ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΧΛΩΡΙΔΑΣ ΣΤΟ ΦΑΡΑΓΓΙ ΤΟΥ ΒΟΥΡΑΪΚΟΥ ΚΑΙ ΟΙΚΟΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥ

Σχετικά έγγραφα
Βλάστηση της Ελλάδας. Καθηγητής Δημήτριος Χριστοδουλάκης Τμήμα Βιολογίας Τομέας Βιολογίας Φυτών Τηλ.

Πρότυπα οικολογικής διαφοροποίησης των μυρμηγκιών (Υμενόπτερα: Formicidae) σε κερματισμένα ορεινά ενδιαιτήματα.

Αξιοποίηση της Ελληνικής χλωρίδας και βλάστησης στο αστικό περιβάλλον Βιοποικιλότητα στο αστικό πράσινο

ΟΔΗΓΟΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗΣ ΤΥΠΩΝ ΟΙΚΟΤΟΠΩΝ

H βλάστηση της Ελλάδας


Γεωβοτανική. Καθηγητής Δημήτριος Χριστοδουλάκης Τμήμα Βιολογίας Τομέας Βιολογίας Φυτών Τηλ.

AND008 - Εκβολή Ζόρκου (Μεγάλου Ρέματος)

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΜΑΖΟΠΙΝΑΚΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΧΑΛΕΠΙΟ ΠΕΥΚΗ (PINUS HALEPENSIS) ΤΟΥ ΔΑΣΟΥΣ ΤΑΤΟΪΟΥ ΠΑΡΝΗΘΑΣ ΑΤΤΙΚΗΣ»

AND014 - Εκβολή όρμου Λεύκα

Ε1 Συντεταγμένες (κέντρο επιφάνειας) ΕΓΣΑ x y / φ λ

AND019 - Έλος Κρεμμύδες

2. ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΝΕΟΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

Μελέτη της παρελθούσας και μελλοντικής δυναμικής της βλάστησης στην περιοχή μελέτης

AND001 - Έλος Βιτάλι. Περιγραφή. Γεωγραφικά στοιχεία. Θεμελιώδη στοιχεία. Καθεστώτα προστασίας

Ημερίδα : Παράκτιες Αμμοθίνες με είδη Κέδρων. Θέμα Παράκτιες αμμοθίνες με είδη κέδρων και δίκτυο «Natura 2000» στο νησί της Ρόδου

ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΧΕΡΣΑΙΩΝ ΤΥΠΩΝ ΟΙΚΟΤΟΠΩΝ. Δρ. Frederic Bendali Phytoecologue ECO-CONSULTANTS S.A.

Ταξινόμηση των λιβαδιών Το βασικό κριτήριο ταξινόμησης είναι τα κυριαρχούντα είδη φυτών διότι: είναι σημαντικότερα από οικολογική και οικονομική

AND016 - Εκβολή Πλούσκα (Γίδες)

AND002 - Έλος Άχλα. Περιγραφή. Γεωγραφικά στοιχεία. Θεμελιώδη στοιχεία

Α.3.4. Προκαταρκτική Μελέτη Γεωλογικής Καταλληλότητας

Ανάλυση της δομής και της ποικιλότητας των εδαφικών κολεοπτέρων (οικογένειες: Carabidae και Tenebrionidae) σε ορεινά οικοσυστήματα

iv. Παράκτια Γεωμορφολογία

"ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΓΑΘΩΝ, ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΩΝ ΤΩΝ ΦΡΥΓΑΝΙΚΩΝ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ"

AND018 - Εκβολή ρύακα Άμπουλου (όρμος Μεγάλη Πέζα)

Περιεχόµενα. 1 Εισαγωγή 4 2 Η όδευση του αγωγού σε τµήµατα 5

Το φυσικό οικοσύστημα του Κηφισού Ποταμού ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΣΧΟΛΗ ΘΕΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΦΥΤΩΝ

ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟ ΔΑΣΟΣ ΤΑΞΗ ΣΤ ΟΜΑΔΑ PC1 ΜΑΡΙΑΝΝΑ & ΜΑΡΙΝΑ

Διαχείριση και Προστασία των Κυπριακών Δασών

Αξιολόγηση της παρούσας κατάστασης των περιοχών έρευνας από δασοκομική και οικοφυσιολογική άποψη

γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ)

ΜΕΛΕΤΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ Υ ΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΧΕΙΜΑΡΟΥ ΙΑΚΟΝΙΑΡΗ

ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΒΛΑΣΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΤΟΠΩΝ. H Χαρτογράφηση της βλάστησης για οικολογικούς σκοπούς:

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΠΕΙΡΟΥ ΠΑΡΑΠΕΙΡΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΙΑΝΟΙΞΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΑΜΨΗΣ ΤΟΥ ΔΡΟΜΟΥ ΠΑΤΡΑ-ΤΡΙΠΟΛΗ»

MIL006 - Εκβολή Αγκάθια

SAM010 - Εκβολή Κερκητείου Ρέματος

2112 (Νέο Στάδιο) ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ: Μ. Κασωτάκη ΤΗΛΕΦΩΝΟ: FAX: Ε- mail:

AIG003 - Εκβολή ρύακα Αννίτσα

MIL012 - Εκβολή ρύακα Σπυρίτου

THA001 - Φραγμολίμνη Μαριών

25/11/2010. Κ. Ποϊραζίδης Εισήγηση 4 η Παρόχθιες Ζώνες στην Ελλάδα Χειμερινό Παρόχθια ζώνη

Ευρωπαϊκά Γεωπάρκα. Αγγελική Καμπάνη Βασιλική Καμπάνη Μαρία Καλέλλη Δέσποινα Πάνου

Τίτλος: 7 o Πανελλήνιο Συνέδριο Οικολογίας Οικολογία: συνδέοντας συστήματα, κλίμακες και ερευνητικά πεδία

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ

LIFE07 NAT/GR/ PINUS Αποκατάσταση των δασών Pinus nigra στον Πάρνωνα (GR ) μέσω μιας δομημένης προσέγγισης.

AdaptFor Προσαρμογή της διαχείρισης των δασών στην κλιματική αλλαγή στην Ελλάδα

τον Τόμαρο και εκβάλλει στον Αμβρακικό και ο Άραχθος πηγάζει από τον Τόμαρο και εκβάλλει επίσης στον Αμβρακικό (Ήπειρος, Ζαγόρι).

ΦΥΣΙΚΕΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ. Μαρία Κιτριλάκη ΠΕ04.04

ΜΕΛΕΤΗ ΑΝΤΙΠΥΡΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΟΡΟΥΣ ΤΗΣ ΠΑΡΝΗΘΑΣ. ΣΥΝΤΑΚΤΕΣ : Ευθ. Κοκµοτός, ασολόγος Βασ. Κόντου, M.Sc. ασολόγος

Δομή της παρουσίασης.

Προσαρμογή της Διαχείρισης των Δασών στην Κλιματική Αλλαγή στην Ελλάδα: Δασαρχείο Πάρνηθας. Ομάδα έργου: Γ. Ζαρείφης Ηλ. Ντούφας Γ. Πόθος Κ.

Για να περιγράψουμε την ατμοσφαιρική κατάσταση, χρησιμοποιούμε τις έννοιες: ΚΑΙΡΟΣ. και ΚΛΙΜΑ

MIL007 - Αλμυρό λιμνίο Αδάμα

Πέτρος Κακούρος και Αντώνης Αποστολάκης

AND007 - Εκβολή Γιάλια (Ρύακα Αφουρσές)

ΑΣΚΗΣΗ. Πυκνότητα και πορώδες χιονιού. Ποια είναι η σχέση των δυο; Αρνητική ή Θετική; Δείξτε τη σχέση γραφικά, χ άξονας πυκνότητα, ψ άξονας πορώδες

ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Χλωρίδα και Πανίδα

Αποκατάσταση καμένων περιοχών

Παρουσίαση των. Προγραμμάτων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης. που λειτουργούν στον. Βοτανικό Κήπο. «Ιουλίας & Αλεξάνδρου Ν. Διομήδους»

Καθίσταται λοιπόν σαφές, ότι η σωστή ενημέρωση των κατοίκων, ιδιαίτερα των τουριστικών περιοχών, με τη συμβολή των Τοπικών Αρχών και κυρίως των

ΟΙΚΟΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟΣ Ο ΗΓΟΣ ΥΓΡΟΤΟΠΩΝ ΚΡΗΤΗΣ

Κ. Ποϊραζίδης Εισήγηση 3 η Παρόχθιες Ζώνες στην Ελλάδα ΕΑΡΙΝΟ

ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΝΟΜΟΣ ΑΡΚΑΔΙΑΣ

ΠΕΡΙΒΑΛΛΩΝ ΧΩΡΟΣ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ. Ν. Σαμπατακάκης Καθηγητής Εργαστήριο Τεχνικής Γεωλογίας Παν/μιο Πατρών

Μάθημα: ΥΔΡΟΓΕΩΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ

Παπαστεργίου Σ. Κωνσταντινιά Δασολόγος Περιβαλλοντολόγος Α.Π.Θ. M.Sc. Περιβαλλοντική Εκπαίδευση

Χλωρίδα και βλάστηση των δασικών οικοσυστημάτων κατά μήκος του οδικού άξονα Κρέστενα-Ανδρίτσαινα μετά την πυρκαγιά του 2007

LIFE PINUS Η δομημένη προσέγγιση για την αποκατάσταση των καμένων δασών μαύρης πεύκης

Λαναρά Θεοδώρα Δασολόγος Περιβαλλοντολόγος MSc Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Παρνασσού

4. γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο

ΟΙΚΟΤΟΠΟΙ ΚΑΙ ΧΛΩΡΙΔΑ

AND006 - Εκβολή Παραπόρτι (Μεγάλου Ποταμού)

ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΛΙΜΝΗΣ ΚΑΡΛΑΣ

Οι επιδράσεις της κλιματικής αλλαγής στα ξηροθερμοόρια δασικών ειδών: Η Δασική πεύκη Πιερίων

ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟ. Dr. Βανδαράκης Δημήτριος Dr. Παυλόπουλος Κοσμάς Καθηγητής

Περιφερειακή Ημερίδα Ενδιαφερομένων Φορέων

Περιβαλλοντικά Συστήματα

ROD022 - Έλος Κατταβιάς

ΠΕΡΙΒΑΛΛΩΝ ΧΩΡΟΣ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ III. Ν. Σαμπατακάκης Καθηγητής Εργαστήριο Τεχνικής Γεωλογίας Παν/μιο Πατρών

ΚΙΝΗΣΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΩΝ ΧΕΙΜΑΡΡΩΔΩΝ ΡΕΥΜΑΤΩΝ. ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ Δρ. Γ. ΖΑΙΜΗΣ

LIFE PINUS Αποκατάσταση των δασών Pinus nigra στον Πάρνωνα μέσω μιας δομημένης προσέγγισης

Γ ΚΠΣ ΕΠΕΑΕΚ ΙΙ ΜΕΤΡΟ 2.2, ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΠΡΑΞΗΣ ια. ΕΡΓΟ: «ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ - ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ-Ενίσχυση ερευνητικών ομάδων του ΤΕΙ ΚΡΗΤΗΣ»

ΕΘΝΙΚΟ ΠΑΡΚΟ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΘΡΑΚΗΣ

ΦΑΚΕΛΟΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΕΥΧΟΣ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ (Τ.Τ.Δ.)

Βιολόγος- Μεταδιδάκτορας, Τομέας Οικολογίας & Ταξινομικής, Τμήμα Βιολογίας ΕΚΠΑ. 2

ΘΕΜΑ : ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΠΛΗΜΜΥΡΙΚΩΝ ΠΑΡΟΧΩΝ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΛΑΨΙΣΤΑ ΤΟΥ Ν. ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΜΕ ΤΗΝ ΒΟΗΘΕΙΑ ΤΩΝ GIS.

Περιγραφή της περιοχής μελέτης και σχεδιασμός της δειγματοληψίας

LIFE - ΦΥΣΗ. Δημιουργία Δικτύου Μικρο-Αποθεμάτων στην Κύπρο για τη Διατήρηση Ειδών και Οικοτόπων Προτεραιότητας. Κλίμακα: 1:5000

Bio-Greece - NATURA 2000 ΒΑΣΗ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΠΑΝΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟΥ ΔΙΚΤYΟΥ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ

Ορισμοί ονοματολογίας

Παράδειγμα πρόληψης των δασικών πυρκαγιών στον καστανιώνα της οροσειράς Cévennes: ποιμενικός καθαρισμός καύσιμης ύλης στο Sumène (Gard) Η ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΛΙΜΝΗΣ ΠΑΡΑΛΙΜΝΙΟΥ

Διαχείριση Υδατικών Πόρων και Οικολογική Παροχή στον ποταμό Νέστο

Εφαρμογές των Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών στην Οικολογία

SAM002 - Έλος Μεσοκάμπου

Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Dra)

ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΠΛΗΜΜΥΡΙΚΩΝ ΠΑΡΟΧΩΝ ΥΔΑΤΟΡΡΕΥΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΕΜΠΩΝ ΛΑΡΙΣΑΣ

OΡΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗΣ. Η χαρτογράφηση σήμερα: «η έκφραση χωρικών πληροφοριών με τη βοήθεια χαρτών».

Σπήλαιο Κουτούκι Παιανίας. Γιώργος Πρίμπας

Transcript:

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΣΧΟΛΗ ΘΕΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΦΥΤΩΝ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΧΛΩΡΙΔΑΣ ΣΤΟ ΦΑΡΑΓΓΙ ΤΟΥ ΒΟΥΡΑΪΚΟΥ ΚΑΙ ΟΙΚΟΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΙΑΤΡΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΤΟΜΕΑΣ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Χ. ΣΧΟΙΝΑΣ ΓΕΩΠΟΝΟΣ Α.Μ 300 ΠΑΤΡΑ 2007 ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΤΖΑΝΟΥΔΑΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΙΑΤΡΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ

1. ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Ολοκληρώνοντας την παρούσα μεταπτυχιακή διατριβή, θα ήθελα να ευχαριστήσω όλους όσους με βοήθησαν σε αυτή. Η εργασία αυτή δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί χωρίς την καθοδήγηση και την συμπαράσταση του Επιβλέποντα Καθηγητή Κυρίου Ιατρού τον οποίο και ευχαριστώ θερμά αφενός μεν για την βοήθεια του και αφετέρου επειδή μου έδωσε την ευκαιρία να ασχοληθώ με το φαράγγι του Βουραϊκού που αφορά την περιοχή από την οποία κατάγομαι, τα Καλάβρυτα. Επίσης θέλω να ευχαριστήσω τα άλλα 2 μέλη της τριμελούς επιτροπής για την βοήθεια και τις συμβουλές που μου παρείχαν κατά την διάρκεια της διατριβής μου, όλους τους υπευθύνους του Τομέα Βιολογίας Φυτών για την δυνατότητα πρόσβασης σε όλους τους χώρους (Βιβλιοθήκη, Βοτανικό Μουσείο) και την χρησιμοποίηση του εξοπλισμού και του απαιτούμενου βιβλιογραφικού υλικού. Τέλος ευχαριστώ θερμά το Δασαρχείο Καλαβρύτων και την Αναπτυξιακή Εταιρεία ΑΧΑΪΑ Α.Ε για τις πληροφορίες και τα στοιχεία που μου παρείχαν καθώς και τους συναδέλφους μεταπτυχιακούς για την βοήθειά τους και τις χρήσιμες παρατηρήσεις τους. 1

2. ΕΙΣΑΓΩΓΗ 2.1. Υλικά και Μέθοδοι Για την συλλογή των χλωριδικών στοιχείων, πραγματοποιήθηκαν επανειλημμένες επισκέψεις στην περιοχή του φαραγγιού κατά την περίοδο 2004 2006. Η συλλογή του υλικού έγινε από όλους τους αντιπροσωπευτικούς βιότοπους του φαραγγιού όπου η πρόσβαση ήταν δυνατή. Ελήφθησαν υπόψη όλες οι βιβλιογραφικές καταγραφές που αναφέρονται στην περιοχή μελέτης: Halacsy. E. de (1901-1904). Conspectus Florae Graecae,, Strid Arne & Kit Tan (eds) (1991, 1996) Mountain Flora of Greece Vol 1, 2, Kit Tan & Gregoris Iatrou (2001). Endemic Plants of Greece, The Peloponnese, καθώς και η σχετική δημοσίευση των Koutsopoulos, P & Sarlis, G. Contribution to the study of the flora of Vouraikos gorge (Peloponnesos, Greece) στην οποία καταγράφονται 290 taxa. Για τον προσδιορισμό και την ονοματολογία των δειγμάτων χρησιμοποιήθηκαν τα συγγράμματα: Flora Europaea, Tutin & al (1964-1980, 1993), Mountain Flora of Greece Ι, ΙΙ (Strid 1986, Strid & Tan 1991), οι δύο τόμοι του συγγράμματος Flora Hellenica (Strid & Tan 1997, 2002,) και άλλες σύγχρονες δημοσιεύσεις. Ο προσδιορισμός των δειγμάτων έγινε στον Τομέα Βιολογίας Φυτών του Τμήματος Βιολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών. Σημαντική βοήθεια στην αναγνώριση και στον προσδιορισμό των ειδών παρείχε η συλλογή του Βοτανικού Μουσείου του Εργαστηρίου Βοτανικής (UPA). Τα δείγματα που συλλέχθηκαν, προσδιορίστηκαν κατά κανόνα μέχρι το επίπεδο του υποείδους. Για την περιοχή Χελμός Βουραϊκός έχει γίνει μία περιβαλλοντική μελέτη για λογαριασμό της ΝΕΑ, βασισμένη κυρίως σε βιβλιογραφικές πηγές και στοιχεία στην οποία επισημαίνεται η ανάγκη εμπεριστατομένων μελετών και έρευνας πεδίου (Ν.Ε.Α Planet Δυτικής Ελλάδας Α.Ε, ΕΠΕΜ Ε.Π.Ε, Οικοσχεδιασμός ΟΕ. 1999, «Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη και Μελέτη Οργάνωσης της Διακίνησης Επισκεπτών Περιοχής Ορεινού Όγκου Χελμού Βουραϊκού»). Είναι σίγουρο ότι λόγου του δύσβατου και του απόκρημνου της περιοχής, το φαράγγι του Βουραϊκού κρύβει και άλλους χλωριδικούς θησαυρούς προκαλώντας έτσι συνεχώς το επιστημονικό ενδιαφέρον. Δεδομένου ότι η οικοτουριστική αξιοποίηση του φαραγγιού συνδέεται με αυτήν της ευρύτερης περιοχής (Χελμού-Καλαβρύτων) αναφέρονται στην παρούσα μελέτη και στοιχεία που δεν αφορούν αποκλειστικά το φαράγγι. 2

2.2. Σκοπός της μελέτης Η παρούσα μελέτη αποσκοπεί αφενός μεν να συμβάλλει στην γνώση της χλωρίδας του Βουραϊκού και αφετέρου να αναδείξει την πολύπλευρη ομορφιά του φαραγγιού προκειμένου να αξιοποιηθεί οικοτουριστικά. Η ανάδειξη και οικοτουριστική αξιοποίηση του Βουραϊκού είναι αναγκαία και επιβεβλημένη γιατί είναι ο μόνος ίσως τρόπος διάσωσης του από τις έντονες ανθρωπογενείς δραστηριότητες. Τις περισσότερες φορές, τα οικονομικά κίνητρα πείθουν και συμμορφώνουν πιο εύκολα τις τοπικές κοινωνίες και τους φορείς απ ότι τα περιβαλλοντικά. Στην προκειμένη περίπτωση κάτι τέτοιο είναι θεμιτό εφ όσον η οικοτουριστική ανάπτυξη του φαραγγιού πραγματοποιηθεί με βάση τις αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης και προδιαγραφές που θα καθορισθούν από σχετικές διαχειριστικές μελέτες. Επισης ο Φορέας Διαχείρισης Χελμού Βουραϊκού πρέπει να στελεγχωθεί με το απαραίτητο επιστημονικό προσωπικό. Η οικοτουριστική αξιοποίηση του φαραγγιού θα επιφέρει στην ευρύτερη περιοχή της επαρχίας Καλαβρύτων και Διακοπτού θετικά οφέλη. Μερικά από αυτά είναι: Αύξηση της επισκεψιμότητας της περιοχής κατά τις φτωχές περιόδους της Άνοιξης και του Φθινοπώρου. Βελτίωση του εισοδήματος των κατοίκων (πώληση ντόπιων προϊόντων όπως μελισσοκομικών, οίνου, μήλων, οσπρίων, αρωματικών φαρμακευτικών φυτών κ.α). Αύξηση της περιβαλλοντικής συνείδησης των κατοίκων. Ανάπτυξη του αγροτουρισμού. Δημιουργία υποδομών που έχουν να κάνουν με την ενημέρωση, την ευαισθητοποίηση των πολιτών για το περιβάλλον, την δημιουργία θέσεων εργασίας. Την ανάδειξη των πολιτισμικών και ιστορικών μνημείων (Μέγα Σπήλαιο κ.α). Ανάδειξη του Οδοντωτού Σιδηρόδρομου. Ενδυνάμωση των διαφόρων μορφών οικοτουρισμού στην περιοχή (ορειβατικού, περιπατητικού, φυσιολατρικού, θρησκευτικού κ.ο.κ). Ανάδειξη και προστασία της ορνιθοπανίδας της περιοχής. Εξοικονόμηση κοινοτικών πόρων. 3

3. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΓΕΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ Ο Βουραϊκός ποταμός διατρέχει το ανατολικό τμήμα του Νομού Αχαΐας. Ο κύριος ρους του ξεκινά κοντά στην κοινότητα Πριόλιθου και εκβάλει κοντά στο Διακοπτό. Το φαράγγι βρίσκεται στο βόρειο τμήμα της Πελοποννήσου, μεταξύ του Όρους Χελμού και των ανατολικών προεκτάσεων του Παναχαϊκού. Έχει συνολικό μήκος 15 km και καταλαμβάνει τμήματα των επαρχιών Αιγιαλείας και Καλαβρύτων. Οι συντεταγμένες του κέντρου της περιοχής μελέτης όπως αυτή έχει οριοθετηθεί στα πλαίσια του Natura 2000 είναι: Γ.Μ 22 0 10 00 και Γ.Π 38 0 05 00. Η έκταση η οποία καταλαμβάνει η περιοχή μελέτης είναι 2.167 ha με ελάχιστο υψόμετρο 100 m και μέγιστο 1.000 m. Στο οικολογικό δίκτυο Natura 2000 έχει ενταχθεί με τον Κωδικό GR 2320003. Στην πορεία του δημιουργεί όμορφες υδάτινες διαδρομές και πλούσια παρόχθια βλάστηση που σε μερικά σημεία, όπως στην περιοχή Κάτω Ζαχλωρούς, δημιουργεί παραποτάμια δάση που σπάνια απαντώνται σήμερα στην Πελοπόννησο. Το φαράγγι αρχίζει 2 χλμ. από το Διακοπτό και συνεχίζει 15 χλμ. μέχρι τα Καλάβρυτα. Το στενότερο σημείο είναι λίγα χιλιόμετρα πριν από τη Ζαχλωρού και ονομάζεται Πόρτες. Οι σήραγγες, οι καταρράκτες, τα σπήλαια και η πυκνή βλάστηση συνθέτουν ένα 4

εντυπωσιακό από πλευράς φυσικής ομορφιάς τοπίο, το οποίο ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει με τον Οδοντωτό Σιδηρόδρομο που διασχίζει το φαράγγι από τα Καλάβρυτα μέχρι το Διακοπτό. Οι απότομες πλαγιές του φαραγγιού είναι πολύ σημαντικές για την άγρια χλωρίδα και πανίδα της περιοχής. Στις ανατολικές πλαγιές του αναπτύσσεται δάσος με Abies cephallonica, ενώ στις δυτικές η βλάστηση είναι αραιότερη. Σε χαμηλότερα υψόμετρα παρατηρείται θαμνώδης βλάστηση με Pistacia terebinthus, Juniperus oxycedrus, Phillyrea latifolia, Quercus coccifera καθώς και φρυγανώδη βλάστηση με κυρίαρχο είδος την Phlomis fruticosa.. Περιφερειακά του χωριού Ζαχλωρού, κοντά στο σταθμό του οδοντωτού απαντούνται αγροί με καστανιές. Δίπλα στις όχθες του ποταμού αναπτύσσονται συστάδες από Platanus orientalis (πλατάνια) μαζί με μεμονωμένα δένδρα Salix alba, Salix fragilis και Ulmus campestris. Εδώ επίσης απαντά κανείς σε αφθονία τα είδη: Dryopteris filix-mas, Polypodium vulgare, Anemone blanda, Viola alba ssp thessala κ.α. Δύο χιλιόμετρα βόρεια περίπου από την Κάτω Ζαχλωρού αναπτύσσεται πυκνή δενδρώδης βλάστηση με κυρίαρχο είδος το Quercus ilex (αριά). Στο βορειότερο ήμισυ του φαραγγιού απαντάται εκτεταμένο δάσος με Pinus halepensis ενώ σε κάποια ξέφωτά του αναπτύσσονται φρύγανα με τα είδη: Onosma frutescens, Salvia triloba, Phlomis fruticosa, Cistus salvifolius, Euphorbia characias, Ptilostemon chamaepeuce, Hypericum empetrifolium κ.α. Επίσης σε μερικές θέσεις παρεμβάλλεται μακκία βλάστηση με Pistacia lentiscus, P. terebinthus, Cercis siliquastrum, Arbutus unedo, A. adrachnae κ.α. Σημαντική επίσης είναι η ύπαρξη ελαιώνων, κυρίως στην περιοχή Νιάματα καθώς και εσπεριδεώνων που αντικαθιστούν και υποβαθμίζουν την δασική βλάστηση. Σημαντική είναι και η παρουσία ενδημικών ειδών όσο αφορά και την πανίδα, στην περιοχή (αναφέρονται σε ξεχωριστή ενότητα). Έτσι συναντώνται είδη τα οποία περιλαμβάνονται στο Παράρτημα ΙΙ της Οδηγίας 92/43 ΕΕ, στη Συνθήκη της Βέρνης, στο Προεδρικό Διάταγμα 67/1981, στο Βιβλίο Ερυθρών Δεδομένων. 5

3.1. ΑΒΙΟΤΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ 3.1.1. ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ, ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΔΑΦΩΝ. 3.1.1.1. Γεωμορφολογία Ο Βουραϊκός πηγάζει από τις κοινότητες Κερτέζης, Καλλιφωνίου και Κανδάλου. Η περιοχή αυτή δομείται από σχηματισμούς της ενότητας Ωλονού - Πίνδου. Εμφανίζονται πηγές σε υψόμετρα μεγαλύτερα από 1000 m. Η αρχική του διεύθυνση είναι Ν-Β. Στην λεκάνη των Καλαβρύτων κάμπτεται προς ΝΔ- ΒΑ και μετά την έξοδο του ακολουθεί πορεία Ν-Β εκβάλλοντας στον Κορινθιακό. Η λεκάνη των Καλαβρύτων είναι ορεινή έως λοφώδης με μέγιστο υψόμετρο τα 1350 m. Στα πρανή της παρουσιάζονται μεγάλες κλίσεις. Έχει διεύθυνση Δ-ΒΔ-ΑΝΑ (Μήκος 20 km, πλάτος 7 km). Η λεκάνη καλύπτεται από νεογενή (κροκαλοπαγή, ψαμμίτες, άργιλος, μάργες) και τεταρτογενή ιζήματα ( ερυθροί πηλοί, κορήματα, ποτάμιες αποθέσεις). Εντός των νεογενών απαντώνται οι λιγνίτες. Τα περιθώρια και το υπόβαθρο της λεκάνης δομούνται από Μεσοζωικούς σχηματισμούς (ασβεστόλιθοι και φλύσχης της ενότητας Ωλονού - Πίνδου). Από πλευράς τεκτονικής η λεκάνη αποτελεί ένα τεκτονικό βύθισμα. Τα ιζήματα είναι πλειοκαινικά και κάθονται ασύμφωνα στο Μεσοζωικό υπόβαθρο. Τα πρανή σχηματίστηκαν από την δράση κανονικών ρηγμάτων που δημιούργησαν βαθμίδες. Επικρατούν τρεις κύριες τεκτονικές διευθύνσεις: α) ΒΔ-ΝΑ : σχετίζεται με την αλπική ορογένεση β) Α-Δ, γ) ΒΑ-ΝΔ: τους αποδίδεται πλειοκαινική ηλικία και είναι άμεσα σχετιζόμενες με την δημιουργία της λεκάνης. Η περιοχή έχει ανυψωθεί με αποτέλεσμα την ανανέωση ποτάμιου κύκλου, μετά την έξοδο του Βουραϊκού από τα στενά. Η ανύψωση αυτή είναι ευρύτερη και έχει άμεση σχέση με την τεκτονική του Κορινθιακού κόλπου (ρήγματα Α-Δ). Τα πρανή του Βουραϊκού μετά την λεκάνη των Καλαβρύτων προς Βορρά, γίνονται κατακόρυφα δημιουργώντας το μοναδικό τοπίο του φαραγγιού. Μετά την έξοδο από το φαράγγι ο Βουραϊκός ρέει πάνω σε μάργες και κροκαλοπαγή του νεογενούς καθώς και σε κορήματα και τεταρτογενείς αποθέσεις του ίδιου του ποταμού. 3.1.1.2. Γεωλογική Δομή Το γεωλογικό καθεστώς της περιοχής μελέτης, έχει ως εξής: 6

α) Τεταρτογενείς σχηματισμοί Αλλουβιακές αποθέσεις: Συνιστώνται από κροκάλες και χάλικες ποικίλου μεγέθους, πλευρικά κορήματα και κώνους κορημάτων. Τα πλευρικά κορήματα εντοπίζονται κυρίως οτους πρόποδες των πρανών με μεγάλη κλίση. Κατά τόπους παρατηρείται η εμφάνιση αργιλοϊλύων, πηλών, άμμων ποικίλης κοκκομετρίας. Παρουσιάζουν ταχύτατη εναλλαγή φάσεων τόσο κατά την οριζόντια όσο και κατά την κατακόρυφη εξάπλωση τους. γεγονός που προσδίδει έντονη ετερογένεια στα υλικά αυτά και δικαιολογεί την ανομοιόμορφη μηχανική συμπεριφορά τους. Συνεκτικοί αδρομερείς σχηματισμοί: Αποτελούνται από κροκαλοπαγή και λατυποπαγή. Τα κροκαλοπαγή παρουσιάζουν άλλοτε ισχυρή συγκόλληση (ψαμμιτομαργαϊκό υλικό) και άλλοτε ασθενή έως μέτρια συγκόλληση (αργιλικό υλικό). Τα λατυποπαγή είναι συνήθως ισχυρά συγκολλημένα. β) Πλειοπλειστοκαινικοί σχηματισμοί Λεπτομερείς αποθέσεις: Χαρακτηρίζονται από εναλλαγές αργίλων, μάργων και άμμων λεπτόκοκκων έως μεσόκοκκων. Στους ανώτερους ορίζοντες επικρατούν κροκάλες και χάλικες με ενστρώσεις κροκαλοπαγών, ποικίλου πάχους. Η υδροπερατότητά τους είναι ανάλογη της λιθολογίας τους, (άμμοι, κροκαλοπαγή, άργιλο μαργαϊκοί ορίζοντες). Αποτέλεσμα αυτής της διαφορετικής συμπεριφοράς τους είναι η δημιουργία επάλληλων υδροφόρων οριζόντων και οριζόντων υπό πίεση. Αδρομερείς αποθέσεις: Αποτελούνται από κροκαλοπαγή ισχυρά συγκολλημένα. Τα κροκαλοπαγή αυτά συνιστώνται από κροκάλες ασβεστολιθικής, κερατολιθικής ή και ψαμμιτικής σύστασης μέχρι και 20 cm, με ασβεστοψαμμιτικής σύστασης συνδετική ύλη. Χαρακτηρίζονται από μέτρια έως υψηλή δευτερογενή υδροπερατότητά στη ζώνη κερματισμού και χαμηλή στους βαθύτερους ορίζοντες. γ) Δεύτερος φλύσχης Ωλονού - Πίνδου Συνιστάται από αποθέσεις ψαμμιτών. ιλυολίθων και ορισμένες φορές ψη φ ιτο κροκαλοπαγή. Ο σχηματισμός του φλύσχη είναι έντονα πτυχωμένος και καταπονημένος. Οι ψαμμιτικοί ορίζοντες είναι συνεκτικοί, παρουσιάζουν αυξημένη υδροπερατότητά (δευτερογενή λόγω 7

κατακερματισμού) ενώ οι ιλυόλιθοι έχουν πολλή χαμηλή υδροπερατότητα και αποσαθρώνονται εύκολα. δ) Μεταβατικά στρώματα Εναλλαγές κερατολίθων, ιλυόλιθων, λεπτοπλακωδών ασβεστόλιθων και ψαμμιτών. Παρουσιάζουν ισχυρό κερματισμό, σαφή διαχωρισμό των επιφανειών στρώσης και έντονης καταπόνησης. ε) Ασβεστόλιθος Ωλονού Πίνδου, Κρητιδικής ηλικίας. Λεπτοπλακώδης ασβεστόλιθος, με λεπτές ενστρώσεις ή κονδύλους πυριτόλιθων και μικρού μεγέθους και έκτασης αργιλικές ή ιλυολιθικές ενστρώσεις. Παρουσιάζουν έντονο μορφολογικό ανάγλυφο και χαρακτηρίζονται από ισχυρή διάρρηξη και έντονη πτύχωση. Οι ανώτεροι ορίζοντες συνιστούν τη ζώνη μετάβασης στο φλύσχη και συνιστώνται από εναλλαγές ασβεστόλιθων, ασβεστομαργών, ψαμμιτών. ιλυολίθων και κερατολίθων. 3.1.1.3. Εδαφολογικά χαρακτηριστικά Η κοιλάδα του Βουραϊκού, ξεκινάει από τη περιοχή του χωριού Πριόλιθος, εκτείνεται βόρεια μέχρι τη περιοχή των Καλαβρύτων και του Σκεπαστού, και μετά συνεχίζει βορειοανατολικά, φτάνοντας μέχρι τη περιοχή της Ζαχλωρούς, όπου πλέον στενεύει και μπαίνει στο Φαράγγι του Βουραϊκού. Τα πρανή της κοιλάδας παρουσιάζουν κατά κανόνα μεγάλες κλίσεις το υδρογραφικό δίκτυο είναι πυκνό, ο μορφολογικός χαρακτήρας της λεκάνης είναι ορεινός έως λοφώδης, με μέγιστο υψόμετρο 1.350 m. Το μέγιστο πλάτος της κοιλάδας είναι 7 km. και το συνολικό μήκος της 20 km. Τα επιφανειακά εδαφικά υλικά κατατάσσονται στα Νεογενή λεπτομερή ιζήματα, άργιλοι, μάργες και άλλες εναλλαγές, με ποικίλο βαθμό διαγένεσης και ορίζοντες από μικρές φάσεις αυτών. Επίσης συμμετέχουν κροκάλες με κυμαινόμενο ποσοστό ή και ενστρώσεις κροκαλοπαγών με ποικίλο πάχος. Η υδροπερατότητα κυμαίνεται σε ευρή όρια από 10-2 cm/sec για τα πλέον χονδρόκοκκα έως 10-6 cm/sec για τα πλέον λεπτόκκοκα υλικά, με συνέπεια τη δημιουργία επάλληλων υδροφόρων οριζόντων ή και οριζόντων υπό πίεση. Οι λεπτομερείς φάσεις των λεπτομερών εδαφικών υλικών επικρατούν και καλύπτουν επιφανειακά σχεδόν το σύνολο της λεκάνης, εκτός από την επαφή τους με τις κλιτύες, όπου εμφανίζονται αδρομερείς φάσεις λοφοειδών εξάρσεων με κυμαινόμενα πάχη και οι οποίες κατά 8

κύριο λόγο ανήκουν στα νεογενή αδρομερή ιζήματα, συνήθως κροκαλοπαγή ισχυρά συγκολλημένα με κροκάλες κυρίως ασβεστολιθικής προέλευσης και συνδετική ύλη ασβεστοψαμμιτική. Υπάρχουν επίσης σημαντικά τμήματα με λευκούς ασβεστόλιθους. Το έδαφος της λεκάνης είναι πλούσιο σε οργανική ύλη, κυρίως κοντά στον άξονα της ροής του ποταμού Βουραϊκού, όσο όμως απομακρυνόμαστε από τον άξονα της ροής του ποταμού η οργανική ύλη μειώνεται ενώ ταυτόχρονα αυξάνεται η περιεκτικότητα σε κροκάλες, κροκαλοπαγή και αμμώδη υλικά. Η διαπερατότητα των εδαφών είναι πολύ μεγάλη και κυμαίνεται από 10-3 cm/sec έως 10-5 cm/sec για τα πλέον λεπτόκκοκα υλικά. Η διαμόρφωση του υδρογραφικού δικτύου είναι πυκνή στο επίπεδο τμήμα της περιοχής και εντονότερη περιφερειακά. Εκτός από τους βασικούς κλάδους τροφοδότησης του Βουραϊκού ποταμού, οι οποίοι προέρχονται από την περιοχή κοντά στην αρχή της λεκάνης του Βουραϊκού τον Πριόλιθο και επίσης από την περιοχή των πηγών της Κέρτεζης, το περισσότερο υδρογραφικό δίκτυο αναφέρεται σε χείμαρρους οι οποίοι ενεργοποιούνται κατά την χειμερινή και ανοιξιάτικη περίοδο. Οι χείμαρροι αυτοί είναι απότομης ροής και μεταφέρουν φερτά υλικά σε μεγάλες ποσότητες. Έτσι τα τμήματα τα οποία βρίσκονται εκατέρωθεν των χειμάρρων αυτών έχουν πολύ μεγάλη σύσταση με φερτά υλικά. Γενικά η ανάπτυξη του υδρογραφικού δικτύου της κοιλάδας του Βουραϊκού είναι πάρα πολύ καλή, με ελαφρές αποκλίσεις οι οποίες οφείλονται στη μεγάλη ετερογένεια των γεωλογικών σχηματισμών κατά την οριζόντια και κατακόρυφη διάταξη. Η κλίση του Βουραϊκού ποταμού κατά τη διαδρομή του μέσα στην κοιλάδα είναι αρκετά μικρή και ως εκ τούτου έχουμε μία ήσυχη ροή η οποία φτάνει μέχρι το σημείο της συνένωσης του με το ρέμα των Ρογών, σχεδόν στη είσοδο του Φαραγγιού του Βουραϊκού. Η χαμηλή ταχύτητα ροής έχει σαν συνέπεια την μικρή ταχύτητα αποστράγγισης των παραποτάμιων τμημάτων με συνέπεια κατά τη διάρκεια του χειμώνα και της Άνοιξης, να υπάρχουν λιμνώδεις σχηματισμοί, κυρίως στην περιοχή του μικρού γεφυριού, του Αλήμπεη και την περιοχή του μεγάλου γεφυριού κοντά στα Καλάβρυτα, όπου αρκετά μεγάλη περιοχή πλημμυρίζει (κατά την περίοδο βροχών και τους χειμερινούς μήνες). Σημαντική συνεισφορά στο παραπάνω φαινόμενο έχει και η αυξημένη βλάστηση η οποία υπάρχει μέσα στην κοίτη του Βουραϊκού ποταμού και ο για μεγάλο χρονικό διάστημα μη καθαρισμός της κοίτης του. Σημαντικό πρόβλημα αναστολής της ομαλής ροής των υδάτων του Βουραϊκού σύμφωνα με μελέτες, αποτελεί το σημείο στο οποίο εκβάλει ο χείμαρρος του Παλαιοχωρίου, όπου 9

υπάρχουν μεγάλες χαλικομιγείς αποθέσεις εξ αιτίας της δράσεως του χειμάρρου, οι οποίες δημιουργούν αναστολή της ροής με αποτέλεσμα φαινόμενα πλημμύρων στην γύρω περιοχή. Τα δεδομένα αυτά και η απουσία αποστραγγιστικού δικτύου, έχουν σαν συνέπεια την υψηλή στάθμη του υδατικού ορίζοντα (σχεδόν μέχρι την επιφάνεια) των εδαφών γύρω από το Βουραϊκό ποταμό και γι αυτό οι περιοχές αυτές χρησιμοποιούνται ουσιαστικά σαν λειμώνες κατά την καλοκαιρινή περίοδο που υπάρχει μεγαλύτερη αποστράγγιση. Οι λειμώνες αυτοί ξεκινούν από την περιοχή στη θέση Αλήμπεη και εκτείνονται μέχρι τη θέση της γέφυρας του Αγίου Γεωργίου Σκεπαστού. Από εκεί ξεκινάει το δίκτυο αποστράγγισης που έχει γίνει με τον αναδασμό του Βουραϊκού ποταμού και ουσιαστικά έχει αποστραγγίσει την υπόλοιπη περιοχή της λεκάνης. Οι γενικές χρήσεις για τη καλλιέργεια της λεκάνης του Βουραϊκού είναι πολλαπλές και συνήθως αφορούν στην καλλιέργεια ετήσιων αγρωστωδών (κριθάρι, βρώμη, καλαμπόκι κ.λ.π.) έως πολυετών (μηδική κ.λ.π.) φυτών τα οποία προορίζονται κυρίως για τη διατροφή ζώων. Σημαντικό τμήμα της κοιλάδας επίσης καλύπτεται από καλλιέργειες πατάτας, φασολιών, κηπευτικών, καρυδεώνων και άλλων. Στο υπέδαφος της περιοχής της κοιλάδας του Βουραϊκού και κυρίως σε δύο περιοχές, στη περιοχή Ξυδιά και Παλαιοχωρίου υπάρχουν λιγνιτικά κοιτάσματα για τα οποία έχει γίνει μελέτη από το ΙΓΜΕ (στα πλαίσια του προγράμματος VALOREN). 3.1.2. ΥΔΡΟΛΟΓΙΑ ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΑ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΝΕΡΩΝ. 3.1.2.1. Υδρολογία Η υδρολογική λεκάνη έχει έκταση 247 km 2. To υδρογραφικό δίκτυο του Βουραϊκού είναι πυκνό. Ο κύριος κορμός είναι 5 ης τάξης συμβάλλουν σε αυτόν 788 κλάδοι 1 ης τάξης, 193 2 ης, 113 3 ης και 8 κλάδοι 4 ης τάξης. Ο συντελεστής διακλάδωσης είναι Rb=5,48. Αναμένονται πλημμυρικές παροχές της τάξης των 100.000 km/ώρα. Στους Πίνακες που ακολουθούν δίδονται διάφορα στοιχεία σχετικά με τα υδρολογικά χαρακτηριστικά του ποταμού. 10

Πίνακας 3.1 Ποταμός Μήκος (Km) Υψόμ. Διαδρ. (m) Πρόβλημα ή Απειλή Χρήσεις Βουραϊκός 50 0-900 επ, ρ α, υ, αμ Πρόβλημα & Απειλή: αμ=αμμοληψία, ρ=ρύπανση, επ=επιχωματώσεις, φ=φερτά, Χρήσεις: α=άρδευση, υ=ύδρευση, αμ=αμμοληψία, Πίνακας 3.2 Κατηγορία Ποταμού Μέγιστα απορροής 1 ο Μέγιστο 2 ο Μέγιστο Ελάχιστο Απορροής Απλός Τύπος Βρόχινος Ιανουάριος Φεβρούαριος Αύγουστος ή Σεπτέμβριος Πίνακας 3.3 Υδατικό διαμέρισμα Λεκάνη Απορροής Km 3 Μέση Ετήσια Απορροή Km 3 Ειδική Παροχή I/sKm 3 Βόρειας Πελοποννήσου 183 0,07 20 Πίνακας 3.4. Υδρολογικά και μορφομετρικά χαρακτηριστικά Επιφάνεια Μέσο Υψόμετρο (m) Συχνότ Διακλάδ. Υδρογραφ. Πυκνότ. Υψόμετρο Συχνότητ. Υψόμετρο 50% Συντελ. Διακλάδ. Μέση Κλίση Συνολικό Μήκος Ρεμάτων Συνολικός Αριθμός Ρεμάτων 266 648 0,54 2,12 180 710 2,68 0,16 812 43 (Πηγή Αναπτυξιακή μελέτη Ν. Αχαΐας) 11

3.1.2.2. Υδρογεωλογία (υπόγεια νερά). Στην λεκάνη των Καλαβρύτων διακρίνονται οι εξής πιθανοί υδροφόροι ορίζοντες: Μανδύας αποσάθρωσης των ερυθρών κροκαλοπαγών. Ποταμοχειμαρρώδεις κώνοι κορημάτων. Σύγχρονες ποταμοχειμαρώδεις αποθέσεις του Βουραϊκού. Ερυθρά κροκαλοπαγή της νεογενούς σειράς. Αργιλοαμμούχους σειρά. 3.1.2.3. Ποιότητα νερών και υδάτινων αποδεκτών. Για τον Βουραϊκό δεν έχει εκπονηθεί μελέτη ή πρόγραμμα που να μπορεί να δώσει τεκμηριωμένα στοιχεία για τα επίπεδα ρύπανσης στους υδάτινους αποδέκτες. Η κυριότερη απειλή για τους υδάτινους αποδέκτες της ευρύτερης περιοχής προέρχεται κυρίως από την ελεύθερη διάθεση των αστικών και βιοτεχνικών λυμάτων και περισσότερο από τους ανεξέλεγκτους σκουπιδότοπους που έχουν αναπτυχθεί σε όλη σχεδόν την περιοχή. Είναι χαρακτηριστική η παρουσία στην είσοδο και έξοδο σχεδόν κάθε οικισμού. Αν ληφθεί υπόψη το πλούσιο υδρογραφικό δίκτυο της περιοχής είναι φανερό ότι αν σήμερα το πρόβλημα της ανεξέλεγκτης διάθεσης των απορριμμάτων δεν έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις σίγουρα θα προκαλέσει σημαντικά προβλήματα τα επόμενα χρόνια. Επίσης πρόβλημα παρατηρείται από τη διάθεση των αποβλήτων των τυροκομείων στο Βουραϊκό στην περιοχή των Καλαβρύτων. Τα φαινόμενα ευτροφισμού που έχουν παρατηρηθεί στον ποταμό δεν έχουν επιστημονικά τεκμηριωθεί αφού δεν έχουν γίνει μετρήσεις και συνεπώς δεν μπορεί έτσι απλά εκτιμηθεί το επίπεδο ρύπανσης στον ποταμό, παρόλα αυτά η κλινική εικόνα και εκτίμηση είναι αναμφισβήτητα άσχημη και ανησυχητική. Μία μελέτη του ΙΓΜΕ που εκπονήθηκε το 1995 και αφορούσε τα υδρομαστευτικά έργα που υπάρχουν πλησίον του Εργοστασίου Αγροτικών Συνεταιρισμών Καλαβρύτων, αναφέρει ότι δεν αναμένεται να υπάρξει πρόβλημα από την λειτουργία των τυροκομείων. Ήδη κάποιες από αυτές τις επιχειρήσεις έχουν μπει σε προγράμματα χρηματοδότησης για βιολογικό καθαρισμό, το πρόβλημα όμως συνεχίζει να υπάρχει (βλέπε Ρύπανση). 12

Σχήμα 3.1 Υδρόγραμμα Βουραϊκού ποταμού 3.1.3. ΚΛΙΜΑΤΟΛΟΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ. Το κλίμα στην Καλαβρύτων χαρακτηρίζεται σαν μεσογειακό εύκρατο (ύφυγρο) που σημαίνει ότι δεν έχει σημαντικές θερμοκρασιακές μεταβολές (Ηλίας, 1978). Παλαιότερες μελέτες (Καρράς, 1974) την κατατάσσουν στην περιοχή των υγρών κλιμάτων και μόνο για την παράκτια ζώνη (Διακοπτό Ακράτα) αναφέρουν ότι έχει ξηρό κλίμα. Για την μελέτη των κλιματολογικών συνθηκών ελήφθησαν υπόψη τα στοιχεία του Μετεωρολογικού σταθμού Καλαβρύτων. Ο σταθμός Καλαβρύτων βρίσκεται σε γεωγραφικό πλάτος 38 0 02, γεωγραφικό μήκος 22 0 06 και σε υψόμετρο 731,0 μέτρα. Από τα στοιχεία του σταθμού Καλαβρύτων, προκύπτει ότι ο ψυχρότερος μήνας είναι ο Ιανουάριος (με μέση θερμοκρασία 4 0 C) ενώ θερμότερος μήνας είναι ο Ιούλιος-Αύγουστος (με 22,1 0 C). Επίσης προκύπτει ότι το υψηλότερο ύψος βροχής παρουσιάζεται τον μήνα Δεκέμβριο (92,6 mm) ενώ το μικρότερο τον μήνα Ιούλιο (8,5 mm). 13

Πίνακας 3.5 Κλιματολογικά στοιχεία σταθμού Καλαβρύτων (περίοδος 1975-1996) ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ 0 C Βροχοπτώσεις (σε mm) Άνεμος ΜΗΝ Μέση Μέση μενίστη Μέση ελαχίστη Απολύτως μεγίστη Απολύτως ελαχίστη Σχετ.Υγρασ Μέση νέφω ση Συν. Μεγίστη 24ωρ. ΙΑΝ. 4,0 9.2 0.3 20.0-13.4 77.9 3.9 72.7 50.6 Ν ΦΕΒΡ 4.8 9.9 0.8 22.0-15.0 75.5 4.2 56.8 72.3 Ν ΜΑΡΤ 12.9 20 25.4-14.0 69.7 3.7 37.4 46.5 Ν ΦΕΒΡ 11.0 17.5 4.2 29.0-4.0 65.6 3.6 47.2 41.1 S ΜΑΙΟΣ 15.4 22.3 7.4 33.0-0.1 64.1 2.8 22.6. 25.0 S ΙΟΥΝ. 19.9 27.0 10.8 36.0 4.0 57.9 1.4 13.1 39.5 Ν ΙΟΥΛ 22.1 29.1 13.1 39.0 6.0 56.0 1.0 8.5 57.1 Ν ΑΥΓ 21.6 28.8 13.0 37.0 8.0 58.8 1.0 9.3 37.6 Ν ΣΕΠΤ. 18.1 25,7 2.0 63.3 1.5 7.9 16.0 Ν ΟΚΤ 13.4 20.7 7.4 31.0-1.6 71.6 2.8 49.8 91.3 S ΝΟΕΜ. 8.3 14.1 3.7 26.0-9.2 76.7 3.6 72.3 87.5 Ν ΔΕΚ 5.5 10.5 1.8 21.0-8.0 78.9 4.2 92.6 140.0 S ΠΗΓΗ: ΕΘΝΙΚΗ ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ 14

Σχήμα 3.2 Γραφική απεικόνιση κλιματολογικών στοιχείων Σχήμα 3.3 Βροχομετρικός χάρτης ευρύτερης περιοχής 15

4. ΒΙΟΤΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ 4.1 Γενική περιγραφή οικοσυστημάτων Βλάστηση Το Φαράγγι του Βουραϊκού, έχει συμπεριληφθεί στις προτεινόμενες για ένταξη στο Ευρωπαϊκό Δίκτυο Προστατευόμενων Περιοχών "ΦΥΣΗ 2000", σύμφωνα με την Οδηγία 92/43/ΕΟΚ και περιλαμβάνεται στον Εθνικό Κατάλογο των προς ένταξη στο Δίκτυο ΦΥΣΗ 2000 περιοχών της Ελλάδας. Πίνακας 4.1 Τύποι οικοτόπων φαραγγιού Βουραϊκού ( Δίκτυο ΦΥΣΗ 2000 ) ΟΝΟΜΑ ΤΟΠΟΥ ΘΕΣΗ ΤΟΠΟΥ ΕΚΤΑΣΗ ΤΟΠΟΥ (ha) ΤΥΠΟΙ ΟΙΚΟΤΟΠΩΝ Φρύγανα του Αιγαίου με Sarcopoterium spinosum (5420) Σκληρόφυλλοι θαμνώνες και δάση με Quercus coccifera (πουρνάρι) και Quercus ilex (αριά) που βοσκούνται (υποβαθμισμένοι θαμνώνες και δάση) (6310) Ευμεσογειακά ασβεστολιθικά απόκρημνα βράχια της Ελλάδας (8216). Φαράγγι Βουραϊκού (GR 232003) Γ.Μ 22 0 10 Γ.Π 38 0 05 2167 Σπήλαια των οποίων δεν γίνεται τουριστική εκμετάλλευση (8310). Δάση στοές με Salix alba και Populus alba (92 Α0) Δάση πλατάνου της Ανατολής (92C0). Παρόχθια δάση της θερμής Μεσογείου (Nerio- Tamaricetea) (92D0). Δάση με Quercus ilex (9340). Πευκοδάση με Μεσογειακά είδη πεύκων: Pinus halepesnis (9540) 16

Πίνακας 4.2 Συνολική εκτίμηση τύπου οικοτόπων Τύπος Οικοτόπου Τύπος Προτ/τητας Κάλυψη % Αντιπρ/τητα Σχετική Επιφάνεια Βαθμός Διατήρησης Είδη Χλωρίδας Συνολική Εκτίμηση Βιβλ. Πηγές Φρύγανα του Αιγαίου με Sarcopoterium spinosum (5420) O 5 Β Γ Β * Β 1,2 Σκληρόφυλλοι θαμνώνες και δάση με Quercus coccifera και Quercus ilex που βόσκονται (6310) Ο 10 Γ Γ Β * Β 1,2,3 Ευ-Μεσογειακά απόκρημνα βράχια της Ελλάδας (8216) Ο 3 Α Β Α * Α 1,2 Δάση αριάς (Quercus ilex) (9340) O 30 B Γ A * B 1,3 Πευκοδάση με Μεσογειακά είδη πεύκων: Pinus halepensis (9540) Ο 12 Β Γ Α * Β 1,3 Δάση ανατολικής πλατάνου (Platanion orientalis) (92 CO) Ο 3 Β Γ Β * Β 1,2 Παρόχθια δάση των θερμών ζωνών της Μεσογείου (Nerio- Tamaricetea) (92 DO) Ο <1% Γ Γ Β * Β 1,2 Σπήλαια των οποίων δεν γίνεται τουριστική εκμετάλλευση (8310) Ο 1% Β Γ Β * Β 1,2 Δάση-στοές με Salix alba και Populus alba (92 AO) O <1 Δ Γ Γ * Γ 1,2 17

Αντιπροσωπευτικότητα: Α: Εξαιρετική, Β: Καλή, Γ: Σημαντική, Δ: Μη σημαντική Σχετική επιφάνεια: Α: 100>=p>15%, B: 15>=p>2%, Γ: 2>=p>0, όπου p = σχετική επιφάνεια. Βαθμός διατήρησης: Α: Εξαιρετική διατήρηση, Β: Καλή διατήρηση, Γ: Μέτρια ή υποβαθμισμένη. Είδη χλωρίδας: *Περιγράφονται στην περιγραφή των τύπων των οικοτόπων. Συνολική εκτίμηση: Α: Εξαιρετική αξία, Β: Καλή αξία, Γ: Σημαντική αξία. Βιβλιογραφικές πηγές: 1) Natura 2000 sites (Όρος Χελμός και Ύδατα Στυγός Φαράγγι Βουραϊκού Αισθητικό δάσος Καλαβρύτων) 2) Παρατηρήσεις κατά την εργασία υπαίθρου, 3) Barbero & Quezel 1976, 4) Quezel & Katrabassa 1974., 5) Αναπτυξιακή μελέτη Ν. Αχαΐας. Η ενοποιημένη περιοχή «Φαράγγι Βουραϊκού και Καλάβρυτα», έχει επίσης χαρακτηριστεί ως Σημαντική για τα Πουλιά Περιοχές της Ελλάδας (ΣΠΠΕ= Important Bird Areas) με βάση την Οδηγία 79/409/ για την προστασία της άγριας ορνιθοπανίδας, ενώ το Αισθητικό δάσος Καλαβρύτων και τμήμα του Βουραϊκού ποταμού (δυτικά του αισθητικού δάσους) είναι ενταγμένες στο Κοινοτικό Δίκτυο των Περιοχών Ειδικής Προστασίας Ορνιθοπανίδας (SΡΑ). Το φαράγγι του Βουραϊκού δεν είναι θεσμοθετημένο SΡΑ, αλλά έχει χαρακτηριστεί ως Σημαντική για τα Πουλιά Περιοχή της Ελλάδας (ΣΠΠΕ= Important Bird Areas). Με βάση τους χάρτες δυνητικής βλάστησης (potential vegetation) των QUEZEL & BARBERO (1985), ΜΑΥΡΟΜΜΑΤΗΣ (1980), ΝΤΑΦΗ (1976), HORVAT, GLAVAC & ELLENBERG (1974) και τις φυτοκοινωνιολογικές εργασίες των QUEZEL (1964), QUEZEL & KATRABASSA (1974), BARBERO & QUEZEL, (1976) και την Αναπτυξιακή Μελέτης της Ν. Αχαΐας (1999), η ευρύτερη περιοχή μελέτης περιλαμβάνει τους ακόλουθους ορόφους βλάστησης σε υψομετρική διαδοχή όπως κατά προσέγγιση φαίνεται παρακάτω: Θερμό- Μεσογειακός όροφος. Ο- 400 (-500) μ. (παράκτιες έως χαμηλές-λοφώδεις ζώνες) Μέσο- Μεσογειακός όροφος. 400 (-500) - 1000 μ. (χαμηλές έως μεσαίες ορεινές ζώνες) Υπέρ- Μεσογειακός όροφος: 1000-1400 (-1500) μ. (χαμηλές ορεινές έως μεσαίες ορεινές ζώνες του όρους Χελμού). Οι φυτοκοινωνίες κλίμαξ του Θερμό- Μεσογειακού ορόφου βλάστησης εντάσσονται στη Συνένωση Ceratonio-Rhamnion με χαρουπιά και ράμνο (προδασική και δασική βλάστηση) 18

στην οποία κυριαρχεί η αγριελιά και η χαρουπιά, όπου εντάσσονται και οι δασικοί σχηματισμοί με χαλέπιο πεύκη (Pinus halepensis). Οι φυτοκοινωνίες κλίμαξ του Μέσο- Μεσογειακού ορόφου βλάστησης εντάσσονται στις Συνενώσεις Quercion ilicis (δασική βλάστηση) και Pistacio-Rhamnion (προδασική βλάστηση) με θαμνώδεις σχηματισμούς από αείφυλλα σκληρόφυλλα είδη όπως: Quercus coccifera (πουρνάρι σε θαμνώδη ή δενδρώδη μορφή), Phillyrea latifolia (φιλλύκι), Quercus ilex (αριά), Pistacia lentiscus (σχίνος) και μόνο στα ανώτερα επίπεδα του εν λόγω ορόφου απαντούν δασικοί σχηματισμοί με φυλλοβόλες δρυς (πλατύφυλλη δρυς: Quercus frainetto, χνοώδης δρυς: Quercus pubescens). Οι φυτοκοινωνίες κλίμαξ του Υπέρ- Μεσογειακού ορόφου βλάστησης εντάσσονται στις Συνενώσεις με μελισσόχορτο και δρυ (Melitto-Quercion) και πλατύφυλλη δρυ (Quercion frainetto) και αντιπροσωπεύουν τη δασική βλάστηση με φυλλοβόλες δρυς (Quercus pubescens) χνοώδης δρυς, πλατύφυλλη δρυς: (Quercus frainetto), καθώς και από μια Συνένωση χασμοφυτικής βλάστησης (κάθετα ή μεγάλης κλίσης ασβεστολιθικά βράχια Campanulion versicoloris). Οι φυτοκοινωνίες κλίμαξ του Ορεινού -Μεσογειακού ορόφου βλάστησης εντάσσονται στη Συνένωση της ελάτης και της μαύρης Πεύκης (Abieti -Pinion) και αντιπροσωπεύουν τη δασική βλάστηση με κεφαλληνιακή ελάτη. Πάνω από τα δασοόρια από τις Συνενώσεις των στεππόμορφων βραχωδών λιβαδιών Stipo Morinion, Eryngio Bromion, και από Συνενώσεις των κάθετων ή των μεγάλης κλίσης ασβεστολιθικών βράχων με βραχόφιλη βλάστηση (Campanulion versicoloris). Οι παραπάνω κλίμακες φυτοκοινοτήτων, αναφέρονται κυρίως στους βιοκλιματικά καθοριζόμενους τύπους βλάστησης (ζωνική βλάστηση), που συνδέονται με ορισμένες κλιματικές ζώνες και αντιστοιχούν στις επικρατούσες ζώνες βλάστησης, αλλά και στους ανθρωποκλιματικά καθοριζόμενους τύπους βλάστησης (λιβάδια πάνω από τα δασοόρια). Κατά μήκος των όχθων των ρεμάτων και του ποταμού Βουραϊκού, στη λίμνη Τσιβλού, πάνω σε κάθετους ασβεστολιθικούς βραχώδεις σχηματισμούς και σάρες, αναπτύσσονται αζωνικοί τύποι βλάστησης, οι οποίοι δεν συνδέονται με ορισμένες κλιματικές ζώνες και επιπλέον δεν αντιστοιχούν με τις επικρατούσες ζώνες βλάστησης, οι κύριες κατηγορίες των οποίων είναι οι ακόλουθοι: πλατανεώνες, χασμοφυτική βλάστηση, κ.ά. Η φυσική βλάστηση της ευρύτερης περιοχής (όπως άλλωστε και κάθε περιοχής) είναι το αποτέλεσμα της συνεπίδρασης διαφόρων παραμέτρων και κυρίως της χλωρίδας, των 19

βιοκλιματικών συνθηκών, της ορογραφικής διαμόρφωσης, της πετρολογικής-γεωλογικής σύστασης, του εδάφους και των ανθρώπινων δραστηριοτήτων που ασκήθηκαν και συνεχίζουν να ασκούνται κατά την ιστορική εξέλιξη της περιοχής από το παρελθόν μέχρι σήμερα (ΝΤΑΦΗΣ 1976, 1986). Τα φυσικά οικοσυστήματα της ευρύτερης περιοχής μελέτης τα οποία περιλαμβάνουν κατά βάση δασικά (δάση χαλεπίου πεύκης, μαύρης πεύκης, πλατύφυλλης και χνοώδους δρυός, κεφαλληνιακής ελάτης), οικοσυστήματα χαμηλών και υψηλών θαμνώνων (αείφυλλοι σκληρόφυλλοι σχηματισμοί, φρύγανα), οικοσυστήματα χασμοφυτικής βλάστησης παραποτάμια οικοσυστήματα, μπορούν να διακριθούν σε δύο μεγάλες ενότητες ακολουθώντας την ορολογία που χρησιμοποιείται από τον ΝΤΑΦΗ (1986): α. Τα οικοσυστήματα "κλίμαξ" ή τελικά ή βιοκλιματικά καθοριζόμενα (υπόκεινται σε βιοκλιματικό καθορισμό). Πρόκειται για μια κατάσταση ισορροπίας που προκύπτει από την εξέλιξη του εδάφους, της βλάστησης και της πανίδας υπό την επίδραση του βιοκλίματος. Η βλάστηση των εξεταζόμενων οικοσυστημάτων ονομάζεται ζωνική καθώς συνδέεται με ορισμένες κλιματικές ζώνες και αντιστοιχεί στις επικρατούσες ζώνες βλάστησης, Σ αυτόν τον τύπο οικοσυτημάτων ανήκουν οι ακόλουθες μονάδες βλάστησης. τα δάση χαλεπίου πεύκης (Pinus halepensis) τα δάση κεφαλληνιακής ελάτης και μαύρης πεύκης (Abies cephalonica και Pinus nigra ssp pallasiana). τα δάση με φυλλοβόλες δρύες (Quercus frainetto, Quercus pubescens), οι υποβαθμισμένοι βοσκούμενοι θαμνώνες με πουρνάρι (Quercus cocciferaπρινώνες), οι υψηλοί θαμνώνες με πουρνάρι και φιλλύκι (Quercus coccifera και Phillyrea latifolia), οι κοινότητες φρύγανων που διακρίνονται στην περιοχή μελέτης, 20

β. Τα σταθερά ή διαρκή ή εδαφικά εξαρτώμενα (υπόκεινται σε εδαφικό καθορισμό). Πρόκειται για οικοσυστήματα που δημιουργήθηκαν σε ακραία περιβάλλοντα, όπου δηλ. ξεχωρίζει τοπικά η σημασία ενός από τους παράγοντες του περιβάλλοντος (π.χ. τοπική δυσκολία αποστράγγισης του εδάφους η οποία οδηγεί στη δημιουργία ελών, συνεχής ή περιοδική κατάκλυση με νερό, η περιοδική ροή νερού, οι ισχυροί άνεμοι και άλλες παράμετροι σχηματισμού αμμοθινών, κ.ά). Η βλάστηση των εν λόγω οικοσυστημάτων, που αποτελεί το σημαντικότερο δομικό στοιχείο τους, ονομάζεται αζωνική, δεν είναι βιοκλιματικά καθοριζόμενη (δεν συνδέεται με ορισμένες κλιματικές ζώνες) και επιπλέον δεν αντιστοιχεί με τις επικρατούσες ζώνες βλάστησης. Σύμφωνα με τον Σ. Ντάφη, ο οποίος χρησιμοποιεί τις ανώτερες φυτοκοινωνικές μονάδες του συστήματος του Braun Blauquet (τάξις, σύνδεσμοι, φυτοκοινωνία) και ακολουθεί την ταξινόμηση της βλάστησης της ΝΑ Ευρώπης, που έγινε από τον HORVAT, εμφανίζονται οι εξής ζώνες βλάστησης: Α. Ευμεσογειακή ζώνη βλάστησης (Quercetalia ilicis) Β. Παραμεσογειακή ζώνη βλάστησης (Quercetalia pubescentis) Πιο συγκεκριμένα, από την Ευμεσογειακή ζώνη βλάστησης, συναντάται η υποζώνη Quercion ilicis, από την επιφάνεια της θάλασσας μέχρι υψομέτρου 200-300 μέτρων. Οι διάφορες φυτοκοινωνίες που εμφανίζονται σ αυτήν την υποζώνη, κατά ένα μέρος είναι υποβαθμισμένες και κατά ένα άλλο μέρος εδαφικά εξαρτώμενες. Έτσι, στις ράχες και στις νότιες εκθέσεις κλιτυών εμφανίζονται συνήθως ενώσεις με Erica verticillata και Erica arborea, σε σχετικά καλύτερες οικολογικά θέσεις κυριαρχούν τα Arbutus unedo, Calycotome villosa, Spartium junceum και στις υγρότερες θέσεις, ηπιότερες και βορεινές εκθέσεις κυριαρχεί η Quercus ilex, Fraxinus ornus, Phillyrea media, Quercus pubescens. Στην υποζώνη αυτή βρίσκεται το άριστο της ανάπτυξης της Pinus halepensis και άριστες συνθήκες για την αμπελουργία. Από την παραμεσογειακή ζώνη βλάστησης (Quercetalia pubescentis), συναντάται η υποζώνη Ostyo-Carpinicn, η οποία εμφανίζεται ως συνέχεια της προηγούμενης κατακόρυφα στα όρη και οριζόντια στο εσωτερικό της χώρας φθάνει σε ένα υψόμετρο 900-1000 μέτρα περίπου, ή και ακόμη στον υπόροφο δασών ελάτης και μαύρης πεύκης. Κυριότερα είδη της ζώνης αυτής 21

είναι τα Quercus pubescens, Quercus frainneto, Quantus coccifera, Pinus halpensis, Platannus orientalis, Salix sp, Arbutus unedo, Arbutus adrachnae, Ballota acetabulosa, Phillyrea media, Pyrus amigdaliformis, Smilax aspera. Η ζώνη των δασών οξυάς-ελάτης (fagetalia) συναντάται από το υψόμετρο των 900 m έως και των 1400 m. Στην ευρύτερη περιοχή συναντάται η υποζώνη Abietion ceqhalonicae, καθώς τα κυρίαρχα είδη της περιοχής είναι τα Abies cephalonica και Pinus nigra. Άλλα είδη που συναντούνται σ' αυτή τη ζώνη βλάστησης είναι τα Crataegus oxyacanhta, Juniperus oxycedrus, Juglans regia, Quercus coccifera, Quercus ilex, Spartium junceum. Σύμφωνα με τον Γ. Μαυρομάτη, ο οποίος συστηματοποιεί την δασική βλάστηση σε 3 μεγάλες κατηγορίες βιοτόπων, ήτοι τους μεσογειακούς βιότοπους, τους υπομεσογειακούς βιότοπους και τους ορεινούς βιότοπους και στα πλαίσια αυτά περιγράφει τους διάφορους βιότοπους, που ανήκουν σε μία καταζωνική βλάστηση και των οποίων η εξάπλωση δεσπόζεται από τους κλιματικούς παράγοντες, αλλά και τους ενδοζωνικούς ιδιαζουσών σταθμικών συνθηκών βιότοπους, των οποίων η ύπαρξη συνδέεται με ορισμένους τοπικούς χαρακτήρες του υποστρώματος, στην ευρύτερη περιοχή μελέτης διακρίνονται: Βιότοποι της Quercus coccifera. Βιότοποι της Quercus pubescens. Ορεινοί Μεσογειακοί βιότοποι της Abies cephalonica. Παρόχθιος βλάστηση από Platanus orientalis. Η Quercus coccifera εμφανίζεται άφθονος στο εσωτερικό του βιότοπου της Pistacia lentiscus, αλλά η περιοχή εξάπλωσης της είναι περισσότερο εκτεταμένη. Είναι δυνατόν να συναντιούνται μέχρι του υψομέτρου των 1200 m. Η σημερινή περιοχή εξάπλωσης της Quercus coccifera είναι αισθητά διαφορετική από την κλιμακική περιοχή εξάπλωσης, διότι υποκαθιστά τα Quercus ilex, Quercus pubescens και Quercus conferta, ως συνέπεια της ανθρώπινης επίδρασης. Στο φαράγγι κυριαρχεί κυρίως σε μία περιοχή 2 Km περίπου από το χωριό Ζαχλωρού. Ο βιότοπος της Quercus pubescens απαντάται σε υπεθαλάσσιο υψόμετρο από 600-650 m, έως και 950-1050 m, ανάλογα με τα φυσιογραφικά, κλιματικά και γεωμορφολογικά χαρακτηριστικά των σταθμών. Τα δάση του βιοτόπου αυτού της περιοχής μελέτης είναι έντονα υποβαθμισμένα και αλλοιωμένα από την έντονη βοσκήση και ξύλευση, ώστε σήμερα να 22

εμφανίζονται σε αρκετά περιορισμένη έκταση με τη μορφή των «αραιών», ή «διάσπαρτων» δασών δρυός. Ο βιότοπος της Abies cephalonica διαδέχεται κανονικά σε υψόμετρο τους φυλλοβόλους δρυς. Εν τούτοις, λόγω της ασυνεχούς εξάπλωσης των δρυών αυτών και ιδίως ως συνέπεια της υποβάθμισης, η ελάτη εμφανίζεται συχνά να διαδέχεται αμέσως τις διαπλάσεις των αείφυλλων - πλατύφυλλων. Στην ευρύτερη περιοχή μελέτης, τα πρώτα έλατα εμφανίζονται μεταξύ 700 και 900 m. Στο φαράγγι του Βουραϊκού, η βλάστηση που αναπτύσσεται έχει ως κυρίαρχο είδος το Platanus orientalis. Ο Βουραϊκός, έχει πλήρως διευθετηθεί με διάφορα έργα, που διαχρονικά έχει κατασκευάσει το Δασαρχείο Καλαβρύτων. Αντίθετα στη λεκάνη απορροής του δεν έχει κατασκευασθεί κανένα έργο διευθέτησης. Σύμφωνα με το χάρτη Βιοκλιματικών ορόφων της Ελλάδος του Γ. Μαυρομάτη, που συντάχθηκε με βάση τις τιμές του βροχοθερμικού πηλίκου Emberger. Q 2 = 1000 Ρ / {(Μ+m)/2}(Μ-m) διακρίνουμε τους εξής ορόφους στην ευρύτερη περιοχή μελέτης. Στα παράλια, συναντάται ο υφυγρός βιοκλιματικός όροφος με χειμώνα ήπιο και μέση ελάχιστη θερμοκρασία ψυχρότερου μήνα μεταξύ 3 C και 7 C. Πάνω από την παραλιακή ζώνη και ανεβαίνοντας υψομετρικά, συναντάται ο υγρός βιοκλιματικός όροφος με ψυχρό χειμώνα και μέση ελάχιστη θερμοκρασία ψυχρότερου μήνα μεταξύ 0 C και 3 C. Τέλος, στο μεγαλύτερο τμήμα της περιοχής μελέτης και πάνω από τους δύο προηγούμενους βιοκλιματικούς ορόφους, εμφανίζεται πάλι ο υγρός βιοκλιματικός όροφος αλλά με χειμώνα δριμύ και μέση ελάχιστη θερμοκρασία ψυχρότερου μήνα μικρότερη από 0 C. Η κατάσταση των δασών της περιοχής, που ανήκουν στο βιότοπο της Abies cephalonica, είναι διαφορετική από σύμπλεγμα σε σύμπλεγμα. Στο δασικό σύμπλεγμα ελάτης (Καλαβρύτων - Βραχνίου- Σούβαρδου), η κατάσταση είναι λίγο πολύ προβληματική. Τα δάση αυτά έχουν υποστεί έντονες πιέσεις κατά το παρελθόν και έχουν υποβαθμισθεί. 23

Πυρκαγιές κατά την περίοδο της κατοχής, υπερεντατική βόσκηση, λαθροϋλοτομίες και έλλειψη διαχείρισης αποτελούν τα βασικά προβλήματα και αιτίες για την σημερινή κατάσταση των δασών αυτών. Η διαχειριστική μορφή της ελάτης είναι του Κηπευτού ακανόνιστου δάσους, όπου η κηπευτή μορφή είναι κατά άτομο ή μικροομάδες, ενώ των αείφυλλων-πλατύφυλλων είναι πρεμνοφυής ανομήλικος μορφή. Η αναγέννηση στα ελατοδάση αυτά είναι στην πλειοψηφία τους μικρή έως ελάχιστη. Μόνο κατά θέσεις μπορεί να χαρακτηρισθεί ως ικανοποιητική, ενώ η γενική εικόνα θεωρείται προβληματική. Αντίστοιχη είναι η υποβάθμιση στα δάση των φυλλοβόλων δρυών της ευρύτερης περιοχής, κυρίως από έντονη βόσκηση και ξύλευση. Η διάσπαση της συνέχειας τους από καλλιεργούμενες κατά το παρελθόν αγρούς, συνέτεινε και αυτή από τη μεριά της. Οι καλλιεργούμενοι αγροί, σήμερα έχουν εγκαταλειφθεί στην πλειοψηφία τους. 4.1.2 Αναλυτική περιγραφή, οικοσυστημάτων - Βλάστησης της περιοχής μελέτης 1) Δάση χαλεπίου πεύκης (Pinus halepensis) Τύπος οικοτόπου Natura 2000: Πευκοδάση με Μεσογειακά είδη πεύκων: Pinus halepensis: 9540. Στο βορειότερο τμήμα του φαραγγιού (περίπου 4-5 Km βόρεια της Ζαχλωρούς) απαντάται ένα αρκετά μεγάλο σε έκταση δάσος με Pinus halepensis. Τα δάση χαλεπίου πεύκης συγκροτούν εκτεταμένους φυσικούς σχηματισμούς στην Ελλάδα πάνω σε μάργες και ασβεστολιθικές μάργες. Σε ορισμένες μόνο περιπτώσεις εμφανίζονται πάνω σε συμπαγείς ασβεστόλιθους με ερυθρά εδάφη (terra rossa) όπου η παρουσία τους φαίνεται να σχετίζεται με άσκηση έντονων ανθρωπογενών επεμβάσεων, είτε εξαιτίας της εκχέρσωσης των θαμνώνων και δασών χαρουπιάς (Ceratonia siliqua), είτε των δασών και υψηλών θαμνώνων με πουρνάρι (Quercus coccifera), είτε τέλος και εξαιτίας των πυρκαγιών. 24

Στην ευρύτερη περιοχή μελέτης στα κατώτερα υψομετρικά επίπεδα του ορεινού τόπου στο θερμο-μεσογειακό όροφο βλάστησης απαντούν σχηματισμοί δασών χαλεπίου πεύκης της υποφυτοκοινωνίας Pinetosum halepensis που εντάσσονται στη φυτοκοινωνία Oleo eropaeae- Lentiscetum aegeicum, στη συνένωση Oleo - Ceratonion (ελιά-χαρουπιά), την τάξη Quercetalia ilicis και την κλάση Quercetea ilicis (Barbero & Quezel, Ι976) και χαρακτηρίζονται από την ακόλουθη χλωριδική σύνθεση: Pinus halepensis, Pistacia lentiscus, Asparagus acutifolius, Quercus coccifera, Rhamnus alaternus, Myrtus communis, Smilax aspera, Phillyrea latifolia, Brachypodium ramosum, Spartium junceum. Σε μεγαλύτερα υψόμετρα και μάλιστα στα ανώτερα όρια του μεσο-μεσογειακού ορόφου βλάστησης (800-900 m.) στην περιοχή πάνω από το Άνω Διακοπτό πάνω σε ασβεστόλιθους απαντά η δασική φυτοκοινωνία με Pinus halepensis και Cicer graecum (Cicero graeci-pinetum halepenis) η οποία εντάσσεται στη συνένωση Qurercion ilicis, την τάξη Quercetalia ilicis και την κλάση Quercetea ilicis. Η οικολογική κατάσταση των εξεταζόμενων δασικών συστάδων που ανήκουν στην περιορισμένης εξάπλωσης φυτοκοινωνία κρίνεται σχετικά καλή αν και υπόκεινται σε έντονες ανθρωπογενείς πιέσεις (εκχερσώσεις για απόδοση στις καλλιέργειες, πυρκαγιές). 2) Θαμνώνες αειφύλλων σκληρόφυλλων με πουρνάρι (Quercus coccifera) και αριά (Quercus ilex). Τύπος οικοτόπου Natura 2000: Σκληρόφυλλοι θαμνώνες και δάση με Quercus coccifera και Quercus ilex που βοσκούνται (υποβαθμισμένοι θαμνώνες και δάση) Κωδικός: 6310. Οι θερμόφιλοι σχηματισμοί θαμνώνων με πουρνάρι (πρινώνες) αντιπροσωπεύονται πολύ καλά στη Νότια Ελλάδα και είναι αξιοσημείωτη η ανάπτυξη τους στην παραλιακή ζώνη της Βόρειας Πελοποννήσου, αλλά και γενικότερα στα παράλια της Πελοποννήσου, όπου αποικίζουν συμπαγείς ασβεστόλιθους και φτάνουν μέχρι τα ανώτερα υψομετρικά επίπεδα του θερμο-μεσογειακού ορόφου βλάστησης (400 ή και 500 m.). Οι 25

θερμόφιλοι πρινώνες συγκροτούν την υποφυτοκοινωνία Quercetosum cocciferae εντάσσονται στη φυτοκοινωνία Oleo europae Lentiscetum aegeicum, στη συνένωση Oleo Ceratonion (ελιάχαρουπιά), την τάξη Quercetalia ilicis και την κλάση Quercetea ilicis (Barbero & Quezel, 1976). Χαρακτηρίζονται δε από την ακόλουθη χλωριδική σύνθεση: Quercus coccifera, Pistacia lentiscus, Asparagus acutifolius, Rhamnus oleoides, Ephedra campylopoda, Juniperus phoenicea, Phagnalon rupestre, Myrtus communis, Smilax aspera, Phillyrea latifolia, Brachypodium ramosum, Spartium junceum, Cistus creticus, Coridothymus capitatus, Globularia alypum, κ.ά Η υποβάθμιση των πρινώνων οδηγεί στην επικράτηση φρύγανων και λιβαδιών με θερόφυτα, βολβώδη και αγρωστώδη. 3) Δάση Κεφαλληνιακής ελάτης (Abies cephalonica) Αποτελεί έναν πολύ οικολογικά αξιόλογο και ενδημικό τύπο οικοτόπου της Ελλάδας (με κυρίαρχο είδος την ενδημική ελάτη της Ελλάδας), ο οποίος παρόλα αυτά δεν περιλαμβάνεται στο Παράρτημα Ι της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ. Εντοπίζεται κυρίως στα μεγαλύτερα υψόμετρα των ανατολικών πλευρών του φαραγγιού, πάνω από το χωριό «Κάτω Ζαχλωρού», καθώς και στο νότιο τμήμα του Μοναστηριού «Μέγα Σπήλαιο». Επίσης απαντάται διάσπαρτα σε ορισμένες θέσεις των δυτικών πλευρών. Τα δάση κεφαλληνιακής ελάτης στο όρος Χελμός χαρακτηρίζονται από μεγάλη ποικιλότητα σε δφιαφορετικές φυτοκοινωνίες, που είναι οι ακόλουθες, συνοδευόμενες από την υψομετρική τους κατανομή, τη συνταξινομική τους ένταξη και την κύρια χλωριδική τους σύνθεση: Φυτοκοινωνία με Abies cephalonica και Helictotrichon convolutum (Helictotricho convolute Abietetum cephalonicae Barbero & Quezel, 1976) στα ανώτερα υψομετρικά επίπεδα του μέσο- και μέχρι τα κατώτερα επίπεδα του υπέρ- μεσογειακού ορόφου βλάστησης 26

κυρίως στα μεγαλύτερα υψόμετρα των ανατολικών πλευρών του φαραγγιού, πάνω από το χωριό «Κάτω Ζαχλωρού», καθώς και στο νότιο τμήμα του Μοναστηριού «Μέγα Σπήλαιο». Επίσης Abies cephalonica συναντάμε διάσπαρτα, σε ορισμένες θέσεις των δυτικών πλευρών. Από συνταξινομική άποψη εντάσσεται στη συνένωση Quercion ilicis, την τάξη Quercetalia ilicis και την κλάση Quercetea ilicis.. Χαρακτηρίζεται δε από τα ακόλουθα κύρια είδη: Abies cephalonica, Helictotrichon convolutum ssp heldreichii, Phillyrea latifolia, Quercus coccifera, Ruscus aculeatus, Asparagus acutifolius, Cyclamen hederifolium, Crepis fraasii, Anemone blanda, Veronica chamaedrys, Cephalanthera rubra, κ.ά. Φυτοκοινωνία με Abies cephalonica και Lilium heldreichii (Lilio heldreichii Abietetum cephalonicae Barbero & Quezel, 1976) στα ανώτερα υψομετρικά επίπεδα του μέσοκαι μέχρι τα ανώτερα επίπεδα του υπέρ-μεσογειακού ορόφου βλάστησης (1000-1600 m.) στην ευρύτερη περιοχή των Καλαβρύτων και του Άνω Διακοπτού. Από συνταξινομική άποψη εντάσσεται στη συνένωση Abieti Pinion, την τάξη Quercetalia pubescentis και την κλάση Quercetea pubescentis και χαρακτηρίζεται από τα ακόλουθα κύρια είδη: Abies cephalonica, Lilium heldreichii, Saxifraga chrysosplenifolia, Doronicum caucasicum, Lathyrus grandiflorus, Phlomis samia, Prunus cocomilia, Potentilla micrantha, Aremonia agrimonoides, Symphytum bulbosum, κ.ά. Ο θαμνώδης υποόροφος των δασών ελάτης της εξεταζόμενης φυτοκοινωνίας είναι σχετικά φτωχός ως προς τον αριθμό των ειδών που τον συγκροτούν και συχνά συνίσταται μόνο από τα νεαρά φυτάρια της ελάτης, καθώς οι συνθήκες αναγέννησης είναι πολύ καλές. 27

4) Βλάστηση φρύγανων Τύπος οικοτόπου Natura 2000: Φρύγανα με Sarcopoterium spinosum, Κωδικός: 5420. Τα φρύγανα κατέχουν μεγάλο σχετικά ποσοστό της επιφάνειας της περιοχής μελέτης στα κατώτερα υψομετρικά επίπεδα, που καλύπτεται από φυσική βλάστηση και απαντούν πάνω σε επικλινείς, πετρώδεις και άγονες κατά κανόνα θέσεις, συνήθως με τη μορφή αμιγών φυτοκοινοτήτων αλλά και σε μίξη με υποβαθμισμένη μακκία βλάστηση. Από φυσιογνωμική άποψη διακρίνεται μια όψη φρύγανων με Genista acanthoclada (αφάνα), Coridothymus capitaus (θυμάρι) και Sarcopoterium spinosum (αστοιβή). Κυρίαρχα είδη τόσο από την άποψη της πληθοκάλυψης όσο και της κοινωνικότητας είναι τα είδη Genista acanthoclada και Sarcopoterium spinosum. Όπως μάλιστα αναφέρεται χαρακτηριστικά από την Economidou (1976), ο τύπος φρύγανων με Sarcopoterium spinosum και Genista acanthoclada διαφέρει από εκείνον όπου κυριαρχεί μόνο το Sarcopoterium spinosum εξαιτίας της συγκυριαρχίας ενός δεύτερου είδους και ως παράδειγμα αντιπροσωπευτικού τέτοιου τύπου φρύγανων αναφέρει τη Νοτιο-Ανατολική Εύβοια. Οι κοινότητες φρυγάνων στην ευρύτερη περιοχή μελέτης εντάσσονται στη φυτοκοινωνία Micromerio-Hypericetum empetrifolii στη συνένωση Hyperico Micromerion graecae, την τάξη Cisto - Micromerietalia και την κλάση Cisto - Micromeretea. Είδη που συμμετέχουν στη χλωριδική σύνθεση των εν λόγω φρύγανων είναι τα ακόλουθα: Hypericum empetrifolium, Genista acanthoclada, Anthylis hermanniae, Coridothymus capitatus, Sarrcopoterium spinosum, Micromeria juliana, Cistus creticus, Fumana thymifolia, Calicotome villosa, Teucrium polium κ.ά. 28

5) Δάση και θαμνώνες αριάς Τύπος οικοτόπου Natura 2000. Δάση με Quercus ilex (περίπου 2 km βόρεια του χωριού Ζαχλωρού) Κωδικός: 9340. Στην ευρύτερη περιοχή μελέτης απαντούν οι εξής τύποι βλάστησης με κυρίαρχο είδος την αριά: I. θαμνώνες με Quercus ilex (αριά) και Fraxinus ornus (φράξο), που ανήκουν στην φυτοκοινωνία Orno-Quercetum ilicis, εντάσσονται στη συνένωση Quercion ilicis και απαντούν στις βόρειες πλευρές του Χελμού στο εσωτερικό ρεμάτων και κοιλάδων, χαραδρών με υψομετρική κατανομή 600-800 m. Είδη διαφοριστικά και χαρακτηριστικά (θαμνώδη, ημιθαμνώδη και ποώδη) που συμμετέχουν στη δομή και τη χλωριδική σύνθεση των εξεταζόμενων θαμνώνων, τόσο στο επίπεδο της φυτοκοινωνίας όσο και στα ανώτερα συνταξινομικά επίπεδα (Orno-Quercetum ilicis, Quercion ilicis, Quercetalia ilicis) είναι τα ακόλουθα: Lonicera implexa, Ruscus aculeatus, Smilax aspera, Asparagus acutifolius, Cyclamen neapolitanum, Rubia peregrine, Carex distachya, κ.ά. II. θαμνώνες με Quercus ilex (αριά) και Arbutus andrachne (κουμαριά), ανήκουν στη φυτοκοινωνία Andrachno-Quercetum ilicis, εντάσσονται συνένωση Quercion ilicis. Τα διαφοριστικά είδη της εξεταζόμενης φυτοκοινωνίας είναι τα: Quercus ilex, Arbutus andrachne, Quercus pubescens, Helleborus cyclophyllus, Doronicum orientale, ενώ μια ιδιαίτερη όψη συγκροτούν τα είδη: Erica arborea, Cistus salviifolius, Cotinus coggygria, Cercis siliquastrum, Daphne gnidium, Erica manipuliflora, Brachypodium pinnatum, Carex flacca, Dactylis glomerata, και μια άλλη ιδιαίτερη όψη συγκροτείται στα ανώτερα υψομετρικά όρια κατανομής της φυτοκοινωνίας από τα είδη: Abies cephalonica, Juniperus oxycedrus, Teucrium divaricatum, Hedera helix. Εκτός από τα προαναφερόμενα taxa σε επίπεδο ανώτερων συνταξινομικών κατηγοριών, συμμετέχουν ακόμη τα ακόλουθα είδη: (Quercus coccifera, Pistacia terebinthus, Lonicera etrusca, Rhamnus alaternus, Luzula forsteri κ.ά. Οι λοφώδεις ημιορεινές και ορεινές περιοχές που καλύπτονται με μακκία βλάστηση εντάσσονται στην ευμεσογειακή ζώνη βλάστησης (τάξη Quercetalia ilicis), στην υποζώνη (συνένωση) Quercion ilicis που με τη σειρά της διακρίνεται σε δύο αυξητικούς χώρους ή φυτοκοινωνίες: α. Andrachno-Quercetum ilicis και β. Orno-Quercetum ilicis, σύμφωνα με τους Horvat, Glavac & Ellenberg 1974, ΝΤΑΦΗΣ 1976. Στην περιοχή μελέτης οι εξεταζόμενοι 29

θαμνώνες, ως επί το πλείστον εντάσσονται τόσο στη φυτοκοινωνία Orno Quercetum ilicis, αλλά και στη φυτοκοινωνία Andrachno Quercetum ilicis. Η βασική χλωριδική σύνθεση είναι αρκετά ομοιογενής, όμως ανάλογα με το πέτρωμα, το ανάγλυφο, το υψόμετρο και την απόσταση από τη θάλασσα, τα κυρίαρχα φυτικά είδη είναι διαφορετικά και ορίζουν τις διάφορες όψεις της μακκίας. Οι πιο συνηθισμένες όψεις στην περιοχή μελέτης είναι εκείνες με πουρνάρι (Quercus coccifera) σχίνο (Pistacia lentiscus) και φιλλύκι (Phillyrea latifolia) ή με αριά (Quercus ilex), σε συνδυασμό με το πουρνάρι (Quercus cocifera), και το (Phillyrea latifolia). Σύμφωνα με τον ΜΑΥΡΟΜΑΤΗ (1980), στη μεσογειακή διάπλαση της αριάς (Quercion ilicis), που συγκριτικά με τη διάπλαση Oleo-Ceratonion είναι υγροβιότερη, η Quercus ilex αποτελεί ένα στοιχείο μικρότερης σημασίας από την άποψη της επιφάνειας που καλύπτει, τουλάχιστον στους λοφώδεις και ημιορεινούς σχηματισμούς που δέχονται έντονες ανθρωπογενείς επεμβάσεις καθώς υποκαθίσταται συνήθως από το πουρνάρι (Quercus coccifera). Το είδος Quercus coccifera συμμετέχει ακόμη με τη μορφή χαμηλών θάμνων ή ημίθαμνων (σε μορφή πρεμνοφυή αναγεννόμενη) στη σύνθεση των φρυγανικών σχηματισμών με Phlomis fruticosa. Τα πιο συχνά απαντούμενα είδη τα οποία συμμετέχουν στη σύνθεση των υποβαθμισμένων πρινώνων είναι τα: Quercus coccifera, Osyris alba, Ruscus aculeatus, Phlomis fruticosa, Phillyrea latifolia, Pistacia terebinthus, Smilax aspera, Cercis siliquastrum, Asparagus acutifolius και ποώδη είδη με ιδιαίτερα μεγάλη ποικιλότητα (Teucrium divaricatum, Psorallea bituminosa, Urginea maritime, Brachypodium ramosum, Galium muricatum, Bupleuvum glumaceum κ.ά.). 4.1.3 Εδαφικά εξαρτώμενα οικοσυστήματα 1) Χασμοφυτική βλάστηση απόκρημνων ασβεστολιθικών βράχων Τύποι οικοτόπων Natura 2000: Ευμεσογειακά ασβεστολιθικά απόκρημνα βράχια της Ελλάδας και Νοτιο-Ελληνικά ορεινά απόκρημνα βράχια: Κάτω από τα 1500 m. υψόμετρο (από τα 600 m κατά κανόνα μέχρι τα 1200 - (1300m), στα βράχια των μεσαίων τμημάτων στο φαράγγι του Βουραϊκού απαντά μια ενδημική φυτοκοινωνία, η οποία από φυτοκοινωνιολογική άποψη εντάσσεται στη συνένωση Campanulion versicoloris, την τάξη Onosmetalia frutescentis και την κλάση Asplenietea trichomanis. Η χασμοφυτική αυτή φυτοκοινωνία είναι συγγενική με την Hyperico vesiculosi-asperuletum arcadiesnis QUEZEL & 30