MYOΣKEΛETIKO ΣYΣTHMA Παρέχει > µηχανική στήριξη στο σώµα & µετέχει στη λειτουργία της κίνησης > αποτελείται από σκελετικούς µύς τένοντες οστά αρθρώσεις & συνδέσµους Oι σκελετικοί µύες συµµετέχουν µε την σύσπαση τους > στη κίνηση των οστών στα οποία προσφύονται µε τένοντες στα άκαµπτα οστά > η κίνηση διευκολύνεται από τις µεταξύ τους αρθρώσεις µυών Xαρακτηριστικό των τενόντων > είναι η παρουσία πλούσιου νευροαισθητήριου δικτύου αρθρώσεων που προσλαµβάνει πληροφορίες για τη θέση & την ταχύτητα της κίνησης Kύριο λειτουργικό γνώρισµα οστών > είναι η εξειδικευµένη εξωκυττάρια ουσία µε εναπόθεση Ca (δρούν ως άκαµπτα δοµικά στοιχεία) & ως µεταβολική αποθήκη των αλάτων > που βρίσκονται σε δυναµική κατάσταση > δόµησης & αποδόµησης Σκελετικός µύς > τα µυϊκά κυτ. διατάσσονται σε µεγάλες οµάδες > σχηµατίζοντας που χαρακτηρίζονται από < µύς παράλληλη ευθύγραµµη διάταξη > ώστε να ασκούν δύναµη πρός την ίδια κατεύθυνση πρόσφυση µέσω ινοκολλαγονώδους στηρικτικού ιστού > σε άλλες ανατοµικές δοµές πλούσια αιµάτωση > λόγω µεγάλων µεταβολικών αναγκών νεύρωση από εξειδικευµένους νευρώνες > που απολήγουν στα µυϊκά κυτ. (κινητικούς νευρώνες) 228
ενσωµάτωση ειδικά διαµορφωµένων γραµµωτών µυϊκών κυτ. > που δρούν ως (άτρακτοι) αισθητήρια όργανα Oι µυϊκές ίνες > εµβρυολογικά προέρχονται από µεσεγχυµατικούς ιστούς κάθε µυϊκή ίνα αποτελείται από µεγάλο αριθµό µυοϊνιδίων που περιβάλλονται από κυτ. µεµβράνη > σαρκείληµα πολλές µυϊκές ίνες διατάσσονται µαζί σχηµατίζοντας µύ H κυτταρική επιφάνεια τελικού τµήµατος µυϊκών ινών > έχει ιδιαίτερη διαµόρφωση συνδέονται µε καλά οργανωµένους ινοκολλαγονώδεις στηρικτικούς ιστούς (συµµετέχουν στη µετάδοση δύναµης συστολής > σε άλλα ανατοµικά µόρια) σχηµατίζουν > τένοντες ή ευρύτερες > που έχουν ικανότητα πρόσφυσης καταφυτικές δοµές σε οστικές επιφάνειες ή σε πέταλα συνδετικού ιστού που παρεµβάλλονται µεταξύ ινών γειτονικών µυών (µυϊκές περιτονίες) Tύποι µυϊκών ινών > µε βάση µακροσκοπικά λειτουργικά φυσιολογικά βιοχηµικά ιστοχηµικά χαρακτηριστικά διακρίνονται σε υποτύπους µε ιστοχηµικές χρώσεις για ειδικά ένζυµα τύπος 1 τύπος 2A, 2B, 2C δεν περιέχουν όλοι οι µύες τα ίδια ποσοστά ινών τύπου 1 & 2 µύς > για τη διατήρηση στάσης (γαστροκνήµιοι) > τύπος 1 µύς > για ταχεία & έντονη δύναµη > τύπος 2 229
τα ποσοστά των τύπων µυϊκών ινών > σε συγκεκριµένο µύ > καθορίζονται γενετικά > δεν µπορεί να επιδράσει σ αυτά η άθληση αλλά µπορεί να µεταβάλλει το µέγεθός τους Aιµάτωση > έχει πλούσια αιµάτωση λόγω µεγάλων ενεργειακών αναγκών κατά την συστολή µεγάλες αρτηρίες από το επιµύϊο > διαιρούνται σε µικρότερους κλάδους στο περιµύϊο (περιµυϊκές αρτηρίες - φλέβες) δίκτυο τριχοειδών > στο ενδοµύϊο ένας αριθµός τριχοειδών > σε κάθε µυϊκή ίνα ορυφόρα κύτταρα > τα γραµµωτά µυϊκά κυτ. του ενήλικα > δεν διαιρούνται αυξάνουν το µέγεθος τους (υπερτροφία) > κατά την άσκηση σε ορισµένες συνθήκες (καταστροφή µυϊκού ιστού) παρατηρείται διαίρεση ανενεργών - αρχέγονων κυτ. (δορυφόρα κυτ.) σπάνια µικρά ατρακτόµορφα κάτω από την εξωτερική µεµβράνη µυϊκής ίνας έχουν κεντρικά τοποθετηµένους πυρήνες Aισθητική νεύρωση µυός > στο γραµµωτό µύ υπάρχουν υποδοχείς ευαίσθητοι στη πίεση σύστηµα αµφίδροµης αλληλορύθµισης που διατηρεί το φυσιολογικό µυϊκό τόνο αισθητικές ίνες που αντλούν πληροφορίες για την τάση γραµµωτών µυϊκών ινών προέρχονται από 2 πηγές νευρικές απολήξεις που περιβάλλονται από κάψα & διεγείρονται από πίεση τένοντα σπειροειδείς νευρικές απολήξεις που µεταφέρουν ερέθισµα τάσης από εξειδικευµένες 230
µυϊκές ίνες (µυϊκή άτρακτος) υπεύθυνος για τη διατήρηση > του µυϊκού τόνου & το συντονισµό των µυϊκών ινών Kινητική νεύρωση > µεγάλα νεύρα περιέχουν κινητικούς & αισθητικούς νευράξονες > που διαπερνούν επιµύϊο εισέρχονται στούς µύς µικρότεροι κλάδοι διατρέχουν το περιµύϊο > περιέχουν νευράξονες µε κινητική & αισθητική λειτουργία κινητικοί νευράξονες > για τη νεύρωση γραµµωτών µυών εισέρχονται > στο ενδοµύϊο (α - προσαγωγές ίνες) διακλαδίζονται για να νευρώσουν ένα αριθµό µυϊκών ινών Kάθε νευράξονας > τροποποιείται κατά το τελικό του τµήµα > τελική κινητική πλάκα υπεύθυνη για τον έλεγχο µυϊκής συστολής η διέγερση κινητικού νευράξονα > προκαλεί απελευθέρωση ακετυλοχολίνης στο χώρο µεταξύ νευρικής απόληξης > δεσµεύεται > από ειδικούς µεµβρανικούς υποδοχείς & µυϊκής ίνας προκαλεί εκπόλωση µυϊκής ίνας & την έναρξη συστολής η δραστηριότητα ακετυλοχολίνης περιορίζεται γρήγορα από την ακετυλοχολιναστεράση που βρίσκεται στη βασική µεµβράνη συναπτικών πτυχών εξειδικευµένοι νευράξονες (γ - προσαγωγές ίνες) νευρώνουν µυϊκές ίνες της µυϊκής ατράκτου Tένοντες > ανατοµικά µόρια µέσω των οποίων οι µύες προσφύονται στα οστά επιµήκεις - κυλινδρικές δοµές καλά οργανωµένες ίνες κολλαγόνου - µε παράλληλη διάταξη ινοκύτταρα µε συµπιεσµένους πυρήνες - λίγο κυτταρόπλασµα είναι αραιοκυτταρικές δοµές 231
µε χαµηλές ανάγκες οξυγόνου & θρέψης παρατηρείται µικρός αριθµός τριχοειδών πολλοί περικλείονται µέσα σε προστατευτική ινοκολλαγονώδη κάψα διαχωριζόµενοι > οι τένοντες από την κάψα > µε µικρή ποσότητα υγρού Oι κολλαγόνιες ίνες τενόντων > προσδένονται σε ειδικές περιοχές των µυϊκών ινών τις µυοτενόντιες καταφύσεις ενώ στο οστικό άκρο > ενδο - οστικές ίνες κολλαγόνου τένοντα (ίνες Sharpey) ενώνονται µε το κολλαγόνο του περιοστέου (όταν περιόστεο σχηµατίζει νέο οστίτη ιστό) υποβοηθείται από ατρακτόµορφα κυτ. περιοστέου µε ιανότητα µετατροπής > από αρχέγονους χονδροβλάστες ή οστεοβλάστες Oστά > είναι στηρικτικός ιστός υψηλής εξειδίκευσης µε ακαµψία ιδιαίτερα σκληρής σύστασης κυριότερες λειτουργίες παρέχουν µηχανική στήριξη επιτρέπουν κίνηση - µετακίνηση σώµατος προστατεύουν ευαίσθητες ανατοµικές δοµές δρούν ως µεταβολική αποθήκη για άλατα αποτελούνται από > στηρικτικά κυτ. (οστεοβλάστες & οστεοκύτταρα) οργανική εξωκυττάρια ουσία από κολλαγόνο & γλυκοζαµινογλυκ. (οστεοειδές) ανόργανα άλατα κύτταρα αποδόµησης του οστού (οστεοκλάστες) οι οστεοβλάστες & > εκκρίνουν > το οστεοειδές τα οστεοκύτταρα τρέφουν οι οστεοκλάστες > ανασχηµατίζουν το εναποτιθέµενο οστό 232
Tα οστά βρίσκονται σε δυναµική κατάσταση > σύνθεσης & αποδοµής υπο τον έλεγχο ορµονικών & φυσικών παραγόντων επιτρέπει την ανακατασκευή του οστού διατηρείται σε χαµηλούς ρυθµούς > στον ώριµο ενήλικα σε έντονους ρυθµούς > στα βρέφη στα παιδιά στους ενήλικες σε αποκατάσταση κατάγµατος & σε παθολογικές καταστάσεις Tο οστεοειδές αποτελείται από > κολλαγόνο τύπου I γλυκοζαµινογλυκάνες ειδικές γλυκοπρωτεΐνες > οστεοκαλσίνη σιαλοπρωτεΐνη µε ιδιότητες δέσµευσης Ca που προσδίδει µηχανική ισχύ στο οστό Πεταλιώδης & δικτυωτή µορφή οστίτη ιστού > ανάλογα µε τον τρόπο διάταξης ινών κολλαγόνου που σχηµατίζουν το οστεοειδές > διακρίνονται 2 τύποι οστίτη ιστού δικτυωτή µορφή > τυχαία διάταξη ινών κολλαγόνου > µειωµένη µηχανική ισχύ σχηµατίζεται κατά την ταχεία παραγωγή οστεοειδούς ίνες κολλαγόνου εναποτίθενται µε ακανόνιστο χαλαρό δικτυωτό τρόπο αρχικά στα οστά του εµβρύου αντικαθίσταται σταδιακά από πεταλιώδη µορφή στους ενήλικες > ο δικτυωτός τύπος σχηµατίζεται σε περιπτώσεις γρήγορης παραγωγής (κάταγµα ή νόσος Paget) 233
νέου οστού (δικτυωτό οστό) αντικαθίσταται σταδιακά από πεταλιώδες µέσω του µηχανισµού της ανακατασκευής πεταλιώδης µορφή > κανονική παράλληλη διάταξη κολλαγόνου σε λεπτότατες δεσµίδες (οστέϊνα πέταλα) αυξηµένη µηχανική ισχύ βασική δοµή των οστών > εξωτερική φλοιώδη ή συµπαγή ζώνη εσωτερική δοκιδώδη ή σπογγώδη ζώνη το φλοιώδες οστό > σχηµατίζει άκαµπτο εξωτερικό περίβληµα που ανθίσταται στις δυνάµεις παραµόρφωσης το δοκιδώδες οστό > ισχυροποιεί το οστό λειτουργεί ως πολύπλοκο σύστηµα εσωτερικών στηριγµάτων οι χώροι ανάµεσα στις δοκίδες καταλαµβάνονται από το µυελό των οστών τα εξειδικευµένα στηρικτικά κυτ. των οστών βρίσκονται > σε επιφανειακές θέσεις ή σε µικρούς σκαφοειδείς χώρους (βοθρία) & είναι υπεύθυνα για την παραγωγή διατήρηση & ανακατασκευή του οστεοειδούς & είναι > οστικά αρχέγονα κυτ. οστεοβλάστες οστεοκύτταρα οστεοκλάστες οστικά αρχέγονα κύτταρα > προέρχονται από τα αρχέγονα µεσεγχυµατικά κύτ. είναι πληθυσµός αδιαφοροποίητων προγονικών κυτ. που µπορούν να διαφοροποιούνται σε οστεοβλάστες οστεοκύτταρα στο ώριµο οστό > τα οστικά αρχέγονα κυτ. είναι ασήµαντα ατρακτόµορφα µοιάζουν µε ινοβλάστες εντοπίζονται κυρίως στην οστική επιφ. στο ενεργά αναπτυσσόµενο οστό > τα οστικά αρχέγονα κυτ. πολλαπλασιάζονται 234
µεγεθύνονται έχουν παχύτερο ωοειδή πυρήνα εµφανέστερο κυτταρόπλασµ. οστεοβλάστες > προέρχονται από αρχέγονα κυτ. υπεύθυνοι για τη σύνθεση του οστεοειδούς >κολλαγόνο I γλυκοζαµινογλυκάνες πρωτεογλυκάνες σε ενεργό µορφή τους είναι κυβοειδή ή πολυγωνικά κυτ. µε βασεόφιλο κυτταρόπλασµα (αδρό E ) οστεοκύτταρα > όταν οστεοβλάστες ολοκληρώσουν κύκλο παραγωγής οστεοειδούς επιστρέφουν > στην ανενεργό φάση προσλαµβάνουν αποπλατυσµένο ατρακτόµορφο σχήµα (οστεοκύτταρα) καταλαµβάνουν θέση στην ανενεργό οστική επιφάνεια µερικοί σε µικρές κοιλότητες του οστού (βοθρία) περιβάλλονται από εξωκυτ. ουσία µε µακριές κυτταροπλασµατικές αποφυάδε > µέσα σε στενούς αυλοειδούς χώρους (οστικά σωληνάρια) επικοινωνούν µεταξύ τους > τα γειτονικά οστεοκύτταρα διατάσσονται µε τυχαίο τρόπο εκτός του φλοιώδους οστού > που παρουσιάζουν κανονική διάταξη H ακριβής λειτουργία των οστεοκυττάρων > δεν είναι γνωστή καθένα περιβάλλεται από στενή ζώνη οστεοειδούς έχει αναπτυγµένη συσκευή Golgi διατηρεί µέρος του εκτεταµένου αδρού E πιθανή συµβολή στη διατήρηση οργανικού στοιχείου έχουν την ιδιότητα να απορροφούν σχηµατισµένη οστέϊνη ουσία απελευθερώνουν Ca (οστεοκυτταρική οστεόλυση) οστεοκλάστες > είναι µεγάλα κυτ. µε πολλαπλούς πυρήνες άφθονο κυτταρόπλασµα 235
προέρχονται από µονοκύτταρα αίµατος ένωση πολλών ή επαναλαµβανόµενες διαιρέσεις µονοκυττάρων του πυρήνα ενός µονοκυττάρου προσκολλώνται στην ελεύθερη επιφάνεια > σε θέσεις ενεργού απορρόφησης οστού µέσα σε σκαφοειδή κοιλώµατα (βοθρία του Howship) Eφαλάτωση (ασβεστοποίηση) οστεοειδούς > η σκληρότητα & η > οφείλεται στη παρουσία ανόργανων αλάτων ακαµψία του οστού (σύµπλεγµα υδροξειδίου ασβεστ. + φωσφορικών) υδροξυαπατίτη στο οστεοειδές η τοπική > Ca 2+ > σε συγκεκριµένο ουδό είναι αποτέλεσµα συγκέντρωση _ PO 4 επίδρασης πολλών παραγόντων οστεοκαλσίνη δεσµεύει τα εξωκυττάρια Ca 2+ > αύξηση τοπικής συγκέντρωσης Ca 2+ αλκαλική φωσφατάση (άφθονη στους οστεοβλάστες) > αυξάνει τοπ. συγκέντ. Ca 2+ & PO 4 κυστίδια θεµέλιας ουσίας (παράγονται από οστεοβλάστες) συσσωρεύουν Ca 2+ & PO 4 είναι πλούσια σε αλκαλική φωσφατάση & πλούσια σε φωσφορυλάση > µπορούν να αποσπούν PO 4 από µεγαλ. µόρια είναι υποστρόγγυλα περιβάλλονται από µεµβράνη αποσπώνται από οστεοβλάστες > στο µεσοκυττάριο χώρο & δηµιουργούν πυρήνες εναπόθεσης αλάτων είναι παράγοντας ελέγχου αρχικής θέσης εναπόθεσης αλάτων στο οστεοειδές αν οι τοπικές συγκεντρώσεις Ca 2+ > είναι φυσιολογικές > η εφαλάτωση συµβαίνει λίγο PO 4 µετά τον σχηµατισµό του νέου οστεοειδούς σε αυξηµένη οστεογένεση > παράγονται αυξηµένες ποσότητες οστεοειδούς σε λίγο χρόνο µε αποτέλεσµα > καθυστέρηση της αφαλάτωσης 236
παρατηρούνται στιβάδες µή ασβεστοποιηµένου οστεοειδούς µεταξύ > στιβάδας ενεργών οστεοβλαστών του ήδη ασβεστοποιηµένου οστού Kανονική δόµηση - ανακατασκευή του οστού > στην εµβρυϊκή & την παιδική ηλικία > παράγονται µεγάλες ποσότητες οστού ως αποτέλεσµα αυξηµένης σύνθεσης µεσοκυττάριας θεµέλιας ουσίας & της ασβεστοποίησης της µεσοκυττάρια θεµέλια ουσία > ανακατασκευάζονται µετά αρχικό σχηµατισµό τους & οστικές δοκίδες & αυτό καθορίζεται από τοπικές δυνάµεις ώστε το νέο οστού να αποκτήσει αντοχή η ανακατασκευή του οστού επιτυγχάνεται µε τη δηµιουργεία νέου οστού από τις ενεργούς οστεοβλάστες µε την εκλεκτική απορρόφηση σχηµατισµένου οστού από τις οστεοκλάστες εκλεκτική απορρόφηση σχηµατισµένου οστού γίνεται σε θέσεις όπου οι οστεοκλάστες βρίσκονται σε επαφή µε το οστό οι οστεοκλάστες κινούνται πάνω στην οστική επιφ. απορροφώντας οστ. ουσία η απορρόφηση επιτελείται µε λυσοσωµατικά ένζυµα > απελευθερώνονται από οστεοκλάστες που είναι σε επαφή µε την οστική επιφάνεια εκλυόµενα ένζυµα > υδρολύουν πρωτεΐνες του κολλαγόνου - & γλυκοζαµινογλυκάνες της γειτονικής θεµέλιας ουσίας διάσπαση θεµέλιας ουσίας > αποδιοργανώνει ανόργανα άλατα συνδεόµενα µε αυτή τοπικό όξινο περιβάλλον από έκκριση > ανθρακικού - γαλακτικού - κιτρικού οξέος από οστεοκλάστες > διασπά άλατα υδροξυαπατίτη απελευθερώνοντας διαλυτά Ca 2+ & PO 4 ορισµένα από τα διαλυτά προϊόντα αποδόµησης > των άλάτων & των πρωτεϊνών προσλαµβάνονται από οστεοκλάστες Παραθυρεοειδείς αδένες > εκκρίνουν την παραθορµόνη 237
ενεργοποιεί οστεοκλάστες > επάγει απορρόφηση οστών απελευθέρωση Ca 2+ αύξηση Ca 2+ στο αίµα επιπλέον αυξάνει Ca 2+ ορού µέσω > ελάττωσης της απέκκρισης Ca 2+ από τους νεφρούς αύξηση της απορρόφησης από το λεπτό έντερο επάγει την απέκκριση PO 4 από τους νεφρούς (δεν συνοδεύεται απόαύξησή της στον ορό) C - κύτταρα θυρεοειδούς > εκκρίνουν την καλσιτονίνη αναστέλλει απορρόφηση οστών από οστεοκλάστες ανταγωνίζεται τη δράση της παραθορµόνης εκκρίνεται ως απάντηση σε υψηλά επίπεδα Ca 2+ στο ορό Mετά την παιδική > ηλικία > η δραστηριότητα οστεοβλαστών > ρυθµίζεται ώστε η οστική & την εφηβική & οστεοκλαστών µάζα να είναι σταθερή ενώ αυξάνουν την δράση τους σε αυξηµένες φυσιολογικές ανάγκες όπως είναι η έντονη σωµατική άσκηση ή τα κατάγµατα Oστική ανάπτυξη κατά την εµβρυϊκή περίοδο > τα οστά στο έµβρυο αναπτύσσονται µε ενδοµεµβρανώδη οστεοποίηση > επιτελείται σε µια µεµβράνη από συµπυκνωµένο µεσεγχυµατικό ιστό ενδοχόνδρια οστεοποίηση > µετατροπή προσχηµατισµένου χόνδρου Eνδοµεµβρανώδης οστεοποίηση > σχηµατισµός κυρίως των πλατέων οστών & κατά πάχος αύξηση επιµήκων οστών αρχέγονα κυτ. > µεσεγχυµατικής µεµβράνης > διογκώνονται > µετατρέπονται ατρακτόµορφα αποκτούν άφθονο αδρό E σε ενεργά οστεοπρογονικά κυτ. 238
οστεοβλάστες οστεοβλάστες > εναποθέτουν οστική ουσία σε νησίδες > αρχίζει ανακατασκευή οστού µε συνδιασµένη δράση > οστεοβλαστών οστεοκλαστών που σχηµατίζουν > σπογγώδες οστό αιµοφόρα αγγεία > αναπτύσσονται από υπολειµµατικές νησίδες µεσεγχυµατικού ιστού & άλλα µεσεγχυµατικά κυτ.> σχηµατίζουν τον αιµοποιητικό µυελό κατά πάχος αύξηση > αυξηµένος σχηµατισµός οστού µε ελαττωµένη απορρόφηση εξωτερικής & εσωτερικής επιφάνειας η εξωτερική & < σχηµατίζοντας 2 στιβάδες συµπαγούς οστού < η εσωτερική πλάκα ενώ το κεντρικό τµήµα διατηρεί > τη σπογγώδη υφή Eνδοχόνδρια οστεοποίηση > το έµβρυο σχηµατίζει τα επιµήκη & τα βραχέα οστά αρχικώς σχηµατίζεται > ένα χόνδρινο πρόπλασµα. οστεοποιείται από µάζα µεσεγχυµατικού ιστού σχηµατίζεται > ο υαλοειδής χόνδρος σε σχήµα οστού στα επιµήκη οστά διακρίνεται > ένα στέλεχος & οι επιφύσεις στιβάδα ατρακτόµορφων > οι χονδροβλάστες & > περιβάλλουν > το χόνδρινο µεσεγχυµατικών κυτ. οστεοπρογονικά κυτ. πρόπλασµα οστού σχηµατίζουν > περιχόνδριο ή περιόστεο µεσότητα διάφυσης > οστεοπρογονικά κυτ. µετασχηµατίζονται > σε οστεοβλάστες εναποθέτουν οστεοειδές που ασβεστοποιείται σχηµατίζει > οστέϊνη περιχειρίδα τα χονδροκύτταρα > πολλαπλασιάζονται 239
(χόνδρ. πρόπλασµα) ώστε να αυξάνει σε πάχος αύξηση της διάφυσης από εναπόθεση & µήκος οστεοειδούς > στην εξωτερ. επιφάν. οι χονδροβλάστες παράγουν νέο χόνδρινο ιστό & απορρόφηση οστού > από την εσωτερ. επιφάν. που ασβεστοποιείται τριχοειδή αγγεία > διάφυση προπλάσµατος > µεταφέρουν οστεοπρογονικά κυτ. σχηµατίζουν > πρωτογενή πυρήνα οστεώσεως (στο µέσο διάφυσης) οστεοπρογονικά κυτ. µετασχηµατίζονται > σε οστεοβλάστες > εναποθέτουν οστεοειδές που αντικαθιστά > το οστεοποιηµένο χόνδρινο πρόπλασµα ασβεστοποίηση οστεοειδούς > συνοδεύεται από ανακατασκευή > δηµιουργεί ένα δίκτυο δοκιδώδους οστού που καταλαµβάνει > τον πυρήνα διάφυσης & ενώνεται > µε το συµπαγές οστό οστέϊνης περιχειρίδας κατά την γέννηση > αυξάνουν > αιµοφόρα αγγεία & > χόνδρινα άκρα αναπτυσσόµεν. οστεοπρογονικά κυτ. οστού σχηµατίζοντας > δευτερογενείς πυρήνες οστεοποίησης Aνάπτυξη µακρών οστών µετά την γέννηση > επιµήκη οστά αυξάνουν σε µήκος & πλάτος στη διάρκεια της παιδικής & εφηβικής ηλικίας κατά µήκος αύξηση > οφείλεται στον ενδοχόνδριο σχηµατισµό οστού & στα δύο άκρα κατά µήκος επίφυσης > διατηρείται ενεργός πυρήνας αύξησης & διάφυσης ο συζευκτικός χόνδρος προάγει το σχηµατισµό νέου χόνδρινου ιστού (άκρα) που µετατρέπεται > σε δοκιδώδες οστό οδηγώντας σεπ ροοδευτική αύξηση του µήκους 240
στη διαφυσιακή πλευρά (συζευκτικού χόνδρου) > σχηµατίζεται νέο οστό χόνδρινος ιστός επιφυσιακής επιφάνειας. > υπερπλάσσεται > σε επιµήκεις στήλες χονδροκυττάρων χονδροκύτταρα διαφυσιακής επιφάνειας > µεγεθύνονται γίνονται αραιοχρωµατικά παράγουν αλκαλική φωσφατάση (διευκολύνει ασβεστοποίηση) οστεοβλάστες εναποθέτουν οστεοειδές > στη ασβεστοποιηµένη χόνδρινη µεσοκυτ. ουσία πρώτο στάδιο οστεοποίησης εναποθετειµένο οστό > ανακατασκευάζεται - ενσωµατώνεται στη διάφυση ο συζευκτικός χόνδρος + ζώνη οστεοποιούµενης χόνδρινης µεσοκυττάριας ουσίας σχηµατίζουν τη µετάφυση αύξηση περιµέτρου διάφυσης > επιτυγχάνεται µε σχηµατισµό νέου οστού στην εξωτερική επιφάνεια του φλοιώδους οστού που υφίσταται λιγότερη απορρόφηση > στην εσωτερική επιφάνεια έχει σαν αποτέλεσµα & την πάχυνση > του φλοιώδους οστού Aρθρώσεις > συνδέουν τα οστά µεταξύ τους > επιτρέποντας διαφόρου βαθµού κινητικότητα ταξινοµούνται σε 2 κύριες κατηγορίες αυτές που επιτρέπουν περιορισµένες κινήσεις αυτές που επιτρέπουν ελεύθερη κινητικότητα περιορισµένη κινητικότητα > οστά συνδέονται µέσω εύκαµπτου ινοκολλαγονώδους ή χόνδρινου ιστού αφορά οστά µε προστατευτικό ρόλο * πλατέα οστά κρανίου > συνδέονται µε ινώδεις ιστούς (συνδεσµώσεις) * πλευρές - στέρνο > ενώνονται µε χόνδρο (συγχονδρώσεις) 241
Mεσοσπονδύλιος δίσκος > τα σώµατα των σπονδύλων ενώνονται µεταξύ τους µε τους µεσοσπονδύλιους δίσκους > που είναι παχιά στρώµατα µε ελαστική σύσταση αποτελούνται από ινοκολλαγονώδη ιστό µε λίγα χονδροκύτταρα & χόνδρινη µεσοκυττάρια ουσία οι επιφάν. επαφής µε σώµατα γειτονικών σπονδύλων αποτελούνται από λεπτή στιβ.υαλοειδούς χόνδρου που καλύπτει συγκεντρικά πεταλιώδη δοµή ινοχόνδρινου ιστού (ινώδης δακτύλιος) στο κέντρου δίσκου > µαλθακής σύστασης ηµίρρευστος πυρήνας ζελατινώδους ουσίας (πηκτοειδής πυρήνας) ελεύθερη κινητικότητα > αρθρώσεις που επιτρέπουν ελεύθερες κινήσεις µεταξύ των οστών συγκρατούνται από ταινίες κολλαγονώδους ιστού (συνδέσµους) που περιβάλλουν > µια ινώδη κάψα που περικλείει τις κεφαλές των οστών η δηµιουργούµενη κοιλότητα > περιέχει µικρή ποσότητα υγρού περιγραφή της άρθρωση Aρθρωση > τα άκρα οστών περιβάλλονται από > ισχυρή ινοκολλαγονώδη κάψα παρεµβάλλεται ελαφρά κολλώδες υγρό (αρθρικό υγρό) εσωτερική επικάλυψη από > εξειδικευµένο εκκριτικό επιθήλιο (αρθρικό επιθήλιο) παράγει > αρθρικό υγρό άκρα συνδεόµενων οστών > λεία στιβάδα υαλοειδούς χόνδρου (αρθρικός χόνδρος) γύρω από άρθρωση > παρατηρούνται κολλαγονώδεις σύνδεσµοι & τένοντες αρθρικός υµένας > αποτελείται από 1-4 στιβάδες αρθρικού επιθηλίου πάνω σε > ζώνη χαλαρού ινοκολλαγονώδους ιστού περιέχει λιποκύτταρα ινοβλάστες σιτευτικά κυτ. 242
µακροφάγα σε επαφή µε πυκνότερο ινοκολλαγονώδη ιστό του αρθρικού θύλακα τα αρθρικά κυτ. > ποικίλλουν σε σχήµα > αποπλατυσµένα ατρακτόµορφα πολυεδρικά κυβοειδή ταυτοποιούνται σε 2 τύπους κυτ. > τύπου A > φαγοκυτταρικά µε πολυάριθµα λυσοσώµατα τύπου B > έχουν άφθονο αδρό E παράγουν πρωτεΐνες αρθρικός υµένες υποστηρίζεται από > άφθονα αιµοφόρα αγγεία λεµφαγγεία & νεύρα σύνδεσµοι > περιβάλλουν τις αρθρώσεις κατά την εξωτερική επιφάνεια αρθρ. θυλάκου κανονικά διατασσόµενες παράλληλες > ίνες κολλαγόνου & συµπιεσµένα ινοκύτταρα µορφολογία τους µοιάζει µε αυτή των τενόντων ισχυροποιούν την άρθρωση & επιτρέπουν φυσιολογικές κινήσεις εµποδίζουν την υπέρµετρη κάµψη & έκταση 243
244
245
246
247
248
249
250
251
252
253
254