ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ Ν.Ο.Π.Ε Τμήμα Νομικής



Σχετικά έγγραφα
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΓΟΝΕΩΝ & ΚΗΔΕΜΟΝΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΡΟΣΧΕΔΙΟΥ ΤΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ 1 ου ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΥ ΣΗΜΕΙΩΣΗ

ΑΔΑ: Β43Ι4691Ω2-1ΚΖ ΘΕΜΑ: ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΛΗΨΗ ΩΡΟΜΙΣΘΙΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3561, 21/12/2001

ΠΡΟΧΕΙΡΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΜΗΘΕΙΑ ΥΛΙΚΟΥ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΩΝ ΚΑΙ ΟΠΤΙΚΟΑΚΟΥΣΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΤΜΗΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ

ΚΟΡΙΝΘΟΥ 255, ΚΑΝΑΚΑΡΗ 101 ΤΗΛ , , FAX

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ

O ΑΓΩΝΑΣ ΤΟΥ ΕΦΗΒΟΥ ΓΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ

Η ΑΥΤΕΠΑΓΓΕΛΤΗ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΙΚΩΝ ΜΙΑ ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ. ( Διοικητική Ενημέρωση, τ.51, Οκτώβριος Νοέμβριος Δεκέμβριος 2009)

ΗΜΟΣ ΛΕΜΕΣΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΟΡΟΙ ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΛΟΓΗ ΑΝΑ ΟΧΟΥ ΜΕ ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΙΑ ΙΚΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΤΗΝ ΧΑΜΗΛΟΤΕΡΗ ΠΡΟΣΦΟΡΑ

«Φιλολογικό» Φροντιστήριο Επαναληπτικό διαγώνισμα στη Νεοελληνική Γλώσσα. Ενδεικτικές απαντήσεις. Περιθωριοποίηση μαθητών από μαθητές!

Πρακτικό 6/2012 της συνεδρίασης της Επιτροπής Ποιότητας Ζωής, του Δήμου Λήμνου, της 4ης Μαΐου 2012.

ΠΡΟΧΕΙΡΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΜΗΘΕΙΑ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΠΡΟΕΝΙΣΧΥΤΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ

109(Ι)/2014 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΟ ΕΛΑΧΙΣΤΟ ΕΓΓΥΗΜΕΝΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑ ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΟΤΕΡΑ ΠΕΡΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΠΑΡΟΧΩΝ ΤΟΥ 2014 ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΑΡΘΡΩΝ

1. ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2013 ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΚΑΙ ΕΣΠΕΡΙΝΩΝ ΓΕΝΙΚΩΝ ΛΥΚΕΙΩΝ (ΓΕΛ)

Σχετ: Το από έγγραφό σας (αρ. πρωτ. εισερχ. 932/ ). Σε απάντηση του ως άνω σχετικού, θα θέλαμε να παρατηρήσουμε τα εξής:

ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

Επαρχιακός Γραμματέας Λ/κας-Αμ/στου ΠΟΑ Αγροτικής

ΔΗΜΟTIKH ΚΟΙΝΩΦΕΛΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΦΙΛΟΘΕΗΣ ΨΥΧΙΚΟΥ (ΔΗ.Κ.Ε.ΦΙ.Ψ)

Σημειώσεις Κληρονομικού Δικαίου

ΘΕΜΑ : : Εισηγητική έκθεση Δ τριμήνου του έτους 2013 προς την οικονομική επιτροπή, για την εκτέλεση του προϋπολογισμού.

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ 20 ΜΑΪΟΥ 2011 ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ. Διδαγμένο κείμενο

ΤΜΗΜΑ ΙΙΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΕΡΓΑΤΟΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3638, 27/9/2002

ΠΡΟΧΕΙΡΟΣ ΜΕΙΟΔΟΤΙΚΟΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ

ΑΠΟΦΑΣΗ 34750/2006 (Αριθμός καταθέσεως πράξεως 43170/2006) ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από

15PROC

ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10. Μινωική ταφική αρχιτεκτονική

Η παρακμή του εργατικού κινήματος είναι μια διαδικασία που έχει ήδη διαρκέσει. πολλά χρόνια, τώρα ζούμε τα επεισόδια του τέλους της.

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ

ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ Του Συλλόγου με την επωνυμία ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΕΝΩΣΗ ΦΙΛΩΝ ΤΟΙΧΟΣΦΑΙΡΙΣΗΣ

Υπό Παναγιώτη Δαλκαφούκη, μέλους Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων

169(Ι)/2012 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΦΟΡΩΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2004 ΕΩΣ Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

Δράση 1.2. Υλοτομία και προσδιορισμός ποσοτήτων υπολειμμάτων.

ιδάσκοντας Ιστορία στο Γυμνάσιο

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΜΕΡΟΣ Α : ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΜΟΝΑΔΕΣ 14

Ο Οδικός Χάρτης για την Ελλάδα της δημιουργίας

Βαρβάρα Μπουκουβάλα, ΔΝ-Πρωτοδίκης ΔΔ

Υγιείς Εργασιακές Σχέσεις - Σύγχρονες Επιχειρήσεις

ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ---- ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ Αθήνα 28 / 07 / 2015

ΑΡΧΑΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ 26/5/2010

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ. Από τα πρακτικά της με αριθμό 13ης/2013, συνεδρίασης του Περιφερειακού Συμβουλίου την Τρίτη 9 Ιουλίου 2013 στην Κέρκυρα με τηλεδιάσκεψη.

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΑΤΥΧΗΜΑ ΨΥΧΙΚΗ ΟΔΥΝΗ ΑΝΗΛΙΚΟΥ

ΕΘΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΗΜΟΣΙΑΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΜΑΘΗΜΑ: ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ (ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ)

62 η ΣΥΝΟΔΟΣ ΠΡΥΤΑΝΕΩΝ & ΠΡΟΕΔΡΩΝ Δ.Ε. ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΩΝ

Ηγουμενίτσα, 27/02/2015

Το πρόβλημα του ανατοκισμού στις τραπεζικές πιστωτικές συμβάσεις ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΚΟΥΡΗ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΛΗΞΟΥΡΙ 2013

ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΡΙΤΗ 29 ΜΑΪΟΥ 2001 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ: ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ

ΔΙΗΜΕΡΙΔΑ ΤΕΕ ΤΜΗΜΑ ΚΕΡΚΥΡΑΣ

Αθήνα 30 Απριλίου 2013 Πανεπιστημίου Αθήνα Πληρ. Κ. Ευμορφούτσικου Τηλ Fax Αρ. Πρωτ. 875

ΑΠΟΦ. Υ1β/2000 ΤΗΣ 29.3/ (ΦΕΚ 343 Β ) Υγειονομική διάταξη «Περί όρων ιδρύσεως και λειτουργίας πτηνο-κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων».

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ

ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΠΡΟΧΕΙΡΟΥ ΜΕΙΟΔΟΤΙΚΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Ηλιούπολη 2/6/2011 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ

Σύμβαση για την πρόσληψη, τοποθέτηση και τις συνθήκες εργασίας των εργαζόμενων μεταναστών, 1939, Νο. 66 1

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ & ΚΑΤΑΣΚΕΥΩΝ. ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΜΑΘΗΜΑ: Διδακτικές ώρες 8 ΘΕΩΡΙΑΣ - ΘΕΜΑΤΟΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΣΥΝΘΕΣΗΣ - ΕΙΔΙΚΗ ΚΤΙΡΙΟΛΟΓΙΑ ΙΙ

Πρώτη διδακτική πρόταση Χρωματίζοντας ένα σκίτσο

Λύσεις. Ποιος Έλλην πολίτης θα διαμαρτυρηθεί αν μια ωραία πρωία η γη καταπιεί το υπουργείο Οικονομικών;

«Ειρήνη» Σημειώσεις για εκπαιδευτικούς

Σκοπός του παιχνιδιού. Περιεχόμενα

Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΑΣΤΡΩΜΑΤΩΣΗ ΤΟΥ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΤΟΥ ΡΕΘΥΜΝΟΥ ΚΑΙ Η ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΗ ΤΗΣ ΑΝΤΑΛΛΑΞΙΜΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ,

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ Προς: Δημάρχους της Χώρας Αθήνα, 16 Δεκεμβρίου 2013 Α.Π.:2271. Αγαπητέ κ.

14PROC

ΣΩΜΑΤΕΙΟ ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ ΦΟΙΤΗΤΩΝ

ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΛΕΓΚΤΙΚΗ

Υλικά που χρειαζόμαστε

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΝΟΜΟΣ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΔΗΜΟΣ ΖΙΤΣΑΣ ΕΔΡΑ: ΕΛΕΟΥΣΑ ΑΡ. ΑΠΟΦ. 236/2011

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΕφΑθ 5253/2003

Β.Ι.ΛΕΝΙΝ: ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΑΡΞ ΚΑΙ ΤΟΝ ΜΑΡΞΙΣΜΟ

Σύνταγμα, Εργασία και Συναφή Δικαιώματα ( Συνδικαλιστική Ελευθερία, Απεργία )

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΔΗΜΟΣ ΠΟΛΥΓΥΡΟΥ ΑΡΙΘΜ. ΑΠΟΦ:

66(Ι)/2014 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2002 ΕΩΣ (Αρ. 2) ΤΟΥ 2013

ΕΚΦΡΑΣΗ-ΕΚΘΕΣΗ Β ΛΥΚΕΙΟΥ 1 ο Λύκειο Καισαριανής ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ: Κείμενα Προβληματισμού

Ο «ΕΚΑΛΟΓΟΣ» ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ ΥΠΟΨΗΦΙΟΥ

ΣΥΝΘΗΚΗ SCHENGEN (ΣΕΝΓΚΕΝ)

ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ (ΦΛΩΡΙΝΑ) ΤΜΗΜΑ ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ

Κεφάλαιο Πέμπτο Εθνοπολιτισμική Ζωή και Εμπειρίες Ελληνικότητας των Ελληνοαυστραλών Εφήβων

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ Από το υπ' αριθμ. 11/ Πρακτικό της Οικονομικής Επιτροπής Ιονίων Νήσων

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ (Τ.Ε.Ι.Κ.) ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΩΠΟΝΙΑΣ (ΣΤΕΓ) ΤΜΗΜΑ ΦΥΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ (Φ.Π.) ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΘΕΜΑ:

15PROC

(ΜΕ ΤΑ ΔΥΟ ΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ)

ΓΕΝΙΚΟ ΕΠΙΤΕΛΕΙΟ ΣΤΡΑΤΟΥ ΤΑΓΜΑ ΓΕΣ. Διακήρυξη με αριθμό 04/2014

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΟΣ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3849, 30/4/2004 Ο ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΣΜΑΤΟΣ (ΠΑΡΑΧΑΡΑΞΗ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΣΥΝΑΦΗ ΘΕΜΑΤΑ) ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

2. Τις διατάξεις του Αρθ-29Α του Ν-1558/85 "Κυβέρνηση και Κυβερνητικά όργανα"(φεκ-137/α) όπως προστέθηκε με το Αρθ-27 του Ν-2081/92 (ΦΕΚ-154/Α).

ΑΔΑ: ΒΙΞΡ4690ΒΥ-ΒΒΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ - ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Πρόσκληση Εκδήλωσης Ενδιαφέροντος

Οι 99 θέσεις του Ποταμιού

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΔΣΑ

Αριθμός 9769/2014 TO ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές Μυρσίνη Κοντογιάννη, Πρόεδρο

KATATAΞH APΘPΩN. 6. Αρχές της προσφοράς και προμήθειας, ανθρώπινων ιστών και/ ή κυττάρων

ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ

Αρ. Εγκ.: 52 ΘΕΜΑ: Ορισμός των διοικητικών συμβουλίων των νομικών προσώπων και συνδέσμων των Δήμων

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΟΣ

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ «ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ» Θ.Ε. ΔΕΟ 10 Βασικές Αρχές Δικαίου και Διοίκησης

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ Ν.Ο.Π.Ε Τμήμα Νομικής Μεταπτυχιακό Τμήμα Αστικού, Δικονομικού και Εργατικού Δικαίου Ακαδημαϊκό Έτος 2006-2007 Διπλωματική εργασία στο μάθημα του Εργατικού Δικαίου Θέμα : Η υπέρβαση των χρονικών ορίων εργασίας Επιβλέπων Καθηγητής: Ι.Κουκιάδης Αρβανιτίδου Ανδρομάχη Θεσσαλονίκη, Δεκέμβριος 2006

Α. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ι. Εισαγωγικές παρατηρήσεις στο ζήτημα της υπέρβασης των χρονικών ορίων εργασίας ΙΙ.Ο χρόνος εργασίας ως βασική έννοια για την κατανόηση του ζητήματος της υπέρβασης των χρονικών ορίων εργασίας 1. Η έννοια του χρόνου εργασίας 2. Η οργάνωση του χρόνου εργασίας α. Η έναρξη και η λήξη του χρόνου εργασίας, τα διαλλείματα εργασίας β. Ο καθορισμός του χρόνου εργασίας μέσα στο 24ωρο 3. Οι διακρίσεις του χρόνου εργασίας α. Ο νόμιμος χρόνος εργασίας α.α.η έννοια του νόμιμου χρόνου εργασίας και οι βάσεις κατανομής του β.β.η νομοθετική καθιέρωση του οκταώρου και παράγωγα του 48ώρου - Ο νόμιμος χρόνος εργασίας όπως καθορίζεται σήμερα υπό το καθεστώς ισχύος του ν.3385/2005 γ.γ.εξαιρέσεις από την εφαρμογή των ρυθμίσεων για το χρονικά όρια εργασίας και κατ επέκταση και για την υπέρβαση των χρονικών ορίων εργασίας β. Ο νόμιμος χρόνος εργασίας επαγγελματικής προέλευσης α.α.η έννοια του νόμιμου χρόνου εργασίας επαγγελματικής προέλευσης β.β.η καθιέρωση του 40ώρου ως νόμιμου εβδομαδιαίου χρόνου επαγγελματικής προέλευσης γ. Ο συμβατικός χρόνος εργασίας 4.Το σύστημα της πενθήμερης απασχόλησης 5. Τα συστήματα διευθέτησης του χρόνου εργασίας Β. Η ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΤΩΝ ΧΡΟΝΙΚΩΝ ΟΡΙΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Ι. Η υπερεργασιακή απασχόληση 1. Η υπέρβαση του συμβατικού χρόνου εργασίας με πρόσθετη αμοιβή: υπερεργασία απλή 2.Η υπέρβαση του συλλογικού χρόνου εργασίας στο παραδοσιακό και στο ελαστικό σύστημα οργάνωσης του χρόνου εργασίας: η θεσμοθετημένη υπερεργασία α. Η έννοια της θεσμοθετημένης υπερεργασίας και η ρύθμιση της από το άρθρο 1 του ν.3385/2005 β. Η κατάργηση της θεσμοθετημένης υπερεργασίας από το άρθρο 4 του ν.2874/2000 και η αντικατάσταση της από την ιδιόρρυθμη υπερωρία γ. Η υπερεργασιακή απασχόληση στο ελαστικό σύστημα οργάνωσης του χρόνου εργασίας δ.η παροχή υπερεργασιακής απασχόλησης ως υποχρέωση και δικαίωμα του εργαζόμενου. ΙΙ. Η υπερωριακή απασχόληση 1. Η έννοια της υπερωριακής απασχόλησης 2. Όροι πραγματοποίησης της νόμιμης υπερωριακής απασχόλησης 3. Η αμοιβή της νόμιμης υπερωριακής απασχόλησης 4. Αποζημίωση για παράνομη υπερωριακή απασχόληση 5.Οι συμφωνίες των μερών για την αμοιβή της υπερωριακής απασχόλησης 6. Ποινικές κυρώσεις για παραβίαση της νομοθεσίας για τα χρονικά όρια εργασίας 7. Η υπερωριακή απασχόληση στο ελαστικό σύστημα οργάνωσης του χρόνου εργασίας 8. Η παροχή υπερωριακής απασχόλησης ως υποχρέωση και δικαίωμα του εργαζόμενου ΙΙΙ. Άλλες περιπτώσεις υπέρβασης των χρονικών ορίων εργασίας. 1. Η εργασία κατά την έκτη ημέρα της εβδομάδας (Σάββατο ή άλλη ημέρα αναπαύσεως) στο σύστημα της πενθήμερης απασχόλησης 2. Η εργασία κατ ημερα Κυριακή ή αργία

Γ. ΤΕΛΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ Α. ΕΙΣΑΓΩΓΗ: Η υπερβάση των χρονικών ορίων εργασίας με παροχή από τον εργαζόμενο πρόσθετης κατά χρονική ποσότητα εργασίας με πρόσθετη αμοιβή, μπορεί να έχει την μορφή της κατά κυριολεξία υπέρβασης του νόμιμου χρόνου εργασίας, υπερωρία, της υπέρβασης του νόμιμου χρόνου εργασίας επαγγελματικής προέλευσης, θεσμοθετημένη υπερεργασία, καθώς και της υπέρβασης του συμβατικού ωραρίου, απλή υπερεργασία. Το θέμα της υπέρβασης των χρονικών ορίων εργασίας έχει κεφαλαιώδη σημασία για τον εργαζόμενο σε καθεστώς εξάρτησης. Αυτό συνδέεται άμεσα με την ψυχική και σωματική του υγεία, καθώς η εξάντληση της εργασιακής του δύναμης αφενός θέτει σε κίνδυνο την σωματική του ακεραιότητα, την υγεία και την ψυχική του ισορροπία και αφετέρου εμποδίζει την ομαλή κοινωνικοποίηση του, καθορίζοντας την ποσότητα και την ποιότητα του ελεύθερου χρόνου του και αποκόπτοντας τον από το οικογενειακό του περιβάλλον και τον κοινωνικό του περίγυρο, ενώ παράληλλα συνδέεται και με τις απολαβές του για την παρεχόμενη πέραν του «κανονικού» του ωραρίου εργασίας. Από την πλευρά του εργοδότη το ζήτημά αυτό συνδέεται με την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα της επιχείρησης του. Παράλληλα, η ρύθμιση της υπέρβασης των χρονικών ορίων εργασίας από τους κοινωνικούς εταίρους και τον κρατικό νομοθέτη επηρεάζει και αντικατοπτρίζει την κοινωνική και οικονομική πολιτική της κάθε πολιτείας. Στην Ελλάδα ρύθμισεις σχετικά με την υπέρβαση των χρονικών ορίων εργασίας εισήχθησαν μέσω της συλλογικής διαπραγμάτευσης και της σύναψης σ.σ.ε., ενώ ειδικές διατάξεις δημόσιας τάξης προβλέφθηκαν και από τον ίδιο τον κρατικό νομοθέτη. Τα δύο αυτά συστήματα λειτούργησαν και λειτουργούν παράλληλα, ενώ με το νόμο 2874/200 και εν συνεχεία με το νόμο 3385/2005, ο οποίος τον αντικατέστησε, αναγνωρίστηκε και νομοθετικά το νόμιμο ωράριο επαγγελματικής προέλευσης. Με το νόμο 1892/1990 ξεκίνησε μια νέα περίοδος στον χώρο του εργατικού δικαίου για την απασχόληση με την εισαγωγή, υποτυπωδώς καταρχήν, των ευέλικτων μορφών οργάνωσης

της εργασίας δίπλα στο παραδοσιακό σύστημα οργάνωσης του χρόνου εργασίας. Ακολούθησαν οι νόμοι ν. 2639/98, 2874/2000 και 3385/2005 με τους οποίους επιδιώκεται η ενίσχυση της ευελιξίας στις εργασιακές σχέσεις 1. ΙΙ. Ο ΧΡΟΝΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΩΣ ΒΑΣΙΚΗ ΕΝΝΟΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ ΤΩΝ ΧΡΟΝΙΚΩΝ ΟΡΙΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Όπως γίνεται αντιληπτό το ζήτημα της υπέρβασης των χρονικών ορίων εργασίας συνδέεται αναπόσπαστα με το ευρύτερη έννοια του χρόνου εργασίας. Για τον λόγο αυτό οποιαδήποτε αναφορά στο ζήτημα της υπέρβασης των χρονικών ορίων εργασίας δεν μπορεί να γίνει χωρίς την προηγούμενη αναφορά στην έννοια του χρόνου εργασίας και στα βασικά του χαρακτηριστικά 1. Η έννοια του χρόνου εργασίας Χρόνος εργασίας είναι ο χρόνος κατά τον οποίο ο μισθωτός υποχρεούται και δικαιούται να προσφέρει πραγματικά την εργασία του στον εργοδότη 2, ο χρόνος κατά τον οποίο αυτός είναι στην διάθεση του εργοδότη για να απασχοληθεί 3. O χρόνος εργασίας αποτελεί συστατικό στοιχείο της εργασίας 4 κατατάσσοντας αυτήν στις διαρκείς συμβάσεις και αποτελώντας στοιχείο μέτρησης της έκτασης εργασίας αλλά και την συνηθέστερη βάση προσδιορισμού της οφειλόμενης για την παρεχόμενη από τον εργαζόμενο εργασία αμοιβής. 2. Η οργάνωση του χρόνου εργασίας α. Η έναρξη και η λήξη του χρόνου εργασίας, τα διαλλείματα εργασίας 1 ΑΠ 5187/1994 ΔΕΝ 1995.21 2 Χ.Γκούτος-Γ.Λεβέντης, Εργατική νομοθεσία, 1988, σ.181 και Ι.Ληξουριώτης, Ατομικές Εργασιακές σχέσεις, εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη, 2005, σ. 328 3 Ι.Κουκιάδης, Εργατικό Δίκαιο, εκδ.σάκκουλας, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, 2005, σ. 374 4 Ι. Κουκιάδης, ό.π., σ. 373

Κρίσιμα σημεία για την υπολογισμό του συνολικού χρόνου απασχόλησης του εργαζόμενου σε έναν εργοδότη και την διαπίστωση της υπέρβασης ή μη των χρονικών ορίων εργασίας είναι τα χρονικά σημεία έναρξης και λήξης του χρόνου εργασίας, καθώς και τα διαλλείματα εργασίας. Αυτά καθορίζονται στο νόμο και στη νομολογία ως ακολούθως: Στο άρθρο 14 παρ.1 του π.δ της 27.6/4.7.1932 «περί κωδικοποιήσεως και συμπληρώσεως των περί οκταώρου εργασίας διατάξεων» ορίζεται ότι στον χώρο της βιομηχανίας ως ώρες εργασίας θεωρούνται οι πραγματικές, στις οποίες δεν περιλαμβάνονται οι διακοπές και τα διαλείμματα εργασίας. Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 1 του π.δ. 1037/71 που περιλαμβάνει ρυθμίσεις για τα καταστήματα, χρόνος εργασίας είναι ο χρόνος από την έναρξη μέχρι το πέρας αυτής, χωρίς σε αυτόν να συμπεριλαμβάνονται οι διακοπές ή τα διαλείμματα εργασίας ή αναπαύσεως και ο χρόνος μεταβάσεως του μισθωτού στον τόπο της εργασίας, ασχέτως αν παρέχονται από τον εργοδότη μεταφορικά μέσα για τον σκοπό αυτό, εκτός αντιθέτου συμφωνίας. Η προσωρινή απομάκρυνση του εργαζόμενου από τον τόπο παροχής της εργασίας του για φυσική του ανάγκη ή λόγω καταφανούς κινδύνου συμπεριλαμβάνεται στον χρόνο εργασίας του. Σύμφωνα με την νομολογία και σε ερμηνεία και εφαρμογή των παραπάνω διατάξεων, ο χρόνος μετάβασης του εργαζομένου προς και από τον τόπο εργασίας του, ακόμη και όταν αυτή γίνεται με μεταφορικά μέσα του εργοδότη 5, δεν περιλαμβάνεται στον χρόνο εργασίας, αλλά αποτελεί στοιχείο της υποχρέωσης του εργαζόμενου για παροχή της εργασίας του στον εργοδότη. Εξάλλου, κατά τον χρόνο αυτό ο εργαζόμενος δεν προσφέρει πραγματικά την εργασία του στον εργοδότη του, αλλά αξιοποιεί αυτόν για τον εαυτό του προκειμένου να αναλάβει την εργασία του 6. Επίσης, δεν περιλαμβάνεται στον χρόνο παροχής εργασίας ο χρόνος που απαιτείται για την προπαρασκευή του εργαζόμενου για να παράσχει την εργασία του, όπως για αλλαγή ρούχων, ο χρόνος προετοιμασίας για την αναχώρηση αυτού από την εργασία του 7 και ο χρόνος του φαγητού 8. Στην περίπτωση που ο εργαζόμενος κατά την είσοδό του στον τόπο παροχής της εργασίας του 5 ΑΠ 251/1984 ΔΕΝ 41.278 6 ΑΠ 21/1984 ΔΕΝ 41. 67, ΑΠ 26/1960 ΔΕΝ 16.138 και Ι. Κουκιάδης, ό.π., σ. 378 7 ΑΠ 50/1971 ΔΕΝ 27.481 8 Χ.Γκούτος, Γ.Λεβέντης, Αντ.Ταμπάκης, Εργατική Νομοθεσία, 7 η έκδοση 1988 σ.180

απαιτείται να υπογράφει σχετικό βιβλίο εργασίας ή να χτυπήσει την κάρτα εργασίας του, θεωρείται ότι παρέχει την εργασία του από εκείνη την στιγμή ακόμη και αν αυτός θα πρέπει μέσα στον χώρο εργασίας του να προετοιμαστεί για την εργασία του ή θα χρειαστεί κάποιο χρόνο για να μεταφερθεί στην συγκεκριμένη θέση εργασίας του. Αντίθετα, συμπεριλαμβάνεται στον χρόνο παροχής εργασίας ο χρόνος που ο εργαζόμενος δαπανεί προκειμένου να μεταβεί από ένα τόπο παροχής της εργασίας τους σε άλλο τόπο παροχής αυτής. Σε περίπτωση παροχής εργασίας εκτός έδρας μάλλον θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι τόσο ο χρόνος μεταφοράς του προς και από τον τόπο παροχής της εργασίας του όσο και ο χρόνος παραμονής του στον τόπο μετάβασης του συμπεριλαμβάνονται μέσα στην ειδική αποζημίωση που αυτός παίρνει για την εργασία του εκτός έδρας. Αν βέβαια απασχοληθεί υπερωριακά, νύχτα, Κυριακή ή σε εξαιρέσιμη ημέρα θα πρέπει να αμειφθεί σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές. Όλα τα παραπάνω ισχύουν με την επιφύλαξη της ύπαρξης μεταξύ του εργοδότη και του εργαζόμενου αντίθετης συμφωνίας, την ύπαρξη επιχειρησιακής συνήθειας, πρακτικής ή εθίμου, σ.σ.ε. ή κανονισμού εργασίας 9, 10. Επιπλέον, παρά την διατύπωση του νόμου για πραγματική παροχή εργασίας, κατά την διάρκεια του χρόνου εργασίας του ο εργαζόμενος αρκεί να είναι διαθέσιμος να προσφέρει την συμφωνημένη εργασία χωρίς να είναι απαραίτητο για την προσήκουσα εκπλήρωση της κύριας αυτής υποχρέωσης του και πραγματική προσφορά της αυτής. Η αξιοποίηση της εργασιακής του δύναμης σε όλη την διάρκεια του χρόνου εργασίας εξαρτάται από τον εργοδότη, ο οποίος διαθέτει σχετικό προς τούτο δικαίωμα. Ακόμη, λοιπόν, και αν ο εργαζόμενος δεν απασχολήθηκε ενεργά κατά την διάρκεια του χρόνου εργασίας του, ο εργοδότης είναι υποχρεωμένος να του καταβάλλει το σύνολο του συμφωνημένου μισθού του, εκτός αν υπάρχει αντίθετη συμφωνία ή ο 9 Στο άρθρο 14 παρ.1 του π.δ της 27.6/4.7.1932 «περί κωδικοποιήσεως και συμπληρώσεως των περί οκταώρου εργασίας διατάξεων» ορίζεται ότι στον χώρο της βιομηχανίας ως ώρες εργασίας θεωρούνται οι πραγματικές, στις οποίες δεν περιλαμβάνονται οι διακοπές και τα διαλείμματα εργασίας. Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 1 του π.δ. 1037/71 που περιλαμβάνει ρυθμίσεις για τα καταστήματα στην διάρκεια εργασίας δεν συμπεριλαμβάνονται οι διακοπές ή τα διαλείμματα εργασίας ή αναπαύσεως και ο χρόνος μεταβάσεως του μισθωτού στον τόπο της εργασίας, ασχέτως αν παρέχονται από τον εργοδότη μεταφορικά μέσα εκτός αντιθέτου συμφωνίας. 10 Αν. Χαλαμάνης, Αι διακοπαί εργασίας, ΔΕΝ 3.404 επ.

εργαζόμενος αμείβεται με βάση τις μονάδες εργασίας που πραγματοποιεί. Ο εργαζόμενος δεν αποκτά δικαίωμα για υποαπασχόληση 11. β. Η κατανομή του χρόνου εργασίας Η κατανομή του χρόνου εργασίας μέσα στο 24ωρο ρυθμίζεται είτε από κανόνες αναγκαστικού δικαίου αμφιμερώς δεσμευτικούς για τα μέρη είτε απευθείας από τα ίδια τα ενδιαφερόμενα μέρη. Όταν η κατανομή του χρόνου εργασίας γίνεται από τα ίδια τα μέρη, η μονομερής τροποποίηση της από τον εργοδότη συνιστά μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας της σύμβασης. Στην περίπτωση που δεν υπάρχει ειδική νομοθετική ή συμβατική ρύθμιση, ρητή ή σιωπηρή, ο όρος αυτός εργασίας ρυθμίζεται από τον εργοδότη στα πλαίσια της άσκησης του διευθυντικού του δικαιώματος. Όρια στην άσκηση του δικαιώματος αυτού θέτουν το άρθρο 281 ΑΚ και η αρχή της ίσης μεταχείρισης. Αναφορικά με το ζήτημα της υπέρβασης των χρονικών ορίων εργασίας κρίσιμά είναι το ημερήσιο και νυχτερινό ωράριο 12, το ελαστικό ωράριο 13 καθώς και το πλήρες και το μειωμένο ωράριο 14. 11 Χαρακτηριστική η διαπίστωση του καθηγητή Ι.Κουκιάδη ότι η αναφορά του π.δ. του 1392 σε «πραγματικές ώρες εργασίας» δεν είναι επιτυχής. 12 Ημερήσιο ωράριο εργασίας εφαρμόζεται όταν ο εργαζόμενος απασχολείται στο διάστημα από τις 06.00 π.μ μέχρι τις 22.00 μ.μ, ενώ νυχτερινό ωράριο εργασίας εφαρμόζεται όταν ο εργαζόμενος απασχολείται στο διάστημα από τις 22.00 μ.μ. μέχρι τις 06.00 π.μ. Καταρχάς, είναι ελεύθερη η απασχόληση εργαζόμενων σε νυχτερινή εργασία με εξαίρεση την απαγόρευση της απασχόλησης των ανηλίκων στις βιομηχανικές επιχειρήσεις, και των γυναικών σε κατάσταση εγκυμοσύνης, των λεχώνων και των γαλουχουσών. Έχει δε ο εργοδότης εκ του νόμου υποχρέωση να τροποποιήσει το ωράριο εργασίας των τελευταίων μεταφέροντας τις ώρες εργασίας τους στο ημερήσιο ωράριο, όταν αυτές προσκομίσουν σχετική ιατρική βεβαίωση. Θεωρείται ότι υπάρχει υποχρέωση για παροχή νυχτερινής εργασίας μόνο αν υπάρχει σχετική ρητή συμφωνία μεταξύ των μερών ή αν αυτό προκύπτει από την φύση της εργασίας ή τις περιστάσεις. Η μετατροπή από τον εργοδότη της νυχτερινής εργασίας σε ημερήσια είναι δυνατή, εκτός αν υπάρχει αντίθετη συμφωνία, ρητή ή σιωπηρή βλ. Ι.Κουκιάδης, ό.π., σ.436 και Χ.Γκούτος-Γ.Λεβέντης-Αντ.Ταμπάκης, ό.π, σ.181 13 Ελαστικό ωράριο εργασίας εφαρμόζεται όταν ο χρόνος παροχής της εργασίας δεν είναι σταθερός και οι ώρες και ημέρες εργασίας δεν είναι προκαθορισμένες, κατανεμημένες σε σταθερή επαναλαμβανόμενη βάση, αλλά μεταβάλλεται με βάση συγκεκριμένα κριτήρια. Σε περίπτωση πρόβλεψης ελαστικού ωραρίου ο εργαζόμενος έχει την δυνατότητα να επιλέξει τον χρόνο έναρξης και λήξης του χρόνου εργασίας ανάλογα με τις προσωπικές του ανάγκες. Το σύστημα αυτό μπορεί να εφαρμοστεί τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα. 14 Πλήρες ωράριο εργασίας εφαρμόζεται όταν παρέχεται εργασία σε καθεστώς πλήρους απασχόλησης, η οποία καλύπτει όλη τη διάρκεια του νόμιμου ή συμβατικού ωραρίου και για την οποία οφείλεται πλήρης μισθός. Πλήρης μισθός οφείλεται και όταν ο εργοδότης καθίσταται για οποιοδήποτε λόγω υπερήμερος ως προς την αποδοχή της εργασίας κατ άρθρο 656 ΑΚ. Μειωμένο ωράριο εργασίας εφαρμόζεται όταν η εργασία παρέχεται στα πλαίσια συμφωνίας για μερική απασχόληση, για απασχόληση, δηλαδή, μικρότερη από την

3. Οι διακρίσεις του χρόνου εργασίας Ο χρόνος εργασίας διακρίνεται σε νόμιμο χρόνο εργασίας κρατικής προέλευσης, νόμιμο χρόνο εργασίας νομοθετικής προέλευσης και σε συμβατικό. Η κατά χρόνο υπέρβαση κάθε μιας από αυτές τις κατηγορίες προσδίδει στην πρόσθετη απασχόληση του μισθωτού ιδιαίτερο νομικό χαρακτήρα. Ειδικότερα: α. Ο νόμιμος χρόνος εργασίας α.α. Η έννοια του νόμιμου χρόνου εργασίας και οι βάσεις κατανομής του Νόμιμος χρόνος εργασίας είναι ο χρόνος εργασίας που καθορίζεται από νόμο, με την ουσιαστική έννοια του όρου, ήτοι από νόμο, υπουργική απόφαση, κανονιστική διοικητική πράξη κατ εξουσιοδότηση νόμου και κανονισμό που εκδόθηκε κατ εξουσιοδότηση νόμου 15. Οι διατάξεις που αφορούν το χρόνο εργασίας είναι αναγκαστικού δικαίου και εφαρμόζονται ανεξάρτητα από την ύπαρξη και το κύρος της σύμβασης εργασίας 16. Η απασχόληση πέραν του νόμιμου χρόνου εργασίας, και μάλιστα του ημερήσιου, χαρακτηρίζεται ως υπερωρία, όπως θα αναλυθεί παρακάτω, Μορφή του νόμιμου χρόνου εργασίας είναι και αυτός ο οποίος καθορίστηκε με έθιμο, που μπορεί να είναι και επιχειρησιακό. Αυτός ισχύει μόνο όταν είναι ευνοϊκότερος για τον εργαζόμενο από το νόμιμο χρόνο εργασίας 17. Κάθε μεταβολή του ισχύοντος εθιμικού χρόνου εργασίας από τον εργοδότη χωρίς την συναίνεση του εργαζόμενου αποτελεί μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας του. Ρητή αναφορά στον εθιμικό ωράριο γίνεται στο άρθρο 18 του π.δ. της 8.4.1932, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 7 του αν. 547/37 για τους υπαλλήλους γραφείων, στο οποίο ορίζεται κανονική με αντίστοιχα μικρότερες αποδοχές βλ.στ. Βλαστός, Ατομικό Εργατικό Δίκαιο, Αντ.Σάκκουλας, 2004, σ.493 και Ι.Κουκιάδης, ό.π., σ.409 επ. 15 Ι.Κουκιάδης. ό.ο., σ.379, Στ. Βλαστός, Ατομικό Εργατικό Δίκαιο, τόμος Ι,1999, σ.492,χ. Γκούτος, Εργατικό Δίκαιο, 1999, σ.288 16 ΑΠ 587/1994 ΔΕΝ 1995.21, ΑΠ 1188/1990 ΕΕΔ 50.375, ΑΠ 346/1970 ΔΕΝ 26.488, ΑΠ 447/1969 ΕΕργΔ 28.860, 17 Ν.Σ.Κ. 308/57 ΔΕΝ 13.361

ότι όπου με έθιμο έχει καθιερωθεί ωράριο εργασίας μικρότερο από το νόμιμο, ισχύει αυτό. Μονάδες μέτρησης του νόμιμου χρόνου εργασίας αποτελούν ο ημερήσιος, ο εβδομαδιαίος και ο ωριαίος χρόνος εργασίας. Ειδικότερα: Ως ημερήσιος νόμιμος χρόνος εργασίας (ημερήσια εργασία) νοείται ο ανώτατος επιτρεπόμενος από το νόμο χρόνος παροχής εργασίας κατά την διάρκεια μιας ημέρας, όπως αυτή ορίζεται κατά το πολιτικό ημερολόγιο, ήτοι μέσα στο 24ωρό από μεσονύκτιο σε μεσονύκτιο 18. Αυτός αποτελεί τον πρωτογενή χρόνο εργασίας, την βάση για τον υπολογισμό την ημερήσιας υπέρβασης των χρονικών ορίων εργασίας 19. Ως εβδομαδιαίος νόμιμος χρόνος εργασίας (εβδομαδιαία εργασία) νοείται ο ανώτατος επιτρεπόμενος εβδομαδιαίος χρόνος απασχόλησης που παρέχεται από το πρωί της Δευτέρας (00.00) μέχρι και το βράδυ της Κυριακής (24.00), και ουσιαστικά κατά τις εργάσιμες ημέρες της εβδομάδας, ήτοι από την Δευτέρα έως και το Σάββατο, τόσο στο σύστημα της απασχόλησης των έξι εργάσιμων ημερών όσο και στο σύστημα της πενθήμερης απασχόλησης 20. Στην εργασία αυτή δεν συνυπολογίζεται η απασχόληση του μισθωτού σε ημέρα Κυριακή και αργία. Ο εβδομαδιαίος χρόνος εργασίας αποτελεί παράγωγη μονάδα κατανομής του χρόνου εργασίας καθώς έχει ως βάση του τον ημερήσιο χρόνο εργασίας. Ως ωριαίος χρόνος εργασίας νοείται η παρεχομένη κατά την διάρκεια της ώρας εργασία. Ο ωριαίος χρόνος εργασίας αποκτά ιδιαίτερη σημασία με τις νέες ρυθμίσεις για την ευελιξία στην εργασία 21. Ο νόμιμος χρόνος εργασίας αποτελεί την ανώτατη επιτρεπόμενη διάρκεια απασχόλησης του εργαζόμενου σε οποιοδήποτε εργοδότη. Σύμφωνα με το άρθρο 16 Π.Δ. 27-6/4.7.32 ο εργοδότης δεν επιτρέπεται να απασχολεί την ίδια ημέρα εργασίας εργάτη ή υπάλληλο που εργάστηκε σε 18 Χ.Χαλαμάνη, Η υπερωριακή απασχόληση των μισθωτών, ΔΕΝ 57.401 επ. και Χ.Γκούτος, Γ.Λεβέντης, Αντ.Ταμπάκης, ό.π., σ.180 19 Λ. Ντάσιος, Εργατικό Δικ/κο Δίκαιο, ΑI, 4 η έκδοση, 1995, σ. 939- Χ.Χαλαμάνης, Η υπερωριακή απασχόληση των μισθωτών, ΔΕΝ 57 σ.401 επ.- Χ.Γούτου, Γ.Λεβέντη, Αντ. Ταμπάκη. ό.π., σ. 180 20 Υποστηρίζεται ότι για τους εργαζόμενους για τους οποίους εφαρμόζεται το σύστημα της πενθήμερης απασχόλησης ως εβδομαδιαία εργασία λογίζεται αυτή που παρέχεται κατά τις εργάσιμες ημέρες της εβδομάδας χωρίς να συνυπολογίζονται σε αυτές η εργασία κατά την ημέρα της αναπαύσεως του μισθωτού, η οποία θα πρέπει αν ρυθμίζεται αυτοτελώς και όχι σε συσχετισμό με τις εργάσιμές ημέρες της εβδομάδας. Μετζητάκος, ό.π., σ. 251 21 Ι.Κουκιάδης, ό.π., σ. 381

άλλο εργοστάσιο ή τόπο παροχής εργασίας ολόκληρο το νόμιμο ωράριο εργασίας του. Μπορεί μονάχα να απασχολεί εργαζόμενους που απασχολήθηκαν σε άλλο εργοδότη λιγότερες ώρες από το ανώτατο επιτρεπτό νόμιμο ημερήσιο ωράριο εργασίας και μέχρι την συμπλήρωση αυτού. Κατά συνέπεια, η παροχή υπηρεσιών την ίδια ημέρα σε δεύτερο εργοδότη μετά την παροχή κατά πλήρες ωράριο της κυρίας εργασίας του απαγορεύεται. Συμφωνία για παροχή της εργασίας αυτής μετά την εξάντληση του νομίμου ωραρίου είναι άκυρη, ακόμη και όταν οι όροι που προβλέπονται είναι ιδιαίτερα ευνοϊκοί για τον εργαζόμενο 22 καθώς οι ρυθμίσεις που την απαγορεύουν είναι, όπως προαναφέραμε, κανόνες δημόσιας τάξης 23, όπως και οι διατάξεις του α.ν. 539/45, ενώ οι τυχόν οφειλόμενοι δεδουλευμένοι μισθοί αναζητούνται με τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό 24. Μεταξύ των δύο ή περισσότερων συμβάσεων εργασίας ως έγκυρη θεωρείται η κυρίως παρεχόμενη και ως άκυρη αυτή η οποία παρέχεται δευτερευόντως και καθ υπέρβαση του νόμιμου ωραρίου 25. Με τον τρόπο αυτό εμποδίζεται η πολλαπλή πλήρης απασχόληση 26. Φυσικά, όταν ο μισθωτός απασχολείται σε περισσότερες εργασίες μέσα στο νόμιμο ημερήσιο ωράριο τότε οι περισσότερες αυτές συμβάσεις εργασίας είναι έγκυρες 27. Στο παραδοσιακό σύστημα οργάνωσης του χρόνου εργασίας ο νόμιμος ημερήσιος χρόνος εργασίας είναι δεσμευτικός και δεν υπάρχει δυνατότητα καταρχήν συμψηφισμού των περισσότερων ωρών εργασίας μιας ημέρας ή μιας εβδομάδας με τις λιγότερες άλλης ημέρας ή εβδομάδας. Ως βάση για την υπέρβαση λαμβάνεται ο ημερήσιος χρόνος εργασίας και δευτερευόντως ο εβδομαδιαίος. Μονάχα κατ εξαίρεση για ορισμένες κατηγορίες επιχειρήσεων λόγω της φύσης και του τρόπου λειτουργίας τους ο καθορισμός του νόμιμου χρόνου εργασίας γίνεται με βάση τον μέσο όρο του εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας. Καθιερώνεται, δηλαδή, η αρχή του συμψηφισμού των 22 ΑΠ 581/79 ΕΕΔ 39.5, ΑΠ 442/64 ΕΕΔ 3.906, ΑΠ 413/80 ΝοΒ 28.1763, ΑΠ 413/1980 ΔΕΝ 36.444, ΑΠ 60/62 ΔΕΝ 18.389, ΑΠ 4767/62 ΔΕΝ 18.908 23 Χ. Γκούτος, ΔΕΝ 34.195 24 Λαναράς, Νομοθεσία Εργατική και Ασφαλιστική, σ. 21, 62, 286 και ΕΑ 6676/73 ΝοΒ 22. 816 25 ΑΠ 442/64 ΔΕΝ 20.688 26 Σε περίπτωση που δεν υπάρχει ειδική νομοθετική ρύθμιση υπάρχει υποχρέωση παράλειψης της πρόσθετης παράλληλης απασχόλησης σε άλλο εργοδότη όταν λόγω αυτή δεν παρέχει προσηκόντως η οι υποχρεώσεις προς τον αρχικό εργοδότη ή όταν η δραστηριότητα αυτή είναι ανταγωνιστική. 27 ΑΠ 6187/69 ΔΕΝ 26.233, ΑΠ 465/63 ΔΕΝ 20.688

περισσότερων ωρών εργασίας της μιας εβδομάδας με τις λιγότερες ώρες εργασίας άλλης εβδομάδας. Η αρχή αυτή εφαρμόζεται ειδικότερα, στις επιχειρήσεις όπου οι εργαζόμενοι απασχολούνται με εναλλασσόμενες βάρδιες, σύμφωνα με το άρθρο 7 του π.δ. 27.6./4.7.1932, τόσο με το σύστημά της απασχόλησης των έξι ημερών όσο και με το σύστημά της πενθήμερης απασχόλησης, μετά από ανάλογη προσαρμογή του συστήματος εναλλαγής της εργασίας, εφόσον στις επιχειρήσεις αυτές έχει γίνει κατανομή του προσωπικού σε βάρδιες, οι οποίες απασχολούνται κατ εναλλαγή 28 και στις επιχειρήσεις διαρκούς πυράς, αυτές, δηλαδή, που λειτουργούν με εναλλασσόμενες βάρδιες ολόκληρο το 24ωρό χωρίς διακοπή, σύμφωνα με το άρθρο 8 του π.δ. 27.6/9.7.1932 29, εφόσον εναλλάσσονται οι βάρδιες κάθε εβδομάδα, έτσι ώστε οι εργαζόμενοι να μην απασχολούνται για δύο συνεχόμενες εβδομάδες νύκτα, και να εξασφαλίζεται κάθε εβδομάδα σε όλους τους εργαζόμενους 24ωρη ανάπαυση (ρεπό) την Κυριακή ή άλλη ημέρα της εβδομάδας 30. Και σε αυτές τις περιπτώσεις η υπέρβαση των χρονικών ορίων εργασίας αντιμετωπίζεται με ιδιαίτερο τρόπο. Οι ανωτέρω περιορισμοί αφορούν αποκλειστικά τις συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας, ενώ δεν επηρεάζουν τις συμβάσεις ανεξάρτητων υπηρεσιών ή την απασχόληση των ελευθέρων επαγγελματιών. β.β. Η καθιέρωση του κανόνα του 8ώρου. Ο νόμιμος χρόνος εργασίας όπως καθορίζεται σήμερα υπό το καθεστώς ισχύος του ν.3385/2005 Με μια σειρά από νόμους, π.δ και υ.α ρυθμίστηκε στην Ελλάδα σταδιακά το ημερήσιο και εβδομαδιαίο νόμιμο ωράριο εργασίας κρατικής προέλευσης για όλες σχεδόν τις κατηγορίες εργαζομένων, χωρίς, όμως να έχει μέχρι σήμερα επιτευχθεί η καθιέρωση ενός καθολικού συστήματος διαμόρφωσης του χρόνου εργασίας. Το πρώτο νομοθέτημα που ρύθμιζε 28 ΑΠ 394/1982 ΔΕΝ 38,950, ΑΠ 809/1990 ΔΕΝ 48,1162 29 Σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 2 του π.δ. του 32 «ως συνεχούς λειτουργίας εργοστάσιο ή τμήμα εργοστασίου ή έργα συνεχούς λειτουργίας θεωρούνται εκείνα στα οποία η διάρκεια της ημερήσιας πραγματικής εργασίας των εργαζομένων υπερβαίνει τις 10 ώρες». 30 Αν ο μισθωτός εργαστεί σε ημέρα Κυριακή ή νύχτα η απασχόληση του αυτή δεν συνιστά παράνομη υπερωρία, ανεξάρτητα με το αν η απασχόληση είναι παράνομη ή νόμιμη. Θα πρέπει, όμως, ο εργοδότης να του καταβάλει το ωρομίσθιο του για τις ώρες αυτές προσαυξημένο κατά τη νόμιμη προσαύξηση για εργασία σε ημέρα Κυριακή, αργία ή νύχτα

ζητήματα χρόνου εργασίας και εισήγαγε τον κανόνα του 8ώρου ως νομίμου ημερήσιου χρόνου εργασίας και παράγωγα το 48ωρου ως εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας για τον τομέα της βιομηχανίας ήταν ο ν. 2269/1920 που κύρωσε την Διεθνή Συνδιάσκεψη Εργασίας της Ουασιγκτώνος «περί περιορισμού των ωρών εργασίας εν ταις βιομηχανικές επιχειρήσεις εις 8 καθ ημέρας και 48 κάθε εβδομάδα». Με το π.δ. 27.6/4.7.1932 «περί κωδικοποιήσεως και συμπληρώσεως των περί 8 ώρου διατάξεων» στην βιομηχανία και στην βιοτεχνία, 1 επαναλήφθηκε και καθιερώθηκε ο παραπάνω κανόνας. Το π.δ αυτό τροποποιήθηκε εκτενώς από το ν.δ 515/70, με το οποίο επήλθαν σημαντικές αλλαγές στις ρυθμίσεις για τα χρονικά όρια εργασίας και στις προϋποθέσεις πραγματοποίησης νόμιμης υπερωριακής απασχόλησης. Εν συνεχεία το ν.δ. 14/24.8.1936 επεξέτεινε σταδιακά τις ρυθμίσεις αυτές και στις άλλες επιχειρήσεις και κατηγορίες εργαζομένων. Το νομοθέτημα με το οποίο εισήχθη η 8ωρη ημερήσια απασχόληση στα καταστήματα είναι το π.δ. 8/13.4.1932 «περί κωδικοποιήσεως των διατάξεων των νόμων περί χρονικών ορίων εργασίας εις τα καταστήματα κλπ» το οποίο αντικαταστάθηκε από το ν.δ 1037/1971. Ακολούθησαν μια σειρά από άλλες νομοθετικές ρυθμίσεις για επιμέρους κατηγορίες εργαζομένων. Με το ν.2874/2000 ο νόμιμος εβδομαδιαίος χρόνος εργασίας περιορίστηκε στις 43 ώρες. Σήμερα ο νόμιμος ημερήσιος χρόνος εργασίας ορίζεται στις 8 ώρες για τις επιχειρήσεις που εφαρμόζουν το σύστημα απασχόλησης των 6 εργάσιμων ημέρων και στις 9 ώρες για τις επιχειρήσεις που εφαρμόζουν το πενθήμερο σύστημα απασχόληση. Ο νόμιμος εβδομαδιαίος χρόνος εργασίας προσδιορίστηκε, με το ν. 3385/2005, ως έναρξη ισχύος του οποίου ορίστηκε η 1/10/2005, στις 45 ώρες για τις επιχειρήσεις που εφαρμόζουν το πενθήμερο σύστημα απασχόλησης και στις 48 ώρες για τις επιχειρήσεις που εφαρμόζουν το σύστημα απασχόλησης των 6 ημέρων (άρθρο 1 παρ.2). Σε σχέση με τα υποκειμενικά όρια ισχύος του άρθρου 1 του ν.3385/2005 πρέπει να σημειωθεί ότι η αναφορά του άρθρου αυτού αποκλειστικά σε «επιχειρήσεις», γεννά, καταρχάς, το ερώτημα αν ο νομοθέτης εντάσσει στο υποκειμενικό πεδίο εφαρμογής του ν. 3385/2005 εκτός από τις κατά κυριολεξία επιχειρήσεις και τους απλούς εργοδότες που δεν ασκούν επιχείρηση. Υποστηρίχθηκε η άποψη ότι ο νομοθέτης συνειδητά χρησιμοποιεί

τον όρο «επιχείρηση» και ως εκ τούτου ο ν. 3385/2005 εφαρμόζεται μονάχα στις περιπτώσεις «επιχειρήσεων»- εργοδοτών υπό την οικονομική έννοια του όρου, όπου επιχείρηση είναι η οργανωμένη ενότητα αγαθών (υλικών ή/ και άυλων) και προσώπων, η οποία συγκροτείται από ένα φορέα με άμεσο σκοπό την παραγωγή ή/ και την διανομή αγαθών ή/ και την παροχή υπηρεσιών και με απώτερο σκοπό είτε την επίτευξη οικονομικού κέρδους είτε την ικανοποίηση άλλων συμφερόντων ή κατ άλλη γνώμη την επίτευξη μόνο οικονομικού κέρδους και δεν εφαρμόζεται σε απλούς εργοδότες που απασχολούν τους εργαζόμενους για την εξυπηρέτηση άλλων σκοπών, όπως η χρησιμοποίηση προσώπου από τον ιδιοκτήτη μιας οικίας για την επισκευή της ή χρησιμοποίηση ενός ξεναγού κλπ. Οι υποστηρικτές της άποψης αυτής προβάλλουν, εύλογα καταρχήν, το επιχείρημα ότι συχνά ο νομοθέτης χρησιμοποιεί σκόπιμα την έννοια της επιχείρησης προκειμένου να την αντιδιαστείλει προς την έννοια του απλού εργοδότη. Η ίδια δε η από 26.2.1975 ε.γ.σ.σ.ε. αναφέρει παράλληλα τους γενικότερους όρους «εκμεταλλεύσεις» «επιχειρήσεις» «και «εργασίες» διακρίνοντας της έννοιες αυτές μεταξύ τους 31. Ως αντίλογος στην άποψη αυτή προβάλλεται από άλλη μερίδα της θεωρίας το επιχείρημα ότι καμία σκοπιμότητα δημοσίου συμφέροντος δεν δικαιολογεί την διαφοροποίηση στην εφαρμογή του άρθρου, ούτε προκύπτει από το όλο κείμενο και το πνεύμα του νόμου βούληση του νομοθέτη να εφαρμοστεί το άρθρο αυτό μονάχα στις κατά κυριολεξία επιχειρήσεις. Αντίθετα, η ενιαία εφαρμογή του επιβάλλεται από την αρχή της ισότητας. Ορθότερη κατά την γνώμη μας και επιεικέστερη για τους εργαζόμενους είναι η δεύτερη αυτή άποψη για μια διασταλτική ερμηνεία της έννοιας της επιχείρησης, έτσι ώστε ο ν. 3385/2005 να εφαρμόζεται για κάθε εργαζόμενο που παρέχει την εργασία του υπό καθεστώς εξάρτησης, ανεξάρτητα από τον εργοδότη του 32. Επιπλέον, η αναφορά της παρ.1 του άρθρου αυτού σε επιχειρήσεις όπου εφαρμόζεται «το συμβατικό ωράριο των 40 ωρών» γεννά το ερώτημα αν ο νόμος αυτός εφαρμόζεται μονάχα στις επιχειρήσεις όπου ισχύει το συμβατικό σύστημα των 40 ωρών εβδομαδιαίας απασχόλησης ή εφαρμόζεται και στις επιχειρήσεις όπου εφαρμόζεται μεγαλύτερος χρόνος εργασίας. 31 Χ. Γκούτος, Υπερωρίες και Υπερωριακή αμοιβή, ΔΕΝ 57.322 32 Ι.Ληξουριώτης, ΔΕΕ 4.360

Ορθότερη φαίνεται η άποψη ότι οι επιχειρήσεις όπου εφαρμόζεται συμβατικό σύστημα άνω των 40 ωρών αποκλείονται από την εφαρμογή του νόμου αυτού 33. Αντίθετα, θα πρέπει να γίνει δεκτό, ότι ο ν. 3385/2005 εφαρμόζεται στις επιχειρήσεις όπου ο συμβατικός εβδομαδιαίος χρόνος εργασίας είναι μικρότερος των 40 ωρών για την απασχόληση, όμως, πέραν της 40 ης ώρας εργασίας εβδομαδιαίως. Για την απασχόληση μέχρι του νόμιμου ωραρίου επαγγελματικής προέλευσης των 40ωρών οφείλεται πρόσθετη αμοιβή σύμφωνα με τους όρους του 659 ΑΚ, όπως αναλυτικότερα εκτέθηκε παραπάνω 34, 35. Παράλληλα, υφίστανται μια σειρά από ειδικές διατάξεις για συγκεκριμένες κατηγορίες επιχειρήσεων και εργαζομένων, οι οποίες εισάγουν εξαιρέσεις όσον αφορά την διάρκεια του νόμιμου ημερήσιου και εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας άλλοτε ευνοϊκότερες και άλλοτε δυσμενέστερες για τους εργαζόμενους. Οι δυσμενέστερες ρυθμίσεις εξακολουθούν να ισχύον μονάχα για τους μισθωτούς οι οποίοι δεν εμπίπτουν στο υποκειμενικό πεδίο εφαρμογής των ε.γ.σ.σ.ε. Ενδεικτικά : Ευνοϊκότερη του 8ώρου είναι η ρύθμιση του χρόνου εργασίας των τραπεζοϋπαλλήλων και των υπαλλήλων μη βιομηχανικών ανωνύμων εταιριών με νόμιμο ωράριο το 7ωρο (και παράγωγα του 42ώρου εβδομαδιαίως) 36, σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ.3 του α.ν. 547/1937 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων τινών των εργατικών νόμων». Το ευνοϊκότερο αυτό ωράριο εφαρμόζεται, επίσης, και στους υπαλλήλους γραφείου βιομηχανικών ανωνύμων εταιριών, ενώ υπόκεινται σε 8ωρή απασχόληση οι απασχολούμενοι σε εργασίες είτε άμεσα παραγωγικές είτε σχετικές με την παραγωγή, όπως η αποθήκευση και η διακίνηση προϊόντων. 37, 38. Το νόμιμο ωράριο εργασίας του προσωπικού του δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ και των ΟΤΑ που ασχολείται με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου ρυθμίζεται από τα άρθρα 16 του ν.1199/81 και 12 του 33 Ι.Κουκιάδης, ό.π.,σ. 386 34 Τέτοιες επιχειρήσεις είναι ενδεικτικά οι τράπεζες, οι ασφαλιστικές εταιρίες, οι οικοδομικές επιχειρήσεις, οι γεωτεχνικές επιχειρήσεις, οι ηλεκτροτεχνικές επιχειρήσεις κλπ 35 Απ. Μετζητάκος, ό.π.,σ.257 36 Ι.Ληξουριώτης, Από την υπερεργασία στην ιδιόρρυθμη υπερωριακή απασχόληση και η μείωση του νομίμου χρόνου εργασίας, ΔΕΕ 2001.355 37 Για αυτούς το ωράριο εργασίας περιορίστηκε στις 37 ώρες με την σ.σ.ε. 23.5.2002 38 Ι.Κουκιάδης, ό.π., σ. και ΔΕΝ 1998. 257,318

ν.1476/84 και είναι ίσο με 37,5 ώρες εβδομαδιαίως. Εξαιρούνται εκείνοι που απασχολούνται σε υπηρεσίες οι οποίες λειτουργούν σε 24ωρή βάση ή με την μορφή συνεργείου ή εργοταξίου ή σε εργασίες υπαίθρου για τους οποίους ορίζεται χρόνος εβδομαδιαίας απασχόλησης 39 ωρών. Οι εργαζόμενοι στα ξενοδοχεία καθώς και οι υπάλληλου γραφείων των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων που λειτουργούν με την νομική μορφή των α.ε σύμφωνα με τις ΥΑ 251/1971 και 45750/63. Το νόμιμο εβδομαδιαίο ωράριο των οδηγών φορτηγών και των βοηθών αυτών δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τις 48 ώρες εβδομαδιαίως, όπως αυτό προκύπτει από τον συνδυασμό των διατάξεων του άρθρου 2 του β.δ. της 28-1/4-2-1938 «περί κανονισμού ωρών εργασίας του προσωπικού φορτηγού αυτοκινήτου» το οποίο διακρίνει τα φορτηγά αυτοκίνητα στις κατηγορίες Α, Β και Γ από τις οποίες η κατηγορία Α περιλαμβάνει «τα μη εξυπηρετούντα ορισμένο εργοδότη φορτηγά αυτοκίνητα (αγοραία)»και του άρθρου μονού του Δ 882/1961. Ως προς το ημερήσιο χρόνο εργασίας των οδηγών φορτηγών αυτοκινήτων της κατηγορίας Α και Β αυτών, η διάταξη του άρθρου 2 του ίδιου β.δ., όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο μόνο του β.δ. 882/1961 (Φ.Ε.Κ Α 224) ορίζει ότι η απασχόληση τους δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τις 12 ώρες ημερησίως, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται η καθ εαυτή οδήγηση, που δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τις 8 ώρες ημερησίως, οι στάσεις, οι αναμονές, όλες οι σχετικές με την εκμετάλλευση του αυτοκινήτου εργασίες και η πέρα των 4 ωρών αναμονή στο σταθμό αυτοκινήτων (πιάτσα), ενώ η 8ωρη απασχόληση διακόπτεται επί μία ώρα και ότι μετά την συμπλήρωση της 12ωρης αυτής απασχόληση νέα απασχόληση του οδηγού ή του βοηθού του δεν επιτρέπεται πριν μεσολαβήσει διάστημα 12 ωρών 39. Στα δε αυτοκίνητα Γ κατηγορίας ο ημερήσιος χρόνος εργασίας δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τις 8 ώρες 40. 39 ΑΠ 1673/2005 από το ΤΝΠ της Νόμος, ΑΠ 587/1994 ΕΕργΔ 57.227, 40 Με το άρθρο 13της 12/84 απόφασης του ΔΔΔΔΑ που κηρύχθηκε εκτελεστή με την ΥΑ 12430/1984 ο χρόνος εργασίας των οδηγών αυτοκινήτων ορίστηκε στις 40 ώρες κατά εβδομάδα και με το άρθρο 6 της 40/1985 ΔΔΔΑ καθιερώθηκε η εβδομάδα των 5 εργάσιμων ημερών για τους οδηγούς όλων των φορτηγών αυτοκινήτων. Παρόμοιες ρυθμίσεις προβλέφθησαν για τους οδηγούς τουριστικών λεωφορείων με την από 12-6-2001 σ.σ.ε.

γ.γ. Εξαιρέσεις από την εφαρμογή των ρυθμίσεων για το χρονικά όρια εργασίας Από την εφαρμογή των παραπάνω ρυθμίσεων για τα χρονικά όρια εργασίας, και ως εκ τούτου και από τις ρυθμίσεις για την υπέρβαση των χρονικών ορίων εργασίας, εξαιρούνται ορισμένες κατηγορίες μισθωτών, που ορίζονται ρητά στο νόμο 41. Ειδικότερα: Από το άρθρο 42 παρ. 3 του ν. 3239/1955, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 10 παρ. 12 του ν.δ 3755/1957 προκύπτει ότι οι διατάξεις τις νομοθεσίας περί χρονικών ορίων εργασίας δεν εφαρμόζεται στους απασχολούμενους αμέσως σε γεωργικές εργασίες (καλλιέργεια γεωργικών προϊόντων, κτηνοτροφία, αλιεία και δασικές εργασίες) εκτός αν αυτές ασκούνται από οργανωμένη επιχείρηση. Η εξαίρεση αυτή και προβλέφθηκε και για τον λόγο ότι οι αγροτικές εργασίες λόγω της φύσεως και των συνθηκών τους παρέχονται απρογραμμάτιστα. Κατ εξαίρεση υπάγονται στις ανωτέρω ρυθμίσεις οι εργαζόμενοι της ανωτέρω κατηγορίας εφόσον απασχολούνται αμέσως σε γεωργικές ή κτηνοτροφικές επιχειρήσεις που ασκούνται από εμπορικές εταιρίες, το Δημόσιο ή Ν.Π.Δ.Δ, όπου υπάρχει κατ ανάγκη προγραμματισμός ή υπάγονται στην ασφάλιση του ΙΚΑ, ανεξάρτητα από την μορφή υπό την οποία ασκείται η εκμετάλλευση. Τα ανωτέρω ισχύουν και σε όσους απασχολούνται σε επιχειρήσεις αντικείμενο των οποίων είναι η εκτροφή ιχθύων σε περίκλειστα ύδατα (ιχθυοτροφεία, ιχθυοτροφικοί σταθμοί) 42. Θα πρέπει να σημειώσουμε, όμως, ότι και οι κατηγορίες αυτές εργαζομένων υπάγονται στο υποκειμενικό πεδίο εφαρμογής των ε.γ.σ.σ.ε σύμφωνα με το άρθρο 1 του ν. 1876/1990 και ως εκ τούτου ισχύουν και για αυτούς οι ρυθμίσεις των ε.γ.σ.σ.ε. για τα χρονικά όρια εργασίας. Οποιαδήποτε συμφωνία λοιπόν, εργοδότη και εργαζόμενου αναφορικά με αυτά θα πρέπει να μην καθιστά την θέση του εργαζόμενου δυσμενέστερη σε σχέση με τις ρυθμίσεις των ε.γ.σ.σ.ε. 41 Στ. Βλαστός, Η ατομική σύμβαση εργασίας, εκδ.σάκκουλας, Αθήνα, 2004, 510 42 ΑΠ 637/2005 από το ΤΝΠ της Νόμος, ΕφΠειρ1043/95 ΔΕΝ 1996σ.1167 και Στ. Βλαστός, ό.π., σ. 494

Αντίστοιχα δεν ισχύουν οι διατάξεις για τα χρονικά όρια εργασίας στους οικιακούς μισθωτούς και στους κατ οίκον εργαζόμενους σε κωμοπόλεις κάτω των 6.000 κατοίκων σύμφωνα με το άρθρο 42 ή 49 παρ.2 του ν. 2698/1953 43. Και εδώ βρίσκουν εφαρμογή οι ε.γ.σ.σ.ε. 44 Σύμφωνα με το άρθρο 2 του ν.2269/1920 που κύρωσε την Διεθνή Συνδιάσκεψη Εργασίας της Ουασιγκτώνος από τις περί χρονικών ορίων διατάξεις εξαιρούνται οι διευθυντικοί υπάλληλοι, τα πρόσωπα, δηλαδή, που κατέχουν θέση εποπτείας και διεύθυνσης σε μια επιχείρηση. Τέτοια πρόσωπα είναι οι υπάλληλοι επιχειρήσεων, οι οποίοι λόγω των εξαιρετικών προσόντων και της προς αυτούς εμπιστοσύνης του εργοδότη, ασκούν καθήκοντα γενικότερης διεύθυνσης των υποθέσεων της επιχειρήσεως του εργοδότη ή σημαντικού τομέα αυτής, κατά τρόπον ώστε να επηρεάζουν αποφασιστικά τις κατευθύνσεις και την εξέλιξη της επιχείρησης και να διακρίνονται σαφώς από τους άλλους υπαλλήλους. Ειδικότερα, ασκούν έναντι των άλλων υπαλλήλων πολλά από τα δικαιώματα του εργοδότη, όπως είναι το δικαίωμα πρόσληψης και απόλυσης του προσωπικού της επιχειρήσεως ή η ανάληψη ποινικών ευθυνών για την τήρηση των εργατικών νόμων, επέχουν έναντι αυτού θέση εργοδότη και συνήθως αμείβονται με μισθό σημαντικά ανώτερο από εκείνον με τον οποίο αμείβονται οι άλλοι υπάλληλοι. Έχουν δε ιδιαίτερα διευρυμένα καθήκοντα, τα οποία περιλαμβάνουν εξουσίες και αρμοδιότητες που άπτονται του σκληρού πυρήνα της εργοδοτικής εξουσίας, με αυξημένες ευθύνες που δεν προσιδιάζουν στους συνηθισμένους υπαλλήλους, αλλά αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες επιχειρηματικές του εργοδότη και παίρνω πρώτες αποφάσεις που επηρεάζουν αποφασιστικά τις κατευθύνσεις και την εξέλιξη της επιχείρησης. Τα πρόσωπα αυτά, αφού δεν υπόκεινται στα ισχύοντα όρια για το χρόνο παροχής της εργασίας, δεν δικαιούνται αμοιβή και προσαυξήσεις για υπερεργασιακή ή υπερωριακή απασχόληση 45. 43 ΑΠ 964/1998 ΔΕΝ54,1035, ΑΠ 172/1993 ΔΕΝ 49,650, ΕΠ 667/2001 ΕΕργΔ61,745, ΕΑ 2872/1996 ΔΕΝ 54,342 Γ.Λεβέντης, ΔΕΝ 54.323 και ΔΕΝ 1993.650 44 ΕΦΑΘ 7809/2003 ΔΕΕ 2004/452 45 ΑΠ 117/2006 από το ΤΝΠ της Νόμος, ΑΠ 1030/2005 ΔΕΕ 2006.420, ΑΠ 802/2003 από το ΤΝΠ της Νόμος, ΑΠ 968/2002 ΔΕΕ 2002.727, ΑΠ 70/2002 ΔΕΕ 2002.727, ΑΠ 384/2001 Δνη 43.130, ΑΠ 163/98 Δνη 39.1310, ΑΠ 29/98 ΕΕργΔ 58. 132, ΑΠ 406/98 ΔΕΝ 56.494, ΑΠ 568/98 ΔΕΕ 1999.327, ΑΠ 621/95 ΔΕΝ 52.395, ΑΠ 1123/93 Δνη 36.1048, ΑΠ 674/1991 ΕΕργΔ 51.87, ΑΠ 191/90 ΔΕΝ 47.80, ΑΠ 206/ 87 ΔΕΝ 44.134, ΑΠ 2060/86 ΔΕΝ 44.133 και Μετζητάκο;, ό.π., σ. 397

Ακόμη, εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής των παραπάνω ρυθμίσεων και οι περιοδεύοντες πωλητές, εφόσον δεν ελέγχονται από τον εργοδότη τους ως προς τις ώρες εργασίας 46. Επίσης, οι εργαζόμενοι οι οποίοι τελούν σε κατάσταση απλής ετοιμότητας για εργασία και σε ετοιμότητα για κλίση, έχουν, δηλαδή, αναλάβει την υποχρέωση να περιορίσουν μερικώς την ελευθερία των κινήσεών τους υπέρ του εργοδότη τους, χωρίς να διατηρούν σε εγρήγορση τις σωματικές ή πνευματικές τους δυνάμεις στη διάθεση αυτού κάθε στιγμή, δεν υπόκεινται στις διατάξεις ειδικών νόμων ή συλλογικών συμβάσεων, αναφορικά, εκτός των άλλων, και με τις ρυθμίσεις για την υπέρβαση των χρονικών ορίων εργασίας, εκτός αν συμφωνήθηκε το αντίθετο 47. β. Ο νόμιμος χρόνος εργασίας επαγγελματικής προέλευσης α.α. Η έννοια του νόμιμου χρόνου εργασίας επαγγελματικής προέλευσης Νόμιμος χρόνος εργασίας επαγγελματικής προέλευσης καλείται ο χρόνος εργασίας ο οποίος ορίζεται από τους κοινωνικούς εταίρους μετά από διαδικασία διαπραγματεύσεων με σ.σ.ε. (εθνική, κλαδική, ομοιοεπαγγελματική, επιχειρησιακή) ή με κανονισμό που συνάπτεται με συλλογική σύμβαση. Ο νόμιμος χρόνος εργασίας επαγγελματικής προέλευσης δεν μπορεί να υπερβαίνει το νόμιμο χρόνο εργασίας. Αυτός είναι δυνατόν να μειώνεται ή να αυξάνεται, μέσα στα όρια του νομίμου χρόνου εργασίας κρατικής προέλευσης, με μεταγενέστερες συλλογικές ρυθμίσεις 48. Η απασχόληση πέραν του νόμιμου αυτού χρόνου επαγγελματικής προέλευσης θεωρείται ως υπερεργασιακή, όπως θα αναλύσουμε διεξοδικά κατωτέρω. Πριν από την θέσπιση τον ν.1876/1990 οι ρυθμίσεις που περιέχονταν σε σ.σ.ε. και αφορούσαν το χρόνο εργασίας θα έπρεπε προκειμένου να 46 ΑΠ 230/70 ΔΕΝ 42.17 47 ΑΠ 1219/1998 ΔΕΝ 56,696, ΑΠ 1208/1995 ΔΕΝ 52,160, ΑΠ 1659/1995ΔΕΝ 52,161, ΑΠ 1127/1984 ΕΕργΔ 44,649, ΑΠ 262/1982 ΔΕΝ 1982,719, ΕφΠειρ474/1990 ΕΝΔ 18,214ΕφΑθ 8650/2004 Δ/ΝΗ 2006/563 βλ. και Λ. Ντάσιου, ό.π., σελ. 94 επ., Καρακατσάνη, Ατομ. Εργατ.Δικ., έκδ. 1988, αρ. 16, 33,Χαρ. Γκούτου, Πορίσματα Νομολογίας στο ΔΕΝ 36,496, ΕφΑθ 6002/2004 ΔΕΕ 2005/204, ΕφΠειρ474/1990 ΕΝΔ 18,214 48 ΑΠ 124/98, ΔΕΝ 2000.1529 που ονομάζει «συλλογικό» το ωράριο των 40 ωρών και «νόμιμο» το ωράριο των 48 ωρών

ισχύσουν στις εργασιακές σχέσεις να κυρωθούν από την πολιτεία. Μετά την θέση σε ισχύ του ν. 1876/1990 ο οποίος ορίζει ρητά στο άρθρο 2 παρ. 1 ότι αντικείμενο των συλλογικών συμβάσεων εργασίας μπορούν να είναι εκτός των άλλων και οι όροι λειτουργίας των ατομικών συμβάσεων εργασίας και κατά συνέπεια και οι όροι που αφορούν το χρόνο εργασίας, τα χρονικά όρια εργασίας εμπίπτουν στο αντικειμενικό πεδίο των σ.σ.ε. και αποτελούν αντικείμενο διαπραγματεύσεων και συναπόφασης των κοινωνικών εταίρων. Έτσι, λοιπόν, όπως και οι λοιποί όροι που περιέχονται σε συλλογικές συμβάσεις εργασίας χαρακτηρίζονται ως νόμιμοι όροι. Κρίνεται ως εκ τούτου νομικά αδικαιολόγητη η κρατούσα αντίληψη στην θεωρία και τη νομολογία κατά την οποία ο χρόνος εργασίας που προβλέπεται σε σ.σ.ε ή κανονισμούς που συνάπτονται με συλλογική σύμβαση χαρακτηρίζεται ως συμβατικός χρόνος εργασίας. Ορθότερο φαίνεται να χαρακτηρίζεται ο ρυθμιζόμενος από σ.σ.ε. χρόνος εργασίας ως νόμιμος χρόνος εργασίας επαγγελματικής προέλευσης 49, έτσι ώστε να διακρίνεται τόσο από το νόμιμο κρατικής προέλευσης όσο και από τον συμβατικό που προβλέπεται στις ατομικές συμβάσεις εργασίας, στους κανονισμούς συμβατικής ισχύος και από την πρακτική της εκμετάλλευσης ως προς την προέλευση και τις νομικές συνέπειες του. Με την θέση σε ισχύ των ν.2874/2000 και του ν.3385/2005 αναγνωρίστηκε και νομοθετικά ο νόμιμος χρόνος εργασίας επαγγελματικής προέλευσης και υφίστανται πλέον δύο παράλληλα συστήματα ωραρίου εργασίας, ένα κρατικής προέλευσης και ένα επαγγελματικής, τα οποία συνδιαμορφώνουν το καθεστώς των χρονικών ορίων εργασίας 50. β.β. Η καθιέρωση του 40ώρου ως νόμιμου εβδομαδιαίου χρόνου επαγγελματικής προέλευσης Με την ε.γ.σ.σ.ε. της 26.2.1975 ο νόμιμος εβδομαδιαίος χρόνος εργασίας επαγγελματικής προέλευσης για τους μισθωτούς ορίστηκε στις 45 ώρες την εβδομάδα, ενώ η απασχόληση του εργαζόμενου πέραν της 45 ης 49 Ο Ι.Ληξουριώτης το χαρακτηρίζει ως συλλογικό συμβατικό ωράριο διακρίνοντας το από το ατομικό συμβατικό ωράριο, το ωράριο δηλαδή που συμφωνεί ο μεμονωμένος εργαζόμενος με τον εργοδότη του, ό.π., σ.331 50 Ι.Κουκιάδης, ό.π., σ. 395

ώρας και μέχρι την συμπλήρωση των 48 ωρών του νομίμου χρόνου εργασίας κρατικής προέλευσης χαρακτηρίστηκε ως υπερεργασία. Με μια σειρά διαδοχικών ε.γ.σ.σ.ε. και δα το νόμιμο ωράριο επαγγελματικής προέλευσης σταδιακά περιορίστηκε 51 ώστε με την υπ αριθ. 25/83 ΔΑ ο χρόνος εργασίας ορίσθηκε για την βιομηχανία από την 1.4.1983 στις 40 ώρες, ενώ με την από 14.2.1984 ε.γ.σ.σ.ε. το 40ωρο καθιερώθηκε από την 1.1.1984 ως γενικό και καθολικό εβδομαδιαίο ωράριο εργασίας το 40ωρο με ημερήσιο χρόνο εργασίας τις 6,666 ώρες. Με την εισαγωγή και του συστήματος της πενθήμερης απασχόλησης, ο ημερήσιος χρόνος εργασίας επαγγελματικής προέλευσης για τις επιχειρήσεις που εφαρμόζουν το σύστημά αυτό προσδιορίστηκε στις 8 ώρες. Μια σειρά από ευνοϊκότερες ρυθμίσεις έχουν εισαχθεί για συγκεκριμένες κατηγορίες εργαζομένων με σ.σ.ε. κλαδικές, ομοιοεπαγγελματικές και επιχειρησιακές. Ειδικότερα, για τους εργαζόμενους στα χυτήρια σιδηροβιομηχανίας για τους οποίους έχει ορισθεί ημερήσιο ωράριο 5 ωρών με την από 24.3.1982 σ.σ.ε. Επίσης, για τους τραπεζοϋπαλλήλους με την από 23.5.2002 σ.σ.ε. έχει οριστεί εβδομαδιαίο ωράριο 37 ωρών. Για τους οικοδόμους έχει προβλεφθεί εβδομαδιαίο ωράριο 28 ωρών και 45 λεπτών, με την δ.α. 58/1985. Για τους ηλεκτροτεχνίτες καταστημάτων έχει προβλεφθεί ωράριο 38 ωρών την εβδομάδα, για τους γεωτεχνικούς έχει προβλεφθεί ωράριο 39 ωρών εβδομαδιαίως με την από 18.7.1996 ομοιοεπαγγελματική σ.σ.ε. κ.α Εβδομαδιαίο ωράριο που έχει θεσπιστεί με νόμο και είναι μικρότερο των 40 ωρών δεν διέπεται από τις ρυθμίσεις της ε.γ.σ.σ.ε. γ. Ο συμβατικός χρόνος εργασίας Ως συμβατικός χρόνος εργασίας χαρακτηρίζεται ο μικρότερος του νόμιμου χρόνος εργασίας, ο οποίος καθορίζεται με την ατομική σύμβαση εργασίας, ρητά ή σιωπηρά, με κανονισμό συμβατικής ισχύος ή την πρακτική 51 Με την υπ αριθ. 6/1979 απόφαση του ΔΔΔΑθηνών, η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 29 παρ.1 του ν. 1346/1983, το εβδομαδιαίο αυτό ωράριο εργασίας περιορίσθηκε από την 1.10.79 στις 44 ώρες, από την 1.10.1980 στις 43 ώρες και από την 1.10.1981 στις 42 ώρες. Με την υπ αριθ. 1/82 Δ.Α που κυρώθηκε με το άρθρο 29, παρ.1 του ν.1346/83 η εβδομαδιαία εργασία μειώθηκε περαιτέρω από την 1.1.1982 στις 41 ώρες.

της εκμετάλλευσης 52, 53 Από το σύνολο της νομολογίας και το μεγαλύτερο μέρος της θεωρίας συμβατικός χρόνος εργασίας καλείται και αυτός ο οποίος ρυθμίζεται από τις σ.σ.ε. και τους κανονισμούς που συνάπτονται με συλλογικές συμβάσεις. Η υπέρβαση του συμβατικού χρόνου εργασίας χαρακτηρίζεται ως απλή υπερεργασία. Τα μέρη της σύμβασης ή της σχέσης εργασίας, εργοδότης και εργαζόμενος, είναι ελεύθεροι να ορίσουν τις ώρες ημερήσιας ή εβδομαδιαίας απασχόλησης του εργαζόμενου. Η συμφωνία, όμως, αυτή δεν μπορεί έγκυρα υπερβαίνει το νόμιμο χρόνο εργασίας για τους εργαζόμενους της συγκεκριμένης επιχείρησης. Αν οριστεί από τα μέρη ημερήσιος ή εβδομαδιαίος χρόνος εργασίας μεγαλύτερος του νόμιμου, τότε ο σχετικός όρος είναι άκυρος και ισχύ θα έχει ο μικρότερος νόμιμος. Επίσης, ο χρόνος εργασίας που ορίζεται στην ατομική σύμβαση εργασίας δεν μπορεί να υπερβαίνει αυτόν που ορίζεται από την οικεία σ.σ.ε. ή από τον τυχόν προϋπάρχοντα κανονισμό εργασίας συμβατικής ισχύος της επιχείρησης. Αλλά και ο χρόνος εργασίας που προβλέπει ο κανονισμός εργασίας δεν μπορεί εγκύρως να υπερβαίνει εκείνον της οικείας συλλογικής σύμβασης εργασίας. Σύμφωνα με την ε.γ.σ.σ.ε του 1975, ειδική νομοθετική διάταξη μπορεί να παράσχει σε ορισμένες περιπτώσεις στα μέρη την δυνατότητα εγκύρως να συμφωνήσουν συμβατικό ωράριο εργασίας μεγαλύτερο του νόμιμου, όπως για παράδειγμα στις επιχειρήσεις όπου οι εργαζόμενοι απασχολούνται με εναλλασσόμενες βάρδιες, στις επιχειρήσεις διαρκούς πυράς καθώς και στις περιπτώσεις διευθέτησης του χρόνου εργασίας (άρθρο 41 του ν. 1892/1990, όπως ισχύει σήμερα με το άρθρο 5 του ν.2874/2000). Όταν ο συμβατικός χρόνος εργασίας είναι μικρότερος από το νόμιμο εξακολουθεί να οφείλεται ο νόμιμος μισθός, εκτός αν υφίσταται ρητή ή σιωπηρή συμφωνία περί ανάλογου μείωσης αυτού 54. Ο εργοδότης δεν δικαιούται να αυξήσει το συμβατικό ωράριο μέχρι το νόμιμο χωρίς να αυξήσει 52 Ι.Κουκιάδης. ό.ο., σ.379, Στ. Βλαστός, Ατομικό Εργατικό Δίκαιο, τόμος Ι,1999, σ.492, Χ. Γκούτος, Εργατικό Δίκαιο, 1999, σ.289 53 Ο Ι.Ληξουριώτης χαρακτηρίζει το νόμιμο χρόνο εργασίας που ρυθμίζεται από την πρακτική της εκμετάλλευσης ως «εφαρμοζόμενο ωράριο» για να το αντιδιαστέλλει προς το «συλλογικό συμβατικό ωράριο». Το διακρίνει, επίσης, και από το «ατομικό (συμβατικό) ωράριο», αυτό, δηλαδή, που συμφωνείται μεταξύ εργοδότη και συγκεκριμένου εργαζόμενου 54 ΑΠ 418/86 ΔΕΝ 43.20, ΑΠ 186/85 ΔΕΝ 42.16, Χ.Γκούτος, Μειωμένη απασχόληση, ΔΕΝ 43.20

αντίστοιχα και τον καταβαλλόμενο μισθό. Δεν μπορεί, όμως, ούτε να περιορίσει μονομερώς τον χρόνο εργασίας του εργαζόμενου, καθώς τότε έχουμε μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας από την πλευρά του εργοδότη με τις νόμιμες συνέπειες που η ενέργεια αυτή επιφέρει. Σε περίπτωση που δεν υφίσταται μεταξύ των μερών συμφωνία για συμβατικό χρόνο εργασίας, τότε θεωρείται σιωπηρά ως χρόνος εργασίας ο νόμιμος. 4. Το σύστημα της πενθήμερης απασχόλησης Με την εισαγωγή του συστήματος της πενθήμερης απασχόλησης δεν επήλθε μείωση του κατά περίπτωση εφαρμοζόμενου ωραρίου, αλλά ο ανακατανεμήθηκε ο εβδομαδιαίος χρόνος εργασίας, έτσι ώστε σε συνδυασμό με την καθιέρωση του 40ώρο ως νόμιμου χρόνου εργασίας επαγγελματικής προέλευσης, ο χρόνος εργασίας της έκτης ημέρας να κατανεμηθεί στις λοιπές πέντε ημέρες της εβδομάδας και να αυξηθεί ο ημερήσιος χρόνος εργασίας από τις 8 ώρες στις 9 ώρες 55. Κατά την σαφή διατύπωση του άρθρου 6 της από 26-7-75 ε.γ.σ.σ.ε. επιτρέπεται η υπέρβαση του ημερήσιου χρόνου εργασίας κατά μια ώρα την ημέρα αρκεί ο εργαζόμενος να μην απασχολείται την ημέρα υποχρεωτικής ανάπαυσης και επιπλέον να του καταβάλλεται πλήρες το ημερομίσθιο για την ημέρα αυτή. Η δεύτερη μη εργάσιμη ημέρα που προβλέπεται στο σύστημα της πενθήμερης απασχόλησης ορίζεται από τους ενδιαφερόμενους, εκτός αν άλλος ορίζεται στο νόμο και θεωρείται ως ημέρα υποχρεωτικής αναπαύσεως 56, χωρίς να εξομοιώνεται με την Κυριακή και τις από το νόμο καθιερωμένες αργίες. Έτσι η απασχόληση κατά την ημέρα αυτή δεν αμείβεται ως απασχόληση σε ημέρα Κυριακή ή αργία, ούτε προβλέπεται η χορήγηση αναπληρωματικής πρόσθετης ημέρας αναπαύσεως ή αποζημίωσης κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό λόγω μη παροχής άλλης ημέρας αναπληρωματικής αναπαύσεως, όπως προβλέπεται για την απασχόληση σε ημέρα Κυριακή εκτός αν ορίζεται διαφορετικά σε σ.σ.ε. 57. 55 Ι. Κουκιάδης, ό.π., σ. 387 56 ΣτΕ 4068/1986 ΔΕΝ 43.458 57 ΑΠ 878/89 ΔΕΝ 1990/477, ΕΑ8262/95 ΔΕΝ 2002/1683 και Στ.Βλαστ ςο, ό.π., σ.510-511

Η έκτη ημέρα της εβδομάδας παρά το γεγονός ότι σύμφωνα με τις διατάξεις περί πενθήμερης εργασίας αποτελεί ημέρα υποχρεωτικής ανάπαυσης, όμως, για τον υπολογισμό του εβδομαδιαίου μισθού και του χρόνου υπηρεσίας θεωρείται πλασματικά χρόνος εργασίας για την οποία οφείλεται μισθός (άρθρο 6 παρ. 3 της από 26-7-75 ε.γ.σ.σ.ε). Για τον λόγο αυτό οι μεν εργατοτεχνίτες λαμβάνουν 6 ημερομίσθια την εβδομάδα, ενώ για τους αμειβομένους με μηνιαίο μισθό, ο μισθός αυτός θεωρείται ότι αντιστοιχεί στις 25 ημέρες, όπως για τους απασχολούμενους επί 6 ημέρες την εβδομάδα. Έτσι για τους εργαζόμενους με πενθήμερο σύστημα απασχόλησης ως ημερομίσθιο θεωρείται το 1/6 της εβδομαδιαίας αμοιβής (εργατοτεχνίτες) ή το 1/25 του μηνιαίου μισθού (υπάλληλοι). Γίνεται δε λόγος στην περίπτωση αυτή για «πλασματικά ημερομίσθια» 58. Ο εργαζόμενος μπορεί να υποχρεωθεί να εργασθεί κατά την έκτη ημέρα της εβδομάδας κατ εξαίρεση και μόνο εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 659 ΑΚ 59. 5. Τα συστήματα διευθέτησης του χρόνου εργασίας Στην χώρα μας η διευθέτηση του χρόνου εργασίας θεσμοθετήθηκε αρχικά με το άρθρο 41 του ν. 1892/1990 και εν συνεχεία τροποποιήθηκε από το άρθρο 3 του ν. 2639/98, από το άρθρο 5 του ν. 2874/2000. Σήμερα δε ρυθμίζεται από το άρθρο 2 του ν. 3385/2005. Σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρο 2 του ν.3385/2005 σε επιχειρήσεις όπου εφαρμόζουν συμβατικό ωράριο εργασίας έως 40 ώρες εβδομαδιαίως επιτρέπεται σε μια χρονική περίοδο περίοδο αυξημένης απασχόλησης- ο εργαζόμενος να απασχολείται επί 2 ώρες ημερησίως πλέον των 8 ωρών, υπό την προϋπόθεση ότι οι επιπλέον των 40 ωρών αυτές ώρες θα αναιρούνται από μια άλλη χρονική περίοδο -περίοδο χαμηλής απασχόλησης-. Αντί της 58 Επίσης, αναφορικά με την ασφάλιση των αμειβόμενων με μηνιαίο μισθό που απασχολούνται με πενθήμερο σύστημα απασχόλησης ως ημέρες ασφάλισης αναγνωρίζονται 25 ημέρες κατά μήνα παρά το γεγονός ότι οι πραγματικές ημέρες απασχόλησης είναι λιγότερες από 25. Εάν οι αμειβόμενοι με μηνιαίο μισθό απασχολήθηκαν Κυριακή χωρίς να λάβουν αναπληρωματική ημέρα ανάπαυσης, αναγνωρίζεται στην ασφάλιση και η Κυριακή, οπότε ημέρες ασφάλισης είναι για το μήνα περισσότερες από 25 βλ. ΔΕΝ 1995 σ. 1414 59 Ι.Κουκιάδης, ό.π., σ. 389, Αντίθετα Χ.Γκούτος ΔΕΝ 44.758, ΔΕΝ 1997,132 και ΕΑΕΔ 2002 σ. 38