English term abolition advancement advice account act affect ambiguity amendment appeal appendix application arbitrary article assemblage Association auspice author authorize authority be consolidated be waived binominal build burdensome burgeoning cast Chairman cladistic clarify classification collection complex Greek translation (Ελληνική απόδοση) κατάργηση προαγωγή παραίνεση έκθεση ενέργεια επιδρώ ασάφεια διόρθωση έκκληση, προσφυγή (στην Επιτροπή) παράρτημα εφαρμογή αυθαίρετος άρθρο σύνολο Εταιρεία αιγίδα συγγραφέας, εδώ χρησημοποιείται με την έννοια του ονοματοδότη (νονού) εξουσιοδοτώ δικαιοδοσία ενσωματώνομαι παραμερίζομαι δυωνυμικός οικοδομώ επαχθής ανθηρή μήτρα Προεδρεύων κλαδιστική ξεκαθαρίζω, διαλευκαίνω κατάταξη συλλογή πολύπλοκο
concept confusion consider Constitution consultation continuity convention convey culminate current delineate deposit determine dispose domesticated download draft Editorial Committee eliminate embody enable enquiry enterprise ephemera established Executive Secretary expressly extant species extinct species family family-group fossil General Assembly αντίληψη σύγχιση εξετάζω Καταστατικός Χάρτης διαβούλευση συνέχεια συνθήκη μεταβιβάζω αποκορυφώνομαι επίκαιρος περιγράφω αποθέτω προσδιορίζω αποποιούμαι εξημερωμένος καταφόρτωση συντάσσω Εκδοτική Επιτροπή εξαλείφω ενσωματώνω δίνω τη δυνατότητα αίτημα εγχείρημα εφήμερη πληροφορία εγκατεστημένος, καθιερωμένος Εκτελεστική Γραμματεία ρητά υφιστάμενο είδος εξαφανισμένο είδος οικογένεια oμάδα-οικογένεια απολίθωμα Γενική Συνέλευση
genus γένος genus-group oμάδα-γένος glossary γλωσάριο holotype ολότυπος historical background ιστορική αναδρομή hospitably φιλόξενα ichnotaxon ιχνοτάξο illustration απεικόνιση, επεξήγηση illustrative επεξηγηματικός impression εκτύπωση inclusiveness περιεκτικότητα infringe παραβιάζω International Code of Zoological nomenclature Διεθνής Κώδικας Ζωολογικής Ονοματολογίας International Commission on Zoological nomenclature Διεθνής Επιτροπή Ζωολογικής Ονοματολογίας International Trust for Zoological Nomenclature Διεθνές Καταπίστευμα για τη Ζωολογική Ονοματολογία International Union of Biological Sciences (IUBS) Διεθνής Ένωση Βιολογικών Επιστημών introduction εισαγωγή issue διανέμω, τεύχος judgment κρίση launch εγκαινιάζω laser disk οπτικός δίσκος (CD-ROM) latinized εκλατινισμένος lectotype λεκτότυπος lexical λεξικολογικός Linnaean Λινναίος, α major μείζων mandatory υποχρεωτικός, εντολοδόχος meaning Ερμηνεία, έννοια meet the challenge αντιμετωπίζω την πρόκληση it model διαμορφώνω modify τροποποιώ monophyletic μονοφυλετικός mould εκμαγείο
name-bearing type neotype networking nominal nominate not-for-profit company objection officer offprint on behalf outcome paraphyletic pedantic permissive perspective phylogenetic pivotal plenary power poster preamble preceding preface prescriptive preserved present Presidency Principle of Homonymy Principle of Priority Principles prompt proper prospective provision ονοματοφορέας-τύπος νεότυπος δικτύωση ονομαστικός υποδεικνύω μη κερδοσκοπική εταιρεία αντίρρηση στέλεχος ανάτυπο εκ μέρους αποτέλεσμα παραφυλετικός σχολαστικός ανεκτική προοπτική φυλογενετική ουσιώδης απόλυτη ισχύς αφίσα προοίμιο προηγούμενος πρόλογος κατευθυντήρια συντηρημένος νυν Προεδρία Αρχή Ομονυμίας Αρχή Προτεραιότητας Αρχές προωθώ αναμορφωμένος επερχόμενος διάταξη
rank ratified Read-only Recommendations recount refrain registration reinstatement replacement requirement restrain restrictive resulting Resulting Draft retrieval revise rigid rules scope (S)section semantic Society species species-group specimen strict adherence strive subfamily subgenus subspecies substantive substitution succeed βαθμίδα επικυρωμένος αναγνώσιμος Yποδείξεις εξιστορώ απέχω καταχώριση επαναφορά αντικατάσταση αξίωση, απαίτηση, ανάγκη περιορισμός περιοριστικός επακόλουθος Προσχέδιο Συζήτησης ανάκτηση αναθεωρώ αυστηρός κανόνες πλαίσιο Τομέας, ενότητα εννοιολογικός Οργάνωση είδος ομάδα-είδος δείγμα απαρέγκλιτη τήρηση επιχειρώ υποοικογένεια υπογένος υποείδος ουσιαστικός υποκατάστατο διαδέχομαι
supersed syntype systematics taxon taxonomic field taxonomic unit taxonomy tedious tentative terminology traced the late tribe type species type specimen underlying principle Up-date universality Union valid validation αντικαθιστώ σύντυπος συστηματική τάξο, ταξινομική ομάδα ταξινομική ομάδα ταξινομική ομάδα ταξινομία πληκτικός διοκιμαστικός ορολογία ανακαλυπτόμενος οι πρώην φυλή είδος-τύπος δείγμα-τύπος βασική αρχή ενημέρωση καθολικότητα Ένωση έγκυρος τεκμηρίωση