«Οἱ σχέσεις κλήρου καί λαϊκῶν ἀπό τήν σκοπιά τῆς Ὀρθόδοξης ἐκκλησιολογίας καί πρακτικῆς»



Σχετικά έγγραφα
Η ΚΑΡΔΙΑ ΤΗΡΗΣΕ ΕΝΟΣ ΛΕΠΤΟΥ ΣΙΓΗ. Ἡ καρδιά (ἔλεγε κάποτε ὁ γέροντας Παΐσιος) εἶναι ὅπως τό ρολόι.

Η Θεωρια Αριθμων στην Εκπαιδευση

«ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ Η ΙΕΡΩΣΥΝΗ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ»

Ποιμαίνοντας μεταξύ οὐτοπίας καί ρεαλισμοῦ: Θεολογικοί προβληματισμοί γιά τήν λειτουργία τῆς σύγχρονης ἐνοριακῆς κοινότητας.

αὐτόν φέρω αὐτόν τὸ φῶς τὸ φῶς αὐτόν τὸ φῶς ὁ λόγος ὁ κόσμος δι αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ ὁ κόσμος αὐτὸν οὐκ ἔγνω αὐτόν

Η ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ Τοῦ Ἁγίου Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ

ΜΑΡΤΙΟΣ Θ 2014 ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ Η ΛΙΤΑΝΕΥΣΙΣ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ

ΠΕΡΙ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΗΓΟΥΝ, ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΚΟΣΜΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑΣ ΕΚΘΕΣΙΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΟΝΗΘΕΙΣΑ ΥΠΟ ΤΟΥ ΜΙΧΑΗΛ ΜΠΕΡΚΟΥΤΑΚΗ

Τεῦχος 5ον Δεκέμβριος 2009 Ἔτος Α

ιδαγµένο κείµενο 'Αριστοτέλους 'Ηθικά Νικοµάχεια (Β6, 4-10)

Άγιος Νικόλαος Καισαριανής: Εκεί που βρήκε τόπο ο ξεριζωμένος Έλληνας

Καιρός τοῦ Ποιῆσαι. Πῶς ἀναπτύσσεται στήν καρδιά ἡ νοερά προσευχή

Η πρώτη γνωστή συλλογή ορισμένων βιβλίων της Κ. Δ. οφείλεται στον αιρετικό Μαρκίωνα (140 μ.χ., Ρώμη)

Καιρός τοῦ Ποιῆσαι. Ἡ παιδεία τοῦ Θεοῦ

χρωματιστές Χάντρες».

Ὁ πιστὸς φίλος. Πιστεύω¹ τῷ φίλῳ. Πιστὸν φίλον ἐν κινδύνοις γιγνώσκεις². Ὁ φίλος τὸν

ΚΟΣΜΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΙΑ

Ἐμπειρική δογματική τόμος Α

ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ

ΝΕΕΣ ΜΕΘΟΔΕΥΣΕΙΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΟ ΕΠΙ ΣΚΟΠΟΝ ΡΥΘΜΙΖΟΜΕΝΟ ΤΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ.

ΘΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΘΕΟΛΟΓΟΥΣ

ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ ΣΤΗ ΜΕΣΣΗΝΙΑ. 1. Γιά νά μπορέσουμε νά κατανοήσουμε τό περιεχόμενο

Αποδεικτικές Διαδικασίες και Μαθηματική Επαγωγή.

Ἀναζητώντας τέσσερις µεγάλες ἀξίες ζωῆς Οἱ λίγες σκέψεις πού θά θελα νά µοιραθῶ µαζί σας ἔχουν ὡς ἀρχικό πλαίσιο ἕνα στίχο ἀπό τό ποίηµα τοῦ Ἄγγλου

ΕΝΤΥΠΟ ΤΟΥ ΜΑΪΟΥ ΕΙΝΑΙ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΚΑΙ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ ΓΛΥΚΟΥ ΕΙΣ ΜΝΗΜΗΝ ΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ ΤΟΥΣ

HISTÒRIA DE LA LLENGUA GREGA: DEL GREC CLÀSSIC AL GREC MODERN MORFOLOGIA DELS PRONOMS PERSONALS (teoria, praxi, autoavaluació) 2015

Ἄλλη πινακίδα γράφει: Βλέπετε οὖν πῶς καί τί ἀκούετε Λουκ.8.18 &

ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

ἡ πάλαι γλῶττα ἡ Ἑλληνικὴ, κατὰ τὸν αὐτὸμορφον τρόπον ὑπὸ Ἰακώβου τοῦ Δονάλδοῦ γέγραπται

Ἐνημερωτική ἔκδοση. Μιά σύντοµη εἰσαγωγή περί Πνευµατισµοῦ, Τῶν κειµένων τοῦ Θείου Φωτός, καί. Τοῦ Πνευµατιστικοῦ Ὁµίλου Ἀθηνῶν «Τό Θεῖον Φῶς»

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Τελώνου καί τοῦ Φαρισαίου.

Κείμενο διδαγμένο από το πρωτότυπο Δημοσθένους, Ὑπὲρ τῆς Ῥοδίων ἐλευθερίας, 17-18

ΤΟ ΑΛΗΘΙΝΟ ΑΣΤΕΡΙ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ.

ΙΟΥΝΙΟΣ ΙΟΥΛΙΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2011 * * * ΕΤΟΣ 10ο * * * ΤΕΥΧΟΣ 103

Έννοια. Η αποδοχή της κληρονομίας αποτελεί δικαίωμα του κληρονόμου, άρα δεν

Οδηγοσ των Εκκλησιαζοµενων χριστιανων

Ὁμιλία Στόν Τίμιο καί Ζωοποιό Σταυρό Τοῦ Ἁγίου ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ τοῦ Παλαμᾶ

Εισαγωγή στη Φιλοσοφία

ΤΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ. Για πρώτη φορά τη λέξη Εὐαγγέλιο σαν ό- νομα ενός βιβλίου τη συναντούμε στον Ιουστίνο τον μάρτυρα.

«αἵρεση» Η Α Ι Ρ Ε Σ Η

ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Ὁ συγγραφεύς Λ. Α.

1st and 2nd Person Personal Pronouns

ΘΕΜΑ 1o Λυσία, Ἐν βουλῇ Μαντιθέῳ δοκιμαζομένῳ ἀπολογία, 1-3

Λόγος περί ελεημοσύνης

EDU IT i Ny Testamente på Teologi. Adjunkt, ph.d. Jacob P.B. Mortensen

ΤΟ ΣΥΝΟΠΤΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ

ΓΝΗΣΙΕΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙ ΝΟΘΕΣ

ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΚΑΙ ΣΤΟ ΣΤΑΥΡΟ

1. ιδαγµένο κείµενο από το πρωτότυπο Θουκυδίδου Ἱστοριῶν Β 36

Η ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΑΠΟΨΗ ΣΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΤΗΣ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗΣ. Σέ κάθε ἐποχή ὑπάρχουν ἐρωτήματα πού ἀφοροῦν τή ζωή τῶν

Ὁμολογία Πίστεως Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ

Τοῦ Ὁσίου Πατέρα μας Θεοδώρου, ἡγουμένου τῆς Μονῆς Στουδίου Ἐγκώμιο Στήν ἀποκεφάλιση τοῦ μεγάλου Προδρόμου καί Βαπτιστῆ τοῦ Χριστοῦ

Ἐμπειρική Δογματική Τόμος Β

Ἡ Ἁγία Μεγαλομάρτυς Μαρίνα

ΓΙΑ ΤΟ «ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ»

Ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σύρος, στό στόχαστρο τοῦ Οἰκουµενισµοῦ:

Τό Πανθρησκειακό καρναβάλι τοῦ Ἀµαρουσίου καί οἱ... ἄνευ ἀξίας «πανανθρώπινες ἀξίες» τῆς Ἀκαδηµίας Αθηνῶν

Ἡ Σύνοδος τῶν Τριῶν Πατριαρχῶν τοῦ ἔτους 1756

πρῶτον μὲν τοῦτον τὸν λόγον ἀναλάβωμεν ὃν σὺ λέγεις περὶ τῶν δοξῶν μέν congr. cmpl. subj. bep. bij bijzinskern

«Χωρισµός ἤ σχέσεις µεταξύ Εκκλησίας καί Πολιτείας»

«ΕΝ ΑΡΧΗ ΗΝ Ο ΛΟΓΟΣ»

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΧΑΛΚΙΔΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΕΙΣ ΤΟΝ ΟΛΟΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ. ΑΝΑΒΙΩΣΙΣ ΤΟΥ ΘΕΣΜΟΥ ΤΩΝ ΔΙΑΚΟΝΙΣΣΩΝ

Παραδείγματα ἐσωτεριστικῆς ἑρμηνείας τοῦ Χριστιανισμοῦ. α. Ὁρισμός καί χαρακτηριστικά τοῦ Ἐσωτερισμοῦ

Η ΑΠΟΞΕΝΩΣΗ ΤΩΝ ΣΥΖΥΓΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΓΕΝΙΚΕΥΜΕΝΟ ΣΥΜΠΤΩΜΑ ΜΟΝΑΞΙΑΣ

θά παραμένη μέσα στά σπλάγχνα του καί θά δημιουργοῦνται τά νευρωτικά καί ψυχολογικά προβλήματα, πού εἶναι στήν βάση τους ὑπαρξιακά.

Η ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΠΟΙΜΕΝΩΝ Συμεών Κούτσα, Μητροπολίτου Νέας Σμύρνης

Περιεχόμενα. ἐν Ἐσόπτρῳ

Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ. «Ἦτο Πάσχα βαδίζων ἐκ τῆς μεγάλης θύρας τοῦ Μοναστηρίου

Παρουσίαση τοῦ Ἀφιερωματικοῦ Τόμου ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΙΚΟ ΣΥΜΠΟΣΙΟ Δευτέρα 5 Μαΐου 2008 ὥρα 19:00 Αἴθουσα Τέχνης καί Λόγου στή Στοά τοῦ βιβλίου

Στὴν ἀρχὴ ἦταν ὁ Λόγος. Ὁ Λόγος ἦταν μαζὶ μὲ

Συνέδριο ματαιότητος

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2009 ΤΕΥΧΟΣ 94

20 Γιά νά σέ κοιµηθῶ παράνοµα Καί νά βρίσκω βαθιά στήν ἀγκαλιά σου Κοµµάτια πέτρες τά λόγια τῶν Θεῶν Κοµµάτια πέτρες τ' ἀποσπάσµατα τοῦ Ἡράκλειτου.

ΝΑΥΑΓΙΑ ΨΥΧΩΝ ΚΑΙ ΣΩΜΑΤΩΝ ΑΠΟ ΤΑ ΔΕΙΝΑ ΤΗΣ ΔΑΙΜΟΝΙΚΗΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗΣ, ΚΑΙ ΤΗΣ ΒΛΑΣΦΗΜΙΑΣ.

Βιοηθική καί βιοθεολογία

Η ἀναβολή τῆς κατεδάφισης

ΤΕΥΧΟΣ ΑΡ. 27 ΙΟΥΛΙΟΣ-ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ κωδικός Ἀφιέρωμα: ἡ πρώτη Ἁγία, ἡ Παναγία μας!

DIALOGOS FOUNDER Father Antonios Alevizopoulos ( ) OWNER Inter-Orthodox Union of Parents Initiatives, ÐÅÑÉÅ ÏÌÅÍÁ TABLE OF CONTENTS

«ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗΝ ΦΥΛΑΤΤΕΣΘΑΙ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑΝ ΕΚΔΙΚΕΙΣΘΑΙ» ἤτοι

ΟΣΙΑ ΤΑΡΣΩ Η ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΗ

Ἔβαλα τήν πολυθρόνα στήν κατάλληλη θέση: μπρός στό παράθυρο. Κάθε. χρόνο, τέτοια μέρα, κάθομαι σέ αὐτήν τήν πολυθρόνα. Κάθε χρόνο, τέτοια

Η ΨΥΧΑΓΩΓΙΑ ΤΩΝ ΝΕΩΝ

7. Τό ἄγνωστο χρυσωρυχεῖο τοῦ σοσιαλισμοῦ.

Αὕτη δ ἐστίν ἡ καλουμένη πόλις καί ἡ κοινωνία ἡ πολιτική.

ΕΞΗΓΗΣΗ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΣΥΜΒΟΛΟΥ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ

ΕΜΠΕΙΡΙΚΗ ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ τομ. Β

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ Ι ΕΑ ΚΑΙ Ο ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ. Κωνσταντῖνος Χολέβας Πολιτικός Ἐπιστήµων

Η Παύλεια Θεολογία. Χριστολογία. Αικατερίνη Τσαλαμπούνη Επίκουρη Καθηγήτρια Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογία

Ἡ ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΑΣ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΧΩΡΟ. Πρωτοπρεσβύτερος Βασίλειος Θερμός

ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΓΕΡΟΝΤΑ ΠΟΡΦΥΡΙΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗ

Εἰκονομαχίασ, γι αὐτό καί ἔχουν, φυςικά, χαρακτήρα πανηγυρικό. 1 Ὡςτόςο πολλά ἀπ αὐτά ἔχουν μεγάλη ἀξία ὡσ ἱςτορικέσ πηγέσ πού ςυμπληρώνουν τίσ

ΜΑΡΤΙΟΣ 2010 ΕΤΟΣ 10 ο ΤΕΥΧΟΣ 100

Ἐν Μεγίστῃ Λαύρᾳ τῇ 1ῃ Κυριακή τῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων. Πρός τήν Γεροντία. τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεγίστης Λαύρας

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΑΠΑΝΤΗΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΣΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Β ΛΥΚΕΙΟΥ (ΑΓΝΩΣΤΟ)

Η ΞΗΡΑΝΘΕΙΣΑ ΣΥΚΙΑ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ

κατήχηση ιδ Ἁγίου ΚΥΡΙΛΛΟΥ Ἱεροσολύμων

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

ΤΕΥΧΟΣ ΑΡ. 29 ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ κωδικός Καλά Χριστούγεννα!

Transcript:

Τετάρτη 28 Φεβρ 2007 Ἱ. Ναός Ἁγ. Αἰκατερίνης, Barnet, 2ο Σεμινάριο τοῦ κύκλου «Κλῆρος καί λαϊκό στοιχεῖο στήν ὑπηρεσία τῆς Κοινότητος» «Οἱ σχέσεις κλήρου καί λαϊκῶν ἀπό τήν σκοπιά τῆς Ὀρθόδοξης ἐκκλησιολογίας καί πρακτικῆς» 1. Εἰσαγωγικά. 2. Η αυτοσυνειδησία της Εκκλησίας. 3. Ἡ ἀποστολή τῆς Ἐκκλησίας. 4. Ὁ κλῆρος: οἱ ποιμένες. 5. Κλῆρος καί λαός στήν Ἐκκλησία. 6. Συμπέρασμα. 1. Εἰσαγωγικά. Στήν Θεολογική βιβλιογραφία τό θέμα τῶν σχέσεων κλήρου καί λαϊκοῦ στοιχείου ἀποτελεῖ κοινό τόπο κι ἐπανέρχεται συνεχῶς καί μέ ποικίλες ἀφορμές στό προσκήνιο, εἴτε αὐτές προέρχονται ἀπό λόγους ἑρμηνευτικούς, ἤ δογματικούς ἤ τέλος ποιμαντικούς, πού εἶναι καί οἱ πιό συνηθισμένοι σημασία πάντως ἔχε,,ὅτι ἡ συζήτηση ἐπαναλαμβάνεται μή τήν ἴδια ἔνταση κάθε φορά θά ἔλεγα ἀπό ἱδρύσεως τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ διαρκής αὐτή ἀναφορά, ἀφ ἑνός μέν μαρτυρεῖ τήν σοβαρότητα τοῦ θέματος, ἀλλά συνάμα ἀποκαλύπτει καί τήν ἔλλειψη ὁριστικῆς ἀντιμετωπίσεως τοῦ ζητήματος μιᾶς καί δέν εἶναι μόνον θεωρητικό, δογματικό, ἀλλά ἐν πολλοῖς πρακτικό, δηλ. ὑπόκειται σέ συνεχεῖς προσδιορισμούς ἀπό τίς ἑκάστοτε κοινωνικές παραμέτρους. Με ἄλλα λόγια, αὐτό πού διδάσκει ἡ Ἐκκλησία περί τοῦ ἑαυτοῦ της, ἡ αὐτοσυνειδησία της αὐτή, πῶς θά ἐνυλωθεῖ πρακτικά σέ συγκεκριμένο χρόνο, χῶρο καί συνθῆκες. Τό τελευταῖο ἐρώτημα ἀναπόφευκτα μᾶς ὁδηγεί στό ἑπόμενο, ἄν ὑπάρχει ἕνα μόνον μοντέλο ἤ πολλά πού μποροῦν νά ρυθμίσουν τίς σχέσεις κλήρου καί λαϊκῶν στό πλαίσιο τῆς Ὀρθόδοξης ἐκκλησιολογίας. 2. Η αυτοσυνειδησία της Εκκλησίας. Μετά τό γεγονός τῆς δημιουργίας, τό ἑπόμενο ὕψιστο γεγονός ὅλων τῶν ἐποχῶν ἀποτελεῖ ἡ ἐνανθρώπιση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, δηλ. ἡ ἀναδημιουργία, ἡ ἀνακεφαλαίωση τῶν πάντων ὑπό τόν Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ. Στήν συνέχεια, ὁ Χριστός, μέ τό κήρυγμα καί τήν ὅλη δράση του μᾶς παρέδωσε ἕναν «καινό» τρόπο ζωῆς, μᾶς ἔδειξε δηλ. τό δρόμο καί τόν τρόπο τῆς συμφιλιώσεως μέ τόν Πατέρα καί ἀπό τότε αὐτό ἀποτελεῖ τό κέντρο τοῦ κηρύγματος τῆς Ἐκκλησίας «τὰ δὲ πάντα ἐκ τοῦ Θεοῦ τοῦ καταλλάξαντος ἡμᾶς ἑαυτῷ διὰ Ιησοῦ Χριστοῦ καὶ δόντος ἡμῖν τὴν διακονίαν τῆς καταλλαγῆς, ὡς ὅτι Θεὸς ἦν ἐν Χριστῷ κόσμον καταλλάσσων ἑαυτῷ, μὴ λογιζόμενος αὐτοῖς τὰ παραπτώματα αὐτῶν, καὶ θέμενος ἐν ἡμῖν τὸν λόγον τῆς καταλλαγῆς. Υπὲρ Χριστοῦ οὖν πρεσβεύομεν ὡς τοῦ Θεοῦ παρακαλοῦντος δι ἡμῶν δεόμεθα ὑπὲρ Χριστοῦ, καταλλάγητε τῷ Θεῷ τὸν γὰρ μὴ γνόντα ἁμαρτίαν ὑπὲρ ἡμῶν ἁμαρτίαν ἐποίησεν, ἵνα ἡμεῖς γενώμεθα δικαιοσύνη Θεοῦ ἐν αὐτῷ» (Α Κορ. 5, 18 21). Ἡ Ἐκκλησία, λοιπόν, παράλαβε αὐτό πού τῆς παρέδωσε ὁ ἱδρυτής της Ἰησοῦς Χριστός καί στήν πορεία της βιώνει αὐτό πού τῆς παραδόθηκε, δηλ. τήν ἀποστολή της μέσα στόν κόσμο, «δεόμεθα ὑπὲρ Χριστοῦ, καταλλάγητε τῷ Θεῷ», ἔτσι ὥστε ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας, καί τό ἀντίστροφο! Τί εἶναι, ὅμως, Ἐκκλησία; Ποία ἡ φύση της; Πολλά θά μποροῦσε νά πεῖ κανείς, λιγώτερο ἤ περισσότερο ἐπιτυχῆ. Ὁ ἴδιος, πάντως, ὁ Ἰησοῦς Χριστός χρησιμοποιεῖ τήν εἰκόνα τῆς ἀμπέλου, «ἐγώ εἰμι ἡ ἄμπελος, ὑμεῖς τὰ κλήματα. ὁ μένων ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν αὐτῷ, οὗτος φέρει καρπὸν πολύν, ὅτι χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν» (Ἰωαν. 15,5). Ὁ ἀπ. Παῦλος περιγράφει στούς Χριστιανούς τῶν Κολοσσῶν ὅτι, «καὶ

αὐτός ἐστι πρὸ πάντων, καὶ τὰ πάντα ἐν αὐτῷ συνέστηκε, καὶ αὐτός ἐστιν ἡ κεφαλὴ τοῦ σώματος, τῆς ἐκκλησίας» (1,17 18), καί στήν πρώτη πρός Κορινθίους ἐπιστολή λέει πάλι ὅτι, «ὑμεῖς δέ ἐστε σῶμα Χριστοῦ καὶ μέλη ἐκ μέρους» (12, 27). Ἀποτελεῖτε, λέει, ὅλοι ἐσεῖς μαζί σῶμα Χριστοῦ, κι ὁ καθένας σας εἶναι μέλος τοῦ Χριστοῦ ἐπί μέρους. Στήν συνέχεια ὁ Ἀπόστολος καθορίζει τί ἀκριβῶς ἐννοεῖ μέ τόν ὅρο «σῶμα Χριστοῦ». Ἑπομένως, σύμφωνα μέ τά παραπάνω, ἐκεῖνο πού ἀναδεικνύεται εἶναι ἡ ὀργανική σχέση τοῦ Χριστοῦ καί τῶν Χριστιανῶν. Ἀς προσέξουμε, ὅτι δέν πρόκειται γιά τήν ἐκφραση μιᾶς ἱεραρχικῆς ἤ ἐξαρτηματικῆς δομῆς, ἀλλά μία γιά σχέση περιχωρήσεως. Ὅπως συνέβη ἡ ἐναθρώπηση κατά τρόπο ἄρρητο, ὁμοίως καί ἡ σχέση τοῦ Χριστοῦ μέ τήν Ἐκκλησία Του εἶναι ἄρρητη καί μυστηριακή. Οἱ εἰκόνες τῆς ἀμπέλου καί τοῦ σώματος περιγράφουν αὐτή τήν ὀργανική καί ἄρρηκτη σχέση μεταξύ κορμού καί κλάδων, ἤ κεφαλῆς καί σώματος. Καί στίς δύο, περιπτώσεις ἐκεῖνο πού τονίζεται ἰδιαιτέρως εἶναι ὅτι ἡ ἐπιβίωση τῶν κλάδων, τῶν κλημάτων, ἤ τῶν μελῶν του σώματος προϋποθέτουν τήν συνεχῆ καί ἀδιάκοπη σύνδεση μέ τον κορμό καί τήν κεφαλή, γιά νά ἐπιβεβαιωθεῖ, «ὅτι χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν» (Ἰωάν. 15, 5). Τήν ἀποστροφή τοῦ Χριστοῦ στήν ἱεραρχική δομή τῶν σχέσεων ἐκφράζει ἡ μετ ἐμφάσεως ὑπογράμμιση τῆς νέας ἀντιλήψεως πού ἀναγνωρίζει στήν Ἐκκλησία Του, «ὑμεῖς φίλοι μού ἐστε, ἐὰν ποιῆτε ὅσα ἐγὼ ἐντέλλομαι ὑμῖν. οὐκέτι ὑμᾶς λέγω δούλους, ὅτι ὁ δοῦλος οὐκ οἶδε τί ποιεῖ αὐτοῦ ὁ κύριος ὑμᾶς δὲ εἴρηκα φίλους, ὅτι πάντα ἃ ἡκουσα παρὰ τοῦ πατρός μου ἐγνώρισα ὑμῖν. οὐχ ὑμεῖς με ἐξελέξασθε, ἀλλ ἐγὼ ἐξελεξάμην ὑμᾶς, καὶ ἔθηκα ὑμᾶς ἵνα ὑμεῖς ὑπάγητε καὶ καρπὸν φέρητε, καὶ ὁ καρπὸς ὑμῶν μένῃ, ἵνα ὅ,τι ἂν αἰτήσητε τὸν πατέρα ἐν τῷ ὀνόματί μου, δῷ ὑμῖν» (Ἰωάν. 15, 14 16). Καί θά ὁλοκληρώσει τήν σχέση αὐτή μετά τήν Ἀνάσταση, ἀποκαλώντας τούς μαθητές καί φίλους Του, ἀδελφούς πλέον, «λέγει αὐτῇ (Μαρία Μαγδαληνή) ὁ Ιησοῦς μή μου ἅπτου οὔπω γὰρ ἀναβέβηκα πρὸς τὸν πατέρα μου πορεύου δὲ πρὸς τοὺς ἀδελφούς μου καὶ εἰπὲ αὐτοῖς ἀναβαίνω πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ πατέρα ὑμῶν, καὶ Θεόν μου καὶ Θεὸν ὑμῶν» (Ἰωάν. 20, 17). Ἡ Ἐκκλησία ἀποτελεῖ, συνεπῶς, ἕναν ὀργανισμό τοῦ ὁποίου ἡ ἀξία ἔγγειται, πρῶτον ὅτι ἔχει ὡς κεφαλή τόν Χριστό καί δεύτερον ὡς μέλη τούς ἀδελφούς του Χριστοῦ, τόν κάθε Χριστιανό ἔτσι, λοιπόν, μιλῶντας ὁ ἀπ. Παῦλος γιά Κεφαλή καί γιά Σῶμα, τήν Ἐκκλησία, οὐσιαστικά φανερώνει ἕνα διπλό μυστήριο, 1. τό μυστήριο τῆς Κεφαλῆς, πού εἶναι ὁ Χριστός καί 2. τό μυστήριο τοῦ Σώματος, πού εἶναι οἱ πιστοί σ αὐτόν καί πού ἀποτελοῦν τήν Ἐκκλησία Του. Ἡ Κεφαλή καί τά μέλη, ὁ Χριστός κι οἱ Χριστιανοί, τά δύο μυστήρια συνδέονται ἄρρηκτα, ἀφοῦ ὁ Χριστός τρέφει τούς Χριστιανούς μέ τό ζωοποιό αἶμα Του. Ὅλα τά παραπάνω ἀβίαστα συγκλίνουν στό συμπέρασμα ὅτι ἐντός τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας δέν ὑπάρχει χῶρος γιά ἐξουσιαστικές, ἤ ἡγεμονιστικές συμπεριφορές, καθόσον «τῇ γὰρ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι διὰ τῆς πίστεως καὶ τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν, Θεοῦ τὸ δῶρον, οὐκ ἐξ ἔργων, ἵνα μή τις καυχήσηται. αὐτοῦ γάρ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ Ιησοῦ ἐπὶ ἔργοις ἀγαθοῖς, οἷς προητοίμασεν ὁ Θεὸς ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν» (Ἐφ. 2, 8 10). Ἡ Ἐκκλησία δέν γνωρίζει ἐσωστρέφεια, ἡ ὁποία ἀναπαραγάγει γραφειοκρατικά μοντέλα ἐξουσίας, ἀλλά μονίμως στρέφεται πρός τά ἔξω προκειμένου νά τρέφει. Ἤ κατά τήν διατύπωση τοῦ ἀπ. Πέτρου, «ὑμεῖς δὲ γένος ἐκλεκτόν, βασίλειον ἱεράτευμα, ἔθνος ἅγιον, λαὸς εἰς περιποίησιν, ὅπως τὰς ἀρετὰς ἐξαγγείλητε τοῦ ἐκ σκότους ὑμᾶς καλέσαντος εἰς τὸ θαυμαστὸν αὐτοῦ φῶς οἵ ποτε οὐ λαός, νῦν δὲ λαὸς Θεοῦ, οἱ οὐκ ἠλεημένοι, νῦν δὲ ἐλεηθέντες», (Α Πετρ. 2,9 10), ὅπου ἡ βαρύτητα πέφτει στήν ἀποστολή πού ἀναλαμβάνει τό «γένος ἐκλεκτόν, βασίλειον ἱεράτευμα, ἔθνος ἅγιον, λαὸς εἰς περιποίησιν» καί εἶναι, «ὅπως τὰς ἀρετὰς ἐξαγγείλητε τοῦ ἐκ σκότους ὑμᾶς καλέσαντος εἰς τὸ θαυμαστὸν αὐτοῦ φῶς». Ἡ υἱοθεσία πού προσφέρει ὁ Χριστός δημιουργεῖ μία «καινή» ἀτμόσφαιρα ἰσότητος καί ἀδελφοτητος μέσα στήν Ἐκκλησία, «ὅσοι γὰρ Πνεύματι Θεοῦ ἄγονται, οὗτοί εἰσιν υἱοὶ Θεοῦ. οὐ γὰρ ἐλάβετε Πνεῦμα δουλείας πάλιν εἰς φόβον, ἀλλ ἐλάβετε Πνεῦμα υἱοθεσίας, ἐν ᾧ κράζομεν ἀββᾶ ὁ πατήρ. αὐτὸ τὸ Πνεῦμα συμμαρτυρεῖ τῷ πνεύματι ἡμῶν ὅτι ἐσμὲν τέκνα Θεοῦ. εἰ δὲ τέκνα, καὶ κληρονόμοι, κληρονόμοι μὲν Θεοῦ, συγκληρονόμοι δὲ Χριστοῦ, εἴπερ συμπάσχομεν ἵνα καὶ συνδοξασθῶμεν», (Ρωμ. 8,14 17). 2

3. Ἡ ἀποστολή τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Θεός πού δημιουργεῖ πρώτα τόν κόσμο καί ὕστερα ἀναδεικνύει τόν περιούσιο λαό Του, ὡς θεματοφύλακα τῶν ἐπαγγελιῶν, εἶναι αὐτός πού φροντίζει συνεχῶς τούς προπάτορες καί τόν λαό, ὥστε νά εἶναι τό κέντρο τῆς παραδόσεως. Ὁ Θεός εἶναι ὁ δημιουργός τῆς παράδοσης, ἤ μέ ἄλλα λόγια, τά γεγονότα πού προκαλεῖ ὁ Θεός εἶναι αὐτά πού δημιουργοῦν τήν παράδοση καί τά πρόσωπα ἀποτελούν τούς φορεῖς τους. Ἡ ἐνανθρώπιση τοῦ Ὑιοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ ἀποτελεῖ τήν μεγαλύτερη πηγή γεγονότων, διότι, «πολυμερῶς καὶ πολυτρόπως πάλαι ὁ Θεὸς λαλήσας τοῖς πατράσιν ἐν τοῖς προφήταις, ἐπ ἐσχάτου τῶν ἡμερῶν τούτων ἐλάλησεν ἡμῖν ἐν υἱῷ, ὃν ἔθηκε κληρονόμον πάντων, δι οὗ καὶ τοὺς αἰῶνας ἐποίησεν» (Ἑβρ. 1,1 2). Τά γεγονότα αὐτά συνθέτουν μιά παράδοση, τῶν ὁποίων θεματοφύλακας εἶναι ἡ Ἐκκλησία, καί ἀνοίγει διάπλατα νέες προοπτικές γιά ὅλο τόν κόσμο, «ἀλλὰ λήψεσθε δύναμιν ἐπελθόντος τοῦ Αγίου Πνεύματος ἐφ ὑμᾶς, καὶ ἔσεσθέ μοι μάρτυρες ἔν τε Ιερουσαλὴμ καὶ ἐν πάσῃ τῇ Ιουδαίᾳ καὶ Σαμαρείᾳ καὶ ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς», (Πραξ 1,8). Ἡ Ἐκκλησία ἀνοίγεται στόν κόσμο, «καὶ εἶπεν αὐτοῖς πορευθέντες εἰς τὸν κόσμον ἅπαντα κηρύξατε τὸ εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει» (Μάρκ 16,15), γιά τήν σωτηρία τοῦ κόσμου. Στήν διακονία αὐτή ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἀφοσιωμένη καί ἐργάζεται πάσῃ δυνάμει: «ὑπὲρ Χριστοῦ οὖν πρεσβεύομεν ὡς τοῦ Θεοῦ παρακαλοῦντος δι ἡμῶν δεόμεθα ὑπὲρ Χριστοῦ, καταλλάγητε τῷ Θεῷ τὸν γὰρ μὴ γνόντα ἁμαρτίαν ὑπὲρ ἡμῶν ἁμαρτίαν ἐποίησεν, ἵνα ἡμεῖς γενώμεθα δικαιοσύνη Θεοῦ ἐν αὐτῷ», (Β Κορ 5,20 21). Ἡ καταλλαγή τοῦ κόσμου, αὐτή εἶναι ἡ ἀποστολή τῆς Ἐκκλησίας. Κατά τήν διατύπωση τοῦ Παύλου, ἡ Ἐκκλησία ἀποτελεῖ τήν μεγαλύτερη «ἐφεύρεση» τοῦ Θεοῦ, διά τῆς ὁποίας σώζει τόν κόσμο. Γράφει, λοιπόν, ὅτι, «ἐμοὶ τῷ ἐλαχιστοτέρῳ πάντων τῶν ἁγίων ἐδόθη ἡ χάρις αὕτη, ἐν τοῖς ἔθνεσιν εὐαγγελίσασθαι τὸν ἀνεξιχνίαστον πλοῦτον τοῦ Χριστοῦ καὶ φωτίσαι πάντας τίς ἡ οἰκονομία τοῦ μυστηρίου τοῦ ἀποκεκρυμμένου ἀπὸ τῶν αἰώνων ἐν τῷ Θεῷ, τῷ τὰ πάντα κτίσαντι διὰ Ιησοῦ Χριστοῦ, ἵνα γνωρισθῇ νῦν ταῖς ἀρχαῖς καὶ ταῖς ἐξουσίαις ἐν τοῖς ἐπουρανίοις διὰ τῆς ἐκκλησίας ἡ πολυποίκιλος σοφία τοῦ Θεοῦ, κατὰ πρόθεσιν τῶν αἰώνων ἣν ἐποίησεν ἐν Χριστῷ Ιησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν, ἐν ᾧ ἔχομεν τὴν παρρησίαν καὶ τὴν προσαγωγὴν ἐν πεποιθήσει διὰ τῆς πίστεως αὐτοῦ», (Ἐφεσ. 3,8 12). Ἡ διατήρηση τῆς παραπάνω ἀποστολικῆς παραδόσεως συνιστᾶ καί τήν οὐσία τῆς Ὀρθοδοξίας ἔτσι, λοιπόν, γράφει ὁ ἀπόστολος Ἰούδας, «ἀνάγκην ἔσχον γράψαι ὑμῖν παρακαλῶν ἐπαγωνίζεσθαι τῇ ἅπαξ παραδοθείσῃ τοῖς ἁγίοις πίστει» (στχ. 3). Μέ ἄλλα λόγια, τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου, δημιουργεῖ τήν παράδοση, ἡ ὁποία καταγράφεται μέν στά κείμενα τῆς Καινῆς Διαθήκης, ἀλλά βιώνεται καί ἑρμηνεύεται συνεχῶς στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ πιστότητα, συνεπῶς στό ἀρχικό κήρυγμα τοῦ Κυρίου διασφαλίζει τήν Ὀρθοδοξία, καί ἐπιπλέον, ἡ ταυτότητα τῶν ἐμπειριῶν τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Χριστιανῶν εἶναι αὐτή πού ἐπιβεβαιώνει τήν παρουσία τοῦ αὐτοῦ πνεύματος, τοῦ Παρακλήτου. Ἄν ἡ γνησιότητα τοῦ κηρύγματος συνεπάγεται τήν αὐθεντία τῶν ἀποστόλων, ἡ ἐμμονή στήν παράδοση αὐτή ἀναδεικνύει τήν ουσία τῆς Ὀρθοδοξίας τῆς Ἐκκλησίας. Ἄς κάνω μιά παρένθεση καί νά ἀναρωτηθῶ, τί εἶναι αὐτό πού κάνει κάποιον Ὀρθόδοξο στήν πράξη; Τό ἐρώτημα εἶναι εὔκολο καί δύσκολο ταυτόχρονα, διότι ἐκεῖνο πού ἐγγυεῖται τήν Ὀρθοδοξία μας δέν εἶναι ἡ προσωπική μας ἀρετή, ἀλλά ἡ παραμονή μας μέσα στην Ἐκκλησία καί ἡ μυστηριακή σύνδεση μαζί της. Ἡ Ἐκκλησία «ἐνθυμεῖται» καί «ἑρμηνεύει» τήν ζωή τοῦ Χριστοῦ καθοδηγούμενη «εἰς πᾶσαν τήν ἀλήθειαν» ἀπό τόν Παράκλητο. Μόνον τό «ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ» Ἅγιο Πνεῦμα μπορεῖ νά μαρτυρήσει γιά τό «ἐν τῇ Καινῇ Διαθήκῃ» Πνεῦμα πού ὁμιλεῖ. Συνεπῶς, ἐκεῖνο που μᾶς διασώζει εἶναι ἡ ζωντανή σχέση μας με τήν τροφό μας Ἐκκλησία αὐτό εἶναι Ὀρθοδοξία. 4. Ὁ κλῆρος: οἱ ποιμένες. Ἡ διατήρηση τοῦ αὐθεντικοῦ κηρύγματος ἀποτελεῖ τήν βασική μέριμνα τῆς Ἐκκλησίας καί αὐτό διασφαλίζεται ἀπό τήν εἰδική εὐθύνη πού ἀναλαμβάνουν οἱ ἐπίσκοποι. Οἱ ἀπόστολοι καί οἱ διάδοχοι τους, μέ τήν ἔννοια τῆς ἄμεσης συνέχειας τοῦ ἀρχικοῦ κηρύγματος, ὡς ἱστορικοῦ δεσμοῦ πού ἀποδεικνύει τήν ἀρχή και τήν προέλευση τοῦ κηρύγματος, καί συνεπῶς τῆς αὐθεντίας τους, ἔχουν μεγίστη σημασία γιά τήν 3

ζωή καί την πράξη της Ἐκκλησίας, διότι εἶναι αὐτοί οἱ ὁποῖοι μέ τήν ἀδιακοπη διαδοχή ἀγγίζουν την ἀρχέγονη ρίζα τῆς Ἐκκλησίας τόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό. Ἡ γνησιότητα τοῦ κηρύγματος συνεπάγεται καί τήν αὐθεντία τῶν ἀποστόλων, δηλ. ὅπως ὁ Κύριος παρέδωσε κι αὐτοί μαθητές παρέλαβαν, ἔτσι διά τῶν μαθητῶν ἡ Ἐκκλησία παρέλαβε καί βιώνει μέχρι σήμερα. Μέ ἄλλα λόγια, τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου, δημιουργεῖ τήν παράδοση, ἡ ὁποία καταγράφεται στά κείμενα τῆς Καινῆς Διαθήκης. Ἡ πιστότητα, συνεπῶς στό ἀρχικό κήρυγμα τοῦ Κυρίου διασφαλίζει τήν Ὀρθοδοξία, καί ἐπιπλέον, ἡ ταυτότητα τῶν ἐμπειριῶν τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Χριστιανῶν εἶναι αὐτή πού ἐπιβεβαιώνει τήν παρουσία τοῦ αὐτοῦ πνεύματος, τοῦ Παρακλήτου. Ἡ διατήρηση τῆς παραδόσεως αὐτῆς, συνιστᾶ καί τήν οὐσία τῆς Ὀρθοδοξίας. Γιά τόν λόγο αὐτό γράφει ὁ ἀπόστολος Ἰούδας, «ἀνάγκην ἔσχον γράψαι ὑμῖν παρακαλῶν ἐπαγωνίζεσθαι τῇ ἅπαξ παραδοθείσῃ τοῖς ἁγίοις πίστει» (στχ. 3). Ἀς ἐπανέλθουμε, ὅμως, πάλι στίς εἰκόνες τῆς ἀμπέλου καί τοῦ σώματος, καί στίς δύο περιπτώσεις ἐκεῖνο τονίζεται ἐμφατικά εἶναι ἡ ὁλότητα και ἡ ἑνότητα τοῦ ὀργανισμοῦ. Ἡ σύνδεση μέ τον κορμό καί τήν κεφαλή ἐξασφαλίζει τήν ἐπιβίωση καί τήν ἀνάπτυξη του λοιποῦ σώματος. Συνεπῶς, σ ἕνα σῶμα, σάν τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, δέν ὑπάρχει περίπτωση ἀσύμμετρης ἀνάπτυξης, δηλ. ἑνός μέλους εἰς βάρους κάποιου ἄλλου ἄν κάποτε ὅμως συμβεί κάτι παρόμοιο τότε ἔχουμε καρκίνο καί ὀργανισμός πεθαίνει πρᾶγμα ἀδύνατο ἐξ ὁρισμοῦν στό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ ἀπ. Παῦλος μέ ἐνάργεια ὁρίζει ὅτι, «καὶ γὰρ τὸ σῶμα οὐκ ἔστιν ἓν μέλος, ἀλλὰ πολλά. ἐὰν εἴπῃ ὁ πούς, ὅτι οὐκ εἰμὶ χείρ, οὐκ εἰμὶ ἐκ τοῦ σώματος, οὐ παρὰ τοῦτο οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ σώματος; καὶ ἐὰν εἴπῃ τὸ οὖς, ὅτι οὐκ εἰμὶ ὀφθαλμός, οὐκ εἰμὶ ἐκ τοῦ σώματος, οὐ παρὰ τοῦτο οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ σώματος; εἰ ὅλον τὸ σῶμα ὀφθαλμός, ποῦ ἡ ἀκοή; εἰ ὅλον ἀκοή, ποῦ ἡ ὄσφρησις; νυνὶ δὲ ὁ Θεὸς ἔθετο τὰ μέλη ἓν ἕκαστον αὐτῶν ἐν τῷ σώματι καθὼς ἠθέλησεν. εἰ δὲ ἦν τὰ πάντα ἓν μέλος, ποῦ τὸ σῶμα; νῦν δὲ πολλὰ μὲν μέλη, ἓν δὲ σῶμα. οὐ δύναται δὲ ὀφθαλμὸς εἰπεῖν τῇ χειρί χρείαν σου οὐκ ἔχω ἢ πάλιν ἡ κεφαλὴ τοῖς ποσί χρείαν ὑμῶν οὐκ ἔχω ἀλλὰ πολλῷ μᾶλλον τὰ δοκοῦντα μέλη τοῦ σώματος ἀσθενέστερα ὑπάρχειν ἀναγκαῖά ἐστι, καὶ ἃ δοκοῦμεν ἀτιμότερα εἶναι τοῦ σώματος, τούτοις τιμὴν περισσοτέραν περιτίθεμεν, καὶ τὰ ἀσχήμονα ἡμῶν εὐσχημοσύνην περισσοτέραν ἔχει, τὰ δὲ εὐσχήμονα ἡμῶν οὐ χρείαν ἔχει. ἀλλ ὁ Θεὸς συνεκέρασε τὸ σῶμα, τῷ ὑστεροῦντι περισσοτέραν δοὺς τιμήν, ἵνα μὴ ᾖ σχίσμα ἐν τῷ σώματι, ἀλλὰ τὸ αὐτὸ ὑπὲρ ἀλλήλων μεριμνῶσι τὰ μέλη καὶ εἴτε πάσχει ἓν μέλος, συμπάσχει πάντα τὰ μέλη, εἴτε δοξάζεται ἓν μέλος, συγχαίρει πάντα τὰ μέλη. Υμεῖς δέ ἐστε σῶμα Χριστοῦ καὶ μέλη ἐκ μέρους» (Α Κορ. 12, 14 27). Στήν διακονία τῆς ἑνότητος τοῦ σώματος ὁ καθένας συνεισφέρει ὅ,τι ἔχει καί ὅ,τι δύναται. Ἡ ἔκφραση τοῦ ἀποστόλου, τὸ αὐτὸ ὑπὲρ ἀλλήλων μεριμνῶσι τὰ μέλη, δεκνύει τόν κοινό στόχο, τήν κοινή μέριμνα καί τήν αὐτή κατεύθυνση τῆς διακονίας. Γι αὐτό συνεχίζει ὁ ἀπόστολος καί ἀπαριθμεῖ ὄψεις διακονίας του σώματος τῆς Ἐκκλησίας πού ἀναλαμβάνουν οἱ πιστοί, καθότι «ἑνὶ ἑκάστῳ ἡμῶν ἐδόθη ἡ χάρις κατὰ τὸ μέτρον τῆς δωρεᾶς τοῦ Χριστοῦ» (Ἐφ. 4,7) πού θά πεῖ ὅτι ἐξαιτίας τῆς Θυσίας τοῦ Χριστοῦ ὅλοι ἔχουμε πλούσια τήν Χάρη Του καί συνεργάζονται στήν οἰκοδομή τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας: «καὶ οὓς μὲν ἔθετο ὁ θεὸς ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ πρῶτον ἀποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον διδασκάλους, ἔπειτα δυνάμεις, εἶτα χαρίσματα ἰαμάτων, ἀντιλήψεις, κυβερνήσεις, γένη γλωσσῶν. μὴ πάντες ἀπόστολοι; μὴ πάντες προφῆται; μὴ πάντες διδάσκαλοι; μὴ πάντες δυνάμεις; μὴ πάντες χαρίσματα ἔχουσιν ἰαμάτων; μὴ πάντες γλώσσαις λαλοῦσι; μὴ πάντες διερμηνεύουσι;» (Α Κορ. 12, 28 31). Τό χαρακτηριστικό τῆς διακρίσεως τῶν παραπάνω δέν ἔγγειται στήν ἀξιολογική διαβάθμιση, ἀφοῦ ὅλα συντελοῦν στήν λειτουργία τοῦ αὐτοῦ σώματος, ἀλλά στήν λειτουργική διαφοροποίηση δέν μιλεῖ γιά ἐξουσίες, ἀλλά γιά διακονίες «διαιρέσεις δὲ χαρισμάτων εἰσί, τὸ δὲ αὐτὸ Πνεῦμα καὶ διαιρέσεις διακονιῶν εἰσι, καὶ ὁ αὐτὸς Κύριος καὶ διαιρέσεις ἐνεργημάτων εἰσίν, ὁ δὲ αὐτός ἐστι Θεός, ὁ ἐνεργῶν τὰ πάντα ἐν πᾶσιν. Εκάστῳ δὲ δίδοται ἡ φανέρωσις τοῦ Πνεύματος πρὸς τὸ συμφέρον», (Α Κορ. 12, 4 7). Τό τελευταῖο εἶναι τό πλέον καταλυτικό ἐπιχείρημα, ὅτι δηλ. δέν ὑπάρχει ἱεραρχική κατάταξη, ἀλλά πρακτική διάκριση τῶν διαφόρων χαρισμάτων= διακονιῶν, στο σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ λειτουργικότητα σέ ὅλο τό μεγαλεῖο της!!!! 4

Ἡ λειτουργικότητα αὐτή διατρανώνεται ἀκόμη περισσότερο μέ τή χρήση τῆς εἰκόνας καί τοῦ παραδείγματος τοῦ ναοῦ πού χρησιμοποιεῖ ὁ Παῦλος στήν πρός Ἐφεσίους: «ὑμεῖς γὰρ ναὸς Θεοῦ ἐστε ζῶντος, καθὼς εἶπεν ὁ Θεὸς ὅτι ἐνοικήσω ἐν αὐτοῖς καὶ ἐμπεριπατήσω, καὶ ἔσομαι αὐτῶν Θεός, καὶ αὐτοὶ ἔ σονταί μοι λαός», (6 16), ὅπου γίνεται κατάδηλο ὅτι ὁ ναός ἀποκτᾶ λόγο ὑπάρξεως καί ἀξία ἀπό τήν χρήση, ἐπειδή εἶναι ναός τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος εἶναι προφανής ὁ ὑπαινιγμός γιά τόν Ναό τοῦ Σολομῶντος. Ἐξαιτίας τῆς λατρείας τοῦ Θεοῦ ὁ ναός ὑπάρχει. Ὁ Θεός δίνει νόημα καί ἀξία στόν ναό καί σέ ὅλα τά ἐντός τοῦ ναοῦ, κι ὄχι το ἀντίστροφο. Ἡ λειτουργικότητα διασώζει καί ἀναδεικνύει μέ τόν καλύτερο τρόπο τήν ἐλευθερία τοῦ προσώπου μέσα στην διακονία τῆς Ἐκκλησίας, ὥστε ἡ ὅποια πρωτοβουλία νά διατηρεῖ τήν αὐθεντικότητα τῆς προσωπικῆς ἐπιλογῆς καί ἐκφράσεως καί νά μήν ἐκπίπτει σέ διαδικαστική ἤ γραφειοκρατική διαχείριση ἐξουσίας. Ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ δέν ὑποχρεώνει κανέναν, οὔτε ἐπιβάλλει ἀνάληψη εὐθυνῶν ἀπό τούς πιστούς, ὅταν δεν θέλουν ἤ δέν αἰσθάνονται τήν ἀνάγκη, διότι ὁ καθένας διαθέτει διαφορετικό βαθμό ὡριμότητος καί ὑπευθυνότητος, ὅπως ἀναφέρει χαρακτηριστικά ὁ Μᾶρκος ὁ ἀσκητής, «πᾶς ὁ βαπτισθείς Ὀρθοδόξως, ἔλαβε μυστικῶς πᾶσαν τήν Χάριν. Πληροφορεῖται δέ λοιπόν, κατά τήν ἐργασίαν τῶν ἐντολῶν» (τ.1, 92 ). Ἔτσι, λοιπόν, ὅταν ὁ Ἰησοῦς ἀποκαθιστᾶ τόν Πέτρο τόν ρωτᾶ τρεῖς φορές ἀν τόν ἀγαπᾶ καί στήν καταφατική ἀπάντηση τοῦ μαθητοῦ, τόν παραπέμπει στήν ἀνάληψη εὐθυνῶν ἀπέναντι τῶν ἀδελφῶν του ὅπου θά φανεῖ ἡ ἀγάπη του γιά τόν Χριστό: «ὅτε οὖν ἠρίστησαν, λέγει τῷ Σίμωνι Πέτρῳ ὁ Ιησοῦς Σίμων Ιωνᾶ, ἀ γαπᾷς με πλεῖον τούτων; λέγει αὐτῶ ναί, Κύριε, σὺ οἶδας ὅτι φιλῶ σε. λέγει αὐτῷ βόσκε τὰ ἀρνία μου. λέγει αὐτῷ πάλιν δεύτερον Σίμων Ιωνᾶ, ἀγαπᾷς με; λέγει αὐτῷ ναί, Κύριε, σὺ οἶδας ὅτι φιλῶ σε. λέγει αὐτῷ ποίμανε τὰ πρόβατά μου. λέγει αὐτῷ τὸ τρίτον Σίμων Ιωνᾶ, φιλεῖς με; ἐλυπήθη ὁ Πέτρος ὅτι εἶπεν αὐτῷ τὸ τρίτον, φιλεῖς με, καὶ εἶπεν αὐτῷ Κύριε, σὺ πάντα οἶδας, σὺ γινώσκεις ὅτι φιλῶ σε. λέγει αὐτῷ ὁ Ιησοῦς βόσκε τὰ πρόβατά μου» (Ἰωάν. 21,15 17). Μέ ἁπλᾶ λόγια, ὅποιος λέγει ὅτι ἀγαπᾶ τόν Χριστό, φαίνεται ἀπό τίς εὐθύνες πού ἀναλαμβάνει ἔναντι τῶν ἀδελφῶν τοῦ Χριστοῦ, τῆς Ἐκκλησίας ἀποδέχεται δηλ. τόν κλῆρο τῆς διακονίας τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, τῶν ἀδελφῶν ἔτσι εἰσερχόμαστε στήν ἔννοια τοῦ Κλήρου. Δέν εἶναι καθόλου τυχαία ἡ χρήση τῶν ὅρων ἐξαρχῆς, ὅπως παραδίδει ἡ Κ.Δ, τοῦ ἐπισκόπου, τοῦ πρεσβυτέρου καί τοῦ διακόνου, διότι ὁ κάθε ὅρος διασώζει τήν ποιοτική διαφορά τῆς ἀποστολῆς τῆς κάθε διακονίας καί τῆς λειτουργίας στό Ἐκκλησιαστικό σῶμα. Ὁ ἐπίσκοπος ἔχει ὡς κύρια διακονία νά ἐπισκοπεῖ ὡς διάδοχος τῶν ἀποστόλων, δηλ. νά ἀγρυπνᾶ καί νά ἐλέγχει γιά τήν ὀρθή πίστη καί πράξη τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ πληρώματος ὡς ἀπόρροιας τῆς παρακαταθήκης τῶν Ἀποστόλων ὁ Κανών τῆς Α.Γ. καί ἡ Θ. Ευχαριστία ἑρμηνεύει καί τελεσιουργεῖ. Ὁ πρεσβύτερος διαδίδει τά μυστήρια ὡς βοηθός τοῦ ἐπισκόπου καί ὁ διάκονος ἐπικουρεῖ τόν πρεσβύτερο στήν διακονία του. Ἡ λειτουργία τῶν ἐπισκόπων, συνεπῶς, τῶν πρεσβυτέρων καί διακόνων εἶναι βασική γιά τήν ζωή τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως τῶν ὀργάνων στό ἀνθρώπινο σῶμα, διότι ἀναλαβάνουν τήν ὑψίστη διακονία νά ἐπιτελοῦν τά μυστήρια καί διά αὐτῶν νά ἐπέρχεται ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἄν ὅλες οἱ διακονίες ἔχουν ἕνα κοινό στόχο καί ἀποδέκτη, τήν Ἐκκλησία, ἔχουν ταυτόχρονα καί κοινή μεθοδολογία καί ποιότητα δράσεως, ἀφοῦ ὑπηρετοῦν τούς Χριστιανούς. Ὅλα τά παραπάνω συγκεφαλαιώνονται στήν χρήση τοῦ ὅρου ποιμένες πού ἀπονέμει ἡ παράδοση στούς προϊσταμένους τῆς Κοινότητος ὡς γενικῆς καί συλλήβδην ἀναγνωρίσεως τῆς ὀργανικῆς θέσεως τους μέσα στό Ἐκκλησιαστικό σῶμα. Ἡ θέση, ἡ στάση τῶν ποιμένων, καθώς ἐπίσης κι οἱ διαστάσεις τοῦ ἔργου πού ἐπωμίζεται, ἔχουν προδιατυπωθεῖ ὡς παρακαταθήκη ἀπό τόν ἴδιο τόν Κύριο μας, λέγοντας ὅτι, «ἐγώ εἰμι ὁ ποιμὴν ὁ καλός, καὶ γινώσκω τὰ ἐμὰ καὶ γινώσκομαι ὑπὸ τῶν ἐμῶν, καθὼς γινώσκει με ὁ πατὴρ κἀγὼ γινώσκω τὸν πατέρα, καὶ τὴν ψυχήν μου τίθημι ὑπὲρ τῶν προβάτων», (Ἰωάν. 10, 14 15). Ἡ Ἐκκλησία βίωσε τό παράδειγμα Του μέ τόν πιό δραματικό τρόπο, ὅπως φαίνεται ἀπό τήν ζωή τῶν Ἀποστόλων στό βιβλίο τῶν Πράξεων. Ὁ ἀπ. Παῦλος, μέ τόν λόγο του καί τό παράδειγμά του, δεικνύει τό βαρύ φορτίο τῶν εὐθυνῶν, ἀλλά καί τό στοίχημα θανάτου, πού ἀναλαβάνει ὁ ποιμένας: «τὸν κοπιῶντα γεωργὸν δεῖ πρῶτον τῶν καρπῶν μεταλαμβάνειν. νόει ὃ λέγω δῴη γάρ σοι ὁ Κύριος σύνεσιν ἐν πᾶσι» (Β Τιμοθ. 2, 6 7). Ἐδῶ, ὁ Παύλος θέλει νά δείξει ὅτι ὁ ἀληθής ποιμένας εἶναι ἐκεῖνος πού πρῶτος γεύεται τό μαρτύριο καί δίνει παράδειγμα στό ποίμνιο. Ἡ διακονία θυσίας εἶναι αὐτή πού διακρίνει τόν ποιμένα καί τόν θέτει σέ περίοπτη θέση λόγῳ τοῦ συνεχοῦς παραδείγματος πού ἐμπνέει τήν ζωή τῆς Ἐκκλησιαστικῆς κοινότητος, καθώς ἔδειξε ὁ Χριστός: 5

«ὑμεῖς ἐστε τὸ φῶς τοῦ κόσμου. οὐ δύναται πόλις κρυβῆναι ἐπάνω ὄρους κειμένη οὐδὲ καίουσι λύχνον καὶ τιθέασιν αὐτὸν ὑπὸ τὸν μόδιον, ἀλλ ἐπὶ τὴν λυχνίαν, καὶ λάμπει πᾶσι τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ. οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσι τὸν πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς», ( Μάτθ. 5, 14 16). Ἀν ἡ ἀγάπη εἶναι ὁ συνδετικός ἰστός τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας: «ἡ ἀγάπη ἀνυπόκριτος. ἀποστυγοῦντες τὸ πονηρόν, κολλώμενοι τῷ ἀγαθῷ, τῇ φιλαδελφίᾳ εἰς ἀλλήλους φιλόστοργοι, τῇ τιμῇ ἀλλήλους προηγούμενοι, (Ρωμ. 12,9 10) καί ἀμιλλῶνται οἱ Χριστιανοί στήν ἐκφρασή της μεταξύ τους: «καὶ κατανοῶμεν ἀλλήλους εἰς παροξυσμὸν ἀγάπης καὶ καλῶν ἔργων» (Ἑβρ. 10,24) πόσο περισσότερο θά πρέπει νά ἐπιδεικνύουν τοιαύτη στούς πομένες τους; Ὁ ἀπ. Παῦλος συνιστᾶ γιά τόν λόγο αὐτό ιδιαίτερη λεπτότητα καί εὐγένεια: «πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καὶ ὑπείκετε αὐτοὶ γὰρ ἀγρυπνοῦσιν ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ὑμῶν ὡς λόγον ἀποδώσοντες ἵνα μετὰ χαρᾶς τοῦτο ποιῶσι καὶ μὴ στενάζοντες ἀλυσιτελὲς γὰρ τοῦτο», (Ἑβρ13, 17), ὥστε μέ τόν τρόπο αὐτό νά επιδεικνύετε ἡ συνεργασία καί συναντίληψη τοῦ ποιμνίου στό ἔργο τῶν ποιμένων. Οἱ ποιμένες ὁδηγοῦν, ἀγρυπνοῦν καί κοπιάζουν, γιά τό ποίμνιο, κι αὐτό ἀκολουθεῖ κι ὅλοι μαζί πορεύονται στήν σωτηρία. Τήν θέση καί τήν δράση τῶν ποιμένων μέσα στην Ἐκκλησία σαφῶς περιγράφει ὁ ἀπ. Παῦλος ὅταν ἀποχαιρετᾶ τού πρεσβύτερους τῆς Ἐφέσου στήν Μίλητο. Γράφει, λοιπόν, ὁ Λουκᾶς στίς Πράξεις «ἀπὸ δὲ τῆς Μιλήτου πέμψας εἰς Εφεσον μετεκαλέσατο τοὺς πρεσβυτέρους τῆς ἐκκλησίας. ὡς δὲ παρεγένοντο πρὸς αὐτόν, εἶπεν αὐτοῖς», καί στήν συνέχεια διασώζει τό λόγο τοῦ Παύλου πρός τούς συμπρεσβυτέρους του, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ ἀπαράμιλλο μνημεῖο ἐκκλησιαστικῆς συνειδήσεως καί πρακτικῆς: «ὑμεῖς ἐπίστασθε, ἀπὸ πρώτης ἡμέρας ἀφ ἧς ἐπέβην εἰς τὴν Ασίαν, πῶς μεθ ὑμῶν τὸν πάντα χρόνον ἐγενόμην, δουλεύων τῷ Κυρίῳ μετὰ πάσης ταπεινοφροσύνης καὶ πολλῶν δακρύων καὶ πειρασμῶν τῶν συμβάντων μοι ἐν ταῖς ἐπιβουλαῖς τῶν Ιουδαίων, ὡς οὐδὲν ὑπεστειλάμην τῶν συμφερόντων τοῦ μὴ ἀναγγεῖλαι ὑμῖν καὶ διδάξαι ὑμᾶς δημοσίᾳ καὶ κατ οἴκους, διαμαρτυρόμενος Ιουδαίοις τε καὶ Ελλησι τὴν εἰς τὸν Θεὸν μετάνοιαν καὶ πίστιν τὴν εἰς τὸν Κύριον ἡμῶν Ιησοῦν Χριστόν. καὶ νῦν ἰδοὺ ἐγὼ δεδεμένος τῷ πνεύματι πορεύομαι εἰς Ιερουσαλήμ, τὰ ἐν αὐτῇ συναντήσοντά μοι μὴ εἰδώς, πλὴν ὅτι τὸ Πνεῦμα τὸ Αγιον κατὰ πόλιν διαμαρτύρεται λέγον ὅτι δεσμά με καὶ θλίψεις μένουσιν. ἀλλ οὐδενὸς λόγον ποιοῦμαι οὐδὲ ἔχω τὴν ψυχήν μου τιμίαν ἐμαυτῷ, ὡς τελειῶσαι τὸν δρόμον μου μετὰ χαρᾶς καὶ τὴν διακονίαν ἣν ἔλαβον παρὰ τοῦ Κυρίου Ιησοῦ, διαμαρτύρασθαι τὸ εὐαγγέλιον τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. καὶ νῦν ἰδοὺ ἐγὼ οἶδα ὅτι οὐκέτι ὄψεσθε τὸ πρόσωπόν μου ὑμεῖς πάντες, ἐν οἷς διῆλθον κηρύσσων τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ. διὸ μαρτύρομαι ὑμῖν ἐν τῇ σήμερον ἡμέρᾳ ὅτι καθαρὸς ἐγὼ ἀπὸ τοῦ αἵματος πάντων οὐ γὰρ ὑπεστειλάμην τοῦ μὴ ἀναγγεῖλαι ὑμῖν πᾶσαν τὴν βουλὴν τοῦ Θεοῦ. προσέχετε οὖν ἑαυτοῖς καὶ παντὶ τῷ ποιμνίῳ ἐν ᾧ ὑμᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ Αγιον ἔθετο ἐπισκόπους, ποιμαίνειν τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ, ἣν περιεποιήσατο διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος. ἐγὼ γὰρ οἶδα τοῦτο, ὅτι εἰσελεύσονται μετὰ τὴν ἄφιξίν μου λύκοι βαρεῖς εἰς ὑμᾶς μὴ φειδόμενοι τοῦ ποιμνίου καὶ ἐξ ὑμῶν αὐτῶν ἀναστήσονται ἄνδρες λαλοῦντες διεστραμμένα τοῦ ἀποσπᾶν τοὺς μαθητὰς ὀπίσω αὐτῶν. διὸ γρηγορεῖτε, μνημονεύοντες ὅτι τριετίαν νύκτα καὶ ἡμέραν οὐκ ἐπαυσάμην μετὰ δακρύων νουθετῶν ἕνα ἕκαστον. καὶ τὰ νῦν παρατίθεμαι ὑμᾶς, ἀδελφοί, τῷ Θεῷ καὶ τῷ λόγῳ τῆς χάριτος αὐτοῦ τῷ δυναμένῳ ἐποικοδομῆσαι καὶ δοῦναι ὑμῖν κληρονομίαν ἐν τοῖς ἡγιασμένοις πᾶσιν. ἀργυρίου ἢ χρυσίου ἢ ἱματισμοῦ οὐδενὸς ἐπεθύμησα αὐτοὶ γινώσκετε ὅτι ταῖς χρείαις μου καὶ τοῖς οὖσι μετ ἐμοῦ ὑπηρέτησαν αἱ χεῖρες αὗται πάντα ὑπέδειξα ὑμῖν ὅτι οὕτω κοπιῶντας δεῖ ἀντιλαμβάνεσθαι τῶν ἀσθενούντων, μνημονεύειν τε τῶν λόγων τοῦ Κυρίου Ιησοῦ, ὅτι αὐτὸς εἶπε μακάριόν ἐστι μᾶλλον διδόναι ἢ λαμβάνειν» (Πράξ. 20,17 35). 5. Κλῆρος καί λαός στήν Ἐκκλησία. Οἱ ὅροι που χρησιμοποῦνται ἀπό τόν Παῦλο δέν ἀφήνουν περιθώρια γιά παρεξηγήσεις δέν ὁμιλεῖ γιά ἐξουσία, ἀλλά γιά διακονία Χριστοῦ. Τό πλαίσιο τῶν σχέσεων ὁρίζεται ἀπό τό αιώνιο παράδειγμα τοῦ Ἀρχιποίμενος Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὅταν οἱ ποιμένες δέν ὁδηγοῦν κατά Χριστόν καί στόν Χριστό τότε ἐκπίπτουν στήν κατάσταση τοῦ μισθωτοῦ ἤ τοῦ κλέπτη, ὁπότε καί ἀλλοιώνονται οἱ σχέσεις ἐντός τοῦ 6

Ἐκκλησιαστικοῦ σώματος κι ἐκπίπτουν σέ ἐξουσιαστικές καί καταναγκαστικές μορφές διαχειρίσεως κοσμικοῦ τύπου. Πολλές φορές, ὅμως, ἀπό ὑπερβάλλοντα ζῆλο ἤ φιλοτιμία ὑπερτονίζεται ἡ συμβολή κάποιων παραγόντων τῆς Ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, κληρικῶν ἤ λαϊκῶν, μέ συνέπεια νά διαταράσσεται το παραπάνω πλαίσιο δράσεως καί ἡ ἁρμονία νά θρυμματίζεται. Τό σῶμα τότε νά ἀρχίζει νά ἐκδηλώνει συμπτώματα ἀσθενείας καί νά ἐμφανίζει ἔντονη δυσλειτουργία. Στίς περιπτώσεις αὐτές ἀναζητῶντας τά αἴτια φυσικά θά καταλήξουμε κάπου, συνήθως στίς ἱστορικές καταβολές τού συγκεκριμένου προβλήματος. Ἀλλά, ἀπό τήν μελέτη τόσων καί τόσων μέσα στήν Ἐκκλησιαστική ἱστορία καί στήν σύγχρονη ζωή, καταλήγουμε ὅτι ἡ μήτρα ὅλων τῶν προβλημάτων εἶναι ἡ στέρβλωση τῆς Ἐκκλησιολογικῆς ὀρθοδοξία μας. Ἡ διαστέρβλωση αὐτή δέν εἶναι συνειδητή και γιά αὐτό ὑφέρπει μακροχρόνια μέχρι ὅτου νά ξεσπάσει. Ἡ αἰτία ἑδράζεται στήν ἀσυνείδητη μετάπτωση ἀπό τόν πληθυντικό ἀριθμό στήν χρήση τοῦ ἑνικοῦ. Πολλές φορές, μέ δυσφορία, ἀκοῦμε νά περιγράφει ὁ ἱερέας ἤ ἐπίτροπος τί μεγάλα και σπουδαῖα ἔργα ἔκανε στήν Κοινότητά του. Αὐτό εἶναι, ἄν ὄχι τί ἄλλο, γελοῖο καί θυμίζει ἐκείνη τήν γυναίκα που καυχιόταν γιά τό παιδί που γέννησε ἀγνοῶντας πλήρως ὅτι ἕνας πατέρας συνήργησε γιά την γέννηση αὐτή! Ἡ ἐκκλησιαστική μας, λοιπόν, ζωή ἀρχίζει νά παρουσιάζει ρωγμές καί νά διαστρέφεται ἀπό τότε πού μιλοῦμε γιά τό τί ΕΚΑΝΑ! Στό σῶμα δέν μπορεῖ νά καυχηθεῖ κανένα μέλος γιά τήν μοναδική προσφορά του, γιατί ὅλα ἀλληεξαρτῶνται. Ὅσα τα κλήματα εἶναι συνδεδεμένα μέ τήν Ἄμπελο παράγουν καρπό, διαφορετικά ξεραίνονται. Ὅ, τι κι ἄν συνεισφέρουμε, ἀπό οἱαδήποτε θέση, νά ἔχουμε πάντοτε κατά νοῦν τό Εὐαγγελικό: «τίς δὲ ἐξ ὑμῶν δοῦλον ἔχων ἀροτριῶντα ἢ ποιμένοντα, ὃς εἰσελθόντι ἐκ τοῦ ἀγροῦ ἐρεῖ, εὐθέως παρελθὼν ἀνάπεσε, ἀλλ οὐχὶ ἐρεῖ αὐτῷ ἑτοίμασον τί δειπνήσω, καὶ περιζωσάμενος διακόνει μοι ἕως φάγω καὶ πίω, καὶ μετὰ ταῦτα φάγεσαι καὶ πίεσαι σύ; μὴ χάριν ἔχει τῷ δούλῳ ἐκείνῳ ὅτι ἐποίησε τὰ διαταχθέντα; οὐ δοκῶ. οὕτω καὶ ὑμεῖς, ὅταν ποιήσητε πάντα τὰ διαταχθέντα ὑμῖν, λέγετε ὅτι δοῦλοι ἀχρεῖοί ἐσμεν, ὅτι ὃ ὠφείλομεν ποιῆσαι πεποιήκαμεν», (Λουκ. 17, 7 10). Ἐξ ἄλλου, ἀφοῦ ὅλοι μας ζοῦμε ἐξαιτίας τῆς Ζωῆς τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, κοινωνόντας τό σῶμα καί τό αἶμα Του, δέν ὑπάρχει ἀνώτερη καί κατώτερη τάξη μέσα στην Ἐκκλησία, ὅπως γιά παράδειγμα ἡ ἱερατική τάξη, ἤ τῶν λαϊκῶν. Ὅλη ἡ Θ. Λειτουργία ἐπιβεβαι ώνει ὅτι προσφέρεται, «ὑπέρ τῶν ἡμετέρων [τῶν λειτουργῶν] ἁμαρτημάτων καί τῶν τοῦ λαοῦ ἀγνοημάτων», ὅπου καί ἱκετεύουμε, «μή διά τάς ἐμᾶς ἁμαρτίας κωλύσης τήν χάριν τοῦ ἁγίου σου Πνεύματος ἀπό τῶν προκειμένων δώρων» συνεπῶς, ὅλοι ἐξίσου ἐξαρτώμαστε ἀπό τό Ἔλεος καί τήν Χάρη τοῦ Κυρίου. Πολλές φορές μελετώντας τήν Ἐκκλησιαστική Ἱστορία καί ἀναλύοντας σύγχρονες καταστάσεις ἐκκλησιαστικῆς διαπάλης γιά τήν ἐξουσία, ἀναρωτιέμαι τί ἦρθε νά κάνει ὁ Χριστός καί τί νά προσέφερει; Βλέποντας αὐτά πού διαδραματίζονται σέ Ἐκκλησιαστικούς χώρους ἀντιδρᾶ ἡ χριστιανική μας συνείδηση καί λέμε ὅτι δέν εἶναι δυνατόν νά ἦρθε ὁ Χριστός γιά νά ἐγκαθιδρύσει μία νέα ἐξουσία χειρότερη ἀπό τήν Ρωμαϊκή. Ἐκείνη, ἡ Ρωμαϊκή, στό κάτω κάτω εἶχε δικαίωμα ζωῆς ἤ θανάτου μόνον στό σῶμα, καί στή ζωή αὐτή... ἐνῶ ἡ «ἐκκλησιαστική» διαχειρίζεται κι ἐξουσιάζει καί τήν ἄλλη. Φοβοῦμαι, πῶς πολλές φορές, δυστυχῶς, μᾶς διαφεύγει ὅτι «οἱ δουλειές τοῦ Θεοῦ γίνονται μέ τόν τρόπο τοῦ Θεοῦ» καί ἐκεῖνο πού ἀπομένει εἶναι μόνον ἡ ὠμή ἐξουσία. Ἐδῶ, ἴσως, θά ἦταν καλό νά θυμηθοῦμε τόν μύθο του Μ. Ἱεροεξεταστοῦ πού ἀναφέρει ὁ Ντοστογιέβσκυ...καί νά συγκρίνουμε αὐτήν τήν ἄκρατη καί ἀπροκάλυπτει ἐξουσιολαγνεία πού ἀναδεικνύεται ἀπό τήν στάση τοῦ Μ. Ἱεροεξεταστοῦ μέ τήν ταπεινή στάση τοῦ ἀπ. Παύλου, ὁ ὁποῖος μέ τό προσωπικό παράδειγμα του διέγραψε τά πλαίσια τῆς δράσεως τῶν Χριστιανῶν, «μηδεμίαν ἐν μηδενὶ διδόντες προσκοπήν, ἵνα μὴ μωμηθῇ ἡ διακονία, ἀλλ ἐν παντὶ συνιστῶντες ἑαυτοὺς ὡς Θεοῦ διάκονοι, ἐν ὑπομονῇ πολλῇ, ἐν θλίψεσιν, ἐν ἀνάγκαις, ἐν στενοχωρίαις, ἐν πληγαῖς, ἐν φυλακαῖς, ἐν ἀκαταστασίαις, ἐν κόποις, ἐν ἀγρυπνίαις, ἐν νηστείαις, ἐν ἁγνότητι, ἐν γνώσει, ἐν μακροθυμίᾳ, ἐν χρηστότητι, ἐν Πνεύματι Αγίῳ, ἐν ἀγάπῃ ἀνυποκρίτῳ, ἐν λόγῳ ἀληθείας, ἐν δυνάμει Θεοῦ, διὰ τῶν ὅπλων τῆς δικαιοσύνης τῶν δεξιῶν καὶ ἀριστερῶν, διὰ δόξης καὶ ἀτιμίας, διὰ δυσφημίας καὶ εὐφημίας, ὡς πλάνοι καὶ ἀληθεῖς, ὡς ἀγνοούμενοι καὶ ἐπιγινωσκόμενοι, ὡς ἀποθνήσκοντες καὶ ἰδοὺ ζῶμεν, ὡς παιδευόμενοι καὶ μὴ θανατούμενοι, ὡς λυπούμενοι ἀεὶ δὲ χαίροντες, ὡς πτωχοὶ πολλοὺς δὲ πλουτίζοντες, ὡς μηδὲν ἔχοντες καὶ πάντα κατέχοντες» (Β Κορνθ. 6, 3 10). 7

6. Συμπέρασμα. Συμπερασματικά, θά ἔλεγα ὅτι πέρα, ὅμως, ἀπό τίς εἰδικές εὐθύνες πού ἀναλαμβάνει κάποιος πιστός, ἤ τίς δεξιότητες πού θα ἐπιδείξει στήν διακονία του, ὑπάρχει κάτι στό ὁποῖο μπορεῖ νά διαπρέψει ὁ καθένας, εἶναι ἡ ἀγάπη πού ἀγκαλιάζει καί δίνει νόημα σέ ὅ, τι κάνουμε μέσα στήν Ἐκκλησία: «ζηλοῦτε δὲ τὰ χαρίσματα τὰ κρείττονα. καὶ ἔτι καθ ὑπερβολὴν ὁδὸν ὑμῖν δείκνυμι. Ἀγάπην ἄν μή ἔχω», (Α Κορ. 12, 31 13,13). Δέν εἶναι ἄδικο, λοιπόν, οὔτε ὑπερβολικό νά μάθουμε νά τιμᾶμε αὐτούς πού κοπιάζουν γιά τό καλό μας. Πολύ δέ περισσότερο εἶναι ἀπόδειξη ἀναγνωρίσεως κι ἔκφραση εὐγνωμοσύνης ἡ ἀπόδοση τιμῶν στούς γονεῖς, διδασκάλους κι παντοειδεῖς εὐεργέτες μας ἔτσι, λοιπόν, εἶναι ἐπιδαψίλευση ἀγάπης, ἀλληλεγγύης καί συμμετοχῆς στήν διακονία πού ἀνέλαβαν ὑπέρ τῆς Ἐκκλησίας οἱ ποιμένες μας, ἡ ἀνάληψη ὑπό τῆς κοινότητος τῶν βιωτικῶν ἀναγκῶν τους, καθότι «κοινωνείτω δὲ ὁ κατηχούμενος τὸν λόγον τῷ κατηχοῦντι ἐν πᾶσιν ἀγαθοῖς» (Γαλ. 6,6). Γιά τόν λόγο αὐτό ὁ Παῦλος συνιστᾶ μέ ἐμφαση, ὅτι: «οἱ καλῶς προεστῶτες πρεσβύτεροι διπλῆς τιμῆς ἀξιούσθωσαν, μάλιστα οἱ κοπιῶντες ἐν λόγῳ καὶ διδασκαλίᾳ λέγει γὰρ ἡ γραφή βοῦν ἀλοῶντα οὐ φιμώσεις καὶ ἄξιος ὁ ἐργάτης τοῦ μισθοῦ αὐτοῦ», (Α Τιμοθ. 5,17 18). Θά ἔλεγα, λοιπόν, ὅτι θά ἦταν καλό νά ἀρχίσουμε νά δείχνουμε τήν ἀγάπη μας... κι ἄς ξεκινήσουμε νά ἀγαπᾶμε τούς ἱερεῖς μας καί νά τούς σκεπτόμαστε, ὄχι περισσότερο ἀπ ὅσο τουλάχιστον σκεπτόμαστε τήν οἰκογένεια μας! Τέλος, ἡ ἀγάπη θά μᾶς ὁδηγήσει νά βροῦμε τρόπους νά ἐπιλύσουμε τά προβλήματα τῆς Κοινότητας μας ἀκόμη νά ἐξοφλήσουμε καί τά χρέη μας! Ἡ μακρά Ἐκκλησιασιαστική μας παράδοση, ἀπό τήν εποχή τῶν Πράξεων μέχρι σήμερα, εἶναι γεμάτη ἀπό λειτουργικά παραδείγματα ἐπιλύσεως προβλημάτων ἐντός τῆς Ἐκκλησιαστικῆς κοινότητος, φθάνει νά εἴμαστε ἀνοικτοί στόν φωτισμό τοῦ Πνεύματος καί ἀναφερόμαστε στό ΕΜΕΙΣ ἐκεῖ ὅπου εἶναι ἡ Ἐκκλησία, τό σῶμα τοῦ ζῶντος Χριστοῦ. Τό πλέον λειτουργικό μοντέλο Ἐκκλησιαστικῆς ὀργανώσεως ἀποδεικνύται στην μακρά ἱστορική διαδρομή καί πρακτική εἶναι τό κοινοτικό, πού σημαίνει ὅτι ὅλοι συμμετέχουν ἰσότιμα, δίχως φιλοπρωτεύουσες διαθέσεις. Καί ἄς μή διαφεύγει, ὅτι 1. ἔχουμε νά κάνουμε μέ τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, τό σῶμα τοῦ ζῶντος Χριστοῦ, καί 2. ὅλοι θα κριθοῦμε μέ ἕνα κοινό κριτήριο, κατά πόσο εἴμασταν Χριστιανοί, ἀσχέτως θέσεως ἤ διακονίας: «διὸ καὶ φιλοτιμούμεθα, εἴτε ἐνδημοῦντες εἴτε ἐκδημοῦντες, εὐάρεστοι αὐτῷ εἶναι. τοὺς γὰρ πάντας ἡμᾶς φανερωθῆναι δεῖ ἔμπροσθεν τοῦ βήματος τοῦ Χριστοῦ, ἵνα κομίσηται ἕκαστος τὰ διὰ τοῦ σώματος πρὸς ἃ ἔπραξεν, εἴτε ἀγαθὸν εἴτε κακόν» (Β Κορ. 5, 9 10). 8