ΠΝΙ 10Ν Κ)'ΡΙ 11 ΤΟΝ ΛΑΟΝ ΣΟ)' ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ



Σχετικά έγγραφα
Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 4 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 2 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω.

Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα.

- Γιατρέ, πριν την εγχείρηση δεν είχατε μούσι... - Δεν είμαι γιατρός. Ο Αγιος Πέτρος είμαι...

17.Β. ΜΙΚΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΟ 4 - ΧΑΤΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΑΡΙΑ

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

Μαρία Κωνσταντινοπούλου Ψυχολόγος - ειδική παιδαγωγός

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη

Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό:

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε.

Ιωάννα Κυρίτση. Η μπουγάδα. του Αι-Βασίλη. Εικονογράφηση Ελίζα Βαβούρη ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ

Λήστευαν το δημόσιο χρήμα - Το B' Μέρος με τους αποκαλυπτικούς διαλόγους Άκη - Σμπώκου

Κάτι μου λέει πως αυτή η ιστορία δε θα έχει καλό

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών

17.Β. ΜΙΚΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΟ 2 - ΧΑΤΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΑΡΙΑ

Modern Greek Beginners

ΙΑ ΧΕΙΡΙΣΗ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ

:00:11:17 00:00:13:23. Έλα δω να δεις :00:13:23 00:00:15:18. Η Χλόη είναι αυτή; :00:16:21 00:00:18:10. Ναι.

Χαμπάρι ο Γιαννάκης. Η μάνα χαμηλώνει το στερεοφωνικό... Ο Γιαννάκης επιτέλους, γυρίζει! Βλέπει τη μάνα... θυμώνει... της βάζει τις φωνές...

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ. Εργασία για το σπίτι. Απαντούν μαθητές του Α1 Γυμνασίου Προσοτσάνης

Κείμενα Κατανόησης Γραπτού Λόγου

Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Ο νονός μου είναι ο καλύτερος συγγραφέας τρελών ιστοριών του κόσμου.

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

Ελάτε να ζήσουμε τα Χριστούγεννα όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά

ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ. ΑΡΗΣ (Συναντώνται μπροστά στη σκηνή ο Άρης με τον Χρηστάκη.) Γεια σου Χρηστάκη, τι κάνεις;

Φωνή: Θανούλη! Φανούλη! Μαριάννα! Φανούλης: Μας φωνάζει η μαμά! Ερχόμαστε!

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

Αυτήν εκεί την κοπελιά την ξέρεις; Πού είναι τα παιδιά; Γιατί δεν είναι μέσα στις τάξεις τους;

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

Όροι και συντελεστές της παράστασης Ι: Αυτοσχεδιασμός και επινόηση κειμένου.

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Σκηνή 1η Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι

Το δικό µου σκυλάκι. Ησαΐα Ευτυχία

Χριστούγεννα. Ελάτε να ζήσουμε τα. όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά

Α ΜΕΡΟΣ ΤΙΤΑ ΑΡΗΣ ΤΙΤΑ ΑΡΗΣ ΤΙΤΑ

Κατερίνα Χριστόγερου. Είμαι 3 και μπορώ. Δραστηριότητες για παιδιά από 3 ετών

Τριγωνοψαρούλη, μην εμπιστεύεσαι ΠΟΤΕ... αχινό! Εκπαιδευτικός σχεδιασμός παιχνιδιού: Βαγγέλης Ηλιόπουλος, Βασιλική Νίκα.

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

Κάποια μέρα, όπως όλοι παντρεύονται, έτσι παντρεύτηκε και ο Σοτός. Σον ρωτάει η γυναίκα του:

Bίντεο 1: Η Αµµόχωστος του σήµερα (2 λεπτά) ήχος θάλασσας

Modern Greek Beginners

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ Π Ρ Ω Τ Η Σ Ε Ι Ρ Α Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

Ρένα Ρώσση-Ζαΐρη: Στόχος μου είναι να πείσω τους αναγνώστες μου να μην σκοτώσουν το μικρό παιδί που έχουν μέσα τους 11 May 2018

Αποστολή. Κρυμμένος Θησαυρός. Λίνα Σωτηροπούλου. Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη

2. Από προς Τι κάνουν ο Αλέξανδρος και ο Δημήτρης στα δωμάτιά τους; Εσύ τι κάνεις με τον υπολογιστή;

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt

Το παραμύθι της αγάπης

Εκείνη την ώρα μπαίνει το διοικητικό συμβούλιο. Ακης Πολύ αργά! Κατά φωνή Μουσίτσα Κι ό γάιδαρος! Μην ανησυχείτε. Θα σας το διαβάζω εγώ στα κρυφά!

ΤΖΑΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ. Επιλεγμένα ποιήματα. Μέσα από την Αγάπη. γλυκαίνει καθετί πικρό. το χάλκινο γίνεται χρυσό

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

Σκηνή 1 η. Μπαίνει η γραμματέας του φουριόζα και τον διακόπτει. Τι θες Χριστίνα παιδί μου; Δε βλέπεις που ομιλώ στο τηλέφωνο;

Μια μέρα καθώς πήγαινα στο σπίτι είδα έναν κλέφτη να μπαίνει από το παράθυρο και να είναι έτοιμος να αρπάξει τα πάντα...

Μεγάλο βραβείο, μεγάλοι μπελάδες. Μάνος Κοντολέων. Εικονογράφηση: Τέτη Σώλου

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ»

6. '' Καταλαβαίνεις οτι κάτι έχει αξία, όταν το έχεις στερηθεί και το αναζητάς. ''

μέρα, σύντομα δε θα μπορούσε πια να σωθεί από βέβαιο αφανισμό, αποφάσισε να ζητήσει τη βοήθεια του Ωκεανού.

Δύο ιστορίες που ρωτάνε

ΜΕΡΟΣ Ι. Τυμπανιστής:

Πώς γράφεις αυτές τις φράσεις;

Ποια είναι η ερώτηση αν η απάντηση είναι: Τι έχει τέσσερις τοίχους;

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΕΙΡΑ Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν 02

Οι αριθμοί σελίδων με έντονη γραφή δείχνουν τα κύρια κεφάλαια που σχετίζονται με το θέμα. ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΜΑΘΗΜΑ

Μαθαίνω να κυκλοφορώ ΜΕ ΑΣΦΑΛΕΙΑ. Σεμινάρια Κυκλοφοριακής Αγωγής για παιδιά Δημοτικού 6-8 ετών. Ινστιτούτο Βιώσιμης Κινητικότητας & Δικτύων Μεταφορών

Εκμυστηρεύσεις. Πετρίδης Σωτήρης.

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

Πρόσωπα: Αφηγητής- 5 παιδιά: \ Άγιος Βασίλης

12. Σχέδια για το καλοκαίρι

ΤΟ ΓΙΟΡΝΑΝΙ ΜΕ ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΓΑΡΟΥΦΑΛΛΑ

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

Καθηγητής: Λοιπόν, εδώ έχουμε δυο αριθμούς α και β. Ποιος είναι πιο μεγάλος. Λέγε Ελπίδα.

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΟΔΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

Κωνσταντινίδου Αγγελίνα του Χρήστου, 8 ετών

17.Α.ΜΕΓΑΛΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΟ 1 - ΧΑΤΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΑΡΙΑ

Ερωτηματολόγιο Προγράμματος "Ασφαλώς Κυκλοφορώ" (αρχικό ερωτηματολόγιο) Για μαθητές Δ - Ε - ΣΤ Δημοτικού

Γεια σας, παιδιά. Είμαι η Μαρία, το κοριτσάκι της φωτογραφίας, η εγγονή

Ερωτηματολόγιο Προγράμματος "Ασφαλώς Κυκλοφορώ" (αρχικό ερωτηματολόγιο) Για μαθητές Β - Γ Δημοτικού

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

A READER LIVES A THOUSAND LIVES BEFORE HE DIES.

Ενότητα 7. πίνακας του Γιώργου Ιακωβίδη

Συγγραφή: Αλεξίου Θωμαή ΕΠΙΠΕΔΟ: A1 ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ - ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ ΓΡΑΠΤΟΥ ΛΟΓΟΥ. ΑΠΟ:

Γεννηθήκαμε και υπήρξαμε μωρά. Κλαίγαμε, τρώγαμε, γελάγαμε, κοιμόμασταν, ξυπνάγαμε, λερωνόμασταν.

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΠΑΡΕΝΟΧΛΗΣΗ. ΝΑΤΑΣΑ (Μέσα στην τάξη προς το τέλος του μαθήματος) ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ Η Γη, κυρία Νατάσα, έχει το σχήμα μιας σφαίρας.

Μια φορά και ένα καιρό, σε μια μουντή και άχρωμη πόλη κάπου στο μέλλον, ζούσαν τρία γουρουνάκια με τον παππού τους. Ο Ανδρόγεως, το Θρασάκι και ο

Transcript:

ΠΝΙ 10Ν Κ)'ΡΙ 11 1) 1) ΤΟΝ ΛΑΟΝ ΣΟ)' ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ

ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ ΠΝΙΞΟΝ, ΚΥΡΙΕ, ΤΟΝ ΛΑΟΝΣΟΥ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΑΝΝΑ ΔΟΥΚΟΥΡΗ

ΠΡΩΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: Σεπτέμβριος 2000 Εικόνα Εξωφύλλου: Γιάννης Ρουμπούλιας Σχέδια: Davide Vecchiato Συγγραφέας και τίτλος πρωτοτύπου: Giobbe Covatta, Dio lί [α e ροί lί αccoppα

Ημέρα πρώτη Εν αρχή έστι το σκότος. Είναι τρεις το πρωί και έρεβος τυλίγει το σπίτι του Ροζάριο. Έχει τόση λαύρα σαν να είναι Ιούλιος, και αυτό ακριβώς συμβαίνει: ένας ιδιαίτερα ζεστός Ιούλιος. Ο Ροζάριο κοιμάται, ή τουλάχιστον το παλεύει. Στάλες ιδρώτα, μεγάλες σαν νταμιτζάνες των 24 λίτρων, στολίζουν το πρόσωπό του. Ο Ροζάριο στο σπίτι του δεν έχει ένα κοινό κλιματιστικό, έχει αρκουδίσιον: η μπόχα από τον ιδρώτα έχει κάτι από αρκουδίλα. Για να έχει λίγη ψύξη, έχει αφήσει ανοιχτή την κατάψυξη με τον ανεμιστήρα μέσα. Μολοντούτο, τα σεντόνια του είναι τόσο μουσκεμένα, λες και σφούγγισαν όλα τα αμαρτήματα του κόσμου. Κάτω από το κρεβάτι υπάρχει μια τόσο μεγάλη λακκούβα με νερό, ώστε ο ένοικος του από κάτω διαμερίσματος έχει κιόλας ειδοποιήσει τον διαχειριστή. Η φανέλα και η πιτζάμα του Ροζάριο έχουν κολλήσει επάνω του σαν γιγαντοαφίσες. Από το παράθυρο αναβοσβήνει το φως μιας πιτσαρίας που προβάλλει στον τοίχο, σε τακτά χρονικά διαστήματα, την επιγραφή «Τζιτζίνο ο γκέι, η πίτσα που καίει». Και 7

μόνο η επιγραφή θα έκανε έναν Μασάι να ιδρώσει. Το μοναδικό δραστήριο πράγμα είναι τα κουνούπια, μεγάλα σαν τσοπανόσκυλα, ή μάλλον σαν τσοπαναραίοι. Είναι λαίμαργα σαν αλιγάτορες και τόσα πολλά, ώστε από τον πύργο ελέγχου εκπονείται σχέδιο πτήσης για να αποφεύγονται τα αεροπορικά δυστυχήματα. Ολόκληρος ο τοίχος έχει γίνει πουά, σαν σκυλί της Δαλματίας, από τα κουνούπια που ο Ροζάριο κατάφερε να κάνει λιώμα με το παπούτσι του τις τελευταίες ώρες. Ένα κουνούπι με μάστερ στην αεροναυπηγική, με τον αριθμό 913 κολλημένο στο στήθος και βάρους 18 κιλών, ετοιμάζει επίθεση. Ο Ροζάριο, στον ύπνο του, εκτοξεύει ένα μοκασίνι χρησιμοποιώντας την ίδια δύναμη που βάζει ο Μακενρό. Ένας καινούριος λεκές 1,34 τετραγωνικών μέτρων α ποτυπώνεται στον τοίχο. Δύο κατσαρίδες, για να α ποφύγουν την κίνηση, ξεκινούν για τις διακοπές τους στις τρεις και πέντε τα χαράματα: το ιδανικό ωράριο για να μην πέσουν σε μποτιλιάρισμα στους υπονόμους. Τότε ακούγεται μια φωνή: «Γενηθήτω φως!» Α μέσως το πορτατίφ του κομοδίνου ανάβει, αλλά ο Ροζάριο δεν ανοίγει τα μάτια του. Και τότε ακούγεται ξανά η φωνή: «Γενηθήτω περισσότερο φως!» Αμέσως ανάβει το πολύφωτο του δωματίου, αλλά ο Ροζάριο δεν ανοίγει τα μάτια του. Και τότε η φωνή ακούγεται ανυπόμονη: «Γενηθήτω πολύ περισσότερο φως!» Αμέσως ανάβουν όλες οι λάμπες του σπιτιού, η τηλεόραση, το βίντεο, ο ηλεκτρικός φακός, ο φούρνος, το φωτάκι του θερμοσίφωνα, και από τον ουρανό κατεβαίνει καταπάνω στο πρόσωπο του Ροζάριο ένας 8

στροβοσκοπικός προβολέας με φωτορυθμικά σε στιλ ντισκοτέκ. «Ποιος είναι;» μουρμουρίζει ο Ροζάριο στον ύπνο του. Και η φωνή: «Ροζάριο, τι κάνεις, κοιμάσαι;» «Μπα, φαίνεται;» «Ροζάριο, σταμάτα να κοιμάσαι!» «Μμμμ... Μα ποιος είναι;... Ποιους είσ';... Τι θέ';» «Ροζάριο, ξύπνα! Είμαι ο Θεός». «Ποιος;» «ο Θεός!» «Μμμμ... Κι εγώ είμαι η Αφροξυλάνθη Μπισμπιρίκου». «Εγώ είμαι αυτός που δημιούργησε το φως!» «Ναι αμέ. Κι εγώ είμαι αυτός που πλήρωσε τον λογαριασμό!» «Εγώ είμαι αυτός που έπλασε τα ζώα!» «... Με τη Μαντλίν Ολμπράιτ πάντως το παράκανες, το ίδιο και με τα κουνούπια». Και λέγοντας αυτά ο Ροζάριο, στην προσπάθειά του να σκοτώσει έ να, δίνει στον εαυτό του ένα τόσο γερό χαστούκι, που βγάζει νοκ-άουτ τρεις τραπεζίτες. Ο Θεός συνεχίζει: «Εγώ είμαι αυτός που δημιούργησε τ' άστρα και τους πλανήτες και τα έβαλε να περιπλανιούνται». «Κι εγώ περιπλανιέμαι σαν την άδικη κατάρα. Είμαι Πρωταθλητής Ευρώπης σ' αυτό. Σκέψου ότι είμαι αναγκασμένος να κάνω μπάνιο με το διαβατήριο στο στόμα γιατί, τόσο που περιπλανιέμαι, θα διασχίσω καμιά ώρα την Αδριατική χωρίς να το καταλάβω και θα φτάσω στην Αλβανία». 9

Ο Θεός αρχίζει να χάνει την υπομονή του: «Εγώ είμαι αυτός που βρίσκεται στον ουρανό, στη γη και παντού». «Τυχεράκια! Εγώ είμαι πάντα εδώ, ακόμη και τον Δεκαπενταύγουστο». «Εγώ είμαι ο πανταχού παρών!» «Είσαι παντού;» «Ναι». «Σε κάθε μέρος;» «Ναι». «Ακόμη και στην τουαλέτα, όταν κάποιος κάνει τσίσα του;» «Ναι». «... Πανα"ίτσα μου, τι αδιακρισία και τούτη!» Τώρα ο Θεός έχει χάσει για τα καλά την υπομο- 10

νή του: «Εγώ είμαι ο Προαιώνιος: δημιουργημένος εκ του μηδενός!» «Κι εγώ νιώθω ένα μηδενικό. Αμάν πια!» «Εγώ είμαι αυτός που μετενσαρκώθηκε σε άνθρωπο!» «Κι εγώ κάποιες Απόκριες είχα ντυθεί θεός, αλλά έχει περάσει πολύς καιρός από τότε». «Εγώ είμαι αυτός που είναι Ένας και Τρεις!» «Κι εγώ είμαι αυτός που πεινάει για τρεις». «Εγώ είμαι ο πάνσοφος!» «Αυτός που τρώει τα πάντα;» «Αυτός λέγεται παμφάγος, βλάκα. Κόψε τα μασκαραλίκια, ως εδώ και μη παρέκει! Η απέραντη υ πομονή μου έχει και τα όριά της!» Ο θεός εκδηλώνεται σε όλη του τη μεγαλοπρέπεια και οργανώνει πάραυτα έναν παγετώνα: ο ιδρώτας στερεοποιείται στο μέτωπο του Ροζάριο και τα μουσκεμένα σεντόνια γίνονται σκληρά σαν ελενίτ. Αρχίζει να χιονίζει από το ταβάνι, η λακκούβα με το νερό κάτω από το κρεβάτι μεταμορφώνεται σε πίστα του πατινάζ και οι δυο κατσαρίδες αναβάλλουν την αναχώρηση και ξεκινούν έναν αγώνα χόκε"ί. Τα κουνούπια φοράνε τα άνοράκ τους και μερικά βάζουν κι εφημερίδες από κάτω. Η πόρτα του διαμερίσματος ανοίγει και μπαίνει ένας Λάπωνας μ' ένα έλκηθρο που το σέρνουν σκυλιά, ο οποίος ζητάει ν' ανεβάσουν τη θέρμανση. Ο Ροζάριο, κατατρομαγμένος, κατεβαίνει με κόπο α πό το κρεβάτι και πέφτει σε μια χαράδρα, όπου έχει παραισθήσεις: βλέπει τον Άγιο Βερνάρδο να ελευθερώνει τον λύκο και να φωνάζει «Η μέρα φεύγει, το 11

Johnny Walker έρχεται!» Βγαίνει aπό τη χαράδρα σε κακό χάλι: το φανελάκι και το παντελόνι της πιτζάμας του είναι σκληρά σαν κατεψυγμένα μπακαλιαράκια και τα κοκαλωμένα γένια και το μουστάκι του τον κάνουν να μοιάζει με διασταύρωση φώκιας και Ά γιου Βασίλη. Τα δόντια του χτυπούν σαν καστανιέτες και παίζει ένα ανδαλουσιάνικο φλαμέγκο. Με λίγα λόγια, ο Ροζάριο είναι τρομοκρατημένος λες και είδε ταινία του Ντάριο Αρτζέντο, και κάτι παραπάνω: λες και είδε τον Ντάριο Αρτζέντο αυτοπροσώπως. Πέφτει στα γόνατα και αναφωνεί: «Ήμαρτον Κύριε, δεν σε αναγνώρισα! Νόμιζα πως είσαι ο Μικέλε Πελέκια, ο τύπος του τετάρτου ορόφου που μου σκαρώνει χωρατά μέσα aπ' τον σωλήνα του καλοριφέρ. Ξέρω τώρα πως από εκδίκηση θα με λιώσεις στο χώμα σαν σκουλήκι, θα με γδάρεις σαν κουνέλα, θα με ψήσεις σαν αρνάκι στο φούρνο με πατάτες, θα με aπoκεφαλίσεις σαν...» «Βρε συ... Ποιος σου 'πε πως έχω τέτοιον χαρακτήρα;» Ένας κεραυνός πέφτει από το πολύφωτο και α νοίγει έναν μικρό κρατήρα στο κέντρο του δωματίου. Ο Ροζάριο τινάζεται: «Γνωρίζω τον άνθρωπο και, καθώς ξέρω ότι τον δημιούργησες κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσίν σου, νόμιζα πως ισχύει και το αντίθετο...» «Ε όχι! Ο άνθρωπος δημιούργησε εμένα κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσίν του». Το πολύφωτο πέφτει στον κρατήρα που είχε αφήσει ο κεραυνός. Ο Θεός συνεχίζει: «Και τώρα, Ροζάριο, ας αφήσουμε κατά μέρος αυτά τα ασήμαντα και 12

ας περάσουμε στα σοβαρά: πώς είναι το επίθετό σου;» «Σάνσα». «Πότε γεννήθηκες;» «Στις 11 Ιουνίου 1956». «Πού;» «Στη Νάπολη, αλλά...» Ο Ροζάριο είναι aπορημένος: «... είσαι σίγουρος πως είσαι ο Κύριος και δεν είσαι του Ανακριτικού;» «Μα καλά, χαζός είσαι;» «Συγγνώμη, αλλά κάνεις κάτι ερωτήσεις!» «Αυτό είναι άνω ποταμών: εγώ, του Ανακριτικού! Πού να το πω και να με πιστέψουν! Μπρος, δίπλωμα και άδεια κυκλοφορίας! Φtoυ!... Τι με βάζεις και λέω; Α, ρε Ροζάριο!» Η βροντερή φωνή του Θεού κάνει - τον Ροζάριο, που μόλις έχει αρχίσει να ξεψύχεται, να τρέμει: «Μάλιστα, Κύριε!» «Έχω ένα σχέδιο που σε αφορά. Εγέρθητι!» Ο Ροζάριο σηκώνεται: «Ευχαριστώ, Κύριε». «Λοιπόν, άκουσέ με. Θυμάσαι τον Νώε;» «Βεβαίως», αυτοσχεδιάζει ο Ροζάριο, <<τον αξέχαστο Νώε: τον σεντερφόρ της Ουντινέζε!» «Ροζάριο, τι λες; Βλάκα!» «Όχι ε; Στάσου, στάσου...» Ο Ροζάριο ξαναδοκιμάζει: «Νώε: ο σπουδαίος τενίστας!» «Αυτός είναι ο Νοά, ηλίθιε!» «Σωστά, ο Νοά! Τότε μήπως ο Νώε είναι... ο τραγουδιστής στο κυριακάτικο σόου της τηλεόρασης;» «Όχι, ζώον!» 13

Ο Ροζάριο μουρμουρίζει: «Μα το ξέρω!... Ήθελα να δω αν το ήξερες εσύ! Ο Νώε δεν είναι τραγουδιστής, είναι... ο μοναχικός ταξιδευτής;» «Μπράβο, σωστά! Ο μοναχικός ταξιδευτής». Ο Ροζάριο ανακουφισμένος παίρνει μια βαθιά α νάσα: «Ωραία, και τώρα που θυμηθήκαμε τον Νώε, Κύριε, τι κάνουμε;» «Σκεφτόμουν να κάνω άλλον έναν κατακλυσμό». Ο Ροζάριο πανικοβάλλεται. «Άλλον έναν κατακλυσμό;» «Ναι, Ροζάριο, και οι άγιοί μου θα με βοηθήσουν σ' αυτό! Ο Άγιος Υπάτιος θα στείλει τα ύδατα, η Α γία Βαρβάρα τους κεραυνούς, η Μαντόνα θα κάνει τη μουσική επένδυση και ο Άγιος Γεώργιος...» Ο Ροζάριο επεμβαίνει: «Θα στείλει αλεύρι από τους μύλους του...!» Έπειτα, με παραπονεμένη φωνή: «Κύριε, σε παρακαλώ, άκουσέ με... Γιατί θέλεις να κάνεις άλλον έναν κατακλυσμό;» «Το ρωτάς κι από πάνω; Δεν βλέπεις τι μπάχαλο που έχει γίνει η γη; Εκμεταλλευτήκατε μια στιγμή α φηρημάδας μου και καταστρέψατε τα πάντα!... Και να σκεφτεί κανείς πως δεν έλειψα πάνω από πεντακόσιες χιλιάδες χρόνια! Ίσα ίσα για να τακτοποιήσω τα πράγματα στον πλανήτη Μανόκιο, στο σύστημα του Σκουακουερόνε, στον αστερισμό του Γκουιντερντόνε... Οι ένοικοι έκαναν φασαρία όλη νύχτα, και στον πλανήτη Φράπολα, στον από κάτω όροφο, παραπονιόντουσαν. Αναγκάστηκα να τους διακόψω το μισθωτήριο και να κάνω κι εκεί έναν κατακλυσμό. Ύστερα γύρισα, και κοίτα δω καταστροφή! Αλλά ως 14

εδώ και μη παρέκει: σε επτά ημέρες δημιούργησα τα πάντα και σε άλλες επτά θα τα καταστρέψω!» «Κύριε, με όλο τον σεβασμό: αυτό δεν μοιάζει με θρησκευτική έννοια, αλλά με το καταστατικό της μαφίας!» φωνάζει απελπισμένο ς ο Ροζάριο. «Κύριε, σ'. εξορκίζω, μην το κάνεις! Κι ύστερα το ξέρω ότι το τέλος θα 'ναι όπως στον Τιτανικό, θα σωθούν μόνο αυτοί της πρώτης θέσης!» «Σώζονται μόνο αυτοί που διαλέγω εγώ! Κι εγώ διάλεξα εσένα, Ροζάριο! Μόνο εσύ είσαι άξιος να κατασκευάσεις την κιβωτό που θα σε σώσει!» Ο Ροζάριο τα χάνει: «Εγώ... στην κιβωτό; Μα... μα γιατί, τι δουλειά έχω 'γω;» Ο Θεός χαμογελά μεγαλόψυχα: «Μη μου κάνεις τον σεμνό, Ροζάριο! Σε βρήκα στον "Χρυσό Οδηγό" και ξέρω ότι είσαι πολύ έμπειρος με τις ψυχές!» Ο Ροζάριο δεν καταλαβαίνει: «Με τις ψυχές;» «Μα βέβαια! Είσαι ο διευθυντής του πρακτορείου "Ψυχαγωγία και Αναψυχή", ή δεν είσαι;» Ο Ροζάριο τα παίζει. «Ναι, ναι, αλλά... φοβάμαι πως έγινε κάποιο λάθος!» «Κανένα λάθος! Εσύ θα είσαι ο μόνος που θα σώσω, γιατί από σένα, που φροντίζεις και μελετάς τις ψυχές, θ' αρχίσει μια καινούρια φυλή, θεοσεβούμενη καταπώς πρέπει... Εμπρός, Ροζάριο, ετοιμάσου!» Ο Ροζάριο κομπιάζει, ψάχνοντας τα κατάλληλα λόγια για να εξηγηθεί: «Κύριε, σ' ευχαριστώ για την εμπιστοσύνη που τρέφεις στο άτομό μου, όμως... έχει γίνει παρεξήγηση. Εγώ δεν ασχολούμαι με ψυχές, αλλά με θεάματα!» 15

«Ω, να πάρ' η οργή!» βρίζει ο Ύψιστος. «Γιατί, αμαρτία είναι;» ρωτάει ο Ροζάριο. «Όχι, δεν νομίζω πως είναι... Ή μπορεί και να είναι, εξαρτάται... Τι είδους θεάματα;» «Μανατζάρω αρτίστες... Αρτιστάρες, για να είμαστε ειλικρινείς! Έχω έναν καταπληκτικό Σιτσιλιάνο μάγο. Καταπληκτικό... Χμ, φυσιολογικό θα έλεγα! Είναι και μάντης: κάνει προβλέψεις, αλλά δεν καταφέρνει να μαντέψει ούτε τον καιρό. Τον πήρα γιατί ήταν ένα φυτό: μαστουρωνόταν και τον λυπήθηκα. Χάρη σ' εμένα έκοψε τα ναρκωτικά κι έγινε ένας μαλάκας. Έτσι τώρα του δίνω λεφτά για να μαστουρώνει πάλι. Καλύτερα φυτό παρά μαλάκας, Κύριέ μου. Άσε που η μαστούρα έχει και τα προτερήματά της: επί παραδείγματι, είναι άριστος στην ύπνωση... κοιμάται με τις ώρες, χάρη στα ψυχοφάρμακα. Σαν μάγος, δε, είναι εξαιρετικός: εξαφανίζει τα πράγματα από το σούπερ μάρκετ χωρίς να χτυπήσει ο συναγερμός. Εξαφανίζει και τα ραδιοκασετόφωνα από τ' αυτοκίνητα κι ύστερα τα επανεμφανίζει μετά μία εβδομάδα στο παζάρι της Φορτσέλας. Η παράστασή του είναι υπέροχη: μια φορά ήταν πάνω στη σκηνή, φώναξε κάποιον, του πήρε το ρολόι, το έσπασε μέσα σ' ένα κουτί, ύστερα πήρε ένα κρουασάν, και ξέρεις τι υπήρχε μέσα στο κρουασάν, Κύριε;» «Το ρολόι, υποθέτω». «Όχι. Γέμιση κρέμα βανίλιας, Κύριε. Το ρολόι α κόμη το ψάχνει ο ιδιοκτήτης του. Όταν πηγαίνει να δώσει παράσταση, αφήνει το αυτοκίνητο με αναμμένη τη μηχανή έξω από το θέατρο, γιατί δεν ξέρεις τι. 16

γίνεται. Στη μέση της παράστασης, ανάμεσα στο πρώτο και το δεύτερο μέρος, περνάει από την γκαρνταρόμπα, εξαφανίζει τις γούνες, βγάζει το κουνέλι από το καπέλο, το γεμίζει βραχιόλια και την κοπανάει. Η πιο λαμπρή στιγμή της καριέρας του ήταν ό ταν εξαφάνισε μερικά έγγραφα των Μυστικών Υπηρεσιών: ήθελαν να τον κάνουν πρόεδρο της Δημοκρατίας!» Ο Κύριος είναι αμήχανος. «Κι αυτός είναι ο μοναδικός αρτίστας του πρακτορείου σου;» Ο Ροζάριο τον καθησυχάζει: «Όχι, Κύριε, υπάρχει κι ένας φακίρης, πολύ καλός. Λέγεται Καρμίς Κα πέ, είναι από τη Βομβάη. Όχι μέσα από τη Βομβάη... από το Καστελαμάρε... δηλαδή από τα περίχωρα της Νάπολης. Είναι Ινδός, ή τουλάχιστον ινδουιστής: το αληθινό του όνομα είναι Κάρμινε Σκαπέτσε. Καταφέρνει να κάνει έξοχα πράγματα: μπορεί να καταπιεί ένα κουτί μπαταρίες (η)λιθίου χωρίς να πάθει (η)λιθίαση, τρώει λάμπες και ό,τι δίνουν στο αεροπλάνο, μέχρι και στην Μπρίτις Αίργουέης! Είναι ικανός να κρατάει την αναπνοή του με τις ώρες: μπορεί, για παράδειγμα, να πάρει το τρένο τον Δεκαπενταύγουστο, μέσα στον συνωστισμό, και να κάνει τη διαδρομή Νάπολη-Τορίνο χωρίς να βγάλει ποτέ το κεφάλι του από το παράθυρο. Εκπληκτικό! Βέβαια, έ χει πρόβλημα σε μερικά μέρη όταν του φωνάζουν: «Fuck-ίρη, Fuck-ίρη... Πόσο πάει;» Είναι όμως άνθρωπος με ισχυρή θέληση: είναι σε θέση να δει ολόκληρο σόου της Ραφαέλας Καρά χωρίς ν' αλλάξει κα 17

θόλου κανάλι. Κάνει και βιο-ενεργητική: τον βοηθάει να ενεργείται καλύτερα...» Ο Θεός μουρμουρίζει: «Καταλαβαίνω...» Ο Ροζάριο συνεχίζει: «Έχω συμβόλαιο και με μια πεταχτούλα σουμπρέτα. Ήθελε να βρει ένα καλλιτεχνικό ψευδώνυμο, κάπως παιχνιδιάρικο, και τώρα λέγεται Τομπ Ράιντερ. Ξέρει να κάνει τα πάντα, ακόμη και μιμήσεις, αλλά όχι εκείνες των διασήμων, ό πως κάνουν όλοι! Μιμείται πολύ καλά τη μοδίστρα της ή τον μπακάλη της. Όταν την πήρα, δεν ήταν και τίποτα το σπουδαίο: έμοιαζε με διασταύρωση της υ πουργού Γερβολίνο και ενός σωσίβιου. Έκανε το μανεκέν σε τρακτέρ κι εγώ την είχα προσέξει στο περιοδικό "Γυναίκες και μηχανές", απαθανατισμένη ε πάνω σ' ένα όχημα. Στην πραγματικότητα δεν κατάλαβα αμέσως ποιο ήταν το όχημα και ποιο το κορίτσι, έτσι τα πήρα και τα δυο. Από πλευράς σασί ό μως το τρακτέρ ήταν πιο ελκυστικό, γιατί αυτή ήταν συν τοις άλλοις και εντελώς επίπεδη! Έβαζε δυο ψωμάκια στο σουτιέν της και, όταν έβγαινε ραντεβού, έ βαζε μέσα και λίγο σαλάμι, αφού ήξερε ότι θα της το δαγκώσουν. Την έπεισα να φτιαχτεί λίγο με σιλικόνη, όμως, επειδή δεν είχε αρκετά χρήματα, προς το παρόν έφτιαξε μόνο το ένα βυζί: όταν έρθει το δάνειο από την τράπεζα, θα φτιάξει και το δεύτερο, έ τσι για την ώρα μπορεί να δουλεύει μόνο προφίλ! Έ χω κι έναν καταπληκτικό εγγαστρίμυθο: δεν κουνάει τα χείλη του ούτε ένα χιλιοστό. Βέβαια, είναι ο μοναδικός εγγαστρίμυθος που έχει κωφάλαλη μαριονέ- 18

τα, όμως είναι στ' αλήθεια εκπληκτικός: χορεύει κλακέτες χωρίς να κινεί ούτε έναν μυ του προσώπου του.»έπειτα υπάρχει ένας Ναπολιτάνος τραγουδιστής, του ρεύματος των νεομελωδικών και επιπλέον άνεργος. Είναι, δε, ο μοναδικός Ναπολιτάνος τραγουδιστής από την Μπρέσια: μέχρι που κατέληξε και στο βιβλίο Γκίνες, γιατί είναι ο μοναδικός μετανάστης από την Μπρέσια στη Νάπολη.»Όμως το καμάρι του πρακτορείου μου είναι έ νας απίθανος πορνοστάρ: τον φωνάζουν "CX", συντελεστή διεισδύσεως. Έτσι όπως πάνε τα πράγματα τελευταία, θα ήθελε να γίνει πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών: λέει πως έχει τα κατάλληλα προσόντα! Κατά τη γνώμη μου το έχει καβαλήσει λίγο το καλάμι: νομίζει πως είναι ο μοναδικός στον κόσμο σε θέση να σπείρει παιδιά. Όταν είδε πως είχαν δημογραφική αύξηση στην Κίνα, μου είπε: 'Έμ βέβαια, ε κεί πήγα πέρυσι διακοπές!" Ακόμη κι όταν η Ντόλυ, η προβατίνα, απέκτησε παιδί, το σχόλιό του ήταν: "Εγώ το 'κανα"». Ο Ροζάριο θα συνέχιζε να μιλάει με τις ώρες, αν ο Προαιώνιος δεν επενέβαινε: «Καλά, καλά, Ροζάριο, κατάλαβα. Επομένως, όλες εκείνες οι κασέτες είναι το αρχείο των καλλιτεχνών σου...» Ο Ροζάριο τα χάνει και προσπαθεί να κερδίσει χρόνο: «Ποιες κασέλες; Αυτές εκατέρωθεν του κομό;» «Όχι, Ροζάριο, όχι κασέλες. Κασέτες, αυτές που είναι εκεί πίσω...», Ο Ροζάριο, φοβερά αμήχανος, κοιτάζει γύρω του 19

στρίβοντας το κεφάλι του δεξιά κι αριστερά: «Κασόνια; Α, μήπως... εκείνα με τα φρούτα!» «Όχι, Ροζάριο! Εκείνες εκεί: τις βιντεοκασέτες!» «Ααα, εκείνες, Κύριε;» Ο Ροζάριο μουρμουρίζει: «Εκείνες είναι ντοκιμαντέρ». «Α... άρα το Καυτή και ιδρωμένη είναι ένα ντοκιμαντέρ». Ο Ροζάριο, που τα 'χει βρει σκούρα: «Μάλιστα, Κύριε: για τη γρίπη. Άμα κάποιος έχει γρίπη, γίνεται καυτός και ιδρωμένος...» «Και το Στο κρεβάτι με το γαϊδούρι;» «Μάλιστα, Κύριε: δυνατός βήχας, πώς λέμε... γα'ίδουρόβηχας!» «Κατάλαβα... Για να δούμε: Ορεξάτο λαρύγγι, Wαt-εμα 69...» Τα σκούρα για τον Ροζάριο γίνονται μαύρα: «Ό... 'Οχι... α... αυτές αφορούν τις εξελίξεις της ωτορινολαρυγγολογίας από το 1969 και μετά...» - «Κι αυτό το Τρελές γλώσσες;» «Αυτό είναι ένα ντοκιμαντέρ για τις διαλέκτους όλου του κόσμου, Κύριε. Διότι στη θήκη του, όπως βλέπεις, υπάρχουν νέγροι, Κινέζοι... Λίγο πολύ όλες οι φυλές». «Ροζάριο, μα είσαι σίγουρος;» Τα μαύρα γίνονται άραχλα: «Κύριε, δεν είμαι σίγουρος... δεν ξέρω. Δεν τις έχω δει ποτέ μου...» «Ροζάριο, μην ψεύδεσαι, αλλιώς θα σε κεραυνοβολήσω, μα τον Θεό!» Οι τοίχοι του σπιτιού τρέμουν, πέντε πλακάκια του δαπέδου εκτοξεύονται. Η τσα- - ντίλα του Κυρίου φτάνει την έκτη βαθμίδα της κλίμα- 20

κας Ρίχτερ. Ο Ροζάριο γίνεται αλοιφή στο πάτωμα. «Κύριε, φτάνει, σε παρακαλώ! Σκέψου τον πόνο μου: αν με κεντήσεις, δεν θα ματώσω;... Κι αν με χτυπήσεις, δεν θα κλάψω;... Και μήπως δεν κλαίω όταν η Νάπολη πέφτει στη Β' Εθνική; Κι όταν τελειώνουν οι μπαταρίες του κινητού, δεν υποφέρω όπως όλοι; Κύριε, σε παρακαλώ, άκουσε: άκουσε τον πόνο μου!» Και ο Προαιώνιος φαίνεται να τον ακούει: «Σωστά, Ροζάριο, έχεις δίκιο! Δεν αξίζει τον κόπο να χάνω χρόνο μαζί σου. Έχω καταλάβει πως δεν είσαι αυτό που νόμιζα. Δεν σου αξίζει να σωθείς, είσαι χειρότερος από τους άλλους. Και θα πεθάνεις μαζί τους!» Σ' αυτά τα λόγια ο Ροζάριο χλομιάζει τρομοκρατημένος: «Κύριε, σε παρακαλώ, περίμενε! Μη φεύγεις έτσι! Να το συζητήσουμε μια στιγμή! Ποιος είπε πως ούτε εγώ σου κάνω; Ξέρεις, είμαι καλός χριστιανός...» «Και από πού το συμπεραίνεις αυτό;» Έπειτα από σύντομη σκέψη ο Ροζάριο την αμολάει: «Δεν διάβασα ποτέ ούτε τη Βίβλο ούτε το Ευαγγέλιο... όπως όλοι οι καλοί χριστιανοί!» «Αυτό δεν φτάνει!» βροντοφωνάζει ο Θεός θρυψαλιάζοντας όλο το σερβίτσιο των ποτηριών. Ο Ροζάριο στύβει το μυαλό του: «Περίμενε, περίμενε, το βρήκα... Δεν είμαι ρατσιστής! Μάλιστα, ε γώ τους αγαπώ τους έγχρωμους: είμαι εντελώς νεκρόφιλος. Μικρός, όταν μου έλεγε η μαμά μου: "Άμα δεν κοιμηθείς, θα 'ρθει ο αράπης", εγώ έμενα επίτηδες ξύπνιος. Και όπως βλέπεις, κατέφθασαν στη χώρα μου σχεδόν δυόμισι εκατομμύρια από δαύτους! Κι ε- 21

γώ τους αγαπώ όλους: στο φανάρι, όταν ο μαυροτσούκαλος έρχεται να μου πλύνει τα τζάμια του αυτοκινήτου, και τα τζάμια είναι βρόμικα γιατί μου τα έπλυναν στο προηγούμενο φανάρι, εγώ δεν λέω τίποτα. Καταφθάνει μ' αυτό το νερό που είναι ένα σίχαμα και, βζουμ βζουμ βζουμ, μου γεμίζει όλα τα τζάμια οριζόντιες και κάθετες γραμμές, κι εγώ δεν λέω τίποτα. Και την επόμενη φορά σταματάω τέσσερα μέτρα πριν από το φανάρι, για ν' αφήσω τον κακομοίρη τον μαυροτσούκαλο να ξεκουραστεί λιγάκι, όμως αυτός έρχεται καταπάνω μου και κοιταζόμαστε στα μάτια: εγώ πάω τέσσερα μέτρα πιο μπροστά, όμως αυτός με προλαβαίνει και μου πλένει τα τζάμια. Μήπως εγώ τσαντίζομαι, Κύριε; Αμ' δε που τσαντίζομαι». Σιγά σιγά, καθώς ο Ροζάριο μιλάει, το δέρμα του γίνεται όλο και πιο μαύρο, με επιθυμία του Θεού, που διασκεδάζει πολύ παρακολουθώντας τη μεταμόρφωση. Ο Ροζάριο δεν το έχει πάρει είδηση και συνεχίζει να μιλάει: «Αγαπώ ακόμη και τον Αλβανό πρόσφυγα, εκείνον που περνάει με την ταμπελίτσα ''Είμαι πρόσφυγας και έχο έξι αδέρφια", και το έχω με όμικρον, για να δείξει πως είναι πραγματικός πρόσφυγας κι έτσι να εκμεταλλευτεί την προνομιακή του θέση ως πρόσφυγας. Και όταν μου λέει: "Ήρθα με το φουσκωτό... " τσαντίζομαι εγώ, Κύριε; Αμ' δε που τσαντίζομαι, παρόλο που φουσκωτό έχω κι εγώ, αλλά αυτός δεν είναι λόγος για να πηγαίνω και να σπάω τ' αρχίδια του κοσμάκη!» Ο Ροζάριο πλέον εκπέμπει μελανίνη απ' όλους 22

τους πόρους του. Είναι μαύρος σαν το άλογο του Ζορό. «Κι όταν με πλησιάζει ο Κούρδος πρόσφυγας μοστράροντας τη φωτογραφία των παιδιών του και μου λέει: "Δεν έχω λεφτά για να τα θρέψω", εγώ μένω ή ρεμος, βγάζω τη φωτογραφία της πρώην συζύγου μου και απαντώ: "Ούτε εγώ έχω λεφτά για τη διατροφή αυτηνής!" Και τότε αυτός βγάζει όλο το άλμπουμ με τις φωτογραφίες και μου λέει: "Εμείς οι μουσουλμάνοι έχουμε έξι ή εφτά πρώην συζύγους", τσαντίζομαι, Κύριε; Αμ' δε που τσαντίζομαι». Ο Ροζάριο έχει γίνει πια μαύρος σαν το αυτοκίνητο του Μπάτμαν. Και ιδού, ως εκ θαύματος αρχίζει στο διαμέρισμά του μια συνέλευση της Κου Κλουξ Κλαν. «Κι αυτό αρκεί για ν' αποδείξεις πως είσαι καλός χριστιανός;» επεμβαίνει ο Θεός ακριβώς τη στιγμή που τέσσερις κουκουλοφόροι έχουν στριμώξει τον, Ροζάριο και πάνε να του βάλουν φωτιά. «Όχι μόνο αυτό!» ουρλιάζει ο Ροζάριο πανικόβλητος, ενώ προσπαθεί να σβήσει τη φλεγόμενη πιτζάμα του. «Κύριε, είμαι και ειρηνιστής. Το σύνθημά μου είναι "Οι βίαιοι δηλητηριάζουν κι εσένα: απάνω τους!" Πριν από λίγες μέρες, μάλιστα, έλαβα μέρος σε μια διαδήλωση για την ειρήνη: ήταν υπέροχη! Κάναμε δυο ημέρες νηστεία, έπειτα ντυθήκαμε όλοι στα λευκά και κρατώντας πυρσούς κάναμε μια πορεία 25 χιλιομέτρων. Ξαφνικά κάτι νεοναζί σκίνχεντ που μας ακολουθούσαν από το δωδέκατο κιόλας χιλιόμετρο άρχισαν να μας φτύνουν. Ο ειρηνιστής που ήταν μπροστά από μένα έσκυψε και η ροχάλα με πέτυχε στο μάτι. Κοίταξα τον νεοναζί και του είπα: "Πρέπέι 23

να σου σπάσω τα δόντια με τον κασμά και να σου α νοίξω την κούτρα σου, για να σου δώσω να καταλάβεις πως είμαι κατά της βίας;" Αυτός ξανάφτυσε, ο ειρηνιστής ξανάσκυψε, και η ροχάλα με πέτυχε και στο άλλο μάτι». Όσο ο Ροζάριο μιλάει, με επιθυμία του θεού γίνεται όλο και πιο μικρός, αλλά δεν το αντιλαμβάνε- ται: «"Δέξου το στωικά", μου είπε ο ειρηνιστής που ήταν δίπλα μου. "Δεν έχω κασμά", απάντησα εγώ, "αλλά έχω πυρσό!" Και καθώς, αν κάποιος με χτυπήσει στο ένα μάγουλο, εγώ φροντίζω να τον ματοκυλίσω, του επιτέθηκα με τον πυρσό και προσπάθησα να του βάλω φωτιά. Αυτός την κοπάνησε, αλλά τον κυνήγησα...» «Ροζάριο, μα τι κάθεσαι και λες;» τον διακόπτει ο Πανάγαθος, κάπως σκανδαλισμένος. «Συγγνώμη, Κύριε, συγχώρεσέ με, παρασύρθηκα από τον ενθουσιασμό...» Ο Ροζάριο έχει πια δυόμισι πόντους ύψος και βρίσκεται μούρη με μούρη με την κατσαρίδα πατινέρ. Κοιτάζει τη μικρή Τερέζα και παραλίγο να πέσει ο ίδιος τέζα. Τον καταλαμβάνει τρόμος, τα μαλλιά του σηκώνονται κάγκελο. Η έκπληξη είναι μεγάλη και για την κατσαρίδα. Ξανακούγεται η φωνή του θεού: «Απορρίπτεσαι και ως φιλειρηνιστής, Ροζάριο! Και τώρα πρέπει οπωσδήποτε να πηγαίνω...» Με τα μαλλιά ακόμη όρθια από τον φόβο, αλλά ξανά στο 1,74 ύψος, ο Ροζάριο παίζει τα τελευταία του χαρτιά: «Κύριε, σε παρακαλώ, μια στιγμή! Ακόμη δεν σου έχω μιλήσει για την οικολογική μου στρά- 24

τευση! Στην οικολογία είμαι άπιαστος: έχω μαύρη ζώνη στην οικολογία! Είμαι πράσινος! Είμαι Οlκολόπαιδο». Πράγματι, μετά την εμπειρία με την κατσαρίδα, το χρώμα του Ροζάριο είναι πράσινο εμετί: «Έχω κάνει και εφευρέσεις που είχαν στόχο τη διάσωση του πλανήτη μας: σχεδίασα έναν πύραυλο πυρηνικής κεφαλής με αμόλυβδη, για να αποφεύγεται η μόλυνση. Εφηύρα και ένα κυνηγετικό ντουφέκι με την κάννη γυρισμένη 360 μοίρες, έτσι ώστε, όταν ο κυνηγός πυροβολεί, να αυτοκτονεί κατευθείαν. Είμαι πρώτης τάξεως οικολόγος, Κύριε: είμαι new age». «Ψεύτη! Είσαι σαν όλους τους άλλους ανθρώπους: ένας ηλίθιος που καταστρέφει τον πλανήτη του! Το ξέρεις ότι είστε οι πιο μεγάλοι παραγωγοί σκουπιδιών του σύμπαντός μας;» «Κύριε, δεν φταίω εγώ... οι πολιτικοί αναπαράγονται από μόνοι τους, εγώ δεν έχω καμία σχέση!» «Κρετίνε! Μιλάω για τα απορρίμματα!» «Μα εγώ δεν αφήνω ούτε απορρίμματα ούτε υπολείμματα... μέχρι και παπάρες κάνω στη σάλτσα, για να μην αφήνω τίποτα όταν τρώω! Και με το μπαρδόν, αλλά δεν είσαι καλά πληροφορημένος: το σκουπιδαριό εμείς οι δυτικοί το στέλνουμε όλο στον Τρίτο κόσμο...» «Ντροπή σας! Έχετε δηλητηριάσει φυτά και ζώα. Το κρέας των μοσχαριών είναι τίγκα στις ορμόνες!» «Το ίδιο και ο ξάδερφός μου η Μπέτυ, αλλά δεν παραπονιέμαι». «Έχετε μολύνει όλη τη θάλασσα!» «Και βέβαια είναι μολυσμένη η θάλασσα, Κύριε! 2S

Όσο ο κόσμος συνεχίζει να φτύνει στη μάσκα του πριν πάει να βουτήξει, και να μην κάνει ντους πριν μπει στο νερό, η θάλασσα γεμίζει πιτυρίδα!» «Βλάκα! Η θάλασσα είναι δηλητηριασμένη από τις δεκάδες τόνους πετρελαίου που πετάτε μέσα κάθε χρόνο. Σου φαίνεται σωστό;» «Μα φυσικά και δεν είναι σωστό, Κύριε! Εγώ τους μισώ όσους το κάνουν αυτό! Έχω ένα Βόλβο δεκαέξι ετών που καίει σαν Ντακότα της Αεροπορίας. Ξέρεις πόσες φορές θα το φουλάριζα με όλο αυτό το πετρέλαιο;» «Ηλίθιε! Τα ποτάμια είναι γεμάτα αφρό!» «Να βάλουμε μπουγάδα, Κύριε. Ας το εκμεταλλευτού με!». «Σκάσε, κρετίνε! Εσείς φταίτε για το φαινόμενο του θερμοκηπίου...» «Πάντα το 'λεγα, Κύριε: ο κόσμος θα πρέπει να πάψει ν' αναπνέει, αυτοί οι κρετίνοι που κυκλοφορούν πεζοί στους δρόμους δημιουργούν μια ανυπόφορη φωτοσύνθεση. Πες τους να το κόψουν! Δεν τους το σύστησε δα και ο γιατρός ν' αναπνέουν!» «Μα δεν καταλαβαίνεις ότι λόγω του φαινομένου του θερμοκηπίου η θερμοκρασία στον πλανήτη έχει αυξηθεί έναν βαθμό συγκριτικά με πριν από εξήντα χρόνια;» «Το καταλαβαίνω, Κύριε, αν όμως οργανωθούμε λίγο, θα 'μαστε εντάξει... Εγώ θα βγάλω τις κάλτσες μου!» «Και για το Ελ Νίνιο δεν ανησυχείς;» 26

«Μα φυσικά, Κύριε, για τον Νίνιο, για τη Νίνια, για την Πίντα και για τη Σάντα Μαρία, αλλά...» «Το ξέρεις πως το επίπεδο της θάλασσας αυξάνει τρία εκατοστά κάθε χρόνο;» «Ησύχασε, Κύριε! Θα βάλω την πετσέτα λίγο πιο ψηλά και λύνεται το πρόβλημα». «Υπάρχουν πυρκαγιές παντού. Κάθε χρόνο καίγεται η Ελβετία!» «Ας ευχαριστήσουμε την Παναγιά, Κύριε, που καίγεται η Ελβετία». «Μα όχι, βρε κρετίνε, τι κατάλαβες; Εννοώ μια ε πιφάνεια ίση με της Ελβετίας! Δεν καταλαβαίνεις α πολύτως τίποτα και δεν σου αξίζει να σωθείς! Θα πνιγείς μαζί με όλους τους άλλους. Τέτοια τιμωρία σάς αξίζει που μου τρυπήσατε το όζον με τα ηλίθια τα α ποσμητικά σας! Αντίο, Ροζάριο, θα ξανασυναντηθούμε στον ουρανό!» Ο Ροζάριο κλαίει, ξεσπάει σε αναφιλητά: «Κύριε, περίμενε! Έλεος, εμείς δεν θέλαμε να τρυπήσουμε το όζον, αλήθεια! Πάντως τα αποσμητικά δεν είναι ηλίθια όπως λες εσύ... Μιλάς έτσι γιατί δεν βρέθηκες ποτέ σε λεωφορείο τον Αύγουστο. Υπάρχει κόσμος που έχει σταλακτίτες κρεμασμένους από τις μασχάλες του! Εγώ, σου τ' ορκίζομαι, δεν χρησιμοποιώ α ποσμητικό' χρησιμοποιώ το Αρμπρ Μαζίκ, εντάξει; Εντάξει, Κύριε; Κύριε;... Μ' ακούς; Κύριε;» Αλλά ο Κύριος δεν απαντάει. Ο Ροζάριο επιμένει: «Κύριε, πού είσαι;» Παντού σιωπή. Ο Ροζάριο κοιτάζει σε όλα τα δωμάτια, όμως από τον Πανάγαθο δεν υπάρχει ίχνος. Τότε ανοίγει διάπλατα τα Πά- 27

ράθυρα και κοιτάζει ψηλά, με την ελπίδα μήπως καταφέρει κάτι να δει, να συλλάβει ένα ίχνος απ' ό,τι μόλις έγινε. Αλ.λά δεν βλέπει τίποτα: η ημέρα έχει σχεδόν τελειώσει, ο ήλιος δύει και ο ουρανός έχει το κόκκινο της φωτιάς. Ο Ροζάριο αναστενάζει σιγανά και παρατηρεί: «Ξημερώνει και βραδιάζει, και η ζωή μας δεν αλλάζει». Έπειτα κατεβάζει μια νταμιτζάνα Ταβόρ και πέφτει στο κρεβάτι. Και ο Θεός βλέπει πως όλα αυτά είναι αποκαρδιωτικά. Και είναι και πάλι νύχτα. 28

Ημέρα δεύτερη Ξημέρωσε και πάλι. Ο Ροζάριο έχει μόλις σηκωθεί από το κρεβάτι και κοιτάζεται στον καθρέφτη. Οι μαύροι κύκλοι γύρω από τα μάτια του είναι τόσο έ ντονοι, ώστε δεν έχει σακούλες κάτω από τα μάτια του: τις έχει από πάνω. Το πρόσωπό του έχει ένα θλιβερό πράσινο-ακτινιδί χρώμα. Το κεφάλι του τον πονάει, τα αφτιά του σφυρίζουν και στο στόμα του έχει μια γεύση από μύδια σαγανάκι που τους παράπεσε το πιπέρι. Ο Ροζάριο παραπονείται: «Παναιτσα μου, τι νύχτα και τούτη! Και τι ονείρατα... Ο κατακλυσμός, η τρύπα του όζοντος, οι κατσαρίδες, και ο Πανάγαθος να μιλάει, να μιλάει... Σκέτος εφιάλτης!» Και να σου που βροντάει ξανά η γνωστή φωνή: «Καιρός σου ήταν να ξυπνήσεις!» Ο Ροζάριο τινάζεται και δίνει μια κεφαλιά στον καθρέφτη, που σπάει με πάταγο σε χίλια κομμάτια. Ο Ροζάριο σηκώνει το πρόσωπό του προς τον Κύριο και ουρλιάζει: «Ω Θε μου, ώστε είναι αλήθεια!» Ο Πανάγαθος τον κοιτάζει στο πρόσωπο και ουρλιάζει κι αυτός με τη σειρά του: «Ω, εαυτέ μου! Μα ' τι σου συνέβη; Έχεις το μαύρο σου το χάλι!!» 29.

«Εσύ ειδικά με ρωτάς τι μου συνέβη; Πρώτα με τρομοκρατείς με την ιστορία του κατακλυσμού, έπειτα εξαφανίζεσαι λέγοντας ότι δεν θα ξαναγυρίσεις πια, έπειτα γυρνάς και, κοίτα να δεις γκαντεμιά: σπασμένος καθρέφτης σημαίνει εφτά χρόνια γρουσουζιά! Κι αυτή δεν είναι παρά μόνο η δεύτερη ημέρα! /Ιντα ματαγυρεύγεις επαέ;» Ο Πανάγαθος δεν καταλαβαίνει: «Πώς είπες;» Ο Ροζάριο δυσφορώντας: «Μα τι πάνσοφος είσαι, που δεν ξέρεις ούτε ξένες γλώσσες; Ρώτησα τι κάνεις πάλι εδώ! Δεν ήθελες να ψάξεις για κάποιον πιο κατάλληλο από μένα να τον σώσεις;» Ο Πανάγαθος συγκατανεύει απαρηγόρητος. «Και αυτό έκανα! /Εψαξα πρώτα στον "Χρυσό Οδηγό", στην κατηγορία Καλοί άνθρωποι, αλλά δεν βρήκα κανέναν. Τότε κοίταξα στη λέξη Κατασκευαστές κιβωτών, αλλά δεν υπάρχει καν η κατηγορία... βρήκα μόνο Κατασκευαστές κιβωτίων, αλλά τι να τους κάνω; Από κιβώτια έχει γεμίσει ο κόσμος! Σκέφτηκα να κοιτάξω στη λέξη Υδραυλικοί, όμως είναι σκέτη α ντίφαση, κι ύστερα όλοι το ξέρουν: τους υδραυλικούς δεν τους βρίσκεις ποτέ! Τότε άφησα τον "Χρυσό ο δηγό" και υιοθέτησα την τεχνική του πόρτα-πόρτα, ό μως δεν μου πέτυχε καθόλου. /Εναν τον ξύπνησα μέσα στα μαύρα μεσάνυχτα κι έπαθε έμφραγμα. /Ενας άλλος μου είπε: ''Είμαι άθεος. Θα μ' αφήσεις να κοιμηθώ ή θα φωνάξω την αστυνομία;" Τότε σκέφτηκα να πάω σ' έναν παπά. Τον ξύπνησα, όμως αυτός μου είπε: "Δεν το πιστεύω, δεν πά' να κατέβει κι ο ίδιος ο Πανάγαθος!" Επιτέλους βρήκα έναν που κάθισε να 30

με ακούσει και του μιλούσα για μία ώρα. Καθόταν πολύ προσεχτικός, αλλά δεν καταλάβαινε τι του γίνεται. Στο τέλος ανακάλυψα πως ήταν Κινέζος και μάλιστα ταο'ίστής! Απευθύνθηκα και σ' ένα παιδάκι: εμφανίστηκα μπροστά του από το πουθενά και, για να το καθησυχάσω, του εξήγησα πως δεν πειράζω κανέναν, δεν πυροβολώ, δεν σκοτώνω τέρατα, και ξέρεις τι μου απάντησε; Πως είμαι μια παλιά και ξεπερασμένη δισκέτα και με έσβησε μ' ένα μαραφέτι που λέγεται Joyshick!» Ο Ροζάριο επεμβαίνει διορθώνοντάς τον: «Λέγεται Joystick, Κύριε!» Ο Πανάγαθος μοιάζει μπερδεμένος και πικραμένος: «Μα εγώ δεν δημιούργησα τίποτα τέτοιο! Τι σόι πράγμα είναι;» «Τι θα πει τι σόι πράγμα είναι, Κύριε! Είναι δυνατόν να μην ξέρεις το PlayStation;» Ο Πανάγαθος κουνάει το κεφάλι του απαρηγόρητος: «Συνειδητοποίησα πως δεν ξέρω ένα σωρό πράγματα, Ροζάριο. Αυτός ο κόσμος έχει ξεφύγει από τον έλεγχό μου, δεν τον καταλαβαίνω πια! Κάποιος θα 'πρεπε να μου εξηγήσει, να με διδάξει... Ένας καθηγητής, εν ολίγοις!» «Άσ' το καλύτερα!» τον διακόπτει ο Ροζάριο. «Δεν τους ξέρεις εσύ τους καθηγητές». «Κακές εμπειρίες;» ρωτάει ο Πανάγαθος. «Αξέχαστες», απαντάει ο Ροζάριο. «Πώς θα μπορούσα, ω Κύριε, να ξεχάσω τη φιλόλογό μου; Ήταν αστοιχείωτη σαν κούτσουρο: λεγόταν Μαρίνα Παρωλαυτά. Είχε ορθογραφικό λάθος ακόμα και στο όνό- 31