ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ Πρόγραμμα Σπουδών: Διοίκηση Επιχειρήσεων & Οργανισμών Θεματική Ενότητα: ΔΕΟ34 Οικονομική Ανάλυση & Πολιτική Ακαδ. έτος: 2013-2014 Επαναληπτικές Ερωτήσεις - ΟΣΣ5 Τόμος Α - Μικροοικονομική 1. Έστω ότι σε μία οικονομία παράγονται δύο μόνο αγαθά, το Χ και το Ψ. Σύμφωνα με το υπόδειγμα της καμπύλης παραγωγικών δυνατοτήτων, το κόστος ευκαιρίας (εναλλακτικό κόστος) του αγαθού Χ, σε όρους του αγαθού Ψ, δίνεται από τον λόγο: α. της ποσοστιαίας μεταβολής της ποσότητας του αγαθού Χ προς την ποσοστιαία μεταβολή της ποσότητας του αγαθού Ψ. β. της ποσοστιαίας μεταβολής της ποσότητας του αγαθού Ψ προς την ποσοστιαία μεταβολή της ποσότητας του αγαθού Χ. γ. της μεταβολής της ποσότητας του αγαθού Ψ προς τη μεταβολή της ποσότητας του αγαθού Χ. δ. της μεταβολής της ποσότητας του αγαθού Χ προς τη μεταβολή της ποσότητας του αγαθού Ψ. 2. Εάν μία ποσοστιαία αύξηση στην τιμή ενός αγαθού μειώνει κατά ένα μεγαλύτερο ποσοστό τη ζητούμενη ποσότητά του, τότε η ζήτηση για το αγαθό αυτό είναι: α. ανελαστική ως προς την τιμή. β. ελαστική ως προς την τιμή. γ. μοναδιαίας ελαστικότητας ως προς την τιμή. δ. ελαστική ως προς το εισόδημα. 3. Μία μετακίνηση κατά μήκος της καμπύλης ζήτησης ενός αγαθού είναι αποτέλεσμα μεταβολής: α. του εισοδήματος των καταναλωτών. β. των προτιμήσεων των καταναλωτών για το αγαθό αυτό. γ. της τιμής του αγαθού. δ. της τιμής ενός υποκατάστατου αγαθού. 4. Η τιμή ισορροπίας και η ποσότητα ισορροπίας ενός αγαθού θα μειωθούν, ceteris paribus, αν: α. αυξηθεί η προσφορά του. β. μειωθεί η προσφορά του. γ. αυξηθεί η ζήτησή του. δ. μειωθεί η ζήτησή του. 1
5. Οι εξισώσεις των καμπυλών ζήτησης και προσφοράς ενός αγαθού αντίστοιχα είναι: Qd = 350 10P και Qs = 100 + 20P, όπου P είναι η τιμή του αγαθού και Q είναι η ποσότητα. Στην αγορά του αγαθού θα εμφανίζεται πλεόνασμα 150 μονάδων, αν η τιμή του είναι ίση με: α. 25 ευρώ. β. 10 ευρώ. γ. 15 ευρώ. δ. 20 ευρώ. 6. Αν η σταυροειδής ελαστικότητα μεταξύ των αγαθών Χ και Ψ είναι αρνητική, τότε τα δύο αγαθά είναι: α. συμπληρωματικά αγαθά. β. αγαθά που δεν έχουν καμία σχέση μεταξύ τους. γ. υποκατάστατα αγαθά. δ. αγαθά πολυτελείας. 7. Ο εισοδηματικός περιορισμός ενός καταναλωτή, που δαπανά το εισόδημά του στην αγορά των αγαθών Χ και Ψ, είναι 2.000 = 5Qχ + 2Qψ, όπου Qχ και Qψ είναι οι ποσότητες των αγαθών Χ και Ψ αντίστοιχα. Στη θέση ισορροπίας αυτού του καταναλωτή, αν η οριακή χρησιμότητα του αγαθού Χ (MUχ) είναι ίση με 50, τότε η οριακή χρησιμότητα του αγαθού Ψ (MUψ) θα είναι ίση με: α. MUψ = 125. β. MUψ = 2,5. γ. MUψ = 20. δ. MUψ = 25. 2
8. Στη βραχυχρόνια περίοδο: α. μπορούν να μεταβληθούν οι ποσότητες όλων των συντελεστών παραγωγής που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή του προϊόντος. β. όταν αρχίζει να λειτουργεί ο νόμος των φθινουσών αποδόσεων, τότε το οριακό προϊόν αρχίζει να μειώνεται. γ. όταν αρχίζει να λειτουργεί ο νόμος των φθινουσών αποδόσεων, τότε το οριακό προϊόν αρχίζει να γίνεται αρνητικό. δ. όταν αρχίζει να λειτουργεί ο νόμος των φθινουσών αποδόσεων, τότε το συνολικό προϊόν αρχίζει να μειώνεται. 9. Η γραμμή ίσου κόστους μίας επιχείρησης, η οποία για την παραγωγή του προϊόντος της χρησιμοποιεί εργασία και κεφάλαιο, δείχνει: α. όλα τα σημεία ισορροπίας της επιχείρησης για διαφορετικά επίπεδα προϊόντος, στην περίπτωση ελαχιστοποίησης κόστους. β. το κόστος παραγωγής στη μακροχρόνια περίοδο για διαφορετικά επίπεδα παραγωγής. γ. όλους τους συνδυασμούς ποσοτήτων εργασίας και κεφαλαίου που η χρησιμοποίησή τους αποφέρει την ίδια ποσότητα προϊόντος. δ. όλους τους συνδυασμούς ποσοτήτων εργασίας και κεφαλαίου, για την απόκτηση των οποίων απαιτείται η ίδια δαπάνη. 10. Για μία επιχείρηση που λειτουργεί υπό συνθήκες τέλειου ανταγωνισμού ισχύει ότι, καθώς αυξάνεται η παραγόμενη ποσότητα: α. το οριακό έσοδο (MR) είναι για κάθε επίπεδο παραγωγής ίσο με το μέσο έσοδο (AR). β. τα συνολικά της έσοδα (TR) αρχικά αυξάνονται και μετά μειώνονται. γ. το οριακό έσοδο (MR) μειώνεται. δ. το μέσο έσοδο (AR) αρχικά μειώνεται και μετά αυξάνει. 11. Έστω ότι η συνάρτηση ζήτησης που αντιμετωπίζει για το προϊόν της μία μονοπωλιακή επιχείρηση είναι: P = 65 Q. Το μεταβλητό κόστος παραγωγής της επιχείρησης δίνεται από την εξής σχέση: VC = 0,5Q 2 + 5Q. Όταν η επιχείρηση βρίσκεται σε ισορροπία, η ποσότητα του προϊόντος (QΕ) που αυτή παράγει και η τιμή του προϊόντος της (ΡΕ) είναι: α. QΕ = 30 μονάδες και ΡΕ = 35. β. QΕ = 20 μονάδες και ΡΕ = 45. γ. QΕ = 45 μονάδες και ΡΕ = 20. δ. QΕ = 40 μονάδες και ΡΕ = 25. 3
12. Καθώς αυξάνεται η ποσότητα του προϊόντος που παράγει και προσφέρει μία μονοπωλιακή επιχείρηση: α. το οριακό έσοδο μειώνεται και το μέσο έσοδο αυξάνεται. β. το οριακό έσοδο αυξάνεται και το μέσο έσοδο μειώνεται. γ. το οριακό έσοδο και το μέσο έσοδο αυξάνονται. δ. το οριακό έσοδο και το μέσο έσοδο μειώνονται. 13. Από όλα τα παρακάτω, το μόνο που δεν ισχύει για μία επιχείρηση που λειτουργεί σε συνθήκες μονοπωλιακού ανταγωνισμού είναι ότι: α. η καμπύλη ζήτησης που αντιμετωπίζει για το προϊόν της η επιχείρηση έχει αρνητική κλίση. β. το προϊόν της επιχείρησης διαφέρει σε κάτι από τα προϊόντα των άλλων ανταγωνιστριών επιχειρήσεων. γ. η επιχείρηση είναι αποδέκτης τιμής. δ. στη μακροχρόνια θέση ισορροπίας της επιχείρησης το κέρδος της είναι ίσο με το μηδέν. 4
1. Η σχέση αποταμίευση επένδυση ισχύει: Τόμος Β - Μακροοικονομική α. μόνο σε μια κλειστή οικονομία χωρίς κρατικό τομέα. β. μόνο σε μια κλειστή οικονομία με κρατικό τομέα. γ. μόνο σε μια ανοικτή οικονομία. δ. σε οποιαδήποτε οικονομία. 2. Στον παρακάτω πίνακα παρουσιάζονται το ονομαστικό ΑΕΠ και το πραγματικό ΑΕΠ της Ελλάδας βάσει των προσωρινών στοιχείων της ΕΛ.ΣΤΑΤ. (σε εκατ. ): 2011 2012 2013 Ονομαστικό ΑΕΠ (Υ) 208.532 193.347 182.054 Πραγματικό ΑΕΠ (y) σε τιμές του προηγούμενου έτους - 193.974 185.893 Σύμφωνα με τα στοιχεία του παραπάνω πίνακα, ο αποπληθωριστής του ΑΕΠ το 2013, με έτος βάσης το 2011, είναι: α. 0,976. β. 0,997. γ. 1,000. δ. δεν μπορεί να προσδιοριστεί. 3. Αν η μέση ροπή προς αποταμίευση (APS) είναι το 1/4 της μέσης ροπής προς κατανάλωση (APC), τότε: α. APC = 0,75 και APS = 0,25. β. APC = 0,2 και APS = 0,8. γ. APC = 0,8 και APS = 0,2. δ. APC = APS = 0,5. 4. Μια κλειστή οικονομία με κρατικό τομέα έχει αποταμίευση S, επένδυση Ι, κρατικές δαπάνες G και φόρους Τ. Στο επίπεδο εισοδήματος Υο θα υπάρχει: S, T, Ι, G Α Β S+T I+G 0 α. μείωση αποθεμάτων κατά ΑΒ. β. αύξηση αποθεμάτων κατά ΑΒ. γ. καμία μεταβολή στα αποθέματα. δ. απροσδιόριστη (ως προς την κατεύθυνση) μεταβολή στα αποθέματα. Yο Y 5
5. Η αύξηση της ποσότητας χρήματος με αγορά ομολόγων από την Κεντρική Τράπεζα, οδηγεί σε: α. μείωση του επιτοκίου διότι μειώνονται τα διαθέσιμα των εμπορικών τραπεζών προς δανεισμό. β. αύξηση του επιτοκίου διότι μειώνεται η τιμή των ομολόγων. γ. σταθερότητα του επιτοκίου διότι δεν αλλάζει η τιμή των ομολόγων. δ. μείωση του επιτοκίου διότι αυξάνεται η τιμή των ομολόγων. 6. Η κλίση της καμπύλης IS εξαρτάται από: α. την ελαστικότητα της ζήτησης επενδύσεων ως προς το επιτόκιο. β. την ελαστικότητα της ζήτησης χρήματος ως προς το επιτόκιο. γ. την ελαστικότητα της ζήτησης χρήματος ως προς το εισόδημα δ. την αυτόνομη κατανάλωση. 7. Η αύξηση της οριακής παραγωγικότητας (δηλ. του οριακού προϊόντος) της εργασίας, εξαιτίας μιας βελτίωσης στην τεχνολογία, θα προκαλέσει: α. μείωση της απασχόλησης στο κλασικό και στο κεϋνσιανό υπόδειγμα. β. αύξηση της απασχόλησης στο κλασικό και στο κεϋνσιανό υπόδειγμα. γ. μείωση της απασχόλησης μόνο στο κλασικό υπόδειγμα.. δ. καμία μεταβολή στην απασχόληση στο κεϋνσιανό υπόδειγμα. 8. Mια μετατόπιση της καμπύλης IS που δεν οφείλεται σε μεταβολή του επιπέδου τιμών θα: α. μετατοπίσει την καμπύλη Συνολικής Προσφοράς (AS) κατά την κλασσική θεωρία. β. μετατοπίσει την καμπύλη Συνολικής Προσφοράς (AS) κατά την κεϋνσιανή θεωρία. γ. μετατοπίσει την καμπύλη Συνολικής Ζήτησης (AD). δ. προκαλέσει μετακίνηση κατά μήκος της καμπύλης Συνολικής Ζήτησης (AD). 9. Σύμφωνα με το μοντέλο της μακροοικονομικής ισορροπίας Συνολικής Ζήτησης (AD) και Συνολικής Προσφοράς (AS), μια μετατόπιση της καμπύλης Συνολικής Ζήτησης προς τα κάτω και αριστερά θα έχει ως αποτέλεσμα την: α. αύξηση του επιπέδου τιμών βραχυχρόνια και μια μεγαλύτερη αύξησή του μακροχρόνια. β. αύξηση του επιπέδου τιμών βραχυχρόνια και παραμονή του στο αρχικό επίπεδο μακροχρόνια. γ. μείωση του επιπέδου τιμών βραχυχρόνια και μια μεγαλύτερη μείωσή του μακροχρόνια. δ. μείωση του επιπέδου τιμών βραχυχρόνια και παραμονή του στο αρχικό επίπεδο μακροχρόνια. 10. Αν η κατανάλωση, η επένδυση και οι κρατικές δαπάνες είναι σταθερές, μια αύξηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας (υποτίμηση του εγχώριου νομίσματος) οδηγεί σε: α. αύξηση των εξαγωγών, μείωση των εισαγωγών και αύξηση του ΑΕΠ. β. αύξηση των εισαγωγών, μείωση των εξαγωγών και αύξηση του ΑΕΠ. γ. αύξηση των εξαγωγών, μείωση των εισαγωγών και μείωση του ΑΕΠ. δ. μείωση των εξαγωγών, μείωση των εισαγωγών και αύξηση του ΑΕΠ. 11. Η γραμμή ισορροπίας του ισοζυγίου πληρωμών (ΒΡ): α. Θα μετατοπιστεί προς τα κάτω και δεξιά στην περίπτωση μιας πραγματικής υποτίμησης του εγχώριου νομίσματος. β. Θα μετατοπιστεί προς τα πάνω και αριστερά στην περίπτωση μιας ονομαστικής υποτίμησης του εγχώριου νομίσματος. 6
γ. Θα μετατοπιστεί προς τα κάτω και δεξιά στην περίπτωση μιας πραγματικής ανατίμησης του εγχώριου νομίσματος. δ. Θα μετατοπιστεί προς τα πάνω και αριστερά στην περίπτωση μιας πραγματικής υποτίμησης του εγχώριου νομίσματος. 12. Εάν σε μία οικονομία το ισοζύγιο πληρωμών παρουσιάζει πλεόνασμα, η ποσότητα χρήματος: α. αυξάνεται εάν υπάρχει καθεστώς σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών και δεν ασκείται πολιτική στείρωσης του ισοζυγίου. β. αυξάνεται εάν υπάρχει καθεστώς κυμαινόμενων συναλλαγματικών ισοτιμιών. γ. μειώνεται εάν υπάρχει καθεστώς σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών. δ. δεν επηρεάζεται σε καμία περίπτωση από το αποτέλεσμα του ισοζυγίου πληρωμών. 13. Η συναλλαγματική πολιτική είναι αποτελεσματική: α. σε κάθε περίπτωση. β. μόνο εάν υποστηρίζεται με απορρόφηση συναλλάγματος από την Κεντρική Τράπεζα. γ. μόνο εάν συνδυάζεται με την άσκηση δημοσιονομικής πολιτικής. δ. μόνο εάν δεν γίνεται απορρόφηση συναλλάγματος από την Κεντρική Τράπεζα. 14. Εάν ο κρατικός προϋπολογισμός είναι ελλειμματικός και η κυβέρνηση επιλέξει να καλύψει το έλλειμμα με αύξηση της ποσότητας του χρήματος, ενώ η οικονομία δεν βρίσκεται στο επίπεδο πλήρους απασχόλησης, τότε θα δημιουργηθεί: α. πληθωρισμός κόστους με αύξηση του εισοδήματος. β. πληθωρισμός ζήτησης με αύξηση του εισοδήματος. γ. πληθωρισμός κόστους με μείωση του εισοδήματος. δ. πληθωρισμός ζήτησης με μείωση του εισοδήματος 15. Αν σε μια οικονομία παρατηρείται θετική σχέση ανάμεσα στον πληθωρισμό και την ανεργία, για μια μεγάλη χρονική περίοδο, τότε σ αυτή την οικονομία: α. δεν ισχύει η καμπύλη Phillips. β. οι ονομαστικοί μισθοί παρουσιάζουν μακροχρόνια ακαμψία. γ. η καμπύλη Phillips μετατοπίζεται μακροχρόνια. δ. δεν υπάρχει φυσικό ποσοστό ανεργίας. 16. Σε μία κλειστή οικονομία, με όλα τα άλλα σταθερά, η επεκτατική δημοσιονομική πολιτική που χρηματοδοτείται με δανεισμό από το κοινό θα είναι πιο αποτελεσματική στο να αυξάνει το πραγματικό ΑΕΠ όσο: α. πιο ελαστική είναι η συνάρτηση επενδύσεων ως προς το επιτόκιο. β. λιγότερο ελαστική είναι η συνάρτηση ζήτησης χρήματος ως προς το εισόδημα. γ. λιγότερο ελαστική είναι η συνάρτηση ζήτησης χρήματος ως προς το επιτόκιο. δ. πιο μικρή είναι η οριακή ροπή προς κατανάλωση. 17. Η επεκτατική νομισματική πολιτική θα είναι πιο αποτελεσματική στο να αυξάνει το πραγματικό ΑΕΠ όσο: α. λιγότερο ελαστική είναι η συνάρτηση επενδύσεων ως προς το επιτόκιο. β. περισσότερο ελαστική είναι η συνάρτηση ζήτησης χρήματος ως προς το επιτόκιο. γ. περισσότερο ελαστική είναι η συνάρτηση ζήτησης χρήματος ως προς το εισόδημα. δ. πιο μικρή είναι η οριακή ροπή προς αποταμίευση. 7
Τόμος Γ - Δημόσια Οικονομική 1. Η καμπύλη δυνατοτήτων χρησιμότητας δύο καταναλωτών, του Α και του Β, δίνεται από τη σχέση 2UA + UB = 250, όπου UA είναι η χρησιμότητα του καταναλωτή Α, και UB είναι η χρησιμότητα του καταναλωτή Β. Στην τρέχουσα κατάσταση ισχύει UA = 50 και UB = 120. Εάν υπάρξει τεχνολογική πρόοδος που μετακινεί προς τα έξω την καμπύλη δυνατοτήτων χρησιμότητας των δύο καταναλωτών κατά 10% και αυξάνει συγχρόνως τη χρησιμότητα του καταναλωτή Α από 50 σε 80, ενώ ο καταναλωτής Β απολαμβάνει το μέγιστο δυνατό επίπεδο χρησιμότητας με τα νέα δεδομένα, τότε η νέα κατάσταση: α. συνιστά βελτίωση κατά Pareto. β. δεν είναι δυνατόν να αξιολογηθεί. γ. δεν συνιστά βελτίωση κατά Pareto. δ. είναι ακριβώς ίδια με την προηγούμενη. 2. Έστω ότι Χ είναι η συνολικά διαθέσιμη ποσότητα ενός αμιγώς δημόσιου αγαθού σε μία κοινωνία που υπάρχουν τρία άτομα, ο Α, ο Β και ο Γ. Αν ΧΑ, ΧΒ και ΧΓ είναι οι ποσότητες του αγαθού Χ που καταναλώνουν τα άτομα Α, Β και Γ αντίστοιχα, τότε θα ισχύει: α. Χ = ΧΑ + ΧΒ + ΧΓ. β. Χ = ΧΑ = ΧΒ = ΧΓ. γ. ΧΓ = Χ (ΧΑ + ΧΒ) = 0. δ. Χ ΧΑ ΧΒ ΧΓ = 0. 3. Μία δημόσια πλατεία, περιορισμένης χωρητικότητας, με ελεύθερη πρόσβαση σε όλους: α. αποτελεί αμιγές δημόσιο αγαθό. β. είναι αγαθό που χαρακτηρίζεται από ανταγωνιστικότητα στην κατανάλωση και από επιθυμητό αποκλεισμό από τη χρήση. γ. είναι αγαθό που χαρακτηρίζεται από ανταγωνιστικότητα στην κατανάλωση και από ανεπιθύμητο αποκλεισμό από τη χρήση. δ. είναι αγαθό που δεν χαρακτηρίζεται ούτε από ανταγωνιστικότητα στην κατανάλωση αλλά ούτε και από δυνατότητα αποκλεισμού από τη χρήση. 4. Όταν οι εξωτερικές επιδράσεις στην κατανάλωση είναι αρνητικές, τότε το οριακό ιδιωτικό όφελος είναι από το κοινωνικό οριακό όφελος και η ποσότητα ισορροπίας του προϊόντος στην ελεύθερη αγορά είναι από την κοινωνικά επιθυμητή. α. μεγαλύτερο, μεγαλύτερη. β. μικρότερο, μεγαλύτερη. γ. μικρότερο, μικρότερη. δ. μεγαλύτερο, μικρότερη. 5. Το οριακό όφελος (ΟΟ) και το οριακό ιδιωτικό κόστος (ΟΙΚ) για το αγαθό Χ δίνονται από τις ακόλουθες συναρτήσεις: ΟΟ = 200 Q και ΟΙΚ = Q αντίστοιχα, όπου Q είναι η ποσότητα του αγαθού Χ. Αν εκτός από το ιδιωτικό κόστος, υπάρχει και ένα επιπρόσθετο κόστος λόγω ρύπανσης που είναι σταθερό και ίσο με 10 για κάθε πρόσθετη μονάδα του Χ, ποιο είναι το αποτελεσματικό (κοινωνικά επιθυμητό) επίπεδο παραγωγής αυτού του προϊόντος; α. 0. β. 55. γ. 95. δ. 40. 8
6. Έστω ότι μια επιχείρηση μολύνει κατά την παραγωγική διαδικασία το περιβάλλον. Η κυβέρνηση μπορεί να οδηγήσει στην παραγωγή της κοινωνικά επιθυμητής ποσότητας του συγκεκριμένου αγαθού επιβάλλοντας ένα φόρο ανά μονάδα παραγωγής ο οποίος θα είναι ίσος με το: α. οριακό ιδιωτικό κόστος. β. οριακό κοινωνικό κόστος. γ. οριακό κοινωνικό κόστος συν το οριακό ιδιωτικό κόστος. δ. οριακό κοινωνικό κόστος μείον το οριακό ιδιωτικό κόστος. 7. Το συνολικό κόστος παραγωγής μίας μονοπωλιακής δημόσιας επιχείρησης είναι C(q) = 5q, όπου q είναι η ποσότητα παραγωγής. Η καμπύλη ζήτησης του αγαθού που παράγει αυτή η επιχείρηση είναι p(q) = 15 q, όπου p(q) είναι η τιμή του αγαθού. Αν η δημόσια επιχείρηση επιδιώκει την αριστοποίηση της κατανομής των παραγωγικών συντελεστών θα παράγει την ποσότητα (q): α. q = 10. β. q = 5. γ. q = 7,5. δ. q = 15. 8. Με βάση τα δεδομένα του παρακάτω πίνακα, το φορολογικό σύστημα είναι: Φορολογούμενος Εισόδημα (Υ) Συνολικός φόρος (Τ) Γιώργος 100 30 Κώστας 200 80 Χάρρυ 300 150 α. αναλογικό. β. προοδευτικό. γ. αντιστρόφως προοδευτικό. δ. δεν μπορεί να προσδιοριστεί. 9. Ένας από τους τρόπους κάλυψης του ελλείμματος που δημιουργείται όταν μία δημόσια επιχείρηση λειτουργεί υπό συνθήκες φθίνοντος κόστους και παράγει στο σημείο όπου εξισώνεται το οριακό κόστος με την τιμή, είναι η εφαρμογή διπλού τιμολογίου. Σύμφωνα με τον τρόπο αυτό: α. στην κάλυψη του ελλείμματος συμβάλλουν τόσο οι καταναλωτές του προϊόντος της δημόσιας επιχείρησης όσο και οι μη καταναλωτές του προϊόντος της. β. οι καταναλωτές του προϊόντος είναι υποχρεωμένοι να πληρώνουν δύο τιμές: μία που εξαρτάται από το μέγεθος της κατανάλωσης και είναι ανάλογη με το οριακό κόστος και μία άλλη που είναι σταθερή και ανεξάρτητη από το μέγεθος της κατανάλωσης που στόχο έχει την κάλυψη μέρους ή του συνόλου του ελλείμματος. γ. η κάλυψη του ελλείμματος ισοδυναμεί με κρατική επιδότηση. δ. ο κάθε καταναλωτής πληρώνει μία υψηλότερη τιμή για τις πρώτες μονάδες του προϊόντος που αυτός καταναλώνει και μία χαμηλότερη τιμή για τις επόμενες μονάδες. 10. Από όλα τα παρακάτω το μόνο που δεν ισχύει είναι ότι: α. Ο «ηθικός κίνδυνος» υπάρχει όταν ένα μέρος από τους συναλλασσόμενους αλλάζει τη συμπεριφορά του μετά τη συναλλαγή, με τρόπο που είναι άγνωστος ή δαπανηρός για το άλλο μέρος. 9
β. Η «επαχθής επιλογή» υπάρχει όταν ένα μέρος από τους συναλλασσόμενους που έχει πληροφόρηση άγνωστη για το άλλο μέρος, εκμεταλλεύεται την πληροφόρηση πριν τη συναλλαγή. γ. Η ασύμμετρη πληροφόρηση οδηγεί σε απόκλιση από την άριστη κατανομή των παραγωγικών πόρων σε όλες τις περιπτώσεις, ακόμη και αν δεν επιφέρει διαφορετικό αποτέλεσμα από αυτό που θα είχε προκύψει αν υπήρχε συμμετρική πληροφόρηση. δ. Η «επαχθής επιλογή» και ο «ηθικός κίνδυνος» είναι δύο φαινόμενα τα οποία συνδέονται άμεσα με την ύπαρξη ασύμμετρης πληροφόρησης ανάμεσα στους συναλλασσόμενους. 10