ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ. Της ειρήνης ο θείος Αρχάγγελος 1

Σχετικά έγγραφα
ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

ΔΕΝ ΜιΛΗΣΑ ΠΟΤΕ, ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ, ΓιΑ ΕΚΕιΝΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑιΡι ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΣΟΥ. ΗΜΑΣΤΑΝ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΟι ΚΟΝΤΑ 16 ΧΡΟΝιΑ.

Πώς γράφεις αυτές τις φράσεις;

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

ΑΠΟΔΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

Ο Φώτης και η Φωτεινή

Σαμποτάζ στα. Χριστούγεννα

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

Τριγωνοψαρούλη, μην εμπιστεύεσαι ΠΟΤΕ... αχινό! Εκπαιδευτικός σχεδιασμός παιχνιδιού: Βαγγέλης Ηλιόπουλος, Βασιλική Νίκα.

A READER LIVES A THOUSAND LIVES BEFORE HE DIES.

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά

Ο νονός μου είναι ο καλύτερος συγγραφέας τρελών ιστοριών του κόσμου.

ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ. ΑΡΗΣ (Συναντώνται μπροστά στη σκηνή ο Άρης με τον Χρηστάκη.) Γεια σου Χρηστάκη, τι κάνεις;

ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους

ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Τίτλος Πρωτοτύπου: Son smeshnovo cheloveka by Fyodor Dostoyevsky. Russia, ISBN:

Κάτι μου λέει πως αυτή η ιστορία δε θα έχει καλό

ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

Μανώλης Ισχάκης - Πνευματικά δικαιώματα - για περισσότερη εκπαίδευση

Το παραμύθι της αγάπης

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

Μαρία Κωνσταντινοπούλου Ψυχολόγος - ειδική παιδαγωγός

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ. Εργασία για το σπίτι. Απαντούν μαθητές του Α1 Γυμνασίου Προσοτσάνης

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 4 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ

Συνήγορος: Μπορείτε να δηλώσετε την σχέση σας με το θύμα; Paul: Είμαι ο αδελφός της ο μεγαλύτερος. Πέντε χρόνια διαφορά.

το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Μαριέττα Κόντου ΦΤΟΥ ΞΕΛΥΠΗ. Εικόνες: Στάθης Πετρόπουλος

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #20. «Δεκαοχτώ ψωμιά» Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

Έτσι, αν το αγόρι σου κάνει τα παρακάτω, αυτό σημαίνει ότι είναι αρκετά ανασφαλής. #1 Αμφιβάλλει για τα κίνητρα σου

«Γκρρρ,» αναφωνεί η Ζέτα «δεν το πιστεύω ότι οι άνθρωποι μπορούν να συμπεριφέρονται έτσι μεταξύ τους!»

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν.

Θέμα έρευνας: Διερεύνηση αντιλήψεων των

The best of A2 A3 A4. ΟΜΗΡΟΥ ΟΔΥΣΣΕΙΑ, α Από το Α συμβούλιο των θεών με την Αθηνά στην Ιθάκη. ως τη μεταστροφή του Τηλέμαχου.

Εντυπώσεις μαθητών σεμιναρίου Σώμα - Συναίσθημα - Νούς

Εισαγγελέας: Δευτέρα 03/10/2011, η ημέρα της δολοφονίας της Souzan Anders. Παρατηρήσατε κάτι περίεργο στην συμπεριφορά του κατηγορούμενου;

Χάνς Κρίστιαν Άντερσεν

ΓΙΑΤΙ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ

Αυτήν εκεί την κοπελιά την ξέρεις; Πού είναι τα παιδιά; Γιατί δεν είναι μέσα στις τάξεις τους;

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

Λήστευαν το δημόσιο χρήμα - Το Α' Μέρος με τους αποκαλυπτικούς διαλόγους Άκη Σμπώκου

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

Προσπάθησα να τον τραβήξω, να παίξουμε στην άμμο με τα κουβαδάκια μου αλλά αρνήθηκε. Πιθανόν και να μην κατάλαβε τι του ζητούσα.

2 ο ΒΡΑΒΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΛΕΝΗ ΚΟΤΣΙΡΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΖΑΝΝΕΙΟΥ ΣΧΟΛΗΣ ΠΕΙΡΑΙΑ Β ΤΑΞΗ ΤΙΤΛΟΣ: «ΕΠΙΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ-ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΕΙΣ ΜΑΙΡΗ»

Modern Greek Beginners

Όροι και συντελεστές της παράστασης Ι: Αυτοσχεδιασμός και επινόηση κειμένου.

Naoki HigasHida. Γιατί χοροπηδώ. Ένα αγόρι σπάει τη σιωπή του αυτισμού. david MiTCHELL. Εισαγωγή:

Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

Σαράντα από τις φράσεις που αποθησαυρίστηκαν μέσα από το έργο του Καζαντζάκη επίκαιρες κάθε φορά που τις διαβάζουμε:

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΜΕΤΑΞΑ. Μαύρα, σαν τον έβενο, μαλλιά

Την επομένη ήρθε προς το μέρος μου και μου είπε καλημέρα.

ΤΟ ΓΙΟΡΝΑΝΙ ΜΕ ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΓΑΡΟΥΦΑΛΛΑ

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

Α. Κείμενο: Μαρούλα Κλιάφα, Ο δρόμος για τον Παράδεισο είναι μακρύς. 1 Δεκεμβρίου. Αγαπημένη μου φίλη Ελένη,

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΠΡΩΤΟΓΗΡΟΥ Πρωτοδίκου Διοικητικών Δικαστηρίων ΟΜΙΛΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΧΟΡΩΔΙΑΣ ΟΡΧΗΣΤΡΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΧΑΛΚΙΔΟΣ

Μια φορά και ένα καιρό, σε μια μουντή και άχρωμη πόλη κάπου στο μέλλον, ζούσαν τρία γουρουνάκια με τον παππού τους. Ο Ανδρόγεως, το Θρασάκι και ο

Άξαφνα κατάλαβα τι συνέβαινε. Ήμουν καταμεσής ενός τεράστιου κάμπου Στον κάμπο υπήρχε πλήθος μεγάλο Οι πίσω σειρές του χάνονταν και δεν φαίνονταν.

Οι αριθμοί σελίδων με έντονη γραφή δείχνουν τα κύρια κεφάλαια που σχετίζονται με το θέμα. ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΜΑΘΗΜΑ

Μαρία Παντελή, Β1 Γυμνάσιο Αρχαγγέλου, Διδάσκουσα: Γεωργία Τσιάρτα

Γλωσσικές πράξεις στη διαγλώσσα των μαθητών της Ελληνικής ως Γ2

Λήστευαν το δημόσιο χρήμα - Το B' Μέρος με τους αποκαλυπτικούς διαλόγους Άκη - Σμπώκου

6. '' Καταλαβαίνεις οτι κάτι έχει αξία, όταν το έχεις στερηθεί και το αναζητάς. ''

ΑΓΓΛΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Χρόνος: 1 ώρα. Οδηγίες

Μανώλης Ισχάκης - Πνευματικά δικαιώματα - για περισσότερη εκπαίδευση

Ανδρέας Αρματάς Φραντσέσκα Ασσιρέλλι

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε.

Βρισκόμαστε σε ένα μικρό νησί, που βρίσκεται εκεί που ο κόσμος, όχι όλος, πίστευε και θα πιστεύει ότι παλιά υπήρχε η Ατλαντίδα, δηλαδή για να σας

Το φυλλάδιο αναφέρεται σε προβλήματα που μπορεί να αντιμετωπίζεις στο χώρο του σχολείου και προτείνει λύσεις που μπορούν να σε βοηθήσουν...

ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΗΝΥΧΤΕΣ. Η Τρίτη μάγισσα. Τα δύο αδέρφια και το φεγγάρι

ΝΗΦΟΣ: Ένα λεπτό µόνο, να ξεµουδιάσω. Χαίροµαι που σε βλέπω. Μέρες τώρα θέλω κάτι να σου πω.

Λένα Μαντά: «Δεν επιτρέπω στον εαυτό μου να νιώσει τίποτα αρνητικό»

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών

«Το δαμαλάκι με τα χρυσά πόδια»

Αποστολή. Κρυμμένος Θησαυρός. Λίνα Σωτηροπούλου. Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη

Τζιορντάνο Μπρούνο

γραπτα, έγιναν μια ύπαρξη ζωντανή γεμάτη κίνηση και αρμονία.

Δεν είναι λοιπόν μόνο οι γυναίκες που έχουν αυτήν την ανάγκη, αλλά κι οι άντρες επίσης, όσο σκληροί κι αν το παίζουν.

Είναι το Life Coaching για εσένα;

KEΦΑΛΑΙΟ 1 AN HMΟΥΝ ΜΕΓΑΛΟΣ. Όταν είσαι μικρός ένα πράγμα είναι σίγουρο. Ότι θέλεις να μεγαλώσεις όσο πιο γρήγορα γίνεται.

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών

Χάρτινη Αγκαλιά Συγγραφέας: Ιφιγένεια Μαστρογιάννη

Η τέχνη της συνέντευξης Martes, 26 de Noviembre de :56 - Actualizado Lunes, 17 de Agosto de :06

21 ΜΑΡΤΙΟΥ 2016 ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΚΑΤΆ ΤΟΥ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΦΥΛΕΤΙΚΩΝ ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΝ

Ο Γέροντας Αιμιλιανός ένιωσε μέσα του αγάπη για τον Θεό

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

Όλοι καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε διάφορα συναισθήματα και διαθέσεις. Ορισμένες φορές νιώθουμε ευτυχισμένοι και ενθουσιασμένοι.

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

Transcript:

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Της ειρήνης ο θείος Αρχάγγελος 1 1 Σ.τ.Μ.: Το βιβλίο αποτελείται από τέσσερις ενότητες, των οποίων οι τίτλοι είναι φράσεις από τον εθνικό ύμνο του Μεξικού. Τους στίχους έγραψε ο Francisco González Bocanegra το και τη μουσική ο Jaime Nunó. Καθιερώθηκε ως εθνικός ύμνος το.

1 Φρειδερίκος 1 Τον γνώρισα τυχαία. Ήταν μια νύχτα κάτι περισσότερο από ζεστή, ήταν μια νύχτα βασανιστική, που κολλούσε πάνω σου, μια νύχτα δίχως στιγμή ανάπαυσης. Απ αυτές τις νύχτες που δεν απαλύνουν τη ζέστη της ημέρας αλλά αντίθετα την αυξάνουν. Λες και η μέρα συσσώρευε τη θερμότητά της, ώρα με την ώρα, για να την εξαπολύσει όλη μαζεμένη στο σβήσιμο του δειλινού και να την παραδώσει, σαν μια νύφη μελανή και κηλιδωμένη, στην ατέρμονη νύχτα. Βγήκα από το δωμάτιό μου, που δεν είχε κλιματισμό, ελπίζοντας ότι στο μπαλκόνι θα με ανακούφιζε μια μικρή δόση δροσιάς. Τίποτα. Η εξωτερική νύχτα ήταν πιο σκοτεινή από την εσωτερική. Παρ όλα αυτά, σκέφτηκα, αν βγω έξω μετά τα μεσάνυχτα, είναι ίσως πιο ευχάριστο ψυχολογικά από το να είμαι εγκλωβισμένος πάνω σ ένα υγρό κρεβάτι μαζί με το φάντασμα του ίδιου μου του ιδρώτα. Ένα μαξιλάρι πεταμένο στο πάτωμα. Χειμωνιάτικα έπιπλα. Φθαρμένα χαλιά. Τοίχοι καλυμμένοι με γελοία ταπετσαρία, που είχε χριστουγεννιάτικες εικόνες και έναν Αγιοβασίλη σκασμένο στα γέλια. Δεν υπήρχε μπάνιο. Ένα χαμογελαστό ουροδοχείο, ένα λαβομάνο μ ένα κανάτι για νερό άδειο. Πετσέτες παλιές. Ένα σαπούνι ραγισμένο και ζαρωμένο από τα χρόνια. Και το μπαλκόνι.

1 Βγήκα έξω αποφασισμένος να πάρω λίγο αέρα, αν όχι δροσερό, τουλάχιστον διαφορετικό από της κάμαρας, εκείνου του εντοιχισμένου φούρνου. Βγήκα και αφαιρέθηκα. Γιατί στο διπλανό μπαλκόνι ένας άντρας ακουμπούσε στην κουπαστή και κοιτούσε επίμονα τη μεγάλη λεωφόρο, έ- ρημη ετούτη την ώρα. Τον κοίταξα, με λιγότερη ένταση απ όση διέθετε η δική του νυχτερινή όραση. Δεν μου ανταπέδωσε το βλέμμα. Ποιος ξέρει, δεν ήμουν σίγουρος. Πυκνά φρύδια έπεφταν πάνω στα βλέφαρά του. Τι έλεγε; Μεγάλα και πυκνά μουστάκια έκρυβαν το στόμα του. Αλλά ανάμεσα στα δύο τα φρύδια και το μουστάκι έβλεπες μια γύμνια που στην αρχή τη θεώρησα αναίσχυντη, λες και, απλώς και μόνο επειδή ήταν καθαρές, οι περιοχές αυτές έμεναν γυμνές σαν δυο γλουτοί στον αέρα. Το καθαρό πρόσωπο κάτω από τα φρύδια και τα μουστάκια οδηγούσε σε μια διεστραμμένη ιδέα για το άτριχο ως ακάθαρτο, μόνο και μόνο επειδή ήταν διαφορετικό, αφού η αφθονία στα φρύδια και τα μουστάκια έμοιαζε να είναι ο κανόνας στον άνθρωπο εκείνο. Ωστόσο, όταν τον είδα εκεί, στο γειτονικό μπαλκόνι, να κοιτάζει τη νύχτα μ ένα βαθύ αίσθημα απουσίας, ένιωσα ότι η πρώτη μου εντύπωση όπως κάθε πρώτη εντύπωση ήταν ψευδής. Και κάτι ακόμα: εγώ δυσφημούσα τον άνθρωπο εκείνο τον δυσφημούσα επειδή τολμούσα να τον χαρακτηρίζω χωρίς να τον έχω γνωρίσει. Έβγαζα συμπέρασμα για το εσωτερικό του ανθρώπου από δύο εξωτερικά σημάδια. Ο γείτονάς μου. Πώς λεγόταν; Με τι ασχολούνταν; Οικογενειακή κατάσταση; Παντρεμένος, άγαμος, χήρος; Είχε παιδιά; Είχε έρωτες; Τι γλώσσα μιλούσε; Τι είχε κάνει για να μείνει αξιομνημόνευτος; Ή μήπως είχε παραδοθεί όπως η πλειονότητα στη λήθη; Αφηνόταν μέσα σε μια βολική ανωνυμία να κινηθεί από το λίκνο προς τον τάφο, δίχως καμία πρόθεση να παραμείνει ή να τον θυμούνται; Ή μήπως αυτό το ανθρώπινο ον, ο γείτονάς

1 μου, ζούσε μια μυστική ζωή, αξιόλογη επειδή ήταν μυστική, ε- πειδή δεν μπορούσε ο κόσμος να την ψηλαφίσει; Μήπως ήταν μια ιδιωτική ζωή επενδεδυμένη με ανωνυμία, κουβαλούσε ό- μως στην αγκάλη της κάτι τόσο πολύτιμο, που αν το έδειχνε θα διαλυόταν; Σκεφτόμουν τον γείτονά μου. Στην πραγματικότητα, σκεφτόμουν τον εαυτό μου. Άραγε ετούτες οι ερωτήσεις που έρχονταν στον νου μου αναφέρονταν στον σκεφτικό και απόντα γείτονά μου; Ή μήπως ήταν ερωτήσεις για εμένα τον ίδιο, που τις έκανα μόνος μου στον εαυτό μου; Κι αν ήταν έτσι, τότε γιατί τώρα, και μόνο τώρα, με την απόμακρη συντροφιά του διπλανού μου ανθρώπου, οι ερωτήσεις που αφορούσαν εκείνον ήταν, στην πραγματικότητα, ένας τρόπος να αναρωτιέμαι για τον εαυτό μου; Το ξημέρωμα αιφνιδίασε τις ερωτήσεις μου. Από τη νύχτα που απέφυγα στην κάμαρα, βγήκα σε μιαν αυγή η οποία διαρκούσε περισσότερο στη μνήμη μου παρά στη φαντασία μου. Μήπως ήταν συντομότερη από την ανάμνησή μου; Μήπως διαρκούσε περισσότερο από τη φαντασία μου; Θα ήθελα να διατυπώσω τις ερωτήσεις αυτές στον γείτονά μου, αφού δεν είχαν μοναδική απάντηση. Ζύγωνε το φως. Προηγούνταν της ημέρας. Δεν μπορούσα να είμαι βέβαιος. Προς στιγμή, είχα την αίσθηση ότι ζούσα μια ατέρμονη χαραυγή, λες και δεν θα εμφανίζονταν ξανά ούτε η μέρα ούτε η νύχτα. Συνέβαινε μονάχα ετούτη η αβέβαιη ώρα που, ενώ ήξερα πως ήταν παροδική, ή- ταν μια ώρα μεταλλαγμένη σε αιωνιότητα. Η ημέρα πλησίαζε, ανανεωμένη και ξένη μ εμάς. Είτε ήμασταν ζωντανοί είτε νεκροί, είτε ήμασταν εδώ είτε όχι, ακόμα και μια έρημη Γη επαρκούσε για την αιώνια επιστροφή της. Τίποτα άλλο στον κόσμο εκτός από τον ίδιο τον κόσμο. Αγνοώ εάν η Γη, αφημένη στην ίδια την κυκλική περιστροφή της, σκεφτόταν τον εαυτό της, αγνοώ αν ήξερε ότι ήταν «Γη», εάν καταλάβαινε ότι αποτελούσε μέρος ενός πλανητικού συστή-

1 ματος και εάν το ίδιο το σύμπαν αμφέβαλλε για την απεραντοσύνη του, μια ασύλληπτη ιδέα, αν ήταν χωρίς αρχή και χωρίς τέλος. Άλλη πραγματικότητα. Η πραγματικότητα. Όπου ετούτη τη στιγμή υπήρχα εγώ με τον γείτονά μου, τον μουστακαλή, παρακολουθώντας το ξημέρωμα. Το αιώνιο ξημέρωμα. Η ιδέα μού προξένησε τρόμο. Εάν η η- μέρα δεν ερχόταν παρότι η νύχτα είχε τελειώσει, σε τι λογής «καθαρτήριο» των ωρών θα μέναμε μετέωροι για πάντα; Θα μέναμε. Ο γείτονάς μου κι εγώ. Προσπάθησα να μαντέψω το βλέμμα του, απρόβλεπτο κάτω από τα πυκνά φρύδια. Μήπως έκλεινε τα μάτια, μήπως λαγοκοιμόταν, αδιάφορος για την έξυπνη, παρότι ανακριτική, παρουσία μου; Ή μήπως κοιτούσε, όπως εγώ, ετούτο το αργόσυρτο και ανελέητο χάραμα; Ήταν ανελέητο, α- διάφορο για τις ζωές μας. Δεν νοιαζόταν για τη δική μας ανάγκη να έχουμε μέρα και νύχτα για να τακτοποιούμε Για να τακτοποιούμε τι πράγμα; Άραγε χρειαζόμασταν στ αλήθεια τη μέρα και τη νύχτα για να ξυπνάμε ή να πλενόμαστε, να τρώμε πρόγευμα, να πηγαίνουμε στη δουλειά, να συναντάμε συναδέλφους και φίλους, να τρώμε για δεύτερη φορά, να διαβάζουμε, να κοιτάμε τον κόσμο, να έχουμε σωματικούς έρωτες, να δειπνούμε και να κοιμόμαστε; Η ακλόνητη αδιατάρακτη επιστροφή της ζωής μας, υπαγορευμένη από έναν κύκλο εντελώς ξένο με τους σκοπούς μας, εντελώς αδιάφορο για τις δικές μας δραστηριότητες (ή την έλλειψή τους). Να είχα, άραγε, εγώ το κουράγιο να απαλλαγώ από ωράρια, ρουτίνες, επιθυμίες, και να παραδοθώ σ ένα ατέρμονο ξημέρωμα που θα με απελευθέρωνε από κάθε ασχολία; Ίσως έτσι να ήταν ο παράδεισος, μια ατέρμονη χαραυγή που θα μας απάλλασσε από κάθε υποχρέωση. Μολονότι, κοιτάζοντας τον σιωπηλό άντρα στο διπλανό μπαλκόνι, φαντάστηκα ότι έτσι, επίσης, θα ήταν η κόλαση, ένα ξημέρωμα που δεν ολοκληρώνεται ποτέ. Απελευθέρωση. Ή σκλαβιά. Να ζεις για

1 πάντα στη χαραυγή του κόσμου. Αιχμαλωσία. Ή απελευθέρωση. Να είσαι ένα πουλί που ζει μόνο μία μέρα. Ή ένας αιώνιος αϊτός, που πετάει χωρίς προορισμό, αναζητώντας αυτό που δεν υπάρχει πια: την ημέρα για να πετάει, τη νύχτα για να εξαφανίζεται. Ούτε καν ένας μετεωρίτης, τούτη την πρωινή ώρα, για να μας κάνει να πιστέψουμε ότι όλα, πολύ σύντομα, θα κινηθούν Με κοίταξε από το μπαλκόνι του. Μισό μέτρο απείχε το δικό του από το δικό μου. Με κοίταξε όπως μπορείς να κοιτάξεις έναν ξένο. Ανακαλύπτοντας, ξαφνικά, κάποιον γνώριμο. Εννοώ ότι ο γείτονάς μου με κοίταξε στην αρχή σαν κάποιον άγνωστο. Αμέσως, ανακάλυψε μια ομοιότητα. Τα μάτια του μου είπαν ότι, αν δεν με γνώριζε, τουλάχιστον αναγνώριζε σ εμένα μια ξεχασμένη ταυτότητα. Έκανα μια προσπάθεια, όχι πολύ κοπιώδη. Πού τον είχα ξαναδεί αυτόν τον άνθρωπο; Γιατί μου φαινόταν τόσο οικείος ο άγνωστος; Τόσο αναγνωρίσιμος κατά τα φαινόμενα όσο εγώ για κείνον; Διάβασες εφημερίδες; με ρώτησε άξαφνα. Όχι του απάντησα λίγο αιφνιδιασμένος, περισσότερο από τον ενικό παρά από την ίδια την ερώτηση. Ο Ααρών Ασάρ είπε τότε, σαν να θυμήθηκε το προβλεπόμενο. Τι; αναφώνησα ή ρώτησα, δεν ξέρω Τον σκότωσαν; Κατάφερε να το σκάσει; Κρύβεται; Τον έ- κρυψαν; οι ερωτήσεις του γείτονά μου εκτοξεύονταν σαν σφαίρες. Δεν ξέρω ήταν η αδύναμη δικαιολογία μου. Μήπως ξέρεις, τουλάχιστον, αν πέθανε ο Θεός; κατέληξε προτού φύγει από το μπαλκόνι του. Τι ξέρεις; Τίποτα. Πώς σε λένε; Φρειδερίκο. Φρειδερίκο Νίτσε.

1 Ααρών 1 Ο Ααρών Ασάρ ζει στο διαμέρισμα που του παραχωρεί, ευχαρίστως, μια οικογένεια γνωστή με τη δική του. Δεν είναι σπίτι πολυτελείας, αλλά είναι άνετο. Βρίσκεται σε μια συνοικία στα περίχωρα της πόλης, οπότε ο Ααρών πρέπει να κάνει μία ώρα διαδρομή περίπου ως τα δικαστήρια (και άλλη τόση στην επιστροφή). Πηγαίνει περπατώντας στη δουλειά. Έχει επιβάλει στον εαυτό του τον κανόνα να μη χρησιμοποιεί τις δημόσιες συγκοινωνίες. Δεν θα μπορούσε να πληρώνει ταξί. Και δεν θα άντεχε να κάνει τη διαδρομή μέσα σε ιδρώτες και στριμωξίδι. Προτιμάει να περπατά, έχει χρόνο για να σκέφτεται. Σκέφτεται διαρκώς. Στην κάμαρα που του παραχώρησαν οι φίλοι του, η οικογένεια Μιραμπάλ, κάθεται ώρες ολόκληρες. Πλέκει. Έχει τα χέρια του απασχολημένα και τη σκέψη του ελεύθερη. Πλέκει κάλτσες και πουλόβερ, αλλά δεν τα καταφέρνει με τις μάλλινες γραβάτες. Έχει μόνο ένα καλό κουστούμι, βαθύ μαύρο, σταυρωτό. Όταν δουλεύει, δεν το βλέπει κανένας. Επειδή πρέπει να φοράει μια μαύρη τήβεννο. Φέρει το ένδυμα της δικαιοσύνης. Δεν απαρνιέται το μαύρο κουστούμι του. Τον βλέπουν να έρχεται και να φεύγει καλοντυμένος. Ποιος ξέρει, ίσως κάποιος μπορεί να σχολιάζει: «Μα δεν έχει άλλο κουστούμι;» Ή: «Θα έχει πολλά ίδια κουστούμια.» «Πάντως είναι άνθρωπος μουντός.»

1 Άραγε τι να αναρωτιέται στις ατέλειωτες και μοναχικές ώρες που κάθεται και πλέκει; Σκέφτεται, με εμμονή, την τιμωρία. Ξέρει ότι από τις ενέργειές του στο δικαστήριο αύριο κιόλας εξαρτάται αν ένας άνθρωπος θα ελευθερωθεί ή θα τιμωρηθεί. Και, αν τιμωρηθεί, πολλά ερωτήματα πολιορκούν τον νου του Ααρών, ενώ πλέκει: Γιατί τιμωρούμε; Για την υπεράσπιση της κοινωνίας. Αρκεί; Όχι, γιατί η δίκη δεν είναι μόνο νομική. Είναι επίσης συναισθηματική Τι εννοείς; Ότι κάθε δίκη επηρεάζει την ηθική τάξη. Τα καθήκοντα κάθε ατόμου προς τον ίδιο του τον εαυτό; Αυτό ακριβώς δεν μπορεί να κριθεί σε μια δίκη. Τα καθήκοντα προς τον ίδιο σου τον εαυτό. Η αυτοχειρία, λόγου χάρη, δεν τιμωρείται, για προφανείς λόγους. Όμως μπορεί να τιμωρηθεί κάποιος που βοηθάει έναν αυτόχειρα; Ο νόμος λέει όχι. Ποιος είναι ένοχος τότε, γι αυτόν τον θάνατο, για την αυτοκτονία; Κανένας; Γιατί τιμωρούμε όποιον σκοτώνει άλλο άτομο και όχι όποιον σκοτώνει τον εαυτό του; Ποιο είναι το ηθικό όριο ενός εγκλήματος; Ο δικηγόρος Ασάρ είχε δύο υποθέσεις στο δικαστήριο για τις επόμενες μέρες. Η πρώτη είναι μια δίκη εναντίον κάποιου Ραγιόν Μερσί, ο οποίος κατηγορείται για σεξουαλική κακοποίηση κοριτσιών. «Κύριοι ένορκοι. Ο πελάτης μου κατηγορείται για σεξουαλική κακοποίηση ανήλικων γυναικών. Είναι μια βαριά κατηγορία. Τι έχει να μας πει ο ίδιος ο κατηγορούμενος, ο Ραγιόν Μερσί;» «Εγώ δεν ήθελα. Εγώ ήθελα μονάχα ν αγγίξω τα εσώρουχα. Δεν έκανα κακό σε κανέναν. Δεν είναι δικό μου το φταίξιμο

1 που οι μικρές γύρισαν πριν την ώρα τους. Αν δεν είχαν γυρίσει, δεν θα τις έβλεπα. Εγώ δεν ήθελα να τις σκοτώσω. Ήθελα μονάχα να πιάσω τα εσώρουχα, να τα χαϊδέψω, να τα φιλήσω. Να φανταστώ.» «Είναι γεγονός ότι ο Ραγιόν Μερσί σκότωσε κτηνωδώς τα κορίτσια που τον ανακάλυψαν γυμνό, φορώντας τα κοριτσίστικα εσώρουχα, πλαγιασμένο σ ένα από τα κρεβάτια τους.» «Εγώ δεν τους ζήτησα να έρθουν να με δουν. Ήταν η ηδονή μου, μονάχα η δική μου ηδονή. Έχωσαν τη μύτη τους εκεί που δεν έπρεπε Τι δουλειά είχαν να;» «Τις ανάγκασες να γδυθούν. Τις έβγαλες φωτογραφίες.» «Εγώ δεν ήθελα, δεν ήθελα» «Τους βούλωσες το στόμα και τη μύτη με κολλητική ταινία.» «Εγώ δεν ήθελα» «Μετά τις σκότωσες με χτυπήματα» «Γιατί θα με πρόδιδαν» «Σιωπή, Ραγιόν.» Ο Ααρών Ασάρ άρχισε την υπεράσπιση του Ραγιόν Μερσί. Ο Ραγιόν δεν είναι ένας συνήθης εγκληματίας. Είναι το πρώτο του αδίκημα, λάβετέ το υπόψη. Είχε μια εμμονή με τα εσώρουχα έφηβων κοριτσιών; Αυτό δεν είναι έγκλημα. Να μπεις σε μια ξένη κρεβατοκάμαρα και να δοκιμάσεις εσώρουχα είναι αδίκημα. Αδίκημα είναι να ιδιοποιείσαι κάτι ξένο. Μεγαλύτερο είναι, στην προκειμένη περίπτωση, το αδίκημα κατά της αξιοπρέπειας των ατόμων, κατά της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας, η ανθρωποκτονία και η στέρηση της ελευθερίας για σεξουαλικούς σκοπούς, η κράτηση ανηλίκων, ο βιασμός και η σωματική κακοποίηση.» Ο Ραγιόν Μερσί κοιτούσε τους ενόρκους μ ένα είδος ηλίθιας περηφάνιας. Και το ακροατήριο με μια ξιπασιά σαν να λέει: «κανένας απ όλους εσάς δεν τολμάει να το κάνει.» Κοιτούσε τον Ααρών Ασάρ με απόλυτη αμηχανία. Άραγε τον υπεράσπιζε ή τον

1 κατηγορούσε; Έδινε δίκιο στους κατηγόρους του; Τον πρόδωσε; Το πρόσωπό του αποκάλυπτε έναν ολοένα αυξανόμενο φόβο για τον άνθρωπο που έλεγε ότι ήταν συνήγορός του. «Όλα αυτά είναι σωστά» συνέχισε ο Ασάρ. «Αλλά δεν είναι κάτι φυσιολογικό. Και δεν εννοώ τη σοβαρότητα των γεγονότων, αναφέρομαι στην προσωπικότητα του κατηγορουμένου. Ο Ραγιόν Μερσί είναι άτομο υγιές, εργατικό και λογικό. Εκτός από το σημείο αυτό. Έχει μια εμμονή με τα γυναικεία εσώρουχα. Αν ήταν μόνο αυτό, δεν θα ήταν καταδικαστέος.» Κοίταξε τον Ραγιόν. Ο Ραγιόν δεν ήξερε προς τα πού να κοιτάξει. «Δεν θα ήταν καταδικαστέος γι αυτό είναι όμως, επειδή σκότωσε.» Ο Ασάρ έσκυψε το κεφάλι, με στενοχώρια. «Είναι η πρώτη φορά που σκοτώνεις, έτσι δεν είναι Ραγιόν;» «Ναι, η πρώτη, εγώ ποτέ αν αυτές δεν» «Δεν το επιθυμούσες, σωστά;» «Όχι, όχι, μόνο να» «Δηλαδή, δεν υπήρχε πρόθεση του κατηγορουμένου να σκοτώσει. Δεν ήταν αυτός ο σκοπός του. Δεν αποτελεί συνήθειά του» Ο Ραγιόν κοίταξε με όψη ντροπιασμένη και δεν τόλμησε να κουνήσει το κεφάλι με τα κοντά, κοκκινωπά και σγουρά μαλλιά του, που έδιναν μια γοητεία στο σκυθρωπό πρόσωπο, λες και τα εκ γενετής χαρακτηριστικά του κατηγορούμενου φοβούνταν να εκδηλωθούν μόνο και μόνο για να τον προδώσουν. Παρότι ψεύτης, έλεγε την αλήθεια. Παρότι ειλικρινής, έλεγε ψέματα. Του έμενε μόνο να σφίξει τη μια γροθιά πάνω στην άλλη και να τις απομακρύνει αμέσως, σαν να αντιλαμβανόταν ξαφνικά ότι ένοχα ήταν τα χέρια του, όχι αυτός, όχι αυτός

1 «Δεν ήθελε να κάνει αυτό που έκανε. Δεν τον ώθησαν ούτε η νόηση ούτε η βούλησή του. Συνήθως, είναι άνθρωπος λογικός, ήρεμος. Γιατί θα καταδικαστεί; Γι αυτό που πάντοτε είναι; Ή για το ατύχημα που του συνέβη;» Ο Ααρών Ασάρ ήξερε να αναπνέει αργά. Ούτε ίχνος θορύβου. «Δεν θα γίνω τόσο κοινότοπος για να σας πείσω ότι ο κατηγορούμενος είναι τρελός. Όχι, δεν είναι, όχι με την έννοια που δίνει το λεξικό: στέρηση κρίσης. Ο κατηγορούμενος ήξερε τι έκανε. Όμως ο δολοφόνος επαναλαμβάνει το έγκλημά του ξανά και ξανά. Ο Ραγιόν δεν είναι ένας καθ έξιν δολοφόνος. Είναι σαφές. Ο Ραγιόν ενήργησε ωθούμενος από μια δύναμη την οποία δεν μπορούσε να αποφύγει. Δεν κινήθηκε από τη λογική του. Ούτε με τη βούλησή του. Η ενέργειά του ήταν μόνο η ανεπιθύμητη κατάληξη μιας διακεκομμένης εμμονής.» Όλοι κοίταξαν τον δικηγόρο. «Ο Ραγιόν Μερσί είναι ένας διαλείπων τρελός. Δεν του αξίζει η αμετάκλητη ποινή του θανάτου, του αξίζει μια δέσμευση ανάμεσα στον θάνατο που δεν του αξίζει και στην ελευθερία την οποία δεν μπορεί να αξιοποιήσει.» Μάτια που γυαλίζουν, στόμα δίχως χείλη, τρεμάμενη μύτη, αυτιά πεταχτά και τα μαλλιά ακίνητα σαν περούκα. «Ο Ραγιόν Μερσί αξίζει μια τιμωρία. Του αξίζει η προστασία ενός ασύλου. Προστατεύουμε τον άνθρωπο που σφάλλει. Και προστατεύουμε την κοινωνία.» Ο Ραγιόν Μερσί άκουσε σιωπηλός, με το κεφάλι σκυφτό, τα επιχειρήματα του δικηγόρου, που επικυρώθηκαν από το δικαστήριο. Ο Ραγιόν Μερσί θα κλεινόταν στο άσυλο του δόκτορα Λούδενς. Ο Ραγιόν Μερσί δεν θα κατέληγε στα μπουντρούμια της φυλακής. Δεν είμαι εγκληματίας, άρχισε να λέει για τον εαυτό του, όπως θα έκανε στο εξής, είμαι τρελός. Και αυτός ο άντρας με το μαύρο καπέλο και τη μαύρη τήβεννο φταίει. Αντί

1 να με στείλει στη φυλακή να εκτίσω μια ποινή, με στέλνει στο τρελοκομείο για πάντα. Σήκωσε τα μάτια του για να αποτυπώσει την εικόνα του δικηγόρου του, του Ααρών Ασάρ, διορισμένου συνηγόρου του. Δεν θα τον ξεχάσει ποτέ. Ποτέ δεν θα του συγχωρήσει την προσβολή, αυτό έμεινε βαθιά μέσα στον Ραγιόν Μερσί. «Ο άνθρωπος αυτός λέγεται Ααρών Ασάρ. Και με πρόσβαλε. Εγώ δεν είμαι τρελός! Εγώ ξέρω τι κάνω!» 1

1 Φρειδερίκος Ας κάνουμε μια συμφωνία. Εγώ θα μιλώ για τα δικά μου κι εσύ για τα δικά σου. Εναλλάξ. Όχι. Θα ήθελα να μάθω ποιος ήταν αυτός ο Ραγιόν Μερσί, που τον υπεράσπιζε ο Ασάρ. Αργότερα, μετά από σένα. Για ποιον θέλεις να μιλήσεις; Για μια κοπέλα. Α!

1 Ντόριαν 1 Ήταν μικροσκοπική, χαμηλού αναστήματος. Αλλά ήταν καλοσχηματισμένη, πολύ λυγερόκορμη. Δηλαδή, αδύνατη. Ωστόσο, το ανάστημά της έκρυβε το μικρό της σώμα και τα λεπτά της μπράτσα. Έκοβε τα μαλλιά της πολύ κοντά. Διέθετε ένα καλοσχηματισμένο κρανίο. Το χρώμα των μαλλιών της ήταν ξανθό σταχτί. Είχε προφίλ μεταβλητό. Δηλαδή αλλιώς ήταν από τη μια πλευρά κι αλλιώς από την άλλη. Αν την έβλεπες από κάτω προς τα πάνω έδειχνε παράξενη και όχι τόσο όμορφη. Ποτέ δεν έδειχνε τα πόδια της. Φορούσε μακρύ παντελόνι, που έκρυβε το μέγεθος των παπουτσιών της και το ύψος του τακουνιού. Ωστόσο, της άρεσε να βγάζει το ζακετάκι και να δείχνει τα άκρως λιγνά της μπράτσα. «Λιγνά» είναι ευφημισμός. Ή- ταν μπράτσα αδύνατα, ραχιτικά θα έλεγες, αν έλειπε η χρυσή λάμψη που τα κάλυπτε. Μπράτσα άρρωστης, αν δεν ήταν η παράξενη ενέργεια που εξέπεμπαν όπως έλαμπαν, νεκρά. Αν η Ντόριαν δεν είχε συνείδηση της ομορφιάς των χεριών της παρ όλη την καχεξία, χωρίς ασθένεια, πολύ λιγότερο συνειδητοποιούσε την πεδιάδα του στήθους της, όπου ήταν αδύνατο να μαντέψεις κάποιο ανάγλυφο. Επίπεδο στήθος, σκεπασμένο με ένα χρυσαφί αμάνικο μπλουζάκι, που σ άφηνε να παρατηρήσεις τις μασχάλες της Ντόριαν. Η μία, ξυρισμένη σαν να ανήκε σε φάντασμα, άσπρη και λεία. Η άλλη, τριχωτή, με μια καστανή σκιά, επιθετική και νυχτερινή.

1 Ποια είμαι; Ποια είμαι; Απαιτούσε να μάθει σύσσωμη η προσωπικότητα της Ντόριαν, καθισμένη σε μια γωνιά του μπαρ, υψώνοντας τα χέρια λες και ήθελε να τραβήξει την προσοχή του κόσμου, ενώ στην πραγματικότητα ρωτούσε τον κόσμο: Ποια είμαι; Ποια είμαι;

1 Φρειδερίκος Τι άλλο, Φρειδερίκο; Η Ντόριαν συλλογίζεται. Θα την αφήσουμε να σκεφτεί πολύ ποια είναι η προσωπικότητά της προτού προχωρήσουμε. Θα ήθελα να μάθω περισσότερα για αυτήν. Γιατί άρχισες από εκεί; Εσύ γιατί νομίζεις; Επειδή δεν μιλώ για την Ντόριαν. Μιλώ για την ομορφιά. Για ποια απ όλες; Για αυτήν που έχουμε συμφωνήσει να δίνουμε στα άτομα, τουλάχιστον από την Αφροδίτη της Μήλου και τον Απόλλωνα Και ο Σωκράτης; Δεν ήταν όμορφος ο Σωκράτης; Μα τι λες; Όλες οι μαρτυρίες λένε ότι ήταν πανάσχημος. Απ έξω; Ή από μέσα; Και τα δύο. Εγώ άρχισα τη ζωή μου ως φιλόσοφος καταγγέλλοντας τον Σωκράτη επειδή είπε ότι για να είσαι καλός πρέπει να είσαι συνειδητός. Έχει δίκιο. Τότε έχουν άδικο οι τραγωδοί, που δημιουργούν αρχίζοντας από το ότι δεν έχουν συνείδηση των πράξεών τους και των συνεπειών της άγνοιάς τους. Δεν είναι έτσι; Έτσι είναι και ο Σωκράτης το αρνείται. Αυτός θέλει να ε- κλογικεύσει τα πάντα και να αποβάλει από τη λογική την ίδια