ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΩΝ ΤΜΗΜΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΗΧΟΥ ΚΑΙ ΜΟΥΣΙΚΩΝ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΛΑΟΥΤΟΥ ΣΤΙΣ ΕΘΙΜΙΚΕΣ ΛΑΪΚΕΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΖΑΓΟΡΟΧΩΡΙΑ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΠΑΠΠΑΣ A.M.: 956 ΛΗΞΟΥΡΙ 2013
Ευχαριστίες Χρήστο Ζώτο (λαούτο) Φώτη Παπαζήκο (λαούτο) Σωτήρη Καραγιάννη (λαούτο) Γρηγόρη Καψάλη (κλαρίνο) Γιώργο Μπέλλο (κλαρίνο) 1
Περιεχόμενα Πρόλογος.. 3 Εισαγωγή. 4 Κεφάλαιο 1 Γεωπολιτισμικά χαρακτηριστικά του Ζαγορίου.7 1.1 Μορφολογία Ζαγορίου... 9 1.2 Τα χαρακτηριστικά της ηπειρώτικης μουσικής..11 1.3 Το μουσικό ρεπερτόριο και οι χοροί του Ζαγορίου...15 1.4 Το μουσικό ύφος του Ζαγορίου..21 1.5 Εκδηλώσεις στο Ζαγόρι..23 Κεφάλαιο 2 Κομπανίες και παραδοσιακά όργανα της Ηπειρώτικης κομπανίας 2.1 Ο όρος και η σημασία της κομπανίας.27 2.2 Θέση του μουσικού στην τοπική κοινωνία.28 2.3 Τα όργανα της ηπειρώτικης κομπανίας..30 Κεφάλαιο 3 Τεχνικά χαρακτηριστικά του λαούτου 3.1 Κουρδίσματα..33 3.2 Τεχνικές...36 3.3 Οι επιδράσεις της τεχνολογίας στον παραδοσιακό ήχο..41 3.4 Αντικατάσταση σύγχρονων μουσικών οργάνων αντί παραδοσιακών οργάνων.42 Κεφάλαιο 4 Λαϊκοί μουσικοί και κομπανίες... 45 Συμπεράσματα 54 Βιβλιογραφία...56 Παράρτημα Ι: Συνεντεύξεις 58 Συνέντευξη του Χρήστου Ζώτου [15/06/2011]...59 Συνέντευξη του Γρηγόρη Καψάλη [10/07/2011] 65 Συνέντευξη του Φώτη Παπαζήκου [13/07/2011].67 Συνέντευξη του Γιώργου Μπέλλου [07/08/2011] 73 Συνέντευξη του Σωτήρη Καραγιάννη [08/08/2011] 74 2
Πρόλογος Με εφαλτήριο τη γενικότερη αγάπη για την πατρίδα μου, τα Γιάννενα, σε συνδυασμό με την προσωπική ενασχόληση χρόνων με τους παραδοσιακούς χορούς, αναζητούσα μια εργασία με αντικείμενο μελέτης σχετικό με τη λαϊκή μουσική παράδοση του τόπου καταγωγής μου. Από μικρός θυμάμαι τον αντίκτυπο που είχε μέσα μου η μουσική της περιοχής, με τα ιδιαίτερα γνωρίσματα και το ξεχωριστό ηχόχρωμά της. Αναμφισβήτητα δε, μου είχαν κάνει εντύπωση τα τέσσερα βασικά όργανα της ηπειρώτικης κομπανίας, το κλαρίνο, το βιολί, το λαούτο, το ντέφι και πιο σπάνια το ακορντεόν, με μία ιδιαίτερη προτίμηση στον ήχο του λαούτου. Η διαύγεια, η καθαρότητα και η σαφήνεια του ήχου του ήταν τα κύρια χαρακτηριστικά που με κέρδισαν. Δίπλα στα πρωτεύοντα όργανα, όπως το κλαρίνο, το λαούτο κρατάει σεμνό, συνοδευτικό ρόλο, γεγονός που μεγάλωσε την εκτίμηση και την ανάγκη μου να μάθω περισσότερα για αυτό. Πρόκειται για όργανο με «απαιτήσεις» στο παίξιμο και το κράτημα, αλλά και ακριβό στην αγορά, γι αυτό και συχνά αντικαθίσταται από την κιθάρα, με αποτέλεσμα να αλλοιώνεται το ηχητικό αποτέλεσμα τόσων χρόνων μουσικής παράδοσης. Η «παραμελημένη» αυτή υπόστασή του και σε πολλές περιπτώσεις η υποβάθμιση του ρόλου του λαούτου προσέθεσε μέσα μου το αίσθημα του δέους, του σεβασμού και της ανάγκης να διατηρηθεί στη μνήμη και την πράξη για τις επόμενες γενιές. Κάπως έτσι, επέλεξα το συγκεκριμένο θέμα προς εξέταση και συνέταξα αυτήν την εργασία, καρπός τόσο της προσωπικής μου προσπάθειας, όσο και της βοήθειας όλων όσων μου παραχώρησαν τις πολύτιμες προσωπικές τους εμπειρίες. Συγκεκριμένα, θα ήθελα να ευχαριστήσω ιδιαίτερα τους Χρήστο Ζώτο, Σωτήρη Καραγιάννη, Φώτη Παπαζήκο και Γρηγόρη Καψάλη. Υπήρξε μεγάλη τιμή που με δέχτηκαν και μέσω των εμπειριών τους με έφεραν σε επαφή με τον τόπο και τον χρόνο που έζησε το λαούτο τις ενδοξότερες μέρες του. Ιδιαίτερα θερμές ευχαριστίες, τέλος, στην καθηγήτρια και οδηγό μου σε αυτήν την εργασία, κα Ρενάτα Δαλιανούδη. Χωρίς την επίβλεψη και τις συμβουλές της, τίποτα από όσα αναλύονται στην εργασία δεν θα είχε το ασφαλές υπόστρωμα της εμπειρίας της στο αντικείμενο. 3
Εισαγωγή Το ελληνικό παραδοσιακό τραγούδι εκφράζει τη χαρά, τη λύπη, τον έρωτα, το πάθος για τη ζωή, την αγάπη, ακόμη και το θάνατο. Πρόκειται για ένα από τα πιο δυναμικά μέσα διοχέτευσης συναισθημάτων και κοινωνικής έκφρασης της ζωής, με το οποίο οι άνθρωποι συνδέονται από τη γέννησή τους μέχρι το θάνατο. Σε αυτό συμβάλλει τόσο η μακρά δημοτική παράδοση, όπως αποτυπώνεται στους στίχους των τραγουδιών, όσο και το ξεχωριστό ηχόχρωμα που παρουσιάζει κάθε ένα από τα λαϊκά όργανα της παράδοσής μας. Ο συνδυασμός τους, η τεχνοτροπία στο παίξιμο και το μουσικό ύφος διαμορφώνουν το τοπικό ρεπερτόριο που σε κάθε περίπτωση μάς ταξιδεύει και σε διαφορετική περιοχή της Ελλάδας. Κάπως έτσι, το κλαρίνο, το λαούτο, το ντέφι και το βιολί μάς ταξιδεύουν με τους ήχους τους στον όμορφο και ιδιαίτερο κόσμο των γλεντιών και των πανηγυριών της Ηπείρου. Η εργασία αυτή εξειδικεύει τη μελέτη της στο λαούτο και εστιάζει στο ρόλο του στις εθιμικές λαϊκές εκδηλώσεις, ξεκινώντας από την Ήπειρο και αναλύοντας κυρίως τη χρήση και την ιδιαιτερότητα που αυτό αποκτά στην περιοχή του Ζαγορίου. Εκεί που το λαούτο, σε συνδυασμό με τα άλλα όργανα, συνοδεύει τα ηπειρώτικα παραδοσιακά τραγούδια, τα οποία αποτελούσαν την κύρια εκδήλωση κοινωνικότητας και ανάπτυξης των κατοίκων. Πλαισιώνει δε, με το μοναδικό ήχο του, τη συνθήκη του γλεντιού, που διασφάλισε στο Ζαγόρι ένα σταθερό και διαχρονικό πλαίσιο λειτουργίας της μουσικής πράξης. Επιπλέον, η παρούσα εργασία μελετάει διεξοδικά την ιστορική διαδρομή, που διήνυσε το λαούτο μέσα στο χρόνο, τον ρόλο που έπαιξε και τις επιδράσεις που είχε στις εκδηλώσεις και ειδικότερα στην κοινωνία της ιδιόμορφης περιοχής του Ζαγορίου. Στο πρώτο κεφάλαιο αναλύονται τα γεωπολιτισμικά χαρακτηριστικά του Ζαγορίου, εστιάζοντας στη μελέτη μορφολογίας και του μουσικού ύφους της ευρύτερης περιοχής. Στη συνέχεια, επιχειρείται η εξέταση του χαρακτηριστικού μουσικού ύφους και των εκδηλώσεων της περιοχής. Το δεύτερο κεφάλαιο εξετάζει τις κομπανίες και τα παραδοσιακά όργανα της περιοχής. Ξεκινώντας από τον όρο και τη σημασία της κομπανίας, εστιάζει στους λαϊκούς 4
μουσικούς και τα όργανα της κομπανίας, για να καταλήξει στον ιδιαίτερο ρόλο που διαδραματίζει το λαούτο. Στο τρίτο κεφάλαιο επιχειρείται η καταγραφή των τεχνικών χαρακτηριστικών του λαούτου, περιλαμβάνοντας πληροφορίες για τον τρόπο κουρδίσματος, τις τεχνικές παιξίματος, καθώς και για τον παραδοσιακό ήχο και τις επιδράσεις της τεχνολογίας πάνω σε αυτόν. Μεγάλο μέρος της εργασίας αποτελούν οι συνεντεύξεις με τους αξιολογότερους λαϊκούς μουσικούς -λαουτιέρηδες και κλαριντζήδες- που δραστηριοποιήθηκαν στο Ζαγόρι από το 1950 μέχρι σήμερα, οι συνεντεύξεις των οποίων βρίσκονται στο Παράρτημα. Από τις συνεντεύξεις αντλήθηκαν πολλές πληροφορίες, οι οποίες αποτέλεσαν οδηγό για περαιτέρω έρευνα και διασταυρώσεις πληροφοριών, και εμφανίζονται σε όλα τα κεφάλαια της εργασίας. Αξίζει να σημειωθεί, ότι η ίδια η αναζήτηση πληροφοριών από τους έμπειρους λαϊκούς μουσικούς της εποχής αποτέλεσε και το πρόβλημα της έρευνας, καθώς οι περισσότεροι δεν βρίσκονται πλέον εν ζωή. Πραγματοποιήθηκαν, όμως, συναντήσεις με κάποιους από τους καλύτερους εκπροσώπους, όπως τον Χρήστο Ζώτο, τον Σωτήρη Καραγιάννη, τον Φώτη Παπαζήκο, τον Γρηγόρη Καψάλη, οι οποίοι με την πολυετή πείρα και το πηγαίο ταλέντο τους, έλυσαν τις αρχικές μου απορίες. Μετά από την πολύμηνη έρευνα που πραγματοποίησα πάνω στο ρόλο του λαούτου, όσον αφορά τις εθιμικές λαϊκές εκδηλώσεις του Ζαγορίου, κατανόησα τη συμβολή του στην Ηπειρώτικη κομπανία. Το λαούτο αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του συνόλου των οργάνων και συμβάλλει ποικιλόμορφα στο τελικό αποτέλεσμα του ήχου. Σκοπός της εργασίας ήταν να ηχήσει αυτό το αθόρυβο όργανο που αν μη τι άλλο είναι περιθωριοποιημένο. Διανύοντας την πορεία προς την εξερεύνησή του, ήμουν προετοιμασμένος για τις δυσκολίες που θα αντιμετώπιζα. Οι ελάχιστοι και δυσεύρετοι οργανοπαίχτες ως αυτοδίδακτοι που δε δυσκολεύτηκαν να περιγράψουν τη λειτουργία του οργάνου και να μιλήσουν για τις τεχνικές του γεγονός που αποτέλεσε τροχοπέδη για την έρευνά μου. Με την ολοκλήρωση της έρευνας συνειδητοποίησα τον ρόλο του λαούτου όσον αφορά τη λειτουργία του στο τελικό αποτέλεσμα του ήχου, σε συνδυασμό με όλα τα όργανα της κομπανίας. Αφουγκράστηκα τη μελωδία του σκιαγράφησα την ταυτότητα του. Με αφορμή την εκπόνηση της παρούσας μελέτης, η οποία αποτέλεσε το λίκνο για την 5
ανάσυρση της συμβολής του λαούτου, παρουσιάζεται όσο το δυνατό πληρέστερα η δομή του οργάνου ώστε να εκτιμηθεί και να προβληθεί. 6
Κεφάλαιο 1 Γεωπολιτισμικά χαρακτηριστικά του Ζαγορίου Για την καλύτερη κατανόηση της εργασίας, θα ήταν χρήσιμο να ορίσουμε συνοπτικά τον όρο «λαϊκές εθιμικές εκδηλώσεις». Πρόκειται για όρο που προκύπτει από τη σύζευξη βαθιά ριζωμένων στην παράδοσή μας εννοιών, όπως «λαϊκός», «εθιμικός» και «εκδηλώσεις - πανηγύρια», από τις οποίες εξαρτάται σημαντικά το αντικείμενο της παρούσας εργασίας. Ξεκινώντας από την πρώτη έννοια, ως «λαϊκό» ορίζουμε ό,τι πρωτογενές δημιουργεί ο ίδιος ο λαός, από ένα αντικείμενο πρακτικής χρήσης, μέχρι ένα προϊόν συναισθηματικής ανάγκης και ένα αγαθό καθαρά πνευματικό. Πρόκειται, επομένως, για σύνολο υλικών, ηθικών και πνευματικών αξιών, που παράγονται από τον λαό και χρησιμοποιούνται από αυτόν για τη συντήρηση και προαγωγή της ζωής του. 1 Ανά τους αιώνες, στην έννοια του λαϊκού ενσωματώθηκαν στοιχεία που δεν έχουν λαϊκή προέλευση, αλλά που προκύπτουν από τη συνεχή αλληλεπίδραση του λαϊκού με του λόγιου και τεχνικού πολιτισμού. Όπως και να έχει, κύριο γνώρισμα του λαϊκού πολιτισμού είναι το ανώνυμο και το συλλογικό της δημιουργίας, ο ειδικός τρόπος με τον οποίο παράγεται, και η διαδικασία με την οποία μεταλαμπαδεύεται από γενιά σε γενιά. 2 Μια μορφή λαϊκής δημιουργίας είναι το δημοτικό τραγούδι, στο οποίο συνυπάρχουν και καλλιεργούνται αρμονικά το στοιχείο της μουσικής με την ποίηση και το χορό. Με ρίζες βαθιά αφομοιωμένες στο παρελθόν, κουβαλά το πολύτιμο φορτίο πανάρχαιων τρόπων από μνήμες αρχαϊκές, μυθικές και πρωτόγονες. Από το πλήθος των δημοτικών τραγουδιών, πολλά είναι εκείνα που τραγουδιούνται και χορεύονται σε κάθε περίσταση. Λειτουργούν μεμονωμένα και ανεξάρτητα, χωρίς να εντάσσονται στα πλαίσια ενός συγκεκριμένου εθίμου. Από την άλλη, υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός τραγουδιών και χορών που δεν έχουν αυτόνομη υπόσταση, αλλά λειτουργούν σε συνδυασμό με άλλα στοιχεία της παράδοσης και δρουν παράλληλα με άλλες μορφές λαϊκής έκφρασης. 3 1 Βλ. Μπαζιάνας Ν., Για τη Λαϊκή μας παράδοση. Μικρά μουσικά μελετήματα, Τυπωθήτω: Αθήνα 1997, 19-22, ιδ. σελ. 19 2 Βλ. Μπαζιάνας Ν., ό.π., σελ. 19 3 Βλ. Μπαζιάνας Ν., ό.π. σελ. 25-26 7
Η δεύτερη έννοια, που μας απασχολεί στην παρούσα εργασία, είναι ακριβώς αυτός ο εθιμικός τους χαρακτήρας, που τοποθετεί τα δημοτικά τραγούδια σε δημιουργήματα που συντηρούνται υπό καθορισμένες τελετουργίες. Δεν υπηρετούν απλώς ένα έθιμο, αλλά προκύπτουν από αυτό και εντάσσονται σε παγιωμένους εθιμικούς κύκλους σε τέτοιο βαθμό που δεν νοούνται έξω από αυτούς. 4 Η κοινωνική ζωή στο Ζαγόρι οργανώνεται γύρω από την κεντρική πλατεία, το «μεσοχώρι», όπου κατά κανόνα βρίσκεται η εκκλησία, το σχολείο, τα διάφορα μαγαζιά. Το μεσοχώρι αποτελεί τη ζωή του χωριού, όπου πραγματοποιούνται όλες οι κοινωνικές εκδηλώσεις και τα ιδιαίτερα ονομαστά παραδοσιακά Ζαγορίσια πανηγύρια. 5 Το πανηγύρι αρχίζει με καθιστικά τραγούδια «της τάβλας» και μοιρολόγια. Στη συνέχεια στήνεται ο μεγάλος κυκλικός χορός και τα περισσότερα τραγούδια χορεύονται στα βήματα του «Ζαγορίσιου» και του «παλιού Ζαγορίσιου» ιδιόρρυθμων τοπικών χορών. Χορεύονται επίσης τσάμικοι, συρτοί, παγωνίσιοι και άλλοι χαρακτηριστικοί της Ηπείρου 6. Το πιο ονομαστό πανηγύρι στα Ζαγόρια ήταν της Παναγίας, και τελούνταν στις 15 Αυγούστου, στην Κοίμηση της Θεοτόκου. 7 Τη συνήθεια των πανηγυριών δεν επέβαλαν μόνο θρησκευτικοί λόγοι, αλλά και κοινωνικοί. Αποτελούσαν δηλαδή τα πανηγύρια και αφορμή για ψυχαγωγία, για επικοινωνία, για γνωριμίες των νέων του χωριού ή και της περιοχής, για προξενιά, για επαγγελματικές και εμπορικές συναλλαγές και γενικά για τη σύσφιγξη των σχέσεων και τη διατήρηση και ανάπτυξη της φιλίας. Έδιναν επίσης την ευκαιρία σε συγγενείς και φίλους να συναντηθούν, γιατί οι αποστάσεις τότε ήταν μεγάλες και η δυνατότητα μετακίνησης περιορισμένη. Τα πανηγύρια αυτά, που γινόταν παλιότερα και αποτελούσαν μόνιμο θεσμό, δημιούργησαν σταθερούς κανόνες συμπεριφοράς και συντέλεσαν στην κοινωνικότητα των κατοίκων της κοινότητας και στην στενότερη επαφή μεταξύ τους. 8 Τους δημόσιους χορούς των πανηγυριών παρακολουθούσαν όσοι από τους κατοίκους του χωριού και τους ξένους παρευρίσκονταν εκεί και για οποιοιδήποτε λόγο δεν χόρευαν. Η συμμετοχή αυτών των θεατών ήταν πάντοτε σιωπηλή. Εκτός όμως από τις εκδηλώσεις που δεν μπορούσαν να 4 Μπαζιάνας Ν., ό.π., σελ. 19 5 http://www.cuzagori.gr/dance.htm [24/05/2013] 6 http://www.cuzagori.gr/dance.htm [24/05/2013] 7 Σχετικά με το πανηγύρι της Παναγίας στα Ζαγοροχώρια αλλά και τα παραδοσιακά πανηγύρια των χωριών αυτών βλ. τον ονομαστικό κατάλογο στο http://www.zagoroxoria.gr/1st-section/paneguria/panigiria.html [24/05/2013] 8 Δήμας Η. Σ. (1993) Η χορευτική παράδοση της Ηπείρου, Αθήνα, ιδ. σελ. 51 8
νοηθούν χωρίς χορό, όπως ήταν οι γάμοι και τα πανηγύρια, οι Ηπειρώτες χόρευαν και τραγουδούσαν στα σπίτια τους τις ημέρες των Χριστουγέννων, της Αποκριάς και του Πάσχα και σε ονομαστικές εορτές. 9 1.1 Μορφολογία Ζαγορίου Το Ζαγόρι αποτελεί μια ιδιαίτερη γεωγραφική, αλλά και πολιτισμική ενότητα. Γεωγραφικά χωροθετημένο στο λεκανοπέδιο μεταξύ των ορέων Μιτσικελίου και Τύμφης, διακρίνεται σε τρεις περιοχές: το Ανατολικό, το Δυτικό και το Κεντρικό Ζαγόρι. Το αρχαιότερο τμήμα του εντοπίζεται στο Δυτικό τμήμα του σημερινού Ζαγορίου (Πάπιγκο και Πεδινά), ενώ τα υπόλοιπα δύο τμήματα, Ανατολικό και Κεντρικό Ζαγόρι, αναπτύχθηκαν αργότερα. Στο μεγαλύτερο μέρος τους, τα σημερινά χωριά του Ζαγορίου δημιουργήθηκαν την περίοδο της Τουρκοκρατίας, ενώ το Ανατολικό τμήμα αναπτύχθηκε κατά τον 15 ο αιώνα. Αξίζει, όμως, να υπογραμμιστεί, ότι στο σύνολό του το Ζαγόρι δεν κατοικήθηκε ποτέ από Τούρκους. Αντίθετα, παρέμεινε αυτοδιοικούμενη κοινότητα, γνωστή ως «Το κοινό των Ζαγορισίων», όπως το χαρακτηρίζει ο Χαρίσης. 10 Τα βασικά χαρακτηριστικά ανάμεσα στις τρεις περιοχές είναι κοινά. Διανθίζονται, όμως, από ποιοτικές μορφολογικές διαφορές, που οφείλονται τόσο στο φυσικό περιβάλλον και τα δομικά υλικά, όσο και στον κοινωνικό χαρακτήρα και την παράδοση της κάθε περιοχής. Πιο συγκεκριμένα, στο Ανατολικό τμήμα κυριαρχούν οι δασικές εκτάσεις και ο νομαδικός τρόπος ζωής, γεγονός που εκφράζεται με λιγότερο αυστηρές κοινωνικές μορφές. Αντίθετα, στο Δυτικό τμήμα κυριαρχούν οι πετρώδεις επιφάνειες της Πίνδου, διαμορφώνοντας πιο αυστηρές κοινωνικές μορφές. Κατά γενικό, όμως, κανόνα οι κοινωνίες που διαμορφώνονται στο Ζαγόρι είναι αυτόνομες και αποτελούνται από ποικίλες κοινωνικές ομάδες: οι Ζαγορίσιοι (γηγενείς), οι Μέτοικοι (κάτοικοι άλλων περιοχών, που αφομοιώθηκαν στο πέρασμα των χρόνων), οι 9 Δήμας Η. Σ. (1993) Η χορευτική παράδοση της Ηπείρου, Αθήνα, ιδ. σελ. 51 10 Χαρίσης Β. Α. (1979) «Ζαγοροχώρια : μελέτη προστασίας», Γενική Διεύθυνση Οικισμού Υπουργείου Δημοσίων Έργων: Αθήνα 9
Γύφτοι (σιδεράδες, οργανοπαίχτες, καλαθοπλέχτες) και οι Σαρακατσάνοι (νομάδες κτηνοτρόφοι). Από αυτούς, οι Ζαγορίσιοι εξελίσσονται κοινωνικά και οικονομικά, ενώ οι Μέτοικοι και οι Γύφτοι αποτελούν τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα, χωρίς δικαίωμα ψήφου και δική τους γη. Αυτός ο κοινωνικός διαχωρισμός διαφαίνεται έντονα και στον τρόπο που τοποθετούνται οι διάφορες κοινωνικές ομάδες στους οικισμούς. Πιο συγκεκριμένα, οι Ζαγορίσιοι κατοικούν στο κέντρο των οικισμών σε αρχοντικά σπίτια, οι Μέτοικοι λίγο πιο έξω, ενώ οι Γύφτοι έξω από τα όρια του οικισμού. Οι Σαρακατσάνοι, επίσης, ζουν έξω από τα όρια του οικισμού, οργανωμένοι όμως σε δική τους αυτόνομη κοινωνική μορφή. 11 Αυτή η αυστηρή συγκρότηση του οικιστικού περιβάλλοντος σε συνδυασμό με τον πλούσιο εσωτερικό διάκοσμο των σπιτιών, τα ευμεγέθη, ως προς τις αναλογίες του χώρου, δημόσια κτίρια και οι επιβλητικές εκκλησίες αποτελούν την καλύτερη ένδειξη μιας ανθηρής κοινωνίας, που στα τέλη του 19 ου αιώνα έφτασε στο ζενίθ της οικονομικής, πνευματικής και πολιτισμικής της ανάπτυξης. Στο πλαίσιο αυτής της ανάπτυξης υπάγεται και η πολύμορφη μουσική παράδοση του Ζαγορίου, το οποίο, αντίθετα με τις γειτονικές περιοχές της Κόνιτσας και του Μετσόβου, εμφανίζεται εξαιρετικά εξωστρεφές, σχεδόν κοσμοπολίτικο, στη μουσική του κουλτούρα. Το ζαγορίσιο ρεπερτόριο σχεδόν στο σύνολό του απαρτίζεται τόσο από μερακλίδικα και περίτεχνα κεντημένα τραγούδια, όσο και από οργανικούς σκοπούς. Πολλά από αυτά εισάγονται από τις πόλεις της Ηπείρου (Ιωάννινα, Πρέβεζα, Άρτα), από όμορες περιοχές (Πωγώνι, Μέτσοβο) ή πιο απομακρυσμένες (κυρίως Ξερόμερο), καθώς και από ξένους τόπους (Ρουμανία, μικρασιατικά παράλια) και μεγάλα αστικά κέντρα (Σμύρνη, Κωνσταντινούπολη, Βουκουρέστι, Αθήνα). 12 Με την έλευση του ρεπερτορίου στη νέα τους πατρίδα, το Ζαγόρι, τα τραγούδια ξαναγεννιούνται αναδημιουργημένα και προσαρμοσμένα στο ντόπιο μουσικό ύφος από τους ευρηματικούς μουσικούς της περιοχής. Το γεγονός αυτό αποδεικνύει τον κοσμογυρισμένο χαρακτήρα του Ζαγορίσιου, ο οποίος μεταφέρει ποικιλία μουσικών ιδιωμάτων από τους τόπους της επαγγελματικής του δραστηριοποίησης - τα μακρινά ανθηρά οικονομικά κέντρα του 19ου αιώνα - είτε ως τραγουδήματα, είτε αργότερα ως ηχογραφήσεις γραμμοφώνου. Επιπλέον, ο ίδιος, επιδοκιμάζει τόσο τις εισαγόμενες, όσο 11 http://www.ntua.gr/mirc/db/epirus_db/arxitektonikh/zagori.htm [4-8-2012] 12 Βλ. ένθετο στο «Ζαγορίσιο Ζιαφέτι» με τον Λευτέρη Σαρρέα, Παραγωγή: Πολιτιστικός Σύνδεσμος Ζαγορισίων 2000, σ. 8 10
και τις ντόπιες λαϊκές δημιουργίες, συμμετέχοντας με αυτόν τον τρόπο στην εξέλιξη και την καθιέρωση ενός μουσικού υλικού, που στον διαρκή μετασχηματισμό του καθρεφτίζει με τον καλύτερο τρόπο τη ζαγορίσια αισθητική. 13 1.2 Τα χαρακτηριστικά της ηπειρώτικης μουσικής. Το μουσικό ιδίωμα του Ζαγορίου σηματοδοτούν το a la turqua παίξιμο, δηλαδή τις δεξιοτεχνικές μελωδικές αναπτύξεις και την περίπλοκη φόρμα. 14 Επιπλέον, στις ηπειρώτικες μελωδίες συναντάμε τμήματα μουσικών τρόπων κατά το αρχαιοελληνικό σύστημα των τετραχόρδων και πενταχόρδων, που είναι ως επί το πλείστον ανημίτονα. Συναντάμε επίσης ανημίτονες πεντατονικές κλίμακες, που όμοιές τους δεν υπάρχουν αλλού στην Ελλάδα. 15 Χαρακτηριστικό, πάντως, όλων των φωνών είναι η απότομη και τονισμένη διακοπή της μελωδικής τους γραμμής. Η τραγουδιστική αυτή δομή είναι αυστηρή και άκαμπτη και, παρά τη μαρτυρημένη αρχαιότητά της, δεν έδωσε γένεση σε άλλες μορφές πολυφωνίας ή σε παραλλαγές της. 16 Σύμφωνα με τον Γ. Κοκκώνη, στη μουσικολογική του ανάλυση για το ζαγορίσιο ζαφέτι αναφέρει πως «Τα δίστιχα στιχοπλάκια ερωτικού κυρίως περιεχομένου, ενίοτε και περιπαικτικού χαρακτήρα, αποτελούν τη βάση των τραγουδιών. Μάλιστα οι στιχουργικοί αγώνες των Γιαννιωτών του 19 ου αι. θα επιβιώσουν στα ζαγορίσια «χαβάδια», που τελούνταν (και λέγονται ακόμα καμιά φορά) κατά το χάραμα της τελευταίας μέρας των πανηγυριών ή στη δύση των γλεντιών. Από τα Γιάννενα πάλι θα εισαχθούν και θα ριζώσουν, μετά την απελευθέρωση της περιοχής το 1912-13, πολλά τραγούδια και οργανικοί σκοποί αστικού ύφους, που η πρωτεύουσα της Ηπείρου θα αποποιηθεί στην προσπάθειά της να «αποτουρκοποιηθεί», υιοθετώντας νεωτεριστικούς τύπους δυτικής προέλευσης, όπως η καντάδα και τα κιθαριστικά τρίο. Η ανατολική ταυτότητα της περιοχής θα επιζήσει τότε στο κοσμοπολίτικο Ζαγόρι. Η «Μπαζαρκάνα», το «Αρχοντόπουλο», η «Φεγγαροπρόσωπη» και τα «Δόντια πυκνά» είναι δημιουργήματα της γιαννιώτικης παράδοσης, τα οποία αποτελούν 13 Μουσική από την Ήπειρο, Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων, Αθήνα: 2008, σελ. 52,56 14 Μουσική από την Ήπειρο, Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων, Αθήνα: 2008, σελ. 52,56 15 http://www.zagoroxoria.gr/3rd-section/topike-mousike/to-ipeirotiko-mousiko-ufos.html [30/04/2013] 16 http://www.zagoroxoria.gr/3rd-section/topike-mousike/to-ipeirotiko-mousiko-ufos.html [30/04/2013] 11
πλέον αναπόσπαστο κομμάτι του ζαγορίσιου ρεπερτορίου και κάτι περισσότερο: αντιπροσωπεύουν την πιο αμιγή ζαγορίσια παράδοση. Επιπλέον, την εντόπια καταγωγή μαρτυρά σε πολλά ζαγορίσια τραγούδια η ονομαστική αναφορά σε χωριά της περιοχής, Πάπιγκο, Καπέσοβο, Βίτσα, Τσεπέλοβο, Σκαμνέλι, ή σε συγκεκριμένα πρόσωπα του τόπου, τη λοιδωρούσα, τη ξενητιά Αλεξάνδρα, την όμορφη Όλγα, την αρχόντισσα Μπολονάσαινα που απήχθη από κλέφτες». 17 Προκειμένου να κατανοήσουμε καλύτερα τα χαρακτηριστικά του τοπικού ιδιώματος στο Ζαγόρι, πρέπει να εξετάσουμε το δημοτικό τραγούδι, όπως εξελίχθηκε γενικά στην Ήπειρο. Η επιβίωση της μουσικής στην Ήπειρο μάς οδηγεί στο συμπέρασμα ότι στη σημερινή του μορφή, το δημοτικό τραγούδι της Ηπείρου μπορεί να αναχθεί στις μουσικές εξελίξεις κυρίως των δύο τελευταίων αιώνων. Παλαιότερα, η μουσική φαίνεται να είναι κατά κύριο λόγο φωνητική (αντιφωνικό τραγούδι), ενίοτε με συνοδεία φλογέρας ή /και κρουστού (νταούλι ή ντέφι). 18 Η ηπειρώτικη μουσική διακρίνεται για την πολυφωνία και τις ανημίτονες κλίμακες, όπως και από το αρμονικό και μελωδικό χρώμα που την περιβάλλει: οι μελωδικές γραμμές είναι σύντομες, ο ήχος είναι λυπητερός, ακόμα και τα τραγούδια με εύθυμο σκοπό ή με σατυρικό περιεχόμενο ηχούν «βαριά». Η άγρια λιτότητα του ορεινού τοπίου δεν μπορούσε παρά ν' αντανακλάται στην αποφυγή κάθε περιττής πληθωρικότητας, ακόμα κι όταν ο καλλιτέχνης καταγίνεται στα τόσο χαρακτηριστικά στολίδια και τσακίσματα. «Η ενόργανη μουσική θα μπορούσε να χαρακτηριστεί κατά βάση μονοφωνική με έντονα πολυφωνικά χαρακτηριστικά, όπου στη μελωδική γραμμή του κλαρίνου, το βιολί αναπτύσσει πολυφωνικά χαρακτηριστικά, όπως ισοκρατήματα, διφωνίες, αντιφωνίες». 19 Σε ό,τι αφορά την αρμονία, η ιδιαιτερότητα εντοπίζεται στην προτίμηση ορισμένων τρόπων. Στην ηπειρώτικη μουσική δεν χρησιμοποιούνται οι μείζονες και ελάσσονες κλίμακες του δυτικού τονικού συστήματος. 20 Τα ρυθμικά σχήματα και τα μέτρα της ηπειρώτικης μουσικής, πλούσια και πολλές φορές μοναδικά, αποτελούν ιδιαιτερότητα μιας μακρόχρονης παράδοσης. Αφενός τετράσημοι (4/4), πεντάσημοι (5/4), επτάσημοι (7/8), οκτάσημοι (8/4), ή εννεάσημοι (9/8) 17 Απόσπασμα από τη μουσικολογική ανάλυση του Γιώργου Κοκκώνη που περιέχεται στο δίσκο ακτίνας του Πολιτιστικού Συνδέσμου Ζαγορισιών «Ζαγορίσιο Ζιαφέτι», 2000. 18 http://www.zagoroxoria.gr/3rd-section/topike-mousike/to-ipeirotiko-mousiko-ufos.html [30/04/2013] 19 Για τη μουσικολογική τοποθέτηση στο ζήτημα της πολυφωνικής μουσικής απευθυνθήκαμε στο μουσικολόγο Γιώργο Μπέλλο, βλ. Παράρτημα ΙΙ, Συνέντευξη Γιώργου Μπέλλου [07/08/2013] σελ. 73 20 http://www.zagoroxoria.gr/3rd-section/topike-mousike/to-ipeirotiko-mousiko-ufos.html [30/04/2013] 12
ρόλο. 23 Στην Ήπειρο, όμως, συναντάμε και μουσική πολυφωνική. Το είδος αυτό απαντάται ρυθμοί κρύβουν μέσα τους τονισμούς ιδιότυπους, όπως αυτός του τσάμικου (πεντάσημο) σε 6/4 (2+3 ή 3+2), ή πάλι του οκτάσημου (3+2+3, 2+3+3 ή 3+3+2). Αφετέρου άμμετρα μοιρολόγια και κλέφτικα αφήνουν τη φωνή να ξετυλιχτεί σ' ένα δεξιοτεχνικό αυτοσχεδιασμό γεμάτο καλλωπισμούς που θυμίζουν βυζαντινές ψαλμωδίες. 21 Τέλος, άξιο αναφοράς αποτελεί η ρυθμική αγωγή (tempo) της οργανικής μουσικής και των τραγουδιών, που στην Ήπειρο είναι πιο αργή απ' ό,τι στην υπόλοιπη Ελλάδα, είτε πρόκειται για μοιρολόι, είτε για τραγούδι της τάβλας, είτε πάλι για χορευτικούς σκοπούς, που αποδίδονται βαριά και μακρόσυρτα. 22 Όλα τα παραπάνω ανήκουν στη μονοφωνική μουσική, τη συνηθέστερη έκφραση της δημοτικής μουσικής, που συναντάμε σε όλη την ελληνική επικράτεια. Η μελωδία (μέλος), τραγουδισμένη από έναν ή περισσότερους εκτελεστές a capella ή με συνοδεία μικρού συνόλου οργάνων, είναι εκείνη που επιβάλλεται. Όταν η μουσική είναι οργανική, η εκτέλεσή της αφήνεται σε ένα μόνο όργανο, ενώ τα υπόλοιπα έχουν απλώς συνοδευτικό βόρεια του νομού της Ηπείρου, καθώς και σε ένα τμήμα της Αλβανίας και αποτελεί μουσικό φαινόμενο μοναδικό στην καθολική ελληνική παράδοση, συμπεριλαμβανομένης και της αρχαιότητας. Αλλά και σε σχέση με τη δυτική πολυφωνία, διακρίνεται από μια δομή πρωτότυπη και αυθεντική. Αυτή εφαρμόζεται σε έναν τύπο τραγουδιού - η συνοδεία οργάνων δεν αποκλείεται, αλλά σπανίζει- που χαρακτηρίζεται από το σαφή διαχωρισμό τριών ανεξάρτητων μελωδικών γραμμών, οι οποίες αντιστοιχούν σε ανάλογους τραγουδιστικούς ρόλους: Ο παρτής είναι αυτός που αρχίζει (παίρνει) το τραγούδι και που εκτελεί την κύρια μελωδική γραμμή. Είναι ο μόνος που τραγουδά ευκρινώς τους στίχους, ενώ οι υπόλοιποι χρησιμοποιούν μερικές μόνο συλλαβές του κειμένου. Τη δεύτερη μελωδία μπορεί να εκτελέσουν είτε ο γυριστής, που γυρίζει ή τσακίζει την μελωδική του γραμμή ώστε να καταλήξει σε διάστημα δευτέρας μεγάλης 24 κάτω από την τονική, 21 http://www.zagoroxoria.gr/3rd-section/topike-mousike/to-ipeirotiko-mousiko-ufos.html [30/04/2013] 22 Περισσότερες πληροφορίες για το ηπειρώτικο μουσικό ύφος στα παρακάτω βιβλία, Ήπειρος, Πνευματικό Κέντρο Δήμου Ιωαννιτών, 1994, Ηπειρωτική Μουσική Παράδοση, Πνευματικό Κέντρο Δήμου Ιωαννιτών, 1994 23 http://www.zagoroxoria.gr/3rd-section/topike-mousike/to-ipeirotiko-mousiko-ufos.html [30/04/2013] 24 «Η μελωδία του γυριστού είναι περιορισμένης εκτάσεως. Συνήθως είναι αύτη δύο μόνον φθόγγοι, αποτελούντες διάστημα δευτέρας μεγάλης, δηλαδή η τονική και η υποτονική της κλίμακος» βλ. Σ.Δ. Περιστέρης Δημοτικά Τραγούδια Δροπόλεως Βορείου Ηπείρου, Επετηρίς του Λαογραφικού Αρχείου 9, 10 Αθήνα (1958) 13
διάστημα διάφωνο σε σχέση τόσο με την πρώτη γραμμή, όσο και με την τρίτη, είτε ο κλώστης. Ο κλώστης κλώθει τη μελωδική του γραμμή πάνω στο διάστημα της τονικής και της προς τα πάνω έβδομης βαθμίδας, που είναι και η κατάληξη της μελωδικής του γραμμής, δημιουργώντας και αυτός διαφωνία. Σημαντική στο σημείο αυτό είναι η χρήση κεφαλικής φωνής (falcetto) από τον εκτελεστή. Η τρίτη μελωδική γραμμή είναι αυτή του ισοκράτη (pedal), που αποδίδεται από δύο ως τέσσερα άτομα (ενίοτε και περισσότερα), που κρατούν την τονική πάντα στο ρυθμό του κορυφαίου (παρτή). 25 Στον εικοστό αιώνα, φαίνεται να εμφανίζεται και μια τέταρτη φωνή, τραγουδισμένη από έναν ισοκράτη που αποκαλείται ρίχτης. Αυτός σταματά τη μονωδία του παρτή ρίχνοντας τη μελωδία με διάστημα τέταρτης κάτω από την τονική. Έτσι, δίνεται στον παρτή ο χρόνος να ξεκουραστεί και να προετοιμάσει τη συνέχεια του τραγουδιού. 26 Τέλος, κατά τη διάρκεια του περασμένου αιώνα, παράλληλα με τη δημοτική μουσική βλέπουμε να αναπτύσσεται στα Γιάννενα ένας τύπος αστικής μουσικής, τα «στιχοπλάκια», που φαίνεται να ήρθαν από την Πόλη. Πρόκειται, στην πραγματικότητα, για ενότητες διστίχων με πρώτο θέμα τον έρωτα και περιεχόμενο λυρικό και γεμάτο συναίσθημα. Αποδίδονται στη βάση γνωστών μελωδιών ή αυτοσχεδιασμών της στιγμής, στην αρχή μόνο φωνητικά και κατόπιν με συνοδεία οργάνων, αλλά πάντα με το γνωστό ηπειρώτικο ύφος. Οι συνθέτες εκτελεστές ήταν κυρίως ταμπάκοι, γύφτοι, μπαντίδοι και καραμπέρηδες. 27 Ένας κορυφαίος (στιχοπλόκος) τραγουδούσε το δίστιχο (συνήθως δεκαπεντασύλλαβο), του οποίου έπονταν η απάντηση του χορού, ενώ ο στιχοπλόκος σκάρωνε τη συνέχεια, ακολουθώντας τον ομοιοκαταληκτικό κανόνα. 28 Η άσκηση αυτή ευστροφίας και ετοιμότητας βρήκε τέτοια απήχηση, ώστε φαίνεται ότι τον 19ο αιώνα όχι μόνο σημαδεύει τις γιορτές (Αποκριές, πανηγύρια), αλλά οδηγεί τη σύσταση πραγματικών «αγώνων στιχουργίας». 29 25 Από τη μουσικολογική ανάλυση του Λάμπρου Λιάβα στο ένθετο του δίσκου «Το πολυφωνικό της Ηπείρου», Αθήνα 1993 21 http://www.zagoroxoria.gr/3rd-section/topike-mousike/to-ipeirotiko-mousiko-ufos.html [30/04/2013] 27 Οι μπαντίδοι στα αστικά Γιάννινα του 19ου αι. ήταν εργάτες και υπάλληλοι διαφόρων επαγγελμάτων ενώ οι καραμπέρηδες ήταν οι επονομαζόμενοι «γλεντζέδες» της αστικής τάξης. 28 http://www.zagoroxoria.gr/3rd-section/topike-mousike/to-ipeirotiko-mousiko-ufos.html [30/04/2013] 29 Ήπειρος, Πνευματικό Κέντρο Δήμου Ιωαννιτών, 1994, Ηπειρωτική Μουσική Παράδοση, Πνευματικό Κέντρο Δήμου Ιωαννιτών, 1994 14
1.3 Το μουσικό ρεπερτόριο και οι χοροί του Ζαγορίου Είναι γεγονός ότι το Ζαγόρι από τα τέλη του 19ου αιώνα και μετά λειτούργησε ως χωνευτήρι ξενόφερτων μουσικών στοιχείων με αστική κυρίως προέλευση. Σε ένα βαθμό, βεβαίως, αυτό συνέβη και σε άλλες περιοχές της Ηπείρου, κυρίως στα μεγάλα αστικά κέντρα (Γιάννενα, Πρέβεζα, Άρτα). Η ιδιαιτερότητα του Ζαγορίου, όμως, έγκειται στο ότι εδώ τα στοιχεία αυτά ενσωματώθηκαν γρηγορότερα, ευκολότερα, και κυρίως πιο μόνιμα. Οι τοπικές τους εκδοχές αφομοιώθηκαν πλήρως, τόσο από τους μουσικούς όσο και από τα υπόλοιπα μέλη της κοινότητας. Αυτή η ευκολία της αποδοχής και ενσωμάτωσης κάθε είδους ξένων στοιχείων είναι που κάνει την ζαγορίσια μουσική ιδιοσυγκρασία μοναδική στην ελληνική ύπαιθρο. Τα παραδείγματα είναι αρκετά και πολλές φορές εντυπωσιακά. Παίζονται ακόμη και σήμερα στο Ζαγόρι τραγούδια και οργανικοί σκοποί των οποίων τα βασικά δομικά στοιχεία παραπέμπουν με τον πιο άμεσο τρόπο σε γνωστές πολίτικες, σμυρναϊκές ή και βαλκανικές συνθέσεις με πρόδηλη την αστική τους καταγωγή και ύφος. 30 Η διαδικασία εισαγωγής και ενσωμάτωσης των ξένων μουσικών στοιχείων, που προαναφέραμε, εισάγονται στην περιοχή του Ζαγορίου με τρεις κυρίως τρόπους. Κατά πρώτον τα μετέφεραν οι ταξιδεμένοι Ζαγορίσιοι, από το στόμα των οποίων τα μάθαιναν στη συνέχεια τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας ή της ευρύτερης κοινότητας και κυρίως οι μουσικοί της περιοχής. Οι τελευταίοι ανέπτυξαν την ικανότητα να ενσωματώνουν στο προσωπικό τους ρεπερτόριο κάθε λογής επιθυμίες των «πελατών τους», οι οποίες έπρεπε να ικανοποιηθούν ως προσωπικές εντολές παραγγελίες. Οι παραγγελίες αυτές ήταν τραγούδια ή οργανικές συνθέσεις τις οποίες ο καλός λαϊκός μουσικός ταύτιζε προφανώς με συγκεκριμένο ή συγκεκριμένα πρόσωπα. 31 Η διαδικασία αυτή αποτελούσε, και εν μέρει αποτελεί ακόμα, βασικό κομμάτι του κώδικα λειτουργίας και συμπεριφοράς των μελών της μουσικής κομπανίας, αφού μέσω των πολύπλοκων σχέσεων μεταξύ μουσικού και «παραγγελιοδότη» καθοριζόταν σε μεγάλο βαθμό όχι μόνο η οικονομική ανταμοιβή, αλλά και το επαγγελματικό μέλλον των μουσικών γενικότερα. 32 30 Βλ. Κοκκώνης Γ., Η ζαγορίσια μουσική ιδιοσυγκρασία: τομή, συνέχεια και όροι επιβίωσης, Πρακτικά του επιστημονικού συμποσίου Πολιτιστική Oικολογία (Kαπέσοβο 29 Iουνίου 1 Iουλίου 2001), Ιωάννινα: 2002, σ. 97-104, ιδ. 100-101 31 Βλ. Κοκκώνης Γ., ό.π., 100-102 32 Βλ. Κοκκώνης Γ., ό.π., 100-102 15
Από τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, μέσω του γραμμοφώνου, συσκευή υψηλής ζήτησης στα πλουσιότερα ζαγορίσια, εισάγεται στην περιοχή ένα μεγάλο κομμάτι των πρώτων ηχογραφημένων ελληνικών τραγουδιών, όπως και δίσκοι με κλασσική μουσική. Το σημαντικό εδώ είναι ότι οι πρώτες ηχογραφήσεις ελληνικής μουσικής, που έρχονται κυρίως από την Αμερική, την Πόλη ή τη Σμύρνη και αργότερα από την Αθήνα, περιλαμβάνουν κυρίως τραγούδια αστικού χαρακτήρα, κατά βάση πολίτικα και σμυρναίικα, τα οποία είχαν φτάσει λίγο νωρίτερα και στα Γιάννενα μέσω των Καφέ αμάν. 33 Η μουσική αυτή εύκολα αφομοιώνεται από τους Ζαγορίσιους, λόγω της συγγένειας του κοινωνικού τους πλαισίου με αυτό στο οποίο πρωτοδημιουργήθηκαν και λειτούργησαν τα τραγούδια αυτά. Στη διαδικασία αυτή συνέβαλε η επαφή με τη «Γιαννιώτικη σχολή», η οποία είχε πολλές φορές μετοικήσει στο Ζαγόρι. 34 Τους δίσκους γραμμοφώνου μετέφεραν στο Ζαγόρι οι ίδιοι οι Ζαγορίσιοι και όχι οι μουσικοί, πράγμα που σημαίνει, ότι εκείνοι έφεραν την ευθύνη των επιλογών τους. Μερικά χρόνια αργότερα, ένα άλλο ρεπερτόριο θα μεταλαμπαδευτεί στην περιοχή, από την αγορά των Αθηνών αυτήν τη φορά, και δεν θα είναι άλλο από αυτό της Αθηναϊκής καντάδας, του ελαφρού αστικού τραγουδιού και των εκδόσεων τραγουδιστικών επιτυχιών οπερέτας. Το είδος αυτό θα εισαχθεί στο Ζαγόρι μόνο στη δισκογραφική του εκδοχή, σε αντίθεση με τα Γιάννενα, όπου τόσο η καντάδα όσο και τα κιθαριστικά τρίο και τα μαντολίνα θα γίνουν οι βασικές μορφές έκφρασης της αστικής κοινωνίας στα χρόνια μετά την απελευθέρωση. 35 Τέλος πολλά από τα ξενόφερτα μουσικό-ποιητικά στοιχεία μεταφέρθηκαν, τέλος, στο Ζαγόρι από τους περιορισμένης κινητικότητας μουσικούς της περιοχής. Οι λαϊκοί μουσικοί, ως γνωστόν, έχουν την τάση να «χρωματίζουν» συνεχώς το μουσικό τους συντακτικό με νέα μελωδικό-ρυθμικά πρότυπα, τα οποία συχνά δανείζονται είτε από άλλες λαϊκές μουσικές, είτε και από τη λόγια παράδοση. Ακόμα και μία μικρή παραμονή στα πάλκα των κέντρων διασκέδασης της πρωτεύουσας ή μια περιοδεία στα πανηγύρια όμορων και μη περιοχών αρκούσαν για να εμπλουτίσει ο λαϊκός μουσικός το ρεπερτόριό του με νέο υλικό, το οποίο στη συνέχεια μετέφερε στο βασικό του τόπο δράσης. Ωστόσο, ακόμα και αν η αφομοίωση και η προσαρμογή των ξενόφερτων στοιχείων επηρεάζεται σαφώς από την προσωπικότητα και το χάρισμα του λαϊκού μουσικού, η αποδοχή τους και η έγκριση των 33 Βλ. Κοκκώνης Γ., ό.π., 100-102 34 Βλ. Κοκκώνης Γ., ό.π., 100-102 35 Βλ. Κοκκώνης Γ., ό.π., 100-102 16
νέων δημιουργών γίνεται από την τοπική κοινωνία, η οποία με τον τρόπο αυτό συμμετέχει στη δημιουργική διαδικασία και επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την επιτέλεση. Για τον λόγο αυτό, πολλά εισαγόμενα τραγούδια και οργανικά κομμάτια απέκτησαν στο Ζαγόρι τοπική εκδοχή, αφού προσαρμόστηκαν στην τοπική μουσική τυπολογία. 36 Το ρεπερτόριο εκείνης της εποχής ήταν σχετικά περιορισμένο, σύμφωνα με τον Χρήστο Ζώτο, ο οποίος αναφέρει χαρακτηριστικά: «Τα τραγούδια ήταν πολύ ελάχιστα εκείνα τα χρόνια. Μιλάμε από το 1950 1967 που έφυγα για το εξωτερικό. Ήταν συγκεκριμένα τραγούδια. Όλα τα οργανικά ήταν από τότε Παπαδιά, Γενοβέφα, φράσια, Ζαγορίσιο, φυσούνι κλάματα. Λίγοι τα παίζανε όπως ήταν ο Γρηγόρης, ο Τάκης ο Γκάγκας, που πέθανε, ο Βασίλης ο Μπεσίρης από την Πρέβεζα αυτά ήταν τα κλαρίνα που έπαιζαν αυτά τα κομμάτια.» 37 Όσον αφορά το τσάμικο, τον πλέον Ηπειρώτικο χορό, ο Ζώτος εκφράζει τη δυσαρέσκειά του σχετικά με την εισαγωγή νέων τραγουδιών στο τσάμικο πέραν των ολιγάριθμων παραδοσιακών τραγουδιών: «Τα τσάμικα ήταν το «Σελίτι», «Κίνησαν τα καράβια μου», «Μια μικρή τσελιγοπούλα", μετρημένα στα δάκτυλα ήταν τα παραδοσιακά τραγούδια.. Τώρα τα έχουνε μπλέξει όλα, εκτός του ότι χαλάσανε τις μουσικές στα τραγούδια, βάλανε και λόγια δικά τους. «Πουλάκι ξένο», «Τούτο το καλοκαιράκι» και πέντε καλαματιανά, «Βασίλω Καλαματιανή», δε το παίζουνε σήμερα. «Θα αφήσω γένια και μαλλιά», παμπάλαιο τραγούδι. Αυτά ήταν τα τραγούδια που κυκλοφορούσαν τότε. Τώρα, έχει χαλάσει ο κόσμος και η νεολαία, τα παίρνει αβάρλα». 38 Ο Γρηγόρης Καψάλης συμφωνεί με τον Ζώτο ως προς το περιορισμένο Ζαγορίσιο ρεπερτόριο της εποχής λέγοντας πως «Το ρεπερτόριο στο Ζαγόρι ήταν μικρό, αλλά κάποιοι οργανοπαίχτες γύρω στο 1935-36 πήγαν στην Αθήνα και πήραν ορισμένα τραγούδια από και τα φέρανε στο Ζαγόρι, άρχισαν να μαζεύουν τη νεολαία, όπως τη «Κουλούκα», που την έγραψε ο Τάσος Χαλκιάς, το «Μοδιστράκι», που το έγραψα εγώ, και αυτά έμειναν». 39 Σημασία δίνεται στο γεγονός ότι το ρεπερτόριο διαφοροποιείται με την πάροδο των χρόνων. Ο Φώτης Παπαζήκος παρουσιάζει το γεγονός αυτό λέγοντας πως «Το ρεπερτόριο ήταν τοπικό, άλλο στο Μέτσοβο, άλλο στη Θεσπρωτία, άλλο στα Παγωνιά, άλλο στον κάμπο, 36 Βλ Κοκκώνης Γ. Η ζαγορίσια μουσική ιδιοσυγκρασία: τομή, συνέχεια και όροι επιβίωσης, Πρακτικά του επιστημονικού συμποσίου Πολιτιστική Οικολογία (Καπέσοβο 29 Ιουνίου 1 Ιουλίου 2001), Ιωάννινα: 2002, σ. 97-104 37 Βλ. συνέντευξη του Χρήστου Ζώτου [15/06/2011] στο Παράρτημα Ι,σελ. 60 38 Βλ. συνέντευξη Χρήστου Ζώτου [15/06/2011] στο Παράρτημα Ι, σελ. 61 39 Βλ. συνέντευξη Γρηγόρη Καψάλη [10/07/2011] στο Παράρτημα Ι, σελ.66 17
άλλο στα Τζουμέρκα, άλλο στα Ζαγόρια. Από το 1998 που ασχολούμαι επαγγελματικά, αυτό έχει εκλείψει. Δεν υπάρχει πλέον τοπικό ρεπερτόριο. Με την πάροδο του χρόνου, με την ανταλλαγή πληθυσμών, με την πληροφόρηση του κόσμου είναι φυσικό να έχουν αλλάξει τα τοπικά ιδιώματα και να αλλάζει το ρεπερτόριο». 40 Παρόμοια είναι η σκοπιά που βλέπει τα πράγματα και ο Σωτήρης Καραγιάννης: «Παλιά δεν υπήρχαν αυτά που υπάρχουν σήμερα.» «Τα τσιφτετέλια υπήρχαν παλιά όπως είναι το ταξίμ, τότε ήταν οι αμανέδες. Aυτά έχουν χαθεί.» «Σήμερα, λες και είναι ποπ και ροκ αυτά τα τραγούδια. Αυτοί που είναι στα υπουργεία πολιτισμού και της παράδοσης πρέπει να βάλουν και ορόσημα στην παραδοσιακή μουσική, να απαγορεύσουν κιθάρες και αρμόνια, μπάσα και να αρχίσουν πάλι με το βιολί το ντέφι, το λαούτο, σαντούρι και κλαρίνο». 41 Το σίγουρο είναι πάντως ότι το ζαγορίσιο ρεπερτόριο αλλάζει, καθώς η ίδια η κοινωνία στο Ζαγόρι αλλάζει, όπως μάς αναφέρει ο Φώτης Παπαζήκος: «Στα Ζαγόρια όταν γινόταν ένας γάμος ο γαμπρός έπαιρνε μια νύφη από το χωριό η το διπλανό χωριό, τώρα ένας γαμπρός μπορεί να πάρει μια νύφη από τη Νάξο, οπότε αυτόματα αλλάζει η κοινωνία του χωριού, διαμορφώνεται αλλιώς και διαμορφώνεται αλλιώς και το μουσικό περιεχόμενο σε ένα γλέντι». 42 Ενώ παρακάτω, ο Σωτήρης Καραγιάννης τονίζει την ποικιλία της θεματολογίας των τραγουδιών που σχετιζόταν με τον λόγο της κάθε συγκέντρωσης και αφορμής για γλέντι: «Όταν πρωτοπηγαίναμε παίζαμε "καλώς ανταμωθήκαμε" ή "σε αυτό το σπίτι που ήρθαμε", παίζαμε "φίλοι καλώς ορίσατε χαρείτε να χαρούμε". Πιο πολύ τα λέγαμε όταν ήταν ένα γλέντι στο σπίτι. Όταν πηγαίναμε σε σπίτι παίζαμε "σε ετούτο το σπίτι που ήρθαμε πέτρα να μην ραγίσει και ο νοικοκύρης του σπιτιού πολλά χρόνια να ζήσει". Όταν πάντρευε ένας ένα παιδί λέγαμε για τον γαμπρό ή την κοπέλα: "πατέρα που με ανάθρεψες σαν κλίμα στην αυλή σου" και "ποιος τον κάνει τούτο το γάμο"». 43 Παρόλα αυτά, όμως, ακολουθούσαν και τη διάθεση του κόσμου, όπως μας εξηγεί με σαφήνεια ο Γρηγόρης Καψάλης «Σε γάμους παίζαμε αναλόγως τι ήθελε ο κόσμος, τα ερωτικά, τα μοιρολόγια, τα κλέφτικα και της ξενιτιάς. Αλλά έχουν βγει και πολλά τοπικά τραγούδια». 44 40 Βλ. συνέντευξη Φώτη Παπαζήκου [13/07/2011], σελ. 68 41 Βλ. συνέντευξη Σωτήρη Καραγιάννη [08/08/2011], σελ. 88 42 Βλ. συνέντευξη Φώτη Παπαζήκου [13/07/2011], σελ.68 43 Βλ. συνέντευξη Σωτήρη Καραγιάννη [08/08/2011], σελ. 88 44 Βλ. συνέντευξη Γρηγόρη Καψάλη [10/07/2011], σελ. 66 18
Σε μια προσπάθεια να οριοθετήσει το ύφος που αντιπροσωπεύει το ρεπερτόριο της Ηπείρου και συγκεκριμένα του Ζαγορίου, ο Φώτης Παπαζήκος καταλήγει «Μουσικά είναι πολύ και είναι διαφορετικά τα μοτίβα. Ίσως και η Ήπειρος είναι μια πολύ δύσκολη περιοχή για έναν μουσικό ανεξάρτητου οργάνου. Επιρροές από την πεντατονική μουσική, την οποία την έχει και η Βόρειος Ήπειρος, επιρροές από ανατολίτικη μουσική, λόγω της μετανάστευσης υπάρχει διαφορά των Τζουμέρκων και των βλαχόφωνων χωριών και από τη μουσική της Θεσσαλίας και της Άρτας και της Πρέβεζας, που είναι επηρεασμένη από το Ξηρόμερο. Δεν μπορούμε ακριβώς να πούμε ποιο ύφος αντιπροσωπεύει την Ήπειρο. Ένα χαρακτηριστικό μοτίβο που χαρακτηρίζει την Ήπειρο είναι το πωγωνίσιο, είναι οι πεντατονικές κλίμακες, όπως το "Γιάννη μου το μαντίλι σου"». 45 Ενώ ο Σωτήρης Καραγιάννης, ειδικά για τα ζαγορίσια τραγούδια, αναφέρει σχετικά «Τα ζαγορίσια τραγούδια έχουν όλα σμυρναίικο ύφος. Έχουμε ευαισθησία όσον αφορά τα σμυρναίικα τραγούδια. Όπως το "Πάπιγκο" είναι ένα τραγούδι δύσκολο πολύ σμυρναίικο. Έχει μελωδίες μέσα που είναι όσα ροκ και μουσικοί υπάρχουν στο πάνω κόσμο, όσο έχουν αυτά τα ζαγορίσια δεν τα έχουν άλλα». 46 Πολλά είναι τα τραγούδια που ξεχωρίζουν στο παραδοσιακό ρεπερτόριο του Ζαγορίου. Κάποια από αυτά χορεύονταν μόνο από άντρες, κάποια από γυναίκες, ενώ υπήρχαν (και υπάρχουν) τραγούδια που χορεύονται κατά κανόνα χωρίς διάκριση και από άντρες και από γυναίκες. Ο Γρηγόρης Καψάλης μάς λέει σχετικά «Βασικό τραγούδι στο Ζαγόρι ήταν το "Ζαγορίσιο" μετά ήταν το "Πάπιγκο", η "Γράβα", ο "Λιασκοβίκος", η "Τριανταφυλλιά", το "Αρβανίτικο" που το χόρευαν και οι άνδρες και οι γυναίκες. Τα περισσότερα τραγούδια στο Ζαγόρι έχουν κάποιο ιστορικό». 47 Επίσης, αξιοσημείωτο τοπικό χρώμα παρουσιάζει ο ρυθμός του ζαγορίσιου χορού, «η Αλεξάνδρα», ένα από τα πλέον δημοφιλή ακούσματα του ζαγορίσιου ρεπερτορίου. Ξεχωριστή μορφή μελικής, όμως, σύνθεσης παρουσιάζουν το «Μοιρολόι» και ο «Σκάρος». Ο «Σκάρος» είναι σε διάφορες παραλλαγές και αυτοσχεδιασμός, απομίμηση της ξύλινης ποιμενικής φλογέρας εκ μέρους του κλαρίνου που το ακολουθεί και το βιολί. Τα μοιρολόγια τραγουδιούνται σε αργό ρυθμό. Έχουν μελωδία και φανταστικό περιεχόμενο. 48 Το «Μοιρολόι», μιμούμενο αρχικά τους θρήνους των νεκρών, παρουσιάζεται με μορφή 45 Βλ. συνέντευξη Φώτη Παπαζήκου [13/07/2011], σελ. 68,69 46 Βλ. συνέντευξη Σωτήρη Καραγιάννη [08/08/2011], σελ. 88 47 Βλ. συνέντευξη Γρηγόρη Καψάλη [10/07/2011], σελ. 66 48 Βλ. Βαρζώκας Κ., Ζαγορίσια Δημοτικά Τραγούδια, Το Ζαγόρι μας: Γιάννενα 1982, σελ. 73 19
καθιστικού τραγουδιού με το ίδιο θρηνητικό περιεχόμενο, για να εξελιχθεί ακολούθως σε ένα ανεξάρτητο οργανικό καθιστικό σκοπό, που παίζουν εναλλάξ κλαρίνο, βιολί, λαούτο και με το οποίο, κατά κανόνα αρχίζει η διασκέδαση σε γάμους γιορτές και πανηγύρια. 49 Μερικοί από τους αγαπημένους χορούς της περιοχής (ξεχωριστά ανδρικοί ή γυναικείοι ή μικτοί) είναι οι εξής : Μπουλονάσαινα μικτός χορός, Σταυρομάννα μικτός χορός, Ποταμιά - Μικτός χορός, Ζαγορίσιος- Κωνσταντάκης μικτός χορός, Μπαζαργκάνα γυναικείος χορός, Φράσια μικτός χορός, Πέντε παλικαριά μικτός χορός, Κλέφτες μικτός, Σαμαντάκας μικτός χορός, Της νύφης ανδρικός χορός, Τρεις λαμπαδούλες μικτός (τσάμικος), Γανωτζής μικτός χορός, Τρεις λαμπαδούλες μικτός (τσάμικος), Φεζοδερβέναγας γυναικείος χορός, Αρχοντόπουλο μικτός χορός, Παπαδιά ανδρικός χορός, Καπέσοβο - μικτός χορός, Γράβα μικτός χορός. 50 Με βάση τους χορούς και το ρυθμό τα τραγούδια χωρίζονται πιο συγκεκριμένα ως εξής: 1. Σε ζαγορίσιο ρυθμό: Παλιό Ζαγορίσιο, Ζαγορίσιο, Πουλάκι, Κωσταντάκης, Καπέσοβο, Αλεξάνδρα, Άσπρα μου πουλιά. Με Επτανησιακή ή νησιώτικη προέλευση: το Μοδιστράκι, τα Παλαμάκια, η Μαργαρίτα και τα Γάλατα, το Σμυρνέικο Θα σπάσω κούπες και ως ανατολίτικο Ο Μαχαραγιάς. Ακόμη υπάρχουν ο Κατσαντώνης, η Βασιλαρχόντισσα, η Μπουλονάσαινα, και τα οργανικά: ο Αρβανίτικος,η Κουμπάρα, ο Λιασκοβίτικος, ο Λιάσκος, το Μπεράτι Λιασκοβικιάρικοοπικό. 2.Του λεγόμενου αστικού κύκλου: Λάμπεης, Γενοβέφα, Αληπασαλίδικα 3. Συρτά στα τρία: Είμαι μικρό τα μαύρο, Δόντια πυκνά, Σιδεροβέργινο κλουβί, Δόντια πυκνά 4. Διάφορα τσάμικα: Τα μάγια, Απάνω στην τριανταφυλλιά, Καλονυχτιά, Για μη με δέρνεις μάνα, Στους κάμπους αναστέναξα, Μάγισσα δώσ' μου φάρμακο, Κλέφτες, Οσμαντάκας και τα οργανικά: Παλιά Ιτιά, Ήλιος, Παπαδιά και το Μπεράτι 5. Αργά πωγωνίσια: Φεγγαροπρόσωπη, Αρχοντόπουλο, Σαραντα πέντε Κυριακές, Ξεχωρίσματα, Πάπιγκο, Πέντε παλικάρια, αλλά και τα ζαγορίσια χαβάδια. 51 6. Ιστορικά και κλέφτικα 49 www.epirus-history.gr/main [4/08/2012] 50 www.epirus-history.gr/main [4/08/2012] 51 Τα ζαγορίσια χαβάδια ήταν δίστιχα ή αλλιώς γιαννιώτικα στιχοπλάκια, που τα τραγουδούσαν συνήθως προς το τέλος των γλεντιών, κάτι αντίστοιχο με τις κρητικές μαντινάδες. 20
7. Από άλλες περιοχές: Πρεβεζάνικο συρτό, Αράπικο (δείχνει τις σχέσεις και επιρροές των Ζαγορισίων με τους αραβικούς λαούς), Ραστ από Αιτωλοακαρνανία 8. Χασαποσέρβικα: Λυγαριά πορτοκαλιά, Νεραντιά, και το Φυσούνι Πρεβέζης με το αντίστοιχο Σαν τα μάρμαρα της πόλης. 9. Συρτά πωγωνίσια: Κίνησα μωρ' Παπαδιά, Σαν πας Μαλάμω για νερό, Μωρή κακιά γειτόνισσα. 10. Οργανικά : Ποταμιά, Γράβα και οργανικά μοιρολόγια. 52 1.4 Το μουσικό ύφος του Ζαγορίου Το ζαγορίσιο μουσικό ύφος διαμορφώθηκε τόσο μέσα από την αδιάκοπη πρακτική των λαϊκών μουσικών της περιοχής, όσο και από την τεχνική και υφολογική εξέλιξη της εκτέλεσης. Ο ίδιος ο Ζαγορίσιος, αλλά και το κοινωνικό περιβάλλον του, μέσα στο οποίο διαμορφώνονται και εξελίσσονται ήθη, έθιμα, συνήθειες και συμπεριφορές, είναι το χωνευτήρι που δίνει μορφή και χαρακτήρα στο τοπικό ύφος. Η δομή και η τεχνοτροπία των περισσότερων ζαγορίσιων τραγουδιών και οργανικών σκοπών απαιτούν μεγάλες δεξιοτεχνικές ικανότητες από την πλευρά του μουσικού. Γεγονός που δικαιολογείται, καθώς πρόκειται για μουσικό που σηκώνει το βάρος μιας ιδιαίτερα πλούσιας μουσικής κληρονομιάς, διαμορφωμένης από ένα πλήθος φημισμένων λαϊκών μουσικών και κομπανιών του Ζαγορίου. Το μουσικό αυτό βάρος διατυπώνεται γλαφυρά στην προσωπική μαρτυρία του Σωτήρη Καραγιάννη «Για να πας στο Ζαγόρι πρέπει να είσαι δυνατός πολύ, άμα δεν είσαι δυνατός δεν μπορείς να καθίσεις δίπλα στον κλαρινίστα ούτε στους πελάτες εκεί». 53 Επίσης, μας τονίζει: «για να παίξει ένας μουσικός στο Ζαγόρι πρέπει να είναι ενημερωμένος. Ένας μουσικός πρέπει να ξέρει τα τραγούδια. Πρέπει να τα ξέρει όλα, τα πάντα. Στο Ζαγόρι όλα τα κομμάτια έχουν άλλες παραλλαγές». 54 52 www.epirus-history.gr/main [4.8.2012] 53 Βλ. συνέντευξη Σωτήρη Καραγιάννη [08/08/2011], σελ. 94 54 Βλ. συνέντευξη Σωτήρη Καραγιάννη [08/08/2011], σελ. 94 21
Πέρα, όμως, από τις απαιτήσεις υψηλού επιπέδου για τον μουσικό, η μικρή εμβέλεια δράσης των τοπικών κομπανιών - η οποία συχνά περιορίζεται στα όρια των περιοχών του Ζαγορίου (Κεντρικό, Κεντροδυτικό, Δυτικό, Ριζά) - δημιούργησε μια στενότατη σχέση μεταξύ μουσικού και «πελάτη». Το γεγονός αυτό βοήθησε στην ανάπτυξη ενός μουσικού συντακτικού πολύπλοκου, πολυεπίπεδου, γεμάτου κρυφές πτυχές. Οι απαιτητικοί Ζαγορίσιοι (γυναίκες και άντρες), με το διαρκή τους «έλεγχο» στη μουσική εκτέλεση, επέβαλαν όλα τα χαρακτηριστικά της ιδιοσυγκρασίας τους. Η αρχοντιά, η περηφάνια, η επίδειξη της οικονομικής ευμάρειας, η προβολή της ιδιαιτερότητάς τους και η διάθεση αποστασιοποίησής τους από τις άλλες πληθυσμιακές ομάδες συνέτειναν στη δημιουργία μιας αρκετά τοπικιστικής μουσικής, η ιδιοσυστασία της οποίας ωστόσο διασώζει πολλά από τα στοιχεία της ορεινής ηπειρώτικης παράδοσης. 55 Ένας από τους μείζονες παράγοντες της κοινωνικής ιδιαιτερότητας, που διαμόρφωσε το μουσικό ύφος στο Ζαγόρι, είναι επιπλέον και ο χορός. Για τα πιο τυπικά ζαγορίσια κομμάτια οι περισσότεροι χορεύονται από γυναίκες, όπως μας αναφέρει και ο Γρηγόρης Καψάλης 56 «Στο Ζαγόρι, οι γυναίκες χόρευαν καλύτερα από τους άνδρες, γιατί αυτές χόρευαν περισσότερα τραγούδια από τους άνδρες. Οι άνδρες καλοί χορευτές ήταν λίγοι, δεν χόρευαν όμως Πάπιγγο, Γράβα, Λιασκοβίκο, αυτοί ήταν καθαροί γυναικείοι χοροί». Το γεγονός αυτό πρέπει να αντικατοπτρίζει την παρέμβαση του γυναικείου πληθυσμού στην διαφύλαξη των εθίμων της κοινότητας, όταν η επαγγελματική δραστηριότητα των ανδρών τους υποχρέωνε σε μακρόχρονες απουσίες. Πάντως, οι περισσότεροι άντρες μερακλήδες χορευτές φαίνεται ακόμα και στις μέρες μας να προτιμούν περισσότερο τα εισαγόμενα τραγούδια, παρά τα καθαρά τοπικά. 57 Ο αργός, αυστηρός, λιτός και συγχρόνως ελαφρύς και γεμάτος αυτοσχεδιασμούς και λικνίσματα γυναικείος χορός στο Ζαγόρι επηρέασε σαφέστατα την τελική διαμόρφωση. 58 55 Βλ. ένθετο στο cd Ζαγορίσιο Ζιαφέτι με τον Λευτέρη Σαρρέα, Παραγωγή Πολιτιστικός Σύνδεσμος Ζαγορισίων, σελ 14 56 Βλ. συνέντευξη Γρηγόρη Καψάλη [10/07/2011], σελ. 65 57 Βλ. ένθετο στο cd Ζαγορίσιο Ζιαφέτι με τον Λευτέρη Σαρρέα, Παραγωγή Πολιτιστικός Σύνδεσμος Ζαγορισίων, σελ 16 58 Βλ. ένθετο στο cd Ζαγορίσιο Ζιαφέτι με τον Λευτέρη Σαρρέα, ό.π., σελ 16 22
1.5 Εκδηλώσεις στο Ζαγόρι Το Ζαγόρι πέρα από την απίστευτη φυσική ομορφιά, την ξεχωριστή αρχιτεκτονική, αλλά και τη μακρά ιστορία του είναι φημισμένο και για την ποικιλία στις εκδηλώσεις του. Εκτός από τις εκδηλώσεις που δεν μπορούσαν να νοηθούν χωρίς χορό, όπως ήταν οι γάμοι και τα πανηγύρια, οι Ηπειρώτες χόρευαν και τραγουδούσαν στα σπίτια τους τις ημέρες των Χριστουγέννων, της Αποκριάς και του Πάσχα. Κάθε μεγάλη χαρά, από τον γάμο και τα βαφτίσια μέχρι τους αρραβώνες και τις ονομαστικές εορτές, ήταν αφορμή για πανηγύρι ως αδιάσπαστο μέρος τις πολιτιστικής παράδοσης του Ζαγορίου. 59 Όπως περιγράφει και ο Σωτήρης Καραγιάννης: «Πηγαίναμε σε γάμους, όταν είχαμε γάμο το Σάββατο παίζαμε Σάββατο βράδυ, Κυριακή όλη μέρα, Δευτέρα στα κανίσκια, να ξεκινήσουμε τους συμπεθέρους, τη νύφη, το γαμπρό σε βαφτίσια, αρραβώνες, πανηγύρια, μικρά μεγάλα γλέντια κάναμε και γλεντάκια οικογενειακά, πηγαίναμε και σε επισκέψεις, Γιορτάζει ο Σωτήρης; Θα πάμε στο Σωτήρη επίσκεψη». 60 Σχήμα 1: Φωτογραφία από τη Βίτσα, 1923. Πηγή: http://www.cuzagori.gr/[4-8-2012] Τη συνήθεια των πανηγυριών δεν επέβαλαν μόνο θρησκευτικοί λόγοι, αλλά και κοινωνικοί. Τα πανηγύρια, δηλαδή, αποτελούσαν και αφορμή για ψυχαγωγία, για επικοινωνία, για γνωριμίες των νέων του χωριού ή και της περιοχής, για προξενιά, για 59 Δήμας Η., Η χορευτική παράδοση της Ηπείρου, Αθήνα: 1993, σελ. 49-55 60 Βλ. συνέντευξη Σωτήρη Καραγιάννη [08/08/2011], σελ. 87 23
επαγγελματικές και εμπειρικές συναλλαγές και γενικά για τη σύσφιγξη των σχέσεων και τη διατήρηση και ανάπτυξη της φιλίας. Έδιναν, επίσης, την ευκαιρία σε συγγενείς και φίλους να συναντηθούν, καθώς οι αποστάσεις τότε ήταν μεγάλες και η δυνατότητα μετακίνησης περιορισμένη. 61 Ο χορός των πανηγυριών ήταν ένα είδος προσκλητηρίου όλων των κατοίκων του χωριού, αλλά και των ξένων από τα γύρω χωριά και των ξενιτεμένων. Η προσέλευση των ξενιτεμένων ήταν συνήθως πολύ μεγαλύτερη το Πάσχα και το Δεκαπενταύγουστο. 62 Σχήμα 2: Φωτογραφία από το Δίκορφο, 1924. Πηγή: http://www.cuzagori.gr/[4-8-2012] Σχετικά με την επιστροφή των ξενιτεμένων ήταν τα νυχτερινά γλέντια. Σε αυτά συγκαταλέγονται και τα περίφημα ζιαφέτια. Το ζιαφέτι ήταν ένα ζαγορίσιο νυχτερινό γλέντι, κατά τη διάρκεια του οποίου συνήθιζαν να συγκεντρώνονται στο καφενείο 25 30 άτομα, ψήνοντας αρνί και τραγουδώντας όλοι μαζί. Εξίσου σημαντικό είναι, επίσης, και το ετήσιο πανηγύρι του χωριού, που γίνεται πια σχεδόν πάντα το καλοκαίρι. Πρόκειται για το πανηγύρι που ανανεώνει, τρόπον τινά, την πολιτισμική συνοχή της κοινότητας, επιβεβαιώνοντας τη συνέχειά της και τη σχέσης της με τον γενέθλιο τόπο. 63 61 Βλ. Ηλίας Σ. Δήμας, ό.π., σελ. 51 62 Βλ. Ηλίας Σ. Δήμας, ό.π., σελ. 49-55 63 Μουσική από την Ήπειρο, 84 24
Σχήμα 3: Φωτογραφία από το Μανασσή, 1957. Πηγή: http://www.cuzagori.gr/[24/05/2013] Τόσο, όμως, για το ετήσιο πανηγύρι όσο και γενικά για τα γλέντια των Ζαγορισίων ήταν απαραίτητη η ύπαρξη οργάνων. Η παρουσία τους εμπλούτιζε τη διαδικασία και συνέβαλε στη διέγερση του συναισθήματος διαμορφώνοντας αυτό που κοινά λέμε κέφι. Η μουσική σε συνδυασμό με τον χορό, το φαγητό και το ποτό ήταν τα υλικά που έδιναν μορφή στο γλέντι και το ανήγαγαν σε μνήμη και εμπειρία, πέρα από τα όρια του παρελθόντος. Γιατί η γλώσσα, ως σταθερό πλαίσιο της κοινωνικής μνήμης, στο γλέντι μετουσιωνόταν στις ιστορίες των τραγουδιών ή των αφηγήσεων. Επιπλέον, ενωνόταν με τη σωματική εμπειρία δια μέσου της οσμής, της κίνησης, του ήχου, του ρυθμού και μεταβαλλόταν σε μια εμπειρία που λειτουργούσε ως συνεκτικός κρίκος του «εαυτού» με την κοινωνία. 64 Σε κάθε περίπτωση ακόμα και σήμερα, τα γλέντια μετασχηματίζονται, αδιόρατα, ξεκάθαρα, και λειτουργούν ως διαμεσολαβητές της κοινωνικής πρακτικής. 64 Μουσική από την Ήπειρο, Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων, Αθήνα: 2008, σελ. 52,56 25
Σχήμα 4: Φωτογραφία από το Τσεπέλοβο, πανηγύρι δεκαετία 1930. Πηγή: Αρχείο Ριζαρείο Ιδρύματος Συμπερασματικά, μπορούμε να πούμε, ότι η διασφάλιση ενός σταθερού και διαχρονικού πλαισίου, όπου λειτουργούσε η μουσική πράξη, ήταν αποτέλεσμα μιας τόσο έντονης δραστηριότητας γλεντιού. Αυτό το πλαίσιο δεν χάθηκε μετά τη διάλυση του κοινωνικού ιστού, που προκάλεσε η εσωτερική μετανάστευση, και σε συνδυασμό με την εκ φύσεως κοσμοπολίτικη ζαγορίσια ιδιοσυγκρασία αποδεσμεύτηκε από το αυστηρό τελετουργικό της παραδοσιακής κοινωνίας. Έτσι, ακόμα και σήμερα, ακούγεται η ίδια μουσική στο Ζαγόρι, όχι ως αναβίωση, αλλά ως μέρος της ανάγκης για ανασύσταση της κοινότητας, που οι Ζαγορίσιοι καλλιεργούν με ευλάβεια. 65 65 Βλ. ένθετο στο cd Ζαγορίσιο Ζιαφέτι με τον Λευτέρη Σαρρέα, Παραγωγή Πολιτιστικός Σύνδεσμος Ζαγορισίων, σελ 16 26