ΤΑ ΝΕΑ 09/10/1999 Η ταµίας, η ταµία ή η ταµίισσα; Η γυναίκα βουλευτής µοιάζει να προτιµά τον αντρικό τίτλο, αντί για έναν τύπο που άλλη µια φορά θα τη διαφοροποιεί, σαν να την περιπαίζει: η βουλευτίνα! Η χωριάτισσα και η βασίλισσα, η φουρνάρισσα και η πριγκίπισσα, η γερόντισσα, η γειτόνισσα, η πελάτισσα, η µαγείρισσα, κι η «αρχόντισσά µου µάγισσα τρελή». Μια µεγάλη, διαταξική οικογένεια, που όµως δυσκολεύεται να δεχτεί τη γυµνασιάρχισσα και τη λυκειάρχισσα, ενώ δε θέλει καν ν' ακούσει για τη συγγράφισσα ή τη γραµµάτισσα. Η καθαρίστρια, η πωλήτρια, η τηλεφωνήτρια, και η διευθύντρια, η καθηγήτρια, η εκδότρια, η γλύπτρια, ή η εθελόντρια, η αναγνώστρια, η ακροάτρια. Εδώ η ισορροπία αλλάζει: είναι λιγότερα τα «κατώτερα» θηλυκά που συναντούµε µε την κατάληξη - τρία, καθώς µάλιστα ορισµένα έχουν και δεύτερο, λαϊκότερο τύπο, ο οποίος έχει επικρατήσει: υφάντρια-υφάντρα, ράπτρια-ράφτρα, τεχνίτρια-τεχνίτρα. Κι όµως, δυσκολεύεται να ενταχθεί εδώ η σκηνοθέτρια και η συνθέτρια, ακόµη και η συνεργάτρια (παρά την εργάτρια), και πολύ περισσότερο η βουλεύτρια ή η δικάστρια που µόνο σε όνειρο κακό βλέπουν τον εαυτό τους βουλευτίνα και δικαστίνα. Το θέµα των επαγγελµατικών θηλυκών έχει συζητηθεί κατά κόρον, από γλωσσολογική και κοινωνιολογική, αλλά και από καθαρά φεµινιστική σκοπιά. Παραµένει όµως ανοιχτό, καθώς οι γυναίκες κατακτούν όλο και περισσότερα «αντρικά» επαγγέλµατα, και δηµιουργούνται έτσι νέες ανάγκες, που η γλώσσα δυσκολεύεται να τις καλύψει. Είναι κοινότατος τόπος ότι η ανδροκρατική κοινωνία, αποκλείοντας τις γυναίκες από τον δηµόσιο βίο, απέκλεισε ως ένα σηµείο και εξακολουθεί να αποκλείει ή οπωσδήποτε δυσχεραίνει το σχηµατισµό θηλυκού. Περισσότερο θα έπρεπε να λάβουµε υπόψη τη γενικότερη δυσκολία σχηµατισµού ή και χρήσης των θηλυκών, επειδή απαντούν πολύ αραιότερα από το αρσενικό, το οποίο θεωρείται ότι τα εµπεριέχει: οι άνθρωποι, οι µετανάστες, οι θεατές, οι πρόσφυγες. 1
Ας σταθούµε ενδεικτικά στους πρόσφυγες. Είναι καλό το παράδειγµα, επειδή η λέξη αναφέρεται σε µεγάλες αριθµητικά οµάδες, και η δική µας ιστορία, µε τη Μικρασιατική Καταστροφή, προσφέρει δείγµατα πολλά, ζωντανές µαρτυρίες, και ένα χρονικό εύρος αρκετών δεκαετιών (αν και όχι πάντοτε ικανό για να παγιωθούν γλωσσικοί τύποι). Πρόσφυγες είναι και οι άντρες και οι γυναίκες, κι ωστόσο δεν σχηµατίστηκε θηλυκό όνοµα που να επικράτησε απόλυτα. Σκέφτεται κανείς ότι οι πρόσφυγες είναι περισσότερο γενική κατηγορία παρά ατοµική ιδιότητα ή ότι µια γυναίκα λέει: «είµαστε πρόσφυγες», εννοώντας την οικογένειά της. Τις λίγες φορές που εξειδικεύτηκε, στην οµιλία της ή στην οµιλία µας, έγινε: η πρόσφυγα - της πρόσφυγας, λιγότερο η προσφυγίνα, ή η πρόσφυγας - της πρόσφυγος. Οι ίδιες οι γυναίκες πρόσφυγες χρησιµοποιούσαν κυρίως το πρώτο: η πρόσφυγα. Κι όµως, ο οµαλότατος αυτός τύπος, που απαντά και σε σοβαρά λεξικά (ορθογραφικό Βοσταντζόγλου, Γεραλή, το πρώτο Τεγόπουλου-Φυτράκη), σήµερα ξενίζει. Απ' την άλλη, η προσφυγίνα κουβαλά το «στίγµα» των θηλυκών σε -ίνα (σοφερίνα) ενώ η νόµιµη γενική της πρόσφυγος δύσκολα θα επικρατήσει πια, ιδίως στον προφορικό λόγο. Τα νεότερα όµως λεξικά αυτούς τους τύπους αποδελτιώνουν: «προσφυγίνα» δίνει ο Εµµ. Κριαράς, «η πρόσφυγας, γενική της πρόσφυγος» ο Γ. Μπαµπινιώτης. Φοβούµαι ότι και στις δύο περιπτώσεις έχουµε ρύθµιση περισσότερο παρά καταγραφή. Τρεις τύποι λοιπόν, όλοι οµαλοί, και κανένας απολύτως Η λέξη «βοσκοπούλα» εκφράζει λ.χ. θαυµασµό για τη «ζηλεµένη κόρη» θηλυκό τού «βοσκός» δεν υπήρξε ποτέ σε ευρεία χρήση «ικανοποιητικός».* Ας γυρίσουµε στα επαγγελµατικά. Να δούµε πρώτα αυτά που µοιάζει να εξάντλησαν τις δυνατότητές τους, τα θηλυκά σε -ίνα. Εδώ θυµίζω µια παρατήρηση του Αγ. 2
Τσοπανάκη (Ο δρόµος προς την δηµοτική, 1982, σ. 336), ότι υπάρχει «διαφορά ήθους» ανάµεσα στις καταλήξεις -ίνα, -έσσα και -έζα και στην -τρια, καθώς «δείχνουν µιαν οικειότητα και, ενδεχοµένως, έλλειψη σεβασµού». Έτσι, από τη θυρωρίνα ώς τη δικηγορίνα, όλα αποκαταστάθηκαν στο πλευρό του αρσενικού: η θυρωρός, η δικηγόρος, πλάι στα αρχαιόκλιτα θηλυκά σε -ος (η είσοδος). Το ίδιο και η γιατρίνα, που ειπώθηκε και γιατρέσσα και γιάτρισσα, τόσο εξωπραγµατική κάποτε, και θαυµατουργή, κάτι σαν µάγισσα: γιατρός έγινε κι αυτή, ακόµη και στον λαϊκότερο λόγο. Μπορούµε λοιπόν να εικάσουµε ότι τα θηλυκά σε -ος, µε τη διπλή στήριξη που είδαµε, θα παραµείνουν και θα σταθεροποιηθούν, κι ας σχηµατίζουν σκοτεινό πληθυντικό (οι ηθοποιοί=άντρες ή γυναίκες;). Τα -ίνα, εκτός από τα αρνητικά ή χλευαστικά αραπίνα και σοφερίνα (η οδηγός!), θα µείνουν να δηλώνουν τη σύζυγο: υπουργίνα=γυναίκα του υπουργού. Γι' αυτό και αρνούνται την κατάληξη αυτή τα θηλυκά των αρσενικών σε -της: βουλευτής, δικαστής, εφέτης κ.ά., χωρίς όµως και να ακολουθούν τα θηλυκά σε -τρια. Μοιάζουν οµαλά, κι ωστόσο δεν το θέλουν να γίνουν βουλεύτρια και δικάστρια... Ίσως ίσως δεν το θέλουν, κατά κάποιον τρόπο, οι ίδιες οι γυναίκες, όπως στις περισσότερες κατηγορίες που εξετάζουµε, γιατί το παιχνίδι της αναγνώρισης δεν έχει κριθεί απολύτως. Έτσι, η γυναίκα βουλευτής µοιάζει να διεκδικεί ή να αποζητεί περισσότερο τον αντρικό τίτλο, παρά ένα όνοµα που άλλη µια φορά θα τη διαφοροποιεί, κάποτε και θα την περιπαίζει: η βουλευτίνα: δεν είναι, καµώνεται, την παριστάνει! Ωστόσο, λύση δεν είναι ο τύπος του αρσενικού: η βουλευτής, γενική της βουλευτή; ή χωρίς γενική, όπως στο λεξικό Μπαµπινιώτη, όπου όµως δίνεται η δικαστής - της δικαστού ή το σπανιότερο η εφέτης - της εφέτου. Αστήρικτη όµως σήµερα η γενική αυτή, αντίθετα λ.χ. από την αρχαϊστική της γραµµατέως, η οποία χρησιµοποιείται ακόµη ευρύτερα για τη γραµµατέα. Για τη γραµµατέα, λοιπόν ονοµαστική: η γραµµατέας; και η συγγραφέας και η ταµίας; Εδώ ο Εµµ. Κριαράς παρατηρεί ότι δεν υπάρχει ονοµαστική θηλυκού σε -έας και - ίας. Και στα πολλά σχετικά δηµοσιεύµατά του αποδελτιώνει τύπους σε -ισσα από τους βυζαντινούς ακόµη χρόνους, για να προτείνει: γραµµάτισσα, συγγράφισσα και ταµίισσα (βλ. ιδίως Τα πεντάλεπτά µου, β έκδ. 1988, σ. 114 κ.ε.). ύσκολο όµως σήµερα να επικρατήσουν οι τύποι αυτοί (ενώ η ταµίισσα ειδικά θα ήταν θνησιγενής: θα γινόταν ταµίσσα;). Φυσικότερη µοιάζει η επέκταση και εδώ του αρσενικού: η γραµµατέας - της γραµµατέα, όσο κι αν ξενίζει, ιδίως η γενική. ** Και ακόµη πιο 3
φυσική είναι ίσως η τάση: η γραµµατέα - της γραµµατέας, η ταµία - της ταµίας (όπως η παρέα - της παρέας και η βία - της βίας). *** Περισσότερο ασυµµόρφωτα εµφανίζονται τα θηλυκά του λογοτέχνη π.χ. και του καλλιτέχνη, που δεν µπορούν να κρατήσουν τον αρσενικό τύπο, αφού δε θα 'χουν γενική, κι έτσι παραµένουν καθηλωµένα, µε τις γενικότερες δυσκολίες των ανισοσύλλαβων: η λογοτέχνις ή λογοτέχνιδα; γενική της λογοτέχνιδας; µε µόνη σταθερή και οικεία την αιτιατική: τη λογοτέχνιδα. Ή η αρχιτεκτόνισσα: θα τον δεχτεί εντέλει τον τύπο αυτό; Ή θα παραµείνει στη σιγουριά του αρσενικού τύπου, µόνη γυναίκα µέσα στις οικοδοµές, και θα διπλοτυπεί όµως, όπως κι εκείνος: αρχιτέκτων και αρχιτέκτονας (όπως και Πλάτων - Πλάτωνας), µε τίµηµα κάθε φορά τη γενική της: της αρχιτέκτονος στην πρώτη περίπτωση, της αρχιτέκτονα στη δεύτερη (οπότε µπαίνουµε στον κύκλο: η αρχιτέκτονα - της αρχιτέκτονας;). Εδώ ο δρόµος είναι σίγουρα µακρύς. Και πάλι δε θα εκβιάσουµε εµείς λύσεις. Ας παρηγορηθούµε ότι σε άλλες γλώσσες, λ.χ. στα γαλλικά και τα ιταλικά, τα πράγµατα είναι χειρότερα. Madame Χ, le ministre de la Santé, «η κυρία τάδε, ο υπουργός Υγείας» λένε ακόµη οι Γάλλοι, ή Madame le ministre, «η κυρία ο υπουργός» και ακόµη χειρότερα οι Ιταλοί: il signior ministro..., «ο κύριος υπουργός...»! Η γλώσσα µας λοιπόν, και µε τα πολύ περισσότερα εµπόδια και πραγµατικά αδιέξοδα που της δηµιουργούν κυρίως οι διαφορετικές καταλήξεις στις διαφορετικές πτώσεις, έχει λύσει πολύ περισσότερα προβλήµατα. * Η προσφυγοπούλα ανήκει στα «εξιδανικευτικά», όπως η βοσκοπούλα: η ζηλεµένη κόρη, ή µια σταλιά παιδί, κορίτσι πράµα, που φυλάει ολόκληρο κοπάδι. Για να αναλογιστούµε τώρα ότι θηλυκό τού «βοσκός» δεν υπήρξε ποτέ σε ευρεία χρήση: ολόκληρος αγροτικός γλωσσικός πολιτισµός αγνόησε απλούστατα την καθηµερινή πραγµατικότητα, τη γυναίκα που έβγαζε το κοπάδι στη βοσκή. ** Ενδιάµεση λύση προτείνει το λεξικό Μπαµπινιώτη: η γραµµατέας - της γραµµατέως, έτσι και της συγγραφέως, και η ταµίας - της ταµίου. Πώς κωδικοποιείται όµως αυτό και πώς διδάσκεται, ή πώς µιλιέται. Πού τη βρήκε εδώ το θηλυκό την κατάληξη -έως; Από το αρσενικό, που όµως εξελίχθηκε οµαλά: του γραµµατέα. Τώρα λοιπόν το θηλυκό δανείζεται την ονοµαστική του τωρινού αρσενικού αλλά τη γενική του παλαιού. Σαν να πατάει σε δύο βάρκες, ή να αποζητάει την ονοµαστική σε -εύς, σκοτεινό αντικείµενο του πόθου µας. Και εν πάση περιπτώσει η κατάληξη -έως είναι ακόµη ισχυρή στα 4
πολυσύλλαβα: αντιστάσεως, κυβερνήσεως, αλλά της ταµίου; Άρα και της λοχίου και της σµηνίου; *** «Πιο πρακτική» θεωρεί ο Αγ. Τσοπανάκης τη δηµιουργία αυτού του θηλυκού χωρίς -ς, αναγνωρίζοντας ότι «είναι δύσκολο να υιοθετηθεί η [δική του] γραµµατικίνα και η συγγράφισσα και αδύνατο να δηµιουργηθεί ταµί-ισσα» («Νεοελληνική Γραµµατική» 265). Ο Γιάννης Η. Χάρης είναι επιµελητής εκδόσεων και µεταφραστής 5