ΘΕΜΑ Α Αρχαία Ελληνικά Θεωρητικής Κατεύθυνσης 25-5-2015 Α1. Έτσι λοιπόν, εφοδιασμένοι οι άνθρωποι στην αρχή κατοικούσαν διασκορπισμένοι, πόλεις όμως δεν υπήρχαν. καταστρέφονταν λοιπόν, από τα θηρία επειδή ήταν από κάθε άποψη και σε κάθε περίσταση πιο ανίσχυροι απ αυτά και οι τεχνικές γνώσεις ήταν ένας καλός βοηθός τους για την τροφή τους, αλλά ανεπαρκής για τον πόλεμο με τα θηρία, γιατί δεν είχαν ακόμα την πολιτική τέχνη, της οποίας μέρος (είναι) η πολεμική επιδίωκαν λοιπόν, να συναθροίζονται και να εξασφαλίζουν τη σωτηρία τους κτίζοντας πόλεις. κάθε φορά λοιπόν που συναθροίζονταν, αδικούσε ο ένας τον άλλο επειδή δεν είχαν την πολιτική τέχνη, ώστε πάλι σκορπίζοντας καταστρέφονταν. Ο Δίας λοιπόν επειδή φοβήθηκε για το γένος μας, μήπως χαθεί ολότελα στέλνει τον Ερμή που έφερε στους ανθρώπους το σεβασμό και τη δικαιοσύνη για να υπάρχουν τάξη και στενές σχέσεις των πόλεων που να (τις) κρατάνε ενωμένες με φιλία. Θέμα Β Β1. Η παρέμβαση του Προμηθέα βοήθησε τον άνθρωπο, όχι απλώς να επιβιώσει αλλά να εξελιχθεί και να διαφοροποιηθεί σε σχέση με τα άλλα έμβια όντα. Ο Προμηθέας έκλεψε την έντεχνον σοφία και την έμπυρον τέχνη (φωτιά), από την Αθηνά και τον Ήφαιστο και τα δώρισε στους ανθρώπους. Η φωτιά αποτελεί το θεϊκό μερίδιο που είχαν την τύχη, χάρη στην παρέμβαση του Προμηθέα, να λάβουν οι άνθρωποι. Είναι θεϊκό γιατί το κατείχαν ως τότε μόνον οι θεοί, είναι θεϊκό γιατί οι άνθρωποι το απέκτησαν με θεϊκή παρέμβαση του Προμηθέα, είναι επίσης θεϊκό γιατί, επιτρέποντας στον άνθρωπο να αναπτύξει πολιτισμό, του επέτρεψε κατά συνέπεια να αναγνωρίσει την ύπαρξη των θεών. Η πρώτη και άμεση συνέπεια του δώρου της φωτιάς, σύμφωνα με τον Πρωταγόρα, είναι ακριβώς η εμφάνισης της θρησκείας. Έτσι δημιουργήθηκε ένα είδος «πνευματικής» συγγένειας μεταξύ ανθρώπων και θεών. Οι άνθρωποι αναπτύσσουν θρησκεία και θρησκευτική τέχνη: αρχίζουν να πιστεύουν στην ύπαρξη των θεών και να δημιουργούν τις προϋποθέσεις για την οργάνωση και τέλεση θρησκευτικών τελετών (χτίσιμο βωμών, κατασκευή αγαλμάτων θεών). Άλλωστε, οι άνθρωποι έχουν μέσα τους την έμφυτη ορμή για λατρεία. Ο ίδιος ο Πρωταγόρας κατά πάσα πιθανότητα αναγνώριζε ότι η λατρεία προσιδιάζει στον άνθρωπο και ίσως είναι κάτι το απαραίτητο, χωρίς όμως και να παίρνει θέση σχετικά με την ύπαρξη του αντικειμένου της. Το ένστικτο της πίστης και της λατρείας είναι θεμελιώδες στην ανθρώπινη φύση και η απόδοσή του σε θεϊκή συγγένεια δεν είναι κάτι το περίεργο σε μια αφήγηση που ομολογουμένως δίνεται σε μορφή λαϊκής μυθολογίας για να γίνει πιο ευχάριστη.
Φροντιστήριο 2 Βέβαια, εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι ένας αγνωστικιστικής, ένας δηλαδή που αμφέβαλλε για την ύπαρξη θεών, ο σοφιστής Πρωταγόρας, κάνει αναφορά σ αυτούς. Οι απόψεις που δικαιολογούν την αναφορά αυτή είναι οι εξής: α) ίσως πρόκειται για πλατωνική θεωρία που έντεχνα τοποθετείται στο στόμα του Πρωταγόρα, β) η χρήση συμβόλων αποτελεί χαρακτηριστικό του μύθου και η αναφορά στους θεούς φαίνεται να είναι συμβολική: ο Δίας συμβολίζει τη νομοτέλεια που υπάρχει στη φύση, ενώ ο Προμηθέας, ο Επιμηθέας και ο Ερμής αποτελούν τα όργανα αυτής της νομοτέλειας. Β2. Τα «δώρα» του Προμηθέα κατέστησαν τον άνθρωπο ικανό να διαμορφώσει τα πρώτα στάδια του υλικοτεχνικού του πολιτισμού. Αρχικά, οι άνθρωποι κατοικούσαν διασκορπισμένοι και κινδύνευαν από τα θηρία, τα οποία δεν μπορούσαν να αντιμετωπίσουν λόγω α) της έλλειψης σωματικών δυνατοτήτων σε σχέση με αυτά, καθώς η δημιουργική τέχνη (τέχνη των δημιουργών των τεχνιτών, που παράγει έργο ωφέλιμο για το λαό) ήταν επαρκής για την ανεύρεση τροφής, αλλά ανεπαρκής στον πόλεμο με τα θηρία. «οὔτω δή παρεσκευασμένοι διεφθείροντο», β) της έλλειψης πολιτικής και κοινωνικής οργάνωσης αλλά και πολεμικής τέχνης η οποία α- ναπτύσσεται, σύμφωνα με τον Πρωταγόρα, μόνο στο πλαίσιο μιας οργανωμένης κοινωνίας. γιατί εκεί παρουσιάζεται για πρώτη φορά η ανάγκη να υπερασπιστούν οι άνθρωποι τα υπάρχοντά τους και τα τεχνολογικά και πολιτισμικά επιτεύγματά τους από κάθε εξωτερικό εχθρό. Εκδηλώνεται δηλαδή η συνείδηση του συνανήκειν και της συνυπευθυνότητας των μελών μιας οργανωμένης κοινωνίας. Έτσι, λοιπόν, οι άνθρωποι για να αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο των θηρίων αναγκάζονται να συγκεντρωθούν και να συγκροτήσουν τις πρώτες μορφές κοινωνίας, πράγμα που αποτελεί και το τελευταίο στάδιο εξέλιξης του ανθρώπινου πολιτισμού. Χωρίς πολιτική οργάνωση, όμως, πρόκειται για μια σύντομη συμβατική συμβίωση, αφού άρχισαν να αδικούν ο ένας τον άλλο και να αλληλοσκοτώνονται με αποτέλεσμα να βρεθούν και πάλι στην ίδια χαοτική κατάσταση. Το ανθρώπινο είδος έρχεται και πάλι αντιμέτωπο με την πρόκληση της επιβίωσής του. Επομένως, η συγκρότηση των πρώτων κοινωνιών είναι προϊόν συμφωνίας «νόμῳ» (σοφιστική ά- ποψη). Η επόμενη φάση στη συγκρότηση πολιτικά οργανωμένων κοινωνιών σηματοδοτείται με την παρέμβαση του Δία, προκειμένου να διασωθεί το ανθρώπινο γένος από την καταστροφή. Στέλνει ο Δίας με τον Ερμή την «αἰδῶ» και τη «δίκη» στους ανθρώπους διατάζοντάς τον να δοθούν σε όλους, πράξη που δείχνει το ενδιαφέρον του για το ανθρώπινο γένος. Η αιδώς είναι ο σεβασμός, το αίσθημα εντροπής του κοινωνικού ανθρώπου για κάθε αντικοινωνική πράξη. Δίκη είναι το αίσθημα της δικαιοσύνης, η έμφυτη αντίληψη για το δίκαιο και το άδικο, ο σεβασμός των γραπτών νόμων. Η αιδώς και η δίκη είναι συστατικά στοιχεία της πολιτικής αρετής, δηλαδή αποτελούν τις βάσεις της κοινωνικής συμβίωσης, εξασφαλίζοντας τάξη, ενότητα, φιλία, αλληλεγγύη και αρμονία. Επίσης, η αιδώς και η δίκη αποτελούν τις προϋποθέσεις της ηθικής ολοκλήρωσης του ανθρώπου και της εξέλιξης του πολιτισμού. Κατά τον Πρωταγόρα, η πολιτική συνδέεται άρρηκτα με αυτές τις καθολικές αξίες που αποτελούν το θεμέλιο και την αναγκαία προϋπόθεσή της. Κατάληξη αυτής της πολιτισμι-
Λ 3 Φροντιστήριο κής εξέλιξης αποτελεί η αθηναϊκή δημοκρατία που δικαιώνεται με το μύθο του Πρωταγόρα «Ζεύς οὖν δείσας μετεχόντων» Β3. «οὐ γάρ τεχνῶν»: Στη φράση αυτή εντοπίζεται η αιτιολόγηση - επιχείρημα του Δία, για την καθολικότητα της πολιτικής αρετής. Στην πολιτική αρετή (αιδώς δίκη) πρέπει να συμμετέχουν όλοι ανεξαιρέτως οι πολίτες, γιατί μόνο έτσι μπορούν να συγκροτηθούν οργανωμένες και βιώσιμες κοινωνίες. Η αιδώς και η δίκη λειτουργούν ως συνεκτική δύναμη της κοινωνίας και η απουσία τους συνεπάγεται τη διάλυση της. Ο Δίας λοιπόν ορίζει ως ποινή το θάνατο σε όποιον δεν συμμορφώνεται στις εντολές του. Η σημασία και η αυστηρότητα του Δία τονίζεται από την επιβολή θανατικής ποινής («κτείνειν ὡς νόσον πόλεως»). Η παρομοίωση, όποιου δε συμμετέχει στην πολιτική αρετή, με αρρώστια της πόλης υποδηλώνει ότι αποτελεί κίνδυνο γι αυτήν και πρέπει να θανατωθεί, για να διαφυλαχθεί η τάξη και η ισορροπία του συνόλου. Ο Δίας ζητάει το απόλυτο και το απαιτεί με αμείλικτη σκληρότητα. Επιπλέον, η επιβολή θανατικής ποινής από το Δία και η αδυναμία να εξασφαλιστεί η καθολικότητα της πολιτικής αρετής, δείχνει ότι οι αξίες της αιδούς και της δίκης δεν είναι έμφυτες, γιατί δεν αποτελούν γνώρισμα της αρχικής ανθρώπινης φύσης. Με αυτό τον τρόπο οι πολίτες διαμορφώνουν κοινωνικοπολιτική συνείδηση και αναδεικνύονται υπεύθυνοι για τη χρηστή διοίκηση. Ωστόσο, η επιβολή θανατικής ποινής έρχεται σε αντίφαση με την καθολική συμμετοχή στην αιδώ και τη δίκη την οποία ο Πρωταγόρας εισηγείται. Ο Δίας δωρίζει σε όλους τη δυνατότητα απόκτησης της πολιτικής αρετής, όμως θα την αποκτήσουν στην πράξη μόνο μέσω της διδασκαλίας. Η παιδεία είναι η κινητήριος δύναμη που μετατρέπει τον άνθρωπο από «δυνάμει» πολιτικό ον σε «ἐνεργείᾳ» πολιτικό ον. Παράλληλα, στο απόσπασμα από το μεταφρασμένο κείμενο, ο Πρωταγόρας, παίρνοντας ως δεδομένη τη διδασκαλία της αρετής (σόφισμα λήψεως του ζητουμένου), θεωρεί αδιανόητο οι πολιτικοί άνδρες να διδάσκουν στους γιους τους όλα τα άλλα, η έλλειψη των οποίων δε θα επιφέρει ως ποινή το θάνατο, την εξορία, τη δήμευση της περιουσίας και τη συνολική καταστροφή του οίκου (βιολογικός και κοινωνικός θάνατος). Εδώ παρατηρείται η ανιούσα κλιμάκωση των ποινών. Η θανατική ποινή επιβάλλεται ως έσχατο μέσο τιμωρίας, όταν οι άλλες μορφές τιμωρίας δεν έχουν επιφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα και με σκοπό να διαφυλαχθεί η ισορροπία και η αρμονική συμβίωση μέσα στην πόλη. Επομένως, η αυστηρότητα των ποινών («κτείνειν ὡς νόσον πόλεως», «μπορεί να υποστούν οἴκου τους») επισημαίνει (και στα δυο κείμενα) την ανάγκη της καθολικής συμμετοχής στην πολιτική αρετή. B4. α) Σ β) Λ γ) Λ δ) Σ ε)
Φροντιστήριο 4 B5. Θέμα Γ λοχαγός ἄγοντα ἀγαλλίασις ἀγάλματα θρέψις τροφήν βαθμίς βωμούς ἄφιξις ἱκανή (ἱκανός) ὀχυρός ἔχων (μετέσχε εἶχον) διάδημα - ὑποδέσεις νεογνός - γένοιντο (γένει) ὀλέθριος ἀπώλλυντο δεισιδαίμων - δείσας Γ1. Η ναυτική λοιπόν δύναμη των Ελλήνων ήταν τέτοια, και η παλιά και αυτή που έγινε αργότερα. Αυτοί που έστρεψαν την προσοχή σ αυτήν απέκτησαν όμως πολύ μεγάλη δύναμη, όχι για την απόκτηση χρημάτων αλλά για την εξουσία στους άλλους γιατί, καθώς έπλεαν εναντίον των νησιών τα κατέστρεφαν και κυρίως όσοι δεν είχαν πατρίδα αυτάρκη. Στη στεριά όμως δεν έγινε κανένας πόλεμος, από όπου και προστέθηκε δύναμη σε κάποιους. Όλοι όμως (οι πόλεμοι) ήταν, όσοι βέβαια έ- γιναν, εναντίον των δικών τους γειτόνων (όποιον είχε) ο καθένας, και δεν έκαναν οι Έλληνες εκστρατείες ξένες πολύ μακριά από τη χώρα τους με σκοπό την καταστροφή των άλλων. Γιατί δεν παρατάχθηκαν από κοινού ως υπήκοοι με τις μεγαλύτερες πόλεις, ούτε πάλι οι ίδιοι έκαναν ως ίσοι κοινές εκστρατείες. Γ2. Γ3 α. ἔσται ἐλάττοσι πρόσσχωμεν ἐπιπλεῖτε κατεστράφθω μάλα διαρκές ἐκδήμοις οὐδεμιᾶς ἐξελθεῖν τά ναυτικά υποκείμενο στο ἦν (αττική σύνταξη) αὐτοῖς αντικείμενο στη μετοχή οἱ προσσχόντες ἄλλων ονοματικός ετερόπτωτος, γενική αντικειμενική στο ἀρχῇ ἐπί καταστροφῇ εμπρόθετος επιρρηματικός προσδιορισμός του σκοπού στο οὐκ ἐξῇσαν
5 Φροντιστήριο ὑπήκοοι επιρρηματικό κατηγορούμενο του τρόπου στο οὐ ξυνειστήκεσαν που αναφέρεται στο υποκείμενο Γ3 β. Ἅπαντες γιγνώσκουσι ὅτι ἰσχὺν δέ περιεποιήσαντο ὅμως οὐκ ἐλαχίστην οἱ προσσχόντες αὐτοῖς. (ειδική πρόταση) Ἅπαντες γιγνώσκουσι ἰσχὺν δέ περιποιήσασθαι ὅμως οὐκ ἐλαχίστην τούς προσσχόντας αὐτοῖς. (ειδικό απαρέμφατο) Ἅπαντες γιγνώσκουσιν ἰσχὺν δὲ περιποιησαμένους ὅμως οὐκ ἐλαχίστην τούς προσσχόντας αὐτοῖς. (κατηγορηματική μετοχή)