ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΦΑΝΤΑΣΙΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ
Η Ατλαντίδα (στα Αρχαία Ελληνικά: Ἀτλαντὶς νῆσος) είναι ένα μυθικό νησί που πρωτοαναφέρθηκε στους διαλόγους του Πλάτωνα «Τίμαιος» [1] και «Κριτίας» [2] [3]. Στην περιγραφή του Πλάτωνα, η Ατλαντίδα, που βρίσκεται «πέρα από τις Ηράκλειες στήλες», ήταν μια ναυτική δύναμη που είχε κατακτήσει πολλά μέρη της δυτικής Ευρώπης και της Λυβικής, περίπου 9.000 χρόνια πριν τον Σόλωνα (δηλαδή κατά το 9560 π.χ.). Μετά από μια αποτυχημένη προσπάθεια να εισβάλει στην Αθήνα, η Ατλαντίδα βυθίστηκε μυστηριωδώς στο πέλαγος «σε μια μόνο ημέρα και νύχτα ατυχίας». Επειδή είναι μια ιστορία που ενσωματώνεται στους διαλόγους του Πλάτωνα, η Ατλαντίδα θεωρείται γενικά ως παραβολή που κατασκευάστηκε από τον Πλάτωνα για να εξηγήσει τις πολιτικές του θεωρίες. Αν και η ιστορία του Πλάτωνα φαίνεται σαφής στους περισσότερους μελετητές, μερικοί προτείνουν ότι η περιγραφή του είναι εμπνευσμένη από παλαιότερες παραδόσεις. Κάποιοι υποστηρίζουν πως ο Πλάτωνας βασίστηκε σε προηγούμενα γεγονότα, όπως την έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης ή τον Τρωικό πόλεμο, ενώ άλλοι επιμένουν ότι έλαβε έμπνευση από πιο σύγχρονα γεγονότα όπως την καταστροφή της Ελίκης το 373 π.χ. και την αποτυχημένη εισβολή της Σικελίας το 415-413 π.χ. Ωστόσο καινούργιες έρευνες αποδεικνύουν ότι υπάρχει πιθανότητα να υπήρξε η Ατλαντίδα στον Ατλαντικό ωκεανό και ο Πλάτωνας να έλεγε αλήθεια.
ΦΩΤΕΙΝΗ ΖΑΡΤΙΛΑ
Σε αντίθεση με τη συνήθη αντίληψη, το διάστημα δεν είναι εντελώς άδειο, δηλαδή ένα τέλειο κενό, αλλά εμφανίζει περιεκτικότητα (πολύ μικρής πυκνότητας) σε σωματίδια, κυρίως πλάσματος υδρογόνου, ενώ περιέχει ακόμα ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία (φωτόνια), καθώς και τα πολύ μικρής μάζας νετρίνα. Μακροσκοπικά, σε αυτό περιέχονται επίσης γαλαξίες και νεφελώματα. Σύμφωνα με νεότερες θεωρίες, οι γαλαξίες και τα νεφελώματα αποτελούν μόλις το 5% της πραγματικής μάζας του σύμπαντος το υπόλοιπο 95% αποτελείται, σύμφωνα με τις θεωρίες αυτές, από σκοτεινή ύλη και σκοτεινή ενέργεια, οι οποίες ωστόσο μέχρι σήμερα δεν έχουν παρατηρηθεί και η ύπαρξή τους δεν έχει επιβεβαιωθεί. Οι ανθρώπινες δραστηριότητες που σχετίζονται με τη μελέτη των ουράνιων σωμάτων και των ιδιοτήτων του διαστήματος, κυρίως του δικού μας Ηλιακού συστήματος, με την αποστολή επανδρωμένων ή μη αποστολών στο διάστημα, περιγράφονται με το γενικό όρο εξερεύνηση του διαστήματος.
Το Μπουράν (Ρωσικά: Буран, Χιονοθύελλα) ήταν το μόνο Διαστημικό Λεωφορείο που ολοκληρώθηκε από το σοβιετικό Πρόγραμμα Μπουράν. Το Μπουράν ολοκλήρωσε μια μη επανδρωμένη πτήση το 1988 πριν από την ακύρωση του Σοβιετικού προγράμματος το 1993. Το Μπουράν μεταγενέστερα καταστράφηκε σε κατάρρευση υπόστεγου το 2002.
Αστροναύτης ονομάζεται ένας άνθρωπος που έχει εκπαιδευθεί στα πλαίσια ενός διαστημικού προγράμματος έτσι ώστε να κυβερνά ή να οδηγεί ένα διαστημόπλοιο ή διαστημικό σταθμό, ή απλώς να αποτελεί μέλος του πληρώματος του. Παρότι ο όρος αφορά γενικά επαγγελματίες ταξιδιώτες του διαστήματος, όλο και συχνότερα χρησιμοποιείται για να περιγράψει οποιονδήποτε ταξιδεύει στο διάστημα, όπως επιστήμονες, δημοσιογράφους, πολιτικούς και τουρίστες [1]. Επιπλέον, σύγχυση δημιουργείται καθώς οι πρώην Σοβιετικοί και σήμερα Ρώσοι αστροναύτες αποκαλούνται συνήθως «κοσμοναύτες», και πιο πρόσφατα, από κάποια διεθνή ΜΜΕ οι Κινέζοι του κινεζικού διαστημικού προγράμματος «ταϊκοναύτες».
Ο Νηλ Ώλντεν Άρμστρονγκ (Neil Alden Armstrong, 5 Αυγούστου 1930-25 Αυγούστου 2012) ήταν Αμερικανός αστροναύτης, πιλότος και καθηγητής πανεπιστημίου, ο πρώτος άνθρωπος που πάτησε στη Σελήνη.
Ο Γιούρι Αλεξέγιεβιτς Γκαγκάριν (ρώσικα: Юрий Алексеевич Гагарин, ΔΦΑ: [ˈjʉrʲɪj ɐlʲɪˈksʲejɪvʲɪtɕ ɡɐˈɡarʲɪn] 9 Μαρτίου 1934 27 Μαρτίου 1968), ήταν Σοβιετικός κοσμοναύτης που, στις 12 Απριλίου του 1961, έγινε ο πρώτος άνθρωπος που ταξίδεψε στο διάστημα και μπήκε σε τροχιά γύρω από τη Γη.
Πριν γίνει πειραματόζωο της Σοβιετικής Διαστημικής Υπηρεσίας, ήταν αδέσποτο στην Μόσχα. Η επιλογή ενός αδέσποτου ήταν σκόπιμη, ώστε να έχει συνηθίσει στο κρύο και την πείνα και να μπορεί να ανταπεξέλθει ευκολότερα τυχόν δυσμενείς καταστάσεις κατά την πτήση. Ήταν ημίαιμη, πιθανώς τριών ετών. Το όνομά της στην αρχή ήταν Kudryavka ("μικρή σγουρομάλλα" στα Ρώσικα) ενώ την φώναζαν και Zhuchka ("Ζουζούνι") και Limonchik ("Λεμόνι"). Πέρασε μία σχετική εκπαίδευση εξοικείωσης με περιορισμένους χώρους και με τους θόρυβους και την επιτάχυνση της εκτόξευσης και στις 3 Νοέμβριου 1957 (για να γιορταστεί η 40-ή επέτειος της Ρωσικής Επανάστασης) εκτοξεύτηκε με το Σπούτνικ 2.