Νομολογία 3216/2003 ΣτΕ

Σχετικά έγγραφα
3216/2003 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ

Αριθμός 2177/2004 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ

Νομολογία 527/2003 ΣτΕ

Αριθμός 178/2013 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Στ

1405/2003 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ

της..., η οποία παρέστη µε το δικηγόρο Β. Θεοτοκάτο (Α.Μ. 3916), που τον διόρισε µε πληρεξούσιο,

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/8150/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 158/2013

ΣτΕ 599/2012 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ

Νομολογία 261/2003 Μονομελές Πρωτοδικείο

ΠΕΡΙΛΗΨΗ : Δικαστικοί Λειτουργοί Άδεια ανατροφής τέκνου

" ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΠΟΦΑΣΗΣ. Page 1 of 5 ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΔΣΑ

Αριθμός 665/2015 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ

1329/2003 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ

ΣτΕ 1865/2002. του... ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Κ. Μπουρνόζο (Α.Μ. 151), που τον διόρισε στο ακροατήριο,

Αριθμός 239/2014 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Δ'

Αριθμός 2176/2004 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ. Διοικητική πράξη - Ανάκληση - Αρχή του κράτους δικαίου - Αρχή της

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL)

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1382/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 24/2014

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.

του... ο οποίος παρέστη με το δικηγόρο Γεώργιο Δημάκη (Α.Μ. 7291), που τον διόρισε με πληρεξούσιο,

Δικαστήριο: ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ Τόπος: ΑΘΗΝΑ Αριθ. Απόφασης: 2512 Ετος: Όροι ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ-ΜΕΛΗ-ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕΙΣ ΔΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΩΝ

Αριθμός 530/2003 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 20 Σεπτεμβρίου 2002, με την εξής σύνθεση: Χ.

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Δ'

Αριθμός 1384/2012 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Συμβούλου Η. Τσακόπουλου.

αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος και του αρχαιοτέρου του Συμβούλου που

Ολ ΣτΕ 1264/ Επειδή, παραδεκτώς παρεμβαίνει για την απόκρουση της κρινομένης αιτήσεως η δικαιούχος των αδειών εταιρεία "...".

ΣτΕ 1383/2012. κατά των:α)... και β)..., κατοίκων..., τακτικών δημοτικών συμβούλων, στις ως άνω δημοτικές εκλογές, οι οποίοι δεν παρέστησαν.

του..., κατοίκου Βρυξελλών, ο οποίος παρέστη με τη δικηγόρο Θ. Αντωνίου (Α.Μ ) που τη διόρισε στο ακροατήριο,

Περιεχόμενο: Αρχή διάκρισης των λειτουργιών

του Δήμου Μυκόνου Νομού Κυκλάδων, ο οποίος παρέστη με το δικηγόρο Σπυρίδωνα Λάβδα (Α.Μ. 61 Δ.Σ. Σύρου), που τον διόρισε με πληρεξούσιο,

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ,ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ, ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

Αριθμός 3919/2010 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 7 Νοεμβρίου 2008, με την εξής σύνθεση: Κ.

ΣτΕ Ακύρωση της παραγράφου 2 της ΠΟΛ.1008/2011 η οποία επιβάλει την υπογραφή λογιστή

Συμβούλιο της Επικρατείας Τμήμα Δ Αριθμός απόφασης 1098/2011

της..., κατοίκου Αλιβερίου Χαλκίδας, η οποία δεν παρέστη, αλλά ο δικηγόρος που υπογράφει την αίτηση νομιμοποιήθηκε με συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο,

Η σχολιαζόμενη απόφαση παρουσιάζει σημαντικό. ενδιαφέρον τόσο γιατί πραγματεύεται σημαντικά νομικά ζητήματα

Συμβούλιο της Επικρατείας Τμήμα Β Αριθμός απόφασης 1944/2012

ΟλΣτΕ 1934/1998. Αριθμός 1934/1998 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1381/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 25/2014

ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η εφαρµογή του δικαιώµατος της επικοινωνίας στον οικογενειακό χώρο» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Αριθμός Γνωμοδότησης: 124/2018 ΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΜΗΜΑ ΣΤ' Συνεδρίαση της 20 ης Ιουνίου 2018

ΤΜΗΜΑ VII. ακόλουθη σύνθεση: Γεωργία Μαραγκού, Αντιπρόεδρος, Γεώργιος Βοΐλης και

Αριθμός 4704/1996. τ ο υ..., δικηγόρου, κατοίκου Αθηνών, ο οποίος παρέστη αυτοπροσώπως ως δικηγόρος ( Α.Μ ),

ΣτΕ 2456/2012. των: α)... και β)..., κατοίκων..., οι οποίοι παρέστησαν με το δικηγόρο Σ. Σδούκο (Α.Μ. 9900), που τον διόρισαν με πληρεξούσιο,

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRACOM IT SERVICES) 909/2011 ΣΤΕ ( )

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΡΧΗ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ. 2 ο ΚΛΙΜΑΚΙΟ

# εργασία αρ.3# ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣτΕ ΟΠΟΥ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ Σ Χ Ε Ι Α Γ Ρ Α Μ Μ Α 5]ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ

Αρχή της αναλογικότητας. Λίνα Παπαδοπούλου Aν. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

2190/2004 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ

ΣΤΕ 1511/2002 (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝ.ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ & ΚΟΙΝ.ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΟΡΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Σταδίου Αθήνα

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 25/2012

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Η γενική αρχή του σεβασµού και της προστασίας της ανθρώπινης αξίας

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΘΕΜΕΛΙΟΥ

κατά του Υπουργού Δημόσιας Τάξης και ήδη Προστασίας του Πολίτη, ο οποίος παρέστη με τον Περικλή Αγγέλου, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

ΣτΕ Η φορολόγηση της «πραγματικής αξίας πώλησης μετοχών» μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο

Διοικητικό Δίκαιο Ι. Μαθητική σχέση έννομη σχέση δημόσιου διοικητικού δικαίου. Αντικείμενο Διοικητικού Δικαίου Διοίκηση

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Η διακήρυξη αποτελεί το κανονιστικό πλαίσιο που δεσμεύει τόσο την αρχή που διενεργεί το διαγωνισμό όσο και τους διαγωνιζόμενους.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα, 23/06/2017 Αριθμός απόφασης: 3527

ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ (ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ, ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ κ. ΠΟΤΑΜΙΑΣ) ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΟ ΥΠΟΜΝΗΜΑ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

2 Νοεµβρίου 2012 Αριθµ. Πρωτ.: /38775/2012 Πληροφορίες: κ./κα Μαρία Καραγεώργου (τηλ.: )

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/ 2656/ ΓΝΩΜΟ ΟΤΗΣΗ 2/2016

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL)

9317/17 ΚΑΛ/ακι/ΜΙΠ 1 D 2A

ΣτΕ 3353/2004. του..., κατοίκου..., οδός..., ο οποίος παρέστη με το δικηγόρο Δημ. Μητρόπουλο (Α.Μ ) που τον διόρισε με πληρεξούσιο

Published on TaxExperts (

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

Η προφορική συνέντευξη ως μέθοδος αξιολόγησης των υποψηφίων για διορισμό στο δημόσιο και αρχή της αξιοκρατίας.

ΣτΕ 2134/2014 [ΥΑ για την παράταση αναστολής έκδοσης οικοδομικών αδειών και εκτέλεσης οικοδομικών εργασιών στην περιοχή του Δήμου Καλαμαριάς]

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ ΕΝΟΤΗΤΑ Β : TO ΔΙΚΑΙΟ

Αριθμός 3177/2007 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ

Απόφαση 3216/2003 Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας Υπόθεση άδειας μητρότητας σε δικαστικούς λειτουργούς

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 2: Κράτος Δικαίου 2

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΥΠΟΔΙΕΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΤΜΗΜΑ Α6

Α Π Ο Φ Α Σ Η 159/2012

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΣτΕ 1254/2014 Ακύρωση της απόφασης του Υφυπουργού Οικονομικών

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Μεταπτυχιακή Εργασία. Καρκούλας Παναγιώτης. Το δικαίωμα εργασίας

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΔΠΡ ΚΑΒ 479/2014. Κατά τη συνεδρίαση, ο διάδικος που παρέστη ανέπτυξε τους ισχυρισμούς του και ζήτησε τα αναφερόμενα στα πρακτικά.

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

Transcript:

Νομολογία 3216/2003 ΣτΕ Υπόθεση άδειας δικαστικού λειτουργού Σχολιασμός:Καρκούλας Παναγιώτης Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Σχολή Νομικών, Οικονομικών και Πολιτικών επιστημών Τμήμα Νομικής, Τομέας Δημοσίου Δικαίου ----------------------------------------------------- Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Δημοσίου Δικαίου 2004-2005 Μάθημα «Συνταγματικό Δίκαιο» Διδάσκων: Καθηγητής κ. Α.Γ.Δημητρόπουλος ΥΠΟΘΕΣΗ AΔΕΙΑΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ Επιμέλεια Εργασίας: Kαρκούλας Παναγιώτης Αριθμός 3216/2003 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣΟΛΟΜΕΛΕΙΑ Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 4 Απριλίου 2003, με την εξής σύνθεση: Χ. Γεραρής, Πρόεδρος, Α. Τσαμπάση, Ι. Μαρή, Γ. Παναγιωτόπουλος, Σ. Καραλής, Ε. Γαλανού, Π.Ν. Φλώρος, Φ. Αρναούτογλου, Γ. Παπαμεντζελόπουλος, Π. Πικραμμένος, Α. Θεοφιλοπούλου, Θ. Παπαευαγγέλου, Δ. Πετρούλιας, Ν. Ρόζος, Α. Ράντος, Δ. Μπριόλας, Ε. Δανδουλάκη, Ε. Σαρπ, Χ. Ράμμος, Ν. Μαρκουλάκης, Σ. Χαραλάμπους, Π. Κοτσώνης, Γ. Παπαγεωργίου, Μ. Καραμανώφ, Ι. Μαντζουράνης, Σύμβουλοι, Κ. Βιολάρης, Ι. Γράβαρης, Πάρεδροι.

Γραμματέας ο Μ. Καλαντζής. Για να δικάσει την από 2 Νοεμβρίου 2001 αίτηση: της Χ. Ι. Χ., κατοίκου Αθηνών, η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Ι. Μ, που τον διόρισε με πληρεξούσιο, κατά του Υπουργού Δικαιοσύνης, ο οποίος παρέστη με τον Γ. Π, Αντιπρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Η πιο πάνω αίτηση παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, κατόπιν της υπ' αριθμ. 3697/2002 παραπεμπτικής αποφάσεως του Γ' Τμήματος του Συμβουλίου της Ε., προκειμένου να επιλύσει η Ολομέλεια το ζήτημα που αναφέρεται στην απόφαση. Με την αίτηση αυτή η αιτούσα επιδιώκει να ακυρωθεί η σιωπηρή άρνηση του Υπουργού Δικαιοσύνης να της χορηγήσει την ειδική εννεάμηνη άδεια με αποδοχές για ανατροφή τέκνου. Ο Εισηγητής, Σύμβουλος, Δ. Μπριόλας, άρχισε τη συζήτηση της υποθέσεως με την ανάγνωση της παραπεμπτικής αποφάσεως, η οποία αποτελεί και την εισήγηση του Τμήματος. Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο της αιτούσης, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της. Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο Ν ό μ ο 1. Επειδή, για την κρινόμενη αίτηση έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (υπ' αριθμ. 1171061, 2529730, 4549424-25/2001 διπλότυπα είσπραξης της Δ.Ο.Υ. Δικαστικών Εισπράξεων Αθηνών). 2. Επειδή, με την αίτηση αυτή η αιτούσα, δικαστική λειτουργός του Συμβουλίου της Επικρατείας με το βαθμό του Εισηγητή, ζητεί την ακύρωση της σιωπηρής άρνησης του Υπουργού Δικαιοσύνης να της χορηγήσει την ειδική εννεάμηνη άδεια με αποδοχές για ανατροφή τέκνου, που παρέχεται στις μητέρες δημοσίους υπαλλήλους σύμφωνα με το άρθρο 53 παράγραφο 2 εδάφιο β' του Υπαλληλικού Κώδικα. Η σχετική άρνηση εκδηλώθηκε με την άπρακτη πάροδο τριμήνου από την υποβολή της από 6.6.2001 σχετικής αιτήσεώς της προς το Υπουργείο Δικαιοσύνης. 3. Επειδή, η υπόθεση εισήχθη στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου μετά την 3697/2002 παραπεμπτική απόφαση του Γ' Τμήματος, λόγω μείζονος σπουδαιότητας.4. Επειδή, στο άρθρο 44 παραγρ. 20 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και κατάστασης Δικαστικών λειτουργών" (ν. 1756/1988, Α' 35), ορίζεται ότι : "Η δικαστική λειτουργός που κυοφορεί έχει δικαίωμα άδειας πριν και μετά τον τοκετό, κατά τις διατάξεις που ισχύουν για τους πολιτικούς διοικητικούς υπαλλήλους του κράτους". Εξάλλου, στον ισχύοντα Υπαλληλικό Κώδικα (ν. 2683/1999, Α' 19), και στο Κεφάλαιο ΣΤ αυτού που τιτλοφορείται "Άδειες διευκολύνσεων", ορίζεται σχετικώς, στο άρθρο 52 παραγρ. 1, με τίτλο "Άδειες μητρότητας", ότι : "Στις υπαλλήλους οι οποίες κυοφορούν χορηγείται άδεια μητρότητας με πλήρεις αποδοχές δύο (2) μήνες πριν και τρεις (3) μήνες μετά τον τοκετό. Η άδεια λόγω κυοφορίας χορηγείται ύστερα από βεβαίωση του θεράποντα γιατρού για τον πιθανολογούμενο χρόνο τοκετού", και στο επόμενο άρθρο 53 παραγρ. 2, με τίτλο "Διευκολύνσεις υπαλλήλων με οικογενειακές υποχρεώσεις" ότι : "Στις μητέρες υπαλλήλους ο χρόνος εργασίας μειώνεται κατά δύο (2) ώρες ημερησίως, εφόσον έχουν τέκνα ηλικίας έως δύο (2) ετών, και κατά μία (1) ώρα, εφόσον έχουν τέκνα ηλικίας από δύο (2) έως τεσσάρων (4) ετών. Η μητέρα υπάλληλος δικαιούται εννέα (9) μήνες άδεια με αποδοχές για ανατροφή παιδιού, εφόσον δεν κάνει χρήση του κατά το προηγούμενο εδάφιο μειωμένου ωραρίου". Τέλος, το άρθρο 21 του ισχύοντος Συντάγματος, όπως αυτό διαμορφώθηκε μετά την πρόσφατη αναθεώρησή του (ψήφισμα της 6/4/2001 της Ζ' Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων), ορίζει στην παραγρ. 1 ότι : Η οικογένεια ως θεμέλιο της συντήρησης και προαγωγής του Έθνους, καθώς και ο γάμος, η μητρότητα και η παιδική ηλικία τελούν υπό την προστασία του Κράτους", και στην παράγραφο 5 ότι : "Ο σχεδιασμός και η εφαρμογή δημογραφικής πολιτικής, καθώς και η λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων αποτελεί υποχρέωση του Κράτους". 5. Επειδή η παρατεθείσα διάταξη του άρθρου 44 παραγρ. 20 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών, ερμηνευομένη ενόψει του ανωτέρω άρθρου 21 του Συντάγματος που θέτει την μητρότητα και την παιδική ηλικία υπό την προστασία του Κράτους και αποσκοπεί στην αντιμετώπιση του οξυμένου δημογραφικού προβλήματος της χώρας, έχει την έννοια ότι παραπέμπει στις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις για τους δημοσίους υπαλλήλους οι οποίες προβλέπουν όχι μόνον τις άδειες μητρότητας (κύησης και λοχείας, βλ. και άρθρο 105 προϊσχύσαντος Υπαλληλικού Κώδικα - π. δ/γμα 611/1977, Α' 198), αλλά και κάθε άλλη άδεια που αποβλέπει στην προστασία της μητρότητας και της παιδικής ηλικίας. Η ερμηνεία αυτή επιβάλλεται και από το γεγονός ότι, ο έλληνας νομοθέτης δεν έχει προβλέψει ειδικά ρυθμίσεις για την ανατροφή των τέκνων των δικαστικών λειτουργών που προσιδιάζουν στις συνθήκες άσκησης του λειτουργήματός των, όπως έχει θεσπίσει για τις περισσότερες κατηγορίες δημοσίων υπαλλήλων, σε εκπλήρωση της υποχρεώσεως που απορρέει τόσο από το άρθρο 21 του Συντάγματος, όσο και από την αρχή του κοινοτικού δικαίου περί συμφιλιώσεως της οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής, που εκφράζεται και με τις διατάξεις της Οδηγίας 96/34/ΕΚ του Συμβουλίου της 3.6.1996, (ΕΕ αριθ. L 145 της 19.6.1996, όπως τροποποιήθηκε με την Οδηγία 97/75/ΕΚ του Συμβουλίου

της 15.12.1997 (ΕΕ αριθ. L 10 της 16.1.1998), όπου προβλέπεται χορήγηση γονικής άδειας σε όλους τους εργαζομένους. Κατ' ακολουθία, η ανωτέρω διάταξη του Κώδικα, ερμηνευομένη υπό το πρίσμα των ανωτέρω διατάξεων του Συντάγματος και του κοινοτικού δικαίου, πρέπει να θεωρηθεί ότι παραπέμπει, όχι μόνο στη διάταξη του άρθρου 52 παρ. 1 του ισχύοντος Υπαλληλικού Κώδικα που προβλέπει άδεια μητρότητας δύο μήνες πριν και τρεις μήνες μετά τον τοκετό, αλλά και στη διάταξη του άρθρου 53 παρ. 2 του τελευταίου, κατά το μέρος που είναι εφικτή η εφαρμογή της στις μητέρες δικαστικές λειτουργούς, κατά το μέρος δηλαδή που προβλέπει δικαίωμα εννεάμηνης ειδικής άδειας, με αποδοχές, για ανατροφή τέκνου. Μειοψήφησαν οι Σύμβουλοι Γ. Παπαμεντζελόπουλος, Ν. Ρόζος, Α. Ράντος, Χ. Ράμμος, Ν. Μαρκουλάκης, Π. Κοτσώνης και Μ. Καραμανώφ, οι οποίοι έχουν τη γνώμη ότι η παραπομπή που γίνεται από την ανωτέρω διάταξη του άρθρου 44 παρ. 20 στις "διατάξεις που ισχύουν για τους πολιτικούς διοικητικούς υπαλλήλους του κράτους", αναφέρεται μόνο στη διάταξη του άρθρου 52 παραγρ. 1 του Υπαλληλικού Κώδικα, που προβλέπει τη χορήγηση των αδειών μητρότητας πριν και μετά τον τοκετό και δεν καταλαμβάνει και τη ρύθμιση της παραγρ. 2 του άρθρου 53 του ίδιου Κώδικα, σχετικά με το δικαίωμα λήψης της ειδικής εννεάμηνης άδειας με αποδοχές για ανατροφή τέκνου, η χορήγηση της οποίας προϋποθέτει την ύπαρξη θεσμοθετημένου ωραρίου εργασίας, το οποίο δεν είναι υποχρεωμένοι σε κάθε περίπτωση να τηρούν οι δικαστές κατά την άσκηση του λειτουργήματός τους. Τέλος, οι Σύμβουλοι Φ. Αρναούτογλου και Π. Πικραμμένος διατύπωσαν την ακόλουθη γνώμη : Ναι μεν η παραπομπή του άρθρου 44 παρ. 20 του Κώδικα Εργ. Δικ. και Κατ. Δικ. Λειτ., που προβλέπει άδεια "πριν και μετά τον τοκετό", αναφέρεται μόνο στο άρθρο 52 παρ. 1 του Υπαλληλικού Κώδ. και όχι στο άρθρο 53 παρ. 2 του τελευταίου, που προϋποθέτει εργαζόμενες με ωράριο, όμως, εφόσον ο νομοθέτης, στο πλαίσιο των υποχρεώσεων που του επιβάλλει το άρθρο 21 παρ. 1 του Συντάγματος, έχει θεσπίσει με σειρά νομοθετημάτων άδειες διευκόλυνσης των μητέρων υπαλλήλων για την ανατροφή των τέκνων τους στο σύνολο, σχεδόν, του δημόσιου τομέα, η παράλειψή του να θεσπίσει τέτοιες άδειες και για τις μητέρες δικαστικές λειτουργούς ελέγχεται, ενόψει και του άρθρου 4 του Συντάγματος, ως αθέμιτη. Δεδομένου, όμως, ότι ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων που αφορούν τους δημοσίους υπαλλήλους δεν είναι δυνατή επί δικαστικών λειτουργών, γιατί δεν υπάρχει αναλογία συνθηκών εργασίας και καθηκόντων, θα πρέπει να θεωρηθεί ότι από τις συνταγματικές διατάξεις (άρθρα 4 και 21) απορρέει υποχρέωση χορηγήσεως άδειας ανατροφής τέκνου και στις μητέρες δικαστικές λειτουργούς επί εύλογο χρόνο, ανάλογο με τις συνθήκες εργασίας και τα καθήκοντά τους. 6. Επειδή, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, η αιτούσα δικαστική λειτουργός, Εισηγήτρια του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την υπ' αριθμ. πρωτ. Π. 2374/6.6.2001 αίτησή της προς το Υπουργείο Δικαιοσύνης, ζήτησε να της χορηγηθεί η προβλεπόμενη στο άρθρο 52 του Υπαλληλικού Κώδικα τρίμηνη άδεια μητρότητας (λοχείας) από 31.5.2001, ημερομηνία γέννησης του δεύτερου τέκνου της, και εν συνεχεία η ειδική εννεάμηνη άδεια με αποδοχές για ανατροφή τέκνου, που παρέχεται στις μητέρες δημοσίους υπαλλήλους, σύμφωνα με το άρθρο 53 παραγρ. 2 του ίδιου Κώδικα. Με την υπ' αριθμ. 98683/26.7.2001 απόφαση της αναπληρώτριας προϊσταμένης της Διεύθυνσης Λειτουργίας Δικαστηρίων και Δικαστικών Λειτουργών της χορηγήθηκε η αιτηθείσα τρίμηνη άδεια μητρότητας, όχι όμως και η εννεάμηνη άδεια ανατροφής τέκνου, την οποία η Διοίκηση αρνήθηκε σιωπηρά να της χορηγήσει με την άπρακτη πάροδο τριμήνου από την υποβολή στο Υπουργείο της ανωτέρω από 6.6.2001 αιτήσεώς της. Η άρνηση όμως της Διοικήσεως να χορηγήσει στην αιτούσα την εν λόγω εννεάμηνη άδεια ανατροφής τέκνου, την οποία αυτή δικαιούται, σύμφωνα με τη γνώμη που επικράτησε στο Δικαστήριο, δεν είναι νόμιμη και για το λόγο αυτό, βασίμως προβαλλόμενο, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή και η προσβαλλόμενη άρνηση να ακυρωθεί. Κατά την ειδικότερη όμως, γνώμη των Συμβούλων Φ. Αρναούτογλου και Π. Πικραμμένου η προσβαλλόμενη άρνηση της Διοικήσεως είναι μεν ακυρωτέα, αλλά θα έπρεπε να χορηγηθεί στην αιτούσα, όχι η εννεάμηνη άδεια του άρθρου 53 παρ. 2 του Υπαλληλικού Κώδικα, αλλά άδεια ανατροφής του τέκνου της επί εύλογο χρονικό διάστημα, ανάλογο με τις συνθήκες εργασίας της στο Συμβούλιο της Επικρατείας και τα καθήκοντά της. Τέλος, κατά γνώμη που μειοψήφησε, η κρινόμενη αίτηση θα έπρεπε να απορριφθεί ως νόμω αβάσιμη. Δ ι ά τ α ύ τ α Δέχεται την κρινόμενη αίτηση. Ακυρώνει τη σιωπηρή άρνηση του Υπουργού Δικαιοσύνης να χορηγήσει στην αιτούσα εννεάμηνη άδεια ανατροφής του τέκνου της σύμφωνα με το άρθρο 53 παρ. 2 του ισχύοντος Υπαλληλικού Κώδικα. Διατάζει την απόδοση του παραβόλου της αιτήσεως. Αναπέμπει την υπόθεση στη Διοίκηση για τα περαιτέρω νόμιμα, και Επιβάλλει στο Δημόσιο τη δικαστική δαπάνη της αιτούσης που ανέρχεται στο ποσό των επτακοσίων εξήντα (760) ευρώ. Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 23 Μαΐου 2003 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 7ης Νοεμβρίου του ίδιου έτους. Ο Πρόεδρος Ο Γραμματέας Χ. Γεραρής Μ. Καλαντζής

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ: H αιτούσα δικαστική λειτουργός, Εισηγήτρια του Συμβουλίου της Επικρατείας, ζήτησε με αίτησή της προς το Υπουργείο Δικαιοσύνης, να της χορηγηθεί η προβλεπόμενη στο άρθρο 52 του Υπαλληλικού Κώδικα τρίμηνη άδεια μητρότητας (λοχείας) από 31.5.2001, ημερομηνία γέννησης του δεύτερου τέκνου της, και εν συνεχεία η ειδική εννεάμηνη άδεια με αποδοχές για ανατροφή τέκνου, που παρέχεται στις μητέρες δημοσίους υπαλλήλους, σύμφωνα με το άρθρο 53 παραγρ. 2 του ίδιου Κώδικα. Με απόφαση της αναπληρώτριας προϊσταμένης της Διεύθυνσης Λειτουργίας Δικαστηρίων και Δικαστικών Λειτουργών της χορηγήθηκε η αιτηθείσα τρίμηνη άδεια μητρότητας, όχι όμως και η εννεάμηνη άδεια ανατροφής τέκνου, την οποία η Διοίκηση αρνήθηκε σιωπηρά. Η σχετική άρνηση εκδηλώθηκε με την άπρακτη πάροδο τριμήνου από την υποβολή της από 6.6.2001 σχετικής αιτήσεώς της προς το Υπουργείο Δικαιοσύνης. ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΑΠΟΦΑΣΗΣ: Η υπόθεση εισήχθη στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου μετά από παραπεμπτική απόφαση του Γ' Τμήματος, λόγω μείζονος σπουδαιότητας. Το άρθρο 44 παραγρ. 20 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και κατάστασης Δικαστικών λειτουργών ορίζει ότι : "Η δικαστική λειτουργός που κυοφορεί έχει δικαίωμα άδειας πριν και μετά τον τοκετό, κατά τις διατάξεις που ισχύουν για τους πολιτικούς διοικητικούς υπαλλήλους του κράτους". Στο δε Κεφάλαιο ΣΤ του ισχύοντα Υπαλληλικού Κώδικα προβλέπεται μία σειρά αδειών χορηγουμένων υπέρ της μητρότητας και της παιδικής ηλικίας. Μεταξύ αυτών και οι αιτούμενες από την αιτούσα δικαστική λειτουργό. Το άρθρο 21 του Ελληνικού Συντάγματος ορίζει στην παραγρ. 1 ότι : Η οικογένεια ως θεμέλιο της συντήρησης και προαγωγής του Έθνους, καθώς και ο γάμος, η μητρότητα και η παιδική ηλικία τελούν υπό την προστασία του Κράτους", και στην παράγραφο 5 ότι : "Ο σχεδιασμός και η εφαρμογή δημογραφικής πολιτικής, καθώς και η λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων αποτελεί υποχρέωση του Κράτους". Ενόψει του οξυμένου δημογραφικού προβλήματος της χώρας η παραπομπή του άρθρου 44 παραγρ. 20 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και κατάστασης Δικαστικών λειτουργών πρέπει να ερμηνευθεί διασταλτικά επί τη βάσει των παρατεθεισών συνταγματικών διατάξεων και της αρχής του κοινοτικού δικαίου περί συμφιλιώσεως της οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής, που εκφράζεται και με τις διατάξεις της Οδηγίας 96/34/ΕΚ του Συμβουλίου της 3.6.1996, και να θεωρηθεί ότι περιλαμβάνει και κάθε άδεια αποβλέπουσα στην προστασία της μητρότητα και παιδικής ηλικίας πέραν της οριζομένης στο άρθρο 44 παρ.20. Σύμφωνα με μειοψηφία 7 Συμβούλων, για την αναλογική εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 53 παρ.2 του Υπαλληλικού Κώδικα προϋποτίθεται η ύπαρξη θεσμοθετημένου ωραρίου εργασίας, το οποίο δεν είναι υποχρεωμένοι σε κάθε περίπτωση να τηρούν οι δικαστές κατά την άσκηση του λειτουργήματός τους. Σύμφωνα με μειοψηφία 2 Συμβούλων παρά το ότι η παραπομπή του άρθρου 44 παραγρ. 20 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και κατάστασης Δικαστικών λειτουργών δεν καταλαμβάνει και το άρθρο 53 παρ.2 του Υπαλληλικού Κώδικα γιατί δεν υπάρχει αναλογία συ θηκών εργασίας και καθηκόντων, θα πρέπει να θεωρηθεί ότι από τις συνταγματικές διατάξεις (άρθρα 4 και 21) απορρέει υποχρέωση χορηγήσεως άδειας ανατροφής τέκνου και στις μητέρες δικαστικές λειτουργούς επί εύλογο χρόνο, ανάλογο με τις συνθήκες εργασίας και τα καθήκοντά τους. ΣΧΟΛΙΟ: To άρθρο 21 παρ.1 και 5 συνιστά κομμάτι της κοινωνικής νομοθεσίας και θεμελιώνει σχετικό κοινωνικό δικαίωμα. Σχετικά με την έννοια των κοινωνικών δικαιωμάτων παρατηρητέα τα εξής: Ο Γερμανός νομομαθής Georg Jellinek διέκρινε τα ατομικά δικαιώματα σε τρεις κατηγορίες. Η διάκρισή του αυτή, η οποία παρά την αλλαγή των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών δεδομένων έχει πολλούς υποστηρικτές ως σήμερα, περιλαμβάνει δικαιώματα αναφερόμενα στην αποθετική, θετική και ενεργό κατάσταση του ατόμου (status negativus ή status libertatis, status positivus ή status civitatis ή status socialis και status activus αντίστοιχα). Στον status positivus ανήκουν τα λεγόμενα θετικά ή κοινωνικά δικαιώματα του ατόμου (εν προκειμένω του homo soziologicus,, ). Αυτά τα δικαιώματα αποτελούν την έκφραση ορισμένων αξιώσεων εκ μέρους του ατόμου, με αποδέκτη το κράτος και σκοπό την παροχή

από αυτό ορισμένων αγαθών και υπηρεσιών (facere). Αυτή η επέμβαση του κράτους στην σφαίρα δραστηριότητας του ατόμου θα προσδιοριστεί και υλοποιηθεί με κατευθυντήρια γραμμή την κοινωνική δικαιοσύνη. Σε προφανή αντίθεση με τα αρνητικά ή αμυντικά, τα κοινωνικά δικαιώματα «αντανακλούν την άμβλυνση της σύγκρουσης κοινωνίας και κράτους» και δεν θα ήταν υπερβολικό αν υποστηρίζαμε ότι κατέχουν εξέχουσα θέση στο σύστημα αξιών της κοινωνίας και διαδραματίζουν πρωτεύοντα ρόλο στην επίτευξη της δικαιοσύνης, κοινωνικής ευστάθειας και ισότητας. Είναι σαφές ύστερα από όλα αυτά ότι τα κοινωνικά δικαιώματα συνθέτουν την έννοια του κοινωνικού κράτους, όρο που πρώτος διατύπωσε ο Γερμανός πολιτειολόγος H. Heller. Από τα παραπάνω γίνεται αντιληπτό ότι ο Georg Jellinek βασίστηκε για την διάκρισή του στο κριτήριο του περιεχομένου της πράξης του κράτους. Έτσι κατά τον Jellinek κοινωνικά δικαιώματα είναι όσα εξαναγκάζουν το κράτος σε πράξη, δηλαδή όσα περιέχουν θετική αξίωση της πράξη. Το γεγονός ωστόσο ότι στην σύγχρονη νομική ζωή η προστασία της ανθρώπινης αξίας έχει αναχθεί σε προτεραιότητα και ταυτόχρονα υποχρέωση των κρατικών φορέων προσέδωσε σε όλα τα θεμελιώδη δικαιώματα νέο χαρακτήρα αναγνωρίζοντας απέναντι στο κράτος τόσο αμυντικές και προστατευτικές όσο και διεκδικητικές αξιώσεις. Μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα και κάτω από αυτές της συνθήκες και εξελίξεις ήταν λογικό να αχρηστευθεί το κριτήριο και η διάκριση του Jellinek και η σύγχρονη νομική επιστήμη να στραφεί σε νέα κριτήρια και διακρίσεις. Στο πλαίσιο της προσπάθειας αυτής έχει προταθεί η «διάκριση σε αμυντικά, προστατευτικά και διεκδικητικά/εξασφαλιστικά δικαιώματα» και «σε πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά δικαιώματα». Η δεύτερη από τις παραπάνω διακρίσεις σχετίζεται και περιστρέφεται γύρω από το περιεχόμενο των δικαιωμάτων και κατατάσσει στα κοινωνικά δικαιώματα όσα δικαιώματα ανήκουν στον κοινωνικό χώρο ανεξάρτητα από το περιεχόμενο της πράξης του αποδέκτη της ενέργειας του συνταγματικού δικαιώματος καθώς υποχρέωση του κράτους προς πράξη παρουσιάζεται και στα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα. Η υιοθέτηση των παραπάνω αντιλήψεων οδηγεί και στην οριοθέτηση της έννοιας του κοινωνικού δικαιώματος μέσω τριών βασικών του χαρακτηριστικών στοιχείων: α) Τα κοινωνικά δικαιώματα έχοντας ως αντικείμενο προστασίας θεμελιώδη ανθρώπινα αγαθά αφορόντα την υπόσταση, ύπαρξη και επιβίωση του ανθρώπου δίκαια θεωρούνται δικαιώματα υπόστασης, στοιχειώδη δικαιώματα. Β) Την ίδια στιγμή τα κοινωνικά δικαιώματα έχουν ως αντικείμενο κοινωνικά αγαθά και κατά συνέπεια απευθύνονται σε όλους τους πολίτες και απολαμβάνονται από αυτούς. Είναι η αναγκαιότητα των κοινωνικών αγαθών, που τα κοινωνικά δικαιώματα προστατεύουν, η οποία και καθιστά την απόλαυσή τους συνολική υπόθεση. Γ) Τέλος τα κοινωνικά δικαιώματα λειτουργούν ως δικλείδα εξασφάλισης της ελάχιστης προστασίας πολιτών. «Περιλαμβάνουν συνεπώς ένα minimum, στοιχειώδες περιεχόμενο» το οποίο και έχει κριθεί και αξιολογηθεί ως «απόλυτα αναγκαίο». Με αυτή την έννοια θα εξετασθεί στο παρόν το δικαίωμα εργασίας στην κοινωνική του διάσταση. Δεν είναι τυχαίο ότι τα κοινωνικά δικαιώματα ενίοτε λαμβάνουν τον χαρακτηρισμό μετοχικά ή συμμετοχικά κάτω από τον οποίο υποδηλώνεται το γεγονός ότι στοχεύουν στην εξασφάλιση ισότιμης συμμετοχής των πολιτών στην οικονομική και κοινωνική ζωή μέσω της εφαρμογής ενός κρατικού-κοινωνικού προγραμματισμού οικονομίας που θα συμβάλλει στην προσπάθεια υπέρ της ενίσχυσης των ασθενών οικονομικά τάξεων και στην «κατοχύρωση κοινωνικής ασφάλειας και αξιοπρέπειας των ατόμων παράλληλα με την ικανοποίηση των στοιχειωδών βιοτικών αναγκών τους». Τα κοινωνικά δικαιώματα με τον έντονα «επανορθωτικό και επινεμητικό», κατά τον Κ.Τσουκαλά, χαρακτήρα τους συμβάλλουν συνεπώς αποφασιστικά και δυναμικά στην υλοποίηση των στόχων του κοινωνικού κράτους. Κοινωνικό κράτος είναι δε εκείνο το οποίο «συνταγματικά υποχρεούται, όχι μόνο να σέβεται, αλλά και να προστατεύει την ανθρώπινη αξία». Στην Ελλάδα σήμερα κάποια από τα σημαντικότερα συνταγματικά κατοχυρωμένα κοινωνικά δικαιώματα είναι το δικαίωμα παιδείας (άρθρο 6 παράγραφος 4), η προστασία του γάμου και της οικογένειας (άρθρο 21 παράγραφος 1), η προστασία της υγείας (άρθρο 21 παράγραφος 3), η μέριμνα για την κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων (άρθρο 22 παράγραφος 4) και το δικαίωμα εργασίας (άρθρο 22 παράγραφος 1), το οποίο και αποτελεί αντικείμενο του παρόντος. Ορισμένα από τα κοινωνικά δικαιώματα γεννούν αξίωση για παροχή μόνο και μόνο από τη συνταγματική τους πρόβλεψη, αν και κατά κανόνα μόνη η αναφορά και θεμελίωση στα άρθρα του Συντάγματος δεν αρκεί για την δημιουργία αγώγιμης αξίωσης. Κατά μία γνώμη μόνη η αναφορά και θεμελίωση στα άρθρα των Ευρωπαϊκών Συνταγμάτων ορισμένων κοινωνικών δικαιωμάτων δεν αρκεί συνήθως για την δημιουργία σχετικών αγώγιμων αξιώσεων. Όπως και ο Γεώργιος Λεβέντης παρατηρεί, «Παρά το όνομά τους τα κοινωνικά δικαιώματα δεν αντιμετωπίζονται συνήθως στην θεωρία του συνταγματικού δικαίου σαν γνήσια δικαιώματα, δηλαδή σαν αγώγιμες αξιώσεις, αλλά αντί αυτού εφευρίσκονται άλλες νομικές μορφές για την νομική τους διάπλαση, π.χ οι θεσμικές

εγγυήσεις, οι συνταγματικές εντολές κ.α». Έτσι τα κοινωνικά δικαιώματα ως μη άμεσα εφαρμοστέα «εξαρτούν την εφαρμογή τους από την επέμβαση του νομοθέτη, ο οποίος παρεμβαίνει με μεγάλη διαπλαστική ευχέρεια». Κατ άλλη εκδοχή, τα κοινωνικά δικαιώματα ως συνταγματικά δικαιώματα όχι μόνο αποτελούν υποκειμενικά δικαιώματα αλλά εμφανίζουν και αντικειμενική-θεσμική πλευρά. Αν υιοθετηθεί αυτήν η οπτική για την φύση των θεμελιωδών δικαιωμάτων καταλήγουμε στο αποτέλεσμα, ότι ο κάθε ευρωπαίος συντακτικός νομοθέτης «κατοχυρώνοντας δικαιώματα κατοχυρώνει παράλληλα και θεσμούς και αντικειμενικές δικαιϊκές αρχές που ισχύουν σε κάθε μερικότερη δικαιϊκή περιοχή». Έτσι, με αυτή την μορφή αναγνωρίζεται στα κοινωνικά δικαιώματα ο ρόλος και η σημασία «βασικών αξιωμάτων» στις ευρωπαϊκές έννομες τάξεις. Βεβαίως, η πρόσδοση στα κοινωνικά δικαιώματα χαρακτήρα αντικειμενικών αρχών δεν τους αφαιρεί τον υποκειμενικό χαρακτήρα. Από την άλλη, η γνώμη, ότι τα κοινωνικά δικαιώματα των ευρωπαϊκών συνταγμάτων δεν αποτελούν ισχύον δίκαιο αλλά έχουν προγραμματική φύση, οδηγεί σε «υποβιβασμό του Συντάγματος και μετατροπή του από θεμελιώδη νόμο του κράτους σε νομικό κείμενο, χωρίς νομική δέσμευση, όσον αφορά ασφαλώς τις χαρακτηριζόμενες ως προγραμματικές διατάξεις». Άρα κατά την άποψη αυτή τα κοινωνικά δικαιώματα είναι ισχύον δίκαιο τόσο ως προς την κρατική εξουσία όσο και ως προς τις εξωκρατικές δυνάμεις και αποτελούν ενεργούς δεσμευτικούς κανόνες δικαίου. Να σημειωθεί εξάλλου ότι η μορφή των κοινωνικών δικαιωμάτων είναι απόρροια της επικράτησης του κοινωνικού ανθρωπισμού, της ανθρωπιστικής αξίας και της αναγνώρισης της ανθρώπινης αξίας. Στη σύγχρονη έννομη τάξη, όπου το πρότυπο του κοινωνικού ανθρώπου έχει υιοθετηθεί, τα δικαιώματα είναι κοινωνικά, ως δικαιώματα όχι του μεμονωμένου ατόμου (ατομικά-ατομικιστικά) αλλά του κοινωνικού ανθρώπου, προσδιοριζόμενα από το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας. Ύστερα από μία θεώρηση από την ίδια οπτική γωνία των πρόσφατων εξελίξεων και έπειτα από εντοπισμό των σύγχρονων αναγκών έγιναν τα πρώτα βήματα για την σύνταξη και θέση σε ισχύ διεθνών πια συνθηκών προστασίας κοινωνικών δικαιωμάτων. Τέλος, παράλληλα με όλα αυτά αναπτύχθηκε και ο διάλογος για «τη σκοπιμότητα της κατοχύρωσης και την κανονιστικότητα των κοινωνικών δικαιωμάτων». Kατά τον Α.Μανιτάκη η απόφαση ΣτΕ 3216/2003 αξιοποιεί και υποδεικνύει τρόπους ενίσχυσης της κανονιστικής αποτελεσματικότητας του κοινωνικού δικαιώματος στην μητρότητα και αναδεικνύει τη σημασία της σύμφωνης με το Σύνταγμα ερμηνείας του νόμου στον τομέα των κοινωνικών δικαιωμάτων. Η Σύμφωνη με το Σύνταγμα ερμηνεία οδηγεί σε διαστολή της έννοιας νομοθετικών παραπομπών. Ο Α.Μανιτάκης τονίζει ότι η σύμφωνη με το Σύνταγμα ερμηνεία παρήγαγε το αποτέλεσμα που παρήγαγε «επειδή οι κοινωνικές συνταγματικές διατάξεις δεν εκλαμβάνονται ως ευχές ή ως προγραμματικές διακηρύξεις αλλά ως εντολές επιτακτικές που μπορεί μεν από μόνες τους, χωρίς τη μεσολάβηση του νομοθέτη και την οργάνωση θεσμών, να μην δημιουργούν αξιώσεις δικαστικά επιδιώξιμες υπέρ των πολιτών, δεν στερούνται ωστόσο Κνονιστικής αποτελεσματικότητας Η κανονιστική τους αποτελεσματικότητα συναρτάται με την παρέμβαση του νομοθέτη, εξαρτάται από τη μεσολάβησή του Η εξαρτημένη κανονιστική αποτελεσματικότητα του κοινωνικού δικαιώματος στην κοινωνική προστασία της μητρότητας δεν επιτρέπει λόγου χάριν τη διεύρυνση του υποκειμενικού πεδίου εφαρμογής της άδειας μητρότητας χωρίς ρητή νομοθετική πρόβλεψη».