Anthony Horowitz, 1985, 2006. Ðñþôç Ýêäïóç: Μάρτιος 2009 ÉSBN 978-960-453-559-0



Σχετικά έγγραφα
Πασχαλία Τραυλού, 2011 Φωτογραφίας εξωφύλλου: SHUTTERSTOCK. Ðñþôç Ýêäïóç: Οκτώβριος 2011, αντίτυπα ISBN

Εικονογράφηση: Λήδα Βαρβαρούση ΠΡΩΤΗ ΕΚ ΟΣΗ. Μερκούριος Αυτζής, Ðñþôç Ýêäïóç: Οκτώβριος 2011 ÉSBN

Πασχαλία Τραυλού, Ðñþôç Ýêäïóç: Οκτώβριος 2010, αντίτυπα ISBN

Αντώνης ελώνης, Ðñþôç Ýêäïóç: Μάρτιος 2008

Γιώργος Πολυράκης, Πρώτη έκδοση: Ιούνιος 2011, αντίτυπα ΙSBN

Πένυ Παπαδάκη, 2012 φωτογραφίας εξωφύλλου: Liz Dalziel/τrevillion Images UK. Πρώτη έκδοση: ιούνιος 2012, αντίτυπα. ιsbn

O.W. Toad, 2009 Εικονογράφησης εξωφύλλου: Victoria Sawdon. Πρώτη έκδοση: Οκτώβριος 2010, αντίτυπα ΙSBN

Θοδωρής Παπαθεοδώρου, φωτογραφίας εξωφύλλου: Virgil Mlesnita. Πρώτη έκδοση: οκτώβριος 2009, αντίτυπα. ιsbn

ATSS Publications, LLC 2007 All rights reserved. Ðñþôç Ýêäïóç: Οκτώβριος 2008, αντίτυπα ÉSBN

ΠΡΩΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: ANTITYΠΑ

λένα Μαντά, 2010 εικόνας εξωφύλλου: stockfood/visualphotos.com πρώτη έκδοση: νοέμβριος 2010, αντίτυπα πρώτη ανατύπωση: Μάρτιος 2012

Γιάννης Ρεµούνδος, Ðñþôç Ýêäïóç: Οκτώβριος 2010, αντίτυπα

Ελένη Γκίκα, πρώτη έκδοση: Νοέμβριος 2010, αντίτυπα ΙSBN

ΠΡΩΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: ANTITYΠΑ

Δημήτρης Στεφανάκης, 2009, 2014 Φωτογραφίας εξωφύλλου: Norman Parkinson Ltd/Courtesy Norman Parkinson Archive ΙSBN

I. Biggi, 2007 Editorial Seix Barral S.A., Πρώτη έκδοση: Απρίλιος 2010, αντίτυπα ΙSBN

Matthew Dicks, 2012 φωτογραφιών εξωφύλλου: Lakhesis, Gemenacom/123rf.com ΕκΔοσΕισ ΨΥΧογιοσ α.ε., αθήνα Πρώτη έκδοση: ιούνιος 2012

Arendsoog Ltd / stan Lauryssens Εικόνας εξωφύλλου: gheorghe Matei, Ρουμανία ΕκδοσΕισ Ψυχογιοσ Α.Ε., Αθήνα 2011

Ρένα Ρώσση-Ζαΐρη, 2007, Φωτογραφιών εξωφύλλου: Lena Okuneva/Trevillion Images, Samot/Shutterstock

Arundhati Roy, Ðñþôç Ýêäïóç: Νοέµβριος 2009 ÉSBN

Ρένα Ρώσση-Ζα ρη, Ðñþôç Ýêäïóç: Ιανουάριος 2010, αντίτυπα ÉSBN

Μάρω Βαμβουνάκη, Πρώτη έκδοση: Νοέμβριος 2015, αντίτυπα. Έντυπη έκδοση ΙSBN Ηλεκτρονική έκδοση ISBN

Πένυ Παπαδάκη, 2014 Φωτογραφιών εξωφύλλου: Kamil Akca/Trevillion Images nobeastsofierce/ cluckva/

Θοδωρής Παπαθεοδώρου, 2015 Φωτογραφίας εξωφύλλου: Alexandr Ivanov/123RF ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε., Αθήνα 2015

στέφανος Δάνδολος, 2013 φωτογραφίας εξωφύλλου: Ilona Wellmann/Trevillon Images UK πρώτη έκδοση: φεβρουάριος 2013, αντίτυπα

13Ανακτήστε. δυνατοί. πράγματα. άνθρωποι ΕΪΜΙ ΜΟΡΙΝ. δεν κάνουν. που οι ψυχικά

Ρένα Ρώσση-Ζαΐρη, 2008, 2016 Φωτογραφίας εξωφύλλου: Marta Bevacqua/Trevillion Images

Εικονογράφηση: Ίρις Σαµαρτζή ΠΡΩΤΗ ΕΚ ΟΣΗ. Γιώτα Κ. Αλεξάνδρου, Ðñþôç Ýêäïóç: Φεβρουάριος 2014 ÉSBN

Χάουαρντ Τζέικομπσον Η περίπτωση Φίνκλερ

συντριβη ΚΑΡΙΝ ΣΛΟΤΕΡ CRIME

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΑΥΤΟ ΑΝΗΚΕΙ ΣΤΟΝ. Χάρι Πότερ. Γιατί λοιπόν δεν αγοράζεις καινούργιο; Να γράφεις στο δικό σου βιβλίο, Ερμιόνη

Ãá ëü ôåéá Ãñç ãï ñéü äïõ-óïõ ñý ëç, Ðñþ ôç Ýê äï óç: Οκτώβριος 2008, áíôß ôõ ðá ÉSBN

Παραμονή Παγκόσμιας Ημέρας Αντικαταναλωτισμού*, 28 Νοεμβρίου 2008

από τις Εκδόσεις Pear Press, σιάτλ 2010

Will Adams, Ðñþôç Ýêäïóç: Απρίλιος 2008, áíôßôõðá ÉSBN

C. Bertelsmann Verlag, 2014 Φωτογραφιών εξωφύλλου: Lisa Bonowicz/Trevillion Images. Πρώτη έκδοση: Ιανουάριος 2016

ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ ΥΠ.ΓΕΩΡΓΙΑΣ

ΔΙΑΔΟΣΗ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ Φυσική Β' Γυμνασίου. Επιμέλεια: Ιωάννης Γιαμνιαδάκης

Η παρακμή του εργατικού κινήματος είναι μια διαδικασία που έχει ήδη διαρκέσει. πολλά χρόνια, τώρα ζούμε τα επεισόδια του τέλους της.

Υποψήφιοι Σχολικοί Σύμβουλοι

Όταν το μάθημα της πληροφορικής γίνεται ανθρωποκεντρικό μπορεί να αφορά και την εφηβεία.

Το σχολείο πρέπει να ικανοποιεί με τα ωράριά του το πρόγραμμα των γονέων.

Βουλευτικές Εκλογές 2011

289 ον Σύστημα Αεροπροσκόπων Αγίας Φύλας ΟΜΑΔΑ ΠΡΟΣΚΟΠΩΝ ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΑΡΧΑΡΙΟΥ ΠΡΟΣΚΟΠΟΥ

Ένας περίπατος στη Μονή Καισαριανής

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

Η ιστορία της Εκκλησίας ενδιαφέρει όχι μόνο τα μέλη της αλλά και κάθε άνθρωπο που επιθυμεί να γνωρίσει τα διάφορα πνευματικά ρεύματα που διαμόρφωσαν

Μάριος Χάκκας. Το Ψαράκι της γυάλας

ANNA TENEZH Η αρχοντοπούλα με την πέτρινη καρδιά

ΙSBN

Ðñþôç Ýêäïóç: Οκτώβριος 2009

Γ Ι Ώ Ρ Γ Ο Σ ΧΑΤΖΗΜΙΧΆΛΗΣ Ο ΖΩΓΡΆΦΟΣ Α.Κ.

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ. Από τα πρακτικά της με αριθμό 13ης/2013, συνεδρίασης του Περιφερειακού Συμβουλίου την Τρίτη 9 Ιουλίου 2013 στην Κέρκυρα με τηλεδιάσκεψη.

ΕΤΟΣ 16ο ΑΡΙΘ. ΦΥΛΛΟΥ 88 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ-ΜΑΡΤΙΟΣ 2006

ΕΠΕΣΤΡΕΨΕ ΣΤΟΝ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟ

Μια φορά κι έναν καιρό τον ονόμαζαν θεό. Τον ονόμαζαν

Ερώτηση 1. Ποια είναι η μόνη παρηγοριά σου, στη ζωή και στο θάνατο;

ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ

ΣΥΜΒΑΣΗ ΔΠΑ/ΕΠ-6489/2012

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

ΤΙΤΛΟΣ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟΥ: THE GIRLFRIENDS' GUIDE TO TODDLERS Aπό τις Εκδόσεις Perigree, Λονδίνο 1999

Ελληνισμός και Χριστιανισμός

Ευρετήριο πινάκων. Ασκήσεις και υπομνήματα

ΑΚΡΟΒΑΤΗΣ-ΧΑΪΝΗΔΕΣ Οι Χαΐνηδες Ο Δημήτρης Αποστολάκης

Πρίστινα, Κόσοβο Σήμερα

Τίτλος Ειδικού Θεματικού Προγράμματος: «Διοίκηση, Οργάνωση και Πληροφορική για Μικρο-μεσαίες Επιχειρήσεις»

ΕΚΦΡΑΣΗ-ΕΚΘΕΣΗ Β ΛΥΚΕΙΟΥ 1 ο Λύκειο Καισαριανής ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ: Κείμενα Προβληματισμού

Η Ιστορία του Αγγελιοφόρου Όπως αποκαλύφθηκε στον Μάρσαλ Βιάν Σάμμερς στης 23 Μάιου 2011 στο Μπόλντερ, Κολοράντο, ΗΠΑ

Καθηγητές στο μικροσκόπιο, ιδιώτες στην έρευνα. Ο νέος νόμος-πλαίσιο για τα πανεπιστήμια. Εφημερίδα: ΤΟ ΒΗΜΑ Ρεπορτάζ: ΜΑΡΝΥ ΠΑΠΑΜΑΤΘΑΙΟΥ

Ανδρέας Γούτης. Δάσκαλε... όταν δίδασκες. Μυθιστόρημα

Από το ξεκίνημά του ο ΤΙΤΑΝ εκφράζει

ΓΙΑ ΝΑ ΠΝΙΞΕΙΣ ΤΟ ΦΙΔΙ ΔΕΝ ΑΡΚΕΙ ΝΑ ΤΣΑΚΙΣΕΙΣ ΤΑ (ΧΡΥΣΑ) ΑΥΓΑ ΤΟΥ

Θερινά ΔΕΝ 2011 "ακολουθώντας τη ροή" - η ματιά μου

James Reston, Jr., 2001 Χαρτών: Jackie Aher Εικόνας Εξωφύλλου: APEIRON PHOTOS HELLAS/Bettmann/CORBIS EÊÄÏÓÅÉÓ ØÕ ÏÃÉÏÓ Á.Å.

Μηνιαία οικολογική Εφημερίδα Οκτώβριος 2011 Φύλλο 98 Τιμή φύλλου 0,01. Παράθυρο σε ένα σκοτεινό δωμάτιο

Αρκαδική Φωνή ΤΡΙΠΟΛΗ

Απώλεια και μετασχηματισμοί της τραυματικής εμπειρίας. Παντελής Παπαδόπουλος

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΓΟΝΕΩΝ & ΚΗΔΕΜΟΝΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΡΟΣΧΕΔΙΟΥ ΤΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ 1 ου ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΥ ΣΗΜΕΙΩΣΗ

ΠΟΛΗ ΚΑΙ ΧΩΡΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ 20 Ο ΣΤΟΝ 21 Ο ΑΙΩΝΑ

Ο Οδικός Χάρτης για την Ελλάδα της δημιουργίας

Τρέχω στο μπάνιο και βγάζω όλη τη μακαρονάδα.

ΥΠ.Ε.Π.Θ. / ΠΑΙ ΑΓΩΓΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ «ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΣ»

Η ΨΥΧΗ ΚΑΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ( 1 )

ΤΕΙ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ. ΑΡΓΥΡΗ ΔΗΜΗΤΡΑ Σχολής Διοίκησης και Οικονομίας Τμήμα Χρηματοοικονομικής και Ελεγκτικής Επιστήμης Εισηγητής :Λυγγίτσος Αλέξανδρος

και, όταν σκοτείνιασε, στο φως του φάρου. Η παγωνιά ήταν άλλος ένας λόγος που ο Μάγκνους δεν ήθελε να κουνηθεί. Στην κρεβατοκάμαρα το παράθυρο θα

Παραμυθιά Τάξη Α Μάστορα Έλλη

ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ

Ο ΚΑΛΟΣ ΚΑΙ Ο ΚΑΚΟΣ. Μαρία και Ιωσήφ

Μια «γριά» νέα. Εύα Παπώτη

ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ ΕΝΩΤΙΚΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ

O ΑΓΩΝΑΣ ΤΟΥ ΕΦΗΒΟΥ ΓΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ

Νησί που κανείς σεισμός δε θα σε καταπιεί μακρύ σαν πέτρινη μαγνητική βελόνη να δείχνεις το βοριά και το νότο της πορείας μας της ιστορίας του χρόνου

ΤΖΟΤΖΕΦ ΚΙΠΛΙΝΓΚ

ΑΝΑΔΟΧΟΣ: Τ.Ε.Ι. ΚΑΒΑΛΑΣ. 1º ΠΑΡΑΔΟΤΕΟ (τροποποιημένο)

ΜΑΡΚΟΣ ΜΠΟΛΑΡΗΣ (Υφυπουργός Υγείας και Κοινωνικής. Ευχαριστώ και το συνάδελφο γιατί θέτει ένα θέμα το οποίο βέβαια, όπως

Η ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΚΙΝΗΤΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΩΝ ΦΟΡΗΤΩΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΩΝ. στο μάθημα της Γλώσσας της ΣΤ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ

Victor Sebestyen, 2009 EÊÄÏ ÓÅÉÓ ØÕΧÏ ÃÉÏÓ Á.Å., ÁèÞ íá Ðñþ ôç Ýê äï óç: Νοέμβριος 2011

ΘΕΜΑ: «Παραθεριστικοί Οικοδοµικοί Συνεταιρισµοί. Μελέτη Περίπτωσης του «Βραχόκηπου» ήµου Γουβών Ηρακλείου Κρήτης»

Ομιλία του Υφυπουργού Ανάπτυξης κου Θανάση Σκορδά στο CapitalVision 2012

Δυσαρεστημένοι με τη ζωή τους οι 7 στους 10 Έλληνες

Transcript:

ÓÅÉÑÁ: ÌÉÊÑÇ ÐÕÎÉÄÁ TIÔËÏÓ ÐÑÙÔÏÔÕÐÏÕ: EVIL STAR Aðü ôéò Åêäüóåéò Walker Books, Ëïíäßíï 2006 TÉÔËÏÓ ÂÉÂËÉÏÕ: Το Αστέρι του Κακού ÓÕÃÃÑÁÖÅÁÓ: Anthony Horowitz ÌÅÔÁÖÑÁÓÇ: Φωτεινή Μοσχή ÅÐÉÌÅËÅÉÁ ÄÉÏÑÈÙÓÇ ÊÅÉÌÅÍÏÕ: Ντάνυ Πιέρρου ÓÕÍÈÅÓÇ ÅÎÙÖÕËËÏÕ: Ηλίας Μασούρης ÇËÅÊÔÑÏÍÉÊÇ ÓÅËÉÄÏÐÏÉÇÓÇ: Μερσίνα Λαδοπούλου EÊÔÕÐÙÓÇ: Άγγελος Ελεύθερος & ÓÉÁ Ï.Å. ÂÉÂËÉÏÄÅÓÉÁ: Μαρία Θεοδωροπούλου Anthony Horowitz, 1985, 2006 EÊÄÏÓÅÉÓ ØÕ ÏÃÉÏÓ Á.Å., ÁèÞíá 2009 Ðñþôç Ýêäïóç: Μάρτιος 2009 ÉSBN 978-960-453-559-0 Ôõðþèçêå óå áñôß åëåýèåñï çìéêþí ïõóéþí, προερχόμενο αποκλειστικά και μόνο από δάση που καλλιεργούνται για την παραγωγή χαρτιού. To ðáñüí Ýñãï ðíåõìáôéêþò éäéïêôçóßáò ðñïóôáôåýåôáé êáôü ôéò äéáôüîåéò ôïõ Åëëçíéêïý Íüìïõ (Í. 2121/1993 üðùò Ý åé ôñïðïðïéçèåß êáé éó ýåé óþìåñá) êáé ôéò äéåèíåßò óõìâüóåéò ðåñß ðíåõìáôéêþò éäéïêôçóßáò. Áðáãïñåýåôáé áðïëýôùò ç Üíåõ ãñáðôþò Üäåéáò ôïõ åêäüôç êáôü ïðïéïäþðïôå ôñüðï Þ ìýóï áíôéãñáöþ, öùôïáíáôýðùóç êáé åí ãýíåé áíáðáñáãùãþ, åêìßóèùóç Þ äáíåéóìüò, ìåôüöñáóç, äéáóêåõþ, áíáìåôüäïóç óôï êïéíü óå ïðïéáäþðïôå ìïñöþ (çëåêôñïíéêþ, ìç áíéêþ Þ Üëëç) êáé ç åí ãýíåé åêìåôüëëåõóç ôïõ óõíüëïõ Þ ìýñïõò ôïõ Ýñãïõ. ÅÊÄÏÓÅÉÓ ØÕ ÏÃÉÏÓ Á.Å. PSICHOGIOS PUBLICATIONS S.A. äñá: ÔáôïÀïõ 121 Head office: 121, Tatoiou Str. 144 52 Ìåôáìüñöùóç 144 52 Metamorfossi, Greece Âéâëéïðùëåßï: Ìáõñïìé Üëç 1 Bookstore: 1, Mavromichali Str. 106 79 ÁèÞíá 106 79 Áthens, Greece Ôçë.: 2102804800 Tel.: 2102804800 Telefax: 2102819550 Telefax: 2102819550 www.psichogios.gr www.psichogios.gr e-mail: info@psichogios.gr e-mail: info@psichogios.gr

ÌåôÜöñáóç: Φωτεινή Μοσχή

ÁËËÁ ÅÑÃÁ ÔÏÕ ÁÍÔÏÍÉ ÏÑÏÏÕÉÔÓ The Killing Joke Granny The Switch Groosham Grange Return to Groosham Grange Horowitz Horror More Horowitz Horror Myths and Legends The Sinister Secret of Frederick K. Bower Misha, the Magician and the Mysterious Amulet The Devil s Doorbell The Night of the Scorpion The Silver Citadel The Day of the Dragon The Falcon s Malteser Public Enemy Number Two South by South East The French Confection The Blurred Man I Know What You Did Last Wednesday Three of Diamonds Από τις Εκδόσεις ØÕ ÏÃÉÏÓ κυκλοφορούν επίσης: Ôï ìõóôéêü ôïõ ãíùóôïõ Éððüôç, 2002, ìôöñ. Ìáñßá ËÜôóá ëåî ÑÜéíôåñ: ÌõóôéêÞ ÁðïóôïëÞ, 2003, ìôöñ. ÑÝíéá ÔïõñêïëéÜ-ÊõäùíéÝùò Oé ðåñéðýôåéåò ôïõ ëåî ÑÜéíôåñ: ÁðïóôïëÞ óôç ËåõêÞ ÊïñöÞ, 2006, ìôöñ. ÑÝíéá ÔïõñêïëéÜ-ÊõäùíéÝùò Oé ðåñéðýôåéåò ôïõ ëåî ÑÜéíôåñ: ÁðïóôïëÞ óôçí ÊáñáúâéêÞ, 2006, ìôöñ. ÑÝíéá ÔïõñêïëéÜ-ÊõäùíéÝùò Oé ðåñéðýôåéåò ôïõ ëåî ÑÜéíôåñ: To Χτύπημα του Αετού, 2007, ìôöñ. ÑÝíéá ÔïõñêïëéÜ-ÊõäùíéÝùò Ç Äýíáìç ôùí ÐÝíôå: Η Πύλη του Γερακιού, 2008, ìôöñ. Φωτεινή Μοσχή Από τις Εκδόσεις ØÕ ÏÃÉÏÓ ετοιμάζεται: Oé ðåñéðýôåéåò ôïõ ëåî ÑÜéíôåñ: Scorpia

Η Ι ΣΤΟΡΙΑ Μ ΕΧΡΙ ΤΩΡΑ... ΟΜατ Φρίμαν ξέρει πλέον ότι δεν είναι ένας συνηθισμένος έφηβος. Έχει ιδιαίτερες δυνάμεις, όπως την ικανότητα να μετακινεί αντικείμενα ή να προκαλεί καταστροφές μόνο και μόνο με τη δύναμη του μυαλού του. Οι δυνάμεις του αυτές, όμως, είναι ακόμα λανθάνουσες, δεν μπορεί να τις ελέγξει απόλυτα. Δοκιμάστηκαν μια φορά, στην Πύλη του Γερακιού. Ο Ματ παραλίγο και θα θυσιαζόταν για να ανοίξει μια μαγική Πύλη μεταξύ δύο διαστάσεων. Αρχαία σατανικά πλάσματα, οι Παλαιοί, προσπαθούσαν να επιστρέψουν στον κόσμο για να τον καταστρέψουν. Ο Ματ κατόρθωσε, την τελευταία μόλις στιγμή, να τους σταματήσει. Η μάχη, ωστόσο, δεν έχει τελειώσει. Πέντε έφηβοι χωρίζουν την ανθρωπότητα από το χάος. Είναι οι Φύλακες της Πύλης και ο Ματ είναι ένας από αυτούς. Μόνο όταν συναντηθούν και οι πέντε μαζί θα είναι ο κόσμος ασφαλής. Στο μεταξύ, μια δεύτερη Πύλη είναι έτοιμη να ανοίξει

ΠΕΡΙ ΕΧOMENA 1. Ο τροχός της τύχης... 13 2. Ο καινούριος... 24 3. Μια δεύτερη Πύλη... 41 4. Συναγερμός... 59 5. Το ημερολόγιο... 79 6. Στην εκκλησία της Αγίας Μέρεντιθ... 96 7. Επικίνδυνη περιοχή... 114 8. Ξενοδοχείο Ευρώπη... 133 9. Δηλητηριασμένη Πόλη... 150 10. Όνειρα... 169 11. Σαλαμάντα... 189 12. Η Ιερή Πόλη... 212 13. Ανάμεσα στα αρχαία τείχη... 230 14. Μέσα στο Δάσος των Νεφών... 253 15. Οι τελευταίοι Ίνκα... 267 16. Καθηγήτρια Τσέιμπερς... 284 17. Νύχτα στην έρημο... 300 18. Το αστέρι του κακού... 317 19. Κέντρο ελέγχου... 328 20. Η Πύλη ανοίγει... 346 21. Ο θεραπευτής... 365

Τα μάτια του ηλικιωμένου άνδρα ήταν κατακόκκινα, καθώς αντανακλούσαν το φως από τις πύρινες γλώσσες της φωτιάς. Ο ήλιος είχε ήδη αρχίσει να δύει. Σκοτείνιαζε. Κάπου μακριά, ένα τεράστιο πουλί ένας κόνδορας πετούσε νωχελικά, διαγράφοντας κύκλους πριν προσγειω - θεί. Έπειτα, έμειναν όλα ακίνητα. Η νύχτα βρισκόταν μόλις μια ανάσα μακριά. «Θα έρθει», είπε ο ηλικιωμένος άνδρας. Μιλούσε μια παράξενη γλώσσα, την οποία γνώριζαν ελάχιστοι άνθρω - ποι στον κόσμο. «Δε χρειάζεται να στείλουμε κάποιον να τον φέρει. Θα έρθει ούτως ή άλλως». Σηκώθηκε, στηριγμένος σε ένα μπαστούνι φτιαγμένο από κλαδί δέντρου, και κατευθύνθηκε προς την άκρη της πέτρινης αναβαθμίδας. Από εκεί μπορούσε να δει ένα φαράγγι που έμοιαζε να μην τελειώνει πουθενά, μια ρωγμή στον πλανήτη, η οποία είχε δημιουργηθεί ίσως και ένα εκατομμύριο χρόνια πριν. Έμεινε σιωπηλός για λίγο. Πίσω του, βρίσκονταν δώδεκα άνδρες, περιμένοντας να ακούσουν τι θα πει. Κανείς τους δεν κουνιόταν. Κανείς τους δεν τολμούσε να τον διακόψει όσο στεκόταν εκεί, προσηλωμένος στις σκέψεις του. Κάποια στιγμή, γύρισε προς τα πίσω.

ΑΝΤΟΝΙ ΧΟΡΟΟΥΙΤΣ «Το αγόρι είναι στην άλλη άκρη του κόσμου», είπε. «Μένει στην Αγγλία». Ένας από τους άνδρες σάλεψε ανήσυχος. Ήξερε ότι δεν ήταν σωστό να κάνει ερωτήσεις, αλλά δεν μπορούσε να αντισταθεί. «Θα μείνουμε έτσι να τον περιμένουμε;» ρώτησε. «Έχουμε τόσο λίγο χρόνο. Και, ακόμα κι αν έρθει, πώς μπορεί αυτός να μας βοηθήσει; Ένα παιδί είναι μόνο!» «Δεν καταλαβαίνεις, Άτοκ», απάντησε ο ηλικιωμένος άνδρας. Είχε εκνευριστεί αλλά δεν το έδειχνε. Ήξερε ότι ο Άτοκ ήταν μόλις είκοσι χρονών, παιδί σχεδόν κι αυτός, τουλάχιστον σε σύγκριση με τον ίδιο. «Το αγόρι έχει δυνάμεις. Ακόμα δεν ξέρει ποιος είναι ή πόσο δυνατός έχει γίνει. Θα έρθει εδώ και θα έρθει εγκαίρως. Οι δυνάμεις του θα τον φέρουν κοντά μας». «Ποιο είναι αυτό το αγόρι;» ρώτησε κάποιος άλλος. Ο ηλικιωμένος άνδρας κοίταξε πάλι τον ήλιο. Έμοιαζε να στέκεται, σε απόλυτη ισορροπία, πάνω στην ψηλότερη κορυφή. Το βουνό λεγόταν Μαντάγκο ο Κοιμισμένος Θεός. «Το όνομά του είναι Μάθιου Φρίμαν», είπε. «Είναι ο πρώτος από τους Πέντε».

Ο ΤΡΟΧΟΣ ΤΗΣ ΤΥΧΗΣ Κάτι παράξενο συνέβαινε στο σπίτι της οδού Ίστ - φιλντ. Κάτι πολύ δυσάρεστο. Όλα τα σπίτια του δρόμου αυτού ήταν πάνω κά τω τα ίδια: κόκκινα τούβλα, βικτοριανό στιλ, με δυο υπνοδωμάτια στον πάνω όροφο και ένα παράθυρο με τζαμαρία στα δεξιά ή τα αριστερά της εισόδου. Κάποια είχαν δορυφορικές κεραίες, κάποια άλλα ζαρντινιέρες γεμάτες λουλούδια με έντονα χρώματα. Αλλά, αν κοιτούσες από την κορυφή του λόφου το συγκρότημα των σπιτιών, όπως ξεκινούσε από την εκκλησία του Σεντ Πάτρικ και συνέχιζε προς το βενζινάδικο και το παντοπωλείο της γειτονιάς, ένα σπίτι ξεχώριζε αμέσως: ο αριθμός είκοσι επτά λες και δεν ανήκε πια εκεί. Ήταν σαν να είχε αρρωστήσει και έπρεπε να κατεδαφιστεί. Ο μπροστινός κήπος ήταν γεμάτος άχρηστα αντικείμενα και, ως συνήθως, ο πλαστικός κουβάς δίπλα από την πόρτα ξεχείλιζε από μαύρες σακούλες σκουπιδιών που οι ιδιοκτήτες δεν είχαν καταφέρει να χωρέσουν μέσα. Δεν ήταν κάτι ασυνήθιστο στην οδό Ίστφιλντ. Ούτε

ΑΝΤΟΝΙ ΧΟΡΟΟΥΙΤΣ ήταν ιδιαίτερα παράξενο το ότι οι κουρτίνες στα μπροστινά παράθυρα ήταν συνεχώς κλειστές και, όπως όλοι έλεγαν, τα φώτα δεν άναβαν ποτέ. Το σπίτι, όμως, μύριζε. Εδώ και εβδομάδες, υπήρχε μια μυρωδιά σαπίλας, μυρωδιά αποχέτευσης^ στην αρχή είχαν υποθέσει ότι ερχόταν από κάποιο φραγμένο σωλήνα, αλλά, στη συνέχεια, είχε γίνει τόσο αφόρητη, που οι άνθρωποι περνούσαν απέναντι για να την αποφύγουν. Ό,τι κι αν ήταν αυτό που την προκαλούσε, έμοιαζε να επεκτείνεται σε όλη την περιοχή. Το γρασίδι στον μπροστινό κήπο είχε κιτρινίσει, τα λουλούδια είχαν μαραθεί και ήταν γεμάτα ζιζάνια. Ακόμα και το χρώμα από τα τούβλα είχε αρχίσει να ξεθωριάζει. Οι γείτονες αποφάσισαν να παραπονεθούν. Όταν, όμως, χτύπησαν την πόρτα, κανείς δεν τους άνοιξε. Πήραν τηλέφωνο, αλλά κανείς δεν το σήκωνε. Απευθύνθηκαν, τελικά, στο δημοτικό συμβούλιο, στο Κέντρο Πολιτών του Ίπσουιτς, αλλά, βέβαια, θα περνούσαν εβδομάδες μέχρι να γίνει κάτι. Το σπίτι δεν ήταν άδειο, αυτό ήταν σίγουρο. Είχαν δει κάποιες φορές την ιδιοκτήτρια, την Γκουέντα Ντέιβις, να πηγαινοέρχεται πίσω από τις δικτυωτές κουρτίνες. Μια φορά πριν από μια εβδομάδα την είχαν δει να γυρνάει βιαστικά από τα μαγαζιά. Υπήρχε άλλη μια ένδειξη ότι υπήρχε ακόμα ζωή στο νούμερο είκοσι επτά: κάθε απόγευμα άναβε η τηλεόραση. Η Γκουέντα Ντέιβις ήταν γνωστή στη γειτονιά. Είχε ζήσει εκεί το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της, πρώτα μόνη της και μετά με το φίλο της, τον Μπράιαν Κόνραν, που δούλευε περιστασιακά ως γαλατάς. Αλλά αυτό που

ΤΟ ΑΣΤΕΡΙ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ είχε στ αλήθεια πυροδοτήσει το κουτσομπολιό της γειτονιάς ήταν όταν, πριν από έξι χρόνια, η Γκουέντα είχε υιοθετήσει ξαφνικά ένα οχτάχρονο αγόρι και το είχε φέρει να μείνει μαζί της. Όλοι συμφωνούσαν ότι η Γκουέ ντα με τον Μπράιαν δεν ήταν και οι πιο κατάλληλοι γονείς. Εκείνος έπινε και οι δυο τους τσακώνονταν συχνά. Οι φήμες έλεγαν πως δε γνώριζαν καν το αγόρι, του οποίου οι γονείς είχαν σκοτωθεί σε αυτοκινητικό ατύχημα. Έτσι, κανείς δεν ένιωσε έκπληξη όταν όλα πήγαν στρα βά. Δεν έφταιγε στ αλήθεια το παιδί. Ο Μάθιου Φρίμαν ήταν ένα ευγενικό αγόρι σ αυτό όλοι συμφωνούσαν αλλά, σχεδόν από την πρώτη στιγμή που ήρθε, είχε συνεχώς μπλεξίματα. Είχε αρχίσει να κάνει κοπάνες και κακές παρέες. Συμμετείχε σε διάφορες μικροκλοπές οπότε, αναπόφευκτα, κάποια στιγμή μπλέχτηκε και η αστυνομία. Τέλος, είχε γίνει εκείνη η κλοπή σε μια αποθήκη, λίγο πιο πέρα από το σιδηροδρομικό σταθμό του Ίπσουιτς. Ένας φρουρός παραλίγο θα είχε σκοτωθεί και ο Μάθιου είχε πιαστεί με αίματα στα χέρια του. Αποφασίστηκε να τον στείλουν σε μια, κατά κάποιο τρόπο, ανάδοχη οικογένεια. Απόκτησε καινούρια μητέρα, κάπου στο Γιόρκσαϊρ. Τέλος καλό, όλα καλά. Έτσι νόμιζαν. Όλα αυτά είχαν γίνει πριν από περίπου τρεις μήνες. Από τότε, σπανίως έβλεπαν την Γκουέντα. Όσο για τον Μπράιαν, δεν τον είχε δει κανείς για εβδομάδες. Το σπίτι έμοιαζε όλο και πιο εγκαταλειμμένο. Όλοι συμφωνούσαν ότι έπρεπε να γίνει κάτι σύντομα. Ήταν αρχές Ιουνίου, εφτά και μισή το απόγευμα. Οι μέρες είχαν μεγαλώσει. Οι άνθρωποι της οδού Ίστφιλντ ζεσταίνονταν και ένιωθαν εξαντλημένοι. Δεν τους πε-

ΑΝΤΟΝΙ ΧΟΡΟΟΥΙΤΣ ρίσσευε υπομονή^ η μυρωδιά ήταν χειρότερη από ποτέ. Η Γκουέντα βρισκόταν στην κουζίνα κι ετοίμαζε το βραδινό της. Μικροκαμωμένη και άχαρη καθώς ήταν, δε θα την έλεγες ελκυστική ως γυναίκα. Το βλέμμα της ήταν σκοτεινό και τα στενά χείλη της δε χαμογελούσαν ποτέ. Από τότε που είχε φύγει ο Ματ, πήγαινε από το κακό στο χειρότερο. Τα μαλλιά της ήταν πάντα αχτένιστα και μπερδεμένα. Φορούσε ένα φόρεμα με κλάρες και μια ζακέτα που, όπως και η ίδια, δεν είχε πλυθεί εδώ και μήνες^ κρεμόταν πάνω της σαν τσουβάλι. Είχε αρχίσει να έχει ένα νευρικό τικ, να τρίβει συνεχώς τα μπράτσα της, λες και κρύωνε ή σαν να φοβόταν. «Θέλεις να φας κάτι;» φώναξε με μια λεπτή, ψιλή φωνή. Ο Μπράιαν την περίμενε στο σαλόνι, αλλά η Γκουέ - ντα ήξερε ότι δε θα έτρωγε τίποτε. Προτιμούσε τον καιρό που είχε τη δουλειά του στην αποθήκη με τα γάλατα, αλλά τον είχαν διώξει από τότε που είχε τσακωθεί με έναν από τους διευθυντές. Αυτό είχε γίνει λίγο αφού είχε φύγει ο Ματ. Τώρα ο Μπράιαν είχε χάσει και την όρεξή του. Η Γκουέντα κοίταξε το ρολόι της. Ήταν σχεδόν η ώρα για τον Τροχό της Τύχης, την αγαπημένη της εκπομπή. Χάρη στο δορυφόρο, μπορούσε να βλέπει τον Τροχό της Τύχης κάθε μέρα, αλλά η Τρίτη ήταν ξεχωριστή, διότι αυτή τη μέρα είχε καινούριο επεισόδιο, όχι επανα - λήψεις. Η Γκουέντα ήταν εθισμένη στον Τροχό της Τύχης. Λάτρευε τα λαμπερά χρώματα του στούντιο, τα βραβεία-έκπληξη, τους παίκτες που μπορεί να κέρδιζαν

ΤΟ ΑΣΤΕΡΙ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ ένα εκατομμύριο λίρες αν απαντούσαν σωστά σε αρκετές ερωτήσεις και τολμούσαν να γυρίσουν τον τροχό. Περισσότερο, όμως, της άρεσε ο παρουσιαστής, ο Ρεξ Μακ Κένα, με το μόνιμο μαύρισμα, τα αστεία, το τέλειο, λευκό χαμόγελό του. Ο Ρεξ ήταν γύρω στα πενήντα, αλλά τα μαλλιά του ήταν ακόμα κατάμαυρα, τα μάτια του έλαμπαν και περπατούσε με τέτοια ζωντάνια, ώστε φαι - νόταν πολύ νεότερος. Παρουσίαζε την εκπομπή εδώ και πολλά χρόνια. Αν και παρουσίαζε άλλα δύο τηλεπαιχνίδια και ένα διαγωνισμό χορού στο BBC, η Γκουέντα προτιμούσε να τον βλέπει στον Τροχό της Τύχης. «Άρχισε;» φώναξε από την κουζίνα. Καμία απάντηση από τον Μπράιαν. Δεν πολυμιλούσε τελευταία. Άνοιξε ένα ντουλάπι και έβγαλε μια κονσέρβα φασόλια. Δεν ήταν και κανένα λουκούλλειο γεύμα, αλλά είχαν κι οι δυο τους καιρό να βγάλουν λεφτά, οπότε είχε αρχίσει να ξεμένει. Κοίταξε τριγύρω της στην κουζίνα για να βρει ένα καθαρό πιάτο, αλλά δεν υπήρχε ούτε ένα. Κάθε επιφάνεια ήταν καλυμμένη με βρόμικα σκεύη, ενώ από το νεροχύτη ξεπρόβαλλε μια στοίβα άπλυτα πιάτα και γαβάθες. Η Γκουέντα αποφάσισε να φάει τα φασόλια κατευθείαν από την κονσέρβα. Βούτηξε το χέρι της στο καφετί, βρόμικο νερό του νεροχύτη και κατάφερε να βρει ένα πιρούνι. Σκούπισε την πολλή βρόμα στο φόρεμά της και βγήκε βιαστικά από το δωμάτιο. Τα φώτα στο σαλόνι ήταν σβηστά, αλλά το φως από την τηλεόραση ήταν αρκετό για να βλέπει πού πηγαίνει. Ήταν επίσης αρκετό για να βλέπει το χάλι που επικρατούσε στο δωμάτιο. Στο χαλί υπήρχαν σκορπισμέ-

ΑΝΤΟΝΙ ΧΟΡΟΟΥΙΤΣ νες παλιές εφημερίδες, ξεχειλισμένα τασάκια, βρόμικα πιάτα, λερωμένες κάλτσες και εσώρουχα. Ο Μπράιαν καθόταν σε έναν καναπέ, ο οποίος φαινόταν άσχημος και μεταχειρισμένος ήδη από τη στιγμή που αγοράστηκε. Στο νάιλον κάλυμμα υπήρχε ένας τεράστιος λεκές, αλλά η Γκουέντα τον αγνόησε και κάθισε δίπλα του. Η μυρωδιά, που ήταν απαίσια σε όλα τα σημεία του σπιτιού, ήταν πολύ χειρότερη εδώ. Η Γκουέντα αγνόησε και αυτήν. Της φαινόταν ότι είχαν πάει όλα στραβά από τότε που είχε φύγει ο Ματ. Δεν ήξερε γιατί. Όχι ότι τον συ - μπαθούσε και πολύ. Αντίθετα, ανέκαθεν ήξερε ότι το παιδί είχε κάτι παράξενο. Δεν είχε ονειρευτεί το θάνατο των γονιών του το βράδυ πριν σκοτωθούν σ εκείνο το ατύχημα; Τον είχε πάρει στο σπίτι της μόνο και μόνο επειδή την είχε πείσει ο Μπράιαν. Φυσικά, εκείνος ήθελε να βάλει χέρι στα λεφτά που είχαν αφήσει οι γονείς του Ματ στο γιο τους. Το πρόβλημα ήταν ότι τα λεφτά τέλειωσαν πάρα πολύ γρήγορα. Ύστερα έφυγε και ο Ματ, τον πήρε η αστυνομία ως ανήλικο εγκληματία και το μόνο που της είχε μείνει ήταν οι τύψεις. Δεν ήταν δικό της φταίξιμο, όμως. Τον πρόσεχε. Δε θα ξεχνούσε ποτέ τον τρόπο που την κοιτούσαν στην αστυνομία, σαν να ήταν εκείνη που είχε διαπράξει το έγκλημα. Τώρα ευχόταν να μην είχε έρθει ποτέ στη ζωή της ο Ματ. Όλα είχαν πάει στραβά εξαιτίας του. «Και τώρα, στο ITV, ήρθε και πάλι η ώρα να πάρετε την τύχη στα χέρια σας και να γυρίσετε τον Τροχό της Τύχης!» Η Γκουέντα κάθισε αναπαυτικά καθώς άρχισε το

ΤΟ ΑΣΤΕΡΙ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ μουσικό θέμα του Τροχού της Τύχης. Στην οθόνη στριφογύριζαν χαρτονομίσματα των πενήντα δολαρίων. Το κοινό χειροκροτούσε. Και να, εμφανίστηκε ο Ρεξ Μακ Κένα, κατεβαίνοντας την αστραφτερή σκάλα κρατώντας δυο όμορφα κορίτσια δεξιά κι αριστερά του. Φορούσε ένα αστραφτερό σακάκι με παγιέτες, χαμογελούσε και χαιρετούσε τον κόσμο χαρούμενος, όπως έκανε πάντα. «Καλησπέρα σε όλους!» φώναξε. «Ποιος ξέρει ποιος θα είναι ο μεγάλος νικητής σήμερα;» Σταμάτησε για λίγο και έκλεισε το μάτι στην κάμερα. «Μόνο ο τροχός ξέρει!» Το κοινό χειροκροτούσε ξέφρενα, σαν να άκουγε τις λέξεις αυτές για πρώτη φορά, μόλο που ο Ρεξ πάντα έτσι ξεκινούσε την εκπομπή. «Μόνο ο τροχός ξέρει!» ήταν η αγαπημένη του φράση, αλλά η Γκουέντα δεν ήταν και πολύ σίγουρη ότι ήταν αλήθεια. Ο τροχός ήταν απλώς ένα μεγάλο κομμάτι ξύλο και πλαστικό. Πώς μπορούσε να ξέρει οτιδήποτε; Ο Ρεξ σταμάτησε και το χειροκρότημα σιγά σιγά ξεθύμανε. Η Γκουέντα κοιτούσε την οθόνη σαν υπνωτισμένη. Είχε ήδη ξεχάσει τα φασόλια της. Κάπου στο πίσω μέρος του μυαλού της απορούσε πώς ήταν δυνατόν να δουλεύει η τηλεόραση ενώ το ρεύμα στο σπίτι είχε κοπεί πριν από δύο εβδομάδες, επειδή δεν είχε πληρώσει το λογαριασμό. Το πίσω μέρος του μυαλού της, όμως, ήταν πολύ μακριά και δεν την ένοιαζε και πολύ. Ήταν ένα θαύμα. Πώς θα περνούσε τα βράδια της χωρίς τον Τροχό της Τύχης; «Καλώς ήρθατε σε άλλη μια εκπομπή, όπου μια στροφή του τροχού μπορεί να σας δώσει ένα εκατομμύριο

ΑΝΤΟΝΙ ΧΟΡΟΟΥΙΤΣ λίρες στην τσέπη ή το εισιτήριο της επιστροφής στο σπίτι χωρίς δεκάρα!» άρχισε να λέει ο Ρεξ. «Δε φαντάζεστε πόσο δύσκολη ήταν αυτή η εβδομάδα. Η γυναίκα μου με ξύπνησε χθες στις έξι το πρωί για να μου θυμίσει να βάλω το ξυπνητήρι στις εφτά. Το ξυπνητήρι χτύπησε και το τρέχαμε στο νοσοκομείο!» Το κοινό ξέσπασε σε ξέφρενα γέλια. Η Γκουέντα γέλασε κι αυτή. «Όμως έχουμε ετοιμάσει ένα σπουδαίο σόου απόψε για εσάς. Σε ένα λεπτό θα συναντήσουμε τους τρεις τυχερούς που θα διαγωνιστούν για τα αποψινά μεγάλα δώρα. Θυμηθείτε, όμως: όποιος θέλει να πάρει στο χέρι ένα εκατομμύριο λίρες, τι πρέπει να κάνει;» «Να γυρίσει τον τροχό!» ούρλιαξε το κοινό. Ο Μπράιαν παρέμενε σιωπηλός. Είχε αρχίσει να της σπάει τα νεύρα έτσι, όπως καθόταν εκεί ακίνητος. «Πριν ξεκινήσουμε όμως», συνέχισε ο Ρεξ, «θέλω να πω δυο λόγια σε μια σπουδαία κυρία, μια αγαπημένη μου φίλη» Πλησίασε περισσότερο την κάμερα και, έτσι όπως το πρόσωπό του γέμιζε την οθόνη, φάνηκε στην Γκουέντα ότι κοιτούσε εκείνη. «Γεια σου, Γκουέντα», είπε. «Γεια σου, Ρεξ», ψιθύρισε η Γκουέντα. Της ήταν δύσκολο να πιστέψει ότι μιλούσε στ αλήθεια σ εκείνη. Κάθε φορά. «Πώς είσαι απόψε, καλή μου;» «Εντάξει» δάγκωσε τα χείλη της και σταύρωσε τα χέρια της στο στήθος της. «Λοιπόν, αγάπη μου, αναρωτιόμουν αν σκέφτηκες καθόλου αυτό που λέγαμε. Τον Ματ Φρίμαν. Αυτό το

ΤΟ ΑΣΤΕΡΙ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ απόβρασμα. Το παλιόπαιδο. Αποφάσισες τι θα κάνεις μ αυτόν;» Ο Ρεξ Μακ Κένα είχε αρχίσει να μιλάει στην Γκουέντα πριν από δύο μήνες. Η Γκουέντα είχε μπερδευτεί. Πώς μπορούσε να διακόπτει την εκπομπή την οποία παρακολουθούσαν δέκα εκατομμύρια άνθρωποι μόνο και μόνο για να της μιλήσει; Κάπως, όμως, τα κατάφερνε ακόμα και στις επαναλήψεις και αυτό ήταν αδύνατον, διότι μερικές ήταν μαγνητοσκοπημένες πριν από χρόνια. Στην αρχή, είχε ανησυχήσει. Όταν το είχε πει στον Μπράιαν, εκείνος την κορόιδεψε και της είπε ότι είχε τρελαθεί. Πολύ σύντομα ο Ρεξ της είχε πει τι να κάνει με τον Μπράιαν και τώρα δεν την ένοια ζε καθόλου πια. Ήταν παράξενο αλλά συνέβαινε στην πραγματικότητα και η αλήθεια ήταν ότι την κολάκευε. Ο Ρεξ της άρεσε και φαινόταν ότι κι αυτή άρεσε σε εκείνον. «Ο Ματ Φρίμαν σε κορόιδεψε», συνέχισε ο Ρεξ. «Ήρθε στο σπίτι σου και κατέστρεψε τη σχέση σου με τον Μπράιαν. Ύστερα είχε μπλεξίματα και όλοι είπαν ότι ήταν δικό σου λάθος. Τώρα, για δες! Δεν έχεις λεφτά. Δεν έχεις δουλειά. Τα χάλια σου έχεις, Γκουέντα» «Δε φταίω εγώ» μουρμούρισε η Γκουέντα. «Το ξέρω ότι δε φταις εσύ, γλυκιά μου», απάντησε ο Ρεξ. Για μια στιγμή η κάμερα απομακρύνθηκε και η Γκουέντα είδε το κοινό να περιμένει ανήσυχο να αρχίσει η εκπομπή. «Τον πρόσεχες. Του φέρθηκες σαν μάνα. Αλλά έφυγε χωρίς δεύτερη σκέψη. Και χωρίς ευγνωμοσύνη, φυσικά. Αχ, αυτά τα σημερινά παιδιά!»έχουν πάρει τα μυαλά του αέρα τώρα και αν άκουγες τι πράγματα λέει για σένα! Το σκεφτόμουν και θέλω

ΑΝΤΟΝΙ ΧΟΡΟΟΥΙΤΣ να σου πω Πιστεύω ότι το αγόρι πρέπει να τιμωρηθεί». «Να τιμωρηθεί» η Γκουέντα ψιθύρισε τη λέξη με μια αίσθηση τρόμου. «Όπως ακριβώς τιμώρησες τον Μπράιαν, που σου μίλησε τόσο άσχημα», κούνησε το κεφάλι του ο Ρεξ. Ίσως να ήταν ένα τρικ του φωτισμού από το στούντιο, αλλά φαινόταν σαν να ήταν έτοιμος να βγει από την τηλεόραση και να μπει στο δωμάτιο. «Το θέμα είναι ότι ο Ματ είναι μεγάλος μπελάς», είπε. «Όπου και να πάει, δημιουργεί προβλήματα. Θυμάσαι τι συνέβη στους γονείς του». «Σκοτώθηκαν». «Αυτός έφταιγε. Θα μπορούσε να τους είχε σώσει. Και είναι κι άλλα πράγματα που δεν ξέρεις γι αυτόν. Έβλαψε κάποιους πολύ καλούς μου φίλους πρόσφατα. Στην ουσία, δεν τους έβλαψε απλώς. Τους σκότωσε. Το πιστεύεις; Τους σκότωσε όλους. Αν με ρωτάς, δεν υπάρχει αμφιβολία. Πρέπει να τιμωρηθεί και μάλιστα πολύ σκληρά». «Δεν ξέρω πού είναι», είπε η Γκουέντα. «Μπορώ να σου πω εγώ. Πηγαίνει σε ένα σχολείο που λέγεται Φόρεστ Χιλ. Είναι στο Γιόρκσαϊρ, λίγο πιο έξω από το Γιορκ. Δεν είναι και τόσο μακριά». «Τι θέλεις να κάνω;» ρώτησε η Γκουέντα. Το στόμα της είχε στεγνώσει. Η κονσέρβα που κρατούσε είχε γείρει και η κρύα σάλτσα ντομάτας έσταζε πάνω της. «Σου αρέσω, Γκουέντα, έτσι δεν είναι;» Ο Ρεξ της χάρισε ένα από τα ιδιαίτερα χαμόγελά του. Στις άκρες των ματιών του διακρίνονταν μικρές ρυτίδες. «Θέλεις να με βοηθήσεις. Ξέρεις τι πρέπει να κάνεις». Η Γκουέντα έγνεψε καταφατικά. Για κάποιο λόγο είχε αρχίσει να κλαίει. Αναρωτήθηκε αν αυτή θα ήταν η

ΤΟ ΑΣΤΕΡΙ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ τελευταία φορά που της μιλούσε ο Ρεξ Μακ Κένα. Θα πήγαινε στο Γιορκ και δε θα γυρνούσε ποτέ. «Πάρε το τρένο, πήγαινε εκεί πέρα και βρες τον και βεβαιώσου ότι δε θα ξανακάνει κακό σε κανέναν. Το χρω - στάς στον εαυτό σου. Το χρωστάς σε όλους. Τι λες;» Η Γκουέντα δεν μπορούσε να μιλήσει. Έγνεψε και πάλι καταφατικά. Τα δάκρυα έτρεχαν πιο γρήγορα τώρα. Ο Ρεξ έκανε ένα βήμα πίσω. «Κυρίες και κύριοι, ένα χειροκρότημα για την Γκουέντα Ντέιβις. Είναι μια υπέροχη γυναίκα και τις αξίζει ένα δυνατό χειροκρότημα». Το κοινό χειροκρότησε. Χειροκροτούσαν και επευφημούσαν μέχρι που η Γκουέντα βγήκε από το δωμάτιο και ανέβηκε στον πάνω όροφο. Ο Μπράιαν έμεινε στη θέση του, στον καναπέ, με τα πόδια ελαφρώς ανοιχτά και το στόμα ορθάνοιχτο. Ήταν έτσι από τότε που η Γκουέντα πήρε και του κάρφωσε στο στήθος το μαχαίρι της κουζίνας. Ο Μπράιαν την είχε κοροϊδέψει. Της είχε πει ότι είχε τρελαθεί. Έπρεπε να του δώσει ένα μάθημα που δε θα το ξεχνούσε ποτέ. Ο Ρεξ της είχε πει να το κάνει. Ύστερα από λίγα λεπτά, η Γκουέντα βγήκε από το σπίτι. Ήθελε να φτιάξει μια βαλίτσα, αλλά δε βρήκε τίποτε που να άξιζε να πάρει, εκτός από το τσεκούρι με το οποίο έκοβε τα ξύλα. Το έχωσε στην πελώρια τσάντα που κρατούσε στο χέρι της. Κλείδωσε πίσω της την πόρτα και ξεκίνησε. Ήξερε ακριβώς πού θα πήγαινε: στο Φόρεστ Χιλ, ένα σχολείο στο Γιόρκσαϊρ. Πήγαινε να επισκεφθεί τον ανιψιό της, τον Μάθιου Φρίμαν. Ο Ματ σίγουρα θα ξαφνιαζόταν.

Ο ΚΑΙΝΟΥΡΙΟΣ Το ίδιο όνειρο, όπως πάντα: Ο Ματ Φρίμαν στεκόταν στην κορυφή ενός μαύρου βράχου, που έμοιαζε να έχει ξεφυτρώσει από τη γη σαν κάτι δηλητηριώδες. Ήταν εκεί πάνω μόνος, περικυκλωμένος από μια θάλασσα πιο νεκρή από ό,τι είχε αντικρίσει ποτέ. Τα κύματα κυλούσαν σαν πετρέλαιο. Μόλο που γύρω του φυσούσε ο αέρας και το θαλασσινό νερό μαστίγωνε το πρόσωπό του, δεν ένιωθε τίποτε ούτε καν το κρύο. Παραδόξως, ήξερε ότι βρισκόταν σε ένα μέρος όπου ο ήλιος δεν ανέτελλε ούτε έδυε ποτέ. Αναρωτήθηκε αν είχε πεθάνει. Γύρισε και κοίταξε προς το μέρος της ακτής, ξέροντας ότι θα έβρισκε εκεί τους άλλους τέσσερις να τον περιμένουν. Τους χώριζε μια υδάτινη έκταση μισό μίλι φαρδιά και πολλά μέτρα βαθιά. Ήταν πάντα εκεί. Τρία αγόρια και ένα κορίτσι. Περίπου στην ηλικία του. Τον περίμεναν να περάσει απέναντι και να πάει μαζί τους. Αυτή τη φορά, όμως, ήταν διαφορετικά. Ένα από τα αγόρια είχε βρει τρόπο να διασχίσει το νερό: μια μακριά

ΤΟ ΑΣΤΕΡΙ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ και στενή βάρκα, που ήταν φτιαγμένη από καλάμια πλεγμένα και δεμένα μεταξύ τους και είχε στην πλώρη της μια κατασκευή σαν κεφάλι αγριόγατας, που ανασηκωνόταν ελαφρώς στο μπροστινό μέρος. Η βάρκα ήταν σαν καρυδότσουφλο. Ο Ματ έβλεπε τα κύματα να τη χτυπούν, προσπαθώντας να τη στείλουν προς τα πίσω. Το αγόρι, όμως, κωπηλατούσε με δύναμη και ρυθμό. Διέσχιζε το νερό, πλησιάζοντας όλο και περισσότερο. Ο Ματ μπορούσε πια να διακρίνει κάποια από τα χαρακτηριστικά του: μελαχρινό δέρμα, σκούρα μάτια, μακριά, μαύρα, ολόισια μαλλιά. Φορούσε σκισμένο τζιν και ένα φαρδύ μπλουζάκι με μια τρύπα στον αγκώνα. Ο Ματ άρχισε να ελπίζει. Σε μερικά λεπτά, η βάρκα θα έφτανε στο νησί και, αν αυτός μπορούσε να βρει έναν τρόπο να κατέβει προς τα κάτω, θα μπορούσε επιτέλους να δραπετεύσει. Έτρεξε στην άκρη του βράχου και τότε το είδε μια αντανάκλαση στη μελανή επιφάνεια του νερού. Ένα είδος πουλιού. Η μορφή του ήταν κυματιστή καθώς καθρεφτιζόταν στα κύματα και δεν μπορούσε να καταλάβει τι πουλί ήταν. Έμοιαζε να έχει τεράστια φτερά, λευκά πούπουλα και μακρύ, φιδίσιο λαιμό. Ένας κύκνος! Εκτός από τα τρία αγόρια και το κορίτσι, ήταν το μόνο ζωντανό πράγμα που είχε δει ο Ματ στον εφιαλτικό αυτό κόσμο. Σήκωσε το βλέμμα του, περιμένοντας να το δει να περνάει από πάνω του κατευθυνόμενο προς τη στεριά. Ο κύκνος ήταν τεράστιος σαν αεροπλάνο. Ο Ματ φώναξε προειδοποιητικά. Το πλάσμα ήταν φρικτό, με κίτρινα μάτια που γυάλιζαν, ενώ τα σαγόνια του προσπαθούσαν να αρπάξουν το νερό, σέρνοντάς το πίσω

ΑΝΤΟΝΙ ΧΟΡΟΟΥΙΤΣ του σαν μια μαύρη κουρτίνα. Εκείνη τη στιγμή, το ράμφος του έντονο πορτοκαλί άνοιξε και ακούστηκε ένα διαπεραστικό κρώξιμο. Ακολούθησε ένα ξαφνικό ξέσπασμα κεραυνού και ο Ματ έπεσε στα γόνατα καθώς το πουλί πέρασε από πάνω του, χτυπώντας τα φτερά του εναντίον του, ενώ ο ήχος του κρωγμού ξέσχιζε τα αυτιά του. Η κουρτίνα του νερού έπεσε: παλιρροϊκό κύμα, που σάρωσε το βράχο, την ακτή, ολόκληρη τη θάλασσα. Ο Ματ το ένιωσε να έρχεται καταπάνω του. Άνοιξε το στόμα του για να φωνάξει Και ξύπνησε προσπαθώντας να πάρει ανάσα, στο κρεβάτι του, ενώ το πρώτο φως της μέρας γλιστρούσε από το ανοιχτό παράθυρο και φώτιζε τη μικρή σοφίτα. Ο Ματ έκανε ό,τι έκανε πάντα όταν η μέρα ξεκινούσε έτσι. Κοίταξε την ώρα στο ρολόι δίπλα από το κρεβάτι του: εξίμισι. Έπειτα κοίταξε γύρω του, καθησυχάζο - ντας τον εαυτό του με τη σκέψη ότι βρισκόταν στο δωμάτιό του, ψηλά στο διαμέρισμα στο Γιορκ, εκεί όπου έμενε τις τελευταίες πέντε εβδομάδες. Ένα ένα, έλεγξε όλα τα αντικείμενα. Τα σχολικά βιβλία του ήταν στοιβαγ - μένα πάνω στο γραφείο του. Η στολή του κρεμόταν στη ράχη μιας καρέκλας. Στους τοίχους, δυο αφίσες: μία με τους παίκτες της Άρσεναλ και μία από τον Πόλεμο των Κόσμων. Το πλέι στέισον βρισκόταν στο πάτωμα σε μια γωνιά. Το δωμάτιο ήταν άνω κάτω. Αλλά ήταν το δωμά - τιό του. Ήταν ακριβώς όπως θα έπρεπε να είναι. Όλα ήταν στη θέση τους. Είχε γυρίσει πίσω. Έμεινε ξαπλωμένος στο κρεβάτι του, μεταξύ ύπνου και ξύπνιου, ακούγοντας την πρωινή κίνηση του δρόμου που άρχιζε με το σύρσιμο από τις ρόδες του γαλατά

ΤΟ ΑΣΤΕΡΙ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ μπροστά από την πόρτα της εισόδου και κορυφωνόταν κλιμακωτά με τα φορτηγά που ξεφόρτωναν και τα γρήγορα βήματα των πρωινών περαστικών. Στις εφτά, άκουσε το ξυπνητήρι του Ρίτσαρντ να χτυπάει στον κάτω όροφο. Ο Ρίτσαρντ Κόουλ ήταν ο δημοσιογράφος, στον οποίο ανήκε το διαμέρισμα. Ο Ματ τον άκουσε να σηκώνεται και να σέρνεται μέχρι το μπάνιο. Ακούστηκε ο ήχος τρεχούμενου νερού καθώς άνοιξε το ντους. Για τον Ματ αυτό σήμαινε ότι ήταν ώρα να ετοιμαστεί κι αυτός. Πέταξε τα σκεπάσματα και σηκώθηκε. Στιγμιαία, έπιασε την αντανάκλαση του εαυτού του στον ολόσωμο καθρέφτη στη γωνία του δωματίου. Ένα δεκατετράχρονο αγόρι με γκρι μπλούζα και μποξεράκι. Μαύρα μαλλιά που τα είχε πάντα κοντά αλλά πρόσφατα τα είχε αφήσει πιο μακριά και ήταν ανακατεμένα, χωρίς χωρίστρα. Μπλε μάτια. Ο Ματ είχε γυμνασμένο σώμα, με φαρδιά πλάτη και γραμμωμένους μυς. Μεγάλωνε γρήγορα. Ο Ρίτσαρντ είχε προνοήσει να του πάρει ρούχα ένα νούμερο μεγαλύτερα, αλλά, καθώς άπλωσε το χέρι του και έβαλε το τζιν του, ο Ματ σκέφτηκε ότι σύ ντο - μα θα του ήταν πολύ κοντό. Ύστερα από μισή ώρα, ντυμένος για το σχολείο και κρατώντας μια τσάντα με βιβλία, μπήκε στην κουζίνα. Ο Ρίτσαρντ ήταν ήδη εκεί, στοιβάζοντας τα πιάτα που είχαν μείνει από το προηγούμενο βράδυ. Έδειχνε σαν να μην είχε κοιμηθεί καθόλου. Τα ρούχα του ήταν ζαρωμένα. Είχε κάνει ντους αλλά δεν είχε ξυριστεί. Τα ανοιχτόχρωμα μαλλιά του ήταν ακόμα βρεγμένα και τα μάτια του μισόκλειστα. «Τι θέλεις για πρωινό;» ρώτησε.

ΑΝΤΟΝΙ ΧΟΡΟΟΥΙΤΣ «Τι έχουμε;» Ο Ρίτσαρντ έπνιξε ένα χασμουρητό. «Βασικά, δεν έχουμε ούτε ψωμί ούτε αυγά». Άνοιξε ένα ντουλάπι και κοίταξε μέσα. «Έχουμε λίγα κορν φλέικς, αλλά δεν είναι και πολύ χρήσιμα». «Δεν έχουμε γάλα;» Ο Ρίτσαρντ έβγαλε ένα μπουκάλι γάλα από το ψυγείο, το μύρισε και το έχυσε στο νεροχύτη. «Ληγμένο», ανακοίνωσε. Σήκωσε τα χέρια του απολογητικά. «Ξέρω, ξέρω. Είχα πει ότι θα πάρω. Αλλά το ξέχασα». «Δεν πειράζει». «Και βέβαια πειράζει», ξέσπασε ξαφνικά ο Ρίτσαρντ, χτυπώντας με δύναμη την πόρτα του ψυγείου. Ήταν θυμωμένος με τον εαυτό του. «Υποτίθεται ότι σε προσέχω» Ο Ματ κάθισε στο τραπέζι. «Δε φταις εσύ», είπε. «Εγώ φταίω». «Ματ» άρχισε να λέει ο Ρίτσαρντ. «Όχι. Πρέπει κάποια στιγμή να το παραδεχτούμε. Δεν πάει άλλο αυτή η κατάσταση, έτσι δεν είναι;» «Όχι, δεν έχεις δίκιο». «Έχω. Δε με θέλεις στ αλήθεια εδώ. Στην πραγματικότητα, δε θέλεις καν να μείνεις στο Γιορκ. Δε με πειράζει, Ρίτσαρντ. Αν ήμουν στη θέση σου, ούτε εγώ θα ήθελα κάποιον σαν εμένα στα πόδια μου». Ο Ρίτσαρντ κοίταξε το ρολόι του. «Δεν μπορούμε να το συζητήσουμε τώρα», είπε. «Θα αργήσεις για το σχολείο». «Δε θέλω να πάω στο σχολείο», απάντησε ο Ματ. «Το έχω σκεφτεί». Πήρε μια βαθιά ανάσα. «Θέλω να ενταχθώ πάλι στο πρόγραμμα ΕΔΕΜ».

ΤΟ ΑΣΤΕΡΙ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ Ο Ρίτσαρντ τον κοιτούσε με το στόμα ανοιχτό. «Είσαι τρελός;» ΕΔΕΜ σήμαινε Ευκαιρία για Δουλειά, Ελευθερία και Μόρφωση. Ήταν ένα κυβερνητικό πρόγραμμα σχεδιασμένο για ανήλικους παραβάτες και ο Ματ συμμετείχε σ αυτό όταν συνάντησε τον Ρίτσαρντ. «Απλώς, νομίζω ότι θα είναι ευκολότερο», είπε. «Την τελευταία φορά που πήγες στο πρόγραμμα ΕΔΕΜ σε έστειλαν σε ένα άντρο μαγισσών. Τι νομίζεις ότι θα σου τύχει την επόμενη φορά; Βαμπίρ, ίσως. Ή μπορεί να πετύχεις καμιά οικογένεια κανίβαλων». «Μπορεί να βρω μια συνηθισμένη οικογένεια που θα με προσέχει». «Μπορώ κι εγώ να σε προσέχω». «Εσύ δεν μπορείς ούτε τον εαυτό σου να προσέξεις!» Ο Ματ δεν ήθελε να πει κάτι τέτοιο, αλλά οι λέξεις είχαν βγει από μόνες τους. «Δουλεύεις στο Λιντς τώρα», συνέχισε. «Είσαι διαρκώς σε ένα αμάξι. Γι αυτό δεν υπάρχει ποτέ τίποτε φαγώσιμο σ αυτό το σπίτι. Και είσαι εξα - ντλημένος! Ο μόνος λόγος που μένεις εδώ είμαι εγώ. Δεν είναι δίκαιο». Ήταν αλήθεια. Ο Ρίτσαρντ είχε απολυθεί από τη δουλειά του στην Γκαζέτ του Κάτω Μάλινγκ αλλά, ύστερα από μια-δυο εβδομάδες, είχε καταφέρει να βρει δουλειά σε μια άλλη εφημερίδα, την Ηχώ του Γκίπτον, λίγο έξω από το Λιντς. Δεν ήταν και πολύ καλύτερα. Ακόμα έγραφε για τοπικές υποθέσεις. Την προηγούμενη μέρα είχε γράψει για ένα καινούριο εστιατόριο με θαλασσινά, μια εγκατάσταση ρίψης απορριμμάτων και ένα γηροκομείο που επρόκειτο να κλείσει. «Ψιλά» γράμματα, όπως έλε-

ΑΝΤΟΝΙ ΧΟΡΟΟΥΙΤΣ γε. Ο Ματ ήξερε ότι έγραφε και ένα βιβλίο για την περιπέτειά τους για τα γεγονότα που είχαν οδηγήσει στην καταστροφή του πυρηνικού σταθμού που ήταν γνωστός ως Ωμέγα Ένα και την εξαφάνιση ενός ολόκληρου χωριού του Γιόρκσαϊρ. Αλλά δεν είχε καταφέρει να πουλήσει την ιστορία στον Τύπο, οπότε γιατί να ενδιαφερθούν περισσότερο οι εκδότες; «Δε θέλω να το συζητήσουμε τώρα», είπε ο Ρίτσαρντ. «Είναι πολύ νωρίς. Ας τα πούμε το βράδυ. Θα προσπαθήσω να γυρίσω μια φορά νωρίς και, αν θες, μπορούμε να βγούμε έξω να φάμε. Ή να παραγγείλουμε». «Καλά, εντάξει», είπε ο Ματ. «Έστω». «Και το πρωινό σου;» «Θα πάρω κάτι πρόχειρο». Το Φόρεστ Χιλ ήταν ένα ιδιωτικό σχολείο στη μέση του πουθενά, στα μισά του δρόμου που ένωνε το Γιορκ με το Χάρογκεϊτ. Εδώ που τα λέμε, αυτός ήταν ο κύριος λόγος που ο Ματ είχε αρχίσει να σκέφτεται να φύγει από το Γιόρκσαϊρ. Μισούσε το σχολείο και, μόλο που κόντευαν οι καλοκαιρινές διακοπές, δεν ήταν σίγουρος ότι θα άντεχε μέχρι τότε. Εξωτερικά, ήταν αρκετά ελκυστικό. Υπήρχε μια τετράγωνη εσωτερική αυλή παλιά, με αψίδες και εξωτερικές σκάλες και, δίπλα, ένα εκκλησάκι, με βιτρό και σκαλιστές υδρορρόες. Κάποια τμήματα του σχολείου ήταν και φαίνονταν τριακοσίων ετών, αλλά τα τελευταία χρόνια οι διευθυντές είχαν καταφέρει να μαζέψουν περισσότερα χρήματα και είχαν επενδύσει σε νέα κτίρια.

ΤΟ ΑΣΤΕΡΙ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ Υπήρχε ένα θέατρο, ένα εργαστήριο φυσικών επιστημών και μια διώροφη βιβλιοθήκη μεγάλη σαν αποθήκη. Όλα αυτά είχαν χτιστεί τα τελευταία δύο ή τρία χρόνια. Το σχολείο είχε επίσης γήπεδα τένις, πισίνα και αγωνιστικούς χώρους. Ήταν χτισμένο σε μια κοιλάδα στην εξοχή^ οι δρόμοι κατέβαιναν προς το μέρος του από όλες τις κατευθύνσεις. Όταν το πρωταντίκρισε, ο Ματ νόμιζε ότι τον πήγαιναν σε πανεπιστημιούπολη. Μόνο όταν είδε τα αγόρια, που ήταν από δεκατριών μέχρι δεκαοχτώ, να πηγαίνουν στα μαθήματά τους με τα κομψά μπλε σακάκια και τα γκρίζα παντελόνια τους, συνειδητοποίησε ότι επρόκειτο για γυμνάσιο. Ήταν σίγουρα ένας τελείως διαφορετικός κόσμος από το γυμνάσιο Σεντ Έντμουντ που πήγαινε στο Ίπσουιτς. Ο Ματ δεν ήξερε από πού να ξεκινήσει να απαριθμεί τις διαφορές. Όλα ήταν τόσο καθαρά και τακτοποιημένα εδώ. Δε μύριζε φαγητό, δεν υπήρχαν γκραφίτι στους τοίχους ούτε σοβάδες που έπεφταν ούτε στα γήπεδα τέρματα με το δίχτυ τους να κρέμεται κουρελιασμένο. Στη βιβλιοθήκη υπήρχαν πάνω από χίλια βιβλία και όλοι οι υπολογιστές στο χώρο με την Ψηφιακή Τεχνολογία ήταν τα τελευταία μοντέλα. Ακόμα και η στολή ήταν διαφορετική. Την πρώτη φορά που τη φόρεσε, ο Ματ ένιωσε πολύ περίεργα. Το σακάκι βάραινε τους ώμους του και τον έκοβε στη μασχάλη. Η γραβάτα, με τις γκρι και πράσινες ρίγες, ήταν γελοία. Δεν ήθελε να γίνει επιχειρηματίας, οπότε γιατί να ντύνεται σαν τέτοιος; Κοιτάζοντας τον εαυτό του στον καθρέφτη νόμιζε ότι έβλεπε κάποιον άλλο. Δεν ήταν ιδέα του Ρίτσαρντ να τον στείλει εκεί. Οι

ΑΝΤΟΝΙ ΧΟΡΟΟΥΙΤΣ Νέξους η μυστηριώδης οργάνωση που είχε αναλάβει την προστασία του το είχαν προτείνει. Ο Ματ είχε χάσει πολλά μαθήματα τα τελευταία δύο χρόνια. Ήταν πίσω σε όλα τα μαθήματα. Αν τον έστελναν σε ένα καινούριο σχολείο στη μέση του χρόνου θα προκαλούσε προβλήματα όποιο και να ήταν το σχολείο. Ένα ιδιωτικό, όμως, δε θα έκανε πολλές ερωτήσεις και ίσως να μπορούσε να προσέξει τις αδυναμίες του καλύτερα. Οι Νέξους πλήρωναν και φαινόταν καλή ιδέα. Αλλά είχε πάει στραβά από την αρχή. Οι περισσότεροι από τους καθηγητές στο Φόρεστ Χιλ ήταν εντάξει, αλλά αυτοί που έκαναν πιο αισθητή την παρουσία τους ήταν εκείνοι που δεν ήταν εντάξει. Ο Ματ χρειάστηκε μόλις μερικές μέρες για να κάνει μόνιμους εχθρούς του τον κύριο Κινγκ, που τους έκανε τα φιλολογικά μαθήματα, και τον κύριο Ο Σόνεσι, που ήταν καθηγητής γαλλικών αλλά και υποδιευθυντής. Και οι δύο αυτοί άνδρες ήταν γύρω στα σαράντα αλλά φέρονταν σαν να ήταν πολύ μεγαλύτεροι. Την πρώτη μέρα, ο κύριος Κινγκ είχε κάνει παρατήρηση στον Ματ επειδή μασούσε τσίχλα στο προαύλιο. Τη δεύτερη ήταν ο κύριος Ο Σόνεσι που του έκανε ένα δεκάλεπτο κήρυγμα με δυνατή φωνή, επειδή είχε αφήσει το πουκάμισό του έξω από το παντελόνι του. Από κει και πέρα, αυτοί οι δύο έψαχναν συνεχώς αφορμή να τον κατσαδιάσουν. Αλλά το σημαντικότερο, το πραγματικό πρόβλημα ήταν τα άλλα παιδιά του σχολείου. Ο Ματ είχε μάθει να επιβιώνει. Στο Σεντ Έντμουντ υπήρχαν κάποιοι νταήδες, ειδικά ένας-δυο που χαίρονταν να ενοχλούν όποιον ήταν μικρότερος, όποιον διάβαζε περισσότερο ή ήταν

ΤΟ ΑΣΤΕΡΙ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ απλώς διαφορετικός από αυτούς. Ήξερε ότι θα έπαιρνε καιρό να κάνει καινούριους φίλους σ ένα νέο σχολείο, ιδιαίτερα όταν αυτά τα αγόρια ήταν τόσο διαφορετικά από τον ίδιο. Ακόμα κι έτσι, όμως, με έκπληξη διαπίστωσε πόσο λίγα παιδιά ήταν διατεθειμένα να του δώσουν μια ευκαιρία. Φυσικά, όλοι γνωρίζονταν μεταξύ τους. Τα άλλα παιδιά στο Φόρεστ Χιλ τέλειωναν το δεύτερο χρόνο τους και είχαν ήδη κάνει τις παρέες τους. Είχε εγκαθιδρυθεί μια τάξη και, ως νεοφερμένος, ο Ματ ένιωθε ότι ήταν παρείσακτος. Ακόμα χειρότερα, ερχόταν από έναν τελείως διαφορετικό κόσμο: από ένα δημόσιο σχολείο και μάλιστα μίλια μακριά από το Γιόρκσαϊρ. Πολύ λίγα από τα αγόρια ήταν σνομπ, αλλά και πάλι ήταν καχύποπτα απέναντί του ιδιαίτερα ένα από αυτά έδειχνε αποφασισμένο να του κάνει τη ζωή δύσκολη. Το όνομά του ήταν Γκέιβιν Τέιλορ. Ήταν μαζί με τον Ματ στα περισσότερα μαθήματα. Και είχε τον έλεγχο όλης της τάξης. Ο Γκέιβιν δεν ήταν μεγαλόσωμος. Ήταν αδύνατος με μύτη ανασηκωμένη και με ξανθά, ελαφρώς λαδωμένα μαλλιά που έφταναν μέχρι το λαιμό του. Πουλούσε πνεύμα φορώντας πάντα τη γραβάτα του στραβά, περιφερόμενος με τα χέρια στις τσέπες με ένα ύφος που προειδοποιούσε όλους καθηγητές και μαθητές να μείνουν μακριά του. Είχε ένα θράσος, που ο Ματ αντιλαμβανόταν από χιλιόμετρα μακριά. Έλεγαν ότι ήταν από τα πιο πλούσια αγόρια του σχολείου. Ο πατέρας του είχε μια εταιρεία που πουλούσε μεταχειρισμένα αυτοκίνητα μέσω του διαδικτύου σε όλη τη Βρετανία. Και είχε τέσσε-

ΑΝΤΟΝΙ ΧΟΡΟΟΥΙΤΣ ρις-πέντε φίλους που ήταν μεγαλόσωμοι. Τον ακολουθούσαν παντού στο σχολείο σαν κακοί κομπάρσοι από ταινία του Κουέντιν Ταραντίνο. Ο Γκέιβιν ήταν αυτός που αποφάσισε ότι ο Ματ δεν ήταν ευπρόσδεκτος. Δεν ήταν όσα ήξερε για το καινούριο αγόρι αυτά που τον εκνεύριζαν αλλά όσα δεν ήξερε. Ο Ματ είχε έρθει από το πουθενά στο τέλος της χρονιάς. Δεν είχε πάει σε προπαρασκευαστικό σχολείο και δεν μπορούσε να εξηγήσει γιατί είχε φύγει από το δημόσιο, τι είχε γίνει με τους γονείς του ή τι έκανε τους τελευταίους δύο μήνες. Ο Γκέιβιν είχε αρχίσει να πειράζει και να κοροϊδεύει τον Ματ από τις πρώτες εβδομάδες, προσπαθώντας να τον κάνει να «σπάσει». Το γεγονός ότι ο Ματ δεν τον φοβόταν και δεν ήθελε να του πει το παραμικρό το μόνο που έκανε ήταν να τον εκνευρίζει περισσότερο. Μια μέρα, όμως, συνέβη κάτι που έκανε την κατάσταση πολύ χειρότερη: ο Γκέιβιν κρυφάκουσε τη γραμματέα του σχολείου την ώρα που μιλούσε στο τηλέφωνο από το γραφείο της. Έτσι, έμαθε ότι ο Ματ είχε μπλεξίματα με την αστυνομία. Είχε περάσει κάποιο καιρό σε ένα ίδρυμα για ανηλίκους ή κάτι τέτοιο. Και δεν είχε καθόλου λεφτά. Μια φιλανθρωπική οργάνωση, ένα ίδρυμα στο Λονδίνο είχε αναλάβει να τον στείλει εκεί. Μέσα σε λίγα λεπτά, η ιστορία είχε κάνει το γύρο του σχολείου και από εκείνη τη στιγμή ο Ματ ήταν καταδικασμένος. Ήταν ο καινούριος. Η περίπτωση φιλανθρωπίας. Ένας από χέρι χαμένος. Δεν ταίριαζε στο σχολείο και ούτε επρόκειτο να ταιριάξει ποτέ. Ίσως και να υπήρχαν παιδιά που να ήταν πιο ανοι-

ΤΟ ΑΣΤΕΡΙ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ χτόμυαλα, αλλά όλοι έτρεμαν τον Γκέιβιν Τέιλορ, οπότε ο Ματ βρέθηκε να μην έχει, ουσιαστικά, κανένα φίλο. Δεν είχε πει στον Ρίτσαρντ τίποτε από αυτά. Ο Ματ δεν ήταν από τους ανθρώπους που παραπονιούνται. Όταν οι γονείς του είχαν πεθάνει, όταν τον είχαν στείλει να μείνει με την Γκουέντα Ντέιβις, ακόμα και όταν δούλευε σαν πραγματικός σκλάβος στο Χάιβ Χολ είχε προσπαθήσει να υψώσει γύρω του έναν τοίχο. Κάθε μέρα, όμως, ήταν χειρότερη από την προηγούμενη. Σίγουρα, αργά ή γρήγορα, θα ξεσπούσε. Ως συνήθως, το λεωφορείο τον άφησε στο σχολείο στις οχτώ. Η μέρα ξεκινούσε πάντα με μια συγκέντρωση στο εκκλησάκι, έναν ύμνο που τραγουδούσαν παράτονα εξακόσιοι πενήντα μισοκοιμισμένοι μαθητές και μια σύντομη ομιλία από το διευθυντή ή κάποιον από τους καθηγητές. Ο Ματ είχε το κεφάλι του σκυφτό. Σκεφτόταν ό,τι είχε πει στον Ρίτσαρντ το πρωί. Ήταν αποφασισμένος να φύγει. Δεν άντεχε άλλο. Τα πρώτα δυο μαθήματα δεν πήγαν άσχημα. Οι καθηγητές της ιστορίας και των μαθηματικών ήταν νέοι και με κατανόηση και δεν άφηναν τα άλλα παιδιά στην τάξη να τον κοροϊδεύουν. Ο Ματ πέρασε το πρώτο διάλειμμα στη βιβλιοθήκη, προσπαθώντας να κάνει τα μαθήματα που είχε για το σπίτι. Έπειτα, είχε σαράντα πέ - ντε λεπτά με τον ειδικό παιδαγωγό, που τον βοηθούσε στην ορθογραφία και τη γραμματική. Το τελευταίο μάθημα, όμως, ήταν αγγλικά και ο κύριος Κινγκ είχε τα νεύρα του. «Φρίμαν, σήκω πάνω, σε παρακαλώ!» Ο Ματ σηκώθηκε με βαριά καρδιά. Με την άκρη του

ΑΝΤΟΝΙ ΧΟΡΟΟΥΙΤΣ ματιού του είδε τον Γκέιβιν να σκουντάει ένα άλλο αγόρι και να χαμογελάει. Βεβαιώθηκε ότι το δικό του πρόσωπο δεν πρόδιδε κανένα συναίσθημα. Ο κύριος Κινγκ πήγε προς το μέρος του. Ο καθηγητής των αγγλικών είχε αρχίσει να κάνει φαλάκρα. Χτένιζε τα καστανά μαλλιά του φέρνοντάς τα από τη μία πλευρά του κεφαλιού του προς την άλλη, αλλά το γυμνό κεφάλι του εξακολουθούσε να διακρίνεται από κάτω. Κρατούσε μια χιλιοδιαβασμένη έκδοση του Όλιβερ Τουίστ, του βιβλίου που μελετούσαν στην τάξη. Είχε επίσης μια στοίβα τετράδια. «Διάβασες τα κεφάλαια του Όλιβερ Τουίστ που σας υπέδειξα;» «Προσπάθησα», είπε ο Ματ. Του άρεσαν οι ήρωες του βιβλίου αλλά η γλώσσα του είχε φανεί παλιομοδίτικη, και δύσκολη. Γιατί χρησιμοποιούσε τόσες περιγραφές ο Τσαρλς Ντίκενς; «Προσπάθησες;» τον ειρωνεύτηκε ο κύριος Κινγκ. «Νο - μίζω ότι εννοείς πως δεν τα διάβασες». «Μα» άρχισε να λέει ο Ματ. «Μη με διακόπτεις, Φρίμαν. Η έκθεσή σου ήταν η χειρότερη της τάξης. Πήρες τον αξιολύπητο βαθμό δύο στα είκοσι. Δεν μπορείς καν να γράψεις τον Φέιγκιν σωστά! ΦΕ-Ι-ΓΚΙΝ! Όχι Φέγκιν, Φρίμαν. Αν είχες διαβάσει τα κεφάλαια θα το ήξερες». Ο Γκέιβιν χασκογέλασε και, παρά τη θέλησή του, ο Ματ ένιωσε τα μάγουλά του να καίνε. «Θα ξαναδιαβάσεις τα κεφάλαια και θα ξαναγράψεις το διαγώνισμα. Στο μέλλον θα προτιμούσα να μη μου αραδιάζεις ψέματα. Τώρα κάθισε κάτω». Πέταξε το τε-

ΤΟ ΑΣΤΕΡΙ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ τράδιο του Ματ στο θρανίο του σαν να ήταν κάτι βρόμικο που είχε βρει στο δρόμο. Το μάθημα συνεχίστηκε μέχρι που χτύπησε το κουδούνι για το μεσημεριανό διάλειμμα. Το απόγευμα είχαν γυμναστική. Κανονικά, θα του άρεσε, καθώς ήταν γυμνασμένος και γρήγορος. Αλλά δεν ανήκε ποτέ στην ομάδα. Εκείνο το τρίμηνο έπαιζαν κρίκετ και ο Ματ δεν ένιωσε καμία έκπληξη όταν τον έστειλαν να φυλάει την άκρη του γηπέδου, όσο πιο μακριά γινόταν από τους υπόλοιπους. Το μεσημεριανό σερβιριζόταν σε ένα από τα νέα κτίρια. Υπήρχε ένας μπουφές σελφ σέρβις με ζεστά ή κρύα πιάτα και πενήντα μακρόστενα τραπέζια τακτοποιημένα στη σειρά κάτω από έναν τεράστιο μοντέρνο πολυέλαιο. Τα παιδιά μπορούσαν να καθίσουν όπου ήθελαν αλλά συνήθως κάθε τάξη καθόταν όλη μαζί. Ο ήχος από τα μαχαιροπίρουνα και τις φωνές αντηχούσε παντού τριγύρω. Έτρωγαν όλοι την ίδια ώρα και τα τεράστια γυάλινα παράθυρα έμοιαζαν να παγιδεύουν τον ήχο και να τον στέλνουν ξανά πίσω. Ο Ματ πεινούσε. Το πρωί είχε αργήσει και δεν είχε προλάβει να αγοράσει κάτι να φάει. Και το προηγούμενο βράδυ στο σπίτι του Ρίτσαρντ δεν υπήρχε τίποτε φαγώσιμο. Το φαγητό ήταν το μόνο πράγμα που του άρεσε στο Φόρεστ Χιλ και διάλεξε χοιρομέρι, σαλάτα, παγωτό και χυμό. Κρατώντας το δίσκο του έψαξε ένα μέρος να καθίσει. Ύστερα από πέντε εβδομάδες στο σχολείο, είχε χάσει την ελπίδα ότι μπορεί κάποιος να τον καλούσε να καθίσει μαζί του. Εντόπισε μια άδεια θέση και πήγε προς τα εκεί. Έτσι,

ΑΝΤΟΝΙ ΧΟΡΟΟΥΙΤΣ όπως κρατούσε το δίσκο, δεν είδε το πόδι που απλώθηκε μπροστά του. Ο δίσκος, δυο πιάτα, ένα ποτήρι, το μαχαίρι, το πιρούνι και το κουτάλι σκορπίστηκαν πέφτο - ντας στο πάτωμα με έναν εκκωφαντικό κρότο. Ο Ματ παραπάτησε αμέσως μετά. Μη μπορώντας να κάνει τίποτε για να το εμποδίσει, έπεσε πάνω σε αυτό που θα ήταν το μεσημεριανό του. Ολόκληρη η αίθουσα σώπασε. Πριν καν σηκώσει το βλέμμα του, ο Ματ ήξερε ότι όλοι τον κοιτούσαν. Δεν ήταν ο Γκέιβιν Τέιλορ που του είχε βάλει τρικλοποδιά. Ήταν ένας από τους φίλους του. Ο Ματ, όμως, δεν είχε αμφιβολία ότι ήταν ιδέα του Γκέιβιν. Στεκόταν, μερικά τραπέζια πιο πέρα, όρθιος, με ένα ποτήρι στο χέρι κι ένα ηλίθιο χαμόγελο στα χείλη του. Ο Ματ ανασηκώθηκε στα γόνατα. Από το πουκάμισό του έσταζε παγωτό. Γύρω του, φέτες ντομάτας και μαρουλόφυλλα ενώ ο ίδιος βουτούσε σε μια λίμνη από χυμό. Και τότε ο Γκέιβιν άρχισε να γελάει. Ήταν ένα σύνθημα για το υπόλοιπο σχολείο να ακολουθήσει. Ο Ματ νόμιζε ότι ολόκληρη η αίθουσα ολόκληρο το σχολείο γελούσε εις βάρος του. Είδε τον κύριο Ο Σόνεσι να έρχεται προς το μέρος του. Ήταν ανάγκη να έχει ο υποδιευθυντής εφημερία στο μεσημεριανό εκείνη τη μέρα; «Γιατί είσαι τόσο αδέξιος, Φρίμαν;» Οι λέξεις ακούγο - νταν λες και έρχονταν από πολύ μακριά. Αντήχησαν στα αυτιά του Ματ. «Είσαι εντάξει;» Ο Ματ σήκωσε το βλέμμα. Ο Γκέιβιν έδειχνε προς το μέρος του. Ένιωσε το θυμό του να ξεχειλίζει. Και δεν ήταν μόνο θυμός αλλά και κάτι ακόμα. Δε θα μπορούσε να το σταματήσει, ακόμα κι αν είχε προσπαθήσει. Ήταν σαν

ΤΟ ΑΣΤΕΡΙ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ να είχε γίνει ολόκληρος ένας χείμαρρος. Από μέσα του έβγαιναν φλόγες. Μύριζε κιόλας κάτι καμένο. Ο πολυέλαιος εξερράγη. Ήταν ένα απαίσιο αντικείμενο, ένα κουβάρι από ατσάλι και λάμπες που κάποιος διακοσμητής πίστευε ότι ταίριαζε στο χώρο. Κρεμόταν ακριβώς πάνω από τον Γκέιβιν Τέιλορ. Τώρα, καθώς ο Ματ είχε καρφώσει το βλέμμα πάνω του, οι λαμπτήρες τρεμόπαιξαν, σβήνο - ντας ο ένας μετά τον άλλο, κάνοντας έναν ξερό ήχο εκπυρσοκρότησης όπλου. Τα γυαλιά έπεσαν σαν βροχή πάνω στα τραπέζια. Ο Γκέιβιν, κοιτώντας προς τα πάνω, ούρλιαξε, καθώς ένα κομμάτι γυαλί τον χτύπησε στο πρόσωπο. Πάνω του έπεσαν κι άλλα γυαλιά. Καπνός ανέβαινε προς το ταβάνι. Κανείς δε γελούσε πια. Σιωπή Τότε, το ποτήρι που κρατούσε ο Γκέιβιν εξερράγη και αυτό. Απλώς, έσπασε μέσα στο χέρι του. Ο Γκέιβιν έβγαλε μια κραυγή. Η παλάμη του ήταν γεμάτη αίματα. Κοίταξε τον Ματ και κατόπιν το χέρι του. Το στόμα του άνοιξε για να πει κάτι, αλλά έμοιαζε να χρειάζεται έναν αιώνα για να βρει τις λέξεις. «Αυτός το έκανε!» φώναξε. «Αυτός ήταν!» Το σώμα του έτρεμε ολόκληρο. Ο υποδιευθυντής είχε μείνει να κοιτάει άναυδος. Έμοιαζε αμήχανος, σαν να μην ήξερε τι να κάνει. Δεν είχε συμβεί ποτέ ξανά κάτι τέτοιο. «Αυτός το έκανε!» επέμεινε ο Γκέιβιν. «Μη λες ανοησίες», είπε ο κύριος Ο Σόνεσι. «Είδα τι έγινε. Ο Φρίμαν δεν ήταν καν κοντά σου». Ο Γκέιβιν Τέιλορ είχε χλομιάσει. Μπορεί να ήταν από τον πόνο ή τη θέα του αίματος, το οποίο ανέβλυζε από

ΑΝΤΟΝΙ ΧΟΡΟΟΥΙΤΣ το κόψιμο στο χέρι του. Ο Ματ όμως ήξερε ότι επρόκειτο για κάτι περισσότερο: Ήταν τρομοκρατημένος. Ο κύριος Ο Σόνεσι προσπάθησε να πάρει στα χέρια του την κατάσταση. «Κάποιος να φωνάξει τον υπεύθυνο», είπε κοφτά. «Και καλύτερα να βγούμε από την αίθουσα. Υπάρχουν παντού γυαλιά» Τα παιδιά είχαν ήδη αρχίσει να αποχωρούν. Δεν ήξεραν τι είχε συμβεί. Ήθελαν απλώς να βγουν από την αίθουσα πριν πέσει πάνω τους ολόκληρο το ταβάνι. Είχαν ξεχάσει τον Ματ για την ώρα, αλλά, ακόμα και να τον αναζητούσε κάποιος, θα διαπίστωνε ότι δεν ήταν πια εκεί.