ÅÐÉÓÔÇÌÏÍÉÊÇ ÅÍÙÓÇ ÄÉÊÇÃÏÑÙÍ «e-èýìéò» LawNet L e g a l S e a r c h E n g i n e s ùò äçìéïõñãßáò, åëåõèåñßáò êáé áóõäïóßáò Ðñïóôáóßá & ðñïóâïëþ ôïõ éäéùôéêïý âßïõ Äéêçãïñéêü Ãñáöåßï Ãñçãüñç Ôóüëéá & Óõíåñãáôþí ÂÁÓÉÊÁ ÍÏÌÏÈÅÔÉÊÁ ÊÅÉÌÅÍÁ ÃÉÁ ÔÏ ÁÐÏÑÑÇÔÏ ÊÁÉ ÔÁ ÄÅÄÏÌÅÍÁ ÐÑÏÓÙÐÉÊÏÕ ÁÑÁÊÔÇÑÁ ÓÔÏÍ ÔÏÌÅÁ ÔÙÍ ÇËÅÊÔÑÏÍÉÊÙÍ ÅÐÉÊÏÉÍÙÍÉÙÍ Äéêçãïñéêü Ãñáöåßï Ãñçãüñç Ôóüëéá & Óõíåñãáôþí ÈÝìéò
ÈÝìéò
ΒΑΣΙΚΑ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΟ ΑΠΟΡΡΗΤΟ ΚΑΙ ΤΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΩΝ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ 1
2
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ: Ελληνικό Σύνταγμα Ευρωπαϊκά Κείμενα Α. Ελληνικό Σύνταγμα... 6 Β. Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου... 6 Γ. Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.... 6 Δ. Συνθήκη της Λισσαβώνας... 7 Ε. Oδηγία 2006/24/ΕΚ... 8 ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ: Εθνική Νομοθεσία 1. Νόμος 2225/94 «Για την προστασία της ελεύθερης ανταπόκρισης και επικοινωνίας και άλλες διατάξεις»... 15 2. Νόμος 3115/03 «Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών»... 19 3. Νόμος 3471/06 «Προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και τροποποίηση του ν. 2472/1997... 27 4. Νόμος 3674/2008 «Ενίσχυση του θεσμικού πλαισίου διασφάλισης του απορρήτου της τηλεφωνικής επικοινωνίας και άλλες διατάξεις»... 35 5. Νόμος 3783/09 «Ταυτοποίηση των κατόχων και χρηστών εξοπλισμού και υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας και άλλες διατάξεις»... 40 6. Νόμος 3649/08 «Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (Ε.Υ.Π.) και άλλες διατάξεις... 44 7. Π.Δ. 47/2005«Διαδικασίες καθώς και τεχνικές και οργανωτικές εγγυήσεις για την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών και για τη διασφάλιση του»... 45 8. Υπουργική Απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών Οικονομίας και Οικονομικών Δικαιοσύνης υπ άρ. 700/2009 «Σύσταση Γραφείου Ασφάλειας Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών»... 53 3
Αντί Προλόγου Η συνεχώς αυξανόμενη πρόοδος της τεχνολογίας, ιδίως στο τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και η δυνατότητα αντλήσεως πληροφοριών από την επεξεργασία των δεδομένων που προκύπτουν από τη χρήση ηλεκτρονικών δικτύων, θέτει σε κίνδυνο τον ιδιωτικό βίο του ατόμου και καθιστά αναγκαία την διαρκή αναπροσαρμογή του δικαίου. Ήδη με τις πρόσφατες Οδηγίες 2009/136/ΕΚ και 2009/140/ΕΚ επέρχονται νέες τροποποιήσεις στο τομέα των δικτύων και των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Το κανονιστικό πλαίσιο για τη συλλογή και την επεξεργασία των δεδομένων στο χώρο των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ξεπερνά πλέον τα (εθνικά) όρια του δικαίου των επικοινωνιών, των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, αλλά και του συναφούς απορρήτου με αποτέλεσμα τη θέση ουσιωδών ζητημάτων που άπτονται ακόμη και της προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων. Η παρούσα συλλογή νομοθετικών κειμένων δημιουργήθηκε αποκλειστικά για τις ανάγκες του Συνεδρίου, προκειμένου να διευκολυνθεί η παρακολούθηση των εργασιών. Όπως θα διαπιστώσει ο αναγνώστης, δεν πρόκειται περί μιας εξαντλητικής παράθεσης του οικείου νομοθετικού πλαισίου, αλλά περί των βασικότερων εκ των νομικών κειμένων που αφορούν αμέσως την προστασία του απορρήτου και των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Αποτελεί συνειδητή επιλογή η απουσία περαιτέρω εξειδικευμένων ρυθμίσεων που περιλαμβάνονται στις Κανονιστικές Πράξεις της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (Α.Δ.Α.Ε.) ιδίως αυτών που αφορούν την ασφάλεια των επικοινωνιών, καθώς και η απουσία έτερων νομοθετικών κειμένων όπως οι προαναφερόμενες πρόσφατες Οδηγίες 2009/136/ΕΚ και 2009/140/ΕΚ, η Απόφαση-πλαίσιο 2005/222/ΔΕΥ του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις επιθέσεις κατά των συστημάτων πληροφοριών, η Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για το έγκλημα στον Κυβερνοχώρο («Σύμβαση Βουδαπέστης» της 23/11/01), οι Κανονισμοί (ΕΚ) υπ αριθ. 460/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2004, για τη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια Δικτύων και Πληροφοριών (ENISA), καθώς και υπ άρ. 1211/2009 για την ίδρυση του Φορέα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών για τις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες (BEREC). Στους άμεσους στόχους μας περιλαμβάνεται η έκδοση μιας όσο το δυνατόν πληρέστερης συλλογής συναφών νομοθετικών κειμένων και παράλληλα η δημοσίευση της στο διαδίκτυο με ελεύθερη πρόσβαση. Αθήνα, Μάρτιος 2010 Γρηγόρης Τσόλιας Δικηγόρος ΜΔ Ποινικών Επιστημών (gtsolias@justice.com) «Η Πνευματική Ιδιοκτησία αποκτάται χωρίς καμία διατύπωση και χωρίς την ανάγκη ρήτρας απαγορευτικής των προσβολών της. Επισημαίνεται πάντως ότι κατά το Ν. 2121/93 (όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα) και τη Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης (που έχει κυρωθεί με το Ν. 100/1975) απαγορεύεται η αναδημοσίευση και γενικά η αναπαραγωγή του παρόντος έργου συλλογή νομοθεσίας, η αποθήκευση του σε βάση δεδομένων, η αναμετάδοσή του σε ηλεκτρονική ή μηχανική ή οποιαδήποτε άλλη μορφή, η φωτοανατύπωσή του και η ηχογράφηση του με οποιονδήποτε τρόπο, τμηματικά ή περιληπτικά, στο πρωτότυπο ή σε μετάφραση ή άλλη διασκευή χωρίς γραπτή άδεια του εκδότη». 4
ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ 5
Α. ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ Άρθρο 9Α Καθένας έχει δικαίωμα προστασίας από τη συλλογή, επεξεργασία και χρήση, ιδίως με ηλεκτρονικά μέσα, των προσωπικών του δεδομένων, όπως νόμος ορίζει. Η προστασία των προσωπικών δεδομένων διασφαλίζεται από ανεξάρτητη αρχή, που συγκροτείται και λειτουργεί, όπως νόμος ορίζει. Άρθρο 19 1. Το απόρρητο των επιστολών και της ελεύθερης ανταπόκρισης ή επικοινωνίας με οποιονδήποτε άλλο τρόπο είναι απόλυτα απαραβίαστο. Νόμος ορίζει τις εγγυήσεις υπό τις οποίες η δικαστική αρχή δεν δεσμεύεται από το απόρρητο για λόγους εθνικής ασφάλειας ή για διακρίβωση ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων. 2. Νόμος ορίζει τα σχετικά με τη συγκρότηση, τη λειτουργία και τις αρμοδιότητες ανεξάρτητης αρχής που διασφαλίζει το απόρρητο της παραγράφου 1. 3. Απαγορεύεται η χρήση αποδεικτικών μέσων που έχουν αποκτηθεί κατά παράβαση του άρθρου αυτού και των άρθρων 9 και 9Α. Β. ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΩΝ [Ν.Δ. 53/1974 (ΦΕΚ Α 256/20-9-1974)] Άρθρο 8 1. Παν πρόσωπον δικαιούται εις τον σεβασμόν της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής του, της κατοικίας του και της αλληλογραφίας του. 2. Δεν επιτρέπεται να υπάρξη επέμβασις δημοσίας αρχής εν τη ασκήσει του δικαιώματος τούτου, εκτός εάν η επέμβασις αύτη προβλέπεται υπό του νόμου και αποτελεί μέτρον το οποίον, εις μίαν δημοκρατικήν κοινωνίαν, είναι αναγκαίον δια την εθνικήν ασφάλειαν, την δημοσίαν ασφάλειαν, την οικονομικήν ευημέριαν της χώρας, την προάσπισιν της τάξεως και την πρόληψιν ποινικών παραβάσεων, την προστασίαν της υγείας ή της ηθικής, ή την προστασίαν των δικαιωμάτων και ελευθεριών άλλων. Γ. ΧΑΡΤΗΣ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ (2000/C 364/01). Άρθρο 7 : Σεβασμός της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στο σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής του, της κατοικίας του και των επικοινωνιών του. Άρθρο 8 : Προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα 1. Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στη προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν. 2. Η επεξεργασία αυτών των δεδομένων πρέπει να γίνεται νομίμως, για καθορισμένους σκοπούς και με βάση τη συγκατάθεση του ενδιαφερομένου ή για άλλους θεμιτούς λόγους που προβλέπονται στο 6
νόμο. Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα να έχει πρόσβαση στα συλλεγέντα δεδομένα που το αφορούν και να επιτυγχάνει τη διόρθωσή τους. 3. Ο σεβασμός των κανόνων αυτών υπόκειται στον έλεγχο ανεξάρτητής αρχής. Δ. ΣΥΝΘΗΚΗ ΛΙΣΣΑΒΩΝΑΣ [Κύρωση της Συνθήκης με το Ν. 3671/08 (ΦΕΚ Α 129/1-3/7/08)] Άρθρο πρώτο Κυρώνονται, κατά το άρθρο 28 του Συντάγματος, η Συνθήκη της Λισσαβώνας που τροποποιεί τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, τη Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ορισμένες συναφείς πράξεις, τα σχετικά Πρωτόκολλα και Παραρτήματα που προσαρτώνται στις ανωτέρω Συνθήκες, καθώς και οι Δηλώσεις που περιλαμβάνονται στην Τελική Πράξη, που υπογράφηκαν στη Λισσαβώνα στις 13 Δεκεμβρίου 2007... ΑΡΘΡΟ 1 Η Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση τροποποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου. Το άρθρο 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «ΑΡΘΡΟ 6 1. Η Ένωση αναγνωρίζει τα δικαιώματα, τις ελευθερίες και τις αρχές που περιέχονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 7ης Δεκεμβρίου 2000, όπως προσαρμόσθηκε στις 12 Δεκεμβρίου 2007, στο Στρασβούργο, ο οποίος έχει το ίδιο νομικό κύρος με τις Συνθήκες. Οι διατάξεις του Χάρτη δεν συνεπάγονται καμία επέκταση των αρμοδιοτήτων της Ένωσης, όπως αυτές ορίζονται στις Συνθήκες. Τα δικαιώματα, οι ελευθερίες και οι αρχές του Χάρτη ερμηνεύονται σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις του τίτλου VII του Χάρτη που διέπουν την ερμηνεία και την εφαρμογή του και λαμβανομένων δεόντως υπόψη των επεξηγήσεων οι οποίες αναφέρονται στον Χάρτη και στις οποίες μνημονεύονται οι πηγές των εν λόγω διατάξεων. 2. Η Ένωση προσχωρεί στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών. Η προσχώρηση στην εν λόγω Σύμβαση δεν μεταβάλλει τις αρμοδιότητες της Ένωσης όπως ορίζονται στις Συνθήκες. 3. Τα θεμελιώδη δικαιώματα, όπως κατοχυρώνονται από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών και όπως απορρέουν από τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών, αποτελούν μέρος των γενικών αρχών του δικαίου της Ένωσης.» ΑΡΘΡΟ 2 Η Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας τροποποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου. ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ. 29) Παρεμβάλλεται άρθρο 16 Β που αντικαθιστά το άρθρο 286: 7
«ΑΡΘΡΟ 16 Β 1. Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν. 2. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία, θεσπίζουν τους κανόνες σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ενωσης, καθώς και από τα κράτη μέλη κατά την άσκηση δραστηριοτήτων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης, και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών. Η τήρηση των κανόνων αυτών υπόκειται στον έλεγχο ανεξάρτητων αρχών. Οι κανόνες που θεσπίζονται βάσει του παρόντος άρθρου δεν θίγουν τους ειδικούς κανόνες που προβλέπονται στο άρθρο 25α της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση.» Ε. Oδηγία 2006/24/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Μαρτίου 2006 για τη διατήρηση δεδομένων που παράγονται ή υποβάλλονται σε επεξεργασία σε συνάρτηση με την παροχή διαθεσίμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή δημοσίων δικτύων επικοινωνιών και για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/58/ΕΚ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 95, έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής, έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ: Άρθρο 1 Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής 1. Η παρούσα οδηγία αποβλέπει στην εναρμόνιση των διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με τις υποχρεώσεις των παρόχων διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή δημοσίου δικτύου επικοινωνιών όσον αφορά την διατήρηση ορισμένων δεδομένων που παράγονται ή υφίστανται επεξεργασία από αυτούς, ώστε να διασφαλιστεί ότι τα δεδομένα καθίστανται διαθέσιμα για τους σκοπούς της διερεύνησης, διαπίστωσης και δίωξης σοβαρών ποινικών αδικημάτων, όπως ορίζονται βάσει του εθνικού δικαίου των κρατών μελών. 2. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται σε δεδομένα κίνησης και θέσης, στις νομικές οντότητες και στα φυσικά πρόσωπα και στα συναφή δεδομένα που απαιτούνται για την αναγνώριση του συνδρομητή ή του καταχωρημένου χρήστη. Δεν εφαρμόζεται στο περιεχόμενο των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών στις οποίες η πρόσβαση πραγματοποιείται με τη χρήση δικτύου ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Άρθρο 2 Ορισμοί 1. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας εφαρμόζονται οι ορισμοί της οδηγίας 95/46/ΕΚ, της οδηγίας 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία πλαίσιο) [7], καθώς και της οδηγίας 2002/58/ΕΚ. 2. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας νοούνται ως: α) "δεδομένα": τα δεδομένα κίνησης και θέσης και τα συναφή δεδομένα που είναι αναγκαία για την αναγνώριση του συνδρομητή ή χρήστη 8
β) "χρήστης": κάθε νομική οντότητα ή φυσικό πρόσωπο που χρησιμοποιεί διαθέσιμη στο κοινό υπηρεσία ηλεκτρονικών επικοινωνιών, για ιδιωτικούς ή εμπορικούς σκοπούς χωρίς να είναι απαραίτητα συνδρομητής της εν λόγω υπηρεσίας γ) "τηλεφωνική υπηρεσία": κλήσεις (συμπεριλαμβανομένων των φωνητικών τηλεφωνημάτων, του φωνητικού τηλεταχυδρομείου, των τηλεδιασκέψεων και της τηλεφωνικής μεταφοράς δεδομένων), συμπληρωματικές υπηρεσίες (συμπεριλαμβανομένης της προώθησης και της εκτροπής κλήσεων), υπηρεσίες μηνυμάτων και πολυμέσων (συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών γραπτών μηνυμάτων, ενισχυμένων μέσων και πολυμέσων) δ) "κωδικός ταυτότητας χρήστη": ο μοναδικός αναγνωριστικός κωδικός που αποδίδεται σε κάθε πρόσωπο όταν καθίσταται συνδρομητής ή εγγράφεται σε κάποια υπηρεσία πρόσβασης στο Διαδίκτυο ή επικοινωνίας μέσω του Διαδικτύου ε) "κωδικός ταυτότητας κυψέλης": η ταυτότητα του κυψελωτού κυττάρου από το οποίο ξεκινά ή στο οποίο καταλήγει συγκεκριμένη κλήση κινητής τηλεφωνίας στ) "ανεπιτυχής κλήση": κλήση κατά την οποία επιτυγχάνεται μεν σύνδεση με τον αριθμό προορισμού, η κλήση όμως παραμένει αναπάντητη ή σημειώνεται επέμβαση της διαχείρισης του δικτύου. Άρθρο 3 Υποχρέωση διατήρησης δεδομένων 1. Κατά παρέκκλιση εκ των άρθρων 5, 6 και 9 της οδηγίας 2002/58/ΕΚ, τα κράτη μέλη θεσπίζουν μέτρα ώστε να διασφαλίζεται ότι τα δεδομένα τα οποία προσδιορίζονται με το άρθρο 5 της παρούσας οδηγίας διατηρούνται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, εφόσον παράγονται ή υποβάλλονται σε επεξεργασία από παρόχους διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή δημοσίου δικτύου επικοινωνιών στο πλαίσιο της δικαιοδοσίας τους κατά την παροχή των προσδιοριζομένων υπηρεσιών επικοινωνιών. 2. Στην υποχρέωση διατήρησης δεδομένων της παραγράφου 1 περιλαμβάνεται η διατήρηση των κατά το άρθρο 5 δεδομένων όσον αφορά τις ανεπιτυχείς κλήσεις όταν τα δεδομένα αυτά παράγονται ή υποβάλλονται σε επεξεργασία και όταν αποθηκεύονται (όσον αφορά τηλεφωνικά δεδομένα) ή καταγράφονται (όσον αφορά διαδικτυακά δεδομένα) από παρόχους διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή δημοσίου δικτύου επικοινωνιών στο πλαίσιο της δικαιοδοσίας του οικείου κράτους μέλους κατά την παροχή των οικείων υπηρεσιών επικοινωνιών. Η παρούσα οδηγία δεν απαιτεί τη διατήρηση δεδομένων σε σχέση με κλήσεις κατά τις οποίες δεν επιτυγχάνεται σύνδεση. Άρθρο 4 Πρόσβαση στα δεδομένα Τα κράτη μέλη θεσπίζουν μέτρα ώστε να διασφαλίζεται ότι τα δεδομένα που διατηρούνται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία παρέχονται μόνο στις αρμόδιες εθνικές αρχές, σε ειδικές περιπτώσεις και σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία. Η διαδικασία και οι όροι πρόσβασης σε διατηρούμενα δεδομένα σύμφωνα με τις απαιτήσεις αναγκαιότητας και αναλογικότητας ορίζονται από τα κράτη μέλη στο εθνικό τους δίκαιο, με την επιφύλαξη των οικείων διατάξεων του ευρωπαϊκού δικαίου ή του δημοσίου διεθνούς δικαίου, και ιδίως της ΕΣΔΑ, όπως έχει ερμηνευθεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Άρθρο 5 Κατηγορίες διατηρουμένων δεδομένων 1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι βάσει της παρούσας οδηγίας οι ακόλουθες κατηγορίες δεδομένων διατηρούνται: α) δεδομένα αναγκαία για την ανίχνευση και τον προσδιορισμό της πηγής της επικοινωνίας: 1. όσον αφορά την τηλεφωνία σταθερού δικτύου και την κινητή τηλεφωνία: i) ο τηλεφωνικός αριθμός του καλούντος, ii) το όνομα και η διεύθυνση του συνδρομητή ή του εγγεγραμμένου χρήστη 2. όσον αφορά την πρόσβαση στο Διαδίκτυο και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και τηλεφωνίας μέσω του Διαδικτύου: i) ο αποδοθείς κωδικός ταυτότητας χρήστη, ii) ο κωδικός ταυτότητας χρήστη και ο τηλεφωνικός αριθμός που δίνονται σε κάθε επικοινωνία που εισέρχεται στο δημόσιο τηλεφωνικό δίκτυο, 9
iii) ονοματεπώνυμο και διεύθυνση του συνδρομητή ή εγγεγραμμένου χρήστη στον οποίο είχε αποδοθεί κατά το χρόνο επικοινωνίας διεύθυνση ΙΡ (πρωτοκόλλου Διαδικτύου), κωδικός ταυτότητας χρήστη ή αριθμός τηλεφώνου β) δεδομένα αναγκαία για τον προσδιορισμό του προορισμού της επικοινωνίας: 1. όσον αφορά την τηλεφωνία σταθερού δικτύου και την κινητή τηλεφωνία: i) καλούμενος αριθμός ή αριθμοί (ο αριθμός ή οι αριθμοί τηλεφώνου που κλήθηκαν), στις δε περιπτώσεις όπου υπεισέρχονται συμπληρωματικές υπηρεσίες όπως προώθηση/εκτροπή κλήσης, ο αριθμός ή οι αριθμοί τηλεφώνου προς τους οποίους προωθήθηκε η κλήση, ii) ονοματεπώνυμα και διευθύνσεις των συνδρομητών ή εγγεγραμμένων χρηστών 2. όσον αφορά τις υπηρεσίες ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και τηλεφωνίας μέσω Διαδικτύου: i) κωδικός ταυτότητας χρήστη ή αριθμός τηλεφώνου του σκοπούμενου αποδέκτη διαδικτυακής τηλεφωνικής κλήσης, ii) ονοματεπώνυμο και διεύθυνση του συνδρομητή ή εγγεγραμμένου χρήστη και κωδικός ταυτότητας χρήστη του σκοπούμενου αποδέκτη της επικοινωνίας γ) δεδομένα αναγκαία για τον προσδιορισμό της ημερομηνίας, ώρας και διάρκειας της επικοινωνίας: 1. όσον αφορά την τηλεφωνία σταθερού δικτύου και την κινητή τηλεφωνία, η ημερομηνία και η ώρα έναρξης και λήξης της επικοινωνίας 2. όσον αφορά την πρόσβαση στο Διαδίκτυο και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και τηλεφωνίας μέσω Διαδικτύου: i) η ημερομηνία και η ώρα σύνδεσης και αποσύνδεσης με το Διαδίκτυο με βάση συγκεκριμένη ωριαία ζώνη, καθώς και η διεύθυνση πρωτοκόλλου του διαδικτύου (ΙΡ), είτε δυναμική είτε στατική που έδωσε στην επικοινωνία ο πάροχος υπηρεσιών πρόσβασης στο Διαδίκτυο, καθώς και ο κωδικός ταυτότητας χρήστη του συνδρομητή ή εγγεγραμμένου χρήστη, ii) η ημερομηνία και η ώρα σύνδεσης και αποσύνδεσης με την υπηρεσία ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή τηλεφωνίας μέσω του διαδικτύου, με βάση συγκεκριμένη ωριαία ζώνη δ) δεδομένα αναγκαία για τον προσδιορισμό του είδους της επικοινωνίας: 1. όσον αφορά την τηλεφωνία σταθερού δικτύου και την κινητή τηλεφωνία: η χρησιμοποιηθείσα τηλεφωνική υπηρεσία 2. όσον αφορά τις υπηρεσίες ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και τηλεφωνίας μέσω Διαδικτύου: η χρησιμοποιηθείσα τηλεφωνική υπηρεσία ε) δεδομένα αναγκαία για τον προσδιορισμό του εξοπλισμού επικοινωνίας των χρηστών, ή του φερομένου ως εξοπλισμού επικοινωνίας τους: 1. όσον αφορά την τηλεφωνία σταθερού δικτύου, οι τηλεφωνικοί αριθμοί καλούντος και καλουμένου 2. όσον αφορά την κινητή τηλεφωνία: i) οι τηλεφωνικοί αριθμοί καλούντος και καλουμένου, ii) η διεθνής ταυτότητα συνδρομητή κινητής τηλεφωνίας (IMSI) του καλούντος, iii) η διεθνής ταυτότητα εξοπλισμού κινητής τηλεφωνίας (ΙΜΕΙ) του καλούντος, iv) η IMSI του καλουμένου, v) η ΙΜΕΙ του καλουμένου, vi) στην περίπτωση προπληρωμένων ανώνυμων υπηρεσιών, η ημερομηνία και ώρα της αρχικής ενεργοποίησης της υπηρεσίας και ο κωδικός θέσης (κωδικός ταυτότητας κυψέλης) από την οποία πραγματοποιήθηκε η ενεργοποίηση 3. όσον αφορά την πρόσβαση στο Διαδίκτυο και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και τηλεφωνίας μέσω Διαδικτύου: i) ο τηλεφωνικός αριθμός καλούντος για την πρόσβαση μέσω τηλεφώνου, ii) η ψηφιακή συνδρομητική γραμμή (DSL) η άλλη απόληξη της πηγής της επικοινωνίας στ) δεδομένα αναγκαία για τον προσδιορισμό της θέσης του εξοπλισμού κινητής επικοινωνίας: 1. ο κωδικός θέσης (κωδικός ταυτότητας κυψέλης) κατά την έναρξη της επικοινωνίας 2. δεδομένα με τα οποία προσδιορίζεται η γεωγραφική θέση των κυψελών βάσει των κωδικών θέσης (κωδικών ταυτότητας κυψέλης), κατά τη διάρκεια του χρονικού διαστήματος για το οποίο διατηρούνται τα δεδομένα των επικοινωνιών. 10
2. Η παρούσα οδηγία δεν επιτρέπει τη διατήρηση δεδομένων που αποκαλύπτουν το περιεχόμενο των επικοινωνιών. Άρθρο 6 Χρονικό διάστημα διατήρησης Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι κατηγορίες δεδομένων του άρθρου 5 διατηρούνται για χρονικό διάστημα όχι μικρότερο του εξαμήνου και όχι μεγαλύτερο της διετίας από την ημερομηνία της επικοινωνίας. Άρθρο 7 Προστασία και ασφάλεια των δεδομένων Με την επιφύλαξη των διατάξεων που θεσπίστηκαν δυνάμει της οδηγίας 95/46/ΕΚ και της οδηγίας 2002/58/ΕΚ, κάθε κράτος μέλος εξασφαλίζει ότι στα δεδομένα που διατηρούνται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία εφαρμόζονται τουλάχιστον οι εξής αρχές ασφαλείας από τους παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαθέσιμων στο κοινό ή δημοσίου δικτύου επικοινωνιών: α) τα διατηρούμενα δεδομένα είναι ίδιας ποιότητας και τυγχάνουν της αυτής προστασίας και ασφάλειας με τα δεδομένα που περιέχει το δίκτυο β) λαμβάνονται τα δέοντα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα προστασίας των δεδομένων κατά τυχαίας ή παράνομης καταστροφής τους ή τυχαίας απώλειας, αλλοίωσης, μη εξουσιοδοτημένης ή παράνομης αποθήκευσης, επεξεργασίας, πρόσβασης ή αποκάλυψης γ) λαμβάνονται τα δέοντα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για να διασφαλισθεί ότι στα δεδομένα έχει πρόσβαση μόνο ειδικά εξουσιοδοτημένο προσωπικό και δ) τα δεδομένα καταστρέφονται στο τέλος του χρονικού διαστήματος διατήρησης, εκτός από εκείνα στα οποία έχει αποκτηθεί πρόσβαση και τα οποία έχουν φυλαχθεί. Άρθρο 8 Απαιτήσεις αποθήκευσης για τα διατηρούμενα δεδομένα Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα δεδομένα που ορίζει το άρθρο 5 διατηρούνται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία με τέτοιο τρόπο ώστε τα διατηρούμενα δεδομένα και κάθε άλλη πληροφορία σχετικά με αυτά να μπορούν να διαβιβαστούν κατόπιν αιτήματος στις αρμόδιες αρχές χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση. Άρθρο 9 Εποπτική αρχή 1. Κάθε κράτος μέλος ορίζει μία ή περισσότερες δημόσιες αρχές αρμόδιες για την παρακολούθηση της εφαρμογής στο έδαφός του των διατάξεων που θεσπίζονται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 7 όσον αφορά την ασφάλεια των διατηρουμένων δεδομένων. Οι αρχές αυτές μπορεί να είναι οι ίδιες με τις προβλεπόμενες στο άρθρο 28 της οδηγίας 95/46/ΕΚ. 2. Οι αρχές της παραγράφου 1 ενεργούν με πλήρη ανεξαρτησία κατά την άσκηση των κατά την παράγραφο 1 καθηκόντων παρακολούθησης. Άρθρο 10 Στατιστικά στοιχεία 1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα στατιστικά στοιχεία για τη διατήρηση δεδομένων τα οποία παράγονται ή υποβάλλονται σε επεξεργασία σε συνάρτηση με την παροχή διαθεσίμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή δημοσίου δικτύου επικοινωνιών παρέχονται στην Επιτροπή ανά έτος. Αυτά τα στατιστικά στοιχεία περιλαμβάνουν: - τις περιπτώσεις στις οποίες παρασχέθηκαν πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές σύμφωνα με το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο, - το χρονικό διάστημα μεταξύ της ημερομηνίας διατήρησης των δεδομένων και της ημερομηνίας υποβολής του αιτήματος από την αρμόδια αρχή για τη διαβίβαση των δεδομένων, - τις υποθέσεις στις οποίες δεν κατέστη δυνατόν να ικανοποιηθούν τα αιτήματα για δεδομένα. 2. Αυτά τα στατιστικά στοιχεία δεν περιλαμβάνουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. 11
Άρθρο 11 Τροποποίηση της οδηγίας 2002/58/ΕΚ Στο άρθρο 15 της οδηγίας 2002/58/ΕΚ παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος: "1α. Η παράγραφος 1 δεν ισχύει για δεδομένα των οποίων τη διατήρηση προβλέπει ρητά η οδηγία 2006/24/ΕΚ του Ευρωπαϊκού κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για τη διατήρηση δεδομένων που παράγονται ή υποβάλλονται σε επεξεργασία σε συνάρτηση με την παροχή διαθεσίμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή δημοσίου δικτύου επικοινωνιών, όσον αφορά τους σκοπούς του άρθρου 1 παράγραφος 1 της εν λόγω οδηγίας. Άρθρο 12 Μελλοντικά μέτρα 1. Εάν κράτος μέλος αντιμετωπίζει ιδιάζουσες συνθήκες που δικαιολογούν περιορισμένη παράταση του ανωτάτου επιτρεπομένου χρονικού διαστήματος διατήρησης κατά το άρθρο 6 μπορεί να λάβει τα απαιτούμενα μέτρα. Το κράτος μέλος ειδοποιεί πάραυτα την Επιτροπή και ενημερώνει τα λοιπά κράτη μέλη σχετικά με τα μέτρα που ελήφθησαν δυνάμει του παρόντος άρθρου, αναφέρει δε τους λόγους για τους οποίους ελήφθησαν. 2. Η Επιτροπή, εντός εξαμήνου από την προβλεπόμενη στην παράγραφο 1 γνωστοποίηση, εγκρίνει ή απορρίπτει τα σχετικά εθνικά μέτρα αφού εξακριβώσει αν αποτελούν μέσο αυθαίρετων διακρίσεων ή συγκεκαλυμμένου περιορισμού του εμπορίου μεταξύ κρατών μελών και αν αποτελούν εμπόδιο για τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Αν δεν ληφθεί απόφαση από την Επιτροπή εντός της συγκεκριμένης προθεσμίας τεκμαίρεται ότι τα εθνικά μέτρα έχουν εγκριθεί. 3. Όταν τα εθνικά μέτρα κράτους μέλους που παρεκκλίνουν από τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας έχουν εγκριθεί σύμφωνα με την παράγραφο 2, η Επιτροπή δύναται να εξετάσει αν θα προτείνει τροποποίηση της παρούσας οδηγίας. Άρθρο 13 Ένδικα μέσα, ευθύνη και κυρώσεις 1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαιτούμενα μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι τα εθνικά μέτρα εφαρμογής του Κεφαλαίου ΙΙΙ της οδηγίας 95/46/ΕΚ περί ενδίκων μέσων, ευθύνης και κυρώσεων υλοποιούνται πλήρως όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων δυνάμει της παρούσας οδηγίας. 2. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν ιδίως τα απαιτούμενα μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι η εκ προθέσεως προσπέλαση ή μεταφορά δεδομένων διατηρουμένων δυνάμει της παρούσας οδηγίας, η οποία δεν επιτρέπεται σύμφωνα με εθνικές διατάξεις θεσπισθείσες δυνάμει της οδηγίας, τιμωρείται με την επιβολή κυρώσεων, μεταξύ άλλων διοικητικών ή ποινικών, οι οποίες είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Άρθρο 14 Αξιολόγηση 1. Το αργότερο έως τις 15 Σεπτεμβρίου 2010 η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο αξιολόγηση της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας και των επιπτώσεών της στους οικονομικούς φορείς και στους καταναλωτές, λαμβανομένων υπόψη των νέων εξελίξεων της τεχνολογίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών και των στατιστικών στοιχείων που παρέχονται στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 10, προκειμένου να καθοριστεί εάν είναι απαραίτητη η τροποποίηση των διατάξεων της παρούσας οδηγίας, ιδίως σε σχέση με τον κατάλογο δεδομένων του άρθρου 5 και τα κατά το άρθρο 6 χρονικά διαστήματα διατήρησης. Τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων αυτών δημοσιοποιούνται. 2. Για τον σκοπό αυτόν, η Επιτροπή εξετάζει όλες τις παρατηρήσεις που της διαβιβάζουν τα κράτη μέλη ή η ομάδα που συστήθηκε με το άρθρο 29 της οδηγίας 95/46/ΕΚ. Άρθρο 15 Μεταφορά 1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία το αργότερο έως τις 15 Σεπτεμβρίου 2007. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων αυτών. Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις ανωτέρω διατάξεις, αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται 12
από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη. 2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων του εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπει η παρούσα οδηγία. 3. Μέχρι τις 15 Μαρτίου 2009 κάθε κράτος μέλος δύναται να αναβάλλει την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας ως προς τη διατήρηση δεδομένων επικοινωνίας που αφορούν την πρόσβαση στο Διαδίκτυο και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και τηλεφωνίας μέσω Διαδικτύου. Κάθε κράτος μέλος που σκοπεύει να κάνει χρήση της παρούσας παραγράφου ενημερώνει σχετικώς με δήλωσή του το Συμβούλιο και την Επιτροπή κατά την έκδοση της οδηγίας. Η δήλωση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Άρθρο 16 Έναρξη ισχύος Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Άρθρο 17 Αποδέκτες Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη. Στρασβούργο, 15 Μαρτίου 2006. 13
ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ ΕΘΝΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ 14
1. ΝΟΜΟΣ 2225/1994 (ΦΕΚ Α 121/20-7-94) «Για την προστασία της ελευθερίας της ανταπόκρισης και επικοινωνίας και άλλες διατάξεις» Άρθρο 1 [ Καταργήθηκε με το άρθρο 13 του Ν. 3115/2003 (ΦΕΚ Α 47/27-02-03) «Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών») σύμφωνα με το οποίο «Από την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας της Α.Δ.Α.Ε. καταργούνται οι διατάξεις των άρθρων 1, 2 και 6 του Ν. 2225/1994»] Άρθρο 2 [ Καταργήθηκε με το άρθρο 13 του Ν. 3115/2003 (ΦΕΚ Α 47/27-02-03) «Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών») σύμφωνα με το οποίο «Από την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας της Α.Δ.Α.Ε. καταργούνται οι διατάξεις των άρθρων 1, 2 και 6 του Ν. 2225/1994»] Άρθρο 3 Άρση του απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας 1. Αίτηση για άρση του απορρήτου μπορεί να υποβάλλει μόνο δικαστική ή άλλη πολιτική, στρατιωτική ή αστυνομική δημόσια αρχή στην αρμοδιότητα της οποίας υπάγεται το θέμα εθνικής ασφάλειας που επιβάλλει την άρση. 2. Η αίτηση υποβάλλεται προς τον Εισαγγελέα Εφετών του τόπου της αιτούσας αρχής ή του τόπου, όπου πρόκειται να επιβληθεί η άρση. Ο Εισαγγελέας Εφετών αποφασίζει μέσα σε είκοσι τέσσερις (24) ώρες για την άρση ή όχι του απορρήτου με διάταξή του στην οποία περιέχονται τα αναφερόμενα στην παρ. 1 του άρθρου 5 στοιχεία. Αν κατά την κρίση του, μετά από εισήγηση της αιτούσας αρχής, ειδικές περιστάσεις εθνικής ασφάλειας επιβάλουν την παράλειψη ή τη συνοπτική παράθεση ορισμένων από τα στοιχεία αυτά, γίνεται ειδική μνεία στη διάταξη. Άρθρο 4 Άρση του απορρήτου για διακρίβωση εγκλημάτων 1. Η άρση του απορρήτου είναι επιτρεπτή για τη διακρίβωση των κακουργημάτων που προβλέπονται από: α) τα άρθρα 134, 135 παρ. 1, 2, 135Α, 137Α, 137Β, 138, 139, 140, 143, 144, 146, 148 παρ. 2, 150, 151, 157 παρ. 1, 159 παρ. 3, 168 παρ. 1, 187 παρ. 1, 2, 207, 208 παρ. 1, 235 περ. β, 236 περ. β, 237 περιπτώσεις β των παραγράφων 1 και 2, 264 περ. β, γ, 270, 272, 275 περ. β, 291 παρ. 1 εδ. β, γ, 299, 322, 324 παρ. 2, 3, 342 παρ. 1 και 2, 348, 348Α παρ. 3, 374, 380, 385 του Ποινικού Κώδικα. β) τα άρθρα 26, 27, 28, 29, 31, 32, 33, 34, 35, 39, 40, 41, 63, 64, 76, 93 και 97 του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα, γ) το άρθρο 15 παρ. 1 του ν. 2168/1993, δ) τα άρθρα 5, 6, 7 και 8 του ν. 1729/1987, ε) τα άρθρα 89, 90 και 93 του ν.1165/1968 στ) το άρθρο δεύτερο παράγραφος 1 περ. β` του ν. 2656/1998, ζ) το άρθρο τρίτο παράγραφος 1 περ. β` του ν. 2803/2000, η) το άρθρο 2 παρ. 1 περ. α` και β` του ν. 2331/1995 15
Επίσης, επιτρέπεται η άρση του απορρήτου για τη διακρίβωση των προπαρασκευαστικών πράξεων για το έγκλημα της παραχάραξης νομίσματος κατά το άρθρο 211 του Ποινικού Κώδικα "καθώς επίσης και για τα εγκλήματα των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 342 του ΠΚ και των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 348Α του ΠΚ. 1α. Η άρση του απορρήτου είναι επίσης επιτρεπτή για τη διακρίβωση παραβάσεων των άρθρων 3 έως 7, 29 και 30 του ν. 3340/2005 (ΦΕΚ 112 Α ). 1β. Επιτρέπεται, επίσης, η άρση του απορρήτου για τη διακρίβωση των κακουργημάτων που προβλέπονται από το ν. 3028/2002 «Για την προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς» (ΦΕΚ 153 Α`), όπως ο νόμος αυτός εκάστοτε ισχύει. 2. Η άρση στις περιπτώσεις αυτές είναι επιτρεπτή μόνο αν αιτιολογημένα το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο διαπιστώσει ότι η διερεύνηση της υπόθεσης ή η εξακρίβωση του τόπου διαμονής του κατηγορουμένου είναι αδύνατη ή ουσιωδώς δυσχερής χωρίς αυτήν. 3. Η άρση στρέφεται μόνο κατά συγκεκριμένου προσώπου ή προσώπων που έχουν σχέση με την υπόθεση που ερευνάται ή για τα οποία, βάσει συγκεκριμένων περιστατικών, προκύπτει ότι λαμβάνουν ή μεταφέρουν συγκεκριμένα μηνύματα που αφορούν ή προέρχονται από τον κατηγορούμενο ή χρησιμοποιούνται ως σύνδεσμοί του. 4. Η άρση του απορρήτου στις περιπτώσεις του παρόντος άρθρου επιβάλλεται με διάταξη του Συμβουλίου Εφετών ή Πλημμελειοδικών στην καθ` ύλην και κατά τόπο αρμοδιότητα του οποίου υπάγεται η διακρίβωση του συγκεκριμένου εγκλήματος με το οποίο σχετίζεται η άρση. 5. Την αίτηση για την άρση υποβάλλει στο Συμβούλιο ο καθ` ύλην και κατά τόπο αρμόδιος εισαγγελέας, ο οποίος εποπτεύει ή ενεργεί προανάκριση ή προκαταρκτική εξέταση και ο ανακριτής, ο οποίος ενεργεί τακτική ανάκριση για τα πιο πάνω εγκλήματα. Το Συμβούλιο αποφασίζει μέσα σε είκοσι τέσσερις (24) ώρες για την άρση ή όχι του απορρήτου, με διάταξή του, στην οποία περιέχονται τα κατά την παρ. 2 του άρθρου 5 στοιχεία. Στις περιπτώσεις της παραγράφου 1α αυτού του άρθρου την άρση μπορεί να ζητήσει και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, με απόφαση της Εκτελεστικής της Επιτροπής, η οποία υποβάλλεται στον αρμόδιο Εισαγγελέα Εφετών ή τον ανακριτή, οι οποίοι την υποβάλλουν στο Συμβούλιο Εφετών. 6. Σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις την άρση μπορεί να διατάξει ο εισαγγελέας που ενεργεί την προανάκριση ή προκαταρκτική εξέταση και ο ανακριτής που ενεργεί την τακτική ανάκριση. Σε κάθε περίπτωση, όμως, ο εισαγγελέας ή ο ανακριτής υποχρεούνται να εισαγάγουν το ζήτημα με σχετική αίτηση τους στο Συμβούλιο μέσα σε προθεσμία τριών (3) ημερών. Η ισχύς της διάταξης του Εισαγγελέα ή του ανακριτή για την άρση παύει αυτοδικαίως με τη λήξη της τριήμερης αυτής προθεσμίας ή, αν το ζήτημα εισαχθεί εμπροθέσμως, από την έκδοση της σχετικής διάταξης του Συμβουλίου. 7. Στις περιπτώσεις εγκλημάτων που υπάγονται στην αρμοδιότητα των στρατιωτικών δικαστηρίων την άρση του απορρήτου επιβάλλει, με απόφασή του, το δικαστικό συμβούλιο του καθ` ύλην και κατά τόπο αρμόδιου στρατιωτικού δικαστηρίου μετά από αίτηση του ασκούντος την ποινική δίωξη ή του ανακριτή που ενεργεί τακτική ανάκριση. Άρθρο 5 Διαδικασία άρσης του απορρήτου 1. Η διάταξη που επιβάλλει την άρση του απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας σύμφωνα με το άρθρο 3 του παρόντος νόμου περιέχει τα ακόλουθα στοιχεία: α) το όργανο που διατάσσει την άρση, β) τη δημόσια αρχή ή τον εισαγγελέα ή τον ανακριτή που ζητούν την επιβολή της άρσης, γ) το σκοπό της επιβολής της άρσης, δ) τα μέσα ανταπόκρισης ή επικοινωνίας στα οποία επιβάλλεται η άρση, ε) την εδαφική έκταση εφαρμογής και τη χρονική διάρκεια της άρσης, στ) την ημερομηνία έκδοσης της διάταξης. 16
2. Η διάταξη που επιβάλλει την άρση του απορρήτου για διακρίβωση εγκλημάτων, σύμφωνα με το άρθρο 4 του παρόντος νόμου, περιλαμβάνει, εκτός των στοιχείων της προηγούμενης παραγράφου, και τα εξής: α) το όνομα του προσώπου ή των προσώπων κατά των οποίων λαμβάνεται το μέτρο της άρσης και τη διεύθυνση διαμονής τους, εφόσον είναι γνωστή, β) την αιτιολογία επιβολής της άρσης. 3. Διάταξη που απορρίπτει αίτημα άρσης του απορρήτου περιέχει μόνο: α) το όργανο που αποφασίζει, β) τη δημόσια αρχή που είχε ζητήσει την επιβολή της άρσης, γ) την ημερομηνία έκδοσης της διάταξης. 4. Απόσπασμα της διάταξης, που περιλαμβάνει το διατακτικό της, παραδίδεται με απόδειξη, μέσα σε κλειστό φάκελο: α) Στον πρόεδρο ή το διοικητικό συμβούλιο ή το γενικό διευθυντή ή τον εκπρόσωπο του νομικού προσώπου στο οποίο υπάγεται το μέσο ανταπόκρισης ή επικοινωνίας. Σε περίπτωση ατομικής επιχείρησης, το ως άνω απόσπασμα παραδίδεται στον επιχειρηματία. β) Αν το νομικό πρόσωπο υπάγεται στον έλεγχο ή την εποπτεία του κράτους, το ως άνω απόσπασμα παραδίδεται και στον Υπουργό που εποπτεύει το νομικό αυτό πρόσωπο ή στον Υπουργό που προϊσταται της δημόσιας υπηρεσίας. Στην Α.Δ.Α.Ε. παραδίδεται, μέσα σε κλειστό φάκελο, όλο το κείμενο της διάταξης που επιβάλλει την άρση του απορρήτου. Η σχετική αλληλογραφία είναι απόρρητη και τηρείται σε ειδικό αρχείο, στο οποίο έχουν πρόσβαση ο Πρόεδρος της Α.Δ.Α.Ε. και ένα ακόμη μέλος της, το οποίο είναι ειδικά εξουσιοδοτημένο προς τούτο από την Α.Δ.Α.Ε. Ο Πρόεδρος της Α.Δ.Α. Ε. ενημερώνει σε κάθε περίπτωση τους αρχηγούς των κομμάτων που εκπροσωπούνται στη Βουλή και κοινοποιεί τη διάταξη στον Υπουργό Δικαιοσύνης. 5. Μετά την εκτέλεση της διάταξης συντάσσονται μία ή περισσότερες, κατά τις περιστάσεις, εκθέσεις από την υπηρεσία η οποία διενήργησε τις πράξεις άρσης του απορρήτου. Οι εκθέσεις υπογράφονται από το εντεταλμένο όργανο της αιτούσας αρχής και σε αυτές αναφέρονται: α) οι ενέργειες που έγιναν για την εκτέλεση της διάταξης, β) ο τόπος, η ημερομηνία και ο τρόπος εκτέλεσης των πιο πάνω ενεργειών, γ) το ονοματεπώνυμο των υπαλλήλων που τις διενήργησαν, εφόσον το κρίνει αναγκαίο το όργανο που εξέδωσε τη διάταξη. Αντίγραφα των εκθέσεων αυτών διαβιβάζονται με απόδειξη, μέσα σε κλειστό φάκελο, στην αιτούσα αρχή, στη δικαστική αρχή, που εξέδωσε τη διάταξη και στην Α.Δ.Α.Ε. 6. Η χρονική διάρκεια της άρσης του απορρήτου δεν μπορεί να υπερβαίνει τους δύο (2) μήνες. Παρατάσεις της διάρκειας αυτής, οι οποίες δεν υπερβαίνουν κάθε φορά τους δύο (2) μήνες, μπορούν να διαταχθούν με τη διαδικασία, που προβλέπεται κατά περίσταση, για την επιβολή του μέτρου και υπό τον όρο ότι εξακολουθούν να υφίστανται οι λόγοι της άρσης. Σε κάθε περίπτωση οι παρατάσεις δεν μπορούν να υπερβαίνουν συνολικά τη διάρκεια των δέκα (10) μηνών. Το ανώτατο αυτό χρονικό όριο δεν ισχύει στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η άρση διατάσσεται για λόγους εθνικής ασφάλειας. 7. Μετά τη λήξη της διάρκειας της άρσης, ή μετά τη λήξη του επιτρεπόμενου ανώτατου χρονικού ορίου της παύει αυτοδικαίως η άρση του απορρήτου. 8. Με διάταξη του οργάνου που επέβαλε την άρση μπορεί να διαταχθεί η παύση της και πριν από την πάροδο της ορισμένης διάρκειάς της, αν εκπληρώθηκε ο σκοπός ή έλειψαν οι λόγοι επιβολής του μέτρου. 17
9. Μετά τη λήξη του μέτρου της άρσης και υπό την αναγκαία προϋπόθεση ότι δεν διακυβεύεται ο σκοπός για τον οποίο διατάχθηκε, μπορεί η Α.Δ.Α.Ε. να αποφασίζει τη γνωστοποίηση της επιβολής του στους θιγόμενους. Τα στοιχεία που είχαν συλλεγεί ή κατασχεθεί και το υλικό που εγγράφηκε ή αποτυπώθηκε σε εκτέλεση της διάταξης για την άρση του απορρήτου σε περίπτωση διακρίβωσης εγκλημάτων, σύμφωνα με το άρθρο 4, επισυνάπτονται στη δικογραφία, αν συνιστούν αποδεικτικά μέσα για την ποινική δίωξη κατά την κρίση της αρχής που εξέδωσε τη διάταξη. Στις περιπτώσεις της παραγράφου 1α του άρθρου 4 τα στοιχεία αυτά χρησιμοποιούνται επιπλέον κατά τη διοικητική διαδικασία για τη διαπίστωση της παράβασης των άρθρων 3 έως 7, 29 και 30 του ν. 3340/2005 και επισυνάπτονται στη σχετική δικογραφία κατά τη διαδικασία ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων. Διαφορετικά επιστρέφονται στον κύριό τους, εφόσον έχει αποφασισθεί η κατά το προηγούμενο εδάφιο γνωστοποίηση του μέτρου. Αν δεν συντρέχει αυτή η περίπτωση καταστρέφονται ενώπιον της αρχής που εξέδωσε τη διάταξη και συντάσσεται έκθεση για την καταστροφή. Υποχρεωτικώς καταστρέφεται το υλικό που δεν έχει σχέση με το λόγο επιβολής του μέτρου. 10. Το περιεχόμενο της ανταπόκρισης η επικοινωνίας, το οποίο έγινε γνωστό λόγω της άρσης του απορρήτου, καθώς και κάθε άλλο σχετικό με αυτή στοιχείο απαγορεύεται, με ποινή ακυρότητας, να χρησιμοποιηθεί και να ληφθεί υπόψη ως άμεση ή έμμεση απόδειξη σε άλλη ποινική, πολιτική, διοικητική και πειθαρχική δίκη και διοικητική διαδικασία για σκοπό διαφορετικό από εκείνον που είχε καθορισθεί με τη διάταξη. Κατ` εξαίρεση η αρχή που εξέδωσε τη διάταξη μπορεί, κατά την αιτιολογημένη κρίση της, να επιτρέψει με νεότερη διάταξη της να χρησιμοποιηθούν και να ληφθούν υπόψη τα παραπάνω στοιχεία, αν χρησιμεύουν για τη διακρίβωση άλλου ιδιαιτέρως σοβαρού εγκλήματος από αυτά που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 4 του παρόντος νόμου, καθώς και για υπεράσπιση κατηγορουμένου σε ποινική δίκη για πλημμέλημα ή κακούργημα. 11. Υπάλληλος της υπηρεσίας, στην οποία ανήκει το μέσο ανταπόκρισης η επικοινωνίας για το οποίο επιβλήθηκε η άρση, αν, παρότι είναι αρμόδιος, δεν παρέχει στο εντεταλμένο όργανο πληροφορία σχετική με το περιεχόμενο της διάταξης και τεχνική ή υπηρεσιακή γενικά συνδρομή για την εκτέλεση της τιμωρείται, με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών. Αν ανακοινώνει σε τρίτους ή χρησιμοποιεί το περιεχόμενο των κάθε είδους μηνυμάτων, πληροφοριών και στοιχείων που περιήλθαν σε γνώση του λόγω της άρσης του απορρήτου, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών. Άρθρο 6 [ Καταργήθηκε με το άρθρο 13 του Ν. 3115/2003 (ΦΕΚ Α 47/27-02-03) «Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών») σύμφωνα με το οποίο «Από την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας της Α.Δ.Α.Ε. καταργούνται οι διατάξεις των άρθρων 1, 2 και 6 του Ν. 2225/1994»] Άρθρο 7 Καταργούμενες διατάξεις 1. Από την έναρξη της ισχύος του παρόντος νόμου καταργούνται: α) Το ν.δ 792/1971 (ΦΕΚ 1 Α ). β) Το άρθρο 1 παρ. 1 περ. ιβ του α.ν 511/1947 (ΦΕΚ 299 Α ), που κυρώθηκε με το ν. 539/1948. γ) Το άρθρο 3 του ν 4277/1929 (ΦΕΚ 265 Α ) που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 52 παρ. 3 του ν δ. 165/1973 (ΦΕΚ 228 Α ). δ) Το άρθρο 3 περ. α του Τηλεφωνικού Κανονισμού, που έχει εγκριθεί με την απόφαση 1130/1969 του Δ.Σ. του Ο.Τ.Ε. (ΦΕΚ 820 Β ) και το άρθρο 5 παρ. 4 εδάφιο 2 του ίδιου Κανονισμού, όπως αντικαταστάθηκε με την απόφαση 1198/1971 του παραπάνω Συμβουλίου (ΦΕΚ 797 Β ), όπως ισχύουν μετά την απόφαση 1845/1984 του ίδιου Συμβουλίου (ΦΕΚ 678 Β ). ε) Το άρθρο 88β της απόφασης 103782/16.05.1960 του Υπουργού Συγκοινωνιών και Δημοσίων Έργων (ΦΕΚ 310 Β ). στ) Το άρθρο 3 α του Νέου Τηλεγραφικού Κανονισμού Εσωτερικού που έχει δημοσιευθεί στο ΦΕΚ Β 799/1971 με την πράξη 737655/301112/1.9.1971 του Διοικητή και Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Τ.Ε., το άρθρο 5 παρ. 7, 8, 9, του ίδιου Κανονισμού και το άρθρο 17 παρ. 1, 2, 3, 4 18