Κλείσιµο της ηµερίδας Οµιλία κ. Μιχαήλ Κορτέση, Προέδρου.Σ. ΙΟΒΕ στην Ηµερίδα του ΙΟΒΕ «Οικονοµική Κρίση και ιακυβέρνηση» 16 Μαΐου 2011 Η παρούσα κρίση είναι πολυεπίπεδη και αφορά όλες τις πλευρές της οικονοµικής και κοινωνικής ζωής. Είναι πρώτον, κρίση του δηµόσιου τοµέα του στενού και του ευρύτερου που περιλαµβάνει τις δηµόσιες και δηµοτικές υπηρεσίες, µεγάλο µέρος της παιδείας, µεγάλο µέρος της υγείας και κοινωνικής ασφάλισης, τη δικαιοσύνη, την ασφάλεια τις ΕΚΟ κ.α.. Όλος αυτός ο δηµόσιος τοµέας επί πολλά χρόνια γιγαντώθηκε συσσωρεύοντας ελλείµµατα και χρέη. Και όταν η πορεία αυτή οδηγήθηκε σε ανυπέρβλητα αδιέξοδα, η κρίση εξαπλώθηκε ταχύτατα σε ολόκληρη την οικονοµία. Είναι δεύτερον, κρίση αξιών, συµπεριφορών ιδεολογιών που επικράτησαν στη χώρα µας µετά τη µεταπολίτευση, οι οποίες διαµόρφωσαν προβληµατικές σχέσεις της κοινωνίας µε τους θεσµούς. Είναι τρίτον, κρίση του πολιτικού συστήµατος, ιδία των κοµµάτων εξουσίας, τα οποία στηρίχθηκαν στη συνεχή επέκταση του δηµόσιου τοµέα για να εξασφαλίσουν την αναπαραγωγή τους. Είναι κρίση των κοµµάτων της δραχµής στην εποχή του ευρώ, όπως χαρακτηριστικά έχει αναφερθεί. Η καθολικότητα της κρίσης επιβάλλει και µια εξίσου συνολική απάντηση, που θα καλύπτει όλες τις πλευρές της: τον δηµόσιο τοµέα, την οικονοµία, τους θεσµούς, την κοινωνία, το πολιτικό σύστηµα, τη διακυβέρνηση. Αυτή ήταν η αρχική σκέψη του ΙΟΒΕ, το οποίο αποφάσισε την οργάνωση της σηµερινής ηµερίδας για να θέσει το πρόβληµα στο σύνολο του, να διατυπώσει τα κρίσιµα ερωτήµατα και να επιχειρήσει κάποιες απαντήσεις, εκµεταλλευόµενο και τις εµπειρίες άλλων χωρών που βρέθηκαν σε ανάλογες καταστάσεις. Μέχρι σήµερα ο δηµόσιος
διάλογος για την κρίση είναι συχνά άγονος, καθώς τις περισσότερες φορές εστιάζεται στο εφήµερο και στο σύµπτωµα, αγνοώντας το µακροπρόθεσµο και τα αίτια. Με τη σηµερινή µας εκδήλωση επιδιώξαµε και πιστεύω ότι χάρη στις σηµαντικές εισηγήσεις που ακούστηκαν- καταφέραµε να αναδείξουµε τα βασικά δεδοµένα που συνθέτουν σήµερα το «ελληνικό πρόβληµα». Ο κ. Γιάννης Στουρνάρας, ανέδειξε τη διάσταση µεταξύ των δυνατοτήτων της ελληνικής οικονοµίας και της σηµερινής οικονοµικής πραγµατικότητας. Σε σηµαντικό βαθµό, η διάσταση αυτή οφείλεται ση δοµή της διακυβέρνησης και τη χαµηλή αποδοτικότητα και αποδοχή των θεσµών. Στην 1 η συνεδρία ακούσαµε από πρώτο χέρι σηµαντικές πληροφορίες για την εµπειρία χωρών που είτε ήδη έχουν περάσει, είτε τώρα βιώνουν, παρόµοιες κρίσεις µε την Ελλάδα. Ο κ. Blejer ανέδειξε τους κινδύνους που ενέχει η χρηµατοπιστωτική καταπίεση από πλευράς κυβερνητικής πολιτικής πάνω στις εµπορικές τράπεζες και τις συνεπακόλουθες συνέπειες. Επίσης, υπογράµµισε τους κινδύνους που εγκυµονούν άκοµψες και µονοµερείς ενέργειες αναδιάρθρωσης του δηµόσιου χρέους. Η αποµάκρυνση της ευρωπαϊκής προσδοκίας κατά τον καθηγητή Ersel αποπροσανατόλισε το κοινό και την κυβερνητική προσπάθεια στην Τουρκία και δυσκόλεψε τις διαρθρωτικές αλλαγές. Ο καθηγητής Campos e Cunha εντόπισε σηµαντικές οµοιότητες θεσµικού κενού και αδυναµιών του συστήµατος διακυβέρνησης, τόσο στην Πορτογαλία, όσο και στην Ελλάδα. Ενώ υπάρχουν σηµαντικές διαφορές στις εµπειρίες των χωρών, η αποτυχία των συστηµάτων διακυβέρνησης αποτέλεσε κοινό παράγοντα αποσταθεροποίησης και στις τρεις περιπτώσεις. Στη 2 η συνεδρία, έγινε αναφορά στο νέο πλαίσιο διακυβέρνησης που διαµορφώνεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στην ανάλυση της Ελληνικής κρίσης 2
από τη σκοπιά των διεθνών οργανισµών, παρέχοντας χρήσιµα παραδείγµατα µε άλλες χώρες που εφάρµοσαν αντίστοιχα µεταρρυθµιστικά προγράµµατα. Ο ρ. Zslot Darvas από το Bruegel Institute, µίλησε για τους νέους µηχανισµούς και θεσµούς που εγκαθιδρύονται στην Ε.Ε., µε σκοπό τον συντονισµό της οικονοµικής διακυβέρνησης, κάνοντας ιδιαίτερη αναφορά στο εργαλείο του Ευρωοµόλογου, στις κυρώσεις προς τις απείθαρχες χώρες (εκφράζοντας σοβαρό σκεπτικισµό σχετικά µε την άσκησή τους σε χώρες όπως η Ελλάδα) και στη µετάβαση προς το νέο σύστηµα διακυβέρνησης, επισηµαίνοντας παράλληλα τα διαρθρωτικά προβλήµατα της ελληνικής οικονοµίας και τον σοβαρό κίνδυνο µερικές χώρες να µπλοκάρουν µελλοντικές αποφάσεις. Ο ρ. Ed Brau ανάδειξε την ανάγκη εφαρµογής του Μνηµονίου από εγχώριες πολιτικές δυνάµεις αποσαφηνίζοντας το συµβουλευτικό ρόλο του IMF και υποστήριξε ότι, το θεσµικό κενό της Ελλάδας εµπεριέχει τη δυνατότητα σηµαντικής και τάχιστης οικονοµικής ανάπτυξης. Παράλληλα επισήµανε ότι οποιαδήποτε µορφή αναδιάρθρωσης δεν λύνει ουσιαστικά κανένα πρόβληµα αν δεν συνοδευτεί από ριζικές µεταρρυθµίσεις και τόνισε την ανάγκη πληρέστερης ενηµέρωσης του πληθυσµού για τα οφέλη που θα προκύψουν από την πλήρη εφαρµογή του Μνηµονίου. Η κα Μιράντα Ξαφά ανέλυσε την πρόταση των Gros-Mayers για την επίλυση της κρίσης στην Ευρωζώνη, η οποία παρέχει τη δυνατότητα επιτυχούς αντιµετώπισης της κρίσης χρέους στην Ευρωπαϊκή περιφέρεια χωρίς χρεοκοπίες. Η πρόταση αυτή παρουσιάζει οµοιότητες µε την εφαρµογή των οµολόγων Brady που έδωσαν οριστική λύση στη κρίση χρεών της Λατινικής Αµερικής τη δεκαετία του 1980. Στην 3η συνεδρία, έγινε αναφορά στη θέση και το ρόλο της Ελλάδας στον Κόσµο. Ο καθηγητής κος Τσούκαλης αναφέρθηκε στη σχέση Ελλάδας και ΕΕ, η οποία δρα εκσυγχρονιστικά, χωρίς όµως, να είναι ελεύθερη παρενεργειών, ιδίως λόγω της ενίσχυσης κάποιου εφησυχασµού ότι πόροι θα είναι πάντα διαθέσιµοι. Άλλοτε υπάρχει αξιοποίηση της σχέσης αυτής για το καλό της χώρας, άλλοτε 3
δηµιουργεί συνθήκες για διαφθορά και διαιώνιση ενδεχόµενων παθογενειών. Η αλλαγή έγκειται σε µια ειρηνική επανάσταση, ώστε η πολιτική ηγεσία και η δηµόσια διοίκηση να αλλάξουν συµπεριφορά µε την εκσυγχρονιστική επίδραση να υπερτερεί της συντηρητικής διάστασης. Ο καθηγητής κος Παγουλάτος ανέδειξε µε τη σειρά του τους παράγοντες που οδηγούν σε απόκλιση ή σε σύγκλιση συµπεριφορών στα πολιτικά κόµµατα, στη δηµόσια διοίκηση και στην κοινωνία γενικότερα. Ανέλυσε επίσης αυτό που ονόµασε «παράδοξο εξωτερικού περιορισµού» (όσο παραχωρείται δηλαδή ανεξαρτησία στις Βρυξέλλες, τόσο αυξάνεται η αναποτελεσµατικότητα του κράτους) και το «κυβερνητικό παράδοξο» (παρόλη την ισχύ δηλαδή της εκτελεστικής εξουσίας δεν υπάρχει αποτελεσµατικότητα στην κρατική µηχανή). Η ποιότητα της σχέσης δηµόσιας διοίκησης και πολιτικής ηγεσίας είναι κακή. Η αλλαγή θα έλθει από παράγοντες αλλαγής και από πολιτικούς νεωτερισµούς επηρεασµού των συµπεριφορών. Στην 4 η Συνεδρία έγινε αναφορά στο ζήτηµα των θεσµών, των αξιών και του πολιτικού συστήµατος. Ο κ. Αλιβιζάτος, εξετάζοντας το ρόλο της αναθεώρησης του Συντάγµατος στην έξοδο της Ελλάδας από την κρίση, υπογράµµισε το κρίσιµο ζήτηµα της κοµµατοκρατίας στην Ελλάδα και τον τρόπο µε τον οποίο επηρεάζεται ο δηµόσιος διάλογος µέσω της αλαζονείας και της αυταρέσκειας που προσδίδει στο κυβερνών κόµµα η πλειοψηφία των 151 βουλευτών. Επίσης, χαρακτηριστικό γνώρισµα του τρόπου διακυβέρνησης αποτελεί και ο «πρωθυπουργοκεντρισµός», φαινόµενο το οποίο, σε συνδυασµό µε την έλλειψη άλλων σοβαρών θεσµικών αντιβάρων οδηγεί ταχύτερα σε δυσµενή αποτελέσµατα για τη χώρα. Σηµαντική παρατήρηση του κ. Αλιβιζάτου αφορούσε στις συµµαχικές κυβερνήσεις και στο διάλογο που εξετάζει τη δυνατότητα υιοθέτησης µιας τέτοιας κυβέρνησης στην Ελλάδα. Στο πλαίσιο αυτό, ο κ. Αλιβιζάτος θεωρεί πως στη χώρα µας εκλείπει η πολιτική κουλτούρα συναίνεσης 4
που θα µπορούσε να αποτελέσει πρόσφορο έδαφος για τέτοιους κυβερνητικούς σχηµατισµούς. Ο δεύτερος οµιλητής, κ. Καλύβας, αναφέρθηκε στη σηµασία των αξιών στη διαµόρφωση του πολιτικού σκηνικού, και ειδικότερα στα τρία επίπεδα αξιών (νοοτροπία, ιδεολογία, θεσµοί). Σύµφωνα µε τον κ.καλύβα, βραχυπρόθεσµα µόνο οι θεσµοί, δηλαδή «οι κανόνες του παιχνιδιού» µπορούν να αλλάξουν. Η ανάλυση του κ. Καλύβα επικεντρώθηκε στους τρόπους ανάπτυξης αυτών των αξιών και αλληλεπίδρασής τους µε κοινωνικές συµπεριφορές. Ο µετασχηµατισµός των θεσµών αλλάζει τις συµπεριφορές µέσω των κινήτρων, υπονοώντας ότι σε πρώτη φάση αλλάζει η συµπεριφορά χωρίς να αλλάξει η νοοτροπία και σε δεύτερη φάση, µέσω της επανάληψης, µετασχηµατίζεται η νοοτροπία. Το πρόβληµα είναι ότι οι χαµένοι των µεταρρυθµίσεων βρίσκονται σε κοµβικές θέσεις, πράγµα το οποίο καθιστά τις µεταρρυθµίσεις αυτού του τύπου ως πρόταση αυτοκατάργησης. Όλα αυτά οδηγούν στο φλέγον ερώτηµα: ποιο θα είναι το Endgame για την Ελλάδα; Η διαδικασία µετάβασης στην οποία, αδιαµφισβήτητα, βρίσκεται η Ελλάδα µας οδηγεί στο κρίσιµο δίληµµα της οµαλής και της ανώµαλης µετάβασης σε ένα νέο πολιτικό σκηνικό. Τέλος, ο κ. Βούλγαρης υπογράµµισε στην οµιλία του τη µετατροπή της οικονοµικής και δηµοσιονοµικής κρίσης σε κρίση πολιτικής και διακυβέρνησης. Αναλύοντας τις αιτίες της σηµερινής κατάστασης, επισηµάνθηκε ότι οι αλλαγές στο πολιτικό σύστηµα έχουν ήδη αρχίσει και υπογραµµίστηκε η ανάγκη για εγρήγορση, λόγω της κρισιµότητας της κατάστασης. Το σηµαντικό ερώτηµα που έθεσε ο κ. Βούλγαρης αφορούσε στις δυνατότητες παρέµβασης της κοινωνίας των πολιτών: η πρόταση του κ. Βούλγαρη, και τον ευχαριστούµε για αυτό, είναι να προτείνει ουσιαστικά αυτό που κάνει το ΙΟΒΕ, δηλαδή να τίθενται προβληµατισµοί και να προωθείται ο διάλογος, όσον αφορά στον τρόπο µετάβασης σε ένα νέο σύστηµα διακυβέρνησης. Στην 5 η και τελευταία Συνεδρία έγινε αναφορά στην οικονοµική διακυβέρνηση και δηµόσια διοίκηση. 5
Ο Καθηγητής κος Αχιλλέας Μητσός θεωρεί σηµαντική την αναφορά στην ανάγκη λογοδοσίας. Ο Καθηγητής κος Χαρίδηµος Τσούκας στην οµιλία του, υπογράµµισε ότι το πρόβληµα της δηµόσιας διοίκησης έχει δοµή φαύλου κύκλου, το οποίο για να λυθεί απαιτείται ο αυτοπεριορισµός ενός αποδεδειγµένα αναποτελεσµατικού και εν πολλοίς φαύλου πολιτικού συστήµατος, εις όφελος της ενίσχυσης της ανεξαρτησίας του διοικητικού συστήµατος. Τέλος, ο κος Παναγής Βουρλούµης πρότεινε την αφαίρεση από τους πολιτικούς της δυνατότητας «πρόσβασης» στην στελέχωση και λειτουργία της ηµόσιας ιοίκησης. Μια πρώτη καθολική θα έλεγα διαπίστωση είναι ότι το πρότυπο ανάπτυξης που ακολουθήσαµε τα τελευταία χρόνια έχει χρεοκοπήσει οριστικά. Και όταν λέω πρότυπο ανάπτυξης δεν εννοώ µόνο την οικονοµική πλευρά. Αναφέροµαι στο σύνολο των οικονοµικών, κοινωνικών, ιδεολογικών και πολιτικών παραγόντων που -ανεξάρτητα από τις όποιες θετικές ή αρνητικές επιπτώσεις τους στο παρελθόν- οδήγησαν τελικά στην κρίση. Η δεύτερη διαπίστωση, στην οποία επίσης συµφωνούµε όλοι αφορά τα κύρια χαρακτηριστικά του νέου προτύπου ανάπτυξης και διακυβέρνησης που πρέπει να υιοθετήσουµε τώρα: Ένα σύγχρονο θεσµικό πλαίσιο. Μια σχέση των πολιτών µε τους θεσµούς που θα βασίζεται στο σαφή, ορισµό ρόλων και υποχρεώσεων του καθενός. Ένα σύγχρονο, δίκαιο φορολογικό σύστηµα που θα αποκλείει τη φοροδιαφυγή και τη διαφθορά. Ένα αποτελεσµατικό αποδοτικό κράτος που δεν θα δαπανά περισσότερα απ όσα εισπράττει. 6
Ένα πολιτικό σύστηµα που θα απαλλαγεί από τη δυναστεία του εφήµερου πολιτικού κόστους και θα στρέψει τον ορίζοντα του στο µέλλον. Μια φροντίδα για το φυσικό µας περιβάλλον που να µην κρύβει συµφέροντα και χωρίς άσκοπες υπερβολές. Τελικά, ένα περιβάλλον που θα διευκολύνει την υγιή επιχειρηµατικότητα, την οικονοµική ανάπτυξη και την κοινωνική ευηµερία. Για όλα αυτά ακούσαµε σήµερα αναλυτικές εισηγήσεις και ενδιαφέρουσες, εφαρµόσιµες προτάσεις. Οι δυο αυτές βασικές διαπιστώσεις συγκεντρώνουν την οµοφωνία όχι µόνο των συµµετεχόντων σ αυτή την εκδήλωση. Εκφράζουν και ένα µεγάλο µέρος του πολιτικού κόσµου, αλλά και την πλειονότητα, πιστεύω, της κοινωνίας. Όµως, παρά την ευρεία αποδοχή ενός αιτήµατος ριζικής αλλαγής, η διαδικασία της µετάβασης από το παλαιό στο νέο δεν έχει αποκτήσει την ορµή την αποφασιστικότητα και τα χαρακτηριστικά που θα έπειθαν ότι η διαδικασία αυτή είναι ανέκκλητη. εν υπάρχει καµία αµφιβολία ότι τον τελευταίο χρόνο έχουν γίνει πολλά. Και το ΙΟΒΕ είναι το τελευταίο που θα επιχειρούσε να ελαχιστοποιήσει τη σηµασία των αλλαγών που έχουν πραγµατοποιηθεί. Εκείνο όµως που δεν έχει γίνει είναι η ανεπιφύλακτη στράτευση του πολιτικού κόσµου και της κοινωνίας σε µια στρατηγική συνολικού εκσυγχρονισµού της οικονοµίας και της χώρας. Επικρατούν έτσι πολιτικές, πρακτικές και συµπεριφορές που αναιρούν στην πράξη την µεταρρυθµιστική βούληση, συντηρούν την αβεβαιότητα στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και υπονοµεύουν την εφαρµογή όποιων αλλαγών αποφασίζονται. Τα παραδείγµατα είναι πολλά: Μεταρρυθµίσεις που αποφασίζονται αρχικά, στην πορεία, τροποποιούνται και αποδυναµώνονται για να περιορισθεί το ενδεχόµενο πολιτικό κόστος. Υπονοείται συχνά ότι αλλαγές που επιχειρούνται είναι επιταγές των ξένων και υπό άλλες συνθήκες δεν θα είχαν αποφασισθεί. 7
Πολιτικές που είναι αδήριτη αναγκαιότητα µέσα στις σηµερινές συνθήκες, συσκοτίζονται µε εκτός τόπου και χρόνου ιδεολογικούς όρους. Νοµοθετούνται αλλαγές, οι οποίες στην συνέχεια δεν εφαρµόζονται, µε την ταχύτητα που απαιτείται. Υποστηρίζεται συχνά η ανάγκη µιας «άλλης πολιτικής», η οποία στην ουσία συνιστά επιστροφή στις δοκιµασµένες και αποτυχηµένες συνταγές του παρελθόντος. Με τους ίδιους όρους του παρελθόντος- οργανώνονται οι αντιδράσεις οµάδων συµφερόντων, µε κύριο αίτηµα να µην αλλάξει τίποτα και να διατηρήσουν προνόµια που απολαµβάνουν εις βάρος του κοινωνικού συνόλου. Συντηρείται πρόσφατα η φιλολογία περί αναδιάρθρωσης του χρέους µε την ανοµολόγητη ελπίδα ότι κάποιοι άλλοι θα µπορούσαν να υποστούν το κόστος που αρνούµεθα να καταβάλουµε εµείς. εν εξηγείται απερίφραστα η κατάσταση στην οποία βρισκόµαστε, τα διλήµµατα που πρέπει να αντιµετωπίσουµε και κυρίως οι αναπόφευκτες και ανεξέλεγκτες συνέπειες της αποτυχίας. Με τις παλινωδίες αυτές φτάσαµε σήµερα στο σηµείο να συζητούνται και να θεωρούνται ως λύσεις αποφάσεις που αναιρούν τον ευρωπαϊκό προσανατολισµό της χώρας και οδηγούν την οικονοµία στην περιθωριοποίηση και τον µακροχρόνιο µαρασµό. Από την σηµερινή ηµερίδα προέκυψε µε σαφήνεια ότι οι πρακτικές αυτές οδηγούν µε µαθηµατική βεβαιότητα σε εξελίξεις που θα έχουν πολλαπλάσιες αρνητικές επιπτώσεις από το κόστος που καλούµεθα να καταβάλουµε σήµερα. Προέκυψε επίσης ότι χρειάζεται σήµερα η επανεκκίνηση της µεταρρυθµιστικής προσπάθειας που θα στηριχθεί σε οριστική ρήξη µε το παρελθόν, θα απορρίψει πρακτικές και νοοτροπίες που µας οδήγησαν στην κρίση, θα αµφισβητήσει µε παρρησία παγιωµένες βεβαιότητες και κεκτηµένα, θα 8
περιγράψει µε σαφήνεια την αντικειµενική πραγµατικότητα, τους κινδύνους, τα βήµατα που απαιτούνται και τον τελικό στόχο. Απ όλα αυτά είναι σαφές ότι η απάντηση στο ερώτηµα που έθεσε ο κ. Ιωαννίδης και µας απασχόλησε σήµερα «µπορεί το υφιστάµενο σύστηµα διακυβέρνησης να φέρει εις πέρας την ριζική αναδιάταξη της οικονοµίας;» είναι κατηγορηµατική: όχι, αν δεν αλλάξει το ίδιο το σύστηµα. Και η αλλαγή αυτή πρέπει να αρχίσει τώρα. Είναι αλήθεια ότι θεσµοί, νοοτροπίες, αξίες και συµπεριφορές που οφείλονται σε ιστορικούς και πολιτιστικούς παράγοντες και διαµόρφωσαν το σύστηµα διακυβέρνησης, αλλάζουν δύσκολα και σε βάθος χρόνου. Όµως η κρίση που περνάµε σήµερα δεν µοιάζει σε τίποτα µε όσες έχουµε περάσει στο πρόσφατο ή και στο πιο µακρινό παρελθόν. Είναι µια διαιρετική τοµή ανάµεσα στο πριν που µας έφερε εδώ και στο µετά, που είναι άδηλο και θα εξαρτηθεί από τη δική µας αντίδραση. Σε τέτοιες περιόδους που ο χρόνος συµπυκνώνεται, οι αλλαγές πρέπει να επιταχυνθούν δραµατικά. Στην προσπάθεια αυτή έχουµε όλοι σηµαντικό µερίδιο υποχρέωσης συµβολής και καθήκοντος ανάληψης υποχρεώσεων. Τον καθοριστικό όµως ρόλο επωµίζεται το πολιτικό σύστηµα, η εξουσία, που, στο σύνολο της, πρέπει να σηµάνει συναγερµό, να χαράξει κατευθύνσεις, να προωθήσει χωρίς δισταγµούς τις αλλαγές και κυρίως να κινητοποιήσει την κοινωνία πείθοντας την ότι η προσπάθεια και οι θυσίες θα έχουν αποτέλεσµα. Το πολιτικό σύστηµα πρέπει να θέσει ξεκάθαρα τα διλήµµατα και να αναλάβει τον ηγετικό ρόλο που του ανήκει. Τίθεται όµως το ερώτηµα κάτα πόσο το πολιτικό σύστηµα είναι σε θέση να επιδεικνύει τη βούληση να αλλάζει το ίδιο συµπεριφορά. Ποιό είναι δηλαδή το φυσικό πρόσωπο που θα ηγηθεί αυτής της διαδικασίας µετάλλαξης αναλαµβάνοντας την ευθύνη και τις υποχρεώσεις που είναι συνυφασµένες µε αυτήν κάθε αυτήν την ηγεσία. Είναι βέβαια φανερό ότι για να γίνει αυτό πρέπει να αλλάξει το ίδιο, αφήνοντας πίσω τις λογικές του παρελθόντος: το πολιτικό κόστος, την πελατειακή εξάρτηση από οµάδες συµφερόντων, τον συγκρουσιακό του χαρακτήρα ακόµη και για 9
ζητήµατα στα οποία συµφωνούν όλοι, τον βραχυχρόνιο ορίζοντα που δεν ξεπερνά τα δυο χρόνια, την απεγνωσµένη προσκόλληση του σε επικοινωνιακά τεχνάσµατα, τον φόβο της ρήξης µε το παρελθόν. Και το κρίσιµο ερώτηµα παραµένει: Μπορεί το πολιτικό σύστηµα να αλλάξει συντεταγµένα και προς την κατεύθυνση που θα ανταποκρίνεται στις σηµερινές και µελλοντικές µας ανάγκες; Ή, η γενικευµένη δυσπιστία της κοινωνίας, η απαξίωση της πολιτικής και η διστακτικότητα των κοµµάτων θα πυροδοτήσει ανεξέλεγκτες διεργασίες µε καταστροφικά αποτελέσµατα όχι µόνο για την οικονοµία; Θέλω να πιστεύω και να ελπίζω ότι θα συµβεί το πρώτο. Και στηρίζω την ελπίδα µου στη διαπίστωση ότι η ελληνική κοινωνία διαθέτει δυνάµεις που κατανοούν ότι για να προχωρήσουµε στην οικονοµία απαιτούνται ριζικές αλλαγές σε όλο το σύστηµα διακυβέρνησης. Οι δυνάµεις αυτές διατρέχουν οριζόντια όλη την ελληνική οικονοµία και κοινωνία. Βρίσκονται στις επιχειρήσεις, στα σχολεία και στα πανεπιστήµια, σε όλα τα πολιτικά κόµµατα, στα συνδικάτα και στις επαγγελµατικές οργανώσεις του ιδιωτικού τοµέα ακόµα και στα ΜΜΕ. Και είµαι βέβαιος ότι αντιπροσωπεύονται δυναµικά µέσα σ αυτήν την αίθουσα. Πιστεύω ότι δυνάµεις αυτές είναι ισχυρές και πολυπληθείς, αλλά διάσπαρτες και µε αδύναµη φωνή, µέσα σ ένα κλίµα που κυριαρχεί η καταστροφολογία και ο λαϊκισµός. Αν όµως κινητοποιηθούν δηµιουργικά θα µπορούσαν να συµβάλουν στην αλλαγή του πολιτικού συστήµατος, να εµπλουτίσουν τον προβληµατισµό των κοµµάτων, να βελτιώσουν τη διαχειριστική ικανότητα των µηχανισµών και να αποτελέσουν την κύρια κοινωνική οµάδα που θα στηρίξει ενεργά την πορεία προς µια σύγχρονη, ευηµερούσα, ευρωπαϊκή Ελλάδα. Εύχοµαι η σηµερινή Ηµερίδα να είναι απαρχή αυτής της ενεργητικής κινητοποίησης._ 10