Φθορά Φθορά Φθορά. Θεοδόση Πελεγρίνη. Παίζουν Άνδρας: Θεοδόσης Πελεγρίνης. Φωνή: Μιχάλης Μητρούσης. Σκηνοθεσία: Μιχάλης Μητρούσης



Σχετικά έγγραφα
Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Λήστευαν το δημόσιο χρήμα - Το B' Μέρος με τους αποκαλυπτικούς διαλόγους Άκη - Σμπώκου

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν.

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

:00:11:17 00:00:13:23. Έλα δω να δεις :00:13:23 00:00:15:18. Η Χλόη είναι αυτή; :00:16:21 00:00:18:10. Ναι.

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω.

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ!

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

Χαμπάρι ο Γιαννάκης. Η μάνα χαμηλώνει το στερεοφωνικό... Ο Γιαννάκης επιτέλους, γυρίζει! Βλέπει τη μάνα... θυμώνει... της βάζει τις φωνές...

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ. Εργασία για το σπίτι. Απαντούν μαθητές του Α1 Γυμνασίου Προσοτσάνης

Το ημερολόγιό μου Πηνελόπη

Σκηνή 1η Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι

Κείμενα Κατανόησης Γραπτού Λόγου

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

ΤΖΑΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ. Επιλεγμένα ποιήματα. Μέσα από την Αγάπη. γλυκαίνει καθετί πικρό. το χάλκινο γίνεται χρυσό

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

Φωνή: Θανούλη! Φανούλη! Μαριάννα! Φανούλης: Μας φωνάζει η μαμά! Ερχόμαστε!

Τριγωνοψαρούλη, μην εμπιστεύεσαι ΠΟΤΕ... αχινό! Εκπαιδευτικός σχεδιασμός παιχνιδιού: Βαγγέλης Ηλιόπουλος, Βασιλική Νίκα.

6. '' Καταλαβαίνεις οτι κάτι έχει αξία, όταν το έχεις στερηθεί και το αναζητάς. ''

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

Bίντεο 1: Η Αµµόχωστος του σήµερα (2 λεπτά) ήχος θάλασσας

ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ. ΑΡΗΣ (Συναντώνται μπροστά στη σκηνή ο Άρης με τον Χρηστάκη.) Γεια σου Χρηστάκη, τι κάνεις;

Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό:

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Χάρτινη Αγκαλιά Συγγραφέας: Ιφιγένεια Μαστρογιάννη

ΠΡΩΤΗ ΠΡΑΞΗ. Σκηνή 1 η

Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα.

T: Έλενα Περικλέους

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Σκηνή 1 η. Μπαίνει η γραμματέας του φουριόζα και τον διακόπτει. Τι θες Χριστίνα παιδί μου; Δε βλέπεις που ομιλώ στο τηλέφωνο;

Γεννηθήκαμε και υπήρξαμε μωρά. Κλαίγαμε, τρώγαμε, γελάγαμε, κοιμόμασταν, ξυπνάγαμε, λερωνόμασταν.

ΤΟ ΓΙΟΡΝΑΝΙ ΜΕ ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΓΑΡΟΥΦΑΛΛΑ

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

- Γιατρέ, πριν την εγχείρηση δεν είχατε μούσι... - Δεν είμαι γιατρός. Ο Αγιος Πέτρος είμαι...

Εντυπώσεις μαθητών σεμιναρίου Σώμα - Συναίσθημα - Νούς

Modern Greek Beginners

Τίτλος Πρωτοτύπου: Son smeshnovo cheloveka by Fyodor Dostoyevsky. Russia, ISBN:

το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης

9 απλοί τρόποι να κάνεις μία γυναίκα να μην μπορεί να σε βγάλει από το μυαλό της

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη

Γλωσσικές πράξεις στη διαγλώσσα των μαθητών της Ελληνικής ως Γ2

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 2 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

Αν δούµε κάπου τα παρακάτω σήµατα πώς θα τα ερµηνεύσουµε; 2. Πού µπορείτε να συναντήσετε αυτό το σήµα; (Κάθε σωστή απάντηση 1 βαθµός)

Ο νονός μου είναι ο καλύτερος συγγραφέας τρελών ιστοριών του κόσμου.

ΜΕΡΟΣ Ι. Τυμπανιστής:

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος: Να λες στη γυναίκα. σου ότι την αγαπάς και να της το δείχνεις.

Έρωτας στην Κασπία θάλασσα

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά

A READER LIVES A THOUSAND LIVES BEFORE HE DIES.

ΘΕΑΤΡΙΚΟ:ΤΟ ΚΟΥΡΔΙΣΤΟ ΑΥΓΟ

Πρώτες μου απορίες. ΚΟΙΤΑΖΑ τ αγόρια και σκέπτουμουν. [7]

Μια φορά και έναν καιρό, σ' ένα μεγάλο κήπο, ήταν ένα σαλιγκάρι μέσα στην φωλιά του. Ένα παιδάκι ο Γιωργάκης, έξω από την φωλιά του σαλιγκαριού

Πάει τόσος καιρός από το χωρισμό σας, που δε θυμάσαι καν πότε ήταν η τελευταία φορά

17.Β. ΜΙΚΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΟ 4 - ΧΑΤΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΑΡΙΑ

Οι αριθμοί σελίδων με έντονη γραφή δείχνουν τα κύρια κεφάλαια που σχετίζονται με το θέμα. ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΜΑΘΗΜΑ

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

Κάτι μου λέει πως αυτή η ιστορία δε θα έχει καλό

2016 Εκδόσεις Vakxikon.gr & Κατερίνα Λουκίδου

ΣΕΡΒΙΣ ΒΑΤΣΑΚΛΗΣ ΧΡΗΣΤΟΣ

Το δικό µου σκυλάκι. Ησαΐα Ευτυχία

21 ΜΑΡΤΙΟΥ 2016 ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΚΑΤΆ ΤΟΥ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΦΥΛΕΤΙΚΩΝ ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΝ

ΠΕΡΙΓΡΑΦΩ ΕΙΚΟΝΕΣ ΜΕ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΥΣ. Μια ολοκληρωμένη περιγραφή της εικόνας: Βρέχει. Σήμερα βρέχει. Σήμερα βρέχει όλη την ημέρα και κάνει κρύο.

Αδαμοπούλου Μαρία του Δημητρίου, 9 ετών

ΙΑ ΧΕΙΡΙΣΗ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ

Όταν φεύγουν τα σύννεφα μένει το καθαρό

Εκμυστηρεύσεις. Πετρίδης Σωτήρης.

Κωνσταντινίδου Αγγελίνα του Χρήστου, 8 ετών

Αυτήν εκεί την κοπελιά την ξέρεις; Πού είναι τα παιδιά; Γιατί δεν είναι μέσα στις τάξεις τους;

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΙΣΙΩΝ

Ρένα Ρώσση-Ζαΐρη: Στόχος μου είναι να πείσω τους αναγνώστες μου να μην σκοτώσουν το μικρό παιδί που έχουν μέσα τους 11 May 2018

ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ. Για την ΗΜΕΡΑ ΑΣΦΑΛΟΥΣ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ και τη Δράση Saferinternet.gr

Καθηγητής: Λοιπόν, εδώ έχουμε δυο αριθμούς α και β. Ποιος είναι πιο μεγάλος. Λέγε Ελπίδα.

Γ7 : Η ΑΚΡΟΣΤΙΧΙΔΑ ΜΑΣ ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

Πώς γράφεις αυτές τις φράσεις;

Η. Διαδικασία διαμεσολάβησης

Naoki HigasHida. Γιατί χοροπηδώ. Ένα αγόρι σπάει τη σιωπή του αυτισμού. david MiTCHELL. Εισαγωγή:

Κάποια μέρα, όπως όλοι παντρεύονται, έτσι παντρεύτηκε και ο Σοτός. Σον ρωτάει η γυναίκα του:

Ένα παραμύθι φτιαγμένο από τα παιδιά της Δ, Ε και Στ τάξης του Ζ Δημοτικού Σχολείου Πάφου κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους με τη συγγραφέα Αμαλία

Transcript:

Θεοδόση Πελεγρίνη Φθορά Φθορά Φθορά Παίζουν Άνδρας: Θεοδόσης Πελεγρίνης Φωνή: Μιχάλης Μητρούσης Σκηνοθεσία: Μιχάλης Μητρούσης Μουσική επιμέλεια: Μιχάλης Μητρούσης 1

ΠΡΟΛΟΓΟΣ Τι θέλει ένας επαγγελματίας της φιλοσοφίας και μπλέκεται στο θέατρο όχι, μάλιστα, απλώς ως συγγραφέας, που στο κάτω-κάτω μπορεί να τον αγνοήσεις κιόλας, αλλά κι ως ηθοποιός διατρέχοντας τον κίνδυνο να εκτεθεί μπροστά στο κοινό και να φάει τα μούτρα του υποδυόμενος αυτόν ή εκείνο τον ρόλο; Ναι, δεν είναι απλώς η αγάπη που μπορεί να διατηρεί κανείς για μια ενασχόληση πέρα από το επάγγελμά του. Είναι, επίσης, ο στενός δεσμός, η εκλεκτική συγγένεια, όπως θα έλεγε ο πολύς Γκαίτε, μεταξύ θεάτρου και φιλοσοφίας, που δίνει ίσως το δικαίωμα σε έναν υπηρέτη της τελευταίας αυτής να επιχειρήσει το άλμα από την μια δραστηριότητα στην άλλη -μια συγγένεια κι ένας δεσμός που εκφράζεται μέσα από τον διάλογο. Στο θέατρο διαλέγονται τα πρόσωπα που δρουν επί σκηνής. Ακόμη κι αν πρόκειται για μονόλογο, για την δράση ενός και μόνο προσώπου επί σκηνής, ο διάλογος εξακολουθεί να υφίσταται μεταξύ εκείνου που μιλάει κι εκείνου όπου απευθύνεται, που μπορεί να είναι η σκέψη του ή κάποιος που δεν φαίνεται αλλά είναι παρών. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, ό, τι και να συμβαίνει στην σκηνή, είτε είναι ένας που μιλάει είτε είναι πολλοί που συζητάνε, αυτό που λαμβάνει χώρα στην σκηνή απευθύνεται στους θεατές. Διάλογος, δηλαδή, μεταξύ σκηνικής δράσης και κοινού. Το ίδιο και η φιλοσοφία, όμως. Είναι συνυφασμένη με τον διάλογο. Ο Πλάτων την αποκάλεσε διαλεκτική, ότι είναι ένας διάλογος όπου υποστηρίζει κανείς κάτι με επιχείρημα κι ο άλλος τον αντικρούει με κάποιο άλλο επιχείρημα. Από την πρώτη στιγμή της εμφάνισής των οι φιλόσοφοι στην Μίλητο, στα παράλια της Μικράς Ασίας, μεταχειρίστηκαν τον διάλογο. Εκεί, ορισμένως, ο Θαλής, ο πρώτος φιλόσοφος, είπε ότι η αρχή του κόσμου είναι το νερό, για να τον αντικρούσει ο Αναξίμανδρος λέγοντας ότι είναι το άπειρο, άποψη που αμφισβήτησε ο Αναξιμένης ο οποίος ισχυρίστηκε κάτι διαφορετικό, ότι ο κόσμος γεννήθηκε από τον αέρα. Έτσι δημιουργήθηκε η πρώτη σχολή φιλοσοφίας, η Σχολή της Μιλήτου, στους κόλπους της οποίας είχαν την ευκαιρία τα μέλη της να διαλέγονται για ζητήματα που απασχολούσαν την σκέψη τους, για να ακολουθήσουν άλλες σχολές -της Εφέσου, της Ελέας, των Πυθαγορείων, η Ακαδημία Αθηνών, το Λύκειο, ο Κήπος, κι άλλες πολλές-πολλές σχολές, παντού σχολές, όχι μόνο στην αρχαιότητα αλλά και στους αιώνες που ακολούθησαν, ως σήμερα. Το αν, ωστόσο, αξίζει η αναφορά στο εγχείρημα ενός επαγγελματία της φιλοσοφίας να ασχοληθεί με το θέατρο ως συγγραφέας κι ως ηθοποιός ουδείς θεωρητικός συλλογισμός, όπως ο ισχυρισμός περί εκλεκτικής συγγένειας μεταξύ φιλοσοφίας και θεάτρου, μπορεί να το δικαιολογήσει. Το εγχείρημα το ίδιο, καθεαυτό, μόνο του, καλείται να δείξει τι αξίζει -αν αξίζει και καθόλου. Ιδού, λοιπόν, σε ό, τι ακολουθεί, στην παρούσα έκδοση των τριών μονολόγων, που έγραψα και παρουσίασα ο ίδιος επί σκηνής, η πρόκληση της αποτίμησης του εγχειρήματος. Θεοδόσης Ν. Πελεγρίνης 2 3

ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ Κυρίες, Κύριοι, Εγώ, και κάθε άλλο ανθρώπινο πλάσμα ό, τι κι αν μπορεί να είναι ο καθένας μας: άσπρος, κίτρινος μαύρος χοντρός, αδύνατος αξιωματούχος, φουκαράς, αδιάφορος ενθουσιώδης, γαλήνιος, υγιής, φιλάσθενος, αλαζών, μετριόφρων, ταπεινόφρων, όλοι μας, τέλος πάντων, όλοι μας βρεθήκαμε με μια κληρονομιά στα χέρια μας, μια περιουσία για την οποία, όπως συμβαίνει άλλωστε με κάθε κληρονομιά, οι ίδιοι δεν κάναμε τίποτα για να την αποκτήσομε. Εννοώ την ζωή! Παρόλα αυτά, πρόκειται για μια κληρονομιά ιδιάζοντος χαρακτήρα κατά τούτο, κυρίως: τις κληρονομιές που μας καταλείπουν οι κληροδότες μας έχομε την δυνατότητα, με τις προβλεπόμενες από τον νόμο πράξεις αποδοχής ή μη αποδοχής, να τις καταστήσομε κτήμα μας ή να τις αποποιηθούμε αντιστοίχως, ανάλογα προς το αν μας συμφέρει να τις κρατήσομε στην κατοχή μας ή όχι. Η ζωή, αντιθέτως, λαμβάνεται ως ένα υπέρτατης αξίας αγαθό, το οποίον ουδείς έχει το δικαίωμα να αποποιηθεί. Αν σκεφτεί να απαρνηθεί κανείς την ανεκτίμητη αυτή κληρονομιά, να βάλει, δηλαδή, τέλος στην ζωή του, να αυτοκτονήσει, τότε, αν αυτό δεν είναι, κατά την απλή λογική, βλακεία, είναι μια άκρως επιλήψιμη πράξη σε τέτοιο σημείο, μάλιστα, ώστε η αγία θρησκεία μας να έχει δώσει εδώ και πολλούς-πολλούς αιώνες εντολή στους λειτουργούς της, 4 5

τους αυτόχειρες να μην τους κηδεύουν εξασφαλίζοντάς τους, έτσι, πολύ νωρίτερα από την Μεγάλη Κρίση των Ουρανών, μια καλή θέση στον τόπο της κολάσεως. Αλλά και πέρα από την απλή λογική και την θρησκεία, στον καθένας μας, στο μεδούλι της ύπαρξής του, είναι φωλιασμένη μια ανεξάντλητη δύναμη προστασίας της ζωής: το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, που δεν μας αφήνει κανένα περιθώριο να δράσομε εναντίον της ζωής μας. Αν, τώρα, κάποιος, βλέποντας τα χάλια της εκφυλισμένης ύπαρξής του, διαπιστώσει ότι η ζωή δεν είναι έτσι όπως του λένε, ένα ανεκτίμητης αξίας αγαθό, μη αποποιήσιμο καθ ολοκληρίαν, τότε δεν έχει παρά: είτε, καραδοκώντας την στιγμή που το ένστικτο της αυτοσυντήρησης θα χαλαρώσει, να πάρει το σκουπόξυλο, να δώσει μια στο κεφάλι του και να το σπάσει (όπως σημειώνεται στην Σταφίδα που ακολουθεί) είτε να ενθαρρύνει την σκέψη του να τον ταξιδεύει έξω από την ζωή (όπως συμβαίνει στις Ημέρες γενεθλίων, που έπονται), είτε να κάνει τον χαζό, ότι δεν καταλαβαίνει δήθεν (όπως παρατηρείται στο Ένα κιλό κόκκινη μπογιά στον απέραντο ωκεανό, με το οποίο κλείνει η μικρή αυτή τριλογία για την φθορά της ζωής). (Σκοτάδι, για να αρχίσει η παράσταση) 1. Η σταφίδα (Μονόλογος ανδρός που έχει γεννηθεί χωρίς γεννητικά όργανα) Γαμώ την κοινωνία μου, γαμώ την σκρόφα, την ξέκωλη την κοινωνία! Λες και δε με γέννησε εμένα μάνα. Αν κι εδώ που τα λέμε, καλύτερα να μη μ είχε γεννήσει, να μουνα ένα από τα άπειρα σπέρματα του καριόλη του πατέρα μου που, μη βρίσκοντας τον στόχο τους, όταν πηδούσε την μάνα μου, χάθηκαν την επόμενη στιγμή της εμφάνισής τους. Και που γεννήθηκα, τι κέρδισα; Από τότε που άρχισα να καταλαβαίνω τι μου γίνεται, δεν έκανα τίποτε άλλο παρά να υπερασπίζομαι κάτι που δεν είμαι εκείνο που η φύση παρέλειψε να με κάνει. Αν και, αν θέλεις να ξέρεις, μέσαμέσα μου δεν τα χω με την φύση. Πολλές φορές το χω σκεφτεί κι έχω καταλήξει στο συμπέρασμα πια πως ό, τι μου συνέβη δεν έγινε στα καλά καθούμενα. Μου είναι εντελώς αδιανόητο η φύση να είναι τόσο επιπόλαια, που θα άφηνε ποτέ στην μέση την δουλειά της πάνω στο σώμα μου. Τι είχε να κερδίσει; Εκτός κι αν το έκανε από εκδικητική διάθεση. Λες; Ίσως. Προϋπόθεση για την εκδίκηση είναι η ευφυΐα του εκδικητή. Και από αυτήν η φύση, δόξα τω Θεώ, έχει δα μπόλικη μέχρι που της περισσεύει κιόλας. Η εκδίκηση, 6 7

θέλω να πω, δεν είναι μια αυθόρμητη, αυθαίρετη, ανεξέλεγκτη αντίδραση, μια τυφλή ορμή, ένα αδέσποτο πάθος. Το έχω μελετήσει καλά. Στην εκδίκηση υπάρχει σχέδιο, υπάρχει σκοπός, υπάρχει οργάνωση. Πρόκειται για μιαν άκρως υπολογισμένη ενέργεια. Ειδικά, στην περίπτωση της φύσης, η εκδίκηση είναι το κατ εξοχήν, το μοναδικό, δεν θα δίσταζα να πω, άγριο είδος δικαιοσύνης, ένας μεθοδευμένος, βίαιος τρόπος αποκατάστασης μιας χαμένης ισορροπίας της. Όταν εμείς, με τις παρεμβάσεις μας, ανατρέπομε τις αναλογίες και την διάταξη των μερών της, τι θέλεις να κάνει η φύση; Απλά, εκδικείται. Μας εκδικείται αμείλικτα κι όποιον πάρει η μπάλα, και όπου τον πάρει. Ναι, ναι, δεν θα μπορούσα εγώ να είμαι ένα δείγμα της εκδικητικής συμπεριφοράς της φύσης; Πρώτα ο πανικός, όταν άρχισε να ξυπνά μέσα μου η ερωτική διάθεση και διαπίστωσα μετά την αδιέξοδη κατάστασή μου, κι έπειτα η απελπισία, και κατόπιν η μανία της καταστροφής. Μίσησα τον πατέρα μου, την μάνα μου που με γέννησαν, τις αδελφές μου, όλα τα κορίτσια του κόσμου που είναι για μένα απαγορευμένος καρπός, τα αγόρια που γεννιούνται κανονικά, όλους! Πέθαινε κανείς και αντίθετα με τους άλλους που θρηνούσαν για τον χαμό του εγώ ένιωθα μέσα μου ένα ασυγκράτητο κύμα χαιρεκακίας να με πλημυρίζει. «Άλλος ένας», έλεγα μέσα μου, «έφυγε από την μέση». Ακούω τις γάτες να ουρλιάζουν γυρεύοντας να ικανοποιήσουν την γενετήσια ορμή τους, σκέφτομαι τα σκυλιά, τα άλογα, τα βατράχια, τα κάθε λογής έντομα που είτε βγάζοντας χαρακτηριστικούς, ασυνάρτητους ήχους είτε μένοντας βουβά μπορούσαν να κάνουν εκείνο που εμένα μου είχε απαγορευθεί εκ γενετής. Το πιο απλό και αυτονόητο πράγμα στην φύση: να ικανοποιούν την σεξουαλική ορμή τους. Μέσα μου επαναστατώ. Μακάρι να εξαφανιζόταν από προσώπου γης κάθε οργανισμός που ήταν σε θέση να ανταποκριθεί στο γενετήσιο κάλεσμα της φύσης. Να μεναν μόνο τα δέντρα, οι θάμνοι οτιδήποτε μπορούσε να φυτρώσει μόνο του από έναν σπόρο χωρίς την συνδρομή κανενός συντρόφου. Ώρεςώρες η σκέψη μου αυτή τόσο έντονη, που μου είναι αδύνατο να την κρατήσω βουβή μέσα μου. Με ξεπερνάει, γαμώ το! Γιατί, γαμώ-γαμώ την καταδίκη μου; Γιατί εγώ έτσι; Γιατί; Ποιος πούστης, ποια πουτάνα μ άφησε στην μέση και μ έστειλε να βασανίζομαι στην πρόστυχη, την ξευτίλα την ζωή. Χίλιες φορές αν έπρεπε να γεννηθώ λειψός να είχα γεννηθεί τυφλός, κουφός, χωρίς δάχτυλα, χωρίς χέρια, χωρίς πόδια, ό, τι σκατά άλλο. Αλλά όχι αυτό, όχι αυτό! Όποτε, την ώρα της παραφοράς μου, η μάνα μου τόλμησε να μπει στην μέση για να με ηρεμήσει, βρήκε τον διάολό της. Πόσες φορές, πλακώνοντάς την στις μπουνιές, της άνοιξα ρουθούνια, χείλη, φρύδια και την γέμισα καρούμπαλα και μελανιές. Εκείνη, όμως, το βιολί της. Επέμενε να με παρηγορεί ότι δεν ήμουν άχρηστος, ότι μπορεί να έγινε ό, τι έγινε, αλλά η ζωή έχει πολλές διεξόδους και πως θα μπορούσα να περπατήσω κάποιον από τους δρόμους της χωρίς να προκαλώ την περιέργεια, την απέχθεια, την αποστροφή των άλλων. Το ξέρω, κανένας, όπως κινούμαι ανάμεσά τους, δεν μπορεί να υποψιαστεί τι έχει συμβεί στο κορμί μου, για να με αποφεύγει σαν σκοτεινό μίασμα. Στα μάτια τους είμαι ένας καθόλα φυσιολογικός άνθρωπος ολοκάθαρα κανονικός, όπως αυτοί. Με εξαίρεση το άμεσο οικογενειακό περιβάλλον μου, ουδείς μπορεί να φανταστεί εκείνο που σιωπηλά κρύβεται κάτω από τα ρούχα μου. Ήταν τόση η επιμέλεια της μάνας μου για μένα στην αρχή, όσο δεν μπορούσα να φροντίζω ο ίδιος τον εαυτό μου και έπειτα η φροντίδα η δική μου για την εμφάνισή μου όταν ανέλαβα την αυτοεξυπηρέτησή μου, που τίποτε, μα τίποτε, δεν μπορούσε να κινήσει την παραμικρή υποψία για την ιδιαιτερότητά μου. Η εμφάνιση απέκτησε για μένα ξεχωριστή ιερή, τολμώ να πω σημασία. Το απλό ενδιαφέρον, που ήταν φυσικό να δείχνω στην αρχή για 8 9

την εμφάνισή μου, εξελίχθηκε σε ασίγαστο πάθος, σε έμμονη ιδέα. Απαιτούσα να μου αγοράζουν ακριβά ρούχα και παπούτσια, σπάνιες κολόνιες και αιθέριες αλοιφές έστω κι αν αυτό δημιουργούσε σοβαρό οικονομικό πρόβλημα στο σπίτι. Γιατί, τι ήταν ο πατέρας μου. Ταχυδρομικός υπάλληλος. Πού να αντιδράσει, όμως. «Όχι, ρε πούστη, μη ξινίζεις, φταις». Όλοι όφειλαν να καταβάλουν το αντίτιμό τους για την κατάστασή μου. Κανείς στο σπίτι να το πούμε σταράτα δεν είχε δικαίωμα να αντισταθεί στις απαιτήσεις μου όσο παράλογες κι αν ήταν αυτές. (Στον εαυτό του) «Η αδυναμία σου, να ξέρεις, καλέ μου, μπορεί να εξελιχθεί σε ανεξάντλητη πηγή εξουσίας σου!». Μάλιστα, παρακάμπτοντας κάθε έπαρση σεμνοτυφίας, θα τολμούσα, εξ αφορμής της προσωπικής εμπειρίας μου, να γράψω ειδικό εγχειρίδιο: «Πώς οι ελαττωματικοί άνθρωποι θα μπορούσαν να εκμεταλλευθούν για δική τους ωφέλεια τον οίκτο που προκαλούν στους άλλους». Σαν μεγάλο δεν ακούγεται για τίτλος; Εν πάση περιπτώσει, ο οίκτος είναι μια άκρως ύπουλη και εξαιρετικά διεισδυτική δύναμη που, όταν παρεισφρήσει στην ψυχή κάποιου, μπορεί να τον καταστήσει αδρανή, πλήρως ανενεργό. Στην αρχή από οίκτο ανέχεται κανείς κάποιον μια, δυο, τρεις, πέντε, δέκα φορές, μέχρις ότου η κατάσταση αυτή της ανοχής εξελιχθεί σε συνήθεια, όπου πια εγκλωβίζεται χωρίς να έχει πλέον την δυνατότητα να ξεφύγει από αυτήν και να επιστρέψει στον εαυτό του και στις δικές του επιλογές., Είναι αδύνατον πια κάποιος, όταν ο οίκτος του γίνει συνήθεια, να αντισταθεί στις επιθυμίες και τις ορέξεις του ανθρώπου που αποτελεί το αντικείμενο του οίκτου του. Είναι δέσμιός του, υποχείριό του. Από την ώρα που στο σπίτι μας ο οίκτος για την αφεντιά μου έγινε ανοχή και στην συνέχεια εξελίχθηκε και παγιώθηκε σε συνήθεια, κανένας πια μέσα εκεί δεν είχε την δύναμη να αντισταθεί στο οποιοδήποτε θέλημά μου. Ένιωθα χάρη στον οίκτο που εξέπεμπα απόλυτα κυρίαρχος πρώτα στο οικογενειακό περιβάλλον, κι έπειτα, με την συνδρομή της ιδιαίτερα επιμελημένης εμφάνισής μου στον ευρύτερο κοινωνικό περίγυρό μου. Αισθάνομαι όλων τα μάτια επάνω μου, να με βλέπουν σαν κάποιον σπουδαίο. Σπουδαίο; Πού να ήξεραν, όμως. Τέλος πάντων, σπουδαίο, σπουδαίο! Τι κρίμα να μην μπορώ να χαρώ την αίσθηση της επιβολής μου στο κοινωνικό περιβάλλον μου, η οποία, υπό άλλες συνθήκες, θα με συνάρπαζε. Έχω πάντοτε μέσα μου τον φόβο μήπως κάποια στιγμή συμβεί κάτι και αποκαλυφθεί τι πραγματικά είμαι. Και τότε... Άσε, δεν θέλω, να σκέφτομαι την εξέλιξη των πραγμάτων. Απλώς, δεν πρέπει να μάθει κανείς! Ούτε εγώ ούτε κανένας άλλος από την οικογένειά μου πρέπει να αποκαλύψομε τι κρύβεται κάτω από τα πολυτελή ρούχα μου. Ως προς τον εαυτό μου, μπορώ να είμαι βέβαιος ότι θα κρατήσω κλειστό το στόμα μου. Για τους άλλους, όμως; Ποια εγγύηση μπορώ να έχω για την εχεμύθειά τους; Ποιος μου λέει ότι κάποιος τους σε μια έκρηξη θυμού του, ας πούμε, ξεπερνώντας τα όρια του οίκτου του, για μένα, που τον κρατάει δέσμιό μου, δεν θα με ξεσκεπάσει; Μπα, δεν νομίζω.. Δεν πιστεύω ότι θα τολμήσουν, τελικά. Ποιος θα θελε να λένε ότι είναι συγγενής ενός... ενός... Κοίτα να δεις που διστάζω να πω και την λέξη ακόμη. Αρθρώνοντάς την, θα αποκαλύψω την σταφίδα μου, το αποκρουστικό στίγμα της ύπαρξής μου. Κάθε λέξη και μια έξοδος, μια έξοδος από το μυαλό μου, την ψυχή μου, από κάπου μέσα μου, στον κόσμο, όπου παραμονεύουν χίλιοι-δυο κίνδυνοι από έναν οδοστρωτήρα να με βάλει από κάτω του και να με λιώσει έως ένα κουνούπι, ένα μικρό, τοσοδούλι κουνούπι, να με τσιμπήσει και με δυο σταγόνες δηλητήριο να με τελειώσει. Ε, βούλωστο, άθλιε εαυτέ μου, βούλωστο, αν θέλεις να γλυτώσεις. Μη αρθρώνεις τίποτα. Η σιωπή του Χριστού ενώπιον του Πόντιου Πιλάτου, το έξοχο πρότυπο σιωπής. 10 11

Δεν μίλησε εκείνος, που κινδύνευε η ζωή του, κι εγώ να κάτσω τώρα να ανοίξω κουβέντα για μια σταφίδα. Αλίμονο! Αστεία πράγματα. Λες και θα αλλάξει τίποτε. Ο γέγονε, γέγονε. Η αδιαφορία, η περιφρόνηση μπορεί να νικήσει οποιαδήποτε δύναμη, και την πιο άδικη, όπως η δική μου. Τι φταίω εγώ που έγινα έτσι, γαμώ το. Αυτή η σταφίδα, λοιπόν, που αιωρείται ανάμεσα στα σκέλιά μου είναι ο κυματοθραύστης που σκάνε επάνω του οι πιο βίαιες βιολογικές ορμές μου. Οι ερωτικοί κραδασμοί που συγκλονίζουν το κορμί μου, φτάνοντας στην σταφίδα, πέφτουν πάνω σε έναν αδιαπέραστο τοίχο και γυρίζουν πίσω στον οργανισμό μου να πάρουν περισσότερη φόρα, για να σκάσουν ξανά πάνω στην σταφίδα με μεγαλύτερη δύναμη. Και μετά πάλι το ίδιο, Και ξανά, και ξανά. Νιώθω το κορμί μου να διαλύεται από τον πολλαπλασιασμό των ερωτικών κραδασμών. Πόσο μισώ αυτό το μικρό ελάχιστο σημάδι, την σταφίδα, ανάμεσα στα σκέλια μου πόσο την μισώ!. Το ξέρω δεν αξίζει να ζω έτσι παραμορφωμένος, αλλά τι μπορώ να κάνω: το ένστικτο της αυτοσυντήρησης με αναγκάζει, όσο αναπνέω, να ζω. (Κοιτώντας ψηλά, στην γωνιά του ταβανιού) Τι άθλιο, να ζεις σε εκκρεμότητα, μετέωρος, όπως εκείνο εκεί πάνω το σιχαμερό έντομο. Η αράχνη! Μήπως θα ήταν σκόπιμο, λέω, πριν πάρει κανείς κανένα σκουπόξυλο να με κατεβάσει από την γωνιά που έχω κρεμαστεί για να γλυτώσει από την ενοχλητική παρουσία μου, να πάρω μόνος μου, επιτέλους, την πρωτοβουλία να απαλλάξω τον κόσμο από την αφεντιά μου ένα λάθος της φύσης; 12 13

2. Ημέρες γενεθλίων (Μονόλογος σε τρεις εικόνες. Η δράση σε ένα μικρό υπόγειο με ήρωα έναν μεσόκοπο με πάρκινσον) Πρώτη εικόνα Είχε δίκιο ο θείος Ξενοφών. Τι μυαλό κουβαλάνε, Θεέ μου, αυτοί οι χωριάτες οι συγχωριανοί μου. Ο κόσμος θα φτιάξει το κρασί του καλό-κακό, ό, τι είναι τέλος πάντων θα το βάλει στο βαρέλι, να ανοίξει μετά την κάνουλα, να γεμίσει την καράφα ή το μπουκάλι Ούτε να τρέχουν τα κρασιά από δω κι από κει να λερώνει, να κάθεσαι ύστερα να καθαρίζεις Κι όχι τίποτα άλλο, να κινδυνεύεις κι από πάνω Εγώ είπα, έτσι και κάνει πως τραβάει κανείς κρασί από το κιούπι μου, θα του το κόψω το κουλό. Να πάει αλλού να βουτάει το βρωμόχερό του. Δεν θα πεθάνω εγώ από μόλυνση. (Γεμίζει από την καράφα το ποτήρι και πίνει) Το άτιμο, όσο πάει, όλο και πιο ξινό γίνεται. Ε, τι περιμένεις. Κάθε φορά που ξεσκεπάζεις το κιούπι, το κρασί παίρνει αέρα. Οι χωριάτες άμα μάθουν κάτι, και στραβό να είναι, άντε να τους το βγάλεις από μυαλό. Οι παλαιοί ξέρανε, λέει. Εγώ, όμως, μπορείς να που 14 15

πεις, γιατί κάθομαι και κάνω τα ίδια; Από συνήθεια. Μήπως να έβαζα στο κιούπι, εκεί κάπου στην βάση του, μια βρύση να τρέχει από κει το κρασί. Όχι, δηλαδή, ότι θα είναι όπως το βαρέλι. Όχι, όχι. Το κιούπι είναι κιούπι. Δεν έχει σαν το ξύλο πόρους, να παίρνει ανάσες (Παίρνει το τηλεχειριστήριο και κάνει ζάπινγκ) Τα ίδια και τα ίδια. Παντού αηδίες. Η τηλεόραση είναι όπως η γάτα. Μια συντροφιά. Να έχεις την αίσθηση ότι δεν είσαι μόνος. Τι να σου κάνω που δεν πιάνουν πια τα ξερά μου, αλλιώς μέσα σε μια-δυο ώρες θα σου την είχα βάλει εγώ την βρύση. Μήπως και τα πόδια μου πάνε καλύτερα; Ακούς εκεί, βαριέμαι να σηκωθώ. Με έφαγε, λέει, η αχρηστία. Ποιος; Εγώ. Εγώ, που το μόνο πράγμα δεν θα μπορούσε να μου καταλογίσει κανείς είναι η τεμπελιά και το καθισιό. Μα έκανα τίποτε άλλο από μικρό παιδί εκτός από το να δουλεύω σαν το σκυλί; Για τους άλλους μάλιστα, όχι για μένα. Αλλά, αφού το αποφάσισε η σύζυγός μου, τι να έλεγα εγώ. Κι όχι τίποτε άλλο, έπεισε και τον γιο μας. Άπαξ και τους καρφώθηκε στο μυαλό η ιδέα ότι το πρόβλημά μου είναι η έλλειψη άσκησης, εγώ φωνή βοώντος εν τη ερήμω. Να τους εκλιπαρώ με την κωλορωσίδα που μου φερναν να μου κάνει μασάζ, κι αυτοί τίποτα. Μου στριβε η άτιμη τα χέρια και τα πόδια με τόση δύναμη σαν να ήθελε να μου τα σπάσει. Πώς άντεξα, Θεέ μου, πώς άντεξα! Ήθελα να ξερα, δεν με λυπόντουσαν; Εγώ να βογκάω από τον πόνο, κι εκείνοι λες κι ήμουνα κανένα άψυχο αντικείμενο στις χερούκλες αυτού του θηλυκού τέρατος. Εκτός κι αν της ανέθεσαν, με το αζημίωτο, με τα λεφτά μου δηλαδή, να με βγάλει από την μέση, να γλυτώσουν μια και καλή από την μουρμούρα μου. Ξέρω γω, τι να πω. (Βλέποντας μπροστά το παντελόνι του) Στο διάολο, κατάντησα πια σαν τον κύριο Θεοχαρίδη, που κάθε τόσο έβγαινε από την τουαλέτα με βρεμένο το παντελόνι. Αχ, ο κος Θεοχαρίδης, σαν να τον βλέπω μπροστά μου. «Κοροϊδεύετε, ε; Να δω, άμα γεράσετε κι εσείς. Πιάνω το να, κι αναρωτιέμαι: αυτό να είναι; Μετά πιάνω το άλλο. Λες να είναι αυτό; Κι ύστερα, πιάνοντας το άλλο, λέω μέσα μου: μπας κι είναι αυτό; Έχουν γίνει όλα ίδια. Αλοιφή. Δεν τα ξεχωρίζω πια. Τραβάω, λοιπόν, κι εγώ ένα στην τύχη, και φτου σου τζίφος πάλι». Ο κος Θεοχαρίδης, λοιπόν! Όχι, όχι, εγώ μπορώ ακόμη και ξεχωρίζω το πιο μακρύ. Ε, πώς να το κάνομε. Είχαμε πάντα τις περιπετειούλες μας που κρατούσαν ψηλά το ανήθικό μας. Απλώς, το πρόβλημά μου είναι το χέρι μου. Την στιγμή που πάω να πιάσω το ανήθικό μου, το κουλό μου φεύγει και πάει αλλού από εκεί που θέλω, και παφ πιάνει το ένα από τα άλλα δυο. Όταν πια έχει αδειάσει η ουροδόχος κύστη μου, τότε καταλαβαίνω ότι την πάτησα πάλι. Αλλά μήπως κι όταν τα καταφέρω να πιάσω το ανήθικό μου Τα ίδια σκατά. Το χέρι μου πάει από δω κι από κει, σαν εκτροχιασμένο τραίνο, κα ορίστε τα χάλια μου. Ποιος τους ακούει τώρα, μάνα και γιο. (Πίνει από το ποτήρι κρασί) Αλλά φταίω εγώ; Μακάρι η αιτία της αστάθειάς μου και της επερχόμενης παράλυσής μου να ήταν απώλεια της δύναμης των μυών μου. Να κάνω, τότε, και γυμναστική, και μασάζ, κι ό, τι στο διάολο άλλο, να συνέλθω. Θέλω εγώ να υποφέρω; Ο συνεχής εκφυλισμός της μέλαινας ουσίας εδώ μέσα, (δείχνει το κεφάλι του) που έχει ως αποτέλεσμα την μείωσιν της παραγωγής της ντοπαμίνης, εις την αρμοδιότητα της οποίας ανήκει ο έλεγχος των μυών, η ομαλή κίνησις των μελών μας αυτό είναι το πρόβλημά μου. Ήταν ανάγκη να τύχει σε μένα κι αυτό Πω, πω 9 και 20. Θα έπρεπε να είχαν έρθει. Άργησαν. Καλύτερα, όμως. Θα άκουγα πάλι τον εξάψαλμο: πώς έγινες έτσι, που δεν προσέχω, που δεν σκέφτομαι 16 17

κανέναν άλλο παρά μόνο τον εαυτό μου... Λες και μου τα πλένουν αυτοί τα ρούχα. Κοίτα να δεις: μια ζωή δεν έκανα τίποτε άλλο παρά να τρέχω, να τρέχω, να τρέχω. Σπίτι-μαγαζί, μαγαζί-σπίτι. Όλο βιαζόμουνα. Πόσα πράγματα γινόντουσαν γύρω μου να κάθονται οι άνθρωποι στα καφέ να πίνουν το τσάι τους, το αναψυκτικό τους, να συζητάνε, να χαζεύουν στις βιτρίνες, να στέκονται όποτε γινόταν κανένα ατύχημα στον δρόμο να δουν τι συμβαίνει κι εγώ εκεί, να βάζω κάτω το κεφάλι, να τρέχω, μη και χάσω κανένα λεπτό από την δουλειά. Όταν πάρω την σύνταξη, έλεγα. Τότε όλος ο χρόνος θα είναι δικός μου. Να πάω στο χωριό μου Το σπίτι το χω φτιάξει μια χαρά Ούτε αγωνία ούτε άγχος πώς θα κυλίσει η μέρα μήπως και δεν προφτάσω να πάω στον προορισμό μου Όλα σε απόσταση βολής. Δεν χρειάζεται βιασύνη. Αργά και σταθερά. Με το πάσο σου. Να απολαμβάνεις την κάθε στιγμή! Αυτό δεν είναι το μυστικό της ζωής; Αν μπορούσα να ελέγξω και την ανταρσία του κορμιού μου Να με τρέχουν τα πόδια μου και να μην τα προφταίνω. Το κακό, βέβαια, έτσι όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα, θα ναι να σταματήσουν να με τρέχουν τα πόδια μου. Τότε, με περιμένει η αναπηρική καρέκλα. Το πάρκινσον δεν έχει επιστροφή. Ήταν να μην ξεκινήσει ο εκφυλισμός της μέλαινας ουσίας (Πάει να πει από το ποτήρι κρασί, αλλά με το τρέμουλό του τού χύνεται και το αφήνει χωρίς να πιεί τελικά) Το ρημάδι, να μην μπορεί να σταματήσει να κουνιέται; Φοβερό, φοβερό, να μην σε ακούει το ίδιο σου το σώμα. Μπορεί ο εγκέφαλός μου μέρα με την μέρα να εκφυλίζεται, αλλά η σκέψη μένει ακμαία, να μη με αφήνει να ξεχνάω τα χάλια μου. Σαν την τρίχα που, όσο κι αν προσπαθείς να την ισιώσεις, αυτή στέκεται όρθια. Τι τρίχα, δηλαδή, γαϊδουρότριχα! Ουδέν κακόν αμιγές καλού, όμως. Η σκέψη, όσο κι αν μέσα στον εκφυλιζόμενο εγκέφαλό μου με πληγώνει θυμίζοντάς μου το ανελέητο τρέμουλό μου, παρόλα αυτά μου δίνει την δυνατότητα να κάνω άλματα μέσα στην μίζερη ζωή μου. Να σκέφτομαι άλλα πράγματα από εκείνα τα οποία υπάρχουν που να με ανακουφίζουν. Ότι έχω κι εγώ μια γυναίκα, ένα παιδί Η Λίτσα; Η Λίτσα, ναι η Λίτσα, και ο Σάκης. Έ, λοιπόν, όσο κι αν η κατάστασή μου τους δημιουργεί εκνευρισμό και ξεσπούν επάνω μου, δεν παύουν μολοντούτο το ξέρω, είμαι απολύτως βέβαιος να με αγαπούν. Ε, κι εγώ από την μεριά μου; Μπορεί να τους παραπονιέμαι που, αλλά να, δεν είπα μόνος μου, για μην τους γίνομαι φόρτωμα, να περιοριστώ εδώ μέσα στην τρύπα αυτή αφήνοντάς τους όλα τα υπάρχοντά μου να τα κάνουν ό, τι θέλουν; Ό, τι θέλουν! Και χωρίς κανένα αντάλλαγμα, παρακαλώ. Θα ήθελα, όμως, απόψε, ημέρα των γενεθλίων μου είναι, να ήταν εδώ. Αυτό είναι το σωστό. Ίσως, βέβαια, να τους έτυχε κάτι σοβαρό. Να σκοτώθηκαν σε τροχαίο καθώς ερχόντουσαν. Θα μπορούσαν και να μην είχαν υπάρξει καθόλου. Πόσοι δεν παντρεύονται ή κι αν παντρεύονται δεν κάνουν παιδιά. Ούτε ο πρώτος δα ούτε ο τελευταίος είμαι. Απλώς, σκέφτομαι. Δεν κοστίζει δα και τίποτε να σκέφτομαι. Η σκέψη είναι απείρως πιο μεγάλη από την ζωή. Ό, τι κι αν υπάρχει στην ζωή μπορεί η σκέψη να το χωρέσει μέσα της, κι έχει και περιθώριο ακόμη να χωρέσει και πράγματα που δεν υπάρχουν στην ζωή αλλά τα φτιάχνει μόνη της σαν να ταν αληθινά. Γοργόνες φτερωτά άλογα... Είναι πράγματα που δεν υπάρχουν στην ζωή. Η σκέψη τα γεννάει και τα παρουσιάζει σαν αληθινά. Ό, τι μου το αρνιέται η ζωή, μπορώ να το κερδίσω με την σκέψη. Δεύτερη εικόνα (Το επόμενο βράδυ. Κοιτώντας στο πάτωμα τις κατσαρίδες να περιφέρονται). Κοίτα να δει που θα με φάνε οι κατσαρίδες. Ε, τι περιμένεις στην 18 19

κωλότρυπα που ζω. Το υπόγειο είναι η χοάνη της πολυκατοικίας που καταλήγει ό, τι σκατό θες. Εγώ, βέβαια, προσπαθώ να το κάνω έναν αξιοπρεπή τόπο διαμονής. Ααν εξαιρέσεις, βέβαια, τους ανεπιθύμητους εισβολείς απέξω τα ποντίκια, τις κατσαρίδε, κατά τα άλλα είναι εντάξει εδώ. Ειδικά, σήμερα, την ημέρα των γενεθλίων μου, επιβάλλεται να είναι όλα εντάξει όλα! Δεν είναι μικρό πράγμα η επέτειος της εισόδου μου στην ζωή. Όσες στερήσεις κι αναποδιές και να μου τυχαν, όσα χαστούκια κι αν έφαγα, δεν παύει να είναι η ζωή μου, η δική μου η ζωή. Ένα καταπίστευμα, το οποίο είμαι υποχρεωμένος, από την στιγμή που μου παραχωρήθηκε, να το σεβαστώ. Τώρα, βέβαια, θα πεις, άνθρωποι είμαστε, υπάρξεις με περιορισμένες δυνάμεις πόσο πια να αντέξεις τα χτυπήματα της ζωής. Η φύση, όμως, είναι σοφή. Μέσα στον σωρό από τα κύτταρα που μαζεύει για να φτιάξει το σαρκίον του καθενός μας χώνει κάπου εκεί μεταξύ τους μια αδιόρατη, άυλη ουσία, μιαν αύρα, που, περνώντας ανάμεσά τους, ανοίγει και κανένα παράθυρο πίσω της, για να βλέπεις έξω από τον βόθρο της ζωής σου που είσαι βουτηγμένος. Η Πίτσα, ο Λάκης Ό, τι και να τους σέρνω πάνω στα νεύρα μου, δεν μπορώ να πω ότι δεν νοιάζονται για μένα. Να, χωρίς εγώ να τους πω τίποτα αποφάσισαν να φέρουν την τούρτα των γενεθλίων μου. Για μένα θα ήταν ολόκληρη δοκιμασία να ανέβω όλα αυτά τα σκαλιά, να πάω κάτω στην πλατεία να την αγοράσω. Υπάρχει, θα μου πεις, κι εδώ δίπλα, στην γωνία, ζαχαροπλαστείο, αλλά άλλο τα γλυκά του Παύλου κάτω στην πλατεία, άλλης ποιότητας Ίσως φέρουν και κάτι αλμυρό μαζί τους. Να γίνει η γιορτή πιο πλούσια. Δεν γιορτάζει κανένας κάθε μέρα τα γενέθλιά του. Κι εγώ από πλευρά μου είμαι έτοιμος να συμβάλω. Το κερί, κόκκινο, ένα βαθύ κόκκινο, να κάνει αντίθεση με την λευκή τούρτα, το προμηθεύτηκα εγώ. Πού να σβήνω 66 κεριά. Ένα, φφφ ου,ουυ, και τελειώνεις. Διαθέτω, επίσης, εμφιαλωμένο κρασί. Εγγυημένο! Όχι αυτό το ξύδι στο κιούπι. Μη κοιτάς εμένα, εγώ το έχω συνηθίσει πια. Οι άλλοι, όμως, τι φταίνε. Όταν μάλιστα πρόκειται να σου προσφέρουν την συντροφιά τους, στην γιορτή μας Ε; (Τραγουδάει) Μεγάλος να γίνεις, με άσπρα μαλλιά, παντού να σκορπίζεις της νιότης το φως, κι όλοι να λένε να ένας σοφός Τρίτη εικόνα (Το επόμενο βράδυ) Τον κακό τους τον τάραχο! Θα έπρεπε να ήταν εδώ. Μια λογική ώρα θα ήταν 8, άντε 9. Όχι 11 (Κοιτάει το ρολόι) Τι 11. Κοντεύει 12! Σε 1, 2, 3, 5 λεπτά πάει, η ημέρα των γενεθλίων μου θα είναι παρελθόν, δίχως να κάνω τίποτα. Αλλά δεν φταίει κανένας άλλος. Το εκφυλισμένο το κεφάλι μου, η σκέψη μου μέσα, που δεν σταματά να δημιουργεί φαντάσματα. Μια πόλη βομβαρδισμένη είναι το ξερό μου μέσα. Ερείπια από δω κι από κει σωριασμένα. Κι ό, τι στέκεται ακόμη όρθιο, σιγά-σιγά καταρρέει κι αυτό διαβρωμένο από την αρρώστια. Κι ο καπνός να αναδύεται μέσα από τα ερείπια σαν να μην τρέχει τίποτα, ακολουθώντας την δική του πορεία. Η σκέψη! (Κάνει να πιάσει τον καπνό) Τι ηλίθιος που είμαι. Να θέλω να πιάσω την σκέψη μου. Όποιος κι αν με έφτιαξε η φύση, ο Θεός, η δύναμη, με έκανε κάτι που δεν μπορώ να ελέγξω τίποτα από αυτό. Ένα τίποτα! Το σώμα μου στιγμή-στιγμή φθείρεται, αν εν τω μεταξύ δεν ορμήσει μέσα του απρόκλητη η αρρώστια να το αποτελειώσει μια ώρα αρχύτερα. Και η σκέψη μου; Ελεύθερη αυτή, με παρασύρει έξω από την τρύπα 20 21

μου, μακριά από όλα αυτά τα μίζερα πράγματα, και τα ποντίκια, και τις κατσαρίδες, που τα βαριέμαι και τα σιχαίνομαι σαν τον καπνό που πηγαίνει όπου θέλει και μπορείς να ταξιδεύεις κι συ μαζί του ακολουθώντας τον απλώς με την ματιά σου. Όνειρα. Συναισθήματα. Διανοήματα. Μνήμες. Προσδοκίες. Ένας φανταστικός κόσμος, ο κόσμος της σκέψης, που δεν μπορείς να την ελέγξεις. Σου γεννάει κάτι τρυφερό μέσα σου η σκέψη, μια προσδοκία, που σε γεμίζει έτσι, ώστε να νιώθεις άλλος από αυτός που είσαι αν είσαι και κάτι. Σήμερα σκέφτηκα ότι είναι η μέρα των γενεθλίων μου. Και χτες σκέφτηκα ότι ήταν η μέρα των γενεθλίων μου. Και προχτές το ίδιο. Σκέφτηκα ότι όπως τόσοι και τόσοι θα μπορούσα να περιμένω κι εγώ την γυναίκα μου, τον γιο μου και φίλους, πολλούς φίλους, να γιορτάσω μαζί τους την ημέρα των γενεθλίων μου. Μια υπέροχη προσδοκία! Δεν είχα την απαίτηση, βέβαια, να με επισκεφτούν όλοι αυτοί. Που να τους έβαζα κιόλας. Αλλά ούτε η Νίτσα; Ούτε ο Τάκης; Κανένας σήμερα. Ούτε και χτες κανένας. Ούτε προχτές. Ποτέ! (Πίνει από το ποτήρι κρασί) Το να θέλεις δεν είναι αρκετό, τελικά. Η σκέψη δεν φτάνει εκείνο που δεν υπάρχει στην πραγματικότητα να το κάνει να υπάρχει στην πραγματικότητα. Νιώθω το παράθυρο, που μου άνοιξε προσώρας η σκέψη, να κλείνει. Όλα εξαφανίζονται και μένεις μέσα στον βόθρο, εκεί που πέρασες όλη σου την ζωή μόνο λίγο πιο βαθιά ακόμη από εκεί που ήσουν μια στιγμή πριν, πριν ανοίξει το παράθυρο. Το κακό είναι ότι θα ξανανοίξει, για βυθιστείς ακόμη πιο κάτω στον βόθρο. 22 23

3. Ένα κιλό κόκκινη μπογιά στον απέραντο ωκεανό (Διάλογος μεταξύ του Α, πάνω σε αναπηρικό αμαξίδιο, και μιας φωνής) Α: Δυστυχώς, και τα δύο. ΦΩΝΗ: Καίαιααι πώςωςως έτσι. Α: Αυτοκινητικό. Βγήκε ξαφνικά από την γωνία το φορτηγό, εγώ για να το αποφύγω έκανα αριστερά, ερχόταν ο άλλος από απέναντι, και ΦΩΝΗ: Μετωπική; Α: Πού μετωπική. Σοβαρολογείς; Αν ήταν μετωπική, τώρα θα ήμουν στα κυπαρίσσια. Πρόφτασα κι έκοψα το τιμόνι δεξιά και με χτύπησε στο πλάι. Αυτό με σωσε. Βέβαια, με την απότομη κίνηση που έκανα, έχασα τον έλεγχο κι έφυγα από την μηχανή. Ερχόταν κι ο άλλος από απέναντι και πέρασε πάνω κι από τα δυο μου πόδια. Μου τα λιωσε. Δεν γινόταν τίποτα ΦΩΝΗ: Και τα δύο, ε; Α: Το ένα μου το έκοψαν από το γόνατο, και το άλλο λίγο πιο πάνω, στον μηρό. Εσύ; Και τα δύο κι εσύ; ΦΩΝΗ: Α, όχι, εγώ το ένα. Α: Ωραία 24 25

ΦΩΝΗ: Αύριο έχουν κανονίσει να μου κόψουν και το άλλο. Α: ΦΩΝΗ: Το ζάχαρο δεν σταματά με τίποτα. Μου φαγε το ένα πόδι. Και τώρα ήρθε η σειρά του άλλου. Τουλάχιστον Α (Χτυπάει το κινητό του): Ναίαιαι. Έλα Βασίλη, Βα. (Απευθυνόμενος στην φωνή) Κόπηκε. Συγνώμη. Μου ξέφυγε Δεν είναι κι ό, τι καλύτερο να σου κόβουν το πόδι, και να ακούς τον άλλο να σου λέει «κόπηκε». ΦΩΝΗ: Εσύ καθάρισες. Ό, τι σου κόψανε, σου κόψανε. Εγώ, όμως; Να σε αυτό, πρώτα μου κόψανε τα δάκτυλα, ύστερα στον αστράγαλο, και μετά, όταν προχώρησε η γάγγραινα πιο πάνω, στο γόνατο. Κι αύριο, πάμε γι άλλα. Α: Δάκτυλα πάλι, αστράγαλος κ.τ.λ., κ.τ.λ. ΦΩΝΗ: Όχι, όχι, αυτή την φορά, κατευθείαν στην κνήμη να, εδώ κάπου στην μέση... Α: Ευτυχώς! ΦΩΝΗ: Ευτυχώς; Α: Να γλιτώσεις τουλάχιστον την ταλαιπωρία. Μια κι έξω. Καλύτερα. ΦΩΝΗ: Μακάρι, αλλά τίποτα δεν είναι σίγουρο. Μπορεί, όταν μου το κόψουν στην κνήμη, ύστερα να χρειαστεί να πάνε και πιο πάνω. Σου είπα, το ζάχαρο δεν έχει όρια. Τρωκτικό. Όπου βρει τρύπα πάει και χώνεται, κι αρχίζει το ροκάνισμα. Α: Ε, ναι, αλλά μη μου λες εμένα τώρα Γιατί και με το άλλο που στο κόψανε στο γόνατο, δεν πάει να πει ότι ξεμπέρδεψες. Μπορεί το τρωκτικό να χτυπήσει πάλι εκεί. Μμμ; ΦΩΝΗ: Ναι, βέβαια, τίποτα δεν αποκλείεται. Α: Και να χρειαστεί τότε να κόψουν πιο πάνω από το γόνατο. Πάλι κερδισμένος, όμως, δεν θα είσαι; Αφού αρχίζεις από κνήμη Άλλο να ξεκινάς από δάκτυλα, κι άλλο από κνήμη. ΦΩΝΗ: Αν το θέτεις έτσι Α: Όχι, αν. Έτσι είναι. Τι; ΦΩΝΗ: Όχι, όχι Δεν διαφωνώ. Α: Το κακό, ξέρεις, είναι ότι δεν βάζομε κάτω την λογική να δούμε τα πράγματα. ΦΩΝΗ: Δηλαδή; Α: Κοίτα, η λογική λέει ότι, από την στιγμή που μας κόψανε τα πόδια, δεν μπορούμε να περπατήσομε. Αυτό είναι σίγουρο. ΦΩΝΗ: Υπό την προϋπόθεση, βέβαια, ότι δεν θα προσθέσομε τεχνικά μέλη. Εγώ, προσωπικά, οφείλω να πω, δεν σκοπεύω. Το θεωρώ αποκρουστικό. Α: Πάντως, και για το άλλο, που έλεγες, μη φοβάσαι, η αναπηρία μας δεν θα χει καμιά επίπτωση επάνω του. ΦΩΝΗ: Για το άλλο; Ποιο άλλο; Α: Το γαμήσι. Δεν μου έλεγες πώς και αν έτσι που καταντήσαμε, μήπως ξέρω γω Ε, λοιπόν, κοίτα: τα πόδια σαφώς δεν αποτελούν μέρος της συγκεκριμένης διαδικασίας. Να πεις ότι χωρίς χέρια δεν μπορώ να κλέψω, να το καταλάβω. Αλλά να μην μπορώ να γαμήσω χωρίς πόδια Από πού κι ως πού. ΦΩΝΗ: Εντάξει τώρα, μην τα ισοπεδώνομε κι όλα. Αλλιώς είναι να χεις πόδια και να να κάνεις τέλος πάντων έρωτα, κι αλλιώς χωρίς πόδια. Δεν το καταλαβαίνεις; Α: Μπα, μία, δύο, τρεις πέντε φορές και μετά, πάει, συνήθισες. Η επανάληψη είναι μεγάλη υπόθεση: μήτηρ μαθήσεως! Με το γαμήσι, μάλιστα, θα έλεγα ότι έχει μια ιδιαίτερη, στενή σχέση. ΦΩΝΗ: Προφανώς. Για να υπάρξει η μητέρα, πρέπει να γαμηθεί. Α: Δεν κατάλαβες. Εννοώ το γαμήσι με την μάθηση. ΦΩΝΗ: Το γαμήσι με την μάθηση; Α: Το γαμήσι με την μάθηση. Ναι, ναι: το γαμήσι με την μάθηση. Τι λέμε; Όλοι οι άνθρωποι είναι θνητοί. Ο Κώστας είναι άνθρωπος. 26 27

28 29

Άρα ο Κώστας είναι θνητός. Εντάξει; ΦΩΝΗ: Α: Πάμε τώρα στο γαμήσι. Η επανάληψη είναι μήτηρ μαθήσεως. Γαμάμε κατ επανάληψη. Άρα γαμώντας, μαθαίνομε. ΦΩΝΗ: Α: Τώρα αν θες εσύ να μείνεις τούβλο (χειρονομεί υπαινισσόμενος ότι κάνει σεξ) μη. ΦΩΝΗ: Σαν πολύ εύκολα δεν τα βλέπεις; Είναι να θέλει κι ο άλλος. Και στην κατάσταση που είμαστε, ποια θα γυρίσει να μας Α: Ο έρωτας, αγαπητέ, χρειάζεται δυο. Άμα θέλει, λοιπόν, ο ένας από τους δυο, η μισή δουλειά είναι καμωμένη. Κοίτα τώρα. Δεν λέμε η αρχή η αρχή!, πρόσεξε ότι είναι το ήμισυ του παντός; Οπότε σκέψου τι μπορεί να είναι το μισό. Σχεδόν το παν. Αφού η αρχή είναι το μισό, άρα το μισό ; Απλά μαθηματικά. Είναι να θέλεις, γλυκέ μου! ΦΩΝΗ: Τόση αισιοδοξία, τι να πω. Α: Η μαγκιά είναι να βλέπεις πάντα στο βάθος του τούνελ φως. ΦΩΝΗ: Μην είναι κανένα τρένο μόνο, που έρχεται κατά πάνω σου, και σε κόψει ό, τι, εν πάση περιπτώσει σου έχει απομείνει, δηλαδή. Α: Καθίκι του κερατά. Όλη την χολή σου να την ρίξεις επάνω μου. Ακούς εκεί, ό, τι μου έχει απομείνει; Δηλαδή, τι θέλεις να πεις: ότι έχεις εσύ ένα πόδι παραπάνω; Σιγά τα λάχανα! Θα τα πούμε, όμως, αύριο, μετά το χειρουργείο. Ένα πόδι λιγότερο κι εσύ, και θα είμαστε ίσα. Η πρώτη επίσκεψη που θα δεχθείς μετά τον ακρωτηριασμό σου, να το ξέρεις από τώρα, θα είμαι εγώ. Να σε παρηγορήσω. Έλα, έλα, μην κλαις. Δεν θα είσαι δα ο μόνος. Δεν βλέπεις εμένα; Να σκέφτεσαι ότι υπάρχουν και χειρότερα. Άλλοι δεν έχουν ούτε χέρια. ΦΩΝΗ: Θα σε καρυδώσω, άθλιε. Οι ειρωνείες σου, κομμένες μαζί μου. Α: Να μας βλέπει και κανείς, θα νομίζει ότι παρακολουθεί κανένα τελικό καλαθοσφαίρισης με αμαξίδια. Τι απαίσιο θέαμα, αλήθεια, να βλέπεις στο παρκέ απολειφάδια πάνω σε καροτσάκια να χτυπάνε το ένα με το άλλο με θόρυβο. Έλα, δεν χρειάζεται τόσο εκνευρισμός. Εγώ σου δίνω την συνταγή της ευτυχίας. Κι εσύ; ΦΩΝΗ: Ευτυχία, στο χάλι που είμαστε; Α: Να, να αυτό είναι το λάθος σου. Δεν βάζεις κάτω την λογική. Όταν πάρεις ένα κιλό μπογιά κόκκινη και βουτήξεις μέσα το χέρι σου, τι θα γίνει; Κατακόκκινο. Για φαντάσου τώρα να ρίξεις το κιλό αυτό την μπογιά στον απέραντο ωκεανό και να βουτήξεις μετά το χέρι σου, θα χει καθόλου ίχνος κοκκινάδας πάνω του; Ε, έτσι είναι και ο πόνος. Άμα τον περιορίσεις στον εαυτό σου, πάει θα σε πνίξει. Μας είχε πει κάποτε στο σχολείο μια ιστορία ο δάσκαλος Περικλής Νίκας! Καλός, πολύ καλός Συνήθιζε, πέρα από το 30 31

μάθημα, να μας λέει θεωρίες, ιστορίες Πού μυαλό εμείς τότε να ακούσομε Θυμάμαι, όμως, πότε-πότε κάποια πράγματα που μας έλεγε χωρίς να το επιδιώκω Εισβάλλουν μέσα μου μόνα τους Αυθόρμητα. Μας έλεγε που λες μια φορά για μια γυναίκα που πέθανε το παιδάκι της Μοναχοπαίδι. Πόσο δυστυχισμένη ήταν! Απαρηγόρητη! Έτυχε, όμως, σε μια πόλη δίπλα να έλθει κάποιος που έκανε θαύματα. Έτρεξε και τον βρήκε με το νεκρό παιδί στην αγκαλιά της τυλιγμένο σε σεντόνι. Έπεσε στα πόδια του και τον παρακάλεσε να της το αναστήσει. Δεν είχε τίποτε άλλο στο κόσμο που να την κρατάει. Ο θαυματοποιός της είπε ότι χρειαζόταν, για να εκπληρώσει την επιθυμία της, να του φέρει ένα κλαδί ροδιάς από τον κήπο ενός σπιτιού όπου τα τελευταία πέντε χρόνια δεν είχε πεθάνει κάποιος. Σχεδόν όλα τα σπίτια στην πόλη εκεί είχαν ροδιές στον κήπο. Πήγε, λοιπόν, σε ένα εκεί δίπλα και χτύπησε την πόρτα να της ανοίξουν. Εμφανίστηκε μια μαυροντυμένη γυναίκα και της είπε ότι είχε χάσει τον άντρα της πριν από έξη μήνες. Ύστερα πήγε στο διπλανό, και της άνοιξε ένας έφηβος, που της είπε ότι είχε πεθάνει την περασμένη εβδομάδα η μητέρα του. Σε άλλο σπίτι της άνοιξε μια νεαρή γυναίκα, μαυροντυμένη, που της είπε ότι είχε σκοτωθεί ο αρραβωνιαστικός της. Όλη μέρα γύριζε σαν τρελή στην πόλη χτυπώντας με αγωνία πόρτες μήπως και βρει ένα σπίτι με ροδιά που να μην είχε θρηνήσει κάποιο νεκρό. Μάταια, όμως. Είχε φτάσει πια σε έναν λόφο με το παιδάκι της στην αγκαλιά. Ο ήλιος έδυε, κι αυτή από κει ψηλά αποκαμωμένη γύρισε την ματιά της κάτω στην πόλη. Τόσα σπίτια, κι όλα τους έκρυβαν πόνο. Κοίταξε το νεκρό παιδάκι της. Τι ήταν ο πόνος, σκέφτηκε, που της προκαλούσε το μικρό-μικρό αυτό άψυχο σωματάκι μπροστά στον απέραντο πόνο που είχε σκεπάσει ολόκληρη την πόλη. ΦΩΝΗ: Ένα κιλό κόκκινη μπογιά στον απέραντο ωκεανό. Α: Κάνοντας την σκέψη αυτή η χαροκαμένη μάνα ένιωσε ανα- 32 33

κούφιση. Γι αυτό, σου λέω, μην μένεις στο κομμένο πόδι σου, το πόδι που αύριο θα σου ακρωτηριάσουν Εσύ τουλάχιστον έζησες τόσα χρόνια με δυο πόδια. Άλλοι γεννήθηκαν χωρίς καθόλου πόδια, χωρίς εγκέφαλο, άλλοι έχουν χάσει τα χέρια τους, άλλοι πέθαναν μέσα σε φριχτούς πόνους Σκούζουν δεξιά, αριστερά. Άκου, κοίτα γύρω σου Άμα συγκρίνεις όλη αυτή την δυστυχία που πνίγει τον κόσμο με δυο πόδια, θα καταλάβεις. Πίστεψέ με. (Κτυπάει το κουδούνι) Ώρα για φαγητό! Η αγαπημένη μου ώρα! Ελπίζω να μας έχουν κοκκινιστό σήμερα με μακαρόνια. Σε αυτό τουλάχιστον τα γούστα μας ταιριάζουν. Υπάρχουν τόσα ωραία πράγματα να σκεφτείς. Να καταλάβεις μόνο ότι ο πόνος ο δικός σου δεν είναι τίποτα μπροστά στον πόνο που κρύβει η ζωή στο σύνολό της. Μη σου πω ότι μπορείς να είσαι κι ευτυχισμένος μπροστά στο κενό που θα αφήσει το πόδι που θα σου κόψουν. Ένα πόδι είναι πια. Άστο να πάει στο διάολο. ΦΩΝΗ: Δεν είναι ένα. Α: Έστω δύο. Κι εγώ στην ίδια μοίρα δεν είμαι; Αλλά, κοίτα, με βλέπεις εμένα ΦΩΝΗ: Δεν είναι μόνο αυτό. Το ζάχαρο με χτύπησε και στο μάτι. Σε ένα μήνα θα το έχω χάσει κι αυτό. Μου το πε ο γιατρός Χτες δεν τα λέγαμε; Και μετά, να περιμένω και το άλλο, με προειδοποίησε. Α: Ναι, έτσι είναι αυτά. Συγκοινωνούντα δοχεία. Άμα πάθει το να, ακολουθεί και το άλλο. ΦΩΝΗ: Όπου υπάρχει αγγείο στον οργανισμό μου δεν θα γλυτώσει από το τρωκτικό που κυκλοφορεί πάνω κάτω μέσα μου, αδέσποτο, να με πληγώνει με τα κοφτερά δοντάκια του. Παντού, παντού πόνος μέσα μου. Τι μου λες εσύ να συγκρίνω τον πόνο μου με τον απέραντο πόνο γύρω μου. Ο απέραντος πόνος είναι μέσα μου. Φθορά, φθορά, φθορά Αυτό είμαι: μια φθορά. Α: Να τον πάλι. Δες, επιτέλους, και την άλλη πλευρά. Εντάξει, λυπόμαστε, κλαίμε, πονάμε, αλλά χαιρόμαστε κιόλας, γελάμε Η φθορά Ωραία... Τι να κάνομε. Την νιώθομε πάνω στο πετσί μας, να το λειώνει σιγά-σιγά. Υπάρχει, όμως, και η ζωή. ΦΩΝΗ: Ναι, υπάρχει και η ζωή. Το κακό είναι ότι υπάρχει όχι για μας, αλλά για να τρέφει την φθορά μας. Όπως τα σκουλήκια που χρειάζονται το κουφάρι μας για να συντηρηθούν. Και μετά, όταν καταναλώσουν και το τελευταίο ίχνος της νεκρής σάρκας μας, τελειώνουν κι αυτά μαζί. Α: Πάμε, πάμε Μην αργήσομε πάλι. Και ποιος τους ακούει μετά. Δεν έχομε δα και τα πόδια να τρέξομε. Έλα, τώρα Σκέψου το κοκκινιστό ΦΩΝΗ: Τι νόημα έχει να συντηρώ την τραγωδία της ζωής μου της ζωής γενικά, δηλαδή. Όλοι μας ζούμε μέσα στην φθορά. Απλώς, άλλοι την βιώνουν κι άλλοι δεν την νιώθουν ή, το χειρότερο, κάνουν πως δεν την καταλαβαίνουν. Α: Τουλάχιστον έλα για παρέα. Μη φας εσύ Τέλος 34 35

36 37

38 39