ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 1981 ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΆ ΜΟΤΙΒΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΜΟΤΙΒΑ ΤΕΥΧΟΣ lo ΠΕΡΙΟΔΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΠΟΓΡΑΦΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΤΥΠΩΣΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΠΡΟΤΥΠΩΝ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΧΕΙΡΟτΕΧΝΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΟΥ Ε.Ο.Μ.Μ.Ε.Χ. ΚΑΛΛΙτΕΧΝΙΚΉ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΚΑΙ ΣΧΕΔΙΑ: Ανδρέας Δ. 'Ανατολίτης, Χριστίνα Ρούσση, Πέγκυ Ράπτου - Γύφτουλα ΚΕΙΜΕΝΑ: Γιάννης ΕΚΤΥΠΩΣΗ: Χ. Π. Γκίκας ΜΟΑ τσοσ ΠΑΡΑΔΟΣ/ΑΚΑ ΣΧΕΔΙΑ 'Όλοι σχεδόν οί κλάδοι τής παραδοσιακής χειροτεχνίας - καλλιτεχνικής βιοτεχνίας περικλείουν θησαυρούς άπό διq.κοσμητικά θέματα, πρωτότυπα καί. ομορφα. Αύτός ό πλοϋτος τών διακοσμητικών στοιχείων θά πρέπει ν' άποτελ:εί καί τή στήριξη τών έμπνεύσεων έκείνου τοϋ παραγωγοϋ καί καλλιτέχνη, πού θέλει νά δημιουργεί προϊόντα σύγχρονα. άλλά νά μή ξεφεύγουν άπό τό πνεϋμα τής παραδοσιακής λαϊκής μας τέχνης. Στόν τομέα αύτόν. ή συμβολή τοϋ ΕΟΜΜΕΧ εlναι σημαντική. άφοϋ τό «Τμήμα άπογραφής καί άποτυπώσεως παραδοσιακών προτύπων» τής Διεύθυνσης Χειροτεχνικής 'Ανάπτυξης άσχολείται άποκλειστικά μ ' αύτό τό έργο καί διαθέτει ένα μεγάλο άρχείο φωτογραφιών καί σχεδίων, πού εlναι. στή διάθεση τών χειροτεχνών. θέλοντας, δμως, ό ΕΟΜΜΕΧ νά δώσει εύρύτερη διάδοση στά παραδοσιακά σχέδια, έκδίδει αύτό τό λεύκωμα, στό όποίο περιέχεται μιά τελείως ένδεικτική διακοσμητική θεματολογία άπό τούς κλάδους τής ξυλογλυπτικής. τής λιθογλυπτικής. τής κεραμικής καί τής κεντητικής φορεσιών. 'Η έκδοση δέν άπευθύνεται σέ μελετητές καί σέ λαογράφους ή καί σέ άπλούς φιλότεχνους, άλλά στούς παραγωγούς της καλλιτεχνικής μας βιοτεχνίας. οί όποίοι θά βοηθηθοϋν πρακτικά πάνω στή δουλειά τους, δπως εrπαμε καί στήv άρχή. 'Ελπίζουμε καί ή προσπάθεια αύτή τοϋ ΕΟΜΜΕΧ vά έχει καλή άvταπόκριση καί μέ τήv πεποfθηση αύτή παραδίνεται ή έκδοση στή διάθεση κάθε έvδιαφερόμεvου. ΕΟΜΜΕΧ ΕΛΛΗΝ/ΚΟΣ ΟΡΓΑΝ/ΣΜΟΣ ΜΙΚΡΟΜΕΣΑΙΩΝ ΜΕΤΑΠΟΙΗΠΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑΣ
ΚΑΡΑΓΚΟΥΝΙΚΕΣ ΠΟΔΙΕΣ 'Εξάρτημα τfίς γυναικείας παραδοσιακής φορεσιάς ε{ ναι καί ή ποδιά, πού, συνήθως, ειναι πλούσια σέ κεντημένα διακοσμητικά μοτίβα. Oi Καραγκοί>νες, oi γυναίκες τοί> θεσσαλικοί> κάμπου, «συνήθιζαν μιά σειρά άπό ποδιές, πού μέ τά διακοσμητικά τους θέματα καί τά χ'ρώματα, δήλωναν τήν κ~ινωνική κατάσταση (άνύπαντρη, παντρεμένη, χήρα) καί τήν ήλικία (νέα, ώριμη, μεσόκοπη, ήλικιωμένη) τών γυναικών πού τίς φοροί>σαν». Αύτές oi ποδιές.. &χουν ίδιότυπη κοψιά πού τούς δίνει τό σχήμα τραπεζίου. Η πιό l:πίσ.ημη κεντιόταν μέ χρυσά κορδόνια καί ή διακόσμηση, πού τήν άποτελοί>ν τυπο ποιημένα φυτικά θέματα καί οί σπείρες, σκεπάζει δλόκληρη τήν l:πιφάνεια (βλ. Πόπης Ζώρα,.. κεντήματα καί κοσμήματα τής έλληνικi'jς φορεσιάς», &κδ. Μουσείου 'Ελληνικής Λαϊκής τέχνηζ, 'Αθήνα 1961, σσ. 14, 15). Στήν &κδοση αύτή παρουσιάζονται άποτυπωμένα σχέδια άπό τέσσερις καραγκούνικες ποδιές (περιοχής Καρδίτσας) καί άπό ενα καραγκούνικο γιλέκο. Τά σχέδια αύτά δίνουν μέ άνάγλυφη παραστqτικότητα τό πνεί>μα της καλαισθησίας, της ύπομονής καί τfίς αίσθητικi'jς άντίληψης τής καραγκούνικης κεντητικής τέχνης, ή δποία άποτελεί ενα μεγάλο κεφάλαιο της καλλιτεχνικής μας παράδοσης. Συνθέσεις πολύπλοκες καί εντυπωσιακές, έργασία λεπτή καί δύσκολη, πού άποδείχνει τό μεράκι καί τήν εύρηματική τεχνική τοί> λαϊκοί> κεντητή. Τά φυτικά θέματα σχηματοποιοί>νται σέ πρωτότυπους συνδυ.ασμούς καί δένονται σέ παραστάσεις l:ναρμονισμένες μέ τήν l:πιφάνεια τi'jς ποδιάς, πού τήν κοσμοί>ν, τελικά, μέ τρόπο μελετημένο καί l:ντυπωσιακό... Ή ποδιά ε{ναι τό έξάρτημα πού συνδυάζει τά περισσότερα καί τά πιό άντιπρόσωπευτικά διακοσμητικά θέματα. Δέν θά ήταν ύπερβολή άν λέγαμε δτι δ ράφτης tδινε ίδιαίτερη σημααία καί προσοχή στό κέντημα τi'jς ποδιάς καί λιγότερη στά άλλα έξαρτήματα τής καραγκούνικης φορεσιάς> (βλ. 'Ελένης Ρωμαίου - Καρασταμάτη, <' Η ποδιά της Καραγκούνας, tκδ. Πελοποννησιακοί> Λαογραφικοί> 'Ιδρύματος, Αθήνα 1980, σ. 75). 'Υπάρχουν διάφοροι τύποι καραγκούνικης ποδιiiς, πού διαφέρουν άπ' τά ύλικά κατασκευής καί τά διακοσμητικά σχέδια, δπως εrπαμε καί παραπάνω, μά τό θέμά αύτό, άλλά καί κάθε άλλο σχετιζόμενο μέ τίς λεπτομέρειες τi'jς φορεσιάς, άνάγεται στήν είδιιcή &ρευνα, πού δέν ένδιαφέρει τόν παραλήπτη αύτi'jς τi'jς tκδοσης. 'Εκείyος, πάντως, πού ~ά 'θελε νά εχει μιά μεγαλύτερη πληροφόρηση, δέν εχει παρά ν' μνημονεύουμε μέσα σ' αύτό τό κείμενο. άνατρέξει στίς δυό έργασίες πού βιβλιογραφικά
ΠΟΙΜΕΝΙΚΗ ΜΙΚΡΟΞΥ ΛΟΓ Λ ΥΠΤΙΚΗ Σάν κλάδος τής παραδοσιακής λαϊκής μας τέχνης, ή ξυλογλυπτική παρουσιάζει τό ίδιαίτερο ένδιαφέρον της, γιατί μciς εχει παραδώσει εργα θαυμαστά κα{ μάλιστα πολλά ε{ ναι μνημειακοί> χαρακτήρα. "Ας θυμηθοϋμε τά άπαράμιλλης τελειότητας τέμπλα διαφόρων παλαιών έκκλησιών μέ τίς άριστουργηματικές καί πλούσιες ξυλόγλυπτες συνθέσεις. 'Εκτός, δμως, άπό τήν έκκλησιαστική ξυλογλυπτική [χουμε καί τή λεγόμενη άστικήο ξυλογλυπτική (tπιπλα κ.λ.π. ), τή ναυτική ξυλογλυπτική (άκρόπρωρα κ.λ.π.) καί, τέλος, τήν ποιμενική ξυλογλυπτική. Διάφορα ε{ναι τά προϊόντα τής ποιμενικής ξυλογλυπτικής: ρόκες, άδράχτια, οφοντύλια, κουτάλια, πηρούνια, σφραγιδερά, σουγιάδες, πίπες, γκλίτσες κ. ά. καί τά σκαλίσματά τους καί τά πλουμίδια τους συχνά ε{ναι έξαιρετικά εργα μικροτεχνίας. Δημιουργός τους ε{ναι, βασικά, δ τσοπάνος άλλά. κι δ κάθε άνθρωπος τής ύπαίθρου πού εχει ύπομονή καί ερωτα μ' αύτή ν τή δοuλειά. Αύτά τά όμορφα δημιουργήματα, σήμερα λογαριάζονται παραδοσιακά» ά.ψοϋ άνήκουν σ' άλλες έποχές, στά χρόνια έκείνα πού δ άνθρωπος τοϋ βουνοϋ εδινε νόημα στίς ώρες τής μοναξιaς του. Σήμερα οί ποιμένες [χουν li.λλα προβλήματα, ο{ καιροί καί ο{ συνήθειες άλλάξανε καί, φυσικά, έγκαταλείφτηκαν τά ταπεινά σκαλιστικά σύνεργα (σουγιάδες, ξυράφια τοϋ μπαρμπέρη, καρφίτσες κ.λ.π.), δπως καί ή φλογέρα άντικαταστάθηκε άπό τό τρανζίστορ. Λίγοι στίς μέρες μας ε{ναι έκείνοι πού στά χωριά έξακολουθοϋν ν' άσχολοϋνται μέ τέτοια καλλιτεχνήματα καί κοντά σ' αύτούς καί μερικοί καλόγεροι στό Η Α γιο WΟρος πού πουλaνε τά ξυλόγλυπτα μικροτεχνήματά τους. Τώρα πιά ή παραδοσιακή μικροξυλογλυπτική πήρε τή θέση της στά διάφορα λαογραφικά μουσεία. Ποτέ δέν ύπήρξε ή ποιμενική ξυλογλυπτική έργαστηριακή τέχνη, ήταν, άπλώς έρασιτεχνική άπασχόληση τοϋ κάθε μερακλή πού τά προϊόντα τοϋ μόχθου του τά πούλαγε στό χωριό ij καί τά χάριζε. Συχνά, λόγου χάρη, ο{ ρόκες ήταν δημιουργήματα άγάπης, άφοϋ τίς ί:φτιαχναν oi άντρες γιά νά τίς προσφέρουν στίς γυναίκες, στίς άρραβωνιαστικές τους, ij στίς άγαπημένες τους. Η όμορφιά της ρόκας, αύτοϋ τοϋ άπλοϋ ξύλου δπου τυλίγουν τό μαλλί γιά νά τό γνέσουν, βρίσκεται στά καλλιτεχνικά της χαράγματα, πού άπέικονίζουν διάφορα σχέδια: γραμμικά καί γεωμετρικά έyχάρακτα, σταυροί, άνθρώπιvες φιγοϋρες, κλαριά, φύλλα, φίδια, ίδί'ως όχιές σέ διάφορους ~λιγμούς, άνθέμια, πουλιά, τόν liη Γιώργη καί άλλα δια!(οσμητικά. Στό μέρος τοϋτο αύτής της εκδοσης δημοσιεύονται σχέδια (δλόκληρα καί λεπτομέρειες) άπό δώδεκα ρόκες. Πρόκειται γιά μιά τελείως ένδεικτική παράθεση διακοσμητικών μοτίβων, πού δμως, δίνουν τό μέτρο τών ικανοτήτων τοϋ παλιοϋ λαϊκοϋ καλλιτέχνη. 'Επίσης δημοσιεύεται καί ενα διακοσμητικό μοτίβο άπό άλλο ξυλόγλυπτο. 11
ΚΟΣΜΉΜΑΤΑ Η παράδοση της άργυροχρυσοχοϊκης τέχνης στήν Ελλάδα χάνεται στά βάθη τών α{ώνων, γιατί τό κόσμημα ήταν πάντα στενά δεμένο μέ τόν άνθρωπο, μέ τήν ίδια του τή ζωή άλλά καί μέ τό θάνατο άκόμα. Στά νεώτερα χρόνια μεγάλη άκμή γνώρισε ή τέχνη τοϋ κοσμήμαtος τόν 18ο καί 19ο αίώνα, σέ διάφορες περιοχές, στήν νηπειρο, στή Θράκη, στήν Πελοπόννησο. Εlναι γνωστά, λόγου χάρη, τά κέντρα άργυροχρυσοχοιίχς στή Στεμνίτσα της 'Αρκαδίας, καθώς καί στό Συρράκο καί στούς Καλαρρύτες της Ηπείρου, δπου ή φήμη τών τεχνιτών ξεπέρασε τά στενά δρια του τόπου τους. Μάλιστα, αύτοί οί χρυσικοί καί άσημιτζήδες, tμποροι καί καλλιτέχνες μαζί, εlχαν ίδρύσει δικά τους καταστήματα στά μεγάλα έμπορικά κέντρα τής έποχης, στή Βενετία, στή Βιέννη, στήν Κωνσταντινούπολη, στή Μόσχιi κ.ά. Ανάμεσα στά κοσμήματα τής γυναικείας φορεσιάς ξεχωριστή θέση κατέχουν τά λεγόμενα «Κιουστέκια (τά φοροϋσαν καί άντρες - πολεμιστές άπό τή Β. νηπειρο, τή Μακεδονία, τή Ρούμελη) πού άλλα στόλιζαν τή μέση κι άλλα τό στήθος, ένώ σημαντικό έξάρτημα καί κόσμημα ε{ναι ή πόρπη. Οί πόρπες παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλία στήν τεχνική, στό διάκοσμο, στό σχήμα καί λογαριάζονται σάν χαρακτηριστικά tργα τής λαϊκής άργυροχοιίχς (βλ. Πόπης Ζώρα, «Κεντήματα καί κοσμήματα τής έλληνικής φορεσιίiς», tκδ. Μουσείου Έλλ ηνικής Λ αϊ κης τέχνης, Αθήνα 1981, δ που καί λεπτομερείς άναφορές σ τούς τρόπους κατασκευής, τίς κατηγορίες τών κοσμημάτων, τά διακοσμητικά στοιχεία κλπ. ). Τά δημοσιευόμενα έδώ διακοσμητικά σχέδια παρουσιάζούν ενα μέρος άπ' διάκοσμο τμημάτων άπό κιουστέκια, πόρπη καί ά:πό χαϊμαλί. τό Πρόκειται γιά μιά έλάχιστη πληροφόρηση του άμύητου, γύρω άπό μιά τέχνη {διόρρυθμη δσο καί έντυπωσιακή, πού σωστά θεωρείται «παραδοσιακή», δηλαδή μουσειακή. Αύτή, δμως, ή τέχνη άποτελεi κ' ενα δλόκληρο «χρυσωρυχείο» γνώσεων καί διακοσμητικών θεμάτων, άπ' τό δποίο δ σημερινός καλλιτέχνης, δποιουδήποτε κλάδου τής καλλιτεχνικής βιοτεχνίας, μπορεί νά άντλήσει ίδέες καί νά τίς έντάξει στίς σύγχρονες άναζητήσεις του. Γιατί εlναι, στ' άλήθεια, κρίμα, γιά νά μή ποϋμε άπαρά.δεκτο, νά ψάχνουμε νά βρίσκουμε πηγές tμπνευσης σέ ξένα πρότυπα, ή καί συχνά νά άντιγράφουμε πιστά αύτά τά ξένα πρότυπα, τή στιγμή πού ή παραδοσιακή λαϊκή μας τέχνη στοιχείων. προσφέρει ενα μοναδικό πλουτο διακοσμητικών
ΡΟΔΙΤΙΚΑ ΠΙΑ Τ Α Τά γνωστά μας.. Ροδίτικα" καί ccλινδιακά» πιάτα μέ τή ζωηρόχρωμη έντυπωσιακή καί Πλούσια διακόσμηση, πού άπό παλιά aτόλιζαν τούς τοίχους τών σπιτιών, εχουν φανερές άνατολίτικες έπιδράσεις. τέτοια παλαι ϊ κά πιάτα εχουμε θαυμάσει στό Μουσείο Λαϊκής τέχνης της Ρόδου καί σέ άλλα Λαογραφικά Μουσεία. Τά ύπέροχα, γιά τή λεπτή τεχνική τους, αύτά κεραμικά άντικείμενα ~{ναι γνωστά σάν ροδίτικα πιάτα. Η πραγματικότητα, δμως, δπως ύποστηρίζεται (βλ. καί Χρ. Νομικοϋ,.. Η λεγόμενη Ροδιακή άγγειοπλαστική.., Αλεξάνδρεια 1919) ε{ναι iiλλη. Πέρα άπ ' τό γεγονός δτι ή Ρόδος ήταν έμπορικό κέντρο, άπ' τό δποίο διακινοϋνταν καί διάφορα κεραμικά προερχόμενα κυρίως άπό τήν Κιουτάχεια καί τή Νίκαια, λέγεται πώς ε{ χε δεχτεί τό νησί καί τήν έγκ,ατάσταση, στά χρόνια τών Ιωαννιτών Ιπποτών, καί, είδικά, στό πρώτο μισό τοϋ 14ου αίώvα, άγγειοπλαστών άπό τήν Ασία. Αύτοί oi άγγειοπλάστες φτιάξανε τά καμ ί νια τους καί τά. έργαστήριά τους στή Λίνδο καί τά πιάτα έκείνης της Περιόδου, πού μέ τό πέρασμα το t χρόνου ένσωματώθηκα\ι στήν καλλιτεχνική παράδοση τοϋ νησιοϋ, λογαριάζονται σήμερα σπάνια καί μεγάλης καλλιτεχνικής άξίας. Γι' αύτό καί ε{ναι περιζήτητα άπό διεθνij Μουσεία καί συλλέκτες. Στά μετέπειτα χpόνια, ο{ Ρόδιοι κεραμίστες συνέχισαν νά κατασκευάζουν παρόμοια πιάτα καί άναδείχθηκαν κι αύτοί σέ έξαίρετους τεχνίτες. Παράλληλα, βελτιώσανε τήν τεχνική τους, πλούτισαν τά διακοσμητικά σχέδια μέ νέα στοιχεία καί σύμβολα, πού ήταν δεμένα ιiέ τήν ίστορία καί τίς παραδόσεις τοϋ νησιοϋ (π. χ. ~λάφια καί τρικάταρτα καράβια) καί πραγματοποιοuσαν έξαγωγές σέ κέντρα της Εύρώπης. Η πολύ νεώτερη Ροδιακή άγγειοπλαστική δημιούργησε τοπική παράδοση μέ τά χρηστικά κεραμικά άπό άσπρη τερακότα καί μέ τά κυλινδρικά πιθάρια πού τά χρησιμοποιοϋσαν γιά άποθήκευση τροφών, λαδιοϋ κ.λ.π. Τά πιάτα πού μίiς ένδιαφέρουν έδώ, εχουν, βασικά, παραστάσεις έμπνευσμένες άπό τό φυτικό βασίλειο: Λουλούδια, μπουμπούκια, κλωνάρια, φύλλα δένδρων κ.λ.π. Βασικά χρώματα, τό κόκκινο, τό μπλέ, τό πράσινο. Στήν lκδοση αύτή παρουσιάζονται διακοσμητικά μοτίβα άπό τρία ροδίτικα πιάτα ιcα{ άπό ενα πλακάκι. 45
ΛΙΘΟΓΛΥΠΤΙΚΗ ~ Εργα λαϊκής λιθογλυπτικής συναντάμε σέ διάφορα μέρη τής 'Ελλάδας, σέ έκκλησιές, μοναστήρια, σπίτια, σέ ύπέρθυρα, φεγγίτες, βρύσες, σέ έπιτύμβιες πλάκες, σέ περιστεριώνες κ.ά., Αuτά τά άνάγλυφα, σέ πέτρα ή μάρμαρο, σέ σχιστόπλακες ή σέ πωρόλιθο, παίζανε διακοσμητικό ρόλο καί τά τεχνουργοϋσαν μέ συνθετική ικανότητα, μέ χάρη, φαντασία καί έπιδεξιότητα, άνώνυμοι καί έπώνυμοι λαϊκοί λιθογλύφοι, οί λεγόμενοι «πελεκάνοι». Περίφημοι στάθηl(αν ο{ πλανόδιοι 'Ηπειρώτες μαστόροι (τής Κόνιτσας, τής Βούρμπιανης, τής Πυρσόγιαννης) καί ο{ δμότεχνοί τους λαϊκοί καλλιτέχνες τοϋ Πηλίου, τής Χίου καί iδίως τής Τήνου, πού μάς άφησαν εργα μοναδικής δμορφιiiς καί τά δποία δίκαια θαυμάζουμε καί μελέτάμε γιά τή λαϊκότητά τους καί τόν αuθόρμητο, συχνά, πρωτογονισμό τους. Στήν tκδοση αύτή δημοσιεύονται διάφορα σχέδια καί μοτίβα άπό διακοσμητικά άνάγλυφα πού εlναι τεχνουργημένα σέ ύπέρθυρα, ζωοφόρους, κιονόκρανα καί σ' άλλα μαρμάρινα μέλη, παλαιοχριστιανικής καί βυζαντινής έποχής, πού βρίσκονται στό Βυζαντινό Μουσείο 'Αθηνών. Κυρίαρχα διακοσμητικά στοιχεία στόν δλο γλυπτικό διάκοσμο: 'Ανθέμια, ψάρια, πλεούμενα, διάφορα δένδρα καί κυπαρίσσια, ζώα, δικέφαλοι άετοί, άνθρώπινες φιγοϋρες καί μάσκες, μαίανδροι, κοχύλια καί άλλα διακοσμητικά θέματα; πού, έπίσης, τά συναντάμε καί στή νεώτερη λαϊκή λιθογλυπτική, άφοϋ δένει ναι τίποτ' άλλο παρά μνfiμες μακρινές άπό τή. λατρευτική ή τήν καθημερινή άνθρώπινη ζωή πού έκφραζόταν μέ σύμβολα (π. χ. δ 'Ιχθύς = Χριστός) ή μέ άποτρεπτικές τών κακών πνευμάτων παραστάσεις (π. χ. άνθρώπινες φιγοϋρες) ή καί μέ τό γνωστό «δένδρο της ζωής>. 0{ σχεδιαστικές άποτυπώσεις πού παρουσιάζονται έδώ δέν εχουν, φυσικά, ένό'τητα αiσθητική καί {στορική κι αύτό εlναι εϋλογο, άφοϋ αύτή ή εκδοση δέν φιλοδοξεί νά έμφανιστεί σάν περισπούδαστη μελέτη άλλά, άπλώς, σάν ενα μικρό άλμπουμ μέ ποικίλα διακοσμητικά στοιχεία, χρήσιμα γιά τό σύγχρονο χειροτέχνη, πού είτε θέλει ν' άντιγράψει ενα αύθεντικό σχέ&ιο, είτε νά πλουτίσει τό ρεπερτόριο τών έμπνεύσεών του ή καί vά εχει ενα άκόμα κέντρισμα yιά νά έπισκεφτεί τό Βυζαντινό Μουσείο καί άπ~ μόνος του νά βρεί καί νέες {δέες καί λύσεις στίς τεχνικές - καλλιτεχνικές του έπιδόσεις. 53