ΤΑ ΝΕΑ, 16/11/1998 ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ ΤΗΝ ΕΞΑΙΡΕΣΗ ΣΤΟΝ ΚΑΝΟΝΑ ΠΟΥ ΘΕΛΕΙ ΤΙΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΝΑ «ΕΠΙΜΕΝΟΥΝ ΠΑΡΑ ΟΣΙΑΚΑ» ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΕΛΛΗΝΙ ΕΣ ΠΟΥ ΙΑΚΡΙΝΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΤΟΥ ΕΠΟΜΕΝΟΥ ΑΙΩΝΑ Υπέρ της κλωνοποίησης Στήριγµα στη δύσκολη πορεία, ο σύζυγος και η κόρη Το απολαµβάνουν, αν και τις ψάχνεις µε το... τηλεσκόπιο Η προσπάθεια για καταξίωση δεν σταµατά ποτέ Της ΛΑΜΠΡΙΝΗΣ ΣΤΑΜΑΤΗ - ΕΥΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΟΥ «Τις γυναίκες δεν τις ενδιαφέρουν αυτά τα πράγµατα...». «Είναι πολύ απαιτητική επιστήµη για να µπορέσει να ασχοληθεί µια γυναίκα που έχει οικογένεια...». Και όµως, κάποιες φορές, στη διπλανή αίθουσα ενός Εργαστηρίου Γενετικής ή Ροµποτικής, στο διπλανό γραφείο του Αστεροσκοπείου µπορεί να εργάζεται αποτελεσµατικά και σκληρά κάποια γυναίκα, µε παρουσία που ανατρέπει την επικρατούσα αντίληψη και µαζί τα αποτελέσµατα σχετικών ερευνών. Πρόκειται για τις «κυρίες των επιστηµών», για τις γυναίκες που διακρίνονται σε επιστηµονικές ειδικότητες για τις οποίες δεν έχει προβλεφθεί (στη Γραµµατική, τουλάχιστον) «γένος θηλυκό». Αποτελούν την εξαίρεση στον κανόνα, τη διάψευση στις έρευνες που θέλουν τις γυναίκες να «επιµένουν παραδοσιακά», να µένουν µακριά από την υψηλή τεχνολογία και από επιστήµες «πρωτοποριακές» ή «δύσκολες», σπουδάζοντας «κάτι όχι ιδιαίτερα απαιτητικό». Φιλολογία για παράδειγµα ή ίκαιο. «ΤΑ ΝΕΑ» παρουσιάζουν από σήµερα Ελληνίδες που διακρίνονται στις επιστήµες του επόµενου αιώνα. Επιστήµονες γένους θηλυκού, οι οποίες µέσα από την εντατική έρευνα και τη σκληρή δουλειά διακρίνονται σε τοµείς που εξελίσσονται ραγδαία, όπως η Γενετική, η Ροµποτική, οι Ηλεκτρονικοί Υπολογιστές, η Αστρονοµία και η Σεισµολογία. Ο αριθµός τους είναι ακόµη µικρός. Οι άνδρες συνάδελφοί τους 1
«κερδίζουν» σε αναλογία. Εκείνες επιµένουν, όµως, αγαπούν αυτό που κάνουν και παθιάζονται. Επιβάλλουν και επιβάλλονται, καταθέτουν τις γνώσεις, την εφευρετικότητα και τη δηµιουργικότητά τους, σε έναν αγώνα δρόµου... προς το αύριο. ΕΝΑΣ ΜΕΓΑΛΟΣ χώρος, γεµάτος απο µικροσκόπια, ηλεκτρονικούς υπολογιστές και πολύπλοκα εργαλεία, φιλοξενεί το Εργαστήριο Γενετικής, στο Πανεπιστήµιο της Πάτρας. Τα µέλη του ιδακτικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού στο Εργαστήριο είναι επτά. Από αυτά, µόνον δύο είναι γυναίκες. Εργαστήριο Γενετικής. Η κ. Γεωργία Στεφάνου επέλεξε να ασχοληθεί µε την απαιτητική επιστήµη της Γενετικής Άλλωστε είναι λιγοστές οι Ελληνίδες που επιχειρούν να διαλευκάνουν ένα εξαιρετικά πολύπλοκο όσο και συναρπαστικό παζλ: αυτό των ανθρώπινων γονιδίων. Η κ. Γεωργία Στεφάνου είναι µία εκ των δύο κυριών, επίκουρος καθηγήτρια και µέλος του Εργαστηρίου Γενετικής, στο Τµήµα Βιολογίας του Πανεπιστηµίου. Ασχολείται µε θέµατα Γενετικής απο το 1979. «Τότε, είχα την ευκαιρία να συνεργαστώ επιστηµονικά µε τον καθηγητή Γενετικής και σηµερινό πρύτανη του Πανεπιστηµίου Πατρών, κ. Σταµάτη Αλαχιώτη». Κοντά του, ολοκλήρωσε τη διδακτορική της διατριβή, µε τίτλο «Θερµοκρασιακή προσαρµογή των εντόµων και το σύστηµα των θερµοεπαγόµενων πρωτεϊνών», το 1983. ΕΡΕΥΝΑ Σήµερα, στο πλαίσιο της ερευνητικής της δραστηριότητας, µελετά το πώς επιδρούν περιβαλλοντικοί παράγοντες (για παράδειγµα χηµικές ενώσεις, όπως φάρµακα, ατµοσφαιρικοί ρυπαντές, φυτοφάρµακα, κ.ά.) στο γενετικό υλικό και, µε ιδιαίτερο ενδιαφέρον, στον άνθρωπο. Σε ηλικία 47 ετών και έχοντας στο ενεργητικό της, εκτός από τις σπουδές στο Πανεπιστήµιο Αθηνών και το διδακτορικό της στο Πανεπιστήµιο της Πάτρας, αρκετές δηµοσιεύσεις σε επιστηµονικά περιοδικά και ανακοινώσεις σε διεθνή 2
συνέδρια, η κ. Στεφάνου δεν θα χαρακτήριζε ποτέ τον εαυτό της «καταξιωµένο επιστήµονα». «Ο χώρος της έρευνας είναι µια συνεχής προσπάθεια για καταξίωση που δεν σταµατά ποτέ», εξηγεί η ίδια. «Πάντα κάτι καινούργιο παρουσιάζεται, κάτι νέο σε τραβά, κάτι περισσότερο πρέπει να κάνεις. Οπωσδήποτε η έρευνα απαιτεί αφοσίωση και µε την έννοια αυτή ο χρόνος που αφιερώνεται είναι εξαιρετικά µεγάλος». Η καθηµερινότητά της µοιράζεται ανάµεσα σε ώρες εντατικής έρευνας στο εργαστήριο Γενετικής, στη διδασκαλία προπτυχιακών και µεταπτυχιακών φοιτητών και, φυσικά, στην οικογένεια. «Ο χρόνος που απαιτούν τα πανεπιστηµιακά καθήκοντα για προπτυχιακή και µεταπτυχιακή εκπαίδευση, έρευνα, συµµετοχή σε επιστηµονικά συνέδρια στο εξωτερικό και διοικητική απασχόληση, είναι εξαιρετικά πολύς», σηµειώνει η κ. Στεφάνου. «Έτσι, πράγµατι χρειάζεται µια υπερπροσπάθεια, ώστε να ισορροπεί κανείς µεταξύ της αφοσίωσης προς τα πανεπιστηµιακά καθήκοντα αλλά και προς την οικογένειά του». ΣΥΝΕΧΗΣ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ Επέλεξε να ασχοληθεί µε µια επιστήµη κατά κοινή οµολογία απαιτητική. Πράγµατι, όπως λέει και η ίδια, «απαιτείται συνεχής ενηµέρωση και µεγάλη προσπάθεια, ώστε να ανταποκρινόµαστε στις διεθνείς επιστηµονικές απαιτήσεις. Πολλές φορές παρουσιάζονται δυσκολίες που προκύπτουν από την πειραµατική φύση του αντικειµένου, όµως αυτές ξεπερνιούνται µε σκληρή προσπάθεια, αλλά κυρίως µεράκι. Γιατί η επιστηµονική έρευνα είναι κάτι που γίνεται µόνο όταν το θέλεις και το νιώθεις µέσα σου. εν επιβάλλεται». Στον επαγγελµατικό χώρο όπου κινείται ουδέποτε αντιµετωπίστηκε διαφορετικά από τους άνδρες συναδέλφους της. Η µειοψηφία των γυναικών στον ερευνητικό αυτό τοµέα δεν συγκαταλέγεται ανάµεσα στις «δυσκολίες». Εκείνες εντοπίζονται αλλού: «Η οικονοµική στήριξη από µέρους της πολιτείας, όσον αφορά την εκπαίδευση και την έρευνα, δεν είναι αυτή που θα θέλαµε. 3
Έτσι, η ερευνητική µας οµάδα, µε συνεχείς προσπάθειες και συνεργασίες µε αντίστοιχα ευρωπαϊκά εργαστήρια, αντλεί πόρους από την Ευρωπαϊκή Ένωση για την πραγµατοποίηση των ερευνητικών της στόχων». ΖΗΤΗΜΑΤΑ «ηθικής» δεν απασχόλησαν ποτέ τη σχέση της µε την επιστήµη στην οποία έχει ταχθεί. Η κ. Γεωργία Στεφάνου είναι κατηγορηµατική και ξεκάθαρη. Θεωρεί πως «η Γενετική και η προσπάθεια των ερευνητών που υπηρετούν τη συγκεκριµένη επιστήµη είναι πάντα προς όφελος του ανθρώπου. Άλλου είδους στόχοι, πέρα από αυτό, ανήκουν στη σφαίρα της φαντασίας». Με αυτή τη λογική, τάσσεται υπέρ της κλωνοποίησης ανθρώπων, «µε θεραπευτικούς στόχους κι όχι για να δηµιουργήσουµε ανθρώπινα αντίγραφα µε συγκεκριµένες προδιαγραφές που θα επιτελούν συγκεκριµένους σκοπούς». Πιστεύει στην επιστήµη της και στις µελλοντικές δυνατότητες της Γενετικής. «Η Γενετική θα δώσει λύσεις ακόµη και σε ασθένειες που µέχρι σήµερα θεωρούνται ανίατες. Η γονιδιακή θεραπεία έχει στόχο τη βελτίωση της υγείας και την ποιότητας της ζωής του ανθρώπου». Ωστόσο, απέναντι στα γενετικά τροποποιηµένα τρόφιµα στέκεται κάπως επιφυλακτική. Θεωρεί ότι «πρέπει να υπάρξει ενηµέρωση και να δοθεί ο απαραίτητος χρόνος, ώστε να διευκρινισθούν οι πιθανές συνέπειες από την κατανάλωσή τους». Στην ερώτηση αν η ίδια θα αγόραζε ντοµάτες ή φρούτα που έχουν υποστεί βελτιώσεις στο γενετικό τους υλικό, απαντά πως... προτιµά τα «φυσικά προϊόντα». ΑΝΑΜΕΣΑ στην εντατική έρευνα, την επιστήµη, την καριέρα και την οικογένεια βρίσκεται η... υπερπροσπάθεια. Για την κ. Γεωργία Στεφάνου, επίκουρο καθηγήτρια στο Εργαστήριο Γενετικής του Πανεπιστηµίου της Πάτρας, «η οικογένειά µου στάθηκε πάντα στο πλευρό µου και µε βοήθησε να αντιµετωπίσω τις όποιες δυσκολίες». «Στήριγµα» στην επαγγελµατική της πορεία ήταν τόσο ο σύζυγος όσο και η κόρη της. «Πλεονέκτηµα», το γεγονός ότι ο σύζυγος δραστηριοποιείται επαγγελµατικά στον ίδιο χώρο. «Ο σύζυγός µου, Νίκος ηµόπουλος, είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Τµήµα Βιολογίας του Πανεπιστηµίου Πατρών, αλλά 4
και συνεργάτης µου», λέει η κ. Στεφάνου. «Γνωρίζει πολύ καλά τις ιδιαιτερότητες που χαρακτηρίζουν το έργο του ερευνητή και δασκάλου και µου παρέχει κάθε απαραίτητη στήριξη». Η παρουσία τρίτου µέλους στην οικογένειά τους, της 20χρονης σήµερα Χαράς, δεν ανέτρεψε την επαγγελµατική της διαδροµή. «Η κόρη µας είναι δευτεροετής φοιτήτρια Χηµείας και ζώντας σε ένα οικογενειακό περιβάλλον µε δύο πανεπιστηµιακούς δασκάλους ως γονείς, εξακολουθεί να µας προσφέρει την κατανόησή της». Ισορροπώντας ανάµεσα στην ακαδηµαϊκή καριέρα και την οικογένεια, ο ελεύθερος χρόνος, αν και υπάρχει, παραµένει λιγοστός. «Οπωσδήποτε, ο χρόνος για µικρές προσωπικές απολαύσεις, όπως το διάβασµα ενός λογοτεχνικού βιβλίου ή η παρακολούθηση µιας καλής κινηµατογραφικής ταινίας, είναι περιορισµένος». Ωστόσο, δεν παραπονιέται, ούτε και... «λαχανιάζει» από την πίεση της καθηµερινότητας. «Κι αυτό γιατί µου αρέσει πραγµατικά πολύ αυτό που κάνω, η κάθε στιγµή της ώρας στο εργαστήριο είναι απόλαυση». «ΕΙ ΟΣ εν ανεπαρκεία» είναι οι γυναίκες οι οποίες δοκιµάζουν τις δυνάµεις τους σε «προχωρηµένες» επιστήµες, που επιλέγουν να κάνουν καριέρα σε τοµείς πρωτοποριακούς, που ακολουθούν βήµα προς βήµα τις τεχνολογικές και επιστηµονικές εξελίξεις. Εκείνες που αποφάσισαν να είναι η εξαίρεση στον κανόνα, δοκιµάστηκαν και δοκιµάζονται ακόµη... Ενδόµυχα, όµως, απολαµβάνουν το γεγονός 5
ότι θεωρούνται «εξαίρεση», διασκεδάζουν µε το να κρατούν µια θέση ανάµεσα στους λίγους και ας τις ψάχνει κανείς µε το... τηλεσκόπιο. Στα χρόνια που πέρασαν, η παρουσία των γυναικών στην Ανωτάτη Εκπαίδευση και την απασχόληση έγινε σαφώς πιο αισθητή. Πριν από 20 χρόνια, σύµφωνα µε στοιχεία από τη Στατιστική Υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι γυναίκες στην Ανωτάτη Εκπαίδευση αποτελούσαν µειονότητα σε όλα τα κράτη-µέλη. Σήµερα, η µέση αναλογία ανδρών και γυναικών στα Πανεπιστήµια είναι 100 προς 103. Στην Ελλάδα, η αλλαγή είναι ακόµη πιο εντυπωσιακή: σε κάθε 100 άνδρες µε ανώτατη µόρφωση αντιστοιχούν 129 γυναίκες! Παρ' όλο που αυτοί οι αριθµοί διαφοροποιήθηκαν πολύ µέσα σε λίγα χρόνια, οι επιλογές των γυναικών παραµένουν «παραδοσιακές». Ανθρωπιστικές επιστήµες, φιλολογία και ιατρική εξακολουθούν να είναι πρώτα στις προτιµήσεις τους, ενώ οι φυσικές επιστήµες, τα µαθηµατικά ή η µελέτη των ηλεκτρονικών υπολογιστών, θεωρούνται «ανδρικό προνόµιο». Έρευνες και στατιστικές αποδεικνύουν πως αυτή η τάση αποτελεί κοινό χαρακτηριστικό όλων των ευρωπαϊκών χωρών. Σύµφωνα µε έκθεση που συνέταξαν το ίκτυο Πληροφόρησης για την Εκπαίδευση στην Ευρώπη «Ευρυδίκη» και η Στατιστική Υπηρεσία των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων Eurostat, «το γεγονός ότι δόθηκαν περισσότερες ευκαιρίες για περαιτέρω µόρφωση στις γυναίκες δεν άλλαξε ούτε τις επιλογές στην κατεύθυνση σπουδών ούτε και τις επαγγελµατικές διαφορές µεταξύ ανδρών και γυναικών». Τα στοιχεία που παρουσιάζονται στην «Ευρυδίκη» υπερτονίζουν την κλίση των γυναικών προς τις θεωρητικές επιστήµες. Ενδεικτικό είναι πως στην Ελλάδα, µόνο 38% των κοριτσιών σπουδάζουν Μαθηµατικά, τη στιγµή που οι γυναίκες οι οποίες επιλέγουν τη Φιλολογία ή τις Καλές Τέχνες ξεπερνούν σε ποσοστό το 75%. Κλίση προς τις θετικές επιστήµες δείχνει µόλις των 41% των Ελληνίδων, ενώ υψηλό (60%) είναι το ποσοστό των γυναικών που στρέφονται προς κλάδους οι οποίοι σχετίζονται µε την εκπαίδευση ή τις υπηρεσίες. 6