Γεωφυσικές μέθοδοι: Από την ανίχνευση και την χαρτογράφηση θαμμένων αρχαιοτήτων στην προστασία της ΓΡΗΓΟΡΗΣ Ν. ΤΣΟΚΑΣ, Εργαστήριο Εφαρμοσμένης Γεωφυσικής του Τμήματος Γεωλογίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης E-MAIL: gtsokas@geo.auth.gr Αυτή η εργασία χορηγείται με άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού - Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές
Γεωφυσικές μέθοδοι: Από την ανίχνευση και την χαρτογράφηση θαμμένων αρχαιοτήτων στην προστασία της ΓΡΗΓΟΡΗΣ Ν. ΤΣΟΚΑΣ, Εργαστήριο Εφαρμοσμένης Γεωφυσικής του Τμήματος Γεωλογίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης E-MAIL: gtsokas@geo.auth.gr Περίληψη Παρουσιάζεται ο ρόλος της γεωφυσικής διασκόπησης στην αρχαιολογική έρευνα. Μία μελέτη περίπτωσης, η οποία αντλήθηκε από την εξερεύνηση του αρχαιολογικού χώρου του Ευρωπού στην Βόρεια Ελλάδα (περιοχή της Μακεδονίας) αποδεικνείει την αποτελεσματικότητα και τα προτερήματα των γεωφυσικών μεθόδων στην ανίχνευση και την χαρτογράφηση θαμμένων αρχαιοτήτων. Συζητείται η ικανότητα συγκεκριμένων γεωφυσικών μεθόδων στην υπηρεσία της προστασίας και της διατήρησης των αρχαίων μνηνείων. 1. Η ΓΕΩΦΥΣΙΚΗ ΩΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ Εδώ και πολύ καιρό οι γεωφυσικές τεχνικές διασκόπησης εφαρμόζονται στον χώρο της Αρχαιολογίας για την ανίχνευση και την χαρτογράφηση θαμμένων αρχαιοτήτων. Σε κάποιες περιπτώσεις εφαρμόζονται ταυτόχρονα με την τεχνική της παραδοσιακής ανασκαφής, έτσι ώστε να αντιμετωπισθούν συγκεκριμένα προβλήματα. Οι γεωφυσικές τεχνικές είναι, σε σημαντικό βαθμό, λιγότερο δαπανηρές, αλλά και μπορούν να χρησιμοποιηθούν αποτελεσματικά σε χώρους, στους οποίους η ανασκαφή καθίσταται αδύνατη, όπως για παράδειγμα σε αστικό περιβάλλον, ή σε ιστάμενα μνημεία. Επιπλέον, το αυξανόμενο κόστος για την συντήρηση των ανασκαφέντων αρχαιολογικών χώρων αποτελεί έναν άλλον παράγοντα, ο οποίος καθιστά την γεωφυσική διασκόπηση ιδανική, ώστε να αποκτηθούν πολύτιμες αρχαιολογικές πληροφορίες δίχως να διακινδυνευθεί η ακεραιότητα της. Ακόμη περισσότερο, και έχοντας κατά νου τους περιορισμένους πόρους, οι οποίοι είναι διαθέσιμοι για τις αρχαιολογικές δραστηριότητες, η γεωφυσική διασκόπηση αποτελεί την μοναδική οδό για τον αποτελεσματικό σχεδιασμό των ανασκαφών, ώστε τα διαθέσιμα κονδύλια να απορροφώνται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Βασικά κατασκευαστικά έργα (π.χ. η οδοποιία, η διάνοιξη σηρράγγων, κ.ο.κ.) καθυστερούν σε πολλές χώρες, αφού συναντούν κατά την διάρκεια της εξέλιξης τους αρχαιολογικά ευρήματα. Η αρχαιολογική γεωφυσική προσφέρει έναν αποτελεσματικό τρόπο για την επιτάχυνση του χρόνου των κατασκευαστικών έργων, και για τον πλέον αποτελεσματικό σχεδιασμό των αναπτυξιακών δραστηριοτήτων. Η ηλεκτρική και η μαγνητική χαρτογράφηση αποτελούν τις δύο μεθόδους, οι οποίες χρησιμοποιούνται συνηθέστερα στην Αρχαιολογία [1]. Και οι δύο τους προσφέρουν την δυνατότητα της εξερεύνησης μεγάλων εκτάσεων με γρήγορο και ανέξοδο τρόπο, αν και η πυκνή χωρική δειγματοληψία είναι απαραίτητη, και πραγματοποιείται στους κόμβους προεγκατεστημένων καννάβων, αλλά όμως αυτές οι μέθοδοι μπορούν να εκτελεστούν και δίχως κάνναβο. Η τελευταία προσέγγιση είναι δυνατή γιατί τα σύγχρονα όργανα μπορούν να εξοπλι- 160
στούν με ανιχνευτές GPS, έτσι ώστε ο κάνναβος να μην καθίσταται απαραίτητος, και ο συνολικός χρόνος εκτέλεσης της όλης διαδικασίας να ελαττώνεται ακόμη περισσότερο. Παρόλα αυτά, η επιτυχία της χαρτογράφησης βασίζεται στο μικρό βάθος ταφής των στόχων, και στην επαρκή αντίθεση των φυσικών ιδιοτήτων μεταξύ των στόχων και του μέσου, το οποίο τα φιλοξενεί. Ωστόσο, αυτές οι μέθοδοι παραμένουν για σχεδόν μία πεντηκονταετία δημοφιλείς, αφού εξάλλου παράγουν αποτελέσματα, τα οποία ερμηνεύονται εύκολα. Στην πραγματικότητα, το τελικό αποτέλεσμα αποτελεί μία τροποποιημένη μορφή της κατανομής της μετρούμενης ποσότητας, η οποία μπορεί να κατανοηθεί εύκολα από τους μη ειδικούς. Κατασκευάζεται και παρουσιάζεται μία εικόνα, η οποία απεικονίζει το σχεδιάγραμμα της κάτοψης των θαμμένων αρχαιοτήτων [2,3]. Αυτή η εικόνα αποτελείται από γραμμές και γεωμετρικά σχήματα, τα οποία προσεγγίζουν το σχεδιάγραμμα της κάτοψης, το οποίο θα αποκτούνταν μετά από ανασκαφή. Επομένως, χωρίς να απαιτούνται ειδικές γνώσεις, η ερμηνεία της εικόνας μπορεί να δοθεί από όλους τους ενδιαφερόμενους ειδικούς, δηλαδή τους γεωφυσικούς, τους αρχαιολόγους, τους αναπτυξιακούς φορείς που ενδιαφέρονται για συγκεκριμένες εδαφικές εκτάσεις, κ.ο.κ. Επιπλέον, ειδικοί συρόμενοι μετρητές ειδικής αντίστασης και μαγνητόμετρα με αυτόματα συστήματα καταγραφής ήδη έχουν κάνει την εμφάνιση τους, με την βοήθεια των οποίων οι δυνατότητες για χαρτογράφηση μεγάλων εκτάσεων αυξήθηκαν σε σημαντικό βαθμό. Ταυτόχρονα, αυτά τα συστήματα διατηρούν το στοιχείο της υψηλής χωρικής ευκρίνειας, το οποίο είναι απαραίτητο για αυτού του είδους τις γεωφυσικές διασκοπήσεις, μειώνοντας επιπλέον και τα συνολικά έξοδα της έρευνας [4,5,6,7,8]. Η εικόνα (1) προσφέρει ένα παράδειγμα υπεδάφιας διασκόπησης για να εντοπιστούν και χαρτογραφηθούν θαμμένα αρχιτεκτονικά λείψανα, τα οποία ανήκουν στην αρχαία πόλη της Ευρωπού στην Βόρεια Ελλάδα (περιοχή της Μακεδονίας) [9]. Η συγκεκριμένη εικόνα στα βόρεια του χάρτη της Εικόνας (1) περιλαμβάνει την χαρτογράφηση της ακρόπολης της αρχαίας πόλης με την μέθοδο της ειδικής αντίστασης, σε μία έκταση περίπου 20000 m 2. Η εικόνα, με τις διαβαθμίσεις στην κλίμακα του τεφρού χρώματος, αποκαλύπτει τον αρχαίο πολεοδομικό ιστό εντός του περιτοιχισμένου τμήματος της πόλης. Οι ανωμαλίες της υψηλής αντίστασης (σκούροι τόνοι του τεφρού χρώματος) σχηματίζουν διάφορες ευθυγραμμίσεις. Επιπλέον, αυτές οι ευθυγραμμίσεις συνδυάζονται και σχηματίζουν ορθογώνια γεωμετρικά σχήματα, τα οποία αντιστοιχούν στην κάτοψη ενός αστικού ιστού. Στην πραγματικότητα, αυτή η κάτοψη του αρχαίου ιστού που απεικονίστηκε, είναι οι υψηλές ανωμαλίες (θετικές) στην ειδική αντίσταση που αντανακλούν κυρίως στα ερείπια των θεμελίων των τοιχών, καθώς και όποιο αρχιτεκτονικό στοιχείο σώζεται. Σημειώνουμε ότι στην Εικόνα (1) παρατηρείται και ένα δεύτερο δίκτυο από λιγότερο σκούρες γραμμές. Δοκιμαστικές ανασκαφές απέδειξαν πως αυτό αντιστοιχεί στην φάση της Κλασσικής εποχής, δηλαδή σε ένα βαθύτερο στρώμα, το οποίο υπόκειται των στρωμάτων της Ελληνιστικής και της Ρωμαϊκής εποχής που αυτά κυρίως απεικονίζονται στο επάνω τμήμα στην Εικόνα (1). Στο κεντρικό τμήμα της Εικόνας (1) μία έγχρωμη εικόνα των αποτελεσμάτων της μαγνητικής διασκόπησης υπερτίθεται στον τοπογραφικό χάρτη. Η μαγνητική διασκόπηση εκτελέστηκε με την μέτρηση της βαθμίδας του ολικού μαγνητικού πεδίου. Η προεξάρχουσα μαγνητική ανωμαλία στην νοτιοδυτική γωνία της εικόνας της μαγνητικής διασκόπησης, η οποία σημειώνεται με το γράμμα Κ, προέρχεται από μία κάμινο της Ελληνιστικής εποχής, η οποία παρουσιάζεται στην Εικόνα (2). Η διασκόπηση με την μέθοδο της ειδικής αντίστασης εκτελέστηκε στην νότια περιοχή του χάρτη της Εικόνας (1), όπου βρίσκεται το νεκροταφείο της Ρωμαϊκής περιόδου. Το αποτέλεσμα είναι επίσης ορατό στην Εικόνα (1), ως κατανομή της ειδικής αντίστασης. Στην ει- 161
κόνα αυτή δεν παρατηρούνται γραμμικά στοιχεία, αλλά υπάρχουν καλά καθορισμένες ανωμαλίες, με υψηλές τιμές της αντίστασης. Όλες αυτές αποδείχθηκαν ότι οφείλονται σε μνημειακούς τάφους, όπως αυτός, ο οποίος απεικονίζεται στην Εικόνα (3). Για την ακρίβεια, η ανωμαλία, η οποία δημιουργείται από τον τάφο της Εικόνας (3) σημειώνεται με το γράμμα Τ στην Εικόνα (1). Εξαιτίας της σχετικής νομοθεσίας στις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες, οι γεωφυσικές εικόνες περιέχουν ενδείξεις και κατά περίπτωση αποδείξεις για την παρουσία των θαμμένων αρχαιοτήτων. Επομένως, μπορούν να χρησιμοποιηθούν ενώπιον δικαστηρίων, για την υποστήριξη των υποθέσεων, οι οποίες σχετίζονται με την απαλλοτρίωση εδαφικών εκτάσεων από το κράτος. Η μέθοδος του γεωραντάρ (Ground Penetrating Radar-GPR) χρησιμοποιείται επίσης για την υπεδάφια διασκόπηση, στοχεύοντας στην αποκάλυψη της θέσης και του σχήματος θαμμένων αρχαίων ερειπίων. Η μέθοδος αυτή χαρακτηρίζεται από περιορισμένο βάθος διείσδυσης σε συγκεκριμένα εδαφικά περιβάλλοντα (π.χ. τα αργιλικά), αλλά εφαρμόζεται με ταχύ τρόπο, και παρέχει εικόνες κάτω από την επιφάνεια του εδάφους, σε διάφορα επίπεδα βάθους (τομές βάθους). Η μέθοδος της ηλεκτρικής τομογραφίας (Electrical Resistivity Tomography) είναι σε θέση να παρέχει μία πλήρη τρισδιάστατη απεικόνιση [10,11,12]. Η μέθοδος δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την κάλυψη μεγάλων εκτάσεων, αλλά μπορεί να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά μία συγκεκριμένη κατηγορία προβλημάτων, ενώ επιπλέον χαρακτηρίζεται από επαρκές βάθος διείσδυσης. Η Εικόνα (4) προσφέρει ένα τέτοιο παράδειγμα, το οποίο αντλήσαμε από τις έρευνες στην αρχαία Ελίκη (Βόρεια Πελοπόννησος). Η τομογραφία του συγκεκριμένου παραδείγματος διατρέχει σχεδόν κατά ορθή γωνία μία αρχαία σημαντική οδό της Ρωμαϊκής εποχής [12]. Η υπογραφή της υψηλής αντίστασης, η οποία αντιστοιχεί στην οδό, παρουσιάζεται στην δεξιά πλευρά της τομογραφίας. 2. Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΓΕΩΦΥΣΙΚΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ Εκτός από την ανίχνευση και την απεικόνιση των θαμμένων αρχαιοτήτων, οι γεωφυσικές μέθοδοι έχουν εφαρμοστεί και για την επίλυση διαφόρων προβλημάτων, τα οποία σχετίζονται με την διαφύλαξη και την προστασία της. Έχουν αναφερθεί πολυάριθμες εφαρμογές, οι οποίες αφορούν είτε την έρευνα σχετικά με την κατάσταση τοίχων και οροφών, είτε την εκτίμηση του γεωλογικού περιβάλλοντος κάτω ή γύρω από τα μνημεία. Είναι πασίγνωστο ότι, τα μνημεία αντιμετωπίζουν προβλήματα ευστάθειας, τα οποία σχετίζονται με τις εδαφικές συνθήκες στα θεμέλια τους. Επιπλέον, σε κάποιες περιπτώσεις τα μνημεία αυτά έχουν θεμελιωθεί πάνω στην κορυφή προϋπαρχόντων κατασκευών. Η πιθανή ύπαρξη κρυπτών, ταφών, παλαιών αποχετευτικών συστημάτων, δημιουργούν περαιτέρω περιπλοκές. Η απόκτηση εικόνων κάτω από την επιφάνεια του εδάφους οδηγεί σε συγκεκριμένες επεμβάσεις, οι οποίες στοχεύουν στην αύξηση της ευστάθειας του μνημείου. Οι γεωφυσικές μέθοδοι μπορούν να δώσουν εικόνες για τις κατανομές φυσικών παραμέτρων, οι οποίες, όταν ερμηνευθούν κατάλληλα, οδηγούν στον καθορισμό της δομής των τεχνητών και φυσικών στρωμάτων, τα οποία βρίσκονται κοντά στην επιφάνεια του εδάφους. Επιπλέον, είναι ικανές για να μας πληροφορήσουν και για τις μηχανικές ιδιότητες των υπεδάφιων στρωμάτων (π.χ. υπολογισμό του λόγου του Poisson και του μέτρου του Young). 162
Εικ. 1: Παράδειγμα ηλεκτρικής διασκόπησης και διασκόπησης μαγνητικής βαθμίδας στον αρχαιολογικό χώρο του Ευρωπού (Μακεδονία, Βόρεια Ελλάδα) [9]. Ο αρχαίος πολεοδομικός ιστός που αποκαλύφθηκε στην εικόνα αυτή, επιβεβαιώθηκε μετά από περιορισμένη ανασκαφή (Θωμαϊς Σαββοπούλου, προσωπική επικοινωνία). Το κεντρικό τμήμα της εικόνας δείχνει την κατανομή της βαθμίδας του μαγνητικού πεδίου, ενώ επίσης παρουσιάζεται η ηλεκτρική διασκόπηση στο κάτω τμήμα της, όπου υπήρχε ένα νεκροταφείο της Ρωμαϊκής εποχής. 163
Εικ. 2: Ερείπια ενός κεραμικού κλίβανου της Ελληνιστικής εποχής, ο οποίος δημιουργεί την ισχυρή μαγνητική ανωμαλία που παρατηρείται στο κεντρικό τμήμα της Εικόνας (1), και συμβολίζεται με το γράμμα Κ. Ο κλίβανος ανιχνεύθηκε με γεωφυσική διασκόπηση και ήρθε στην επιφάνεια σε επακόλουθη ανασκαφή (Με την ευγενική παραχώρηση της Θωμαής Σαββοπούλου, ΙΣΤ Ε.Π.Κ.Α. Εφορία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Ελλάδας). Εικ. 3: Το ταφικό μνημείο, το οποίο προκάλεσε την ηλεκτρική ανωμαλία, η οποία συμβολίζεται με το γράμμα Τ στην Εικόνα (1). Η ανωμαλία οδήγησε στην επιλεκτική ανασκαφή και στην αποκάλυψη του μνημείου (Ευγενική παραχώρηση της Θωμαής Σαββοπούλου, ΙΣΤ Ε.Π.Κ.Α. Εφορία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Ελλάδας. 164
Εικ. 4: Τομογραφία ηλεκτρικής αντίστασης, η οποία προέρχεται από τα αποτελέσματα της έρευνας στην αρχαία Ελίκη (Β. Πελοπόννησος) [12]. Η προεξάρχουσα ανωμαλία υψηλών τιμών ηλεκτρικής αντίστασης προέρχεται από την σημαντική Ρωμαϊκή οδική αρτηρία που οδηγούσε από το Αίγιο στη Σικυώνα. Αιτιολογημένα μπορούμε να θεωρήσουμε ότι χάρτες, όπως αυτός της Εικόνας (1), προσφέρουν σημαντική υπηρεσία για την προστασία της. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι αρχαιολόγοι μπορούν να εκτελούν στοχευμένα δοκιμαστικές ανασκαφές και να χρησιμοποιούν την εικόνα κάτω από το έδαφος για να εξάγουν συμπεράσματα για το μέγεθος και τη μορφή του αρχαίου αστικού ιστού, αλλά και επιπλέον να συμπεραίνουν για την κατάσταση των ερειπίων. Επίσης, μπορούν να αποφασίσουν εάν το έδαφος μπορεί να απαλλοτριωθεί, και να υπερασπίσουν δικαστικές υποθέσεις, με το να παρέχουν ως σχετικές αποδείξεις τις γεωφυσικές εικόνες. Απαλλοτριώνοντας τα εδάφη εκ μέρους της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, προστατεύουν το χώρο από πιθανές καταστροφές λόγω της γεωργικής δραστηριότητας, ή καταστροφές από όποιο είδος ανάπτυξης, και το διατηρούν για μελλοντικές ανασκαφές. Από όλες τις γεωφυσικές μεθόδους, η μέθοδος του γεωραντάρ (GPR) είναι η πλέον κατάλληλη για την χρήση σε αστικά περιβάλλοντα και για την έρευνα μέσα σε ήδη υπάρχοντα μνημεία [13]. Αυτό οφείλεται εν μέρει στο ότι η μέθοδος αυτή είναι πλήρως μη επεμβατική, όπως και στο ότι χρησιμοποιείται εύκολα. Επιπλέον, η μέθοδος αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τον καθορισμό της κατάστασης τοίχων, δηλαδή για τον εντοπισμό ρωγμών ή διαστρωματώσεων στο εσωτερικό τους. Ήδη έχει δημοσιευθεί πληθώρα σχετικών μελετών [ενδεικτική βιβλιογραφία 14, 15,16,17, 18,19, 20]. Ακόμη, η αποκαλούμενη ηλεκτροστατική μέθοδος της ειδικής αντίστασης (ES) [21] προτάθηκε επίσης και για την έρευνα στο εσωτερικό ιστάμενων μνημείων. Η μέθοδος αυτή είναι ακόμη κατάλληλη και για την εκτίμηση των συνθηκών του εδάφους στα θεμέλια αυτών των δομών. Χρησιμοποιεί δε χωρητικές επαφές για να πραγματοποιηθούν μετρήσεις της ειδικής ηλεκτρικής αντίστασης και της διηλεκτρικής σταθεράς του εδάφους. Με την χρησιμοποίηση ειδικών, μη διεισδυτικών ηλεκτροδίων, η μέθοδος της ηλεκτρικής τομογραφίας μπορεί και αυτή να χρησιμοποιηθεί για την χαρτογράφηση σε αστικά περιβάλλοντα, όπως και για το εσωτερικό, αλλά και για τον περιβάλλοντα χώρο των ιστάμενων μνημείων. Αυτά τα ηλεκτρόδια μπορούν να αποκληθούν ηλεκτρόδια επίπεδης βάσης, αποτελούνται από πλάκες χαλκού, και χρησιμοποιούνται σε συνδυασμό με κάποιο είδος αγώγιμου υλικού [22] που τα επικολλά σε δάπεδα ή σε τοίχους. Εναλλακτικά, για τα συγκεκριμένα ηλεκτρόδια μπορεί να χρησιμοποιηθεί πηλός βεντονίτη αναμεμειγμένος με αλατόνερο, αποσκοπώντας στην αποφυγή ζημίας στην επιφάνεια, το χώρο πίσω από την οποία θέλουμε να διασκοπήσουμε [23]. Η τεχνική αυτή εφαρμόστηκε με επιτυχία στην διερεύνηση της κατάστασης του τείχους της Ακρόπολης στην Αθήνα [24]. 165
Η μέθοδος ERT εφαρμόστηκε εξίσου και για την αξιολόγηση των συνθηκών υγρασίας σε τοίχους [25,26] και την διάβρωση που υφίστανται λίθινων αρχιτεκτονικά στοιχεία λόγω καιρικών συνθηκών [27], επομένως και για την κατανόηση της πορείας της αποσάθρωσης τους. Αυτή η συγκεκριμένη εφαρμογή της μεθόδου ERT αποσκοπεί αποκλειστικά στην μελέτη των συνθηκών σε τοίχους, αφού συσχετίζει τις ανωμαλίες στην ηλεκτρική αντίσταση με την περιεκτικότητα στην υγρασία. Αναφορές [1] C. Gaffney, Detecting trends in the prediction of buried past: a review of geophysical techniques in Archaeology, Archaeometry vol. 50, no 2, pp.313-336, 2008. [2] I. Scollar, B. Weidner and K. Segeth, Display of archaeological magnetic data, Geophysics, vol. 38, pp. 349-358, 1986. [3] I. Scollar, A. Tabbagh, A. Hesse and I. Herzog, Archaeological prospecting and remote sensing, Cambridge University Press, 1990. [4] A. Hesse, A. Jovilet and A. Tabbagh, New prospects in shallow depth electrical surveying for archaeological and pedological applications, Geophysics, vol. 51, pp. 585-594, 1986. [5] C. Panissod, M. Dabas, A. Jolivet and A. Tabbagh, A novel mobile multipole system (MUCEP) for shallow (0-3m) geoelectrical investigation: the Vol-de-canards array, Geophysical Prospecting, vol. 45, pp. 983-1002,1997. [6] C. Panissod, M. Dabas, A. Hesse, A. Jolivet, J. Tabbagh and A. Tabbagh, Recent developments in shallow-depth electrical and electrostatic prospecting using mobile arrays, Geophysics, vol. 63, pp. 1542-1550, 1998.. [7] M. Dabas, A. Hesse, and J. Tabbagh, Experimental resistivity survey at Wroxeter archaeological site with a fast and light recording device, Archaeological Prospection, vol. 7, pp. 107-118, 2000. [8] M. Dabas, Theory and Practice of the new fast electrical imaging system ARP, In Seeing the Unseen, Taylor and Francis Group, London, Campana and Piro Eds., pp. 105-126, 2009. [9] G.N. Tsokas, A. Giannopoulos, P.I. Tsourlos, G. Vargemezis, J.M. Tealby, A. Sarris, C.B. Papazachos and T. Savopoulou, A large scale geophysical survey in the archaeological site of Europos (northern Greece), Journal of Applied Geophysics, vol. 32, pp. 85-98, 1994. [10] N. G. Papadopoulos, P.I. Tsourlos, G.N. Tsokas and A. Sarris, 2D and 3D resistivity imaging in archaeological site investigation, Archaeological Prospection, vol.13, no.3, pp. 163-181, 2006. [11] M.G. Drahor, M.A. Berge, T.O. Kurtulmuse, M. Hartmann and M.A. Speidel, Magnetic and Electrical Resistivity Tomography Investigations in a Roman Legionary Camp Site (Legio IVScythica) in Zeugma,Southeastern Anatolia,Turkey, Archaeological Prospection, vol. 15, pp. 59 186, 2008. [12] G.N. Τsokas, P.I. Tsourlos, A. Stampolidis, D. Katsonopoulou and S. Soter, Locating the central roman road in the area of ancient Helike by resistivity tomographies, Archaeological Prospection, vol. 16, no. 4, pp. 251-266, 2009. [13] N. Linford, From hypocaust to hyperbola: Ground-Penetrating Radar surveys over mainly Roman remains in the U.K., Archaeological Prospection, vol. 11, pp. 237-246, 2004. 166
[14] A. Savvaidis, G.N. Tsokas, Y. Liritzis and M. Apostolou, «The location and mapping of ancient ruins on the castle of Lefkas (Greece) by resistivity and GPR methods, Archaeological Prospection, vol. 6, pp. 63-73, 1999. [15] J. Leckebusch, Two and three dimensional Ground Penetrating Radar surveys across a medieval choir: a case study in Archaeology, Archaeological Prospection., vol. 7, pp. 189-200, 2000. [16] H. Lorenzo, M.C. Hernandez and V. Cuellar, Selected radar images of man made underground galleries, Archaeological Prospection, vol. 91, pp. 1-7, 2002. [17] G. Leucci, Ground Penetrating Radar survey to map the location of buried structures under two churches, Archaeological Prospection, vol. 9, pp. 217-228, 2002. [18] S. Piro, D. Goodman and Y. Nishimura, The study and characterization of emperor Traiano s villa (Altopiani di Arcinazzo, Roma) using high-resolution integrated geophysical surveys, Archaeological Prospection, vol. 10, pp. 1-25, 2003. [19] G.N. Tsokas, A. Stampolidis, I. Mertzanidis, P.I. Tsourlos, R. Hamza, C. Chrisafis, D. Ambonis and I. Tavlakis, Geophysical exploration in the church of Protaton in Karyes of Mount Athos (Holy Mountain) in Northern Greece, Archaeological Prospection, vol. 14, pp. 75 86, 2007. [20] L. Nuzzo, Identification and removal of above ground spurious signal in GPR Archaeological Prospecting, Archaeological Prospection, vol. 12, pp. 93-103, 2005. [21] A. Tabbagh, A. Hesse and R. Grard, Determination of electrical properties of the ground at shallow depth with an electrostatic quadrupole: field trials on archaeological sites, Geophysical Prospecting, vol. 41, pp. 579 597, 1993. [22] E. Athanasiou, P.I. Tsourlos, G. Vargemezis, C.B. Papazachos and G.N. Tsokas, Nondestructive DC resistivity surveying using flat base electrodes, Near Surface Geophysics, vol. 5, no. 4, pp. 263-272, 2007. [23] G.N. Tsokas, P.I. Tsourlos, G. Vargemezis and M. Novack, Non destructive ERT for indoors investigations: the case of Kapnikarea Church in Athens, Archaeological Prospection, vol. 15, pp. 47-61, 2008. [24] P.I. Tsourlos and G. N. Tsokas, Non-destructive Electrical Resistivity Tomography Survey at the South Walls of the Acropolis of Athens, Archaeological Prospection, Vol.18, pp. 173 186, 2011. [25] O. Sass and H.A. Viles, How wet are these walls? Testing a novel technique for measuring moisture in ruined walls, Journal of Cultural Heritage, vol. 7, pp. 257 263, 2006. [36] H. Viles, O. Sass and L. Mol, 2D Resistivity surveys as a tool for investigating moisture in historic masonry walls, SMW08 International workshop "In situ monitoring of monumental surfaces, Florence, Italy, 27 29 October 2008,, pp. 91-96, 2008. [27] O. Sass, Rock Moisture Measurements: Techniques, Results, and Implications for Weathering, Earth Surface Processes and Landforms, vol. 30, pp. 359-374, 2005. 167