ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ Β ΤΑΞΗ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΥΡΙΑΚΗ 3/05/2015 - ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙΔΩΝ: ΕΠΤΑ (7) ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ Α. Από το παραπάνω απόσπασμα που σας δίνεται να μεταφράσετε στο τετράδιό σας τους στίχους 444-449 («Σὺ μὲν κομίζοις ὑπερβαίνειν νόμους;») και 463-468 («ὅστις γὰρ ἐν πολλοῖσιν. οὐκ ἀλγύνομαι»). Κρ. Εσύ μπορείς να πας όπου θέλεις εντελώς απαλλαγμένος από τη βαριά κατηγορία και συ πες μου, όχι με πολυλογία, αλλά με συντομία, γνώριζες ότι είχε διακηρυχθεί να μην κάνει κανείς αυτά; Αν. Το ξερα πώς ήταν δυνατό να μην το ξέρω; διότι ήταν πολύ γνωστό (σ όλους). Κρ. Και πάλι τόλμησες να παραβείς αυτούς εδώ τους νόμους; Αν. γιατί όποιος ζει μέσα σε πολλές συμφορές όπως εγώ, πώς αυτός δεν θα είναι κερδισμένος αν (όταν) πεθάνει; Έτσι εμένα τουλάχιστον δε με λυπεί καθόλου να έχω αυτό το θάνατο αλλά αν ανεχόμουν να μένει άταφο το πτώμα του πεθαμένου μου αδελφού, για κείνα θα λυπόμουν γι αυτά όμως (τ άλλα) δεν θλίβομαι. Β1. Η Αντιγόνη μετά την παράδοσή της από το φύλακα ως δράστη της ταφής, στέκεται μπροστά στο βασιλιά με σκυφτό το κεφάλι. Να αιτιολογήσετε αυτή τη στάση της. Πώς πιστεύετε ότι την αντιλαμβάνεται ο Κρέοντας (στ. 441-442); Η Αντιγόνη, μετά την επ αυτοφώρω σύλληψή της από τον φύλακα, οδηγείται μπροστά στον Κρέοντα. Καθ όλη τη διάρκεια της ρήσης του φύλακα η ηρωίδα παραμένει σιωπηλή και με το κεφάλι σκυμμένο στο έδαφος. Η σιωπή της Αντιγόνης φαίνεται περίεργη, όμως στο θέατρο είναι ένα δραματικό στοιχείο που διεγείρει την προσοχή του θεατή. Αυτή η τεχνική κληρονομήθηκε από τον Όμηρο και στοχεύει στην εμβάθυνση των πτυχών του χαρακτήρα του ήρωα. Εδώ η σιωπή της Αντιγόνης είναι πιο εύγλωττη από τα λόγια. Η στάση της αυτή δεν μαρτυρεί σε καμία περίπτωση φόβο και ενοχή για την παραβίαση του διατάγματος του βασιλιά. Η Αντιγόνη μένει ατάραχη και σιωπηλή αφενός γιατί έχει ήρεμη τη συνείδησή της, αφού έχει επιτελέσει το χρέος της απέναντι στον αδελφό της και αφετέρου γιατί περιφρονεί τον Κρέοντα. Δεν θέλει να απολογηθεί για την πράξη της, ούτε ζητά την κατανόηση των κινήτρων της από αυτόν. Θεωρεί, μάλιστα, πως δεν έχει τίποτα να ειπωθεί, εφόσον δεν υπάρχει κανένα σημείο ψυχικής και πνευματικής επαφής μεταξύ τους, κάνοντας δραματικότερο το ξέσπασμα που ακολουθεί. Επίσης, είναι πιθανό να αναλογίζεται ότι σε ΤΕΛΟΣ 1ΗΣ ΑΠΟ 7 ΣΕΛΙΔΕΣ
ΑΡΧΗ 2ΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ λίγο θα ξεκινήσει το ταξίδι της για τον κάτω κόσμο, όπου πρόκειται να συναντήσει το νεκρό αδελφό της. Από την άλλη πλευρά, ο Κρέοντας πιστεύει ότι η στάση αυτή της Αντιγόνης φανερώνει την ενοχή της και ότι η ηρωίδα κρατά σκυμμένο το κεφάλι από ντροπή ή φόβο. Πέφτει όμως σε τραγική πλάνη, διότι αδυνατεί να αντιληφθεί πως δεν είναι το συναίσθημα ενοχής ή του φόβου που κατακλύζει την ψυχή της Αντιγόνης, αλλά η απέχθεια προς τον ίδιο. Δεν μπορεί - ή δε θέλει- να αντιληφθεί πως δεν είναι η δειλία, αλλά η αποστροφή προς το πρόσωπό του που καθορίζουν τη στάση της. Μάλιστα, η περιφρόνηση αυτή είναι το δεύτερο απανωτό χτύπημα που δέχεται εκείνος έπειτα από την ταφή του Πολυνείκη. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί πως η σιωπή της κόρης εντάσσεται στα πλαίσια της ποιητικής τεχνικής του Σοφοκλή με στόχο να κάνει δραματικότερο το ξέσπασμά της που πρόκειται να ακολουθήσει. Επικεντρώνει το ενδιαφέρον των θεατών στον ολόπλευρο φωτισμό των χαρακτήρων των πρωταγωνιστών του δράματος και τους προετοιμάζει για τη σφοδρή αντιπαράθεση που θα ακολουθήσει. Β2. Η Αντιγόνη απαντώντας στον Κρέοντα στους στίχους 450-460 δεν προβάλλει ως κίνητρο της πράξης της την αδελφική αγάπη, αλλά την πίστη της στους νόμους των θεών. Να αναφέρετε με ποια επιχειρήματα αποδεικνύει την υπεροχή των νόμων που υπαγόρευσαν την πράξη της. Η Αντιγόνη μετά τη σύλληψή της, οδηγείται μπροστά στον Κρέοντα για να λογοδοτήσει για την πράξη της ταφής. Η ρήση της εισάγεται μ ένα σύντομο διάλογο ανάκριση μεταξύ αυτής και του Κρέοντα. Παραλείποντας την κύρια πρόταση «ναι, τόλμησα» (σχήμα αποσιώπησης) δικαιολογεί τη συμπεριφορά της και έμμεσα χλευάζει τη βασιλική απαγόρευση. Στην ερώτηση δηλαδή του Κρέοντα αν ήξερε για το διάταγμα, εκείνη απαντά πως βέβαια ήξερε, αφού είχε καταστεί σαφές σε όλους. Παρουσιάζεται ήρεμη, καθώς έχει επιτελέσει το χρέος της απέναντι στον αδελφό της και υπερασπίζεται την πράξη της με μια σειρά επιχειρημάτων. Με το πρώτο της επιχείρημα επισημαίνει ότι δεν ήταν ο Δίας και η Δίκη, αλλά ο Κρέοντας που είχε βγάλει αυτή την απαγόρευση (στ. 450-452). Εδώ η Δίκη δεν είναι μόνο η μυθική κόρη του Δία και της Θέμιδος και επέβλεπε για την τήρηση της ηθικής τάξης στον κόσμο, αλλά και το προσωποποιημένο δίκαιο που κατοικεί με τους θεούς του κάτω κόσμου και απαιτεί από τους ζωντανούς να προσφέρουν τις δέουσες τιμές στους νεκρούς. Ο Δίας αντιτάσσεται στο διάταγμα του Κρέοντα γιατί η άρνηση της ταφής προσβάλλει το βασίλειο των θεών. Ο Δίας και η Δίκη λοιπόν, που επιβλέπουν την τήρηση της ηθικής τάξης, απαιτούν την απόδοση των καθιερωμένων τιμών. Στη συνέχεια προσθέτει ότι οι άγραφοι νόμοι των θεών είναι ανώτεροι από τους ανθρώπινους νόμους, γιατί έχουν αμετάβλητη και αιώνια ύπαρξη και ισχύ (453-457). Τα κηρύγματα του Κρέοντα δηλαδή δε μπορούν να υπερβούν τα θεία προστάγματα, που είναι διαχρονικά και αδιασάλευτα. Χρησιμοποιώντας τη λέξη νόμος θέλει απλώς να ειρωνευτεί τον Κρέοντα, αφού η απαγόρευση της ταφής του Πολυνείκη είναι μια απλή προκήρυξη που δεν έχει τη δεσμευτική δύναμη του νόμου. ΤΕΛΟΣ 2ΗΣ ΑΠΟ 7 ΣΕΛΙΔΕΣ
ΑΡΧΗ 3ΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ Στο τρίτο της επιχείρημα αναφέρει ότι η τιμωρία για την παραβίαση του θεϊκού νόμου θα είναι πιο σκληρή από κάθε ανθρώπινη τιμωρία. Η Αντιγόνη προασπίζεται τις ηθικές αξίες και το θεϊκό δίκαιο καθώς και την ηθική του κοινού αίματος, της συγγένειας και της οικογένειας. Αντίθετα ο Κρέοντας είναι υπέρμαχος της πόλης-κράτους, που είναι σύνθεση γενών. Ο Κρέοντας έχοντας μεγάλη ιδέα για τις διαταγές του, τις βάζει πάνω από τους θεούς. Επομένως ύβρη και υπέρβαση δεν κάνει η Αντιγόνη, αλλά ο Κρέοντας. Η Αντιγόνη βγάζει άχρηστο και ασεβή το νόμο του Κρέοντα άρα δεν μπορεί να κριθεί σύμφωνα μ αυτόν. Ο νόμος του είναι άκυρος, ενώ η πράξη της Αντιγόνης πρέπει να κριθεί από τη σκοπιά των θεϊκών νόμων. Στην Αθήνα μάλιστα του πέμπτου αιώνα η αντίθεση γραπτών άγραφων νόμων ήταν ένα επίκαιρο θέμα κάτω από την επίδραση της σοφιστικής. Η θέση του Σοφοκλή, που εδώ εκφράζεται με τα λόγια της Αντιγόνης, είναι με το μέρος της φύσης και των άγραφων νόμων. Τα επιχειρήματα της Αντιγόνης έχουν κυρίως λογικό χαρακτήρα. Η αντίθεση ανάμεσα στο νόμο του Κρέοντα, που απαγορεύει την ταφή του Πολυνείκη και στον άγραφο νόμο που την επιβάλλει δημιούργησε ένα τραγικό δίλημμα στην Αντιγόνη: να υποστεί το θάνατο τηρώντας τους θεϊκούς νόμους και εκτελώντας το χρέος της ή να διαπράξει μια ασέβεια απέναντι στους θεούς και τον αδελφό της; Τελικά φτάνει στο συμπέρασμα πως το κήρυγμα του Κρέοντα δε μπορεί να ξεπεράσει τους άγραφους νόμους. Γίνεται φανερό λοιπόν, πως η Αντιγόνη δεν επιχειρεί ούτε να συγκινήσει τον Κρέοντα ούτε και να τον κάνει να αλλάξει τη θέση του. Αυτός είναι και ο λόγος που δεν χρησιμοποιεί ως επιχείρημα την αδελφική αγάπη, όπως είχε κάνει στον Πρόλογο ζητώντας τη σύμπραξη της αδελφής της, της Ισμήνης. Αποδεικνύοντας λοιπόν για μια ακόμη φορά την ετοιμότητα και την ευστροφία της απέναντι στον νόμο του Κρέοντα επιλέγει να αντιτάξει έναν άλλο ανώτερο νόμο τον άγραφο νόμο των θεών. Άλλωστε, οι δύο ήρωες οδηγούνται στη σύγκρουση, γιατί ο Κρέοντας αδιαφορεί για τους άγραφους θεϊκούς νόμους με την άρνησή του να θάψει το νεκρό Πολυνείκη. Η Αντιγόνη γνωρίζει πολύ καλά ότι δεν μπορεί να συγκινήσει τον Κρέοντα, παρόλο που εδώ αναπτύσσει υψηλές ηθικές ιδέες. Διακρίνει το θεϊκό από το ανθρώπινο δίκαιο και εκτοξεύει δριμιές κατηγορίες εναντίον του τυράννου που περιφρονεί τον ηθικό νόμο. Οι θεατές αισθάνονται θαυμασμό για την υπερήφανη πράξη της, συγχρόνως όμως διαβλέπουν την επερχόμενη σύγκρουση και ανησυχούν για την τύχη της. Άξιο αναφοράς είναι ότι ο Σοφοκλής μέσα από τα επιχειρήματα της ηρωίδας του εκφράζει την αντίληψή του για την ανωτερότητα των άγραφων θεϊκών νόμων. Ειδικότερα, ο τραγικός ποιητής πιστεύει ότι, όταν οι άγραφοι νόμοι των θεών συγκρούονται με τους γραπτούς νόμους των ανθρώπων, τότε οι δεύτεροι πρέπει να συμμορφώνονται με τους πρώτους. Αν η πολιτική εξουσία ενεργεί αντίθετα μ αυτούς, ο πολίτης έχει τότε το δικαίωμα να δείξει ανυπακοή και απειθαρχία. Η θέση του Σοφοκλή για το άγραφο δίκαιο έχει προετοιμαστεί από τον Αίαντα, όταν ο Οδυσσέας τονίζει ότι η απαγορευτική διαταγή του Αγαμέμνονα σχετικά με την ταφή του Αίαντα, δεν πλήττει τον Αίαντα αλλά τους νόμους των θεών. ΤΕΛΟΣ 3ΗΣ ΑΠΟ 7 ΣΕΛΙΔΕΣ
ΑΡΧΗ 4ΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ Β3. «Το ήθος δηλώνει το χαρακτήρα του τραγικού ήρωα, τον ψυχικό του κόσμο, τις σκέψεις και τον τρόπο με τον οποίο αντιδρά σε κάθε περίπτωση». Με βάση το απόσπασμα από το πρωτότυπο και το μεταφρασμένο κείμενο που ακολουθεί (στίχοι 916-923), να αναφερθείτε στο ήθος της Αντιγόνης και αφού επισημάνετε τη διαφοροποίηση της συναισθηματικής της κατάστασης να τη δικαιολογήσετε. Κείμενο από μετάφραση (στίχοι 916-923) ΑΝ. Τώρα με σέρνει με χέρια δεμένα, ανύπαντρη, χωρίς νυφιάτικα τραγούδια, χωρίς χαράς κρεβάτι, χωρίς παιδιά στο στήθος μου. Οι φίλοι με παράτησαν, την άμοιρη, και ζωντανή στων πεθαμένων κατεβαίνω το πηγάδι ποιο νόμο των θεών έχω πατήσει; Γιατί στον ουρανό τα μάτια να σηκώνω, η δύστυχη; σε ποιον να φωνάξω βοήθεια; Μέσα από τις σκέψεις και τον τρόπο που αντιδρά η Αντιγόνη διαγράφεται το ήθος της. Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει το υψηλό φρόνημα της ηρωίδας και τη σταθερή πίστη στην ορθότητα της πράξης της. Στο πρωτότυπο κείμενο συναντάμε την ηρωίδα μόλις την έχει συλλάβει και παραδώσει ο φύλακας στον Κρέοντα. Μετά την ολοκλήρωση της εκτενούς διήγησης του φύλακα ο βασιλιάς στρέφεται προς την Αντιγόνη, προσφωνώντας την με την αντωνυμία «σε» και όχι με το όνομά της, καθώς την βλέπει ως κατηγορούμενη. Προσπαθεί να αποσπάσει την προσοχή της και να σπάσει την σιωπή της. Η σύγκρουση πια των δύο πρωταγωνιστών είναι αναπόφευκτη, αφού το χάσμα μεταξύ τους είναι αγεφύρωτο. Εκείνη είναι βυθισμένη στις σκέψεις της με σκυμμένο το κεφάλι και καρφωμένα τα μάτια στο έδαφος. Ζει σε έναν δικό της πλασματικό κόσμο, σα να μην ακούει και να μην βλέπει τίποτα. Ασφαλώς εξ αρχής διαφαίνεται έκδηλα ο ψυχικός της κόσμος και η πλήρης αποστροφή της στο πρόσωπο του βασιλιά, αφού περιφρονώντας τον ολοφάνερα δεν καταδέχεται καν να τον κοιτάξει. Η συνείδηση της είναι ήσυχη μετά την τέλεση της ιερής πράξης, της ταφής του νεκρού της αδελφού Πολυνείκη. Παραμένοντας εντελώς ατάραχη μπροστά στις απειλές του Κρέοντα ομολογεί ευθαρσώς και με παρρησία τις πράξεις της, που τις θεωρεί ανώτερες και ηθικά άμεμπτες. Αναλαμβάνει με τόλμη τις συνέπειες όσων έχει κάνει αδιαφορώντας για τη ζωή της, στοιχείο που εξοργίζει αλλά συνάμα αφοπλίζει τον ανακριτικό Κρέοντα. Παρουσιάζεται σκληρή, γενναία, άκαμπτη, ακέραιη και αποφασιστική, όπως ακριβώς δηλαδή αρμόζει σε έναν τραγικό ήρωα του Σοφοκλή. Υπερασπίζεται με σθένος και δύναμη τον άγραφο, θεϊκό και αιώνιο νόμο που τον θεωρεί ισχυρότερο από μια παροδική ανθρώπινη διαταγή. Έτσι, η ηρωίδα γίνεται εκφραστής του ηθικού χρέους και εκτός από κατηγορούμενη γίνεται και κατήγορος αφού αμφισβητεί τον ανθρώπινο νόμο που είναι ασυμβίβαστος με το θείο δίκαιο. ΤΕΛΟΣ 4ΗΣ ΑΠΟ 7 ΣΕΛΙΔΕΣ
ΑΡΧΗ 5ΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ Συνεχίζοντας τον λόγο της οι θεατές συνειδητοποιούν ότι δεν την απασχολεί καθόλου ο θάνατος, αλλά θυσιάζοντας την ζωή της κερδίζει την υστεροφημία στους ανθρώπους και την εύνοια του νεκρού Πολυνείκη και των θεών του κάτω κόσμου. Είναι ένας άνθρωπος υψηλόφρων και ελεύθερος, αλλά συγχρόνως και άκρως ρεαλιστικός, αφού θεωρεί την ζωή της ανυπόφορη λόγω των πολλών δεινών και τον θάνατό της αιώνια λύτρωση. Υπεύθυνη και συνεπής στις αρχές της δεν μετανιώνει για τις επιλογές της. Δεν φοβάται καθόλου την υποτιθέμενη κοσμική ισχύ του Κρέοντα, γι αυτό ανυποχώρητη και περιφρονητική τον υβρίζει, τον ειρωνεύεται, υποτιμά τη νοημοσύνη του, στερώντας του ακόμα και τη χαρά να τη θανατώσει. Από όλα αυτά γίνεται αντιληπτό ότι η Αντιγόνη δεν απολογείται και δεν αναζητά δικαιολογίες για τις πράξεις της, αφού αυτές προκύπτουν αβίαστα ως απόρροια όλων όσων πρεσβεύει. Είναι λογικότατη, φιλελεύθερη, διορατική, ηθική, ανεξάρτητη και αυτοδύναμη. Η τραγικότητά της έγκειται στο αλύγιστο φρόνημά της, στην σύγκρουσή της με τον βασιλιά και στην ευχάριστη βεβαιότητα και λαχτάρα του επικείμενου θανάτου της. Έτσι η τραγωδία επιτυγχάνει σταδιακά έναν βασικό σκοπό της, τον έλεο δηλαδή και τον φόβο τον θεατών. Οι θεατές συμπάσχουν με τον πόνο και την τραγικότητα της ηρωίδας και καθίστανται συνοδοί στον δύσκολο δρόμο προς την δικαίωση όλων των ηθικών αξιών. Στο μεταφρασμένο κείμενο που ακολουθεί, η Αντιγόνη προχωρά προς την τελευταία κατοικία της. Στο σημείο αυτό η ηρωίδα εξωτερικεύει τη θλίψη της για τον πρόωρο θάνατό της και εκφράζει το παράπονό της ότι δεν πρόλαβε να παντρευτεί και να κάνει παιδιά. Επίσης, μέσα από τον θρήνο της τονίζεται η απέραντη μοναξιά της, αφού όλοι την έχουν εγκαταλείψει και δεν έχει πια φίλους. Παράλληλα, η Αντιγόνη θρηνεί και για το είδος του θανάτου της, που είναι ο ζωντανός ενταφιασμός. Νιώθει αδικημένη και διερωτάται ποιον νόμο των θεών έχει καταπατήσει, ώστε να της αξίζει τέτοια μοίρα. Συγκρίνοντας τη στάση της ηρωίδας στα δύο αποσπάσματα σαφώς γίνεται αντιληπτή η διαφορετική ψυχολογική της κατάσταση. Στο πρωτότυπο κείμενο παρουσιάζεται χαμένη στις σκέψεις της και αδιάφορη προς τον Κρέοντα αγέρωχη και τολμηρή υπερασπίζεται την πράξη της. Στο μεταφρασμένο κείμενο, που αποτελεί μέρος του κύκνειου άσματος της ηρωίδας, τον κομμό, γίνεται εμφανής η θρηνητική της διάθεση. Καλό είναι στο σημείο αυτό να διευκρινιστεί ότι η Αντιγόνη δεν μετανιώνει για την πράξη της ταφής του νεκρού αδελφού της. Ο Σοφοκλής θέλοντας να φωτίσει ολόπλευρα το χαρακτήρα των ηρώων του παρουσιάζει στο σημείο αυτό και μια άλλη πλευρά της ηρωίδας του αυτή που θρηνεί για τον πρόωρο θάνατο και όσα δεν πρόλαβε ως άνθρωπος να κάνει. Δεν θα ήταν λογικό και πάνω από όλα δε θα ήταν ανθρώπινο η Αντιγόνη να μην θρηνήσει, να μην κλάψει ούτε μια στιγμή για τον επικείμενο θάνατό της. Δεν θα ταίριαζε επίσης, με τη γυναικείο πρότυπο της εποχής εκείνης, σύμφωνα με το οποίο η γυναικεία φύση ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με το γάμο και την απόκτηση παιδιών. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε πως οι ήρωες του Σοφοκλή δεν είναι καθημερινοί άνθρωποι, δεν έχουν, όμως, και τις τιτανικές διαστάσεις των ηρώων του Αισχύλου είναι όπως πρέπει να είναι, σύμφωνοι με την αισθητική και ηθική δεοντολογία. Η εικόνα αυτή, λοιπόν, της Αντιγόνης έρχεται να συμπληρώσει τα ηρωικά στοιχεία του χαρακτήρα της. ΤΕΛΟΣ 5ΗΣ ΑΠΟ 7 ΣΕΛΙΔΕΣ
ΑΡΧΗ 6ΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ Β4α. Να αναφέρετε ποιο είναι το περιεχόμενο των παρακάτω όρων: θυμέλη, χορηγός, περὶ τὸν Διόνυσον τεχνῖται, κόθορνοι, λογεῖον. Θυμέλη: βωμός του Διονύσου στο μέσο της ορχήστρας του αρχαίου θεάτρου. Χορηγός: πλούσιος Αθηναίος που αναλάμβανε τις δαπάνες για τη διδασκαλία του χορού. περὶ τὸν Διόνυσον τεχνῖται: συντεχνία ηθοποιών στους οποίους αναθέτονταν οι θεατρικοί ρόλοι. κόθορνοι: υποδήματα με πολύ χοντρό πέλμα, για να μεγαλώνουν το ανάστημα του ηθοποιού, ώστε να φαίνεται πιο επιβλητικός και μεγαλοπρεπής. λογεῖον: εξέδρα μπροστά στη σκηνή, που αργότερα κάλυψε και μέρος της ορχήστρας, πάνω στην οποία μιλούσαν και έπαιζαν οι ηθοποιοί. Β4β. Να αντιστοιχίσετε τις λέξεις που σας δίνονται στην Α στήλη με τα μέρη της τραγωδίας στην Β στήλη. Α. «κατά ποσόν» μέρη: 2. τα στάσιμα, 4. η πάροδος, 6. η έξοδος, 8. ο πρόλογος, 10. τα επεισόδια Β. «κατά ποιόν» μέρη: 1. ο μύθος, 3. το μέλος, 5. η λέξη, 7. το ήθος, 9. η όψη Γ1 α. Να βρείτε με ποιες λέξεις του πρωτότυπου κειμένου έχουν ετυμολογική συγγένεια οι ακόλουθες: μελλοντικός, δράστης, βατήρας, εντευκτήριο, αναλγητικός, τροχός. μελλοντικός: ἔμελλον δράστης: δεδρακέναι, δρᾶσαι, δρῶσα βατήρας: ὑπερβαίνειν εντευκτήριο: τυχεῖν, τυγχάνειν αναλγητικός: ἤλγουν, ἀλγύνομαι τροχός: ὑπερδραμεῖν Γ1 β. Αφού χωρίσετε τις παρακάτω λέξεις στα συνθετικά τους μέρη, στη συνέχεια να γράψετε με το δεύτερο συνθετικό τους μια νέα παράγωγη λέξη, απλή ή σύνθετη, στα νέα ελληνικά: ξύνοικος, προὐκηρύξας, ἐμφανῆ, κατθανών. ξύνοικος: ξὺν (σὺν) + οἶκος / πολυκατοικία προὐκηρύξας: πρὸ + κηρύττω / διακήρυξη ἐμφανῆ: ἐν + φαίνω / φανερός κατθανών: κατὰ + θνήσκω / θανατηφόρος ΤΕΛΟΣ 6ΗΣ ΑΠΟ 7 ΣΕΛΙΔΕΣ
ΑΡΧΗ 7ΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ Γ2. Να γράψετε τον τύπο που σας ζητείται για κάθε μία από τις παρακάτω λέξεις: δεδρακέναι: απαρέμφατο αορίστου στην ίδια φωνή: δρᾶσαι αἰτίας: γενική πληθυντικού αριθμού: τῶν αἰτιῶν ἐτόλμας: β πληθυντικό πρόσωπο ευκτικής ενεστώτα: τολμῷτε νόμους: δοτική ενικού αριθμού: τῷ νόμῳ ἦν: γ ενικό πρόσωπο προστακτικής ενεστώτα: ἔστω κηρύγματα: δοτική πληθυντικού αριθμού: τοῖς κηρύγμασι(ν) ὥρισεν : α πληθυντικό πρόσωπο υποτακτικής στον ίδιο χρόνο: ὁρίσωμεν ἐγώ: δοτική πληθυντικού αριθμού στο β πρόσωπο: ὑμῖν λέγω: β ενικό προστακτικής αορίστου β ενεργητικής φωνής: εἰπὲ μητρός: κλητική ενικού αριθμού: (ὦ) μῆτερ Δ1. Να γράψετε τον συντακτικό ρόλο των ακόλουθων όρων του κειμένου: δρᾶσαι, συντόμως, ταῦτα, δείσασα, ἄθαπτον. δρᾶσαι: ειδικό απαρέμφατο ως αντικείμενο στο ρήμα φημί με υποκείμενο ἐγώ (ταυτοπροσωπία) συντόμως: επιρρηματικός προσδιορισμός του τρόπου στο ρήμα εἰπὲ ταῦτα: υποκείμενο στο ρήμα ζῇ (αττική σύνταξη) δείσασα: επιρρηματική αιτιολογική μετοχή, συνημμένη στο υποκείμενο ἐγώ του ρήματος ἔμελλον και του απαρεμφάτου δώσειν και λειτουργεί ως επιρρηματικός προσδιορισμός της αιτίας στο δώσειν ἄθαπτον: επιθετικός προσδιορισμός στο νέκυν Δ2. Να αντιστοιχίσετε τις λέξεις που σας δίνονται στην Α στήλη με το συντακτικό τους ρόλο στη στήλη Β. Α στήλη Β στήλη 1. εἰς πέδον α. εμπρόθετος προσδιορισμός της καταγωγής στο «ὄν» 2. αἰτίας β. εμπρόθετος προσδιορισμός της κατάστασης στο «ζῇ» 3. ἐν κακοῖς γ. εμπρόθετος προσδιορισμός του τόπου στο «τὴν νεύουσαν» 4. τοῖσδε δ. γενική του χωρισμού στο «ἕξω» 5. ἐκ πατρός ε. δοτική της αιτίας στο «οὐκ αἰσχύνομαι» 1γ / 2δ / 3β / 4ε / 5α ΤΕΛΟΣ 7ΗΣ ΑΠΟ 7 ΣΕΛΙΔΕΣ