ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΡΟΤΙΚΟ ΤΟΥΡΙΣΜΟ ΣΤΗΝ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ. ΜΥΘΟΣ Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ;



Σχετικά έγγραφα
ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΓΡΟΤΙΚΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ (1)

Αγροτικός Τουρισμός. Ενότητα 4 η : Προϋποθέσεις ανάπτυξης, λειτουργίες και αρχές του Αγροτικού Τουρισμού. Όλγα Ιακωβίδου Τμήμα Γεωπονίας

ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΑΓΡΟΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ Α

SPSS.

Ashley, Roe and Goodwin 2001: ) .(UNWTO 2004b (SLA ) Ashley, 2000, ) .(Tao & Wall, (Corney & Litvinoff, 1988) .(1999 DFID

43,97 % 43,97 % 1698/2005,

ΕΝΤΥΠΟ ΥΛΙΚΟ 4 ης ΙΑΛΕΞΗΣ

ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

Ε.Π. Κ.Π. «LEADER+» ( )

Αγροτικός Τουρισμός. Ενότητα 3 η : Ο Αγροτικός Τουρισμός. Όλγα Ιακωβίδου Τμήμα Γεωπονίας ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

1. H ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΥΠΑΙΘΡΟΥ Στις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες η ύπαιθρος κατέχει εξέχουσα θέση στον πολιτισµό της χώρας και στην ψυχή των κατοίκων της,

LEADER: Η Πρωτοβουλία για την ανάπτυξη του τουρισμού της υπαίθρου

ΗΜΠΑΡΗ ΝΙΚΟΛΕΤΑ 60/01 ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ: ΠΑΛΑΤΟΣ ΑΘ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ (ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ) ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2011

ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ. «Νέες συνεργασίες μεταξύ εκπαιδευτικών ιδρυμάτων»

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΓΩΓΗΣ ΣΤΑΔΙΟΔΡΟΜΙΑΣ

2η ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΑΙΤΗΣΕΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΑΞΟΝΑ 3 ΤΟΥ ΠΑΑ ΕΛΛΑ Α ΜΕΤΡΑ 311, 312, 313

Ενθάρρυνση τουριστικών δραστηριοτήτων ΤΙΤΛΟΣ ΜΕΤΡΟΥ. Ενθάρρυνση τουριστικών δραστηριοτήτων ΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ

ΑΓΡΟΤΟΥΡΙΣΜΟΣ Ή ΑΓΡΟΤΙΚΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ

ΒΙΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ» Ποσοστό στη.. του Μέτρου. Ποσό (σε ΕΥΡΩ)

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ (ΠΑΑ ) 2 η ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ ΙΔΙΩΤΙΚΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΑΞΟΝΑΣ 3 ΠΑΑ

ΓΕΝΙΚΑ ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΡΟΟΔΟΥ TOY ΠΕΠ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

Αγροτική Κοινωνιολογία

Παρουσίαση Πτυχιακής Εργασίας. «Ρύθμιση και Οργάνωση μιας Αγροτουριστικής επιχείρησης» Φοιτήτρια: Μακρή Σταυρούλα Α.Μ: 5879

ΣΟΦΟΚΛΗΣ ΣΚΟΥΛΤΣΟΣ. Σεπτέμβριος 2007 Σήμερα Υποψήφιος Διδάκτορας στο γνωστικό πεδίο του Τουρισμού

Georgios Tsimtsiridis

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΠΟΝΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

NOISIS ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Α.Ε.

Αθλητικός Τουρισμός. Διεθνείς τάσεις και επιπτώσεις ανάπτυξης προγραμμάτων αθλητικού τουρισμού

ΤΗΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ 4 «ΑΥΞΗΣΗ ΤΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΔΑΦΙΚΗΣ ΣΥΝΟΧΗΣ» ΤΟΥ ΕΠΑΛΘ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΑΠΑΝΗΣ ΕΤΘΑ:

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

ημερίδα διάχυσης αποτελεσμάτων

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ (Τ.Ε.Ι.) ΠΑΤΡΑΣ ΤΜΗΜΑ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Αγροτική Κοινωνιολογία

Επιλογές και προτεραιότητες για την ανάπτυξη συνεργειών στην αγροτική ύπαιθρο 1

Αγροτική Κοινωνιολογία

Κοινωνική οικονομία, Κοινωνική επιχειρηματικότητα και Μετανάστευση εν καιρώ κρίσης Νίκος Σώζος, Εκπαιδευτής Κοινωνικής Εργασίας, Ευρωπαϊκό

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ (Τ.Ε.Ι.) ΠΑΤΡΑΣ ΤΜΗΜΑ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Ορεινή µορφολογία, ακραίες καιρικές συνθήκες, µικρή

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

1 2 3 = = % 71,96% 28,04% 55,55% 44,45% 100%

Εναλλακτικές Μορφές Τουρισμού

«Η επιχειρηματικότητα στις ορεινές περιοχές του Δήμου Πύλης»

Περιεχόμενα. Εισαγωγή. Αειφορία και Τουρισμός. 1.1 Σκοπός και Περίγραμμα τoυ Βιβλίου... 26

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ ΠΡΟΚΗΡΥΞΕΩΝ Α. ΤΟΠΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΞΟΝΑ 4 ΠΑΑ_ΠΡΟΚΗΡΥΣΟΜΕΝΕΣ ΔΡΑΣΕΙΣ

Αγροτική Κοινωνιολογία

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΔΗΜΟΣ ΤΟΠΟΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΩΡΑ 19:00 ΚΟΜΝΗΝΑ ΠΡΩΗΝ ΔΗΜΑΡΧΕΙΟ ΔΗΜΟΥ ΒΕΡΜΙΟΥ ΕΟΡΔΑΙΑΣ. Πέμπτη 25/8/ :00 ΣΕΡΒΙΩΝ- ΒΕΛΒΕΝΤΟΥ

«Επιχειρηματικά κίνητρα και η ίδρυση μιας επιχείρησης»

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος 15

Κοινή Διαρθρωτική Πολιτική. Πολιτική Ανάπτυξης της Υπαίθρου (Rural Development)

ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

όλγα ακτσελή αρχιτέκτων μηχανικός α.π.θ. msc αρχιτεκτων τοπίου α.π.θ.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. με τη διατύπωση συγκεκριμένου Αναπτυξιακού Σχεδίου, με την στήριξη του Σχεδίου από μια ισχυρή και βιώσιμη εταιρική σχέση και

ΕΣΠΑ Ενίσχυση της ίδρυσης και λειτουργίας νέων τουριστικών μικρομεσαίων επιχειρήσεων

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

ΤΟΠΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ CLLD/LEADER

ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ ΣΤΙΣ ΑΓΡΟΤΙΚΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

ΕΠΑνΕΚ, Ημερίδα 03/04/2014 1

ΤΟΠΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΤΟΠΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ (Community Led Local Development CLLD)

ΜΕΘΟΔΟΣ ΠΟΛΥΚΡΙΤΗΡΙΑΚΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ MULTIPOL

Τοπική ανάπτυξη & κοινωνική επιχειρηματικότητα

ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΠΕΛΛΑΣ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ Α.Ε. Ο.Τ.Α. ΤΕΥΧΟΣ 1: ΙΟΥΛΙΟΣ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2016

ΗΜΕΡΙΔΑ: «ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΟΡΕΙΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ»

Χρηματοδοτικές πηγές για καινοτόμες πρωτοβουλίες. Sources of funding for innovative initiatives

Στη σηµερινή µου εισήγηση θα προσπαθήσω να σας αναλύσω τρία βασικά θέµατα. Το πρώτο από αυτά έχει να κάνει µε το ερώτηµα τι είναι ο αγρο(το)τουρισµός.

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

ΠΛΑΙΣΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΠΑΑ

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΕΝΤΑΞΗΣ ΠΡΑΞΕΩΝ

«ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ LEADER ΚΑΙ ΟΠΑΑΧ, 1,1 ΔΙΣ. ΕΥΡΩ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ» ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ LEADER

ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΣ ΟΜΑ Α ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΟΡΕΙΝΩΝ & ΜΕΙΟΝΕΚΤΙΚΩΝ ΗΜΩΝ ΑΡΤΑΣ ΙΟΝΙΑΝS ΟΕ ΑΜΙΣΘΗ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ & ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΑΟΕ ΚΤ/ ΓΚ 1

THE ECONOMIST ΟΜΙΛΙΑ

Οργάνωση Προγραμμάτων Αναψυχής Ι

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

Αθλητικός Τουρισμός. Εναλλακτικές μορφές τουρισμού Νικόλαος Θεοδωράκης Επίκουρος Καθηγητής Τ.Ε.Φ.Α.Α. Σερρών, Α.Π.Θ.

ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΕΛΑΣΣΟΝΑΣ ΚΙΣΣΑΒΟΥ Α.Ε.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑ ΑΣ «ΑΛΕΞΑΝ ΡΟΣ ΜΠΑΛΤΑΤΖΗΣ»

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ. (ενημερωτική σύνοψη)

Ευρωπαϊκό. Υπουργείο ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ. Αγροτικής LEADER. ΕΤΑΙΡΙΑ Αναπτυξιακή Ανώνυμη Εταιρεία Ο.Τ.Α. Ευρώπη επενδύει στις αγροτικές περιοχές

«Αναδιάρθρωση της καλλιέργειας του καπνού : Επιχειρηµατική Καθοδήγηση για την Βιωσιµότητα των Αγροτικών Επιχειρήσεων & Προοπτικές

«Κοινωνία σε κρίση, αυτοδιοίκηση σε δράση»

Αθλητικός Τουρισμός. Μάρκετινγκ αθλητικού τουρισμού Νικόλαος Θεοδωράκης Επίκουρος Καθηγητής Τ.Ε.Φ.Α.Α. Σερρών, Α.Π.Θ.

Αγαπητοί Σύνεδροι, Αγαπητοί Φίλοι,

EC - EIE Programme - SEIPLED Project. WP 2: «Μεθοδολογία & Εργαλεία» ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ:

«Η Ευρώπη, ο πρώτος τουριστικός προορισμός στον κόσμο ένα νέο πλαίσιο πολιτικής για τον ευρωπαϊκό τουρισμό»

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

Αγροτική Επιχειρηματικότητα: Τάση ή Εργαλείο Ανάπτυξης

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΕΝΤΑΞΗΣ ΠΡΑΞΕΩΝ

Αγροτικός Τουρισμός. Ενότητα 7 η : Κύκλος ζωής αγροτουριστικού προορισμού. Όλγα Ιακωβίδου Τμήμα Γεωπονίας ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Ενημερωτικό δελτίο για το πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης για την Ελλάδα

Διαγενεακή Προσέγγιση και Ανάπτυξη

ΣΜΑΡΑΓΔΑ ΓΑΒΡΙΗΛ ΔΑΣΟΛΟΓΟΣ- ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΛΟΓΟΣ

Θεωρίες Πολεοδομικού Σχεδιασμού

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΓΕΩΠΟΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΕΙΔΙΚΕΥΣΗ «ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ»

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ (ΠΑΑ )

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΤΟΥ ΠΕΠ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (ΚΑΨΙΑ: 3 ΜΑΡΤΙΟΥ 2008 / ΑΡΧΟΝΤΙΚΟ ΚΑΛΤΕΖΙΩΤΗ)

ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

(clusters) clusters : clusters : clusters : 4. :

Αγροτική Κοινωνιολογία

Transcript:

ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΡΟΤΙΚΟ ΤΟΥΡΙΣΜΟ ΣΤΗΝ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ. ΜΥΘΟΣ Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ; 1. Εισαγωγή Η σύγχρονη αντίληψη για την ολοκληρωμένη ανάπτυξη των αγροτικών περιοχών, προβάλει την ανάγκη προώθησης της πολυτομεακής ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας της τοπικής οικονομίας, σε αντίθεση με τις προηγούμενες δεκαετίες που προωθούνταν κυρίως η εντατικοποιημένη χρήση των μέσων παραγωγής. Τα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης, όπως αυτά διατυπώνονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση στη διακήρυξη του Cork του 1996, στοχεύουν στο να ενδυναμώσουν την ανταγωνιστικότητα της γεωργίας, να προστατέψουν το περιβάλλον και να προωθήσουν την αειφορική ανάπτυξη των αγροτικών περιοχών. Σε πολλές χώρες, ο αγροτικός τουρισμός έχει δεχτεί ουσιαστική ενθάρρυνση, υποστήριξη και σε κάποιες περιπτώσεις οικονομική βοήθεια τόσο από το δημόσιο, όσο και από τον ιδιωτικό τομέα (Fleischer and Pizam, 1997, Meccheri and Pelloni, 2006), όχι όμως σε τέτοια έκταση όπως στην Ευρώπη (Sharpley, 2002). Στις Η.Π.Α. έχουν ασκηθεί πολιτικές ανάπτυξης αγροτικού τουρισμού σε πολλές πολιτείες (Luloff et al., 1994), ενώ σε πολλές χώρες, όπως Καναδάς, Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία, στις χώρες του Ειρηνικού ο τουρισμός θεωρείται μία «μηχανή» οικονομικής ανάπτυξης και διαφοροποίησης στις αγροτικές περιοχές (Hall and Jenkins, 1998). 2. Ο αγροτικός τουρισμός στην Ελλάδα Στην Ελλάδα, εμφανίζεται μία χρονική υστέρηση στην ανάπτυξη του αγροτικού τουρισμού (Τσάρτας και Θανοπούλου, 1994), η οποία ερμηνεύεται από τις αγροτικές δομές και την κοινωνικοοικονομική εξέλιξη των αγροτικών περιοχών της χώρας (Ανθοπούλου κ.α., 2000). Εξάλλου, η μετακίνηση του πληθυσμού από την ύπαιθρο στα αστικά κέντρα στην Ελλάδα είναι σχετικά πρόσφατη, που αφενός δεν γεννά την ανάγκη για επιστροφή στις ρίζες αφού δεν έχουν ουσιαστικά χαθεί-, αλλά ούτε την ανάγκη για συμμετοχή σε αγροτικές δραστηριότητες. Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 70, δεν υπήρχε οργανωμένη μορφή αγροτικού τουρισμού στην Ελλάδα. Ο αγροτικός τουρισμός αναπτύχθηκε 1

κυρίως ως συμπλήρωμα του υπάρχοντος ξενοδοχειακού δυναμικού στις παραθαλάσσιες, τουριστικά ανεπτυγμένες περιοχές της χώρας. Μετά το 1980 ξεκίνησε μια πιο οργανωμένη προσπάθεια εφαρμογής αγροτοτουριστικών προγραμμάτων (Μανώλογλου, 1993), η οποία εκφράστηκε από τη δημιουργία των Γυναικείων Αγροτοτουριστικών Συνεταιρισμών. Τότε, το ενδιαφέρον εκδηλώθηκε από κρατικούς φορείς, οι οποίοι αντιμετώπισαν τον αγροτικό τουρισμό ως μία τοπική και περιφερειακή δραστηριότητα που μπορεί να αντιμετωπίσει κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα των ορεινών και μειονεκτικών περιοχών. Στις αρχές της δεκαετίας του 90, η εφαρμογή εθνικών και κοινοτικών προγραμμάτων, που χρηματοδοτούσαν την ανάπτυξη του αγροτικού τουρισμού, όπως η Κοινοτική Πρωτοβουλία LEADER, σηματοδότησε την καθαυτή ανάπτυξη του στην Ελλάδα. Είναι η περίοδος όπου ο αγροτικός τουρισμός γίνεται γνωστός ως η μορφή του τουρισμού των 3 Φ (Φύση- Φιλοξενία-Φιλία) και αγροτικές περιοχές, άγνωστες για την τουριστική αγορά, μπαίνουν στον χάρτη των εναλλακτικών μορφών τουρισμού. Η ανάπτυξη αυτή όμως στηρίχθηκε περισσότερο στην ιδιωτική πρωτοβουλία και στην ερμηνεία των προγραμμάτων αυτών και λιγότερο σε μία καλά στοιχειοθετημένη έννοια του και σε έναν εθνικό σχεδιασμό και ένα νομικό πλαίσιο, τα οποία θα όριζαν βάσει προδιαγραφών το πρότυπο της ανάπτυξης του αγροτικού τουρισμού στην Ελλάδα (Εμμανουηλίδου, 2004). 3. Οι επιδράσεις του αγροτικού τουρισμού στην ανάπτυξη της υπαίθρου Η στρατηγική επιλογή ενίσχυσης του αγροτικού τουρισμού συνδέεται άμεσα με τα οφέλη και τις αναπτυξιακές δυνατότητες που προκαλεί, την ικανότητά του να προσφέρει εναλλακτική λύση στα μεγάλα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι αγροτικές και κυρίως οι ορεινές και μειονεκτικές περιοχές μιας χώρας (Ιακωβίδου, 1991, Briednhann and Wickens, 2004, Sharpley and Vassb, 2006) και την αναζωογόνηση των περιοχών αυτών (Hall, 2004, Petric, 2003). Η ζήτηση για παροχή υπηρεσιών αγροτικού τουρισμού έχει σημαντικές άμεσες και έμμεσες επιδράσεις στο παραγόμενο προϊόν μίας περιοχής, στα εισοδήματα και την απασχόληση των αγροτικών περιοχών (Saarinen, 2003) και στην οικονομική, κοινωνική και πολιτισμική ανάπτυξη των περιοχών αυτών. Οι δαπάνες των επισκεπτών σε μία περιοχή δημιουργούν μία αυτόνομη 2

(εξωτερική) ζήτηση για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες της περιοχής, προκαλώντας άμεσες επιδράσεις στην παραγωγή, την απασχόληση και το εισόδημα αυτής. Μέσω των πολλαπλασιαστικών επιδράσεων, η άμεση ζήτηση προκαλεί έμμεσες και παράγωγες επιδράσεις (induced) σε όλους τους κλάδους της οικονομικής δομής των περιοχών αυτών (Archer, 1982, Vaughan et al., 2000). Ο αγροτικός τουρισμός μπορεί να επιτελέσει πολλαπλές λειτουργίες στον αγροτικό χώρο, μεταξύ των οποίων επικρατέστερες είναι (Ιακωβίδου κ.α., 2000): η δημιουργία καινούργιων δραστηριοτήτων στην ύπαιθρο, η δημιουργία νέων θέσεων εξωγεωργικής απασχόλησης και η παραγωγή εξωγεωργικών εισοδημάτων, η δημιουργία υποδομών και η βελτίωση της ποιότητας και του επιπέδου ζωής του τοπικού πληθυσμού, η συγκράτηση του δυναμικού τμήματος του πληθυσμού στην περιφέρεια και η προσέλκυση νέων για εγκατάσταση στην ύπαιθρο, η διαφύλαξη και η ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς του τόπου και η προστασία του περιβάλλοντος, η παροχή δυνατοτήτων σύμπραξης και σύσφιξης των σχέσεων πόληςυπαίθρου και η προώθηση των τοπικών παραδοσιακών αγροτικών προϊόντων. Η ανάπτυξη του αγροτικού τουρισμού έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον πολλών ερευνητών (ETB, 1988, Gilbert, 1989, Ιακωβίδου 1991, Gannon, 1994, Greffe, 1994, Lane, 1994, OECD, 1994, Hummelbrunner and Miglbauer, 1994, Sharpley and Sharpley, 1997, Page and Getz, 1997, Mowforth & Munt, 1998, Ashley, Roe & Goodwin, 2001, Sharpley, 2002, Hall, 2004). Ορισμένοι συγγραφείς δεν εκφράζουν καμία αμφιβολία για το γεγονός ότι ο αγροτικός τουρισμός είναι μία σημαντική δύναμη στην προσπάθεια αναδιάρθρωσης των αγροτικών περιοχών (ETB, 1988, Ιακωβίδου 1991, Gannon, 1994, OECD, 1994, Hummelbrunner and Miglbauer, 1994, Mowforth & Munt, 1998, Ashley, Roe & Goodwin, 2001, Sharpley, 2002) Επικεντρώνονται στην ικανότητα του αγροτικού τουρισμού να δημιουργεί 3

ωφέλειες, οι οποίες αφορούν στην διαφοροποίηση και σταθεροποίηση απασχόλησης μέσω νέων επιχειρήσεων - σχετιζόμενων με τον τουρισμό- και ήδη υφιστάμενων, στην πολυαπασχόληση, στη δημιουργία εισοδημάτων για τις αγροτικές οικονομίες, στη δημιουργία νέων αγορών για τα αγροτικά προϊόντα αλλά και στα κοινωνικά και περιβαλλοντικά οφέλη. 4. Η αμφισβήτηση της αναπτυξιακής επίδρασης του αγροτικού τουρισμού Ωστόσο κάποιοι έχουν εκφράσει το σκεπτικισμό τους για τη συμβολή του αγροτικού τουρισμού στην ανάπτυξη των αγροτικών περιοχών. Οι Hall et al. (2005) υποστηρίζουν ότι σε πολλές περιπτώσεις η ανάπτυξη του αγροτικού τουρισμού βασίστηκε στην εσφαλμένη πεποίθηση ότι είναι εύκολο να δημιουργήσεις αγορά, εισόδημα και απασχόληση χωρίς τη συμβολή ειδικών για την αντιμετώπιση επαγγελματικών προβλημάτων, με αποτέλεσμα αρνητικές επιπτώσεις τόσο στον τόπο που αναπτύχθηκε, όσο και στην ευρύτερη περιοχή. Άλλωστε, σε κάποιες περιπτώσεις η ανάπτυξη του αγροτικού τουρισμού καθυστέρησε ή δεν αναπτύχθηκε επαρκώς λόγω του ότι η πρόσβαση στα απαιτούμενα κεφάλαια για την επένδυση από τους επιχειρηματίες δεν ήταν εφικτή (Ryglova, 2007). Εξάλλου, οι Ribeiro and Marques (2002) διαπίστωσαν ότι οι πιο εύρωστες οικονομικά οικογένειες μίας περιοχής, μαζί με την αστική τάξη και τους απογόνους τους, ήταν αυτοί που επωφελήθηκαν περισσότερο από τις πολιτικές αγροτικού τουρισμού που εφαρμόστηκαν, ενώ ο Waldren (1998) υποστηρίζει ότι πολλοί «ξένοι» αγόρασαν μεγάλα κτήματα και τα μετέτρεψαν σε καταλύματα, με αποτέλεσμα οι μόνιμοι κάτοικοι να μην επωφελούνται σημαντικά από την ανάπτυξη του αγροτικού τουρισμού. Η αμφισβήτηση της συμβολής του τουρισμού και του αγροτικού τουρισμού στηρίζεται και στο ενδεχόμενο αύξησης της κατανάλωσης εισαγόμενων προϊόντων και όχι στην αύξηση της κατανάλωσης των προϊόντων που παράγονται στην περιφέρεια, με αποτέλεσμα αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις στην παραγωγική δομή των τοπικών κοινωνιών (Λαγός, 1998). Εξάλλου, σύμφωνα με τη Συμεωνίδου (2009), για την περίπτωση των αγροτοτουριστικών καταλυμάτων στην Κεντρική Μακεδονία, διαπιστώθηκε ότι η πραγματικότητα απείχε σημαντικά από τους στόχους των προγραμμάτων που υλοποιήθηκαν, καθώς οι θέσεις εργασίας που δημιουργήθηκαν ήταν πολύ λίγες, εποχιακές και χαμηλά αμειβόμενες ενώ το εισόδημα που δημιουργήθηκε από τις 4

επιχειρήσεις ήταν πολύ χαμηλό και δεν αφορούσε σε μεγάλο βαθμό τους γεωργούς. Σε ότι αφορά την βελτίωση του βιοτικού επιπέδου και την συγκράτηση του πληθυσμού, όπως οι ίδιοι οι επιχειρηματίες δηλώνουν, δεν παρατηρήθηκαν σημαντικές αλλαγές με την ανάπτυξη του αγροτικού τουρισμού στην περιοχή τους. Έτσι, υπάρχουν συγγραφείς (Gousiou et al., 2001, Kneaffsey, 2001, Barke, 2004, Meert et al., 2005) οι οποίοι υποστηρίζουν ότι ο αγροτικός τουρισμός δεν αντιπροσωπεύει πάντα την πιο κατάλληλη οδό για αγροτική ανάπτυξη, καθώς το κόστος και οι δυσκολίες που υπάρχουν για τη βιώσιμη ανάπτυξή του, περιορίζουν τα πιθανά οφέλη και επηρεάζουν αρνητικά το ίδιο το «αγροτικό όνειρο». Άλλοι συγγραφείς (Ανθοπούλου κ.α., 2000, Van der Ploeg et al., 2000, Campbell, 2002, Sharpley, 2002, Wearing & MacDonald, 2002, Murphy, 2003, UNWTO, 2004, Jones, 2005, Blackstock, 2005, Li, 2006, Κizos and Iosifidis, 2007) επικεντρώθηκαν στη συμμετοχή της τοπικής κοινωνίας στην ανάπτυξη του αγροτικού τουρισμού. Ο αγροτικός τουρισμός προσφέρει ποιοτικά προϊόντα και υπηρεσίες, δίνοντας έμφαση στον τοπικό χαρακτήρα αυτών (Ανθοπούλου κ.α., 2000) και αυτό το χαρακτηριστικό της τοπικότητας, τόσο σε επίπεδο παραγωγής όσο και σε επίπεδο κατανάλωσης, προσφέρει στην τοπική κοινωνία προστιθέμενη αξία (Van der Ploeg et al., 2000). Η συμμετοχή της τοπικής κοινωνίας σε όλα τα στάδια μία πρωτοβουλίας ανάπτυξης του τουρισμού δίνει μία καλύτερη ευκαιρία στους συμμετέχοντες να επηρεάζουν την ανάπτυξη της κοινότητας και να προσδίδουν σε αυτή τα μέγιστα οφέλη, ενώ είναι επίσης ένα κρίσιμο σημείο για την αειφόρο ανάπτυξη του τουρισμού (Campbell, 2002, Jones, 2005). Ωστόσο, όπως ισχυρίζονται ορισμένοι (Blackstock, 2005, Li, 2006) η εμπλοκή της τοπικής κοινωνίας από μόνη της δεν είναι αρκετή για την επίτευξη του μέγιστου των ωφελειών από την ανάπτυξη του τουρισμού. Χρειάζεται διάδραση και επικοινωνία με τον ιδιωτικό τομέα, συμπεριλαμβανομένων των επενδυτών και των διαχειριστών που βρίσκονται εκτός κοινότητας (Murphy, 2003, Wearing & MacDonald, 2002) αλλά και το δημόσιο τομέα, συμπεριλαμβανομένων εθνικών και τοπικών οργανισμών τουρισμού, εθνικούς και τοπικούς κυβερνητικούς φορείς, όχι μόνο σε θέματα τουρισμού αλλά και σε θέματα υγείας, μεταφορών, κλπ, μη κυβερνητικές οργανώσεις, όπως επιμελητήρια, ακόμη και εκπροσώπους τουριστών (UNWTO, 2004). 5

Στην έρευνα των Byrd et all (2009) σχετικά με την αντίληψη των εμπλεκόμενων φορέων ως προς τις επιδράσεις από την ανάπτυξη του τουρισμού, αυτή φαίνεται να διαφέρει σημαντικά. Ειδικά ως προς το εάν η ανάπτυξη του τουρισμού βελτίωσε την τοπική οικονομία, οι κάτοικοι της περιοχής φαίνεται να έχουν σημαντικά πιο αρνητική θέση, από ότι οι υπόλοιποι εμπλεκόμενοι. Η διαφορά που υπάρχει στις αντιλήψεις για τον τουρισμό και την τουριστική ανάπτυξη, μπορεί να οδηγήσει σε συγκρούσεις ανάμεσα στις ομάδες συμμετεχόντων, διαμάχη η οποία βασίζεται στα διαφορετικά συμφέροντα που έχει η κάθε ομάδα και στη διαφορετική αντίληψη του κόστους και των ωφελειών αυτής της ανάπτυξης (Davis and Morais, 2004, Gursoy and Rutherford, 2004, Reid et al., 2004). Λαμβάνοντας υπόψη τις ωφέλειες που προκύπτουν από την ανάπτυξη του αγροτικού τουρισμού σε μία περιοχή από τη μία, αλλά και τις αμφισβητήσεις που διατυπώνονται για αυτές τις ωφέλειες από την άλλη, γεννώνται διάφορα ερωτήματα που αναζητούν απάντηση. Ποιος τελικά εμπλέκεται στη διαδικασία λήψης αποφάσεων σε ένα τέτοιο εγχείρημα και ποιος όχι; Επωφελείται στην πραγματικότητα η τοπική κοινωνία από το τελικό αποτέλεσμα μιας πρωτοβουλίας ανάπτυξης αγροτικού τουρισμού και αν όχι για ποιο λόγο; Οι ωφέλειες που ενδεχομένως προκύπτουν από αυτή την προσπάθεια μετρώνται και ελέγχονται σε βάθος χρόνου; Πρόκειται για ερωτήματα που αφορούν όλους τους συμμετέχοντες του συγκεκριμένου εγχειρήματος και πρέπει να απαντηθούν όχι μόνο από την τοπική κοινωνία, αλλά και από τους υπόλοιπους «συνεργούς» της προσπάθειας αυτής. 5. Η περίπτωση του Λευκοχωρίου Για να απαντήσουμε σ αυτά, μελετήσαμε την επίδραση που έχει η δημιουργία αγροτουριστικών επιχειρήσεων στο Λευκοχώρι του Νομού Θεσσαλονίκης, με εκ βαθέων συνεντεύξεις με τους επιχειρηματίες αγροτικού τουρισμού στην περιοχή, επικεντρώνοντας στους σκοπούς που εξυπηρετεί η ανάπτυξη του αγροτικού τουρισμού: νέες θέσεις εργασίας, εισόδημα για την τοπική κοινωνία, πρωτοβουλίες από το ντόπιο πληθυσμό και αλληλεπίδραση με τους κατοίκους. Το Λευκοχώρι, είναι ένα ημιορεινό χωριό, που βρίσκεται σε απόσταση 30 χλμ από τη Θεσσαλονίκη, τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Ελλάδας. Ο πληθυσμός του ανέρχεται σε 406 κατοίκους, από τους οποίους 216 είναι άνδρες και 190 γυναίκες. Ως προς την ηλικιακή κατανομή του πληθυσμού, το 53,45% είναι 6

νέοι, ηλικίας κάτω των 40 ετών και το 32,76% ηλικίας άνω των 65 ετών. Σε ότι αφορά τον οικονομικά ενεργό πληθυσμό, οι απασχολούμενοι αποτελούν το 88,17% αυτού και οι άνεργοι το 11,83% (Ε.Σ.Υ.Ε., 2001). Ως προς τις ομάδες επαγγελμάτων, ο μεγαλύτερος αριθμός (34,76%), τόσο στο σύνολο του πληθυσμού, όσο και κατά φύλο, ασχολείται με τον πρωτογενή τομέα. Ωστόσο υπάρχουν 15 άτομα που είναι τεχνίτες, 16 χειριστές μηχανημάτων και 15 ανειδίκευτοι εργάτες. Αν ληφθεί υπόψη το ποσοστό των ανέργων, η πλειοψηφία των οποίων είναι νεαρής ηλικίας, διαπιστώνεται ότι στο Λευκοχώρι υπάρχει ένα διαθέσιμο δυναμικό, το οποίο μπορεί να καλύψει ανάγκες των επιχειρήσεων αγροτικού τουρισμού που δραστηριοποιούνται στην περιοχή. Το χωριό, άγνωστο στους περισσότερους Θεσσαλονικείς, έγινε γνωστό από το 1996, όταν στην εκτός οικισμού περιοχή του δημιουργήθηκαν, αρχικά μία και στη συνέχεια δεύτερη, μονάδες ιππικού τουρισμού αλλά και άλλων δραστηριοτήτων αναψυχής. Οι μονάδες αυτές συμπληρώθηκαν με υποδομή εστίασης και διανυκτέρευσης μερικά χρόνια αργότερα, ενώ παράλληλα δημιουργήθηκαν και άλλες επιχειρήσεις αγροτικού τουρισμού, η μία το 2003, με βασική δραστηριότητα κέντρο εστίασης και άλλη το 2005, προσφέροντας ένα διαφοροποιημένο προϊόν (Πίνακας 1). Για τη δημιουργία των επιχειρήσεων αυτών, επενδύθηκαν συνολικά 1,8 εκ. ευρώ, εκ των οποίων τα 0,9 εκ. ευρώ αφορούσαν χρηματοδοτήσεις από ευρωπαϊκά προγράμματα (LEADER II, LEADER+, Ολοκληρωμένα Προγράμματα Ανάπτυξης Αγροτικού Χώρου). Πίνακας 1: Χαρακτηριστικά αγροτοτουριστικών επιχειρήσεων Α/Α ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΕΝΑΡΞΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΚΟΣΤΟΣ ΕΠΕΝΔΥΣΗΣ ΥΨΟΣ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΣ ΕΠΕΝΔΥΣΗΣ 1 ΞΕΝΩΝΑΣ, ΚΑΦΕ-ΜΠΑΡ, ΑΛΟΓΑ 1996 31.318,82 18.791,29 2 ΞΕΝΩΝΑΣ, ΕΣΤΙΑΤΟΡΙΟ, ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ 1997 521.204,58 260.953,94 ΑΘΛΗΣΗΣ, ΑΛΟΓΑ 3 ΕΣΤΙΑΤΟΡΙΟ, ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΑΘΛΗΣΗΣ ΚΑΙ 2005 660.653,60 330.326,80 ΑΝΑΨΥΧΗΣ 4 ΞΕΝΩΝΑΣ, ΕΣΤΙΑΤΟΡΙΟ, ΚΑΦΕ-ΜΠΑΡ, ΑΛΟΓΑ 2003 612.707,45 306.353,74 ΣΥΝΟΛΟ 1.825.884,45 916.425,77 7

Πιο συγκεκριμένα, η πρώτη μονάδα ιππικού τουρισμού εγκαταστάθηκε σε αγρόκτημα 40 στρεμμάτων, σε απόσταση 1χλμ από τα όρια του οικισμού και άρχισε να λειτουργεί το 1996. Κίνητρο για τη δημιουργία της επιχείρησης ήταν η προσωπική επιθυμία του επιχειρηματία, η αγάπη του για τα άλογα, αλλά και η παρότρυνση των φίλων της οικογένειας που επισκέπτονταν το αγρόκτημα για ιππασία. Στη συνέχεια, η επιχείρηση ενισχύθηκε από την Κοινοτική Πρωτοβουλία LEADER II με 18.791,29 ευρώ (η συνολική επένδυση ανήλθε σε 31.318,82 ευρώ) για τον εκσυγχρονισμό των υποδομών της, με σκοπό τη βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών. Σήμερα διαθέτει 31 άλογα, με χώρο υποδοχής επισκεπτών, ελαφριά υποδομή για καφέ (καντίνα) (δυναμικότητας 50 ατόμων), υπαίθριες ψησταριές στο κτήμα και 3 καταφύγια και μία αγροικία, που διατίθεται για διαμονή των επισκεπτών, οι οποίοι όμως θα πρέπει να αρμονιστούν με την ιδέα της διανομής χωρίς ανέσεις και βασικές υποδομές. Παράλληλα, ο επιχειρηματίας έχει ξεκινήσει την κατασκευή χώρων και για άλλες δραστηριότητες αναψυχής, όπως τοξοβολία, σκοποβολή και paint-ball. Η δεύτερη μονάδα ιππικού τουρισμού ξεκίνησε τη λειτουργία της λίγο αργότερα από την πρώτη, το 1997, σε αγρόκτημα 8,5 στρεμμάτων και σε μικρή απόσταση από την πρώτη. Ο επιχειρηματίας ήθελε να ξεφύγει από τον τρόπο ζωής της πόλης και αποφάσισε να ιδρύσει τη δική του επιχείρηση στο Λευκοχώρι, που ήταν τότε αγνό τοπίο και πολύ κοντά στο αστικό κέντρο. Η επιχείρησή του ξεκίνησε με ένα μικρό χώρο, που λειτουργούσε ως καφέ-αναψυκτήριο και ένα στίβο ιππασίας με 6 άλογα. Στη συνέχεια, η επιχείρηση ενισχύθηκε από το Νόμο 2328/1991 (Β Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Κεντρικής Μακεδονίας) για τη δημιουργία ξενώνα, σε κοντινή απόσταση με το αγρόκτημα, εντός του οικισμού. Το ύψος της επένδυσης ανήλθε σε 129.126,93 ευρώ με χρηματοδότηση από το πρόγραμμα 84.519,00 ευρώ. Ο ξενώνας διαθέτει 5 μονόχωρα διαμερίσματα, συνολικής δυναμικότητας 10 κλινών. Το 2008 ολοκληρώθηκε και δεύτερη επένδυση στην επιχείρηση, στα πλαίσια του προγράμματος «Ολοκληρωμένα Προγράμματα Ανάπτυξης Αγροτικού Χώρου» του Περιφερειακού Επιχειρησιακού Προγράμματος Κεντρικής Μακεδονίας, που αφορούσε τον εκσυγχρονισμό του κέντρου εστίασης και τη δημιουργία γηπέδων ποδοσφαίρου, μπάσκετ, βόλεϊ και χώρο τοξοβολίας. Η συνολική επένδυση ανήλθε σε 392.077,65 ευρώ με χρηματοδότηση 176.434,94 ευρώ. Σήμερα, εκτός των παραπάνω, διαθέτει 20 άλογα, 7 τρίκυκλα αναψυχής 8

(γουρούνες), παιδική χαρά, λίμνη με δυνατότητα κανό και εστιατόριο (δυναμικότητας 110 καθισμάτων εσωτερικού χώρου και 36 εξωτερικού χώρου). Οι δύο αυτές επιχειρήσεις και η κινητικότητα που υπήρχε όλες τις εποχές του χρόνου, με περιόδους αιχμής τα σαββατοκύριακα τόσο από επισκέπτες, κυρίως Θεσσαλονικείς, που κάνουν μονοήμερες εξορμήσεις στο Λευκοχώρι, όσο και από μονάδες σχολείων της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης των Νομών Θεσσαλονίκης, Κιλκίς και Σερρών, έδωσε το έναυσμα και σε άλλους δύο επιχειρηματίες να δραστηριοποιηθούν στην περιοχή. Στα πλαίσια της Κοινοτικής Πρωτοβουλίας LEADER+ ιδρύθηκε στο Λευκοχώρι το 2005, ένα κέντρο εστίασης, σε κτήμα 11,5 στρεμμάτων, δυναμικότητας 150 καθισμάτων εσωτερικού χώρου και 100 εξωτερικού. Επίσης, περιλαμβάνει και καφέ-μπαρ, δυναμικότητας 59 καθισμάτων. Η συνολική επένδυση ανήλθε στα 440.000,00 ευρώ, εκ των οποίων η χρηματοδότηση κυμάνθηκε στα 220.000,00 ευρώ. Το κίνητρο για τη δημιουργία της επιχείρησης ήταν η εκμετάλλευση της ιδιόκτητης έκτασης, σε ένα αντικείμενο που ήδη δραστηριοποιούταν η οικογένεια στην πόλη. Το 2007, κυρίως λόγω των απαιτήσεων των επισκεπτών, ολοκληρώθηκε και δεύτερη επένδυση στο αγρόκτημα, μέσω του Προγράμματος Ο.Π.Α.Α.Χ. του Π.Ε.Π. Κεντρικής Μακεδονίας, συνολικού ύψους 220.653,60 ευρώ (εκ των οποίων τα 110.326,80 ήταν η χρηματοδότηση) που αφορούσε τη δημιουργία υποδομών αθλητισμού και αναψυχής, όπως γήπεδα ποδοσφαίρου, μπάσκετ beach volley, beach soccer, στίβο αναρρίχησης, mountain bikes και flying fox. Επίσης, πάλι στα πλαίσια της Κοινοτικής Πρωτοβουλίας LEADER+ ιδρύθηκε στο Λευκοχώρι το 2005, ένα άλλο κέντρο εστίασης, σε αγρόκτημα 82 στρεμμάτων, δυναμικότητας 96 καθισμάτων εσωτερικού χώρου και 83 εξωτερικού. Το κόστος της επένδυσης ανήλθε στα 440.000,00 ευρώ, με χρηματοδότηση 220.000,00 ευρώ. Ο επιχειρηματίας, το 2006 ολοκλήρωσε και μία δεύτερη επένδυση, στα πλαίσια του Προγράμματος Ο.Π.Α.Α.Χ. του Π.Ε.Π. Κεντρικής Μακεδονίας, που αφορούσε στη δημιουργία παραδοσιακού καφενείου, δυναμικότητας 70 ατόμων. Η επένδυση αυτή ανήλθε στα 178.455,70 ευρώ, με χρηματοδότηση 89.227,85 ευρώ. Με δικούς του πόρους, ο επιχειρηματίας προχώρησε το 2007 στην αγορά 3 αλόγων και στη διαμόρφωση στίβου ιππασίας (3 πίστες). Αξίζει να σημειωθεί ότι στο αγρόκτημα από το 2003 λειτουργεί τουριστική έπαυλη, 5 δωματίων και 10 κλινών. 9

Σε ότι αφορά την καταγωγή των επιχειρηματιών, όλοι προέρχονται από τη Θεσσαλονίκη ενώ δύο από αυτούς επέλεξαν να διαμένουν μόνιμα στο Λευκοχώρι, μετά τη δημιουργία της επιχείρησης τους. Ως προς τους επαγγελματίες που χρειάστηκε να συνεργαστούν οι επιχειρηματίες κατά την έναρξη, όπως για παράδειγμα πολιτικός μηχανικός για την έκδοση οικοδομικής άδειας, όλοι οι επιχειρηματίες επέλεξαν μηχανικό από τη Θεσσαλονίκη, καθώς στο Λευκοχώρι δεν δραστηριοποιείται κάποιος. Ωστόσο, σε ότι αφορά τα συνεργεία που χρειάζονταν για το κτίσιμο των κτιριακών εγκαταστάσεων, μόνο μία επιχείρηση προτίμησε να συνεργαστεί με τον ντόπιο πληθυσμό, προκειμένου όπως ισχυρίζεται να ενισχύσει την τοπική οικονομία. Οι υπόλοιποι επιχειρηματίες προτίμησαν να προσλάβουν εργατικό προσωπικό από τη Θεσσαλονίκη, είτε γιατί όπως ισχυρίστηκαν δεν βρήκαν εργάτες στο Λευκοχώρι, είτε γιατί ήθελαν οργάνωση και έγκαιρη παράδοση. Οι επιχειρήσεις αυτές δημιούργησαν συνολικά 30 νέες θέσεις εξωγεωργικής εργασίας. Από αυτές, οι 12 αναφέρονται σε συμβοηθούντα μέλη της οικογένειας, τα οποία δεν αμείβονται, οι 9 σε θέσεις μόνιμης απασχόλησης και οι 9 σε θέσεις εποχιακής εργασίας. Από το σύνολο αυτών, κανένας απασχολούμενος δεν κατάγεται από το Λευκόχωρι, το 50% έχει καταγωγή από την ευρύτερη περιοχή και το 50% από την πόλη της Θεσσαλονίκης (Πίνακας 2). Πίνακας 2: Χαρακτηριστικά απασχόλησης στις αγροτοτουριστικές επιχειρήσεις ΜΗ ΑΜΟΙΒΟΜΕΝΕΣ ΘΕΣΕΙΣ ΕΠΟΧΙΑΚΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ Α/Α ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΜΟΝΙΜΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΑΡΙΘΜΟΣ ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΑΡΙΘΜΟΣ ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΑΡΙΘΜΟΣ ΚΑΤΑΓΩΓΗ 1 4 ΑΤΟΜΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 0 0 2 2 ΑΤΟΜΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 3 ΑΤΟΜΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1 ΑΤΟΜ0 ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 3 3 ΑΤΟΜΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2 ΑΤΟΜΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 3 ΑΤΟΜΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 4 3 ΑΤΟΜΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 4 ΑΤΟΜΑ ΔΗΜΟ ΛΑΧΑΝΑ 5 ΑΤΟΜΑ ΔΗΜΟ ΛΑΧΑΝΑ ΣΥΝΟΛΟ 12 ΑΤΟΜΑ 9 ΑΤΟΜΑ 9 ΑΤΟΜΑ Το κόστος της απασχόλησης ανέρχεται κατά μέσο όρο στις 9.000 ευρώ/άτομο/έτος για τους μόνιμους εργαζόμενους και στις 7.000 ευρώ για τους εποχιακούς. Λαμβάνοντας υπόψη τη μισθοδοσία των απασχολουμένων και τη μόνιμη κατοικία αυτών, διαπιστώνεται ότι από το σύνολο των 130.000 ευρώ περίπου που κοστίζουν αυτοί οι υπάλληλοι στις επιχειρήσεις, μόνο οι 61.000 ευρώ περίπου αφορούν κατοίκους της περιοχής (ποσοστό 46,92%). Η υπόλοιπη μισθοδοσία ουσιαστικά «διαρρέει» από την περιοχή, με κατεύθυνση την πόλη 10

της Θεσσαλονίκης, αφού εκεί διαμένουν μόνιμα οι εργαζόμενοι των επιχειρήσεων. Απώλεια άμεσων οικονομικών εισροών σημειώνεται στο Λευκοχώρι και μέσω της τροφοδοσίας των επιχειρήσεων με τις απαραίτητες πρώτες ύλες για τη λειτουργία τους, αφού προτιμώνται προμηθευτές από τη Θεσσαλονίκη, με ελάχιστες εξαιρέσεις, όπως την αγορά κρέατος από το Λευκοχώρι για δύο επιχειρήσεις και την αγορά άρτου ή τυροκομικών από τη Δορκάδα. Το γεγονός ότι οι επιχειρηματίες κατάγονται από τη Θεσσαλονίκη διαμορφώνει ουδέτερες έως κακές σχέσεις ανάμεσα στον τοπικό πληθυσμό και τους επιχειρηματίες. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ένας επιχειρηματίας, ειδικά κατά την έναρξη της επιχείρησης του, οι σχέσεις με τον τοπικό πληθυσμό ήταν κακές γιατί όπως θεωρούσε τον αντιμετώπιζαν σαν ένα ξένο που ήρθε να κερδίσει χρήματα από τον τόπο τους (Πίνακας 3). Πίνακας 3: Σχέσεις με την τοπική κοινωνία Α/Α 1 ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΗΝ ΤΟΠΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΔΥΣΚΟΛΗ ΑΡΧΙΚΑ, ΤΩΡΑ ΟΥΔΕΤΕΡΗ 2 ΚΑΛΕΣ 3 ΠΟΛΥ ΚΑΛΕΣ 4 ΟΧΙ ΙΔΙΑΤΕΡΑ ΚΑΛΕΣ ΠΩΣ ΣΥΝΕΒΑΛΕ Η ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΗΤΑΝ Η ΠΡΩΤΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΕ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΑΓΡΟΚΤΗΜΑΤΩΝ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΘΗΚΑΝ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ «ΔΟΡΥΦΟΡΟΙ» ΟΙ ΝΤΟΠΙΟΙ ΚΑΤΟΙΚΟΙ ΔΕΝ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΟΝΤΑΙ ΤΙΣ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥΣ Ωστόσο, όλοι οι επιχειρηματίες θεωρούν ότι συνέβαλαν με αυτό το επιχειρηματικό τους εγχείρημα στην ανάπτυξη της περιοχής καθώς αυξήθηκε σημαντικά η κίνηση των επισκεπτών στην περιοχή του Λευκοχωρίου. Σύμφωνα με στοιχεία των επιχειρηματιών, περισσότερα από 1.000 άτομα το μήνα επισκέπτονται τις επιχειρήσεις τους. Όμως σχεδόν κανένα από αυτά δεν επισκέπτεται το ίδιο το χωριό, παρά το γεγονός ότι στον οικισμό υπάρχουν υποδομές όπως καφενεία, κατάστημα με τοπικά προϊόντα, τα οποία θα μπορούσαν να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες των επισκεπτών. 11

6. Συμπεράσματα Με όρους ποσοτικούς, ο αγροτικός τουρισμός αναπτύχθηκε στην περίπτωση του Λευκοχωρίου, καθώς δημιουργήθηκαν στην ευρύτερη περιοχή 4 επιχειρήσεις. Ωστόσο, από την ανάλυση που προηγήθηκε, διαπιστώνουμε ότι ο τρόπος με τον οποίο αναπτύχθηκε ο αγροτικός τουρισμός, άφησε ουσιαστικά το χωριό στο «περιθώριο». Ο αγροτικός τουρισμός όμως δεν είναι αυτοσκοπός αλλά μοχλός ανάπτυξης των αγροτικών περιοχών, έτσι όπως καταγράφεται στις ευρωπαϊκές και εθνικές πολιτικές. Ως εκ τούτου, στην εφαρμογή των προγραμμάτων ενίσχυσης των αγροτοτουριστικών επιχειρήσεων, ιδιαίτερη έμφαση θα πρέπει να δοθεί στις ωφέλειες που προκύπτουν για την τοπική κοινωνία. Σε αντίθετη περίπτωση, μπορεί να παρατηρηθούν συγκρούσεις ανάμεσα στις ομάδες άμεσα και έμμεσα εμπλεκομένων, συγκρούσεις οι οποίες βασίζονται στα διαφορετικά συμφέροντα που έχει η κάθε ομάδα και στη διαφορετική αντίληψη που διαμορφώνεται για το κόστος και τις ωφέλειες της ανάπτυξης του αγροτικού τουρισμού. 12

7. Βιβλιογραφία Ανθοπούλου Θ., Ιακωβίδου Ο., Κουτσούρης Α., και Σπιλάνης Ι. (2000) Χωρικές και Αναπτυξιακές Διαστάσεις του Αγροτουρισμού στην Ελλάδα, Πρακτικά 5ου Πανελλήνιου Συνεδρίου Αγροτικής Οικονομίας. Archer B.H. (1982) The value of multipliers and their policy implications, Tourism Management, vol. 3, pp. 236-241. Asley C., Roe D., Goodwin H. (2001) Pro-poor tourism strategies: Making tourism work for the poor A review of experience, Pro-poor Tourism Report, no. 1, (http://www.odi.org.uk/pptourism/ppt_report.pdf). Barke M. (2004) Rural tourism in Spain, International Journal of tourism Research, vol. 6, pp. 137-149. Blackstock K. (2005) A critical look at community based tourism, Community Development Journal, vol. 40, no. 1, pp. 39-49. Briednhann J. and Wickens E. (2004) Tourism routes as a tool for the economic development of rural areas-vibrant hope or impossible dream? Tourism Management, vol. 25, pp. 71-79. Byrd E.T., Bosley H.E., Dronberger M.G. (2009) Comparisons of stakeholder perceptions of tourism impacts in rural eastern North Carolina, Tourism Management, vol. 30, pp. 693-703. Campbell L. M. (2002) Conservation narratives and the received wisdom of ecotourism: case studies from Costa Rica, International Journal of Sustainable Development, vol. 5, pp. 300-325. Davis J.S., Morais D.P. (2004) Factions and enclaves: small towns and socially unsustainable tourism development, Journal of Travel Research, vol. 43, pp. 3-10. Εμμανουηλίδου Μ. (2004) Η εφαρμογή της Κοινοτικής Πρωτοβουλίας LEADER στην Ελλάδα. Η περίπτωση του Νομού Θεσσαλονίκης, Μεταπτυχιακή Διατριβή, Τομέας Αγροτικής Οικονομίας, Τμήμα Γεωπονίας Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη. ΕΤΒ (1988) Visitors in the countryside: A development strategy, London: English Tourist Board. Fleischer A. and Pizam A. (1997) Rural Tourism in Israel, Tourism Management, vol. 18, pp. 367-372. 13

Gannon A. (1994) Rural Tourism as a Factor in Rural Community Economic Development for Economies in Transition, Journal of Sustainable Tourism, vol. 2, No. 1 & 2, pp. 51-60. Gilbert D. (1989) Rural tourism and marketing, Tourism Management, vol.19, pp. 39 50. Gousiou k., Spilanis I., Kizos T. (2001) Is agrotourism agro or tourism? Evidence from agrotourist holdings in Lesvos, Greece, Anatolia, vol. 12, no. 1, pp. 6-22. Greffe X. (1994) Is rural tourism a lever for economic and social development?. Journal of Sustainable Tourism, vol.2, pp. 22 40. Gursoy D., Rutherford D.G. (2004) Host attitudes toward tourism: an improved structural model, Annals of Tourism Research, vol. 31, no. 3, pp. 495-516. Hall C.M., Jenkins J. (1998) The policy dimensions of rural tourism and recreation In: Butler R., Hall C.M., Jenkins J.M. (eds) Tourism and Recreation in Rural Areas, Wiley: Chichester, pp. 19-42. Hall D. (2004) Rural Tourism Development in South eastern Europe: Transition and the Search for Sustainability, International Journal of Tourism Research, vol. 6, pp. 165-176. Hall D., Kirkpatrick I. and Mitchell M. (2005) Rural Tourism and Sustainable Business, Channel View Publications, UK. Hummelbrunner R., Miglbauer E. (1994) Tourism promotion and potential in peripheral areas: The Austrian case, Journal of Sustainable Tourism, vol. 2, no. 1 & 2, pp. 41-50. Ιακωβίδου Ο. (1991) Αγροτικός Τουρισμός, Νέες προοπτικές για απασχόληση του αγροτικού πληθυσμού, Γεωτεχνικά Επιστημονικά Θέματα, τεύχος 3. Ιακωβίδου Ο., Βλάχου Χ., Βώλτσου Α. και Παρταλίδου Μ. (2000) Ορεινές και Μειονεκτικές περιοχές της Ελλάδας. Αγροτοτουρισμός, ΓΕΩΤ.Ε.Ε. Jones S. (2005) Community-based ecotourism: The significance of social capital, Annals of Tourism Research, vol. 32, no. 2, pp 303-324. Kizos T. and Iosifidis T. (2007) The Contradictions of Agrotourism Development in Greece: Evidence from Three Case Studies, South European Society & Politics, vol. 12, pp. 59 77. 14

Kneaffsey M., (2001) Rural cultural economy, tourism and social reactions, Annals of Tourism Research, vol. 28, no. 3, pp. 762-783. Λαγός Δ. (1998) Ο Τουρισμός ως παράγοντας προώθησης της περιφερειακής ανάπτυξης, ΤΟΠΟΣ Επιθεώρηση αστικών και περιφερειακών μελετών, τεύχος 14, σελ. 47-65. Lane B. (1994) What is Rural Tourism?, Journal of Sustainable Tourism, vol. 2, pp. 7-21. Li W. (2006) Community decision-making: Participation in development, Annals of Tourism Research, vol. 33, no. 1, pp. 132-143. Luloff A., Bridger J., Graefe A., Sayler M., Martin K., Gitelson R. (1994) Assessing rural tourism efforts in the United States, Annals of Tourism Researc, vol. 21, no. 1, pp. 46-64. Μανώλογλου Ε. (1993) Εγχειρίδιο Αγροτουρισμού, Διακρατικό πρόγραμμα ΑLTUR-ΕΟΤ, Αθήνα. Meccheri N. and Pelloni G (2006) Rural entrepreneurs and institutional assistance: an empirical study from mountainous Italy, Entrepreneurship & Regional Development, vol. 18, pp. 371-392. Meert H., Van Huylenbroeck G., Vernimmen T., Bourgeois M., Van Hecke E. (2005) Farm household survival strategies and diversification on marginal farms Journal of Rural Studies, vo. 21, no. 1, pp. 81-97. Mowforth M., Munt I. (1998) Tourism and sustainability: New tourism in the third world, London, England, Routledge. Murphy C. (2003) Community tourism in Kuene: A review of five cases studies for the WILD Project Directorate of Environmental Affairs, research discussion paper No. 64 in Wildlife Integration foa Livelihood Diversification (WILD), Windhoek, Namibia, Ministry of Environment and Tourism. OECD (1994) Tourism Policy and International Tourism in OECD Countries 1991-1992, Paris: Organization for Economic Co-Operation and Development. Page S.J. and Getz D. (1997) Conclusions and implications for rural business development, In: Page, S.J. and Getz, D., The business of rural tourism: 15

International perspectives, International Thomson Business Press, London, pp. 191 205. Petric L. (2003) Constrains and possibilities of the rural tourism development with the special stress on the case of Croatia, ERSA Congress, Finland. Reid D.G., Mair H., George W. (2004) Community tourism planning: a selfassessment instrument, Annals of Tourism research, vol. 31, no. 3, pp. 623-639. Ribeiro M. and Marques C. (2002) Rural Tourism and the Development of Less Favoured Areas between Rhetoric and Practice, International Journal of Tourism Research, vol. 4, pp. 211-220. Ryglvova K. (2007) Limiting factors in the field of business activities in rural tourism, Agricultural Economy, vol. 53, pp. 421 431. Saarinen J. (2003) The regional economics of tourism in Northern Finland: the socio-economic implications of recent tourism development and future possibilities for regional development, Scandinavian Journal of Hospitality and Tourism, vo. 3, no. 2, pp. 91-113. Sharpley R. (2002) Rural tourism and the challenge of tourism diversification: The case of Cyprus, Tourism Management, vol. 23, pp. 233. Sharpley R. and Sharpley J. (1997) Rural Tourism. An Introduction, International Thomson Business Press, London. Sharpley R. and Vassb A. (2006) Tourism, farming and diversification: An attitudinal study, Tourism Management, vol. 27, pp. 1040 1052. Συμεωνίδου Π. (2009) Ανταγωνιστικότητα και βιωσιμότητα αγροτοτουριστικών επιχειρήσεων στην Ελλάδα, Διδακτορική διατριβή, Τομέας Αγροτικής Οικονομίας, Τμήμα Γεωπονίας Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη. Τσάρτας Π. και Θανοπούλου M. (1994) Γυναικείοι αγροτουριστικοί συνεταιρισμοί στην Ελλάδα Μελέτη αποτίμησης της λειτουργίας τους, Κέντρο Ερευνών για τις Γυναίκες της Μεσογείου, Αθήνα. Εθνική Στατιστική Υπηρεσία Ελλάδος (Ε.Σ.Υ.Ε.) (2001) Απογραφή πληθυσμού. United Nations World Tourism Organization (UNWTO) (1998) Guide for local authorities on developing sustainable tourism, Madrid, Spain. Van der Ploeg J., Renting H., Brunori G., Knickel K., Mannion J., Marsden T., De Roest K., Sevilla-Guzmán E., Ventura F. (2000) Rural development: 16

from practices and policies towards theory, Sociologia Ruralis, vol. 40, no. 4, pp. 391-408. Vaughan D., Farr H. and Slee W. (2000) Estimating and interpreting the local economic benefits of visitor spending: an explanation, Leisure Studies, vol. 40, pp. 95-118. Waldren J. (1998) The road to ruin. The politics of development in the Balearic Islands, In: Abram S., Waldren J. (eds) Antropological Perspectives on Local Development, Routledge: London and New York, pp. 120-140. Wearing S., MacDonald M. (2002) The development of community based tourism: The relationship between tour operators and development agent as intermediaries in rural and Isolated communities, Journal of Sustainable Tourism, vol. 10, pp. 191-206. 17