ΚΩΣΤΗΣ ΓΚΙΜΟΣΟΥΛΗΣ ΟΛΕΣ ΜΙΑ Σαν μυθιστόρημα ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ
Copyright Κωστής Γκιμοσούλης Εκδόσεις Καστανιώτη Α.Ε., Αθήνα 2018 Έτος 1ης έκδοσης: 2018 Απαγορεύεται η αναδημοσίευση ή αναπαραγωγή του παρόντος έργου στο σύνολό του ή τμημάτων του με οποιονδήποτε τρόπο, καθώς και η μετάφραση ή διασκευή του ή εκμετάλλευσή του με οποιον δήποτε τρόπο αναπα ραγωγής έργου λόγου ή τέχνης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2121/1993 και της Διεθνούς Σύμβασης Βέρνης-Παρισιού, που κυρώθηκε με το ν. 100/1975. Επίσης απαγορεύεται η αναπαραγωγή της στοιχειο θεσίας, σελιδοποίησης, εξωφύλλου και γενικότερα της όλης αισθητικής εμφάνισης του βιβλίου, με φωτοτυπικές, ηλεκτρονικές ή οποιεσδήποτε άλλες μεθόδους, σύμφωνα με το άρθρο 51 του ν. 2121/1993. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ Α.Ε. ΓΡΑΦΕΙΑ: Θεμιστοκλέους 104, 106 81 Αθήνα ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ: Ζαλόγγου 11, 106 78 Αθήνα % 210-330.12.08 210-330.13.27 FAX: 210-384.24.31 e-mail: info@kastaniotis.com www.kastaniotis.com ISBN 978-960-03-6346-3
Στον Φεντερίκο, στον Σωτήρη, στη μαύρη γάτα με το μισόκλειστο μάτι
Στον παρόντα χρόνο στον ενεστώτα χρόνο. Όλα παρόντα. Και τα παρελθόντα και τα παρόντα και τ απόντα. ΤΑ Κ Η Σ Σ Ι Ν Ο Π Ου Λ Ο Σ, «Σημειώσεις Ι», Συλλογή ΙΙ (1965-1980)
Σταγόνα πρώτη Έχω γίνει πια φακίρης του εαυτού μου νοικοκύρης έχω γίνει σαμουράι και το φως με κατουράει. 11
Σταγόνα δεύτερη Στον «Επιτάφιο» του Περικλή υπάρχει η φράση «Φιλοκαλούμεν τε γαρ μετ ευτελείας και φιλοσοφούμεν άνευ μαλακίας». Διάσημη φράση. Άρα η λέξη «μαλάκας» είναι αρχαία, όσο κι αν δεν της φαίνεται, έτσι που κατάντησε τσίχλα στο στόμα κάθε εφήβου, προεφήβου και φτωχού γλωσσικά ενήλικα. Μόνο που για τους αρχαίους σήμαινε μαλθακότητα και αδυναμία, ενώ στους καιρούς μας η σημασία της ποικίλλει ανάλογα με τη χρήση της σημαίνει τον απαράδεκτο, τον κρετίνο, τον μινάρα, τον ηλίθιο και βάλε, μέχρι τον γνωστό, τον φίλο, τον κοντινό. Πάντως «μαλάκας», όπως και να το κάνουμε, αστεία ή σοβαρά, σημαίνει αυτό που πάντα σήμαινε. Εκείνος ο καθηγητής των Αρχαίων ήταν μαλάκας; Ή- ταν! Με μι κεφαλαίο. Μαλάκας με περικεφαλαία. Είχε τικ μάλιστα, όταν μίλαγε έκλεινε μερικές φορές (όχι με νόημα) το μάτι. Και οι φήμες έλεγαν ότι, αν και είχε πα- 12
ΟΛΕΣ ΜΙΑ ντρευτεί πρόσφατα, η γυναίκα του τον είχε εγκαταλείψει. Προφανώς λόγω της χοντρομαλακίας του. Ο τόπος είχε βουίξει κι όλοι τον φώναζαν «μαλάκα». Πηγαίναμε Πρώτη Γυμνασίου, ήταν ο πρώτος μήνας αλλά παρ όλα αυτά οι ώρες του είχαν γίνει οι ώρες του παιδιού. Άλλωστε παιδιά ήμασταν κι ως γνωστόν τα παιδιά γίνονται κάποτε αφόρητα σκληρά και σε βαράνε εκεί που πονάς. Αυτό, βέβαια, διαφέρει από το να πεις έναν καθηγητή «μαλάκα» μπροστά στα μάτια και στ αυτιά όλων των άλλων. Και ποιων άλλων! Παιδιών της Πρώτης Γυμνασίου, και μάλιστα τις πρώτες μέρες και σε τέτοιο αυστηρό σχολείο. Ιδιωτικό. «Λεόντειος» σου λέει ο άλλος. Εγώ δεν ήθελα ν αφήσω τους φίλους μου που θα πήγαιναν στο δημόσιο, αλλά ο πατέρας μου ήταν απόλυτος (άλλωστε αυτός θα πλήρωνε) επειδή τον ίδιο τον είχαν πάρει δωρεάν ως ορφανό. Είχε και φιλανθρωπική δράση αυτό το κωλοσχολείο και τώρα ήθελε να στείλει το γιο του με τα λεφτά του. Γιατί γελάτε εκεί πίσω, παιδί μου; Η ερώτηση σ ένα βουτυρόπαιδο με κοριτσίστικη (ακόμα) φωνή. Γελάνε επειδή σας λένε... «μαλάκα», κύριε. Εδώ έπεσε νεκρική σιωπή. Μια μύγα που πετούσε ακούστηκε και κρύφτηκε βιαστικά κάπου. «Μαλάκα»;... 13
ΚΩΣΤΗΣ ΓΚΙΜΟΣΟΥΛΗΣ Του ξεκίνησε το τικ. Έκλεισε το ένα μάτι. Ήταν α- ναμενόμενο. Ποιος με λέει «μαλάκα»; Ο Γκιμοσούλης, κύριε. Δεν υπήρχε κανένας που να μην τον έλεγε, αλλά ο συμμαθητής μου εμένα διάλεξε έτσι ψυχρά να δώσει. Γιατί το έκανε; Ακόμα και σήμερα αμφιβάλλω αν θα έ- βρισκε απάντηση. Πνίγομαι απ αυτό, πνίγομαι από τ άλλο ποθώ κάτι πιο μικρό ή κάτι πιο μεγάλο ας το πάρω πια απόφαση για όλα πάντα θ αμφιβάλλω. Θυμάμαι ένα αποτυχημένο, άνευρο σκαμπίλι εκμέρους του καθηγητή, που μ έβαλε τιμωρία να κοιτάω τον τοίχο όρθιος μέχρι να τελειώσει η ώρα του έμενε κάνα τέταρτο. Εκείνη τη στιγμή ένιωσα αυτό που λένε «το έ- δαφος να φεύγει κάτω από τα πόδια μου». Ακόμα κι ένα φτερό ζύγιζε τόνους. Τότε ήρθε και στάθηκε μπροστά μου το ανθρωπάκι και μου είπε: «Μην απελπίζεσαι. Αφού έχασες ένα φτερό, θα σου φέρω το πουλί ολόκληρο. Μαύρο πουλί με πορτοκαλί ράμφος, να σου τραγουδάει μέσα στο μυαλό κι όταν χάνεις, προσπάθησε να μη φοβάσαι και να χάνεις την επόμενη φορά καλύτερα». 14
ΟΛΕΣ ΜΙΑ Αυτά μου είπε το ανθρωπάκι μέσα μου. Και σ αυτό το τέταρτο έκλαιγα βουβά για την κακή μου τύχη και βρήκα τον καλύτερό μου φίλο για τα επόμενα χρόνια, τον Νικόλα, που καθόταν στο τελευταίο θρανίο και μου ψιθύριζε α- κατάπαυστα προσπαθώντας να μου δώσει κουράγιο. Στο διάλειμμα ο καθηγητής τούς έβγαλε όλους έξω εκτός από μένα. Φώναξε τον Frère μέσα και του δήλωσε ότι: Ή αυτός ή εγώ. Μπορώ να σας ρωτήσω γιατί; υπέβαλε την απορία του ο Frère. Γιατί με αποκάλεσε «μαλάκα», είπε δυνατά ο καθηγητής χωρίς ίχνος χιούμορ. Στήλη άλατος ο Frère. Καλά, ήταν πολύ μαλάκας ο άνθρωπος. Τελικά δεν μ έδιωξαν πάλι λόγω του πατέρα μου. Ο τότε καθηγητής του (που τον συμπαθούσε ιδιαίτερα) είχε ήδη γίνει διευθυντής. Από τότε όλοι οι καθηγητές που έμπαιναν στην τάξη ρωτούσαν ποιος ήταν ο μαθητής που είχε βρίσει. Όλοι έ- στρεφαν τα κεφάλια και με κοίταζαν. Έφτασα να σηκώνω μόνος το χέρι. Ακόμα κι έξω στην αυλή ο κοντόχοντρος καθηγητής Φυσικής Αγωγής και υγιεινής με τη βραχνή φωνή, ο κύριος Τερζάκης, αυτό ρώτησε. Μερικοί καθηγητές με θεωρούσαν σύμμαχο κι άλλοι κωλό- 15
ΚΩΣΤΗΣ ΓΚΙΜΟΣΟΥΛΗΣ παιδο. Το μόνο που ήξερα ήταν ότι δεν έφταιγα εγώ. Ό- λοι έτσι δεν λέμε; Η τύχη όμως το ήθελε να ονομαστώ «αλήτης». Και η ζωή «καθοίκι άπλυτο». Κυρίως με τις γυναίκες. Επειδή σ αυτό τον τομέα μ έπαιρνε. 16