Α.Τ.Ε.Ι ΣΕΡΡΩΝ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΚΑΡΥΠΙΔΗΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΣΥΜΕΩΝ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΜΠΟΓΑΣ ΧΡΗΣΤΟΣ



Σχετικά έγγραφα
ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΈΓΓΡΑΦΟ Σ.Ε.Ε.Δ.Δ.Ε. ΟΙ ΕΠΙΒΑΡΥΝΣΕΙΣ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΥ

Συνοπτική Παρουσίαση. Ελλάδα

Το συνέδριο σας πραγματοποιείται σε μια εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία για τον τόπο, την οικονομία της χώρας, την κοινωνία και τον κόσμο της εργασίας.

Ευρετήριο πινάκων. Ασκήσεις και υπομνήματα

ΚΕΦ. 1 Η ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΣΤΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

Ατομικό ιστορικό νηπίου

ΚΩ ΙΚΑΣ ΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ «ΠΑΠΟΥΤΣΑΝΗΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΩΝ ΑΓΑΘΩΝ»

Το ρολόι που κρατάς στα χέρια σου κρύβει ένα μυστικό: το μυστικό της κόκκινης ομάδας. Αν είσαι αρκετά τολμηρός, μπορείς κι εσύ να ενημερωθείς για τα

...ακολουθώντας τη ροή... ένα ημερολόγιο εμψύχωσης

Πρακτικό εργαλείο. για την ταυτοποίηση πρώτου επιπέδου των θυμάτων παράνομης διακίνησης και εμπορίας. τη σεξουαλική εκμετάλλευση

Κατερίνα Παναγοπούλου: Δημιουργώντας κοινωνικό κεφάλαιο την εποχή της κρίσης

ΠΡΟΣΩ ΟΛΟΤΑΧΩΣ! ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ (ΦΛΩΡΙΝΑ) ΤΜΗΜΑ ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Νομοθετικές πράξεις) ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Κρύων της Μαγνητικής Υπηρεσίας. Πνευματική Ανατομική. Μάθημα 3ο ~ Εργασία με το Κόλον

Οι 21 όροι του Λένιν

ΤΕΙ ΗΠΕΙΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Τοποθέτηση Δημάρχου Γ. Πατούλη. για τεχνικό πρόγραμμα 2010

Πρόγραμμα Σπουδών για το "Νέο Σχολείο"

Δαλιάνη Δήμητρα Λίζας Δημήτρης Μπακομήτρου Ελευθερία Ντουφεξιάδης Βαγγέλης

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. Ελλείψεις στο φορολογικό νομοσχέδιο. Σοβαρές ελλείψεις στη νέα μορφή του φορολογικού νομοσχεδίου

ΘΕΣΕΙΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΕΣ

ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΥ

ΕΚΦΡΑΣΗ-ΕΚΘΕΣΗ Β ΛΥΚΕΙΟΥ 1 ο Λύκειο Καισαριανής ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ: Κείμενα Προβληματισμού

Σοφία Γιουρούκου, Ψυχολόγος Συνθετική Ψυχοθεραπεύτρια

Ασυντήρητες και επικίνδυνες οικοδομές

Ο «ΕΚΑΛΟΓΟΣ» ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ ΥΠΟΨΗΦΙΟΥ

ΤΙΜΟΛΟΓΙΟ ΜΕΛΕΤΗΣ ΑΡ. ΜΕΛ.:. ΔΗΜΟΣ: ΚΑΡΥΣΤΟΥ ΕΡΓΟ: ΤΕΧΝΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΑΔΑ ΣΤΗ ΘΕΣΗ ΠΕΤΑΛΟ Δ.Δ.

Η εργασία είναι αφιερωμένη σε όσους επέλεξαν να. ασχοληθούν με το κλάδο της φυσικοθεραπείας και. θεωρούν την φυσικοθεραπεία λειτούργημα και όχι

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ο ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. 3.1 Εισαγωγή

ΜΗ ΤΥΠΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΜΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΙΣ ΑΓΟΡΕΣ

ΧΟΤΕΛΑΪΝ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΙΕΣ ΕΙΔΩΝ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑΚΟΥ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΥ Α.Ε. ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΛΗΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ ΤΗΣ

Το ολοκαύτωμα της Κάσου

289 ον Σύστημα Αεροπροσκόπων Αγίας Φύλας ΟΜΑΔΑ ΠΡΟΣΚΟΠΩΝ ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΧΑΛΚΙΝΟΥ ΤΡΙΦΥΛΛΟΥ

Τίτλος Ειδικού Θεματικού Προγράμματος: «Διοίκηση, Οργάνωση και Πληροφορική για Μικρο-μεσαίες Επιχειρήσεις»

ΠΑΓΚΥΠΡΙΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΔΑΣΚΑΛΩΝ (ΠΟΕΔ) ΤΑΚΤΙΚΗ ΠΑΓΚΥΠΡΙΑ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΓΕΝΙΚΩΝ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΩΝ ΛΟΓΟΔΟΣΙΑ ΤΟΥ Δ.Σ. ΓΙΑ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ

Η ΑΥΤΕΠΑΓΓΕΛΤΗ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΙΚΩΝ ΜΙΑ ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ. ( Διοικητική Ενημέρωση, τ.51, Οκτώβριος Νοέμβριος Δεκέμβριος 2009)

ΟΜΙΛΙΑ ΕΥΑΓ.ΜΠΑΣΙΑΚΟΥ, ΕΙΔΙΚΟΥ ΕΙΣΗΓΗΤΗ ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΣΤΗ ΒΟΥΛΗ ΤΟΥ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ

ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ ΥΠ.ΓΕΩΡΓΙΑΣ

ΔΙΑΔΟΣΗ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ Φυσική Β' Γυμνασίου. Επιμέλεια: Ιωάννης Γιαμνιαδάκης

Οι ιοί και οι ιογενείς λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος στα παιδιά

ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗ ΤΗΓΑΝΕΛΑΙΟΥ ΓΙΑΤΙ - ΠΩΣ - ΠΟΤΕ

Ασφάλεια στις εργασίες κοπής μετάλλων

ενεργοί πολίτες για τη Μήλο οι θέσεις μας Υποψηφιότητα Αντώνη Καβαλιέρου δημοτικές εκλογές

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΩΝ ΓΕΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΩΝ ΟΡΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ «ΑΣΦΑΛΩΣ ΚΑΤΟΙΚΕΙΝ» ΚΟΙΝΟΧΡΗΣΤΟΙ ΧΩΡΟΙ

«Φιλολογικό» Φροντιστήριο Επαναληπτικό διαγώνισμα στη Νεοελληνική Γλώσσα. Ενδεικτικές απαντήσεις. Περιθωριοποίηση μαθητών από μαθητές!

ΤΟ ΦΩΣ ΤΩΝ ΠΛΑΝΩΝ ΑΣΤΕΡΙΩΝ 11. Πριν...

Εσωτερικοί Κανονισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΚΑΙ ΚΡΙΤΙΚΗ ΒΙΒΑΙΟΥ

ΛΑΪΟΝΙΣΜΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΜΙΑ ΠΑΡΑΛΛΗΛΗ ΠΟΡΕΙΑ

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΖΩΗΣ, ΜΙΑ ΨΥΧΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

Το σύμπαν μέσα στο οποίο αναδύεστε

Kεντρικός συντονισμός πολιτικών, μόνιμοι υφυπουργοί, μείωση ειδικών συμβούλων, κατάργηση αναπληρωτών.

ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ

Ενώνουμε δυνάμεις. Δείγματα Γραφής. Δυναμικά μπροστά ΑΝΔΡΕΑΣ Ζ. ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ. Βουλευτής

ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ

ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΣΚΥΝΗΣΗ; Άγιος Δαμασκηνός. (ΕΠΕ, ΤΡΙΤΟΣ ΤΟΜΟΣ, Ιωάννου Δαμασκηνού έργα).

Παγκόσμια Ημέρα Ψυχικής Υγείας

Βιοπολιτική: Μία Νέα Διάσταση της Έννοιας του Κέρδους

Μια «γριά» νέα. Εύα Παπώτη

ΕΘΙΜΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ. Αγγελική Περιστέρη Α 2

Χημεία Β Γυμνασίου Τμήμα Β3. Γρηγόρης Μαγουλάς Φανή Μανούσου Κύρος Μαλλαμίδης Ελίνα Μάλλιαρη Μάγδα Μαντά

Διασυνοριακά νερά και διαχειριστικά σχέδια λεκανών

ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΟΛΟΓΩ ΥΠΕΡ Η ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΧΡΗΣΗΣ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΤΙΚΩΝ ΤΖΑΚΙΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΑΥΣΗΣ ΞΥΛΕΙΑΣ ΓΙΑ ΟΙΚΙΑΚΉ ΘΕΡΜΑΝΣΗ

Μαρτυρία Νίκου Ιωάννου (Ψωμά)

ΙΕΘΝΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 183 «για την αναθεώρηση της (αναθεωρηµένης) σύµβασης για την προστασία της µητρότητας,»

Η ΔΙΑΘΕΜΑΤΙΚΗ ΤΗΣ ΔΙΑΘΕΜΑΤΙΚΗΣ

ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΣΥΜΒΟΥΛΕΤΙΚΗΣ

Σεπτέμβριος 2011: Εφημερίδα μηνός Αυγούστου, έκδ. 34 η

συνήλθε στην Αίθουσα των συνεδριάσεων του Βουλευτηρίου η Βουλή σε ολομέλεια για να συνεδριάσει υπό την προεδρία του Ε Αντιπροέδρου αυτής κ.

Εργαστηριακή εξάσκηση στις διαταραχές της κίνησης και της οπτικής αντίληψης. Διδάσκων :Α.Β.Καραπέτσας

Ο Οδικός Χάρτης για την Ελλάδα της δημιουργίας

Σχολικός εκφοβισµός και γονείς

Η παρακμή του εργατικού κινήματος είναι μια διαδικασία που έχει ήδη διαρκέσει. πολλά χρόνια, τώρα ζούμε τα επεισόδια του τέλους της.

Πολιτιστικό Πρόγραμμα «Παπούτσια πολλά παπούτσια.»

KATATAΞH APΘPΩN. 6. Αρχές της προσφοράς και προμήθειας, ανθρώπινων ιστών και/ ή κυττάρων

Οι Πνευματικές Δυνάμεις στο Σύμπαν

προβλήματα, εγώ θέλω να είμαι συγκεκριμένος. Έχω μπροστά μου και σας την αναφέρω την

ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΣΥΜΒΑΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΟΠΟΙΗΜΕΝΗΣ ΜΕΘΟΔΟΥ ΣΠΟΡΑΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΥΤΕΥΣΗΣ ΣΠΟΡΟΦΥΤΩΝ ΛΑΧΑΝΙΚΩΝ

Προδημοσιεύτηκαν τα τέσσερις πρώτα προγράμματα του νέου ΕΣΠΑ που αφορούν

Φάλουν Ντάφα ιαλέξεις πάνω στον Νόµο του Φο ιαλέξεις στις Ηνωµένες Πολιτείες

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποτελεί την άμεσα εκλεγμένη δημοκρατική έκφραση της πολιτικής βούλησης των λαών της Ευρώπης.

Από το ξεκίνημά του ο ΤΙΤΑΝ εκφράζει

Αρωματικά φυτά της Ελλάδας

ΟΜΙΛΙΑ ΠΡΟΕΔΡΟΥ Ο.Κ.Ε. κ. Χ. ΠΟΛΥΖΩΓΟΠΟΥΛΟΥ

1. Εισαγωγή. 2. Καταπολέμηση της φοροδιαφυγής

Το Μουσείο των Βαλκανικών Πολέμων στη Γέφυρα και ο Οθωμανός αρχιστράτηγος Χασάν Ταχσίν πασά

Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί συνδυασμό μεθόδων για την ανάπτυξη της έβδομης παραγράφου.

Η ΨΥΧΗ ΚΑΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ( 1 )

ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Γενικές πληροφορίες Πού βρίσκομαι;

Το Ταξίδι Απελευθέρωσης

ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ ΕΝΩΤΙΚΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ 13 Α' ΜΕΡΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΤΟΥ 1897 ΣΤΟ ΓΟΥΔΙ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΟΥ ΠΑΙΧΝΙΔΙΟΥ

Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα

«Ειρήνη» Σημειώσεις για εκπαιδευτικούς

Το παρόν έγγραφο αποτελεί απλώς βοήθημα τεκμηρίωσης και τα θεσμικά όργανα δεν αναλαμβάνουν καμία ευθύνη για το περιεχόμενό του

θεωρητική και εθνογραφική τεκμηρίωση ορίων και σχέσεων των μουσικών δικτύων του σύγχρονου πανηγυριού

Υποψήφιοι Σχολικοί Σύμβουλοι

Σε ποιες κατηγορίες μειώνεται η σύνταξη από 1/1/2009 (σε εφαρμογή του Ν.3655/2008)

Transcript:

Α.Τ.Ε.Ι ΣΕΡΡΩΝ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «ΑΝΑΛΥΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΣΙΔΕΝΟΡ» ΚΑΡΥΠΙΔΗΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΣΥΜΕΩΝ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΜΠΟΓΑΣ ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΕΡΡΕΣ 2012

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ σελ. 4 ΜΕΡΟΣ 1 Ο 1.ΕΝΝΟΙΑ ΚΑΙ ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΝ ΑΝΑΛΥΣΕΩΣ σελ. 5 1.1 ΓΕΝΙΚΑ σελ. 5 1.2 ΣΚΟΠΟΣ σελ. 6 1.3 ΒΑΣΙΚΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΑΝΑΛΥΤΩΝ σελ. 6 1.4 ΕΙΔΗ ΑΝΑΛΥΣΕΩΣ σελ. 7 2. ΜΕΘΟΔΟΙ ΑΝΑΛΥΣΕΩΣ ΤΩΝ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ σελ. 8 2.1 ΓΕΝΙΚΑ σελ. 8 2.2 ΔΙΑΣΤΡΩΜΑΤΙΚΗ Ή ΚΑΘΕΤΗ ΑΝΑΛΥΣΗ σελ. 9 2.2.1 ΑΝΑΛΥΣΗ «ΚΟΙΝΟΥ ΜΕΓΕΘΟΥΣ» σελ. 9 2.2.2 ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΩΝ σελ. 11 2.2.3 ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΩΝ σελ. 12 3. ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ σελ. 13 3.1 ΓΕΝΙΚΑ σελ. 13 3.2 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ σελ. 14 3.3 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΕΙΔΙΚΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ σελ. 15 3.4 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΤΑΜΕΙΑΚΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ σελ. 16 4. ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ σελ. 17 4.1 ΓΕΝΙΚΑ σελ. 17 4.2 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΕΙΣΠΡΑΞΕΩΝ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ σελ. 17 4.3 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΕΞΟΦΛΗΣΕΩΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ σελ. 19 4.4 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΑΠΟΘΕΜΑΤΩΝ σελ. 20 5. ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΑΠΟΔΟΤΙΚΟΤΗΤΑΣ σελ. 22 5.1 ΓΕΝΙΚΑ σελ. 22 5.2 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΜΕΙΚΤΟΥ ΚΕΡΔΟΥΣ σελ. 23 5.3 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΚΑΘΑΡΟΥ ΚΕΡΔΟΥΣ σελ. 24 5.4 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΑΠΟΔΟΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΙΔΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ σελ. 24 6. ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΔΙΑΡΘΡΩΣΕΩΣ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ ΚΑΙ ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑΣ σελ. 28 6.1 ΓΕΝΙΚΑ 6.2 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΙΔΙΩΝ ΠΡΟΣ ΣΥΝΟΛΙΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ σελ. 28 σελ. 30 6.3 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΙΔΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ ΠΡΟΣ ΠΑΓΙΑ σελ. 32 6.4 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝΤΟΣ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ ΠΡΟΣ ΣΥΝΟΛΙΚΟΥ σελ. 33 7. ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΟΙ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ σελ. 34 7.1 ΓΕΝΙΚΑ σελ. 34 7.2 ΚΕΡΔΗ ΚΑΤΑ ΜΕΤΟΧΗ 7.3 ΜΕΡΙΣΜΑ ΚΑΤΑ ΜΕΤΟΧΗ σελ. 34 σελ. 35 7.4 ΠΟΣΟΣΤΟ ΔΙΑΜΕΝΟΜΕΝΩΝ ΚΕΡΔΩΝ σελ. 36 2

ΜΕΡΟΣ 2 Ο 1. ΕΤΑΙΡΊΑ ΣΙΔΕΝΟΡ σελ. 37 1.1 ΠΡΟΦΙΛ σελ. 37 1.2 ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ σελ. 40 1.3 ΕΓΚΑΤΑΣΤΆΣΕΙΣ σελ. 44 1.4 ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ-ΣΤΟΧΟΙ σελ. 44 1.5 ΟΡΓΑΝΟΓΡΑΜΑ ΕΤΑΙΡΙΑΣ σελ. 45 1.6 ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΔΥΝΑΜΙΚΟ σελ. 46 1.7 ΠΡΟΪΟΝΤΑ σελ. 48 2. ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΣΙΔΕΝΟΡ Α.Ε. σελ. 53 3. ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΩΝ ΣΙΔΕΝΟΡ Α.Ε σελ. 72 3.1 ΑΡΙΘΜΟΔΕΊΚΤΕΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ σελ. 72 3.2 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ σελ. 76 3.3 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΑΠΟΔΟΤΙΚΟΤΗΤΑΣ σελ. 80 3.4 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗΣ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑΣ σελ. 84 4. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ σελ. 88 5. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ σελ. 90 3

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Αντικείμενο της παρακάτω πτυχιακής εργασίας είναι η ανάλυση και σύγκριση των λογιστικών καταστάσεων της ΣΙΔΕΝΟΡ Α.Ε. Η ανάλυση πραγματοποιείται με τη βοήθεια των αριθμοδεικτών ενώ η σύγκριση γίνεται για μια σειρά ετών (2008, 2009, 2010, 2011) της συγκεκριμένης επιχείρησης. Οι χρησιμοποιούμενοι αριθμοδείκτες είναι οι αριθμοδείκτες ρευστότητας, δραστηριότητας, αποδοτικότητας, διάρθρωσης κεφαλαίων βιωσιμότητας και επενδύσεων. Είναι σκόπιμο να τονιστεί ότι μεγαλύτερη σημασία έχει η σωστή επεξήγηση τους παρά ο μεγάλος αριθμός αριθμοδεικτών οι οποίοι δεν αξιοποιούνται συστηματικά. Η ανάλυση μπορεί να πραγματοποιηθεί είτε για σκοπό της επιχείρησης είτε από έναν εξωτερικό αναλυτή όπως συμβαίνει στην περίπτωση της συγκεκριμένης εργασίας. Η ανάλυση των λογιστικών καταστάσεων και η τεχνική που χρησιμοποιείται κάθε φορά μπορεί να γίνει από διαφορετική σκοπιά, ανάλογα με των επιδιωκόμενο σκοπό κάθε ενδιαφερομένου. 4

1 Ο ΜΕΡΟΣ ΑΝΑΛΥΣΗ ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΥ ΜΕΡΟΥΣ 1. ΈΝΝΟΙΑ ΚΑΙ ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΛΥΣΕΩΣ (GENERAL PERSPECTIVE OF FINANCIAL ANALYSIS) 1.1 ΓΕΝΙΚΑ Ο ρόλος της Λογιστικής, πρακτικά τελειώνει με την κατάρτιση των λογιστικών καταστάσεων. Από αυτό το σημείο και μετά αρχίζει ένας άλλος, σπουδαιότερος ρόλος, ο όποιος διερευνά, ερμηνεύει και αναλύει τα στοιχεία των λογιστικών αυτών καταστάσεων. Οι λογιστικές ή χρηματοοικονομικές καταστάσεις παρέχουν πληροφορίες που μπορούν να βοηθήσουν τον κάθε ενδιαφερόμενο να λάβει τις σωστές αποφάσεις. Αποτελούν άρα σημαντική πηγή πληροφοριών που, σε συνδυασμό με τις σημειώσεις που συνοδεύουν τις λογιστικές καταστάσεις, μπορούν να βοηθήσουν τον κάθε ενδιαφερόμενο στην ανάλυση και αξιολόγηση των δεδομένων μιας επιχειρηματικής μονάδας. Η χρηματοοικονομική ανάλυση των δημοσιευμένων λογιστικών καταστάσεων περιορίζει όμως την ανάλυση που μπορούν να κάνουν 5

εξωτερικοί αναλυτές διότι δεν έχουν πρόσβαση στα μη δημοσιευμένα στοιχεία μια επιχείρησης. Έτσι, η πιο σημαντική πηγή πληροφοριών της δραστηριότητας μιας επιχείρησης είναι οι βασικές λογιστικές κατάστασης. Τα στοιχεία όμως αυτά είναι συνοπτικά και ανομοιόμορφα και ο χρόνος που μεσολαβεί από το τέλος της χρήσης μέχρι την δημοσίευση τους είναι αρκετός για να τροποποιηθούν αρκετά στοιχεία. Έτσι, η χρηματοοικονομική ανάλυση χρησιμεύει ώστε να μετατραπούν όλα αυτά τα στοιχεία από απλούς αριθμούς χωρίς κανένα ενδιαφέρον σε χρήσιμες πληροφορίες για την εξέλιξη της επιχείρησης. 1.2 ΣΚΟΠΟΣ Η ερμηνεία και αξιολόγηση των στοιχείων των λογιστικών καταστάσεων εξαρτάται από το ιδιαίτερο ενδιαφέρον και τις επιδιώξεις αυτών που πραγματοποιούν την ανάλυση. Έτσι, οι μέθοδοι ανάλυσης διαφοροποιούνται και δίνετε κάθε φορά βαρύτητα σε συγκεκριμένα στοιχεία ανάλογα με τον επιδιωκόμενο σκοπό. 1.3 ΒΑΣΙΚΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΑΝΑΛΥΤΩΝ Αναφερθήκαμε προηγουμένως ότι ανάλογα με το ποιος διενεργεί την ανάλυση και τι σκοπό έχει, υπάρχουν και διαφορετικοί τρόποι προσέγγισης και τεχνικής που ακολουθούνται κάθε φορά. Έτσι μπορούμε να κατατάξουμε όλους αυτούς τους ενδιαφερόμενους σε διάφορες βασικές κατηγορίες όπως: Επενδυτές-μέτοχοι Δανειστές Διοίκηση Οικονομικοί αναλυτές-χρηματιστές Ελεγκτές λογιστικών καταστάσεων Λοιπές ομάδες ενδιαφερόμενων 1.4 ΕΙΔΗ ΑΝΑΛΥΣΕΩΣ Η ανάλυση των λογιστικών καταστάσεων ανάλογα με τη θέση του αναλυτή και με τα στάδια διενέργειας της, διακρίνεται στην εσωτερική ανάλυση και στην εξωτερική ανάλυση. 6

Εσωτερική είναι η ανάλυση που γίνεται από πρόσωπα, που βρίσκονται σε άμεση σχέση με την επιχείρηση και που μπορούν οποιαδήποτε στιγμή να απευθυνθούν στα λογιστικά βιβλία της επιχείρησης για να ελέγξουν τους επιμέρους λογαριασμούς και τα λογιστικά στοιχεία της. Το βασικότερο πλεονέκτημα αυτού του είδους ανάλυσης είναι ότι επιτρέπει στον αναλυτή να ελέγξει τις μεθόδους και διαδικασίες που εφαρμόστηκαν. Έτσι, η ανάλυση αποκτά μεγαλύτερη διαύγεια και επιτρέπει στον αναλυτή να εμβαθύνει σε αυτήν. Η εσωτερική ανάλυση απευθύνεται στα πρόσωπα της επιχείρησης τα οποία ενδιαφέρονται να προσδιορίσουν το βαθμό αποδοτικότητας της και να ερμηνεύσουν τις μεταβολές της οικονομικής της θέσης. Ακόμη, αυτού του είδους η ανάλυση δίνει στη διοίκηση της επιχείρησης στοιχεία για τη πρόοδο της επιχείρησης σε σχέση με το χρόνο και έτσι εξετάζετε ο τρόπος λειτουργίας της. Εξωτερική είναι η ανάλυση που πραγματοποιείται από πρόσωπα, που βρίσκονται έξω από την επιχείρηση και βασίζεται αποκλειστικά και μόνο σε στοιχεία που δημοσιεύονται στις λογιστικές καταστάσεις και στις εκθέσεις του διοικητικού συμβουλίου των ελεγκτών. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα ο αναλυτής να μην μπορεί να εμβαθύνει στην ερμηνεία των στοιχείων που προκύπτουν. Επίσης, αυτού του είδους οι αναλύσεις είναι δυσκολότερες ειδικά όταν τα στοιχεία που δημοσιεύονται είναι περιορισμένα. Η εξωτερική ανάλυση γίνεται κυρίως από πρόσωπα τα οποία ενδιαφέρονται να προσδιορίσουν τη δυνατότητα που έχει η επιχείρηση να ανταποκρίνεται στις τρέχουσες υποχρεώσεις της, τη δυνατότητα να εκμεταλλεύεται τυχόν παρουσιαζόμενες ευκαιρίες με τη χρησιμοποίηση ιδίων κεφαλαίων ή κεφαλαίων από άλλες πηγές χρηματοδότησης και τέλος τη δυνατότητα πληρωμής ληξιπροθέσμων τόκων, υποχρεώσεων καθώς και τη καταβολή μερισμάτων χωρίς διακοπή. 2. ΜΕΘΟΔΟΙ ΑΝΑΛΥΣΕΩΣ ΤΩΝ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ (TOOLS AND TECHNIQUES OF FINANCIAL ACCOUNTING) 7

2.1 ΓΕΝΙΚΑ Η χρηματοοικονομική ανάλυση των λογιστικών καταστάσεων έχει ως αντικείμενο τη μελέτη των σχέσεων των οικονομικών στοιχείων που αναφέρονται σ αυτές σε δεδομένη χρονική στιγμή, καθώς και των καταστάσεων αυτών διαχρονικά. Η ανάλυση αυτή περιλαμβάνει τρεις διαδικασίες: 1. Επιλογή και υπολογισμός ορισμένων σχέσεων μεταξύ των αναφερόμενων στις λογιστικές καταστάσεις στοιχείων. 2. Κατάταξη των δεδομένων κατά τέτοιο τρόπο ώστε να είναι ευκολότερος ο υπολογισμός των σημαντικών σχέσεων. 3. Αξιολόγηση, μελέτη και ερμηνεία των παραπάνω σχέσεων. Οι παραπάνω διαδικασίες αναλύσεως κατατάσσονται σε δυο κύριες κατηγορίες: Στις συγκρίσεις και μετρήσεις με βάση τα οικονομικά στοιχεία των λογιστικών καταστάσεων δύο ή περισσοτέρων χρήσεων. Στις συγκρίσεις και μετρήσεις με βάση τα οικονομικά στοιχεία των λογιστικών καταστάσεων μια χρήσης. Η πρώτη κατηγορία περιλαμβάνει συγκριτικές καταστάσεις, αριθμοδείκτες, την τάση των οικονομικών στοιχείων και των αριθμοδεικτών διαχρονικά ως και αναλύσεις των διαφόρων μεταβολών της οικονομικής κατάστασης μιας επιχείρησης. Η δεύτερη κατηγορία περιλαμβάνει τον προσδιορισμό των σχέσεων των στοιχείων ενός ισολογισμού και της κατάστασης αποτελεσμάτων χρήσης. Γενικά, όλες οι αναλύσεις περιλαμβάνουν συγκρίσεις μεταξύ του τι πράγματι συμβαίνει με το τι θα έπρεπε να συμβαίνει λαμβάνοντας ως μέτρο σύγκρισης κάποιο άλλο αντιπροσωπευτικό μέγεθος. Ακόμη, για να αξιολογηθούν ακόμα καλυτέρα τα αποτελέσματα μια ανάλυσης είναι καλό να συγκρίνονται με άλλες επιχειρήσεις του ιδίου κλάδου ή με τους μέσους όρους του κλάδου που ανήκει η επιχείρηση. Οι κυριότερες μέθοδοι ανάλυσης λογιστικών καταστάσεων που χρησιμοποιούν οι αναλυτές είναι οι: 8

Διαστρωμάτωση ή καθετή μέθοδος ανάλυσης. Συγκριτική ή διαχρονική μέθοδος ανάλυσης. Μέθοδος αναλύσεως των χρονολογικών σειρών με δείκτες τάσεως. Εξειδικευμένες μέθοδοι, οι οποίες περιλαμβάνουν την ανάλυση των μεταβολών της οικονομικής θέσης μιας επιχείρησης, την ανάλυση του νεκρού σημείου καθώς και άλλες. 2.2 ΔΙΑΣΤΡΩΜΑΤΙΚΗ Η ΚΑΘΕΤΗ ΑΝΑΛΥΣΗ (VERTICAL ANALYSIS) Η διαστρωμάτωση ή καθετή ανάλυση περιλαμβάνει την κατάρτιση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων «κοινού μεγέθους» και τον υπολογισμό των διαφόρων αριθμοδεικτών. 2.2.1 ΑΝΑΛΥΣΗ «ΚΟΙΝΟΥ ΜΕΓΕΘΟΥΣ» Για να γίνουν ευκολότερα οι συγκρίσεις μεταξύ των στοιχείων μιας επιχείρησης για μια σειρά ετών συντάσσονται οι ισολογισμοί και οι καταστάσεις αποτελεσμάτων χρήσεως σε ποσοστά επί τοις εκατό του συνολικού μεγέθους. Στην ανάλυση «κοινού μεγέθους» κάθε στοιχείο του ισολογισμού διαιρείται με το σύνολο του ενεργητικού ή του παθητικού ανάλογα με το που ανήκει, ενώ κάθε στοιχείο της κατάστασης αποτελεσμάτων διαιρείται με το σύνολο των καθαρών πωλήσεων. Επομένως, στη κατάσταση «κοινού μεγέθους» παρουσιάζονται όλα τα στοιχεία του ισολογισμού και της κατάστασης αποτελεσμάτων ως ποσοστά. Πολλές φόρες βοηθά ιδιαίτερα να γνωρίζουμε το ποσοστό κάθε στοιχείου στο σύνολο της κατηγορίας. Επίσης, η έκφραση των στοιχείων σε ποσοστά βοηθά στην ανάλυση της εσωτερικής διάρθρωσης των λογιστικών καταστάσεων και δείχνει τη σχετική σπουδαιότητα κάθε στοιχείου αναφορικά με το σύνολο των στοιχείων αυτών. Οι καταστάσεις «κοινού μεγέθους» μπορούν να συγκρίνουν στοιχεία μιας επιχείρησης σε διαφορετικές χρονικές περιόδους ή ακόμα στοιχεία πολλών επιχειρήσεων σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Στην περίπτωση του ισολογισμού οι ανάλυση «κοινού μεγέθους» εστιάζει τη προσοχή μας στη πηγή προέλευσης των κεφαλαίων μιας επιχείρησης ή στο πως κατανέμονται τα κεφάλαια της μεταξύ των ιδίων κεφαλαίων, των βραχυχρόνιων αλλά και των μακροπρόθεσμων υποχρεώσεων της. Επίσης, 9

μας βοηθά στο να εντοπίσουμε την κατανομή αυτών των κεφαλαίων μεταξύ των επιμέρους περιουσιακών στοιχείων όπως το κυκλοφορούν, τα πάγια, τα διαθέσιμα κ.α. Ακόμη, η εμφάνιση σε ποσοστά επί τοις εκατό της κατάστασης αποτελεσμάτων χρήσεως, είναι πολύ χρήσιμη διότι κάθε στοιχείο αυτής σχετίζεται με τις πωλήσεις. Έτσι, γίνεται αμέσως γνωστό τι ποσοστό πωλήσεων καλύπτουν τα διάφορα είδη εξόδων. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα, αν παρακολουθήσουμε αυτά τα στοιχεία κατά σειρά ετών, να ανακαλύψουμε τις μεταβολές αυτών των στοιχείων από έτος σε έτος, σε σχέση με τα συνολικά μεγέθη των λογιστικών καταστάσεων. Η χρηματοοικονομική ανάλυση των λογιστικών καταστάσεων έφερε με τη πάροδο του χρόνου κάποια προβλήματα στη σύγκριση των στοιχείων των λογιστικών καταστάσεων. Όταν συγκρίναμε στοιχεία μιας επιχείρησης με μια άλλη επιχείρηση του ιδίου κλάδου δεν ήταν δυνατό να αποκομίσουμε τα αποτελέσματα που επιδιώκαμε διότι συγκρίναμε επιχειρήσεις διαφορετικού μεγέθους. Αυτές οι δυσκολίες παρακάμπτονται με το να δημιουργηθεί μια κοινή βάση συγκρίσεως μεταξύ τους, δηλαδή τα επιμέρους στοιχεία απόλυτων μεγεθών να εκφραστούν σε ποσοστά των συνολικών τους μεγεθών. Έτσι, στην καθετή ανάλυση καθένα από τα κονδύλια του ισολογισμού εκφράζεται σε ποσοστό επί τοις εκατό των αντιστοιχών αθροισμάτων. Με αυτό το τρόπο γίνετε καλύτερα η απεικόνιση της σύνθεσης και της δομής των στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού. Κατά τον ίδιο τρόπο τα κονδύλια της κατάστασης αποτελεσμάτων εκφράζονται σε ποσοστά επί τοις εκατό του συνόλου των δαπανών ή του συνόλου των πωλήσεων ή εσόδων. Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα ποσοστά που προκύπτουν από αυτό το είδος ανάλυσης είναι μικρογραφία των αρχικών απόλυτων μεγεθών. Με αυτό το τρόπο επιτυγχάνεται ταχύτερη και ακριβέστερη αντίληψη της πραγματικής σπουδαιότητας κάθε στοιχείου. Η μελέτη της κατάστασης «κοινού μεγέθους» μιας επιχείρησης σε σύγκριση με μια άλλη επιχείρηση του ιδίου κλάδου μπορεί να μας δώσει πολλά χρήσιμα στοιχεία όπως: 1. Ποσοστά συνολικής άξιας περιουσιακών στοιχείων που έχει επενδύσει και που. 2. Κατανομή επενδύσεων. 3. Ποσοστά τοποθετήσεις επενδύσεων σε αποθέματα ή απαιτήσεις. 4. Στοιχεία ισολογισμού σε σχέση με τα στοιχεία μέσου όρου του κλάδου. 5. Ανάλυση του κεφαλαίου της επιχείρησης. 10

Τέλος, η ανάλυση που χρησιμοποιείται για τη σύγκριση ισολογισμών διαφόρων επιχειρήσεων καλείται και «εξωεπιχειρηματική σύγκριση» και αφορά τη μελέτη ισολογισμών περισσότερων της μιας επιχείρησης του αυτού κυρίως κλάδου. Σκοπός μιας τέτοιας ανάλυσης είναι η εκτίμηση της θέασης της επιχείρησης μέσα στο κλάδο. 2.2.2 ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΩΝ Η χρήση των αριθμοδεικτών αποτελεί μια από τις πλέον διαδεδομένες και δυναμικές μεθόδους χρηματοοικονομικής αναλύσεως. Έτσι, οι μέχρι τώρα αναπτυχθείσες μέθοδοι αναλύσεως συμπληρώνονται με τη χρησιμοποίηση των αριθμοδεικτών, οι οποίοι βοηθούν στην ερμηνεία των οικονομικών στοιχείων των επιχειρήσεων. Αριθμοδείκτης είναι η απλή σχέση ενός κονδυλίου του ισολογισμού ή της κατάστασης αποτελεσμάτων χρήσεως προς ένα άλλο και εκφράζεται με απλή μαθηματική μορφή. Ο λόγος που οδήγησε στην καθιέρωση της χρησιμοποιήσεως των αριθμοδεικτών προέρχεται από την ανάγκη να γίνεται αμέσως αντιληπτή η πραγματική αξία και η σπουδαιότητα των απόλυτων μεγεθών. Για να έχει ένας αριθμοδείκτης κάποια αξία, θα πρέπει να εκφράζει σχέσεις που παρουσιάζουν οικονομικό ενδιαφέρον και μας οδηγούν σε συγκεκριμένα συμπεράσματα. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφερθεί ότι ο υπολογισμός και η παρουσίαση των διαφόρων αριθμοδεικτών αποτελεί μια μέθοδο αναλύσεως η οποία, πολλές φορές, παρέχει μόνο ενδείξεις. Γι αυτό ένας μεμονωμένος αριθμοδείκτης 2.2.3 ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΩΝ Υπάρχουν πολλοί εναλλακτικοί αριθμοδείκτες. Οι κυριότεροι και οι περισσότερο χρησιμοποιούμενοι στη χρηματοοικονομική ανάλυση των λογιστικών καταστάσεων μπορούν να καταταγούν στις εξής κατηγορίες : 1. Αριθμοδείκτες ρευστότητας (Liquidity ratios) Χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό τόσο της βραχυχρόνιας οικονομικής θέσεως μιας επιχειρήσεως όσο και της ικανότητας της να ανταποκριθεί στις βραχυχρόνιες υποχρεώσεις της. 11

2. Αριθμοδείκτες δραστηριότητας (Activity ratios) Χρησιμοποιούνται προκειμένου να μετρηθεί ο βαθμός αποτελεσματικότητας μιας επιχειρήσεως στη χρησιμοποίηση των περιουσιακών της στοιχείων, κατά πόσο δηλαδή γίνεται ικανοποιητική ή όχι χρησιμοποίηση αυτών. 3. Αριθμοδείκτες αποδοτικότητας (Profitability ratios) Με αυτούς μετράται η αποδοτικότητα μιας επιχειρήσεως, η δυναμικότητα των κερδών της και η ικανότητα της διοικήσεως της. 4. Αριθμοδείκτες διαρθρώσεως κεφαλαίων και βιωσιμότητας (Financial structure and viability ratios) Με αυτούς εκτιμάται η μακροχρόνια ικανότητα μιας επιχειρήσεως να ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις της και ο βαθμός προστασίας που απολαμβάνουν οι πιστωτές της. 5. Αριθμοδείκτες επενδύσεων ή επενδυτικοί αριθμοδείκτες (Investment ratios) Οι αριθμοδείκτες αυτοί συσχετίζουν τον αριθμό των μετοχών μιας επιχειρήσεως και τη χρηματιστηριακή τους τιμή με τα κέρδη, τα μερίσματα και τα άλλα περιουσιακά στοιχεία της. 3. ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ (LIQUIDITY RATIOS) 3.1 ΓΕΝΙΚΑ Οι αριθμοδείκτες ρευστότητας αναφέρονται στο μέγεθος και στις σχέσεις των βραχυχρόνιων υποχρεώσεων και των κυκλοφοριακών στοιχείων μιας επιχειρήσεως, τα οποία αποτελούν τις πηγές καλύψεως αυτών των υποχρεώσεων. Η οικονομική κατάσταση μιας επιχειρήσεως μπορεί να θεωρηθεί καλή μόνο αν αυτή έχει επαρκή ρευστότητα. Έτσι, οι αριθμοδείκτες ρευστότητας προορίζονται να δώσουν την εικόνα της τρέχουσας οικονομικής καταστάσεως μιας επιχειρήσεως. Ο προσδιορισμός της τρέχουσας οικονομικής καταστάσεως ενδιαφέρει τόσο τη διοίκησή της 12

όσο και τους εκτός αυτής πιστωτές και μετόχους της. Έτσι, η μελέτη για τον υπολογισμό των κεφαλαίων κίνησης ενδιαφέρει όλους όσους σχετίζονται, κατά οποιονδήποτε τρόπο, με την επιχείρηση, αφενός μεν γιατί συνδέονται με τις καθημερινές λειτουργίες της, αφετέρου δε γιατί η ανεπάρκεια κεφαλαίων κίνησης ή η κακή διαχείριση τους αποτελεί μια από τις σπουδαιότερες αιτίες πτωχεύσεως. Ιδιαίτερα όμως, ο υπολογισμός των αριθμοδεικτών ρευστότητας αποτελεί πολύτιμη βοήθεια για τη διοίκηση της, διότι της επιτρέπει να ελέγξει κατά κάποιο τρόπο απασχολούνται μέσα στην επιχείρηση τα κεφάλαια κινήσεως της. Έτσι είναι δυνατό να δοθούν απαντήσεις στα ερωτήματα που σχετίζονται με τη δυνατότητα της επιχείρησης να ανταποκριθεί στις τρέχουσες υποχρεώσεις της. Επίσης ελέγχεται αν και κατά πόσο γίνεται η κατάλληλη χρησιμοποίηση των κεφαλαίων κίνησης της επιχείρησης, αν τα κεφάλαια αυτά είναι επαρκή σε σύγκριση με τις εργασίες της ή αν υπολείπονται από τα κανονικά, οπότε υπάρχει πρόβλημα ρευστότητας. Τέλος, η παρακολούθηση των αριθμοδεικτών ρευστότητας, διαχρονικά, παρέχει τη δυνατότητα να διαπιστωθεί αν υπάρχει βελτίωση ή όχι της τρέχουσας οικονομικής κατάστασης της επιχείρησης. 3.2 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ (CURRENT RATIO) Ο αριθμοδείκτης γενικής ρευστότητας είναι ο πλέον χρησιμοποιούμενος δείκτης και βρίσκεται αν διαιρέσουμε το σύνολο των κυκλοφοριακών στοιχείων μιας επιχείρησης με το σύνολο των βραχυχρόνιων υποχρεώσεων της : αριθμοδείκτης γενικής ρευστότητας = διαθέσιμα + απαιτήσεις+ αποθέματα βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις Οι κυριότερες κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων που περιλαμβάνονται στον αριθμητή του κλάσματος είναι τα διαθέσιμα (μετρητά, άμεσα ρευστοποιήσιμα χρεόγραφα), οι απαιτήσεις και τα αποθέματα. Οι κυριότερες κατηγορίες βραχυχρόνιων υποχρεώσεων, που περιλαμβάνονται στον παρονομαστή του κλάσματος, είναι οι βραχυχρόνιες υποχρεώσεις (πιστώσεις προμηθευτών, μερίσματα πληρωτέα, φόροι πληρωτέοι και βραχυπρόθεσμα δάνεια τραπεζών). 13

Δεν συμπεριλαμβάνονται στα παραπάνω οι προκαταβολές σε προμηθευτές και οι προκαταβολές σε πελάτες αντίστοιχα όπως και οι προκαταβολές γενικότερα. Ο αριθμοδείκτης γενικής ρευστότητας δεν δείχνει μόνο το μέτρο της ρευστότητας μιας επιχείρησης, αλλά και το περιθώριο ασφαλείας, που διατηρεί η διοίκησή της για να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει μια ανεπιθύμητη εξέλιξη στη ροή των κεφαλαίων κίνησης. Αν η ροή των κεφαλαίων στην επιχείρηση είναι ομαλή και συνεχής και υπάρχει ακριβής αντιστοιχία μεταξύ των εισερχόμενων κεφαλαίων και των εξοφλούμενων υποχρεώσεων, τότε η επιχείρηση δεν χρειάζεται να διατηρεί υψηλό περιθώριο ασφαλείας σε κεφάλαια κίνησης. Όσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμοδείκτης γενικής ρευστότητας τόσο καλύτερη, από πλευράς ρευστότητας, είναι η θέση της συγκεκριμένης επιχείρησης. 3.3 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΕΙΔΙΚΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ (ACID TEST RATIO) Ο αριθμοδείκτης ειδικής ρευστότητας βρίσκεται αν διαιρέσουμε το σύνολο των ταχέως ρευστοποιήσιμων περιουσιακών στοιχείων μιας επιχείρησης (μετρητά στο ταμείο, τραπεζικές καταθέσεις, χρεόγραφα, απαιτήσεις) με το σύνολο των βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων της : αριθμοδείκτης ειδικής ρευστότητας = διαθέσιμα + απαιτήσεις βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις Όλα τα περιλαμβανόμενα στον αριθμητή του κλάσματος στοιχεία είναι δυνατό να μετατραπούν γρήγορα σε χρήμα, στην ονομαστική τους αξία, πλην των απαιτήσεων που συχνά δεν είναι εύκολα και γρήγορα μετατρέψιμες σε χρήμα. Στον υπολογισμό του αριθμοδείκτη αυτού δεν περιλαμβάνονται: 14

1. Τα αποθέματα πρώτων και βοηθητικών υλών, ημικατεργασμένων και ετοίμων προϊόντων, γιατί δεν θεωρούνται ταχέως ρευστοποιήσιμα. Απαιτείται αρκετό χρονικό διάστημα μέχρι την πώλησή τους ή μέχρι την μετατροπή τους σε έτοιμα προϊόντα. Εκτός αυτού, υπάρχει αβεβαιότητα τόσο ως προς τη δυνατότητα πώλησης όλων των αποθεμάτων όσο και ως προς την αξία, που θα εισπραχθεί κατά την πώλησή τους. 2. Οι δαπάνες που έχουν προκαταβληθεί, οι οποίες κανονικά χρειάζονται κάποιο χρονικό διάστημα για να μετατραπούν σε χρήμα. Αν μια επιχείρηση έχει δυσκολίες στην πώληση των αποθεμάτων της, τότε το μεγάλο ύψος αποθεμάτων δεν βοηθά στην εξυπηρέτηση των τρεχουσών υποχρεώσεών της. Αν τα αμέσως ρευστοποιήσιμα στοιχεία μιας επιχειρήσεως (κυκλοφορούν μείον αποθέματα) είναι ίσα ή μεγαλύτερα των τρεχουσών υποχρεώσεών, τότε, θεωρητικά τουλάχιστον, η επιχείρηση έχει καλή τρέχουσα οικονομική κατάσταση. Ο αριθμοδείκτης ειδικής ρευστότητας μας δείχνει πόσες φορές τα ταχέως ρευστοποιήσιμα στοιχεία της επιχείρησης καλύπτουν τις βραχυχρόνιες υποχρεώσεις της. Ένας αριθμοδείκτης ειδικής ρευστότητας γύρω στη μονάδα θεωρείται ικανοποιητικός μόνον αν στις απαιτήσεις της επιχειρήσεως δεν περιλαμβάνονται επισφαλείς ή ανεπίδεκτες εισπράξεως απαιτήσεις και αν η περίοδος είσπραξης των απαιτήσεων της επιχείρησης και εξόφλησης των υποχρεώσεών της είναι περίπου ίσες. Αντίθετα, ένας αριθμοδείκτης μικρότερος της μονάδας δείχνει ότι τα άμεσα ρευστοποιήσιμα στοιχεία της επιχείρησης είναι ανεπαρκή για να καλύψουν τις τρέχουσες υποχρεώσεις της, με αποτέλεσμα η επιχείρηση να εξαρτάται από τις μελλοντικές της πωλήσεις, προκειμένου να εξασφαλίσει επαρκή ρευστότητα. Θα πρέπει να σημειωθεί, ότι μια μεγάλη διαφορά μεταξύ των αριθμοδεικτών γενικής και ειδικής ρευστότητας αποτελεί ένδειξη ότι υπάρχουν αυξημένα αποθέματα στην επιχείρηση. 15

3.4 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΤΑΜΕΙΑΚΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ (CASH RATIO) Ο αριθμοδείκτης της ταμειακής ρευστότητας μας δίνει την εικόνα της επάρκειας ή όχι μετρητών στην επιχείρηση σε σχέση με τις τρέχουσες λειτουργικές της ανάγκες. Η ταμειακή ρευστότητα εκφράζει την ικανότητα μιας επιχείρησης για την εξόφληση των τρεχουσών και ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεών της με τα μετρητά που διαθέτει. Ο αριθμοδείκτης ταμειακής ρευστότητας είναι το πηλίκο της διαίρεσης του συνόλου του διαθέσιμου ενεργητικού μιας επιχείρησης με το σύνολο των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεών της και εκφράζεται από τη σχέση : αριθμοδείκτης ταμειακής ρευστότητας = Διαθέσιμο Ενεργητικό Ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις Ο αριθμοδείκτης αυτός δείχνει πόσες φορές τα διαθέσιμα περιουσιακά στοιχεία μιας επιχείρησης καλύπτουν της ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις της. 4. ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ (ACTIVITY RATIOS) 4.1 ΓΕΝΙΚΑ Η χρησιμοποίηση των περιουσιακών στοιχείων μιας επιχείρησης ενδιαφέρει τόσο τη διοίκηση της, όσο και εκείνους έξω από αυτήν. Υπάρχουν διάφοροι μέθοδοι που μπορούν να μετρήσουν τη παραγωγικότητα και το βαθμό χρησιμοποιήσεως των περιουσιακών στοιχείων μιας επιχείρησης. Ισχύει πάντοτε ότι όσο πιο έντονη είναι η χρησιμοποίηση των στοιχείων μια επιχείρησης αυτό αποβαίνει προς όφελος της ίδιας. Οι αριθμοδείκτες δραστηριότητας μας βοηθάμε κατά κύριο λόγο να προσδιορίσουμε το βαθμό μετατροπής ορισμένων περιουσιακών στοιχείων σε ρευστά. 16

Οι αριθμοδείκτες δραστηριότητας είναι οι εξής: 1. Αριθμοδείκτης ταχύτητας εισπράξεως απαιτήσεων. 2. Αριθμοδείκτης ταχύτητας βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων. 3. Αριθμοδείκτης ταχύτητας κυκλοφορίας αποθεμάτων. 4. Αριθμοδείκτης ταχύτητας κυκλοφορίας καθαρού κεφαλαίου κινήσεως. 5. Αριθμοδείκτης ταχύτητας κυκλοφορίας του ενεργητικού. 6. Αριθμοδείκτης ταχύτητας κυκλοφορίας παγίων. 7. Αριθμοδείκτης ταχύτητας κυκλοφορίας ιδίων κεφαλαίων. Παρακάτω θα μιλήσουμε για κάποιους αριθμοδείκτες από τους παραπάνω. 4.2 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΕΙΣΠΡΑΞΕΩΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ (RECIEVABLE TURNOVER RATIOS) Ο αριθμοδείκτης ταχύτητας εισπράξεως απαιτήσεων βρίσκεται αν διαιρέσουμε την αξία των πιστωτικών πωλήσεων μιας επιχειρήσεως, μέσα στη χρήση, με το μέσο ορό των απαιτήσεων της. Τα στοιχειά του ισολογισμού που λαμβάνουμε υπόψη είναι οι καθαρές πώλησης της χρήσεως και το σύνολο των απαιτήσεων, μιας και δεν δίνονται στοιχειά του μέσου ορού των απαιτήσεων και των πιστωτικών πωλήσεων μιας επιχείρησης. Για να υπάρξει μια πιο αντιπροσωπευτική εικόνα του μέσου ορού των απαιτήσεων, εφόσον υπάρχουν στοιχειά, είναι προτιμότερο ο υπολογισμός του μέσου ορού να αποτελεί το άθροισμα των απαιτήσεων στο τέλος κάθε μηνά και τούτο να διαιρείται με τον αριθμό των μηνών της χρήσεως. αριθμοδείκτης ταχύτητας εισπράξεως απαιτήσεων = Καθαρές Πωλήσεις Μέσος Όρος Απαιτήσεων Ο αριθμοδείκτης ταχύτητας εισπράξεως απαιτήσεων δείχνει πόσες φόρες, κατά μέσο ορό, εισπράττονται κατά της διάρκεια της λογιστικής χρήσεως οι απαιτήσεις της επιχείρησης. Για την εύρεση της μέσης πραγματικής δεσμεύσεως των κεφαλαίων μιας επιχείρησης από τους πελάτες της σε αριθμό ημερών διαιρούμε το σύνολο 17

των ημερών του έτους με τον αριθμοδείκτη ταχύτητας εισπράξεως απαιτήσεων. Η μέση διάρκεια παραμονής των απαιτήσεων στην επιχείρηση αποτελεί το χρονικό διάστημα που η επιχείρηση περιμένει για να εισπράξει τις απαιτήσεις της, από τη στιγμή που πραγματοποιήθηκε η πιστωτική πώληση μέχρι τη στιγμή που περιμείναν ανείσπρακτες οι απαιτήσεις στην επιχείρηση. Ο αριθμοδείκτης ταχύτητας εισπράξεως απαιτήσεων παρέχει ένδειξη της ποιότητας και του βαθμού ρευστότητας των απαιτήσεων μιας επιχείρησης, καθώς και του κατά πόσο επιτυχής υπήρξε η διοίκηση αυτής στην είσπραξη των απαιτήσεων της. Ο υπολογισμός του αριθμοδείκτη αυτού αποτελεί τον καλύτερο τρόπο για να διαπιστωθεί αν οι απαιτήσεις μιας επιχείρησης είναι πολύ μεγάλες σε σύγκριση με τα υπόλοιπα κυκλοφοριακά της στοιχεία. Όσο μεγαλύτερη είναι η ταχύτητα είσπραξης των απαιτήσεων μιας επιχείρησης τόσο μικρότερος είναι ο χρόνος δεσμεύσεως των κεφαλαίων και τόσο καλύτερη η θέση της από άποψη χορηγούμενων πιστώσεων. 4.3 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΕΞΟΦΛΗΣΕΩΣ ΒΡΑΧΥΠΡΟΘΕΣΜΩΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ (TRADE CREDITORS TO PURCHASES RATIO) Ο αριθμοδείκτης ταχύτητας εξοφλήσεως βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων βρίσκεται αν διαιρέσουμε το σύνολο των αγορών της χρήσεως με το μέσο ύψος των βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων μιας επιχείρησης προς τους προμηθευτές της, με τη προϋπόθεση ότι όλες οι αγορές γίνονται με πίστωση. αριθμοδείκτης ταχύτητας εξοφλήσεως βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων Αγορές = Μέσος Ύψος Βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων Αν διαιρέσουμε τον αριθμό των ημερών του έτους με τον αριθμοδείκτη ταχύτητας εξοφλήσεως βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων, τότε έχουμε το 18

χρονικό διάστημα που οι υποχρεώσεις της επιχείρησης παραμένουν απλήρωτες. Η παρακολούθηση του αριθμοδείκτη αυτού για μια σειρά ετών φανερώνει τη πολιτική της επιχείρησης ως προς τη χρηματοδήτηση των αγορών της. Μια μεταβολή του δείκτη διαχρονικά σημαίνει ότι η εταιρία αλλάζει τη πιστοληπτική της πολιτική. Επίσης, μια σύγκριση του αριθμοδείκτη ταχύτητας εξοφλήσεως βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων με αυτόν της ταχύτητας είσπραξης των απαιτήσεων, με τον πρώτο να είναι μικρότερος του δεύτερου, καταλαβαίνουμε ότι η επιχείρηση εξοφλεί με βραδύτερο ρυθμό τις υποχρεώσεις της από ότι εισπράττει τις απαιτήσεις. Ως εκ τούτου η επιχείρηση δεν χρειάζεται να διατηρεί μεγάλα ποσά σε κυκλοφοριακά στοιχεία δεδομένου ότι γίνετε κάποιου είδους χρηματοδότηση από τους πιστωτές της. Μια απότομη μείωση του αριθμοδείκτη αυτού ενδέχεται να σημαίνει ότι οι προμηθευτές της επιχείρησης άλλαξαν συμπεριφορά ή περιόρισαν την παροχή πιστώσεων προς την επιχείρηση. 4.4 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΑΠΟΘΕΜΑΤΩΝ (INVENTORIES TURNOVER RATIO) Η ικανότητα μιας επιχείρησης να πωλεί τα αποθέματα της γρήγορα αποτελεί ακόμη ένα μέτρο του βαθμού χρησιμοποιήσεως των περιουσιακών της στοιχείων. Ο αριθμοδείκτης ταχύτητας κυκλοφορίας αποθεμάτων βρίσκεται αν διαιρέσουμε το κόστος των πωληθέντων προϊόντων ή εμπορευμάτων μια επιχείρησης με το μέσο απόθεμα των προϊόντων της. αριθμοδείκτης ταχύτητας κυκλοφορίας αποθεμάτων = Κόστος Πωληθέντων Μέσο απόθεμα προϊόντων Αν δεν είναι γνωστό στον εξωτερικό αναλυτή το κόστος των πωληθέντων, τότε για τον υπολογισμό της ταχύτητας κυκλοφορίας αποθεμάτων 19

χρησιμοποιείται η αξία των πωλήσεων που πραγματοποιήθηκε σε μια χρονική περίοδο. αριθμοδείκτης ταχύτητας κυκλοφορίας αποθεμάτων Καθαρές Πωλήσεις = Μέσο απόθεμα προϊόντων Για τον υπολογισμό του παραπάνω αριθμοδείκτη χρησιμοποιείται το μέσο απόθεμα προϊόντων διότι το ύψος των αποθεμάτων στο τέλος της χρήσεως, όπως εμφανίζεται στον ισολογισμό τέλους χρήσεως, δεν δίνει αντιπροσωπευτική εικόνα του πραγματικού ύψους αυτών κατά τη διάρκεια της χρήσεως. Τούτο διότι, είναι δυνατόν, τα αποθέματα που εμφανίζονται στο τέλος της χρήσεως να μην είναι τα ίδια με αυτά που διατηρούνται στη χρήση. Ο αριθμοδείκτης ταχύτητας κυκλοφορίας αποθεμάτων δείχνει πόσες φορές ανανεώθηκαν τα αποθέματα της επιχείρησης σε σχέση με τις πωλήσεις της μέσα στη χρήση. Αν διαιρέσουμε τον αριθμό των ημερών του έτους με τον αριθμοδείκτη, τότε θα έχουμε σε αριθμό ημερών το χρόνο που παρέμειναν τα αποθέματα στην επιχείρηση μέχρι να πωληθούν. Γενικά όσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμοδείκτης ταχύτητας κυκλοφορίας αποθεμάτων τόσο πιο αποτελεσματικά λειτουργεί η επιχείρηση. Χαμηλή ταχύτητα κυκλοφορίας αποθεμάτων προϊόντων μπορεί να συνδέεται με υπεραποθεματοποίηση. Αντίθετα, μεγάλη ταχύτητα δεν σημαίνει αναγκαστικά και με μεγάλα κέρδη και αυτό διότι μπορεί να αντανακλά τη προσπάθεια της επιχείρησης για μεγάλες σε όγκο πωλήσεις με μικρότερο κέρδος. Η πραγματική αξία του παραπάνω αριθμοδείκτη μπορεί να φανεί μόνο από τη μελέτη της εξελίξεως του διαχρονικά, ως και από τη σύγκριση του με άλλους ομοειδών επιχειρήσεων ή με τον αντίστοιχο αριθμοδείκτη του κλάδου όπου ανήκει η επιχείρηση. 20

5. ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΑΠΟΔΟΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ( PROFITABILITY RATIOS) 5.1 ΓΕΝΙΚΑ Η ανάλυση της καταστάσεως αποτελεσμάτων χρήσεως έχει πολύ μεγάλη σημασία για την επιχείρηση διότι, κατά κανόνα όλες οι επιχειρήσεις έχουν ως σκοπό το κέρδος και κατά συνέπεια οι ενδιαφερόμενοι δίνουν μεγάλη σημασία στο πόσο αποδοτική υπήρξε αυτή από άποψη κερδών, καθώς και ποιες είναι οι προοπτικές της για το μέλλον. Η ανταμοιβή των επενδυτών-μετόχων και των πιστωτών, για τα κεφάλαια που έχουν τοποθετήσει και για τους κινδύνους που έχουν αναλάβει, μετράται με την αποδοτικότητα της επιχείρησης, η οποία αντανακλά την ικανότητά της να πραγματοποιεί κέρδη. 21

Για τη μέτρηση της αποδοτικότητας χρησιμοποιούνται διάφορα κριτήρια, όπως η πορεία του όγκου των πωλήσεων, της παραγωγής, των κερδών κ.λ.π. Τα κριτήρια όμως αυτά για να αποκτήσουν ουσιαστική σημασία πρέπει να συσχετιστούν τόσο μεταξύ τους όσο και με άλλα μεγέθη, που έχουν σχέση με την επιχείρηση. Έτσι δημιουργήθηκε η ανάγκη να χρησιμοποιηθούν οι αριθμοδείκτες αποδοτικότητας, οι οποίοι αναφέρονται αφ ενός στις σχέσεις κερδών και απασχολούμενων στην επιχείρηση κεφαλαίων και αφ ετέρου στις σχέσεις μεταξύ κερδών και πωλήσεων. Οι αριθμοδείκτες αποδοτικότητας δείχνουν πόσο αποτελεσματικά λειτούργησε η επιχείρηση κατά τη διάρκεια μιας ή και περισσότερων χρήσεων και απαντούν σε ερωτήματα σχετικά με το αν τα κέρδη της ήταν ικανοποιητικά, ποια ήταν η απόδοση των κεφαλαίων της, ποια ήταν η απόδοση από τις κύριες δραστηριότητές της κ.λ.π. Γενικά, οι αριθμοδείκτες αποδοτικότητας υπολογίζονται είτε με βάση τις πωλήσεις της επιχείρησης κατά τη διάρκεια μιας χρήσης, είτε με βάση τις επενδύσεις της. 5.2 ΑΡΙΘΜΟΔΕΊΚΤΗΣ ΜΕΙΚΤΟΥ ΠΕΡΙΘΩΡΙΟΥ Ή ΜΕΙΚΤΟΥ ΚΕΡΔΟΥΣ (GROSS PROFIT MARGIN) Ο αριθμοδείκτης μικτού περιθωρίου ή μικτού κέρδους βρίσκεται αν διαιρέσουμε τα μικτά κέρδη της χρήσεως με τις καθαρές πωλήσεις αυτής και δείχνει το μικτό κέρδος που απολαμβάνει μια επιχείρηση από την πώληση προϊόντων, ήτοι : Αριθμοδείκτης μικτού περιθωρίου ή μικτού κέρδους = Μικτά Κέρδη Εκμετάλλευσης Καθαρές Πωλήσεις Χρήσης Το ποσοστό μικτού κέρδους βρίσκεται επίσης αν από την αξία πώλησης αφαιρεθεί το κόστος πωληθέντων και η διαφορά εκφραστεί σε ποσοστό επί τοις εκατό της αξίας πώλησης. Ο υπολογισμός του μικτού κέρδους είναι πολύ σημαντικός για τις εμπορικές και βιομηχανικές επιχειρήσεις, γιατί παρέχει ένα μέτρο αξιολογήσεως της αποδοτικότητάς τους. Σ αυτού του είδους τις επιχειρήσεις, το κόστος 22

πωληθέντων είναι το σημαντικότερο μέγεθος και ως εκ τούτου ο προσεκτικός έλεγχος είναι απαραίτητος για την εξασφάλιση κερδοφόρας δραστηριότητας. Ο αριθμοδείκτης μικτού κέρδους δείχνει τη λειτουργική αποτελεσματικότητα μιας επιχείρησης, καθώς και την πολιτική τιμών αυτής. Μια επιχείρηση για να θεωρηθεί επιτυχημένη θα πρέπει να έχει ένα αρκετά υψηλό ποσοστό μικτού κέρδους, που να της επιτρέπει να καλύπτει τα λειτουργικά και άλλα έξοδα της και συγχρόνως να της αφήνει ένα ικανοποιητικό κέρδος σε σχέση με τις πωλήσεις και τα ίδια κεφάλαια που απασχολεί. Όσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμοδείκτης μικτού κέρδους τόσο καλύτερη, από άποψη κερδών, είναι η θέση της επιχείρησης, διότι μπορεί να αντιμετωπίσει χωρίς δυσκολία αύξηση του κόστους των πωλούμενων προϊόντων της. Αφού ο αριθμοδείκτης μικτού κέρδους μας δείχνει το πόσο επικερδής είναι μια επιχείρηση από την πώληση των προϊόντων της, η συνεχής παρακολούθηση αυτού για μια σειρά ετών μας παρέχει ένδειξη για την πορεία της εταιρίας διαχρονικά. Εξάλλου, ο αριθμοδείκτης αυτός καθιστά δυνατή τη σύγκριση μεταξύ ομοειδών επιχειρήσεων. Στην περίπτωση όμως αυτή απαιτείται μεγάλη προσοχή, ώστε τα χρησιμοποιούμενα στοιχεία των επιχειρήσεων να είναι συγκρίσιμα μεταξύ τους. 5.3 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΚΑΘΑΡΟΥ ΠΕΡΙΘΩΡΙΟΥ Η ΚΑΘΑΡΟΥ ΚΕΡΔΟΥΣ (NET PROFIT MARGIN) Ο αριθμοδείκτης καθαρού περιθωρίου δείχνει το ποσοστό του καθαρού κέρδους που επιτυγχάνει μια επιχείρηση από τις πωλήσεις της, δηλ. δείχνει το κέρδος από τις λειτουργικές της δραστηριότητες. Ο αριθμοδείκτης καθαρού κέρδους βρίσκεται αν διαιρέσουμε τα καθαρά λειτουργικά κέρδη μιας περιόδου με το σύνολο των καθαρών πωλήσεων της ίδιας περιόδου, ήτοι : Αριθμοδείκτης = Καθαρά Κέρδη Εκμετάλλευσης *100 23

καθαρού περιθωρίου ή καθαρού κέρδους Καθαρές Πωλήσεις Όσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμοδείκτης καθαρού κέρδους, τόσο πιο επικερδής είναι η επιχείρηση. Ο αριθμοδείκτης καθαρού κέρδους είναι πολύ χρήσιμος, δεδομένου ότι τόσο η διοίκηση όσο και πολλοί αναλυτές βασίζουν τις προβλέψεις τους για τα μελλοντικά καθαρά κέρδη της επιχείρησης επί του προβλεπόμενου ύψους πωλήσεων και του ποσοστού καθαρού κέρδους. 5.4 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΑΠΟΔΟΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΙΔΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ (ROE - RETURN ON EQUITY) Ο αριθμοδείκτης αποδοτικότητας ιδίων κεφαλαίων είναι ένας ακόμη σπουδαίος δείκτης που απεικονίζει την κερδοφόρα δυναμικότητα μιας επιχείρησης και παρέχει ένδειξη του κατά πόσο επιτεύχθηκε ο στόχος πραγματοποιήσεως ενός ικανοποιητικού αποτελέσματος. Ο αριθμοδείκτης αποδοτικότητας ιδίων κεφαλαίων εκφράζεται από το πηλίκο της διαιρέσεως των καθαρών λειτουργικών κερδών της χρήσεως με το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων της επιχείρησης (μετοχικό κεφάλαιο + αποθεματικά), ήτοι : Αριθμοδείκτης Καθαρά κέρδη εκμετάλλευσης Χ 100 αποδοτικότητας ιδίων = Σύνολο ενεργητικού κεφαλαίων Συμβαίνει πολλές φορές, κατά την διάρκεια της χρήσεως, να έχουμε αύξηση των ιδίων κεφαλαίων μιας επιχείρησης είτε με αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου με μετρητά είτε από αναπροσαρμογή της αξίας των 24

περιουσιακών στοιχείων αυτής είτε τέλος από διαφόρους άλλους λόγους. Στην περίπτωση αυτή είναι απαραίτητο να υπολογιστεί το ύψος των ιδίων κεφαλαίων που πράγματι απασχολήθηκαν σε όλη τη διάρκεια της χρήσης. Για τον υπολογισμό αυτό λαμβάνεται υπόψη το χρονικό σημείο της μεταβολής των ιδίων κεφαλαίων και ο χρόνος που μεσολαβεί μέχρι το τέλος της λογιστικής χρήσης. Χρησιμοποιούνται οι παρακάτω μέθοδοι : α) Μέσος όρος ιδίων κεφαλαίων Σε περίπτωση που τα ίδια κεφάλαια μιας επιχείρησης διαφέρουν σημαντικά μεταξύ της αρχής και του τέλους της χρήσης χωρίς να είναι γνωστός ο ακριβής χρόνος μεταβολής τους, τότε για να βρεθεί το ύψος των κεφαλαίων που πράγματι απασχολήθηκε καθ όλη τη διάρκεια της χρήσης, λαμβάνεται ο μέσος όρος των κεφαλαίων στην αρχή και στο τέλος της χρήσης και το άθροισμα αυτών διαιρείται δια δύο, ήτοι : Πραγματικό ύψος Ίδια κεφάλαια αρχής + Ίδια κεφάλαια τέλους ιδίων κεφαλαίων = 2 Με τον τρόπο αυτό γίνεται η υπόθεση ότι τα νέα κεφάλαια εισήχθησαν στην επιχείρηση στο μέσον της λογιστικής χρήσης. Στην περίπτωση αυτή ο παραπάνω τύπος παίρνει την εξής μορφή : Αριθμοδείκτης Καθαρά κέρδη εκμετάλλευσης Χ 100 αποδοτικότητας ιδίων = Μέσο ύψος ιδίων κεφαλαίων κεφαλαίων β) Πραγματικό ύψος ιδίων κεφαλαίων: 25

Εάν είναι γνωστός ο ακριβής χρόνος μεταβολής των ιδίων κεφαλαίων μιας επιχείρησης, τότε το ύψος των ιδίων κεφαλαίων που πράγματι απασχολήθηκε καθ όλη τη διάρκεια της χρήσης μπορεί να υπολογιστεί με μεγαλύτερη ακρίβεια λαμβάνοντας υπόψη το πραγματικό χρόνο (μήνες ή ημέρες) που χρησιμοποιήθηκαν από την επιχείρηση τα νέα κεφάλαια. Ήτοι : Πραγματικό ύψος ιδίων κεφαλαίων = αρχικο κεφάλαιο+ Μεταβολή ιδίων κεφαλαίων X αριθμός μηνών ή ημερών μέχρι το τέλος της χρήσεως 12 μηνών ή 365 ημερών Ο αριθμοδείκτης αποδοτικότητας ιδίων κεφαλαίων μετρά την αποτελεσματικότητα, με την οποία τα κεφάλαια των φορέων της επιχείρησης απασχολούνται σ αυτή. Για να προσδιοριστεί ο βαθμός επιδράσεως καθενός από τους παράγοντες που επηρεάζουν την αποδοτικότητα των ιδίων κεφαλαίων χρησιμοποιείται η παρακάτω σχέση : Αριθμοδείκτης Καθαρό Ταχύτητα Καθαρό αποδοτικότητας ιδίων = περιθώριο Χ κυκλοφορίας Χ ενεργητικό κεφαλαίων κέρδους ενεργητικού προς ίδια κεφαλ. Καθαρά Αριθμοδείκτης κέρδη Καθαρές Καθαρό αποδοτικότητας ιδίων = 100 Χ εκμετ/σης Χ πωλήσεις Χ ενερτγητικό κεφαλαίων Καθαρές Καθαρό Ίδια πωλήσεις ενεργητικό κεφάλαια Η σχέση αυτή αποτελεί την «τροποποιημένη ή διευρυμένη εξίσωση Du Pont» (Modified or extended Du Pont equation). Η εξίσωση αυτή εκφράζει την αποδοτικότητα των ιδίων κεφαλαίων ως αποτέλεσμα του συνδυασμού : 1) Του καθαρού περιθωρίου ή του καθαρού κέρδους 2) Της ταχύτητας κυκλοφορίας του ενεργητικού 26

3) Της σχέσεως του ενεργητικού προς τα ίδια κεφάλαια (equity multiplier) Η εξίσωση Du Pont είναι πολύ σημαντική, διότι λαμβάνει υπόψη της τη σπουδαιότητα καθενός από τους παραπάνω παράγοντες και δείχνει πως η τυχόν μεταβολή τους επηρεάζει την αποδοτικότητα των κεφαλαίων. Είναι πολύ χρήσιμη για τη μελέτη της αποδοτικότητας των ιδίων κεφαλαίων μιας επιχείρησης διαχρονικά ή τη σύγκριση της με αντίστοιχες άλλων επιχειρήσεων του κλάδου ή της αγοράς. 6. ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΔΙΑΡΘΡΩΣΕΩΣ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ ΚΑΙ ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑΣ (FINANCIAL STRUCTURE AND VIABILITY RATIOS) 6.1 ΓΕΝΙΚΑ Η διαδικασία προορισμού της οικονομικής κατάστασης μιας επιχείρησης από μακροχρόνια σκοπιά περιλαμβάνει την ανάλυση της διαρθρώσεως των κεφαλαίων της. Λέγοντας διάρθρωση των κεφαλαίων μιας επιχείρησης εννοούμε τα διάφορα είδη και τις μορφές των κεφαλαίων που χρησιμοποιεί για τη χρηματοδότησή της. Έτσι έχουμε τα ίδια κεφάλαια, ως και τις βραχυπρόθεσμες, μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις της. Από τις διάφορες αυτές μορφές υποχρεώσεων άλλες εξασφαλίζονται με την παροχή υποθήκης ή προσημειώσεως ή ενεχύρου, ενώ για άλλες δεν παρέχεται καμιά εμπράγματη ασφάλεια στους πιστωτές. Είναι λοιπόν φανερό ότι οι διάφορες μορφές δανειακών κεφαλαίων μιας επιχειρήσεως περικλείουν και διαφορετικά ποσοστά κινδύνου για τους πιστωτές της. Η σπουδαιότητα της διαρθρώσεως των κεφαλαίων απορρέει από την ουσιαστική διαφορά που υπάρχει μεταξύ των ιδίων και των δανειακών κεφαλαίων. 27

Τα ίδια κεφάλαια είναι εκείνα που επωμίζονται τον επιχειρηματικό κίνδυνο που αναπόφευκτα υπάρχει σε κάθε επιχείρηση. Το χαρακτηριστικό των ιδίων κεφαλαίων είναι ότι δεν έχουν ορισμένο χρόνο επιστροφής ούτε εξασφαλισμένη απόδοση, δεδομένου ότι η διανομή μερίσματος στους μετόχους εξαρτάται από το ύψος των κερδών και την απόφαση της διοίκησης και της γενικής συνελεύσεως των μετόχων. Τα ίδια κεφάλαια, επειδή θεωρούνται μόνιμα, επενδύονται κατά κανόνα σε μακροχρόνιες επενδύσεις και εκτίθενται σε περισσότερους κινδύνους από ότι τα δανειακά. Αντίθετα, τα δανειακά κεφάλαια πρέπει να εξοφληθούν προσαυξημένα με τους τόκους τους σε τακτά χρονικά διαστήματα, ανεξάρτητα από την οικονομική θέση της επιχείρησης. Η πολιτική που ακολουθεί κάθε επιχείρηση ως προς τη διάρθρωση των κεφαλαίων της έχει ως σκοπό την ισορροπία μεταξύ του αναλαμβανομένου κινδύνου από την άσκηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας και της προσδοκώμενης απ αυτή απόδοσης. Η χρήση μεγαλύτερου ποσοστού δανειακών κεφαλαίων αυξάνει τον κίνδυνο ως προς τη μελλοντική πορεία των κερδών της επιχείρησης, αλλά υποδηλώνει και αυξημένη προσδοκώμενη απόδοση. Γενικά ο αυξημένος κίνδυνος οδηγεί σε μείωση της τιμής των μετοχών μιας επιχείρησης στην αγορά. Αντίθετα, η προσδοκία για μεγαλύτερη απόδοση προκαλεί αύξηση της τιμής τους. Η άριστη διάρθρωση κεφαλαίων για μια επιχείρηση είναι εκείνη που κατορθώνει να επιφέρει ισορροπία μεταξύ του αναλαμβανομένου κινδύνου και της απόδοσης της επιχείρησης και η οποία μεγιστοποιεί την τιμή των μετοχών αυτής στην αγορά, ενώ ταυτόχρονα ελαχιστοποιεί το κόστος των κεφαλαίων της. Γενικά, οι παράγοντες που επηρεάζουν τις αποφάσεις μιας επιχείρησης για τη διατήρηση μιας δεδομένης διαρθρώσεως κεφαλαίων είναι η εξής : 1) Ο επιχειρηματικός κίνδυνος, ο οποίος υπάρχει σε όλες τις οικονομικές δραστηριότητες και συνδέεται άμεσα με το είδος τις κάθε επιχειρήσεως. Όσο μεγαλύτερος είναι ο επιχειρηματικός κίνδυνος τόσο χαμηλότερος πρέπει να είναι ο αριθμοδείκτης δανειακής επιβάρυνσης. 2) Η θέση της επιχείρησης από άποψη φορολογίας. Ένας σημαντικός παράγοντας για τη χρησιμοποίηση από μέρους των επιχειρήσεων ξένων κεφαλαίων είναι το γεγονός ότι οι τόκοι αφαιρούνται από τα κέρδη αυτών, με αποτέλεσμα μείωση του φορολογητέου ποσού και του κόστους δανεισμού ανάλογα με το συντελεστή φορολογίας κάθε επιχειρήσεως. Το 28

πλεονέκτημα όμως αυτό είναι άνευ σημασίας, αν το μεγαλύτερο μέρος των κερδών της επιχείρησης έχει λόγους να υπόκειται σε φορολογικές απαλλαγές. Αυτό συμβαίνει, όταν η επιχείρηση έχει τη δυνατότητα να πραγματοποιεί αυξημένες αποσβέσεις ή να έχει μειωμένη φορολογική επιβάρυνση, λόγω πραγματοποιήσεως νέων επενδύσεων ή τέλος να απαλλάσσεται εντελώς από φόρους, λόγω μεταφοράς ζημιών προηγουμένων χρήσεων. Στις περιπτώσεις αυτές, ο συντελεστής φορολογίας των κερδών της επιχείρησης είναι πολύ χαμηλός ή και μηδενικός ενίοτε, οπότε το κίνητρο φορολογικών ελαφρύνσεων από τη χρησιμοποίηση ξένων κεφαλαίων ατονεί. 3) Η ικανότητα της επιχειρήσεως να αντλεί κεφάλαια με επωφελείς γι αυτήν όρους, ακόμη και κάτω από δύσκολες συνθήκες. Επιχειρήσεις με αμετάβλητο κύκλο εργασιών έχουν ανάγκη συνεχούς ροής κεφαλαίων για την επίτευξη μακροχρόνιας ανόδου. Κάτω από συνθήκες στενότητας ρευστών αυξάνονται οι δυσκολίες δανεισμού από τις τράπεζες, διότι οι τελευταίες επιλέγουν με αυστηρά κριτήρια τις επιχειρήσεις που δανείζουν και προτιμούν αυτές που παρουσιάζουν υγιείς και δυναμικούς ισολογισμούς. Οι ανάγκες μιας επιχείρησης για κεφάλαια μελλοντικά και οι συνέπειες από τυχόν έλλειψη τους έχουν σημαντική επίδραση στη διάρθρωση των κεφαλαίων της. 6.2 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΙΔΙΩΝ ΠΡΟΣ ΣΥΝΟΛΙΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ (RATIO OF OWNER S EQUITY TO TOTAL ASSETS) Η σχέση αυτή δείχνει το ποσοστό του συνόλου των ενεργητικών στοιχείων μιας επιχείρησης, που έχει χρηματοδοτηθεί από τους φορείς της. Ο προσδιορισμός του δείκτη αυτού δίνεται από τη σχέση: 29

Αριθμοδείκτης ιδίων Ίδια κεφάλαια κεφαλαίων προς = 100 Χ Συνολικά κεφάλαια συνολικά κεφάλαια Η διαφορά αυτού του αριθμοδείκτη από το 100 δείχνει το ποσοστό των ξένων κεφαλαίων, που προσφέρθηκαν από τους πιστωτές για τη χρηματοδότηση του ενεργητικού. Ο αριθμοδείκτης ξένων ή δανειακών κεφαλαίων δίνεται από τη σχέση : Αριθμοδείκτης Ξένα κεφάλαια δανειακών κεφαλαίων = 100 Χ Συνολικά κεφάλαια Ο αριθμοδείκτης αυτός δείχνει το ποσοστό των περιουσιακών στοιχείων, που έχει χρηματοδοτηθεί από τους βραχυπρόθεσμους και μακροπρόθεσμους πιστωτές της επιχείρησης. Οι δύο παραπάνω αριθμοδείκτες δείχνουν τη σχέση των ιδίων και των δανειακών κεφαλαίων μεταξύ τους, ως και το βαθμό προστασίας των πιστωτών μιας επιχείρησης. Έτσι, όσο μεγαλύτερο είναι το ύψος των ίδίων κεφαλαίων μιας επιχείρησης σε σχέση με τις υποχρεώσεις της τόσο μεγαλύτερη προστασία παρέχεται στους δανειστές της και τόσο μικρότερη πίεση ασκείται σ αυτή για την εξόφληση των υποχρεώσεων της και την πληρωμή τόκων. Θα πρέπει να τονιστεί, ότι ο αριθμοδείκτης ιδίων προς συνολικά απασχολούμενα κεφάλαια είναι τόσο σπουδαίος όσο και ο αριθμοδείκτης ρευστότητας μιας επιχείρησης, διότι εμφανίζει την οικονομική δύναμη αυτής και αντανακλά τη μακροχρόνια ρευστότητα της με το να παρέχει 30

ένδειξη για την ύπαρξη ή όχι πίεσης για την εξόφληση και εξυπηρέτηση των υποχρεώσεών της. Ένας υψηλός αριθμοδείκτης ιδίων προς συνολικά κεφάλαια δείχνει ότι υπάρχει μικρή πιθανότητα οικονομικής δυσκολίας για την εξόφληση των υποχρεώσεών μιας επιχείρησης. Αντίθετα, ένας πολύ χαμηλός αριθμοδείκτης αποτελεί ένδειξη μιας πιο επικίνδυνης κατάστασης, λόγω της πιθανότητας να προκύψουν μεγάλες ζημιές στην επιχείρηση, των οποίων το βάρος για την κάλυψη θα φέρουν τα ίδια κεφάλαια. 6.3 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΙΔΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ ΠΡΟΣ ΠΑΓΙΑ (RATIO OF OWNER S EQUITY TO FIXED ASSETS) Ο αριθμοδείκτης ιδίων κεφαλαίων προς πάγια προσδιορίζεται αν διαιρέσουμε τα ίδια κεφάλαια μιας επιχείρησης με το σύνολο των επενδύσεων της σε πάγια, όπως αυτά αναγράφονται στα λογιστικά βιβλία της, ήτοι : Αριθμοδείκτης Ίδια κεφάλαια ιδίων κεφαλαίων = Καθαρά πάγια προς πάγια Σκοπός υπολογισμού του αριθμοδείκτη αυτού είναι η εύρεση του τρόπου χρηματοδότησης των παγίων επενδύσεων μιας επιχείρησης. 31

Έτσι όταν τα ίδια κεφάλαια μιας επιχείρησης είναι μεγαλύτερα των επενδύσεων της σε πάγια, τότε ένα μέρος των κεφαλαίων κίνησης αυτής προέρχεται από τους μετόχους της. Αντίθετα, όταν τα ίδια κεφάλαια είναι μικρότερα των επενδύσεων σε πάγια, τότε για τη χρηματοδότηση των παγίων στοιχείων της έχουν χρησιμοποιηθεί, εκτός από τα ίδια, και ξένα κεφάλαια. Η πορεία του αριθμοδείκτη ιδίων κεφαλαίων προς πάγια διαχρονικά δείχνει την πολιτική που ακολουθεί μια επιχείρηση ως προς τον τρόπο χρηματοδότησης των παγίων της στοιχείων. Έτσι όταν ο αριθμοδείκτης αυτός σημειώνει άνοδο, σημαίνει ότι η αύξηση του παγίου κεφαλαίου χρηματοδοτείται κατά μεγαλύτερο ποσοστό από τα ίδια κεφάλαια παρά από δανεισμό. Αντίθετα, ένας συνεχώς μειούμενος αριθμοδείκτης δείχνει ότι τα ποσά που διατέθηκαν για την αύξηση του πάγιου κεφαλαίου που επενδύθηκε έχουν αντληθεί, κατά το μεγαλύτερο ποσοστό, από δανεισμό και όχι από τη χρησιμοποίηση ιδίων πηγών κεφαλαίων. 6.4 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝΤΟΣ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ ΠΡΟΣ ΣΥΝΟΛΙΚΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ (RATIO OF CURRENT ASSETS TO TOTAL LIABILITIES) Ο αριθμοδείκτης των κυκλοφοριακών στοιχείων μιας επιχείρησης προς το σύνολο των υποχρεώσεών της δείχνει τη ρευστότητα των μακροχρόνιων υποχρεώσεών της και βρίσκεται από την ακόλουθη σχέση : Αριθμοδείκτης κυκλοφορούντος Κυκλοφορούν ενεργητικού ενεργητικού προς = 100 Χ Σύνολο υποχρεώσεων συνολικές υποχρεώσεις Ο αριθμοδείκτης αυτός είναι σημαντικός αν ληφθεί υπόψη ότι, ορισμένα κυκλοφοριακά στοιχεία έχουν σχετικά χαμηλό βαθμό ρευστοποίησης. Ο αριθμοδείκτης αυτός επηρεάζεται αντίστροφα (αρνητικά) από λειτουργικές 32

και έκτακτες ζημιές. Είναι φανερό ότι, οι βραχυχρόνιοι πιστωτές προστατεύονται περισσότερο καθώς το κεφάλαιο κίνησης μιας επιχείρησης αυξάνεται με κεφάλαια των φορέων αυτής. Ένας σχετικά υψηλός αριθμοδείκτης παρέχει ένδειξη ότι, αν δεν υπάρξουν υπερβολικές ζημιές από τη ρευστοποίηση των κυκλοφοριακών στοιχείων, οι μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις θα μπορούν να εξοφληθούν από τα κεφάλαια κίνησης. 7. ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΟΙ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ (INVESTMENT RATIOS) 7.1 ΓΕΝΙΚΑ Οι αριθμοδείκτες επενδύσεων χρησιμοποιούνται από τους επενδυτές όταν πρόκειται να αποφασίσουν αν θα πρέπει να αγοράσουν, να πουλήσουν ή να διατηρήσουν την επένδυσή τους σε μετοχικούς τίτλους μιας επιχείρησης. Οι περισσότεροι από τους ευρύτατα χρησιμοποιούμενους επενδυτικούς αριθμοδείκτες συσχετίζουν την τρέχουσα τιμή των μετοχών μιας επιχείρησης με κατά μετοχή μεγέθη του ισολογισμού και της καταστάσεως αποτελεσμάτων χρήσης. Η αναφορά σε κατά μετοχή σχέσεις είναι χρήσιμη από πρακτικής άποψης διότι οι τιμές που αναφέρονται στη χρηματιστηριακή αγορά αφορούν τη μια μετοχή και όχι συνολικά μεγέθη της επιχείρησης. 7.2 ΚΈΡΔΗ ΚΑΤΆ ΜΕΤΟΧΉ (EARNINGS PER SHARE E.P.S.) 33

Τα κατά μετοχή κέρδη μιας επιχείρησης είναι ένας από τους πιο σπουδαίους δείκτες που χρησιμοποιείται στη χρηματοοικονομική ανάλυση, αλλά είναι συγχρόνως και ο πιο παραπλανητικός. Ο υπολογισμός των κατά μετοχή κερδών μιας επιχείρησης, η οποία έχει μόνο κοινές και προνομιούχες μετοχές (με ψήφο ή χωρίς ψήφο) βρίσκεται αν διαιρέσουμε το σύνολο των καθαρών κερδών της χρήσης με το μέσο αριθμό των μετοχών της που ήταν σε κυκλοφορία κατά τη διάρκεια αυτής, ήτοι : Κέρδη κατά μετοχή Σύνολο καθαρών κερδών χρήσης (E.P.S.) = Μέσος αριθμός μετοχών σε κυκλοφορία Ο αριθμοδείκτης αυτός δείχνει το ύψος των καθαρών κερδών, που αντιστοιχεί σε κάθε μετοχή της επιχείρησης και επηρεάζεται τόσο από το συνολικό ύψος των κερδών της επιχείρησης όσο και από τον αριθμό των μετοχών της. Το ύψος των κερδών, κατά μετοχή, αντανακλά την κερδοφόρα δυναμικότητα μιας επιχείρησης, με βάση τη μια μετοχή της και χρησιμοποιείται ευρύτατα. Διαφορές στα κέρδη κατά μετοχή μεταξύ επιχειρήσεων είναι δύσκολο να ερμηνευθούν για τον απλούστατο λόγο ότι όλες οι επιχειρήσεις δεν έχουν τον ίδιο αριθμό μετοχών. Επίσης, συγκρίσεις των κατά μετοχή κερδών της ίδιας επιχείρησης διαχρονικά πρέπει να γίνονται με μεγάλη προσοχή διότι είναι δυνατόν η τυχόν υπάρχουσα διαφορά να οφείλεται στη μεταβολή της μερισματικής πολιτικής της επιχείρησης και όχι στη μείωση της κερδοφόρας δυναμικότητάς της. 7.3 ΜΕΡΙΣΜΑ ΚΑΤΑ ΜΕΤΟΧΗ (DIVIDENDS PER SHARE) Ο δείκτης των κατά μετοχή κερδών μιας επιχείρησης παρέχει ένδειξη του ποσοστού των κερδών που μοιράζονται στους μετόχους (μέρισμα) και αυτού που παρακρατείται από την επιχείρηση με τη μορφή διαφόρων 34

αποθεματικών. Γι αυτό ο υπολογισμός του ύψους του κατά μετοχή μερίσματος αποτελεί χρήσιμο δείκτη. Το μέρισμα κατά μετοχή (D.P.S.) βρίσκεται αν διαιρέσουμε το σύνολο των διανεμόμενων κερδών (μερισμάτων) της χρήσης με το σύνολο των μετοχών που δικαιούνται μερίσματος, ήτοι : Μέρισμα κατά μετοχή Σύνολο μερισμάτων (D.P.S.) = Αριθμός μετοχών σε κυκλοφορία Προκειμένου να γίνουν συγκρίσεις των κατά μετοχή μερισμάτων με αντίστοιχα στοιχεία προηγουμένων χρήσεων, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη τυχόν διανομή δωρεάν μετοχών από κεφαλαιοποιήσεις κερδών, αποθεματικών και υπεραξίας παγίων στοιχείων, καθώς και τυχόν κατάτμηση (split). Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις και προκειμένου τα στοιχεία να καταστούν συγκρίσιμα, θα πρέπει να γίνεται προσαρμογή των μερισμάτων των προηγουμένων χρήσεων με βάση τον αριθμό των μετοχών της τελευταίας χρήσεως. Πολλές επιχειρήσεις τείνουν να δίνουν σταθερό και ελαφρώς αυξανόμενο μέρισμα κάθε χρόνο και το κάνουν διότι το σταθερό μέρισμα παρέχει μεγαλύτερη ασφάλεια στους επενδυτές από ότι ένα κυμαινόμενο. 7.4 ΤΟ ΠΟΣΟΣΤΌ ΤΩΝ ΔΙΑΝΕΜΟΜΈΝΩΝ ΚΕΡΔΏΝ (PERCENTAGE OF DISTRIBUTED PROFITS) Το ποσοστό των κερδών, που διανέμει μια επιχείρηση ως μέρισμα στους μετόχους της, βρίσκεται αν διαιρέσουμε το σύνολο των καταβαλλομένων μερισμάτων με το σύνολο των καθαρών της κερδών, ήτοι : 35