2 OΠολιτισμός ως Δομικό Στοιχείο της Γλώσσας και της Μετάφρασης 2.1. ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ Π ΟΛΙΤΙΣΜΟΣ Γλώσσα και πολιτισμός βρίσκονται σε στενή σχέση αλληλεξάρτησης: μια από τις βασικές λειτουργίες της γλώσσας είναι η μετάδοση του πολιτισμού ενώ ταυτόχρονα η ίδια η γλώσσα επηρεάζεται καθοριστικά από τον πολιτισμό. Για την Bassnett (1980: 14), η γλώσσα είναι για τον πολιτισμό ό,τι η καρδιά για το ανθρώπινο σώμα. Η γλώσσα, καθώς αποτελεί το κύριο μέσο με το οποίο αναπτύσσουμε την κοινωνική μας δράση, συνδέεται με πολλαπλούς και σύνθετους τρόπους με την έννοια του πολιτισμού. Όπως σημειώνει η Kramsch (1998: 3), η γλώσσα εκφράζει, ενσωματώνει και συμβολίζει την πολιτισμική πραγματικότητα. Συγκεκριμένα, οι λέξεις που εκφέρουμε αναφέρονται σε κοινές εμπειρίες, εκφράζουν πραγματικότητες, ιδέες ή γεγονότα 47
ΜΕΤΑΦΡΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟΥ ΤΟΥ ΑΛΛΟΥ και αντικατοπτρίζουν τις θέσεις, τις αντιλήψεις και τις απόψεις αυτών που τις χρησιμοποιούν. Ακόμη, ο τρόπος με τον οποίο ένας ομιλητής κάνει χρήση της γραπτής ή της προφορικής γλώσσας (π.χ. ο τόνος της φωνής, η προφορά, το ύφος, οι κινήσεις και οι εκφράσεις του προσώπου) δημιουργεί από μόνος του σημασίες οι οποίες είναι κατανοητές από την ομάδα στην οποία ανήκει. Τέλος, η γλώσσα συνιστά ένα σύστημα σημείων το οποίο θεωρείται ότι έχει από μόνο του πολιτισμική αξία. Οι ομιλητές προσδιορίζουν τους ίδιους ή τους άλλους διαμέσου του τρόπου που χρησιμοποιούν τη γλώσσα και εκλαμβάνουν τη γλώσσα τους ως σύμβολο της κοινωνικής τους ταυτότητας. Κάθε πολιτισμός ενεργοποιεί έναν μηχανισμό σημείωνσυμβόλων με τα οποία ταυτίζεται μια κοινωνία. Τα σύμβολα αυτά είναι τυχαία και δεν υπάρχει κάποια σχέση αιτιότητας ή αναλογίας μεταξύ των συμβόλων αυτών καθαυτά και αυτού που συμβολίζουν. Στην Ελλάδα και στο δυτικό κόσμο γενικότερα το μαύρο χρώμα, για παράδειγμα, συμβολίζει το πένθος ενώ στην Κίνα αντίθετα το πένθος εκφράζεται με το λευκό χρώμα. Ακόμη, τα άνθη του κρίνου δηλώνουν την αγνότητα και χρησιμοποιούνται συχνά στις γαμήλιες τελετές ενώ στο Ιράν ταυτίζονται με τους νεκρούς και το πένθος. Όπως στη γλώσσα οι δεσμοί συνάφειας μεταξύ σημαίνοντος και σημαινόμενου είναι ανύπαρκτοι έτσι και στον πολιτισμό ενυπάρχει επίσης η έννοια της αυθαιρεσίας. Η σχέση μεταξύ γλώσσας και πολιτισμού έχει αναδειχθεί από πολύ νωρίς και κατ επανάληψη από τους φιλόσοφους της γλώσσας, τους γλωσσολόγους και τους εθνογλωσσολόγους. 1 Σύμφωνα με την Snell-Hornby (1988: 40), η σχέση μεταξύ των δύο εννοιών διατυπώθηκε για πρώτη φορά επίσημα από τον Wilhelm Von Humbold. Για τον γερμανό φιλόσοφο, η γλώσσα είναι κάτι το δυναμικό: συνιστά 1 Σχετικά με τη σχέση γλώσσας και πολιτισμού βλ. μεταξύ άλλων Mounin (1963/2002), Τσιτσιπής (1995) και Auroux (1999). 48
2 - O ΠΟΛΙΤΙΣΜOΣ ΩΣ ΔΟΜΙΚΌ ΣΤΟΙΧΕIΟ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΕΤAΦΡΑΣΗΣ μια δραστηριότητα και όχι το αποτέλεσμα αυτής, ένα στατικό δηλαδή κατάλογο αντικειμένων. Δεν είναι έργο αλλά ενέργεια. Η γλώσσα αποτελεί ταυτόχρονα την έκφραση του πολιτισμού και της ατομικότητας των ομιλητών, οι οποίοι αντιλαμβάνονται και εκφράζουν τον κόσμο διαμέσου της γλώσσας. Έναν αιώνα αργότερα, οι θέσεις αυτές αποτυπώνονται στην υπόθεση Sapir- Whorf, σύμφωνα με την οποία: δεν υπάρχουν δύο γλώσσες που είναι επαρκώς όμοιες ώστε να θεωρείται πως αντιπροσωπεύουν την ίδια κοινωνική πραγματικότητα. Οι κόσμοι στους οποίους ζουν διαφορετικές κοινωνίες είναι ξεχωριστοί, και δεν είναι απλώς ο ίδιος κόσμος με διαφορετικά ονόματα (στο Bassnett 1993/2000: 230). Για τους αμερικανούς εθνογλωσσολόγους Edward Sapir και Benjamin Lee Whorf, η γλώσσα που μιλάει μια κοινότητα επηρεάζει τον τρόπο που τα μέλη της βλέπουν τον κόσμο. Η δομή της γλώσσας που κάποιος συνήθως χρησιμοποιεί επιδρά στο πώς σκέφτεται και στο πώς συμπεριφέρεται. Η γλώσσα οργανώνει τον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε το σύμπαν. Άρα, η σκέψη δεν προηγείται της γλώσσας, το αντίθετο: η σκέψη καθορίζεται από τη γλώσσα. Οι γλώσσες, λοιπόν, απομονώνουν διαφορετικές πτυχές της ίδιας πραγματικότητας και δεν κατηγοριοποιούν ομοιότροπα την ανθρώπινη εμπειρία. Χαρακτηριστική άλλωστε είναι και η ρήση του Ludwig Wittgenstein: «die Grenzen meiner Sprache sind die Grenzen meiner Welt» (τα όρια της γλώσσας μου αποτελούν τα όρια του κόσμου μου). Συνεπώς, η γλώσσα ορίζεται ως μια εκδήλωση του πολιτισμού ενός λαού, ενώ παράλληλα αποτελεί το μέσο υλοποίησης και εναποθήκευσης των κυρίαρχων αξιών του. Οι γλωσσικές πρακτικές έχουν σημαντικές κοινωνικές και πολιτισμικές προεκτάσεις, γιατί ο λόγος ενσωματώνει και μεταφέ- 49
ΜΕΤΑΦΡΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΟΥ ΑΛΛΟΥ ρει τις αντιλήψεις μας αναφορικά με τις κοινωνικές σχέσεις, τις αξίες και την ταυτότητά μας. Η γλώσσα αντικατοπτρίζει, διαμορφώνει και εκφράζει την πολιτισμική πραγματικότητα μιας κοινότητας ή μιας ομάδας. Διαμέσου της γλώσσας, ο άνθρωπος αφομοιώνει τον πολιτισμό, τον διαιωνίζει ή τον μεταλλάσσει. Ακόμη, ο πολιτισμός επιβάλλει στους χρήστες της γλώσσας ένα αόρατο τυπικό επικοινωνίας. Η επιρροή του πάνω στη γλώσσα καταγράφεται στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που αυτή διαθέτει, αποτυπώνεται κυρίως στη λεκτική συμπεριφορά και στα γλωσσικά μέσα που χρησιμοποιούν τα μέλη μιας ομάδας και μπορεί να αναδειχθεί μέσω της αντιπαραβολής με άλλες γλώσσες. Η χρήση της γραπτής γλώσσας προσδιορίζεται και καθίσταται κοινωνικό χαρακτηριστικό διαμέσου του πολιτισμού. Όχι μόνο το τι αρμόζει να γράψουμε σε κάποιον στο πλαίσιο μιας περίστασης επικοινωνίας (π.χ. ποια γλωσσικά μέσα θα χρησιμοποιήσουμε για να ζητήσουμε άδεια από την υπηρεσία μας, για να ευχηθούμε για τις εορτές των Χριστουγέννων ή του Πάσχα σε κάποιον επαγγελματικό μας συνεργάτη ή για να ευχαριστήσουμε κάποιους για τη συμπαράστασή τους σε μια δύσκολη στιγμή μας), αλλά επίσης και ποιο είδος κειμένου ενδείκνυται ως σωστό και αρμόζον στην αντίστοιχη περίσταση (π.χ. αίτηση, ευχετήρια κάρτα, ευχαριστήρια επιστολή), δεδομένου ότι η χρήση των τελευταίων καθορίζεται από πολιτισμικές συμβάσεις. Ταυτόχρονα, όμως, κάθε γλώσσα μπορεί να επηρεάσει τον πολιτισμό, γιατί μεταφέρει μια εικόνα των στερεότυπων, των θεσμίων, των συμπεριφορών και των πολιτισμικών αξιών του κόσμου. Η Kramsch (1998:10) ταυτίζει τον πολιτισμό με την ένταξη σε μια γλωσσική κοινότητα, η οποία μοιράζεται έναν κοινό κοινωνικό χώρο και μια κοινή ιστορία καθώς και τις ίδιες φαντασιώσεις. Μάλιστα, ακόμη και όταν έχουν εγκαταλείψει την κοινότητα αυτή, τα μέλη της, όπου και αν βρίσκονται, διατηρούν πολλές φορές ένα κοινό σύστημα αρχών αντίληψης, 50
2 - O ΠΟΛΙΤΙΣΜOΣ ΩΣ ΔΟΜΙΚΌ ΣΤΟΙΧΕIΟ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΕΤAΦΡΑΣΗΣ αξιολόγησης, σκέψης και συμπεριφοράς (χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των Ελλήνων της διασποράς όπως και κάθε άλλης ομογένειας). Ωστόσο, θα πρέπει να γίνει σαφές ότι κοινή γλώσσα δεν σημαίνει πάντα και κοινό πολιτισμό. Έχει επανειλημμένα τονιστεί ότι μια πολιτισμική κοινότητα συχνά δεν αντιστοιχεί, ούτε και μπορεί να εξισωθεί, με μια γλωσσική κοινότητα ή να ταυτιστεί με ένα έθνος, μια γεωγραφική ή πολιτική οντότητα (Nord 1995, Newmark 1988, Koskinen 2004, Nord 2005, Bariki 2007). Η Μεγάλη Βρετανία, η Αυστραλία και οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, λόγου χάρη, αν και αγγλόφωνες χώρες, δεν έχουν τον ίδιο πολιτισμό. Οι διαπολιτισμικές αποκλίσεις μεταξύ των κατοίκων των παραπάνω χωρών είναι μερικές φορές τόσο βαθιές που δύο συνομιλητές αδυνατούν να επικοινωνήσουν μεταξύ τους. Μια ανάλογη πολιτισμική ποικιλία παρατηρείται και στους κόλπους της γαλλοφωνίας, η οποία εκτείνεται σε όλες σχεδόν τις ηπείρους. Επίσης, η γλωσσική συμπεριφορά των κατοίκων της Σκοτίας σε κάποιες περιπτώσεις διαφέρει από αυτή των Άγγλων και σε κάποιες άλλες όμως είναι παρόμοια. Ακόμη, οι Ολλανδοί και οι Γερμανοί που διαμένουν κατά μήκος των κοινών συνόρων των δύο χωρών, μπορεί να έχουν διαφορετική γλώσσα αλλά έχουν παρόμοια συστήματα αξιών. Αντίθετα, όπως αναφέρει ο Newmark (1988: 94), πολιτισμικά φορτισμένες λέξεις όπως οι Jause (είδος αυστριακού τσαγιού), Jugendweihe (ειδική τελετή για τους δωδεκάχρονους στην πρώην Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας), Beamter (ο Δημόσιος Υπάλληλος στην Αυστρία, την Ελβετία, τη Δυτική Γερμανία αλλά όχι στη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας) ενδεχομένως να χρήζουν μετάφρασης και για τους χρήστες της γερμανικής γλώσσας. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι πολλές φορές στις οδηγίες χρήσεις ενός προϊόντος δίνονται διαφορετικές πληροφορίες για τους γερμανούς αναγνώστες και διαφορετικές για τους αυστρια- 51
ΜΕΤΑΦΡΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΟΥ ΑΛΛΟΥ κούς ή τους ελβετούς. Τέλος, τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης μοιράζονται, από μια άποψη, έναν κοινό πολιτισμό, καθώς τα όργανά της συνιστούν μια ιδιαίτερη πολιτισμική οντότητα, έναν θεσμικό, διεθνικό και υπερεθνικό πολιτισμό που έχει τη δική του ιστορία, κοινή γνώση, τα θέσμια, τις αξίες και το δικό του ιδίωμα (Koskinen 2004). Μέσα από κάποια άλλη προσέγγιση όμως, οι χώρες που συνιστούν την Ευρωπαϊκή Ένωση διαφοροποιούνται σε επίπεδο γλώσσας και πολιτισμού. Στις σύγχρονες πολύγλωσσες κοινωνίες, άλλωστε, πολλές φορές είναι δύσκολο να πούμε ότι ακόμη και μια πόλη έχει ομοιογενή πολιτισμό. Ο Lambert (1992: 24) υποστηρίζει με τον πλέον κατηγορηματικό και απόλυτο τρόπο ότι δεν είναι δυνατό η έννοια του πολιτισμού να συμπίπτει με την αρχή του έθνους. Μια τέτοια θέση θα ήταν καταφανώς ευρω-κεντρική, δεδομένου ότι η έννοια του έθνους, σύμφωνα με τους ιστορικούς και τους κοινωνιολόγους, είναι σχετικά πρόσφατη στη δυτικοευρωπαϊκή ιστορία. Τα σύνορα μεταξύ των εθνών / πολιτισμών δεν είναι φυσικά αλλά αποτελούν ανθρώπινο δημιούργημα. Συνεπώς, οι πολιτισμικές (ή γλωσσικές) διαφορές ή οι ομοιότητες που παρατηρούνται μπορεί να έχουν προκληθεί από ιστορικές αναγκαιότητες (πβ. το Λουξεμβούργο με την Αλσατία), πολιτική φιλοδοξία (μειονοτικοί πολιτισμοί) ή διοικητική ανάγκη (η ενότητα των πολυ-εθνικών κοινωνιών). Παρατηρούμε λοιπόν ότι η γλώσσα αποτελεί αναπόσπαστο και συμφυές κομμάτι του πολιτισμού. Σύμφωνα με την Bassnett (2007: 23) «η γλώσσα είναι ενσωματωμένη στον πολιτισμό». Επίσης σημειώνει ότι οι γλωσσικές πράξεις λαμβάνουν χώρα μέσα σε ένα συγκεκριμένο κοινωνικο-πολιτισμικό πλαίσιο και τα κείμενα δημιουργούνται μέσα σε ένα συνεχές και όχι στο κενό. Είναι αδύνατο, λοιπόν, να διαχωρίσουμε τη γλώσσα από τον πολιτισμό της, δεδομένου ότι μια από τις βασικές λειτουργίες της γλώσσας είναι να περιγράφει τον κόσμο που μας περιβάλλει, να ορίζει αντικείμενα και να νοηματοδο- 52
2 - O ΠΟΛΙΤΙΣΜOΣ ΩΣ ΔΟΜΙΚΌ ΣΤΟΙΧΕIΟ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΕΤAΦΡΑΣΗΣ τεί τις έννοιες. 2 Σε ανάλογο πνεύμα, ο Vermeer (στο Snell- Hornby 2006: 52), δεν θεωρεί τη γλώσσα ως ένα αυτόνομο σύστημα, αλλά ως κομμάτι του πολιτισμού. Κατά συνέπεια, ο μεταφραστής χρειάζεται όχι μόνο να γνωρίζει τις γλώσσες που εμπλέκονται στη μεταφραστική διαδικασία, αλλά θα πρέπει να έχει κάποια οικειότητα και με τους αντίστοιχους πολιτισμούς. Με άλλα λόγια, θα πρέπει πέρα από δίγλωσσος να είναι ας μας επιτραπεί ο νεολογισμός και «διπολιτισμικός». Γλώσσα και πολιτισμός είναι δύο αλληλένδετα συστήματα. Άρα η μετάφραση αποτελεί μια μετάβαση από έναν πολιτισμό σε έναν άλλο και το μεταφραστικό ενέργημα συνιστά ένα ιδιαίτερο είδος πολιτισμικά-καθορισμένης παραγωγής κειμένων (Schäffner 2003: 84). Άλλωστε, αποτελεί σχεδόν κοινοτυπία να αναφέρεται ότι δεν μεταφράζουμε γλώσσες αλλά πολιτισμούς, δεδομένου ότι η αλλαγή γλώσσας συνεπάγεται και την αλλαγή πολιτισμικού πλαισίου. Ο Mounin (1963/2002: 231) σημειώνει χαρακτηριστικά: Για να μεταφράσει κανείς μια ξένη γλώσσα, θα πρέπει να πληροί δύο προϋποθέσεις. Και οι δύο είναι αναγκαίες, αλλά καμία τους δεν αρκεί από μόνη της: θα πρέπει πρώτον να σπουδάσει την ξένη γλώσσα, και δεύτερον να μελετήσει (συστηματικά) την εθνογραφία της κοινότητας που εκφράζει αυτή η γλώσσα. Καμία μετάφραση δεν είναι απόλυτα σωστή, αν δεν ικανοποιείται αυτή η διπλή προϋπόθεση. Θα πρέπει, ωστόσο, να σημειωθεί ότι, παρόλο που γλώσσα και πολιτισμός εμφανίζονται ως έννοιες αλληλένδετες και αδιαχώριστες, στους κόλπους της Μεταφρασεολογίας οι πολι- 2 Η Basnett (2007: 23) παραλληλίζει την προσπάθεια διαχωρισμού γλώσσας και πολιτισμού με τη συζήτηση για το αν η κότα έκανε το αυγό ή το αυγό την κότα. 53
ΜΕΤΑΦΡΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΟΥ ΑΛΛΟΥ τισμικές και οι γλωσσολογικές προσεγγίσεις του μεταφραστικού φαινομένου παραδόξως εμφανίζονται, τις περισσότερες φορές, ως ανταγωνιστικές. 2.2. ΜΕΤAΦΡΑΣΗ ΚΑΙ Π ΟΛΙΤΙΣΜOΣ Η έννοια του πολιτισμού είναι συνυφασμένη με αυτήν της μετάφρασης, δεδομένου ότι η μετάφραση θεωρείται ένα πολιτισμικό γεγονός (Toury 1995: 26), ένα είδος πολιτισμικής διαπραγμάτευσης (Heylen 1991/2001: 73), μια δραστηριότητα με ιδιαίτερη πολιτισμική σημασία, ένα από τα βασικά μέσα, και μια ιδιαίτερη περίπτωση, διαπολιτισμικής επικοινωνίας και συνάντησης διαφορετικών πολιτισμών (Berman 1984, Schäffner & Herting 1994, Ladmiral 1998). Ο Cordonnier (1995: 12) δηλώνει κατηγορηματικά ότι «η μετάφραση αποτελεί κομμάτι του πολιτισμού, είναι πολιτισμός». Ο δε Lambert (1992: 25), τη θεωρεί ως μια πολιτισμικά οριζόμενη δραστηριότητα και υποστηρίζει ότι πρέπει να ερευνηθεί ως κομμάτι του πολιτισμού. Οι Bassnett & Lefevere (1998: ix) πάλι, ταυτίζουν τη μελέτη του μεταφραστικού φαινομένου με αυτήν της πολιτισμικής διάδρασης, ενώ παράλληλα, η πρώτη σημειώνει ότι η μελέτη του πολιτισμού περιλαμβάνει πάντα τη μελέτη της μεταφραστικής διαδικασίας (Bassnett 1998: 138). H Nord (1997β: 34), τέλος, υποστηρίζει ότι μεταφράζω σημαίνει συγκρίνω πολιτισμούς. Η μετάφραση μεταφέρει γνώση και προωθεί την αλληλοκατανόηση και τη συνεργασία μεταξύ διαφορετικών κοινοτήτων και εθνών. Μας προσφέρει πληροφορίες σχετικά με τις γλώσσες, τις λογοτεχνίες και τους πολιτισμούς, λειτουργώντας ανέκαθεν ως ένας από τους κυριότερους μηχανισμούς πολιτιστικής ανταλλαγής και πολιτισμικής επαφής. Σε μεγάλο βαθμό καθορίζει τη φύση και την υπόσταση μιας πολιτισμικής οντότητας και αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο για την ανάπτυξη 54