Η Μάχη του Μαραθώνα του 490 π.χ. έσωσε όχι µόνο τον πολιτισµό της Ελλάδας αλλά και της Ευρώπης ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΠΟΥΖΟΥΛΑ ιδασκάλισσα Το Περσικό Κράτος τον 6 ο π.χ αιώνα (από 601-500) είχε πολύ µεγάλη δύναµη. Οι κατακτήσεις έφθαναν από την Ινδία ως τη Μεσόγειο και την Κασπία Θάλασσα, ως τον Ινδικό ωκεανό. Οι Ελληνικές Μικρασιατικές πόλεις, είχαν υποταχθεί µετά την κατάκτηση της Λυδίας. Στο σηµείο αυτό του απόγειου της δύναµης τους και την φήµη του «αήττητου» στρατού τους, επιχειρούν να κατακτήσουν την Ελλάδα και έχοντας την ως βάση, να περάσουν στην Ευρώπη. Η αφορµή δόθηκε από την επανάσταση των Ιωνικών (ελληνικών πόλεων) εναντίον των Περσών, που πήγαν σε βοήθεια τους, η Αθήνα και η Ερέτρια. Ο αρείος βασιλιάς της Περσίας ήθελε να τιµωρήσει αυτές τις δύο πόλεις και έκανε δύο εκστρατείες µία το 492π.Χ που, ο Περσικός στρατός (µε αρχηγό το γαµπρό του Μαρδόνιο) έφθασε νικητής µέχρι τη Μακεδονία αλλά ο στόλος καταστράφηκε από τρικυµία στον Άθω.
Το 491 ναυπήγησε νέο στόλο και το 490π.Χ µε αρχηγούς τον (Μήδο) άτι αρχηγό του στόλου και τον (Πέρση) Αρταφέρνη του στρατού, ξεκίνησαν από την Κιλικία πέρασαν τα νησιά του Αιγαίου Πελάγους, αφού τα κατέστρεψαν, πήγαν στην Ερέτρια, την οποία ισοπέδωσαν. Μαζί τους είχαν πολύτιµο βοηθό και σύµβουλο τον γιο του Πεισίστρατου Ιππία, τύρρανο των Αθηνών που είχε καταφύγει στην Περσία, λόγω πολιτικής αντιπαλότητας. Ο αρείος πίστευε, ότι οι Αθηναίοι οπαδοί του Ιππία θα βοηθούσαν τους Πέρσες. Ο Ιππίας συµβούλευσε του Πέρσες να στρατοπεδεύσουν στον Μαραθώνα. Νόµιζε ότι οι κάτοικοι του Μαραθώνα ( ιάκριοι) θα τον βοηθούσαν, διότι και αυτός ήταν διάκριος και επί πλέον η πεδιάδα είχε νερό για το στρατό και για το ιππικό τους και η θάλασσα ήταν αβαθής για να αποβιβάσουν τους ίππους. Ο Μιλτιάδης ένας από τους 10 στρατηγούς των Αθηνών θεωρούσε σωστό και έπεισε και τον Πολέµαρχο Καλλίµαχο (από τις Αφίδνες), του οποίου η ψήφος θα έκρινε τον τόπο έκβασης της µάχης, αν η µάχη γινόταν στο Μαραθώνα η τακτική τους θα ήταν επιθετική, ενώ αντίθετα, αν περίµεναν τους Πέρσες στην Αθήνα θα ήταν αµυντική. Επιπλέον οι Πέρσες, δεν θα κατέστρεφαν το Μαραθώνα και την υπόλοιπη Αττική, στην πορεία τους προς την Αθήνα. Οι Αθηναίοι µόλις αποφάσισαν να εκστρατεύσουν στον Μαραθώνα, ζήτησαν βοήθεια από την Σπάρτη, µε ένα γρήγορο
ηµεροδρόµο τον Φειδιππίδη(;). Αλλά η Σπαρτιατική βοήθεια ήρθε µετά την µάχη, γιατί εµποδίζονταν από θρησκευτικούς λόγους, δεν ήταν πανσέληνος. Οι Αθηναίοι ακολούθησαν το δύσκολο δρόµο που, οδηγούσε µέσω Κηφισιάς και Πεντέλης στο Μαραθώνα και στρατοπέδευσαν στο βουνό Αγριλίκι. Το ύψωµα παρουσιάζει πολλά πλεονεκτήµατα, τόσο για την άµυνα, όσο και για την επίθεση. Τα νώτα τους ήταν προφυλαγµένα από επίθεση ιππικού, µπορούσαν να εποπτεύουν της κινήσεις των Περσών στην πεδιάδα, αλλά να εµποδίζουν και την αναχώρηση τους για την Αθήνα, από τον δρόµο της Παλλήνης. Μπορούσαν επιπλέον να ανεφοδιάζονται µέσω Κηφισιάς, και ήταν κοντά, σε περίπτωση έναρξης της µάχης. Την επόµενη µέρα ήρθαν σε βοήθεια των Αθηναίων και 1000 Πλαταιείς. Ο στρατός των Περσών υπολογίζεται σε 50.000-60.000 άνδρες, άλλοι ιστορικοί τον θεωρούν πολύ περισσότερο, και ο στόλος σε 600 πλοία χωρίς να υπολογίζονται τα µεταγωγικά. Ο στρατός των Αθηναίων ήταν 10.000 και 1.000 Πλαταιείς. Επί 7 ηµέρες οι δύο στρατοί έµειναν στις θέσεις τους αντιµέτωποι. Ο Μιλτιάδης παρότι, οι άλλοι στρατηγοί του είχαν δώσει µε ψήφισµα την αρχιστρατηγία (είχε το προνόµιο αυτό, κάθε ηµέρα και διαφορετικός στρατηγός) εντούτοις περίµενε την ηµέρα που, θα ήταν αυτός αρχιστράτηγος να επιτεθεί.
Ο στρατηγός εξίσωσε την ανάπτυξη του στρατοπέδου του, µε αυτή των Περσών στο 1600 µέτρα, δυνάµωσε τα δύο άκρα 550µ. µε βάθος οκτώ ανδρών, αριστερά, τιµής ένεκεν οι Πλαταιείς, δεξιά οπλίτες µε αρχηγό τον πολέµαρχο Καλλίµαχο (Αφιδναίο) το µέσον κάλυπτε 500 µέτρα αλλά βάθος τεσσάρων ανδρών, στρατηγοί Θεµιστοκλής και Αριστείδης. Οι Πέρσες είχαν το ίδιο άνοιγµα αλλά βάθος 40 ή 50 ανδρών. Στο κέντρο, είχαν τους πιο αξιόµαχους στρατιώτες, Μήδους και Σάκκες. Η απόσταση των δύο στρατοπέδων ήταν 8 στάδια (1500 µέτρα). Ο Μιλτιάδης εκτός την αριθµητική υπεροχή του εχθρού, είχε να αντιµετωπίσει, το ιππικό και τα τόξα των Περσών που, θα νικούσαν τον στρατό του, πριν φθάσει κοντά να πολεµήσει εκ των «συστάδην», σύµφωνα µε τον οπλισµό του, δόρυ και ξίφος. Γι αυτό την 13η Μεταγειτνιώνος (Σεπτεµβρίου, κατ άλλους ιστορικούς 1 Αυγούστου) που ήταν η ηµέρα της αρχιστρατηγίας του, αφού έκαναν θυσίες και βγήκαν καλές, έδωσε στις 5:30 το πρωί το σύνθηµα της εκκίνησης για να αποφύγει τη δράση του ιππικού, πριν φθάσουν στο εχθρικό στρατόπεδο. Η απόσταση θα καλυπτόταν σε 10 λεπτά. Ξεκίνησαν τρέχοντας όχι πολύ έντονα στην αρχή και τα τελευταία 200 µέτρα έτρεχαν τόσο, που οι Πέρσες αιφνιδιάστηκαν και τους 1 Πρόσφατη ηµερολογιακή έκδοση, τοποθετεί τον Μεταγειτνιώνα από 22 Ιουλίου έω 20 Αυγούστου, 21 Αυγούστου αρχίζει ο Βοηδροµιώνα
θεώρησαν για τρελούς. Ο ισχυρός αµυντικός οπλισµός τους, ασπίδα, κνηµίδες, θώρακας, κράνος και η ταχύτητα, τους έσωσαν από τα τόξα των εχθρών ή, οι απώλειες ήταν ασήµαντες τόσο που, δεν αναφέρονται. Η σύγκρουση ήταν σφοδρή, η γενναιότητα των Ελλήνων που, µάχονταν υπέρ βωµών και εστιών, η χαλαρή παράταξη των Περσών, λόγω του τόξου, έκαµψαν την αντίσταση των Περσών στα δύο άκρα, νικήθηκαν ο πρώτοι ζυγοί και γύρισαν πίσω οπότε πίεσαν τους πίσω ζυγούς και έστρεψε τις γραµµές, έτσι διασπάστηκαν τα δύο άκρα και έφυγαν πίσω, τρέχοντας προς τη θάλασσα. Το κέντρο των Ελλήνων όµως υποχωρούσε αφού αµύνθηκε αρκετά, ώστε να δοθεί χρόνος στα άκρα να απωθήσει τον εχθρό, και τραβούσε προς την πεδιάδα µε αρκετές απώλειες. Τα άκρα των Αθηναίων συνενώθηκαν σε µία συµπαγή φάλαγγα, για να αντιµετωπίσουν το κέντρο των Περσών που νικούσε, παρατάχθηκε πίσω από τους Πέρσες, οι οποίοι άφησαν την επίθεση του κέντρου των Ελλήνων και έκαναν στροφή, η οποία χαλάρωσε την πυκνότητα τους. Η µάχη ήταν σφοδρή οι δύο αντίπαλοι ήταν ακόµη αξιόµαχοι αριθµητικά. Το δεξιό µέρος των Ελλήνων έκαµψε το απέναντι του εχθρού, το οποίο υποχωρώντας παρέσυρε και το αριστερό. Η µάχη είχε λήξει νικηφόρα και οι εχθροί καταδιώχθηκαν µέχρι τα πλοία, πολλοί πνίγηκαν στο έλος που ήταν πίσω τους.
Οι Αθηναίοι είχαν 192 απώλειες, µεταξύ αυτών και τον πολέµαρχο Καλλίµαχο, οι Πέρσες υπολογίζεται ότι είχαν 6000. Και ο στρατηγός Στησίλαος και ο αδελφός του Αισχύλου Κυναίγειρος σκοτώθηκαν, ο δεύτερος προσπαθώντας να κρατήσει ένα πλοίο από την πρύµνη. Επίσης κατέλαβαν επτά πλοία των Περσών. Τα άλλα ανοίχθηκαν στη θάλασσα. Ένας οπλίτης έφυγε τρέχοντας µέσω Κηφισιάς να αναγγείλει τη νίκη στους Αθηναίους που,.περίµεναν εναγωνίως. Όταν έφθασε διατηρούσε µια αναπνοή για να προφθάσει να πει το «νενικήκαµεν» και έπεσε νεκρός. Ήταν ο Ευκλής ο Μαραθωνοµάχος. Ο κίνδυνος όµως δεν είχε περάσει, οι Πέρσες µε αξιόµαχο ακόµη το στρατό, µε το ιππικό και τον στόλο κατευθύνθηκαν προς την Αθήνα, µε σκοπό να την καταλάβουν βρίσκοντας την, αφύλακτη. Οι Αθηναίοι αφήνοντας τον Αριστείδη µε την Αιαντίδα φυλή του, να φυλάει τα λάφυρα στο πεδίο της µάχης, µέσω του σύντοµου δρόµου Κηφισιάς, έφθασαν στην Αθήνα σε διάστηµα 9 ωρών, παρά την κόπωση που είχαν και στρατοπέδευσαν πάλι σε ένα Ηράκλειο (χώρο λατρείας του Ηρακλή). Οι Πέρσες έφθασαν λίγο αργότερα. Το πρωί είδαν τις ασπίδες των Αθηναίων να αντανακλούν το φως του ήλιου, τα εχθρικά πλοία έµειναν για λίγο ανοικτά του Φαλήρου και έφυγαν για την Ασία. Η µάχη που έσωσε τον Παγκόσµιο Πολιτισµό, από την Ασιατική λαίλαπα είχε λήξει. Ο
Μαραθώνας έγινε παγκόσµιο προσκύνηµα γιατί εκεί καταρρίφθηκε το αήττητο των Περσών. Η περιώνυµη αυτή µάχη, υπήρξε µια πάλη αξιών, µεταξύ δύο λαών, δύο κόσµων, δύο πολιτισµών. Ο ένας αντιπροσώπευε τον εαυτό του και τους υποδουλωτικούς του σκοπούς. Ο άλλος αγωνιζόταν, όχι µόνο για την ύπαρξή του, αλλά και για τα ιδανικά του παγκόσµιου πολιτισµού και της ελευθερίας. Αν η Ελλάδα είχε ηττηθεί στο Μαραθώνα, θα γινόταν το ορµητήριο των Περσών, εναντίον της Ευρώπης. Ο Ηρόδοτος αναφέρει, ότι στο συµβούλιο των Περσών στρατηγών, πριν από τη δεύτερη εκστρατεία εναντίον των Αθηνών, ο Ξέρξης είπε: «Ο ήλιος δεν θα βλέπει καµιά άλλη χώρα να συνορεύει µε τη δική µου. Εγώ, µε τη βοήθειά σας, θα τις ενώσω όλες σε µία χώρα, αφού διασχίσω την Ευρώπη από το ένα άκρο στο άλλο, µε το στρατό µου». Έτσι καταδικαζόταν στο αιώνιο σκοτάδι και η Ελλάδα και ο δυτικός πολιτισµός και η πρόοδος και η ανάπτυξη. εν θα είχαµε «τον χρυσούν αιώνα» του Περικλέους ούτε εκείνους τους αθανάτους γίγαντες του ανθρώπινου πνεύµατος, Σοφοκλή, Ευριπίδη, Αισχύλο και τόσους άλλους. εν θα είχαµε τον Παρθενώνα και τόσα άλλα µνηµεία που, σήµερα είναι παγκόσµια κληρονοµιά. Όλα αυτά έγιναν αµέσως, µετά τους Περσικούς Πολέµους. Ένας περιηγητής που, ανέβηκε στην Ακρόπολη των Αθηνών και είδε αυτά τα αρχιτεκτονικά και καλλιτεχνικά θαύµατα είπε:
Στέκοµαι εκστατικός, θέλω µόνο να τα βλέπω, όχι να τα περιγράφω. Ο Μαραθώνας έγινε η χαραυγή της εξέλιξης του παγκόσµιου πολιτισµού, σε περίπτωση που νικούσαν οι Πέρσες, δεν θα κυρίευαν µια πόλη, θα κατέλυαν ένα σύστηµα ιδεών, γιατί η νίκη στο Μαραθώνα ήταν πριν απ όλα νίκη της δηµοκρατίας. Οι οπλίτες του Μαραθώνα ήταν ενεργοί πολίτες, οι πολέµιοι ήταν υπήκοοι. Η νίκη των Αθηναίων στο Μαραθώνα, αναπτέρωσε το ηθικό των άλλων Ελληνικών πόλεων και στη Σαλαµίνα µετά από δέκα χρόνια (480 π.χ.) όλες µαζί, κατεναυµάχησαν την υπεροψία και τα σχέδια των Περσών, οι οποίοι και µετά την µάχη των Πλαταιών (479π.Χ.) έφυγαν µε χαµένη, την µέχρι τότε, επεκτατική πρωτοπορία τους και τιµωρηµένη την αλαζονεία τους. Με τα λάφυρα της νίκης, οι Αθηναίοι εκτός των αφιερωµάτων στην Ποικίλη Στοά των Αθηνών, αφιέρωσαν στον Απόλλωνα στους ελφούς, χάλκινες εικόνες του Απόλλωνα και της Αθηνάς και των ηρώων από τις δέκα φυλές. Κατασκεύασαν και µικρό ναό «Θησαυρό» που, τοποθέτησαν τα αφιερώµατα. Αντίγραφο αυτού του Θησαυρού, βρίσκεται στη βάση του φράγµατος της Λίµνης του Μαραθώνα. Στο Μουσείο της Ολυµπίας βρίσκεται η περικεφαλαία του Μιλτιάδη, ο οποίος θεωρείται η πρώτη στρατιωτική ευρωπαϊκή µεγαλοφυΐα. Στην ασπίδα του χάραξε το λιοντάρι, το σύµβολο
των Περσών, σε ένδειξη ότι νικήθηκε από τους Αθηναίους. Το στρατηγικό σχέδιο του Μιλτιάδη, εφήρµοσε ο Μ. Αλέξανδρος στη µάχη της Ισσού, ο Ανίβας, Καρχηδόνιος στρατηγός, εναντίον των Ρωµαίων και πολλοί άλλοι στρατηγοί αργότερα, µε αλάνθαστα αποτελέσµατα. Τη νίκη τους αυτή οι ελληνικές πόλεις, τη διακοίνωσαν σ ένα πανελλήνιο ιερό, µε την δηµιουργία της Αµφικτυονίας της ήλου το 477 π.χ. Ήταν µία θρησκευτική συµµαχία και στη συνέχεια πολιτική, υπό την ηγεµονία των Αθηνών. Οι αµφικτυονίες ήταν πρόδροµοι, της Κοινωνίας των Εθνών και του Ο.Η.Ε. Οι πεσόντες στη Μάχη του Μαραθώνα ενταφιάστηκαν στο σηµείο που έγινε η µάχη, τιµής ένεκεν. Ο Θουκυδίδης στον «Επιτάφιο του Περικλέους» στο κεφάλαιο 34 αναφέρει: «Αποθέτουν λοιπόν τα φέρετρα, εις το επίσηµον νεκροταφείον, εις το ωραίον προάστειον της πόλεως τον Κεραµεικόν και πάντοτε εις αυτό το νεκροταφείον, θάπτουν τους φονευµένους κατά τον πόλεµον, εκτός εκείνων που εφονεύθησαν εις την µάχην του Μαραθώνος. Αυτούς τους έθαψαν επιτοπίως, δια να αποδώσουν εξαιρετικήν τιµήν, εις την ανδρείαν των». Ο Ευκλής ο Μαραθωνοµάχος που έφερε το άγγελµα της νίκης στους Αθηναίους µε το «νενικήκαµεν», κληροδότησε στην Υφήλιο τον Μαραθώνιο δρόµο, σύµβολο ειρήνης και συναδέλφωσης των λαών.
Σήµερα για πολλούς κατοίκους του πλανήτη, για εκατοµµύρια ίσως, το όνοµα Μαραθώνας να είναι συνυφασµένο µε το Μαραθώνιο δρόµο, για όσους όµως µετέχουν της Ελληνικής παιδείας και Ευρωπαϊκής κληρονοµιάς ο Μαραθώνας είναι τόπος προσκυνήµατος γιατί σηµατοδότησε την χαραυγή µιας νέας εποχής για την Ελλάδα και την Ανθρωπότητα.