσότερα

ΙΑΤΡΙΚΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ (ΕΚΠΑ) ΚΑΤΑΤΑΚΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΑΚ.ΕΤΟΥΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΧΗΜΕΙΑ

ΙΑΤΡΙΚΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ (ΕΚΠΑ) ΚΑΤΑΤΑΚΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΑΚ.ΕΤΟΥΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΧΗΜΕΙΑ ΙΑΤΡΙΚΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ (ΕΚΠΑ) ΚΑΤΑΤΑΚΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΑΚ.ΕΤΟΥΣ 2017-2018 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΧΗΜΕΙΑ 1. Σε ποια μορφή της αιμοσφαιρίνης συνδέεται το 2,3, BPG, ποιο είναι το ηλεκτρικό του φορτίο, με

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗΣ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑΣ

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗΣ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑΣ Πεπτικό σύστημα Β. Στεργίου - Μιχαηλίδου Επίκουρη Καθηγήτρια Φυσιολογίας Της Ιατρικής Σχολής του Α.Π.Θ. ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗΣ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑΣ Φυσιολογία του στομάχου Η φυσιολογία του στομάχου εξετάζει τα

Διαβάστε περισσότερα

Σκελετικό σύστημα. Λειτουργίες: 1. Στηρικτικό πλαίσιο του σώματος των ζώων 2. Κινητική ποικιλομορφία. 2. Σκληροί σκελετοί

Σκελετικό σύστημα. Λειτουργίες: 1. Στηρικτικό πλαίσιο του σώματος των ζώων 2. Κινητική ποικιλομορφία. 2. Σκληροί σκελετοί Σκελετικό σύστημα Λειτουργίες: 1. Στηρικτικό πλαίσιο του σώματος των ζώων 2. Κινητική ποικιλομορφία Τύποι: 1. Υδροστατικοί σκελετοί 2. Σκληροί σκελετοί Ενδοσκελετός Εξωσκελετός Σκελετικό σύστημα υδροστατικοί

Διαβάστε περισσότερα

ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΔΡΑΣΗ ΠΡΩΤΕΙΝΩΝ

ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΔΡΑΣΗ ΠΡΩΤΕΙΝΩΝ ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΔΡΑΣΗ ΠΡΩΤΕΙΝΩΝ ΠPΩTEINEΣ Οι πρωτεΐνες παίζουν σημαντικό ρόλο σε όλες σχεδόν τις βιολογικές διεργασίες. H σημασία τους φαίνεται στις παρακάτω περιπτώσεις: 1. Κατάλυση (πχ. ένζυμα) 2. Μεταφορά

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : ΧΗΜΕΙΑ - ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ / Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΣΕΙΡΑ: 1 ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 21 / 09 /2014

ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : ΧΗΜΕΙΑ - ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ / Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΣΕΙΡΑ: 1 ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 21 / 09 /2014 ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : ΧΗΜΕΙΑ - ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ / Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΣΕΙΡΑ: 1 ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 21 / 09 /2014 ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑ Α Για τις ερωτήσεις Α1 έως και Α3 να γράψετε στο τετράδιό σας τον αριθμό της ερώτησης και δίπλα το γράμμα

Διαβάστε περισσότερα

Ανόργανη Χημεία. Τμήμα Τεχνολογίας Τροφίμων. Ενότητα 12 η : Υδατική ισορροπία Οξέα & βάσεις. Δρ. Δημήτρης Π. Μακρής Αναπληρωτής Καθηγητής

Ανόργανη Χημεία. Τμήμα Τεχνολογίας Τροφίμων. Ενότητα 12 η : Υδατική ισορροπία Οξέα & βάσεις. Δρ. Δημήτρης Π. Μακρής Αναπληρωτής Καθηγητής Τμήμα Τεχνολογίας Τροφίμων Ανόργανη Χημεία Ενότητα 12 η : Υδατική ισορροπία Οξέα & βάσεις Οκτώβριος 2018 Δρ. Δημήτρης Π. Μακρής Αναπληρωτής Καθηγητής Οι Έννοιες Οξύ Βάση: Η Θεωρία Brønsted - Lowry 2 Σύμφωνα

Διαβάστε περισσότερα

Βλέννα, υδαρές υγρό. ή τοιχωματικό ή οξυπαραγωγικό = HCl + ενδογενή παράγοντα. βλέννα. ή ζυμογόνο ή πεπτικό = πεψινογόνο

Βλέννα, υδαρές υγρό. ή τοιχωματικό ή οξυπαραγωγικό = HCl + ενδογενή παράγοντα. βλέννα. ή ζυμογόνο ή πεπτικό = πεψινογόνο Στόμαχος Δομή βλεννογόνου στομάχου - Γαστρικοί αδένες Βλέννα, υδαρές υγρό ή τοιχωματικό ή οξυπαραγωγικό = HCl + ενδογενή παράγοντα βλέννα ή ζυμογόνο ή πεπτικό = πεψινογόνο Κύτταρα G = γαστρίνη Διάσπαρτα

Διαβάστε περισσότερα

ΧΗΜΕΙΑ - ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΚΥΚΛΟΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ) 24 ΜΑΪΟΥ 2013 ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ

ΧΗΜΕΙΑ - ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΚΥΚΛΟΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ) 24 ΜΑΪΟΥ 2013 ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑ A ΧΗΜΕΙΑ - ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΚΥΚΛΟΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ) 24 ΜΑΪΟΥ 2013 ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ Στις ερωτήσεις Α1 και Α2 να γράψετε στο τετράδιό σας τον αριθµό της ερώτησης και δίπλα το

Διαβάστε περισσότερα

Ανάλυση Τροφίμων. Ενότητα 9: Υδατική ισορροπία Οξέα και βάσεις Τ.Ε.Ι. ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ. Τμήμα Τεχνολογίας Τροφίμων. Ακαδημαϊκό Έτος

Ανάλυση Τροφίμων. Ενότητα 9: Υδατική ισορροπία Οξέα και βάσεις Τ.Ε.Ι. ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ. Τμήμα Τεχνολογίας Τροφίμων. Ακαδημαϊκό Έτος Ανάλυση Τροφίμων Ενότητα 9: Υδατική ισορροπία Οξέα και βάσεις Τμήμα Τεχνολογίας Τροφίμων Τ.Ε.Ι. ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ Ακαδημαϊκό Έτος 2018-2019 Δημήτρης Π. Μακρής PhD DIC Αναπληρωτής Καθηγητής Οι Έννοιες Οξύ Βάση:

Διαβάστε περισσότερα

Επίδραση και άλλων παραγόντων στην Αλλοστερική συμπεριφορά της Αιμοσφαιρίνης

Επίδραση και άλλων παραγόντων στην Αλλοστερική συμπεριφορά της Αιμοσφαιρίνης Επίδραση και άλλων παραγόντων στην Αλλοστερική συμπεριφορά της Αιμοσφαιρίνης Καθώς το οξυγόνο χρησιμοποιείται στους ιστούς παράγεται CO2 το οποίο πρέπει να μεταφερθεί πίσω στους πνεύμονες ή τα βράγχια

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΛΟΣ 1ΗΣ ΑΠΟ 5 ΣΕΛΙΔΕΣ

ΤΕΛΟΣ 1ΗΣ ΑΠΟ 5 ΣΕΛΙΔΕΣ Θέμα Α ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΜΟΝΟ ΠΑΛΑΙΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΕΤΑΡΤΗ 1 ΙΟΥΝΙΟΥ 2016 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΧΗΜΕΙΑ-ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΚΥΚΛΟΣ

Διαβάστε περισσότερα

τα βιβλία των επιτυχιών

τα βιβλία των επιτυχιών Τα βιβλία των Εκδόσεων Πουκαμισάς συμπυκνώνουν την πολύχρονη διδακτική εμπειρία των συγγραφέων μας και αποτελούν το βασικό εκπαιδευτικό υλικό που χρησιμοποιούν οι μαθητές των φροντιστηρίων μας. Μέσα από

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΠΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

ΠΕΠΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΠΕΠΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ Το πεπτικό σύστημα στον άνθρωπο αποτελείται από: Τον Πεπτικό ή γαστρεντερικό σωλήνα στον οποίο υπάρχουν : Η στοματική κοιλότητα Ο φάρυγγας Ο οισοφάγος Το στομάχι Το λεπτό έντερο

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΗ 2ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ. 1.4 Να μεταφέρετε στο τετράδιό σας τις παρακάτω χημικές εξισώσεις σωστά συμπληρωμένες: καταλύτες

ΑΡΧΗ 2ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ. 1.4 Να μεταφέρετε στο τετράδιό σας τις παρακάτω χημικές εξισώσεις σωστά συμπληρωμένες: καταλύτες ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΡΙΤΗ 27 ΜΑΪΟΥ 2008 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΧΗΜΕΙΑ - ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΚΥΚΛΟΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ) ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΩΤΕΪΝΕΣ. Φατούρος Ιωάννης Αναπληρωτής Καθηγητής

ΠΡΩΤΕΪΝΕΣ. Φατούρος Ιωάννης Αναπληρωτής Καθηγητής ΠΡΩΤΕΪΝΕΣ Φατούρος Ιωάννης Αναπληρωτής Καθηγητής Θέματα Διάλεξης Δομή, αριθμός και διαχωρισμός των αμινοξέων Ένωση αμινοξέων με τον πεπτιδικό δεσμό για τη δημιουργία πρωτεΐνης Λειτουργίες των πρωτεϊνών

Διαβάστε περισσότερα

Ποια είναι κατά τη γνώμη σας τα 30 μικρομόρια που συνιστούν τα πρόδρομα μόρια των βιομακρομορίων; Πώς μπορούν να ταξινομηθούν;

Ποια είναι κατά τη γνώμη σας τα 30 μικρομόρια που συνιστούν τα πρόδρομα μόρια των βιομακρομορίων; Πώς μπορούν να ταξινομηθούν; Ποια είναι κατά τη γνώμη σας τα 30 μικρομόρια που συνιστούν τα πρόδρομα μόρια των βιομακρομορίων; Πώς μπορούν να ταξινομηθούν; Γενικά Για να προσδιορίσουμε τα 30 πρόδρομα μόρια των βιομακρομορίων θα πρέπει

Διαβάστε περισσότερα

Οργανική Χημεία. Χημεία καρβονυλικών ενώσεων & Κεφάλαιο 19: Αλδεϋδες και κετόνες

Οργανική Χημεία. Χημεία καρβονυλικών ενώσεων & Κεφάλαιο 19: Αλδεϋδες και κετόνες Οργανική Χημεία Χημεία καρβονυλικών ενώσεων & Κεφάλαιο 19: Αλδεϋδες και κετόνες 1. Καρβονυλικές ενώσεις Καρβονυλική ομάδα C=O σημαντικότερη λειτουργική ομάδα οργανικής χημείας Καρβονυλικές ομάδες βρίσκονται

Διαβάστε περισσότερα

ΒΙΟΛΟΓΙΑ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

ΒΙΟΛΟΓΙΑ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Α. Θα πρέπει να γνωρίζετε με το τέλος του μαθήματος 1 Α ΜΕΡΟΣ (1 Η ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΩΡΑ) Δραστηριότητα 1. Εισαγωγικές Ερωτήσεις _Έννοιες Που υπάρχουν ένζυμα; Γράψτε δυο τρεις περιπτώσεις ΒΗΜΑ 1. Παρατηρήστε τις

Διαβάστε περισσότερα

Χηµεία-Βιοχηµεία Τεχνολογικής Κατεύθυνσης Γ Λυκείου 2001

Χηµεία-Βιοχηµεία Τεχνολογικής Κατεύθυνσης Γ Λυκείου 2001 Χηµεία-Βιοχηµεία Τεχνολογικής Κατεύθυνσης Γ Λυκείου 2001 ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ Ζήτηµα 1ο 1. Να γράψετε στο τετράδιό σας το γράµµα που αντιστοιχεί στη σωστή απάντηση: Η σταθερά Κ w στους 25 ο C έχει τιµή 10-14 : α.

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ. . Σύμφωνα με τη θεωρία Brönsted Lowry συζυγές ζεύγος οξέος βάσης είναι το ζεύγος α.

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ. . Σύμφωνα με τη θεωρία Brönsted Lowry συζυγές ζεύγος οξέος βάσης είναι το ζεύγος α. ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ʹ ΤΑΞΗΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΑΙ ΠΑΝΕΛΛΑ ΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ ΕΠΑΛ (ΟΜΑ ΑΣ Β ) ΣΑΒΒΑΤΟ 22 ΜΑΪΟΥ 2010 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΚΥΚΛΟΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΛΟΣ 1ΗΣ ΑΠΟ 5 ΣΕΛΙΔΕΣ

ΤΕΛΟΣ 1ΗΣ ΑΠΟ 5 ΣΕΛΙΔΕΣ Θέμα Α ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΜΟΝΟ ΠΑΛΑΙΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΕΤΑΡΤΗ 1 ΙΟΥΝΙΟΥ 2016 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΧΗΜΕΙΑ-ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΚΥΚΛΟΣ

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 1. Οι δομικοί λίθοι

Κεφάλαιο 1. Οι δομικοί λίθοι Κεφάλαιο 1 Οι δομικοί λίθοι Κεφάλαιο 1 Οι Δομικοί Λίθοι των Πρωτεϊνών Εικόνα 1.1 Η αμινοξική αλληλουχία μιας πρωτεϊνικής πολυπεπτιδικής αλυσίδας ονομάζεται πρωτοταγής δομή. Διαφορετικές περιοχές της αλληλουχίας

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαια 8 ο Ένζυμα και κατάλυση

Κεφάλαια 8 ο Ένζυμα και κατάλυση Κεφάλαια 8 ο Ένζυμα και κατάλυση Τα ένζυμα είναι βιομόρια που μεσολαβούν στους χημικούς μετασχηματισμούς και στη μετατροπή της ενέργειας Κύρια χαρακτηριστικά τους η ισχύς και η εξειδίκευση Πλέον θα τα

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΥ ΓΕΝΙΚΥ ΛΥΚΕΙΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 24 ΜΑΪΥ 2013 ΕΞΕΤΑΖΜΕΝ ΜΑΘΗΜΑ: ΧΗΜΕΙΑ-ΒΙΧΗΜΕΙΑ ΤΕΧΝΛΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΚΥΚΛΣ ΤΕΧΝΛΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ) ΣΥΝΛ ΣΕΛΙΔΩΝ:

Διαβάστε περισσότερα

Χηµεία-Βιοχηµεία Τεχνολογικής Κατεύθυνσης Γ Λυκείου 2001

Χηµεία-Βιοχηµεία Τεχνολογικής Κατεύθυνσης Γ Λυκείου 2001 Ζήτηµα 1ο Χηµεία-Βιοχηµεία Τεχνολογικής Κατεύθυνσης Γ Λυκείου 2001 1. Να γράψετε στο τετράδιό σας το γράµµα που αντιστοιχεί στη σωστή απάντηση: Η σταθερά Κ w στους 25 ο C έχει τιµή 10-14 : α. µόνο στο

Διαβάστε περισσότερα

Βιολογία Β Λυκείου θέματα

Βιολογία Β Λυκείου θέματα Ι. Οι υδατάνθρακες διακρίνονται σε μονοσακχαρίτες, δισακχαρίτες και πολυσακχαρίτες. α) Να αναφέρετε από δύο παραδείγματα μονοσακχαριτών, δισακχαριτών και πολυσακχαριτών. (6μ) β) Σε ένα κύτταρο συναντώνται

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 29 Σύνθεση πρωτεϊνών

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 29 Σύνθεση πρωτεϊνών ΚΕΦΑΛΑΙΟ 29 Σύνθεση πρωτεϊνών Αφού είδαμε πως το DNA αντιγράφεται και μεταγράφεται, τώρα θα εξετάσουμε τη διαδικασία με την παράγονται οι πρωτεϊνες Στην ουσία θα πρέπει να συνδυαστεί ο κώδικας δύο βιβλιοθηκών,

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΜΑ 1 ο. 1.2 Όξινο είναι το υδατικό διάλυμα του α. ΝaCl. β. ΝΗ 4 Cl. γ. CH 3 COONa. δ. KOH. Μονάδες 5 ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΤΑΞΗ ΤΕΛΟΣ 1ΗΣ ΑΠΟ 7 ΣΕΛΙ ΕΣ

ΘΕΜΑ 1 ο. 1.2 Όξινο είναι το υδατικό διάλυμα του α. ΝaCl. β. ΝΗ 4 Cl. γ. CH 3 COONa. δ. KOH. Μονάδες 5 ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΤΑΞΗ ΤΕΛΟΣ 1ΗΣ ΑΠΟ 7 ΣΕΛΙ ΕΣ ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΘΕΜΑ 1 ο ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΤΑΞΗΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 30 ΜΑΪΟΥ 2008 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΚΥΚΛΟΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ): ΧΗΜΕΙΑ - ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ

Διαβάστε περισσότερα

1.1. Να γράψετε στο τετράδιό σας το γράµµα που αντιστοιχεί στη σωστή απάντηση:

1.1. Να γράψετε στο τετράδιό σας το γράµµα που αντιστοιχεί στη σωστή απάντηση: ΘΕΜΑ 1o 1.1. Να γράψετε στο τετράδιό σας το γράµµα που αντιστοιχεί στη σωστή απάντηση: Η σταθερά Κ w στους 25 ο C έχει τιµή 10-14 : α. µόνο στο καθαρό νερό β. σε οποιοδήποτε υδατικό διάλυµα γ. µόνο σε

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΑΙ ΕΠΑΛ (ΟΜΑ Α Β ) ΤΕΤΑΡΤΗ 1 ΙΟΥΝΙΟΥ 2016 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΧΗΜΕΙΑ ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΠΑΛΑΙΟ ΣΥΣΤΗΜΑ) Θέμα Α Για τις προτάσεις

Διαβάστε περισσότερα

Τα χημικά στοιχεία που είναι επικρατέστερα στους οργανισμούς είναι: i..

Τα χημικά στοιχεία που είναι επικρατέστερα στους οργανισμούς είναι: i.. ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΤΟ 1 ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ «XHMIKH ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΚΥΤΤΑΡΟΥ» ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΚΑΙ Η ΧΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ Α. ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΤΑΞΗ 1. Όταν αναφερόμαστε στον όρο «Χημική Σύσταση του Κυττάρου», τί νομίζετε ότι

Διαβάστε περισσότερα

MAΘΗΜΑ 4 ο AMINOΞΕΑ-ΠΕΠΤΙ ΙΑ-ΠΡΩΤΕΪΝΕΣ

MAΘΗΜΑ 4 ο AMINOΞΕΑ-ΠΕΠΤΙ ΙΑ-ΠΡΩΤΕΪΝΕΣ MAΘΗΜΑ 4 ο AMIΞΕΑ-ΠΕΠΤΙ ΙΑ-ΠΡΩΤΕΪΝΕΣ Αλανίνη (Αla) Αλανυλοσερίνη (Αla-Ser) Αλβουµίνη ρα. Κουκουλίτσα Αικατερίνη Χηµικός Εργαστηριακός Συνεργάτης Τ.Ε.Ι Αθήνας ckoukoul@teiath.gr AMIΞΕΑ 2 λειτουργικές οµάδες

Διαβάστε περισσότερα

Διδάσκων: Καθηγητής Εμμανουήλ Μ. Παπαμιχαήλ

Διδάσκων: Καθηγητής Εμμανουήλ Μ. Παπαμιχαήλ Τίτλος Μαθήματος: Ενζυμολογία Ενότητα: Εισαγωγή Διδάσκων: Καθηγητής Εμμανουήλ Μ. Παπαμιχαήλ Τμήμα: Χημείας 8 1. EIΣAΓΩΓH Tα ένζυμα είναι οι καταλύτες της ζώσης ύλης. Καταλύουν τις χημικές αντιδράσεις,

Διαβάστε περισσότερα

ΧΗΜΕΙΑ - ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΚΥΚΛΟΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ) 2008 ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ

ΧΗΜΕΙΑ - ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΚΥΚΛΟΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ) 2008 ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ ΧΗΜΕΙΑ - ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΚΥΚΛΟΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ) 2008 ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑ 1ο Για τις ερωτήσεις 1.1 και 1.2 να γράψετε στο τετράδιό σας τον αριθµό της ερώτησης και δίπλα το γράµµα

Διαβάστε περισσότερα

Οργανική Χημεία. Κεφάλαια 20 & 21: Καρβοξυλικά οξέα, παράγωγα τους και αντιδράσεις ακυλο υποκατάστασης

Οργανική Χημεία. Κεφάλαια 20 & 21: Καρβοξυλικά οξέα, παράγωγα τους και αντιδράσεις ακυλο υποκατάστασης Οργανική Χημεία Κεφάλαια 20 & 21: Καρβοξυλικά οξέα, παράγωγα τους και αντιδράσεις ακυλο υποκατάστασης 1. Καρβοξυλικά οξέα Σημαντικά ακυλο (-COR) παράγωγα Πλήθος καρβοξυλικών ενώσεων στη φύση, π.χ. οξικό

Διαβάστε περισσότερα

Κωνσταντίνος Π. (Β 2 ) ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ

Κωνσταντίνος Π. (Β 2 ) ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ Κωνσταντίνος Π. (Β 2 ) ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ Βιοενεργητική είναι ο κλάδος της Βιολογίας που μελετά τον τρόπο με τον οποίο οι οργανισμοί χρησιμοποιούν ενέργεια για να επιβιώσουν και να υλοποιήσουν τις

Διαβάστε περισσότερα

ΙΑΤΡΙΚΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ (ΕΚΠΑ) ΚΑΤΑΤΑΚΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΑΚ.ΕΤΟΥΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΧΗΜΕΙΑ

ΙΑΤΡΙΚΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ (ΕΚΠΑ) ΚΑΤΑΤΑΚΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΑΚ.ΕΤΟΥΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΧΗΜΕΙΑ ΙΑΤΡΙΚΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ (ΕΚΠΑ) ΚΑΤΑΤΑΚΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΑΚ.ΕΤΟΥΣ 2015-2016 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΧΗΜΕΙΑ 1)Πώς το φαινόμενο Bohr επηρεάζει την πρόσδεση οξυγόνου στην αιμοσφαιρίνη; Που συνδέονται τα ιόντα

Διαβάστε περισσότερα

Β. ΚΑΜΙΝΕΛΛΗΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑ. Είναι η επιστήμη που μελετά τους ζωντανούς οργανισμούς. (Αποτελούνται από ένα ή περισσότερα κύτταρα).

Β. ΚΑΜΙΝΕΛΛΗΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑ. Είναι η επιστήμη που μελετά τους ζωντανούς οργανισμούς. (Αποτελούνται από ένα ή περισσότερα κύτταρα). ΒΙΟΛΟΓΙΑ Είναι η επιστήμη που μελετά τους ζωντανούς οργανισμούς. (Αποτελούνται από ένα ή περισσότερα κύτταρα). Είδη οργανισμών Υπάρχουν δύο είδη οργανισμών: 1. Οι μονοκύτταροι, που ονομάζονται μικροοργανισμοί

Διαβάστε περισσότερα

1.1. Να γράψετε στο τετράδιό σας το γράµµα που αντιστοιχεί στη σωστή απάντηση:

1.1. Να γράψετε στο τετράδιό σας το γράµµα που αντιστοιχεί στη σωστή απάντηση: ΘΕΜΑ 1o 1.1. Να γράψετε στο τετράδιό σας το γράµµα που αντιστοιχεί στη σωστή απάντηση: Η σταθερά Κ w στους 5 ο C έχει τιµή 10-14 : α. µόνο στο καθαρό νερό β. σε οποιοδήποτε υδατικό διάλυµα γ. µόνο σε υδατικά

Διαβάστε περισσότερα

BIOXHMEIA, TOMOΣ I ΠANEΠIΣTHMIAKEΣ EKΔOΣEIΣ KPHTHΣ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ ΜΟΡΙΑΚΩΝ ΔΟΜΩΝ

BIOXHMEIA, TOMOΣ I ΠANEΠIΣTHMIAKEΣ EKΔOΣEIΣ KPHTHΣ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ ΜΟΡΙΑΚΩΝ ΔΟΜΩΝ BIOXHMEIA, TOMOΣ I ΠANEΠIΣTHMIAKEΣ EKΔOΣEIΣ KPHTHΣ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ ΜΟΡΙΑΚΩΝ ΔΟΜΩΝ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ ΜΟΡΙΑΚΩΝ ΔΟΜΩΝ ΜΟΡΙΑΚΑ ΜΟΝΤΕΛΑ 1: ΧΩΡΟΠΛΗΡΩΤΙΚΟ ΜΟΝΤΕΛΟ (SPACE-FILLING) 1: ΧΩΡΟΠΛΗΡΩΤΙΚΟ ΜΟΝΤΕΛΟ (SPACE-FILLING)

Διαβάστε περισσότερα

ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΕΝΖΥΜΟΥ. Ο μεταβολισμός είναι μία πολύ σημαντική λειτουργία των μονογαστρικών ζώων και επιτυγχάνεται με τη δράση φυσικών

ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΕΝΖΥΜΟΥ. Ο μεταβολισμός είναι μία πολύ σημαντική λειτουργία των μονογαστρικών ζώων και επιτυγχάνεται με τη δράση φυσικών ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΕΝΖΥΜΟΥ Ο μεταβολισμός είναι μία πολύ σημαντική λειτουργία των μονογαστρικών ζώων και επιτυγχάνεται με τη δράση φυσικών Ενζύμων που βρίσκονται κατά μήκος του πεπτικού τους σωλήνα. Τα ένζυμα

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 22 Πρωτεΐνες

Κεφάλαιο 22 Πρωτεΐνες Κεφάλαιο 22 Πρωτεΐνες Σύνοψη Οι πρωτεΐνες είναι μακρομόρια που προκύπτουν από την ένωση α-αμινοξέων. Τα α-αμινοξέα είναι οργανικές ενώσεις που έχουν μία αμινομάδα (ΝΗ 2 ) και καρβοξύλιο (COOH) συνδεδεμένα

Διαβάστε περισσότερα

πρωτεΐνες πολυμερείς ουσίες δομούν λειτουργούν λευκώματα 1.Απλές πρωτεΐνες 2.Σύνθετες πρωτεΐνες πρωτεΐδια μη πρωτεϊνικό μεταλλοπρωτεΐνες

πρωτεΐνες πολυμερείς ουσίες δομούν λειτουργούν λευκώματα 1.Απλές πρωτεΐνες 2.Σύνθετες πρωτεΐνες πρωτεΐδια μη πρωτεϊνικό μεταλλοπρωτεΐνες ΠΡΩΤΕΙΝΕΣ Οι πρωτεΐνες είναι πολυμερείς ουσίες με κυρίαρχο και πρωταρχικό ρόλο στη ζωή. Πρωτεΐνες είναι οι ουσίες που κυρίως δομούν και λειτουργούν τους οργανισμούς. Λέγονται και λευκώματα λόγω του λευκού

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΜΑ 1 ο 1.1. Να γράψετε στο τετράδιό σας το γράμμα που αντιστοιχεί στη σωστή απάντηση:

ΘΕΜΑ 1 ο 1.1. Να γράψετε στο τετράδιό σας το γράμμα που αντιστοιχεί στη σωστή απάντηση: ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΡΙΤΗ 5 ΙΟΥΝΙΟΥ 2001 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΚΥΚΛΟΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ) : ΧΗΜΕΙΑ - ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΘΕΜΑ 1 ο 1.1. Να γράψετε στο τετράδιό

Διαβάστε περισσότερα

Δομές (Διαμορφώσεις) Πρωτεινικών μορίων

Δομές (Διαμορφώσεις) Πρωτεινικών μορίων Δομές (Διαμορφώσεις) Πρωτεινικών μορίων Πρωτοταγής δομή (αλληλουχία αμινοξέων) Δευτεροταγής δομή Η διάταξη της πεπτιδικής αλυσίδας στον χωρο αυτής καθ αυτής (χωρίς να ληφθούν υπ όψη οι ομάδες R) Τριτοταγής

Διαβάστε περισσότερα

αποτελούν το 96% κ.β Ποικιλία λειτουργιών

αποτελούν το 96% κ.β Ποικιλία λειτουργιών ΧΗΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΟΥ ΣΥΝΘΕΤΟΥΝ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ 92 στοιχεία στο φλοιό της Γης 27 απαραίτητα για τη ζωή H, Ο, Ν, C αποτελούν το 96% κ.β S, Ca, P, Cl, K, Na, Mg αποτελούν το 4% κ.β. Fe, I Ιχνοστοιχεία αποτελούν

Διαβάστε περισσότερα

Η κυτταρική µετατόπιση των πρωτεϊνών

Η κυτταρική µετατόπιση των πρωτεϊνών 9-1 Κεφάλαιο 9 Η κυτταρική µετατόπιση των πρωτεϊνών Εισαγωγή Στο κύτταρο η έκφραση των πρωτεϊνών γίνεται από µόνο ένα τύπο ριβοσώµατος (εκτός των µιτοχονδριακών και των χλωροπλαστικών που µοιάζουν µε αυτά

Διαβάστε περισσότερα

11.1. Αποικοδόμηση των αμινοξέων Πρωτεολυτικά ένζυμα

11.1. Αποικοδόμηση των αμινοξέων Πρωτεολυτικά ένζυμα Μ ε τ α β ο λ ι σ μ ό ς των π ρ ω τ ε ϊ ν ώ ν 11.1. Αποικοδόμηση των αμινοξέων Όπως ήδη γνωρίζουμε, οι πρωτεΐνες δομούνται από αμινοξέα. Οι περισσότερες πρωτεΐνες του οργανισμού συνεχώς συντίθενται (πρωτεϊνοσύνθεση)

Διαβάστε περισσότερα

Πεπτικό σύστημα Περιγραφή

Πεπτικό σύστημα Περιγραφή Πεπτικό Σύστημα Πεπτικό σύστημα Περιγραφή Το γαστρεντερικό σύστημα (ΓΕΣ) αποτελείται από τα κοίλα όργανα που εκτείνονται από το στόμα έως τον πρωκτό και τους επικουρικούς αδένες που ευθύνονται για την

Διαβάστε περισσότερα

BIOXHMEIA, TOMOΣ I ΠANEΠIΣTHMIAKEΣ EKΔOΣEIΣ KPHTHΣ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ ΜΟΡΙΑΚΩΝ ΔΟΜΩΝ

BIOXHMEIA, TOMOΣ I ΠANEΠIΣTHMIAKEΣ EKΔOΣEIΣ KPHTHΣ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ ΜΟΡΙΑΚΩΝ ΔΟΜΩΝ BIOXHMEIA, TOMOΣ I ΠANEΠIΣTHMIAKEΣ EKΔOΣEIΣ KPHTHΣ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ ΜΟΡΙΑΚΩΝ ΔΟΜΩΝ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ ΜΟΡΙΑΚΩΝ ΔΟΜΩΝ ΜΟΡΙΑΚΑ ΜΟΝΤΕΛΑ 1: ΧΩΡΟΠΛΗΡΩΤΙΚΟ ΜΟΝΤΕΛΟ (SPACE-FILLING) 1: ΧΩΡΟΠΛΗΡΩΤΙΚΟ ΜΟΝΤΕΛΟ (SPACE-FILLING)

Διαβάστε περισσότερα

Γκύζη 14-Αθήνα Τηλ :

Γκύζη 14-Αθήνα Τηλ : ΘΕΜΑ Α ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 22 ΜΑΪΟΥ 2015 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΧΗΜΕΙΑ ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΚΥΚΛΟΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ) Στις προτάσεις Α1

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Ν. ΜΑΓΝΗΣΙΑΣ ( Ε.Κ.Φ.Ε ) ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Ν. ΜΑΓΝΗΣΙΑΣ ( Ε.Κ.Φ.Ε ) ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Ν. ΜΑΓΝΗΣΙΑΣ ( Ε.Κ.Φ.Ε ) ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ Θέμα: ΜΕΤΟΥΣΙΩΣΗ ΠΡΩΤΕΪΝΩΝ (άσκηση 7 του εργαστηριακού οδηγού) Μέσος χρόνος πειράματος: 45 λεπτά Α. ΑΝΑΛΩΣΙΜΑ Εργαλεία

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΓΑΣΙΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ 3.1 ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ

ΕΡΓΑΣΙΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ 3.1 ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ ΕΡΓΑΣΙΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ 3.1 ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ Οι οργανισμοί εξασφαλίζουν ενέργεια, για τις διάφορες λειτουργίες τους, διασπώντας θρεπτικές ουσίες που περιέχονται στην τροφή τους. Όμως οι φωτοσυνθετικοί

Διαβάστε περισσότερα

Μικρά αμινοξέα. Βιοχημεία Ι Β-3

Μικρά αμινοξέα. Βιοχημεία Ι Β-3 Βιοχημεία Ι Β-2 Μικρά αμινοξέα Βιοχημεία Ι Β-3 Aλειφατικά αμινοξέα Βιοχημεία Ι Β-4 Ιμινοξύ Βιοχημεία Ι Β-5 Αρωματικά αμινοξέα Βιοχημεία Ι Β-6 Βιοχημεία Ι Β-7 Η Tyr και η Trp απορροφούν στα 280nm-έτσι μετράται

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΜΑ 1 ο 1.1. Να γράψετε στο τετράδιό σας το γράμμα που αντιστοιχεί στη σωστή απάντηση:

ΘΕΜΑ 1 ο 1.1. Να γράψετε στο τετράδιό σας το γράμμα που αντιστοιχεί στη σωστή απάντηση: ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ Γ ΤΑΞΗ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΡΙΤΗ 5 ΙΟΥΝΙΟΥ 2001 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΚΥΚΛΟΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ): ΧΗΜΕΙΑ - ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙΔΩΝ:

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΜΑ 1 ο 1.1. Να γράψετε στο τετράδιό σας το γράµµα που αντιστοιχεί στη σωστή απάντηση:

ΘΕΜΑ 1 ο 1.1. Να γράψετε στο τετράδιό σας το γράµµα που αντιστοιχεί στη σωστή απάντηση: ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Γ ΤΑΞΗ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΡΙΤΗ 5 ΙΟΥΝΙΟΥ 2001 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΚΥΚΛΟΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ): ΧΗΜΕΙΑ - ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙ

Διαβάστε περισσότερα

Εξερευνώντας τα Βιομόρια Ένζυμα: Βασικές Αρχές και Κινητική

Εξερευνώντας τα Βιομόρια Ένζυμα: Βασικές Αρχές και Κινητική Εξερευνώντας τα Βιομόρια Ένζυμα: Βασικές Αρχές και Κινητική Βιοχημεία Βιομορίων Αθήνα 2015 Γενικές Ιδιότητες Ένζυμα : Βιολογικοί Καταλύτες Τα ένζυμα είναι πρωτεϊνικά μόρια Μικρή ομάδα καταλυτικών RNA H

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΗ 2ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ. 1.4 Να μεταφέρετε στο τετράδιό σας τις παρακάτω χημικές εξισώσεις σωστά συμπληρωμένες: καταλύτες

ΑΡΧΗ 2ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ. 1.4 Να μεταφέρετε στο τετράδιό σας τις παρακάτω χημικές εξισώσεις σωστά συμπληρωμένες: καταλύτες ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΡΙΤΗ 27 ΜΑΪΟΥ 2008 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΧΗΜΕΙΑ - ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΚΥΚΛΟΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ) ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙ

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΜΕΡΟΣ. Ένζυµα

ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΜΕΡΟΣ. Ένζυµα ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΜΕΡΟΣ Ένζυµα Τα ένζυµα είναι πρωτεϊνικά µόρια που έχουν την ικανότητα να καταλύουν αντιδράσεις. Οι αντιδράσεις αυτές µπορούν να πραγµατοποιηθούν και χωρίς την παρουσία των ενζύµων. Όµως µε την

Διαβάστε περισσότερα

BIOXHMEIA, TOMOΣ I ΠANEΠIΣTHMIAKEΣ EKΔOΣEIΣ KPHTHΣ

BIOXHMEIA, TOMOΣ I ΠANEΠIΣTHMIAKEΣ EKΔOΣEIΣ KPHTHΣ BIOXHMEIA, TOMOΣ I ΠANEΠIΣTHMIAKEΣ EKΔOΣEIΣ KPHTHΣ Πρωτεΐνες Οι πρωτεΐνες είναι τα εργαλεία των ζωντανών οργανισμών Οι πρωτεΐνες είναι υπεύθυνες για όλες τις αντιδράσεις και τις δραστηριότητες του κυττάρου

Διαβάστε περισσότερα

ΑΣΚΗΣΗ ΝΑΝΟΒΙΟΥΛΙΚΩΝ Νο 5: ΜΕΛΕΤΗ BIΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΑΛΥΣΗΣ: ΤΑ ΕΝΖΥΜΑ

ΑΣΚΗΣΗ ΝΑΝΟΒΙΟΥΛΙΚΩΝ Νο 5: ΜΕΛΕΤΗ BIΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΑΛΥΣΗΣ: ΤΑ ΕΝΖΥΜΑ ΑΣΚΗΣΗ ΝΑΝΟΒΙΟΥΛΙΚΩΝ Νο 5: ΜΕΛΕΤΗ BIΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΑΛΥΣΗΣ: ΤΑ ΕΝΖΥΜΑ Ι: ΕΙΣΑΓΩΓΗ Όπως έχουμε δει στο μάθημα της Βιοχημείας, τα ενζυμα είναι ισχυροί και εξειδικευμένοι βιολογικοί καταλύτες. Στις εισαγωγικές

Διαβάστε περισσότερα

Μερικά χαρακτηριστικά του ενεργού κέντρου των ενζύμων

Μερικά χαρακτηριστικά του ενεργού κέντρου των ενζύμων Μερικά χαρακτηριστικά του ενεργού κέντρου των ενζύμων Το ενεργό κέντρο καταλαμβάνει σχετικά μικρό τμήμα του ολικού όγκου του ενζύμου Το ενεργό κέντρο είναι μια τρισδιάστατη ολότητα Η ειδικότητα δέσμευσης

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 3 ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ

Κεφάλαιο 3 ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ Κεφάλαιο 3 ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ 3.1 Ενέργεια και οργανισμοί Όλοι οι οργανισμοί, εκτός από αυτούς από αυτούς που έχουν την ικανότητα να φωτοσυνθέτουν, εξασφαλίζουν ενέργεια διασπώντας τις θρεπτικές ουσιές που περιέχονται

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΓΩΓΑ ΚΑΡΒΟΞΥΛΙΚΩΝ ΟΞΕΩΝ. Η κυρίαρχη αντίδραση που καθορίζει τη χηµεία αυτών των παραγώγων είναι οι ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ ΠΥΡΗΝΟΦΙΛΗΣ ΑΚΥΛΟ ΥΠΟΚΑΤΆΣΤΑΣΗΣ:

ΠΑΡΑΓΩΓΑ ΚΑΡΒΟΞΥΛΙΚΩΝ ΟΞΕΩΝ. Η κυρίαρχη αντίδραση που καθορίζει τη χηµεία αυτών των παραγώγων είναι οι ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ ΠΥΡΗΝΟΦΙΛΗΣ ΑΚΥΛΟ ΥΠΟΚΑΤΆΣΤΑΣΗΣ: ΠΑΡΑΓΩΓΑ ΚΑΡΒΟΞΥΛΙΚΩΝ ΟΞΕΩΝ Η κυρίαρχη αντίδραση που καθορίζει τη χηµεία αυτών των παραγώγων είναι οι ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ ΠΥΡΗΝΟΦΙΛΗΣ ΑΚΥΛΟ ΥΠΟΚΑΤΆΣΤΑΣΗΣ: ΠΑΡΑΓΩΓΑ ΚΑΡΒΟΞΥΛΙΚΩΝ ΟΞΕΩΝ ΣΤΗ ΦΥΣΗ Ρυθµίζει τον κύκλο

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11 Υδατάνθρακες

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11 Υδατάνθρακες ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11 Υδατάνθρακες Οι υδατάνθρακες είναι σημαντικά καύσιμα μόρια, αλλά παίζουν και πολλούς άλλους βιοχημικούς ρόλους, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας ενάντια σε δυνάμεις με υψηλή κρούση. Ο χόνδρος

Διαβάστε περισσότερα

Ηλίας Ηλιόπουλος Εργαστήριο Γενετικής, Τμήμα Βιοτεχνολογίας, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών

Ηλίας Ηλιόπουλος Εργαστήριο Γενετικής, Τμήμα Βιοτεχνολογίας, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών Μοριακή Αναγνώριση Ηλίας Ηλιόπουλος Εργαστήριο Γενετικής, Τμήμα Βιοτεχνολογίας, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών 1 Μοριακή Αναγνώριση Με τον όρο μοριακή αναγνώριση περιγράφουμε την αλληλεπίδραση μεταξύ δύο

Διαβάστε περισσότερα

«ΠΡΩΤΕΪΝΕΣ: ΧΗΜΙΚΗ ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΒΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ»

«ΠΡΩΤΕΪΝΕΣ: ΧΗΜΙΚΗ ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΒΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ» «ΠΡΩΤΕΪΝΕΣ: ΧΗΜΙΚΗ ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΒΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ» Τι είναι οι πρωτεΐνες; Από τι αποτελούνται; Ποιος είναι ο βιολογικός του ρόλος; Ας ρίξουμε μία ματιά σε όλα αυτά τα ερωτήματα που μας απασχολούν ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1:

Διαβάστε περισσότερα

Ο ΣΤΟΜΑΧΟΣ ΤΩΝ ΜΗΡΥΚΑΣΤΙΚΩΝ

Ο ΣΤΟΜΑΧΟΣ ΤΩΝ ΜΗΡΥΚΑΣΤΙΚΩΝ Ο ΣΤΟΜΑΧΟΣ ΤΩΝ ΜΗΡΥΚΑΣΤΙΚΩΝ 1 κεφάλαιο 1.1 Γενικά Τα μηρυκαστικά (Σχήμα 1.1), σε αντίθεση με τα μονογαστρικά ζώα (Σχήματα 1.2 και 1.3), έχουν τη δυνατότητα διεξαγωγής της μικροβιακής ζύμωσης εντός του

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΕΣΠΕΡΙΝΩΝ

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΕΣΠΕΡΙΝΩΝ ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΕΣΠΕΡΙΝΩΝ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Δ ΤΑΞΗΣ ΕΣΠΕΡΙΝΥ ΓΕΝΙΚΥ ΛΥΚΕΙΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 24 ΜΑΪΥ 2013 ΕΞΕΤΑΖΜΕΝ ΜΑΘΗΜΑ: ΧΗΜΕΙΑ-ΒΙΧΗΜΕΙΑ ΤΕΧΝΛΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΚΥΚΛΣ ΤΕΧΝΛΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ) ΣΥΝΛ ΣΕΛΙΔΩΝ:

Διαβάστε περισσότερα

ΒΙΟΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ 1 ο ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΒΟΛΟΥ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗΣ

ΒΙΟΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ 1 ο ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΒΟΛΟΥ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1ο ΒΙΟΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ 1 ο ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΒΟΛΟΥ 2010-11 ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ο : ΟΡΓΑΝΙΚΗ ΧΗΜΕΙΑ ΚΑΙ ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ 1. Τι είναι η Βιοχημεία και με ποιες ενώσεις ασχολείται. 2. Πόσα και ποια στοιχεία

Διαβάστε περισσότερα

Εργασία για το μάθημα της Βιολογίας. Περίληψη πάνω στο κεφάλαιο 3 του σχολικού βιβλίου

Εργασία για το μάθημα της Βιολογίας. Περίληψη πάνω στο κεφάλαιο 3 του σχολικού βιβλίου Εργασία για το μάθημα της Βιολογίας Περίληψη πάνω στο κεφάλαιο 3 του σχολικού βιβλίου Στο 3 ο κεφάλαιο του βιβλίου η συγγραφική ομάδα πραγματεύεται την ενέργεια και την σχέση που έχει αυτή με τους οργανισμούς

Διαβάστε περισσότερα

Γκύζη 14-Αθήνα Τηλ : 210.64.52.777

Γκύζη 14-Αθήνα Τηλ : 210.64.52.777 ΘΕΜΑ Α Α1. α Α2. γ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 24 ΜΑΪΟΥ 2013 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΧΗΜΕΙΑ ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΚΥΚΛΟΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ) ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Διαβάστε περισσότερα

Οργανική Χημεία. Κεφάλαιο 17 & 18: Αλκοόλες, θειόλες, αιθέρες και εποξείδια

Οργανική Χημεία. Κεφάλαιο 17 & 18: Αλκοόλες, θειόλες, αιθέρες και εποξείδια Οργανική Χημεία Κεφάλαιο 17 & 18: Αλκοόλες, θειόλες, αιθέρες και εποξείδια 1. Αλκοόλες Ενώσεις που περιέχουν ομάδες υδροξυλίου συνδεδεμένες με κορεσμένα άτομα άνθρακα υβριδισμού sp 3 Βάσει παραπάνω ορισμού,

Διαβάστε περισσότερα

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΑΠ. ΠΑΥΛΟΥ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΑΠ. ΠΑΥΛΟΥ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ: ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΑΠ. ΠΑΥΛΟΥ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ: 2017-2018 ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ MAIOY 2018 ΒΑΘ.:... / 25 ΟΛΟΓΡ.:... ΥΠΟΓΡ.:... ΤΑΞΗ: B ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 29/05/18 ΜΑΘΗΜΑ: ΦΥΣΙΚΑ (ΦΥΣΙΚΗ - ΧΗΜΕΙΑ/ΒΙΟΛΟΓΙΑ)

Διαβάστε περισσότερα

Μεταβολισμός πρωτεϊνών και των αμινοξέων

Μεταβολισμός πρωτεϊνών και των αμινοξέων Μεταβολισμός πρωτεϊνών και των αμινοξέων Πρωτεΐνες Πολυσακχαρίτες Λίπη Γαλακτικό Γλυκόζη Αμινοξέα Πρωτεΐνες οργανισμού Δεξαμενή Αζώτου Πυροστα φυλικό Γλυκονεογένεση Γλυκόλυση Acetyl-CoA 6- φωσφορική Γλυκόζη

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΘΕΜΑ A ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΕΤΑΡΤΗ 12 ΙΟΥΝΙΟΥ 2013 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΧΗΜΕΙΑ - ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΚΥΚΛΟΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΓΩΝΙΕΣ φ, ψ ΚΑΙ ΕΠΙΤΡΕΠΤΕΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΟΛΥΠΕΠΤΙΔΙΚΗΣ ΑΛΥΣΙΔΑΣ

ΓΩΝΙΕΣ φ, ψ ΚΑΙ ΕΠΙΤΡΕΠΤΕΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΟΛΥΠΕΠΤΙΔΙΚΗΣ ΑΛΥΣΙΔΑΣ ΓΩΝΙΕΣ φ, ψ ΚΑΙ ΕΠΙΤΡΕΠΤΕΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΟΛΥΠΕΠΤΙΔΙΚΗΣ ΑΛΥΣΙΔΑΣ ΜΕΤΡΗΣΗ ΤΗΣ ΓΩΝΙΑΣ φ φ Ccarbonyl n Ccarbonyl n N Cα n Ccarbonyl n-1 Cα n N φ Ccarbonyl n-1 ΜΕΤΡΗΣΗ ΤΗΣ ΓΩΝΙΑΣ ψ φ ψ Ccarbonyl n N (Ca

Διαβάστε περισσότερα

ΧΗΜΕΙΑ - ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΚΥΚΛΟΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ) 22 ΜΑΪΟΥ 2015 ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ

ΧΗΜΕΙΑ - ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΚΥΚΛΟΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ) 22 ΜΑΪΟΥ 2015 ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ Θέµα Α ΧΗΜΕΙΑ - ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΚΥΚΛΟΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ) 22 ΜΑΪΟΥ 2015 ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ Στις προτάσεις Α1 και Α2 να γράψετε στο τετράδιό σας τον αριθµό της πρότασης και, δίπλα, το

Διαβάστε περισσότερα

Βιολογία Γενικής Παιδείας Β Λυκείου

Βιολογία Γενικής Παιδείας Β Λυκείου Απρίλιος Μάιος 12 Βιολογία Γενικής Παιδείας Β Λυκείου Βιολογία Γενικής Παιδείας Β Λυκείου (Ερωτήσεις που παρουσιάζουν ενδιαφέρον) 1. Τι είναι τα βιομόρια και ποια είναι τα βασικά χαρακτηριστικά τους; Βιομόρια

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΨΗ & ΑΠΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ ΠΡΩΤΕΪΝΩΝ

ΠΕΨΗ & ΑΠΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ ΠΡΩΤΕΪΝΩΝ ΠΕΨΗ & ΑΠΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ ΠΡΩΤΕΪΝΩΝ Αποικοδόμηση πρωτεϊνών αμινοξέων και ο κύκλος της ουρίας Η αποικοδόμηση των πρωτεϊνών της τροφής (πέψη) ή του σώματος (πρωτεόλυση) παράγει αμινοξέα. Τα αμινοξέα δεν είναι

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΜΑ 1 ο. 1.2 To αντιδραστήριο Tollens (αμμωνιακό διάλυμα AgNO 3 ) οξειδώνει την ένωση α. CH 3 CH 2 ΟΗ. β. γ. CH 3 COOH. δ. CH 3 CH=O.

ΘΕΜΑ 1 ο. 1.2 To αντιδραστήριο Tollens (αμμωνιακό διάλυμα AgNO 3 ) οξειδώνει την ένωση α. CH 3 CH 2 ΟΗ. β. γ. CH 3 COOH. δ. CH 3 CH=O. ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΤΑΞΗ ΘΕΜΑ 1 ο ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΤΑΞΗΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 1 ΙΟΥΝΙΟΥ 2007 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΚΥΚΛΟΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ): ΧΗΜΕΙΑ - ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ

Διαβάστε περισσότερα

1. Αλληλεπιδράσεις μεταξύ βιομορίων

1. Αλληλεπιδράσεις μεταξύ βιομορίων 1. Αλληλεπιδράσεις μεταξύ βιομορίων Το αντικείμενο των αλληλεπιδράσεων μεταξύ των βιομορίων καλύπτει ένα τεράστιο σύνολο περιπτώσεων με αποτελέσματα από βιολογικές, βιοχημικές και βιοφυσικές μελέτες που

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ Ενότητα 8η - Μέρος Α ΠΡΩΤΕΪΝΕΣ Όνομα καθηγητή: Μ. ΚΑΨΟΚΕΦΑΛΟΥ Όνομα καθηγητή: Α. ΖΑΜΠΕΛΑΣ Τμήμα: Επιστήμης τροφίμων και διατροφής του ανθρώπου ΣΤΟΧΟΙ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ Η δομή των πρωτεϊνών

Διαβάστε περισσότερα

ΤΑΞΗ: Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 04/06/2018

ΤΑΞΗ: Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 04/06/2018 ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΠΕΡΑ ΧΩΡΙΟΥ ΚΑΙ ΝΗΣΟΥ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ 2017/2018 ΒΑΘ.:... / 25 ΒΑΘ.:../ 20 ΓΡΑΠΤΕΣ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΜΑΪΟΥ - ΙΟΥΝΙΟΥ 2018 ΟΛΟΓΡ.:... ΥΠΟΓΡ.:... ΤΑΞΗ: Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 04/06/2018 ΣΥΝΟΛΙΚΟΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : ΧΗΜΕΙΑ ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ / Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΣΕΙΡΑ: ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 01/12/2013

ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : ΧΗΜΕΙΑ ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ / Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΣΕΙΡΑ: ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 01/12/2013 ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : ΧΗΜΕΙΑ ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ / Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΣΕΙΡΑ: ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 01/12/2013 ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑ Α Για τις ερωτήσεις Α1 έως Α3 να γράψετε στο τετράδιό σας τον αριθμό της ερώτησης και δίπλα το γράμμα που αντιστοιχεί

Διαβάστε περισσότερα

3.1 ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ

3.1 ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ 3.1 ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ Όλοι οι οργανισμοί προκειμένου να επιβιώσουν και να επιτελέσουν τις λειτουργίες τους χρειάζονται ενέργεια. Οι φυτικοί οργανισμοί μετατρέπουν την ηλιακή ενέργεια με τη διαδικασία

Διαβάστε περισσότερα