Το ενωτικό δημοψήφισμα Του Βαλάντη Αθανασίου, ιστορικού Απογοητευμένη η κυπριακή ηγεσία της εποχής από τις επανειλημμένες αρνητικές απαντήσεις της Βρετανίας στο αίτημα των Ελλήνων Κυπρίων για αυτοδιάθεση, το οποίο ήταν σύμφωνο με τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, αποφάσισε να λάβει πιο δυναμικά μέτρα. Μετά από την ταραχώδη δεκαετία του 40, που σημαδεύτηκε από τον Β Παγκόσμιο πόλεμο και τον 1
Ελληνικό Εμφύλιο πόλεμο, η Εκκλησία αναδυόταν αναδιοργανωμένη για να συνεχίσει τον ενωτικό αγώνα που είχε σταματήσει με τα Οκτωβριανά του 1931. Η συνέχιση της αρνητικής στάσης των Βρετανών δεν άφηνε πλέον περιθώρια για μια ειρηνική κινητοποίηση και άνοιξε το δρόμο για την ένοπλη αναμέτρηση. Το προσκήνιο Μετά την κρίση του Μεσοπολέμου και την δικτατορική διακυβέρνηση των αποικιοκρατών, οι Βρετανοί επέτρεψαν την διεξαγωγή εκλογών για την ανάδειξη νέου αρχιεπισκόπου. Στις 20 Ιουνίου 1947 εκλέχθηκε ο διαλλακτικός Μητροπολίτης Πάφου Λεόντιος, ο οποίος απεβίωσε αιφνίδια μετά από ένα μήνα (26 Ιουλίου). Στις νέες εκλογές αναδείχθηκε αρχιεπίσκοπος ο αδιάλλακτος ενωτικός Μητροπολίτης Κυρηνείας Μακάριος Μυριανθέας, γηραιός βετεράνος των βαλκανικών πολέμων και ένας από τους μακροχρόνια εξορισθέντες των Οκτωβριανών. Η κυπριακή κοινωνία εξαιτίας του Ελληνικού Εμφύλιου πολέμου βρισκόταν σε διχαστικό κλίμα ανάμεσα σε Δεξιούς και Αριστερούς. Η Εκκλησία και η Δεξιά είχαν ταχθεί διακηρυγμένα κατά του κομμουνισμού. Οι αποτυχίες του ΑΚΕΛ στη Διασκεπτική και στις περισσότερες απεργίες που οργάνωσε, αλλά και η αλλαγή στάσης του, από την Αυτοκυβέρνηση-Ένωση, στην σκληρή ενωτική γραμμή της Δεξιάς του στέρησε τους Τουρκοκύπριους ψηφοφόρους και του κόστισε την πανωλεθρία στις δημοτικές εκλογές του 1949, οι οποίες έγιναν σε εμφυλιοπολεμικό κλίμα (2 νεκροί, 100 τραυματίες). Με την ήττα του ΚΚΕ στον εμφύλιο το ΑΚΕΛ αναδιπλώθηκε και μπήκε σε φάση περισυλλογής, ενώ η Εκκλησία και η Δεξιά αναδιοργανώθηκε και στελεχώθηκε με νεαρά στελέχη, τα οποία ανέλαβαν την διεξαγωγή του ενωτικού αγώνα. Ήδη από το 1948 η Εκκλησία, το Κυπριακό Εθνικό Κόμμα (ΚΕΚ) και οι δεξιές συντεχνίες και οργανώσεις ιδρύουν την ΣΕΚΑ (Συντονιστική Επιτροπή Ενωτικού Αγώνα). Από τον Β Παγκόσμιο πόλεμο η Εκκλησία ίδρυσε το Γραφείο Εθναρχίας Κύπρου για να συντονίσει τον Ενωτικό αγώνα «υπεράνω κομμάτων». Εξέχουσα και δημοφιλής μορφή αναδεικνύεται ο νεαρός Μητροπολίτης Κιτίου (από το 1948) Μακάριος Μούσκος. 2
Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος Β (αριστερά) με τον Μητροπολίτη Κιτίου Μακάριο. Στις αρχές της δεκαετίας του 50 το διεθνές σκηνικό είχε ξεκαθαρίσει. Είχαν σχηματιστεί τα δύο μπλοκ που χώρισαν τον πλανήτη στα δύο, το δυτικό και καπιταλιστικό με ηγέτιδα την ΗΠΑ και το ανατολικό και σοσιαλιστικό με ηγέτιδα την ΕΣΣΔ. Προηγουμένως, στις 24 Οκτωβρίου 1945 είχε ιδρυθεί ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ), ο οποίος στον Καταστατικό Χάρτη του είχε διακηρύξει ως αρχή του την αυτοδιάθεση των λαών 1. Αυτή την διακήρυξη χρησιμοποίησαν πολλοί αποικιοκρατούμενοι λαοί ως νομιμοποίηση του αγώνα τους για ελευθερία. Ο Β Παγκόσμιος πόλεμος έχει πλήξει θανάσιμα το αποικιοκρατικό σύστημα. Ένας ένας οι λαοί της Αφρικής, της Ασίας και της Μ. Ανατολής ανακτούν την ανεξαρτησία τους από την ευρωπαϊκή μητρόπολη, αν και οι ευρωπαϊκές μητροπόλεις φρόντιζαν να διατηρήσουν την οικονομική εξάρτηση των νέων κρατών (νεοαποικιοκρατία). Οι μεγάλες νικήτριες του πολέμου, οι ΗΠΑ και η ΕΣΣΔ διάκεινται εχθρικά προς την αποικιοκρατία, στρεφόμενες υπέρ άλλων τρόπων σύνδεσης (και εξάρτησης) των νεοϊδρυθέντων χωρών. Σ αυτό το διεθνές κλίμα η Κυπριακή Δεξιά 1 Άρθρο 1. Οι σκοποί των Ηνωμένων Εθνών είναι: 1. Να διατηρούν τη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια, και για να επιτευχθεί αυτό: να παίρνουν αποτελεσματικά συλλογικά μέτρα για να προλαβαίνουν και να απομακρύνουν κάθε απειλή της ειρήνης και για να καταστέλλουν κάθε επιθετική ενέργεια ή άλλης μορφής παραβίαση της ειρήνης και να επιτυχαίνουν, με ειρηνικά μέσα και σύμφωνα με τις αρχές της δικαιοσύνης και του διεθνούς δικαίου, διευθέτηση ή διακανονισμό διεθνών διαφορών ή καταστάσεων που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε διατάραξη της ειρήνης. 2. Να αναπτύσσουν ανάμεσα στα έθνη φιλικές σχέσεις που θα βασίζονται στο σεβασμό της αρχής των ίσων δικαιωμάτων και της αυτοδιαθέσεως των λαών και να παίρνουν άλλα μέτρα κατάλληλα για την ενίσχυση της παγκόσμιας ειρήνης. 3. Να επιτυχαίνουν διεθνή συνεργασία για την επίλυση διεθνών προβλημάτων οικονομικής, κοινωνικής, πολιτιστικής και ανθρωπιστικής φύσεως, και για την ανάπτυξη και ενθάρρυνση του σεβασμού των ανθρώπινων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών για όλους, χωρίς διάκριση φυλής, φύλου, γλώσσας ή θρησκείας, και 4. Να αποτελούν ένα κέντρο που θα συντονίζει τις ενέργειες των εθνών για την επίτευξη αυτών των κοινών σκοπών. Κεφάλαιο 1, Άρθρο 1 του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών 3
και η Αριστερά είχαν κατανοήσει πως θα ακουγόταν καλύτερα λεκτικά η προβολή του επιχειρήματος της Αυτοδιάθεσης, το οποίο η Βρετανία είχε ήδη υποσχεθεί σε πολλές από τις αποικίες της, απ αυτό της Ένωσης, που προνοούσε την προσάρτηση της Κύπρου από την Ελλάδα. Ο στόχος παρέμενε η Ένωση, αλλά για να επιτευχθεί θα περνούσε από το στάδιο της αυτοδιάθεσης. Η αυτοδιάθεση στα νοητικά πλαίσια των Κυπρίων αντικατέστησε το παλαιότερο αίτημα της αυτοκυβέρνησης. Στις 4 Αυγούστου 1949 κατέφθασε στο νησί ο σερ Άντριου Ράιτ, για χρόνια αποικιακός υπάλληλος στην Κύπρο, παντρεμένος με Ελληνίδα και γνώστης του Κυπριακού, ως νέος κυβερνήτης της Κύπρου. Μαζί του η Βρετανική κυβέρνηση ανακοίνωσε πως το ζήτημα της δημιουργίας συντάγματος για το νησί ήταν ακόμα ανοιχτό. Όμως οι Ελληνοκύπριοι, Εκκλησία και ΑΚΕΛ, οι οποίοι είχαν δει την φάρσα των Βρετανικών συνταγματικών προτάσεων του 1948, στις οποίες η εκτελεστική εξουσία παρέμενε στα χέρια του Κυβερνήτη, δεν είχαν καμιά διάθεση να συνδιαλλαγούν και απαιτούσαν την Ένωση. Οι αποικιοκράτες, από την πλευρά τους, δεν χώριζαν πλέον τους Κύπριους σε Χριστιανούς και Μουσουλμάνους, αλλά σε Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους, καλλιεργώντας έμμεσα εθνική συνείδηση στους τελευταίους. Στην Κυπριακή ηγεσία άρχισε να καλλιεργείται η ιδέα πως έπρεπε να πάψουν οι διαβουλεύσεις που περιορίζονταν μεταξύ αυτών και της βρετανικής κυβέρνησης. Πίστευαν ότι μόνο με μια διεθνή εκστρατεία πληροφόρησης για το Κυπριακό θα μπορούσε να επιτευχθεί η ποθούμενη λύση. Πρώτο το ΑΚΕΛ, στις 23 Νοεμβρίου 1949, κινητοποίησε τα δημοτικά συμβούλια της Λάρνακας, της Αμμοχώστου, της Λεμεσού και της Μόρφου, στα οποία ασκούσε έντονη επιρροή, ώστε εκείνα να ανακοινώσουν ότι θα έστελναν στον ΟΗΕ μνημόνιο κατά της βρετανικής κατοχής και υπέρ της Ένωσης. Αυτό το μνημόνιο ήταν το πρώτο βήμα διεθνοποίησης του κυπριακού. Στη συνέχεια ανακοίνωσε πως τον Δεκέμβριο θα οργάνωνε ενωτικές εκδηλώσεις σ όλο το νησί στις οποίες θα συμπεριλαμβάνονταν και μαζική προσυπογραφή ψηφισμάτων υπέρ της Ένωσης. Η Εκκλησία έσπευσε ν αναλάβει την πρωτοβουλία και με ενέργειες του Μητροπολίτη Κιτίου Μακάριου ανέλαβε με ανακοίνωση της 1 ης Δεκεμβρίου 1949 την διεξαγωγή δημοψηφίσματος. Το ΑΚΕΛ υπαναχώρησε και προέτρεψε τους ψηφοφόρους του να υποστηρίξουν το δημοψήφισμα 2, αν και δεν είχε κληθεί από την Δεξιά να συνεργαστεί. Η Εκκλησία δεν 2 Stefanidis, 6-7. 4
αντέδρασε στην θέση του ΑΚΕΛ γιατί όσο πιο μαζικό ήταν το «Ναι» τόσο ισχυρό θα ήταν το αίτημα του δημοψηφίσματος στη διεθνή κοινή γνώμη 3. Η διεξαγωγή Στις 12 Δεκεμβρίου 1949 ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος Β πρότεινε μέσω επιστολής στον Κυβερνήτη την διεξαγωγή του δημοψηφίσματος από τις αποικιακές αρχές. Ο κυβερνήτης απάντησε αρνητικά στις 17 του μήνα χωρίς, τονίζοντας πως σε καμιά περίπτωση δεν θα άλλαζε το καθεστώς του νησιού. Ωστόσο, δεν απαγόρευσε την διεξαγωγή του, παρά το αίτημα της Μουσουλμανικής κοινότητας να απαγορευτεί 4. Η Ελληνική κυβέρνηση εκείνη την περίοδο μόλις είχε βγει απ τον αιματηρό Εμφύλιο πόλεμο και βρισκόταν ολοκληρωτικά υπό την Αμερικανική και Βρετανική οικονομική και στρατιωτική εξάρτηση. Εξ αρχής στάθηκε αρνητική στο δημοψήφισμα. Ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών Κωνσταντίνος Τσαλδάρης δήλωσε στην Βουλή στις 14 Δεκεμβρίου 1949 πως οι δημόσιες εκδηλώσεις για το Κυπριακό ήταν «ανεύθυνες». Συνέχισε λέγοντας πως οι δηλώσεις σχετικά με οποιονδήποτε λαό εκτός Ελλάδας ήταν παρέμβαση στα εσωτερικά τρίτης χώρας, η οποία πάντα ενοχλούσε τους Έλληνες όταν γινόταν εις βάρος τους. Την επόμενη μέρα τόνισε σε ανακοίνωση πως έπρεπε να διατηρηθεί η στενή συνεργασία Ελλάδας Βρετανίας ΗΠΑ. Από την βοήθεια των συμμάχων ήταν εξαρτημένη «η ικανοποιητική λύση όλων των εθνικών προβλημάτων» 5. Το δημοψήφισμα δεν είχε ως αίτημα της χορήγηση του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης, γιατί εκείνο εθεωρείτο δεδομένο από τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ. Το αίτημα ήταν η Ένωση της Ελλάδας, αίτημα το οποίο απέρρεε από την αυτοδιάθεση. Η απόρριψη του αιτήματος της διεξαγωγής του δημοψηφίσματος από τους Βρετανούς ήταν το επιχείρημα που δικαιολόγησε η Εκκλησία για την διεξαγωγή του δημοψηφίσματος από την ίδια. Το δημοψήφισμα διεξάχθηκε σε δύο γύρους, την Κυριακή, 15 Ιανουαρίου 1950 και την αμέσως επόμενη Κυριακή, 22 Ιανουαρίου. Έγινε με φανερή ψηφοφορία σ όλες τις εκκλησίες της Κύπρου. Δικαίωμα ψήφου είχαν οι άνδρες και οι γυναίκες, οι οποίες ψήφιζαν για πρώτη φορά, άνω των δεκαοκτώ ετών. Στη μέση των εκκλησιών υπήρχαν δύο έγγραφα. Το πρώτο ανέγραφε «Αξιούμεν την ένωσιν της Κύπρου με την Ελλάδα». Το δεύτερο έγραφε: «Ενιστάμεθα εις την ένωσιν της Κύπρου με την Ελλάδα». Όσοι προσήλθαν υπέγραφαν το έγγραφο τέσσερις φορές. 3 Michalopoulos, 47-48. 4 Stefanidis, 6-7. 5 Οπ. π. 8-9. 5
Η προσέλευση ήταν αθρόα. Υπολογίζεται πως κατά την πρώτη μέρα προσήλθε για να υπογράψει το 90% του πληθυσμού. Πολλοί μόνιμοι κάτοικοι εξωτερικού έστελναν τηλεγραφήματα για να καταχωρηθεί και το δικό τους όνομα στο δημοψήφισμα. Οι αποικιακές αρχές αποθάρρυναν τον πληθυσμό να ψηφίζει, υπενθυμίζοντάς τους πως για την Βρετανία δεν υπήρχε θέμα αλλαγής του καθεστώτος. Στους δε δημόσιους υπάλληλους είχαν απαγορεύσει ρητά να ψηφίσουν, όμως οι περισσότεροι δεν υπάκουσαν την διαταγή της κυβέρνησης. Συλλογή υπογραφών στον Μητροπολιτικό Ναό Λευκωσίας. (φωτογραφία Κ. Μεγαλοκονόμου) Ένα απόσπασμα του τύπου της εποχής περιγράφει την ατμόσφαιρα των ημερών. «Αι εκκλησίαι, όπου υπογράφονται τα δελτία δημοψηφίσματος κατέστησαν προσκύνημα του λαού. Πρώτος υπέγραψεν ο αρχιεπίσκοπος και Εθνάρχης Κύπρου ποιήσας τρις το σημείον του σταυρού. Πολλοί υπογράφουν γονυπετείς ( ) Η διεξαγωγή του δημοψηφίσματος ήτο άψογος από πάσης απόψεως, το δε μοναδικόν μειονέκτημα του ήτο ότι δεν ήτο μυστικόν. Έκαστος ψηφοφόρος εξ αμφοτέρων των φύλων ηλικίας άνω των 18 ετών υπογράφει το εις τετραπλούν έγγραφον το φέρον την φράσιν Θέλομεν την Ένωσιν. Εκ των τεσσάρων αντιγράφων, ανά εν θα σταλή εις την βρετανικήν κυβέρνησιν, την κυβέρνησιν της Κύπρου και τα Ηνωμένα Έθνη, ενώ το τέταρτον θα διαφυλαχθεί εις τα αρχεία της Εθναρχίας. ( ) η Δευτέρα αίτησις, η φέρουσα την φράσιν Αντιτιθέμεθα εις την Ένωσιν, έκειτο εγκαταλελειμμένη και παραμελημένη εις τα τραπέζας των εκκλησιών, δεδομένου ότι ουδείς ευρίσκετο διατεθειμένος να την υπογράψη. ( ) Εις συγγενείς ή 6
φίλους επετρέπετο να υπογράψουν δι εκείνους οι οποίοι ήσαν αγράμματοι, όταν δε περιήλθον τας εκκλησίας διεπίστωστα ότι πολλαί νέαι υπέγραφον διά λογαριασμόν των αγράμματων γονέων των. Παρετηρήθη προς τούτοις ότι αι γυναίκαι αι οποίαι διά πρώτην φοράν ψηφίζουν εις την Κύπρον, έσπευδον περισσότερον αθρόως από τους άνδρας να υπογράψουν, μία δε από αυτάς με επλησίασεν και μου είπε: Θέλομεν την ελευθερία μας και όχι δικτατορίαν 6. Στο ενωτικό δημοψήφισμα του 1950 ήταν η πρώτη φορά που στην Κύπρο οι γυναίκες ψήφισαν. Τα αποτελέσματα, που ανακοινώθηκαν με εγκύκλιο της Εθναρχίας στις 27 Ιανουαρίου 1950 ήταν συντριπτικά. Από τους 224.747 έχοντες δικαίωμα ψήφου ψήφισαν οι 215.108, ήτοι ποσοστό 95,71%. Απ αυτούς οι 215.103 τάχθηκαν υπέρ της Ένωσης. Επίσης, μαζί με τους Ελληνοκύπριους, ψήφισαν υπέρ της Ένωσης και Αρμένιοι, καθώς και μερικοί Τουρκοκύπριοι. 6 «Έθνος» 16.11.1950 7
Αθηναϊκές εφημερίδες για το Κυπριακό δημοψήφισμα. 8
Οι διεθνείς πρεσβείες Τα έγγραφα των υπογραφών δέθηκαν σε τέσσερις σειρές των 18 τόμων (το πρωτότυπο και 3 αντίγραφα). Μία σειρά θα έμενε στα αρχεία της Εκκλησίας. Οι άλλες τρεις θα δίνονταν στην Ελληνική κυβέρνηση, στην Βρετανική κυβέρνηση και στον ΟΗΕ. Γι αυτό τον σκοπό σχηματίστηκε πρεσβεία την οποία αποτελούσαν ο επίσκοπος Κυρηνείας Κυπριανός, ο Νικόλαος Λανίτης, ο Σάββας Λοϊζίδης (οι δύο τελευταίοι ήταν εξορισθέντες των Οκτωβριανών) και ο Ζήνωνας Ρωσσίδης (ο τελευταίος θα ενωνόταν με την πρεσβεία στο Λονδίνο). Η πρεσβεία ξεκίνησε τον Μάιο του 1950 για την Αθήνα, χωρίς εμπόδια από τις αποικιοκρατικές αρχές. Το ΑΚΕΛ είχε ζητήσει να λάβει μέρος στην πρεσβεία, την οποία πρότεινε να κατευθυνθεί και στις χώρες του ανατολικού μπλοκ. Το αίτημά του απορρίφθηκε από την Εκκλησία, με αποτέλεσμα ο πρόσκαιρος πολιτικός συνασπισμός να τερματιστεί. Έτσι το ΑΚΕΛ σχημάτισε την δική του πρεσβεία, την οποία αποτελούσαν οι Εζεκίας Παπαϊωάννου, ΓΓ του κόμματος, ο Εύδωρος Ιωαννίδης, μέλος του ΑΚΕΛ που διέμενε στο Λονδίνο και ο Αδάμ Αδάμαντος, δήμαρχος Αμμοχώστου 7. Η πρεσβεία της Εθναρχίας έλαβε αποθεωτική και συγκινητική υποδοχή στην Αθήνα, στις 20 Μαΐου. Πλήθος κόσμου βγήκε στους δρόμους και ο άνθρωποι κάθε κοινωνικής τάξης και ιδεολογίας υποστήριξαν με θέρμη το αίτημα των Κυπρίων. Ήταν η πρώτη φορά που η Ένωση έγινε το πρώτο θέμα στην Ελλαδική κοινή γνώμη. Ο τύπος που υποστήριζε την κυβέρνηση («Έθνος», «Ελευθερία», «Εμπρός») έγραψε καλά λόγια και προέβαλε την υπόθεση, αλλά με συγκρατημένο ύφος. Όμως ο πρωθυπουργός Νικόλαος Πλαστήρας δεν δέχτηκε την πρεσβεία, ούτε την παραλαβή των τόμων για να μην εκτραχυνθούν οι σχέσεις της χώρας με την Βρετανία. Ο βασιλιάς Παύλος και τα υπόλοιπα πολιτικά πρόσωπα υποδέχθηκαν και συνομίλησαν με την πρεσβεία ανεπίσημα. Τελικά η ελληνική κυβέρνηση πρότεινε όπως παραδοθούν οι τόμοι στην Βουλή των Ελλήνων. Τους παρέλαβε, πάλι ανεπίσημα, ο πρόεδρος της Βουλής Δημήτρης Γόντικας, ο οποίος τους φύλαξε στην βιβλιοθήκη του σώματος. 7 Faustmann, 5 9
Η υποδοχή της πρεσβείας στην Αθήνα στις 20 Μαΐου 1950 από τον Αθηναϊκό λαό. (αρχείο Κ. Μεγαλοκονόμου). Στην Βρετανία, όπως ήταν αναμενόμενο, η πρεσβεία βρήκε κλειστές πόρτες και δεν την υποδέχτηκε ούτε ένας επίσημος παράγοντας. Συνομίλησαν ωστόσο με κάποιους βουλευτές και βρετανικά ΜΜΕ. Στις 26 Σεπτεμβρίου 1950 η αντιπροσωπεία έφτασε στον Νέα Υόρκη και παρέδωσε τον τρίτο τόμο στον ΟΗΕ. Εκεί, με ενέργειες της Ομογένειας και του Αρχιεπίσκοπου Αμερικής έγινε συνάντηση με Αμερικανό αξιωματούχο του Υπουργείου Εξωτερικών, ενώ πραγματοποιήθηκαν και περιοδείες σε πόλεις των ΗΠΑ, όπου προβλήθηκε το Κυπριακό πρόβλημα. Οι ΗΠΑ ενδιαφέρονταν για την Κύπρο, όπως δείχνουν οι λεπτομερείς αναφορές του προξενείου των ΗΠΑ στην Λευκωσία 8. Η δε υποδοχή της κυπριακής πρεσβείας από επίσημο εκπρόσωπο της Αμερικανικής κυβέρνησης αποτελούσε έμμεση αμφισβήτηση της στείρας βρετανικής ακαμψίας. Η πρεσβεία του ΑΚΕΛ δεν είχε καλύτερη τύχη. Η ελληνική και η αμερικανική κυβέρνηση δεν τους παραχώρησε θεώρηση εισόδου στην χώρα. Στην Βρετανία δεν έγιναν δεκτοί από το υπουργείο αποικιών και συνομίλησαν με βουλευτές του Εργατικού Κόμματος και στελέχη του Κομμουνιστικού Κόμματος Αγγλίας. Ακολούθως μετέβησαν στο Παρίσι όπου συναντήθηκαν με τον Έλληνα πρωθυπουργό Πλαστήρα που βρισκόταν εκεί. Στην γαλλική πρωτεύουσα η πρεσβεία 8 Michalopoulos, 46. 10
πρότεινε στον πρωθυπουργό την εγγραφή του θέματος στον ΟΗΕ αλλά ο Πλαστήρας διαφώνησε, υποστηρίζοντας την λύση του προβλήματος στα πλαίσια των ελληνοβρετανικών σχέσεων. Στη συνέχεια η πρεσβεία κατευθύνθηκε σε χώρες του ανατολικού μπλοκ, στη Τσεχοσλοβακία, την Ρουμανία, την Ουγγαρία και την Πολωνία, με πενιχρά αποτελέσματα. Τα στελέχη της Κυπριακής Αριστεράς δεν μπόρεσαν να μεταβούν ούτε στη Μόσχα γιατί η ΕΣΣΔ τους αρνήθηκε την είσοδο. Οι συνέπειες Ένα από τα σοβαρότερα διαχρονικά λάθη της Ελληνοκυπριακής ηγεσίας ήταν πως αγνόησε πλήρως τους Τουρκοκύπριους και τις ανησυχίες τους, δίνοντάς τους βορά στους Βρετανούς αποικιοκράτες, οι οποίοι εκμεταλλεύτηκαν τους φόβους τους και έκαναν ό, τι μπορούσαν για να τους καλλιεργήσουν τουρκική εθνική συνείδηση. Μόνο το ΑΚΕΛ επιχειρούσε να προσεγγίσει το σύνοικο στοιχείο, αλλά μόνο σε ταξικούς όρους. Η στροφή του ΑΚΕΛ προς την Ένωση με την Ελλάδα και η διενέργεια του δημοψηφίσματος είχαν ως αποτέλεσμα την προσέγγιση των δύο πολιτικών παρατάξεων της μουσουλμανικής μειονότητας (εθνικιστές/κεμαλικοί και παραδοσιακοί). Έτσι ιδρύθηκε η Ενιαία Ομοσπονδία Τουρκικών Οργανώσεων (Federation of Turkish Associations). Το αίτημα της FTA ήταν να παραμείνει η Κύπρος υπό βρετανική διοίκηση ή να επιστραφεί στην Τουρκία, την προηγούμενη κυρίαρχη δύναμη και πλησιέστερη χώρα 9. Η FTA διοργάνωσε διαδηλώσεις εναντίον του δημοψηφίσματος και έστειλε αντιπροσωπεία στην Τουρκία, όπου πραγματοποιούνταν συλλαλητήρια και ο τύπος εκφραζόταν εναντίον της Ένωσης 10. Ενώ η πρεσβεία βρισκόταν ακόμα στο εξωτερικό, ο γηραιός Αρχιεπίσκοπος Μακάριος Β εκοιμήθη, στις 26 Ιουνίου 1950, σε ηλικία 80 ετών. Στις εκλογές για την ανάδειξη του διαδόχου του, Δεξιά και Αριστερά (εκτός από τους ακροδεξιούς κύκλους που συσπειρώνονταν στον Μητροπολίτη Κυρηνείας Κυπριανό, ο οποίος ηγείτο της πρεσβείας) υποστήριξαν τον Μητροπολίτη Κιτίου Μακάριο, ο οποίος στα μόλις δύο χρόνια θητείας του είχε δείξει οργανωτικές και διοικητικές ικανότητες. Από τους 78 εκλέκτορες (12 εξ οφίκιο ανώτεροι εκκλησιαστικοί και 66 εκλεγμένοι από τον λαό) οι 77 ψήφισαν τον Κιτίου και μία ψήφος ήταν άκυρη. Ο Κιτίου Μακάριος ανήλθε στον Αρχιεπισκοπικό θρόνο ως Μακάριος Γ. Η μορφή του θα γίνει το επίκεντρο της κυπριακής πολιτικής σκηνής και οι ενέργειες του θα προωθήσουν την περαιτέρω διεθνοποίηση του Κυπριακού. 9 The Times, 26.4.1950. 10 Stefanidis, 9-10. 11
Η εφημερίδα «Έθνος» αναγγέλλει την εκλογή του Μακάριου ως Αρχιεπισκόπου (21/10/1950). Η πεισματική άρνηση των Βρετανών ακόμα και να συζητήσουν το πρόβλημα, όξυναν τα πνεύματα στην Ελληνοκυπριακή κοινότητα. Όσο περνούσε ο χρόνος το καζάνι έβραζε όλο και περισσότερο, για να εκραγεί την 1 η Απριλίου του 1955. Βιβλιογραφία Νίκου Χριστοδουλίδη, Το ενωτικό δημοψήφισμα στην Κύπρο, Καθημερινή 2-9-2012 Άντρος Παυλίδης, Ιστορία της Νήσου Κύπρου - Τόμος Δ - Από το 1571 ως το 1964, Φιλόκυπρος, Λευκωσία 1993 Ιστορία της Κύπρου, Τόμος Γ Αγγλοκρατία (1878-1959), Οδύσσεια, 2010 Ιστορία της Κύπρου, Μεσαιωνική Νεότερη, Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού Διεύθυνση Μέσης Εκπαίδευσης, Υπηρεσία Ανάπτυξης Προγραμμάτων, Λευκωσία 2003 Ιστορία των Ελλήνων, Τόμος ΙΕ, Κύπρος, Εκδόσεις Δομή 12