Γιώργος Σεφέρης. Επιλεγμένα Ποιήματα ΕΡΩΤΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ Γ EPΩTIKOΣ ΛOΓOΣ (1932)



Σχετικά έγγραφα
ΝΑΖΙΜ ΧΙΚΜΕΤ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ Η ΠΙΟ ΟΜΟΡΦΗ ΘΑΛΑΣΣΑ

<< Επι-σκέψεις στο εργαστήριο ενός ποιητή>> ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΑΠΟ: ΕΛIΖΑ ΣΑΡΓΙΩΤAΚΗ, ΜΑΡIΑ ΤΖΑΒAΡΑ, ΒAΣΙΑ ΚΑΛΛIΤΣΗ Α ΤAΞΗ Β ΤΟΣΙΤΣΕΙΟ ΑΡΣΑΚΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟ ΕΚΑΛΗΣ

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους,

ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ 1 ΠΟΙΗΜΑ από κάθε συλλογή του Η ΛΗΣΜΟΝΗΜΕΝΗ (1945)

ΚΕΙΜΕΝΟ: Ο ΔΑΡΕΙΟΣ Κ. Π. ΚΑΒΑΦΗΣ

Αιγαίο πέλαγος. Και στην αρχή το απέραντο, το άπειρο που δεν το χωράει ο νους εγένετο αλήθεια όπως με ένα φως λευκό.

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

ΖΑΚ ΠΡΕΒΕΡ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν.

ΑΛΕΞΑΝΤΕΡ ΠΟΟΥΠ ΩΔΗ ΣΤΗΝ ΜΟΝΑΞΙΑ

Στη μέση μιας ημέρας μακρύ ταξίδι κάνω, σ ένα βαγόνι σκεπτικός ξαναγυρνώ στα ίδια. Μόνος σε δύο θέσεις βολεύω το κορμί μου, κοιτώ ξανά τριγύρω μου,

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη

Ένα βήμα μπροστά στίχοι: Νίκος Φάρφας μουσική: Κωνσταντίνος Πολυχρονίου

Κώστας Λεµονίδης - Κάπως Αµήχανα

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΓΚΟΥΝΤΙΝΑΚΗΣ. Ένατος ΚΕΔΡΟΣ

Ένα και δυο: τη μοίρα μας δεν θα την πει κανένας Ένα και δυο: τη μοίρα του ήλιου θα την πούμ εμείς.

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

Το μαγικό βιβλίο. Σαν διαβάζω ένα βιβλίο λες και είμαι μια νεράιδα που πετώ στον ουρανό.

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

Η γυναίκα με τα χέρια από φως

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16. «Η κόρη η μονάχη» (Καστοριά - Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

ΚΕΝΤΡΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΑΡΓΥΡΟΥΠΟΛΗΣ

Ένα παραμύθι φτιαγμένο από τα παιδιά της Δ, Ε και Στ τάξης του Ζ Δημοτικού Σχολείου Πάφου κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους με τη συγγραφέα Αμαλία

«Η νίκη... πλησιάζει»

Πάμπλο Νερούδα Επιλεγμένα ποιήματα

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

Εικόνες: Δήμητρα Ψυχογυιού. Μετάφραση από το πρωτότυπο Μάνος Κοντολέων Κώστια Κοντολέων

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ»

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt

ΓΙΟΡΤΗ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

ΠΊΝΑΚΕς ΖΩΓΡΑΦΙΚΉς ΚΑΙ ΠΑΡΟΙΜΊΕς

Μαρία αγγελίδου. το βυζάντιο σε έξι χρώματα. χ ρ υ σ ο. eikonoγραφηση. κατερίνα βερουτσου

Ρένα Ρώσση-Ζαΐρη: Στόχος μου είναι να πείσω τους αναγνώστες μου να μην σκοτώσουν το μικρό παιδί που έχουν μέσα τους 11 May 2018

«Προκόβουμε καταπληκτικά».φράση γεμάτη σαρκασμό γραμμένη στο ημερολόγιο του, κάτω από την ημερομηνία της 21ης Απριλίου 1967.

Τα παραμύθια της τάξης μας!

Το σπίτι μου. Ένα σπίτι θα χτίσω. στο βουνό στην μοναξιά και στη σιωπή. στα δέντρα και την πρασινάδα με μεγάλη αυλή. Μάλλον δε θα το χτίσω εκεί.

ΞΕΝΙΑ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ. Το Σκλαβί. ή πώς ένα κορίτσι με τρεις φίλους και έναν παπαγάλο ναυλώνει ένα καράβι για να βρει τον καλό της

Γράφουν τα παιδιά της Β 1 Δημοτικό Σχολείο Αγίου Δημητρίου

Μια φορά και έναν καιρό ζούσε στα βάθη του ωκεανού µια µικρή σταγόνα, ο Σταγονούλης. Έπαιζε οληµερίς διάφορα παιχνίδια µε τους ιππόκαµπους και τις

ΤΖΑΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ. Επιλεγμένα ποιήματα. Μέσα από την Αγάπη. γλυκαίνει καθετί πικρό. το χάλκινο γίνεται χρυσό

General Music Catalog General Music ΠΑΠΠΑ ΛΟΥΛΑ

Αϊνστάιν. Η ζωή και το έργο του από τη γέννησή του έως το τέλος της ζωής του ΦΙΛΟΜΗΛΑ ΒΑΚΑΛΗ-ΣΥΡΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ. Εικόνες: Νίκος Μαρουλάκης

Έρικα Τζαγκαράκη. Τα Ηλιοβασιλέματα. της μικρής. Σταματίας

Δ ι α γ ω ν ί ς μ α τ α π ρ ο ς ο μ ο ί ω ς η σ 1

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε.

Με της αφής τα μάτια Χρήστος Τουμανίδης

Χρήστος Ιωάννου Τσαρούχης. Στάλες. Ποίηση

ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΥΡΙΑΚΗ 27 ΜΑΡΤΙΟΥ 2011 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

«Η ΣΕΛΗΝΟΜΟΡΦΗ» Πράσινη κλωστή κλωσμένη. στην ανέμη τυλιγμένη. δωσ της κλώτσο να γυρίσει. παραμύθι ν αρχίσει

- Γιατρέ, πριν την εγχείρηση δεν είχατε μούσι... - Δεν είμαι γιατρός. Ο Αγιος Πέτρος είμαι...

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

Λογοτεχνικό Εξωσχολικό Ανάγνωσμα. Εργασία Χριστίνας Λιγνού Α 1

ΒΙΚΤΩΡ ΟΥΓΚΩ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

Η δικη μου μαργαριτα 1

Α Σ Τ Ε Ρ Η Σ. -Εσύ είσαι ο Άρχος γιατί είσαι δυνατός και τα φύλλα σου μοιάζουν με στέμμα

Ο χαρούμενος βυθός. Αφηγητής : Ένας όμορφος βυθός. που ήταν γαλαζοπράσινος χρυσός υπήρχε κάπου εδώ κοντά και ήταν γεμάτος όλος με χρυσόψαρα.

Μαρία Παντελή, Β1 Γυμνάσιο Αρχαγγέλου, Διδάσκουσα: Γεωργία Τσιάρτα

Χριστιάνα Ἀβρααμίδου ΜΑΤΙΑ ΑΝΑΠΟΔΑ. Ποιήματα

ΔΕΝ ΜιΛΗΣΑ ΠΟΤΕ, ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ, ΓιΑ ΕΚΕιΝΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑιΡι ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΣΟΥ. ΗΜΑΣΤΑΝ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΟι ΚΟΝΤΑ 16 ΧΡΟΝιΑ.

ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΣΤΙΧΩΝ ΤΡΑΓΟΥΔΙΩΝ ΜΕ ΘΕΜΑ ΤΟΝ ΕΡΩΤΑ

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ. Ο Μικρός Πρίγκιπας. Μετάφραση: Μελίνα Καρακώστα. Διασκευή: Ανδρονίκη

ΑΓΓΛΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Χρόνος: 1 ώρα. Οδηγίες

Τ Ο Υ Κ Ω Ν Σ Τ Α Ν Τ Ι Ν Ο Υ ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ ΜΕ ΣΧΕΔΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΔΟΥΚΑ

Εικόνες: Eύα Καραντινού

Μια φορά κι ένα γαϊδούρι

Σκοπός του παιχνιδιού. Περιεχόμενα

Στὴν ἀρχὴ ἦταν ὁ Λόγος. Ὁ Λόγος ἦταν μαζὶ μὲ

...Μια αληθινή ιστορία...

VAKXIKON.gr MEDIA GROUP Εκδόσεις Βακχικόν Ασκληπιού 17, Αθήνα τηλέφωνο: web site: ekdoseis.vakxikon.

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

ΤΟ ΡΟΛΟΪ ΣΤΟ ΜΠΑΛΚΟΝΙ ΤΗΣ ΚΟΛΑΣΗΣ

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

Αν δούµε κάπου τα παρακάτω σήµατα πώς θα τα ερµηνεύσουµε; 2. Πού µπορείτε να συναντήσετε αυτό το σήµα; (Κάθε σωστή απάντηση 1 βαθµός)

17.Β. ΜΙΚΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΟ 4 - ΧΑΤΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΑΡΙΑ

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ 12. Οιδίποδας Επτά επί Θήβας

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Όροι και συντελεστές της παράστασης Ι: Αυτοσχεδιασμός και επινόηση κειμένου.

Το παραμύθι της αγάπης

Α ΒΡΑΒΕΙΟ Το άσπρο του Φώτη Αγγουλέ

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

Ιερά Μητρόπολις Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Κοριτσιών ηµοτικού Β Περίοδος

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ. στη Νεοελληνική Λογοτεχνία Γ Λυκείου

Γιώργης Παυλόπουλος. Τι είναι ποίηση...

Μήνυμα από τους μαθητές του Ε1. Σ αυτούς θέλουμε να αφιερώσουμε τα έργα μας. Τους έχουν πάρει τα πάντα. Ας τους δώσουμε, λοιπόν, λίγη ελπίδα»

ΤΟ ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΡΟΛΟΙ: Αφηγητής 1(Όσους θέλει ο κάθε δάσκαλος) Αφηγητής 2 Αφηγητής 3 Παπα-Λάζαρος Παιδί 1 (Όσα θέλει ο κάθε δάσκαλος) Παιδί 2


Σαράντα από τις φράσεις που αποθησαυρίστηκαν μέσα από το έργο του Καζαντζάκη επίκαιρες κάθε φορά που τις διαβάζουμε:

ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΜΠΛΕΗΚ (William Blake)

ΒΟΚΑΚΚΙΟ ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΔΕΚΑΗΜΕΡΟ

Ιωάννα Μουσελιμίδου. Ανοίκειος νόστος. Ποίηση

Transcript:

Γιώργος Σεφέρης Επιλεγμένα Ποιήματα EPΩTIKOΣ ΛOΓOΣ (1932) Από την σελίδα του ΕΚΕΒΙ ΕΡΩΤΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ Γ Ὢ σκοτεινὸ ἀνατρίχιασμα στὴ ρίζα καὶ στὰ φύλλα! Πρόβαλε ἀνάστημα ἄγρυπνο στὸ πλῆθος τῆς σιωπῆς σήκωσε τὸ κεφάλι ἀπὸ τὰ χέρια τὰ καμπύλα τὸ θέλημά σου νὰ γενεῖ καὶ νὰ μοῦ ξαναπεῖς τὰ λόγια ποὺ ἄγγιζαν καὶ σμίγαν τὸ αἷμα σὰν ἀγκάλη κι ἃς γείρει ὁ πόθος σου βαθὺς σὰν ἴσκιος καρυδιᾶς καὶ νὰ μᾶς πλημμυράει μὲ τῶν μαλλιῶν σου τὴ σπατάλη ἀπὸ τὸ χνούδι τοῦ φιλιοῦ στὰ φύλλα τῆς καρδιᾶς. Χαμήλωναν τὰ μάτια σου κι εἶχες τὸ χαμόγελιο ποῦ ἀνιστοροῦσαν ταπεινὰ ζωγράφοι ἀλλοτινοί. Λησμονημένο ἀνάγνωσμα σ ἕνα παλιὸ εὐαγγέλιο τὸ μίλημά σου ἀνάσαινε κ ἡ ἀνάλαφρη φωνή: «Εἶναι τὸ πέρασμα τοῦ χρόνου σιγαλὸ κι ἀπόκοσμο κι ὁ πόνος ἀπαλὰ μὲς στὴν ψυχή μου λάμνει χαράζει ἡ αὐγὴ τὸν οὐρανό, τ ὄνειρο μένει ἀπόντιστο κι εἶναι σὰ νὰ διαβαίνουν μυρωμένοι θάμνοι.» Μὲ τοῦ ματιοῦ τ ἀλάφιασμα, μὲ τοῦ κορμιοῦ τὸ ρόδισμα ξυπνοῦν καὶ κατεβαίνουν σμάρι περιστέρια μὲ περιπλέκει χαμηλὸ τὸ κυκλωτὸ φτερούγισμα ἀνθρώπινο ἄγγιγμα στὸν κόρφο μου τ ἀστέρια.

ΕΡΩΤΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ Δ Δυὸ φίδια ὡραῖα κι ἀλαργινά, τοῦ χωρισμοῦ πλοκάμια σέρνουνται καὶ γυρεύουνται στὴ νύχτα τῶν δεντρῶν, γιὰ μιὰν ἀγάπη μυστικὴ σ ἀνεύρετα θολάμια ἀκοίμητα γυρεύουνται δὲν πίνουν καὶ δὲν τρῶν. Μὲ γύρους μὲ λυγίσματα κι ἡ ἀχόρταγή τους γνώμη κλώθει, πληθαίνει, στρίβει, ἁπλώνει κρίκους στὸ κορμὶ ποῦ κυβερνοῦν ἀμίλητοί του ἔναστρου θόλου οἱ νόμοι καὶ τοῦ ἀναδεύουν τὴν πυρὴ κι ἀσίγαστη ἀφορμή. Τὸ δάσος στέκει ριγηλὸ τῆς νύχτας ἀντιστύλι κι εἶναι ἡ σιγὴ τάσι ἀργυρὸ ὅπου πέφτουν οἱ στιγμὲς ἀντίχτυποι ξεχωρισμένοι, ὁλόκληροι, μιὰ σμίλη προσεχτικὴ ποὺ δέχουνται πελεκητὲς γραμμές Αὐγάζει ξάφνου τὸ ἄγαλμα. Μὰ τὰ κορμιὰ ἔχουν σβήσει στὴ θάλασσα στὸν ἄνεμο στὸν ἥλιο στὴ βροχή. Ἔτσι γεννιοῦνται οἱ ὀμορφιὲς πού μας χαρίζει ἡ φύση μὰ ποιὸς νὰ ξέρει ἂν πέθανε στὸν κόσμο μιὰ ψυχή. Στὴ φαντασία θὰ γύριζαν τὰ χωρισμένα φίδια (Τὸ δάσος λάμπει μὲ πουλιὰ βλαστοὺς καὶ ροδαμούς) μένουν ἀκόμη τὰ σγουρὰ γυρέματά τους, ἴδια τοῦ κύκλου τὰ γυρίσματα ποὺ φέρνουν τοὺς καημούς.

(Από το ΕΚΕΒΙ) ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ Ι (1935) O τόπος μας εἶναι κλειστός, ὅλο βουνὰ ποῦ ἔχουν σκεπὴ τὸ χαμηλὸ οὐρανὸ μέρα καὶ νύχτα. Δὲν ἔχουμε ποτάμια δὲν ἔχουμε πηγάδια δὲν ἔχουμε πηγές, μονάχα λίγες στέρνες, ἄδειες κι αὐτές ποὺ ἠχοῦν καὶ ποὺ τὶς προσκυνοῦμε. Ἦχος στεκάμενος κούφιος, ἴδιος μὲ τὴ μοναξιά μας ἴδιος μὲ τὴν ἀγάπη μας, ἴδιος μὲ τὰ σώματά μας. Μᾶς φαίνεται παράξενο ποὺ κάποτε μπορέσαμε νὰ χτίσουμε τὰ σπίτια τὰ καλύβια καὶ τὶς στάνες μας. Κι οἱ γάμοι μας, τὰ δροσερὰ στεφάνια καὶ τὰ δάχτυλα γίνουνται αἰνίγματα ἀνεξήγητα γιὰ τὴν ψυχή μας. Πῶς γεννηθῆκαν πῶς δυναμώσανε τὰ παιδιά μας; O τόπος μας εἶναι κλειστός. Τὸν κλείνουν οἱ δυὸ μαῦρες Συμπληγάδες. Στὰ λιμάνια τὴν Κυριακὴ σὰν κατεβοῦμε ν ἀνασάνουμε βλέπουμε νὰ φωτίζουνται στὸ ἡλιόγερμα σπασμένα ξύλα ἀπὸ ταξίδια ποὺ δὲν τέλειωσαν σώματα ποὺ δὲν ξέρουν πιὰ πὼς ν ἀγαπήσουν.

(Από την συλλογή Γυμνοπαιδία 1936, αναδημοσίευση στο περιοδικό ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ τεύχος 1087, 15 Οκτωβρίου 1972 ) ΤΟ ΥΦΟΣ ΜΙΑΣ ΗΜΕΡΑΣ (1936) Το ύφος μιας μέρας που ζήσαμε πριν δέκα χρόνια Σε ξένο τόπο Ο αιθέρας μιας παμπάλαιας στιγμής που φτερούγισε κι εχάθη σαν άγγελος Κυρίου Η φωνή μιας γυναίκας λησμονημένης με τόση φρόνηση Και με τόσο κόπο, Ένα τέλος απαρηγόρητο, μαρμαρωμένο βασίλεμα Κάποιου Σεπτεμβρίου Καινούρια σπίτια σκονισμένες κλινικές εξανθηματικά παράθυρα φερετροποιεία Συλλογίστηκε κανένας τί υποφέρει ένας ευαίσθητος φαρμακοποιός που διανυκτερεύει; Ακαταστασία στην κάμαρα: συρτάρια παράθυρα πόρτες ανοίγουν το στόμα τους σαν άγρια θηρία ένας απαυδισμένος άνθρωπος ρίχνει τα χαρτιά ψάχνει αστρονομίζεται, γυρεύει. Στενοχωριέται: αν χτυπήσουν την πόρτα ποιός θ ανοίξει; Αν ανοίξει βιβλίο ποιόν θα κοιτάξει; Αν ανοίξει την ψυχή του ποιός θα κοιτάξει; Αλυσίδα. Πού ναι η αγάπη που κόβει τον καιρό μονοκόμματα στα δυο και τον αποσβολώνει; Λόγια μονάχα και χειρονομίες. Μονότροπος μονόλογος

μπροστά σ έναν καθρέφτη κάτω από μια ρυτίδα. Σα μια στάλα μελάνι σε μαντίλι η πλήξη απλώνει. Πέθαναν όλοι μέσα στο καράβι, μα το καράβι ακολουθάει το στοχασμό του που άρχισε σαν άνοιξε από το λιμάνι. Πώς μεγαλώσαν τα νύχια του καπετάνιου κι ο ναύκληρος αξούριστος που χε τρεις ερωμένες σε κάθε σκάλα Η θάλασσα φουσκώνει αργά, τ άρμενα καμαρώνουν κι η μέρα πάει να γλυκάνει. Τρία δελφίνια μαυρολογούν γυαλίζοντας, χαμογελά η γοργόνα, κι ένας ναύτης γνέφει ξεχασμένος στη γάμπια καβάλα.

(Οι στίχοι του Γεώργιου Σεφέρη από το ποίημα Αφήγηση, συλλογή Ημερολόγιο Καταστρώματος Α (1940) μελοποιημένο από Μιλτιάδη Πασχαλίδη) Αφήγηση (1940) Αυτός ο άνθρωπος πηγαίνει κλαίγοντας κανείς δεν ξέρει να πει γιατί κάποτε νομίζουν πως είναι οι χαμένες αγάπες σαν κι αυτές που μας βασανίζουνε τόσο στην ακροθαλασσιά το καλοκαίρι με τα γραμμόφωνα Οι άλλοι άνθρωποι φροντίζουν τις δουλειές τους ατέλειωτα χαρτιά παιδιά που μεγαλώνουν γυναίκες που γερνούνε δύσκολα αυτός έχει δυο μάτια σαν παπαρούνες σαν ανοιξιάτικες κομμένες παπαρούνες και δυο βρυσούλες στις κόχες των ματιών Πηγαίνει μέσα στους δρόμους ποτέ δεν πλαγιάζει δρασκελώντας μικρά τετράγωνα στη ράχη της γης μηχανή μιας απέραντης οδύνης που κατάντησε να μην έχει σημασία Άλλοι τον άκουσαν να μιλά μοναχό καθώς περνούσε για σπασμένους καθρέφτες πριν από χρόνια για σπασμένες μορφές μέσα στους καθρέφτες που δεν μπορεί να συναρμολογήσει πια κανείς άλλοι τον άκουσαν να λέει για τον ύπνο εικόνες φρίκης στο κατώφλι του ύπνου τα πρόσωπα ανυπόφορα από τη στοργή

Τον συνηθίσαμε είναι καλοβαλμένος κι ήσυχος μονάχα που πηγαίνει κλαίγοντας ολοένα σαν τις ιτιές στην ακροποταμιά που βλέπεις απ το τρένο ξυπνώντας άσχημα κάποια συννεφιασμένη αυγή Τον συνηθίσαμε δεν αντιπροσωπεύει τίποτα σαν όλα τα πράγματα που έχετε συνηθίσει και σας μιλώ γι αυτόν γιατί δε βρίσκω τίποτα που να μην το συνηθίσατε προσκυνώ. (Οι στίχοι του ποιήματος του Σεφέρη από το τραγούδι που μελοποίησε ο Ανδριόπουλος Ηλίας) Εδώ τελειώνουν τα έργα Εδώ τελειώνουν τα έργα της θάλασσας τα έργα της αγάπης Εκείνοι που κάποτε θα ζήσουν εδώ που τελειώνουμε αν τύχει και μαυρίσει στη μνήμη τους το αίμα και ξεχειλίσει ας μη μας ξεχάσουν, τις αδύναμες ψυχές μέσα στ ασφοδύλια, ας γυρίσουν προς το έρεβος τα κεφάλια των θυμάτων: Εμείς που τίποτε δεν είχαμε θα τους διδάξουμε γαλήνη. Ας μη μας ξεχάσουν.

(Οι στίχοι από το ποίημα του Σεφέρη που μελοποίησε ο Μαρκόπουλοςποιητική συλλογή Ημερολόγιο Καταστρώματος Β ) Ο Στράτης ο θαλασσινός ανάμεσα στους αγάπανθους (1944) Δεν έχει ασφοδίλια, μενεξέδες, μήτε υακίνθους πώς να μιλήσεις με τους πεθαμένους. Οι πεθαμένοι ξέρουν μονάχα τη γλώσσα των λουλουδιών γι αυτό σωπαίνουν ταξιδεύουν και σωπαίνουν, υπομένουν και σωπαίνουν παρά δήμων ονείρων, παρα δήμων ονείρων. Αν αρχίσω να τραγουδώ θα φωνάξω κι αν φωνάξω Οι αγάπανθοι προστάζουν σιωπή σηκώνοντας ένα χεράκι μαβιού μωρού της Αραβίας ή ακόμη τα πατήματα μιας χήνας στον αέρα. Είναι βαρύ και δύσκολο, δέ μου φτάνουν οι ζωντανοί πρώτα γιατί δε μιλούν, κι ύστερα γιατί πρέπει να ρωτήσω τους νεκρούς για να μπορέσω να προχωρήσω παρακάτω. Αλλιώς δε γίνεται, μόλις με πάρει ο ύπνος οι σύντροφοι κόβουνε τους ασημένιους σπάγκους και το φλασκί των ανέμων αδειάζει. Το γεμίζω κι αδειάζει, το γεμίζω κι αδειάζει ξυπνώ σαν το χρυσόψαρο κολυμπώντας μέσα στα χάσματα της αστραπής, κι ο αγέρας κι ο κατακλυσμός και τα ανθρώπινα σώματα, κι οι αγάπανθοι καρφωμένοι σαν τις σαΐτες της μοίρας στον αξεδίψαστη γης συγκλονισμένοι από σπασμωδικά νοήματα,

θα `λεγες είναι φορτωμένοι σ ένα παμπάλαιο κάρο κατρακυλώντας σε χαλασμένους δρόμους, σε παλιά καλντερίμια, οι αγάπανθοι τα ασφοδίλια των νέγρων: Πώς να τη μάθω ετούτη τη Θρησκεία; Το πρώτο πράγμα που έκανε ο Θεός είναι η αγάπη έπειτα έρχεται το αίμα κι η δίψα για το αίμα που τον κεντρίζει το σπέρμα του κορμιού καθώς τ αλάτι. Το πρώτο πράγμα που έκανε ο Θεός είναι το μακρινό ταξίδι εκείνο το σπίτι περιμένει μ ένα γαλάζιο καπνό μ ένα σκυλί γερασμένο περιμένοντας για να ξεψυχήσει το γυρισμό. Μα πρέπει να μ αρμηνέψουν οι πεθαμένοι είναι οι αγάπανθοι που τους κρατούν αμίλητους, όπως τα βάθη της Θάλασσας ή το νερό μες στο ποτήρι.

Μελωποιημένοι στίχοι από τα ποιήματα του Σεφέρη Κι αν ο αγέρας φυσά Κι αν ο αγέρας φυσά δε μας δροσίζει κι ο ίσκιος μένει στενός κάτω απ τα κυπαρίσσια κι όλο τριγύρω ανήφοροι στα βουνά μας βαραίνουν οι φίλοι που δεν ξέρουν πια πώς να πεθάνουν. Στο στήθος μου πληγή ανοίγει πάλι Στο στήθος μου πληγή ανοίγει πάλι όταν χαμηλώνουν τ άστρα και συγγενεύουν με το κορμί μου όταν πέφτει σιγή κάτω από τα πέλματα των ανθρώπων. Αυτές οι πέτρες που βουλιάζουν μέσα στα χρόνια ως που θα με παρασύρουν; Τη θάλασσα τη θάλασσα ποιος θα μπορέσει να την εξαντλήσει; Βλέπω τα χέρια κάθε αυγή να γνέφουν στο γύπα και στο γεράκι δεμένη πάνω στο βράχο που έγινε με τον πόνο δικός μου, Βλέπω τα δέντρα που ανασαίνουν τη μαύρη γαλήνη των πεθαμένων κι έπειτα τα χαμόγελα, που δεν προχωρούν, των αγαλμάτων.

(Από τα Κείμενα νεοελληνικής λογοτεχνίας Β Λυκείου) ΤΡΙΑ ΚΡΥΦΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ Θερινό ηλιοστάσι Η'(1966) Τ' άσπρο χαρτί σκληρός καθρέφτης επιστρέφει μόνο εκείνο που ήσουν. Τ' άσπρο χαρτί μιλά με τη φωνή σου, τη δική σου φωνή όχι εκείνη που σ' αρέσει' μουσική σου είναι η ζωή αυτή που σπατάλησες. Μπορεί να την ξανακερδίσεις αν το θέλεις αν καρφωθείς σε τούτο τ' αδιάφορο πράγμα που σε ρίχνει πίσω εκεί που ξεκίνησες. Ταξίδεψες, είδες πολλά φεγγάρια πολλούς ήλιους άγγιξες νεκρούς και ζωντανούς ένιωσες τον πόνο του παλικαριού και το βογκητό της γυναίκας την πίκρα του άγουρου παιδιούό,τι ένιωσες σωριάζεται ανυπόστατο αν δεν εμπιστευτείς τούτο το κενό. Ισως να βρεις εκεί ό,τι νόμισες χαμένο' τη βλάστηση της νιότης, το δίκαιο καταποντισμό της ηλικίας. Ζωή σου είναι ό,τι έδωσες τούτο το κενό είναι ό,τι έδωσες το άσπρο χαρτί.

(Από το βιβλίο Κείμενα Λογοτεχνίας Β Λυκείου, το τελευταίο ποίημα του Σεφέρη, γραμμένο επί δικτακτορίας 31/3/1971) «Επί Ασπαλάθων...» Ήταν ωραίο το Σούνιο τη μέρα εκείνη του Ευαγγελισμού πάλι με την άνοιξη. Λιγοστά πράσινα φύλλα γύρω στις σκουριασμένες πέτρες το κόκκινο χώμα κι ασπάλαθοι δείχνοντας έτοιμα τα μεγάλα τους βελόνια Γαλήνη. Τι μπορεί να μου θύμισε τον Αρδιαίο εκείνον; Μια λέξη στον Πλάτωνα θαρρώ, χαμένη στου μυαλού τ αυλάκια τ' όνομα του κίτρινου θάμνου δεν άλλαξε από εκείνους τους καιρούς. Το βράδυ βρήκα την περικοπή: «τον έδεσαν χειροπόδαρα» μας λέει «τον έριξαν χάμω και τον έγδαραν τον έσυραν παράμερα τον καταξέσκισαν απάνω στους αγκαθερούς ασπάλαθους και πήγαν και τον πέταξαν στον Τάρταρο, κουρέλι». Έτσι στον κάτω κόσμο πλέρωνε τα κρίματά του ο Παμφύλιος Αρδιαίος ο πανάθλιος Τύραννος.