Á Ñ È Ñ Á Ã Í Ù Ì Ç Ó Πόσο ευοδώθηκε η ελληνική ευρωπαϊκή πολιτική; Κωνσταντίνα Ε. Μπότσιου Ε ίναι κοινή παραδοχή ότι η συµµετοχή της Ελλάδας στην ευρωπα κή ολοκλήρωση είχε τριπλό στόχο: πρώτον, να της εξασφαλίσει οικονοµική ανάπτυξη και ευηµερία, δεύτερον να εδραιώσει τους δηµοκρατικούς θεσµούς, τρίτον να ενισχύσει την ασφάλειά της. Αυτό το τρίπτυχο αποτέλεσε προτεραιότητα για τον Κωνσταντίνο Καραµανλή όταν κατέστησε την ευρωπα κή πολιτική τη µεγάλη εθνική πολιτική, επιδιώκοντας αρχικά τη σύνδεση της Ελλάδας µε την ΕΟΚ το 1961 και µετά το 1974 την πλήρη ένταξη στις Ευρωπα κές Κοινότητες. Οι επιµέρους στόχοι συνδέονταν µεταξύ τους µε µία συνολική στρατηγική: η συµµετοχή στην Ευρωπα κή Κοινότητα θα οδηγούσε την Ελλάδα σε ένα βαθύ κοινωνικό µετασχηµατισµό, επιβάλλοντας µεταρρυθµίσεις στο κράτος, στην οικονοµία και στις κοινωνικές δοµές, µεταρρυθµίσεις που δεν µπορούσε να επιτύχει µόνη της. Γι αυτό η ευρωπα κή πολιτική ήταν ο µείζων εθνικός στόχος, που θα ενέτασσε οριστικά την Ελλάδα στη ύση και, όχι τυχαία, η ευρωπα κή πορεία προχώρησε παράλληλα µε τις τοµές της Μεταπολίτευσης. Πράγµατι, αν κοιτάξουµε τη διαδροµή των τελευταίων 30 ετών, η Ελλάδα έχει αλλάξει δραµατικά µέσω της Ευρώπης. Η χώρα γνώρισε µία πρωτόγνωρη πολιτική σταθερότητα και οι Έλληνες µια πρωτόγνωρη ευηµερία, αν αναλογιστούµε ποιες ήταν οι συνθήκες ζωής ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ 10 9
Ö É Ë Å Ë Å Õ È Å Ñ Ç στην Ελλάδα µέχρι τη δεκαετία του 70. Στον τοµέα της ασφάλειας, είναι προφανές ότι µείζονα εθνικά ζητήµατα δεν µπορούν να εκχωρηθούν στον «αυτόµατο πιλότο» της Ευρωπα κής Ένωσης (Ε.Ε.). Αλλά η Ε.Ε., θέλοντας και µη, δηµιουργεί υψηλό κόστος για κράτη ή άλλους δρώντες που αντιπαρατίθενται µε τα µέλη της. Μολονότι δεν είναι ένας κλασικός οργανισµός ασφάλειας, ωστόσο λειτουργεί για τα µέλη του ως ασπίδα αποτροπής απειλών. Στην περίπτωση της Ελλάδας, οι πιέσεις της Τουρκίας δεν εξέλιπαν, αλλά η συµ- µετοχή της χώρας στην Ε.Ε. την έκανε εξαιρετικά διστακτική να ασκήσει βία. Στα προβλήµατα που αντιµετώπισε η Ελλάδα µε πρώην σοσιαλιστικές χώρες των Βαλκανίων, η Ε.Ε. δεν έδωσε άµεσα λύση, αλλά, προσφέροντας την ενταξιακή προοπτική, µείωσε την αποτελεσµατικότητα αδιάλλακτων θέσεων. Για τη χώρα µας δε η Ευρώπη προσέφερε ένα µοναδικό πρόσθετο πλεονέκτηµα: την ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε., γεγονός που άµβλυνε ένα βασικό πρόβληµα ασφάλειας και για την Κύπρο και για την Ελλάδα. Στις ωφέλειες που προέκυψαν από την ευρωπα κή πορεία της Ελλάδας προσµετράται και η ευρεία διακοµµατική συναίνεση ως προς τη σηµασία της συµµετοχής µας στην Ευρώπη. Στην πλειονότητά τους οι Έλληνες πολίτες και τα πολιτικά κόµµατα θεωρητικά τουλάχιστον θεωρούν ζωτική για τη χώρα τη συµµετοχή της στην Ε.Ε. και αντίστοιχα, εφιαλτικό το σενάριο να βρεθεί η Ελλάδα εκτός Ε.Ε. ή εκτός ευρωζώνης. Πρόκειται για µεγάλη βελτίωση, αν σκεφτούµε την αρνητική στάση των περισσότερων κοµµάτων της αντιπολίτευσης, όταν η Νέα ηµοκρατία έδινε ουσιαστικά µόνη τη µάχη για την ένταξη στην Ευρώπη σε αντίθεση µε τη συλλογική υποστήριξη που έλαβε δύο δεκαετίες αργότερα το εγχείρηµα ένταξης στην ευρωζώνη. Στις καλές εποχές, είναι φυσικό να αναλογιζόµαστε περισσότερο τις επιτυχίες παρά τις αποτυχίες µιας στρατηγικής επιλογής. Ωστόσο, η παρούσα οικονοµική κρίση, που πλήττει ιδιαίτερα σκληρά την Ε.Ε. και την Ελλάδα, ήρθε να αναδείξει και αδυναµίες της ευρωπα κής µας πολιτικής. Κυρίως µας αναγκάζει να σκεφτούµε σε ποιο βάθος φτάνουν οι ευρωπα κές κατακτήσεις µας, όπως επίσης πόσο 10 ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ 10
Á Ñ È Ñ Á Ã Í Ù Ì Ç Ó Η αντίδραση στη συνεχή και έγκαιρη προσαρµογή στις οικονοµικές, θεσµικές και ιδεολογικές συνθήκες της Ε.Ε. είχε οδυνηρά για τη χώρα και τους πολίτες αποτελέσµατα. (φωτό από κινητοποίηση κατά της µεταρρύθµισης του ασφαλιστικού συστήµατος) στέρεες είναι η ευηµερία, η δηµοκρατία και η ασφάλεια που κερδίσαµε. Γνωρίζουµε ότι προ πόθεση για να διαφυλάξουµε τα όσα κατακτήσαµε και για να έχουµε µέλλον στην Ευρώπη είναι να συµµετέχου- µε στο σκληρό πυρήνα της. Αναγκαία συνθήκη είναι η συµµετοχή στα κοινοτικά όργανα, αλλά ικανή συνθήκη είναι η συνεχής και έγκαιρη προσαρµογή στις οικονοµικές, θεσµικές και ιδεολογικές συνθήκες της Ε.Ε. Χωρίς αυτή τη συνεχή εξέλιξη, η Ευρώπη µπορεί να προκαλέσει «µεγάλες οδύνες», όπως προειδοποιούσε ως υπουργός Συντονισµού, πριν από 50 χρόνια, κατά τη Σύνδεση µε την ΕΟΚ, ο Παναγής Παπαληγούρας, ένας ένθερµος θιασώτης της ευρωπα κής ολοκλήρωσης. Όµως, η Ελλάδα δεν θεώρησε προτεραιότητα την προσαρµογή στους ρυθµούς της Ε.Ε. Αντίθετα, επικράτησε η αντίληψη των εξαιρέσεων και των καθυστερήσεων ως µια σεβαστή εθνική ιδιαιτερότητα. Επίσης, δεν συνειδητοποιήσαµε πόσο γρήγορα άλλαζε η Ε.Ε. ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ 10 11
Ö É Ë Å Ë Å Õ È Å Ñ Ç και οι διεθνείς συνθήκες µετά το τέλος του Ψυχρού Πολέµου και ότι στη διευρυµένη Ένωση έπρεπε να κάνουµε διπλή προσπάθεια για να παραµείνουµε ανταγωνιστικοί απέναντι στα νέα µέλη και συµµέτοχοι στη λήψη αποφάσεων. Ορθώς ή όχι, η ευρωπα κή ολοκλήρωση είναι πολιτική διαδικασία, αλλά περνάει µέσα από την οικονοµία. Η αποτυχία της χώρας µας να τηρήσει τις επιταγές της ευρωζώνης είναι προφανής και δεν χρειάζεται περαιτέρω ανάλυση. Το αποτέλεσµα είναι ότι σήµερα η πίεση των πραγµάτων οδηγεί σε οδυνηρά και εν πολλοίς άδικα µέτρα, γιατί δεν υπάρχει πλέον χρόνος και ανοχή. Το βλέπουµε στο ασφαλιστικό, στη φορολογία, στην υγεία, στην παιδεία, γενικά σε ολόκληρο το φάσµα του κράτους που, και πάλι αποκλίνοντας έντονα από τον ευρωπα κό µέσο όρο, είναι το κυρίαρχο µέγεθος στην οικονοµία, άρα το κυρίαρχο µέγεθος και στην οικονοµική κρίση. Με την οικονοµική υστέρηση συνδέεται και ένα άλλο έλλειµµα: το έλλειµµα θεσµικής προσαρµογής. Ξεκίνησε πανηγυρικά µε την πολιτική αστερίσκων του ΠΑΣΟΚ τη δεκαετία του 80, αλλά συνεχίστηκε σε µεγάλο βαθµό µέχρι σήµερα. Η µη εναρµόνιση µε την κοινοτική πολιτική και την κοινοτική νοµοθεσία επιφέρει στην Ελλάδα τεράστια πρόστιµα και βαθαίνει την απόσταση που µας χωρίζει από τον ευρωπα κό µέσο όρο. Αυτό µας καθιστά ουραγούς σε πολλούς δείκτες, θέση αδικαιολόγητη για µια χώρα που είναι πλήρες µέλος εδώ και 30 περίπου χρόνια, άρα είχε πολλές και µεγάλες ευκαιρίες να λύσει προβλήµατα µέσω της Ευρώπης. Μία τρίτη αδυναµία ή αποτυχία είναι ότι η Ελλάδα δεν κατανόησε πως η ανοχή τής Ε.Ε. σε ελλείµµατα προσαρµογής που είναι µια σοβαρή ευθύνη της έβλαπτε πολύ περισσότερο εµάς παρά την ίδια την Ένωση. Η εύκολη ευηµερία, δηλαδή το εύκολο παρόν, έκανε τους Έλληνες απρόθυµους να επενδύσουν στο µέλλον, θεωρώντας ότι και αυτό θα είναι εξίσου ρόδινο. εν επενδύσαµε αρκετά στην ανταγωνιστικότητα, στην αειφορία, στην παιδεία, στους νέους µε µια λέξη, στο µέλλον. Η Ελλάδα θεώρησε επίσης ότι η ανοχή της Ένωσης δεν θα δοκιµαστεί σε κρίση. Βλέπουµε, όµως, σήµερα, που ολόκληρη η Ευρώπη δοκιµάζεται και φτωχαίνει, πόσο εύκολα εξα- 12 ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ 10
Á Ñ È Ñ Á Ã Í Ù Ì Ç Ó ντλήθηκε, ώστε ένα παραδοσιακό εργαλείο, η «πίεση των εταίρων», συνδέεται πια µε ποινές. Ο µηχανισµός στήριξης είναι ένας καινοφανής συνδυασµός στήριξης και ποινής ταυτόχρονα προς τις χώρες όπου η κρίση αποκάλυψε χρόνιες αδυναµίες και παθογένειες στη συνέργεια του κράτους µε την οικονοµία και την κοινωνία. Παθογένειες που «αποκαλύφθηκαν» πρόσφατα στους εταίρους µας όχι τόσο από ανάγκη κάθαρσης, όσο για λόγους πολιτικής σκοπι- µότητας, πολλαπλασιάζοντας το κόστος που πληρώνουν σήµερα οι Έλληνες. Με αυτό τον τρόπο, η ποινή φτάνει να επισκιάζει τη στήριξη. Ποια είναι η συνισταµένη των επιµέρους αποτυχιών της Ελλάδας στην Ευρώπη; Είναι πρόβληµα βαθιά ιδεολογικό, που παράγει σοβαρά πολιτικά αποτελέσµατα. εν ενσωµατώθηκε στη νοοτροπία µας και στην κοσµοαντίληψή µας η αρχική στρατηγική, ότι δηλαδή η Ευρώπη δεν είναι απλώς πηγή πόρων για ξόδε- µα ήταν εν πολλοίς αυτό, και µάλιστα κατά τρόπο αλόγιστο, αλλά κυρίως µοχλός για ένα συνολικό και µακρόπνοο εκσυγχρονισµό θεσ- µών και πολιτικών, κράτους και οικονοµίας. Είναι κάτι που αντελήφθησαν αυτόµατα, για παράδειγµα, οι πρώην σοσιαλιστικές χώρες µετά το τέλος του Ψυχρού Πολέµου. Ο κοινωνικός µετασχηµατισµός στην Ελλάδα ακινητοποιήθηκε στο σοσιαλιστικό πρότυπο της δεκαετίας του 80, που ήταν εν τη γενέσει του αντιευρωπα κό και αντιφιλελεύθερο. Η ρητορική και οι πολιτικές άλλαξαν Ο διάχυτος προβληµατισµός των χωρών-µελών της Ε.Ε. για την οικονοµική της διακυβέρνηση προαναγγέλλει µία περίοδο ανακατατάξεων, µε έµφαση στην αναβάθµιση της πολιτικής στην ευρωπα κή οργάνωση.... Ιδιαίτερα αν η Ε.Ε. εµµείνει στην προσπάθεια να αναδείξει το ευρώ σε διεθνώς ανταγωνιστικό παράγοντα, προσπάθεια που ξεκίνησε ήδη στα τέλη της δεκαετίας του 80, θα ανακύψει επιτακτική ανάγκη για την πολιτική ενδυνάµωση της Ένωσης. Είναι µία προοπτική από την οποία η Ελλάδα δεν µπορεί να λείψει ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ 10 13
Ö É Ë Å Ë Å Õ È Å Ñ Ç στο µεταξύ, αλλά δοµές και νοοτροπίες διατήρησαν την αδράνειά τους, όπως συνήθως συµβαίνει µε τις τοµές που επιχειρούν να επιβάλουν κυρίαρχα ιδεολογικά πρότυπα. Το αποτέλεσµα είναι ότι οι αντιστάσεις στον ουσιαστικό «εξευρωπα σµό» έχουν ριζώσει στο πολιτικό σύστηµα και στην ίδια την κοινωνία που τρέφεται, ακόµα και τώρα, µε τριτοκοσµικές αυταπάτες και σοβιετικού τύπου ιδεολογήµατα για το τι είναι η ανάπτυξη, ο ρόλος του κράτους, η ιδιωτική πρωτοβουλία, η ανώτατη παιδεία, η ατοµική ελευθερία. Από µία σκοπιά, η σηµερινή κρίση είναι µια µεγάλη ευκαιρία, οδυνηρή, αλλά µεγάλη ευκαιρία, να κάνουµε µεταρρυθµίσεις που δεν κάναµε επί δεκαετίες, να ξαναβρούµε τις δυνάµεις µας και να στηριχθούµε σε αυτές, για να σχεδιάσουµε, όχι απλώς πώς θα φτάσουµε σε δέκα χρόνια εκεί που βρισκόµαστε σήµερα, αλλά πώς θα βρεθούµε µπροστά, στο µέλλον. Για να γίνει αυτή η επιστροφή στο µέλλον, το βέβαιο είναι ότι χρειαζόµαστε περισσότερη, όχι λιγότερη, Ευρώπη. Ο διάχυτος προβληµατισµός των χωρών-µελών της Ε.Ε. για την οικονοµική της διακυβέρνηση προαναγγέλλει µία περίοδο ανακατατάξεων, µε έµφαση στην αναβάθµιση της πολιτικής στην ευρωπα κή οργάνωση. Μικρές χώρες, όπως η Ελλάδα, υπήρξαν παραδοσιακά οι περισσότερο ωφεληµένες όποτε η Ε.Ε. έδινε προτεραιότητα σε πολιτικά κριτήρια. Η ίδια η ένταξή της στις Ευρωπα κές Κοινότητες όπως της Πορτογαλίας και της Ισπανίας και πολλών χωρών της ανατολικής Ευρώπης προωθήθηκε µε αυτή τη λογική. Ιδιαίτερα αν η Ε.Ε. εµµείνει στην προσπάθεια να αναδείξει το ευρώ σε διεθνώς ανταγωνιστικό παράγοντα, προσπάθεια που ξεκίνησε ήδη στα τέλη της δεκαετίας του 80, θα ανακύψει επιτακτική ανάγκη για την πολιτική ενδυνάµωση της Ένωσης. Είναι µία προοπτική από την οποία η Ελλάδα δεν µπορεί να λείψει. Η κ. Κωνσταντίνα Ε. Μπότσιου είναι Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Σύγχρονης Ιστορίας και ιεθνούς Πολιτικής στο Πανεπιστήµιο Πελοποννήσου και Γενική ιευθύντρια του Ινστιτούτου ηµοκρατίας Κωνσταντίνος Καραµανλής. 14 ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ 10